Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἡ Ἁγία καὶ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος ἔχει θεσπίσει τὴν Κυριακὴ μετὰ τὴν ὕψωση τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ ὡς ἡμέρα ἐπετειακῆς μνήμης τῆς Γ' ἐμφανίσεως Αὐτοῦ στὸν ἀττικὸ οὐρανό, κατὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς ὕψωσης τοῦ Σταυροῦ μὲ τὸ πάτριο ἑορτολόγιο τὸ ἔτος 1925.
Ἕνα χρόνο νωρίτερα, καὶ συγκεκριμένα στὶς 10 Μαρτίου 1924, εἶχε ἐπιβληθεῖ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὸ νέο ἡμερολόγιο, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ 10η Μαρτίου νὰ ὀνομαστεῖ 23η. Ἡ Μικρασιατικὴ Καταστροφή, ἡ καταφυγὴ στὴν Ἑλλάδα περίπου ἑνάμιση ἑκατομμυρίου Μικρασιατῶν προσφύγων, ἡ φτώχεια καὶ ὁ πολιτικὸς διχασμὸς μάλλον ἦταν γιὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ταγοὺς τόσο ἀσήμαντα ζητήματα, ὥστε ἑνάμιση μόλις χρόνο μετὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Μικρασίας νὰ θεωρήσουν ὅτι ἦρθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου γιὰ νὰ «διορθώσουν» -ὅπως εἴπαν- τὸ ἡμερολόγιο καὶ νὰ συγχρονιστοῦν οὐσιαστικὰ μὲ τὴν παρασυναγωγὴ τῶν Λατίνων.
Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ πολλοὶ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ εἶδαν στὴν ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ ἕναν δούρειο ἴππο, μέσω τοῦ ὁποίου τὸ δυτικὸ πνεῦμα θὰ εἰσέβαλλε στὴν πονεμένη πατρίδα μας, καὶ ἀκόμη χειρότερα στοὺς κόλπους τῆς ἀεὶ πολεμουμένης Ἐκκλησίας. Δυστυχῶς, ἤδη ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν ἔχει ἀποδειχθεῖ ὅτι εἶχαν δίκαιο.
Ἡ Σύνοδος τῶν Ἱεραρχῶν, ὅταν λαμβάνει μία ἀπόφαση, ἔχει στόχο προπάντων νὰ διασφαλίσει τὴν ἑνότητα τοῦ ποιμνίου. Στὴν περίπτωση τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος, τὸ ποίμνιο διχάσθηκε. Οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων ἔγιναν μέσα σὲ μία νύχτα «τὰ ἄτακτα μέλη τῆς Ἐκκλησίας», ἐπειδὴ ἀκριβῶς συνέχισαν τὴν δισχιλιετὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας. Ἄν εὐσεβεῖς Χριστιανοὶ ἔγιναν ξαφνικὰ «οἱ ἄτακτοι», τότε ἡ Σύνοδος τῶν Ἱεραρχῶν διέπραξε ἕνα μεγάλο ποιμαντικὸ λάθος. Ἦταν, ὅμως, πράγματι, ἡ ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ ἕνα ποιμαντικὸ λάθος, ἤ μήπως ἕνα μεγάλο βῆμα γιὰ τὸ ἄνοιγμα στὴν κίνηση τοῦ οἰκουμενισμοῦ; Ἄν ἦταν ἕνα ποιμαντικὸ λάθος, σίγουρα οἱ Ἱεράρχες κινούμενοι ἀπὸ ἀγάπη θὰ φρόντιζαν νὰ τὸ ἐπιλύσουν μὲ μὶα Πανορθόδοξη Σύνοδο, πράγμα ποὺ ποτὲ δὲν ἔγινε. Ἀπεναντίας, ἡ «ποιμαντικὴ μέριμνα» ἐκδηλώθηκε μὲ ἕναν ξεχωριστὸ τρόπο. Ἀντὶ νὰ ἑλκύσουν τοὺς λεγομένους «ἀτάκτους παλαιοημερολογίτες» στὴν -κατ' αὐτοὺς- κανονικὴ πορεία, προτίμησαν νὰ καταστείλουν διὰ τῆς βίας τὸ κίνημα τῆς εὐσεβείας. Ὀρθόδοξοι δίωξαν Ὀρθοδόξους. Πρωτότυπος ὁ διωγμός. Ἀστυνομικοὶ μὲ ἐντολὴ Ἀρχιεπισκόπου ἔπαψαν νὰ ἀσχολοῦνται τόσο μὲ τὴν παρανομία καὶ στράφηκαν κατὰ τῶν παλαιοημερολογιτῶν. Εἰσέβαλλαν στοὺς Ναούς τους, διέλυαν τὶς λειτουργικὲς συναθροίσεις, ἀναποδογύριζαν ἐπιταφίους καὶ -τὸ χειρότερο ὅλων- σὲ κάποιους Ναοὺς καὶ Μονὲς πέταξαν καὶ ποδοπάτησαν τὸν Ἅγιο Ἄρτο. Γιὰ ὅσους παρέμεναν στὴν παράδοση τὰ μέτρα ἦταν σκληρά. Οἱ ἐργάτες ἀπολύονταν ἀπὸ τὴν δουλειά, οἱ μαθητὲς ἀπὸ τὰ σχολεῖα, οἱ στρατιῶτες ἔπαιρναν φυλακίσεις, οἱ δὲ κληρικοὶ ξυρίζονταν, ἀποσχηματίζονταν, φυλακίζονταν ἤ καὶ ἐξορίζονταν. Ὅλα αὐτὰ θυμίζουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος λέει: «τί βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλμῷ δοκὸν οὐ κατανοεῖς»; Γιὰ νὰ διορθώσουν οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ταγοὶ τοὺς ἀδελφούς τους, οἱ ὁποῖοι κατ' αὐτοὺς «ἀτακτοῦσαν», διέπραξαν ἀτοπήματα ποὺ οὐδεμία σχέση ἔχουν μὲ τὴν προσωποποιημένη Ἀγάπη, τὸν Γλυκύτατο Ἰησοῦ. Ἄν τὰ ἀρχικά τους κίνητρα ἦταν ἀγαθά, τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν θὰ εἶχε συμβεῖ.
Μέσα σὲ μία τέτοια θλιβερὴ κατάσταση, οἱ συνειδητοὶ Χριστιανοὶ τῶν πατρώων παραδόσεων, δὲν ἐνέδωσαν στὶς πιέσεις. Δὲν ἦταν πεισματικοί, οὔτε συμφεροντολόγοι. Αὐτὸ ποὺ τοὺς κράτησε στὴν γραμμὴ τῶν Πατέρων ἦταν τὰ λόγια τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελικοῦ Ἀναγνώσματος: «Ὃστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι». Οἱ Πατέρες μας αὐτὸ ἀκριβῶς ἔκαναν∙ σήκωσαν μὲ ὑπομονὴ τὸν Σταυρό τους καὶ ἀκολούθησαν τὸν Κύριο. Στόμα μὲ στόμα διέδιδαν τὴν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας. Κρυφὰ συγκεντρώνονταν σὲ ἀποθῆκες ποὺ μετέτρεπαν σὲ πρόχειρους Ναούς. Ἐξομολογοῦνταν καὶ μετελάμβαναν. Ἱερεῖς ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ ἄλλες περιοχὲς πρόθυμα διακινδύνευαν τὴν ἀσφάλειά τους γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν τοὺς πιστοὺς τῆς παράδοσης. Ὁ Κύριος, βλέποντας τὸν ζῆλο τους, τοὺς ἀντάμειψε. Τοὺς εἴπε: «παιδιά μου, προχωρῆστε στὸν δρόμο σας. Εἶμαι μαζί σας».
Πώς, ὅμως τοὺς δήλωσε τὴν συμπαράστασή Του;
Ἦταν παραμονὲς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τοῦ 1925. Οἱ πιστοί, ὅπως συνήθιζαν, διέδοσαν προφορικὰ καὶ μυστικὰ σὲ δύο χιλιάδες ἀνθρώπους ὅτι στὸ Ἱερὸ Μοναστηράκι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὸν Ὑμηττὸ ὁ Μακαριστὸς παπά-Γιάννης ὁ Φλῶρος θὰ τελοῦσε Ἀγρυπνία γιὰ τὴν ὕψωση τοῦ Σταυροῦ. Τὴν παραμονὴ τῆς ἑορτῆς οἱ πιστοὶ κίνησαν ἀπὸ τὰ σπίτια τους γιὰ τὴν Ἀγρυπνία, περπατῶντας δύο καὶ τρεῖς ὧρες προκειμένου νὰ φθάσουν στὸ καθορισμένο σημεῖο. Μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν ποὺ προσήρχοντο στὴ Μονὴ ἦταν καὶ ὁ πατὴρ Ἰωάννης, ντυμένος σὰν γραία, γιὰ νὰ μὴν γίνει ἀντιληπτὸς ἀπὸ τὶς ἀρχές. Ἡ Ἀγρυπνία ξεκίνησε, ἐνῶ λίγο ἀργότερα κατέφθασε καὶ ἡ χωροφυλακὴ «γιὰ νὰ ἐμποδίσει τὴν Ἀγρυπνία», ὅπως διηγήθηκε 50 χρόνια ἀργότερα ἕνας ἀπὸ τοὺς χωροφύλακες, ὁ μακαρίτης Ἰωάννης Γλυμής. Ὡστόσο, οἱ ἀρχικὲς προθέσεις τῶν ἐντεταλμένων χωροφυλάκων μετεβλήθησαν λόγῳ τοῦ κατοπινοῦ γεγονότος∙ ὅπως διηγήθηκε ἡ Μακαριστὴ Ἡγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Πάρνηθος, Γερόντισσα Εὐθυμία, περίπου στὶς 23.30, «ἐκεὶ ποὺ ὁ ψάλτης διάβαζε μὲ δυνατὴ φωνὴ τὴν ὠραία ὁμιλία ποὺ ἀρχίζει μὲ τὸ “πάλιν ἑορτὴ καὶ πάλιν πανήγυρις”, ἀκούσθησαν φωνὲς ἀπὸ τὸ πλῆθος ποὺ ἔλεγαν “ὁ Σταυρός!... ὁ Σταυρός!...”». Ἕνας ὑπέρλαμπρος Σταυρὸς εἶχε ἐμφανισθεῖ πάνω ἀκριβῶς ἀπὸ τὴ Μονή, ἀπλώνοντας τὶς ἀκτίνες του ἀπὸ τὸν Ὑμηττὸ ἔως τὸ Φάληρο, σύμφωνα μὲ τὴν τότε γνωστὴ ἐφημερίδα «ΣΚΡΙΠ».
Ἀληθῶς, μέσα ἀπὸ αὐτὸ τὸ θαῦμα πολλοί -μεταξὺ τῶν ὁποῖων καὶ οἱ χωροφύλακες- πείσθηκαν ὅτι οἱ παλαιοημερολογίτες δὲν εἶναι «οἱ πεισματάρηδες, οἱ ἀγράμματοι καὶ οἱ ἄτακτοι κατὰ τῆς προϊσταμένης τους ἀρχῆς», δηλαδὴ τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας, ἀλλὰ γνήσια τέκνα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Ὁ Θεὸς δήλωσε στοὺς ἀγρυπνοῦντας πιστοὺς μὲ τὸν πλέον θαυμαστὸ τρόπο ὅτι σήμερα εἶναι τοῦ Σταυροῦ! Σήμερον τὰ ἄνω τοῖς κάτω συνεορτάζει, καὶ τὰ κάτω τοῖς ἄνω συνομιλεῖ! Ὁ ἐμφανισθεὶς Σταυρὸς αὐτὸ τὸ «σήμερον» δηλώνει.
Δὲν εἴμαστε ἡμερολάτρες, οὔτε πιστεύουμε ὅτι θὰ σωθοῦμε ἀπλὰ καὶ μόνο ἐπειδὴ τηροῦμε τὶς 13 ἡμέρες. Ἀναμφισβήτητα, ὁ Θεὸς εἶναι Ἄχρονος. Ἐμεῖς, ὅμως, οἱ χοϊκοὶ ἄνθρωποι εἴμαστε χρονικοί. Εἴμαστε μέσα στὸν χρόνο καὶ ἔχουμε καθῆκον νὰ πορευόμαστε σύμφωνα μὲ τὸν χρόνο μὲ τὸν ὁποῖο πορεύθηκαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ ὅρισαν τὶς νηστεῖες, τὰ Εὐαγγελικὰ Ἀναγνώσματα καὶ αὐτὸ τὸ Πασχάλιο. Ἑμεῖς αὺτὸ κάνουμε∙ τηροῦμε τὶς παραδόσεις, τηροῦμε αὐτὰ ποὺ τηροῦσαν ἐκεῖνοι ποὺ εἶδαν τὸν φωτολαμπὴ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Μπορεῖ νὰ θεωρεῖται πεῖσμα ἡ ἐπιμονή μας στὴν παράδοση. Κι ἄν ἀκόμη εἶναι, αὐτὸ ὀφείλεται στὴ Θεόθεν Βεβαίωση. Ὀφείλεται στὸν Σταυρὸ ποὺ ἔκανε τὴν νύχτα μέρα στὴ μνήμη τῆς ὑψώσεως Του.
Στὴν παροῦσα ὁμιλία, θὰ ἦταν μεγάλη παράλειψη ἐὰν δὲν ἀναφερόμουν στὸν ἀγαθὸ λευίτη καὶ λειτουργὸ τῆς εὐλογημένης ἐκείνης ἀγρυπνίας, τὸν Μακαριστὸ πατέρα Ἰωάννη Φλῶρο. Ὁ Μακαριστὸς Ἱερέας ἦταν ἔγγαμος, χῆρος ἀπὸ τὰ 50 του περίπου ἔτη καὶ πατέρας πέντε τέκνων. Οὔτε οἱ διωγμοί, μὰ οὔτε καὶ ἡ οἰκονομικὴ δυσχέρεια ἀποτέλεσαν ἐμπόδιο γιὰ τὸν παπα-Γιάννη νὰ ἀντισταθεῖ στὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση, διὸτι ἀγαποῦσε ἀληθινὰ τὸν Χριστό. Ἦταν δοσμένος θυσιαστικὰ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιὰ αὐτὸ καὶ μὲ πολλὴ χαρὰ καὶ ἀνδρεία ἔσπευδε νὰ λειτουργεῖ στὶς Ἱερὲς Ἀγρυπνίες δίχως νὰ λογαριάζει τὶς ἀπειλὲς καὶ τὶς φοβέρες. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔκανε τὸν Σταυρό του καὶ ζοῦσε τὴν εὐλογία. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν ὄντως ὁμολογητής. Δὲν συνέχεε τὴν ὁμολογία μὲ τὴν μωρολογία ποὺ εἶναι τῆς μόδας αὐτὴ τὴν ἐποχή. Δὲν ὑπῆρξε δῆθεν, γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς ἀναπαυόταν στὴ ψυχή του. Παρὰ τὸ προχωρημένο τῆς ἡλικίας του, πήγαινε μὲ τὰ πόδια ἀπὸ τὴν Κηφισιὰ ἔως τὴν Ροδόπολη γιὰ νὰ ἐξυπηρετεῖ τοὺς πιστοὺς τῆς Ἁγίας Τριάδος, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀγαποῦσαν ὅλοι, διότι ἔβλεπαν στὸ πρόσωπό του τὸ ἑνωτικὸ στοιχεῖο, τὸν καλὸ πατέρα, τὸν καλὸ ποιμένα. Γιὰ τὴν πολλή του ἀρετή, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀξιώθηκε νὰ εἶναι ὁ λειτουργὸς κατὰ τὴν Γ΄ ἐμφάνιση τοῦ Σταυροῦ.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
Εὔχομαι ὁ Θεὸς διὰ τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ νὰ ἐνισχύει καὶ νὰ φωτίζει ὅλους μας. Ὅλοι κάνουμε τὸν ἀγώνα μας καὶ ἔχουμε ἀνάγκη τὴν στήριξή Του. Αὐτὴ ἡ στήριξη θὰ μὰς συνοδεύει ὅταν ὁ προσωπικός μας ἀγώνας στοχεύει στὴν οὐσιαστικὴ προσέγγιση τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία μας αὐτὸ ἀκριβῶς τιμᾶ σήμερα∙ τὴν στήριξη τοῦ Θεοῦ σὲ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νὰ εἶναι κοντά Του. Ἀντιστάθηκαν στὴν πρόκληση τῆς ἐποχῆς τους καὶ ἀντιστάθηκαν ἑνωμένοι. Ἄν καὶ ἔζησαν διωγμό, τήρησαν τὴν ἑνότητα καὶ ὁ Θεὸς τοὺς ἀντάμειψε, ἀποκαλύπτοντας τους τὸν Σταυρό.
Ἀτενίζοντας, λοιπόν, καὶ ἑμεῖς σήμερα τὸν φωτεινὸ Σταυρὸ ποὺ συνοδεύει καὶ φωτίζει τὸν δίκαιο ἀγώνα τῆς εὐσεβείας, ὀφείλουμε ἑνωμένοι καὶ πιὸ δυνατοὶ νὰ προχωρήσουμε τὸν δρόμο γιὰ τὴν Θέωση τῆς ψυχῆς μας, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν νὰ δοξάζουμε τὸν ἐν Τριάδι Θεό μας εἰς τοὺς αἰώνας. Ἀμήν.
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος