† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Παρασκευή 16 Ιουνίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Β' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Ὁμιλία Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου

 



Γιὰ ποιό λόγο ἀναχωρεῖ; Ἐπειδὴ θέλει νὰ μᾶς διδάξη πάλι νὰ μὴν συμπλεκώμαστε μὲ τὸν πειρασμὸ ἀλλὰ νὰ ὑποχωροῦμε καὶ νὰ παραμερίζωμε μπροστά του. Δὲν εἶναι ἔγκλημα νὰ μὴ ρίχνης τὸν ἑαυτὸ σου στὸν κίνδυνο, ἀλλὰ νὰ μὴ σταθῆς μὲ γενναιότητα, ὅταν πέσης σ’ αὐτόν.  Αὐτὸ λοιπόν θέλει νὰ διδάξη καὶ νὰ διασκεδάση τὸ φθόνο τῶν Ἰουδαίων γι’ αὐτὸ ἀναχωρεῖ στὴν Καπερναούμ.  Καὶ τὴν προφητεία ἐκπληρώνει καὶ βιάζεται νὰ συλλάβη στὸ δίχτυ του τοὺς δασκάλους τῆς οἰκουμένης, ἀφοῦ  ἐκεῖ τοὺς εἶχε φέρει ἡ τέχνη τους. Ἐμεῖς ἄς προσέξωμεν πῶς ἔχοντας στὸ νοῦ παντοῦ νὰ φύγη στοὺς Ἐθνικούς, παίρνει ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους αἰτίες. Γιατὶ ἐδῶ μὲ τὴν ἐπιβουλή τους ἐναντίον του Προδρόμου καὶ τὸ κλείσιμό του στὴ φυλακὴ τὸν ὠθοῦν στὴν εἰδωλολατρικὴ Γαλιλαία. Ὅτι δὲν ἐννοεῖ ἕνα μέρος τοῦ Ἰουδαϊκοῦ, ἔθνους, οὔτε ὅλες τὶς φυλές, πρόσεξε πῶς ὁρίζει ἐκεῖνο τὸ χωρίο ὁ προφήτης λέγοντας ἔτσι. «Ἡ χώρα τῆς φυλῆς Νεφθαλεὶμ ποὺ ἁπλώνεται κοντὰ στὴ θάλασσα καὶ πέρα ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, ἡ εἰδωλολατρικὴ Γαλιλαία. Ὁ λαὸς ποὺ κάθεται στὸ σκοτάδι εἶδε μέγα φῶς». Σκότος ἐδῶ λέγει ὄχι τὸ αἰσθητὸ ἀλλὰ τὴν πλανημένη πίστη καὶ ἀσέβεια. Γι’ αὐτὸ καὶ πρόσθεσε. Σ’ αὐτοὺς ποὺ κάθονται στὴ χώρα ποὺ τὴ σκεπάζει ἡ σκιὰ τοῦ θανάτου, ἀνέτειλε τὸ φῶς γι’ αὐτούς. Γιὰ νὰ ἐννοήσωμε ὅτι δὲν λέει οὔτε τὸ φῶς, οὔτε τὸ σκότος τὸ αἰσθητό, μιλῶντας γιὰ τὸ φῶς, δὲν εἶπε ἁπλῶς φῶς ἀλλᾶ φῶς μεγάλο, ποὺ σ’ ἄλλο σημεῖο τὸ λέει ἀληθινό. Τὸ σκοτάδι πάλι μὲ περίφραση τὸ εἶπε «σκιά θανάτου». Κι ἔπειτα δείχνοντας ὅτι δὲ βρῆκαν αὐτοὶ ἐπειδὴ εἶχαν ζητήσει ἀλλὰ ὁ Θεὸς ἀπὸ ψηλὰ τοὺς φανερώθηκε λέει·  «Φῶς ἀνέτειλε γι’ αὐτούς» δηλαδὴ τὸ ἴδιο τὸ φῶς ἀνέτειλε, καὶ ἔλαμψε δὲν ἔτρεξαν αὐτοὶ πρῶτοι πρὸς τὸ φῶς.  Γιατὶ οἱ ἄνθρωποι εἶχαν φτάσει στὰ τελευταῖα τους πρὶν ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Δὲν περπατοῦσαν στὸ σκοτάδι ἀλλὰ ἐκάθοντο στὸ σκοτάδι. Αὐτὸ εἶναι σημάδι ὅτι μήτε κἄν ἔλπιζαν ὅτι θὰ γλυτώσουν ἀπ’ αὐτό. Γιατὶ σὰν νὰ μὴν ἤξεραν κἄν ποῦ πρέπει νὰ προχωρήσουν, ἔτσι τοὺς εἶχε προλάβει τὸ σκοτάδι κι ἐκάθησαν, ἀφοῦ στὸ τέλος μήτε  νὰ σταθοῦν δὲν μποροῦσαν.

Ἀπὸ τότε ἄρχισε ὁ Χριστὸς νὰ κηρύττη καὶ νὰ λέη·  «Μετανοεῖτε, πλησίασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Πότε ἀπό τότε; Ἀφότου φυλακίστηκε ὁ Ἰωάννης. Καὶ γιατὶ δὲν τοὺς μίλησε ἀπ’ τὴν ἀρχή; Καὶ τί τοῦ χρειαζόταν ὁ Ἰωάννης, ὅταν τὰ ἔργα μαρτυροῦσαν γι’ αὐτὸν μεγαλόφωνα; Γιὰ νὰ ἀναγνωρίσης κι’ ἀπὸ δῶ τὴν ἀξία του·  ὅτι δηλαδὴ ὅπως ὁ Πατέρας του, ἔχει κι αὐτὸς τοὺς προφῆτες. Αὐτὸ ἔλεγε κι ὁ Ζαχαρίας, Καὶ, σύ, παιδί, θὰ ὀνομαστῆς προφήτης τοῦ Ὑψίστου. Καὶ γιὰ νὰ μὴν ἀφήση καμμιὰ δικαιολογία στοὺς ἀναίσχυντους Ἰουδαίους, ἀκοῦτε κι ὁ ἴδιος τὶ εἶχε πεῖ. Ἦρθε ὁ Ἰωάννης ποὺ μήτε τρώει, μήτε πίνει καὶ λένε· ἔχει δαιμόνιο μέσα του. Ἦρθε ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου ποὺ καὶ τρώει καὶ πίνει καὶ λένε, νὰ, ἕνας φαγᾶς καὶ μέθυσος φίλος τῶν τελωνῶν καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν. Καὶ δικαιώθηκε ἡ σοφία του, ἀπὸ τὶς συνέπειές της. Ἐξ ἄλλου ἦταν κι ἀνάγκη ἀπὸ κάποιον ἄλλον πρωτύτερα νὰ λεχθοῦν οἱ λόγοι γιὰ κεῖνον κι ὄχι ἀπὸ τὸν ἴδιο.  Γιατὶ ἄν ἀκόμα κι ὕστερα ἀπὸ τόσε πολλὲς καὶ μεγάλες μαρτυρίες καὶ ἀποδείξεις ἔλεγαν· Σὺ μαρτυρεῖς γιὰ τὸν ἑαυτὸ σου· ἡ μαρτυρία σου δὲν εἶναι ἀληθινή. Ἄν χωρὶς νὰ ἔχη πεῖ τίποτε ὁ Ἰωάννης, ἔβγαινε στὴ μέση ὁ ἴδιος καὶ μαρτυροῦσε, τί δὲ θὰ μποροῦσαν νὰ ποῦν; Γι’ αὐτὸ οὔτε ἐκήρυξε πρὶν ἀπ’ αὐτόν, οὔτε ἔκαμε θαύματα προτοῦ ἐκεῖνος κλειστῆ στὴ φυλακή, γιὰ νὰ μὴ γίνη ἔτσι διχασμὸς στὸ πλῆθος. Γι’ αὐτὸ ἐπίσης καὶ ὁ Ἰωάννης δὲν ἔκαμε κανένα θαῦμα γιὰ νὰ παραδώση τὸ πλῆθος καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο στὸν Ἰησοῦ, ἐπειδὴ τὰ θαύματα θὰ τὸ τραβοῦσαν κοντά του. Γιατὶ ἄν ἔγιναν τόσα πρὶν καὶ μετὰ τὴ φυλακὴ κι ὅμως οἱ πολλοὶ ὑποψιάζονται ὅτι ὁ Ἰωάννης ἦταν ὁ Χριστὸς κι ὄχι ἐκεῖνος, τί θὰ γινόταν, ἄν δὲν εἶχε συμβῆ τίποτε ἀπ’ αὐτά;  Γι’ αὐτὸ ὁ Ματθαῖος ὑπογραμμίζει, ὅτι ἀπὸ τότε ἄρχισε νὰ κηρύττη.  Καὶ ὅταν ἄρχισε τὸ κήρυγμα, ἐδίδασκε ὅ,τι καὶ ὁ Ἰωάννης καὶ τίποτε ποτὲ γιὰ τὸν ἑαυτό του δὲν λέγει το κήρυγμά του.  Γιατὶ αὐτὸ ὡς τότε μποροῦσαν νὰ παραδεχθοῦν, ἐπειδὴ δὲν εἶχαν ἀκόμη γι’ αὐτὸν τὴ γνώμη ποὺ ἔπρεπε.

β΄ Γι’ αὐτὸ καὶ ἀρχίζοντας δὲν τοὺς φορτώνει κανένα βαρὺ φορτίο, ὅπως ἐκεῖνος τσεκούρι καὶ δένδρο ποὺ κόβεται, μήτε τοὺς ἀναφέρει τὸ φτυάρι καὶ τὸ ἁλώνι καὶ τὴν ἄσβεστη φωτιά. Ἀλλὰ στὸ προοίμιο τῆς διδασκαλίας του ἀναφέρεται σὲ ἐπιθυμητά, μιλῶντας σ’ αὐτοὺς ποὺ ἀκοῦνε γιὰ τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὴ βασιλεία τὴν οὐράνια. Καὶ περπατῶντας κοντὰ στὴ θάλασσα τῆς Γαλιλαίας εἶδε δὺο ἀδελφούς, τὸ Σίμωνα ποὺ τὸν ἔλεγαν Πέτρο καὶ τὸν Ἀνδρέα τὸν ἀδεφλό του. Ἔρριχναν τὰ δίχτυα τους στὴ θάλασσα, σὰν ψαράδες ποὺ ἦσαν. «Ἀκολουθῆστε με, τοὺς εἶπε, καὶ θὰ σᾶς κάων ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Ἄφησαν τὰ δίχτυα καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Ὁ Ἰωάννης βέβαια ἀναφέρει ἀλλοιώιτκα τὴν κλήση τους, κι αὐτὸ σημαίνει ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ δεύτερη πρόσκλησή τους, ποὺ μπορεῖ κανεὶς ἀπὸ πολλὰ νὰ διαπιστώση. Γιατὶ ἐκεῖ λέει ὅτι ἦλθαν κοντά του προτοῦ κλειστῆ ὁ Ἰωάννης στὴ φυλακή. Ἐνῶ ἐδῶ ἀφῦ κλείστηκε σ’ αὐτήν. Κι ἐκεῖ ὁ Ἀνδρέας καλεῖ τὸν Πέτρο·  ἐνῶ ἐδῶ καὶ τοὺς δύο ὁ Ἰησοῦς. Κι ἐνῶ ὁ Ἰωάννης γράφει ὅτι ὅταν εἶδε·  ὁ Ἰησοῦς τὸν Σίμωνα νὰ ἔρχεται τοῦ εἶπε «Σὺ εἶσαι ὁ Σίμων ὁ γιὸς τοῦ Ἰωνᾶ, θὰ ὀνομαστῆς Κηφάς, ποὺ θὰ πῆ Πέτρα» -ὁ Ματθαῖος γράφει ὅτι εἶχε αὐτὸ τὸ ὄνομα ὁ Πέτρος. Ὅταν εἶδε, λέει τὸ Σίμωνα ποὺ τὸν ἔλεγαν Πέτρο. Καὶ ἀπὸ τὸ μέρος ὅπου ἔγινε ἡ κλήση καὶ ἀπὸ πολλὰ ἄλλα θὰ τὸ διαπίστωνε κανένας κι ἀπὸ τὴν πρόθυμη ὑπακοὴ κι ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψη τῶν πάντων. Ἦσαν ἤδη καλὰ προετοιμασμένοι. Στὴν πρώτη ὁ Ἀνδρέας ἔρχεται στὸ σπίτι καὶ ἀκούει πολλά. Στὴ δεύτερη γίνεται μιὰ ἁπλὴ πρόσκληση κι ἀκολουθοῦν ἀμέσως. Γιατὶ βέβαια εἶναι φυσικὸ μόλο ποὺ τὸν ἀκολούθησαν ἀπὸ τὴν ἀρχή, νὰ τὸν ἀφήσουν ξανὰ κι ἐπειδὴ εἶδαν τὸν Ἰωάννη στὴ φυλακὴ καὶ τὸν ἴδιο νὰ φεύγη –καὶ νὰ ξαναγυρίζουν στὴν τέχνη τους. Γι  αὐτὸ καὶ τοὺς βρίσκει νὰ ψαρεύουν. Κι ἐκεῖνος οὔτε ὅταν πρῶτα θέλησαν ν’ ἀναχωρήσουν τοὺς ἐμπόδισε οὔτε ὅταν ἔφυγαν τοὺς ἄφησε ὡς τὸ τέλος. Ὑποχώρησε ὅταν ξεγλίστρησαν καὶ τώρα ἔρχεται γιὰ νὰ τοὺς ξανακερδίση. Αὑτὸς εἶναι καλύτερος τρόπος ψαρέματος.

Πρόσεξε ὅμως καὶ τὴν πίστη καὶ τὴν ὑπακοή τους. Ὅταν ἄκουσαν τὸ κάλεσμα του, ἦσαν στὴ μέση τῆς ἐργασίας καὶ ξέρετε πόσο ἀχόρταγο εἶναι τὸ ψάρεμα. Κι ὅμως δὲν ἄφησαν γι’ ἀργότερα, δὲν εἶπαν· «Ἅμα γυρίσωμε στὸ σπίτι θὰ μιλήσωμε μὲ τοὺς δικούς μας». Ἀλλὰ τ’ ἄφησαν ὅλα καὶ τὸν ἀκολούθησαν, ὅπως ἔκαμε ὁ Ἐλισσαῖος στὰ χρόνια τοῦ Ἠλία. Τέτοια ὑπακοὴ ζητεῖ ἀπὸ μᾶς ὁ Χριστός, ὥστε μήτε δευτερολέπτου ἀναβολὴ νὰ μὴν κάνωμε, ἀκόμα κι ἄν κάτι ἀπὸ τὰ πιὸ ἀπαραίτητα μᾶς βιάζη. Γι αὐτὸ καὶ κάποιον ἄλλον ποὺ τὸν πλησίασε καὶ ζήτησε νὰ θάψη τὸν πατέρα του, μήτε αὐτὸ δὲν τὸν ἄφησε νὰ κάμη δείχνοντας ὅτι ἀπὸ ὅλα πρέπει νὰ προτιμοῦμε νὰ τὸν ἀκολουθήσωμε.  Καὶ νὰ πῆς ἦταν μεγάλη ἡ ὑπόσχεση; Γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς θαυμάζω πιὸ πολύ, ἐπειδὴ μόλο ποὺ δὲν εἶχαν δεῖ ἀκόμα κανένα σημεῖο, ἐπίστεψαν σὲ τόσο μεγάλη ὑπόσχεση καὶ ὅλα τὰ ἄλλα τὰ θεώρησαν δευτερεύοντα μπροστὰ στὸ νὰ τὸν ἀκολουθήσουν. Γιατὶ μὲ ὅποια λόγια πιάστηκαν οἱ ἴδιοι, πίστεψαν ὅτι μὲ αὐτὰ θὰ μποροῦσαν κι ἄλλους νὰ πιάσουν. Τοῦτο εἶχε ὑποσχεθῆ σ’ αὐτούς, σ’ ἐκείνους ὅμως ποὺ ἦσαν μαζὶ μὲ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη τίποτα τέτοιο δὲ λέει. Γιατὶ ἡ ὑπακοὴ τῶν πρώτων ἄνοιξε ἔπειτα τὸ δρόμο καὶ σ’ αὐτούς. Ἐξ ἄλλου εἶχαν ἀκούσει προηγουμένως πολλά γι’ αὐτόν. Κοίταξε καὶ πόσο καθαρὸ ὑπαινιγμὸ κάνει καὶ γιὰ τὴν φτώχεια τους·  τοὺς βρῆκε νὰ ράβουν τὰ δίχτυα τους. Τόσο μεγάλη ἦταν ἡ φτώχεια τους, ὥστε νὰ διορθώνουν τὰ χαλασμένα, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν ν’ ἀγοράσουν ἄλλα. Δὲν ἦταν κι αὐτὸ τότε μικρὸ δεῖγμα ἀρετῆς, ἡ εὔκολη ἀνοχὴ τῆς φτώχειας, ἡ ἀπόκτηση τῆς τροφῆς ἀπὸ τίμιο μόχθο, ὀ σύνδεσμος μεταξύ τους μὲ τὴ δύναμη τῆς ἀγάπης τὸ γηροκόμισμα κι ἡ περιποίηση τοῦ πατέρα τους. Κι ὅταν τοὺς ἔπιασε στὰ δίχτυα του, τότε ἀρχίζει, ἐνῶ εἶναι μαζί του, νὰ θαυματουργῆ, βεβαιώνοντας μὲ τὰ ἔργα του ὅ,τι εἶχε πεῖ γι’ αὐτὸν ὁ Ἰωάννης.  Βρισκόταν ἀδιάκοπα στὶς συναγωγὲς κι ἐκεῖ τοὺς ἔλεγε ὅτι δὲν εἶναι κάποιος ἀντίθετος οὔτε πλάνος ἀλλὰ ἔχει ἔρθει μὲ τὸ θέλημά τοῦ Θεοῦ. Κι ἐκεῖ δὲν ἐκήρυττε μόνο παρὰ ἔκαμε καὶ θαύματα.

γ. Γιατὶ παντοῦ ὅπου γίνεται κάτι διαφορετικὸ καὶ παράδοξο καὶ ἡ νομοθέτηση καινούργιας ζωῆς, συνηθίζει ὁ Θεὸς νὰ κάμη θαύματα, δίνοντας ἐνέχυρα γιὰ τὴ δύναμή του σ’ ἐκείνους ποὺ εἶναι νὰ δεχτοῦν τοὺς νόμους. Ἔτσι ὅταν ἦταν νὰ πλάση τὸν ἄνθρωπο, δημιούργησε ὅλον τὸν κόσμο καὶ τότε τοῦ ἔδωσε τὸ νόμο ἐκεῖνο μέσα στὸ παράδεισο. Καὶ ὅταν ἦταν νὰ δώση τὸ νόμο τοῦ Νῶε, πάλι μεγάλα θαύματα ἔκαμε, μὲ τὰ ὁποῖα ἀναδημιούργησε ὅλη τὴ πλάση καὶ κράτησε ὁλόκληρο χρόνο τὸ φοβερὸ ἐκεῖνο πέλαγος κι ἔκανε ὅλα ἐκεῖνα, μὲ τὰ ὁποία ἔσωσε τὸν δίκαιον ἐκεῖνον μέσα σὲ τὸσα χαλασμό. Καὶ στὰ χρόνια τοῦ Ἀβραάμ παρουσίασε πολλὰ θαύματα, τὴ νίκη στὸν πόλεμο, τὴν πληγὴ ποὺ ἔδωσε στὸ Φαραώ, τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τοὺς κινδύνους. Κι ὅταν νομοθετοῦσε στοὺς Ἑβραίους παρουσίασε τὰ θαυμαστὰ καὶ τρισμεγάλα ἐκεῖνα σημεῖα καὶ τότε τοὺς ἔδωσε τὸ νόμο. Ἔτσι κι ἐδῶ θέλοντας νὰ δώση ἕναν ἀνώτερο τρόπο ζωῆς καὶ νὰ τοὺς πῆ ὅσα ποτὲ δὲν εἶχαν ἀκούσει, ἐπιβεβαιώνει τοὺς λόγους μὲ τὴν παρουσίαση τῶν θαυμάτων. Ἐπειδὴ δηλαδὴ δὲ φαινόταν ἡ βασιλεία ποὺ κήρυττε, αὐτὴν τὴν ἀόρατη μὲ τὰ φαινόμενα τὴ φανερώνει καὶ πρόσεξε τὴ λιτότητα τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, πῶς δὲ μᾶς διηγεῖται γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ ὅσους ἐθεραπεύονταν ἀλλὰ μὲ δυὸ λόγια παρατρέχει νιφάδες ὁλόκληρες ἀπὸ θαύματα. Τοῦ ἔφεραν λέει ὅλους ὅσοι ταλαιπωροῦνταν ἀπὸ λογῆς ἀσθένειες καὶ βασανίζονταν, δαιμονισμένους, σεληνιακούς, παραλυτικοὺς καὶ τοὺς ἐθεράπευσε. Ἀλλὰ τι περίεργο εἶναι τοῦτο; Γιατὶ δὲν ζήτησε ἀπὸ κανένα τους πίστη οὕτε εἶπε αὐτὸ ποὺ ἔπειτα φανερά ἔλεγε·  «Πιστεύετε ὅτι μπορῶ νὰ τὸ κάμω αὐτό»; Ἐπειδὴ δὲν εἶχε δώσει ἀκόμα ἀπόδειξη τῆς δυνάμεώς του. Ἐξ ἄλλου καὶ μόνο ὅτι ἔρχονταν εἴτε τοὺς ἔφερναν μαρτυτοῦσε ὄχι τυχαία πίστη. Τοὺς ἔφερναν ἀπὸ μακρυὰ καὶ δὲ θὰ τοὺς εἶχαν φέρει, ἄν δὲν εἶχαν πείσει ὁλότελα τὸν ἑαυτὸ τους γι’ αὐτόν. Ἄς τὸν ἀκολουθήσωμε λοιπὸν κι ἐμεῖς. Γιατὶ ἔχομε πολλὲς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς κι αὐτὲς θέλει πρῶτα νὰ θεραπεύση. Γι’ αὐτὸ ἀποκαθιστᾶ τὶς σωματικὲς ἀσθένειες γιὰ νὰ ἐξορίση τὶς ψυχικὲς ἀπὸ τὴν ψυχή μας.

 Ἄς ἔρθωμε λοιπὸν κοντά του καὶ τίποτα βιοτικὸ ἄς μὴ τοῦ ζητήσωμε παρὰ μόνο συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας·  τὴν παραχωρεῖ καὶ τώρα ἄν τὴ ζητοῦμε σοβαρά. Τότε εἶχε φτάσει ἡ φήμη του ὡς τὴ Συρία τώρα ἔχει φτάσει σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Κι ἐκεῖνοι ἔτρεχαν μαζεμένοι, ὅταν ἄκουγαν μόνο πὼς ἐθεράπευσε δαιμονισμένους· σὺ ὅμως ποὺ ἔχεις περισσότερες καὶ μεγαλύτερες ἀποδείξεις γιὰ τὴ δύναμή του, γιατὶ δὲ σηκώνεσαι νὰ τρέξης σ’ αὐτόν;  Κι ἐκεῖνοι ἄφησαν καὶ πατρίδα καὶ φίλους καὶ συγγενεῖς· σὺ ὅμως δὲ θέλεις μήτε τὸ σπίτι σου ν’ ἀφήσης, γιὰ νὰ πᾶς κοντά του καὶ νὰ λάβης πολὺ περισσότερα; Καὶ μήτε ποὺ ζητοῦμε αὐτὸ ἀπὸ σένα. Ἄφησε μόνο τὴν κακὴ συνήθεια καὶ μένοντας στὸ σπίτι σου μαζὶ μὲ τοὺς δικούς σου θὰ μπορέσης εὔκολα νὰ σωθῆς. Τώρα ἄν ἔχωμε ἕνα πάθος σωματικό, κάνουμε τὸ κάθε τι καὶ προσπαθοῦμε ν’ ἀπαλλαγοῦμε ἀπ’ ὅ,τι μᾶς στενοχωρεῖ. Ἄν ὅμως ἡ ψυχὴ μας εἶναι σὲ κακὴ κατάσταση ἀναβάλλομε καὶ ἀποφεύγομε. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν γλυτώνωμε οὔτε ἀπὸ κεῖνα. Ἐπειδὴ ἐμεῖς μετατρέπομε τὰ ἀναγκαῖα σὲ πάρεργα καὶ τὰ πάρεργα σὲ ἀναγκαῖα καὶ ἀφήνοντας τὴν πηγὴ τῶν κακῶν θέλομε τὰ ρυάκια νὰ καθαρίσουμε.  Γιατὶ ὅτι αἰτία τῶν σωματικῶν κακῶν εἶναι ἡ κακία τῆς ψυχῆς τὸ ἐδήλωσε καὶ ὁ παράλυτος ἐπὶ τριάντα ὀκτὼ χρόνια κι αὐτὸς ποὺ τὸν κατέβασαν ἀπὸ τὴ στέγη κι ὁ Κάιν πρὶν ἀπ’  αὐτούς. Κι ἀπὸ πολλὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ διαπιστώση. Ἄς βγάλωμε ἀπὸ τὴ μέση τὴν πηγὴ τῶν κακῶν κι ὅλα τὰ ρεύαμτα τῶν ἀσθενειῶν θὰ σταματήσωμε. Δὲν εἶναι μόνο ἡ παράλυση ἀσθένεια ἀλλὰ καὶ ἡ ἁμαρτία·  καὶ ἡ δεύτερη σημαντικώτερη ἀπὸ τὴν πρώτη, ὅσο ἀνώτερη εἶναι ἀπὸ τὸ σῶμα ἡ ψυχή.

Ἄς ἔρθωμε λοιπὸν καὶ τώρα κοντά του καὶ ἄς τὸν παρακαλέσωμε νὰ σφίξη τὴν ψυχή μας ποὺ ἔχει παραλύσει καὶ παραμερίζοντας τὰ βιοτικὰ ἄς λογαριάζωμε τὰ πνευματικά μόνο.
 Κι ἄν μὲ δύναμη προσηλωθῆ σ’ αὐτά, τότε φρόντιζε καὶ γιὰ κείνα. Μήτε ν’ ἀδιαφορῆς γιὰ τὴν ἁμαρτία σου, ἐπειδὴ δὲ σοῦ προκαλεῖ λύπη· γι’  αὐτὸ ἀκριβῶς νὰ στενάζης περισσότερο, ἐπειδὴ δὲ δοκιμάζεις πόνο γιὰ τὴν ἁμαρτία. Αὐτὸ δὲ συμβαίνει ἐπειδὴ δὲν δαγκώνει ἡ ἁμαρτία ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶναι ἀναίσθητη ἡ ψυχὴ ποὺ σφάλλει. Σκέψου λοιπὸν ἐκείνους ποὺ νιώθουν τὰ ἁμαρτήματά τους, πῶς θρηνοῦν πιὸ λυπηρὰ ἀπ’ ὅσους κάνουν ἐγχειρήσεις ἤ καυτηριάσεις, π΄σοα κάνουν καὶ πόσα ὑποφέρουν, πόσους θρήνους καὶ ὀδυρμοὺς κάνουν γιὰ ν’ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὴ κακὴ συνείδηση. Δὲ θὰ τὸ ἔκαναν αὐτὸ ἄν δὲν ἕνιωθαν σφοδρὸ ψυχικὸ πόνο.

δ.Τὸ καλύτερο εἶναι νὰ μὴν ἁμαρτάνης καθόλου· τὸ δεύτερο, νὰ νιώθης τὴν ἁμαρτία σου καὶ νὰ διορθώνεσαι. Ἄν μᾶς λείπη αὐτό, πῶς θὰ παρακαλέσωμε τὸ Θεὸ καὶ θὰ ζήσωμε τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἐμεῖς ποὺ καθόλου δὲ τὶς λογαριάζομε; Ὅταν σύ, ποὺ ἁμάρτησες, δὲ θέλης μήτε αὐτὸ ν’ ἀναγνωρίσης, ὅτι δηλαδὴ ἁμάρτησες, γιὰ ποιὰ ἁμαρτήματα θὰ παρακαλέσης τὸ Θεό; Γι’ αὐτὰ ποὺ δὲ γνωρίζεις; Καὶ πῶς θὰ γνωρίσης τὸ μέγεθος τῆς εὐεργεσίας; Ἀνάφερε λοιπὸν χωριστὰ τὶς ἁμαρτίες σου, γιὰ νὰ μάθης γιὰ ποιὲς παίρνεις συγχώρηση, γιὰ νὰ νιώσης εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν εὐεργέτη σου. Ὅταν ἐρεθίσης κάποιον ἄνθρωπο, καὶ φίλους καὶ γείτονες καὶ θυρωροὺς παρακαλεῖς καὶ ξοδεύεις χρήαμτα καὶ χάνεις πολλὲς ἡμέρες νὰ πηγαίνης νὰ τὸν βρίσκης καὶ νὰ παρακαλῆς καὶ ἄν μιὰ καὶ δυὸ καὶ ἀμέτρητες φορὲς σὲ ἀποκρούση ὁ θυμωμένος, δὲν ἡσυχάζεις ἀλλὰ μεγαλώνει ἡ ἀγωνία σου καὶ πληθύνεις τὶς παρακλήσεις. Ἐνῶ, ὅταν θυμώση ὁ Θεὸς τῶν ὅλων, ἀδρανοῦμε καὶ ἡσυχάζουμε καὶ διασκεδάζομε καὶ μιλοῦμε κι ἀπὸ τὰ συνηθισμένα μας καθόλου δὲ βγαίνομε. Πότε θὰ μπορέσωμε νὰ τὸν ἐξιλεώσωμε. Πῶς μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο δὲ θὰ τὸν ἐξοργίσωμε περισσότερο; Πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία τὸν κάνει νὰ ἀγανακτῆ περισσότερο καὶ νὰ ὀργίζεται ἡ ἀπουσία τῆς λύπης γιὰ τὴν ἁμαρτία.

Γι’ αὐτὸ ἀξίζει νὰ κατεβοῦμε μέσα στὴ γῆ καὶ μήτε τὸν ἤλιο ν’ ἀντικρύζωμε μήτε ν’ ἀναπνέωμε καθόλου, γιατὶ παρόλο ποὺ ἔχομε ἕναν τόσο καλόβουλο Κύριο, τὸν θυμώνομε καὶ ἀφοῦ τὸν θυμώνομε τοὐλάχιστο δὲ μετανοοῦμε. Μ’ ὅλο ποὺ ἐκεῖνος κι ὅταν θυμώνη, δὲ μᾶς μισεῖ οὔτε μᾶς ἀποστρέφεται ἀλλὰ θέλει νὰ μᾶς τραβήξη ἔστω καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτό. Γιατὶ ἄν μᾶς εὐεργετοῦσε ἀδιάκοπα καὶ μεῖς τὸν ὑβρίζαμε, περισσότερο θὰ τὸν περιφρονούσαμε. Γιὰ νὰ μὴ γίνη αὐτό, μᾶς ἀποστρέφεται προσώρας, γιὰ νὰ μᾶς ἔχη κοντά του παντοτινά. Ἄς ἔχωμε θάρρος λοιπὸν στὴν φιλανθρωπία του κι ἄς δείξωμε μετάνοια μελετημένη, πρὶν φτάση ἡ ἡμέρα ποὺ ἡ μετάνοια δὲ θὰ μᾶς ὠφεληση. Τώρα ὅλα εἶναι στὸ χέρι μας·  τότε ὅμως ἡ ἀπόφαση εἶναι μόνο στὸ χέρι τοῦ δικαστοῦ. Ἄς τὸν προσπέσωμε λοιπὸν κι ἄς ἐξομολογηθοῦμε, ἄς κλάψωμε κι ἄς θρηνήσωμε. Ἄν μπορέσωμε νὰ παρακαλέσωμε τὸν δικαστὴ πρὶν ἀπὸ τὴν δίκη νὰ συγχωρέση τὶς ἁμαρτίες, δὲ θὰ χρειαστὴ μήτε νὰ μποῦμε στὸ δικαστήριο. Ὅπως πάλι ἄν δὲ γίνη αὐτό, θὰ ἀκούση τὴν ἀπολογία μας μπροστὰ σὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, ποὺ θὰ εἶναι παροῦσα καὶ δὲν ἔχομε καμμιὰ ἐλπίδα γιὰ συγχώρηση. Κανένας ἀπὸ τοὺς ἐδῶ ποὺ δὲν πῆρε ἄφεση γιὰ τὰ ἁμαρτήματά του, δὲ θὰ μπορέση ν’ ἀποφύγη τὶς εὐθύνες του γι’ αὐτά. Ἀλλὰ ὅπως οἱ φυλακισμένοι ἐδῶ μὲ τὶς ἁλυσίδες τους ὁδηγοῦνται στὸ δικαστήριο, ἔτσι κι ὅλες οἱ ψυχὲς ὅταν φύγουν ἀπὸ δῶ βαρημένες μ’ ὅλες τὶς σειρὲς τῶν ἁμαρτημάτων τους, ὁδηγοῦνται στὸ φοβερὸ βῆμα.

Γιατὶ καθόλου κλύτερη ἀπὸ φυλακὴ δὲν εἶναι ὁ βίος αὐτός. Ἀλλὰ ὅπως στὸ κτίριο ἐκεῖνο ὅταν μποῦμε τοὺς βλέπομε ὅλους ἁλυσοδεμένους, ἔτσι καὶ τώρα ὅταν ἀπομακρύνωμε ἀπὸ τὰ μάτια μας τὰ ἐξωτερικὰ φαινόμενα καὶ εἰσέλθωμε μέσα στὴ ζωὴ καθενὸς καὶ μέσα στὴν ψυχή του θὰ τὴ βροῦμε δεμένη μὲ ἁλυσίδες χειρότερες ἀπὸ τὶς σιδερένιες. Ἀκόμα χειρότερα ἄν μπῆς μέσα στὶς ψυχὲς  τῶν πλουσίων. Ὅσο περισσότερα εἶναι τὰ ἐνδύματά τους τόσο χειρότερα εἶναι τὰ δεσμά τους. Ὅπως λοιπὸν ὅταν δῆς τὸ δεσμώτη νὰ εἶναι σιδεροδεμένος καὶ στὴν πλάτη καὶ στὰ χέρια καὶ συχνὰ καὶ στὰ πόδια, γι’ αὐτὸ καὶ περισσότερο τὸν ἐλεεινολογεῖς, ἔτσι καὶ τὸν πλούσιο, ὅταν δῆς νὰ εἶναι ντυμένος μύρια ὅσα, μὴν τὸν θεωρῆς πλούσιο γι’ αὐτὰ ἀλλὰ ἄθλιο ἐξ αἰτίας τους, γιατὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὰ δεσμὰ αὐτά, ἔχει καὶ δεσμοφύλακα βαρύ, τὴν κακὴν ἐπιθυμία τῶν χρημάτων. Αὐτὴ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ πηδήση τὴ φυλακὴ αὐτὴν καὶ φτιάχνει μύρια ἐμπόδια καὶ φύλακες καὶ πόρτες καὶ μάνταλα καὶ ἀφοῦ τὸν ρίξη στὸ βαθύτερο κελλί, τὸν καταφέρνει ἀκόμα καὶ νὰ χαίρεται γι’ αὐτὰ τὰ δεσμὰ κι ἔτσι μήτε μιὰ ἐλπίδα νὰ μὴν τοῦ γεννηθῆ ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὶς συμφορές ποὺ τὸν περιμένουν. Κι ἄν μὲ τὴ σκέψη ἀντικρύσης τὴν ψυχὴ κάποιου, θὰ τὴν βρῆς νἆναι ὄχι μόνο ἁλυσοδεμένη ἀλλὰ κι ἀχτένιστη κι ἄπλυτη καὶ γεμάτη ζωύφια. Γιατὶ καθόλου καλύτερα ἀπ’ αὐτὰ δὲν εἶναι οἱ σαρκικὲς ἡδονὲς ἀλλὰ καὶ πιὸ σιχαμερὲς καὶ χειρότερα ἀπ’ αὐτὰ καταστρέφουν τὸ σῶμα μαζὶ μὲ τὴν ψυχὴ καὶ προξενοῦν καὶ σ’ αὐτὸ καὶ σ’ ἐκεῖνη ἀμέτρητες πληγές.

Γιὰ ὅλα αὐτὰ ἄς παρακαλέσωμε τὸ Λυτρωτή τῶν ψυχῶν μας, ὥστε καὶ τὰ δεσμά μας νὰ σπάση, καὶ τὸν κακὸ αὐτὸν φύλακα ν’ ἀπομακρύνη κι ἀφοῦ μᾶς ἀπαλλάξη ἀπὸ τὸ φορτίο τῶν σιδερένιων ἁλυσίδων ἄς κάμη τὸ φρόνημά μας ἐλαφρότερο κι ἀπὸ τὸ φτερό. Καὶ πρακαλῶντας τὸν ἄς τοῦ φέρωμε καὶ τὰ δικὰ μας δῶρα, ζῆλο καὶ γνώμη καὶ προθυμία ἀγαθή. Ἔτσι θὰ ἐπιτύχωμε καὶ μάλιστα σὲ σύντομο χρόνο ν’ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὰ κακὰ ποὺ μᾶς κατέχουν καὶ νὰ ἀντιληφθοῦμε ποῦ βρισκόμαστε πρῶτα καὶ νὰ ἀποκτήσωμε τὴν ἐλευθερία ποὺ μᾶς ἁρμόζει. Αὐτὴν μακάρι νὰ ἐπιτύχωμε ὅλοι μας μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ σ’ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.

Πηγή: “Ἀναβάσεις”




Δείτε σχετικά:
3. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΟΣΙΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ - Oι όσιοι Αγιορείτες Πατέρες και οι σύγχρονοι Αγιορείτες

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2023

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΤΟΥ 1724



"᾿Εκεῖνοι ὁποῦ ἀποσκιρτήσουσιν ἀπό τήν εὐσέβειαν καί ἀφήσουσι μέν τά πάτρια καί ὀρθά τῆς πίστεως ἡμῶν δόγματα καί τάς κοινάς παραδόσεις τῆς ᾿Εκκλησίας, περιπέσωσι δέ καί ἐξολισθήσωσιν εἰς νεωτερισμούς καί ἀλλοκότους ὑπολήψεις καί ἔθη ἑτερόδοξα, καί παραχαράξωσι καί νοθεύσωσι τήν τῆς εὐσεβείας ἀλήθειαν, οἱ τοιοῦτοι οὔτε πλέον εἶναι, οὔτε ὀνομάζονται τῇ ἀληθείᾳ χριστιανοί, ἀλλ' ὡς ἑτερόδοξοι καί νεωτερισταί ἐκκόπτονται καί χωρίζονται τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί χριστιανικῆς ὁλομελείας, καί τῆς ἱερᾶς μάνδρας ἐκβάλλονται, ὡς πρόβατα ψωριῶντα καί μέλη σεσηπότα"

(Σύνοδος ἐν Κων)λει 1724, Μάνσι 37,209).

 

Τετάρτη 14 Ιουνίου 2023

Γιὰ τὴν Νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τὴν παράβαση τῶν Νεοημερολογιτῶν

 

Εἰσαγωγικά:

            Οἱ Προπάτορές μας στὴν Ἀκαινοτόμητη Πίστη εἶχαν ἐξ ἀρχῆς τῆς Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως τοῦ 1924 χρησιμοποιήσει ὡς ἐπιχείρημα ἐναντίον της, μεταξὺ ἄλλων, καὶ τὴν περικοπὴ ἤ τὴν πλήρη κατάργηση τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἀπὸ τοὺς τολμητίες Καινοτόμους.

            Στὸ θέμα αὐτὸ ἐπανήρχοντο ὅποτε τοὺς ἐδίδετο ἡ εὐκαιρία, προκειμένου νὰ τονίσουν τὸ ἀνεπίτρεπτο τῆς ἀποδοχῆς τοῦ Νέου Παπικοῦ Ἡμερολογίου στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἔχουμε ὑπ’ ὄψιν μας, γιὰ παράδειγμα, τὸ Ἡμερολόγιον Τοίχου τοῦ ἔτους 1963, ἐκδόσεως τῶν Γραφείων τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος, τὸ ὁποῖο περιέχει καθημερινὰ μικρὰ κείμενα, συνήθως σὲ συνέχειες. Αὐτὰ εἶναι γραμμένα πρωτοτύπως, γιὰ τὴν συγκεκριμένη ἔκδοση, καὶ δὲν ἀποτελοῦν ἀντιγραφὴ ἀπὸ κείμενα ἄλλων, ἀκόμη καὶ Ἁγίων Πατέρων, ὅπως γίνεται συνήθως στὶς περιπτώσεις αὐτές.

Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 1962, ὑπεύθυνος στὴν ὑπηρεσία τῶν Γραφείων καὶ Γραμματεὺς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μας ἦταν ὁ ἐκ Βόλου Σεβ/τος Ἐπίσκοπος Μαγνησίας Χρυσόστομος Νασλίμης (+1973). Ἀπὸ δὲ τὴν ἔκφραση καὶ τὴν πλοκὴ τοῦ λόγου καὶ τῆς θεμοτολογίας τῶν κειμένων τοῦ Ἡμερολογίου, εἶναι εὐδιάκριτο ὅτι ἀποτελοῦν προϊόντα τῆς γραφίδος του.

Τρία θέματα ποὺ ξεχωρίζουν εἶναι γιὰ τὴν Νηστεία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς (φύλλα ἀπὸ 12 ἕως 28 Φεβρουαρίου), γιὰ τὴν Νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅπου βρίσκει τὴν εὐκαιρία νὰ στηλιτεύσει καταλλήλως τὴν Ἡμερολογιακὴ Καινοτομία (φύλλα ἀπὸ 28 Μαΐου ἕως 4 Ἰουλίου), καὶ ἐπίσης γιὰ τὶς Διαχριστιανικὲς σχέσεις στὰ πλαίσια τοῦ κατακρίτου Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ τότε πλέον ἄρχισε νὰ δεικνύει τὸ ἀληθινὸ πρόσωπό του καὶ τὴν ἀποστατικὴ φύση του (φύλλα ἀπὸ 1 Ὀκτωβρίου ἕως 6 Δεκεμβρίου).

Θὰ παραθέσουμε ἐδῶ τὰ γραφόμενα περὶ τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πρὸς ἐνίσχυσίν μας, ὅπως καὶ ἐπίκρισιν τῶν κατακρίτων Καινοτόμων Νεοημερολογιτῶν-Οἰκουμενιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιμένουν στὴν διαστρέβλωση ποὺ ἐπέφεραν ἔναντι καὶ τῆς ὀφειλομένης τιμῆς καὶ ὑπακοῆς στοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους. Εἴθε νὰ συνέλθουν καὶ νὰ ἐξέλθουν ἐν μετανοίᾳ ἀπὸ τὴν θλιβερὴ ἀποστατικὴ σύγχυση στὴν ὁποία περιέπεσαν.

Ἡ δὲ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος νὰ διαφυλάττει πάντας τοὺς Γνησίους Ὀρθοδόξους καὶ ἡ εὐλογία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων νὰ τοὺς ἐνισχύει, ὥστε νὰ παραμείνουμε πιστοὶ ἄχρι τέλους στὴν παραδοθεῖσα Πίστη καὶ εὐσέβεια καὶ νὰ τύχουμε τοῦ Ἐλέους τοῦ Παναγάθου Θεοῦ ἡμῶν!

Τὸ κείμενον:

            ΤΗΝ ἱερὰν Νηστείαν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων λεγομένην ἔχουσι νομοθετήσει αὐτοὶ οἱ ἴδιοι Ἅγιοι Ἀπόστολοι, οὕτω λέγοντες εἰς τὸ Πέμπτον Βιβλίον (Κεφάλ. Κ΄ 5) τῶν Διαταγῶν αὐτῶν: «Μετὰ τὸ ἑορτάσαι ὑμᾶς τὴν ἁγίαν Πεντηκοστήν, ἑορτάσατε (ἤτοι καταλύσατε) μίαν ἑβδομάδα, καὶ μετ’ ἐκείνην νηστεύσατε. Δίκαιον γὰρ εὐφρανθῆναι ἐπὶ τῇ ἐκ Θεοῦ δωρεᾷ, καὶ νηστεῦσαι μετὰ τὴν ἄνεσιν. Καὶ γὰρ καὶ Μωϋσῆς καὶ Ἠλίας ἐνήστευσαν τεσσαράκοντα ἡμέρας· καὶ Δανιὴλ τρεῖς ἑβδομάδας ἡμερῶν ἄρτον ἐπιθυμιῶν οὐκ ἔφαγε, καὶ κρέας καὶ οἶνος οὐκ εἰσῆλθεν εἰς τὸ στόμα αὐτοῦ… Μετὰ δὲ τὴν νηστείαν ταύτην, πᾶσαν Τετράδα καὶ πᾶσαν Παρασκευὴν νηστεύειν προστάσσομεν».

            Οὕτω δὲ ἐχόντων τῶν πραγμάτων, καὶ αὐτῶν τῶν ἰδίων Ἀποστόλων διατασσόντων τὴν ἱερὰν ταύτην Νηστείαν, εἶναι ἀπορίας ἄξιον πῶς ἐτόλμησαν καὶ τολμῶσι μερικοὶ ἀσυνείδητοι καὶ μᾶλλον ἀθεόφοβοι καὶ Κληρικοὶ μάλιστα, νὰ λέγωσιν ὅτι: τὴν Νηστείαν αὐτὴν ἐνομοθέτησαν οἱ Μπακάληδες τοῦ Φαναρίου, διὰ νὰ ἐξοδεύσωσι τοὺς ταραμάδες καὶ τὰ χαβιάρια!

            Καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος βλασφημία, ἥτις «οὐκ ἀφεθήσεται οὔτε ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, οὔτε ἐν τῷ μέλλοντι», ὡς εἶπεν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐν τῷ ἱερῷ Εὐαγγελίῳ (Ματθ. ιβ΄ 31). Διότι τὸ πίπτειν (ἐν πλάνῃ ἤ ἐν ἁμαρτίᾳ) εἶναι ἀνθρώπινον· τὸ δὲ ἐμμένειν ἐν τῇ πτώσει εἶναι δαιμονικόν, ὡς εἶπέ τις ἐκ τῶν μεγάλων Ἁγίων Πατέρων.

            Τὸ δὲ κακὸν εἰρωνεύεσθαι καὶ διακωμῳδεῖσθαι τὰ Θεῖα, εἶναι τελείως ἀχαρακτήριστον· διὸ καὶ εἶπέ τις τῶν Ἁγίων: «Ἀρχαῖος οὗτος τῷ Θεῷ μαχομένων σκοπός, μὴ μόνον ἀπιστεῖν ἔργοις τοῖς Θεϊκοῖς, ἀλλὰ πειρᾶσθαι ὑπὸ τῆς οἰκείας φαυλότητος, φαύλην ὑποψίαν τῶν ἀμωμήτων παρασκευάζειν».

            Τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἀρχὴν ποιεῖσθαι μετὰ τὴν Ἑβδομάδα τῆς Πεντηκοστῆς, διέταξαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι· τὴν δὲ διάρκειαν καὶ λῆξιν αὐτῆς διέταξε μεταγενεστέρως ἡ Ἁγία Ἐκκλησία ἡμῶν, ὥστε νὰ λήγῃ αὕτη εἰς τὴν ἡμέραν τῆς Μνήμης αὐτῶν, ἤτοι τὴν 29ην Ἰουνίου. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ἁγία Πεντηκοστὴ ἔχει τὴν ἐξάρτησιν αὐτῆς ἀπὸ τοῦ ἁγίου Πάσχα· τοῦτο δὲ κυμαίνεται ἀπὸ 22 Μαρτίου μέχρι 25 Ἀπριλίου, κατὰ τὸν 7ον Ἀποστολικὸν Κανόνα, καὶ τὴν ἀπόφασιν τῆς Πρώτης ἁγίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου, διὰ τοῦτο καὶ ἡ διάρκεια τῆς Νηστείας ταύτης κυμαίνεται ἀπὸ ἡμέρας 42 (ὅταν τὸ Πάσχα συμπέσῃ τὴν 22αν Μαρτίου) μέχρι ἡμέρας 8 (ὅταν τὸ Πάσχα συμπέσῃ τὴν 25ην Ἀπριλίου)· διότι 35 εἶναι τὰ Πασχάλια.

            Οἱ ἀκολουθήσαντες ὅμως καὶ ἐκκλησιαστικῶς τὸ Νέον λεγόμενον Γρηγοριανὸν Ἡμερολόγιον, κολοβώνουσι κατὰ 13 ἡμέρας τὴν ἱερὰν ταύτην Νηστείαν, πολλάκις δὲ καὶ καταργοῦσι τελείως αὐτήν, ὅταν τὸ Πάσχα συμπέσῃ νὰ γίνῃ ὄψιμον, καὶ ἡ Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων –μετὰ τὴν ὁποίαν ἀρχίζει ἡ Νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων- συμπίπτῃ μετὰ τὴν Μνήμην αὐτῶν, φθάνουσα καὶ μέχρι 3 Ἰουλίου κατὰ τὸ Παπολατινικὸν Ἡμερολόγιον!

            Καὶ ὅμως ἡ ἐν Γάγγρᾳ ἁγία Σύνοδος διὰ τοῦ 19ου Κανόνος αὐτῆς ἀναθεματίζει τοὺς καταλύοντας τὰς παραδεδομένας εἰς τὸ κοινὸν καὶ φυλασσομένας ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας ἱερὰς Νηστείας· πόσων δὲ ἀναθεμάτων εἶναι ἔνοχοι καὶ ὑπεύθυνοι οἱ καὶ τελείως καταργοῦντες τὰς Νηστείας αὐτὰς -ὅπως κάμνουν οἱ Νεοημερολογῖται- ἄς σκεφθῇ καὶ ἄς κρίνῃ ἕκαστος.

            Καὶ ὅμως, τὴν συνέπειαν ταύτην, καθὼς καὶ τὴν διάσπασιν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἑνότητος -ἡ ὁποία ἀποτελεῖ Δόγμα Πίστεως, κατὰ τὸ ἔνατον ἄρθρον τοῦ ἱερωτάτου Συμβόλου τῆς Πίστεως- δὲν ἐσκέφθησαν καὶ δὲν σκέπτονται δυστυχῶς ἀκόμη οἱ δημιουργήσαντες τὸ κακὸν τοῦτο, ὁπόθεν ἐσχίσθη ἡ Μία τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, διῃρέθησαν αἱ οἰκογένειαι κ.λπ.

            Λέγει δὲ ὁ μέγας Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (Ὁμιλ. ια΄ εἰς τὴν πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολὴν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου), ὅτι: «Εἶπεν ἕνας Ἅγιος ἄνθρωπος, ὅτι οὐδὲ αἷμα μαρτυρίου ἠμπορεῖ νὰ ἐξαλείψῃ τὴν ἁμαρτίαν τοῦ χωρισμοῦ καὶ τῆς διαιρέσεως τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ὅτι τὸ νὰ σχίσῃ τινὰς τὴν Ἐκκλησίαν εἶναι χειρότερον κακόν, ἀπὸ τὸ νὰ πέσῃ εἰς αἵρεσιν».

            Γράφει δὲ καὶ ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀλεξανδρείας καὶ Ὁμολογητὴς ἐν τῇ πρὸς Ναυάτον Ἐπίσκοπον Ἐπιστολῇ, ὅτι: «Πρέπει νὰ πάθῃ τινὰς ὅ,τι κακὸν καὶ ἄν ἦναι, μόνον νὰ μὴ σχίσῃ τὴν Ἐκκλησίαν· καὶ ὅτι εἶναι ἐνδοξότερον τὸ μαρτύριον, ὅπου ἤθελεν ὑπομείνῃ τινὰς διὰ νὰ μὴ σχίσῃ τὴν Ἐκκλησίαν, παρὰ τὸ μαρτύριον ὅπου ἤθελεν ὑπομείνῃ διὰ νὰ μὴν εἰδωλολατρεύσῃ. Διότι εἰς μὲν τὸ ὑπὲρ τοῦ μὴ εἰδωλολατρῆσαι μαρτύριον, διὰ τὴν ὠφέλειαν τῆς ἰδικῆς του ψυχῆς μαρτυρεῖ ὁ μαρτυρῶν· εἰς δὲ τὸ ὑπὲρ τοῦ μὴ σχίσαι τὴν Ἐκκλησίαν μαρτύριον, διὰ τὴν ὠφέλειαν καὶ ἕνωσιν ὅλης τῆς Ἐκκλησίας μαρτυρεῖ» (Ἱερ. Πηδάλιον, ὑποσημείωσις εἰς τὸν 31ον Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων).

            Ὅτι δὲ ἡ εἰσαγωγὴ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ ἡ ὑπ’ αὐτῆς παραδοχὴ τοῦ Νέου Παπικοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου εἶναι Σχίσμα Ἐκκλησιαστικόν, ἀπεδείχθη περιτράνως δι’ ὅσων ἐλέχθησαν καὶ ἐγράφησαν δημοσιευθέντα ἀπὸ τοῦ 1924 μέχρι σήμερον, τὰ ὁποῖα δύνανται νὰ ἀνεύρωσιν οἱ ἐνδιαφερόμενοι…

Ἐπιλογικά:

            Ἐν συνεχείᾳ δέ, ὁ συγγραφέας τοῦ παρόντος κειμένου εἰς ἀπόδειξιν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος μὲ τὴν ἀποδοχὴ τοῦ Νέου Ἡμερολογίου κατέστη σχισματικὴ ἐπικαλεῖται τὴν μαρτυρία τῆς Ἐπιτροπῆς, τὴν ὁποία διόρισε ἡ Κυβέρνηση τῆς Ἑλλάδος ἀρχὰς τοῦ 1923, προκειμένου νὰ μελετήσει τὸ ζήτημα τῆς μεταβολῆς τοῦ Ἡμερολογίου καὶ ἀπὸ ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως.

Ἡ δὲ Ἐπιτροπὴ ἀποτελουμένη ἀπὸ Νομομαθεῖς καὶ Κανονολόγους, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸν τότε Ἀρχ/τη Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τὸν μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπο ποὺ ἐπέβαλε τὴν Καινοτομία, ἀπεφάνθη σὲ Ἔκθεσή της πρὸς τὸ Ὑπουργικὸ Συμβούλιο ὅτι, ἐπειδὴ οἱ Ὀρθόδοξες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες ἄν καὶ ἀνεξάρτητες ἐσωτερικῶς, εἶναι ὅμως στενὰ συνδεδεμένες μεταξύ τους μὲ πνευματικὴ ἑνότητα καὶ ἀποτελοῦν μία καὶ μόνη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δὲν μπορεῖ κάποια ἀπὸ αὐτὲς νὰ χωρισθεῖ ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες χωρὶς νὰ καταστεῖ σχισματικὴ ἔναντι τῶν ἄλλων. Καὶ ἔτσι τάχθηκε ὑπὲρ διατηρήσεως τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου γιὰ τὶς θρησκευτικὲς ἑορτὲς καὶ τὰ τῆς Ἐκκλησίας ἐν γένει.

Βάσει δὲ τῆς Ἐκθέσεως αὐτῆς, ἐκδόθηκε Βασιλικὸ Διάταγμα στὶς 18.1.1923 εἰσαγωγῆς στὴν Πολιτεία τοῦ νέου ἡμερολογίου καὶ διατηρήσεως στὴν Ἐκκλησία τοῦ Παλαιοῦ. Ἄρα, βάσει καὶ τοῦ Νόμου τοῦ Κράτους ὅσοι ἀκολούθησαν τὸ Νέο Ἡμερολόγιο βρίσκονται σὲ παρανομία καὶ ἀντικανονικότητα.

Γίνεται δὲ καὶ ὑπενθύμιση τῶν ἀποφάσεων τῶν τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1583, 1587 καὶ 1593), «διὰ τῶν ὁποίων κατεδικάσθη δι’ ἀφορισμῶν καὶ ἀναθεμάτων ἡ μεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου καὶ ἡ ἀντικατάστασις διὰ τοῦ Γρηγοριανοῦ».

Ἀκόμη, γίνεται ἐπίκληση καὶ τῆς ἐπισήμου ἀναγνωρίσεως τῶν δικαίων τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ἀπὸ τὴν Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων κατὰ τὴν συνεδρίαση τῆς 22.1.1931, σύμφωνα μὲ ὅσα εἶπε ὁ τότε Πρωθυπουργὸς Ἐλ. Βενιζέλος καὶ συνεφώνησαν καὶ οἱ ἀρχηγοὶ τῶν λοιπῶν κομμάτων.   

Ἡ ἐπελθοῦσα ἐκ τούτου χαλαρότης τῶν μέτρων κατὰ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ἔδωσε τὴν εὐκαιρία στοὺς Ἀρχιερεῖς Δημητριάδος Γερμανό, Πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομο καὶ Ζακύνθου Χρυσόστομο νὰ ἀναλάβουν τὴν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας τῶν Παλαιοημερολογιτῶν τὸν Μάϊο τοῦ 1935. «Χειροτονήσαντες δὲ οὗτοι καὶ ἑτέρους τέσσαρας Ἀρχιερεῖς, ἀπήρτησαν πλήρη Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. τῆς Ἑλλάδος».

Ὅμως, συνεχίζει ὁ συγγραφέας, τὸ φιλελεύθερο ἐκεῖνο παλαιότερο πνεῦμα δὲν μιμήθηκε ὁ υἱὸς τοῦ Ἐλ. Βενιζέλου Σοφοκλῆς Βενιζέλος, ὁ ὁποῖος κυβερνῶν τὴν Ἑλλάδα μὲ συναρχηγὸ τὸν Γεώργ. Παπανδρέου ὑπέγραψε τὴν ἐπαίσχυντη κατὰ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ἐκείνη ὑπουργικὴ πράξη 45/1951, «χαριζόμενος εἰς τὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν, ἀπὸ Ἰωαννίνων, Σπυρίδωνα Βλάχον, ἰσχύουσαν εἰσέτι [1963] πρὸς ὄνειδος αὐτῶν».

Τὰ ὅσα δεινὰ προεκλήθησαν ἐξ αἰτίας τῆς αὐθαιρέτου καὶ ἀντικανονικῆς αὐτῆς Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως, τῆς ἀπαρχῆς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τόσον ἐκκλησιαστικῶς ὅσον καὶ ἐθνικῶς, τονίζουμε ἐμεῖς τώρα, εἶναι ἀναρίθμητα, βαρύτατα καὶ ἐπώδυνα. Τὴν κύρια εὐθύνη ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων ἔχουν ὅσοι προέβησαν σὲ αὐτὴ τὴν ἀπόσχιση καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἀναμένεται ἀκόμη ἡ διόρθωση τῶν ἐσφαλμένων καὶ ἡ μετάνοια ἐπὶ τῶν ἐπταισμένων, ὥστε νὰ ἐπέλθει ἐκκλησιαστικὴ ἀποκατάσταση. Ἡ μέχρι σήμερον ἀμετανόητη ἀγνόηση τῶν εὐθυνῶν τους καὶ μάλιστα ἡ ἄδικη ἐπίρριψη αὐτῶν στοὺς Γνησίους Ὀρθοδόξους (!), καθιστᾶ τούτους ἀναπολογήτους. Ὅμως πάντοτε διατελοῦμε ἐλπίζοντες σὲ κατὰ Θεὸν λύση πρὸς δόξαν τοῦ ἁγίου Ὀνόματός Του!

Ἐμμένοντες ἐπὶ τοῦ στερεοῦ θεμελίου τῆς Ἀποστολικῆς Πίστεως καὶ Παραδόσεως δὲν θὰ παύσουμε νὰ ἀναφωνοῦμε τὸ «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου», πρὸς διαφύλαξιν τῆς Πατρώας Παρακαταθήκης καὶ Κληρονομίας, ἕως ὅτου ὁ Κύριος, ὁ Δίκαιος Κριτὴς μέλλει ἀπαιτῆσθαι αὐτὴν καὶ ἀποδῶσαι ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ!

+Λ.&Π.Κ.

Πηγή

Τρίτη 13 Ιουνίου 2023

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΛΟΓΟΥ (Ἃγιος Λουκᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Κριμαίας)

 Î‘ποτέλεσμα εικόνας για έλεος στους αμαρτωλούς

«Και παράγων ο Ιησούς εκείθεν είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον, και λέγει αυτώ· ακολούθει μοι. Και αναστάς ηκολούθησεν αυτώ» (Ματθ. 9:9). 

Σχετική εικόναΠοιος ήταν αυτός ο Ματθαίος, ο οποίος στη συνέχεια έγινε μεγάλος απόστολος και ευαγγελιστής; Ήταν τελώνης και μάζευε φόρους. Ο λαός μισούσε τους τελώνες και τους θεωρούσε αμαρτωλούς, διότι έκαναν πολλές αδικίες προσπαθώντας να κερδίσουν περισσότερα χρήματα για τον εαυτό τους. Και αυτόν τον άνθρωπο, που όλοι τον θεωρούσαν άθλιο και τον αποστρέφονταν, ο Κύριος τον καλεί και του λέει: «Ακολούθει μοι».
Μόνο δύο λέξεις, και αυτές έκαναν επανάσταση στην ψυχή του τελώνη. Σηκώθηκε αμέσως, έριξε κάτω τα χρήματά του και ακολούθησε τον Χριστό.
Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ότι το κάλεσμα του Χριστού μπορεί να προκαλέσει στην ψυχή του ανθρώπου επανάσταση. Στους βίους των αγίων υπάρχουν πολλά παραδείγματα ανθρώπων, οι οποίοι επέστρεψαν στον Χριστό μετά από έναν λόγο του Ευαγγελίου. Από την πείρα μου γνωρίζω ότι ένας καλός λόγος μπορεί να συνταράξει την ψυχή του αμαρτωλού, όπως συντάραξε την ψυχή του τελώνη Ματθαίου. Άνθρωποι πνιγμένοι στην αμαρτία, κλέφτες, ληστές και φονιάδες, όταν τους λες έναν καλό λόγο και τους δείχνεις την αγάπη σου, τη συγκατάβαση και τον σεβασμό στο πρόσωπό τους, συγκινούνται πάρα πολύ.
Και εμείς οι αμαρτωλοί, αδύναμοι και ασήμαντοι άνθρωποι με έναν λόγο αγάπης και σεβασμού μπορούμε να συγκινούμε και να συνταράζουμε τις καρδιές των αμαρτωλών, όπως ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Να το θυμόμαστε και ποτέ να μην κατακρίνουμε τους αμαρτωλούς, να μην τους στιγματίζουμε, αλλά να τους φερόμαστε με αγάπη, δείχνοντας σεβασμό στο πρόσωπό τους, αν και οι ίδιοι δεν το σέβονται και το έχουν καταπατήσει.
«Και εγένετο αυτού ανακειμένου εν τη οικία, και ιδού πολλοί τελώναι και αμαρτωλοί ελθόντες συνανέκειντο τω Ιησού και τοις μαθηταίς αυτού. Και ιδόντες οι Φαρισαίοι είπον τοις μαθηταίς αυτού· διατί μετά των τελωνών και αμαρτωλών εσθίει ο διδάσκαλος υμών; Ο δε Ιησούς ακούσας είπεν αυτοίς· ου χρείαν έχουσιν οι ισχύοντες ιατρού, αλλ’ οι κακώς έχοντες. Πορευθέντες δε μάθετε τι εστίν έλεον θέλω και ου θυσίαν. Ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλ’ αμαρτωλούς εις μετάνοιαν» (Ματθ. 9:10-13).
Οι φαρισαίοι αγανακτούσαν για το ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός συναναστρεφόταν με τους αμαρτωλούς, τις πόρνες και τους τελώνες. Περιφρονούσαν αυτούς τους ανθρώπους και θεωρούσαν ακαθαρσία να επικοινωνούν μαζί τους. Ποτέ δεν τους μιλούσαν, αλλά τους κακολογούσαν και τους κατέκριναν για τη συμπεριφορά τους.
Ξέρουμε ότι οι πόρνες έπλεναν τα πόδια του Κυρίου Ιησού και τα σκούπιζαν με τα μαλλιά τους. Ποτέ δεν έχουν ακούσει απ’ Αυτόν κανένα λόγο επιπληκτικό. Τις συγχωρούσε και τις έλεγε: «Πορεύου και από του νυν μηκέτι αμάρτανε» (Ιω. 8:11).
Οι φαρισαίοι ήταν ανίκανοι να καταλάβουν αυτή τη συμπεριφορά του Χριστού και δυσφορούσαν για τη στάση του απέναντι στους αμαρτωλούς. Αλλά ο Κύριος τους απαντούσε το εξής: «Ου χρείαν έχουσιν οι ισχύοντες ιατρού, αλλ’ οι κακώς έχοντες» (Ματθ. 9:12). Ήλθε για να σώσει τους αμαρτωλούς. Με την αγάπη του αγκάλιαζε κάθε αμαρτωλό και ζητούσε να τον οδηγήσει στη σωτηρία. Στους φαρισαίους που του παραπονέθηκαν είπε: «Πορευθέντες δε μάθετε τι εστίν έλεον θέλω και ου θυσίαν» (Ματθ. 9:13). Οι γραμματείς και οι φαρισαίοι την ελπίδα της σωτηρίας τους στήριζαν στις θυσίες και τις προσευχές τους, και ο Κύριος λέει ότι δεν θέλει θυσία, αλλά έλεος, έλεος στους αμαρτωλούς.
Οι θυσίες χρειάζονταν στην Παλαιά Διαθήκη, διότι προεικόνιζαν τη Μόνη Θυσία που πρόσφερε ο Κύριος Ιησούς Χριστός πάνω στον Σταυρό του Γολγοθά. Όταν δόθηκε αυτή η Θυσία οι άλλες θυσίες έχασαν τη σημασία και το νόημά τους, γι’ αυτό δεν τις προσφέρουμε πια.
Τώρα ο Κύριος δεν περιμένει θυσία αλλά έλεος. Περιμένει από μας την ευσπλαχνία σε όλους τους αμαρτωλούς και τους περιφρονημένους. Η συμπεριφορά μας προς αυτούς τους ανθρώπους να είναι ίδια μ’ αυτήν που έδειξε Εκείνος. Να μην περιφρονούμε κανέναν, κανέναν να μη θεωρούμε κατώτερο από μας. Να βλέπουμε τις δικές μας αμαρτίες και όχι των άλλων, να αποκτήσουμε την ταπείνωση και την πραότητα, μιμούμενοι τη δική Του ταπείνωση και πραότητα. Να αγαπάμε και να ευεργετούμε τους περιφρονημένους και τους ταπεινωμένους, να τους προσφέρουμε πνευματική βοήθεια, δείχνοντας ενδιαφέρον για τη σωτηρία τους.
Ο Κύριος λέει όταν κάνουμε τραπέζι να μην καλούμε ανθρώπους που μπορούν μετά να καλέσουν και εμάς στο γεύμα, αλλά τους πένητες και τους φτωχούς ρακένδυτους. Θέλει να το κάνουμε με αγάπη, και πάντα με συμπόνια να φερόμαστε στους ανθρώπους που ο κόσμος τους περιφρονεί, αποκαλώντας τους βρωμιάρηδες και αχρείους.
Ο Κύριος μας έδωσε παράδοξες και θαυμαστές εντολές. Είπε ότι δεν θέλει θυσία αλλά έλεος, έλεος σε όλους που το χρειάζονται. Ένα μεγάλο, αμέτρητο πλήθος ανθρώπων περιμένουν κάποιον να τους δείξει ευσπλαχνία, να τους πει ένα λόγο αγάπης και παρηγοριάς. Περιμένουν οι άνθρωποι κάποιον να τους δείξει τρυφερότητα και να τους βοηθήσει, και αντί αυτού συναντούν στους γύρω τους ψυχρότητα και αδιαφορία. Αλλά πάνω από αυτά και σε μερικούς ακόμα χριστιανούς βλέπουν περιφρόνηση και αποστροφή.
Στα μάτια του Θεού αυτός, που έτσι συμπεριφέρεται στους αδελφούς του, πράττει βαριά αμαρτία. Σε όλα πρέπει να είμαστε μιμητές του Κυρίου και να ακολουθούμε το παράδειγμά Του. Ας Τον ακολουθήσουμε λοιπόν και ας μη θεωρούμε τον εαυτό μας ανώτερο από τον πλησίον, όποιος και να είναι αυτός –κλέφτης, φονιάς ή ληστής–, διότι στα μάτια του Θεού μπορεί να είμαστε χειρότεροι από αυτόν.
Να θυμόμαστε πάντα πώς συμπεριφερόταν ο Κύριος στους αμαρτωλούς, πώς φέρθηκε στον τελώνη Ματθαίο και πώς φερόταν σε άλλους τελώνες, πόρνες και αμαρτωλούς και προκαλούσε μ’ αυτό την οργή των φαρισαίων. Να μην είμαστε σαν τους φαρισαίους, αλλά να μιμούμαστε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Αμήν.

(Από το βιβλίο: Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, “Λόγοι και ομιλίες”, τόμος Β’. Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη)



Πηγή: alopsis.gr

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2023

Ὁ Ἅγιος Ἑρμείας (31 Μαΐου)


Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου. Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.

Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 - 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του. Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα. Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα. Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».

Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´

Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χριστῷ στρατευσάμενος, τῷ Βασιλεῖ τοῦ παντός, γενναίως διέκοψας, τὰς παρατάξεις ἐχθρῶν. Ἑρμεία πανένδοξε· σὺ γὰρ ἐγκαρτερήσας, πολυτρόποις αἰκίαις, ἤθλησας ἐν τῷ γήρᾳ, ὡς τοῦ Λόγου ὁπλίτης· ὧ πρέσβευε Ἀθλοφόρε, σώζεσθαι ἅπαντας.

Η ΠΙΟ ΩΦΕΛΙΜΗ ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΜΑΣ

 



Ο Προφήτης Ιερεμίας, θρηνώντας για τις ταλαιπωρίες των ανθρώπων και την αδυναμία της ανθρώπινης φύσεως, έλεγε:

"Γιατί γεννήθηκα; Για να βλέπω κόπους και βάσανα; Γιατί δεν με θανάτωνε ο Κύριος στη μήτρα της μητέρας μου" (πρβλ. Ιερ. 20:18,17).
Ο προφήτης είχε κατανοήσει τι είναι ο άνθρωπος και τι η επίγεια ζωή του. Εσύ άραγε έχεις αυτή την επίγνωση;

Φρόντισε, αδελφέ, να γνωρίσεις τον εαυτό σου, να καταλάβεις τι και ποιος είσαι, γιατί τούτο αποτελεί την επιστήμη των επιστημών και την πιο μεγάλη σοφία.
Πιο χρήσιμη και ωφέλιμη είναι η γνώση του εαυτού σου, παρά οι γνώσεις της αστρονομίας, της φυσικής, των μαθηματικών, της ιατρικής.
Γιατί αυτές εξαντλούνται στην παρούσα ζωή, ενώ η αυτογνωσία έχει προεκτάσεις και στη μέλλουσα.
Για τον υψηλό τούτο σκοπό χρειάζονται σκληρός αγώνας, οξύτατη παρατηρητικότητα, πολλή προσευχή και ενίσχυση του Θεού.
Πρέπει να εισχωρήσεις με το νου μέσα στην καρδιά σου και να εξετάσεις προσεκτικά το είναι σου.
Όσο καλύτερα γνωρίσεις την ψυχή σου, τον έσω άνθρωπο, τόσο καλύτερα θα γνωρίσεις και τον Κύριο, γιατί, διαπιστώνοντας το μεγαλείο και την ανωτερότητα της ψυχής, αποκτάς καθαρότερη την επίγνωση της άπειρης και ασύλληπτης μεγαλοσύνης του Θεού.
Να στοχάζεσαι πάντα τη συντομία και το άδηλο τέρμα της παρούσας ζωής, συνειδητοποιώντας την προσωρινότητα και την ασημαντότητά σου, γιατί αυτός είναι ο δρόμος που σε φέρνει κοντά στον Κύριο.
Όσο γνωρίζεις τον εαυτό σου, τόσο ταπεινώνεσαι, και όσο ταπεινώνεσαι, τόσο αποκτάς φόβο Θεού, που είναι η αρχή της σοφίας, κατά το Σολομώντα (Παροιμ. 1:7).

Αν θέλεις να μάθεις ποιος είσαι, πάρε πρώτα-πρώτα έναν καθρέφτη και κοίταξε μέσα τον εαυτό σου. Κοίταξε και σκέψου: Αυτός που βλέπεις, ο ";άλλος"; άνθρωπος του καθρέφτη, από τι αποτελείται; Από χώμα και νερό! Όσο επίσημος, πλούσιος ή άρχοντας ή σοφός, κι αν είσαι, δεν αξίζεις περισσότερο από ένα πήλινο αγγείο. Ένα πτώμα είσαι ουσιαστικά, μια εικόνα με λίγο χρώμα και κίνηση, που σου δάνεισε η ζωή για λίγα χρόνια. Κι έπειτα; Ξαναγίνεσαι πτώμα και χώμα!
Να τι είσαι ως προς το σώμα. Αλλά και ως προς το πνεύμα, αν βγάλεις το Θεό και τη χάρη Του, δεν είσαι παρά ένας φίλος της ματαιότητος, εχθρός της δικαιοσύνης, καταφρονητής της αλήθειας, κληρονόμος της κολάσεως. Από κάθε άποψη, δηλαδή, είσαι ένα πλάσμα ταλαίπωρο και αξιοθρήνητο -στις βουλές σου τυφλός, στις επιθυμίες σου ακάθαρτος, στα λόγια και τα έργα σου μάταιος, ένα τίποτα, ένα μηδέν, κι ας νομίζεις πώς είσαι κάποιος σπουδαίος.
Ο πιο μεγάλος ηρωισμός και η πιο θαυμαστή γενναιοφροσύνη βρίσκονται στην ταπεινή αναγνώριση της μηδαμινότητός μας.
Αυτή, άλλωστε, είναι η αρχή της λυτρώσεως από πολλά πάθη και ελαττώματα.
Πολλές φορές ο Κύριος ρωτούσε τους ασθενείς, πού θεράπευε, τι ήθελαν και αν επιθυμούσαν να γίνουν καλά. Όχι πώς δεν ήξερε τη βουλή και την επιθυμία τους, αλλά για να συνειδητοποιήσουν καλύτερα την κατάστασή τους και να την ομολογήσουν ξεκάθαρα. Θυμάσαι τι έλεγε και ο προφήτης Δαβίδ, όταν ζητούσε από το Θεό να τον συγχωρήσει; ";Αναγνωρίζω την παρανομία"; (Ψαλμ. 50:5).

Τον μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχει ο ασθενής εκείνος πού δεν γνωρίζει την αρρώστια του. Όσοι έχουν χάσει τα λογικά τους, πάχουν από την πιο σοβαρή ασθένεια. Μά δεν το καταλαβαίνουν ούτε θλίβονται γι΄αυτό, αλλά τους βλέπεις να γελούν και να χαίρονται, με τρόπο πού σε κάνει να κλαις. Μήπως όμως δεν μοιάζουν σ΄αυτούς και όσοι τάχα λογικοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν τον εαυτό τους και τη φύση τους και τον προορισμό τους;
Το κακό, αδελφέ, δεν είναι έξω από μας. Μέσα μας είναι. Γι΄αυτό και τόσο δύσκολα θεραπευόμαστε, επειδή δεν βλέπουμε την αρρώστια μας.
Πληγές πού δεν φαίνονται και αμαρτίες που δεν αναγνωρίζονται, δεν διορθώνονται.
Σε τούτον τον αγώνα αξίζει να βάλεις όλον τον πόθο σου και να ρίξεις όλες τις δυνάμεις σου.
Τι είσαι; Από πού ήρθες; Πού βρίσκεσαι και πού πηγαίνεις; Πρίν από τη σύλληψή σου δεν υπήρχες. Δεν ήσουνα τίποτα. Ο Θεός οικονόμησε να έρθεις στον κόσμο κι Εκείνος σου έδωσε ό,τι έχεις, τόσο τα φυσικά σου χαρίσματα-ρώμη, ομορφιά, ευφυϊα, αισθήσεις κ.λ.π. -όσο και τα επίγεια αποκτήματα, που εξαρτώνται άμεσα από τα χαρίσματα- χρήματα, περιουσία, αξιώματα. Επομένως, ";τι έχεις πού να μην το έλαβες; Και αφού το έλαβες από το Θεό, γιατί καυχιέσαι σαν να μην το είχες λάβει ως δώρο;"; (Α΄Κορ. 4:7). Αν δεν έχεις τελείως τυφλωθεί από την υπερηφάνεια και τη φιληδονία, αν δεν έχεις σκοτιστεί πέρα για πέρα από το διάβολο, το πνεύμα του σκότους, αν είσαι λογικό πλάσμα του Θεού, "κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωσιν" Εκείνου, δεν μπορείς παρά να ομολογήσεις την ανεκδιήγητη ευεργετικότητά Του, πού όλα σου τα χάρισε, βασιλιά της κτίσεως σ΄έκανε, αλλά και με το ίδιο Του το Αίμα σε λύτρωσε από τον αιώνιο θάνατο. Και τότε θα ταπεινωθείς βαθιά, και η ταπείνωση αυτή θα είναι η αρχή της μετάνοιας και της σωτηρίας σου. Η ταπείνωση αυτή θα σε κάνει να ποθήσεις ακτανίκητα τον Ευεργέτη και Σωτήρα σου.

Λέγεται πώς κάποτε ο αείμνηστος και ευσεβής βασιλιάς Θεοδόσιος ο Μέγας (379-395) πρόσταξε κι έβαλαν το θρόνο του στην ακροθαλασσιά.
Ύστερα κάθησε εκεί όπως και στο παλάτι, μπροστά στους άρχοντες και τους αξιωματούχους, και είπε δυνατά για να τον ακούσουν όλοι:
– Θάλασσα, με τη δύναμη και την εξουσία που έχω, σε διατάζω να μην προχωρήσεις πέρ΄από τα όρια σου και να μη βρέξεις το θρόνο μου!
Οι άρχοντες απορούσαν με όσα έβλεπαν και άκουγαν, γιατί δεν καταλάβαιναν τι σκοπό είχε ο βασιλιάς. Δεν πέρασε όμως πολλή ώρα, κι ένα δυνατό κύμα, που ήρθε ξαφνικά, όχι μόνο το θρόνο έβρεξε, μά και το βασιλιά έκανε μούσκεμα από το κεφάλι ως τα πόδια. Τότε ο σοφός Θεοδόσιος νουθέτησε τους ακροατές του:
– Ας μάθουν όλοι, πώς η δύναμη των κοσμικών βασιλέων είναι πρόσκαιρη και μάταιη. Αιώνιος και αληθινός Βασιλιάς όλης της κτίσεως είναι μόνο ο Βασιλιάς των βασιλέων, Αυτός που δημιούργησε από το μηδέν τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα και όλα όσα υπάρχουν σ΄αυτά, ορατά και αόρατα.
Και μπροστά στα μάτια των κατάπληκτων αρχόντων, κατέβηκε από το θρόνο και τράβηξε για την εκκλησία, όπου έβγαλε το στέμμα του και το απόθεσε μ΄ευλάβεια στην ιερή κεφαλή του Εσταυρωμένου. Από την ημέρα εκείνη και ως το θάνατό του δεν ξαναφόρεσε το διακριτικό της βασιλικής του εξουσίας.


Ας στοχαστούμεν, λοιπόν, κι εμείς τη μηδαμινότητα και τη ματαιότητα της εξουσίας που τυχόν έχουμε.
Ας στοχαστούμε τη βραχύτητα της ζωής μας κι ας μη μένουμε προσκολλημένοι σ΄αυτήν.
Ας μην κυνηγάμε τα ψεύτικα, για να κερδίσουμε τ΄αληθινά, που μας υπόσχεται ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός.


(από το βιβλίο: "Αμαρτωλών σωτηρία")

Πηγή: www.agiooros.net

Κυριακή 11 Ιουνίου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 77790717

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

               φοῦ διανύσαμε τὴν ἑορταστικὴ ἑβδομάδα τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς, κατὰ τὴν ὁποία τιμήσαμε τὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας μας μὲ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἱεροὺς Ἀποστόλους, ἀξιωθήκαμε μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ φτάσουμε στὴν Α΄ Κυριακὴ τῶν εὐαγγελικῶν περικοπῶν τοῦ Ματθαίου, οἱ ὁποῖες παύουν  δύο ἑβδομάδες πρὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Σταυροῦ. Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εἶναι προέκταση τῆς προηγούμενης, καθώς, ἐνῶ ἐκείνη ἦταν ἀφιερωμένη στὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὴ ἀναφέρεται -κατὰ κάποιον τρόπο- στὴν ἐξάπλωση καὶ τὸ ἔργο της. 

               Συγκεκριμένα, σήμερα τιμοῦμε τὴν μνήμη πάντων τῶν ἐπωνύμων καὶ ἀνωνύμων Ἁγίων. Τὸ ὅτι ἡ πρώτη Ἐκκλησία τῶν Ἀποστόλων ἐξαπλώθηκε, φαίνεται ξεκάθαρα στὸ μεγάλο πλῆθος τῶν Ἁγίων ποὺ ἀναδείχθηκαν διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Τὸ ὅτι πάλι, μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Ἁγίων Πάντων θυμόμαστε τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι σαφές. Ἡ Ἐκκλησία, ποὺ γεννήθηκε τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἐργάσθηκε καὶ θὰ ἐργάζεται μέχρι τὴν Δευτέρα Παρουσία γιὰ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους Ἁγίους. Οἱ Ἅγιοι Πάντες μᾶς ἀποδεικνύουν ὅτι τὸ ἔργο αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ξεκάθαρη πραγματικότητα. 

               Πολλὲς φορὲς διαβάζουμε τὴν Ἁγία Γραφὴ καί, δυστυχῶς, τὰ ἔργα μας εἶναι ἀντίθετα πρὸς αὐτὰ τὰ ὁποῖα διαβάζουμε. Τότε, συχνὰ ἀναρωτιόμαστε: «μὰ γίνεται ἐγὼ νὰ καταφέρω νὰ ἐφαρμόσω αὐτὰ ποὺ λέει τὸ Εὐαγγέλιο»; Ἂν δὲν ὑπῆρχαν Ἅγιοι, τότε ἐνδεχομένως νὰ εἴχαμε κάποια δικαιολογία. Τώρα, ὅμως, αὐτὸ δὲν ἰσχύει. Ζοῦμε στὸν 21ο αἰώνα. Ὅλοι οἱ περασμένοι αἰῶνες, ἀκόμη καὶ ὁ πιὸ πρόσφατος, ἀνέδειξαν ἀναρίθμητα παραδείγματα ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι κατάφεραν -καὶ μὲ τὸ παραπάνω- νὰ ἐφαρμόσουν μὲ ἀπόλυτη ἀκρίβεια τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἡ ζωὴ ὅλων αὐτῶν τῶν Ἁγίων ἀποτελεῖ ἕνα ἔμπρακτο Εὐαγγέλιο καὶ μᾶς ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἁγιότητα εἶναι ἐφικτὴ σὲ κάθε ἐποχή, σὲ κάθε τόπο. Μᾶς ἀποδεικνύει, ἐπίσης, ὅτι αὐτὰ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἔλαβαν οἱ Ἀπόστολοι πρὶν 1990 χρόνια, δὲν ἀνήκουν στὸ παρελθόν, ἀλλὰ μποροῦν νὰ γίνουν κτῆμα μας πάντοτε.

               Οἱ Ἅγιοί μας, Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, Ὅσιοι, Μάρτυρες, καὶ ἁπλοὶ Λαϊκοί, εἶναι ἡ παρηγοριά μας. Πολλὲς φορὲς διαβάζοντας τὸν βίο τους, βλέπουμε κάποια στοιχεῖα τῆς προσωπικότητάς μας καὶ αὐτὸ διότι δὲν ἦταν ἄγγελοι, ἦταν ὅμοιοι μὲ ἑμᾶς. Εἶχαν σάρκα καὶ ὀστά, εἶχαν ἀδυναμίες καὶ πάθη. Φρόντισαν, ὅμως, τὰ πάθη τους νὰ τὰ μεταμορφώσουν κατὰ Θεόν, ἐνῶ γιὰ τὶς ἀδυναμίες τους στράφηκαν στὸν Θεὸ μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ Τοῦ εἶπαν: «Ἑμεῖς θὰ κάνουμε αὐτὰ ποὺ μποροῦμε καὶ αὐτὰ ποὺ δὲν μποροῦμε τὰ ἀφήνουμε στὴν φιλανθρωπία Σου». Πολλοί, μάλιστα, ἄλλοτε ὑπῆρξαν πεσμένοι σὲ μεγάλα ἁμαρτήματα καὶ αὐτὸ διότι δὲν ἤξεραν πού νὰ στραφοῦν γιὰ νὰ καλύψουν ἀληθινὰ τὰ κενὰ τῆς ψυχῆς τους. Βρίσκονταν σὲ ἀδιέξοδο, μέχρι ποὺ συναντήθηκαν μὲ τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος τοὺς πρόσφερε τὴν διέξοδο καὶ τοὺς ὁδήγησε στὴν ἐλευθερία καὶ τὸ Φῶς. 

               πως οἱ κυριακάτικες εὐαγγελικὲς περικοπὲς τοῦ Ἰωάννου ξεκινοῦν τὸ Πάσχα μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι καὶ οἱ κυριακάτικες περικοπὲς τοῦ Ματθαίου ξεκινοῦν μὲ τὴν Ἀνάσταση, ὅπως τὴν βίωσαν οἱ Ἅγιοι Πάντες. Οἱ Ἅγιοί μας, μιμούμενοι τὸν Χριστό, σήκωσαν τὸν Σταυρό τους, ὁ ὁποῖος  μεταφράζεται ὡς ἀσκητικοὶ κόποι, ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, μαρτυρικὸς θάνατος, στερήσεις, κακουχίες ἤ θυσίες, καὶ κατόπιν κέρδισαν τὴν Ἀνάστασή τους. Ὁ βίος τους ἦταν μία διαρκὴς ὁμολογία Χριστοῦ.

               Σὲ αὐτὴν τὴν ὁμολογία ἀναφέρεται ὁ Κύριός μας σήμερα, λέγοντας: «ἐκεῖνον ποὺ θὰ μὲ ὁμολογήσει ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, θὰ τὸν ὁμολογήσω κὶ ἐγὼ ἐνώπιον τοῦ Οὐρανίου Πατρός». Ἡ ὁμολογία εἶναι στὶς ἡμέρες μας μία παρεξηγημένη ἔννοια. Ὁμολογία, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, κάνουμε μὲ τὸ παράδειγμά μας. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει καθαρίσει τὴν καρδιά του καὶ ἔχει ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό, καὶ μὸνο μὲ τὴ στάση τοῦ σώματός του ὁμολογεῖ Ἰησοῦ Χριστό. Πολλοὶ θεωροῦν ὅτι ὁμολογία εἶναι τὸ νὰ τρέχουν στὶς πλατεῖες μὲ πανὸ καὶ νὰ διαμαρτύρονται, συχνὰ ἀνάρμοστα, κατὰ τῶν ἀρνησιχρίστων. Οἱ Ἀπόστολοι, ὅμως, ποτὲ δὲν προέβησαν σὲ μία τέτοια πράξη, τουλάχιστον μετὰ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Προηγουμένως, μία φορὰ στὴν παρορμητικότητά του ὁ Πέτρος εἶχε κόψει τὸ αὐτὶ τοῦ Μάλχου, ἀλλὰ ὁ Κύριος τὸν ἐπετίμησε, λέγοντάς του οὐσιαστικά: «τὴν ὁμολογία σου νὰ τὴν δείξεις μὲ ἄλλο τρόπο καὶ σὲ ἄλλη ὥρα», πράγμα στὸ ὁποῖο, τελικά, ὁ Πέτρος δὲν ἀνταποκρίθηκε, γενόμενος ἀρνητὴς τοῦ Χριστοῦ τὴν πιὸ κρίσιμη στιγμή. 

               πὸ τὰ μικρὰ φαίνεται ὁ ἄνθρωπος. Ἂν στὰ μικρὰ δὲν εἴμαστε ὅπως πρέπει, τότε σίγουρα δὲν θὰ εἴμαστε στὰ μεγάλα. Μικρὰ παραδείγματα ὁμολογίας –μεταξὺ ἄλλων- εἶναι τὸ νὰ κάνουμε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καθὼς περνᾶμε ἔξω ἀπὸ τὸν Ναό, ἤ πρὶν καὶ μετὰ τὸ φαγητό. Κάποιοι ἀδελφοί μας αἰσθάνονται ντροπὴ γιὰ νὰ μὴν σχολιαστοῦν ἀπὸ τοὺς διπλανούς. Ντροπὴ νὰ αἰσθανόμαστε γιὰ ἄλλα πράγματα. Ἑμεῖς ἂς κάνουμε τὸν Σταυρό μας, ὅπως διδαχθήκαμε. Μπορεῖ νὰ μᾶς σχολιάσουν ἤ νὰ μᾶς εἰρωνευτοῦν. Ὁ καθένας ὅ,τι ἔχει στὴν καρδιά του προσφέρει. Ἄλλος τὴν εὐλογία καὶ ἄλλος τὴν εἰρωνεία. Ἂς μὴν ἐπιτρέψουμε στὴν εἰρωνεία νὰ στερήσει τὴν εὐλογία. Οἱ Ἅγιοι Πάντες, ἑδραῖοι καὶ ἀμετακίνητοι στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη, δὲν σκέφτηκαν νὰ συμμορφωθοῦν μὲ τὶς βουλὲς τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ μὴν γίνουν ἀντικείμενο σχολιασμοῦ. Ἀντιθέτως, αἰσθάνονταν πλούσια τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή τους καὶ ἤθελαν αὐτὴ τὴν εὐλογία τῆς Ὀρθοδοξίας νὰ τὴν ἔχουν καὶ οἱ συνάνθρωποί τους, χωρὶς νὰ τοὺς κάνουν μαθήματα. Ὁμολογοῦσαν καὶ δίδασκαν μὲ τὴν φωτεινὴ μορφή τους, μὲ τὴν καλοσύνη τους καὶ τὴν πραότητά τους καὶ ὅταν τὸ ἀπαιτοῦσαν οἱ συνθῆκες, μὲ τὴν ἐν Χριστῷ παρρησία καὶ θεῖο ζῆλο. Εἶχαν γίνει πνευματικοὶ μαγνῆτες καὶ σκόρπιζαν τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ στὴν κοινωνία τους. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ὁμολογία. 

               ν κατακλείδι, εὔχομαι μὲ τὶς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων Πάντων, ὁ Κύριος νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ τοὺς μιμηθοῦμε. Ἡ μίμηση εἶναι ἡ πραγματικὴ τιμὴ ποὺ μποροῦμε νὰ τοὺς προσφέρουμε. Ἂν τοὺς τιμήσουμε, θὰ λάβουμε κὶ ἑμεῖς τιμή· τὴν ὕψιστη τιμὴ νὰ μετάσχουμε τῆς Ἀναστάσεως!

Χρόνια πολλὰ καὶ εὐλογημένα σὲ ὅλους!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 9 Ιουνίου 2023

ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ Ο,ΤΙ ΔΥΝΑΜΕΘΑ ΓΙΑ ΝΑ ΑΥΞΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΦΩΣ ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΘΑ ΦΕΥΓΕΙ (Όσιος Ιερώνυμος ο Ησυχαστής της Αίγινας, ο Καππαδόκης)

Η πνευματική ζωή είναι τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών. Μόνον που, διά να την γνωρίσει κανείς, πρέπει ν’ αγωνισθεί πολύ, να σκάψει βαθιά μέσα του. Να κλείνεσθε μίαν ώραν την ημέρα στο δωμάτιό σας και να σκέπτεσθε τον Χριστόν και τον προορισμόν σας. Η ησυχία είναι απαραίτητη διά την ψυχικήν καλλιέργειαν του ανθρώπου. Τον αέρα που φυσά έξω δεν μπορείς να τον σταματήσεις. Μπορείς όμως να κλείσεις την πόρτα. Ασφαλίστε την πόρτα της ψυχής σας και μένετε στην ησυχία, διά να μην σας παρασύρει το ρεύμα.

Άλλοι ζουν εις την έρημον και παλεύουν με τα πάθη των και, ενώ χρόνια είναι μοναχοί, εις την καρδία των δεν κατάφεραν τίποτα. Και άλλοι είναι μέσα εις τον κόσμον και έχουν την έρημον μεταφέρει μέσα των!

Δόξα τω Θεώ, υπάρχουν ακόμη λαϊκοί και κληρικοί που Τον ευαρεστούν. Ο Θεός να τους διατηρεί… Σκότος υπάρχει και σήμερα, όπως παντού και πάντοτε. Το φως όμως διαλύει το σκότος. Και τώρα έχουμε σκότος, αλλά το δυνατό και πολύ φως το κάνει να μη φαίνεται. Έτσι και μέσα μας υπάρχει και το σκότος και το φως. Να κάνουμε ο,τι δυνάμεθα για να αυξήσουμε το φως και τότε το σκότος θα φεύγει. Πλέουμε μέσα στο έλεος του Θεού, στην χάριν της Εκκλησίας Του. Μόνο από μας εξαρτάται, δηλ. από την θέλησή μας, το να φέρουμε φως στην ψυχή μας. Ο Θεός πλουσιοπάροχα μας το χορηγεί. Κλαίω, όταν σκέπτομαι την στοργήν του Θεού.

Αγάπησε πολύ τον Χριστόν μας. Αγάπα και τους ανθρώπους, αλλά με προσοχή, ώστε ή αγάπη αύτη να μη θίξει, να μη λιγοστεύει την αγάπη σου προς τον Θεόν. Είναι όμορφη η πνευματική ζωή. Όταν λίγο την γευθείς, θα σ’ αρέσει πολύ και τότε δεν βρίσκεις ευχαρίστηση σε άλλα, όπως πριν. Να έχετε χαρά. Η χαρά και η λύπη ας σας είναι φιλοξενούμενες, όχι όμως η απελπισία. Της απελπισίας να της κλείνετε την πόρτα! Ο Χριστιανός δεν πρέπει, ούτε δειλός να είναι, ούτε απελπισία να έχει.

Ποτέ, το τονίζω, να μη δεχθείς απελπισίαν και δια τίποτε. Και εις τους λογισμούς που από τον πειρασμόν έρχονται, να λέγεις: «Και στην κόλασιν να πάω, σε καλύτερη θέση από σένα θα είμαι! Δεν φοβάμαι, διότι εγώ δύναμαι να μετανοήσω και ο Θεός είναι όλος Αγάπη. Ποτέ, και δια τίποτα απελπισία».

Μη δέχεσαι θλίψεις. Μη σκέπτεσαι με λύπην και βαρύνεις τον νουν σου.
Να λέγεις μόνον: Χριστέ μου, σε παρακαλώ, μη με εγκαταλείψεις, ό,τι και να σου συμβεί, μη λυπηθείς πολύ, μόνον αυτό να λέγεις: Χριστέ μου, Συ μη με εγκαταλείψεις. Και να ’χεις ηρεμία, γαλήνη εις την ψυχήν σου…

Δεν υπάρχει αμαρτία ασυγχώρητη από τον Θεό. Η ευσπλαχνία και το έλεός Του είναι άβυσσος. Η υπερηφάνεια και η απελπισία είναι από τον διάβολον. Γιατί να απελπισθείς, αφού υπάρχει Θεός μακρόθυμος; Και άνθρωπο να σκοτώσεις μην απελπίζεσαι. Πες τώρα έγινε, δεν διορθώνεται. Εσύ Θεέ μου, συγχώρεσέ με. Τον νουν σου να έχεις εις τον Άδην, αλλά απελπισία ποτέ να μην κυριεύσει την ψυχήν σου. 

Σε κάθε προσευχήν πρέπει να έχετε ένα κόμπο δάκρυ. Και όταν σας έλθει κατάνυξη, μη το λέτε πουθενά γιατί είναι θείον δώρον μήπως και το χάσετε!

Τον νουν σου κανείς δεν εξουσιάζει, τον νουν κανείς δεν τον βλέπει! Και να γνωρίζεις ότι από τας μεγαλυτέρας γοεράς βοάς, έχουν μεγαλυτέραν αξίαν οι εκ καρδίας αλάλητοι στεναγμοί, αι ‘’ένδον βοαί’’! ‘’Κράζε κραυγήν ασίγητον’’ είτε κοιμάσαι, είτε τρώγεις, είτε εργάζεσαι, είτε περπατεις’’. Και να γνωρίζεις ότι ούτε βάσανος, ούτε μάστιγα άλλη υπάρχει κατά των δαιμόνων, ως η γνησία προσευχή, η εκ καρδίας.
Δεν χρειάζεται να σου διδάξω και τον τρόπο, πώς δηλ. να προσεύχεσαι. Αρκεί να έχεις προθυμίαν, ζήλον, έρωτα δια προσευχήν και τα λόγια έρχονται μόνα τους.
Να κρούεις με υπομονή την θύραν του ελέους του Κυρίου μας με στεναγμούς αλαλήτους και δάκρυα.