Ἡ ἀδυναμία λοιπόν τῆς πίστεως γεννιέται ἀπ᾿ αὐτές τίς δυό αἰτίες:
Τετάρτη 26 Ιουλίου 2023
Η ΑΔΥΝΑΜΗ ΠΙΣΤΗ (Ἃγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)
Ἡ ἀδυναμία λοιπόν τῆς πίστεως γεννιέται ἀπ᾿ αὐτές τίς δυό αἰτίες:
Δευτέρα 29 Μαΐου 2023
ΠΟΣΟΝ ΚΑΚΟΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΨΕΥΜΑΤΑ (Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου)
Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
Προσέχετε, νὰ μὴ λέγετε ψεύματα, διότι τὸ ψεῦδος εἶναι γέννημα τοῦ διαβόλου καὶ ὁ διάβολος εἶναι ὁ τοῦ ψεύδους πατήρ. Ὅθεν, ἀκολούθως καὶ ὅσοι εἶναι ψεῦσται, ἔχουν πατέρα τὸν διάβολον καὶ ὁμοιάζουν μὲ αὐτόν, ὅπου εἶναι πρωτοψεύστης, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος· «ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν· ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ’ ἀρχῆς, καὶ ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν… ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ, ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (Ἰωάν. η’ 44).
Καθὼς ἐκ τοῦ ἐναντίου, ὅσοι λέγουν τὴν ἀλήθειαν, ἔχουν πατέρα τους τὴν ἀλήθειαν, ἥτις εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καὶ ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν εἶναι γεγεννημένοι, καθὼς λέγει ὁ ἠγαπημένος Ἰωάννης· «τεκνία μου μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ, μηδὲ γλώσσῃ, ἀλλ’ ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ· καὶ ἐν τούτῳ γινώσκομεν, ὅτι ἐκ τῆς ἀληθείας ἐσμέν» (Α’ Ἰωάν. γ’ 18).
Ἐσεῖς εἶσθε Χριστιανοὶ καὶ διὰ μέσου τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος ἐγυμνώθητε ἀπὸ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, καὶ ἐνεδύθητε τὸν Χριστόν, ὅστις εἶναι ἀλήθεια, καθὼς τὸ λέγει ὁ ἴδιος· «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰωάν. ιδ’ 6). Πῶς ἀποτολμᾶτε λοιπὸν νὰ ἀφίνετε τὴν ἀλήθειαν καὶ νὰ λέγετε τὸ ψεῦδος; Δὲν στοχάζεσθε πὼς διὰ τὰς ψευδολογίας σας ταύτας ἐκδύνεσθε τὸν Χριστὸν τὸν νέον ἄνθρωπον καὶ ἐνδύνεσθε πάλιν τὸν παλαιὸν καὶ φθειρόμενον; Δὲν ἀκούετε πὼς σᾶς συμβουλεύει ὁ μακάριος Παῦλος, νὰ μὴ ψεύδεσθε ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον, ἀλλὰ νὰ ἐκδυθῆτε τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, τοῦ ὁποίου εἶναι τὸ ψεῦδος ἴδιον καὶ νὰ ἐνδυθῆτε τὸν νέον, τοῦ ὁποίου εἶναι ἴδιον ἡ ἀλήθεια; «μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον, τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» (Κολασ. γ’ 9).
Ὁ θεῖος Χρυσόστομος λέγει, ὅτι ὅποιος φορεῖ κανένα φόρεμα, ἐκεῖνο μόνον φαίνεται ὅπου εἶναι τὸ φόρεμά του. Λοιπὸν καὶ ἐσεῖς οἱ Χριστιανοὶ ἐπειδὴ φορεῖτε τὸν Χριστὸν ὡσὰν φόρεμα, ἐκεῖνο μόνον πρέπει νὰ φαίνεσθε καὶ εἰς τὰ ἔργα καὶ εἰς τὰ λόγια καὶ εἰς ὅλα τὰ πάντα, ὅτι εἶναι τὸ φόρεμά σας, ἤγουν ὅτι εἶναι ὁ Χριστός: «τὸν Χριστὸν ἐνδυσώμεθα καὶ μετ’ αὐτοῦ ὦμεν· ὁ γὰρ ἐνδυσάμενος ἐκεῖνο φαίνεται, ὅπερ ἐνδέδυται· φαινέσθω τοίνυν πάντοθεν ἐν ὑμῖν ὁ Χριστός· καὶ πῶς φανεῖται; ἄν τὰ Ἐκείνου ποιῇς» (Λόγ. κδ’ εἰς τὴν πρὸς Ρωμ.).
Κάθε ψεῦδος ὅ,τι λογῆς καὶ ἄν εἶναι, μὲ ὅποιον τρόπον καὶ ἄν λέγεται, εἶναι κακὸν καὶ ὀλέθριον καὶ δὲν πρέπει νὰ τὸ λαλοῦν οἱ Χριστιανοί, διότι γίνεται συνήθεια κακὴ εἰς αὐτούς, καθὼς λέγει ὁ σοφὸς Σειράχ· «μὴ θέλετε ψεύδεσθαι πᾶν ψεῦδος· ὁ γὰρ ἐνδελεχισμὸς αὐτοῦ οὐκ εἰς ἀγαθόν» (Σειρ. ζ’ 14). Καὶ ἀλλαχοῦ λέγει ὁ ἴδιος Σειράχ, ὅτι προτιμότερον εἶναι νὰ κλέπτῃ τινὰς παρὰ νὰ συνειθίζῃ ὁλονένα νὰ λέγῃ ψεύματα, ἀγκαλὰ καὶ οἱ δύο κληρονομοῦσι τὴν ἀπώλειαν καὶ τὴν κόλασιν· «αἱρετὸν κλέπτης ἤ ἐνδελεχίζων ψεύδει· ἀμφότεροι δὲ ἀπώλειαν κληρονομήσουσιν» (Σειρ. κ’ 25)· πόσῳ μᾶλλον δὲν πρέπει οἱ Χριστιανοὶ νὰ λαλοῦν ψεύματα διὰ νὰ γελάσουν τὸν ἀδελφόν τους μὲ δολιότητα καὶ κακίαν, καθὼς τὸ κάμνουσι τινές;…
Φοβηθῆτε λοιπὸν τὸν Θεὸν καὶ παύσατε ἀπὸ τοῦ νὰ μεταχειρίζεσθε ψευδολογίας καὶ μάλιστα εἰς τὰς ἐργασίας σας, διότι ὁ Θεὸς συνειθίζει νὰ ἀφανίζῃ ὅλους ἐκείνους ὅπου λαλοῦσι τὰ ψεύματα, καθὼς εἶναι γεγραμμένον εἰς τὸν θεῖον Δαβίδ· «ἀπολεῖς πάντας τοὺς λαλοῦντας τὸ ψεῦδος» (Ψαλμ. ε’ 6), διότι ὁ Θεὸς δίδει μεγάλας δυστυχίας εἰς ἐκείνους ὅπου ψευδολογοῦν, τόσον ὅπου καταντοῦν οἱ ταλαίπωροι νὰ φοροῦν τρίχινα δέρματα ἀπὸ τὴν πτωχείαν τους, καθὼς εἶναι γεγραμμένον εἰς τὸν Ζαχαρίαν· «καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, καταισχυνθήσονται οἱ προφῆται… καὶ ἐνδύσονται δέρριν τριχίνην, ἀνθ’ ὧν ἐψεύσαντο» (Ζαχ. ζ’ 4). Διότι ὁ Θεὸς μισεῖ καὶ συγχαίνεται ἐκεῖνον ὅπου λαλεῖ τὸ ψεῦδος, καθὼς λέγει ὁ Σολομών· «βδέλυγμα Κυρίῳ χείλη ψευδῆ» (Παρ. 23). Καὶ διότι τέλος πάντων, ὁ Θεὸς εὐγάνει ἔξω ἀπὸ τὴν βασιλείαν του ὅλους ἐκείνους ὅπου ἀγαποῦν τὰς ψευδολογίας, καθὼς τὸ μαρτυρεῖ ἡ ἱερὰ Ἀποκάλυψις· «ἔξω δὲ οἱ κύνες καὶ πᾶς ὁ φιλῶν καὶ ποιῶν ψεῦδος» (Ἀποκαλ. κβ’ 16) καὶ ἀπορρίπτει αὐτοὺς εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρός· «δειλοῖς δὲ καὶ πᾶσι τοῖς ψευδέσι, τὸ μέρος αὐτῶν ἐν τῇ λίμνῃ τῇ καιομένῃ πυρὶ καὶ θείῳ, ὅ ἐστι δεύτερος θάνατος» (Ἀποκαλ. κα’ 8).
Ἐσεῖς ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος παρακαλεῖτε τὸν Θεὸν νὰ εὑρίσκεται μὲ τὴν χάριν Του εἰς τὰς τέχνας σας, διὰ νὰ εὐλογῇ τοὺς κόπους τῶν χειρῶν σας καὶ νὰ αὐξάνῃ τὰ ὑπάρχοντά σας· καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο φέρνετε τὸν διάβολον μὲ τὰς ψευδολογίας σας καὶ διώκετε τὸν Θεόν. Διότι ὅπου λέγονται ψεύματα ἀπὸ ἐκεῖ φεύγει ὁ Θεός, ὁ μισῶν τὸ ψεῦδος, καὶ ἔρχεται ὁ διάβολος ὁ τοῦ ψεύδους πατήρ· εἰς τὴν τέχνην δὲ ἐκείνην εἰς τὴν ὁποίαν δὲν εἶναι ὁ Θεὸς ἀλλὰ ὁ διάβολος, τί εὐλογία πλέον ἤ τί καλὸν ἠμπορεῖ νὰ ἀκολουθήσῃ; βέβαια οὐδέν· μάλιστα δὲ ἐκεῖ εἶναι κατάρα καὶ δυστυχία καὶ κάθε ἄλλο κακόν.
Ἔπειτα συλλογισθῆτε καὶ τοῦτο, ὅτι ὅταν ἐσεῖς φανῆτε ψεῦσται μίαν φοράν, ὕστερον καὶ ἀλήθειαν νὰ λέγετε, τινὰς πλέον δὲν σᾶς πιστεύει, καθὼς λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος· «μὴ ποιήσῃς ἄπιστον τῷ φίλῳ σεαυτὸν ἵνα μή, καὶ ὅτε λαλεῖς ἀλήθειαν, οὐκ ἔτι πιστευθήσῃ· ὁ γὰρ ἐν ἑνὶ εὑρεθεὶς ψεύστης, οὐκ ἔτι ἐστὶν ἄξιος πιστευθῆναι, οὐδὲ ἄν ἀληθεύσῃ ποτέ» (Λόγ. ὅτι ἐπίπλαστον σχῆμα φεύγειν χρή)…
(Ἀπόσπασμα μὲ μικρὴ διασκευὴ ἀπὸ τὸν Λόγο Η’: «Ὅτι οἱ Χριστιανοὶ τεχνῖται πρέπει χωρὶς κακίαν νὰ δουλεύουν τὰς τέχνας των», τοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου «Χριστοήθεια τῶν Χριστιανῶν», ἐκδ. Σωτηρίου Σχοινᾶ, ἐν Βόλῳ 1957, σελ. 150-153).
Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2022
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΙΡΗΝΗ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ (Ἃγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης)
Πέμπτη 28 Απριλίου 2022
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ «ΚΑΝΟΝΑ» ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
Ἐπαινεῖ κατ 'ἀρχὰς τὸν ὑμνογράφο ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ γράφοντας: «Μὲ λαμπρὰ πράγματα ἠθέλησε νὰ λαμπρύνῃ τὴν λαμπρὰν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ἀξίως τῆς ἰδικῆς του λαμπρότητος ὁ λαμπρὸς τῷ βίῳ καὶ λαμπρότερος τῷ λόγῳ καὶ λαμπρότατος τὴν ψυχὴν Ἰωάννης · πρῶτον μὲν γὰρ ἐλάμπρυνε τὴν λαμπρὰν ἡμέραν ταύτην ὄχι μὲ ἄλλον ἦχον, ἀλλὰ μὲ τὸν πρῶτον ... Καθὼς ἡ ἡμέρα τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν καὶ ἡ πανήγυρις τῶν πανηγύρεων, καὶ ἡ λαμπροτέρα ἡμέρα τῶν ἄλλων · οὕτω καὶ ὁ πρῶτος ἦχος ὁ ἐν αὐτῇ ψαλλόμενος εἶναι ὁ ἦχος ὅλων τῶν ἄλλων ἤχων ὁ λαμπρότερος ... Δεύτερον δὲ ἐλάμπρυνε τὴν Λαμπράν (δηλαδὴ τὸ Πάσχα ) ὁ λαμπρὸς Μελωδὸς μὲ τὰς λαμπρὰς ρήσεις τοῦ λαμπροτάτου πανηγυριστοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἵνα ἐκ λαμπροῦ Πανηγυριστοῦ, ὑπὸ λαμπροῦ Μελωδοῦ, διὰ λαμπροῦ ἤχου, μὲ λαμπρὰς ρήσεις, λαμπρῶς τὸ λαμπρὸν τῆς λαμπρᾶς ἡμέρας συγκροτῆται μέλος, κατὰ τὴν δὶς διὰ πασῶν συμφωνίαν · καὶ τὸ θαυμαστὸν εἶναι ὅτι ὄχι μόνον τὰς ὑποθέσεις ἐκ τοῦ Θεολόγου λαμβάνει, ἀλλὰ καὶ αὐτολεξεὶ τὰς ἐκείνου μεταχειρίζεται λέξεις ... ».
Ὡς δεῖγμα γραφῆς παραθέτουμε στὴ συνέχεια τμήματα ἀπὸ τὴν ἑρμηνεία του σ 'ἕναν ὕμνο, ποὺ συχνὰ θὰ τὸν ἀκοῦμε αὐτὲς τὶς μέρες, μέχρι τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως στοὺς ἱεροὺς Ναούς μας: «! Ὢ θείας
! ὢ φίλης ! Ώ γλυκυτάτης σου Φωνής ΜΕΘ 'ἡμῶν ἀψευδῶς γὰρ ἐπηγγείλω ἔσεσθαι, μέχρι τερμάτων αἰῶνος, Χριστέ · ἣν οἱ πιστοί, ἄγκυραν ἐλπίδος κατέχοντες, ἀγαλλόμεθα ».
«... Ὢ τί φωνὴ θεία ἦτον ἐκείνη, Θεάνθρωπε Ἰησοῦ Χριστέ, ὅπου ἐξεφώνησες εἰς τοὺς ἁγίους σου Ἀποστόλους! Καὶ πῶς δὲν ἦτον θεία, ἡ ὁποία ἐκβῆκεν ἀπὸ τὰ θεϊκὰ ἐκεῖνα καὶ προσκυνητὰ καὶ πανάγια χείλη σου; Ὢ τί φωνὴ φιλτάτη ἦτον ἐκείνη ὅπου ἐλάλησας εἰς τοὺς φίλους σου Μαθητάς! Καὶ πῶς δὲν ἦτον φιλτάτη ἡ τόσον ἄκρας φιλίας τῆς πρὸς ἡμᾶς ζωντανὴ οὖσα ἀπόδειξις; Ὢ τί γλυκυτάτη ἦτον ἐκείνη ἡ φωνὴ ἥτις προῆλθεν ἀπὸ τὸ γλυκύτατον καὶ νεκταρῶδες στόμα σου! Καὶ πῶς δὲν ἦτον γλυκυτάτη καὶ χαριεστάτη ἡ τοσούτων ἀγαθῶν γενομένη πρόξενος; Σὺ γάρ, ἡμέτερε Σωτήρ, ὑπεσχέθης ἀψευδέστατα νὰ μένῃς πάντοτε μὲ τοὺς ἱεροὺς Ἀποστόλους σου, καὶ δι 'αὐτῶν νὰ μένῃς καὶ μὲ ἡμᾶς ... οἵτινες πιστεύομεν καὶ λατρεύομέν σοι ... ἕως τῆς συντελείας τοῦ παρόντος αἰῶνος.
Ταύτην λοιπὸν τὴν θείαν καὶ φίλην καὶ γλυκυτάτην φωνήν σου, ὦ Δέσποτα, καὶ τὴν ἀψευδῆ σου ὑπόσχεσιν ἡμεῖς οἱ Χριστιανοὶ κρατοῦμεν ἄγκουραν (ἄγκυραν) ἀσφαλεστάτην ἐλπίδος · ὅθεν ὅταν πνέωσιν ἐναντίον μας οἱ ἄνεμοι τῶν πειρασμῶν, καὶ ὅταν σηκόνωνται κατὰ τοῦ ἡμετέρου πλοίου τὰ κύματα τῆς τοῦ βίου θαλάσσης, ρίπτομεν ὡς ἄγκουραν μεγάλην τὴν θείαν ταύτην ὑπόσχεσίν σου, καὶ εὐθὺς ἐλευθερονόμεθα ἀπὸ τὴν φουρτοῦναν ... γνωρίζει γὰρ τὴν φωνήν σου ταύτην καὶ ἡ αἰσθητὴ καὶ ἡ νοητὴ θάλασσα, διότι πολλάκις τὴν ἐπετίμησες, καὶ ἡσύχασε ... Ὅθεν κἂν τύραννοι μᾶς φοβερίζουν ... ἡμεῖς δὲν φοβούμεθα ... κἂν πτωχεία μᾶς στενοχωρῇ, δὲν μᾶς μέλει · κἄν ἀσθένειαι μᾶς ἐνοχλοῦσιν, ἡμεῖς δὲν καταπίπτομεν · καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, κἂν ὁποιαιδήποτε θλίψεις καὶ δυστυχίαι μᾶς εὕρουν, εἴτε ἐκ Δαιμόνων, εἴτε ἐξ ἀνθρώπων, ἡμεῖς ταύτην μόνην τὴν γλυκυτάτην σου φωνὴν καὶ ἐπαγγελίαν ἐνθυμούμενοι, εὐθὺς παρηγορούμεθα, εὐθὺς εὐφραινόμεθα, καὶ εὐθὺς κάθε μας λύπη εἰς χαρὰν μεταβάλλεται · φανταζόμεθα γὰρ ὅτι εἶσαι παρὼν εἰς ἡμᾶς ἀοράτως καὶ μυστικῶς σὺ ὁ παμφίλτατος καὶ γλυκύτατος ἡμῶν Δεσπότης, καὶ μᾶς ἐνδυναμόνεις εἰς τὰς ἀσθενείας μας, μᾶς παρηγορεῖς εἰς τὰς θλίψεις καὶ περιστάσεις μας, καὶ μᾶς λέγεις εἰς τὴν καρδίαν τρόπον τινά · Μὴ φοβεῖσθε · ἐγὼ εἶμαι μὲ ἐσᾶς · "Ἰδοὺ ἐγώ εἰμι μεθ 'ὑμῶν πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος" ».
Σάββατο 2 Απριλίου 2022
Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος (Συναξαριστής Ἀγίου Νικοδήμου τοῦ Άγιορείτου)
Ούτος ο Όσιος Πατήρ ημών Ιωάννης ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Ιουστίνου του νεωτέρου, του ανεψιού του Ιουστινιανού, εν έτει φο΄ [570]. Όταν δε έγινε δεκαέξ χρόνων, ακαίώ έλαβεν εμπειρίαν εις την εγκύκλιον και εξωτερικήν σοφίαν, από τότε επρόσφερε τον εαυτόν του εις τον Θεόν θυσίαν ιερωτάτην. Όθεν αναβάς εις το Σίναιον όρος, επέρνα την ζωήν του υποκάτω εις υποταγήν γέροντος. Όταν δε έφθασεν εις τον εννεακαιδέκατον χρόνον της ηλικίας του, ανεχώρησεν από την υποταγήν, και επήγεν εις το στάδιον της ησυχίας, μακράν από το Κυριακόν της εν τω Σιναίω Σκήτεως, έως πέντε σημεία.
Ωνομάζετο δε ο τόπος εκείνος, Θωλάς. Εκεί λοιπόν επέρασεν ο αοίδιμος χρόνους ολοκλήρους τεσσαράκοντα, καταφλεγόμενος καθ’ εκάστην ημέραν από τον διακαή έρωτα, και από το πυρ της του Θεού αγάπης. Ούτος έτρωγε μεν, από όλα τα φαγητά, τα οποία είναι συγχωρημένον να τρώγουν οι Μοναχοί, έτρωγεν όμως από ολίγον. Εποίει δε τούτο και έτρωγεν από όλα τα φαγητά, ίνα ως διακριτικός, τζακίζη πανσόφως το κέρατον της υπερηφανίας, η οποία έμελλε να τον ενοχλή εάν δεν έτρωγεν, ως διαφέροντα από τους άλλους Μοναχούς.
Τίς δε δύναται να διηγηθή την πηγήν των δακρύων, οπού έτρεχεν από τους οφθαλμούς του μακαρίου τούτου; Ύπνον δε τόσον ολίγον εκοιμάτο, όσον να μη βλάψη τον νούν του από την υπερβολικήν αγρυπνίαν. Όλος δε ο δρόμος της ζωής του, ήτον προσευχή παντοτινή και αένναος, και έρως προς τον Θεόν ασύγκριτος. Ούτος λοιπόν επειδή απόκτησε κάθε αρετήν, και καλώς επολιτεύθη, διά τούτο ηξιώθη να λάβη παρά Θεού μεγάλας θεωρίας, και προορατικόν χάρισμα. Όθεν όταν ο μαθητής του εκοιμάτο υποκάτω εις μίαν πέτραν, η οποία έμελλε να πέση επάνω του και να τον συντρίψη, τούτο λέγω προγνωρίσας ο Όσιος διά του Αγίου Πνεύματος, εν τω κελλίω καθήμενος, εφάνη καθ’ ύπνους εις τον μαθητήν του, και σηκώσας αυτόν από τον ύπνον, τον ελύτρωσεν από τον θάνατον. Αφ’ ου λοιπόν έφθασεν εις το άκρον της αρετής, και κατεστάθη Ηγούμενος του εν τω Σιναίω όρει Μοναστηρίου, αφήκε την πρόσκαιρον ταύτην ζωήν, και απήλθεν εις την αιώνιον. Πρό του θανάτου του δε συνέγραψε την πάνσοφον Βίβλον των τριάκοντα θείων και πνευματικών αναβάσεων, ήτοι σκαλοπατίων, η ποποία διά τούτο και Κλίμαξ επονομάζεται.
Σημείωσαι, ότι εις τον Όσιον τούτον Ιωάννην εγκώμιον έπλεξε Nικήτας ο ρήτωρ, ου η αρχή? «Ουδέν τιμιώτερον αρετής», και Αναστάσιος ο Σιναΐτης, ου η αρχή? «Αεί μεν η του Αγίου Πνεύματος χάρις». (Σώζονται και τα δύω εν τη του Διονυσίου και εν άλλαις.)
Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού.
Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. δ'.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Ἰωάννη, Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022
Ὁ Ἀόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Ἀπόδοση στὴ νέα Ἑλληνική: Ἱερομόναχος Βενέδικτος
Ἔκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου,
Νέα Σκήτη, Ἅγιον Ὄρος
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Καὶ δικαιότατη καὶ αὐτὴ ποὺ πρέπει εἶναι ἡ ἐπωνυμία ποὺ παίρνει τὸ ψυχωφελέστατο βιβλίο. Γιατὶ ἂν καὶ πολλὰ ἀπὸ τὰ ἱερὰ καὶ θεόπνευστα βιβλία τῆς Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης, ὠνομάσθηκαν ἀμέσως ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἴδια πράγματα, ποὺ διδάσκουν (ἔτσι, γιὰ παράδειγμα, ἡ Γένεσις τοῦ Μωϋσῆ ὠνομάστηκε, ἐπειδὴ ἀναφέρει γιὰ τὴν ἀπὸ τὸ μηδὲν γέννησι καὶ Δημιουργία καὶ τὰ τέσσερα Εὐαγγέλια, γιατὶ ἰστοριογραφοῦν τὰ καλὰ καὶ σωτηριώδη μηνύματα τῶν ἀνθρώπων. Ποιὸς δὲν βλέπει γιατί καὶ αὐτὸ ἐδῶ τὸ βιβλίο ὠνομάσθηκε κατάλληλα Ἀόρατος Πόλεμος, ἀπὸ αὐτὴν ἀμέσως τὴν ὕλη καὶ τὶς ὑποθέσεις μὲ τὶς ὁποῖες ἀσχολεῖται;
Γιατὶ διδάσκει αὐτή, (ὄχι γιὰ κάποιον ἀντιληπτὸ καὶ ὁρατὸ πόλεμο, ὄχι γιὰ ἐχθροὺς σωματικοὺς καὶ ὀφαλμοφανεῖς, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἀόρατο πόλεμο ποὺ γίνεται στὸ μυαλό, στὸν ὁποῖο παίρνει μέρος κάθε χριστιανός, ἀμέσως ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ βαπτισθῇ καὶ ὑποσχεθῇ ἀπέναντι στὸν Θεό, νὰ πολεμάῃ σὲ αὐτὸν μέχρι νὰ πεθάνῃ, γιὰ χάρι τοῦ θείου αὐτοῦ ὀνόματος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν πόλεμο, παραβολικὰ γράφτηκε στοὺς Ἀριθμούς... Γι᾿ αὐτὸ λέγεται στὸ βιβλίο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΥΡΙΟΥ (Ἀριθμ. 21,14), καὶ διδάσκει γιὰ ἐχθροὺς ἀσώματους καὶ ἀφανεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι τὰ διάφορα πάθη, οἱ θελήσεις τῆς σάρκας καὶ οἱ πονηροὶ δαίμονες, οἱ ὁποῖοι μισοῦν τοὺς ἀνθρώπους καὶ δὲν σταματᾶνε ἡμέρα καὶ νύκτα νὰ μᾶς πολεμᾶνε. Ὅπως εἶπε ὁ μακάριος Παῦλος «δὲν ἔχουμε νὰ παλαίψουμε μὲ ἀνθρώπους, ἀλλὰ μὲ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες, δηλαδὴ μὲ τοὺς κυρίαρχους τοῦ κόσμου τούτου, τὰ πονηρὰ πνεύματα ποὺ βρίσκονται ἀνάμεσα στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό». (Ἐφεσ. 6,12).
Καὶ οἱ στρατιῶτες ποὺ πολεμοῦν σὲ αὐτὸ τὸν πόλεμο εἶναι ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὅπως μαθαίνουμε ἀπὸ αὐτὸ τὸ βιβλίο. Ἀρχιστράτηγος τῶν χριστιανῶν παρουσιάζεται ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, περιτριγυρισμένος μὲ ὅλους τοὺς χιλιάρχους καὶ ἑκατοντάρχους, δηλαδὴ μὲ ὅλα τὰ τάγματα τῶν «Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἁγίων»· πεδίο ἀγῶνα καὶ τόπος καὶ πολεμήστρα, μέσα στὸν ὁποῖο ὁ πόλεμος αὐτὸς γίνεται, εἶναι ἡ ἴδια ἡ καρδιὰ καὶ ὅλος ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος, καὶ χρόνος τοῦ πολέμου εἶναι ὅλη μας ἡ ζωή.
Ποιά πάλι εἶναι τὰ ὅπλα, μὲ τὰ ὁποῖα ἐξοπλίζει τοὺς στρατιῶτες του ὁ Ἀόρατος αὐτὸς Πόλεμος; Ἀκοῦστε· ἡ περικεφαλαία αὐτῶν καὶ τὸ σκουτάρι, εἶναι ἡ ἐκπληρωμένη δυσπιστία καὶ ἡ ἀπελπισία τοῦ ἑαυτοῦ τους. Ἡ σημαία τους καὶ τὸ σιδερένιο πουκάμισο, εἶναι τὸ θάρρος πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ βέβαιη ἐλπίδα. Ὁ θώρακας καὶ τὸ περιστήθιό τους, εἶναι ἡ μελέτη τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου. Ἡ ζώνη τους εἶναι ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὰ σαρκικὰ πάθη. Τὰ ὑποδήματά τους, εἶναι ἡ ταπείνωσις καὶ ἡ ἐπίγνωσις τῆς ἀσθένειάς τους. Ἡ ἀσπίδα, δηλαδὴ τὸ καλκάνι τους, εἶναι ἡ ὑπομονὴ στοὺς πειρασμοὺς καὶ ἡ ἀπομάκρυνσις τῆς ἀμέλειας. Ἡ μάχαιρα, ποὺ κρατᾶνε ἀπὸ τὸ ἕνα χέρι, εἶναι ἡ ἱερὰ προσευχή, τόσο ἡ λεγόμενη νοερὰ καὶ προφορική, ὅσο καὶ αὐτὴ ποὺ γίνεται μὲ τὴν μελέτη. Καί, τρίλογχο κοντάρι, ποὺ κρατοῦνε ἀπὸ τὸ ἄλλο χέρι, εἶναι τὸ νὰ μὴ κάνουν συγκατάθεσι στὸ πάθος, ποὺ τοὺς πολεμεῖ, νὰ τὸ διώχνουν μὲ ὀργὴ καὶ νὰ τὸ μισοῦν καὶ νὰ τὸ συχαίνωνται ἀπὸ τὴν καρδιά τους. Τροφή τους, ἀπὸ τὴν ὁποία παίρνουν γιὰ νὰ δυναμώνουν ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, εἶναι ἡ συνεχὴς μετάληψις τῆς θείας Κοινωνίας, τόσο τῆς θείας μυσταγωγίας τοῦ θυσιαστηρίου, ὅσο καὶ τῆς νοερᾶς, καὶ ἀέρας φωτεινὸς καὶ ἀνέφελος, μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο βλέπουν ἀπὸ μακριὰ τοὺς ἐχθρούς, εἶναι ἡ παντοτινὴ γύμνασις τοῦ νοῦ στὸ νὰ γνωρίζῃ σωστὰ τὰ πράγματα καὶ ἡ παντοτεινὴ γύμνασις τῆς θελήσεως, στὸ νὰ θέλῃ μόνον νὰ εὐαρεστῇ τὸ Θεό, καὶ ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς καὶ ἡ ἡσυχία.
Ἐδῶ, ἐδῶ σὲ αὐτὸν τὸν Ἀόρατο Πόλεμο, ἢ νὰ ποῦμε καλύτερα, σὲ αὐτὸν τὸν Πόλεμο τοῦ Κυρίου, μαθαίνουν οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ τὶς διαφόρες ἀπάτες, τὶς κάθε εἴδους μηχανοραφίες, τὰ δύσκολα στρατηγήματα καὶ τὶς τέχνες ποὺ μεταχειρίζονται ἐναντίον αὐτῶν οἱ νοητοὶ ἐχθροὶ μέσα ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις, μέσα ἀπὸ τὴν φαντασία, μέσα ἀπὸ τὴν στέρησι τῆς εὐλαβείας καὶ μάλιστα, μέσα ἀπὸ τὶς τέσσερες προσβολές, ποὺ φέρνουν τὸν καιρὸ τοῦ θανάτου, τῆς ἀπιστίας, λέω, τῆς ἀπογνώσεως, τῆς κενοδοξίας καὶ τῆς μεταμορφώσεώς των σὲ φωτεινοὺς Ἀγγέλους. Καὶ στὴ συνέχεια, μελετᾶνε καὶ αὐτοί, πῶς νὰ λύνουν καὶ νὰ ἀντιπολεμοῦν, αὐτὲς τὶς μηχανὲς τῶν ἐχθρῶν. Καὶ ἐδῶ διδάσκονται, ποιά τάξι καὶ ποιό νόμο πρέπει νὰ κρατοῦν καὶ πόσο γενναῖα νὰ πολεμοῦν. Καὶ γιὰ νὰ πῶ μὲ συντομία, ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτὸ κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾷ τὴν σωτηρία του, μαθαίνει πῶς νὰ νικήσῃ τοὺς ἀόρατους ἐχθρούς του, γιὰ νὰ ἀποκτήσῃ κούρση καὶ θησαυρούς, δηλαδὴ ἀρετὲς θεῖες καὶ ἀληθινὲς καὶ γιὰ νὰ πάρει βραβεῖο καὶ στεφάνι ἁμαράντινο, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τὸ Θεὸ καὶ στὸ τωρινὸ αἰῶνα καὶ στὸ μέλλοντα.
Δεχθεῖτε λοιπὸν αὐτὸ τὸ βιβλίο, φιλόχριστοι ἀναγνῶστες, μὲ χαρὰ καὶ εὐνοϊκὰ καὶ μάθετε ἀπὸ αὐτὸ τὴν τέχνη τοῦ Ἀόρατου Πολέμου· φροντίστε ὄχι μόνο νὰ πολεμῆτε ἁπλά, ἀλλὰ νὰ πολεμῆτε καὶ νόμιμα καὶ ὅπως πρέπει, γιὰ νὰ στεφανωθῆτε. Ἐπειδή, κατὰ τὸν Ἀπόστολο «ἐὰν καὶ ἀθλῆται κανείς, δὲν στεφανώνεται, ἂν δὲν ἀθλήσῃ νόμιμα» (Β´ Τιμόθ. 5)». Ἐξοπλισθῆτε μὲ τὰ ὅπλα ποὺ σᾶς διδάσκει, γιὰ νὰ θανατώσετε μὲ αὐτὰ τοὺς νοητοὺς καὶ ἀόρατους ἐχθρούς σας, οἱ ὁποῖοι εἶναι τὰ πάθη ποὺ φθείρουν τὴν ψυχὴ καὶ οἱ δαίμονες ποὺ εἶναι οἱ δημιουργοὶ αὐτῶν τῶν παθῶν. «Ντυθῆτε τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ ἀντισταθῆτε στὰ τεχνάσματα τοῦ διαβόλου» (Ἐφεσ. 3,10). Νὰ θυμᾶστε ὅτι ὑποχεσθήκατε στὸ ἅγιο βάπτισμα ὅτι ἀπαρνῆσθε καὶ πολεμᾶτε τὸν σατανᾶ καὶ ὅλα τὰ ἔργα του καὶ κάθε λατρεία του καὶ κάθε ἁμαρτία του, τὰ ὁποῖα ἔργα του εἶναι αὐτὰ τῆς φιληδονίας, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιλαργυρίας καὶ τὰ ὑπόλοιπα πάθη. Ὁπότε καὶ νὰ ἀγωνίζεστε, ὅσο μπορεῖτε, γιὰ νὰ κατατροπώσετε, γιὰ νὰ τὸν ντροπιάσετε καὶ γιὰ νὰ τὸν νικήσητε μὲ ὅλη σας τὴν τελειότητα. Ποιὰ δὲ εἶναι ἡ πληρωμὴ καὶ ὁ μισθός, ποὺ ἔχετε νὰ πάρετε γιὰ αὐτὴ τὴ νίκη σας; Πολὺς καὶ μεγάλος. Καὶ ἀκοῦστε αὐτὸ αὐτολεξεί ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ στόμα τοῦ Κυρίου, ὁποὺ μᾶς τὸ ὑπόσχεται στὴν Ἱερὴ Ἀποκάλυψι. «Σὲ ὅποιον νικήσει θὰ τοῦ δώσω νὰ φάῃ τὸν καρπὸ ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς ζωῆς, ποὺ βρίσκεται στὸν παράδεισο τοῦ Θεοῦ μου» (κεφ. 2,7). «Τὸν νικητὴ δὲν θὰ τὸν πειράξη ὁ δεύτερος θάνατος» (Ἀποκ. 2,11). «Σὲ ὅποιον νικήσῃ θὰ τοῦ δώσω ἀπὸ τὸ κρυμμένο μάννα» (Ἀποκ. 2,17). «Στὸ νικητὴ θὰ τοῦ δώσω τὴν ἐξουσία ποὺ κι ἐγὼ πῆρα ἀπὸ τὸν Πατέρα μου κι ἀκόμη θὰ τοῦ δώσω τὸ ἄστρο τὸ πρωινό» (Ἀποκ. 2,28). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν ντύσῃ ὁ Θεὸς μὲ τὰ λευκὰ ροῦχα τῆς νίκης· δὲν θὰ διαγράψω τὸ ὄνομά του ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καὶ θὰ τὸν ἀναγνωρίζω ὡς δικό μου μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀγγέλους του» (Ἀποκ. 3,5). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν κάνω στῦλο στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ μου» (Ἀποκ. 3,12). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν βάλω νὰ καθίσῃ μαζί μου στὸν θρόνο μου» (Ἀποκ. 3,21). «Ὁ νικητὴς θὰ τὰ κληρονομήσῃ ὅλα, κι ἐγὼ θὰ εἶμαι Θεός του κι αὐτὸς παιδί μου» (Ἀποκ. 21,7).
Βλέπετε ἀξιώματα; βλέπετε μισθούς; βλέπετε τὸ ὀκταπλάσιο αὐτὸ στεφάνι, τὸ ὁποῖο εἶναι γεμάτο ἄνθη καὶ ἁμαράντινο, ἀλλὰ πολλὰ περισσότερα στεφάνια θὰ σᾶς πλέξουν ἀδελφοί, ἂν νικήσετε τὸν διάβολο· σὲ αὐτὸ λοιπὸν μαθητεύετε, στὸ νὰ ἀγωνίζεστε καὶ νὰ ἐγκρατεύεστε «γιὰ νὰ μὴ πάρη κανένας τὸ στεφάνι σας» (Ἀποκαλ. 3,11). Γιατὶ, εἶναι ἀλήθεια, ὅτι εἶναι ντροπὴ μεγάλη, ἐκεῖνοι μὲν ποὺ ἀγωνίζονται στοὺς σωματικοὺς καὶ ἐξωτερικοὺς ἀγῶνες καὶ στὰ πένταθλα νὰ ἐγκρατεύωνται ἀπὸ ὅλα, γιὰ νὰ πάρουν ἕνα φθαρτὸ στεφάνι ἀπὸ ἀγριελιά, ἢ σέλινο ἢ ἀπὸ κλαδὶ κουκουναριᾶς, ἢ φοινικιᾶς ἢ δάφνης ἢ μυρσίνης ἢ κάποιου ἄλλου φυτοῦ. Καὶ ἐσεῖς ποὺ ἔχετε νὰ πάρετε τέτοιο ἄφθαρτο στεφάνι, νὰ περνᾶτε μὲ ἀμέλεια καὶ ἀδιαφορία τὴν ζωή σας. Καὶ ἂς σᾶς πείσῃ σὲ αὐτὸ ὁ Παύλος ποὺ λέει «Δὲν γνωρίζετε ὅτι οἱ δρομεῖς ὅλοι τρέχουν στὸ στάδιο, ἕνας ὅμως λαμβάνει τὸ βραβεῖο; Τρέχετε, λοιπὸν κι ἐσεῖς ἔτσι, ὥστε νὰ κατακτήσετε τὸ βραβεῖο. Οἱ ἀθλητὲς ποὺ ἑτοιμάζονται γιὰ τὸν ἀγῶνα, ὑποβάλλονται σὲ κάθε εἴδους ἀποχή· ἐκεῖνοι γιὰ νὰ λάβουν ἕνα στεφάνι ποὺ μαραίνεται, ἐνῷ ἐσεῖς ἀμάραντο» (Α´ Κορινθ. 9,24).
Αὐτὴ λοιπὸν τὴ νίκη καὶ τὴ λαμπρότητα αὐτῶν τῶν στεφανιῶν εὔχομαι νὰ ἀπολαύσουμε· νὰ θυμηθῆτε, ἀδελφοί μου, νὰ δεηθῆτε στὸ Κύριο καὶ γιὰ τὴν συγχώρεσι τῶν ἁμαρτιῶν ἐκείνου, ποὺ ἔγινε βοηθός σας αὐτοῦ τοῦ ὡραίου, μέσα ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτῆς τῆς ἐκδόσεως· πάνω ἀπὸ ὅλα, ὅμως, θυμηθῆτε νὰ σηκώσετε τὰ μάτια στὸν οὐρανό, καὶ νὰ εὐχαριστήσετε καὶ νὰ δοξάσετε τὸν Πρωταίτιο καὶ Αὐτοδίδακτο αὐτῆς τῆς νίκης Θεὸ καὶ Ἀρχιστράτηγό σας Ἰησοῦ Χριστό, καὶ ἂς λέγῃ ὁ καθένας πρὸς αὐτὸν ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Ζοροβάβελ «Ἀπὸ ἐσένα προέρχεται ἡ νίκη.... Καὶ ἡ δόξα εἶναι δική σου, καὶ ἐγὼ δικός σου συγγενής» (Β´ Ἔσδρ. 59). Καὶ αὐτὸ τοῦ Προφήτη Δαβὶδ «Σὲ σένα ἀνήκει, Κύριε, ἡ μεγαλωσύνη, καὶ ἡ δύναμις, καὶ τὸ καύχημα, καὶ ἡ νίκη, καὶ ἡ ἐξομολόγησις, καὶ ἡ ἰσχύς» (Α´ Παραλειπ. 29,11). Τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Καὶ δικαιότατη καὶ αὐτὴ ποὺ πρέπει εἶναι ἡ ἐπωνυμία ποὺ παίρνει τὸ ψυχωφελέστατο βιβλίο. Γιατὶ ἂν καὶ πολλὰ ἀπὸ τὰ ἱερὰ καὶ θεόπνευστα βιβλία τῆς Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης, ὠνομάσθηκαν ἀμέσως ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἴδια πράγματα, ποὺ διδάσκουν (ἔτσι, γιὰ παράδειγμα, ἡ Γένεσις τοῦ Μωϋσῆ ὠνομάστηκε, ἐπειδὴ ἀναφέρει γιὰ τὴν ἀπὸ τὸ μηδὲν γέννησι καὶ Δημιουργία καὶ τὰ τέσσερα Εὐαγγέλια, γιατὶ ἰστοριογραφοῦν τὰ καλὰ καὶ σωτηριώδη μηνύματα τῶν ἀνθρώπων. Ποιὸς δὲν βλέπει γιατί καὶ αὐτὸ ἐδῶ τὸ βιβλίο ὠνομάσθηκε κατάλληλα Ἀόρατος Πόλεμος, ἀπὸ αὐτὴν ἀμέσως τὴν ὕλη καὶ τὶς ὑποθέσεις μὲ τὶς ὁποῖες ἀσχολεῖται;
Γιατὶ διδάσκει αὐτή, (ὄχι γιὰ κάποιον ἀντιληπτὸ καὶ ὁρατὸ πόλεμο, ὄχι γιὰ ἐχθροὺς σωματικοὺς καὶ ὀφαλμοφανεῖς, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἀόρατο πόλεμο ποὺ γίνεται στὸ μυαλό, στὸν ὁποῖο παίρνει μέρος κάθε χριστιανός, ἀμέσως ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ βαπτισθῇ καὶ ὑποσχεθῇ ἀπέναντι στὸν Θεό, νὰ πολεμάῃ σὲ αὐτὸν μέχρι νὰ πεθάνῃ, γιὰ χάρι τοῦ θείου αὐτοῦ ὀνόματος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν πόλεμο, παραβολικὰ γράφτηκε στοὺς Ἀριθμούς... Γι᾿ αὐτὸ λέγεται στὸ βιβλίο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΥΡΙΟΥ (Ἀριθμ. 21,14), καὶ διδάσκει γιὰ ἐχθροὺς ἀσώματους καὶ ἀφανεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι τὰ διάφορα πάθη, οἱ θελήσεις τῆς σάρκας καὶ οἱ πονηροὶ δαίμονες, οἱ ὁποῖοι μισοῦν τοὺς ἀνθρώπους καὶ δὲν σταματᾶνε ἡμέρα καὶ νύκτα νὰ μᾶς πολεμᾶνε. Ὅπως εἶπε ὁ μακάριος Παῦλος «δὲν ἔχουμε νὰ παλαίψουμε μὲ ἀνθρώπους, ἀλλὰ μὲ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες, δηλαδὴ μὲ τοὺς κυρίαρχους τοῦ κόσμου τούτου, τὰ πονηρὰ πνεύματα ποὺ βρίσκονται ἀνάμεσα στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό». (Ἐφεσ. 6,12).
Καὶ οἱ στρατιῶτες ποὺ πολεμοῦν σὲ αὐτὸ τὸν πόλεμο εἶναι ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὅπως μαθαίνουμε ἀπὸ αὐτὸ τὸ βιβλίο. Ἀρχιστράτηγος τῶν χριστιανῶν παρουσιάζεται ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, περιτριγυρισμένος μὲ ὅλους τοὺς χιλιάρχους καὶ ἑκατοντάρχους, δηλαδὴ μὲ ὅλα τὰ τάγματα τῶν «Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἁγίων»· πεδίο ἀγῶνα καὶ τόπος καὶ πολεμήστρα, μέσα στὸν ὁποῖο ὁ πόλεμος αὐτὸς γίνεται, εἶναι ἡ ἴδια ἡ καρδιὰ καὶ ὅλος ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος, καὶ χρόνος τοῦ πολέμου εἶναι ὅλη μας ἡ ζωή.
Ποιά πάλι εἶναι τὰ ὅπλα, μὲ τὰ ὁποῖα ἐξοπλίζει τοὺς στρατιῶτες του ὁ Ἀόρατος αὐτὸς Πόλεμος; Ἀκοῦστε· ἡ περικεφαλαία αὐτῶν καὶ τὸ σκουτάρι, εἶναι ἡ ἐκπληρωμένη δυσπιστία καὶ ἡ ἀπελπισία τοῦ ἑαυτοῦ τους. Ἡ σημαία τους καὶ τὸ σιδερένιο πουκάμισο, εἶναι τὸ θάρρος πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ βέβαιη ἐλπίδα. Ὁ θώρακας καὶ τὸ περιστήθιό τους, εἶναι ἡ μελέτη τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου. Ἡ ζώνη τους εἶναι ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὰ σαρκικὰ πάθη. Τὰ ὑποδήματά τους, εἶναι ἡ ταπείνωσις καὶ ἡ ἐπίγνωσις τῆς ἀσθένειάς τους. Ἡ ἀσπίδα, δηλαδὴ τὸ καλκάνι τους, εἶναι ἡ ὑπομονὴ στοὺς πειρασμοὺς καὶ ἡ ἀπομάκρυνσις τῆς ἀμέλειας. Ἡ μάχαιρα, ποὺ κρατᾶνε ἀπὸ τὸ ἕνα χέρι, εἶναι ἡ ἱερὰ προσευχή, τόσο ἡ λεγόμενη νοερὰ καὶ προφορική, ὅσο καὶ αὐτὴ ποὺ γίνεται μὲ τὴν μελέτη. Καί, τρίλογχο κοντάρι, ποὺ κρατοῦνε ἀπὸ τὸ ἄλλο χέρι, εἶναι τὸ νὰ μὴ κάνουν συγκατάθεσι στὸ πάθος, ποὺ τοὺς πολεμεῖ, νὰ τὸ διώχνουν μὲ ὀργὴ καὶ νὰ τὸ μισοῦν καὶ νὰ τὸ συχαίνωνται ἀπὸ τὴν καρδιά τους. Τροφή τους, ἀπὸ τὴν ὁποία παίρνουν γιὰ νὰ δυναμώνουν ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, εἶναι ἡ συνεχὴς μετάληψις τῆς θείας Κοινωνίας, τόσο τῆς θείας μυσταγωγίας τοῦ θυσιαστηρίου, ὅσο καὶ τῆς νοερᾶς, καὶ ἀέρας φωτεινὸς καὶ ἀνέφελος, μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο βλέπουν ἀπὸ μακριὰ τοὺς ἐχθρούς, εἶναι ἡ παντοτινὴ γύμνασις τοῦ νοῦ στὸ νὰ γνωρίζῃ σωστὰ τὰ πράγματα καὶ ἡ παντοτεινὴ γύμνασις τῆς θελήσεως, στὸ νὰ θέλῃ μόνον νὰ εὐαρεστῇ τὸ Θεό, καὶ ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς καὶ ἡ ἡσυχία.
Ἐδῶ, ἐδῶ σὲ αὐτὸν τὸν Ἀόρατο Πόλεμο, ἢ νὰ ποῦμε καλύτερα, σὲ αὐτὸν τὸν Πόλεμο τοῦ Κυρίου, μαθαίνουν οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ τὶς διαφόρες ἀπάτες, τὶς κάθε εἴδους μηχανοραφίες, τὰ δύσκολα στρατηγήματα καὶ τὶς τέχνες ποὺ μεταχειρίζονται ἐναντίον αὐτῶν οἱ νοητοὶ ἐχθροὶ μέσα ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις, μέσα ἀπὸ τὴν φαντασία, μέσα ἀπὸ τὴν στέρησι τῆς εὐλαβείας καὶ μάλιστα, μέσα ἀπὸ τὶς τέσσερες προσβολές, ποὺ φέρνουν τὸν καιρὸ τοῦ θανάτου, τῆς ἀπιστίας, λέω, τῆς ἀπογνώσεως, τῆς κενοδοξίας καὶ τῆς μεταμορφώσεώς των σὲ φωτεινοὺς Ἀγγέλους. Καὶ στὴ συνέχεια, μελετᾶνε καὶ αὐτοί, πῶς νὰ λύνουν καὶ νὰ ἀντιπολεμοῦν, αὐτὲς τὶς μηχανὲς τῶν ἐχθρῶν. Καὶ ἐδῶ διδάσκονται, ποιά τάξι καὶ ποιό νόμο πρέπει νὰ κρατοῦν καὶ πόσο γενναῖα νὰ πολεμοῦν. Καὶ γιὰ νὰ πῶ μὲ συντομία, ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτὸ κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾷ τὴν σωτηρία του, μαθαίνει πῶς νὰ νικήσῃ τοὺς ἀόρατους ἐχθρούς του, γιὰ νὰ ἀποκτήσῃ κούρση καὶ θησαυρούς, δηλαδὴ ἀρετὲς θεῖες καὶ ἀληθινὲς καὶ γιὰ νὰ πάρει βραβεῖο καὶ στεφάνι ἁμαράντινο, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τὸ Θεὸ καὶ στὸ τωρινὸ αἰῶνα καὶ στὸ μέλλοντα.
Δεχθεῖτε λοιπὸν αὐτὸ τὸ βιβλίο, φιλόχριστοι ἀναγνῶστες, μὲ χαρὰ καὶ εὐνοϊκὰ καὶ μάθετε ἀπὸ αὐτὸ τὴν τέχνη τοῦ Ἀόρατου Πολέμου· φροντίστε ὄχι μόνο νὰ πολεμῆτε ἁπλά, ἀλλὰ νὰ πολεμῆτε καὶ νόμιμα καὶ ὅπως πρέπει, γιὰ νὰ στεφανωθῆτε. Ἐπειδή, κατὰ τὸν Ἀπόστολο «ἐὰν καὶ ἀθλῆται κανείς, δὲν στεφανώνεται, ἂν δὲν ἀθλήσῃ νόμιμα» (Β´ Τιμόθ. 5)». Ἐξοπλισθῆτε μὲ τὰ ὅπλα ποὺ σᾶς διδάσκει, γιὰ νὰ θανατώσετε μὲ αὐτὰ τοὺς νοητοὺς καὶ ἀόρατους ἐχθρούς σας, οἱ ὁποῖοι εἶναι τὰ πάθη ποὺ φθείρουν τὴν ψυχὴ καὶ οἱ δαίμονες ποὺ εἶναι οἱ δημιουργοὶ αὐτῶν τῶν παθῶν. «Ντυθῆτε τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ ἀντισταθῆτε στὰ τεχνάσματα τοῦ διαβόλου» (Ἐφεσ. 3,10). Νὰ θυμᾶστε ὅτι ὑποχεσθήκατε στὸ ἅγιο βάπτισμα ὅτι ἀπαρνῆσθε καὶ πολεμᾶτε τὸν σατανᾶ καὶ ὅλα τὰ ἔργα του καὶ κάθε λατρεία του καὶ κάθε ἁμαρτία του, τὰ ὁποῖα ἔργα του εἶναι αὐτὰ τῆς φιληδονίας, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιλαργυρίας καὶ τὰ ὑπόλοιπα πάθη. Ὁπότε καὶ νὰ ἀγωνίζεστε, ὅσο μπορεῖτε, γιὰ νὰ κατατροπώσετε, γιὰ νὰ τὸν ντροπιάσετε καὶ γιὰ νὰ τὸν νικήσητε μὲ ὅλη σας τὴν τελειότητα. Ποιὰ δὲ εἶναι ἡ πληρωμὴ καὶ ὁ μισθός, ποὺ ἔχετε νὰ πάρετε γιὰ αὐτὴ τὴ νίκη σας; Πολὺς καὶ μεγάλος. Καὶ ἀκοῦστε αὐτὸ αὐτολεξεί ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ στόμα τοῦ Κυρίου, ὁποὺ μᾶς τὸ ὑπόσχεται στὴν Ἱερὴ Ἀποκάλυψι. «Σὲ ὅποιον νικήσει θὰ τοῦ δώσω νὰ φάῃ τὸν καρπὸ ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς ζωῆς, ποὺ βρίσκεται στὸν παράδεισο τοῦ Θεοῦ μου» (κεφ. 2,7). «Τὸν νικητὴ δὲν θὰ τὸν πειράξη ὁ δεύτερος θάνατος» (Ἀποκ. 2,11). «Σὲ ὅποιον νικήσῃ θὰ τοῦ δώσω ἀπὸ τὸ κρυμμένο μάννα» (Ἀποκ. 2,17). «Στὸ νικητὴ θὰ τοῦ δώσω τὴν ἐξουσία ποὺ κι ἐγὼ πῆρα ἀπὸ τὸν Πατέρα μου κι ἀκόμη θὰ τοῦ δώσω τὸ ἄστρο τὸ πρωινό» (Ἀποκ. 2,28). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν ντύσῃ ὁ Θεὸς μὲ τὰ λευκὰ ροῦχα τῆς νίκης· δὲν θὰ διαγράψω τὸ ὄνομά του ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καὶ θὰ τὸν ἀναγνωρίζω ὡς δικό μου μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀγγέλους του» (Ἀποκ. 3,5). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν κάνω στῦλο στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ μου» (Ἀποκ. 3,12). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν βάλω νὰ καθίσῃ μαζί μου στὸν θρόνο μου» (Ἀποκ. 3,21). «Ὁ νικητὴς θὰ τὰ κληρονομήσῃ ὅλα, κι ἐγὼ θὰ εἶμαι Θεός του κι αὐτὸς παιδί μου» (Ἀποκ. 21,7).
Βλέπετε ἀξιώματα; βλέπετε μισθούς; βλέπετε τὸ ὀκταπλάσιο αὐτὸ στεφάνι, τὸ ὁποῖο εἶναι γεμάτο ἄνθη καὶ ἁμαράντινο, ἀλλὰ πολλὰ περισσότερα στεφάνια θὰ σᾶς πλέξουν ἀδελφοί, ἂν νικήσετε τὸν διάβολο· σὲ αὐτὸ λοιπὸν μαθητεύετε, στὸ νὰ ἀγωνίζεστε καὶ νὰ ἐγκρατεύεστε «γιὰ νὰ μὴ πάρη κανένας τὸ στεφάνι σας» (Ἀποκαλ. 3,11). Γιατὶ, εἶναι ἀλήθεια, ὅτι εἶναι ντροπὴ μεγάλη, ἐκεῖνοι μὲν ποὺ ἀγωνίζονται στοὺς σωματικοὺς καὶ ἐξωτερικοὺς ἀγῶνες καὶ στὰ πένταθλα νὰ ἐγκρατεύωνται ἀπὸ ὅλα, γιὰ νὰ πάρουν ἕνα φθαρτὸ στεφάνι ἀπὸ ἀγριελιά, ἢ σέλινο ἢ ἀπὸ κλαδὶ κουκουναριᾶς, ἢ φοινικιᾶς ἢ δάφνης ἢ μυρσίνης ἢ κάποιου ἄλλου φυτοῦ. Καὶ ἐσεῖς ποὺ ἔχετε νὰ πάρετε τέτοιο ἄφθαρτο στεφάνι, νὰ περνᾶτε μὲ ἀμέλεια καὶ ἀδιαφορία τὴν ζωή σας. Καὶ ἂς σᾶς πείσῃ σὲ αὐτὸ ὁ Παύλος ποὺ λέει «Δὲν γνωρίζετε ὅτι οἱ δρομεῖς ὅλοι τρέχουν στὸ στάδιο, ἕνας ὅμως λαμβάνει τὸ βραβεῖο; Τρέχετε, λοιπὸν κι ἐσεῖς ἔτσι, ὥστε νὰ κατακτήσετε τὸ βραβεῖο. Οἱ ἀθλητὲς ποὺ ἑτοιμάζονται γιὰ τὸν ἀγῶνα, ὑποβάλλονται σὲ κάθε εἴδους ἀποχή· ἐκεῖνοι γιὰ νὰ λάβουν ἕνα στεφάνι ποὺ μαραίνεται, ἐνῷ ἐσεῖς ἀμάραντο» (Α´ Κορινθ. 9,24).
Αὐτὴ λοιπὸν τὴ νίκη καὶ τὴ λαμπρότητα αὐτῶν τῶν στεφανιῶν εὔχομαι νὰ ἀπολαύσουμε· νὰ θυμηθῆτε, ἀδελφοί μου, νὰ δεηθῆτε στὸ Κύριο καὶ γιὰ τὴν συγχώρεσι τῶν ἁμαρτιῶν ἐκείνου, ποὺ ἔγινε βοηθός σας αὐτοῦ τοῦ ὡραίου, μέσα ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτῆς τῆς ἐκδόσεως· πάνω ἀπὸ ὅλα, ὅμως, θυμηθῆτε νὰ σηκώσετε τὰ μάτια στὸν οὐρανό, καὶ νὰ εὐχαριστήσετε καὶ νὰ δοξάσετε τὸν Πρωταίτιο καὶ Αὐτοδίδακτο αὐτῆς τῆς νίκης Θεὸ καὶ Ἀρχιστράτηγό σας Ἰησοῦ Χριστό, καὶ ἂς λέγῃ ὁ καθένας πρὸς αὐτὸν ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Ζοροβάβελ «Ἀπὸ ἐσένα προέρχεται ἡ νίκη.... Καὶ ἡ δόξα εἶναι δική σου, καὶ ἐγὼ δικός σου συγγενής» (Β´ Ἔσδρ. 59). Καὶ αὐτὸ τοῦ Προφήτη Δαβὶδ «Σὲ σένα ἀνήκει, Κύριε, ἡ μεγαλωσύνη, καὶ ἡ δύναμις, καὶ τὸ καύχημα, καὶ ἡ νίκη, καὶ ἡ ἐξομολόγησις, καὶ ἡ ἰσχύς» (Α´ Παραλειπ. 29,11). Τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' : Σὲ τί βρίσκεται ἡ χριστιανικὴ τελειότητα. Γιὰ νὰ τὴν ἀποκτήσῃ κάποιος, πρέπει νὰ πολεμᾷ. Τὰ τέσσερα ἀναγκαῖα σ᾿ αὐτὸν τὸν πόλεμο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β´ : Δὲν πρέπει νὰ ἐμπιστευώμαστε, οὔτε νὰ δίνουμε θάρρος ποτὲ στὸν ἑαυτό μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ´ : Ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ´ : Πῶς μπορεῖ νὰ γνωρίσει κάποιος ἐὰν ἐργάζεται μὲ τὴν μὴ ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό του καὶ μὲ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἐλπίδα στὸν Θεό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε´ : Τὸ λάθος ποὺ κάνουν πολλοὶ νομίζοντας ὡς ἀρετὴ τὴν μικροψυχία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ´: Ἄλλες ἐμπειρίες, μέσα ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἀποκτᾶται ἡ ἀπιστία στὸν ἑαυτό μας καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη καὶ τὸ θάρρος στὸ Θεό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ´ : Πῶς πρέπει νὰ ἐκπαιδεύουμε τὸ νοῦ μας, γιὰ νὰ τὸν φυλᾶμε ἀπὸ τὴν ἀμάθεια.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η´: Γιατί δὲν διακρίνουμε σωστὰ τὰ πράγματα καὶ μὲ ποιὸν τρόπο μποροῦμε νὰ τὰ γνωρίζουμε.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ´: Πῶς πρέπει νὰ φυλᾶμε τὸ νοῦ μας ἀπὸ τὴν πολυπραγμοσύνη καὶ τὴν περιέργεια.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι´: Πῶς πρέπει νὰ ἐξασκοῦμε τὴ θέλησί μας γιὰ νὰ θέλῃ σὲ ὅλες μας τὶς ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικὲς πράξεις, ὡς τελειωτικὸ σκοπὸ μόνο τὴν εὐχαρίστησι τοῦ Θεοῦ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ´: Μερικὲς σκέψεις ποὺ παρακινοῦν τὴν ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου νὰ θέλῃ νὰ κάνῃ σὲ κάθε πρᾶγμα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ´ : Tὰ πολλὰ θελήματα καὶ οἱ ἐπιθυμίες, ποὺ ὑπάρχουν στὸν ἄνθρωπο καὶ ἡ μάχη ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσά τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ´ : Πῶς πρέπει νὰ πολεμᾷ κάποιος ἐναντίον τῆς παραλόγου θελήσεως τῶν αἰσθήσεων καὶ σχετικὰ μὲ τὶς πράξεις ποὺ πρέπει νὰ πραγματοποιήσῃ ἡ θέλησις, προκειμένου νὰ ἀποκτήσῃ τὶς συνήθειες τῶν ἀρετῶν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΕ´ : Πρέπει νὰ πολεμᾷ κανεὶς μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις καὶ παντοτεινὰ καὶ γενναῖα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΣΤ´ : Μὲ ποιὸ τρόπο ξημερώνοντας πρέπει νὰ βγαίνῃ στὴ μάχη τὸ πρωὶ ὁ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ πολεμᾷ.
Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2021
Συνοπτικός βίος τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως (Ἁγίου Νικόδημου τοῦ Ἁγιορείτου)
Πολλούς δε λόγους συνέταξεν ο χρυσούς αυτού κάλαμος, σχεδόν υπερβαίνοντας αριθμόν, περί τε μετανοίας και περί της των ηθών ευκοσμίας και καταστάσεως, και πάσαν σχεδόν ηρμήνευσε την Θεόπνευστον Γραφήν. Επειδή δε Νεκτάριος ο Κωνσταντινουπόλεως πατριάρχης εκοιμήθη εν Κυρίω, διά τούτο με την ψήφον των επισκόπων και με την προσταγήν του βασιλέως Αρκαδίου προσεκλήθη ο μακάριος αυτός Ιωάννης από την Αντιόχεια και έγινε κανονικώς πατριάρχης της βασιλίδος των πόλεων.
Τόσον δε πολλά επέδωκεν ο αοίδιμος τον εαυτόν του εις την άσκησι και εγκράτεια, ώστε έτρωγε μόνον τον χυλόν του κριθαριού και πάλιν από αυτόν δεν εχόρταινεν, αλλ' ολίγον τι μετελάμβανε. Καί ύπνον δε ολίγον εκοιμάτο, όχι επί κλίνης αναπαυόμενος, αλλ' ιστάμενος ορθός και από σχοινιών βασταζόμενος· όταν δε πολλά εκουράζετο, τότε ολίγον εκάθητο. Τότε δε και περισσότερον εσχόλαζε και κατεγίνετο ο θείος πατήρ εις τας ερμηνείας των θείων Γραφών και εις τας διαλέξεις και διδασκαλίας, διά μέσου των οποίων πολλούς εις θεογνωσία και μετάνοια έφερε.
Τόσην δε υπερβολική φιλανθρωπία είχεν εις τους πτωχούς και δεομένους ο Χριστού μιμητής, ώστε έγινε και εις τους άλλους τύπος και παράδειγμα φιλοπτωχείας. Διά τούτο και με τους εν εκκλησία λόγους εδίδασκεν όλους τους Χριστιανούς να αγαπούν μεν και να ενεργούν την αρετή αυτήν της φιλοπτωχείας, να απέχουν δε από την πλεονεξία. Δι' αυτό διά την αιτίαν αυτήν πρώτον προσέκρουσε εις την βασίλισσαν Ευδοξίαν και εις έχθραν μετ' αυτής κατέστη. Επειδή αυτή μεν ήρπασε τον αμπελώνα μιας χήρας Καλιτρόπης ονομαζόμενης, η οποία εφώναζε ζητούσα το κτήμα της, ο δε Άγιος εσυμβούλευε αυτήν να μη κρατή το ξένον πράγμα, και επειδή εκείνη δεν επείθετο την ήλεγχε και εθεάτριζεν ο άγιος με το παράδειγμα της Ιεζάβελ. Όθεν η Ευδοξία αγριωθείσα ως θηρίον κατέβασε τον Άγιον από τον θρόνον του, το πρώτον μεν μόνη, το δεύτερον δε και διά των επισκόπων εκείνων, οί οποίοι ηκολούθουν περισσότερον εις τας δυναστείας και υπολήψεις των αξιωματικών αρχόντων, παρά εις την ευσέβειαν και εις τους θείους νόμους· έπειτα πάλιν αποκατέστη ο Άγιος εις τον θρόνον του.
Λόγος εγκωμιαστικός στην ανακομιδή του λειψάνου του Αγίου Πατρός ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου που συνέγραψε ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
Λοιπόν πώς έγινε τέχνη χωρίς τον τεχνίτη; Πώς ακολούθησε έργο και αποτέλεσμα χωρίς τον ποιητή; Πώς η λύρα και ο αυλός ήχησαν, χωρίς να τα κρούση ο λυρωδός και ο αυλητής; Και μάλιστα, όταν και ο αυλός και η λύρα ήταν διεφθαρμένα; Θαυμάσια τα έργα σου Κύριε! Η αιτία όλη, η ποιητική αυτού στάθηκε θεία και υπερφυσική! Και ο τεχνίτης του έργου αυτού ήταν αυτό το Πνεύμα το Αγιονί...
η του Χριστού. Δι' αυτό και οι θείοι Απόστολοι εφάνησαν οφθαλμοφανώς εις αυτόν, ως ισαπόστολο, τόσες και τόσες φορές, ο Πέτρος και Ιωάννης δύο φορές.... Ο Παύλος στην Κων/πολι, όταν του ομιλούσε μυστικά στα αυτιά, ερμηνεύοντας τις επιστολές του, και όταν αισθητά τον εφίλησε, ευχαριστώντας αυτόν, αφού τα ερμήνευσε....
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"
Πηγή: “www.impantokratoros.gr”