Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς δίνει ἕνα πολὺ σημαντικὸ παράδειγμα πρὸς μίμησιν καὶ ἕνα πολὺ σημαντικὸ παράδειγμα πρὸς ἀποφυγήν.
Κάποιο Σάββατο, τὴν ὥρα ποὺ ὁ Χριστὸς κήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας σὲ μία συναγωγή, εἶδε μέσα στὸ πλῆθος καὶ μία γυναίκα συγκύπτουσα. Δεκαοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια ἡ ἡρωϊκὴ αὐτὴ γυναίκα ὑπέφερε ἀπὸ τὴν σωματικὴ κύρτωση καὶ δὲν μποροῦσε καθόλου νὰ ὀρθώσει τὴν μέση της γιὰ νὰ δεῖ τὸν οὐρανό. Βλέποντάς την ὁ Κύριός μας, τὴν σπλαχνίσθηκε καὶ τῆς εἶπε: «Γυναίκα, ἔχεις ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀσθένειά σου». Μόλις τὴν ἄγγιξε, ἀμέσως θεραπεύθηκε καὶ ἄρχισε νὰ δοξάζει τὸν Θεό.
Ἡ συγκύπτουσα εἶναι τὸ παράδειγμα πρὸς μίμησιν. Δεκαοκτὼ χρόνια πάσχει καὶ ἡ μετακίνηση γιὰ αὐτὴν δὲν εἶναι καθόλου εὔκολη. Ἐντούτοις, δὲν λείπει ἀπὸ τὴν σύναξη τοῦ Σαββάτου (τὸ Σάββατο γιὰ τοὺς Ἑβραίους εἶναι ὅ,τι γιὰ ἐμᾶς ἡ Κυριακή· ἡμέρα ἀφιερωμένη στὸν Κύριο). Δὲν λείπει ἀπὸ τὴν συναγωγὴ καθὼς εἶναι γυναίκα εὐσεβὴς καὶ ἀγαπᾶ τὸν Θεό. Γνωρίζει ὅτι ἡ δοκιμασία της εἶναι δῶρο Θεοῦ. Γνωρίζει ὅτι γιὰ νὰ τῆς χάρισε ὁ Θεὸς αὐτὴ τὴν δοκιμασία, κάποιο σχέδιο ἔχει, γιὰ αὐτὸ καὶ δὲν ἀγανακτεῖ ἐναντίον Του, ἀλλὰ Τὸν ἀγαπᾶ καὶ κάνει ὑπομονὴ καὶ ὅσο περισσότερη ὑπομονὴ κάνει, καὶ ὅσο μεγαλώνει τὸ εὐλογημένο πεῖσμα της νὰ συμμετέχει ἀδιαλείπτως στὴν σύναξη τοῦ Σαββάτου, τόσο περισσότερο ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ καὶ Τὸν ἐμπιστεύεται. Ἡ εὐσεβὴς γυναίκα γνωρίζει ὄχι μόνο τὰ δικαιώματά της, ἀλλὰ καὶ τὰ καθήκοντά της. Ἡ ἐποχή μας εἶναι ἐποχὴ τοῦ «δικαιωματισμοῦ». Ὁ καθένας ἔχει δικαιώματα καὶ οἱ περισσότεροι λησμονοῦν ἢ ἀδιαφοροῦν ἐντελῶς γιὰ τὶς ὑποχρεώσεις. Ὁ δικαιωματισμὸς ἐμφανίζεται καὶ σὲ αὐτὸν τὸν ἐκκλησιασμὸ τῆς Κυριακῆς, ὅταν κάποιος λέει: «μία Κυριακὴ ἔχω νὰ ξεκουραστῶ. Δὲν θὰ πάω Ἐκκλησία».
Ὁ Θεὸς μᾶς χάρισε τὴν ζωὴ καὶ τὴν ἐλευθερία μας, μᾶς χάρισε ὅλη τὴν εὐλογία. Δὲν εἶναι ἐγωιστικὸ νὰ θέλουμε νὰ ἀπολαμβάνουμε μόνο εὐλογίες ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ στὶς ὑποχρεώσεις μας ἀπέναντί Του νὰ εἴμαστε ἀδιάφοροι; Ἄλλο, βέβαια, εἶναι τὸ νὰ ἀναγκάζεται κάποιος νὰ λείπει τὴν Κυριακὴ ἀπὸ τὸν Ναὸ γιὰ διάφορους σοβαροὺς λόγους. Τὸ νὰ ἔχει, ὅμως, τὴν δυνατότητα, καὶ νὰ ἐπιλέγει νὰ ἀπουσιάσει, δὲν εἶναι ἔντιμο ἐνώπιον Θεοῦ. Καὶ αὐτὸ γιατί; Διότι ἡ Κυριακὴ εἶναι ἡμέρα Κυρίου, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἰδιαιτέρως δοξάζουμε τὸν Κύριο καὶ τιμοῦμε τὴν Ἀνάστασή Του. Ἡ κάθε Κυριακὴ εἶναι σὰν Πάσχα. Ὅπως δὲν λείπουμε τὸ Πάσχα, ἔτσι εἶναι ἀδιανόητο νὰ λείπουμε καὶ τὴν κάθε Κυριακὴ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.
Καί -γιὰ νὰ μὴν ἐξαπατοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας- μὴν νομίζουμε ὅτι τὸ νὰ πάμε τὴν Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία γιὰ πέντε ὥρες ἢ γιὰ μισὴ ὥρα ἀρκεῖ γιὰ τὴν σωτηρία μας. Χριστιανοὶ εἴμαστε καὶ τὶς ὑπόλοιπες ἡμέρες καὶ ὥρες τοῦ ἔτους. Χριστιανοὶ εἴμαστε καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ ἔξω ἀπὸ αὐτήν.
Συνεχίζοντας ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκὰς τὴν διήγηση, ἀναφέρεται στὴν συμπεριφορὰ τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς συναγωγῆς. Αὐτός, βλέποντας τὴν θεραπεία τῆς γυναίκας καὶ τὶς θερμὲς ἐκφράσεις τοῦ λαοῦ γιὰ τὸν Κύριό μας, δῆθεν ἀγανάκτησε ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς θεράπευσε ἡμέρα Σαββάτου καὶ «χάλασε» τὴν ἱερὴ ἀργία. Ἐπειδή, ὅμως, δὲν τολμοῦσε νὰ ἀπευθυνθεῖ στὸν Ἴδιο, ἄρχισε νὰ φωνάζει στὸν ὄχλο: «ἕξι ἡμέρες ὑπάρχουν στὶς ὁποῖες πρέπει νὰ ἐργαζόμαστε· σὲ αὐτὲς νὰ ἔρχεστε νὰ θεραπεύεστε καὶ ὄχι τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου». Ἔλαβε τότε τὴν ἀπάντηση ποὺ τοῦ ἄξιζε: «Ὑποκριτή – τοῦ εἶπε ὁ Χριστός- καθένας σας δὲν λύνει τὸ βόδι ἢ τὸ γαϊδούρι του ἀπὸ τὴν φάτνη τὸ Σάββατο καὶ τὰ πηγαίνει νὰ τὰ ποτίσει; Αὐτή, ὅμως, ἡ ὁποία εἶναι καὶ θυγατέρα τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ὁποία ὁ σατανὰς εἶχε δεμένη δεκαοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια, δὲν ἔπρεπε νὰ λυθεῖ ἀπὸ αὐτὰ τὰ δεσμὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου;».
Ὁ ἀρχισυνάγωγος, λοιπόν, εἶναι τὸ παράδειγμα πρὸς ἀποφυγήν, καθὼς φέρει πάνω του ἕνα χαρακτηριστικὸ γνώρισμα, τὸ ὁποῖο δυσαρεστεῖ ἔντονα τὸν Κύριό μας· τὴν ὑποκρισία. Ὑποκρισία εἶναι τὸ νὰ παριστάνω κάτι τὸ ὁποῖο δὲν εἶμαι. Ὁ ἀρχισυνάγωγος, ὡς ἄρχοντας τῆς συναγωγῆς, ἐξωτερικὰ ἔδειχνε στοὺς ἀνθρώπους ὅτι ἦταν ἄνθρωπος βαθιὰ πνευματικός, εὐσεβής, ἐνάρετος, ὅσιος. Ἐσωτερικά, ὅμως, ἡ ψυχή του εἶχε πολλὰ κενά. Εἶχε ματαιοδοξία. Δὲν αἰσθανόταν τὸ λειτούργημά του. Τελοῦσε τὴν πνευματική του ἐργασία ἐπαγγελματικά, χωρὶς ἀγάπη καὶ πίστη Θεοῦ, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀρέσει στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ ἀποκομίζει μάταιη δόξα ἀπὸ αὐτούς. Γιὰ αὐτὸ καὶ ὅταν πῆγε ὁ Χριστὸς στὴ συναγωγὴ καὶ θεράπευσε τὴν συγκύπτουσα, ἐπειδὴ ὁ Φαρισαῖος εἶδε ὅτι ὁ κόσμος στράφηκε πρὸς τὸν Χριστό, φθόνησε καὶ ἐκδήλωσε τὸ πάθος του. Ἀποκάλυψε μὲ τὸν τρόπο του ὅτι ἐνῶ βρισκόταν στὴν ἐξέχουσα θέση τοῦ διδασκάλου ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, ἐντούτοις ἡ ἁπλὴ συγκύπτουσα γυναίκα βρισκόταν σὲ πολὺ ἀνώτερη πνευματικὴ κατάσταση ἀπὸ αὐτόν. Ἐκείνη ἡ κοσμικὴ γυναίκα εἵλκυε πάνω της τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀσφαλῶς, καὶ ὁ ἀρχισυνάγωγος θὰ μποροῦσε νὰ ἑλκύσει τὴν Χάρη, ὅπως εἶχε πράξει καὶ ἕνας ἄλλος ἀρχισυνάγωγος τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ταπεινόφρων Ἰάειρος. Δυστυχῶς, ὅμως, ὁ σημερινὸς ἀρχισυνάγωγος, τυφλωμένος ἀπὸ τὴν ζήλεια, δὲν ἔβλεπε ποιὸν εἶχε ἀπέναντί του καὶ ἔτσι δὲν ἐκμεταλλεύθηκε τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωή του.
Καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφτανε τὸ γεγονὸς ὅτι ζήλευε, ἀντὶ νὰ κοιτάξει νὰ ἀποσυρθεῖ στὴν ἡσυχία του, ἔσπευσε νὰ βρεθεῖ σὲ ἀκόμη χειρότερη θέση. Ὑποκρίθηκε ὅτι δῆθεν νοιαζόταν γιὰ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, ἀδιαφορῶντας ἐντελῶς γιὰ τὶς δύο μεγαλύτερες ἐντολὲς τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο. Κοίταξε περισσότερο τὸν τύπο καὶ ἄφησε στὴν ἄκρη τὴν οὐσία, ὅπως διαχρονικὰ πολλοὶ ἔπραξαν καὶ πράττουν στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ σήμερα κάποιοι ἐνδιαφέρονται μόνο νὰ πάνε τὴν Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία, νὰ νηστέψουν τόσες μέρες, νὰ κάνουν τόσα κομποσκοίνια, ποὺ βέβαια ὅλα αὐτὰ εἶναι καλὰ καὶ ἅγια, ἀρκεῖ νὰ μὴν τὰ ἐφαρμόζουμε σὰν νεκροὺς τύπους, ἀλλὰ ὡς τὰ μέσα ποὺ μᾶς ὁδηγοῦν στὸν σκοπὸ τῆς τέλειας ἀγάπης καὶ τῆς ἕνωσης μὲ τὸν Θεό. Εἴδαμε σήμερα ὅτι ὁ Χριστὸς γιὰ χάρη τῆς ἀγάπης πρὸς τὸ πλάσμα Του, ἄφησε στὴν ἄκρη μία τυπικὴ διάταξη τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, δείχοντας ὅτι ἀπὸ ὅλα ὑπερέχει ἡ ἀγάπη.
Σὲ λίγο καιρὸ θὰ ἑορτάσουμε Χριστούγεννα. Δὲν θὰ μιλήσω γιὰ τὸ πῶς ἑορτάζει ὁ κόσμος τὰ Χριστούγεννα. Θὰ μιλήσω γιὰ ἐμᾶς. Διανύουμε τὸ ἱερὸ τεσσαρακονθήμερο τῆς νηστείας. Μὴν μείνουμε στὸν τύπο. Οἱ περισσότεροι νομίζουν νηστεία μόνο τὸ φαγητό. Δὲν εἶναι μόνο αὐτό. Εἶναι τὸ σύνολο τῶν παθῶν μας, εἶναι τὸ τὶ βλέπουμε, τὶ ἀκοῦμε, τὶ λέμε. Ἂς κοιτάξουμε νὰ καθαρίσουμε τὶς καρδιές μας. Ἔρχεται ὁ Χριστὸς νὰ κατοικήσει μέσα μας. Ἂς τοῦ ἐτοιμάσουμε τὴν φάτνη τῆς ψυχῆς μας.
Μετ’ εὐχῶν,
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος