† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, Η ΓΙΓΑΝΤΙΑΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΗΣ Β΄ ΧΙΛΙΕΤΙΑΣ

 Ὁμιλία εἰς τὸν Γ΄ Κατανυκτικὸ Ἑσπερινὸ 

 

εἰς τὸν Καθεδρικὸ Ναὸ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ

 

Πάτρα, 3/16-03-2025

 

 

ὑπό Ἀρχιμανδρίτου π. Νικηφόρου Νάσσου

 

Θεοφιλέστατε, σεβαστοί πατέρες, ἀγαπητοί ἀδελφοί,

 


μετά τήν λαμπροφορία τῆς παρελθούσης Κυριακῆς, πού ὀνομάζεται τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπου ἡ Ἐκκλησία ἑόρτασε γηθοσύνως τά νικητήρια καί διετρανώθη ἀπό τό ὀρθόδοξο πλήρωμα γιά ἀκόμη μιά φορά ἡ βεβαιότητα ὅτι «αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τήν οἰκουμένην ἐστήριξεν», ἐρχόμαστε στήν Β΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, τήν σημερινή ἁγία ἡμέρα καί Ἑορτή. Αὐτή, στή συνείδηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος ἀποτελεῖ συνέχεια τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀφοῦ ἑορτάζει ἕνας μεγάλος πρόμαχος αὐτῆς, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (1296-1359), ὁ ἐπιφανέστερος βυζαντινός Θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας τόν ΙΔ΄ αἰῶνα, ὁποῖος ἐπαναδιατύπωσε ἄριστα, θεωρητικά καί πρακτικά, τήν κοινή ἐμπειρία τῆς Ἀληθείας τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως.

 

aggrigoriow


πό τῆς θέσεως αὐτῆς ἐκφράζω τίς εὐχαριστίες μου πρός τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπό μας κ.κ. Καλλίνικο γιά τήν συγκατάθεση του στήν πρόταση τοῦ Θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου Ταλαντίου κ. Καλλινίκου νά ἔρθω ἐδῶ στήν πόλη σας τήν Πάτρα καί νά πραγματοποιἠσω αὐτή τήν Ὁμιλία, μετά τό πέρας τοῦ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ.


γαπητοί μου, τό νά ὁμιλήσει κανείς ἀρκούντως γιά τό ὄντως πελώριο πνευματικό καί θεολογικό ἀνάστημα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ πού ὀνομάζεται Γρηγόριος Παλαμᾶς εἶναι μέγας ἆθλος, ἀλλά καί μέγα τόλμημα. Εἶναι πλούσια ἡ βιβλιογραφία περί τοῦ τιμίου προσώπου αὐτοῦ πού ἀποκαλεῖται «κῆρυξ τῆς Χάριτος», «κῆρυξ τοῦ ἀκτίστου φωτός». Αὐτός ὁ τρισευλογημένος κήρυττε τό φῶς, ἀλλά καί ὡς θεόπτης καί ἐμπειρικός Θεολόγος ἔβλεπε τό φῶς. Ἐνδεικτικά περί τοῦ ὑψηλοτάτου θεολογικοῦ ἀναστήματτος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου καί τή θέση του στή συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, θά σημειώσουμε ἐπιγραμματικά τό ἑξῆς.


Κατά τήν πρώτη χριστιανική χιλιετία διέλαμψαν στό πνευματικό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας πολύ μεγάλες μορφές τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό τούς πρώτους κιόλας αἰῶνες (ὅπως λ.χ. τον 3ο αἰῶνα ὁ Μ. Ἀθανάσιος, κατόπιν ἀπό τόν 4ο καί ἐντεῦθεν οἱ Καππαδόκες, ὁ ἱερός Χρυσόστομος κ.ἄ, καί στή συνέχεια τῶν αἰώνων ἄλλοι Πατέρες, ὅπως λ.χ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας (5ο αἰ.), Μάξιμος Ὁμολογητής (7ος αἰ), Ἰωάννης Δαμασκηνός (8ος), Μ. Φώτιος (9ος). Ἐνῶ, ὅμως, κατά τήν πρώτη χιλιετία πολλοί Ἅγιοι Πατέρες καί Διδάσκαλοι συναμιλλῶνται, θά λέγαμε, γιά τά πρωτεῖα, στή δεύτερη χιλιετία προβάλλει καί ξεχωρίζει ἕνας μεταξύ τῶν πολλῶν. Αὐτός εἶναι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ Ἁγιορείτης καί θεωρητικός Διδάσκαλος τῆς ἡσυχίας καί μεγάλος δογματικός Πατήρ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἰσοστάσιος ὅλων τῶν προηγουμένων τῆς πρώτης χιλιετίας, Πατέρων και Διδασκάλων.


Δέν θά ἀναφερθοῦμε στά βιογραφικά στοιχεῖα τοῦ μεγάλου Ἁγίου καί κορυφαίου Θεολόγου. Θά προσπαθήσουμε νά παρουσιάσουμε μέσα ἀπό τήν ζωή καί τή διδαχή του κάποια στοιχεῖα θεολογικά καί πνευματικά, ὥστε νά διδαχθοῦμε καί νά ἀντλήσουμε χρήσιμα συμεράσματα γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή μας στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας.


Μέσα ἀπό τόν ἀνεξάντλητο πλοῦτο τῆς θεολογίας καί τῶν κειμένων τοῦ ἁγίου, τρία ζητήματα θά ἀναπτυχθοῦν ἐδῶ μέ κάθε δυνατή συντομία, πρός κοινή ψυχική ὠφέλεια.

 

Πρῶτο ζήτημα, ἡ περί τῆς «θεοποιοῦ μεθέξεως» διδασκαλία, δηλαδή περί τῆς δυνατότητος τοῦ κτιστοῦ νά μετέχει στό ἄκτιστο, ὅπως ἐπίσης καί περί τοῦ ἀκτίστου φωτός. Θά τά ἐκθέσουμε μέ ὅσο ἁπλή διατύπωση γίνεται, ὥστε νά εἶναι ἀπό ὅλους κατανοητά.


 Τριαδικός Θεός μας εἶναι ἄκτιστος, ἄναρχος, ἀδημιούργητος, προαιώνιος. Ἔχει οὐσία, ἀλλά ἔχει και ἐνέργεια. Ὅπως ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστη, ἔτσι καί ἡ ἐνέργειά Του εἶναι ἄκτιστη. Ἀντίθετα, ἐμεῖς ἔχουμε κτιστή οὐσία καί κτιστή ἐνέργεια. Ὁ Θεός μας, σύμφωνα μέ τήν Πατερική Θεολογία, εἶναι ἀκατάληπτος, ἀλλά καί καταληπτός, ἄγνωστος καί γνωστός, ἀμέθεκτος καί μεθεκτός. Εἶναι ἄγνωστος ὁ Θεός καί ἀκατάληπτος ὡς πρός τήν οὐσία Του, ἀφοῦ κανείς δέν εἶδε, οὔτε πρόκειται νά δεῖ ποτέ τήν θεία φύση. Εἶναι ὅμως γνωστός καί καταληπτός καί μεθεκτός ὡς πρός τήν ἐνέργειά του.

 

πό αὐτή τήν θεία, ἄκτιστη ἐνέργεια γνωρίζουμε τόν Θεό, ὅσο μποροῦμε νά τόν γνωρίσουμε.
«Ἡμεῖς δέ ἐκ μέν τῶν ἐνεργειῶν γνωρίζειν λέγομεν τόν Θεόν ἡμῶν, τῇ δέ οὐσίᾳ αὐτοῦ προσεγγίζειν οὐχ ὑπισχνούμεθα. Αἱ μέν γάρ ἐνέργειαι αὐτοῦ πρός ἡμᾶς καταβαίνουσιν, ἡ δέ οὐσία αὐτοῦ μένει ἀπρόσιτος»1.


 θεία, οὐσιώδης ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ αὐτή διά τῆς ὁποίας ὁ Θεός δημιουργεῖ, συντηρεῖ, προνοεῖ γιά τόν κόσμο, καί δι᾿ αὐτῆς ἀποκαλύπτεται καί κοινωνεῖ μέ αὐτόν. Αὐτή ἡ ἄκτιστη καί ἄναρχη ἐνέργεια, μετέχεται ἀπό τά κτίσματα, ἀγγέλους καί ἀνθρώπους. Θεολογικότερα ἄν ἐκφρασθοῦμε, θά ποῦμε ὅτι μετέχουμε τῶν ἰδιοτήτων τῆς θείας Ἐνεργείας. (Ὅπως ὁ σίδηρος, κατά τό παράδειγμα τῶν ἁγίων Πατέρων. Ὁ πυρακτωμένος σίδηρος μετέχει τῶν ἰδιοτήτων τῆς φωτιᾶς). Αὐτή ἡ Ἐνέργεια καί Χάρη σώζει καί θεώνει τόν ἄνθρωπο, καί γι᾿ αὐτό λέγεται «θεοποιός ἐνέργεια», ὅπως ὑπάρχει καί ἡ ζωοποιός, ἡ οὐσιοποιός καί ἡ σοφοποιός ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ («οὐσιώσεις, ζωώσεις, σοφοποιήσεις»)2 . Κατά τοῦτο, μία εἶναι ἡ θεία ἐνέργεια, ἀλλά λαμβάνει διάφορα ὀνόματα ἀνάλογα μέ τά ἀποτελέσματά της.


Αὐτό, λοιπόν, τό γεγονός τῆς μετοχῆς τοῦ ἀνθρώπου στήν θεία ἐνέργεια ἦρθε νά ἀμφισβητήσει ὁ ἐκ Καλαβρίας Βαρλαάμ μοναχός, ὁ ὁποῖος εἶχε μεγάλη θεολογική ἀντιπαράθεση μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ. Πρόκειται ούσιαστικά γιά σύγκρουση δύο κόσμων, δύο θεολογιῶν, δύο παραδόσεων, τῆς ὀρθοδόξου ἐμπειρικῆς καί τῆς δυτικῆς σχολαστικῆς. Ὁ Βαρλαάμ ἔχοντας τίς φιλοσοφικές ἐπιδράσεις τῆς δυτικῆς θεολογίας κήρυττε ἕναν ἀμέθεκτο Θεό. Κήρυττε (ἄς χρησιοποιήσουμε τό παράδειγμα), ἕναν ἥλιο, πού κρατάει τό φῶς γιά τόν ἑαυτό του καί δέν τό παρέχει στόν κόσμο. Ὅμως, ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, ὁ Θεός μας ὅπως τόν πιστεύουμε καί τόν λατρεύουμε οἱ Ὀρθόδοξοι, εἶναι ἕνας Ἥλιος πού «ἐξαποστέλλει» τό φῶς του καί φωτίζει καί θερμαίνει καί ζωοποιεῖ. Ποιό εἶναι τό φῶς τοῦ Ἡλίου αὐτοῦ; Ἠ θεία, ἄκτιση Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, αὐτό πού ὀνομάζουμε φῶς, χάρη, πρόνοια κ.λπ.


χοντας ὑπόψη του ὁ θεοφόρος Παλαμᾶς αὐτήν τήν πραγματικότητα, ὅτι δηλαδή ὁ Θεός εἶναι μεθεκτός ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀπευθύνεται στον ὀρθολογιστή Βαρλαάμ καί τοῦ λέγει:
«Ἄν σύ ἀνέλοις τό μεταξύ τοῦ ἀμεθέκτου καί τῶν μετεχόντων, ὤ τῆς ζημίας! Διέστησας ἡμᾶς τοῦ Θεοῦ»3 ! Γκρεμίζεις, τοῦ λέγει, τή «γέφυρα» προσβάσεως στόν Θεό. Μᾶς χωρίζεις ἀπό τόν Θεό, καταστρέφοντας τό «συνδοῦν», τόν σύνδεσμο μαζί Του.


τσι, ὁ ἅγιος Γρηγόριος μέ τούς λόγους καί τήν ὅλη θεολογική του δραστηριότητα, ἀγωνίστηκε γιά τή διασφάλιση τῆς σωτηρίας ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅπως θά ἀναφέρουμε καί στόν Ἐπίλογο. Διότι πῶς μπορεῖ νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἄν δέν μετέχει στή Χάρη τοῦ Θεοῦ; Μέ δικές του δυνάμεις; Ἀποκλείεται! Ἡ θεία Χάρις καί Ἐνέργεια εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία θεώνει τούς Ἁγίους, καί ὄχι κάποια κτιστή ἐνέργεια, ἀφοῦ ἡ θέωση εἶναι «ἑτέρου γένους»4 . Οἱ «καθαροί τῇ καρδίᾳ», σύμφωνα μέ τά Εὐαγγελικά λόγια, βλέπουν τόν Θεό, μετέχουν τῆς ἀκτίστου Χάριτος και Ἐνεργείας Του. Νά σημειώσουμε βεβαίως, ὅτι ἡ ὁλοκλήρωση τῆς δυνατῆς στον ἄνθρωπο θέας τοῦ Θεοῦ θα γίνει στόν μέλλοντα αἰῶνα, ἀφοῦ τώρα ὑπάρχει μερική μόνο θέα, «ἐν ἐσόπτρῳ καί ἐν αἰνίγματι». Πάντως ὑπάρχει θέα καί μετοχή στόν Θεό ἀπό ἐδῶ «ἀπ᾿ ἐντεῦθεν ἤδη», ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος.


Σχετικά, τώρα, μέ τή φύση τοῦ φωτός, τό ὁποῖο βλέπουν οἱ κεκαθαρμένοι, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τόνισε ὅτι αὐτό εἶναι ἄκτιστο. Αὐτό το φῶς το ὁποῖο ἐξήστραψε ἀπό τόν Κύριο ἐπάνω στό ὄρος Θαβώρ κατά τήν φρικτή Μεταμόρφωσή Του, δέν ἀποτελοῦσε ἀόριστη, ἤ ἀπρόσωπη δύναμη, ἀλλά συγκεκριμένη προσωπική ἐνέργεια τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Οἱ μαθητές τοῦ Κυρίου τότε, προκειμένου νά δοῦν τό Θαβώριο φῶς μετασκευάσθησαν ἐπί τό πνευματικότερο, ὅπως γράφει ὁ θεόπτης καί φωτοφόρος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.


Δέν ἦταν, λέγει, αἰσθητό τό φῶς, οὔτε οἱ μαθητές τό εἶδαν μέ αἰσθητούς ὀφθαλμούς, ἀλλά μέ ὀφθλμούς μετασκευασμένους ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἀγίου Πνεύματος. «Ἐνηλλάγησαν οὖν καί οὕτω τήν ἐναλλαγήν εἶδον»5 . Αὐτό τό φῶς, ὡς θεία, ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ βλἐπουν καί οἱ ἡσυχαστές, κατά τίς μυστικές τους ἐμπειρίες. Αὐτό τό φῶς πρόκειται νά δοῦν οἱ ἅγιοι στόν μέλλοντα αἰῶνα «ἐκτυπώτερον». Πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι ἡ συζήτηση γιά τό φῶς, ἄν εἶναι ἄκτιστο ἤ κτιστό δέν εἶναι καθόλου μία διανοητική, θεωρητική ἐνασχόληση, ἀλλά «συνδέεται μέ τό αἴτημα τῆς θεώσεως καί τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, τῆς πραγματικῆς κοινωνίας και μετοχῆς τοῦ Θεοῦ, ἄρα ἔχει σωτηριολογικές ἐπιπτώσεις6.


Αὐτό τό φῶς θεωροῦσε κτιστόν, φάσμα καί σύμβολο, «γινόμενον καί ἀπογινόμενον» ὁ ὀρθολογιστής Βαρλαάμ ὁ Καλαβρός. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ὅμως, διά τοῦ καθαρωτάτου δοχείου της, τοῦ κήρυκος, ἀλλά καί τοῦ μετόχου τοῦ φωτός, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, διετράνωσε τήν ἀλήθεα τῶν πραγμάτων καί ὅπως εἶναι γνωστό, ἡ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου ἔτυχε συνοδικῆς κατοχυρώσεως ἀπό τίς λεγόμενες Ἡσυχαστικές Συνόδους τοῦ 14ου αἰῶνος.

 

Τό δεύτερο ζήτημα στό ὁποῖο θά ἀναφερθοῦμε εἶναι ὁλίγα περί τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ σχετικά μέ τήν προσευχή, εἰδικότερα μέ τή λεγομένη «νοερά προσευχή». Ὁ ἐκ Δύσεως πολέμιος τοῦ ὀρθοδόξου Ἡσυχασμοῦ, Βαρλαάμ περιέπεζε τούς Ἁγιορείτες μοναχούς, οἱ ὁποίοι χρησιμοποιοῦσαν μία ψυχοσωματική μέθοδο, προκειμένου νά συγκεντρώσουν τό νοῦ μέσα στήν καρδιά κατά τήν ἄσκηση τῆς εὐχῆς: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος συνέγραψε πλῆθος κειμένων περί τῆς προσευχῆς, ἀλλά και τοῦ ἀκτίστου χαρακτῆρος τοῦ φωτός, που ἀξιώνονταν νά δοῦν οἱ μοναχοί πού ἀσκοῦσαν τή νοερά προσευχή. Ὁ σχολαστικός Βαρλαάμ, ὡς ἑπόμενος καί ἐκφραστής τῆς δυτικῆς θεολογίας, ταύτιζε οὐσία καί ἐνέργεια στον Θεό, ἀποκλείοντας τή θέα τοῦ φωτός, πού λαμβάνει χώρα στόν κεκαθαρμένο καί ἀδιαλείπτως προσευχόμενο πιστό.


Στόν λεγόμενο «Ἁγιορείτικο τόμο», ἔργο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, ἕνα κείμενο τό ὁποῖο προσυπέγραψαν ἡγούμενοι καί μοναχοί τοῦ ἁγίου Ὄρους καί ὁ ἐπίσκοπος Ἱερισσοῦ Ἰάκωβος,, παρουσιάζεται ὅλος ὁ πλοῦτος τῆς ὀρθοδόξου Θεολογίας καί πνευματικότητος. Ὁ συγγράψας πρῶτα «ἔπαθε τά θεῖα», κατά τήν πατερική ρήση καί ἔπειτα τά ἔμαθε καί κατόπιν παρέθεσε στήν Ἐκκλησία τήν γνήσια ἔμπειρία του. Πρόκειτα για ἕναν πολυχεύμωνα ποταμό, ὁ ὁποῖος ἀρδεύει πλουσίως διαχρονικά τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.


Θά μείνουμε ὅμως σέ δύο σημαντικά περί τήν προσευχή γεγονότα, ὅπως τα βλέπουμε στο βίο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου. Τό πρῶτο εἶναι ὅτι ἐνῶ ὡς θεωρητικός διδάσκαλος καί γνήσιος ἐργάτης τῆς νοερᾶς προσευχῆς, την δίδασκε, ὁ ἴδιος τήν ἐφήρμοζε μέ μία παραλλαγή τῶν λόγων τῆς προσευχῆς. Ἔτσι, ἀντί γιά «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με», ἔλεγε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, φὠτισόν μου τό σκότος». Τί ἀποδεκνύει τοῦτο; Τί ἄλλο, παρά τήν βαθυτάτη καί ἐκπληκτική ταπείνωση αὐτοῦ τοῦ μεγάλου Ἁγίου καί Διδασκάλου; Ἐρωτῶ, ἀγαπητοί μου τήν ἀγάπη ὅλων σας: Ἄν αὐτός ὁ μέγας, ὁ πάμφωτος, ὁ καθηγητής τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί κήρυκας τοῦ φωτός, ἀλλά καί μέτοχος αὐτοῦ, θεωροῦσε τόν ἑαυτό του ἐσκοτισμένο καί ἐκζητοῦσε βαθυστενάτως τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ, φωνάζοντας μέρα και νύχτα «φώτισόν μου τό σκότος», «φώτισόν μου τό σκότος», τότε τί πρέπει νά ποῦμε ἐμεῖς;


Τό δεύτερο ἔχει νά κάνει με ἕνα περιστατικό σχετικά πάλι μέ τήν προσευχή. Ὁ Ἅγιος δίδασκε ὅτι ἡ νοερά προσευχή δέν εἶναι ἀποκλειστικό δικαίωμα καί κατόρθωμα τῶν μοναχῶν και τῶν ἀσκητῶν μόνο. Μποροῦν καί οἱ ἐν τῷ κόσμῳ Χριστιανοί πρέπει νά καταγίνονται μέ τή νοερά προσευχή, τή λεγομένη «μονολόγιστη εὐχή», νά ἀγωνίζονται ὅσο μποροῦν καί νά τήν ἀσκοῦν μέ ταπείνωση καί ἀγάπη Θεοῦ. Ὑπῆρχε ὅμως ἕνας εὐλαβέστατος μοναχός, ὀνόματι Ἰώβ, συνασκητής ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος δέν συμφωνοῦσε μέ αὐτή τή θέση τοῦ Γρηγορίου καί ἐπέμενε μάλιστα καί μετά ἀπό τόν διάλογο πού εἶχε μέ αὐτόν, ὅτι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς.


Καί ὅμως! Ὁ Θεός οὐρανόθεν ἐπιβεβαίωσε τό ὀρθόν τῆς διδασκαλίας τοῦ γνησίου θεράποντός του, Γρηγορίου, ἀφοῦ ὁ μοναχός Ἰώβ, ἐπιστρέφοντας στό ἀσκητικό κελλίο του δέχθηκε ἐπίσκεψη ἁγίου Ἀγγέλου, ὁ ὁποῖος τοῦ συνέστησε νά ἀκολουθεῖ σε ὅλα τήν ἀπλανή διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, τοῦ ὄντος ἀπλανοῦς φωστῆρος τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτά διηγεῖται ὁ ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, Πατριάρχης Κωσταντινουπόλεως, μαθητής καί Βιογράφος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ7 .

 

Τό τρίτο καί τελευταῖο ζήτημα εἶναι οἱ διάλογοι τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ μέ τό Ἰσλάμ, κατά τή διάρκεια τῆς αἰχμαλωσίας του ἀπό τούς Τούρκους. Ὅταν ὁ ἱερός Γρηγόριος ἐχειροτονήθη ἐπίσκοπος το 1347, ἐπί τρία ἔτη μέχρι τό 1350 δέν μπόρεσε νά ἐνθρονισθεῖ στήν Θεσσαλονίκη, λόγῳ πολιτικῶν διαταραχῶν. Τό τριετές αὐτό διάστημα τό διεξῆλθε στό Ἅγιον Ὄρος καί στή Λῆμνο. Ὅμως, καί μετά τήν ἐνθρόνισή του, οἱ διενέξεις τῶν δύο αὐτοκρατορικῶν οἰκογενειῶν, τῶν Παλαιολόγων και τῶν Κατακουζηνῶν συνεχίσθηκαν. Ὁ Ἅγιος, σέ κάποια μεσολαβητική, εἰρηνευτική του ἀποστολή στήν Κωνσταντινούπολη τό Μαΐο τοῦ 1354, τό πλοῖο πού τόν μετέφερε ἀπό τή Νῆσο Τένεδο, λόγῳ θαλασσοταραχῆς ἀναγκάστηκε νά προσεγγίσει τίς ἀκτἐς τῆς τῆς Καλλίπολης, ὅπου εἶχαν διαπεραιωθεῖ οἱ Τούρκοι, ἐκμεταλευόμενοι τόν πανικό λόγῳ ἑνός σεισμοῦ, πού εἶχε ἐπισυμβεῖ ἐκεῖνες τίς ἡμέρες. Ἐκεῖ λοιπόν ὅταν βρέθηκε ὁ Ἅγιος Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Θεσσαλονίκης συνελήφθη αὐτός και ἡ συνοδεία του ἀπό τούς Τούρκους. Εἶναι γεγονός, μαρτυρούμενο μέσα ἀπό τίς διηγήσεις τοῦ ἰδίου ἱεροῦ Πατρός, ὅτι ἦταν πολύ μεγάλη τότε ἡ περιπέτεια του καί τά δεινά πού ὑπέστη, μεταφερόμενος ἀπό τόπο σέ τόπο, ἀπό τη Λάμψακο στήν πόλη πού ὀνομάζεται Πηγές, και ἀπό ἐκεῖ στην Προύσα καί κατόπιν στή Νικομήδεια. Θά μακρύνει πολύ ὁ λόγος ἄν προσπαθήσουμε νά παρουσιάσουμε τή δεινή δοκιμασία τοῦ Ἁγίου Ἱεράρχου. Μπορεῖ κάποιος νά πληροφορηθεῖ σχετικά μέσα ἀπό τίς λίαν ἀξιόλογες ἐπιστολές του «Εἰς τήν ἑαυτοῦ Ἐκκλησίαν»8 .


 ἅγιος Γρηγόριος θεωροῦσε ὅτι ἦταν ἔργο τῆς θείας Προνοίας νά βρεθεῖ ἐκεῖ καί νά διατρανώσει τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου στούς «πάντων βαρβάρων βαρβαρωτάτους» ὅπως τούς ὀνόμασε, ὥστε αὐτοί μέν νά καταστοῦν ἀναπολόγητοι, ἀλλά καί οἱ ἐκεῖ εὐρισκόμενοι Χριστιανοί νά ἐνισχυθοῦν στήν πίστη. Εἶναι δέ ἐκπληκτικό καί δηλωτικό τῆς μεγάλης ταπεινώσεως πού διέθετε ὁ ἅγιος Γρηγόριος αὐτό πού λέγει, ὅτι ἕνας ἀκόμη λόγος ἕνεκα τοῦ ὁποίου παραδόθηκε σ᾿ αὐτούς ἦταν οἰκονομία Θεοῦ γιά μικρή ἔκτιση (δηλαδή ὡς ἕνα κανόνα, ὅπως λέγουμε) ἕνεκα τῶν πολλῶν του, ὅπως γράφει, ἁμαρτιῶν. Τό κείμενο ἐν προκειμένῳ εἶναι θαυμάσιο:
«Δοκεῖ γάρ μοι διά τῆς οἰκονομίας ταύτης φανεροῦσθαι τά τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐπί πάντων Θεοῦ, καί αὐτοῖς τοῖς πάντων βαρβάρων βαρβαρωτάτοις, ὡς ἀναπολόγητοι ὦσιν ἐπί τοῦ μέλλοντος αὐτοῦ φρικωδεστάτου βήματος, ἐγγύς ὄντως ἤδη, δι᾿ ἥν οἰκονομίαν, ὡς ἀπό τῶν ἐκβάντων ἔστι συνορᾶν, καί ἡμεῖς παρεδόθημεν ταῖς τούτων χερσίν, ἅμα πρός μικράν ἔκτισιν τῶν πολλῶν εἰς Θεόν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων»9 . Αὐτή εἶναι ἡ ταπείνωση τῶν Ἁγίων. Αὐτήν συναντοῦμε οἱ λειτουργοί στήν ἀναφορά τῆς Λειτουργίας τοῦ Μ. Βασιλείου. Σέ παρακαλοῦμε Δέσποτα Πανάγιε, γράφει ὁ ἅγιος Ἱεράρχης, νά καταπέμψεις τό Πανάγιό σου Πνεῦμα, «οὐ διά τάς δικαιοσύνας ἡμῶν», ὄχι γιά τίς ἀρετές μας· «οὐ γάρ ἐποιήσαμεν τι ἀγαθόν ἐπί τῆς γῆς», δέν πράξαμε κανένα καλό στη γῆ αὐτή! Τό λέγει ὁ Μ. Βασίλειος, πού ἔπραξε ἄπειρα ἀγαθά κατά τήν παρουσία του στή γῆ. Αὐτή εἶναι ἀγαπητοί μου ἡ ταπείνωση τῶν Ἁγίων, ἡ ἑλκύουσα τή Χάρη τοῦ Θεοῦ.

 

Στή συνέχεια θά ἀναφερθοῦμε ἐν συνόπτῳ στούς διαλόγους τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ μέ τούς Μουσουλμάνους, κατά τό χρονικό διάστημα τῆς αἰχμαλωσίας σ᾿ αὐτούς. Τό ὁμολογιακό φρόνημα τοῦ μεγάλου Ἁγίου Πατρός διετρανώθη ἀπό τήν ἁγιοπατερική παρρησία του καί τήν τόλμη μέ τήν ὁποία διεξήγαγε τούς διαλόγους αὐτούς. Ἐννοεῖται πώς ὁ ἅγιος Γρηγόριος δέν διενοήθη ποτέ, οὔτε ἐπεδίωξε νά διαλεχθεῖ μέ τούς Μουσουλμάνους, ὅπως πράττουν κάποιοι σήμερα στό πλαίσιο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, λέγοντας μάλιστα στούς ἐτεροδόξους καί ἑτεροθρήσκους ὅτι εἶναι «καλά καί αὐτοί ἐκεῖ που βρίσκονται», δηλαδή στήν πλάνη καί την άπώλεια!


Οἱ συνθῆκες ἀνάγκασαν τόν ἅγιο Γρηγόριο νά συνομιλήσει μέ τούς Μουσουλμάνους, ἀφοῦ βρέθηκε ἐκεῖ ἄκων, κατά τήν αἰχμαλωσία του. Καί ὅμως! Δέν ἔδειξε τόν παραμικρό δισταγμό καί φόβο στό νά ὑπερασπισθεῖ τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, παρά τόν προφανέστατο κίνδυνο νά χάσει τή ζωή του ἄν ἐκφραζόταν, ὅπως και ἔκανε, προσβλητικά γιά τόν ψευδοπροφήτη τους καί τήν ψευδοθρησκεία τους! Κανένας συμβιβασμός, καμμία διπλωματία, καμμία ὑποχώρηση στά τῆς πίστεως, καμμία σχετικοποίηση τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἀληθείας!


Καί ὅπως πολύ εὔστοχα ἔχει γραφεῖ, «προοδοποιεῖ ἐδῶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τό ἔργο τῶν μεγάλων Ἁγίων τῆς Τουρκοκρατίας, τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ καί τῶν Κολλυβάδων, διαγράφει τήν ὁδό τῆς ὁμολογίας καί τῆς παρρησίας στούς ἀναγκαστικούς διαλόγους μέ τούς κατακτητάς, στούς ἀληθινούς διαθρησκειακούς διαλόγους, οἱ ὁποῖοι ἐγέννησαν στή συνέχεια τό πλῆθος τῶν Νεομαρτύρων»10 .


Κατά τόν πρῶτο, λοιπόν, διάλογο, πού διεξήχθη στήν Προύσα, τόν ρώτησε ὁ Ἰσμαήλ, ὁ υἱός τοῦ μεγάλου ἀμηρᾶ, ἐάν ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί δεχόμαστε καί ἀγαποῦμε τόν προφήτη τους τόν Μωάμεθ. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἁγίου ταχύτατη καί ξεκάθαρη: «Οὔτε τόν δεχόμαστε, οὔτε τόν ἀγαποῦμε»!


ταν ὁ ἀμηράς ζήτησε τόν λόγο μιᾶς τέτοιας κατηγορηματικῆς ἀπορρίψεως, τότε ὁ ἅγιος Γρηγόριος εἶπε ἀκριβῶς: «Ὅποιος δέν πιστεύει στούς λόγους τοῦ διδασκάλου, δέν μπορεῖ νά ἀγαπᾶ τόν διδάσκαλο ὡς διδάσκαλο». Ἡ πεπαρρησιασμένη ἀπόκριση τοῦ Ἁγίου δέν ἄφησε περιθώρια ἀνταπαντἠσεως ἐκ μέρους τῶν ἀθέων Ἀγαρηνῶν. Ὁλίγα ἀκόμη εἶπαν καί ὁ διάλογος ἔληξε.


 δεύτερος διάλογος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου μέ τούς Μουσουλμάνους διεξήχθη στήν Νικομήδεια, ὅπου τόν ὁδήγησαν. Ὁ ἀμηράς Ὀρχάν κάλεσε τούς δικούς του λογίους, οἱ ὁποῖοι ἦσαν οἱ λεγόμενοι Χιόνες, ἐξισλαμισθέντες Χριστιανοί. Αὐτοί οἱ Χιόνες, γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος εἶχαν δάσκαλο τόν ἴδιο τόν διάβολο καί ἀπό αὐτόν ἔμαθαν νά βλασφημοῦν καί νά ἀσεβοῦν στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ11 . Κάποιος ἰατρός, ὀνόματι Ταρωνείτης διέσωσε πρακτικά ἀπό τόν διάλογο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου με τούς «ἀθέους Χιόνας», ὅπως τούς ἀποκαλεῖ.


 ἅγιος Ἱεράρχης, στό πλαίσιο τοῦ διαλόγου αὐτοῦ παρουσίασε μέ ἐνάργεια τά ζητήματα τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, δόγματα, ἀλήθειες κ.λπ., ὑπογραμμίζοντας τίς διαφορές μας μέ τό Ἰσλάμ, ἤτοι, τήν διδασκαλία περί τῆς Ἀγίας Τριάδος (Τριαδολογικό δόγμα), καί τήν περί τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Χριστολογία καί Πνευματολογία), ἀπαντῶντας σέ ἐρωτήσεις τῶν Μουσουλμάνων. Κάποιος ἐκ τῶν παρισταμένων ἀξιωματούχων ἔκανε λόγο γιά ἔλλειψη ἀμοιβαιότητος καί ἀλληλοκατανοήσεως ἐκ μέρους τῶν Χριστιανῶν, διότι, ὅπως εἶπε, ἐνῶ οἱ Μουσουλμᾶνοι δέχονται τόν Χριστό καί τόν τιμοῦν, ὅπως καί τήν Μητέρα του, δέν συμβαίνει τό ἴδιο καί μέ τούς Χριστιανούς, οἱ ὁποίοι ἀπαξιώνουν τόν Μωάμεθ.


 Γρηγόριος Παλαμᾶς καί πάλι ἀπαντᾶ θεοφώτιστα, ὁμολογιακά, ξεκάθαρα. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός μᾶς δίδαξε ὅτι θά ἔλθει νά κρίνει τόν κόσμο κατά τήν Δευτέρα ἔνδοξο παρουσία Του. Καί μᾶς εἶπε νά μήν δεχθοῦμε κανέναν ἄλλον πρίν τήν δική Του παρουσία. Ἐκ τῶν ἀνωτέρω συνάγεται, ὅτι ὁ Μωάμεθ ὑπῆρξε αὐτόκλητος καί ἀπόστολος τοῦ ἑαυτοῦ του καί ὄχι τοῦ Θεοῦ καί ἑπομένως, λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ὅπως διδάσκει ὁ Παῦλος στούς Γαλάτες, «κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίσηται ὑμῖν παρ᾿ ὅ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω»12 . Πῶς, λοιπόν, θά δεχθοῦμε οἱ Χριστιανοί τόν ἀλλότριο Μωάμεθ;


Καί σέ ἄλλα ἐρωτήματα τῶν Μουσουλμάνων, ὅπως λ.χ. γιατί δέν περιτέμνονται οἱ Χριστιανοί, γιατί τιμοῦν τίς εἰκόνες ἐνῶ ἡ Ἁγία Γραφή τό ἀπαγορεύει κ.λπ. ὁ Γρηγόριος ἀπάντησε πεφωτισμένα καί μέ ἀδιάσειστη ἐπιχειρηματολογία. Καί στό τέλος τοῦ διαλόγου φάνηκε ἡ κακία τῶν ἠτημένων Μουσουλμάνων, διότι ἐνῶ οἱ παριστάμενοι ἄρχοντες χαιρέτισαν μέ σεβασμό τόν ἅγιο Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Θεσσαλονίκης, ἕνας ἀπό τούς Μουσουλμάνους Χιόνες ὅρμησε κατά τοῦ Ἁγίου καί τόν ὕβρισε καί τόν ράπισε. Ἄραγε, οἱ σημερινοί διαλεγόμενοι μέ τό Ἰσλάμ στούς οἰκουμενιστικούς διαθρησκειακούς διαλόγους, πότε ὑβρίσθηκαν καί κακοποιληθηκαν ἀπό τούς ἀθέους Μουσουλμάνους; Ἀλλά πῶς νά κακοποιηθοῦν, ἀφοῦ κορυφαῖοι Οἰκουμενιστές πατριάρχες μοίραζαν πρό ἐτῶν τό Κοράνιο σέ ἀνθρώπους; Αὐτό εὐαρεστεῖ τούς ὁπαδούς τοῦ Ἰσλάμ.


Τέλος, ὁ τρίτος καί τελευταῖος διάλογος τοῦ αἰχμαλώτου ἁγίου Ἱεράρχου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ διεξήχθη στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας, τήν πόλη τῶν δύο Οἰκουμενικῶν Συνόδων, Α΄ και Ζ΄ . Στή Νίκαια μετέφεραν τόν Γρηγόριο ἀπό τή Νικομήδεια. Ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε σέ μία ἱερά μονή, τοῦ ἁγίου Ὑακίνθου μόνος, διότι τα πρόσωπα τῆς συνοδείας τους εἶχαν ἀπελευθερωθεῖ. Ὁ Ἅγιος, μία μέρα ἐνῶ περιπατοῦσε ἔξω ἀπό τήν πόλη, εἶδε ἀπό μακρυά μία Ἰσλαμική κηδεία ἑνός Μουσουλμάνου.


Μετά τό πέρας οἱ Μουσουλμᾶνοι μέ κάποιον δικό τους κληρικό (τασιμάνη) πλησίασαν τον ἅγιο Γρηγόριο καί κάθησαν κοντά του καί μέ ἀφορμή τήν κηδεία ἄρχισαν νά συζητοῦν τά περί τῆς σχετικῆς τελετουργίας καί περί τήν μέλλουσα κρίση. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος τούς εἶπε ὅτι θα ἔπρεπε οἱ ἐξόδιες εὐχές τους νά ἀπευθύνονται πρός τόν Χριστό, ἀφοῦ λένε ὅτι τόν πιστεύουν, διότι αὐτός θά εἶναι ὁ Κριτής τῆς Οἰκουμένης. Ὁ τασιμάνης δυσανασχέτισε. Ἐντωμεταξύ ἡ συγκεκριμένη συζἠτηση ἔτυχε νά ἔχει πολλούς θεατές, καθότι ἀρκετοί Τούρκοι καί Χριστινοί συγκεντρώθηκαν γύρω ἀπό τούς διαλεγομένους καί παρακολουθοῦσαν τόν διάλογο. Ὁ τασιμάνης, ἀφοῦ διαβεβαίωσε ὅτι οἱ Μουσουλμᾶνοι πιστεύον στόν Χριστό καί ἀκόμη πιστεύουν καί στό Εὐαγγέλιο ὡς θεϊκή ἀποκάλυψη, ρώτησε τόν ἅγιο Γρηγόριο: «Ὑμεῖς δέ πῶς οὐ δέχεσθε τόν ἡμέτερον προφήτην, οὐδέ πιστεύετε τῷ τούτου βιβλίῳ, ἐξ οὐρανοῦ καί αὐτό καταβάντι»13 ;


 αἰχμάλωτος σωματικῶς, ἀλλά ἀδούλωτος ψυχικῶς Ἱεράρχης καί Διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας καί πάλι μέ τόλμη ἀποκρίνεται, λέγοντας ὅτι εἶναι συνήθεια παλαιοτάτη νά μήν δεχόμαστε τίποτα ὡς ἀληθές, χωρίς τήν ὕπαρξη σχετικῶν μαρτυριῶν. Καί μάλιστα οἱ μαρτυρίες εἶναι δύο εἰδῶν. Τό πρῶτο εἶδος εἶναι τά ἴδια τά ἔργα καί τά πράγματα καί τό δεύτερο οἱ μαρτυρίες ἀπό ἀξιόπιστα πρόσωπα. Στή συνέχεια ὁ ἱερός Γρηγόριος θά ἀναφερθεῖ στόν προφήτη Μωϋσή καί στίς μαρτυρίες πού ὑπάρχουν γι᾿ αὐτόν στή Βίβλο. Ἐπίσης περί τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπάρχουν οἱ μαρτυρίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Στήν περίπτωση ὅμως τοῦ Μωάμεθ δέν ἰσχύει κάτι τέτοιο, διότι αὐτός οὔτε μαρτυρεῖται ἀπό τούς προφήτες, ἀλλά καί οὔτε πραγματοποίησε κάποιο θαῦμα, κάποιο ἔκτακτο σημεῖο. Ἀξίζει νά δοῦμε τήν κατατρόπωση τοῦ Μωάμεθ ἐκ μέρους τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, μέσα ἀπό τήν ἐπιστολή του πρός τό ποίμνιό του: «Τόν δέ Μεχούμετ, οὔτε παρά τῶν προφητῶν εὑρίσκομεν μαρτυρούμενον, οὔτε τι ξένον εἰργασμένον καί ἀξιόλογον πρός πίστιν ἐνάγον. Διά τοῦτο οὐ πιστεύομεν αὐτῷ οὐδέ τῷ παρ᾿ αὐτοῦ βιβλίῳ»14 .


Μετά ἀπό ἕνα φαιδρό ἐπιχείρημα τῶν Μουσουλμάνων, ὅτι δῆθεν οἱ Χριστιανοί έξαφάνισαν ἀπό τό Εὐαγγέλιο τίς μαρτυρίες περί τοῦ Μωάμεθ, στό ὁποῖο ἀπάντησε ὁ Ἅγιος λίαν πειστικά, ἔγινε λόγος περί θεϊκῆς δῆθεν εὐνοίας πρός τούς ἀθέους Ἀγαρηνούς, ἡ ὁποία μαρτυρεῖται ἀπό τό γεγονός ὅτι ἐξαπλώθηκαν παντοῦ καί ὅτι ὁ Θεός δῆθεν χαρίζει στόν Μωάμεθ νίκες ἐναντίον τῶν ἄλλων ἐθνῶν. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀμέσως ἀπαντᾶ γιά τό πῶς κατόρθωσε νά ἐξαπλωθεῖ ὁ Ἰσλαμισμός σέ Ἀνατολή καί Δύση, νικῶντας ἄλλους λαούς. Αὐτό, λέγει, ἔγινε κατορθωτό, «πολέμῳ καί μαχαίρᾳ καί λεηλασίαις καί ἀνδραποδισμοῖς καί ἀνδροκταίαις, ὧν οὐδέν ἐκ Θεοῦ τοῦ ἀγαθοῦ προηγουμένως ἐστί, τοῦ ἐξ ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνου δέ μᾶλλον προηγούμενον θέλημα».


Κατόπιν λέγει ὅτι καί ὁ Μ. Ἀλέξανδρος ξεκίνησε ἀπό τή Δύση καί κατέκτησε τήν Ἀνατολή καί ἄλλοι κατόρθωσαν νίκες καί ἐπεκτάσεις σέ ὅλο τόν κόσμο. Σέ κανέναν ὅμως δέν ἐμπιστεύθηκαν οἱ ἄνθρωποι τίς ψυχές του, ὅπως οἱ Μουσουλμᾶνοι στόν Μωάμεθ. Περαιτέρω ὁ ἱερός Πατήρ διατυπώνει μία σπουδαῖα θέση, πού εἶναι βεβαίως διαπίστωση ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος. Ὁ Μωάμεθ, παρόλο πού χρησιμοποίησε τή βία, ἀλλά καί κολάκευε τίς ἡδονές, δέν κατόρθωσε νά ἐπικρατήσει στήν οἰκουμένη. Ἀντίθετα, ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, παρόλο πού συνιστᾶ ἀπομάκρυνση ἀπό τίς ἡδονές καί τά πάθη τοῦ κόσμου τῆς ἁμαρτίας ἐξαπλώθηκε σέ ὅλη τήν οἰκουμένη καί χωρίς καθόλου βία. Οἱ βάρβαροι ἐθυμώθησαν ἀπό τούς λόγους αὐτούς, γεγονός πού ἀντιλήφθηκαν οἱ ἐκ τῶν ἀκροατῶν Χριστιανοί, οἱ ὁποίοι προέτρεψαν τόν ἅγιο Ἀρχιερέα τοῦ Ὑψίστου νά μετριάσει λίγο τόν λόγο. Ἐκεῖνος χαμογελῶντας εἶπε πώς εἶναι φυσικό νά διαφωνοῦμε, διότι διαφορετικά θά εἴχαμε τήν ἴδια πίστη15 .


Τέλος, κάποιος ἐκ τῶν διαλλακτικῶν Τούρκων, θέλησε κάπως νά ἀποφορτίσει τήν ἀτμόσφαιρα καί γι᾿ αὐτό εἶπε ὅτι θά ἔλθει κάποτε καιρός πού θά συμφωνήσουμε τελικά μεταξύ μας, Μουσουλμᾶνοι καί Χριστιανοί. «Ἔσται ποτέ ὅτε συμφωνήσομεν ἀλλήλοις». Ὁ Ἅγιος ἐξέφρασε τή συμφωνία του, παρέχοντας κάποια ἐκτόνωση, θά λέγαμε, στήν μανία καί ὀργή τῶν Τούρκων, χωρίς φυσικά νά συμφωνεῖ μέ αὐτή τή διαπίστωση. Στό σημεῖο αὐτό θά ὑπογραμμίσουμε τήν παρανόηση τοῦ προειρημένου λόγου καί σκεπτικοῦ τοῦ Ἁγίου ἀπό τούς μετέχοντες στούς σύγχρονους ἀχρωμάτιστους καί θά ἔλεγα «γλυκανάλατους» διαθρησκειακούς διαλόγους. Ἐγράφη λοιπόν στό οἰκουμενιστικό περιοδικό «Ἐπίσκεψις», ὅτι τάχα συμφώνησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅτι «θά ἔλθῃ ποτέ ὁ χρόνος καθ᾿ ὅν θά ἐπέλθῃ ἡ μεταξύ αὐτῶν (Ὀρθοδόξων καί Ἰσλάμ) ἀλληλοκατανόησις», πρᾶγμα πού εὐχήθηκε νά γίνει σύντομα16 .


 ἀπόδειξη τῆς πλάνης αὐτῆς ἔρχεται ἀπό τα ἴδιατα λόγια τοῦ Ἁγίου. Ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ναί μέν εἶπε ὅτι κάποτε θά συμφωνήσουμε Χριστιανοί καί Μουσουλμᾶνοι, ἀλλά ὄχι στή ζωή αὐτή. Ἡ συμφωνία θά λάβει χώρα ὄχι στό ἱστορικό, ἀλλά τό ὑπεριστορικό ἐπίπεδο17 , δηλαδή στή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ! Καί εὐχήθηκε νά ἔλθει ὁ καιρός αὐτῆς:
«Συνεθέμην γάρ μνησθείς τῆς τοῦ ἀποστόλου φωνῆς, ὅτι ἐπί <τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ πᾶν γόνυ κάμψει και πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός>, τοῦτο δ᾿ ἔσται πάντως ἐν τῇ δευτέρᾳ προυσίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»18 . Τότε ὅλοι ἀναγκαστικῶς θά δοῦν καί θά ὁμολογήσουν τόν Σωτῆρα Χριστό.
Αὐτοί ἦσαν πραγματικοί διαθρησκειακοί διάλογοι!

 

Θεοφιλέστατε, σεβαστοί πατέρες καί ἀδελφοί, αἰτοῦμαι τή συγνώμη σας ἄν καταπόνησα τήν ἀγάπη σας. Ὁδεύουμε ἤδη πρός τόν Ἐπίλογο τῆς παρούσης ὁμιλίας. Ὁ βίος καί ἡ διδασκαλία τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ εἶναι ἕνας κῆπος πανευωδέστατος, ἐν΄πιον τῆς θέας τοῦ ὁποίου καθίσταται δύσκολη ἡ ἐπιλογή τῶν τόσων καί ποικίλων πολυχρώμων ἀνθέων. Ἐντούτοις, ἀπόψε, μέ τή δική του δυνατή πρός τόν Θεό πρεσβεία ἐπιλέξαμε τρία εὐωδιαστά ἄνθη, ὥστε νά αἰσθανθοῦμε τήν ἐκ τούτων ἀναδυομένη ἄρρητο εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού τόσο δαψιλῶς καί ἀφθονοπαρόχως ἐδόξασε τόν μέγα Ἅγιο, πού σήμερα ἑορτάζουμε.

 

Μετά τήν σύντομη ὅσο ἦταν ἐφικτό ἀνάλυση τῶν τριῶν ζητημάτων πού παρετέθησαν μέσα ἀπό τήν ἁγιασμένη βιοτή, τούς δογματικούς ἀγῶνες καί τήν πεφωτισμένη διδασκαλία τοῦ φωτομόρφου Πατρός, ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἡ ὁποία διδασκαλία, σημειωτέον, ἀποτελεῖ συμπίλημα, συμπερίληψη καί ἀνάπτυξη τῆς προγενέστερης αὐτοῦ Παραδόσεως, θά καταθέσουμε ἐν κατακλεῖδι τήν ἑξῆς διαπίστωση.


Μπορεῖ τά πρό ὁλίγου ἀναπτυσσόμενα τρία ζητήματα νά φαίνονται διαφορετικά μεταξύ τους, ἀλλά ὅμως ὑπάρχει ἕνας συνεκτικός ἄξονας, ὁ ὁποῖος τά διαπερνᾶ ὅλα καί τά συνδέει μεταξύ τους. Μέ ἄλλα λόγια ὑπάρχει κοινό δογματικό ὑπόβαθρο στά προηγουμένως ἀναφερόμενα ζητήματα περί τόν ἅγιο Γρηγόριο, τό ὁποῖο τά ἑνοποιεῖ. Εἶναι ἡ ὅλη προσπάθεια τοῦ Ἁγίου «ἐν ἔργοις καί λόγοις καί συγγραφαῖς» νά διατηρηθεῖ ἀνόθευτη ἡ πίστη καί ἡ ἀκρίβεια τῶν ὀρθῶν δογμάτων, ὅπως καί ἡ δυνατότητα τῆς σωτηρίας. Ἐκεῖ ἀπέβλεπε ὅλος ὁ ἀγῶνας του, ὅπως καί τῶν ἄλλων Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ αἵρεση ὡς λήψη τοῦ μέρους ἀντί τοῦ ὅλου, καταστρέφει τό ὅλον. Ἡ ἑτεροδοξία και ἑτεροθρησκεία, ὡς ψευδής πίστη, χωρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό καί τόν συντάσσει μέ τόν πατέρα τοῦ ψεύδους, τόν Σατανᾶ.


Κατά τοῦτο, οἱ Πατέρες δέν ἠγωνίζοντο μέ ἔργα καί λόγια καί κείμενα σέ κάποιο θεωρητικό ἐπίπεδο, ἀλλά ἔδινα τίς μάχες γιά τήν ἐξασφάλιση τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος, πού κινδύνευε ἕνεκα τῶν αἱρέσεων.
Ἔτσι, στήν προκειμένη περίπτωση τῆς ἀναφορᾶς μας στά τρία ζητήματα περί τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, παρατηροῦμε καί διαπιστώνουμε τά ἑξῆς:


ΠΡΩΤΟΝ, στό περί μετοχῆς τῆς ἀκτίστου χάριτος καί τοῦ ἀκτίστου φωτός ζήτημα διακρίνουμε τήν προσπάθεια καί τούς ἀγῶνες τοῦ Ἁγίου νά στέφονται στή διασφάλιση τῆς δυνατότητα νά μετέχει ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, «νά δείξουν ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι μόνον ἀμέθεκτος καί ὑπερβατικός, μία ἀπρόσιτη καί ἀνανέργητη οὐσία, ἀλλά εἶναι συγχρόνως ἐνδοκοσμικός και μεθεκτός, γιατί εἶναι ἀδύνατον νά ὑπάρχει φύση καί οὐσία χωρίς ἐνέργειες, γιατί ὁ Θεός εἶναι οὐσία ἐνεργητική, ἔχει ἐνέργειες, πού εἶναι καί αὐτές θεῖες καί ἄκτιστες»19 .


ΔΕΥΤΕΡΟΝ, στήν περί τῆς νοερᾶς προσευχῆς διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου ἡ ὅλη προσπάθεια καί οἱ ἀγῶνες ἐπικεντρώνονται πάλι στή δυνατότητα σωτηρίας, ἀφοῦ χωρίς τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά μετέχει τῆς Χάριτος. Ὁ ἄνθρωπος, ὡς κτιστό ὄν, καλεῖ τόν ἄκτιστο Θεό, ἀφοῦ ἀμβλύνει τόν ὑπαρξιακό του χῶρο, νά ἔλθει νά κατοικήσει ἐντός του. Τό ἄκτιστο ἀνταποκρίνεται καί ὁδηγεῖ «ἐν Πνεύματι» τό κτιστό στήν ἕνωση μαζί του. Ἡ προσευχή ἀπεργάζεται μυστικῶς αὐτή τήν «ὑπέρ νοῦν καί αἴσθησιν» ἕνωση μέ τόν Θεό.


ΤΡΙΤΟΝ,
 στούς ἀναφερομένους διαλόγους τοῦ ἁγίου Γρηγορίου μέ τό Ἰσλάμ παρουσιάζεται ἐμφατικά ἡ ἀλήθεια τῆς Μίας πίστεως ὡς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο μέσῳ τοῦ ἐνανθρωπήσεως Υἱοῦ καί Λόγου αὐτοῦ. Αὐτή τήν πίστη ὡς τή μοναδική ὁδό πρός τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία ὑπερασπίσθηκε ὁ Ἅγιος, καίτοι αἰχμάλωτος, μέ γενναῖο φρόνημα. Αὐτή ἡ πίστη ὁδηγεῖ στήν στήν κατά Χάριν ἕνωση κτιστοῦ καί ἀκτίστου στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας, σέ ἀντίθεση μέ τό Ἰσλάμ, πού ὁδηγεῖ στήν πλάνη καί τήν ἀπώλεια.


Ἄς εἶναι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, αὐτός ὁ γίγας τοῦ πνεύματος καί τῆς ἀρετῆς, ὁδηγός μας πρός τό φῶς, πρός τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, πρός τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Ὁ ἴδιος, κηρύττοντας στό ποίμνιό του στή Θεσσαλονίκη περί τοῦ θείου φωτός, παρρεκλινησε στό τέλος τούς ἀκροατές λέγοντας: «ὁδεύσωμεν τοίνυν πρός τήν λάμψιν τοῦ φωτός ἐκείνου». Ἄς προχωρήσουμε πρός τήν ἔλλαμψη τοῦ θείου φωτός. Ἄς ἀναζητήσουμε τό φῶς, προκειμένου νά καταυγάσει τήν ὕπαρξή μας, Ἀμήν.


Σᾶς εὐχαριστῶ.

 

 

1. Βλ. Μ. Βασιλείου Ἐπιστολή 234, 1, PG 32, 869 ΑΒ. Ὁ δέ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ὀνομάζει «δυνάμεις». Ἄλλοι Ἅγιοι τίς ὀνομάζουν «προόδους» κλπ., στοιχούμενοι βεβαίως στήν ἴδια ὀρθόδοξο Διδασκαλία. Αὐτήν τήν Πατερική Παράδοση περί τοῦ θέματος αὐτοῦ, τήν ὁποία ἐξέφρασαν «κεφαλαιωδῶς» οἱ παλαί Πατέρες, αὐτήν ἀνέπτυξε διεξοδικῶς τόν 14ο αἰῶνα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἔχοντας ἐνώπιόν του τίς προκλήσεις τῆς δυτικῆς θεολογίας στό πρόσωπο τοῦ Βαρλαάμ Καλαβροῦ.
2.
Περί ἑνώσεως καί διακρίσεως 13, Γρηγορίου Παλαμᾶ Συγγράμματα, Π. Χρήστου,τόμ. Β΄, σελ. 78
3.
Ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων 3, 2, 24.
4.
Ἡ ἐν λόγῳ διατύπωση ἀνήκει στόν ὁμότιμο καθηγητή τῆς Δογματικῆς Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ Δ. Τσελεγγίδη.
5.
Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΛΔ΄, Εἰς τήν σεπτήν Μεταμόρφωσιν τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ΕΠΕ 10, 374.
6.
Πρωτοπρ. Θ. Ζήση, Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Πτυχές τοῦ ἔργου καί τῆς διδασκαλίας του, ἐκδ. «Τό Παλίμψηστον», Θεσσαλονίκη 2019, σελ. 114.
7.
Φιλοθέου Κοκκίνου, Λόγος εἰς τόν ἐν ἁγίοις πατέρα ἡμῶν Γρηγόριον, ἀρχιεπίσκοπον Θεσσαλονίκης, 29., βλ. Δ. Τσάμη, Φιλοθέου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Κοκκίνου, ἁγιολογικά ἔργα α΄, Θεσσαλονικεῖς ἅγιοι, ἔκδ. Κέντρου Βυζαντινῶν Ἐρευνῶν, Θεσσαλονίκη 1985, σελ. 457 ἑ.
8.
Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ἐπιστολή πρός τήν ἑαυτοῦ ἐκκλησίαν, ΕΠΕ 7, 160 καί ἑξ.
9.
Πρός τήν ἑαυτοῦ ἐκκλησίαν 3, ΕΠΕ 7, 160-162.

10. Πρωτοπρ. Θ. Ζήση, Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Πτυχές τοῦ ἔργου καί τῆς διδασκαλίας του, ἐκδ. «Τό Παλίμψηστον», Θεσσαλονίκη 2019, σσ. 194-195.
11. Ὁ Ἅγιος, ὅπως καταθέτει στήν προειρημένη ἐπιστολή πρός τό ποίμνιό του, θεωροῦσε τούς Χιόνες ὡς «ἀνθρώπους μηδέν ἄλλο μελετήσαντας καί παρά τοῦ Σατανᾶ διδαχθέντας ἤ βλασφημίαν καί ἀναισχυντίαν εἰς τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν τόν τοῦ Θεοῦ Υἱόν». Βλ. Ἐπιστολή πρός τήν ἑαυτοῦ ἐκκλησίαν, ΕΠΕ 7, 176.
12. Διάλεξις πρός τούς ἀθέους Χιόνας 13, ΕΠΕ 7, 220-222.
13. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Πρός τήν ἑαυτοῦ ἐκκλησίαν 23, ΕΠΕ 7, 182-184.
14. Ὅ.π. 23-24, ΕΠΕ 7, 184.
15. Ὅ.π. 28, σσ. 188-190.
16. Βλ. «Ἐπίσκεψις» 510 (31.10.1994), σελ. 7. Ὀρθοδοξία καί Ἰσλάμ, Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος, 2000, σσ. 20-21.
17. Πρωτοπρ. Θ. Ζήση, Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, σελ. 206.
18. Πρός τήν ἑαυτοῦ ἐκκλησίαν 29, ΕΠΕ 7, 190.
19. Πρωτοπρ. Θ. Ζήση, Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, σσ. 14-115.


Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025

ΟΣΙΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ Ο ΙΟΡΔΑΝΙΤΗΣ (Ταινία)

 Μια απίστευτη και συγκλονιστική ιστορία με πρωταγωνιστή ένα λιοντάρι και τη σιωπηρή υπακοή του στον Άγιο Γεράσιμο Ιορδανίτη. Η ιστορία είναι βασισμένη στο συναξάρι του Αγίου.


ΓΙΑΤΙ ΝΗΣΤΕΥΟΥΜΕ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)

 Î£Ï‡ÎµÏ„ική εικόνα

Αποτέλεσμα εικόνας για Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ ΧρυσοστόμουΓιὰ πιὸ λόγο νηστεύουμε τὶς σαράντα αὐτὲς ἡμέρες; Τὴν παλαιὰ ἐποχὴ πολλοὶ πιστοὶ προσέρχονταν στὰ μυστήρια χωρὶς καμιὰ προετοιμασία καὶ μάλιστα κατὰ τὴν εποχὴ ποὺ ὁ Χριστὸς τὰ συνέστησε. Ἀντιλαμβανόμενοι οἱ πατέρες τὴν παρακαλούμενη βλάβη ἀπὸ τὴν ἀπροετοίμαστη προσέλευσι, ἀφοῦ συγκεντρώθηκαν καθιέρωσαν σαράντα ἡμέρες νηστείας, προσευχῶν, ἀκροάσεως τοῦ θείου λόγου καὶ συνάξεων, ὥστε, ἀφοῦ καθαρισθοῦμε ὅλοι μας μὲ κάθε ἐπιμέλεια καὶ με προσευχὲς καὶ μὲ ἐλεημοσύνη καὶ μὲ νηστεία καὶ μὲ ὁλονύκτιες παρακλήσεις καὶ μὲ δάκρυα μετανοίας καὶ μὲ ἐξομολόγησι καὶ μὲ ὅλα τὰ ἄλλα, νὰ προσέλθουμε ἔτσι στὴν Θεία Κοινωνία μὲ καθαρὴ κατὰ τὸ δυντὸ συνείδησι.
Καὶ ὅτι μ᾿ αὐτὸ κατώρθωσαν μεγάλα πράγματα, συνηθίζοντας μας μὲ τὴν συγκατάβασι αὐτὴ στὴν νηστεία, γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὸ ἑξῆς: ῎Αν ἐμεῖς ὅλο τὸν χρόνο ἐπιμείμουμε νὰ φωνάζουμε καὶ νὰ κηρύσσουμε τὴν νηστεία, κανεὶς δὲν προσέχει στὰ λόγια μας· ἄν ὅμως ἔλθη ὁ καιρὸς τῆς νηστείας τῆς Τεσσαρακοστῆς, τότε, χωρὶς κανεὶς νὰ προτρέπη οὔτε καὶ νὰ συμβουλεύη καὶ ὁ πιὸ νωθρὸς ἀφυπνίζεται καὶ ἀκολουθεῖ τὴν προτροπὴ καὶ τὴν συμβουλή, ποὺ ἐπιβάλλει ὁ καιρός.
 Ἄν λοιπὸν σὲ ρωτήση ὁ Ἰουδαῖος καὶ ὁ εἰδολάτρης, ῾γιὰ ποιὸν λόγο νηστεύεις᾿, μὴ πῆς, ὅτι νηστεύεις γιὰ τὸ Πάσχα ἢ γιὰ τὴν θυσία τοῦ Σταυροῦ, γιατὶ θὰ τοῦ δώσης μεγάλη ἀφορμὴ γιὰ ἀντεκλίσεις. Γιατὶ δὲν νηστεύουμε για τὸ Πάσχα οὔτε γιὰ τον Σταυρό, ἀλλὰ γιὰ τὰ δικά μας ἁμαρτήματα, ἐπειδὴ πρόκειται νὰ προσέλθουμε στὰ μυστήρια· γιατὶ τὸ Πάσχα δὲν εἶναι αἰτία νηστείας οὔτε πένθους, ἀλλ᾿ ὑπόθεσις εὐφροσύνης καὶ χαρᾶς. Γιατὶ ὁ Σταυρὸς συνέτριψε τὴν ἁμαρτία, ἔγινε καθάρσιο τῆς οἰκουμένης, ἔγινε αἰτία συμφιλιώσεως καὶ ἐξαλείψεως τῆς πολυχρόνιας ἔχθρας, ἄνοιξε τὶς πύλες του οὐρανοῦ, ἔκανε τοὺς ἐχθρούς φίλους, ἐπανέφερε στὸν οὐρανό, τοποθέτησε στὰ δεξιὰ τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ τὴν ἀνθρώπινη φύσι καὶ μᾶς πρόσφερε ἀμέτρητα ἄλλα πνευματικὰ ἀγαθά. Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ πενθοῦμε οὔτε νὰ θλιβώμαστε, ἀλλὰ νὰ ἀγαλλώμαστε καὶ νὰ χαιρώμαστε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος λέγει ̇ «Σὲ μένα ἂς μὴ συμβῆ νὰ καυχηθῶ γιὰ τίποτε ἄλλο, παρὰ μόνο γιὰ τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6,14). Καὶ πάλι ̇ «Ὁ Θεὸς δείχνει τὴν ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς μὲ τὸ ὅτι, ἂν καὶ ἤμασταν ἁμαρτολοί, ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ μᾶς» (Ρωμ. 5,8). Κάτι παρόμιο λέγει καὶ ὁ Ἰωάννης ̇ «Γιατὶ τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο» (Ἰω. 3,16). Πὲς ὅμως, πῶς; ᾿Αφοῦ ἄφησε κατὰ μέρος ὅλα τὰ ἄλλα, ἀνέφερε τὸν σταυρό. Γιατί, ἀφοῦ εἶπε, «τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο», πρόσθεσε, «ὥστε ἔδωσε τὸν Μονογενῆ Υἱο του νὰ σταυρωθῆ, ὥστε νὰ μὴ χαθῆ ὁ καθένας ποὺ πιστεύη σ᾿ αὐτὸν, ἀλλὰ νὰ ἔχη ζωὴ αἰώνια» (Ἰω. 3,16). Ἂν εἶναι λοιπὸν ὁ Σταυρὸς ἀφορμὴ ἀγάπης καὶ καύχημα, ἂς μὴ λέμε, ὅτι πενθοῦμε γι᾿ αυτόν. Γιατὶ δὲν πενθοῦμε γιὰ ἐκεῖνον – μὴ γένοιτο – ἀλλὰ γιὰ τὰ δικά μας ἁμαρτήμτα. Γι᾿ αυτὸ νηστεύουμε.
 (Κατὰ Ἰουδαίων, Λόγος Γ΄, PG 48,722)
Πηγή: www.imaik.gr

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Β' ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἀκούσαμε ὅτι σὲ κάποιο σπίτι ὅπου κήρυττε ὁ Κύριός μας εἶχε συγκεντρωθεῖ τόσο μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων, ὥστε νὰ μὴν χωροῦν οὔτε στὸν χῶρο κοντὰ στὴν ἐξώπορτα. Ξαφνικά, ἔγινε μικρὴ ἀναταραχὴ καὶ τὸ κήρυγμα διακόπηκε. Τέσσερεις ἄνδρες, ἔχοντας ἀκούσει γιὰ τὴν παρουσία τοῦ Ἰησοῦ στὴν περιοχή τους, βρῆκαν τὴν εὐκαιρία νὰ μεταφέρουν σὲ Ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπό τους, ὁ ὁποῖος ὑπέφερε ἀπὸ σωματικὴ παραλυσία καὶ ἦταν κατάκοιτος. Φτάνοντας στὸ σπίτι, εἶδαν ὅτι ἦταν ἀδύνατο νὰ μποῦν μέσα ἐξαιτίας τοῦ πλήθους. Τίποτα, ὅμως, δὲν εἶναι ἀδύνατο ὅταν ὑπάρχει πίστη στὸν Θεὸ, θέληση καὶ ἀγάπη. Αὐτὰ τὰ τρία μαζὶ ξεπερνοῦν κάθε ἐμπόδιο. Ἔτσι ἔγινε καὶ στὴν περίπτωση τῶν τεσσάρων ἀνδρῶν. Ἀγαποῦσαν καρδιακὰ τὸν παραλυτικό, ἤθελαν τὴν ἄμεση θεραπεία του καὶ εἶχαν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὴ δύναμη τοῦ Θεανθρώπου. Μὲ αὐτὰ τὰ ἐφόδια ἀνέβηκαν πάνω στὴ στέγη, τὴν ἄνοιξαν καὶ κατέβασαν ἀπὸ τὴν στέγη τὸν ἀσθενῆ. Εἶδε ὁ Κύριός μας τὸ ψυχικὸ μεγαλεῖο τους καὶ εἶπε στὸν ἄρρωστο: «παιδί μου, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες». Ἤθελε νὰ τονίσει μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ λόγια τὴν ψυχοσωματικὴ λειτουργία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὅτι αἰτία τῆς σωματικῆς ἀσθένειάς του ἦταν οἱ ἁμαρτίες, ἡ ἀσθένεια τῆς ψυχῆς του. Ὡστόσο, ἦταν ἐκεῖ μία μερίδα Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τὴν συνήθεια νὰ ἐξετάζουν λεπτομερέστατα τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, προκειμένου νὰ βροῦν κάτι γιὰ νὰ Τοῦ ἐπιτεθοῦν. Αὐτὴ ἡ συνήθεια κρατάει ὡς τὶς μέρες μας ἀπὸ σύγχρονους Φαρισαίους. Ξεσηκώθηκαν, λοιπόν, οἱ ὑποκριτὲς καὶ εἶπαν στὸν Ἰησοῦ ὅτι βλασφημεῖ, διότι μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες. Νόμισαν ὅτι παγίδεψαν τὸν Κύριό μας καὶ χάρηκαν ποὺ βρῆκαν τέτοια κατηγορία ἐναντίον Του. Ἡ χαρὰ τους ἀνατράπηκε καὶ ἔγινε μάλλον θλίψη, ὅταν ὁ Χριστὸς εἶπε: «Γιὰ νὰ δεῖτε ὅτι ἐξουσία ἔχει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ συγχωρεῖ στὴ γῆ ἁμαρτίες –λέγει στὸν παράλυτο- σήκω καὶ πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου». Τὰ χρόνια δεσμὰ τῆς παραλυσίας λύθηκαν ἀμέσως μὲ τὴ θεϊκὴ προσταγή. Δὲν χρειάσθηκε οὔτε κὰν λίγος χρόνος γιὰ ἀνάρρωση. Καὶ ὄχι μόνο σηκώθηκε νὰ περπατήσει, ἀλλὰ σήκωσε καὶ τὸ κρεβάτι του πλήρως θεραπευμένος. 

            Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἀνθρώπους σὰν ἐκείνους τοὺς τέσσερεις ἄνδρες. Ἀναρωτιέστε πού θὰ τοὺς βρεῖ; Εἶναι ὅσοι ἀκοῦνε αὐτὸ τὸ εὐαγγελικὸ μήνυμα. Εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς. Εἶστε ὅλοι ἐσεῖς. Ἔχετε μέσα σας -δοσμένη ἀπὸ τὸν Κύριό μας- τεράστια ψυχικὴ δύναμη, τόση ὥστε νὰ μπορεῖτε νὰ ἀναστήσετε τὴν ταλαίπωρη κοινωνία μας, ἐπιστρέφοντάς την στὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ νὰ γίνει αὐτό, ὅμως, πρέπει αὐτὴ τὴν ἐσωτερικὴ δύναμη νὰ τὴν βγάλετε πρὸς τὰ ἔξω. Πάρτε ὡς παράδειγμα τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μετέφεραν τὸν παράλυτο. Βγῆκαν ἀπὸ τὸ ἐγώ τους καὶ στράφηκαν στὴ βοήθεια τοῦ ἀδελφοῦ τους ποὺ εἶχε ἀνάγκη. Τὸν ἀγάπησαν καὶ ἔγιναν θυσία γιὰ αὐτὸν διότι εἶχαν πίστη στὸν Θεό. Ἡ θυσία τους εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ὁ παράλυτος νὰ ἀρχίσει νὰ περπατᾶ πρὸς δόξαν Θεοῦ. 

            Ἐπαναλαμβάνω καὶ τὸ τονίζω: ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ νὰ θυσιασθοῦν ὑπὲρ αὐτῆς. Ἔτσι μόνο θὰ προχωρήσει μπροστά, ἁγιάζοντας ψυχές. Βλέποντας Ἐνορίες νὰ μένουν ἀλειτούργητες, Μοναστήρια νὰ κλείνουν τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο ἀπὸ λειψανδρεία, βλέποντας τὰ ἀναλόγια -ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση- νὰ ἀραχνιάζουν καὶ τὰ παιδιά μας νὰ μὴν πατάνε οὔτε ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, πρέπει ἐπιτέλους νὰ ἀναλάβει ὁ καθένας τὶς εὐθύνες του. Δὲν εἴμαστε θεατὲς στὰ τῆς Ἐκκλησίας. Εἴμαστε μέλη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος καὶ εἰδικὰ αὐτὴ τὴν ἐποχὴ ποὺ τὸ σῶμα ταλαιπωρεῖται ἀπὸ τὴ λειψανδρεία, δὲν γίνεται τὰ μέλη νὰ μένουν ἀμέτοχα. 

            Σήμερα, Β’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἡ Ἐκκλησία προβάλλει τὸ παράδειγμα τοῦ μεγάλου ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Στὸν καιρό του, ἡ Ἐκκλησία μαστιζόταν ἀπὸ μία αἵρεση: ἕνας οὐνίτης ὀνόματι Βαρλαὰμ καὶ μερικοὶ λόγιοι σύντροφοί του, κορόιδευαν ἐκείνους ποὺ προσπαθοῦσαν μέσῳ τῆς ἄσκησης νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Θεό. Οἱ ἴδιοι θεωροῦσαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό, ἀλλὰ Τὸν προσεγγίζει μέσῳ τῆς φιλοσοφίας. Αὐτὴ ἡ αἱρετικὴ ὀμάδα ἔκανε κάτι φρικτό: θέλησε νὰ ὑποβιβάσει τὸν χριστιανισμὸ στὸ ἐπίπεδο τῆς ἰδεολογίας. Πράγματι, ἂν δὲν ὑπάρχει ἕνωση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, τότε ὁ χριστιανισμὸς καταντᾶ μία καλὴ ἰδεολογία ποὺ κάνει τοὺς ἀνθρώπους καλοὺς καὶ ἠθικούς. Καλὸς καὶ ἠθικός, ὅμως, μπορεῖ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος καὶ μέσα ἀπὸ ἄλλες ἰδεολογίες. 

            Τί ἔκανε, ὅμως, ὁ Μέγας Γρηγόριος; Ἔγινε θυσία γιὰ νὰ στερεωθεῖ ἡ Ὀρθοδοξία. Μέσα ἀπὸ τὰ συγγράμματά του καὶ τὶς Συνόδους ποὺ συνεκάλεσε, διακήρυξε περίτρανα ὅτι ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶναι φιλοσοφίες, ἀλλὰ τρόπος ζωῆς, εἶναι βίωμα ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο ὄχι ἁπλῶς καλὸ ἤ ἠθικό, ἀλλὰ ἅγιο. Τόνισε ὅτι τὸν Θεὸ δὲν μποροῦμε νὰ Τὸν προσεγγίσουμε μέσῳ τῆς φιλοσοφικῆς σκέψης, ἀλλὰ ἀποκαλύπτεται στὸν χριστιανὸ ποὺ ἔχει καθαρὴ καρδιά. Αὐτὴ ἡ Κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη ἔρχεται μέσα ἀπὸ τὴν ἄσκηση, δηλαδή, τὴν νηστεία, τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν προσευχή. Ἡ Κάθαρση ὁδηγεῖ στὸν Φωτισμὸ τοῦ νοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο νὰ βρίσκεται σὲ συνεχῆ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό. Τέλος, τὸν Φωτισμὸ ἀκολουθεῖ ἡ ἐμπειρία τῆς Θέωσης, ἡ θέα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν κορυφὴ τῆς πνευματικῆς ζωὴς καὶ τὸν σκοπὸ τοῦ κάθε ὀρθοδόξου χριστιανοῦ. 

            Εἴμαστε εὐγνώμονες στὸ ἱερὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, διότι ἀνέλαβε τὴν εὐθύνη καὶ ὑπηρέτησε τὴν Ἐκκλησία ὅταν τὴν ἔβλεπε νὰ κινδυνεύει. Ἂν ἔμενε ἐπαναπαυμένος στὸ κελί του, οἱ συνέπειες θὰ ἦταν τραγικές. Νὰ ἔχουμε τὴν εὐχὴ καὶ τὴν πρεσβεία του, ὥστε καὶ ἐμεῖς νὰ ἀναλάβουμε τὶς εὐθύνες, νὰ ἀφήσουμε στὴν ἄκρη τὰ προσωπικά μας θελήματα καὶ νὰ ἀκολουθήσουμε τὴν ὁδὸ τῆς Κάθαρσης, τοῦ Φωτισμοῦ καὶ τῆς Θέωσης. Ἀμήν!  

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΧΑΡΑ ΣΤΗ ΖΩΗ (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

 

Ὁμιλία Κυριακῆς Β΄ Νηστειῶν

Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Μεζοῦρλο (Λατίνια) Λαρίσης, τὴν Κυριακὴ Β΄ Νηστειῶν, 3/16-3-2025, Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, μὲ τίτλο: «Ποιά εἶναι ἡ ἀληθινὴ χαρὰ στὴ ζωή;».


Κυριακή 16 Μαρτίου 2025

Ὁμιλία Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ταλαντίου κ. Καλλινίκου στὸ Συνοδικὸ Συλλείτουργο τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας

 Καθεδρικὸς Ναὸς Ἁγίου Ἀθανασίου

Νέα Φιλαδέλφεια


Κυριακὴ, 24-02/09-03-2025

 

 

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ Πρωθιεράρχα τῆς Ἐκκλησίας μας κ.κ. Καλλίνικε,


Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς,


Τίμιον Πρεσβυτέριον,


Σεπτὴ διακονία,


Εὐσεβεῖς καὶ φιλέορτοι χριστιανοὶ,

ορτάζουμε σήμερα πανηγυρικὰ τὴν Ἀναστήλωση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων ἀλλὰ καὶ τὸν Θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ πασῶν τῶν αἱρέσεων. Ἡ Ζ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀπεφάσισε ὅπως προσκυνοῦνται οἱ ἱερὲς Εἰκόνες καὶ ἐν συνεχεία ἡ Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 843 μ.Χ ἐπεκύρωσε τὴν ἀπόφαση αὑτὴ.

 

kiriaki tis orthodoxias 1 877x620


Αὑτὴ δὲ ἡ μεγάλη νίκη κατὰ τῆς αἱρέσεως τῆς Εἰκονομαχίας ἑορτάστηκε πανηγυρικὰ γιὰ πρώτη φορά 25 ἔτη μετὰ τὴν ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων, τὸ Μεγάλο Σάββατο στὶς 19 Μαρτίου τοῦ 867. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἔγιναν τὰ ἀποκαλυπτήρια μίας ἀριστουργηματικῆς ψηφιδωτῆς εἰκόνας τῆς Θεοτόκου στὸν περίλαμπρο ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, ἡ ὁποία διασώζεται μέχρι σήμερα. Δυστυχῶς ἡ Εἰκονομαχία εἶχε ἀπογυμνώσει τοὺς ναοὺς ἀπὸ τὸν στολισμό τους, τὶς ἱερὲς εἰκόνες καὶ ἔπρεπε τὰ ψηφιδωτὰ καὶ οἱ εἰκόνες νὰ γίνουν ἐξ ὑπαρχῆς.


ργότερα δὲ ὁ ἑορτασμὸς μετατέθηκε στὴν πρώτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, τὴν Α΄ Κυριακὴ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τὴν σημερινὴ δηλαδή ἡμέρα Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Μὲ αὑτὸ μᾶς δείχνουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὅτι προϋπόθεση τῆς ὅλης πνευματικῆς καὶ ἀγιαστικῆς πορείας τῶν πιστῶν μέσα στὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν καὶ στὸν ἀγῶνα κατὰ τῶν παθῶν, εἶναι ἡ ὀρθὴ καὶ ἀληθινὴ πίστη, ἡ Ἀποκεκαλυμένη Ἀλήθεια.


 Ἐκκλησία μας μὲ τὶς ἀποφάσεις καὶ τὸν Ὅρο τῆς Ἁγίας Ἐβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀπέδειξε ὅτι ὅντως «ἡ τιμὴ τῆς εἰκόνος εἰς τὸ πρωτότυπον ἀναβαίνει», ὅπως χαρακτηριστικὰ ἀναφέρει ὁ Μέγας Βασίλειος. Γιὰ νὰ δοῦμε ὅμως σφαιρικὰ τὴν ὅλη ἰστορία περὶ τῶν Εἰκόνων, θὰ ἀνατρέξουμε στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία.


πὸ τὰ πρῶτα χριστιανικὰ χρὸνια οἱ πιστοὶ ἄρχισαν νὰ χαράζουν στὶς κατακόμβες καὶ στοὺς εὐκτηρίους οἴκους, ἀλλὰ καὶ νὰ κατασκευάζουν διάφορα πρωτοχριστιανικὰ σύμβολα, ὅπως τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τὸν ἱχθύ, τὸ περιστέρι, τὴν ἄγκυρα καὶ ἄλλα. Στὴν συνέχεια οἱ πιστοὶ τῆς Ἐκκλησίας μας μετὰ τὸ διάταγμα τῶν Μεδιολάνων τὸ 313 μ.Χ καὶ τὴν ὁριστικὴ ἐπικράτηση τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἄρχισαν νὰ εἰκονίζουν τὴν μορφὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀλλὰ καὶ τῶν πρώτων χριστιανῶν μαρτύρων. Ἔτσι ἐπεκράτησε σταδιακὰ ἡ εἰκονόγραφηση εἰκόνων στοὺς τοίχους τῶν πρώτων Ναῶν πλέον μετὰ τὸν 4ον αἱώνα μ.Χ., ἀλλὰ καὶ ἡ χρήση φορητῶν ἐγκαυστικῶν εἰκόνων.


μως οἱ πολύμορφες αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες προσπάθησαν νὰ γίνουν συγκάθεδρες τῆς Μίας καὶ Μοναδικῆς Ἀληθείας, ἀρχισαν νὰ ταλανίζουν τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὑστερα ἀπὸ τὴν παύση τῶν διωγμῶν τῶν τριῶν πρώτων αἱώνων καὶ τῶν ἀναταραχῶν στὴν Ἐκκλησία ποὺ προκάλεσαν οἱ μεγάλες αἱρέσεις, ἀπὸ τὸν Ἀρειανισμό, μέχρι καὶ τὸν Μονοενεργητισμὸ καὶ Μονοθελητισμὸ, ἀρχισαν πάλι οἱ διωγμοὶ κατὰ τῆς Ἀληθινῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἀπό τὴν εἰκονομαχικὴ ἐξουσία.


ναφέρει χαρακτηριστικὰ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὅτι: «Πόσοι ἐπολέμησαν τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ οἱ πολεμήσαντες ἀπώλοντο; αὕτη δὲ ὑπὲρ τῶν οὐρανῶν ἀναβέβηκε. Τοιοῦτον ἔχει μέγεθος ἡ Ἐκκλησία· πολεμουμένη νικᾷ· ἐπιβουλευομένη περιγίνεται · ὑβριζομένη, λαμπροτέρα καθίσταται· δέχεται τραύματα, καὶ οὐ καταπίπτει ὑπὸ τῶν ἑλκῶν · κλυδωνίζεται, ἀλλ' οὐ καταποντίζεται· χειμάζεται, ἀλλὰ ναυάγιον οὐχ ὑπομένει· παλαίει, ἀλλ' οὐχ ἡττᾶται· πυκτεύει, ἀλλ' οὐ νικᾶται. Διὰ τί οὖν συνεχώρησε τὸν πόλεμον; Ἵνα δείξῃ λαμπρότερον τὸ τρόπαιον.» (Ὁμιλία Εἰς Εὐτρόπιον, ΕΠΕ 33, 110).


Συνολικῶς ὑπῆρξαν 90 ἔτη περίπου διωγμῶν καὶ στὶς δύο φάσεις τῆς εἰκονομαχίας, ὅπου οἱ εἰκονομάχοι γιὰ περίπου ἐξήντα ἕτη ταλαιπώρησαν τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν Α’ περίοδο τῆς Εἰκονομαχίας (726-787 μ.Χ) καὶ γιὰ περίπου τριάντα ἕτη κατὰ τὴν Β’ περίοδο αὑτῆς (814-843 Μ.Χ).


 προσωρινὴ κατάπαυση τῶν εἰκονομαχικῶν ἐρίδων πραγματοποιήθηκε μὲ τὴν Ζ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ 787 μ.Χ ἐπὶ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ ΣΤ’ καὶ τῆς μητέρας του Εἰρήνης τῆς Ἀθηναίας καὶ ἡ ὁριστική κατάπαυση αὑτῶν τὸ 842 μ.Χ μὲ τὴν Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τὴν Αὐτοκράτειρα Θεοδώρα καὶ τὸν ἀνήλικο υἱό της Μιχαὴλ τὸν Γ΄.


 Ἁγία Θεοδώρα ἡ Αὐγούστα, ἡ ὁποία ἔζησε τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς της ὡς Μοναχή καὶ τὸ ἄφθαρτό της λείψανο εἶναι θησαυρισμένο στὴν Κέρκυρα, ὑπῆρξε σύζυγος τοῦ τελευταίου εἰκονομάχου Αὐτοκράτορα Θεοφίλου. Ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἀναστήλωσε τὴν Ὀρθοδοξία στὴν Ρωμαίϊκη Αὐτοκρατορία, χάρη σὲ αὑτὴν ἐπανῆλθαν Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς στοὺς Ἐπισκοπικοὺς θρόνους, ἀναστηλώθηκαν οἱ εἰκόνες στοὺς ναούς, ἐπαναφέρθηκαν σὲ ἰσχὺ οἱ ἀποφάσεις της 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐνῷ οἱ Εἰκονομάχοι ἀναθεματίσθηκαν.


Μὲσα σὲ αὑτὰ τὰ σχεδὸν 100 χρόνια ποὺ διήρκεσε ἡ περίοδος τῆς Εἰκονομαχίας, ἡ Ἐκκλησία ἀγωνίστηκε γιὰ νὰ διατηρήσει αὑτὴ τὴν Ἀλήθεια μέσα ἀπὸ τὴν ἀπεικόνιση τῆς ἱερᾶς μορφῆς τοῦ Σαρκωθέντος Ὑιοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν τιμὴ καὶ προσκύνηση στὶς ἐικονογραφημένες μορφές, τῶν εὐαρεστησάντων τὸν Τριαδικὸ Θεὸ, Ἁγίων.


Τὸ Συνοδικὸ τῆς σημερινῆς ἡμέρας ἀναθεματίζει ὅλους αὑτοὺς ποὺ δὲν προσκυνοῦν τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου, λέγει χαρακτηριστικά: «Εἴ τις οὐ προσκυνεῖ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ἐν Εἰκόνι περιγραπτὸν κατὰ τὸ ἀνθρώπινον, ἤτω ἀνάθεμα». Διότι προσκυνῶντας τὴν Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὁμολογοῦμε τὸ Θαῦμα τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως, τὴν πραγματικὴ Σάρκωση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ!


 θεία παρεμβολὴ τὼν Ὀρθοδόξων κατὰ τὴν περίοδο τῆς Εἰκονομαχίας προσπάθησε νὰ διαφυλάξει τὴν τιμὴ στὶς ἱερὲς Εἰκόνες. 100 χρόνια ὁλοκληρώθηκαν κατὰ τὸ παρελθὸν ἕτος ἀπὸ τὸ σχίσμα καὶ τὴν ἡμερολογιακὴ καινοτομία στὴν Πατρίδα μας, 100 χρόνια διαίρεσης καὶ διχοστασίας. Ἔτσι καὶ 101 χρόνια πριν, τὸ μικρὸ ποίμνιο, τὸ ἀκαινοτόμητο πλήρωμα ἀγωνίστηκε γιὰ νὰ διαφυλάξει ὁρθὴ καὶ ἀκέραιη τὴν πίστη στὸν Ὄρο καὶ τὶς ἀποφάσεις τῆς Ἁγίας Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅπου φέτος σημειωτέον συμπληρώνονται 1700 χρόνια ἀπὸ τὴν σύγκληση της.


να ἀπὸ τὰ ἀπόλυτα καὶ ἀδιαμφισβήτητα κριτήρια γιὰ τὴν ἐνότητα στὴν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ὀρθὴ πίστη, ἡ ὁποία βέβαια συνοδεύεται ἀπὸ ὀρθὰ καὶ ἐνάρετα ἔργα. Αὐτὴ ἡ ὀρθὴ πίστη στοιχειοθετεῖται ἀπὸ τὴν γνήσια ἀποστολικὴ διδασκαλία καὶ παράδοση ποὺ μεταδίδεται μέσῳ τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς μέχρι σήμερον μέσα στὸν θεματοφύλακα τῆς Ἀλήθειας, ποὺ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ ὑγιαίνουσα αὕτη ὀρθὴ διδασκαλία προϋποθέτει μεγάλους ἀγῶνες διὰ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως, τὴν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, τὸ μυστικὸ βίωμα τοῦ θείου ἔρωτος, τὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη καὶ προσφορὰ στὸν συνάνθρωπο καὶ ἔχει ἐσχατολογικὴ διάσταση εἰς τὴν Ἐπουράνιον Βασιλεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὑτὰ ἐδράζονται στὴν Ἀποκεκεκαλυμένη καὶ Μία Ἀλήθεια.


Γι’ αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια ἥρθε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὴ γῆ καὶ Σαρκώθηκε, γι’ αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια ὁδηγήθηκε στὸν Σταυρὸ καὶ στὴν Ἀνάσταση. Αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια προεφήτευσαν οἱ Προφήτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Γι΄ αὑτὴν τὴν ἀλήθεια μαρτύρησαν ὅλοι οἱ ἀπ’ αἱῶνος Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, απὸ τοὺς πρωτοχριστιανικοὺς μάρτυρες μέχρι καὶ τοὺς Μάρτυρες τῶν νεότερων χρόνων. Γι’ αὑτὴν τὴν ἀλήθεια ἀγωνίστηκαν οἱ Θεολόγοι Πατέρες κατὰ τὶς Οἰκουμενικὲς καὶ Τοπικὲς Συνόδους. Γι’ αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια καλούμαστε σήμερα καὶ ἑμεῖς ὅλοι νὰ δίνουμε Μαρτυρία καὶ Φῶς Χριστοῦ στὴ σύγχρονη ἐποχὴ τῆς ἀποστασίας καὶ τῆς διχόνοιας. Καὶ μὲ αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια θὰ ζήσουμε αἱώνια ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.


Σήμερα ὅλοι οἱ Πρόμαχοι τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγάλλονται, εὐσεβεῖς Βασιλεῖς, Ἁγιώτατοι Πατριάρχες καὶ Ἀρχιερεῖς, Διδάσκαλοι, Μάρτυρες, Μοναχοὶ καὶ Ὁμολογητές, οἱ Ἅγιοι Πατριάρχες Γερμανός, Ταράσιος καὶ Μεθόδιος, ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης καὶ ὁ Ὁσιομάρτυς Στέφανος ὁ ὁμολογητής!


Καὶ μαζὶ τους ἀγάλλονται καὶ οἱ σύγχρονοι Ὁμολογητὲς τῆς Ἀληθείας, ἡ χορεία τῶν νεοφάνων μας Ἁγίων, ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος ὁ νέος Ὁμολογητής, ὁ Ὅσιος Ἱερώνυμος ὁ ἐν Αἰγίνῃ, ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Αἰκατερίνη ἡ ἐν Μάνδρᾳ, ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωσὴφ ὁ ἐκ Δεσφίνης, ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν Ἀμφιάλῃ ὁ νέος Ἐλεήμων, ὁ Ὅσιος Ἰερώνυμος ὁ ἐν Πάρνηθι ἀλλὰ καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Ἀρχιεπίσκοπος Σαγγάης ὁ Μαξίμοβιτς, ὁ Ἅγιος Φιλάρετος Ἀρχιεπίσκοπος Νέας Ὑόρκης ὁ Ὁμολόγητὴς καὶ ὁ Ἅγιος Γλυκέριος Ἀρχιεπίσκοπος Ρουμανίας.


Σήμερα ἡ μεγαλόφωνος τῶν Ὀρθοδόξων Σύναξη πανηγυρίζει διὰ τὴν Ἀναστήλωση καὶ Τιμητικὴ Προσκύνηση τῶν Εἰκόνων!


λλ’ ὧ Ἐνυπόστατε Ὑιὲ καὶ Λόγε τοῦ Θεοῦ Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὲ, ὁμοούσιε μὲ τὸν Ἀναρχον Πατέρα καὶ τὸ συγκάθεδρον Ἅγιον Πνεῦμα, καὶ ἐν Εἰκόνοις Περιγραπτὲ, ἐπίβλεψον ἐξ’ οὑρανοῦ καὶ ἵδε καὶ ἐπίσκεψον τὴν Ἄμπελον σου, τὴν Ἐκκλησίαν σου καὶ κατάρτισε αὑτὴν τὴν ὁποῖαν ἡ ἱδικὴ σου Δεξιὰ ἐφύτευσεν! Στερέωσον αὑτὴν στὴν Ἐνότητα, στὴν Ἀγάπη καὶ στὴν Ἀλήθεια!


Χρόνια μας Πολλά!  Καλὸ ὑπόλοιπο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς!

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2025

ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΦΡΟΝΗΜΑ

 Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα


 

+ Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος

          ΟΤΑΝ λέγουμε Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα δὲν ἐννοοῦμε ἁπλῶς τὴν ἀπόκτηση καὶ κατοχὴ θεωρητικά, γνωσιολογικὰ καὶ ἰδεολογικὰ τῶν ἀρχῶν τῆς Πίστεως καὶ τῆς Ζωῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἀπὸ τὸν κάθε ἕναν ἀπὸ μᾶς. Ἀλλὰ ἐννοοῦμε κάτι βαθύτερο, μία διαρκῆ στάση καὶ πορεία ζωῆς ἡ ὁποία εἶναι ἐμποτισμένη ἀπὸ τὸ Ἦθος τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ αὐτὸ τὸ Ἦθος ὁ φορέας του τὸ ἐκφράζει καὶ τὸ ἐκδηλώνει σὲ κάθε λεπτομέρεια τῆς ζωῆς του.

            Ἐφ’ ὅσον, θεία Χάριτι, εἴμαστε καὶ ἀνήκουμε στὴν ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἀποτελοῦμε «μέλη»1 τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ «κλήματα»2 τῆς Ζωοποιοῦ Θείας Ἀμπέλου. Ἀναγεννηθήκαμε στὴν ἴδια Κολυμβήθρα, δεχθήκαμε τὴν αὐτὴ Σφραγῖδα τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ κοινωνοῦμε τὰ αὐτὰ Θεῖα καὶ Ἄχραντα Μυστήρια τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ μας. Ὁ αὐτὸς θεῖος Εὐαγγελικὸς λόγος τρέφει τὶς ἀκοές μας καὶ ζωογονεῖ τὶς ψυχές μας, οἱ ἴδιες ἅγιες Ἀρετὲς μᾶς διαπερνοῦν, τὰ αὐτὰ ὑψηλὰ ἰδανικὰ μᾶς ἑλκύουν, τὴν αὐτὴ θεία ὁδὸ πρὸς οὐρανὸν ἀναβαίνομε.

            Ἡ πορεία μας εἶναι κοινὴ ἀλλὰ ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ μᾶς τὴν βαδίζει καὶ τὴν βιώνει μὲ τρόπο προσωπικό, σύμφωνα μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρίσματα καὶ τὶς κλήσεις του, μέσα στὴν Ἐνορία ἤ τὴν Μονή του, ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ πνευματικοῦ Πατρός του· καὶ ὅλα αὐτὰ λαμβάνουν χώρα ἐντὸς τοῦ Μυστηριακοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ πλαισίου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας τῆς ἀγωνιζομένης κατὰ τῆς Οἰκουμενιστικῆς ἐκτροπῆς καὶ αἱρέσεως. Τὸ πλαίσιο αὐτὸ ἐξασφαλίζεται καὶ λειτουργεῖ ἀπρόσκοπτα χάρις στὴν ἄγρυπνη μέριμνα καὶ τὴν ἀνύστακτη φροντίδα τῶν Ἀρχιερέων καὶ ἐν γένει τῶν Κληρικῶν μας. Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο, ἄνευ Ἐπισκόπων καὶ Πρεσβυτέρων, ὅπως διδάσκει ἐπιγραμματικὰ ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, «Ἐκκλησία οὐ καλεῖται»3.

            Ἐννοεῖται βεβαίως, ὅτι ἐμεῖς οἱ -ἐλέει Θεοῦ- Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας διακρατοῦμε πρῶτοι, ἔργοις καὶ λόγοις, τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ τὸ Ὀρθόδοξο Ἦθος, ὥστε νὰ ἀποτελοῦμε ὑγιὲς καὶ φωτεινὸ παράδειγμα.

            Μέσα στὴν ἁγία Ἐκκλησία  συγκροτοῦμε μία «ἁγία Οἰκογένεια», τὴν Οἰκογένεια τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ τὰ ὁποῖα ἀπολαμβάνουν τὴν Πατρικὴ Θεϊκὴ Ἀγκάλη.

            Καὶ αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ ἐπιτευχθεῖ ἀπὸ τὸν κάθε ἕναν ἀπὸ μᾶς, Κληρικό, Μοναχὸ καὶ Λαϊκό, εἶναι νὰ ἐναρμονίσουμε τὴν προσωπικὴ βίωση τῆς ἐν Χριστῷ Ἀπολυτρώσεως, μὲ τὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονὸς τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι Κοινωνίας, ὥστε νὰ διακρινόμαστε πράγματι ἀπὸ γνήσιο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα.

            Αὐτὸ εἶναι ἐπιδίωξη ζωῆς καὶ κατορθώνεται μὲ κόπο, διότι ἡ προσπάθεια γιὰ ἀπόκτηση καὶ ἑδραίωση Ἐκκλησιαστικοῦ Φρονήματος εἶναι διαρκὴς ἀγώνας γιὰ Ἀγάπη, Ὑπακοὴ καὶ Ἑνότητα.

            Μέσα στὴν ἁγία Οἰκογένεια τῆς Ἐκκλησίας τὸ πρῶτο καὶ κύριο γνώρισμά μας θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ Ἀγάπη: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»4. Καὶ θὰ ἔχουμε Ἀγάπη ὅταν φρονοῦμε τὰ αὐτὰ στὴν Πίστη καὶ τὴν Ἀρετή, κατὰ τὴν διαβεβαίωση τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου: «Τοῦτο γὰρ φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὅ καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ»5. Διασφαλίζουμε δὲ τὴν Ἀγάπη καὶ τὴν Ὁμοφροσύνη μας, καὶ ἄρα καὶ τὴν Ἑνότητά μας, ὅταν ἔχουμε «νοῦν Χριστοῦ»6 καὶ πειθόμεθα καὶ ὑπακούομε στοὺς κατὰ Θεὸν Ποιμένες μας, ὥστε νὰ κατανικήσουμε τὸν ἐγωϊσμό μας, νὰ καθαρθοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη μας καὶ νὰ ἐκκλησιοποιηθοῦμε. Τί σημαίνει ἐκκλησιοποίηση; Ζωὴ Χάριτος, εὐλογίας καὶ ἁγιασμοῦ· ζωὴ ἀπελευθερωμένη ἀπὸ τὴν πλάνη τοῦ ἰδίου θελήματος καὶ χαρακτηριζομένη ἀπὸ τὴν μεταμόρφωση τοῦ ἀτομικοῦ «ἐγώ» σὲ ἐκκλησιαστικὸ «ἐμεῖς»!

            Ὡραία συνοψίζει τὰ πράγματα ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅταν γράφει ἐπιγραμματικά: «Οὐ γὰρ κατὰ ἀγάπην περιπατοῦντος οὐδὲ πληροῦντός ἐστι τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ τῆς πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς συναφείας ἑαυτὸν ἀποτέμνειν»7 [δὲν βαδίζει σύμφωνα μὲ τὴν ἀγάπη οὔτε ἐκπληρώνει τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ ὅποιος ἀποκόπτει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὴν συναναστροφὴ/κοινωνία μὲ τοὺς ἀδελφούς].

            Διότι, δυστυχῶς, εἶναι δυνατὸν ἀκόμη καὶ μέσα στὴν ἁγία ἀτμόσφαιρα τῆς Ἐκκλησίας κάποιος νὰ φρονεῖ «τὰ ἐπίγεια»8, νὰ ὑπερισχύει μέσα του «τὸ φρόνημα τῆς σαρκός»9 καὶ νὰ παραμένει δέσμιος τοῦ ἐγωϊσμοῦ του, καὶ ἔτσι νὰ ἀδυνατεῖ νὰ ὑποστεῖ τὴν καλὴν ἀλλοίωσιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῆς Χάριτος, καὶ ἀναπόφευκτα νὰ προξενεῖ προβλήματα, διαιρέσεις, σκάνδαλα καὶ ταραχές…

            Τὸ τί ἀκριβῶς συμβαίνει μέσα μας καὶ γύρω μας, στὸ περιβάλλον μας, μπορεῖ νὰ πιστοποιηθεῖ εὔκολα: ὑπερισχύει μέσα μας ἡ Ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν Πλησίον; Ἔχουμε εἰλικρινῆ σεβασμὸ καὶ ὑπακοὴ στὸν Ἐπίσκοπό μας πρωτίστως, καθὼς καὶ στὸν πνευματικό μας Πατέρα τὸν ἐναρμονισμένο βέβαια μὲ τὸ φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας; Εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ θυσιάσουμε τὴν δική μας τακτοποίηση χάριν τοῦ κοινοῦ καλοῦ καὶ τῆς εὐρύτερης ὠφέλειας τῆς Ἐκκλησίας; Δεικνύουμε θυσιαστικὴ ἐγκαρτέρηση στὶς θλίψεις καὶ στὶς ἀναπάντεχες δυσκολίες μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδα; Συγκρατοῦμε τὴν γλῶσσα μας ἀπὸ τὶς ἀκατάσχετες κρίσεις καὶ ἐπικρίσεις ἰδίως τῶν ἐπιφορτισμένων προσώπων στὴν διακονία τῆς Ἐκκλησίας;

            Ἄν ὄχι σὲ ὅλα αὐτά, ἤ ἔστω σὲ κάποια ἀπὸ αὐτά, τότε ἄς μὴν αὐταπατόμεθα ὅτι βαδίζουμε θεάρεστα καὶ ὅτι ἔχουμε Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα. Ἄν μάλιστα εἴμαστε ἕτοιμοι προκειμένου νὰ στήσουμε τὸ ἴδιον θέλημά μας -τὸ ὁποῖο θεωροῦμε ὡς τὸ καλύτερο καὶ τελειότερο- νὰ συγκρουσθοῦμε μὲ τοὺς Ἀδελφούς μας, ἤ ἀκόμη καὶ μὲ τοὺς Ποιμένες μας, τότε ἄς γνωρίζουμε ὅτι πάσχουμε δεινῶς, ἐργαζόμεθα ἀντι-εκκλησιαστικῶς καὶ χρήζουμε ἐπειγόντως βαθείας μετανοίας!

            Δὲν εἶναι βεβαίως ὑποχρεωτικὸ καὶ ἀναμενόμενο νὰ συμφωνοῦμε ὁπωσδήποτε σὲ ὅλα τὰ ἐπὶ μέρους θέματα, βιωτικὰ ἤ ἀκόμη καὶ ἐκκλησιαστικά, πρακτικῆς μάλιστα φύσεως καὶ δράσεως, ἀλλὰ τοῦτο δὲν σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ πλήττεται ὁ ἱερὸς δεσμὸς τῆς Πίστεως καὶ τῆς Ἀγάπης μεταξύ μας.

            Καὶ στὴν περίπτωση αὐτή, ἄς θυμηθοῦμε καὶ πάλι τὴν εὔστοχη παρατήρηση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «οὐδὲν γὰρ οὕτως ἴδιόν ἐστι Χριστιανοῦ, ὡς τὸ εἰρηνοποιεῖν»10 [δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ ξεχωριστὸ στὸν Χριστιανὸ ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι εἰρηνοποιός]!…

            Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο οἱ ἀγαθοὶ καὶ ἀγλαοὶ καρποὶ τοῦ πνευματικοῦ πλέον φρονήματος εἶναι «ζωὴ καὶ εἰρήνη»9. Ὁ ἐμφορούμενος ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στρέφεται συνεχῶς στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ἐκζητεῖ εὐχετικὰ τὸ Ἔλεός Του, τηρεῖ τὶς ἅγιες εὐαγγελικὲς ἐντολές, ἐπιτελεῖ ἔργα ἀγαθά, μετανοεῖ εἰλικρινά, εἶναι ἕτοιμος νὰ ὑποχωρήσει ἀπὸ τὴν γνώμη καὶ τὴν ἐπιθυμία του ὅταν ἀναγνωρίσει -ἤ ἔστω ὅταν τοῦ βεβαιώσουν οἱ ἄλλοι- ὅτι τὸ γενικότερο καλὸ τῆς Ἐκκλησίας ἀπαιτεῖ ὑποχώρηση.

            Εἶναι καιρὸς νὰ καλλιεργήσουμε καὶ νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ λησμονημένο ἀπὸ πολλοὺς ἀπὸ ἐμᾶς γνήσιο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα. Ἄν πράγματι ἐπιθυμοῦμε μία ἀνακαίνιση τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, μία ἀνανέωση -ἀκόμη καὶ τοῦ ἔμψυχου ὑλικοῦ- τοῦ χώρου διαμονῆς καὶ διακονίας μας, καὶ μία ἐνδυνάμωση τῆς κατὰ Θεὸν μαρτυρίας μας, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ καταπολεμήσουμε τὶς ἐκτροπὲς ἀπὸ τὸ γνήσιο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα!

            Ἰδοὺ μερικὲς ἀπὸ αὐτές:

             νὰ ἀποφεύγεται ἡ ἀτομικὴ αὐτόνομη δράση, ἄν καὶ ὅπου αὐτὴ ἐντοπίζεται, ἡ ξεκομμένη ἀπὸ τὸ ἐκκλησιαστικό μας πλαίσιο, ἡ δίχως ἐκκλησιαστικὴ ἀναφορά, δίχως ἐνημέρωση καὶ εὐλογία, διότι αὐτὴ συνιστᾶ νοσηρὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα·

             νὰ ἀποφεύγεται πάσῃ θυσίᾳ ὁ φατριασμός, ὅπως καὶ ἡ ἀποδοχὴ ἀλλοτρίων ἐπιδράσεων ἀπὸ τὸν κοσμικὸ τρόπο σκέψεως καὶ δράσεως, ἡ δημιουργία ἀντιπαλοτήτων, ἐντάσεων καὶ ἐχθροτήτων, ἡ κατάκριση, ἡ ἱεροκατηγορία, τὸ διαρκὲς παράπονο, ὁ ψιθυρισμὸς καὶ ὁ γογγυσμός, διότι ὅλα αὐτὰ συνιστοῦν νόθο ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα·

              νὰ ἀποφεύγεται ἡ ἐμφανὴς ἔλλειψη σὲ κάποιους πνεύματος μαθητείας καὶ ἡ διάθεση πολλῶν περισσοτέρων νὰ παρεμβαίνουν εὐκαίρως ἀκαίρως ἐπὶ παντὸς ἐπιστητοῦ· εἴμαστε στὴν ψηφιακὴ ἐποχὴ τῶν κοινωνικῶν δικτύων καὶ ὁ πειρασμὸς γιὰ διαρκῆ προβολὴ καὶ ἐξωστρέφεια εἶναι συνεχής· ποιός ὅμως μᾶς διασφαλίζει καὶ μᾶς συγκρατεῖ ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς κινδύνους ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἐγχειρήματος;

             ἐπίσης, νὰ ἀποφεύγεται καὶ ἡ παρατηρούμενη ἀδιαφορία καὶ ἀδράνεια, τὸ ἕτερο ἄκρο, ποὺ ἀποδεικνύει ἔλλειψη ζήλου γιὰ τὰ τῆς πίστεως καὶ ἔλλειψη ἐπιγνώσεως τῆς εὐθύνης μας ἔναντι αὐτῆς· ὅπως καὶ ἡ δικαιολόγηση, ἐν ὀνόματι τῆς ἐξυπηρετήσεως τοῦ κόσμου, τῆς ἐκκοσμικεύσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καὶ μάλιστα τῶν ἱερῶν Μυστηρίων, μὲ τὶς συνακόλουθες αὐθαιρεσίες, διότι ὅλα αὐτὰ συνιστοῦν ἔλλειψη γνησίου καὶ αὐθεντικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος.

            Οἱ ἐπισημάνσεις αὐτές, ἐντελῶς ἐνδεικτικές, δὲν εἶναι θεωρητικὲς καὶ μικρῆς σημασίας. Καταγράφονται γιὰ ἐπίγνωση καὶ διόρθωση ὅσων ἀτόπων συμβαίνουν ἐκ συστήματος ἤ καὶ περιστασιακά.

            Ἡ ἱερὰ Παρακαταθήκη ἡμῶν τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, τὴν ὁποίαν παρελάβαμε ἀπὸ τοὺς Πνευματικούς μας Πατέρες, εἶναι Παρακαταθήκη ἰσορροπημένης καὶ θεαρέστου διακρίσεως: ἐμμονὴ στὴν ὅλη Ἀλήθεια τῆς Πίστεως, στὴν Καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ στὸ ὅλο Ὀρθόδοξο Ἦθος, τὸ Χριστοπαράδοτο, Ἀποστολοπαράδοτο, Πατροπαράδοτο.

            Ἄς διαφυλάξουμε αὐτὰ ἐν ταπεινώσει, καὶ ἄς τὰ καλλιεργήσουμε ἀπὸ κοινοῦ σὲ ἁρμονικὴ σύμπνοια καὶ ἀγάπη μεταξύ μας. Μόνον ἔτσι θὰ ἔχουμε τὴν βέβαιη ἐλπίδα μεταδόσεώς τους στοὺς ἐπιγενομένους, ὥστε ἡ διακονία μας νὰ τύχει τῆς εὐμενοῦς θείας κρίσεως καὶ δικαιώσεως.

Μάρτιος 2025


1) Α΄ Κορ. ιβ΄ 27. / 2) Ἰωάν. ιε΄ 5. / 3) Τραλλιανοῖς, ΙΙΙ, 1. / 4) Ἰωάν. ιγ΄ 35. / 5) Φιλιπ. β΄ 5. / 6) Α΄ Κορ. β΄ 16. / 7) Ἐπιστολὴ 65: «Ἀταρβίῳ». / 8) Φιλιπ. γ΄ 19. / 9) Ρωμ. η΄ 6. / 10) Ἐπιστολὴ 114: «Τοῖς ἐν Ταρσῷ περὶ Κυριακόν».
Τὸ κείμενό μας αὐτὸ ἐγράφη καὶ ἐδημοσιεύθη πρὸ δεκαετίας. Ἀναδημοσιεύεται ἐνταῦθα λόγῳ τῆς ἐπικαιρότητός του, μὲ μικρὲς γλωσσικὲς καὶ νοηματικὲς τροποποιήσεις καὶ συμπληρώσεις.



Τρίτη 11 Μαρτίου 2025

ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΜΕ ΚΑΡΠΟΥΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

 

Ὁμιλία στὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας

Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Μεζοῦρλο (Λατίνια) Λαρίσης, τὴν Κυριακὴ Α΄ Νηστειῶν, 24-2/9-3-2025, τῆς Ὀρθοδοξίας, μὲ τίτλο: «Ἀληθινοὶ Ὀρθόδοξοι στὴν πίστη μὲ καρποὺς μετανοίας».


«ΟΙ ΔΙΑΔΟΧΟΙ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ», διαμαρτυρία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου γιὰ βλάσφημη ἔκθεση

DSC 8970

 

   Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τίμησε, τὴν περασμένη Κυριακή, τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναστήλωσης τῶν ἱερῶν Εἰκόνων, διὰ τῆς ὁποίας ἔλαβε τέλος ἡ μακρὰ καὶ ὀδυνηρὴ περίοδος τῆς Εἰκονομαχίας. Τὸ πανηγυρικὸ αὐτὸ γεγονὸς ποὺ ἔλαβε χώρα στὴν Βασιλεύουσα τῶν πόλεων μὲ τὶς ἐνέργειες τῆς Ἁγίας Θεοδώρας τῆς Αὐγούστας, διετράνωσε ὅτι ἡ ἔνδειξη τιμῆς στὶς ἀπεικονίσεις τοῦ Κυρίου, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τῶν Ἀγίων ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο κομμάτι τῆς λατρείας στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
   Γενιὲς καὶ γενιὲς Ἑλλήνων μεγάλωσαν γνωρίζοντας ὅτι οἱ Εἰκόνες ἀποτελοῦν τὸ πολύτιμο καταφύγιό τους, τὸ παραθύρι μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο μποροῦν νὰ ἀντικρύσουν μὲ τοὺς σωματικοὺς ὀφθαλμοὺς τὴν ὀμορφιὰ τοῦ κόσμου τῆς ἁγιότητας καὶ νὰ ἐπικοινωνήσουν καρδιακὰ μὲ τὰ εἰκονιζόμενα πρόσωπα, ὥστε νὰ λάβουν στήριξη καὶ παρηγοριὰ καὶ νὰ ἐκφράσουν τὴν χαρὰ καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη τους.
   Ἒ λοιπόν, ἀκόμη καὶ αὐτὴ ἡ εὐλογημένη παράδοση τοῦ Ἔθνους μας κάποιους -ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ λέξη- «κουλτουριάρηδες» τοὺς ἐνοχλεῖ καὶ τοὺς καίει. Καὶ τὶ κάνουν οἱ σύγχρονοι αὐτοὶ εἰκονομάχοι; Παίρνουν τοὺς τύπους τῶν εἰκόνων καὶ τοὺς ἀλλοιώνουν μὲ βλάσφημο τρόπο, παράγοντας προϊόντα αἰσχρά, τὰ ὁποῖα προσβάλλουν βάναυσα τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια τῆς Πίστεως καὶ τῆς Πατρίδος μας καί, κατ᾽ ἐπέκτασιν, τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα τῆς συντριπτικῆς πλειονότητας τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Μάλιστα, ὅλο αὐτὸ τὸ ἀνοσιούργημα τὸ ἀποκαλοῦν καυχώμενοι «τέχνη», ποὺ ἂν ἤξεραν οἱ παλαιοί, ἀληθινοὶ τεχνίτες ὅτι τέτοια θὰ ἦταν ἡ κατάντια τῆς «τέχνης» θὰ προτιμοῦσαν νὰ ἔκλειναν τὰ ἐργαστήριά τους.
   Ὡστόσο, τὸ πρόβλημα γιγαντώνεται ὅταν βλέπουμε ὅτι τέτοια εὐτελῆ δείγματα ἀνθρώπινης διαστροφῆς προβάλλονται μὲ καμάρι στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη, μὲ τὴν ἔγκριση, ἀσφαλῶς, τοῦ Ὑπουργείου Πολιτισμοῦ. Ἡ λογικὴ θὰ ἔλεγε ὅτι ἐφόσον μία πινακοθήκη προσδιορίζεται ὡς «Ἐθνική», θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι συμμορφωμένη μὲ τὶς διαχρονικὲς ἀξίες τοῦ Ἔθνους μας, ὅπως εἶναι ἡ τιμὴ στὴν Ὀρθοδοξία. Στὴν ἐποχή μας, ὅμως, ὅπως ποικιλοτρόπως ἔχουμε δεῖ, ἡ λογικὴ ἔχει δώσει τὴν θέση της στὴν ἀλογία, μὲ ἀποτέλεσμα στὴν Ἑλλάδα νὰ μποροῦν κάποιοι νὰ μᾶς προσβάλλουν ἐλεύθερα καὶ νὰ ἀσεβοῦν ἀνενόχλητοι κατὰ τῶν ἁγίων προσώπων τῆς Πίστης μας στὸ πλαίσιο τῆς ἐλευθερίας τῆς ἔκφρασης, ἡ ὁποία, βέβαια, λειτουργεῖ μεροληπτικά. Ἡ ἐλευθερία τῆς ἔκφρασης ἰσχύει μόνο γιὰ τὴν διακωμώδηση τῶν ἰδανικῶν τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ὅταν κάποιος, ὅπως συνέβη πέρσι, τολμήσει νὰ περιλάβει σὲ καλλιτεχνικὰ δημιουργήματά του τὴν ἑλληνικὴ σημαία καὶ τὸ ἱερὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ, τότε ἀποκλείεται ἀπὸ διαγωνισμοὺς μὲ συνοπτικὲς διαδικασίες. Σὰ δὲ ντρεπόμαστε πια!
   Ζοῦμε σὲ μία ἐποχὴ ὅπου καθημερινῶς ἀκοῦμε γιὰ ἀνθρωποκτονίες, ἐνδοοικογενειακὴ βία, ἐνδοσχολικὴ βία, φόνους μεταξὺ ἀνηλίκων, κάθε εἴδους παρανομία, καί, ἀντὶ νὰ ἔλθουμε σὲ μετάνοια καὶ προσευχή, κάποιοι τὰ «βάζουν» μὲ τὸν Γλυκύτατο Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος «ὡς πρόσβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη». Αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ αὐτοὶ οἱ «γενναῖοι» ἐκμεταλλεύονται. Ἀφοῦ τόσο εἶναι λάτρες τῆς τέχνης, καὶ τόσο ὑπερασπίζονται τὴν ἐλευθερία τῆς ἔκφρασης, ἂς πᾶνε νὰ διακωμωδήσουν τὸν Μωάμεθ στὴ Συρία ἢ στὴν Τουρκία.
   Ἐν τῷ μεταξύ, ἀναφορικὰ μὲ ἀντιδράσεις γιὰ τὴν βλάσφημη ἔκθεση, ἀκούσθηκε αὐτὸ τὸ ἐντελῶς παρωχημένο: «δὲν θὰ ἐπιτρέψουμε τὴν ἐπιστροφὴ στὸν Μεσαίωνα». Αὐτοὶ οἱ ἴδιοι εἶναι ποὺ προκαλοῦν τὴν ἐπιστροφὴ στὸν Μεσαίωνα, καθὼς ὁμοιάζουν μὲ τοὺς θλιβεροὺς ἐκείνους ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι, σὰν νὰ μὴν εἶχαν μὲ τὶ ἄλλο νὰ ἀσχοληθοῦν, κατέστρεφαν τὶς Εἰκόνες καὶ δίωκαν τοὺς Ὀρθοδόξους.
   Τὴν εὐθύνη, ὅμως, τὴν φέρει ὅλη τὸ Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ, τὸ ὁποῖο δέχεται τοὺς φόρους τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, καὶ μὲ τὰ δικά τους χρήματα στηρίζει τέτοιες πρωτοβουλίες, οἱ ὁποῖες προκαλοῦν τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα τῆς πλειονότητας τῶν φορολογουμένων καὶ μαγαρίζουν τὰ ἰδανικὰ τοῦ Ἔθνους μας.

Ἂς εὐχηθοῦμε ὁ Κύριος νὰ γίνει ἵλεως, ἂν καὶ ὁπωσδήποτε κάποτε θὰ μιλήσει.

 ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος