† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2025

«ΠOY ΟΔΗΓΕΙΤΑΙ Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΙΒΩΤΟΣ;» (Tοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

              Στὸν ἀπόηχο τῆς ἐπίσκεψης τοῦ ἐκπροσώπου τῶν λατίνων στὴν καθ᾽ ἡμᾶς Ἀνατολή, θὰ ἤθελα μὲ εἰλικρινῆ ἀγάπη νὰ ἐκφράσω ὁρισμένους προβληματισμούς. 

            Ἀσφαλῶς, αὐτὸ ποὺ κάθε συνειδητὸς Χριστιανὸς ἐπιθυμεῖ, εἶναι ἡ ἑνότητα πάντων· νὰ εἴμαστε ὅλοι μία ὀρθόδοξη οἰκογένεια ἐν ὀνόματι τῆς ἀληθείας. Γιὰ αὐτὸ προσευχόμασθε σὲ κάθε ἱερὴ Ἀκολουθία, ἀλλὰ καὶ ὁ Ἴδιος ὁ Δεσπότης Χριστὸς γιὰ αὐτὸ προσευχήθηκε μετὰ δακρύων πρὶν τὸ ἐκούσιον Πάθος. Ὡστόσο, ἡ ἑνότητα ὅλων στὸ Ὄνομα τῆς Παναγίας Τριάδος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀπροϋπόθετη. Ἀπαιτεῖται ἡ κοινὴ πίστη στὰ δόγματα, ὅπως αὐτὰ ἀποκρυσταλλώθηκαν ἀπὸ τὶς Ἅγιες Οἰκουμενικὲς καὶ Τοπικὲς Συνόδους. Ἀπαιτεῖται ἐκ μέρους τῶν αἱρετικῶν ἡ ἀναγνώριση τῶν σφαλμάτων τῆς διδασκαλίας τους καὶ ἡ ἀπομάκρυνσή τους ἀπὸ αὐτά. Ἀκόμη δέ, ἀπαιτεῖται ἡ Βάπτισή τους γιὰ τὴν ἔνταξή τους στὸ Σῶμα τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. 

            Ἀναμφίβολα, τὶς τελευταῖες δεκαετίες κάποιοι ἔχουν κοπιάσει ἀρκετὰ γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς χριστιανικῆς ἑνότητας μέσα ἀπὸ τοὺς διαλόγους καὶ τὰ λοιπὰ δρώμενα τῆς λεγόμενης «Οἰκουμενικῆς Κίνησης». Χωρὶς νὰ εἶμαι σὲ θέση νὰ κρίνω οὐδένα, καλοπροαίρετα ἐρωτῶ: μήπως ὑπάρχει σκοπιμότητα στὸ ὅλο αὐτὸ ἐγχείρημα; Μήπως, τελικά, ἐπιτυγχάνεται τὸ ἀντίθετο ἀποτέλεσμα; Ἀντὶ νὰ ὠφεληθοῦν οἱ ἑτερόδοξοι, μήπως ἀφήνονται ἀπρόσκοπτα νὰ θεωροῦν τὴν αἵρεση σὰν «διαφορετικὴ παράδοση», ἡ ὁποία εἶναι τόσο σεβαστὴ ποὺ δὲν χρειάζεται νὰ τὴν ἀπαρνηθοῦν; Μήπως, τελικά, αὐτὴ ποὺ βγαίνει ζημιωμένη ἀπὸ ὅλη αὐτὴ τὴν διαδικασία εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, ἀφοῦ ἐξισώνεται μὲ κάθε ψευδὲς δόγμα;

            Κατανοοῦμε ἀπόλυτα ὅτι οἱ πλεῖστοι τῶν ἑτεροδόξων γεννήθηκαν καὶ ζυμώθηκαν μέσα στὴν αἵρεση, τὴν ὁποία ἄλλοι κήρυξαν πρὸ αὐτῶν. Ὡστόσο, δὲν πρέπει κάποιος νὰ τοὺς ἐνημερώσει μὲ παρρησία καὶ ἀνυπόκριτο ἐνδιαφέρον ὅτι δὲν βαδίζουν καλῶς; Ὁλόκληρες δεκαετίες διαλόγων δὲν ὑπῆρξαν ἀρκετὲς χρονικὰ γιὰ νὰ ἐπισημανθοῦν στοὺς ἑτεροδόξους τὰ κανονικὰ καὶ δογματικὰ παραπτώματά τους μὲ βάση τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων; Ἐὰν ὄχι, τότε οἱ διάλογοι μὲ τὸν τρόπο ποὺ συμβαίνουν ἀποτελοῦν ξεκάθαρα μέσο ἀκατάλληλο γιὰ τὴν μετάδοση τῆς ἀλήθειας τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τὴν θεραπεία τῶν αἱρετικῶν. Ἐὰν πάλι ὁ χρόνος ὑπῆρξε ἀρκετὸς ἀλλὰ οἱ ἑτερόδοξοι δὲν θέλησαν νὰ καταλάβουν, τότε πρέπει, ἐπὶ τέλους, νὰ τηρηθεῖ ἡ ἀποστολικὴ προτροπή: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ» (Τιτ: 3,10).

            Δυστυχῶς, ὅμως, κάτι τέτοιο δὲν φαίνεται νὰ εἶναι στὶς προθέσεις τῶν ὀρθοδόξων ποὺ ὑποστηρίζουν τὴν Οἰκουμενικὴ Κίνηση. Αὐτὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν περιορίζονται μόνο στοὺς ἀμφίβολης ποιότητας διαλόγους, ἀλλὰ προβαίνουν καὶ σὲ συμπροσευχὲς καὶ λοιπὲς κοινὲς τελετουργίες, πράξεις καταδικασμένες ἀπὸ τοὺς Θεοφόρους Πατέρες. Δύο μόνο ἐνδεικτικὰ ἐξ αὐτῶν, ἀποτελοῦν ἀφ᾽ ἑνὸς ἡ μνημόνευση τοῦ προκαθημένου τοῦ Βατικανοῦ ἐν ὥρᾳ Δοξολογίας, καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου ἡ ἐξ αὐτοῦ ἀπαγγελία τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς ἀπὸ τιμητικοῦ θρόνου ἐν ὥρᾳ Θείας Λειτουργίας.

            Ὁ ἐθιμοτυπικὰ προσφωνούμενος «ἁγιώτατος» εἶναι βαπτισμένος; Τὸ ρήμα «βαπτίζω» σημαίνει «βυθίζω». Ἡ ὁλικὴ καὶ μάλιστα ἡ τριπλὴ κατάδυση τοῦ ἀνθρώπου στὸ ἁγιασμένο νερὸ ἀποτελεῖ τὸ Βάπτισμα ποὺ παρέδωσε ὡς ἐντολὴ ὁ Κύριός μας. Οἱ δὲ λατίνοι καταπατῶντας ἀπροκάλυπτα τὴν θεϊκὴ προσταγή, δὲν βαπτίζουν τὰ νέα μέλη τους, ἀλλὰ τὰ ραντίζουν μὲ λίγο νερὸ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς. Ἀγνοοῦν, ἄραγε, ὅτι ὁ Ἄρχων τῆς Πίστεώς μας διαχρονικὰ προειδοποιεῖ: «Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Μτ: 5,19); Ὅταν οἱ κατηχούμενοι ἀποχωροῦν ἀπὸ τὸν Ναὸ πρὶν ἀπὸ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, πῶς γίνεται ἕνας ἀβάπτιστος κατὰ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ μάλιστα ἀρχηγὸς ἑτέρου δόγματος, νὰ καλεῖται ἔστω καὶ φιλοφρόνως «ἁγιώτατος» καὶ νὰ ἀπαγγέλει μὲ κάθε ἐπισημότητα τὸ «Πάτερ ἡμῶν»; 

            Τὸ φτωχὸ καὶ ἀποδυναμωμένο μετὰ ἀπὸ ὅλες τὶς παραχωρήσεις τῶν Tόμων Aὐτοκεφαλίας Φανάρι ἔχει ὑποστεῖ μεγάλα δεινὰ ἀπὸ τὴν Δύση. Τὸ πιὸ χαρακτηριστικό; Ἡ πάλαι ποτὲ κραταιὰ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, μετὰ  τὴν εἰσβολὴ τῶν λατίνων ἄρχισε νὰ «πνέει τὰ λοίσθια». Τώρα, λοιπόν; Μοιράζει, τρόπον τινά, τὰ δικά του συγχωροχάρτια στὸ Βατικανό; Εἶναι κρίμα. Ἄραγε, περιμένει κάτι στὰ ἀλήθεια ἀπὸ ἐκεῖνο;

            Ἴσως κάποιοι ἐπικαλεσθοῦν τὴν ἀγάπη γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τέτοιες πρακτικές. Ὅποιος ἐπικαλεσθεῖ κάτι τέτοιο, ἔμμεσα κατηγορεῖ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Πατέρες ὅτι μάλλον «δὲν ἀγαποῦσαν», ἀφοῦ σὲ τέτοιες περιπτώσεις εἶναι ξεκάθαροι οἱ Κανόνες ποὺ θέσπισαν μὲ αἰώνια καὶ οἰκουμενικὴ ἰσχύ: «Εἴ τις ἀκοινωνήτῳ κᾄν ἐν οἴκῳ συνεύξηται, οὖτος ἀφοριζέσθω» (Κανών Ι’ τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων) καὶ «Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἢ Διάκονος αἱρετικοῖς συνευξάμενος, μόνον, ἀφοριζέσθω, εἰ δέ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς Κληρικοῖς, ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω» (Κανών ΜΕ’ τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων).

            Σέβομαι ὅτι τὰ κίνητρα τῶν ἰθυνόντων μπορεῖ νὰ εἶναι καλοπροαίρετα. Ὡστόσο, δὲν συμφέρει ἐπ᾽ οὐδενὶ λόγῳ νὰ παραβιάζονται Ἱεροὶ Κανόνες γιὰ νὰ ἐκφρασθεῖ ἡ ὅποια καλὴ θέληση γιὰ προσέγγιση. Καὶ αὐτὸ γιατὶ οἱ Ἱεροὶ Κανόνες, ὅπως σοφὰ ἔχει λεχθεῖ, «ἐκδικοῦνται». Ὅταν, δηλαδή, παραβιάζονται, ἐπέρχεται -ἀργὰ ἢ γρήγορα- ἡ τιμωρία καὶ τότε τὰ πράγματα εἶναι πολὺ σοβαρά.

            Ἴσως μία τέτοιου εἴδους «τιμωρία» νὰ ἀποτελεῖ ἡ διάσπαση τῆς ἑνότητας μέσα στὴν ἴδια τὴν Ὀρθοδοξία. Μήπως θὰ ἦταν φρονιμότερο, ἀντὶ νὰ γίνονται ἑνωτικὲς προσπάθειες μὲ τὰ ἀλλότρια δόγματα, οἱ ἰθύνοντες νὰ ἐνδιαφερθοῦν πρωτίστως γιὰ τὴν θεραπεία τῶν πληγῶν ποὺ ταλανίζουν τὸ Σῶμα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας; Ἡ κοινὴ λογικὴ ἀπαιτεῖ πρῶτα νὰ ἐργάζεται κάποιος γιὰ τὰ τοῦ οἴκου του, καὶ ἔπειτα νὰ στρέφεται πρὸς τοὺς ἄλλους οἴκους. Δὲν εἶναι ὥρα νὰ ἀφυπνισθοῦμε; Ὑπάρχει τὸ οὐκρανικό, ὑπάρχει τὸ ἡμερολογιακό. Δὲν θὰ μαγνητίσουμε τοὺς ἑτεροδόξους μὲ λόγια καὶ φιλοφρονήσεις, ἀλλὰ μὲ τὸ φωτεινό μας παράδειγμα. Εἴμαστε Φῶς; Ὅταν οἱ ἐκτὸς Ἐκκλησίας βλέπουν ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνα σύνολο ἀποδυναμωμένο καὶ διασπασμένο, πῶς θὰ μᾶς λάβουν σοβαρὰ ὑπ᾽ ὄψιν; Ἄν, πράγματι, ὑπάρχει θέληση γιὰ προσέγγιση, αὐτὴ δὲν θὰ ἐπιτευχθεῖ μὲ τὶς δημόσιες σχέσεις, οὔτε μὲ τὸ νὰ βάζουμε νερὸ στὸ κρασί μας, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὴν δική μας μετάνοια καὶ μεταμόρφωση. Καριέρα ὑπάρχει καὶ στοὺς ἑτεροδόξους. Οἱ Ὀρθόδοξοι, ἂν πράγματι, θέλουμε νὰ πείσουμε, ἔχουμε τὸ δικό μας «ὅπλο»· τὴν δυνατότητα τῆς ἁγιότητας, τὴν δυνατότητα τῆς μετοχῆς στὶς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς ἔχουμε τὴν Ὀρθοδοξία μας, αὐτὸ τὸ τέλειο τζιβαέρι ποὺ μᾶς δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεό. Δὲν χρειάζεται νὰ τὸ ἀλλοιώνουμε γιὰ νὰ ταιριάξει σὲ ἄλλες προτιμήσεις. Κάτι τέτοιο συνιστᾶ ὕβρη πρὸς Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς τὴν ἐμπιστεύθηκε. 

            Ἐν κατακλεῖδι, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ συνειδητὰ θρησκευόμενος ὀρθόδοξος λαὸς διχάζεται μέσα ἀπὸ τέτοιου εἴδους δημόσιες ἐκδηλώσεις, ἀπὸ ποιμαντικῆς καὶ πατρικῆς πλευρᾶς, ἀπαιτοῦνται ἐξηγήσεις. Ἔχουν ἄδικο οἱ Ἱεροὶ Κανόνες; Ἔχουν Βάπτισμα οἱ τοῦ Βατικανοῦ; Εἶναι προτιμότερη ἡ προσέγγιση μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ἀπὸ ὅ,τι αὐτὴ ἡ ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων; Θὰ ὑπάρξει κάποιος ἢ κάποιοι νὰ ἐργασθοῦν μὲ συνέπεια γιὰ αὐτήν;

            Ταῦτα γράφω μὲ πικρία, ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη καὶ ἀγωνία γιὰ τὸ μέλλον τῆς Ὀρθοδοξίας μας. 

† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ H΄ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

            Κάποιοι προβάλλουν τὸν Θεὸ σὰν τιμωρό. Ἄλλοι σὰν ἐντελῶς ἀδιάφορο καὶ ἀπόντα ἀπὸ τὶς ἐξελίξεις καὶ τὰ καθημερινὰ προβλήματα τῆς ἀνθρωπότητας. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, διὰ τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, βαδίζοντας τὴν μεσαία καὶ βασιλικὴ ὁδό, κηρύττει μεγαλοφώνως ὅτι «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν».

               Αὐτὸ τὸ βλέπουμε ξεκάθαρα μέσα ἀπὸ τὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ὅπου ὁ Χριστός, ἀνοίγοντας τὸ πάνσοφό Του στόμα, ἐκφώνησε τὴν πολὺ γνωστὴ καὶ ἰδιαιτέρως ἀγαπητὴ σὲ ὅλους μας παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη.

               Κάποιος ἄνθρωπος, κατεβαίνοντας ἀπὸ τὴν ὑψηλὴ Ἱερουσαλὴμ στὴν χαμηλὴ Ἱεριχώ, δέχθηκε ἄγρια ἐπίθεση ἀπὸ ληστές, οἱ ὁποῖοι ἀφοῦ τὸν τραυμάτισαν σοβαρά, τὸν καταλήστεψαν, ἀφήνοντάς τον κυριολεκτικὰ μισοπεθαμένο. Κατὰ ἀγαθὴ συγκυρία, κάποιος Ἱερέας πέρασε ἀπὸ τὸν δρόμο αὐτό, ἀλλὰ μόλις τὸν εἶδε, ἀμέσως ἔστριψε τὸ κεφάλι καὶ ἔφυγε μακριά του. Ὕστερα, πέρασε ἕνας Λευίτης. Οἱ Λευίτες ἦταν ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ καί, ἑπομένως, θὰ περιμέναμε ὅτι σὰν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ θὰ βοηθοῦσε τὸν τραυματία.Ἔφυγε, ὅμως, κὶ αὐτὸς δίχως νὰ δώσει σημασία. Τελικά, λίγο ἀργότερα περνάει ἀπὸ τὴν ὁδὸ ἕνας Σαμαρείτης. Οἱ Σαμαρεῖτες καὶ οἱ Ἰσραηλίτες ἔτρεφαν μεταξύ τους μεγάλη ἀντιπάθεια. Αὐτός, λοιπόν, ὁ Σαμαρείτης, βλέποντας τὸν ἐτοιμοθάνατο ἄνθρωπο, τὸν λυπήθηκε. Ἔτρεξε κοντά του, τοῦ καθάρισε τὶς πληγὲς μὲ λάδι καὶ κρασί, τὶς ἔδεσε γιὰ νὰ παύσει ἡ αἱμορραγία καὶ ἀφοῦ τὸν ἀνέβασε στὸ γαϊδουράκι του, τὸν ὁδήγησε στὸ πανδοχεῖο. Ἐκεῖ, τὸν περιποιήθηκε ἰδιαιτέρως. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, φεύγοντας, ἔδωσε στὸν ξενοδόχο δύο νομίσματα καὶ τοῦ εἶπε: «φρόντισε τὸν ταλαιπωρημένο ἄνθρωπο καὶ ἂν τυχὸν ξοδέψεις περισσότερα, ὅταν ξανὰ ἔρθω θὰ σ᾽ τὰ ξεπληρώσω. 

               κούγοντας μὲ προσοχὴ τὴν παραβολὴ αὐτή, κάνουμε εὔκολα μία συσχέτιση. Ὁ Καλὸς Σαμαρείτης εἶναι ὁ Γλυκύτατος Νυμφίος Χριστός, «ὁ εὐδοκήσας οὐκ ἐκ Σαμαρείας, ἀλλ᾽ ἐκ Μαρίας σαρκωθῆναι», ὅπως ἀναφέρεται στὴν ὑμνολογία. Ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος, τὸ θύμα τῶν ληστῶν, ὁ ἐτοιμοθάνατος τραυματίας, εἶναι ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς. Ὅταν ἀπὸ τὸ ψηλότερο σημεῖο, τὴν πνευματικὴ ζωή, πορευόμαστε πρὸς τὸ χαμηλότερο σημεῖο, τὴν κοσμικὴ ζωὴ καὶ τὶς ἀνθρώπινες ἐπιθυμίες, πέφτουμε θύματα τῶν πονηρῶν πνευμάτων, τὰ ὁποῖα μᾶς κατατραυματίζουν τὴν ψυχή –πολλὲς φορὲς καὶ τὸ σῶμα- καὶ ληστεύουν ὅ,τι καλὸ εἴχαμε ἀποκτήσει. Τὰ πονηρὰ πνεύματα, οἱ ἄτιμοι αὐτοὶ ληστές, μᾶς ἀφήνουν μισοπεθαμένους, πονεμένους, ἔρημους νὰ περιμένουμε μία χεῖρα βοηθείας. Ἔρχονται κάποια στιγμὴ δύο ἄνθρωποι στοὺς ὁποίους κάποτε εἴχαμε ἀκουμπήσει τὶς ἐλπίδες μας, ἀλλὰ τώρα οὔτε ποὺ μᾶς δίνουν σημασία. Βλέπουν, μὰ ἀποστρέφονται τὴν ταλαιπωρημένη ὕπαρξή μας. Ἔρχεται τότε ἕνας Ξένος, ἕνας Ἄγνωστος σὲ ἐμᾶς, τὸν Ὁποῖο ἐνῷ νομίζαμε ὅτι ξέρουμε, στὴν πραγματικότητα δὲν εἴχαμε δώσει στὸν ἑαυτό μας τὴν δυνατότητα νὰ Τὸν γνωρίσει οὐσιαστικά. Ἔρχεται ὁ Χριστός· καὶ ἔτσι ταλαιπωρημένους ὅπως μᾶς βλέπει, μᾶς σπλαχνίζεται καὶ μᾶς προσφέρει ἁπλόχερα πολύτιμη φροντίδα. Μᾶς ὁδηγεῖ στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία δέχεται τοὺς πάντες, σὰν ἄλλο «πανδοχεῖο», μᾶς περιποιεῖται καὶ στὴ συνέχεια μᾶς ἀναθέτει στὸν Λειτουργό, τὸν Ἀρχιερέα ἢ τὸν Ἱερέα. Τοῦ δίνει ἀφενὸς τὸν Λόγο Του, τὴν Ἁγία Γραφή, ἀφετέρου τὰ Ἱερὰ Μυστήρια. Μὲ αὐτά, τοῦ παραγγέλει νὰ μᾶς φροντίσει καὶ νὰ ἀποκαταστήσει τὴν ὑγεία καὶ τὴν ὡραιότητα τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ καὶ τοῦ σώματός μας σὲ κάποιες περιπτώσεις. Καὶ τὸν βεβαιώνει: «Λειτουργέ, ἂν κάποτε γιὰ νὰ βοηθήσεις αὐτὸν τὸν ταλαίπωρο ἄνθρωπο, ξοδέψεις καὶ θυσιάσεις πράγματα ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου, ἂν θυσιάσεις τὸν ἐλεύθερο χρόνο σου, τὸν χρόνο μὲ τὴν οἰκογένειά σου, τὴν ξεκούρασή σου ἢ ἀκόμη καὶ χρήματα, κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία θὰ σ᾽ τὰ ἀποδώσω ὅλα». 

               Βλέπουμε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὅτι ὁ Θεός, ὄχι ἁπλῶς μᾶς ἀγαπᾶ ὑπερβολικά, ἀλλὰ μᾶς διδάσκει τὴν ἀγάπη.  Ἐφαρμόζει τὴν ἀγάπη μὲ τὴν θυσία Του. Ἀγάπη δίχως θυσία δὲν νοεῖται. Ὁ Καλὸς Σαμαρείτης θυσιάζει τὸ πρόγραμμά του, θυσιάζει τὴν σωματική του δύναμη, θυσιάζει τὰ χρήματά του, θυσιάζει τὶς προκαταλήψεις Ἰουδαίων – Σαμαρειτῶν καὶ προσφέρεται ὅλος στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου δίχως νὰ περιμένει ἀντάλλαγμα. 

               Τὴν παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη μποροῦμε νὰ τὴν δοῦμε ἀπὸ δύο ὄψεις· ἀπὸ κάτω πρὸς τὰ πάνω, δηλαδὴ ἀπὸ τὴ θέση τοῦ τραυματία, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀνάγκη τῆς βοήθειας κάποιου πνευματικὰ ἀνωτέρου του καὶ ἀπὸ πάνω πρὸς τὰ κάτω, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ καθῆκον μας νὰ μιμηθοῦμε τὸν Χριστὸ καὶ νὰ θυσιαζόμαστε μὲ ἀγάπη γιὰ τοὺς συνανθρώπους μας.

               Εἶπα μόλις τώρα μία λέξη κλειδί: «νὰ μιμηθοῦμε». Ὁ Χριστὸς μᾶς τονίζει: «ἂν θέλετε νὰ εἶστε φίλοι μου, Ἐμένα νὰ μιμεῖσθε». «Ὅπως ἐγὼ ἔγινα πλησίον σας καὶ θυσιάσθηκα γιὰ ἐσᾶς, ἔτσι καὶ ἐσεῖς νὰ γίνετε οἱ πλησίον τῶν συνανθρώπων σας, δηλαδὴ νὰ τοὺς πλησιάσετε, καὶ νὰ θυσιάζεσθε γιὰ αὐτούς». Ἔτσι, οἱ ἄνθρωποι θὰ βλέπουν αὐτοὶ τὴν θυσία καὶ θὰ δοξάζουν τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμην!

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Z΄ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Ὁ Χριστὸς διαχρονικὰ μᾶς λέει: «Ἐγὼ εἶμαι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου· ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἀκολουθεῖ, δὲν θὰ περπατήσει στὸ σκοτάδι, ἀλλὰ θὰ ἔχει τὸ Φῶς τῆς Ζωῆς». Πολλοί, εἰδικὰ τὴν σήμερον ἡμέρα, ἀκόμη καὶ Χριστιανοί, βλέπουν τὰ πάντα γύρω τους μαῦρα. Οἱ αἰτίες εἶναι διάφορες. Ποιές νὰ πρωτο-απαριθμήσουμε; Τὴν οἰκονομικὴ δυσχέρεια; Τὴν ὁλοένα καὶ αὐξανόμενη ἐγκληματικότητα; Τὴν ἔλλειψη παιδείας; Τὸν πόλεμο ἢ μήπως τὴν ἀλύπητη ἐπίθεση τῶν Μέσων Μαζικῆς Ἐνημέρωσης; Γιατί, ὅμως, σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ βάρος ποὺ σηκώνουμε, νὰ προσθέτουμε καὶ τὸ βάρος τῆς μιζέριας καὶ ἀπαισιοδοξίας; Κάποιοι ἀπὸ ἐμᾶς εἴμαστε δεκαετίες ὁλόκληρες μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἔχουμε δώσει προσοχὴ στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ; «Ἐγὼ εἶμαι τὸ Φῶς», μᾶς λέει. Ἂς ἀνοίξουμε ἐπιτέλους τὰ μάτια μας νὰ δοῦμε τὸ Φῶς Του. Μετά, τὸ σκοτάδι θὰ εἶναι ἐντελῶς ξένο. Δὲν θὰ ἔχει χῶρο μέσα μας. 

               Κάθε φορὰ ποὺ ὁ Κληρικὸς πρόκειται νὰ διαβάσει τὸ Εὐαγγέλιο στὶς Ἀκολουθίες, λέει: «πρόσχωμεν!», τὸ ὁποῖο σημαίνει «ἂς προσέξουμε!». Γιατί νὰ προσέξουμε; Διότι, αὐτὸ ποὺ πρόκειται νὰ ἀκούσουμε εἶναι σοφό: «Σοφία. Ὀρθοὶ ἀκούσωμεν τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου». Οὐσιαστικά, κάθε φορὰ ποὺ πρόκειται νὰ ἀκούσουμε τὸ Ἅγιο Εὐαγγέλιο, ὁ Κληρικὸς μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι τὰ ὅσα θὰ ἀκούσουμε δὲν εἶναι ἁπλῶς ὡραῖα λόγια γιὰ νὰ γλυκάνουμε τὴν ἀκοή μας, ἀλλὰ λόγια θεϊκά, τὰ ὁποῖα ἔχουν τὴν δύναμη νὰ μεταμορφώσουν τὴν ὕπαρξή μας, ἂν τοὺς δώσουμε τὴν ἀπαραίτητη προσοχή.  

               Σήμερα, Κυριακὴ Ζ΄ Λουκᾶ, ἀκούσαμε ὅτι τοῦ Ἰαείρου, τοῦ ἄρχοντα τῆς συναγωγῆς τῆς Καπερναούμ, ἀσθένησε ἡ κόρη θανάσιμα. Κορίτσι ἦταν, μόλις δώδεκα ἐτῶν. Φοβήθηκε ἐκεῖνος, ἀλλὰ δὲν ἔχασε τὸ κουράγιο του. Ἔτρεξε στὸν Χριστὸ καὶ μπροστὰ σὲ πλῆθος κόσμου ἀδιαφόρησε ἐντελῶς γιὰ τὴν ὑψηλή του ἰδιότητα, ἔπεσε στὰ πόδια Του Κυρίου μὲ ταπείνωση καὶ Τὸν παρακάλεσε νὰ ἔλθει νὰ τὴν θεραπεύσει.  

               Κατὰ τὴν πορεία πρὸς τὸ σπίτι, ἡ διήγηση στρέφεται σὲ μία γυναίκα, ἡ ὁποία δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια ἔπασχε ἀπὸ αἱμορραγία. Ὅποια γυναίκα ἔφερε αὐτὴ τὴν ἀσθένεια, θεωροῦνταν μολυσμένη καὶ ἀπαγορευόταν νὰ βρίσκεται ἀνάμεσα σὲ πλῆθος κόσμου. Ἐντούτοις, ἡ γυναίκα αὐτή, γνωρίζοντας τὴν ἐκεὶ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, μπῆκε κρυφὰ ἀνάμεσα στοὺς συμπολίτες της καὶ γονατιστή –γιὰ νὰ μὴν φαίνεται- πλησίασε τὸν Χριστὸ καὶ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ συντριβὴ καρδιᾶς ἀκούμπησε τὴν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός Του.  Ἔλεγε μὲ ἀκράδαντη πίστη μέσα της: «ἀκόμη καὶ τὴν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός Του νὰ ἀκουμπήσω, θὰ σωθῶ ἀπὸ τὴν ἀρρώστια». Χάριν αὐτῆς τῆς ἀρρώστιας, εἶχε ξοδέψει ὅλη τὴν περιουσία της στοὺς γιατρούς, ἀλλὰ ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας της εἶχε ἐπιδεινωθεῖ. Μόλις, ὅμως, ἀκούμπησε τὸ θεῖο ἔνδυμα, αὐτομάτως ἡ πληγή της ἔκλεισε. Τότε, ὁ ψυχῶν καὶ σωμάτων Ἰατρὸς αἰσθάνθηκε δύναμη νὰ βγαίνει ἀπὸ πάνω Του καὶ στρεφόμενος πρὸς τὴν ἔντρομη γυναίκα, τῆς εἶπε μὲ πατρικὴ γλυκύτητα: «Νὰ ἔχεις θάρρος, κόρη μου. Ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε. Πήγαινε στὸ καλό». 

               Στὸ μεταξύ, εἶχαν καταφθάσει κάποιοι οἰκιακοὶ τοῦ Ἰαείρου καὶ μετέφεραν τὸ θλιβερὸ μήνυμα: «Τὸ κορίτσι πέθανε. Δὲν χρειάζεται νὰ ἐνοχλεῖς ἄλλο τὸν Διδάσκαλο». Σᾶς θυμίζει κάτι αὐτὴ ἡ σκηνή; Σίγουρα ὅλοι τὴν ἔχουμε ξαναδεῖ. Σίγουρα, σὲ ὅλους μας ἔχουν προσπαθήσει κάποιοι νὰ μᾶς ἀφαιρέσουν τὴν ἐλπίδα, λέγοντας: «ἡ κατάσταση εἶναι τελειωμένη, ἀποδέξου το καὶ μὴν τὸ κυνηγᾶς πιά». Ὁ Θεάνθρωπος τότε δίνει τὴν κατάλληλη ἀπάντηση καὶ στὸν Ἰάειρο καὶ στὸν καθένα μας ξεχωριστά: «Μὴν φοβᾶσαι. Μόνον πίστευε!».

               φοῦ φτάνουν στὸ σπίτι, ὁ Κύριος παίρνει στὸ δωμάτιο τοῦ νεκροῦ παιδιοῦ μόνο τοὺς γονεῖς καὶ τοὺς τρεῖς κορυφαίους τῶν Μαθητῶν, τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη. Τότε, κρατᾶει τὸ χέρι τῆς μικρῆς καὶ τὴν διατάζει ὅπως μόνο Ἐκεῖνος ἔχει τὴν ἐξουσία: «Παιδάκι μου, σήκω». Τὸ κορίτσι, πράγματι, ἀναστήθηκε, γιὰ νὰ δοῦμε γιὰ πολλοστὴ φορὰ ὅτι ὁ Ἰησοὺς Χριστὸς εἶναι ὁ Ἄρχοντας τῆς Ζωῆς καὶ ὁ Νικητὴς τοῦ θανάτου. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὅποιο καὶ ἂν εἶναι τὸ πρόβλημα ποὺ ἀντιμετωπίζουμε, ὅποια στενοχώρια καὶ ἂν προκύπτει, ἂς ἔχουμε ζωντανὴ τὴν πίστη μας καὶ τὴν ἐλπίδα μας στὸν Ἀναστάστα Χριστὸ καὶ ὅλα θὰ τὰ φέρει σὲ ἰσορροπία. Δὲν νοεῖται ἐμεῖς, τὰ παιδιὰ τοῦ Ἀνεσπέρου Φωτὸς νὰ βυθιζόμαστε στὸ σκοτάδι!

               χοντας ἐν συντομίᾳ ἀναφερθεῖ στὴν σημερινὴ περικοπή, θὰ ἤθελα νὰ ἐστιάσω σὲ δύο καταστάσεις στενὰ δεμένες μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση· τὴν ἀρρώστια καὶ τὸν θάνατο. Καὶ τὰ δύο αὐτὰ δὲν ὑπῆρχαν ἐξ ἀρχῆς στὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ προκλήθηκαν μὲ τὴν ἐξορία τῶν Πρωτοπλάστων. 

               σον ἀφορᾶ τὴν ἀρρώστια, τὸ πιὸ σημαντικὸ ζήτημα εἶναι ἡ ἀντιμετώπισή της. Ὁ ἀσθενὴς χρειάζεται νὰ ἐπιδείξει ἡρωισμό, νὰ καλλιεργήσει τὴν ἐλπίδα, νὰ  στραφεῖ  στὸν Θεὸ μὲ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη πάσῃ θυσίᾳ, ὅπως ἡ αἱμορροοῦσα. Πολλάκις ἔχουμε δεῖ, ὅταν οἱ γιατροὶ φτάνουν σὲ σημεῖο νὰ σηκώνουν τὰ χέρια ψηλά, ὁ Θεὸς νὰ ἀναλαμβάνει καὶ νὰ κάνει τὸ θαῦμα. Τὸ θαῦμα, βέβαια, δὲν δίνεται πάντοτε. Ὅπως καὶ νὰ ἔχει ὅμως, δόξα τῷ Θεῷ, διότι ὁ Θεὸς εἶναι Αὐτὸς ποὺ μᾶς δίνει τὰ πάντα, ὁ Ἴδιος καὶ μπορεῖ νὰ τὰ πάρει πίσω. Εἶναι πολὺ σημαντικό, τόσο ὁ ἀσθενὴς ὅσο καὶ οἱ ὑγιεῖς, ὅλοι νὰ εἴμαστε συνειδητοποιημένοι μὲ τὴν ἀλήθεια ὅτι κάποια στιγμὴ θὰ φύγουμε. Ἀκόμη καὶ ἂν ὁ ἀσθενὴς γίνει καλά, ὁπωσδήποτε κάποτε θὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό. Κανεὶς δὲν εἶναι αἰώνιος σωματικά. Αἰώνια εἶναι ἡ ψυχή μας, γιὰ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε πρωτίστως αὐτῆς τὴν ὑγεία. Ἡ ὑγιὴς ψυχὴ δίνει δύναμη στὸ σῶμα, ἀκόμη καὶ ὅταν ὑποφέρει ἀπὸ τὴν χειρότερη ἀσθένεια. 

               ρκετοὶ ἀπὸ ὅσους ἔρχονται ἀντιμέτωποι μὲ τὴν ἀσθένεια, στρέφονται κατὰ τοῦ Θεοῦ, Τὸν κατηγοροῦν ὅτι ἀπουσιάζει, ἢ ἀκόμη χειρότερα, Τὸν βλασφημοῦν. Τί κερδίζουν; Ἡ ἀσεβὴς ἀντιμετώπιση τῆς ἀσθένειάς τους γίνεται αἰτία νὰ γεμίζουν μὲ περισσότερο σκοτάδι τὴν ψυχή τους, νὰ ὑποφέρουν περισσότερο καί, τελικά, νὰ ὑποφέρουν καὶ μετὰ θάνατον.  Ἀντιθέτως, γιὰ τοὺς καλοπροαίρετους, ἡ ἀσθένεια γίνεται αἰτία γνωριμίας μὲ τὸν Θεό, μετανοίας, καθάρσεως, ἀγάπης, δοξολογίας καὶ πολλῶν στεφάνων. Μπορεῖ νὰ μὴν θεραπευθοῦν ποτὲ σωματικά, ἀλλὰ καὶ ὁ Παῦλος ποτὲ δὲν θεραπεύθηκε ἀπὸ τὴν ἀρρώστια ποὺ τὸν ταλαιπωροῦσε. Τρεῖς φορὲς παρακάλεσε τὸν Κύριο νὰ τὸν θεραπεύσει καὶ ἄκουσε τὸν Θεὸ νὰ λέει: «Σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρη μου, γιατὶ ἡ δύναμή μου τελειοποιεῖται μέσα στὴν ἀδυναμία». Γιὰ αὐτὸ ὁ Παῦλος ἔφτασε σὲ σημεῖο νὰ καυχιέται γιὰ τὰ παθήματά του, διότι μέσῳ αὐτῶν κατεσκήνωσε πάνω του ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. 

               Πολλὲς φορὲς ὁ ἀσθενὴς ἔχει γύρω του ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι τὸν διακονοῦν σὰν Ἄγγελοι, εἴτε αὐτοὶ εἶναι οἱ υἱοὶ, εἴτε οἱ γονεῖς, εἶτε φίλοι. Δὲν θὰ πῶ πολλὰ γιὰ αὐτοὺς τοὺς ἥρωες. Ἄσχετα μὲ τὴν ἀντίληψη ὅσων δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὸν Ζωοδότη Χριστό, οἱ ἄνθρωποι αὐτοί -ἀπὸ τοὺς ὁποίους σίγουρα πολλοὶ βρίσκονται ἀνάμεσά μας- ἔχουν μεγάλη εὐλογία καὶ λαμβάνουν τεράστιο ὄφελος ψυχῆς. Αὐτοί, κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία, μὲ πολλὴ χαρὰ θὰ ἀκούσουν ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κριτῆ: «Ἐλάτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατέρα μου. Ὥρα νὰ κληρονομήσετε τὴν ἐτοιμασμένη γιὰ ἐσᾶς Βασιλεία, διότι ἤμουν ἀσθενὴς καὶ μὲ περιβάλατε μὲ στοργή»!

               λοι οἱ ὑπόλοιποι, σὲ σχέση μὲ τὸν ἀσθενῆ, ἔχουμε καθῆκον πρωτίστως νὰ προσευχόμαστε ὑπὲρ αὐτοῦ, εἴτε νὰ γίνει καλά, εἴτε νὰ ἔχει τὴν δύναμη νὰ ὑπομείνει μὲ ἀνδρεία τὴν ἀσθένεια, εἴτε ἡ ἀσθένειά του νὰ ἀποβεῖ πρὸς πνευματικὸ ὄφελος τοῦ ἰδίου καὶ πολλῶν ἄλλων. Δὲν εἶναι λίγοι αὐτοὶ ποὺ στὴν ἀσθένειά τους γνώρισαν καὶ ἀγάπησαν τὸν Θεό. Εἴδαμε σήμερα δύο ξεκάθαρα παραδείγματα· τὴν αἱμορροοῦσα καὶ τὸν Ἰάειρο. Ἐπίσης, ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε ἐλεήμονες στὸν ἀσθενῆ, εἴτε βοηθῶντας τὸν νὰ προμηθευτεῖ τὰ φάρμακά του, εἴτε νὰ κάνει τὸ χειρουργεῖο του, εἴτε ἀκόμη προσφέροντάς του δύο λόγια στήριξης καὶ παρηγοριᾶς, κάνοντάς τον νὰ αἰσθανθεῖ χαρὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη μας. Αὐτὸ δὲν κοστίζει καθόλου. Ἀκόμη, πρέπει νὰ εἴμαστε σπλαχνικοὶ καὶ προσγειωμένοι. Ἡ ἀσθένεια εἶναι μέσα στὴ ζωὴ καὶ αὔριο μπορεῖ να ἔρθει σὲ ἐμᾶς. Μὴν νομίζουμε ὅτι εἴμαστε παντοδύναμοι. 

                Ἰάειρος μπορεῖ νὰ τὸ νόμιζε κάποτε. Ὅταν, ὅμως, εἶδε τὴν κόρη του νὰ πεθαίνει, συνειδητοποίησε ὅτι εἶναι πολὺ μικρὸς καὶ ἀσήμαντος. Συνειδητοποίησε ὅτι ἡ ἀσθένεια καὶ ὁ θάνατος δὲν κάνουν διακρίσεις. Δὲν κοιτοῦν ἂν εἶσαι δώδεκα ἢ ἐνενῆντα ἐτῶν, δὲν κοιτοῦν ἂν εἶσαι Πατριάρχης ἢ Μοναχός, οὔτε ἂν εἶσαι ἰσχυρὸς ἢ ἀδύναμος, μορφωμένος ἢ ἀγράμματος. Αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ τὸ ἔχουμε ὑπ’ ὄψιν μας. Καὶ βέβαια, γιὰ κάποιους ποὺ πιστεύουν ὅτι ὅλα τελειώνουν στὸν τάφο -ἢ στὸ τεφροδοχεῖο σύμφωνα μὲ τὴν ἀπαράδεκτη νέα «μόδα» τῆς ὑλιστικῆς κοινωνίας- ὅλα αὐτὰ δὲν ἔχουν καμία σημασία. Γιὰ ἐμᾶς, ὅμως, ποὺ πιστεύουμε στὴν Ἀνάσταση καὶ στὴν δικαία κρίση, σημαίνουν πολλά. Διότι, ἐκεῖνοι μὲν, ἀκόμη καὶ ἂν γνωρίζουν ὅτι αὔριο θὰ πεθάνουν, θὰ ποῦν «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκωμεν», δηλαδή, «ἂς φάμε, ἂς πιοῦμε, γιατὶ αὒριο στὸν τάφο θὰ βρεθοῦμε». Ἐμεῖς, ὅμως, ὅταν ἔχουμε τὴν μνήμη τοῦ θανάτου, θὰ προσέξουμε νὰ εἴμαστε δίκαιοι καὶ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι ὥστε, μέσα στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ, νὰ προσδοκοῦμε Ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.

               Κάποιος σοφὸς εἶχε πεῖ:

«Τὸν θάνατο νὰ σκέφτεσαι ἑφτὰ φορὲς τὴν ὥρα.

Ὑπῆρχαν κὶ ἂλλοι στὴ ζωή, μὰ δὲν ὑπάρχουν τώρα».

Αὐτὸ, ὄχι γιὰ νὰ πέσουμε σὲ ἀπόγνωση, ἀλλὰ γιὰ νὰ τρέξουμε μὲ φόρα πρὸς τὸν Θεό.

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ´ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970


γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Οἱ ἄνθρωποι πλασθήκαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ  γίνουμε συμμέτοχοι τῆς χαρᾶς Του. Μετὰ τὴν ἐξορία τῶν Πρωτοπλάστων, ὡστόσο, βρεθήκαμε ἔξω ἀπὸ τὸ φυσικό μας περιβάλλον, τὸν Παράδεισο. Καὶ ἐφόσον στερηθήκαμε τὴν χαρὰ τοῦ Παραδείσου, ἄρχισαν νὰ δημιουργοῦνται μέσα μας ὁ στεναγμός, ἡ λύπη καὶ ὁ πόνος, ἐνῷ ἐπίσης γίναμε ἀπόλυτοι κληρονόμοι τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος ἀποτελεῖ τὴν μεγαλύτερη αἰτία τοῦ ἀνθρώπινου πόνου, διότι σημαίνει στέρηση, σημαίνει ὅτι ἕνα ἀγαπητό μας πρόσωπο ἔκλεισε τὸν κύκλο του καὶ δὲν θὰ μποροῦμε πλέον νὰ ἀπολαμβάνουμε τὴν παρουσία του στὴ ζωή μας. Ὁ πιὸ ὀδυνηρὸς πόνος ποὺ μπορεῖ νὰ προκαλέσει ὁ θάνατος εἶναι αὐτὸς τῆς μητέρας ὅταν θάβει τὸ παιδί της, πόσο μάλλον ὅταν αὐτὴ ἡ μητέρα εἶναι καὶ χήρα καὶ δὲν ἔχει ἄλλα παιδιὰ ὡς στηρίγματα. 

            Τέτοια ἦταν ἡ μητέρα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Τὴν εἶδε ὁ Κύριός μας ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη Ναΐν, τὴν ὥρα ποὺ μὲ πλῆθος κόσμου ἡ μάνα ἐκείνη πορευόταν πρὸς τὸ νεκροταφεῖο γιὰ τὴν ταφὴ τοῦ μοναχογιοῦ της. Τί νὰ πεῖ κανεὶς σὲ μία τέτοια μάνα ποὺ κλαίει καὶ θρηνεῖ τὸν θάνατο τοῦ παιδιοῦ της; Μὲ ποιά δύναμη μπορεῖ κάποιος νὰ ἀρθρώσει λόγο προσπαθῶντας νὰ τὴν παρηγορήσει; Εἶναι δυνατὸν νὰ τῆς ἀπαλύνει τὸν πόνο, ἢ ἀκόμη περισσότερο νὰ τῆς ὑποδείξει νὰ ἠρεμήσει καὶ νὰ ἡσυχάσει; Δὲν γίνεται κάτι τέτοιο. Δὲν τὸ ἐπιτρέπει ἡ ἀνθρώπινη λογική, διότι ἡ μάνα γνωρίζει ὅτι πλέον δὲν θὰ ξανὰ δεῖ τὸν ἀγαπημένο γιό της.

            Σωστὰ ὅλα αὐτά. Ὅμως, ἦρθε ὁ Χριστὸς ἀνάμεσά μας καὶ ἔφερε τὴν ἀνατροπή. Ὁ Κύριος βλέποντας τὴν γυναίκα νὰ κλαίει καὶ νὰ ὀδύρεται, τὴν σπλαχνίσθηκε, τὴν πλησίασε καὶ τῆς εἶπε μὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν ἐξουσία ποὺ μόνο Ἐκεῖνος ἔχει: «Μὴν κλαῖς». Πού ἀκούσθηκε ξανὰ στὴν ἱστορία μία τέτοια φράση; Πουθενά. Καὶ αὐτὸ διότι μόνο ὁ Ἄρχοντας τῆς Ζωῆς, μόνο ἡ προσωποποίηση τῆς Ζωῆς καὶ τῆς Ἀνάστασης μποροῦσε νὰ πεῖ κάτι τέτοιο. Καὶ ἀφοῦ τῆς εἶπε νὰ μὴν κλαίει, τῆς ἀπέδειξε ὅτι ὁ σωματικὸς θάνατος δὲν εἶναι τὸ ὁριστικὸ τέλος, ἀλλὰ κοίμηση, ἀγγίζοντας τὸν νεκρὸ νέο καὶ διατάζοντάς τον: «Νεανίσκε, σὲ σένα λέω, σήκω». Καὶ ἀφοῦ σηκώθηκε ὁ νέος, ὁ Κύριος τὸν παρέδωσε στὴ μητέρα του νὰ τὴν στηρίζει. Οὐσιαστικά, ὅμως, τῆς προσέφερε κάτι πολὺ μεγαλύτερο∙ τὴν βεβαιότητα πὼς ὅ,τι καὶ νὰ γίνει πιά, ὁ θάνατος χωρίζει μόνο προσωρινὰ τοὺς ἀνθρώπους. 

            Αὐτὴ ἡ βεβαιότητα εἶναι ὁ πρῶτος καὶ κύριος λόγος ποὺ βαπτισθήκαμε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡ βεβαιότητα ὅτι ὅλοι μιὰ μέρα θὰ ἀναστηθοῦμε καὶ οἱ μὲν δίκαιοι θὰ κληρονομήσουν τὴν αἰώνια ζωή, οἱ δὲ ἄδικοι τὸ σκοτάδι τοῦ Ἅδη. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ βεβαιότητα μᾶς ἐπιβάλλει νὰ μὴν ἀπελπιζόμαστε ὅ,τι καὶ νὰ συμβεῖ γύρω μας. Ἐπιβάλλει ἀκόμη καὶ στὴ μάνα νὰ μὴν ἀπελπιστεῖ ἀκόμη καὶ ἂν δεῖ τὸν υἱό της νεκρό, διότι θὰ ἔρθει ἡ στιγμὴ ποὺ θὰ τὸν ξανὰ συναντήσει. Ἂν δὲν ἠλπίζαμε στὴν Ἀνάσταση, δὲν θὰ ὑπῆρχε λόγος νὰ βαπτισθοῦμε Χριστιανοί. Ἂν δὲν ἤμασταν Μαθητὲς Ἐκείνου, μόνο τότε θὰ μπορούσαμε νὰ ἀπελπιστοῦμε, διότι θάνατος θὰ σήμαινε τέλος ὁριστικό. Γιὰ ἐμᾶς, ὅμως, θάνατος σημαίνει μετάβαση στὴν ἀληθινὴ ζωή. Εἶναι δὲ ἡ μετὰ θάνατον ζωὴ ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἐπίγεια, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ ἐπίγεια ἀπὸ τὴν ζωὴ μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας. 

            Στὸ σημεῖο αὐτὸ, λαμβάνοντας τὴν ἀφορμὴ ἀπὸ τὸ ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Κύριός μας σπλαχνίσθηκε καὶ ἔσπευσε νὰ παρηγορήσει τὴν γυναίκα ἐκείνη μὲ τὸν δικό Του θεϊκὸ τρόπο, ἀναρωτιέμαι: ἐμεῖς, σήμερα, πῶς συμμετέχουμε στὸ πένθος τῶν συνανθρώπων μας; Ὅταν μαθαίνουμε γιὰ τὸν θάνατο κάποιου ἀδελφοῦ, πηγαίνουμε στὸ σπίτι καὶ συλλυπούμαστε. Προσευχόμαστε καὶ στηρίζουμε μὲ δύο καλὰ λόγια τοὺς οἰκείους, ἢ βρίσκουμε εὐκαιρία γιὰ ἀργολογίες; Ὕστερα, πηγαίνουμε στὴν κηδεία ἀπὸ φιλάνθρωπα καὶ φιλάδελφα αἰσθήματα, ἢ ὡς ἕνα ἀναγκαστικὸ κοινωνικὸ γεγονός; Ἡ κηδεία τελείωσε. Ὁ νεκρὸς ἔχει φύγει. Οἱ οἰκεῖοι, ὅμως, εἶναι ἀκόμη ἐδὼ καὶ πονοῦν. Ὁ νεκρὸς ζητᾶ τὶς προσευχές μας καὶ τὴν ἐλεημοσύνη μας γιὰ τὴν ἀνάπαυσή του. Οἱ οἰκεῖοι, ἄσχετα ἂν μπορεῖ νὰ μὴν τὸ παραδέχονται, ἢ νὰ μὴν τὸ συνειδητοποιοῦν, θέλουν τὴν στήριξη μας, τὴν στήριξη τῶν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν τους. Δὲν εἴμαστε Χριστιανοὶ μόνο γιὰ νὰ ἰδωθοῦμε  καὶ νὰ συμπροσευχηθοῦμε τὴν Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ συντρέχουμε στὶς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν στηρίζοντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Ἂν παρουσιασθοῦμε μόνο στὴν κηδεία καὶ μετὰ ἀδιαφορήσουμε, σίγουρα δὲν φερόμαστε κατὰ τὸ Θέλημα τοῦ Κυρίου. Οἱ οἰκεῖοι πονοῦν. Τί μποροῦμε νὰ κάνουμε; Μποροῦμε νὰ τοὺς ἐπισκεπτόμαστε τακτικὰ μεταφέροντάς τους λόγια Χριστοῦ; Μποροῦμε νὰ πάμε νὰ προσευχηθοῦμε μαζί τους; Μποροῦμε νὰ τοὺς μαγειρέψουμε τὸν πρῶτο καιρὸ ποὺ ἀκόμη οἱ ἴδιοι δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ τὸ κάνουν; Μποροῦμε νὰ κλέψουμε λίγο χρόνο νὰ τοὺς βοηθήσουμε σὲ τυχὸν ἐργασίες, ἐκκρεμότητες ἢ ἐτοιμασίες γιὰ τὰ ἐννιάμερα ἢ τὰ σαρὰντα; Ὅλα αὐτὰ μπορεῖ νὰ εἶναι ἁπλοϊκὰ γιὰ κάποιους, σίγουρα, ὅμως ὁ Θεὸς ἀναπαύεται σὲ αὐτὲς τὶς πράξεις ἀγάπης καὶ ἐνισχύει τὴν παρηγοριὰ στοὺς πενθοῦντας. 

            Ἐν κατακλείδι, ἐντύπωση προκαλεῖ καὶ τὸ κλείσιμο τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς ποὺ περιγράφει τὴν στάση τοῦ κόσμου ἀπέναντι στὸ θαῦμα. Ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς: «ὅλους τοὺς κατέλαβε φόβος καὶ δόξαζαν τὸν Θεὸ λέγοντας ὅτι μεγάλος Προφήτης ἀναδείχθηκε ἀνάμεσά μας καὶ ὅτι ἐπισκέφθηκε ὁ Θεὸς τὸν λαό Του». Καὶ γιατί προκαλοῦν αὐτὰ ἐντύπωση; Διότι ἔχουμε ἀπὸ τὴ μία τὸν ἁπλὸ ὄχλο νὰ βλέπει, νὰ διακρίνει καὶ νὰ κατανοεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ «Προφήτης μέγας», καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τοὺς εὐσεβιστὲς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους νὰ Τὸν κατηγοροῦν ὅτι τὶς θαυματουργίες τὶς κατορθώνει «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων», ἢ νὰ Τὸν συκοφαντοῦν, νὰ διασπείρουν ψεύδη ἐναντίον Του, νὰ σκέφτονται ὅτι «κάποιον δόλο ἢ σκοπιμότητα θὰ ἔχει γιὰ νὰ λέει καὶ νὰ κάνει ὅλα αὐτά», νὰ Τὸν θεωροῦν «ἄνθρωπο ἁμαρτωλό» καί, τέλος, νὰ ἐπιζητοῦν τὴν θανάτωσή Του. Οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ Γραμματεῖς ἔκριναν ἐξ ἰδίων τὰ ἀλλότρια. Δὲν μιλοῦσαν γιὰ νὰ προστατέψουν τὸ ποίμνιο, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔπασχαν ἀπὸ τὸν θανάσιμο φθόνο τους, καθὼς ἔβλεπαν ὅτι τὸ ποίμνιο πηγαίνει πρὸς τὸν ἀληθινὸ Ποιμένα, τὸν Κύριό μας, καὶ ὅτι ἔχαναν τοὺς ὀπαδούς τους. Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται διαχρονικά. Στὸ τέλος, αὐτοὶ ποὺ μένουν εἶναι ὅσοι ὑπηρέτησαν τὴν Ἀλήθεια. Οἱ λοιποὶ ἐξαφανίζονται.

             νοῦς μας, ἀγαπητοί, μιᾶς καὶ εἴμαστε Χριστιανοὶ καὶ ὑπηρετοῦμε Χριστό, νὰ εἶναι στραμμένος ὄχι δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ἀλλὰ σὲ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Ζωή. Τότε, ὅ,τι κακὸ καὶ νὰ συμβεῖ, θὰ μᾶς πλησιάσει καὶ θὰ μᾶς πεῖ: «Μὴν κλαῖς, εἶμαι δίπλα σου». 

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ 2025 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

 

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι φιλοσοφία, οὔτε ἰδεολογία, ἀλλὰ καρδιακὸ βίωμα καὶ τρόπος ζωῆς. Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι ἕνα ταξίδι μὲ ὁδηγὸ τὸν Χριστό. Γιὰ νὰ συμμετάσχουμε σὲ αὐτὸ τὸ ταξίδι, δὲν ἀπαιτοῦνται ἱκανότητες μεγαλύτερες ἀπὸ αὐτὲς τὶς ὁποῖες ὅλοι διαθέτουμε. Ὡστόσο, ὑπάρχουν δύο ἀπαραίτητες προϋποθέσεις: νὰ θέλουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Χριστό μας καὶ νὰ σηκώσουμε μὲ προθυμία τὸν Σταυρό μας. Αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς λέει ὁ Κύριος στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς μετὰ τὴν κοσμοχαρμόσυνη Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ: «ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, (πρῶτα) νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ σηκώσει τὸν Σταυρό του καὶ (τότε) νὰ μὲ ἀκολουθήσει».

             Πραγματικά, αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ εἶναι Χριστιανός, αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ ἀνήκει στὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας, στὸ πνευματικὸ στρατόπεδο καὶ στὴν μεγάλη οἰκογένεια ποὺ λέγεται «Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία», πρέπει νὰ εἶναι πολὺ συνειδητοποιημένος καὶ ἀποφασισμένος. Ἀποφασισμένος γιατί; Γιὰ νὰ ἀφήσει πίσω του τὸ ἐγωιστικὸ «θέλω». Ἀκούγεται ἴσως ξένο ἢ σκληρὸ αὐτὸ γιὰ κάποιους, ἀλλὰ σκεφτεῖτε τὸ διαφορετικά. 

            Σκεφτεῖτε ἕναν στρατιώτη κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς μάχης νὰ προβάλλει τὸ θέλημά του ἐνάντια στὶς ἐντολὲς τοῦ ἔμπειρου καὶ σοφοῦ στρατηγοῦ. Ὁ στρατιώτης αὐτὸς καὶ τὴν ζωή του θὰ χάσει καὶ κακὸ στὸ στράτευμα θὰ προκαλέσει. 

            Κατανοοῦμε, ἔτσι, γιατὶ ὁ Χριστὸς μᾶς καλεῖ νὰ ἀπαρνηθοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας καὶ νὰ συμμορφωθοῦμε μὲ τὸ Θέλημά Του. 

             Τί θέλει ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Χριστός; Τί διαβάζουμε στὸ Εὐαγγέλιο; «Ἂν θέλετε νὰ εἶστε φίλοι μου, ἐμένα νὰ μιμεῖσθε». Ὁ Θεός μας εἶναι Θεὸς τῆς θυσίας καὶ τῆς προσφορᾶς, καὶ αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε ἔμπρακτα. Καταδέχθηκε νὰ φορέσει τὸ ἔνδυμά μας, τὴν ἀνθρώπινη φύση, καὶ νὰ ὁδηγηθεῖ πάνω στὸν Σταυρό· θυσιάσθηκε γιὰ νὰ ζήσουμε ἐμεῖς. Ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε Θεία Λειτουργία θυσιάζεται καὶ μᾶς προσφέρει τὸ Πανάχραντον Σῶμα Του καὶ τὸ Πανάσπιλον Αἵμα Του. 

            Ἐφόσον, λοιπόν, εἶναι Θεὸς τῆς θυσίας καὶ τῆς προσφορᾶς, ἔτσι πρέπει νὰ εἴμαστε καὶ ἐμεῖς. Ἡ προσφορά, ἡ δοτικότητα καὶ ἡ θυσία δὲν περιορίζεται μόνο στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Δὲν προσφέρουμε στὸν συνάνθρωπο μόνο δίνοντάς του ἕνα κομμάτι ψωμί, οὔτε -στὴν χειρότερη περίπτωση- δίνοντας ἕνα ροῦχο τὸ ὁποῖο πάλιωσε καὶ δὲν τὸ χρειαζόμαστε πλέον. Προσφέρουμε καὶ μὲ δύο καλὰ λόγια ποὺ θὰ ἀφήσουμε νὰ βγοῦν ἀπ΄ τὴν καρδιά μας, δύο λόγια παρηγοριᾶς καὶ στήριξης. Προσφέρουμε καὶ ὅταν διαθέσουμε τὸν ἑαυτό μας γιὰ νὰ βοηθήσουμε ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἀνάγκη. 

            Ἡ προσφορὰ καὶ ἡ θυσία εἶναι Σταυρός. Καὶ βέβαια αὐτὸ ἰσχύει τόσο γιὰ τοὺς λαϊκούς, ὅσο καὶ γιὰ ἐμᾶς τοὺς ρασοφόρους. Τὸ ὅτι φορέσαμε τὸ τιμημένο ράσο δὲν σημαίνει ὅτι αὐτομάτως θυσιασθήκαμε. Ἂν φορέσαμε τὸ ράσο καὶ κοιτᾶμε πρῶτα τὰ τοῦ οἴκου μας καὶ μετὰ τὴν Ἐκκλησία, πρέπει νὰ ἐπαναπροσδιορίσουμε τὴ θέση μας, διότι, διαφορετικά, δὲν θὰ ἐπιτύχουμε. 

            Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι χάραξαν τὴν πορεία. Ἀνταποκρίθηκαν πλήρως στὸν εὐαγγελικὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ, ἀπαρνήθηκαν ὄχι μόνο τοὺς ἑαυτούς τους, ἀλλὰ καὶ τὶς οἰκογένειές τους, σήκωσαν τὸν Σταυρό τους, τὸν Σταυρὸ τῆς θυσίας, τῆς κούρασης, τῶν κινδύνων, καὶ Τὸν ἀκολούθησαν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ σαγηνεύσουν ὅλη τὴν οἰκουμένη. Καὶ ἀφοῦ σαγήνευσαν τὴν οἰκουμένη, ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλο -πλὴν τοῦ Θεολόγου Ἰωάννου- μαρτύρησαν, καθὼς ἦταν ἀπόλυτα βέβαιοι ὅτι μετὰ τὴν Σταύρωση ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση.

            Ὁ Χριστός, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, μᾶς καλεῖ νὰ σηκώσουμε τὸν Σταυρό μας, ἀλλὰ μᾶς δίνει καὶ τὴν δύναμη νὰ τὸν σηκώσουμε. Κανενὸς ὁ Σταυρὸς δὲν εἶναι μεγαλύτερος ἀπὸ τὶς δυνάμεις του καὶ αὐτὸ διότι ὁ Θεὸς μᾶς στηρίζει ἀκόμη καὶ στὶς πιὸ δύσκολες στιγμές: «καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουθενώσει». Καὶ τὸ ὅτι τὴν Σταύρωση ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση δὲν ἀφορᾶ μόνο τὴν κοίμησή μας, ἀλλὰ εἶναι ἕνα γεγονὸς ποὺ ἐπαναλαμβάνεται στὴ ζωή μας. Αὐτὴ ἡ Ἀνάσταση φέρνει στὴν ψυχὴ τὸ πλήρωμα τῆς χαρᾶς καὶ τῆς ἀγαλλίασης. 

            Δεῖγμα αὐτῆς τῆς Ἀνάστασης ποὺ ἀκολουθεῖ τὴν Σταύρωση, ἀποτελεῖ καὶ ἡ ἑορτὴ ποὺ σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἐνθυμεῖται καὶ τιμᾶ: ἡ ἑορτὴ τῆς Γ΄ Ἐμφανίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὸν οὐρανό, ἡ ὁποία συνέβη κατὰ τὴν διάρκεια Ἀγρυπνίας πρὸς τιμὴν τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μὲ τὸ πάτριο ἑορτολόγιο τὸ ἔτος 1925 στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Ὑμηττοῦ. 

            Τὸ γεγονὸς αὐτὸ στήριξε τοὺς εὐσεβεῖς Ὀρθοδόξους νὰ παραμείνουν στὴν παράδοση τῶν Πατέρων. 

            Ἔτσι ὅπως φάνηκε ὁλοφώτεινος ὁ Τίμιος Σταυρός, ἔτσι ὁλοφώτεινοι πρέπει νὰ εἴμαστε κὶ ἐμεῖς. Κὶ ἂν δὲν εἴμαστε, νὰ γίνουμε! Νὰ γίνουμε Φῶς Χριστοῦ. Μόνο ἂν ἔχουμε φῶς μέσα μας, θὰ μπορέσουμε νὰ τὸ μεταδώσουμε πρὸς δόξαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνηση, εἰς τοὺς ἀιώνας. Ἀμήν!

            Εὔχομαι ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας νὰ εἶναι πάντοτε γιὰ ἐμᾶς ὁ φάρος ὁ ὁποῖος θὰ ὁδηγεῖ τὴν πορεία μας πρὸς τὸν Οὐρανό, μέσα ἀπὸ τὴν Σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάσταση.                                  

 Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Λαμπροφοροῦσα σήμερα, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, τιμᾶ τὴν γέννηση τοῦ ἁγιωτέρου ἀνθρώπου ποὺ στόλισε μὲ τὸ πέρασμά του τὴν οἰκουμένη· τῆς γλυκείας Μητρὸς τοῦ Θεοῦ, τῆς Παναγίας μας, τῆς Παναχράντου Κόρης Μαριάμ. Γιὰ αὐτὴν τὴν ὑπέραγνη γυναίκα, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, δημιουργήθηκε ὅλος ὁ κόσμος. Γιὰ αὐτήν, σήμερα, πανηγυρίζει μαζὶ μὲ ἐμᾶς τοὺς χοϊκοὺς ἀνθρώπους ὅλο τὸ ἐπουράνιο σύστημα: οἱ Ταξιαρχίες τῶν Ἀσωμάτων, τὶς ὁποῖες ὑπερέβη στὴν ἁγιότητα, καὶ οἱ χοροὶ τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι γιὰ νὰ ἁγιασθοῦν καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν στὸν Οὐρανό, χρησιμοποίησαν ὡς μέσον ἐκείνην, τὴν νοητὴ κλίμακα.

             γέννηση τῆς Θεοτόκου, «χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οἰκουμένη», σύμφωνα μὲ τοὺς θεόπνευστους ὑμνογράφους τῆς Ἐκκλησίας μας. Εὔκολα κανεὶς μπορεῖ νὰ κατανοήσει τὸν λόγο: ἡ γέννηση τῆς Θεοτόκου προεκήρυξε τὴν γέννηση τοῦ Θεανθρώπου, καὶ αὐτὴ μὲ τὴν σειρά της, τὴν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἡ ὁποία ἐπῆλθε μὲ τὴν ζωοποιὸ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας, προηγηθείσης, βεβαίως, τῆς σταυρικῆς Θυσίας. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἡ σημερινὴ πανήγυρις βρίσκεται σὲ ἁρμονικὴ συζυγία μὲ τὸν Σταυρό, τὴν Ὕψωση τοῦ ὁποίου θὰ τιμήσουμε σὲ λίγες μέρες. Ἔτσι, λοιπόν, παρ' ὅτι Θεομητορικὴ ἑορτὴ ἡ σημερινή, οὔτε καταβασίες τῆς Θεοτόκου ψάλαμε, οὔτε ἀναγνώσαμε τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῶν θεομητορικῶν ἑορτῶν. Ἀλλὰ τί διαβάσαμε; Τὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς «πρὸ τῆς Ὑψώσεως», ἡ ὁποία ὀνομάζεται ἔτσι διότι μέσα στὴν ἑβδομάδα θὰ ἑορτάσουμε τὴν Παγκόσμιο Ὕψωση τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Γιὰ τὴν μεγάλη αὐτὴ ἑορτὴ μᾶς προετοιμάζει ἡ Ἐκκλησία, μιλῶντας μας σχετικὰ μὲ τὴν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ.

            Συγκεκριμένα, ἀκούσαμε σήμερα στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τὸν Κύριό μας νὰ προφητεύει τὴν Σταύρωσή Του μὲ μία παρομοίωση: «ὅπως, ὕψωσε ὁ Μωϋσὴς τὸ φίδι στὴν ἔρημο, ἔτσι πρέπει νὰ ὑψωθεῖ καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου». 

            ταν οἱ Ἰσραηλίτες, παρὰ τὶς τόσες εὐεργεσίες ποὺ εἶχαν δεχθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸν Μωϋσή, ἀγανακτοῦσαν καὶ ἔδειχναν ἀγνωμοσύνη, ὁ Θεὸς γιὰ νὰ τοὺς παιδεύσει, τοὺς ἔστειλε δηλητηριώδη φίδια. Ὅποιος δαγκωνόταν ἀπὸ τὰ φίδια αὐτά, πέθαινε ἀκαριαῖα. Ἡ συμφορὰ ξύπνησε τοὺς Ἰσραηλίτες ἀπὸ τὸν πνευματικὸ λήθαργο, ὥστε σπεύδοντας αὐτοὶ στὸν Μωϋσή, τοῦ ζήτησαν νὰ προσευχηθεῖ γιὰ νὰ λυτρωθοῦν. Ὁ Θεός, τότε, τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ὑψώσει ἕνα χάλκινο φίδι σὲ ξύλινο κοντάρι. Ὅσοι θὰ εἶχαν στραμμένο τὸ βλέμμα τους στὸ ὑψωμένο φίδι, δὲν θὰ κινδύνευαν νὰ πεθάνουν. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο λυτρώθηκε ὁ ἰσραηλιτικὸς λαός.

            Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀποτέλεσε προτύπωση τῆς ἀναγκαίας θυσίας τοῦ Θεανθρώπου γιὰ τὴν λύτρωση ὅλων μας ὄχι ἀπὸ τὸν σωματικό, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν πνευματικὸ θάνατο. Ὁ Χριστός, ὅταν ἦρθε, ὑψώθηκε στὸ Ξύλο τοῦ Σταυροῦ, μὲ ἀποτέλεσμα ὅσοι ἔχουμε στραμμένο τὸ βλέμμα μας πρὸς Αὐτόν, νὰ μῆν πεθαίνουμε ἀπὸ τὰ φαρμακερὰ φίδια τῆς ἁμαρτίας.

            ντύπωση προκαλεῖ τὸ ρήμα ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Χριστὸς γιὰ τὴν ἐπερχόμενη θυσία Του. Λέει ὅτι ΠΡΕΠΕΙ νὰ ὑψωθεῖ στὸ Ξύλο. Ἡ Σταύρωση -καὶ ἡ κατοπινὴ Ἀνάσταση βέβαια- ἦταν ὁ σκοπὸς γιὰ τὸν ὁποῖο ἔλαβε σάρκα ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Πρὸς αὐτὸν τὸν σκοπό, πρὸς αὐτὸ τὸ ὕψιστο καθῆκον, ὁ Θεάνθρωπος δὲν παρέκκλινε οὔτε στὸ ἐλάχιστο. Μᾶς δίδαξε μὲ τὸ παράδειγμά Του νὰ ἀνταποκρινόμαστε μὲ συνέπεια στὸ καθῆκον μας καὶ νὰ μὴν τὸ ἀποφεύγουμε, σύμφωνα μὲ τὴ συνήθεια τῶν ἡμερῶν μας. Τὸ μεγαλύτερο καὶ πρώτιστο καθῆκον μας εἶναι νὰ ζοῦμε ἀνάλογα μὲ τὴν ταυτότητά μας. Εἴμαστε Χριστιανοί, ἄρα ὀφείλουμε νὰ ζοῦμε ὅπως θέλει ὁ Χριστός. Αὐτὸ τὸ καθῆκον εἶναι τὸ κέντρο. Ὅλα τὰ ἄλλα περιστρέφονται γύρω ἀπὸ αὐτό. Αὐτὸ τὸ παράδειγμα μᾶς παρέδωσε καὶ ἡ σήμερον γεννηθεῖσα, Κυρία Θεοτόκος. Αὐτῆς ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. 

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

           Μέσα ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, ὅπου περιέχεται μία πολὺ διδακτικὴ παραβολή, βλέπουμε ξεκάθαρα τὶς συνέπειες τῆς ἀδιαφορίας, τῆς ὑποκρισίας καὶ τῆς ἀγνωμοσύνης.

            Κάποιος οἰκοδεσπότης φύτεψε ἀμπελώνα, τὸν ὀχύρωσε, τοῦ πρόσθεσε τὶς κατάλληλες ἐγκαταστάσεις καὶ ἀφοῦ τὸν ἀνέθεσε σὲ γεωργοὺς γιὰ νὰ τὸν περιποιοῦνται, ἔφυγε ἀπὸ ἐκείνη τὴν περιοχή.

            ταν ἔφτασε ἡ περίοδος τῆς συγκομιδῆς, ὁ κύριος τοῦ ἀμπελώνα ἔστειλε δούλους του γιὰ νὰ πάρουν τοὺς καρποὺς ποὺ τοῦ ἀναλογοῦσαν. Οἱ γεωργοί, ὄχι μόνο δὲν τοὺς σεβάσθηκαν, ἀλλὰ ἄλλον τὸν ἔδειραν, ἄλλον τὸν σκότωσαν καὶ ἄλλον τὸν λιθοβόλησαν. Μακροθύμησε, ὅμως, ὁ οἰκοδεσπότης καὶ ἔστειλε ἄλλους δούλους, περισσότερους ἀπὸ τὴν πρώτη φορά, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἔπαθαν τὰ ἴδια. Ἔφτασε, τότε, στὸ ἔπακρο τῆς μακροθυμίας ὁ καλὸς οἰκοδεσπότης, καὶ ἔστειλε στὸν ἀμπελώνα τὸν ἴδιο του τὸν υἱό, λέγοντας: «ὁπωσδήποτε θὰ ντραποῦν τὸν γιό μου». Πού νὰ ἤξερε, ὅμως, ὅτι εἶχε νὰ κάνει μὲ ἰδιοτελεῖς, ἀγνώμονες καὶ ἀμετανόητους ἀνθρώπους… Μόλις αὐτοὶ εἶδαν τὸν υἱό, εἶπαν μεταξύ τους: «ἦρθε ὁ κληρονόμος! Ἂς τὸν σκοτώσουμε γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε ἐμεῖς τὴν κληρονομιά». Ἀφοῦ, λοιπόν, τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπ΄ τὸν ἀμπελώνα, τὸν σκότωσαν. Στὸ κάτω-κάτω, εἶχαν συνηθίσει νὰ σκοτώνουν, καὶ δὲν τοὺς ἔκανε καμία αἴσθηση πιά.  

   Φτάνοντας σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο τῆς παραβολῆς, ὁ Κύριός μας ἀφήνει στοὺς ἀκροατές Του τὴν ἔκβαση τῆς ἱστορίας, γεγονὸς πολὺ σημαντικό, διότι βλέπουμε ὅτι ὁ λαὸς ὁ ἴδιος ἀναγνωρίζει τί εἴδους τιμωρία ἀξίζουν ὅσοι ὑποτιμοῦν τὴν μακροθυμία καὶ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ρωτάει λοιπόν: «Ὅταν ἔλθει ὁ κύριος τοῦ ἀμπελώνα, τί θὰ κάνει στοὺς γεωργοὺς ἐκείνους»;

   Ὁ κόσμος ἀπαντᾶ: «κακὴν κακῶς θὰ τοὺς ἀφανίσει καὶ τὸν ἀμπελώνα θὰ τὸν δώσει σὲ ἄλλους γεωργούς, οἱ ὁποῖοι θὰ δίνουν τοὺς καρποὺς στὸν καιρό τους».  

   Ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἐκφώνησε αὐτὴ τὴν παραβολὴ κατὰ κύριο λόγο γιὰ τοὺς σύγχρονούς Του Ἰουδαίους, κατὰ τρόπο προφητικό. Πράγματι, ὁ οἰκοδεσπότης εἶναι ὁ Θεός Πατέρας, ὁ ὁποῖος ἔδωσε τὸν μωσαϊκὸ νόμο στοὺς Ἑβραίους καὶ ὅλη τὴν εὐλογία ποὺ χρειάζονταν γιὰ νὰ ζήσουν θεάρεστα. Ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὅμως, ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς τοῦ Κυρίου, ἔπεσε στὴν οἴηση, πίστεψε, δηλαδή, ὅτι εἶναι ὁ καλύτερος λαὸς στὴ γῆ. Μάλιστα, ὄχι μόνο τὸ πίστεψε, ἀλλὰ ἀναπαύθηκε σὲ αὐτὴ τὴν ἰδέα τόσο πολύ, ποὺ ἡ οὐσιαστικὴ πνευματικὴ ζωή του μετατράπηκε σὲ ἄγονη καὶ τυπολατρικὴ τήρηση τοῦ νόμου. Ἀδιαφόρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ προσηλώθηκε στοὺς τύπους. Ἀδιαφόρησε τελείως γιὰ τὸν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου, ἔπαψε νὰ νοιάζεται νὰ προσφέρει τοὺς πνευματικοὺς καρποὺς στὸν Θεό. Παράλληλα, θεωροῦσε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πάντοτε «ὑποχρεωμένος» νὰ τὸν εὐλογεῖ, ἐνῷ κάθε φορὰ ποὺ ὁ ἴδιος δεχόταν τὴν εὐλογία, λίγο ἀργότερα στρεφόταν μὲ ἀγνωμοσύνη κατὰ τοῦ Θεοῦ. Στὴν προσπάθεια τοῦ Ἰδίου τοῦ Θεοῦ νὰ τὸν συνετίσει γιὰ νὰ σωθεῖ, στέλνοντας ξανὰ καὶ ξανὰ Προφῆτες, ἔμεινε ἀμετανόητος, ἀμετακίνητος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ σκοτισμένος. Καὶ ἔτσι σκοτισμένος ὅπως ἦταν, δὲν δίστασε οὔτε τὸν Θεάνθρωπο νὰ σταυρώσει, καὶ μάλιστα, «ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος», δηλαδή, ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῶν Ἱεροσολύμων. 

   Ὁ Θεός, σίγουρα, εἶναι Μακρόθυμος καὶ Πολυέλεος. Εἶναι, ὅμως καὶ Δίκαιος, γιὰ αὐτὸ καὶ ἀργὰ ἢ γρήγορα ἔρχεται ἡ στιγμὴ ποὺ ἡ ἀδικία λαμβάνει τὴν ἀνταπόδοση ποὺ τῆς ἀξίζει. Δὲν μποροῦμε νὰ παίζουμε μὲ τὸν Θεό. 

   πειδή, ὅμως, εἶναι πολὺ βολικὸ νὰ βλέπουμε αὐτὴ τὴν παραβολὴ μόνο σὲ σχέση μὲ τοὺς Ἐβραίους, καλὸ εἶναι νὰ δοῦμε τί ἔχει νὰ μᾶς διδάξει σὲ σχέση μὲ τὸν ἑαυτό μας. 

   Ὁ Θεὸς μᾶς ἔχει χαρίσει ὅλη τὴν εὐλογία. Ἐμεῖς, ὡς Χριστιανοί, ἔχουμε καθῆκον νὰ ἐργαζόμαστε μὲ ὅσα μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεὸς καὶ νὰ τοῦ ἀνταποδίδουμε τὴν εὐλογία Του μὲ τοὺς καρποὺς τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Ἀλήθεια, καὶ θέλω νὰ σκεφτοῦμε ὅλοι καλὰ αὐτὴ τὴν ἐρώτηση: ἔχουμε πνευματικὴ ζωή, ἢ ἀρκούμαστε στὸν κυριακάτικο ἐκκλησιασμὸ γιὰ νὰ λέμε ὅτι εἴμαστε Χριστιανοί; Ὁ Θεός, εἴτε ἀποστέλλοντας τοὺς δούλους Του, εἴτε ὁ Ἴδιος, κάποια στιγμὴ θὰ μᾶς ἐπισκεφθεῖ καὶ θὰ μᾶς ζητήσει καρπούς. Ἔχουμε νὰ Τοῦ προσφέρουμε, ἢ εἴμαστε μόνο γιὰ νὰ ἐκμεταλλευόμαστε τὸν πλούσιο ἀμπελώνα πρὸς τὸ συμφέρον μας; Καὶ ἂν κάποτε ἔρθει καὶ μᾶς ἐλέγξει, θὰ Τὸν ἀκούσουμε γιὰ νὰ διορθωθοῦμε, ἢ πάλι θὰ Τὸν σταυρώσουμε; 

   Εὐτυχισμένος καὶ εὐλογημένος ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐργάζεται μὲ συνείδηση νὰ προσφέρει καρποὺς στὸν Θεό. Ἔτσι, καὶ τὸν Θεὸ εὐαρεστεῖ καὶ τὴν εὐλογία Του αὐξάνει, καὶ τρέφεται καὶ ὁ ἴδιος ἀπὸ τοὺς καρποὺς καὶ ἀξιώνεται τῆς αἰωνίου ζωῆς. 

   Ποιοί, ὅμως, εἶναι αὐτοὶ οἱ καρποί; Πολὺ καὶ διάφοροι: ἡ μετάνοια, ἡ ἐξομολόγηση, ὁ ἀγώνας νὰ καθαρίσουμε τὴν ψυχή μας ὄχι μόνο ἀπὸ κακὲς πράξεις, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς ἁμαρτωλὲς σκέψεις, τὸ νὰ συγχωροῦμε καὶ νὰ ὑπομένουμε ὅσους μᾶς πικραίνουν, τὸ νὰ ἐπισκεφθοῦμε τὸν ἀσθενῆ καὶ νὰ τοῦ ποῦμε δύο λόγια παρηγοριᾶς, τὸ νὰ προσφέρουμε ἕνα ποτήρι νερὸ στὸν διψασμένο, τὸ νὰ σταματήσουμε τὴν ἄσκοπη καὶ μάταιη σπατάλη καὶ ἀντ΄ αὐτῆς νὰ κάνουμε ἐλεημοσύνη ἀποταμιεύοντας στοὺς Οὐρανούς, τὸ νὰ προσπαθοῦμε διαρκῶς νὰ ἐπικοινωνοῦμε μὲ τὸν Θεό, τὴν Παναγία καὶ τοὺς Ἁγίους, τὸ νὰ ἀπεγκλωβιστοῦμε ἀπὸ τὶς ὀθόνες καὶ νὰ δημιουργήσουμε σχέσεις μεταξύ μας ἐν Χριστῷ, τὸ νὰ διακονήσουμε ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἀνάγκη, τὸ νὰ εὐχαριστοῦμε γιὰ ὅλα τὸν Θεό, τὸ νὰ ἀγαποῦμε τὸν Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους μας.

   Καὶ τώρα ποὺ μάθαμε καὶ τοὺς καρπούς, ἀναρωτιέμαι ξανά: ὅταν ἔρθει νὰ μᾶς ζητήσει καρποὺς ὁ Θεός, θὰ ἔχουμε ἄραγε νὰ Τοῦ προσφέρουμε κάποιον; 

   Ἀκόμη καὶ ἂν τώρα εἶναι ἀρνητικὴ ἡ ἀπάντηση, ἀξίζει νὰ κάνουμε αὐτὴ τὴν ἐρώτηση κέντρο τοῦ καθημερινοῦ μας πνευματικοῦ ἀγώνα, ὥστε τὴν ὥρα ποὺ πρέπει, νὰ εἶναι θετική. 

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 17 Αυγούστου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ι´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

            Μετὰ τὴν ἔνδοξη Μεταμόρφωσή Του, ὁ Κύριος κατέβηκε ἀπὸ τὸ ὄρος Θαβὼρ καὶ Τὸν συνάντησε κάποιος ἄνθρωπος παρακαλῶντας Τον νὰ θεραπεύσει τὸν σεληνιαζόμενο υἱό του. Εἶπε δὲ ὅτι τὸν παρουσίασε καὶ στοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ δὲν κατάφεραν νὰ τὸν θεραπεύσουν, σὰν νὰ εὐθύνονταν οἱ Ἀπόστολοι καὶ ὄχι ἡ δική του ἀδύναμη πίστη. Ὁ Χριστὸς μὲ πικρία ἀπάντησε: «Ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! Ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; Ἕως πότε θὰ σᾶς ὑπομένω;». Τότε, ζήτησε τὸν νέο καὶ ἀφοῦ τὸν ὁδήγησαν μπροστά Του, διέταξε τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα νὰ φύγει ἀφήνοντας τὸν νέο ἐλεύθερο. Λίγο ἀργότερα, οἱ Ἀπόστολοι κατ’ ἰδίαν ρώτησαν τὸν Κύριο: «γιατί ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ βγάλουμε τὸ δαιμόνιο;». «Γιὰ τὴν ἀπιστία σας», τοὺς ἀπάντησε, «ἂν ἔχετε πίστη σὰν τὸν κόκκο τοῦ σιναπιοῦ, θὰ πεῖτε σὲ αὐτὸ τὸ βουνὸ «μετακινήσου ἀπὸ ἐδὼ ἐκεῖ» καὶ θὰ μετακινηθεῖ, καὶ τίποτα δὲν θὰ σᾶς εἶναι ἀδύνατο. Τὸ δὲ γένος αὐτὸ (τῶν πονηρῶν πνευμάτων) δὲν φεύγει παρὰ μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία».

            ντύπωση προκαλεῖ ἡ φράση τοῦ Κυρίου: «Ἕως πότε θὰ σᾶς ὑπομένω;». Τὸ κατανοεῖτε; Ὁ Παντελεήμων καὶ Φιλάνθρωπος Θεός, Ἐκεῖνος ποὺ ἀπὸ «ὑπερβάλλουσα ἀγαθότητα» ἔγινε ἄνθρωπος καὶ σταυρώθηκε γιὰ νὰ νικήσει μὲ τὴν Ἀνάστασή Του τὸν θάνατο, μᾶς λέει οὐσιαστικὰ ὅτι δὲν θὰ μᾶς ὑπομένει γιὰ πάντα. Ὅταν μᾶς ἔχει χαρίσει πλούσια τὴν εὐλογία Του κὶ ἐμεῖς συνεχῶς καὶ μὲ ἐπιμονὴ Τοῦ ἀνταποδίδουμε τὶς ἁμαρτίες μας, εἶναι φυσικὸ καὶ ἑπόμενο κάποια στιγμὴ νὰ ἀποστρέψει τὸ πρόσωπό Του. Καὶ ξέρετε τὶ λέει ο Δαυίδ∙ «ἀποστρέψαντος δὲ Σοῦ τὸ πρόσωπον (τὰ σύμπαντα) ταραχθήσονται». Βεβαίως, καὶ ἂν ἀκόμη ἀποστρέψει τὸ πρόσωπό Του καὶ ἀπομακρύνει τὴν εὐλογία Του, ἀπὸ φιλανθρωπία θὰ τὸ κάνει, μήπως καὶ καταλάβουμε τὶ χάσαμε καὶ νικήσουμε τὴν πώρωση τῆς ψυχῆς μας. Αὐτό, ὅμως, ποὺ μποροῦμε νὰ κάνουμε γιὰ νὰ κινήσουμε τὸ ἔλεός Του, εἶναι ἡ διάθεση μετανοίας καὶ ἡ τίμια προσπάθεια. Ὁ Χριστὸς ὅταν βλέπει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀγωνίζεται ἀληθινά, ποτὲ δὲν τὸν ἐγκαταλείπει. 

            Σημαντικὴ ἀναφορὰ στὴ σημερινὴ περικοπὴ γίνεται στὴν πίστη.Ἡ πίστη εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐννέα καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν εἶναι ἀνθρώπινη κατάκτηση. Ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νὰ ἀγωνισθεῖ γιὰ νὰ τὴν καλλιεργήσει, μέσω τῶν ἔργων τῆς ἀγάπης, τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς ἐν γένει ὑπακοῆς στὸ Θεῖο Θέλημα, ἀλλὰ μόνος του δὲν τὴν ἀποκτᾶ. Ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ τὴν προσφέρει στὸν ἄνθρωπο.  Πολλοὶ θέλουν νὰ δοῦν θαύματα γιὰ νὰ πιστέψουν. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἀρκετοὶ πίστεψαν ἀπὸ κάποιο θαῦμα, χάρη στὴν Οἰκονομία τοῦ Θεοῦ. Πρέπει, ὅμως, νὰ γνωρίζουμε ὅτι τὸ θαῦμα προϋποθέτει τὴν πίστη καὶ ὄχι ἡ πίστη τὸ θαῦμα. Ἡ πίστη προηγεῖται καὶ ἀκολουθεῖ τὸ θαῦμα, ὅσο καὶ ἂν αὐτὴ ἠ πραγματικότητα ἐνοχλεῖ κάποιους ἄγευστους πίστεως και Ζωῆς, οἱ ὁποῖοι ποτὲ δὲν κατέβαλαν κόπο γιὰ νὰ προσεγγίσουν τὸν Χριστό μας. 

            Σὲ αὐτὸ τὸν κόπο ἀναφέρεται ὁ Κύριος ὡς ὅπλο κατὰ τῶν πονηρῶν πνευμάτων, ὅταν λέει ὅτι αὐτὰ φέυγουν μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Ἡ προσευχὴ καὶ ἡ νηστεία εἶναι ὁ πνευματικὸς καὶ ὁ σωματικὸς κόπος ποὺ ἑλκύουν τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ διώχνουν τοὺς δαίμονες, ἐὰν βέβαια συνοδεύονται ἀπὸ τὴν ἀνάλογη ταπείνωση, διότι καὶ ὁ Ἄρειος νήστευε καὶ προσευχόταν, ἀλλὰ μὲ ὑπερηφάνεια∙ ὥσπου ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους αἱρετικούς. 

             προσευχὴ εἶναι γιὰ ὅλους ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ὅ,τι ἀκριβῶς καὶ τὸ ὀξυγόνο γιὰ τοὺς πνεύμονες. Δίχως αὐτήν, ἡ ψυχή μας ἀργοπεθαίνει, διότι ἡ προσευχὴ εἶναι ταυτισμένη μὲ τὴ Ζωή, εἶναι ἐπικοινωνία μὲ τὸν Δεσπότη Χριστό. Ἡ προσευχὴ ἀλλοιώνει καὶ χαριτώνει τὸν ἐσώψυχο κόσμο μας, μᾶς δίνει κουράγιο, ἐλπίδα καὶ εἰρήνη, μᾶς κάνει δυναμικότερους, ὥστε νὰ ἀντιμετωπίζουμε κάθε πρόβλημα ποὺ ἀναφύεται. Κάνουμε προσευχή; Ἢ ἀρκούμαστε στὶς δύο ὥρες τοῦ κυριακάτικου ἐκκλησιασμοῦ; Οἱ παλαιοὶ Χριστιανοὶ πήγαιναν στὴν Ἐκκλησία κάθε μέρα∙ τὸ πρωὶ γιὰ τὸν Ἑξάψαλμο, τὸ ἀπόγευμα γιὰ τὸν Ἑσπερινὸ καὶ τὸ βράδυ γιὰ τὸ Ἀπόδειπνο. Ἐμεῖς ποὺ δὲν πηγαίνουμε καθημερινὰ στὴν Ἐκκλησία, φροντίζουμε νὰ διαβάζουμε τὶς προσευχὲς αὐτὲς στὸ σπίτι; Ἂν ὄχι τὸν Ἐσπερινό, μποροῦμε τουλάχιστον νὰ διαβάζουμε τὸν Ἑξάψαλμο τὸ πρωὶ καὶ τὸ Ἀπόδειπνο μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς τὸ βράδυ, συνολικὰ μισὴ ὥρα τὴν ἡμέρα. Βέβαια, ἡ προσευχὴ δὲν περιορίζεται μόνο στὶς Ἀκολουθίες. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει: «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Ἂν καταφέρουμε νὰ προσευχόμαστε συνεχῶς, θὰ δοῦμε πόσο θὰ ἀλλάξει πρὸς τὸ καλύτερο ἡ καθημερινότητά μας, διότι ἡ προσευχὴ μᾶς ἐμποδίζει νὰ ἁμαρτήσουμε. Ἂν συνεχῶς λέμε τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», ἢ τὸ «Πάτερ ἡμῶν», ἢ ὁποιαδήποτε ἄλλη προσευχή, θὰ προσέξουμε πολὺ νὰ μὴν μιλήσουμε μὲ εἰρωνεία, νὰ μὴν φερθοῦμε ἀπότομα, νὰ μὴν νευριάσουμε, νὰ μὴν στενοχωρέσουμε κανέναν. Ἡ προσευχὴ γεμίζει τὴ ζωή μας μὲ Φῶς.

            πὸ τὴν ἄλλη, ἡ νηστεία εἶναι ἕνας εὐλογημένος περιορισμός. Μὲ τὴν νηστεία θέτουμε ὅρια στὸ τὶ καὶ πόσο θὰ φᾶμε, τὶ θὰ δοῦμε, τὶ θὰ ποῦμε, τὶ θὰ ἀγγίξουμε, τὶ θὰ ἀκούσουμε. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος θέτει ὅρια καὶ κινεῖται μόνο μέσα σὲ αὐτά, εἶναι πραγματικὰ ἐλεύθερος. Ὁ κόσμος θεωρεῖ ὅτι ἐλευθερία εἶναι νὰ κάνω ὅ,τι θέλω. Δὲν εἶναι ἔτσι, ὅμως. Αὐτὸς ποὺ πιστεύει κάτι τέτοιο, ἂν κάποια στιγμὴ δὲν μπορέσει νὰ κάνει ὅ,τι θέλει, θὰ δείξει ὅτι δὲν εἶναι παρὰ ἕνας ἀξιολύπητος δούλος στὸν ἑαυτό του. Ἡ νηστεία, λοιπόν, εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ἐλευθερίας καὶ κρατᾶ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα ἀνάλαφρα. Πιὸ εὔκολο εἶναι νὰ μὴν δεῖς κάτι, παρὰ νὰ τὸ δεῖς καὶ μετὰ νὰ ὑποφέρεις ποὺ τὸ εἶδες καὶ χάλασες τὴν πνευματική σου κατάσταση. Πιὸ εὔκολο εἶναι νὰ μὴν φᾶς περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι χρειάζεσαι, παρὰ νὰ φᾶς καὶ ὕστερα νὰ ὑποφέρεις ἀπὸ στομαχόπονο. Τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ ὅλες τὶς αἰσθήσεις. Ἡ νηστεία διατηρεῖ τὸν ἄνθρωπο δυναμικὸ καὶ τὸν ὠθεῖ σὲ δημιουργικὴ ἐγρήγορση.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, 

             Θεὸς αὐτὸ ποὺ θέλει ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ νὰ μᾶς στεφανώσει μὲ τὸ ἔλεός Του, εἶναι ἡ προθυμία καὶ ἡ ἐπιμονή. Μπορεῖ ὡς ἄνθρωποι νὰ ἔχουμε τὰ κενὰ καὶ τὶς ἀδυναμίες μας, τὴν ζήλεια, τὴν καχυποψία, τὴν ὑπερηφάνεια, καὶ νὰ σκεφτόμαστε πολλὲς φορὲς: «θὰ καταφέρω ἄραγε νὰ ἀπαλλαγῶ ἀπὸ αὐτά;». Ἂν καταφύγουμε μὲ πίστη στὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία, θὰ τὰ καταφέρουμε. Ἐμεῖς θὰ καταβάλουμε λίγο κόπο καὶ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς προσφέρει τὴν ποθητὴ λύτρωση. Ὅπως, ἄλλωστε, εἶχε πεῖ κάποιος Ὅσιος, «ἀδύνατο εἶναι ἐκεῖνον ποὺ πασχίζει ἐν ἀληθείᾳ νὰ σωθεῖ, νὰ μὴν τὸν ἐλεήσει ὁ Κύριος». Αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰώνας. Ἀμήν.


Μετ’ εὐχῶν,

 Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 10 Αυγούστου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Θ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

            Μετὰ τὸ θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντασχιλίων καὶ πλέον ἀνθρώπων, ὁ Χριστὸς διέταξε τοὺς Ἀποστόλους νὰ μεταβοῦν μὲ τὸ πλοῖο στὴν ἀπέναντι πόλη μέχρι νὰ ἀπολύσει τὸ πλῆθος. Ἀφοῦ ἔφυγε ὁ κόσμος, ὁ Χριστὸς μεταβαίνει σὲ κάποιο ὄρος ὅπου, μέσα στὴν ἀπόλυτη ἡσυχία τῆς βραδιᾶς, ἀρχίζει νὰ προσεύχεται. Τὸ συνήθιζε αὐτὸ ὁ Κύριός μας. Ζητοῦσε τὴν ἡσυχία γιὰ νὰ προσεύχεται στὸν Οὐράνιο Πατέρα γιὰ τὴν δική μας φώτιση, μετάνοια καὶ σωτηρία.

            Αὐτὴ τὴν ἡσυχία ἔμελλε νὰ ἀγαπήσουν ἀμέτρητοι Χριστιανοὶ καὶ Χριστιανὲς καὶ νὰ τὴν ἀναζητήσουν στὶς ἐρήμους καὶ στὰ Μοναστήρια, ὅπου ὡς κεντρικὴ ἀσχολία εἶχαν καὶ ἔχουν τὴν διὰ μέσου τῆς ἄσκησης καὶ τῆς ἐγκατάλειψης τῶν ἐγκοσμίων ἕνωση μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεό. Μακάριοι καὶ τρισευλογημένοι ὅσοι ἀγάπησαν καὶ ἀφιερώθηκαν στὴν ἡσυχία.

            Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἡσυχία τοῦ ὄρους ὅπου προσεύχεται ὁ Ἰησοῦς, οἱ Ἀπόστολοι ἀντιμετωπίζουν μιὰ ἄγρια θαλασσοταραχή. Ὁ ἄνεμος εἶναι ἀντίθετος πρὸς τὴν κατεύθυνσή τους, τὰ κύματα ὑψώνονται ἀπειλητικὰ καὶ ἡ σωτηρία τους εἶναι ἀβέβαιη. Ἄλλη μιὰ φορὰ εἶχε συμβεῖ αὐτό, ἀλλὰ τότε ἦταν καὶ ὁ Διδάσκαλος μαζί τους στὸ πλοῖο. Τότε εἶχε δώσει ἐντολὴ στὸν ἄνεμο καὶ στὴ θάλασσα νὰ ἠρεμήσουν καὶ ἐπικράτησε ἡ γαλήνη. Τώρα, ὅμως, δὲν εἶναι ἐκεῖ γιὰ νὰ τοὺς σώσει. Ἐπέτρεψε νὰ μείνουν μόνοι καὶ νὰ δοκιμασθοῦν γιὰ νὰ καταλάβουν τί σημαίνει ἀγώνας, τί σημαίνει ἀπουσία τοῦ Θεοῦ καὶ δύναμη τῆς πίστης. Μέσα σὲ αὐτὴ τὴ δύσκολη στιγμὴ τῆς ζωῆς τους, οἱ Μαθητὲς ἀναζητοῦν ἐντονώτερα τὸν Θεάνθρωπο. Φωνάζουν γιὰ βοήθεια, ἀλλὰ ποιός νὰ τοὺς ἀκούσει στὰ μισὰ τῆς θάλασσας καὶ στὸ σκοτάδι τῆς νύχτας; Κι ὅμως, κάποιος τοὺς ἀκούει∙ Ἐκεῖνος ποὺ πάντοτε ἀκούει ὅσους Τὸν ἐπικαλοῦνται καὶ τρέχει πρὸς ὅσους Τὸν καλοῦν.

            Τὴν ταραχή τους ἔρχεται νὰ μετατρέψει σὲ μεγάλο τρόμο ἕνα παράδοξο θέαμα: κάποιος περπατάει πάνω στὴ θάλασσα! «Φάντασμα;», σκέφτονται ἀμέσως. Ὥσπου ἀκούγεται ἡ γλυκιὰ φωνή Του: «Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε». Ὁ Κύριος εἶναι καὶ ἦρθε νὰ τοὺς σώσει γιὰ ἄλλη μιὰ φορά, καθὼς μόνοι τους δὲν μποροῦν νὰ σωθοῦν. Ἐκεῖνος εἶναι ὁ μόνος Σωτῆρας. 

            Ὁ πιὸ ἔνθερμος Μαθητής, ὁ Πέτρος, Τοῦ λέει: «διάταξέ με νὰ ἔρθω σὲ Ἐσένα». Τέτοια ἦταν ἡ λαχτάρα του γιὰ νὰ πλησιάσει τὸν Κύριο ποὺ δὲν εἶπε «διάταξέ με νὰ περπατήσω στὴ θάλασσα», ἀλλὰ «διάταξέ με νὰ ἔρθω σὲ Ἐσένα». «Ἔλα» τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Χριστός. Ἀμέσως, ὁ Πέτρος κατεβαίνει ἀπὸ τὸ πλοῖο καὶ περπατᾶ στὴ θάλασσα. Οὐσιαστικά, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ κατάφερε κάτι τὸ ἀκατόρθωτο. Προσέξτε. Ὄχι μόνος του, ἀλλὰ μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ μετὰ τὴν Ἀνάληψη ἐκφράζεται μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἀποστόλου καὶ τοῦ Ἐπισκόπου. Δυστυχῶς, πολλοὶ ἐνῶ βλέπουν τὸ καλὸ ἀποτέλεσμα τοῦ νὰ λαμβάνεις τὴν εὐλογία, τὸ ἀκατόρθωτο δηλαδὴ νὰ γίνεται κατορθωτό, σπεύδουν νὰ κινηθοῦν κατὰ τὴν ἀτομική τους βούληση, κάνουν ὅ,τι νομίζουν, ἀποφεύγουν τὴν ὑπακοή. Ἀκόμη, ὅμως καὶ σωστὰ νὰ εἶναι ὅ,σα κάνουν, τοὺς περιμένει ἡ πλήρης ἀποτυχία. 

            Ὁ  Πέτρος, λοιπόν, περπατᾶ στὴ θάλασσα καὶ πλησιάζει τὸν Χριστό. Ὕστερα, ὅμως, ἀρχίζει νὰ βάζει διάφορους λογισμοὺς στὸ μυαλό του∙ «ὤχ, εἶναι πολὺ δυνατὸς ὁ ἀέρας. Τί κάνω; Δὲν θὰ καταφέρω νὰ σταθῶ, θὰ πέσω!». Αὐτὰ σκεπτόμενος, πράγματι ἄρχισε νὰ βουλιάζει. ἂν καὶ δίπλα στὸν Χριστό, δείλιασε καὶ ἔπεσε. Ζήτησε τότε ἀμέσως τὴν βοήθειά Του: «Κύριε, σῶσον με!». Καὶ ὁ Φιλάνθρωπος Θεὸς ἅπλωσε τὸ χέρι Του καὶ τὸν σήκωσε γλιτώνοντάς τον ἀπὸ τὸν θάνατο. 

            Αὐτὲς οἱ δύο σκηνὲς ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο καθρεφτίζουν τὴν ζωὴ ὅλων μας. Ἀφενός, ὅταν ἀπουσιάζει ὁ Χριστὸς ἀπὸ κοντά μας, ἄγρια θαλασσοταραχὴ μᾶς ἀπειλεῖ καὶ κατανοοῦμε πόσο ἀδύναμοι εἴμαστε. Θλίψη καὶ φόβος γεμίζει τὴν ψυχή μας καὶ τὸ μόνο ποὺ μποροῦμε νὰ κάνουμε εἶναι νὰ ζητήσουμε τὴν βοήθεια Ἐκείνου ποὺ ἀνέβηκε στὸν Σταυρὸ γιὰ τὴν σωτηρία μας. Ἔρχεται, ἀργὰ ἢ γρήγορα, καὶ μᾶς διατάζει: Ποτὲ μὴν ἀπελπίζεστε. Θάρρος νὰ ἔχετε! Βλέπω τὰ βάσανά σας καὶ εἶμαι δίπλα σας.

            φετέρου, ὅπως ὁ Πέτρος, καὶ ἐμεῖς βλέποντάς Τον νὰ ἔρχεται ὡς Λυτρωτής, μὲ τὴν εὐλογία Του κατεβαίνουμε ἀπὸ τὸ πλοῖο καὶ ξεκινᾶμε τὸ ἀκατόρθωτο στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων∙ προχωροῦμε σὲ ἕναν ἀγῶνα ὑπὲρ φύσιν μὲ σκοπὸ νὰ φθάσουμε στὸν Θεὸ καὶ νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς θεοὶ κατὰ χάριν. Στὴν πορεία, ὅμως, ἐνδεχομένως λογισμοὶ νὰ πειράξουν τὸ μυαλό μας: «ἄραγε θὰ καταφέρω νὰ σταθῶ;». Ξέρετε, ὁ λογισμὸς ποὺ σπέρνει ὁ διάβολος χαρακτηρίζεται ἀπὸ τοὺς Πατέρες ὡς «μυρμηγκολέων». Στὴν ἀρχὴ εἶναι μικρὸς, ἀλλὰ ἂν δὲν τὸν διώξουμε ἀμέσως καὶ τὸν ἀφήσουμε νὰ μεγαλώσει, γίνεται λιοντάρι καὶ μᾶς τρώει. Ἔτσι καὶ τώρα, αὐτοὶ οἱ μικροὶ λογισμοὶ μποροῦν νὰ μᾶς ρίξουν στὴ θάλασσα τῆς ἀπελπισίας καὶ τοῦ θανάτου. Ἄν, ὅμως, καὶ ἐμεῖς σὰν τὸν Πέτρο ζητήσουμε τὴν βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό, Ἐκεῖνος θὰ ἁπλώσει φιλάνθρωπα τὸ χέρι Του, θὰ μᾶς σηκώσει καὶ θὰ μᾶς ὁδηγήσει μὲ ἀσφάλεια στὴν αἰώνια Ζωή. 

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος