† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

Ὀρθόδοξοι Ἀντιδράσεις εἰς τοὺς σκοποὺς τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν»

  Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενισμὸς

Εἰσαγωγικὰ

            Προβαίνουμε στὴν ἀνάρτηση ἑνὸς σημαντικοῦ ὁμολογιακοῦ κειμένου, ὑπογραφομένου ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Ἐπίσκοπο Κυκλάδων καὶ Νήσων Γαβριὴλ (+1998), τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος, τὸ ὁποῖο κυκλοφόρησε πρὸ 40ετίας, τὸ θέρος τοῦ 1983, ἐπ΄ εὐκαιρίᾳ τῆς συγκλήσεως τῆς ΣΤ’ Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» στὸ Βανκοῦβερ τοῦ Καναδᾶ.

Τότε, ὁ Κυκλάδων Γαβριὴλ μετέβη αὐτοπροσώπως στὴν Νέα Ὑόρκη τῶν Η.Π.Α., ὡς καὶ στὸν Καναδᾶ, καὶ παρουσίασε τὸ ἐν λόγῳ κείμενο ἀρχικῶς στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν Διασπορᾷ, ὑπὸ τὸν Ἅγιο Μητροπολίτη Φιλάρετο, ἡ ὁποία συνήρχετο σὲ Συνεδριάσεις στὴν Σκήτη Μεταμορφώσεως στὸ Μάνσονβιλ καὶ στὸ Μόντρεαλ, ὥστε νὰ ὑπάρξει μία ἀντίδρασις ἔναντι τοῦ οἰκουμενιστικοῦ κινδύνου, μία προσπάθεια ἀφυπνίσεως τῶν ἀγνοούντων ἤ πλανωμένων καὶ μία ἀπὸ κοινοῦ ἀποδοκιμασία εἰδικῶς τῶν σκοπῶν καὶ μεθόδων τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν». Ἡ Σύνοδος τῶν Ρώσων Ἐπισκόπων ἐν Διασπορᾷ ἔλαβε ὑπ’ ὄψιν της τὴν ὁμολογιακὴ αὐτὴ προσπάθεια στὴν ἔκφραση τῆς γνωστῆς ἀντι-οικουμενιστικῆς μαρτυρίας της κατὰ τὴν περίσταση ἐκείνη.

            Ὁ Κυκλάδων Γαβριὴλ προχώρησε ἔτι περισσότερο· προέβη στὴν ἐπίδοση τοῦ κειμένου του τόσο στὸν Γενικὸ Γραμματέα τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», ὅσο καὶ πρὸς ὅλες τὶς ἀντιπροσωπεῖες τῶν ἐπισήμων τοπικῶν ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες ἐλάμβαναν μέρος στὴν ΣΤ’ Γενικὴ Συνέλευση στὸ Βανκοῦβερ, χωρὶς βεβαίως νὰ εἶναι γνωστὸ κατὰ πόσον τὸ κείμενο ἐλήφθη ὑπ’ ὄψιν ἀπὸ τοὺς ἀποδέκτας του. Ἡ πρᾶξις ἐκείνη ἦταν ἐντυπωσιακὴ ἐξ ἑαυτῆς μὲ ἰδιαίτερη βαρύτητα καὶ σημαντικότητα.

            Παράλληλα, ὁ Κυκλάδων Γαβριὴλ ἐπέτυχε, ὥστε τὸ κείμενό του νὰ δημοσιευθεῖ τόσο στοὺς «New York Times» ἀγγλιστί, ὅσο καὶ σὲ ἐφημερίδες τῆς ἑλληνικῆς ὁμογενείας τῶν Η.Π.Α. ἑλληνιστί, σὰν μία συμβολὴ στὴν κατάθεση καὶ διάδοση τῆς «ἄλλης ὄψεως» τῶν πραγμάτων, παρ΄ ὅλον ὅτι τὸ κείμενο ἦταν τέτοιου χαρακτῆρος, ὥστε νὰ μὴ προσφέρεται γιὰ κατανόηση ὑπὸ τῶν πολλῶν.

            Ὁ Κυκλάδων Γαβριήλ, τοῦ ὁποίου οἱ κόποι καὶ ἀγῶνες στὸ θέμα αὐτό, ἀλλὰ καὶ γενικώτερα, εἶναι ἀξιοπαρατήρητοι καὶ ἀξιομνημόνευτοι, ἔγραψε χαρακτηριστικὰ καὶ ἀποφασιστικὰ κατόπιν πάντων τούτων:

            «Ἡμεῖς, διακηρύσσομεν ὅτι διὰ τῶν ἡμετέρων ταπεινῶν δυνάμεων θὰ συνεχίσωμεν καὶ ὀλίγοι καὶ μετὰ πολλῶν τὸν ἀγῶνα κατὰ τοῦ ἀνοσίου Οἰκουμενισμοῦ, ἵνα μὴ τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως κατασπιλωθοῦν ὑπὸ τῶν ποικιλωνύμων αἱρέσεων. Ὁ Κύριος ἐγγύς!»…   

            Τὸ ἴδιο τὸ κείμενο, τὸ ὁποῖο παραθέτουμε ἐν συνεχείᾳ, ἀποτελεῖ μία πυκνὴ θεολογικὴ ἀντίρρηση, Πατερικῶς καὶ Συνοδικῶς τεκμηριωμένη, κατὰ τῆς οἰκουμενιστικῆς ἰδέας τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὴ ἐπιδιώκεται ὑπὸ τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», διὰ τῆς κατ΄ οὐσίαν ὑπερβάσεως ἤ καὶ ἐγκαταλείψεως τῆς ἱερᾶς Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Παραδόσεως. Ὅμως, ἐξηγεῖ ὅτι μόνον μέσῳ αὐτῆς τῆς Παραδόσεως ἐπιτυγχάνεται ἡ αὐθεντικὴ βίωσις τοῦ Μυστηρίου τῆς ἐν Χριστῷ Οἰκονομίας καὶ τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.

            Ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὡς Κεφαλὴ τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὡς Κέντρο τῆς Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Παραδόσεως, ζωοποιεῖ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ὅσους πιστεύουν ὀρθὰ εἰς Αὐτόν, ἑνούμενοι στὴν ἁγία Ἐκκλησία Του καὶ βιοῦντες τὴν Μυστηριακὴ-Εὐχαριστιακὴ καὶ Χαρισματικὴ Παρουσία Του ἐν Ἀληθείᾳ, Ἑνότητι καὶ Ἀγάπῃ.

Ὁ σύγχρονος Οἰκουμενισμὸς δὲν ἀνήκει οὔτε κινεῖται στὸ πλαίσιο τῆς Ἁγιοπνευματικῆς Ἐνεργείας τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἄρα δὲν ἐμπνέεται οὔτε θεολογεῖ Πατερικῶς καὶ Παραδοσιακῶς, ἤτοι Ὀρθοδόξως. Ὡς δημιούργημα τοῦ ριζοσπαστικοῦ καὶ ἀντιχριστιανικοῦ νεωτέρου ἀνθρωπισμοῦ, ὁδηγεῖ στὴν ἐγκοσμιοκρατία καὶ ἀγωνίζεται ματαίως γιὰ ἕνωση τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου μὲ αὐτόνομα οὐμανιστικὰ κριτήρια, δηλαδὴ ἄνευ Ἀληθείας καὶ ἄνευ Χριστοῦ.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, σημειώνεται ἐπιγραμματικά:

«Ὁ δογματικὸς καὶ ἠθικὸς μινιμαλισμός, ὁ ἀνθρωπιστικὸς εἰρηνισμὸς καὶ ὁ ὁριζόντιος ἀκτιβιστικὸς κοινωνισμὸς ὁδηγοῦν εἰς μίαν ἕνωσιν τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου χωρὶς Ἐκκλησίαν καὶ χωρὶς Χριστόν, διὸ καὶ αἱ τοιαῦται προσπάθειαι τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν ἀποτελοῦν τὴν κατ΄ ἐξοχὴν σύγχρονον βλασφημίαν κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ διακηρύσσουν τὴν βαθεῖαν κρίσιν πίστεως τοῦ δυτικοῦ χριστιανικοῦ κόσμου».

Τοιουτοτρόπως δέ, ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις, ὡς ἐλπίδα σωτηρίας τοῦ κόσμου, πολεμεῖται καὶ νοθεύεται ἀπὸ τὸν σύγχρονο Οἰκουμενισμὸ καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν κύρια θεσμικὴ ἔκφραση αὐτοῦ, ἤτοι τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», τὸ λίκνο αὐτό, ὅπως ἀνοικτὰ χαρακτηρίζεται, πασῶν τῶν αἱρέσεων καὶ πρόδρομο τοῦ Ἀντιχρίστου!

Ἡ εὐθαρσὴς καὶ πεπαρρησιασμένη αὐτὴ Ὀρθόδοξος ἀποτίμησις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, κινουμένη στὴν Πατερικὴ γραμμὴ τῆς γνησίας Ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας, δὲν δύναται παρὰ νὰ εὑρίσκει σύμφωνο κάθε πραγματικὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας, νὰ χαροποιεῖ δέ, ἐμπνέει καὶ ἐνισχύει τοὺς Ὀρθοδόξους Ἀντι-οικουμενιστὰς στὸν ὁμολογιακὸ ἀγῶνα τους.

Τὸ κείμενο ἐλήφθη ἀπὸ τὸ «Ἔκτακτον Τεῦχος» τοῦ μηνιαίου Περιοδικοῦ «Ὁσία Εἰρήνη Χρυσοβαλάντου» τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Γυναικείας Μονῆς Λυκοβρύσεως Ἀττικῆς (σσ. 152-156), τὸ ὁποῖο ἐκυκλοφορήθη μεταξὺ τῶν τευχῶν τῶν μηνῶν Σεπτεμβρίου καὶ Ὀκτωβρίου τοῦ ἔτους 1983. 

+Λ.&Π.Κλ.

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΥΚΛΑΔΩΝ ΚΑΙ ΝΗΣΩΝ
ΕΔΡΑ: ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΑΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΟΥ
ΛΥΚΟΒΡΥΣΙΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

Ἀρ. Πρωτ. 103/83

Ὀρθόδοξοι Ἀντιδράσεις εἰς τοὺς σκοποὺς
τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν»

            Η ΣΥΓΚΛΗΣΙΣ τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου [Ἐκκλησιῶν] ἐν Βανκοῦβερ ἀποτελεῖ πράγματι πολυδιάστατον καὶ πολυσήμαντον θρησκευτικὸν γεγονός, διότι συνέρχονται ἐπὶ ταυτὸ ἐκπρόσωποι τῶν ποικιλωνύμων Προτεσταντικῶν ὁμολογιῶν καὶ τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων καὶ Ἀνατολικῶν λεγομένων Ἐκκλησιῶν, μὲ τὴν συμμετοχὴν καὶ Παπικῶν παρατηρητῶν, διὰ νὰ συζητήσουν ἐπὶ τοῦ βασικοῦ θέματος τῆς ἡμετέρας Πίστεως: «Ἰησοῦς Χριστὸς ἡ Ζωὴ τοῦ Κόσμου» (Jesus Christ the Life of the World). Αἱ ἐργασίαι τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως θὰ περατωθοῦν διὰ τῆς ἀποδοχῆς κοινῶν θεολογικῶν, ἐκκλησιαστικῶν καὶ πολιτικοκοινωνικῶν διακηρύξεων. Ἑκατοντάδες κληρικοὶ καὶ θεολόγοι, ἀφορμώμενοι ἀπὸ διαφόρων θεολογικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν προϋποθέσεων, θὰ ἐπεξεργασθοῦν κοινὰ θεολογικὰ κείμενα πρὸς ἐναρμόνισιν τῶν θεολογικῶν καὶ ὁμολογιακῶν ἀντιθέσεων καὶ «κοινὴν» δῆθεν μαρτυρίαν τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸν σύγχρονον κόσμον.

            Ὑπὸ τὴν προοπτικὴν αὐτὴν οἱ Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς Κυκλάδων καὶ Νήσων Γαβριήλ, Ἀττικῆς καὶ Διαυλείας Ἀκάκιος καὶ Θεσσαλονίκης Χρυσόστομος, μετὰ τῆς Μοναστικῆς Ἀδελφότητος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Εἰρήνης Χρυσοβαλάντου ἐν Ἑλλάδι, ὡς ἐπίσης καὶ μετὰ τοῦ γνησίου Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ, ἀπορρίπτομεν μετὰ τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ τὴν τοιαύτην παρέκκλισιν ἐκ τῶν παγίων ὁρίων ἅ ἔθεντο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἡμῶν καὶ ἐκφράζομεν τὴν βαθεῖαν ἀντίδρασιν εἰς τοὺς σκοποὺς καὶ τὰς μεθόδους τοῦ συγχρόνου Οἰκουμενισμοῦ.

            Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία οὐδὲν δύναται νὰ ἐλπίζῃ καὶ δὲν δύναται νὰ δώσῃ μαρτυρίαν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως εἰς τὴν προτεσταντικὴν Γενικὴν Συνέλευσιν καὶ εἰς τὸ Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν.

            Ὑπὸ τὴν προοπτικὴν αὐτὴν αὐτὸ τοῦτο τὸ Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν, οἱ δι΄ αὐτοῦ καὶ ὑπ΄ αὐτοῦ ἐπιδιωκόμενοι σκοποὶ καὶ αἱ μακροχρόνιοι μεθοδεύσεις ἐκκλησιαστικῆς πολιτικῆς, συνιστοῦν εἰς τὴν ἐποχήν μας τὴν ἀντιπροσωπευτικωτέραν ἔκφρασιν τοῦ συγχρόνου Χριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἡ πεμπτουσία τοῦ φαινομένου τούτου ἔγκειται, ἐν τελευταίᾳ ἀναλύσει, εἰς τὴν προσπάθειαν πρὸς συνειδητοποίησιν τῆς ἀνάγκης, ὅτι ἡ ἀποκατάστασις τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας συνεπάγεται ἀναποτρέπτως τὴν ὑπέρβασιν ἤ ἐγκατάλειψιν τῆς ἱερᾶς Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Παραδόσεως καὶ τὴν συνάντησιν ὅλων τῶν Χριστιανῶν εἰς τὴν καθ΄ ὁμολογιακὸν τρόπον ὑποκειμενικῶς κατανοουμένην πίστιν τῶν ἀποστολικῶν χρόνων.

Ἡ ἐπιδίωξις αὐτὴ εἶναι πρόδηλος εἰς τὸ ὅλον ἔργον τοῦ τομέως δράσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν: «Πίστις καὶ Τάξις» (Faith and Order) καὶ ὁδηγεῖ ἀναποφεύκτως εἰς τὴν θεμελίωσιν τῆς πίστεως καὶ τῶν δομῶν τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ ἑνὸς δογματικοῦ μινιμαλισμοῦ μὲ ἀπολύτως προτεσταντικὰ πλαίσια. Ἡ παγκυριαρχία τῶν Προτεσταντικῶν ὁμολογιῶν εἰς τὰς δομὰς καὶ τὴν λειτουργίαν τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν καὶ ἡ πενιχρὰ καὶ ὑποτονικὴ παρουσία τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἶναι ἔκδηλοι εἰς τὰ κοινὰ κείμενα τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστις καὶ Τάξις» (Faith and Order) διὰ τὸ «Βάπτισμα, Εὐχαριστίαν καὶ Λειτούργημα» (Baptism, Eucharist and Ministry), τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν διακήρυξιν τῶν προτεσταντικῶν θεολογικῶν θέσεων καὶ θὰ τεθοῦν ὑπὸ τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως ὡς θεμελιώδεις βάσεις τῆς περαιτέρω δράσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν εἰς τὸν χῶρον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

            Ἄν ἀναλογισθῇ τις ὅτι ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς ἐθεώρει ἀναγκαίαν τὴν διακήρυξιν: «Ἐμὸν μὲν οὐδὲν ἐρῶ παντελῶς· ὅ δὲ παρὰ τῶν Πατέρων ἐδιδάχθην φημί» (Ἐπιστ. 15, PG 91, 544), τότε κατανοεῖ τὴν σημασίαν καὶ τὴν σπουδαιότητα τῆς Ἀποστολοπαραδότου Πατερικῆς Παραδόσεως διὰ τὴν αὐθεντικὴν βίωσιν τοῦ Μυστηρίου τῆς ἐν Χριστῷ θείας Οἰκονομίας καὶ τῆς ἐν Αὐτῷ σωτηρίας τοῦ κόσμου. Ἄν γίνεται ἀποδεκτὸν ὅτι κέντρον τῆς ἱερᾶς Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Παραδόσεως εἶναι ὁ ἀεὶ ζῶν Θεάνθρωπος Χριστός, ὁ πάντοτε Παρὼν ἐν τῷ Θεανθρωπίνῳ Σώματι τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Κεφαλὴ καὶ Ἀπαρχή του καὶ ὁ Παραδίδων καὶ ὁ Παραδιδόμενος διὰ τοῦ Εὐαγγελίου, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τότε τὸ περιεχόμενον τοῦ θέματος τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως εἶναι δεδομένον διὰ τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως καὶ οἱ συνηθροισμένοι ἐν Βανκοῦβερ οὐδὲν ἕτερον δύνανται νὰ εἴπουν, συμφώνως καὶ πρὸς τὴν παραγγελίαν τοῦ μεγάλου Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: «Διό, ἀδελφοί, στῶμεν ἐν τῇ πέτρᾳ τῆς πίστεως καὶ τῇ παραδόσει τῆς Ἐκκλησίας, μὴ μεταίροντες ὅρια, ἅ ἔθεντο οἱ ἅγιοι Πατέρες ἡμῶν· μὴ διδόντες τόπον τοῖς βουλομένοις καινοτομεῖν καὶ καταλύειν τὴν οἰκοδομὴν τῆς ἁγίας τοῦ Θεοῦ Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Εἰ γὰρ δοθῇ ἄδεια παντὶ βουλομένῳ, κατὰ μικρὸν ὅλον τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καταλυθήσεται» (Ὁμιλ. 3, 41, PG 94, 1356).    

            Ἄν οἱ Ἀπόστολοι παρέδωκαν εἰς τοὺς διαδόχους αὐτῶν τὸν ὅλον Θεάνθρωπον Χριστόν, συμφώνως καὶ τῇ διακηρύξει τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Παρέδωκα ὑμῖν ὅ καὶ παρέλαβον» (Α’ Κορ. 15, 3), τότε ἡ Ἐκκλησία, τὸ Θεανθρώπινον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, συγκροτεῖται καὶ λειτουργεῖ συνεχῶς καὶ ἀδιακόπως ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῆς σωτηρίας ὑπὸ τὴν ἀσφαλῆ καὶ ἀλάθητον καθοδήγησιν τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, τὸν Ὁποῖον ἐμφυτεύει τὸ Πανάγιον Πνεῦμα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ εἰς πᾶσαν πιστεύουσαν ψυχήν. Ἡ διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος Χριστοποίησις τῶν πιστῶν καθιστᾷ τὴν Ἐκκλησίαν διαρκῆ καὶ αὐθεντικὴν Χριστοκεντρικὴν Πεντηκοστήν, διότι διὰ τῶν Μυστηρίων καὶ ἰδίᾳ διὰ τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας βιοῦται ὑπὸ τῶν πιστῶν ἡ πραγματικὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ εἰς τὴν ζωήν των κατὰ τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Κυρίου: «ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28, 20).

            Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ ὁποῖον συγκροτεῖ καὶ κατευθύνει τὴν Ἐκκλησίαν εἰς πᾶσαν τὴν Ἀλήθειαν, ἤτοι τὸν Θεάνθρωπον Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τὸν ἐν Τριάδι Θεόν, εἶναι ἡ ἐνεργοποιὸς καὶ ζωοποιὸς ψυχὴ τῆς Ἐκκλησίας εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς σωτηρίας καὶ μέχρι τὰ ἔσχατα, διὸ καί, κατὰ τὴν διακήρυξιν τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, «οὐδεὶς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰ μὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ». Διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος καὶ ἐντὸς τοῦ χώρου τῆς Ἁγιοπνευματικῆς ἐνεργείας ἐθεολόγησαν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ αἱ Σύνοδοι καὶ ἀφῆκαν αἰσθητὴν τὴν ἀποτύπωσιν τοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῆς σωτηρίας διὰ τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως.

            Ὁ σύγχρονος Οἰκουμενισμὸς εἶναι δημιούργημα τοῦ ριζοσπαστικοῦ καὶ ἀντιχριστιανικοῦ νεωτέρου ἀνθρωποκεντρισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει ὡς ἀρχὴν ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι τόσον ἀναγκαῖος εἰς τὸν ἄνθρωπον, ὅσον καὶ ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸν Θεὸν καὶ ὁ ὁποῖος ἀγωνίζεται καὶ δι΄ αὐτοῦ εἰσέτι τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν νὰ καταστήσῃ τὸ λυτρωτκὸν μήνυμα τοῦ Χριστοῦ ἁπλῶς ὑπηρετικὸν στοιχεῖον τῶν πολιτικο-κοινωνικῶν καὶ γηΐνων ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου, διὸ καὶ ἀγωνίζεται νὰ πραγματοποιήσῃ τὴν ἕνωσιν τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου μὲ αὐτόνομα οὐμανιστικὰ κριτήρια, ἄνευ δηλαδὴ τῆς Ἀληθείας καὶ κατὰ συνέπειαν ἄνευ Χριστοῦ, ὅστις εἶναι «ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν πιστῶν. Ὁ δογματικὸς καὶ ἠθικὸς μινιμαλισμός, ὁ ἀνθρωπιστικὸς εἰρηνισμὸς καὶ ὁ ὁριζόντιος ἀκτιβιστικὸς κοινωνισμὸς ὁδηγοῦν εἰς μίαν ἕνωσιν τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου χωρὶς Ἐκκλησίαν καὶ χωρὶς Χριστόν, διὸ καὶ αἱ τοιαῦται προσπάθειαι τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν ἀποτελοῦν τὴν κατ΄ ἐξοχὴν σύγχρονον βλασφημίαν κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ διακηρύσσουν τὴν βαθεῖαν κρίσιν πίστεως τοῦ δυτικοῦ χριστιανικοῦ κόσμου.

            Ἡ ἀδιαφόρως θεολογικῶν ἀντιθέσεων ἤ καὶ αἱρετικῶν πλανῶν παραδοχὴ τῆς ἀρχῆς τῆς «Διακοινωνίας» (Inter-communio) συνεπάγεται τὴν ἄρνησιν τῆς Ἀληθείας, ἤτοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, διότι κατὰ τὸν Μ. Ἀθανάσιον οἱ Χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ παραμένουν ἀμετακίνητοι εἰς «αὐτὴν τὴν ἐξ ἀρχῆς παράδοσιν καὶ διδασκαλίαν καὶ πίστιν τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἥν ὁ μὲν Κύριος ἔδωκεν, οἱ δὲ Ἀπόστολοι ἐκήρυξαν καὶ οἱ Πατέρες ἐφύλαξαν. Ἐν ταύτῃ γὰρ ἡ Ἐκκλησία τεθεμελίωται, καὶ ὁ ταύτης ἐκπίπτων οὔτ’ ἄν εἴη, οὔτ’ ἄν ἔτι λέγοιτο Χριστιανός» (Πρὸς Σεραπίωνα, ἐπ. 1, PG 26, 593. 596).       

            Τοιαύτη εἶναι καὶ ἡ ἐκφράζουσα τὴν αὐτοσυνειδησίαν τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας διακήρυξις τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Ἡμεῖς δὲ κατὰ πάντα τῶν αὐτῶν Θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν τὰ δόγματα καὶ πράγματα κρατοῦντες, κηρύσσομεν ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ, μηδὲν προστιθέντες, μηδὲν ἀφαιροῦντες τῶν ἐξ αὐτῶν παραδοθέντων ἡμῖν. Ἀλλὰ τούτοις βεβαιούμεθα, τούτοις στηριζόμεθα. Οὕτως ὁμολογοῦμεν, οὕτως διδάσκομεν, καθὼς αἱ ἅγιαι καὶ Οἰκουμενικαὶ ἕξ Σύνοδοι ὥρισαν καὶ ἐβεβαίωσαν… Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ Χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ Ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ Σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἐβράβευσεν. Οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν… Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν» (Mansi 13, 129).

            Αὕτη ἡ πίστις πολεμεῖται καὶ νοθεύεται διὰ τοῦ συγχρόνου Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἰδίᾳ τοῦ λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν, τοῦ λίκνου πασῶν τῶν αἱρέσεων καὶ προδρόμου τοῦ Ἀντιχρίστου.

+ Ὁ Κυκλάδων καὶ Νήσων Γαβριὴλ  

Πηγή