† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2024

Η ΣΥΝΑΞΗ ΤΩΝ 20 ΑΓΙΩΝ ΙΑΤΡΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ (17 ᾿Οκτωβρίου)

 

Ανάργυροι ονομάζονται επειδή δεν αγαπούσαν τα αργύρια, δεν ήσαν φιλάργυροι, η καρδιά τους δεν ήταν προσκολλημένη στα υλικά αγαθά και προσέφεραν τις ιατρικές τους υπηρεσίες αφιλοκερδώς.

Όλοι αυτοί οι άγιοι ήταν ανάργυροι και ακτήμονες. Σε αυτούς πράγματι έχουν απόλυτη εφαρμογή τα λόγια του Χριστού: …ασθενούντας θεραπεύετε, λεπρούς καθαρίζετε, νεκρούς εγείρετε, δαιμόνια εκβάλλετε· δωρεάν ελάβετε δωρεάν δότε. Μη κτήσησθε χρυσόν μηδέ άργυρον μηδέ μηδέ χαλκόν εις τας ζώνας υμών, μη πήραν (σάκκο) εις οδόν μηδέ δύο χιτώνας μηδέ υποδήματα μηδέ ράβδον (Ματθ. 10,8-9).
Υπάρχουν τρία ζεύγη Αγίων Αναργύρων. Και στα τρία αυτά ζευγάρια τα ονόματα αυτών είναι Κοσμάς και Δαμιανός.

1. Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός

Αυτοί οι Άγιοι καταγόντουσαν απ’ την Ασία. Οι γονείς τους ήταν ευσεβείς και ενάρετοι, και η μητέρα των Αγίων Αναργύρων, η Θεοδότη, αφού έμεινε χήρα συνέχισε την ενάρετη ζωή. Με το παράδειγμα της Θεοδότης, οι Άγιοι Ανάργυροι διδάχτηκαν όλες τις αρετές στον μέγιστο βαθμό. Οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός σπούδασαν την ιατρική και κατάφερναν, με την βοήθεια του Θεού, να θεραπεύουν κάθε ασθένεια και νόσο, είτε μακροχρόνια είτε βραχυχρόνια. Ασχολήθηκαν επίσης και με την κτηνιατρική. Οι Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός ονομάστηκαν Ανάργυροι επειδή δεν δέχτηκαν ποτέ πληρωμή για τις ιατρικές υπηρεσίες τους από κανέναν ασθενή. Πέρασαν έτσι τη ζωή τους και κοιμήθηκαν ειρηνικά. Τα λείψανά τους ενταφιάστηκαν στην πόλη Φερεμάν.
Η μνήμη τους τιμάται την 1 Νοεμβρίου.

2. Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός οι Ρωμαίοι

Οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός οι Ρωμαίοι έζησαν την εποχή που βασίλευαν ο αυτοκράτορας Καρίνος και ο αυτοκράτορας Νουμεριανός, περί το 284 μ.Χ. και η καταγωγή τους ήταν από την Ρώμη. Οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός οι Ρωμαίοι ήταν ιατροί και κτηνίατροι. Σαν πληρωμή για τις ιατρικές τους υπηρεσίες δεν ζητούσαν από αυτούς που θεράπευαν χρήματα ή κάτι άλλο υλικό, μα τους ζητούσαν να πιστέψουν στον Χριστό. Κάποιοι τους διέβαλαν στον αυτοκράτορα Καρίνο ότι κάνουν θαύματα και ιατρικές θεραπείες χρησιμοποιώντας μαγική τέχνη. Μόλις το έμαθαν αυτό, οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός οι Ρωμαίοι παραδόθηκαν οι ίδιοι στον αυτοκράτορα και όχι μόνο δεν άλλαξαν την πίστη τους αλλά κατάφεραν να πείσουν τον αυτοκράτορα Καρίνο να αρνηθεί την ειδωλολατρία και να γίνει χριστιανός, θεραπεύοντάς τον θαυματουργικά. Συγκεκριμένα, ο αυτοκράτορας Καρίνος τους απειλούσε με βασανιστήρια για να αρνηθούν την χριστιανική τους πίστη και τότε γύρισε το πρόσωπο του αυτοκράτορα προς την πλάτη του. Οι Άγιοι Ανάργυροι τον θεραπεύσαν από την ασθένειά του και με αυτό το θαύμα του Θεού πίστεψαν όλοι οι παρευρισκόμενοι, τόσο ο αυτοκράτορας όσο και οι αυλικοί του. Και έτσι άφησε τους Αγίους Αναργύρους να επιστρέψουν με τιμές πίσω στους συγγενείς τους. Δυστυχώς, ο ιατρός που είχε διδάξει την ιατρική τέχνη στους Αγίους Αναργύρους, ζήλεψε την δόξα των Αγίων και τους σκότωσε με πέτρες, αφού με δόλιο τρόπο τους παρέσυρε σε ένα βουνό με σκοπό δήθεν να μαζέψουν βότανα που θα είχαν ιατρική χρήση.
Η μνήμη τους τιμάται την 1 Ιουλίου.

3. Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός, Λεόντιος, Άνθιμος και Ευπρέπιος οι Μάρτυρες

Οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός είχαν καταγωγή από την Αραβία. Ήταν ιατροί και πήγαιναν από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό, θεραπεύοντας τους ασθενείς χωρίς να παίρνουν χρήματα, κι έτσι και ονομάστηκαν Ανάργυροι (δηλ. χωρίς αργύρια). Αλλά δεν τους αρκούσε μόνο να θεραπεύουν τους ασθενείς στο σώμα, παρά έκαναν και κήρυγμα για να βοηθήσουν και τους άπιστους, τους ασθενείς στη ψυχή. Την εποχή που βασίλευε ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός, περί το 292 μ.Χ., οι Άγιοι Ανάργυροι πήγαν στην πόλη Αιγαίς της Λυκίας μαζί με τους τρεις αδελφούς τους, τον Λεόντιο, τον Άνθιμο και τον Ευπρέπιο. Μπροστά στον ηγεμόνα Λυσία, οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός και οι Άγιοι Μάρτυρες Λεόντιος, Άνθιμος και Ευπρέπιος, ομολόγησαν την χριστιανική τους πίστη. Βασανίστηκαν και τους βύθισαν στον πάτο της θάλασσας. Με την χάρη του Θεού όμως δεν πνίγηκαν αλλά βρέθηκαν σώοι και αβλαβείς στην στεριά. Οι άπιστοι ειδωλολάτρες τους αιχμαλώτισαν πάλι και τους έριξαν σε αναμμένη κάμινο, μα πάλι ο Θεός τους φύλαξε με θαυματουργικό τρόπο και δεν έπαθαν τίποτα. Κατόπιν τους κρεμάσαν και τους πέντε σε σταυρούς και τελικά τους αποκεφάλισαν. Έτσι οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός, Λεόντιος, Άνθιμος και Ευπρέπιος οι Μάρτυρες έλαβαν τον στέφανο του μαρτυρίου.
Η μνήμη των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού, Λεοντίου, Ανθίμου και Ευπρεπίου των Μαρτύρων τιμάται στις 17 Οκτωβρίου

Υπάρχουν όμως και άλλοι άγιοι Ανάργυροι που η μνήμη τους τιμάται ξεχωριστά

ΚΥΡΟΣ, ΙΩΑΝΝΗΣ: Καταγωγή του πρώτου η Αλεξάνδρεια, του δευτέρου η Έδεσσα Μεσοποταμίας. Συνμοναστές μαρτύρησαν με αποκεφαλισμό το 292 μ. Χ., η μνήμη τους τελείται στις 31 Ιανουαρίου. Την Εύρεση των Τιμίων Λειψάνων των Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου την εορτάζουμε στις 28 Ιουνίου

ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ: Από την Νικομήδεια, αποκεφαλίστηκε το 305, τιμάται στις 28 Ιουλίου.

ΕΡΜΟΛΑΟΣ: Και αυτός από την Νικομήδεια, ιερέας και γιατρός, αποκεφαλισθείς το 306 μ. Χ.Ή μνήμη του είναι στις 26 Ιουλίου.

ΣΑΜΨΩΝ: Καταγωγή του η Ρώμη, χειροτονηθείς ιερέας στην Κωνσταντινούπολη και ΘΕΡΑΠΕΥΣΑΣ τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό εκείνος του έχτισε ξενώνα για φιλοξενία αναξιοπαθούντων, κοιμήθηκε ειρηνικά και τον τιμάμε στις 27 Ιουνίου.

ΔΙΟΜΗΔΗΣ: Από την Ταρσό της Κιλικίας έζησε και έδρασε στην Νίκαια της Βιθυνίας, στην οποία άφησε και την τελευταία του πνοή, τον 3ο αι. μ. Χ. Τιμάται δε στις 16 Αυγούστου.

ΜΩΚΙΟΣ: Από την Ρώμη και αυτός ιερέας και γιατρός, αποκεφαλισθείς επί Διοκλητιανού τον 3ο αι. μ. Χ. Τιμάται στις 11 Μαΐου.

ΑΝΙΚΗΤΟΣ: Μαρτύρησε στην Νικομήδεια το 288 μ. Χ. και η μνήμη του είναι στις 12 Αυγούστου.

ΘΑΛΛΕΛΑΙΟΣ: Από τον Λίβανο της Φοινίκης, τον συνέλαβαν και μετά από βασανιστήρια πολλά αποκεφαλίσθηκε το 284. Τον τιμάμε στις 20 Μαΐου.

ΤΡΥΦΩΝ: Βοσκός χηνών στην αρχή, στην Λάμψακο της Φρυγίας, βασανίσθηκε και αποκεφαλίσθηκε το 250 επί Δεκίου αυτοκράτορα. Η μνήμη του τελείται την 1η Φεβρουαρίου.

ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ: Από την Έμεσα της Συρίας. Μαρτύρησε το 284 και τον τιμάμε στις 6 Φεβρουαρίου.


Πηγή

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.

Τήν εἰκοσάριθμον ἔνθεον φάλαγγα, τήν ἐξαστράπτουσαν χάριν οὐράνιον, τῶν Ὰναργύρων τῶν λαμπρῶν, τό στῖφος ἀνευφημοῦμεν, οὖτοι γάρ κατεβαλών, τοῦ βελίαρ τήν δύναμιν, πάντων τά νοσήματα, συμπαθῶς ἐξιώμενοι, τῶν μετ' εῦλαβείας βοώντων, δόξα Θεῷ τῷ ἐν Τριάδι.

Κοντάκιον. Ἦχος β'. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Οἱ εν πειρασμοῖς κα θλίψεσιν ὑπάρχοντες, τῷ ναῷ ὐμῶν προστρεχοντες λαμβάνομεν, τά σεπτά ἰάματα, τῆς ἐν τούτῳ οἰκούσης θείας χάριτος Ἀνάργυροι ὑμεῖς γάρ ἀεί τῷ κόσμῳ πηγάζετε ἰάματα.


Τετάρτη 31 Ιουλίου 2024

ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ (19 Ἰουλίου)


 Η Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ (εορτάζει στις 2 Ιανουαρίου) έγινε το 1903 μ.Χ., 70 χρόνια μετά το θάνατο του.

Σχετικά με τα Λείψανα του Αγίου Σεραφείμ επικρατούν δύο απόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη βρέθηκαν στο Μουσείο Αθεΐας της Αγίας Πετρουπόλεως (Ναός Παναγίας του Καζάν), μετά την κατάρρευση του Μαρξιστικού καθεστώτος (1989 μ.Χ.). Σύμφωνα με την δεύτερη, τα Λείψανα του Αγίου Σεραφείμ δεν κατασχέθηκαν ποτέ από τους Μπολσεβίκους, διότι είχαν κρυφτεί από πιστούς της Εκκλησίας των Κατακομβών. Ακόμη, μεταξύ των Κατακομβιτών πιστών κυκλοφορεί και προφητεία του Αγίου, σύμφωνα με την οποία τα Λείψανά του δεν θα βγουν από την Ρωσία, «ἄχρι τῆς Δευτέρας Παρουσίας».

Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ γεννήθηκε στὸ Κοὺρσκ τῆς Ρωσίας στὶς 19 Ἰουλίου 1759 καὶ ὀνομάσθηκε Πρόχορος.

Οἱ γονεῖς του, Ἰσίδωρος καὶ Ἀγάθη Μοσνίν, ἦταν εὐκατάστατοι ἔμποροι. Ὁ πατέρας του εἶχε ἐργοστάσια πλινθοποιίας καὶ παράλληλα ἀναλάμβανε τὴν ἀνέγερση πέτρινων οἰκοδομημάτων, ναῶν καὶ σπιτιῶν. Κάποτε ἄρχισε νὰ χτίζει στὸ Κοὺρσκ ἕνα ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Ὁσίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ, τοῦ Θαυματουργοῦ, ἀλλὰ ξαφνικὰ τὸ 1762, πεθαίνει, ἀφήνοντας στὴν σύζυγό του τὴ μέριμνα γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ ναοῦ.

Ὁ Πρόχορος κληρονόμησε τὶς ἀρετὲς τῶν γονέων του καὶ ἰδίως τὴν εὐσέβειά τους. Σὲ ἡλικία δέκα ἐτῶν ἄρχισε νὰ μαθαίνει μὲ ζῆλο τὰ ἱερὰ γράμματα, ἀλλὰ ἀρρώστησε ξαφνικὰ βαριὰ χωρὶς ἐλπίδα ἀναρρώσεως. Στὴν κρισιμότερη καμπὴ τῆς ἀσθένειας εἶδε στὸν ὕπνο του τὴν Παναγία, ἡ ὁποία ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ καὶ θὰ τὸν θεραπεύσει. Πράγματι, ἔτυχε μία μέρα νὰ γίνεται λιτανεία καὶ νὰ περνᾷ ἔξω ἀπὸ τὴν οἰκία τοῦ μικροῦ ἄρρωστου παιδιοῦ, ἡ θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη ἔπιασε δυνατὴ βροχή. Ἡ λιτανεία σταμάτησε καὶ ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε στὴν αὐλὴ τῆς οἰκίας τοῦ Προχόρου, μέχρι νὰ περάσει ἡ μπόρα. Τότε ἡ μητέρα του Ἀγάθη, κατέβασε τὸ ἄρρωστο παιδί της καὶ τὸ πέρασε κάτω ἀπὸ τὴν εἰκόνα. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἡ ὑγεία του βελτιώθηκε μέχρι ποὺ ἀποκαταστάθηκε τελείως.
Σχετική εικόνα
Νέος ἐγκαταλείπει τὸ πατρικό του σπίτι, στὴν πόλη Κούρσκ, καὶ ἔρχεται νὰ μονάσει στὴ μονὴ τοῦ Σάρωφ. Ἡ δοκιμασία του προκειμένου νὰ γίνει Μοναχὸς διαρκεῖ ὀκτὼ χρόνια. Στὶς 13 Αὐγούστου τοῦ 1786 κείρεται Μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Σεραφείμ. Σὲ δυὸ μῆνες χειροτονεῖται Διάκονος.

Περιφρουρούμενος μὲ τὸ ταπεινὸ φρόνημα ὁ Διάκονος Σεραφείμ, ἀνέρχεται στὴν Πνευματικὴ ζωὴ «ἐκ δυνάμεως εἰς δύναμιν». Ὡς Διάκονος παραμένει ὅλη τὴν ἡμέρα στὸ Μοναστῆρι, διακονεῖ στὶς Ἀκολουθίες, τηρεῖ μὲ ἀκρίβεια τοὺς μοναστηριακοὺς κανονισμοὺς καὶ ἐκτελεῖ τὰ διακονήματά του. Τὸ βράδυ ὅμως ἀπομακρύνεται στὸ δάσος, στὸ ἐρημικό του κελί, ὅπου διέρχεται τὶς νυκτερινὲς ὧρες μὲ προσευχή, καὶ πολὺ πρωὶ ἐπιστρέφει πάλι στὸ μοναστῆρι.

Στὶς 2 Σεπτεμβρίου 1793 χειροτονεῖται Ἱερεὺς καὶ ἀποδύεται μὲ μεγαλύτερο ζῆλο καὶ ἀγάπη στὸν Πνευματικὸ ἀγῶνα. Τώρα πλέον δὲν τὸν ἱκανοποιεῖ ὁ βαρὺς γιὰ τοὺς ἄλλους μόχθος τῆς κοινοβιακῆς ζωῆς, δηλαδὴ ἡ κοινὴ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ὑπακοή, ἡ ἀκτημοσύνη. Μέσα του φουντώνει ἡ δίψα γιὰ πιὸ ὑψηλὲς Πνευματικὲς ἀσκήσεις. Ἐγκαταλείπει λοιπόν, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου, τὴ Μονὴ καὶ ἀποσύρεται μέσα στὸ πυκνὸ δάσος τοῦ Σάρωφ. Περνᾶ ἐκεῖ δεκαπέντε χρόνια σὲ τέλεια ἀπομόνωση, μὲ αὐστηρὴ νηστεία, ἀδιάλειπτη προσευχή, μελέτη τοῦ Θείου Λόγου καὶ σωματικοὺς κόπους. Γιὰ χίλιες ἡμέρες καὶ χίλιες νύκτες μιμεῖται τοῦ παλιοὺς στυλῖτες τῆς Ἐκκλησίας. Ἀνεβασμένος σὲ μία πέτρα καὶ μὲ τὰ χέρια ὑψωμένα στὸν οὐρανό, προσεύχεται : «Ὁ Θεὸς ἰλάσθητι μοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ».


Τελειώνοντας τὴν ἀναχωρητικὴ ζωὴ ἐπανέρχεται στὴ Μονὴ τοῦ Σάρωφ καὶ κλείνεται σὰν σὲ μνῆμα στὴν ἀπομόνωση γιὰ ἄλλα δεκαπέντε χρόνια. Γιὰ τὰ πρῶτα πέντε βάζει τὸν ἑαυτό του στὸν κανόνα τῆς σιωπῆς. Μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ φωτίζει ὁλόκληρος ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη καὶ ἀξιώνεται νὰ ζήσει Πνευματικὲς ἀναβάσεις καὶ νὰ δεῖ θεϊκὰ ὁράματα. Μετὰ τὸν ἐγκλεισμό, ὥριμος πλέον στὴν Πνευματικὴ ζωὴ καὶ γέροντας στὴν ἡλικία, ἀφιερώνεται στὴ διακονία τοῦ πλησίον, τοῦ ἐλάχιστου ἀδελφοῦ. Μὲ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή του καὶ τὴν φωτεινὴ μορφή του εἶχε προσελκύσει γύρω του πλῆθος Χριστιανῶν, ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν καὶ πίστευαν ἀκράδαντα στὴν θαυματουργικὴ δύναμη τῶν ἁγίων του προσευχῶν. Πλούσιοι καὶ φτωχοί, διάσημοι καὶ ἄσημοι συνέρρεαν καθημερινὰ στὸ κελί του, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του καὶ τὴν Πνευματικὴ καθοδήγηση γιὰ τὴ ζωή τους. Τοὺς δεχόταν ὅλους μὲ ἀγάπη καὶ ὅταν ἔβλεπε τὰ πρόσωπά τους ἀναφωνοῦσε: «Χαρά μου!».

Ἐξομολογοῦσε πολλούς, θεράπευε ἀσθενεῖς, ἐνῷ σὲ ἄλλους ἔδιδε νὰ ἀσπασθοῦν τὸν σταυρὸ ποὺ εἶχε κρεμασμένο στὸ στῆθος του ἢ τὴν εἰκόνα ποὺ εἶχε στὸ τραπέζι τοῦ κελιοῦ του. Σὲ πολλοὺς πρόσφερε ὡς εὐλογία ἀντίδωρο, ἁγίασμα ἢ παξιμάδια, ἄλλους τοὺς σταύρωνε στὸ μέτωπο μὲ λάδι ἀπὸ τὸ καντῆλι, ἐνῷ μερικοὺς τοὺς ἀγκάλιαζε καὶ τοὺς ἀσπαζόταν λέγοντας: «Χριστὸς Ἀνέστη!».


Τὴν 1η Ἰανουαρίου 1833, ἡμέρα Κυριακή, ὁ Ὅσιος ᾖλθε γιὰ τελευταία φορὰ στὸ Ναὸ τοῦ νοσοκομείου τῶν Ἁγίων Ζωσιμᾶ καὶ Σαββατίου. Ἄναψε κερὶ σὲ ὅλες τὶς εἰκόνες καὶ τὶς ἀσπάσθηκε. Μετάλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ μετὰ τὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας ζήτησε συγχώρεση ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀδελφούς, τοὺς εὐλόγησε, τοὺς ἀσπάσθηκε καὶ παρηγορητικὰ τοὺς εἶπε: «Σώζεσθε, μὴν ἀκηδιᾶτε, ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε. Στέφανοι μᾶς ἑτοιμάζονται». Ὁ Μοναχὸς Παῦλος πρόσεξε ὅτι ὁ Ὅσιος ἐκείνη τὴν ἡμέρα πῆγε τρεῖς φορὲς στὸν τόπο ποὺ εἶχε ὑποδείξει γιὰ τὸν ἐνταφιασμό του. Καθόταν ἐκεῖ καὶ κοίταζε ἀρκετὴ ὥρα στὴ γῆ. Τὸ βράδυ τὸν ἄκουσε νὰ ψάλλει στὸ κελί του Πασχαλινοὺς ὕμνους: «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι…», «Φωτίζου, φωτίζου ἡ νέα Ἱερουσαλήμ…», «Ὤ, Πάσχα τὸ μέγα καὶ ἱερώτατον, Χριστέ…».

Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 2 Ἰανουαρίου 1833. Οἱ μοναχοὶ τὸν εἶδαν μὲ τὸ λευκὸ ζωστικό, γονατιστὸ σὲ στάση προσευχῆς μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, ἀσκεπῆ, μὲ τὸ χάλκινο σταυρὸ στὸ λαιμὸ καὶ μὲ τὰ χέρια στὸ στῆθος σὲ σχῆμα σταυροῦ. Νόμιζαν ὅτι τὸν εἶχε πάρει ὁ ὕπνος.

Τὰ ἱερὰ λείψανά του ἐξαφανίστηκαν κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ὀκτωβριανῆς ἐπαναστάσεως καὶ ξαναβρέθηκαν τὸ 1990, στὴν Ἁγία Πετρούπολη. Τὸ 1991 ἐπέστρεψαν στὴν μονὴ Ντιβέγιεβο.

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χριστῷ ἐκ νεότητος ἀκολουθήσας θερμῶς, εὐχαῖς καὶ δεήσεσιν, ἐν τῇ ἐρήμῳ Σαρώφ, ὡς ἄσαρκος ἤσκησας· ὅθεν τοῦ Παρακλήτου, δεδεγμένος τὴν χάριν, ὤφθης τῆς Θεοτόκου, θεοφόρος θεράπων· διὸ σε μακαρίζομεν, Σεραφεὶμ Πάτερ Ὅσιε.




Τετάρτη 26 Ιουνίου 2024

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΘΟΔΙΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ (14 Ἰουνίου)


Κατά τη διάρκεια των φοβερών χρόνων της Εικονομαχίας, όπου χτυπήθηκε βάναυσα το σώμα της Εκκλησίας, πλήθος Αγίων Ομολογητών και μαρτύρων αναδείχθηκαν. Αυτούς τους χρόνους, δηλαδή κατά τον θ΄(9ο) αιώνα έζησε και ένας ξεχωριστός, μεγάλος Άγιος, Ομολογητής της Πίστης μας, ο Άγιος Μεθόδιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος υπέφερε πολλά υπέρ των Αγίων Εικόνων.

Διαβάζουμε στο Συναξαριστή «ὀ λαμπρότατος φωστήρ ὅλης τῆς οἰκουμένης· ὁ στερρότατος στῦλος τῆς ὁμολογίας, ὅν στέφανον πολυτίμητον εἰς τήν ἔνδοξον αὐτῆς κεφαλήν ἔχει ἡ βασιλεύουσα. Οὐχί δέ στέφανον ἁπλοῦν, ἀλλά στέφανον πεποικιλμένον ἐκ λίθων πολυτίμων, αὐτή τόν ἐγέννησε, τόν ἀνέθρεψε καί τόν ηὔξησεν· αὐτός μέ τούς ἰδικούς του ὡραίους ἄθλους καί ἀγῶνας καί τά μαρτυρικά αὐτοῦ αἵματα τήν ἐστόλισε μέ πορφύραν λαμπράν, ὡραιοτάτην μητέρα πλέον ὡραιοτάτου υἱοῦ· ρίζα θεόφυτος, βλαστοῦ θεοπροβλήτου· δένδρον ἀείζωον, ἄνθους εὐωδεστάτου».

Ο θείος Μεθόδιος καταγόταν από ευσεβείς γονείς. Σπούδασε με επιμέλεια και πρόκοψε άριστα στα γράμματα, αλλά ακόμη περισσότερο εντρύφησε στα ιερά γράμματα και τη μυστική θεολογία. Αδολεσχώντας στην προσευχή και βιώνοντας τα ουράνια, τίποτε άλλο δεν θέλησε, παρά να αφιερώσει τη ζωή του στον αγαπημένο του Χριστό, κάνοντας τέλεια υπακοή ως μοναχός, γι’αυτό προσήλθε πολύ νωρίς σε Μοναστήρι. Μετά την κοίμηση του Ηγουμένου του Μοναστηριού, η αδελφότητα επέλεξε τον Μεθόδιο ως νέο Ηγούμενο καθώς είχε κατορθώσει κάθε αρετή και άσκηση. Ακολούθως χειροτονήθηκε με θεία ψήφο Μητροπολίτης Κυζίκου.

Τον ίδιο καιρό στον αυτοκρατορικό θρόνο μετά τη θεήλατον σφαγή του Εικονομάχου Λέοντα του Αρμένιου, ανέρχεται έτερος Εικονομάχος ο Μιχαήλ ο Τραυλός ο οποίος φάνηκε να δείχνει μια μετριοπάθεια αρχικά, όταν διέταξε να επαναφέρουν τους εξόριστους υπερασπιστές των Αγίων Εικόνων. Σύντομα όμως αποκάλυψε την εικονομαχική του μανία και διέταξε να σύρουν μπροστά του τους στερεούς στύλους της Ορθοδοξίας, τον Κυζίκου Μεθόδιο και τον Σάρδεων Ευθύμιο. Τότε με πολλά βασανιστήρια προσπάθησε να τους κάμψει το ηθικό, να τους μεταστρέψει το νου. Ματαιοπονία!

Ουδόλως υποχωρούν, επ ουδενί να υπακούσουν την βλάσφημη διαταγή του βασιλιά. Με μοναδική παρρησία δημηγορούν και αποδεικνύουν θεολογικά και επιστημονικά, την αρχαία πατροπαράδοτη παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας περί της προσκύνησης των Αγίων Εικόνων! Αλλ’ ο θηριώνυμος βασιλιάς σφράγιζε τα ώτα του, μη θέλοντας να δεχτεί την αλήθεια. Στέρεοι στην πίστη και ρωμαλέοι στο πνεύμα ελέγχουν αυτόν «Εἴ τίς βασιλεῦ, δέν προσκυνεῖ τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καί τήν Πανάχραντον αὐτοῦ Μητέρα, και πάντας τούς ἁγίους ἐν εἰκόνι περιγραπτούς, ἔστω τοῦ αἰωνίου ἀναθέματος καί τοῦ ἀσβέστου πυρός τῆς γεένης ὑπόδικος».

Ω! ανδρεία καρδιά των αγίων που Σε ομολογούν Κύριε! Ω! πεφιλημενο στόμα που ελέγχει τους δυσσεβείς και βλάσφημους αιρετικούς.

Τότε μαινόμενος ο Μιχαήλ Τραυλός οργίζεται και μαστιγώνει ανηλεώς τους αγίους, και έπειτα τους εξορίζει. Τους επαναφέρει από την εξορία και τους υποβάλλει σε νέα φρικτά βασανιστήρια όπου ο άγιος Ευθύμιος τελικά παραδίδει τη ψυχή του στα χέρια του Αγαπημένου του Χριστού.

Μετά το θάνατο του Μιχαήλ στην εξουσία ανήλθε ο μιαρότερος από αυτόν, γιος του Θεόφιλος ο οποίος με νέα βασανιστήρια προσπάθησε να τον κάνει να αρνηθεί την αγία πίστη μας. Τον απέκοψε όμως ο άγιος Μεθόδιος λέγοντάς του ότι και αυτόν θα αναθεματίσει όπως αναθεμάτισε τον πατέρα του αν δεν σταματήσει τη βλασφημία του. Μάλιστα θέλοντας να τον εγείρει προς μετάνοια του παρουσίασε τις καταστροφές που έπαθαν όλα τα βασίλεια, όταν προσκύνησαν την αίρεση και πως ο ίδιος θα πρέπει να προσκυνεί τον Τριαδικό Θεό που του χάρισε το βασιλικό διάδημα και όχι να Τον πολεμάει με την δυσώδη Εικονομαχία.

Ο θεομισής βασιλιάς διατάζει να χτυπήσουν στο στόμα τον Άγιο και να του σπάσουν τα δόντια. Δεν χόρτασε όμως τη μανία του και τον εξόρισε στο νησί του Αντιγόνου και εκεί διέταξε να τον κλείσουν στο τάφο του Κοπρώνυμου με άλλους δύο ληστές όπου μετά το θάνατο του ενός υπέφεραν ο Άγιος και ο έτερος ληστής τη δυσωδία του νεκρού σώματος για άλλα επτά χρόνια.

Εν τω μεταξύ ο μιαρότατος Θεόφιλος βρέθηκε μπροστά σε έναν προβληματισμό μελετώντας τα βιβλία του και παρά τις γνώσεις του αδυνατούσε να το ερμηνεύσει, αλλά ούτε οι ομοφρονούντες του μπορούσαν. « Ἐτύφλωσεν αὐτούς ὁ Θεός καί φάσκοντες εἶναι σοφοί ἐμωράνθησαν οἱ κακόφρονες». Την λύση έδωσε ο έμπιστος του βασιλιά λέγοντας να συμβουλευτούν τον Μεθόδιο. ¨Όπως και έγινε και ο Αγιος ο σοφώτατος έδωσε τις απαντήσεις στους προβληματισμούς του βασιλιά. Γι’ αυτό τον κάλεσε από την εξορία και τον έβαλε να ζει πλησίον του για να τον συμβουλεύεται.

Όμως ο αγαθός Θεός κατεργαζόταν την πολυπόθητη ειρήνη μέσα στην Εκκλησία Του και μετά τον φρικτό θάνατο του δυσσεβούς Θεοφίλου τον διαδέχτηκαν στο θρόνο ο γιος του και η συνετή γυναίκα του, βασίλισσα Θεοδώρα η οποία και ανακήρυξε Πατριάρχη τον άγιο Μεθόδιο. Και μπορεί το σαρκίο του να είχε πολυτρόπως ταλαιπωρηθεί και υποφέρει αλλά η ψυχή του είχε εξαιρέτως λαμπρυνθεί και ήταν έτοιμος να διακονήσει ο πνευματοφόρος Μεθόδιος την Εκκλησία του Χριστού μας. Η δε βασίλισσα Θεοδώρα διέταξε να γίνει ακριβή εξέταση για την αίρεση της Εικονομαχίας και με αυτόν τον τρόπο νικήθηκαν οι αιρετικοί.

Ο Θεός μέσω του δούλου του Αββά Ησαΐα είπε τα ακόλουθα «Πηγαίνετε στην βασίλισσα Θεοδώρα και στον Πατριάρχη Μεθόδιο και πείτε τους: Παύσατε τους ανίερους και μιαρούς εικονομάχους, προσφέρετε στο Θεό λατρεία καθαρή και αναίμακτο. Προσκυνήστε με τους αγγέλους την Άχραντη και Αγία Εικόνα του Προσώπου μου και τον Τίμιο και ζωηφόρο Σταυρό μου». Η ευσεβής και μακαρία βασίλισσα μόλις τα άκουσε αυτά ανέσυρε μια εικόνα που είχε φυλαγμένη πάνω της και είπε «όποιος δεν προσκυνεί τις άγιες Εικόνες, ας έχει το ανάθεμα». Όλοι οι παρευρισκόμενοι ένιωσαν τότε πνευματική ευφροσύνη.

Στη συνέχεια η βασίλισσα Θεοδώρα παρακάλεσε τους Οσίους να προσευχηθούν για την ψυχή του άνδρα της Θεόφιλου να τον ελεήσει ο Θεός. Πράγματι ο Πατριάρχης Μεθόδιος βλέποντας την πίστη της, κάλεσε τους Αρχιερείς και όλους τους ιερείς και τον ευσεβή λαό και μέσα στην Αγιά Σοφιά έκαναν ολονύκτιες αγρυπνίες με δάκρυα. Και ο Πολυέλεος Κύριος δέχτηκε τις προσευχές των δικαίων και συγχώρεσε τον δυσσεβή βασιλιά Θεόφιλο. Αυτό το επισφράγισε και το εξής θαυμαστό γεγονός. Κατά τη διάρκεια των δεήσεων, ο άγιος Μεθόδιος κατέγραψε σε χαρτί τα ονόματα των αιρετικών βασιλιάδων και του Θεοφίλου και τα έβαλε κάτω από την Αγία Τράπεζα. Μετά από μερικές ημέρες δεήσεων και αφού είχε δει όραμα πήρε το χαρτί κάτω από την Αγία Τράπεζα και είδε ότι το όνομα του Θεοφίλου έλειπε. Χάρηκε τότε πολύ η βασίλισσα Θεοδώρα και είπε στον Πατριάρχη να συνάξει όλο το ποίμνιο και τους ιερείς και να φέρουν τα Τίμια και Ζωοποιά Ξύλα του Τιμίου Σταυρού και όλες τις άγιες Εικόνες, για να πάρει πάλι η Εκκλησία τον αρχαίο στολισμό της.

Μαζεύτηκαν όλα τα πλήθη με λαμπάδες και βαστώντας τις άγιες Εικόνες τις λιτάνευσαν ψέλνοντας ταυτόχρονα το Κύριε ελέησον και στη συνέχεια εισήλθαν στο Ναό και ενθρόνισαν τις Άγιες Εικόνες στον τόπο όπου βρίσκονταν και παλιότερα. Διάβασαν ακόμα από άμβωνος τα ονόματα όλων των κεκοιμημένων Ορθοδόξων ενώ έλεγαν το “αιωνία η μνήμη αυτού”. Τέλος αναθεμάτισαν τα ονόματα όλων των αιρετικών που δεν προσκυνούσαν τις Άγιες Εικόνες. Αυτής της ημέρας ανάμνηση, αποτελεί η εορτή της Κυριακής της Ορθοδοξίας, την οποία όρισαν οι Άγιοι να τελείται αυτήν την ημέρα κάθε χρόνο.

Κατά τη συνέχεια του βίου του Αγίου Μεθοδίου δεν έλειψαν οι πόνοι και οι αγώνες υπέρ της πίστεως και για τη διατήρηση της ενότητας της Εκκλησίας. Οι αιρετικοί ορμώμενοι από τον ίδιο τον διάβολο συνεχώς έπλητταν την Εκκλησία, αλλά όμως ο θεοειδής Μεθόδιος τους αντιμετώπιζε. Υπέστη ακόμα και συκοφαντίες αλλά με απόλυτη πίστη στο Χριστό διερχόταν τις θλίψεις.

Ήρθε η ώρα να μεταβεί στα Ουράνια σκηνώματα ο μέγας Μεθόδιος αφού στόλισε τον Πατριαρχικό θρόνο με τις λαμπρές αρετές του. Στις 14 του μηνός Ιουνίου κοιμήθηκε και πορεύτηκε προς τον Χριστό που ποθούσε να συναντήσει, τον μυστικό Νυμφίο των καθαρών και άσπιλων ψυχών.

Άγιε του Θεού, πάτερ φιλάνθρωπε του Φιλανθρώπου Θεού μιμητή, μυρίαθλε Ομολογητή, καθαιρέτη και αναιρέτη της άθεης εικονομαχίας φύλαξε μας από τις τρικυμίες των πειρασμών και δίδαξέ μας να περπατάμε θεαρέστως την στενή και τεθλιμμένη οδό του Κυρίου Αμήν!

Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος ΣΤ΄- Μήν Ιούνιος, ΑΘΗΝΑΙ 1994

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Εὐσεβείας τὴν μέθοδον προβαλλόμενος, αἱρετικῶν διαλύεις τὰς ἐπινοίας στερρῶς, Ὀρθοδόξων ἡ κρηπὶς Πάτερ Μεθόδιε· τὴν γὰρ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἀνεστήλωσας τιμᾶν, ὡς θεῖος ἱεροφάντωρ· καὶ νῦν ἀεὶ ἐκδυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.

Ὡς ἱερόν, ὁμολογίας πρόβολον, καὶ ἀρραγές, τῆς Ἐκκλησίας ἔρεισμα, Ἱεράρχην σε περίδοξον, ὁ Ἰησοῦς προεχειρίσατο· τὴν τούτου γὰρ Εἰκόνα κατασπάζεσθαι, ἐν σχέσει ἀνεκήρυξας Μεθόδιε, παρέχων ἡμῖν πταισμάτων ἄφεσιν.


Μεγαλυνάριον.

Τῆς Ὀρθοδοξίας λύρα τερπνή, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ὑποβάθρα θεοπαγής, ὤφθης Ἱεράρχα, Εἰκονομάχων θράσος, εἰς γῆς κατεδαφίσας, Πάτερ Μεθόδιε.

Δευτέρα 6 Μαΐου 2024

Η ΟΣΙΑ ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ Η ΑΣΚΗΤΡΙΑ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ (23 Ἀπριλίου Πάτριο Ἑορτολόγιο - 6/5)

 




Θαῦμα τῆς Ἁγίας Γεροντίσσης Μυρτιδιωτίσσης τῆς Ἀσκητρίας τῆς Κλεισούρας (+1974) Ἀποδεικτικὸ καὶ Βεβαιωτικὸ τῆς Μοναχικῆς Ἱδιότητος καὶ Ὀνομασίας Αὐτῆς

ΤΟΝ τελευταῖο καιρὸ παρετηρήθη ἔντονος κίνησις, γιὰ τὴν ἐπίσημη Διακήρυξι τῆς Ἁγιότητος τῆς Ὁσίας Γεροντίσσης Μυρτιδιωτίσσης, κατὰ κόσμον Σοφίας Χοτοκουρίδου, ἡ ὁποία, καταγομένη ἀπὸ τὸν Πόντο, ἀσκήτευσε στὴν Μονὴ τῆς Παναγίας στὴν Κλεισούρα τῆς Δυτ. Μακεδονίας καὶ ἐκοιμήθη ἀνήμερα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου (23.4.1974) μὲ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἡμερολόγιο.

Τὶς ἡμέρες δὲ αὐτές, γίνεται πυρετώδης προσπάθεια τῆς μητροπόλεως Καστορίας τοῦ νέου ἡμερολογίου, νὰ λάβη χώρα ἡ «Ἁγιοκατάταξις» Αὐτῆς μὲ τὴν συμμετοχὴ τοῦ οἰκουμενιστοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου.

Στὸ σχετικὸ ὑλικὸ ποὺ κυκλοφορεῖ (κείμενα, εἰκόνες κλπ.), ὑπάρχει ἡ ἐπίμονος παρουσίασις τῆς Ἁγίας ὡς ἁπλῆς λαϊκῆς, ὡς Σοφίας, χωρὶς νὰ ἀναγνωρίζεται ἡ Μοναχικὴ Ἰδιότης τῆς Ὁσίας Γεροντίσσης καὶ χωρὶς καμμία ἀπολύτως ἀναφορὰ στὸ Μοναχικὸ Ὄνομα Αὐτῆς, τ.ἔ. Μυρτιδιώτισσα.

Τοῦτο βεβαίως δὲν τιμᾶ καθόλου τοὺς νεόκοπους τιμητὲς τῆς Ἁγίας Γεροντίσσης καὶ δεικνύει τὸ μέγεθος τῆς πεισμόνου ἀσεβείας των, ἐφ’ ὅσον τολμοῦν μετὰ θάνατον νὰ τὴν «ἀποσχηματίζουν» καὶ «ξε-μοναχιάζουν». Ὁ Θεὸς νὰ τοὺς συγχωρήση καὶ ἡ Ἁγία Γερόντισσα νὰ μὴ τοὺς καταλογίση τὸ τόλμημα αὐτό!

Ἡ Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα ἐκάρη νομίμως καὶ κανονικῶς Μοναχὴ καὶ εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ τονίσουμε τοῦτο ἐμφαντικῶς, ὑπενθυμίζοντες ὅτι τὸ Μοναχικὸ Σχῆμα εἶναι ἀνεξάληπτος δωρεὰ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δὲν αἴρεται ἀπὸ κανέναν μὲ κανένα τρόπο!

Ἡ Ὁσία Γερόντισσα ἐδέχθη τὸ Μέγα καὶ Ἀγγελικὸ Σχῆμα τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1971, μετονομασθεῖσα ἀπὸ Σοφία σὲ Μυρτιδιώτισσα Μοναχή, ἀπὸ τὸν τότε Ἀρχιμανδρίτη π. Κυπριανό, μετέπειτα Μητροπολίτη Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίων Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης Φυλῆς Ἀττικῆς. Ἀνάδοχος παρέστη ἡ μακαριστὴ ἤδη Γερόντισσα Μαρία Μυρτιδιώτισσα Μοναχή, Κτητόρισσα καὶ Καθηγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Οἰνουσσῶν Χίου.

Περιγραφὴ ὅσων θαυμαστῶν ἔλαβαν χώρα κατὰ τὴν πλουσίως εὐλογημένη ἐκείνη περίστασι, παρατίθεται στὸ βιβλίο τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου κ. Κυπριανοῦ, ἩΓερόντισσα Μυρτιδιώτισσα, Ἡ Ἀσκήτρια τῆς Κλεισούρας, 1886-1974, Φυλὴ Ἀττικῆς 1998, σελ. 153-159. Ἡ δὲ πνευματικὴ σχέσις τῆς Ἁγίας Γεροντίσσης μὲ τὸν βιογράφο της Σεβασμ. Μητροπολίτη κ. Κυπριανὸ ἦταν τόσο θερμὴ καὶ ἀδιάσπαστος, ὥστε ἡ Ἁγία Μυρτιδιώτισσα νὰ διακηρύσση, ὅτι μέσα στὴν καρδιά της, μετὰ τὸν Χριστό μας, ὑπῆρχε ὁ π. Κυπριανός!

Τὸ ἀκόλουθο Θαῦμα, τὸ ὁποῖο γιὰ πρώτη φορὰ δημοσιεύεται, ἀποδεικνύει καὶ βεβαιώνει πασιφανῶς, ὅτι ἡ Ἁγία Γερόντισσα εἶχε πλήρη συνείδησι καὶ συναίσθησι τῆς Μοναχικῆς ἰδιότητός της καὶ τοῦ Μοναχικοῦ ὀνόματός της, ὥστε νὰ ἀπαιτήση νὰ δοθῆ αὐτὸ σὲ παιδὶ ποὺ θὰ ἐγεννᾶτο μετὰ τὴν πρὸς Κύριον ἐκδημία της...

Τὸ ἀδιαμφισβήτητο αὐτὸ γεγονός, τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι βεβαίως τὸ μοναδικό, ὁμιλεῖ ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἀποτελεῖ δὲ τιμὴ πρὸς τὴν Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα καὶ θέτει πρὸ τῶν εὐθυνῶν τους αὐτούς, οἱ ὁποῖοι πίπτουν στὸ ἀσυγχώρητο ἁμάρτημα τῆς ἀρνήσεως τῶν Δωρεῶν τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.

* * *

Η ΕΥΛΑΒΗΣ Εὐθυμία Νικολαΐδου, κάτοικος Θεσσαλονίκης, πνευματικὸ τέκνο τοῦ τότε Ἀρχιμ. π. Κυπριανοῦ, Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Κυπριανοῦ Φυλῆς, ἐπισκεπτόταν τακτικὰ τὴν Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα στὴν Μονὴ τῆς Παναγίας στὴν Κλεισούρα καὶ συνωμιλοῦσε μαζί της.

Σὲ μία ἐπίσκεψί της, ὀλίγους μόλις μῆνες πρὶν ἀπὸ τὴν Κοίμησι τῆς Ὁσίας, ἡ Γερόντισσα τῆς ἀπεκάλυψε τὰ ἑξῆς:

«Τώρα ποὺ θὰ ἐπιστρέψης στὴν Θεσσαλονίκη, θὰγνωρίσης ἕνα ἀρραβωνιασμένο ζευγάρι, ποὺ ψάχνουν κουμπάρο γιὰ νὰ τοὺς παντρέψη.
Νὰ τοὺς παντρέψης ἐσὺ καὶ νὰ βαφτίσης τὸ πρῶτο παιδάκι ποὺ θὰ κάνουν, ποὺ θὰ εἶναι κορίτσι, καὶ νὰ τοῦ δώσης τὸὄνομά μου· νὰ τὸ πῆς ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ»!...

Πράγματι, ἡ γυναίκα ὅταν ἐπέστρεψε, γνώρισε τὸ ζεῦγος, τὸν Νικόλαο Γράμπα, τέταρτο υἱὸ τοῦ παλαιμάχου ἀγωνιστοῦ τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου Ἀντωνίου Γράμπα (+ 1996), καὶ τὴν Θεοδώρα Κλησσιάρη τοῦ Κωνσταντίνου, κατοίκους Κυμίνων Θεσσαλονίκης. Τοὺς ἔκανε τὴν πρότασι, σύμφωνα μὲ τὰ λεχθέντα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γερόντισσα, ἀλλὰ δὲν τοὺς εἶπε τίποτε γιὰ τὸ φῦλο καὶ γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ πρώτου παιδιοῦ, παρὰ μόνο ὅτι εἶχε τάμα νὰ δώση ἐκείνη ἕνα ὄνομα στὸ πρῶτο τους παιδί. Ἐκεῖνοι δέχθηκαν.

Ὁ Γάμος τελέσθηκε στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων ΙΒ΄ Ἀποστόλων τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, τὸν Νοέμβριο τοῦ 1974, ἐνῶ ἡ Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα εἶχε ἤδη κοιμηθῆ ἐν Κυρίῳ πρὸ ἑπτὰ περίπου μηνῶν. Ἡ δὲ Βάπτισις τοῦ πρώτου παιδιοῦ, τὸ ὁποῖο πράγματι ἦταν κορίτσι, ἔγινε καὶ πάλι στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων ΙΒ΄ Ἀποστόλων τὸ 1976. Στὶς ἐπίμονες ἐρωτήσεις τοῦ πατέρα, Νικολάου Γράμπα, σχετικὰ μὲ τὸ ὄνομα ποὺ θὰ δινόταν στὸ παιδί, ἡ νονὰ ἀπαντοῦσε· Μὴν ἀνησυχῆτε· τὸ ὄνομα ποὺ θὰ δώσω στὸ παιδὶ θὰ σᾶς ἀρέση· εἶναι πολὺ ὡραῖο ὄνομα!

Ὅταν οἱ συγγενεῖς ἄκουσαν τὸ ὄνομα ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ, ξαφνιάστηκαν! Μάλιστα, ἡ μία ἀπὸ τὶς δύο γιαγιᾶδες ἔλεγε μισοελληνικὰ-μισοβουλγάρικα: «Σιὸ (τὶ) ὄνουμα εἶνει αὐτό, Ματσανιώτισσα»!! Σύντομα ὅμως τὸ ξεπέρασαν, μὲ τὴν βοήθεια μάλιστα καὶ τῆς νονᾶς, ἡ ὁποία τοὺς ἐξήγησε πλέον λεπτομερῶς τὰ περὶ τῆς προρρήσεως τῆς Ἁγίας Γεροντίσσης Μυρτιδιωτίσσης τῆς Κλεισούρας καὶ τοὺς εἶπε: Ἄν θέλετε, μπορεῖτε νὰ τὴν φωνάζετε ΜΥΡΤΩ, ἀλλὰ ὅταν θὰ κοινωνῆ καὶ ὅταν θὰπαντρευτῆ, ὁ Ἱερέας νὰ τὴν ἀποκαλῆ κανονικὰ μὲ τὸ ὄνομά της: ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ.

Ἡ Μυρτιδιώτισσα (Μυρτὼ) Γράμπα εἶναι σήμερα παντρεμμένη καὶ ζῆ στὰ Νέα Μάλγαρα Θεσσαλονίκης, οἱ δὲ γονεῖς της Νικόλαος καὶ Θεοδώρα κατοικοῦν στὰ Κύμινα καὶ εἶναι ἐνορίτες τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ μας τῶν Ἁγίων ΙΒ΄ Ἀποστόλων. Ἡ εὐσεβὴς νονά, Εὐθυμία Νικολαΐδου, εἶχε κοιμηθῆ ἐν Κυρίῳ περὶ τὸ 1979-1980, ὅταν ἡ ἀναδεκτή της ἦταν ἀκόμη πολὺ μικρή.

Ἡ Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα εἴθε νὰ πρεσβεύη στὸν Θεὸ γιὰ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους, ὥστε νὰ ἀληθεύουμε πάντοτε στὴν Πίστι καὶ τὴν Ζωὴ καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς θείας Μακαριότητος!


Ἐπιμέλεια-παρουσίασις: + Ἐπίσκοπος Γαρδικίου Κλήμης (12/25.6.2012). Εὐχαριστίες ὀφείλονται σὲὅσους ἐβοήθησαν στὴν συλλογὴ στοιχείων γιὰ τὸ Θαῦμα καὶ μάλιστα στὸν κ. Νικόλαο Πολῦχρο, γιὰ τὴν πρώτη καταγραφή του.


Η Οσία Σοφία Χοτοκουρίδου, το γένος Αμανατίου Σαουλίδου, γεννήθηκε το 1883 μ.Χ. στο χωριό Σαρή-ποπά (ή Σαρή-παπά) της επαρχίας Αρδάσης Τριπόλεως, Νόμου Τραπεζούντας του Πόντου. Το 1907 μ.Χ. παντρεύεται με τον Ιορδάνη Χοτοκουρίδη στο χωριό Το(γ)ρούλ της επαρχίας Αρδάσης και μετά από τρία χρόνια, το 1910 μ.Χ., απέκτησε ένα παιδί. Έπειτα από δύο χρόνια, χάνει το παιδί της το οποίο βρίσκει τραγικό θάνατο, αφού φαγώθηκε από χοίρους, ενώ δυο χρόνια μετά, το 1914 μ.Χ. χάνει και τον άντρα της τον οποίο τον πήραν οι Τούρκοι στα τάγματα εργασίας, όπου και μάλλον απεβίωσε.

Η νεαρή χήρα κατέφυγε στα βουνά, όπου ζούσε ασκητικά, με μεγάλη νηστεία. Εκεί της εμφανίστηκε ο Άγιος Γεώργιος και την προειδοποίησε για επικείμενη επιδρομή των Τσετών. Η Σοφία ενημέρωσε τους συγχωριανούς της, που κρύφτηκαν και απέφυγαν τον κίνδυνο.

Στην ανταλλαγή των πληθυσμών το καράβι που μετέφερε τους συγχωριανούς της Σοφίας στην Ελλάδα κινδύνεψε να καταποντιστεί. Αυτή έβλεπε τα κύματα γεμάτα από Αγγέλους και την Παναγία. Ζήτησε απ᾿ αυτήν να πνιγεί η ίδια και να σωθούν οι συγχωριανοί της. Η Παναγία τους έσωσε όλους. Ο καπετάνιος δεν το πίστευε πώς σώθηκαν κι έλεγε: «Κάποιον άγιο έχουμε» και οι χωριανοί του απάντησαν: «Τη Σοφία».


Το 1927 μ.Χ. με παρότρυνση της Παναγίας πηγαίνει στο μοναστήρι της στην Κλεισούρα της Καστοριάς, στην Ιερά Μονή του Γενεθλίου της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου έζησε ασκητικά για μισό περίπου αιώνα. Εκεί βρήκε έναν ενάρετο ιερομόναχο, τον π. Γρηγόριο, που είχε έλθει από το Άγιο Όρος, ο οποίος την κατάρτισε στη μοναχική ζωή. Έζησε ασκητικά ως λαϊκή, φορώντας τα μαύρα της χηρείας και της ασκήσεως, καθισμένη πάνω στο τζάκι και αλείφοντας το πρόσωπό της με στάχτη, για να μη φαίνεται η ομορφιά του...

Περισσότερα για την Οσία Μυρτιδιώτισσα ΕΔΩ



Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΑΚΥΛΑΣ ΚΑΙ ΠΡΙΣΚΙΛΛΑ (13 Φεβρουαρίου)



Οι Άγιοι Απόστολοι Ακύλας και Πρίσκιλλα ήταν ζευγάρι Ιουδαίων και καταγόταν από τον Πόντο. Κατοικούσαν στην Κόρινθο και εξασκούσαν το επάγγελμα του σκηνοποιού. Ήσαν δε άνθρωποι ενάρετοι και ευσεβείς.

Όταν ο απόστολος Παύλος, επισκέφθηκε την Κόρινθο, για να διδάξει την ορθόδοξη πίστη, το ζεύγος του προσέφερε θερμή φιλοξενία καθώς είχε εντυπωσιαστεί με το κήρυγμά του. Τόσο τους άγγιξε ο φλογερός και σωτήριος λόγος του απόστολου, ώστε αφού κατηχήθηκαν και βαπτίσθηκαν από αυτόν, αποφάσισαν να τον ακολουθήσουν στις περιοδείες του ως βοηθοί του. O απόστολος εντυπωσιάσθηκε τόσο από τις αρετές και τη χριστιανική τους δράση ώστε τους μνημονεύει στις επιστολές του γράφοντας ότι για τις προσφερθείσες υπηρεσίες τους και το θάρρος είναι ευγνώμων όχι μόνον εκείνος, αλλά και όλες οι εκκλησίες των εθνών.

Αργότερα οι διώκτες του χριστιανισμού τούς συνέλαβαν και αποκεφάλισαν τούς Αγίους χαρίζοντάς τους μαζί με τον τίτλο των Αποστόλων και τον τίτλο των Μαρτύρων.

O Άγιος Aκύλας εορτάζεται και στις 14 Ιουλίου.

Πηγή: www.saint.gr

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χριστὸν ἀγαπήσαντες καὶ φωτισθέντες τὸν νοῦν, τὴ πίστει ἐνούμενοι καὶ συζυγία σεμνή, Ἀκύλας καὶ Πρισκίλλα ἤσαν μὲν προεστῶτες ἐκκλησίας κατ’ οἶκον, Παύλου δὲ τοῦ φωστῆρος συνεργοὶ καὶ προστᾶται. Διὸ αὐτοὺς τιμήσωμεν καὶ μιμησώμεθα.

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

ΙΩΝΑΣ ΚΑΙ ΝΙΝΕΥΙΤΕΣ (Όσιος Εφραίμ ο Σύρος)

 


«…ένας συγκλονιστικός λόγος τού κατανυκτικότατου οσίου Εφραίμ του Σύρου. Ένας λόγος με καυτή επικαιρότητα, μια και ολόκληρη η ανθρωπότητα ζει σήμερα στην κατάσταση της Νινευή: Σε κατάσταση ανταρσίας απέναντι στο Θεό και το νόμο Του… Ας ξυπνήσουμε όλοι οι σύγχρονοι Νινευΐτες από την πνευματική μας νάρκη και ας ετοιμαστούμε».

Πρόλογος

ΓΝΩΣΤΗ στους περισσότερους είναι η ιστορία τού προφήτη Ιωνά΄ γνωστή και χαριτωμένη και διδακτική. Για τον προφήτη, εκτός από το επεισόδιο που περιγράφεται στο ομώνυμο βιβλίο τής Παλαιάς Διαθήκης, τίποτε άλλο δεν γνωρίζουμε, παρά μόνο ότι ήταν γιός τού Αμαθεί, από τη φυλή Ζαβουλών, και έζησε τον 8ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με το βιβλίο, ο Ιωνάς παίρνει από το Θεό εντολή να πάει στη Νινευή, τη μεγάλη πρωτεύουσα του ασσυριακού κράτους, και να κηρύξει μετάνοια στους κατοίκους της. Αυτός όμως δεν υπακούει, αλλά φεύγει με πλοίο για την ισπανική πόλη Θαρσίς (την Ταρτησσό των Ελλήνων). Στη διάρκεια του ταξιδιού σηκώνεται με θεία βουλή φοβερή τρικυμία. Οι ναυτικοί, μετά από κλήρωση, ρίχνουν σαν ένοχο στη θάλασσα τον Ιωνά, που τον καταπίνει ένα τεράστιο ψάρι. Μέσα στην κοιλιά του ο προφήτης προσεύχεται τρία μερόνυχτα στο Θεό, ο οποίος προστάζει το κήτος να τον ξεράσει στη στεριά. Μετά απ’ αυτό ο προφήτης υπακούει στη θεϊκή εντολή, πηγαίνει στη Νινευή και αναγγέλλει την καταστροφή της, που αποτρέπεται όμως με τη βαθειά μετάνοια των κατοίκων της. Ο προφήτης λυπάται για τη σωτηρία της, αλλά παίρνει το κατάλληλο δίδαγμα από τον Κύριο.

Στο περιστατικό αυτό είναι αφιερωμένος ένας συγκλονιστικός λόγος τού κατανυκτικότατου οσίου Εφραίμ του Σύρου. Ένας λόγος με καυτή επικαιρότητα, μια και ολόκληρη η ανθρωπότητα ζει σήμερα στην κατάσταση της Νινευή: Σε κατάσταση ανταρσίας απέναντι στο Θεό και το νόμο Του.

Αλλά ο καρπός τής ανταρσίας και της αμαρτίας είναι ο θάνατος.
 Στο θάνατο οδηγούσε τότε τον Ιωνά η παρακοή του. Στο θάνατο οδηγούσε επίσης την κοσμοκράτειρα Νινευή το πλήθος των αμαρτιών της. Στο θάνατο όμως, με μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά βεβαιότητα, οδηγούμαστε κι εμείς σήμερα. Η γη μας βρίσκεται αντιμέτωπη με τις απειλές ποικίλων καθολικών καταστροφών, όπως είναι, ενδεικτικά, το πυρηνικό ολοκαύτωμα και η οικολογική φθορά καταστροφών, που έχουν ως κύρια αιτία τη γενική αποστασία μας από το Θεό.

Ας ξυπνήσουμε όλοι οι σύγχρονοι Νινευΐτες από την πνευματική μας νάρκη και ας ετοιμαστούμε. Ας ακούσουμε τη φωνή τού Ιωνά και του οσίου Εφραίμ. Γιατί δεν ξέρουμε τη μέρα και την ώρα, που θα έρθει ο Κύριος να κάνει την κρίση Του και να ζητήσει λόγο για τα έργα μας. Ο ίδιος μας προειδοποίησε: «Οι κάτοικοι της Νινευή θ’ αναστηθούν την ημέρα τής Κρίσεως μαζί με τη σημερινή γενεά και θα την καταδικάσουν, γιατί εκείνοι μετανόησαν με το κήρυγμα του Ιωνά, ενώ τώρα το κήρυγμα της μετάνοιας σας το κάνω εγώ ο ίδιος, που είμαι πολύ ανώτερος από τον Ιωνά»(Ματθ. 12:41) -και αλίμονο σ’ εκείνους που δεν θα το ακούσουν...


ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

Ιωνάς και Νινευίτες

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ Ιωνάς, αφού σώθηκε από τα δόντια τού κήτους και βγήκε από τη θάλασσα, άρχισε να κηρύσσει στους κατοίκους τής Νινευή, που ήταν ειδωλολάτρες. Αρχισε να τους κηρύσσει μετάνοια, όπως τον είχε προστάξει ο Θεός. Τους συμβούλευε να μετανοήσουν, γιατί αλλιώς σε τρεις μέρες η μεγάλη πόλη Νινευή θα καταστρεφόταν!

Το φοβερό προφητικό κήρυγμα ξάφνιασε τους Νινευίτες. Κατατρόμαξε την κυρίαρχη εκείνη πολιτεία, τη συγκλόνισε απ’ άκρη σ' άκρη. Κομμάτιασε τις καρδιές και του λαού και των αρχόντων, γιατί κατέστρεφε την πόλη τους και κάθε τους ελπίδα.

Ακουσαν την προφητική φωνή οι βασιλιάδες και ταράχθηκαν. Τόσο ταπεινώθηκαν, που πέταξαν τα στέμματά τους και πόθησαν τη μετάνοια.

Την άκουσαν οι άρχοντες, και θορυβήθηκαν. Έβγαλαν τα λαμπρά φορέματά τους κι έβαλαν τρίχινα και ταπεινά.

Την άκουσαν οι γεροντότεροι, κι έχωσαν από συντριβή τα κεφάλια τους μες στη στάχτη.

Την άκουσαν οι πλούσιοι, κι αμέσως άνοιξαν τους θησαυρούς τους στους φτωχούς.

Την άκουσαν οι δανειστές, και ξέσχισαν αμέσως τα γραμμάτιά τους.

Την άκουσαν οι οφειλέτες, κι έτρεξαν να ξοφλήσουν τα χρέη τους.

Την άκουσαν οι κλέφτες, κι έδιναν πίσω βιαστικά τα κλοπιμαία στους δικαιούχους.

Την άκουσαν όμως και οι δικαιούχοι, και προσποιούνταν πως τα κλεμμένα δεν ήτανε δικά τους, αφήνοντάς τα όλα στους κλέφτες.

Την άκουσαν οι φονιάδες, και εξομολογούνταν τα εγκλήματά τους, καταφρονώντας πια το φόβο τών δικαστών.

Την άκουσαν όμως και οι δικαστές, και τους συγχώρεσαν, γιατί μέσα σ’ εκείνη την απερίγραπτη συγκίνηση κανείς δεν είχε τη δύναμη να δικάσει.

Την άκουσαν οι αμαρτωλοί, και εξομολογήθηκαν τις κακές τους πράξεις.

Την άκουσαν οι δούλοι, κι έγιναν με το παραπάνω τίμιοι απέναντι στους αφέντες τους.

Την άκουσαν οι πλούσιοι και οι επίσημοι, και έριξαν την έπαρσή τους.

Κοντολογίς, άρχισε ο καθένας να φροντίζει για τη σωτηρία του και να παρακαλεί το Θεό. Δεν υπήρχε πια κανείς που να θέλει το κακό τού άλλου. Όλοι τώρα είχαν ένα μονάχα πόθο: Πώς να κερδίσουν την ψυχή τους. Και όλοι έσπερναν φιλανθρωπία για να θερίσουν τη συγχώρηση!

Ο προφήτης Ιωνάς στάλθηκε σαν γιατρός στη Νινευή. Και ο γιατρός ανοίγει τις πληγές και τις καθαρίζει με φάρμακα στυπτικά.

Σαν νυστέρι χρησιμοποίησε τη φοβερή φωνή του. Δεν τους κάλεσε να μετανοήσουν. Τους έκλεισε τελείως τη θύρα τής ελπίδας, για να φοβηθούν και να σταματήσουν τα κακά, που γεννούν τις ψυχικές αρρώστιες. Γιατί η χάρη τού Θεού δεν έστειλε τον Ιωνά στην πόλη για να την καταστρέψει, μα για να τη μεταστρέψει.

Ακουσε λοιπόν η Νινευή την προειδοποίησή του, και με νηστείες και προσευχές επέστρεψε στο σωστό δρόμο τής ζωής, δείχνοντας πόσα κατορθώνει η καταφυγή στο Θεό. Γιατί αυτή άλλαξε την από­φασή Του.

Σταμάτησαν τα πολυτελή δείπνα των αρχόντων... Αλλά τί λέω; Αφού τα βρέφη τους έπαψαν να θηλάζουν, ποιός θά ’ταν εκείνος που θ’ αναζητούσε την απόλαυση των νόστιμων φαγητών; Αφού στα ζώα τους δεν έδιναν νερό, ποιός απ’ αυτούς θα έπινε κρασί; Αφού ο βασιλιάς φόρεσε τρίχινο σάκκο, ποιός θα ντυνόταν με πολύτιμη φορεσιά; Αφού έβλεπαν τις γυναίκες τού δρόμου να σωφρονούν, ποιός θα έκανε γάμο ή θα πάντρευε τα παιδιά του; Αφού οι ακατάστατοι συμμαζεύονταν από το φόβο, από ποιό στόμα θά ’βγαινε γέλιο; Αφού όλοι έκλαιγαν και πενθούσαν, ποιός θα διασκέδαζε; Αφού οι κλέφτες αυτοτιμωρούνταν για τις κλοπές τους, πού θα βρισκόταν καταχραστής; Αφού η πόλη χανόταν, ποιός θα φύλαγε το σπίτι του;

Το χρυσάφι ήταν ριγμένο καταγής, και όλοι το περιφρονούσαν. Ανοιχτά ήταν τα θησαυροφυλάκια, και κανείς δεν τα πλησίαζε. Οι ακόλαστοι έκλειναν τα μάτια τους, για να μη δουν με πόθο τις ομορφιές τών γυναικών. Και οι γυναίκες κρύβονταν για να μη σκανδαλίζουν τους άνδρες.

Ο καθένας κοίταζε να ωφελήσει τον διπλανό του και να ωφεληθεί κι ο ίδιος, για να σωθούν στο τέλος όλοι. Ο καθένας παρακινούσε τον άλλο σε προσευχή και εξομολόγηση. Ο καθένας πρόσεχε να μην αμαρτήσει κανείς τους. Έτσι ολόκληρη η πόλη έγινε σαν ένα σώμα. Δεν προσευχόταν εκεί κανένας να σωθεί μονάχος του, αλλά ικέτευε για τη σωτηρία όλων. Γιατί όλοι, σαν ένας άνθρωπος, κινδύνευαν απ' τον αφανισμό και την καταστροφή. Οι δίκαιοι παρακαλούσαν για τους αμαρτωλούς. Και οι αμαρτωλοί φώναζαν στο Θεό ν’ ακούσει τους δικαίους.

Συμμάζεψε το νου σου, αδελφέ μου, και δες πως όλοι μαζί ζούσαν μέσα σε βαρύ πένθος. Το σπαραξικάρδιο κλάμα των νηπίων έκανε όλη την πόλη να οδύρεται. Το ξεφωνητό των παιδιών ξέσχιζε τις καρδιές των γονιών. Οι γέροι μαδούσαν τα μαλλιά τους. Κι οι νέοι, βλέποντάς τους, θρηνολογούσαν με κραυγές. Γιατί όλοι έβλεπαν να πεθαίνουν μαζί την ίδια στιγμή, θάβοντας ο ένας τον άλλο.

Πρωί και βράδυ μετρούσαν τις ημέρες που απόμεναν από την προθεσμία του Ιωνά... Αλλη μια μέρα πέρασε! Ελάχιστες είχαν ακόμα! Πλησίαζε η καταστροφή!

Τα παιδιά ρωτούσαν τους πατεράδες με δάκρυα: "Πέστε μας, ποιά είν' η ώρα που ο Εβραίος όρισε να κατεβούμε όλοι μαζί ζωντανοί στον άδη; Πότε θ’ αφανιστεί η ωραία μας πόλη; Ποιά είν’ η μέρα τής καταστροφής μας;”. Κι οι πατεράδες, με κόπο συγκρατώντας το κλάμα τους, για να μην απελπίσουν τα παιδιά τους και τα στείλουν στον τάφο μια ώρα αρχύτερα, τους έλεγαν παρηγορητικά: “Μη φοβάστε, αγαπημένα μας. Έχετε θάρρος. Ο Κύριος είναι πολύ φιλάνθρωπος. Δεν θα εξαφανίσει το πλάσμα Του. Αν ένας ζωγράφος φροντίζει και συντηρεί με κάθε επιμέλεια την άψυχη εικόνα που φιλοτεχνεί, δεν θα φυλάξει ο Κύριος την έμψυχη και λογική εικόνα Του; Όχι, δεν θα καταστραφεί η πόλη μας! Απλά ο προφήτης, με την απειλή, μας καλεί σε μετάνοια. Εσείς, παιδιά μας, πόσες φορές φάγατε ξύλο από μάς; Είδατε την ωφέλεια της φοβέρας; Με την τιμωρία γίνατε πιο σοφοί και συνετοί. Σαν πατέρας λοιπόν και ο φιλάνθρωπος Θεός σηκώνει το ραβδί Του, για να φοβίσει και να σωφρονίσει τους γιούς Του. Παιδεύει μα δεν θανατώνει. Συνετίζει και οδηγεί στη μετάνοια... Παρηγορηθείτε, παιδιά, και σταματήστε να κλαίτε. Δεν θ’ αφανιστεί η πόλη μας...”.

Και να που οι Νινευίτες, παρηγορώντας με τέτοια λόγια τα παιδιά τους, προφήτευαν χωρίς να το θέλουν. Έγιναν αληθινοί προφήτες. Η μετάνοια τους έκανε προφήτες. Εκείνοι, ωστόσο, δεν το ήξεραν. Γι’ αυτό και δεν σταμάτησαν να κλαίνε και να πενθούν. Με αυστηρή νηστεία και με αδιάκοπες προσευχέςπερνούσαν τις λίγες μέρες τής προθεσμίας ως την καταστροφή, που τους είχε αναγγείλει ο προφήτης.

Βγήκε ο βασιλιάς απ’ το παλάτι του, και η πόλη ολόκληρη ζάρωσε από το φόβο της, βλέποντάς τον ντυμένο με τρίχινο σάκκο. Είδε κι ό βασιλιάς την πόλη βυθισμένη στο θρήνο, και βούρκωσαν τα μάτια του. Έκλαψε η πόλη για το βασιλιά, όταν είδε τη συντριβή του. Έκλαψε κι ο βασιλιάς για την πόλη, όταν είδε το πένθος της. Κι ήταν τόσο το κλάμα, τόσος ο οδυρμός του, που έκανε και τις πέτρες να ραγίζουν.

Αν τώρα παραβάλουμε τη μετάνοια των Νινευϊτών με τη δική μας, αυτή μοιάζει με όνειρο και σκιά, που φεύγει και χάνεται γρήγορα. Ποιός από μας προσευχήθηκε έτσι; Ποιός παρακάλεσε με τέτοιο τρόπο; Ποιός ταπεινώθηκε τόσο αφάνταστα ενώπιον του Θεού; Ποιός έβγαλε από πάνω του τις φανερές και κρυφές του πράξεις; Ποιός, στο άκουσμα μιας απλής φωνής, μετανόησε τόσο πολύ για τις αμαρτίες του, που ένιωσε την καρδιά του να ραγίζει από την πολλή συντριβή; Ποιός άκουσε ένα λόγο και θόλωσε ο νους του; Ποιός άκουσε μιαν απειλή και στερέωσε μέσα του τη μνήμη τού θανάτου; Ποιός αντίκρυσε με τη μετάνοια μπροστά του τον φιλάν­θρωπο Θεό;

Όλοι μαζί λοιπόν πενθούσαν, γιατί όλοι άκουσαν πως οι μέρες τους τελείωναν μια για πάντα. Ζωντανή κλήθηκε όλη η πόλη να κατεβεί στον άδη!

Ο βασιλιάς συγκέντρωσε το στρατό του κι άρχισε με δάκρυα στα μάτια να τους λέει:

“Σε πόσους πολέμους νίκησα! Και πόσες φορές δοξαστήκατε κι εσείς μαζί μου, πολεμώντας γενναία εναντίον τών εχθρών! Τώρα όμως δεν έχουμε να κάνουμε συνηθισμένο πόλεμο. Νικήσαμε πολλά έθνη και λαούς, μα σε τούτη την περίσταση κινδυνεύουμε να νικηθούμε από έναν άσημο Εβραίο! Η βροντερή φωνή μας τρόμαξε στρατηγούς και βασιλιάδες, και τώρα η φωνή αυτού του ασήμαντου ανθρώπου μάς προξενεί τόση φρίκη! Εμείς ερημώσαμε τόσες πόλεις, και τώρα μέσα στη δική μας πόλη κυριαρχεί ένας ξένος!

"Η Νινευή, η μάνα τών γιγάντων, έπεσε σε τέτοια ταραχή μέσα στα ίδια της τα τείχη από την παρουσία ενός Εβραίου! Στην οικουμένη ολόκληρη βρυχιόταν η φοβερή λέαινα, η Νινευή. Και τώρα ένας Ιωνάς βρυχιέται εναντίον της!

"Ας μην αδρανήσουμε, φίλοι μου, στη δύσκολη αυτή στιγμή, ούτε και να χαθούμε σαν άνανδροι και δειλοί. Γιατί όποιος υπομένει με ανδρεία τον πειρασμό, κερδίζει δυο πράγματα: Και όσο ζει δοξάζεται, και αφού πεθάνει επαινείται σαν ανδρείος και γενναίος αθλητής. Ας δυναμώσουμε λοιπόν και ας αντισταθούμε γενναία. Ας αγωνιστούμε μ’ όλη μας τη δύναμη. Έτσι, κι αν δεν νικήσουμε, ας πεθάνουμε ηρωικά, αφήνοντας πίσω μας δοξασμένο όνομα.

"Έχουμε ακούσει, πως η δικαιοκρισία τού Θεού απειλεί τους κακούς και τους οδηγεί σε συναίσθηση, ενώ η φιλανθρωπία Του χαρίζει σωτηρία. Ας φοβηθούμε λοιπόν τη δικαιοκρισία Του και ας αυξήσουμε την ευσπλαχνία Του. Αν εξιλεωθεί η δικαιοκρισία τού Θεού, το πλήθος των οικτιρμών Του θα είναι μαζί μας.

"Ας μην καταφρονήσουμε τον Ιωνά. Ας μην παρακολουθούμε το κήρυγμά του επιπόλαια. Μπροστά σε όλους τον ρώτησα επανειλημμένα, για να δοκιμαστούν τα λόγια του. Τον κολάκεψα, μα δεν τον έπεισα. Τον φοβέρισα, μα δεν τον έκανα να δειλιάσει.

Του πρόσφερα πλούτη, αλλά με περιγέλασε. Τον απείλησα με το σπαθί, και το ειρωνεύτηκε. Ούτε οι απειλές ούτε τα δώρα χαλάρωσαν το φρόνημά του.

”Ο λόγος του έγινε για μας καθρέφτης. Είδαμε να κατοικεί μέσα του ο Θεός και ν’ απειλεί τις πονηρές πράξεις μας. Ήρθε σ’ εμάς σαν ένας ευσυνείδητος γιατρός, που λέει πάντα στον άρρωστο την αλήθεια. Δεν διστάζει να πει ότι χρειάζεται χειρουργική επέμβαση.

"Ποιός θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ψεύτη αυτόν που προφητεύει συμφορά; Αν ήταν ψεύτης, θα μας μιλούσε διπλωματικά και με επιφανειακή ευγένεια. Αν διαλαλούσε πως θα έχουμε νίκες και ειρήνη, τότε θα τον υποπτευόμασταν σαν κάποιον αισχροκερδή, που προφητεύει δήθεν καλά για μας, αποβλέποντας σε δώρα και απολαυές. Αυτός εδώ όμως ούτε λίγο ψωμάκι δεν δέχεται από τα χέρια μας. Νηστεύει και προσεύχεται. Ίσως φιλοδοξεί να καταστραφεί η πόλη μας, για να μη διαψευσθεί το κήρυγμά του. Ε λοιπόν, κι εμείς με νηστεία και προσευχή ας του εναντιωθούμε, γιατί δεν είν' εκείνος που αμάρτησε, αλλά εμείς.

"Την πόλη μας, φίλοι μου, δεν την καταστρέφει ο προφήτης. Την καταστρέφουν τα άνομα έργα μας. Εχθρός μας δεν είν' ο Ιωνάς. Έχουμε άλλον εχθρό, αόρατο, πανούργο. Μ' αυτόν πρέπει να πολεμήσουμε γενναία. Έχουμε ακούσει για τ’ αγωνίσματα του δίκαιου Ιώβ. Γνωστή είναι η δοκιμασία του, που κήρυξε σαν σάλπιγγα σ’ όλη την οικουμένη τη νίκη του εναντίον τού διαβόλου. Αν λοιπόν ο διάβολος πολε­μάει τόσο σκληρά τους δικαίους, πόσο θα πολεμήσει άραγε εμάς, τους αμαρτωλούς;

"Εμείς νικήσαμε βασιλιάδες στον πόλεμο. Ας νικήσουμε τώρα το σατανά με τη μετάνοιά μας. Εμπρός, ας αναμετρηθούμε μαζί του! Βγάλτε τους θώρακες και βάλτε σάκκους τρίχινους! Πετάξτε τα τόξα και τρέξτε στις προσευχές! Αφήστε τα σπαθιά κι αρπάξτε την πίστη! Σπάστε τα βέλη και πιάστε τη νηστεία!...

”Αν νικήσουμε το σατανά, θα είν’ η νίκη μας η μεγαλύτερη απ’ όλες μέχρι τώρα. Και όπως έμπαινα εγώ πρώτος στους άλλους πολέμους, έτσι και σε τούτον τώρα μπαίνω πρώτος”.

Μ’ αυτά τα λόγια, πέταξαν τους χιτώνες τους οι στρατιωτικοί κι έβαλαν σάκκους, όπως ο βασιλιάς. Κι ήταν ντυμένοι όλοι τώρα ταπεινά, αυτοί που πάντα ήταν λαμπροφορεμένοι.

Σκόρπισε κήρυκες ο βασιλιάς, που καλούσαν όλη την πόλη σε μετάνοια, φωνάζοντας: “Να εγκαταλείψει ο καθένας την κακία του, για να μην πληγωθεί και σκοτωθεί σ’ αυτόν τον πόλεμο. Ο άρπαγας να επιστρέψει αυτά που άρπαξε. Ο άσωτος να σωφρονιστεί. Ο οργίλος να γίνει πράος. Κανένας να μη μνησικακεί. Κανένας να μην καταριέται. Κανένας να μην κακοκαρδίζει ούτε να κακολογεί τον άλλον. Αν εμείς συγχωρέσουμε τα σφάλματα των συνανθρώπων μας, τότε και ο Θεός θα συγχωρέσει τα δικά μας σφάλματα. Εμπρός λοιπόν, ας οπλιστούμε με νηστείες και προσευχές κι ας αγωνιστούμε όλοι μαζί με ανδρεία και γενναιότητα για τη σωτηρία μας”.

Με το διάγγελμα αυτό ο βασιλιάς έφερε στο λαό του την αγάπη, την πίστη και την ελπίδα, που έχουν πολλή δύναμη και προσφέρουν ανακούφιση και χαρά.

Έτσι ο γιός τού γενναίου γίγαντα Νεβρώδ εγκατέλειψε τα κυνήγια και, αντί γι’ άγρια ζώα, άρχισε να κυνηγάει και να χτυπάει τα πάθη του. Αντί για αγρίμια, έσφαξε τις αισχρές αμαρτίες. Αφήνοντας τα έξω θηρία, πολεμούσε την πονηριά που είχε μέσα του. Κατεβαίνοντας από το καταστόλιστο άρμα του, τριγυρνούσε με τα πόδια στην πόλη και καλούσε όλους σε μετάνοια. Απ’ άκρη σ’ άκρη διέσχιζε τη Νινευή και πάσχιζε να την καθαρίσει απ’ τη βρωμιά τής αμαρτίας.

Βλέπει ο Ιωνάς αυτή την απίστευτη μετάνοια και τα χάνει. Θαυμάζει τους Νινευΐτες και ταυτόχρονα πενθεί για τους Ισραηλίτες. Είδε τους απογόνους τής Χαναάν να δικαιώνονται με την πίστη, και τους απογόνους τού Αβραάμ να έχουν προδώσει το Θεό. Είδε τη Νινευή να μετανοεί πικρά, και τη Σιών να πορνεύει με μανία. Είδε αμαρτωλές τής Νινευή να σωφρονούν, και θυγατέρες τού Ιακώβ να ασωτεύουν. Είδε στη Νι­νευή ψεύτες να κηρύσσουν την αλήθεια, και στη Σιών ψευδοπροφήτες να παρασύρουν με δόλο το λαό στην ειδωλολατρία. Στη Νινευή τα είδωλα γκρεμίστηκαν στα φανερά, ενώ στην Ιερουσαλήμ λατρεύονταν στα κρυφά. Η Νινευή έγινε ναός και εκκλησία τού Θεού, ενώ των Ιεροσολύμων ο ναός κατάντησε σπήλαιο ληστών.

Βλέπει ο Ιωνάς τους Νινευΐτες να είναι πιο μυαλωμένοι και θεοσεβείς. Κι ενώ ο ίδιος με την απειλή του τους έκοβε την ελπίδα, η νηστεία τους την πολλαπλασίαζε και τους υποσχόταν ζωή. Βλέπει ο προφήτης τη μετάνοια και φοβάται μήπως βγει ψεύτικο το κήρυγμά του. Αυτός μετράει τις μέρες και τις νύχτες ως την καταστροφή, ενώ οι Νινευΐτες μετρούν τις αμαρτίες τους. Στέκονται στο στόμα τού θανά­του και τρέμοντας χτυπούν τις πύλες τού άδη,περιμένοντας τη δίκαιη οργή τού Θεού, μα δεν παύουν να ελπίζουν και στο άπειρο έλεός Του. Αισθάνονται πως ο Θεός είναι πολυέλεος και δείχνει την αγάπη και την ευσπλαχνία Του σ' όσους μετανοούν. Νιώθουν πως ο προφήτης είναι σκληρός, ενώ ο Θεός φιλάνθρωπος. Γι’ αυτό αφήνουν τον σκληρό και καταφεύγουν στον Εύσπλαχνο. Σ’ Εκείνον, που σηκώνει το ραβδί Του για να φοβερίσει και όχι για να συντρίψει, για να παιδαγωγήσει και όχι για να θανατώσει.

Συνέχεια λοιπόν νήστευαν και αδιάκοπα παρακαλούσαν. Δεν στέγνωσαν τα μάτια τους απ’ της μεταμέλειας τα δάκρυα. Δεν κουράστηκε η γλώσσα τους να εκλιπαρεί το θείο έλεος. Με τη μετάνοια έδεσαν τη νηστεία και με τη νηστεία την καθαρότητα και τη σωφροσύνη.

Όταν η χάρη τού Θεού είδε αυτά τα πράγματα, σπλαχνίστηκε τους Νινευΐτες κι έστειλε πάνω τους τη δροσιά τής ζωής και της συμπάθειάς Του. Γιατί ο Κύριος, ως φιλάνθρωπος και αγαθός και μακρόθυμος που είναι, δεν θέλει το θάνατο του αμαρτωλού, αλλά την επιστροφή και τη μετάνοια και τη σωτηρία του.

Έφτασε όμως και η μέρα τής γενικής καταστροφής τους. Και γέμισε κλάματα η πολιτεία. Το χώμα τής γης από την πλημμύρα των δακρύων είχε γίνει σαν πλίθρα.

Σήκωσαν οι πατεράδες τα παιδιά τους, για να θρηνήσουν μαζί τον πικρό τους θάνατο. Γέροντες και γερόντισσες πήγαν να κλάψουν στους τάφους, όπου κανένας δεν υπήρχε ούτε για να θάψει ούτε για να θαφτεί. Οι θρηνητικές κραυγές όλων υψώθηκαν ως τους ουρανούς. Ο ένας ρωτούσε τον άλλο με αγωνία: “Ποιά νά ’ναι η ώρα, που όρισε ο Θεός να κατεβούμε όλοι μαζί στον άδη; Με ποιό τρόπο θα έρθει ο θάνατος;...”.

Κόντευε να βραδιάσει. Στάθηκαν οι Νινευΐτες στη θέση τού θανάτου και, κρατώντας ο ένας το χέρι τού άλλου, θρηνούσαν όλοι για όλους.

Αναρωτιόντουσαν, σε ποιά στιγμή θ’ ακουγόταν η φωνή τού εξολοθρεμού τους. Νόμιζαν πως το βράδυ θα καταστρεφόταν η πόλη. Περίεργο, όμως! Έφτασε το βράδυ, και δεν είχαν πάθει τίποτα. Ύστερα νόμισαν ότι τη νύχτα θα παραδοθούν στο χάος. Μα και η νύχτα πέρασε, και πάλι τίποτα! Περίμεναν, τέλος, πως θα χαθούν εξάπαντος το πρωί. Να, όμως, που το πρωί ήρθε, και το κακό δεν έγινε!...

Ε, τώρα πια όλα άλλαξαν! Την ώρα που νόμιζαν πως δεν θα υπάρχουν, η ελπίδα τους έγινε βεβαιότητα και η βεβαιότητα χαρά. Η ατμόσφαιρα, από σκυθρωπή, έγινε λαμπρή και γιορταστική. Όλοι μαζί, με συγγενείς και φίλους, δεν ήξεραν πώς να εκφράσουν τη χαρά τους, πώς να δοξάσουν το Θεό, που τους ελέησε, που δέχτηκε τη μετάνοιά τους.

Ο Ιωνάς στεκόταν και παρακολουθούσε από μακριά, γεμάτος φόβο μην αποδειχθεί ψεύτης. Μα η προσδοκία του δεν πραγματοποιήθηκε. Γιατί ο αγαθός Θεός, βλέποντας τα δάκρυα της μετάνοιας των Νινευϊτών, τους σπλαχνίστηκε και ξαναζωντάνεψε τη νεκρή πόλη. Γιατί, αν και δεν είχαν πεθάνει, όμως, με το να περιμένουν έναν τόσο σύντομο και κακό θάνατο, είχαν γίνει σαν νεκροί.

Τώρα τους ζωοποίησαν η ελπίδα κι η χαρά, γιατί είδαν τη θεϊκή οργή να έχει μεταβληθεί σε έλεος. Γονάτισαν λοιπόν σε προσευχή και, με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, ευχαριστούσαν το Θεό, που τους έσωσε απροσδόκητα από το θάνατο και με την ευσπλαχνία Του τους χάρισε τη ζωή.

Ο Ιωνάς όμως, βλέποντας ότι, με το να σωθούν οι Νινευΐτες, βγήκε ψεύτης, ήταν υπερβολικά λυπημένος. Όταν τον είδαν σ’ αυτή την κατάσταση, άρχισαν να τον καλοπιάνουν και να του λένε: “Μη λυπάσαι, Ιωνά. Να χαίρεσαι, γιατί εξαιτίας σου βρήκαμε καινούργια ζωή. Εξαιτίας σου γνωρίσαμε το Θεό, τον πλάστη και δημιουργό μας. Μη φοβάσαι, δεν φάνηκες ψεύτης, γιατί καταστράφηκε η κακία μας και οικοδομήθηκε η πίστη μας. Με την υπόδειξή σου βρήκαμε τη μετάνοια και απολαύσαμε ό,τι χρειαζόταν για τη σωτηρία μας από τους θησαυρούς τής ευσπλαχνίας τού Θεού. Πες μας, Ιωνά, τί θα ωφελούσε αν είχε καταστραφεί η πόλη μας; Αν είχαμε πεθάνει όλοι; Τί είχες να κερδίσεις, γιέ του Αμαθεί, αν μας είχε καταπιεί όλους ο άδης; Λυπάσαι εσύ, που μας θεράπευσες από τα κακά; Εμείς σ’ ευχαριστούμε μάλλον ως ευεργέτη. Γιατί λοιπόν αναστενάζεις; Επειδή κόπιασες για να έρθει η πόλη όχι στην καταστροφή, αλλά στη θεογνωσία; Και γιατί πενθείς; Επειδή σωθήκαμε με τη μετάνοια; Μα εσύ τώρα έχεις στεφανωθεί. Και αυτό πρέπει να σε γεμίζει χαρά. Χαροποίησες τους αγγέλους στα επουράνια. Πρέπει να χαρείς κι εσύ στη γη, αφού κι ο ίδιος ο Θεός χαίρεται τώρα για μας...”.

__________________________

Ας δοξάσουμε κι εμείς το Θεό, που μας παρέχει παράδειγμα μετάνοιας και αρραβώνα σωτηρίας μέσω των Νινευϊτών. Γιατί όπως έσωσε τότε εκείνους με τον Ιωνά, έτσι τώρα και πάντοτε σώζει το λαό Του με τον Υιό Του τον μονογενή και καταργεί τον ισραηλιτικό λαό, την άκαρπη συκιά, που εμποδίζει τα έθνη να σώζονται από τους καρπούς τής μετάνοιας στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον όποιο ανήκει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον Πατέρα και το Αγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

 www.alopsis.gr

[Πηγή: «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (14): Ιωνάς και Νινευίτες», Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής]

ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2024

Ο ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΕΝ ΟΛΥΜΠΩ (23 Ἰανουαρίου)


 Ο όσιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω, προστάτης της Πιερίας, γεννήθηκε περίπου το 1500 μ.Χ. στη Θεσσαλία. Ιδιαίτερη πατρίδα του ήταν το χωριό Σκλάταινα. Σήμερα ονομάζεται Δρακότρυπα και ανήκει στο δήμο Μουζακίου του νομού Καρδίτσης.

Οι γονείς του ονομάζονταν Νικόλαος και Θεοδώρα Καλέτση. Ήταν φτωχοί σε υλικά αγαθά, αλλά πλούσιοι σε ευλάβεια. Προσπάθησαν να κληροδοτήσουν τον πλούτο της καρδίας τους στον γιό τους Δημήτριο (το κοσμικό όνομα του αγίου).

Οι καρποί της προσπάθειάς τους φάνηκαν νωρίς. Από πολύ μικρή ηλικία ο μικρός Δημήτριος έδειξε αγάπη στην προσευχή, ζήλο στη μελέτη της Αγίας Γραφής, επιμέλεια στα μαθήματά του και πρόοδο στην αρετή.

Σε πολύ νεαρή ηλικία αποφάσισε να ακολουθήσει το μοναχικό βίο. Έτσι, φεύγει για τα Μετέωρα και υποτάσσεται σε έναν πολύ ενάρετο μοναχό, ονόματι Σάββα. Εκείνος τον έκειρε ρασοφόρο μοναχό και τον ονόμασε Δανιήλ. Ο Άγιος, ως μοναχός επιδόθηκε στην προσευχή, τη νηστεία και τη μελέτη. Ο αγώνας του τον αναβίβασε σε μεγάλο πνευματικό ύψος.

Μια μέρα ο ηγούμενος του μοναστηρίου τον έστειλε να ανακατέψει το καζάνι με τον τραχανά. Όταν έφθασε στο μαγειρείο ο Άγιος, είδε το φαγητό να είναι φουσκωμένο και έτοιμο να χυθεί. Επειδή δεν προλάβαινε να πάρει την κουτάλα, αναγκάστηκε να ανακατέψει το καζάνι με τα χέρια του, χωρίς να πάθει τίποτε. Έκπληκτοι οι πατέρες που ήταν εκεί θαύμασαν το γεγονός και κατάλαβαν την μεγάλη αρετή του νέου μοναχού.

Αφ’ ενός το παραπάνω γεγονός, που τον ανέβασε πολύ ψηλά στη συνείδηση των συμμοναστών του, και αφ’ ετέρου ο πόθος του να μονάσει στο Άγιο Όρος για περισσότερη άσκηση και ησυχία, τον οδήγησαν μια νύχτα να αναχωρήσει κρυφά από το μοναστήρι. Στην προσπάθειά του να φύγει, πήδησε από έναν ψηλό βράχο χωρίς να πάθει τίποτε!

Μετά από μεγάλη οδοιπορία έφθασε στο Άγιον Όρος. Εκεί εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός και έλαβε το όνομα Διονύσιος. Αργότερα έλαβε και τους δυο βαθμούς της ιερωσύνης. Ασκήτευσε στις Καρυές , στη σκήτη της μονής Καρακάλλου και στη μονή Φιλοθέου, της οποίας διετέλεσε ηγούμενος.

Η ζωή του στο Άγιον Όρος ήταν γεμάτη άσκηση και πνευματική εργασία. Ο Θεός, με τις πρεσβείες της Παναγίας, ήταν πάντα δίπλα του όπως δείχνουν θαυμαστά γεγονότα του βίου του: Άγγελος τον βοηθά να χτίσει ναό στο ερημικό κελί του. Άγγελος πάλι του προσφέρει φρέσκα ψάρια και τυρί παραμονή μιας μεγάλης τεσσαρακοστής. Ληστής, που παραμόνευε να του κάνει κακό δεν τον βλέπει, ενώ περνά από μπροστά του. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο άγιος μετέστρεψε τον ληστή, ο οποίος μετενόησε και έγινε μοναχός.

Ο Άγιος έλλειψε για μικρό διάστημα από το Άγιο Όρος επειδή μετέβη για προσκύνημα και ψυχική ωφέλεια στους Αγίους Τόπους. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του δέχτηκε δυο τιμητικές προτάσεις για ν’ αναλάβει το αρχιερατικό αξίωμα απο τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Δωροθέο και τον μητροπολίτη Ικονίου. Όμως, η αγάπη του για την ασκητική ζωή τον ώθησε να τις απορρίψει για να επιστρέψει στην περιπόθητη ησυχία του.

Κατά την θητεία του στη μονή Φιλοθέου αγωνίσθηκε να την αναμορφώσει. Επέβαλε τάξη και ευπρέπεια. Τη μετέτρεψε από ιδιόρρυθμη σε κοινοβιακή και από βουλγάρικη σε ελληνική. Όμως συνάντησε έντονες αντιδράσεις από τους Βούλγαρους μοναχούς. Γι’ αυτό αναγκάσθηκε να αναχωρήσει.

Από εκεί πήγε και εγκαταστάθηκε στη Σκήτη Βεροίας με μια μικρή συνοδεία φιλοθεϊτών μοναχών. Στο νέο τόπο εγκατάστασής του μετέφερε το πνεύμα του Αγίου Όρους. Η χάρη του Θεού οδήγησε στον όσιο τα βήματα πολλών πιστών που ήθελαν να γίνουν μοναχοί.

Εκείνο τον καιρό εκοιμήθη ο επίσκοπος Βεροίας. Οι κάτοικοι της επαρχίας ζήτησαν από τον όσιο να γίνει ο νέους τους επίσκοπος. Εκείνος αρνήθηκε και αναχώρησε για τον Όλυμπο, όπου έχτισε μονή προς τιμήν της Αγίας Τριάδος. Εκεί συνέχισε τον ισάγγελο βίο και τους πνευματικούς αγώνες. Η αγιότητά του έλκυσε πάλι κοντά του αρκετούς νέους μοναχούς.

Δυστυχώς, κι εκεί οι δυσκολίες δεν άργησαν να φανούν. Το κτίσιμο της μονής ξεκίνησε χωρίς την άδεια του τούρκου άρχοντα της περιοχής. Το γεγονός αυτό τον εξόργισε. Για να γλυτώσει ο άγιος από την οργή των αρχών έφυγε με τη συνοδεία του για το Πήλιο, όπου έκτισε Μονή με ναό και κελιά. Πρόκειται για την Μονή Αγίας Τριάδος Σουρβίας.

Ο Θεός όμως δεν ήθελε να φύγει από τον Όλυμπο ο πιστός δούλος Του. Γι’ αυτό επέτρεψε διάφορα θαυμαστά σημεία. Το κυριότερο ήταν ότι δεν έβρεξε στον Όλυμπο κατά την απουσία του Αγίου. Έτσι λοιπόν, οι πρόκριτοι της περιοχής πήγαν στο Πήλιο για να ζητήσουν από τον Άγιο να γυρίσει πίσω. Εκείνος επέστρεψε και έγινε δεκτός με τιμές. Ο Τούρκος άρχοντας του παραχώρησε την έγγραφη άδεια που χρειαζόταν για το κτίσιμο της μονής. Η Μονή κτίσθηκε περίπου το 1542. Τιμάται στην Αγία Τριάδα και σώζεται μέχρι σήμερα.

Την υπόλοιπη ζωή του ο Άγιος την διήνυσε «ώσπερ άγγελος εν γη» στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδος στον Όλυμπο. Οι πνευματικοί του αγώνες ήταν πολλοί και ασταμάτητοι. Το ενδιαφέρον του παρέμενε πάντοτε αμείωτο για τους μοναχούς και για όλους τους χριστιανούς που ζητούσαν την βοήθειά του.

Όμως τα χρόνια πέρασαν. Έφθασε η ώρα της ανάπαυσης για τον ηγιασμένο ασκητή. Ο Χριστός πληροφόρησε τον ταπεινό δούλο Του ότι σε λίγες μέρες πρόκειται να αποχωρήσει από την πρόσκαιρη ζωή. Ο Όσιος νουθέτησε τους μοναχούς του για τελευταία φορά. Τους άφησε πλούσια πνευματική διαθήκη γεμάτη συμβουλές και παραινέσεις για την πνευματική ζωή. Προετοιμάσθηκε κατάλληλα με τα Μυστήρια της Εκκλησίας και αναπαύθηκε εν Κυρίω περίπου στα μέσα του 16ου αιώνα. Η ημερομηνία της κοίμησής του είναι η 23η Ιανουαρίου, ημέρα που τιμάται η μνήμη του.

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Άγιος Διονύσιος είχε πολλά χαρίσματα. Συνδύαζε την ασκητικότητα με τον αποστολικό ζήλο και την κοινωνική δράση. Την αμεριμνία του ησυχαστικού βίου με το οργανωτικό και διοικητικό πνεύμα. Τις «μυστικές αναβάσεις του θεωρητικού με τους αιματηρούς αγώνες του πρακτικού1». Ως ηγούμενος και πνευματικός ήταν προσηλωμένος στους κανόνες της Εκκλησίας. Δεν παρέλειπε όμως να δείχνει συγκαταβατικότητα και οικονομία προκειμένου να παιδαγωγήσει εν Χριστώ τις ψυχές των ανθρώπων.

Η κοινωνική δράση του Αγίου έμοιαζε μ’ αυτήν του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Κήρυττε, εξομολογούσε και στήριζε πνευματικά και υλικά τον υπόδουλο Ελληνικό λαό. Έδινε πληθωρικά αγάπη σ’ όλους. Γι’ αυτό, όποιος τον πλησίαζε ένοιωθε πως πλησίαζε τον ίδιο τον Χριστό.

Ο νομός Πιερίας έχει την ευλογία να περικλείει στα όριά του, εκτός από την ιστορική Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος που έκτισε ο όσιος, την Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Οσίου Διονυσίου του εν Ολύμπω. Αριθμεί 25 μοναχούς και βρίσκεται στην τοποθεσία Σκάλα Ολύμπου, κοντά στο Λιτόχωρο.

Ἀπολυτίκιον (Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης) Τοῦ Ὀλύμπου οἰκήτωρ Πιερίας ἀγλάισμα, καὶ τῆς ἐπωνύμου Μονῆς σου ἱερὸν περιτείχισμα, ἐδείχθης Διονύσιε σοφέ, βιώσας ὥσπερ Ἄγγελος ἐν γῇ, καὶ παρέχεις τὴν ταχεῖαν σου ἀρωγήν, τοὶς εὐλαβῶς κραυγάζουσιν δόξα τῷ δεδωκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πάσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ήχος Δ΄. Επεφάνης σήμερον.

Νουνεχώς την άσκησην της εγκρατείας, συ εκτήσω χάριτι, ω Διονύσιε πολλή∙ διο Τριάς σε εδόξασε, πλουσίοις έργοις, ομού και θαύμασιν.

Μεγαλυνάριον

Όλυμπε υπέρτατε των βουνών, χαίρε και ευφραίνου, κεκτημένος συ βοηθόν, ρύστην και προστάτην εν τοις πειρατηριοις, τον θείον και υπέρλαμπρον Διονύσιον.

Βιβλιογραφία

1. Αρχιμ. Αθηναγόρου Καραμαντζάνη, Ο Όσιος του Ολύμπου, Εκδ. Ι. Μ. Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω,

2. Αρχιμ. Διονυσίου Δ. Γκόλια, Οι τοπικοί Άγιοι της Πιερίας, Εκδ. Ι. Ν. Αγίας Άννης Κατερίνης, Κατερίνη, 2008.

3. Αρχιμ. Χαραλάμπους Βασιλόπουλου, Βίοι Αγίων, Τόμος 3, Εκδ. Ορθόδοξος Τύπος, Αθήνα, 1990.

4. Επίσημη ιστοτελίδας Ιεράς Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω. (http://www.imado.gr)