† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2024

ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΑΙ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΩΝ; (Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων)

 


Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι οι διαφοροποιήσεις στην πίστη, που χωρίζουν τους ανθρώπους και τους λαούς, δεν είναι εύκολο να εξομαλυνθούν. Ωστόσο, η ορθόδοξη Εκκλησία προσεύχεται διαρκώς «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου», την ειρήνη και την ενότητα της πίστεως, για την οποία προσευχήθηκε ο ίδιος ο Χριστός κατά την Αρχιερατική Του προσευχή, ζητώντας από τον Πατέρα Του και Πατέρα όλων των ανθρώπων και ιδιαίτερα των Χριστιανών, να είναι ενωμένοι σε ένα σώμα, σε μία ποίμνη και μία πίστη: «ίνα πάντες εν ώσιν, καθώς σύ, πάτερ, εν εμοί, καγώ εν σοι» (Ιω. 17, 21). Για «την ενότητα της πίστεως και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος» εύχεται και η Εκκλησία στη θεία Λατρεία της.

Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι από το 1054 έχουμε το Σχίσμα ανάμεσα στους Χριστιανούς της Ανατολής και της Δύσεως και ότι ένα από τα κύρια εμπόδια για την ενωτική πορεία τους είναι ότι κάποιοι από αυτούς αναζητούσαν και αναζητούν την Ένωση, περισσότερο ανθρωποκεντρικά και λιγότερο θεοκεντρικά, καθώς δεν θέτουν, ως βάση, την υπακοή στο θέλημα του Θεού και την αναφορά στην πίστη προς Αυτόν, αλλά φαίνεται να κάνουν ενωτικές προσπάθειες ή κινήσεις, με ανθρωποκεντρικό και διπλωματικό χαρακτήρα και με περίβλημα μια κοσμικού τύπου αγάπη.
Μάλιστα, από ό, τι αποκαλύπτουν κάποιες πληροφορίες, στο θέμα μιας μελλοντικής Ενώσεως των Χριστιανών φαίνεται να επενδύουν κάποιοι ισχυροί, συνδέοντάς το με γεωπολιτικά τους σχέδια, καθώς τους ενδιαφέρει και τους διευκολύνει κάθε στοιχείο οργανωτικό ή ενωτικό που θα μπορούσε να συμβάλει στην οργάνωση ενός παγκόσμιου κράτους.
Έτσι, στις διαδικασίες για την Ένωση των Χριστιανών φαίνεται να εμπλέκονται, φανερά ή κρυφά, κάποιες κοσμικές σκοπιμότητες, που, ως συνήθως, συνοδεύονται με πιέσεις ή προτροπές κοσμικών αξιωματούχων, που τεχνηέντως θέλουν να αποϊεροποιήσουν και να εκκοσμικεύσουν το θέμα της ενότητας της πίστεως και να το αποσυνδέσουν, όσο γίνεται, από τη χριστιανική του σκοποθεσία.
Στο πλαίσιο αυτό, φαίνεται ότι κάποιοι παράγοντες, που επηρέαζαν στο παρελθόν ή επηρεάζουν και στην εποχή μας την κατεύθυνση και το περιεχόμενο του σύγχρονου θεολογικού διαλόγου, επενδύουν περισσότερο στα συναισθήματα που προκαλεί η επιθυμία μιας διανθρώπινης ειρήνευσης και αγάπης και λιγότερο στην άνωθεν ειρήνη, που πηγάζει από την αγάπη του Θεού και την πίστη στο πρόσωπο και στην αλήθεια του Χριστού, όπως αυτή βιώνεται στην Εκκλησία και όπως έχει εκφραστεί στο συνοδικό και οικουμενικό ήθος των Αγίων Πατέρων της Ορθόδοξης Παραδόσεως.
Έτσι, στη συζήτηση για την Ένωση, δεν βλέπουμε να λαμβάνονται υπόψη οι προϋποθέσεις της εν Χριστώ ενότητας, όπως θα ανέμενε κανείς, δηλαδή η ειλικρινής μετάνοια και επιθυμία για επανόρθωσή τους στην ορθή και ευάρεστη στον Θεό πίστη.
Από την πλευρά των ορθοδόξων Εκκλησιών, είναι σαφές ότι η ενότητα των Χριστιανών και ο διάλογος προς αυτήν την κατεύθυνση είναι θέμα θεολογικού -και μόνον- διαλόγου, εν πίστει και αληθεία, όπως ορίζει η θεολογική αγιοπνευματική Παράδοση της Μίας Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού.
Ωστόσο, οι διάλογοι της ορθόδοξης Εκκλησίας με τις χριστιανικές ομολογίες δεν σταμάτησαν ποτέ να γίνονται, ούτε πρόκειται να σταματήσουν, διότι αποτελεί χρέος και αποστολή των Ορθοδόξων Χριστιανών να ευαγγελίζονται την αλήθεια του Χριστού σε όλους τους ανθρώπους, καθώς μόνον «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται».
Από την άλλη πλευρά, ο επανευαγγελισμός, θεωρείται αναγκαίος και απαραίτητος, για τους Χριστιανούς, όταν μάλιστα συνειδητοποιείται ότι έχει αλλοιωθεί η αλήθεια και η ζωή της πίστεώς τους, αφού χωρίς αυτήν, σύμφωνα με την οδηγία της Γραφής, διακινδυνεύεται η σωτηρία τους: «γνώσεσθε την αλήθεια και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς».
Η ορθόδοξη Εκκλησία, επομένως, σε κάθε περίπτωση, οφείλει να κινείται στο παρόν και το μέλλον, με βάση την Αλήθεια της. Η ιερή παράδοση, προς τούτο, δεν είναι ορθό να θεωρείται μια τυπική σταθερότητα στη δογματική κληρονομιά της Ορθοδοξίας, αλλά η ακέραιη και βαθιά πίστη στη διαρκή παρουσία του Αγίου Πνεύματος, το Οποίο είναι διαρκώς παρόν στη ζωή των μελών της Εκκλησίας, έτσι ώστε να μπορούν, με τις δικές Του δωρεές, να ακολουθούν τα τρία στάδια της εν Χριστώ Τελειώσεως και Σωτηρίας: Την Κάθαρση, τον Φωτισμό και τη Θέωση.
Γι αυτό, όταν μιλά κανείς για την Ένωση των χριστιανών είναι απαραίτητο να συνειδητοποιεί ότι το Σχίσμα, ως Χωρισμός και απόσταση από την αλήθεια που σώζει, δεν θεραπεύεται με κοσμικού και όχι εκκλησιαστικού ήθους συνδιασκέψεις, συνομιλίες και αγαπολογίες, αλλά με έναν γνήσιο διάλογο αληθείας και αγάπης και με μια έμπρακτη και αληθινή μετάνοια και επανόρθωση εκ μέρους εκείνων, που παρεκτράπηκαν και παρέκλιναν από την οδό και την αλήθεια του Χριστού, ραγίζοντας την ενότητα της πίστεως.
Έτσι, είναι εμφανές πως, εάν δεν εκλείψουν οι θεολογικές αιτίες, που οδήγησαν στον χωρισμό από την Αλήθεια του Χριστού και των Αγίων Πατέρων, είναι μάταιο να προχωρούν οι δύο πλευρές στην Ένωση, διότι αυτή, εάν επιτευχθεί, μέσω άλλων κοσμικών κριτηρίων, θα είναι αίολη και ευάλωτη, με αποτέλεσμα, όπως συνέβη και παλαιότερα, να είναι ψεύτικη, συμβατική και φαινομενική.
Ενωτικοί διάλογοι, μετά από το 1054, έγιναν πολλοί, χωρίς αποτέλεσμα, ενώ συνεχίζονται και στην εποχή μας. Αυτή η συνέχεια των διαλόγων, όταν φυσικά πραγματοποιούνται εν αληθεία και εν αγάπη, αποτελεί πράξη οικοδομής, καθώς δίνεται η ευκαιρία στις δύο πλευρές να συζητούν, με βάση τα Συνοδικά και Πατερικά κείμενα και να γίνονται δέκτες των αγιοπνευματικών εμπειριών, που, ίσως, λειτουργήσουν, θετικά, στην επάνοδο των αποσχισθέντων στην Αλήθεια του Χριστού.
Τραυματικό σφάλμα, όμως, είναι να χρησιμοποιείται ή να συνδέεται ο θεολογικός διάλογος για την Ένωση, με κοσμικά σχέδια και γεωπολιτικές επιδιώξεις, καθώς η οποιαδήποτε μη θεολογική προσέγγιση της Ένωσης, θα οδηγήσει, όχι στην επίτευξη της αληθινής και θεολογικής Ενότητας, αλλά στην σύναψη μιας συμβατικής συμμαχίας, με όρους, προϋποθέσεις και αποτελέσματα, άσχετα με τη χριστιανική αλήθεια και ζωή.
Από την πλευρά των Χριστιανών, η ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι οι Χριστιανοί δεν επιτρέπεται να επαναλάβουν το λάθος παλαιότερων διαλόγων, όπου αναγκάζονταν να υποχωρούν στις πολιτικές κινήσεις ή πιέσεις, που δεν θεράπευαν, αλλά διαιώνιζαν το σχίσμα, με αποφάσεις ψευδοενώσεων που εξυπηρετούσαν, αποκλειστικά, ανίερες προσδοκίες και όχι την αλήθεια του Ευαγγελίου.
Άλλωστε, είναι γνωστό, ιστορικά, το αποτέλεσμα τέτοιων ενεργειών, καθώς, όταν έγιναν απόπειρες ψευδοενώσεων, με την αποδοχή από τους ορθόδοξους εκπροσώπους, των ρωμαιοκαθολικών δογματικών παρεκκλίσεων, ακυρώθηκαν, στη συνέχεια, από τον ορθόδοξο λαό.
Τις δογματικές παρεκκλίσεις και διαφορές τις διέκριναν οι Άγιοι, όπως ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός: «Προ χρόνων πολλών απεσχίσθη (η Εκκλησία της Ρώμης) της των ετέρων τεσσάρων Αγιωτάτων Πατριαρχών κοινωνίας, αποσχοινισθέν εις έθη και δόγματα της Καθολικής Εκκλησίας και των Ορθοδόξων αλλότρια».
Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, επίσης, καταγράφει τη θέση του για τις παπικές κακοδοξίες: «Το ορθόδοξον δόγμα, απερρίφθη και αντικατεστάθη διά του λατινικού αιρετικού παν-δόγματος περί του πρωτείου και του αλαθήτου του πάπα. Εξ αυτής δε της παναιρέσεως εγεννήθηκαν και γεννώνται συνεχώς άλλαι αιρέσεις: Το Filioque, η αποβολή της Επικλήσεως, τα άζυμα, η εισαγωγή της κτιστής χάριτος, το καθαρτήριον πυρ, το θησαυροφυλάκιον των περισσών έργων κ.ά.».
Από τα ανωτέρω, φαίνεται ότι κινήσεις που να δείχνουν ότι οι αποσχισθέντες έχουν προθέσεις επιστροφής στην αλήθεια, μέσω μετανοίας, δεν διακρίνει κανείς, έως τώρα, να έχουν γίνει. Καλό θα είναι, συνεπώς, να υπάρχει μεγάλη προσοχή στο θέμα της θεολογικής προσεγγίσεως Ανατολής – Δύσεως, έτσι ώστε να μην γεννιούνται μεγάλες προσδοκίες, ως προς την πρόοδο στην αληθινή Ένωση και, κατά συνέπεια, στην αληθινή Ενότητα της πίστεως των Χριστιανών.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2024 (Ομιλία π. Ευθυμίου Μπαρδάκα)


 

Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2024

«ΤΑ ΤΑΛΑΝΤΑ…» ( Ἁγίου Ιωάννου τοῦ Χρυσόστομου)


Πρόσεξε δέ ὅτι παντοῦ δέν ἀπαιτεῖ ἀμέσως αὐτά πού ἐνεπιστεύθη. 
Διότι εἰς τήν παραβολήν τοῦ ἀμπελῶνος (Ματθ. 21, 33), ἀφοῦ τόν παρέδωκεν εἰς τούς γεωργούς, ἀπεδήμησε. Καί ἐδῶ ἐνεπιστεύθη τά τάλαντα καί ἀπεδήμησε. Διά νά μάθῃς μ᾽ αὐτό τήν μακροθυμίαν Του. Ἐγώ δέ νομίζω ὅτι λέγοντας αὐτά ὑπαινίσσεται καί τήν Ἀνάστασιν. Μόνον πού ἐδῶ δέν ἀναφέρονται πλέον γεωργοί καί ἀμπελών,ἀλλά ὅλοι εἶναι ἐργάται. Διότι δέν ἀναφέρεται μόνον στούς ἄρχοντας, οὔτε στούς Ἰουδαίους, ἀλλά σέ ὅλους. Καί ἐκεῖνοι μέν πού προσφέρουν ὁμολογοῦν μέ εὐγνωμοσύνη καί τά ἰδικά τους, ἀλλά καί ὅσα τούς ἔδωκεν ὁ δεσπότης.
Ἔτσι ὁ μέν ἕνας λέγει: «Κύριε, πέντε τάλαντα μοῦ ἔδωσες», ὁ δέ ἄλλος λέγει «δύο», δεικνύοντες ὅτι ἀπό Ἐκεῖνον ἔλαβαν τό κεφάλαιον τῆς ἐργασίας των, καί Τοῦ ἀναγνωρίζουν μεγάλην χάριν, καί ἀποδίδουν τό πᾶν εἰς Αὐτόν.

Τί λέγει λοιπόν ὁ δεσπότης; «Εὖγε, δοῦλε καλέ» (διότι αὐτό εἶναι ἴδιον τοῦ ἀγαθοῦ, τό νά βλέπῃ εἰς τόν πλησίον) «καί πιστέ• εἰςὀλίγα ἐφάνηκες πιστός, εἰς πολλά θά σέ ἐγκαταστήσω. Εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου», δηλώνων μέ τήν ἀπάντησιν αὐτήν ὅλην τήν μακαριότητα. Δέν μιλάει ὅμως καί ὁ ἄλλος ἔτσι, ἀλλά πῶς; «Ἐγνώριζα ὅτι εἶσαι σκληρός ἄνθρωπος καί ὅτι θερίζεις ἐκεῖ ὅπου δέν ἔσπειρες καί μαζεύεις ἐκεῖ ὅπου δέν ἐσκόρπισες. Καί ἐπειδή ἐφοβήθηκα, ἔκρυψα τό τάλάντόν σου. Ὁρίστε, πάρε πίσω αὐτό πού εἶναι ἰδικόν σου».

Τί τοῦ ἀπαντᾶ λοιπόν  Δεσπότης; «Ἔπρεπε νά βάλῃς τά χρήματά σου στούς τραπεζίτας», δηλαδήἔπρεπε νά ὁμιλήσῃνά παραινέσῃνά συμβουλεύσῃἈλλά δέν πείθονται; Αὐτό δέν ἀφορᾷ ἐσένα. Τί θά μποροῦσε νά γίνῃ περισσότερο λογικό ἀπό αὐτό;
Οἱ ἄνθρωποι ὅμως δέν κάνουν ἔτσι, ἀλλά καθιστοῦν ὑπεύθυνον τοῦ ἀπαιτουμένου εἰσοδήματος τόν ἴδιον τόν δανειστήν των. Αὐτός ὅμως δέν ἐνεργεῖ ἔτσι, ἀλλά λέγει ὅτι σύ ἔπρεπε νά πληρώσῃς καί νά μοῦ ἐπιστρέψῃς τό ἀπαιτούμενον κέρδος. «Καί ἐγώ θά τά ἔπαιρνα πίσω μέ τόκον»• τόκον ἐννοώντας τήν ἐπίδειξιν τῶν ἔργων. Σύ ἔπρεπε νά κάμῃς τό εὐκολώτερον καί νά ἀφήσῃς τό δυσκολώτερον εἰς ἐμέ.Ἐπειδή λοιπόν δέν ἔκαμεν αὐτό, λέγει: «Πάρετε τό τάλαντον ἀπό αὐτόν καί δῶστέ το εἰς ἐκεῖνον πού ἔχει τά δέκα τάλαντα, διότι εἰς ἐκεῖνον πού ἔχει θά δοθοῦν καί ἄλλα καί θά περισσεύσουν. Ὅμως ἀπό ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος δέν ἔχει, θά τοῦ ἀφαιρεθῇ καί αὐτό πού ἔχει».

Τί σημαίνει λοιπόν αὐτό; Ἐκεῖνος πού ἔχει τό χάρισμα τοῦ λόγου καί τῆς διδασκαλίας διά νά ὠφελῇ καί δέν χρησιμοποιεῖ τόχάρισμά του, θά χάσῃ καί τό χάρισμα. Ἐνῶ ἐκεῖνος πού καταβάλλει προσπάθειαν, θά δεχθῇ περισσοτέραν δωρεάν, ὅπως ἐκεῖνος χάνει καί αὐτό πού εἶχε λάβει. Δέν περιορίζεται ὅμως μόνο μέχρις ἐδῶ ἡ ζημιά γιά ὅποιον δέν ἐργάζεται, ἀλλά τόν ἀναμένει καί βαριά τιμωρία καί μαζί μέ τήν τιμωρία καί ἡ ἀπόφασις ἡ ὁποία εἶναι γεμάτη μέ βαριά κατηγορία. Διότι λέγει: «Τόν ἄχρηστον δοῦλον ρίξτε τον ἔξω στόσκοτάδι, ὅπου θά ὑπάρχῃ τό κλάμα καί τό τρίξιμο τῶν ὀδόντων».

Εἶδες ὅτι ὄχι μόνο ἐκεῖνος πού ἁρπάζει καί εἶναι πλεονέκτης, οὔτε ἐκεῖνος πού κάμνει κακά, ἀλλά τιμωρεῖται μέ τήν ἐσχάτη τιμωρίαν καί ἐκεῖνος πού δέν κάμνει ἀγαθές πράξεις. Ἄς ἀκούσωμεν λοιπόν τά λόγια αὐτά. Ὅσο εἶναι καιρός ἄς φροντίσουμε γιά τή σωτηρία μας. Ἄς πάρουμε λάδι στίς λαμπάδες.
Ἄς καλλιεργήσουμε τό τάλαντο. Διότι ἐάν ἀμελήσουμε καί ἐάν διερχώμεθα τό χρόνο μας ἐδῶ χωρίς νά ἐργαζώμεθα, δέν θά μᾶς ἐλεήσῃ κανείς ἐκεῖ, ἔστω καί ἄν χύσουμε μύρια δάκρυα. Ἐκατηγόρησε τόν ἑαυτόν του καί ἐκεῖνος πού εἶχε βρωμερά ἐνδύματα, ἀλλά δέν ὠφέλησε τίποτε. Ἐπέστρεψε καί ὅ,τι τοῦ ἐνεπιστεύθη καί ἐκεῖνος πού εἶχε λάβει τό ἕνα τάλαντο, καί ὅμως καταδικάστηκε.

 Παρεκάλεσαν καί οἱ παρθένοι καί ἦρθαν καί χτύπησαν τήν πόρτα, ἀλλά μάταια. Γνωρίζοντας λοιπόν αὐτά, ἄς καταθέσουμε καί χρήματα καί προθυμία καί προστασία καί ὅλα διά τήν ὠφέλειαν τοῦ πλησίον. Διότι τάλαντα ἐδῶ εἶναι ἡ δυνατότητα πού διαθέτει καθένας, εἴτε γιά νά προστατεύσει, εἴτε σέ χρήματα, εἴτε δυνατότητα διδασκαλίας, εἴτε εἰς ὁποιοδήποτε παρόμοιο πρᾶγμα.

Ἄς μή προφασίζεται κανείς ὅτι ἕνα μόνο τάλαντο ἔχω καί δέν μπορῶ νά κάμω τίποτε. Διότι μπορεῖς καί μέ ἕνα νά προκόψῃς. Δέν εἶσαι πτωχότερος ἀπό ἐκείνη τήν χήρα (Μάρκ. 12, 42). Δέν εἶσαι περισσότερον ἀκαλλιέργητος ἀπό τόν Πέτρον καί τόν Ἰωάννην (Πράξ. 3, 6), οἱ ὁποῖοι καί ἄπειροι ἦσαν καί ἀγράμματοι, ἀλλ᾽ ὅμως ἐπειδή 
ἔδειξαν προθυμία καί ἔκαναν τά πάντα διά τό κοινόν συμφέρον, κέρδησαν τούς οὐρανούς. Διότι τίποτε δέν ἀγαπᾶ ὁ Θεός τόσο, ὅσο τό νά ζοῦμε καί νά κάνουμε ὅτι καλό μποροῦμε γιά τούς ἄλλους.

Γι᾽ αὐτό μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός τή δυνατότητα τοῦ λόγου, καί τά χέρια καί τά πόδια καί τή σωματική δύναμι καί τόν νοῦν καί τήν φρόνησιν, διά νά τά χρησιμοποιήσουμε ὅλα αὐτά καί διά τήν ἰδικήν μας σωτηρίαν, ἀλλά καί γιά τήν ὠφέλεια τοῦ πλησίον. Διότι ὁ λόγος δέν εἶναι χρήσιμος μόνον διά νά ὑμνοῦμε καί εὐχαριστοῦμε, ἀλλ᾽ εἶναι χρήσιμος καί γιά νά διδάσκουμε καί νά συμβουλεύουμε.
Καί ἐάν μέν τόν χρησιμοποιήσουμε γιά αὐτό τό σκοπό, μιμούμεθα τόν Δεσπότη. Ἐάν ὅμως ὄχι, τότε μιμούμεθα τόν διάβολον. Διότι καί ὁ Πέτρος, ὅταν μέν ὡμολόγησε τόν Χριστό, ἐμακαρίσθη ἐπειδή 
ὡμολόγησε τά λόγια τοῦ Πατρός (Ματθ. 16, 16-18), ἐνῷ ὅταν παρεκάλεσε τόν Κύριον νά ἀποφύγῃ τήν σταύρωσιν, ἐπετιμήθη πολύ, διότι ἐφρόνει ἐκεῖνα πού ἀρέσουν στό διάβολο (Ματθ. 16, 22-23). Καί ἄν γι᾽ αὐτό πού εἶπε τότε ἀπό ἄγνοια ὁ Πέτρος τόση ἦταν ἡ κατηγορία, ποία συγγνώμη θά ἔχουμε ἐμεῖς, ὅταν ἁμαρτάνωμε πολύ καί ἑκούσια;

Ἄς ὁμιλήσουμε λοιπόν ἔτσι, ὥστε ἀπό τήν ὁμιλία μας νά γίνωνται φανερά τά λόγια τοῦ Χριστοῦ. Διότι δέν λέγω τά λόγια τοῦ Χριστοῦ, ἐάν πῶ μόνο «σήκω καί περπάτησε» (Πράξ. 3, 6), οὔτε ἄν εἴπω «Ταβιθά σήκω» (Πράξ. 9, 40). 
Ἀλλά πολύ περισσότερο, ὅταν ἐνῷ μέ βρίζουν εὐλογῶ. 
Ἐνῷ μέ ἀπειλοῦν προσεύχομαι ὑπέρ ἐκείνου πού μέ ἀπειλεῖ (Ματθ. 5, 44).
Ἄλλοτε μέν λοιπόν ἔλεγα ὅτι ἡ γλῶσσα μας εἶναι χέρι τό ὁποῖο ψαύει τά πόδια τοῦ Θεοῦ. Τώρα ὅμως μέ πολλήν ἐπίτασιν λέγω, ὅτι ἡ γλῶσσα μας εἶναι γλῶσσα, πού μιμεῖται τήν γλῶσσα τοῦ Χριστοῦ, ὅταν βέβαια ἐπιδεικνύῃ τήν πρέπουσα προσοχή, ὅταν λέμε ὅσα Ἐκεῖνος θέλει.

 Ποία δέ εἶναι αὐτά πού Ἐκεῖνος θέλει νά λέμε; Εἶναι τά γεμᾶτα ἐπιείκεια καί πραότητα λόγια. Ὅπως λοιπόν μιλοῦσε καί Ἐκεῖνος, λέγοντας σ᾽ αὐτούς πού Τόν ὕβριζαν: «Ἐγώ δέν ἔχω δαιμόνιον» (Ματθ. 11, 18), καί ἀλλοῦ: «Ἐάν μίλησα κακῶς ὁμολόγησε τό κακό πού εἶπα» (Ἰω. 18, 23). Ἐάν ἔτσι μιλᾶς καί σύ, ἄν μιλᾶς ἀποβλέποντας στήν διόρθωσι τοῦ πλησίον, ἔχεις γλῶσσα πού μοιάζει μέ τή γλῶσσα τοῦ Χριστοῦ. Καί αὐτά τά λέγει ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, μέ τό νά λέει: «αὐτός πού βγάζει ἔντιμο ἀπό ἀνάξιο, εἶναι σάν στόμα μου» (Ἰερ. 15, 19).

Ὅταν λοιπόν  γλῶσσα σου εἶναι ὅπως  γλῶσσα τοῦ Χριστοῦκαί τό στόμα σου γίνῃ στόμα τοῦ Πατρόςκαί εἶσαι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματοςτότε μέ ποιά τιμή θά μποροῦσε νά συγκριθῇ αὐτήΔιότι οὔτε ἐάν τό στόμα σου ἦταν φτιαγμένο ἀπό χρυσάφιοὔτε ἄν ἦταν ἀπό πολυτίμους λίθουςθά ἔλαμπε τόσοὅπως λάμπει τώραπού φωτίζεται ἀπό τόν κόσμο τῆς ἐπιεικείαςΔιότι τί εἶναι πιό ποθητό ἀπό ἕνα στόμα πού δέν ξέρει νά βρίζειἀλλά ἔχει μάθει νά εὐλογῇ καί νά καλομιλάειἘάν δέ δέν ἀνέχεσαι νά εὐλογῇς ἐκεῖνον πού σέ καταρᾶταιτότε σιώπακαί αὐτό κάμε το στήν ἀρχή.

Ἔπειτα βαδίζοντας στήν ὁδό καί προσέχοντας, θά φτάσῃς καί σ᾽ ἐκεῖνο καί θά ἀποκτήσῃς στόμα τέτοιο σάν αὐτό πού ἀναφέραμε προηγουμένως. Καί μή νομίσῃς πώς εἶναι τολμηρό αὐτό πού εἶπα. Διότι ὁ Δεσπότης εἶναι φιλάνθρωπος καί αὐτό θά σοῦ δοθῇ σάν δῶρο τῆς ἀγαθότητάς Του. Τολμηρό εἶναι νά ἔχῃ στόμα πού νά μοιάζει στό διάβολο, νά ἔχῃ γλῶσσα ὅμοια μέ τοῦ πονηροῦ δαίμονα, ἰδιαίτερα μάλιστα ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συμμετέχει σέ τόσο μεγάλα μυστήρια καί κοινωνεῖ τήν Ἴδια τήν Σάρκα τοῦ Δεσπότου.

Ἔχοντας λοιπόν στό νοῦ σου αὐτά, γίνε ὅπως ταιριάζει σέ Ἐκεῖνον ὅσο μπορεῖς. Ὅταν λοιπόν γίνῃς ὅμοιος μέ Αὐτόν, δέν θά μπορέσῃ ὁ διάβολος πλέον νά σέ ἰδῇ κατά πρόσωπον. Διότι διακρίνει στή μορφή σου τόν χαρακτήρα τόν βασιλικόν. Γνωρίζει τά ὅπλα τοῦ Χριστοῦ, μέ τά ὁποῖα ἡττήθηκε. Καί ποία εἶναι αὐτά; Ἡ ἐπιείκεια καί ἡ πραότης. Διότι, ὅταν κατά τούς πειρασμούς τόν ἐξέσχισεν στό ὄρος καί τόν ἐξέπληξε (Ματθ. 4, 1-11), δέν ἦταν γνωστό, ὅτι ἦταν ὁ Χριστός, ἀλλά τόν ἔδιωξε μέ τά λόγια μόνον. Τόν νίκησε μέ τήν ἐπιείκεια, τόν κατετρόπωσε μέ τήν πραότητα. Αὐτό κάνε καί σύ. Ὅταν δῇς ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἔγινε διάβολος καί σέ πλησιάζει, ἔτσι νίκησέ τον καί σύ. Σοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός τήν δύναμη νά Τοῦ μοιάσῃς ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό σένα.

 Μή φοβηθῇς ἀκούοντας τοῦτο. Φόβος εἶναι νά μή γίνῃς ὅπως ἐκεῖνος.
Μίλησε λοιπόν ὅπως Ἐκεῖνος καί Τοῦ ἔμοιασες σ᾽ αὐτό, στά ἀνθρώπινα βέβαια μέτρα. Γι᾽ αὐτό εἶναι ἀνώτερος ἐκεῖνος πού μιλάει ἔτσι, παρά ἐκεῖνος πού προφητεύει. Διότι ἡ μέν προφητεία ὁλόκληρος εἶναι χάρισμα. Ἐνῷ ἐδῶ, τό νά μιλᾶς δηλαδή ὅπως ὁ Χριστός, χρειάζεται καί κόπος δικός σου καί ἱδρώτας. Δίδαξε τήν ψυχήν σου νά σοῦ διαπλάσσῃ τό στόμα ἔτσι, πού νά μοιάζῃ μέ τό στόμα τοῦ Χριστοῦ. Γιατί μπορεῖ ἐάν θέλη καί αὐτό νά κατορθώσῃ. Γνωρίζει τόν τρόπο, ἄν δέν εἶναι ράθυμη. Καί πῶς διαπλάσσεται τέτοιο στόμα; Μέποιά χρώματα; Μέ ποιό ὑλικό; Μέ κανένα ὑλικό βέβαια καί χρῶμα, παρά μόνο μέ ἀρετή καί ἐπιείκεια καί ταπεινοφροσύνη.

Ἄς δοῦμε πῶς διαπλάσσεται καί τό στόμα τοῦ διαβόλου, γιά νά μή φτιάξουμε ποτέ κάτι τέτοιο. Πῶς πλάσσεται λοιπόν; Μέ κατάρες, μέ ὕβρεις, μέ βασκανίες, μέ ἐπιορκίες. Διότι ὅταν κάποιος χρησιμοποιῇ τά λόγια τοῦ διαβόλου παίρνει καί τήν γλῶσσαν του. Ποίαν λοιπόν συγχώρηση θά ἔχουμε, ἤ μᾶλλον ποία τιμωρία δέν θά ὑποστοῦμε, ὅταν ἐπιτρέπουμε στή γλῶσσα, μέ τήν ὁποία ἀξιωθήκαμε νά γευθοῦμε τῆς Σαρκός τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, νά χρησιμοποιῇ λόγια τοῦ διαβόλου;

Ἄς μή τῆς ἐπιτρέψουμε λοιπόν, ἀλλά ἄς καταβάλουμε κάθε προσπάθεια νά τήν ἐκπαιδεύσουμε νά μιμῆται τόν Δεσπότην της. Διότι ἄν τήν διδάξωμε αὐτό, μέ πολλή παρρησία θά μᾶς τοποθετήσῃ στό Βῆμα τοῦ Χριστοῦ. Ἐάν κανείς δέν γνωρίζῃ νά μιλάῃ ἔτσι, οὔτε ὁ Κριτής θά τόν ἀκούσῃ. Γιατί ὅπως, ὅταν συμβῇ νά εἶναι Ρωμαῖος ὁ δικαστής, δέν θά καταλάβῃ τί λέει ἐκεῖνος πού ἀπολογεῖται καί δέν γνωρίζει νά μιλάει Ρωμαϊκά, ἔτσι καί ὁ Χριστός. Ἄν δέν μιλᾶς μέ τό δικό Του τρόπο, δέν θά σέ ἀκούσῃ, οὔτε θά σέ προσέξῃ. Ἄς μάθουμε λοιπόν νά μιλᾶμε ἔτσι, ὅπως συνήθισε νά ἀκούῃ ὁ Βασιλιάς ὁ δικός μας. Ἄς προσπαθήσουμε νά μιμούμεθα τήν γλῶσσαν Ἐκείνη.

Καί ἄν βρεθῇς σέ πένθος, πρόσεχε νά μή σοῦ διαστρεβλώσῃ 
τό στόμα ἡ μεγάλη λύπη, ἀλλά νά μιλήσῃς ὅπως ὁ Χριστός. Διότι ἐπένθησε καί Αὐτός τόν Λάζαρον (Ἰω. 11, 33-35) καί τόν Ἰούδα. Ἄν βρεθῇς σέ φόβο, φρόντισε πάλιν νά μιλήσῃς ὅπως Ἐκεῖνος. Διότι βρέθηκε καί Αὐτός σέ φόβο γιά σένα «κατ᾽ οἰκονομίαν». Εἰπέ καί σύ: «Ἄς μή γίνῃ ὅμως τό θέλημά μου ἀλλά τό δικό σου» (Λουκᾶ 22, 42). Καί ὅταν κλαῖς, δάκρυσε ἤρεμα ὅπως Ἐκεῖνος. Καί ὅταν βρεθῇς σέ σκευωρίες καί λύπη, καί αὐτά ἀντιμετώπισέ τα ὅπως ὁ Χριστός. Διότι καί μηχανορραφίες ἀντιμετώπισε καί λυπήθηκε, ἀλλά εἶπε: «Ἡ ψυχή μου εἶναι λυπημένη μέχρι θανάτου» (Ματθ. 26, 38). Καί σοῦ χάρισε ὅλα τά ὑποδείγματα, διά νά τηρῇς αὐτά «ὡς μέτρον» καί νά μή καταστρατηγῇς τούς κανόνες, πού σοῦ ἔχουν δοθῇ.

Ἔτσι θά μπορέσῃς νά ἔχῃς στόμα, ὅμοιο μέ τό στόμα Ἐκείνου. 
Ἔτσι, ἐνῷ θά βαδίζῃς ἐπάνω στή γῆ, θά ἐπιδεικνύῃς σέ μᾶς γλῶσσα ὅμοια μέ τήν γλῶσσαν Ἐκείνου πού βρίσκεται στόν οὐρανό, διατηρώντας τό μέτρο στή λύπη , στήν ὀργή, στό πένθος, στήν ἀγωνία. Πόσοι ἀπό σᾶς εἶναι ἐκεῖνοι πού ἐπιθυμοῦν νά ἰδοῦν τήν μορφήν Του;  Νά λοιπόν, ὅτι εἶναι δυνατόν ὄχι μόνον νά Τόν δοῦμε, ἀλλά καί νά γίνουμε ὅμοιοι μέ Αὐτόν, ἄν προσπαθήσουμε.

Ἄς μήν ἀναβάλλουμε λοιπόν. Διότι δέν ἀγαπᾷ τόσον τό στόμα τῶν προφητῶν, ὅσον ἐκεῖνο τῶν ἐπιεικῶν καί πράων ἀνθρώπων. «Πολλοί», λέγει, «θά μοῦ ποῦν: Δέν προφητεύσαμε στό ὄνομά Σου; Καί ἐγώ θά τούς εἰπῶ: Δέν σᾶς γνωρίζω» (Ματθ. 7, 22). Τό δέ στόμα τοῦ Μωυσέως, ἐπειδή ἦταν πολύ ἐπιεικής καί πρᾶος (διότι «ὁ Μωυσῆς», λέγει, «ἦταν ἄνθρωπος πρᾶος περισσότερο ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους τῆς γῆς» Ἀριθμ. 12, 3), τόσο πολύ τό ἀγαποῦσε, ὥστε νά πεῖ: «ὡμιλοῦσε ἀπό πολύ κοντά, στόμα μέ στόμα, ὅπως μιλάει ἕνας φίλος μέ τόν φίλο του» (Ἐξ. 33, 11 καί Ἀριθμ. 12, 8). Δέν θά δίνεις ἐντολές στούς δαίμονες τώρα, ἀλλά θά διατάσσῃς τότε ἐκεῖ τό πῦρ τῆς γεέννης, ἐάν βέβαια ἔχῃς τό στόμα σου ὅμοιο μέ τό στόμα τοῦ Χριστοῦ.

Θά διατάσσῃς τήν ἄβυσσο τοῦ πυρός καί θά λέγῃς: «Σιώπα φιμώσου» (Μάρκ. 4, 39), καί μέ πολλήν παρρησία θά ἀνέβῃς στούς οὐρανούς καί θά ἀπολαύσῃς τή βασιλεία, τήν ὁποία εἴθε νά ἐπιτύχουμε 
ὅλοι ἐμεῖς, μέ τήν Χάρη καί φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στόν Ὁποῖον ἀνήκει, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἡ δόξα, ἡ δύναμη, ἡ τιμή, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

(Ἀπόσπασμα ἀπό τήν ὁμιλία ΟΗ’)

ΠΗΓΗ: www.alopsis.gr

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ - Ὁμιλία εἰς τήν παραβολήν τῶν ταλάντων (Άγιος Γερμανός ο Β' Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως)

 

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ῎Ανθρωπός τις ἀποδημῶν ἐκάλεσε τοὺς ἰδίους δούλους καὶ παρέδωκεν αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ, καὶ ᾧ μὲν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ᾧ δὲ δύο, ᾧ δὲ ἕν, ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν, καὶ ἀπεδήμησεν εὐθέως. Πορευθεὶς δὲ ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν εἰργάσατο ἐν αὐτοῖς καὶ ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα. ῾Ωσαύτως καὶ ὁ τὰ δύο ἐκέρδησε καὶ αὐτὸς ἄλλα δύο. ῾Ο δὲ τὸ ἓν λαβὼν ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν τῇ γῇ καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ. Μετὰ δὲ χρόνον πολὺν ἔρχεται ὁ κύριος τῶν δούλων ἐκείνων καὶ συναίρει μετ᾿ αὐτῶν λόγον. Καὶ προσελθὼν ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα λέγων· Κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. ῎Εφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὰ δύο τάλαντα λαβὼν εἶπε· Κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα δύο τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. ῎Εφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὸ ἓν τάλαντον εἰληφὼς εἶπε· Κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν. ᾿Αποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· Πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! ᾔδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα! ἔδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ. ῎Αρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. Τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ· καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ῾Ο ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω. 


Ἀπόδοση 

Εἶπε ὁ Κύριος αὐτὴ τὴν παραβολή· ἕνας ἄνθρωπος φεύγοντας γιὰ ταξίδι, κάλεσε τοὺς δούλους του καὶ τοὺς ἐμπιστεύτηκε τὰ ὑπάρχοντά του. Σ᾿ ἄλλον ἔδωσε πέντε τάλαντα, σ᾿ ἄλλον δύο, σ᾿ ἄλλον ἕνα, στὸν καθένα ἀνάλογα μὲ τὴν ἱκανότητά του, κι ἔφυγε ἀμέσως γιὰ τὸ ταξίδι. Αὐτὸς ποὺ ἔλαβε τὰ πέντε τάλαντα, πῆγε καὶ τὰ ἐκμεταλλεύτηκε καὶ κέρδισε ἄλλα πέντε. Κι αὐτὸς ποὺ ἔλαβε τὰ δύο τάλαντα, κέρδισε ἐπίσης ἄλλα δύο. ᾿Εκεῖνος ὅμως ποὺ ἔλαβε τὸ ἕνα τάλαντο, πῆγε κι ἔσκαψε στὴ γῆ καὶ ἔκρυψε τὰ χρήματα τοῦ κυρίου του. ῞Υστερα ἀπὸ ἕνα μεγάλο χρονικὸ διάστημα, γύρισε ὁ κύριος ἐκείνων τῶν δούλων καὶ ἔκανε λογαριασμὸ μαζί τους. Παρουσιάστηκε τότε ἐκεῖνος ποὺ εἶχε λάβει τὰ πέντε τάλαντα καὶ τοῦ ἔφερε ἄλλα πέντε. Κύριε, τοῦ λέει, μοῦ ἐμπιστεύτηκες πέντε τάλαντα· κοίτα, κέρδισα μ᾿ αὐτὰ ἄλλα πέντε. ῾Ο κύριός του τοῦ εἶπε· εὖγε, καλὲ καὶ ἔμπιστε δοῦλε! ᾿Αποδείχτηκες ἀξιόπιστος στὰ λίγα, γι᾿ αὐτὸ θὰ σοῦ ἐμπιστευτῶ πολλά. ῎Ελα νὰ γιορτάσεις μαζί μου. Παρουσιάστηκε κι ὁ ἄλλος μὲ τὰ δύο τάλαντα καὶ τοῦ εἶπε· κύριε, μοῦ ἐμπιστεύτηκες δύο τάλαντα· κοίτα, κέρδισα ἄλλα δύο. Τοῦ εἶπε ὁ κύριός του· εὖγε, καλὲ καὶ ἔμπιστε δοῦλε! ᾿Αποδείχτηκες ἀξιόπιστος στὰ λίγα, γι᾿ αὐτὸ θὰ σοῦ ἐμπιστευτῶ πολλά. ῎Ελα νὰ γιορτάσεις μαζί μου. Παρουσιάστηκε κι ἐκεῖνος ποὺ εἶχε λάβει τὸ ἕνα τάλαντο καὶ τοῦ εἶπε· κύριε, ἤξερα πὼς εἶσαι σκληρὸς ἄνθρωπος. Θερίζεις ἐκεῖ ὅπου δὲν ἔσπειρες καὶ συνάζεις καρποὺς ἐκεῖ ποὺ δὲν φύτεψες. Γι᾿ αὐτὸ φοβήθηκα καὶ πῆγα κι ἔκρυψα τὸ τάλαντό σου στὴ γῆ. ῾Ορίστε τὰ λεφτά σου. ῾Ο κύριός του τοῦ ἀποκρίθηκε· δοῦλε κακὲ καὶ ὀκνηρέ, ἤξερες πὼς θερίζω ὅπου δὲν ἔσπειρα, καὶ συνάζω καρποὺς ἀπ᾿ ὅπου δὲν φύτεψα! Τότε ἔπρεπε νὰ βάλεις τὰ χρήματά μου στὴν τράπεζα, κι ἐγὼ ὅταν θὰ γυρνοῦσα πίσω θὰ τὰ ἔπαιρνα μὲ τόκο. Πάρτε του, λοιπόν, τὸ τάλαντο καὶ δῶστε το σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἔχει τὰ δέκα τάλαντα. Γιατὶ σὲ καθέναν ποὺ ἔχει, θὰ τοῦ δοθεῖ μὲ τὸ παραπάνω καὶ θά ᾿χει περίσσευμα· ἐνῶ ἀπ᾿ ὅποιον δὲν ἔχει, θὰ τοῦ πάρουν καὶ τὰ λίγα ποὺ ἔχει. Κι αὐτὸν τὸν ἄχρηστο δοῦλο πετάξτε τον ἔξω στὸ σκοτάδι. ᾿Εκεῖ θὰ κλαῖνε, καὶ θὰ τρίζουν τὰ δόντια. ᾿Αφοῦ τὰ εἶπε ὅλα αὐτά, πρόσθεσε μὲ ἔμφαση· ῞Οποιος ἔχει αὐτιὰ γιὰ ν᾿ ἀκούει ἂς τὰ ἀκούει.


Ομιλία εις την παραβολήν των ταλάντων (Άγιος Γερμανός ο Β' Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως)

Οι γεωργοί που φυλάσσουν τους αγρούς και τα περιβόλια των αρχόντων, έχουν συνήθεια να συνάζουν όσα άνθη εύρουν ωραία και ευωδέστατα, και να τα προσφέρουν στους κυρίους των· και εάν έχουν και άλλους φίλους, δίδουν και σ’ αυτούς. Εκείνοι δεχόμενοι τα κρίνα περιχαρώς, ευχαριστούν και φιλοδωρούν τους γεωργούς, αν και δεν λαμβάνουν από τα άνθη εκείνα άλλην ωφέλειαν εκτός από το ότι ευχαριστούν για λίγην ώραν την όρασι και ότι ευωδιάζουν την όσφρησίν τους. Εμείς δε οι πνευματικοί γεωργοί και διδάσκαλοι, που μας έχει εμπιστευθή ο Κύριος τον αειθαλή λειμώνα τού αγίου Ευαγγελίου και περιποιούμεθα τόσον ωραίον και πανευφρόσυνον περιβόλι, δεν προσφέρουμε μόνον μίαν φοράν τον χρόνον σ’ εσάς τους ηγαπημένους αδελφούς και φίλους μας άνθη καλοκαιρινά και ευμάραντα, αλλά καθημερινώς συνάζουμε λόγους πνευματικούς από τον αειθαλή Παράδεισον της Γραφής και σας διδάσκουμε με πολύν πόθο και επιμέλειαν, ευφραίνοντας τις ψυχές σας με διάφορες νουθεσίες και υποδείγματα, με τα οποία ωφελείσθε, μετανοείτε για τις αμαρτίες σας και ευρίσκετε σωτηρίαν αιώνιον. Περιχαρώς λοιπόν να υποδέχεσθε την διδαχήν, αδελφοί και εκδιώκετε την δυσωδίαν της αμαρτίας με την ευωδίαν του Αγίου Πνεύματος· Και αφού έτσι καθαρισθήτε, θα γίνετε ναός τού Θεού και κατοικητήρια θείας χάριτος. Ακούσετε λοιπόν και την σημερινήν παραβολήν τού Κυρίου μας, να λάβετε στην ψυχήν πολλήν ωφέλειαν, και ιδιαιτέρως οι αμελείς και ράθυμοι, οι οποίοι δεν επιμελούνται να μεταδώσουν στον αδελφόν και πλησίον τους από το χάρισμα που έχει κάθε ένας κατά την τέχνην και την επιστήμην του. Προσέχετε λοιπόν με πολλήν ακρίβειαν.



«Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην· άνθρωπός τις αποδημών εκάλεσε τους ιδίους δούλους και παρέδωκεν αυτοίς τα υπάρχοντα αυτού· και ω μεν (σε άλλον μεν) έδωκε πέντε τάλαντα, ω δε δύο, ω δε εν, εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν και απεδήμησεν ευθέως» και τα λοιπά. Εκείνος λοιπόν που έλαβε τα πέντε τάλαντα, επεμελήθη και τα εδιπλασίασεν· ομοίως και εκείνος που έλαβε τα δύο, εκέρδησε από αυτά άλλα δύο. Ο άλλος όμως, που έλαβε το ένα, έσκαψε την γην και έκρυψε εκεί το αργύριον του Κυρίου του. Και μετά πολύν χρόνον έρχεται ο Κύριος των δούλων εκείνων να αξιολογήση το έργον τους.

Θέλοντας ο Δεσπότης και Κύριος ημών Ιησούς Χριστός να μας φανερώση το έξαφνον της Δευτέρας του Παρουσίας, μας νουθετεί με την παραβολήν ταύτην σοφώτατα· και αφού πρώτα είπε, «γρηγορείτε ότι ουκ οίδατε την ημέραν, ουδέ την ώραν εν η ο Υιός τού ανθρώπου έρχεται» αμέσως μετά προσέθεσε και αυτά: καθώς ένας άν­θρωπος που απομακρύνεται από τον τόπον του, έτσι και ο Κύριος, όταν έφευγε από τον κόσμον τούτον σωματικώς για τους ουρανούς, προσεκάλεσε τους δούλους του και τους παρέδωσε τα ουράνια και θεία μυστήρια. Οι δούλοι είναι οι θείοι Απόστολοι και όλοι οι διά­δοχοί τους, οι μυσταγωγοί τής Εκκλησίας, δηλαδή οι αρχιερείς, ιε­ρείς και διάκονοι, στους οποίους έχει ανατεθή η διακονία τού λό­γου, έλαβαν δε καιπνευματικά χαρίσματα, άλλοι μεγαλύτερα και άλλοι μικρότερα· διότι τα χαρίσματα διαχωρίζονται και διαφέρουν το ένα από το άλλο. Πλην όμως αυτός ο Θεός, το Πνεύμα το Αγιον είναι που ενεργεί σε όλους και τους ενισχύει· «και άλλω μεν διά του Πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας» κατά την Γραφήν, «άλλω δε λό­γος γνώσεως κατά το αυτό Πνεύμα, ετέρω δε πίστις εν τω αυτώ Πνεύματι, άλλω δε χαρίσματα ιαμάτων εν τω αυτώ Πνεύματι, άλλω δε ενεργήματα δυνάμεων...» και σε άλλους άλλα χαρίσματα. «Πάντα δε ταύτα ενεργεί εν και το αυτό Πνεύμα διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται». Και πάλιν σε αυτήν την επιστολήν ο θείος Απόστολος λέγει: «Υμείς εστε σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους. Και ους μεν έθετο ο Θεός εν τη εκκλησία πρώτον Αποστόλους, δεύτερον Προφήτας, τρίτον διδασκάλους, έπειτα δυνάμεις, είτα χαρίσματα ια­μάτων, αντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσών». Λοιπόν δεν είναι όλοι Απόστολοι ή δυνάμεις, και δεν έχουν όλοι το χάρισμα να θερα­πεύουν ή να ομιλούν γλώσσες και να ερμηνεύουν, αλλά κάθε ένας κατά την δύναμίν του λαμβάνει το χάρισμα, δηλαδή κατά το μέτρον τής πίστεως και της καθάρσεως. Διότι ανάλογα με την πρόοδον που παρουσιάζει κάποιος στην κατά το ευαγγέλιον ζωήν, λαμβάνει από τον Θεόν την δωρεάν και το χάρισμα. Εάν δώσωμεν ολίγον, ολίγην χάριν λαμβάνουμε· εάν όμως δώσωμε μεγάλην προσπάθεια, λαμβά­νουμε και μεγάλην χάριν. Όπως και εκείνος που έλαβε τα πέντε τά­λαντα δεν έδειξεν οκνηρίαν, ούτε ποσώς παρημέλησεν, αλλά πα­ρευθύς προσεπάθησε ως ευγνώμων δούλος και οικονόμος επιμελέστατα, να διπλασιάση το χάρισμα. Επειδή όποιος έχει λόγον ή πλούτον ή άλλην τέχνην και δύναμιν και δεν κοιτάζει μόνον τον εαυτόν του αλλά προσπαθεί να ωφελήση και τον πλησίον του, αυτός διπλασιάζει το χάρισμα το οποίον έλαβεν από τον Θεόν ως ευγνώ­μων· ο δε αχάριστος και άχρηστος, ο οποίος παρέχωσε το τάλαντον, είναι αυτός που φροντίζει να ωφελήση μόνον τον εαυτόν του, και για την σωτηρία των άλλων δεν τον ενδιαφέρει καθόλου· γι’ αυτόν τον λόγον ο τοιούτος κατακρίνεται και δικαίως καταδικάζεται, διότι έκρυψε την χάριν την οποίαν έλαβεν από τον Κύριον. Ομοίως όταν κάποιος είναι ευφυής και επιτήδειος άνθρωπος και γνωρίζει πολλά, δεν επιδίδεται όμως σε πράγματα που αφορούν την ψυχήν, αλλά σε πρόσκαιρες φροντίδες και δολιότητες, κατακρίνεται και αυτός μαζί με εκείνον που έκρυψε το τάλαντον, διότι δεν εχρησιμοποίησε την ευφυΐαν και την προκοπήν του σε θεία και ωφέλιμα πράγματα αλλά σε ανωφελή και γήϊνα. Μετά δε χρόνον πολύν, έρχεται ο Κύριος που έδωσε το αργύριον ή τα λόγια του, διότι «αργύριον πεπυρωμένον» είναι τα λόγια τού Θεού, ή και κάθε χάρισμα γενικώς ημπορείς να ειπής ότι είναι αργύριον, επειδή λαμπρύνει εκείνον που το έχει και τον κάνει ένδοξον «Και συναιρεί λόγον» ο Δεσπότης, εξετάζει δη­λαδή εκείνους οι οποίοι έλαβαν τα τάλαντα και τους ζητεί να του αποδώσουν όχι μόνον το κεφάλαιον, αλλά και το όφελος. Γι’ αυτό και κάθε ένας που έλαβε χάρισμα, είναι χρεώστης στον Θεόν, να αγωνισθή να το διπλασιάση το γρηγορώτερον, δηλαδή να ωφελήση και τον πλησίον του. Διότι όποιος διδάσκει τον αδελφόν του, ή του κάνει κάποιαν άλλην ευεργεσίαν, ας γνωρίζη ότιπερισσότερο τον εαυτόν του ωφελεί, επειδή διπλασιάζει το κέρδος του καιλαμβάνει από τον Δεσπότην πλουσίαν την ανταπόδοσιν.

Και εκείνοι μεν οι οποίοι ηγωνίσθησαν εργαζόμενοι αυτά που έλαβαν, επαινούνται από τον Δεσπότην ως δούλοι καλοί και χρήσι­μοι και αξιώνονται, τόσον εκείνος που έλαβε τα δύο, όσον και ο άλλος που έλαβε τα πέντε τάλαντα, όμοιας υποδοχής ακούγοντας και οι δύο τον ίδιον λόγον από τον Κύριον, δηλαδή το «ευ δούλε αγαθέ και πιστέ! επί ολίγα ης πιστός, επί πολλών σε καταστήσω· είσελθε εις την χαράν τού Κυρίου σου». Αγαθός νοείται εδώ αληθώς εκείνος που έχει αγαπητικήν διάθεσιν, απηλλαγμένην από φθόνον, και μετα­δίδει προς τον πλησίον την καλωσύνην του. Και επειδή στα ολίγα εφάνησαν πιστοί και αγαθοί δούλοι, κληρονομούν πολλά από τον Θεόν εκεί στην Βασιλείαν του, τα οποία υπερβαίνουν κάθε φαντα­σίαν διότι αν και εδώ αξιώνονται να λάβουν δωρήματα, όμως αυτά δεν είναι τίποτε συγκρινόμενα με τα μέλλοντα αγαθά τα οποία κλη­ρονομούν στον Παράδεισον. Χαρά δε του Κυρίου είναι η παντοτεινή και αιώνιος ευφροσύνη, την οποίαν έχει ο Θεός ευφραινόμενος στα έργα του, κατά τον Προφήτην «Ευφρανθήσεται Κύριος επί τοις έργοις αυτού». Τοιαύτην λοιπόν ευφροσύνην και αγαλλίασιν απολαμβάνουν οι Αγιοι, ευφραινόμενοι «επί τοις έργοις αυτών», ενώ οι αμαρτωλοί αντιθέτως πικραίνονται για τα έργα τους και μεταμε­λούνται ανώφελα. Οι δε Αγιοι, οι οποίοι έχουν τον πλούτον τού Κυ­ρίου, χαίρουν με αυτόν και αγάλλονται· και εκείνος που έλαβε τα δύο αξιώνεται ίσης τιμής και αγαθών με τον άλλον που έλαβε τα πέ­ντε τάλαντα· διότι όταν κάποιος οικονομήση καλά την μικρήν χάρι που έλαβε, απολαμβάνει ίσην τιμήν με εκείνον που κατώρθωσε τα πολλά, αφού ο καθένας τους εδιπλασίασε το χάρισμα που έλαβε και απολαμβάνουν ομοίαν τιμήν, επειδή και ομοίαν προσπάθειαν επέδειξαν. Ή ας το ειπούμε και με άλλον τρόπον:επαινούνται μεν ίσα και τοποθετούνται σε έναν τόπον, αλλά ο καθένας απολαμβάνει την ανταμοιβήν ανάλογα με το κέρδος που έκαμε.

Οι αγαθοί λοιπόν και ευγνώμονες δούλοι τοιαύτης χαράς και τιμής ηξιώθησαν, ο δε πονηρός και οκνηρός έλαβε την παίδευσιν που του έπρεπε, σύμφωνα με την απολογίαν και την πονηρίαν του. Επειδή απεκάλεσες σκληρόν τον Δεσπότην, γι’ αυτό κατεκρίθης περισσότερο και ασυγχώρητα· διότι αφού εγνώριζες ότι ο Κύριός σου ήταν σκληρός και έπαιρνε τα ξένα πράγματα, έπρεπε και συ, ανόητε άνθρωπε, να επαυξήσης αυτά που έλαβες και να κάμης μαθητάς, να λάβη ο Δεσπότης από εκείνους το οφειλόμενον. «Τραπεζίτας» ωνόμασε τους μαθητάςεπειδή αυτοί έχουν την διάκρισι να δοκιμάσουν τον λόγο και να αποδοκιμάσουν ό,τι δεν είναι γνήσιον· από αυτούς ζητεί την ωφέλειαν, δηλαδή την επίδειξι των έργων. Διότι όταν ο μαθητής δέχεται τον λόγον από τον Διδάσκαλον, ωφελείται μεν και αυτός, αποδίδει δε και τον λόγον ολόκληρον, ακόμη δε αποδίδει και την εργασίαν τού καλού ως ωφέλειαν. Από τον πονηρόν όμως δούλον το χάρισμα στρέφεται οπίσω, διότι όποιος έλαβε το χάρισμα για να ωφελήση άλλους και δεν το μεταχειρίσθη για την ωφέλεια των άλλων, αλλά ζητεί να εξυπηρετή μόνον τον εαυτόν του, τότε χά­νει και αυτό που έλαβε. Σε εκείνον δε ο οποίος αγωνίζεται να επαυξήση το χάρισμα, ο Κύριος του επιστρέφει περισσοτέραν δωρεάν· διότι σε όποιον αγωνίζεται η χάρις θα πολλαπλασιασθή, ενώ από εκείνον που δεν αγωνίζεται του παίρνουν και εκείνο το ολίγον χάρι­σμα που φαίνεται πως έχει, επειδή το ημαύρωσε με την οκνηρίαν και την αμέλειάν του.

[13ος αι. – Πατριαρχικόν Ομιλιάριον Β’, σελ. 163., Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελ. 285, Ιερόν Κελλίον Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, Αγιον Όρος]

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ (1875 – 9/22 Δεκεμβρίου 1961)

[…] Μετά μία εικοσαετία σκληρών αγώνων στο αυστηρό κοινόβιο του Διονυσίου [στο Άγιον Όρος], όπου έλαβε την κουρά και την ιεροσύνη, έκανε μία τριακονταετία στον Πειραιά, συνεχίζοντας τους αγώνες του και βοηθώντας τους εκεί χριστιανούς.
Ήταν δάσκαλος στην πατρίδα του Βόρειο Ήπειρο.
Η μεγάλη του ασκητικότητα, η θυσιαστική αγάπη και η γλυκύτητα του χαρακτήρα του τον έκαναν στοργικό Πνευματικό πατέρα πολλών πιστών.
Αφιλοχρήματος και ακτήμων υπερβολικά, ζούσε πάντα ως φιλοξενούμενος.
Ποτέ δεν απέκτησε δική του στέγη.
Κοιμόταν ελάχιστα, τον χειμώνα δεν άναβε φωτιά, προσευχόταν θερμά, σιωπούσε ηθελημένα.
Όσα χρήματα του έδιναν τα μοίραζε ελεημοσύνη.
Συχνά αγρυπνούσε.
Διαβάζοντας τους εξορκισμούς έφευγαν τα δαιμόνια, για τη μεγάλη του καθαρότητα και ταπείνωση.
Μεγάλη του χαρά οι καθημερινές θείες Λειτουργίες σε εξωκκλήσια ταπεινά.
Τον έβλεπαν τα καθαρά μάτια να μην πατά στη γη.
Συχνό γεύμα του τα πρόσφορα της προσκομιδής.
Το αυστηρό ασκητικό του πρόγραμμα δεν το άφησε μέχρι του τέλους του.
Μέσα από τα παλιόρασά του φορούσε βαριά σίδερα, που του είχαν φάει τις σάρκες.
Κοιμόταν σε χαμηλό κάθισμα και γι’ αυτό είχε καμπουριάσει.
πό τις πορείες και τις μακρές ορθοστασίες είχαν αρχίσει να σαπίζουν τα πόδια του, μα δεν μύριζαν ποτέ άσχημα.
Οι φίλοι του τού συνιστούσαν την επίσκεψη σε ιατρούς. Με τη γλυκύτητα που πάντα τον διέκρινε, τους απαντούσε: «Μετά της Άγιας Άννης θα πάω…».
Αγαπούσε υπέρμετρα την Παναγία και την αγία μητέρα της, τη «μάμμη» όλων των Αγιο­ρειτών. Τους Χαιρετισμούς της έλεγε πολλές φορές την ημέρα.
Δεν είναι δίχως σημασία που ο θάνατός του ήλθε στο δειλινό της εορτής της Αγίας Άννης. Το πρωί είχε τελέσει την τελευταία θεία Λειτουργία του. Εξήλθε του ιερού βήμα­τος μετά δακρύων και χαράς. Στο πρόσωπό του έβλεπες όλη τη μακάρια ανάπαυση των πολλών κόπων του.
Στα χείλη του ίσα που άκουγες τα τελευταία «Χαίρε» των ασίγαστων Χαιρετισμών προς την Αειπάρθενο Θεοτόκο. Πράγματι, η μητέρα της μητέρας του Παναγία, τον παρέλαβε με τις πρεσβείες της κοντά της.
Εκεί που από μικρός προσδοκούσε να κατευθυνθεί και να τερματίσει, ο έτοιμος από καιρό.
Καθήμενος στο σκαμνί του και βαστώντας το κομποσχοίνι του τελείωσε τον βίο του οσιακά.
Όταν τον σαβάνωσαν οι ιερείς, είδαν τα πληγωμένα πόδια του γεμάτα σκουλήκια και θαύμασαν.
Από τον τάφο του έβλεπαν να βγαίνει φως [….]

1 ΣΧΌΛΙΟ:

Ion είπε… (11 Δεκεμβρίου 2024)

Ο πατήρ Ευγένιος, το επίθετο Λεμόνης (Λεμόνι, στα αλβανικά), ήταν αλβανικής καταγωγής αλλά Έλληνας στη συνείδηση, από την Χοστίστα της περιοχής Κορυτσάς. Είχε κάποια παιδεία, νομίζω ήταν δάσκαλος της ελληνικής. Μετά την αλλαγή του ημερολογίου, το 1924, έφυγε από τη Μονή Διονυσίου και ήρθε στον κόσμο και εξυπηρετούσε λειτουργικά τους Παλαιοημερολογίτες στον Πειραιά, χωρίς να είναι φανατικός… Λειτουργούσε στο εκκλησάκι της Ζωοδόχου Πηγής, στην οδό Μακεδονίας, στην Αγία Σοφία του Πειραιά. Το εκκλησάκι είχε χτιστεί εκεί όπου ήταν το σπιτάκι μιας γιαγιάς που το είχε παραχωρήσει και υφίσταται μέχρι σήμερα, ανήκει στους Παλαιοημερολογίτες. Υπάρχει και αγίασμα μέσα στο εκκλησάκι, ρέει από τον βράχο. Τον πατέρα Ευγένιο είχε γνωρίσει η γιαγιά μου, κοιμόταν σε μία καρέκλα και δενόταν με αλυσίδα για να μην πέσει. Όλοι στη γειτονιά, ανεξάρτητα από το ημερολόγιο (και η γιαγιά μου ήταν με το Νέο), τον θεωρούσαν άγιο άνθρωπο. Μερικά παιδιά τον έβλεπαν στη Μεγάλη Είσοδο να υπερίπταται. Τον είχε γνωρίσει μάλλον και η γερόντισσα Μακρίνα της Πορταριάς, τον αναφέρει, αλλά όχι με το όνομά του, σε μία ομιλία της που έχει εκδοθεί στο βιβλίο “Λόγια Καρδιάς”, όπου σε κάποιο σημείο μιλάει για έναν άγιο γέροντα που έμενε στα Καμίνια του Πειραιά και θεωρώ ότι ήταν ο πατήρ Ευγένιος. Προσθέτω ότι είχε πνευματική κόρη μία συντοπίτισσα της γιαγιάς μου από τη Σέριφο, που είχε χάσει όλα της τα παιδιά από φυματίωση, φτωχή γυναίκα, την κυρα Καλλιόπη. Θα ήταν ευχής έργο να βρεθούν περισσότερες μαρτυρίες για τον μακαριστό πατέρα Ευγένιο Λεμόνη τον Διονυσιάτη. Ας έχουμε την ευχή του.

(Ιστολόγιο «Τρελογιάννης», 10 Δεκεμβρίου 2024)

Σημ.ἡμ.: Γιὰ τὸν ὅσιο Γέροντα Εὐγένιο Λημόνη (Λεμονῆ) ἔχει γραφεῖ ἀφιέρωμα στὸ Περιοδικὸ «Ἀρχεῖον τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος», τ. 7 / Α΄ Ἑξάμηνον 2018, σελ. 37-49, τὸ ὁποῖο σὺν Θεῷ θὰ ἀναδημοσιεύσουμε στὴν Ἱστοσελίδα μας. 

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2024

ΟΣΟ ΔΕΝ ΖΕΙΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ, ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ ΕΥΤΥΧΙΑ (Οσίου Επισκόπου Θεοφάνους του Εγκλείστου)

  

Οσίου Επισκόπου Θεοφάνους του Εγκλείστου

Σε ποιον θέλεις περισσότερο ν’ αφιερώσεις τη ζωή σου; Το πνεύμα της ζωής σου καθορίζεται από τα χαρακτηριστικά στοιχεία εκείνου προς το οποίο περισσότερο κλίνεις.

Όποιος ζει για τον Θεό, έχει ένα πνεύμα θείου φόβου και ευλάβειας. Όποιος ζει για τον εαυτό του, έχει ένα πνεύμα αυτάρεσκο, εγωιστικό, φίλαυτο, σαρκικό. Και όποιος ζει για τον κόσμο, έχει ένα πνεύμα φιλόκοσμο και μάταιο. Κρίνοντας απ’ αυτά τα γενικά χαρακτηριστικά, βρες τι πνεύμα υπάρχει μέσα σου.

Συνήθως στις γιορτές εύχονται ευτυχία. Ευτυχία, λοιπόν, σου εύχομαι κι εγώ. Γιατί, όμως, κάνουμε αυτή την ευχή; Είναι αλήθεια ότι κανένας μέχρι σήμερα δεν έχει καθορίσει με σαφήνεια και ακρίβεια το τι είναι ευτυχία και το ποιος είναι πραγματικά ευτυχισμένος. Θαρρώ πως ευτυχισμένος είναι όποιος νιώθει έτσι. Όταν, λοιπόν, σου εύχομαι ευτυχία, αυτό ακριβώς εύχομαι: Να νιώθεις πάντα ευτυχισμένη! Και επειδή οι άνθρωποι έχουν τόσο διαφορετικές επιθυμίες, τόσο διαφορετικά γούστα και, συνακόλουθα, τόσο διαφορετικές απόψεις για την ευτυχία, που μπερδεύεται κανείς για τα καλά, σου ξεκαθαρίζω δίχως περιστροφές: Όσο δεν ζεις πνευματικά, μην περιμένεις ευτυχία.

Η διανοητική και σαρκική ζωή, όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, δίνουν κάτι σαν ευτυχία. Μα δεν πρόκειται παρά για μια φευγαλέα και απατηλή γεύση ευτυχίας, που γρήγορα χάνεται. Πέρα απ’ αυτό, όταν η διανοητικότητα και η σαρκικότητα κυριαρχούν στον άνθρωπο, τότε η ψυχή και το σώμα ταράζονται από εμπαθείς λογισμούς, επιθυμίες και συναισθήματα. Το δηλητήριο των παθών δηλητηριάζει τον άνθρωπο, όπως το αφιόνι [όπιο/ναρκωτικό], αλλά τον κάνει να ξεχνά πρόσκαιρα τη δυστυχία του, όπως πάλι το αφιόνι. Η πνευματική ζωή, απεναντίας, απαλλάσσει τον άνθρωπο από τα πάθη, του προσφέρει τις ευλογίες του πνεύματος και τον κάνει αληθινά και ολοκληρωτικά ευτυχισμένο.

Ο άνθρωπος της χάριτος λάμπει εσωτερικά σαν αστέρι. Συχνά, μάλιστα, η εσωτερική αυτή λαμπρότητα περνά από την ψυχή στο σώμα και γίνεται ορατή στους άλλους.

Όταν έμενα στην Πετρούπολη, στη δεκαετία του 1840, ακούγοντας γι’ αυτό από κάποιους, θέλησα να το διαπιστώσω με τα ίδια μου τα μάτια. Ήμουνα, βλέπεις, νεαρός τότε και δύσπιστος. Έτυχε, λοιπόν, να με επισκεφθεί ένας μοναχός, στον οποίο οι ενέργειες της χάριτος ήταν ήδη έκδηλες. Αρχίσαμε να μιλάμε για πνευματικά ζητήματα. Όσο πιο πολύ αυτοσυγκεντρωνόταν, όσο πιο πολύ η σκέψη του βάθαινε, τόσο πιο φωτεινό γινόταν το πρόσωπό του· ώσπου, τελικά, έγινε λευκό σαν το χιόνι, με τα μάτια του ν’ αστράφτουν. Λένε ότι και ο όσιος γέροντας Σεραφείμ του Σαρώφ πολύ συχνά έλαμπε, ιδιαίτερα την ώρα της προσευχής, και όλοι τον έβλεπαν φωτόλουστο.

Πολλές τέτοιες περιπτώσεις συναντάμε στις διηγήσεις των αγίων πατέρων. Αναφέρεται, για παράδειγμα, στο Γεροντικό, ότι ο αββάς Ιωσήφ της Πανεφώ όταν προσευχόταν με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, τα δάχτυλά του γίνονταν σαν δέκα λαμπάδες αναμμένες. Το αποκάλυψε ο αββάς Λωτ, που το είδε. Για τον αββά Αρσένιο, πάλι, είναι γραμμένο το ακόλουθο περιστατικό: Πήγε κάποτε στο κελί του, στη Σκήτη της Αιγύπτου, ένας αδελφός. Χτύπησε την πόρτα, μα δεν πήρε απάντηση. Σκύβοντας τότε, κοίταξε μέσα από τη θυρίδα. Και τι να δει! Ο αββάς Αρσένιος ήταν όλος φωτιά! Ένας από τους πατέρες, τέλος, όταν συνάντησε τον αββά Σιλουανό, είδε το πρόσωπό του και το σώμα του να λάμπουν σαν αγγέλου. Και μην μπορώντας ν’ ατενίσει εκείνη την τόση λαμπρότητα, έπεσε με το πρόσωπο στη γη.

Σε κάθε εποχή υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, άνθρωποι της χάριτος… Όλοι οι φωτεινοί άνθρωποι του Θεού μετέχουν χαρισματικά στο άκτιστο φως δηλαδή στην άκτιστη ενέργεια του Κυρίου, στο φως που αξιώθηκαν να δουν οι άγιοι απόστολοι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης στο όρος Θαβώρ, όταν Εκείνος μεταμορφώθηκε, όταν «το πρόσωπό Του έλαμψε σαν τον ήλιο» (Ματθ. 7:2) και «τα ρούχα Του έγιναν αστραφτερά, κατάλευκα σαν το χιόνι» (Μαρκ. 9:3).

(Από το βιβλίο: Πνευματική Ανθολογία από τους βίους και τους λόγους των Αγίων της Ρωσίας,
έκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2018, σελ. 99, 102, 105)

ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΔΕΝ ΒΑΖΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΜΑΣ ΟΡΟΥΣ (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)


Ὁμιλία Κυριακῆς ΙΓ΄ Λουκᾶ (πλουσίου νεανίου)

Ἀπὸ τὸν Σεβ/το Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Μεζοῦρλο (Λατίνια) Λαρίσης, τὴν Κυριακή, 25-11/8-12-2024, μὲ τίτλο: «Στὸν Χριστὸ δὲν βάζουμε τοὺς δικούς μας ὅρους».

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2024

ΕΠΕΤΕΙΑΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΑ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΥ

 


Πλῆθος κόσμου παρακολούθησε μὲ συγκίνηση ὅλη τὴν ἑορτή, κατὰ τὴν ὁποία οἱ συντελεστὲς της μὲ ἁπλὸ ἀλλὰ στοχευμένο τρόπο ἀφηγήθηκαν τὰ τελευταία 100 χρόνια διχασμοῦ μέσα ἀπὸ τὸ πλαίσιο ἱστορικῶν γεγονότων ἐθνικῆς σημασίας. Στὸ τέλος, ὁ οἰκεῖος Μητροπολίτης Σεβασμιώτατος κ. Χρυσόστομος, ἐμπνευστὴς τῆς ἑορτῆς αὐτῆς, περιέγραψε τὴν Ἀποστολικὴ Διαδοχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία εἶναι αὐταπόδεικτη μὲ μιὰ ματιὰ στὴν ἱστορία.

Συγκεκριμένα, ξεκίνησε εξηγώντας ότι η Αποστολική Διαδοχή είναι η μετάδοση της Θείας Χάριτος από τον Κύριό μας στους Αγίους Αποστόλους, οι οποίοι μετέδωσαν αυτή την Χάρη στους Αποστολο-επισκόπους και εκείνοι στους διαδόχους τους διαχρονικά. Η Εκκλησία των Γ.Ο.Χ., παρά τα όσα λυπηρά κατά καιρούς έχουν ακουσθεί, φέρει την Αποστολική Διαδοχή. Όταν κοιμήθηκε ο Άγιος Χρυσόστομος, ο πρώην Φλωρίνης, Αρχιερείς των Ρώσων της Διασποράς, υπό τον Μητροπολίτη Αναστάσιο, χειροτόνησαν στην Αμερική τον Γέροντα Ακάκιο Παππά σε Επίσκοπο Ταλαντίου. Στο σημείο αυτό , ο Σεβασμιώτατος υπογράμμισε ότι ο Μητροπολίτης Αναστάσιος είχε συμπράξει με τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δαμιανό για την χειροτονία Επισκόπων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, μεταξύ των οποίων και του διαδόχου του, Πατριάρχου Τιμοθέου, γεγονός που μαρτυρά πως οι Αρχιερείς μας με τους Αρχιερείς των Ιεροσολύμων κατάγονται από το ίδιο αποστολικό δένδρο. Συνεχίζοντας, ο Σεβασμιώτατος μίλησε για τις χειροτονίες του Ταλαντίου Ακακίου με τον Χιλής Λεόντιο των Ρώσων της Διασποράς, για την χειροτονία -από Αρχιερείς των Ρώσων της Διασποράς- του Αστορίας Πέτρου, ο οποίος είχε στενές επαφές, μεταξύ άλλων, με τον Άγιο Ιωάννη Μαξίμοβιτς. Αναφέρθηκε, έπειτα, στην χειροτονία, για την Επισκοπή Λισαβώνος, του Γαβριήλ Ρότσα από τέσσερεις Αρχιερείς μας, λέγοντας ότι, όταν αργότερα ο Μητροπολίτης Γαβριήλ αποφάσισε να προσχωρήσει στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Πολωνίας υπό τον Μητροπολίτη Βασίλειο, έγινε δεκτός ως κανονικός Επίσκοπος, δίχως καν συγχωρητική ευχή. Όλοι οι Αρχιερείς των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, έχοντας κοινωνία με την Εκκλησία της Πολωνίας, είχαν, έτσι, κοινωνία και με έναν χειροτονημένο από δικούς μας Αρχιερείς Επίσκοπο. Σημαντική ήταν, ακόμη, η αναφορά που έκανε ο Σεβασμιώτατος στην ένωση ενός τμήματος της Συνόδου των Ρώσων της Διασποράς υπό τον Μητροπολίτη Λαύρο με την Εκκλησία της Μόσχας υπό τον Πατριάρχη Αλέξιο, το 2007. Οι Ρώσοι της Διασποράς, ως κανονικοί Αρχιερείς, συλλειτούργησαν με τους Αρχιερείς του Πατριαρχείου Μόσχας δίχως κάποια ευχή αποκατάστασης. Ύστερα, Ιεράρχες, ακόμη και της Ελλαδικής Εκκλησίας, συλλειτούργησαν με αυτούς που χειροτόνησαν τους Αρχιερείς μας. Στο σημείο αυτό, ο Επίσκοπός μας έκανε την εξής ερώτηση: πώς είναι δυνατόν να λένε κάποιοι ότι οι Γ.Ο.Χ. είναι αχειροτόνητοι και έτσι να προβαίνουν σε επαναλήψεις τελεσθέντων από εμάς Μυστηρίων, ενώ συλλειτουργούν κανονικά (τουλάχιστον μέχρι πριν το ουκρανικό ζήτημα), με τους Αρχιερείς που χειροτόνησαν τους Αρχιερείς μας; 

    Σε άλλο σημείο, ο Σεβασμιώτατος είπε ότι η αλλαγή του ημερολογίου μόνο συμφορές προξένησε στην Εκκλησία της Ελλάδος, για αυτό και κανένας δεν χαίρεται με την κατάσταση στην Ορθόδοξη Ελλάδα. Οι ακολουθήσαντες το ιουλιανό ημερολόγιο, όσο «αθεολόγητοι», όσο «αγράμματοι» και «αδιάβαστοι», δεν αντιμετωπίσθηκαν ως ορθόδοξοι αδελφοί. Ο βίαιος τρόπος συμπεριφοράς είχε ως αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις ο κόσμος να φανατισθεί. Είναι πολύ εύκολο να πυροβολούμε, αλλά από πίσω τα τραύματα και τα αποκαΐδια ταλαιπωρούν το ποίμνιο. Ποιος, επιτέλους, θα ενδιαφερθεί; Εκτός από τον Άγιο Χρυσόστομο, πρ. Φλωρίνης, ίσως κανένας να μην μίλησε για αυτό που προσευχήθηκε ο Χριστός μας πριν την προδοσία: «Πατέρα μου, τήρησέ τους να είναι ένα, όπως εμείς». Ο Άγιος Φλωρίνης, ο οποίος πάντοτε με αγάπη μιλούσε και ποτέ το μελάνι του δεν έγραψε «μαύρες σελίδες»,  αγωνιζόταν και προσευχόταν να επουλωθούν τα τραύματα στην Εκκλησία. 

    Κλείνοντας τον λόγο, με συγκίνηση είπε: «εύχομαι να φωτισθούμε όλοι και να ζούμε σύμφωνα με την γραμμή που χάραξε ο Ίδιος ο Χριστός. Εκατό χρόνια πέρασαν. Να μην περάσουν άλλα εκατό».

Δείτε περισσότερα ΕΔΩ

Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2024

ΘΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ ΣΤΟ ΠΕΙΣΜΑ; (Ὁμιλιά τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)


Ὁμιλία στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου

Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίων Δώδεκα Ἀποστόλων στὴν Λάρισα, τὴν Τετάρτη, 21-11/4-12-2024, τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, μὲ τίτλο: «Θὰ μείνουμε στὸ πεῖσμα;».

 Πηγή 

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2024

ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (Ἁγίου Φιλαρέτου Μητροπολίτου Νέας Ὑόρκης († 1985)

 

Τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου

Ἁγίου Φιλαρέτου Μητροπολίτου Νέας Ὑόρκης (†1985)

«Σήµερον ὁ θεοχώρητος ναός, ἡ Θεοτόκος ἐν Ναῷ Κυρίου προσάγεται, καὶ Ζαχαρίας ταύτην ὑποδέχεται. Σήµερον τὰ τῶν Ἁγίων Ἅγια ἀγάλλονται». Ἐµεῖς µόλις ἀκούσαµε νὰ ψάλλωνται αὐτὰ τὰ λόγια, µὲ τὰ ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ἐξεικονίζει τὸ ἑορταστικὸ γεγονός, τοῦ ὁποίου τὴν µνήµη ἐπιτελοῦµε κατὰ τὴν σηµερινὴ Μεγάλη Ἑορτή.

«Σήµερον τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἀγάλ­λον­ται», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία. Καὶ ἐµεῖς γνωρίζουµε, ὅτι στὸν Ἀκάθιστο Ὕµνο τῆς Θεοτόκου, σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς Χαιρετισµούς Της, ἐπίσης λέγουµε: «Χαῖρε Ἁγία, Ἁγίων µείζων»· αὐτὸ σηµαίνει: Νὰ χαίρεσαι Ἐσύ, ἡ ὁποία Εἶσαι µεγαλυτέρα ἀπὸ τὰ Ἅγια τῶν  Ἁγίων!

Ἡ ἱστορία τῆς Ἑορτῆς µᾶς διηγεῖ­ται, πὼς οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς, Ἰωακεὶµ καὶ Ἄννα, ἔφεραν τὸ τριετὲς παιδί τους, τὴν µικρὰ παρθένο Μαρία στὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἶχαν ὑποσχεθῆ, σύµφωνα µὲ τὸ τάµα τους, ὅτι θὰ τὴν ἀφιέρωναν στὸν Θεό. Πὼς οἱ παρθένοι νεάνιδες τὴν συνώδευαν µὲ λαµπάδες καὶ πὼς τελικά, ὅταν εἰσῆλθαν στὸν Ναό τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἀρχιερέας Ζαχαρίας ἐξῆλθε νὰ τὴν ὑποδεχθῆ. Καὶ ἡ Παράδοσις µᾶς πληροφορεῖ ὅτι Αὐτή, ἄν καὶ τόσο µικρή, µόλις τριῶν ἐτῶν, ἀπὸ µόνη Της ἀνέβηκε τά σκαλοπάτια κατ’ εὐθεῖαν πρὸς ἐκεῖνον, καὶ αὐτός, καθ­οδηγούµενος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦµα, ἔπραξε αὐτό, τὸ ὁποῖο δὲν εἶχε ξαναγίνει ποτὲ στὰ χρονικά, τὴν ὡδήγησε δηλ. στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, στὸ µέρος, στὸ µυστικό σκοτάδι τοῦ ὁποίου, µόνον Αὐτὸς ὁ Κύριος ἐσκήνωνε· καὶ ποὺ ποτὲ δὲν εἶχε πατήσει πόδι ἀνθρώπου, καὶ µόνον ὁ Ἀρχιερεὺς µόνος του, εἰσερχόταν στόν ἐνδιάτακτο καιρό, µὲ προσευχὴ καὶ θυµίαµα µία ἡµέρα τὸν χρόνο.

Μία ἡµέρα τὸν χρόνο! Καὶ αὐτὴ δὲν ἦταν ἐκείνη ἡ ἡµέρα. Παρ᾽ ὅλα αὐτά,  ὑπὸ τὴν καθοδήγησι τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος, ὁ δίκαιος Ζαχαρίας ὡδήγησε τὴν τρίχρονη Νεάνιδα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἔτσι ὥστε νὰ ἀνατραφῆ ἐκεῖ. Σὲ ἄλλον ἐκκλησιαστικό ὕµνο λέγει: «ὡς ἡγιασµένη». Καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ Παράδοσις µᾶς ἀναφέρει πὼς ἦταν συχνὰ στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων· πὼς Ἅγιοι Ἄγγελοι τῆς ἐµφανίζονταν ἐκεῖ· πὼς ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ τῆς ἐµφανιζόταν καὶ τῆς ἔφερνε τροφή. Καὶ ὄντως ἔτσι εἶναι· διότι, ὅταν ἀναγινώσκουµε τὴν ἱερὰ στιγµὴ κατὰ τὴν ὁποία πῆγε, στὸν Εὐαγγελισµό, νὰ τῆς ἀναγγείλη τὸ χαρµόσυνο µήνυµα, τὸ Εὐαγγέλιο καθι­στᾶ σαφές, ὅτι ὅταν ἡ Ὑπερευλογηµένη Παρθέ­νος Μαρία εἶδε τὸν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ, δὲν ταράχθηκε ἀπὸ τὴν παρουσία του, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ µήνυµά του· ἐπειδὴ τῆς ἦταν παλαιὸς γνώριµος καὶ τῆς εἶχε ἐµφανισθῆ πολλὲς φορὲς στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Ἀλλά, παρ᾽ ὅλα αὐτά, ὅταν ἄκουσε τὸν ἀσυνήθιστο χαιρετισµό, «Χαῖρε κεχαριτωµένη Μαρία, ὁ Κύριος µετὰ σοῦ, εὐλογηµένη σὺ ἐν γυναιξί», ἦταν αὐτὸς ὁ ἀσυνήθιστος χαιρετισµός, ὁ ὁποῖος τὴν ἐτάραξε, καὶ ἀναρωτήθηκε τὶ νὰ σήµαινε ἕνας τέτοιος χαιρετισµός.

Σύµφωνα µὲ τὴν Παράδοσι, µετὰ τὴν Εἴσοδό Της στὸν Ναό, ζοῦσε µονίµως ἐκεῖ. Ἐκεῖ προσευχόταν, ἐκεῖ ἐργαζόταν, καὶ ἐκεῖ, ὅπως ἔχει ἤδη εἰπωθῆ, Ἅγιοι Ἄγγελοι τῆς ἐκόµιζαν τροφή.

Ἀλλά, πῶς ἐµεῖς σχετιζόµεθα µὲ τὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ; Γιὰ τὸν Χριστιανὸ ὁ Οἶκος τοῦ Θεοῦ θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἀκριβῶς ὅπως στὰ ἀρχαῖα χρόνια γιὰ τὸν Ψαλµωδό, ὁ ὁποῖος ἔγραψε: «Εὐφράνθην ἐπὶ τοῖς εἰρηκόσι µοι· εἰς οἶκον Κυρίου πορευσόµεθα» (Ψαλµ. ρκα΄ 1). Αὐτὸ σηµαίνει ὅτι, χάρηκα ὅταν κάποιοι µοῦ εἶπαν: «Ἄς πορευθοῦµε εἰς τὸν Ναὸν τοῦ Κυρίου»! Συµβαίνει αὐτὸ µὲ µᾶς; Τιµοῦµε τὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ; Ἀγαποῦµε τὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ; Προσπαθοῦµε νὰ εἴµεθα ἐκεῖ ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ συχνὰ µποροῦµε; Ἆρά γε, ὑπερπηδοῦµε τὰ τυχὸν ἐµπόδια ποὺ παρουσιάζονται; Ἐσεῖς οἱ ἴδιοι γνωρίζετε, ὅτι εἶναι µακρὺς ὁ δρόµος, ἄν καὶ αὐτὸ δὲν ἀποτελῆ πάντοτε πρόφασι!

Σὲ αὐτὴν εἰδικῶς τὴν περίπτωσι, ἔφεραν τὴν Πάναγνο καὶ Παρθένο Μαρία, ἔφεραν τὴν νεαρὴ Παρθένο µέσα στὸν Ναό· ὁ Ναὸς ἔγινε γι᾽ αὐτὴν δική Της κατοικία. Ἔµενε πάντα ἐκεῖ. Ἀλλά, δυστυχῶς, τώρα συµβαίνει καὶ τὰ δικά µας τὰ παιδιὰ νὰ πηγαίνουν πολὺ σπάνια στὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ. Εὐλογηµένα εἶναι ἐκεῖνα τὰ παιδιά, τῶν ὁποίων οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς τους πάντοτε τὰ φέρνουν στὴν Ἐκκλησία! Δὲν ὑπάρχει τίποτε ἰσάξιο µὲ ὅ,τι λαµβάνει ἕνα μικρὸ παιδὶ στὴν Ἐκκλησία, στὴν γεµάτη χάρη, λαµπρότητα, ἱερὴ καὶ πνευµατικὴ ἀτµόσφαιρα τῆς Ἐκκλησίας! Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖο ἡ παιδικὴ ψυχὴ ἀπορροφᾶ σὲ αὐτὰ τὰ τρυφερὰ χρόνια τῆς νεαρᾶς ἡλικίας, θὰ ἀποδειχθῆ θησαυρὸς καὶ πνευµατικὸ κεφάλαιο γι᾽ αὐτήν, καὶ τὸ καλύτερο ἀντίδοτο στὴν µαταιότητα καὶ ἀκολασία τῆς ζωῆς, στὴν ὁποία πολὺ γρήγορα θὰ ἐκτεθῆ. Μακάρι νὰ µποροῦσαν οἱ ἅγιες Ἐκκλησίες µας νὰ γεµίζουν πάντα ἀπὸ παιδιά! Ἀλλά, συνεχῶς βλέπουµε ὅτι αὐτὸ δὲν γίνεται, ἀκόµη καὶ στὶς µεγάλες Ἑορτές. Γιὰ παράδειγµα, σήµερα ἡ Ἐκκλησία µπορεῖ νὰ ἔχη ἕναν ἀρκετὰ µεγάλο ἀριθµὸ πιστῶν, ἀλλὰ µὲ δυσκολία µερικὰ παιδιά.

Αὐτὸ εἶναι κάτι, τὸ ὁποῖο θὰ πρέπει ὅλους νὰ µᾶς προβληµατίζη, ὄχι µόνον τοὺς γονεῖς, ἀλλὰ τοὺς παιδαγωγούς, τοὺς διδασκάλους, τοὺς Χριστιανούς, τὸν καθένα µας, ἔτσι ὥστε νὰ µπορῆ νὰ δίδεται ἔστω καὶ µία πενιχρὰ εὐκαιρία στοὺς νέους, νὰ ἀπορροφήσουν στὴν πνευµατικῶς ἀναπτυσσόµενη καὶ ἀνθηφοροῦσα ψυχή τους, τὸ πνευµατικὸ κεφάλαιο καὶ τὴν πνευµατικὴ γνῶσι ποὺ προσφέρεται στὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, αὐτὰ µπορεῖ νὰ ὠφεληθοῦν καὶ νὰ ἀποβῆ γι᾽ αὐτὰ πνευµατικὸς πλοῦτος, ὄχι µόνον στὴν πορεία τους σ᾿ αὐτὴ τὴν ζωή, ἀλλὰ καὶ στὴν µέλλουσα.

Σκεφθῆτε αὐτὸ καὶ προσπαθῆστε νὰ φέρνετε τὰ παιδιά µας στὴν Ἐκκλησία πιὸ συχνά. Οὕτως ὥστε, νὰ µάθουν νὰ ἀγαποῦν τὴν Ἐκκλησία καὶ σταθερὰ νὰ ἐπιδιώκουν νὰ βρίσκωνται ἐκεῖ. Πάντοτε ὑπῆρχαν, καὶ πράγµατι ὑπάρχουν καὶ τώρα κάποιες οἰκογένειες, τῶν ὁποίων τὰ µικρὰ παιδιὰ ἀγαποῦν τὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ σὲ τέτοιο βαθµό, καὶ δὲν πλήττουν στὶς Ἀκολουθίες, οὕτως ὥστε νὰ µὴν εἶναι οἱ γονεῖς αὐτοὶ ποὺ φέρνουν τὰ παιδιὰ στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ τὰ παιδιὰ τοὺς γονεῖς! Εὐλογηµένη εἶναι ἡ οἰκογένεια ἐκείνη, στὴν ὁποία ἐπικρατεῖ αὐτὴ ἡ κατάστασις.

Σκεφθῆτε το αὐτό, ἀγαπητοί µου ἀδελφοί. Νὰ φροντίσετε, ὥστε τὰ παιδιά µας νὰ µεγαλώνουν Χριστιανικά, σὰν γνήσια, πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, καὶ νὰ ἀγαποῦν τὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ µὲ τὴν ταπεινὴ καὶ προσευχητικὴ ἀτµόσφαιρά του. Ἀµήν!

(Περιοδ. «The Shepherd», Volume XXXIIINumber 3 / November 2012, pp. 2-4).