† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 2 Απριλίου 2025

ΟΣΟΙ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΩΜΕΝΟΙ (Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης)


«Όσοι από σας, Χριστιανοί, πηγαίνετε στην Εκκλησία του Χριστού, φυλαχθείτε καλά να μην είσθε διαιρεμένοι και χωρισμένοι μεταξύ σας, έχοντας έχθρες και μίση και διχόνοιες, αλλά να έχετε αγάπη και ομόνοια και συμφιλίωση, όλοι να έχετε το ίδιο φρόνημα, «πάντες το εν πνέοντες», όλοι να είστε σαν ένα σώμα και ένα πνεύμα, με μία ελπίδα της κλήσεώς μας, κατά τον Απόστολο. Και ας σας παρακινεί σ’ αυτήν την πνευματική αγάπη και ένωση αυτό το όνομα της Εκκλησίας στην οποία συναθροίζεστε, επειδή Εκκλησία σημαίνει ένωση και συγκέντρωση. Και καθώς αυτή ενώνει όλους εσάς τους Χριστιανούς σωματικά σε έναν τόπο και σας δίνει ένα κοινό λόγο της διδασκαλίας, έναν άγιον άρτο, το σώμα του Κυρίου, και ένα κοινό ποτήριο του αίματος του Χριστού, έτσι παρόμοια απαιτεί αυτή από εσάς να είσθε ενωμένοι κατά το πνεύμα, το φρόνημα και την διάθεση.

Για αυτό και ο μακάριος Παύλος θέλοντας να παρακινεί στην αγάπη και στην ένωση τους τότε Χριστιανούς συνήθιζε να αναφέρει συχνά το όνομα της Εκκλησίας· γι’ αυτό λοιπόν πότε μεν έγραφε·«Προς τους πιστούς της Εκκλησίας του Θεού στην Κόρινθο» (Α’ Κορινθίους, 1:2), πότε δε «Προς τις εκκλησίες της Γαλατίας» (Γαλάτας, 1:1), τα οποία ερμηνεύοντας ο Χρυσορρήμων, σχετικά με το πρώτο έλεγε· «Ονομάζει Εκκλησία Θεού, δείχνοντας ότι πρέπει να είναι ενωμένοι [..] διότι το όνομα της Εκκλησίας είναι όνομα ενώσεως και όχι διαχωρισμού»· και για το δεύτερο έλεγε· «Γι’ αυτό έβαλε και το όνομα της Εκκλησίας, για να τους κάνει να ντραπούν και να συγκεντρωθούν σε ένα· διότι όσοι είναι διαιρεμένοι σε πολλά μέρη, δεν μπορούν να ονομάζονται με αυτή την ονομασία· διότι το όνομα της Εκκλησίας είναι όνομα συμφωνίας και ομόνοιας».

Έξω λοιπόν από την Εκκλησία του Χριστού οι διχόνοιες, έξω οι έχθρες, έξω τα μίση και οι μνησικακίες·μέσα στην Εκκλησία του Θεού η ομόνοια, μέσα η αγάπη, μέσα η συμφωνία. Γι’ αυτό λοιπόν ένα από τα δύο από ανάγκη πρέπει να κάνετε, Χριστιανοί· ή να αφήνετε την έχθρα και το μίσος προς τους αδελφούς σας και τότε να μπαίνετε στην Εκκλησία του Θεού ή έχοντας μίσος και διχόνοια δεν είσθε άξιοι να μπείτε στην αγία Εκκλησία. Διότι Εκκλησία και έχθρα, Εκκλησία και μίσος, Εκκλησία και διχόνοια, είναι δύο άκρα αντίθετα, που δεν είναι δυνατόν να σμίξουν ποτέ.

(Απόσπασμα από το «Χρηστοήθεια Χριστιανών», του αγίου Νικόδημου του Αγιορείτη, σελ. 409-410).

Τετάρτη 26 Ιουλίου 2023

Η ΑΔΥΝΑΜΗ ΠΙΣΤΗ (Ἃγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)

 

Ἡ πίστη εἶναι μιά δύναμη, πού κατοικεῖ στό νοῦ καί στή θέληση. Ὁ νοῦςφωτίζεται ἀπό οὐράνιο φῶς καί κρατάει ὅσα μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ Θεός. Ἡθέληση πάλι παρακινεῖται κι αὐτή ἀπό τό Θεό ν᾿ ἀποδέχεται ὅσα ἀποκάλυψε στό νοῦ μέ τό φωτισμό. Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως, ἡ θέληση συχνά προστάζει μέ τή θεία πίστη τό νοῦ – ἰδιαίτερα ὅταν αὐτός σκοτιστεῖ ἀπό κάποιο πάθος – νά κρατάει σάν ἀληθινά ὅσα ἀποκαλύπτει ὁ Θεός. Γιατί στή θέληση, στό αὐτεξούσιο, ὑποτάσσεται κι αὐτός ἀκόμα ὁ νοῦς. Τό αὐτεξούσιο, βλέπετε, εἶναι ἰδίωμα τῆς ψυχῆς, πού τῆς δόθηκε γιά νά ὑποτάσσει ὅλες τίς ἄλλες δυνάμεις της, τό ἴδιο ὅμως νά ὑποτάσσεται μόνο στό Θεό καί τό νόμο Του, ὄχι στό κακό καί τήν ἁμαρτία. Γιατί ὁ Θεός «οὐκ ἐνετείλατο οὐδέν ἀσεβεῖν καί οὐκ ἔδωκεν ἄνεσιν οὐδενί ἁμαρτάνειν»1. 

Ἡ ἀδυναμία λοιπόν τῆς πίστεως γεννιέται ἀπ᾿ αὐτές τίς δυό αἰτίες:
Πρῶτα, ἐπειδή ὁ νοῦς δέν μπορεῖ νά εἰσχωρήσει βαθιά στά μυστήρια τοῦ Θεοῦ καί στά αἴτια πού μᾶς κάνουν νά τά πιστεύουμε.
Κι ἔπειτα, ἐπειδή ἡ θέληση δέν μπορεῖ νά τ᾿ ἀγαπήσει πρίν τά γνωρίσει, μιά καίπροϋπόθεση τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ γνώση.
Γι᾿ αὐτό ὁ ἱερός Αὐγουστίνος εἶπε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ ν᾿ ἀγαπήσει τ᾿ ἀόρατα πράγματα, ὄχι ὅμως καί τά ἄγνωστα σ᾿ αὐτόν.
Ἔτσι, βλέπουμε μερικούς ἀνθρώπους, πού εἶναι πιστοί ὄχι τόσο γιατί διάλεξαν συνειδητά καί θεληματικά τή ζωή τοῦ χριστιανοῦ, ὅσο γιατί γεννήθηκαν ἀπό γονεῖς χριστιανούς. Εἶναι πιστοί γιατί ἔλαβαν τό βάπτισμα. Ὥς πρός τά ἄλλα, τόσο λίγο καταλαβαίνουν τό μεγαλεῖο τῶν μυστηρίων, τόσο λίγο γνωρίζουν τήν ὑπεροχή τῆς πίστεώς μας ἀπέναντι στίς ἄλλες θρησκεῖες καί τόσο λίγο ἀκολουθοῦν στή ζωή τους τό νόμο τοῦ Εὐαγγελίου, ὥστε μόλις πού ξεχωρίζουν ἀπό τούς ἀπίστους.
Κι ἐγώ τώρα, ρωτάω κάθε χριστιανόΠοιός εἶσαι σύ, πού στέκεσαι ἐδῶ στήν ἐκκλησία; Ἀπό τίποτ᾿ ἄλλο δέν σέ ξεχωρίζω γιά χριστιανό, ἐκτός ἀπό τ᾿ ὄνομά σου. Γιατί ἄν σέ ρωτήσω, ποιός εἶν᾿ αὐτός ὁ Χριστός πού πιστεύεις, δέν θά ξέρεις νά μοῦ πεῖς. Κι ἔτσι φανερώνεσαι σάν ἕνας ἀκατήχητος καί ἄπιστος. Δίκαια λοιπόν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι στίς μέρες μας λιγόστεψε ἡ πίστη πολλῶν χριστιανῶν, «ὠλιγώθησαν αἱ ἀλήθειαι ἀπό τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων»2. Γιατί, μολονότι λένε πώς πιστεύουν στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τά πιστεύουν ὅμως μέ μιά πίστη τόσο συγκεχυμένη, τόσο χλιαρή καί ἀδύνατη, πού μποροῦμε νά ποῦμε πώς τά γνωρίζουν ὅπως ὁ τυφλός ἐκεῖνος, πού ἔβλεπε τούς ἀνθρώπους σάν δέντρα: «βλέπω τούς ἀνθρώπους ὡς δένδρα περιπατοῦντας»3.

Ἕνας Θεός γεννιέται μέσα σ᾿ ἕνα σπήλαιο καί πάνω σ᾿ ἕνα παχνί ζώων, γιά νά μᾶς διδάξει τήν καταφρόνηση τῶν προσωρινῶν ἀγαθῶν. Ἕνας Θεός ζεῖ τριαντατρία χρόνια σ᾿ ἕνα ἐργαστήρι μαραγκοῦ, δουλεύοντας τήν ξυλουργική τέχνη, γιά νά μᾶς διδάξει τήν ταπείνωση. Ἕνας Θεός περπατάει ἀνυπόδητος στίς στράτες τῆς Παλαιστίνης, γιά νά μᾶς δείξει τή στράτα τ᾿ οὐρανοῦ. Ἕνας Θεός πεθαίνει πάνω στό σταυρό, γιά ν᾿ ἀφανίσει τήν ἁμαρτία. Καί ὅλ᾿ αὐτά, τά τόσο μεγάλα καί θαυμαστά, δέν κεντοῦν τή συνείδηση οὔτε συγκλονίζουν τήν καρδιά τῶν χριστιανῶν. Γι᾿ αὐτό εἶπα πρίν καί λέω πάλι, ὅτι «ὠλιγώθησαν αἱ ἀλήθειαι ἀπό τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων».

Παρόμοια λιγόστεψε ἡ πίστη ἀπό τούς τωρινούς χριστιανούς καί στήν πράξη, στή ζωή. Γιατί ἡ πίστη πρέπει νά εἶναι ὄχι μόνο «κανών τοῦ πιστεύειν», ἀλλά καί «κανών τοῦ ποιεῖν». Συνίσταται δηλαδή ὄχι μόνο στό νά πιστεύουμε, ἀλλά καί στό νά ζοῦμε σωστά: «Ἡ πίστις χωρίς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι»4. Γιατί ἐκεῖνοι πού ὁμολογοῦν τό Χριστό γιά διδάσκαλο τῆς πίστεως, τῶν μυστηρίων καί τῶν δογμάτων πού μᾶς ἀποκάλυψε, οἱ ἴδιοι δέν ἐφαρμόζουν στή ζωή τους τό νόμο Του. Κι ἐνῶ ἀκοῦνε ἀπό τό στόμα Του, ὅτι εἶναι μακάριοι ὅσοι ὑποφέρουν γιά τήν ἀγάπη Του, ὅσοι ταπεινώνονται, ὅσοι ἀποστατοῦν ἀπ᾿ αὐτές τίς ἐντολές καί τίς ἄλλες θεῖες διδασκαλίες, λέγοντας μέσα τους: “Σωστά εἶν᾿ ὅλα αὐτά γιά τό Θεό, ὄχι ὅμως γιά τόν κόσμο”. Καί ἔτσι νομίζουν, οἱ ταλαίπωροι, ὅτι δικαιολογοῦνται μπροστά στό κριτήριο τῆς σοφίας Θεοῦ. Ἡ πίστη τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν εἶναι σάν τό λιθάργυρο, πού μοιάζει μέ τό χρυσάφι σέ ὅλα ἐκτός ἀπό τήν ἀντοχή στή φωτιά. Γιατί ὅταν τό χρυσάφι μπεῖ στήν φωτιά, δέν λιώνει εὔκολα. Ὁ λιθάργυρος ὅμως λιώνει γρήγορα καί χωνεύεται. Ἔτσι κι αὐτοί, ἀκολουθοῦν τό Χριστό ὅσο αὐτός δέν εἶναι ἀντίθετος στά πάθη τους. Ὅταν ὅμως τούς προστάξει νά πολεμήσουν τά πάθη τους καί νά τά νικήσουν, ἀμέσως ἀρνοῦνται τή θεία Του διδασκαλία καί «στρέφουν εἰς τά ὀπίσω».

Ἀπό τήν ἀδύναμη πίστη προέρχονται δυό ἀλληλένδετα καί φοβερά πνευματικά κακάἡ ὑποχώρηση τῆς ἀρετῆς καί ἡ αὔξηση κάθε κακίας.
Ἄς δοῦμε πρῶτα πῶς ὑποχωρεῖ ἡ ἀρετή.
Ἀπό τούς τωρινούς χριστιανούς, γιά τήν ἀδυναμία τῆς πίστεώς τους, λείπει ὁ πλοῦτος ἐκεῖνος τῆς ἀρετῆς, πού ἄκμαζε καί αὐξανόταν στούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες. Τότε ἡ ἀγάπη στό Θεό ἦταν τόσο φλογερή, ὥστε, κατά τή μαρτυρία τοῦ Τερτυλλιανοῦ, δέν βρισκόταν τόσοι δήμιοι, ὅσοι χρειάζονταν, γιά νά θανατώσουν ὅλους τούς χριστιανούς, πού παραδίνονταν θεληματικά στό μαρτύριο. Καί ἡ ἀγάπη στόν πλησίον ἦταν τόσο θερμή στούς χριστιανούς ἐκείνους, πού, ὅπως διηγεῖται ὁ ἅγιος Κλήμης, πολλοί, ἀφοῦ πουλοῦσαν ὅ,τι εἶχαν καί τό ἔδιναν ἐλεημοσύνη, στό τέλος πουλοῦσαν δοῦλο καί τόν ἴδιο τους τόν ἑαυτό, γιά νά δώσουν στούς φτωχούς τό ἀντίτιμο!
Μπορεῖς νά συγκρίνεις τώρα τήν πίστη τῶν πρώτων χριστιανῶν μέ τήν πίστη τῶν τωρινῶν;
Δέν συγκρίνεται… Καί νά γιατί: Ἄν κόψεις τά κλαδιά ἑνός δένδρου, ξαναβλασταίνουν πάλι πιό δυνατά. Ἄν ὅμως κόψεις ἤ ἀδυνατίσεις τή ρίζα, ἀμέσως μαραίνονται ὅλα τά κλαδιά. Ὅπως λοιπόν εἶναι ἡ ρίζα σ᾿ ἕνα δένδρο, ἔτσι εἶναι καί ἡ πίστη στήν ψυχή. Ἐκείνη εἶναι πού τήν τρέφει, τή μεγαλώνει τήν κάνει νά δίνει καρπό. Ἔτσι, ἄν ζεῖ ὁ χριστιανός, ζεῖ μέ τήν πίστη, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος: «ὁ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται»5. Καί ὁ ἅδης ἀκόμα νά ὁρμήσει πάνω στόν πιστό, αὐτός θά τά βγάλει πέρα. Μέ ρίζα τήν πίστη ὁ ἄνθρωπος ἀποκτάει ὅλα τά πνευματικά ἀγαθά, γιατί προσθέτει «ἐν τῇ πίστει τήν ἀρετήν, ἐν δέ τῇ ἀρετῇ τήν γνῶσιν, ἐν δέ τῇ γνώσει τήν ἐγκράτειαν, ἐν δέ τῇ ἐγκρατείᾳ τήν ὑπομονήν, ἐν δέ τῇ ὑπομονῇ τήν εὐσέβειαν, ἐν δέ τῇ εὐσεβείᾳ τήν φιλαδελφίαν, ἐν δέ τῇ φιλαδελφίᾳ τήν ἀγάπην»6. Ἄν ὅμως κόψει ἤ ἀδυνατίσει τή ρίζα τῆς πίστεως, ἀμέσως μαραίνονται ὅλες οἱ ἀρετές καί χάνονται ὄχι μόνο οἱ καρποί, δηλαδή ἡ ἐσωτερική ψυχική του καλλιέργεια, μά καί τά φύλλα ἀκόμα, δηλαδή ἡ ἐξωτερική καλή συμπεριφορά του.

Ἀλλά τώρα, ἀφοῦ εἴδαμε πῶς φεύγουν οἱ ἀρετές, ἄς ἐξετάσουμε καί πῶς αὐξάνονται οἱ κακίες ἀπό τήν ἀδυναμία τῆς πίστεως.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος, περπατώνας στή θάλασσα, ἄρχισε νά βυθίζεται, ἀπέδωσε τήν αἰτία στόν ἄνεμο πού φυσοῦσε: «Βλέπων δέ τόν ἄνεμον ἰσχυρόν ἐφοβήθη». Ὁ Κύριος ὅμως ἀπέδωσε τήν αἰτία στήν ὀλιγοπιστία του: «Ὀλιγόπιστε, εἰς τί ἐδίστασας;»7. Ἔτσι καί οἱ χριστιανοί ἀποδίδουν τήν αἰτία τῶν κακῶν ἔργων τους καί τῆς κακῆς ζωῆς τους εἴτε σέ κάποιο πειρασμό εἴτε στήν ἀδυναμία τους. Ἡ ἀληθινή ὅμως αἰτία εἶναι ἡ ἀσθενική τους πίστη. Χωρίς αὐτήν ἀσφαλῶς ὁ διάβολος δέν θά μποροῦσε νά τούς ὑποδουλώσει στή φοβερή σκλαβιά τῆς ἁμαρτίας, ὅπως κάνει τώρα εὔκολα. Ἕνα γεράκι, καμωμένο ἀπό τό Θεό γιά νά πετάει στόν ἀνοιχτό κι ἐλεύθερο ἀέρα, ἐξοπλισμένο μέ ἰσχυρότατα νύχια καί μύτη καί φυσική δύναμη, πῶς εἶναι δυνατό νά μένει ἥσυχο, ὅταν τό ἔχουν αἰχμαλωτίσει καί δέσει σ᾿ ἕνα παλούκι, καί νά κάθεται μέ ὑποταγή μέσα στά δεσμά, μή δοκιμάζοντας κάν νά τά κόψει; Καί ἕνας χριστιανός, ἀντίστοιχα, πού γνωρίζει πώς ἡ ἁμαρτία εἶναι ἐξύβριση τοῦ Θεοῦ, καί γι᾿ αὐτό τό χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα τά κακά, ἕνας χριστιανός πού ὁμολογεῖ ὅτι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς σταυρώθηκε γιά νά θανατώσει τήν ἁμαρτία, πῶς εἶναι δυνατό ν᾿ ἁμαρτήσει;

Πολλοί χριστιανοί νομίζουν πώς ἡ ἁμαρτία εἶναι μιά νεανική ἐπιπολαιότητα, μιά παιδιάστικη ἀφέλεια, μιά συγγνωστή ἀδυναμία, ἕνα μικρό κακό. Καί ὄχι μόνο τή θεωροῦν μικρό κακό, ἀλλά συχνά παίζουν καίδιασκεδάζουν μ᾿ αὐτή. Μερικοί μάλιστα καί καυχιῶνται γιά τίς αἰσχρές ἁμαρτίες πού κάνουν. Ἀλλά «ἕως πότε ἁμαρτωλοί καυχήσονται, φθέγξονται καί λαλήσουσιν ἀδικίαν;»8.

Ἄλλοι πάλι δέν φτάνουν βάβαια στό σημεῖο νά καυχιῶνται γιά τίς ἁμαρτίες τους, ὅμως δέν τίς φοβοῦνται καί δέν ἐλέγχονται γι᾿ αὐτές. Ἁμαρτάνουν, καί ἡ καρδιά τους εἶναι εἰρηνική. Ἡ συνείδησή τους εἶναι ἥσυχη. Καί προσθέτουν τή μιά ἁμαρτία πάνω στήν ἄλλη. Κι ὅταν ἔρθει καμιά μεγάλη γιορτή, τό Πάσχα ἤ τά Χριστούγεννα, ἴσως πᾶνε νά ἐξομολογηθοῦν. Μά καί τότε ἡ ἐξομολόγησή τους εἶναι τυπική καί λειψή.
Ἀλλοίμονο! Αὐτά εἶναι τά «τέκνα τοῦ φωτός», ὅπως ὀνομάζει ὁ Ἀπόστολος τούς χριστιανούς;
Αὐτοί εἶναι οἱ μαθητές τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ;
Αὐτοί εἶναι οἱ ἀπόγονοι τῶν ἅγίων;
Ἀπό ποῦ ὅμως προέρχονται ὅλ᾿ αὐτά; Ἀπό τήν ἀδύναμη πίστη. Πλησιάσαμε, φαίνεται, στούς χαλεπούς ἐκείνους καιρούς, γιά τούς ὁποίους εἶπε ὁ Κύριος: «Ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐλθών ἆρα εὑρήσει τήν πίστιν ἐπί τῆς γῆς;»9.
Μετά ἀπ᾿ ὅλα αὐτά ὅμως, γεννιέται τό ἐρώτημα: Δέν ὑπάρχει ἄραγε γιατριά σ᾿ αὐτό τό τόσο φοβερό κακό;
Ναί, ὑπάρχει. Φτάνει νά τήν ἐπιζητήσει ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἀδύναμη πίστη.
Καί τί πρέπει νά κάνει;
Πρῶτα-πρῶτα, νά ζητάει θερμά ἀπό τό Θεό, μέ τήν προσευχή, τήν ἐνίσχυση τῆς πίστεώς του. Αὐτό ἔκαναν ἀκόμα καί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι: «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν»10. Καί ὁ προφήτης Δαβίδ, μολονότι ἦταν φωτισμένος ἀπό τό Θεό, συνεχῶς Τόν παρακαλοῦσε, «φώτισον τούς ὀφθαλμούς μου»11, «Κύριε ὁ Θεός μου, φωτιεῖς τό σκότος μου»12, «ἐξαπόστειλον τό φῶς σου καί τήν ἀλήθειάν σου»13. Παρόμοια καί κάθε ἄνθρωπος, μέ ὑπομονή καί ἐλπίδα νά ζητάει ἀδιάλειπτα τό φωτισμό τοῦ Θεοῦ, «ὅς ἐρρύσατο ἡμᾶς ἐκ τῆς ἐξουσίας τοῦ σκότους»14, κι Αὐτός θά τοῦ ἀποκαλύψει τίς ὑπέρλογες ἀλήθειες τῆς πίστεως.

Ἔπειτα, ἀπαραίτητη εἶναι ἡ προσεκτική μελέτη τῶν βιβλίων, πού ἐκθέτουν καί ἑρμηνεύουν, ὅσο εἶναι δυνατό, τά μυστήρια τῆς πίστεως – τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Πατερικῶν ἔργων, τῶν Ὀρθοδόξων Ἀπολογητικῶν καί ψυχωφελῶν συγγραμμάτων γενικά. Ὁ σοφός Σειράχ προτρέπει σχετικά: «Διανοοῦ ἐν τοῖς προστάγμασι Κυρίου, καί ἐν ταῖς ἐντολαῖς αὐτοῦ μελέτα διαπαντός· αὐτός στηριεῖ τήν καρδίαν σου, καί ἡ ἐπιθυμία τῆς σοφίας σου δοθήσεταί σοι» (6 : 37).

Γιά τά βιβλία πού θά διαβάζει ὁ καθένας, καλό εἶναι νά συμβουλεύεται τόν πνευματικό του. Ἔτσι θ᾿ ἀποφύγει τή σύγχυση, τήν πλάνη ἤ τήν αἵρεση, πού συχνά κρύβεται ὕπουλα μέσα σέ ὀρθόδοξα τάχα βιβλία.
Μετά ἀπ᾿ αὐτά, ἡ αὔξηση τῆς πίστεως ἀνήκει στό ἄπειρο ἔλεος τοῦ Θεοῦ, πού παρέχεται στόν καθένα ἀνάλογα μέ τήν ἀγαθή προαίρεση καί τήν ταπείνωσή του.
______________________
1 Σόφ. Σειρ. 15 : 20. 2 Ψαλμ. 11 : 1. 3 Μαρκ. Η΄ : 24. 4 Ἰακ. Β΄ :26. 5 Ρωμ. Α΄ : 17. 6 Β΄ Πέτρ. Α΄ : 5 – 7. 7 Ματθ. Ιδ΄ : 30 – 31. 8 Ψαλμ. 93 : 3 – 4. 9 Λουκ. Ιη΄ : 8. 10 Λουκ. Ιζ΄ : 5. 11 Ψαλμ. 12 : 4. 12 Ψαλμ. 17 : 29. 13 Ψαλμ. 42 : 3. 14 Κολ. Α΄ : 13.
 Σταχυολόγηση καί διασκευή κειμένου ἀπό τά “Πνευματικά Γυμνάσματα” τοῦ ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
(Ἀπό τό βιβλίο: «ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ», Ἐκδόσεις: Ι. Μ. Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς) 

Πηγή: alopsis.gr

Δευτέρα 29 Μαΐου 2023

ΠΟΣΟΝ ΚΑΚΟΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΨΕΥΜΑΤΑ (Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου)


Πόσον κακὸν εἶναι τὰ ψεύματα

Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

Προσέχετε, νὰ μὴ λέγετε ψεύματα, διότι τὸ ψεῦδος εἶναι γέννημα τοῦ διαβόλου καὶ ὁ διάβολος εἶναι ὁ τοῦ ψεύδους πατήρ. Ὅθεν, ἀκολούθως καὶ ὅσοι εἶναι ψεῦσται, ἔχουν πατέρα τὸν διάβολον καὶ ὁμοιάζουν μὲ αὐτόν, ὅπου εἶναι πρωτοψεύστης, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος· «ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν· ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ’ ἀρχῆς, καὶ ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν… ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ, ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (Ἰωάν. η’ 44).

     Καθὼς ἐκ τοῦ ἐναντίου, ὅσοι λέγουν τὴν ἀλήθειαν, ἔχουν πατέρα τους τὴν ἀλήθειαν, ἥτις εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καὶ ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν εἶναι γεγεννημένοι, καθὼς λέγει ὁ ἠγαπημένος Ἰωάννης· «τεκνία μου μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ, μηδὲ γλώσσῃ, ἀλλ’ ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ· καὶ ἐν τούτῳ γινώσκομεν, ὅτι ἐκ τῆς ἀληθείας ἐσμέν» (Α’ Ἰωάν. γ’ 18).

     Ἐσεῖς εἶσθε Χριστιανοὶ καὶ διὰ μέσου τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος ἐγυμνώθητε ἀπὸ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, καὶ ἐνεδύθητε τὸν Χριστόν, ὅστις εἶναι ἀλήθεια, καθὼς τὸ λέγει ὁ ἴδιος· «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰωάν. ιδ’ 6). Πῶς ἀποτολμᾶτε λοιπὸν νὰ ἀφίνετε τὴν ἀλήθειαν καὶ νὰ λέγετε τὸ ψεῦδος; Δὲν στοχάζεσθε πὼς διὰ τὰς ψευδολογίας σας ταύτας ἐκδύνεσθε τὸν Χριστὸν τὸν νέον ἄνθρωπον καὶ ἐνδύνεσθε πάλιν τὸν παλαιὸν καὶ φθειρόμενον; Δὲν ἀκούετε πὼς σᾶς συμβουλεύει ὁ μακάριος Παῦλος, νὰ μὴ ψεύδεσθε ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον, ἀλλὰ νὰ ἐκδυθῆτε τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, τοῦ ὁποίου εἶναι τὸ ψεῦδος ἴδιον καὶ νὰ ἐνδυθῆτε τὸν νέον, τοῦ ὁποίου εἶναι ἴδιον ἡ ἀλήθεια; «μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον, τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» (Κολασ. γ’ 9).

     Ὁ θεῖος Χρυσόστομος λέγει, ὅτι ὅποιος φορεῖ κανένα φόρεμα, ἐκεῖνο μόνον φαίνεται ὅπου εἶναι τὸ φόρεμά του. Λοιπὸν καὶ ἐσεῖς οἱ Χριστιανοὶ ἐπειδὴ φορεῖτε τὸν Χριστὸν ὡσὰν φόρεμα, ἐκεῖνο μόνον πρέπει νὰ φαίνεσθε καὶ εἰς τὰ ἔργα καὶ εἰς τὰ λόγια καὶ εἰς ὅλα τὰ πάντα, ὅτι εἶναι τὸ φόρεμά σας, ἤγουν ὅτι εἶναι ὁ Χριστός: «τὸν Χριστὸν ἐνδυσώμεθα καὶ μετ’ αὐτοῦ ὦμεν· ὁ γὰρ ἐνδυσάμενος ἐκεῖνο φαίνεται, ὅπερ ἐνδέδυται· φαινέσθω τοίνυν πάντοθεν ἐν ὑμῖν ὁ Χριστός· καὶ πῶς φανεῖται; ἄν τὰ Ἐκείνου ποιῇς» (Λόγ. κδ’ εἰς τὴν πρὸς Ρωμ.).  

     Κάθε ψεῦδος ὅ,τι λογῆς καὶ ἄν εἶναι, μὲ ὅποιον τρόπον καὶ ἄν λέγεται, εἶναι κακὸν καὶ ὀλέθριον καὶ δὲν πρέπει νὰ τὸ λαλοῦν οἱ Χριστιανοί, διότι γίνεται συνήθεια κακὴ εἰς αὐτούς, καθὼς λέγει ὁ σοφὸς Σειράχ· «μὴ θέλετε ψεύδεσθαι πᾶν ψεῦδος· ὁ γὰρ ἐνδελεχισμὸς αὐτοῦ οὐκ εἰς ἀγαθόν» (Σειρ. ζ’ 14). Καὶ ἀλλαχοῦ λέγει ὁ ἴδιος Σειράχ, ὅτι προτιμότερον εἶναι νὰ κλέπτῃ τινὰς παρὰ νὰ συνειθίζῃ ὁλονένα νὰ λέγῃ ψεύματα, ἀγκαλὰ καὶ οἱ δύο κληρονομοῦσι τὴν ἀπώλειαν καὶ τὴν κόλασιν· «αἱρετὸν κλέπτης ἤ ἐνδελεχίζων ψεύδει· ἀμφότεροι δὲ ἀπώλειαν κληρονομήσουσιν» (Σειρ. κ’ 25)· πόσῳ μᾶλλον δὲν πρέπει οἱ Χριστιανοὶ νὰ λαλοῦν ψεύματα διὰ νὰ γελάσουν τὸν ἀδελφόν τους μὲ δολιότητα καὶ κακίαν, καθὼς τὸ κάμνουσι τινές;…

     Φοβηθῆτε λοιπὸν τὸν Θεὸν καὶ παύσατε ἀπὸ τοῦ νὰ μεταχειρίζεσθε ψευδολογίας καὶ μάλιστα εἰς τὰς ἐργασίας σας, διότι ὁ Θεὸς συνειθίζει νὰ ἀφανίζῃ ὅλους ἐκείνους ὅπου λαλοῦσι τὰ ψεύματα, καθὼς εἶναι γεγραμμένον εἰς τὸν θεῖον Δαβίδ· «ἀπολεῖς πάντας τοὺς λαλοῦντας τὸ ψεῦδος» (Ψαλμ. ε’ 6), διότι ὁ Θεὸς δίδει μεγάλας δυστυχίας εἰς ἐκείνους ὅπου ψευδολογοῦν, τόσον ὅπου καταντοῦν οἱ ταλαίπωροι νὰ φοροῦν τρίχινα δέρματα ἀπὸ τὴν πτωχείαν τους, καθὼς εἶναι γεγραμμένον εἰς τὸν Ζαχαρίαν· «καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, καταισχυνθήσονται οἱ προφῆται… καὶ ἐνδύσονται δέρριν τριχίνην, ἀνθ’ ὧν ἐψεύσαντο» (Ζαχ. ζ’ 4). Διότι ὁ Θεὸς μισεῖ καὶ συγχαίνεται ἐκεῖνον ὅπου λαλεῖ τὸ ψεῦδος, καθὼς λέγει ὁ Σολομών· «βδέλυγμα Κυρίῳ χείλη ψευδῆ» (Παρ. 23). Καὶ διότι τέλος πάντων, ὁ Θεὸς εὐγάνει ἔξω ἀπὸ τὴν βασιλείαν του ὅλους ἐκείνους ὅπου ἀγαποῦν τὰς ψευδολογίας, καθὼς τὸ μαρτυρεῖ ἡ ἱερὰ Ἀποκάλυψις· «ἔξω δὲ οἱ κύνες καὶ πᾶς ὁ φιλῶν καὶ ποιῶν ψεῦδος» (Ἀποκαλ. κβ’ 16) καὶ ἀπορρίπτει αὐτοὺς εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρός· «δειλοῖς δὲ καὶ πᾶσι τοῖς ψευδέσι, τὸ μέρος αὐτῶν ἐν τῇ λίμνῃ τῇ καιομένῃ πυρὶ καὶ θείῳ, ὅ ἐστι δεύτερος θάνατος» (Ἀποκαλ. κα’ 8).

     Ἐσεῖς ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος παρακαλεῖτε τὸν Θεὸν νὰ εὑρίσκεται μὲ τὴν χάριν Του εἰς τὰς τέχνας σας, διὰ νὰ εὐλογῇ τοὺς κόπους τῶν χειρῶν σας καὶ νὰ αὐξάνῃ τὰ ὑπάρχοντά σας· καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο φέρνετε τὸν διάβολον μὲ τὰς ψευδολογίας σας καὶ διώκετε τὸν Θεόν. Διότι ὅπου λέγονται ψεύματα ἀπὸ ἐκεῖ φεύγει ὁ Θεός, ὁ μισῶν τὸ ψεῦδος, καὶ ἔρχεται ὁ διάβολος ὁ τοῦ ψεύδους πατήρ· εἰς τὴν τέχνην δὲ ἐκείνην εἰς τὴν ὁποίαν δὲν εἶναι ὁ Θεὸς ἀλλὰ ὁ διάβολος, τί εὐλογία πλέον ἤ τί καλὸν ἠμπορεῖ νὰ ἀκολουθήσῃ; βέβαια οὐδέν· μάλιστα δὲ ἐκεῖ εἶναι κατάρα καὶ δυστυχία καὶ κάθε ἄλλο κακόν.

     Ἔπειτα συλλογισθῆτε καὶ τοῦτο, ὅτι ὅταν ἐσεῖς φανῆτε ψεῦσται μίαν φοράν, ὕστερον καὶ ἀλήθειαν νὰ λέγετε, τινὰς πλέον δὲν σᾶς πιστεύει, καθὼς λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος· «μὴ ποιήσῃς ἄπιστον τῷ φίλῳ σεαυτὸν ἵνα μή, καὶ ὅτε λαλεῖς ἀλήθειαν, οὐκ ἔτι πιστευθήσῃ· ὁ γὰρ ἐν ἑνὶ εὑρεθεὶς ψεύστης, οὐκ ἔτι ἐστὶν ἄξιος πιστευθῆναι, οὐδὲ ἄν ἀληθεύσῃ ποτέ» (Λόγ. ὅτι ἐπίπλαστον σχῆμα φεύγειν χρή)…

      (Ἀπόσπασμα μὲ μικρὴ διασκευὴ ἀπὸ τὸν Λόγο Η’: «Ὅτι οἱ Χριστιανοὶ τεχνῖται πρέπει χωρὶς κακίαν νὰ δουλεύουν τὰς τέχνας των», τοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου «Χριστοήθεια τῶν Χριστιανῶν», ἐκδ. Σωτηρίου Σχοινᾶ, ἐν Βόλῳ 1957, σελ. 150-153).

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2022

Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΙΡΗΝΗ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ (Ἃγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης)

 Αποτέλεσμα εικόνας για Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης


Ἡ καρδιά σου, ἀγαπητέ, κτίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μόνο γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτόν, δηλαδὴ γιὰ νὰ ἀγαπᾶται καὶ νὰ κατοικῆται ἀπὸ αὐτόν. Γι᾿ αὐτὸ καθημερινὰ σοῦ φωνάζει νὰ τοῦ τὴν δώσῃς: «Υἱέ, δός μου τὴν καρδιά σου» (Παρ. 23,26).
Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Θεὸς εἶναι ἡ εἰρήνη ποὺ εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ κάθε νοῦ, πρέπει ἡ καρδιὰ ποὺ πρόκειται νὰ τὸν δεχθῆ, νὰ εἶναι εἰρηνικὴ καὶ ἀτάραχη, ὅπως εἶπε ὁ Δαβίδ: «Ἐγενήθη ὁ τόπος σου ἐν εἰρήνῃ» (Ψαλμ. 75, 2).

Γι᾿ αὐτὸ πρέπει πρῶτα ἀπὸ ὅλα νὰ στερεώσῃς τὴν καρδιά σου σὲ μία εἰρηνικὴ κατάστασι, ὥστε ὅλες σου οἱ ἐξωτερικές σου ἀρετὲς νὰ γεννιῶνται ἀπὸ τὴν εἰρήνη αὐτὴ καὶ ἀπὸ τὶς ἄλλες ἐσωτερικὲς ἀρετές, ὅπως εἶπε ἐκεῖνος ὁ μέγας ἡσυχαστὴς Ἀρσένιος: «Φρόντισε ὥστε ὅλη σου ἡ ἐσωτερικὴ ἐργασία νὰ εἶναι σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ νικήσῃς τὰ ἐξωτερικὰ πάθη».
Διότι κι ἂν οἱ σωματικὲς σκληραγωγίες καὶ ὅλες οἱ ἀσκήσεις μὲ τὶς ὁποῖες ἀσκεῖται τὸ σῶμα εἶναι ἄξιες ἐπαίνου, ὅταν εἶναι μὲ διάκρισι καὶ μέτριες, ὅπως ἁρμόζει στὸ πρόσωπο ποὺ τὶς κάνει, ὅμως ἐσὺ ποτὲ δὲν θὰ ἀποκτήσῃς καμία ἀληθινὴ ἀρετὴ μόνο διὰ μέσου τῶν ἀρετῶν ποὺ ἀναφέρθηκαν προηγουμένως, παρὰ ματαιότητα καὶ κενοδοξία, ἂν καὶ οἱ ἀσκήσεις αὐτὲς δὲν παίρνουν δύναμι καὶ ζωὴ καὶ δὲν κυβερνοῦνται ἀπὸ τὶς ἐσωτερικὲς καὶ ψυχικὲς ἀρετές.
Ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνας πόλεμος καὶ πειρασμὸς συνεχής, ὅπως εἶπε καὶ ὁ Ἰώβ: «Δὲν εἶναι ἕνα πειρατήριο ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου πάνω στὴ γῆ;» (7,1). Λοιπὸν ἐξ αἰτίας τοῦ πολέμου αὐτοῦ ἐσὺ πρέπει πάντοτε νὰ εἶσαι ἄγρυπνος καὶ νὰ προσέχῃς πολὺ καὶ νὰ παρατηρῇς τὴν καρδιά σου νὰ εἶναι πάντοτε εἰρηνικὴ καὶ ἀναπαυμένη.
Καὶ ὅταν σηκώνεται ὁποιοδήποτε κῦμα ταραχῆς στὴν ψυχή σου, νὰ παραμένῃς πρόθυμος γιὰ νὰ ἡσυχάζῃς καὶ νὰ εἰρηνεύῃς ἀμέσως τὴν καρδιά σου μὴ ἀφήνοντάς την νὰ ἀλλάξη πορεία καὶ νὰ καταστραφῆ ἀπὸ τὴν ταραχὴ ἐκείνη.
Γιατὶ ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὅμοια μὲ τὸ βαρίδι τοῦ ὡρολογιοῦ καὶ μὲ τὸ τιμόνι τοῦ καραβιοῦ.
Καὶ ὅπως ὅταν κάποιο βαρίδι τοῦ ὡρολογιοῦ ξεκρεμασθῆ ἀπὸ τὴν θέσι του ἀμέσως κινοῦνται καὶ ὅλοι οἱ τροχοί, καὶ ὅταν τὸ τιμόνι δὲν πάρη καλὴ στροφή, τότε ὅλο τὸ καράβι φεύγει ἀπὸ τὴν κανονική του πορεία, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν καρδιά: ὅταν μία φορὰ ταραχθῆ, ἀμέσως συγκινοῦνται ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ καὶ ἐξωτερικὰ ὄργανα τοῦ σώματος καὶ ὁ ἴδιος ὁ νοῦς βγαίνει ἀπὸ τὴ σωστή του κίνησι καὶ τὸν ὀρθὸ λόγο του.
Γι᾿ αὐτὸ πρέπει πάντοτε νὰ εἰρηνεύῃς τὴν καρδιά σου, κάθε φορὰ ποὺ τύχει κάποια ἐνόχλησι καὶ σύγχυσι ἐσωτερική, εἴτε τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς, εἴτε σὲ κάθε ἄλλον καιρό.
Καὶ νὰ γνωρίζῃς τὸ ἑξῆς· τότε ξέρεις νὰ προσεύχεσαι καλά, ὅταν γνωρίζῃς νὰ ἐργάζεσαι καλὰ καὶ νὰ παραμένῃς εἰρηνικός, διότι καὶ ὁ ἀπόστολος παραγγέλλει νὰ προσευχώμαστε εἰρηνικά, χωρὶς ὀργὴ καὶ διαλογισμοὺς (Α´ Τιμ. 2,8).
Ἔτσι σκέψου ὅτι κάθε ἐργασία σου πρέπει νὰ γίνεται μὲ εἰρήνη, γλυκύτητα καὶ χωρὶς βία.
Μὲ συντομία, ὅλη γενικὰ ἡ ἄσκησις τῆς ζωῆς σου πρέπει νὰ γίνεται γιὰ νὰ ἔχῃς εἰρήνη στὴν καρδιά σου καὶ νὰ μὴ συγχίζεται καὶ στὴ συνέχεια μὲ τὴν εἰρήνη αὐτὴ νὰ ἐκτελῇς ὅλα σου τὰ ἔργα μὲ εἰρήνη καὶ πραότητα, ὅπως ἔχει γραφῇ: «Τέκνο μου μὲ πραότητα νὰ ἐκτελῇς τὰ ἔργα σου» (Σείρ. 3, 17), γιὰ νὰ ἀξιωθῇς τοῦ μακαρισμοῦ τῶν πράων ποὺ λέγει: «Μακάριοι ὅσοι φέρονται μὲ πραότητα στοὺς ἄλλους, διότι αὐτοὶ θὰ κληρονομήσουν τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας» (Ματθ. 5, 5).

Πηγή: alopsis.gr/

Πέμπτη 28 Απριλίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ «ΚΑΝΟΝΑ» ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ



 Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἑκατὸ καὶ πλέον θαυμάσια συγγράμματά του, τὸ ὁποῖο ὀνομάζεται «Ἑορτοδρόμιον», ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἑρμηνεύει μὲ ἐξαίρετο τρόπο τοὺς «Κανόνες», δηλαδὴ τὶς Καταβασίες καὶ τὰ τροπάρια ποὺ τὶς συνοδεύουν ὅλων τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἑρμηνεία του εἶναι ἐκπληκτική. Βασίζεται στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στοὺς θεοφώτιστους ἁγίους Πατέρες. Συγχρόνως ὅμως ἀφήνει νὰ ξεχυθεῖ σὲ κάθε σελίδα τοῦ βιβλίου του καὶ τὸ θεόσδοτο χάρισμά του.    Αὐτὸ γίνεται αἰσθητὸ σὲ κάθε μελετητὴ τοῦ βιβλίου του πολὺ περισσότερο ὅταν φτάσει στὴ μελέτη τοῦ «Κανόνος» τοῦ Πάσχα. Ἐδῶ ὁ Ἅγιος βάζει ὅλη τὴν τέχνη του γιὰ νὰ ἀποτυπώσει στὸ χαρτὶ τὸ ξεχείλισμα τῆς καρδιᾶς του, ποὺ σκιρτοῦσε ἔντονα καθὼς σκεφτόταν καὶ ζοῦσε νοερὰ τὴν πιὸ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας μας.   

Ἐπαινεῖ κατ 'ἀρχὰς τὸν ὑμνογράφο ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ γράφοντας: «Μὲ λαμπρὰ πράγματα ἠθέλησε νὰ λαμπρύνῃ τὴν λαμπρὰν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ἀξίως τῆς ἰδικῆς του λαμπρότητος ὁ λαμπρὸς τῷ βίῳ καὶ λαμπρότερος τῷ λόγῳ καὶ λαμπρότατος τὴν ψυχὴν Ἰωάννης · πρῶτον μὲν γὰρ ἐλάμπρυνε τὴν λαμπρὰν ἡμέραν ταύτην ὄχι μὲ ἄλλον ἦχον, ἀλλὰ μὲ τὸν πρῶτον ... Καθὼς ἡ ἡμέρα τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν καὶ ἡ πανήγυρις τῶν πανηγύρεων, καὶ ἡ λαμπροτέρα ἡμέρα τῶν ἄλλων · οὕτω καὶ ὁ πρῶτος ἦχος ὁ ἐν αὐτῇ ψαλλόμενος εἶναι ὁ ἦχος ὅλων τῶν ἄλλων ἤχων ὁ λαμπρότερος ... 
   Δεύτερον δὲ ἐλάμπρυνε τὴν Λαμπράν (δηλαδὴ τὸ Πάσχα ) ὁ λαμπρὸς Μελωδὸς μὲ τὰς λαμπρὰς ρήσεις τοῦ λαμπροτάτου πανηγυριστοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἵνα ἐκ λαμπροῦ Πανηγυριστοῦ, ὑπὸ λαμπροῦ Μελωδοῦ, διὰ λαμπροῦ ἤχου, μὲ λαμπρὰς ρήσεις, λαμπρῶς τὸ λαμπρὸν τῆς λαμπρᾶς ἡμέρας συγκροτῆται μέλος, κατὰ τὴν δὶς διὰ πασῶν συμφωνίαν · καὶ τὸ θαυμαστὸν εἶναι ὅτι ὄχι μόνον τὰς ὑποθέσεις ἐκ τοῦ Θεολόγου λαμβάνει, ἀλλὰ καὶ αὐτολεξεὶ τὰς ἐκείνου μεταχειρίζεται λέξεις ... ».

  Ὡς δεῖγμα γραφῆς παραθέτουμε στὴ συνέχεια τμήματα ἀπὸ τὴν ἑρμηνεία του σ 'ἕναν ὕμνο, ποὺ συχνὰ θὰ τὸν ἀκοῦμε αὐτὲς τὶς μέρες, μέχρι τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως στοὺς ἱεροὺς Ναούς μας: «! Ὢ θείας
! ὢ φίλης ! Ώ γλυκυτάτης σου Φωνής ΜΕΘ 'ἡμῶν ἀψευδῶς γὰρ ἐπηγγείλω ἔσεσθαι, μέχρι τερμάτων αἰῶνος, Χριστέ · ἣν οἱ πιστοί, ἄγκυραν ἐλπίδος κατέχοντες, ἀγαλλόμεθα ».  

«... Ὢ τί φωνὴ θεία ἦτον ἐκείνη, Θεάνθρωπε Ἰησοῦ Χριστέ, ὅπου ἐξεφώνησες εἰς τοὺς ἁγίους σου Ἀποστόλους!
 Καὶ πῶς δὲν ἦτον θεία, ἡ ὁποία ἐκβῆκεν ἀπὸ τὰ θεϊκὰ ἐκεῖνα καὶ προσκυνητὰ καὶ πανάγια χείλη σου; Ὢ τί φωνὴ φιλτάτη ἦτον ἐκείνη ὅπου ἐλάλησας εἰς τοὺς φίλους σου Μαθητάς! Καὶ πῶς δὲν ἦτον φιλτάτη ἡ τόσον ἄκρας φιλίας τῆς πρὸς ἡμᾶς ζωντανὴ οὖσα ἀπόδειξις; Ὢ τί γλυκυτάτη ἦτον ἐκείνη ἡ φωνὴ ἥτις προῆλθεν ἀπὸ τὸ γλυκύτατον καὶ νεκταρῶδες στόμα σου! Καὶ πῶς δὲν ἦτον γλυκυτάτη καὶ χαριεστάτη ἡ τοσούτων ἀγαθῶν γενομένη πρόξενος; Σὺ γάρ, ἡμέτερε Σωτήρ, ὑπεσχέθης ἀψευδέστατα νὰ μένῃς πάντοτε μὲ τοὺς ἱεροὺς Ἀποστόλους σου, καὶ δι 'αὐτῶν νὰ μένῃς καὶ μὲ ἡμᾶς ... οἵτινες πιστεύομεν καὶ λατρεύομέν σοι ... ἕως τῆς συντελείας τοῦ παρόντος αἰῶνος.  

 Ταύτην λοιπὸν τὴν θείαν καὶ φίλην καὶ γλυκυτάτην φωνήν σου, ὦ Δέσποτα, καὶ τὴν ἀψευδῆ σου ὑπόσχεσιν ἡμεῖς οἱ Χριστιανοὶ κρατοῦμεν ἄγκουραν (ἄγκυραν) ἀσφαλεστάτην ἐλπίδος · ὅθεν ὅταν πνέωσιν ἐναντίον μας οἱ ἄνεμοι τῶν πειρασμῶν, καὶ ὅταν σηκόνωνται κατὰ τοῦ ἡμετέρου πλοίου τὰ κύματα τῆς τοῦ βίου θαλάσσης, ρίπτομεν ὡς ἄγκουραν μεγάλην τὴν θείαν ταύτην ὑπόσχεσίν σου, καὶ εὐθὺς ἐλευθερονόμεθα ἀπὸ τὴν φουρτοῦναν ... γνωρίζει γὰρ τὴν φωνήν σου ταύτην καὶ ἡ αἰσθητὴ καὶ ἡ νοητὴ θάλασσα, διότι πολλάκις τὴν ἐπετίμησες, καὶ ἡσύχασε ... Ὅθεν κἂν τύραννοι μᾶς φοβερίζουν ... ἡμεῖς δὲν φοβούμεθα ... κἂν πτωχεία μᾶς στενοχωρῇ, δὲν μᾶς μέλει · κἄν ἀσθένειαι μᾶς ἐνοχλοῦσιν, ἡμεῖς δὲν καταπίπτομεν · καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, κἂν ὁποιαιδήποτε θλίψεις καὶ δυστυχίαι μᾶς εὕρουν, εἴτε ἐκ Δαιμόνων, εἴτε ἐξ ἀνθρώπων, ἡμεῖς ταύτην μόνην τὴν γλυκυτάτην σου φωνὴν καὶ ἐπαγγελίαν ἐνθυμούμενοι, εὐθὺς παρηγορούμεθα, εὐθὺς εὐφραινόμεθα, καὶ εὐθὺς κάθε μας λύπη εἰς χαρὰν μεταβάλλεται · φανταζόμεθα γὰρ ὅτι εἶσαι παρὼν εἰς ἡμᾶς ἀοράτως καὶ μυστικῶς σὺ ὁ παμφίλτατος καὶ γλυκύτατος ἡμῶν Δεσπότης, καὶ μᾶς ἐνδυναμόνεις εἰς τὰς ἀσθενείας μας, μᾶς παρηγορεῖς εἰς τὰς θλίψεις καὶ περιστάσεις μας, καὶ μᾶς λέγεις εἰς τὴν καρδίαν τρόπον τινά · Μὴ φοβεῖσθε · ἐγὼ εἶμαι μὲ ἐσᾶς · "Ἰδοὺ ἐγώ εἰμι μεθ 'ὑμῶν πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος" ».
Πηγή: www.osotir.org


Σάββατο 2 Απριλίου 2022

Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος (Συναξαριστής Ἀγίου Νικοδήμου τοῦ Άγιορείτου)




Τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμών Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου


Επί κλίμαξι κλίμακας πυκνώς Πάτερ,
Τας αρετάς θείς, έφθασας πόλου μέχρι.

Χαίρεν Ιωάννης τριακοστή εξαναλύων.


Ούτος ο Όσιος Πατήρ ημών Ιωάννης ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Ιουστίνου του νεωτέρου, του ανεψιού του Ιουστινιανού, εν έτει φο΄ [570]. Όταν δε έγινε δεκαέξ χρόνων, ακαίώ έλαβεν εμπειρίαν εις την εγκύκλιον και εξωτερικήν σοφίαν, από τότε επρόσφερε τον εαυτόν του εις τον Θεόν θυσίαν ιερωτάτην. Όθεν αναβάς εις το Σίναιον όρος, επέρνα την ζωήν του υποκάτω εις υποταγήν γέροντος. Όταν δε έφθασεν εις τον εννεακαιδέκατον χρόνον της ηλικίας του, ανεχώρησεν από την υποταγήν, και επήγεν εις το στάδιον της ησυχίας, μακράν από το Κυριακόν της εν τω Σιναίω Σκήτεως, έως πέντε σημεία.
Ωνομάζετο δε ο τόπος εκείνος, Θωλάς. Εκεί λοιπόν επέρασεν ο αοίδιμος χρόνους ολοκλήρους τεσσαράκοντα, καταφλεγόμενος καθ’ εκάστην ημέραν από τον διακαή έρωτα, και από το πυρ της του Θεού αγάπης. Ούτος έτρωγε μεν, από όλα τα φαγητά, τα οποία είναι συγχωρημένον να τρώγουν οι Μοναχοί, έτρωγεν όμως από ολίγον. Εποίει δε τούτο και έτρωγεν από όλα τα φαγητά, ίνα ως διακριτικός, τζακίζη πανσόφως το κέρατον της υπερηφανίας, η οποία έμελλε να τον ενοχλή εάν δεν έτρωγεν, ως διαφέροντα από τους άλλους Μοναχούς.


Τίς δε δύναται να διηγηθή την πηγήν των δακρύων, οπού έτρεχεν από τους οφθαλμούς του μακαρίου τούτου; Ύπνον δε τόσον ολίγον εκοιμάτο, όσον να μη βλάψη τον νούν του από την υπερβολικήν αγρυπνίαν. Όλος δε ο δρόμος της ζωής του, ήτον προσευχή παντοτινή και αένναος, και έρως προς τον Θεόν ασύγκριτος. Ούτος λοιπόν επειδή απόκτησε κάθε αρετήν, και καλώς επολιτεύθη, διά τούτο ηξιώθη να λάβη παρά Θεού μεγάλας θεωρίας, και προορατικόν χάρισμα. Όθεν όταν ο μαθητής του εκοιμάτο υποκάτω εις μίαν πέτραν, η οποία έμελλε να πέση επάνω του και να τον συντρίψη, τούτο λέγω προγνωρίσας ο Όσιος διά του Αγίου Πνεύματος, εν τω κελλίω καθήμενος, εφάνη καθ’ ύπνους εις τον μαθητήν του, και σηκώσας αυτόν από τον ύπνον, τον ελύτρωσεν από τον θάνατον. Αφ’ ου λοιπόν έφθασεν εις το άκρον της αρετής, και κατεστάθη Ηγούμενος του εν τω Σιναίω όρει Μοναστηρίου, αφήκε την πρόσκαιρον ταύτην ζωήν, και απήλθεν εις την αιώνιον. Πρό του θανάτου του δε συνέγραψε την πάνσοφον Βίβλον των τριάκοντα θείων και πνευματικών αναβάσεων, ήτοι σκαλοπατίων, η ποποία διά τούτο και Κλίμαξ επονομάζεται.

Σημείωσαι, ότι εις τον Όσιον τούτον Ιωάννην εγκώμιον έπλεξε Nικήτας ο ρήτωρ, ου η αρχή? «Ουδέν τιμιώτερον αρετής», και Αναστάσιος ο Σιναΐτης, ου η αρχή? «Αεί μεν η του Αγίου Πνεύματος χάρις». (Σώζονται και τα δύω εν τη του Διονυσίου και εν άλλαις.)


(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου”
Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού.
Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Πηγή: “Ορθόδοξη Πορεία”


Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.

Θεῖον κλίμακα, ὑποστηρίξας, τὴν τῶν λόγων σου, μέθοδον πάσι, Μοναστῶν ὑφηγητὴς ἀναδέδειξαι, ἐκ πρακτικῆς Ἰωάννη καθάρσεως, πρὸς θεωρίας ἀνάγων τὴν ἔλαμψιν. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. δ'.

Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Ἰωάννη, Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.


Δείτε σχετικά:

 

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

Ὁ Ἀόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

 

Ἀπόδοση στὴ νέα Ἑλληνική: Ἱερομόναχος Βενέδικτος
Ἔκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου,
Νέα Σκήτη, Ἅγιον Ὄρος


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Καὶ δικαιότατη καὶ αὐτὴ ποὺ πρέπει εἶναι ἡ ἐπωνυμία ποὺ παίρνει τὸ ψυχωφελέστατο βιβλίο. Γιατὶ ἂν καὶ πολλὰ ἀπὸ τὰ ἱερὰ καὶ θεόπνευστα βιβλία τῆς Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης, ὠνομάσθηκαν ἀμέσως ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἴδια πράγματα, ποὺ διδάσκουν (ἔτσι, γιὰ παράδειγμα, ἡ Γένεσις τοῦ Μωϋσῆ ὠνομάστηκε, ἐπειδὴ ἀναφέρει γιὰ τὴν ἀπὸ τὸ μηδὲν γέννησι καὶ Δημιουργία καὶ τὰ τέσσερα Εὐαγγέλια, γιατὶ ἰστοριογραφοῦν τὰ καλὰ καὶ σωτηριώδη μηνύματα τῶν ἀνθρώπων. Ποιὸς δὲν βλέπει γιατί καὶ αὐτὸ ἐδῶ τὸ βιβλίο ὠνομάσθηκε κατάλληλα Ἀόρατος Πόλεμος, ἀπὸ αὐτὴν ἀμέσως τὴν ὕλη καὶ τὶς ὑποθέσεις μὲ τὶς ὁποῖες ἀσχολεῖται;

Γιατὶ διδάσκει αὐτή, (ὄχι γιὰ κάποιον ἀντιληπτὸ καὶ ὁρατὸ πόλεμο, ὄχι γιὰ ἐχθροὺς σωματικοὺς καὶ ὀφαλμοφανεῖς, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἀόρατο πόλεμο ποὺ γίνεται στὸ μυαλό, στὸν ὁποῖο παίρνει μέρος κάθε χριστιανός, ἀμέσως ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ βαπτισθῇ καὶ ὑποσχεθῇ ἀπέναντι στὸν Θεό, νὰ πολεμάῃ σὲ αὐτὸν μέχρι νὰ πεθάνῃ, γιὰ χάρι τοῦ θείου αὐτοῦ ὀνόματος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν πόλεμο, παραβολικὰ γράφτηκε στοὺς Ἀριθμούς... Γι᾿ αὐτὸ λέγεται στὸ βιβλίο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΥΡΙΟΥ (Ἀριθμ. 21,14), καὶ διδάσκει γιὰ ἐχθροὺς ἀσώματους καὶ ἀφανεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι τὰ διάφορα πάθη, οἱ θελήσεις τῆς σάρκας καὶ οἱ πονηροὶ δαίμονες, οἱ ὁποῖοι μισοῦν τοὺς ἀνθρώπους καὶ δὲν σταματᾶνε ἡμέρα καὶ νύκτα νὰ μᾶς πολεμᾶνε. Ὅπως εἶπε ὁ μακάριος Παῦλος «δὲν ἔχουμε νὰ παλαίψουμε μὲ ἀνθρώπους, ἀλλὰ μὲ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες, δηλαδὴ μὲ τοὺς κυρίαρχους τοῦ κόσμου τούτου, τὰ πονηρὰ πνεύματα ποὺ βρίσκονται ἀνάμεσα στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό». (Ἐφεσ. 6,12).

Καὶ οἱ στρατιῶτες ποὺ πολεμοῦν σὲ αὐτὸ τὸν πόλεμο εἶναι ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὅπως μαθαίνουμε ἀπὸ αὐτὸ τὸ βιβλίο. Ἀρχιστράτηγος τῶν χριστιανῶν παρουσιάζεται ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, περιτριγυρισμένος μὲ ὅλους τοὺς χιλιάρχους καὶ ἑκατοντάρχους, δηλαδὴ μὲ ὅλα τὰ τάγματα τῶν «Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἁγίων»· πεδίο ἀγῶνα καὶ τόπος καὶ πολεμήστρα, μέσα στὸν ὁποῖο ὁ πόλεμος αὐτὸς γίνεται, εἶναι ἡ ἴδια ἡ καρδιὰ καὶ ὅλος ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος, καὶ χρόνος τοῦ πολέμου εἶναι ὅλη μας ἡ ζωή.

Ποιά πάλι εἶναι τὰ ὅπλα, μὲ τὰ ὁποῖα ἐξοπλίζει τοὺς στρατιῶτες του ὁ Ἀόρατος αὐτὸς Πόλεμος; Ἀκοῦστε· ἡ περικεφαλαία αὐτῶν καὶ τὸ σκουτάρι, εἶναι ἡ ἐκπληρωμένη δυσπιστία καὶ ἡ ἀπελπισία τοῦ ἑαυτοῦ τους. Ἡ σημαία τους καὶ τὸ σιδερένιο πουκάμισο, εἶναι τὸ θάρρος πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ βέβαιη ἐλπίδα. Ὁ θώρακας καὶ τὸ περιστήθιό τους, εἶναι ἡ μελέτη τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου. Ἡ ζώνη τους εἶναι ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὰ σαρκικὰ πάθη. Τὰ ὑποδήματά τους, εἶναι ἡ ταπείνωσις καὶ ἡ ἐπίγνωσις τῆς ἀσθένειάς τους. Ἡ ἀσπίδα, δηλαδὴ τὸ καλκάνι τους, εἶναι ἡ ὑπομονὴ στοὺς πειρασμοὺς καὶ ἡ ἀπομάκρυνσις τῆς ἀμέλειας. Ἡ μάχαιρα, ποὺ κρατᾶνε ἀπὸ τὸ ἕνα χέρι, εἶναι ἡ ἱερὰ προσευχή, τόσο ἡ λεγόμενη νοερὰ καὶ προφορική, ὅσο καὶ αὐτὴ ποὺ γίνεται μὲ τὴν μελέτη. Καί, τρίλογχο κοντάρι, ποὺ κρατοῦνε ἀπὸ τὸ ἄλλο χέρι, εἶναι τὸ νὰ μὴ κάνουν συγκατάθεσι στὸ πάθος, ποὺ τοὺς πολεμεῖ, νὰ τὸ διώχνουν μὲ ὀργὴ καὶ νὰ τὸ μισοῦν καὶ νὰ τὸ συχαίνωνται ἀπὸ τὴν καρδιά τους. Τροφή τους, ἀπὸ τὴν ὁποία παίρνουν γιὰ νὰ δυναμώνουν ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, εἶναι ἡ συνεχὴς μετάληψις τῆς θείας Κοινωνίας, τόσο τῆς θείας μυσταγωγίας τοῦ θυσιαστηρίου, ὅσο καὶ τῆς νοερᾶς, καὶ ἀέρας φωτεινὸς καὶ ἀνέφελος, μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο βλέπουν ἀπὸ μακριὰ τοὺς ἐχθρούς, εἶναι ἡ παντοτινὴ γύμνασις τοῦ νοῦ στὸ νὰ γνωρίζῃ σωστὰ τὰ πράγματα καὶ ἡ παντοτεινὴ γύμνασις τῆς θελήσεως, στὸ νὰ θέλῃ μόνον νὰ εὐαρεστῇ τὸ Θεό, καὶ ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς καὶ ἡ ἡσυχία.

Ἐδῶ, ἐδῶ σὲ αὐτὸν τὸν Ἀόρατο Πόλεμο, ἢ νὰ ποῦμε καλύτερα, σὲ αὐτὸν τὸν Πόλεμο τοῦ Κυρίου, μαθαίνουν οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ τὶς διαφόρες ἀπάτες, τὶς κάθε εἴδους μηχανοραφίες, τὰ δύσκολα στρατηγήματα καὶ τὶς τέχνες ποὺ μεταχειρίζονται ἐναντίον αὐτῶν οἱ νοητοὶ ἐχθροὶ μέσα ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις, μέσα ἀπὸ τὴν φαντασία, μέσα ἀπὸ τὴν στέρησι τῆς εὐλαβείας καὶ μάλιστα, μέσα ἀπὸ τὶς τέσσερες προσβολές, ποὺ φέρνουν τὸν καιρὸ τοῦ θανάτου, τῆς ἀπιστίας, λέω, τῆς ἀπογνώσεως, τῆς κενοδοξίας καὶ τῆς μεταμορφώσεώς των σὲ φωτεινοὺς Ἀγγέλους. Καὶ στὴ συνέχεια, μελετᾶνε καὶ αὐτοί, πῶς νὰ λύνουν καὶ νὰ ἀντιπολεμοῦν, αὐτὲς τὶς μηχανὲς τῶν ἐχθρῶν. Καὶ ἐδῶ διδάσκονται, ποιά τάξι καὶ ποιό νόμο πρέπει νὰ κρατοῦν καὶ πόσο γενναῖα νὰ πολεμοῦν. Καὶ γιὰ νὰ πῶ μὲ συντομία, ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτὸ κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾷ τὴν σωτηρία του, μαθαίνει πῶς νὰ νικήσῃ τοὺς ἀόρατους ἐχθρούς του, γιὰ νὰ ἀποκτήσῃ κούρση καὶ θησαυρούς, δηλαδὴ ἀρετὲς θεῖες καὶ ἀληθινὲς καὶ γιὰ νὰ πάρει βραβεῖο καὶ στεφάνι ἁμαράντινο, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τὸ Θεὸ καὶ στὸ τωρινὸ αἰῶνα καὶ στὸ μέλλοντα.

Δεχθεῖτε λοιπὸν αὐτὸ τὸ βιβλίο, φιλόχριστοι ἀναγνῶστες, μὲ χαρὰ καὶ εὐνοϊκὰ καὶ μάθετε ἀπὸ αὐτὸ τὴν τέχνη τοῦ Ἀόρατου Πολέμου· φροντίστε ὄχι μόνο νὰ πολεμῆτε ἁπλά, ἀλλὰ νὰ πολεμῆτε καὶ νόμιμα καὶ ὅπως πρέπει, γιὰ νὰ στεφανωθῆτε. Ἐπειδή, κατὰ τὸν Ἀπόστολο «ἐὰν καὶ ἀθλῆται κανείς, δὲν στεφανώνεται, ἂν δὲν ἀθλήσῃ νόμιμα» (Β´ Τιμόθ. 5)». Ἐξοπλισθῆτε μὲ τὰ ὅπλα ποὺ σᾶς διδάσκει, γιὰ νὰ θανατώσετε μὲ αὐτὰ τοὺς νοητοὺς καὶ ἀόρατους ἐχθρούς σας, οἱ ὁποῖοι εἶναι τὰ πάθη ποὺ φθείρουν τὴν ψυχὴ καὶ οἱ δαίμονες ποὺ εἶναι οἱ δημιουργοὶ αὐτῶν τῶν παθῶν. «Ντυθῆτε τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ ἀντισταθῆτε στὰ τεχνάσματα τοῦ διαβόλου» (Ἐφεσ. 3,10). Νὰ θυμᾶστε ὅτι ὑποχεσθήκατε στὸ ἅγιο βάπτισμα ὅτι ἀπαρνῆσθε καὶ πολεμᾶτε τὸν σατανᾶ καὶ ὅλα τὰ ἔργα του καὶ κάθε λατρεία του καὶ κάθε ἁμαρτία του, τὰ ὁποῖα ἔργα του εἶναι αὐτὰ τῆς φιληδονίας, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιλαργυρίας καὶ τὰ ὑπόλοιπα πάθη. Ὁπότε καὶ νὰ ἀγωνίζεστε, ὅσο μπορεῖτε, γιὰ νὰ κατατροπώσετε, γιὰ νὰ τὸν ντροπιάσετε καὶ γιὰ νὰ τὸν νικήσητε μὲ ὅλη σας τὴν τελειότητα. Ποιὰ δὲ εἶναι ἡ πληρωμὴ καὶ ὁ μισθός, ποὺ ἔχετε νὰ πάρετε γιὰ αὐτὴ τὴ νίκη σας; Πολὺς καὶ μεγάλος. Καὶ ἀκοῦστε αὐτὸ αὐτολεξεί ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ στόμα τοῦ Κυρίου, ὁποὺ μᾶς τὸ ὑπόσχεται στὴν Ἱερὴ Ἀποκάλυψι. «Σὲ ὅποιον νικήσει θὰ τοῦ δώσω νὰ φάῃ τὸν καρπὸ ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς ζωῆς, ποὺ βρίσκεται στὸν παράδεισο τοῦ Θεοῦ μου» (κεφ. 2,7). «Τὸν νικητὴ δὲν θὰ τὸν πειράξη ὁ δεύτερος θάνατος» (Ἀποκ. 2,11). «Σὲ ὅποιον νικήσῃ θὰ τοῦ δώσω ἀπὸ τὸ κρυμμένο μάννα» (Ἀποκ. 2,17). «Στὸ νικητὴ θὰ τοῦ δώσω τὴν ἐξουσία ποὺ κι ἐγὼ πῆρα ἀπὸ τὸν Πατέρα μου κι ἀκόμη θὰ τοῦ δώσω τὸ ἄστρο τὸ πρωινό» (Ἀποκ. 2,28). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν ντύσῃ ὁ Θεὸς μὲ τὰ λευκὰ ροῦχα τῆς νίκης· δὲν θὰ διαγράψω τὸ ὄνομά του ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καὶ θὰ τὸν ἀναγνωρίζω ὡς δικό μου μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀγγέλους του» (Ἀποκ. 3,5). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν κάνω στῦλο στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ μου» (Ἀποκ. 3,12). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν βάλω νὰ καθίσῃ μαζί μου στὸν θρόνο μου» (Ἀποκ. 3,21). «Ὁ νικητὴς θὰ τὰ κληρονομήσῃ ὅλα, κι ἐγὼ θὰ εἶμαι Θεός του κι αὐτὸς παιδί μου» (Ἀποκ. 21,7).

Βλέπετε ἀξιώματα; βλέπετε μισθούς; βλέπετε τὸ ὀκταπλάσιο αὐτὸ στεφάνι, τὸ ὁποῖο εἶναι γεμάτο ἄνθη καὶ ἁμαράντινο, ἀλλὰ πολλὰ περισσότερα στεφάνια θὰ σᾶς πλέξουν ἀδελφοί, ἂν νικήσετε τὸν διάβολο· σὲ αὐτὸ λοιπὸν μαθητεύετε, στὸ νὰ ἀγωνίζεστε καὶ νὰ ἐγκρατεύεστε «γιὰ νὰ μὴ πάρη κανένας τὸ στεφάνι σας» (Ἀποκαλ. 3,11). Γιατὶ, εἶναι ἀλήθεια, ὅτι εἶναι ντροπὴ μεγάλη, ἐκεῖνοι μὲν ποὺ ἀγωνίζονται στοὺς σωματικοὺς καὶ ἐξωτερικοὺς ἀγῶνες καὶ στὰ πένταθλα νὰ ἐγκρατεύωνται ἀπὸ ὅλα, γιὰ νὰ πάρουν ἕνα φθαρτὸ στεφάνι ἀπὸ ἀγριελιά, ἢ σέλινο ἢ ἀπὸ κλαδὶ κουκουναριᾶς, ἢ φοινικιᾶς ἢ δάφνης ἢ μυρσίνης ἢ κάποιου ἄλλου φυτοῦ. Καὶ ἐσεῖς ποὺ ἔχετε νὰ πάρετε τέτοιο ἄφθαρτο στεφάνι, νὰ περνᾶτε μὲ ἀμέλεια καὶ ἀδιαφορία τὴν ζωή σας. Καὶ ἂς σᾶς πείσῃ σὲ αὐτὸ ὁ Παύλος ποὺ λέει «Δὲν γνωρίζετε ὅτι οἱ δρομεῖς ὅλοι τρέχουν στὸ στάδιο, ἕνας ὅμως λαμβάνει τὸ βραβεῖο; Τρέχετε, λοιπὸν κι ἐσεῖς ἔτσι, ὥστε νὰ κατακτήσετε τὸ βραβεῖο. Οἱ ἀθλητὲς ποὺ ἑτοιμάζονται γιὰ τὸν ἀγῶνα, ὑποβάλλονται σὲ κάθε εἴδους ἀποχή· ἐκεῖνοι γιὰ νὰ λάβουν ἕνα στεφάνι ποὺ μαραίνεται, ἐνῷ ἐσεῖς ἀμάραντο» (Α´ Κορινθ. 9,24).

Αὐτὴ λοιπὸν τὴ νίκη καὶ τὴ λαμπρότητα αὐτῶν τῶν στεφανιῶν εὔχομαι νὰ ἀπολαύσουμε· νὰ θυμηθῆτε, ἀδελφοί μου, νὰ δεηθῆτε στὸ Κύριο καὶ γιὰ τὴν συγχώρεσι τῶν ἁμαρτιῶν ἐκείνου, ποὺ ἔγινε βοηθός σας αὐτοῦ τοῦ ὡραίου, μέσα ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτῆς τῆς ἐκδόσεως· πάνω ἀπὸ ὅλα, ὅμως, θυμηθῆτε νὰ σηκώσετε τὰ μάτια στὸν οὐρανό, καὶ νὰ εὐχαριστήσετε καὶ νὰ δοξάσετε τὸν Πρωταίτιο καὶ Αὐτοδίδακτο αὐτῆς τῆς νίκης Θεὸ καὶ Ἀρχιστράτηγό σας Ἰησοῦ Χριστό, καὶ ἂς λέγῃ ὁ καθένας πρὸς αὐτὸν ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Ζοροβάβελ «Ἀπὸ ἐσένα προέρχεται ἡ νίκη.... Καὶ ἡ δόξα εἶναι δική σου, καὶ ἐγὼ δικός σου συγγενής» (Β´ Ἔσδρ. 59). Καὶ αὐτὸ τοῦ Προφήτη Δαβὶδ «Σὲ σένα ἀνήκει, Κύριε, ἡ μεγαλωσύνη, καὶ ἡ δύναμις, καὶ τὸ καύχημα, καὶ ἡ νίκη, καὶ ἡ ἐξομολόγησις, καὶ ἡ ἰσχύς» (Α´ Παραλειπ. 29,11). Τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' : Σὲ τί βρίσκεται ἡ χριστιανικὴ τελειότητα. Γιὰ νὰ τὴν ἀποκτήσῃ κάποιος, πρέπει νὰ πολεμᾷ. Τὰ τέσσερα ἀναγκαῖα σ᾿ αὐτὸν τὸν πόλεμο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β´ : Δὲν πρέπει νὰ ἐμπιστευώμαστε, οὔτε νὰ δίνουμε θάρρος ποτὲ στὸν ἑαυτό μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ´ : Ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ´ : 
Πῶς μπορεῖ νὰ γνωρίσει κάποιος ἐὰν ἐργάζεται μὲ τὴν μὴ ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό του καὶ μὲ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἐλπίδα στὸν Θεό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε´ : Τὸ λάθος ποὺ κάνουν πολλοὶ νομίζοντας ὡς ἀρετὴ τὴν μικροψυχία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ´: Ἄλλες ἐμπειρίες, μέσα ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἀποκτᾶται ἡ ἀπιστία στὸν ἑαυτό μας καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη καὶ τὸ θάρρος στὸ Θεό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ´ : Πῶς πρέπει νὰ ἐκπαιδεύουμε τὸ νοῦ μας, γιὰ νὰ τὸν φυλᾶμε ἀπὸ τὴν ἀμάθεια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η´: Γιατί δὲν διακρίνουμε σωστὰ τὰ πράγματα καὶ μὲ ποιὸν τρόπο μποροῦμε νὰ τὰ γνωρίζουμε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ´: Πῶς πρέπει νὰ φυλᾶμε τὸ νοῦ μας ἀπὸ τὴν πολυπραγμοσύνη καὶ τὴν περιέργεια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι´: Πῶς πρέπει νὰ ἐξασκοῦμε τὴ θέλησί μας γιὰ νὰ θέλῃ σὲ ὅλες μας τὶς ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικὲς πράξεις, ὡς τελειωτικὸ σκοπὸ μόνο τὴν εὐχαρίστησι τοῦ Θεοῦ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ´: Μερικὲς σκέψεις ποὺ παρακινοῦν τὴν ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου νὰ θέλῃ νὰ κάνῃ σὲ κάθε πρᾶγμα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ´Tὰ πολλὰ θελήματα καὶ οἱ ἐπιθυμίες, ποὺ ὑπάρχουν στὸν ἄνθρωπο καὶ ἡ μάχη ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσά τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ´Πῶς πρέπει νὰ πολεμᾷ κάποιος ἐναντίον τῆς παραλόγου θελήσεως τῶν αἰσθήσεων καὶ σχετικὰ μὲ τὶς πράξεις ποὺ πρέπει νὰ πραγματοποιήσῃ ἡ θέλησις, προκειμένου νὰ ἀποκτήσῃ τὶς συνήθειες τῶν ἀρετῶν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΕ´Πρέπει νὰ πολεμᾷ κανεὶς μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις καὶ παντοτεινὰ καὶ γενναῖα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΣΤ´Μὲ ποιὸ τρόπο ξημερώνοντας πρέπει νὰ βγαίνῃ στὴ μάχη τὸ πρωὶ ὁ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ πολεμᾷ.