«Σήμερον ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡμᾶς συνήγαγε, καὶ πάντες αἴροντες, τὸν Σταυρόν σου λέγομεν·
Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου, Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις».
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Πραγματικά, ὅπως ἄλλοτε τὴ λαμπρὴ αὐτὴ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συγκέντρωνε στὰ Μοναστήρια τοὺς μοναχοὺς μετὰ ἀπὸ τὴν τεσσαρακονθήμερη ἄσκησή τους στὴν ἔρημο, κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καὶ μὲ ἑμᾶς σήμερα. Ἀφήσαμε καὶ ἑμεῖς τὴν ἔρημο, ὄχι τῆς ἄσκησης, ἀλλὰ τὴν ἔρημο τῶν παθῶν τῆς ἀκοινώνητης σύγχρονης κοινωνίας. Συγκεντρωθήκαμε στὶς Ἐκκλησίες γιὰ νὰ ὁλοκληρώσουμε ὅλοι μαζί, ὡς μέλη τοῦ ἑνὸς σῶματος, τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ἡ ὁποία σήμερα λαμβάνει πέρας καὶ δίνει τὴ σκυτάλη στὴν τρίτη περίοδο τοῦ Τριωδίου, τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα τῶν Παθῶν καὶ τῆς Ἀναστάσεως. Ὅσοι ἀγωνισθήκαμε τὴν περίοδο τῆς νηστείας, φέρουμε σήμερα ἀνὰ χείρας, μαζὶ μὲ τὰ βάια τῶν φοινίκων, τοὺς βλαστοὺς τοῦ προσωπικοῦ μας ἀγώνα, ἐτοιμάζοντας λαμπρὴ ὑποδοχὴ στὸν Βασιλέα τῆς Δόξης, τὸν Ἄρχοντα τὸν ἀληθινό, ὁ ὁποῖος θυσιάζεται ὑπὲρ τοῦ λαοῦ, τὸν ἐρχόμενο νὰ δοξασθεῖ ὄχι μὲ τὰ ἐπίγεια στερεότυπα, ἀλλὰ μὲ τὸν σταυρικὸ θάνατο καὶ τὴν Ἀνάστασή του.
Ἀξίζει νὰ στρέψουμε τὴ σκέψη μας στὴν Ἁγία Γῆ καὶ νὰ γίνουμε συμμέτοχοι στὰ ἱερὰ γεγονότα. Μέσα ἀπὸ αὐτὰ θὰ γίνουμε μάρτυρες μεγάλων ἀνατροπῶν τῶν ἀνθρώπινων ἀντιλήψεων.
Λίγες μέρες πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα, ὁ Χριστὸς πληροφορήθηκε ὅτι ὁ φίλος του, Λάζαρος, ἀσθένησε. Ὅταν ὁ Κύριος ἔφτασε στὴ Βηθανία, ἐκεῖνος ἦταν ἤδη τέσσερεις ἡμέρες νεκρός. Τὸ κλίμα ἦταν πολὺ βαρύ. Οἱ ἀδερφὲς τοῦ Λαζάρου πικραμένες ἀπὸ τὴ γεύση τοῦ θανάτου, μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἔτρεξαν νὰ βροῦν παρηγοριὰ στὸν Διδάσκαλό τους. Ἤξεραν ὅτι εἶχε θεραπεύσει ἀρρώστους καὶ ἀναστήσει νεκρούς, γιὰ αὐτὸ καὶ τοῦ εἶπαν ὅτι ἂν ἦταν ἐκεῖ νωρίτερα, δὲν θὰ πέθαινε ὁ ἀδερφός τους. Τώρα, ὅμως, ἦταν πολὺ ἀργά. Τουλάχιστον, ἔτσι νόμιζαν. Γύρευαν, λοιπόν, τὴν παρηγοριὰ καὶ τὴ βρῆκαν στὸ κατάλληλο πρόσωπο, σὲ αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ Ζωὴ καὶ ἡ Ἀνάσταση. Τί μεγάλο πράγμα ποὺ εἶναι αὐτὴ ἡ παρηγοριά! Ἀναλογικά, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι ἀνώτερο ἀπ΄ τὴν αἱμοδοσία. Μὲ τὴν αἱμοδοσία, δίνουμε τὸ αἵμα σὲ αὐτοὺς ποὺ τὸ στεροῦνται, γιὰ νὰ ζωντανέψει τὸ σῶμα. Μὲ τὴν παρηγοριά, δίνουμε ὅλη μας τὴν καρδιὰ στὸν πονεμένο γιὰ νὰ ζωντανέψει ἡ ψυχὴ βρίσκοντας τὴ χαρά. Συγκινημένος ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο πόνο, ὁ Χριστὸς δάκρυσε συμμετέχοντας στὸ πένθος. Δὲν ἤθελε, ὅμως, νὰ κυριαρχεῖ γιὰ πολὺ ἡ λύπη καὶ ζήτησε νὰ τοῦ ὑποδείξουν πού εἶναι θαμμένος ὁ νεκρός. Τί σκεφτόταν νὰ κάνει; Μέχρι τώρα εἶχε ἀναστήσει νεκροὺς αὐθημερόν. Τώρα ὁ Λάζαρος ἦταν τετραήμερος. Ἤδη ἀνέδιδε μυρωδιά, ἤδη εἶχε ἀρχίσει ἡ ἀποσύνθεση τοῦ σώματος. Ὑπῆρχε περίπτωση νὰ τὸν ἀναστήσει; Ἐκεῖνος ποὺ ἔδωσε στὸν Λάζαρο μιὰ φορὰ ζωή, μποροῦσε νὰ τοῦ δώσει καὶ δεύτερη. Καὶ τὸ ἔκανε. «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω», τὸν διέταξε. Τὰ ἔχασε ὁ Ἅδης. Κατάλαβε ὅτι αὐτὸ ἦταν τὸ προοίμιο τῆς ἧττας του, ἡ ὁποία, πράγματι, δὲν θὰ ἀργοῦσε. Τελείως ἀδύναμος, ἄφησε ἀπ’ τὴν ἀγκαλιά του τὴν ψυχὴ τοῦ Λαζάρου ὥσπου ξανὰ ἑνώθηκε μὲ τὸ σῶμα καὶ βγῆκε ἀπ’ τὸν τάφο.
Χαρᾶς εὐαγγέλια πλημμύρισαν τὴ Βηθανία. Ἡ εἴδηση μαθεύτηκε ἀστραπιαῖα καὶ ἄρχισαν νὰ ἔρχονται πολλοὶ γιὰ νὰ δοῦν τὸν Λάζαρο, θαυμάζοντας τὸ μέγα θαῦμα. Αὐτὴ ἡ κινητικότητα πρὸς τὸν Λάζαρο καὶ ἡ κατοπινὴ πίστη στὸν Χριστὸ συντάραξε τοὺς Φαρισαίους καὶ τοὺς Ἀρχιερεῖς, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ σκεφτοῦν νὰ θανατώσουν καὶ τὸν Λάζαρο μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Τόσο τυφλοὶ ἦταν.
Σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς Φαρισαίους, ἡ ἀδελφὴ τοῦ Λαζάρου, Μαρία, γνωστὴ γιὰ τὴν εὐλάβειά της καὶ τὴν ἀγάπη της γιὰ τὸν Χριστό, σὲ δεῖπνο ποὺ παρετέθη στὸν Κύριο λίγες μέρες ἀργότερα, ἄλειψε τὰ πόδια τοῦ Διδασκάλου μὲ πανάκριβο μύρο, στεγνώνοντάς τα μὲ τὰ μαλλιά της. Καὶ κάπως ἔτσι ἡ Μαρία ἔγινε διδάσκαλος τῆς εὐγνωμοσύνης γιὰ ὅλους μας. Ἔλαβε τὴν εὐεργεσία τῆς ἀναστάσεως τοῦ ἀδερφοῦ της καὶ γιὰ νὰ τιμήσει τὸν Κύριο ἔκανε αὐτὴ τὴν εὐγνώμονα πράξη. Δυσεύρετο πράγμα ἡ εὐγνωμοσύνη. Οἱ περισσότεροι γνωρίζουν μόνο νὰ παίρνουν καὶ ἀδυνατοῦν ἀκόμη καὶ αὐτὸ τὸ στοιχειῶδες «εὐχαριστῶ», τὸ τόσο ἀποτελεσματικό, νὰ ἐκφράσουν. Αὐτό, ὅμως, πρέπει νὰ ἀλλάξει ἄν θέλουμε νὰ λεγόμαστε χριστιανοί.
Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, ἄκουσαν οἱ ἄνθρωποι ὅτι ὁ Ἰησοῦς, γιὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, θὰ ἐρχόταν στὴν Ἱερουσαλήμ, τὴ βαμμένη μὲ τὰ αἵματα τῶν προφητῶν. Σὲ αὐτὴν εἰσέρχεται μὲ θάρρος ὁ Λυτρωτής. Ἄν καὶ γνωρίζει τὸ τέλος ποὺ ἡ ὑποκρισία τῶν ἀνθρώπων αὐτῆς τῆς πόλης ἐπιφυλάσσει στοὺς δικαίους, δὲν διστάζει, οὔτε κάνει πίσω, ἀλλὰ προχωρᾶ μπροστά, δίνοντας τὸ παράδειγμα σὲ ὅσους θέλουν νὰ βγαίνουν πάντα νικητές. Πλῆθος κόσμου συγκεντρωμένο. Ἄλλοι βαστάζουν βάια τῶν φοινίκων, γιὰ νὰ τιμήσουν τὸν ἐρχόμενο ὡς νικητὴ τοῦ θανάτου. Ἄλλοι στρώνουν τὰ ροῦχα τους στὴν ὁδὸ γιὰ νὰ διαβεῖ ὁ Βασιλέας. Ἄλλοι φωνάζουν μὲ λαχτάρα: «Ὡσαννά», δηλαδή, «σῶσε μας», «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου». Πράγματι, περίλαμπρη ὑποδοχή! Μέσα σὲ αὐτὴν τὴ λαμπρότητα καὶ τὴ δόξα, χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ ἔνδοξου Βασιλιᾶ. Ἁπλὰ ροῦχα φοράει, σκήπτρο δὲν κρατάει, οὔτε ὅπλα. Πάνω σὲ ταπεινὸ γαϊδουράκι κάθεται, ἀλλὰ ὁ κόσμος τὸν δοξάζει. Δίπλα του δὲν ἔχει φρουρά, ἀλλὰ τὴν χορεία τῶν ἁπλοϊκῶν μαθητῶν. Δὲν σηκώνει τὸ χέρι νὰ χαιρετήσει τὸ πλῆθος, ἀλλὰ προχωρᾶ μὲ ἐπίγνωση τῆς ἀποστολῆς του. Ἄλλωστε, εἴτε τὸν ἐπευφημοῦσε τὸ πλῆθος, εἴτε ὄχι, ἐκεῖνος θὰ προχωροῦσε τὴν ὁδὸ τῆς θυσίας. Δὲν κολακεύεται, δὲν τὸν θαμπώνουν τὰ μεγάλα λόγια διότι γνωρίζει ὅτι μετὰ τὸ «Ὠσαννὰ» ἀκολουθεῖ τὸ «σταυρωθήτω». Πορεύεται νὰ νικήσει καὶ θὰ νικήσει ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπάει ἀληθινὰ καὶ αὐτὴ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη δὲν τὴ νικᾶ οὔτε ὁ φόβος, οὔτε τὰ βασανιστήρια, οὔτε ὁ σταυρικὸς θάνατος.
Τὸ θέμα εἶναι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἑμεῖς τί κάνουμε; Γνωρίζουμε πολὺ καλὰ ὅτι ἕνα τμῆμα τοῦ πλήθους ποὺ σήμερα φωνάζει «Ὡσαννά», σὲ λίγες μέρες θὰ κράζει «σταυρωθήτω». Καὶ αὐτὸ διότι εἶχαν ἄλλες ἀξιώσεις ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Δὲν ἤξεραν ποιός πραγματικὰ ἦταν. Νόμιζαν ὅτι ἦρθε γιὰ νὰ τοὺς κάνει τὴ ζωὴ πιὸ ἄνετη, ἱδρύοντας μία ἐπίγεια βασιλεία, καὶ ἔτσι, γιὰ νὰ εἶναι εὐνοούμενοί του, φώναζαν «ὡσαννά». Ὅταν, ὅμως, κατάλαβαν ὅτι ὁ Χριστὸς ἦρθε νὰ προτείνει θυσία, ἐγκράτεια, ταπείνωση, ὑπακοὴ καὶ ψυχικὴ ἐλευθερία, ὡς ἄβουλη μάζα ἄρχισαν νὰ φωνάζουν τὸ «σταυρῶστε τον». Ἑμεῖς γνωρίζουμε ποιόν ὑποδεχόμαστε σήμερα; Ὑποδεχόμαστε ἐκεῖνον ποὺ ἔρχεται γιὰ νὰ πάθει, νὰ ὑβρισθεῖ, νὰ χλευασθεῖ, νὰ καταδικασθεῖ, νὰ μαστιγωθεῖ καὶ νὰ σταυρωθεῖ. Καὶ ὅλα αὐτά, χωρὶς νὰ ἀντιμιλήσει, χωρὶς νὰ ἀνταποδώσει ὕβρη, χωρὶς νὰ σηκώσει χέρι, ἀλλὰ καὶ χωρὶς καθόλου νὰ προσπαθήσει νὰ ἀποφύγει τὸ μαρτύριό του. Λέμε «ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος» ἔχοντας αὐτή, δηλαδὴ τὴν ἀληθινὴ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ στὴ σκέψη μας; Ἤ ἔχουμε τὴν εἰκόνα ἑνὸς Χριστοῦ κομμένου καὶ ραμμένου στὰ μέτρα μας, ὁ ὁποῖος νὰ μᾶς ἐπιτρέπει νὰ μαλώνουμε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, νὰ κρατᾶμε κακία καὶ νὰ κυνηγοῦμε τὴ βόλεψή μας εἰς βάρος τῶν ἄλλων; Ἂν λέμε «ὡσαννὰ» μὲ τὴν πρώτη εἰκόνα στὸ μυαλό, εἴμαστε σὲ καλὸ δρόμο. Ἂν λέμε μὲ τὴ δεύτερη, τότε γρήγορα θὰ ἀπογοητευθοῦμε, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ κράξουμε καὶ ἑμεῖς μὲ τὸν ὄχλο αὐτὸ τὸ τραγικό: «σταυρῶστε τον».
Ἂς προσέξουμε, ἀγαπητοί. Μὴν ὁμοιάσουμε στοὺς σταυρωτές, ἀλλὰ νὰ συμπορευθοῦμε μὲ τὸν Χριστό, νὰ συμπάθουμε μὲ αὐτόν, ὥστε καὶ νὰ ζήσουμε μὲ αὐτὸν ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν. Ἀμήν!
Καλὸ Πάσχα!
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος