† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 25 Μαΐου 2025

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΧΩΜΙΟΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ

 

Πήγαν κάποτε στο μοναστήρι του αγίου Παχωμίου μερικοί αιρετικοί ασκητές, που έκρυβαν μέσα τους τον λύκο κάτω από τρίχινα ενδύματα. Φτάνοντας στην πύλη, είπαν στους αδελφούς ότι τους έστελνε ο γέροντάς τους στον μέγα Παχώμιο, και πρόσθεσαν: «Πηγαίνετε λοιπόν να του πείτε· αν είσαι αληθινά άνθρωπος του Θεού και πιστεύεις ότι σε εισακούει ο Θεός, έλα να περάσουμε μαζί αυτόν τον ποταμό με τα πόδια, για να μάθουν όλοι ποιος από εμάς έχει μεγαλύτερη παρρησία προς τον Θεό».
Όταν οι αδελφοί τα είπαν αυτά στον Παχώμιο, εκείνος αγανάκτησε και τους είπε:
«Πέστε μου, καταδεχτήκατε ακόμη και να τους ακούσετε; Δεν ξέρετε ότι τέτοιου είδους προτάσεις δεν έχουν καμία σχέση με τον Θεό και είναι εντελώς ανάρμοστες όχι μόνο στη μοναχική ζωή, αλλά και σε κοσμικούς που σκέφτονται λογικά και είναι αληθινοί χριστιανοί; Ποιος νόμος δηλαδή μας επιτρέπει να προτείνουμε και να κάνουμε τέτοια πράγματα; Και τι είναι πράγματι πιο αξιοθρήνητο από αυτή την ανοησία, από το να αφήσω δηλαδή το πένθος για τις αμαρτίες μου και τη φροντίδα πώς να αποφύγω την αιώνια κόλαση και να παιδιαρίζω και να ασχολούμαι με τέτοιες προτάσεις;».
Τον ρώτησαν τότε οι αδελφοί: «Άρα λοιπόν αυτοί, επειδή είναι αιρετικοί και αποξενωμένοι από τον Θεό, γι’ αυτό τόλμησαν να σε προσκαλέσουν σε τέτοιο υψηλό κατόρθωμα;».
«Ναι», τους αποκρίθηκε, «αιρετικών είναι αυτή η πρόταση. Δεν διαβάσατε αυτό που λέει ο απόστολος· “Για τη σκληρότητα και την αμετανοησία τους, ο Θεός τούς παρέδωσε στη μωρία τους”; (Ρωμ. 2:5· 1:28) Αυτοί, κατά παραχώρηση Θεού, θα μπορούσαν ίσως να διαβούν τον ποταμό σαν να ήταν στεριά, καθώς τους βοηθά ο διάβολος, ο οποίος επιδιώκει να βεβαιωθούν για την ασεβή αίρεσή τους αυτοί που στηρίζονται σε αυτόν και να δώσει, με τη θεαματική αυτή πράξη, μιαν απόδειξη σε μερικούς από εκείνους που έχει ήδη εξαπατήσει. Εγώ όμως δεν έχω ανάγκη από κάτι τέτοιο. Πηγαίνετε λοιπόν έξω και πείτε τους· “Να τι σας απαντά ο δούλος του Θεού Παχώμιος: Ο δικός μου αγώνας και όλη μου η προσπάθεια δεν είναι να περάσω ποταμό με τα πόδια ή να πετάξω επάνω από βουνά ή να διατάζω θηρία, αλλά να έχω στη σκέψη μου την κρίση του Θεού και να υπερπηδώ τις παγίδες του διαβόλου με τη δύναμη του Κυρίου, ο οποίος μας έδωσε εντολή να πατάμε επάνω σε φίδια και σκορπιούς και σε όλη τη δύναμη του εχθρού (Λουκ. 10:19). Γιατί αν μου χαρίσει ο Κύριος αυτά, τότε θα ακολουθήσουν και όλα τα άλλα”».
Μετά από τα λόγια αυτά ο γέροντας συνέχισε προτρέποντας τους αδελφούς να μην υπερηφανεύονται για τα κατορθώματά τους, μήτε να επιθυμούν οπτασίες, μήτε να δοκιμάζουν τον Θεό ζητώντας του τέτοια πράγματα, γιατί είναι πολλές οι παγίδες του διαβόλου που μας πολεμά. Και πρόσθεσε ότι όλα αυτά είναι περιττά και επικίνδυνα για κάθε άνθρωπο, αφού και ο ίδιος ο Θεός Λόγος, ο Σωτήρας, είπε στον εχθρό διάβολο: «Δεν πρέπει να βάλεις σε δοκιμασία τον Κύριο, τον Θεό σου» (Ματθ. 4:7).

(Ευεργετινός, τόμος Γ΄, Υπόθεση ΛΕ΄, Ιστολόγιο: «μικρό ωρολόγιο», 15/05/2025)

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2025

Η ΝΟΥΘΕΤΗΣΙΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ

 

Τὸ πρόβλημα τῆς νουθετήσεως τῶν αἱρετικῶν ἔθεσε κάποιος ἀδελφὸς στὸν μαθητὴν τοῦ Μεγάλου Βαρσανουφίου ῞Αγιον Ἰωάννην τον Προφήτην καὶ ἐκεῖνος ἀπήντησε:
ΕΡΩΤΗΣΙΣ: Κάποιο ἀγαπητόν μου πρόσωπον διεπιστώθη ὅτι εἶναι αἱρετικός. Νὰ τὸν νουθετήσω στὴν ὀρθόδοξη πίστι;
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ: Νουθέτησέ τον, ὥστε νά ἔλθη σὲ ἐπίγνωσιν τῆς ὀρθῆς πίστεως. Αλλά μή φιλονικήσης μαζί του μήτε να θελήσης να μάθης τί φρονεῖ, γιὰ νὰ μὴν εἶσαγάγης στόν ἑαυτόν σου το δηλητήριόν του τό πνευματικόν, ἀλλά ἐάν θελήση πραγματικά να ὠφεληθῆ καί νά ἀκούση τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως τοῦ Θεοῦ, πήγαινέ τον σε Αγίους Πατέρες, σ' αὐτοὺς ποὺ μποροῦν νὰ τὸν ὠφελήσουν κατά Χριστόν καί ἔτσι ξαναβρίσκει τόν ἑαυτόν σου συνερχόμενος κατά Θεόν.
Ἐὰν ὅμως δὲν ἀποδεχθῆ τὴν πνευματικήν του διόρθωσιν, μετὰ τὴν πρώτην καὶ τὴν δευτέραν νουθεσίαν παράτησέ τον, κατὰ τὴν ὑπόδειξιν τοῦ Ἀποστόλου (Παύλου). Διότι δεν θέλει ὁ Θεὸς νὰ πράξη κανείς κάτι περισσότερον ἀπὸ ὅσον μπορεῖ, καθώς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες.
Διότι, λένε, ἂν δῆς κάποιον νὰ πνίγεται στον ποταμόν, μὴν τοῦ δώσης τὸ χέρι σου, γιὰ νὰ μὴ σὲ συμπαρασύρη και πεθάνης κι ἐσὺ μαζί του, ἀλλὰ δῶσε του τό ραβδί σου. Καὶ ἂν μέν μπορέσης νὰ τὸν τραβήξης, ἰδοὺ καλῶς ἔπραξες, ἐὰν ὄχι, θὰ τοῦ ἀφήσης τὸ ραβδί σου κι ἐσὺ θὰ σωθῆς.
Από το βιβλίο: Ορθόδοξη ζωή κατά τους Αγίους πατέρες Τόμος Β', σελ.127-128 εκδόσεις "Αστέρος" 1996.


Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ: Ο Επίσκοπος που έδωσε την ψυχή του στον Μακεδονικό Αγώνα (29-1 / 11-2-1935)

 Παναγιώτης Τσαγκάρης, Θεολόγος

Από μητροπολίτης Καστοριάς εξελίχθηκε σε πολεμιστή-ιεράρχη, δίνοντας την ψυχή του στον Μακεδονικό Αγώνα. Λίγα χρόνια μετά, το τέκνο της Λέσβου, θα βρισκόταν ως μητροπολίτης Αμασείας στο πλευρό του Ποντιακού Ελληνισμού, στα δύσκολα χρόνια του διωγμού από τους Τούρκους.

«Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως αν έλθη ω απόκειται και αυτός προσδοκία εθνών» (Γεν. 49,10).

Μ’ αυτόν τον προφητικό, για την έλευση του Λυτρωτή, λόγο του Πατριάρχη Ιακώβ, αρχίζει τον επικήδειο λόγο του, στον μητροπολίτη Κορυτσάς Φώτιο, τον δολοφονηθέντα απ’ τους Βούλγαρους κομιτατζήδες, ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης.

«Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα…» επανέλαβε πολλές φορές στον «εκ του προχείρου» λόγο του ο Καστορίας, όπως σημειώνει ο ίδιος στα απομνημονεύματά του, δείχνοντας συγχρόνως με το χέρι του προς την Ελλάδα και τονίζοντας εμφαντικά, για να εμψυχώσει τον κατατυραννισμένο Ελληνισμό της Μακεδονίας πως «στην θέση του σκοτωμένου εμείς θα στείλουμε καλύτερον, κι αν τον σκοτώσουν κι αυτόν, θα στείλουμε άλλον ακόμα καλύτερον… Αυτή είναι η μοίρα του Ελληνικού Έθνους, να εργάζεται με το αίμα του για την απελευθέρωσή του».

«Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα…». Ναι, δεν έλειψε, δεν λείπει και ούτε ποτέ θα λείψει εκείνος ο απεσταλμένος του Θεού που θα επωμιστεί την βαριά ευθύνη της λυτρωτικής, πνευματικής και εθνικής καθοδήγησης του λαού του Θεού σε καιρούς χαλεπούς. Στα μάτια των υπόδουλων Ελλήνων της Μακεδονίας ο Γερμανός Καραβαγγέλης φαντάζει ως άλλος νέος Κριτής ενός νέου Ισραήλ. Δίκαια λοιπόν, χαρακτηρίστηκε «Ο Αρχάγγελος των Κορεστίων» (Κορέστια είναι η Καστοριά).

Από την Λέσβο στην Πόλη

Ο Γερμανός Καραβαγγέλης γεννήθηκε στην Στύψη της Λέσβου στις 16 Ιουνίου του 1866, όμως μεγαλώνει στο Αδραμύττιο της Μικράς Ασίας. Σπουδάζει στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης, απ’ όπου αποφοιτά το 1888, χειροτονείται διάκονος και φεύγει στην Λειψία και την Βόννη της Γερμανίας, όπου σπουδάζει Φιλοσοφία και Θεολογία. Το 1891, επιστρέφει στην Πόλη και διορίζεται καθηγητής στην Σχολή της Χάλκης. Πέντε χρόνια αργότερα, ψηφίζεται χωρεπίσκοπος του Πέραν και από εκεί αρχίζει πλέον την μεγάλη εθνική του δράση.

germanos karavaggelhs 01

Ο Γερμανός Καραβαγγέλης ως ιεροσπουδαστής.

Η επισκοπή του ήταν μία περιοχή έντονης προπαγάνδας των Γάλλων καθολικών, μέσω των σχολείων που διατηρούσαν εκεί με σκοπό τον προσηλυτισμό των ελληνοπαίδων, αφού πρώτα τα μεταβάλλουν «σε κοσμοπολίτες αδιάφορους προς τα εθνικά ιδεώδη και ψυχρούς στις παραδόσεις τους». Ο Καραβαγγέλης ενισχύει την ελληνική εκπαίδευση, ιδρύει ελληνικό σχολείο και βάζει τέρμα σ’ αυτή την θλιβερή κατάσταση.

Ο Γερμανός εκλέγεται μητροπολίτης Καστοριάς

Το 1900 ο Γερμανός εκλέγεται μητροπολίτης Καστοριάς σε ηλικία μόλις 34 ετών. Τα έξοδα της μετάβασης στον προσωπικό του Γολγοθά εξοικονομεί από την υποθήκευση των πολύτιμων αμφίων του.

Ναι, ήταν αληθινός Γολγοθάς τότε η διαποίμανση οποιασδήποτε μητρόπολης της Μακεδονίας διότι όλα τα ’σκιαζε η φοβέρα του Βούλγαρου κομιτατζή και τα πλάκωνε η σκλαβιά του Τούρκου κατακτητή. Γι’ αυτό και οι Οικουμενικοί Πατριάρχες Κωνσταντίνος ο Ε  καί στην συνέχεια Ιωακείμ ο Γ  διαλέγουν και στέλνουν στην Μακεδονία μητροπολίτες νέους, ηλικίας 35-40 ετών, μορφωμένους αλλά και πατριώτες αποφασισμένους για κάθε θυσία, όπως τον Καστορίας Γερμανό, τον Πελαγονίας Ιωακείμ, τον Εδέσσης Στέφανο, τους εθνομάρτυρες Κορυτσάς Φώτιο, Γρεβενών Αιμιλιανό, Ελευθερουπόλεως Γερμανό και τους μετέπειτα εθνομάρτυρες Σμύρνης και Κυδωνιών, τον Δράμας Χρυσόστομο και τον Στρωμνίτσης Γρηγόριο αντίστοιχα, καθώς και πολλούς άλλους.

Πάντοτε η Εκκλησία αίρεται στο ύψος των περιστάσεων. Έτσι και στο λεγόμενο Μακεδονικό ζήτημα. Από τον Μέγα Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ τον Γ , τον πνευματικό αλλά και πραγματικό αρχηγό του Μακεδονικού Αγώνα, μέχρι και τον απλό παπά του χωριού, όλοι διέκριναν την κρισιμότητα του αγώνα. Πίστευαν ακράδαντα ότι: «Αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει», όπως είπε ο Ίων Δραγούμης και έπρατταν εκείνο που όφειλαν.

Όμως οι Βούλγαροι, υποκινημένοι απ’ τα πανσλαβιστικά ρωσικά οράματα που υπηρετούσαν τον στόχο της εξόδου των Ρώσων στην Μεσόγειο, οραματίζονται και αγωνίζονται για μία μεγάλη και ανεξάρτητη Βουλγαρία. Οργανώνουν έτσι, στον χώρο της Μακεδονίας και της Θράκης, ανταρτικά σώματα, τα Κομιτάτα, και ιδρύουν βουλγαρικά σχολεία και ανεξάρτητη Βουλγαρική Εκκλησία, την επονομαζόμενη «Βουλγαρική Εξαρχία».

Το Πατριαρχείο αντιδρά άμεσα, χαρακτηρίζοντας σχισματική την «Βουλγαρική Εξαρχία» και ως αίρεση το Βουλγαρικό και γενικά κάθε εθνικισμό που διασπά την ενότητα της Εκκλησίας. Η Εκκλησία απορρίπτει τον εθνικισμό, αποδέχεται όμως τον πατριωτισμό και την φιλοπατρία, καθώς θεωρεί τα έθνη, ως ένα μέρος του σχεδίου της Θείας Οικονομίας και άρα ως τον «πλούτο της ανθρωπότητας, τα συλλογικά πρόσωπα. Και το μικρότερο από αυτά φοράει τα δικά του χρώματα και φέρει μέσα του μια ιδιαίτερη όψη της θεϊκής ευδοκίας» (Αλεξ. Σολζενίτσιν). Γι’ αυτό και επιδοκιμάζει και ευλογεί τις υπέρ του έθνους θυσίες.

Η εθνικιστική έξαψη των Βουλγάρων, όμως, συνεχίζεται. Επωφελούμενοι από την αδυναμία των Τούρκων, ενθαρρυνόμενοι απ’ την Ρωσία και με την εκκωφαντική σιωπή των Παπικών, επιχειρούν τον εκσλαβισμό όλης της Μακεδονίας.

Το σύνθημα των Βουλγάρων είναι «Εξαρχία η θάνατος», γράφει ο Καραβαγγέλης. Δηλαδή, θάνατος σ’ όποιον δεν υποτασσόταν στην αυτόνομη, εξαρχική, Βουλγαρική Εκκλησία, αλλά αναγνώριζε το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως κανονική εκκλησιαστική Άρχή. Για να πλήξουν το γένος μας, πλήττουν την ζωοποιό δύναμή του, την ρίζα του, που είναι η θρησκεία και η αγία παράδοσή μας, και για να συμβεί αυτό, πρέπει η Εκκλησία να χάσει την αίγλη της και την επιρροή της. Είναι πια πασίγνωστη αυτή η πρακτική, και με διαχρονική μάλιστα εφαρμογή.

Το ελληνικό κράτος της «αψόγου στάσεως» αργεί να ξυπνήσει και να προστέξει σε βοήθεια.

Η δραστηριότητά του στον Μακεδονικό Αγώνα

Αυτή την απελπιστικά επικίνδυνη κατάσταση βρήκε ο Γερμανός, πηγαίνοντας στην έδρα του. Δεν καθυστερεί, λοιπόν, ούτε στιγμή. Δίνει την ψυχή του και γίνεται η ψυχή του Μακεδονικού Αγώνα. Ήταν ο εμπνευστής και ο οργανωτής του. Χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο «Κώστας Γεωργίου» και αναπτύσσει μία πρωτοφανή δραστηριότητα, συνεπικουρούμενος από τον Ίωνα Δραγούμη και τον πρόξενό μας στην Θεσσαλονίκη, Λάμπρο Κορομηλά.

Δημιουργεί τα πρώτα ανταρτικά σώματα αυτοάμυνας με αρχηγούς τον Βαγγέλη Στρεμπενιώτη και τον καπετάν-Κώττα. Πετυχαίνει την εξάρθρωση των ληστοσυμμοριών της περιοχής. Βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με τα προξενεία μας, τους μητροπολίτες, τους ντόπιους οπλαρχηγούς, τους Έλληνες αξιωματικούς, τις κοινότητες, τους ιερείς, τους δασκάλους, τον λαό.

Αλληλογραφεί με τον Παύλο Μελά. Κι όταν αυτός ανεβαίνει στην Μακεδονία, του στέλνει μία εικόνα της Αναστάσεως του Κυρίου, που πάνω της είχε χαράξει τα εξής: «Τω πολυφιλήτω και φιλοστόργω τέκνω. Έντεινε και κατευοδού και βασίλευε και κατακυρίευε  εν μέσω των εχθρών σου». Επίσης, του στέλνει την σφραγίδα με το όνομα που θα χρησιμοποιούσε στον Αγώνα: «Μίκης Ζέζας».

Μετά δε τον τραγικό θάνατο του ήρωα, ο ίδιος τον κηδεύει, και όπως αναφέρει: «Μετέφερα απ  τόν Μητροπολιτικό Ναό εις το παρακείμενον περίβολον του Βυζαντινού  Ναού των Ταξιαρχών το σεπτό σκήνος του, το κατέβρεξα με πύρινα δάκρυα και απελθών έπεσα επί της στρωμνής μου όπως θρηνήσω τον αοίδιμον Ήρωα».

Ο Αγώνας, όμως, συνεχίζεται. Ο Πολεμιστής-Ιεράρχης καβάλα στ’ άλογό του, με το Μάνλιχερ στο χέρι, οργώνει τα χωριά, εμψυχώνει τους Έλληνες. Ντυμένος αστυνομικός διασχίζει τα βουλγαρικά χωριά, αποφεύγει τις δολοφονικές ενέδρες των εχθρών του, αλλάζοντας δρομολόγια και ξεγελώντας τους. Ανοίγει εκκλησιές που είχαν κλείσει οι κομιτατζήδες, σπάζοντας τις πόρτες, μπαίνει μέσα με το Ρεβόλβερ στο χέρι  και λειτουργεί με το Μάνλιχερ «παρά πόδα». «Έτσι επεβλήθηκα», θα πει, αυτός ο Παπαφλέσσας της Λέσβου.

germanos karavaggelhs 01

Ο Γερμανός Καραβαγγέλης στην Καστοριά.

Αυτός ήταν ο Γερμανός: «Ένας λεβέντης που έμοιαζε με Θεό», όπως θα τον χαρακτηρίσει ένας πληρωμένος, παρ’ ολίγον φονιάς του, που όμως -εντυπωσιασμένος από το παράστημα του Δεσπότη- δεν εξετέλεσε το δολοφονικό του έργο.

Τελικά, Βούλγαροι και Τούρκοι πετυχαίνουν την ανάκληση από το Πατριαρχείο του «Αρχικομιτατζή», όπως αποκαλούσαν τον Γερμανό. «Η απομάκρυνσή μου από την Καστοριά», γράφει ο ίδιος, «θεωρήθηκε σαν ένα τραύμα στον Μακεδονικό Αγώνα, μα ο αγώνας βρισκόταν πια σχεδόν στο τέλος του».

Εκλέγεται μητροπολίτης Αμασείας του Πόντου

Ο Καραβαγγέλης αρχίζει να γράφει ένα νέο κεφάλαιο της πολυτάραχης ζωής του, καθώς τώρα, το 1908, το Πατριαρχείο τον τοποθετεί μητροπολίτη Αμασείας του Πόντου.

Παραμένει μητροπολίτης Αμασείας μέχρι το 1922, εφαρμόζοντας ένα λεπτομερές πρόγραμμα ανάπτυξης της επαρχίας του. Ιδρύει σχολές, σχολεία και άλλα ευαγή ιδρύματα, ανεγείρει ναούς, νέο μητροπολιτικό μέγαρο και επισκέπτεται όλα τα χωριά της επαρχίας του, δίνοντας παντού όπου περνούσε μία εθνική πνοή.

Σώζει τον Πόντο, το 1914, από την πρώτη απόπειρα εγκατάστασης Τούρκων προσφύγων στα ελληνικά χωριά. Το 1915 διασώζει αρκετά Αρμενόπουλα και το 1916 πέτυχε να σωθεί η Αμισός από την καταστροφική μανία των Τούρκων. Ζει από κοντά όλο το δράμα, πρώτα της Γενοκτονίας 1.500.000 Αρμενίων και έπειτα 350.000 Ποντίων από τους δήθεν προοδευτικούς και εκσυγχρονιστές Νεότουρκους, οι οποίοι διακηρύττουν: «Η Τουρκία στους Τούρκους».

Ο εμπνευστής της Γενοκτονίας των χριστιανών της Μικράς Ασίας, Γερμανός αξιωματικός Λίμαν Φον Σάντερς, δηλώνει: «Η μισητή και άτιμη αυτή ράτσα θα ξεκληρισθεί και θα χαθεί για πάντα…». Ως μέσα για την επίτευξη αυτού του σκοπού χρησιμοποιούνται η επιστράτευση των νέων, τα τάγματα εργασίας-τάγματα θανάτου (amele taburu), οι εκτοπίσεις πληθυσμών, που έμειναν στην ιστορία ως η λευκή σφαγή (le massacre blanc), οι εξορίες, οι φυλακές, οι σφαγές, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις, οι βιασμοί, οι εξισλαμισμοί, τα παιδομαζώματα, οι αρρώστιες, η ψείρα, η πείνα και η δίψα.

Όλη αυτή η θηριώδης τουρκική τακτική της εξόντωσης των ελληνικών πληθυσμών προκαλεί την αυτοάμυνα των Ποντίων, το αντάρτικο του Πόντου, το οποίο ο Κεμάλ, ως άριστος γνώστης της κατάστασης, το χαρακτηρίζει «έργο και όργανο» του Καραβαγγέλη, ο οποίος τώρα αγωνίζεται με νύχια και με δόντια για την αυτοάμυνα και την σωτηρία του Πόντου, τρέχοντας ένα διπλωματικό μαραθώνιο, σε χρόνο αγώνα ταχύτητας εκατό μέτρων! Γι’ αυτή την πατριωτική του δράση συλλαμβάνεται και φυλακίζεται το 1917.

Μετά την αποφυλάκισή του, συνεχίζει την εθνική και χριστιανική του δράση, με αποτέλεσμα να θεωρηθεί από τον Κεμάλ ως ο υπ’ αριθμόν ένα εχθρός της εξουσίας του και να καταδικασθεί το 1922 σε θάνατο, όπως και οι συνεργάτες του, ο επίσκοπος Ζήλων Ευθύμιος Αγριτέλλης, ο εκ Παρακοίλων της Λέσβου και ο πρωτοσύγκελλός του, Πλάτων Αϊβαζίδης, οι οποίοι και πεθαίνουν μαρτυρικά. Ο Γερμανός όμως διασώζεται, καθώς το Πατριαρχείο τον εκλέγει μητροπολίτη Ιωαννίνων και τον φυγαδεύει στην Αθήνα. Εκεί προτείνεται για αρχιεπίσκοπος Αθηνών, αλλά δεν τον εκλέγουν, όπως παλαιότερα δύο φορές, το 1913 (είχε εκλεγεί, μετά τον θάνατο του Ιωακείμ του Γ , τοποτηρητής του Οικουμενικού θρόνου) και το 1921, οπότε του είχαν αρνηθεί και τον Πατριαρχικό Θρόνο. Ο Γερμανός δεν επεδίωξε τίποτα απ’ όλα αυτά, διότι είχε τάξει ως σκοπό του την εξυπηρέτηση του έθνους και όχι του εαυτού του.

Ως Ιωαννίνων πηγαίνει στην Ήπειρο, αποφασισμένος να δώσει «βιομηχανική ώθηση στον τόπο, ώστε ν  ἀναχαιτιστεῖ το ρεύμα εκπατρισμού των Ηπειρωτών».

Ως μητροπολίτης στην Βιέννη, τον «τόπο της εξορίας»

Αλλά το 1924, δηλαδή ένα μόλις χρόνο μετά την άφιξή του στα Γιάννενα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο του κοινοποιεί ως «κεραυνό εν αιθρία» την μετάθεσή του στην νεοϊδρυθείσα Μητρόπολη Ουγγαρίας και Εξαρχία Κεντρώας Ευρώπης και έπειτα από λίγους μήνες τον εκλέγει μητροπολίτη Αμασείας και τον τοποθετεί έξαρχο στην Μητρόπολη Κεντρώας Ευρώπης, με έδρα τη Βιέννη, τον «τόπο της εξορίας» του, όπως έλεγε. Κάποιοι θεωρούν πως έτσι υποτιμούν και παροπλίζουν τον ηρωικό αλλά μάλλον ενοχλητικό γι’ αυτούς ιεράρχη. Του περικόπτουν επίσης στο μισό τον μισθό και τον αφήνουν απλήρωτο επί μήνες. «Αυτή ήταν η αμοιβή των θυσιών και των εθνικών αγώνων ενός κληρικού που υπηρέτησε με αυταπάρνηση την Ελλάδα για 40 ολόκληρα χρόνια».

Εξόριστος από την πατρίδα του και με «περίλυπη έως θανάτου την ψυχή», τελειώνει ειρηνικά την επίγεια ζωή του στις 11 Φεβρουαρίου 1935 . Πρόφτασε όμως και είδε να πραγματοποιείται το όνειρό του για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, για το οποίο τόσο σκληρά εργάστηκε.

Το Ελληνικό Κράτος αρνήθηκε ακόμη και τα έξοδα της κηδείας του να πληρώσει. Η δε μετακομιδή των λειψάνων του, από την Βιέννη στην Καστοριά, μόλις το 1959 κατέστη δυνατή.

Στην διαθήκη του, ο ξεχασμένος Ήρωας-Επίσκοπος γράφει: «Δεν χρεωστώ εις ουδένα ούτε οβολόν. Εις το έθνος προσέφερα ο,τι ήτο δυνατόν, ως Ιεράρχης του ’21».

Πραγματικά, δεν οφείλεις σε κανέναν τίποτε, Γερμανέ, μα ούτε κι εμείς σου χρωστάμε τίποτε, καθότι κανείς δεν χρωστάει σε κάποιον που δεν γνωρίζει, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν δεν νιώθει να του βαραίνει την ψυχή το χρέος προς την προγονική παρακαταθήκη.

Ως εκ τούτου, αξίζει στ’ αλήθεια να αναλαμβάνονται δυναμικές πρωτοβουλίες που να μας υπενθυμίζουν το χρέος της διατήρησης στην καρδιά του λαού μας -και ιδιαίτερα των νέων μας- της μνήμης ηρώων, όπως του θρυλικού και ηρωικού Ιεράρχη Γερμανού Καραβαγγέλη, ενός εκ των κορυφαίων, αν όχι η κορυφαία προσωπικότητα, του Μακεδονικού Αγώνα και του Ποντιακού Δράματος που διακρινόταν για την αλύγιστη ψυχή και την οργανωτικότητα, την ρητορική δεινότητα και την πειθώ, την εκκλησιαστική συνείδηση και την αφιέρωση μέχρι θανάτου στο Γένος και την Εκκλησία.

Αξίζει πραγματικά τον κόπο να θυμόμαστε τους ήρωες και το προς αυτούς χρέος μας, διότι «αυτά που θεωρούνται χαμένα στην ζωή, δεν χάνονται όταν διατηρηθεί στις επερχόμενες γενιές ζωντανή η μνήμη, η συνειδητή μνήμη, ζωντανή η γνώση, ζωντανό το αίσθημα του χρέους, ζωντανός ο δεσμός που σαν ομφάλιος λώρος θα κάμνει τους απογόνους, όχι φίλους, αλλά οικείους και κατόχους των χαμένων» (μητροπολίτου Εφέσου κ. Χρυσοστόμου Κωνσταντινίδη). Γένοιτο!

 Πηγή: pemptousia.gr

 Απόσπασμα από τη διαθήκη του:

«Η κηδεία μου θα γίνει στο Ναό του Αγίου Γεωργίου Καρύτση, με ένα μόνο Ιερέα χωρίς διάκονο.

Δεν δέχομαι δε στη κηδεία μου, ούτε αντιπρόσωπο του κράτους, ούτε της εκκλησίας, εάν τυχόν ήθελαν αναμνησθή μετά θανάτου τας Εθνικάς μου υπηρεσίας. Δεν χρεωστώ εις κανέναν ουδέν οβολόν, εις το Έθνος προσέφερα ότι ήτο δυνατόν ως Ιεράρχης του ’21…"

Απόσπασμα από τα απομνημονεύματά του:

"Κι έτσι σήμερα κατάντησα να περιφέρομαι σχεδόν άνεργος σ’ ερείπια, εξόριστος απ’ την Καστοριά, απ’ την Αμάσεια, απ’ την Κωνσταντινούπολη, αφού γλίτωσα πολλές φορές τον μαρτυρικό θάνατο στην Τουρκία, και τελικά εξόριστος κι απ’ την Ελλάδα, που υπηρέτησα με αυταπάρνηση σαράντα ολόκληρα χρόνια..."

tideon.org

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2024

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ

o-monaxos-kai-o-estavromenos


Γράφει ο Βασίλειος Ξεσφίγγης

Ήταν μια φορά ένας μοναχός και κάθε φορά που έμπαινε στην Εκκλησία και έβλεπε τον εσταυρωμένο πίσω από την Αγία Τράπεζα, ζητούσε επίμονα από τον Κύριο να μπορέσει να πάρει τη θέση του στον σταυρό, επειδή ήθελε να αισθανθεί πλήρως την θέση του Χριστού. 
Μια μέρα ο Εσταυρωμένος δέχτηκε, αλλά με έναν όρο. 
Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός του είπε: Θα μπεις στον σταυρό αλλά δεν θα μιλήσεις σε κανέναν! 
Ο μοναχός, συνηθισμένος στην αυστηρότητα και στην τήρηση της σιωπής, υποσχέθηκε αμέσως ότι θα υπακούσει. 
Στη συνέχεια ο Χριστός κατέβηκε από τον σταυρό που βρισκόταν στην εκκλησία και αντ' αυτού ανέβηκε ο μοναχός.

Ένας πλούσιος μπήκε να προσευχηθεί και ενώ προσευχόταν, του γλίστρησε το πορτοφόλι με τα χρήματα. 
Σηκώθηκε να φύγει και ο μοναχός που το είχε δει ήθελε να του πει ότι του έπεσε το πορτοφόλι, αλλά είχε υποσχεθεί να σιωπήσει κι έτσι έμεινε σιωπηλός.

Αμέσως μετά μπήκε ένας φτωχός, άρχισε να προσεύχεται, το βλέμμα του έπεσε αμέσως σε εκείνο το πορτοφόλι με τα χρήματα, κοίταξε τριγύρω δεν υπήρχε κανείς να τον δει, το πήρε, το έβαλε στην τσέπη και έφυγε τρέχοντας. 
Ο μοναχός ήθελε να του πει ότι δεν έπρεπε να το πάρει, γιατί δεν ήταν δικό του, αλλά υποσχέθηκε να σιωπήσει κι έτσι έμεινε σιωπηλός.

Τότε ένας νεαρός άνδρας μπήκε και γονάτισε ευσεβώς και προσευχήθηκε στον Χριστό ζητώντας βοήθεια και προστασία, γιατί επρόκειτο να σαλπάρει σε μέρη μακρινά. 
Εκείνη τη στιγμή μπήκε ο πλούσιος με τους χωροφύλακες λέγοντας ότι του έπεσε το πορτοφόλι με τα χρήματα στην εκκλησία. 
Ο μοναδικός στο σημείο ήταν εκείνος ο νεαρός, τον έπιασαν οι χωροφύλακες και τον συνέλαβαν. 
Εκείνη τη στιγμή ο μοναχός δεν μπορούσε άλλο να σιωπήσει και φώναξε: «Είναι αθώος».

Ο ομιλών Εσταυρωμένος έσωσε αυτόν τον νεαρό από τη φυλακή, γιατί χάρη σε αυτή τη φωνή έκαναν καλύτερα τις έρευνες, άφησαν τον νεαρό ο οποίος επιβιβάστηκε για το ταξίδι του και συνέλαβαν τον φτωχό που είχε πάρει τα χρήματα και το πορτοφόλι και επέστρεψαν τα χρήματα στον πλούσιο.

Το βράδυ ο Χριστός επέστρεψε και επέπληξε αυστηρά τον μοναχό: «Αυτό που έκανες πραγματικά δεν είναι καλό!». 
«Μα πώς, Κύριε;». «Σου είπα να σωπάσεις». «Ναι αλλά έβαλα τα πράγματα στη θέση τους, έσωσα έναν αθώο».

Τότε ο Κύριος είπε: «Όχι, τα έκανες όλα λάθος. 
Η δέσμευσή σου ήταν να παραμείνεις σιωπηλός, μου το υποσχέθηκες. 
Αντίθετα, μιλώντας, μου κατέστρεψες το σχέδιο. 

Γιατί αυτός ο πλούσιος ήταν έτοιμος να κάνει μια κακή πράξη με αυτά τα χρήματα και τον έκανα να τα χάσει. 
Εκείνος ο καημένος ο φτωχός τα χρειαζόταν τα χρήματα και τον έβαλα να τα βρει. 
Αυτός ο νεαρός ναυτικός πνίγηκε στη θάλασσα αν και μου είχε ζητήσει βοήθεια. 
Αν είχε πάει φυλακή, έστω για μια μέρα, θα είχε χάσει το πλοίο και δεν θα πέθαινε.

Τα χάλασες όλα, δεν είσαι ικανός να μπεις στη θέση μου, αγαπητέ καλόγερε! 
Ακόμα κι αν είσαι μοναχός και θεωρείς τον εαυτό σου ανυψωμένο πνευματικά, η Πρόνοια Μου καθοδηγεί τα πράγματα καλύτερα από εσένα, ακόμα κι όταν φαίνονται ότι πάνε στραβά».

Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας είναι το εξής: Συχνά θέλουμε απαντήσεις από τον Θεό και δυσανασχετούμε που δεν μας μιλάει! 
Μπορεί να μην μιλάει, αλλά λειτουργεί πάντα σύμφωνα με το προσωπικό μας όφελος. 
Ας τον ευχαριστήσουμε λοιπόν, γιατί έτσι κι αλλιώς μας βοηθάει.

Πηγή: Melissocosmos

Τρίτη 30 Ιουλίου 2024

ΣΚΟΤΩΣΑΝ ΤΗΝ ΤΙΜΗ ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙ Η ΝΤΡΟΠΗ

 

Μπήκαν στρατιώτες σ' ένα χωριό και βίασαν όλες τις γυναίκες. Εκτός από μία που αντιστάθηκε στον στρατιώτη, τον σκότωσε και έκοψε το κεφάλι του! Αφού οι στρατιώτες ολοκλήρωσαν την αποστολή τους και επέστρεψαν στους στρατώνες τους τότε βγήκαν όλες οι γυναίκες από τα σπίτια τους μαζεύοντας τα σκισμένα ρούχα τους κλαμένες εκτός από μία! Βγήκε από το σπίτι της και ήρθε με το κεφάλι του στρατιώτη στα χέρια της. Το βλέμμα της ήταν γεμάτο υπερηφάνεια και είπε:
-Νομίζατε ότι θα τον άφηνα να με βιάσει χωρίς να τον σκοτώσω ή να με σκοτώσει???
Οι γυναίκες του χωριού κοίταξαν η μία την άλλη και αποφάσισαν ότι θα πρέπει να θανατωθεί ώστε να μην υπερηφανευτεί με την Τιμή της και έτσι ώστε οι σύζυγοί τους να μην τις ρωτήσουν όταν επιστρέψουν από τη δουλειά γιατί δεν αντισταθήκατε σαν κι αυτήν! Της επιτέθηκαν και την δολοφόνησαν.
(Δολοφόνησαν την τιμή για να ζήσει η ντροπή!)
Αυτή είναι η περίπτωση των διεφθαρμένων στην κοινωνία μας σήμερα. Σκοτώνουν και απομονώνουν κάθε έντιμο άτομο έτσι ώστε να μην υπάρχει μάρτυρας στην διαφθορά τους...

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΑ ΔΟΚΙΜΑΖΕΙΣ ΟΛΑ;

 

Πρέπει νὰ τὰ δοκιμάζεις ὅλα;

Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος

 «Πρέπει νὰ πηγαίνεις παντοῦ. Νὰ τὰ διαβάζεις ὅλα. Καὶ νὰ τὰ γεύεσαι ὅλα! Νὰ σκέπτεσαι καὶ νὰ κινεῖσαι ἐλεύθερα. Χωρὶς κανόνες καὶ περιορισμούς. Νὰ μὴ βάζεις παρωπίδες. Μὲ λίγα λόγια: Νὰ τὰ δοκιμάζεις ὅλα. Ὅλα ἀνεξαιρέτως…».

  Αὐτὲς οἱ «συμβουλὲς» δὲν εἶναι σπάνιες, καλοί μου φίλοι. Εἶναι χιλιοειπωμένες. Εἶσαι πιστὸς στὶς ἀρχές σου; Ἀκτινοβολεῖ ἡ συμπεριφορά σου; Εἶσαι παράδειγμα στὸ σχολεῖο, στὴ γειτονιά, στὴ συντροφιά; Θὰ τὶς ἀκούσεις ὁπωσδήποτε! Δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ μὴ στὶς ποῦν!

* * *

  Κατ’ ἀρχάς, γιατί μᾶς δίνουν, καὶ μὲ ἁπλοχεριὰ μάλιστα, αὐτὲς τὶς «συμβουλές»; Μᾶς ἀγαπᾶνε; Ἐνδιαφέρονται γιά μᾶς; Πονοῦν γιὰ τὴν πρόοδό μας; Θὰ εἴμαστε ἀφελεῖς νὰ πιστέψουμε κάτι τέτοιο! Ἑπομένως, θέλουν νὰ ἐγκαταλείψουμε τὸ πιστεύω μας καὶ τὶς ἀνώτερες ἀρχές μας καὶ νὰ ἀσπαστοῦμε τὶς δικές τους. Ἤ, τὸ χειρότερο, θέλουν νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν εὐλογημένο δρόμο ποὺ τυχὸν ἔχουμε πάρει, γιὰ νὰ ἀκολουθήσουμε ὅ,τι προδομένο καὶ καταστροφικό!

  Ἀλήθεια, δοκιμάσατε ποτὲ νὰ τοὺς κάνετε τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἐρώτηση; Δηλαδή…

• Ὅταν λένε «νὰ τὰ διαβάζεις ὅλα», πέστε τους: Μάλιστα, συμφωνῶ. Πάρε τώρα τὴν Καινὴ Διαθήκη ἢ αὐτὸ τὸ Χριστιανικὸ βιβλίο…

• Ὅταν λένε «νὰ πηγαίνεις παντοῦ», πέστε τους: Ὡραῖα, πάρα πολὺ καλὰ τὰ λές. Φαίνεσαι ἐλεύθερος ἄνθρωπος. Δὲν ἔχεις παρωπίδες. Ἔλα, λοιπόν, στὴν Ἐκκλησία, πᾶμε τὴν Κυριακὴ στὸ Κατηχητικό…

  Τότε ἢ ἀλλάζουν συζήτηση ἢ σιωποῦν! Βέβαια… Ἔτσι δὲν κάνουν οἱ … ἐλεύθεροι;

  Ἄρα τὸ συμπέρασμα βγαίνει ἀπὸ μόνο του καὶ ἐπιβεβαιώνει τὰ πιὸ πάνω. Οἱ γνωστοί μας αὐτοὶ εἶναι κυριολεκτικὰ σκλαβωμένοι σὲ ἀνθρώπινες θεωρίες καὶ κατασκευάσματα, δοῦλοι σὲ ἁμαρτωλὲς συνήθειες. Κι αὐτὰ ποὺ λένε περὶ ἐλευθερίας, παρωπίδων κ.λπ.; Εἶναι, ἁπλούστατα, τὸ δόλωμα γιὰ νὰ μᾶς προσελκύσουν στὰ δικά τους πιστεύω. Μὲ τὸ ἴδιο τρόπο ἐνδεχομένως ποὺ παρασύρθηκαν κι ἐκεῖνοι…

* * *

  Πέραν ὅμως ἀπ’ αὐτό… Ἄραγε πρέπει νὰ τὰ δοκιμάζουμε καὶ νὰ τὰ γευόμαστε ὅλα; Ἡ ἀπάντηση χρειάζεται πρῶτα κάποια σκέψη.

  Ἔστω ὅτι ἔχουμε ἕνα μικρὸ παιδὶ καὶ τὸ ἀφήνουμε νὰ κινεῖται ἐλεύθερα, ὅπου θέλει. Αὐτὸ σὰν ἄπειρο ποὺ εἶναι δὲν κινδυνεύει, ἔτσι, πολύ; Πλησιάζει π.χ. τὴ φωτιά. Δὲν ξέρει ὅτι καίει. Ἑπομένως θὰ ἔρθει κοντά της, θὰ τὴν ψηλαφήσει, κινδυνεύοντας νὰ καεῖ.

  Τί λέτε, δὲν πρέπει νὰ μποῦμε στὴ μέση νὰ τὸ ἐμποδίσουμε, γιὰ νὰ μὴ καεῖ; Τὸ κάνουμε ἄλλωστε. Πότε μένουμε ἥσυχοι ἐδῶ; Ὅταν μάθουμε αὐτὸ τὸ παιδὶ πολὺ καλὰ ὅτι ἡ φωτιὰ καίει κι ἑπομένως ὑπάρχει κίνδυνος. Τότε εἶναι ἀδύνατο νὰ κάνει, ἄθελά του, κακὸ στὸν ἑαυτό του.

  Ἔτσι συμβαίνει καὶ μέ μᾶς. Πῶς μποροῦμε νὰ τὰ δοκιμάζουμε ὅλα, ἀφοῦ δὲν ξέρουμε ἂν ἀξίζουν ἢ ὄχι; Ἂν μᾶς οἰκοδομοῦν ἢ ἂν μᾶς καταστρέφουν; Πῶς μποροῦμε νὰ γίνουμε ξέφραγο ἀμπέλι στοῦ καθενὸς τὶς θεωρίες καὶ τὶς θελήσεις; Πῶς νὰ διώξουμε ἀπ’ τὴν ὕπαρξή μας τὸν γερὸ ἐκεῖνο πάσσαλο ποὺ τὴν στηρίζει, σαφέστατα ἐκτεθειμένοι στὶς θύελλες καὶ τὶς καταιγίδες;

  Ἀλλὰ δὲν εἶναι λάθος, καὶ μάλιστα τραγικό, νὰ θέλουμε διὰ τῶν ἐμπειριῶν νὰ μάθουμε τὴν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων; Αὐτὸ δὲν δείχνει τίποτ’ ἄλλο, παρὰ ἀνωριμότητα τελικά, ὅπως τοῦ παιδιοῦ ποὺ ἀναφέραμε.

  Στ’ ἀλήθεια, δὲν μᾶς ἀρκοῦν τὰ ὅσα ἀκοῦμε, βλέπουμε καὶ διαβάζουμε γιὰ τὸ τσιγάρο, δὲν μᾶς λένε τίποτα τὰ παθήματα τῶν καπνιστῶν, πρέπει νὰ τὸ δοκιμάσουμε κιόλας γιὰ νὰ διαπιστώσουμε τί πραγματικὰ συμβαίνει μ’ αὐτό; Τότε θὰ πρέπει νὰ κάνουμε τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὸ ἀλκοὸλ καὶ μὲ τὰ ναρκωτικά. Καὶ μὲ κάθε κακὸ καὶ μὲ κάθε πάθος. Γιατί ὄχι;

  Καὶ τί φοβερὸ ἀπ’ τὴ μία νὰ θέλουμε τὴν ἐμπειρία τῶν κακῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀπ’ τὴν ἄλλη νὰ μὴ θέλουμε τὸ ἴδιο μὲ τὰ ἅγια καὶ ἐνάρετα πράγματα! Πῶς φαίνεται ὅτι ὅλα τοῦ πειρασμοῦ εἶναι…

  Ὅπως καὶ τοῦ πειρασμοῦ εἶναι, ὅτι δῆθεν μποροῦμε νὰ τὰ ἀντιπαρέλθουμε ὅλα, ὅτι τάχα εἴμαστε πράγματι ὥριμοι καὶ ἱκανοὶ γιὰ ὁ,τιδήποτε…

* * *

  Τί πρέπει νὰ γίνει λοιπόν;

  Νὰ μένουμε σταθεροὶ καὶ ἀταλάντευτοι στὶς ἀρχὲς καὶ στὴν Πίστη μας!

Νὰ μὴ ἀπομακρυνόμαστε ποτὲ καὶ γιὰ κανένα λόγο, οὔτε καὶ γιὰ λίγο, ἀπὸ τὸν Χριστό μας!

Νὰ βάζουμε γερὲς βάσεις στὴν οἰκοδομὴ τῆς ζωῆς μας, ποὺ τώρα κτίζεται!

Νὰ ζοῦμε, ὅπως θέλει ὁ Θεός…

  Κι ὅσο ὥριμοι εἴμαστε, ὅσο ὥριμοι γινόμαστε, τόσο θὰ κατανοοῦμε πὼς δὲν μᾶς χρειάζονται πλέον «ὅλα». Πὼς δὲν μᾶς εἶναι ἀπαραίτητες οἱ κοσμικὲς καὶ οἱ ὅποιες ἄλλες ἁμαρτωλὲς ἐμπειρίες. Ὅσο θὰ ζοῦμε τὶς πνευματικές, τὶς ἐνάρετες, τὶς ὑψηλὲς καὶ τὶς μεγάλες, τόσο θὰ ἀντιλαμβανόμαστε πόσο ἀνούσιες εἶναι οἱ ἄλλες. Ὅλες τους!

* * *

  Οἱ μέλισσες, λέγει ὁ Μ. Βασίλειος, δὲν πηγαίνουν σὲ ὅλα τὰ λουλούδια, ἀλλὰ μονάχα στὰ καλύτερα. Καὶ σ’ αὐτὰ τὰ καλύτερα ποὺ πηγαίνουν δὲν παίρνουν ὁ,τιδήποτε, ἀλλὰ τὸ καλύτερο ποὺ βρίσκουν σ’ αὐτά. Μὲ ἄλλα λόγια εἶναι ἐπιλεκτικές. Τί σοφὴ τακτική! Πηγαίνουν στὰ καλύτερα, γιὰ νὰ πάρουν τὸ καλύτερο! Νὰ γιατί κανένα ἄλλο ἔντομο, δὲν κατορθώνει νὰ ἔχει τὰ δικά τους ἀποτελέσματα. Νὰ παράγουν, δηλαδή, ἕνα κορυφαῖο καὶ μοναδικὸ προϊὸν στὴ φύση, ὅπως εἶναι ἀσφαλῶς τὸ μέλι. Ἂν πήγαιναν σὲ ὅλα τὰ λουλούδια, ἔτσι καὶ γιὰ νὰ δοῦν πῶς εἶναι, στὸ τέλος τίποτα δὲν θὰ πετύχαιναν. Οὔτε λόγος νὰ γίνεται γιὰ τὸ μέλι…

Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος

Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024

Η ΠΙΣΤΗ ΜΕΤΑΚΙΝΕΙ ΤΑ ΟΡΗ

Ποιός δεν διάβασε την Συγκινητική Ιστορία και δεν δάκρυσε.🕊


Κάποτε πριν αρκετά χρόνια ήταν μια οικογένεια μεροκαματιάρηδων ανθρώπων, απέκτησαν και ένα αγοράκι που το υπεραγαπούσαν . Δυστυχώς όμως η μάνα αρρώστησε βαριά και πέθανε .

Ο πατέρας έγινε και μάνα και πατέρας, κόπιασε πολύ να το μεγαλώσει, ήταν βλέπετε και αρκετά ζωηρό, έλπιζε ότι μαγαλώνοντας  θα "στρώση" . Όμως αντιθέτως γινόταν χειρότερος ! Το νουθετούσε, το παρακαλούσ,ε του έλεγε να αλλάξει τρόπο ζωής , να μην ξενυχτά, να μην μεθάει και ότι αυτή η ζωή που κάνει δεν οδηγεί στην ευτυχία... Πολλές φορές έκλαιγε μπροστά του σαν μικρό παιδί !

Μια κρύα χειμωνιάτικη νύχτα, που και πάλι ήρθε ξημερώματα και του έκανε παρατήρηση... 

⛪🕊⛪🕊⛪🕊

Ο γιος τον έσπρωξε βίαια, ο πατέρας έπεσε πάνω σε κάτι παλιοέπιπλα και κατέληξε στο πάτωμα. Ενώ ο γιος έκλεισε με βία την πόρτα και ποτέ δεν ξαναγύρισε! Πέρασαν τα χρόνια... Το παλικάρι έγινε μεγάλος άνδρας και βρίσκεται στην Γερμανία, δεν άλλαξε τρόπο σκέψης και ζωής, δεν έκανε οικογένεια και η κούραση από την άσωτη ζωή ήταν αποτυπωμένη στο πρόσωπο του.

🕊🕊🕊

Ένα βράδυ βλέπει στον ύπνο του θάλασσα, ένα κακοτράχαλο και πανύψηλο βουνό και ένα στενό μονοπάτι που εκεί ψηλά οδηγούσε σε μια καλύβα πέτρινη, παράξενη καλύβα ... διέκρινε στην άκρη σαν να είχε και μικρό τρούλο, άνοιξε την πόρτα της καλύβας και βλέπει να τον κοιτάει ένας γέροντας μοναχός μονόφθαλμος κρατώντας ένα κομποσχοίνι στο αριστερό του χέρι!!!

🕊🕊🕊

Tρόμαξε πετάχτηκε από το κρεβάτι καταϊδρωμένος! Όνειρο ήταν;;;!!! Έμοιαζε αληθινό! Από πού ως πού καλύβα με εκκλησάκι και μοναχό;;;!!! Τι είναι αυτά;;;!!! Εγώ έχω να πάω σε εκκλησία από τότε που ήμουν μικρό παιδάκι και με πήγαινε ο πατέρας! σκέφτηκε και ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό του. 

Βγήκε το βράδυ έξω μα δεν είχε όρεξη για τίποτα! Κάτι είχε συμβεί μέσα του.

Το μυαλό του στιφογύριζε στ'ονειρο! Ξάπλωσε, αποκοιμήθηκε και να πάλι το ίδιο ακριβώς όνειρο! Και την επόμενη μέρα πάλι το ίδιο! 

🕊🕊🕊

Δεν είναι καθόλου τυχαίο σκέφτηκε, που να 'ναι αυτό το μέρος άραγε; Το συζήτησε με κάτι γνωστούς φίλους Έλληνες και κάποιος του είπε ότι η περιγραφή μοιάζει με ένα μέρος που λέγεται Άγιον Όρος. Χωρίς να το πολυσκεφτεί, ετοιμάζει κάποια πράγματα και την επόμενη μέρα φεύγει για Ελλάδα! 

⛪️🕯🕊⛪️🕯🕊

Στη Θεσσαλονίκη ρώτησε πώς θα πάω στο Όρος το Άγιο και του είπαν από Ουρανούπολη, από εκεί μπαίνει στο πρωινό καραβάκι και ξεκινά χωρίς να ξέρει τον ακριβή προορισμό του.

Όταν τον ρώτησαν πού θα κατέβει, πλήρωσε εισιτήριο μέχρι το τέρμα και δεν μίλησε. Τα μάτια του ήταν καρφωμένα στις πλάγιες της οροσειράς του Άθωνα, μήπως και του θυμίσει κάτι απ' το όνειρο... Πέρασαν ώρες πολλές, τίποτε... Οι λιγοστοί επιβάτες σχεδόν όλοι κατέβηκαν.

🕊🕊🕊

 Πέρασαν την "Αγία Άννα" και κατευθύνθηκαν για τα "φρικτά καρούλια" όπως τα λένε.  Όταν πλησίαζαν, ένα ρίγος διαπέρασε όλο του το κορμί! Ναι, αυτό είναι, αναπήδησε, μοιάζει πολύ!!! Και πριν καλά καλά προλάβει να δέσει το καραβάκι, πήδηξε κάτω, ήταν πια σίγουρος!!!

🕊🕊🕊

Ξεκίνησε την κατακόρυφη ανάβαση. Όσο προχωρούσε και άφηνε πίσω του τα κελάκια  και τις καλύβες τόσο κάτι τον διαβεβαίωνε ότι θα βρει και την καλύβα με τον παράξενο Γέροντα! Πέρασαν ώρες κουραστικής πεζοπορίας, όταν σε κάποια στιγμή από μακριά αντίκρισε την καλύβα ,! Του έφυγε όλη η κούραση! Έτρεξε για να φτάσει όσο γίνεται πιο γρήγορα! Ήταν ήδη απόγευμα, ένα ανοιξιάτικο απόγευμα... περίοδος Μεγάλης Τεσσαρακοστής...!

⛪️🕯🕊⛪️🕯🕊

Όταν έφτασε στην πόρτα, μια γαλάζια πόρτα με έναν σταυρό πάνω της, τα συναισθήματά του ήταν ανάμικτα... έκανε τον σταυρό του για πρώτη φορά μετά από τριάντα χρόνια...ήταν ήδη σαράντα πέντε... ασπάστηκε τον Τίμιο Σταυρό και χτύπησε την πόρτα ! 

🕊🕊🕊

Μια ήρεμη και απαλή φωνή από μέσα του είπε "έρχομαι Νίκολαε παιδί μου"!!! 

🕊🕊🕊

Άνοιξε η πόρτα και αντίκρισε το  γεροντάκι του ονείρου με το ένα μάτι τυφλό και το κομποσχοίνι στο αριστερό χέρι!!!  Ποιος είσαι γέροντα; Και πού ξέρεις το όνομα μου; Και πώς μπήκες στα όνειρα μου και στη ζωή μου;;; 

Δάκρυα ξεπήδησαν από τα μάτια τού γέροντα και χάθηκαν στην άσπρη μακριά γενειάδα του!  Δεν με γνώρισες, παιδί μου, Νίκο μου; εγώ είμαι ο πατέρας σου!!!

Ο Νίκος έπεσε πρώτα στα πόδια του πατέρα του, με λυγμούς και κλάματα και έπειτα σηκώθηκε και σφιχτά αγκάλιασε τον γεροπατέρα του.

🕊🕊🕊

 Πες μου, πατέρα μου, πώς έγιναν όλα αυτά τα θαυμάσια πράγματα; Το μάτι σου τι έπαθε, πατέρα; ... 

🕊🕊🕊

Άκου, παιδί μου, εκείνο το βράδυ που με έσπρωξες και έπεσα, χτύπησα στη γωνία του τραπεζιού το μάτι μου και έχασα το φώς μου. Σε περίμενα να γυρίσεις, δεν φαινόσουν πουθενά! Μετά από ένα χρόνο αποφάσισα με τη βοήθεια του Θεού να μονάσω. 

⛪️🕯🕊⛪️🕯🕊

Πήγα πρώτα σε κάποιο μοναστήρι και έπειτα  ήρθα να ασκητεύσω εδώ. Πάντα σε είχα στην προσευχή μου, είχα βάλει κανόνα στον εαυτό μου να κάνω κάθε μέρα πολλά κομποσχοίνια με την ευχή του Χριστού και της Παναγίας μας!

Και δεν αμέλησα ούτε μια μέρα σ' αυτό! 

⛪🕊⛪🕊⛪🕊

Αυτή σε έφερε εδώ, παιδί μου, η ευχή "Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον τον δούλο σου Νικόλαο". "Υπεραγία Θεοτόκε σώσον τον δούλο σου Νικόλαο"!   Αφού πέρασαν κάποιες ημέρες, ο  Νικόλαος εξέφρασε την επιθυμία του να μείνει εκεί, να εξομολογηθεί, να γίνει και αυτός μοναχός και να γεροκομήσει τον γέροντα και πνευματικό του επιπλέον πατέρα του! 

Όπως και έγινε!!!  Αυτή είναι η δύναμη της προσευχής, αδελφοί μου, που δια της πίστεως... μετακινεί και όρη !!! Αμήν!!!

 ΠΗΓΗ: [ Κυριακή, 25 Φεβρουαρίου 2024 10:42 ΜΜ ] ⁨Π. Αλύπιος⁩: Η ΠΙΣΤΗ ΜΕΤΑΚΙΝΕΙ ΤΑ ΟΡΗ

Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2024

«ΜΗ ΧΑΝΗΣ ΤΗΝ ΠΙΣΤΙΝ ΣΟΥ»



 ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΔΙΔΑΧΑΙ

«Μὴ χάνης τὴν πίστιν σου»

  «Καὶ ἐκανδαλίζοντο ἐν αὐτῷ. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ ἔστι προφήτης ἄτιµος εἰ µὴ ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ.  Καὶ οὐκ ἐποίησεν ἐκεῖ δυνάµεις πολλὰς διὰ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν» (Ματθ. ιγ΄, 57-58). (Δηλ.: Καὶ ἐδυσπίστουν εἰς αὐτὸν καὶ τὸν παρηκολούθουν µὲ φθόνον καὶ ὑποψίαν.Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν περιφρονεῖται προφήτης περισσότερον παρὰ εἰς τὴν πατρίδα του καὶ εἰς τοὺς ἀνθρώπους τοῦ σπιτιοῦ του. Καὶ δὲν ἔκαµεν ἐκεῖ πολλὰ θαύµατα ἐξ αἰτίας τῆς ἀπιστίας των).

  Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς συμβουλεύει:

  «Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι τίποτα χωρὶς τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ὅσο θὰ ἔχουμε τὸν Θεὸ βοηθό, κι ἄν ἀκόμη οἱ πειρασμοὶ πνεύσουν σφοδρότερα ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀνέμους, θὰ εἶναι γιὰ μᾶς ἁπλῶς ἕνα χορταράκι κι ἕνα φύλλο ποὺ περιφέρεται. Ἄκουσε τὸν Παῦλο ποὺ λέγει: «Ἀλλ’ ὅλα αὐτά”, λέγει, «τὰ ξεπερνοῦμε» (Ρωμ. 8, 37).

  • Ὁ Ἄγγελος καὶ ἡ Εἰρήνη ἦταν καὶ οἱ δύο τους καλὰ παιδιά, εἶχαν σεβασμὸ καὶ ἀγάπη γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ἀλλὰ δὲν εἶχαν ἰδιαίτερες σχέσεις μὲ τὴν ἐκκλησία. Χριστούγεννα, Ἀνάσταση καὶ ἄν. Κι αὐτὸ τυπικό.

  χρόνια περνοῦσαν, ἀπέκτησαν τρία παιδάκια. Ζοῦσαν εὐτυχισμένα, ὅμως, παρόλο ποὺ ὁ Ἄγγελος ἤξερε καλὰ τὴ δουλειά του, ἦταν κορυφαῖος τεχνίτης – σπάνιος μάστορας, ἄρχισαν οἱ δυσκολίες.

  ΤΟΤΕ ἦταν ποὺ ὁ παπὰς τῆς  ἐνορίας του, ὁ πατὴρ Ἀντώνιος, πλησίασε ἕνα πρωὶ στὸ καφενεῖο τὸν Ἄγγελο καὶ τοῦ μίλησε: «Νὰ κεράσω καφὲ Ἄγγελε;» «Ἐγὼ θὰ κεράσω παππούλη». «Ἄντε, νὰ ’ναι εὐλογημένο. Βρὲ Ἄγγελε, σὲ ἐκτιμῶ καὶ σὲ  συμπαθῶ ἰδιαίτερα. Ἀλλὰ  ἔχω ἕνα  παράπονο». «Ξέρω, πάτερ. Δὲν ἔρχομαι στὴν ἐκκλησία. Ὑπόσχομαι ὅμως ὅτι θὰ ἔρχομαι».

  Ἔτσι ἔγινε. Ἡ οἰκογένεια τοῦ Ἄγγελου ἄρχισε νὰ πηγαίνει κάθε Κυριακὴ στὴν ἐκκλησία, τὸ ἴδιο καὶ στὶς μεγάλες γιορτές. Μάλιστα ἡ Εἰρήνη καὶ τὰ παιδιὰ συχνὰ βοηθοῦσαν στὶς δουλειὲς τῆς ἐκκλησίας. Καθαριότητα, τακτοποίηση κ.ἄ. Συνεχῶς ὁ Κύριος φώτιζε καὶ ὅλοι τους ἔρχονταν ὅλο καὶ πιὸ κοντὰ στὴν Ἀλήθειά Του, στὸ Φῶς Του. Ὅμως συνέβαινε κάτι παράξενο καὶ ἀνεξήγητο. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ ἔκαναν στροφὴ πρὸς τὴν πίστη, ἡ δουλειὰ τοῦ Ἄγγελου χειροτέρεψε καὶ τὰ προβήματα στὸ σπίτι αὐξήθηκαν. Οἱ λογαριασμοὶ τοῦ ρεύματος καὶ τοῦ νεροῦ ἔμεναν συχνὰ ἀπλήρωτοι. Τὸ συζητοῦσαν μὲ τὸν πατέρα Ἀντώνιο, ποὺ εἶχαν γίνει πλέον φίλοι. «Ὑπομονὴ Ἄγγελε. Ὁ Κύριος δοκιμάζει τώρα τὴν ὑπομονή σου. Κάνε προσευχὴ καὶ παραδώσου στὸ θέλημά Του». «Καὶ ὑπομονὴ κάνω, πάτερ, καὶ προσευχή. Ἀλλὰ σὲ λίγο δὲν θὰ ἔχουμε οὔτε νὰ φᾶμε. Αὐτὸ θέλει ὁ Θεός;». «Μὴ προσ­παθεῖς νὰ ὑπερβεῖς τὸ μέτρο τῆς περιορισμένης ἀνθρώπινης γνώσης, Ἄγγελε. Τὸ τί θέλει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν καθένα μας, τὸ γνωρίζει μόνο Ἐκεῖνος».

 ΠΕΡΑΣΑΝ ἔτσι δυόμισι χρόνια. Τοὺς τελευταίους μῆνες ἔγινε αὐτὸ ποὺ ὅλοι ἀπεύχονταν. Δυσκολεύονταν ἀκόμα καὶ στὴν ἐξασφάλιση τοῦ καθημερινοῦ φαγητοῦ. Ὁ π. Ἀντώνιος καὶ κάποιοι γείτονες διακριτικὰ καὶ σεμνὰ βοηθοῦσαν ὅσο μποροῦσαν. Ἀλλὰ κι αὐτοὶ πτωχοὶ ἄνθρωποι ἦταν. Ὥς πόσο;

 ΠΑΡ’ ΟΛΟ ποὺ ἡ ἐντολὴ τοῦ φίλου του καὶ πνευματικοῦ του, πατρὸς Ἀντωνίου ἦταν «μὴ χάνης τὴν πίστη σου», ὁ Ἄγγελος ἄρχισε σιγὰ-σιγὰ νὰ ὀλιγοπιστῆ, νὰ μὴ πολὺ – πηγαίνη στὴν ἐκκλησία, δίνοντας ἔτσι ἕνα ἄσχημο παράδειγμα καὶ στὴν οἰκογένειά του.

  ΗΤΑΝ ἕνα πρωί, ποὺ ἤπιαν μὲ τὴν Εἰρήνη τὸν τελευταῖο καφὲ ἀπὸ τὸ κουτί. Ἀπὸ αὔριο οὔτε καφέ…

  «ΠΟΥ ΠΑΣ;», τοῦ εἶπε, βλέποντάς τον ξαναμμένο. «Στὴν ἐκκλησία», τῆς ἀπάντησε κι ἔφυγε βιαστικά.

  ΚΑΘΙΣΕ ἀπέναντι ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ἦταν φανερὰ θυμωμένος. «Γι’ αὐτὸ μὲ κάλεσες νὰ ἔλθω κοντά σου; Γιὰ νὰ βασανίζωμαι κι ἐγὼ καὶ ἡ οἰκογένειά μου; Ἐγὼ τερμάτισα… Τέλος ὅλα… Εἶσαι σκληρὸς μαζί μου. Τέλος…».

  ΣΗΚΩΘΗΚΕ κι ἔκανε νὰ φύγη. Γύρισε καὶ ξανακοίταξε τὴν εἰκόνα Του. Τοῦ φάνηκε ὅτι ἐκεῖνος εἶχε πάρει μία ἔκφραση, ἕνα βλέμμα, σὰ νὰ τὸν λυπόταν… σὰ νὰ τὸν συμπονοῦσε…

  ΜΕΤΑΝΟΙΩΣΕ ποὺ Τοῦ μίλησε ἔτσι. Σὰ νὰ Τὸν ἔβριζε. Τὸν ξανακοίταξε. Δύο δάκρυα κύλησαν ἀπὸ τὰ μάτια του καὶ βγῆκε ἔξω ἀργά. Τότε κάτι παράξενο γεννήθηκε στὴν ψυχή του. Μία πλημμύρα πρωτόγνωρων συναισθημάτων. Αἰσιοδοξία, εἰρήνη, χαρά. Ὅλα μαζί.

  ΚΑΘΙΣΕ σ’ ἕνα πεζούλι στὸν περίβολο τοῦ ναοῦ. Ἔσκυψε τὸ κεφάλι του κοιτώντας τὸ δάπεδο. Σκεπτόταν λύσεις. Δὲν ὑπῆρχαν. Ἀδιέξοδο. Πέρασε ἀρκετὴ ὥρα ἔτσι, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβη.

  «ΕΣΕΙΣ εἶστε ὁ κύριος Ἄγγελος;». Ἡ βροντερὴ φωνὴ τὸν τρόμαξε. Σήκωσε ἀπότομα τὸ κεφάλι του ἀπορημένος. Ὁ ἄντρας στεκόταν κοντὰ στὴν εἴσοδο τῆς ἐκκλησίας, ἀκριβῶς ἀπέναντί του. Πρέπει νὰ ἦταν γύρω στὰ 65. Μὲ πανάκριβο κουστούμι ραμμένο, μεταξωτὴ γραβάτα κι ἕνα χρυσὸ ρολόϊ.

  Σάστισε.

  «ΚΥΡΙΕ, σᾶς μιλῶ». Ἐσεῖς εἶστε ὁ Ἄγγελος;». «Ναί… συγγνώμη. Ἐγὼ εἶμαι».

  ΚΑΘΙΣΑΝ στὸ καφενεῖο. Ὁ καλοντυμένος ἄντρας ἄρχισε νὰ διηγῆται: «Θὰ σοῦ τὰ πῶ γρήγορα. Μὲ συντομία. Οἱ γονεῖς μου ἔφυγαν ἀπὸ τούτη τὴν πόλη γιὰ τὸ Μόναχο τῆς Γερμανίας, ὅταν ἤμουν πέντε ἐτῶν. Μοναχογιός. Ἔφυγαν λόγω πτώχειας, Καὶ ὄντως, ἡ ζωή τους ἄλλαξε. Ἐκεῖ μεγάλωσα, σπούδασα νομικά, παντρεύτηκα. Δημιούργησα μία μεγάλη ἑταιρεία κι ἔκανα πολλά, μὰ πολλὰ χρήματα. Τί νὰ τὰ κάνω; Ἡ μοναχοκόρη μου πέθανε στὰ 22 της χρόνια καὶ ἕνα χρόνο ἀργότερα ἔφυγε καὶ ἡ γυναίκα μου, ἀπὸ τὸν καημό της. Ἔμεινα κάποια χρόνια μόνος μου στὴ Γερμανία καὶ τώρα ἀποφάσισα νὰ γυρίσω καὶ νὰ ἐγκατασταθῶ μόνιμα στὸν τόπο ποὺ γεννήθηκα. Μὲ λένε Γιῶργο Μ…, ὅπως καὶ τὸν πολιοῦχο μας, καὶ θέλω νὰ κτίσω τὴν ἐκκλησία μας ἀπὸ τὴν ἀρχή. Εἶναι κρῖμα, ἐρείπιο εἶναι. Ρώτησα καὶ ὅλοι μοῦ πρότειναν ἐσένα. Ἐκτός, λέει, ὅτι εἶσαι μέγας τεχνίτης, εἶσαι τίμιος καὶ ἀξιοπρεπής. Ἔτσι εἶναι;». Ὁ Ἄγγελος παρέμεινε σιωπηλός. Δὲν πίστευε στ’ αὐτιά του. «Λοιπόν, Ἄγγελε, μπορεῖς νὰ ἀναλάβης; Νὰ βρῆς τὸ συνεργεῖο σου, μηχανικούς, ἀρχιτέκτονες, ἁγιογράφους, οἰκοδόμους; Νὰ ὀργανώσης ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὥς τὸ τέλος τὴν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ;». «Κύριε Γιῶργο, γνωρίζω γιὰ τὴν οἰκογένειά σας καὶ τὰ βάσανά σας. Ἀπὸ τὸν πατέρα μου. Ἂν καὶ ἤσασταν ξενιτεμένος, τὰ νέα ἔφταναν στὴν πατρίδα. Ναί, νομίζω ὅτι μπορῶ». «Λοιπόν, ἀρχίζουμε ἀπὸ σήμερα. Ἄρχισε τὶς ἐπαφές σου γιὰ τὰ συνεργεῖα. Τοὺς ξέρεις ὅλους, μοῦ εἶπαν, ὁπότε θὰ συγκροτήσης τὶς ὁμάδες μὲ τὸν καλύτερο τρόπο. Ἐσὺ θὰ ἀναλάβης τὰ πάντα. Ἀγορὰ ὑλικῶν, τέμπλο, χαλιά, ὅλα. Νά, πᾶρε 200.000 δραχμὲς γιὰ ἀρχή. Κάθε τόσο ποὺ θὰ χρειάζεσαι χρήματα, θὰ μοῦ λές. Ἐγὼ θὰ μείνω πλέον μόνιμα ἐδῶ». «Μὰ τί λέτε τώρα, κύριε Γιῶργο; Μ’ αὐτὰ τὰ χρήματα ἀγοράζεις ἕνα τεσσάρι διαμέρισμα, ρετιρὲ μάλιστα, στὸ κέντρο τῆς Χαλκίδας». «Ἄκου Ἄγγελε, ἔχω τόσα λεφτὰ ποὺ μπορῶ ν’ ἀγοράσω ὅλη τὴν περιοχή». «Ναί, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι…». «Ἄστα τώρα. Ἔλα νὰ τελειώνουμε».

Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος