† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΕΝΑΣ «ΝΕΟ-ΧΙΛΙΑΣΜΟΣ» (Ἀρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ Τριάδος Ἀβέρκιος)

 

Οἰκουμενισμός ἕνας «Νεο-χιλιασμός»

Ἀρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ Τριάδος Ἀβέρκιος

Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ το Μακαριστιοῦ Ἀρχιεπισκόπου  Ἀβερκίου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+1976), χει μεταφραστε στά ἑλληνικά πό τό βιβλίο του, στήν ἀγγλική, «Κηρύγματα καί μιλίες», τόμος ΙΙΙ, σσ. 259-265, καί δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ὀρθόδοξη Ζωή», τόμος 31, Νο 2, σσ. 23-25. Τό θέμα της ἀφορᾶ τήν ὀρθή χριστιανική στάση πέναντι στήν πνευματική ζωή καί τό μέλλον το κόσμου. ντιπαρατίθεται στίς πλανεμένες δέες καί ψεύτικες λπίδες πού καλλιεργεῖ τό θρησκευτικό Οἰκουμενιστικό κίνημα στήν σημερινή παγκόσμια κοινωνία. Ὁ λόγος τοῦ Μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀβερκίου εἶναι κατάθεση μιᾶς γνήσιας Χριστιανικῆς ψυχῆς, πού μαρτυρεῖ τόν ποιμαντικό του ζλο καί τό Πατερικό του φρόνημα.

«῞Οστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω
 ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν  αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι»
 (Μάρκ. 8:34)

Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι μιά περίοδος μετανοίας καί μετάνοια εἶναι ἐκεῖνος ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν, ὁ ὁποῖος εἶναι τόσο δύσκολος γιά τόν ἄνθρωπο, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί Κριτής τόν παρομοίασε μέ σταυρό…

Ὅπως ὁ Κύριος σήκωσε τόν σταυρό του γιά τήν σωτηρία μας, ἔτσι καί ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς πρέπει νά σηκώσει τόν δικό του σταυρό γιά νά κερδίσει τήν σωτηρία πού ἑτοιμάστηκε γιά μᾶς ἀπό τόν Κύριο.

Χωρίς σταυρό καί χωρίς ἀγῶνα, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει σωτηρία. Αὐτό εἶναι πού διδάσκει ὁ ἀληθινός Χριστιανισμός. Ἡ διδασκαλία γιά τόν ἀγῶνα, γιά τόν προσωπικό σταυρό, ὑπάρχει ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη σέ ὅλη τήν Ἁγία Γραφή καί σ’ ὅλη τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Καί οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων πού εὐαρέστησαν τόν Θεό, τῶν πνευματικῶν ἐκείνων ἀθλητῶν τῆς χριστιανικῆς εὐσέβειας, ξεκάθαρα μαρτυροῦν τό ἴδιο πρᾶγμα. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι μιά ἐτησίως ἐπαναλαμβανόμενη ἄσκηση, στό πῶς κάποιος θά σηκώνει τόν σταυρό του σ’ αὐτή τήν ζωή. Εἶναι μιά ἄσκηση στόν πνευματικό ἀγῶνα πού συνδέεται ἄρρηκτα μέ ὁλόκληρη τήν ζωή τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανοῦ.

Ἀλλά σήμερα, στόν 20ο αἰῶνα, τόν αἰῶνα τῆς μετά Χριστόν ἐποχῆς, ἔχουν κάνει τήν ἐμφάνισή τους «σοφοί ἄνθρωποι»-«νεο-χριστιανοί», ὅπως αὐτοαποκαλοῦνται· εἶναι οἱ Οἰκουμενιστές ἤ ἀγαπιστές, οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν κἄν νά ἀκούσουν γιά σταυρό καί ἄσκηση. Αὐτοί διδάσκουν ἕνα ὑποκατάστατο τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἕναν χριστιανισμό συναισθηματικό καί ρόδινο, τόν «νεο-χριστιανισμό» πού στερεῖται κόπου καί ἀγώνα. Μιλοῦν γιά μιά φανταστική, τά πάντα περιστοιχίζουσα, ψευδο-χριστιανική ἀγάπη, καί γιά μιά ζωή χαρούμενη, χωρίς περιορισμούς στήν ἀπόλαυση τῶν ἠδονῶν, σ’ αὐτή τήν μεταβατική γήινη ζωή. Ἀγνοοῦν παντελῶς τά ἀμέτρητα χωρία μέσα στήν Ἁγία Γραφή, τά ὁποῖα μέ ἔμφαση μιλοῦν γιά τούς πνευματικούς ἀγῶνες, γιά τό πῶς κάποιος μέ τήν προσωπική του σταύρωση ὀφείλει  νά μιμεῖται τόν Σωτῆρα Χριστό, στίς ἀμέτρητες θλίψεις πού περιμένουν τούς Χριστιανούς σ’ αὐτή τήν ζωή, ἀρχίζοντας μέ τά λόγια πού ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀπηύθυνε στούς μαθητές Του στόν Μυστικό Δεῖπνο: «Ἐν τῷ κόσμω θλῖψιν ἔξετε», γιατί οἱ ἀληθινοί χριστιανοί, «οὐκ εἰσίν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», ἀφοῦ «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ  πονηρῷ κεῖται» (Α’ Ἰωάν. 5:19). Γι’ αὐτό οἱ Χριστιανοί δέν μποροῦν νά ἀγαποῦν τόν κόσμο αὐτό καί τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου (Α’ Ἰωάν. 2:15)· «Ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστίν· Καί ὅς ἄν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (Ἰακ. 4:4)

Αὐτοί οἱ σύγχρονοι «σοφοί ἄνθρωποι» δέν θέλουν νά δοῦν ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ πουθενά δέν ὑποσχέθηκε στούς Χριστιανούς ἀπόλυτη πνευματική ἱκανοποίηση καί παραδεισιακή μακαριότητα, σ΄ αὐτή τήν ζωή. Ἀντιθέτως, τόνισε ὅτι ἡ ζωή στήν γῆ θά ἀπομακρύνεται ὅλο καί περισσότερο ἀπό τήν εὐτυχία καί θά πέφτει ὅλο καί πιό χαμηλά μέσα στόν πόνο καί τήν ὀδύνη (Β’ Τιμοθ. 3:1-5): «Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ  Ἰησοῦ διωχθήσονται· πονηροί δέ ἄνθρωποι καί γόητες προκόψουσιν ἐπί τό χεῖρον, πλανῶντες καί πλανώμενοι» (Β’ Τιμ. 3:12-13) καί ὅτι τελικά, «ἡ γῆ καί τά ἐν αὐτῇ ἔργα κατακαήσεται» (Β’ Πέτρ. 3:10). «Καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν προσδοκῶμεν, ἔνθα δικαιοσύνη κατοικεῖ» (Β’ Πέτρ. 3:13).  Μιά θαυμαστή «νέα Ἱερουσαλήμ» θά κατέλθει ἀπό τόν Θεό «ἐκ τοῦ οὐρανοῦ» (Ἀποκ. 21:2), ὅπως φανερώθηκε στόν Ἰωάννη, τόν ὁρῶντα τά μυστήρια, κατά τήν διάρκεια τῶν θείων ἀποκαλύψεων. 

Ὅλα αὐτά δέν ἀρέσουν καθόλου στούς Οἰκουμενιστές «νεο-χριστιανούς». Θέλουν καί ἐπιθυμοῦν μόνο τήν εὐλογία καί τήν μακαριότητα σ’ αὐτό τόν κόσμο, ὁ ὁποῖος εἶναι φορτωμένος μέ τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν ἀνομιῶν του· καί περιμένουν αὐτή τήν μακάρια ζωή μέ μεγάλη ἀνυπομονησία. Θεωροῦν ὅτι ὁ πιό σίγουρος τρόπος νά τήν ἀποκτήσουν εἶναι τό «οἰκουμενικό κίνημα», ἡ ἕνωση καί ἡ ἑνοποίηση ὅλων τῶν λαῶν σέ μία «νέα κκλησία», ἡ ὁποία θά ἀποτελεῖται ὄχι μόνον ἀπό Ρωμαιοκαθολικούς καί Προτεστάντες, ἀλλά, ἐπίσης ἀπό Ἑβραίους, Μωαμεθανούς καί εἰδωλολάτρες (παγανιστές), ὁ κάθε ἕνας ἀπό τούς ὁποίους θά διατηρεῖ τίς πεποιθήσεις καί τά λάθη του.

Αὐτή ἡ φανταστική «χριστιανική» ἀγάπη, στό ὄνομα τῆς μελλοντικῆς μακαριότητας τῶν ἀνθρώπων στήν γῆ, δέν μπορεῖ παρά μόνο νά συγκρούεται μέ τήν Ἀλήθεια. Ἡ καταστροφή τῆς γῆς καί ὅλων ὅσων βρίσκονται πάνω σ’ αὐτήν, παρόλο πού ξεκάθαρα τό εἶπε ὁ Χριστός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, θεωρεῖται (ἀπό τούς νεο-χριστιανούς) ὡς κάτι ἀπερίγραπτα φρικτό. Σάν νά μή συμφωνεῖ μέ τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, καί προφανῶς τούς εἶναι ἀνεπιθύμητο. Παραδέχονται, μέν, ἀπρόθυμα τό τέλος καί τήν καταστροφή τοῦ κόσμου (γιατί πῶς θά μποροῦσε κάποιος νά μή δεχτεῖ κάτι πού προφητεύθηκε ἀπό τόν θεῖο Λόγο;), ἀλλά ὑπό τόν ὅρο ὅτι αὐτό θά συμβεῖ στό πολύ μακρινό δυσθεώρητο μέλλον. Ὄχι ἁπλά αἰῶνες ἀπό τώρα, ἀλλά ἑκατομμύρια χρόνια μακρυά.

Γιατί ἄραγε σκέπτονται ἔτσι; Θά μποροῦσε νὰ πεῖ κανείς ὅτι ἡ αἰτία εἶναι πώς εἶναι ἀδύναμοι στήν πίστη. Δέν πιστεύουν καθόλου στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί στήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Γι’ αὐτούς ὅλα βρίσκονται σ’ αὐτή τήν ζωή, κι ὅταν αὐτή τελειώσει, τελειώνουν τά πάντα, γι’ αὐτό καί ἐπιθυμοῦν μιά ἀδιατάρακτη καλοπέραση.

Σέ κάποια σημεῖα της, εἰδικά ὡς πρός τήν προσδοκία τῆς μακαρίας ζωῆς σ’ αὐτό τόν κόσμο, μιά τέτοια θεώρηση ἔχει μεγάλη ὁμοιότητα μέ τήν αἵρεση τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων πού ὀνομαζόταν Χιλιασμός. Πρόκειται γιά τήν προσδοκία μιᾶς χιλιετοῦς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ στήν γῆ· γι᾿ αὐτό ἡ σύγχρονη ἔκφραση αὐτῆς τῆς αἵρεσης μπορεῖ νά ὀνομαστεῖ «Νεο-χιλιασμός».

Θά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χιλιασμός καταδικάστηκε στήν Β’ Οἰκουμενική Σύνοδο τό ἔτος 381 [στήν πραγματικότητα χιλιαστικές ἰδέες εἶχαν ἤδη καταδικασθεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία κατά τόν τρίτο αἰῶνα]· καί γι’ αὐτό, τό νά πιστεύει κανείς σέ αὐτόν τώρα, στόν 20ό αἰώνα, ἀκόμα καί ἐν μέρει, εἶναι ἀπαράδεκτο. Ἐκτός αὐτοῦ, αὐτός ὁ σύγχρονος Νεο-χιλιασμός εἶναι πολύ χειρότερος, ἀπό τήν ἀρχαία χιλιαστική αἵρεση, καθώς στήν βάση του, ἔγκειται ἀδιαμφισβήτητα μιά δυσπιστία πρός τήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος καί ἡ φλογερή ἐπιθυμία νά ἀποκτηθεῖ ἡ μακάρια ζωή ἐδῶ στήν γῆ, χρησιμοποιῶντας ὅλα τά ἐπιτεύγματα τῆς ὑλικῆς προόδου τῆς ἐποχῆς μας.

Αὐτή ἡ ψευδής διδασκαλία κάνει τρομερό κακό, κοιμίζοντας τούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι πρέπει νά εἶναι πνευματικά ἄγρυπνοι, λέγοντάς τους ὅτι τό τέλος τοῦ κόσμου βρίσκεται πολύ μακριά (ἄν ὑπάρξει στήν πραγματικότητα τέλος) καί γι’ αὐτό δέν ὑπάρχει ἀνάγκη νά ἀγρυπνοῦν καί νά προσεύχονται, ὅπως ὁ Κύριος συνέχεια καλοῦσε τούς μαθητές του νά κάνουν (Ματθ. 26:41), ἀφοῦ τά πάντα στόν κόσμο καλυτερεύουν καί ἡ πνευματική πρόοδος συμβαδίζει μέ τὴν ὑλική. Ὅτι τά τρομερά φαινόμενα πού παρατηροῦμε στίς μέρες μας, εἶναι ὅλα προσωρινά. Ὅλα ἔχουν ξανασυμβεῖ καί ὅλα τελικά θά περάσουν καί μιά ἀσυνήθιστη ἄνθιση τοῦ Χριστιανισμοῦ θά τά ἀντικαταστήσει, κατά τήν ὁποία, βέβαια, οἱ Οἰκουμενιστές θά κατέχουν τίς κύριες καί τίς πιό τιμητικές θέσεις.

Ἔτσι, λοιπόν, ὅλα εἶναι μιά χαρά! Δέν εἶναι ἀνάγκη κανείς νά μοχθεῖ γιά νά γίνει καλύτερος καί δέν ἀπαιτεῖται κανένας πνευματικός ἀγώνας. Οἱ νηστεῖες μποροῦν νά καταργηθοῦν καί ὅλα θά καλυτερέψουν ἀπό μόνα τους, μέχρι πού ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θά ἐγκαθιδρυθεῖ τελικά στήν γῆ καί θά ὑπάρξει μιά παγκόσμια ἱκανοποίηση καί εὐλογία.

Ἀδελφοί μου! Εἶναι ξεκάθαρο ἀπό ποῦ προέρχεται αὐτή ἡ σαγηνευτική ψευδής διδασκαλία. Ποιός σπέρνει ὅλες αὐτές τίς σκέψεις στούς σύγχρονους χριστιανούς, μέ σκοπό νά διαλύσει τόν Χριστιανισμό; Πρέπει να φοβόμαστε αὐτόν τόν «Νεο-χιλιασμό», αὐτόν τόν ἀπαίσιο Οἰκουμενισμό καί τό ἀγκάλιασμα τῶν θρησκειῶν, ὅπως μιά μολυσματική ἀσθένεια, ὅπως τήν φωτιά. Εἶναι μιά θεωρία φανερά ἀντίθετη πρός τήν διδασκαλία τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, τίς διδασκαλίες τόσων αἰώνων τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, μέ τίς ὁποῖες χιλιάδες εὐσεβεῖς ἔχουν σωθεῖ.

 Χωρίς πνευματικό γῶνα δέν πάρχει, καί δέν μπορε νά πάρξει, ληθινός Χριστιανισμός! Γι’ ατό,  δός τς ζως μας δέν βρίσκεται δίπλα στά σύγχρονα κινήματα, οτε στούς Οκουμενιστές οὔτε στούς Νεο-χιλιαστές. Ἡ ὁδός τῆς ζωῆς βρίσκεται στήν Ὀρθόδοξη πίστη καί παράδοση, ὅπως τήν βίωσαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι μας!

Ἡ πίστη μας εἶναι ἡ πίστη τῶν ἁγίων ἀσκητῶν, εἶναι ἡ πίστη τῶν Ἀποστόλων, ἡ πίστη τῶν Πατέρων. Εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη πίστη ἡ ὁποία  ἔχει κάνει ὁλόκληρο τόν κόσμο νά βαδίζει σταθερά. Θά μείνουμε πιστοί σέ αὐτήν καί μόνο σέ αὐτή, σέ αὐτές τίς δύσκολες ἡμέρες πού ζοῦμε. Ἀμήν!

 ΥΓ. Ὁ λόγος αὐτός ἐκφωνήθηκε ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀβέρκιο πρίν ἀπό ἀρκετές δεκαετίες. Σήμερα, βλέπουμε σέ ποιά θέση βρίσκεται ἡ χριστιανική πίστη μέσα στόν κόσμο. Φαίνεται νά εἶναι σχεδόν τό πιό μισητό πρᾶγμα στόν κόσμο! Ὁ Χριστιανισμός καί ὁ Χριστός μισοῦνται ἀπό τούς ἴδιους τούς λεγομένους Χριστιανούς τοῦ Οἰκουμενιστικοῦ κινήματος, γι’ αὐτό καί ἐπιδιώκουν νά τόν ἀλλάξουν. Λοιπόν, ὁ Χριστός καί οἱ ἀληθινοί Χριστιανοί πάντοτε θά εἶναι ξένοι αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί πάντοτε θά διώκονται. Γι’ αὐτό καί ἕνα ἀπό τά βασικά κριτήρια τῆς γνησιότητος μας θά εἶναι αὐτό: τό ἄν διωκόμαστε κι ἄν χλευαζόμαστε χάριν τῆς πίστεως στόν Χριστό καί χάριν τῆς συγκαταλέξεώς μας στήν ἀληθινή Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία του: «Εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει·  ὅτι  δὲ  ἐκ  τοῦ  κόσμου οὔκ ἐστε, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος»(Ἰωάν. 15:19).

Νά σημειώσουμε ὅτι χιλιαστικῆς φύσεως φαίνεται νά εἶναι καί οἱ ἰδέες περί «μεσοβασιλείας» καί περί «ἀναλαμπῆς τῆς ὀρθοδοξίας» διαφόρων ὀρθοδοξοφανῶν κύκλων, οἱ ὁποῖες διαδίδονται καί στίς ἡμέρες μας διαδικτυακῶς καί ἄλλως· αὐτές ὅμως στηρίζονται σέ θρύλους καί μή γνήσια καί παραδεκτά ἐκκλησιαστικά κείμενα, ἀλλά μᾶλλον ψευδεπίγραφα, ἤ ἀκόμη καί σέ ρήσεις και προρρήσεις συγχρόνων γερόντων, πού θεωροῦνται δῆθεν αὐθεντίες ἤ ἀκόμη καί ἀλάθητοι! Πρόκειται γιά ἰδιαίτερα ἐπικίνδυνα φαινόμενα καί ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχή καί θεῖος φωτισμός γιά νά ἀποφευχθεῖ ὁ σοβαρός κίνδυνος πλάνης καί ἐκτροπῆς.

1924-2024 ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΙΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ὠρωποῦ καί Φυλῆς κ. Κυπριανοῦ)

 

1924-2024 Ἡμερολογιακὴ Μεταρρύθμισις καὶ Οἰκουμενισμὸς 

Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ὠρωποῦ καί Φυλῆς κ. Κυπριανοῦ


Α΄. Εἶναι γνωστὸν καὶ ἔχουν γραφῆ πολλά, ἔγκυρα καὶ ἀναμφισβήτητα περὶ αὐτοῦ, ὅτι ἐντεῦθεν τοῦ 1920 ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἀντιμετωπίζει κυρίως Ζήτημα Ἡμερολογίου, ἀλλὰ κυρίως Ζήτημα Οἰκουμενισμοῦ.


 ἄρρηκτος σχέσις Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καὶ Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως εἶναι τεκμηριωμένη ἀπολύτως, ἐξ ἐπόψεως ἱστορικῆς καὶ θεολογικῆς1.

53472705457 275b3fea91 k


Τ
ὸ ἔτος 1924 ἀποτελεῖ ὁρόσημον στὴν ἱστορικὴ ἔκφρασι –πρώτη βαθμίδα καὶ ἐξέλιξι τῶν σκοπῶν τῆς ξένης πρὸς τὴν Πατερικὴ Παράδοσι Οἰκουμενικῆς Κινήσεως, ὑπὸ τὴν μορφὴν τοῦ Διαχριστιανικοῦ καὶ περαιτέρω Διαθρησκειακοῦ Συγκρητισμοῦ.


πενθυμίζεται, ὅτι τῆς Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως εἶχε προηγηθῆ ἡ Ἐγκύκλιος τοῦ 1920, ὑπὸ τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ὡς καὶ τὸ λεγόμενο Πανορθόδοξο Συνέδριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως - 1923, ἀμφότερα μὴ ἐκκλησιο-πατερικῆς προοπτικῆς.


Οἱ τόσο ἐπίσημες αὐτὲς δραστηριότητες, οἱ ὁποῖες ἀπέβλεπαν ἐκπεφρασμένα στὴν προώθησι μιᾶς ἀρχικῶς Διαχριστιανικῆς Ὁμοσπονδίας, εἶχαν ὡς θεμέλια τρεῖς ἀντορθόδοξες καὶ ἀντι-εκκλησιαστικὲς θεωρίες, τὶς ἑξῆς: α. τὴν λεγομένη Βαπτισματικὴ Θεολογία, β. τὸν Δογματικὸ Συγκρητισμὸ καὶ γ. τὴν Ἐγκοσμιοκρατικὴ Προοπτική.


ντὸς αὐτοῦ τοῦ ἱστορικο-θεολογικοῦ πλαισίου ἐφαρμόσθηκε τὸ 1924 ἡ Ἡμερολογιακὴ Μεταρρύθμισις καὶ εἶναι πλέον καιρός, μετὰ ἀπὸ ἑκατὸ ἔτη, νὰ συνειδητοποιηθῆ βαθειά, ὅτι ἀπορριπτομένου τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὡς ἐκκλησιολογικῆς ἐκτροπῆς, συναπορρίπτεται ἡ Ἡμερολογιακὴ Καινοτομία, ἡ ὁποία εἶναι συμφυὴς καὶ ὁμόρριζος μὲ τὸν Οἰκουμενισμό: τὰ δύο αὐτὰ ζητήματα –Οἱκουμενικὴ Κίνησις καὶ Μεταρρύθμισις Ἡμερολογίου– δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διαχωρισθοῦν.


* * *


Β΄.  αἰτιώδης ὅμως συνάφεια Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καὶ Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως δὲν ἐπιτρέπει νὰ λησμονῆται καὶ ἡ προηγουμένη, ἀλλὰ καὶ μακραίων, αἰτιώδης σχέσις Παπικοῦ Προσηλυτισμοῦ καὶ Γρηγοριανῆς Μεταρρυθμίσεως, ἐντεῦθεν τοῦ ΙϚ΄ αἰ. (1582 ἑ.).


Μετὰ τὴν πολλαπλῆ καταδίκη τῆς παπικῆς Ἡμερολογιακῆς Καινοτομίας ὑπὸ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (1583, 1587, 1593), τὰ κύματα τῆς συγχύσεως ἀπὸ τὸ «Παγκόσμιον Σκάνδαλον»2 τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου δὲν ἔπαυσαν νὰ πλήττουν τὴν Θείαν Ὁλκάδα τῆς Ὀρθοδοξίας, διὰ μέσου τῆς ἐπιτεταμένης παπικῆς προπαγάνδας στὴν Ἀνατολή.


 Καθηγητὴς Ι. Σοκολώφ, τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας Πετρουπόλεως, ἔγραφε τὸ 1910:

«Ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς μετέπειτα χρόνοις οἱ Ἕλληνες ἱεράρχαι ἐπανειλημμένως συνίστων τοῖς ὀρθοδόξοις τὴν ἀποφυγὴν καὶ τοῦ νέου τούτου ὅπλου τῆς λατινικῆς προπαγάνδας, ὡς Κύριλλος ὁ Λούκαρης, Παρθένιος ὁ Α΄, Παΐσιος ὁ Β΄, Κύριλλος ὁ Ε΄, Γρηγόριος ὁ Ϛ΄, καὶ Ἄνθιμος ὁ Ϛ΄. Ἀλλὰ καὶ οἱ τῶν λοιπῶν Ἐκκλησιῶν Πατριάρχαι τὴν αὐτὴν ἐπεδείξαντο ἐν τῷ ζητήματι τούτῳ μέριμναν, ἐφ᾿ ᾧ καὶ ἐν Παλαιστίνῃ καὶ ἐν Συρίᾳ καὶ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ ἐν Κύπρῳ ἔτι ἐξεδόθησαν πρός τε τὸν κλῆρον καὶ τὸν λαὸν πατριαρχικαὶ καὶ ποιμαντορικαὶ Ἐγκύκλιοι, ἐν αἷς ἐτονίζετο ἡ χροιὰ καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ἡμερολογιακῆς ταύτης μεταρρυθμίσεως καὶ συνεδέετο αὕτη πρὸς τὴν λοιπὴν γνωστὴν σειρὰν τῶν διαφόρων καινοτομιῶν τῆς παπικῆς Ἐκκλησίας», καθ᾿ ὄσον «ἡ ὑπὸ τοῦ Πάπα Γρηγορίου τοῦ ΙΓ΄ τῷ 1582 ἐπενεχθεῖσα ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμισις ἀνέκαθεν ἢ μᾶλλον εὐθὺς ἀμέσως ἐθεωρήθη ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἀνατολῇ ὡς καινοτομία ἐκκλησιαστικὴ καὶ θρησκευτικὴ καὶ ὡς μία ἐκ τῶν συνήθων τάσεων τῆς κρατούσης ἐν τῇ Δύσει ἐκλησιαστικῆς ἀπολυταρχίας, τὸ ὄνειρον τῆς ὁποίας ἦν καὶ ἔστι καὶ ἔσται ἡ ἐπέκτασις τῆς ἐπιρροῆς αὐτῆς ἐπὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολῆς. Ἐθεωρήθη, ἄλλαις λέξεσι, νέα παπικὴ ἐκστρατεία κατὰ τῆς ἐν Ἀνατολῇ Ὀρθοδοξίας. Ὡς τοιαύτη θεωρηθεῖσα καὶ ἐκτιμηθεῖσα ἡ καινοτομία αὕτη ἀμέσως κατεδικάσθη»3 ὑπὸ τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν Συνόδοις.


Εἶναι ἄκρως σημαντικό, ἀλλὰ καὶ ἐνδεικτικό, ἐν σχέσει μὲ τὰ ἀνωτέρω, ὅτι ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν περίοδο τῶν γνωστῶν δύο Ἐγκυκλίων τοῦ Πατριάρχου Ἰωακεὶμ Γ΄, 1902 καὶ 1904, προπομπῶν ὁμολογουμένως τῆς Ἐγκυκλίου τοῦ 1920, ἐνεφανίσθη στὸ προσκήνιο ὁ παπικὸς Καρδινάλιος Π. Τοντίνι (Tondini de Quarenghi), ὁ ὁποῖος «πάντα λίθον ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἀνατολῇ μετὰ φανατισμοῦ κινήσας ὑπὲρ ἀποδοχῆς τῆς μεταρρυθμίσεως ταύτης (τοῦ παπικοῦ ἡμερολογίου)», τελικῶς ἐν ἔτει 1905,
«ἀπεφάνθη, ὅτι τοῦτο ἐνέχει ἐκκλησιαστικὴν καὶ θρησκευτικὴν σπουδαιότητα καὶ εἶναι μάλιστα ἓν τῶν θεμελιωδῶν καὶ οὐσιωδεστάτων ζητημάτων, ἕνεκα τῶν ὁποίων ὑφίσταται ἡ μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν διαίρεσις. Ἡ δὲ οὐσία τοῦ περὶ οὗ ὁ λόγος ζητήματος τούτου ἔγκειται ἐν τῇ ἀποδοχῇ ἢ μὴ “τῆς μιᾶς πηγῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας”, ἄλλαις λέξεσιν, ἐν τῇ ἀποδοχῇ ἢ ἀποκρούσει τοῦ παπικοῦ πρωτείου ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ»4.


* * *


Γ΄. Ἡ προσεκτικὴ καὶ ἀπροκατάληπτος μελέτη τῶν πηγῶν, τῶν ἀναφερομένων στὸ Ἡμερολογιακὸ Ζήτημα, ἀπὸ τοῦ ΙϚ΄ αἰῶνος μέχρι τῶν ἡμερῶν μας, θέτει τοῦτο ἐντὸς μιᾶς εὐρυτάτης ἱστορικῆς προοπτικῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀγνοηθῆ ἢ προσπερασθῆ μὲ ἐπιπολαιότητα.


Τὸ Ἡμερολογιακόν, βάσει τῶν μαρτυριῶν, ἀποδεικνύεται, ὅτι δὲν προσεγγίζεται καὶ δὲν ἀντιμετωπίζεται αὐτόνομα, ὡς δῆθεν οὐδέτερο καὶ μὴ δογματικὸ θέμα.


α. Στὴν μὲν πρώϊμη φάσι τοῦ Ἡμερολογιακοῦ, ὁ Παπισμὸς
«ἠννόει νὰ χρησιμοποιήσῃ τὸ ζήτημα τοῦ Ἡμερολογίου, ὡς προπαγανδικὸν μέσον παραπλανήσεως καὶ συγκρούσεως τῶν Ὀρθοδόξων, ἀποδίδων εἰς τὴν ἀποδοχὴν αὐτοῦ ὑπ᾿ Αὐτῶν τὴν σημασίαν τῆς ἀναγνωρίσεως τοῦ Πρωτείου τοῦ Πάπα»5.


β. Στὴν δὲ ὕστερη φάσι τοῦ Ἡμερολογιακοῦ, ὁ Οἰκουμενισμὸς ἀπέβλεπε, διὰ μέσου τῆς υἱοθετήσεως ἑνὸς Κοινοῦ Ἡμερολογίου, στὴν
«προσέγγισιν τῶν δύο χριστιανικῶν κόσμων τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσεως ἐν τῷ ἑορτασμῷ τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν», θεωρῶν τοῦτο ὡς «τὸν πρῶτον λίθον διὰ τὸ οἰκοδόμημα τῆς ἑνώσεως πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ»6.


ν τέλει, ἡ ἐμμονὴ τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν στὸ ἀπ᾿ αἰώνων Πατροπαράδοτο Ἐκκλησιαστικὸ Ἡμερολόγιο εὑρίσκει τὴν πλήρη δικαίωσί της σήμερα, ἐφ᾿ ὅσον - ὡς συνεπεῖς Ἀντι-οικουμενισταί- πραγματώνουν τὸν χρυσοῦν κανόνα, ὅτι
«τοῖς Πατράσιν ἐκ παντὸς ἀκολουθητέον», «ἔστι δὲ ὁσιώτερον τῶν πατρῴων ἔχεσθαι»7· «πᾶν τὸ ἀρχαιότητι διαφέρον αἰδέσιμον»8.


Κ
αὶ πρὸ τοῦ 1924, τὸ «ἀπ᾿ αἰώνων κρατοῦν ἐν τῇ ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον», ὑπεστηρίζετο
«ὡς μόνον ἁρμόζον τῇ Ἐκκλησίᾳ», «διὰ τὸ εἶναι Πατροπαράδοτον καὶ ἐκκλησιαστικῶς ἀνέκαθεν κεκυρωμένον»9.


 ἐμμονὴ αὐτὴ τῶν εὐσεβῶν στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Παράδοσι διατηρεῖ αὐτοὺς στὴν εὐλογημένη κοινωνία «Σὺν Πᾶσι τοῖς Ἁγίοις»10, στὰ ὅρια τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικότητος.


Καὶ ἰδού, ἐν κατακλεῖδι, ἐγείρεται τὸ κρίσιμο ἐρώτημα:


● Ἆρά γε, ἂν ἀκόμη καὶ οἱ Ἄγγελοι, «σαλεύοντες» τυχὸν τὰ Παραδοθέντα, «ἀναθεματίζωνται»11,
«πῶς ἄνθρωπος πᾶς ἐν σαρκὶ ὤν, σαλεύων καὶ καινοτομῶν, καὶ μάλιστα τοιαύτας καινοτομίας, οὐκ ἀλλότριος Θεοῦ;»12.

Παραπομπὲς


1. Ἀρχιμανδρίτου Κυπριανοῦ καὶ Ἱερομονάχου Κλήμεντος Ἁγιοκυπριανιτῶν (νῦν Μητροπολιτῶν), Οἰκουμενικὴ Κίνησις καὶ Ὀρθόδοξος Ἀντι-οικουμενισμός: Ἡ κρίσιμος ἀντιπαράθεσις ἑνὸς αἰῶνος, Ἀθῆναι 2001.
2. Πατριάρχου Ἱερεμίου Β΄ Κωνσταντινουπόλεως (1572-1594), Ἐπιστολὴ πρὸς Δόγην τῆς Ἑνετίας κ. Νικόλαον Νταπόντε. ● Βλ. Κ. Ν. Σάθα, Βιογραφικὸν σχεδίασμα περὶ τοῦ Πατριάρχου Ἱερεμίου Β΄, σελ. 28, ἐν Ἀθήναις 1870.
3. Ι. Σοκολώφ, Τὸ περὶ μεταρρυθμίσεως τοῦ Ἡμερολογίου ζήτημα κρινόμενον ὑπὸ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς, Πετρούπολις 1910. ● Βλ. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, Ἐπὶ τῆς Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως, περιοδ. «Πάνταινος» Ἀλεξανδρείας, ἀριθμ. 39/10.6.1910, σελ. 624-628.
4. Αὐτόθι.
5. Μητροπολίτου Κυζίκου Καλλινίκου, Τὸ Πάσχα. ● Βλ. περιοδ. «Ὀρθοδοξία» Κωνσταντινουπόλεως, ἀριθμ. 12/1927, σελ. 509.
6. Διονυσίου Μ. Μπατιστάτου (ἐπιμ.), Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Πανορθοδόξου Συνεδρίου (10.5-8.6.1923), σελ. 57 καὶ 189, Ἀθῆναι 1982.
7. Ἱεροῦ Μελετίου Πηγᾶ, Τόμος Ἀλεξανδρινὸς περὶ τοῦ Πασχαλίου, σελ. 145 καὶ 153. ● Βλ. «Lettres de Meletius Pigas antérieures à sa promotion au Patriarcat», par Emile Legrand, Paris 1902.
8. Ζ΄ Ἁγίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Mansi τ. 13, στλ. 252Β καὶ στλ. 328Ε, Πρᾶξις Ϛ΄, Τόμοι Γ΄ καὶ Ϛ΄.
9. Ἐγκύκλιος τοῦ 1902, Πατριάρχου Ἰωακεὶμ Γ΄. ● Βλ. Βασιλείου Θ. Σταυρίδου – Εὐαγγελίας Α΄ Βαρέλλα, Ἱστορία τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως, σελ. 325, ἐκδόσεις «Π.Ι.Π.Μ.», Ἀνάλεκτα Βλατάδων -47, Θεσσαλονίκη 1996.
10. Ἐφεσ. γ΄ 18.
11. Γαλάτ. α΄ 8-9.
12. Ὁσίου Θεοδώρου Στουδίτου, PG τ. 99, στλ. 1033D, Ἐπιστολὴ ΛϚ΄, Εὐπρεπιανῷ καὶ τοῖς σὺν αὐτῷ, E.L.I.

Σάββατο 23 Μαρτίου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

DSC 8970

 

   «Ἡμέραν χαρμονικὴν θεόφρονες, δεῦτε τελέσωμεν, νῦν οὐρανὸς εὐφραίνεται καὶ γῆ, καὶ Ἀγγέλων τὰ τάγματα, καὶ τῶν βροτῶν συστήματα, διαφερόντως ἑορτάζοντα»

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   μέρα εὐφροσύνης καὶ χαρᾶς ἀνέτειλε γιὰ ὅλους ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς μέσα στὸ κατανυκτικὸ καὶ πένθιμο στάδιο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σαρακοστῆς, διότι σήμερα, Α’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, νικήτρια διὰ μέσου τῶν αἰώνων, ἑορτάζει τὸν θρίαμβό της ἐνάντια σὲ κάθε ἀπειλή, χάρη στὴν διαχρονικὴ παρουσία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

    Θεάνθρωπος Κύριός μας, πρὶν ἀναληφθεῖ πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα, τὸ εἴχε πεῖ ξεκάθαρα στοὺς Μαθητές Του: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Ἡ διαβεβαίωσή Του ὅτι ἂν τηροῦμε ἀνόθευτη τὴ διδασκαλία Του θὰ εἶναι πάντοτε μαζί μας σκεπάζοντας τὴν Θεοΐδρυτη Ἐκκλησία, ἀποτέλεσε ἔκτοτε τὸ ἰσχυρότερο ὅπλο αὐτῆς, διότι «εἰ ὁ Θεὸς μεθἡμῶνοὐδεὶς καθἡμῶν».

   δη ἀπὸ τὰ πρῶτα ἀποστολικὰ χρόνια, ξεκίνησε σφοδρὸς πόλεμος κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ ἐξωτερικοὺς ἐχθρούς, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ὁ χριστιανισμὸς ἐρχόταν νὰ ματαιώσει τὰ συμφέροντά τους καὶ νὰ καταστείλει τὰ πάθη τους. Οἱ ἀναρίθμητες σφαγὲς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὡστόσο, δὲν καταμέτρησαν ἠττημένους, ἀλλὰ μονάχα νικητές. Ἡ γῆ ποτίσθηκε μὲ τὰ αἵματα τῶν Μαρτύρων καὶ δὲν ξεράθηκε, ἀλλὰ βλάστησε περισσότερους Μάρτυρες, ἀνθρώπους ποὺ μὲ καρδιακὴ προθυμία ἔχυναν τὸ αἷμα τους γιὰ τὴν νέα πίστη τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ. Καὶ αὐτὸ διότι ἡ νέα πίστη κήρυττε τὴν ἀληθινὴ Ζωὴ ποὺ γέμιζε μὲ νόημα τὴν ὕπαρξή τους. Κήρυττε ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε Ἄνθρωπος γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο Θεὸ κατὰ χάριν. 

   Αὐτὴ ἡ Πίστη ποὺ ἀποτελεῖ τὸ θεμέλιο τῆς σωτηρίας μας πολεμήθηκε, δυστυχῶς, καὶ ἀπὸ ἐσωτερικοὺς ἐχθρούς, οἱ ὁποῖοι ἐγκαινίασαν ἕναν νέο καὶ δυσβάσταχτο τρόπο πολέμου κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ἔκαναν τὴν ἐμφάνισή τους μὲ ἅρματα, οὔτε μὲ ὅπλα. Ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἦταν∙ κληρικοὶ παντὸς βαθμοῦ ἢ λαϊκοί, λύκοι μὲ ἐνδύματα προβάτων. Κάποιοι μπορεῖ νὰ ξεκίνησαν τὴν πορεία τους ἁγνά, ἡ κατοπινὴ ὑπερηφάνειά τους ὅμως, ὁ ἐγωϊσμός, ἡ ἰδιοτέλεια καὶ τὸ ἀνυπότακτο πνεῦμα τους, ὁ φθόνος τους γιὰ κάθε τι τὸ προοδευτικό, τοὺς κατὰντησε διαστρεβλωτὲς τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοὶ εἰσήγαγαν τὶς αἱρέσεις∙ ἀπὸ τὴν συνολικὴ ἀλήθεια τῆς πίστεως διάλεξαν μόνο ἕνα μέρος, ἐνῶ τὸ ὑπόλοιπο τὸ ἀπέρριψαν καὶ ἄρχισαν νὰ προπαγανδίζουν μὲ διάφορους τρόπους τὶς πλάνες τους δημιουργώντας ὄχι ἐνσυνείδητους Χριστιανούς, ὄχι ἀγωνιστὲς τῆς Κάθαρσης, τοῦ Φωτισμοῦ καὶ τῆς Θέωσης, ἀλλὰ προσωπολάτρες ὀπαδούς. Ὅλο αὐτό, βέβαια, προέκυψε ὄχι ἀπὸ τὴν φροντίδα τους γιὰ τὴν σωτηρία, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τους νὰ διαφέρουν ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους Χριστιανούς, αὐτοπαρουσιαζόμενοι ὡς μόνοι πιστοί, μόνοι ὑπέρμαχοι τῆς πίστεως καὶ, τελικά, μόνοι σωτῆρες. Σωτήρας, ὅμως, εἶναι μόνον ὁ Θεός.

   Οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες αἱρετικοὶ διέδωσαν πολλὲς πλάνες. Ἄλλος κήρυξε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι μόνο τέλειος Ἄνθρωπος, ἄλλος δίδαξε ὅτι εἶναι μόνο τέλειος Θεός, ἄλλος ὅτι ἡ Θεϊκὴ καὶ ἡ Ἀνθρώπινη Φύση δὲν ἑνώθηκαν στὸ ἴδιο Πρόσωπο, ἄλλοι πολέμησαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἄλλοι τὴν Παναγία μας. Οὐσιαστικά, ὅλοι μὲ τὸν τρόπο τους ἀφαίρεσαν ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τὴν δυνατότητα νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ σωθεῖ. Καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφθανε αὐτό, οἱ αἱρέσεις προκάλεσαν ἐμφύλιες διαμάχες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἀναδείχθηκε πλῆθος Ὁμολογητῶν Ἁγίων. 

   σως ἡ πιὸ σκληρὴ ἐμφύλια σύγκρουση μὲ διάρκεια πάνω ἀπὸ ἕναν αἰώνα προκλήθηκε ἀπὸ τὴν αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας, ἡ ὁποία ἀπαγόρευε τὴν ἀπεικόνιση τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων. Μέσα σὲ αὐτὸν τὸν αἰώνα ἡ Ὀρθοδοξία ὑπέφερε πολλὰ. Οἱ Εἰκόνες πετάγονταν ἔξω ἀπὸ τοὺς Ναοὺς καὶ καίγονταν, περιουσίες Μοναστηριῶν καὶ εὐσεβῶν Χριστιανῶν δημεύονταν, Εἰκονόφιλοι Κληρικοί, Μοναχοὶ καὶ Λαϊκοὶ διώκονταν καὶ ἐξορίζονταν, ἄλλους τοὺς ἔκοβαν τὴν γλώσσα, ἄλλους τοὺς ἔγραφαν τὸ μέτωπο μὲ πυρακτωμένα σίδερα καὶ ἄλλους τοὺς ὁδηγοῦσαν στὸν θάνατο. Παρ’ ὅλα αὐτά, ἡ Ἐκκλησία νίκησε, ὅπως πάντα ἄλλωστε, καὶ οἱ Εἰκόνες ἀναστηλώθηκαν. Ἀλλὰ δὲν ἀναστηλώθηκαν μόνο αὐτές. Ἀναστηλώθηκε κυρίως ἡ Ἀλήθεια ἔναντι τοῦ ψεύδους.

   Αὐτὸ τὸ γεγονός τιμοῦμε σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι∙ τὸ ὅτι ἡ Ἐκκλησία, σὰν ἄλλη Κιβωτὸς τοῦ Νῶε, ἀκόμη καὶ μέσα ἀπὸ τόσες συμφορές, τόσα βάσανα, τόσους περιορισμούς, τόσους πολέμους, πάντοτε βγαίνει νικήτρια καὶ φθάνει σὲ γαλήνιο λιμάνι, διασώζοντας τὴν Παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν Ἀποστόλων, τοῦ Χριστοῦ μας.    

γαπητοὶ ἀδελφοί,

   Αὐτὸ ποὺ θὰ ἤθελα νὰ κρατήσουμε ἀπὸ τὸν σημερινὴ ἑορτή, εἶναι, ἄρχικά, ὅτι μὲ σύμμαχο τὸν Θεὸ δὲν ἔχουμε νὰ φοβηθοῦμε τίποτα καί, ἔπειτα, ὅτι ὡς Ὀρθόδοξοι ὀφείλουμε νὰ μεταδίδουμε Φῶς Χριστοῦ ὥστε νὰ φωτισθοῦν κὶ ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶχαν τὴν εὐκαιρία νὰ γνωρίσουν αὐτὸ τὸ Φῶς. 

Χρόνια πολλὰ σὲ ὅλους!

Καλὸ ὑπόλοιπο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σαρακοστῆς! 

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

 ὁ  Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Τοῦ Πατρός Εὐθυμίου Μπαρδάκα)


Τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, εορτάζομε τόν θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τῆς πλάνης καί τῶν αἱρέσεων πού κατά καιρούς ταλαιπώρησαν τό σῶμα τοῦ Κυρίου.
Λιτανεύουμε τίς Ιερές εἰκόνες, προσκυνοῦντες τήν πανακήρατη τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ μορφή καί τιμῶντες τούς Ἁγίους ἐν εἰκονίσμασι, διακηρύττοντες κατ’ αὐτόν τόν τρόπο καί τήν θεοειδῆ ἀξία τοῦ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ δημιουργηθέντος ἀνθρώπου.
Μέ αὐτή τήν λαμπρά πανηγυρική εὐκαιρία καί ἑορτή, κάθε χρόνο ἐπαναλαμβάνομε σύμφωνα μέ τό ἱερό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας:
«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἑβράβευσεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν...» ὅτι:
Ἕνας εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός, ὁ ἐν Τριάδι προσκυνούμενος, Πατήρ, Υἱός καί Πανάγιον Πνεῦμα.
Ὁ Θεός, πού εἶναι «ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή».
Κάθε ἄλλη διδασκαλία ἀποτελεῖ αἵρεση, ἡ ὁποία καταδικάσθηκε ἀπό τήν Αγία μας Ἐκκλησία ὡς ἑτεροδιδασκαλία, ἀφοῦ δέν ἀποδέχεται τήν ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια.
Οἱ ἀγῶνες τῶν Ἁγίων Πατέρων καί Διδασκάλων, τῶν Ομολογητῶν καί Μαρτύρων, τῶν ὁσίων καί πάντων τῶν προμάχων τῆς Ορθοδόξου ἡμῶν πίστεως, εἶχαν ὡς σκοπό τήν διάσωση τῆς μιᾶς καί σωζούσης τόν ἄνθρωπο πίστεως περί τοῦ ἑνός καί μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Σέ μιά ἐποχή πού καταβάλλεται προσπάθεια ἐπιβολῆς τοῦ πνεύματος τοῦ συγκρητισμοῦ καί τῆς πανθρησκείας, πού ζητάει νά ἰσοπεδώσῃ τά πάντα, διεισδύοντας σέ σχολεῖα, πανεπιστήμια καί γενικώτερα στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου μέ ὕπουλο τρόπο, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἐπιμένει στήν διδασκαλία περί τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ, όπως τυπώθηκε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, σύμφωνα μέ τίς Ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα του Θεοῦ, κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν.
Οἱ Αγιοι Πατέρες μέσα ἀπό τούς ἱερούς ἀγῶνες καί τούς ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας θυσίες, διέσωσαν τήν εἰκόνα τοῦ θεοειδοῦς δημιουργήματος τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀνθρώπου δηλαδή, γιά τόν ὁποῖο ἡ Ἁγία Γραφή ἀναφέρει χαρακτηριστικά : «ἠλάττωσας αὐτόν βραχύ τί παρ’ ἀγγέλους, δόξῃ καί τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν· καί κατέστησας αὐτόν ἐπί τά ἔργα τῶν χειρῶν σου, πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ...» (Ψαλμ. η’).
ΣΗΜΕΡΑ διατρανώνομε τήν πίστη μας στήν Μία, Ἅγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας. Μόνο μέσα στήν Ἐκκλησίᾳ καί διά τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία διά τών Μυστηρίων σώζεται ὁ ἄνθρωπος.
Τό «ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία» (του Αγίου Κυπριανού Καρχηδόνος), ἀποτελεῖ βασική διδασκαλία, ἡ ὁποία ὡς τελικό σκοπό της ἔχει τήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου.
Ὅταν λέμε ὅτι πιστεύομε «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν», ἐννοοῦμε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία διατηρεῖ ἀμώμητη καί ἀκεραία τήν πίστη καί τήν ἀποκεκαλυμμένη ἀπό τόν Θεό Αλήθεια.
Ἔχομε τό μεγάλο προνόμιο ἀπό τόν Θεό καί τήν ἐξαιρετική εὐλογία, νά εἴμαστε γεννημένοι καί βαπτισμένοι Ὀρθόδοξοι, νά εἴμαστε μέλη τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, καί νά ἀγωνιζόμαστε στά πλαίσια τῆς ἀληθείας γιά τήν σωτηρία μας, ἀλλά καί τήν σωτηρία τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.
Αὐτό τό προνόμιο σημαίνει καί εὐθύνη, σημαίνει καί θυσία, ἀφοῦ ὁ συμβιβασμός μέ τίς ὅποιες ἀντίθετες πίστεις, ἀντιλήψεις καί ἀντίθεες δυνάμεις, εἶναι ἄρνησις τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου μας.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί διεκρίθησαν πάντοτε γιά τήν μαχητικότητά τους ἐν ἀγάπῃ, γιά τήν ὑπομονή τους ἐν ἀληθείᾳ καί τήν ἐπιμονή τους ἐν τῇ πίστει.
Γι’ αὐτό τόσα αἵματα, σταυροί καί θυσίες, ἀπό τῆς ἀρχῆς καί μέχρι τῶν ἐσχάτων. Γι’ αὐτό τόσοι μάρτυρες τῆς εὐσεβείας.
«Δόξα σοι Χριστέ ὁ Θεός, Ἀποστόλων καύχημα, Μαρτύρων ἀγαλλίαμα, ὦν τό κήρυγμα, Τριάς ἡ ὁμοούσιος».
Παραμένομε ἀνυποχώρητοι στίς Εκκλησιαστικές μας Παραδόσεις καί τά ὅρια, τά ὁποῖα ἔθεσαν οἱ Ἅγιοι καί Θεοφόροι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας.
«ἆρα οὖν, ἀδελφοί, στήκετε καί κρατεῖτε τάς παραδόσεις ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διά λόγου εἴτε δι’ ἐπιστολῆς ἡμῶν»
(Β’ Θεσσαλ. β’. 15).
Ας ἀκουσθῇ καί πάλιν τό φθέγμα τοῦ ὁμολογητοῦ τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως, Ἰωσήφ τοῦ Βρυεννίου:
«Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία· οὐ ψευσόμεθά σου πατροπαράδοτον σέβας·ἐν σοί ἐγεννήθημεν, καί σοί ζῶμεν,
καί ἐν σοί κοιμηθησόμεθα εἰ δέ καί καλέσει καιρός, καί μυριάκις ὑπέρ σοῦ τεθνηξόμεθα». (Ἰωσήφ τοῦ Βρυεννίου)

Ιστορικό ντοκουμέντο: Ομιλία Διονυσίου Μπατιστάτου για τα 50 χρόνια από την αλλαγή του Ημερολογίου (1974)

  Σαν σήμερα 10/23 Μαρτίου συμπληρώνονται 100 έτη από την αυθαίρετη και αντιεκκλησιαστική Ημερολογιακή Καινοτομία του 1924, που δίχασε το Πλήρωμα της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Στις 10/23 Μαρτίου 1974 έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη μία εκδήλωση, επί τη συμπληρώσει 50 ετών από την Καινοτομία, στην οποία κεντρικός ομιλητής ήταν ο αείμνηστος Διονύσιος Μπατιστάτος. Ο πολιός Ιερεύς π. Γεώργιος Κεπάπογλου - στον οποίο οι ευχαριστίες - κατέγραψε την ομιλία αυτή και σήμερα (50 χρόνια μετά) έχουμε την ευλογία να την ακούσουμε, με την ελπίδα να λυθεί το ζήτημα αυτό το συντομότερο για το καλό της Ορθοδοξίας! Αξίζει να ακούσουμε τις ορθές εκκλησιολογικές θέσεις που εξέφρασε ο μακαριστός καθηγητής, όπως τις παρέλαβε από τον πνευματικό του πατέρα, τον Άγιο πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομο Καβουρίδη (+1955).

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 18ο)

 Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+1985)

18. Επιθυμία για το καλό όλων

Ψέματα, συκοφαντίες και καταλαλιά. Υποκρισία. Χριστιανική φιλανθρωπία και καλοσύνη. Σωματική και πνευματική βοήθεια. Ιδιωτική και δημόσια φιλανθρωπία.

Ένα από τα σημαντικότερα μειονεκτήματα της σύγχρονης κοινωνίας είναι το ψέμα. Εκδηλώνεται με διάφορες μορφές, ειδικά με την συνήθη μορφή «ψέματος» στις ανθρώπινες συνομιλίες και με την μορφή εξαπάτησης στην επιχειρηματική ζωή. Η εύκολη θέαση αυτής της αμαρτίας που βρίσκεται πλέον παντού είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Θεωρείται κοινή πρακτική να υποστηρίζει κάποιος κάτι χωρίς να γνωρίζει αν είναι αλήθεια ή όχι. Λέτε: «δεν είμαι στο σπίτι», για να απαλλαγείτε από έναν επισκέπτη ή κάποιον ζητιάνο· αποκαλείτε τον εαυτό σας άρρωστο ενώ είστε υγιείς και τα λοιπά (αυτό περιλαμβάνει επίσης ψευδείς «φιλοφρονήσεις», κολακεία, έπαινο, και τα όμοια). Οι άνθρωποι ξεχνούν ότι τα ψέματα προέρχονται από τον διάβολο, για τον οποίον ο Σωτήρας Κύριος είπε ότι είναι ψεύτης και πατέρας του ψεύδους[1]. Επομένως, κάθε ψεύτης είναι συνεργός και όργανο του διαβόλου. Ακόμη και στην Παλαιά Διαθήκη ειπώθηκε: «βδέλυγμα Κυρίῳ χείλη ψευδῆ…»[2].

Ιδιαίτερα επικίνδυνα είναι είδη ψεμάτων όπως η καταλαλιά[3] και η συκοφαντία. Όλοι γνωρίζουν τι είναι η καταλαλιά: δίχτυα αποπλάνησης και ψεμάτων που υφαίνονται από τον διάβολο, που προκαλούν σύγχυση και σκοτεινιά στις καλές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Αυτό το λεγόμενο «κουτσομπολιό» -από ψέματα και άσκοπες κουβέντες- έχει γίνει αγαπημένο μέρος σχεδόν κάθε συζήτησης. Ακόμη χειρότερο και σοβαρότερο είναι η συκοφαντία, δηλαδή ένα σκόπιμο ψέμα εναντίον ενός ανθρώπου με σκοπό να τον βλάψει. Αυτή η συκοφαντία είναι ιδιαίτερα διαβολικό ψέμα, γιατί η ίδια η λέξη «διάβολος» σημαίνει ακριβώς «συκοφάντης…».

Όταν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός κατήγγειλε τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, συνήθως τους αποκαλούσε υποκριτές[4], επισημαίνοντας έτσι αυτό το σοβαρό είδος ψεύδους -την υποκρισία με την οποίαν ήταν γεμάτοι αυτοί οι φανταστικοί ηγέτες του λαού. Οι Φαρισαίοι ήταν ιεροπρεπείς στην όψη, μεγαλομανείς και δόλια μισητές της αλήθειας και της καλοσύνης στην καρδιά και την ψυχή. Γι’ αυτό, ο Κύριος τους παρομοίασε με ζωγραφισμένους τάφους, που είναι όμορφοι εξωτερικά, αλλά μέσα είναι γεμάτοι με νεκρά οστά και κάθε ακαθαρσία[5]. Σήμερα, στην πραγματικότητα, η θρησκευτική υποκρισία έχει μειωθεί, ωστόσο εξακολουθεί να είναι διαδεδομένη με την μορφή της προσποίησης και της επιθυμίας να μην είσαι, αλλά να φαίνεσαι. Ένας Χριστιανός προσπαθεί, φυσικά, να μην φαίνεται, παρά να είναι καλός, αλλά αυτό δεν είναι εύκολο, και συχνά δεν το παρατηρεί σχεδόν κανείς άλλος εκτός από τον Θεό που βλέπει τα πάντα. Και έτσι, πολλοί, ειδικά μεταξύ των νέων, προσπαθούν να φαίνονται πιο έξυπνοι, πιο όμορφοι, πιο προικισμένοι, πιο ανεπτυγμένοι, ακόμη και πιο ευγενικοί από ότι είναι στην πραγματικότητα (σε αυτή την ψεύτικη βάση υποστηρίζεται και  η τόσο κοινή συνήθεια και αγάπη για το ντύσιμο και τον καλλωπισμό). Και το αποτέλεσμα είναι πως ο δόλος και η ανειλικρίνεια που τόσο συχνά σήμερα καταστρέφουν τους ανθρώπους και την ευτυχία τους, αποδεικνύεται ότι βασίζονται στην πλάνη και όχι στην αλήθεια.

Ειπώθηκε ήδη ότι ο Χριστιανός στηρίζει την στάση του απέναντι στον πλησίον του πάνω στην αγάπη και ως εκ τούτου προσπαθεί να πράττει σε αυτὸν το καλό. Όποιος δεν κάνει καλό δεν είναι Χριστιανός. Και αυτή η καλοσύνη, αυτή η αγάπη προς τον πλησίον, πρέπει οπωσδήποτε να εκφράζεται με πράξεις ελέους και καλοσύνης προς όλους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Σωτήρας μάς πρόσταξε να αγαπάμε όχι μόνον αυτούς που μας αγαπούν, αλλά και εκείνους  που μας μισούν. Και στην συνομιλία του για την Έσχατη Κρίση, επεσήμανε ξεκάθαρα ότι είναι το πρώτο και κυριότερο που θα μας ζητηθεί σε αυτή την Δίκη[6]. Ούτε ο πλούτος, ούτε η φήμη, ούτε η μόρφωση θα έχουν την κύρια και ανεξάρτητη σημασία εκεί. Η βάση της Έσχατης Κρίσης θα είναι το τρομερό και μοιραίο ερώτημα για τους εγωιστές και φίλαυτους: «πώς υπηρετήσαμε τον πλησίον μας;». Ο Χριστός απαριθμεί έξι βασικούς τύπους σωματικής βοήθειας. Αναγνωρίζοντας τον εαυτό Του στην αγάπη, την συγκατάβαση και το έλεός Του για κάθε φτωχό και άπορο, λέει:

«Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με….»[7]. Αλλά δεν ήταν μάταια αυτά που είπε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Η μορφή του ελέους είναι ποικίλη και αυτή η εντολή είναι ευρεία». Ναι, η εντολή του ελέους καλύπτει ολόκληρη την ζωή ενός ανθρώπου και ο Κύριος έχει επανειλημμένα αποκαλύψει στους αγίους Του την παρηγορητική αλήθεια ότι τα έργα του ελέους και της συμπόνιας καλύπτουν (δηλ. συγχωρούν) τις πιο σοβαρές αμαρτίες ενός ανθρώπου.

Φυσικά, η χριστιανική βοήθεια δεν περιορίζεται στην σωματική βοήθεια. Υπάρχει επίσης πνευματική βοήθεια, σε πολλές περιπτώσεις ασύγκριτα πιο σημαντική και πολύτιμη. Μερικές φορές, για έναν απελπισμένο άνθρωπο, μια απλή λέξη ειλικρινούς συμπάθειας, παρηγοριάς και νουθεσίας είναι πιο πολύτιμη από οποιαδήποτε υλική υποστήριξη. Και ποιος θα αντιταχθεί στο γεγονός ότι το ζήτημα της σωτηρίας ενός ανθρώπου, μέσω της εγκάρδιας συμπάθειας και των οικείων συνομιλιών, για παράδειγμα, από την μέθη ή από το αμάρτημα της αυτοκτονίας, είναι μια υπηρεσία που δεν μπορεί να αποτιμηθεί με κανένα χρηματικό ποσό! Και για μια τέτοια πολύτιμη πνευματική βοήθεια -την σωτηρία της ανθρώπινης ψυχής- ο Απόστολος Ιάκωβος έγραψε ὀτι όποιος απομακρύνει έναν αμαρτωλό από το ψεύτικο μονοπάτι του θα σώσει μια ψυχή από τον θάνατο (τόσο εκείνου όσο και τού δικού του) και θα καλύψει πλήθος αμαρτιών[8].

Ολοκληρώνοντας τον λόγο μας για το καθήκον της φιλανθρωπίας προς τον πλησίον, ας διευκρινίσουμε επίσης το ζήτημα της διαφοράς μεταξύ της προσωπικής (ιδιωτικής) και δημόσιας φιλανθρωπίας. Παραδείγματα της πρώτης είναι η παροχή ελεημοσύνης σε έναν τυφλό ή έναν ζητιάνο που συναντάς, η υποδοχή ενός ορφανού από φτωχή οικογένεια και λοιπά. Παραδείγματα της δεύτερης είναι η ίδρυση φιλανθρωπικών συλλόγων, ηθικών σωματείων, μορφωτικών οργανισμών, καταφυγίων για παιδιά ή αρρώστους και ηλικιωμένους και άλλα. Το κύριο πλεονέκτημα της φιλανθρωπίας του πρώτου είδους είναι, αναμφίβολα, το γεγονός ότι ο Κύριος μίλησε παντού γι’ αυτήν στο Ευαγγέλιο. Και, φυσικά, αυτό το είδος προσωπικής φιλανθρωπίας είναι ακριβώς μια τέτοια προσωπική βοήθεια που μπορεί να δημιουργήσει άκρως χριστιανικές σχέσεις συμμετοχής, ευγνωμοσύνης και αμοιβαίας αγάπης μεταξύ των ανθρώπων. Αλλά το μειονέκτημα αυτού του είδους φιλανθρωπίας είναι ότι υπάρχει συχνά μια ευρεία ευκαιρία για εξαπάτηση, ανεντιμότητα και επαιτεία. Συχνά οι πιο ενοχλητικοί ζητιάνοι είναι εκείνοι οι οποίοι στην πραγματικότητα δεν αξίζουν καθόλου βοήθεια, ενώ άνθρωποι που έχουν πραγματικά ανάγκη δεν τολμούν να ζητήσουν βοήθεια. Και ποιος δεν ξέρει σε τι χρησιμοποιείται συχνά η ελεημοσύνη από ένα κέρμα ή ένα χαρτονόμισμα…

Αυτό απέχει από εκείνο που συμβαίνει στην δημόσια φιλανθρωπία, όχι τυχαία, αλλά συστηματική και οργανωμένη, και αποφέροντας σημαντικά οφέλη σε πολλούς. Είναι αλήθεια ότι περιέχει πολύ λιγότερους από αυτούς τους ζωντανούς δεσμούς προσωπικής αγάπης και εμπιστοσύνης που υπάρχουν στην κατ’ ιδίαν βοήθεια, αλλ’ ο καθένας που δίνει μια θυσία ή μια συνεισφορά εδώ, γνωρίζει ότι με αυτόν τον τρόπο συμμετέχει ως ζωντανός Χριστιανός σε κάτι πραγματικά σοβαρό και πολύτιμο, και είναι σε μεγάλο βαθμό ασφαλισμένος έναντι της εξαπάτησης και της ανέντιμης επαιτείας, που τόσο συχνά συνοδεύουν την ιδιωτική φιλανθρωπία.

(συνεχίζεται)


[1] «Ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (Ιω. η΄ 44).
[2] Παρ. ιβ’ 22.
[3] Κοινώς το κουτσομπολιό.
[4] Ματθ. κγ΄ 13-15.
[5] Ματθ. κγ΄  27.
[6] Ματθ. κε΄ 31-46.
[7] Ματθ. κε΄ 35-36.
[8] «Ὁ ἐπιστρέψας ἁμαρτωλὸν ἐκ πλάνης ὁδοῦ αὐτοῦ σώσει ψυχὴν ἐκ θανάτου καὶ καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν» (Ιακ. ε΄ 20).

Πέμπτη 21 Μαρτίου 2024

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΝΟΗΜΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ (Τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Νάσσου)


ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΟΜΙΛΙΑΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ π. ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ Α΄ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ, Ι.ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΔΑΦΝΗ 2024

Στήν ὁμιλία του ὁ π. Νικηφόρος ἀρχικά εὐχαρίστησε τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπό μας κ. Καλλίνικο, γιά τήν ἀνάθεση σ᾿ αὐτόν, τῆς διακονίας τοῦ λόγου στόν Κατανυκτικό Ἑσπερινό τῆς Συγχωρήσεως.


Στή συνέχεια εἶπε ὅτι εἶναι ὠφέλιμο νά διατρέξουμε σύντομα τίς Κυριακές τοῦ Τριωδίου, ὥστε νά ἀνιχνεύσουμε τό θεολογικό καί πνευματικό νόημα κάθε Κυριακῆς, προκειμένου νά δοῦμε τί ἔχει νά προσφέρει στή δική μας τή ζωή καί τήν πνευματική πορεία μέσα στό πέλαγος τῆς Ἁγίας καί Μεγαλης Τεσσαρακοστῆς. Κατόπιν διεξῆλθε τό θέμα τῆς ὁμιλίας του ὡς ἑξῆς:


 πρώτη Κυριακή, τοῦ Τελώνου και Φαρισαίου, διδάσκει πῶς νά
ἀποφύγουμε τήν «ὑψηγορίαν», τήν κομπορημοσύνη τοῦ Φαρισαίου καί πῶς νά μιμηθοῦμε τό «ταπεινόν ἐν στεναγμοῖς» τοῦ Τελώνου, πού ἔλεγε βαθυστένακτα, χτυπώντας τό στῆθος του, ἐκεῖ σέ μιά γωνιά τοῦ Ναοῦ: «ὁ Θεός, ἱλάσθητί μου τῷ ἁμαρτωλῷ». Ὁ δεύτερος «κατέβη δεδικαιωμένος», σύμφωνα μέ τήν παραβολή. Σύμφωνα μέ αὐτά ὀφείλουμε να κατανοήσουμε τό ἀπαραίτητο τῆς ταπεινώσεως, πού εἶναι ἡ γνώση τῶν κτιστῶν ὁρίων μας, τῆς τρεπτότητας καί πτωτικότητάς μας.

 Κυριακή τοῦ Ἀσώτου μᾶς φέρνει στό νοῦ μας τό ἀπαραίτητο
στοιχεῖο ἐκεῖνο πού φέρνει τή μετάνοια, τό «ἐλθών εἰς ἑαυτόν». Μέ αὐτό ἐπιστρέφουμε στήν πατρική ἀγκάλη καί εἰσερχόμαστε στόν οἶκο τοῦ Πατρός. Ἑπομένως, ἡ μετάνοια εἶναι ἡ κεντρική διήκουσα ἔννοια τοῦ Τριωδίου, ἀλλά καί τό κύριο χαρακτηριστικό τῆς πνευματικῆς πορείας μας.

Στό νόημα τῆς ἑπομένης Κυριακῆς, τῆς Ἀπόκρεω, θά σταθοῦμε λίγο
περισσότερο. Ἀκούσαμε στήν ὑμνολογία περί ἀναστάσεως Νεκρῶν καί Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου, σύμφωνα μέ τό Σύμβολον τῆς Πίστεως. Ἀκούσαμε καί στήν εὐαγγελική περικοπή νά λέγεται «καί ἀπελεύσονται οὖτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον οἱ δε εἰς ζωήν αἰώνιον». Γιατί, ἄραγε, νά εἶναι αἰώνιες οἱ δύο αὐτές καταστάσεις; Διότι εἶναι αἰώνιος ὁ Θεός. Καί τί εἶναι αὐτό πού λέμε Παράδεισος καί Κόλαση; Τόποι ὑλικοί; Ὄχι βεβαίως, ἀφοῦ ἐκεῖ δέν ὑπάρχει χῶρος αἰσθητός, διότι ἔχουμε τήν κατάργηση τοῦ χωροχρόνου. Ἑπομένως, δέν πρόκειται γιά τόπο, ἀλλά γιά τρόπο. Εἶναι τρόπος βιώσεως ἑνός καί τοῦ αὐτοῦ γεγονότος. Οὐσιαστικά, Παράδεισος καί Κόλαση δέν εἶναι ἀμοιβή καί τιμωρία, ἀλλά εἶναι μετοχή. Αὐτή τή λεξη χρησιμοιοῦν πολλοί Πατέρες. Εἶναι μετοχή στή θέα τοῦ Θεοῦ. Νά τό ἐξηγήσουμε. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός θά ἐμφανισθεῖ κατά τήν Δευτέρα Παρουσία Του «ἐν δόξῃ». Θά τόν δοῦν ὅλοι. Ἀλλά ὅμως, αὐτή ἡ θέα τοῦ Χριστοῦ θα εἶναι διαφρετική ἀπό τον κάθε ἄνθρωπο, ἀνάλογα μέ τό πῶς σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή τοποθετήθηκε ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἐδῶ ἔζησε πνευματικά, ἄν μετανόησε καί ζήτησε στή ζωή του τόν Θεό, τότε θά τόν βλέπει αἰωνίως καί αὐτή ἡ θέα που εἶπαμε, θα εἶναι γι᾿ αὐτόν φῶς, χαρά, εὐφροσύνη.Αὐτό εἶναι ὁ Παραδεισος. Ἀντίθετα, γιά ὅποιον δέν ἑτοιμάστηκε στή ζωή αὐτή καί δέν δέχτηκε τόν Χριστό, θά τόν βλέπει καί αὐτός στόν μέλλοντα αἰῶνα, ἀλλά αὐτή ἡ θέα τοῦ Χριστοῦ θά εἶναι γι᾿ αὐτόν καύση, φωτιά, κόλαση.


Μεταξύ ἄλλων Πατέρων,ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ἐκφράζει ἀκριβῶς αὐτήν τήν πραγματικότητα. Γράφει ὁ ἅγιος ὅτι ὁ Θεός στον μέλλοντα αἰῶνα, «πάντας συνέξει», θά συνέχει ὅλους. «Ἀλλ᾿ οὐχί πάντες ἴσως μεθέξουσι», δηλαδή δέν θά μετέχουν ὅλοι μέ τόν ἴδιο τρόπο στή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἄλλοι θά φωτίζονται ἀπό τόν Θεό καί ἄλλοι θά τόν βιώνουν ὡς «πῦρ καταναλίσκον». Ὁ Ὠριγένης προσπάθησε νά ἐκλογικεύσει τό μυστήριο τῆς άγάπης τοῦ Θεοῦ καί εἶπε ὅτι, ἀφοῦ ὁ Θεός ἀγαπᾶ τους πάντες, κάποια στιγμή θά τούς ἀποκαταστήσει, θά σώσει ὅλους, ἀκόμη καί τούς δαίνομες. Δίδασκε δηλαδή ὁ Ὠριγένης ὅτι θά ἔχει τέλος ἡ Κόλαση. «Πάντων ἀσεβῶν τε ἀνθρώπων καί δαιμόνων ἡ κόλασις τέλος ἔχει. Καί ἀποκατασταθήσονται ἀσεβεῖς τε καί δαίμονες εἰς τήν προτέραν αὐτῶν τάξιν». Δέν εἶναι ὅμως ἔτσι. Ὁ Θεός ἀγαπάει, ἀλλά ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν θέλει τόν Θεό, δέν μπορεῖ ό Θεός νά ἀλλάξει τήν ἐπιλογή τοῦ αὐτεξουσίου τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία ἐπιλογή θά τόν ἀκολουθεῖ αἰώνια.

 

Συνεχίζουμε τήν ἀναφορά μας μέ τήν ἑπόμενη Κυριακή, τῆς
Τυροφάγου, ὅπως λέγεται. Ἐδῶ γίνεται λόγος στήν ὑμνολογία γιά τόν ἐπίγειο Παράδεισο, τόν αἰσθητό χῶρο, ὅπου ὁ Θεός τοποθέτησε τόν ἄνθρωπο μετά τήν δημιουργία του, ἀφοῦ τόν κόσμισε μέ τόσα χαρίσματα καί τοῦ παρεῖχε τό «κατ᾿ εἰκόνα», μέ σκοπό νά φθάσει, ἀγωνιζόμενος σταδιακά, στό «καθ᾿ ὁμοίωσιν», δηλαδή τή χαρισματική ὁμοίωση μέ Αὐτόν, τή θέωση.


 ἄνθρωπος ὅμως ἁμάρτησε, ἀπομακρύνθηκε ἀπό τον Θεό, ἀφοῦ τον ἀγνόησε. Εἶναι ἡ Πτωση των πρωτοπλάστων, ὅπως διαβάζουμε στά κείμενα. Ἀπό ἐκεῖ εἰσῆλθαν στη φυση μας τα ταγικά ἀποτελἐσματα τῆς ἀποστασίας ἀπό τόν Θεό. Δέν κληρονομήσαμε τήν ἐνοχή τοῦ Ἀδάμ, ὅπως πιστεύουν στή Δύση, ἀλλά τίς συνέπειες τῆς Πτώσεως, πού εἶναι ἡ φθορά, ἡ θνητότητα, οἱ ἀσθένειες, ὁ θάνατος. Ὅλα αὐτά εἰσόρμησαν στή φύση μας, ὡς συνέπειες τῆς προπατορικῆς Πτώσεως. «Νενόσηκεν ἡμῶν ἡ φύσις τήν ἁμαρτίαν, διά τοῦ ἑνός, τουτέστιν Ἀδάμ», γράφει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. Πρέπει νά ποῦμε ἐδῶ ὅτι οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας δέν χρησιμοποιοῦν δικανική ὁρολογία στά περί τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά ἰατρική. Οἱ Πατέρες μιλοῦν μέ ὀντολογικούς ὅρους. Μιλοῦν δηλαδή γιά ζωή καί θάνατο. Εἶσαι σέ κοινωνία καί σχέση μέ τόν Θεό πού εἶναι ἡ Ζωή; Τότε ἔχεις καί σύ ζωή. Ἀποκόπτεσαι καί ἀλλοτριώνεσαι ἀπό τόν Θεό;Τότε εἶσαι νεκρός πνευματικά. Νά γιατί ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει: «Ζωή γάρ ὁ Θεός, στέρησις δέ ζωῆς ὁ θάνατος. Ὥστε τόν θάνατον ὁ Ἀδάμ, διά τῆς ἀναχωρήσεως τοῦ Θεοῦ κατεσκεύασεν». Ναί, ὁ Θεός δέν ἔκανε τόν θάνατον, «ὁ Θεός θάνατον οὐκ ἐποίησε», διαβάζουμε στήν Παλαιά Διαθήκη». Ὁ θάνατος ἦλθε ὡς συνέπεια τῆς Πτώσεως καί ἀπομακρύνσεως ἀπό τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς.


Διά τῆς Πτώσεως ἀμαυρώθηκε τό «κατ᾿ εἰκόνα» καί χάθηκε ἡ προοπτική τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν». Μέ τήν ἐνανθρώπησή Του ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Νέος Ἀδάμ, ὅπως ὀνομάζεται, ἀνέκτισε τό «κατ᾿ εἰκόνα» καί ἔτσι δόθηκε ἡ δυνατότητα τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν», πού χαρίζει ὁ Θεός στόν ἀγωνιζόμενο πιστό ἐντός τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας Του. Καί φυσικά καταργήθηκε ὁ θάνατος. «Ἀμφότερα γάρ ἐφιλανθρωπεύσατο ὁ Σωτῆρ», γράφει ὁ Μεγας Ἀθανάσιος: «καί τόν θάνατον ἠφάνιζε, καί ἐκαίνισεν ἡμᾶς». Καί ἐξαφάνισε τόν θάνατο (ἀφοῦ γιά τούς δικαίους εἶναι ἕνας ἁπλός ὕπνος), καί μᾶς ἀνακαίνισε. Καί εἶναι γνωστές αὐτές οἱ διατυπώσεις στά Ἀποστολικά κείμενα: «ἀνακαίνισις», «ἀνάπλασις», «ἀναδημιουργία», «καινή κτίσις». Ὅλα εἶναι συνώνυμα καί δείχνουν τό ἔργο τῆς ἀναδημιουργίας μας ἐν Χριστῷ.

 

ς μεταβοῦμε στήν ἑπόμενη Κυριακή, τήν Α΄ τῶν Νηστειῶν. Εἶναι ἡ
Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας. Τί εἶναι, ὅμως, ἡ Ὀρθοδοξία; Δέν εἶναι ἰδεολογία. Οὔτε εἶναι μιά κοσμική θριαμβολογία. Εἶναι ὁμολογία ὅτι ἡ παρουσία τοῦ ἀκτίστου στόν κόσμο δίνει τή δυνατότητα στό κτιστό νά ἑνωθεῖ μέ τό ἄκτιστο, στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ ὁμολογία πού διατυπώνει ὁ πρωτοκορυφαῖος Πέτρος, ὅτι «οὐκ ἐστιν ἐν ἄλλῳ ἡ σωτηρία, εἰμί ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ», δέν μπορεῖ κανείς νά σωθεῖ καί νά φθάσει στήν κατά Χάριν θέωση, χωρίς τήν ἀποδοχή τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Νά γιατί οἱ αἱρέσεις δέν εἶναι ἁπλῶς κάποιες θεωρίες, ἀλλά εἶναι ἡ καταστροφή τῆς δυνατότητας σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ λανθασμένη πίστη δέν σὠζει, δέν ὁδηγεῖ στήν ἕνωση τοῦ κτιστοῦ μέ τό ἄκτιστο. Πῶς λ.χ. μπορεῖ νά σώσει ἕνας Θεός, ὅταν δέν εἶναι καί τέλειος ἄνθρωπος, ὅπως διδάσκει ἡ Ἐκκλησία, ἄν ἡ θεία φύση ἀπορρόφησε τήν ἀνθρώπινη, ὅπως κηρύσσουν οἱ Μονοφυσῖτες; Νά σημειώσουμε ὅτι καί ἡ Εἰκονομαχία προσέλαβε τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου, μέ τήν μή δυνατότητα ἀπεικονίσεως τοῦ Σαρκωθέντος Λόγου, πού κήρυσσε. Βασικά οἱ περισσότερες αἱρέσεις κατέλυαν τήν Χριστολογία, τή Διδασκαλία περί τοῦ Προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον ἡ Ἐκκλησία διεξήγαγε τόσους ἀγῶνες διεξήγαγε μέσα ἀπό Οἰκουμενικές Συνόδους γιά τή διατύπωση καί ὁριοθέτηση τοῦ Δόγματος. Ἐννοεῖται πώς τό Δόγμα δέν ἔχει ἐξέλιξη καί προοδευτική ἀποκάλυψη (ὅπως ἰσχύει στόν παπισμό), ἀλλά ἔχει διατύπωση καί ὁριοθέτηση.

 ἀμέσως ἑπόμενη Κυριακή, πού ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τόν ἅγιο
Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, θεωρεῖται ὡς μία συνέχεια τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτό διότι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, εἶναι ἕνας μεγάλος Θεολόγος καί μεγάλος πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ ὁποῖος στήν ἐποχή του ἐπαναδιατύπωσε τήν πρό αὐτοῦ Παράδοση, λόγω τῶν προκλήσεων τῶν αἱρετικῶν. Ὁ Ἅγιος ἀντιπαρατάχθηκε στή Δυτική θεολογία, πού κήρυσσε ἕναν θεό ἀμέθεκτο, τόν θεό τοῦ Ἀκινάτη, ἕναν θεό πού ἀγαπᾶ πολύ τόν κόσμο, ἀλλά μέσα του! Ἀφοῦ ἐκεῖ ταυτίζουν οὐσία καί ἐνέργεια στόν Θεό, ἀποκλείοντας τό ἄκτιστο τῶν θείων ἐνεργειῶν, ὁ θεός μένει καθ᾿ ἑαυτόν. Μέ ἄλλα λόγια, κηρύσσουν ἕναν ἥλιο, πού κρατάει τό φῶς γιά τόν ἑαυτό του καί δέν στέλνει τίς ἀκτῖνες του στή γῆ.


 Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τοῦ ὁποίου τήν Διδασκαλία ἡ Ἐκκλησία ἐπικύρωσε μέ τίς λεγόμενες Ἡσυχαστικές Συνόδους, κήρυξε τόν Ἀληθινό Θεό, τόν ἀκατάληπτο και ἀπρόσιτο στήν οὐσία Του (ἀφοῦ κανείς ποτέ δέν εἶδε την θεία φύση), ἀλλά προσιτό καί καταληπτό μέσα ἀπό τίς ένἐργειες Του. Καί ἔλεγε ὁ ἱερός Πατήρ μέ πόνο στόν Βαρλαάμ: «Ἄν σύ ἀνέλῃς τό συνδοῦν μεταξυ τοῦ ἀμεθέκτου καί τῶν μεθεκτῶν», δηλαδή, ἄν ἐσύ καταστρέψεις τή γέφυρα, μέ τήν ὁποία ὁ Θεός ἐπικοινωνεῖ με τον κόσμο (αὐτό εἶναι τό «συνδοῦν», ὁ σύνδεσμος), τότε, «ὤ τῆς ζημίας, διέστειλας ἡμᾶς τοῦ Θεοῦ», μᾶς χώρισες, λέει, ἀπό τόν Θεό! Μετέχουμε λοιπόν στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖες εἶναι ἄκτιστες. Συγκεκριμένα μετέχουμε στις ἰδιότητες τῆς θείας Ἐνεργείας. Νά πῶ ἕνα παράδειγμα, πού οἱ Πατέρες χρησιμοποιοῦν. Εἶναι τό παράδειγμα τοῦ πυρακτωμένου σιδήρου. Ὁ σίδηρος μεταφέρει τά στοιχεῖα τῆς ἐνεργείας τῆς φωτιᾶς, τό καυστικό, το φωτιστικό κ.λπ. Ἡ φωτιά διά τῆς ενεργείας της μετέφερε ἰδιότητες στό σίδηρο. Ἄν ἡ φωτιά εἶχε μεταφέρει τήν ἴδια τήν οὐσία της, δέν θά ὑπῆρχε σίδηρος, θά εἶχε άφανισθεῖ. Ἡ ἐνέργεια λοιπόν εἶναι ὁ μεταφορέας τῶν ἰδιοτήτων. Ἔτσι λοιπόν, ἐμεῖς δέν μετέχουμε στή φύση τῆς θείας Ἐνεργείας, ἀλλά μετέχουμε στίς ἰδιότητές της.


πειδή ὅμως, ἀδελφοί μου, μπορεῖ νά σκεφθεῖτε ὅτι τά ἀνωτἐρω εἶναι βαθειά θεολογικά, ἐνῶς ἐσεῖς θέλετε κάτι πιό ἁπλό, δηλαδή τί μποροῦμε να πάρουμε ἀπό τον ἅγιο Γρηγόριο τον Παλαμᾶ, θά σᾶς πῶ εὐχαρίστως τί μποροῦμε νά ἀντλήσουμε ἀπό αὐτόν τόν μεγάλο πατέρα. Ὁ Ἅγιος δίδασκε τή νοερά προσευχή καί προέτρεπε τούς μαθητές του νά λεγουν τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με». Ὁ ἴδιος ὅμως, ἐκτός ἀπό τήν προσευχή αὐτή, ἔλεγε μιά ἄλλη προσευχή, δηλωτική τῆς βαθυτάτης ταπεινώσεώς του. Ἔλεγε: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, φώτισόν μου τό σκότος»! Αὐτό εἶναι γιά μᾶς τό μεγάλο δίδαγμα τῆς ταπεινώσεως. Ἄν αὐτός ὁ θεόπτης, πού κήρυτε τό ἄκτιστο φῶς, ἀλλά καί ἔβλεπε τό φῶς, θεωροῦσε τόν ἑαυτό του σκοτισμένο καί παρακαλοῦσε τόν Θεό νά τοῦ φωτίσει τό σκότος, τί πρέπει νά ποῦμε ἐμεῖς; Ἄς ζητοῦμε τό θεῖο φωτισμό καί τό ἔλεος τοῦ Κυρίου.

Στό μέσον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς προβάλλεται ὁ
Σταυρός τοῦ Κυρίου, εἶναι ἡ Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, ὅπως λέγεται. Αὐτός ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου «προανεκηρύττετο καί προετυποῦτο μυστικῶς ἐκ γενεῶν ἀρχαίων», ὅπως γράφει σέ σχετικό λόγο του ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, καί συμπληρώνει ὅτι κανείς ποτέ δέν συμφιλιώθηκε μέ τόν Θεό χωρίς την δύναμη τοῦ Σταυροῦ, «οὐδείς ποτε κατηλλάγη τῷ Θεῷ χωρίς τῆς τοῦ Σταυροῦ δυνάμεως». Τό μυστήριον τοῦ Σταυροῦ, σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο, φέρει διπλή ἐνέργεια. Ἡ πρώτη συνδέεται μέ τήν ἑκούσια σταύρωση τοῦ ἀνθρώπου, τή νέκρωση τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος. Καί ἡ δεύτερη συνδέεται μέ τή θεωρία τοῦ Θεοῦ, τήν θεοπτία, όπως λέγεται.


 Ἐκκλησία θέτει στό μέσον τοῦ Ναοῦ τόν Σταυρό, στή μέση τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, προκειμένου νά ἀντλήσουμε ἀπό αὐτόν δύναμη γιά τόν ἀγῶνα μας. Μέ τήν εὐκαιρία νά ποῦμε, ὅτι ἡ θέση τοῦ Σταυροῦ βρίσκεται στό Ἱερό Βῆμα, πίσω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα, ὅπως μεταξύ ἄλλων Πατέρων μαρτυρεῖ τόν 14ο αἰῶνα ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ὁ Μυσταγωγός. Σαφέστατα ὁ Ἅγιος, στό κλασικό ἔργο του «Ἅπαντα», δηλώνει ὅτι, «διά τοῦτο καί ἵσταται ἐξ ἀνατολῶν ὄπισθεν τοῦ θυσιαστηρίου, αὐτό τό εὐλογημένον ὄργανον τῆς Θυσίας, ὁ Θεῖος Σταυρός». Καί ἀλλοῦ λέγει: «Εἶτα (ὁ ἱερεύς) εἰς τό θυσιαστήριον εἰσελθών, καί ἀφ᾿ οὗ ἐκεῖ θυμιάσῃ καί ἀποθέσῃ τό θυμιατήριον, λαμβάνει τόν Τίμιον Σταυρόν ἱστάμενον ὄπισθεν τοῦ ἱεροῦ θυσιαστηρίου». Ἀλλά καί αἰῶνες νωρίτερα, τόν 8ο αἰῶνα μαρτυρεῖται ἀπό κείμενα περί τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου Κωνσταντινουπόλεως, ὅτι ἡ θέση τοῦ Σταυροῦ εἶναι πίσω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα. Νά γνωρίζουμε ὅτι τό Μυστήριον τῆς θ. Οικονομίας θεωρεῖται ὡς ἑνιαῖο καί ἀδιάσπαστο καί δέν θεωρεῖται ἀποσπασματικά, ὅπως συμβαίνει μέ τούς Προτεστάντες, μέ τόν ὑπερτονισμό κάποιων ἐκ τῶν σωτηριωδῶν γεγονότων καί μείωση ἄλλων ἐξ αὐτῶν. Σταυρός καί Ἀνάσταση δέν χωρίζονται, ἀλλά συνθεωροῦνται, ὅπως ἐπίσης, καί παρόντα καί ἔσχατα, λειτουργικῶς.

 

 Δ΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν θά μᾶς παρουσιάσει ἕναν μεγάλο
Ἀσκητή, τόν ὅσιο Ἰωάννη τόν Σιναΐτη. Ἀσκεῖται εἴκοσι χρόνια στό κοινόβιο καί ἄλλα σαράντα στήν Ἔρημο. Ἡ ἁγιοπνευματική του ἐμπειρία παράγει τό γνωστό βιβλίο, τήν Κλίμακα, πού θεωρεῖται ὡς εὐαγγέλιο τῆς μοναχικῆς ζωῆς. Δέν εἶναι, ὅμως, ἀποκλειστικά καί μόνο γιά μοναχούς, ἀλλά καί γιά λαϊκούς σέ πολλά πού γράφει, ἀφοῦ κοινή εἶναι ἡ πνευματική ζωή. Ἡ «Κλῖμαξ» τῶν 30 βαθμίδων, κάνει λόγο περί ἀρετῶν, πού πρέπει νά καλλιεργήσουμε, στήν ἄνοδο αὐτή πρός τόν Θεό.


μιλεῖ καί περί παθῶν τά ὁποῖα εἶναι δυνάμεις τῆς ψυχῆς, πού λειτουργοῦν κατά φύσιν στόν πνευματικό ἄνθρωπο. Στήν πτωτική, ὅμως, κατάσταση λειτουργοῦν παρά φύσιν. Γι᾿ αὐτό καλούμαστε νά μεταμορφώσουμε, νά μεταστοιχειώσουμε αὐτές τίς δυνάμεις σέ θεοειδεῖς ἕξεις, ὅπως λέγουν οἱ Πατέρες. Εἶναι μεγάλο τό ζήτημα αὐτό καί ὑπάρχουν πλεῖστες ἀναφορές στή νηπτική Θεολογία. Δέν ἐξαφανίζουμε τά πάθη, άλλά τά μεταμορφώνουμε ἐν Χριστῷ, προκειμένου νά λειτουργοῦν κατά φύσιν οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Δηλαδή, μέ ἁπλά λόγια, δέν μᾶς λέει νά μήν ἀγαποῦμε σωστά, οὔτε νά μήν ἐπιθυμοῦμε, ἀλλά νά ἐπιθυμοῦμε ὀρθά. Δέν μᾶς λέει νά μήν θυμώνουμε, ἀλλά νά θυμώνουμε σωστά, δηλαδή νά θυμώνουμε κατά τῶν παθῶν καί τοῦ διαβόλου καί ὄχι κατά τῶν συνανθρώπων μας.


Ἡ Ε΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἔχει κάτι παράδοξο, μιά ἀνατροπή, ἕνα
σκάνδαλο στή λογική μας θά ἔλεγα. Κάτι ἄλλο ἴσως ἀναμέναμε. Θά μποροῦσε ἡ Ἐκκλησία νά παρουσιάσει ἕναν Μέγα Βασίλειο, ἕναν Μέγα Ἀντώνιο, ἕναν Σάββα ἡγιασμένο, «ἀφορισμένον» ἐκ κοιλίας μητρός. Καί ὅμως, ἡ Ἐκκλησία, ἀντί αὐτῶν, προβάλλει μία διαβεβοημένη γυναῖκα, Μαρία τήν Αἰγυπτία, καί τῆς ἀφιερώνει τήν Ε΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν. Τήν προβάλλει ὡς πρότυπο μετανοίας, ἀφοῦ ὑπῆρξε τρομερή ἡ ἄσκηση καί ἡ μετάνοιά της μετά ταῦτα. Λέει τό Ἐξαποστειλάριο: «Ὑπόδειγμα μετανοίας σέ ἔχομεν πανοσία». Ὄχι ἁπλῶς ὁσία, ἀλλά πανοσία. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας θέλει νά μᾶς παρακινήσει στή μετάνοια, πού εἶναι τό ἀπαραίτητο στοιχεῖο τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Ἡ μετάνοια, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ εἶναι «ἀρχή καί μεσότης καί τέλος τῆς τῶν Χριστιανῶν πολιτείας».

 

Μέ ὅλα τά πρεοειρημένα ἡ Ἐκκλησία μᾶς προετοιμάζει νά ἑορτάσουμε τά Ἄχραντα Πάθη, τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας. Εἴπαμε ἐν συντομίᾳ γιά τό θεολογικό νόημα τῶν Κυριακῶν τοῦ Τριωδίου. Θά περατώσουμε τήν ὁμιλία μας μέ τίς εὐκαιρίες τοῦ πνευματικοῦ ἀνεφοδιασμοῦ μέσα στήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Οἱ ευκαιρίες εἶναι πολλἐς. Ἡ Ἐκκλησία πυκνώνει τίς ἱερές Ἀκολουθίες. Ἔτσι, ὑπάρχουν τά Μ. Ἀπόδειπνα, ὅπου θά διαβάζουμε ὅτι «μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός». Ἔχουμε ἔτσι την αἴσθηση ὅτι εἶναι μαζί μας ὁ Θεός, τον ἔχουμε «ἐν ἡμῖν, ένοικοῦντα και ἐμπεριπατοῦντα», ὅπως λέγουν κάποιες Εὐχές. Ὑπάρχει ἡ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων, μιά Μυσταγωγία, μιά μεγάλη εὐκαιρία, ὅπου ἡ Μητέρα και τροφός μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ να μετάσχουμε στήν ἀθάνατο «βρῶση καί πόση» τοῦ Παναγίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Κυρίου. Ὁ Χερουβικός ὕμνος εκεῖ λέγει: «πίστει καί πόθῳ προσέλθωμεν, ἵνα μέτοχοι ζωῆς αἰωνίου γενλωμεθα». Ναί, γινόμαστε μέτοχοι τῆς αἰωνίου ζωῆς, ὅταν κοινωνοπυμε μέ προετοιμασία, διότι ἡ αἰώνια ζωή βιώνεται καί μέσα στό παρόν τῆς ἱστορίας, μέσα στά ἱερά Μυστήρια, στή θεία Εὐχαριστία πού ἐνεργεῖ στούς μετέχοντες τήν ἐσχατολογική πρόγευση τῆς οὐρανίου Βασιλείας. Ταυτόχρονα, κάθε Παρασκευή τώρα μέσα στή Μεγάλη Τεσσαρακοστή, θά ἔχουμε τήν εὐκαιρία, ἀκούγοντας τούς Χαιρετισμούς τῆς Θεοτόκου, νά ἀντλοῦμε δύναμη ἀπό τήν Παναγία Μητέρα μας, αὐτή πού εἶναι τό «μεθόριον μεταξύ κτιστῆς και ἀκτίστου φύσεως», ἀλλά καί ἡ ἐλπία καί ἐνίσχυση καί παρηγορία μας στόν ἀγῶνα τόν πνευματικό.


ς προσπαθήσουμε λοιπόν, ὅσο γίνεται νά μετέχουμε στίς εὐκαιρίες αὐτές πού μᾶς προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, ὥστε νά προετοιμασθοῦμε δι᾿ εὐχῶν σας Μακαριώτατε Δέσποτα, νά ἑορτάσουμε πραγματικό Πάσχα, πού σημαίνει διάβαση, πέρασμα, «ἐκ τοῦ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν», Ἀμήν.