Τρίτη 28 Μαρτίου 2023
Δευτέρα 27 Μαρτίου 2023
Η ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΘΑΥΜΑΣΤΗ - ΠΩΣ ΕΝΕΡΓΕΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΑΓΑΠΗ (Ὃσιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος)
ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΨΕΥΔΟΠΡΟΦΗΤΩΝ ΚΑΙ ΨΕΥΔΟΔΙΔΑΣΚΑΛΩΝ - ΜΕΡΟΣ Η' (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)
Εσείς να μην πλανηθήτε, αλλά όπως παραλάβατε από τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, έτσι να πορεύεστε˙ και ο Θεός της ειρήνης θα είναι μαζί σας. Γι αυτά εδώ θα δώσω λόγο και αφού πω λίγα για τα σημεία της συντελείας, θα σταματήσω. Όταν αρχίζω να μιλάω για την συντέλεια με πιάνει φρίκη και δέος. Όλα τα έργα του Κυρίου είναι θαυμάσια, μεγάλα και φοβερά και δοξασμένα˙ ενώ η συντέλεια και το μυστήριο της δευτέρας αυτού παρουσίας ξεπερνά κάθε λόγο και κατανόηση και έννοια, υπερβαίνει κάθε διήγηση και καταπλήσσει μόνο με το άκουσμα. Με πολύ πόθο κατέβαλαν μεγάλο αγώνα οι μαθητές, για ν’ ακούσουν από τον διδάσκαλο τα σημεία της συντέλειας.
Όπως ακούσατε πολλές φορές στο Ευαγγέλιο να λέγεται, «Καθημένου τοῦ Ἰησοῦ ἐπὶ τοῦ ὄρους τῶν Ἐλαιῶν͵ προσῆλθον αὐτῷ μαθηταὶ αὐτοῦ κατ΄ ἰδίαν λέγοντες· Εἰπὲ ἡμῖν͵ τί τὸ σημεῖον τῆς σῆς παρουσίας͵ καὶ τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 24.3). Πρόσεξε την σοφία και την σύνεση των μαθητών. Όταν ήθελαν να Τον ρωτήσουν κάτι μεγάλο, δεν έρχονταν όλοι μαζί, αλλά ένας ένας και έλεγαν, «Εἰπὲ ἡμῖν͵ Δέσποτα» και «εἰπὲ ἡμῖν͵ ἀγαθέ».
Πες μας καρδιογνώστα, πες μας εσύ που γνωρίζεις τα έσχατα και τα πρώτα, πες εσύ που γνωρίζεις τα πάντα πριν γίνουν, πες εσύ που δημιούργησες τους αιώνες, πες μας, ποιο είναι το σημάδι της παρουσίας Σου και της συντέλειας του αιώνος; όταν θα έρθεις να κρίνεις τους ζωντανούς και τους νεκρούς όλης της οικουμένης; όταν θα καταργήσεις κάθε αρχή και κάθε εξουσία και δύναμη; όταν θα κλίνει μπροστά σου το γόνατο των επιγείων και των επουρανίων και των καταχθονίων˙ πες μας ποιο είναι το σημάδι της παρουσίας σου, ώστε κι εμείς να μπορέσουμε να διδάξουμε στα έθνη την ένδοξή σου παρουσία.
Ο Κύριος τους είπε, «Βλέπετε͵ μὴ πλανηθῆτε· πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου͵ λέγοντες͵ ὅτι Ἐγώ εἰμι ὁ Χριστός. Βλέπετε͵ μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ· ὅτι ὁ καιρὸς ἐγγύς ἐστι» (Ματθ. 24.4-5). Αυτό που βλέπουμε κι εμείς τώρα με τα μάτια μας το είπε τότε, ότι ο καιρός πλησιάζει και να έφτασε και όλοι το βλέπουμε. Βλέπεις πόσο είναι το ενδιαφέρον του διδασκάλου, ν’ αποκαλύψει τους ψευδοδιασκάλους και τους αιρετικούς και να φανερώσει τον κρυμμένο τους δόλο; Γι’ αυτό και πριν απαντήσει στην ερώτηση των μαθητών για τα σημεία, αυτούς προέβαλλε ως λύκους της ποίμνης και πρόδρομους του Αντιχρίστου.
Έπειτα προείπε και τα ακόλουθα, πολέμους και ακαταστασίες, έθνος εναντίον έθνους και βασιλεία εναντίον βασιλείας˙ τα οποία, αν και τα βλέπουμε τώρα, δεν καταλαβαίνουμε, ενώ βλέπουμε να συμβαίνουν κατά τόπους πόλεμοι και πείνες και φοβερά και σημεία εκ του ουρανού και τα υπόλοιπα όσα είπε. Δεν καταλαβαίνουμε, ενώ βλέπουμε να συμβαίνουν τα περισσότερα.
Τότε, είπε, «σκανδαλισθήσονται πολλοὶ͵ καὶ ἀλλήλους παραδώσουσι» (Ματθ. 24.10). Και που δεν υπάρχει προδοσία τώρα; Δεν στράφηκαν ο ένας εναντίον του άλλου και αλληλομισούνται; Και αυτό εκπληρώθηκε, όπως βλέπουμε. Δεν στράφηκαν ο ένας εναντίον του άλλου, επίσκοποι κατά επισκόπων, πρεσβύτεροι κατά πρεσβυτέρων, διάκονοι κατά διακόνων, αναγνώστες μεταξύ τους, λαϊκοί εναντίων λαϊκών; «Διὰ γὰρ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν͵ ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν» (Ματθ. 24.12). Γι’ αυτό παρήγγειλε ο Δεσπότης, «Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφὰς» (Ιωαν. 5.39) και δεν θα πλανηθείτε.
Άλλο πάλι σημάδι έθεσε από πριν λέγοντας, «Καὶ κηρυχθήσεται τοῦτο τὸ Εὐαγγέλιον ἐν ὅλῃ τῇ οἰκουμένῃ εἰς μαρτύριον πᾶσι τοῖς ἔθνεσι» (Ματθ. 24.14). Και τότε να προσδοκείς το τέλος. Ανάμενε να δεις το βδέλυγμα της ερημώσεως, τον υιό της απώλειας, για τον οποίο θα γίνει θλίψη πολλή και μεγάλη που παρόμοιά της δεν έγινα εξ αρχής του κόσμου. Και πάλι λέγει, «Ἐγερθήσονται ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται͵ καὶ δώσουσι σημεῖα καὶ τέρατα͵ ὥστε͵ εἰ δυνατὸν͵ πλανῆσαι καὶ τοὺς ἐκλεκτούς» (Ματθ. 24.14).
Δες λοιπόν πως με τα παραπάνω και μ’ αυτά προειδοποιεί για τους ψευδοπροφήτες και τους ψευδοδιδασκάλους και τους ψευδαποστόλους του Αντιχρίστου, του υιού της απώλειας, οι οποίοι δια των ακάθαρτων πνευμάτων προβαλλόμενοι και υπ αυτών υποκινούμενοι, γίνονται οι πρόδρομοι του Αντιχρίστου και του εχθρού. Με τα δικά τους δόγματα θα εξαπατήσουν και θα προετοιμάσουν λαό κατάλληλο για να υποδεχθεί τον υιό της απώλειας.
(PG 59.62)
Κυριακή 26 Μαρτίου 2023
Ὁ Ἀόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ - ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι´
Πέρα ἀπὸ τὴν ἐκγύμνασι τοῦ νοῦ σου πρέπει νὰ κυβερνήσῃς καὶ τὴν θέλησί σου μὲ τέτοιο τρόπο, ποὺ νὰ μὴν τὴν ἀφήσῃς νὰ στρέφεται πρὸς τὶς ἐπιθυμίες της, καὶ ἡ ὁποία πρέπει νὰ γίνῃ ὅλη ἕνα μὲ τὴν θέλησι τοῦ Θεοῦ. Καὶ σκέψου καλὰ ὅτι δὲν εἶναι ἀρκετό σε σένα αὐτὸ μόνο, τὸ νὰ θέλῃς καὶ νὰ ζητᾷς ἐκεῖνα ποὺ ἀρέσουν στὸν Θεό, ἀλλὰ ἐπιπλέον ἀκόμη, καὶ τὸ νὰ θέλῃς, ὡς κινούμενος ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ γιὰ μόνο τὸ τέλος, νὰ ἀρέσῃς σ᾿ αὐτὸν καθαρά. Γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό, ἔχουμε μεγαλύτερη φιλονεικία μὲ τὴ φύσι, παρὰ γιὰ ὅλα τὰ παραπάνω ποὺ ἔχουμε πεῖ. Ἐπειδὴ ἡ φύσις μας παρεκλίνει μόνη της τόσο πολύ, ποὺ σὲ ὅλα τὰ πράγματα, μερικὲς φορὲς ἀκόμη καὶ σὲ αὐτὰ τὰ καλὰ καὶ τὰ πνευματικά, ζητᾷ τὴν ἀνάπαυσί της καὶ τὴν εὐχαρίστησί της καὶ ἀπὸ αὐτό, σὰν τελείως ἀνυποψίαστα, τρέφεται μὲ λαχτάρα σὰν ἀπὸ τροφή.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅταν μᾶς προσφέρωνται τὰ πνευματικά, ἀμέσως τὰ ἐπιθυμοῦμε καὶ τὰ βλέπομε ὄχι ὅμως παρακινημένοι ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἢ γιὰ μόνον τὸ νὰ ἀρέσουμε στὸ Θεό, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἐκείνη τὴν εὐχαρίστησι καὶ τὴν χαρά, ποὺ προέρχεται σὲ μᾶς, θέλοντας ἐκεῖνα ποὺ θέλει ὁ Θεός. Αὐτὴ ἡ ὁποία πλάνη εἶναι τόσο περισσότερη κρυμμένη, ὅσο εἶναι ἀπὸ μόνο του καλύτερο καὶ πνευματικώτερο ἐκεῖνο ποὺ θελήσαμε. Γιατὶ δὲν φθάνει μόνον τὸ νὰ θέλουμε ἐκεῖνα ποὺ θέλει ὁ Θεός, ἀλλὰ καὶ τὸ νὰ τὰ θέλουμε, καθὼς καὶ ὅταν καὶ ὅπως καὶ γιατὶ ἐκεῖνος τὰ θέλει (16), ὥστε καὶ στὸ νὰ ἐπιθυμοῦμε καὶ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸ Θεό, συνήθως βρίσκονται σ᾿ αὐτὸ πολλὲς ἀπάτες τῆς δικῆς μας ἀγάπης, δηλαδὴ τῆς φιλαυτίας. Ἐπειδὴ πολλὲς φορὲς ἀποβλέπουμε περισσότερο στὸ δικό μας συμφέρον καὶ καλό, παρὰ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος γιὰ μόνο τὴν δόξα του, εὐαρεστεῖται καὶ θέλει νὰ τὸν ἀγαπᾶμε, νὰ τὸν ἐπιθυμοῦμε καὶ νὰ τοῦ κάνουμε ὑπακοὴ ὅπως εἴπαμε πρίν.
Λοιπόν, ἐσὺ ἀδελφέ μου, γιὰ νὰ φυλαχθῇς ἀπὸ αὐτὸ τὸν δεσμό, ποὺ ἐμποδίζει τὸν δρόμο τῆς τελειότητας καὶ γιὰ νὰ προκόψῃς στὸ νὰ θέλῃς καὶ νὰ κάνῃς κάθε σου πρᾶξι γιὰ μόνο τὸ θέλημα καὶ τὴ δόξα καὶ εὐαρέστησι τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ νὰ ὑπηρετῇς μόνον αὐτὸν (ὁ ὁποῖος, σὲ κάθε μας πρᾶξι καὶ λογισμό, θέλει νὰ εἶναι μόνος αὐτός, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος) χρησιμοποίησε αὐτὸν τὸν τρόπο.
Ὅταν πρόκειται νὰ ἐπιχειρήσῃς καμμιὰ πρᾶξι, τὴν ὁποία θέλει ὁ Θεός, ἡ ὁποία εἶναι ἁπλὰ καλή· μὴ στρέφῃς τὴν ἐπιθυμία σου ἀμέσως στὸ νὰ τὴν θέλῃς, ἂν πρῶτα δὲν ὑψώσῃς τὸ νοῦ σου στὸ Θεό, νὰ δῇς ἂν εἶναι καὶ θέλημα δικό του τὸ νὰ τὴν θελήσῃς καὶ ἂν αὐτὸς ἔτσι θέλῃ καὶ ἂν μέσα ἀπὸ αὐτὴ ἀρέσεις σὲ αὐτὸν μόνο. Καὶ ὅταν σκεφθῇς ὅτι ἀπὸ αὐτὴν τὴν θεία θέλησι εἶναι παρακινημένη ἡ δική σου κλίσις, τότε νὰ θέλῃς τὴν πρᾶξι ἐκείνη καὶ νὰ τὴν πραγματοποιῇς, γιατὶ τὴν θέλει ὁ Θεὸς καὶ εἶναι γιὰ μόνο τὴν δόξα καὶ τὴν ὑπακοή του.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, ὅταν θέλῃς νὰ ἀποστραφῆς ἐκεῖνο ποὺ δὲν θέλει ὁ Θεός, δηλαδὴ τὸ κακό, μὴν τὸ ἀποστραφῆς ἀμέσως, ἂν πρῶτα δὲν προσηλώσῃς τὸ βλέμα τοῦ νοῦ σου στὴν θεία του θέλησι, ἡ ὁποία θέλει νὰ τὸ ἀποστραφῆς γιὰ νὰ ἀρέσῃς σὲ αὐτόν. Γιατὶ ἡ ἀπάτη τῆς φύσεως εἶναι πολὺ λεπτὴ καὶ γι᾿ αὐτὸ εἶναι σὲ λίγους γνωστή, ἐπειδὴ αὐτὴ ἀναζητάει κρυφὰ τὸν ἑαυτό της πάντα· καὶ πολλὲς φορὲς κάνει νὰ φαίνεται σὲ μᾶς, ὅτι ὁ δικός της σκοπὸς εἶναι νὰ ἀρέσουμε μόνο στὸν Θεό, ὅμως δὲν εἶναι ἔτσι ἡ ἀλήθεια.
Γι᾿ αὐτὸ συμβαίνει πολλὲς φορὲς νὰ νομίζουμε ἐκεῖνο ποὺ θέλουμε, ἢ δὲν θέλουμε γιὰ δικό μας συμφέρον ὅτι τὸ θέλουμε ἢ δὲν τὸ θέλουμε γιὰ νὰ ἀρέσουμε μόνο καὶ μόνο στὸ Θεό. Λοιπόν, γιὰ νὰ ἀποφύγουμε αὐτὴν τὴν ἀπάτη, ἡ καθ᾿ ἑαυτοῦ θεραπεία εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸ νὰ ἀποβάλλουμε τὸν παλιὸ ἄνθρωπο καὶ νὰ ντυθοῦμε τὸν νέο (καὶ σὲ αὐτὸ προσανατολίζεται ὅλος αὐτὸς ὁ πόλεμος).
Ὅμως, γιὰ νὰ σὲ μάθω τὴν τέχνη νὰ κάνῃς αὐτό, ἄκουσε. Στὴν ἀρχὴ κάθε σου πράξεως πρέπει νὰ βγῆς ὅσο μπορεῖς, ἀπὸ κάθε θέλημα δικό σου καὶ νὰ μὴ θελήσῃς οὔτε νὰ κάνῃς οὔτε νὰ ἀποστραφῆς κανένα πρᾶγμα, ἂν πρῶτα δὲν καταλάβης ὅτι παρακινεῖσαι καὶ παρασύρεσαι σὲ αὐτό, ἀπὸ μόνο τὴν ἁπλὴ θέλησι τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐὰν σὲ ὅλα σου τὰ ἔργα τὰ ἐξωτερικά, καὶ μάλιστα στὰ ἐσωτερικά της ψυχῆς, δὲν μπορῇς νὰ αἰσθάνεσαι ἐνεργεία πάντα αὐτὴ τὴν ἀπὸ τὸ Θεὸ παρακίνησι καὶ εὐαρέστησι (17) τουλάχιστον νὰ ἔχῃς τὴν εὐχαρίστησι νὰ τὴν ἔχῃς δυνάμει· δηλαδή, νὰ ἔχῃς ἐσὺ πάντα ἀπὸ μόνος σου ἄποψι ἀληθινή, νὰ ἀρέσῃς μόνο στὸν Θεό σου σὲ κάθε σου ἔργο.
Στὰ ἔργα ὅμως ποὺ θὰ κρατήσουν κάποιο διάστημα, ὄχι μόνο στὴν ἀρχὴ εἶναι καλὸ νὰ παρακινῇς τὸν ἑαυτό σου σὲ αὐτὴ τὴν εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεόν, ἀλλὰ καὶ ἕως τέλους ἔχεις χρέος νὰ φροντίζεις νὰ ἀνανεώνεις πολλὲς φορὲς αὐτὴ μὲ τὴν ὑπενθύμηση γιατὶ (18), ἂν δὲν κάνεις ἔτσι, κινδυνεύεις νὰ μπλεχτεῖς πάλι στὸ δεσμὸ τῆς φυσικῆς ἀγάπης τοῦ ἑαυτοῦ σου, ἡ ὁποία, μὲ τὸ νὰ παρεκλίνει περισσότερο στὸν ἑαυτό της παρὰ στὸ Θεό, συνηθίζει πολλὲς φορὲς μὲ τὸ διάστημα τοῦ χρόνου, νὰ μᾶς κάνει νὰ ἀλλάζουμε ἀστόχαστα τὰ πράγματα καὶ νὰ μεταβάλουμε τὰ τέλη καὶ τοὺς πρώτους σκοπούς μας.
Ὁπότε, ὅποιος δὲν προσέχει καλὰ σ᾿ αὐτό, ἀρχίζει πολλὲς φορὲς νὰ κάνῃ κανένα ἔργο, μὲ σκοπὸν γιὰ νὰ ἀρέσῃ μόνο στὸν Κύριό του· ἀλλ᾿ ἔπειτα, μετὰ ἀπὸ ὀλίγο, ὁδηγεῖται χωρὶς νὰ τὸ καταλάβῃ, νὰ τοῦ ἀρέσῃ καὶ αὐτοῦ αὐτὸ μὲ τὴν δική του θέλησι, ἔτσι ποὺ λησμονεῖ τὸ θεῖο θέλημα· καὶ δένεται τόσο πολὺ μὲ τὴν εὐχαρίστησι ἐκείνου τοῦ ἔργου, ποὺ ἂν ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς τὸν ἐμποδίσῃ μὲ κάποια ἀσθένεια ἢ μὲ πειρασμὸ δαιμόνων καὶ ἀνθρώπων ἢ μὲ ἄλλο μέσο κανενὸς κτίσματος, αὐτὸς συγχίζεται ὁλόκληρος καὶ ταράσσεται καὶ μερικὲς φορὲς κατακρίνει τὸν ἕνα καὶ τὸν ἄλλον, ὅτι τοῦ στάθηκαν ἐμπόδιο (γιὰ νὰ μὴν πῶ πὼς γογγύζει καὶ κατὰ τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ καμμία φορά), πρᾶγμα τὸ ὁποῖο εἶναι σημεῖο ὁλοφάνερο, ὅτι ἡ κρίσις του δὲν ἦταν ὅλη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν σάπια καὶ διεφθαρμένη ρίζα τῆς φιλαυτίας.
Γιατὶ ἐκεῖνος ποὺ κινεῖται γιὰ μόνο τὸ θέλημα καὶ τὴν εὐχαριστία τοῦ Θεοῦ, δὲν προτιμᾷ περισσότερο τὸ ἕνα ἔργο ἀπὸ τὸ ἄλλο, οὔτε ἂν εἶναι τὸ ἕνα εἶναι ὑψηλὸ καὶ μεγάλο, καὶ τὸ ἄλλο ταπεινὸ καὶ μικρὸ ἀλλὰ ἐξ ἴσου θέλει καὶ τὰ δυό, γιατὶ εἶναι ἀρεστὰ στὸ Θεὸ γιὰ τὸ καιρὸ ἢ γιὰ τὴ μέθοδο ἢ γιὰ ἄλλη κάποια περίστασι ποὺ ἐκεῖνος μόνος γνωρίζει· ὁπότε αὐτός, εἴτε τὸ σημαντικὸ καὶ μεγάλο ἔργο παίρνει στὰ χέρια του, εἴτε τὸ ταπεινὸ καὶ μικρό, μένει τὸ ἴδιο εἰρηνικὸς καὶ ἀναπαυμένος· γιατὶ μὲ κάθε τρόπο ἀπολαβάνει τὸ σκοπό του, ποὺ ἦταν νὰ φανῇ εὐάρεστος στὸ Θεὸ σὲ ὅλα τὰ ἔργα του, εἴτε στὴ ζωὴ εἴτε στὸ θάνατο. «Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀγωνιζόμαστε μὲ ζῆλο, γιὰ νὰ εἴμαστε εὐάρεστοι στὸν Θεό, εἴτε μείνουμε στὸ σῶμα, εἴτε φύγουμε ἀπὸ αὐτό» (Β´ Κορινθ. 5,9). Ὁπότε, ἀγαπητέ, ἂς εἶσαι πάντα προσεκτικὸς καὶ συνεσταλμένος στὸν ἑαυτό σου καὶ προσπάθησε νὰ κατευθύνῃς τὶς πράξεις σου σὲ αὐτὸν τὸν τελικὸ σκοπό.
Ἐὰν πάλι καὶ καμιὰ φορὰ παρακινηθῇς ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς σου νὰ κάνῃς τὸ καλὸ γιὰ νὰ ἀποφύγῃς τοὺς τόπους τιμωρίας καὶ γιὰ νὰ ἀπολαύσῃς τὸν Παράδεισο, μπορεῖς ἀκόμη καὶ σὲ αὐτὸ νὰ σκεφτεῖς γιὰ τελευταῖο σκοπό σου τὴν εὐαρέστησι καὶ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θέλει νὰ μπῆς στὴ βασιλεία του καὶ νὰ μὴν πᾶς στὸν Ἅδη. Αὐτὴ τὴν αἰτία, δηλαδὴ τὸ τέλος, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ γνωρίσῃ κανεὶς σωστά, πόση ἐξουσία καὶ δύναμι ἔχει.
Γιατὶ ἕνα ἔργο, ἂς εἶναι πολὺ ταπεινό, ἂς εἶναι πολὺ μικρό, ὅμως ὅταν γίνεται μὲ σκοπὸ γιὰ νὰ ἀρέσῃ μόνο στὸ Θεὸ καὶ στὴ δόξα του, ἀξίζει ἀπείρως περισσότερο (γιὰ νὰ πῶ ἔτσι), ἀπὸ ἄλλα πολλὰ ἔργα σπουδαῖα, ἔνδοξα καὶ πολὺ μεγάλα, ποὺ γίνονται χωρὶς αὐτὸ τὸ σκοπό· ἔτσι κοντὰ στὸ Θεὸ περισσότερο εὐχάριστο εἶναι ἕνα μόνο λεπτό· ὅταν τὸ δώσῃς σὲ ἕνα φτωχό, γι᾿ αὐτὴ μόνη τὴν αἰτία γιὰ νὰ ἀρέσῃς στὴ Θεία του μεγαλωσύνη, παρὰ τὸ νὰ ξεγυμνωθῇς ἀπὸ ὅλα τὰ πολλὰ ὑπάρχοντά σου, ὅταν τὸ κάνῃς μὲ κάποιον ἄλλο σκοπὸ καὶ ἂν τὸ κάνῃς γιὰ νὰ ἀπολαύσῃς τὰ οὐράνια ἀγαθά, τὰ ὁποῖα εἶναι σκοπὸς ὄχι ἁπλὰ καλός, ἀλλὰ καὶ πολὺ ἐπιθυμητός. Αὐτὴ ἡ ἐξάσκησις τὴν ὁποία πρέπει νὰ κάνῃς σὲ κάθε σου πρᾶξι, τὸ νὰ ἔχῃς δηλαδὴ ἕνα σκοπό, νὰ ἀρέσεις μόνον στὸ Θεό, ἡ ἄσκησις λέω αὐτή, καὶ στὴν ἀρχὴ θὰ σοῦ φανῇ δύσκολη, ὅμως μετὰ ἀπὸ αὐτὰ θὰ σοῦ γίνῃ εὔκολη, ἕνα μὲν ἀπὸ τὴν χρησιμοποίησι τῆς ὑποθέσεως καὶ ἄλλο δέ, ἀπὸ τὸ νὰ ἐπιθυμῇς πάντα τὸ Θεὸ καὶ γι᾿ αὐτὸν νὰ ἀναπνέῃς μὲ ζωντανὴ διάθεσι τῆς καρδιᾶς σου, σὰν σὲ τελειότατο καὶ μοναδικὸ ἀγαθό, τὸ ὁποῖο εἶναι ἄξιο γιὰ μόνο τὸν ἑαυτό του νὰ ἀναζητῆται ἀπὸ ὅλα τὰ δημιουργήματα καὶ νὰ ὑπηρετῆται καὶ νὰ ἀγαπᾶται περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο.
Αὐτὸς ὁ λογαριασμὸς τῆς ἄπειρης ἀξιομισθίας τοῦ Θεοῦ, ὅσο γίνεται πιὸ πολὺ βαθὺς καὶ πιὸ πολὺ συνεχῶς, τόσο θὰ εἶναι καὶ πιὸ πολὺ θερμὲς καὶ συνεχεῖς οἱ παραπάνω ἀναφερόμενες πράξεις τῆς θελήσεώς μας. Καὶ ἔτσι, πιὸ πολὺ εὐκολώτερα καὶ γρηγορότερα θὰ ἀποκτήσουμε τὴν συνήθεια νὰ κάνουμε κάθε μας πρᾶξι μόνο γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ εὐχαρίστησι τοῦ Δεσπότου ἐκείνου, ποὺ μόνος εἶναι ἄξιος νὰ ἀγαπᾶται. Τελευταῖα, ἂν θέλῃς νὰ καταλάβης ἂν ὁ Θεὸς σὲ παρακινῇ σὲ κάθε σου πρᾶξι, πρέπει νὰ ζητήσῃς αὐτὸ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ θερμὴ προσευχή, παρακαλώντας τον νὰ σοῦ προσθέσῃ ἀκόμη καὶ αὐτὴ τὴ χάρι κοντὰ στὶς ἄλλες ἀναρίθμητες εὐεργεσίες καὶ χάρες ποὺ σοῦ ἔκανε καὶ σοῦ κάνει συνέχεια, γιὰ μόνον τὴν ἀγάπη καὶ χωρὶς κανένα κέρδος δικό του.
16. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπόστολος μᾶς παραγγέλλει νὰ δοκιμάζουμε ποιό εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο τὸ ἀγαθό, ἀλλὰ καὶ τὸ εὐάρεστο καὶ σὲ ὅλες τὶς περιστάσεις τέλειο. «Νὰ μεταμορφώνεσθε συνέχεια πρὸς τὸ καλό… γιὰ νὰ διακρίνετε ποιό εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ καλὸ καὶ ἀρεστὸ στὸν Θεὸ καὶ τέλειο» (Ρωμ. 12,2). Ἐπειδὴ ἐὰν μία μόνο περίστασι λείπει ἢ ἂν μὲ ὅλη τὴν προαίρεσι καὶ δύναμί μας δὲν κάνουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι φανερὸ ὅτι ἀτελὲς καὶ ἐλιπὲς αὐτὸ καὶ γίνεται καὶ ὀνομάζεται.
17. Τὸ νὰ αἰσθανώμαστε ἐνεργὴ τὴν ἀπὸ τὸ Θεὸ παρακίνησι, αὐτὸ γίνεται ἢ μὲ θεϊκὸ φωτισμὸ καὶ νοερὴ φώτισι, μὲ τὰ ὁποῖα ἀποκαλύπτεται στοὺς καθαροὺς τὸ τοῦ Θεοῦ θέλημα θεωρητικά, ἢ μὲ ἐσωτερικὴ ἔμπνευσι τοῦ Θεοῦ μὲ λόγο· ἢ μὲ ἄλλες ἐνέργειες τῆς θείας χάριτος ποὺ ἐνεργοῦνται στὴν καθαρὴ καρδιά, τὰ ὁποῖα εἶναι μία ζεστασιὰ ποὺ δίνει ζωή, μία χαρὰ ἄρρητη, σκιρτήματα πνευματικά, κατάνυξι, καρδιακὰ δάκρυα, θεία ἀγάπη καὶ τὰ ἄλλα θεοφιλῆ καὶ μακάρια πάθη, τὰ ὁποῖα πετυχαίνονται ὄχι μὲ τὴν θέλησι τὴ δική μας, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ Θεό, ἑτεροκίνητα καὶ παθητικά· μέσα ἀπὸ τὴν αἴσθησι λοιπὸν αὐτῶν ὅλων πληροφορούμαστε, ὅτι ἐκεῖνο ποὺ ζητᾶμε νὰ κάνουμε εἶναι κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Προτύτερα ὅμως ἀπὸ αὐτά, ἔχουμε χρέος γιὰ τὸ θέμα μας νὰ κάνουμε πρὸς τὸν Θεὸ θερμότατη καὶ καθαρὴ προσευχὴ καὶ μία φορὰ καὶ δυὸ καὶ πολλὲς φορές.
18. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ θεῖος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης ἔγραφε: «Πρόσεχε καὶ στὴν πρόθεσι· (δηλαδὴ τηνπροαίρεσί σου) μὲ ἀκρίβεια ἐρεύνα κάθε ὥρα ποὺ κίνει· ἐάν κάθεσαι ἡσυχάζοντας κατὰ Θεόν, γι᾿ αὐτὸ τὸ καλὸ ἢ γιὰ τὴν ψυχικὴ ὠφέλεια, εἴτε ψάλλεις εἴτε μαλετᾶς, εἴτε προσεύχεσαι, εἴτε ἐργαζόμενος κάποια ἀρετὴ γιὰ νὰ μὴ συλληφθῇς χωρὶς νὰ ξέρῃς τί κάνεις» (Κεφ. ιβ´. Φιλοκαλ.).
Ὁ Ἀόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Ο ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ ΖΗΤΙΑΝΕΥΕΙ ΣΧΕΔΟΝ ΤΥΦΛΟΣ ΚΑΙ ΠΑΜΠΤΩΧΟΣ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΟ 1843
Ο Νικηταράς (Νικήτας Σταματελόπουλος) ζητιανεύει σχεδόν τυφλός και πάμπτωχος στον Πειραιά το 1843
Ένας από τους πιο γνωστούς, γενναίους και τίμιους αγωνιστές της
Ελληνικής Επανάστασης ήταν ο Νικηταράς. Βρισκόταν πάντα στην πρώτη γραμμή, δίπλα στο πλευρό του θείου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Στη μάχη στα Δερβενάκια (26 Ιουλίου 1822) η ορμή του κατά των Τούρκων ήταν τόσο μεγάλη, όπου έσπασε 3 σπαθιά κατά τη διάρκεια της μάχης, ενώ το τέταρτο κόλλησε στο χέρι του από αγκύλωση. Μετά από αυτή τη μάχη έμεινε γνωστός ως «Τουρκοφάγος», ενώ αρνήθηκε να μοιραστεί τα λάφυρα από τη νίκη στα Δερβενάκια, λέγοντας «Δεν θέλω τίποτα. Θέλω να δω την πατρίδα μου λεύτερη».
Ωστόσο μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας συνεχίστηκε ο αγώνας του. Επί Όθωνα περιέπεσε σε δυσμένεια, επειδή υποστήριζε το αντιπολιτευόμενο Ρωσικό Κόμμα. Προφυλακίστηκε το 1839 ως αρχηγός συνωμοτικής ομάδας, αλλά στη δίκη του (11 Σεπτεμβρίου 1840), αθωώθηκε ελλείψει στοιχείων. Εντούτοις, η κράτησή του παρατάθηκε με αποτέλεσμα να υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη η υγεία του και σχεδόν να τυφλωθεί λόγω διαβήτη. Η κόρη του όταν τον αντίκρισε σ’ αυτήν την κατάσταση έχασε τα λογικά της. Αποφυλακίστηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1841 και αποτραβήχτηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά.
Το 1843 του απονεμήθηκε ο βαθμός του υποστρατήγου και του δόθηκε μία πενιχρή σύνταξη. Παράλληλα του χορηγήθηκε άδεια να ζητιανεύει στον χώρο όπου σήμερα βρίσκεται ο Ιερός Ναός της Ευαγγελίστριας στον Πειραιά κάθε Παρασκευή απόγευμα και μάλιστα σε θέση όχι αρκετά προσοδοφόρα. Όταν κάποιος γνωστός του τον ρώτησε τι κάνει εκεί, ο Νικηταράς απάντησε ότι κάθεται και απολαμβάνει την ελεύθερη πατρίδα του.
Τελικά πέθανε πάμπτωχος στις 25 Σεπτεμβρίου 1849, ωστόσο η ιστορία τον αναγνωρίζει ως έναν από τους πιο αγνούς και γενναίους ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης.
ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Δ’ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἡ περίοδος ποὺ διανύουμε, αὐτὴ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ἀποτελεῖ περίοδο ἰδιαίτερου πνευματικοῦ ἀγώνα καθαρισμοῦ τῆς ψυχῆς. Λόγος αὐτῆς τῆς ἀνάγκης γιὰ κάθαρση, νὰ ἀξιωθοῦμε, φυσικά, νὰ ζήσουμε μὲ συντριβὴ καρδιᾶς τὰ Ἄχραντα Πάθη τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί, ἔπειτα, μὲ δυνατὴ χαρὰ νὰ ἑορτάσουμε τὴν Ἀνάστασή του. Στὸν ἱερὸ αὐτὸ ἀγῶνα σύμμαχός μας εἶναι τὸ ζεῦγος δύο μεγάλων ἀρετῶν, τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας.
Γνωρίζοντας οἱ Ἅγιοι Πατέρες τὴ μεγάλη συμβολὴ αὐτοῦ τοῦ ζεύγους στὴν πρόοδο τῆς πνευματικῆς ζωῆς, θέσπισαν σήμερα, Δ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, νὰ διαβάζεται τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου νέου, μέσῳ τοῦ ὁποίου ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς τονίζει τὴν ἀξία τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας.
Κάποιο παλικάρι, λοιπόν, βασανιζόταν ἀπὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα καὶ ὁ πατέρας του τὸ ὁδήγησε στοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους γιὰ νὰ τὸ ἐλευθερώσουν. Ἐκεῖνοι, ὅμως, δὲν κατάφεραν νὰ ἐκβάλουν τὸ πονηρὸ πνεῦμα, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ πατέρας νὰ λυπηθεῖ. Ἡ λύπη του δὲν κράτησε πολύ, διότι ἐκείνη τὴν ὥρα ἐπέστρεψε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὸ ὄρος Θαβώρ, ὅπου φανέρωσε τὴ δόξα τῆς θεϊκῆς τοῦ μορφῆς στοὺς Ἀποστόλους Πέτρο, Ἰάκωβο καὶ Ἰωάννη. Ἐλπίζοντας ὅτι ὁ Κύριος θὰ ἐλευθέρωνε τὸ παιδί του, ἔτρεξε κοντά του ζητῶντας τὸ θαῦμα. Τελικά, ὁ Κύριος ἔδωσε διαταγὴ στὸ πονηρὸ πνεῦμα νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν νεαρό, δίχως ποτὲ νὰ ξαναμπεῖ σὲ αὐτόν. Ἀργότερα, οἱ Μαθητὲς κατ’ ἰδίαν ρώτησαν τὸν Ἰησοῦ γιατὶ δὲν κατάφεραν νὰ βγάλουν τὸ δαιμόνιο, γιὰ νὰ λάβουν τὴν ἀπάντηση: «τοῦτο τὸ γένος δὲν ἐκβάλλεται παρὰ μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία».
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες , μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ σήμερα τιμώμενος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ὁ καὶ συγγραφέας τῆς Κλίμακος, ἔγραψαν πολλὰ γιὰ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία, τὶς δύο πολὺ σημαντικὲς πρακτικὲς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἀνέλυσαν τὴ φύση τους, τὶς ἐγκωμίασαν, μᾶς δίδαξαν τὶ προσφέρουν στὴν ψυχὴ καὶ πῶς πρέπει νὰ τὶς ἐκτελοῦμε. Ἐνδεχομένως κάποιοι σήμερα νὰ μὴν καταλαβαίνουν τὸ νόημά τους καὶ νὰ τὶς βλέπουν ὡς μία ὠραία φιλοσοφία. Δὲν εἶναι, ὅμως, ἔτσι τὰ πράγματα. Ἄν οἱ Ἅγιοι μίλησαν μὲ ἐπιστημονικὸ τρόπο καὶ μὲ τόση σιγουριὰ γιὰ τὶς δύο αὐτὲς ἀρετές, αὐτὸ συνέβη διότι εἶχαν τὴν ἐμπειρία. Ἔκαναν πράξη τὴ νηστεία καὶ τὴν προσευχή, βίωσαν τὰ ὀφέλη τους, φωτίσθηκαν καὶ κατέθεσαν τὴν ἐμπειρία τους ὡς θεωρία. Ἑπομένως, τὰ ὅσα θὰ ἀκούσετε στὴ συνέχεια, δὲν εἶναι κούφια λόγια τοῦ ἀέρα, ἀλλὰ ἀποτύπωση τῆς ἐμπειρίας τῶν Ἁγίων.
Ἡ προσευχὴ εἶναι ἐπικοινωνία. Ἡ ἐπικοινωνία εἶναι μία φυσικὴ ἀνάγκη τῆς κάθε ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ἀκόμη καὶ ἄν τοποθετήσουμε ἀνθρώπους ποὺ μιλοῦν διαφορετικὲς γλώσσες σὲ ἕναν ἀπομονωμένο χῶρο, αὐτοὶ θὰ βροῦν τὸν τρόπο νὰ ἐπικοινωνήσουν μεταξύ τους γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὸν ἐσωτερικό τους κόσμο καὶ νὰ συμβιώσουν ἀποτελεσματικά. Ἄν τόσο χρήσιμη καὶ ἀναγκαία εἶναι ἡ ἐπικοινωνία μας μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, μπορεῖτε εὔκολα νὰ καταλάβετε πόσο περισσότερο ἀναγκαία καὶ ὠφέλιμη εἶναι προσευχή, ἡ ἐπικοινωνία μας δηλαδή, μὲ τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔδωσε καὶ μᾶς δίνει ζωή. Τόσο ἀναγκαία εἶναι ἡ προσευχή, ὥστε οἱ Πατέρες τὴν ὀνόμασαν «ἀναπνοὴ τῆς ψυχῆς». Ὅπως τὸ σῶμα χωρὶς ἀναπνοή, πεθαίνει, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή μας, χωρὶς τὴν προσευχὴ δὲν ἔχει ζωή. Κάποιος, μάλιστα, εἶχε πεῖ: «Ἔζησες ὅσα χρόνια προσευχήθηκες. Τὰ ὑπόλοιπα ἦταν χαμένα χρόνια».
Οἱ προσευχὲς χωρίζονται σὲ δύο εἴδη: τὶς ἑφτὰ διατεταγμένες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἀκολουθίες καὶ τὴν προσωπική μας. Εἶναι πολὺ μεγάλη εὐλογία μέσα στὰ σπίτια τῶν ὀρθοδόξων νὰ ἀκούγονται ἱερὲς ἀκολουθίες, ὅπως, παραδείγματος χάριν, ὁ Ἑξάψαλμος, ὁ Ἑσπερινὸς καὶ τὸ Απόδειπνο μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Θεοτόκου. Ἔρχεται μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀργὰ ἤ γρήγορα, πλούσια ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὴν οἰκογένεια, ἐκφρασμένη ὡς χαρά, ὡς ἀγάπη καὶ εἰρήνη. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὅσον ἀφορᾶ τὴν προσωπικὴ προσευχή, αὐτὴ δὲν ἔχει χρονικὸ ὅριο. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παραγγέλει νὰ προσευχόμαστε ἀδιαλείπτως, χωρὶς κανένα διάλειμμα. Εἴμαστε στὸ σπίτι, στὸν δρόμο, στὴν ἐργασία, στὸ σχολεῖο ἤ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ; Πρέπει νὰ καταφέρουμε νὰ λέμε συνεχῶς μέσα μας κάποια λόγια προσευχῆς. Δὲν χρειάζεται ἡ πολυλογία. Ὁ ληστὴς μὲ ἕνα μόνο λόγο προσευχῆς κέρδισε τὸν Παράδεισο. Ἡ προσευχὴ ποὺ βοηθάει πολὺ νὰ συγκεντρωθοῦμε σὲ αὐτὴν ἐπειδὴ εἶναι συνοπτική, εἶναι τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με». Οἱ Πατέρες ἐπιμένουν νὰ ἀφιερώνουμε χρόνο στὴν ἄσκηση αὐτῆς τῆς προσευχῆς, ἀκόμη καὶ παράλληλα μὲ τὶς ἐπίγειες ἐνασχολήσεις. Μᾶς διδάσκουν ὅτι ἀρχικὰ πρέπει νὰ πιέσουμε τὸν ἑαυτό μας λέγοντας τὴν εὐχὴ ἐκφώνως. Ὕστερα, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν ἐπιμονή μας, ἡ εὐχὴ θὰ συμβαίνει ἀβίαστα στὸ νοῦ. Τότε, ὁ ἄνθρωπος θὰ ἀκτινοβολεῖ τὴν χαρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀποτελῶντας μία φωτεινὴ καὶ ἀληθινὰ χριστιανικὴ ὕπαρξη.
Ὁ λόγος γιὰ τὴ νηστεία τώρα. Μπορεῖ ὁ ἀθλητὴς νὰ στεφανωθεῖ, ἄν πρῶτα δὲν θέσει κάποιους περιορισμοὺς σὲ κάποιες συνήθειές του; Ὄχι! Μὲ τὴν ἴδια ἀκριβῶς λογικὴ δὲν μπορεῖ καὶ ὁ χριστιανὸς νὰ νικήσει στὸν ἀγῶνα κατὰ τῶν παθῶν, ἄν δὲν νηστέψει. Καὶ ὅταν λέμε νηστεία, δὲν ἐννοοῦμε μόνο τὸ νὰ τρῶμε νηστίσιμα, ἤ νὰ φουσκώνουμε τρώγοντας νηστίσιμα. Νηστεία σημαίνει νὰ ἐγκρατεύομαι σὲ κάθε σωματικὴ αἴσθηση καὶ κυρίως νὰ κόβω τὸ θέλημά μου. Νηστεία σημαίνει νὰ ἀφήνω στὴν ἄκρη τὸ «ἐγώ», γιὰ νὰ σκηνώσει μέσα μου ὁ Χριστός.
Αὐτὸς ὁ σωματικὸς περιορισμὸς ὁδηγεῖ στὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ὑγεία τοῦ πνεύματος, διότι ἔτσι τὸ πνεῦμα ἐπιβάλλεται στὴν σάρκα, ἀλλὰ καὶ στὴν ἐλευθερία τοῦ σώματος, διότι πολὺ περισσότεροι πέθαναν ἀπὸ πολυφαγία, παρὰ ἀπὸ ὀλιγοφαγία. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ νηστεύει καὶ δὲν φορτώνει τὸ σῶμα μὲ περιττά, εἶναι πάντα ἀνάλαφρος καὶ ἔτοιμος νὰ διακονήσει, ἔτοιμος νὰ προσευχηθεῖ, νὰ μελετήσει, νὰ δημιουργήσει. Ἀντιθέτως, ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἐγκρατεύεται, μὲ μεγαλύτερη δυσκολία στρέφεται σὲ θεάρεστα ἔργα, καὶ πολὺ περισσότερο κινδυνεύει νὰ πέσει.
Ἔχοντας ἀναφερθεῖ ἐν συντομία στὶς δύο μεγάλες ἀρετές, θὰ ἦταν παράλειψη ἄν δὲν μνημόνευα τὸν Ὅσιο Ἰωάννη. Τὸν τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας διότι συνέγραψε ἕνα βιβλίο ὅπου ἀναπτύσσει τὰ σκαλοπάτια τῆς πνευματικῆς ζωῆς, γιὰ αὐτὸ καὶ τὴν ὀνόμασε «Κλίμακα», δηλαδὴ σκάλα. Ὑπῆρξε πραγματικὰ ἕνας ἐπιστήμονας τοῦ χριστιανισμοῦ, διότι αὐτὰ ποὺ ἔγραψε, τὰ ἔγραψε ἀφοῦ πρῶτα τὰ βίωσε. Τὰ βίωσε καὶ τὰ μοιράστηκε μὲ ὅλους ἑμᾶς. Γιὰ αὐτό, καλὸ θὰ εἶναι, νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τὴ σοφία του, δύο ψήγματα ἐκ τῆς ὁποίας εἶναι τὰ ἑξῆς:
Ἀρχὴ τῆς προσευχῆς εἶναι τὸ νὰ διώκωνται οἱ ἐχθρικὲς προσβολὲς στὴν ἀρχή τους, μὲ ἕναν ἀποφασιστικὸ λόγο. Μέσον, τὸ νὰ παραμένη ὁ νοῦς στὰ λόγια καὶ στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Καὶ τέλος, τὸ νὰ ἁρπαγῆ ὁ νοῦς πρὸς τὸν Κύριον.
Καλὸ τρίδομο καὶ τρίστυλο θεμέλιο εἶναι ἡ ἀκακία, ἡ νηστεία καὶ ἡ σωφροσύνη. Ὅλοι οἱ ἐν Χριστῷ νήπιοι ἀπὸ αὐτὰ ἃς ἀρχίζουν, παίρνοντας ὡς παράδειγμα τὰ νήπια.
Μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ μεγάλου δασκάλου τῆς πνευματικῆς προόδου, Ὁσίου Ἰωάννου, εἴθε νὰ ζήσουμε ὅπως ζητᾶ ὁ Χριστός μας!
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος
Παρασκευή 24 Μαρτίου 2023
Η ΚΛΙΜΑΚΑ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΕΝΣΑΡΚΩΜΕΝΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ (Ἄρθρο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Γρηγόριου)
Ἡ Κλίμακα τῶν ἀρετῶν καὶ τὸ ἐνσαρκωμένο παράδειγμα.
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει καθιερώσει νὰ ἑορτάζει τὴν τέταρτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, ἕνα πρόσωπο ἀσκητικὸ. Ἔχει συγγράψει τὸ βιβλίο Κλίμαξ (ποὺ σημαίνει σκάλα), τὸ ὁποῖο περιγράφει τριάντα λόγους περὶ ἀρετῆς, ὅπου καθένας λόγος περιλαμβάνει μία ἀρετὴ. Ξεκινώντας ἀπὸ τὶς πιὸ πρακτικὲς ἀρετὲς, ἀνεβαίνει καὶ καταλήγει στὶς θεωρητικὰ ὑψηλὲς ἀρετές. Αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος ποὺ ὀνομάστηκε Ἅγιος Ἰωάννης μὲ τὸ προσωνύμιο «τῆς Κλίμακος».
Ἡ Ἐκκλησία αὐτὸ τὸ βιβλίο τὸ θεώρησε σημαντικὸ γιὰ αὐτὸ καὶ τὸ προβάλει, ὄχι τόσο τὸ βιβλίο, ἀλλὰ τὸν συγγραφέα τοῦ βιβλίου. Αὐτὸ ὄχι τυχαία. Τὸ ἔκανε διότι τὸ παράδειγμα εἶναι ἀνώτερο ἀπὸ τὴν πληροφορία ἑνός βιβλίου. Τὸ βιβλίο εἶναι καλὸ νὰ τὸ γνωρίζουμε, ἀλλὰ πιο σημαντικὸ εἶναι νὰ δοῦμε τὸ πρόσωπο ἐκεῖνο ποὺ ἐνσάρκωσε τὴν πληροφορία τοῦ βιβλίου τῆς Κλίμακος στὴν προσωπικὴ του ζωὴ, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τὴν τέταρτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. Μὲ ἄλλα λόγια ὁ ἄνθρωπος μὲ τὶς ἀρετὲς καὶ τὸ ἐνσαρκωμένο παράδειγμα θὰ εἰσοδεύσει στὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴν Ἀνάστασή Του.
Συνηθίζουμε νὰ λέμε μία εἰκόνα χίλιες λέξεις. Θὰ μπορούσαμε νὰ προσθέσουμε ὅτι ἕνα ζωντανὸ παράδειγμα εἶναι χίλια βιβλία. Αὐτὸ ποὺ ἔχουμε μέγαλη ἀνάγκη σήμερα εἶναι τὰ ζωντανὰ παραδείγματα ποὺ ἐνσαρκώνουν στὴν ζωὴ τους τὸν Εὐαγγελικὸ λόγο, τὴν Ἀποστολικὴ ζωή καὶ τὴν ἀσκητικὴ μας παράδοση. Οἱ πληροφορίες εἶναι καλὲς καὶ ἀπαραίτητες. Τὰ ἀκαδημαϊκὰ πτυχία παρέχουν μία σημαντικὴ γνώση, ἀλλὰ καὶ ἰκανὴ πιστοποίηση ποὺ διαφοροποιεῖ τὸν γνώστη τῆς γνώσης, ἀπὸ τὸν γνώστη τῆς ἡμιμάθειας ἢ τῆς ἀμάθειας. Γιὰ τὸν σκοπὸ ὅμως τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου τὰ πτυχία καὶ οἱ ἀκαδημαϊκὲς σπουδὲς δὲν παίζουν ἰδιαίτερο ρόλο. Σημασία ἔχει ἡ καθαρὴ καρδιὰ μὲ ἀρετὲς καὶ τὸ ἐνσαρκωμένο παράδειγμα μὲ τὸν εὐαγγελικὸ λόγο.
Τὸ βιβλίο ἡ Κλίμακα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος εἶναι μία καλὴ ἀρχὴ ὡς πληροφορία γιὰ τὴν προσωπική ἐνσάρκωση τῆς εὐαγγελικῆς ζωῆς. Εἶναι σημαντικὸ νὰ διαβάζουμε τὸ βιβλίο αὐτό διότι προτρέπει τὸν πιστὸ νὰ συναντήσει τὸν Χριστὸ μὲ ἀρετὲς οἱ ὁποῖες δὲν εἶναι ἠθικὰ ἐπιτεύγματα, ἀλλὰ προϋπόθεση συνάντησης. Ἕνα παράδειγμα εἶναι ἐὰν κάποιος θέλει νὰ δεῖ τὸν ἤλιο θὰ χρειαστεῖ εἰδικὰ γυαλιά.Ἔτσι καὶ γιὰ νὰ δεῖ κάποιος τὸ Ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ θὰ πρέπει νὰ προετοιμάσει τὶς δικὲς του ἀντοχὲς, τὸ δικὸ του ἐσωτερικὸ περιβάλλον, τὰ δικὰ του φίλτρα, τὰ δικὰ του πνευματικὰ μάτια μὲ τέτοιο τρόπο ἔτσι ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ εἶναι ἰκανὸς στὴν θέαση, στὴν μέθεξη τῆς Ἀκτίστου Χάριτος ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐπομένως, οἱ ἀρετὲς εἶναι προϋπόθεση θέασης τοῦ Ἀκτίστου φωτὸς καὶ ὄχι ἠθικὸ ἐπίτευγμα ἢ ἠθικὴ ἐντολή.
Σὲ αὐτὴν τὴν ἀρχὴ δὲν χρειάζεται μόνο ἡ θεωρία ἑνὸς βιβλίου, ἀλλὰ ἀπαιτεῖται καὶ τὸ παράδειγμα. Ἄν δὲν δοῦμε τὸ παράδειγμα μέσα στὴν καθημερινότητὰ μας ἔτσι ὥστε νὰ τὸ μιμηθοῦμε, τότε πῶς θὰ τὸ ἐφαρμόσουμε; Πότε ἀλλάζουμε ἐν Χριστῷ; Διαβάζοντας μόνο πληροφορίες ἀποκτῶντας πτυχία καὶ μεταπτυχιακὰ ἤ βλέποντας κυρίως τὸ ζωντανὸ παράδειγμα; Τὸ παράδειγμα εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀλλάζει τὸν ἑαυτό μας μὲ τὴν ἐν Χριστῷ γνώση, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν θεωρία-πληροφορία ὅπως τὸ βιβλίο τῆς Κλίμακας. Στὴν ἐποχὴ μας ὅμως δὲν ἔχουμε παραδείγματα καὶ αὐτὸ μὲ τὴν σειρὰ του παράγει ἄλλα προβλήματα με ἀλληλεπιδράσεις ποὺ γεννοῦν ἄλλα προβλήματα μὲ τὴν σειρά τους.
Τὸ σημαντικότερο ὅμως πρόβλημα ποὺ θὰ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος στρέφει τὴν προσοχὴ του στὸ νὰ βλέπει τὶ κάνει ὁ ἄλλος, περιγράφει πόσο χαμηλὰ βρίσκεται ὁ ἄλλος σὲ σχέση μὲ τὸν ἑαυτὸ του καὶ ἀντί νὰ κοιτάζει ψηλὰ βλέπει χαμηλά. Συγκρίνει τὸν ἑαυτὸ του μὲ τὸν ἄλλο καὶ ὄχι μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου, μὲ τὸ κατώτερο καὶ ὄχι μὲ τὸ ἀνώτερο. Ἡ προσωπικὴ του ἀξιολόγηση οὐσιαστικὰ ἔχει λανθασμένα διαγνωστικὰ ἐργαλεία μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐπηρεάζει καὶ τὴν πνευματικὴ του ζωὴ, ἀλλὰ καὶ τὴν κοινωνικὴ του συμπεριφορά.
Ἡ σύγκριση τοῦ ἐαυτοῦ μὲ τὸν ἄλλο καὶ ὄχι μὲ τὸ Εὐαγγέλιο ὡς λανθασμένη στρατηγικὴ, ὁδηγεῖ στὴν τάση νὰ διακαιολογεῖ ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτὸ του. Ἐπίσης, ἀμνηστεύει καὶ συγχωρεῖ τὸν ἑαυτὸ του γιὰ μικρὲς καὶ ἐπαναλαμβανόμενες ἁμαρτίες καὶ τὴν ἁμαρτία τοῦ ἄλλου τὴν ἀξιολογεῖ βαρύτερη ἀπὸ τοῦ ἑαυτοῦ του. Τελικὰ, καταλήγει μὲ αὐτὸν τὸν ἐσωτερικὸ διάλογο μὲ τὸν ἑαυτὸ του νὰ τρομάζει τὸν ἄλλο μὲ τὴν προσωπικὴ του ἀμετανοησία στὰ μικρὰ καὶ στὰ ἁπλά ἁμαρτήματα.
Ἄν δὲν ἔχουμε παράδειγμα γύρω μας καλὸ εἶναι νὰ ποῦμε δυστυχῶς αὐτὴ εἶναι ἡ κατάσταση, ἀλλὰ ἐμεῖς μὲ τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νὰ γίνουμε ἕνα σύγχρονο παράδειγμα. Ἡ δύναμη γιὰ τὸ καλύτερο καὶ τὸ ἀνώτερο εἶναι μέσα μας. Τὴν ἔχει δώσει ὁ Θεὸς ὡς δωρεά στὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἐσωτερικὴ δύναμη ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι τέτοια ποὺ ξεπερνάει κάθε ἐμπόδιο γιὰ νὰ συναντήσει ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεό. Αὐτὴ ἡ δύναμη στὸν ἄνθρωπο εἶναι θεόσδοτη, εἶναι ἔμφυτη καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὴν σταματήσει τίποτα.῾Ο μόνος ἀντίπαλος σὲ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ εἶναι ὁ κακὸς ἑαυτὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ πάντα ἔχει καλὲς δικαιολογίες γιὰ τὸν ἑαυτὸ του, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ εἶναι μία ἀναβολὴ καὶ ἀκύρωση τῆς εὐκαιρίας γιὰ νὰ γίνει ὁ ἴδιος παράδειγμα.
Δικαιολογίες ὅτι προερχόμαστε ἢ ἀνατραφήκαμε ἀπὸ δυσκολεμένους γονεῖς ἢ ἀπὸ δύσκολο οἰκογενειακὸ περιβάλλον ἢ κοινωνία γεμάτη μὲ πάθη καὶ ἁμαρτίες εἶναι πειστικὲς πρὸς τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ ποτὲ δὲν μποροῦν νὰ πείσουν τὸν ἑαυτὸ μας. Γιὰ μερικοὺς οἱ δικαιολογίες εἶναι μία προσωπικὴ παραίτηση ἀπὸ τὸ νὰ ἀλλάξουν ἔτσι ὥστε νὰ μὴν γίνουν ποτὲ τὸ φῶς στὸν συνάνθρωπὸ τους καὶ στὴν οἰκογένειὰ τους ποὺ τὸ ἔχουν ἀνάγκη. Ἄν ὁ ἄνθρωπος θέλει νὰ ἀλλάξει, τότε ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται. Ἄν ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ, τότε ὁ Θεὸς θαυματουργεῖ ἀκόμα καὶ ἐὰν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει φθάσει σὲ ἐπίπεδα ἁγιότητας.
Εὔχομαι ἐγκαρδίως ὁ καλὸς ἀγῶνας ἐναντίον τῶν παθῶν μας νὰ εἶναι ἀποφασιστικὸς ὅπως τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος. Ἐὰν ὁ ἀγῶνας αὐτὸς ξεκινήσει ὑπεύθυνα καὶ σοβαρὰ, τὸτε θὰ εἴμαστε σίγουροι ὅτι αὐτὸς ὁ ἀγῶνας ἀπὸ μόνος του θὰ εἶναι πρόξενος καλοῦ παραδείγματος τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ μας γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶναι γύρω μας οἱ ὁποῖοι μᾶς ἀγαπᾶνε καὶ ἔχουμε ἀνάγκη ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Θὰ εἶναι ἕνας ἀγῶνας γιὰ μία καλὴ ἀρχὴ, ἀπὸ τὸ καλὸ στὸ καλύτερο καὶ ἀπὸ τὸ καλύτερο στὸ ἀνώτερο. Θὰ εἶναι ἕνας ἀγῶνας ποὺ θὰ φέρει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά μας καὶ αὐτὴ ἡ Χάρη θα φέρει ἡσυχία, βεβαιότητα καὶ σταθερότητα μὲ μόνιμο προσανατολισμό. Αὐτὸς ὁ ἀγῶνας θὰ μιμηθεῖ καὶ θὰ μετακινηθεῖ ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ μας στὸν διπλανὸ μας, ἀπὸ τὸν διπλανὸ μας στὴν οἰκογένειὰ μας καὶ ἀπὸ τὴν οἰκογένειὰ μας στὴν κοινωνία ποὺ ζοῦμε.
Μποροῦμε ἐν Χριστῷ νὰ ἀλλάξουμε τὰ πάντα ἀκόμα καὶ τὴν κοινωνία μας, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ μας. Στὸ ποσοστὸ ποὺ ἀλλάζουμε ἐμεῖς στὸ ἴδιο ποσοστὸ ἀλλάζει καὶ ἡ κοινωνία μας.
Ἡ ἐπιλογὴ μας εἶναι εἴτε νὰ ἀλλάξουμε μὲ τὸ δικὸ μας σταυροναστάσιμο παράδειγμα γιὰ τὴν δικὴ μας ζωή ἢ νὰ περιμένουμε τὶς ζωὲς τῶν ἄλλων νὰ ἀλλάξουν γιὰ νὰ ἀλλάξουμε ἐμεῖς.
Καλὸ Πάσχα καὶ καλὸ πνευματικὸ ἀγῶνα μὲ ἀναστάσιμες προσδοκίες.
† ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος
"ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΕΝΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΧΩΣ ΔΙΚΑΙΩΣΗ" (Άρθρο του Σεβ. Μητρ. Αττικής και Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)
Στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ μυθολογία, ὁ Προμηθέας, ἐξαιτίας τῆς κλοπῆς τῆς φωτιᾶς ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο καὶ τῆς μετάδοσης αὐτῆς στοὺς ἀνθρώπους, τιμωρήθηκε σκληρά. Δέθηκε σὲ ἕναν βράχο καὶ κάθε μέρα ἕνας ἀετὸς ἐρχόταν καὶ ἔτρωγε τὸ συκώτι του, τὸ ὁποῖο τὸ βράδυ ἀποκαθίστατο. Πρὸς τί αὐτὴ ἡ εἰσαγωγή; Κάτι ἀνάλογο μὲ αὐτὸ ποὺ ταλαιπωροῦσε τὸν Προμηθέα, ταλαιπωρεῖ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Τὴν πληγώνουν καὶ τὴν τραυματίζουν ἀνελέητα, σὰν πεινασμένοι ἀετοί, οἱ ἴδιοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί.
Σήμερα συμπληρώνονται ἐνενήντα ἐννέα χρόνια ἀπὸ τὴν ἀποφράδα ἐκείνη ἡμέρα ποὺ ἡ Ἐκκλησία ὑπέστη ἕνα μεγάλο πλῆγμα. Μετὰ τοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους, μετὰ τὸν Ἐθνικὸ Διαχασμό, μετὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετὰ ἀπὸ τὶς σφαγὲς Ἑλλήνων χριστιανῶν στὴ Μικρασία καὶ τὸν Πόντο καὶ τὴν ἀπέλαση ὅσων δὲν σφαγιάσθηκαν στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς μεγάλες ταλαιπωρίες ποὺ ὑπέστη ἡ πατρίδα μας, κάποιοι εἶχαν τὴν «πολυτέλεια» νὰ προχωρήσουν καὶ στὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χωρισθεῖ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅλη ἡ πατρίδα μας, σὲ παλαιοημερολογίτες καὶ νεοημερολογίτες. Πολλοὶ ἁγνοὶ καὶ ἄδολοι, πραγματικὰ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ μὲ τὸ ἄκουσμα τῆς αὐθαίρετης καὶ ἀντικανονικῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου, βγῆκαν στοὺς δρόμους καὶ φώναζαν: «μᾶς φράγκεψαν!». Ἔβλεπαν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ τὴν ἀλλαγὴ ὡς μία πράξη ποὺ θὰ ἔφερνε τὴ Δύση τοῦ Βατικανοῦ στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Ἑλλάδα. Αὐτοί, λοιπόν, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίστηκαν καὶ προσπάθησαν νὰ παραμείνουν ἐδραῖοι καὶ πιστοὶ στὴν ἐπὶ εἴκοσι ὁλόκληρους αἰῶνες παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, σὲ μία στιγμὴ χαρακτηρίστηκαν «σχισματικοί».
Μὲ τὴν πάροδο τῶν χρόνων, τὰ ἴδια τὰ γεγονότα ἔδειχναν ὅτι αὐτοὶ οἱ δῆθεν «σχισματικοὶ» δὲν εἶχαν πέσει ἔξω. Λίγες δεκαετίες ἀργότερα, ξεκίνησαν, ὡς μὴ ὤφειλαν, τὰ πρῶτα οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα τῶν ὀρθοδόξων. Διαχρονικὲς ἐπιταγὲς Οἰκουμενικῶν Συνόδων αὐθαίρετα τέθηκαν στὴν ἄκρη.
Φωτισμένες προσωπικότητες μὲ ἁγιοπνευματικὴ ζωὴ ἀφιέρωσαν τὴ ζωή τους στὴν διατήρηση τῆς παράδοσης. Αὐτὴ τὴν ἀφιέρωση τὴν ὀνόμασαν «Ἱερὸ Ἀγώνα». Κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἦταν ἔτοιμοι νὰ θυσιάσουν τὰ πάντα γιὰ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα λόγῳ τῆς καρδιακῆς τους εὐσέβειας. Κάποιοι, μάλιστα, ἀγωνίσθηκαν γιὰ νὰ ἐπουλωθεῖ τὸ τραῦμα. Οἱ προσπάθειές τους ἀπέβησαν ἄκαρπες. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία ἀπάντησε μὲ σκληροὺς διωγμούς, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργήσει ἕνα ἔντονο κλίμα φανατισμοῦ. Δυστυχῶς, οἱ ἀρχιποιμένες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἤ βαλτοὶ ἦταν, πράγμα ποὺ εὔκολα μπορεῖ κανεὶς νὰ διαπιστώσει κρίνοντας ἀπὸ τὴν πορεία τοῦ Μελετίου Μεταξάκη, ἤ -στὴν καλύτερη περίπτωση- ἔπασχαν ἀπὸ ἔλλειψη ποιμαντικῆς διάκρισης.
Ἐπαναλαμβάνω: τὸν Ἱερὸ Ἀγώνα τὸν κόσμησαν ἅγιες φυσιογνωμίες, τέτοιες ποὺ μᾶς γεμίζουν μὲ τὸ καθῆκον νὰ μιμηθοῦμε τὴν ἁγία βιοτή τους. Δυστυχῶς, ὅμως, μαζὶ μὲ τὰ καλὰ στάχυα, βρέθηκαν καὶ πολλὰ ζιζάνια.
Τὰ περασμένα ἐνενήντα ἐννέα χρόνια μάθαμε καλὰ ὅλα τὰ περὶ τῆς λέπρας τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Λόγῳ τοῦ φανατισμοῦ ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ ταγοὶ τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας φρόντισαν νὰ σπείρουν, μεγαλώσαμε σὲ ἕνα περιβάλλον ἀπόλυτο, ἰδιαίτερα δὲ μὲ κάποιο αἴσθημα ὑπεροψίας. Μάθαμε καλὰ νὰ βλέπουμε τὰ λάθη τῶν ἄλλων καὶ νὰ τὰ στιγματίζουμε. Δυστυχῶς, ὅμως, ἀκόμη δὲν ἔχουμε μάθει νὰ βλέπουμε τὰ δικά μας λάθη.
Ἐνενήντα ἐννέα χρόνια ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου καὶ ἡ διαπίστωση θλιβερή: δὲν δικαιώθηκε ὁ Ἱερὸς Ἀγώνας! Καὶ ὄχι μόνο δὲν δικαιώθηκε, ἀλλὰ καταφέραμε νὰ γίνουμε «θέατρον καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις» κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Αἴτιο γιὰ ὅλη αὐτὴ τὴν κατάσταση; Ἡ πολυδιάσπαση.
Ὁ Χριστὸς εἶπε: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστέ, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις». Κάποιοι αὐτὴ τὴν ἀγάπη τὴ θυσίασαν καὶ τὴ θυσιάζουν στὸν βωμὸ μιᾶς δῆθεν ὁμολογίας, πρὸς ἐξυπηρέτηση, βέβαια, τοῦ ἐγωισμοῦ ἤ ἄλλων ἀλλότριων πρὸς τὴν ὀρθοδοξία σκοπῶν.
Ὡς πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς, κάποιοι ἐκμεταλλευόμενοι τὴν ἀπουσία νομικῆς κάλυψης τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔβρισκαν ποικίλες αἰτίες γιὰ νὰ διασπαστοῦν καὶ νὰ κάνουν τὴ δική τους «σύνοδο», αὐτοτιτλοφορούμενοι ἐλεύθερα ὡς «Γ.Ο.Χ.», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γεμίσει τὸ πανελλήνιο, καὶ ὄχι μόνο, ἀπὸ «ἐκκλησίες παλαιοημερολογιτῶν». Κυρίαρχη αἰτία, ὁ φθόνος πρὸς τοὺς ἀξίους. Εἶναι αὐτὸ ὀρθόδοξη μαρτυρία; Ὁ Θεὸς «εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσεν». Ἐξυπηρετεῖ αὐτὴ ἡ χαοτικὴ διάσπαση τὴν ὀρθοδοξία; Σὲ τί διαφέρει αὐτὴ ἡ κατάσταση ἀπὸ τὸν οἰκουμενισμό, τὸν ὁποῖο οἱ περισσότεροι λένε ὅτι πολεμοῦν; Νομίζουμε ὅτι μᾶς σώζει ἡ ἀπουσία κρατικῆς κάλυψης, ὅμως ὑπάρχει καὶ θάνατος «ἴνα μὴ τὸ κακὸν ἀθάνατον γένηται».
Οἱ ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι στάθηκαν στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων, κράτησαν μὲ ἀληθινὴ ἀγάπη καὶ κατ’ ἐπίγνωσιν ζῆλο τὴν παράδοση, καὶ ἀγωνίσθηκαν στὴν πρώτη γραμμὴ νὰ δοξάσουν τὴν Ἐκκλησία, ἀγωνιζόμενοι θυσιαστικῶς γιὰ τὸ ποίμνιο, ὑπέφεραν ἀπὸ ἕνα ἔντονο κλίμα ἀντιδεσποτισμοῦ. Γιὰ αὐτὸ κάποιοι πνευματικοὶ ἄνθρωποι καὶ ὀραματιστὲς ἔφυγαν. Ἀπὸ τὸ 1924 ἕως τὸ 1935, περίοδο κατὰ τὴν ὁποία δὲν ὑπῆρχε ἀρχιερέας στὴ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ λαϊκοὶ βρῆκαν τὴν εὐκαιρία νὰ οἰκειοποιηθοῦν τὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ γίνουν βασιλικώτεροι τοῦ βασιλέως, μικροὶ πάπες, ὅμοιοι μὲ ἐκεῖνον ποὺ ἀρέσκονται νὰ ὑβρίζουν.
Οἱ μοναχοὶ διαμόρφωσαν τὸ κατεστημένο: «ὁ κάθε ἡγούμενος εἶναι δεσπότης στὸ μοναστήρι του». Διαμόρφωσαν τυπικὰ ποὺ οὐδόλως ὑπολογίζουν τὸν ἐπιχώριο ἀρχιερέα, σὰν νὰ πρόκειται γιὰ κάποιον περαστικὸ καὶ ὄχι γιὰ τὸν τύπο τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ ἱερεῖς λάμβαναν (καὶ λαμβάνουν) τὴν χειροτονία καὶ οἰκειοποιοῦνταν (οἰκειοποιοῦνται) τὸ ποίμνιο. Ἔκαναν τὶς φατρίες τους καὶ δὲν ἤθελαν τὸν ἐπίσκοπο γιὰ νὰ μὴν τοὺς «πάρει τοὺς ὀπαδούς». Τελοῦσαν Μυστήρια ὁπουδήποτε χωρὶς ἄδεια, σὰν ἡ Ἐκκλησία νὰ εἶναι –Θεὸς φυλάξοι- ἕνα «ξέφραγο ἀμπέλι».
Οἱ λαϊκοί, κατὰ κύριο λόγο οἱ ἰδιοκτῆτες ναῶν καὶ οἱ αὐτοδιοριζόμενοι ἐπίτροποι, ὀργανώθηκαν σὲ σωματεῖα, πολλὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα ὑπάρχουν μέχρι σήμερα. Τὸ μεγάλο «πλεονέκτημα» ποὺ ἔχουν τὰ σωματεῖα, δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν αὐτοδιοίκηση. Ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ ἐπιχώριος ἀρχιερέας δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν λόγο στὸ σωματεῖο, διότι ἁπλούστατα τὸ κάθε σωματεῖο καὶ ὁ κάθε ἰδιοκτήτης ναοῦ μπορεῖ νὰ φύγει ἀπὸ τὴ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ καταφύγει σὲ ἄλλη, ἔστω καὶ σὲ ἀνίερους, ἀρκεῖ νὰ λειτουργεῖ ἀπρόσκοπτα καὶ ἀνενόχλητα ὁ «οἶκος ἐμπορίου». Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἐμπνεύσθηκαν καὶ τὶς φράσεις: «ὁ παπὰς εἶναι ἀπὸ τὸ ἱερὸ καὶ μέσα» καὶ «ὁ παπὰς εἶναι γιὰ τὰ πνευματικὰ καὶ ὁ λαϊκὸς γιὰ τὰ διοικητικά», ἀγνοῶντας ὅτι καὶ τὰ πνευματικὰ καὶ τὰ διοικητικὰ ταυτίζονται μὲ τὴν ποιμαντικὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Κάποτε αὐτοὶ οἱ λαϊκοὶ ἔλεγαν: «Οἱ ἀρχιερεῖς δὲν κάνουν τίποτα γιὰ τὸν λαό, τίποτα γιὰ τὴ νεολαία. Χτίζουν μεγάλους ναοὺς στὰ μοναστήρια τους (σὲ αὐτὸ εὐθύνονται οἱ ἴδιοι οἱ ἐπίτροποι ποὺ ἐμπόδιζαν τοὺς ἀρχιερεῖς νὰ ἐργαστοῦν στὴ Μητρόπολή τους), δὲν κάνουν αἱμοδοσία, δὲν κάνουν ἐκδηλώσεις πολιτισμοῦ καὶ κατασκηνώσεις, δὲν ἔχουν κατηχητικὰ σχολεῖα καὶ ὀργανωμένα μαθήματα, δὲν παραδίδουν μαθήματα βυζαντινῆς μουσικῆς. Τώρα ποὺ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ γίνονται ὅλα αὐτά, σιγὴ ἰχθύος ἐπικρατεῖ. Σιγὴ ἰχθύος καὶ ἐτοιμότητα λέοντος, ἐτοιμότητα γιὰ νὰ κατασπαράξουν τοὺς συνειδητὰ ἐργαζομένους ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας ἂν κάνουν κάποια λάθη.
Ὅλοι αὐτοὶ καταρρακώνουν ἐδὼ καὶ ἐνενήντα ἐννέα χρόνια τὸν Ἱερὸ Ἀγώνα. Συνηθίζουμε νὰ λέμε κάποιον ποὺ θάβει ἕνα ἔργο «νεκροθάφτη». Δυστυχῶς, ἡ προκειμένη περίπτωση ἀφορᾶ «ζωντοθάφτες». Τὸν στεῖρο δεκατρημεριτισμὸ καὶ τὴν ἀσυδοσία τὰ ἔχουν βαφτίσει «ὀρθοδοξία». Μιλοῦν γιὰ ὁμολογία χωρὶς ἔργα, χωρὶς ἀγάπη. Διαχειρίζονται τὰ τῆς Ἐκκλησίας (ἄν καὶ δὲν εἶναι ἄριστοι διαχειριστὲς οὔτε στὰ τοῦ οἴκου τους), κάνουν τὸ ὁτιδήποτε στὸν ναὸ χωρὶς ὁ ἐπίσκοπος νὰ ἔχει γνώση. Ἄν λάβουμε ὑπ’ ὄψιν τὸ τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου: «ὁ λάθρα τοῦ ἐπισκόπου τὶ πράσσων τῷ διαβόλῳ λατρεύει», κατανοοῦμε πολλά.
Εἶναι αὐτοὶ ποὺ μιλοῦν γιὰ τὸ Πηδάλιο γιὰ νὰ κρίνουν τὸ ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα, ἀγνοῶντας ὅτι οἱ Ἱεροὶ Κανόνες θεσπίσθηκαν κατὰ κύριο λόγο ἀπὸ ἀρχιερεῖς. Τιμοῦν τοὺς ἁγίους ἱεράρχες, ὅπως τὸν Χρυσόστομο Ἰωάννη, ἀγνοῶντας ὅτι πρῶτος ἀπὸ ὅλους καθαίρεσε πλῆθος ἀσύδοτων κληρικῶν, καὶ ὅτι κάτι ἀνάλογο θὰ ἔκανε καὶ στὶς μέρες μας μὲ ὅλους τοὺς γεροντάδες - πνευματικοὺς ποὺ ἀποστασιοποιημένοι ἔχουν λόγο βλαπτικὸ στὶς ἐνορίες καὶ τὰ μοναστήρια μας.
Ἐν κατακλείδι, ἡ Ἐκκλησία ἔχει κουραστεῖ ἀπὸ τοὺς διαχρονικοὺς γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους. Ἄν συνεχίσει ἡ ὑποκρισία, τὸ μόνο βέβαιο εἶναι ὅτι δὲν ὑπάρχει μέλλον. Οἱ πνευματικὰ μαχόμενοι μάχονται κατὰ τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου. Δὲν μποροῦν νὰ περισπῶνται ἀπὸ τοὺς ἐσωτερικοὺς πολεμίους. Εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη νὰ ἔλθουμε εἰς ἑαυτούς, βλέποντας μὲ νηφαλιότητα τὶς ἁρμοδιότητες τοῦ καθενός. «Μὴ πάντες ἀπόστολοι»; Ἡ Ἐκκλησία ἔχει θεσπίσει τὰ πάντα κατὰ τάξιν. Ἄν διασαλεύουμε αὐτὴ τὴν τάξη, οὔτε ὀρθόδοξοι εἴμαστε, οὔτε χριστιανοί. Γιὰ ὅποιον θέλει, ὑπάρχει μετάνοια. Γιὰ ὅποιον δὲν θέλει, ἄς ἐτοιμασθεῖ νὰ ἀκούσει ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ «ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος».
Γιὰ ὅποιον ἀναρωτηθεῖ γιατὶ γράφω, γράφω γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε ἐπιτέλους τὰ λάθη μας, ὥστε νὰ τὰ διορθώσουμε. Πολὺ θὰ ἤθελα νὰ ἀναφερθῶ στοὺς Ἁγίους τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος, ἀλλὰ τὸ νὰ καυχώμαστε γιὰ αὐτοὺς δίχως νὰ μιμούμαστε τὸ παράδειγμά τους, εἶναι σκέτη προσβολή. Ἀρκετὰ στρουθοκαμηλίσαμε πιστεύοντας ὅτι βαδίζουμε μετὰ βεβαιότητος πρὸς τὸν οὐρανὸ προστατεύοντας τὴν ἁγία Ὀρθοδοξία. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι Φῶς. Φῶς πρέπει νὰ εἴμαστε καὶ ἑμεῖς ποὺ τὴν ὑπηρετοῦμε. Τὸ λέω εὐθέως, διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ὀρθόδοξο: προσεύχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς πρῶτα οἱ ὀρθόδοξοι νὰ γίνουμε ἕνα ὅπως ὁρίζουν οἱ ἅγιοι Πατέρες, καὶ ἔπειτα ὅλοι, βλέποντας τὸ Φῶς, νὰ γίνουν ὀρθόδοξοι.
Μὲ πικρία, ἀλλὰ μὲ ἐλπίδα,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος