† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Ὁμιλία διά τήν «κατά Θεόν λύπη» (Τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)


Όσοι αμαρτήσαμε έχουμε ανάγκη πάλι από τη λύπη και τον πόνο της μετάνοιας για τα αμαρτήματα που έχουμε διαπράξει. Πρέπει να μετανοήσουμε και να πέσουμε στα γόνατα, για να ακούσει καθένας μας μυστικά μέσα στην καρ­διά του, όπως ο Παράλυτος του Ευαγγελίου, «έχε θάρρος, τέκνο». Και έτσι, αφού πληροφορηθεί η καρδιά μας ότι έχουμε λάβει τη συγχώρηση, να με­ταστρέψουμε τη λύπη σε χαρά. Διότι αυτή είναι η λύπη, το μέλι το πνευματικό, που θηλάζουμε εμείς από τη στερεά πέτρα, σύμφωνα με το αποστολικό ρητό: «ΕΘήλασαν μελί από πέτρα» (Δευτ. 32, 13) «η δε πέτρα είναι ο Χριστός» (Α' Κορ. 10, 4).

Να μη σας κάνει όμως εντύπωση που απο­κάλεσα τη λύπη «μέλι». Γιατί αυτή είναι η λύπη για την οποία ο απόστολος Παύλος λέει: «Η κατά Θεόν λύπη προκαλεί αμεταμέλητη μετάνοια για τη σωτηρία» (Β' Κορ. 7, 10). Όπως δηλαδή σ' αυτόν που έχει τραυματισμένη γλώσσα το μέλι θα του φανεί πικρό -αλλά όταν θα θεραπευθεί θα αλλάξει γνώμη,- έτσι και ο φόβος του Θεού προκαλεί λύπη στις ψυχές που είναι δεκτικές του Ευαγγελικού κηρύγματος. Όσο καιρό οι ψυχές αυτές έχουν ανοικτά τα τραύματα των αμαρτιών τους, αισθάνονται λύπη. Όταν όμως ελευθερωθούν απ’ αυτά δια της μετανοίας, νιώθουν εκείνη τη χαρά, την οποία εννοεί ο Κύριος όταν λέει: «η λύπη σας θα μεταβληθεί σε χαρά» (Ιωάν. 16, 20). Ποιά λύπη; Ασφαλώς εκείνη που αισθάνονταν οι Μαθητές στο άκουσμα ότι θα στερούνταν τον Κύριο και Διδά­σκαλό τους. Τη λύπη εκείνη που αισθάνθηκε ο Πέτρος όταν Τον αρνήθηκε. Δηλαδή τη λύπη που αισθάνεται ο κάθε πιστός όταν μετανοεί για τις αμαρτίες, για τις ελλείψεις του στην αρετή, πράγμα που οφείλεται στη ραθυμία του.

Και εμείς λοιπόν, όταν πέφτουμε σε τέτοιου είδους αμαρτίες, να λυπούμαστε και να κατηγορούμε τους εαυτούς μας και όχι κάποιον άλλο. Άλλωστε, ούτε τον Αδάμ, όταν αθέτησε την εντολή του Θεού, τον ωφέλησε η μετάθεση της ευθύνης προς την Εύα, αλλά ούτε και την Εύα τη βοήθησε το ότι επέρριψε την ευθύνη στον αρχέκακο όφι. Κι αυτό, γιατί εμείς έχουμε πλασθεί από τον Θεό ως αυτεξούσιοι· και έχουμε λάβει το ηγεμονικό της ψυχής ως εξουσιαστική δύναμη κατά των παθών. Δεν έχουμε λοιπόν κανέναν που να κυριαρχεί επάνω μας και να μας αναγκάζει σε υποταγή.

Αυτό θεωρείται κατά Θεόν σωτήρια λύπη: Το να κατηγορούμε τους εαυτούς μας, και όχι κάποιον άλλο, για όσα πλημμελήματα διαπράττουμε. Να λυ­πούμαστε για τον εαυτό μας και να ειρηνεύουμε με τον Θεό με την κατάνυξη και την εξομολόγηση. Αυτή την αυτομεμψία και κατάνυξη επέδειξε ο Λάμεχ, ο οποίος εξομολογήθηκε ενώπιον όλων την αμαρ­τία του, κατέκρινε τον εαυτό του και τον θεώρησε περισσότερο ένοχο από τον Κάιν, σύμφωνα με την Αγία Γραφή που λέει: «Για τον Κάιν προβλεπόταν τιμωρία επτά φορές, και για τον Λάμεχ εβδομή­ντα επτά» (Γεν. 4, 24). Έτσι, αφού πένθησε τον εαυτό του ως ένοχο, με την βαθιά του κατάνυξη και την ομο­λογία της αμαρτίας του, διέφυγε από την καταδίκη του Νόμου, όπως είπε αργότερα και ο Προφήτης: «Ομολόγησε εσύ πρώτος τις αμαρτίες σου για να δικαιωθείς» (Ησ. 43, 26). Αυτό επιβεβαίωσε αργότερα και ο Απόστολος, λέγοντας: «Αν εμείς κρίναμε τους εαυτούς μας, δεν θα κρινόμαστε» (Α' Κορ. 11, 31).


Πρώτος λοιπόν ο Λάμεχ αναφέρεται ότι απέ­φυγε την καταδίκη του Νόμου, διότι μετανόησε και λυπήθηκε για την αμαρτία του. Έπειτα από αυτόν, συμπεριφέρθηκαν, κατά τον ίδιο τρόπο, και οι Νινευίτες, λαός πολύς και πόλη μεγάλη. Αυτοί μάλιστα είχαν τη βεβαιότητα ότι θα ξεπεράσουν την καταδίκη τους με τη λύπη και τη μετάνοια, όχι μόνο όταν συνειδητοποίησαν την αμαρτία τους, αλλά και όταν άκουσαν από τον προφήτη Ιωνά την απόφαση του Θεού που έλεγε: «Ακόμα τρεις ημέρες και η Νινευί θα καταστραφεί» (Ιωνά 3, 4). Ακουσαν λοιπόν οι Νινευίτες και πίστευσαν. Δεν έπεσαν στο πονηρό και δαιμο­νικό βάραθρο της απογνώσεως, ούτε φόρτωσαν στις καρδιές τους το λίθο της πωρώσεως. Αλλά είπε ο ένας στον άλλο: «Ποιός ξέρει, μπορεί να αλλάξει απόφαση ο Θεός και να μας ελεήσει, ώστε να μην καταστραφούμε» (Ιωνά 3, 9). Έτσι εγκατέλειψαν την πονηρία και τις αμαρτωλές συνήθειές τους. Κήρυξαν γενική νηστεία, φόρεσαν μικροί και μεγάλοι, ακόμα και ο βασιλιάς τους, σάκκους, έριξαν πάνω τους στάχτη. Έμειναν ακόμα και τα βρέφη χωρίς τροφή, γιατί, όπως φαίνεται, λησμόνησαν από τη λύπη τους οι μητέρες να τα θηλάσουν, σύμφωνα μ’ αυτό που λέει και ο Ψαλμωδός: «Από τη φωνή του στεναγμού μου λησμόνησα να φάω τον άρτο μου» (Ψαλμ. 101,5 και εξ.). Και όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά ακόμα και τα ζώα τα άφησαν, εξαιτίας του πένθους τους, νηστικά και απότιστα, κλεισμένα στα μαντριά τους. Έτσι, ζώντας όλοι στην ατμόσφαιρα της σωτήριας λύπης και του πένθους, απέφυγαν τις ολέθριες συνέπειες της αμαρτίας τους και βρήκαν συγχώρηση και έλεος από τον Θεό.

Επειδή λοιπόν, αδελφοί μου, και η δική μας ζωή περνάει σχεδόν ολόκληρη μέσα στην αμαρτία, οφείλουμε κι εμείς να λειτουργήσουμε τη σωτήρια αυτή λύπη που γεννιέται από τη μετάνοια. Γιατί αν δεν κάνουμε αυτό, τότε, καθώς λέει ο Κύριος, «οι Νινευίτες θα μας κατακρίνουν κατά την ημέρα της κοινής αναστάσεως» (Ματθ. 12, 41). Κι αυτό, γιατί εκείνοι μετανόησαν με το κήρυγμα του Ιωνά, ενώ εμείς δεν μετανοούμε με το λόγο του Κυρίου μας Ιησού Χρι­στού, ο Οποίος είναι και ο Θεός του Ιωνά.

Ο Ιωνάς, επίσης, δεν κήρυττε μόνο μετάνοια, αλλά μιλούσε και για τις βαριές συνέπειες της αμαρ­τίας τους, δηλαδή για καταδίκη και για θάνατο. Ο Χριστός όμως ήλθε για να έχουμε ζωή και κάτι περισσότερο ακόμα: Για να απολαύσουμε τη Θεία Υιοθεσία και την Ουράνια Βασιλεία.

Ο Ιωνάς, με το κήρυγμά του, δεν υποσχόταν Βασιλεία Ουρανών. Ο Χριστός όμως, κηρύττοντας μετάνοια, μας υπόσχεται Βασιλεία Ουράνια. Ταυτό­χρονα, μας προλέγει τη μέλλουσα συντέλεια του κόσμου, λέγοντας: «Όπως οι άνθρωποι της εποχής του Νώε απολάμβαναν τα σωματικά αγαθά με άνεση και χωρίς φόβο, και ξαφνικά ήλθε ο κατακλυσμός και τους αφάνισε όλους, έτσι θα συμβεί και στη συντέλεια, γιατί παρέρχεται το σχήμα αυτού του κόσμου» (Α' Κορ. 7, 31).

Ο Ιωνάς απειλούσε τότε τους Νινευίτες με καταστροφή φθαρτών πραγμάτων, αλλά δεν τους μίλησε για φοβερό βήμα και αδέκαστη Κρίση ούτε βέβαια για το πυρ το άσβεστο ούτε για ακοίμητο σκώληκα ούτε για σκότος εξώτερο ούτε τριγμό των οδόντων ούτε πένθος απαράκλητο. Ο Κύριος όμως, παράλληλα με αυτά, είπε ότι όσοι δεν λυπηθούν για τις αμαρτίες τους εδώ και δεν κλαύσουν, αυτές τις συνέπειες θα τις γευθούν μετά τη συντέλεια του κόσμου, η οποία δεν θα λάβει χώρα σε τρεις ημέρες, όπως κήρυττε τότε ο Ιωνάς, αλλά μετά από πολύ χρόνο. Και αυτό θα γίνει από την απέραντη μακροθυμία του Χριστού.

Η μακροθυμία λοιπόν του Θεού σε οδηγεί, αδελφέ μου, σε μετάνοια και λύπη. Πρόσεχε όμως, μήπως, από τη σκληρότητά σου και την ανάλγητη καρδιά σου, «θησαυρίσεις για τον εαυτό σου οργή κατά την ημέρα της συντέλειας και της δικαιοκρισίας του Θεού» (Ρωμ. 2, 5). Διότι ο Κύριος θα αποδώσει στον καθένα κατά τα έργα του.

Σ' εκείνους που ζητούν, με τη ζωή της μετά­νοιας και της υπομονής, με την οδύνη και συντριβή της καρδιάς, την άφεση των αμαρτιών τους, θα δώ­σει ο Κύριος χαρά και ανάπαυση, ζωή αιώνια και βασιλεία άρρητη. Σε όσους όμως παρέμειναν στην ζωή ανάλγητοι και αμετανόητοι, θα έλθει θλίψη και στενοχώρια αφόρητη και επιπλέον, ατελεύτητη κό­λαση.

Ο προφήτης Δαυίδ επίσης αναδείχθηκε στήλη «της κατά Θεόν λύπης». Και μάλιστα, στήλη που ζει και διακηρύττει την αξία της σωτήριας λύπης και της κατανύξεως. Διότι αυτός κατέγραψε και την αμαρτία που διέπραξε, αλλά και το πένθος προς τον Θεό και τη μετάνοια που ο ίδιος επέδειξε, καθώς και το έλεος που δέχθηκε από τον Θεό. Αυτός λέει στον Ψαλμό: «Είπα, θα εξομολογηθώ ενώπιον του Κυρίου την ανομία μου, και Συ συγχώρεσες την ασέβεια της καρδιάς μου» (Ψαλμ. 31, 5). Εννοούσε βέβαια ως ασέβεια τη ρίζα της κακίας, το ένοικο πάθος και ως ανομία την έμπρακτη αμαρτία. Γι’ αυτήν, αφού την έκανε σε όλους γνωστή, θρήνησε και πένθησε. Έτσι βρήκε όχι μόνο την άφεση, αλλά δέχθηκε στην ψυχή του και τη θεραπεία.

Πώς όμως πενθούσε; Ας ακούσουμε πάλι τον ίδιο να μας λέει: «Με μαστίγωναν οι θλίψεις και οι αδικίες όλη την ημέρα και ήλεγχα τον εαυτό μου συνεχώς μήπως και έχω πέσει σε κάποια αμαρτία» (Ψαλμ. 72, 14) και «όλη την ημέρα πενθούσα και σκυθρώπαζα και ταπείνωνα τον εαυτό μου» (Ψαλμ. 34, 14)...

Εμπρός λοιπόν, αδελφοί μου, ας προσκυνή­σουμε και ας προσπέσουμε και ας κλαύσουμε, -όπως ο ίδιος Προφήτης μας προτρέπει- ενώπιον του Κυ­ρίου που μας έπλασε και μας κάλεσε σε μετάνοια και σ' αυτή τη σωτήρια λύπη, το πένθος και την κατάνυξη. Κι αυτό, γιατί εκείνος που δεν έχει λύπη, δεν έχει υπακούσει σ' Εκείνον που έχει κάνει την κλήση, δεν έχει συναριθμηθεί με τους προσκαλεσμέ­νους Αγίους του Θεού, ούτε, ασφαλώς, θα αξιωθεί να λάβει την παρηγοριά εκείνη που έχει υποσχεθεί ο Κύριος στο Ευαγγέλιο. Γιατί Εκείνος λέει: «Είναι μακάριοι εκείνοι που πενθούν, διότι αυτοί θα βρουν παρηγοριά» (Ματθ. 5, 4).

Υπάρχει κανένας που μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν έχει αμαρτίες και γι' αυτό δεν χρειάζεται το πένθος; Αλλά και αν ακόμα λέγαμε κάτι τέτοιο -πράγμα σχεδόν αδύνατον, αφού και μόνο το να έχει φθάσει κανείς στη μετριοπάθεια είναι μεγάλο κατόρθωμα- όμως στην αρχή του λόγου μας αναφέ­ραμε και μια ακόμα αιτία πένθους. Οι μαθητές του Χριστού λυπούνταν επειδή δεν θα έβλεπαν πλέον τον Μόνο και Αληθινό Αγαθό, Τον Διδάσκαλο και Σωτήρα τους. Εκείνου και εμείς τώρα τη θέα στερού­μαστε. Και όχι μόνο Εκείνον αλλά και την τρυφή του Παραδείσου. Διότι ξεπέσαμε από αυτή και ανταλ­λάξαμε τον απαθή εκείνο τόπο με τον εμπαθή και επίπονο τούτο χώρο που τώρα ζούμε. Στερηθήκαμε την πρόσωπο με Πρόσωπο συνομιλία μας με τον Θεό, την συναναστροφή με τους Αγγέλους Του και την ατελεύτητη ζωή.
Ποιός λοιπόν, γνωρίζοντας το τι έχουμε στερη­θεί, δεν θα πονέσει και δεν θα πενθήσει γι' αυτό; Αν υπάρχει κάποιος που το γνωρίζει και δεν το κάνει, τότε, σίγουρα, αυτός δεν είναι πιστός.

Επομένως, εμείς τώρα που γνωρίζουμε, με τη θεόπνευστη διδασκαλία της Αγίας Γραφής, τι έχει συμβεί, ας πενθήσουμε τους εαυτούς μας, αδελφοί, και ας καθαρίσουμε τους μολυσμούς που έχουμε υποστεί από τις αμαρτίες που έχουμε διαπράξει, με το σωτήριο πένθος. Έτσι και το έλεος του Θεού θα βρούμε και τον Παράδεισο θα ανακτήσουμε και την αιώνια παρηγοριά και ανάπαυση θα απολαύσουμε.
*
Αυτή τη ζωή, μακάρι όλοι να την αποκτήσουμε, με τη Χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον Αναρχο Πατέρα και το Πανάγιο και Αγαθό και Ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Από την ΚΘ’ ομιλία του Αγ. Γρηγορίου (P.G. 151, 364-376) στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου της ΣΤ’ Κυριακής . για την «κατά Θεόν λύπη»

(Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «ΩΔΗ ΣΤΟ ΕΦΗΜΕΡΟ: Η Λύπη κατά τους Πατέρες», Εκδόσεις «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ» Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα).

ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2023

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΡΙΩΝ ΝΕΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ: ΦΩΤΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ, ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΚΑΙ ΜΑΡΚΟΥ ΤΟΥ ΑΥΓΕΝΙΚΟΥ (Α´ Κυριακὴ τοῦ Νοεμβρίου)

  

Λόγος Πανηγυρικός ἐπί τῇ Συνάξει τῶν Ἁγίων Τριῶν Νέων Ἱεραρχῶν 

Α´ Κυριακή τοῦ Νοεμβρίου 

Φωτίου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ 


Τό Θεῖο Μυστήριο τοῦ Πρωτείου τῆς Ἀληθείας 


Ἡ φωτιστική καί θεοποιός Χάρις τοῦ Θείου Παρακλήτου εἴη μετά πάντων ῾Υμῶν, διά τῆς ῾Υπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ᾿Αειπαρθένου Μαρίας, ῟Ης τήν ἰδιαιτέραν ἐνίσχυσιν, ὁδηγίαν καί προστασίαν ἐπικαλοῦμαι κατά τήν ἱεράν αὐτήν στιγμήν, προηγουμένης ὅπως πάντοτε τῆς πολυτιμήτου εὐχῆς τοῦ πολυσεβάστου Γέροντος καί Μητροπολίτου μας κ. Κυπριανοῦ. 

* * *

Σήμερα, κατά τήν πρώτη αὐτήν Κυριακή τοῦ Νοεμβρίου μηνός, 

ὁπότε τελοῦμε τήν ῾Ιερά Σύναξι τῶν ῾Αγίων Τριῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν: 

Φωτίου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ· σήμερα, λέγω, ἀκούγεται εὐκρινέστερά πως ἡ παλαμική προτροπή: 

«Πρός τό παιδαγωγεῖον τῶν Πατέρων ἀναβιβάσω μεν ἑαυτούς»1!
 

Σήμερα, ὁπότε διά μέσου τῆς συγκρητιστικῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πλήττεται ἀναφανδόν τό Μυστήριον τῆς Παραδόσεως διά τῶν ῾Αγίων Πατέρων, εἶναι εὐκαιρία νά τονίσωμε, μάλιστα μέ ἐξαιρετική ἔμφασι, ὅτι «τό διδασκαλεῖον τῶν Γραφῶν καί τῶν ἱερῶν Πατέρων εἶναι ἀληθέστερον τῶν διδασκαλείων τῶν ἀνθρώπων»2

Σήμερα, οἱ ῞Αγιοι Τρεῖς Νέοι Στῦλοι τῆς ᾿Ορθοδοξίας μας στηρίζουν ἡμᾶς τούς ᾿Ορθοδόξους ᾿Αντιοικουμενιστάς στήν ἀκοινωνησία μέ τούς καινοτόμους Οἰκουμενιστάς, οἱ ὁποῖοι δέν ὁμολογοῦν καί δέν ἐνεργοῦν ὅπως διαλαμβάνει τό Συνοδικόν τῆς ᾿Ορθοδοξίας, δηλαδή «κατά τάς τῶν ῾Αγίων θεοπνεύστους θεολογίας 

καί τό τῆς ᾿Εκκλησίας εὐσεβές φρόνημα»3. 


Ποῖοι ἦσαν ὅμως οἱ ῞Αγιοι Τρεῖς Νέοι αὐτοὶ Φωστῆρες τῆς ᾿Αληθείας καὶ γιατί ἆρά γε εἶναι ἐξόχως σημαντικὴ σήμερα ἡ μαρτυρία τους;

α.῾Ο πρῶτος
Φωστήρ, ὁ Μέγας Φώτιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ἔζησε καὶ ἔδρασε τὸν Θʹ αἰ. (περ. 820-893),
ἀπὸ δὲ τῆς χειροτονίας του (858) ἀνεδείχθη προμαχὼν ἀδιάσειστος καὶ ἀπέκρουσε μὲ τρόπον ἀποφασιστικὸν καὶ ἀποτελεσματικόν, πάντοτε δὲ μέσα στὰ ὅρια τῆς ᾿Ορθοδόξου Συνοδικότητος, τὶς Κανονικές, ᾿Εκκλησιολογικὲς καὶ Δογματικὲς παραβάσεις, ἀλλὰ καὶ τὶς ὑπερφίαλες ἀξιώσεις τοῦ τότε ἀναδυομένου δυσσεβοῦς Παπισμοῦ, ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ ἀρχομανοῦς παποκαίσαρος τῆς Ρώμης Νικολάου Αʹ (περ. 800-867).
᾿Εὰν ὁ Φωτώνυμος καὶ Φωτολόγος Φώτιος δὲν ἔπραττε κατὰ τὴν κρίσιμη ἐκείνη ἐποχὴ τὸ ἐκκλησιαστικό του χρέος, τότε ἡ Συνοδικὴ Παράδοσις θὰ εἶχε ἐκμηδενισθῆ, οἱ ῾Ιεροὶ Κανόνες θὰ εἶχαν πλήρως ἀθετηθῆ, οἱ Πνευματοφόροι Πατέρες θὰ εἶχαν ἀγνοηθῆ, τὸ ῾Ιερὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως θὰ εἶχε νοθευθῆ, ἡ ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία θὰ εἶχε μεταβληθῆ σὲ ταπεινὴ θεραπαινίδα τοῦ θρησκευτικο-πολιτικοῦ ῎Αρχοντος τοῦ Βατικανοῦ, τὸ δὲ ῎Εθνος μας θὰ εἶχε ὁδηγηθῆ στὴν ἄβυσσο τοῦ φραγκολατινισμοῦ. 


῾Ο ῾Ιερώτατος Φώτιος, μὲ τὰ θεόπνευστα ἀντι-παπικὰ Συγγράμματά του, τὰ ὁποῖα καταδικάζουν τὸ αἱρετικὸ Filioque, ὡς καὶ ἄλλες λατινικὲς καινοτομίες καὶ τὸ ἀντι-εκκλησιαστικὸ Πρωτεῖον τῆς Ρώμης, μᾶς ἐκληροδότησε «ἕνα ὁπλοστάσιον μὲ ὅπλα ἕτοιμα γιὰ μελλοντικὴ χρῆσι»4 στὸν ἀγῶνα κατὰ τῆς συνεχῶς ἐπιδεινουμένης παναιρέσεως τοῦ Παπισμοῦ.

β.῾Ο δεύτερος
τῆς λαμπροφαοῦς τριάδος τῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν, ὁ
μέγας ὑπέρμαχος τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς,
᾿Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ἔζησε καὶ ἀγωνίσθηκε κατὰ τὸν κρίσιμο γιὰ τὴν Ρωμηοσύνη ΙΔʹ αἰ. (1296-1359), ἀπὸ δὲ τοῦ ἔτους 1334, μετὰ σπανίας θεολογικῆς δυνάμεως, κατεπολέμησε μὲ εἰδικὰ Συγγράμματα τόσο τὴν τριαδολογικὴ αἵρεσι τοῦ Filioque, ὅσο καὶ τὴν σωτηριολογικὴ αἵρεσι τῶν κτιστῶν δῆθεν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτὴ ἐξετέθη ἀπὸ τὸν λατινόφρονα Μοναχὸ Βαρλαάμ, στὴν καταφορά του ἐναντίον τοῦ ᾿Ορθοδόξου ῾Ησυχασμοῦ. 

῾Η «Παλαμικὴ Θεολογία», ἡ ὁποία ἐπεκυρώθη κατ᾿ ἐπανάληψιν Συνοδικῶς (1341, 1347, 1351),
«ἀποτελεῖ ἔκθεσιν τῆς ᾿Ορθοδόξου Πίστεως καὶ σύνοψιν τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως δεκατριῶν ὁλοκλήρων αἰώνων»5 , ἀνεδείχθη δὲ καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι ὁ ἀρραγὴς τῆς ᾿Ορθοδοξίας βράχος, ἐπὶ τοῦ ὁποίου διαλύονται τὰ κύματα τῆς λατινικῆς παναιρέσεως, τοῦ δυτικοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τοῦ φραγκοπαπικοῦ εὐσεβισμοῦ.

γ.῾Ο τρίτος
τῶν θεοδοξάστων Νέων ῾Ιεραρχῶν, ὁ δικαίως καὶ 
προσφυῶς ἀποκληθεὶς ῎Ατλας τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὁ ῞Αγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Εφέσου, διέλαμψε ἀκριβῶς κατὰ τὶς παραμονὲς τῆς τραγικῆς ῾Αλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως (περ. 1392-1444/5), συμμετέσχε στὴν ψευδοσύνοδο Φερράρας - Φλωρεντίας (1438-1439) καὶ ὑπερασπίσθηκε μὲ ἀπαράμιλλο σθένος τὶς ὀρθόδοξες θέσεις κατὰ τῆς λεγομένης ῾Ενώσεως τῶν ᾿Εκκλησιῶν ᾿Ανατολῆς καὶ Δύσεως.
Καὶ στὴν μὲν Φλωρεντία ὁ ἀκατάβλητος Μᾶρκος ἔστησε μέγα καὶ αἰώνιο τρόπαιον τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ ἀπέτρεψε τὸν 
ἐκλατινισμὸ καὶ τὸν ἀφελληνισμὸ τῶν ᾿Ορθοδόξων ῾Ελλήνων, ἀλλ᾿ ὁ ἱερὸς ἀγὼν αὐτοῦ συνεχίσθη στὴν καθ᾿ ἡμᾶς ᾿Ανατολή, προκειμένου «νὰ ἀποδείξῃ παράνομον, ἀντικανονικήν, ἀντορθόδοξον καὶ ἄκυρον τὴν σύνοδον τῆς Φλωρεντίας καὶ τὸν ἐν αὐτῇ ὑπογραφέντα ὑπὸ πάντων ὅρον τῆς ψευδοῦς ἑνώσεως τῶν ᾿Εκκλησιῶν»6 . 


῾Ο ῞Αγιος Μᾶρκος Εὐγενικὸς μᾶς ἄφησε ὡς ἱερὰν κληρονομίαν τὰ πνευματοκίνητα Συγγράμματά του, διὰ τῶν ὁποίων στηλιτεύει τὶς πλάνες τῶν Λατίνων: καταγγέλει τὴν παράνομη προσθήκη τοῦ Filioque, ἀπορρίπτει τὸ παπικὸ Πρωτεῖον, καταδικάζει τὸ Καθαρτήριον Πῦρ καὶ τὰ ῎Αζυμα, συνεχίζει δὲ καὶ μὲ ἐξαιρετικὸ θεολογικὸ δυναμισμὸ ἐπαναδιατυπώνει καὶ ἀναπτύσσει τὴν Πα- λαμικὴ Διδασκαλία περὶ διακρίσεως τῆς Θείας Οὐσίας καὶ ᾿Ενεργείας, ἡ ὁποία «σφραγίζει ἀνεξιτήλως σύμπασαν τὴν ὀρθόδοξον Σωτηριολογίαν, ᾿Εκκλησιολογίαν καὶ ᾿Ανθρωπολογίαν», ἐφ᾿ ὅσον ἡ «διάκρισις» αὐτὴ «ἐξασφαλίζει τὸν πραγματικὸν χαρακτῆρα τῆς μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἡμῶν σχέσεως καὶ ἐγγυᾶται οὕτω τὴν γνησιότητα τῆς ἡμετέρας σωτηρίας»7 .
῾Ο μέγας αὐτὸς Φωστὴρ τῆς ᾿Εφέσου ἐξακολουθεῖ νὰ φωτίζη καὶ σήμερα τὸν μαρτυρικὸ δρόμο τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Ανθενωτικῶν. 


* * *

 σύντομος αὐτὴ ἀναδρομὴ στὴν ἀνεκτίμητη προσφορὰ τῶν ῾Αγίων Τριῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν, προσφορὰν ἔργῳ καὶ λόγῳ καὶ γραφίδι, ἐλπίζω ὅτι μᾶς βοηθεῖ νὰ προσεγγίσωμε τὸ Θεῖο Μυστήριο τοῦ Πρωτείου τῆς ᾿Αληθείας 8 .
῞Ενας ᾿Επίσκοπος λαμβάνει τὸ χάρισμα, ἀνεξαρτήτως δικαιοδοσιακῶν καὶ ἐξουσιαστικῶν δομῶν, μάλιστα δὲ καὶ ἀντιθέτως πρὸς αὐτάς, νὰ ἐκφράση γνησιώτερα, βαθύτερα καὶ συνεπέστερα ἀπὸ ἄλλους ᾿Επισκόπους τὴν ᾿Αλήθεια τῆς ᾿Ορθοδοξίας.
Σημειωτέον δέ, ὅτι τοῦτο τὸ χάρισμα δὲν δίδεται ἀπροϋποθέτως ὑπὸ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος· ἀλλά, προϋποθέτει ἀπαραιτήτως τὴν πλούσια ἐμπειρία ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ, τὴν 
῾Ησυχαστικὴ καὶ Εὐχαριστιακὴ «πεῖραν», τὴν κάθαρσιν καὶ τὸν φωτισμόν, τὴν χριστοκεντρικὴ θεωτικὴ ἐμπειρία9 .
῾Ο χαρισματικὸς λοιπὸν αὐτὸς ᾿Επίσκοπος εἶναι φορέας τοῦ 
Πρωτείου τῆς ᾿Αληθείας, τὸ ὁποῖο δημιουργεῖ εἰς αὐτὸν τὴν αἴσθησι μιᾶς εὐθύνης, μιᾶς «πληροφορίας» νὰ ὁμιλῆ μὲ αὐθεντία καὶ κῦρος


Οἱ ῞Αγιοι Πατέρες, ἐπειδὴ φέρουν τὸ Πρωτεῖον τῆς ᾿Αληθείας, εἶναι
οἱ ὄντως 
Οἰκουμενικοὶ Διδάσκαλοι· εἶναι –κατὰ τὸν ῞Αγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ– οἱ «τοῦ Διδασκαλείου τῆς Θεολογίας ἀσφαλεῖς προστάται»10· εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι μᾶς εἰσάγουν ἀσφαλῶς στὸ Μυστήριον τῆς Παραδόσεως καὶ στὴν σωτήρια βεβαιότητα, ὅτι στὴν ᾿Ορθοδοξία τὸ πλέον σημαντικὸν εἶναι τὸ «῾Ομοφρονεῖν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ » (Sentire cum Ecclesia)11.

Εἴμεθα βαθύτατα εὐγνώμονες πρὸς τοὺς τρεῖς Νέους Φωστῆρας, Φώτιο τὸν Μέγα, Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ καὶ Μᾶρκο τὸν Εὐγενικό, ὄχι μόνον, διότι ἦσαν ἀντιπαπικοὶ καὶ ἑπομένως μᾶς ὁδηγοῦν στὸν σύγχρονο ἀντιπαπικὸ ἀγῶνα μας· ἀλλά, διότι ἀνεδείχθησαν Οἰκουμενικοὶ Διδάσκαλοι καὶ ἀνανέωσαν, τρόπον δὲ τινὰ καὶ ἐπαγίωσαν, τὴν ἐξαιρετικῆς σημασίας διδασκαλία περὶ τοῦ 
Πρωτείου τῆς ᾿Αληθείας.

Οἱ σύγχρονοί μας καινοτόμοι Οἰκουμενισταί, πλήττοντες βαναύσως τὸ Μυστήριον τῆς Παραδόσεως διὰ τῶν ῾Αγίων Πατέρων, προβάλλουν ἐντόνως καὶ συνεχῶς τὸ Πρωτεῖον τῆς Δικαιοδοσίας, τῆς ᾿Εξουσίας καὶ τῆς Διοικητικῆς ῾Ενότητος· δὲν ἀκολουθοῦν τοὺς ῾Αγίους Πατέρας, τοὺς φέροντας τὸ Πρωτεῖον τῆς ᾿Αληθείας· θεωροῦν τοὺς λόγους καὶ τὶς φιλενωτικὲς ἐνέργειές τους ὡς περισσότερον ἐγκύρους, ἐνῶ ταυτοχρόνως διώκουν παντοιοτρόπως τοὺς ᾿Ορθοδόξους, οἱ ὁποῖοι ἐνιστάμενοι ἀποτειχίζονται ἐξ αὐτῶν. 


Τοῦτο ὅμως, δηλαδὴ «τὸ μὴ Πατράσιν ἀκολουθεῖν», κατὰ τὸ Μέγα Βασίλειο, εἶναι «ἐγκλήματος ἄξιον, ὡς αὐθαδείας γέμον»12 καὶ καθιστᾶ αὐτοὺς ἀλλοτρίους τῆς «κοινῆς δόξης τῆς ᾿Εκκλησίας», τῆς Πατερικῆς καὶ Συνοδικῆς Παραδόσεως τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐν τέλει δὲ αὐτῆς ταύτης τῆς σωτηρίας.

Δικαίως λοιπόν, οἱ ᾿Ορθόδοξοι ᾿Αντιοικουμενισταὶ τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου δὲν ἔχουν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς καινοτόμους καὶ λατινόφρονας Οἰκουμενιστάς· μὲ τὴν στάσι τους αὐτὴ ὁμοφρονοῦν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ καὶ ἀκολουθοῦν τοὺς Πατέρας, τοὺς φέροντας τὸ 
Πρωτεῖον τῆς ᾿Αληθείας, ἕνεκα τοῦ ὁποίου διδάσκουν μὲ αὐθεντία καὶ κῦρος, ὅτι «ὅσον ἀποδιϊστάμεθα (ἀπομακρυνόμεθα)» τῶν Λατινοφρόνων, «ἐγγίζομεν τῷ Θεῷ καὶ πᾶσι τοῖς πιστοῖς καὶ ἁγίοις Πατράσι· καὶ ὥσπερ τούτων (τῶν Λατινοφρόνων) χωριζόμεθα, οὕτως ἑνούμεθα τῇ ᾿Αληθείᾳ καὶ τοῖς ἁγίοις Πατράσι τοῖς θεολόγοις τῆς ᾿Εκκλησίας»13.


* * *

Αὐτή εἶναι ἡ ῾Ιερά Παρακαταθήκη τῶν Τριῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν, 

τῶν ῾Αγίων Φωτίου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ· τήν Παρακαταθήκη αὐτήν διαφυλάσσει «μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης» ἡ ῾Ιερά Μητρόπολις ἡμῶν καί ἕνεκα αὐτοῦ ἔχει ἀνακηρύξει τούς Τρεῖς Νέους Φωστῆρας ὡς ἰδιαιτέρους Προστάτας Αὐτῆς στόν ἱερό ἀγῶνα Της κατά τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. 

Εἴθε οἱ πρεσβεῖες τους νά μᾶς ἐνισχύουν, ὁδηγοῦν καί προστατεύουν, ὥστε βιώνοντες μέ συνέπεια τό ῾Ησυχαστικό καί Εὐχαριστιακό ῏Ηθος τῆς ᾿Εκκλησίας μας καί ἐργαζόμενοι μέ ζῆλο καί ἐπιμονή, μέ διάκρισι καί σοφία, νά συμβάλωμε ταπεινά στήν ἐπανένωσι τῶν ᾿Ορθοδόξων ἐν τῇ ᾿Αληθείᾳ τῆς Πίστεως καί τῇ ῾Εορτολογικῇ Παραδόσει· πρός δόξαν τῆς Τρισηλίου Θεότητος, τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. ᾿Αμήν! 


᾿Εν τῇ Φυλῇ Ἀττικῆς τῇ 5ῃ Νοεμβρίου 2007ῳ,
Κυριακὴ Αʹ Νοεμβρίου
† Σύναξις τῶν ῾Αγίων Τριῶν Νέων ῾Ιεραρχῶν 


Μητροπολίτης Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανός Β΄ 


-----------------------------------


1. ῾Αγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, Συγγράμματα τ. Αʹ, ᾿Επιστολὴ Αʹ Πρὸς Βαρλαάμ, § 32, σελ. 243-244, στχ. 28, Π. Χρήστου, Θεσσαλονίκη 1962.
2. ῾Οσίου Νικοδήμου ῾Αγιορείτου, ᾿Εγχειρίδιον, σελ. 110, ἔκδοσις γʹ, Σωτ. Σχοινᾶ, Βόλος 1969. 
3. Τριώδιον, Κυριακὴ τῆς ᾿Ορθοδοξίας, Συνοδικόν
4. J. Gill, ῾Η Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας, σελ. 4, ἔκδοσις «Καλοῦ Τύπου», ᾿Αθῆναι 1962. 
5. ᾿Αρχιμ. Σπυρ. Μπιλάλη, ᾿Ορθοδοξία καὶ Παπισμός, τ. Βʹ, σελ. 620, ἔκδοσις «᾿Ορθοδόξου Τύπου», ᾿Αθῆναι 1969.
6. ᾿Αρχιμ. Σπυρ. Μπιλάλη, αὐτόθι, σελ. 64. ῾Ο ῞Αγιος Μᾶρκος, μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τῆς μετα-φλωρεντιανῆς δραστηριότητός του, ἀνεδείχθη σὲ γνήσιο ἐνσαρκωτὴ τοῦ Ποιμένος-᾿Επισκόπου τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως, ἐν καιρῷ μάλιστα αἱρέσεως: «῞Οταν πάντες οἱ ἐπίσκοποι προδίδουν τὴν ἱερὰν παρακαταθήκην τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὁ ἄξιος τῆς ἀποστολῆς του ἐπίσκοπος βλέπει πᾶσαν τὴν οἰκουμένην ὡς ποίμνιόν του καὶ ἵσταται ἄγρυπντος εἰς τὴν ἔπαλξιν τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ἕτοιμος νὰ δώσῃ τὴν μάχην πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν, διότι τότε δὲν κινδυνεύει νὰ γίνῃ ἀλλοτριοεπίσκοπος, ἀναλαμβάνων τὴν μέριμναν πασῶν τῶν ᾿Εκκλησιῶν. ᾿Αντιθέτως, εἰς ὥραν κινδύνου τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ἀλλοτριοεπίσκοπος καὶ εἰς τὴν ἰδίαν του ἐπισκοπὴν ἀποδεικνύεται ὁ ἐπίσκοπος, ὁ προδίδων τὴν ὀρθόδο- ξον πίστιν καὶ ἀλήθειαν, ὡς ἀλλότρια φθεγγόμενος καὶ ποιῶν». (αὐτόθι)
7. Πρβλ. ῾Ιερομονάχου Εἰρηναίου Μπούλοβιτς, Τὸ Μυστήριον τῆς ἐν τῇ ῾Αγίᾳ Τριάδι Διακρίσεως τῆς Θείας Οὐσίας καὶ ᾿Ενεργείας κατὰ τὸν ῞Αγιον Μᾶρκον ᾿Εφέσου τὸν Εὐγενικόν, σελ. 473, ἐκδόσεις «Π.Ι.Π.Μ.», ᾿Ανάλεκτα Βλατάδων - 39, Θεσσαλονίκη 1983.  «Οἱ λόγοι, οἱ ὁποῖοι ἠνάγκασαν τὸν ῞Αγιον Γρηγόριον (Παλαμᾶν) νὰ προβῇ εἰς τὴν ἐπανερμηνείαν καὶ σύνθεσιν τῆς πατερικῆς παραδόσεως, δὲν ἦσαν θεωρητικοί, ἀλλὰ σωτηριολογικοί»· τὸ θέμα τῆς «διακρίσεως» ἦταν «πρόβλημα ζωῆς ἢ θανάτου, σωτηρίας ἢ ἀπωλείας τοῦ ἀνθρώπου», ἦταν «κατ᾿ ἐξοχὴν σωτηριολογικὸν πρόβλημα καὶ οὐχὶ ἀναζήτησις ὀντολογικῶν ὁρισμῶν τῆς θεότητος». (Μάρκου ᾿Αναστ. ᾿Ορφανοῦ, ῾Η ὑπὸ τῶν Πατέρων ῾Ερμηνεία τῆς Παραδόσε- ως, σελ. 44, ᾿Αθῆναι 1984) 
8. Πρβλ. Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία τ. Αʹ, σελ. 269, ᾿Αθήνα 1977. 
9. «Εἰ γοῦν ὁ πείρᾳ μαθών», γράφει ὁ ῾Ιερὸς Παλαμᾶς, «μόνος οἶδε τὰς ἐνεργείας τοῦ Πνεύματος, αὐτὸς δὲ (ὁ Βαρλαὰμ) πείρᾳ οὐκ ἔγνωκε καὶ τοὺς πείρᾳ γνόντας οὐδαμῶς παραδέχεται, τίς ἔτ᾿ ἀμφιγνοήσει μὴ ψευδολογίαν εἶναι πᾶσαν τὴν περὶ τῆς θεοποιοῦ τοῦ Πνεύματος ἐνεργείας αὐτῷ γεγενημένην ἀδολεσχίαν, καὶ ταῦτα κατὰ τῶν ἐν πείρᾳ ταύτης γεγονότων ἐξηνεγμένην αὐτῷ, μηδαμῶς εἰδότι μήτε ἃ λέγει, μήτε περὶ τίνων διαβεβαιοῦται;» «καὶ γὰρ ἐκείνων (τῶν ῾Αγίων) ἐστὶ λόγος, ῾῾μόνον εἰδέναι σαφῶς τὸν πείρᾳ μαθόντα᾿᾿ τὰς ἐνεργείας τοῦ Πνεύματος· ὁ δὲ τοὺς τοῦτο λέγοντας αἱρετικοὺς εἶναι διϊσχυρίζεται». ( ῾Αγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, ἔνθ᾿ ἀνωτ., ῾Υπὲρ τῶν ῾Ιερῶς ῾Ησυχαζόντων, 3, 3, 3, σελ. 681, στχ. 10-17, 27-29)
10. ῾Αγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, ἔνθ᾿ ἀνωτ., ᾿Επιστολὴ Αʹ Πρὸς Βαρλαάμ, § 32, σελ. 243, στχ. 10-11.
11. ῾Αγίου ῾Ιερωνύμου, PL τ. 22, στλ. 475. 
12. Μ. Βασιλείου, PG τ. 32, στλ. 392D/᾿Επιστολὴ ΝΒʹ, Κανονικαῖς, § αʹ: «Τὸ μὲν γὰρ Πατράσι μὴ ἀκολουθεῖν καὶ τὴν ἐκείνων φωνὴν [μὴ] κυριωτέραν τίθεσθαι τῆς ἑαυτῶν γνώμης, ἐγκλήματος ἄξιον, ὡς αὐθαδείας γέμον».
13. Πρβλ. ῾Αγίου Μάρκου ᾿Εφέσου, PG τ. 160, στλ. 536CD/᾿Απολογία.

Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ’ ΛΟΥΚΑ: Λόγος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ «βγῆκε ὁ σπορέας νά σπείρει τόν σπόρο του»


 Γίνεται λόγος και για την καλλιέργεια που οφείλομε να κάνομε πριν από αυτή τη σπορά


Αποτέλεσμα εικόνας για Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ"Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός εξέλεξε τους μαθητές του όχι από τους σοφούς, όχι από τους ευγενείς, όχι από τους πλούσιους ή ένδοξους, αλλά από αλιείς και σκηνορράφους, φτωχούς και αγράμματους, με σκοπό να δείξει σε όλους, ότι ούτε η φτώχεια, ούτε η απαιδευσία, ούτε η ευτέλεια, ούτε κάποιο άλλο από τα παρόμοια είναι εμπόδιο για την απόκτηση της αρετής και την επίγνωση των θείων λογίων και των μυστηρίων τού Πνεύματος, αλλά και ο φτωχότερος και ο ευτελέστερος και ο πιο αμόρφωτος, αν δείξει προθυμία και την πρέπουσα επιστροφή προς το καλό, μπορεί όχι μόνο να γνωρίσει τη θεία διδασκαλία, αλλά και ο ίδιος να καταστεί διδάσκαλος με τη χάρη του Θεού. Αυτά βέβαια που εμποδίζουν προς τη σύνεση και την κατανόηση των πνευματικών διδαγμάτων είναι η ραθυμία μας και η με όλη τη δύναμη προσκόλληση στα πρόσκαιρα και στα βιοτικά, και εξαιτίας αυτών δεν μας δίνεται χώρος και ευκαιρία για την ακρόαση και μελέτη και ανάμνηση αυτών που ακούσθηκαν, ούτε φροντίζομε για τα μελλοντικά και τα αιώνια.
Και αυτό γίνεται φανερό περισσότερο από όλα και από την περικοπή τού ευαγγελίου που διαβάζεται σήμερα.

Αφού ο Κύριος μίλησε στο λαό παραβολικά, πλησιάζοντάς τον οι μαθητές του ιδιαιτέρως ζητούσαν να μάθουν τον σκοπό και τη σημασία τής παραβολής που λέχθηκε τότε και ερωτούσαν για ποιο λόγο μιλάει στο λαό με παραβολές, που δεν οδηγούν αβίαστα στην κατανόηση. Και ο Κύριος τότε λέγει προς αυτούς· «σε σας έχει δοθεί να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας τού Θεού, ενώ σ’ εκείνους προσφέρονται με παραβολές, ώστε βλέποντας να μη βλέπουν και ακούοντας να μη αντιλαμβάνονται».

Θα μπορούσε όμως κανείς να βρει το θάρρος και να πει· και τί σημαίνει αυτό, Κύριε; Εσύ που είσαι ο μόνος μεσίτης όλων, ο μόνος Δεσπότης και προνοητής των πάντων, ο μόνος κοινός Πατέρας, ο μόνος κοινός Σωτήρας, το φως αυτών που βρίσκονται στο σκότος της άγνοιας, το φως «που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο», τώρα φωτίζεις μόνο τους επίλεκτους μαθητές σου, ενώ στους άλλους μιλάς με ασάφεια, για να μη αναληφθούν τα λεγόμενα και φωτισθούν; Ναι, λέγει. Το μοναδικό ζώο σ’ αυτόν τον κόσμο που θέλησα να πλάσω με δική του προαίρεση είναι ο άνθρωπος· ήρθα βέβαια στον κόσμο όχι να εξαλείψω το πλάσμα των χεριών μου επειδή παραφθάρθηκε, αλλά να το διασώσω. Γι’ αυτό δεν σύρω με τη βία κανένα απολύτως· μόνους άξιους να φωτισθούν θεωρώ δίκαια αυτούς που θέλουν από μόνοι τους και ποθούν και ζητούν να κάνουν πράξη τη σωτήρια γνώση· γιατί «καθένας που αιτεί λαμβάνει και καθένας που ζητεί βρίσκει, και σε όποιον κρούει, θα ανοιχθεί»· από υπερβολική όμως φιλανθρωπία ομιλώ και σε εκείνους που δεν είναι τέτοιοι, αν και όχι με σαφήνεια, για να τους παρακινήσω και να τους προτρέψω να προτιμήσουν και να μάθουν να ζητούν, ώστε να δεχθούν τη σωτήρια γνώση. Γιατί έτσι θα δοθεί και σ’ αυτούς να γνωρίσουν τα μυστήρια της βασιλείας τού Θεού. Σε σας λοιπόν, λέγει, έχει δοθεί να τα γνωρίσετε, που το επιζητείτε με ιδιαίτερη φιλοπονία, ώστε να μετατρέψετε σε έργο τη γνώση. Γιατί καλό είναι όχι απλώς η γνώση, αλλ’ η έμπρακτη γνώση, όπως και η σύμφωνα με το λόγο πράξη· γιατί λέγει· «δεν θα δικαιωθούν οι ακροατές, αλλά οι εκτελεστές τού νόμου».

Αλλά βλέπετε ότι από τη δική μας απραξία και ραθυμία, αδελφοί, προέρχεται το να μη αντιλαμβανόμαστε και να μη κατανοούμε εύκολα την ιερή διδασκαλία; Αυτό λέγω και εγώ τώρα προς την αγάπη σας, που με εντολή, που ο Κύριος γνωρίζει, ορί­σθηκα διδάσκαλός σας. Αν κάποιος δεν μπορεί ν’ αντιληφθεί τελείως το νόημα των διδασκομένων από εμένα στην εκκλησία, ας προσέρχεται σ’ εμένα κατ’ ιδίαν και να με ερωτά, και θ’ ακούσει με πολλή σαφήνεια και θα μετατρέψει σε έργο αυτό που άκουσε, με τη βοήθεια σ’ αυτό του Θεού, που μου δίνει λόγο, «όταν ανοίγω το στόμα μου», λόγω της επίμονης αυτής επιζήτησης αυτού.

Τώρα όμως ας δούμε από την αρχή την παραβολή. «Βγήκε ο σπορέας να σπείρει τον σπόρο του». Καλώς η χάρη τού Πνεύ­ματος νομοθέτησε να διαβάζεται τώρα η παραβολή αυτή στην εκκλησία ενώπιον όλων· γιατί τώρα είναι η εποχή τής σποράς και οι περισσότεροι φροντίζουν να παραχώνουν στη γη τούς από τη γη σπόρους. Αυτός όμως που σπέρνει στη γη τους ετήσιους καρπούς, επειδή σπέρνει φθαρτά, που αν δεν φθαρούν δεν φυτρώνουν, οπωσδήποτε θα θερίσει και θα καρπωθεί φθαρτά, πρόσκαιρη συντήρηση της σάρκας που έπειτα από λίγο θα διαλυθεί. Θα διδαχθούμε όμως με την παραβολή αυτή ποιά είναι τα πνευματικά και άφθαρτα σπέρματα και ποιος ο καιρός τής σποράς αυτής,ποιος επίσης ο σπορέας αυτών και ποια η κατάλληλη γι’ αυτά γη, για να μη κοπιάζομε με την ελπίδα τού θερισμού που θα μας θρέ­ψει πρόσκαιρα, αλλά και να κάνομε τα πάντα με την ελπίδα τού θέρους που θα μας προσφέρει αιώνια ζωή. Γιατί λέγει, «βγήκε ο σπορέας να σπείρει τον σπόρο του». Ποιός είναι αυτός; Είναι ο ίδιος ο Κύριος, αυτός που μέσω του Ψαλμωδού προείπε για τον εαυτό του, «θ’ ανοίξω το στόμα μου με παραβολές». Αλλά από πού βγήκε αυτός που είναι παντού παρών; Και πού ήρθε αυτός που δεν είναι από πουθενά απών; Αυτός λέγει πάλι για τον εαυτό του, «βγήκα από τον Πατέρα μου και ήρθα στον κόσμο». Βγήκε από τον Πατέρα του χωρίς να αποχωρισθεί από τους πατρικούς κόλπους, και ήρθε στον κόσμο αυτός που βρίσκεται μέσα στον κόσμο και μέσω του οποίου έγινε ο κόσμος, και κατέβηκε από τον ουρανό στη γη αυτός που γεμίζει τον ουρανό και τη γη. Ώστε το να εξέλθει ο μονογενής τού Θεού και το να έχει κατεβεί από τους ουρανούς δεν δηλώνει τίποτε άλλο, παρά την με σάρκα παρουσία του στον κόσμο και την κένωσή του από το απόρρητο ύψος της θεότητας στη μηδαμινότητα της ανθρώπινης φύσης.

Βγήκε λοιπόν αυτός έτσι «για να σπείρει τον σπόρο του». Ποιός είναι αυτός ο σπόρος; Ο λόγος τής διδασκαλίας, τα λόγια τής αιώνιας ζωής, οι εντολές τής αθανασίας, η επαγγελία τής νέας ζωής, το ευαγγέλιο της βασιλείας των ουρανών. Αυτού είναι αυτά· γιατί και αυτός λέγει για τον εαυτό του, «τα λόγια που εγώ λαλώ, είναι πνεύμα και ζωή», και ο Πέτρος έλεγε προς αυτόν, «έχεις λόγια ζωής αιώνιας». Μόνον αυτού λοιπόν είναι ο τέτοιος σπόρος και μόνον αυτός είναι που τον σπέρνει ασταμάτητα, με το οποίο γίνεται φανερό ότι αυτός είναι ο Θεός των πάντων. Βέβαια κάθε διδάσκαλος και ευαγγελιστής και κήρυκας της ευσέβειας και του ευσεβούς τρόπου ζωής σπέρνει ασφαλώς και αυτός τα λόγια τής ζωής, τον λόγο τής ευαγγελικής και ουράνιας διδασκαλίας, αλλά, αφού υπηρετήσει στη γενεά του τη βουλή τού Θεού, παρέρχεται, ενώ δεν υπήρχε ούτε προηγουμένως· και ο λόγος βέβαια της σωτηρίας που διδάσκοντας σπέρνει δεν είναι δικός του, αλλά του Θεού, που και συνεργεί με αυτόν και «του δίνει λόγο όταν ανοίγει το στόμα του».

Ο Κύριος όμως Ιησούς Χριστός, όντας Θεός αληθινός, έχει δικό του τον σπόρο αυτό τής αιώνιας ζωής και αυτός σπέρνει παντοτινά και μέσω του φυσικού νόμου μέσα στη κτίση, και μέσω του νόμου που έχει δοθεί γραπτώς στους Ισραηλίτες, και μέσω του προφητικού λόγου, και μέσω του ευαγγελίου τής χάριτος ύστερα. Καιρός βέβαια του σπόρου αυτού του είδους είναι όλος ο βίος κάθε ανθρώπου, και μάλιστα όλος ο χρόνος μετά την παρουσία τού Κυρίου μέχρι τη συντέλεια, ενώ καιρός τού θερισμού τού σπόρου αυτού είναι ο κατά την προσδοκώμενη δεύτερη έλευση και παρουσία τού Κυρίου· γι’ αυτό και ο απόστολος λέγει, «ο γεωργός οφείλει να οργώνει με ελπίδα», και «αυτός που σπέρνει στο πνεύμα, θα θερίσει αιώνια ζωή»· και ο Ψαλμωδός προφήτης· «αυτοί που σπέρνουν τώρα με δάκρυα, θα θερίσουν τότε με αγαλλίαση»


Βγήκε ο Κύριος να σπείρει τον σπόρο του. Πού; Στις καρδιές των ανθρώπων γιατί αυτές είναι τα χωράφια που δέχονται τα πνευματικά σπέρματα. Από αυτές άλλες μοιάζουν με δρόμο, καταπατημένες κατά κάποιο τρόπο και καταπιεσμένες από τους πονηρούς λογισμούς και τα πάθη και από τους επόπτες αυτών, τους πονηρότατους δαίμονες, άλλες μοιάζουν με πετρώδη γη, όσες από μικροψυχία και πώρωση δεν μπορούν να συγκρατήσουν μέχρι το τέλος τα σπέρματα της διδασκαλίας και να καρποφορήσουν με αυτά καρπούς προς αιώνια ζωή, και άλλες μοιάζουν με γεμάτο από αγκάθια έδαφος, επειδή το ενδιαφέρον τους συγκεντρώνεται στα κτήματα και τον πλούτο και τις πρόσκαιρες απολαύσεις και στα προερχόμενα από αυτές.

Καθώς λοιπόν παρατηρούνται πολλές διαφορές στις καρδιές τών ανθρώπων, «βγήκε» λέγει, «ο σπορέας να σπείρει τον σπόρο του· και καθώς έσπερνε, άλλος έπεσε στο δρόμο και καταπατήθηκε και το κατέφαγαν τα πετούμενα του ουρανού». Ένα μέρος λοιπόν, λέγει, ότι έπεσε στο δρόμο, δηλαδή σε καρδιές που ή ήταν έξω από την κύρια και ευθεία οδό, γι’ αυτό και καταπατήθηκε από τους πονηρούς δαίμονες που περπατούν στον κακότοπο, ή ήταν στην πονηρή οδό αυτών, γι’ αυτό και τα πετεινά τού ουρανού, δηλαδή τα εναέρια πονηρά πνεύματα, τον κατέφαγαν και τον αφάνισαν, και έτσι οι άνθρωποι εκείνοι είναι σαν να μη άκουσαν καθόλου τον λόγο τού Θεού· γιατί λέγει, «εκείνοι που έπεσαν δίπλα στο δρόμο είναι οι άνθρωποι που άκουσαν, έπειτα έρχεται ο διάβολος και αφαιρεί από τις καρδιές τους τον λόγο, για να μη σωθούν πιστεύοντας». «Και άλλο μέρος», λέγει, «έπεσε στην πέτρα», ενώ ο Ματθαίος λέγει, «στα πετρώδη μέρη», δηλαδή σε πωρωμένη και σκληρή καρδιά, μέσα στην οποία δεν μπορεί να εισχωρήσει ο λόγος, ώστε να την κυριεύσει με δύναμη και να ριζωθεί κατά κάποιο τρόπο μέσα σ’ αυτήν. Γι’ αυτό και λέγει, «αφού φύτρωσε, ξηράθηκε, γιατί δεν είχε ικμάδα»· δηλαδή, αφού έμεινε λίγο και φάνηκε να προοδεύει κάπως, έπειτα εξαφανίσθη­κε, καθώς προέκυψαν κάποιοι πειρασμοί, χωρίς να μπορέσει να φέρει τέλειο καρπό εξ’ αιτίας της αδυναμίας προαίρεσης· γιατί λέγει, «εκείνοι που έπεσαν πάνω στην πέτρα καρπό εξ’ αιτίας τής αδυναμίας είναι εκείνοι που όταν ακούσουν τον λόγο τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα, αλλά πιστεύουν προσωρινά, και σε καιρό πειρασμού απομακρύνονται». «Και άλλο μέρος έπεσε ανάμεσα στα αγκάθια», δηλαδή σε καρδιές που είναι τελείως προσκολλημένες στα σωματικά και πρόσκαιρα και βιωτικά και βυθισμένες στις φροντίδες γι’ αυτά και στις ηδονές από αυτά. Γι’ αυτό και αφού βλάστησαν τα τέτοια αγκάθια μαζί με τον σπόρο, τον κατέπνιξαν και τον αφάνισαν. Γιατί λέγει, «αυτό που έπεσε στα αγκάθια είναι εκείνοι που άκουσαν τον λόγο, αλλά πορευόμενοι μέσω των φροντίδων και του πλούτου και των ηδονών τού βίου πνίγονται μαζί μ’ αυτά και δεν φέρουν καρπό».

Αφού ο Κύριος απομάκρυνε έτσι και αποδοκίμασε και εκείνους που δεν πρόσεξαν στη διδασκαλία τού θείου Πνεύματος, και που αυτοί είναι όσοι έπεσαν δίπλα στο δρόμο, και εκείνους που πρόσεξαν βέβαια, αλλά για λίγο, και που είναι αυτοί που μοιάζουν με πετρώδη γη, και εκείνους που τη δέχθηκαν οπωσδήποτε και την κρατούν με γνώση, αλλ’ έχουν διαφθαρεί από τον πλούτο και τη δόξα και την απόλαυση (γιατί αυτοί είναι οι ακανθώδεις), έπειτα με την παραβολή εισάγει και παρουσιάζει ποιοι είναι οι ευδόκιμοι, λέγοντας, «το άλλο μέρος έπεσε στο εύφορο το έδαφος», δηλαδή σε ψυχή που έχει καλή και αγαθή προαίρεση, η οποία και δέχεται με προθυμία και κρατεί μέσα της τον λόγο τής διδασκαλίας, μη επιτρέποντας στους εχθρούς τής σωτηρίας της να δημιουργήσουν μέσα από αυτήν είσοδο, και τον φυλάσσει υπομονετικά, μένοντας με σταθερότητα στα όσα άκουσε, με το να υποφέρει, με γενναιότητα τους πειρασμούς και τελεσφορεί, απορρίπτοντας τον χρηματιστικό και απολαυστικό και ρευστό βίο, και φέρει καρπό, όπως λέγει ο θείος Μάρκος, «που ανεβαίνει και αυξάνει σε τριάντα και εξήντα και εκατό φορές περισσότερο».

Θα μπορούσε όμως κάποιος να ονομάσει αυτά δουλεία, μισθοφορία, υιότητα. Πραγματικά αυτός που πλησιάζει τον Θεό αληθινά, πρώτα βέβαια ως υπεύθυνος είναι δούλος εξ αιτίας τής πρώτης ανυποταξίας και ανυπακοής, έπειτα, αφού δουλεύσει, επιθυμεί και μισθό, και αφού προκόψει στην αγάπη, είναι σαν υιός πλέον, που έχει φθάσει στην κατοχή τής αρετής και υπακούει κατά τρόπο φυσικό και αβίαστο στον ουράνιο Πατέρα. Ας προσπαθήσομε, αδελφοί, ή τη θεία υιοθεσία να κερδίσομε με την αγάπη προς τον Θεό, την απομάκρυνση από όλα τα γήινα, και τη διαρκή προσευχή και ψαλμωδία και απερίσπαστη προσήλωση σ’ αυτά, ή να συνταχθούμε με τους μισθωτούς, κατορθώνοντας την σε όλα εγκράτεια κατά τον αγώνα, ή να συναριθμηθούμε με τους δούλους πενθώντας τις προηγούμενες αμαρτίες μας· όποιος είναι έξω και από τα τρία αυτά, είναι έξω από τον χορό των σωζομένων.

Αλλά, λέγει, «λέγοντας αυτά ο Κύριος φώναζε, όποιος έχει αυτιά για να ακούει ας ακούει». Όχι ότι δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι αυτιά, αλλ’ ότι δεν τα έχουν όλοι για να ακούνε τον λόγο τής σωτηρίας. Επειδή όμως, σύμφωνα μ’ αυτό που λέγεται, «νους βλέπει και νους ακούει», αυτοί που ακούουν με νου και σύνεση, αυτοί έχουν αυτιά ν’ ακούουν. Αν επί πλέον «είναι και αγαθή η σύνεση εκείνων που την πραγματοποιούν» και ο λόγος διαβάζεται με τις πράξεις, εκείνος έχει αυτιά για ν’ ακούει, όχι εκείνος που απλώς ακούει, αλλ’ αυτός που υπακούει και κάνει πράξη αυτό που άκουσε.

Ας ακούσομε λοιπόν, αδελφοί, και εμείς με σύνεση, παρακαλώ, προ πάντων το ότι δεν είπε ο Κύριος, ότι βγήκε να οργώσει τα λογικά χωράφια, ούτε να κατακόψει δυο και τρεις φορές και να ξερριζώσει τις ρίζες τών άγριων βοτανών και να καταθρυμματίσει τους βώλους, δηλαδή να προκαλλιεργήσει τις καρδιές και τις διά­νοιές μας, αλλά βγήκε απευθείας να σπείρει. Γιατί; Επειδή η πριν από τη σπορά καλλιέργεια αυτή της ψυχής πρέπει να γίνεται από μας. Γι’ αυτό και ο πρόδρομος του ευαγγελίου τής χάριτος από πριν προέτρεπε με μεγάλη φωνή, λέγοντας, «ετοιμάσατε την οδό τού Κυρίου, κάμετε ευθείς τους δρόμους του», και «μετανοείτε, γιατί πλησίασε η βασιλεία τών ουρανών». Ετοιμασία βέβαια και αρχή μετάνοιας είναι η αυτομεμψία, η εξομολόγηση, η αποχή από τα κακά. Αλλά και επί πλέον απειλεί εκείνους που δεν είναι έτσι προετοιμασμένοι, ώστε να φέρουν καρπούς άξιους της μετάνοιας· γιατί λέγει· «κάθε δένδρο που δεν κάμνει καλό καρπό κόβεται και ρίχνεται στη φωτιά». Εκκοπή ασφαλώς είναι η απόφαση του Θεού εναντίον εκείνων που αμαρτάνουν αμετανόητα, σύμφωνα με την οποία, αφού αποσπασθούν και από την παρούσα και από τη μέλλουσα ζωή, παραπέμπονται, αλλοίμονο, στην άσβεστη γέεννα του πυρός.

Ας μετανοήσομε λοιπόν, αδελφοί, και ας δείξομε καρπούς άξι­ους της μετάνοιας·ας απομακρυνθούμε καθένας από τις κακίες του· ας μάθομε να λέμε και να πράττομε καλά· ας καταστήσομε τους εαυτούς μας πρόθυμους για την υποδοχή τού ουράνιου σπέρματος, του λόγου τής ζωής· ας σταματήσομε τη γλώσσα μας από τα κακά (ποιά είναι αυτά; η ματαιολογία, η κατηγορία, η καταλα­λιά), και τα χείλη μας, ώστε να μη εκστομίζουν όρκους και ψεύδη και φλυαρίες. Προφανώς αυτά είναι τα από την παραβολή λεγόμενα πονηρά πετεινά τού ουρανού, τα οποία κατατρώγουν και αφανίζουν το καλό σπέρμα.Γιατί κάθε λόγος είναι κατά κάποιο τρόπο εναέριο πτηνό· γι’ αυτό και κάποιοι ονόμασαν τους λόγους πτερόεντες. Ο πονηρός όμως λόγος, βγαίνοντας από τον πονηρό θησαυρό τής καρδιάς, σαν από φωλιά, μέσω του στόματος, αφαιρεί τον αγιασμό τής ψυχής· γι’ αυτό και ο Κύριος λέγει αλλού, ότι «αυτά που βγαίνουν από το στόμα είναι εκείνα που μολύνουν τον άνθρωπο». Να μη βγαίνει λοιπόν λόγος σάπιος από το στόμα σας αλλ’ εκείνος που είναι ικανός να προσφέρει εποικοδόμηση σ’ όσους τον ακούνε.

Κανένας λοιπόν από σας να μη είναι τόσο προσηλωμένος στα βιωτικά, ώστε ν’ απολιθωθεί κατά κάποιο τρόπο από αυτά, και να μη μπορεί ν’ ανοίγει τα αυτιά και την καρδιά στη δροσιά τών λόγων τής διδασκαλίας τού Πνεύματος. Γιατί δηλαδή το χώμα τής γης, όταν δέχεται τη βροχή, φουσκώνει και μαλακώνει και λιπαίνεται, ενώ το κεραμίδι μένει σκληρό και ξηρό και αδιάλυτο; όχι γιατί η γη θερμαίνεται με τις ακτινοβολίες τού ηλίου, αλλά δεν  κατακαίεται, γι’ αυτό και έχει ανοιχτούς τους πόρους προς υποδοχή τής βροχής, ενώ το κεραμίδι κατακαιόμενο από τη βίαια επαφή με τη φωτιά έχει τους πόρους στο βάθος δυνατά σφραγισμένους και κλειστούς, ώστε να μη μπορούν να δέχονται τη βροχή, έστω και αν είναι πάρα πολύ λεπτή; Έτσι και αυτός που κατέχεται από τα σωματικά και τα γήινα και τα βιωτικά σκληρύνεται υπερβολικά και για πάντα στην καρδιά και έχοντας νεκρωμένη τη διάνοια πριν επιστρέψει στη γη δεν συναισθάνεται την από τον Θεό διδασκαλία· αυτός όμως που χρησιμοποιεί τον κόσμο αυτό και σύμφωνα με την παραίνεση του αποστόλου δεν κάνει κατάχρηση αυτού, θα είναι έτοιμος να ζητεί και ν’ ακούει με σύνεση και να ενεργεί με ζήλο και προθυμία και τα ουράνια· και όχι μόνο ν’ ακούει έτσι, αλλά και να κρατά μέσα του τη διδασκαλία και να την μετατρέπει σε έργο, για να μακαρισθεί από τον Κύριο εξομοιούμενος με τον πιστό και φρόνιμο δούλο· γιατί λέγει· «αυτός που ακούει τους λόγους μου και τους εφαρμόζει, αυτόν θα τον θεωρήσω όμοιο με φρόνιμο άνδρα».

Αυτός που παραδίδεται αποχαυνωμένος στη γαστριμαργία και το υπερβολικό ποτό και τις απολαύσεις και τη μέθη να μη το κάνει αυτό στο εξής, αλλιώς μάταια θα δεχθεί το ουράνιο σπέρμα, τον λόγο τής διδασκαλίας. Γιατί δεν θα μπορέσει να φανεί καρποφόρα γη για τον Θεό. Όλοι εσείς γνωρίζετε ότι, όταν το υγρό υπερχειλίζει στα σπαρμένα χωράφια, αυτά δεν μπορούν να φέρουν καρπό· πώς λοιπόν θα μπορέσει να παρουσιάσει ουράνιο καρπό μια καρδιά που είναι καταμουσκεμένη με απολαύσεις και κρασοπότια; Αυτός που περιέπεσε σε κάποια ακαθαρσία πορνείας ας επιστρέψει και ας απομακρυνθεί απ’ αυτήν και ας καθαρίσει τον εαυτό του με τη μετάνοια. «Μήπως δηλαδή αυτός που πέφτει δεν σηκώνεται, ή αυτός που απομακρύνεται δεν επιστρέφει;». Γιατί αν κυλιέται σ' αυτόν τον βόρβορο, πώς δεχόμενος το θείο μύρο θα το κρατήσει μέσα του αβλαβές, το πολύτιμο μαργαριτάρι, εννοώ τον σωτήριο λόγο; Το μαργαριτάρι δεν φοριέται σε χοίρο, και το μύρο από τους συνετούς δεν ανακατεύεται με τον βόρβορο· γιατί είτε κάποιος χύσει αυτό και το αναμίξει με την κοπριά, είτε το βάλει σε ακάθαρτο σκεύος, όμοια αχρειώνει και καταστρέφει το μύρο, αν και βέβαια το θείο μύρο είναι απαθές· αλλ’ αυτό που θα πάθαινε, αν ήταν παθητό, αχρειωνόμενο, αυτό οπωσδήποτε θα πάθει αυτός που το τοποθέτησε σε τέτοιο σκεύος και δεν απομακρύνεται από την αμαρτία. Ο πλεονέκτης να σταματήσει στο εξής την πλεονεξία του, αλλά και να δίνει από όσα έχει σε εκείνους που δεν έχουν. Γιατί, αν δεν το κάνει αυτό, δεν θα διαφύγει τη θεία οργή, και αν δεν διαφύγει τη θεία οργή, πώς θα υποδεχθεί το θείο σπέρμα; Γιατί προς εκείνους που ερώτησαν, πώς θα αποφύγομε τη θεία οργή, ο Ιωάννης, ο Πρόδρομος του Κυρίου, έλεγε· «όποιος έχει δύο χιτώνες να προσφέρει τον ένα σε εκείνον που δεν έχει, και όποιος έχει τρόφιμα να κάνει το ίδιο».

Και γενικά ο καθένας σας τ’ αγκάθια και τα τριβόλια της αμαρτίας που έθρεψε μέσα του με την εμπαθή και φιλήδονη ζωή να τα ξερριζώσει με τη μετάνοια. Γιατί έτσι θα καλλιεργήσει τον εαυτό του και θα ετοιμασθεί για την υποδοχή τού σωτήριου σπέρματος και, αφού το λάβει, θα τελεσφορήσει και θα καρποφορήσει την αιώνια ζωή, για την οποία ζωή όχι μόνο τις ορέξεις τού σώματος αλλά, αν χρειασθεί, και την ίδια τη ζωή μας να προσφέρομε, γιατί έτσι θ’ ακολουθήσομε τα δεσποτικά ίχνη και θα γίνομε μέτοχοι τής με τη χάρη του Χριστού δόξας και βασιλείας, ζώντας μαζί μ’ αυτόν και δοξαζόμενοι μαζί του αιώνια.

Και μάρτυράς μας αδιάψευστος είναι ο κορυφαίος των μαρτύρων, ο θαυματουργός και μυροβλύτης Δημήτριος, στου οποίου την εικόνα γονατίζουν και παρίστανται χαρούμενοι βασιλείς και ιερείς, επειδή ακολούθησε τα δεσποτικά ίχνη με τον βίο και τον λόγο και τα πάθη, τού οποίου ευπρόσδεκτος πανηγυριστής και κοινωνός τής προκηρυσσόμενης ήδη τελετής θα είναι όχι γενικά οποιοσδήποτε, αλλ’ όποιος έχει προετοιμασθεί με τη μετάνοια. Γιατί, αυτός που απομακρύνθηκε από κάθε υλική προσπάθεια και, σύμφωνα με τον Παύλο, απέδειξε τον εαυτό του ολόκληρον ευωδία σε τέτοιο βαθμό, ώστε μετά την άθληση ν’ αναδείξει και τη σορό του πηγή ευωδέστατων μύρων, πώς θα δεχθεί να χορεύει γύρω του και να αναπέμπει ύμνους αυτόν που αναδίδει εμπαθή ύλη και εκπέμπει σαπίλα από αθεράπευτους μώλωπες αμαρτημάτων; Γιατί, σύμφωνα μ’ αυτό που έχει γραφεί, «δεν είναι ωραίος ο ύμνος των μαρτύρων σε στόματα αμαρτωλών». Ώστε λοιπόν, προεορτάζοντας, ας προκαθαρίσομε επίσης τους εαυτούς μας για την επερχόμενη κύρια ημέρα τής πανηγύρεως του μεγαλομάρτυ­ρα, ώστε, αφού ευφρανθούμε πνευματικά με την ανάμνηση των άθλων του για τον Χριστό και τον πριν από τους άθλους κατά Χριστόν βίο του και ευφρανθούμε μαζί μ’ αυτόν, να λάβομε αυτό αρραβώνα τής ελπιζόμενης από μας συμβίωσης μαζί με τους αιώνια ευφραινόμενους στους ουρανούς.

Αυτή τη συμβίωση είθε να επιτύχομε όλοι μας με τις πρεσβείες τού πολιούχου τής πόλης μας και Χριστομάρτυρα προς δόξα τού Πατέρα και τού Υιού και τού αγίου Πνεύματος, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

(Πηγή: Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, τόμος 11, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)

ΠΗΓΗ:  http://www.alopsis.gr

Τετάρτη 15 Μαρτίου 2023

ΕΥΧΗ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΤΙΚΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ (Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ)



Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε ἐσὺ ποὺ γέννησες κατὰ σάρκα τὸ Θεὸ Λόγο, γνωρίζω ὅτι δὲν εἶναι εὐπρεπές, οὔτε ἄξιο, γιὰ μένα τὸν πανάσωτο, ἔχοντας ἀκόμη μολυσμένα μάτια και ἀκάθαρτα χείλη, νὰ ἴδω τὴν εἰκόνα, σοῦ τῆς Ἁγνῆς, τῆς Ἀειπαρθένου, τῆς ἐχούσης τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴν καθαρὰ καὶ ἀμόλυντα, νὰ τὴν προσκυνῶ καὶ νὰ τὴν παρακαλῶ. Πιὸ σωστὸ εἶναι γιὰ μένα τὸν ἄσωτο νὰ μισηθῶ καὶ νὰ ἐπιτιμηθῶ ἀπὸ τὴ δική σου καθαρότητα· ἐπειδὴ ὅμως ὁ Θεὸς τὸν Ὁποῖον γέννησες, ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μᾶς καλέσῃ τοὺς ἁμαρτωλοὺς σὲ μετάνοια, παίρνω καὶ ἐγὼ τὸ θάῤῥος καὶ προσέρχομαι κοντά σου καὶ σὲ παρακαλῶ μὲ δάκρυα.

Κάμε δεκτὴ τὴν ἐξαγόρευση τῶν πολλῶν καὶ χαλεπῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ φέρε τὴ μετάνοιά μου στὸ μονογενή σου Υἱὸ καὶ Θεό, παρακαλώντάς τον νὰ λυπηθῇ τὴν ἄθλια καὶ ταλαίπωρη ψυχή μου. Γιατὶ ἕνεκα τοῦ πλήθους τῶν ἁμαρτιῶν μου ἐμποδίζομαι νὰ ἀτενίσω πρὸς Αὐτὸν καὶ νὰ ζητήσω συγχώρηση. Γι᾿ αὐτὸ σὲ προβάλλω ὡς πρέσβη καὶ μεσίτρια, γιατί ἐνῶ ἀπόλαυσα πολλῶν καὶ μεγάλων δωρεῶν παρὰ τοῦ δημιουργήσαντός με Θεοῦ, τὶς ξέχασα ὅλες, ὁ ἄθλιος καὶ ἀχάριστος, ὁμοιωθεὶς ἔτσι μὲ τὰ ἀνόητα κτήνη· πτωχεύοντας στὶς ἀρετές, καὶ πλουτώντας στὰ πάθη, γεμάτος ντροπὴ καὶ στερημένος ἀπὸ τὴ θεία παῤῥησία, ἔχω κατακριθεῖ ἀπὸ τὸ Θεό, καὶ γι᾿ αὐτὸ θρηνοῦν γιὰ μένα οἱ Ἄγγέλοι, καὶ χαίρονται οἱ δαίμονες. Μισοῦμαι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἐλεγχόμενος ὑπὸ τῆς συνειδήσεως, γεμᾶτος ντροπὴ γιὰ τὰ πονηρά μου ἔργα, νεκρὸς πρὶν τὸ θάνατό μου, καὶ πρὶν τὴν κρίση αὐτοκατάκριτος, καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀτελεύτητη κόλαση αὐτοτιμωρούμενος ἀπὸ τὴν ἀπόγνωση. Γι᾿ αὐτὸ καταφεύγω μόνο στὴ δική σου καὶ μόνη βοήθεια, Δέσποινα Θεοτόκε, ὁ ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων, ἐγὼ ποὺ σπατάλησα τὴν πατρικὴ περιουσία μὲ πόρνες, ποὺ φέρθηκα χειρότερα καὶ ἀπὸ τὴν πόρνη, ποὺ παρανόμησα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν Μανασσῆ, ποὺ ἔγινα ἄσπλαγχνος περισσότερο καὶ ἀπὸ τὸν πλούσιο, ὁ λαίμαργος δοῦλος, τὸ δοχεῖο τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ὁ φύλακας τῶν αἰσχρῶν καὶ ῥυπαρῶν λόγων, ὁ γεμάτος μὲ κάθε ἀκαθαρσία, ὁ ξένος κάθε ἀγαθοῦ ἔργου.

Ἐλεήσέ μου τὴν ταπείνωση καὶ λυπήσου τὴν ἀσθένειά μου. Σὺ μόνο ἔχεις τόσο μεγάλη παῤῥησία πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα καὶ κανεὶς ἄλλος. Τὰ πάντα μπορεῖς ὡς Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Γιὰ ὅλα ἔχεις τὴν ἰσχὺ ὡς ὑπερέχουσα ὅλων τῶν κτισμάτων. Τίποτα δὲν σοῦ εἶναι ἀδύνατο, ἀρκεῖ νὰ τὸ θελήσεις. Μὴν παραβλέψῃς τὰ δάκρυά μου, μὴν ἀηδιάσῃς τὸ στεναγμό μου, μὴν ἀποστραφῇς τὸν πόνον τῆς καρδιᾶς μου, μὴν ντροπιάσῃς τὴν προσδοκίαν μου σὲ σένα, ἀλλὰ μὲ τὶς μητρικές σου παρακλήσεις ἀπόσπασε γιὰ μένα τὴν εὐσπλαγχνία τοῦ ἀγαθοῦ Υἱοῦ σου καὶ Θεοῦ καὶ ἀξίωσέ με τὸν ταλαίπωρο καὶ ἀνάξιο δοῦλό σου νὰ ξαναβρῶ τὸ ἀρχαῖο προπτωτικὸ κάλλος τῆς ψυχῆς, νὰ ἀποβάλω τὴν ἀσχήμια τῶν παθῶν, νὰ ἀπελευθερωθῶ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ γίνω ὑπηρέτης τῆς δικαιοσύνης, νὰ ἐκδυθῶ τὸ μόλυσμα τῆς σαρκικῆς ἡδονῆς καὶ νὰ ἐνδυθῶ τὸν ἁγιασμὸ τῆς ψυχικῆς καθαρότητας, νὰ νεκρωθῶ γιὰ τὸν κόσμο καὶ νὰ ζήσω μέσα στὴν ἀρετή. Συνοδοιπόρησε καὶ σύμπλευσε μαζί μου, στὶς ἀγρυπνίες ἐνίσχυσέ με, παρηγόρησέ με στὶς θλίψεις, γιὰ τὶς ὀλιγοψυχίες μου παρακάλεσε, δώρισέ μου τὴν θεραπεία τῶν ἀσθενειῶν, λύτρωσέ με ἀπὸ τὶς ἀδικίες, ἀπὸ τὶς συκοφαντίες ἀθώωσέ με, στὸ θανάσιμο κίνδυνο σπεῦσε σὲ βοήθειά μου. Ἀνάδειξέ με καθημερινὰ ἰσχυρὸ στοὺς ἀόρατους ἐχθρούς μου, γιὰ νὰ μάθουν ὅλοι οι δαίμονες ποὺ ἄδικα μὲ τυραννοῦν ποιανοῦ εἶμαι δοῦλος.

Ναί, ὑπεραγία μου Δέσποινα Θεοτόκε, ἐπάκουσε τὴν οἰκτρὴ δεήσή μου, καὶ μὴ ντροπιάσῃς τὴν προσδοκία μου, σὺ ποὺ (μετά το Θεὸ) εἶσαι ἡ ἐλπίδα πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς. Τὸ βρασμὸ τῆς σάρκας μου κατάσβεσε, τὴν ἀγριώτατη ταραχὴ τῇς ψυχῇς μου κατεύνασε, τὸν πικρὸ θυμό μου καταπράϋνε, τὸν τῦφο καὶ τὴν ἀλαζονία τῆς μάταιας οἰήσεως ἀφάνισε ἀπὸ τὸ νοῦ μου. Μείωσε τὶς νυκτερινὲς φαντασιώσεις τῶν πονηρῶν πνευμάτων, καθὼς καὶ τὶς καθημερινὲς τῶν ἀκάθαρτων ἐννοιῶν προσβολὲς ἀπὸ τὴν καρδιά μου. Διαπαιδαγώγησε τὴ γλῶσσα μου γιὰ νὰ λέει τὰ συμφέροντα. Δίδαξε τὰ μάτια μου νὰ βλέπουν σωστὰ τὴν ὁδὸ τῆς ἀρετῆς. Ἐνίσχυσε τὰ πόδια μου γιὰ νὰ βαδίζουν τὴν μακαρία ὁδὸ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Τὰ χέρια μου ἁγίασε γιὰ νὰ τὰ σηκώνω ἐπάξια στὸν Ὕψιστο. Καθάρισε τὸ στόμα μου, γιὰ νὰ ἐπικαλοῦμαι μὲ παῤῥησία ὡς Πατέρα τὸν πανάγιο καὶ φοβερὸ Θεό. Ἄνοιξε τὰ αὐτιά μου, γιὰ νὰ ἀκούω, καταλαβαίνω καὶ ἐφαρμόζω τὰ λόγια τῶν Ἁγίων Γραφῶν, ποὺ εἶναι πιὸ γλυκὰ ἀπὸ τὸ κερὶ καὶ τὸ μέλι, ἐνισχυόμενος ἀπὸ ἐσέ.

Δῶσε μου καιρὸ μετανοίας, καὶ λογισμὸ ἐπιστροφῆς. Φύλαξέ με ἀπὸ τὸν αἰφνίδιο θάνατο. Ἀπάλλαξέ με ἀπὸ τὴν κατάκριση τῆς συνειδήσεως. Τέλος παραστάσου κοντά μου κατὰ τὸ χωρισμὸ τῆς ψυχῆς μου ἀπὸ τὸ ἄθλιο μου σῶμα, γιὰ νὰ ἐλαφρύνῃς ἔτσι τὴν ἀφόρητη αὐτὴ βία, νὰ ἀνακουφίσῃς τὸν ἀνέκφραστον πόνον, καὶ νὰ παρηγορήσεις τὴν ἀπαραμύθητη στενοχώρια μου. Λύτρωσέ με ἀπὸ τὴ σκοτεινὴ μορφὴ τῶν δαιμόνων, παραμερίζουσα τὸν ἄρχοντα τοῦ σκότους καὶ σχίζουσα τὰ χειρόγραφα τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν. Φέρε με σὲ οἰκειότητα μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἀξίώσέ με νὰ βρεθῶ στὰ δεξιά Του, κατὰ τὴν ὥρα τῆς φοβερῆς κρίσεως, καὶ νὰ μὲ κάμῃς κληρονόμο τῶν αἰωνίων καὶ ἄφθορων ἀγαθῶν.

Αὐτὴ τὴν ἐξομολόγησή μου ἀπευθύνω σὲ σένα Δέσποινα Θεοτόκε, τὸ φῶς τῶν ἐσκοτισμένων μου ὀφθαλμῶν, ἡ παραμυθία τῆς ψυχῆς μου, ἡ μετὰ τὸν Θεὸν ἐλπὶς καὶ προστασία μου, τὴν ὁποία ἐξομολόγησή μου δέξου εὐμενῶς καὶ καθάρισὲ με ἀπὸ κάθε μολυσμὸ σαρκὸς καὶ πνεύματος. Ἀξίωσέ με ἐν ὅσῳ ζῶ νὰ κοινωνῶ χωρὶς κατάκριση, τὸ πανάγιο καὶ πανάχραντο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Υἱοῦ σου καὶ Θεοῦ, καὶ στὸ μέλλον νὰ συμμετάσχω στὴ γλυκυτάτη οὐράνια τροφὴ τοῦ Παραδείσου, ὅπου βρίσκεται ὅλων τῶν εὐφραινομένων ἡ κατοικία. Αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν ἐλπίζοντας νὰ τύχω κι ἐγὼ ὁ ἀνάξιος, δοξάζω στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων τὸ πάντιμο καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομα τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ σου, ποὺ δέχεται ὅλους ὅσους μετανοοῦν εἰλικρινά, χάρις σὲ σένα ποὺ εἶσαι μεσίτρια καὶ ἐγγυήτρια ὅλων τῶν ἁμαρτωλῶν, γιατὶ χάρις σὲ σένα πανύμνητε καὶ ὑπεράγαθε Δέσποινα, σώζεται ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπίνη φύση, ποὺ αἰνεῖ καὶ εὐλογεῖ τὸν Πατέρα τὸν Υἱὸν καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὴν Παναγία καὶ ὁμοούσια Τριάδα, τώρα καὶ πάντοτε στοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Νεοελληνικὴ ἀπόδοσις: Βασίλειος Σκιαδᾶς, θεολόγος



ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

Δευτέρα 13 Μαρτίου 2023

ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ - ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ (Ὁμιλία Σεβ. Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντος)

 

Τὸ Φῶς τῆς Ζωῆς

 

Μαρτυρία Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

Ὁμιλία Σεβ. Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντος

στὸν Κατανυκτικὸ Ἑσπερινὸ Κυριακῆς Β΄ Νηστειῶν, 27-2/12-3-2023

στὸν Ἱερὸ Καθεδρικὸ Ναὸ Ἁγίων Τριῶν Ἱεραρχῶν Θεσσαλονίκης

 

 

Σεβασμιώτατε ἅγιε Ἀδελφέ, Μητροπολῖτα Θεσσαλονίκης κ. Γρηγόριε·

Ἀγαπητοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοί·

            

Ἑορτάζουμε εὐφροσύνως τὸ Καύχημα τῆς Θεσσαλονίκης καὶ συμπολιοῦχο τῆς πόλεως Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος διετέλεσε Ἀρχιεπίσκοπος σὲ αὐτὴ τὴν ἕδρα. Πρόκειται γιὰ θαυματουργὸ μέγα Ἱεράρχη καὶ Διδάσκαλο τῆς ἀληθινῆς Ὀρθοδοξίας, Κήρυκα τῆς Χάριτος καὶ ἀπλανῆ Ὁδηγὸ στὴν σωτηρία. 

            Εἶναι αὐτὸς ποὺ μᾶς τονίζει ὅτι χωρὶς θεῖο φωτισμό, δὲν μποροῦμε νὰ μιλοῦμε γιὰ τὴν θεία πραγματικότητα. Ὅτι ἡ ἐπίσημη ἔκφραση τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι Πατερικὴ Θεολογία, σὲ ἀντίθεση μὲ κάθε αἵρεση, παλαιὰ καὶ σύγχρονη. Ὁ Ἅγιος συνιστᾶ ἀκλόνητη ἐμμονὴ στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν ἱερὰ Παράδοση, στὴν ἀποκεκαλυμμένη Ἀλήθεια, μὲ σεβασμὸ καὶ ταπείνωση. Μᾶς θυμίζει ὅτι δὲν φθάνει μόνον ἡ ἀποδοχὴ τῶν δογμάτων τῆς Πίστεως, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἡ βίωση τῆς πνευματικῆς διδασκαλίας γιὰ μετοχὴ στὴν αἰώνια ζωή.

            Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, πλήρης θείου Φωτὸς Χάριτος, κήρυξε μὲ τὸν λόγο καὶ διετύπωσε μὲ τὴν γραφίδα τοὺς θεολογικοὺς θησαυροὺς τῆς γνώσεως καὶ ἐμπειρίας του, ἀλλὰ καὶ ἥλκυσε, ἑλκύει καὶ θὰ ἑλκύει ψυχὲς μὲ τὴν ἁγία καὶ ἀσκητικὴ ζωή του καὶ μὲ τὸ ἐξαιρετικὸ παράδειγμα τῆς ζωῆς του.

 

***

 

            Στὴν ἐποχή του ἐμφανίσθηκαν οἱ λεγόμενοι ἀντι-ησυχαστές, ὑπὸ τὸν Βαρλαὰμ Καλαβρό, τὸν Γρηγόριο Ἀκίνδυνο καὶ τὸν Νικηφόρο Γρηγορᾶ. Αὐτοὶ προσέβαλαν οὐσιαστικὰ τὸ ἀδιάσπαστο τῆς σχέσεως δόγματος καὶ πνευματικότητος. Στηριζόμενοι στὴν κοσμικὴ γνώση, μὲ ἐμπαθῆ καὶ ἀφώτιστη καρδιά, μὲ οἴηση καὶ ἀλαζονεία, ἐξέφρασαν μία ἐκκοσμικευμένη θεολογία, ἐπικίνδυνη, σφαλερὴ καὶ αἱρετική.

            Ἀμφισβήτησαν τὸν ἄκτιστο χαρακτῆρα τῆς θείας Ἐνεργείας καὶ οὐσιαστικὰ ἀκύρωσαν τὴν δυνατότητα τῆς σωτηρίας καὶ θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπιτέθηκαν κατὰ τοῦ Φωτὸς τῆς θείας Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ὑποστηρίζοντες ὅτι πρόκειται γιὰ κοινό, φυσικὸ καὶ κτιστὸ φῶς. Θεώρησαν τὴν φιλοσοφικὴ ἀνθρώπινη νόηση, γνώση καὶ σοφία ἀνώτερη αὐτοῦ, καὶ ἐξέφρασαν ἀπόρριψη γιὰ τὴν νοερὰ προσευχὴ καὶ γενικὰ γιὰ τὴν συμμετοχὴ τοῦ σώματος στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας, στὴν ἄσκηση, στὴν πνευματικὴ πρόοδο καὶ τελείωση τοῦ ἀνθρώπου.

            Γιὰ τὸν πολὺ κόσμο σήμερα ὅλα αὐτὰ τὰ θέματα καταλαβαίνουμε ὅτι εἶναι μᾶλλον ἀκατανόητα καὶ πάντως δευτερευούσης σημασίας. Δὲν ἦταν ὅμως ἔτσι τότε, τὸν ΙΔ΄ αἰῶνα, ὅταν ἡ Αὐτοκρατορία διήρχετο μὲν περίοδο κρίσεως καὶ ἀπειλητικῆς συρρικνώσεως, ἀλλὰ ὑπῆρχε μεγάλη πνευματικὴ ἀναγέννηση, ὅπως καὶ πόθος ἁγιότητος.

            Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀνέλαβε σὰν ἔμπειρος καὶ κοινῶς ἀποδεκτὸς Ἁγιορείτης Πατέρας τὸ ἔργο ἀντιμετωπίσεως τῆς ἐκτροπῆς μὲ τρόπο θαυμαστὸ καὶ ἀπαράμιλλο:

            «Ὁ Θεὸς φῶς ἐστι καὶ σκοτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν οὐδεμία» (Α΄ Ἰω. 1, 5), βεβαιώνει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁμολογοῦμε γιὰ τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο: «Φῶς ἐκ Φωτός, Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ». Στὸν Θεάνθρωπο Χριστὸ ἔλαμψε κατὰ τὴν θεία Μεταμόρφωση στὸ ὄρος Θαβὼρ τὸ Πρόσωπον Αὐτοῦ «ὡς ὁ ἥλιος» (Ματθ. 17, 2) καὶ τὰ ἱμάτιά Του ἔγιναν λευκὰ «ὡς τὸ φῶς».

            Ἡ θεία Δόξα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καὶ Λόγου, ἡ ὁποία ἀποκαλύφθηκε στὴν Μεταμόρφωση, διευκρινίζει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ἦταν ἡ Δόξα τῆς ἀπείρου καὶ αἰωνίου (ἀϊδίου) θεότητός Του, θεία καὶ ἄκτιστη, ἡ ὁποία ἔλλαμψε μέσῳ τῆς θεωμένης Σαρκός Του. Τὸ θεῖο Φῶς ἐνυπάρχει στὴν θεία Φύση τοῦ ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ συνιστᾶ Ἐνέργειά Του, μὲ τὴν ὁποίαν ὁ ἀπρόσιτος γίνεται προσιτὸς στὰ κτίσματά Του, ἐνῶ ἡ Οὐσία Του παραμένει ἀμέθεκτη καὶ ἀπρόσιτη ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους.

            Ἡ καθάρια αὐτὴ διδασκαλία ἐγκρίθηκε Συνοδικῶς καὶ περιελήφθη στὸ λεγόμενο «Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας», ὅπως καὶ τὸ αἰώνιο Ἀνάθεμα κατὰ τῶν ἀμετανοήτων ἐχθρῶν τῆς Ἀληθείας.

            Ἐπίσης, διακριβώθηκε ὅτι ἡ ἀνθρώπινη γνώση καὶ σοφία ἔχει σχετικὴ σημασία, ἀφορᾶ στὴν κτιστὴ πραγματικότητα, καὶ ἄν ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν θεία σοφία, λόγῳ ἀνεπίτρεπτης ὑπερβάσεως τῶν φορέων της σὲ χώρους ἀπρόσιτους, τότε καταντᾶ ἐπικίνδυνη μωρία μὲ καταστροφικὰ ἀποτελέσματα.

            Ἡ δὲ νοερὰ προσευχὴ καὶ ἡ συμμετοχὴ τοῦ σώματος στὸν ἀγῶνα τῆς σωτηρίας εἶναι καθοριστικῆς σημασίας. Στὴν προσευχή, βεβαιώνει ὁ βαθύνους Ἅγιος Ἡσυχαστὴς Γρηγόριος Παλαμᾶς (στὶς «Τριάδες» του), ὁ νοῦς περιορίζεται στὴν «καρδίαν», ὅπου τὸ «ταμεῖον τῶν λογισμῶν», τὸ «λογιστικόν», σὰν σὲ θρόνο Χάριτος. Ἀλλὰ τοῦτο δὲν κατορθώνεται παρὰ μόνον μὲ κακοπάθεια σώματος, μὲ νηστεία, ἀγρυπνία, κόπωση καὶ ἄλγος/πόνο. Μὴ φοβόμαστε τὸν κόπο καὶ τὸν πόνο! Μόνον ἔτσι κατευνάζεται τὸ «ἁμαρτητικὸν τοῦ σώματος», δηλαδὴ ἡ ἐμπάθεια καὶ ἡδυπάθεια ποὺ κινοῦν τὰ κτηνώδη πάθη. Καὶ μόνον ἔτσι, ὅπως καὶ μὲ τὴν ἀπαραίτητη νήψη, οἱ ἐπίμονοι καὶ ἐνοχλητικοὶ λογισμοὶ γίνονται μετριώτεροι καὶ ἀσθενέστεροι καὶ ἐπέρχεται μὲ τὴν προσευχή, καὶ μάλιστα τὴν νοερά, κατάνυξη, ταπείνωση καὶ ἀποδίωξη τῆς σκληροκαρδίας.

            Σὲ τοῦτο συμβάλλει ἡ Μυστηριακὴ ζωὴ καὶ μάλιστα ἡ συχνὴ συμμετοχὴ στὴν Θεία Εὐχαριστία. Ὁ Κύριος καλεῖ σὲ Βασιλικὸ Δεῖπνο τοὺς φίλους Του, δηλαδὴ ἐμᾶς (βλ. Ματθ. 22, 2-5). Ἀλλὰ δὲν ἀνταποκρίνονται ὅλοι, παρὰ μόνον κάποιοι μᾶλλον ὀλίγοι. Κι ὅμως, μέσῳ τῆς Θείας Κοινωνίας, ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιός μας, ἡ Θεία Χάρις (Θεία Ἐνέργεια) ἐνοικεῖ ἐντὸς τοῦ σώματος καὶ φωτίζει ἐσωτερικὰ τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς ψυχῆς!  

            Γι’ αὐτὸ ζητοῦμε παρακλητικὰ στὸ Μέγα Ἀπόδειπνο τῆς περιόδου αὐτῆς: «Φώτισον τοὺς ὀφθαλμούς μου, Χριστὲ ὁ Θεός, μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον, μήποτε εἴπῃ ὁ ἐχθρός μου· ἴσχυσα πρὸς αὐτόν» (βλ. καὶ Ψάλμ. 12, 5-6)! Γι’ αὐτὸ διαβάζουμε στὴν Βίβλο τῶν «Παροιμιῶν» αὐτὲς τὶς Σαρακοστιανὲς ἡμέρες: «Αἱ ὁδοὶ τῶν δικαίων ὁμοίως φωτὶ λάμπουσι, προπορεύονται καὶ φωτίζουσιν ἕως ἄν κατορθώσῃ ἡμέρᾳ· αἱ δὲ ὁδοὶ τῶν ἀσεβῶν σκοτειναί, οὐκ οἴδασι πῶς προσκόπτουσιν» (4, 18-19).

            Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀναζητοῦμε, νὰ ποθοῦμε, νὰ ἐπιθυμοῦμε σφοδρὰ τὸ θεῖον αὐτὸ Φῶς, τὸ θεσπέσιο, τὸ ἐράσμιο, τὸ ἀγαθὸ καὶ σωτήριο, ὅπως μᾶς προτρέπει ὁ Φωτοδότης καὶ Φωτοπάροχος Κύριος καὶ Θεός μας Ἰησοῦς Χριστός: «ἕως τὸ φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τὸ φῶς, ἵνα υἱοὶ φωτὸς γένησθε» (Ἰω. 12, 36).

 

***

 

            Κατόπιν αὐτῆς τῆς ἐπιγραμματικῆς ἀναφορᾶς στὰ θεῖα Παλαμικὰ φωτοποιᾶ ρήματα, ἐρχόμαστε νὰ βγάλουμε κάποια συμπεράσματα γιὰ τὸ σήμερα, βάσει τῶν ἀνωτέρω.

            α. Εἴπαμε ὅτι τότε, τὸν ΙΔ΄ αἰ., οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ὑψηλὰ πνευματικὰ ἐνδιαφέροντα, παρὰ τὶς ἀνάγκες καὶ δυστυχίες τους. Σήμερα, ποὺ ὑπάρχει βεβαίως ὑποτιθέμενη ὑψηλὴ σπουδὴ καὶ γνώση, καὶ ποὺ οἱ συνθῆκες διαβιώσεως εἶναι ἀσυγκρίτως ὑπέρτερες, παρατηρεῖται ἐν τούτοις σοβαρὴ ἄγνοια, τόσο θεωρητικὴ ὡς πρὸς τὰ δόγματα καὶ τὶς ἀρχὲς τῆς Πίστεώς μας, ὅσο κυρίως πρακτική, ὡς πρὸς τὴν ἔλλειψη ὑψηλοῦ πνευματικοῦ βιώματος.

            Παρὰ λοιπὸν τὴν κατὰ γενικὴ ὁμολογία μὴ καλὴ κατάσταση πνευματικῆς γνώσεως καὶ ἐπιγνώσεως, οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν τὴν τάση μὲ ἀρκετὰ μεγάλη σιγουριά, βεβαιότητα καὶ αὐτοπεποίθηση, νὰ ἐκφέρουν γνώμη γιὰ ὅλα τὰ ἐκκλησιαστικὰ θέματα καὶ εὐκαίρως ἀκαίρως νὰ ὁρίζουν καὶ νὰ ἀποφαίνονται μὲ εὐκολία γιὰ τὸ πῶς ἡ Ἐκκλησία πρέπει νὰ ζεῖ, νὰ βαδίζει, νὰ διακυβερνᾶται κ.λπ. Πρόκειται γιὰ μεγάλο καὶ συνεχῆ πειρασμό, ὁ ὁποῖος συνήθως δὲν βγαίνει σὲ καλό, οὔτε προσωπικά, οὔτε συλλογικά.

            Γνώμη μπορεῖ νὰ ἐκφέρει κάθε ἀδελφὸς καὶ ἀδελφὴ ἐν Χριστῷ, ἀλλὰ μὲ τὴν δέουσα συστολὴ καὶ μετριοπάθεια· καὶ σίγουρα ὄχι μὲ ἐριστικὴ διάθεση ἐπιβολῆς. Δὲν γνωρίζουμε τὰ πάντα, οὔτε εἴμαστε ἔμπλεοι Χάριτος! Ἄν εἶναι νὰ προκύψει περισσότερη σύγχυση καὶ ταραχή, καλύτερα νὰ ἀποφύγουμε τὴν ὅποια ἀνάμειξή μας σὲ συζητήσεις καὶ λογομαχίες.

            Ζοῦμε σὲ ἐποχὴ ἠλεκτρονικῆς κυριαρχίας. Τὰ μέσα κοινωνικῆς δικτυώσεως παρέχουν μεγάλες δυνατότητες στὴν διάδοση πληροφορίας, εἰκόνας κ.λπ. Ὑπάρχουν τεράστιες δυνατότητες, ὅπως καὶ πολὺ μεγάλοι κίνδυνοι. Τίθενται ἐπ’ αὐτοῦ κάποια ἐρωτήματα:

Ἡ συμμετοχή μας σὲ ὅλα αὐτά, ἡ ὁποία γίνεται πιθανὸν μὲ καλὴ διάθεση, ἴσως ἀκόμη καὶ ἱεραποστολική, ἀποβαίνει σίγουρα θετικὴ πνευματικὰ γιὰ μᾶς καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους; Ἔχουμε κατόπιν τὴν διαύγεια πνεύματος γιὰ καθαρὴ καὶ εἰλικρινῆ προσευχή; Ἤ ζαλισμένοι καὶ μπερδεμένοι ἀδυνατοῦμε νὰ τηρήσουμε τὸ πνευματικό μας πρόγραμμα καὶ εἴμαστε συνήθως ἤ καὶ πάντοτε ἐλλιπεῖς καὶ χρεῶστες στὰ πνευματικά; Ἐπίσης, ἄν εἶναι νὰ ἀναλάβουμε ρόλο «διαφωτιστοῦ» τῶν ἄλλων, χρειάζεται μεγάλη κατὰ Χριστὸν σύνεση, περίσκεψη καὶ εὐλογία. Ποιοί ὅμως ἔχουν αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις καὶ κυρίως τὴν ἀπαιτούμενη πνευματικὴ διάκριση γιὰ νὰ ἐπιτελέσουν ἔργο ἱερὸ καὶ οἰκοδομητικὸ χωρὶς παρεκτροπές;

            Νὰ θυμόμαστε πάντοτε πὼς ὅ,τι μᾶς ἑνώνει μὲ τὸν Θεό, μὲ τὸ Φῶς καὶ τὴν Χάρη Του, εἶναι καλὸ καὶ ἅγιο. Καὶ ὅ,τι μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ αὐτὸ τὸν σκοπό, εἶναι καλύτερο νὰ ἀποφεύγεται γιὰ τὸ καλὸ τὸ δικό μας καὶ τῶν ἄλλων.

            β. Ὁ σύγχρονος πολιτισμὸς στηρίζεται στὰ τεχνητὰ φῶτα, στὶς μπρίζες, στοὺς ὑπολογιστές. Ἄν συμβεῖ κάποια διακοπὴ ρεύματος (blackout), τὰ πάντα βυθίζονται στὸ σκοτάδι καὶ τὴν ἀπόγνωση. Ἐνῶ ὅμως ὁ τεχνικὸς πολιτισμὸς λαμπυρίζει γύρω μας, βλέπουμε νὰ ἁπλώνεται ὅλο καὶ πιὸ πυκνὸ πνευματικὸ σκοτάδι. Ἐπικρατεῖ μεγάλη Ἀποστασία τόσο στὴν Πίστη, ὅσο καὶ στὸ Ἦθος.  

            Ὅπως ὅμως διαπιστώνει ὁ ἅγιος Εὐαγγελιστής: «Τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν» (Ἰω. 1, 5). Τὸ θεῖο Φῶς συνεχίζει καὶ θὰ συνεχίζει νὰ λάμπει ἐπίσης πάντοτε, ὅμως οἱ ἄνθρωποι σκοτεινιάζουν, διότι ἐπιλέγουν τὸ σκότος, ἀποτυφλωμένοι ἀπὸ τὰ πάθη τους· ἀποφεύγουν τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο ἐν τούτοις «φαίνει πᾶσι», διότι δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ συμμορφώσουν τὴν ζωή τους πρὸς αὐτό. Αἰσθάνονται ἀποστροφὴ πρὸς τὴν Πηγὴ τῆς Ζωῆς καὶ φθείρονται, στενάζουν καὶ ταλαιπωροῦνται μέσα στὸ σκότος τῶν ἁμαρτιῶν, τῶν παθῶν, τῶν πλανῶν καὶ τῶν αἱρέσεων.

            Εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑπάρξει Μετάνοια, ἀληθινὴ καὶ εἰλικρινής, ὥστε νὰ ἐπιτραπεῖ στὸ θεῖον Φῶς νὰ λάμψει μέσα στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, νὰ τὶς παρηγορήσει καὶ νὰ τὶς ἀνορθώσει, νὰ τὶς καλλιεργήσει καὶ νὰ τὶς σώσει. Μόνον ἔτσι θὰ ἔχουμε ἐλπίδες γιὰ ἡμέρες καλύτερες καὶ φωτεινές, καὶ αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀρχίσει ἀπὸ μᾶς τοὺς ἴδιους, ἀπὸ σᾶς καὶ ἀπὸ μένα, ὄχι ἁπλῶς ἀπὸ σήμερα, ἀλλὰ ἀπὸ χθὲς καὶ ἀπὸ προχθές! Διαφορετικά, τὸ μέλλον θὰ εἶναι ἀβέβαιο καὶ δυσοίωνο. Τὰ ὅσα συμβαίνουν γύρω μας εἶναι ἀποκαλυπτικά…  

            γ. Συνακόλουθα, ἐπικρατοῦν σήμερα συνθῆκες μεγάλης ἀκαταστασίας καὶ συμφορᾶς. Ἐξαπλώνεται ἕνα κῦμα διαφθορᾶς, συγκρούσεων, πολέμου, ἐκμεταλλεύσεως. Κάποιοι λίγοι θέλουν νὰ ἐλέγξουν καὶ νὰ ἐπιβληθοῦν στοὺς πολλούς. Κάποιοι ἐπιθυμοῦν νὰ χειραγωγήσουν τὸν κόσμο καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὶς δικές τους ἕτοιμες λύσεις, γιὰ τὸ δῆθεν καλό τους. Μιλοῦν γιὰ μεγάλη ἐπανεκκίνηση, γιὰ τεχνιτὴ νοημοσύνη, γιὰ ρομπὸτ καὶ ἐμφυτεύματα, γιὰ ψηφιοποίηση τῶν πάντων, γιὰ 4η βιομηχανικὴ ἐπανάσταση, γιὰ ἐπιδημίες καὶ πανδημίες, γιὰ γενετικὲς θεραπεῖες, γιὰ πράγματα ἀπίθανα καὶ ἀφάνταστα.

            Ἐπίσης, ἕνα κῦμα ἀθεΐας κατακλύζει τὸν κόσμο, ἤ ἀκόμη καὶ μορφῶν δῆθεν πνευματικότητος, ποὺ φθάνουν μέχρι τὸ ἀκραῖο σημεῖο λατρείας ἀκόμη καὶ αὐτοῦ τούτου τοῦ ἀνθρωποκτόνου διαβόλου!

            Τί ἀντιτάσσουμε σὲ αὐτὰ ὡς πιστοὶ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἀκόλουθοι τῆς γραμμῆς καὶ παραδόσεως τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ;

            Τὴν ἀταλάντευτη σταθερότητα στὴν Πίστη ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ὑπέρτατη Ἀλήθεια περὶ Θεοῦ, κόσμου καὶ ἀνθρώπου· τὴν ἀγάπη γιὰ τὴν προσευχὴ καὶ μάλιστα τὴν Εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ, τὴν ταπεινὴ καὶ θυσιαστικὴ ἀγάπη γιὰ κάθε ἄνθρωπο, τὴν ἀποφυγὴ τοῦ κοσμικοῦ πνεύματος, τὴν λιτότητα, τὴν ἐπιδίωξη τῆς Μετανοίας καὶ τῶν ἁγίων Μυστηρίων, τὴν προσκόλληση στὴν Πατερικὴ διδασκαλία καὶ στὸ παράδειγμα τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν τοὺς πραγματικοὺς Ὁδηγούς μας. Ἐπίσης, τὸ ἀνυποχώρητο Ὁμολογιακὸ φρόνημα ἔναντι κάθε ἐκτροπῆς, ὁποθενδήποτε προερχομένης, χωρὶς ἐκπτώσεις καὶ συμβιβασμούς, διότι ζοῦμε σὲ καιρὸ συγκρητισμοῦ καὶ Οἰκουμενισμοῦ, σὲ σχετικοποίηση καὶ ἀποϊεροποίηση τῶν πάντων! 

 

***

 

Ἀγαπητοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοί·

            Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς θὰ ἐλεεινολογεῖ ἀπὸ τὴν θεία μετοχή του στὸ Φῶς τῆς θεότητος, ὅσους θέλουν νὰ ὑποδουλώσουν τοὺς ἀνθρώπους καὶ θὰ ἐμπνέει πνεῦμα ἀνδρείας καὶ ἀντιστάσεως στοὺς ἀκολούθους τῆς Μαρτυρίας του. Θὰ ἐλεεινολογεῖ ἐπίσης τοὺς λεγομένους ἐπισήμους ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες καὶ τοὺς θολολόγους/ψευδο-θεολόγους, οἱ ὁποῖοι ἐν ὀνόματι μιᾶς νοσηρᾶς ἀγάπης συναγελάζονται μὲ αἱρετικοὺς ἀλλὰ καὶ διαπλέκονται μὲ κοσμικοὺς ἀνθρώπους, ἑτοιμάζοντες ψευδενώσεις καὶ προδίδοντες τὴν Ἀλήθεια. 

            Ὁ Ἅγιος συμβουλεύει ὅτι ἀκόμη καὶ οἱ γονεῖς σου ἄν εἶναι ἑτερόδοξοι καὶ ἐμποδίζουν τὴν κατὰ Θεὸν προκοπή σου, νὰ ἀπομακρύνεσαι καὶ νὰ τοὺς ἀποστρέφεσαι, γιὰ νὰ μὴν κινδυνεύσεις καίρια (βλ. «Δεκάλογος εἰς τὴν κατὰ Χριστὸν νομοθεσίαν»)! Αὐτὸς ὅμως καὶ ὄχι οἱ ἀγαπιστὲς Οἰκουμενιστὲς εἶχε καὶ ἔχει τὴν ἀληθινὴ Ἀγάπη, τὴν θεία καὶ σωτήρια. Αὐτὴν εἶναι ποὺ μᾶς παραδίδει, παραπέμποντάς μας πατρικὰ στὸν Πρῶτο Θεολόγο Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος διεκήρυξε: «ἐγὼ εἰμὶ τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω. 8, 12).

            Ὅποιος ἀκολουθεῖ πιστὰ τὸν Κύριο καὶ Θεό μας δὲν θὰ βαδίσει στὸ σκοτάδι οὔτε στὴν παροῦσα οὔτε στὴν μέλλουσα ζωή, ἀλλὰ θὰ ἔχει τὸ Φῶς τῆς Ζωῆς!

 

            Ἅγιε Γρηγόριε, «ἱκέτευε διὰ παντός, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν»!