Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Σήμερα, Γ΄ Κυριακὴ ἀπὸ τὸ Πάσχα, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς μεταφέρει λίγες μέρες πίσω, στὴ Μεγάλη Παρασκευή, στὸν τόπο ὅπου συντελέσθηκε ἡ σωτηρία μας, τὸν φρικτὸ Γολγοθά.
Ἐπίκεντρο τῆς σκηνῆς, ὁ μεσαῖος Σταυρὸς στὸν ὁποῖο εἶναι καθηλωμένο τὸ Πανάχραντο Σῶμα τοῦ Κυρίου μας, νεκρὸ πλέον. Ἀπὸ κάτω, λίγοι μόνο ἄνθρωποι παρακολουθοῦν, μὲ τοὺς Δέκα Ἀποστόλους νὰ ἀπουσιάζουν. Μεταξὺ τῶν παρισταμένων, ἦταν ὁ Ἅγιος Ἰωσήφ, ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, Βουλευτὴς τοῦ Μεγάλου Συνεδρίου, ὁ ὁποῖος μαθήτευσε στὸν Ἰησοῦ κρυφά, φοβούμενος μὴν γίνει ἀποσυνάγωγος. Αὐτός, βλέποντας τὸ ἄδικο μαρτύριο ποὺ ὑπέστη ὁ ἀγαπημένος του Διδάσκαλος, ἔδιωξε μὲ μιᾶς κάθε μορφῆς φόβο, ὁπλίσθηκε μὲ τόλμη καὶ προσῆλθε στὸν Πιλάτο γιὰ νὰ ζητήσει τὸ Σῶμα πρὸς ἐνταφιασμό. Ἀντίστοιχα φέρθηκε καὶ ὁ Βουλευτὴς Νικόδημος, ἐπίσης πρώην κρυφὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ. Βλέποντας τὸν Ἰωσὴφ νὰ πηγαίνει πρὸς τὸν Πιλάτο, ἀγόρασε πολύτιμα ἀρώματα γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ ἐνταφιασμοῦ. Μὲ τὴν ἄδεια τοῦ Πιλάτου, ὁ Ἰωσὴφ ἔλαβε τὸ Πανάγιο Σῶμα καὶ μαζὶ μὲ τὸν Νικόδημο ἀρωμάτισαν τὸ Σῶμα, τὸ τύλιξαν σὲ καθαρὸ σινδόνι καὶ τὸ ἐνταφίασαν στὸν καινούργιο Τάφο τὸν ὁποῖο ὁ Ἰωσὴφ εἶχε λαξεύσει ὁ ἴδιος καὶ προόριζε γιὰ τὸν ἑαυτό του.
Τὴν ἑπόμενη μέρα, φοβούμενοι οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ ἀρχιερεῖς μήπως οἱ Ἀπόστολοι κλέψουν τὸ Σῶμα καὶ διαδώσουν ὅτι ὁ Κύριος ἀναστήθηκε, κατόπιν ἄδειας τοῦ Πιλάτου τοποθέτησαν κουστωδία, δηλαδὴ φρουρά, στὸν Τάφο.
Ὡστόσο, ἔγινε αὐτὸ ποὺ ὀρθὰ τονίζει ἡ Ὑμνολογία μας: «μάτην φυλάττεις τὸν τάφον, κουστωδία. Οὐ γὰρ καθέξει τύμβος αὐτοζωΐαν». Δὲν γινόταν, ὁ Χριστός, ἡ Ζωὴ καὶ Πηγὴ τῆς ζωῆς, νὰ μείνει ἐγκλωβισμένος στὸν Τάφο. Ἐκεῖνος ποὺ διασάλευσε τὶς πύλες τοῦ Ἅδη, δὲν γινόταν νὰ μείνει κλεισμένος στὸ Μνῆμα. Ἔτσι, συνέβη τὸ ποθούμενο καὶ ἑμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι σήμερα μποροῦμε νὰ λέμε καὶ νὰ φωνάζουμε μὲ χαρὰ τὸ:
«Χριστὸς Ἀνέστη»!
Χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζουν, οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ ἀρχιερεῖς πρόσθεσαν ἕνα σημαντικὸ ἀποδεικτικὸ στοιχεῖο τῆς Ἀναστάσεως, τὴν φρουρά. Ἄν δὲν ὑπῆρχε φρουρά, τότε πράγματι, θὰ μποροῦσαν νὰ ποῦν ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ἔκλεψαν τὸ Σῶμα. Τώρα, ὅμως, μὲ τοὺς στρατιῶτες νὰ φυλοῦν τὸ Μνῆμα, τὸ ψέμα περὶ κλοπῆς τοῦ Σώματος ἦταν μία μεγάλη ἀνοησία, διότι ἐφόσον φυλοῦσαν οἱ στρατιῶτες, πῶς γίνεται νὰ ἐκλάπη τὸ Σῶμα; Καὶ ἄν κοιμόντουσαν οἱ στρατιῶτες -ὅπως τοὺς εἶπαν νὰ διαδώσουν- πῶς εἶδαν ὅτι ἐκλάπη τὸ Σῶμα; Καταφανεῖς ψευδολογίες!
Πολὺ νωρὶς τὸ πρωὶ τῆς Κυριακῆς, πρὶν ἀκόμη χαράξει ὁ ἥλιος, οἱ Ἅγιες Γυναῖκες, οἱ ὁποῖες διακονοῦσαν τὸν Κύριο καθ’ ὅλη τὴν πορεία Του, συγκεντρώθηκαν γιὰ νὰ πάνε στὸν Τάφο νὰ ἀλείψουν τὸ Σῶμα μὲ μύρα, ὅπως ἦταν τὸ ἔθιμο τῶν Ἰουδαίων. Γνώριζαν ὅτι ὑπῆρχαν στρατιῶτες καὶ ὅτι ἡ πέτρα ποὺ σφράγιζε τὴν πόρτα τοῦ Τάφου ἦταν πολὺ μεγάλη, βαριὰ καὶ ἀμετακίνητη ἀπὸ λίγες ἀδύναμες γυναῖκες. Αὐτὸ ἦταν καὶ τὸ μεγάλο τους πρόβλημα. Τὴν παρουσία στρατιωτῶν δὲν τὴν ὑπολόγιζαν. Τὸ ἄγχος τους καὶ ἡ στεναχώρια τους ἦταν τὸ πῶς θὰ καταφέρουν νὰ ἀποκυλίσουν τὸν λίθο γιὰ νὰ μποῦν στὸν Τάφο. Ἄλλοι, στὴ θέση τους, δὲν θὰ ἔμπαιναν κὰν στὸν κόπο νὰ πάνε μέχρι τὸν Τάφο. Αὐτές, ὅμως, πῆγαν. Παρὰ τοὺς λογισμούς τους, παρὰ τὴν ἀδυναμία τους, παρὰ τὸ ἄγχος τους, πῆγαν! Πῆγαν καὶ ἀνταμείφθηκαν. Εἶδαν ὅτι ὁ μέγας λίθος ἦταν στὴν ἄκρη, οἱ δὲ στρατιῶτες, ἄφαντοι. Μπῆκαν στὸν Τάφο καὶ δὲν εἶδαν τὸ Σῶμα, ἀλλὰ ἕναν ἄγγελο νὰ τοὺς ρωτᾶ: «γιατί ζητᾶτε τὸν Ζωντανὸ ἀνάμεσα στοὺς νεκρούς; Τὸν Ἰησοῦ τὸν Ναζαρηνό, τὸν Σταυρωμένο, ψάχνετε. Ἀναστήθηκε! Δὲν εἶναι ἐδώ! Ὁρίστε ὁ τόπος ὅπου Τὸν τοποθέτησαν».
Γιὰ τὴν τόλμη τους, οἱ Μυροφόρες ἔγιναν οἱ πρῶτες Μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως, μὲ πρώτη ἐξ αὐτῶν, τὴν Παναγία μας. Μετὰ τὸ γεγονός, τοὺς κατέλαβε τρόμος καὶ ἔκπληξη. Λίγο ἀργότερα, ὅμως, εἶδαν τὸν ἴδιο τὸν Ἀναστάντα Χριστὸ νὰ τοὺς λέει αὐτὸ τὸ περίφημο: «Χαίρετε»! «Νὰ ἔχετε χαρά! Ἡ λύπη τελείωσε, ἡ κατάρα λύθηκε, ὁ θάνατος καταργήθηκε. Μόνο χαρὰ νὰ ἔχετε»!
Τί ὡραῖα τὰ μηνύματα ποὺ μᾶς δίνει ἡ σημερινὴ ἡμέρα!
Εἴδαμε τοὺς ἄλλοτε κρυφοὺς μαθητές, ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἦταν τελευταῖοι, νὰ καταλαμβάνουν τὴν πρώτη θέση στὸ μέγα γεγονὸς τῆς Ταφῆς τοῦ Κυρίου. Τὸ ἔχει αὐτὸ ἡ πίστη μας. Ὁ Θεὸς δὲν βλέπει τὶς θέσεις, ἀλλὰ τὴ θυσία. Οἱ Ἕνδεκα ἦταν οἱ πρῶτοι, ἀλλὰ χάρη στὴ θυσία καὶ τὴν τόλμη τους, ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος τοὺς ξεπέρασαν ἐκείνη τὴ δεδομένη στιγμή. Σὲ κάθε Θεία Λειτουργία μνημονεύουμε τὸν Ἰωσὴφ γιὰ τὶς πράξεις του μετὰ τὴ Μεγάλη Εἴσοδο.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη, εἴδαμε τὸν Ἰωσὴφ δίχως δεύτερη σκέψη νὰ παραχωρεῖ τὸν Τάφο του γιὰ νὰ ἐνταφιασθεῖ ἐκεῖ ὁ Χριστός. Ὅσο ἁπλόχερα παραχώρησε τὸν Τάφο του, ἄλλο τόσο ἁπλόχερα ὁ Κύριος ἔδωσε σὲ αὐτὸν τὸν Τάφο τὴν εὐλογία. Πού νὰ φανταζόταν ὁ Ἰωσὴφ ὅτι μέχρι σήμερα καὶ ἕως τῆς συντελείας, αὐτὸς ὁ Τάφος τὸν ὁποῖο λάξευσε καὶ ὁ ὁποῖος βρισκόταν στὴν κατοχή του, θὰ γινόταν τὸ μεγαλύτερο προσκύνημα τῆς οἰκουμένης καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ «ἡ πηγὴ τῆς ἡμῶν Ἀναστάσεως».
Ἴσως, ὅμως, τὸ συγκλονιστικότερο μήνυμα, αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ μᾶς συνοδεύει σὲ κάθε κίνηση τῆς ζωῆς μας, εἶναι αὐτὸ ποὺ βίωσαν οἱ Μυροφόρες. Ἀπέναντι στὸ πρόβλημα τῆς μεγάλης πέτρας, ἀπάντησαν μὲ τὴν τόλμη τους. Δὲν ἔμειναν νὰ σκέφτονται τὰ ἐμπόδια. Προχώρησαν καὶ πέτυχαν.
Ἔτσι κὶ ἑμεῖς, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί. Ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς Ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκρούς, πρέπει στὴ ζωή μας νὰ ὁπλισθοῦμε μὲ τόλμη καὶ ἐλπίδα. Ἄν ὁ ἴδιος ὁ θάνατος δὲν στάθηκε ἐμπόδιο, τί θὰ μπορέσει νὰ μᾶς ἐμποδίσει;
Πολλὲς φορὲς ξεκινᾶμε νὰ κάνουμε κάτι σημαντικὸ στὴ ζωή μας. Πολλὲς φορὲς ξεκινᾶμε κὶ ἑμεῖς σὰν τὶς Μυροφόρες νὰ προσεγγίσουμε τὸν Θεό. Ἐπειδὴ στὴν πορεία σίγουρα λογισμοὶ θὰ ταράξουν τὸ μυαλό μας, νὰ μὴν τοὺς δώσουμε σημασία, ἀλλὰ νὰ προχωρήσουμε μὲ ἐλπίδα στὸν Ζωοδότη. Φθάνοντας, θὰ δοῦμε ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος!
Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!
Χαίρετε!
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος