† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

ΙΩΝΑΣ ΚΑΙ ΝΙΝΕΥΙΤΕΣ (Όσιος Εφραίμ ο Σύρος)

 


«…ένας συγκλονιστικός λόγος τού κατανυκτικότατου οσίου Εφραίμ του Σύρου. Ένας λόγος με καυτή επικαιρότητα, μια και ολόκληρη η ανθρωπότητα ζει σήμερα στην κατάσταση της Νινευή: Σε κατάσταση ανταρσίας απέναντι στο Θεό και το νόμο Του… Ας ξυπνήσουμε όλοι οι σύγχρονοι Νινευΐτες από την πνευματική μας νάρκη και ας ετοιμαστούμε».

Πρόλογος

ΓΝΩΣΤΗ στους περισσότερους είναι η ιστορία τού προφήτη Ιωνά΄ γνωστή και χαριτωμένη και διδακτική. Για τον προφήτη, εκτός από το επεισόδιο που περιγράφεται στο ομώνυμο βιβλίο τής Παλαιάς Διαθήκης, τίποτε άλλο δεν γνωρίζουμε, παρά μόνο ότι ήταν γιός τού Αμαθεί, από τη φυλή Ζαβουλών, και έζησε τον 8ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με το βιβλίο, ο Ιωνάς παίρνει από το Θεό εντολή να πάει στη Νινευή, τη μεγάλη πρωτεύουσα του ασσυριακού κράτους, και να κηρύξει μετάνοια στους κατοίκους της. Αυτός όμως δεν υπακούει, αλλά φεύγει με πλοίο για την ισπανική πόλη Θαρσίς (την Ταρτησσό των Ελλήνων). Στη διάρκεια του ταξιδιού σηκώνεται με θεία βουλή φοβερή τρικυμία. Οι ναυτικοί, μετά από κλήρωση, ρίχνουν σαν ένοχο στη θάλασσα τον Ιωνά, που τον καταπίνει ένα τεράστιο ψάρι. Μέσα στην κοιλιά του ο προφήτης προσεύχεται τρία μερόνυχτα στο Θεό, ο οποίος προστάζει το κήτος να τον ξεράσει στη στεριά. Μετά απ’ αυτό ο προφήτης υπακούει στη θεϊκή εντολή, πηγαίνει στη Νινευή και αναγγέλλει την καταστροφή της, που αποτρέπεται όμως με τη βαθειά μετάνοια των κατοίκων της. Ο προφήτης λυπάται για τη σωτηρία της, αλλά παίρνει το κατάλληλο δίδαγμα από τον Κύριο.

Στο περιστατικό αυτό είναι αφιερωμένος ένας συγκλονιστικός λόγος τού κατανυκτικότατου οσίου Εφραίμ του Σύρου. Ένας λόγος με καυτή επικαιρότητα, μια και ολόκληρη η ανθρωπότητα ζει σήμερα στην κατάσταση της Νινευή: Σε κατάσταση ανταρσίας απέναντι στο Θεό και το νόμο Του.

Αλλά ο καρπός τής ανταρσίας και της αμαρτίας είναι ο θάνατος.
 Στο θάνατο οδηγούσε τότε τον Ιωνά η παρακοή του. Στο θάνατο οδηγούσε επίσης την κοσμοκράτειρα Νινευή το πλήθος των αμαρτιών της. Στο θάνατο όμως, με μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά βεβαιότητα, οδηγούμαστε κι εμείς σήμερα. Η γη μας βρίσκεται αντιμέτωπη με τις απειλές ποικίλων καθολικών καταστροφών, όπως είναι, ενδεικτικά, το πυρηνικό ολοκαύτωμα και η οικολογική φθορά καταστροφών, που έχουν ως κύρια αιτία τη γενική αποστασία μας από το Θεό.

Ας ξυπνήσουμε όλοι οι σύγχρονοι Νινευΐτες από την πνευματική μας νάρκη και ας ετοιμαστούμε. Ας ακούσουμε τη φωνή τού Ιωνά και του οσίου Εφραίμ. Γιατί δεν ξέρουμε τη μέρα και την ώρα, που θα έρθει ο Κύριος να κάνει την κρίση Του και να ζητήσει λόγο για τα έργα μας. Ο ίδιος μας προειδοποίησε: «Οι κάτοικοι της Νινευή θ’ αναστηθούν την ημέρα τής Κρίσεως μαζί με τη σημερινή γενεά και θα την καταδικάσουν, γιατί εκείνοι μετανόησαν με το κήρυγμα του Ιωνά, ενώ τώρα το κήρυγμα της μετάνοιας σας το κάνω εγώ ο ίδιος, που είμαι πολύ ανώτερος από τον Ιωνά»(Ματθ. 12:41) -και αλίμονο σ’ εκείνους που δεν θα το ακούσουν...


ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

Ιωνάς και Νινευίτες

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ Ιωνάς, αφού σώθηκε από τα δόντια τού κήτους και βγήκε από τη θάλασσα, άρχισε να κηρύσσει στους κατοίκους τής Νινευή, που ήταν ειδωλολάτρες. Αρχισε να τους κηρύσσει μετάνοια, όπως τον είχε προστάξει ο Θεός. Τους συμβούλευε να μετανοήσουν, γιατί αλλιώς σε τρεις μέρες η μεγάλη πόλη Νινευή θα καταστρεφόταν!

Το φοβερό προφητικό κήρυγμα ξάφνιασε τους Νινευίτες. Κατατρόμαξε την κυρίαρχη εκείνη πολιτεία, τη συγκλόνισε απ’ άκρη σ' άκρη. Κομμάτιασε τις καρδιές και του λαού και των αρχόντων, γιατί κατέστρεφε την πόλη τους και κάθε τους ελπίδα.

Ακουσαν την προφητική φωνή οι βασιλιάδες και ταράχθηκαν. Τόσο ταπεινώθηκαν, που πέταξαν τα στέμματά τους και πόθησαν τη μετάνοια.

Την άκουσαν οι άρχοντες, και θορυβήθηκαν. Έβγαλαν τα λαμπρά φορέματά τους κι έβαλαν τρίχινα και ταπεινά.

Την άκουσαν οι γεροντότεροι, κι έχωσαν από συντριβή τα κεφάλια τους μες στη στάχτη.

Την άκουσαν οι πλούσιοι, κι αμέσως άνοιξαν τους θησαυρούς τους στους φτωχούς.

Την άκουσαν οι δανειστές, και ξέσχισαν αμέσως τα γραμμάτιά τους.

Την άκουσαν οι οφειλέτες, κι έτρεξαν να ξοφλήσουν τα χρέη τους.

Την άκουσαν οι κλέφτες, κι έδιναν πίσω βιαστικά τα κλοπιμαία στους δικαιούχους.

Την άκουσαν όμως και οι δικαιούχοι, και προσποιούνταν πως τα κλεμμένα δεν ήτανε δικά τους, αφήνοντάς τα όλα στους κλέφτες.

Την άκουσαν οι φονιάδες, και εξομολογούνταν τα εγκλήματά τους, καταφρονώντας πια το φόβο τών δικαστών.

Την άκουσαν όμως και οι δικαστές, και τους συγχώρεσαν, γιατί μέσα σ’ εκείνη την απερίγραπτη συγκίνηση κανείς δεν είχε τη δύναμη να δικάσει.

Την άκουσαν οι αμαρτωλοί, και εξομολογήθηκαν τις κακές τους πράξεις.

Την άκουσαν οι δούλοι, κι έγιναν με το παραπάνω τίμιοι απέναντι στους αφέντες τους.

Την άκουσαν οι πλούσιοι και οι επίσημοι, και έριξαν την έπαρσή τους.

Κοντολογίς, άρχισε ο καθένας να φροντίζει για τη σωτηρία του και να παρακαλεί το Θεό. Δεν υπήρχε πια κανείς που να θέλει το κακό τού άλλου. Όλοι τώρα είχαν ένα μονάχα πόθο: Πώς να κερδίσουν την ψυχή τους. Και όλοι έσπερναν φιλανθρωπία για να θερίσουν τη συγχώρηση!

Ο προφήτης Ιωνάς στάλθηκε σαν γιατρός στη Νινευή. Και ο γιατρός ανοίγει τις πληγές και τις καθαρίζει με φάρμακα στυπτικά.

Σαν νυστέρι χρησιμοποίησε τη φοβερή φωνή του. Δεν τους κάλεσε να μετανοήσουν. Τους έκλεισε τελείως τη θύρα τής ελπίδας, για να φοβηθούν και να σταματήσουν τα κακά, που γεννούν τις ψυχικές αρρώστιες. Γιατί η χάρη τού Θεού δεν έστειλε τον Ιωνά στην πόλη για να την καταστρέψει, μα για να τη μεταστρέψει.

Ακουσε λοιπόν η Νινευή την προειδοποίησή του, και με νηστείες και προσευχές επέστρεψε στο σωστό δρόμο τής ζωής, δείχνοντας πόσα κατορθώνει η καταφυγή στο Θεό. Γιατί αυτή άλλαξε την από­φασή Του.

Σταμάτησαν τα πολυτελή δείπνα των αρχόντων... Αλλά τί λέω; Αφού τα βρέφη τους έπαψαν να θηλάζουν, ποιός θά ’ταν εκείνος που θ’ αναζητούσε την απόλαυση των νόστιμων φαγητών; Αφού στα ζώα τους δεν έδιναν νερό, ποιός απ’ αυτούς θα έπινε κρασί; Αφού ο βασιλιάς φόρεσε τρίχινο σάκκο, ποιός θα ντυνόταν με πολύτιμη φορεσιά; Αφού έβλεπαν τις γυναίκες τού δρόμου να σωφρονούν, ποιός θα έκανε γάμο ή θα πάντρευε τα παιδιά του; Αφού οι ακατάστατοι συμμαζεύονταν από το φόβο, από ποιό στόμα θά ’βγαινε γέλιο; Αφού όλοι έκλαιγαν και πενθούσαν, ποιός θα διασκέδαζε; Αφού οι κλέφτες αυτοτιμωρούνταν για τις κλοπές τους, πού θα βρισκόταν καταχραστής; Αφού η πόλη χανόταν, ποιός θα φύλαγε το σπίτι του;

Το χρυσάφι ήταν ριγμένο καταγής, και όλοι το περιφρονούσαν. Ανοιχτά ήταν τα θησαυροφυλάκια, και κανείς δεν τα πλησίαζε. Οι ακόλαστοι έκλειναν τα μάτια τους, για να μη δουν με πόθο τις ομορφιές τών γυναικών. Και οι γυναίκες κρύβονταν για να μη σκανδαλίζουν τους άνδρες.

Ο καθένας κοίταζε να ωφελήσει τον διπλανό του και να ωφεληθεί κι ο ίδιος, για να σωθούν στο τέλος όλοι. Ο καθένας παρακινούσε τον άλλο σε προσευχή και εξομολόγηση. Ο καθένας πρόσεχε να μην αμαρτήσει κανείς τους. Έτσι ολόκληρη η πόλη έγινε σαν ένα σώμα. Δεν προσευχόταν εκεί κανένας να σωθεί μονάχος του, αλλά ικέτευε για τη σωτηρία όλων. Γιατί όλοι, σαν ένας άνθρωπος, κινδύνευαν απ' τον αφανισμό και την καταστροφή. Οι δίκαιοι παρακαλούσαν για τους αμαρτωλούς. Και οι αμαρτωλοί φώναζαν στο Θεό ν’ ακούσει τους δικαίους.

Συμμάζεψε το νου σου, αδελφέ μου, και δες πως όλοι μαζί ζούσαν μέσα σε βαρύ πένθος. Το σπαραξικάρδιο κλάμα των νηπίων έκανε όλη την πόλη να οδύρεται. Το ξεφωνητό των παιδιών ξέσχιζε τις καρδιές των γονιών. Οι γέροι μαδούσαν τα μαλλιά τους. Κι οι νέοι, βλέποντάς τους, θρηνολογούσαν με κραυγές. Γιατί όλοι έβλεπαν να πεθαίνουν μαζί την ίδια στιγμή, θάβοντας ο ένας τον άλλο.

Πρωί και βράδυ μετρούσαν τις ημέρες που απόμεναν από την προθεσμία του Ιωνά... Αλλη μια μέρα πέρασε! Ελάχιστες είχαν ακόμα! Πλησίαζε η καταστροφή!

Τα παιδιά ρωτούσαν τους πατεράδες με δάκρυα: "Πέστε μας, ποιά είν' η ώρα που ο Εβραίος όρισε να κατεβούμε όλοι μαζί ζωντανοί στον άδη; Πότε θ’ αφανιστεί η ωραία μας πόλη; Ποιά είν’ η μέρα τής καταστροφής μας;”. Κι οι πατεράδες, με κόπο συγκρατώντας το κλάμα τους, για να μην απελπίσουν τα παιδιά τους και τα στείλουν στον τάφο μια ώρα αρχύτερα, τους έλεγαν παρηγορητικά: “Μη φοβάστε, αγαπημένα μας. Έχετε θάρρος. Ο Κύριος είναι πολύ φιλάνθρωπος. Δεν θα εξαφανίσει το πλάσμα Του. Αν ένας ζωγράφος φροντίζει και συντηρεί με κάθε επιμέλεια την άψυχη εικόνα που φιλοτεχνεί, δεν θα φυλάξει ο Κύριος την έμψυχη και λογική εικόνα Του; Όχι, δεν θα καταστραφεί η πόλη μας! Απλά ο προφήτης, με την απειλή, μας καλεί σε μετάνοια. Εσείς, παιδιά μας, πόσες φορές φάγατε ξύλο από μάς; Είδατε την ωφέλεια της φοβέρας; Με την τιμωρία γίνατε πιο σοφοί και συνετοί. Σαν πατέρας λοιπόν και ο φιλάνθρωπος Θεός σηκώνει το ραβδί Του, για να φοβίσει και να σωφρονίσει τους γιούς Του. Παιδεύει μα δεν θανατώνει. Συνετίζει και οδηγεί στη μετάνοια... Παρηγορηθείτε, παιδιά, και σταματήστε να κλαίτε. Δεν θ’ αφανιστεί η πόλη μας...”.

Και να που οι Νινευίτες, παρηγορώντας με τέτοια λόγια τα παιδιά τους, προφήτευαν χωρίς να το θέλουν. Έγιναν αληθινοί προφήτες. Η μετάνοια τους έκανε προφήτες. Εκείνοι, ωστόσο, δεν το ήξεραν. Γι’ αυτό και δεν σταμάτησαν να κλαίνε και να πενθούν. Με αυστηρή νηστεία και με αδιάκοπες προσευχέςπερνούσαν τις λίγες μέρες τής προθεσμίας ως την καταστροφή, που τους είχε αναγγείλει ο προφήτης.

Βγήκε ο βασιλιάς απ’ το παλάτι του, και η πόλη ολόκληρη ζάρωσε από το φόβο της, βλέποντάς τον ντυμένο με τρίχινο σάκκο. Είδε κι ό βασιλιάς την πόλη βυθισμένη στο θρήνο, και βούρκωσαν τα μάτια του. Έκλαψε η πόλη για το βασιλιά, όταν είδε τη συντριβή του. Έκλαψε κι ο βασιλιάς για την πόλη, όταν είδε το πένθος της. Κι ήταν τόσο το κλάμα, τόσος ο οδυρμός του, που έκανε και τις πέτρες να ραγίζουν.

Αν τώρα παραβάλουμε τη μετάνοια των Νινευϊτών με τη δική μας, αυτή μοιάζει με όνειρο και σκιά, που φεύγει και χάνεται γρήγορα. Ποιός από μας προσευχήθηκε έτσι; Ποιός παρακάλεσε με τέτοιο τρόπο; Ποιός ταπεινώθηκε τόσο αφάνταστα ενώπιον του Θεού; Ποιός έβγαλε από πάνω του τις φανερές και κρυφές του πράξεις; Ποιός, στο άκουσμα μιας απλής φωνής, μετανόησε τόσο πολύ για τις αμαρτίες του, που ένιωσε την καρδιά του να ραγίζει από την πολλή συντριβή; Ποιός άκουσε ένα λόγο και θόλωσε ο νους του; Ποιός άκουσε μιαν απειλή και στερέωσε μέσα του τη μνήμη τού θανάτου; Ποιός αντίκρυσε με τη μετάνοια μπροστά του τον φιλάν­θρωπο Θεό;

Όλοι μαζί λοιπόν πενθούσαν, γιατί όλοι άκουσαν πως οι μέρες τους τελείωναν μια για πάντα. Ζωντανή κλήθηκε όλη η πόλη να κατεβεί στον άδη!

Ο βασιλιάς συγκέντρωσε το στρατό του κι άρχισε με δάκρυα στα μάτια να τους λέει:

“Σε πόσους πολέμους νίκησα! Και πόσες φορές δοξαστήκατε κι εσείς μαζί μου, πολεμώντας γενναία εναντίον τών εχθρών! Τώρα όμως δεν έχουμε να κάνουμε συνηθισμένο πόλεμο. Νικήσαμε πολλά έθνη και λαούς, μα σε τούτη την περίσταση κινδυνεύουμε να νικηθούμε από έναν άσημο Εβραίο! Η βροντερή φωνή μας τρόμαξε στρατηγούς και βασιλιάδες, και τώρα η φωνή αυτού του ασήμαντου ανθρώπου μάς προξενεί τόση φρίκη! Εμείς ερημώσαμε τόσες πόλεις, και τώρα μέσα στη δική μας πόλη κυριαρχεί ένας ξένος!

"Η Νινευή, η μάνα τών γιγάντων, έπεσε σε τέτοια ταραχή μέσα στα ίδια της τα τείχη από την παρουσία ενός Εβραίου! Στην οικουμένη ολόκληρη βρυχιόταν η φοβερή λέαινα, η Νινευή. Και τώρα ένας Ιωνάς βρυχιέται εναντίον της!

"Ας μην αδρανήσουμε, φίλοι μου, στη δύσκολη αυτή στιγμή, ούτε και να χαθούμε σαν άνανδροι και δειλοί. Γιατί όποιος υπομένει με ανδρεία τον πειρασμό, κερδίζει δυο πράγματα: Και όσο ζει δοξάζεται, και αφού πεθάνει επαινείται σαν ανδρείος και γενναίος αθλητής. Ας δυναμώσουμε λοιπόν και ας αντισταθούμε γενναία. Ας αγωνιστούμε μ’ όλη μας τη δύναμη. Έτσι, κι αν δεν νικήσουμε, ας πεθάνουμε ηρωικά, αφήνοντας πίσω μας δοξασμένο όνομα.

"Έχουμε ακούσει, πως η δικαιοκρισία τού Θεού απειλεί τους κακούς και τους οδηγεί σε συναίσθηση, ενώ η φιλανθρωπία Του χαρίζει σωτηρία. Ας φοβηθούμε λοιπόν τη δικαιοκρισία Του και ας αυξήσουμε την ευσπλαχνία Του. Αν εξιλεωθεί η δικαιοκρισία τού Θεού, το πλήθος των οικτιρμών Του θα είναι μαζί μας.

"Ας μην καταφρονήσουμε τον Ιωνά. Ας μην παρακολουθούμε το κήρυγμά του επιπόλαια. Μπροστά σε όλους τον ρώτησα επανειλημμένα, για να δοκιμαστούν τα λόγια του. Τον κολάκεψα, μα δεν τον έπεισα. Τον φοβέρισα, μα δεν τον έκανα να δειλιάσει.

Του πρόσφερα πλούτη, αλλά με περιγέλασε. Τον απείλησα με το σπαθί, και το ειρωνεύτηκε. Ούτε οι απειλές ούτε τα δώρα χαλάρωσαν το φρόνημά του.

”Ο λόγος του έγινε για μας καθρέφτης. Είδαμε να κατοικεί μέσα του ο Θεός και ν’ απειλεί τις πονηρές πράξεις μας. Ήρθε σ’ εμάς σαν ένας ευσυνείδητος γιατρός, που λέει πάντα στον άρρωστο την αλήθεια. Δεν διστάζει να πει ότι χρειάζεται χειρουργική επέμβαση.

"Ποιός θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ψεύτη αυτόν που προφητεύει συμφορά; Αν ήταν ψεύτης, θα μας μιλούσε διπλωματικά και με επιφανειακή ευγένεια. Αν διαλαλούσε πως θα έχουμε νίκες και ειρήνη, τότε θα τον υποπτευόμασταν σαν κάποιον αισχροκερδή, που προφητεύει δήθεν καλά για μας, αποβλέποντας σε δώρα και απολαυές. Αυτός εδώ όμως ούτε λίγο ψωμάκι δεν δέχεται από τα χέρια μας. Νηστεύει και προσεύχεται. Ίσως φιλοδοξεί να καταστραφεί η πόλη μας, για να μη διαψευσθεί το κήρυγμά του. Ε λοιπόν, κι εμείς με νηστεία και προσευχή ας του εναντιωθούμε, γιατί δεν είν' εκείνος που αμάρτησε, αλλά εμείς.

"Την πόλη μας, φίλοι μου, δεν την καταστρέφει ο προφήτης. Την καταστρέφουν τα άνομα έργα μας. Εχθρός μας δεν είν' ο Ιωνάς. Έχουμε άλλον εχθρό, αόρατο, πανούργο. Μ' αυτόν πρέπει να πολεμήσουμε γενναία. Έχουμε ακούσει για τ’ αγωνίσματα του δίκαιου Ιώβ. Γνωστή είναι η δοκιμασία του, που κήρυξε σαν σάλπιγγα σ’ όλη την οικουμένη τη νίκη του εναντίον τού διαβόλου. Αν λοιπόν ο διάβολος πολε­μάει τόσο σκληρά τους δικαίους, πόσο θα πολεμήσει άραγε εμάς, τους αμαρτωλούς;

"Εμείς νικήσαμε βασιλιάδες στον πόλεμο. Ας νικήσουμε τώρα το σατανά με τη μετάνοιά μας. Εμπρός, ας αναμετρηθούμε μαζί του! Βγάλτε τους θώρακες και βάλτε σάκκους τρίχινους! Πετάξτε τα τόξα και τρέξτε στις προσευχές! Αφήστε τα σπαθιά κι αρπάξτε την πίστη! Σπάστε τα βέλη και πιάστε τη νηστεία!...

”Αν νικήσουμε το σατανά, θα είν’ η νίκη μας η μεγαλύτερη απ’ όλες μέχρι τώρα. Και όπως έμπαινα εγώ πρώτος στους άλλους πολέμους, έτσι και σε τούτον τώρα μπαίνω πρώτος”.

Μ’ αυτά τα λόγια, πέταξαν τους χιτώνες τους οι στρατιωτικοί κι έβαλαν σάκκους, όπως ο βασιλιάς. Κι ήταν ντυμένοι όλοι τώρα ταπεινά, αυτοί που πάντα ήταν λαμπροφορεμένοι.

Σκόρπισε κήρυκες ο βασιλιάς, που καλούσαν όλη την πόλη σε μετάνοια, φωνάζοντας: “Να εγκαταλείψει ο καθένας την κακία του, για να μην πληγωθεί και σκοτωθεί σ’ αυτόν τον πόλεμο. Ο άρπαγας να επιστρέψει αυτά που άρπαξε. Ο άσωτος να σωφρονιστεί. Ο οργίλος να γίνει πράος. Κανένας να μη μνησικακεί. Κανένας να μην καταριέται. Κανένας να μην κακοκαρδίζει ούτε να κακολογεί τον άλλον. Αν εμείς συγχωρέσουμε τα σφάλματα των συνανθρώπων μας, τότε και ο Θεός θα συγχωρέσει τα δικά μας σφάλματα. Εμπρός λοιπόν, ας οπλιστούμε με νηστείες και προσευχές κι ας αγωνιστούμε όλοι μαζί με ανδρεία και γενναιότητα για τη σωτηρία μας”.

Με το διάγγελμα αυτό ο βασιλιάς έφερε στο λαό του την αγάπη, την πίστη και την ελπίδα, που έχουν πολλή δύναμη και προσφέρουν ανακούφιση και χαρά.

Έτσι ο γιός τού γενναίου γίγαντα Νεβρώδ εγκατέλειψε τα κυνήγια και, αντί γι’ άγρια ζώα, άρχισε να κυνηγάει και να χτυπάει τα πάθη του. Αντί για αγρίμια, έσφαξε τις αισχρές αμαρτίες. Αφήνοντας τα έξω θηρία, πολεμούσε την πονηριά που είχε μέσα του. Κατεβαίνοντας από το καταστόλιστο άρμα του, τριγυρνούσε με τα πόδια στην πόλη και καλούσε όλους σε μετάνοια. Απ’ άκρη σ’ άκρη διέσχιζε τη Νινευή και πάσχιζε να την καθαρίσει απ’ τη βρωμιά τής αμαρτίας.

Βλέπει ο Ιωνάς αυτή την απίστευτη μετάνοια και τα χάνει. Θαυμάζει τους Νινευΐτες και ταυτόχρονα πενθεί για τους Ισραηλίτες. Είδε τους απογόνους τής Χαναάν να δικαιώνονται με την πίστη, και τους απογόνους τού Αβραάμ να έχουν προδώσει το Θεό. Είδε τη Νινευή να μετανοεί πικρά, και τη Σιών να πορνεύει με μανία. Είδε αμαρτωλές τής Νινευή να σωφρονούν, και θυγατέρες τού Ιακώβ να ασωτεύουν. Είδε στη Νι­νευή ψεύτες να κηρύσσουν την αλήθεια, και στη Σιών ψευδοπροφήτες να παρασύρουν με δόλο το λαό στην ειδωλολατρία. Στη Νινευή τα είδωλα γκρεμίστηκαν στα φανερά, ενώ στην Ιερουσαλήμ λατρεύονταν στα κρυφά. Η Νινευή έγινε ναός και εκκλησία τού Θεού, ενώ των Ιεροσολύμων ο ναός κατάντησε σπήλαιο ληστών.

Βλέπει ο Ιωνάς τους Νινευΐτες να είναι πιο μυαλωμένοι και θεοσεβείς. Κι ενώ ο ίδιος με την απειλή του τους έκοβε την ελπίδα, η νηστεία τους την πολλαπλασίαζε και τους υποσχόταν ζωή. Βλέπει ο προφήτης τη μετάνοια και φοβάται μήπως βγει ψεύτικο το κήρυγμά του. Αυτός μετράει τις μέρες και τις νύχτες ως την καταστροφή, ενώ οι Νινευΐτες μετρούν τις αμαρτίες τους. Στέκονται στο στόμα τού θανά­του και τρέμοντας χτυπούν τις πύλες τού άδη,περιμένοντας τη δίκαιη οργή τού Θεού, μα δεν παύουν να ελπίζουν και στο άπειρο έλεός Του. Αισθάνονται πως ο Θεός είναι πολυέλεος και δείχνει την αγάπη και την ευσπλαχνία Του σ' όσους μετανοούν. Νιώθουν πως ο προφήτης είναι σκληρός, ενώ ο Θεός φιλάνθρωπος. Γι’ αυτό αφήνουν τον σκληρό και καταφεύγουν στον Εύσπλαχνο. Σ’ Εκείνον, που σηκώνει το ραβδί Του για να φοβερίσει και όχι για να συντρίψει, για να παιδαγωγήσει και όχι για να θανατώσει.

Συνέχεια λοιπόν νήστευαν και αδιάκοπα παρακαλούσαν. Δεν στέγνωσαν τα μάτια τους απ’ της μεταμέλειας τα δάκρυα. Δεν κουράστηκε η γλώσσα τους να εκλιπαρεί το θείο έλεος. Με τη μετάνοια έδεσαν τη νηστεία και με τη νηστεία την καθαρότητα και τη σωφροσύνη.

Όταν η χάρη τού Θεού είδε αυτά τα πράγματα, σπλαχνίστηκε τους Νινευΐτες κι έστειλε πάνω τους τη δροσιά τής ζωής και της συμπάθειάς Του. Γιατί ο Κύριος, ως φιλάνθρωπος και αγαθός και μακρόθυμος που είναι, δεν θέλει το θάνατο του αμαρτωλού, αλλά την επιστροφή και τη μετάνοια και τη σωτηρία του.

Έφτασε όμως και η μέρα τής γενικής καταστροφής τους. Και γέμισε κλάματα η πολιτεία. Το χώμα τής γης από την πλημμύρα των δακρύων είχε γίνει σαν πλίθρα.

Σήκωσαν οι πατεράδες τα παιδιά τους, για να θρηνήσουν μαζί τον πικρό τους θάνατο. Γέροντες και γερόντισσες πήγαν να κλάψουν στους τάφους, όπου κανένας δεν υπήρχε ούτε για να θάψει ούτε για να θαφτεί. Οι θρηνητικές κραυγές όλων υψώθηκαν ως τους ουρανούς. Ο ένας ρωτούσε τον άλλο με αγωνία: “Ποιά νά ’ναι η ώρα, που όρισε ο Θεός να κατεβούμε όλοι μαζί στον άδη; Με ποιό τρόπο θα έρθει ο θάνατος;...”.

Κόντευε να βραδιάσει. Στάθηκαν οι Νινευΐτες στη θέση τού θανάτου και, κρατώντας ο ένας το χέρι τού άλλου, θρηνούσαν όλοι για όλους.

Αναρωτιόντουσαν, σε ποιά στιγμή θ’ ακουγόταν η φωνή τού εξολοθρεμού τους. Νόμιζαν πως το βράδυ θα καταστρεφόταν η πόλη. Περίεργο, όμως! Έφτασε το βράδυ, και δεν είχαν πάθει τίποτα. Ύστερα νόμισαν ότι τη νύχτα θα παραδοθούν στο χάος. Μα και η νύχτα πέρασε, και πάλι τίποτα! Περίμεναν, τέλος, πως θα χαθούν εξάπαντος το πρωί. Να, όμως, που το πρωί ήρθε, και το κακό δεν έγινε!...

Ε, τώρα πια όλα άλλαξαν! Την ώρα που νόμιζαν πως δεν θα υπάρχουν, η ελπίδα τους έγινε βεβαιότητα και η βεβαιότητα χαρά. Η ατμόσφαιρα, από σκυθρωπή, έγινε λαμπρή και γιορταστική. Όλοι μαζί, με συγγενείς και φίλους, δεν ήξεραν πώς να εκφράσουν τη χαρά τους, πώς να δοξάσουν το Θεό, που τους ελέησε, που δέχτηκε τη μετάνοιά τους.

Ο Ιωνάς στεκόταν και παρακολουθούσε από μακριά, γεμάτος φόβο μην αποδειχθεί ψεύτης. Μα η προσδοκία του δεν πραγματοποιήθηκε. Γιατί ο αγαθός Θεός, βλέποντας τα δάκρυα της μετάνοιας των Νινευϊτών, τους σπλαχνίστηκε και ξαναζωντάνεψε τη νεκρή πόλη. Γιατί, αν και δεν είχαν πεθάνει, όμως, με το να περιμένουν έναν τόσο σύντομο και κακό θάνατο, είχαν γίνει σαν νεκροί.

Τώρα τους ζωοποίησαν η ελπίδα κι η χαρά, γιατί είδαν τη θεϊκή οργή να έχει μεταβληθεί σε έλεος. Γονάτισαν λοιπόν σε προσευχή και, με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, ευχαριστούσαν το Θεό, που τους έσωσε απροσδόκητα από το θάνατο και με την ευσπλαχνία Του τους χάρισε τη ζωή.

Ο Ιωνάς όμως, βλέποντας ότι, με το να σωθούν οι Νινευΐτες, βγήκε ψεύτης, ήταν υπερβολικά λυπημένος. Όταν τον είδαν σ’ αυτή την κατάσταση, άρχισαν να τον καλοπιάνουν και να του λένε: “Μη λυπάσαι, Ιωνά. Να χαίρεσαι, γιατί εξαιτίας σου βρήκαμε καινούργια ζωή. Εξαιτίας σου γνωρίσαμε το Θεό, τον πλάστη και δημιουργό μας. Μη φοβάσαι, δεν φάνηκες ψεύτης, γιατί καταστράφηκε η κακία μας και οικοδομήθηκε η πίστη μας. Με την υπόδειξή σου βρήκαμε τη μετάνοια και απολαύσαμε ό,τι χρειαζόταν για τη σωτηρία μας από τους θησαυρούς τής ευσπλαχνίας τού Θεού. Πες μας, Ιωνά, τί θα ωφελούσε αν είχε καταστραφεί η πόλη μας; Αν είχαμε πεθάνει όλοι; Τί είχες να κερδίσεις, γιέ του Αμαθεί, αν μας είχε καταπιεί όλους ο άδης; Λυπάσαι εσύ, που μας θεράπευσες από τα κακά; Εμείς σ’ ευχαριστούμε μάλλον ως ευεργέτη. Γιατί λοιπόν αναστενάζεις; Επειδή κόπιασες για να έρθει η πόλη όχι στην καταστροφή, αλλά στη θεογνωσία; Και γιατί πενθείς; Επειδή σωθήκαμε με τη μετάνοια; Μα εσύ τώρα έχεις στεφανωθεί. Και αυτό πρέπει να σε γεμίζει χαρά. Χαροποίησες τους αγγέλους στα επουράνια. Πρέπει να χαρείς κι εσύ στη γη, αφού κι ο ίδιος ο Θεός χαίρεται τώρα για μας...”.

__________________________

Ας δοξάσουμε κι εμείς το Θεό, που μας παρέχει παράδειγμα μετάνοιας και αρραβώνα σωτηρίας μέσω των Νινευϊτών. Γιατί όπως έσωσε τότε εκείνους με τον Ιωνά, έτσι τώρα και πάντοτε σώζει το λαό Του με τον Υιό Του τον μονογενή και καταργεί τον ισραηλιτικό λαό, την άκαρπη συκιά, που εμποδίζει τα έθνη να σώζονται από τους καρπούς τής μετάνοιας στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον όποιο ανήκει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον Πατέρα και το Αγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

 www.alopsis.gr

[Πηγή: «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (14): Ιωνάς και Νινευίτες», Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής]

ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

Δευτέρα 10 Ιουλίου 2023

ΕΓΚΩΜΙΟ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ ΠΕΤΡΟ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟ (Ὃσιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος)


Αποτέλεσμα εικόνας για όσιος εφραίμ ο σύροςΧαίρετε, άγιοι Απόστολοι, βασιλείς του Χριστού· διότι σ’ εσάς εμπιστεύθηκε την επουράνια και την επίγεια βασιλεία. Σας έδωσε την εξουσία να κυβερνάτε και να φροντίζετε και τους δυο θρόνους, θέλοντας από τη μια να αποκατασταθεί η κληρονομιά της επίγειας βασιλείας, από την άλλη να αστράψει η δόξα, να πλεονάσει η ομορφιά, να φανερωθεί το φως, να γίνουν γνωστά τα μυστήρια, να κηρυχθεί η δύναμη της επουράνιας βασιλείας.


Χαίρετε εσείς που είστε το άλας της γης, που ποτέ δεν μπορεί να χάσει τη δύναμή του. Χαίρετε εσείς που είστε το φως του κόσμου (Ματθ. 5:13-14), που μένει στην ανατολή και λάμπει παντού, που φωτίζει αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι, που καίει χωρίς ξύλα. Το λυχνάρι είναι ο Χριστός, και λυχνοστάτης ο Πέτρος, και λάδι η χορηγία του Αγίου Πνεύματος.

Χαίρετε εσείς που είστε το φως του κόσμου, στο οποίο υποχωρεί η νύχτα όλη· που δεν το σκιάζει η νεφέλη, δεν το αντιμάχεται η καταιγίδα, ούτε η λαίλαπα το πλησιάζει, απεναντίας φωτίζονται μ’ αυτό τα σκοτάδια που έχουμε μέσα μας, φανερώνονται τα κρυφά, διασαφηνίζονται τα ασαφή, καθαρίζονται οι λογισμοί.

Χαίρετε εσείς που είστε οι σφραγιστές των ιερέων (1), οι εκπαιδευτές των διδασκάλων, οι ψαράδες των εθνών, οι κήρυκες των λαών, οι παιδαγωγοί των δικαίων, οι πλύντες των αμαρτωλών, οι σφάκτες της αμαρτίας, οι φωτιστές των απίστων, οι ανίκητοι φύλακες, οι δραστήριοι έμποροι.

Χαίρετε εσείς που είστε οι χαλκουργοί και της δικής μου φωνής, οι χορηγοί της αμαρτωλής γλώσσας μου, οι ενδυναμωτές της αδυναμίας μου, οι γυμναστές της παρρησίας μου, οι τεχνίτες των λόγων μου.

Χαίρετε εσείς που δεν κρατάτε σακκούλι (Ματθ. 10:9-10) και όμως γεμίσατε με πλούτο όλη την οικουμένη· εσείς που δεν είχατε περιττό ραβδί, και όμως διώξατε τους λύκους από παντού· εσείς που δεν είχατε δεύτερο χιτώνα, και όμως ντύθηκαν από σας βασιλιάδες· εσείς που δεν είχατε διπλά υποδήματα, και όμως ταράξατε τη γη με τις πορείες σας και οι νεφέλες έτρεχαν κάτω από τα πόδια σας. Οι Άγγελοι έδειχναν το δρόμο, τακτοποιώντας τον, η θάλασσα επίσης καθώς βαδίζατε στην επιφάνειά της σας κρατούσε σαν πλοία ιστιοφόρα. Εσείς που δεν είχατε ασημένια νομίσματα στη ζώνη σας, και δεν είχε το βαλάντιό σας χρυσάφι, όμως δανείζατε από το σακκούλι σας πολλά στους χωλούς· και όταν άγγιξε ο τυφλός τη ζώνη σας, άρχισε να μετρά την πάροδο των ημερών, και να υπολογίζει με τα μάτια του τον ήλιο, και να δείχνει με το δάχτυλό του τα αστέρια, κάτι που προηγουμένως δεν το γνώριζε.

Χαίρετε, οι εμποδιστές του Διαβόλου και οι ανατροπείς των δαιμόνων· οι καθαιρέτες της πλάνης· εσείς που αφαιρέσατε την απάτη από τις ψυχές· που τα μαντήλια σας (Πραξ. 19:12) μιμούνται τις άκρες των ενδυμάτων του Κυρίου· που οι σκιές σας πραγματοποίησαν πολλές και διάφορες θεραπείες (Πραξ. 5:15) στις πόλεις και στις χώρες.

Χαίρετε εσείς που βρήκατε το θησαυρό τον κρυμμένο στο χωράφι (Ματθ. 13:44)· εσείς που δείξατε στη γυναίκα τη δραχμή που έχασε (Λουκ. 15:9)· εσείς που προσκομίσατε στον Χριστό διπλά τα τάλαντα του κηρύγματος, τα οποία σας εμπιστεύθηκε· εσείς που ρίξατε στο βυθό της οικουμένης το δίχτυ, και έπιασε κάθε λογής ψάρια· εσείς που πιάσατε ψάρια, με τα οποία, και ως τώρα ακόμη δειπνώντας στον ουρανό ο Βασιλιάς, ευφραίνεται· εσείς που διδάξατε τη σοφή γυναίκα να ανακατώσει τα τρία σάτα αλεύρι και να κάνει μία ζύμη (Ματθ. 13:33· Λουκ. 13:21)· εσείς που αφαιρέσατε τους φράχτες και αναγκάσατε τους περαστικούς και αναζητήσατε τις ερήμους και γεμίσατε με καλεσμένους τους θαλάμους του γάμου του Νυμφίου (Λουκ. 14:23).

Χαίρετε εσείς που βρήκατε τον ακρογωνιαίο λίθο (Χριστό), και από αυτό το λίθο τόσους πολλούς βασιλικούς νυφικούς θαλάμους ανυψώσατε, τόσες πολλές εκκλησίες ανοικοδομήσατε επάνω στη γη, όμοιες με ουρανούς, τόσα πολλά θυσιαστήρια θεμελιώσατε για τη θυσία που γεννά τη ζωή.

________________

(1) Αναφέρεται στην εξουσία των Αποστόλων να επικυρώνουν με τη σφραγίδα της χειροτονίας το αξίωμα της ιεροσύνης.


(Από το βιβλίο: Οσίου Εφραίμ του Σύρου Έργα, τ. Ζ’, «Εγκώμιο στον Πέτρο και στον Παύλο…». Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 112)

Πηγή: alopsis.gr/

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2023

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ (Ἃγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος)

Σχετική εικόνα

 

Αποτέλεσμα εικόνας για Άγιος Εφραίμ ο ΣύροςἌς μήν κυριευόμαστε λοιπόν ἀπό ἐκεῖνο τό φόβο πού ἔχει σχέση μέ τά πράγματα καί τίς καταστάσεις τοῦ μάταιου αὐτοῦ κόσμου. Νά μήν φοβόμαστε δηλαδή ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει φόβος (Α’ Ἰωάν. 4, 18). Γιατί ποιός ἀνθρώπινος φόβος μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ τό θεῖο φόβο; Καί ποιά φθαρτή ἀνθρώπινη δόξα μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ τήν μεγαλωσύνη, τήν ἀνέκφραστη δύναμη καί τήν ἄφθαρτη δόξα τοῦ Θεοῦ;

Ἐπειδή ὅμως μᾶς παρασύρουν τά γήινα πράγματα, δέν μποροῦμε, μέ τή δύναμη τῆς πίστης καί τό φωτισμό τῆς γνώσης, νά προσηλώσουμε τό νοῦ μας στά ἀόρατα. Ἄν λοιπόν, ἔστω καί μόνο ἀπό τή θέα τῶν ὁρατῶν πραγμάτων ὁδηγούμαστε στήν κατανόηση τῆς ἀνέκφραστης δύναμης τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ, ἄς σταθοῦμε ἐνώπιόν Του μέ δέος καί ἄπειρο σεβασμό.

Ἄν κάποιος θελήσει νά μετακινήσει ἕνα βράχο, ἔστω κι ἄν ὁ ἴδιος εἶναι βασιλιάς, δέν θά μπορέσει νά τό κάνει μέ ἄλλον τρόπο, παρά μονάχα ἄν χρησιμοποιήσει διάφορους μοχλούς καί σχοινιά. Ὁ Θεός ὅμως μπορεῖ νά κάνει τή γῆ νά τρέμει καί μόνο μέ τό βλέμμα Του (πρβλ.Ψαλμ. 103, 32). Δέν ἀπορεῖ ὁ νοῦς σου; Τό βλέμμα τοῦ Θεοῦ καί μόνο νά κάνει τά βουνά νά τρέμουν κι ἄλλα βαριά πράγματα νά σαλεύουν! ‘Εκεῖνος θέλει καί εὐδοκεῖ καί στηρίζει τά σύμπαντα μέ τό λόγο Του! Δέν σέ ἐντυπωσιάζει πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ λάμψη τῆς ἀστραπῆς καί ὁ ἦχος τῆς βροντῆς; Αὐτά εἶναι τόσο ἐκπληκτικά ὥστε ὄχι μόνον οἱ ἄνθρωποι ζαρώνουν ἀπό τό φόβο τους, ἀλλά καί τά θηρία καί τά κτήνη καί τά ὄρνεα καί τά ὑδρόβια πουλιά. Ὅσα ὅμως κι ἄν ποῦμε, δέν θά καταφέρουμε νά παρουσιάσουμε τό μέγεθος αὐτοῦ τοῦ θέματος. Ἄς γονατίσουμε λοιπόν ἐνώπιόν Του κι ἄς κλάψουμε (πρβλ. Ψαλ. 94, 6) μπροστά στήν ἀγαθότητά Του, μιλώντας ἀπ’ τήν καρδιά μας καί λέγοντας: «Ἐσύ Κύριε, εἶσαι ὁ Θεός μας καί κανένας ἄλλος. ‘Ενώπιόν Σου ἁμαρτήσαμε κι ἐνώπιόν Σου τώρα προσπίπτουμε. Ἄν Σύ θελήσεις, νά μᾶς σώσεις Κύριε, κανένας δέν μπορεῖ ν’ ἀναχαιτίσει τούτη τήν ἀπόφασή Σου καί νά Σέ δυσκολέψει».

Ὁ Κύριος εἶναι εὔσπλαχνος καί ἀγαθός. Κι ἄν ἀκόμα ἐμεῖς παρασυρθήκαμε καί ἁμαρτήσαμε ἀπό ἀπερισκεψία, ἄς φροντίσουμε νά θεραπευθοῦμε μέ τή μετάνοια. Ἄν πάλι, ὡς ἄνθρωποι παρασυρθήκαμε ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μήν ἀπελπιστοῦμε ἐντελῶς, ἀλλά γνωρίζοντας ποιός Θεός μᾶς ἔχει προσκαλέσει καί ἔχοντας συναίσθηση τῆς κλήσης μας, ἄς ἀκούσουμε ἐκεῖνον πού λέει: «Μετανοεῖτε, γιατί ἔφτασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 4, 17).

Δέν ὅρισε τή μετάνοια σάν φάρμακο γιά κάποια μονάχα ἁμαρτήματα, ἀποκλείοντας κάποια ἄλλα. Γιά κάθε εἴδους τραῦμα τῆς ἁμαρτίας, γιά κάθε ἁμάρτημα πνευματικό, ὁ Μεγάλος Γιατρός τῶν ψυχῶν μας, μᾶς τήν ἔχει, σάν φάρμακο χαρίσει.

Ἄς ξεριζώσουμε λοιπόν τίς κακές συνήθειες τῆς ψυχῆς μας. Ἀντί γιά τούς καυστῆρες ἄς μεταχειριστοῦμε τό φόβο τοῦ Θεοῦ, μέ τόν ὁποῖο θά μπορέσουμε νά ἀντικρούσουμε ὅλες τίς ἄστοχες ἐπιθυμίες πού φέρουν μέσα τους τά ἀγκάθια τῆς ἁμαρτίας. Ἄς ἀντιταχθοῦμε μέ τό συνετό λογισμό, σέ αὐτά πού μᾶς ὑπαγορεύουν οἱ φιλήδονοι λογισμοί, γιατί εἶναι γραμμένο: «Νά γίνεσθε ἅγιοι, γιατί ἐγώ εἶμαι ἅγιος» (Α’ Πέτρ. α’ 16).

Ἔτσι, μέ τή Χάρη τοῦ Σωτῆρα μας Θεοῦ, θά ἐπιτύχουμε τήν ἄφθαρτη ζωή.

Ὁ Κύριος γιά τήν ἐπιστροφή καί τήν εἰλικρινή μετάνοιά μας θά συγχωρέσει καί θά παραγράψει τίς ἁμαρτίες μας, γιατί εἶναι ἐλεήμων καί εὔσπλαχνος.

Κι ἄν κάποιος ἀπό ἐκείνους, πού ἔχουν τήν ἐντύπωση πώς ἔχουν κοπιάσει περισσότερο στήν ἄσκηση καί τήν ἀρετή, γογγύσει, γιά τή μεγάλη εὐσπλαχνία τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ, – ἐπειδή τάχα ἐνῶ μπήκαμε στή δουλειά πολύ ἀργά, μᾶς πληρώνει τό ἴδιο μέ τούς πρώτους- θά δώσει γιά μᾶς ἀπολογία ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί Δημιουργός καί θά πεῖ: «Φίλε, δέν σέ ἀδικῶ. Δέν ἔχεις μαζί μου συμφωνήσει νά ἐργαστεῖς γιά ἕνα δηνάριο; Πάρε ὅ,τι ἔχουμε συμφωνήσει καί πήγαινε στό καλό. Ἐγώ θέλω νά δώσω σέ τοῦτον πού ἦρθε τελευταῖος στή δουλειά, ὅ,τι ἀκριβῶς ἔδωσα καί σέ σένα τόν πρῶτο» (Ματθ. 20, 13-14).

Ὁ Θεός εἶναι ‘Εκεῖνος πού κρίνει καί δικαιώνει. Ποιός μπορεῖ νά βγεῖ μπροστά Του καί νά μᾶς καταδικάσει; (Ρωμ. 8, 34) κηση καί τήν ἀρετή, γογγύσει, γιά τή μεγάλη εὐσπλαχνία τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ, – ἐπειδή τάχα ἐνῶ μπήκαμε στή δουλειά πολύ ἀργά, μᾶς πληρώνει τό ἴδιο μέ τούς πρώτους- θά δώσει γιά μᾶς ἀπολογία ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί Δημιουργός καί θά πεῖ: «Φίλε, δέν σέ ἀδικῶ. Δέν ἔχεις μαζί μου συμφωνήσει νά ἐργαστεῖς γιά ἕνα δηνάριο; Πάρε ὅ,τι ἔχουμε συμφωνήσει καί πήγαινε στό καλό. Ἐγώ θέλω νά δώσω σέ τοῦτον πού ἦρθε τελευταῖος στή δουλειά, ὅ,τι ἀκριβῶς ἔδωσα καί σέ σένα τόν πρῶτο» (Ματθ. 20, 13-14).

Ὁ Θεός εἶναι ‘Εκεῖνος πού κρίνει καί δικαιώνει. Ποιός μπορεῖ νά βγεῖ μπροστά Του καί νά μᾶς καταδικάσει; (Ρωμ. 8, 34)

Σ’ Αὐτόν ἀνήκει ἡ δόξα στούς αἰῶνες. Ἀμήν.

Ἃγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος

Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2022

ΓΙΑ ΕΚΕΙΝΟΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΥΠΟΜΟΝΗ


«Ελεεινός και ταλαίπωρος είναι αυτός που δεν απέκτησε υπομονή, επειδή για τέτοιους ανθρώπους εξαπέλυσε τα «ουαί» η θεία Γραφή. Αλίμονο, λέει, σ’ αυτούς που έχουν χάσει την υπομονή. Πραγματικά, λοιπόν, πραγματικά, αλίμονο σ’ αυτόν που δεν έχει υπομονή, διότι ένας τέτοιος άνθρωπος μεταφέρεται εδώ και κει, όπως ένα φύλλο από τον αέρα. Δεν ανέχεται προσβολή, στις θλίψεις λιποψυχεί. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι εύκολος στις φιλονεικίες, μεμψίμοιρος στην υπομονή και αντιρρησίας στην υπακοή. Στις προσευχές είναι οκνηρός και στις αγρυπνίες κατακουρασμένος. Στις νηστείες είναι σκυθρωπός και στην εγκράτεια απρόσεκτος. Στις αποστολές είναι απρόθυμος και στις εργασίες κακός εργάτης. Στην πονηρία είναι αξεπέραστος και στις ενέργειές του αυταρχικός. Στις λογομαχίες είναι ανδρείος και στην ερημική ζωή αδύνατος. Ένας τέτοιος άνθρωπος εχθρεύεται αυτούς που έχουν καλή φήμη, και φθονεί αυτούς που προοδεύουν. Εκείνος που δεν έχει υπομονή υποφέρει πολλές τιμωρίες, και ένας τέτοιος αδυνατεί να πλησιάσει την αρετή. Διότι με την υπομονή τρέχουμε το αγώνισμα του δρόμου που είναι μπροστά μας, λέει ο Απόστολο. Εκείνος που δεν έχει υπομονή είναι ξένος προς την ελπίδα που προέρχεται απ’ αυτήν. Γι’ αυτό παρακαλώ, όσοι όπως εγώ είστε χωρίς υπομονή, αποκτήστε υπομονή, για να σωθείτε» (Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, Λόγος για τις αρετές και τις κακίες, εκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, Μετάφραση: Κ. Γ. Φραντζολά).

Σπάνια βρίσκεται γραφίδα που να αποδίδει τόσο βαθιά και διεισδυτικά, αλλά και τόσο συνοπτικά και με τέτοια ρυθμικότητα, το τι συμβαίνει με τον άνθρωπο της αρετής αλλά και της κακίας, όσο η γραφίδα του θαυμασίου και σπουδαιοτάτου Πατέρα της Εκκλησίας οσίου Εφραίμ του Σύρου. Δεν είναι τυχαίο ότι «απέκτησε πολύ ενωρίς μεγάλη φήμη και αναγνωρίστηκε Διδάσκαλος της Οικουμένης», ενώ «τα συγγράμματά του άρχισαν σε κάποιες εκκλησίες να αναγινώσκονται μετά την Αγία Γραφή, και το όνομά του το ανέφεραν με θαυμασμό οι Χριστιανοί, διότι κατά τον Γρηγόριο Νύσσης “εις πάσαν την γην το φέγγος του βίου και της θεωρίας αυτού εξέλαμψεν”». Ένα δείγμα της δεινότητας του λόγου του και του εμπνευσμένου από το Πνεύμα του Θεού νου του είναι και το παραπάνω απόσπασμα για τον άνθρωπο που δεν έχει υπομονή στη ζωή του.

Η εκτίμηση του αγίου καταρχάς περί της ελεεινότητας και της ταλαιπωρίας του ανυπόμονου ανθρώπου δεν είναι δική του. Η ίδια η αγία Γραφή αξιολογεί με φοβερά «ουαί» την κατάστασή του, που θα πει ότι η εκτίμηση είναι του ίδιου του Θεού και όχι κάποιου ανθρώπου. Και γίνεται δραματική πράγματι η καταγραφή από τον όσιο της άθλιας αυτής καταστάσεως, διότι στο τέλος αποκαλύπτει: «και εγώ ανήκω σ’ αυτούς που δεν έχουν υπομονή»! Γνωρίζουμε δε ότι η συμπερίληψη και του ίδιου στην αθλιότητα της ανυπομονησίας δεν γίνεται για λόγους ταπεινολογίας – η ταπεινολογία θεωρείται χριστιανικά ως η χειρότερη έκφραση του υπερήφανου και εγωιστικού ανθρώπου - αλλά για λόγους αληθινής ταπεινοφροσύνης και σοφού παιδαγωγικού τρόπου γραφής. 

Και ποια η αιτία της ελεεινότητας για την έλλειψη της υπομονής; Η αδυναμία ευρέσεως του δρόμου της σωτηρίας. Ο ανυπόμονος άνθρωπος, επισημαίνει ο όσιος Εφραίμ βασισμένος στην αγία Γραφή αλλά και την εμπειρία του, έχει χάσει τον δρόμο για τη σχέση του με τον Θεό. Γιατί κατά τον απόστολο «με υπομονή τρέχουμε το αγώνισμα του δρόμου που είναι μπροστά μας» - ο ανυπόμονος έχει χάσει κάθε ελπίδα ζώντας σε κατάσταση απόγνωσης και απελπισίας που είναι τα σημάδια της κόλασης ήδη από τη ζωή αυτή. Γι’ αυτό και ένας τέτοιος άνθρωπος χαμένος, δηλαδή ευρισκόμενος στην κατάσταση του ασώτου υιού της γνωστής παραβολής του Κυρίου, έχει όλα τα σημάδια της διαστροφής και της τιμωρίας για την ίδια του τη ζωή. Ως προς τον Θεό δεν έχει καθόλου αγάπη, που αποδεικνύεται από την οκνηρία που επιδεικνύει στις προσευχές και εν γένει στην πνευματική ζωή. Ως προς τον συνάνθρωπό του το ίδιο: όχι μόνο δεν τον αγαπά, αλλά τον εχθρεύεται, τον φθονεί, θέλει να τον υποτάσσει με την αυταρχικότητά του, λογομαχεί μαζί του έτοιμος πάντα να τον προσβάλει. Ως προς δε τον εαυτό του, βρίσκεται σε αέναη ταραχή, αγόμενος σαν ένα φύλλο από τον αέρα, πέρα δώθε – η ψυχική γαλήνη είναι γι’ αυτόν πολύ μακρινό όνειρο! Κι ακόμη: ενώ παρουσιάζεται στη σχέση του με τους άλλους αρνητικά «δυναμικός», ο ίδιος βρίσκεται μέσα στον φόβο και στη λιποψυχία, ιδίως όταν έρχεται αντιμέτωπος με τις θλίψεις – αυτό που ονομάζουμε «φοβισμένο ανθρωπάκι» σε ρόλο όμως «νταή»! Πρόκειται λοιπόν για άνθρωπο, κατά τον άγιο Εφραίμ, που σέρνει επάνω του όλες τις τιμωρίες. Γιατί δεν έχει Θεό μέσα του! Όπως είπαμε: Ήδη από τώρα ζει την κόλασή του.

Η λύση είναι μονόδρομος: η εκζήτηση της υπομονής και η απόκτηση μαζί της και της ελπίδας. Γιατί, όπως θα πει κάπου αλλού ο ίδιος ιερός Πατέρας μεταφέροντας και πάλι το πνεύμα και το γράμμα της Γραφής: «στην υπομονή παρουσιάζεται ο Θεός». Είναι ο αξιωματικός λόγος και του ίδιου του Κυρίου Ιησού Χριστού: «Όποιος κάνει υπομονή μέχρι το τέλος αυτός και θα σωθεί».

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

Η ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ

 


Η ευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου

Ανάμεσα σ’ όλες τις προσευχές και τους ύμνους της Μεγάλης Τεσσαρακοστής μπορεί να ονομαστεί η προσευχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Η Παράδοση την αποδίδει σε έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον Άγιο Εφραίμ το Σύρο. Να το κείμενο της προσευχής:

«Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας μή μοι δῷς.

Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονής καί ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ.

Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητός εἶ εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Αμήν».

Ερμηνεία
“Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, μην επιτρέψεις να με κυριεύσει το πνεύμα της αργίας, της περιέργειας, της φιλαρχίας, και της αργολογίας.
Χάρισε Εσύ σε μένα, τον τιποτένιο δούλο Σου, πνεύμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης.
Ναί, Κύριε, και Βασιλιά μου, δός μου το χάρισμα να βλέπω μόνο τις δικές μου αμαρτίες και τα λάθη και να μή κατακρίνω τον αδελφό μου. Για Σένα που είσαι άξιος κάθε τιμής και δοξολογίας στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.”

Τούτη η προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας της Μεγάλης Σαρακοστής από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή. Την πρώτη φορά λέγοντας την προσευχή κάνουμε μία μετάνοια σε κάθε αίτηση. Έπειτα κάνουμε δώδεκα μετάνοιες λέγοντας: «Ο Θεός, ἱλάσθητί μοι τῶ ἁμαρτωλῷ, καί ἐλέησόν με» . Ολόκληρη η προσευχή επαναλαμβάνεται με μια τελική μετάνοια στο τέλος της προσευχής.1

Γιατί αυτή η σύντομη και απλή προσευχή κατέχει μια τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μεγάλης Σαρακοστής; Διότι απαριθμεί, μ’ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί, θα λέγαμε, ένα «κανόνα ελέγχου» του προσωπικού μας αγώνα στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτός ο αγώνας σκοπεύει πρώτα απ’ όλα στην απελευθέρωσή μας από μερικές βασικές πνευματικές ασθένειες που διαμορφώνουν τη ζωή μας και μας κάνουν πραγματικά ανίσχυρους ακόμα και για να κάνουμε αρχή στροφής στο Θεό.

Η αργία

Η βασική ασθένεια είναι η αργία. Είναι η παράξενη εκείνη τεμπελιά και η παθητικότητα ολόκληρης της ύπαρξής μας που πάντα μας σπρώχνει προς τα «κάτω» μάλλον παρά προς τα «πάνω» και που διαρκώς μας πείθει ότι δεν είναι δυνατό ν’ αλλάξουμε και επομένως δε χρειάζεται να επιθυμούμε την αλλαγή. Είναι ένας βαθιά ριζωμένος κυνισμός που σε κάθε πνευματική πρόκληση απαντάει με το «γιατί;» και καταντάει την ζωή μας μια απέναντι πνευματική φθορά. Αυτή είναι η ρίζα όλης της αμαρτίας γιατί δηλητηριάζει κάθε πνευματική ενεργητικότητα στην πιο βαθιά της πηγή.

Η λιποψυχία2

Το αποτέλεσμα της «αργίας», είναι η «λιποψυχία»2. Είναι μια κατάσταση δειλίας που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεώρησαν το μεγαλύτερο κίνδυνο της ψυχής. Η λιποψυχία, η αποθάρρυνση, είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να βλέπει καθετί καλό ή θετικό! Είναι η αναγωγή των πάντων στον αρνητισμό και στην απαισιοδοξία. Είναι στ’ αλήθεια μια δαιμονική δύναμη μέσα μας γιατί ο Σατανάς είναι βασικά ένας ψεύτης. Ψιθυρίζει ψευτιές στον άνθρωπο για το Θεό και για τον κόσμο· γεμίζει τη ζωή με σκοτάδι και αρνητισμό. Η λιποψυχία είναι η αυτοκτονία της ψυχής γιατί όταν ο άνθρωπος κατέχεται απ’ αυτή είναι εντελώς ανίκανος να δει το φως και να το επιθυμήσει.

Η φιλαρχία

Πνεύμα φιλαρχίας! Φαίνεται παράξενο πως η αργία και η λιποψυχία είναι ακριβώς εκείνα που γεμίζουν τη ζωή μας με τον πόθο της φιλαρχίας. Μολύνοντας όλη μας την τοποθέτηση απέναντι στη ζωή, κάνοντας την άδεια και χωρίς νόημα, μας σπρώχνουν ν’ αναζητήσουμε αντιστάθμισμα σε μια ριζικά λανθασμένη στάση απέναντι στα άλλα πρόσωπα.

Αν η ζωή μου δεν είναι προσανατολισμένη προς τον Θεό, αν δεν σκοπεύει σε αιώνιες αξίες, αναπόφευκτα θα γίνει εγωιστική και εγωκεντρική, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι γίνονται τα μέσα για τη δική μου αυτοϊκανοποίηση. Αν ο Θεός δεν είναι ο «Κύριος και Δεσπότης της ζωής μου», τότε το εγώ μου γίνεται ο κύριος και δεσπότης μου, γίνεται το απόλυτο κέντρο του κόσμου μου και αρχίζω αν εκτιμώ καθετί με βάση τις δικές μου ανάγκες, τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές μου κρίσεις.

Έτσι η επιθυμία της φιλαρχίας γίνεται η βασική μου αμαρτία στις σχέσεις με τις άλλες υπάρξεις, γίνεται μια αναζήτηση υποταγής τους σε μένα. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να εκφράζεται η φιλαρχία μου σαν έντονη ανάγκη να διατάζω και να κηδεμονεύω τους «άλλους». Μπορεί επίσης να εκφράζεται και σαν αδιαφορία, περιφρόνηση, έλλειψη ενδιαφέροντος, φροντίδας και σεβασμού. Και είναι ακριβώς η «αργία», μαζί με τη «λιποψυχία» που απευθύνονται αυτή τη φορά προς τους άλλους· έτσι συμπληρώνεται η πνευματική αυτοκτονία με την πνευματική δολοφονία.

Η αργολογία

Τέλος είναι η αργολογία. Απ’ όλα γενικά τα δημιουργήματα μόνον ο άνθρωπος προικίστηκε με το χάρισμα του λόγου. Όλοι οι Πατέρες βλέπουν σ’ αυτό το χάρισμα την ακριβή «σφραγίδα» της θείας εικόνας στον άνθρωπο γιατί ο ίδιος ο Θεός αποκαλύφθηκε σαν Λόγος (Ιωαν. 1:1).

Αλλά όντας ο λόγος το ύψιστο δώρο, έτσι είναι και ο ισχυρότερος κίνδυνος. Όπως είναι η κυρίαρχη έκφραση του ανθρώπου, το μέσο για την προσωπική του πλήρωση, για τον ίδιο λόγο, είναι και το μέσο για την πτώση του, για την αυτοκαταστροφή του, για την προδοσία και την αμαρτία. Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει· ο λόγος εμπνέει και ο λόγος δηλητηριάζει. Ο λόγος είναι το μέσο της Αλήθειας αλλά είναι και μέσο για το δαιμονικό ψέμα.

Έχοντας μια βασικά θετική δύναμη ο λόγος, έχει ταυτόχρονα και μια τρομακτικά αρνητική. Ο λόγος δηλαδή δημιουργεί θετικά ή αρνητικά. Όταν αποσπάται από τη θεία καταγωγή και το θείο σκοπό του γίνεται αργολογία. «Ενισχύει» την αργία, τη λιποψυχία και τη φιλαρχία και μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση. Γίνεται η κυρίαρχη δύναμη της αμαρτίας.

Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι οι αρνητικοί «στόχοι» της μετάνοιας. Είναι τα εμπόδια που πρέπει να μετακινηθούν. Αλλά μόνον ο Θεός μπορεί να τα μετακινήσει. Ακριβώς γι’ αυτό και το πρώτο μέρος της προσευχής αυτής είναι μια κραυγή από τα βάθη της καρδιάς του αβοήθητου ανθρώπου.

Στη συνέχεια η προσευχή κινείται στους θετικούς σκοπούς της μετάνοιας.

Η Σωφροσύνη

Σωφροσύνη! Αν δεν περιορίσουμε –πράγμα που συχνά και πολύ λαθεμένα γίνεται- την έννοια της λέξης «σωφροσύνη» μόνο στη σαρκική σημασία της, θα μπορούσε να γίνει κατανοητή σαν το θετικό αντίστοιχο της λέξης «αργία». «Αργία», πρώτα απ’ όλα, είναι η αδράνεια, τα σπάσιμο της διορατικότητας και της ενεργητικότητάς μας, η ανικανότητα να βλέπουμε καθολικά, σφαιρικά. Επομένως αυτή η ολότητα είναι το εντελώς αντίθετο από την αδράνεια.

Αν συνηθίζουμε με τη λέξη σωφροσύνη να εννοούμε την αρετή την αντίθετη από τη σαρκική διαφθορά είναι γιατί ο διχασμένος χαρακτήρας μας, πουθενά αλλού δεν φαίνεται καλύτερα παρά στη σαρκική επιθυμία, που είναι η αλλοτρίωση του σώματος από τη ζωή και τον έλεγχο του πνεύματος. Ο Χριστός επαναφέρει την «ολότητα» (τη σωφροσύνη) μέσα μας και το κάνει αυτό αποκαθιστώντας την αληθινή κλίμακα των αξιών, με το να μας οδηγεί πίσω στο Θεό.

Η Ταπεινοφροσύνη

Ο πρώτος και υπέροχος καρπός της σωφροσύνης είναι η ταπεινοφροσύνη. Πάνω απ’ όλα είναι η νίκη της αλήθειας μέσα μας, η απομάκρυνση του ψεύδους μέσα στο οποίο ζούμε. Μόνο η ταπεινοφροσύνη είναι άξια της αλήθειας· μόνο μ’ αυτή δηλαδή μπορεί κανείς να δει και δεχτεί τα πράγματα όπως είναι και έτσι να δει το Θεό, το μεγαλείο Του, την καλωσύνη Του και την αγάπη Του στο καθετί. Να γιατί, όπως ξέρουμε, ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».

Η Υπομονή

Μετά τη σωφροσύνη και την ταπεινοφροσύνη, κατά φυσικό τρόπο, ακολουθεί η υπομονή. Ο «φυσικός» ή «πεπτωκώς» άνθρωπος είναι ανυπόμονος, γιατί είναι τυφλός για τον εαυτό του, και βιαστικός στο να κρίνει και να καταδικάσει τους άλλους. Με διασπαρμένη, ατελή και διαστρεβλωμένη γνώση των πραγμάτων που έχει, μετράει τα πάντα με βάση τις δικές του προτιμήσεις και τις δικές του ιδέες. Αδιαφορεί για τον καθένα γύρω του εκτός από τον εαυτό του, θέλει η ζωή του να είναι πετυχημένη τώρα, αυτή τη στιγμή.

Η υπομονή, βέβαια, είναι μια αληθινά θεϊκή αρετή. Ο Θεός είναι υπομονετικός όχι γιατί είναι «συγκαταβατικός» αλλά γιατί βλέπει το βάθος όλων των πραγμάτων, γιατί η εσωτερική πραγματικότητά τους, την οποία εμείς με την τυφλότητά μας δεν μπορούμε να δούμε, είναι ανοιχτή σ’ Αυτόν. Όσο πιο κοντά ερχόμαστε στο Θεό τόσο περισσότερο υπομονετικοί γινόμαστε και τόσο πιο πολύ αντανακλούμε αυτή την απέραστη εκτίμηση για όλα τα όντα, πράγμα που είναι η κύρια ιδιότητα του Θεού.

Η Αγάπη

Τέλος, το αποκορύφωμα και ο καρπός όλων των αρετών, κάθε καλλιέργειας και κάθε προσπάθειας, είναι η αγάπη. Αυτή η αγάπη που, όπως έχουμε πει, μπορεί να δοθεί μόνο από το Θεό, είναι το δώρο που αποτελεί σκοπό που αποτελεί σκοπό για κάθε πνευματική προετοιμασία και άσκηση.

Η υπερηφάνεια

Όλα αυτά συγκεφαλαιώνονται στην τελική αίτηση της προσευχής του Αγίου Εφραίμ με την οποία ζητάμε: «…δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου…». Εδώ τελικά δεν υπάρχει παρά μόνο ένας κίνδυνος: η υπερηφάνεια. Η υπερηφάνεια είναι η πηγή του κακού και όλο το κακό είναι η υπερηφάνεια. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι αρκετό για μένα να βλέπω τα «ἐμά πταίσματα» γιατί ακόμα και αυτή η φαινομενική αρετή μπορεί να μετατραπεί σε υπερηφάνεια.

Τα πατερικά κείμενα είναι γεμάτα από προειδοποιήσεις για την ύπουλη μορφή ψευτοευσέβειας η οποία στην πραγματικότητα με το κάλυμμα της ταπεινοφροσύνης και της αυτομεμψίας μπορεί να οδηγήσει σε μια πραγματικά δαιμονική υπερηφάνεια. Αλλά όταν βλέπουμε τα δικά μας σφάλματα και δεν κατακρίνουμε τους αδελφούς μας, όταν με άλλα λόγια, η σωφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η υπομονή και η αγάπη γίνονται ένα σε μας, τότε και μόνο τότε ο αιώνιος εχθρός –η υπερηφάνεια- θ’ αφανιστεί μέσα μας.

π. Αλέξανδρος Σμέμαν
από το βιβλίο «Μεγάλη Σαρακοστή»,
εκδόσεις «Ακρίτας»

Υποσημειώσεις:
1) Κάθε φορά που λέμε ένα στίχο της ευχής του Οσίου Εφραίμ, κάνουμε μία μεγάλη μετάνοια. Σύνολο τρεις. Όταν τελειώσουμε αυτές, κάνουμε δώδεκα μικρές μετάνοιες λέγοντας σε καθεμία από αυτές: «Ο Θεός, ἱλάσθητί μοι τῶ ἁμαρτωλῷ, καί ἐλέησόν με». Στο τέλος επαναλαμβάνουμε άλλη μία φορά τον τελευταίο στίχο της ευχής (Ναι, Κύριε Βασιλεύ...) και πραγματοποιούμε άλλη μία μεγάλη μετάνοια. (Ωρολόγιον το Μέγα, εκδ. Αποστολική Διακονία, 2003).
2) Ο συγγραφέας μεταφράζει από το ελληνικό κείμενο τη λέξη «περιέργεια» με την αγγλική λέξη faint-heartedness που σημαίνει λιποψυχία, δειλία.


Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2021

Ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος (28 Ἰανουαρίου)

 




Ο Όσιος Εφραίμ καταγόταν από την Ανατολή και γεννήθηκε στην πόλη Νίσιβη της Μεσοποταμίας πιθανώς το 308 μ.Χ. ή και ενωρίτερα. Ήκμασε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου (324 - 337 μ.Χ.), Ιουλιανού του Παραβάτου (361 - 363 μ.Χ.) και των διαδόχων αυτού. Από την μικρή του ηλικία διδάχθηκε την πίστη και την αρετή από τον Επίσκοπο της γενέτειράς του Ιάκωβο (309 - 364 μ.Χ.), ο οποίος και τον χειροτόνησε διάκονο, αλλά ο Όσιος αρνήθηκε να λάβει μεγαλύτερο αξίωμα. Ακολούθησε πολύ νωρίς τον μοναχικό βίο και με το φωτισμό του Παρακλήτου έγραψε πάρα πολλά συγγράμματα πνευματικής και ηθικής οικοδομής. Γι’ αυτό και θαυμάζεται για το πλήθος και το κάλλος των έργων του. Γνώστης ακριβής όλων των δογματικών θεμάτων, ήξερε να καταπολεμά τις αιρέσεις και να υπερασπίζει με θαυμάσια σαφήνεια την Ορθοδοξία. Ήταν εκείνος που κατατρόπωσε σε διάλογο τον αιρετικό Απολλινάριο και οδήγησε πολλούς αιρετικούς να επιστρέψουν στην πατρώα ευσέβεια.

Όταν, διά της συνθήκης του έτους 363 μ.Χ., που υπέγραψε ο διάδοχος του Ιουλιανού του Παραβάτου, Ιοβιανός (363 - 364 μ.Χ.), η Νίσιβης παραδόθηκε στους Πέρσες, ο Όσιος Εφραίμ εγκατέλειψε την πατρίδα του και ήλθε στην Έδεσσα, όπου ασκήτεψε σε παρακείμενο όρος. Το έτος 370 μ.Χ. επισκέφθηκε τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και λίγο αργότερα τους Πατέρες και Ασκητές της Αιγύπτου.

Ο Όσιος Εφραίμ κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 373 μ.Χ. και η Σύναξή του ετελείτο στο Μαρτύριο της Αγίας Ακυλίνας, στην περιοχή Φιλοξένου, κοντά στην αγορά.




Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Ρεῖθρον ἄυλον, ἐν τὴ ψυχή σου, τὸν ζωήρρυτον, πλουτήσας φόβον, κατανύξεως κρατὴρ ἀναδέδειξαι, ὅθεν ἠμᾶς πρὸς ἠθῶν τελειότητα, τοὶς ἱεροίς σου ρυθμίζεις διδάγμασιν. Ἐφραὶμ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. Δ’.

Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Ἐφραίμ Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.

Τήν ὥραν ἀεί, προβλέπων τῆς ἐτάσεως, ἐθρήνεις πικρώς, Ἐφραίμ δάκρυα κατανύξεως· πρακτικός δέ γέγονας, ἐν τοῖς ἔργοις διδάσκαλος ὅσιε· ὅθεν Πάτερ παγκόσμιε, ῥαθύμους ἐγείρεις πρός μετάνοιαν.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τὸν θησαυρὸν τῆς σοφίας τῶν μυστηρίων Χριστοῦ, τὸν κρατῆρα τὸν θεῖον τῆς κατανύξεως, ἀνυμνήσωμεν πιστοί, ἐν τῇ μνήμῃ αὐτοῦ· φερωνύμως γὰρ ἀεί, τὰς καρδίας τῶν πιστῶν, εὐφραίνει ἔπεσι θείοις, Ἐφραίμ, ὡς πράκτωρ καὶ μύστης, τῶν τοῦ Κυρίου ἀποκαλύψεω 

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

Η ΣΤΑΣΗ ΜΑΣ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Όσιος Εφραίμ ο Σύρος)

 

Μόλις μπούμε στον ναό του Θεού, κάθε μέριμνα να φύγει από τη σκέψη μας, ο εσωτερικός μας άνθρωπος να αφοσιώνεται στη θεωρία και την προσευχή, και κανένας ανάρμοστος λογισμός να μην ταράζει τον νου μας. Ας νιώσουμε μπροστά σε ποιον στεκόμαστε στην προσευχή, και όλη μας η ψυχή και η καρδιά ας είναι στραμμένη προς Αυτόν, χωρίς να φαντάζεται τίποτε άλλο. Θα καταλάβεις αυτό που λέω και με ένα παράδειγμα:

Αν κάποιος πάρει μαζί του χρήματα και πάει σε μια εμποροπανήγυρη θέλοντας να αγοράσει βόδια, μήπως περιεργάζεται τα γουρούνια; Ή αν θέλει να αγοράσει γαϊδούρια, μήπως κοιτάζει για σκυλιά; Δεν είναι όλη η σκέψη του στραμμένη σε αυτά που θέλει, και αυτά μόνο δεν εξετάζει με προσοχή, μην τυχόν ξεγελαστεί και πάνε χαμένα τα χρήματά του; Έτσι και εμείς· όταν μπούμε στον ιερό ναό και σταθούμε μπροστά στον Θεό, ας υψώσουμε σε αυτόν όλο τον νου μας, και μόνο τα θεία να σκεφτόμαστε και να φανταζόμαστε, ώστε από αυτό και τη σωτηρία μας να κερδίσουμε και τα ουράνια αγαθά να απολαύσουμε.

Αλλά ούτε να αρχίσουμε την κουβέντα με τον διπλανό μας και, αντί να εξευμενίσουμε τον Δημιουργό του ουρανού και της γης, τον κάνουμε να θυμώσει μαζί μας. Όπως δηλαδή συμβαίνει με κάποιον δούλο που στέκεται και μιλά με τον βασιλιά και, επειδή τον φώναξε άλλος δούλος, παρατά τη θαυμάσια και τιμητική συνομιλία με τον βασιλιά και στρέφεται και συνομιλεί με εκείνον, προσβάλλοντας με τον τρόπο του τον βασιλιά και κάνοντάς τον να θυμώσει φοβερά μαζί του, έτσι είναι και με αυτόν που μιλά την ώρα της ψαλμωδίας ή της προσευχής.

Όπως λοιπόν στέκονται οι άγγελοι με πολύν τρόμο και υμνολογούν τον Δημιουργό, έτσι οφείλουμε και εμείς να στεκόμαστε στην ψαλμωδία. Αν όμως τύχει ο αδελφός που στέκεται δίπλα σου να είναι άρρωστος και να βήχει ή να φτύνει συχνά, μην ενοχληθείς, αλλά θυμήσου ότι πολλοί αφιερώθηκαν να υπηρετούν αρρώστους και λεπρούς, για να έχουν από αυτό μεγάλο κέρδος, μαθαίνοντας με την πείρα την αγάπη και τη συμπόνια. Και εσύ λοιπόν, καθώς έχεις όμοιο σώμα, είσαι κοντά σε τέτοιες αρρώστιες, έστω και αν προς το παρόν είσαι υγιής με τη φιλανθρωπία του Θεού. Γι’ αυτό να μην υπερηφανεύεσαι σε βάρος του αρρώστου, αλλά να φοβάσαι μην πάθεις τα ίδια και χειρότερα, και με τη συμπάθεια προς τον αδελφό να προφυλάγεις τον εαυτό σου.

 

(Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Β’, Υπόθεση ΙΑ’ (11), σελ. 115. Εκδόσεις “Το Περιβόλι της Παναγίας”, Θεσσαλονίκη 2003)


Πηγή: alopsis.gr




Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2021

ΣΤΟ ΝΑΟ ΔΕΝ ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ, ΑΛΛΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΑΓΑΠΗΣ

 "Αν, ίσως, ο αδελφός, που στέκεται κοντά σου, είναι σωματικώς άρρωστος και βήχει ή πτύει συνεχώς, μη ενοχλείσαι απ’ αυτόν. Σκέψου ότι πολλοί αφιερώθησαν εις την υπηρεσίαν λεπρών και αρρώστων, δια να κερδίσουν από αυτό πολλά πνευματικά, και να μάθουν εκ πείρας την αγάπην και την συμπάθειαν (προς τους ασθενείς).

Και σύ, άλλωστε, αφού φορείς το ίδιον σώμα, ευρίσκεσαι κοντά εις τας τοιαύτας ασθενείας, αν και προς το παρόν το σώμα σου είναι υγιές από φιλανθρωπίαν του Θεού· δι’ αυτό μη υπερηφανεύεσαι εις βάρος του αρρώστου, αλλά να φοβάσαι μη πάθεις τα ίδια και χειρότερα και με την συμπάθεια προς τον αδελφό σου προφύλαττε τον εαυτόν σου".

Όσιος Εφραίμ ο Σύρος

Ευεργετινού Β’ σελ. 174

(Το είδαμε εδώ: https://tasthyras.wordpress.com/2021/02/01/%ce%bf%cf%83%ce%af%ce%bf%cf%85-%ce%b5%cf%86%cf%81%ce%b1%ce%af%ce%bc-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%83%cf%8d%cf%81%ce%bf%cf%85-%ce%b1%cf%80%ce%ac%ce%bd%cf%84%ce%b7%cf%83%ce%b7-%cf%83%ce%b5-%ce%b1%cf%85%cf%84/ )

Και το πρωτότυπο κείμενο: