† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 10 Μαΐου 2023

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ: Προς ενωτικούς

“Σπαράξατε τους αθώους και αγίους ομολογητάς, αφού εγίνατε λύκοι σεις οι ίδιοι οι ποιμένες..”


Ἡ ἐπιθυμία τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος καὶ τῶν σὺν ὑμῖν ὅπως ὑποταχθῇ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τὸν Πάπαν, καὶ ἡ ἐκ μέρους σας ἀνεξήγητος σπουδὴ πρὸς τοῦτο, ἐπλήρωσε τὰς καρδίας μας ἀφάτου θλίψεως, καὶ ἀθυμία κατέλαβεν ἡμᾶς, κατὰ τὸν προφητάνακτα, ἀπὸ ἁμαρτωλῶν, τῶν ἐγκαταλιμπανόντων τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ. Τὰ ὦτα μας συρίζουν ἀκόμη ἀπὸ τὸ φρικτὸν τοῦτο ἄκουσμα.

Ἡ Ὀρθόδοξος ποίμνη ἐδιχάσθη, καὶ σεῖς φέρετε τὸ κρίμα. Καὶ οἱ μέν, σᾶς ἠκολούθησαν εἰς τὴν εὐρύχωρον ὁδόν, τὴν ἀπάγουσαν εἰς τὴν ἀπώλειαν, οἱ δὲ παρέμειναν ἑδραῖοι καὶ ἀσάλευτοι εἰς τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν τῶν πατέρων των, ἀποστρέφοντες τὸ πρόσωπον καὶ ἀπὸ μόνην τὴν σκέψιν, ὅτι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἐνηγκαλίσθη καὶ ἠσπάσθη τὸν γυναικοπρόσωπον Πάπαν, καὶ ἐμολύνθη ἀπὸ τὸ βδέλυγμα τοῦτο τῆς ἀσεβείας.

Ἐκεῖνοι, οἵτινες σᾶς ἠκολούθησαν, ἦσαν ἐκ τῶν προτέρων προδικασμένοι ὅτι θὰ σᾶς ἠκολούθουν, ὅντες ὑλόφρονες, ματαιόδοξοι, ἄπιστοι, ἀλαζόνες, ξενόδουλοι, κόλακες καὶ κολακευόμενοι. Λοιπόν, ἔσπευσαν νὰ συναχθῶσι μὲ τὸν «κόσμον», τὸν ἁμαρτωλὸν κόσμον τῆς ἐπιγείου ἀνέσεως, τῆς ἄνευ ταλαιπωριῶν καὶ ἀγῶνος ζωῆς, πιστεύοντες μόνον εἰς «τὴν ὦδε μένουσαν πόλιν, μὴ ἐπιζητοῦντες δὲ τὴν μέλλουσαν», ὡς ἀνύπαρκτον καὶ μὴ πιστευτὴν εἰς αὐτούς.

Οἱ δὲ ἄλλοι, οἱ πιστοί, ἔμειναν εἰς τὴν χῶραν τῆς πενίας, τῶν στερήσεων, τῶν πειρασμῶν, τῶν διωγμῶν, βέβαιοι ὄντες ὅτι ἐν μέσῳ αὐτῶν παρίσταται ὁ Κύριος, ὁ εἰπὼν ὅτι ἡ Ἐκκλησία Του θὰ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸ μαρτύριον, τὴν περιφρόνησιν, τὴν πτωχείαν, τὸν ἐμπαιγμόν, τὰ ὁποῖα θὰ εἶναι ἡ ἀντιμισθία τῆς σθεναρᾶς ὁμολογίας τῶν εἰς τοῦτον τὸν κόσμον. Εἰς τὰ ὦτα των ἠχοῦν ἡμέρας καὶ νυκτὸς οἱ παρήγοροι λόγοι τοῦ Χριστοῦ· «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν». Ὁ διωγμός, ἡ κακοπάθησις καὶ ὁ θάνατος εἶναι ὁ μακάριος κλῆρος τῶν γνησίων μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ πανάγιον στόμα Του εἶπεν ἐπίσης· «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ οἱ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν». Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχουν βιασταὶ καὶ ἀγωνισταὶ εἰς τὴν παράταξιν ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἔσπευσαν νὰ συνθηκολογήσουν μὲ τὸ ψεῦδος, διὰ νὰ ζήσουν ἐν ἡσυχίᾳ καὶ ἀπολαύσει τῶν ἐγκόσμιων ἀγαθῶν;

Καὶ σεῖς, οἱ ποιμένες τοῦ λαοῦ, τί εἴδους ποιμένες εἶσθε; Τὰ πρόβατα, τὰ ὁποῖα σᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Κύριος, ἰδού, τὰ παραδίδετε εἰς τοὺς λύκους. Συναυλίζεσθε μὲ τοὺς ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου τοῦ ματαίου, τοῦ παρερχομένου, διότι ἐζηλώσατε τὴν δόξαν αὐτῶν καὶ οὐχὶ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ. Ὑπετάξατε τὴν πίστιν εἰς τους ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους τῶν κοσμικῶν ἐπιθυμιῶν, οἵτινες ἔχουν ὡς ὁδηγόν των τὸν σατανᾶν. Παρεδόθητε καὶ παραδώσατε τὰ πρόβατα εἰς τὸν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου, εἰς τὸν κατέχοντα τὴν ὑλικὴν ἰσχύν, τὸν χρυσόν, τὰς ἐφευρέσεις καὶ τὰς μηχανάς, αἱ ὁποῖαι καταπλήττουν τὰ πλήθη, ὡς θαύματα τοῦ Ἀντιχρίστου. Παρεδόθητε καὶ παρεδωσατε τὰ πρόβατα εἰς τὴν ψευδώνυμον γνῶσιν, «τὴν κενὴν ἀπάτην», τὴν διδασκομένην εἰς τὰς χώρας τῆς ἀθεῖας καὶ τῆς ἀπογνώσεως, ὅπου μήτε ὀσμὴ ὑπάρχει τῆς αἰωνίου ζωῆς καὶ τῆς ἀληθοῦς γνώσεως, τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.

* * *

«Ἀκούσατε ταῦτα, οἱ ἱερεῖς, καὶ προσέχετε, ἐνωτίζεσθε, διότι πρὸς ὑμᾶς ἐστὶ τὸ κρίμα» (Ὠσηέ, Ε´, 1).
«Οὐαὶ αὐτοῖς, ἐνύσταξαν οἱ ποιμένες» (Ναοὺμ Γ´, 18).

Καὶ ταῦτα, διότι δὲν εἶσθε οἱ ποιμένες οἱ καλοί, οἱ θυσιάζοντες τὴν ζωήν των ὑπὲρ τῶν προβάτων καὶ ὁδηγοῦντες αὐτὰ εἰς τοὺς εὐώδεις λειμῶνας τῆς ἀθανάτου ζωῆς. Σεῖς εἶσθε «οἱ μισθωτοὶ ποιμένες», καὶ κατὰ τὸ πανάγιον στόμα τοῦ Κυρίου «ὁ μισθωτὸς ποιμὴν οὐκ ἐστὶ ποιμήν» (Ἰω. Ι´, 12). Εἶσθε μισθωτοὶ τῶν ἀρχόντων τοῦ κόσμου τούτου, διὰ τὴν δόξαν καὶ διὰ τὸν πλοῦτον τῶν ὁποίων ἐργάζεσθε.

Καὶ ἅπαξ εἶσθε δοῦλοι τοιούτων κυρίων, εἶσθε ὡπλισμένοι μὲ τὰ ὅπλα τῆς βίας, μὲ τὰ ὁποῖα ἀπειλεῖτε τὰ πιστὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, διὰ νὰ τὰ ἀναγκάσετε νὰ σᾶς ἀκολουθήσουν.

Ἀλλά, αὐτὰ τὰ μακάρια πρόβατα ἀπεκδέχονται τὸ μαρτύριον ὡς λύτρωσιν καὶ ὡς ἀψευδὲς σημεῖον, ὅτι θὰ λάβουν τὸν ἀμάραντον στέφανον ἀπὸ τὸν ἀγωνοθέτην Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.

Ναί! Εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ μαρτυρήσωμεν μετὰ χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, τὴν ὁποίαν κρατῶμεν ὡς τὸν μέγαν θησαυρόν. Μακαρίζομεν ἑαυτούς, διότι θὰ διωχθῶμεν καὶ θ᾿ ἀποθάνωμεν ὑπὲρ πίστεως καὶ ἀληθείας.

Ἀκονίσατε τὴν μάχαιραν τῆς αἰσχύνης. Ἀποστείλατε τὰ ὄργανα τῆς βίας, τὰ ὁποῖα σᾶς δορυφοροῦν, καὶ μὲ τὰ ὁποῖα εἶναι πάντοτε πάνοπλος ἡ ἀποστασία. Ἤδη ἐνεφανίσθη τὸ αἱματωμένον φάσγανον τῆς βίας, διὰ νὰ ἐνσπείρῃ τὸν τρόμον εἰς τὰς ἁγίας καρδίας τῶν γερόντων, τῶν ἀσκητῶν καὶ ἐρημιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἐν δοκιμασίαις, ἐν στερήσει, ἐν ἀπαρνήσει τοῦ σαρκίου των, διὰ νὰ εὐαρεστήσουν τὸν Κύριον. Τὸ φρικτὸν πρόσωπον τῆς βίας ἐμφανίζεται, ὡς τὸ τῆς μυθικῆς κεφαλῆς τῆς Μεδούσης, εἰς τὸν ἡγιασμένον Κῆπον τῆς Παναγίας. Καὶ ὄπισθεν αὐτοῦ τοῦ φοβήτρου εὑρίσκεσθε σεῖς, «οἱ ποιμένες οἱ μισθωτοί», οἱ τρίδουλοι τῶν ἀρχόντων τοῦ σκοτεινοῦ κόσμου τοῦ χρήματος, τῆς ἀθεῖας, τοῦ ἐκφυλισμοῦ καὶ πάσης ἀκολασίας.

Σπαράξατε τοὺς ἀθώους καὶ ἁγίους ὁμολογητάς, ἀφοῦ ἐγίνατε λύκοι σεῖς οἱ ἴδιοι οἱ ποιμένες. Κατασπαράξατε τὴν ἁγίαν Ὀρθοδοξίαν μέσα εἰς τὸ Κολοσσαῖον, εἰς τὸ ὁποῖον παρίστανται οἱ Καίσαρες τῆς σημερινῆς κακούργου ἀθεῖας.

Ἀλλὰ εἶναι καιρὸς πλέον, ν᾿ ἀποβάλετε τὴν δορὰν τοῦ προβάτου, καθ᾿ ὅσον αὕτη οὐδένα ἀπατᾶ πλέον.
Ὃ ποιεῖτε, ποιεῖτε τάχιον!

Φώτιος Κόντογλου

Πηγή

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

ΜΟΝΑΧΑ Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ, ΚΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΠΕΡΝΑΝΕ ΑΓΙΑΣΜΕΝΑ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

«Μοναχά ο ορθόδοξος χριστιανός γιορτάζει τα Χριστούγεννα πνευματικά, κι από την ψυχή του περνάνε αγιασμένα αισθήματα…»


του Φώτη Κόντογλου

Την πνευματική χαρά και την ουράνια αγαλλίαση που νοιώθει ο χριστιανός από τα Χριστούγεννα, δεν μπορεί να τη νοιώσει, με κανέναν τρόπο, όποιος τα γιορτάζει μοναχά σαν μια συγκινητική συνήθεια, που είναι δεμένη περισσότερο με τις συνηθισμένες χαρές του κόσμου, με τον χειμώνα, με τα χιόνια, με το ζεστό τζάκι.

Μοναχά ο ορθόδοξος χριστιανός γιορτάζει τα Χριστούγεννα πνευματικά, κι από την ψυχή του περνάνε αγιασμένα αισθήματα, και τη ζεσταίνουνε με κάποια θέρμη παράδοξη, που έρχεται από έναν άλλο κόσμο, τη θέρμη του Αγίου Πνεύματος, κατά τον Αναβαθμό που λέγει: «Αγίω Πνεύματι πάσα ψυχή ζωούται, και καθάρσει υψούται, λαμπρύνεται τη τριαδική μονάδι, ιεροκρυφίως».

Ψυχή και σώμα γιορτάζουν μαζί, ευφραίνουνται με τη θεία ευφροσύνη, που δεν την απογεύεται όποιος βρίσκεται μακριά από τον Χριστό. Ενώ η καρδιά του χριστιανού, αυτές τις αγιασμένες μέρες, είναι γεμάτη από την ευωδία της υμνωδίας, γεμάτη από μια γλυκύτατη πνευματική φωτοχυσία, που σκεπάζει όλη την κτίση, τα βουνά, τη θάλασσα, τον κάθε βράχο, το κάθε δέντρο, την κάθε πέτρα, το κάθε πλάσμα.

Όλα είναι αγιασμένα, όλα γιορτάζουνε, όλα ψέλνουνε, όλα ευφραίνονται, όλη η φύση είναι «ως ελαία κατάκαρπος εν τω οίκω του Θεού». Κανείς δεν νοιώθει στην καρδιά του τέτοια χαρά, παρά μονάχα εκείνος που αγαπά τον Θεό και που ζει τις μέρες της ζωής του μαζί με τον Θεό, γιατί κανένας άλλος από τον Θεό δεν μπορεί να δώσει τέτοια χαρά, τέτοια ειρήνη, κατά τον λόγο που είπε ο Κύριος στον Μυστικό Δείπνο: «Τη δική μου την ειρήνη σας δίνω, δεν σας δίνω εγώ την ειρήνη που δίνει ο κόσμος».

Η χαρά του Χριστού κ’ η ειρήνη είναι αλλιώτικη από τη χαρά κι από την ειρήνη τούτου του κόσμου. Για τούτο ο άνθρωπος που χαίρεται να πηγαίνει στην εκκλησία, για να πιει απ’ αυτή την αθάνατη βρύση της αληθινής χαράς και της ειρήνης, λέγει μαζί με τον Δαβίδ: «Εξαπόστειλον, Κύριε, το φως σου και την αλήθειάν σου· αυτά με ωδήγησαν και ήγαγόν με εις όρος άγιόν σου και εις τα σκηνώματά σου· και εισελεύσομαι προς το θυσιαστήριον του Θεού, προς τον Θεόν τον ευφραίνοντα την νεότητά μου».

Ας γιορτάσουμε λοιπόν κ’ εμείς, αδελφοί μου, τη Γέννηση του Χριστού «εν πνεύματι και αληθεία, εν ψαλμοίς και ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς», και τότε και τ’ άλλα «προστεθήσεται ημίν», θα μας δοθούνε, ήγουν η χαρά του σπιτιού, της οικογένειας, της φύσης, της συναναστροφής, της αγνής διασκέδασης, γιατί όλα θα τα γλυκαίνει η αγάπη του Χριστού, και θα τα ζεσταίνει η θέρμη Εκείνου που είναι ο ζωοδότης.

Μέγα μάθημα της ταπείνωσης είναι για μας, αδελφοί μου, η Γέννηση του Χριστού. Πού γεννήθηκε; Μέσα σε μια φάτνη, σ’ ένα παχνί να πούμε καλύτερα, για να νοιώσουμε βαθύτερα την ανείπωτη συγκατάβαση του Θεού, γιατί τ’ αρχαία λόγια κάνουνε να φαίνουνται στα μάτια μας πλούσια και τα φτωχά πράγματα. Η μητέρα του, η υπεραγία Θεοτόκος, μακριά από το σπίτι της, ξένη σε ξένον τόπο, πήγε και τον γέννησε μέσα σ’ ένα μαντρί. Το βόδι και το γαϊδούρι τον ζεστάνανε με την ανασαμιά τους. Τσομπάνηδες τον συντροφέψανε. Μαζί με τα νιογέννητα αρνιά λογαριάστηκε ο αμνός του Θεού, που ήρθε στον κόσμο για να σώσει τον άνθρωπο από την κατάρα του Αδάμ. Ποιος άνθρωπος γεννήθηκε με μεγαλύτερη ταπείνωση;

Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει, στον Λόγο του για την Ταπεινοφροσύνη, τα παρακάτω εξαίσια λόγια: «Θέλω ν’ ανοίξω το στόμα μου, αδελφοί μου, και να λαλήσω για την υψηλή υπόθεση της ταπεινοφροσύνης, κ’ είμαι γεμάτος φόβο, σαν εκείνον τον άνθρωπο που ξέρει πως θα μιλήσει για τον Θεό. Γιατί η ταπεινοφροσύνη είναι στολή της θεότητας. Γιατί ο Λόγος του Θεού που έγινε άνθρωπος, αυτή ντύθηκε, κ’ ήρθε σε συνάφεια μαζί μας μ’ αυτή, παίρνοντας σώμα σαν το δικό μας. Κι όποιος τη ντύθηκε, αληθινά έγινε όμοιος μ’ Εκείνον, που κατέβηκε από το ύψος Του, και που σκέπασε την αρετή της μεγαλωσύνης Του και τη δόξα Του με την ταπεινοφροσύνη. Κι αυτό έγινε για να μην κατακαεί η κτίση από τη θωριά Του. Γιατί η κτίση δεν μπορούσε να τον κοιτάξει, αν δεν έπαιρνε ένα μέρος απ’ αυτή (το σώμα), κ’ έτσι μίλησε μ’ αυτή. Σκέπασε τη μεγαλωσύνη Του με τη σάρκα, και μ’ αυτή ήρθε σε συνάφεια μαζί μας, με το σώμα που επήρε από την Παρθένο και Θεοτόκο Μαρία. Ώστε, βλέποντάς τον εμείς πως είναι από το γένος μας και πως μας μιλά σαν άνθρωπος, να μην τρομάξουμε από τη θωριά Του. Γι’ αυτό, όποιος φορέσει τη στολή που φόρεσε ο Κτίστης (δηλαδή την ταπεινοφροσύνη), τον ίδιον τον Χριστό ντύθηκε».

Η φάτνη είναι η ταπεινή καρδιά, που μοναχά σ’ αυτήν πηγαίνει και γεννιέται ο Χριστός. Η Εκκλησία μας φωτοβολά μέσα στο χειμωνιάτικο σκοτάδι, γιορτάζοντας τη Γέννηση του Κυρίου. Από μέσα της ακούγεται μια υπερκόσμια υμνωδία, σαν εκείνη που ψέλνανε οι άγγελοι τη νύχτα που γεννήθηκε ο Κύριος, ως «ήχος καθαρός εορταζόντων»… 

(Από το βιβλίο του «Το Αϊβαλί η πατρίδα μου»)

Τρίτη 16 Αυγούστου 2022

ΘΕΟΤΟΚΟΣ, ΠΑΝΑΓΙΑ, ΜΗΤΕΡ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, Η ΧΑΡΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ! (Φώτης Κόντογλου)


Η Παναγία είναι το πνευματικό στόλισμα της ορθοδοξίας. Για μας τους Έλληνες είναι η πονεμένη μητέρα, η παρηγορήτρια κ' η προστάτρια, που μας παραστέκεται σε κάθε περίσταση.

Σε κάθε μέρος της Ελλάδας είναι χτισμένες αμέτρητες εκκλησιές και μοναστήρια, παλάτια αυτηνής της ταπεινής βασίλισσας, κι' ένα σωρό ρημοκλήσια, μέσα στα βουνά, στους κάμπους και στα νησιά, μοσκοβολημένα από την παρθενική και πνευματική ευωδία της. Μέσα στο καθένα από αυτά βρίσκεται το παληό και σεβάσμιο εικόνισμά της με το μελαχροινό και χρυσοκέρινο πρόσωπό της, που το βρέχουνε ολοένα τα δάκρυα του βασανισμένου λαού μας, γιατί δεν έχουμε άλλη να μας βοηθήσει, παρεκτός από την Παναγία, «άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς Θεόν εν κινδύνοις και θλίψεσιν αεί μεσιτείαν, οι κατακαμπτόμενοι υπό πταισμάτων πολλών».

Το κάλλος της Παναγίας δεν είναι κάλλος σαρκικό, αλλά πνευματικό, γιατί εκεί που υπάρχει ο πόνος κ' η αγιότητα, υπάρχει μονάχα κάλλος πνευματικό. Το σαρκικό κάλλος φέρνει τη σαρκική έξαψη, ενώ το πνευματικό κάλλος φέρνει κατυάνυξη, σεβασμό κι αγνή αγάπη. Αυτό το κάλλος έχει η Παναγία. Κι' αυτό το κάλλος είναι αποτυπωμένο στα ελληνικά εικονίσματά της που τα κάνανε άνθρωποι ευσεβείς οπού νηστεύανε και ψέλνανε και βρισκόντανε σε συντριβή καρδίας και σε πνευματική καθαρότητα.

Στην όψη της Παναγίας έχει τυπωθεί αυτό το μυστικό κάλλος που τραβά σαν μαγνήτης τις ευσεβείς ψυχές και τις ησυχάζει και τις παρηγορά. Κι' αυτή η πνευματική ευωδία είναι το λεγόμενο Χαροποιόν Πένθος  που μας χαρίζει η θρησκεία του Χριστού, ένα βότανο άγνωστο στους ανθρώπους που δεν πήγανε κοντά σ' αυτόν τον καλόν ποιμένα.
Τούτη τη χαροποιά λύπη την έχουνε όλα όσα έκανε η ορθόδοξη τέχνη, και τα ευωδιάζει σαν σμύρνα και σαν αλόη, καν εικόνισμα είναι, καν υμνωδία, καν ψαλμωδία, καν χειρόγραφο, καν άμφια, καν λόγος, καν κίνημα, καν ευλογία, καν χαιρετισμός, καν μοναστήρι, καν κελλί καν σκαλιστό ξύλο, καν κέντημα, καν καντήλι, καν αναλόγι, καν μανουάλι, ότι και νάναι αγιωτικό. Από τα ονόματα και μόνο που έδωσε η ορθοδοξία στην Παναγία, και που μ'; αυτά την καταστόλισε, όχι σαν είδωλο θεατρικό, όπως γίνηκε αλλού που φορτώσανε μια κούκλα με δαχτυλίδια και σκουλαρήκια και με ένα σωρό άλλα ανίερα και ανόητα πράγματα, λοιπόν αυτά μοναχά, λέγω, φαίνεται πόσο πνευματική αληθινά είναι η λατρεία της Παναγίας στην ελληνική ορθοδοξία.

 Πρώτα-πρώτα το ένα αγιώτατο όνομά της: Παναγία. Ύστερα τα άλλα: Υπερευλογημένη, Θεοτόκος, Παναμώμητος, Τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξωτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ, Ζώσα και Άφθονος, Πηγή, Έμψυχος Κιβωτός, Άχραντος, Αμόλυντος, Κεχαριτωμένη, Αειμακάριστος και Παναμώμητος, Προστασία, Επακούουσα, Γρηγορούσα, Γοργοεπήκοος, Ηγιασμένος Ναός, Παράδεισος λογικός, Ρόδον το Αμάραντον, Χρυσούν Θυμιατήριον, Χρυσή Λυχνία, Μαναδόχος Στάμνος, Κλίμαξ Επουράνιος, Πρεσβεία θερμή, Τείχος απροσμάχητον, Ελέους Πηγή, του Κόσμου Καταφύγιον, Βασιλέως Καθέδρα, Χρυσοπλοκώτατος Πύργος και Δωδεκάτειχος Πόλις, Ηλιοστάλακτος Θρόνος, Σκέπη του Κόσμου, Δένδρον αγλαόκαρπον, Ξύλον ευσκιόφυλλον, Ακτίς νοητού ηλίου, Σιών αγία, Θεού κατοικητήριον, Επουράνιος Πύλη, Αδικουμένων προστάτις, Βακτηρία τυφλών, Θλιβομένων η χαρά, και χίλια δυο άλλα, που βρίσκονται μέσα στα βιβλία της εκκλησίας. Κοντά σ' αυτά είναι και τα ονόματα που γράφουνε απάνω στα άγια εικονίσματά της οι αγιογράφοι: Οδηγήτρια, Γλυκοφιλούσα, Πλατυτέρα των Ουρανών, η Ελπίς των απελπισμένων, η Ταχεία Επίσκεψις, η Αμόλυντος, η Ελπίς των Χριστιανών, η Παραμυθία, η Ελεούσα κι άλλα πολλά, που γράφουνται από κάτω από τη συντομογραφία: ΜΗΡ ΘΥ, που θα πεί Μήτηρ Θεού.

Πόση αγάπη, πόσο σέβας και πόσα κατανυκτικά δάκρυα φανερώνουνε μοναχά αυτά τα ονάματα, που δεν ειπωθήκανε σαν τα λόγια οπού βγαίνουνε εύκολα από το στόμα, αλλά που χαραχτήκανε στις ψυχές με πόνο και με ταπείνωση και με πίστη. Αμή οι ύμνοι της πούναι αμέτρητοι σαν τάστρα τ'; ουρανού κ'; εξαίσιοι στο κάλλος, και που τους συνθέσανε οι άγιοι υμνολόγοι, «θίασον συγκροτήσαντες πνευματικόν»! Σ' αυτό το ευωδιασμένο περιβόλι βρίσκουνται όλα τα αμάραντα άνθη και τα ευωδιασμένα βότανα του λόγου.

Αληθινά προφήτεψε η ίδια η Παναγία για τον εαυτό της, τότε που πήγε στο σπίτι του Ζαχαρία και την ασπάσθηκε η Ελισάβετ, πως θα τη μακαρίζουνε όλες οι γενεές: «Εκείνες τις μέρες, σηκώθηκε η Μαριάμ και πήγε στην Ορεινή με σπουδή στην πολιτεία του Ιούδα και μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ. Και σαν άκουσε η Ελισάβετ τον χαιρετισμό της Μαρίας πήδηξε το παιδί μέσα στην κοιλιά της (2). Και γέμισε Πνεύμα Άγιο η Ελισάβετ και φώναξε με φωνή μεγάλη κ'; είπε: Βλογημένη είσαι εσύ ανάμεσα στις γυναίκες και βλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Κι'; από πού μου ήρθε αυτό το καλό, νάρθει η μητέρα του κυρίου μου προς εμένα; γιατί μόλις ήρθε η φωνή του χαιρετισμού σου στ' αυτιά μου, ξεπέταξε το παιδί στην κοιλιά μου, κι' είναι μακάρια εκείνη που πίστεψε σε όσα της είπεν ο Κύριος.

Κι' είπε η Μαριάμ: «Δοξολογά η ψυχή μου τον Κύριο κι' αναγάλλιασε το πνεύμα μου για το Θεό τον σωτήρα μου, γιατί καταδέχθηκε να κυτάξει την ταπεινή τη δούλα του. Γιατί, να, από τώρα κ' ύστερα θα με μακαρίζουνε όλες οι γενεές, επειδή έκανε σε μένα μεγαλεία ο Δυνατός, κ' είναι αγιασμένο τ' όνομά του, και το έλεός του πηγαίνει από γενεά σε γενεά σε κείνους που έχουνε τον φόβο του». Αμέτρητες είναι οι υμνωδίες της Παναγίας, μα αμέτρητα είναι και τα σεμνόχρωμα εικονίσματά της, που καταστολίζουνε τις εκκλησιές μας, ζωγραφισμένα στο σανίδι είτε στον τοίχο. Σε κάθε ορθόδοξη εκκλησιά στέκεται το εικόνισμά της στο τέμπλο από τα δεξιά της άγιας Πόρτας.

Σε άλλες εικόνες ζωγραφίζεται και μοναχή, μα στα εικονίσματα του τέμπλου κρατά πάντα τον Χριστό στην αγκαλιά της απ' τ' αριστερά, σπάνια απ' τα δεξιά, (τότε λέγεται Δεξιοκρατούσα). Το κεφάλι της είναι σκεπασμένο σεμνά και σοβαρά με το μαφόριο, ένα φόρεμα φαρδύ κι' ιερατικό σκούρο βυσσινί, που πέφτει στον ώμο της απλόχωρο, αφήνοντας να φαίνεται μοναχά το μακρουλό πρόσωπό της και τα χέρια της. Από μέσα από το σκέπασμα φαίνεται μια στενή λουρίδα από το δέσιμο του κεφαλιού της που σφίγγει το μέτωπό της και αφίνει να φανούνε μονάχα οι άκρες των αυτιών της. Το μέτωπό της είναι σαν μελαχροινό φίλντισι, αγνό, απλό και κατακάθαρο.

Τα ματόφρυδά της είναι καμαρωτά, ζωηρά και μακρυά, φτάνοντας ίσαμε κοντά στ'; αυτιά της, τα μάτια της αμυγδαλωτά, ισκιωμένα, καστανά, βαθειά, σοβαρά μα γλυκύτατα, με τ'; ασπράδι καθαρό μα ισκιωμένο. Το βλέμμα της είναι μελαγχολικό απλό, ίσιο, ήσυχο, συμπαθητικό, αγαπητό, θλιμένο μα και μαζί χαροποιό, αυστηρό μα και μαζί συμπονετικό, αγιώτατο, πνευματικό, αθώο, σκεφτικό, άμωμο, ελπιδοφόρο, υπομονητικό, πράο, σεμνώτατο, μακρυά από κάθε σαρκικόν λογισμό, καθρέφτισμα μυστικό του παραδείσου, βασιλικό και ταπεινό, ανθρώπινο και θεϊκό, άκακο, αδελφικό, ευγενικό, ελεγκτικό, άγρυπνο, γαληνό, φιλάνθρωπο, μητρικό, παρθενικό, δροσερό, καυτερό για όσους έχουνε πονηρούς λογισμούς, τρυφερό,διαπεραστικό, ερευνητικό, απροσποίητο, ηγεμονικό, συγκαταβατικό, παρακαλεστικό, αμετασάλευτο. Η μύτη της είναι μακρυά και στενή, με μέτρο, ιουδαϊκή, άσαρκη, με λεπτά ρουθούνια, λίγο γυριστή, σεμνή.

Το στόμα της μικρό, ντροπαλό, φρόνινμο, κλειστό, καθαρό, ισκιωμένο κατά το μάγουλο, σαν να χαμογελά ελαφρά. Το πηγούνι της γυριστό, σεβαστό, ανεπιτήδευτο, ταπεινό. Το μαγουλό της, παρθενικό, καθαρό, χνουδωτό, ευωδιασμένο, ντροπαλό, χλωμό με μιαν ελαφρότατη ροδοκοκκινάδα. Ο λαιμός της γυρτός ταπεινά, σμίγει με το πηγούνι μ' ένα απαλό ίσκιασμα που το λέγανε οι παλαιοί γλυκασμό. Το όλο πρόσωπό της είναι ιερατικό και θρησκευτικό, και μαρτυρά αρχαία φυλή.

Τα άχραντα χέρια της είναι μικρά, στενά μακροδάχτυλα, λεπτόνυχα. Με το αριστερό βαστά τον Χριστό, και το δεξί τόχει ακουμπισμένο σεμνά απάνω στο στήθος της, σε στάση παρακαλεστική, με το μεγάλο δάχτυλο μακρυά από τ' άλλα. Στα πιο αρχαία εικονίσματα αυτό το χέρι είναι πιο όρθιο και πιο ψηλά, κοντά στο λαιμό. Ο πιο αυστηρός τύπος της Παναγίας είναι η λεγόμενη Οδηγήτρια, που έχει όρθια την κεφαλή της, έκφραση απαθέστερη και το όλο σχήμα της είναι πιο ιερατικό.
Ενώ η Γλυκοφιλούσα έχει το κεφάλι της γυρτό κατά το παιδί της, που τ' αγκαλιάζει σφιχτότερα, κ' η έκφρασή της είναι πιο αισθηματική. Η

Πλατυτέρα παριστάνεται καθισμένη απάνω στο θρόνο, αυστηρή κι' αλύγιστη, και βαστά τον Χριστό στα γόνατά της, ακουμπώντας τόνα χέρι της στον ώμο του και με τ' άλλο βαστώντας το πόδι του ή ένα μαντήλι.
Στην Ελλάδα, οι περισσότερες εκκλησιές της Παναγίας γιορτάζουνε κατά την Κοίμηση της Θεοτόκου, δηλαδή στις 15 Αυγούστου. Τα τροπάρια που ψέλνουνε σ' αυτή τη γιορτή είναι από τα πιο εξαίσια. Το δοξαστικό του Εσπερινού είναι το μονάχο τροπάρι που ψέλνεται με τους οχτώ ήχους, κάθε φράση κι' άλλος ήχος· αρχίζει από τον πρώτον ήχο και τελειώνει πάλι στον πρώτον.

Μα ολάκερη η Ελλάδα δεν υμνολογά την Παναγία μονάχα με τους ψαλτάδες και με τους παπάδες στις εκκλησιές, αλλά και με το κάθε τι της, με τα χωριά, με τα βουνά, με τα νησιά, πούχουνε τ' αγιασμένο τ' όνομά της. Τα καράβια βολτατζάρουνε στη δροσερή θάλασσα, ανοιχτά από τους κάβους πούναι χτισμένα τα μοναστήρια της, έχοντας στη πρύμνη σκαλισμένο τ' αγαπημένο και προσκυνητό όνομά της.

Όποιος ταξιδεύει στα ελληνικά νερά, σ' όποιο μέρος κι' αν βρεθεί τη μέρα της Παναγίας, θαν ακούσει απ' ανοιχτά τις καμπάνες απάνω από το πέλαγο. Άλλες έρχουνται από τ' Αγιον Όρος που το λένε Περιβόλι της Παναγίας, άλλες από την Τήνο πούχει το ξακουστό παλάτι της, άλλες από την Σαλαμίνα που γιορτάζει η Φανερωμένη, άλλες από τη Μυτιλήνη, από την Παναγιά της Αγιάσσος και της Πέτρας, άλλες από το Μοναστήρι της Σίφνου, άλλες από τη Σκιάθο, άλλες από τη Νάξο, από κάθε νησί, από κάθε κάβο, από κάθε στεριά.




Δευτέρα 2 Μαΐου 2022

Η ΔΙΨΑ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΜΠΟΜΠΑΣ (Φώτης Κόντογλου)

 

Ο κακόμοιρος ο κόσμος διψά ειρήνη. Μα χωρίς την απομέσα ειρήνη, δεν μπορεί να γίνη ειρήνη εξωτερική. Χωρίς την ψυχική ειρήνη, η πολιτική και κοινωνική ειρήνη είναι ψεύτικη. «Ειρήνη αφίημι υμίν, είπε ο Χριστός στους μαθητές Του κατά το Μυστικό Δείπνο, ειρή­νην την εμήν δίδωμι υμίν. Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». Πρόσεξες για να δης καλά τί λέγει ο Χριστός; «Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». «Δεν σας δίνω, λέγει, εγώ την ειρήνη που δίνει ο κόσμος», την ψεύτικη, την οργισμένη ειρήνη, την ανειρή­νευτη ειρήνη, την ειρήνη που στ’ αληθινά δεν έχει ολότελα ειρήνη και ησυχία. 

Τέτοια είναι η ειρήνη που μπορεί να κάνη ο κόσμος, οι άνθρωποι, που τρώγονται με τα πάθη τους και που τους κατατρώγει η περηφάνεια, η ματαιοδοξία-φιλαργυρία, η σκληροκαρδία και η απονιά στους άλλους, η μανία της ακολασίας και η επιθυμία της καλοπέρασης. Όλα τούτα τα πάθη είναι οργισμένα και όχι ειρηνικά. Αυτά κάνουνε τους ανθρώπους να μαλώνουνε, να εχθρεύονται ο ένας τον άλλον, αυτά λιγοστεύουνε την αγάπη, που είναι δα πολύ λίγη ανάμεσά τους, και φέρνουνε την παραζάλη, την έχθρα, «την έριδα» που λέγανε οι αρχαίοι. Με άλλα λόγια, φέρνουνε τη βασιλεία του διαβόλου επί της γης, και όχι τη βασιλεία του Θεού, που είναι η ειρήνη.

Ο Χριστός μας δίδαξε να λέμε στο «Πάτερ ημών» «ελθέτω η βασιλεία Σου». Μα ποιος πιστεύει στη βασιλεία του Θεού, παρεκτός από κάποιους λίγους, που τους έχει ο κόσμος για τρελούς; Ωστόσο, αυτός ο παραζαλισμένος κόσμος, ο βουτηγμένος στην αμαρτία, στις ηδονές, και στην ακολασία, αυτός ο κόσμος που πιστεύει μοναχά στον εαυτό του, και που δεν λογαριάζει καθόλου τον Θεό και τον νόμο του, αποζητά την ειρήνη, θέλει να μείνη ήσυχος για να χαρή τις αμαρτωλές επιθυμίες του, για να βουτηχθή ως τον λαιμό μέσα στον μαύρο βούρκο. Δεν πιστεύει στα λόγια του Θεού που λέγεται «Άρχων ειρήνης», και που είπε με το στόμα του προφήτη «Αν ακούσετε τα λόγια μου, θα ήσαστε βλογημένοι και θα ζήσετε καλά. Μα αν δεν τ’ ακούσετε αλλά πορευθήτε κατά τα πονηρά θελήματα της καρδιάς σας, θα σας καταφάγη η μάχαιρα». Αυτά τα κοροϊδεύει ο κόσμος, και τα λέγει παραμύθια.

       Και να, που ήρθε ο κόμπος στο χτένι. Η παραζάλη, γίνεται μέρα με τη μέρα χειρότερη. Ο πόθος της απόλαυσης έγινε μιαν άγρια τρέλα στους ανθρώπους, που τσαλαπατάνε ο ένας τον άλλον για να μη χάσουνε τις διάφορες φαρμακερές ηδονές, που ολοένα τις πληθαίνει ο σατανάς με τα πολύπλοκα μηχανήματά του, σαν τον ψαρά που βάζει στ’ αγκίστρι του όλο και πιο ορεχτικό δόλωμα, για να τραβήξη τα λαίμαργα τα ψάρια και να τα ψήση στη φωτιά να τα φάγη. Ο μαμωνάς σκέπασε με τις σκοτεινές φτερούγες του τον κόσμο, και τον κουνά σαν νάναι κανένα κόσκινο, και όπως αναταράζεται το σιτάρι, χοροπηδάνε οι άνθρωποι μέσα στο κόσκινό του και δαγκάνει ο ένας τον άλλον, και εξοντώνει ο αδελφός τον αδελφό, λέγοντας: «Ο θάνατός σου, ζωή μου!». Το ίδιο και τα μεγάλα κοπάδια των ανθρώπων, τα λεγόμενα έθνη, βλέπουνε τόνα τάλλο όπως βλέπει ο λύκος το πρόβατο, και λογαριάζει πότε θα μπόρεση να το πνίξη, να πιή το αίμα του, το μεγάλο να φάη το μικρό και τα μεγάλα να φάνε τόνα τάλλο. Να, λοιπόν, που αντί να έλθη η βασιλεία του Θεού, που μας είπε ο Χριστός να παρακαλούμε, ήρθε η βασιλεία του σατανά, του όφεως του αρχαίου, που ήτανε πάντα ανθρωποκτόνος, όπως λέγει το Ευαγγέλιο.

       Ο διάβολος είναι ο εξουσιαστής απάνω στη διάνοια και στην καρδιά μας, και αυτός χαίρεται για τα έργα που κάνουμε, θέλοντας να βγάλουμε ο ένας το μάτι τ’ αλλου­νού. Ανάμεσα στα δολώματα που μας έβαλε, εκείνο που μας τραβά περισσότερο η μυρουδιά του, είναι το πετρέλαιο, αυτό το βρωμόνερο που βγαίνει από την πίσσα της κόλασης, που είναι μαύρο κατοικητήριό του. Και γύρω σ’ αυτό το σιχαμερό δόλωμα μαζευτήκανε τα έθνη, μικρά και μεγάλα, και δαγκώνουνται, και σφάζουνται γι’ αυτό δίχως έλεος. Και οι άνθρωποι γινήκανε τρελοί από κακία, γεμάτοι υποκρισία, μεγαλομανία, φιληδονία, πιστοί στρατιώτες του διαβόλου. Και μέσα σ’ αυτή τη λύσσα που τους έπιασε, θέλουνε ν’ απολάψουνε, οι ανόητοι, την Ειρήνη, που είναι δώρο του Θεού, και όχι του διαβόλου.

       Ο Θεός λείπει από τον κόσμο. Πουθενά δεν γίνεται το θέλημά Του. Ο Χριστός, πριν σταυρωθή, γύρισε και είδε την Ιερουσαλήμ, δηλαδή τον κόσμο, δακρυσμένος, και είπε: «Πόσες φορές θέλησα να μαζέψω τα τέκνα σου, σαν την όρνιθα που σκεπάζει με τις φτερούγες της, τα πουλιά της, και δεν θελήσατε: Ιδού αφίεται ο οίκος υμών έρημος». Έρημος οίκος είναι: ο κόσμος σήμερα. Έρημος από ειρήνη. Μέρα-νύχτα στέκεται ανύσταχτο το μάτι της πονηρής ανθρωπότητας. Μέρα-νύχτα δουλεύου­νε οι εφευρέσεις της καταστροφής, τα συμβούλια του θανάτου. Και από τ’ άλλο μέρος, οι καταδικασμένοι γλε­ντοκοπούνε, κυλιούνται στην ακολασία, κόλακες και δολοφόνοι, βλάκες και πονηρότατοι, χωρίς καρδιά, χωρίς ψυχή, χωρίς τίποτα από την εικόνα του Θεού. Όλοι παίρνουνε, κανένας δεν θέλει να δώση. Και όποιος δίνει, δίνει τον θάνατο. Σε κανένα καλό δεν συμφωνούνε, μα στο κακό, είναι όλοι θερμοί συνεργάτες.

       Η κυρά Επιστήμη, δηλαδή η ανθρώπινη γνώση, αυτή είναι το καινούριο είδωλο που λατρεύουνε οι άνθρωποι. Με τόνα χέρι προσφέρνει τα γιατρικά για να μη πεθαίνουμε οι άνθρωποι, και με τάλλο βαστά τη μπόμπα και τους φοβερίζει, μέρα-νύχτα. Αυτή η μπόμπα, ο καρπός του δέντρου της Γνώσεως, μόλεψε τον αγέρα, τα νερά, το αίμα των ίδιων των ανθρώπων που την εφεύρανε. Και αφού πρώτα, με πείσμα δαιμονικό, φαρμακώσανε την έμορφη πλάση του Θεού, τώρα φωνάζουνε κείνοι που κατασκευάσανε αυτή την καταραμένη μπόμπα: «Σώσετε την ανθρωπότητα! Σώσετε τον κόσμο! Γενεές γενεών θα πεθαίνουνε από κακές αρρώστειες!». Υποκριτές! Τώρα φωνάζετε, σαν τον Ιούδα που μετάνοιωσε αφού είχε πια σταυρωθή ο Χριστός, και η μετάνοιά του δεν ωφελούσε πια κανέναν; Καλύτερα να τινάζατε τη γη στον αγέρα μια και καλή, παρά τώρα που φαρμακώσατε τα πάντα, και τα παιδιά μας, και τα εγγόνια μας θα τα θερίζη «σκληρός θάνατος και αργός».

Άνθρωπε! Καμάρωσε τα κατορθώματά σου. Καμάρωσε το τετραπέρατο μυαλό σου, που καυχιότανε πως θάκανε παράδεισο τον κόσμο!


(Από το βιβλίο «Ο Φώτης Κόντογλου στην τρίτη διάστασή του», σελ. 124-127, έκδ. Ιερό Κοινόβιο ΟΣΙΟΥ ΝΙ­ΚΟΔΗΜΟΥ, Γουμένισσα 2003). "Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου"πηγή: alopsis.gr).

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ (Φώτης Κόντογλου)

 Αποτέλεσμα εικόνας για εκκλησιαστικα βιβλια


Εἴπαμε πώς, ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα, ὄχι μοναχὰ δὲν διαβάζουμε, ἀλλὰ κἄν δὲν ξέρουμε ἂν ὑπάρχουνε οἱ μυστικοὶ Πατέρες ποὺ φωτίσανε τὴν Ὀρθοδοξία. Γιὰ τοὺς θεολόγους ἡ Ὀρθοδοξία κατάντησε μιὰ κούφια λέξη, ἀφοῦ ἡ μυστικὴ οὐσία της τοὺς εἶναι ἄγνωστη, ὅπως κι’ ἡ παράδοσή τους. Οἱ δικοί μας θεολόγοι παίρνουνε τὰ φῶτα ἀπὸ τὴ Δύση, γιατί ἐκεῖ ἡ θεολογία ἔχει γίνει ἐπιστήμη, κ’ ἡ ματαιοδοξία τους κολακεύεται ἀπ’ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ἡ πίστη, γι’ αὐτούς, δὲν ἔχει καμμιὰ σημασία. Θὰ μοῦ πῆτε, “θεολογία χωρὶς πίστη, γίνεται;” Μὰ κ’ ἐγὼ σᾶς ρωτῶ, μὲ τὴν ἴδια ἀπορία, “γίνεται θεολογία χωρὶς πίστη;”

Ὡστόσο, στὶς Δυτικὲς χῶρες καὶ στὴν Ἀμερική, πολὺς κόσμος ἔχει στραφεῖ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, ἀπὸ τὴ δίψα τῆς ἀληθείας. Στὴν Ἑλλάδα, μοναχὰ λιγοστοὶ ἄνθρωποι καὶ κάποιοι παλιοημερολογίτες διαβάζουνε τὰ βιβλία τῶν Πατέρων, ἐκτός τοῦ Βασιλείου καὶ τοῦ Χρυσοστόμου, ποὺ τοὺς παίρνουνε οἱ θεολόγοι γιὰ ρήτορας καὶ γιὰ φιλολόγους τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Τὰ βιβλία τῶν μυστικῶν Πατέρων δὲν ξανατυπώνουνται πιὰ καὶ καταντήσανε σπάνια. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία τυπώνει προχειρολογήματα διάφορων νεωτεριστῶν θεολόγων, χωρὶς καμμιὰ οὐσία, ποὺ φανερώνουνε μοναχὰ τὴν ἀπίστευτη γύμνια ἐκείνων ποὺ τὰ γράφουνε. Μοναχὰ τώρα τελευταῖα ἄρχισε νὰ τυπώνει ἡ Ἀποστολικὴ Διακονία τὴν Πατρολογία τοῦ Migne. Μὰ κι’ αὐτὴ ἡ ἔκδοση εἶναι γιὰ τοὺς θεολόγους, κι’ ὄχι γιὰ τοὺς πιστούς, ἀφοῦ εἶναι τυπωμένη στὴν ἀρχαία γλῶσσα.

Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτό, ἡ ἔκδοση τῆς Πατρολογίας δὲν ἔχει καμμιὰ βαθύτερη δικαίωση, μὲ τὸ δυτικὸ χαρακτῆρα ποὺ ἔχει ἡ γενικὴ μόρφωση τῶν θεολόγων μας, ποὺ δὲν ἔχουνε καμμιὰ βαθύτερη γνώση τῆς οὐσίας τῆς Ὀρθοδοξίας, οὔτε καὶ τῆς παράδοσής μας. Ἔτσι κι’ αὐτὴ ἡ ἔκδοση καταντᾶ ἕνα γεγονὸς χωρὶς βαθύτερη σημασία, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει τὸ κατάλληλο ὀρθόδοξο χῶμα γιὰ νὰ ριζοβολήσει.

Στὸ νὰ στραφοῦνε οἱ Δυτικοὶ κι’ οἱ Προτεστάντες στοὺς Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας, συντελέσανε πολὺ οἱ Λευκορῶσοι θεολόγοι, ποὺ σκορπίσανε στὶς διάφορες χῶρες καὶ φωτίσανε τὶς ψυχὲς μὲ τὰ σοφὰ κηρύγματά τους, μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς ζωῆς τους, καὶ μὲ τὴν τυπικὴ εὐσέβειά τους. Ἐνῷ οἱ κληρικοὶ ποὺ στέλνουμε ἐμεῖς στὶς διάφορες παροικίες, εἶναι οἱ πιὸ ἀνίδεοι στὸ τί θὰ πεῖ Ὀρθοδοξία, κι’ οἱ ἐκκλησίες μας στὸ ἐξωτερικὸ δὲν ἔχουνε κανέναν θρησκευτικὸ προορισμό, ἀλλὰ ἔχουνε καταντήσει κέντρα κοινωνικῆς συγκεντρώσεως τῶν ὁμογενῶν κάθε Κυριακή.

Ἔτσι, ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ ἡ πρώτη κι’ ἀπαραμόρφωτη μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἔγινε πάλι τὸ στήριγμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποὺ ζητᾶνε λιμάνι σωτηρίας κι’ ὁ κανόνας τῆς χριστιανικῆς πίστης.

Στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερικὴ ἔχουνε μεταφρασθεῖ, ἕως τώρα, σὲ διάφορες γλῶσσες ἡ Φιλοκαλία, τὸ μέγα καὶ θαυμαστὸ αὐτὸ βιβλίο, ποὺ στὴν Ἀθήνα τὸ βρίσκει κανένας μοναχὰ στὶς συλλογὲς τῶν βιβλιοφίλων νὰ κάθεται στὸ ράφι ἄχρηστο, σὰν κανένα ἀρχαιολογικὸ ἀντικείμενο, ὁ Εὐεργετινός, οἱ ἐπιστολὲς τοῦ ἁγίου Βασιλείου καὶ κάποιων ἄλλων Πατέρων, οἱ λόγοι Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, μερικὰ ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ μαθητοῦ του Νικήτα Στηθάτου, καὶ κάποια ἄλλα. Ἐμεῖς, ἀλλοίμονο, τυρβάζομεν περὶ τοῦ πῶς θὰ φανοῦμε ἐπιστημονικοὶ καὶ εὐρωπαϊκότεροι ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους. Μοναχὰ κανένας “θρησκόληπτος”, καθυστερημένος κατὰ τοὺς νεωτεριστὰς αὐτοὺς παπαγάλους, διαβάζει τέτοια βιβλία.

Οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου εἶναι μεταφρασμένοι στὰ Γαλλικά, στὰ Γερμανικά, στὰ Ἐγγλέζικα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ Ρωσικά, ποὺ ἔχουνε μεταφρασθεῖ ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ πρωτοτυπωθήκανε στὰ Ἑλληνικὰ ἀπὸ τ’ ἀρχαῖα χειρόγραφα. Στὴν ἁπλὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα ὑπάρχει μία θαυμάσια μετάφραση καμωμένη μὲ εὐλάβεια “παρὰ τοῦ πανοσιολογιωτάτου Διονυσίου Ζαγοραίου, τοῦ ἐνασκήσαντος ἐν τῇ ἐρημονήςῳ τῇ καλουμένῃ Πιπέρι, ἀπέναντι τοῦ Ἁγίου Ὄρους”, τυπωμένη στὴ Σύρα στὰ 1886. Ποῦ νὰ καταδεχτοῦμε, ἐμεῖς, νὰ διαβάσουμε τέτοια πράγματα, μεταφρασμένα μάλιστα ἀπὸ ἕναν ἀγράμματο καλόγερο, ποὺ καθότανε κ’ ἔγραφε ἀπάνω σὲ κάποιον βράχο, στὸ ρημονήσι Πιπέρι, μαζὶ μὲ τοὺς γλάρους; Ἐμεῖς διαβάζουμε τοὺς σοφοὺς καὶ ἀξιοπρεπεῖς καθηγητάδες ποὺ γράφουνε καθισμένοι στὶς πολυθρόνες, στὰ Παρίσια καὶ στὰ Βερολίνα! Δὲν ἀκοῦμε τί λέγει ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη “Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ’ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντά μου τοὺς λόγους;” Ποῦ νὰ ὑποπτευθοῦμε τὸ μυστικὸ πλοῦτο ποὺ κρύβεται μέσα σὲ τέτοιες ἁγίες ψυχές;

Λοιπόν, αὐτὴ ἡ μετάφραση δὲν ξανατυπώθηκε ἀπὸ τότε στὴν Ἑλλάδα, ποὺ τυπώνεται κάθε λογῆς ἀνοησία, πρᾶγμα ποὺ φανερώνει σὲ τί πνευματικὸ σκοτάδι βρισκόμαστε, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί. Ἀπὸ τὴν προκοπὴ ποὺ ἔχουμε, βάλαμε “τὸν λύχνον ὑπὸ τὸν μόδιον”, κι’ ἀπάνω στὸ λυχνοστάτη βάζουμε τὶς τυπωμένες βαθυστόχαστες ἀνοησίες ποὺ ἀνάφερα, καὶ περιμένουμε νὰ μᾶς φωτίσουνε. Τοὺς βαθύτερους μυσταγωγούς, ποὺ φανήκανε στὸν κόσμο, τοὺς ἔχουμε ἄξιους νὰ τοὺς διαβάζει μοναχὰ κανένας ἀγράμματος παλιοημερολογίτης. Ἡμεῖς, οἱ ἔξυπνοι κι’ οἱ συγχρονισμένοι, βάλαμε τὴν ἐξυπνάδα μας καὶ μέσα στὰ μυστήρια τῆς θρησκείας, κι’ ἀγαπᾶμε τὰ μεγάλα λόγια καὶ τὰ ἐπιστημονικά, τί λέγει ὁ τάδε ἄθεος γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὴ θρησκεία του, ἢ κανένας καμουφλαρισμένος θεομπαίχτης, ἐπειδὴ αὐτὰ δίνουνε τροφὴ στὸν ἐγωισμό μας. Καὶ βουλώνουμε τ’ αὐτιά μας γιὰ νὰ μὴν ἀκούσουμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο ποὺ φωνάζει “Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;”

Ἀλλά, κοντὰ στοὺς χαλασμένους αὐτοὺς ποὺ λέγω, ὑπάρχουνε καὶ πλῆθος ἄνθρωποι ποὺ νοιώθουνε βαθειὰ τὴν οὐσία τῆς θρησκείας μας, τὴ μεγάλη σημασία τῆς λατρείας καὶ τῆς ἱερῆς παράδοσής μας. Γιὰ ὅσους ἀπ’ αὐτοὺς δὲν ἔχουνε πατερικὰ βιβλία, σὰν αὐτὰ ποὺ εἴπαμε παραπάνω, κ’ εἶναι σχεδὸν ὅλοι οἱ Ἕλληνες, γιατί ἡ ἀδιαφορία ἐκείνων ποὺ εἶναι βαλμένοι γι’ αὐτὴ τὴ δουλειά, στέρησε τὸν κόσμο ἀπὸ τέτοια ἄφθαρτη κι’ ἅγια θροφή, θὰ προσπαθήσω μὲ τὶς μικρὲς δυνάμεις μου νὰ τοὺς μεταδώσω ὅ,τι μπορέσω ἀπὸ τοὺς περιφρονημένους αὐτοὺς προγονικούς μας θησαυρούς. Ἀφοῦ οἱ θεολόγοι γινήκανε φιλόσοφοι κ’ ἐπιστήμονες, ἂς γίνουμε θεολόγοι ἡμεῖς, δίχως ἄλλο ἐφόδιο, παρὰ μοναχὰ τὴν πίστη μας, κατὰ τὰ βαθυστόχαστα λόγια του ἁγίου Νείλου, ποὺ λέγει “Εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ”. “Ἂν προσεύχεσαι ἀληθινά, εἶσαι θεολόγος”.

Πηγή: imaik.gr

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

ΑΝΕΣΤΗ ΧΡΙΣΤΟΣ, Ἡ δοκιμασία τοῦ λογικοῦ (Φώτης Κόντογλου)


Ἡ πίστη τοῦ χριστιανοῦ δοκιμάζεται μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σὰν τὸ χρυσάφι στὸ χωνευτήρι. Ἀπ ̓ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ πλέον ἀπίστευτο πράγμα, ὁλότελα ἀπαράδεκτο ἀπὸ τὸ λογικό μας, ἀληθινὸ μαρτύριο γιὰ δαῦτο. Μὰ ἴσια-ἴσια, ἐπειδὴ εἶναι ἕνα πράγμα ὁλότελα ἀπίστευτο, γιὰ τοῦτο χρειάζεται ὁλόκληρη ἡ πίστη μας γιὰ νὰ τὸ πιστέψουμε. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι λέμε συχνὰ πὼς ἔχουμε πίστη, ἀλλὰ τὴν ἔχουμε μονάχα γιὰ ὅσα εἶναι πιστευτὰ ἀπ ̓ τὸ μυαλό μας. Ἀλλὰ τότε, δὲν χρειάζεται ἡ πίστη, ἀφοῦ φτάνει ἡ λογική. Ἡ πίστη χρειάζεται γιὰ τὰ ἀπίστευτα.

Οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἄπιστοι. Οἱ ἴδιοι οἱ μαθητάδες τοῦ Χριστοῦ δὲν δίνανε πίστη στὰ λόγια τοῦ δασκάλου τους ὅποτε τοὺς ἔλεγε πὼς θ ̓ ἀναστηθῆ, μ ̓ ὅλο τὸ σεβασμὸ καὶ τὴν ἀφοσίωση ποὺ εἶχαν σ ̓ Αὐτὸν καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια του. Καὶ σὰν πήγανε οἱ Μυροφόρες τὴν αὐγὴ στὸ μνῆμα τοῦ Χριστοῦ, κ ̓ εἴδανε τοὺς δυὸ ἀγγέλους ποὺ τὶς μιλήσανε, λέγοντας σ ̓ αὐτὲς πὼς ἀναστήθηκε, τρέξανε νὰ ποῦνε τὴ χαροποιὰ εἴδηση στοὺς μαθητές, ἐκεῖνοι δὲν πιστέψανε τὰ λόγια τους, ἔχοντας τὴν ἰδέα πὼς ἤτανε φαντασίες: «Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος (τρέλα) τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς»...

Βλέπεις καταπάνω σὲ πόση ἀπιστία ἀγωνίσθηκε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; Καὶ στοὺς ἴδιους τοὺς μαθητάδες του. Εἶδες μὲ πόση μακροθυμία τὰ ὑπόμεινε ὅλα; ...Καὶ μ ̓ ὅλα αὐτὰ, ἴσαμε σήμερα οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς εἴμαστε χωρισμένοι ἀπὸ τὸν Χριστὸ μ ̓ ἕνα τοῖχο παγωμένον, τὸν τοῖχο τῆς ἀπιστίας. Ἐκεῖνος ἀνοίγει τὴν ἀγκάλη του καὶ μᾶς καλεῖ κ ̓ ἐμεῖς τὸν ἀρνιόμαστε. Μᾶς δείχνει τὰ τρυπημένα χέρια του καὶ τὰ πόδια του, κ ̓ ἐμεῖς λέμε πὼς δὲν τὰ βλέπουμε. Ἐμεῖς ψάχνουμε νὰ βροῦμε στηρίγματα στὴν ἀπιστία μας γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὸν ἐγωϊσμό μας, ποὺ τὸν λέμε Φιλοσοφία καὶ Ἐπιστήμη. Ἡ λέξη Ἀνάσταση δὲν χωρᾶ μέσα στὰ βιβλία τῆς γνώσης μας... Γιατὶ «ἡ γνώση τούτου τοῦ κόσμου, δὲ μπορεῖ νὰ γνωρίσει ἄλλο τίποτα, παρεκτὸς ἀπὸ ἕνα πλῆθος λογισμούς, ὄχι ὅμως ἐκεῖνο ποὺ γνωρίζεται μὲ τὴν ἁπλότητα τῆς διάνοιας».

Ναί, ἐκείνους ποὺ ἔχουνε αὐτὴ τὴν εὐλογημένη ἁπλότητα τῆς διάνοιας, τοὺς μακάρισε ὁ Κύριος, λέγοντας: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Καὶ στὸν Θωμᾶ, ποὺ γύρευε νὰ τὸν ψηλαφήσῃ γιὰ νὰ πιστέψῃ, εἶπε: «Γιατὶ μὲ εἶδες Θωμᾶ, γιὰ τοῦτο πίστεψες; Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἴδανε καὶ πιστέψανε».

Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς δώσει αὐτὴ τὴν πλούσια φτώχεια, καὶ τὴν καθαρὴ καρδιά, ὥστε νὰ τὸν δοῦμε ν ̓ ἀναστήνεται γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε κ ̓ ἐμεῖς μαζί του.
Αὐτὴ ἡ ἀνηξεριὰ (ἡ ἄγνοια) εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ γνώση: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἄγνοια ἡ ὑπερτέρα τῆς γνώσεως». Καλότυχοι καὶ τρισκαλότυχοι ἐκεῖνοι ποὺ τὴν ἔχουνε.


Πηγή: orthodoxfathers.com




Κυριακή 17 Απριλίου 2022

Η ΠΙΣΤΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ (Φώτης Κόντογλου)

 140316 KONTOGLOU


Ἐκεῖνοι οἱ ἁπλοϊκοὶ ἄνθρωποι, ἐκεῖνα τὰ ἀγράμματα γεροντάκια καὶ οἱ γριοῦλες, ποὺ τὴν Σαρακοστὴ καὶ τὴν Μεγάλη Βδομάδα βρίσκονται ὅλη μέρα στὴν ἐκκλησία, ζήσανε ἀπὸ τὰ μικρά τους χρόνια ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου καὶ καταλάβανε αὐτὸ τὸ χαροποιὸν πένθος, ποὺ δὲν τὸ καταλάβανε, ἀλοίμονο, οἱ σπουδασμένοι μας, ποὺ θέλουνε νὰ τοὺς διδάξουνε, ἀντὶ νὰ διδαχθοῦνε ἀπ᾿ αυτούς.

Τώρα τὶς μέρες τῆς Σαρακοστῆς, τῆς Μεγάλης Βδομάδας καὶ τοῦ Πάσχα πορεύονται μαζὶ μὲ τὸν Χριστό, ἀκολουθᾶνε ὁλοένα ἀπὸ πίσω του, ἀληθινά, ὄχι φανταστικά, ἀκούγοντάς Τον νὰ λέγῃ:«Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ παραδοθήσεται ὁ Ὑιὸς τοῦ ἀνθρώπου, καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ». Μαζί του βρίσκονται στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ δακρύζουνε ἀπὸ τὰ λόγιά Του, μαζί Του πᾶνε στὸ πραιτώριο καὶ στὸν Πιλᾶτο, μαζί Του ῥαπίζονται, μαζί Του μαστιγώνονται, μαζί Του ἐμπαίζονται, μαζί Του σταυρώνονται, μαζί Του θάβονται, μαζὶ τοῦ ἀνασταίνονται.

Τὰ μάτια τους γίνονται βρῦσες καὶ τρέχουνε, μὰ αὐτὰ τὰ δάκρυα δὲν εἶναι δάκρυα τῆς ἀπελπισίας, ἀλλὰ τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς βεβαιότητας πὼς μ᾿ αὐτὰ ποτίζεται τὸ ὁλόδροσο κι ἀμάραντο δέντρο τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς, τῆς χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτὸ γίνεται κάθε χρόνο. Ὤ! Πόσο ἀληθινὰ πίστι εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πίστι τοῦ λαοῦ μας!... 


www.elkosmos.gr