† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Δευτέρα 2 Μαΐου 2022

Η ΔΙΨΑ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΜΠΟΜΠΑΣ (Φώτης Κόντογλου)

 

Ο κακόμοιρος ο κόσμος διψά ειρήνη. Μα χωρίς την απομέσα ειρήνη, δεν μπορεί να γίνη ειρήνη εξωτερική. Χωρίς την ψυχική ειρήνη, η πολιτική και κοινωνική ειρήνη είναι ψεύτικη. «Ειρήνη αφίημι υμίν, είπε ο Χριστός στους μαθητές Του κατά το Μυστικό Δείπνο, ειρή­νην την εμήν δίδωμι υμίν. Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». Πρόσεξες για να δης καλά τί λέγει ο Χριστός; «Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». «Δεν σας δίνω, λέγει, εγώ την ειρήνη που δίνει ο κόσμος», την ψεύτικη, την οργισμένη ειρήνη, την ανειρή­νευτη ειρήνη, την ειρήνη που στ’ αληθινά δεν έχει ολότελα ειρήνη και ησυχία. 

Τέτοια είναι η ειρήνη που μπορεί να κάνη ο κόσμος, οι άνθρωποι, που τρώγονται με τα πάθη τους και που τους κατατρώγει η περηφάνεια, η ματαιοδοξία-φιλαργυρία, η σκληροκαρδία και η απονιά στους άλλους, η μανία της ακολασίας και η επιθυμία της καλοπέρασης. Όλα τούτα τα πάθη είναι οργισμένα και όχι ειρηνικά. Αυτά κάνουνε τους ανθρώπους να μαλώνουνε, να εχθρεύονται ο ένας τον άλλον, αυτά λιγοστεύουνε την αγάπη, που είναι δα πολύ λίγη ανάμεσά τους, και φέρνουνε την παραζάλη, την έχθρα, «την έριδα» που λέγανε οι αρχαίοι. Με άλλα λόγια, φέρνουνε τη βασιλεία του διαβόλου επί της γης, και όχι τη βασιλεία του Θεού, που είναι η ειρήνη.

Ο Χριστός μας δίδαξε να λέμε στο «Πάτερ ημών» «ελθέτω η βασιλεία Σου». Μα ποιος πιστεύει στη βασιλεία του Θεού, παρεκτός από κάποιους λίγους, που τους έχει ο κόσμος για τρελούς; Ωστόσο, αυτός ο παραζαλισμένος κόσμος, ο βουτηγμένος στην αμαρτία, στις ηδονές, και στην ακολασία, αυτός ο κόσμος που πιστεύει μοναχά στον εαυτό του, και που δεν λογαριάζει καθόλου τον Θεό και τον νόμο του, αποζητά την ειρήνη, θέλει να μείνη ήσυχος για να χαρή τις αμαρτωλές επιθυμίες του, για να βουτηχθή ως τον λαιμό μέσα στον μαύρο βούρκο. Δεν πιστεύει στα λόγια του Θεού που λέγεται «Άρχων ειρήνης», και που είπε με το στόμα του προφήτη «Αν ακούσετε τα λόγια μου, θα ήσαστε βλογημένοι και θα ζήσετε καλά. Μα αν δεν τ’ ακούσετε αλλά πορευθήτε κατά τα πονηρά θελήματα της καρδιάς σας, θα σας καταφάγη η μάχαιρα». Αυτά τα κοροϊδεύει ο κόσμος, και τα λέγει παραμύθια.

       Και να, που ήρθε ο κόμπος στο χτένι. Η παραζάλη, γίνεται μέρα με τη μέρα χειρότερη. Ο πόθος της απόλαυσης έγινε μιαν άγρια τρέλα στους ανθρώπους, που τσαλαπατάνε ο ένας τον άλλον για να μη χάσουνε τις διάφορες φαρμακερές ηδονές, που ολοένα τις πληθαίνει ο σατανάς με τα πολύπλοκα μηχανήματά του, σαν τον ψαρά που βάζει στ’ αγκίστρι του όλο και πιο ορεχτικό δόλωμα, για να τραβήξη τα λαίμαργα τα ψάρια και να τα ψήση στη φωτιά να τα φάγη. Ο μαμωνάς σκέπασε με τις σκοτεινές φτερούγες του τον κόσμο, και τον κουνά σαν νάναι κανένα κόσκινο, και όπως αναταράζεται το σιτάρι, χοροπηδάνε οι άνθρωποι μέσα στο κόσκινό του και δαγκάνει ο ένας τον άλλον, και εξοντώνει ο αδελφός τον αδελφό, λέγοντας: «Ο θάνατός σου, ζωή μου!». Το ίδιο και τα μεγάλα κοπάδια των ανθρώπων, τα λεγόμενα έθνη, βλέπουνε τόνα τάλλο όπως βλέπει ο λύκος το πρόβατο, και λογαριάζει πότε θα μπόρεση να το πνίξη, να πιή το αίμα του, το μεγάλο να φάη το μικρό και τα μεγάλα να φάνε τόνα τάλλο. Να, λοιπόν, που αντί να έλθη η βασιλεία του Θεού, που μας είπε ο Χριστός να παρακαλούμε, ήρθε η βασιλεία του σατανά, του όφεως του αρχαίου, που ήτανε πάντα ανθρωποκτόνος, όπως λέγει το Ευαγγέλιο.

       Ο διάβολος είναι ο εξουσιαστής απάνω στη διάνοια και στην καρδιά μας, και αυτός χαίρεται για τα έργα που κάνουμε, θέλοντας να βγάλουμε ο ένας το μάτι τ’ αλλου­νού. Ανάμεσα στα δολώματα που μας έβαλε, εκείνο που μας τραβά περισσότερο η μυρουδιά του, είναι το πετρέλαιο, αυτό το βρωμόνερο που βγαίνει από την πίσσα της κόλασης, που είναι μαύρο κατοικητήριό του. Και γύρω σ’ αυτό το σιχαμερό δόλωμα μαζευτήκανε τα έθνη, μικρά και μεγάλα, και δαγκώνουνται, και σφάζουνται γι’ αυτό δίχως έλεος. Και οι άνθρωποι γινήκανε τρελοί από κακία, γεμάτοι υποκρισία, μεγαλομανία, φιληδονία, πιστοί στρατιώτες του διαβόλου. Και μέσα σ’ αυτή τη λύσσα που τους έπιασε, θέλουνε ν’ απολάψουνε, οι ανόητοι, την Ειρήνη, που είναι δώρο του Θεού, και όχι του διαβόλου.

       Ο Θεός λείπει από τον κόσμο. Πουθενά δεν γίνεται το θέλημά Του. Ο Χριστός, πριν σταυρωθή, γύρισε και είδε την Ιερουσαλήμ, δηλαδή τον κόσμο, δακρυσμένος, και είπε: «Πόσες φορές θέλησα να μαζέψω τα τέκνα σου, σαν την όρνιθα που σκεπάζει με τις φτερούγες της, τα πουλιά της, και δεν θελήσατε: Ιδού αφίεται ο οίκος υμών έρημος». Έρημος οίκος είναι: ο κόσμος σήμερα. Έρημος από ειρήνη. Μέρα-νύχτα στέκεται ανύσταχτο το μάτι της πονηρής ανθρωπότητας. Μέρα-νύχτα δουλεύου­νε οι εφευρέσεις της καταστροφής, τα συμβούλια του θανάτου. Και από τ’ άλλο μέρος, οι καταδικασμένοι γλε­ντοκοπούνε, κυλιούνται στην ακολασία, κόλακες και δολοφόνοι, βλάκες και πονηρότατοι, χωρίς καρδιά, χωρίς ψυχή, χωρίς τίποτα από την εικόνα του Θεού. Όλοι παίρνουνε, κανένας δεν θέλει να δώση. Και όποιος δίνει, δίνει τον θάνατο. Σε κανένα καλό δεν συμφωνούνε, μα στο κακό, είναι όλοι θερμοί συνεργάτες.

       Η κυρά Επιστήμη, δηλαδή η ανθρώπινη γνώση, αυτή είναι το καινούριο είδωλο που λατρεύουνε οι άνθρωποι. Με τόνα χέρι προσφέρνει τα γιατρικά για να μη πεθαίνουμε οι άνθρωποι, και με τάλλο βαστά τη μπόμπα και τους φοβερίζει, μέρα-νύχτα. Αυτή η μπόμπα, ο καρπός του δέντρου της Γνώσεως, μόλεψε τον αγέρα, τα νερά, το αίμα των ίδιων των ανθρώπων που την εφεύρανε. Και αφού πρώτα, με πείσμα δαιμονικό, φαρμακώσανε την έμορφη πλάση του Θεού, τώρα φωνάζουνε κείνοι που κατασκευάσανε αυτή την καταραμένη μπόμπα: «Σώσετε την ανθρωπότητα! Σώσετε τον κόσμο! Γενεές γενεών θα πεθαίνουνε από κακές αρρώστειες!». Υποκριτές! Τώρα φωνάζετε, σαν τον Ιούδα που μετάνοιωσε αφού είχε πια σταυρωθή ο Χριστός, και η μετάνοιά του δεν ωφελούσε πια κανέναν; Καλύτερα να τινάζατε τη γη στον αγέρα μια και καλή, παρά τώρα που φαρμακώσατε τα πάντα, και τα παιδιά μας, και τα εγγόνια μας θα τα θερίζη «σκληρός θάνατος και αργός».

Άνθρωπε! Καμάρωσε τα κατορθώματά σου. Καμάρωσε το τετραπέρατο μυαλό σου, που καυχιότανε πως θάκανε παράδεισο τον κόσμο!


(Από το βιβλίο «Ο Φώτης Κόντογλου στην τρίτη διάστασή του», σελ. 124-127, έκδ. Ιερό Κοινόβιο ΟΣΙΟΥ ΝΙ­ΚΟΔΗΜΟΥ, Γουμένισσα 2003). "Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου"πηγή: alopsis.gr).

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ (Φώτης Κόντογλου)

 Αποτέλεσμα εικόνας για εκκλησιαστικα βιβλια


Εἴπαμε πώς, ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα, ὄχι μοναχὰ δὲν διαβάζουμε, ἀλλὰ κἄν δὲν ξέρουμε ἂν ὑπάρχουνε οἱ μυστικοὶ Πατέρες ποὺ φωτίσανε τὴν Ὀρθοδοξία. Γιὰ τοὺς θεολόγους ἡ Ὀρθοδοξία κατάντησε μιὰ κούφια λέξη, ἀφοῦ ἡ μυστικὴ οὐσία της τοὺς εἶναι ἄγνωστη, ὅπως κι’ ἡ παράδοσή τους. Οἱ δικοί μας θεολόγοι παίρνουνε τὰ φῶτα ἀπὸ τὴ Δύση, γιατί ἐκεῖ ἡ θεολογία ἔχει γίνει ἐπιστήμη, κ’ ἡ ματαιοδοξία τους κολακεύεται ἀπ’ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ἡ πίστη, γι’ αὐτούς, δὲν ἔχει καμμιὰ σημασία. Θὰ μοῦ πῆτε, “θεολογία χωρὶς πίστη, γίνεται;” Μὰ κ’ ἐγὼ σᾶς ρωτῶ, μὲ τὴν ἴδια ἀπορία, “γίνεται θεολογία χωρὶς πίστη;”

Ὡστόσο, στὶς Δυτικὲς χῶρες καὶ στὴν Ἀμερική, πολὺς κόσμος ἔχει στραφεῖ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, ἀπὸ τὴ δίψα τῆς ἀληθείας. Στὴν Ἑλλάδα, μοναχὰ λιγοστοὶ ἄνθρωποι καὶ κάποιοι παλιοημερολογίτες διαβάζουνε τὰ βιβλία τῶν Πατέρων, ἐκτός τοῦ Βασιλείου καὶ τοῦ Χρυσοστόμου, ποὺ τοὺς παίρνουνε οἱ θεολόγοι γιὰ ρήτορας καὶ γιὰ φιλολόγους τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Τὰ βιβλία τῶν μυστικῶν Πατέρων δὲν ξανατυπώνουνται πιὰ καὶ καταντήσανε σπάνια. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία τυπώνει προχειρολογήματα διάφορων νεωτεριστῶν θεολόγων, χωρὶς καμμιὰ οὐσία, ποὺ φανερώνουνε μοναχὰ τὴν ἀπίστευτη γύμνια ἐκείνων ποὺ τὰ γράφουνε. Μοναχὰ τώρα τελευταῖα ἄρχισε νὰ τυπώνει ἡ Ἀποστολικὴ Διακονία τὴν Πατρολογία τοῦ Migne. Μὰ κι’ αὐτὴ ἡ ἔκδοση εἶναι γιὰ τοὺς θεολόγους, κι’ ὄχι γιὰ τοὺς πιστούς, ἀφοῦ εἶναι τυπωμένη στὴν ἀρχαία γλῶσσα.

Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτό, ἡ ἔκδοση τῆς Πατρολογίας δὲν ἔχει καμμιὰ βαθύτερη δικαίωση, μὲ τὸ δυτικὸ χαρακτῆρα ποὺ ἔχει ἡ γενικὴ μόρφωση τῶν θεολόγων μας, ποὺ δὲν ἔχουνε καμμιὰ βαθύτερη γνώση τῆς οὐσίας τῆς Ὀρθοδοξίας, οὔτε καὶ τῆς παράδοσής μας. Ἔτσι κι’ αὐτὴ ἡ ἔκδοση καταντᾶ ἕνα γεγονὸς χωρὶς βαθύτερη σημασία, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει τὸ κατάλληλο ὀρθόδοξο χῶμα γιὰ νὰ ριζοβολήσει.

Στὸ νὰ στραφοῦνε οἱ Δυτικοὶ κι’ οἱ Προτεστάντες στοὺς Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας, συντελέσανε πολὺ οἱ Λευκορῶσοι θεολόγοι, ποὺ σκορπίσανε στὶς διάφορες χῶρες καὶ φωτίσανε τὶς ψυχὲς μὲ τὰ σοφὰ κηρύγματά τους, μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς ζωῆς τους, καὶ μὲ τὴν τυπικὴ εὐσέβειά τους. Ἐνῷ οἱ κληρικοὶ ποὺ στέλνουμε ἐμεῖς στὶς διάφορες παροικίες, εἶναι οἱ πιὸ ἀνίδεοι στὸ τί θὰ πεῖ Ὀρθοδοξία, κι’ οἱ ἐκκλησίες μας στὸ ἐξωτερικὸ δὲν ἔχουνε κανέναν θρησκευτικὸ προορισμό, ἀλλὰ ἔχουνε καταντήσει κέντρα κοινωνικῆς συγκεντρώσεως τῶν ὁμογενῶν κάθε Κυριακή.

Ἔτσι, ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ ἡ πρώτη κι’ ἀπαραμόρφωτη μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἔγινε πάλι τὸ στήριγμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποὺ ζητᾶνε λιμάνι σωτηρίας κι’ ὁ κανόνας τῆς χριστιανικῆς πίστης.

Στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερικὴ ἔχουνε μεταφρασθεῖ, ἕως τώρα, σὲ διάφορες γλῶσσες ἡ Φιλοκαλία, τὸ μέγα καὶ θαυμαστὸ αὐτὸ βιβλίο, ποὺ στὴν Ἀθήνα τὸ βρίσκει κανένας μοναχὰ στὶς συλλογὲς τῶν βιβλιοφίλων νὰ κάθεται στὸ ράφι ἄχρηστο, σὰν κανένα ἀρχαιολογικὸ ἀντικείμενο, ὁ Εὐεργετινός, οἱ ἐπιστολὲς τοῦ ἁγίου Βασιλείου καὶ κάποιων ἄλλων Πατέρων, οἱ λόγοι Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, μερικὰ ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ μαθητοῦ του Νικήτα Στηθάτου, καὶ κάποια ἄλλα. Ἐμεῖς, ἀλλοίμονο, τυρβάζομεν περὶ τοῦ πῶς θὰ φανοῦμε ἐπιστημονικοὶ καὶ εὐρωπαϊκότεροι ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους. Μοναχὰ κανένας “θρησκόληπτος”, καθυστερημένος κατὰ τοὺς νεωτεριστὰς αὐτοὺς παπαγάλους, διαβάζει τέτοια βιβλία.

Οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου εἶναι μεταφρασμένοι στὰ Γαλλικά, στὰ Γερμανικά, στὰ Ἐγγλέζικα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ Ρωσικά, ποὺ ἔχουνε μεταφρασθεῖ ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ πρωτοτυπωθήκανε στὰ Ἑλληνικὰ ἀπὸ τ’ ἀρχαῖα χειρόγραφα. Στὴν ἁπλὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα ὑπάρχει μία θαυμάσια μετάφραση καμωμένη μὲ εὐλάβεια “παρὰ τοῦ πανοσιολογιωτάτου Διονυσίου Ζαγοραίου, τοῦ ἐνασκήσαντος ἐν τῇ ἐρημονήςῳ τῇ καλουμένῃ Πιπέρι, ἀπέναντι τοῦ Ἁγίου Ὄρους”, τυπωμένη στὴ Σύρα στὰ 1886. Ποῦ νὰ καταδεχτοῦμε, ἐμεῖς, νὰ διαβάσουμε τέτοια πράγματα, μεταφρασμένα μάλιστα ἀπὸ ἕναν ἀγράμματο καλόγερο, ποὺ καθότανε κ’ ἔγραφε ἀπάνω σὲ κάποιον βράχο, στὸ ρημονήσι Πιπέρι, μαζὶ μὲ τοὺς γλάρους; Ἐμεῖς διαβάζουμε τοὺς σοφοὺς καὶ ἀξιοπρεπεῖς καθηγητάδες ποὺ γράφουνε καθισμένοι στὶς πολυθρόνες, στὰ Παρίσια καὶ στὰ Βερολίνα! Δὲν ἀκοῦμε τί λέγει ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη “Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ’ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντά μου τοὺς λόγους;” Ποῦ νὰ ὑποπτευθοῦμε τὸ μυστικὸ πλοῦτο ποὺ κρύβεται μέσα σὲ τέτοιες ἁγίες ψυχές;

Λοιπόν, αὐτὴ ἡ μετάφραση δὲν ξανατυπώθηκε ἀπὸ τότε στὴν Ἑλλάδα, ποὺ τυπώνεται κάθε λογῆς ἀνοησία, πρᾶγμα ποὺ φανερώνει σὲ τί πνευματικὸ σκοτάδι βρισκόμαστε, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί. Ἀπὸ τὴν προκοπὴ ποὺ ἔχουμε, βάλαμε “τὸν λύχνον ὑπὸ τὸν μόδιον”, κι’ ἀπάνω στὸ λυχνοστάτη βάζουμε τὶς τυπωμένες βαθυστόχαστες ἀνοησίες ποὺ ἀνάφερα, καὶ περιμένουμε νὰ μᾶς φωτίσουνε. Τοὺς βαθύτερους μυσταγωγούς, ποὺ φανήκανε στὸν κόσμο, τοὺς ἔχουμε ἄξιους νὰ τοὺς διαβάζει μοναχὰ κανένας ἀγράμματος παλιοημερολογίτης. Ἡμεῖς, οἱ ἔξυπνοι κι’ οἱ συγχρονισμένοι, βάλαμε τὴν ἐξυπνάδα μας καὶ μέσα στὰ μυστήρια τῆς θρησκείας, κι’ ἀγαπᾶμε τὰ μεγάλα λόγια καὶ τὰ ἐπιστημονικά, τί λέγει ὁ τάδε ἄθεος γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὴ θρησκεία του, ἢ κανένας καμουφλαρισμένος θεομπαίχτης, ἐπειδὴ αὐτὰ δίνουνε τροφὴ στὸν ἐγωισμό μας. Καὶ βουλώνουμε τ’ αὐτιά μας γιὰ νὰ μὴν ἀκούσουμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο ποὺ φωνάζει “Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;”

Ἀλλά, κοντὰ στοὺς χαλασμένους αὐτοὺς ποὺ λέγω, ὑπάρχουνε καὶ πλῆθος ἄνθρωποι ποὺ νοιώθουνε βαθειὰ τὴν οὐσία τῆς θρησκείας μας, τὴ μεγάλη σημασία τῆς λατρείας καὶ τῆς ἱερῆς παράδοσής μας. Γιὰ ὅσους ἀπ’ αὐτοὺς δὲν ἔχουνε πατερικὰ βιβλία, σὰν αὐτὰ ποὺ εἴπαμε παραπάνω, κ’ εἶναι σχεδὸν ὅλοι οἱ Ἕλληνες, γιατί ἡ ἀδιαφορία ἐκείνων ποὺ εἶναι βαλμένοι γι’ αὐτὴ τὴ δουλειά, στέρησε τὸν κόσμο ἀπὸ τέτοια ἄφθαρτη κι’ ἅγια θροφή, θὰ προσπαθήσω μὲ τὶς μικρὲς δυνάμεις μου νὰ τοὺς μεταδώσω ὅ,τι μπορέσω ἀπὸ τοὺς περιφρονημένους αὐτοὺς προγονικούς μας θησαυρούς. Ἀφοῦ οἱ θεολόγοι γινήκανε φιλόσοφοι κ’ ἐπιστήμονες, ἂς γίνουμε θεολόγοι ἡμεῖς, δίχως ἄλλο ἐφόδιο, παρὰ μοναχὰ τὴν πίστη μας, κατὰ τὰ βαθυστόχαστα λόγια του ἁγίου Νείλου, ποὺ λέγει “Εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ”. “Ἂν προσεύχεσαι ἀληθινά, εἶσαι θεολόγος”.

Πηγή: imaik.gr

Κυριακή 1 Μαΐου 2022

Ἃγιος Ἀγαθάγγελος ὁ Ἐσφιγμενίτης(19 Ἀπριλίου)



Ποιός θα ακούσει χωρίς να δακρύσει και να συγκινηθεί το ένδοξο και κατανυκτικό μαρτύριο του Οσιομάρτυρα και Νεομάρτυρα Αγαθαγγέλου, με το οποίο δοξάσθηκε ο Θεός, η Ορθοδοξία και το Γένος μας, ιδιαίτερα δε η Σεβασμία Μονή μας (σημ. Ι.Μ. Εσφιγμένου), η οποία τον προετοίμασε γιά τον δοξασμένο θρίαμβο;

Ο Άγιος καταγόταν από την πόλη της Θράκης Αίνο από γονείς φτωχούς αλλά ευσεβείς και ονομάσθηκε στο άγιο Βάπτισμα Αθανάσιος.
Εξαιτίας της φτώχειας του ανέλαβε υπηρεσία στο πλοίο κάποιου Τούρκου, για να εξοικονομεί τα αναγκαία προς το ζην. Βλέποντας ο μιαρός Τούρκος τα προτερήματα και την επιδεξιότητα του Αθανασίου, σκέφθηκε να τον μεταστρέψει στο μωαμεθανισμό για να τον κάνει κληρονόμο του. Γνωρίζοντας όμως τη σταθερότητα και την ευσέβεια του νέου και ότι με κολακείες δεν μπορεί να τον πείσει, κράτησε το σκοπό του μυστικό, γιά να μεταχειρισθεί βίαια μέσα. Ενώ ταξίδευαν μία φορά από Κωνσταντινούπολη στη Σμύρνη, ο άνομος κριτής των Αγαρηνών της Σμύρνης, βλέποντας και αυτός την προθυμία και επιμέλεια του Αθανασίου, παρακινούσε τον πλοίαρχο να προσπαθήσει με κάθε τρόπο να τον αλλαξοπιστήσει. Μόλις έφθασαν στη Σμύρνη, την ίδια νύχτα διέταξε ο Αγαρηνός τον Αθανάσιο να ανάψει ένα φανάρι και να προπορεύεται απ' αυτόν, τάχα ότι θα πάει σε κάποιο μέρος. Ενώ προχωρούσαν σ' ένα δρόμο κοντά σε τουρκικά μνήματα, διέταξε το νέο να μπεί στο τουρκικό νεκροταφείο και όταν προχώρησαν στο βαθύτερο μέρος, ξαφνικά έβγαλε μαχαίρι ο μιαρός Τούρκος και επιχειρώντας δήθεν να τον σκοτώσει τον πλήγωσε αρκετά. Ο νέος ξαφνιάστηκε και τον παρακαλούσε έμφοβος και με θρήνους, εκείνος όμως του απάντησε ότι είναι αδύνατο να τον αφήσει ζωντανό, εκτός αν γίνει ομόπιστός του. Ο νέος σκέφθηκε ότι η μαρτυρία του Τούρκου εκείνου δεν ίσχυε, διότι όλοι τον ήξεραν σαν ψεύτη, οπότε είπε στον εαυτό του «ας πω αυτόν το λόγο να λυτρωθώ από αυτόν τον αιμοβόρο και αύριο τον αρνούμαι και φεύγω». Τούτο ήταν παγίδα του σατανά, γιά να εξομώσει. Μόλις είπε ότι γίνεται Οθωμανός, αμέσως ο ασεβής εκείνος τον φίλησε και του έδωσε οθωμανικό όνομα και την ίδια ώρα του μεσονυκτίου τον έσυρε στο κριτήριο και δεν τον άφησαν πλέον έως ότου του έκαναν και την περιτομή. Μετά από λίγες μέρες ασθένησε βαριά καί λυπόταν φοβούμενος μήπως πεθάνει στην ασέβεια, αλλ' ο Θεός τον λυπήθηκε. Μετά από πολλές ταλαιπωρίες και κινδύνους αναχώρησε από τον αφέντη του, ο οποίος πάλι λίγο έλειψε να τον σκοτώσει, γιά οικονομική όμως διαφορά. Από τότε άρχισε να σηκώνεται από το βάθος της ασεβείας και χρησιμοποιούσε το χριστιανικό του όνομα.

Αφού διασώθηκε από πολλούς κινδύνους με τη βοήθεια του Θεού, ήρθε στο Άγιον Όρος και πρώτα επισκέφθηκε μερικά μοναστήρια και σκήτες, όπου εξομολογήθηκε σε πολλούς πνευματικούς ζητώντας καταφύγιο. Ύστερα, κατόπιν συμβουλής κάποιου εναρέτου πνευματικού, ήρθε στο ιερό Κοινόβιο του Εσφιγμένου, όπου τον δέχθηκε ο ηγούμενος Ευθύμιος, αφού τον εξομολόγησε και έμαθε όλη την ιστορία του. Απ' αυτόν διωρίσθηκε τραπεζάρης, δηλαδή να υπηρετεί στην τράπεζα των πατέρων, όπου υπηρετούσε με πολλή προθυμία.
Ο διάβολος του προξένησε πολλούς και δυσδιήγητους πειρασμούς και φαντασίες, αλλά ο Αθανάσιος με την εξομολόγηση και την προσευχή νικούσε τον πειράζοντα, επικαλούμενος τον Κύριο και τη Θεοτόκο.
Μία μέρα, υπηρετώντας σε μέρος όπου υπήρχε καπνός, πόνεσαν τα μάτια του και πήγε στο κελλί του, όπου άρχισε να κλαίει λέγοντας «Αλλοίμονο σε μένα, αν τόσο λίγο πόνο δεν μπορώ να υποφέρω, πώς θα υπομείνω το μαρτύριο;» Προσευχήθηκε γιά πολλή ώρα με μεγάλες μετάνοιες κι έπειτα που κοιμήθηκε λίγο είδε σε όραμα την Κυρία Θεοτόκο, η οποία του είπε «Τι λυπάσαι παιδί μου και αδημονείς;» Ο άγιος είπε, «Πώς να μη λυπάμαι ο τρισάθλιος, που εκτός από τις άλλες αμαρτίες μου αρνήθηκα τον Κύριό μου;» Η Κυρία Θεοτόκος του είπε «Έχε θάρρος, παιδί μου, διότι θα απολαύσεις το ποθούμενο μαρτύριο.» Όλα αυτά τα διηγήθηκε στο διδάσκαλό του τον Γερμανό, τον οποίον όρισε ο ηγούμενος να τον καταρτίζει και να δέχεται τους λογισμούς του. Ο ηγούμενος έστειλε τον Γερμανό στον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε' που ησύχαζε τότε στη Μονή των Ιβήρων κι εκείνος βεβαίωσε ότι αυτά είναι εκ Θεού και ευχήθηκε στον Αθανάσιο να τελειώσει το μαρτύριο, αφού προετοιμασθεί μέχρι το τέλος της αγίας Τεσσαρακοστής.

Όταν έφθασε η αγία Τεσσαρακοστή, κατ' εντολή του ηγουμένου, πήγαν με το διδάσκαλο Γερμανό στην Σκήτη των Ιβήρων, γιά να προετοιμασθεί ο Αθανάσιος από το μοναχό Γρηγόριο, ο οποίος προετοίμασε παλαιότερα τους Οσιομάρτυρες Ευθύμιο, Ιγνάτιο, Ακάκιο και Ονούφριο. Εκεί προσκύνησαν τα άγια Λείψανά τους, τα οποία όταν είδε ο Αθανάσιος, αγαλλίασε η ψυχή του και θερμάνθηκε περισσότερο στο μαρτύριο. Αφού επέστρεψαν στην Μονή του Εσφιγμένου, άρχισε να προετοιμάζεται με μεγάλους αγώνες, με νηστεία και προσευχή. Κατ' εντολή του ηγουμένου κλείσθηκε στό βορεινό πύργο πάνω από τη θάλασσα, όπου έτρωγε μόνο λίγο ψωμί και νερό και έκανε κάθε μέρα χίλιες πεντακόσιες μεγάλες μετάνοιες και άλλες τέσσερις χιλιάδες μικρές. Προηγουμένως ο πνευματικός του διάβασε τις ιλαστικές ευχές γιά οκτώ μέρες και στο τέλος τον έχρισε με το Άγιο Μύρο. Την Τετάρτη Κυριακή των Νηστειών στη Λειτουργία έλαβε το σχήμα του σταυροφόρου και ονομάσθηκε Αγαθάγγελος.
Αφού κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια, επέστρεψε στον πύργο. Το πρόσωπό του άλλαξε και φωτίσθηκε και στην καρδιά του άναψε θεϊκή φλόγα, που τον παρώτρυνε σε περισσότερους αγώνες. Βρήκε και μια αλυσίδα βάρους πάνω από δέκα οκάδες και δέθηκε με αυτήν κατάσαρκα ως αληθής Εσφιγμένος. Επίσης φόρεσε και ένα σάκκο τρίχινο και πλήθυνε τις μετάνοιες, ώστε υπερέβηκε τις τρεις χιλιάδες μεγάλες και οκτώ χιλιάδες μικρές. Διάβαζε τους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου δύο φορές τη μέρα, το Ευαγγέλιο, το Νέο Μαρτυρολόγιο και άλλα βιβλία, προσευχόμενος με την ευχή του Ιησού και ποθούσε ολόψυχα το θάνατο γιά το Χριστό.
Μη μπορώντας να συγκρατήσει τον πόθο του γιά το μαρτύριο, παρακαλούσε τον ηγούμενο να τον στείλει όσο το δυνατόν πιό γρήγορα. Ο ηγούμενος σύστησε στους αδελφούς να προσευχηθούν γιά να αποκαλύψει ο Θεός αν είναι τούτο θέλημά Του και κατά την ίδια νύκτα είδε ο ηγούμενος τον άγιο Νικόλαο, ο οποίος έλεγε προς τον Αγαθάγγελο: «Καλό έργο επιθύμησες παιδί μου, κάνε γρήγορα λοιπόν και θα ευδοκιμήσεις». Έκτοτε άρχισαν οι τελικές ετοιμασίες γι'αυτό.
Κατά θεία οικονομία, το Μέγα Σάββατο έφθασε μπροστά στη Μονή ένα Χιώτικο πλοίο, το οποίο ταξίδευε για τη Σμύρνη. Το απόγευμα της Δευτέρας της Διακαινησίμου έντυσε ο ηγούμενος τον Αγαθάγγελο το μέγα και αγγελικό Σχήμα και τον χαιρέτησαν οι αδελφοί με δάκρυα, προσευχόμενοι στον Κύριο να τον ενισχύσει στον αγώνα της άθλησης. Επιβιβάσθηκαν στο πλοίο ο Αγαθάγγελος με τον Γερμανό και έφθασαν την Κυριακή του Θωμά στην Σμύρνη. Την επόμενη Πέμπτη, αφού τον ξύρισαν, τον έντυσαν τουρκικά φορέματα και του έδωσαν στα χέρια ξύλινο σταυρό και εικόνα της Αναστάσεως του Χριστού. Έπειτα ήρθε στο κριτήριο των ασεβών, ρωτήθηκε τι ζητάει και είπε ότι έχει διαφορά με τον πρώην αφέντη του. Προσκάλεσαν τον Τούρκο εκείνον και ρώτησαν τον Αγαθάγγελο ποιά διαφορά είχε με αυτόν. Ο άγιος αποκρίθηκε με θάρρος: «Όταν με προσέλαβε στη δούλεψή του ο άνθρωπος αυτός ήμουν Χριστιανός. Αυτός δια της βίας με τούρκεψε, εγώ όμως είμαι πάλι Χριστιανός και πιστεύω στόν Ιησού Χριστό, τον οποίο ομολογώ Θεό αληθινό». Οι παριστάμενοι Αγαρηνοί άρχισαν να τον επιπλήττουν κι εκείνος τότε έβγαλε από τα ρούχα του και ύψωσε το Σταυρό και την εικόνα της Αναστάσεως, κήρυττε πάλι τον Χριστό και κατέκρινε τη μιαρή τους θρησκεία. Γιά πολλή ώρα τον κολάκευαν υποσχόμενοι πολλά επίγεια αγαθά, αλλά ο μάρτυς σιωπούσε και προσευχόταν. Μετά τις κολακείες άρχισαν τις φοβερές απειλές και τα παιδευτήρια και ακολούθως τον έστειλαν στον ηγεμόνα. Αυτός μεταχειρίσθηκε ομοίους τρόπους και επειδή έμενε ο ομολογητής στερεός στην ομολογία του, τον έκλεισαν στη φυλακή.
Την άλλη μέρα τον οδήγησαν πάλι στο κριτήριο και καθ' οδόν τον απειλούσαν με το ξίφος, αλλ' εκείνος μάλλον το ξίφος ποθούσε. Τον οδήγησαν πάλι ενώπιον του κριτή και του ηγεμόνα και με μεγαλύτερες υποσχέσεις και απειλές δεν πέτυχαν τίποτε, διότι ο ομολογητής ούτε τους άκουγε, αλλά έλεγε την ευχή και κήρυττε τον Χριστό Θεό αληθινό, οπότε τον έρριξαν πάλι δεμένο στη φυλακή. Άκουσε τότε εκεί στη φυλακή ότι οι Χριστιανοί μεσίτευαν για να τον απαλλάξουν και έγραψε αμέσως επιστολή παρακαλώντας και εξορκίζοντάς τους στο Θεό να μην ενεργήσουν κατ' αυτό τον τρόπο, αλλά να αφήσουν να τον βασανίσουν οι ασεβείς όπως θέλουν και μόνο να εύχονται γι' αυτόν οι Χριστιανοί να τον ενισχύσει ο Κύριος στο δρόμο του. Όταν διαβάστηκε αυτή η επιστολή μπροστά στον αρχιερέα και τους προύχοντες, δόξασαν όλοι με δάκρυα το Θεό και διαβάστηκαν επιστολές του ηγουμένου Ευθυμίου, ο οποίος παρακαλούσε ομοίως να εύχονται οι Χριστιανοί γιά τον αθλητή. Πράγματι δε κατά την υπόδειξη του αρχιερέα και των κληρικών οι Χριστιανοί έκαναν την νύκτα εκείνη εκτενή δέηση προσευχόμενοι με δάκρυα.
Το πρωί της επόμενης μέρας τον άρπαξαν οι δήμιοι και τον έφεραν στον τόπο του μαρτυρίου. Μέχρι την τελευταία στιγμή δεν έπαψαν οι υπηρέτες της πλάνης με ποικιλότροπες πανουργίες να προσπαθούν να τον διαστρέψουν, αλλά αυτός ούτε καν τους άκουγε και μόνον προσευχόταν «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Αποκεφαλίσθηκε την πέμπτη ώρα του Σαββάτου 19 Απριλίου του 1819.
Ποιός όμως μπορεί να διηγηθεί τη χαρά και την αγαλλίαση πού ένιωσαν οι Χριστιανοί με τη νίκη του Μάρτυρα και τη δόξα του Θεού; Δοξολογούσαν το Θεό και εγκωμίαζαν το Μάρτυρα και έλεγαν «πολλές φορές δοκιμάσαμε χαρές διάφορες κατά καιρούς, αλλά την χαρά αυτή που πήραμε από το μαρτύριο του Αγίου, όχι μόνο άλλοτε δεν την αισθανθήκαμε, αλλ' ούτε με λόγια μπορούμε να την περιγράψουμε». Το σώμα του Μάρτυρα, το οποίο θαυματούργησε και ευωδίασε αφ' ότου ακόμη βρισκόταν στον τόπο του μαρτυρίου, κατά μία μαρτυρία κατατέθηκε στον τάφο του Αγίου Νεομάρτυρα Δήμου στη Σμύρνη.
Κατά άλλη εκδοχή όμως το σεπτό σκήνωμα του Αγίου το έρριξαν στον περίβολο του Ιερού Ναού του Αγίου Γεωργίου Σμύρνης. Ειδοποιήθηκε γι' αυτό ο εκεί διαμένων τότε (1808 - 1809) σαν Διδάσκαλος της περιώνυμης Σχολής Σμύρνης Μέγας Οικονόμος Κωνσταντίνος ο εξ Οικονόμων και κατέβηκε στον Ιερό Ναό, ο περίβολος του οποίου επικοινωνούσε με τη Σχολή και στη θέα του ιερού σκηνώματος του μαρτυρήσαντος για το Χριστό και το Έθνος συνέθεσε αυτοσχεδίως αντί του «Δεύτε τελευταίον ασπασμόν» το ακόλουθο τροπάριο:
«Πληθύς η των Σμυρναίων εν ωδαίς ευφημήσωμεν ημών πολιούχον και της Αίνου το βλάστημα, πρόμαχον θερμόν Αγαθάγγελον ιερομάρτυρα εσθλόν. Επλάκη γαρ γενναίως τω δυσμενεί και τούτον κατηκόντισεν. όθεν στεφηφορών ουρανομάρτυσι συναγάλλεται υπέρ ημών εξευμενίζων τον μόνον φιλάνθρωπον»(27. «Θρακικά» Τόμος 10ος, σ.376.)
Το ιερό σκήνωμα του Νεομάρτυρα Αγαθαγγέλου τάφηκε στον περίβολο του ιερού Ναού του Αγίου Γεωργίου Σμύρνης, στη ρίζα υπεραιωνοβίου πλατάνου και ο τάφος του σωζόταν μέχρι τη μικρασιατική καταστροφή το 1922.

Η αγία και θαυματουργική κάρα του νεομάρτυρα Αγαθάγγελου, καθώς και το δεξί του χέρι, το δεξί του πόδι και μια πλευρά του, αποδόθηκαν τιμής ένεκεν στη Μονή Εσφιγμένου το 1844 μ.Χ., κατόπιν αιτήσεως της.

Πηγή: “Αγιορείτικες μνήμες”

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἀσκήσεως νάμασι, καταρδευθεῖς τὴν ψυχήν, Μαρτύρων ἐξήστραψας, μαρμαρυγᾶς φωταυγεῖς, σοφὲ Ἀγαθάγγελε, ὅθεν ἐν ἀμφοτέροις, ἀκριβῶς διαπρέψας, ἤσχυνας τοὺς ἐξ Ἄγαρ, τὸν Χριστὸν μεγαλύνας. Αὐτὸν οὒν ὁσιομάρτυς, ἠμὶν ἰλέωσαι.


Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς τῶν Ὁσίων ζηλωτὴν καὶ ὁμοδίαιτον καὶ τῶν Μαρτύρων μιμητὴν καὶ ἰσοστάσιον Ἀνυμνοῦμέν σε συμφώνως Ὁσιομάρτυς· Φερωνύμως γὰρ ἐφάνης νέος ἄγγελος Ἀγαθῶν ἀγγελιῶν τῶν ὑπὲρ ἔννοιαν τοῖς βοῶσί σοι· χαίροις μάκαρ Ἀγαθάγγελε.

Μεγαλυνάριον

Πῦρ τὸ ζωηφόρον ἔνδον λαβών, ὅλως ἀνεφλέχθης, τῇ ἀγάπῃ τοῦ Ἰησοῦ· ὅθεν καὶ ἀθλήσας, αὐτοῦ βλέπεις τὸ κάλλος, ὡς πάλαι ἐπεθύμεις, ὦ Ἀγαθάγγελε. 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ 2022 (Ομιλία Επισκόπου Μεθώνης κ. Αμβροσίου)

 

ΜΗΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ 2022 (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

ccv

Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

   Χριστὸς Ἀνέστη! Χαίρετε!

   ταν ὁ Χριστός μας ὕστερα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες παραμονῆς Του στὸν Τάφο ἀναστήθηκε δωρίζοντας στὸν κόσμο τὴν ἀληθινή, παντοτινὴ καὶ οὐσιαστικὴ ζωή, οἱ Ἀπόστολοι ἦταν κρυμμένοι διότι φοβούνταν τοὺς Ἰουδαίους. Μόνο ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης, ὕστερα ἀπὸ τὴν πληροφορία τῶν Μυροφόρων ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε, τόλμησαν νὰ πάνε στὸ Μνῆμα, ὅπου διαπίστωσαν μὲ τὰ μάτια τους τὸ συγκλονιστικὸ γεγονός. 

   Τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα λοιπόν, ὅταν ὅλοι οἱ Μαθητὲς -ἐκτὸς τοῦ Θωμᾶ- βρίσκονταν κεκλεισμένοι στὸ ὑπερῶο, σκεπτικοὶ καὶ ταραγμένοι γιὰ ὅσα εἶχαν προηγηθεῖ, ἐμφανίσθηκε ἀνάμεσα τους ὁ Χριστὸς λέγοντας: Εἰρήνη ὑμῖν. Εἰρηνεύετε. Μὴν δίνετε πλέον τόπο στὴν ταραχή, διότι ἰδοῦ σᾶς στέλνω νὰ κηρύξετε τῆν Ἀνάσταση μου. Ὅπως μὲ ἔστειλε ὁ Πατέρας νὰ θυσιασθῶ γιὰ νὰ γνωρίσει ὁ κόσμος τὴν ἀληθινὴ ζωή, ἔτσι καὶ ἐγὼ στέλνω ἑσᾶς. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ σᾶς κυριεύει ἡ στενοχώρια. Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο καὶ μὲ αὐτὴ τὴν Θεία Χάρη, ὅσες ἁμαρτίες συγχωρέσετε θὰ εἶναι συγχωρεμένες, ὅσες, ὅμως, δέσετε, θὰ εἶναι δεμένες καὶ ἀσυγχώρητες.  Ὅπως ἦταν φυσικό, οἱ Μαθητὲς ἔλαβαν πολὺ χαρὰ ποὺ εἶδαν τὸν ἀγαπημένο τους Διδάσκαλο, πάλι κοντά τους, Ἐκεῖνον ποὺ μόλις τρεῖς μέρες πρὶν εἶχε παραδώσει το πνεῦμα πάνω στὸν Σταυρὸ. 

   τσι, ἄλλωστε, βιώνει κανείς διαχρονικὰ τὴν ἀπουσία καὶ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή του. Ὅταν ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ Παρών, δὲν βρίσκει θέση στὴν ψυχή μας, μᾶς σκιάζουν τὰ σύννεφα τῆς ταραχῆς καὶ τοῦ φόβου. Φοβόμαστε τὴν πίεση τῆς καθημερινότητας, τὰ μέλλοντα, τὴν κακὴ συμπεριφορὰ τῶν συνανθρώπων μας, τὶς ἀσθένειες, τοὺς πολέμους, τὴν οἰκονομικὴ δυσπραγία, μὲ ἀποκορύφωμα τὸν θάνατο. Καὶ ἐνῶ ἑμεῖς, φοβισμένοι καὶ ταραγμένοι, ἔχοντας κλειστὲς τὶς πόρτες τῆς ψυχής μας, συλλογιζόμαστε πῶς θὰ ἀνταπεξέλθουμε ἀπέναντι σὲ τόσα προβλήματα, ἐπισκέπτεται ὁ Θεὸς τὴν ταλαίπωρη ψυχή μας καὶ μᾶς λέει: Τέλος ὁ φόβος, τέρμα ἡ ταραχή! Εἰρήνη νὰ ἔχετε, διότι Ἀναστήθηκα! Εἱρήνη νὰ ἔχετε διότι ὅπως νίκησα τὸν θάνατο, ἔτσι μπορῶ νὰ νικήσω κάθε κακό ποὺ σᾶς ταλαιπωρεῖ, ἀρκεῖ νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ μείνω στὴν ψυχή σας, ἀρκεῖ νὰ εἶστε δικοί μου. 

   Αὐτὴ τὴν χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως, αὐτὴ τὴν χαρὰ ὅτι δὲν εἴμαστε μόνοι, ἀλλὰ πάντοτε μαζὶ μὲ τὸν Ἀναστάντα Χριστό, βίωσαν οἱ Δέκα Ἀπόστολοι. Ὁ Θωμᾶς, ὡστόσο, ὁ ὁποῖος ἀπουσίαζε ἀπὸ τὴν σύναξη τῶν Μαθητῶν, δὲν ἀπόλαυσε αὐτὴ τὴν χαρά. Δὲν εἶδε Ἀναστημένο τὸν Κύριο, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τοὺς δηλώνει ἐπίμονα ὅτι «ἀν δὲν δῶ, δὲν θὰ πιστέψω». Ζητοῦσε καρδιακὰ νὰ δεῖ καὶ ἐκεῖνος, ὅπως οἱ Συμμαθητές του, τὸν Διδάσκαλό του Ἀναστημένο. Καὶ πράγματι, ὁ Χριστὸς, ὁ Ὁποῖος εἶπε «ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε» εκπλήρωσε τὸν πόθο καὶ ἰκανοποίησε τὴν περιέργεια τοῦ Θωμᾶ, ἐμφανιζόμενος ξανὰ στοὺς συναγμένους Ἀποστόλους ὀκτὼ ἡμέρες μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, σὰν σήμερα. Κάλεσε τὸν Θωμὰ νὰ δεῖ καὶ νὰ ψηλαφήσει τὰ σημάδια του Θείου Πάθους, ἀποσπώντας τὴν κοσμοσωτήρια ὁμολογία του: «ὁ Κύριος μου καὶ ὁ Θεός μου», καὶ μὴν παραλείποντας νὰ τοῦ δηλώσει ὅτι «Εὐτυχισμένοι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶδαν, ἀλλὰ πίστευσαν». 

   Πολλοὶ κατηγοροῦν τὸν Θωμᾶ ὅτι ἦταν ἄπιστος. Αὑτὸ δὲν ἰσχύει. Ὁ Θωμᾶς δὲν ἦταν ἄπιστος. Ἦταν δύσπιστος. Καὶ αὐτὴ ἡ δυσπιστία του ἀποδείχθηκε σωτήρια γιὰ ὅλες τὶς ἐπερχόμενες γενεές, διότι ὁ Θωμᾶς πρόλαβε ὅλους ἑμᾶς. Ἐξέφρασε τὴν δυσπιστία ἀντὶ γιὰ ἑμᾶς, μὲ ἀποτέλεσμα ἑμεῖς σήμερα νὰ μὴν χρειαστεῖ νὰ δοῦμε γιὰ νὰ πιστεύσουμε. Ψηλάψησε τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ τὴν ἄχραντη πλευρὰ τοῦ Σωτῆρος μὲ ἀποτέλεσμα νὰ εἶναι πλέον ἰκανὸς καὶ πρόθυμος νὰ ταξιδέψει ὡς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης καὶ νὰ δώσει καὶ τὸ αἶμα του ὁμολογώντας ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Κύριος του καὶ ὁ Θεός του, ὁ Μόνος Ἀληθινός Θεός. 

   Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, πρέπει νὰ εὐγνωμονοῦμε τὸν Θωμά, διότι ἔγινε ὁ μεγάλος μας εὐεργέτης. 

γαπητοὶ ἀδελφοί,

   μεῖς μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀνήκουμε στοὺς μακαρίους οἱ ὁποίοι δὲν εἶδαν, ἀλλὰ πίστεψαν. Σίγουρα, ὅλοι θὰ θέλαμε νὰ δοῦμε ἐκεῖνο ποὺ εἶδαν οἱ Ἀπόστολοι, τὸν Ἀναστάντα Κύριο μας, διότι οἱ Ἀπόστολοι καὶ εἰδικὰ ὁ Θωμάς βίωσαν ἐμπειρία Θεώσεως. Τὸ νὰ βιώσουμε καὶ ἑμεῖς αὐτὴ τὴν ἐμπειρία εἶναι καθῆκον μας. Γιὰ νὰ φθάσουμε, ὅμως, ὡς ἐκεί πρέπει νὰ προηγηθεῖ ἀγώνας. «Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ (τότε) ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς Ἀναστάσεως». Πρώτα πρέπει νὰ καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις μας γιὰ νὰ δοῦμε τὸ Φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτὸ θὰ τὸ καταφέρουμε μέσα ἀπὸ τὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, τὸ ὁποῖο παρέδωσε ὁ Χριστὸς στοὺς Μαθητές Του καὶ κατ’ ἐπέκταση στοὺς Διαδόχους αὐτῶν, Ἐπισκόπους, τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως. Μέσω αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου ὁ Χριστὸς μᾶς λέει ὅτι δὲν νίκησε μόνο τὸν θάνατο, ἀλλὰ καὶ τὶς ἁμαρτίες μας. Μέσω αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου κάθε σφάλμα ἐξαλείφεται καὶ μία νέα εὐκαιρία μᾶς χορηγεῖται γιὰ νὰ προσεγγίσουμε Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἡ Ἀνάσταση, ἡ Ζωή καὶ τὸ Φῶς.

Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!

ὁ Ἐπίσκοπός σας, 

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

ΑΝΕΣΤΗ ΧΡΙΣΤΟΣ, Ἡ δοκιμασία τοῦ λογικοῦ (Φώτης Κόντογλου)


Ἡ πίστη τοῦ χριστιανοῦ δοκιμάζεται μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σὰν τὸ χρυσάφι στὸ χωνευτήρι. Ἀπ ̓ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ πλέον ἀπίστευτο πράγμα, ὁλότελα ἀπαράδεκτο ἀπὸ τὸ λογικό μας, ἀληθινὸ μαρτύριο γιὰ δαῦτο. Μὰ ἴσια-ἴσια, ἐπειδὴ εἶναι ἕνα πράγμα ὁλότελα ἀπίστευτο, γιὰ τοῦτο χρειάζεται ὁλόκληρη ἡ πίστη μας γιὰ νὰ τὸ πιστέψουμε. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι λέμε συχνὰ πὼς ἔχουμε πίστη, ἀλλὰ τὴν ἔχουμε μονάχα γιὰ ὅσα εἶναι πιστευτὰ ἀπ ̓ τὸ μυαλό μας. Ἀλλὰ τότε, δὲν χρειάζεται ἡ πίστη, ἀφοῦ φτάνει ἡ λογική. Ἡ πίστη χρειάζεται γιὰ τὰ ἀπίστευτα.

Οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἄπιστοι. Οἱ ἴδιοι οἱ μαθητάδες τοῦ Χριστοῦ δὲν δίνανε πίστη στὰ λόγια τοῦ δασκάλου τους ὅποτε τοὺς ἔλεγε πὼς θ ̓ ἀναστηθῆ, μ ̓ ὅλο τὸ σεβασμὸ καὶ τὴν ἀφοσίωση ποὺ εἶχαν σ ̓ Αὐτὸν καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια του. Καὶ σὰν πήγανε οἱ Μυροφόρες τὴν αὐγὴ στὸ μνῆμα τοῦ Χριστοῦ, κ ̓ εἴδανε τοὺς δυὸ ἀγγέλους ποὺ τὶς μιλήσανε, λέγοντας σ ̓ αὐτὲς πὼς ἀναστήθηκε, τρέξανε νὰ ποῦνε τὴ χαροποιὰ εἴδηση στοὺς μαθητές, ἐκεῖνοι δὲν πιστέψανε τὰ λόγια τους, ἔχοντας τὴν ἰδέα πὼς ἤτανε φαντασίες: «Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος (τρέλα) τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς»...

Βλέπεις καταπάνω σὲ πόση ἀπιστία ἀγωνίσθηκε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; Καὶ στοὺς ἴδιους τοὺς μαθητάδες του. Εἶδες μὲ πόση μακροθυμία τὰ ὑπόμεινε ὅλα; ...Καὶ μ ̓ ὅλα αὐτὰ, ἴσαμε σήμερα οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς εἴμαστε χωρισμένοι ἀπὸ τὸν Χριστὸ μ ̓ ἕνα τοῖχο παγωμένον, τὸν τοῖχο τῆς ἀπιστίας. Ἐκεῖνος ἀνοίγει τὴν ἀγκάλη του καὶ μᾶς καλεῖ κ ̓ ἐμεῖς τὸν ἀρνιόμαστε. Μᾶς δείχνει τὰ τρυπημένα χέρια του καὶ τὰ πόδια του, κ ̓ ἐμεῖς λέμε πὼς δὲν τὰ βλέπουμε. Ἐμεῖς ψάχνουμε νὰ βροῦμε στηρίγματα στὴν ἀπιστία μας γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὸν ἐγωϊσμό μας, ποὺ τὸν λέμε Φιλοσοφία καὶ Ἐπιστήμη. Ἡ λέξη Ἀνάσταση δὲν χωρᾶ μέσα στὰ βιβλία τῆς γνώσης μας... Γιατὶ «ἡ γνώση τούτου τοῦ κόσμου, δὲ μπορεῖ νὰ γνωρίσει ἄλλο τίποτα, παρεκτὸς ἀπὸ ἕνα πλῆθος λογισμούς, ὄχι ὅμως ἐκεῖνο ποὺ γνωρίζεται μὲ τὴν ἁπλότητα τῆς διάνοιας».

Ναί, ἐκείνους ποὺ ἔχουνε αὐτὴ τὴν εὐλογημένη ἁπλότητα τῆς διάνοιας, τοὺς μακάρισε ὁ Κύριος, λέγοντας: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Καὶ στὸν Θωμᾶ, ποὺ γύρευε νὰ τὸν ψηλαφήσῃ γιὰ νὰ πιστέψῃ, εἶπε: «Γιατὶ μὲ εἶδες Θωμᾶ, γιὰ τοῦτο πίστεψες; Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἴδανε καὶ πιστέψανε».

Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς δώσει αὐτὴ τὴν πλούσια φτώχεια, καὶ τὴν καθαρὴ καρδιά, ὥστε νὰ τὸν δοῦμε ν ̓ ἀναστήνεται γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε κ ̓ ἐμεῖς μαζί του.
Αὐτὴ ἡ ἀνηξεριὰ (ἡ ἄγνοια) εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ γνώση: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἄγνοια ἡ ὑπερτέρα τῆς γνώσεως». Καλότυχοι καὶ τρισκαλότυχοι ἐκεῖνοι ποὺ τὴν ἔχουνε.


Πηγή: orthodoxfathers.com




Πέμπτη 28 Απριλίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ «ΚΑΝΟΝΑ» ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ



 Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἑκατὸ καὶ πλέον θαυμάσια συγγράμματά του, τὸ ὁποῖο ὀνομάζεται «Ἑορτοδρόμιον», ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἑρμηνεύει μὲ ἐξαίρετο τρόπο τοὺς «Κανόνες», δηλαδὴ τὶς Καταβασίες καὶ τὰ τροπάρια ποὺ τὶς συνοδεύουν ὅλων τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἑρμηνεία του εἶναι ἐκπληκτική. Βασίζεται στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στοὺς θεοφώτιστους ἁγίους Πατέρες. Συγχρόνως ὅμως ἀφήνει νὰ ξεχυθεῖ σὲ κάθε σελίδα τοῦ βιβλίου του καὶ τὸ θεόσδοτο χάρισμά του.    Αὐτὸ γίνεται αἰσθητὸ σὲ κάθε μελετητὴ τοῦ βιβλίου του πολὺ περισσότερο ὅταν φτάσει στὴ μελέτη τοῦ «Κανόνος» τοῦ Πάσχα. Ἐδῶ ὁ Ἅγιος βάζει ὅλη τὴν τέχνη του γιὰ νὰ ἀποτυπώσει στὸ χαρτὶ τὸ ξεχείλισμα τῆς καρδιᾶς του, ποὺ σκιρτοῦσε ἔντονα καθὼς σκεφτόταν καὶ ζοῦσε νοερὰ τὴν πιὸ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας μας.   

Ἐπαινεῖ κατ 'ἀρχὰς τὸν ὑμνογράφο ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ γράφοντας: «Μὲ λαμπρὰ πράγματα ἠθέλησε νὰ λαμπρύνῃ τὴν λαμπρὰν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ἀξίως τῆς ἰδικῆς του λαμπρότητος ὁ λαμπρὸς τῷ βίῳ καὶ λαμπρότερος τῷ λόγῳ καὶ λαμπρότατος τὴν ψυχὴν Ἰωάννης · πρῶτον μὲν γὰρ ἐλάμπρυνε τὴν λαμπρὰν ἡμέραν ταύτην ὄχι μὲ ἄλλον ἦχον, ἀλλὰ μὲ τὸν πρῶτον ... Καθὼς ἡ ἡμέρα τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν καὶ ἡ πανήγυρις τῶν πανηγύρεων, καὶ ἡ λαμπροτέρα ἡμέρα τῶν ἄλλων · οὕτω καὶ ὁ πρῶτος ἦχος ὁ ἐν αὐτῇ ψαλλόμενος εἶναι ὁ ἦχος ὅλων τῶν ἄλλων ἤχων ὁ λαμπρότερος ... 
   Δεύτερον δὲ ἐλάμπρυνε τὴν Λαμπράν (δηλαδὴ τὸ Πάσχα ) ὁ λαμπρὸς Μελωδὸς μὲ τὰς λαμπρὰς ρήσεις τοῦ λαμπροτάτου πανηγυριστοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἵνα ἐκ λαμπροῦ Πανηγυριστοῦ, ὑπὸ λαμπροῦ Μελωδοῦ, διὰ λαμπροῦ ἤχου, μὲ λαμπρὰς ρήσεις, λαμπρῶς τὸ λαμπρὸν τῆς λαμπρᾶς ἡμέρας συγκροτῆται μέλος, κατὰ τὴν δὶς διὰ πασῶν συμφωνίαν · καὶ τὸ θαυμαστὸν εἶναι ὅτι ὄχι μόνον τὰς ὑποθέσεις ἐκ τοῦ Θεολόγου λαμβάνει, ἀλλὰ καὶ αὐτολεξεὶ τὰς ἐκείνου μεταχειρίζεται λέξεις ... ».

  Ὡς δεῖγμα γραφῆς παραθέτουμε στὴ συνέχεια τμήματα ἀπὸ τὴν ἑρμηνεία του σ 'ἕναν ὕμνο, ποὺ συχνὰ θὰ τὸν ἀκοῦμε αὐτὲς τὶς μέρες, μέχρι τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως στοὺς ἱεροὺς Ναούς μας: «! Ὢ θείας
! ὢ φίλης ! Ώ γλυκυτάτης σου Φωνής ΜΕΘ 'ἡμῶν ἀψευδῶς γὰρ ἐπηγγείλω ἔσεσθαι, μέχρι τερμάτων αἰῶνος, Χριστέ · ἣν οἱ πιστοί, ἄγκυραν ἐλπίδος κατέχοντες, ἀγαλλόμεθα ».  

«... Ὢ τί φωνὴ θεία ἦτον ἐκείνη, Θεάνθρωπε Ἰησοῦ Χριστέ, ὅπου ἐξεφώνησες εἰς τοὺς ἁγίους σου Ἀποστόλους!
 Καὶ πῶς δὲν ἦτον θεία, ἡ ὁποία ἐκβῆκεν ἀπὸ τὰ θεϊκὰ ἐκεῖνα καὶ προσκυνητὰ καὶ πανάγια χείλη σου; Ὢ τί φωνὴ φιλτάτη ἦτον ἐκείνη ὅπου ἐλάλησας εἰς τοὺς φίλους σου Μαθητάς! Καὶ πῶς δὲν ἦτον φιλτάτη ἡ τόσον ἄκρας φιλίας τῆς πρὸς ἡμᾶς ζωντανὴ οὖσα ἀπόδειξις; Ὢ τί γλυκυτάτη ἦτον ἐκείνη ἡ φωνὴ ἥτις προῆλθεν ἀπὸ τὸ γλυκύτατον καὶ νεκταρῶδες στόμα σου! Καὶ πῶς δὲν ἦτον γλυκυτάτη καὶ χαριεστάτη ἡ τοσούτων ἀγαθῶν γενομένη πρόξενος; Σὺ γάρ, ἡμέτερε Σωτήρ, ὑπεσχέθης ἀψευδέστατα νὰ μένῃς πάντοτε μὲ τοὺς ἱεροὺς Ἀποστόλους σου, καὶ δι 'αὐτῶν νὰ μένῃς καὶ μὲ ἡμᾶς ... οἵτινες πιστεύομεν καὶ λατρεύομέν σοι ... ἕως τῆς συντελείας τοῦ παρόντος αἰῶνος.  

 Ταύτην λοιπὸν τὴν θείαν καὶ φίλην καὶ γλυκυτάτην φωνήν σου, ὦ Δέσποτα, καὶ τὴν ἀψευδῆ σου ὑπόσχεσιν ἡμεῖς οἱ Χριστιανοὶ κρατοῦμεν ἄγκουραν (ἄγκυραν) ἀσφαλεστάτην ἐλπίδος · ὅθεν ὅταν πνέωσιν ἐναντίον μας οἱ ἄνεμοι τῶν πειρασμῶν, καὶ ὅταν σηκόνωνται κατὰ τοῦ ἡμετέρου πλοίου τὰ κύματα τῆς τοῦ βίου θαλάσσης, ρίπτομεν ὡς ἄγκουραν μεγάλην τὴν θείαν ταύτην ὑπόσχεσίν σου, καὶ εὐθὺς ἐλευθερονόμεθα ἀπὸ τὴν φουρτοῦναν ... γνωρίζει γὰρ τὴν φωνήν σου ταύτην καὶ ἡ αἰσθητὴ καὶ ἡ νοητὴ θάλασσα, διότι πολλάκις τὴν ἐπετίμησες, καὶ ἡσύχασε ... Ὅθεν κἂν τύραννοι μᾶς φοβερίζουν ... ἡμεῖς δὲν φοβούμεθα ... κἂν πτωχεία μᾶς στενοχωρῇ, δὲν μᾶς μέλει · κἄν ἀσθένειαι μᾶς ἐνοχλοῦσιν, ἡμεῖς δὲν καταπίπτομεν · καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, κἂν ὁποιαιδήποτε θλίψεις καὶ δυστυχίαι μᾶς εὕρουν, εἴτε ἐκ Δαιμόνων, εἴτε ἐξ ἀνθρώπων, ἡμεῖς ταύτην μόνην τὴν γλυκυτάτην σου φωνὴν καὶ ἐπαγγελίαν ἐνθυμούμενοι, εὐθὺς παρηγορούμεθα, εὐθὺς εὐφραινόμεθα, καὶ εὐθὺς κάθε μας λύπη εἰς χαρὰν μεταβάλλεται · φανταζόμεθα γὰρ ὅτι εἶσαι παρὼν εἰς ἡμᾶς ἀοράτως καὶ μυστικῶς σὺ ὁ παμφίλτατος καὶ γλυκύτατος ἡμῶν Δεσπότης, καὶ μᾶς ἐνδυναμόνεις εἰς τὰς ἀσθενείας μας, μᾶς παρηγορεῖς εἰς τὰς θλίψεις καὶ περιστάσεις μας, καὶ μᾶς λέγεις εἰς τὴν καρδίαν τρόπον τινά · Μὴ φοβεῖσθε · ἐγὼ εἶμαι μὲ ἐσᾶς · "Ἰδοὺ ἐγώ εἰμι μεθ 'ὑμῶν πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος" ».
Πηγή: www.osotir.org


Τρίτη 26 Απριλίου 2022

ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟN ΜΗΝΥΜΑ 2022

 Ἀριθμός Πρωτ. 3181

Ἐν Ἀθήναις, 29-03/11-04-2022

«Τοῦτο δέ ἐστι τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με (Πατρός),
ἵνα πᾶς ὁ θεωρῶν τὸν Υἱόν, καὶ πιστεύων εἰς Αὐτόν,
ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἀναστήσω αὐτὸν ἐγὼ ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ»
(Ἰω. στ΄ 40)

Ἀγαπητοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοὶ ἐν Κυρίῳ Ἀναστάντι·

῎Εφθασε καὶ πάλιν ἡ κοσμοχαρμόσυνη ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἡ πανυπέρλαμπρη καὶ φωτοπάροχη! Ὁ Σωτῆρας μας Χριστός, ὁ Ὁποῖος εἶχε ὑποσχεθεῖ αὐθεντικῶς στὴν διδασκαλία Του ὅτι θὰ ἀναστήσει τοὺς πιστούς Του, δὲν ἦταν βέβαια δυνατὸν νὰ μὴν ἀναστήσει τὸν Ἑαυτό Του αὐτεξουσίως! Ὡς Ἄνθρωπος ἔπαθε, ἐσταυρώθη καὶ ἐτάφη, ἀλλ’ ὡς Θεὸς ἀνέστη καὶ μᾶς χάρισε ζωὴ αἰώνια, ἄφθαρτη καὶ ἀτελεύτητη.

 Ἦλθε στὴν γῆ ὡς Θεάνθρωπος γιὰ νὰ ἐκπληρώσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ Πατρὸς καὶ γιὰ νὰ φανερώσει τὴν δόξα Του, «δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ Πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» (Ἰω. α΄ 14). Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Πατρὸς ἔγινε Ἄνθρωπος γιὰ νὰ χαρίσει σὲ ὅσους τὸν δέχονται θεληματικὰ καὶ αὐτοπροαίρετα τὴν θεία υἱοθεσία: τὸ νὰ γίνουν δηλαδὴ «τέκνα Θεοῦ» (Ἰω. α΄ 12). Τὸ θέλημα τοῦ Πατρὸς εἶναι νὰ μὴν ἀπολεσθεῖ κανεὶς ἀπὸ τοὺς πιστούς, ἀλλὰ νὰ τύχουν ὅλοι ἀναστάσεως· νὰ θεωροῦν καὶ νὰ πιστεύουν στὸν Υἱό Του, ὡς «Θεὸν ἀληθινόν, ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ», γιὰ νὰ ἔχουν ζωὴ αἰώνια καὶ νὰ ἀναστηθοῦν στὴν ἐσχάτη ἡμέρα τῆς Κρίσεως (Ἰω. στ΄ 39-40).

 Ὅλοι βέβαια θὰ ἀναστηθοῦν κατὰ τὴν ἔνδοξη Δευτέρα Παρουσία, δίκαιοι καὶ ἁμαρτωλοί: οἱ πρῶτοι «εἰς ἀνάστασιν ζωῆς», οἱ δεύτεροι «εἰς ἀνάστασιν κρίσεως» (Ἰω. ε΄ 29). Οἱ πρῶτοι γιὰ νὰ ἀναληφθοῦν στὴν αἰώνια συνάντηση καὶ συνύπαρξη μὲ τὸν Θεὸ στὴν Βασιλεία Του, οἱ δεύτεροι γιὰ νὰ κατακριθοῦν σὲ κόλαση αἰώνια (πρβλ. Ματθ. κε΄ 31-46).

Σὲ αὐτὴ τὴν ζωὴ θεωροῦμε τὸν Υἱὸ μὲ τοὺς ψυχικοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς πίστεως, οἱ ὁποῖοι διανοίγονται μὲ τὸν ἀγῶνα καθάρσεως ἀπὸ τὰ πάθη καὶ μὲ τὰ ἀγαθὰ ἔργα· διαφορετικά, παραμένουν κλειστοὶ καὶ ἀδυνατοῦν νὰ ἀποδεχθοῦν τὸ ὑπέρλογα δόγματα τῆς Πίστεως, ὅπως καὶ τὶς ἀνάγκες τοῦ πλησίον, τοῦ συνανθρώπου, τοῦ κάθε «ἐλαχίστου» ἀδελφοῦ, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ εἰκόνα Θεοῦ.


 Ἡ «πηγὴ τῆς Ζωαρχίας», ὁ Κύριος καὶ Θεός μας γιὰ νὰ μᾶς δείξει καὶ τὸν τρόπο ἑνώσεως καὶ «ἀνακράσεως» μαζί μας, βεβαιώνει ὅτι εἶναι ὁ «Ἄρτος τῆς Ζωῆς» (Ἰω. στ΄ 48), «ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων ἵνα τις ἐξ αὐτοῦ φάγῃ καὶ μὴ ἀποθάνῃ» (Ἰω. στ΄ 49 50). Καὶ συνεχίζει ἀποκαλυπτικά: «Ἐγώ εἰμι ὁ Ἄρτος ὁ Ζῶν, ὁ ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ Ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα· καὶ ὁ Ἄρτος δέ, ὅν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μου ἐστιν, ἥν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς» (Ἰω. στ΄ 50-51).

 Ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς τέλεσε τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ θυσιάσθηκε στὸν Σταυρὸ γιὰ νὰ μᾶς δώσει αὐτὴ τούτη τὴν Σάρκα Του, τὴν ἑνωμένη μὲ τὴν Θεότητα, γιὰ νὰ γίνουμε κοινωνοὶ καὶ μέτοχοι θείας ζωῆς. Πέθανε γιὰ νὰ νικήσει τὸν θάνατο καὶ ἀναστήθηκε γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὴν ἀνάσταση. Ἄν ὅμως δὲν φάγουμε τὴν Σάρκα Του καὶ δὲν πιοῦμε τὸ Αἷμα Του, δὲν θὰ ἔχουμε ζωὴ ἀληθινὴ καὶ αἰώνια: «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα, ἔχει ζωὴν αἰώνιον· καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ· ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ αἷμα μου ἀληθῶς ἐστι πόσις» (Ἰω. στ΄ 53-54).

 Εἶναι ξεκάθαρο ὅτι γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε αἰωνίου ζωῆς καὶ ἀναστάσεως, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ λαμβάνουμε τὰ θεοποιὰ ἅγια Μυστήρια σὲ αὐτὴ τὴν ζωή, τὰ ὁποῖα παρέχουν Πνεῦμα Ἅγιο. Μόνον ἔτσι χορταίνουμε τὴν νοητὴ πεῖνα καὶ δίψα μας καὶ ποθοῦμε τὴν μακαρία ζωὴ τῆς αἰωνιότητος, τὴν ὁποίαν προγευόμαστε μέσα μας ἤδη ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή.


 Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἐγερθέντι·

 Γιὰ νὰ μετάσχουμε τοῦ Πασχαλίου Δείπνου τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ γιὰ νὰ ἑορτάσουμε πραγματικὴ Ἀνάσταση Χριστοῦ καὶ ἀνάσταση τῆς ὑπάρξεώς μας, πρέπει νὰ παραμένουμε σὲ κατάσταση μετανοίας καὶ φόβου Θεοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ δική μας συνεισφορὰ ὡς βασικὴ προϋπόθεση συμμετοχῆς. Νηστεύσαμε καὶ προετοιμασθήκαμε γιὰ νὰ φθάσουμε στὴν Λαμπρή, ἀλλὰ ἡ προσπάθεια δὲν σταματᾶ· κατ’ οὐσίαν δὲν ἔχει λήξει. Ὅσο ἡ συνείδησή μας παραμένει ἀγαθὴ καὶ ἀκατάκριτη, ἡ ψυχή μας δέχεται τὸν ἀρραβῶνα τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως. Ὅσο πλησιάζουμε στὸν Θεό, τόσο ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὴν σκλαβιὰ τῆς ἁμαρτίας.

Ὁ ἐχθρὸς διάβολος δὲν παύει συνεχῶς νὰ δημιουργεῖ μέσα μας βουνὰ ἀπὸ διανοητικὰ ἐμπόδια: ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι δῆθεν τρόπος ζωῆς, ὅτι πρόκειται γιὰ κάτι δῆθεν ἀνυπέρβλητο· ὅτι ἡ ἐξακολούθηση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς ἀποτελεῖ διακινδύνευση ποὺ γεμίζει φόβο στὸν κόσμο τοῦτο· φόβο γιὰ τὴν εὐημερία, γιὰ τὶς σχέσεις, γιὰ τὶς ἐπιδιώξεις, ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν ἴδια τὴν βιολογικὴ ζωή· μήπως, δηλαδή, ἀσθενήσουμε, μήπως πεινάσουμε, μήπως ἐμπλακοῦμε στὰ δεινὰ τοῦ ἤδη ἐκσπάσαντος ἀπειλητικοῦ πολέμου, μήπως δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ κινηθοῦμε καὶ νὰ ἐργασθοῦμε ἀνεμπόδιστα, μήπως δὲν προλάβουμε νὰ ἐκπληρώσουμε τὰ ὄνειρα καὶ τὶς προσδοκίες μας…

 Ὅμως, ὅλα αὐτὰ ἔστω καὶ ἄν ἀποτελοῦν πιθανότητες, κανονικὰ δὲν ἔχουν οὐσιαστικὴ ἰσχύ. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς στερήσει τὴν πίστη, τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀγάπη. Οὐδεὶς δύναται νὰ μᾶς χωρήσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ! (Ρωμ. η΄ 35-39). Μόνον ἀπατηλοὶ ἐκφοβισμοὶ ὑπάρχουν. Μὴν περιπέσουμε στὴν παγίδα τῆς ἀμφιβολίας καὶ τῆς ὑποχωρήσεως. Νὰ προχωροῦμε μὲ ὑπομονὴ καὶ ἀνδρεία ἐκεῖ ὅπου ὁ Ἀναστημένος Κύριος μᾶς προσκαλεῖ: στὸν Σταυρὸ καὶ στὴν Ἀνάσταση, ἀσφαλισμένοι μὲ τὸ πνεῦμα τῆς Μετανοίας ζωντανὸ μέσα μας! Τότε ἡ χαρὰ καὶ ἡ πλησμονὴ τῆς Ἀναστάσεως θὰ μᾶς ἀνυψώσουν στὴν θεία χαρμονὴ τῆς προσδοκίας μας: στὴν Νίκη, στὴν Ζωὴ καὶ στὴν αἰώνια Βασιλεία. Ἀμήν!

Χριστὸς Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
†  Ὁ Ἀθηνῶν ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ

Τὰ Μέλη

†  Ὁ Εὐρίπου καὶ Εὐβοίας ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ
†  Ὁ Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος ΓΕΡΟΝΤΙΟΣ
†  Ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
†  Ὁ Θεσσαλονίκης ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ
†  Ὁ Δημητριάδος ΦΩΤΙΟΣ
†  Ὁ Τορόντο ΜΩΫΣΗΣ
†  Ὁ Ἀµερικῆς ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
†  Ὁ Φιλίππων καὶ Μαρωνείας ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
†  Ὁ Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ
†  Ὁ Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος ΚΛΗΜΗΣ
†  Ὁ Μεθώνης ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
†  Ὁ Ἔτνα καὶ Πόρτλαντ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ
†  Ὁ Βρεσθένης ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ
†  Ὁ Θεουπόλεως ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ
†  Ὁ Πελαγονίας ΜΑΞΙΜΟΣ

Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

«ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΔΕΙΠΝΟ» (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)


Πρέπει να πιστέψετε ότι και τώρα, όταν τελούμε τη θεία Λειτουργία και κοινωνούμε, είναι εκείνο το δείπνο, ο Μυστικός Δείπνος, κατά τον οποίο ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς παρίστατο. Τίποτε μάλιστα δεν κάνει το σημερινό δείπνο υποδεέστερο εκείνου. Ούτε να σκεφτούμε ότι τάχα αυτό, το δικό μας σημερινό, το ετοιμάζει άνθρωπος, εκείνο δε ο Κύριος. Αλλά και εκείνο και αυτό ο ίδιος, ο Κύριος τα προσφέρει.

Όταν λοιπόν δεις να σου προσφέρονται τα ιερά και τίμια δώρα, μη θεωρείσεις ότι αυτό το κάνει ο ιερέας, αλλά να βλέπεις, ότι του Θεού είναι το χέρι που προτείνεται ...
Διότι εκείνος που έδωσε το μεγαλύτερο, δηλαδή που παρέδωσε τον εαυτό του για τη σωτηρία των ανθρώπων, πολύ περισσότερο δε θα απαξιώσει να σου μεταδώσει το Σώμα του.


Ας ακούσουμε λοιπόν και ιερείς και πλήρωμα της Εκκλησίας, ποιά μεγάλη δωρεά αξιωθήκαμε. Να ακούσουμε και να τρομάξουμε. Μας έδωσε ο Κύριος να χορτάσουμε με τις αγίες σάρκες του, τον ίδιο τον εαυτό του μας έδωσε θυσιασμένο. Ποια θα είναι η απολογία μας, εάν, ενώ με τέτοια αγία τροφή τρεφόμαστε, σε τόσα πολλά και μεγάλα αμαρτάνουμε? Όταν, ενώ εσθίουμε (κοινωνούμε) Αμνό, γινόμαστε λύκοι? Όταν ενώ ενωνόμαστε με πρόβατο, και τους λέοντες ακόμη ξεπερνούμε?


Από τον όρθρο της Μ. Πέμπτης Τροπάριον της Ακολουθίας του Νιπτήρος
 «Ότε οι ένδοξοι μαθηται... »Ήχος πλ δ '.

Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο, καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον, φεῦγε ἀκόρεστον ψυχὴν τὴν Διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι.


ΑΠΟΔΟΣΗ

Όταν οι ένδοξοι μαθητές του Κυρίου το βράδυ του Μυστικού Δείπνου με την τελετουργία του νιπτήρος, φωτιζόνταν μέσα στην ψυχή τους, τότε δυστυχώς ο Ιούδας που ήταν δυσεβής, αρρώστησε από την φιλαργυρία του, και σκοτάδι σκέπασε το πνεύμα του. Ετρεξε και παρέδωσε στους ανόμους κριτές, στο συμβούλιο των Ιουδαίων, Εσένα τον δίκαιο κριτή. Πρόσεξε, λοιπόν εσύ που αγαπάς τα χρήματα, αυτόν που εξ αιτίας τους κατήντησε στην αγχόνη. Φεύγε μακρυά από την αχόρταγη ψυχή, που τόλμησε αυτά τα φοβερά στον Διδάσκαλο. Κύριε, Εσύ που είσαι αγαθός για όλους, σε Σένα ανήκει η δόξα.

Δευτέρα 18 Απριλίου 2022

ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ! «Ο ΠΛΗΡΗΣ ΚΕΝΟΥΤΑΙ»

 

π. Νικηφόρος Νάσσος

« Τόν δι᾿ ἡμᾶς σταυρωθέντα , δεῦτε πάντες ὑμνήσωμεν».1 

Αὐτόν τόν προτρεπτικό στίχο θά ἀκούσουμε στούς Ναούς, μέσα στήν καρδιά τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Ἐβδομάδος, κατά τήν Ἀκολουθία τῶν Ἀχράντων Παθῶν.

Μεγάλη ἐβδομάδα!

Δέν λέγεται ἔτσι ἐπειδή ἔχει μεγαλύτερα διαστήματα ἡμερῶν καί ὡρῶν! Ἀλλά λέγεται Μεγάλη, ἐπειδή κατ᾿ αὐτήν ἑορτάζουμε τό Σωτήριον Πάθος τοῦ Μεγάλου, τοῦ Κραταιοῦ καί Μόνου Βασιλέως καί Κυρίου τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς! Τά συντελούμενα γεγονότα κατά τή διάρκεια τῆς Μ. Ἐβδομάδος, εἶναι κοσμοσωτήρια γιά ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος, ἀφοῦ «ὅ γέγονεν ὁ Κύριος, δι᾿ ἡμᾶς γέγονεν», θά γράψει ὁ Ἁγιώτατος Ποιμήν τῆς Θεσσαλονίκης, Γργόριος ὁ Παλαμᾶς2. Ἄρα Μεγάλη ἡ Ἁγία αὐτή ἐβδομάδα, γιατί στο τέλος της συντελεῖται δια τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἡ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρωπίνου φυράματος. Καί ὁ θάνατος, αὐτός ὁ ἔσχατος καί δεινός ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, συντρίβεται καί παύει νά ὑφίσταται, ἀφοῦ ὁ Κύριος διά τοῦ θανάτου Αὐτοῦ, «τόν θάνατον ἐθανάτωσεν» ὅπως θεολογεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Ὅλα τώρα καταλάμπουν μέ φῶς, ἀφοῦ κυρίαρχος πλέον εἶναι τό ἴδιο τό Ἀνέσπερον Φῶς, ὁ Ἀρχηγός τῆς ζωῆς, ὁ νεουργός τοῦ σύμπαντος κόσμου, ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

Ἄς πάρουμε ὅμως τήν ροή τῶν σωτηριωδῶν γεγονότων ἀπό τήν ἀρχή.

Ὁ Κύριος, ἀνενδεής ὄν καί πλήρης, «κενοῦται», συγαταβαίνει, «κλίνει οὐρανούς». Σχολιάζεται ἀπό πολλούς ἱερούς ἑρμηνευτές ὅτι ἡ εἰκόνα πού ἀποδίδει τήν μεγάλη καί Μοναδική Θυσία τοῦ Θεανθρώπου γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ λέξη «κένωση»! Καί αὐτή ἡ λέξη εἶναι δανεισμένη ἀπό τήν καθημερινότητά μας (κενώνω=ἀδειάζω). Αὐτό ἔκανε ὁ Θεός! «Ἄδειασε» ἀπό τόν Ἑαυτό του,«ἐκένωσεν ἑαυτόν»! ὅπως μᾶς τό περιγράφει θαυμάσια τό σκεῦος τῆς ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν.

Ὁ Θεός, ἐξ ἀπείρου ἀγάπης πρός τό πλάσμα του, Σαρκοῦται «ἐκ τῶν ἁγνῶν καί Παρθενικῶν αἱμάτων» τῆς Μόνης Ἀγνῆς καί ἀναλαμβάνει ὅλον τον ἄνθρωπο γιά νά τόν σώσει ὁλόκληρο, ὅπως χαρακτηριστικά θά γράψει ὁ Θεολόγος Γρηγόριος: «Ὅλος ὅλον ἀνέλαβέ με, και ὅλος ὅλῳ ἠνώθη, ἵνα ὅλον τήν σωτηρίαν χαρίσηται»…

Φθάνει ὁ Ἐνανθρωπήσας Λόγος «μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ», ὅπως θα πεῖ καί θά ἐξυμνήσει ὁ Παῦλος, ὁ ὑμνητικός ἐρωδιός τῆς Ἐσταυρωμένης Ἀγάπης…

«Κατῆλθε μέχρις Ἅδου ταμείων», θά ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας κατά τόν Ὄρθρο τοῦ Μ. Σαββάτου. Νωρίτερα, στόν γλυκύτατο καί τά μέγιστα κατανυκτικό Μέγα Κανόνα, ἡ Ἐκκλησία μᾶς προετοιμάζει νά δεχτοῦμε ἐν συντριβῇ ψυχῆς καί καρδίας τά Σωτηριώδη Πάθη μέ αὐτά τά ποιητικά καί δοξολογικά πρός τόν Θυσιαζόμενον Δεσπότη λόγια:

«Τὸ Σῶμά σου καὶ τὸ Αἷμα, σταυρούμενος ὑπὲρ πάντων, ἔθηκας Λόγε, τὸ μὲν Σῶμα, ἵνα ἀναπλάσῃς με, τὸ δὲ Αἷμα, ἵνα ἀποπλύνῃς με, τὸ πνεῦμα παρέδωκας, ἵνα ἐμὲ προσάξῃς, Χριστὲ τῷ σῷ Γεννήτορι».

Μένει ἔκθαμβος καί ἐνεός ὁ εὐλαβής πιστός, μπροστά στό ἀκατανόητο μυστήριο τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεως στο Πρόσωπο τοῦ Λόγου! Πῶς ὁ κρεμάμενος ἐπί ξύλου εἶναι συγχρόνως ὁ «ἐν ὕδασι την γῆν κρεμάσας»;…

Τώρα πλέον, εἰσήλθαμε στό μυστήριο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης ἐβδομάδος. Μυστήριο; Βεβαίως, εἶναι ἕνα ἄγνωστο καί ἀπρόσιτο στούς ἀμυήτους Μυστήριο! Ὅποιος δέν ζεῖ ὅλο τό χρόνο πνευματικά, δοξολογικά, μετανοητικά, προσευχητικά, μέ μία λέξη, Χριστοκεντρικά, δέν θά καταλάβει σχεδόν τίποτα ἀπό τά θεῖα Γεγονότα τῆς Μ. Ἐβδομάδος! Δέν θά μυηθεῖ στό ἀπόρρητον βάθος τοῦ θείου Μυστηρίου! Δέν θά γίνει συνοδοιπόρος τοῦ Κενώσαντος Ἑαυτόν…

Ποιό, τελικά, εἶναι τό μέγα Μυστήριο πού ἑορτάζουμε την Μ. Ἐβδομάδα; Εἶναι ἀναμφίβολα ἡ Κένωσις τοῦ Νυμφίου τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ. Τό ὅτι ὁ Θεός «ἀποθνήσκει δι᾿ ἡμᾶς».

Στά ἱερά Ἐγκώμια τῆς Μ. Παρασκευῆς, θά ἀκούσουμε νά λέγεται τό ἑξῆς ἐκπληκτικό, διά τοῦ ὁποιου ἐκφράζεται ἡ ἀπροσμέτρητη Ἀγάπη τοῦ δι᾿ ἡμᾶς κενωθέντος καί Θυσιαζομένου, Λυτρωτοῦ:«Ἡ Ζωή πῶς θνήσκεις; πῶς καί τάφῳ οἰκεῖς»;

Ἰδού τό Μυστήριον! Πεθαίνει ἡ Ζωή;

Εἶναι δυνατόν ἡ Ζωή τοῦ κόσμου, ἡ πηγή κάθε μορφῆς ζωῆς καί κάθε ὑπάρξεως, νά ἀποθνήσκει, νά βαίνει στόν τάφο, νά κρύπτεται κάτω ἐν σιγῇ; Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου, στόν ἀπαράμιλλο ἐκεῖνο λόγο του «Εἰς τήν Θεόσωμον Ταφήν τοῦ Κυρίου», ἐρωτᾶ: Γιατί ἀπέραντη σιγή βασιλεύει σήμερα στή γῆ; Μεγάλη, λέγει, σιωπή, καί πολλή ἡρεμία. Μεγάλη σιωπή γιατί ὁ Βασιλεύς κοιμᾶται. Ἡ γῆ φοβήθηκε καί ἡσύχασε, γιατί ὁ Θεός μέ τό σῶμα κοιμήθηκε. Ὁ Θεός μέ τό σῶμα πέθανε καί ὁ Ἅδης ἐτρόμαξε! Ὁ Θεός γιά λίγο κοιμήθηκε καί αὐτούς πού κοιμόταν αἰῶνες ἀπό τόν Ἅδη ἀνέστησε!

Καί συνεχίζει ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος στήν θεολογκή και συγκλονιστική αὐτή ὁμιλία του λέγοντας ὅτι σήμερα (μέ τήν εἰς Ἅδου Κάθοδον τοῦ Κυρίου), σώζονται ὅλοι οἱ πιστεύοντες εἰς Αὐτόν. Σήμερα, λέγει, σώζονται καί αὐτοί πού ζοῦν ἐπάνω στη γῆ και αὐτοί πού αἰῶνες τώρα βρίσκονται κάτω ἀπό τή γῆ, και ἑννοεῖ τούς ἀνθρώπους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού πήγαιναν ὅλοι στόν Ἅδη, διότι δέν εἶχε καταργηθεῖ ἀκόμη ὁ θάνατος, ὅπως ἔγινε διά Χριστοῦ. Σήμερα, λέγει, σώζεται ὅλος ὁ κόσμος, ὁρατός και ἀόρατος! Σήμερα εἶναι διπλή ἡ παρουσία τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Διπλή ἡ εὐσπλαγχνία. Διπλή κατάβασις, μαζί και συγκατάβασις. Διπλή ἐπίσκεψη στους ἀνθρώπους. Ἀπό τον οὐρανό στή γῆ και ἀπό τή γῆ στά καταχθόνια κατεβαίνει ὁ Χριστός. Οἱ πῦλες τοῦ Ἅδου ἀνοίγονται…. Χθές, ζήσαμε τήν ὑποταγή τοῦ Χριστοῦ (ἑννοεῖ το Πάθος καί τόν Σταυρόν). Σήμερα ζοῦμε τήν κυριαρχία Του. Χθές φανερώθηκαν τά σημεῖα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς Του καί σήμερα τῆς θεϊκῆς.

Καί νά, παρουσιάζεται ὁ πρωτόπλαστος Ἀδάμ, νά δείχνει τό θεῖο Ἐλευθερωτή. Ἔρχεται, λέγει, ὁ Χριστός, ἀκούγονται τά βήματά του. «Ὁ Κύριός μου μετά πάντων» ἀναφωνεῖ! Καί ἀπαντᾶ ὁ Χριστός: «Καί μετά τοῦ πνεύματός σου»!

Μέ αὐτή τήν εἰκόνα, ὁ ἱερός Ἐπιφάνιος δείχνει τήν ἐν τῷ Ἅδη λύτρωση τοῦ δεσμίου ἀνθρωπίνου γένους, πού προσέφερεν ὁ «καθαιρέτης τοῦ Ἅδου», ὁ Κενωθείς Θεάνθρωπος Χριστός.

Ἀλλά καί μέ ἀνάλογες εἰκόνες ἀπό τήν ὑμνολογία τοῦ Μ. Σαββάτου, παρουσιάζεται αὐτή ἡ ἔνδοξος καί περιφανῆς νίκη τοῦ Ταφέντος καί Ἀναστάντος Κυρίου μας. Ἔτσι, ἀκοῦμε στά τροπάρια:«Σήμερον ὁ Ἅδης στένων βοᾶ, συνέφερέ μοι, εἰ τόν ἐκ Μαρίας γεννηθέντα μή ὑπεδεξάμην. Ἐλθόν γάρ ἐπ᾿ ἐμέ, τό κράτος μου ἔλυσε»… Τό νόημα τῆς σωτηρίας καί ἀναπλάσεως τοῦ κόσμου διά τοῦ Πάθους τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐκφράζει καί ἄλλο ἕνα τροπάριο τοῦ Μ. Κανόνος τοῦ Ἀνδρέου Κρήτης:

«Εἰργάσω τὴν σωτηρίαν, ἐν μέσῳ τῆς γῆς οἰκτίρμον, ἵνα σωθῶμεν, ἑκουσίως ξύλῳ ἀνεσταύρωσαι, ἡ Ἐδὲμ κλεισθεῖσα ἀνεῴγνυτο· τὰ ἄνω, τὰ κάτω, ἡ κτίσις, τὰ ἔθνη πάντα, σωθέντα προσκυνοῦσί σε».

Κατά τήν ἐπικειμένη Ἁγιωτάτη καί Μεγάλη Ἐβδομάδα, ὅπου θά ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά διαπιστώσουμε ὅτι μέσα σ᾿ αὐτήν ὑμνολογικῶς καί πνευματικῶς ἀνακεφαλιώνεται ὅλη ἡ ἀνθρώπινη ἱστορία (Δημιουργία, Πτώση, ἐν Χριστῷ ἀνάπλαση καί σωτηρία), ἄς γίνουμε συνοδοιπόροι τοῦ ἐρασμιωτάτου Νυμφίου Χριστοῦ. Ἄς προσεγγίζουμε τα σωτηριώδη γεγονότα αὐτά ὄχι ψυχολογικά ἤ συναισθηματικά, ἀλλά ὀντολογικά καί ὑπαρξιακά! Ἄς κατανοήσουμε δέ, ὅτι ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, πιστεύουμε, ὄχι σέ ἕναν νικημένο Θεό, ὄχι σέ ἕναν ἄνθρωπο ἁπλό, κτιστό καί πεπερασμένο, ἀλλά στόν Θεάνθρωπο Λυτρωτή, ὁ Ὁποῖος «δι᾿ ὑπερβάλλουσαν Ἀγαθότητα», μέ τή δική του θέληση ἀπέθανε ὡς ἄνθρωπος ἐπι τοῦ Σταυροῦ («θέλων γάρ ἀπέθανεν»), ἀλλά ὡς Θεός Παντοδύναμος, ἐξουσιαστικῶς κατέλυσε τό βασίλειο τοῦ θανάτου καί ἀνέστησε τόν νεκρό ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπο. Καί μέσα στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία, μέσα ἀπο τά ἱερά Μυστήρια καί τήν ὅλη πνευματική ζωή, βιώνουμε οἱ ὀρθόδοξοι ὑπαρξιακά αὐτήν τή χαρισματική ἀνάσταση, ἐνωμένοι , μέ τόν Ζωοδότη Χριστό! Γι᾿ αὐτό καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας, δικαίως ἀποκαλεῖται ὡς Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως…

Ἄρα λοιπόν, καί ἐμεῖς, ἄς γνωρίζουμε πάντοτε, ὅτι μετά τον σταυρό, ἔρχεται ἡ Ἀνάσταση! Καί ἄς ἔχουμε ὡς παντοτινό μας φρόνημα αὐτό πού θά ἀκούσουμε ἀπό τόν περίφημο ἐκεῖνο θεολογικώτατο Κατηχητικό λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, κατά τήν πανέκλαμπρη νύκτα τῆς Ἀναστάσεως: «Μηδείς φοβείσθω θάνατον! Ἠλευθέρωσε γάρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος»!


Εὐχόμεθα σέ ὅλους καλή Ἀνάσταση!

1 Κοντάκιον Ὄρθρου Μ. Παρασκευῆς.
2 «Ὅ γάρ γέγονε, δι᾿ ἡμᾶς γέγονεν ὁ Κύριος, ἀγέννητός τε καί ἄκτιστος κατά τήν οἰκείαν θεότητα και ὅν ἔζησε βίον, δι᾿ ἡμᾶς ἔζησε…καί ἅπερ ἔπαθε τῇ σαρκί, δι᾿ ἡμᾶς ἔπαθε, τά ἡμῶν ἐξιώμενος πάθη, καί διά τάς ἡμετέρας ἁμαρτίας ἤχθη εἰς θάνατον, καί δι᾿ ἡμᾶς ἀνέστη καί ἀνελήφθη, παροικονομῶν ἡμῖν τήν εἰς ἀπείρους αἰῶνας ἀνάστασιν καί ἀνάληψιν». Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, ὁμιλ. 21, MPG 151, 277 ΑΒ.

ΠΗΓΗ

Κυριακή 17 Απριλίου 2022

Η ΠΙΣΤΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ (Φώτης Κόντογλου)

 140316 KONTOGLOU


Ἐκεῖνοι οἱ ἁπλοϊκοὶ ἄνθρωποι, ἐκεῖνα τὰ ἀγράμματα γεροντάκια καὶ οἱ γριοῦλες, ποὺ τὴν Σαρακοστὴ καὶ τὴν Μεγάλη Βδομάδα βρίσκονται ὅλη μέρα στὴν ἐκκλησία, ζήσανε ἀπὸ τὰ μικρά τους χρόνια ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου καὶ καταλάβανε αὐτὸ τὸ χαροποιὸν πένθος, ποὺ δὲν τὸ καταλάβανε, ἀλοίμονο, οἱ σπουδασμένοι μας, ποὺ θέλουνε νὰ τοὺς διδάξουνε, ἀντὶ νὰ διδαχθοῦνε ἀπ᾿ αυτούς.

Τώρα τὶς μέρες τῆς Σαρακοστῆς, τῆς Μεγάλης Βδομάδας καὶ τοῦ Πάσχα πορεύονται μαζὶ μὲ τὸν Χριστό, ἀκολουθᾶνε ὁλοένα ἀπὸ πίσω του, ἀληθινά, ὄχι φανταστικά, ἀκούγοντάς Τον νὰ λέγῃ:«Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ παραδοθήσεται ὁ Ὑιὸς τοῦ ἀνθρώπου, καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ». Μαζί του βρίσκονται στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ δακρύζουνε ἀπὸ τὰ λόγιά Του, μαζί Του πᾶνε στὸ πραιτώριο καὶ στὸν Πιλᾶτο, μαζί Του ῥαπίζονται, μαζί Του μαστιγώνονται, μαζί Του ἐμπαίζονται, μαζί Του σταυρώνονται, μαζί Του θάβονται, μαζὶ τοῦ ἀνασταίνονται.

Τὰ μάτια τους γίνονται βρῦσες καὶ τρέχουνε, μὰ αὐτὰ τὰ δάκρυα δὲν εἶναι δάκρυα τῆς ἀπελπισίας, ἀλλὰ τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς βεβαιότητας πὼς μ᾿ αὐτὰ ποτίζεται τὸ ὁλόδροσο κι ἀμάραντο δέντρο τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς, τῆς χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτὸ γίνεται κάθε χρόνο. Ὤ! Πόσο ἀληθινὰ πίστι εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πίστι τοῦ λαοῦ μας!... 


www.elkosmos.gr

Σάββατο 16 Απριλίου 2022

Λόγος τοῦ Ἁγίου Ἐπιφανίου Κύπρου τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων

 

Μὲ χαρὰ στὶς καρδιὲς λαμπάδες γιορτινὲς ἂς ἀνάψουμε.

Μὲ χιτῶνες τῶν ψυχῶν ἀντάξιους γιὰ συνάντηση μὲ τὸ Θεὸ τοὺς παλιοὺς ἂς ἀνταλλάξουμε.

Τῆς ζωῆς μας τοὺς δρόμους, ὅσο μποροῦμε πιὸ καλά, ἂς ἑτοιμάσουμε.
Τὶς εἰσόδους τῶν ψυχῶν μας διάπλατα στὸ Βασιλιὰ ἂς ἀνοίξουμε.
Τὰ κλωνάρια τῆς νίκης κρατώντας τὸ νικητὴ τοῦ θανάτου ἂς δοξάσουμε.
Μὲ κλαδιὰ ἀπὸ ἐλιὲς τῆς Μαρίας τὸ βλαστάρι, ὅπως ἁρμόζει σὲ Θεὸ ἂς ὑποδεχθοῦμε.

Μὲ ὕμνους ἀγγελικοὺς τὸ Θεὸ τῶν ἀγγέλων ἂς ὑμνήσουμε.
Μὲ τοὺς παῖδες μαζὶ στὸ Θεὸ κι ἐμεῖς ἂς κραυγάσουμε.
Μὲ τὸ πλῆθος μαζί, μέγα πλῆθος κι ἐμεῖς, δυνατὰ ἂς φωνάξουμε:

«Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».

Εἶναι Θεός, Κύριος κι ἔρχεται ὁλόφωτος σὲ μᾶς,
ἔρχεται σὲ μᾶς ποὺ βρισκόμαστε στὸ σκοτάδι καὶ στὴ σκιὰ τοῦ θανάτου.

Ἔρχεται τῶν ξεπεσμένων ἡ ἀνόρθωση, τῶν αἰχμαλώτων ἡ ἀπελευθέρωση,
τῶν τυφλῶν ἡ θεραπεία, τῶν πενθούντων ἡ παρηγοριά,
τῶν κουρασμένων ἡ ἀνάπαυση, τῶν διψασμένων ἡ ἀναψυχή,
τῶν ἀδικημένων ἡ δικαίωση, τῶν ἀπελπισμένων ἡ ἐνθάρρυνση,
τῶν χωρισμένων ἡ ἕνωση, τῶν νοσούντων ἡ ἴαση,
ἔρχεται τῶν χειμαζομένων ἡ γαλήνη.

Γι᾿ αὐτὸ κι ἐμεῖς, ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἂς φωνάξουμε μαζὶ μὲ τὸ πλῆθος
λέγοντας σήμερα πρὸς τὸ Χριστό:

«Ὡσαννά - δηλαδή, ναὶ σῶσε μας - σύ, ὁ ἐν ὑψίστοις Θεός».