† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Σάββατο 30 Μαρτίου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970


γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,   

            Κάθε ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν φύση του ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ στηρίγματα -ἀνθρώπους ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ ἐμπιστεύεται, ἔτοιμους νὰ παραβλέψουν τὸ ἐγώ τους γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ ὀρθοποδήσουμε τόσο σωματικά, ὅσο καὶ πνευματικά. 

            Τέτοιοι ἄνθρωποι ἦταν οἱ τέσσερεις ἄνδρες τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος. Χάρη στὴν πολλή τους ἀγάπη, πρόθυμα ἔσπευδαν νὰ διακονήσουν τὸν παραλυτικὸ φίλο τους. Καὶ χάρη στὴν πολλή τους πίστη, μὲ αὐθόρμητο ἐνθουσιασμὸ καὶ βεβαιότητα τὸν σήκωσαν ξαπλωμένο στο κρεβάτι του καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσει. Στὸ σπίτι, ὅμως, ποὺ κήρυττε ὁ Χριστός, εἶχε συγκεντρωθεῖ πλῆθος κόσμου, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν μποροῦν νὰ εἰσέλθουν οἱ φέροντες τὸν παράλυτο. Ἂν ἦταν ἄλλος στὴ θέση τους, ἢ θὰ εἶχε φύγει, ἢ θὰ περίμενε μέχρι νὰ τελειώσει ὁ Κύριος τὴν διδασκαλία Του, ὥστε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ τότε νὰ Τοῦ παρουσιάσουν τὸν ἀσθενῆ. Ἐκεῖνοι, ὅμως, βιάζονταν νὰ λυθεῖ ὁ ἄνθρωπός τους ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἀσθένειας καὶ νὰ βιώσει τὴν χαρὰ τῆς ὑγείας, ὅπως τὴν βίωναν καὶ οἱ ἴδιοι. Τὸ σημεῖο αὐτὸ μᾶς θυμίζει αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς προηγούμενης Κυριακῆς∙ δὲν κράτησε τὴν χαρὰ τῆς εὕρεσης τοῦ Μεσσία γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ἔσπευσε νὰ τὴν μοιραστεῖ μὲ τὸν Ναθαναήλ, τὸν πολύτιμο φίλο του. Μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα, λοιπόν, οἱ τέσσερεις ἄνδρες ἀποφάσισαν νὰ παραβλέψουν τὰ ἐμπόδια∙ ἄνοιξαν τὴν στέγη τοῦ σπιτιοῦ, σήκωσαν τὸν παράλυτο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τὸν κατέβασαν καὶ τὸν παρουσίασαν στὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος βλέποντας τὴν πίστη τους, χάρισε στὸν παράλυτο ὄχι τὴν θεραπεία τοῦ σώματος, ἀλλὰ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ διδάξει σὲ ὅλους μας ὅτι πρῶτα πρέπει νὰ μεριμνοῦμε γιὰ τὴν ψυχὴ καὶ ὕστερα γιὰ τὸ σῶμα, διότι ἡ ψυχὴ εἶναι ἀθάνατη, ἐνῶ τὸ σῶμα, εἴτε ἀσθενὲς, εἴτε ὑγιές, κάποια στιγμὴ θὰ βρεθεῖ στὸ χῶμα. Ἐπειδή, ὅμως, οἱ διαχρονικοὶ Φαρισαῖοι σκανδαλίσθηκαν, διότι θεώρησαν ὡς βλασφημία τὰ λόγια τοῦ Κυρίου καὶ σκέφθηκαν ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες, τότε ὁ Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων διέταξε τὸν παραλυτικό: «σήκω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου», πράγμα ποὺ ἔγινε. Ἔτσι ὁ Χριστός, μέσα ἀπὸ τὴν φανερὴ θεραπεία τοῦ παραλύτου, δίδαξε ὅτι ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες. Καὶ ἐφόσον μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες κατὰ τοὺς Φαρισαίους, ὁ Χριστὸς ἀπέδειξε καὶ σὲ αὐτοὺς ὅτι εἶναι ὁ Θεός. Βρῆκε, δηλαδὴ, τὴν εὐκαιρία νὰ θεραπεύσει καὶ ἐκείνους, ἄσχετα ἂν ἐκεῖνοι παρέμεναν πεισματικὰ στὴν ἀσθένειά τους. 

            να σημεῖο ποὺ πρέπει νὰ προσέξουμε, εἶναι τὸ: «ἰδὼν (…) ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν». Ὁ Χριστὸς θεράπευσε τὸν παράλυτο, ὄχι μόνο χάρη στὴν πίστη του, ἀλλὰ καὶ χάρη στὴν πίστη τῶν τεσσάρων ἀνδρῶν ποὺ τὸν στήριζαν. Τέτοιους ἀνθρώπους ἔχουμε ἀνάγκη νὰ μᾶς στηρίζουν! Σὲ αὐτοὺς τοὺς ἄνδρες μποροῦμε νὰ καθρεφτίσουμε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς περιβάλλουν. Ἐμεῖς ἔχουμε τέτοια στηρίγματα; Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐμπιστευόμαστε εἶναι ἄνθρωποι τῆς θυσίας; Εἶναι ἄνθρωποι ποὺ βλέποντας τὴν παραλυσία μας θὰ μᾶς σηκώσουν πρόθυμα γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸν Χριστὸ νὰ μᾶς θεραπεύσει γιὰ νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς, ὅπως ἐκεῖνοι, ὑγιεῖς; Ἂν ναί, τότε ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ ἀκούσουμε τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς λέει: «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ἂν ὄχι, τότε καλὸ εἶναι νὰ ἀφήσουμε τὶς κακὲς συναναστροφές -διότι οἱ κακὲς συναναστροφὲς φθείρουν τὶς καλὲς ἀρχές, «φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί»- καὶ νὰ ψάξουμε νὰ βροῦμε τέτοιους ἀνθρώπους. Σίγουρα ὑπάρχουν κοντά μας. Ἄν, ὅμως, δὲν ψάξουμε καλὰ καὶ δὲν βροῦμε, μποροῦμε ἁπλὰ νὰ μποῦμε σὲ μία Ἐκκλησία, νὰ σηκώσουμε τὰ μάτια καὶ νὰ κοιτάξουμε τὶς Εἰκόνες στοὺς τοίχους. Θὰ δοῦμε πολλὰ στηρίγματα∙ τοὺς Ἁγίους μας. 

            να τέτοιο στήριγμα, ἕνας ἄνθρωπος τῆς θυσίας, ὑπῆρξε ὁ Μεγάλος Θεολόγος ποὺ σήμερα τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁ Παλαμάς. Μεγάλωσε σὲ ἁγία οἰκογένεια καὶ ἀπὸ μικρὸς ἦταν μέσα στὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλή. Μόλις ἐνηλικιώθηκε, ἂν καὶ ὁ Αὐτοκράτορας τὸν ἐτοίμαζε γιὰ μεγάλα ἀξιώματα, ἐκεῖνος ἀποφάσισε νὰ ἀπαρνηθεῖ τὰ ἐγκόσμια καὶ νὰ φορέσει τὸ τιμημένο ράσο. Ἀποτέλεσε πρότυπο Μοναχοῦ καὶ ἀγωνιζόταν συνεχῶς νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν Θεὸ μέσω τῆς εὐχῆς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», ὅπως εἶχε μάθει ἀπὸ τὸν πατέρα του.

            Στὰ χρόνια ποὺ ὁ Ὅσιος μόναζε, κάποιος λόγιος κληρικὸς ὀνόματι Βαρλαὰμ ἄρχισε νὰ διαδίδει νέες πλάνες, περιγελῶντας τὴν ὀρθόδοξη ἡσυχαστικὴ παράδοση. Κήρυττε ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ κατανοήσει τὸν Θεὸ μέσῳ τῆς μόρφωσης καὶ τῆς φιλοσοφίας. Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα πολλοὶ νὰ κινδυνέψουν ἀπὸ πνευματικὴ παραλυσία, νὰ πέσουν δηλαδή, στὴν πλάνη. Τότε, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, μὲ προθυμία ἀνάλογη τῶν τεσσάρων ἀνδρῶν τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἔφυγε ἀπὸ τὸ ἐρημητήριό του καὶ ἔσπευσε νὰ ὑπερασπισθεῖ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία καὶ τὴν ὀρθόδοξη μοναστικὴ παράδοση, παραβλέποντας κάθε ἐμπόδιο. Ἔτσι, φωτισμένος ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη, ὁ Ἅγιος διακήρυξε ὅτι ἡ μόρφωση δὲν παρεμβάλλεται μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Ἀντιθέτως, κάθε ἄνθρωπος, εἴτε ἐγγράμματος, εἴτε ἀγράμματος, μπορεῖ μέσῳ τῆς Κάθαρσης ἀπὸ κάθε κακὴ πράξη καὶ πονηρὸ λογισμὸ καὶ μέσῳ τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, μέσῳ τοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», νὰ φθάσει στὸν Φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό, νὰ γίνει Θεὸς κατὰ χάριν. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἔγινε τὸ στήριγμα τῆς θεολογίας. 

γαπητοὶ ἀδελφοί, 

            Εἶναι σημαντικὸ νὰ ἔχουμε καὶ νὰ ἐμπιστευόμαστε τέτοιους ἀνθρώπους στὴ ζωή μας. Εἶναι σημαντικὸ ὁ πνευματικός μας, οἱ φίλοι μας καὶ τὰ στηρίγματα μας νὰ μᾶς κατευθύνουν μὲ πνεῦμα θυσίας πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ὄχι πρὸς τὸν κόσμο. Ὁ Χριστὸς βράβευσε τοὺς ἀνθρώπους τῆς θυσίας μὲ τὴν θεραπεία τοῦ φίλου τους. Βράβευσε, ἐπίσης τὸν Ἅγιο Γρηγόριο μὲ τὴν νίκη τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τέτοιους ἀνθρώπους. 

            ς προσέξουμε, ὅμως καὶ τὸ ἑξῆς: τὸ σῶμα μας γίνεται θυσία γιὰ τὴν παράλυτη ψυχή μας; Τρέχει μὲ προθυμία πρὸς τὸν Χριστὸ γιὰ τὴν θεραπεία της; Ὅταν συναντάει ἐμπόδια, φροντίζει νὰ τὰ ὑπερνικᾶ γιὰ νὰ πλησιάσει τὸν Χριστό, ἢ φεύγει πίσω; 

            Τὴν εὐλογημένη περίοδο ποὺ διανύουμε, ἔχουμε -περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη περίοδο τοῦ ἔτους- τὴν δυνατότητα νὰ προσεγγίσουμε τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ Τοῦ παρουσιάσουμε τὴν παράλυτη ψυχή μας. Ἐπειδή, ὅμως, θέλει θυσίες ἡ σωτηρία, ὀφείλουμε νὰ ἀνέβουμε στὴ «νοητὴ στέγη», νὰ τηρήσουμε τὴν νηστεία, νὰ κάνουμε ἐλεημοσύνη, νὰ καθαρίσουμε τὸν νοῦ μας ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς, νὰ συμμετέχουμε στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες, νὰ ἐξομολογηθοῦμε καὶ νὰ προσευχώμαστε ἀδιαλείπτως, λέγοντας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με». Τότε, ὁ Χριστὸς θὰ δεῖ τὸν ἀγώνα καὶ τὴν πίστη μας καὶ θὰ μᾶς πεῖ «Παιδιά μου, συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σας».

            ν θέλουμε νὰ ἔχουμε δίπλα μας ἀνθρώπους τῆς θυσίας, πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ γίνουμε θυσία γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς συνανθρώπους μας. 

Οἱ πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου νὰ συνοδεύουν ὅλους μας.

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας

 ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

ΣΤΟΥΣ Α' ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)



Ὁμιλία διά τήν «κατά Θεόν λύπη» (Τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)


Όσοι αμαρτήσαμε έχουμε ανάγκη πάλι από τη λύπη και τον πόνο της μετάνοιας για τα αμαρτήματα που έχουμε διαπράξει. Πρέπει να μετανοήσουμε και να πέσουμε στα γόνατα, για να ακούσει καθένας μας μυστικά μέσα στην καρ­διά του, όπως ο Παράλυτος του Ευαγγελίου, «έχε θάρρος, τέκνο». Και έτσι, αφού πληροφορηθεί η καρδιά μας ότι έχουμε λάβει τη συγχώρηση, να με­ταστρέψουμε τη λύπη σε χαρά. Διότι αυτή είναι η λύπη, το μέλι το πνευματικό, που θηλάζουμε εμείς από τη στερεά πέτρα, σύμφωνα με το αποστολικό ρητό: «ΕΘήλασαν μελί από πέτρα» (Δευτ. 32, 13) «η δε πέτρα είναι ο Χριστός» (Α' Κορ. 10, 4).

Να μη σας κάνει όμως εντύπωση που απο­κάλεσα τη λύπη «μέλι». Γιατί αυτή είναι η λύπη για την οποία ο απόστολος Παύλος λέει: «Η κατά Θεόν λύπη προκαλεί αμεταμέλητη μετάνοια για τη σωτηρία» (Β' Κορ. 7, 10). Όπως δηλαδή σ' αυτόν που έχει τραυματισμένη γλώσσα το μέλι θα του φανεί πικρό -αλλά όταν θα θεραπευθεί θα αλλάξει γνώμη,- έτσι και ο φόβος του Θεού προκαλεί λύπη στις ψυχές που είναι δεκτικές του Ευαγγελικού κηρύγματος. Όσο καιρό οι ψυχές αυτές έχουν ανοικτά τα τραύματα των αμαρτιών τους, αισθάνονται λύπη. Όταν όμως ελευθερωθούν απ’ αυτά δια της μετανοίας, νιώθουν εκείνη τη χαρά, την οποία εννοεί ο Κύριος όταν λέει: «η λύπη σας θα μεταβληθεί σε χαρά» (Ιωάν. 16, 20). Ποιά λύπη; Ασφαλώς εκείνη που αισθάνονταν οι Μαθητές στο άκουσμα ότι θα στερούνταν τον Κύριο και Διδά­σκαλό τους. Τη λύπη εκείνη που αισθάνθηκε ο Πέτρος όταν Τον αρνήθηκε. Δηλαδή τη λύπη που αισθάνεται ο κάθε πιστός όταν μετανοεί για τις αμαρτίες, για τις ελλείψεις του στην αρετή, πράγμα που οφείλεται στη ραθυμία του.

Και εμείς λοιπόν, όταν πέφτουμε σε τέτοιου είδους αμαρτίες, να λυπούμαστε και να κατηγορούμε τους εαυτούς μας και όχι κάποιον άλλο. Άλλωστε, ούτε τον Αδάμ, όταν αθέτησε την εντολή του Θεού, τον ωφέλησε η μετάθεση της ευθύνης προς την Εύα, αλλά ούτε και την Εύα τη βοήθησε το ότι επέρριψε την ευθύνη στον αρχέκακο όφι. Κι αυτό, γιατί εμείς έχουμε πλασθεί από τον Θεό ως αυτεξούσιοι· και έχουμε λάβει το ηγεμονικό της ψυχής ως εξουσιαστική δύναμη κατά των παθών. Δεν έχουμε λοιπόν κανέναν που να κυριαρχεί επάνω μας και να μας αναγκάζει σε υποταγή.

Αυτό θεωρείται κατά Θεόν σωτήρια λύπη: Το να κατηγορούμε τους εαυτούς μας, και όχι κάποιον άλλο, για όσα πλημμελήματα διαπράττουμε. Να λυ­πούμαστε για τον εαυτό μας και να ειρηνεύουμε με τον Θεό με την κατάνυξη και την εξομολόγηση. Αυτή την αυτομεμψία και κατάνυξη επέδειξε ο Λάμεχ, ο οποίος εξομολογήθηκε ενώπιον όλων την αμαρ­τία του, κατέκρινε τον εαυτό του και τον θεώρησε περισσότερο ένοχο από τον Κάιν, σύμφωνα με την Αγία Γραφή που λέει: «Για τον Κάιν προβλεπόταν τιμωρία επτά φορές, και για τον Λάμεχ εβδομή­ντα επτά» (Γεν. 4, 24). Έτσι, αφού πένθησε τον εαυτό του ως ένοχο, με την βαθιά του κατάνυξη και την ομο­λογία της αμαρτίας του, διέφυγε από την καταδίκη του Νόμου, όπως είπε αργότερα και ο Προφήτης: «Ομολόγησε εσύ πρώτος τις αμαρτίες σου για να δικαιωθείς» (Ησ. 43, 26). Αυτό επιβεβαίωσε αργότερα και ο Απόστολος, λέγοντας: «Αν εμείς κρίναμε τους εαυτούς μας, δεν θα κρινόμαστε» (Α' Κορ. 11, 31).


Πρώτος λοιπόν ο Λάμεχ αναφέρεται ότι απέ­φυγε την καταδίκη του Νόμου, διότι μετανόησε και λυπήθηκε για την αμαρτία του. Έπειτα από αυτόν, συμπεριφέρθηκαν, κατά τον ίδιο τρόπο, και οι Νινευίτες, λαός πολύς και πόλη μεγάλη. Αυτοί μάλιστα είχαν τη βεβαιότητα ότι θα ξεπεράσουν την καταδίκη τους με τη λύπη και τη μετάνοια, όχι μόνο όταν συνειδητοποίησαν την αμαρτία τους, αλλά και όταν άκουσαν από τον προφήτη Ιωνά την απόφαση του Θεού που έλεγε: «Ακόμα τρεις ημέρες και η Νινευί θα καταστραφεί» (Ιωνά 3, 4). Ακουσαν λοιπόν οι Νινευίτες και πίστευσαν. Δεν έπεσαν στο πονηρό και δαιμο­νικό βάραθρο της απογνώσεως, ούτε φόρτωσαν στις καρδιές τους το λίθο της πωρώσεως. Αλλά είπε ο ένας στον άλλο: «Ποιός ξέρει, μπορεί να αλλάξει απόφαση ο Θεός και να μας ελεήσει, ώστε να μην καταστραφούμε» (Ιωνά 3, 9). Έτσι εγκατέλειψαν την πονηρία και τις αμαρτωλές συνήθειές τους. Κήρυξαν γενική νηστεία, φόρεσαν μικροί και μεγάλοι, ακόμα και ο βασιλιάς τους, σάκκους, έριξαν πάνω τους στάχτη. Έμειναν ακόμα και τα βρέφη χωρίς τροφή, γιατί, όπως φαίνεται, λησμόνησαν από τη λύπη τους οι μητέρες να τα θηλάσουν, σύμφωνα μ’ αυτό που λέει και ο Ψαλμωδός: «Από τη φωνή του στεναγμού μου λησμόνησα να φάω τον άρτο μου» (Ψαλμ. 101,5 και εξ.). Και όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά ακόμα και τα ζώα τα άφησαν, εξαιτίας του πένθους τους, νηστικά και απότιστα, κλεισμένα στα μαντριά τους. Έτσι, ζώντας όλοι στην ατμόσφαιρα της σωτήριας λύπης και του πένθους, απέφυγαν τις ολέθριες συνέπειες της αμαρτίας τους και βρήκαν συγχώρηση και έλεος από τον Θεό.

Επειδή λοιπόν, αδελφοί μου, και η δική μας ζωή περνάει σχεδόν ολόκληρη μέσα στην αμαρτία, οφείλουμε κι εμείς να λειτουργήσουμε τη σωτήρια αυτή λύπη που γεννιέται από τη μετάνοια. Γιατί αν δεν κάνουμε αυτό, τότε, καθώς λέει ο Κύριος, «οι Νινευίτες θα μας κατακρίνουν κατά την ημέρα της κοινής αναστάσεως» (Ματθ. 12, 41). Κι αυτό, γιατί εκείνοι μετανόησαν με το κήρυγμα του Ιωνά, ενώ εμείς δεν μετανοούμε με το λόγο του Κυρίου μας Ιησού Χρι­στού, ο Οποίος είναι και ο Θεός του Ιωνά.

Ο Ιωνάς, επίσης, δεν κήρυττε μόνο μετάνοια, αλλά μιλούσε και για τις βαριές συνέπειες της αμαρ­τίας τους, δηλαδή για καταδίκη και για θάνατο. Ο Χριστός όμως ήλθε για να έχουμε ζωή και κάτι περισσότερο ακόμα: Για να απολαύσουμε τη Θεία Υιοθεσία και την Ουράνια Βασιλεία.

Ο Ιωνάς, με το κήρυγμά του, δεν υποσχόταν Βασιλεία Ουρανών. Ο Χριστός όμως, κηρύττοντας μετάνοια, μας υπόσχεται Βασιλεία Ουράνια. Ταυτό­χρονα, μας προλέγει τη μέλλουσα συντέλεια του κόσμου, λέγοντας: «Όπως οι άνθρωποι της εποχής του Νώε απολάμβαναν τα σωματικά αγαθά με άνεση και χωρίς φόβο, και ξαφνικά ήλθε ο κατακλυσμός και τους αφάνισε όλους, έτσι θα συμβεί και στη συντέλεια, γιατί παρέρχεται το σχήμα αυτού του κόσμου» (Α' Κορ. 7, 31).

Ο Ιωνάς απειλούσε τότε τους Νινευίτες με καταστροφή φθαρτών πραγμάτων, αλλά δεν τους μίλησε για φοβερό βήμα και αδέκαστη Κρίση ούτε βέβαια για το πυρ το άσβεστο ούτε για ακοίμητο σκώληκα ούτε για σκότος εξώτερο ούτε τριγμό των οδόντων ούτε πένθος απαράκλητο. Ο Κύριος όμως, παράλληλα με αυτά, είπε ότι όσοι δεν λυπηθούν για τις αμαρτίες τους εδώ και δεν κλαύσουν, αυτές τις συνέπειες θα τις γευθούν μετά τη συντέλεια του κόσμου, η οποία δεν θα λάβει χώρα σε τρεις ημέρες, όπως κήρυττε τότε ο Ιωνάς, αλλά μετά από πολύ χρόνο. Και αυτό θα γίνει από την απέραντη μακροθυμία του Χριστού.

Η μακροθυμία λοιπόν του Θεού σε οδηγεί, αδελφέ μου, σε μετάνοια και λύπη. Πρόσεχε όμως, μήπως, από τη σκληρότητά σου και την ανάλγητη καρδιά σου, «θησαυρίσεις για τον εαυτό σου οργή κατά την ημέρα της συντέλειας και της δικαιοκρισίας του Θεού» (Ρωμ. 2, 5). Διότι ο Κύριος θα αποδώσει στον καθένα κατά τα έργα του.

Σ' εκείνους που ζητούν, με τη ζωή της μετά­νοιας και της υπομονής, με την οδύνη και συντριβή της καρδιάς, την άφεση των αμαρτιών τους, θα δώ­σει ο Κύριος χαρά και ανάπαυση, ζωή αιώνια και βασιλεία άρρητη. Σε όσους όμως παρέμειναν στην ζωή ανάλγητοι και αμετανόητοι, θα έλθει θλίψη και στενοχώρια αφόρητη και επιπλέον, ατελεύτητη κό­λαση.

Ο προφήτης Δαυίδ επίσης αναδείχθηκε στήλη «της κατά Θεόν λύπης». Και μάλιστα, στήλη που ζει και διακηρύττει την αξία της σωτήριας λύπης και της κατανύξεως. Διότι αυτός κατέγραψε και την αμαρτία που διέπραξε, αλλά και το πένθος προς τον Θεό και τη μετάνοια που ο ίδιος επέδειξε, καθώς και το έλεος που δέχθηκε από τον Θεό. Αυτός λέει στον Ψαλμό: «Είπα, θα εξομολογηθώ ενώπιον του Κυρίου την ανομία μου, και Συ συγχώρεσες την ασέβεια της καρδιάς μου» (Ψαλμ. 31, 5). Εννοούσε βέβαια ως ασέβεια τη ρίζα της κακίας, το ένοικο πάθος και ως ανομία την έμπρακτη αμαρτία. Γι’ αυτήν, αφού την έκανε σε όλους γνωστή, θρήνησε και πένθησε. Έτσι βρήκε όχι μόνο την άφεση, αλλά δέχθηκε στην ψυχή του και τη θεραπεία.

Πώς όμως πενθούσε; Ας ακούσουμε πάλι τον ίδιο να μας λέει: «Με μαστίγωναν οι θλίψεις και οι αδικίες όλη την ημέρα και ήλεγχα τον εαυτό μου συνεχώς μήπως και έχω πέσει σε κάποια αμαρτία» (Ψαλμ. 72, 14) και «όλη την ημέρα πενθούσα και σκυθρώπαζα και ταπείνωνα τον εαυτό μου» (Ψαλμ. 34, 14)...

Εμπρός λοιπόν, αδελφοί μου, ας προσκυνή­σουμε και ας προσπέσουμε και ας κλαύσουμε, -όπως ο ίδιος Προφήτης μας προτρέπει- ενώπιον του Κυ­ρίου που μας έπλασε και μας κάλεσε σε μετάνοια και σ' αυτή τη σωτήρια λύπη, το πένθος και την κατάνυξη. Κι αυτό, γιατί εκείνος που δεν έχει λύπη, δεν έχει υπακούσει σ' Εκείνον που έχει κάνει την κλήση, δεν έχει συναριθμηθεί με τους προσκαλεσμέ­νους Αγίους του Θεού, ούτε, ασφαλώς, θα αξιωθεί να λάβει την παρηγοριά εκείνη που έχει υποσχεθεί ο Κύριος στο Ευαγγέλιο. Γιατί Εκείνος λέει: «Είναι μακάριοι εκείνοι που πενθούν, διότι αυτοί θα βρουν παρηγοριά» (Ματθ. 5, 4).

Υπάρχει κανένας που μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν έχει αμαρτίες και γι' αυτό δεν χρειάζεται το πένθος; Αλλά και αν ακόμα λέγαμε κάτι τέτοιο -πράγμα σχεδόν αδύνατον, αφού και μόνο το να έχει φθάσει κανείς στη μετριοπάθεια είναι μεγάλο κατόρθωμα- όμως στην αρχή του λόγου μας αναφέ­ραμε και μια ακόμα αιτία πένθους. Οι μαθητές του Χριστού λυπούνταν επειδή δεν θα έβλεπαν πλέον τον Μόνο και Αληθινό Αγαθό, Τον Διδάσκαλο και Σωτήρα τους. Εκείνου και εμείς τώρα τη θέα στερού­μαστε. Και όχι μόνο Εκείνον αλλά και την τρυφή του Παραδείσου. Διότι ξεπέσαμε από αυτή και ανταλ­λάξαμε τον απαθή εκείνο τόπο με τον εμπαθή και επίπονο τούτο χώρο που τώρα ζούμε. Στερηθήκαμε την πρόσωπο με Πρόσωπο συνομιλία μας με τον Θεό, την συναναστροφή με τους Αγγέλους Του και την ατελεύτητη ζωή.
Ποιός λοιπόν, γνωρίζοντας το τι έχουμε στερη­θεί, δεν θα πονέσει και δεν θα πενθήσει γι' αυτό; Αν υπάρχει κάποιος που το γνωρίζει και δεν το κάνει, τότε, σίγουρα, αυτός δεν είναι πιστός.

Επομένως, εμείς τώρα που γνωρίζουμε, με τη θεόπνευστη διδασκαλία της Αγίας Γραφής, τι έχει συμβεί, ας πενθήσουμε τους εαυτούς μας, αδελφοί, και ας καθαρίσουμε τους μολυσμούς που έχουμε υποστεί από τις αμαρτίες που έχουμε διαπράξει, με το σωτήριο πένθος. Έτσι και το έλεος του Θεού θα βρούμε και τον Παράδεισο θα ανακτήσουμε και την αιώνια παρηγοριά και ανάπαυση θα απολαύσουμε.
*
Αυτή τη ζωή, μακάρι όλοι να την αποκτήσουμε, με τη Χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον Αναρχο Πατέρα και το Πανάγιο και Αγαθό και Ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Από την ΚΘ’ ομιλία του Αγ. Γρηγορίου (P.G. 151, 364-376) στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου της ΣΤ’ Κυριακής . για την «κατά Θεόν λύπη»

(Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «ΩΔΗ ΣΤΟ ΕΦΗΜΕΡΟ: Η Λύπη κατά τους Πατέρες», Εκδόσεις «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ» Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα).

ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

Τετάρτη 27 Μαρτίου 2024

Ὁ Ἀόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ - ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΕ´

 

Πρέπει νὰ πολεμᾷ κανεὶς μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις καὶ παντοτεινὰ καὶ γενναῖα.

ὰν θέλῃς νὰ νικᾷς τοὺς ἐχθρούς σου πιὸ γρήγορα καὶ εὔκολα, εἶναι ἀνάγκη νὰ πολεμᾷς, ἀδελφὲ καὶ γιὰ πάντα καὶ γενναῖα, ἐναντίον ὅλων σου τῶν παθῶν, περισσότερο ὅμως καὶ εἰδικὰ ἐναντίον τῆς φιλαυτίας σου, δηλαδὴ τῆς ὑπερβολικῆς ἀγάπης τοῦ ἑαυτοῦ σου, συνηθίζοντας νὰ ἔχῃς γιὰ φίλους σου ἀγαπητοὺς τὶς περιφρονήσεις καὶ τὶς θλίψεις, ποὺ μπορεῖ ποτὲ νὰ σοῦ δώσῃ ὁ κόσμος· γιατί, μὲ τὸ νὰ μὴ γνωρίζει κάποιος αὐτὸν τὸν πόλεμο τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ μὲ τὸ νὰ τὸν ὑπολογίζῃ λίγο, συνέβηκε καὶ συμβαίνει πάντα νὰ εἶναι οἱ νίκες δύσκολες, σπάνιες, ἀτελεῖς καὶ ἀνύπαρκτες.

Λοιπόν, αὐτὸς ὁ πόλεμος πρέπει νὰ γίνεται πάντοτε, ἀσταμάτητα, δηλαδὴ συνεχῶς, ὡς τὴν ὥρα τοῦ θανάτου σου καὶ μὲ γενναία ψυχή, τὴν ὁποία εὔκολα θὰ ἀποκτήσῃς ἐὰν τὴν ζητήσῃς ἀπὸ τὸν Θεό· ἐὰν ὅμως σκεφθῇς τὴν μανιασμένη ὁρμὴ καὶ τὸ παντοτεινὸ μῖσος, ποὺ ἔχουν ἐναντίον σου οἱ ἐχθροὶ δαίμονες καὶ τὸ μεγάλο πλῆθος τῶν παρατάξεων καὶ στρατευμάτων του, σκέψου ὅμως ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ καὶ ὅτι εἶναι πολὺ μεγαλύτερη ἡ δύναμι τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη ποὺ σοῦ ἔχει καὶ ὅτι πολλοὶ περισσότεροι εἶναι οἱ Ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ καὶ οἱ προσευχὲς τῶν Ἁγίων, ποὺ πολεμοῦν κρυφὰ μὲ τὸ μέρος μας, ὅπως γράφτηκε γιὰ τὸν Ἀμαλήκ· «Μὲ μυστικὸ καὶ ἀόρατο χέρι πολεμᾷ ὁ Κύριος» (Ἔξοδ. 17,16). Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν σκέψι παρακινήθηκαν τόσες γυναῖκες καὶ τόσα ἀνήλικα παιδιὰ καὶ κατέκτησαν καὶ νίκησαν ὅλη τη δύναμι καὶ σοφία τοῦ κόσμου, ὅλες τὶς προσβολὲς τοῦ ἐχθροῦ διαβόλου καὶ ὅλη τὴ μανία του.

πότε, δὲν πρέπει νὰ φοβηθῇς ποτέ, ἂν καὶ σοῦ φαίνεται ὅτι ὁ πόλεμος τῶν ἐχθρῶν εἶναι δυνατὸς κατὰ πολύ, ὅτι θὰ παραμείνη γιὰ ὅλη σου τὴν ζωὴ καὶ ἂς σὲ φοβερίζῃ μὲ πτώσεις ἀπὸ διάφορα μέρη. Γιατὶ, κάθε δύναμι καὶ γνῶσι τῶν ἐχθρῶν μας, βρίσκεται στὰ χέρια τοῦ θείου μας Ἀρχιστρατήγου Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ τοῦ ὁποίου τὴν τιμὴ πολεμεῖσαι. Ὁ ὁποῖος, ἐπειδὴ μόνος του σὲ προσκαλεῖ μὲ πίεσι στὸν πόλεμο, εἶναι φανερό, ὅτι ὄχι μόνο δὲν θὰ ἀφήσῃ ποτὲ νὰ ὑπάρξει σὲ βάρους σου κάποια ἐξουσία καὶ νίκη ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς (γιατὶ αὐτὸ τὸ θεωρεῖ ὡς προσβολή του)· ἀλλὰ πολεμώντας αὐτὸς γιὰ σένα, θὰ τοὺς δώσῃ στὰ χέρια σου νικημένους, ὅταν τοῦ φανῇ εὐχάριστο, ὅπως γράφτηκε «Ὁ Κύριος ὁ Θεός σου πηγαινοέρχεται μέσα στὸ στρατόπεδό σου γιὰ νὰ σὲ προστατεύσῃ καὶ γιὰ νὰ συλλάβη τοὺς ἐχθρούς σου καὶ νὰ τοὺς παραδώσῃ στὰ χέρια σου». (Δευτερ. 23,14).

ὰν ὅμως καὶ αὐτὸς ἀργοπορήσῃ μέχρι τὴν τελευταία μέρα τῆς ζωῆς σου, νὰ κάνῃς αὐτὴ τὴν νίκη (27), αὐτὸ θὰ εἶναι γιὰ μεγαλύτερο κέρδος σου· μόνον ἐσύ, αὐτὸ πρέπει νὰ κάνῃς, τὸ νὰ πολεμᾷς μεγαλόψυχα· καὶ ἂν πολλὲς φορὲς μείνης πληγωμένος στὸν πόλεμο, μὴν ἀφήσῃς ποτέ σου τὰ ὅπλα, οὔτε νὰ φύγῃς· τέλος πάντων, γιὰ νὰ παρακινῆσαι νὰ πολεμᾷς γενναῖα, πρέπει νὰ γνωρίζῃς, ὅτι αὐτὸν τὸν πόλεμο δὲν μπορεῖ νὰ τὸν ἀποφύγη κανένας ἄνθρωπος, εἴτε στὴ ζωὴ εἴτε στὸ θάνατο· καὶ ὅποιος δὲν πολεμάει γιὰ νὰ νικήσῃ τὰ πάθη καὶ τοὺς ἐχθρούς του, ἀναγκαστικὰ πρέπει νὰ συλληφθῇ ἀπὸ ἐδῶ ἢ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ νὰ πεθάνῃ.

Γι᾿ αὐτό, πρέπει νὰ πολεμᾶμε γενναῖα καὶ πάντα, γιατὶ ἔχουμε νὰ κάνουμε μὲ τέτοιους ἐχθρούς, οἱ ὁποῖοι τόσο πολὺ μᾶς μισοῦν, ποὺ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐλπίζουμε ποτὲ ἀπὸ αὐτοὺς οὔτε εἰρήνη, οὔτε διωρία ἢ καμμία ἀνακωχὴ καὶ κατάπαυσι τοῦ πολέμου. Γιατὶ καλὸ ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ μὴν ἀνοίξουμε πόρτα καὶ νὰ βάλουμε τοὺς ἐχθροὺς καὶ τὰ πάθη μέσα στὴν ψυχὴ καὶ καρδιά μας· ἀφοῦ ὅμως τοὺς βάλαμε μία φορά, δὲν μποροῦμε πιὰ νὰ ἀδιαφορήσουμε, ἀλλὰ πρέπει νὰ πολεμᾶμε γιὰ νὰ τοὺς βγάλουμε, ἐπειδὴ αὐτοὶ εἶναι ἀναιδεῖς καὶ ἀδιάντροποι, δὲν βγαίνουν μὲ ἄλλον τρόπο παρὰ μὲ τὸν πόλεμο (28).

------------------------------------

27. Καθὼς o Θεὸς δὲν ἐξωλόθρευσε ὅλα τὰ ἔθνη ἀπὸ τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ἀλλὰ ἄφησε σὲ αὐτὴ τὶς πέντε περιφέρειες τῶν ἀλλοφύλων καὶ τοὺς Σιδωνίους καὶ Ἑβραίους, ἕνα μέν, γιὰ νὰ δοκιμάζῃ τοὺς Ἑβραίους, ἂν φυλάττουν τὶς ἐντολές του καὶ σταθερὴ τὴν πίστι τους σὲ αὐτή. Καὶ ἄλλο, γιὰ νὰ τοὺς μαθαίνῃ πάντοτε τὸν πόλεμο, ὅπως γράφτηκε. «Καὶ αὐτὰ τὰ Ἔθνη ἄφησε ὁ Κύριος, ὥστε πειράσαι ἐν αὐτοῖς τὸν Ἰσραήλ.... Γνῶναι εἰσακούσονται τὰς ἐντολὰς Κυρίου. Τοῦ διδάξαι αὐτοῖς πόλεμον» (Κρίτ. γ´ 13, 14). Κατὰ αὐτὸ τὸν τρόπο δὲν ἐξολοθρεύει ὅλα τὰ πάθη ἀπὸ μᾶς, ἀλλὰ ἀφήνει καὶ μερικὰ νὰ μᾶς πολεμοῦν μέχρι τὸ θάνατό μας, ὄχι ἀπὸ ἀδυναμία, ἢ αἰτία δική του, ἀλλὰ ἀπὸ αἰτία δική μας, καθὼς ἑρμηνεύει ὁ Θεοδώρητος: Ὁ α´, γιὰ νὰ μὴ πέσωμε σὲ ἀμέλεια, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε ἄγρυπνοι, ἐπιμελεῖς καὶ προσεκτικοί· ὁ β´, γιὰ νὰ μὴν λησμονήσουμε τὸν πόλεμο καὶ ξαφνικὰ μᾶς πλακώσουν καὶ μᾶς νικήσουν τὰ πάθη καὶ οἱ ἐχθροί· γ´, γιὰ νὰ προστρέχωμεν πάντα στὸν Θεὸ καὶ νὰ ζητοῦμε θερμότερα τὴν βοήθειά του· ὁ δ´, γιὰ νὰ μὴν ὑπερηφανευώμαστε, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε ταπεινοὶ στὸ φρόνημα· ε´, γιὰ νὰ μισήσουμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας τὰ πάθη καὶ τοὺς ἐχθρούς, ποὺ τόσο ἀκούραστα ἂς πολεμοῦν ς´, διὰ νὰ δοκιμασθοῦμε, ἂν μέχρι τέλους φυλάξουμε τὴν τιμὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστι· ζ´, γιὰ νὰ παρακινούμεθα στενώτερα στὸ νὰ φυλάττουμε ὅλες τὶς ἐντολὲς καὶ νὰ μὴ παραβαίνουμε οὔτε τὴν παραμικρή· η´, γιὰ νὰ μάθουμε μὲ τὴν δοκιμὴ πόσο ἀξίζει ἡ ἀρετὴ καὶ ἀκολούθως νὰ μὴ τὴν ἀφίνουμε καὶ νὰ πέφτουμε στὴν ἁμαρτία, θ´, γιὰ νὰ γίνεται καὶ ὁ παντοτεινὸς πόλεμος ὑπόθεσις μεγαλυτέρων στεφάνων σὲ μᾶς· ι´, γιὰ νὰ δοξάσουμε τὸν Θεὸ καὶ νὰ ντροπιάσουμε περισσότερο τὸν διάβολον καὶ τὴν ἁμαρτία, μὲ τὴν μέχρι τέλους ὑπομονή μας καὶ ια´, γιὰ νὰ εἴμαστε γυμνασμένοι ἀπὸ συνήθεια στὸν πόλεμο νὰ μὴν φοβηθοῦμε τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου, ὅταν θὰ μᾶς γίνῃ ὁ πλέον δυνατώτερος πόλεμος.

28. Ὁ μέγας Βασίλειος στὸν σχετικὰ μὲ τὴν Παρθενία λόγο του, ἀναφέρει πάνω σὲ αὐτὸ ἕνα ὡραῖο παράδειγμα καὶ λέει. «Καθὼς οἱ βασιλικοὶ στρατιῶτες σὲ καιρὸ πολέμου, δὲν βάλλουν τὰ ἅρματά τους μέσα σε κλεισμένα σπίτια, ἀλλὰ μέσα σὲ ἐκεῖνα ποὺ βρίσκουν ἀνοικτὰ καὶ ἀφοῦ τὰ βάλουν μίαν φορά, τὰ ἀφήνουν μέσα καὶ αὐτοὶ βγαίνουν ἔξω καὶ περπατοῦν, χωρὶς νὰ φοβοῦνται ὅτι κάποιος θὰ ρίξη ἔξω τὰ ἅρματά τους, κατὰ αὐτὸ τὸν τρόπο καὶ οἱ πονηροὶ δαίμονες, ὅταν βρίσκουν ἀνοικτὴ τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας, βάζουν μέσα σὲ αὐτὴ τὰ ἅρματά τους, τὰ ὁποῖα εἶναι οἱ κακοὶ λογισμοὶ καὶ τὰ πάθη καὶ τὰ ἀφήνουν, ἐὰν ἐμεῖς δὲν ἀγωνισθοῦμε νὰ τὰ πετάξουμε ἔξω.

Ὁ Ἀόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Τρίτη 26 Μαρτίου 2024

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΛΙΑΣ (Αγίου Κασσιανού του Ρωμαίου)

 

Θα κάνω λόγο για την εγκράτεια στα φαγητά, η οποία είναι αντίθετη της γαστριμαργίας, και για τον τρόπο των νηστειών και την ποσότητα των φαγητών. Και αυτά, όχι από τον εαυτό μου, αλλά καθώς παραλάβαμε από τους αγίους Πατέρες.

Εκείνοι λοιπόν, δεν έχουν παραδώσει ένα κανόνα νηστείας, ούτε ένα τρόπο της διατροφής, ούτε το ίδιο μέτρο, γιατί δεν έχουν όλοι την ίδια δύναμη, είτε λόγω ηλικίας, είτε ασθένειας, είτε καλύτερης συνήθειας του σώματος. Έχουν όμως παραδώσει σε όλους ένα σκοπό, να αποφεύγουμε την αφθονία και να αποστρεφόμαστε τον χορτασμό της κοιλιάς.

Έχουν δει στην πράξη ότι είναι ωφελιμότερο και βοηθά στην καθαρότητα το να τρώει κανείς μία φορά την ημέρα από το να τρώει κάθε τρεις ή τέσσερις ή εφτά ημέρες. Γιατί λένε, εκείνος που επεκτείνεται υπέρμετρα στη νηστεία, υπέρμετρα κατόπιν τρώει. Και από αυτό, άλλοτε εξαιτίας της υπερβολής της αποχής από την τροφή ατονεί το σώμα και γίνεται πιο απρόθυμο για τις πνευματικές εργασίες, και άλλοτε όταν γεμίσει από το βάρος των τροφών προκαλεί αμέλεια και εξασθένηση της ψυχής.

Και πάλι οι άγιοι Πατέρες δοκίμασαν και είδαν ότι δεν είναι για όλους κατάλληλη η διατροφή με χόρτα, ούτε με όσπρια, ούτε όλοι μπορούν να τρέφονται μόνο με ξερό ψωμί. Και άλλος, καθώς είπαν, ενώ τρώει δύο λίτρες ψωμί, πεινά ακόμη, ενώ άλλος τρώει μία λίτρα ή έξι ουγγιές και χορταίνει.


Σε όλους λοιπόν, όπως είπα, ένα κανόνα εγκράτειας έχουν παραδώσει, το να μην ξεγελιούνται με τον χορτασμό της κοιλιάς (Παροιμ. 24:15), ούτε να παρασύρονται από την ηδονή του λάρυγγα. Γιατί δεν είναι μόνο η διαφορά της ποιότητας των τροφών, αλλά και η ποσότητα που ανάβει τα πυρωμένα βέλη της πορνείας. Γιατί με οποιαδήποτε τροφή όταν γεμίσει η κοιλιά, γεννά το σπόρο της διαφθοράς.

Και πάλι δεν είναι μόνο η κραιπάλη του κρασιού που φέρνει μέθη στη διάνοια, αλλά και η αφθονία του νερού και κάθε τροφής η υπερβολική χρήση, τη ζαλίζει και φέρνει νύστα σ’ αυτήν. Αιτία της καταστροφής των Σοδομιτών δεν ήταν η κραιπάλη του κρασιού και των διαφόρων φαγητών, αλλά η αφθονία του άρτου, κατά τον προφήτη (Ιεζ. 16:49).


Η ασθένεια του σώματος δεν είναι αντίθετη με την καθαρότητα της καρδιάς, όταν δώσουμε στο σώμα εκείνα που απαιτεί η ασθένεια, όχι ό,τι θέλει η ηδονή. Τις τροφές τις χρησιμοποιούμε τόσο ώστε να ζήσουμε, όχι για να σκλαβωθούμε στις ορμές της επιθυμίας. Η μετρημένη και μέσα σε λογικά όρια τροφή βοηθά στην υγεία του σώματος, δεν αφαιρεί την αγιότητα.

Ακριβής κανόνας εγκράτειας, όπως παρέδωσαν οι Πατέρες, είναι να σταματούμε να τρώμε πριν χορτάσουμε. Και ο Απόστολος που είπε: «Μη φροντίζετε για την σάρκα, πώς να ικανοποιήσετε τις επιθυμίες της» (Ρωμ. 13:14), δεν εμπόδισε την αναγκαία κυβέρνηση της ζωής, αλλά απαγόρευσε την φιλήδονη φροντίδα.

(Προς τον επίσκοπο Κάστορα περί των οχτώ λογισμών της κακίας,
Φιλοκαλία, τ. Α΄, εκδ. «Το περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 91)

ΒΑΣΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 2024 (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς καί Σαλαμῖνος κ. Γεροντίου)

  

Ι.Ν. ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΕΡΙΣΡΕΡΙ

Μακαριώτατε Αρχιεπίσκοπε Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Καλλίνικε.
Σεβασμιώτατε Άγιε Αδελφέ. Ευσεβές Ιερατείον.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί.

Για ακόμα μια χρονιά φτάσαμε σήμερα στην πρώτη Κυριακή των Νηστειών την Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Περάσαμε ήδη το πρώτο μέρος του Τριωδίου από την περασμένη Δευτέρα και έχουμε μπει ήδη στο δεύτερο που είναι σοβαρότερο του πρώτου, το οποίο θα διαρκέσει μέχρι το Σάββατο του Λαζάρου, όπου Θεού θέλοντος θα εισέλθουμε στο τρίτο μέρος αυτού, την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα των Παθών του Κυρίου μας, το πιο κατανυκτικό μέρος όλης αυτής της περιόδου με κορύφωση την Λαμπροφόρο Ανάστασή του.

Η πρώτη Κυριακή λοιπόν των Νηστειών την οποία αναφέρεται η σημερινή ημέρα είναι συνδεδεμένη με την σοβαρά υπόθεση των Αγίων Εικόνων και της Αναστηλώσεως αυτών και γενικότερα με την Ορθοδοξία.

Νίκη λαμπρά και μεγάλη εορτάζει η Εκκλησία μας σήμερα και εορτάζοντας αυτήν τη νίκη της Ορθοδοξίας, κάθε χρόνο τέτοια μέρα, δίνεται η ευκαιρία να θυμηθούμε όλο το μεγαλείο και όλο τον θησαυρό που κλείνει μέσα της η Ορθόδοξη Εκκλησία μας.
Η Ορθοδοξία μας, είναι η Εκκλησία όπως βγήκε από τα χέρια του Χριστού και όπως μας την παρέδωσαν οι Απόστολοι.
Αμόλυντη, Ανόθευτη, Παρθενική.

Η Ορθοδοξία είναι ο καθαρός ο αποστολικός χριστιανισμός, η Ορθοδοξία είναι η Εκκλησία των Αγίων Πατέρων, αφού την ετοίμασαν, την ανέδειξαν, την εδόξασαν, που ερμήνευσαν το Ιερό Ευαγγέλιο σωστά, κρυστάλλινα, με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος

Η Εκκλησία του Χριστού, περιβεβλημένη τον εόρτιον αυτής κόσμον ευφραίνεται πνευματικώς, πανηγυρίζοντας την Αγίαν της Ορθοδοξίας ημέρα, ήτις « ως αστήρ πολύφωτος εν τω στερεώματι εαυτής διαγράφη, λαμπρύνων την ημετέραν φύσιν».

Η σημερινή φαιδρά, κεχαριτωμένη πανένδοξος και μεγαλοπρεπής ημέρα της Oρθοδοξίας, μας υπενθυμίζει εις τους απανταχού ορθοδόξους, τους μεγίστους θριάμβους της Ορθοδόξου Εκκλησίας, κατά της κακοδοξίας και της πλάνης των αιρέσεων.
Πάντες οι Ορθόδοξοι, αναφωνούμε σήμερον, τα επινίκια, δια την κατάπαυσιν των σκανδάλων των παλαιών αιρέσεων, με την λήξη της τρομεράς εικονομαχίας και την νίκη, τον θρίαμβο της Oρθοδόξου Eκκλησίας, κατά των εχθρών εικονομάχων, του 9όυ αιώνος, οι οποίοι μετά φανατισμού κατεπολέμησαν τις Aγίες Eικόνες. Περισσότερο από 100 έτη διήρκησε στη Eκκλησία ο χειμώνας, και ο σάλος εκείνος της εικονομαχίας, και ο εχθρός φαινόταν να θριαμβεύει.

Oι Αγιώτατοι και πανιερώτατοι αυτοί Πατέρες και Ομολογητές, θαρραλέως υπεραμυνόμενοι της Ορθοδόξου πίστεως, διωκόμενοι, κακουχούμενοι και υποβαλόμενοι εις βασάνους, παρεδίδοντο εις τον θάνατον κρατόντας την ομολογία της πίστεως ανόθευτη.
Η ιστορία όμως κατέγραψε με θαυμασμό την καρτερία, το μαχητικό σθένος και την γενναιότητα των ομολογητών, και μαρτύρων της πίστεως, επί της εικονομαχίας τους οποίους ουδείς ηδυνήθη να χωρίση της αγάπης του Χριστού και να τους απομακρύνει από την πιστή τήρηση των παραδόσεων της Ορθοδόξου Πίστεως.

Και σήμερα εν έτη 2024 όπου η μαρτυρική Εκκλησία των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών συμπληρώνει 100 έτη από την επάρατη αυτή πράξη της ημερολογιακής μεταρρύθμισης, της σύγχρονης παναίρεσης του Οικουμενισμού, έχει να επιδείξει αγώνες, θυσίες, εξορίες, φυλακίσεις και διωγμούς των σύγχρονων ομολογητών της Πίστεως.
Όπως η νεομάρτυς Αικατερίνη εκ Μάνδρας, ο Νεομάρτυς Ιωσήφ εκ Δεσφίνης, οι Όσιοι Ιερώνυμος της Αιγίνης, Ιωάννης της Αμφιάλης, και Ιερώνυμος εκ Πάρνηθος.

Οι Ιεράρχες Χρυσόστομος ο από Φλωρίνης, Φιλάρετος και Ιωάννης ο Μαξίμοβιτς των Ρώσων της Διασπόράς, Γλυκέριος της Ρουμανία και πόσοι άλλοι.
Μας Φράγκεψαν αναφώνησε ο λαός το έτος 1924.

Και όμως οι σημερινοί Οικουμενισταί παρακούουν την Εκκλησίαν. Ουδεμίαν αίρεσιν και ουδένα αιρετικόν παλαιότερον και σημερινόν αναθεματίζουν, λέγοντες, ότι πάσα αίρεσης αποτελεί κλάδο της Εκκλησίας. Παρόλα ταύτα όμως η Γνήσια Ορθόδοξος Εκκλησία, κλυδωνιζομένη εν μέσω μυρίων κυμάτων και αναλογιζομένη τους φρικαλέους διωγμούς, κατόρθωσε να θριαμβεύσει κατά των εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών της και να διατηρεί άσβεστη την φλόγα της αληθούς πίστεως η οποία φωτίζει και ζωογονεί την ανθρωπότητα.

Εμείς θα μιμηθούμε τους προπάτορες μας Αγίους Πατέρες, που κληροδότησαν σε μάς την αλήθειαν και οι οποίοι ευρίσκονται πλησίον του θρόνου του αγωνοθέτου Χριστού, ο οποίος τους στεφάνωσε με τον αμάραντο της δόξης στέφανο.
Προς υμάς βοώμεν:
Ω! Μ ε θ ό δ ι ο ι ! Ω! Σ τ ο υ δ ί τ α ι ! Ω! Φ ώ τ ι ο ι ! Ω! Μ ά ρ κ ο ι Ε υ γ ε ν ι κ ο ί !
Άγιοι Πατέρες Ομολογηταί και κήρυκες της Ορθοδοξίας. Ω Μάρτυρες πανέφυμοι!
Οι μη φεισθέντες της ζωής υμών και χύσαντες το ατίμητο αίμα υπέρ της φιλτάτης Ορθοδοξίας και των παραδόσεων αυτής, πρεσβεύσατε το ελεήμονι Θεώ, ώστε και στις αίσχαταις αυτές ημέρες αναδείξει ζηλωτάς της πατρώας ευσεβείας και ομολογητάς της Ορθοδόξου πίστεως, προθύμους να θυσιασθούν υπέρ του ιδεώδους της Ορθοδοξίας.

Η Ορθοδοξία ζητεί θάρρος.
Η Ορθοδοξία ζητεί πνεύμα αντιστάσεως.
Η Ορθοδοξία ζητεί μαχητικότητα απέναντι όλων εκείνων, οι οποίοι επιβουλεύονται και επιθυμούν να την εξαπατήσουν.

Ας τηρήσουμε την Ορθοδοξία, αδελφοί, ως κόρην οφθαλμού, διότι είναι μέγα κειμήλιο πάντων των πατρώων παραδόσεων.
Ας φυλάττουμε την Ορθοδοξία ως Ιερά Παρακαταθήκη.
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!!!

ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΘΥΣΙΑ ΥΠΕΡ ΧΡΙΣΤΟΥ; (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)


Ὁμιλία στὴν Ἑορτὴ τῶν Ἁγίων Σαράντα Μαρτύρων

Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὸν Καθεδρικὸ Ἱερὸ Ναὸ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στὴν Λάρισα τὴν Παρασκευή, 9/22-3-2024, μὲ τίτλο: «Εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ μεγάλη θυσία ὑπὲρ Χριστοῦ;».

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

«1924-2024: Τὸ βαρύ μας χρέος ἕναν αἰώνα μετά» Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

IMG 2994


«Τὸ βαρύ μας χρέος ἕναν αἰώνα μετά»

Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου 

Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου 

στὸν Συνοδικὸ ἑορτασμὸ τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας

Ἱερὸς Καθεδρικὸς Ναὸς Ἁγίου Ἀθανασίου, 11/24-3-2024

 

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. κ. Καλλίνικε,

γιοι Ἀρχιερεῖς, 

Σεβαστοὶ Πατέρες 

σιώτατες Μοναχές,

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            ς μοῦ ἐπιτραπεῖ, ἀρχικά, νὰ ἐκφράσω τὶς εὐχαριστίες μου πρὸς τὸν ἐν Τριάδι Θεό, ὁ Ὁποῖος εὐλόγησε ὥστε να συγκεντρωθοῦμε ἀπόψε ἐδώ, στὸν Ἱερὸ Καθεδρικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, καὶ νὰ τελέσουμε τὸν Β΄ Κατανυκτικὸ Ἑσπερινό, καθὼς καὶ πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο γιὰ τὴν ἀνάθεση τῆς διακονίας τοῦ λόγου στὴν ἐλαχιστότητά μου. 

            Ξεκινῶντας τὴν ὁμιλία μου, δανείζομαι τὰ ἱερὰ λόγια τοῦ Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ στεντορείᾳ τῇ φωνῇ εὔχομαι:

«Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων, εὐσεβῶν Βασιλέων, ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων, Διδασκάλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, 

Αἰωνία ἡ μνήμη»!

            Αἰωνία ἡ μνήμη ὅλων ἐκείνων, τῶν διαχρονικῶν γνησίων τοῦ Χριστοῦ τέκνων, τῶν Ἁγίων μας, οἱ ὁποῖοι μὲ τὰ στιβαρά τους χέρια σήκωσαν ὑπεύθυνα τὸν Σταυρὸ τῆς ὁμολογίας καὶ θυσιάσθηκαν γιὰ νὰ διαφυλάξουν ἀκέραιη τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Θυσιάσθηκαν ὄχι ἀπὸ πεῖσμα, ἀλλὰ ἀπὸ ἄδολη ἀγάπη. Θυσιάσθηκαν διότι γνώριζαν πολὺ καλὰ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτελεῖ τὴν μόνη ὁδὸ πρὸς τὴν Θέωση, τὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας, τὸ τζιβαέρι μας, τὸ στολίδι τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ἕνα φῶς, τὸ ὁποῖο λάμπει, φωτίζει καὶ θερμαίνει. Γνώριζαν ὅτι Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας μαγνήτης ὁ ὁποῖος προσελκύει ὅσους διψοῦν γιὰ ἀληθινὴ ζωή· ἡ γέφυρα ποὺ ἐπιτρέπει τὴν σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο. Γνώριζαν ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τὰ ὅσα ὁ Χριστὸς δίδαξε, οἱ Προφῆτες προεῖδαν, οἱ Ἀπόστολοι μαρτύρησαν καὶ οἱ Πατέρες παρέλαβαν καὶ μᾶς παρέδωσαν μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ τὰ μεταλαμπαδεύσουμε στὶς ἑπόμενες γενεὲς ἀκέραια, δίχως ἐκπτώσεις. 

            Αἰωνία σᾶς ἡ μνήμη, ἀξιομακάριστοι Πατέρες μας καὶ Μητέρες μας! «Ὡσεὶ λέοντες πῦρ πνέοντες» ξεχυθήκατε στὸν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγώνα καὶ ὑποφέρατε καὶ ὑπομείνατε θλίψεις, χλευασμούς, συκοφαντίες, διωγμούς, ἐξορίες, φυλακίσεις, βασανιστήρια, μέχρι καὶ αὐτὸν ἀκόμη, τὸν μαρτυρικὸ θάνατο. Μεταξὺ δὲ ὅλων αὐτῶν, δὲν σᾶς ἔλειψαν καὶ τὰ ἐμπόδια ποὺ ἐπιδέξια τοποθετοῦσαν στὰ ἔργα σας οἱ δῆθεν συναγωνιστές σας, οἱ ψεύτικοι ἀδελφοί. Ποῦ ὠφέλησαν τὰ προσκόμματά τους; 

            ν, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶχε ἔρθει ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, εἰλικρινὰ θὰ ἀναρωτιόμουν ποῦ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ βρεῖ τόση δύναμη νὰ ὑπομείνει καὶ νὰ ἐξέλθει νικητὴς ἀπὸ τόσες δυσκολίες.  Τώρα, ὅμως, ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι οἱ Ἅγιοί μας, ἀντιμέτωποι μὲ ὅλους τοὺς πειρασμούς, δὲν εἶχαν τὰ ὄμματα στραμμένα πουθενὰ ἀλλοῦ, παρὰ μόνο στὸ σημεῖο ὅπου συντελέσθηκε ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸν φρικτὸ Γολγοθά. Ἔβλεπαν Κρεμάμενο ἐπὶ Ξύλου τὸν Δημιουργὸ νὰ θυσιάζεται «ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας» καὶ ἀντλοῦσαν δύναμη καὶ παρηγοριὰ γιὰ νὰ σηκώσουν τὸν δικό τους Σταυρὸ ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας. 

            πὸ τὸν Ἴδιο Σταυρωθέντα Χριστὸ ἀπὸ τὸν Ὁποῖο οἱ Ἅγιοι: Ἀθανάσιος Ἀλεξανδρείας, Εὐστάθιος Ἀντιοχείας, Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Γερμανὸς Κωσταντινουπόλεως, Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, Μεθόδιος Κωνσταντινουπόλεως, Φώτιος Κωσταντινουπόλεως, Μάρκος ὁ Εὐγενικός, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καὶ τόσοι ἄλλοι λάμβαναν σθένος νὰ προχωρήσουν μαχόμενοι καὶ θυσιαζόμενοι, ἀπὸ τὸν Ἴδιο Σταυρωθέντα Χριστὸ λάμβαναν σθένος καὶ οἱ μακαριστοὶ προπάτορές μας, αὐτοὶ ποὺ ἔζησαν «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», ἕναν αἰώνα πριν. Δὲν ἦταν ἐκεῖνοι τέκνα ἑνὸς ἄλλου, ψεύτικου θεοῦ. Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ἦταν καὶ στὸν Γολγοθὰ εἶχαν καὶ αὐτοὶ στραμμένοι τοὺς ὀφθαλμοὺς γιὰ νὰ ἀντέξουν τὰ ὅσα προξένησε ἡ μεγάλη πληγὴ ποὺ ἄνοιξε στὴν Ἐκκλησία, ὡς μὴ ὤφειλε, ἀκριβῶς πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια καὶ μία ἡμέρα. Τότε ἦταν, σὰν χθές, ποὺ ἡ 10ηΜαρτίου ἔγινε 23η,  καὶ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας διασπάσθηκε, ἐνῶ  ἐκκλησιαστικοὶ ταγοὶ τῶν ἡμερῶν ἐκείνων θριαμβολογοῦσαν τὴν χρονικὴ ἀκρίβεια τοῦ διορθωμένου ἡμερολογίου, τοῦ μὲ ἀριστίνδην Σύνοδο ἐπιβληθέντος. 

            Δὲν ξέρω ἂν σκέφτομαι λανθασμένα. Ἔντονα προβληματίζομαι. Τί ἤθελε ὁ Χριστὸς ἀπὸ ἐμᾶς; Ἤθελε τὴν ἀστρονομικὴ ἀκρίβεια τοῦ ἡμερολογίου, ἢ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ὁποία προσευχήθηκε μὲ ἀγωνία στὸν Κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, λίγη ὥρα πρὶν τὴν προδοσία ἀπὸ τὸν δόλιο Ἰούδα; «Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς»! Τί καλὸ θὰ ἦταν ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἴχαμε στὴ σκέψη μας τὴν ἐπιθυμία αὐτὴ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἡ ἑνότητά μας ἐν ἀγάπῃ καὶ ἀληθείᾳ θὰ ἦταν τὸ δυνατότερο κήρυγμα γιὰ ὅσους ἀκόμη δὲν ἔχουν γνωρίσει τὴν ἐνσαρκωμένη ἀλήθεια, τὸν Ἰησοῦ Χριστό.

            σως μὲ τὸ σκεπτικὸ αὐτὸ νὰ κινήθηκαν πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια οἱ θιασῶτες τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης, καθὼς σκόπευαν μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου νὰ ἐπιτευχθεῖ «ὁ ταυτόχρονος ἑορτασμὸς τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν ὑπὸ πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν». Βεβαίως, μὲ τὴν φράση αὐτὴ τῆς ἐγκυκλίου τοῦ 1920 τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὡς Ἐκκλησίες δὲν ἐννοοῦνται μόνο οἱ κατὰ τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀλλὰ καὶ ὅλες οἱ αἱρετικὲς ὁμάδες. Ἀσφαλῶς, ἡ ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν στὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἡ ἑνότητα ὅλων ὑπὸ τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία εἶναι ζητούμενο, εἶναι πόθος θεῖος. Ἐπαναλαμβάνω ὅτι ὁ Χριστὸς γιὰ αὐτὸ προσευχήθηκε τὴν νύκτα τῆς προδοσίας. Ὡστόσο, γιὰ νὰ γίνει κάτι τέτοιο, ἀπαιτεῖται ἰσχυρὴ πνευματικὴ κατάσταση καὶ κινήσεις σωστὲς καὶ σύμφωνες μὲ τοὺς Κανόνες τῶν Πατέρων. Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου δὲν ἦταν κίνηση ἀποτελεσματική, καθὼς ἦταν γνωστὸ ὅτι δὲν θὰ τὸ ἀκολουθοῦσαν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι. Ἀπὸ ὅ,τι φάνηκε, ἐκεῖνοι ποὺ ἄλλαξαν τὸ ἡμερολόγιο, ἐνδιαφέρονταν περισσότερο γιὰ τὴν προσέγγιση τῶν αἱρετικῶν, παρὰ γιὰ τὴν διατήρηση τῆς κοινωνίας μὲ Ὀρθοδόξους ἀδελφούς. Πῶς τὸ ἐξηγῶ αὐτό; Ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπὸ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τῶν μεγάλων  χριστιανικῶν ἑορτῶν ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους, προτιμήθηκε ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς μὲ τοὺς ἑτεροδόξους. Ἔτσι, ἀκόμη καὶ γιὰ καλὸ νὰ κινήθηκαν, «τὸ καλό, μὴ καλῶς γενόμενο, οὐκ ἐστι καλόν».

            Οἱ προπάτορές μας, ἄνθρωποι εὐσεβεῖς καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἁπλοί, εἶδαν στὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου σκοπιμότητα. Τόσους αἰῶνες ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀκολουθοῦσε ἕνα ἡμερολόγιο χωρὶς προβλήματα. Πρὸς τί αὐτὴ ἡ βεβιασμένη ἀλλαγή, δίχως τὴν σύγκληση Πανορθόδοξης Συνόδου; Βεβαίως, γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, συνεκλήθη τὸ ἀποκληθὲν ἀπὸ κάποιους ὡς «Πανορθόδοξο Συνέδριο». Αὐτὸ δὲν συνέβη σὲ σωστὲς βάσεις, καὶ αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ δὲν θὰ ἀναλυθεῖ σήμερα. Πρὸς τί, λοιπόν ἡ ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ δίχως Πανορθόδοξη συμφωνία; Καὶ μάλιστα, πρὸς τί ἡ ἀλλαγὴ σὲ μία τέτοια ἱστορικὴ συγκυρία; Μετὰ ἀπὸ πεντακόσια χρόνια σκλαβιᾶς, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀποδύναμωση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχεῖου ἐξαιτίας τῆς Αὐτοκεφαλίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μετὰ ἀπὸ τοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους, μετὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετὰ τὴν Γενοκτονία τῶν Ἑλλήνων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τὴν Μικρασιατικὴ Καταστροφή, μετὰ τὸν βίαιο ξεριζωμὸ ἑκατοντάδων χιλιάδων Ἑλλήνων ἀπὸ τὶς πατρογονικές τους ἐστίες καὶ τὴ σωρηδὸν μεταφορά τους στὸ ὑπανάπτυκτο ἑλληνικὸ κράτος, ὑπῆρχε ἄραγε αὐτὴ ἡ πολυτέλεια νὰ ἀσχοληθεῖ ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν διόρθωση τοῦ ἡμερολογίου, γνωρίζοντας πολὺ καλὰ ὅτι αὐτὸ θὰ δίχαζε; Καὶ ὅλο αὐτὸ γιατί; Μήπως γιὰ νὰ στραφεῖ πρὸς τὴ Δύση; Ἀκούσαμε στὸ ἄμεσο παρελθὸν ἀπὸ ὑψηλόβαθμα κυβερνητικὰ στελέχη νὰ τονίζουν ὅτι «ἀνήκομεν εἰς τὴν Δύσιν»! Αὐτὰ ἔλεγαν γιὰ νὰ περάσουν τὸν γνωστὸ νόμο ποὺ ἐσχάτως πέρασαν. Τότε ποὺ τὸ ἀκούγαμε αὐτό, ἅπαντες οἱ εὐσυνείδητοι πατριῶτες -ὄχι μόνο ἐμεῖς οἱ τοῦ πατρίου ἑορτολογίου- ἀγανακτούσαμε. Μήπως, ὅμως, καὶ οἱ παλαιοὶ τῆς Ἐκκλησίας ταγοὶ συνέβαλαν ἑκουσίως ἢ ἀκουσίως, γιὰ νὰ ἔχουμε αὐτὴ τὴν κατάληξη πρὸς τὴ Δύση; 

            Αὐτὴ τὴ δυτικοποίηση τῆς Ἐκκλησίας αἰσθάνθηκαν καὶ φοβήθηκαν οἱ ἁγνοὶ ἐκεῖνοι ἀγωνιστὲς ποὺ βγῆκαν τὴν ἴδια κιόλας ἡμέρα τῆς ἀλλαγῆς καὶ γύριζαν πόλεις καὶ χωριὰ καταγγέλοντας τὴν προδοσία καὶ φωνάζοντας «Μᾶς φραγκέψανε! Μᾶς φραγκέψανε!» Μεταξὺ αὐτῶν –καὶ τὸ καταθέτω ὡς ἱστορικὴ μαρτυρία, καθὼς ὑπηρέτησα στὸν Ἱερὸ Ναὸ Εὐαγγελιστρίας Θηβῶν καὶ γνώρισα  αὐτήκοους μάρτυρες- ἦταν καὶ πνευματικὰ τέκνα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου. Οἱ Λουκᾶς Καλατζής, Κίμων Στεφανιώτης καὶ Ἀντώνης Σκοῦμας, ὅταν τὸν ἐπισκέφθηκαν τὸ 1918, δύο χρόνια πρὶν τὴν κοίμησή του καὶ τὸν ρώτησαν γιὰ τὴν φημολογούμενη τότε ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου, ἔλαβαν τὴν ἐντολή: «Νὰ μείνετε ὅπως εἶστε»! 

- Δέσποτα, δὲν θὰ ἔχουμε Ἐκκλησίες, τοῦ εἶπαν.

- Ἐκκλησίες νὰ κάνετε τὰ σπίτια σας. 

- Δέσποτα, δὲν θὰ ἔχουμε Ἱερεῖς, εἶπαν ξανά. 

- Ἱερεῖς θὰ στείλει ἡ Παναγία ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὄρος. 

Ἔτσι ἀκριβῶς ἔγινε. Τὰ σπίτια ἔγιναν Ἐκκλησίες καὶ οἱ Ἅγιορεῖτες συντάχθηκαν μὲ τοὺς εὐσεβεῖς πιστούς, τῶν ὁποίων τὸ «ἔγκλημα» ἦταν ὅτι θέλησαν νὰ παραμείνουν ὅπως ἦταν, σταθεροὶ στὴν παράδοση. Μέσα σὲ ἕνα βράδυ, ἀγωνιζόμενοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ὀνομάσθηκαν χλευαστικῶς «παλιοημερολογίτες» καὶ ἀπέκτησαν τὴν ποιμαντικῶς ἀπαράδεκτη ταμπέλα «σχισματικοί», ἤ, στὰ νεότερα χρόνια, «ἄτακτα μέλη», μόνο καὶ μόνο διότι ἁπλῶς συνέχισαν στὴν γραμμὴ ποὺ εἵκοσι αἰῶνες εἶχε χαράξει ἡ Ἐκκλησία. Δὲν ἔθεσαν οἱ ἴδιοι ἑαυτοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἡ τότε ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας τοὺς ἔθεσε ἀπ΄ ἔξω καὶ δὲν ἔκανε τίποτα γιὰ νὰ τοὺς ἀγκαλιάσει. 

            Τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἐπιτρέπεται ἐντὸς τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας νὰ λειτουργοῦν Ναοὶ μὲ τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο. Αὐτὸ ἀποτελεῖ πράξη Οἰκονομίας, σύμφωνα μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ὁρολογία. Κάτι τέτοιο, ὅμως, δὲν ἦταν ἐξ ἀρχῆς ἀποδεκτό. Προκειμένου νὰ σβήσει τὸ κραταιὸ «Κίνημα τῆς Εὐσεβείας» ἐπελέγη ἡ τακτικὴ τῶν εἰκονομάχων αὐτοκρατόρων· οἱ διωγμοί. 

            νδεχομένως, αὐτὸ ἀκούγεται ὑπερβολικό. Δυστυχῶς, ὅμως, δὲν εἶναι. Ὅσοι ἐπέλεξαν νὰ μὴν ἀποδεχθοῦν τὸ νέο ἡμερολόγιο, πράγματι, ὑπέστησαν διωγμούς. Αὐτὸ εἶναι ἕνα μεγάλο κεφάλαιο τῆς νεότερης ἐκκλησιαστικῆς μας ἱστορίας, γιὰ τὸ ὁποῖο εἴμαστε βέβαιοι πὼς δὲν χαίρεται κανείς. Τὴν ἱστορία, λοιπόν, δὲν μποροῦμε νὰ τὴν διαγράψουμε, οὔτε, δυστυχῶς, νὰ τὴν ἀλλάξουμε. Μποροῦμε, ὅμως, νὰ τὴν ἀφήσουμε νὰ μᾶς διδάξει γιὰ τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον. Στὸ σημεῖο αὐτό, ἐφιστῶ τὴν προσοχὴ ὅλων· καὶ ἡμῶν καὶ τῶν ἀδελφῶν τοῦ νέου. Οὔτε οἱ μὲν νὰ δεχθοῦμε τὴν ἀναφορὰ στοὺς διωγμοὺς γιὰ νὰ ἀνακυκλώσουμε τὰ παλαιὰ πάθη, οὔτε οἱ δὲ νὰ θεωρήσουν ὅτι γίνεται προσπάθεια νὰ ἀλείψουμε τὶς πληγὲς τοῦ Δεσποτικοῦ Σώματος μὲ «ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον». Ἀντιθέτως, οἱ μὲν νὰ λάβουμε «ὑπόδειγμα τῆς κακοπαθείας καὶ τῆς μακροθυμίας» τοὺς πατέρες καὶ τὶς μητέρες μας, οἱ ὁποῖοι μὲ θερμὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ ὑπέμειναν θλιβερὲς καταστάσεις, ὥστε νὰ μιμηθοῦμε τὸν ζῆλο τους καὶ νὰ τὸν ἀξιοποιήσουμε γιὰ τὴν πρόοδο τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ δέ, νὰ κατανοήσουν ὅτι οἱ πρὸ αὐτῶν φέρουν μεγάλο μερίδιο εὐθύνης γιὰ τὴν κατάσταση ποὺ βιώνουμε σήμερα, καθὼς ἐπέτειναν τὴν διάσταση καὶ ὕψωσαν δυσθεώρατα τείχη. 

            χω πεῖ ξανὰ στὸ παρελθὸν ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἔπαθε κάτι χειρότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ συνέβη στοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς τῆς Ρωσίας, τῆς Ρουμανίας ἢ τῆς Ἀλβανίας τὸν περασμένο αἰώνα. Ἐκεῖ, πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία οἱ ἄθεοι, ἐνῶ ἐδώ, Ὀρθόδοξοι δίωκαν ὁμοδόξους ἀδελφούς. Οἱ πατέρες μας καὶ οἱ μητέρες μας, ἐπειδὴ διατηροῦσαν τὴν ἡμερολογιακὴ παράδοση, ὑφίσταντο συνέπειες· χλευάζονταν ὄχι μόνο μεγάλης ἡλικίας ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ μαθητόπουλα, δημόσιοι ὑπάλληλοι ἀπολύονταν, οἱ λειτουργικὲς συνάξεις ἀπαγορεύονταν, δὲν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα γιὰ ἔστω κρυφὸ τακτικὸ ἐκκλησιασμὸ καὶ συμμετοχὴ στὰ Μυστήρια, διότι οἱ Ἱερεῖς ἦταν λίγοι καὶ πολλὲς φορὲς διένυαν τεράστιες ἀποστάσεις γιὰ νὰ λειτουργήσουν κρυφά. Ἂν τυχὸν συλλαμβάνονταν Ἱερεῖς νὰ λειτουργοῦν μὲ τὸ παλαιό, ἀποσχηματίζονταν καὶ φυλακίζονταν. Ἂν ἐντοπίζονταν μυστηριακὲς συνάξεις, διαλύονταν ἀπὸ τὰ ὄργανα τῆς τάξης, κάποτε μὲ τόσο βίαιο τρόπο, ὥστε νὰ ὑπάρχουν καὶ θύματα. Τὸ πλέον γνωστὸ παράδειγμα εἶναι αὐτὸ τῆς Ἁγίας Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης ἀπὸ τὴν Μάνδρα, ἡ ὁποία ἄφησε πίσω της δύο ὀρφανὰ τέκνα. Ἐνδεικτικὴ τῶν περιστάσεων εἶναι μαρτυρία ἑνὸς ἐκ τῶν κορυφαίων Ἱεραρχῶν τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας, σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο, ἀστυνομικοί, κατόπιν ἐντολῆς ἐκκλησιαστικῶν προσώπων, εἰσέβαλαν στὸ Μοναστήρι τῆς Κοσμοσώτειρας, ἔκλεψαν πολύτιμα ἀντικείμενα καὶ ἀφοῦ ἔριξαν κάτω τὸν Ἅγιο Ἄρτο ἀπὸ τὸ Θυσιαστήριο, Τὸν ποδοπατοῦσαν. Γιατί ὅλα αὐτά; Πότε στὴν ἱστορία ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε θύτης;

            Παρὰ τὰ αὐστηρὰ μέτρα, οἱ πατέρες καὶ οἱ μητέρες μας ἄντεξαν καὶ παρέμειναν σταθεροί. Σὲ αὐτὸ συνέβαλαν, μεταξὺ ἄλλων, θαυμαστὰ σημεῖα ποὺ μέσα στὸν αἰώνα μαρτυρήθηκαν, ὅπως τὸ μέγιστο αὐτῶν, ἡ Γ΄ ἐμφάνιση τοῦ Σταυροῦ στὸν οὐρανὸ σὲ Ἀγρυπνία γιὰ τὴν Ὕψωση, τὸ ἔτος 1925. Ἂν δὲν εἴχαμε προσωπικὲς ἐμπειρίες καὶ ἐπαφὲς μὲ αὐτόπτες μάρτυρες, ἴσως νὰ θεωρούσαμε κάποιες ἀφηγήσεις ὑπερβολικὲς ἢ ἐξωπραγματικές. Κάτι τέτοιο, ὅμως, δὲν ἰσχύει. 

            Τὸ συμπέρασμα ποὺ ἐξάγεται γιὰ τὸ ζήτημα τῶν διωγμῶν εἶναι ὅτι, ὄχι μόνο δὲν ὠφέλησαν, ὄχι μόνο δὲν κατόρθωσαν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς ἀγάπης, ἀλλὰ ἔφεραν τὰ ἀντίθετα ἀποτελέσματα ἀπὸ τὰ ἐπιθυμητά, καθὼς τὸ χάσμα μεγάλωσε καὶ κάθε πιθανότητα προσεγγίσεως ἐλαχιστοποιήθηκε. Οἱ διωγμοὶ ἐξανάγκασαν  τὸ «Κίνημα τῆς Εὐσεβείας» νὰ ἑδραιωθεῖ καὶ νὰ κραταιωθεῖ ἀκόμη περισσότερο. Μάλιστα, σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις προκλήθηκε φανατισμός. 

            Καὶ ἐνῶ ἔτσι εἶχαν τὰ πράγματα καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν παράδοση ἐξακολουθοῦσαν νὰ θεωροῦν τὴν καινοτομία ὡς βῆμα γιὰ τὴν στροφὴ τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τὴ Δύση, περίπου εἱκοσιπέντε χρόνια μετὰ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐπισήμως ἐντάχθηκε στὴν λεγόμενη «οἰκουμενικὴ κίνηση» καὶ ἀποτέλεσε ἱδρυτικὸ μέλος τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἐντὸς τῆς Ὀρθοδοξίας ἦρθε στὸ προσκήνιο ἡ αἵρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἐπινόηση ἀνθρώπων ὄχι Θεοφόρων. 

            Πρόσφατα ἄκουσα ὅτι ἡ συμμετοχὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, περιορίζεται μόνο στὸν διάλογο. Ὁ δὲ διάλογος αὐτὸς γίνεται γιὰ νὰ καταστήσει ἡ Ὀρθοδοξία γνωστὸ τὸν θησαυρὸ τὸν ὁποῖο φέρει. Βεβαίως, εἶναι καθῆκον μας νὰ καταστήσουμε γνωστὸ σὲ ὅλους τὸν θησαυρὸ τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτὸ τὸ θεϊκὸ κάλλος μὲ τὸ ὁποῖο εἶναι στολισμένη ἡ Ὀρθοδοξία, δὲν ἀποτελεῖ δική μας ἀποκλειστικότητα, ἀλλὰ πρέπει νὰ μεταδοθεῖ εἰ δυνατὸν σὲ ὅλους. Ὡστόσο, καλοπροαίρετα διερωτώμεθα: τόσες δεκαετίες διαλόγων μὲ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι βρίσκονται στὴν αἵρεση, πόσους ἀπὸ αὐτοὺς ἔχουν προσελκύσει στὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας; Ποιοί δέχθηκαν τὴν Ὀρθοδοξία; Ἀπὸ ὅ,τι βλέπουμε τὰ τελευταῖα χρόνια, τὴν Ὀρθοδοξία τὴν γνωρίζουν καὶ τὴν ἀσπάζονται ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι, μὴ ἔχοντας οὐδεμία ἐπαφὴ μὲ τέτοιου εἴδους ὀργανώσεις, ἀπὸ μόνοι τους ψάχνουν καὶ βρίσκουν τὴν ἀλήθεια κυρίως μὲ τὸ βίωμα καὶ δευτερευόντως μὲ λόγια. 

             Ναθαναήλ, ὅπως ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, γνώρισε καὶ πίστεψε στὸν Σωτήρα Χριστὸ βιωματικά. Ὁ Φίλιππος δὲν τοῦ εἶπε πολλὰ λόγια. Τοῦ εἶπε μόνο «ἔρχου καὶ ἴδε». Ἦρθε, εἶδε τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ καὶ πίστεψε. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας μαγνήτης, ἀνέφερα στὴν ἀρχή. Ὅταν πλησιάζει ἀνθρώπους, συνομιλεῖ μὲ αὐτοὺς καὶ δὲν τοὺς προσελκύει, σημαίνει ὅτι ἢ δὲν τοὺς προσεγγίζει σωστά, ἢ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δὲν πληροῦν τὶς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιὰ νὰ μαγνητιστοῦν. Ὅσο κοντὰ καὶ ὅση ὥρα καὶ νὰ τοποθετήσεις τὸν μαγνήτη πλάι στὸ πλαστικό, τὸ πλαστικὸ ἐκεῖ θὰ μείνει, ἀμετακίνητο. 

            Βεβαίως, νὰ μιλήσουμε μὲ τοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν στὰ δίχτυα τῆς πλάνης ἀπὸ τὸν μισόκαλο τῆς ψυχῆς. Ἴσως τὸ ἀπολωλὸς πρόβατο ἐπιστρέψει μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο. Ὅμως, μὴν ξεχνᾶμε: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ», μᾶς διδάσκει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Μὴν ὑπάρχει κανεὶς ἀπὸ τοὺς διαδόχους τῶν Ἀποστόλων ἀνώτερος τοῦ Κορυφαίου Παύλου; Ἐδώ, ὅμως, ὄχι ἁπλῶς δὲν φαίνεται διάθεση παραίτησης, ἀλλὰ συμβαίνουν καὶ συμπροσευχές. Ὅλες δὲ οἱ δράσεις, μὲ τὴν ἐπίκληση τῆς ἀγάπης. Ὅσο ἁγνὲς καὶ ἂν εἶναι οἱ προθέσεις, διερωτώμεθα: εἶναι ἡ ἀγάπη αὐτὴ ἐν ἀληθείᾳ; Διαβάζουμε στὶς Παροιμίες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅτι «ὅν ἀγαπᾶ Κύριος παιδεύει». Ἡ ἀγάπη παιδεύει, παιδαγωγεῖ, ἐλέγχει καὶ διορθώνει. Ἂν δικούς μας ἀνθρώπους, Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, τοὺς ἐλέγχουμε ὅταν σφάλλουν, πολὺ περισσότερο δὲν πρέπει νὰ βοηθήσουμε ἐκείνους ποὺ δὲν εἶναι Ὀρθόδοξοι νὰ καταλάβουν τὸ λάθος τους καὶ νὰ τὸ διορθώσουν; Ἡ συμπροσευχὴ μὲ αὐτοὺς σημαίνει νομιμοποίησή τους καὶ ἀποτελεῖ ὑπέρβαση τῶν ὁρίων «ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν». Τότε, λοιπόν, πῶς ἐκεῖνοι θὰ προβληματισθοῦν καὶ θὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ὀρθοδοξία; Μήπως μὲ αὐτὴ τὴν τακτικὴ στὴν πραγματικότητα στερεῖται ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ἡ πιθανότητα νὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ὀρθοδοξία; Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἂν κάποιος δέχεται ὅτι οἱ αἱρετικοὶ εἶναι καὶ αὐτοὶ στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας, τότε γιατὶ σήμερα γιορτάζουμε τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας; 

            Κλείνοντας τὸ κεφάλαιο αὐτό, μὲ συνοχὴ καρδιᾶς διερωτώμεθα πάλι: ποῦ ὠφέλησε τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ συμμετοχὴ στὰ δρώμενα τοῦ οἰκουμενισμοῦ; Ὄχι μόνο δὲν σαγηνεύθηκαν οἱ ἑτερόδοξοι, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἐκ τῶν ἀδελφῶν τοῦ νέου ἔχουν σκανδαλισθεῖ καὶ ἔχουν ὑψώσει φωνὴ πατερική, φωνὴ προβληματισμοῦ καὶ ἀγωνίας γιὰ τὴν μελλοντικὴ ἐξέλιξη. Δὲν πρέπει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ νὰ δοῦμε μὲ ταπείνωση καὶ διάθεση αὐτοκριτικῆς πώς θὰ θεραπευθοῦν πρῶτα τὰ ἐσωτερικὰ τραύματα, τὰ τοῦ οἴκου μας; 

            Θὰ μποροῦσαν νὰ εἰπωθοῦν πολλὰ περισσότερα, ὄχι πρὸς κατάκρισιν, ἀλλὰ πρὸς προβληματισμό. Ἄλλωστε, κατακρίσεις καθ’ ὅλον τὸν αἰώνα ὑπῆρξαν πολλές, ὡς μὴ ὤφειλαν.  Ἔχουμε κουρασθεῖ νὰ ἀκοῦμε γιὰ τὰ οἰκουμενιστικὰ δρώμενα καὶ τὰ συναφῆ. Ἕναν αἰώνα γράφτηκαν πολλὰ περὶ αὐτῶν καὶ τὰ γνωρίζουμε πολὺ καλά. Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ὑπενθυμίσεως, οὔτε ἐνημερώσεως. Ἔχουμε ἀνάγκη νὰ γνωρίσουμε καρδιακὰ τὴν Ὀρθοδοξία, νὰ βιώσουμε τὴν τιμιότητα, τὴν ἀγάπη, τὴν ἀλληλεγγύη, τὴν ἀδελφοσύνη, ἀπεχόμενοι ἀπὸ τὴν ὑστεροβουλία, τὴν ἰδιοτέλεια, τὸν φθόνο. Αὐτὸ ποὺ δὲν γράφτηκε, οὔτε ἀκούσθηκε ποτὲ εἶναι κάποιος συνάνθρωπός μας ὁ ὁποῖος μετεῖχε σὲ τέτοιου εἴδους δρώμενα, νὰ  βλέπει τὸ φωτεινό μας παράδειγμα, ἡμῶν τῶν ἀκολουθούντων τὴν Ἱερὰ Παράδοση, νὰ προβληματίζεται καὶ νὰ ἀπέχει ἑκουσίως ἀπὸ αὐτά. Δὲν πρέπει νὰ προβληματισθοῦμε; Μήπως, πλέον, πρέπει νὰ κοιτάξουμε μὲ ἀφοσίωση ὁ καθένας ξεχωριστὰ πώς θὰ καταφέρουμε νὰ γίνουμε Φῶς, ὅπως ὁ Χριστὸς μᾶς θέλει, ὥστε ὅλοι νὰ φωτίζονται καὶ νὰ δοξάζουν ὀρθόδοξα τὸν Οὐράνιο Πατέρα; 

            Νωρίτερα ἀνέφερα δύο φορὲς ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μαγνήτης πνευματικὸς ποὺ προσελκύει πρὸς αὐτόν. Ἐμεῖς ἔχουμε γίνει μαγνῆτες; Ἂν ναί, αὐτὸ ἀποτελεῖ αἰτία χαρᾶς καὶ δοξολογίας πρὸς τὸν Θεό. Ἄν, ὅμως, ὄχι, τὸτε αὐτὸ συμβαίνει διότι μάλλον δὲν κατορθώσαμε νὰ βιώσουμε καρδιακὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Τὸ ὀρθόδοξο βίωμα εἶναι τὸ ἀλάτι μὲ τὸ ὁποῖο προσδίδουμε νοστημιὰ ὄχι μόνο στὴ ζωή μας, ἀλλὰ καὶ στὸ περιβάλλον μας. Τὸ ἀλάτι αὐτὸ εἶναι ἐνεργὸ ὅταν φροντίζουμε νὰ καλλιεργοῦμε στὴν ψυχή μας τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: τὴν ἀγάπη, τὴν χαρά, τὴν εἰρήνη, τὴν μακροθυμία, τὴν χρηστόστητα, τὴν ἀγαθωσύνη, τὴν πίστη, τὴν πραότητα, τὴν ἐγκράτεια. 

            Πλήρεις τῶν θείων αὐτῶν δωρεῶν ὑπῆρξαν ἅγια πρόσωπα, τὰ ὁποῖα κόσμησαν τὸν Ἱερὸ Ἀγώνα καὶ μᾶς καλοῦν νὰ μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμά τους. Οἱ Ἅγιοι: Ἱερώνυμος ὁ ἐν Πάρνηθι, Ἱερώνυμος ὁ ἐν Αἰγίνῃ, Ἰωάννης ὁ νέος Ἐλεήμων, Ἰωσὴφ ὁ ἐκ Δεσφίνης καὶ ἀσφαλῶς Χρυσόστομος ὁ πρώην Φλωρίνης καὶ πολλοὶ ἄλλοι, γιὰ τοὺς ὁποίους καυχώμεθα ἐν Κυρίῳ, δὲν ὑπῆρξαν φανατικοί. Εἶχαν φροντίσει πρῶτα νὰ στολισθοῦν μὲ τὴν ἁγιότητα καὶ ὕστερα μὲ τὸν διακριτικό, πλὴν ὅμως δυναμικὸ ἀγώνα τους κατάφεραν νὰ προβληματίσουν, νὰ προσελκύσουν ἀνθρώπους στὴν παράδοση, νὰ ἐξασφαλίσουν τὸν σεβασμὸ τῶν πάντων καὶ τελικὰ νὰ προσδώσουν αἴγλη στὸ «Κίνημα τῆς Εὐσεβείας». 

            Δυστυχῶς, ὅμως, σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἐπιλέχθηκε νὰ μὴν ἀκολουθηθεῖ τὸ παράδειγμά τους. Κάποτε ὁ ζηλωτισμὸς ὑπῆρξε οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν, κάποτε ὁ Ἱερὸς Ἀγῶν ἐθεάθη ὡς ἕνα πεδίο ἀτομικῆς προβολῆς, κάποτε τὰ πάθη ὑπερίσχυσαν καί, τελικὰ ὁ Ἀγώνας, ὁ Δίκαιος, ὁ Ἅγιος, ὁ Ἱερός, δὲν δικαιώθηκε. 

            Μὲ θλίψη ἡ μαρτυρική μας Ἐκκλησία βίωσε ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια μετὰ τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση ἐσωτερικὲς πληγές, βλέποντας τὰ τέκνα της νὰ τὴν ἀποδυναμώνουν, νὰ ἀποκόπτονται ἀπὸ αὐτήν, νὰ ἐπιτελοῦν ἔργο παράλληλο, ἤ κάποτε πολεμικὸ κατ’ αὐτῆς, ἐπωφελούμενοι ἀπὸ τὴν ἀπουσία νομικῆς κάλυψης. Τὰ σχίσματα ἦταν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι τραῦμα ὀδυνηρό. Τὰ θέματα πίστεως ἔπαψαν νὰ ἀποτελοῦν αἰτίες ἀποκοπῆς καὶ τὴν θέση τους ἔλαβαν καταστάσεις ἰδιοτέλειας, προσωπικῶν διαφορῶν καί, ἐν πάσει περιπτώσει, ἀνάξιες τῶν περιστάσεων. 

             χωρισμὸς εἶναι λυπηρός, διότι ὁ ἀγώνας εἶναι κοινός. Γίνεται ἀγώνας ὑπὲρ τῆς διαφύλαξης τῶν παραδόσεων, γίνεται ἀγώνας κατὰ τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Πρός τί, λοιπόν, ὁ χωρισμός; 

            πὸ τὴν ἄλλη, οἱ δυσχερεῖς ἐσωτερικὲς καταστάσεις, ὁ ὑπέρμετρος ζῆλος ποὺ καταντᾶ δικαστὴς τῆς διακρίσεως, ἡ ἀσυδοσία ποὺ κατὰ καιροὺς ἔχει παρατηρηθεῖ, ὁ φθόνος τοῦ καλοῦ, ἀποτέλεσαν ἐμπόδια στὴν δυνατὴ πρόοδο τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτά, βεβαίως, εἶναι ἀνθρώπινα πάθη καὶ εἶναι φυσικὸ νὰ ὑπάρχουν στὸ πνευματικὸ ἰατρεῖο τῆς Ἐκκλησίας, ἀρκεῖ βέβαια νὰ ὑπάρχει καὶ ἡ διάθεση τῆς θεραπείας τους· ὄχι ἡ στράτευσή τους κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Μὴν ξεχνοῦμε, ἄλλωστε, ὅτι ὅπως δὲν ἀναπαύεται ὁ Θεὸς μὲ τὸν οἰκουμενισμό, ἔτσι δὲν ἀναπαύεται καὶ μὲ τὰ προσωπικὰ πάθη, τὴν ἰδιοτέλεια, τὴν καχυποψία, τὴν ἀγνωμοσύνη. Τί νόημα ἔχει ἕνας ἀγώνας ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας σὲ βάση ἀνορθόδοξη, μὲ δίχως ἀγάπη, δίχως ἀγώνα γιὰ τὴν Κάθαρση, τὸν Φωτισμὸ καὶ τὴν Θέωση τῆς ψυχῆς; 

             ἀγώνας κατὰ τοῦ οἰκουμενισμοῦ δὲν σημαίνει αὐτόματα τὸν ἀγώνα ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὸ ἀξίζει νὰ τὸ προσέξουμε. Ὁ οἰκουμενισμὸς εἶναι ἕνα θέμα ἐξωτερικό, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἐμεῖς οὐδέποτε ἀναμιχθήκαμε σὲ αὐτόν. Ὑπάρχουν τόσα ἄλλα, ἐσωτερικὰ θέματα γιὰ τὰ ὁποῖα ἀξίζει νὰ ἐργαστοῦμε. Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε ὥστε τὰ παιδιά μας νὰ ἀγαπήσουν Χριστὸ καὶ νὰ γεμίσουν οἱ Ναοί μας μὲ νέους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν τὸ μέλλον Ἐκκλησίας καὶ κοινωνίας. Ἀξίζει νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ μὴν παρασυρθοῦν τὰ παιδιά μας ἀπὸ τὶς σειρῆνες τοῦ κόσμου, ὅπως ἔχουμε δεῖ νὰ συμβαίνει πλεῖστες φορές. Ἀξίζει νὰ μεταλαμπαδεύσουμε στὰ παιδιά μας τὴν ἀληθινὴ Ὀρθοδοξία, τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ανοιχτωσιᾶς, ὥστε ὄχι μόνο νὰ μὴν παρασυρθοῦν στὰ δίχτυα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ νὰ σαγηνεύσουν ψυχὲς γιὰ τὸν Χριστό. Ἀξίζει νὰ ἐργαστοῦμε γιὰ νὰ ἀναδείξουμε νέους Κληρικούς, μὲ παιδεία, μὲ ἀγάπη Χριστοῦ, μὲ ζῆλο νὰ ἐργασθοῦν στὸ πνευματικὸ χωράφι τοῦ Κυρίου, ὅπου «ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι». Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ νὰ μὴν μένουν οἱ Ναοί μας ἀλειτούργητοι. Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουμε τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων πρὸς τὴν μεγάλη μας μάνα, τὴν Ἐκκλησία. Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε ὥστε νὰ ἀναζωπυρωθεῖ ἡ φλόγα τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας. Ἄλλοτε τὰ Μοναστήρια μας ἔσφυζαν ἀπὸ ἀφιερωμένες ψυχές. Τώρα; Στὴν Ἐκκλησία, ἀγαπητοί, δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει παρακμή, παρὰ μόνο πρόοδος! Καθῆκον μας νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ τὴν διατήρηση τῶν παραδόσεων καὶ τῆς ἱστορίας μας, διαδραματίζοντας μεταξὺ ἄλλων καὶ ἐνεργὸ ἐθνικὸ ρόλο. Ἔχουμε τὴ δυνατότητα γιὰ ὅλα αὐτά. Μποροῦμε νὰ ἀνατρέψουμε τὴν κατάσταση μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μποροῦμε νὰ σκορπίσουμε Φῶς Χριστοῦ. Ἀρκεῖ νὰ καλλιεργήσουμε ἁγιοπνευματικὰ τὴν ψυχή μας, ἀφήνοντας στὴν ἄκρη τυχὸν προσωπικὰ ἐλαττώματα, καὶ νὰ προχωρήσουμε ἑνωμένοι καὶ μὲ γνώμονα τὴν ἑνότητα, ἡ ὁποία σαλεύθηκε ἀκριβῶς πρὶν ἑκατὸ χρόνια καὶ μία ἡμέρα. 

            Εὔχομαι τὴν ἱερὴ αὐτὴ ἡμέρα τῆς Ὀρθοδοξίας, σήμερα ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴν ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων καὶ τὴν εἰρήνευση καὶ τὴν ἑνότητα ποὺ σφραγίσθηκε μετὰ ἀπὸ 116 χρόνια χωρισμοῦ, τὸν ὁποῖο προκάλεσε ἡ αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας, ὁ Θεὸς νὰ εὐλογήσει, τὰ ἀδύνατα νὰ γίνουν δυνατὰ καὶ νὰ δοῦμε τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ὡς κάτι γιὰ τὸ ὁποῖο φέρουμε στοὺς ὤμους μας χρέος βαρύτατο. Ἔχουμε καθῆκον νὰ ἐνσκύψουμε μὲ ἄδολη ματιὰ καὶ πνεῦμα καταλλαγῆς καὶ ἐν Χριστῷ ἀγάπης ὥστε νὰ μὴν περάσει ἔτσι ἄλλος ἕνας αἱώνας. Τὸ χρωστᾶμε στὰ λείψανα τῶν κεκοιμημένων μας. Τὸ χρωστᾶμε στὰ παιδιά μας.