† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

ΦΘΟΝΟΣ (Άρθρο του Σεβ. Μητροπολίτη Αττικής και Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

    fth copy

   Για άλλη μια φορά αξιωθήκαμε, Χάριτι Θεού, να εισέλθουμε στο κατανυκτικό στάδιο της Αγίας και Μεγάλης Σαρακοστής, το οποίο καλεί τους προθύμους αθλητές να εντείνουν την προσωπική πάλη με τα πάθη και τις αδυναμίες τους. Η εγκράτεια, η ολιγολογία, η φυλακή των αισθήσεων αποτελούν το μέσο για την κατάκτηση του πνευματικού αυτού άθλου, του σταδίου της Μεγάλης Σαρακοστής. Έπαθλο ανεκτίμητης αξίας για τους νικητές, είναι η βίωση της Αναστάσεως του Κυρίου.

   Εισοδεύσαμε, λοιπόν, στο στάδιο των αρετών, διαβαίνοντας αρχικά την Καθαρά Δευτέρα. Ο ιδανικός αυτός χαρακτηρισμός που προσέδωσε στην Δευτέρα της Α΄ εβδομάδος των Νηστειών η σοφία της Εκκλησίας, συνάδει απόλυτα με τα ιερά γράμματα της πρωινής Ακολουθίας της ημέρας. Συγκεκριμένα, η Ακολουθία της Έκτης Ώρας εμπεριέχει την εισαγωγή των προφητειών του Ησαΐα, όπου ο Κύριος με πικρία τονίζει στον κάποτε εκλεκτό λαό του Ισραήλ: «Γιατί εξακολουθείτε να πληγώνεστε προσθέτοντας αμαρτία στην αμαρτία; [...] Λουσθείτε πνευματικά και γίνετε καθαροί [...] και τότε ελάτε να συζητήσουμε». Πώς, όμως, θα μπορέσουμε να καθαρισθούμε για να νηστέψουμε αποτελεσματικά και να προσεγγίσουμε τον Κύριο;

   Την απάντηση μας την έχει δώσει Εκείνος∙ με την αγάπη και την συγχώρεση. Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Χριστιανού προάγουν την ειρήνη και ανοίγουν διάπλατα την θύρα για να αναπαυθεί η Χάρις του Θεού. Τα χαρακτηριστικά αυτά, αγωνίσθηκαν οι Απόστολοι να μιμηθούν, έχοντας ως πρότυπο τον Γλυκύ Διδάσκαλό τους∙ όλοι εκτός από έναν, τον Ιούδα. Εκείνος, έχοντας μια αδυναμία, την φιλαργυρία, αντί να ζητήσει με καρδιά συντετριμμένη την βοήθεια από τον Άρχοντα της Ζωής (που τον ανέδειξε μέτοχο του Αποστολικού Αξιώματος), πρόσθεσε αμαρτία στην αμαρτία. Πρόσθεσε στην φιλαργυρία του, τον θεομίσητο φθόνο, δηλαδή την ζήλεια για την χαρά και την πρόοδο των άλλων. Φθόνησε την πρόοδο του θεϊκού έργου του Χριστού και των Μαθητών οι οποίοι στόχευαν στην δημιουργία μιας ευλογημένης κοινωνίας ανθρώπων που με δεσμούς αγάπης θα πορεύονταν ενωμένοι στην Βασιλεία των Ουρανών. Το αποτέλεσμα της επιλογής του γνωστό∙  έχασε τα λογικά του και επάξια κέρδισε την μαρτυρία του Χριστού: «καλὸν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος». Επομένως, ο φθόνος του αποτέλεσε την ίδια του την τιμωρία, καθώς έστρεψε το μαχαίρι -ή μάλλον την αγχόνη- εναντίον των αδελφών του, αλλά τελικώς το χρησιμοποίησε κατά του εαυτού του.

   Ιδίως στις δυσχερείς καταστάσεις που βιώνουμε εξαιτίας των αμαρτιών μας, έχουμε καθήκον να φυλασσόμαστε τόσο από τον φθόνο, όσο και από το γέννημά του, την καταλαλιά, που οδηγούν με ακρίβεια στην πώρωση της ψυχής.

    Ο φθόνος καθιστά τον άνθρωπο πολέμιο του καλού. Η πρόοδος ή η εν γένει καλή κατάσταση του πλησίον, είναι για τον φθονερό άνθρωπο, καρφί που τραυματίζει τον εγωισμό του. Παυσίπονο του φθονερού είναι ο ψόγος του πλησίον και η εφήμερη, απατηλή αίσθηση της δικής του δήθεν υπεροχής. Για να καταπραΰνει λοιπόν ο φθονερός την εσωτερική του μανία, πασχίζει να βρει κάποιο λάθος και να επιτεθεί στον αδερφό του. Τότε, ο φθόνος λαμβάνει σάρκα και εκδηλώνεται με την καταλαλιά, την κατηγόρια, την συκοφαντία, τη χαιρεκακία κι άλλες τέτοιες δόλιες πανουργίες, που ξεδιψούν τη λύσσα της ψυχής του φθονερού.

    Τα παραπάνω δυστυχώς δεν αφορούν μόνον στους εκτός Εκκλησίας ανθρώπους, τους άθεους και τους αιρετικούς. Ο φθόνος ως φαινόμενο κι ανθρώπινη συμπεριφορά, ήταν ανέκαθεν έντονος και στους κόλπους της Εκκλησίας, καθιστώντας τους εκφραστές της «δις» και «τρις» τραγικούς. Κι αυτό εξαιτίας του ίδιου του φθόνου, της υποκρισίας τους, αλλά και του ασυμβίβαστου χαρακτήρα αυτής της στάσης, σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί ο Ευαγγελικός λόγος. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που «ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας». Σύμφωνα, με τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος «υπάρχουν κόρες που διαπράττουν αίσχη χωρίς να κοκκινίζουν. Υπάρχουν κι άλλες οι οποίες φαίνονται ντροπαλές, κι όμως, διαπράττουν χειρότερα αίσχη από τις προηγούμενες», επιβαρυμένες, μάλιστα, με το αμάρτημα της απάτης των συνανθρώπων τους. Η φθονερή στάση από ανθρώπους, μέλη της Εκκλησίας είναι διπλά και τριπλά ζημιογόνα. 

   Ο Θεός, δεν έχει ανάγκη από τις μετάνοιες, τα πολλά κομποσκοίνια και την πολυήμερη αφαγία, όταν αυτά δεν συνοδεύονται από καθαρή, καρδιακή επιθυμία μετανοίας. Ο Θεός ζητά την Αγάπη μας προς όλους, πονηρούς και αγαθούς, φίλους κι εχθρούς. Αν επιμείνουμε στα πνευματικά καθήκοντα επιφανειακά, παραμένοντας βυθισμένοι στον φθόνο, τότε η πώρωση θα μας πλησιάσει απειλητικά κατά παραχώρηση Κυρίου. Ο πωρωμένος άνθρωπος είναι ο στατικός άνθρωπος, ή, ακόμη χειρότερα, ο συνεχώς παρακμάζων. Είναι ο ασυγκίνητος, εκείνος που λέει ότι πιστεύει στον Θεό, αλλά τελικά χωρίς να το συνειδητοποιεί, πιστεύει μόνο στον εαυτό του. Με πολύ άνεση παρατηρεί την αγκίδα στα μάτια των άλλων, δίχως να νοιάζεται για το δοκάρι που υπάρχει στα δικά του μάτια. Το δοκάρι αυτό του πληγώνει την όραση, τον καθιστά τυφλό. Τότε, ακόμη κι αν ο Ίδιος ο Θεός αποκαλυφθεί ενώπιον του, εκείνος θα ενοχληθεί από την θεϊκή παρουσία Του. Ποιο το όφελος μιας τέτοιας ζωής, μιας ζωής αποξενωμένης, έρημης από κάθε χαρά;

    Ας προσέξουμε αδελφοί!

    Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο πειρασμός μάς θέλει υποχείριούς του, και ο Θεός παιδιά Του. Ειδικά μέσα στην ατμόσφαιρα της Μεγάλης Σαρακοστής δίνεται η ευκαιρία οι μεν προχωρημένοι στην αρετή να κάνουν ένα ακόμη βήμα προς τον Θεό, οι δε ταλαιπωρημένοι διαβάτες της κοσμικής συγχύσεως να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη τους για Θεό και να εισέλθουν στην οδό Του. Αυτό που πρέπει να κυριαρχεί στις σκέψεις μας, είναι η μέχρι σταυρικού θανάτου φιλανθρωπία του Θεού, το πένθος για τις αμαρτίες με τις οποίες σαν αχάριστοι Τον πληγώσαμε, αμαρτίες που έχουν δημιουργήσει τις τραγικές συνθήκες ζωής που τελευταία βιώνουμε.

    Πιστεύουμε ότι για να επέλθει η λύση στην απειλή του κορωνοϊού πρέπει να υπάρξει συνειδητή αποχή από την κακία. Για αυτό, άλλωστε, επέτρεψε την απειλή αυτή ο Θεός. Πώς, όμως, θα αποτινάξει την κακία του ο φθονερός «χριστιανός», όταν ο ίδιος μάλλον χαίρεται με αυτή την κατάσταση που επικρατεί; Για τον ζηλόφθονα και χαιρέκακο ο κορωνοϊός είναι μια ευκαιρία να φανεί ανώτερος, περισσότερο ορθόδοξος από τους υπόλοιπους ορθοδόξους οι οποίοι επιθυμούν να ακολουθούν προσεκτικά τα μέτρα υγιεινής, από ενδιαφέρον προς τον συνάνθρωπο αλλά και τον εαυτό τους. Είναι, επίσης, μια ανακούφιση, διότι βλέπει το έργο του Θεού να «εμποδίζεται». Ταλαίπωρος, πράγματι... Το έργο του Θεού δεν μπορεί να εμποδιστεί. Όσος πόλεμος και να εξαπολυθεί κατά της Εκκλησίας, Εκείνη πάντοτε θα θριαμβεύει, σε αντίθεση με τα έργα του φθονερού, τα οποία θα διασκορπίσει ο αέρας.

    Ίσως για αυτό να ταλαιπωρούμαστε ακόμη, ύστερα από ένα έτος∙ επειδή ακόμη δεν μάθαμε να συμπονούμε, αλλά εμμένουμε στο να φθονούμε. Άνθρωποι δικοί μας, κληρικοί της Εκκλησίας, αγαθοί εργάτες του Ευαγγελίου ταλαιπωρούνται μέρα με τη μέρα, υποφέρουν από τον ιό και εισάγονται εκτάκτως σε νοσοκομεία. Άλλοι, μάλιστα, δεν άντεξαν την αρρώστια κι έφυγαν. Πολλοί από εμάς, όμως, παραμένουμε άσπλαχνοι. Από τη μια η ιατρική κοινότητα και η πολιτεία που προκαλούν τόση σύγχυση δίχως σεβασμό προς τις ανησυχίες του κόσμου, κι από την άλλη οι δήθεν υπηρέτες του Θεού που φθάνουν σε σημείο να αμφισβητούν τους ίδιους τους ασθενείς, τους συνανθρώπους τους, τους συνενορίτες τους. Δεν είναι της παρούσης η αναφορά στους πρώτους. Εκείνοι δεν είναι Χριστιανοί, αλλά τουλάχιστον δεν είναι υποκριτές. Μας έχουν κάνει σαφή την εικόνα τους. Προβληματιζόμαστε, ωστόσο, για εκείνους που υποστηρίζουν ότι είναι Χριστιανοί.

    Μεγαλώσαμε μαθαίνοντας τις αναφορές του Ευαγγελίου στην θεραπεία της κόρης της Χαναναίας, στην πρόσκληση των Τελωνών Ματθαίου και Ζακχαίου, στην αγάπη του Καλού Σαμαρείτη, τέλος δε, στην σωτηρία του Μακαρίου Ληστού. Με δέος παρατηρούμε ότι στο Ευαγγέλιο δεσπόζει η ευσπλαχνία και το έλεος του Θεού για τους αμαρτωλούς, για όλους εμάς. Από ό,τι φαίνεται, όμως, τα έχουμε καταλάβει μάλλον «στραβά», καθώς υπάρχουν Χριστιανοί που εφαρμόζουν το Ευαγγέλιο «απ' την ανάποδη». Θεωρούμε ότι στους ασθενείς επιβάλλεται η εκ μέρους μας συμπόνοια και κατανόηση, βλέπουμε όμως να επιδεικνύεται το αντίθετο. Ποιοι, άραγε, είμαστε εμείς να κρίνουμε την ασθένεια ως μηδαμινή, ως ανάξια λόγου και σημασίας; Ο μόνος ο οποίος στην δισχιλιετή πορεία του Χριστιανισμού είπε κάτι τέτοιο, διότι είχε την απόλυτη εξουσία, ήταν ο Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, Χριστός.Βέβαια, αυτή η συμπεριφορά δεν είναι καθόλου παράξενη από ανθρώπους οι οποίοι αυθαίρετα άρπαξαν όλη την κρίση από τον Δίκαιο Κριτή και την έχουν λάβει στα χέρια τους. Αυτά είναι τα γεννήματα του φθόνου, της πωρώσεως, της καταλαλιάς, εν γένει δε, της οιήσεως, της μεγάλης ιδέας που έχουμε για τον εαυτό μας. Αυτά δεν ωφέλησαν ποτέ κανένα.

   Ας ακούσουμε, επιτέλους, την φωνή του Μακαρίου Παύλου: «μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες»! Τότε θα δείξουμε το μέγεθος της σοφίας μας, τότε θα μπορούμε να ελπίζουμε για λύτρωση σώματος και ψυχής. Μέχρι τότε, και παλάτια ακόμη να χτίζουμε, «εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες».

    Είθε το στάδιο των αρετών να μείνει χαραγμένο στη μνήμη μας ως η εποχή που απαλλαχθήκαμε από την νόσο του κορωνοϊού, που μάθαμε να μην κατακρίνουμε τον αδελφό μας, αλλά να τον συμπονούμε. Ως η εποχή κατά την οποία λυτρωθήκαμε από το σαράκι του φθόνου.

Καλή Σαρακοστή!