† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2025

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ Α´ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς & Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

EKDILOSI AGION PATERON 14 of 83

 

Ἱερὸς Προσκυνηματικὸς Ναὸς Παναγίας Σουμελᾶ Ἀσπροπύργου

22.5/4.6.2025

Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Ὑπακούοντας στὴν προτροπὴ τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου: «μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ» (Εβρ. 13,7), συναχθήκαμε σήμερα στὸν ἱερὸ αὐτὸ χῶρο γιὰ νὰ ἀποδώσουμε ἐλάχιστο φόρο τιμῆς στοὺς Τριακοσίους Δέκα καὶ Ὀκτὼ Ἁγίους καὶ Θεοφόρους Πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ὁ λόγος αὐτῆς τῆς ξεχωριστῆς τιμητικῆς ἀναφορᾶς εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι φέτος συμπληρώθηκαν 1700 χρόνια ἀπὸ τὴν -κατὰ τὸ ἔτος 325- σύγκληση τῆς Συνόδου στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας.

            Θὰ ἤθελα στὴν ἀρχὴ τῆς παρούσας ὁμιλίας νὰ ἀναφερθῶ γενικὰ στὸν θεσμὸ τῶν Συνόδων. Μία σύνοδος ἀποτελεῖ τὴν συγκέντρωση ἀνθρώπων ἑνὸς συλλογικοῦ θεσμοῦ μὲ σκοπὸ τὴν συζήτηση καὶ τὴν ἀπὸ κοινοῦ ἐπίλυση προβλημάτων ποὺ ἀφοροῦν ἕνα σύνολο. Γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα, ἡ Σύνοδος σημαίνει ἀκριβῶς τὴν συγκέντρωση τῶν Ἀρχιερέων μίας τοπικῆς ἢ γεωγραφικὰ εὑρύτερης Ἐκκλησίας γιὰ τὴν λήψη ἀποφάσεων ποὺ ἀφοροῦν, μεταξὺ ἄλλων, τὴν ζωὴ τοῦ ποιμνίου, ζητήματα διοίκησης καὶ θέματα δογματικά. Εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴν συσχετίσουμε τὴν εὐλογημένη αὐτὴ πρακτικὴ τῆς συγκρότησης τῶν Ἱερῶν Συνόδων μὲ τὴν διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου μας: «Ὅπου εἰσὶ δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμὶ ἐν μέσῳ αὐτῶν» (Μτ. 18,20). Οἱ Ἅγιοι Πατέρες συνήχθηκαν στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ ἔχοντας τὸν Ἴδιο τὸν Κύριο ἀνάμεσά τους, ἐξέδωσαν τὶς θεόπνευστες ἀποφάσεις τους μὲ κύρος διαχρονικό. Ὡστόσο, πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι οἱ Ἅγιοι Πατέρες δὲν ἐγκαινίασαν οἱ ἴδιοι τὸν θεσμὸ τῶν Συνόδων, ἀλλὰ ὡς διάδοχοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἀκολούθησαν τὴν δική τους γραμμή. Ποιά ἦταν αὐτή; Τὸ νὰ ἀντιμετωπίζουν συνοδικὰ τὰ ὅποια ἀναφυόμενα προβλήματα, ὅπως ἀκριβῶς συνέβη κατὰ τὴν Ἀποστολικὴ Σύνοδο τοῦ 48 μ.Χ., ἡ ὁποία ἔδωσε λύση στὸ ζήτημα τῆς τήρησης τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου ἀπὸ τοὺς ἐξ ἐθνῶν Χριστιανούς.  

            Προκειμένου νὰ φθάσει ὁ λόγος στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, θεωρῶ χρήσιμη μία σύντομη ἀναφορὰ στὰ χρόνια ποὺ προηγήθηκαν αὐτῆς. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, λίγες δεκαετίες νωρίτερα, μαστιζόταν ἀπὸ τοὺς διωγμοὺς ποὺ ἐξαπέλυσαν κυρίως οἱ Αὐτοκράτορες Διοκλητιανὸς καὶ Μαξιμιανός. Ἐπίκεντρο τῆς λατρευτικῆς ζωῆς κατὰ τὴν περίοδο αὐτή, ἡ ὁποία μᾶς χάρισε ἀπειράριθμο πλήθος Μαρτύρων, ἦταν οἱ κατακόμβες, χῶροι λατρείας ὑπόγειοι καὶ μυστικοί, ποὺ ἐξυπηρετοῦσαν τὴν ἀσφαλῆ τέλεση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων τῶν Χριστιανῶν. 

            Ὅταν ὁ Μέγας καὶ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἔγινε συναυτοκράτορας μαζὶ μὲ τὸν Λικίνιο, συναποφάσισαν στὴν πόλη τῶν Μεδιολάνων τὸ ἔτος 313 νὰ θέσουν σὲ ἐφαρμογὴ τὴν ἀνεξιθρησκεία σὲ ὅλο τὸ ρωμαϊκὸ κράτος, γεγονὸς τὸ ὁποῖο εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν σταδιακὴ ἐξάπλωση τῆς χριστιανικῆς πίστεως. 

            Στὸ πλαίσιο τῆς ἐλεύθερης λατρείας, ἐκδηλώθηκαν ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας νέες αἱρετικὲς δοξασίες ποὺ προκαλοῦσαν σύγχυση καὶ διαιρέσεις. Μία ἐξ αὐτῶν προῆλθε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου ὁ πρεσβύτερος Ἄρειος, ἄνδρας πολὺ ἀσκητικὸς καὶ ἐξαιρετικὰ μορφωμένος, ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν ἀλαζονεία του «παραμορφώθηκε» καὶ ἄρχισε νὰ κηρύττει, παρὰ τὶς συστάσεις τοῦ Ἐπισκόπου του, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀποτελεῖ κτίσμα καὶ ὄχι τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα, προκειμένου νὰ κερδίσει ἔδαφος μεταξὺ τοῦ ποιμνίου, ἔγραψε ἄσματα μὲ τὶς αἱρετικὲς ἀντιλήψεις του γιὰ νὰ τὰ τραγουδᾶ ὁ ἁπλὸς λαὸς καὶ νὰ ἀφομοιώνει τὴν πλάνη. 

            Τὸ 324 ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἔγινε Μονοκράτορας τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καὶ ἐξ ἀρχῆς τίμησε τὸν Χριστιανισμό, θεωρῶντας τὸν ὡς τὸν κατάλληλο συνδετικὸ ἱστὸ ποὺ θὰ συνέβαλλε στὴν διατήρηση τῆς ἑνότητας τῆς Αὐτοκρατορίας. 

            Βλέποντας, ὥστόσο, ὅτι ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου ἀπειλεῖ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ κατ᾽ ἐπέκταση τῆς Αὐτοκρατορίας, γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία προσκάλεσε ὁ ἴδιος τοὺς Ἐπισκόπους τῆς Αὐτοκρατορίας σὲ Σύνοδο στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας, προκειμένου νὰ λυθεῖ τὸ ζήτημα τοῦ Ἀρειανισμοῦ καὶ νὰ ἐξασφαλισθεῖ ἡ ἑνότητα. 

            Οἱ συνεδριάσεις ξεκίνησαν τὸ 325, μὲ τὸν Αὐτοκράτορα παρόντα, νὰ ἐπιβλέπει τὸν διάλογο, μεσολαβῶντας γιὰ τὴν ἤπια διεξαγωγή του. Ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι εἶχαν ἴσες εὐκαιρίες στὸν λόγο καὶ στὴν λήψη τῶν ἀποφάσεων, σύμφωνα μὲ τὸν δημοκρατικὸ τρόπο τῆς συνοδικότητας, ὁ ὁποῖος πάντοτε πρέπει νὰ ἐπιδιώκεται καὶ νὰ μὴν ἀκυρώνεται σύμφωνα μὲ τὴν παπικὴ θεωρία τοῦ πρωτείου ἐξουσίας. Ἡ Ἐκκλησία μας ἀνὰ τοὺς αἰῶνες μιλᾶ συνοδικά, ὄρος ποὺ περιέχει μέσα του τὴν ἐλευθερία τῆς ἔκφρασης, τὸν ἀλληλοσεβασμὸ τῶν ἀπόψεων καὶ τὴν ἐπικράτηση τῆς πλειοψηφίας. 

            Μεταξὺ τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὑπῆρξε ἡ ἀπόρριψη τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ Ἀρείου, καθὼς ἡ διδασκαλία του ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀποτελεῖ κτίσμα τοῦ Θεοῦ, ἀκύρωνε τὴν σύνδεση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὑπάρχει πρόβλημα στὸ σωτηριολογικὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο: ἂν ὁ Θεὸς δὲν ἐνανθρώπησε, τότε ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ γίνει κατὰ χάριν Θεὸς καὶ μέτοχος τῆς σωτηρίας. Ἀπέναντι στὶς πλάνες τοῦ Ἀρείου, ἡ Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀπάντησε μὲ τὴν ἔκδοση τοῦ Συμβόλου Πίστεως τῆς Νικαίας, ὅπου ἀναφέρεται ὁ Χριστὸς ὡς «ὁμοούσιος τῷ Πατρί», δηλαδὴ τῆς ἴδιας οὐσίας μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα. Ὁ Χριστός μας, ἑπομένως, σύμφωνα μὲ τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος Ἄνθρωπος. 

          Στὸ Σύμβολο τῆς Νικαίας προστέθηκαν ἀπὸ τὴν Β´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως πέντε ἀκόμη ἄρθρα, καθιστῶντας σαφὴ τὴν δογματικὴ Ἀλήθεια τῶν σχέσεων τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τὸ Σύμβολο Νικαίας - Κωνσταντινουπόλεως εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τοὺς περισσότερους ὡς «Σύμβολο τῆς Πίστεως», ἤ, πιὸ ἁπλά, «Πιστεύω».

            Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ, ἡ Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος θέσπισε ἐπίσημα τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Ἁγίου Πάσχα γιὰ ὅλους τοὺς Χριστιανούς. Προέβη σὲ αὐτὴ τὴν κίνηση, διότι μέχρι τότε οἱ Χριστιανοὶ ἑόρταζαν αὐτὴ τὴν μεγίστη τῶν ἑορτῶν σὲ ξεχωριστὲς χρονικὲς περιόδους. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, εὐαισθητοποιημένοι γιὰ τὸ ζήτημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας τόσο στὴν πίστη, ὅσο καὶ στὴν λατρεία, θέσπισαν τὸ Πάσχα νὰ ἑορτάζεται ἀπὸ ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς τὴν Κυριακὴ μετὰ τὴν πρώτη πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας. Ἂν ὅμως ἡ πρώτη Πανσέληνος τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας συμπέσει ἡμέρα Κυριακή, ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα νὰ μετατίθεται τὴν ἀμέσως ἑπομένη Κυριακή. Βάσει αὐτοῦ τοῦ ὑπολογισμοῦ, τὸ Ὀρθόδοξο Πάσχα ἑορτάζεται πάντοτε μετὰ τὸ Πάσχα τῶν Ἑβραίων. Ποτὲ πρίν, ποτὲ ταυτόχρονα, ὅπως πράττουν οἱ παπικοί, παρὰ τὸν 7ο Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἀλλὰ καὶ αὐτὴ τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ Κύριος ἀναστήθηκε μετὰ τὸ ἑβραϊκὸ Πάσχα. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ἑνότητα στὴν λατρεία, ἀλλὰ δυστυχῶς ἡ μέριμνά τους αὐτὴ δὲν ἔγινε σεβαστὴ ἀπὸ λεγομένους χριστιανούς.

            Κατὰ τὴν ἱστορικὴ ἐπέτειο ποὺ ἑορτάζουμε, μὲ προβληματίζει ἡ ἑξῆς ἀπορία: εἴμαστε μὲ τοὺς Πατέρες; Κινούμαστε στὸ πνεῦμα τους; Συμμεριζόμαστε τὴν ἀγωνία ποὺ ἐπέδειξαν γιὰ τὸ καλὸ τῆς Ἐκκλησίας, ἢ ἁπλῶς στρουθοκαμηλίζουμε ἐπιθυμῶντας νὰ ξεχάσουμε ὅτι ὑπάρχουν προβλήματα ποὺ ἀναμένουν μία λύση; 

            Ἡ Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀποτέλεσε τὸ πρότυπο γιὰ τὶς ἑπόμενες Ὀκτὼ Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ὅλες μεγίστης σημασίας, οἱ ὁποῖες ἀποκρυστάλλωσαν τὰ δόγματα τῆς πίστης μας καὶ ἐπέφεραν, ἀργὰ ἢ γρήγορα, τὴν σταθερότητα καὶ τὴν εἰρήνη στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπορρίπτοντας τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες καὶ θέτοντας τοὺς αἱρετικοὺς στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. 

            Φθάνοντας στὸ σήμερα, ἔχουμε δεῖ πολλάκις ὅτι οἱ ἐπαφὲς σύγχρονων κληρικῶν καὶ λαϊκῶν μὲ ἑτεροδόξους, ὄχι μόνο δὲν περιορίζονται στὸ ἐπίπεδο τῶν ἀμφισβητούμενης ἀποτελεσματικότητος διαλόγων, ἀλλὰ προχωροῦν καὶ σὲ συμπροσευχές. Ἂν εἶναι αὐτὸ τὸ σωστό, τότε γιατὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐπέβαλαν τὰ ἀναθέματα σὲ ὅσους τόλμησαν νὰ στρεβλώσουν τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας;

            Βεβαίως, τὸ νὰ ἐπιθυμοῦμε ὅλοι νὰ ἐπανέλθουν στὴν Ὀρθοδοξία εἶναι καλὸ καὶ ἅγιο. Κάτι τέτοιο, ὅμως, θὰ ἐπιτευχθεῖ μόνο μὲ τὸν ἁγιοπνευματικὸ τρόπο ζωῆς -ὁ ὁποῖος δύναται νὰ λειτουργήσει σὰν πνευματικὸς μαγνήτης καὶ νὰ ἑλκύσει κάθε καλοπροαίρετο πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία- καὶ ὄχι μὲ τὶς δημόσιες σχέσεις καὶ τὶς ἐκπτώσεις στὴν πίστη.

            Οὔτε, βέβαια, ἡ ἀκραία συμπεριφορὰ κάποιων λεγομένων ὀρθοδόξων νὰ καταδικάζουν τοὺς πάντες εἶναι ἐπιθυμητὴ καὶ σύμφωνη πρὸς τὸ ἦθος τῶν Πατέρων. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μὲ εἰλικρίνεια ὅρισαν στὶς καθημερινὲς ἀκολουθίες καὶ σὲ αὐτὸ τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας νὰ προσευχόμαστε «ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως», σύμφωνα πάντα μὲ ὅσα ἐσφράγισαν οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι.

            Οἱ Πατέρες προτίμησαν τὴν μεσαία καὶ βασιλικὴ ὁδὸ τῆς διακρίσεως. Οὔτε παρέκκλιναν, οὔτε ὑπερέβαλαν. Ἡ μόνη τους ὑπερβολὴ ἦταν στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸ ποίμνιο· ἡ μόνη ἐπιτρεπτὴ ὑπερβολή, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς «ὑπερβαλλόντως ἠγάπησεν ἡμᾶς». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐμφορεῖται ἀπὸ αὐτὴ τὴν εἰλικρινῆ ἀγάπη, δὲν κινδυνεύει, ἀλλὰ πάντοτε ἔχει σύμμαχο τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος συνεργεῖ σὲ κάθε ἔργο ἀγαθό. 

            Σήμερα, 1700 χρόνια μετὰ τὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἀκόμη τιμοῦμε τοὺς Ἁγίους Πατέρες. Γιατί; Γιατὶ ἀγάπησαν Χριστό, ἀνέλαβαν μὲ ὑπευθυνότητα τὴν ὑψηλὴ ἀποστολὴ ποὺ τοὺς ἀνέθεσε ἡ Ἐκκλησία καὶ τὴν ἔφεραν εἰς πέρας. Δὲν ἔδωσαν «τοῖς βλεφάροις νυσταγμὸν» γιὰ νὰ φυλάσσουν τὰ λογικὰ πρόβατα. Ἀπέναντι στὶς μεγάλες ἀπειλές, δὲν σώπασαν, οὔτε ἔκαναν τὰ στραβὰ μάτια γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουν τὴν ἄνεσή τους. Ἀπεναντίας, ἀγωνίσθηκαν σθεναρῶς, καὶ κατάφεραν νὰ βάλουν στὴν θέση ποὺ τοὺς ἀνήκει τοὺς βαρεῖς προβατόσχημους λύκους. Γιὰ νὰ φθάσουν σὲ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδο, εἶχαν ἤδη διανύσει τὰ στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς: ἀποτίναξαν τὴν κακία, καθάρισαν τὴν καρδιά τους, ζώσθηκαν ὡς πανοπλία τὴν ἀρετὴ καὶ ἐξῆλθαν στὴ μάχη μὲ τὴν ρομφαία τῆς δικαιοσύνης καὶ τὴν περικεφαλαία τῆς ἀληθινῆς πίστης. 

            Οἵ Ἅγιοι Πατέρες μας, ἐμφορούμενοι ἀπὸ τὴν σοφία μὲ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς τοὺς προίκισε, ἀναδείχθηκαν στύλοι καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας. Δίχως στύλους δὲν στέκεται κανένα οἰκοδόμημα. Ἡ ἀλήθεια στηρίχθηκε και θὰ στηρίζεται εἰς αἰῶνας ἀιώνων διότι εὐτύχησε νὰ ἔχει ὡς στύλους της τοὺς Ἁγίους Πατέρες. Ἐκεῖνοι εἶναι οἱ καθοδηγητές μας, ποὺ μᾶς κατευθύνουν πρὸς τὴν ὁδὸ τῆς Κάθαρσης, τοῦ Φωτισμοῦ καὶ τῆς Θέωσης.

            Εἴθε τὴν ὁδὸ αὐτὴ νὰ κατορθώσουμε μὲ τὶς πρεσβεῖες τους νὰ διανύσουμε ἐπιτυχῶς, πρὸς δόξαν τοῦ Ἀνάρχου Πατρός, τοῦ Συνανάρχου καὶ Ὁμοουσίου Αὐτῷ Υἱοῦ καὶ τοῦ Συμπροσκυνουμένου καὶ Συνδοξαζομένου Παναγίου Πνεύματος. Ἀμήν.

Κυριακή 1 Ιουνίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α´ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ σύγκληση αὐτῆς ἀποτέλεσε πρωτοβουλία τοῦ Αὐτοκράτορα τῆς Νέας Ρώμης, Ἁγίου Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου, ὕστερα ἀπὸ ἕναν διχασμό, ὁ ὁποῖος ἦρθε νὰ ταλανίσει τὴν εἰρήνη ποὺ ἀπολάμβανε ἡ Ἐκκλησία λίγα χρόνια μετὰ τὴν ἐπίσημη λήξη τῶν μεγάλων εἰδωλολατρικῶν διωγμῶν.

               Ὁ διχασμὸς ξεκίνησε ὄχι ἀπὸ κάποιον κοσμικό, ὄχι ἀπὸ κάποιον ἄθεο, ἀλλὰ ἀπὸ ἕναν ἱερέα τῆς Ἀλεξάνδρειας, ἕναν πολὺ μορφωμένο καὶ ἀσκητικό, ἕναν «φωστήρα» καὶ «ὁμολογητὴ» στὰ μάτια πολλῶν ὀπαδῶν του, τὸν Ἄρειο. Ἀπὸ τὴν πολλή του μόρφωση εἶχε παραμορφωθεῖ καὶ πίστεψε ὅτι κατέχει τὸ ἀλάθητο, ὅτι εἶναι καλύτερος καὶ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπό του καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς κοινοὺς θνητούς. Τί ἔκανε λοιπόν; Ἄρχισε νὰ διδάσκει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι κτίσμα τοῦ Θεοῦ, ὅτι δὲν εἶναι τῆς ἴδιας οὐσίας μὲ τὸν Πατέρα, ἀλλὰ ὅτι μετεῖχε τῆς Θεότητας κατὰ χάριν, ὅπως ὅλοι ἐμεῖς μποροῦμε νὰ μετέχουμε. Οὐσιαστικά, ὁ Ἄρειος γκρέμισε τὴν γέφυρα τῆς σωτηρίας μας, χωρίζοντας τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸν Θεό. Μάλιστα, γιὰ νὰ κερδίσει ἔδαφος, συνέθετε ποιήματα μὲ τὶς αἱρετικὲς δοξασίες του, γιὰ νὰ τὰ τραγουδᾶ ὁ λαὸς καὶ νὰ μαθαίνει ἀβίαστα τὴν διδασκαλία του.

               Ὁ Ἐπίσκοπός του, Ἅγιος Ἀλέξανδρος, τὸν συμβούλευε, τοῦ ἔκανε συστάσεις, τὸν προειδοποιοῦσε. Ἐκεῖνος, ὅμως, εἶχε χαράξει τὴν ὁδό του: αὐτὴν τῆς ἀπωλείας. Δὲν καταλάβαινε τὴν τύφλωσή του ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία, ἀλλὰ πίστευε πραγματικὰ ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔκανε ἦταν θεάρεστο. Δύναται νὰ μᾶς θυμήσει πολλὰ αὐτὴ ἡ ἐπαναλαμβανόμενη στοὺς αἰῶνες ἱστορία.

               Ἐν τέλει, ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος, ὅπως προείπαμε, γιὰ νὰ διασφαλίσει τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ κατ’ ἐπέκτασιν τῆς Αὐτοκρατορίας, κάλεσε ὅλους τοὺς Ἀρχιερεῖς σὲ Σύνοδο γιὰ νὰ λυθεῖ τὸ μεγάλο αὐτὸ ζήτημα. Ἡ Σύνοδος συνέταξε τὸ πρῶτο Σύμβολο τῆς Πίστεως, διακηρύττοντας τὸν Χριστὸ Ὁμοούσιο μὲ τὸν Πατέρα καὶ ἀναθεματίζοντας τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου.

            Δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἀνάμνηση τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τιμᾶται μία ἑβδομάδα πρὶν τὴν Πεντηκοστὴ καὶ τὴν ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς δίδαξαν τὸν ὀρθὸ τρόπο νὰ δοξάζουμε καὶ νὰ λατρεύουμε τὴν Ἁγία Τριάδα. Δὲν μποροῦμε, λοιπόν, νὰ φτάσουμε στὴν ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἂν πρωτίστως δὲν σεβόμαστε καὶ δὲν ἀποδεχόμαστε μὲ ἐπίγνωση τὶς ἐπιταγὲς καὶ τὴ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων.

              Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα παραθέτει ἕνα τμῆμα ἀπὸ τὴν προσευχὴ τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ λίγο πρὶν τὴν σύλληψή Του ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους. Παραθέτω λίγες πολὺ σημαντικὲς φράσεις, ὅπως: «Τὸ ἔργο ποὺ Μοῦ ἀνέθεσες, τὸ ἔφερα εἰς πέρας», «Φανέρωσα τὸ ὄνομά Σου στοὺς ἀνθρώπους», «Πάτερ Ἅγιε, τήρησε αὐτοὺς στὸ ὄνομά Σου, γιὰ νὰ εἶναι ἕνα, ὅπως ἐμεῖς», «αὐτοὺς ποὺ μοῦ ἔδωσες, τοὺς φύλαξα». Μέσα ἀπὸ τὶς φράσεις αὐτὲς ἀντλοῦμε πολὺ δυνατὰ μηνύματα:

               Πρῶτον, ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει νὰ μὴν εἴμαστε εὐθυνόφοβοι. Ὁ Ἴδιος ἀνέλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα τὴν ὕψιστη ἀποστολὴ νὰ φανερώσει τὸ ὀνομά Του στοὺς ἀνθρώπους γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσει στὴ σωτηρία, καὶ τὴν ὁλοκλήρωσε. Δυστυχῶς, πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς θέλουμε ἐπίμονα τὴν ἀνάπαυσή μας μέσα ἀπὸ λίγες ἕως καὶ καθόλου εὐθῦνες. Ἂν σκέφτονταν ἔτσι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὁ ἀρειανισμὸς θὰ εἶχε ἐπεκταθεῖ πολὺ περισσότερο καὶ θὰ εἶχε δημιουργήσει ἀκόμη μεγαλύτερες καὶ ἀνεπανόρθωτες βλάβες στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ ἡ εὐθυνοφοβία καὶ ἡ ἀδιαθεσία γιὰ δράση εἶναι ποὺ φέρνει τὸ κακὸ διαχρονικά. Θυμᾶμαι μία πολὺ ἐπιτυχημένη φράση ποὺ ἔχει ὡς ἑξῆς: «Οἱ κακὲς ἐποχὲς δημιουργοῦν δυνατοὺς ἀνθρώπους. Οἱ δυνατοὶ ἄνθρωποι δημιουργοῦν καλὲς ἐποχές. Οἱ καλὲς ἐποχὲς δημιουργοῦν ἀδύναμους ἀνθρώπους. Οἱ ἀδύναμοι ἄνθρωποι δημιουργοῦν κακὲς ἐποχές». Ἡ ἀνάληψη τῆς εὐθύνης καὶ ἡ συνεπὴς ἐργασία μόνο καλὸ προσέφεραν διαχρονικά. Σὲ αὐτό, λοιπόν, ἔχουμε καθῆκον νὰ μιμηθοῦμε τοὺς Ἁγίους Πατέρες ἂν θέλουμε νὰ τοὺς τιμοῦμε ἀληθινά.

               Δεύτερον, ὁ Χριστὸς εἶχε ἀγωνία γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἦταν ὑπὸ τὴν εὐθύνη Του. Αὐτὴ τὴν ἀγωνία μιμήθηκαν καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Ἦταν αὐτὴ ἡ ἀγωνία παραγωγική. Μία ἀγωνία ποὺ τοὺς ὠθοῦσε νὰ προβαίνουν σὲ κατάλληλες πράξεις γιὰ νὰ διατηρηθεῖ, νὰ προοδεύσει καὶ νὰ αὐξηθεῖ τὸ ποίμνιο. Οἱ περισσότεροι ἀπὸ ὅσους ἀκοῦτε τὸ μήνυμα αὐτό, δὲν εἶστε ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶστε, ὅμως, γονεῖς. Ἔχετε ἀγωνία γιὰ τὰ παιδιά σας; Αὐτὴ ἡ ἀγωνία εἶναι ποὺ θὰ σᾶς ὠθήσει σὲ προσευχὴ θερμὴ καὶ καρδιακὴ γιὰ τὴν ἀσφάλεια καὶ πρόοδο τῶν παιδιῶν σας. Εἶναι αὐτὴ ποὺ θὰ σᾶς διδάξει τοὺς καλύτερους τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους θὰ ἀναθρέψετε ὑγιῶς τὰ παιδιά σας. Μὴν παρεξηγήσετε τὴν ἔννοια τῆς ἀγωνίας. Δὲν εἶναι γιὰ νὰ μᾶς δημιουργήσει φόβο καὶ ἀνασφάλεια. Εἶναι γιὰ νὰ μᾶς τονίσει τὴν φροντίδα καὶ τὴν ἐπιμέλεια ποὺ πρέπει νὰ δείχνουμε σὲ κάθε πτυχὴ τῆς ζωῆς μας.

               Τρίτον, ἐπιθυμία τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, τόσο μεγάλη καὶ σημαντική, ὥστε νὰ τὴν ἐκφράσει λίγο πρὶν τὸ ἑκούσιον Πάθος, ἦταν ἡ ἑνότητα τῶν παιδιῶν Του, τῶν Ἀποστόλων καὶ κατ’ ἐπέκτασιν ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Οἱ Ἀπόστολοι γνώρισαν τὸν Χριστό, γέμισαν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοὺς διατήρησε ἑνωμένους μέχρι τέλους, παρὰ τὶς ὅποιες ἐνδεχόμενες διαφωνίες. Ἡ διασάλευση τῆς ἑνότητας ἔγινε -καὶ γίνεται- ἀπὸ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν γνωρίσει στὴν καρδιά τους τὸν Χριστό, οὔτε εἶχαν φωτισθεῖ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐπρόκειτο γιὰ ἀνθρώπους μὲ ἐγωισμό, μὲ τὴν ἐπιθυμία νὰ φανοῦν πιὸ πνευματικοὶ καὶ ἐξυπνώτεροι. Ὅπου ὑπάρχει ἐγωισμός, δὲν ὑπάρχει ἀγάπη, διότι σὲ μία διαφωνία, ἡ ἀγάπη φέρνει τὴ λύση καὶ τὴν εἰρήνη στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις. Ὁ ἐγωισμός, ἀντιθέτως, ἐπιτείνει τὴ διαμάχη, διότι ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐπιτρέπει στὸν ἑαυτό του νὰ ὑποχωρήσει σὲ καμία περίπτωση, γιὰ νὰ μὴν χαλάσει δῆθεν ἡ εἰκόνα του. Εὔκολα κατανοοῦμε ὅτι ὁ ἐγωιστὴς δὲν κοιτᾶ μακροπρόθεσμα, στὴν ἐποχὴ μετὰ ἀπὸ αὐτόν, διότι εἶναι ἐγκλωβισμένος στὴ σφαίρα τοῦ ἑαυτοῦ. Ἴσως θεωρεῖ ὑποσυνείδητα ὅτι δὲν θὰ ὑπάρξει κὰν κόσμος μετὰ ἀπὸ αὐτόν, γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ αἱρετικὸς δὲν ἐνοχλεῖται καθόλου μὲ τὴν ἰδέα ὅτι διασπᾶ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Οὐσιαστικά, ἡ προσευχὴ τοῦ Κυρίου μας νὰ φυλαχθεῖ ἡ ἑνότητα, εἶναι μία προσευχὴ καὶ ἕνα ὅπλο κατὰ τοῦ ἀνθρώπινου ἐγωισμοῦ, τοῦ τυφλοῦ ἐγωισμοῦ, ὁ ὁποῖος ξεχνᾶ πὼς ἡ ἰσχὺς βρίσκεται ἐν τῇ ἑνώσει. Ξεχνᾶ πὼς ὁ Χριστιανισμὸς μεγαλούργησε καὶ κυριάρχησε ἐξαιτίας τῆς ἑνότητας τῶν Χριστιανῶν τὶς ἐποχὲς τῶν διωγμῶν.

               Μεγάλη καὶ ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι, ἑνωμένοι, ὅμως, ὑπὸ τὸν βασικότατο ὅρο τῆς ἀκέραιης πίστης στὰ διατεταγμένα καὶ παραδοθέντα ὑπὸ τοῦ Κυρίου, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Θεοφόρων Πατέρων, σύμφωνα μὲ τὸ Ὀρθὸ Δόγμα τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλου τύπου ἑνώσεις, ὅπως αὐτὲς ποὺ ἐπιδιώκει ἡ σύγχρονη αἵρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ μὲ τὸ πρόσχημα τῆς ἀγάπης καὶ δίχως τὴν ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν, δὲν ἔχουν θέση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Διαφορετικά, δὲν θὰ τιμούσαμε σήμερα τοὺς Ἁγίους Πατέρες, διότι ἂν ἡ μετάνοια τῶν αἱρετικῶν δὲν ἦταν ὑποχρεωτική γιὰ τὴν παραμονὴ στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, θὰ ἄφηναν ἀνενόχλητο τὸν Ἄρειο καὶ τὸν καθένα νὰ πιστεύει καὶ νὰ κηρύττει ὅ,τι θέλει. Κάτι τέτοιο –δόξα τῷ Θεῷ- δὲν συνέβη.

               Ἐν κατακλείδι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, κρατᾶμε ἀπὸ τὴν σημερινὴ ἑορτὴ σημαντικὰ ἐφόδια: μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐγωιστικὴ ἀπομόνωση, ὀρθὴ πίστη τῆς Ἁγίας Τριάδος γιὰ τὴν ὀρθὴ λατρεία τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐμπιστοσύνη στὸ συνοδικὸ σύστημα τῆς Ἐκκλησίας, ὑπευθυνότητα, παραγωγικὴ ἀγωνία καὶ ἑνότητα. Μὲ μία λέξη, ΑΓΑΠΗ. Εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὡς ἐκ τούτου, πάντα εἶναι δεμένη μὲ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Ὀρθοπραξία.

Ταῖς τῶν τριακοσίων δέκα καὶ ὀκτὼ Θεοφόρων Πατέρων πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 25 Μαΐου 2025

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΧΩΜΙΟΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ

 

Πήγαν κάποτε στο μοναστήρι του αγίου Παχωμίου μερικοί αιρετικοί ασκητές, που έκρυβαν μέσα τους τον λύκο κάτω από τρίχινα ενδύματα. Φτάνοντας στην πύλη, είπαν στους αδελφούς ότι τους έστελνε ο γέροντάς τους στον μέγα Παχώμιο, και πρόσθεσαν: «Πηγαίνετε λοιπόν να του πείτε· αν είσαι αληθινά άνθρωπος του Θεού και πιστεύεις ότι σε εισακούει ο Θεός, έλα να περάσουμε μαζί αυτόν τον ποταμό με τα πόδια, για να μάθουν όλοι ποιος από εμάς έχει μεγαλύτερη παρρησία προς τον Θεό».
Όταν οι αδελφοί τα είπαν αυτά στον Παχώμιο, εκείνος αγανάκτησε και τους είπε:
«Πέστε μου, καταδεχτήκατε ακόμη και να τους ακούσετε; Δεν ξέρετε ότι τέτοιου είδους προτάσεις δεν έχουν καμία σχέση με τον Θεό και είναι εντελώς ανάρμοστες όχι μόνο στη μοναχική ζωή, αλλά και σε κοσμικούς που σκέφτονται λογικά και είναι αληθινοί χριστιανοί; Ποιος νόμος δηλαδή μας επιτρέπει να προτείνουμε και να κάνουμε τέτοια πράγματα; Και τι είναι πράγματι πιο αξιοθρήνητο από αυτή την ανοησία, από το να αφήσω δηλαδή το πένθος για τις αμαρτίες μου και τη φροντίδα πώς να αποφύγω την αιώνια κόλαση και να παιδιαρίζω και να ασχολούμαι με τέτοιες προτάσεις;».
Τον ρώτησαν τότε οι αδελφοί: «Άρα λοιπόν αυτοί, επειδή είναι αιρετικοί και αποξενωμένοι από τον Θεό, γι’ αυτό τόλμησαν να σε προσκαλέσουν σε τέτοιο υψηλό κατόρθωμα;».
«Ναι», τους αποκρίθηκε, «αιρετικών είναι αυτή η πρόταση. Δεν διαβάσατε αυτό που λέει ο απόστολος· “Για τη σκληρότητα και την αμετανοησία τους, ο Θεός τούς παρέδωσε στη μωρία τους”; (Ρωμ. 2:5· 1:28) Αυτοί, κατά παραχώρηση Θεού, θα μπορούσαν ίσως να διαβούν τον ποταμό σαν να ήταν στεριά, καθώς τους βοηθά ο διάβολος, ο οποίος επιδιώκει να βεβαιωθούν για την ασεβή αίρεσή τους αυτοί που στηρίζονται σε αυτόν και να δώσει, με τη θεαματική αυτή πράξη, μιαν απόδειξη σε μερικούς από εκείνους που έχει ήδη εξαπατήσει. Εγώ όμως δεν έχω ανάγκη από κάτι τέτοιο. Πηγαίνετε λοιπόν έξω και πείτε τους· “Να τι σας απαντά ο δούλος του Θεού Παχώμιος: Ο δικός μου αγώνας και όλη μου η προσπάθεια δεν είναι να περάσω ποταμό με τα πόδια ή να πετάξω επάνω από βουνά ή να διατάζω θηρία, αλλά να έχω στη σκέψη μου την κρίση του Θεού και να υπερπηδώ τις παγίδες του διαβόλου με τη δύναμη του Κυρίου, ο οποίος μας έδωσε εντολή να πατάμε επάνω σε φίδια και σκορπιούς και σε όλη τη δύναμη του εχθρού (Λουκ. 10:19). Γιατί αν μου χαρίσει ο Κύριος αυτά, τότε θα ακολουθήσουν και όλα τα άλλα”».
Μετά από τα λόγια αυτά ο γέροντας συνέχισε προτρέποντας τους αδελφούς να μην υπερηφανεύονται για τα κατορθώματά τους, μήτε να επιθυμούν οπτασίες, μήτε να δοκιμάζουν τον Θεό ζητώντας του τέτοια πράγματα, γιατί είναι πολλές οι παγίδες του διαβόλου που μας πολεμά. Και πρόσθεσε ότι όλα αυτά είναι περιττά και επικίνδυνα για κάθε άνθρωπο, αφού και ο ίδιος ο Θεός Λόγος, ο Σωτήρας, είπε στον εχθρό διάβολο: «Δεν πρέπει να βάλεις σε δοκιμασία τον Κύριο, τον Θεό σου» (Ματθ. 4:7).

(Ευεργετινός, τόμος Γ΄, Υπόθεση ΛΕ΄, Ιστολόγιο: «μικρό ωρολόγιο», 15/05/2025)

Τετάρτη 2 Απριλίου 2025

ΟΣΟΙ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΩΜΕΝΟΙ (Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης)


«Όσοι από σας, Χριστιανοί, πηγαίνετε στην Εκκλησία του Χριστού, φυλαχθείτε καλά να μην είσθε διαιρεμένοι και χωρισμένοι μεταξύ σας, έχοντας έχθρες και μίση και διχόνοιες, αλλά να έχετε αγάπη και ομόνοια και συμφιλίωση, όλοι να έχετε το ίδιο φρόνημα, «πάντες το εν πνέοντες», όλοι να είστε σαν ένα σώμα και ένα πνεύμα, με μία ελπίδα της κλήσεώς μας, κατά τον Απόστολο. Και ας σας παρακινεί σ’ αυτήν την πνευματική αγάπη και ένωση αυτό το όνομα της Εκκλησίας στην οποία συναθροίζεστε, επειδή Εκκλησία σημαίνει ένωση και συγκέντρωση. Και καθώς αυτή ενώνει όλους εσάς τους Χριστιανούς σωματικά σε έναν τόπο και σας δίνει ένα κοινό λόγο της διδασκαλίας, έναν άγιον άρτο, το σώμα του Κυρίου, και ένα κοινό ποτήριο του αίματος του Χριστού, έτσι παρόμοια απαιτεί αυτή από εσάς να είσθε ενωμένοι κατά το πνεύμα, το φρόνημα και την διάθεση.

Για αυτό και ο μακάριος Παύλος θέλοντας να παρακινεί στην αγάπη και στην ένωση τους τότε Χριστιανούς συνήθιζε να αναφέρει συχνά το όνομα της Εκκλησίας· γι’ αυτό λοιπόν πότε μεν έγραφε·«Προς τους πιστούς της Εκκλησίας του Θεού στην Κόρινθο» (Α’ Κορινθίους, 1:2), πότε δε «Προς τις εκκλησίες της Γαλατίας» (Γαλάτας, 1:1), τα οποία ερμηνεύοντας ο Χρυσορρήμων, σχετικά με το πρώτο έλεγε· «Ονομάζει Εκκλησία Θεού, δείχνοντας ότι πρέπει να είναι ενωμένοι [..] διότι το όνομα της Εκκλησίας είναι όνομα ενώσεως και όχι διαχωρισμού»· και για το δεύτερο έλεγε· «Γι’ αυτό έβαλε και το όνομα της Εκκλησίας, για να τους κάνει να ντραπούν και να συγκεντρωθούν σε ένα· διότι όσοι είναι διαιρεμένοι σε πολλά μέρη, δεν μπορούν να ονομάζονται με αυτή την ονομασία· διότι το όνομα της Εκκλησίας είναι όνομα συμφωνίας και ομόνοιας».

Έξω λοιπόν από την Εκκλησία του Χριστού οι διχόνοιες, έξω οι έχθρες, έξω τα μίση και οι μνησικακίες·μέσα στην Εκκλησία του Θεού η ομόνοια, μέσα η αγάπη, μέσα η συμφωνία. Γι’ αυτό λοιπόν ένα από τα δύο από ανάγκη πρέπει να κάνετε, Χριστιανοί· ή να αφήνετε την έχθρα και το μίσος προς τους αδελφούς σας και τότε να μπαίνετε στην Εκκλησία του Θεού ή έχοντας μίσος και διχόνοια δεν είσθε άξιοι να μπείτε στην αγία Εκκλησία. Διότι Εκκλησία και έχθρα, Εκκλησία και μίσος, Εκκλησία και διχόνοια, είναι δύο άκρα αντίθετα, που δεν είναι δυνατόν να σμίξουν ποτέ.

(Απόσπασμα από το «Χρηστοήθεια Χριστιανών», του αγίου Νικόδημου του Αγιορείτη, σελ. 409-410).

Κυριακή 16 Μαρτίου 2025

Ὁμιλία Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ταλαντίου κ. Καλλινίκου στὸ Συνοδικὸ Συλλείτουργο τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας

 Καθεδρικὸς Ναὸς Ἁγίου Ἀθανασίου

Νέα Φιλαδέλφεια


Κυριακὴ, 24-02/09-03-2025

 

 

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ Πρωθιεράρχα τῆς Ἐκκλησίας μας κ.κ. Καλλίνικε,


Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς,


Τίμιον Πρεσβυτέριον,


Σεπτὴ διακονία,


Εὐσεβεῖς καὶ φιλέορτοι χριστιανοὶ,

ορτάζουμε σήμερα πανηγυρικὰ τὴν Ἀναστήλωση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων ἀλλὰ καὶ τὸν Θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ πασῶν τῶν αἱρέσεων. Ἡ Ζ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀπεφάσισε ὅπως προσκυνοῦνται οἱ ἱερὲς Εἰκόνες καὶ ἐν συνεχεία ἡ Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 843 μ.Χ ἐπεκύρωσε τὴν ἀπόφαση αὑτὴ.

 

kiriaki tis orthodoxias 1 877x620


Αὑτὴ δὲ ἡ μεγάλη νίκη κατὰ τῆς αἱρέσεως τῆς Εἰκονομαχίας ἑορτάστηκε πανηγυρικὰ γιὰ πρώτη φορά 25 ἔτη μετὰ τὴν ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων, τὸ Μεγάλο Σάββατο στὶς 19 Μαρτίου τοῦ 867. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἔγιναν τὰ ἀποκαλυπτήρια μίας ἀριστουργηματικῆς ψηφιδωτῆς εἰκόνας τῆς Θεοτόκου στὸν περίλαμπρο ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, ἡ ὁποία διασώζεται μέχρι σήμερα. Δυστυχῶς ἡ Εἰκονομαχία εἶχε ἀπογυμνώσει τοὺς ναοὺς ἀπὸ τὸν στολισμό τους, τὶς ἱερὲς εἰκόνες καὶ ἔπρεπε τὰ ψηφιδωτὰ καὶ οἱ εἰκόνες νὰ γίνουν ἐξ ὑπαρχῆς.


ργότερα δὲ ὁ ἑορτασμὸς μετατέθηκε στὴν πρώτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, τὴν Α΄ Κυριακὴ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τὴν σημερινὴ δηλαδή ἡμέρα Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Μὲ αὑτὸ μᾶς δείχνουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὅτι προϋπόθεση τῆς ὅλης πνευματικῆς καὶ ἀγιαστικῆς πορείας τῶν πιστῶν μέσα στὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν καὶ στὸν ἀγῶνα κατὰ τῶν παθῶν, εἶναι ἡ ὀρθὴ καὶ ἀληθινὴ πίστη, ἡ Ἀποκεκαλυμένη Ἀλήθεια.


 Ἐκκλησία μας μὲ τὶς ἀποφάσεις καὶ τὸν Ὅρο τῆς Ἁγίας Ἐβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀπέδειξε ὅτι ὅντως «ἡ τιμὴ τῆς εἰκόνος εἰς τὸ πρωτότυπον ἀναβαίνει», ὅπως χαρακτηριστικὰ ἀναφέρει ὁ Μέγας Βασίλειος. Γιὰ νὰ δοῦμε ὅμως σφαιρικὰ τὴν ὅλη ἰστορία περὶ τῶν Εἰκόνων, θὰ ἀνατρέξουμε στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία.


πὸ τὰ πρῶτα χριστιανικὰ χρὸνια οἱ πιστοὶ ἄρχισαν νὰ χαράζουν στὶς κατακόμβες καὶ στοὺς εὐκτηρίους οἴκους, ἀλλὰ καὶ νὰ κατασκευάζουν διάφορα πρωτοχριστιανικὰ σύμβολα, ὅπως τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τὸν ἱχθύ, τὸ περιστέρι, τὴν ἄγκυρα καὶ ἄλλα. Στὴν συνέχεια οἱ πιστοὶ τῆς Ἐκκλησίας μας μετὰ τὸ διάταγμα τῶν Μεδιολάνων τὸ 313 μ.Χ καὶ τὴν ὁριστικὴ ἐπικράτηση τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἄρχισαν νὰ εἰκονίζουν τὴν μορφὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀλλὰ καὶ τῶν πρώτων χριστιανῶν μαρτύρων. Ἔτσι ἐπεκράτησε σταδιακὰ ἡ εἰκονόγραφηση εἰκόνων στοὺς τοίχους τῶν πρώτων Ναῶν πλέον μετὰ τὸν 4ον αἱώνα μ.Χ., ἀλλὰ καὶ ἡ χρήση φορητῶν ἐγκαυστικῶν εἰκόνων.


μως οἱ πολύμορφες αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες προσπάθησαν νὰ γίνουν συγκάθεδρες τῆς Μίας καὶ Μοναδικῆς Ἀληθείας, ἀρχισαν νὰ ταλανίζουν τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὑστερα ἀπὸ τὴν παύση τῶν διωγμῶν τῶν τριῶν πρώτων αἱώνων καὶ τῶν ἀναταραχῶν στὴν Ἐκκλησία ποὺ προκάλεσαν οἱ μεγάλες αἱρέσεις, ἀπὸ τὸν Ἀρειανισμό, μέχρι καὶ τὸν Μονοενεργητισμὸ καὶ Μονοθελητισμὸ, ἀρχισαν πάλι οἱ διωγμοὶ κατὰ τῆς Ἀληθινῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἀπό τὴν εἰκονομαχικὴ ἐξουσία.


ναφέρει χαρακτηριστικὰ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὅτι: «Πόσοι ἐπολέμησαν τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ οἱ πολεμήσαντες ἀπώλοντο; αὕτη δὲ ὑπὲρ τῶν οὐρανῶν ἀναβέβηκε. Τοιοῦτον ἔχει μέγεθος ἡ Ἐκκλησία· πολεμουμένη νικᾷ· ἐπιβουλευομένη περιγίνεται · ὑβριζομένη, λαμπροτέρα καθίσταται· δέχεται τραύματα, καὶ οὐ καταπίπτει ὑπὸ τῶν ἑλκῶν · κλυδωνίζεται, ἀλλ' οὐ καταποντίζεται· χειμάζεται, ἀλλὰ ναυάγιον οὐχ ὑπομένει· παλαίει, ἀλλ' οὐχ ἡττᾶται· πυκτεύει, ἀλλ' οὐ νικᾶται. Διὰ τί οὖν συνεχώρησε τὸν πόλεμον; Ἵνα δείξῃ λαμπρότερον τὸ τρόπαιον.» (Ὁμιλία Εἰς Εὐτρόπιον, ΕΠΕ 33, 110).


Συνολικῶς ὑπῆρξαν 90 ἔτη περίπου διωγμῶν καὶ στὶς δύο φάσεις τῆς εἰκονομαχίας, ὅπου οἱ εἰκονομάχοι γιὰ περίπου ἐξήντα ἕτη ταλαιπώρησαν τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν Α’ περίοδο τῆς Εἰκονομαχίας (726-787 μ.Χ) καὶ γιὰ περίπου τριάντα ἕτη κατὰ τὴν Β’ περίοδο αὑτῆς (814-843 Μ.Χ).


 προσωρινὴ κατάπαυση τῶν εἰκονομαχικῶν ἐρίδων πραγματοποιήθηκε μὲ τὴν Ζ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ 787 μ.Χ ἐπὶ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ ΣΤ’ καὶ τῆς μητέρας του Εἰρήνης τῆς Ἀθηναίας καὶ ἡ ὁριστική κατάπαυση αὑτῶν τὸ 842 μ.Χ μὲ τὴν Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τὴν Αὐτοκράτειρα Θεοδώρα καὶ τὸν ἀνήλικο υἱό της Μιχαὴλ τὸν Γ΄.


 Ἁγία Θεοδώρα ἡ Αὐγούστα, ἡ ὁποία ἔζησε τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς της ὡς Μοναχή καὶ τὸ ἄφθαρτό της λείψανο εἶναι θησαυρισμένο στὴν Κέρκυρα, ὑπῆρξε σύζυγος τοῦ τελευταίου εἰκονομάχου Αὐτοκράτορα Θεοφίλου. Ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἀναστήλωσε τὴν Ὀρθοδοξία στὴν Ρωμαίϊκη Αὐτοκρατορία, χάρη σὲ αὑτὴν ἐπανῆλθαν Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς στοὺς Ἐπισκοπικοὺς θρόνους, ἀναστηλώθηκαν οἱ εἰκόνες στοὺς ναούς, ἐπαναφέρθηκαν σὲ ἰσχὺ οἱ ἀποφάσεις της 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐνῷ οἱ Εἰκονομάχοι ἀναθεματίσθηκαν.


Μὲσα σὲ αὑτὰ τὰ σχεδὸν 100 χρόνια ποὺ διήρκεσε ἡ περίοδος τῆς Εἰκονομαχίας, ἡ Ἐκκλησία ἀγωνίστηκε γιὰ νὰ διατηρήσει αὑτὴ τὴν Ἀλήθεια μέσα ἀπὸ τὴν ἀπεικόνιση τῆς ἱερᾶς μορφῆς τοῦ Σαρκωθέντος Ὑιοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν τιμὴ καὶ προσκύνηση στὶς ἐικονογραφημένες μορφές, τῶν εὐαρεστησάντων τὸν Τριαδικὸ Θεὸ, Ἁγίων.


Τὸ Συνοδικὸ τῆς σημερινῆς ἡμέρας ἀναθεματίζει ὅλους αὑτοὺς ποὺ δὲν προσκυνοῦν τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου, λέγει χαρακτηριστικά: «Εἴ τις οὐ προσκυνεῖ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ἐν Εἰκόνι περιγραπτὸν κατὰ τὸ ἀνθρώπινον, ἤτω ἀνάθεμα». Διότι προσκυνῶντας τὴν Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὁμολογοῦμε τὸ Θαῦμα τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως, τὴν πραγματικὴ Σάρκωση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ!


 θεία παρεμβολὴ τὼν Ὀρθοδόξων κατὰ τὴν περίοδο τῆς Εἰκονομαχίας προσπάθησε νὰ διαφυλάξει τὴν τιμὴ στὶς ἱερὲς Εἰκόνες. 100 χρόνια ὁλοκληρώθηκαν κατὰ τὸ παρελθὸν ἕτος ἀπὸ τὸ σχίσμα καὶ τὴν ἡμερολογιακὴ καινοτομία στὴν Πατρίδα μας, 100 χρόνια διαίρεσης καὶ διχοστασίας. Ἔτσι καὶ 101 χρόνια πριν, τὸ μικρὸ ποίμνιο, τὸ ἀκαινοτόμητο πλήρωμα ἀγωνίστηκε γιὰ νὰ διαφυλάξει ὁρθὴ καὶ ἀκέραιη τὴν πίστη στὸν Ὄρο καὶ τὶς ἀποφάσεις τῆς Ἁγίας Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅπου φέτος σημειωτέον συμπληρώνονται 1700 χρόνια ἀπὸ τὴν σύγκληση της.


να ἀπὸ τὰ ἀπόλυτα καὶ ἀδιαμφισβήτητα κριτήρια γιὰ τὴν ἐνότητα στὴν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ὀρθὴ πίστη, ἡ ὁποία βέβαια συνοδεύεται ἀπὸ ὀρθὰ καὶ ἐνάρετα ἔργα. Αὐτὴ ἡ ὀρθὴ πίστη στοιχειοθετεῖται ἀπὸ τὴν γνήσια ἀποστολικὴ διδασκαλία καὶ παράδοση ποὺ μεταδίδεται μέσῳ τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς μέχρι σήμερον μέσα στὸν θεματοφύλακα τῆς Ἀλήθειας, ποὺ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ ὑγιαίνουσα αὕτη ὀρθὴ διδασκαλία προϋποθέτει μεγάλους ἀγῶνες διὰ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως, τὴν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, τὸ μυστικὸ βίωμα τοῦ θείου ἔρωτος, τὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη καὶ προσφορὰ στὸν συνάνθρωπο καὶ ἔχει ἐσχατολογικὴ διάσταση εἰς τὴν Ἐπουράνιον Βασιλεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὑτὰ ἐδράζονται στὴν Ἀποκεκεκαλυμένη καὶ Μία Ἀλήθεια.


Γι’ αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια ἥρθε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὴ γῆ καὶ Σαρκώθηκε, γι’ αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια ὁδηγήθηκε στὸν Σταυρὸ καὶ στὴν Ἀνάσταση. Αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια προεφήτευσαν οἱ Προφήτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Γι΄ αὑτὴν τὴν ἀλήθεια μαρτύρησαν ὅλοι οἱ ἀπ’ αἱῶνος Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, απὸ τοὺς πρωτοχριστιανικοὺς μάρτυρες μέχρι καὶ τοὺς Μάρτυρες τῶν νεότερων χρόνων. Γι’ αὑτὴν τὴν ἀλήθεια ἀγωνίστηκαν οἱ Θεολόγοι Πατέρες κατὰ τὶς Οἰκουμενικὲς καὶ Τοπικὲς Συνόδους. Γι’ αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια καλούμαστε σήμερα καὶ ἑμεῖς ὅλοι νὰ δίνουμε Μαρτυρία καὶ Φῶς Χριστοῦ στὴ σύγχρονη ἐποχὴ τῆς ἀποστασίας καὶ τῆς διχόνοιας. Καὶ μὲ αὑτὴν τὴν Ἀλήθεια θὰ ζήσουμε αἱώνια ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.


Σήμερα ὅλοι οἱ Πρόμαχοι τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγάλλονται, εὐσεβεῖς Βασιλεῖς, Ἁγιώτατοι Πατριάρχες καὶ Ἀρχιερεῖς, Διδάσκαλοι, Μάρτυρες, Μοναχοὶ καὶ Ὁμολογητές, οἱ Ἅγιοι Πατριάρχες Γερμανός, Ταράσιος καὶ Μεθόδιος, ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης καὶ ὁ Ὁσιομάρτυς Στέφανος ὁ ὁμολογητής!


Καὶ μαζὶ τους ἀγάλλονται καὶ οἱ σύγχρονοι Ὁμολογητὲς τῆς Ἀληθείας, ἡ χορεία τῶν νεοφάνων μας Ἁγίων, ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος ὁ νέος Ὁμολογητής, ὁ Ὅσιος Ἱερώνυμος ὁ ἐν Αἰγίνῃ, ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Αἰκατερίνη ἡ ἐν Μάνδρᾳ, ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωσὴφ ὁ ἐκ Δεσφίνης, ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν Ἀμφιάλῃ ὁ νέος Ἐλεήμων, ὁ Ὅσιος Ἰερώνυμος ὁ ἐν Πάρνηθι ἀλλὰ καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Ἀρχιεπίσκοπος Σαγγάης ὁ Μαξίμοβιτς, ὁ Ἅγιος Φιλάρετος Ἀρχιεπίσκοπος Νέας Ὑόρκης ὁ Ὁμολόγητὴς καὶ ὁ Ἅγιος Γλυκέριος Ἀρχιεπίσκοπος Ρουμανίας.


Σήμερα ἡ μεγαλόφωνος τῶν Ὀρθοδόξων Σύναξη πανηγυρίζει διὰ τὴν Ἀναστήλωση καὶ Τιμητικὴ Προσκύνηση τῶν Εἰκόνων!


λλ’ ὧ Ἐνυπόστατε Ὑιὲ καὶ Λόγε τοῦ Θεοῦ Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὲ, ὁμοούσιε μὲ τὸν Ἀναρχον Πατέρα καὶ τὸ συγκάθεδρον Ἅγιον Πνεῦμα, καὶ ἐν Εἰκόνοις Περιγραπτὲ, ἐπίβλεψον ἐξ’ οὑρανοῦ καὶ ἵδε καὶ ἐπίσκεψον τὴν Ἄμπελον σου, τὴν Ἐκκλησίαν σου καὶ κατάρτισε αὑτὴν τὴν ὁποῖαν ἡ ἱδικὴ σου Δεξιὰ ἐφύτευσεν! Στερέωσον αὑτὴν στὴν Ἐνότητα, στὴν Ἀγάπη καὶ στὴν Ἀλήθεια!


Χρόνια μας Πολλά!  Καλὸ ὑπόλοιπο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς!

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2025

ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΦΡΟΝΗΜΑ

 Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα


 

+ Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος

          ΟΤΑΝ λέγουμε Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα δὲν ἐννοοῦμε ἁπλῶς τὴν ἀπόκτηση καὶ κατοχὴ θεωρητικά, γνωσιολογικὰ καὶ ἰδεολογικὰ τῶν ἀρχῶν τῆς Πίστεως καὶ τῆς Ζωῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἀπὸ τὸν κάθε ἕναν ἀπὸ μᾶς. Ἀλλὰ ἐννοοῦμε κάτι βαθύτερο, μία διαρκῆ στάση καὶ πορεία ζωῆς ἡ ὁποία εἶναι ἐμποτισμένη ἀπὸ τὸ Ἦθος τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ αὐτὸ τὸ Ἦθος ὁ φορέας του τὸ ἐκφράζει καὶ τὸ ἐκδηλώνει σὲ κάθε λεπτομέρεια τῆς ζωῆς του.

            Ἐφ’ ὅσον, θεία Χάριτι, εἴμαστε καὶ ἀνήκουμε στὴν ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἀποτελοῦμε «μέλη»1 τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ «κλήματα»2 τῆς Ζωοποιοῦ Θείας Ἀμπέλου. Ἀναγεννηθήκαμε στὴν ἴδια Κολυμβήθρα, δεχθήκαμε τὴν αὐτὴ Σφραγῖδα τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ κοινωνοῦμε τὰ αὐτὰ Θεῖα καὶ Ἄχραντα Μυστήρια τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ μας. Ὁ αὐτὸς θεῖος Εὐαγγελικὸς λόγος τρέφει τὶς ἀκοές μας καὶ ζωογονεῖ τὶς ψυχές μας, οἱ ἴδιες ἅγιες Ἀρετὲς μᾶς διαπερνοῦν, τὰ αὐτὰ ὑψηλὰ ἰδανικὰ μᾶς ἑλκύουν, τὴν αὐτὴ θεία ὁδὸ πρὸς οὐρανὸν ἀναβαίνομε.

            Ἡ πορεία μας εἶναι κοινὴ ἀλλὰ ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ μᾶς τὴν βαδίζει καὶ τὴν βιώνει μὲ τρόπο προσωπικό, σύμφωνα μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρίσματα καὶ τὶς κλήσεις του, μέσα στὴν Ἐνορία ἤ τὴν Μονή του, ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ πνευματικοῦ Πατρός του· καὶ ὅλα αὐτὰ λαμβάνουν χώρα ἐντὸς τοῦ Μυστηριακοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ πλαισίου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας τῆς ἀγωνιζομένης κατὰ τῆς Οἰκουμενιστικῆς ἐκτροπῆς καὶ αἱρέσεως. Τὸ πλαίσιο αὐτὸ ἐξασφαλίζεται καὶ λειτουργεῖ ἀπρόσκοπτα χάρις στὴν ἄγρυπνη μέριμνα καὶ τὴν ἀνύστακτη φροντίδα τῶν Ἀρχιερέων καὶ ἐν γένει τῶν Κληρικῶν μας. Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο, ἄνευ Ἐπισκόπων καὶ Πρεσβυτέρων, ὅπως διδάσκει ἐπιγραμματικὰ ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, «Ἐκκλησία οὐ καλεῖται»3.

            Ἐννοεῖται βεβαίως, ὅτι ἐμεῖς οἱ -ἐλέει Θεοῦ- Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας διακρατοῦμε πρῶτοι, ἔργοις καὶ λόγοις, τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ τὸ Ὀρθόδοξο Ἦθος, ὥστε νὰ ἀποτελοῦμε ὑγιὲς καὶ φωτεινὸ παράδειγμα.

            Μέσα στὴν ἁγία Ἐκκλησία  συγκροτοῦμε μία «ἁγία Οἰκογένεια», τὴν Οἰκογένεια τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ τὰ ὁποῖα ἀπολαμβάνουν τὴν Πατρικὴ Θεϊκὴ Ἀγκάλη.

            Καὶ αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ ἐπιτευχθεῖ ἀπὸ τὸν κάθε ἕναν ἀπὸ μᾶς, Κληρικό, Μοναχὸ καὶ Λαϊκό, εἶναι νὰ ἐναρμονίσουμε τὴν προσωπικὴ βίωση τῆς ἐν Χριστῷ Ἀπολυτρώσεως, μὲ τὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονὸς τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι Κοινωνίας, ὥστε νὰ διακρινόμαστε πράγματι ἀπὸ γνήσιο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα.

            Αὐτὸ εἶναι ἐπιδίωξη ζωῆς καὶ κατορθώνεται μὲ κόπο, διότι ἡ προσπάθεια γιὰ ἀπόκτηση καὶ ἑδραίωση Ἐκκλησιαστικοῦ Φρονήματος εἶναι διαρκὴς ἀγώνας γιὰ Ἀγάπη, Ὑπακοὴ καὶ Ἑνότητα.

            Μέσα στὴν ἁγία Οἰκογένεια τῆς Ἐκκλησίας τὸ πρῶτο καὶ κύριο γνώρισμά μας θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ Ἀγάπη: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»4. Καὶ θὰ ἔχουμε Ἀγάπη ὅταν φρονοῦμε τὰ αὐτὰ στὴν Πίστη καὶ τὴν Ἀρετή, κατὰ τὴν διαβεβαίωση τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου: «Τοῦτο γὰρ φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὅ καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ»5. Διασφαλίζουμε δὲ τὴν Ἀγάπη καὶ τὴν Ὁμοφροσύνη μας, καὶ ἄρα καὶ τὴν Ἑνότητά μας, ὅταν ἔχουμε «νοῦν Χριστοῦ»6 καὶ πειθόμεθα καὶ ὑπακούομε στοὺς κατὰ Θεὸν Ποιμένες μας, ὥστε νὰ κατανικήσουμε τὸν ἐγωϊσμό μας, νὰ καθαρθοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη μας καὶ νὰ ἐκκλησιοποιηθοῦμε. Τί σημαίνει ἐκκλησιοποίηση; Ζωὴ Χάριτος, εὐλογίας καὶ ἁγιασμοῦ· ζωὴ ἀπελευθερωμένη ἀπὸ τὴν πλάνη τοῦ ἰδίου θελήματος καὶ χαρακτηριζομένη ἀπὸ τὴν μεταμόρφωση τοῦ ἀτομικοῦ «ἐγώ» σὲ ἐκκλησιαστικὸ «ἐμεῖς»!

            Ὡραία συνοψίζει τὰ πράγματα ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅταν γράφει ἐπιγραμματικά: «Οὐ γὰρ κατὰ ἀγάπην περιπατοῦντος οὐδὲ πληροῦντός ἐστι τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ τῆς πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς συναφείας ἑαυτὸν ἀποτέμνειν»7 [δὲν βαδίζει σύμφωνα μὲ τὴν ἀγάπη οὔτε ἐκπληρώνει τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ ὅποιος ἀποκόπτει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὴν συναναστροφὴ/κοινωνία μὲ τοὺς ἀδελφούς].

            Διότι, δυστυχῶς, εἶναι δυνατὸν ἀκόμη καὶ μέσα στὴν ἁγία ἀτμόσφαιρα τῆς Ἐκκλησίας κάποιος νὰ φρονεῖ «τὰ ἐπίγεια»8, νὰ ὑπερισχύει μέσα του «τὸ φρόνημα τῆς σαρκός»9 καὶ νὰ παραμένει δέσμιος τοῦ ἐγωϊσμοῦ του, καὶ ἔτσι νὰ ἀδυνατεῖ νὰ ὑποστεῖ τὴν καλὴν ἀλλοίωσιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῆς Χάριτος, καὶ ἀναπόφευκτα νὰ προξενεῖ προβλήματα, διαιρέσεις, σκάνδαλα καὶ ταραχές…

            Τὸ τί ἀκριβῶς συμβαίνει μέσα μας καὶ γύρω μας, στὸ περιβάλλον μας, μπορεῖ νὰ πιστοποιηθεῖ εὔκολα: ὑπερισχύει μέσα μας ἡ Ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν Πλησίον; Ἔχουμε εἰλικρινῆ σεβασμὸ καὶ ὑπακοὴ στὸν Ἐπίσκοπό μας πρωτίστως, καθὼς καὶ στὸν πνευματικό μας Πατέρα τὸν ἐναρμονισμένο βέβαια μὲ τὸ φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας; Εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ θυσιάσουμε τὴν δική μας τακτοποίηση χάριν τοῦ κοινοῦ καλοῦ καὶ τῆς εὐρύτερης ὠφέλειας τῆς Ἐκκλησίας; Δεικνύουμε θυσιαστικὴ ἐγκαρτέρηση στὶς θλίψεις καὶ στὶς ἀναπάντεχες δυσκολίες μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδα; Συγκρατοῦμε τὴν γλῶσσα μας ἀπὸ τὶς ἀκατάσχετες κρίσεις καὶ ἐπικρίσεις ἰδίως τῶν ἐπιφορτισμένων προσώπων στὴν διακονία τῆς Ἐκκλησίας;

            Ἄν ὄχι σὲ ὅλα αὐτά, ἤ ἔστω σὲ κάποια ἀπὸ αὐτά, τότε ἄς μὴν αὐταπατόμεθα ὅτι βαδίζουμε θεάρεστα καὶ ὅτι ἔχουμε Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα. Ἄν μάλιστα εἴμαστε ἕτοιμοι προκειμένου νὰ στήσουμε τὸ ἴδιον θέλημά μας -τὸ ὁποῖο θεωροῦμε ὡς τὸ καλύτερο καὶ τελειότερο- νὰ συγκρουσθοῦμε μὲ τοὺς Ἀδελφούς μας, ἤ ἀκόμη καὶ μὲ τοὺς Ποιμένες μας, τότε ἄς γνωρίζουμε ὅτι πάσχουμε δεινῶς, ἐργαζόμεθα ἀντι-εκκλησιαστικῶς καὶ χρήζουμε ἐπειγόντως βαθείας μετανοίας!

            Δὲν εἶναι βεβαίως ὑποχρεωτικὸ καὶ ἀναμενόμενο νὰ συμφωνοῦμε ὁπωσδήποτε σὲ ὅλα τὰ ἐπὶ μέρους θέματα, βιωτικὰ ἤ ἀκόμη καὶ ἐκκλησιαστικά, πρακτικῆς μάλιστα φύσεως καὶ δράσεως, ἀλλὰ τοῦτο δὲν σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ πλήττεται ὁ ἱερὸς δεσμὸς τῆς Πίστεως καὶ τῆς Ἀγάπης μεταξύ μας.

            Καὶ στὴν περίπτωση αὐτή, ἄς θυμηθοῦμε καὶ πάλι τὴν εὔστοχη παρατήρηση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «οὐδὲν γὰρ οὕτως ἴδιόν ἐστι Χριστιανοῦ, ὡς τὸ εἰρηνοποιεῖν»10 [δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ ξεχωριστὸ στὸν Χριστιανὸ ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι εἰρηνοποιός]!…

            Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο οἱ ἀγαθοὶ καὶ ἀγλαοὶ καρποὶ τοῦ πνευματικοῦ πλέον φρονήματος εἶναι «ζωὴ καὶ εἰρήνη»9. Ὁ ἐμφορούμενος ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στρέφεται συνεχῶς στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ἐκζητεῖ εὐχετικὰ τὸ Ἔλεός Του, τηρεῖ τὶς ἅγιες εὐαγγελικὲς ἐντολές, ἐπιτελεῖ ἔργα ἀγαθά, μετανοεῖ εἰλικρινά, εἶναι ἕτοιμος νὰ ὑποχωρήσει ἀπὸ τὴν γνώμη καὶ τὴν ἐπιθυμία του ὅταν ἀναγνωρίσει -ἤ ἔστω ὅταν τοῦ βεβαιώσουν οἱ ἄλλοι- ὅτι τὸ γενικότερο καλὸ τῆς Ἐκκλησίας ἀπαιτεῖ ὑποχώρηση.

            Εἶναι καιρὸς νὰ καλλιεργήσουμε καὶ νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ λησμονημένο ἀπὸ πολλοὺς ἀπὸ ἐμᾶς γνήσιο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα. Ἄν πράγματι ἐπιθυμοῦμε μία ἀνακαίνιση τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, μία ἀνανέωση -ἀκόμη καὶ τοῦ ἔμψυχου ὑλικοῦ- τοῦ χώρου διαμονῆς καὶ διακονίας μας, καὶ μία ἐνδυνάμωση τῆς κατὰ Θεὸν μαρτυρίας μας, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ καταπολεμήσουμε τὶς ἐκτροπὲς ἀπὸ τὸ γνήσιο Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα!

            Ἰδοὺ μερικὲς ἀπὸ αὐτές:

             νὰ ἀποφεύγεται ἡ ἀτομικὴ αὐτόνομη δράση, ἄν καὶ ὅπου αὐτὴ ἐντοπίζεται, ἡ ξεκομμένη ἀπὸ τὸ ἐκκλησιαστικό μας πλαίσιο, ἡ δίχως ἐκκλησιαστικὴ ἀναφορά, δίχως ἐνημέρωση καὶ εὐλογία, διότι αὐτὴ συνιστᾶ νοσηρὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα·

             νὰ ἀποφεύγεται πάσῃ θυσίᾳ ὁ φατριασμός, ὅπως καὶ ἡ ἀποδοχὴ ἀλλοτρίων ἐπιδράσεων ἀπὸ τὸν κοσμικὸ τρόπο σκέψεως καὶ δράσεως, ἡ δημιουργία ἀντιπαλοτήτων, ἐντάσεων καὶ ἐχθροτήτων, ἡ κατάκριση, ἡ ἱεροκατηγορία, τὸ διαρκὲς παράπονο, ὁ ψιθυρισμὸς καὶ ὁ γογγυσμός, διότι ὅλα αὐτὰ συνιστοῦν νόθο ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα·

              νὰ ἀποφεύγεται ἡ ἐμφανὴς ἔλλειψη σὲ κάποιους πνεύματος μαθητείας καὶ ἡ διάθεση πολλῶν περισσοτέρων νὰ παρεμβαίνουν εὐκαίρως ἀκαίρως ἐπὶ παντὸς ἐπιστητοῦ· εἴμαστε στὴν ψηφιακὴ ἐποχὴ τῶν κοινωνικῶν δικτύων καὶ ὁ πειρασμὸς γιὰ διαρκῆ προβολὴ καὶ ἐξωστρέφεια εἶναι συνεχής· ποιός ὅμως μᾶς διασφαλίζει καὶ μᾶς συγκρατεῖ ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς κινδύνους ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἐγχειρήματος;

             ἐπίσης, νὰ ἀποφεύγεται καὶ ἡ παρατηρούμενη ἀδιαφορία καὶ ἀδράνεια, τὸ ἕτερο ἄκρο, ποὺ ἀποδεικνύει ἔλλειψη ζήλου γιὰ τὰ τῆς πίστεως καὶ ἔλλειψη ἐπιγνώσεως τῆς εὐθύνης μας ἔναντι αὐτῆς· ὅπως καὶ ἡ δικαιολόγηση, ἐν ὀνόματι τῆς ἐξυπηρετήσεως τοῦ κόσμου, τῆς ἐκκοσμικεύσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καὶ μάλιστα τῶν ἱερῶν Μυστηρίων, μὲ τὶς συνακόλουθες αὐθαιρεσίες, διότι ὅλα αὐτὰ συνιστοῦν ἔλλειψη γνησίου καὶ αὐθεντικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος.

            Οἱ ἐπισημάνσεις αὐτές, ἐντελῶς ἐνδεικτικές, δὲν εἶναι θεωρητικὲς καὶ μικρῆς σημασίας. Καταγράφονται γιὰ ἐπίγνωση καὶ διόρθωση ὅσων ἀτόπων συμβαίνουν ἐκ συστήματος ἤ καὶ περιστασιακά.

            Ἡ ἱερὰ Παρακαταθήκη ἡμῶν τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, τὴν ὁποίαν παρελάβαμε ἀπὸ τοὺς Πνευματικούς μας Πατέρες, εἶναι Παρακαταθήκη ἰσορροπημένης καὶ θεαρέστου διακρίσεως: ἐμμονὴ στὴν ὅλη Ἀλήθεια τῆς Πίστεως, στὴν Καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ στὸ ὅλο Ὀρθόδοξο Ἦθος, τὸ Χριστοπαράδοτο, Ἀποστολοπαράδοτο, Πατροπαράδοτο.

            Ἄς διαφυλάξουμε αὐτὰ ἐν ταπεινώσει, καὶ ἄς τὰ καλλιεργήσουμε ἀπὸ κοινοῦ σὲ ἁρμονικὴ σύμπνοια καὶ ἀγάπη μεταξύ μας. Μόνον ἔτσι θὰ ἔχουμε τὴν βέβαιη ἐλπίδα μεταδόσεώς τους στοὺς ἐπιγενομένους, ὥστε ἡ διακονία μας νὰ τύχει τῆς εὐμενοῦς θείας κρίσεως καὶ δικαιώσεως.

Μάρτιος 2025


1) Α΄ Κορ. ιβ΄ 27. / 2) Ἰωάν. ιε΄ 5. / 3) Τραλλιανοῖς, ΙΙΙ, 1. / 4) Ἰωάν. ιγ΄ 35. / 5) Φιλιπ. β΄ 5. / 6) Α΄ Κορ. β΄ 16. / 7) Ἐπιστολὴ 65: «Ἀταρβίῳ». / 8) Φιλιπ. γ΄ 19. / 9) Ρωμ. η΄ 6. / 10) Ἐπιστολὴ 114: «Τοῖς ἐν Ταρσῷ περὶ Κυριακόν».
Τὸ κείμενό μας αὐτὸ ἐγράφη καὶ ἐδημοσιεύθη πρὸ δεκαετίας. Ἀναδημοσιεύεται ἐνταῦθα λόγῳ τῆς ἐπικαιρότητός του, μὲ μικρὲς γλωσσικὲς καὶ νοηματικὲς τροποποιήσεις καὶ συμπληρώσεις.



Τρίτη 11 Μαρτίου 2025

ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΜΕ ΚΑΡΠΟΥΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

 

Ὁμιλία στὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας

Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Μεζοῦρλο (Λατίνια) Λαρίσης, τὴν Κυριακὴ Α΄ Νηστειῶν, 24-2/9-3-2025, τῆς Ὀρθοδοξίας, μὲ τίτλο: «Ἀληθινοὶ Ὀρθόδοξοι στὴν πίστη μὲ καρποὺς μετανοίας».