Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024
Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2024
ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ὀκτὼ ἡμέρες μετὰ τὴν Θεία Ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τῆς Περιτομῆς Αὐτοῦ, ὁπόταν καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα τὸ ὁποῖο Ἄγγελος Κυρίου διεμήνυσε στὸν Δίκαιο Ἰωσήφ· «Ἰησοῦς». Ποιό ἄλλο ὄνομα θὰ ταίριαζε καλύτερα σὲ Ἐκεῖνον ποὺ ἔγινε Ἄνθρωπος γιὰ νὰ «σώσει τὸν λαὸν Αὐτοῦ ἐκ τῶν ἀνομιῶν αὐτοῦ», γιὰ νὰ μᾶς σώσει ἀπὸ τὰ δόλια τεχνάσματα τοῦ πονηροῦ, γιὰ νὰ μᾶς σώσει ἀπὸ τὸν ἕως τότε παμφάγο Ἅδη; Κανένα ἄλλο. Καὶ αὐτό, διότι «Ἰησοῦς» σημαίνει «Σωτήρας».
Ἡ περιτομὴ τῆς ἀκροβυστίας ἀποτελοῦσε ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ δοσμένη στὸν Πατριάρχη Ἀβραάμ. Μέσῳ αὐτῆς, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραὰμ θὰ μετεῖχαν στὴν Θεία Διαθήκη καὶ δι’ αὐτῆς θὰ ξεχώριζε ὁ ἰουδαϊκὸς λαὸς ἀπὸ ἀλλοφύλους. Ἔτσι, ὁ Κύριός μας, ὡς ἀπόγονος -ἀνθρωπίνως- τοῦ Πατριάρχη Ἀβραάμ, καταδέχθηκε «σαρκὸς τὴν περιτομήν», ἀφενὸς γιὰ εἶναι ἀποδεκτὸς ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους ὅταν μετὰ τὴν Βάπτισή Του θὰ κήρυττε στὶς συναγωγές τους, ἀφετέρου γιὰ ἀποδείξει ὅτι δὲν ἦλθε νὰ καταλύσει τὸν Νόμο, ἀλλὰ νὰ τὸν ὁλοκληρώσει. Καὶ ἀφοῦ τὸν ὁλοκλήρωσε, τὸν μεταμόρφωσε.Ἔχοντας τὴν ἐξουσία ὡς Θεός, ἔδωσε ἕνα τέλος σὲ ὅσα στοιχεῖα τοῦ Νόμου δὲν ἦταν παρὰ σκιὲς καὶ τύποι ποὺ συμβόλιζαν κάτι ἀνώτερο, δίνοντας βαρύτητα ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο σὲ αὐτὸ τὸ ἀνώτερο. Στὴν περίπτωση τῆς περιτομῆς ποιό εἶναι αὐτό; Λέμε στὸ ἀπολυτίκιο: «καὶ νόμον ἐκπληρών, περιτομὴν θελήσει καταδέχῃ σαρκικήν, ὅπως παύσῃς τὰ σκιώδη καὶ περιέλῃς τὸ κάλυμμα τῶν παθῶν ἡμῶν». Δηλαδή: «ἐκπληρώνοντας τὸν νόμο, καταδέχεσαι μὲ τὴν θέλησή Σου τὴν περιτομὴ τῆς σάρκας, γιὰ νὰ δώσεις τέλος στὶς σκιὲς καὶ νὰ ἀφαιρέσεις τὸ κάλυμμα τῶν παθῶν μας». Γιὰ νὰ σωθοῦμε, αὐτὸ μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος νὰ κάνουμε: ὄχι νὰ ἀφαιρέσουμε κάποιο σημεῖο τοῦ σώματός μας, ἀλλὰ νὰ βγάλουμε ἀπὸ πάνω μας τὰ πάθη, τὶς ἁμαρτίες, τὶς κακὲς ἐπιθυμίες, τὰ ἐλαττώματα καὶ ὅσα μᾶς κρατοῦν σὲ ἀπόσταση ἀπὸ Ἐκεῖνον.
Πρῶτος τρόπος γιὰ νὰ καθαρισθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὶς ὅποιες ἁμαρτίες του καὶ νὰ ἀναλάβει τὸν ἀγώνα γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, εἶναι ἀσφαλῶς αὐτὸ ποὺ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔλαβε τὴν θέση τῆς περιτομῆς καὶ ἐπικράτησε ἐπ΄ αὐτῆς: τὸ Μυστήριο τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος.
Πολὺ σύντομα ἐντὸς τῆς ἑβδομάδας θὰ δοῦμε τὸν Πρόδρομο Ἰωάννη νὰ διδάσκει τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ ποὺ στὸ πρόσωπό του ἔβλεπαν τὸν Μεσσία, λέγοντας: «Δὲν εἶμαι ἐγώ ὁ Μεσσίας, ἀλλὰ ἔρχεται ὁ Ἰσχυρότερός μου. Ἐγὼ σᾶς βαπτίζω μὲ νερό μόνο. Ἐκεῖνος, ὅμως, θὰ σᾶς βαπτίσει με Ἅγιο Πνεῦμα καὶ φωτιά».
Τὸ νερὸ μέσα στὸ ὁποῖο βαπτίζεται ὁ κάθε νεοφώτιστος Χριστιανὸς εἶναι πλημμυρισμένο ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ αὐτὸ καὶ τὸ Βάπτισμα ἀξίως καὶ δικαίως ἐπικράτησε ἔναντι τῆς περιτομῆς. Μὲ τὴν τριπλὴ κατάδυση ἐντὸς τοῦ ἁγιασμένου ὕδατος, πεθαίνει ὁ παλαιός μας ἑαυτός, «συνθαπτόμαστε μὲ τὸν Χριστὸ εἰς τὸν θάνατον, ὥστε ὅπως ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, ἔτσι καὶ ἐμεῖς νὰ ἀναστηθοῦμε μαζί Του». Τὸ Ἅγιο Βάπτισμα δὲν ἀποτελεῖ ἕναν σκιώδη τύπο, ὅπως ἡ περιτομή, ἀλλὰ τὸ λουτρὸ τῆς πνευματικῆς μας παλιγγενεσίας, δίχως τὸ ὁποῖο δὲν ὑπάρχει σωτηρία κατὰ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου: «ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται· ὁ δὲ ἀπιστήσας, κατακριθήσεται».
Ὅταν βγαίνουμε ἀπὸ τὸ νερὸ τῆς Κολυμβήθρας, εἴμαστε πιὰ Ἅγιοι, καθὼς «ἐνδυθήκαμε τὸν Χριστό». Ἔχουμε ἀποβάλει τὶς ἁμαρτίες μας καὶ πορευόμαστε πρὸς τὴν αἰώνια ζωή, σύμφωνα μὲ τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄν, ὅμως, στὴν πορεία, ἁμαρτίες καὶ πάθη συγκεντρωθοῦν ξανὰ μέσα μας, τότε ὁ Θεὸς ὡς Πολυεύσπλαχνος μᾶς δίνει τὴν εὐκαιρία ξανὰ καὶ ξανὰ νὰ καθαριζόμαστε καὶ νὰ ἀφαιροῦμε τὰ ὅποια σφάλματά μας μὲ τὴν μετάνοια, μέσα ἀπὸ τὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως. Μέσα ἀπὸ τὸ στάδιο τῆς μετανοίας, ἐπιτυγχάνουμε τὴν ἀληθινὴ καὶ μόνη ἀρεστὴ στὸν Θεὸ περιτομή, τὴν περιτομὴ τῆς σκληροκαρδίας μας. Δὲν προσδοκοῦμε ἀπὸ μία τυπικὴ πράξη νὰ φέρει τὴν ἀλλαγή, ἀλλὰ προκαλοῦμε τὴν ἀλλαγὴ μὲ τὴν προσπάθειά μας καὶ μὲ τὴν συνέργεια τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Ὅλος ὁ κόσμος τὶς ἡμέρες αὐτὲς ἀνταλλάσσει εὐχὲς γιὰ καλὴ χρονιά. Αὐτὸ βέβαια εἶναι εὔλογο καὶ ἐπιθυμητὸ καὶ ὁπωσδήποτε μᾶς βρίσκει σύμφωνους, ὥστε καὶ ἐμεῖς μὲ χαρὰ νὰ εὐχόμαστε «καλὴ χρόνια». Μὴν πιστέψουμε ὅμως ὅτι τὸ νὰ προβοῦμε σὲ αὐτὴ τὴν τυπικὴ πράξη τοῦ νὰ εὐχηθοῦμε, ἀρκεῖ γιὰ νὰ ἀλλάξει τὰ πράγματα στὸ καλύτερο. Ὅλα τὰ πράγματα καὶ ἰδιαίτερα ἡ νέα χρονιά, θὰ ἀλλάξει πρὸς τὸ καλύτερο ἂν καταβάλουμε προσωπικὸ κόπο νὰ ἀλλάξουμε τοὺς ἑαυτούς μας πρὸς τὸ καλύτερο.
Δὲν μπορῶ νὰ κλείσω αὐτὸ τὸ μήνυμα δίχως νὰ ἀναφερθῶ καὶ στὸν σήμερα τιμώμενο Ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν Μέγα Βασίλειο, Ἀρχιεπίσκοπό Καισαρείας. Ὁ σπουδαῖος αὐτὸς Ἱεράρχης τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος πολὺ σωστὰ ἔχει χαρακτηρισθεῖ ὡς «τὸ λιοντάρι τοῦ Χριστοῦ», εἶναι ὁ ἐκ τῶν πλέον λαοφιλέστερων Ἁγίων, δεδομένου ὅτι εἶναι συνυφασμένος μὲ τὰ παραδοσιακὰ κάλαντα τῆς Πρωτοχρονιὰς ποὺ μάθαμε ἀπὸ παιδιά, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀγαπητὴ σὲ ὅλους μας παράδοση τῆς «Βασιλόπιτας». Κὶ ὅμως, ὁ Ἅγιος Βασίλειος τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἔχει «παρεξηγηθεῖ» ἀπὸ πολλούς, διότι χάριν της ἐμπορικότητος καὶ τῆς κατανάλωσης, παρουσιάζεται ἀπὸ τὰ μέσα ὡς ἕνας εὐτραφὴς καὶ ἀσπρογένης παπποὺς μὲ κόκκινα ροῦχα, ὁ ὁποῖος δίνει δῶρα τὰ Χριστούγεννα, ταξιδεύοντας μὲ ἕνα ἕλκυθρο. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔχει δημιουργήσει στὰ παιδιά μας μία διαστρεβλωμένη εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ὅπως γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία καὶ τὸν Συναξαριστή, ἦταν λεπτότατος ἐξαιτίας τῆς σκληρῆς ἀσκήσεως, μαυρογένης καθόσον κοιμήθηκε στὴν ἡλικία τῶν 49 ἐτῶν ἀπὸ βαριὰ ἀρρώστια, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἀγωνία του γιὰ τὴν διάσωση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἐπιγραμματικά, θὰ ἀναφέρω ὅτι ἦταν ἀπὸ τοὺς πιὸ μορφωμένους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, ὁ ὁποῖος ἐγκατέλειψε κάθε ἐπαγγελματικὴ προοπτικὴ γιὰ νὰ ἀσπαστεῖ τὴν Μοναχικὴ Πολιτεία. Διέπρεψε ὡς Μοναχὸς καὶ ἀξιώθηκε τῆς Ἀρχιερωσύνης, τὴν ὁποία διακόνησε μὲ καθαρὴ συνείδηση. Ὑπερμάχησε στὸν ἀγώνα κατὰ τοῦ ἀρειανισμοῦ καὶ ὑπέστη θλίψεις πολλές. Τὰ πολλὰ προβλήματα ποὺ ἔπρεπε νὰ ἀντιμετωπίσει δὲν τὸν ἐμπόδισαν νὰ ἀσκήσει τὴν φιλανθρωπία, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ διαθέσει ὅλη του τὴν περιουσία γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς Βασιλειάδας, ἑνὸς κέντρου μὲ σημαντικὰ εὐαγῆ ἱδρύματα. Ὑπῆρξε πολυγραφότατος καὶ ἕνα ἐκ τῶν ἔργων του εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία, τὴν ὁποία τελέσαμε σήμερα ἀλλὰ καὶ ἄλλες ἐννέα ἡμέρες τὸν χρόνο.
Ἕνας ἐπαρκὴς λόγος γιὰ τὸν Ἅγιο Βασίλειο θὰ χρειαζόταν πολλὲς ὥρες. Κάτι, ὅμως, ποὺ πιστεύω ὅτι ἀξίζει νὰ προστεθεῖ εἶναι μία ἀναφορὰ στὴν οἰκογένειά του, μία ἀπὸ τὶς πιὸ ἐπιτυχημένες οἰκογένειας στὴν παγκόσμια ἱστορία. Γονεῖς τοῦ ὑπῆρξαν οἱ Ἅγιοι Βασίλειος καὶ Ἐμμέλεια. Ἀδέρφια του, μεταξὺ ἄλλων, ὑπῆρξαν οἱ Ἅγιοι: Μακρίνα, Γρηγόριος, Πέτρος, Ναυκράτιος καὶ Θεοσέβεια. Οἱ γονεῖς τοῦ Ἁγίου μας εἶχαν πιάσει τὸ νόημα τῆς ζωῆς καὶ ἀγωνίσθηκαν νὰ ἀναθρέψουν Ἅγίους, πολίτες τῆς Οὐρανίου Βασιλείας, καὶ ὄχι ἀνθρώπους προσκολλημένους στὴν ματαιότητα τῆς ἐπίγειας ζωῆς.
Εἴθε ὁ σαρκὶ περιτμηθεὶς Χριστός, μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Βασιλείου, νὰ ἐνισχύει τὸν καθένα μας στὸν ἀγώνα του, νὰ φωτίζει τὰ νέα ζευγάρια ποὺ δημιουργοῦν οἰκογένεια καὶ νὰ προστατέψει τὸν εὐλογημένο θεσμὸ τῆς οἰκογένειας ποὺ τόσο ἔντονα βάλλεται στὶς ἡμέρες μας. Νὰ προσεύχεστε!
Ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος
Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2024
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΥΣΚΟΛΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ (Ἃγιος Βασίλειος ὁ Μέγας)
Αυτή η μεταφυσική διάσταση της επιστολής είναι για τους δύσκολους καιρούς, όπου αποθρασύνονται οι εχθροί της Πίστεως, η πνοή της αισιοδοξίας για την τελική νίκη της Αληθείας και για τη βράβευση των αγωνιστών της.
Σαν το Μακάριο και τον Ιωάννη της 18ης επιστολής του Μ. Βασιλείου πολλοί σήμερα αγωνίζονται, διώκονται και βασανίζονται· είναι αυτοί που έχουν τη χάρη να βαστάζουν μέσα στην ψυχή τους την υπόθεση του Χριστού και στη δική μας εποχή.
Και άλλοι μεν από αυτούς που κοπιάζουν για τους καρπούς της γης ή για άλλα γήινα αγαθά, έχασαν παντελώς τις ελπίδες τους και απόλαυσαν τα αγαθά που περίμεναν μονάχα με τη φαντασία τους· αλλά και άλλοι εις τους οποίους συνέβη να αποβούν τα αποτελέσματα κατά την επιθυμία τους, αναγκάσθηκαν και αυτοί να ελπίσουν και μια δεύτερη φορά, αφού η πρώτη τους ελπίδα γρήγορα έφυγε και μαράθηκε.
Μονάχα σ’ αυτούς που καταπονούνται χάριν της ευσεβείας δεν εξαφάνισε τις ελπίδες το ψεύδος, ούτε το αποτέλεσμα κατάστρεψε τους αγώνες και τα βραβεία τους, εφόσον αυτούς τους παραλαμβάνει μόνιμη και ασφαλής η βασιλεία των ουρανών.
Να μη σας ταράζει λοιπόν καμιά συκοφαντία, μήτε φοβέρα των κρατούντων να σας τρομάζει· ούτε και να σας λυπεί ειρωνεία και ύβρις των γνωστών σας ανθρώπων· ούτε κρίση δυσμενής από εκείνους, που προσποιούνται ότι σας νοιάζονται κρύβοντας τις δόλιες προθέσεις τους κάτω από συμβουλές· τίποτε να μη σας τρομάζει εφόσον μαζί σας συναγωνίζεται ο λόγος (το δόγμα) της αληθείας. Αντιμέτωπος όλων αυτών ας μάχεται ο ορθός λογισμός και ας παρακαλεί να του γίνει σύμμαχος ο Διδάσκαλος της ευσεβείας, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, χάριν του οποίου είναι γλυκύ πράγμα να πάσχει κανείς και το να πεθάνει είναι κέρδος.
* Κατά μιαν άλλη άποψη, τους καταδίωκαν οι Αρειανοί επί του αιρετικού Αυτοκράτορα Ουάλεντος (364-378 μ.Χ.)
Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2023
ΤΑ ΑΓΡΑΦΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (Μέγας Βασίλειος)
Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2022
ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΙ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ, «ΑΚΤΙΝΕΣ ΚΑΙ ΔΑΔΟΥΧΙΑΙ ΕΚ ΤΡΙΣΗΛΙΟΥ ΑΥΓΗΣ»
Εἶναι πολύ σημαντικό, ἕνας Ἅγιος να ἐγκωμιάζει ἄλλους Ἁγίους! Αὐτό τό βλέπουμε στήν περίπτωση τῶν Τριῶν Μεγάλων Πατέρων καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Εἰς αὐτούς τους ἀειλαμπεῖς φωστῆρας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἅγιος Φιλόθεος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, πλέκει τό ἐγκώμιο, ἀποδίδει τόν δίκαιο ἔπαινο καί καλεῖ ὅλους μας να ἐγκωμιάσουμε καί νά τιμήσουμε, ὡς μαθηταί αὐτῶν, ὡς τέκνα τέτοιων μεγάλων Πατέρων:«Τούς διδασκάλους ἡμῶν ἐπαινέσωμεν∙ τούς πατέρας οἱ παῖδες κατά χρέος τιμήσωμεν. Τούς τρεῖς φιλοσόφους καί σοφούς τῆς Ἐκκλησίας ρήτορας, τά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, οἱ προσκυνηταί τῆς μεγάλης Τριάδος, κατά δύναμιν εὐφημήσωμεν. Τούς λόγους τοῖς ὄντως λογίοις, καί λόγον ὁμοῦ πνεύσασι τόν τε θεῖον ἅμα καί τόν ἀνθρώπινον, οἱ τούτων ἀκροαταί καί μύσται δῶρον προσάξωμεν».1
Τήν 30η τοῦ μηνός Ἰανουαρίου, κατά τήν ὁποῖα ἑορτάζουν πλεῖστοι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τιμᾶται ἡ «παμφαής τριάς τῶν σοφοτάτων Διδασκάλων» καί ἑορτάζονται γηθοσύνως τά «πυξία τοῦ Πνεύματος» κατά τήν Ὑμνολογία, οἱ τρεῖς Γίγαντες τοῦ πνεύματος,Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὀρθά εἰπώθηκε ὅτι ἡ μνήμη τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἔρχεται νά συμβολίσει μεταφορικά τήν Ἁγία Τριάδα καί τόν ρόλο τῶν τριῶν Πατέρων στή διαμόρφωση τοῦ τριαδικοῦ δόγματος καί νά ὑποδηλώσει τά ὅρια προσέγγισης τοῦ ἐλληνικοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμού. Εἶναι μία ἑορτή, πού καθιερώθηκε τόν 11ο αἰῶνα, ὅπως γνωρίζουν ὅσοι μελετοῦν, ἀπό τόν ἐπίσκοπο Εὐχαΐτων Ἰωάννη τόν Μαυρόποδα.
Ἡ καθιέρωση ὡς ἑορτή τῶν τριῶν ἐπιφανῶν Θεολόγων τῆς Ὀρθοδοξίας τήν ἴδια ἡμέρα, κατά τήν Συναξαριακή Παράδοση, ἔχει τήν ἀφορμή ἀπό τό γεγονός τῆς διαφωνίας κάποιων περί τῆς ὑπεροχῆς ἑνός ἐκ τῶν Τριῶν Πατέρων στήν ἀρετή, ἀφοῦ ἄλλοι ὑποστήριζαν ὡς πρῶτο και ἀνώτερο ὅλων τόν Μ. Βασίλειο, ἄλλοι τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί ἄλλοι τόν Ἰωάννη τον Χρυσόστομο. Οἱ ἄνθρωποι εἶχαν χωριστεῖ σέ τρία στρατόπεδα καί εἶχαν λάβει ὀνομασίες χαρακτηριστικές τῆς ὑποστηρίξεως κάθε ἑνός ἐκ τῶν τριῶν Πατέρων. «Στάσις γέγονε παρά τῶν ἐλλογίμων καί ἐναρέτων ἀνδρῶν…ὡς συμβαίνει διαιρεθῆναι τά πλήθη, καί, τούς μέν Ἰωαννίτας λέγεσθαι, τούς δέ Γρηγορίτας, Βασιλείτας δέ τούς λοιπούς».
Ὁ σοφός ἐπίσκοπος Ἰωάννης Μαυρόπους, τό ἔτος 1054, βλέποντας ὅτι καί οἱ τρεῖς Πατέρες ἑορτάζουν μέσα στόν Ἰανουάριο, καθιέρωσε κοινή ἑορτή καί τῶν τριῶν κατά τήν 30η τοῦ αὐτοῦ μηνός. Μάλιστα δέ ὁ ἴδιος φιλάγιος καί φιλάρετος ἐπίσκοπος, συνέθεσε ὕμνους καί ἠδύμολπα τροπάρια στή μνήμη τῶν τριῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν και Κανόνα στον Ὄρθρο τῆς ἑορτῆς μέ ἀκροστιχίδα: «Τρισήλιον Φῶς, τρεῖς ἀνῆψεν ἡλίους». Ὑπῆρξαν ὄντως ἥλιοι πνευματικοί, «τοῦ ἐπιγείου στερεώματος Ἥλιος∙ ἀκτῖνες καὶ δᾳδουχίαι, ἐκ τρισηλίου αὐγῆς, τῶν ἐσκοτισμένων ἡ ἀνάβλεψις, ἀκτῖνες καί δαδουχίαι, ἐκ τρισηλίου αὐγῆς», ὅπως λυρικότατα τούς ἀποκαλεῖ ψάλλοντας τή μνήμη τους ἡ Ἐκκλησία!
Τί σημαίνουν τά λόγια αὐτά; Ὅτι οἱ Ἅγιοι αὐτοί ὑπῆρξαν, μία ἀντανάκλαση τῆς τρισηλίου Τριάδος στή γῆ, φῶτα ἐκ Φωτός. Οἱ τρεῖς φωστῆρες, φῶτα ἐν κόσμω, λαμπτήρες νοητοί καί δαδοῦχοι τῆς προσκυνητῆς Τριάδος. Ὅπως ἡ Τριάς εἶναι Φῶς καί φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ἐπί γῆς, ἔτσι καί οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες φωταγωγοῦν κάθε πιστό ὁ ὁποῖος σ᾿ αὐτούς προσπίπτει. Σάν νοητός ἥλιος ἡ ἐπίγειος Τριάς περιαυγάζει μέ τίς ἀκτῖνες της ἀκόμη καί τά πιό μεγάλα σκοτάδια τοῦ κόσμου. Ἀναδίδει εὐλογία σέ ὅσους, παρότι ἔχουν τήν σωματική ὅραση, ἔχουν χάσει τήν ὅραση τοῦ Θεοῦ στό κάτοπτρο τῆς ψυχῆς τους…
Ὁ βίος τῶν Τριῶν ἁγιωτάτων Πατέρων, καθαρότατος! Τό ποιμαντικό, πνευματικό καί κοινωνικό τους ἔργο, ἀπαράμιλλο! Ἡ παιδεία τους, λαμπρά καί λιπαρή! Ἡ διδασκαλία τους, θεοφώτιστη, μαρτυροῦσα τό πλεόνασμα τῆς ἐν Χριστῷ ἐμπειρίας τους! Οἱ ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγῶνες τους μεγάλοι καί ὄντως ἀπροσμέτρητοι! Τό φρόνημά τους ἔναντι τῶν αἱρετικῶν ἀλλά καί τῶν ποικιλωνύμων ἀδίκων καί διωκτῶν, χαλίβδυνο καί ἀδαμάντινο! Ὁ λόγος τους, ὁ γραπτός καί ὁ προφορικός, ὑψηλός, ἁγιοπνευματικός, διδακτικός, διαχρονικός, καλλιεπέστατος, διεισδυτικός καί πύρινος!
Οἱ τρισόλβιοι αὐτοί Πατέρες, δέν ἔλαβαν τά χαρίσματα τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί τίς θεῖες μαρμαρυγές χωρίς ἀγῶνα καί κόπο! Ὄχι ἁπλῶς κοπίασαν γιά τήν ἀπόκτηση τῆς γνώσεως καί τῆς ἀρετῆς, ἀλλά «ἔδωσαν αἶμα καί ἔλαβον πνεῦμα» κατά τό Πατερικόν… Ἔζησαν τήν κατά Θεόν ζωή καί τήν μοναχική πολιτεία διά πόνων ἀσκήσεως καί ἑνώθηκαν κατά Χάριν μέ τόν μόνο Θεό! Αὐτόν εἶδαν ὡς Φῶς ἀληθινό καί Προαιώνιο νά καταυγάζει τήν ὕπαρξή τους, ἀφοῦ μετεῖχαν στήν Ἄκτιστη Δόξα Του καί ὅπως χαρακτηριστικά λέγει σέ ἕνα ἐγκώμιό του ὁ Ν. Καβάσιλας, «τῆς ἐκεῖθεν ἔμπλεοι κατέστησαν αἴγλης, ἄνθρακες τινές κατά τόν ψαλμωδόν ἀναφθέντες καί φῶτα τέλεια, τελείου φωτός γεννήματα»…
Νά σημειώσουμε στήν παροῦσα ταπεινή ἀναφορά, μιά λεπτομέρεια ἄγνωστη στούς πολλούς, ὅτι, ὅπως γράφει ὁ ἱστορικός Β. Στεφανίδης, στή διεθνή θεολογία εἶναι γνωστή ἡ τριάδα τῶν Μεγάλων Καππαδοκῶν Πατέρων, δηλαδή ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ ἀδελφός του Γρηγόριος ὁ Νύσσης καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἀργότερα, ἡ Ἐλληνική Ἐκκλησία, ἀφήρεσε τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Νύσσης μέσα ἀπό τήν τριάδα τῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν καί πρόσθεσε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.2
Ἄς ἐκζητοῦμε θερμῶς τίς πρεσβείες τῶν μεγάλων τούτων κολοσσῶν τῆς πίστεως, ὅλοι, κληρικοί και λαϊκοί. Ἄς τιμοῦμε πάντοτε τή μνήμη τῶν Ἁγίων αὐτῶν, οἱ ὁποίοι εἶναι ἐκτός τῶν ἄλλων καί οἱ προστάτες τῆς παιδείας μας. Καί ὅσοι ἐπιδιώκουμε νά ψηλαφήσουμε τίς ὁδούς τῆς βαθυτέρας γνώσεως καί νά προσεγγίσουμε τήν ἐνδοτέρα χώρα τῆς σοφίας, αὐτούς τούς ἀρίστους παιδαγωγούς, τούς λαμπρούς ὁδοδεῖκτες καί πάντοτε ἐπίκαιρους Διδασκάλους ἄς ἔχουμε ὡς ὁδηγούς!
Καί ὅπως ἡ ἱερά Ὑμνολογία (Κανόνες τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν) μᾶς προτρέπει, «τοὺς τῶν θείων πραγμάτων, καὶ τῶν ἀνθρωπίνων σοφοὺς ἐπιστήμονας, τὰς τῶν ὄντων φύσεις, φιλαλήθως ἡμῖν σαφηνίσαντας, καὶ τὸν τούτων Κτίστην, πᾶσι γνωρίσαντας ὡς θέμις, εὐχαρίστοις φωναῖς ἀμειψώμεθα».
1 Λόγος ἐγκωμιαστικός, Ἁγίου Φιλοθέου, Πατριάρχου Κων/πόλεως τοῦ Κοκκίνου, Εἰς τούς τρεῖς Ἱεράρχας, MPG. 154, 767 Α.
2 Βλ. Β. Στεφανίδου Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, σελ. 463
Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2021
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ' ΛΟΥΚΑ: Εὐαγγέλιο - Λόγοι περί ἀκτημοσύνης καί μοναχικῆς ἀποταγῆς (Μέγας Βασίλειος καί Μέγας Ἀθανάσιος)
Όταν ο Ιησούς τον είδε πολύ στενοχωρημένο, είπε: «Πόσο δύσκολα αυτοί που έχουν τα χρήματα θα μπουν στη βασιλεία του Θεού! Είναι ευκολότερο να περάσει καμήλα μέσα από βελονότρυπα, παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού». Όσοι τον άκουσαν είπαν: “Τότε ποιος μπορεί να σωθεί;» Κι εκείνος τους απάντησε: «Αυτά που για τους ανθρώπους είναι αδύνατα, για το Θεό είναι δυνατά».
Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2021
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ' ΛΟΥΚΑ : Εὐαγγέλιο - Ἡ παραβολή τοῦ ἄφρονα πλούσιου (Ὁμιλία Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου)
Ομιλία Βασιλείου του Μεγάλου, στο χωρίο του Ευαγγελίου
"Καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω" (Λουκά 12, 18)
και για την πλεονεξία, σε νεοελληνική απόδοση
Παράδειγμα για το πρώτο είδος των πειρασμών είναι ο μέγας Ιώβ. Αυτός ο ακαταμάχητος αθλητής, σήκωσε με ακατάβλητο ψυχικό σθένος και ακλόνητη γενναιότητα καρδιάς όλη τη χειμαρρώδη διαβολική επιθετικότητα και βία εναντίον του, και αναδείχθηκε τόσο ανώτερος από τους πειρασμούς, όσο ήταν μεγάλα και ανυπέρβλητα τα παλαίσματα που του παρουσίασε ο εχθρός.
Παραδείγματα τώρα για τους πειρασμούς, που προέρχονται από την ευημερία, υπάρχουν πολλά. Ένα απ' αυτά είναι και ο άφρονας πλούσιος της παραβολής του Ευαγγελίου που μόλις τώρα αναγνώσαμε.
Ο πλούσιος αυτός, ενώ είχε πολλά πλούτη στα χέρια του, επιθυμούσε να αποκτήσει περισσότερα. Και ο φιλάνθρωπος Θεός δεν τον καταδίκασε από την αρχή για την αγνώμονα συμπεριφορά του, αλλά πάντοτε στον υπάρχοντα πλούτο του πρόσθετε και άλλον, μήπως τυχόν κάποτε επερχόταν κόρος στην ψυχή του και οδηγείτο στην ημερότητα και στην ανθρωπιά.
Ας δούμε όμως τι μας λέει το χωρίο αυτό: «Ενός ανθρώπου πλούσιου τα χωράφια είχαν μεγάλη σοδειά. Και αυτός έπεσε τότε σε αγχώδη συλλογή και έλεγε: Τί να κάνω; Πού να συγκεντρώσω και να αποθηκεύσω τα εισοδήματά μου;». Και, ύστερα από μεγάλο ταλανισμό και συλλογή, είπε: «Αυτό θα κάνω: Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα κτίσω μεγαλύτερες και εκεί θα συγκεντρώσω όλα τα γεννήματα και τα αγαθά μου».
Γιατί όμως να έχουν τόση μεγάλη σοδειά τα χωράφια ενός ανθρώπου που δεν επρόκειτο να κάνει κανένα καλό από τα αγαθά που θα μάζευε;
Αυτό έγινε, για να φανεί καθαρότερα η μακροθυμία του Θεού και να γίνει ξεκάθαρο μέχρι ποιο σημείο εκτείνεται η αγαθότητά Του. Διότι ο Κύριος «βρέχει και για τους δίκαιους και για τους άδικους και ανατέλλει τον ζωογόνο ήλιο Του και για τους πονηρούς και για τους αγαθούς».
Η αγαθότητα όμως αυτή του Θεού επισωρεύει μεγαλύτερη κόλαση για τους πονηρούς. Τί έκανε ο Θεός στην περίπτωση του άφρονα πλούσιου; Εριξε τις βροχές στη γη που καλλιέργησαν τα χέρια του πλεονέκτη. Εδωσε τον ήλιο, για να βλαστήσουν οι σπόροι και να πολλαπλασιαστούν οι καρποί με την ευφορία.
Όλα λοιπόν όσα προέρχονται από τον Θεό είναι πάρα πολύ καλά. Διότι ο Θεός προσφέρει κατάλληλη γη, εύκρατες καταστάσεις αέρων, άφθονα σπέρματα, τη συνεργία των βοδιών για το όργωμα των χωραφιών και όλα τα άλλα, τα οποία συντελούν στο να ακμάζει η γεωργία.
Τί στάση κράτησε όμως ο πλούσιος αυτός άνθρωπος απέναντι σ' όλα αυτά; Μεμψιμοιρία, μισανθρωπία, ανελεημοσύνη, άρνηση κάθε προσφοράς προς τον συνάνθρωπο. Αυτά αντιπαρέθεσε προς εκείνα που του παραχώρησε ο Ευεργέτης του. Δεν σκέφτηκε ότι θά 'τανε καλό να διαμοιράσει το πλεόνασμα στους φτωχούς αδελφούς του. Δεν λογάριασε καθόλου την εντολή που λέει: «Μην αρνηθείς να βοηθήσεις τον φτωχό»· και «το έλεος και η καλή διάθεση προς τους ενδεείς, ας μη σε εγκαταλείπουν». Επίσης λησμόνησε την προτροπή που λέει: «Να μοιράζεις το ψωμί σου μ' αυτόν που πεινάει».
Ετσι, αν και όλοι οι Προφήτες και οι διδάσκαλοι το διαλαλούν, όμως δεν εισακούονταν από τον Πλούσιο. Αλλά, ενώ οι αποθήκες έσπαζαν από τα αποθηκευμένα αγαθά, η άπληστη καρδιά του δεν χόρταινε. Διότι, με το να προσθέτει πάντοτε τα νέα εισοδήματα στα παλαιά και με το να αυξάνει με τις ετήσιες συγκομιδές τον πλούτο του, έφθασε στο αδιέξοδο και έπεσε σε άγχος και αμηχανία. Η πλεονεξία δηλαδή δεν του επέτρεπε να θυσιάσει κάτι από τα παλαιά εισοδήματα και έτσι δεν είχε πια τη δυνατότητα να διευθετήσει τα νέα, λόγω του μεγάλου πληθωρισμού και της παραγωγής. Γι' αυτό τα σχέδιά του ήταν ανεφάρμοστα και οι φροντίδες ανυπέρβλητες.
«Τί να κάνω;». Ποιός δεν θα ελεούσε αυτόν τον ταλαίπωρο, που είχε πέσει σε τέτοια μέριμνα και σκλαβιά; Δύστυχος και ταλαίπωρος μπροστά στη μεγάλη σοδειά. Ελεεινός μπροστά στα αγαθά του παρόντος κόσμου. Ακόμη πιο ελεεινός όμως μπροστά στα προσδοκώμενα.
Η γη δεν αποδίδει για τον πλούσιο εισοδήματα. Αναβλαστάνει γι' αυτόν στεναγμούς. Δεν του συγκεντρώνει ευφορία καρπών, αλλά μέριμνες, στενοχώριες και φοβερό άγχος. Θρηνεί και οδύρεται παρόμοια μ' αυτούς που είναι φτωχοί.
Μήπως και αυτός που πιέζεται από τη φτώχεια δεν βγάζει απ' την καρδιά του την ίδια κραυγή; «Τί να κάνω; Πού να βρω τροφές; Πού να βρω ενδύματα;».
Τα ίδια λέει και ο πλούσιος. Οδύνη έχει στην καρδιά του. Τον κατατρώει η μέριμνα. Αυτό που ευφραίνει τους άλλους, αυτό λιώνει τον πλεονέκτη. Διότι δεν χαίρεται που το σπίτι του είναι γεμάτο απ' όλα, αλλά κεντά την ψυχή του ο πλούτος που ξεχειλίζει και ξεχύνεται άφθονος. Η έννοια του είναι τι θα τα κάνει όλα αυτά τα αγαθά. Ο τρόμος του είναι μήπως, καθώς ξεχειλίζει ο πλούτος του, χυθεί προς τους έξω και γίνει αφορμή να ελεηθεί κάποιος φτωχός.
2. Στ' αλήθεια, μου φαίνεται πως το πάθος του μοιάζει με το πάθος των γαστριμάργων, που προτιμούν να σκάσουν καλύτερα, παρά να δώσουν κάτι από όσα τους περισσεύουν στους φτωχούς.
Άνθρωπε, έλα στον εαυτό σου και σκέψου Εκείνον που σου χορηγεί όλα αυτά τα αγαθά. Σκέψου ποιος είσαι. Αναλογίσου σε πόσα πράγματα σε κατέστησε οικονόμο ο Θεός. Από Ποιόν τα έλαβες. Γιατί προτίμησε εσένα μέσα σε τόσους ανθρώπους. Είσαι υπηρέτης αγαθού και φιλάνθρωπου Θεού. Είσαι οικονόμος των συνανθρώπων σου. Μη θεωρείς ότι όλα αυτά δόθηκαν για τη δική σου γαστέρα. Γι' αυτά που κρατάς στα χέρια σου, να σκέπτεσαι σαν να είναι ξένα. Σε ευφραίνουν για λίγο χρόνο, έπειτα διαλύονται και χάνονται. Γι' αυτά όλα όμως θα σου ζητηθεί λόγος με πολύ μεγάλη ακρίβεια. Παραταύτα, εσύ όλα αυτά τα έχεις αμπαρώσει με θύρες και κλειδαριές. Τα ασφάλισες καλά και επαγρυπνείς και μεριμνάς και φροντίζεις και σκέπτεσαι, έχοντας ως ασύνετο σύμβουλο τον εαυτό σου· «τί θα κάνω;».
Ήταν πολύ εύκολο να απαντήσει ο πλεονέκτης αυτός πλούσιος στον εαυτό του και να του πει: Θα χορτάσω τις ψυχές αυτών που πεινούν. Θα ανοίξω τις αποθήκες και θα προσκαλέσω όλους τους φτωχούς. Θα μιμηθώ τον Ιωσήφ στη φιλανθρωπία. Θα κάνω γενναιόδωρες προτάσεις στους αναγκεμένους: «Όσοι δεν έχετε ψωμί και πεινάτε, ελάτε σε μένα. Ο καθένας να πάρει από την άφθονη δωρεά που μου παραχώρησε ο Θεός· σαν από κοινή πηγή, να πάρει όσο του χρειάζεται και του είναι αρκετό».
Αλλά εσύ, πλεονέκτη πλούσιε, δεν είσαι τέτοιος. Που να τα βρεις εσύ αυτά τα λόγια; Εσύ φθονείς τους ανθρώπους, αν τους δεις κάτι να απολαμβάνουν. Εσύ σκέφτεσαι πονηρά στο βάθος της ψυχής σου και φροντίζεις, όχι πως θα δώσεις στους άλλους τα αναγκαία, αλλά πως θα τα αποθηκεύσεις και θα τα στερήσεις απ' αυτούς.
Βρίσκονταν μπροστά του αυτοί που θα έπαιρναν την ψυχή του και αυτός συζητούσε με τον εαυτό του για τα υλικά αγαθά. Τη νύκτα αυτή θα παραλάμβαναν την ψυχή του και αυτός είχε την ψευδαίσθηση πως θα ζήσει πολλά χρόνια και θα απολαμβάνει. Του δόθηκε χρόνος να σκεφθεί το καθετί και να δεχθεί την απόφαση που άξιζε στην προαίρεσή του.
3. Αυτό να μην το κάνεις εσύ, αδελφέ. Γι' αυτό το λόγο το αναφέρει η Αγία Γραφή, για να αποφύγουμε να μοιάσουμε στον άφρονα Πλούσιο. Να μιμηθείς τη γη, αγαπητέ μου. Να καρποφορήσεις όπως εκείνη. Να μη φανείς κατώτερος από την άψυχη γη.
Η γη εκτρέφει τους καρπούς της, όχι για τη δική της απόλαυση, αλλά για τη δική σου εξυπηρέτηση. Εσύ όμως, αν κάνεις κάποιο καλό έργο, αν δείξεις αγάπη σ' αυτόν που έχει ανάγκη, η Χάρη δεν θα δοθεί σε κάποιον άλλον, αλλά εσένα θα επισκιάσει. Διότι πρέπει να ξέρεις ότι, για κάθε φιλόστοργη και ελεήμονα κίνησή μας προς τον πλησίον μας, λαμβάνουμε Χάρη, λόγω του ότι ανοιγόμαστε προς τον αδελφό και του δείχνουμε αγάπη. Δίνεις λ. χ. σ' αυτόν που πεινά. Εσύ κερδίζεις μ' αυτό που δίνεις, διότι παίρνεις πολλή Χάρη. Είναι όπως ο σπόρος του σιταριού που, όταν πέσει στη γη, πολλαπλασιάζεται και γίνεται πηγή πλουτισμού για τον σπορέα. Ετσι και το ψωμί που δόθηκε στον φτωχό, φέρνει εκ των υστέρων πλούσια την ωφέλεια σ' αυτόν που το πρόσφερε, στον ελεήμονα. Ας είναι λοιπόν για σένα η συγκομιδή της γεωργικής σου εργασίας, αρχή της επουράνιας σποράς. Διότι και η Γραφή λέει: «Σπείρετε για τον εαυτό σας δικαιοσύνη».
Γιατί λοιπόν αδημονείς και άγχεσαι; Γιατί πιέζεις και τσακίζεις τον εαυτό σου, προσπαθώντας να περικλείσεις τον πλούτο σου με πηλό και πλίνθους; «Είναι προτιμότερο το καλό όνομα από τα μεγάλα πλούτη».
Αν όμως θαυμάζεις και καμαρώνεις για τα χρήματα, επειδή λαμβάνεις τιμές απ' αυτά, σκέψου πόσο μεγαλύτερη δόξα σου επιφέρει το να ονομάζεσαι πατέρας μύριων παιδιών, παρά να έχεις στο βαλάντιό σου μύριους στατήρες. Τα χρήματα βέβαια, και χωρίς να το θέλεις, θα τα αφήσεις εδώ, σ' αυτή τη γη, την υπόληψη όμως για τα καλά σου έργα, θα την αποκομίσεις στον Δεσπότη, όταν ολόκληρος λαός θα σταθεί μπροστά στον κοινό Κριτή και θα σε ονομάσει τροφέα του, ευεργέτη και φιλάνθρωπο.
Δεν βλέπεις μέσα στα θέατρα, αυτούς που δωρίζουν τον πλούτο τους στους αθλητές, στους ηθοποιούς, στους πυγμάχους, στους θηριομάχους, — ανθρώπους που πολλές φορές πονάει κανείς και μόνο που τους βλέπει για το κατάντημά τους— πώς το κάνουν για μια στιγμιαία τιμή, επειδή τους ζητοκραυγάζει και τους χειροκροτεί ο λαός; Και συ που πρόκειται να απολαύσεις τόσο μεγάλη δόξα, είσαι τόσο μικροπρεπής και σφιχτός στο να προσφέρεις κάτι από τα αγαθά σου;
Ο Θεός είναι αυτός που αποδέχεται τις προσφορές σου. Άγγελοι είναι αυτοί που θα σε επευφημούν. Όλοι οι άνθρωποι, από κτίσεως κόσμου, θα σε μακαρίζουν. Δόξα αιώνια, στεφάνι δικαιοσύνης, ουράνια Βασιλεία θα είναι τα έπαθλα της καλής διαχειρίσεως των υλικών και φθαρτών τούτων πραγμάτων. Αλλά εσύ για κανένα απ' αυτά δεν φροντίζεις. Σε έχει απορροφήσει η φροντίδα για τα παρόντα και περιφρονείς τα ουράνια αγαθά, τα οποία ελπίζουμε ότι θα λάβουμε.
Ελα λοιπόν, άρχισε να διαθέτεις κάποια από τα πολλά σου αγαθά, όπου υπάρχει ανάγκη. Γίνε φιλότιμος και ανοικτός προς όσους τα χρειάζονται. Ας πούνε και για σένα: «Σκόρπισε ελεύθερα, έδωσε στους αναγκεμένους, η αρετή του θα μείνει αξέχαστη στους αιώνες».
Πρόσεχε, να μην είσαι πολυδάπανος και να μη βγάζεις συνεχώς καινούργιες ανάγκες. Να μην περιμένεις να πέσει έλλειψη σιταριού, για να ανοίξεις τις αποθήκες σου και να το πουλήσεις πανάκριβα. Διότι «αυτός που υπερτιμά το σιτάρι, είναι λαοκατάρατος». Μην περιμένεις να έλθει πείνα, για να κερδίσεις εσύ χρυσάφι. Ούτε να χαίρεσαι για τη φτώχεια που πέφτει στο λαό, επειδή γίνεται αφορμή, για να πλουτίσεις εσύ. Μη γίνεσαι έμπορος των ανθρώπινων συμφορών. Μην εκμεταλλευθείς τον καιρό που ο Θεός παιδαγωγεί τον κόσμο με τη στέρηση των αγαθών, για να αποκτήσεις χρηματική περιουσία. Μην ερεθίζεις τα τραύματα αυτών που χτυπήθηκαν από τις δυσκολίες της ζωής, με το μαστίγιο της συμφοράς.
Αλλά εσύ αποβλέπεις στο χρήμα, δεν σε ενδιαφέρει ο αδελφός. Ξέρεις να διακρίνεις τα νομίσματα και το χαρακτηριστικό τους χάραγμα, που τα κάνουν να ξεχωρίζουν από τα κάλπικα, αλλά όμως δεν μπορείς να διακρίνεις καθόλου και να εντοπίσεις τον αδελφό σου που βρίσκεται μέσα στις συμφορές.
4. Και η στιλπνάδα του χρυσού σε υπερευχαριστεί, δεν σκέπτεσαι όμως ούτε λογαριάζεις πόσο μεγάλος είναι ο στεναγμός του φτωχού που σε κατατρέχει. Πώς να σου δώσω να καταλάβεις τα βάσανα του φτωχού;
Ο φτωχός που δεν έχει τίποτα, ψάχνει γύρω, παρατηρεί τα πράγματα του σπιτιού του.
Βλέπει ότι ούτε χρυσός υπάρχει στο σπίτι του, ούτε πρόκειται να υπάρξει ποτέ. Η οικοσκευή του και τα ρούχα του είναι τέτοια, που όλα-όλα αξίζουν λίγους οβολούς. Τί να κάνει; Πού να βρει κάτι για να ζήσει; Στρέφει το βλέμμα του στα παιδιά του. Σκέπτεται να τα οδηγήσει στην αγορά, για να τα πουλήσει! Ισως έτσι να βρει κάποια παρηγοριά από τον βέβαιο θάνατο (*).
Αν όμως πάλι, λόγω της απέραντης φτώχειας μου, δω όλα μου τα παιδιά να πεθαίνουν από την πείνα; Αλλά, κι αν πουλήσω το ένα, με τί μάτια θα αντικρύσω τα υπόλοιπα; Στα μάτια τους και στην ψυχή τους θα έχω γίνει ύποπτος και δεν θα μου έχουν πια εμπιστοσύνη. Μα, κι αν τα πουλήσω όλα, πώς θα γυρίσω να μείνω στο σπίτι μου άτεκνος; Πώς θα καθίσω να φάω στο τραπέζι, το οποίο θα έχει όλα τα αγαθά, αλλά αυτά θα έχουν αντίκρυσμα τα παιδιά μου που τα πούλησα;
Και αυτός ο πατέρας έρχεται σε σένα, μετά απ' όλη αυτή την ψυχική ταλαιπωρία, να πουλήσει, με πολλά δάκρυα, το πιο αγαπητό από τα παιδιά του. Κι εσύ, πλεονέκτη πλούσιε , δεν λυγίζεις από τη συμφορά του ανθρώπου αυτού! Δεν σκέφτεσαι καθόλου πόσο αδύνατη είναι η ανθρώπινη φύση. Η πείνα συνθλίβει τον ταλαίπωρο αυτόν άνθρωπο και συ αναβάλλεις και ειρωνεύεσαι και του μεγαλώνεις τη συμφορά. Αυτός δίνει το σπλάγχνο του ως τίμημα, για να αποκτήσει λίγη τροφή, και το δικό σου χέρι, όχι μόνο δεν μένει ξερό που δέχεται τέτοιου είδους κέρδη, αλλά αγωνίζεσαι για το πλεόνασμα και φιλονικείς και παζαρεύεις πως θα λάβεις περισσότερα, για να δώσεις λιγότερα, επιβαρύνοντας με κάθε τρόπο αυτόν τον δύστυχο. Δεν σε μαλακώνουν ούτε τα πατρικά δάκρυα, ούτε οι αναστεναγμοί της καρδιάς, αλλά παραμένεις άκαμπτος και αλύγιστος. Το καθετί το βλέπεις ως χρυσό και παντού χρυσό φαντάζεσαι. Ο χρυσός σου έχει γίνει όνειρο όταν κοιμάσαι· και όταν είσαι ξύπνιος, αυτή είναι η έγνοια σου. Όπως δηλαδή, όσοι έχουν κυριευθεί από κάποιο πάθος, δεν βλέπουν τα πράγματα, αλλά φαντάζονται αυτά που τους υπαγορεύει το πάθος, έτσι κι εσένα η ψυχή σου έχει καταληφθεί από τη φιλοχρηματία και παντού χρυσό και ασήμι βλέπει. Στ' αλήθεια, με περισσότερη ευχαρίστηση θα έβλεπες τον χρυσό παρά τον ήλιο. Εύχεσαι όλα να μεταβληθούν και να γίνουν χρυσός και όσο μπορείς το επινοείς, με κάθε τρόπο θεμιτό και αθέμιτο.
5. Τί δεν μηχανεύεσαι, στ' αλήθεια, για να αποκτήσεις χρυσάφι; Το σιτάρι σου γίνεται χρυσός. Το κρασί μετατρέπεται σε χρυσό. Το μαλλί των προβάτων σου δίνει χρυσό. Κάθε εμπορική δουλειά, κάθε εφεύρεση σου επιδαψιλεύει χρυσό. Ο ίδιος ο χρυσός σου γεννάει χρυσό, με το να πολλαπλασιάζεται με τα δανείσματα και τους τόκους που επιβάλλεις. Παραταύτα, δεν επέρχεται σε σένα κορεσμός και η επιθυμία σου δεν έχει τέλος.
Στα λαίμαργα παιδιά, πολλές φορές, απλόχερα τους δίνουμε ό,τι ζητούν και τους επιτρέπουμε να παραχορτάσουν με όσα εκείνα ορέγονται, ώστε με τον υπερβολικό κορεσμό να τα βοηθήσουμε να αποστραφούν και να σιχαθούν εκείνο που επιθυμούν. Στον πλεονέκτη δεν συμβαίνει το ίδιο. Αλλά όσο πιο πολλά έχει, τόσο περισσότερα επιθυμεί.
«Αν ο πλούτος ρέει και αυξάνει, μην αφήνετε την καρδιά σας να προσκολληθεί σ' αυτόν», λέει ο Ψαλμωδός. Εσύ όμως, πλούσιε πλεονέκτη, κατέχεις τον πλούτο που συνεχώς αυξάνει, και βάζεις αμπάρες και κλείνεις τις πόρτες και δεν δίνεις πουθενά τίποτε.
Αλλά με το να τον κρατά ο πλούσιος τον πλούτο και να τον αφήνει να λιμνάζει, δες τι του δημιουργεί. Ξεχειλίζει η συγκομιδή, σπάει τα εμπόδια και, πρόσεξε να δεις τη συνέχεια. Παρακολούθησε τι θα του δημιουργήσει, με το να αμπαρώνει τα αγαθά και να τα αφήνει να αυξάνουν και να λιμνάζουν, παραμένοντας στάσιμα. Θα γίνουν αιτία να γκρεμιστούν οι αποθήκες του, να διαρραγούν τα ταμεία του, σαν να μπήκε κάποιος κλέφτης και εχθρός και να τα αφάνισε.
Θα μου πεις όμως ότι θα κτίσει ο πλούσιος μεγαλύτερες αποθήκες και θα τα αποθηκεύσει. Αυτό δεν είναι σίγουρο. Φοβάμαι μήπως τις παραδώσει γκρεμισμένες στον κληρονόμο του. Διότι πολύ πιο γρήγορα θα πεθάνει αυτός, παρά θα κτισθούν οι αποθήκες, σύμφωνα με τις απαιτήσεις τής πλεονεξίας.
Ο πλούσιος βέβαια του Ευαγγελίου είχε για τα σχέδιά του το γνωστό τέλος. Αλλά εσείς, αν πεισθείτε σε όσα σας λέω, ανοίξτε τις αποθήκες σας και δώστε διέξοδο στον πλούτο σας. Και όπως το μεγάλο ποτάμι έχει πολυάριθμα κανάλια και διοχετεύει το νερό του στην πολύκαρπη γη, έτσι κι εσείς να οικονομήσετε τα αγαθά σας, ώστε να φθάσουν στα σπίτια των φτωχών, διασχίζοντας διάφορους δρόμους. Μ' αυτά που λέω, εννοώ να επινοήσετε ποικίλους τρόπους προσφοράς.
Όταν αντλείται το νερό από τα πηγάδια, το νερό γίνεται πιο άφθονο. Ενώ, όταν τα εγκαταλείπουμε, βρωμίζουν και στερεύουν. Και ο πλούτος όταν μένει στάσιμος, είναι άχρηστος. Όταν όμως κινείται και δίδεται στους συνανθρώπους μας, βοηθάει το σύνολο των ανθρώπων και αποβαίνει καρποφόρος.
Αλήθεια, πόσο συγκινητικά είναι τα λόγια που βγαίνουν από την καρδιά του ανθρώπου που ευεργετήσαμε! Μην τον περιφρονήσεις. Και πόσο μεγάλη θα είναι η Χάρη που θα λάβουμε από τον δίκαιο Κριτή, τον Κύριο! Εμπιστεύσου λοιπόν τους λόγους του Κυρίου και μην απιστείς σ' Αυτόν.
Πάντοτε και παντού να έχεις μπροστά στα μάτια σου το παράδειγμα του Πλούσιου που καταδικάζεται απ' όλους για τη συμπεριφορά του. Γιατί αυτός φύλαγε τα παρόντα υλικά αγαθά, αγωνιούσε για τις επερχόμενες σοδειές και, ενώ δεν γνώριζε αν θα ξημερώσει η αυριανή ήμερα, αμάρτανε εκ των προτέρων. Εχανε το σήμερα για το αύριο. Δεν είχε έλθει ο φτωχός να του ζητήσει κάτι, και αυτός προκαταβολικά εκδήλωνε την άρνηση και την αγριότητά του. Ακόμη δεν είχε μαζέψει τους καρπούς απ’ τα χωράφια του και είχε το κατάκριμα της πλεονεξίας. Η γη του πρόσφερε τα προϊόντα της άφθονα. Του έδειχνε ήδη μέσα στην οργωμένη γη το άφθονο σιτάρι. Παρουσίαζε πλούσια τα σταφύλια πάνω στα κλήματα, τις ελιές να είναι κατάφορτες και γενικά υποσχόταν στον πλούσιο κάθε τρυφή από τα καρποφόρα δένδρα. Ο πλούσιος όμως ήταν τσιγγούνης και άκαρπος. Ακόμη δεν είχε αποκτήσει τα αγαθά και τον έτρωγε το σαράκι, μήπως του ζητήσουν κάτι οι φτωχοί και οι αναγκεμένοι.
Και όμως πόσοι κίνδυνοι υπάρχουν για σένα, πλεονέκτη πλούσιε, μέχρι να φθάσουν οι καλλιέργειές σου στη συγκομιδή των καρπών; Διότι και χαλάζι μπορεί να πέσει και να τα καταστρέψει όλα και ο καύσωνας μπορεί να τ' αρπάξει μέσα από τα χέρια σου και η απρόσμενη βροχή μπορεί να καταστρέψει τους καρπούς.
Δεν προσεύχεσαι λοιπόν στον Κύριο να δώσει τη Χάρη του, ώστε να ολοκληρωθεί η δωρεά; Αλλά εσύ τρέχεις για να βρεις τρόπο να μαζέψεις και να ασφαλίσεις τα αγαθά και έτσι καθιστάς τον εαυτό σου ανάξιο να λάβει όλα όσα ήδη σου έχει στείλει ο Θεός.
6. Και συ μεν ζεις με τους λογισμούς σου και κρυφά συνομιλείς με τον εαυτό σου, τα λόγια σου όμως αυτά κρίνονται στον Ουρανό. Γι' αυτό και οι απαντήσεις σου έρχονται από εκεί.
Ποιά είναι όμως αυτά που συζητάει με τον εαυτό του ο πλεονέκτης πλούσιος; «Ψυχή μου», λέει, «έχεις πολλά αγαθά. Έχεις πλούτη για αμέτρητα χρόνια. Τρώγε, πίνε και διασκέδαζε καθημερινά».
Ω Θεέ μου, τι παραλογισμός είναι αυτός! Αλήθεια, πλούσιε, αν είχες ψυχή χοίρου, τί άλλο καλύτερο θα μπορούσες να της πεις; Τόσο κτηνώδης είσαι, τόσο ασύνετος και αδιάφορος για την ψυχική σου καλλιέργεια, ώστε να τρέφεις την ψυχή σου με τα βρώματα που είναι για τη σάρκα; Αυτά που καταλήγουν στον αφεδρώνα, εσύ τα ετοιμάζεις για την ψυχή σου;
Διότι αν, ασύνετε πλούσιε, διέθετες αρετή, αν η ζωή σου ήταν γεμάτη από αγαθά έργα, αν είχες ενωθεί με τον Θεό, θα είχες πολλά όντως αγαθά και τότε ας ευφραινόσουν με τα ψυχικά αυτά χαρίσματα. Επειδή όμως εσύ σκέφτεσαι εντελώς γήινα και έχεις Θεό σου την κοιλιά σου και είσαι εντελώς σαρκικός άνθρωπος, υποδουλωμένος και αιχμάλωτος στα πάθη, άκου την προσφώνηση που σου αρμόζει, την οποία δεν σου την απηύθυνε κάποιος άνθρωπος, αλλά ο ίδιος ο Κύριος: «Ανόητε, τούτη τη νύκτα οι άγγελοι θα ζητήσουν να πάρουν την ψυχή σου. Όλα αυτά που ετοίμασες και φυλάς, ποιός θα τα πάρει;».
Χειρότερο από την αιώνια κόλαση είναι το γέλιο και η ευτυχία που προέρχονται από αγκύλωση στα υλικά αγαθά. Αλήθεια, αυτός που σε λίγο πρόκειται να τον αρπάξουν απ' αυτή τη ζωή οι άγγελοι, τί σκέπτεται; «Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα κτίσω μεγαλύτερες»!
Πολύ καλά θα κάνεις, θα του έλεγα εγώ. Διότι τα ταμεία της αδικίας πρέπει να αφανισθούν. Κατεδάφισε με τα ίδια σου τα χέρια εκείνα που έκτισες με άδικο και αμαρτωλό τρόπο. Σπάσε τα αμπάρια του σιταριού, από τα οποία κανείς δεν έλαβε παρηγοριά. Εξαφάνισε κάθε οίκημα που φιλοξενούσε την πλεονεξία. Βγάλε τη στέγη. Γκρέμισε τους τοίχους. Αφησε να δει ο ήλιος το μουχλιασμένο σιτάρι. Βγάλε από τη φυλακή τον φυλακισμένο πλούτο σου. Σύντριψε τα σκοτεινά καταγώγια του Μαμμωνά.
«Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα κτίσω μεγαλύτερες»!
Αν, ανόητε πλούσιε, γεμίσεις και τις μεγαλύτερες αποθήκες που θα κατασκευάσεις, τί άλλο θα σκεφτείς μετά να κάνεις; Ή μήπως πάλι θα τις γκρεμίσεις και πάλι θα τις ξανακτίσεις; Και τί είναι πιο ανόητο απ’ αυτή σου τη δραστηριότητα, να κοπιάζεις εφ' όρου ζωής να κτίζεις με άγχος και βιασύνη και να γκρεμίζεις με την ίδια ψυχική κατάσταση; Αν θέλεις αποθήκες, έχεις τα σπίτια των φτωχών. «Θησαύρισε για τον εαυτό σου θησαυρούς που αποθηκεύονται στους ουρανούς». «Όσα κατατίθενται εκεί ούτε ο σκόρος τα τρώει, ούτε σαπίζουν, ούτε ληστεύονται».
Αλλά τότε θα δώσω, στους αναγκεμένους, μας υπογραμμίζει ο πλεονέκτης πλούσιος, όταν γεμίσω τις δεύτερες αποθήκες μου.
Βλέπω πως έχεις προδιαγράψει ότι η ζωή σου σ' αυτή τη γη θα είναι μακροχρόνια. Κύτταξε να μη σε προλάβει Εκείνος που προσδιορίζει τη ζωή του καθενός και θέτει τις ημερομηνίες λήξεως. Και φυσικά η υπόσχεσή σου αυτή δεν είναι απόδειξη της αγαθότητας της καρδιάς σου, αλλά της πονηρίας σου. Διότι υπόσχεσαι, όχι για να δώσεις στους άλλους από τα αγαθά σου, αν θα κτίσεις μεγαλύτερες αποθήκες, αλλά για να αποφύγεις το παρόν. Τί σε εμποδίζει λοιπόν να δώσεις τώρα κάτι από τα πολλά σου αγαθά; Δεν υπάρχουν φτωχοί έξω από την πόρτα σου; Δεν είναι γεμάτες οι αποθήκες σου; Δεν είναι επηγγελμένη η ανταπόδοση και η Χάρη που θα λάβεις; Δεν είναι ξεκάθαρη η υπόσχεση του Κυρίου;
Ο πεινασμένος σβήνει από την πείνα. Ο γυμνός ξεπαγιάζει από το κρύο. Ο οφειλέτης πεθαίνει από το άγχος και συ αναβάλλεις για αύριο τη συμπαράστασή σου προς αυτούς;
Ακου τον προφήτη Σολομώντα που λέει: «Μην πεις στον φτωχό, πήγαινε τώρα και έλα αύριο και τότε θα σου δώσω». Διότι «δεν γνωρίζεις τι τέξεται η επιούσα».
Αδελφέ μου, ποιά παραγγέλματα καταφρονείς, με το να κλείνεις τ' αυτιά σου, εξαιτίας τής φιλαργυρίας και της πλεονεξίας; Πόση μεγάλη χάρη κι ευγνωμοσύνη έπρεπε να χρωστάς στον Ευεργέτη σου! Πόσο έπρεπε να είσαι χαρούμενος και ευχαριστημένος που δεν βρίσκεσαι στη θέση να χτυπάς τις πόρτες άλλων, αλλά οι άλλοι χτυπούν τη δική σου για βοήθεια. Παραταύτα, είσαι κατσούφης και απλησίαστος, αποφεύγεις τις συναντήσεις μήπως και αναγκασθείς να δώσεις κάτι με τα χέρια σου. Μία λέξη ξέρεις: Δεν έχω. Δεν δίνω. Είμαι φτωχός!
Πραγματικά είσαι φτωχός και ενδεής από κάθε αγαθό. Είσαι φτωχός από αγάπη. Φτωχός από φιλανθρωπία. Φτωχός από πίστη και εμπιστοσύνη στον Θεό. Φτωχός από ελπίδα αιώνια.
Κάνε συμμέτοχους τους αδελφούς σου στα σιτηρά σου. Αυτό που αύριο σαπίζει, δώσ' το σήμερα σ' αυτόν που τό ‘χει ανάγκη. Η χειρότερη μορφή πλεονεξίας είναι το να μη δίνει κανείς στους αναγκεμένους ούτε αυτά που ούτως ή άλλως φθείρονται.
7. Και ποιόν αδικώ, λέει ο πλεονέκτης πλούσιος, με το να ενδιαφέρομαι για την περιουσία μου;
Αλήθεια; Αλλά πές μου, ποιά είναι η περιουσία σου, ποιά είναι τα δικά σου; Από πού τα έλαβες και τα έφερες στη ζωή; Πραγματικά, συμπεριφέρονται πολλές φορές οι πλούσιοι όπως κάποιος που πιάνει θέση στο θέατρο, για να έχει καλή θέα, και έπειτα εμποδίζει τους μετέπειτα εισερχόμενους να βρουν κι αυτοί κάποια θέση, δικαίωμα που είναι κοινό για όλους. Δηλαδή καταλαμβάνουν οι πλούσιοι τα κοινά αγαθά, τα ιδιοποιούνται, μόνο και μόνο επειδή έτυχε να έλθουν στα χέρια τους πριν από τους άλλους.
Είναι αληθινό πως, αν ο καθένας κρατούσε αυτό που του χρειαζόταν, για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του, και το περίσσευμα το έδινε σε όσους το είχαν ανάγκη, τότε δεν θα υπήρχε κανένας φτωχός.
Δεν βγήκες γυμνός από την κοιλιά τής μητέρας σου; Δεν θα επιστρέψεις πάλι γυμνός στη γη; Κι αυτά που έχεις τώρα από πού τα έχεις; Αν μου πεις ότι τα έχεις από την τύχη, είσαι άθεος, διότι δεν αναγνωρίζεις τον Δημιουργό , ούτε ευχαριστείς τον Δωρεοδότη. Αν όμως παραδέχεσαι ότι τα έλαβες από τον Θεό, πες μου το λόγο για τον οποίο τα έλαβες. Μήπως ο Θεός είναι άδικος και μοιράζει σε μας άνισα όσα χρειαζόμαστε σ' αυτή τη ζωή; Γιατί εσύ να είσαι πλούσιος και εκείνος να είναι φτωχός; Για κανένα άλλο λόγο, παρά για να αποδειχθείς εσύ καλός οικονόμος και να λάβεις τη Χάρη και τον μισθό τής καλής διαχειρήσεως και της πονετικής καρδιάς σου προς τους αδελφούς. Και εκείνος, ο φτωχός, για να τιμηθεί με τα μεγάλα έπαθλα της υπομονής που θα καταθέσει, λόγω της έλλειψης των αναγκαίων.
Εσύ όμως τα περιέλαβες όλα τα αγαθά στους ακόρεστους κόλπους της πλεονεξίας και νομίζεις ότι κανέναν δεν αδικείς, ενώ τόσους και τόσους αποστερείς και δεν δίνεις τίποτα σε κανέναν.
Ποιός θεωρείται πως είναι πλεονέκτης; Αυτός που δεν μπορεί να παραμείνει στην αυτάρκεια.
Ποιός είναι ο άρπαγας; Αυτός που αφαιρεί από τον καθένα εκείνα που του ανήκουν.
Δεν είσαι λοιπόν εσύ ο πλεονέκτης; Δεν είσαι εσύ ο άρπαγας, όταν οικειοποιείσαι όλα τα πλούτη που σου δόθηκαν, με σκοπό να τα διαχειρισθείς και να τα οικονομήσεις με πνεύμα αγάπης; Ή αυτόν που απογυμνώνει τον ντυμένο, ο οποίος φοράει πλούσια ρούχα, θα τον ονομάσουμε λωποδύτη, ενώ εκείνον που δεν ντύνει τον γυμνό, ενώ μπορεί να το κάνει, θα του δώσουμε άλλο όνομα;
Το ψωμί που κρατάς εσύ στα χέρια σου και το αποθηκεύεις, ανήκει σ' αυτόν που πεινά. Τα ρούχα που φυλάς στις ντουλάπες και στις ιματιοθήκες, είναι εκείνου που είναι γυμνός. Τα παπούτσια τα περίσσια είναι του ξυπόλυτου. Τα χρήματα που τα συγκεντρώνεις και τα κρύβεις στα βάθη της γης, είναι αυτού που τα χρειάζεται. Επομένως τόσους αδικείς, όσους μπορούσες να ευεργετήσεις!
8. Καλά είναι τα λόγια, λέει ο πλούσιος, αλλά καλύτερος είναι ο χρυσός!
Αδελφοί μου, μοιάζει σαν να μιλάω στο κενό. Αισθάνομαι σαν κι αυτούς που κάνουν διαλέξεις περί εγκράτειας στους πόρνους και στους ακόλαστους. Διότι αυτοί, όταν, στις ομιλίες αυτές, διαβάλλεται και κατηγορείται μια πόρνη, φέρνουν στη μνήμη τους τις σχέσεις που είχαν μαζί της και φλέγονται από την επιθυμία.
Πώς να σου καταστήσω γνωστά τα βάσανα του φτωχού, για να καταλάβεις επιτέλους από πόσους μεγάλους και αβάσταχτους πόνους θησαυρίζεις μόνο και μόνο για τον εαυτό σου;
Αλήθεια, πόσο μεγάλος και σπουδαίος θα σου φανεί την ημέρα της Κρίσεως ο λόγος του Κυρίου που λέει: «Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήστε τη Βασιλεία, η οποία είναι ετοιμασμένη για σας από καταβολής κόσμου. Διότι πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιω, γυμνός ήμουνα και με ντύσατε». Και πόσο μεγάλη φρίκη και ιδρώτας και σκοτάδι θα σε περιβάλει όταν ακούσεις την καταδικαστική απόφαση και προτροπή: «Φύγετε μακριά από μένα καταραμένοι, πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά, που έχει ετοιμασθεί για τον διάβολο και τους αγγέλους του. Διότι πείνασα και δεν μου δώσατε να φάω, δίψασα και δεν με ποτίσατε, γυμνός ήμουνα και δεν μου δώσατε ένα ρούχο να ντυθώ». Διότι εκεί, στη Βασιλεία του Θεού, δεν εγκαλείται μόνο ο άρπαγας, αλλά καταδικάζεται και εκείνος που δεν έσκυψε να δει τις ανάγκες του πλησίον και αδελφού του.
Εγώ λοιπόν σου είπα όσα νόμιζα ότι συμφέρουν την ψυχή σου. Εσύ, αν όλα αυτά τα εγκολπωθείς και τα πιστέψεις, είναι ολοφάνερες οι ευλογίες και οι χάριτες που θα λάβεις. Αν πάλι παρακούσεις, αναφέρεται στην Αγία Γραφή και η εξέλιξη και το κατάντημα που θα έχεις.
Εύχομαι να αποφύγεις αυτή την απειλητική εμπειρία. Και θα την αποφύγεις, αν πάρεις καλές αποφάσεις. Έτσι, ο ίδιος ο πλούτος θα σου γίνει λύτρο και θα λάβεις τα ουράνια αγαθά που έχουν ετοιμασθεί για σένα, με τη Χάρη Εκείνου που όλους μας κάλεσε στη Βασιλεία Του, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους απέραντους αιώνες. Αμήν.
(*) Αναφέρεται εδώ ο Αγιος στο απάνθρωπο δουλεμπόριο που επικρατούσε την εποχή εκείνη. Φέρνει στο λόγο του αυτό το ανατριχιαστικό παράδειγμα του πατέρα που, λόγω φοβερής φτώχειας, αναγκάζεται να πουλήσει τα σπλάγχνα του, τα παιδιά του, στους πλούσιους της εποχής του, οι οποίοι δεν αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει στο σπίτι και στην καρδιά του φτωχού. Και το κάνει αυτό ο Αγιος, μόνο και μόνο για να δείξει πόση σκληρότητα, θηριωδία και αναλγησία δημιουργεί στην ψυχή μας η πλεονεξία. Είναι, όπως λέει ο ιερός Χρυσόστομος «χαλεπόν το πάθος και δεινόν το νόσημα» (Ρ.G. 60, 523). Πραγματικά, η πλεονεξία παραδίδει την ψυχή μας στον διάβολο. Θεωρείται και είναι «η ακρόπολη των παθών» (Λέοντος Σοφού: Εγκώμιον εις τον Αγ. Ιωάννην Χρυσόστομον Ρ. G. 107, 252).