Ὁμιλία ἐκφωνηθείσα ὑπό τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἱερομονάχου π. Καλλινίκου Ἠλιοπούλου στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Φωτίου Γερμανίας τήν Κυριακή 5/18-02-2024.
Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2024
Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2024
ΜΕΓΑΣ ΦΩΤΙΟΣ: Μια μεγάλη πνευματική μορφή τής Εκκλησίας μας
Όμως οι μεγάλοι άνδρες αντιμετωπίζουν και μεγάλες προκλήσεις και έχθρες. Έτσι και ο Φώτιος πέρασε μια ταραγμένη ζωή. Οι «ιγνατιανοί» κατέφυγαν στον πάπα της Ρώμης Νικόλαο για να καταγγείλουν τον Φώτιο για αντικανονικές ενέργειες. Ο πάπας (ο οποίος ήταν ακόμη ορθόδοξος) βρήκε αφορμή για να επέμβει στα πράγματα της Ανατολής απαίτησε να του αποδοθούν κτήσεις που του είχαν αφαιρεθεί. Ζήτησε να καθιερωθεί υποχρεωτικά η λατινική γλώσσα στη λατρεία των εκκλησιών που ίδρυσαν οι βυζαντινοί ιεραπόστολοι στην Ευρώπη και φυσικά απαίτησε την αποκατάσταση του Ιγνατίου. Ο Φώτιος κατάλαβε ότι όλα αυτά ήταν προσχήματα και γι’ αυτό προχώρησε στην καταδίκη της αιρέσεως του filioque (εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού) και κατάγγειλε τις αντιεκκλησιαστικές ενέργειες του πάπα. Τελικά ο πάπας αφόρισε τον Φώτιο το 863 και ο Φώτιος αναγκάστηκε να κάμει το ίδιο, συγκάλεσε σύνοδο το 867, με την οποία αναθεμάτισε και καθαίρεσε τον πάπα Νικόλαο. Αυτό είναι το πρώτο λεγόμενο «σχίσμα επί Φωτίου».
Το 867 από το νέο αυτοκράτορα Βασίλειο Α΄ απομακρύνθηκε από το θρόνο και εξορίστηκε. Επανήλθε το 879 στο θρόνο για να απομακρυνθεί και πάλι το 886. Κοιμήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου του 893, αφού είχε συμφιλιωθεί με τον Ιγνάτιο και είχε αποκατασταθεί το σχίσμα με την Εκκλησία της Ρώμης. Η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο και μέγα για το μεγάλο έργο του. Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος τον θεωρεί προστάτη της και εορτάζει με λαμπρότητα την ημέρα της μνήμης του.
Αξίζει να σημειώσουμε πως ο Μέγας Φώτιος και το έργο του είναι εξαιρετικά επίκαιρο για την εποχή μας. Ο σύγχρονος οικουμενιστικός οίστρος τείνει να ισοπεδώσει την ορθόδοξη παράδοσή μας και να νοθεύσει την εκκλησιαστική μας αυτοσυνειδησία. Ο οικουμενισμός κατόρθωσε να περάσει την αιρετική εκκλησιολογική κακοδοξία ότι η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία μας δεν είναι η Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, αλλά μέρος της, αφού, κατ’ αυτόν, «εκκλησία» είναι και η πανσπερμία των αιρετικών ομάδων, από τον παπισμό, έως και τις εσχατιές του προτεσταντισμού! Μελετώντας το έργο του Μεγάλου Φωτίου, δεν αφήνονται τέτοια περιθώρια από τον θεοφόρο άνδρα! Η Εκκλησία, κατ’ εκείνον, είναι μία και αδιαίρετη, όπως το Σώμα του Χριστού. Οι σχισματικοί και οι αιρετικοί είναι εκτός της Μιας Εκκλησίας. Ο σύγχρονος όρος «Εκκλησίες» και «ένωση Εκκλησιών» είναι ορολογία άγνωστη στον άγιο Φώτιο, αλλά κυριαρχεί ο όρος «επιστροφή στην Εκκλησία». Ιδιαιτέρως ο Μ. Φώτιος, εμπνευσμένος από το Άγιο Πνεύμα, κατανόησε την αποστασία της δυτικής χριστιανοσύνης και προείδε τα σπέρματα της παπικής κατάπτωσης. Και γι’ αυτό αγωνίστηκε σφοδρά για τη διάσωση της Ορθοδοξίας της Εκκλησίας και ο αγώνας του είναι αποτυπωμένος στο έργο και τις αποφάσεις της Η΄ Οικουμενικής Συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως (879-880). Ο αγώνας του και η ιστορία τον δικαίωσε. Οι φόβοι του δυστυχώς επαληθεύτηκαν, αφού η δυτική χριστιανοσύνη οδηγήθηκε τελικά εκτός της Εκκλησίας και παραμένει εκτός ως τα σήμερα. Τρανή απόδειξη το μίσος των δυτικών κατά του Μεγάλου Φωτίου, τον οποίο, όχι μόνο δεν τον τιμούν ως άγιο, αλλά του προσάπτουν απίστευτες συκοφαντίες εδώ και δέκα αιώνες! Για μας τους Ορθοδόξους είναι (θα πρέπει να είναι) ο Μέγας Φώτιος, μαζί με τους άλλους μεγάλους Πατέρες της εποχής του και μετέπειτα (Γρηγόριο Παλαμά, Μάρκο Ευγενικό, Γεώργιο Σχολάριο, Κοσμά Αιτωλό, Ιουστίνο Πόποβιτς, κλπ), τα φωτεινά ορόσημα της Ορθόδοξης πίστης μας και της εκκλησιαστικής μας αυτοσυνειδησίας!
Λάμπρος Κ. Σκόντζος, Θεολόγος
Ολόκληρο το άρθρο ΕΔΩ
Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2023
Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΡΙΩΝ ΝΕΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ: ΦΩΤΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ, ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΚΑΙ ΜΑΡΚΟΥ ΤΟΥ ΑΥΓΕΝΙΚΟΥ (Α´ Κυριακὴ τοῦ Νοεμβρίου)
Λόγος Πανηγυρικός ἐπί τῇ Συνάξει τῶν Ἁγίων Τριῶν Νέων Ἱεραρχῶν
Α´ Κυριακή τοῦ Νοεμβρίου
Φωτίου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ
Τό Θεῖο Μυστήριο τοῦ Πρωτείου τῆς Ἀληθείας
Ἡ φωτιστική καί θεοποιός Χάρις τοῦ Θείου Παρακλήτου εἴη μετά πάντων ῾Υμῶν, διά τῆς ῾Υπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ᾿Αειπαρθένου Μαρίας, ῟Ης τήν ἰδιαιτέραν ἐνίσχυσιν, ὁδηγίαν καί προστασίαν ἐπικαλοῦμαι κατά τήν ἱεράν αὐτήν στιγμήν, προηγουμένης ὅπως πάντοτε τῆς πολυτιμήτου εὐχῆς τοῦ πολυσεβάστου Γέροντος καί Μητροπολίτου μας κ. Κυπριανοῦ.
* * *
Σήμερα, κατά τήν πρώτη αὐτήν Κυριακή τοῦ Νοεμβρίου μηνός,
ὁπότε τελοῦμε τήν ῾Ιερά Σύναξι τῶν ῾Αγίων Τριῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν:
Φωτίου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ· σήμερα, λέγω, ἀκούγεται εὐκρινέστερά πως ἡ παλαμική προτροπή:
«Πρός τό παιδαγωγεῖον τῶν Πατέρων ἀναβιβάσω μεν ἑαυτούς»1!
Σήμερα, ὁπότε διά μέσου τῆς συγκρητιστικῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πλήττεται ἀναφανδόν τό Μυστήριον τῆς Παραδόσεως διά τῶν ῾Αγίων Πατέρων, εἶναι εὐκαιρία νά τονίσωμε, μάλιστα μέ ἐξαιρετική ἔμφασι, ὅτι «τό διδασκαλεῖον τῶν Γραφῶν καί τῶν ἱερῶν Πατέρων εἶναι ἀληθέστερον τῶν διδασκαλείων τῶν ἀνθρώπων»2.
Σήμερα, οἱ ῞Αγιοι Τρεῖς Νέοι Στῦλοι τῆς ᾿Ορθοδοξίας μας στηρίζουν ἡμᾶς τούς ᾿Ορθοδόξους ᾿Αντιοικουμενιστάς στήν ἀκοινωνησία μέ τούς καινοτόμους Οἰκουμενιστάς, οἱ ὁποῖοι δέν ὁμολογοῦν καί δέν ἐνεργοῦν ὅπως διαλαμβάνει τό Συνοδικόν τῆς ᾿Ορθοδοξίας, δηλαδή «κατά τάς τῶν ῾Αγίων θεοπνεύστους θεολογίας
καί τό τῆς ᾿Εκκλησίας εὐσεβές φρόνημα»3.
Ποῖοι ἦσαν ὅμως οἱ ῞Αγιοι Τρεῖς Νέοι αὐτοὶ Φωστῆρες τῆς ᾿Αληθείας καὶ γιατί ἆρά γε εἶναι ἐξόχως σημαντικὴ σήμερα ἡ μαρτυρία τους;
α.῾Ο πρῶτοςΦωστήρ, ὁ Μέγας Φώτιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ἔζησε καὶ ἔδρασε τὸν Θʹ αἰ. (περ. 820-893),
ἀπὸ δὲ τῆς χειροτονίας του (858) ἀνεδείχθη προμαχὼν ἀδιάσειστος καὶ ἀπέκρουσε μὲ τρόπον ἀποφασιστικὸν καὶ ἀποτελεσματικόν, πάντοτε δὲ μέσα στὰ ὅρια τῆς ᾿Ορθοδόξου Συνοδικότητος, τὶς Κανονικές, ᾿Εκκλησιολογικὲς καὶ Δογματικὲς παραβάσεις, ἀλλὰ καὶ τὶς ὑπερφίαλες ἀξιώσεις τοῦ τότε ἀναδυομένου δυσσεβοῦς Παπισμοῦ, ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ ἀρχομανοῦς παποκαίσαρος τῆς Ρώμης Νικολάου Αʹ (περ. 800-867).
᾿Εὰν ὁ Φωτώνυμος καὶ Φωτολόγος Φώτιος δὲν ἔπραττε κατὰ τὴν κρίσιμη ἐκείνη ἐποχὴ τὸ ἐκκλησιαστικό του χρέος, τότε ἡ Συνοδικὴ Παράδοσις θὰ εἶχε ἐκμηδενισθῆ, οἱ ῾Ιεροὶ Κανόνες θὰ εἶχαν πλήρως ἀθετηθῆ, οἱ Πνευματοφόροι Πατέρες θὰ εἶχαν ἀγνοηθῆ, τὸ ῾Ιερὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως θὰ εἶχε νοθευθῆ, ἡ ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία θὰ εἶχε μεταβληθῆ σὲ ταπεινὴ θεραπαινίδα τοῦ θρησκευτικο-πολιτικοῦ ῎Αρχοντος τοῦ Βατικανοῦ, τὸ δὲ ῎Εθνος μας θὰ εἶχε ὁδηγηθῆ στὴν ἄβυσσο τοῦ φραγκολατινισμοῦ.
῾Ο ῾Ιερώτατος Φώτιος, μὲ τὰ θεόπνευστα ἀντι-παπικὰ Συγγράμματά του, τὰ ὁποῖα καταδικάζουν τὸ αἱρετικὸ Filioque, ὡς καὶ ἄλλες λατινικὲς καινοτομίες καὶ τὸ ἀντι-εκκλησιαστικὸ Πρωτεῖον τῆς Ρώμης, μᾶς ἐκληροδότησε «ἕνα ὁπλοστάσιον μὲ ὅπλα ἕτοιμα γιὰ μελλοντικὴ χρῆσι»4 στὸν ἀγῶνα κατὰ τῆς συνεχῶς ἐπιδεινουμένης παναιρέσεως τοῦ Παπισμοῦ.
β.῾Ο δεύτεροςτῆς λαμπροφαοῦς τριάδος τῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν, ὁ
μέγας ὑπέρμαχος τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς,
᾿Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ἔζησε καὶ ἀγωνίσθηκε κατὰ τὸν κρίσιμο γιὰ τὴν Ρωμηοσύνη ΙΔʹ αἰ. (1296-1359), ἀπὸ δὲ τοῦ ἔτους 1334, μετὰ σπανίας θεολογικῆς δυνάμεως, κατεπολέμησε μὲ εἰδικὰ Συγγράμματα τόσο τὴν τριαδολογικὴ αἵρεσι τοῦ Filioque, ὅσο καὶ τὴν σωτηριολογικὴ αἵρεσι τῶν κτιστῶν δῆθεν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτὴ ἐξετέθη ἀπὸ τὸν λατινόφρονα Μοναχὸ Βαρλαάμ, στὴν καταφορά του ἐναντίον τοῦ ᾿Ορθοδόξου ῾Ησυχασμοῦ.
῾Η «Παλαμικὴ Θεολογία», ἡ ὁποία ἐπεκυρώθη κατ᾿ ἐπανάληψιν Συνοδικῶς (1341, 1347, 1351),
«ἀποτελεῖ ἔκθεσιν τῆς ᾿Ορθοδόξου Πίστεως καὶ σύνοψιν τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως δεκατριῶν ὁλοκλήρων αἰώνων»5 , ἀνεδείχθη δὲ καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι ὁ ἀρραγὴς τῆς ᾿Ορθοδοξίας βράχος, ἐπὶ τοῦ ὁποίου διαλύονται τὰ κύματα τῆς λατινικῆς παναιρέσεως, τοῦ δυτικοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τοῦ φραγκοπαπικοῦ εὐσεβισμοῦ.
γ.῾Ο τρίτοςτῶν θεοδοξάστων Νέων ῾Ιεραρχῶν, ὁ δικαίως καὶ
προσφυῶς ἀποκληθεὶς ῎Ατλας τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὁ ῞Αγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Εφέσου, διέλαμψε ἀκριβῶς κατὰ τὶς παραμονὲς τῆς τραγικῆς ῾Αλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως (περ. 1392-1444/5), συμμετέσχε στὴν ψευδοσύνοδο Φερράρας - Φλωρεντίας (1438-1439) καὶ ὑπερασπίσθηκε μὲ ἀπαράμιλλο σθένος τὶς ὀρθόδοξες θέσεις κατὰ τῆς λεγομένης ῾Ενώσεως τῶν ᾿Εκκλησιῶν ᾿Ανατολῆς καὶ Δύσεως.
Καὶ στὴν μὲν Φλωρεντία ὁ ἀκατάβλητος Μᾶρκος ἔστησε μέγα καὶ αἰώνιο τρόπαιον τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ ἀπέτρεψε τὸν ἐκλατινισμὸ καὶ τὸν ἀφελληνισμὸ τῶν ᾿Ορθοδόξων ῾Ελλήνων, ἀλλ᾿ ὁ ἱερὸς ἀγὼν αὐτοῦ συνεχίσθη στὴν καθ᾿ ἡμᾶς ᾿Ανατολή, προκειμένου «νὰ ἀποδείξῃ παράνομον, ἀντικανονικήν, ἀντορθόδοξον καὶ ἄκυρον τὴν σύνοδον τῆς Φλωρεντίας καὶ τὸν ἐν αὐτῇ ὑπογραφέντα ὑπὸ πάντων ὅρον τῆς ψευδοῦς ἑνώσεως τῶν ᾿Εκκλησιῶν»6 .
῾Ο ῞Αγιος Μᾶρκος Εὐγενικὸς μᾶς ἄφησε ὡς ἱερὰν κληρονομίαν τὰ πνευματοκίνητα Συγγράμματά του, διὰ τῶν ὁποίων στηλιτεύει τὶς πλάνες τῶν Λατίνων: καταγγέλει τὴν παράνομη προσθήκη τοῦ Filioque, ἀπορρίπτει τὸ παπικὸ Πρωτεῖον, καταδικάζει τὸ Καθαρτήριον Πῦρ καὶ τὰ ῎Αζυμα, συνεχίζει δὲ καὶ μὲ ἐξαιρετικὸ θεολογικὸ δυναμισμὸ ἐπαναδιατυπώνει καὶ ἀναπτύσσει τὴν Πα- λαμικὴ Διδασκαλία περὶ διακρίσεως τῆς Θείας Οὐσίας καὶ ᾿Ενεργείας, ἡ ὁποία «σφραγίζει ἀνεξιτήλως σύμπασαν τὴν ὀρθόδοξον Σωτηριολογίαν, ᾿Εκκλησιολογίαν καὶ ᾿Ανθρωπολογίαν», ἐφ᾿ ὅσον ἡ «διάκρισις» αὐτὴ «ἐξασφαλίζει τὸν πραγματικὸν χαρακτῆρα τῆς μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἡμῶν σχέσεως καὶ ἐγγυᾶται οὕτω τὴν γνησιότητα τῆς ἡμετέρας σωτηρίας»7 .
῾Ο μέγας αὐτὸς Φωστὴρ τῆς ᾿Εφέσου ἐξακολουθεῖ νὰ φωτίζη καὶ σήμερα τὸν μαρτυρικὸ δρόμο τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Ανθενωτικῶν.
* * *
Ἡ σύντομος αὐτὴ ἀναδρομὴ στὴν ἀνεκτίμητη προσφορὰ τῶν ῾Αγίων Τριῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν, προσφορὰν ἔργῳ καὶ λόγῳ καὶ γραφίδι, ἐλπίζω ὅτι μᾶς βοηθεῖ νὰ προσεγγίσωμε τὸ Θεῖο Μυστήριο τοῦ Πρωτείου τῆς ᾿Αληθείας 8 .
῞Ενας ᾿Επίσκοπος λαμβάνει τὸ χάρισμα, ἀνεξαρτήτως δικαιοδοσιακῶν καὶ ἐξουσιαστικῶν δομῶν, μάλιστα δὲ καὶ ἀντιθέτως πρὸς αὐτάς, νὰ ἐκφράση γνησιώτερα, βαθύτερα καὶ συνεπέστερα ἀπὸ ἄλλους ᾿Επισκόπους τὴν ᾿Αλήθεια τῆς ᾿Ορθοδοξίας.
Σημειωτέον δέ, ὅτι τοῦτο τὸ χάρισμα δὲν δίδεται ἀπροϋποθέτως ὑπὸ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος· ἀλλά, προϋποθέτει ἀπαραιτήτως τὴν πλούσια ἐμπειρία ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ, τὴν ῾Ησυχαστικὴ καὶ Εὐχαριστιακὴ «πεῖραν», τὴν κάθαρσιν καὶ τὸν φωτισμόν, τὴν χριστοκεντρικὴ θεωτικὴ ἐμπειρία9 .
῾Ο χαρισματικὸς λοιπὸν αὐτὸς ᾿Επίσκοπος εἶναι φορέας τοῦ Πρωτείου τῆς ᾿Αληθείας, τὸ ὁποῖο δημιουργεῖ εἰς αὐτὸν τὴν αἴσθησι μιᾶς εὐθύνης, μιᾶς «πληροφορίας» νὰ ὁμιλῆ μὲ αὐθεντία καὶ κῦρος.
Οἱ ῞Αγιοι Πατέρες, ἐπειδὴ φέρουν τὸ Πρωτεῖον τῆς ᾿Αληθείας, εἶναι
οἱ ὄντως Οἰκουμενικοὶ Διδάσκαλοι· εἶναι –κατὰ τὸν ῞Αγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ– οἱ «τοῦ Διδασκαλείου τῆς Θεολογίας ἀσφαλεῖς προστάται»10· εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι μᾶς εἰσάγουν ἀσφαλῶς στὸ Μυστήριον τῆς Παραδόσεως καὶ στὴν σωτήρια βεβαιότητα, ὅτι στὴν ᾿Ορθοδοξία τὸ πλέον σημαντικὸν εἶναι τὸ «῾Ομοφρονεῖν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ » (Sentire cum Ecclesia)11.
Εἴμεθα βαθύτατα εὐγνώμονες πρὸς τοὺς τρεῖς Νέους Φωστῆρας, Φώτιο τὸν Μέγα, Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ καὶ Μᾶρκο τὸν Εὐγενικό, ὄχι μόνον, διότι ἦσαν ἀντιπαπικοὶ καὶ ἑπομένως μᾶς ὁδηγοῦν στὸν σύγχρονο ἀντιπαπικὸ ἀγῶνα μας· ἀλλά, διότι ἀνεδείχθησαν Οἰκουμενικοὶ Διδάσκαλοι καὶ ἀνανέωσαν, τρόπον δὲ τινὰ καὶ ἐπαγίωσαν, τὴν ἐξαιρετικῆς σημασίας διδασκαλία περὶ τοῦ Πρωτείου τῆς ᾿Αληθείας.
Οἱ σύγχρονοί μας καινοτόμοι Οἰκουμενισταί, πλήττοντες βαναύσως τὸ Μυστήριον τῆς Παραδόσεως διὰ τῶν ῾Αγίων Πατέρων, προβάλλουν ἐντόνως καὶ συνεχῶς τὸ Πρωτεῖον τῆς Δικαιοδοσίας, τῆς ᾿Εξουσίας καὶ τῆς Διοικητικῆς ῾Ενότητος· δὲν ἀκολουθοῦν τοὺς ῾Αγίους Πατέρας, τοὺς φέροντας τὸ Πρωτεῖον τῆς ᾿Αληθείας· θεωροῦν τοὺς λόγους καὶ τὶς φιλενωτικὲς ἐνέργειές τους ὡς περισσότερον ἐγκύρους, ἐνῶ ταυτοχρόνως διώκουν παντοιοτρόπως τοὺς ᾿Ορθοδόξους, οἱ ὁποῖοι ἐνιστάμενοι ἀποτειχίζονται ἐξ αὐτῶν.
Τοῦτο ὅμως, δηλαδὴ «τὸ μὴ Πατράσιν ἀκολουθεῖν», κατὰ τὸ Μέγα Βασίλειο, εἶναι «ἐγκλήματος ἄξιον, ὡς αὐθαδείας γέμον»12 καὶ καθιστᾶ αὐτοὺς ἀλλοτρίους τῆς «κοινῆς δόξης τῆς ᾿Εκκλησίας», τῆς Πατερικῆς καὶ Συνοδικῆς Παραδόσεως τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐν τέλει δὲ αὐτῆς ταύτης τῆς σωτηρίας.
Δικαίως λοιπόν, οἱ ᾿Ορθόδοξοι ᾿Αντιοικουμενισταὶ τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου δὲν ἔχουν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς καινοτόμους καὶ λατινόφρονας Οἰκουμενιστάς· μὲ τὴν στάσι τους αὐτὴ ὁμοφρονοῦν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ καὶ ἀκολουθοῦν τοὺς Πατέρας, τοὺς φέροντας τὸ Πρωτεῖον τῆς ᾿Αληθείας, ἕνεκα τοῦ ὁποίου διδάσκουν μὲ αὐθεντία καὶ κῦρος, ὅτι «ὅσον ἀποδιϊστάμεθα (ἀπομακρυνόμεθα)» τῶν Λατινοφρόνων, «ἐγγίζομεν τῷ Θεῷ καὶ πᾶσι τοῖς πιστοῖς καὶ ἁγίοις Πατράσι· καὶ ὥσπερ τούτων (τῶν Λατινοφρόνων) χωριζόμεθα, οὕτως ἑνούμεθα τῇ ᾿Αληθείᾳ καὶ τοῖς ἁγίοις Πατράσι τοῖς θεολόγοις τῆς ᾿Εκκλησίας»13.
Αὐτή εἶναι ἡ ῾Ιερά Παρακαταθήκη τῶν Τριῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν,
τῶν ῾Αγίων Φωτίου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ· τήν Παρακαταθήκη αὐτήν διαφυλάσσει «μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης» ἡ ῾Ιερά Μητρόπολις ἡμῶν καί ἕνεκα αὐτοῦ ἔχει ἀνακηρύξει τούς Τρεῖς Νέους Φωστῆρας ὡς ἰδιαιτέρους Προστάτας Αὐτῆς στόν ἱερό ἀγῶνα Της κατά τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Εἴθε οἱ πρεσβεῖες τους νά μᾶς ἐνισχύουν, ὁδηγοῦν καί προστατεύουν, ὥστε βιώνοντες μέ συνέπεια τό ῾Ησυχαστικό καί Εὐχαριστιακό ῏Ηθος τῆς ᾿Εκκλησίας μας καί ἐργαζόμενοι μέ ζῆλο καί ἐπιμονή, μέ διάκρισι καί σοφία, νά συμβάλωμε ταπεινά στήν ἐπανένωσι τῶν ᾿Ορθοδόξων ἐν τῇ ᾿Αληθείᾳ τῆς Πίστεως καί τῇ ῾Εορτολογικῇ Παραδόσει· πρός δόξαν τῆς Τρισηλίου Θεότητος, τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. ᾿Αμήν!
᾿Εν τῇ Φυλῇ Ἀττικῆς τῇ 5ῃ Νοεμβρίου 2007ῳ,
Κυριακὴ Αʹ Νοεμβρίου
† Σύναξις τῶν ῾Αγίων Τριῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν
Μητροπολίτης Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανός Β΄
-----------------------------------
11. ῾Αγίου ῾Ιερωνύμου, PL τ. 22, στλ. 475.
Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022
Η ΚΑΘΑΡΟΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Ἃγιος Φώτιος ὁ Μέγας)
Μὴ λοιπὸν κάμης νὰ διαψευσθοῦν οἱ ἐλπίδες μας, τὶς ὁποῖες ἐπέτρεψε νὰ σχηματίσωμε ἡ πρὸς τὰ καλὰ ροπὴ καὶ προσοχή σου, μήτε νὰ καταστήσης ματαίους τοὺς κόπους καὶ ἀγῶνες, ποὺ μὲ χαρὰ ἀναλάβαμε χάριν τῆς σωτηρίας σας, μήτε νὰ δεχθῆς ὅτι ἄρχισες μὲν μὲ προθυμία νὰ δέχεσαι τοῦ θείου κηρύγματος τοὺς λόγους, μετέβαλες δὲ τὴν προθυμία σὲ ραθυμία· ἀλλὰ διατήρει ἀνεξάλειπτη τὴν χαρὰ κι εὐφροσύνη μου γιὰ σένα, παρέχοντας ὅμοιο μὲ τὴν ἀρχὴ τὸ τέλος, σύμφωνο τὸν βίο μὲ τὴν πίστι, καὶ τὴν ἐξουσία σου νὰ φαίνεται καὶ νὰ ὀνομάζεται κοινὸ ἀγαθό τοῦ γένους καὶ τῆς πατρίδος.
Ἀλλὰ τώρα πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, φιλόχριστε καὶ πνευματικὲ υἱέ μας, καὶ ὅ,τι ἄλλο ἔνδοξο καὶ καλὸ καὶ ἄξιο στοργῆς ὄνομα ὑπάρχει γιὰ σένα· πρόσεξε, πόσες ἐπιθέσεις ὠργάνωσε ὁ Πονηρὸς ἐναντίον τῆς εὐσεβοῦς καὶ μόνης ἀληθινῆς θρησκείας τῶν Χριστιανῶν, ἐπινοώντας διάφορες αἱρέσεις καὶ στάσεις, μάχες καὶ πολέμους. Πρόσεξε ἐπίσης καὶ τοῦτο, πῶς αὐτὴ τὶς ἀντέκρουσε ὅλες καὶ ἔστησε λαμπρὰ τρόπαια ἐναντίον ὅλων τῶν ἀντιπάλων. Καὶ μὴ ἀπορήσης, καθὼς θ’ ἀναλογίζεσαι τὶς ἐναντίον της ἐπινοήσεις καὶ ἐπιβουλές. Διότι, πρῶτα, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γίνη τόσο περίοπτη καὶ δυνατὴ καὶ ἐπίσημη διὰ τῆς νίκης, ἂν δὲν συγκρουόταν μαζί της κανένας ἐχθρός· κι’ ἔπειτα εἶναι εὔκολο νὰ ἀντιληφθοῦμε κι ἐκεῖνο, ὅτι ὅπου ὁ Πονηρὸς πολεμεῖται σφοδρότερα, ἐκεῖ στέλλει κι αὐτὸς μεθοδικώτερα τὰ βέλη τῆς κακίας του καὶ στήνει τὰ πολεμικὰ μηχανήματά του. Πράγματι στὰ ἄλλα γένη, ἐπειδὴ δὲν ὑφίσταται ἐναντίον του κανένας δυνατὸς πόλεμος, γι’ αὐτὸ δὲν ἐξοπλίζεται οὔτε αὐτὸς ἐναντίον ἐκείνων στὸ Χριστώνυμο ὅμως λαὸ τοῦ Θεοῦ, τὸ ἅγιο ἔθνος, τὸ βασίλειο ἱεράτευμα, ἐπειδὴ ξεσηκώνονται ἀνδρείως καθημερινὰ δυναμωμένοι μὲ τὴν πίστι κατὰ τῶν πονηρῶν πράξεων καὶ μηχανευμάτων του, γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖνος καταφέρνει μὲ μύριες ἐπιβουλὲς καὶ μὲ ὅλες τὶς μεθόδους νὰ ὑποτάξη μερικοὺς ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ἀγωνίζεται νὰ θλίψη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἂν καὶ οἱ ἀγῶνες καὶ τὰ πονηρεύματά του καταλήγουν σὲ καταισχύνη.
Ἄλλωστε τὰ ἄλλα ἔθνη ἔχουν ἀδιάκριτα καὶ συγκεχυμένα τὰ δογματικὰ φρονήματα, δὲν ἔχουν τίποτε καθαρὸ καὶ δοκιμασμένο σὲ ἀκρίβεια· γι’ αὐτὸ δὲν φαίνεται σ’ ἐκεῖνα οὔτε ἡ ὀρθοδοξία οὔτε ἡ διαστροφή. Στὴν καθαρώτατη ὅμως καὶ ἁγιώτατη πίστι τῶν Χριστιανῶν ποὺ ἔχει μεγάλη ἀκρίβεια, λόγω τῆς εἰλικρίνειας καὶ τῆς εὐθύτητος, τῆς ἐξάρσεως καὶ τῆς ἀκεραιότητος, ὅταν ἐπιχειρήση κανεὶς νὰ εἰσφέρη καὶ μικρὸ δεῖγμα διαστροφῆς ἢ καινοτομίας, ἀμέσως καταφαίνεται καὶ διακρίνεται ἡ διαστροφὴ καὶ νοθεία μὲ τὴν παράθεσι τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ ὀρθοῦ λόγου, καὶ ἡ εὐγένεια τῶν εὐσεβῶν δογμάτων δὲν ἀνέχεται καθόλου οὔτε γιὰ λίγο τὸ νόθο γέννημα, οὔτε κάτω ἀπὸ τὴν ἴδια ὀνομασία μάλιστα. Πράγματι, ὅπως στὴν περίπτωσι τῶν διακρινομένων γιὰ τὴν ὠμορφιά τους σωμάτων καὶ μία μικρὴ κηλίδα ποὺ θὰ σχηματισθῆ διακρίνεται καὶ παρατηρεῖται γρήγορα κατόπιν τῆς συγκρίσεως μὲ τὴν ἄλλη ὠμορφιά τοῦ σώματος, ἐνῶ στὴν περίπτωσι τῶν ἀσχημοπροσώπων ἀνθρώπων δὲν μποροῦν νὰ διακριθοῦν εὔκολα τὰ ἐπισυναπτόμενα σημεῖα τῆς ἀσχημοσύνης (διότι κρύβονται στὰ συγγενῆ καὶ ὅμοια στοιχεῖα τῆς ἀμορφίας), ἔτσι καὶ στὴν περίπτωσι τῆς πραγματικὰ ὡραιοτάτης καὶ ὑπέρλαμπρης θρησκείας καὶ πίστεως τῶν Χριστιανῶν, ἀκόμα καὶ τὸ μικρότερο στοιχεῖο της ἂν ἐκτρέψη κανείς, προκαλεῖ μεγάλη ἀσχημοσύνη κι’ αὐτὸ δέχεται ἀμέσως τὸν ἔλεγχο· τὰ ἄλλα δὲ δόγματα τῶν ἐθνῶν, ἐπειδὴ εἶναι γεμάτα ἀκοσμία καὶ ἀσχήμια, δὲν ἐπιτρέπουν στοὺς ὀπαδοὺς των νὰ λάβουν καμμιὰ συναίσθησι τῆς πρόσθετης ἄσχημοσυνης.
Ὄχι δὲ σ’ αὐτὰ μόνο, ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωσι ὅλων τῶν ἄλλων τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν εἶναι δυνατὸ νὰ παρατηρήσωμε τὸ ἲδιο. Στὶς ἀκριβέστατες, εὔκολα γίνεται φανερὸ καὶ τὸ μικρότερο ψεγάδι· στὶς προστυχότερες ὅμως, πολλὰ παραβλέπονται καὶ δὲν θεωροῦνται κἂν ἐλάττωμα. Κι’ ἂν θέλης, στοὺς ἄρχοντες καὶ γενικὰ τοὺς εὑρισκομένους σὲ κάποια ἐξουσία, καὶ μάλιστα σ’ ἐκείνους ποὺ ἀσκοῦν σὲ περισσοτέρους τὴν ἐξουσία τους, καὶ τὸ παραμικρότερο ἐλάττωμα ἐξογκώνεται, διαδίδεται παντοῦ καὶ γίνεται περιβόητο σὲ ὅλους· ἐνῶ στοὺς ἀρχομένους καὶ ταπεινοτέρους πολλὰ παρόμοια πταίσματα δὲν γίνεται γνωστὸ οὔτε ὅτι ἐπράχθηκαν, κρύβονται καὶ διαφεύγουν, ἀφοῦ σβήνονται ἀπὸ τὴν μικρότητα καὶ εὐτέλεια τοῦ ἁμαρτήσαντος.
Ὅσο λοιπὸν ἡ πίστις καὶ λατρεία τῶν Χριστιανῶν, κατὰ τὸ μέγεθος καὶ τὴ δύναμι, τὸ κάλλος καὶ τὴν ἀκρίβειά της, τὴν καθαρότητα καὶ κάθε ἄλλη τελειότητα εἶναι ὑψηλότερα ἀπὸ τὰ θρησκεύματα τῶν ἐθνῶν, τόσο ἐρεθίζεται ὁ Πονηρὸς στὸν ἐναντίον της πόλεμο καὶ τόσο ἐπίσης καταφαίνονται ἀμέσως τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἀφρόνων καὶ κακοβούλων ἀνθρώπων καὶ οὔτε μποροῦν ν’ ἀποκρυβοῦν ἔστω καὶ γιὰ λίγον καιρὸ οὔτε νὰ εὕρουν ὑπεκφυγή. Ἀλλ’ ὅμως ἡ καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε πρὸ ὀλίγου, καθιστᾶ σαθρὰ καὶ ἄπρακτα ὅλα τὰ μηχανήματα τοῦ Πονηροῦ, ἢ μᾶλλον τὰ ἐπαναφέρει ἐναντίον ἐκείνου ποὺ τὰ κατασκευάζει καὶ εὔκολα καταρρίπτει τὴν βλασφημία καὶ καταισχύνει τὴν ἀναισχυντία τῶν αἱρεσιαρχῶν· διατηρεῖ ἀκαταμάχητη καὶ ἀήττητη τὴν δύναμί της καὶ στολίζεται διαπαντὸς μὲ θριάμβους καλοὺς καὶ σωστικοὺς γιὰ τὸν κόσμο.·
Περιοδικό Ἐποπτεία, Φεβρουάριος 1992, Ἀθήνα.
Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2021
Μνήμη τῶν Ὀγδόης (Η’) καὶ Ἐνάτης (Θ’) Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων
Μνήμης τῶν Ὀγδόης (Η’) καὶ Ἐνάτης (Θ’) Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων
ἀμφοτέρων ἐν Κωνσταντινουπόλει συγκληθεισῶν,
κατὰ τὰ ἔτη ἀπὸ Χριστοῦ
879/880 –ἐπὶ Μεγάλου Φωτίου
καὶ 1351 –ἐπὶ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ
Ὧν ἡ ἀπὸ κοινοῦ Ἱερὰ Μνήμη
ἐν Κυριακῇ, ἀπὸ ΙΔ’ ἕως Κ’ τοῦ Μηνὸς Νοεμβρίου
Ἡ Η΄ καὶ Θ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν ὄψει τῆς προκλήσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ (Μητροπολίτου Λαρίσης και Πλαταμώνος κ. Κλήμεντος)
Εἰσήγησις στὴν Ἱερατικὴ Σύναξι Κληρικῶν Νοτίου Ἑλλάδος
Ἱερὸς Καθεδρικὸς Ναὸς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Πειραιῶς,
Τρίτη, 18.11/1.12.2015
Γραμματέως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἀγαπητοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοί·
− συμπεριελήφθησαν σὲ Αὐτὴν καὶ οἱ Τόμοι τῶν προηγουμένων Ἡσυχαστικῶν Συνόδων τοῦ 1341 καὶ 1347 καὶ ἔτσι δύνανται νὰ θεωρηθοῦν ἀπὸ κοινοῦ ὡς μία Σύνοδος, καταδικάσασα τοὺς αἱρετικοὺς Βαρλαάμ, Ἀκίνδυνο καὶ Γρηγορᾶ, καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς·
− θεωροῦσε ἑαυτὴν συνέχεια τῶν προηγουμένων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ μάλιστα τῆς ΣΤ’ Οἰκουμενικῆς·
− κατέγραψε τὶς ἀπόψεις τῶν ἀνωτέρω αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται στὴν ἄκτιστη Ἐνέργεια καὶ τὴν μέθεξι Αὐτῆς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους καὶ ἀπέδειξε τὸν αἱρετικὸ χαρακτῆρα τους, ἀνακηρύσσουσα τὸν Ἡσυχασμὸ ὡς προϋπόθεσι μεθέξεως τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὡς καὶ γνήσιας λειτουργικῆς θείας ἐμπειρίας·
− τεκμηρίωσε τὴν Ἡσυχαστικὴ Θεολογία στὰ κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, καὶ τέλος
− ἐπικύρωσε τὰ δίκαια ἀναθέματα κατὰ τῶν αἱρετικῶν, ἐφ’ ὅσον δὲν μετενόησαν, τοὺς δὲ ὁμόφρονάς τους θεώρησε ὡς «ἀποκηρύκτους τε καὶ ἀποβλήτους τῆς καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας».
Ἔχει δὲ ἐκφρασθῆ καὶ ἄλλοτε ἡ σοβαρὰ ἄποψις, ὅτι ἡ Σύνοδος τοῦ 1351 «ἀξίζει νὰ συναριθμῆται εἰς τὰς Οἰκουμενικὰς Συνόδους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τῶν ὁποίων δὲν ὑστερεῖ εἰς τίποτε ὡς πρὸς τὴν σωτηριολογικὴν σημασίαν τῆς θεολογίας της. Ἡ Σύνοδος αὕτη ἀποτελεῖ τὴν ἀπόδειξιν τῆς συνεχείας τῆς συνοδικότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τῆς ζώσης ἐμπειρίας καὶ θεολογίας περὶ τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας»30.
Ἡ ὑποστήριξις περὶ τῆς Θ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐξεφράσθη ἤδη ἀπὸ τοῦ ΙΔ’-ΙΕ’ αἰῶνος ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Ρόδου Νείλου (εἰδικῶς περὶ τῆς Συνόδου τοῦ 1341)31, στὰ δὲ νεώτερα χρόνια ὑπεστήριξαν καὶ ὑποστηρίζουν τὴν ἄποψι αὐτὴ γνωστοὶ Θεολόγοι (Ἰωάννης Ρωμανίδης, Γεώργιος Μεταλληνός, Θεόδωρος Ζήσης, Ἱερόθεος Βλάχος, Ἀθανάσιος Γιέβτιτς κ.ἄ.).
Ἐφ’ ὅσον οἱ Σύνοδοι αὐτὲς συνεκλήθησαν μὲ διαταγή, παρουσία καὶ συμμετοχὴ Αὐτοκρατόρων, ἀσχολήθηκαν μὲ θέματα δογματικὰ καὶ ὄχι κανονιστικά, ἀφορῶντα ἄμεσα στὴν σωτηρία καὶ ὄχι θεωρητικά, προσετέθησαν μάλιστα τὰ συμπεράσματά τους στὸ Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ διεκήρυξαν κατὰ τρόπον δεσμευτικὸν τὶς ἀποφάσεις τους γιὰ τὸ Πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖο ἐπεδοκίμασε αὐτές, ἐμπεριέχουν σαφέστατα τὸν χαρακτῆρα τῆς οἰκουμενικότητος32.
Ἡ νίκη κατὰ τοῦ Βαρλαὰμ ἦταν νίκη κατὰ τῆς Δύσεως, τὴν ὁποίαν ἐκπροσωποῦσε ἐκεῖνος, καὶ κατὰ τοῦ Λατινισμοῦ, ἡ δὲ καταδίκη τοῦ Βαρλαὰμ ἦταν καταδίκη «κατ’ αὐτῆς τῆς Λατινικῆς Ἐκκλησίας», ἡ ὁποία ἀναθεματίζεται καὶ ἀπὸ τὸ Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας34.
Ὅμως, ἐδῶ ἔγκειται ἡ τραγικότητα τῆς σήμερον:
Οἱ Οἰκουμενισταὶ καὶ Λατινόφρονες πατριάρχαι, ἀρχιερεῖς, κληρικοὶ καὶ ὅλοι οἱ ἀκόλουθοι αὐτῶν, προσπαθοῦν διὰ συνόδου, τῆς ἀπὸ 50ετίας προετοιμαζομένης καὶ ὡς «Ἁγίας καὶ Μεγάλης» ὑπ’ αὐτῶν χαρακτηριζομένης, νὰ ἐπιβάλλουν καὶ ἐπευλογήσουν/καθιερώσουν τὰ θανατηφόρα ἐκκλησιολογικῶς οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα καὶ «ἐπιτεύγματά» τους· καὶ ὄχι μόνον δὲν διανοοῦνται νὰ καταδικάσουν τὶς «Ἀδελφὲς Ἐκκλησίες» τους τῆς αἱρετικῆς Δύσεως, ἀλλ’ ὅλως ἀντιθέτως ἐπιθυμοῦν τὴν ἐπίσημη ἀναγνώρισι καὶ ἀμνήστευσί τους, καὶ τὴν παραδοχὴ καὶ ἀποδοχὴ γενικὰ τοῦ ἀλλοτριωμένου καὶ αἱρετικοῦ χριστιανισμοῦ, ὡς αὐθεντικοῦ! Τοῦτο ἀναμένεται νὰ συμβῆ, ἀνοικτῶς ἤ συγκεκαλυμμένως, τὸν Ἰούνιο τοῦ 2016 στὴν Κωνσταντινούπολι.
Ἐξ αὐτοῦ, εἶναι σαφὲς ὅτι ἀπωλέσθησαν ἀπὸ τοὺς ἡγήτορας τῶν ἐξ ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν, τὰ αὐθεντικὰ κριτήρια τῆς Ἀληθείας, δηλαδὴ τὰ Ἡσυχαστικά, καὶ ἔτσι συναπωλέσθηκε ἡ αἴσθησις ἀναγνωρίσεως τῆς ἀληθινῆς ἁγιότητος καὶ σωτηρίας, δηλαδὴ τῆς γνησίας Χάριτος, ἀπὸ τὴν νόθα τοιαύτη, τὴν πλανερὴ καὶ σφαλερή! Εἶναι βέβαιον ὅτι γιὰ τὸν σκοτασμὸ αὐτὸ τῶν ψυχῶν τῶν συγχρόνων «πατέρων», εὐθύνεται ἡ ἔλλειψις ταυτότητος βιώματος πρὸς τοὺς Ἁγίους Πατέρας τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ καὶ ὁ ἐπηρεασμὸς ἀπὸ τὸν οἰκουμενιστικὸ συγχρωτισμό τους μὲ τοὺς πολυποικίλους αἱρετικούς, ὡς καὶ ὁ σύγχρονος ἐκκοσμικευμένος τρόπος ζωῆς, ὁ ὁποῖος εἶναι ἄκρως ἀντι-ησυχαστικός. Ὁπότε, οἱ σύγχρονοι ταγοὶ τῆς ἐπισήμου λεγομένης ὀρθοδοξίας ἀντὶ νὰ ἀντλήσουν «ἐκ τῶν πηγῶν τοῦ σωτηρίου» καὶ νὰ διέλθουν τὴν καθαρτικὴν ὁδὸν τῆς ἀσκήσεως, τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς ἀδιαλείπτου νοερᾶς προσευχῆς, ὡς ἀπαραιτήτων προϋποθέσεων γιὰ ὄντως εὐχαριστιακὴ μετοχὴ καὶ ἐμπειρία, ὥστε νὰ λάβουν Φῶς ἐκ Φωτός, καὶ νὰ μεταδώσουν αὐτὸ στοὺς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ καθημένους, ἐτράπησαν ἀλλοῦ γιὰ ψευδο-φωτισμό· ἐκεῖ, ὅπου δὲν ἐκπέμπεται τὸ θεῖον καὶ ἱλαρὸν Φῶς τῆς Ἀληθείας, ἀλλὰ τὸ σκότος τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς πλάνης τῆς αὐταρεσκείας, τῆς λογικοκρατίας καὶ τοῦ ἰδίου θελήματος, δηλαδὴ τοῦ Βαρλααμισμοῦ, τοῦ κυρίου αὐτοῦ ἰδιώματος τοῦ Λατινισμοῦ καὶ ὅλων τῶν ἐξ αὐτοῦ πλανῶν, ὧν τὸ ὄνομα «λεγεών»...
Ἐνώπιον αὐτῆς τῆς θλιβερᾶς διαπιστώσεως, ἔχει ὀρθῶς ἐπισημανθῆ, ὅτι ὁποιαδήποτε Σύνοδος -ἡ ὁποία θὰ ἤθελε νὰ χαρακτηρίζεται καὶ νὰ εἶναι ὄντως Πανορθόδοξος-, δὲν διακηρύξη πρωτίστως τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους Η’ καὶ Θ’, θὰ εἶναι καὶ θὰ χαρακτηρίζεται κατὰ τοῦτο ὡς Ψευδοσύνοδος35! Διότι, οἱ Σύνοδοι αὐτὲς ἀποτρέπουν τὸν σχετικισμό, τὴν πλάνη, τὴν ἐκκοσμίκευσι καὶ τὸν Οἰκουμενισμό, προτείνουν δὲ καὶ διδάσκουν τὴν Ἀληθινὴ Ἑνότητα, Κοινωνία καὶ Σωτηρία στὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ Σῶμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τοῦ Ἑνὸς καὶ Μοναδικοῦ Σωτῆρος τοῦ κόσμου Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὑπάρχει σήμερα μεγάλη σύγχυσις καὶ ἐκτροπὴ στὶς διαχριστιανικὲς καὶ διαθρησκειακὲς σχέσεις τοῦ πανθομολογουμένως συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ὁ παναιρετικὸς Παπισμός, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν ἀμετανόητο Πάπα, διεκδικεῖ νὰ ἀποτελῆ τὸ ἑνοποιητικὸ κέντρο μιᾶς παγκοσμιοποιημένης θρησκείας ἑνὸς παγκοσμιοποιουμένου κόσμου.
Ἐπίσης, ὁ Ἅγιος μᾶς ὑποδεικνύει τὴν Συνοδικὴ ὁδό, ὡς τὴν ἁρμοδία πρὸς τελεσίδικον ἐπίλυσιν τῶν ἀντιλεγομένων ζητημάτων καὶ μάλιστα τῶν ἑτεροδιδασκαλιῶν στὴν Ἐκκλησία. Διὰ τοῦ τρόπου τούτου ὁριοθετεῖται ἡ Ἀλήθεια, βάσει τοῦ κριτηρίου τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, καὶ στηλιτεύεται καὶ καταδικάζεται ἡ πλάνη καὶ ἡ αἵρεσις· περὶ δὲ τῶν ἀμετανοήτων αἱρετικῶν διακηρύσσεται ἡ ὑφισταμένη ἔκπτωσίς τους ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Εἴθε τὰ ὑγιῆ ἡσυχαστικὰ κριτήρια νὰ μὴ ἀπωλεσθοῦν ἀπὸ ὅσους τουλάχιστον ἐκπροσωποῦν τὴν Γνησία Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ τὴν Συνείδησι τῆς Ἐκκλησίας στὴν μεγάλη σύγχρονη ἀποστασία, ἀλλὰ νὰ ἀποτελέσουν τὴν βάσι γιὰ τὴν μαρτυρία τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Ἐλπίδος καὶ τὴν καταδίκη κάθε κακοδοξίας.
Σὲ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ κινεῖται ἡ ἑνωμένη μάλιστα -στὸ μεγαλύτερο μέρος της- ἀπὸ τοῦ Μαρτίου τοῦ παρελθόντος ἔτους Γνησία Ὀρθοδοξία, διὰ τοῦ γνωστοῦ Ὁμολογιακοῦ Ἑνωτικοῦ Κειμένου Αὐτῆς: «Ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔναντι τῆς Αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ - Θέματα Δογματικὰ καὶ Κανονικά»36, μὲ τὴν πρόβλεψι ὅπως ἐν Συνόδῳ Μεγάλῃ καὶ Γενικῇ Αὐτῆς διακηρύξη πανηγυρικῶς τὴν Οἰκουμενικότητα τῶν Συνόδων Η’ καὶ Θ’ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, καθὼς καὶ ὅτι ἀποτελεῖ τὴν ὀργανικὴ συνέχεια Αὐτῶν διὰ τῆς διαπιστώσεως τῆς πλήρους καὶ ὁριστικῆς ἀντιθέσεως Ὀρθοδοξίας καὶ Συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὡς ἀλληλο-αποκλειομένων, πρὸς δόξαν τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Θεομητορικαῖς, Ἀποστολικαῖς καὶ Πατερικαῖς πρεσβείαις. Ἀμήν!
2. Βλ. www.ecclesiagoc.gr/index.php/ekklisiologika/800-omologia-pistews .
3. Περὶ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ ἐγράφησαν πολλὰ ἔργα· ἐνδεικτικῶς, βλ. Παναγιώτου Κ. Χρήστου, Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου, Ὁ Κῆρυξ τῆς Χάριτος καὶ τοῦ Φωτός, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ Κουφαλίων Θεσσαλονίκης, 1984, σσ. 146, καὶ Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἔκδ. β’, Ἅγιον Ὄρος – Θεσσαλονίκη 1984, σσ. 290. Σὲ αὐτὰ παρουσιάζεται καὶ ὁ ἐν συνεχείᾳ ἀναφερόμενος Ἡσυχασμός, περὶ τοῦ ὁποίου βλ. ἐνδεικτικὰ καὶ κείμενο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου: www.paterikiorthodoxia.com/2012/05/663. html
4. Βλ. Ἰωάν. ιδ’ 23: «ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ’ αὐτῷ ποιήσομεν».
5. Βλ. Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Σ. Βλάχου, «Τὸ “Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας”», στὸ Ἐκκλησία καὶ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβάδεια 1990, σελ. 270.
6. Γενικά, οἱ ἀντι-ησυχαστὲς «ἐπίστευον ὅτι μόνον ἡ φυσικὴ γνῶσις τῶν ὄντων ὁδηγεῖ εἰς τὴν γνῶσιν τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι αὕτη λειτουργεῖ ὡς ὄργανον ἀπαραίτητον εἰς τὴν λύτρωσιν τοῦ ἀνθρώπου» (Χαραλάμπους Γ. Σωτηροπούλου, «Οἱ καταδικασθέντες αἱρετικοὶ ὑπὸ τῶν Ἱερῶν Συνόδων πολέμιοι τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ», στὸν Τόμο Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὴν Ἱστορία καὶ τὸ Παρόν, ἔκδ. Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὄρος 2000, σελ. 575).
7. Βλ. Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, «Τὸ Μήνυμα τῆς Διδασκαλίας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ εἰς τὴν Ἐποχήν μας» (Μάϊος 2010), βλ. www.impantokratoros.gr/grigorios-palamas-metallinos.el.aspx
8. Αὐτόθι.
9. Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς Πατέρας τῆς Θ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου, 2009, σελ. 13-14· ἐπίσης, Ἀθανασίου Γιέβτιτς, «Παράδοσις καὶ Ἀνανέωσις ἐν τῷ θεσμῷ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων», στὸ Χριστὸς Ἀρχὴ καὶ Τέλος, ἔκδ. Ἱδρύματος Γουλανδρῆ-Χόρν, Ἀθήνα 1983, σσ. 149-199.
10. Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς..., ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 18. Ἐπίσης, Χρήστου Γιανναρᾶ, Ὀρθοδοξία καὶ Δύση στὴ Νεώτερη Ἑλλάδα, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1996, σελ. 79.
11. Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Σ. Βλάχου, «Τὸ “Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας”», ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 258.
12. Βλ. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, Οἱ Ἡσυχαστικὲς Ἔριδες κατὰ τὸν ΙΔ΄ αἰῶνα, ἐκδ. «Παρατηρητής», Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 49-56.
13. Αὐτόθι, σελ. 56-60.
14. Βλ. Ἰωάννου Καρμίρη, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. Ι, ἐν Ἀθήναις 1960, σελ. 354-366.
15. Βλ. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, ἐνθ’ ἀνωτ., σελ. 43· ἀνάλυσι αὐτοῦ βλ. Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 152-162.
16. Βλ. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, ἐνθ’ ἀνωτ., σελ. 63 («Ἀναίρεσις Γράμματος Καλέκα», 45, Συγγράμματα, Β’, σελ. 621).
17. Βλ. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, ἐνθ’ ἀνωτ., σελ. 66 (PG 151, στλ. 600Α).
18. Ὡς γνωστόν, ὁ Πατριάρχης Ἰωάννης Καλέκας μετὰ τὴν Σύνοδο τοῦ 1341 καὶ ἐξ αἰτίας ἀκόμη καὶ πολιτικῶν φιλοδοξιῶν, ἔλαβε ὡς σύμμαχό του τὸν Ἀκίνδυνο (βλ. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 72)· τότε ὅμως ὁ Ἅγιος Γργόριος διέκοψε τὴν κοινωνία μετ’ αὐτοῦ, ἐφ’ ὅσον κατέστη πλέον ἀκοινώνητος-πεπτωκώς, χωρὶς ἀκόμη ὁ πατριάρχης νὰ ἔχη κριθῆ καὶ κατακριθῆ ἀπὸ Σύνοδο. Ἄλλωστε, ἐγράφη μὲ σαφήνεια νωρίτερα, περὶ τέλη τοῦ 1340, στὸν περίφημο «Ἁγιορειτικὸν Τόμον»: «τὸν μὴ συμφωνοῦντα τοῖς Ἁγίοις καθὼς καὶ ἡμεῖς καὶ οἱ μικρῷ πρὸ ἡμῶν Πατέρες ἡμῶν, ἡμεῖς τὴν αὐτοῦ κοινωνίαν οὐ παραδεξόμεθα». Ἐκ τούτου συνάγεται τὸ προφανὲς καὶ πολὺ σημαντικὸ γιὰ ἐμᾶς σήμερα, ὅτι δὲν τίθεται θέμα προηγουμένης Συνοδικῆς καταδίκης γιὰ διακοπὴ κοινωνίας μὲ ἐκτρεπομένους στὴν Πίστι. Γιὰ νὰ συμβῆ τοῦτο, ἀρκεῖ ἡ διακηρυγμένη καὶ μάλιστα ἐπίμονη καὶ ἀνυποχώρητη, λόγοις καὶ ἔργοις, μὴ συμφωνία τῶν ἐκτρεπομένων πρὸς τοὺς Ἁγίους στὴν Πίστι. Αὐτὴ εἶναι ἡ «χρυσὴ μεσότητα τῆς Ἁγίας Ὀρθοδοξίας», καὶ ὄχι ἡ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστὰς τῆς σήμερον, οἱ ὁποῖοι –εἴτε λόγοις εἴτε κυρίως ἔργοις- διαφωνοῦν μὲ τοὺς Ἁγίους στὴν Πίστι.
19. Steven Runciman, Ἡ Βυζαντινὴ Θεοκρατία, ἐκδ. Δόμος, δεύτερη ἐπανέκδοση, Ἀθήνα 2005, σελ. 152.
20. Βλ. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, ἐνθ’ ἀνωτ., σελ. 75-79.
21. Κατὰ τὸν ἐπιφανῆ Καθηγητὴ Γρηγόριο Παπαμιχαὴλ (βλ. Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 229).
22. Χαραλάμπους Γ. Σωτηροπούλου, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 589· βλ. ἐπίσης, Ἀριστείδη Παπαδάκη-John Meyendorff, Ἡ Χριστιανικὴ Ἀνατολὴ καὶ ἡ Ἄνοδος τοῦ Παπισμοῦ - Ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ 1071 ὥς τὸ 1453, Κεφ. Ζ’: «Ἡ Ἡσυχαστικὴ Ἔριδα», σελ. 437, ἔκδ. Μορφωτικοῦ Ἱδρύματος Ἐθνικῆς Τραπέζης, Ἀθήνα 2003. Σημειωτέον, ὅτι ὁ πατριάρχης Ἰωάννης Καλέκας εἶχε ἀποκηρυχθῆ ἀπὸ Σύνοδο στὴν Ἀδριανούπολι τὸν Μάϊο τοῦ 1346, γιὰ τὴν ἀντικανονικὴ χειροτονία τοῦ Ἀκινδύνου (Βλασίου Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία – Πανεπιστημιακαὶ Παραδόσεις, τ. Β’, Ἀθῆναι 1972, σελ. 509).
23. Βλ. Ἰωάννου Καρμίρη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 366-374.
24. Βλ. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 85-99.
25. Παν. Χρήστου, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 126-127.
26. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 98-99· Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, «Μία κυοφορούμενη αἵρεση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία», βλ. www.romfea.gr (Τετάρτη, 13 Ἰουλίου 2011).
27. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 100· τὸν Τόμο, βλ. Ἰωάννου Καρμίρη, ἔνθ’ ἀνωτ., σσ. 374-410.
28. Βενιζέλος Χριστοφορίδης, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 101.
29. Ναυπάκτου Ἱεροθέου, «Μία κυοφορούμενη αἵρεση...», ἔνθ’ ἀνωτ.
30. Ἀθανάσιος Γιέβτιτς, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 195.
31. Βλ. Γ. Ῥάλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα τῶν Θείων καὶ Ἱερῶν Κανόνων..., τ. Α’, Ἀθήνησιν 1852, σελ. 394-395· ἐπίσης, Ἰωάννου Καρμίρη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 351, καὶ Παναγιώτου Ν. Τρεμπέλα, Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. Α’, ἔκδ. γ’, «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1997, σελ. 136.
32. Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Σ. Βλάχου, «Τὸ “Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας”», ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 259. ● Εἶναι σημαντικὰ καὶ τὰ ἑξῆς χαρακτηριστικὰ περὶ τῆς Θ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Οἰκουμενικὸ χαρακτῆρα ἔχουν καὶ οἱ Κανόνες τῆς Ἡσυχαστικῆς Συνόδου, ποὺ συνῆλθε κι αὐτὴ στὴν Κωνσταντινούπολη (1351 μ.Χ.). Σ’ αὐτὴ τὴ Σύνοδο ὑπεράσπισαν τὴ θεϊκὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περὶ τοῦ ἀκτίστου Θαβωρίου Φωτός· αὐτὸ σημαίνει περὶ τῶν ἀϊδίων Θείων Ἐνεργειῶν, μὲ τὶς ὁποῖες ὁ Τριαδικὸς Θεὸς πραγματικὰ εἶναι Παρὼν στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου. Προφυλάσσοντας τὴν ὀρθὴ πίστη ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Βαρλααμίτες καὶ μαρτυροῦντες τὴν ἀλήθεια τῆς διαφορᾶς μεταξὺ θείας Οὐσίας καὶ θείας Ἐνέργειας, οἱ Πατέρες αὐτῆς τῆς Συνόδου, μὲ ἀρχηγὸ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, ὑπερασπίστηκαν ὅλη τὴν Ἀποκάλυψη καὶ τὸν αἰώνιο θησαυρὸ ἐμπειρίας τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως καὶ τὴ δυνατότητα τῆς πραγματικῆς κοινωνίας μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Μ’ αὐτὰ ὑπερασπίστηκαν τὴν μόνη ἐλπίδα τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν δυνατότητα τῆς δικῆς του ἀσύνορης ἀνάπτυξης μὲ τὴν αἰώνιο καὶ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ. Οἱ Ἀποφάσεις αὐτῆς τῆς Συνόδου εἶναι σὰν ἡ κορυφὴ καὶ τὸ κλείσιμο ὅλων τῶν Κανόνων, ὅλων τῶν μέχρι τότε Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων. Αὐτὲς οἱ Σύνοδοι φανερὰ ἀποκαλύπτουν τὰ αἰώνια θεμέλια στὸν ὅλο κόσμο καὶ στὸν ἄνθρωπο, τὴν ἄκτιστη ὡραιότητα στὴν Ἐκκλησία, σὰν Θεανθρώπινο καὶ Πνευματοφόρο Ἐργαστήρι Σωτηρίας, Θεώσεως καὶ Θαβωρικῆς Μεταμορφώσεως» (Μητροπολίτου Μαυροβουνίου Ἀμφιλοχίου-Ἐπισκόπου Βουδαπέστης [Βουδιμίου] Δανιήλ, Ὀρθόδοξη Παιδαγωγία, μτφρ.-ἐπιμ. Ἀλεξίου Παναγοπούλου, ἔκδ. Διψῶ, Πάτρα 1995, σελ. 86-87). ● Πραγματικά, ἐὰν δὲν κατωχυρώνετο τὸ Δόγμα περὶ τῶν Ἀκτίστων Ἐνεργειῶν, ἡ μὲν σωτηριολογικὴ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας θὰ ἐσχετικοποιεῖτο, «ὁ δὲ ἄνθρωπος, ὡς πλάσμα Θεοῦ, θὰ ἐχάνετο εἰς τὸ κενόν, ἐφ’ ὅσον ὁ συνδετικὸς ἱστὸς Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, αἱ θεῖαι ἐνέργειαι, δὲν θὰ ὑπῆρχον» (Χαραλάμπους Γ. Σωτηροπούλου, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 591).
33. Ἰωάννου Καρμίρη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 348.
34. Κατὰ τὸν ἐπιφανῆ Καθηγητὴ Γρηγόριο Παπαμιχαὴλ (βλ. Ἰωάννου Καρμίρη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 353).
35. Βλ. Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς..., ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 29· Τοῦ αὐτοῦ, «Τὸ Μήνυμα τῆς Διδασκαλίας...», ἔνθ’ ἀνωτ.
36. Βλ. «Ἡ Φωνὴ τῆς Ὀρθοδοξίας», ἀρ.φ. 979 / Μάρτιος-Ἀπρίλιος 2014, σελ. 9-17.
Ἱερὰ Ἀκολουθία τῶν Ὀγδόης (Η’) καὶ Ἐνάτης (Θ’) Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων: ΕΔΩ