† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: Εὐαγγέλιον - Ὁ Σταυρός Τοῦ Χριστοῦ (Τό χάλκινο φίδι - Πόσο μᾶς ἀγάπησε!)

 

Εἶπεν ὁ Κύριος· 13 καὶ οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ. 14 καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, 15 ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 16 οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 17 οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ.
Ο Σταυρός του Χριστού

Το χάλκινο φίδι

Η Κυριακή πριν από την εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού μας προετοιμάζει πνευματικά για να συναισθανθούμε το μέγα μυστήριο της σταυρικής θυσίας του Κυρίου μας. Το ευαγγελικό ανάγνωσμα μας μεταφέρει σε μία ιερή συζήτηση μέσα στη νύχτα, όπου ο Κύριος απεκάλυψε στον κρυφό μαθητή του Νικόδημο το μέγα μυστήριο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. Κανείς από τους ανθρώπους, είπε, δεν έχει ανεβεί στον ουρανό, παρά μόνο εγώ που κατέβηκα από τον ουρανό και έγινα άνθρωπος. Κι ενώ τώρα είμαι στη γη, εξακολουθώ να είμαι και στον ουρανό. Και όπως κάποτε ο Μωυσής κρέμασε ψηλά το χάλκινο φίδι για να σώζονται μ’ αυτό οι Ισραηλίτες από τα θανατηφόρα δαγκώματα των φιδιών της ερήμου, έτσι σύμφωνα με το μυστηριώδες σχέδιο του Θεού πρέπει να υψωθώ εγώ ψηλά πάνω στο σταυρό.

Ποια όμως είναι η βαθύτερη σχέση ανάμεσα στο γεγονός αυτό της Παλαιάς Διαθήκης με τη σταύρωση του Κυρίου μας; Εκεί στην έρημο συνέβαινε κάτι το συνταρακτικό. Είχαν παρουσιαστεί φίδια φαρμακερά και τρύπωναν στις σκηνές των Ισραηλιτών. Φίδια αμέτρητα δάγκωναν όσους έβρισκαν μπροστά τους. Κι αυτοί με πόνους δυνατούς και κραυγές απελπιστικές σε λίγη ώρα έπεφταν νεκροί! Οι Ισραηλίτες τρομοκρατημένοι άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι τιμωρούνται για τις πολλές τους αμαρτίες. Σκέφτηκαν ότι μόνον ο Θεός μπορούσε να τους σώσει. Έτρεξαν λοιπόν στον Μωυσή κι εκείνος με όλη του την ψυχή παρακαλούσε τον Θεό να τους σώσει. Και ο Θεός, σαν αγαθός πατέρας, επειδή είδε ότι μετανόησε ο λαός, άκουσε την προσευχή του Μωυσή και του λέει:
Φτιάξε ένα φίδι χάλκινο και κρέμασέ το σε ένα ξύλο. Και πες στους Ισραηλίτες: «Καθένας που θα τον δαγκώσει φίδι, να κοιτάζει το χάλκινο αυτό φίδι και θα σώζεται από το θάνατο». Και το θανατικό σταμάτησε, οι Ισραηλίτες σώθηκαν.

Γιατί όμως ο Κύριος συσχετίζει το γεγονός αυτό με τη δική του σταύρωση; Το χάλκινο φίδι το ύψωσε ο Μωυσής καρφωμένο σε ξύλο. Στο τίμιο ξύλο του σταυρού υψώθηκε κρεμασμένος κι ο Χριστός μας. Τ α φαρμακερά φίδια σκορπούσαν το θάνατο. Ο σατανάς, ο όφις ο αρχαίος, με τα φαρμακερά τσιμπήματά του νεκρώνει την ψυχή του ανθρώπου.

 Στην έρημο ο Μωυσής κρέμασε πάνω στο ξύλο ένα χάλκινο φίδι, που ήταν το ομοίωμα των φαρμακερών φιδιών. Στο σταυρό κρεμάστηκε ο ίδιος ο Κύριος, ο Οποίος θεωρήθηκε το ομοίωμα της αμαρτίας, καθώς σήκωσε επάνω του όλες τις αμαρτίες του κόσμου. Στην έρημο οι Ιουδαίοι ατενίζοντας το χάλκινο φίδι διέφυγαν τον πρόσκαιρο θάνατο, εμείς οι πιστοί ατενίζοντας τον Σταυρό του Χριστού λυτρωνόμαστε από τη σκλαβιά της αμαρτίας, από τον αιώνιο θάνατο, μπορούμε να εισέλθουμε όχι στη γη της επαγγελίας, αλλά στη Βασιλεία του Θεού.

Πόσο μας αγάπησε!

Ο Κύριος στη συνέχεια εξηγεί στον Νικόδημο το νόημα της δικής του υψώσεως πάνω στο ξύλο του Σταυρού: Ο υιός του ανθρώπου, λέει, θα υψωθεί πάνω στο Σταυρό, για να μη χαθεί κανένας από όσους θα πιστεύουν σ’ Αυτόν στον αιώνιο θάνατο, αλλά να έχει ζωή αιώνια. Διότι τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε σε θάνατο τον μονάκριβο Υιό του, για να μη χαθεί στον αιώνιο θάνατο κανένας πιστός, άλλα να έχει ζωή αιώνια. Διότι δεν απέστειλε ο Θεός τον Υιό του στο αμαρτωλό γένος των ανθρώπων για να κατακρίνει και να καταδικάσει το γένος αυτό, αλλά για να σωθεί ολόκληρος ο κόσμος.

Με τα υπέροχα αυτά λόγια του ο Κύριος απεκάλυψε στον Νικόδημο την άπειρη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. Πόσο πολύ μας αγάπησε ο Θεός; Το πόσο πολύ μας αγάπησε φαίνεται όχι μόνον από το ότι ήθελε να μας σώσει, αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο μας έσωσε και από τη σωτηρία την οποία μας χάρισε. Διότι δεν έστειλε κάποιον άνθρωπο ή άγγελο να μας σώσει, αλλά τον μονογενή του Υιό, τον συνάναρχο και σύνθρονο, τον άπειρο και πανυπερτέλειο Υιό του. Κι Αυτόν Τον παρέδωσε σε θάνατο.
Και για ποιους Τον παρέδωσε σε θάνατο; Ποιους αγάπησε; Μήπως πλάσματα που Τον λάτρευαν και Τον αγαπούσαν; Εμάς τους αποστάτες ανθρώπους, που είχαμε γίνει εχθροί του και καταντήσαμε «κτηνώδεις και δαιμονιώδεις». Ο άπειρος Θεός αγάπησε έναν τέτοιον ανάξιο κόσμο. Αγάπησε τον διεφθαρμένο άνθρωπο, ενώ αυτός δεν είχε να παρουσιάσει τίποτε άξιο της αγάπης του. Και έγινε άνθρωπος ο ίδιος ο Υιός του Θεού για να μας σώσει από την καταδυνάστευση του διαβόλου. Και υψώθηκε επάνω στο Σταυρό, για να μη χαθούμε στο αιώνιο σκοτάδι, αλλά να ζούμε μαζί του αιωνίως τη δική του πανευτυχή ζωή. Και μας δέχθηκε ως παιδιά του, ως μέλη της Εκκλησίας του, και μας τροφοδοτεί με τα άγια Μυστήρια, μας προσφέρει άφεση αμαρτιών, αγιασμό και σωτηρία ψυχής.

Εμείς κατανοούμε άραγε το ύψους αυτό της αγάπης του; Αντιλαμβανόμαστε την άπειρη αυτή και ύψιστη ευεργεσία του; Γι’ αυτό ας παρακαλούμε Αυτόν που τόσο πολύ μας αγάπησε, να μας φωτίζει να κατανοούμε όσο μπορούμε το ύψος της αγάπης του. Και να ζούμε πλέον μόνο για τον Θεό και με τον Θεό.



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.

Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς Βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος καὶ τὸ σὸν φυλάττων διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.


ΛΙΓΑ ΚΑΡΔΙΑΚΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΑΓΙΟ ΙΕΡΑΡΧΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ ( Επισκόπου Γαρδικίου κ. Κλήμεντος)

 


Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2021

ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ ΒΑΣΤΑ (11 Σεπτεμβρίου)



-ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ,ΣΥΓΧΩΡΕΣΕ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΜΟΥ,
ΚΑΝΕ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑ,ΤΑ ΜΑΛΛΙΑ ΜΟΥ ΔΕΝΤΡΑ
ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΜΑ ΜΟΥ ΠΟΤΑΜΙ-

Το εκκλησάκι της Αγίας Θεοδώρας βρίσκεται κοντά στο χωριό Βάστα της Μεγαλόπολης (Χάρτης Ζ2 ). Είναι κτίσμα πιθανόν του 12ου αιώνα.Γιορτάζει στις 11 Σεπτεμβρίου.

Η παράδοση αναφέρει πως το θαύμα της Φύσης έχει σχέση με το μαρτύριο της Αγίας. Ποιο όμως είναι το θαύμα της φύσης: Ένα μικρό εκκλησάκι που το αγκαλιάζουν δεκαεπτά (17) δέντρα. Τα κλαδιά τους ξεφυτρώνουν από τη σκεπή ενώ οι ρίζες τους, που δε φαίνονται, περνούν μέσα από τους τοίχους του για να καταλήξουν στο έδαφος. Είναι βέβαιο πως αν ανθρώπινος παράγοντας παρέμβει για να κόψει τα δέντρα ή να βελτιώσει κάτι στο εκκλησάκι, το κτίσμα θα καταστραφεί.

Η ιστορία της Αγίας Θεοδώρας

Κατά το Βυζάντιο, κάθε χωριό είχε αυτόνομο χαρακτήρα. Είχε τη δική του κοινωνική, διοικητική καθώς και στρατιωτική αρχή. Κάθε οικογένεια του χωριού όφειλε να προσφέρει έναν άντρα για το στρατό του κι αν αυτό δεν ήταν εφικτό, έπρεπε να καταβάλει χρήματα για τη μίσθωση ενός μισθοφόρου να την εκπροσωπήσει.
Η νεαρή Θεοδώρα ήταν το μεγαλύτερο κορίτσι μιας φτωχής και πολύ θρήσκας οικογένειας με πατέρα ηλικιωμένο και άρρωστο και ζούσε σε ένα χωριό της Πελοποννήσου, τη Βάστα, λίγο έξω από τη Μεγαλόπολη. Το χρηματικό ποσό που απαιτείτο για την πληρωμή μισθοφόρου ήταν πολύ μεγάλο για τις δυνατότητες της οικογένειάς της και ο πατέρας της ανήμπορος να πάρει μέρος σε μάχη. Έτσι η Θεοδώρα σε ηλικία 17 ετών αποφάσισε να υποδυθεί τον άντρα και να συμμετέχει η ίδια στο στρατό του χωριού της.
Βρέθηκε πολύ σύντομα να πολεμά σε μάχες με περίσσιο θάρρος και όπως ήταν λογικό προάχθηκε σε βαθμό. Το σθένος της, αλλά και η σεμνότητά της την έκαναν αρεστή μέσα στο στράτευμα. Μια νεαρή κοπέλα δεν μπόρεσε να αντισταθεί στη γοητεία του νεαρού στρατιώτη κι έτσι τον ερωτεύθηκε. Η Θεοδώρα δεν ήθελε να προδώσει το μυστικό της γιατί αυτό θα εξέθετε όλη την οικογένειά της. Όσο κι αν η Θεοδώρα προσπαθούσε να μεταπείσει τη νεαρή κοπέλα λέγοντάς της ότι είναι αφιερωμένη στο Θεό, τόσο η νεαρή κοπέλα ήθελε το νεαρό που έβλεπε μπροστά της, τον όμορφο και θαρραλέο στρατιώτη που είχε γνωρίσει. Η συνεχής άρνηση της Θεοδώρας οδήγησε τη νεαρή κοπέλα στην εκδίκηση. Κοιμήθηκε με κάποιον άλλο στρατιώτη με τον οποίο έμεινε έγκυος και πήγε στον Διοικητή του στρατού δηλώνοντας ότι η Θεοδώρα, δηλαδή ο στρατιώτης που είχε ερωτευθεί η κοπέλα, ήταν εκείνος που την άφησε έγκυο και θα έπρεπε να την παντρευτεί.
Η άρνηση της Θεοδώρας, η οποία δεν ήθελε να αποκαλύψει το μυστικό της, στο συγκεκριμένο γάμο, δεν επέτρεπε παρά την καταδίκη της σε θάνατο λόγω ατίμωσης της νεαρής κοπέλας.
Έτσι κι έγινε. Ο νεαρός στρατιώτης μέχρι την έσχατη στιγμή δεν ήθελε να αποκαλύψει το μυστικό του και να φέρει έτσι τον πατέρα του σε δύσκολη θέση. Οδηγήθηκε έξω από το χωριό και εκτελέστηκε. Καθώς ξεψυχούσε, είπε: «Κάνε Κύριε τα χρόνια μου να γίνουν δέντρα και το αίμα μου νερό να τα ποτίζει» και ξαφνικά, ένα ρυάκι σχηματίστηκε με ορμητικό νερό...

Η εξήγηση που έδωσαν για το παράδοξο αυτό φαινόμενο συνοπτικά μερικοί επιστήμονες:

κ. Λούκος Κων/νος (Γεωπόνος - Κόρινθος): "Δεν υπάρχει εξήγηση από πλευράς γεωπονικής επιστημονικής. Πρόκειται για ένα ΔΙΑΡΚΕΣ ΘΑΥΜΑ".
- κ. Μακρυγιάννης Π. (Γεωπόνος): "... Αλλά σα γεωπόνος, είμαι σε θέση να ξέρω πολύ καλά, ότι οι τοίχοι θα είχαν ανοίξει και σπάσει από τις ρίζες ενός μόνο δέντρου, πόσο μάλλον δεκαεπτά".
- κ. Ράπτης Γεώργιος (Δασολόγος - Ναύπακτος): "Το όλο φαινόμενο υπερβαίνει κάθε λογική, φυσική και επιστημονική εξήγηση του ανθρώπου".
- κ. Μπεληγιάννης Ελευθέριος (Πολιτικός Μηχανικός - Αθήνα): "Όταν ο αέρας αυτός (της ρεματιάς) έχει τη δυνατότητα να ξεριζώνει δέντρα, καταλαβαίνει κανείς, τι δυνάμεις εξασκούνται από τα 17 δέντρα για την ανατροπή της στέγης".
- κ. Σταυρογιάννη - Περρή Ελένη (Αρχιτέκτων - Καλαμάτα): "Φαινόμενο επιστημονικά ανεξήγητο. Οι δυνάμεις βάρους και αέρος σε συνάρτηση, θα έπρεπε λόγω θέσεως του εξωκλησιού, αλλά και λόγω της προχείρου κατασκευής αυτού, προς δε και της παλαιότητάς του να είχαν διαλύσει το κτίσμα. Τούτο όμως, παραμένει επί τόσους αιώνας χωρίς σοβαρές φθορές".
- κ. Παλλας (Διευθυντής Αρχαιοτήτων - Κόρινθος): "Βάσει των φυσικών νόμων, τουλάχιστον τα μεγάλα αυτά δέντρα, λόγω κλίσεως, ύψους, περιμέτρου έπρεπε να είχαν γκρεμισθεί. Δια να στέκουν αγέρωχα, είναι κάτι που η επιστήμη δεν μπορεί να δώσει εξήγηση".

- κ. Τίγκας Αναστάσιος (Θεολόγος, Αρχαιολόγος, Ιστορικός - Ηράκλειο Αττικής): " Η όλη ανάπτυξις, ύπαρξις και ζωή των δέντρων επί της στέγης του ναού της Οσιοπαρθενομάρτυρος Θεοδώρας εκπλήσσει, αντιβαίνει προς πάσα λογικήν και φυσικήν εξήγησιν του ανθρώπου. Καταδεικνύει μίαν σπανίαν ιδιαιτερότητα, την επέμβασιν του Θεού επί της δημιουργίας Του, το θαύμα".



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.

Δῶρον ἔνθεον, ἠγιασμένον, Θεῶ ἤνεγκας, τὴν βιοτήν σου, Θεοδώρα Ὁσία πανεύφημε, τῆς μετανοίας τὸ πῦρ γὰρ ἐμφαίνουσα, μέσον ἀνδρῶν φιλοσόφως διέλαμψας, ὅθεν πρέσβευε, ἀπαύστως τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.




Η ΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΡΟΦΗΤΩΝ ΠΡΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ (τοῦ πατρός Νικολάου Δημαρᾶ)

 



Η ΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΡΟΦΗΤΩΝ ΠΡΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ (ὑπό πατρός Νικολάου Δημαρᾶ, Δρος Ν. Uni. Bilefeld, M.A. φιλοσ. κ. θεολ. Uni. Frankfurt).

Φαίνεται ισχυρό το επιχείρημα, που έχω χρησιμοποιήσει στο βιβλίο που έχω γράψει "Πρίν ἀπό τόν μεγάλον διωγμόν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ", ἔκδοση β΄ 1992, σχετικά μέ τήν ἔλευση τῶν δύο Προφητῶν, τοῦ Ἠλία καί τοῦ Ἐνώχ πρό τῆς ἐπιβολῆς τοῦ χαράγματος. Γιατί, ἄν ἔχουν σφραγισθεῖ οἱ ἄνθρωποι, ποιός θά εἶναι ὁ λόγος, γιά νά ἔλθουν οἱ Προφῆτες; Ὡστόσο, ἀμφισβητεῖται ἀπό ἀρκετούς θεολόγους, ἄν θά ἔλθουν οἱ Προφῆτες... παρά τό γεγονός, ότι ὅλοι οἱ Πατέρες ὑποστηρίζουν, ὅτι θά ἔλθουν. Ἔχω γράψει σχετικά παλαιότερα στούς "Ἁγίους Κολλυβάδες", ἀλλά καί στό διαδίκτυοβ ἔχω κάνει ἀρκετές ἀναρτήσεις. Ἐπειδή ὑπάρχει ἀκόμη σύγχυσις ἐπανέρχομαι μέ ἐκτενέστερα καί πλέον ἐμπεριστατωμένα κείμενα καί σέ αὐτόν τόν ἱστοχῶρον.
Ὅλοι συμφωνοῦν, ὅτι, πρό τῆς Β΄ Παρουσίας τοῦ Κυρίου μας, θά ἔλθει ὁ Προφήτης Ἠλίας, πού ἡ Ἐκκλησία μας τόν ὀνομάζει δεύτερον Πρόδρομον τῆς Παρουσίας Χριστοῦ, Ἠλίαν τόν ἔνδοξον, στό Ἀπολυτίκιόν του!
Καί συγκεκριμένα ἡ Γραφή λέγει: 4 "καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστελῶ ὑμῖν ᾿Ηλίαν τὸν Θεσβίτην, πρὶν ἢ ἐλθεῖν τὴν ἡμέραν Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ, 5 ὃς ἀποκαταστήσει καρδίαν πατρὸς πρὸς υἱὸν καὶ καρδίαν ἀνθρώπου πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ, μὴ ἐλθὼν πατάξω τὴν γῆν ἄρδην." Γιά αὐτό κατηγοροῦσαν τόν Κύριον οἱ Φαρισαῖοι καί τοῦ ἔλεγαν: "Πῶς λέγεις, ὅτι εἶσαι ὁ Χριστός, ἀφοῦ πρίν ἔλθει ὁ Χριστός, θά ἔλθει ὁ Ἠλίας;"
Καί ὁ Κύριος τούς ἀπάντησε, ἀφοῦ ἔθεσαν τήν ἐρώτηση οἱ Μαθητές Του: 10 Καὶ ἐπηρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τί οὖν οἱ γραμματεῖς λέγουσιν, ὅτι ᾿Ηλίαν δεῖ ἐλθεῖν πρῶτον; 11 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· ᾿Ηλίας μὲν ἔρχεται πρῶτον καὶ ἀποκαταστήσει πάντα· 12 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι ᾿Ηλίας ἤδη ἦλθε, καὶ οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, ἀλλ᾿ ἐποίησαν ἐν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν· οὕτω καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέλλει πάσχειν ὑπ᾿ αὐτῶν. 13 τότε συνῆκαν οἱ μαθηταὶ ὅτι περὶ ᾿Ιωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς."
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἦλθεν ἐν πνεύματι Ἠλιοῦ. Γιαὐτό ὀνομάζεται ἀπό τόν Χριστόν μας καί Ἠλίας. Χαρακτηριστική ἡ ρῆσις τοῦ Εὐαγγελίου: "᾿Ηλίας μὲν ἔρχεται πρῶτον καὶ ἀποκαταστήσει πάντα·" Πού ἀναφέρεται στήν Δευτέραν Παρουσίαν τοῦ Κυρίου μας, καθότι συνδυάζεται μέ τό ἄλλον χωρίον: "καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστελῶ ὑμῖν ᾿Ηλίαν τὸν Θεσβίτην, πρὶν ἢ ἐλθεῖν τὴν ἡμέραν Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ, 5 ὃς ἀποκαταστήσει καρδίαν πατρὸς πρὸς υἱὸν καὶ καρδίαν ἀνθρώπου πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ, μὴ ἐλθὼν πατάξω τὴν γῆν ἄρδην."
Ἐδῶ εἶναι ξεκάθαρο, ὅτι ὁμιλεῖ περί τῆς Δευτέρας Παρουσίας Του ὁ Κύριος, καθότι λέγει, ὅτι ὁ Προφήτης Ἠλίας θά ἀποκαταστήσει τήν καρδίαν τῶν Πατέρων πού δέν πίστεψαν στόν Κύριον πρός τούς υϊούς πού πίστεψαν στόν Χριστόν μας. Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί εἶναι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί τό πλῆθος τῶν Ἑβραίων πού πίστεψαν στό κήρυγμά τους. Γιαυτό ἕνα ἀκόμη σημεῖο (ἀμφισβητούμενον, ὅμως, ἀπό ἀρκετούς), πού κατά τούς ἑρμηνευτές τῶν Θείων Γραφῶν θά συμβεῖ εἶναι, ὅτι πρό τῆς Δευτέρας τοῦ Χριστοῦ μας Παρουσίας, θά ἐπιστρέψουν στήν πίστη καί οἱ Ἑβραῖοι!
Και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου, και προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους. ούτοι εισιν αι δύο ελαίαι και αι δύο λυχνίαι αι ενώπιον του Κυρίου της γης εστώσαι και ει τις αυτούς θέλει αδικήσαι, πυρ εκπορεύεται εκ του στόματος αυτών και κατεσθίει τους εχθρούς αυτών· και ει τις θέλει αυτούς αδικήσαι, ούτω δει αυτόν αποκτανθήναι. (Αποκ. ια’, 3-5)
Οπως μας έχει υποσχεθεί ο ίδιος ο Κύριός μας, στα πολύ δύσκολα χρόνια του Αντιχρίστου, δεν θα μας αφήσει μόνους, αβοήθητους και απροστάτευτους, χωρίς απλανείς πνευματικούς οδηγούς.
Θα μας στείλει τους δύο Μάρτυρες και Προφήτες Του, οι οποίοι δεν έχουν ακόμη γευθεί θάνατο. Τον Προφήτην Ηλίαν και τον Ενώχ. Και κατ’ άλλους και τους τρεις. Ηλίαν, Ενώχ και Ιωάννην τον Θεολόγον.
«Βλέπε και θαύμαζε την μεγάλην αγάπην και φιλανθρωπίαν του Κυρίου μας, διότι ακόμη και στα τελευταία χρόνια (παρ΄ ὅλα όσα Του έχουμε κάνει), Εκείνος μας λυπάται και μας ελεεί, όλους εμάς τους ανθρώπους, τα παιδιά Του, και δεν μας αφήνει μόνους μας, αλλά μας στέλνει τους δύο Προφήτας Του, προκειμένου να μας διδάξουν και να μας πληροφορήσουν τα σχετικά με τον Αντίχριστον, αλλά και ταυτόχρονα να μας βοηθήσουν, και γλυτώσουν από τις παγίδες και τα τεχνάσματα αυτού, αλλά και για να μας επιστρέψουν εις την αλήθειαν, από την μεγάλην πλάνην, που θα δημιουργηθεί εξ αιτίας της παρουσίας του Αντιχρίστου». (Αγίου Ἱερομάρτυρος Ιππολύτου, πάπα Ρώμης «Όρα του δεσπότου την φιλανθρωπίαν, ότι και εν τοις υστέροις χρόνοις πως του των βροτών γένους κήδεται και ελεεί, ότι ουδέ τότε χωρίς προφητών ημάς καταλιμπάνει, αλλά πέμψει αυτούς προς διδαχήν ημών και πληροφορίαν και επιστροφήν της του αντικειμένου παρουσίας…». (Αγίου Ιππολύτου, ΒΕΠΕΣ 6, 283)!
Γράφουν σχετικά περί τῶν δύο Προφητῶν πού πρόκειται νά ἔλθουν πρό τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου μας: Ἅγιος Ἱππολυτος:
«Η μεν πρώτη Παρουσία του Κυρίου μας είχεν Πρόδρομον τον Βαπτιστήν Ιωάννην, η δε Δευτέρα Παρουσία, εις την οποίαν πρόκειται να έλθει με μεγάλην δόξαν, θα έχει Προδρόμους τον Ενώχ, τον Ηλίαν και Ιωάννην τον Θεολόγον». «Η μεν πρώτη αυτού παρουσία Ιωάννην τον βαπτιστήν είχε πρόδρομον, η δε δευτέρα αυτού, εν η μέλλει έρχεσθαι εν δόξη, Ενώχ και Ηλίαν και Ιωάννην τον θεολόγον αναδείξει».
(Αγίου Ιππολύτου, ΒΕΠΕΣ 6, 283)
Αγιος Θεοδωρος ο Στουδίτης:
«Επειδή θα είναι ολίγοι αυτοί που θα μπορέσουν να αντέξουν και να γλυτώσουν από τις παγίδες του Αντιχρίστου, ο Θεός θα στείλει τον Ηλίαν και τον Ενώχ, ίσως καί τόν Εὐαγγελιστήν Ἰωάννην τόν Θεολόγον, δέν τό γνωρίζομεν αὐτό, προκειμένου να βοηθήσουν την αδύνατη και ασθενή ανθρώπινη φύση μας, ως πρωτοστάτες και αθλοφόροι στον αγώνα και ομολογίαν τους υπέρ της νίκης του Χριστού και κατά του Αντιχρίστου». «Και ίδε εισήλθεν εν τω λόγω αυτών πάντως ο Αντίχριστος. Βασιλεύς γαρ ων κακείνος, τούτο μόνον επιζητήσοι, ο θέλει και λέγει γίνεσθαι·…, και οπόσοι δυνάμει Θεού ανταγωνιζόμενοι στώσιν, είεν αν και ταις ημέραις εκείναις νικώντες τον Αντίχριστον εν θανάτω μετά Χριστού… Δια τούτο ολίγοι οι μέλλοντες στήναι. Δια τούτο Ηλίας και Ενώχ· ουκ οίδαμεν ει και ο Θεολόγος και ευαγγελιστής, αρωγοί της ανθρωπίνης ασθενείας, και πρωτοστάται, και αθλοφόροι της υπέρ ομολογίας Χριστού νίκης». (Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Ρ.G. 99, 1033).
Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού:
«…Το συγκεκριμένον χωρίον (πού ἀναφέρεται στήν ἐρώτηση τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου): «εάν αυτός θέλω να μείνει μέχρι να ξαναέλθω, εσένα τι σε νοιάζει;» έχει λεχθεί για τον Ιωάννην τον Θεολόγον, ο οποίος δεν έχει γευθεί θάνατον και διαμένει ζωντανός μέχρι την Δευτέραν Παρουσίαν του Κυρίου μας. Αυτή είναι η σωστή ερμηνεία που έχουν δώσει πολλοί από τους σοφούς αγίους μας στο ανωτέρω χωρίον». «Εισί τινες, έλεγεν, των ώδε εστώτων, οι ου μη γεύσωνται θανάτου, έως αν ίδωσι τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν τη βασιλεία αυτού. Ει μεν ουν, ως εφ΄ ἑνός έφησεν, Έστι τις των ώδε εστώτων, ταυτό μηνύειν υπετοπήσαμεν, τω, Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι τι προς σε; περί Ιωάννου του Θεολόγου ειρημένω, ως θανάτου άγευστον διαμένειν, μέχρι της Χριστού παρουσίας· ούτω γαρ ήδη τινές εκείνο των λίαν σοφών εξελάβοντο». (Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, Ρ.G. 96, 556-557).

Μεγάλου Φωτίου
«…Μάρτυρες αδιάψευστοι, ότι οι άνθρωποι, εάν δεν αμάρτανε ο Αδάμ, δεν θα πέθαιναν και θα είχαν τα σώματά τους αιώνια, είναι οι τρεις άνθρωποι, Ενώχ, Ηλίας και Ιωάννης ο Θεολόγος, που ο Θεός κράτησε ζωντανούς. Έναν από κάθε εποχήν. Ο Ενώχ, ως ζήσας προ του Νόμου· ο Ηλίας μετά τον Νόμον· και ο Ιωάννης μετά την Χάριν.
Απόδειξη δε ότι είναι ζωντανός και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είναι ο λόγος του Κυρίου μας στο Ευαγγέλιον που λέγει “Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε; ”. Όχι ότι δεν θα αποθάνει όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι, αλλά ότι ο Θεός τον έχει φυλάξει ζωντανόν, για να ξαναέλθει ως Πρόδρομος στην Δευτέραν Παρουσίαν Του μαζί με τον Ηλία και τον Ενώχ…». «Μαρτυρεί δε τοις ειρημένοις Ενώχ και Ηλίας και ο της βροντής υιός Ιωάννης, έτι περιόντες εν τω σώματι· και γαρ τούτους ως απαρχήν του όλου φυράματος ημών ο Δημιουργός λαβών έδειξεν πάσιν ως ει μη ήμαρτεν ο Αδάμ, έτι αν περιήν μετά του σώματος. Πλην και ούτοι πολυχρόνιον βίον ανύοντες γεύσονταί ποτε θανάτου, καν εν ριπή οφθαλμού. Όρα δε την δι αὐτῶν πίστιν, ως εκ των τριών προάγεται γενεών, εκ μεν των προ νόμου ληφθέντος του Ενώχ, εκ δε των μετά νόμον του Ηλία, εκ δε των μετά την χάριν του επιστηθίου των μαθητών. Ουκούν και ο Αδάμ, ει την εντολήν εφύλαττε, τούτοις αν αδιστάκτως συμπεριήν. Ότι δε περίεστιν ο παρθένος Ιωάννης, όπερ εζήτησας, ώσπερ τον Ενώχ και τον Ηλίαν παράδοσις μαρτυρεί, ούτω και τούτον. Και το εν τοις Ευαγγελίοις δε ειρημένον εις τον αυτόν ημάς νουν έλκει. Είπε μεν γαρ ο Χριστός τον τρόπον του θανάτου, ον έμελλεν υπέρ αυτού αποθνήσκειν ο Πέτρος· ο δε Πέτρος τον οικείον θάνατον ακούσας ευθύς επερωτά περί του ευαγγελιστού Ιωάννου, δήλον κακείνου ουκ άλλο τι αλλ΄ ἤ τον τρόπον του θανάτου αυτού μαθείν επιζητών, Ούτος δε τι; ου γαρ άλλο μεν ήκουε παρά του Σωτήρος περί αυτού, εις άλλο δε τι ανακόλουθον την ερώτησιν μετήγεν, ώσπερ παρορών και παρά φαύλον ποιούμενος την του διδασκάλου περί αυτού προφητείαν. Της δε του Πέτρου ερωτήσεως περί του θανάτου, ον έμελλεν αποθνήσκειν ο Ιωάννης, επερωτώντος, και του Σωτήρος ειπόντος, Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε; Πως ουχί την μέχρι της παρουσίας αυτού διαμονήν η αλήθεια προλέγει; διο και ο εν αγίοις Κύριλλος το Ακολούθει μοι περί του θανάτου του αγίου Πέτρου ειρήσθαι τω Σωτήρι εκδέχεται. Το δε, ότι Εξήλθεν ο λόγος ούτος εις τους μαθητάς, ότι ο μαθητής εκείνος ουκ αποθνήσκει και τα εξής ου μόνον ουδέν μάχεται, αλλά και συνάδει. Ου γαρ τις αυτόν αθάνατον είναί φησιν, αλλά διαμένειν μετά Ενώχ και Ηλία μέχρι της δευτέρας του Δεσπότου παρουσίας· ο και μαθητής αυτός βεβαιών φησιν, ότι ουκ είπε δε αυτώ ο Ιησούς ότι ουκ αποθνήσκει, αλλ, εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε; Και φανερόν, ότι το μεν αθάνατον είναι ανέτρεψε, το δε μένειν έως της παρουσίας εβεβαίωσεν. Ει δε ο Παμφίλου Ευσέβιος, την εκκλησιαστικήν γράφων Ιστορίαν και τους χρόνους αυτού, καθ οὕς εβίωσεν, αριθμητούς έθετο, και ως μέχρι των Τραϊανού χρόνων διήρκεσεν, ουδέν μαχόμενον, καν δοκή, λέγει. Εκείνο γαρ έκαστος κατά νουν λαμβανέτω, ως οι του Ενώχ κατάδηλοι χρόνοι, και όσα έτη εν τω κόσμω εβίω, σαφώς· η θεία Γραφή παραδίδωσιν· αλλ οὐ δια τούτο την μετά σώματος αρνήσεταί τις του δικαίου μετάθεσιν. Ταύτη τη δόξη συνάδουσι και αι πράξεις του ηγαπημένου Ιωάννου και ο βίος, ας ουκ ολίγοι προφέρουσι. Κατατεθείς γαρ, φασί, κατά την αυτού εκείνου προτροπήν εν τινι τόπω, ζητηθείς αιφνίδιον ουχ ευρίσκετο, αλλά μόνον το αγίασμα βρύον εξ αυτού του τόπου εν ω προς βραχείαν ροπήν ετέθη· αφ οὗ πάντες, ως πηγήν αγιασμού, το άγιον εκείνο μύρον αρυόμεθα». (Μεγάλου Φωτίου, Ρ.G. 103, 985-988)
Η Αποκάλυψις, όμως, είναι σαφής. Μιλάει για δύο ΜΑΡΤΥΡΕΣ και ΠΡΟΦΗΤΕΣ και όχι για τρεις· «και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου…» (Αποκ. ια’, 3).
Βέβαια, και ο Ενώχ δεν έχει γευθεί θάνατον σύμφωνα με τη Γραφήν και τους Πατέρες, αλλά «μετέστη» επειδή ήτο δίκαιος και ενάρετος και πιστός στον Θεόν· «και ευηρέστησεν Ενώχ τω Θεώ και ουχ ευρίσκετο, ότι μετέθηκεν αυτόν ο Θεός» (Γεν. ε’, 24). Συνεχίζεται... ΕΔΩ

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2021

Ο ΚΑΛΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

Σωστός δάσκαλος, καλός μαθητής

  

Ο καλός δάσκαλος κατά τον Αγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο εμπνέει, προσελκύει και πείθει, (MG. 57327). 

Δεν είναι εγωιστής ούτε αλαζόνας, δε διακρίνεται για το εξουσιαστικό του ύφος, έχει πνεύμα μαθητείας, δεν περιαυτολογεί. Είναι ταπεινός έχοντας συναίσθηση των ατελειών και αδυναμιών του. Γνωρίζει καλά «ότι η επιείκεια είναι πιο δυνατή από τη βία», (MG. 57, 61).
Ο παιδαγωγός πρέπει να επιδεικνύει δημοκρατικό πνεύμα και να σέβεται τη γνώμη των μαθητών του, (MG. 60, 35-36). Απέναντι τους να είναι απλός, ειλικρινής, απονήρευτος, άδολος. Να αποφεύγει την ειρωνεία και την υποκρισία,(MG. 61, 404-406).Οι δάσκαλοι κατά τον Άγιο Πατέρα δεν πρέπει να είναι φορτικοί και πιεστικοί αλλά φιλόστοργοι. (MG. 62, 402-403). Οφείλουν να υπερβάλλουν σε φιλοστοργία τους φυσικούς πατέρες. «Ο λόγος (του δασκάλου)», λέει ο Χρυσόστομος πρέπει να είναι «λόγος ανθρώπου που διδάσκει μάλλον παρά ελέγχει, που παιδαγωγεί παρά τιμωρεί, που βάζει τάξη παρά διαπομπεύει, που διορθώνει παρά επεμβαίνει στη ζωή του άλλου (του μαθητού)»,(MG. 61 593-594).Τα βασικά στοιχεία της αληθινής παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι: η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. Και οι τρεις τονίζουν πως η σχέση παιδαγωγού μαθητή είναι μια σχέση ελευθερίας και δημιουργίας. Ο διάλογος είναι το καλύτερο μέσο για να επιτευχθεί ο σκοπός της αγωγής. Η εξουσιαστικότητα και ο δογματισμός όχι μόνο δείχνουν έλλειψη αγάπης, αλλά και δε φέρνουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, (M.G. 62, 404).Ο εκπαιδευτικός οφείλει πρώτιστα να σέβεται το δώρο της ελευθερίας που χάρισε ο δημιουργός στα παιδιά και να μη φυλακίζει τις ανησυχίες τους, αλλά να ανοίγει δρόμους.

Ανδρέα Χ. Αργυρόπουλου, Το επαναστατικό μήνυμα των Τριών Ιεραρχών, Αθήνα 2009

Πηγή: https://proskynitis.blogspot.com/2020/09/blog-post_23.html?m=1

Η ΑΓΙΑ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΣΙΛΛΙΣΣΑ ΠΟΥΛΧΕΡΙΑ Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ : Ἡ εὐσεβής Αὐγούστα τοῦ Βυζαντίου (10 Σεπτεμβρίου)

 


       Ανάμεσα στη χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας υπάρχουν και πολλοί βασιλείς, αυτοκράτορες και μέλη των ανακτόρων, οι οποίοι δεν αλλοτριώθηκαν από την εξουσία. Ενέταξαν την εγκόσμια δόξα στη δόξα του Θεού και στη διακονία της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και ανακηρύχτηκαν άγιοι για την προσφορά τους στο εκκλησιαστικό σώμα. Μια από αυτούς υπήρξε και η αγία Πουλχερία, η ευσεβής Αυγούστα του Βυζαντίου.

       Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 399. Ήταν η μεγαλύτερη κόρη του αυτοκράτοραΑρκαδίου (395-408) και της Ευδοξίας και αδελφή του Θεοδοσίου Β΄ (408-450). Είχε δε την τιμή να λάβει το άγιο Βάπτισμα από τον ιερό Χρυσόστομο. Αν και βρέθηκε μέσα στην χλιδή των ανακτόρων και συναναστρέφονταν και με ραδιούργους παλατιανούς, είχε καλλιεργήσει στην ψυχή της βαθειά πίστη στο Θεό και απόκτησε σπάνιες αρετές.

      Μετά το θάνατο του πατέρα της Αρκαδίου, το 408, η Πουλχερία, εννέα μόλις ετών, ανάλαβε την κηδεμονία του επτάχρονου αδελφού της Θεοδοσίου Β΄, ο οποίος ανάλαβε τον αυτοκρατορικό θρόνο, ως ο νόμιμος διάδοχος του πατέρα τους. Παρά το παιδικό της ηλικίας της, τη διέκρινε σπάνια ωριμότητα και σωφροσύνη. Το πρώτο, που έκαμε ήταν να διαπλάσει το χαρακτήρα του αδελφού της, ώστε να βασιλέψει θεοφιλώς. Του παραστάθηκε με αφοσίωση και προσπάθησε να σταλάξει στην ψυχή του τις αρχές της χριστιανικής πίστεως και να του καλλιεργήσει τις ευαγγελικές αρετές. Τον ήθελε να ξεχωρίζει από τους άλλους ηγεμόνες της εποχής του, οι οποίοι μεθούσαν από την εξουσία και συμπεριφέρονταν με αλαζονεία και τυραννία στους υπηκόους τους. Θεωρούσε την βασιλική και κάθε άλλη εξουσία ως διακονία, έχοντας υπόψη της τα λόγια του Χριστού: «ος αν θέλη γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος, και ος αν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος»  (Μαρκ.9,42-44).

      Όμως ο Θεοδόσιος δεν διέθετε τα απαιτούμενα προσόντα να επιτελέσει τα υψηλά του καθήκοντα, σε αντίθεση με την Πουλχερία, η οποία διακρινόταν για την δυναμικότητά της, τη σωφροσύνη της και την αξιολογότατη μόρφωσή της. Διέθετε μια σπάνια σωματική ομορφιά και έναν πλουσιότατο ψυχικό κόσμο. Σπούδασε τις επιστήμες της εποχής της και μιλούσε, εκτός από τη λατινική γλώσσα, και την ελληνική. Θαύμαζε τον ελληνικό πολιτισμό και μελετούσε τους αρχαίους έλληνες φιλοσόφους. Ήταν αξιολάτρευτη για την πραότητά της, την ευγένειά της,  την ανεκτικότητά της, τη σεμνότητά της και την έκδηλη αγάπη της για το λαό.

       Το 414, σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών αναδείχτηκε Αυγούστα, με τη θέληση του αδελφού της Θεοδοσίου.  Υπήρξε δε πραγματικός ηγεμόνας του απέραντου βυζαντινού κράτος, ως το τέλος της βασιλείας του Θεοδοσίου (450), το οποίο σημείωσε ημέρες δόξας, χάρις στην συγκυβέρνηση με την δυναμική και σώφρονα Πουλχερία. Η ίδια αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στο Θεό και στο λαό. Αποφάσισε να μείνει σε όλη τη στη ζωή παρθένος και γι’ αυτό φορούσε συνεχώς τη  μοναχική καλύπτρα. Προσευχόταν και νήστευε, μη συμμετέχοντας στα πολυτελή τραπέζια του παλατίου. Παράλληλα άρχισε την αναδιοργάνωση του κράτους με την εποπτεία της. Αναδιοργάνωσε το στρατό, εξασφαλίζοντας εξωτερική ασφάλεια και ευημερία στους υπηκόους. Σε κάθε της απόφαση προηγούνταν θερμή προσευχή στο Θεό. Φρόντισε δε να έχει κοντά της ευσεβείς και ειδήμονες συμβούλους όλα τα χρόνια της εξουσία της.

       Ασκούσε μεγάλη επιρροή στον αδελφό της αυτοκράτορα Θεοδόσιο, στερούμενος, όπως προαναφέραμε, προσόντων και αποφασιστικότητας, στην οποία άκουε και υπολήπτονταν και έτρεφε για το πρόσωπό της απεριόριστη εμπιστοσύνη. Ο δε λαός την υπεραγαπούσε, για τη συνετή και φιλολαϊκή της διακυβέρνηση.

       Η αγάπη της για την ελληνική παιδεία και τον ελληνικό πολιτισμό την ώθησε να νυμφεύσει τον Θεοδόσιο, με τη λόγια κόρη του αθηναίου φιλοσόφου Ηρακλείτου Αθηναΐδα, η οποία έφθασε στην Κωνσταντινούπολη, βαπτίσθηκε και ονομάστηκε Ευδοκία. Σκοπός της Πουλχερίας ήταν να μεταλαμπαδευτεί στη Βασιλεύουσα ο ελληνικός πολιτισμός. Και πράγματι, η Αθηναΐδα έφερε μαζί της εκατοντάδες φιλοσόφους και διδασκάλους, οι οποίοι μετέβαλαν την Κωνσταντινούπολη σε «μικρή Αθήνα». Μεγάλης σημασίας γεγονός υπήρξε η ίδρυση, το 425, με τη φροντίδα της Πουλχερίας και την αρωγή της Ευδοκίας, το φημισμένο «Πανδιδακτήριο» (Πανεπιστήμιο) της Κωνσταντινουπόλεως, το πρώτο οργανωμένο πανεπιστήμιο της Ευρώπης και του κόσμου! Επίσης σημαντικό γεγονός υπήρξε και η καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας, ως επίσημης γλώσσας του κράτους. Τα δύο αυτά μεγάλα γεγονότα υπήρξαν η απαρχή για τον εξελληνισμό του Ρωμαϊκού κράτους. 

        Η Πουλχερία πρωτοστάτησε και για την περιφρούρηση της ορθοδόξου πίστεως. Με δική της δυναμική παρέμβαση, πέτυχε να πείσει τον Θεοδόσιο να συγκαλέσει την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο (431), η οποία καταδίκασε την αίρεση του Νεστορίου. Φρόντισε ακόμα να χτίσει λαμπρούς ναούς, όπως το ναό των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη  και μοναστήρια, όπως τις Μονές Εσφιγμένου και Ξηροποτάμου στο Άγιον Όρος. Ίδρυσε πλήθος ευαγών ιδρυμάτων (νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ορφανοτροφεία, κλπ), όπου έβρισκαν ανακούφιση χιλιάδες ενδεείς. Το 438 φρόντισε να αρθεί μια μεγάλη αδικία που διέπραξαν οι γονείς της Αρκάδιος και Ευδοξία. Να αποκαταστήσει τη μνήμη του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και να μεταφέρει τα λείψανά του στη Βασιλεύουσα, παρακαλώντας γονατιστή τον άγιο να συγχωρήσει τους διώκτες του γονείς της.

       Οι αιρετικοί νεστοριανοί την μισούσαν θανάσιμα και πέτυχαν με συκοφαντίες, να την απομακρύνουν από το θρόνο, αλλά για λίγο, διότι το 450 πέθανε ο Θεοδόσιος και έμεινε αυτή, ως η μόνη νόμιμη διάδοχος του θρόνου. Όντας 52 ετών νυμφεύτηκε τον ευσεβή συγκλητικό Μαρκιανό (450-457), στον οποίο παρέδωσε το θρόνο, με την προϋπόθεση να σεβαστεί την απόφασή της να μείνει παρθένα. Εκείνος σεβάστηκε την απόφασή της, διότι ήταν το ίδιο θεοσεβής με την Πουλχερία. Το 451 συγκάλεσαν την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα, η οποία καταδίκασε την αίρεση του μονοφυσιτισμού. Ο Μαρκιανός και η Πουλχερία είχαν μια σύντομη βασιλεία, την οποία αφιέρωσαν στη στήριξη της Ορθοδοξίας και στην φιλανθρωπία.

      Το 453 σε ηλικία πενήντα τεσσάρων ετών κοιμήθηκε ειρηνικά η Πουλχερία, αφιερώνοντας την περιουσία της στους φτωχούς. Τη θρήνησε ολόκληρη η αυτοκρατορία και η Εκκλησία την ανακήρυξε αγία. Η μνήμη της εορτάζεται στις 10 Σεπτεμβρίου. Ο Μαρκιανός κοιμήθηκε το 457 και ανακηρύχτηκε και αυτός άγιος.  

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Κοντάκιον τῆς Ἁγίας. Ἦχος γ΄. Ἠ Παρθένος σήμερον.

Τὴν σεπτήν σου σήμερον, πανηγυρίζομεν μνήμην, καὶ πιστῶς δοξάζομεν, τὸν στεφανώσαντα ταύτην, στέμμασι, τῆς παρθενίας πανακηράτοις, κάλλεσιν, Ὀρθοδοξίας διαυγεστάτοις, Πουλχερία στεφηφόρε, πρεσβείαν ποίει, ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς Θεόν.

Ὁ Οἶκος.

Κάλλη οὐράνια ἐκμανθάνειν, καὶ πέρατα γῆς ἑρευνᾶν, πολύπονον ἐστὶν ἔργον, καὶ δυσνόητον, ὥσπερ οὖν ἀστέρας οὐρανοῦ, καὶ ψάμμον θαλάσσης, ἀριθμῆσαι ἀδύνατον, οὕτως οὐδὲ Πουλχερίας, τὰς εὐποιΐας, καὶ ἀγαθοεργίας, καὶ τὴν σωφροσύνην καὶ εὐσέβειαν εἰπεῖν ἱκανῶς, τοσούτοις αὐτὴν χαρίσμασιν, ἐκόσμησεν ὁ Κύριος, Οὗ τὴν πίστιν ἐτήρησεν ἀδιάφθορον, κηρύξασα τὴν ἀειπάρθενον Αὐτοῦ Μητέρα Θεοτόκον, καὶ Αὐτὸν Θεάνθρωπον τέλειον, ἐκ δύο φύσεως τελείων, εἰς μίαν ἀσύγχυτον ὑπόστασιν, ᾧ καὶ πρεσβεύει ὑπὲρ ἡμῶν ὡς Θεῷ.




Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2021

ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΙΣ ΣΕΡΡΕΣ 2021

210921 10 εικόνα

 Γενέθλιο της Θεοτόκου

Σήμερα ἑόρτασε ὁ Ἱερὸς Ναὸς τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου στὶς Σέρρες. Ἀφεσπέρας καὶ ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς προέστη τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν καὶ τῆς Θείας Λειτουργίας ὁ ποιμενάρχης μας ὁ Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Γρηγόριος, ἐνῶ συμμετεῖχε καὶ ὁ ἱερὸς κλῆρος τῆς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης. Στὴν ὁμιλία του ὁ ποιμενάρχης μας ἀναφέρθηκε ὅτι τὸ Γενέθλιο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μπορεῖ νὰ μεταμορφωθεῖ καὶ ὡς γενέθλιος ἡμέρα ἀνακαινισμοῦ καὶ Χάριτος γιὰ τὸν κάθε πιστὸ ποὺ προστρέχει στὴν πρεσβεία τῆς Παναγίας μας, ἐν μετανοίᾳ καὶ μὲ καρδία συντετριμμένη καὶ τεταπεινωμένη. 


210921 07 εκκλησία εξωτερικά

 

210921 08 αρτοκλασία εσπερινού

 

210921 09 εγώ θρόνος

 

210921 03 π. Ελευθέριος Ωραία Πύλη συγχωρήσεως

 

210921 04 π. Κωνσταντίνος Ωραία Πύλη

 

2109021 02 Τίμια Δώρα εγώ Ωραία Πύλη

 

210921 05 Αρτοκλασία

 

210921 01 Απόλυση


Μνήμη τῆς Γ' Ἁγίας Οἰκουμενικής Συνόδου (9 Σεπτεμβρίου)


 Τον 5ο αιώνα μ.Χ., διαφάνηκε η αίρεση του Νεστορίου, Πατριάρχη Κωνταντινουπόλεως. Η διαπίστωση της κακοδοξίας του Νεστορίου σημειώθηκε όταν ο νομικός Ευσέβιος, εντόπισε στα λεγόμενα του Αναστασίου (συγκέλου του Νεστορίου), αιρετικές δοξασίες, οι οποίες αφορούσαν στο πρόσωπο της Θεοτόκου. Ο Αναστάσιος δεν αποδεχόταν τον όρο «Θεοτόκος» και αντ’ αυτού, παρόντος του Νεστορίου, εισηγείτο τον όρο «ανθρωποτόκος». Ο Νεστόριος, ωστόσο, για να μην προκληθεί θύελλα αντιδράσεων, εισηγήθηκε να χρησιμοποιείται ο ηπιότερος όρος «Χριστοτόκος», μη δεχόμενος έτσι την υποστατική ένωση των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Χριστού, όπως τη διερμήνευε ο Άγιος Κύριλλος , ο οποίος υπογράμμιζε ότι ο Κύριος προσέλαβε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση και πως έγινε αντίδωση ιδιωμάτων, αλλά οι δύο φύσεις παρέμειναν ασύγχυτες και άτρεπτες.

Ο νομικός Ευσέβιος, λαϊκός τότε, μετέπειτα Επίσκοπος Δορυλαίου, κατάγγειλε τον Νεστόριο τόσο στον Αλεξανδρείας Κύριλλο, όσο και στον Ρώμης Κελεστίνο . Τότε, ο Άγιος Κύριλλος απέστειλε δύο επιστολές στον Νεστόριο, στις οποίες αποφαινόταν για τον όρο Θεοτόκος τον Ιούλιο ή Αύγουστο του 429 μ.Χ. την πρώτη και Ιανουάριο ή Φεβρουάριο του 430 μ.Χ. τη δεύτερη. O Νεστόριος, εν τω μεταξύ, ήδη είχε γράψει δύο επιστολές στον Πάπα Ρώμης, στην προσπάθειά του να συγκαλυφθεί. Επειδή, όμως, το προκείμενο θεολογικό ζήτημα ήταν δύσβατο για τον Κελεστίνο δεν ανταποκρίθηκε, καταρχάς, στον Νεστόριο. Θεώρησε φρονιμότερο να στείλει σχετική επιστολή στον Αλεξανδρείας με διάφορα ερωτήματα, υπογραμμίζοντας ότι «πάνυ ἐσκανδαλίσθησαν», από τις θέσεις του Νεστορίου. Ο Κύριλλος απάντησε στην επιστολή του Πάπα Ρώμης, επίσης, με επιστολή, με την οποία κοινοποιούσε προς τον «συλλειτουργό» Κελεστίνο (και σε άλλους) τη χριστολογία, όπως ο ίδιος (Κύριλλος) τη διερμήνευε, εξηγούσε την πλάνη του Νεστορίου και ανακοίνωνε τις προθέσεις του για επιβολή ακοινωνησίας στον αιρεσιάρχη. Ακόμη, ο Κύριλλος προτρέπει τον Κελεστίνο να φροντίσει ώστε «δώσομεν ἀφορμᾶς τοῦ πάντας μία ψυχῄ καί μία γνώμῃ στῆναι καί ἐπαγωνίσασθαι τῇ ὀρθῄ πίστει πολεμουμένῃ». Ο Κελεστίνος απάντησε στον Κύριλλο ότι συμφωνεί μαζί του και αναγνωρίζει πως η θεωρία του Νεστορίου είναι αιρετική. Ωστόσο, δεν μπορούσε να υπεισέλθει στα βαθύτερα νερά του εν λόγω θεολογικού ζητήματος, γι’ αυτό και περιορίστηκε να τονίσει ότι πρόκειται για πρόβλημα που αφορά στη γέννηση του Χριστού. Εξάλλου και στην απαντητική του επιστολή προς τον Νεστόριο, επιπλήττει τον αιρεσιάρχη, αλλά δεν τού ορίζει ακριβώς και τι πρέπει να πιστεύει. Επιπλέον, ο Κελεστίνος έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Αλεξανδρείας Κύριλλο, καθιστώντας τον στο θέμα αυτό αντιπρόσωπο της Ρώμης. Με το γεγονός αυτό, κρίνουμε, ότι ο Άγιος Κελεστίνος αναγνώρισε έμμεσα πρωτείο αλήθειας στον Άγιο Κύριλλο.

Τον Οκτώβριο του ιδίου έτους ο Κύριλλος συγκάλεσε άλλη τοπική Σύνοδο, στο οικείο Πατριαρχείο, η οποία προσυπόγραψε τους «12 αναθεματισμούς» του, παρεκκλίνοντας, έτσι, από τη συμφωνία που είχε συνάψει με τον Ρώμης, για επιβολή μόνο ακοινωνησίας στον Νεστόριο. Κατόπιν, απέστειλε εκτενή συνοδική, δογματικού τύπου, επιστολή στον αιρεσιάρχη, καλώντας τον να αποδεχθεί τους αναθεματισμούς, ουσιαστικά την καθ’ υπόσταση ένωση των δύο φύσεων εν Χριστώ. Όμως, ο Νεστόριος δεν αποδέχτηκε το περιεχόμενο, παρά μόνο τον όρο Θεοτόκος, υπό τις θεολογικές του προϋποθέσεις.

Από το σημείο αυτό, λοιπόν, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τη σύγκληση της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου, αφού το ζήτημα απέβη, πλέον, «σκάνδαλο οικουμενικό».

Αν και ο Ρώμης Κελεστίνος δεν θεωρούσε απαραίτητη την σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου, εντούτοις ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Β΄, με τη σύμφωνη γνώμη του Αυτοκράτορα της δύσης Βαλεντινιανού Γ΄, αλλά και του Νεστορίου, ανακοίνωσε τη σύγκλησή της. Με την επιστολή του όριζε την έναρξη των εργασιών της κατά την ημέρα της Πεντηκοστής (7 Ιουνίου του 431 μ.Χ.) στην Έφεσο, ώστε να διαπιστωθεί ποιοι κατείχαν και εξέφραζαν την ορθή πίστη, σε σχέση με την ένωση των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Χριστού, αλλά και για να θεραπευτούν και άλλα ζητήματα.

Στην Έφεσο κατέφθασαν εγκαίρως οι Αλεξανδρείας Κύριλλος, Ιεροσολύμων Ιουβενάλιος  και Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος, όπως και οι πιο πολλοί απ’ αυτούς που είχαν προσκληθεί. Αντιθέτως, είχαν καθυστερήσει οι εκπρόσωποι του Ρώμης Κελεστίνου, λόγω του χειμώνα, καθώς και ο Αντιοχείας Ιωάννης και οι Επίσκοποι της διοικήσεως της ανατολής. Η καθυστέρησή τους οδήγησε στην ακύρωση της πρώτης ημερομηνίας.

Οι εργασίες της Συνόδου άρχισαν, τελικά, στις 22 Ιουνίου του αυτού έτους, προεδρεύοντος του Κυρίλλου Αλεξανδρείας μέσα στην «ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ ἐκκλησίᾳ τῇ καλουμένῃ Μαρίᾳ, προκειμένου τοῦ ἁγίου εὐαγγελίου ἐν τῷ μεσαιτάτῳ θρόνῳ». Συνολικά έλαβαν μέρος 210 Πατέρες.

Ως αυτοκρατορικός εκπρόσωπος παρέστη ο συνεργάτης του Θεοδοσίου Κανδιδιανός, ο οποίος με την έναρξη της 1ης συνεδρίας αποχώρησε, διαμαρτυρόμενος, αφού ο Αντιοχείας Ιωάννης και οι Επίσκοποι της ανατολής, δεν είχαν προλάβει να αφιχθούν. Η Σύνοδος, όμως, συνέχισε κανονικά τις εργασίες της. Μάλιστα, ολοκλήρωσε το ουσιαστικότερο έργο της από την 1η Συνεδρία. Ο Νεστόριος δεν προσήλθε στη Σύνοδο, αν και προσκλήθηκε τρεις φορές.

Όταν έφθασαν οι αντιπρόσωποι του Ρώμης εντάχθηκαν και μετείχαν κανονικά στις εργασίες της Συνόδου από την 2η συνεδρία και εξής. Μάλιστα, ο Κύριλλος παρίστατο και ως ο «διέπων καί τόν τόπον τοῦ ἁγιωτάτου καί ὀσιοτάτου ἀρχιεπισκόπου τῆς ρωμαίων ἐκκλησίας Κελεστίνου».

Η αντίδραση του Αντιοχείας Ιωάννη, εν τω μεταξύ, δεν ήταν ανάλογη. Όταν αφίχθηκε συγκάλεσε στις 27 Ιουνίου παράλληλη σύνοδο, στην οποίαν έλαβαν μέρος οι Επίσκοποι της ανατολικής διοίκησης , προκειμένου να καθαιρέσει τον Αλεξανδρείας Κύριλλο και τον Εφέσου Μέμνονα. Η κανονική Σύνοδος απάντησε κατά την 5η συνεδρία της, επιβάλλοντας στον Αντιοχείας, και τους λοιπούς 38 της παρασυνόδου, ακοινωνησία και αργία μέχρι να μετανοήσουν.

Η οξύτητα των γεγονότων προκάλεσε την επέμβαση του Αυτοκράτορα, ο οποίος έστειλε τον κόμη Ιωάννη, για να μεσολαβήσει προς εκτόνωση της κρίσης. Ο κόμης έφερε μαζί του αυτοκρατορικό γράμμα, που διακήρυσσε ως καθαιρεμένους τον Νεστόριο, τον Αλεξανδρείας Κύριλλο και τον Εφέσου Μέμνονα, τους οποίους και έθεσε υπό περιορισμό, μέχρι να επέλθει συνεννόηση μεταξύ των δύο παρατάξεων στη Χαλκηδόνα. Η επιχείρηση ναυάγησε, γι’ αυτό και ο Αυτοκράτορας επιβεβαίωσε την καθαίρεση του Νεστορίου, τον οποίο και εξόρισε. Ακολούθως, διέκοψε τις εργασίες της Συνόδου και έδωσε εντολή όπως 7 μέλη της κανονικής Συνόδου, μαζί με τους ενδημούντες Επισκόπους της Πόλης, να εκλέξουν και χειροτονήσουν νέο Πατριάρχη. Πράγμα που έγινε την 25ην Οκτωβρίου, οπότε εκλέχθηκε νέος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ο Μαξιμιανός .

Ύστερα από διαβουλεύσεις και μεσολαβήσεις η διαφορά μεταξύ του Κυρίλλου Αλεξανδρείας και Ιωάννη Αντιοχείας, γεφυρώθηκε το 433 μ.Χ., με τη λεγόμενη «Ἔκθεση τῶν Διαλλαγῶν», που θεωρείται έργο του Θεοδώρητου Κύρου. Η εν λόγω έκθεση στάλθηκε από τον Ιωάννη Αντιοχείας στον Κύριλλο και αφορούσε στην ενανθρώπηση του Κυρίου, ενώ το περιεχόμενό της έγινε, τελικά, δεκτό από τον Κύριλλο Αλεξανδρείας.

Εν τέλει, η Γ’ Οικουμενική Σύνοδος αποφάσισε: την οριστική καταδίκη του Νεστορίου και της θεωρίας του, επικύρωσε το Σύμβολο της Νικαίας - Κωνσταντινουπόλεως και καταδίκασε τις αιρέσεις του πελαγιανισμού και των μεσσαλιανών.

Η Σύνοδος ασχολήθηκε και με θέματα Κανονικού Δικαίου. Κατά την 7η συνεδρία της (πιθανόν κατά την 31η Ιουλίου 431 μ.Χ.), η οποία ως φαίνεται, εκ των διασωθέντων Πρακτικών, ήταν η τελευταία, έγινε ανάγνωση «λιβέλλου» που υποβλήθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντίας Ρηγίνο. Ο Αρχιεπίσκοπος Ρηγίνος, που συνοδευόταν από τους Επισκόπους Κουρίου Ζήνωνα και Σόλων Ευάγριο, επικαλέστηκε ανάμιξη του Αντιοχείας στις χειροτονίες των Επισκόπων της Κύπρου (ACO 1, 1, 7, σελ. 118-122). Η Σύνοδος αποφάσισε να κατοχυρώσει - επικυρώσει, την ήδη ισχύουσα και αναγνωρισμένη, από την ίδρυσή της, αυτοτέλεια και ανεξαρτησία της Εκκλησίας της Κύπρου [Ο όρος «αυτοκέφαλος» δεν υπάρχει στα πρακτικά της Συνόδου. Τον όρο διαχειρίζεται ο Θεόδωρος ο Αναγνώστης, προκειμένου να ορίσει μονολεκτικά την απόφαση της Συνόδου (P.G. 86, 184)]. Έτσι τερμάτισε τις βλέψεις του Πατριάρχη Αντιοχείας, ο οποίος αξίωνε εναρμόνιση των εκκλησιαστικών ορίων με τα πολιτικά και διοικητικά όρια.

«Ἡ ἅγια Σύνοδος εἶπε», λοιπόν, «πρᾶγμα παρὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς θεσμοὺς καὶ τοὺς κανόνας τῶν ἁγίων Πατέρων καινοτομούμενον, καὶ τῆς πάντων ἐλευθερίας ἁπτόμενον, προσήγγειλεν ὁ θεοσεβέστατος συνεπίσκοπος Ρηγίνος καὶ οἱ σὺν αὐτῶ εὐλαβέστατοι ἐπίσκοποί της Κυπρίων ἐπαρχίας Ζήνων καὶ Εὐάγριος. Ὅθεν, ἐπειδή, τὰ κοινὰ πάθη μείζονος δεῖται τῆς θεραπείας, ὡς καὶ μείζονα τὴν βλάβην φέροντα, καὶ μάλιστα εἰ μηδὲ ἔθος ἀρχαῖον παρηκολούθησεν, ὥστε τὸν ἐπίσκοπόν της Ἀντιοχέων πόλεως τὰς ἐν Κύπρῳ ποιεῖσθαι χειροτονίας, καθᾶ διὰ τῶν λιβέλλων καὶ τῶν οἰκείων φωνῶν ἐδίδαξαν οἱ εὐλαβέστατοι ἄνδρες, οἱ τὴν πρόσοδον τὴ ἁγία Συνόδω ποιησάμενοι, ἔξουσι τὸ ἀνεπηρέαστον καὶ ἀβίαστον οἱ τῶν ἁγίων ἐκκλησιῶν τῶν κατὰ τὴν Κύπρον προεστῶτες, κατὰ τοὺς κανόνας τῶν ὁσίων Πατέρων καὶ τὴν ἀρχαίαν συνήθειαν, δὶ ἑαυτῶν τὰς χειροτονίας τῶν εὐλαβεστάτων ἐπισκόπων ποιούμενοι. Τὸ δὲ αὐτὸ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων διοικήσεων καὶ τῶν ἁπανταχοῦ ἐπαρχιῶν παραφυλαχθήσεται, ὥστε μηδένα τῶν θεοφιλέστατων ἐπισκόπων ἐπαρχίαν ἑτέραν, οὐκ οὖσαν ἄνωθεν καὶ ἐξ ἀρχῆς ὑπὸ τὴν αὐτοῦ ἢ γοῦν τῶν πρὸ αὐτοῦ χεῖρα καταλαμβάνειν· ἀλλ’ εἰ καὶ τὶς κατέλαβε καὶ ὑφ’ ἑαυτὸν πεποίηται βιασάμενος, ταύτην ἀποδιδόναι· ἶνα μὴ τῶν Πατέρων οἱ κανόνες παραβαίνωνται, μηδὲ ἐν ἱερουργίας προσχήματι, ἐξουσίας τῦφος κοσμικῆς παρεισδύηται, μηδὲ λάθωμεν τὴν ἐλευθερίαν κατὰ μικρὸν ἀπολέσαντες, ἢν ἠμὶν ἐδωρήσατο τῷ ἰδίῳ αἵματι ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ πάντων ἀνθρώπων ἐλευθερωτής. Ἔδοξε τοίνυν τὴ ἁγία καὶ οἰκουμενικὴ Συνόδω σώζεσθαι ἑκάστη ἐπαρχία καθαρὰ καὶ ἀβίαστα τὰ αὐτὴ προσόντα δίκαια ἐξ ἀρχῆς καὶ ἄνωθεν, κατὰ τὸ πάλαι κράτησαν ἔθος, ἄδειαν ἔχοντος, ἑκάστου μητροπολίτου τὰ ἴσα τῶν πεπραγμένων πρὸς τὸ οἰκεῖον ἀσφαλὲς ἐκλαβεῖν. Εἰ δὲ τὶς μαχόμενον τύπον τοῖς νῦν ὠρισμένοις προκομίσοι, ἄκυρον τοῦτον εἶναι ἔδοξε τὴ ἁγία πάση καὶ οἰκουμενικὴ Συνόδω» (ACO 1, 1, 7, σέλ. 122). Ο Βαλσαμών αναφέρει πως «παλαιὸν πάντες οἱ τῶν ἐπαρχιῶν μητροπολίται αὐτοκέφαλοι ἤσαν καὶ ὑπὸ οἰκείων συνόδων ἐχειροτονοῦντο».

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Σύνοδος της Εφέσου δεν διατύπωσε κανόνες. Από τα πρακτικά και δύο επιστολές της, όμως, σχηματίστηκαν συνολικά εννέα κανόνες, οι οποίοι περιελήφθηκαν στις κανονικές συλλογές της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο 8ος κανόνας, που αφορά ιδιατέρως στην Εκκλησία της Κύπρου, σχηματίστηκε από τα πρακτικά της 7ης Συνεδρίας.

Στη συνέχεια, το έτος 478 μ.Χ., ο Αρχιεπίσκοπος Κυπρου Ανθέμιος μετά από όραμα εντόπισε τον τάφο και το τίμιο λείψανο του Αποστόλου Βαρνάβα· «Βαρνάβα τοῦ Ἀποστόλου τὸ λείψανον εὑρέθη ἐν Κύπρῳ ὑπὸ δένδρον κερατέα, ἔχον ἐπὶ τοῦ στήθους τὸ κατὰ Ματθαῖον εὐαγγέλιον, ἰδιόγραφόν του Βαρνάβα. Ἐξ ἢς προφάσεως καὶ περιγεγόνασι Κύπριοι, τὸ αὐτοκέφαλον εἶναι τὴν κατὰ αὐτοὺς μητρόπολιν καὶ μὴ τελεῖν ὑπὸ Ἀντιόχειαν» (P.G. 86, 184), σημειώνει ο Θεόδωρος Αναγνώστης.

Ο Ανθέμιος πρόσφερε το εν λόγω Ευαγγέλιο στον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ζήνωνα. Ο Αυτοκράτορας, και εις ένδειξη εκτίμησης, παραχώρησε τρία αυτοκρατορικά προνόμια στον (εκάστοτε) Αρχιεπίσκοπο Κυπρου: 1. να υπογράφει με κιννάβαρι (κόκκινο μελάνι), 2. να φέρει πορφυρούν μανδύα κατά τις ιεροτελεστίες και 3. να κρατεί αντί επισκοπικής πατερίτσας το αυτοκρατορικό σκήπτρο. Με την ενέργειά του επικύρωσε ξανά το Αυτοκέφαλο της Εκκλησίας Κύπρου, υπογραμμίζοντας ότι η Εκκλησία της Κύπρου είναι Αποστολική, γι’ αυτό δικαιούται να είναι και Αυτοκέφαλη.

Την αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Κύπρου επικύρωσε αργότερα και τοπική Σύνοδος το 488 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, αφού ο Πατριάρχης Αντιοχείας εξακολουθούσε να αμφισβητεί την απόφαση της Γ' Οικουμενικής Συνόδου.


Τέλος, τα αυτοκρατορικά προνόμια και το Αυτοκέφαλο επικύρωσε και η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος το 692 μ.Χ., επίσης, στην Κωνσταντινούπολη. Επιπρόσθετα, μαλίστα, παραχωρήθηκε στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου το δικαίωμα να συγκαλεί Μείζονα Σύνοδο.


Σε ό,τι αφορά την Εκκλησία της Κύπρου η κατάταξη στα Δίπτυχα, μετά την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο, είχε διαμορφωθεί ως εξής: Ρώμης, «μετ’ εκείνον υπάρχοντα» και «των ίσων απολαύειν πρεσβείων» (με τον Ρώμης) ο Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και ακολούθως της Κύπρου.

Ορθόδοξος Συναξαριστής

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείῳ Πνεύματι, ἐν τῇ Ἐφέσῳ, συνεκρότησαν, Σύνοδον Τρίτην, οἱ θεοφόροι Πατέρες καὶ ἅγιοι, καὶ Νεστορίου ἑλόντες τὴν αἵρεσιν, τὴν Θεοτόκον σαφῶς ἀνεκήρυξαν· οὓς ὑμνήσωμεν, συμφώνοις ᾠδαῖς καὶ ᾄσμασι, δοξάζοντες Χριστὸν τὸν πολυέλεον.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τοῦ Παρακλήτου ἐπινεύσει τῇ θείᾳ, ἐν τῇ Ἐφέσῳ συνελθόντες Πατέρες, καὶ τὴν σεπτὴν καὶ Τρίτην θείαν Σύνοδον, πίστει συγκροτήσαντες, ἐν αὐτῇ Νεστορίου, ἅπασαν τὴν αἵρεσιν, καὶ τὸ ἔκφυλον δόγμα, καταβαλόντες δόγμασι σεπτοῖς, τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ἐστηρίξατε.

Μεγαλυνάριον

Χαίρετε Πατέρες πανευκλεεῖς, οἱ τοῦ Νεστορίου, καταισχύναντες τὴν φωνήν, καὶ ἐν τῇ Συνόδῳ, τῇ Τρίτῃ τὸν Σωτῆρα, καὶ τὴν τεκοῦσαν Τοῦτον, λαμπρῶς κηρύξαντες.


Τῶν Ἁγίων Θεοπατόρων Ἰωακείμ καί Ἂννης (9 Σεπτεμβρίου)



Η Αγία Άννα είναι η μητέρα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Κατάγεται από γένος επίσημο από ιερατική γενιά. Είναι κόρη του ιερέα Ματθάν και της γυναίκας του Μαρίας. Η ενάρετη Άννα παντρεύτηκε στην Γαλιλαία τον Θεοσεβή Ιωακείμ. Δεν είχε παιδιά και ήταν ήδη προχωρημένης ηλικίας. Οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα κοσμούνται από αρετές. Είναι γεμάτοι από καλοσύνη, πραότητα και υπομονή. Ζουν με ευλάβεια και φόβο Θεού. Τηρούν τον νόμο. Έχουν ταπείνωση, σωφροσύνη, αγιότητα ζωής. Πιστεύουν στο Θεό με θέρμη και προσεύχονται. Προσεύχονται ολόψυχα. Και γι’ αυτό αξιώνονται να γίνουν Πρόγονοι του Βασιλέως των βασιλευόντων Χριστού, του Δημιουργού του ουρανού και της γης.

Η ατεκνία της Αγίας Άννας

Στη ζωή της Άγιας Άννας υπήρχε και ένα μελαγχολικό σύννεφο. Υπήρχε μια πίκρα διότι έμεινε στείρα. Ο Θεός, είχε δώσει στην ενάρετη ζωή της, για δοκιμασία, την στέρηση της μητρότητας. Μοιράζει ο Θεός τα χαρίσματά Του. Και στον καθένα μαζί με τα προσόντα, που τον προικίζει του δίνει και κάποιο μειονέκτημα για να τον συγκρατεί. Έτσι λοιπόν και η ενάρετη Άννα έχει έντονη τη θλίψι της, γιατί δεν μπορεί να αποκτήσει ένα παιδί.
Τον καιρό εκείνο η ατεκνία είχε φοβερές κοινωνικές συνέπειες. Ο άτεκνος εθεωρείτο περιφρονημένος και ντροπιασμένος από τον Θεό και τους ανθρώπους. Κανένας δεν έτρωγε ψωμί μ’ αυτόν που δεν είχε παιδί. Όταν πήγαινε στην Εκκλησία καθόταν τελευταίος.
Και αν έδινε λειτουργία, συνηθιζόταν να την δίνει τελευταίος στον Ιερέα.

Η προσευχή της Άννας

Ζητάει, να επιβλέψει ο Θεός στην ταπείνωση της και να της δώσει παιδί. Ένα παιδί ζητάει από το Θεό. ένα παιδί θειο δώρο, που θα τους απάλλασσε από την ντροπή της ατεκνίας. Και αυτό δεν το θέλει δικό της. Υπόσχεται και λέγει:
-«Θά τό ἀφιερώσω Κύριε σέ Σένα».
Ας δούμε όμως με τί λόγια προσεύχεται, πως απευθύνει η Αγία Άννα την παράκληση της στο Θεό:
-«Κύριε Παντοκράτορα, καί Μεγαλοδύναμε, πού μόνο μέ τό λόγο ἔκανες τόν οὐρανό καί τή γῆ καί ὅσα φαίνονται καί εἶναι γύρω μας, πού λύτρωσες, τούς πατέρες μας ἀπό τά χέρια τοῦ Φαραώ, πού μέ τό πρόσταγμά Σου σχίσθηκε ἡ θάλασσα καί πέσανε μέσα οἱ Αἰγύπτιοι. Ἐσύ Θεέ, πού τούς ἔτρεφες σαράντα χρόνια στήν ἔρημο. Ἐσύ, πού εὐλόγησες τή Σάρρα, τή γυναίκα τοῦ Ἀβραάμ καί γέννησε τόν Ἰσαάκ στά γεράματά της. Ἐσύ πού χαρίτωσες ἐκείνη τήν Ἄννα τήν ὁμοία μου καί γέννησε τό Σαμουήλ τόν προφήτη. Ἐσύ δῶσε καί σέ μένα τήν ταπεινή Σου δούλη παιδί, καί μή μέ ἀφήσης νά εἶμαι ντροπιασμένη καί ταπεινωμένη ἀπό ὅλο μου τό γένος. Κύριε, ὁ Θεός μου, τάχα καί σάν ἕνα ἀπό τά θηρία δέν εἶμαι καί ἐγώ; Διατί μέ ὠργίστηκες τόσο καί εἶμαι στείρα; Ἐσύ, πού εὐλόγησες τά ποιήματά σου καί εἶπες: Αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε, δῶσε καί σέ μένα σπέρμα καί καρπό κοιλίας, καί ἄν γεννήσω εἴτε ἀρσενικό εἴτε θηλυκό, νά Σού τό χαρίσω μέ ὅλη μου τή χαρά καί νά τό φέρω στό Ναό Σου νά τό ἀφιερώσω». Ο Άγιος Ιωακείμ, έκλεγε και αυτός και παρακαλούσε το Θεό, όπως και η γυναίκα του.

Ο Θεός απαντάει στις προσευχές του Ιωακείμ και της Άννας

Ο Θεός που αγαπάει το πλάσμα Του, είδε τα δάκρυα και τους αναστεναγμούς τους, απάντησε στις θερμές προσευχές τους. Και πως έγινε τούτο; Έστειλε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ στον Ιωακείμ που ήταν στο βουνό και του λέγει:

«Χαῖρε Ἰωακείμ, καί εὐφραίνου, ἐγώ εἶμαι Ἀρχάγγελος Κυρίου καί ἦλθα νά σού πῶ, ὅτι πρόκειται νά γεννήσεις μία θυγατέρα, πού θά γεννήσει ἀπό τήν παρθενία τῆς τόν Βασιλιά τοῦ κόσμου καί Θεό. Ἄφησε λοιπόν τήν πολλή σου λύπη καί πικρία τῆς ψυχῆς σου καί πήγαινε στό σπίτι σου χαρούμενος. Φτάνουν οἱ τόσο πολλοί κόποι καί ἀναστεναγμοί. Ἄκουσε ὁ Θεός τή δέησή σου. Μόνο πήγαινε, πιστεύοντας στούς λόγους μου καί δόξαζε τό Θεό.»
Αυτά είπε ο Αρχάγγελος στον Ιωακείμ και έφυγε αμέσως και πήγε στην Άννα και της είπε τα εξής:
-«Ἄννα, Ἄννα, ἐπήκουσε Κύριος της δεήσεώς σου καί συλλήψει καί γεννήσεις, καί λαληθήσεται τό σπέρμα σου ἐν ὅλη τή οἰκουμένη». Καί εἶπεν Ἄννα, «ζῆ Κύριος ὁ Θεός μου, ἐάν γεννήσω εἴτε ἄρρεν, εἴτε θῆλυ, προσάξω αὐτό δῶρον Κυρίω τῷ Θεῶ μου καί ἔσται λειτουργῶν αὐτῶ πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ». Ο Ιωακείμ σαν άκουσε τα λόγια και τα μηνύματα του αρχαγγέλου Γαβριήλ, πήγε χαρούμενος ατό σπίτι του. Εκεί βρήκε τη γυναίκα του την Άννα που ήταν και αυτή χαρούμενη από τα λόγια του Αρχαγγέλου. Εκείνη λοιπόν τη νύχτα, συνέλαβε η άγια Άννα τη Δέσποινα Θεοτόκο από τη σπορά του Ιωακείμ, γιατί μόνο ο Χριστός ασπόρως εκυήθη, γεννήθηκε χωρίς σπορά ανδρός. Επηκολούθησαν ευτυχείς ημέρες απερίγραπτης χαράς για τους ευσεβείς Ιωακείμ και Άννα. Και τότε συνεχίσθηκαν οι προσευχές ευχαριστίας με δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης στο Θεό. Ποιος αλήθεια μπορεί να περιγράψει τη ευτυχία τους εκείνη, που επακολούθησε;
Έπειτα όταν πέρασε ο προβλεπόμενος χρόνος η χαρά τους έγινε πιο χειροπιαστή. Η ευσεβής Άννα γέννησε μετά από 9 μήνες ένα χαριτωμένο κοριτσάκι

Το όνομα του παιδιού και η σημασία του

Στις οχτώ μέρες, ήταν συνήθεια στους Εβραίους, οι γονείς του παιδιού να καλούν τους ιερείς, να τους φιλεύουν και να βάζουν το όνομα του παιδιού. Σύμφωνα με τη συνήθεια αυτή, ο Άγιος Ιωακείμ και η Αγία Άννα καλέσανε τους ιερείς, τους φιλέψανε για να βάλουν το όνομα τής θυγατέρας τους. Την ονομάσανε Μαριάμ.

Το όνομα Μαριάμ σημαίνει Βασίλισσα. Σημαίνει επίσης, δώρο, ελπίδα, κυρία, Ωραία. Ήταν η πιο άγια γυναίκα, Άφθαρτη και Αμόλυντη και γι’ αυτό λέγεται Παναγία. Αναλυτικά όμως, σύμφωνα με μίαν άλλη ερμηνεία κάθε γράμμα του ονόματος της αντιστοιχεί στις λέξεις:
Μόνη Αύτη Ρύσεται Ιού Άπαντας Μισοκάλου Δηλαδή: Μόνη αυτή θα γλυτώσει τους ανθρώπους από το φαρμάκι του Διαβόλου. Δηλαδή την αμαρτία.

Το τάμα της Αγίας Άννας

Επί τρία ολόκληρα χρόνια χαρήκανε οι ευλαβείς γονείς την μικρή χαριτωμένη κόρη τους, έχοντάς την ανάμεσα τους και υμνολογώντας ευχαριστίες στο Θεό.
Μόλις περάσανε τα τρία χρόνια, θυμήθηκαν οι γονείς της αυτό που τάξανε στο Θεό. Να χαρίσουν δηλαδή τη θυγατέρα τους στην Εκκλησία. Αληθινά, ήταν πολύ μεγάλη η πίστη της Άννας, για να χωριστεί από τη θυγατέρα της, που ήταν μόλις τριών χρόνων. Για να χωριστεί από κείνη, που ζήτησε με πολλά δάκρυα και πολλές προσευχές από το Θεό. Προτίμησε όμως η Αγία Άννα να τηρήσει την υπόσχεση της στο Θεό και να δώσει αυτό που έταξε, από τη διαδοχή του γένους της.
Μόνο να γίνει αυτό που έταξα στο Θεό και ας μείνω χωρίς κληρονόμο, και ας μείνουν τα υπάρχοντα μου σε χέρια άλλων, είπε.
Μαζέψανε λοιπόν οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα τις παρθένους της γειτονίας, για να πάνε με λαμπάδες την χαριτωμένη κόρη τους στο Ναό. Τον καιρό εκείνο, ήταν αρχιερέας ο Ζαχαρίας, ο Προφήτης και πατέρας του Προδρόμου. Αυτός μόλις είδε την Παναγία, τη γνώρισε αμέσως. Στάθηκε και της είπε πολλά εγκώμια. Μετά γύρισε και στους γονείς της και τους είπε:
-«Εὐλογημένο καί χαριτωμένο ἀντρόγυνο, χαίρεσθε καί ἀγαλλιάσθε, γιατί ἀξιωθήκατε νά γίνετε γονεῖς τέτοιας θυγατέρας. Ἐσεῖς ξεπεράσατε τούς προπάτορές μας καί τούς πατέρες μας. Ἐσεῖς γεννήσατε τή Βασίλισσα τοῦ κόσμου. Ἐσεῖς θά δοξασθῆτε ἀπό τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους».
Τότε η Αγία Άννα είπε στον Αρχιερέα:
-«Πάρε Ἀρχιερέα, τή θυγατέρα μου. Μᾶλλον τή θυγατέρα τοῦ Θεοῦ. Δέξου τήν καθαρή καί ἀμόλυντη καί ὑψηλότερη τῶν οὐρανῶν. Βάλτην μέσα στό Ναό γιατί ἐκεῖ της ἀξίζει νά κατοικῆ. Ἁγία εἶναι, σέ καθαρό τόπο τοποθέτησε τήν στά χέρια τοῦ Θεοῦ παράδωσε τήν σέ τόπο ἅγιο βάλτην ν’ ἁγιάση. Πάρε, Ζαχαρία, τήν κόρη μου, καί ἀφιέρωσε τήν στό Ναό, γιατί ἔτσι τήν τάξαμε».

Η κοίμηση της Άγιας Άννης

Η Αγία Άννα αφού γέννησε την Θεοτόκο Μαρία, την απογαλάκτισε και την αφιέρωσε στο Ναό σαν καθαρό και άμωμο δώρο. Πέρασε τη ζωή της με νηστείες, προσευχές και ελεημοσύνες προς τους φτωχούς. Τέλος παρέδωσε την Αγία της ψυχή στα χέρια του Κυρίου ειρηνικά.
Η παράδοση, αναφέρει ότι η Θεοπρομήτωρ Άννα, όταν κοιμήθηκε εν Κυρίω, ήταν 69 χρόνων και ο Ιωακείμ 80 χρόνων. Ποιος από τους δύο, πέθανε πρώτος δεν αναφέρεται. Αναφέρεται μόνο ότι, όταν η Θεοτόκος ήταν έντεκα χρόνων έμεινε ορφανή και από τους δύο γονείς της.
Η μνήμη της Αγίας Άννης εορτάζεται την 9ην Σεπτεμβρίου, εορτή των δικαίων Θεοπατόρων. Την κοίμησή της η Εκκλησία μας γιορτάζει την 25ην Ιουλίου με ιδιαίτερη ακολουθία. Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός ίδρυσε Ναό προς τιμήν τής Άγιας Άννης το 550 στη Κωνσταντινούπολη.

Λείψανα της Αγίας Άννης

Στο Άγιο Όρος, στη σκήτη της Άγιας Άννας, σώζεται το αριστερό πόδι της Άγιας και αγιάζει αυτούς που πηγαίνουν να το προσκυνήσουν με ευλάβεια.


Ἀπολυτίκιον τῶν Ἁγίων Ἰωακείμ καί Ἄννης
Ἦχος πλ. α΄. Τόν συνάναρχον Λόγον.

Ἡ δυάς ἡ ἅγια καί θεοτίμητος, Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα ὡς τοῦ Θεοῦ ἀγχιστεῖς, ἀνυμνείσθωσαν φαιδρῶς, ἀσμάτων κάλλεσιν οὗτοι γάρ ἔτεκον ἠμίν, τήν τεκοῦσαν ὑπέρ νοῦν
τόν ἄσαρκον βροτωθέντα, εἰς σωτηρίαν τοῦ κόσμου, μεθ’ ἤς πρεσβεύουσι σωθῆναι ἠμᾶς.


Κοντάκιον Ἦχος β΄. Τά ἄνω ζητῶν.

Εὐφραίνεται νῦν, ἡ Ἄννα τῶν στειρώσεως, λυθεῖσα δεσμῶν, καί τρέφει τήν Πανάχραντον, συγκαλοῦσα ἅπαντας, ἀνυμνῆσαι τόν δωρησάμενον, ἐκ νηδύος αὐτῆς τοῖς βροτοῖς, 
τήν μόνην Μητέρα καί Ἀπείρανδρον.

Ἕτερον. Ἦχος ἅ΄. Χορός ἀγγελικός.

Τό ζεῦγος τό σεπτόν, Ἰωακείμ τέ καί Ἄννα, χορεύουσι φαιδρῶς, παρ’ ἐλπίδα τεκόντες, τό ὅρος τό ἅγιον, τήν νεφέλην τήν ἔμψυχον, τήν περίοπτον, τοῦ Βασιλέως καθέδραν, 
ὧν τῆς χάριτος, πνευματικῶς κοινωνοῦντες, Χριστόν μεγαλύνομεν.

Μεγαλυνάριον

Τέρπεται ἡ Ἄννα θεοπρεπῶς, κρατοῦσα ὡς βρέφος, τήν τεκοῦσαν τόν ποιητήν, σύν αὔτη δέ χαίρει, Ἰωακείμ ὁ θεῖος, ὧν τή χαρά ὡς δῶρον, τόν ὕμνον ἄσωμεν.

Ἀπολυτίκιον τῆς Ἁγίας Ἄννης Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε

Ζωήν τήν κυήσαναν ἐκυοφόρησας, Ἁγνήν Θεομήτορα, θεοφρον, Ἄννα, δί’ ὁ πρός λῆξιν οὐράνιον, ἔνθα εὐφραινομένων, κατοικία ἐν δόξη, χαίρουσα νῦν μετέστης, τοῖς τιμῶσι 
σέ πάθω, πταισμάτων αἰτουμένη ἱλασμόν, ἀειμακάριστε.

Κοντάκιον Ἦχος πλ.δ΄ Τή Ὑπερμάχω.

Ὡς τοῦ Σωτῆρος εὐκλεέστατοι Προπάτορες, ἐπουρανίων δωρεῶν ἄμφω ἐτύχατε, Ἰωακείμ καί Ἄννα οἱ θεοφόροι. Ἀλλ' ἐκ πάσης ἐπήρειας ἐκλυτρώσασθε, τούς αἰτοῦντας τήν 
θερμήν ὑμῶν ἀντίληψιν, καί κραυγάζοντας, χαίροις ζεῦγος θεοκλητόν.

Μεγαλυνάριον

Χαίρουσα μετέστης πρός ζωήν, Ἄννα ὥσπερ μήτηρ, τῆς τεκούσης τόν Ποιητήν. Ὅθεν τους τιμώντας, τήν θείαν κοίμησίν σου, χαρᾶς τῆς ἀθανάτου, μετόχους ποίησον.