† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2023

Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Βίντεο από την Διακήρυξη της Αγιότητος του Αγίου Ιωάννου Μαξίμοβιτς το 1994)

Σχετική εικόνα


Παραγωγή Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης)



ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΡΟΜΑΚΤΙΚΟ ΓΙΑ ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΕΜΠΙΣΤΕΥΕΤΑΙ ΤΟΝ ΘΕΟ! (Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς)


Πού μπορώ να πάω από το Πνεύμα Σου, και πού να φύγω από την παρουσία Σου; Αν ανέβω στον ουρανό , είσαι εκεί. αν κατέβω στην κόλαση , και εκεί είσαι. Αν πάρω τα φτερά της αυγής και κινηθώ στην άκρη της θάλασσας, και εκεί το χέρι Σου θα με οδηγήσει και το δεξί σου χέρι θα με κρατήσει (Ψαλμ. 139,7-10).

Πριν σταματήσει η προσοχή στο τι συμβαίνει σε μια χώρα, αποσπάται η προσοχή από ακόμη πιο τρομερά γεγονότα που ξέσπασαν ξαφνικά σε άλλο μέρος. πριν προλάβεις να εμβαθύνεις σε αυτά, νέα γεγονότα εκτρέπουν το βλέμμα σου στην τρίτη θέση, αναγκάζοντάς σε να ξεχάσεις τα προηγούμενα, αν και δεν έχουν σταματήσει.

Μάταιες οι συναντήσεις εκπροσώπων διαφορετικών χωρών που προσπαθούν να βρουν θεραπεία για μια κοινή ασθένεια, ενθαρρύνουν τον εαυτό τους και τους άλλους «λέγοντας επιπόλαια: «Ειρήνη!

Οι καταστροφές όχι μόνο δεν σταματούν σε εκείνες τις χώρες όπου ήδη συμβαίνουν, αλλά έρχονται και ξαφνικά όπου θεωρήθηκε ασφαλής και καλή.

Όσοι ξεφεύγουν από μια καταστροφή καταλήγουν σε μια άλλη, συχνά ακόμη χειρότερη.

«Σαν κάποιος να φύγει από ένα λιοντάρι, και να τον συναντήσει μια αρκούδα, ή αν γυρνούσε στο σπίτι και ακούμπησε το χέρι του σε έναν τοίχο, και ένα φίδι τον τσίμπησε» (Αμ 5.19). ή, όπως λέει ένας άλλος προφήτης: «Αυτός που τρέχει από την κραυγή θα πέσει σε ένα λάκκο· και όποιος βγει από τον λάκκο θα πέσει σε μια θηλιά· γιατί τα παράθυρα των ουρανίων θα ανοίξουν και τα θεμέλια της γης θα ταρακουνηθεί» (Ησ 24:18).

Αυτό βλέπουμε αυτή τη στιγμή.

Όσοι πηγαίνουν σε ειρηνική εργασία γίνονται ξαφνικά θύματα εχθροπραξιών που έχουν προκύψει εκεί που δεν περίμεναν.

Όσοι φεύγουν από τον στρατιωτικό κίνδυνο υπομένουν τη φρίκη των στοιχείων στην καταστροφή ενός σεισμού ή ενός τυφώνα.

Πολλοί βρίσκουν τον θάνατό τους εκεί που διέφυγαν από τον θάνατο. Άλλοι, ωστόσο, είναι καλύτερα προετοιμασμένοι να θέσουν τη ζωή τους σε κίνδυνο παρά να μαραζώσουν σε μέρη που θεωρούνται ασφαλή, εν αναμονή άλλων καταστροφών που μπορεί να έρθουν σε αυτά τα μέρη.

Φαίνεται ότι δεν υπάρχει μέρος στον κόσμο που τα τελευταία χρόνια θα ήταν ένα ήρεμο και ήσυχο καταφύγιο από τις παγκόσμιες αντιξοότητες.

Οι επιπλοκές είναι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές.

Σε κίνδυνο στα ποτάμια, σε κίνδυνο από ληστές, σε κίνδυνο από ομοφυλόφιλους, σε κίνδυνο από τους εθνικούς, σε κίνδυνο στην πόλη, σε κίνδυνο στην έρημο, σε κίνδυνο στη θάλασσα, σε κίνδυνο ανάμεσα σε ψεύτικους αδελφούς, όπως ο απόστολος Λέει ο Παύλος (Β Κορινθίους 11.26).

Σε αυτά τα δεινά της εποχής μας, πρέπει να προσθέσουμε «ταραχές στον αέρα και προβλήματα από τον αέρα», ιδιαίτερα τρομερές.

Όταν όμως τα δεινά που απαρίθμησε ο Απόστολος Παύλος υπέμεινε από τον ίδιο τον ένδοξο αρχιαπόστολο, είχε μεγάλη παρηγοριά. Ήξερε ότι υπέφερε για τον Χριστό και ότι ο Χριστός θα τον ανταμείψει για αυτούς: «Γνωρίζω σε ποιον πίστεψα, και είμαι βέβαιος ότι μπορεί να τηρήσει την υπόσχεσή μου για εκείνη την ημέρα» (Β΄ Τιμ. 1.12). Ήξερε ότι ο Κύριος, αν χρειαζόταν, θα του έδινε τη δύναμη να υπομείνει ακόμη μεγαλύτερες καταστροφές και γι' αυτό λέει με τόλμη: Μπορώ να κάνω τα πάντα μέσω του Ιησού Χριστού που με ενισχύει (Φιλιππησίους 4.13).

Για εμάς, οι σημερινές καταστροφές είναι τόσο τρομερές γιατί δεν μας ήρθαν για χάρη της σταθερότητας στην πίστη μας και δεν τις υπομένουμε για τον Χριστό. Επομένως, δεν ελπίζουμε να λάβουμε κορώνες γι' αυτούς.

Και το πολύ χειρότερο και που μας κάνει ανίσχυρους στον αγώνα ενάντια στις αντιξοότητες είναι ότι δεν ενισχύουμε τη δύναμη του Χριστού και δεν εμπιστευόμαστε στον Θεό, αλλά στην ανθρώπινη δύναμη και μέσα.

Ξεχνάμε τα λόγια της Αγίας Γραφής: Μη βασίζεστε στους άρχοντες, στους υιούς των ανθρώπων, σε αυτούς δεν υπάρχει σωτηρία... Ευλογητός ο Θεός του Ιακώβ του Βοηθού του, η ελπίδα του είναι στον Κύριο τον Θεό του (Ψαλμ. 145,35) . Και κάτι ακόμη - Εάν ο Κύριος δεν προστατεύει την πόλη, ο φύλακας παρακολουθεί μάταια (Ψλ 126,1).

Προσπαθούμε να βρούμε ένα σταθερό στήριγμα εκτός από τον Θεό, και μας συμβαίνει σύμφωνα με τα λόγια των προφητών: αυτή η ανομία θα είναι για σας, σαν μια ρωγμή που απειλεί να πέσει, αποκαλυπτόμενη σε έναν ψηλό τοίχο, του οποίου η καταστροφή θα έρθει ξαφνικά, μια στιγμή (Ησαΐας 30.13). Αλίμονο σε αυτούς που ακουμπούν σε τέτοιους τοίχους! Όπως ένας γκρεμισμένος τοίχος καταστρέφει αυτούς που στηρίχθηκαν πάνω του, έτσι και με την καταστροφή των ψεύτικων ελπίδων χάνονται όσοι στηρίζονταν σε αυτές. Αυτές οι ελπίδες για αυτούς είναι «στήριγμα καλαμιών». «Όταν σε έπιασαν με το χέρι τους, τους χώρισες και τους τρύπησες ολόκληρο τον ώμο· και όταν ακούμπησαν πάνω σου, έσπασες και τραυμάτισες όλη τους την οσφύ» (Ιεζεκιήλ 29,7).

Πολύ διαφορετικά συμβαίνει με αυτούς που ζητούν τη βοήθεια του Θεού.

Ο Θεός είναι το καταφύγιό μας και η δύναμή μας, μια γρήγορη βοήθεια στα δεινά· γι' αυτό, ας μη φοβόμαστε, ακόμη κι αν η γη σειστεί και τα βουνά κινηθούν στην καρδιά των θαλασσών (Ψαλμ. 45,2-3).

Τίποτα δεν φοβίζει αυτόν που εμπιστεύεται τον Θεό. Δεν θα φοβάται έναν κακό. Ο Κύριος είναι το φως μου και η σωτηρία μου: ποιον να φοβηθώ; Ο Κύριος είναι η δύναμη της ζωής μου: ποιον να φοβηθώ; (Ψλ 26:1).

Δεν φοβάται τη φρίκη του πολέμου. Εάν ένας στρατός σηκώσει τα όπλα εναντίον μου, η καρδιά μου δεν θα φοβηθεί. αν ξεσπάσει πόλεμος εναντίον μου, τότε θα ελπίζω (Ψλ 27:3).

Είναι ήρεμος στο σπίτι. Ζωντανός με τη βοήθεια του Υψίστου, θα εγκατασταθεί στο αίμα του Θεού του Ουρανού (Ψαλμ. 90,1).

Είναι έτοιμος να πλεύσει στη θάλασσα - ... Οι δρόμοι σου είναι στη θάλασσα, και τα μονοπάτια σου είναι σε πολλά νερά (Ψλ 76,20).

Θαρραλέα, σαν με φτερά, θα πετάξει στον αέρα σε μακρινές χώρες, λέγοντας: Και εκεί το χέρι σου θα με οδηγήσει, και το δεξί σου χέρι θα με κρατήσει (Ψλ 139,10).

Δεν θα φοβάται τον φόβο της νύχτας, από βέλος που πετάει τις μέρες, από πράγμα που περνά στο σκοτάδι, από αποβράσματα (επίθεση) και μεσημεριανό δαίμονα (Ψλ 90,3).

Αλλά ο θάνατος δεν είναι φοβερός γι' αυτόν, για τον οποίο η ζωή είναι ο Χριστός, γι' αυτόν ο θάνατος είναι κέρδος (Φιλιππησίους 1:21). Ποιος θα μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού: θλίψη, ή στενοχώρια, ή διωγμός, ή πείνα, ή γυμνότητα, ή κίνδυνος, ή σπαθί;... Ούτε θάνατος, ούτε ζωή, ούτε άγγελοι, ούτε αρχές, ούτε δυνάμεις, ούτε παρούσες ούτε το μέλλον, ούτε το ύψος, ούτε το βάθος, ούτε κανένα άλλο πλάσμα μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού (Ρωμ. 8:35-39).

Γι' αυτό, αγαπητοί, έχοντας τέτοιες υποσχέσεις, ας καθαρίσουμε τον εαυτό μας από κάθε ακαθαρσία της σάρκας και του πνεύματος, τελειοποιώντας την αγιότητα με φόβο Θεού (Β' Κορινθίους 7.1).

Ο Κύριος λέει: - Λύστε τα δεσμά της ανομίας, λύστε τα δεσμά του ζυγού, και αφήστε τον καταπιεσμένο να φύγει ελεύθερος, και σπάστε κάθε ζυγό. Μοιράσου το ψωμί σου με τους πεινασμένους και φέρε τους περιπλανώμενους φτωχούς στο σπίτι σου. όταν δεις γυμνό άντρα, ντύσου τον και μην κρύβεσαι από τους συγγενείς σου. Τότε το φως σου θα ανοίξει σαν την αυγή, και σύντομα θα αυξηθεί η θεραπεία σου, και η δικαιοσύνη σου θα πάει μπροστά σου, και η δόξα του Κυρίου θα σε συνοδεύει. Τότε θα καλέσετε, και ο Κύριος θα ακούσει. θα φωνάξεις, και θα πει: "Εδώ είμαι!" (Ησ 58:6-9).

Θεός! Δίδαξέ με να κάνω το θέλημά Σου (Ψλ 142:10) και την ημέρα που θα Σε καλέσω, άκουσέ με σύντομα (Ψλ 101:3)!

Είθε το έλεός σου να είναι επάνω μας, Κύριε, καθώς σε εμπιστευόμαστε (Ψαλμ. 32:22).

Ταπεινός Ιωάννης, Επίσκοπος Σαγκάης

30 Αυγούστου/12 Σεπτεμβρίου 1937

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

Οἱ κατὰ Θεὸν Ἀγῶνες καὶ τὰ Θαυμαστὰ Παλαίσματα τοῦ Ὁμολογητοῦ Ἱεράρχου Ἁγίου Γλυκερίου ἐν Ρουμανίᾳ (1891-1985)

 



Ο ΑΓΙΟΣ ΓΛΥΚΕΡΙΟΣ, Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΗΣ ΕΝ ΡΟΥΜΑΝΙΑ (15 Ἰουνίου)


῾Ο ἐν Ἁγίοις Πατὴρ ἡμῶν Γλυκέριος ὁ Ὁμολογητής, ὁ Μητροπολίτης καὶ πεφωτισμένος Ἡγέτης τῶν εὐσεβῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ρουμανίας, ἐγεννήθη ἐν ἔτει σωτηρίῳ 1890ῳ. Νεώτατος ἐχειροτονήθη Διάκονος τοῦ μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Ἰασίου, φλεγόμενος δὲ ὑπὸ τοῦ ἔρωτος τῆς ἡσυχίας, κατόπιν ἀδείας, ἠρνήθη τὸν μάταιον κόσμον καὶ συνηριθμήθη εἰς τὰ μέλη τῆς Ἀδελφότητος τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Νεὰμτς τῆς Μολδαβίας, ἔνθα ἐχειροτονήθη Ἱερομόναχος καὶ διωρίσθη Προϊστάμενος τῆς Ἱερᾶς Σκήτεως Ποκρὼβ (Ἁγίας Σκέπης), πλησίον τῆς Μονῆς Νεάμτς.

Ὅτε κατὰ τὸ ἔτος 1924, ἐπεβλήθη ἡ Καινοτομία τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου, ὁ Ἱερομόναχος Γλυκέριος καὶ ἡ Συνοδία αὐτοῦ ἦσαν οἱ μόνοι, οἵτινες ἠρνήθησαν νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν Καινοτομίαν ταύτην, διὸ διωχθέντες, ἠναγκάσθησαν νὰ καταφύγουν εἰς τὰ γειτονικὰ δάση.

Πολλοὶ εὐλαβεῖς πιστοὶ τῆς Μολδαβίας, διακατεχόμενοι ὑπὸ θείου ζήλου διὰ τὴν διατήρησιν ἀλωβήτου τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως, προσέδραμον εἰς τὸν Ἱερομόναχον Γλυκέριον καὶ παρεκάλεσαν αὐτόν, ὅπως ἀναλάβῃ τὴν διαποίμανσιν αὐτῶν.

Ὁ ζηλωτὴς Ἱερομόναχος, κατανοῶν τὴν ἀνάγκην τῶν περιστάσεων, ὑπεχώρησε καὶ ἐδέχθη τὴν παράκλησιν. Τοιουτρόπως, ἡγήθη τοῦ Ρουμανικοῦ Ἀκαινοτομήτου Πληρώματος, καὶ ἀνέπτυξε τοιαύτην θαυμαστὴν δραστηριότητα, ὥστε ἐντὸς ὀλίγων ἐτῶν ἀνηγέρθησαν τεσσαράκοντα περίπου ἱεροὶ Ναοί. Ὁ φιλόθεος Ἱερομόναχος Γλυκέριος, κατὰ τὴν περίοδον ἐκείνην, ἦλθεν εἰς Ἑλλάδα, εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος τοῦ Ἄθωνος, ἔνθα ἔλαβε τὸ Μέγα καὶ Ἀγγελικὸν Σχῆμα τῶν Μοναχῶν, ἐν τῇ Ἱερᾷ Ρουμανικῇ Σκήτῃ τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ἐπιστρέψας εἰς Ρουμανίαν, ἔλαβε μεθ᾿ ἑαυτοῦ τρεῖς Ρουμάνους Ἁγιορείτας Ἱερομονάχους, ἵνα βοηθήσουν αὐτὸν εἰς τὸ ἐπίμοχθον ἔργον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐνστάσεως.

Ἐν τῷ μεταξύ, πολλοὶ Ρουμᾶνοι ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἑορτολογικὴν Παράδοσιν, ἰδίως μάλιστα μετὰ τὸ σκανδαλῶδες γεγονὸς τοῦ συνεορτασμοῦ τοῦ Ἁγίου Πάσχα ὑπὸ τῆς Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας μετὰ τῶν Παπικῶν καὶ ὄχι μετὰ τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Τοῦτο συνέβη δύο φοράς, κατὰ τὰ ἔτη 1926 καὶ 1929. Τὸ ἔτος 1935, ἐπληροφορήθη τὴν Ὁμολογίαν τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν, Ἁγίου Χρυσοστόμου τοῦ Νέου Ὁμολογήτου, πρώην Φλωρίνης, τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ καὶ τοῦ Ζακύνθου Χρυσοστόμου, οἱ ὁποῖοι ἀνέλαβον τὴν ἡγεσίαν τοῦ Ἀκαινοτομήτου Πληρώματος ἐν Ἑλλάδι καὶ ἦλθε δευτέραν φορὰν εἰς Ἑλλάδα πρὸς συνάντησιν αὐτῶν. Ἀπεφασίσθη τότε ἡ Χειροτονία τοῦ Ἱερομονάχου Γλυκερίου εἰς Ἐπίσκοπον, ἀλλὰ δὲν ἐπραγματοποιήθη αὕτη, διότι συνελήφθη καὶ ἀπελάθη ἐκ τῆς Ἑλλάδος.

 * * *

Κατὰ τὸ ἔτος 1936, ὅταν ἤρχισαν οἱ φοβεροὶ διωγμοὶ ἐναντίον τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων τῆς Ρουμανίας ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Μύρωνος (πρώην Οὐνίτου), ὁ ζηλωτὴς Ἱερομόναχος Γλυκέριος συνελήφθη εἰς Πιάτρα Νεάμτς, κατὰ συμπλοκήν τινα, ὅτε ἐφονεύθησαν πολλοὶ εὐσεβεῖς τοῦ Πατρίου, ὡδηγήθη δὲ δέσμιος εἰς Βουκουρέστιον καὶ κατεδικάσθη εἰς θάνατον.

Κατόπιν ὅμως θαυματουργικῆς ἐπεμβάσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μετετράπη ἡ ποινὴ αὐτοῦ εἰς ἰσόβιον κάθειρξιν. Ἐκ δὲ τῶν φρικτῶν ξυλοδαρμῶν ἐτραυματίσθη δεινῶς εἷς τῶν ποδῶν αὐτοῦ καὶ ἐκ τῆς πληγῆς ἔρρεε συνεχῶς ὑγρόν, ἕως τῆς ὁσίας Κοιμήσεως αὐτοῦ. Ὁ Ἅγιος Γλυκέριος εἰς τὸ μέσον, ὡς Ἱερομόναχος, μὲ τὸν Συνασκητὴν αὐτοῦ Ἱεροδιάκονον Δαβὶδ καὶ ἄλλους Πατέρας.

Κατὰ τὸ διάστημα 1936-40 διετέλεσε φυλακισμένος ὑπὸ φοβερὰς συνθήκας. Διετάχθη αὐτῷ, ὅπως παραμένῃ καθ᾿ ὅλην σχεδὸν τὴν ἡμέραν ἐντὸς τῶν ὑδάτων ἑνὸς ποταμοῦ καὶ ἀνασύρῃ ἔξω κορμοὺς δένδρων. Παρὰ ταῦτα, ἐπέζησε καὶ κατὰ τὸ ἔτος 1940, εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ Β´ Παγκοσμίου Πολέμου, Χάριτι Θεοῦ, κατώρθωσε νὰ δραπετεύσῃ καὶ κρυφθῇ εἰς τὰ δάση τοῦ Νεάμτς, ὅπου παρέμεινε, μετὰ τοῦ συνασκητοῦ αὐτοῦ Διακόνου Δαβίδ, τελείως ἄγνωστος ἕως τοῦ ἔτους 1946, ἐντὸς μιᾶς ὀπῆς τῆς γῆς. Μόνος ὁ διακονητής, ὅστις προσεκόμιζεν αὐτοῖς τὴν τροφὴν αὐτῶν, καιροῦ ἐπιτρέποντος, ἐγνώριζε τὴν κρύπτην αὐτῶν.

* * *

Μετὰ τὸ πέρας τοῦ Πολέμου, ὁ εὐλογημένος Ἱερομόναχος Γλυκέριος ἤρχισε πάλιν τὰς ποιμαντικὰς αὐτοῦ δραστηριότητας καὶ ἀνέλαβε τὸ βαρύτατον ἔργον τῆς ἐπανοικοδομήσεως τῶν κατηδαφισμένων Ναῶν καὶ τῶν κατερειπωμένων Μονῶν, καθὼς ἅπαντα ἦσαν κατεστραμμένα κατὰ τὸν διωγμὸν τοῦ ἔτους 1936.

Ὁ μονώτατος ἐπιζῶν τῶν Ἱερέων τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας ἔπρεπε ἐπίσης νὰ βαπτίσῃ, στεφανώσῃ καὶ ἐξομολογήσῃ χιλιάδας πιστῶν, οἵτινες ἐστεροῦντο Ἱερέως ἐπὶ δέκα ἔτη!

Οἱ ἱεροὶ καὶ ὑπὲρ ἄνθρωπον ἀγῶνες τοῦ Ἁγίου ἐν τέλει ἐκαρποφόρησαν. Τὸ ποίμνιον ηὔξανε καὶ ἀνεγνώριζεν εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ ἱεροῦ Γλυκερίου τὸν Ἅγιον καὶ Ὁμολογητήν. Αἱ ἐργασίαι τῆς ἀναστηλώσεως ὡλοκληρώθησαν. Καὶ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ηὐδόκησε νὰ ἐνταχθῆ εἰς τὴν Ἀκαινοτόμητον Ἐκκλησίαν καὶ ὁ Ἀρχιερεὺς Γαλακτίων, ὅστις μετὰ τῶν Ἀρχιερέων Εὐλογίου καὶ Μεθοδίου ἐχειροτόνησαν τὸν π. Γλυκέριον Ἀρχιερέα (1955). Εὐθὺς ὅμως ὁ νέος Ἀρχιερεὺς συνελήφθη καὶ ἐτέθη ὑπὸ περιορισμόν, ὅστις ἔληξεν ἐν ἔτει 1963ῳ.

* * *

 Ἔκτοτε, διέμενεν ἐν τῇ μεγάλῃ ἀνδρικῇ Μονῇ τῆς Μεταμορφώσεως εἰς Σλατιοάραν, ἐξ ἧς δέκα περίπου μόνον φορὰς ἐξῆλθε πρὸς Ἐγκαινιασμὸν Ἱερῶν Ναῶν. Ἡ ζωὴ τοῦ Μητροπολίτου Γλυκερίου ἦτο ἀγγελική. Τὸ κελλίον αὐτοῦ ἦτο ὅμοιον τῶν ἄλλων Μοναχῶν, πτωχικὸν καὶ ἀπέριττον, ἡ δὲ κλίνη αὐτοῦ ξυλίνη ἄνευ στρώματος.

Παρηκολούθει ἀνελλιπῶς πάσας τὰς ἱερὰς Ἀκολουθίας, μέχρις ὅτου ἐβάρυνεν ἡ ἀκοὴ αὐτοῦ καὶ ἠναγκάσθη, ὅπως διαβάζῃ αὐτὰς κατ᾿ ἰδίαν. Ἠγρύπνει καθ᾿ ἑκάστην νύκτα, προσήρχετο εἰς τὴν Θείαν Λειτουργίαν καὶ καθ᾿ ὅλην τὴν ὑπόλοιπον ἡμέραν προσηύχετο ἀδιαλείπτως.

Οἱ λόγοι αὐτοῦ ἦσαν ὀλίγοι, ἀλλὰ σοφοὶ καὶ γλυκεῖς. Ἡ δίαιτα αὐτοῦ λιτωτάτη. Τὸ πρόσωπόν αὐτοῦ ἔλαμπεν, ὥστε οὐδεὶς ἠδύνατο ἀτενίζειν εἰς αὐτό. Συνεδύαζε τὴν ἄκραν ἀσκητικότητα καὶ ὑψηλὴν ἁγιότητα μετὰ τοῦ διοικητικοῦ χαρίσματος. Τὸ Χάρισμα αὐτὸ τοῦ Ἁγίου προσείλκυσε περίπου ἕνα ἑκατομμύριον πιστῶν εἰς τὴν Παράδοσιν τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου. Ἔτρεφον ἰδιαιτέραν ἐκτίμησιν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἀκόμη καὶ οἱ Κομμουνισταὶ ἄρχοντες, διότι πολλοὶ ἐξ αὐτῶν εἶχον φυλακισθῆ ὁμοῦ μετὰ τοῦ ὁσίου Ὁμολογητοῦ κατὰ τὴν περίοδον τῆς Μοναρχίας.

* * *

Κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ σωτηρίου ἔτους 1985ου ἠσθένησαν πλήρως αἱ δυνάμεις αὐτοῦ. Κατὰ δὲ τὴν περίοδον τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἐκάμφθη πλέον καὶ ἔμενε συνεχῶς κλινήρης. Τὴν δὲ 15ην τοῦ Ἰουνίου μηνός, καὶ ὀλίγας ὥρας πρὸ τῆς ὁσίας αὐτοῦ Κοιμήσεως, εἶδε θαυμασίαν τινὰ ὀπτασίαν:

 Ἦλθον Ἱερεῖς καὶ ἐλειτούργησαν ἐν τῷ ταπεινῷ αὐτοῦ κελλίῳ καὶ ἐκοινώνησαν αὐτὸν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἐνεφανίσθησαν δὲ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος καὶ προσεκάλεσαν αὐτόν, ὅπως ἔλθῃ καὶ λύσῃ τὴν νηστείαν μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ θείῳ Παραδείσῳ! Μετ᾿ ὀλίγον παρέδωσεν ἐν εἰρήνῃ τὴν ὁσιωτάτην Αὐτοῦ ψυχὴν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος...

Ἐκηδεύθη τέσσαρας ἡμέρας μετὰ τὴν μακαρίαν αὐτοῦ Κοίμησιν. Ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία διήρκεσε ὀκτὼ (8) ὥρας, ἔγινε δὲ ὑπαιθρίως, ἐν τῇ αὐλῇ τῆς Μονῆς, διότι ὁ Ναός, ἂν καὶ παμμεγέθης, δὲν ἐχώρει τὸ ἄπειρον πλῆθος τῶν εὐσεβῶν πιστῶν, οἵτινες εἶχον συρρεύσει ἐκ διαφόρων περιοχῶν τῆς Ρουμανίας, ἵνα προσκυνήσωσι τὸ ὄντως ἅγιον καὶ μαρτυρικὸν Σκήνωμα τοῦ ὁσίου Ἱεράρχου καὶ Ὁμολογητοῦ.

Ἐνεταφιάσθη ἐν τῇ ὑπ᾿ Αὐτοῦ ἀνεγερθείσῃ Ἱερᾷ Μονῇ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος εἰς Σλατιοάραν τῆς Μολδαβίας, καὶ τὸ ἱερὸν αὐτου Μνῆμα ἐγένετο πηγὴ θαυμάτων διὰ τοὺς εὐσεβεῖς, οἵτινες ἐτίμων αὐτὸν ἔτι ζῶντα ὡς ἅγιον καὶ προστάτην αὐτῶν.

Τὴν 15ην Ἰουνίου 1997, ἐγένετο ἡ Ἀνακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ Λειψάνου, ὅπερ εὑρέθη κιτρινωπὸν καὶ ἀποπνέον ἄρρητον εὐωδίαν. Τὴν δὲ 14ην Ἰουνίου τοῦ σωτηρίου ἔτους 1999, ὁ ἐν Ἁγίοις Πατὴρ ἡμῶν Γλυκέριος ὁ Ὁμολογητὴς προσετέθη ἐπισήμως εἰς τὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας.


Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ ´. Θείας Πίστεως.

 Θείῳ Πνεύματι ἱεραρχήσας, κατεφρόνησας ἀθέων θράσος· ἀγωνισθεὶς γὰρ γενναίῳ φρονήματι, τῶν καινοτόμων τὸ δόγμα κατέβαλες, καὶ Παραδόσεων ὤφθης προτείχισμα· ὅθεν ἅπαντες τιμῶμέν Σε νῦν Γλυκέριε, τῆς χώρας Μολδαβῶν τὸ ἐγκαλλώπισμα! 



PC. Sf Glicherie 05

 

Ὁ Ἅγιος Γλυκέριος ὡς Ἱερομόναχος καθήμενος στὸ κέντρο, μὲ τὸ κομβοσχοίνι ἐπὶ τοῦ ἐπιτραχηλίου, μεταξὺ καὶ ἄλλων Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, σὲ φωτογραφία τῆς περιόδου περὶ τὰ μέσα τοῦ ’30 στὴν Ρουμανία.

Δείτε σχετικά:

Οἱ κατὰ Θεὸν Ἀγῶνες καὶ τὰ Θαυμαστὰ Παλαίσματα τοῦ Ὁμολογητοῦ Ἱεράρχου Ἁγίου Γλυκερίου ἐν Ρουμανίᾳ (1891-1985).

Τρίτη 27 Ιουνίου 2023

Ἐπέτειος 100 ἐτῶν ἀπὸ τὸ Μεταξακικὸ «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ 1923 (του Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντος)

 

+ Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος

Α. Ἐκκλησιοµάχος Οἰκουµενισµὸς καὶ Ἡµερολογιακὸ Θέµα

     ΩΣ ΓΝΩΣΤΟΝ, οἱ ἅγιες Οἰκουμενικὲς καὶ Τοπικὲς Σύνοδοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἦταν ἀνέκαθεν Σύνοδοι τῆς Παραδόσεως, γιὰ τὸν λόγο δὲ τοῦτο εἶχαν τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἐπισφράγιση τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος. Αὐτὸ ἀποτελοῦσε καὶ τὴν ἀσφάλεια τῆς µὴ παρεκκλίσεως καὶ ἐκτροπῆς στὴν πολύµορφη πλάνη τῆς ἀποστασίας.

     Ὅµως, στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος φοβερὴ καταιγίδα ἔπληξε τὴν θεία ὁλκάδα τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας, καὶ συνεχίζει νὰ τὴν πλήττει δεινῶς. Πρόκειται γιὰ τὴν Ἐκκλησιοµάχο αἵρεση τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ὁ ὁποῖος στὴν προφανῆ ἀντιπαραδοσιακότητά του, ἀντιμάχεται εὐθέως τὴν Μοναδικότητα καὶ τὴν Σωτηριολογικὴ Ἀποκλειστικότητα τῆς Ἀληθινῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ ἐπὶ γῆς, ἤτοι τῆς Ὀρθοδόξου, τοῦ πραγµατικοῦ αὐτοῦ θεοϊδρύτου «ἐργαστηρίου ἁγιότητος» τῶν ἀνθρώπων.

     Οἱ νέοι καινοτόµοι καὶ αἱρετικοὶ Οἰκουµενισταὶ πλήττουν τὴν ἱερὰ Παράδοση µέσῳ τῆς ἐπιθέσεώς τους κατὰ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου καὶ Πασχαλίου, ὡς ἀπαρχὴ τοῦ εὐρυτέρου µεταρρυθµιστικοῦ καὶ κατὰ βάσιν ἀντιεκκλησιαστικοῦ σχεδίου τους, γιὰ µία ἐκκοσµίκευση καὶ ἕναν «ἐκσυγχρονισµό», ὥστε ἡ «µεταλλαγµένη» ἐκκλησία νὰ συναρµόζεται στὴν συγκρητιστικὴ πανθρησκεία καὶ νὰ παραδοθεῖ ἀνενδοίαστα στὴν ἄνοµη κυριαρχία τοῦ Ἀντιχρίστου.  

     Ἡ ἐπιβολὴ τοῦ Οἰκουµενισµοῦ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἄρχισε µὲ τὴν ἀνακίνηση τοῦ ζητήµατος τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Πατροπαραδότου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου καὶ Πασχαλίου. Οἱ Οἰκουμενιστὲς ἐπικαλέσθηκαν ὡς δικαιολογία ὅτι πρόκειται ἁπλῶς γιὰ διόρθωση ἀστρονοµικοῦ λάθους, ἀλλὰ ὁ πραγµατικὸς σκοπός τους ἦταν ἡ ἐπίτευξη συνεορτασµοῦ µὲ τοὺς ἑτεροδόξους. Τὸ πρῶτο αὐτὸ σηµαντικὸ βῆµα θὰ ἄνοιγε τὸν δρόµο γιὰ µία σταδιακὴ οἰκουµενιστικὴ διάβρωση, πρᾶγµα ποὺ συμβαίνει ἐδῶ καὶ ἕναν αἰῶνα.

     Τὸ Πάτριο ἤ Ἰουλιανὸ ἤ Παλαιὸ Ἡµερολόγιο ἐχρησιµοποιεῖτο ἀνέκαθεν ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὄχι διότι ἦταν τὸ καλύτερο ἤ ἀκριβέστερο ἀστρονοµικὰ καὶ ἐπιστηµονικά. Αὐτὸ βρῆκε ἡ Ἐκκλησία ἐν χρήσει στὴν Ρωµαϊκὴ Πολιτεία καὶ βάσει αὐτοῦ ρύθµισε τὸ Πασχάλιο καὶ τὸ Ἑορτολόγιό της. Ἔτσι, αὐτὸ συµπλέχθηκε µὲ τὴν λειτουργικὴ ζωή της, «συνυφάνθη καὶ ἡγιάσθη»1 καὶ ἀποτέλεσε µέρος τῆς Παραδόσεώς της, ἀποκαλούµενο πλέον Ἐκκλησιαστικόν2.

     Ὅταν τὸν ΙΣΤ΄ αἰῶνα οἱ αἱρετικοὶ Παπικοὶ προσπάθησαν νὰ πείσουν τοὺς Ὀρθοδόξους νὰ ἀποδεχθοῦν τὸ δικό τους νεο-εφεύρετο τότε Γρηγοριανὸ ἤ Παπικὸ Ἡµερολόγιο καὶ Πασχάλιο, οἱ Προκαθήµενοι τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχείων ἀπέκρουσαν καὶ κατεδίκασαν Συνοδικῶς τὸ Δυτικὸ Ἡµερολόγιο τρεῖς φορὲς σὲ µεγάλες Πανορθοδόξους Συνόδους: τὸ 1583, τὸ 1587 καὶ τὸ 1593 3.

     Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, διακρινόµενοι ἐπὶ σοφίᾳ καὶ εὐρύτητι πνεύµατος, δὲν ἦσαν κατὰ τῆς ἐπιστηµονικῆς ὀρθοφροσύνης, ἀλλὰ στὸ θέµα τοῦ Ἡµερολογίου ἔθεταν ὡς ἀρχὴ τὴν συµφωνία καὶ ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι τὴν ἀκρίβεια τῆς ἰσηµερίας4Γιὰ τὸν λόγο τοῦτον, ἀπὸ τὸν ΣΤ΄ ἤδη αἰῶνα, ὁπότε καθορίσθηκε ἅπαξ διὰ παντὸς τὸ ἑνοποιηµένο ἡµερολογιο-πασχάλιο σύστηµα γιὰ τὶς ἐκκλησιαστικὲς Ἑορτές, δὲν ὑπῆρξε διάσταση στὸν χρόνο ἑορτασµοῦ τῆς µιᾶς καὶ αὐτῆς Ἑορτῆς στὴν λειτουργικὴ καὶ πνευµατικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας5. Ὅλες οἱ Τοπικὲς Ἐκκλησίες νήστευαν καὶ ἑόρταζαν ἀπὸ κοινοῦ πρὸς αἰσθητοποίησιν τῆς µοναδικότητος, συµφωνίας καὶ ἑνώσεως στὴν Πίστη, στὰ Μυστήρια καὶ στὴν ἐν Χριστῷ ἁγιαστικὴ ζωὴ τῆς Χάριτος.

     Ἡ ἀναζήτησις ἀκριβοῦς ἐπιστηµονικὰ ἡµερολογίου γιὰ χρήση στὴν Ἐκκλησία εἶναι µία µεγάλη πλάνη, καὶ διότι ἐξαρτᾶ τὸν ἑορτολογικὸ κύκλο τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὶς ἑκάστοτε ἐπιστηµονικὲς ἀνακαλύψεις καὶ ἐξελίξεις, ἀλλὰ καὶ διότι -πρᾶγµα ποὺ εἶναι καὶ τὸ πλέον σηµαντικό- δὲν θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ἐκπληρωθοῦν οἱ Κανονικὲς ἀπαιτήσεις τῆς Ἐκκλησίας (βλ. Ἱεροὺς Κανόνες Ζ΄ Ἀποστολικόν, ὡς καὶ Ὅρον Α΄ Οἰκουµενικῆς Συνόδου βεβαιούµενον ἀπὸ τὸν Α΄ τῆς Ἀντιοχείας), ὥστε τὸ Χριστιανικὸ Πάσχα νὰ µὴ συµπίπτει ποτὲ µετὰ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ, οὔτε βέβαια νὰ προηγεῖται αὐτοῦ, ἀλλὰ πάντοτε νὰ ἕπεται.

     Ὅπως δὲ ὀρθῶς ἔχει παρατηρηθεῖ, ἡ ἀπαγόρευση συνεορτασµοῦ τοῦ Πάσχα µὲ τοὺς Ἰουδαίους ἀπὸ τὴν Α΄ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο, ἔχει τὴν ἔννοια καὶ τῆς ἀπαγορεύσεως συνεορτασµοῦ µὲ τοὺς ἑτεροδόξους6. Ὁ συνεορτασµὸς προϋποθέτει ταυτότητα καὶ ἑνότητα Πίστεως· ὁπότε, ἡ ἀπόρριψις κοινοῦ ἡµερολογίου µὲ τοὺς ἑτεροδόξους δὲν ὀφείλεται σὲ ἄκαιρο καὶ παράλογο πεῖσµα ἀρνήσεως τῆς ἐπιστηµονικῆς ἀκριβείας καὶ τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, ἀλλὰ καθαρὰ σὲ λόγους Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογικῆς αὐτοσυνειδησίας, οἱ ὁποῖοι τονίζουν τὴν ἀπόλυτη ἀδυναµία συνεορτασµοῦ ἐν ὅσῳ ὑφίσταται οὐσιώδης διαφορὰ Πίστεως.

     Ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ἄρχισε νὰ ἐπιβάλλεται σταδιακὰ καὶ µεθοδικὰ στὸν χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶχε ὡς σηµαντικὸ καὶ καθοριστικὸ σταθµὸ στὴν ἐπικράτησή της τὸ δύσφηµο δῆθεν Πανορθόδοξο Συνέδριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1923, τοῦ ὁποίου τὴν θλιβερὴ 100ὴ ἐπέτειο ἀριθµοῦµε κατὰ τὸ τρέχον ἔτος. Αὐτὸ τὸ ἀπαισίας µνήµης Συνέδριο δὲν ἦταν «εἰς οἰκοδοµήν», ἀλλ’ «εἰς καθαίρεσιν»! Ἔσεισε τὸ ἅγιο οἰκοδόµηµα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐκλόνισε µὲ κτύπηµα ἰσχυρὸ τὶς ἅγιες καὶ σεπτὲς Παραδόσεις τῆς ἁγίας Πίστεώς µας, προκειµένου νὰ διευκολύνει τὸν ὀλισθηρὸ δρόµο προσεγγίσεως µὲ τοὺς ἑτεροδόξους καὶ συνεορτασµοῦ µὲ αὐτούς, γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ ὄχι ἡ «ἑνότητα τῆς Πίστεως»7 ἐν Ἀληθείᾳ, ἀλλὰ τοῦ ψεύδους ἐν πλάνῃ.

Β. Τὸ µοιραῖο πρόσωπο τοῦ Μελετίου Μεταξάκη

     Γιὰ νὰ ἐπιτελεσθοῦν Καινοτοµίες στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ προκληθεῖ σάλος καὶ διαίρεση, χρειάζονται τὰ «κατάλληλα» πρόσωπα, τὰ ὁποῖα νὰ ἔχουν τὸ θράσος καὶ τὴν ἀσέβεια, ὥστε νὰ ἐπιτελέσουν ἔργο καταστροφικό. Ἕνα τέτοιο µοιραῖο πρόσωπο ἀποδείχθηκε καὶ ὁ ἐκ Κρήτης καταγόµενος Μελέτιος Μεταξάκης, πνεῦµα ἀνήσυχο, ὁρµητικὸ καὶ παράτολµο, µὲ ἀναµφισβήτητα µεγάλες καὶ ἐντυπωσιακὲς ἱκανότητες. Νέος κατατάχθηκε στὴν Ἁγιοταφικὴ Ἀδελφότητα στὰ Ἱεροσόλυµα, ἀπὸ ἐκεῖ µετέβη στὴν Δαµασκό, ἐν συνεχείᾳ καὶ πάλι στὰ Ἱεροσόλυµα, ὅπου ἔφθασε µέχρι τὴν θέση τοῦ Ἀρχιγραµµατέως πρὶν νὰ ἐκδιωχθεῖ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, κατόπιν ἐξελέγη Μητροπολίτης Κιτίου στὴν Κύπρο (1910) καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, τὸ 1918, ἐκλήθη νὰ ἀναλάβει τὴν θέση τοῦ Μητροπολίτου Ἀθηνῶν, λόγῳ πολιτικῶν ἀλλαγῶν.

     Ὡς Ἀθηνῶν, ὁ Μελέτιος Μεταξάκης ἔθεσε τὸ 1919 τὸ θέµα µεταβολῆς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου, κατ’ αἴτησιν τῆς Πολιτείας, προκειµένου νὰ συµβαδίζουν Ἐκκλησία καὶ Πολιτεία ἡµερολογιακῶς ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ, δηλαδὴ τοῦ Γρηγοριανοῦ Παπικοῦ Ἡµερολογίου, µὲ ἐπίκληση λόγων καθαρὰ πρακτικῆς καὶ κοινωνικῆς ἐξυπηρετήσεως8, ἄνευ οὐδεµιᾶς παραδοσιακῆς, θεολογικῆς, λειτουργικῆς, κανονικῆς ἤ ποιµαντικῆς ἀναφορᾶς καὶ δικαιολογήσεως.

     Οἱ Καινοτόµοι-Μεταρρυθµιστές, τύπου Μελετίου Μεταξάκη καὶ τῶν ἀκολούθων του, παλαιῶν καὶ συγχρόνων, σκεπτόµενοι στὴν ἐξέταση τοῦ ἡµερολογιακοῦ θέµατος κοσµικά, ἐπιφανειακὰ καὶ ἄρα λανθασµένα, δὲν παύουν νὰ ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ µεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου «δὲν προσκρούει σὲ δογµατικοὺς καὶ κανονικοὺς λόγους». Τὰ ἴδια ὅµως τὰ γεγονότα τοὺς διαψεύδουν οἰκτρῶς!

     Τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1920 κυκλοφόρησε ἡ αἱρετικὴ Ἐγκύκλιος τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», ὁ Καταστατικὸς αὐτὸς Χάρτης τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ἡ ὁποία προέβλεπε -µεταξὺ ἄλλων- καὶ παραδοχὴ «ἑνιαίου ἡµερολογίου πρὸς ταὐτόχρονον ἑορτασµὸν τῶν µεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν ὑπὸ πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν»9. Ἡ ὁµολογία αὐτὴ εἶναι τόσο σαφής, ὥστε νὰ µὴν ἐπιδέχεται παρερµηνεία. Τὰ δὲ ὑποστηριζόµενα περὶ «ἀστρονοµικῆς ἀκριβείας», περὶ «ἀναγκαίας διορθώσεως λάθους» κ.λπ., ὡς καὶ τὰ περὶ ἐντελῶς ἀθώας καὶ ἀκινδύνου ἡµερολογιακῆς µεταβολῆς, ἀποτελοῦν θλιβερὲς ἐπινοήσεις ἀνοήτου ἐξαπατήσεως.

     Στὰ τέλη τοῦ 1920, ὁ Μελέτιος Μεταξάκης ἐξαναγκάσθηκε σὲ παραίτηση ἐξ αἰτίας νέας πολιτειακῆς ἀλλαγῆς καὶ µετέβη στὴν Ἀµερική, ὅπου εἶχε σηµαντικὴ οἰκουµενιστικὴ δράση µὲ τοὺς Ἀγγλικανούς. Μὲ αὐτοὺς εἰδικῶς διατηροῦσε πάντοτε τὶς πλέον θερµὲς σχέσεις ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἀµερικὴ καὶ στὴν Ἀγγλία καὶ στὴν Ἑλλάδα10, τὸ δὲ ἔτος 1922 προέβη στὴν ἀναγνώριση τῆς ἰσχύος τῶν χειροτονιῶν τους. Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1922 ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 1923 ἄρχισε νὰ προετοιµάζει τὴν ψήφιση, προώθηση καὶ ἐφαρµογὴ τῶν Καινοτοµιῶν, οἱ ὁποῖες ἀπεδείχθησαν ἄκρως ἐπιζήµιες γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, µὲ πρώτη τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου.

     Ἡ σπουδὴ τοῦ Μελετίου στὴν προώθηση Καινοτοµιῶν ἐξηγεῖται ὄχι µόνο λόγῳ τοῦ µεταρρυθµιστικοῦ καὶ ἀντισυντηρητικοῦ χαρακτῆρος του, ἀλλὰ καὶ ἐξ αἰτίας τῆς µασονικῆς ἰδιότητός του, ἡ ὁποία εἶναι ἀδιαµφισβήτητη11. Ἐφ’ ὅσον ἦταν µέλος τῆς ἀντιχρίστου µασονίας ἀπὸ τὸ 1909, ἡ ὁποία ὡς σκοτεινὴ φιλοσοφικο-θρησκευτικὴ ὀργάνωσις εἶναι ἐντελῶς ἀσυµβίβαστη πρὸς τὴν Χριστιανικὴ ἰδιότητα, καὶ τὴν ὁποίαν ὁ Μελέτιος µελέτησε µὲ πάθος καὶ τὴν κατέστησε βίωµά του, εἶναι πλήρως εὐεξήγητη ἡ πορεία καὶ δραστηριότητά του ὡς ὀλετῆρος τῆς Ὀρθοδοξίας.

     Ζηλώσας λοιπὸν δόξαν µεταρρυθµιστοῦ καὶ ἀνατροπέως τῆς Τάξεως καὶ Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, χάριν ἱκανοποιήσεως κοσµικῶν, πολιτικῶν, κοινωνικῶν καὶ φιλαιρετικῶν σκοπῶν, ὁ Μεταξάκης συνεκάλεσε τὸ λεγόµενο «Πανορθόδοξο Συνέδριο» στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ 10 Μαΐου ἕως 8 Ἰουνίου τοῦ 1923.

     Ἡ στιγµὴ καὶ συγκυρία ἦταν ἐντελῶς ἀκατάλληλη γιὰ κάτι τέτοιο. Προηγήθηκε ἡ κατάρρευση τοῦ Μικρασιατικοῦ µετώπου τὸ προηγούµενο µόλις ἔτος 1922 µὲ τὰ τραγικὰ ἐπακόλουθά του τοῦ ξερριζωµοῦ τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου ἀπὸ τὶς πατρογονικές του ἑστίες· ἐπικρατοῦσε πολιτικὸς διχασµὸς στὴν Ἑλλάδα µὲ ἐκκλησιαστικὲς συνέπειες· οἱ Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς ἐξ αἰτίας προβληµάτων µεταξύ τους διατελοῦσαν σὲ διάσταση· ἡ Ἐκκλησία στὴν Ρωσία ἐδιώκετο ἀπὸ τοὺς ἀθεϊστές· ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας ἦταν ἀποκοµµένη τῆς κοινωνίας τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων ἐξ αἰτίας τοῦ ἐθνοφυλετισµοῦ κ.λπ. Ἄρα, οἱ συνθῆκες δὲν ἦταν πρόσφορες, ἀλλὰ µᾶλλον ἐντελῶς ἀποτρεπτικές12.

Γ. Τὸ «Πανορθόδοξον Συνέδριον» τοῦ 1923 καὶ οἱ πικροὶ καρποί του

     Ὁ Μελέτιος δι’ ἐπιστολῆς του ἀπὸ 3.2.1923, καλοῦσε ἀντιπροσώπους τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν γιὰ ἐµπεριστατωµένη µελέτη τοῦ ἡµερολογιακοῦ θέµατος καὶ ἄλλων ζητηµάτων πανορθοδόξου ἐνδιαφέροντος, τὰ ὁποῖα µάλιστα θεωροῦσε ἐπείγοντα. Κωνσταντινούπολη καὶ Ἀθήνα εἶχαν ἤδη δροµολογήσει τὴν Ἡµερολογιακὴ Καινοτοµία καὶ ὁ Μελέτιος, γιὰ νὰ προωθήσει αὐτήν, ἐπικαλοῦνταν λόγους πρακτικοὺς κοινωνικῆς διευκολύνσεως, «ἀλλὰ καὶ πρὸς ἐξυπηρέτησιν… τῆς παγχριστιανικῆς ἑνότητος πάντων τῶν ἐπικαλουµένων τῷ ὀνόµατι Κυρίου ἑορταζόντων τὴν αὐτὴν ἡµέραν τὴν Γέννησιν αὐτοῦ καὶ τὴν Ἀνάστασιν». Ἰδοὺ καὶ πάλι ὁ σαφὴς καὶ ἀπροκάλυπτος πραγµατικὸς οἰκουµενιστικὸς σκοπὸς καὶ προσανατολισµός! Ἐπίσης, γίνεται µνεία στὴν δῆθεν ἐξυπηρέτηση διὰ τῆς ἡµερολογιακῆς µεταρρυθµίσεως τῶν µεταναστῶν ἀπὸ Ὀρθόδοξα κράτη στὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Ἀµερική, γιὰ νὰ µὴ ζηµιώνονται δῆθεν «τὰ ὑλικὰ αὐτῶν συµφέροντα»13!

      Ὅµως, τὰ Πατριαρχεῖα Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύµων δὲν συµµετεῖχαν στὸ «Συνέδριο», παρὰ µόνον οἱ Ἐκκλησίες Κωνσταντινουπόλεως, Σερβίας, Ρουµανίας, Ἑλλάδος καὶ Κύπρου, καὶ µάλιστα οἱ δύο τελευταῖες ὄχι µὲ δικούς τους ἀντιπροσώπους, ἀλλὰ µὲ «δοτὴ» ἐκπροσώπηση. Δύο δὲ Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ἁπλῶς εὑρέθησαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐν Σερβίᾳ ἑδρεύοντες µετανάστες καὶ ἕνας ἀπὸ τὴν Ἀµερικὴ καὶ προσεκλήθησαν «αὐτεπαγγέλτως» ἀπὸ τὸ Οἰκουµενικὸ Πατριαρχεῖο, χωρὶς βεβαίως νὰ εἶναι πραγµατικὰ ἀντιπρόσωποι τῆς ἐν διωγµῷ εὑρισκοµένης Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Συνολικὰ συµµετεῖχαν14 δέκα πρόσωπα τὸν ἀριθµόν, ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Μελετίου, ἕξι ἀρχιερεῖς (τρεῖς τοῦ κλίµατος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐκ τῶν ὁποίων γιὰ τοὺς δύο ἄδεται λόγος ἐπίσης περὶ τῆς µασονικῆς τους ἰδιότητος), ἕνας Ἀρχιµανδρίτης (ἐπίσης μασόνος) καὶ τρεῖς λαϊκοί (ἕνας καθηγητὴς θεολογίας, ἕνας γερουσιαστὴς καὶ ἕνας µηχανικός!).

     Ἄρα λοιπὸν ὁ τίτλος του ὡς «Πανορθοδόξου» Συνεδρίου δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγµατικότητα, ἔχων δὲ τοῦτο ὑπ’ ὄψιν του ὁ Ὁµολογητὴς Ἱεράρχης Ἅγιος πρώην Φλωρίνης Χρυσόστοµος (Καβουρίδης), διεπίστωνε ὅτι ὄντως «κακῶς ἀπεκλήθη πανορθόδοξον»15, ἐνῶ δὲν ἦταν τέτοιο, ἀλλὰ καὶ δὲν ἔτυχε τοιαύτης ἀποδοχῆς, παρὰ µᾶλλον πανορθοδόξου ἀπορρίψεως!

     Ἐπίσης, πρόβληµα συνιστᾶ καὶ ὁ τίτλος του ὡς «Συνεδρίου». Ἀρχικῶς µάλιστα ὁ Μελέτιος ἔγραφε περὶ «Διορθοδόξου Ἐπιτροπῆς», ἐφ’ ὅσον ἦταν πρωτάκουστο στὴν ἱστορία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἕνα τέτοιο καινοφανὲς ὄργανο, τὸ ὁποῖο εἶχε σαφῶς ὡς πρότυπό του τὶς παναγγλικανικὲς συνελεύσεις, ἀλλὰ καὶ τὶς πολιτικὲς διασκέψεις16, ὄργανα/σώµατα ἰδιαίτερα προσφιλῆ στὸν Μεταξάκη.

     Σύµφωνα ὅµως µὲ τοὺς ἱ. Κανόνες καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τὰ ἐκκλησιαστικὰ ζητήµατα τοπικῆς καὶ εὐρυτέρας σηµασίας ἐπιλύονται ἀποκλειστικὰ καὶ µόνον ἀπὸ Σύνοδο τῶν διαποιµαινόντων Ἐπισκόπων (βλ. ΛΖ΄ Ἀποστολικόν, Ε΄ τῆς Α΄ Οἰκουµενικῆς, ΙΘ΄ τῆς Δ΄ Οἰκουµενικῆς καὶ ΣΤ΄ τῆς Ζ΄ Οἰκουµενικῆς). Τὰ δὲ λεγόµενα «Συνέδρια», «Συνελεύσεις», «Συµπόσια» κ.λπ., ἀποτελοῦν διαφορετικοῦ χαρακτῆρος συναθροίσεις, οἱ ὁποῖες δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποκαθιστοῦν τὸ Συνοδικὸ σύστηµα διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας17.

     Ἀκόµη, πρέπει νὰ τονισθεῖ ὅτι τὰ ὀλιγάριθµα µέλη τοῦ «Συνεδρίου», ἐφ’ ὅσον δὲν εἶχαν οἱ Ἐκκλησίες τὶς ὁποῖες ἀντιπροσώπευαν διαµορφωµένη ἀντίληψη καὶ Συνοδικὴ τοποθέτηση γιὰ τὰ περισσότερα ἤ καὶ γιὰ ὅλα ἐκ τῶν θεµάτων ποὺ ἐτέθησαν εἰς αὐτό, οὐσιαστικὰ ἐξέφραζαν προσωπικὲς γνῶµες αὐτῶν ἤ ἔστω τῶν Συνόδων τους, δὲν ἠδύναντο ὅµως νὰ ἀποφασίσουν γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία ἐπὶ Κανονικῶν καὶ Δογµατικῶν θεµάτων. Ἐπρόκειτο δηλαδὴ γιὰ ἰδιωτικὴ συνάντηση ὀλίγων ἀνθρώπων µὲ προσωπικὲς γνῶµες ἐπὶ διαφόρων θεµάτων καὶ οὐδὲν περισσότερον. Δὲν ἀποτελοῦσαν πάντως Ἐπιτροπὴ ἤ πολὺ περισσότερο Σύνοδο τῆς ὅλης Ἐκκλησίας18!

     Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους, τὸ «Συνέδριο» ἦταν ἕνα Ἀντικανονικὸ σῶµα, µία καινοφανὴς συνάθροισις, ἄνευ οὐδεµιᾶς αὐθεντίας ἔναντι τῆς Συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Πληρώµατος Αὐτῆς.

     Τὸ δὲ περιεχόµενο τῶν ἀποφάσεων ἤ ἔστω προτάσεων αὐτοῦ ἦταν ἐντελῶς ἀντίθετο πρὸς τὸ γράµµα καὶ τὸ πνεῦµα τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, πρᾶγµα ποὺ καθιστᾶ τὸ «Συνέδριον» τῷ ὄντι «Ἀντορθόδοξον», κατὰ τὸν Κασσανδρείας Εἰρηναῖο19.

     Ἡ τεθεῖσα θεµατολογία εἰς αὐτὸ ἔδειχνε καθαρὰ τὸ νεωτεριστικὸ πνεῦµα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐνεφορεῖτο, καὶ τὴν διάθεση προσαρµογῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὶς «ἀπαιτήσεις» τοῦ κόσµου, ὅπως θὰ φανεῖ καὶ ἀπὸ τὶς ἀναφερόμενες κατωτέρω λοιπὲς ἀποφάσεις του.

     Τὸ «Συνέδριο» εἶχε ἕνδεκα Συνεδρίες ἀπὸ 10ης Μαΐου ἕως 8ης Ἰουνίου, τὴν δὲ 5η καὶ 6η Ἰουνίου ἐξέδωσε ἑπτὰ ἀποφάσεις, οἱ ὁποῖες ὑπεγράφησαν ἀπὸ ὀκτὼ ἤ ἐννέα ἀντιπροσώπους (ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κισνοβίου Ἀναστάσιος τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς εἶχε ἀποχωρήσει), πλήρεις ἀντορθοδοξίας καὶ ἀντιπαραδοσιακότητος, ἐκτὸς ἴσως ἀπὸ τὴν ἑβδόµη καὶ τελευταία, περὶ ἐκφράσεως συµπαθείας στὸν διωκόµενο Πατριάρχη τῆς Ρωσίας Τύχωνα20· ὅλα δὲ τὰ προαναφερθέντα θέµατα ὑπερψηφίσθηκαν, κατὰ παράβασιν βεβαίως τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῆς Παραδόσεως καὶ Πράξεως τῆς Ἐκκλησίας.

     Εἰδικῶς ὡς πρὸς τὸ Ἡµερολογιακό, τὸ ὁποῖο µᾶς ἐνδιαφέρει περισσότερο, ἤδη ἀπὸ τὴν πρώτη Συνεδρία, ὁ Μελέτιος τὸ χαρακτήρισε ὡς «προέχον» καὶ ὡς «ζωτικόν», µὲ βασικὸ σκεπτικὸ τὴν διευκόλυνση τῆς κοινωνικῆς ζωῆς τῶν πιστῶν. Προέβη δὲ στὴν παρατήρηση, ὅτι ἡ µονοµερὴς ἀπόφασις ἀλλαγῆς τοῦ Ἡµερολογίου µιᾶς «Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας», ἤτοι τῶν Παπικῶν τὸν ΙΣΤ΄ αἰῶνα, ἐπέφερε διάσπαση ἑορτολογικὴ καὶ ἐξέφρασε τὴν πεποίθηση, ὅτι «ἦλθεν ἡ ὥρα τῆς ἐκ νέου ἀποκαταστάσεως τῆς ἑνότητος τῶν χριστιανῶν τοὐλάχιστον ἐν τῷ σηµείῳ τούτῳ»21Ἡ λογικὴ τοῦ Μελετίου εἶναι παράδοξη καὶ πάντως τελείως ἀντορθόδοξη, ἀλλὰ ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸ γεγονός, ὅτι ἀντιµετώπιζε τὸ θέµα «ὡς µέλος τῆς παγχριστιανικῆς ἀδελφότητος»22.

     Ὁ θεωρούµενος ὡς ἀντιπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος µητροπολίτης Δυρραχίου Ἰάκωβος, κατέθεσε ἕτοιµη πρόταση αὐτῆς γιὰ διαρρύθµιση τοῦ Ἡµερολογίου, µὲ ἀπάλειψη 13 ἡµερῶν ἀπὸ τὸ Ἰουλιανό, χωρὶς µεταβολὴ τοῦ Πασχαλίου, σὺν τῇ διευκρινίσει ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶναι ἕτοιµη νὰ ἀποδεχθεῖ ἀκόµη καὶ νέα λύση γιὰ τὸν ἑορτασµὸ τοῦ Πάσχα, ἀρκεῖ αὐτὴ νὰ εἶναι σύµφωνη πρὸς τὴν συνοδικὴ ἀπόφαση καὶ τοὺς Κανόνες καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας23. Αὐτὴ ἦταν οὐσιαστικὰ ἡ πρόταση καὶ τοῦ θεωρητικοῦ τῆς ἡµερολογιακῆς ἀλλαγῆς Μητροπολίτου Βιζύης Ἀνθίµου, τὴν ὁποία προώθησε ὁ τότε νεωστὶ τοποθετηθεὶς ὡς Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Χρυσόστοµος Παπαδόπουλος, ὁ καὶ Μεταρρυθµιστὴς τοῦ Ἡµερολογίου στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὸ 1924 24.

     Γιὰ τὴν µελέτη τοῦ Ἡµερολογιακοῦ συνεστήθησαν ὑπὸ τοῦ «Πανορθοδόξου Συνεδρίου» τρεῖς Ὑπο-επιτροπές, γιὰ τὴν ἐξέτασή του ἀπὸ ἔποψη δογµατοκανονική, πρακτικὴ καὶ ἐπιστηµονική25.

     Ἡ πρώτη δὲν βρῆκε κάτι τὸ ἐπιλήψιµο στὴν µεταρρύθµιση καὶ θεώρησε ὅτι πρέπει νὰ ἐπαναφερθεῖ ἡ Ἰσηµερία χρονικῶς στὴν 21η Μαρτίου, ὅπως δῆθεν τὴν ὅρισε ἡ Α΄ Οἰκουµενικὴ Σύνοδος, ἐξέφρασε δὲ ὑποστήριξη στὸ ἐνδεχόµενο µονιµοποιήσεως τῆς ἡµέρας τοῦ Πάσχα. Τὸ πόσο λανθασµένα καὶ ἀντιφατικὰ εἶναι αὐτά, δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀναφέρουµε! Ἡ Α΄ Οἰκουµενικὴ Σύνοδος ὅρισε τὴν Ἰσηµερία τοῦ Μαρτίου ὄχι φυσικῶς, ἀλλὰ θετῶς26γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ ἀκριβῶς ἡ ἐξάρτησις ἀπὸ τὴν ἀστρονοµία καὶ γιὰ νὰ τηροῦνται πάντοτε οἱ «διορισµοὶ» τοῦ Πάσχα ἀπαρασάλευτα. Ἡ δὲ πρόταση γιὰ µονιµοποίηση τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ἀποτελεῖ ἀπροκάλυπτη προδοσία τῆς Α΄ Οἰκουµενικῆς Συνόδου ἐπ’ αὐτοῦ καὶ ἀνατροπὴ ὅλης τῆς λειτουργικῆς ζωῆς καὶ πράξεως τῆς Ἐκκλησίας.

     Ἡ δεύτερη Ὑπο-επιτροπή, ἡ πρακτική, πρότεινε τρόπο ἐφαρµογῆς τῆς ἡµερολογιακῆς µεταβολῆς, ὡς ἐπίσης καὶ τῆς ἀναλόγου προσαρµογῆς καὶ τοῦ Πασχαλίου «διὰ λόγους ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων, πρακτικῆς ὠφελείας αὐτῶν, σκοπιµότητος καὶ καλῆς ἐντυπώσεως»27. Εἶναι ἀπίστευτο, τὸ ὅτι ἡ κατάλυση τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύµατι ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων, γράφεται ὅτι ὑπηρετεῖ ἀκριβῶς τὴν ἑνότητα! Ὅµως, ποιά ἑνότητα;…

     Ἡ δὲ τρίτη Ὑπο-επιτροπή, ἡ ἐπιστηµονική, ἀσχολήθηκε µὲ τὰ σχέδια νέων προτεινοµένων ἡµερολογίων, τῶν καθηγητῶν Μιλάνκοβιτς (Σέρβου) καὶ Δραγγὶτς (Ρουµάνου), τοποθετηθεῖσα ὑπὲρ σταδιακῆς υἱοθετήσεώς τους. Εἶναι χαρακτηριστικόν, ὅτι τὸ ἡµερολόγιο τοῦ Δραγγὶτς ἦταν τελειότερο ἐπιστηµονικῶς ἀπὸ τοῦ Μιλάνκοβιτς, τὸ ὁποῖο προέβαινε ἁπλῶς σὲ µικρὴ τροποποίηση τοῦ Γρηγοριανοῦ, ἀλλὰ δὲν εἰσήχθη ἄµεσα ἐκεῖνο, διότι ἁπλούστατα δὲν βοηθοῦσε στὸν σκοπὸ τῆς ἐπιθυµητῆς ἀλλαγῆς, ποὺ δὲν ἦταν ἄλλος ἀπὸ τὸν συνεορτασµὸ µὲ τοὺς ἑτεροδόξους28!

     Τὸ ὅτι τὸ «Συνέδριον» εἶχε σαφῶς Οἰκουµενιστικὴ προοπτικὴ καὶ τὰ τοῦ Ἡµερολογίου ἦσαν προσυνεννοηµένα καὶ προειληµµένα, ἀποδεικνύεται πασιφανῶς καὶ ἀπὸ τὴν δῆθεν τυχαία (!) παρουσία καὶ συµµετοχὴ σὲ αὐτό, κατὰ τὴν πέµπτη Συνεδρία του, τοῦ Ἀγγλικανοῦ ἐπισκόπου τέως Ὀξφόρδης Γκόρ, µεθ’ ἑνὸς κληρικοῦ, ὁ ὁποῖος παρεκάθησε ἐπίσηµα ἐκ δεξιῶν τοῦ Μελετίου, ἐνηµερώθηκε γιὰ τὴν προώθηση τῆς ἡµερολογιακῆς καινοτοµίας καὶ θεώρησε τὸν συνεορτασµὸ διὰ τῆς ἀποδοχῆς κοινοῦ ἡµερολογίου ὡς βῆµα ἑνώσεως καὶ ὡς αἰτία µεγάλης πνευµατικῆς εὐχαριστήσεως τῶν ἑτεροδόξων τῆς Δύσεως29.

     Τὸ «Συνέδριον» ἄν καὶ ἔλαβε τηλεγράφηµα ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύµων νὰ µὴν προβεῖ σὲ µεταβολὴ τοῦ ἡµερολογίου, ἀπεφάσισε τελικὰ νὰ ἄρει τὴν διαφορὰ θρησκευτικοῦ καὶ πολιτικοῦ ἡµερολογίου, ὡς «ἀνάγκην ἀναπόφευκτον», ἐφ’ ὅσον δὲν ἔβλεπε κανένα κώλυµα πρὸς τοῦτο, διὰ τῆς δῆθεν διορθώσεως τοῦ Ἰουλιανοῦ καὶ ὄχι τῆς ἀποδοχῆς τοῦ Γρηγοριανοῦ. Ἀλλὰ τὸ χαρακτηρισθὲν ὡς «νέον Ἰουλιανόν», τὸ ὁποῖον θεωρήθηκε ὡς ἀκριβέστερον τοῦ Γρηγοριανοῦ κατὰ 24΄΄ ἤ 26΄΄ (!), θὰ συµπίπτει χρονικῶς µὲ τὸ Παπικὸ ἕως τοῦ ἔτους 2800 καὶ κατόπιν θὰ ἔχουν πλέον διαφορὰ µιᾶς ἡµέρας30!!…

     Οἱ τοῦ «Συνεδρίου», κοπτόµενοι δῆθεν γιὰ τὴν παγχριστιανικὴ ἑνότητα στὸ ἡµερολογιακὸ θέµα, διαισθάνονταν ὅτι ἡ προτεινοµένη Ἡµερολογιακὴ Καινοτοµία δὲν θὰ γινόταν εὔκολα καὶ εὐχάριστα δεκτὴ ἀπὸ ὅλες τὶς Τοπικὲς Ἐκκλησίες· ἤδη τὸ τηλεγράφηµα ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυµα δήλωνε ρητῶς ὅτι δὲν πρόκειται τὸ ἐκεῖ Πατριαρχεῖο νὰ προβεῖ σὲ ἀλλαγὴ Ἡµερολογίου ἐν ὄψει τοῦ ἐπικρατοῦντος στοὺς Ἁγίους Τόπους καθεστῶτος σχέσεων µὲ τοὺς ἑτεροδόξους. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ «Συνέδριον» φρόντισε νὰ καταστήσει σαφές, ὅτι ἄν κάποιες Τοπικὲς Ἐκκλησίες δὲν ἀποδεχθοῦν τὴν Μεταρρύθµιση, τοῦτο νὰ µὴν ἐπιφέρει κάποια ρήξη στὶς σχέσεις µὲ ὅσες ἀποδεχθοῦν αὐτήν31. Ἄρα, ἡ ἑορτολογικὴ διαίρεσις τῶν Ὀρθοδόξων ἦταν ἀναµενόµενη καὶ ἁπλῶς κρίθηκε ἀναγκαῖο νὰ «καλυφθοῦν τὰ νῶτα» τῶν Καινοτόµων, γιὰ τὴν ἀποφυγὴ ἐπισήµου κηρύξεώς των ὡς σχισµατικῶν ἀπὸ ὅσους θὰ παρέµεναν σταθεροὶ στὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.

     Τὸ «Συνέδριον» λοιπὸν ἀπεφάσισε τὴν µεταρρύθµιση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου καὶ ἀποδέχθηκε ὁ καθορισµὸς τῆς πασχαλινῆς πανσελήνου (Φάσκα) νὰ γίνεται βάσει ἀστρονοµικῶν ὑπολογισµῶν. Ἡ δὲ Καινοτοµία αὐτὴ θεωρήθηκε προσωρινή, ἐφ’ ὅσον ἐκφράσθηκε διάθεση καὶ γιὰ ἀποδοχὴ ἑτέρου-τελειοτέρου ἡµερολογίου σὲ µία µεταγενέστερη τροποποίησή του, µὲ τὴν ἀπαραίτητη βεβαίως οἰκουµενιστικὴ συµφωνία «ὅλων τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν».

     Ἀκόµη, τέθηκε ὑπὲρ µονιµοποιήσεως τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, καθοριζοµένης «δι’ ἐπιστηµονικῆς µεθόδου», ὥστε αὐτὴ νὰ ἀντιστοιχεῖ δῆθεν «πρὸς τὴν πραγµατικὴν Κυριακὴν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου»32.

     Τὸ «Συνέδριον» προχώρησε καὶ σὲ εὐρύτερες µεταρρυθµίσεις: ἀπεφάσισε ἀντικανονικῶς τὸν γάµο τῶν ἱερέων καὶ τῶν διακόνων ἀκόµη καὶ µετὰ τὴν χειροτονία τους, ἐπέτρεψε τὴν σύναψη δευτέρου γάµου στοὺς ἐν χηρείᾳ διατελοῦντας ἐξ αὐτῶν, δέχθηκε τὴν κουρὰ τῆς κόµης τους καὶ τὴν ἔνδυσή τους σύµφωνα µὲ τοὺς λαϊκούς, δηλαδὴ τὴν ἀποβολὴ τοῦ τιµηµένου ράσου, ἐλάττωσε τὸ ὅριον ἡλικίας γιὰ τὴν χειροτονία διακόνων καὶ ἱερέων, δέχθηκε τὴν ὑποχρεωτικὴ τήρηση τῆς Μοναχικῆς Κουρᾶς µόνον ἄν ἔγινε µετὰ τὸ 25ο ἔτος, ἐπέτρεψε τὴν µετάθεση Ἑορτῶν καθηµερινῶν στὴν Κυριακὴ ἡµέρα, δέχθηκε τὴν συντόµευση τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν καὶ τὴν ἐλάφρυνση καὶ ἐλάττωση τῶν νηστειῶν, περιόρισε τὰ κωλύµατα γάµου καὶ δέχθηκε τὴν συµµετοχὴ ἑτεροδόξων σὲ Πανορθόδοξο Σύνοδο33.

     Εἶναι ἀξιοσηµείωτον, ὅτι λίγες µόλις ἡµέρες πρὶν ἀπὸ τὴν λήξη τοῦ «Συνεδρίου», τὴν 1η Ἰουνίου 1923, ὁµάδα ἐξεγερµένων λαϊκῶν εἰσόρµησε ἐντὸς τοῦ Πατριαρχείου καὶ ἐπιτέθηκε κατὰ τοῦ Μελετίου ὥστε νὰ τὸν ἐξαναγκάσει σὲ φυγή, γιὰ πολιτικοὺς κυρίως λόγους καὶ ἴσως καὶ γιὰ τὶς Καινοτοµίες του· ὁπότε, ὁ Μελέτιος δύο µόλις ἡµέρες µετὰ τὴν λήξη τοῦ «Συνεδρίου» του, στὶς 10 Ἰουνίου, ἀποµακρύνθηκε ἐσπευσµένα ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ δὲν ξαναεπέστρεψε, ὑποβαλὼν καὶ τυπικῶς τὴν παραίτησή του λίγους µῆνες ἀργότερα34.

     Βάσει τῶν ἐκνόµων ἀποφάσεων τοῦ «Συνεδρίου» τοῦ 1923, λίγες µόνον Τοπικὲς Ἐκκλησίες προχώρησαν στὴν ἐφαρµογὴ τῆς Ἡµερολογιακῆς Καινοτοµίας, χωρὶς νὰ θίξουν τὸ Πασχάλιο, ὥστε νὰ συνεορτάζουν τὶς ἀκίνητες ἑορτὲς µὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ἀλλὰ τὶς κινητὲς βάσει τοῦ «λανθασµένου» κατ’ αὐτοὺς Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου. Δραστηριότητα γιὰ τὴν ἐπίτευξη Κοινοῦ Πασχαλίου σηµειώνεται ἐδῶ καὶ δεκαετίες ἐντὸς τῆς Οἰκουµενικῆς Κινήσεως, µὲ τὴν ἐνεργὸ συµµετοχὴ καὶ τῶν ἐξ ὀρθοδόξων Οἰκουµενιστῶν. Μόνον ἡ αὐτόνοµη ἐκκλησία τῆς Φινλανδίας ἔχει υἱοθετήσει καὶ τὸ Δυτικὸ Πασχάλιο, κάτι τὸ ὁποῖο ἔκανε καὶ ἡ ὑπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη αὐτόνοµη ἐκκλησία τῆς Ἐσθονίας, καὶ ἔτσι παρατηρεῖται τὸ ἱλαροτραγικὸ φαινόµενο διαιρέσεως τῶν ὀρθοδόξων στὰ τρία, ἐν ὀνόµατι τῆς ἑνώσεως µὲ τοὺς ἑτεροδόξους, κάτι τὸ ὄντως πρωτοφανὲς στὰ Ἐκκλησιαστικὰ Χρονικά! Στὴν πράξη, οἱ Νεοηµερολογῖτες συρράφουν µὲ ἐντελῶς ἀδέξιο τρόπο τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Ἡµερολόγιο (γιὰ τὸ Πασχάλιο) µὲ τὸ δῆθεν Νεο-ιουλιανό τους (γιὰ τὶς ἀκίνητες ἑορτές), χρησιµοποιοῦντες καὶ τὰ δύο ταυτοχρόνως καὶ προσθέτοντες σύγχυση στὴν λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας35, ἀνεχόµενοι παράλληλα καὶ τοὺς Νεο-πασχαλῖτες Φινλανδοὺς καὶ Ἐσθονούς!…

     Ἰδοὺ ὁ πικρότατος καρπὸς τῆς Ἡµερολογιακῆς Καινοτοµίας: ἡ διάσπασις ἐντὸς αὐτῆς ταύτης τῆς Ὀρθοδοξίας, χάριν τοῦ δῆθεν ἐπιστηµονισµοῦ καὶ µάλιστα τοῦ συνεορτασµοῦ καὶ τῆς προσεγγίσεως µὲ τοὺς ἑτεροδόξους!

Δ. Ἡ Ἀντίδρασις κατὰ τοῦ «Συνεδρίου» τοῦ 1923

     Οἱ ἄφρονες Καινοτόµοι εἶχαν µὲν προβλέψει τὴν πιθανὴ µὴ ἀποδοχὴ τῆς Ἡµερολογιακῆς Καινοτοµίας ἀπὸ κάποιες Τοπικὲς Ἐκκλησίες, ὅµως συνεπαρµένοι ἀπὸ τὸν οἶστρο τῆς «ἀγάπης» τους γιὰ τοὺς ἑτεροδόξους, δὲν ὑπολόγισαν τὴν δυναµικὴ ἀντίδραση τῶν Ὀρθοδόξων ἐντὸς ἐκείνων τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες θὰ ἀποτολµοῦσαν νὰ ἐφαρµόσουν τὴν Καινοτοµία, καίτοι βεβαίωναν ὅτι θὰ φρόντιζαν νὰ µὴ προκληθοῦν ἀντιδράσεις!

     Ἡ συνήθης δικαιολογία τῶν Καινοτόµων, εἶναι ὅτι τὸ Ἡµερολογιακὸ δὲν εἶναι θέµα δογµατικὸ καὶ δὲν θὰ ἔπρεπε ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ Νέου Ἡµερολογίου νὰ προκαλέσει ἀντίδραση καὶ διαίρεση, ὡς παράγωγα ἀγνοίας καὶ φανατισµοῦ. Ὅσοι διακρατοῦµε, χάριτι Θεοῦ, τὴν Παράδοση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου ἀκαινοτόµητη καὶ ἀντιτασσόµεθα στὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ἡ ὁποία προκάλεσε τὴν Καινοτοµία, ἀποκρινόµεθα µὲ τοὺς λόγους τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Δαµασκηνοῦ: «ἡ γὰρ κατὰ σµικρὸν τῶν παραδεδοµένων ἀφαίρεσις, ὡς ἐξ οἰκοδοµῆς λίθων, θᾶττον ἅπασαν τὴν οἰκοδοµὴν καταρρήγνυσιν»36!

     Ἤδη ἀµέσως µετὰ τὸ «Συνέδριον» τοῦ 1923 ἠγέρθησαν σφοδρὲς ἀντιδράσεις κατὰ τῶν ἀποφάσεών του πρωτίστως ἀπὸ τοὺς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς. Οἱ λοιπὲς Τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἐξέφρασαν σκεπτικισµὸ καὶ µόνον ἡ ἐκκλησία τῆς Ρουµανίας ἀπεδέχθη τὸ «Συνέδριον» εὐµενῶς37.

     Ὁ Μητροπολίτης Κασσανδρείας Εἰρηναῖος, ἔγραφε τὸ 1929, ὅτι ὁ Μελέτιος Μεταξάκης, «ἱκανοποιῶν ἁµαρτωλὰς θελήσεις καὶ ἰδιοτελεῖς ἐπιθυµίας ἀλλοδόξων ἐκκλησιῶν καὶ µυστικῶν ἑταιρειῶν» ἐνήργησε ἀντικανονικῶς καὶ ὀλεθρίως γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Μέσῳ τοῦ «Συνεδρίου» του κατεπάτησε τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ ἐπέφερε διαίρεση τῶν Ὀρθοδόξων. Διότι, ἀκύρωσε ἀναρµοδίως καὶ αὐθαιρέτως τὶς ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τοῦ ΙΣΤ΄ αἰῶνος περὶ τοῦ ζητήµατος τοῦ Ἡµερολογίου καὶ Πασχαλίου καὶ οὐσιαστικὰ «διάπλατα ἤνοιξε τὰς πύλας πρὸς πάντα νεωτερισµόν»38.

     Ὁ Μητροπολίτης Κιέβου Ἀντώνιος, Πρωθιεράρχης τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς, θεώρησε τὴν µεταρρύθµιση τοῦ Ἡµερολογίου ἀπαράδεκτη, ὡς ἀντιφάσκουσα στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὴν ἀρχαιοπαράδοτη ἐκκλησιαστικὴ πράξη, τὴν δὲ µεταβολὴ χαρακτήρισε ἐπικίνδυνη καὶ ἄκαιρη καὶ ἐπίσης διεῖδε παπικὸ καὶ µασονικὸ ἐπηρεασµό39.

     Ὁ ἐπιφανὴς σέρβος Ἱεράρχης Νικόλαος Βελιµίροβιτς, κατεφέρθη τὸ 1930 κατὰ τοῦ «Συνεδρίου» τοῦ 1923, θεωρήσας ὅτι ἐδηµιούργησε «εἶδός τι σχίσµατος»40. 

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Μαξίµοβιτς, Ἀρχιεπίσκοπος Σαγκάης καὶ Σαν Φραντσίσκο, ὁ σύγχρονος Θαυµατουργός, διεκήρυσσε σὲ Ἀναφορά του στὴν Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς τὸ 1938, ὅτι ἡ ἀπόφαση τοῦ «Συνεδρίου» τοῦ Μελετίου Μεταξάκη γιὰ υἱοθέτηση τοῦ Νέου Ἡµερολογίου, «εἰσήγαγεν ἕνα ἀπαίσιον σχίσµα µεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν… (Τὸ Οἰκουµενικὸν Πατριαρχεῖον) ἔχον ἀπωλέσει τὴν σηµασίαν του ὡς στύλου τῆς ἀληθείας, καὶ ἔχον κατασταθῆ πηγὴ διαιρέσεως, ταυτοχρόνως δὲ διακατεχόµενον ὑπὸ µιᾶς ὑπερµέτρου ἀγάπης διὰ δύναµιν, ἀντιπροσωπεύει ἕνα ἐλεεινὸν θέαµα…»41.

     Ὁ δὲ Ἅγιος Μητροπολίτης Φιλάρετος, ἐπίσης Πρωθιεράρχης τῆς τότε ὁµολογητρίας Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς, ἔγραφε χαρακτηριστικὰ τὸ 1972 τὰ ἑξῆς:

     «Ἡ Καινοτοµία τοῦ Νέου Ἡµερολογίου προξένησε σχίσµα εἰς ὅλας τὰς Τοπικὰς Ἐκκλησίας, αἱ ὁποῖαι τὴν υἱοθέτησαν. Οὕτως, ἡ Ἑλλάς, ἡ Κύπρος, ἡ Ρουµανία καὶ τώρα ἡ Βουλγαρία ἐγεύθησαν τὸν καρπὸν τῆς παρακοῆς. Εἶναι θλιβερὸν ὅτι ὁ Ὀρθόδοξος λαὸς τῶν προαναφερθεισῶν Ἐκκλησιῶν δὲν ἠδυνήθη νὰ ἐγερθῇ σύσσωµος καὶ ὡς µέγα κῦµα νὰ ὑπερισχύσῃ καὶ καταστείλῃ τὴν παλίρροιαν τῶν Καινοτοµιῶν… Ἡ ἡµετέρα Ρωσσικὴ Ἐκκλησία ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ µακαρίας µνήµης τότε Ἀρχιεπισκόπου καὶ κατόπιν Μητροπολίτου καὶ Πρωθιεράρχου τῆς ἡµετέρας Συνόδου κ. Ἀναστασίου, ἐντόνως καὶ ἀποφασιστικῶς διεµαρτυρήθη κατὰ τῶν Καινοτοµιῶν τοῦ Νέου Ἡµερολογίου καὶ ἄλλων νεωτερισµῶν τοῦ θλιβερᾶς µνήµης πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη εἰς τὴν συνάθροισιν τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1923, ἡ ὁποία ἐσφαλµένως ἀναφέρεται ὡς Πανορθόδοξος, ἐφ’ ὅσον τὰ Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς καί τινες Ἐκκλησίαι δὲν ἀντεπροσωπεύθησαν. Οἱ περισσότεροι δὲ Ἱεράρχαι τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως ἠρνήθησαν νὰ παρευρεθοῦν, διαµαρτυρόµενοι οὕτω διὰ τὴν ἀντικανονικότητα τῆς βεβιασµένης πολιτικῆς ἀναδείξεως τοῦ Μελετίου ὡς Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου»42.

     Οἱ δὲ ἀκόλουθοι τοῦ Πατρίου Ἡµερολογίου στὴν Ἑλλάδα ἀπεκάλεσαν ἐξ ἀρχῆς σὲ κείμενά τους ὅλως δικαίως τὸ «Συνέδριον» τοῦ 1923 «ἀντορθόδοξον», «κακόδοξον», «ληστρικόν», «ἄνοµον», «ἀποστατικὸν» κ.λπ., διότι ἀπετέλεσε τὴν ἀπαρχὴ µυρίων δεινῶν γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐδῶ καὶ ἕναν αἰῶνα.  

Ε. Ἐπιλογικὰ

     Κατόπιν πάντων τούτων, γίνεται κατανοητὸν ὅτι ἡ πρωταρχικὴ κλῆσις µας εἶναι Προφητική: ἡ πιστὴ καὶ συνεπὴς ἐξαγγελία καὶ ὀρθοτόµησις τοῦ λόγου τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ ἑτοιµότητα νὰ ὑποστοῦµε ὅλες τὶς συνέπειες τούτου, ὄχι µόνον ἐλπιδοφόρες καὶ εὐχάριστες, ἀλλὰ καὶ ἐπικίνδυνες καὶ δυσάρεστες.

     Οἱ αἱρετικοὶ Οἰκουµενιστὲς καὶ ὅσοι τοὺς ἀκολουθοῦν καὶ κοινωνοῦν µαζί τους, διὰ τῆς συµµετοχῆς τους σὲ παναιρετικοὺς ὀργανισµούς, ὅπως τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», καὶ διὰ τῶν ποικίλων δραστηριοτήτων τους, προχωροῦν σὲ συνεχῶς στενώτερη σχέση καὶ κοινωνία µὲ τοὺς πάσης φύσεως αἱρετικούς, ὥστε συνεργάζονται ἀνενδοιάστως, συµπροσεύχονται ἀδιαλείπτως, συλλειτουργοῦνται ἀνεξετάστως, συνυπογράφουν ἐπιλήψιµα κείµενα καὶ διακηρύσσουν κακόδοξες ἀπόψεις. Μάλιστα, ἔφθασαν µέχρι σηµείου σχέσεων συνεργασίας καὶ συµπροσευχῆς ἀκόµη καὶ µὲ ἀλλοθρήσκους, παγανιστὲς καὶ ἀγνωστικιστές!

     Ἡ «γραµµὴ» ποὺ χάραξε ὁ κακόδοξος Μελέτιος Μεταξάκης, ὅτι οἱ ὀρθόδοξοι εἶναι µέλη τῆς Παγχριστιανικῆς Ἀδελφότητος καὶ ὀφείλουν νὰ συνεορτάζουν καὶ νὰ συνεργάζονται µὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ἀκολουθεῖται πιστῶς καὶ συνεπῶς ἀπὸ τοὺς ἀκολούθους καὶ ὑποστηρικτές του. Αὐτοὶ θεωροῦν ὅτι ἡ Ἀποστολικὴ Πίστις ἐπιβάλλεται νὰ ἐφαρµοσθεῖ στὸ σύγχρονό µας ἱστορικὸ περιβάλλον ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ µὲ τὰ λοιπὰ χριστιανικὰ σώµατα, ἔστω καὶ ἄν δὲν ὑπάρχει πλήρης ἑνότης.

     Τὴν συγκρητιστικὴ αὐτὴ δοξασία τὴν διακηρύσσει εὐκαίρως ἀκαίρως ὁ ἐπὶ κεφαλῆς τῶν Οἰκουµενιστῶν τῆς σήµερον Κων/λεως Βαρθολοµαῖος, ὁ ὁποῖος ἐν τοῖς πράγµασιν ἀποδεικνύεται ἐπάξιος συνεχιστὴς τοῦ προκατόχου του Μελετίου Μεταξάκη.

     Ἡ ψευδοσύνοδός του στὸ Κολυμβάρι τῆς Κρήτης τὸ 2016 καὶ ὅσα ἀκολούθησαν μέχρι καὶ σήμερα, ἐν ὄψει μάλιστα ἐπιβολῆς Κοινοῦ Πασχαλίου μὲ τοὺς πάσης φύσεως αἱρετικοὺς ἀπὸ τὸ ἔτος 2025, ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ πρωτοφανὴς Ἀποστασία πίστεως ὁλοκληρώνεται ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μας.

          Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο, ἡμεῖς ὡς πιστὰ τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας µας ποὺ διακρατοῦμε ἐν µέσῳ «γενεᾶς σκολιᾶς»43 (διεστραµµένης) τὰ Πάτρια µὲ σταθερότητα, φρόνηµα µαρτυρικὸ καὶ θυσίες ὑπέρµετρες, ἄς ἐνωτισθοῦµε τὴν προτροπὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Δαµασκηνοῦ πρὸς ἀναθέρµανσιν τῆς ὑποµονῆς καὶ τῆς ἀποφασιστικότητός µας:

     «Διό, ἀδελφοί, στῶµεν ἐν τῇ πέτρᾳ τῆς πίστεως, καὶ τῇ παραδόσει τῆς Ἐκκλησίας, µὴ µεταίροντες ὅρια, ἅ ἔθεντο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἡµῶν· µὴ διδόντες τόπον τοῖς βουλοµένοις καινοτοµεῖν, καὶ καταλύειν τὴν οἰκοδοµὴν τῆς ἁγίας τοῦ Θεοῦ καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Εἰ γὰρ δοθῇ ἄδεια παντὶ βουλοµένῳ, κατὰ µικρὸν ὅλον τὸ σῶµα τῆς Ἐκκλησίας καταλυθήσεται… Δεξώµεθα οὖν τὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας ἐν εὐθύτητι καρδίας, καὶ µὴ ἐν πολλοῖς λογισµοῖς· ὁ Θεὸς γὰρ ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον εὐθῆ… Μὴ καταδεξώµεθα νέαν πίστιν µαθεῖν, ὡς κατεγνωσµένης τῆς τῶν ἁγίων πατέρων παραδόσεως…»44!


1. Μητροπολίτου Λεοντοπόλεως Χριστοφόρου, Ἡµερολογιακά, Ἀθῆναι 1925, σελ. 19-20.
2. Βλ. Μητροπολίτου Κασσανδρείας Εἰρηναίου, Ὑπόµνηµα εἰς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἑλλάδος, συγκληθεῖσαν τῇ 14 Ἰουνίου 1929, Ἐν Ἀθήναις 1929, σελ. 19.
3. Βλ. Ἀ. Δ. Δελήµπαση, Πάσχα Κυρίου, Δηµιουργία – Ἀνακαίνισις καὶ Ἀποστασία, Ἀθῆναι 1985, σελ. 571-576.
4. Βλ. Ἁγίου Νικοδήµου Ἁγιορείτου, Ἱερὸν Πηδάλιον, σελ. 9, ὑποσηµ. (σχόλιον στὸν Ζ΄ Ἀποστολικὸν ἱ. Κανόνα).
5. Βλ. Ἐπισκόπου Τριάδιτσα Φωτίου, «Τὸ Πάτριο Ἐκκλησιαστικὸ Ἡµερολόγιο – Ἕνα ἀδιαχώριστο στοιχεῖο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως», στὸ περιοδ. «Ἅγιος Κυπριανός», ἀριθ. 259/Μάρτιος-Ἀπρίλιος 1994, σελ. 221.
6. Βλ. Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, «Δὲν εἶναι ἡµερολογιακὴ ἡ διαφορά. Δογµατικὲς καὶ Θεολογικὲς οἱ ἀντιθέσεις ποὺ ὁδηγοῦν σὲ χωριστὸ Πάσχα», στὴν ἐφηµερ. «Καθηµερινή», 14.4.1996, σελ. 7.
7. Ἐφεσ. δ΄ 13.
8. Βλ. Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 650-652· Ἐµµανουὴλ Καραγεωργούδη, Ὁ Μελέτιος Μεταξάκης ὡς Μητροπολίτης Ἀθηνῶν, ἐκδ. «Π. Πουρναρᾶς», Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 137-139.
9. Β. Θ. Σταυρίδου καὶ Ε. Α. Βαρέλλα, Ἱστορία τῆς Οἰκουµενικῆς Κινήσεως, ἐκδ. Πατριαρχικοῦ Ἱδρύµατος Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 334.
10.   Ἐµµανουὴλ Καραγεωργούδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 113-121.
11.   Βλ. ἀφιερωµατικὸ ἄρθρο τοῦ µασόνου Ἀλέξ. Ἰ. Ζερβουδάκη γιὰ τὸν «Διάσηµο Τέκτονα» Μελέτιο Μεταξάκη στὸ «Τεκτονικὸν Δελτίον», ἀριθ. 71/Ἰαν.-Φεβρ. 1967, σελ. 25-50.
12. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Πανορθοδόξου Συνεδρίου, 10 Μαΐου – 8 Ἰουνίου 1923, Ἀθῆναι 1982, σελ. στ΄ τῆς «Εἰσαγωγῆς» τοῦ ἐπιµελητοῦ τῆς ἀνατυπώσεως Διονυσίου Μ. Μπατιστάτου· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη Μητροπολίτου Δηµητριάδος, Ἱστορικὴ καὶ Κανονικὴ Θεώρησις τοῦ Παλαιοηµερολογιτικοῦ Ζητήµατος κατά τε τὴν γένεσιν καὶ τὴν ἐξέλιξιν αὐτοῦ ἐν Ἑλλάδι, Ἐναίσιµος ἐπὶ διδακτορίᾳ διατριβή, Ἀθῆναι 1982, σελ. 77-78, ὑποσηµ. 31.
13.   Βλ. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 6· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 67-68.
14.   Βλ. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 11-12.
15.   Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόµου, Τὸ Ἐκκλησιαστικὸν Ἡμερολόγιον ὡς Κριτήριον τῆς Ὀρθοδοξίας, σελ. 14, ἔκδ. «Κήρυκος τῶν Ὀρθοδόξων», Ἀθῆναι 1935. Τὸ «Συνέδριον» ἐν τέλει ἀπεκλήθη «Πανορθόδοξον» τῇ προτάσει τοῦ Δυρραχίου Ἰακώβου, ὅπως γράφει στὴν Εἰσαγωγὴ τῆς ἐπανεκδόσεως τῶν «Πρακτικῶν» του τὸ ἔτος 2015 ὁ ἐπιμελητὴς ἀρχιμ. Εὐδόκιμος Καρακουλάκης.
16.   Bishop Photius of Triaditsa, «The 70th Anniversary of the Pan-Orthodox Congress in Constantinople – A Major Step on the Path Towards Apostasy», in «Orthodox Life», No 2/1994, p. 39.
17.   Βλ. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. ζ΄ «Εἰσαγωγῆς»· Bishop Photius of Triaditsa, ἔνθ’ ἀνωτ., p. 39· βλ. καὶ Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 77-82, ἔνθα ὁ σ. θέτει τὸν προβληµατισµὸ περὶ τῆς ταυτότητος καὶ ἁρµοδιότητος τοῦ «Πανορθοδόξου Συνεδρίου» τούτου, βάσει τῶν ἀπόψεων, οἱ ὁποῖες ἐκφράσθηκαν ἐπ’ αὐτοῦ.
18.   Bishop Photius of Triaditsa, ἔνθ’ ἀνωτ., p. 38-39 (κατὰ τὸν καθ. S. Troitsky).
19.   Βλ. Ὑπόµνηµα εἰς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἑλλάδος…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 19.
20.  Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 211-222.
21.  Αὐτόθι, σελ. 13-14.
22.  Αὐτόθι, σελ. 72.
23.  Αὐτόθι, σελ. 17-18· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 70-71.
24.  Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 654-658, 665-666.
25.  Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 23 (οἱ τρεῖς εἰσηγήσεις τῶν ὑπο-επιτροπῶν στὶς σελ. 50-64).
26.  Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 418, 576.
27.  Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 73.
28.  Ἀλεξάνδρου Καλοµοίρου, Τὸ Σύγκριµα, Θεσσαλονίκη 1976, σελ. 11.
29.   Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 84-89· Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 668· βλ. ἐπίσης «Τὸ ἐν “Κωνσταντινουπόλει Πανορθόδοξον Συνέδριον” τοῦ 1923», στὸ περιοδ. «Ἅγιος Κυπριανός», ἀριθ. 314/Μάϊος-Ἰούνιος 2003, σελ. 239.
30.   Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 212-213· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 75.
31. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 69· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 82.
32.   Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 214-215· Ἀ.Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 669.
33.   Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 215-221· Ἀ.Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 669-670.
34.   Αὐτόθι, σελ. ε΄ «Εἰσαγωγῆς».
35.  Ἐπισκόπου Τριάδιτσα Φωτίου, «Τὸ Πάτριο Ἐκκλησιαστικὸ Ἡµερολόγιο…», ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 222.
36.  Ἁγίου Ἰωάννου Δαµασκηνοῦ, Λόγος Πρῶτος Ἀπολογητικὸς Πρὸς τοὺς Διαβάλλοντας τὰς Ἁγίας Εἰκόνας, PG τ. 94, στλ. 1284Α.
37.  Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 672-674.
38.  Ὑπόµνηµα εἰς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἑλλάδος…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 19-20.
39.  Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 672· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 77.
40.  Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 80.
41. Περιοδ. “The Orthodox Word”, No 4 (45) / July-August 1972, p. 177.
42. Βλ. «Τὸ Παράνοµο Συνέδριο τοῦ 1923», στὸ Ἔλεγχος καὶ Ἀνατροπὴ τῆς Νεοηµερολογιακῆς Νεοεκκλησιολογίας, Λάρνακα Κύπρου 1995. Ὁ Ἅγιος Μητροπολίτης Φιλάρετος ἀναφέρεται ἐπίσης ἐπικριτικὰ στὸ «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ 1923 στὴν «Δευτέρα Ἐπιστολὴ Πόνου» πρὸς τοὺς «Προκαθηµένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τοῦ ἔτους 1972 (βλ. Ὀρθόδοξος Μαρτυρία – Ἀντιοικουµενιστικὰ Κείµενα… τοῦ Μητροπολίτου κ. Φιλαρέτου, ἔκδ. Καλλινίκου Ἱεροµονάχου Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὄρος - Ἀθῆναι 1985, σελ. 44). Τὸ κείμενο αὐτὸ ἀναδημοσιεύσαμε καὶ στὸ ἔργο μας: Ὁ Ἅγιος Φιλάρετος τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς – Ἕνας Σύγχρονος Ἀσκητὴς καὶ Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης (1903-1985), Φυλὴ Ἀττικῆς 2015, σελ. 163-197.
43.  Πράξ. β΄ 40.
44.  Ἁγίου Ἰωάννου Δαµασκηνοῦ, Λόγος Τρίτος Ἀπολογητικὸς Πρὸς τοὺς Διαβάλλοντας τὰς Ἁγίας Εἰκόνας, µα΄, PG τ. 94, στλ. 1356, 1357.