† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ προσευχῆς

 

ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΟΓΔΟΟΣ

Περὶ προσευχῆς

(Διὰ τὴν ἱερὰν προσευχήν, τὴν μητέρα τῶν ἀρετῶν,
καὶ διὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ παρίσταταί τις
εἰς αὐτὴν νοερῶς καὶ σωματικῶς)

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ὡς πρὸς τὴν ποιότητά της, εἶναι συνουσία καὶ ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεόν (1), καὶ ὡς πρὸς τὴν ἐνέργειά της, σύστασις καὶ διατήρησις τοῦ κόσμου, συμφιλίωσις μὲ τὸν Θεόν, μητέρα τῶν δακρύων, καθὼς ἐπίσης καὶ θυγατέρα, συγχώρησις τῶν ἁμαρτημάτων, γέφυρα ποὺ σῴζει ἀπὸ τοὺς πειρασμούς, τοῖχος ποὺ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὶς θλίψεις, συντριβὴ τῶν πολέμων, ἔργο τῶν Ἀγγέλων, τροφὴ ὅλων τῶν ἀσωμάτων, ἡ μελλοντικὴ εὐφροσύνη, ἐργασία ποὺ δὲν τελειώνει, πηγὴ τῶν ἀρετῶν, πρόξενος τῶν χαρισμάτων, ἀφανὴς πρόοδος, τροφὴ τῆς ψυχῆς, φωτισμὸς τοῦ νοῦ, πέλεκυς ποὺ κτυπᾶ τὴν ἀπόγνωσι, ἀπόδειξις τῆς ἐλπίδος, διάλυσις τῆς λύπης, πλοῦτος τῶν μοναχῶν, θησαυρὸς τῶν ἡσυχαστῶν, μείωσις τοῦ θυμοῦ, καθρέπτης τῆς πνευματικῆς προόδου, φανέρωσις τῶν μέτρων, δήλωσις τῆς πνευματικῆς καταστάσεως, ἀποκάλυψις τῶν μελλοντικῶν πραγμάτων, σημάδι τῆς πνευματικῆς δόξης ποὺ ἔχει κανείς. Ἡ προσευχὴ εἶναι γι᾿ αὐτὸν ποὺ προσεύχεται πραγματικὰ δικαστήριο καὶ κριτήριο καὶ βῆμα τοῦ Κυρίου, πρὶν ἀπὸ τὸ μελλοντικὸ βῆμα.

2. Ἂς ἐγερθοῦμε καὶ ἂς ἀκούσωμε τὴν ἱερὴ αὐτὴ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν νὰ φωνάζη μὲ ὑψωμένη τὴν φωνὴ καὶ νὰ μᾶς λέγη: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν -καὶ ἴασιν ταῖς πληγαῖς ὑμῶν- ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς – καὶ πταισμάτων μεγάλων ἰαματικὸς – ὑπάρχει» (πρβλ. Ματθ. ια´ 28-30).

3. Ὅσοι πηγαίνομε νὰ παρασταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως καὶ Θεοῦ καὶ νὰ συνομιλήσωμε μαζί Του, ἂς μὴ προχωροῦμε χωρὶς τὴν κατάλληλη προετοιμασία. Διότι ὑπάρχει φόβος, ἐὰν μᾶς ἰδῆ ἀπὸ μακρυὰ νὰ μὴν ἔχωμε τὰ ὅπλα καὶ τὴν στολὴ ποὺ ἁρμόζουν γιὰ τὴν παρουσίαση ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως, νὰ διατάξη τοὺς ὑπηρέτας καὶ λειτουργούς Του νὰ μᾶς δέσουν καὶ νὰ μᾶς ἐξορίσουν μακρυὰ ἀπὸ τὸ πρόσωπό Του, καὶ τὶς δεήσεις μας νὰ τὶς σχίσουν καὶ νὰ τὶς πετοῦν στὸ πρόσωπό μας.

4. Ὅταν ξεκινᾶς νὰ σταθῆς ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ἂς εἶναι ὁ χιτὼν τῆς ψυχῆς σου ὑφασμένος ἐξ ὁλοκλήρου μὲ τὸ νῆμα ἢ μᾶλλον μὲ τὸ λῆμμα τῆς ἀμνησικακίας. Εἰδεμὴ τίποτε δὲν πρόκειται νὰ ὠφεληθῆς ἀπὸ τὴν προσευχή. Ὅλο τὸ ὕφος καὶ τὸ λεκτικὸ τῆς προσευχῆς σου ἂς εἶναι ἀνεπιτήδευτο, διότι ὁ τελώνης καὶ ὁ ἄσωτος μὲ ἕναν μόνο λόγο συμφιλιώθηκαν μὲ τὸν Θεόν.

5. Μία εἶναι ἐξωτερικῶς ἡ στάσις στὴν προσευχή, ἀλλὰ παρουσιάζει ἐσωτερικῶς πολλὲς ποικιλίες καὶ διαφορές. Ἄλλοι συνομιλοῦν μαζί Του σὰν μὲ φίλο καὶ κύριό τους, καὶ Τοῦ προσφέρουν τὸν ὕμνο καὶ τὴν ἱκεσία χάριν τῶν ἄλλων καὶ ὄχι τοῦ ἑαυτοῦ τους. Ἄλλοι ζητοῦν πλοῦτο καὶ δόξα καὶ περισσοτέρα παρρησία. Ἄλλοι παρακαλοῦν νὰ ἀπαλλαγοῦν τελείως ἀπὸ τὸν ἐχθρό τους. Μερικοὶ ἱκετεύουν νὰ τοὺς δοθῇ κάποια τιμή, καὶ μερικοὶ γιὰ τὴν τελεία ἐξάλειψι τοῦ χρέους τους. Ἄλλοι ζητοῦν ἀπελευθέρωσι ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν, καὶ ἄλλοι συγχώρησι τῶν ἀνομημάτων τους.

6. Πρὶν ἀπ᾿ ὅλα ἂς βάλωμε στὸν κατάλογο τῆς δεήσεώς μας τὴν εἰλικρινῆ εὐχαριστία. Στὴν δεύτερη σειρά, τὴν ἐξομολόγησι τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ τὴν συντριβὴ τῆς ψυχῆς μας μὲ συναίσθησι. Καὶ ἐν συνεχείᾳ ἂς ἀναφέρωμε τὰ αἰτήματά μας πρὸς τὸν Παμβασιλέα. Ὁ τρόπος αὐτὸς τῆς προσευχῆς εἶναι ἄριστος, ὅπως ἀπεκαλύφθη σὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς ἀπὸ Ἄγγελον τοῦ Κυρίου.

7. Ἐὰν κάποτε ἐστάθηκες ὡς ὑπόδικος ἐμπρὸς σὲ ἐπίγειο δικαστή, δὲν χρειάζεσαι ἄλλο ὑπόδειγμα γιὰ τὴν παράστασι στὴν προσευχή σου. Ἐὰν δὲ δὲν ἐστάθηκες ἀκόμη, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἄλλους εἶδες νὰ δικάζωνται, τουλάχιστον ἂς τὸ διδαχθῆς αὐτὸ ἀπὸ τὶς ἱκεσίες τῶν ἀσθενῶν πρὸς τοὺς ἰατρούς, ὅταν πρόκειται νὰ χειρουργηθοῦν ἢ νὰ καυτηριασθοῦν.

8. Μὴν ἐπιτηδεύεσαι τὰ λόγια τῆς προσευχῆς σου. Διότι πολλὲς φορὲς τὰ ἁπλὰ καὶ ἀνεπιτήδευτα ψελλίσματα τῶν μικρῶν παιδιῶν εὐχαρίστησαν καὶ ἱκανοποίησαν τὸν οὐράνιο Πατέρα τους.

9. Μὴ ζητῇς νὰ λέγῃς πολλὰ στὴν προσευχή σου, γιὰ νὰ μὴ διασκορπισθῇ ὁ νοῦς σου, ἀναζητώντας λόγια. Ἕνας λόγος πίστεως ἔσωσε τὸν λῃστή. Ἡ πολυλογία στὴν προσευχὴ πολλὲς φορὲς ἐδημιούργησε στὸ νοῦ φαντασίες καὶ διάχυσι, ἐνῷ ἀντιθέτως ἡ μονολογία συγκεντρώνει τὸν νοῦ.

10. Ὅταν αἰσθάνεσαι γλυκύτητα ἢ κατάνυξι σὲ κάποιο λόγο τῆς προσευχῆς σου, σταμάτησε σ᾿ αὐτόν, διότι τότε συμπροσεύχεται μαζί μας ὁ φύλαξ Ἄγγελός μας.

11. Μὴ προσεύχεσαι μὲ παρρησία, ἔστω καὶ ἐὰν διαθέτης καθαρότητα. Ἀντιθέτως πλησίασε μὲ πολλὴ ταπεινοφροσύνη, καὶ ἔτσι θὰ ἀποκτήσῃς περισσοτέρα παρρησία.

12. Καὶ ἂν ἀκόμη ἔχης ἀνεβῆ ὅλη τὴν κλίμακα τῶν ἀρετῶν, καὶ τότε πάλι νὰ προσεύχεσαι ὑπὲρ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν σου, ἀκούοντας τὸν Παῦλο νὰ βοᾷ: «Ἁμαρτωλῶν πρῶτος εἰμὶ ἐγώ» (Α´ Τιμ. α´ 15).

13. Τὰ φαγητὰ τὰ ἀρτύουν μὲ τὸ λάδι καὶ τὸ ἁλάτι. Καὶ στὴν προσευχὴ δίνουν φτερὰ ἡ ζωὴ τῆς σωφροσύνης καὶ ἁγνότητος, καὶ τὰ δάκρυα.

14. Ἂν ἐνδυθῆς καλὰ τὴν πραότητα καὶ τὴν ἀοργησία, τότε δὲν θὰ κοπιάσης πολὺ νὰ ἐλευθερώσῃς τὸν νοῦ σου ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία.

15. Ἕως ὅτου ἀποκτήσωμε προσευχὴ ἐναργῆ, θὰ ὁμοιάζωμε μὲ ἐκείνους ποὺ γυμνάζουν στὶς ἀρχὲς τὰ νήπια πῶς νὰ βαδίζουν.

16. Νὰ πυκτεύης, ὥστε νὰ ἀνυψώνης ἢ μᾶλλον νὰ περικλείης τὴν σκέψι σου μέσα στὰ λόγια τῆς προσευχῆς. Καὶ ἐάν, λόγῳ τῆς νηπιακῆς σου πνευματικῆς καταστάσεως, ἀτονήσῃ καὶ ξεφύγη, συμμάζεψέ την πάλι. Διότι ἴδιον τοῦ νοῦ εἶναι τὸ ἄστατον, καὶ ἴδιον τοῦ Θεοῦ τὸ νὰ μπορῆ ὅλα νὰ τὰ σταθεροποιῆ.

17. Ἂν ἀγωνίζεσαι συνεχῶς καὶ ἀποφασιστικῶς, τότε θὰ σὲ ἐπισκεφθῇ καὶ ἐσένα Ἐκεῖνος ποὺ θέτει ὅρια στὴν θάλασσα τοῦ νοῦ καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς σου θὰ τῆς εἰπῆ: «Μέχρι τούτου ἐλεύση, καὶ οὐχ ὑπερβήσῃ» (Ἰὼβ λη´ 11).

18. Εἶναι ἀδύνατο νὰ δεσμεύσῃ κάποιος ἕνα πνεῦμα, (ὅπως τὸν νοῦ). Ὅπου ὅμως παρουσιασθῇ ὁ Κτίστης τοῦ πνεύματος, τὰ πάντα ὑποτάσσονται.

19. Ἐὰν κάποτε ἀντίκρυσες καθαρὰ τὸν Ἥλιο, (δηλαδὴ τὸν Χριστόν), τότε θὰ κατορθώσῃς καὶ νὰ συνομιλήσῃς μαζί Του ὅπως πρέπει. Εἰδεμή, πῶς μπορεῖς νὰ συνομιλῆς πραγματικὰ μὲ κάποιον ποὺ δὲν τὸν ἔχεις ἰδεῖ;

20. Ἀρχὴ τῆς προσευχῆς εἶναι τὸ νὰ διώκωνται οἱ ἐχθρικὲς προσβολὲς στὴν ἀρχή τους, μὲ ἕνα ἀποφασιστικὸ λόγο. Μέσον, τὸ νὰ παραμένη ὁ νοῦς στὰ λόγια καὶ στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Καὶ τέλος, τὸ νὰ ἁρπαγῇ ὁ νοῦς πρὸς τὸν Κύριον.

21. Ἄλλη εἶναι ἡ ἀγαλλίασις ποὺ δοκιμάζουν στὴν προσευχή τους οἱ κοινοβιάτες, καὶ ἄλλη οἱ ἡσυχασταί. Διότι ἡ πρώτη ἴσως νὰ ἐπηρεάζεται κάπως ἀπὸ τὴν κενοδοξία, ἐνῷ ἡ δευτέρα εἶναι γεμάτη ἀπὸ ταπεινοφροσύνη.

22. Ἐὰν γυμνάζης πάντοτε τὸν νοῦ σου νὰ μὴ φεύγη μακρυά, τότε καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς τραπέζης θὰ εὑρίσκεται κοντά σου. Ἐὰν ὅμως συνηθίζη νὰ περιπλανᾶται ἐλεύθερα, ποτὲ δὲν θὰ κατορθωθῇ νὰ παραμένη πλησίον σου.

23. Ὁ μεγάλος ἐργάτης τῆς μεγάλης καὶ τελείας προσευχῆς (δηλαδὴ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος), λέγει: «Θέλω εἰπεῖν πέντε λόγους τῷ νοΐ μου» κ. τ. λ. (Α´ Κορ. ιδ´ 19), πράγμα ποὺ εἶναι ξένο γιὰ τοὺς νηπίους καὶ ἀρχαρίους. Γι᾿ αὐτὸ ἐμεῖς σὰν ἀτελεῖς, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ποιότητα, ἔχομε ἀνάγκη καὶ ἀπὸ τὴν ποσότητα τῆς προσευχῆς. Τὸ δεύτερο ἄλλωστε εἶναι πρόξενο τοῦ πρώτου. «Ὁ Θεὸς -λέγει ἡ Γραφή- δίνει προσευχὴ καθαρὴ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ προσεύχεται, ἔστω καὶ ρυπαρά, ἀλλὰ χωρὶς νὰ ὑπολογίζη κόπο καὶ πόνο» (πρβλ. Α´ Βάσ. β´ 9).

24. Ἄλλο πράγμα εἶναι ὁ ρύπος τῆς προσευχῆς καὶ ἄλλο ὁ ἀφανισμὸς καὶ ἄλλο ἡ κλοπὴ καὶ ἄλλο ὁ μῶμος. Ὁ ρύπος εἶναι τὸ νὰ ἵστασαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἔχης αἰσχρὲς σκέψεις. Ὁ ἀφανισμὸς εἶναι τὸ νὰ αἰχμαλωτίζεται ὁ νοῦς σου ἀπὸ μάταιες φροντίδες καὶ μέριμνες. Ἡ κλοπὴ εἶναι τὸ νὰ πέφτη ἡ σκέψις ἀνεπαίσθητα σὲ ρεμβασμούς. Καὶ μῶμος εἶναι ὁ οἱοσδήποτε πειρασμὸς ποὺ ἔρχεται νὰ μᾶς θίξη τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς.

25. Ὅταν δὲν εἴμαστε μόνοι μας κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς τότε ἂς λαμβάνωμε μόνο ἐσωτερικὰ τὴν ἁρμόζουσα ἱκετευτικὴ στάσι. Ὅταν ὅμως ἀπουσιάζουν ἐκεῖνοι ποὺ θὰ μᾶς ἐπαινοῦσαν, τότε ἂς συμμορφώσουμε ἀναλόγως καὶ τὴν ἐξωτερική μας στάσι. Διότι στοὺς ἀτελεῖς πολλὲς φορὲς ὁ νοῦς συμμορφώνεται πρὸς τὴν στάσι τοῦ σώματος.

26. Ὅλοι βέβαια, ἀλλὰ περισσότερο ἐκεῖνοι ποὺ πηγαίνουν στὸν βασιλέα γιὰ νὰ ζητήσουν ἄφεσι τοῦ χρέους των, ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ ἀπερίγραπτη συντριβή.

27. Ἐὰν ἀκόμη εὑρισκώμαστε στὸ δεσμωτήριο, ἂς ἀκούσωμε τὰ λόγια τοῦ Ἀγγέλου πρὸς τὸν Πέτρο: «Ζώσου τὴν ποδιὰ τῆς ὑπακοῆς, βγάλε ἀπὸ πάνω σου τὰ θελήματά σου, καὶ ἔτσι γυμνὸς πλησίασε καὶ προσευχήσου στὸν Κύριον, ζητώντας τὸ ἰδικό Του μόνο θέλημα» (πρβλ. Πράξ. ιβ´ 8), καὶ θὰ ἀποκτήσῃς τότε τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος θὰ κρατᾶ τὸ τιμόνι τῆς ψυχῆς σου καὶ θὰ σὲ κυβερνᾶ ἀκίνδυνα.

28. Ἀφοῦ ἐγερθῆς ἀπὸ τὴν φιλοκοσμία καὶ τὴν φιληδονία, πέταξε ἀπὸ πάνω σου τὶς μέριμνες, βγάλε ἀπὸ πάνω σου τὶς σκέψεις, ἀπαρνήσου τὸ σῶμα, (καὶ τότε προσευχήσου). Διότι ἡ προσευχὴ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἀποξένωσις ἀπὸ ὅλον τὸν ὁρατὸ καὶ ἀόρατο κόσμο.

Θεέ μου, «τί γὰρ μοὶ ὑπάρχει ἐν τῷ οὐρανῷ»; Τίποτε! «Καὶ παρὰ σοῦ τί ἠθέλησα ἐπὶ τῆς γῆς»; (πρβλ. Ψαλμ. οβ´ 25). Τίποτε! Παρὰ μόνο τὸ νὰ προσκολλῶμαι πάντοτε σ᾿ Ἐσένα ἀπερίσπαστα μέσῳ τῆς προσευχῆς. Μερικοὶ ζοῦν μὲ τὴν ἐπιθυμία τοῦ πλούτου, ἄλλοι μὲ τῆς δόξης καὶ ἄλλοι μὲ κάποιου ἄλλου κτίσματος. «Ἐμοὶ δὲ τὸ προσκολλάσθαι τῷ Θεῷ ἐπιθυμητόν ἐστι, τίθεσθαι ἐν αὐτῷ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀπαθείας μου» (πρβλ. Ψαλμ. οβ´ 28).

29. Ἡ πίστις ἔδωσε φτερὰ στὴν προσευχή. Χωρὶς αὐτὴν ἡ προσευχὴ δὲν μπορεῖ νὰ πετάξη στὸν οὐρανό.

30. Ὅσοι εἴμαστε ἐμπαθεῖς ἂς παρακαλέσωμε γι᾿ αὐτὸ μὲ ἐπιμονὴ τὸν Κύριον, διότι ὅλοι οἱ ἀπαθεῖς ἀπὸ τὴν ἐμπάθεια προχώρησαν καὶ ἔφθασαν στὴν ἀπάθεια.

31. Παρ᾿ ὅλον ὅτι σὰν Θεὸς ποὺ εἶναι δὲν φοβεῖται τὸν Θεὸ ὁ «Κριτής» (πρβλ. Λουκ. ιη´ 2), ἐν τούτοις ὅμως, ἐπειδὴ τὸν ἐνοχλεῖ ἡ χήρα, ἡ ψυχὴ δηλαδὴ ποὺ ἐχήρευσε ἀπὸ Αὐτὸν μὲ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς πτώσεις της, θὰ ἐκδικηθῇ καὶ θὰ τὴν σώσῃ ἀπὸ τὸν ἀντίδικό της, ἀπὸ τὸ σῶμα δηλαδὴ καὶ ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της δαίμονας.

32. Ὁ Θεός, ὁ καλός μας οἰκονόμος, τοὺς εὐγνώμονες τοὺς ἐφελκύει στὴν ἀγάπη Του μὲ τὴν σύντομη ἐκπλήρωσι τοῦ αἰτήματός των. Ἐνῷ τὶς ἀχάριστες καὶ ὅμοιες μὲ τοὺς σκύλους ψυχὲς τὶς ἀναγκάζει νὰ κάθωνται πλησίον Του προσευχόμενες, πεινασμένες καὶ διψασμένες γιὰ τὸ αἴτημά τους. Διότι ὁ ἀγνώμων σκύλος, μόλις πάρη τὸ ψωμί, ἀπομακρύνεται ἀμέσως ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ τοῦ τὸ ἔδωσε.

33. Νὰ μὴ λέγης ὅτι, ἂν καὶ προσευχήθηκες πολὺν καιρό, δὲν κατώρθωσες τίποτε, διότι ἤδη κάτι σπουδαῖο κατώρθωσες. Τί, ἀλήθεια, ὑπάρχει ἀνώτερο ἀπὸ τὴν προσκόλλησι στὸν Κύριον καὶ ἀπὸ τὴν συνεχῆ παραμονὴ σ᾿ αὐτὴν τὴν ἕνωσι;

34. Δὲν φοβεῖται τόσο ὁ κατάδικος τὴν ἀπόφασι τῆς τιμωρίας του, ὅσο φοβεῖται ὁ ἐργάτης τῆς προσευχῆς τὴν στάσι του στὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Γι᾿ αὐτό, ἂν εἶναι σοφὸς καὶ ἔξυπνος, μὲ τὴν ἀνάμνησι αὐτῆς τῆς ὥρας θὰ μπορῆ νὰ ἀποστρέφεται κάθε λοιδορία καὶ ὀργὴ καὶ μέριμνα καὶ ἀσχολία καὶ θλίψι καὶ χορτασμὸ καὶ λογισμὸ καὶ πειρασμό.

35. Νὰ προετοιμάζεσαι μὲ τὴν ἀδιάλειπτο ἐσωτερικὴ προσευχὴ προκειμένου νὰ σταθῆς νὰ προσευχηθῆς, καὶ ἔτσι σύντομα θὰ προοδεύσης (στὴν προσευχή).

36. Εἶδα μερικοὺς νὰ λάμπουν στὴν ὑπακοή τους καὶ νὰ μὴν ἀμελοῦν, ὅσο τοὺς ἦταν δυνατό, τὴν νοερὰ μνήμη τοῦ Θεοῦ. Καὶ μόλις ἐστάθηκαν στὴν προσευχή, ἐκυριάρχησαν σύντομα στὸν νοῦ τους, αὐτοσυγκεντρώθηκαν καὶ ἔχυναν κρουνηδὸν τὰ δάκρυα. Καὶ τοῦτο, διότι ἦταν προετοιμασμένοι ἀπὸ τὴν ὁσία ὑπακοή.

37. Στὴν ψαλμῳδία ποὺ γίνεται μὲ πολλοὺς ἀκολουθοῦν αἰχμαλωσίες καὶ ρεμβασμοί. Στὴν κατὰ μόνας ὅμως προσευχὴ δὲν παρατηροῦνται αὐτά. Ἀλλὰ αὐτὴν τὴν πολεμεῖ ἡ ἀκηδία, ἐνῷ τὴν πρώτη τὴν βοηθεῖ ἡ προθυμία.

38. Τὴν ἀγάπη τοῦ στρατιώτου πρὸς τὸν βασιλέα τὴν ἔδειξε ἡ ὥρα τοῦ πολέμου. Καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ μοναχοῦ πρὸς τὸν Θεὸν τὴν ἐδοκίμασε ὁ καιρὸς καὶ ὁ τρόπος τῆς προσευχῆς. Τὴν πνευματική σου κατάστασι θὰ σοῦ τὴν φανερώσῃ ἡ προσευχή σου. Οἱ θεολόγοι ἄλλωστε ἐχαρακτήρισαν τὴν προσευχὴ καθρέπτη τοῦ μοναχοῦ.

39. Ἐκεῖνος ποὺ ἀσχολεῖται μὲ κάτι καὶ τὸ συνεχίζει, ἐνῷ ἐσήμανε ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς, αὐτὸς ἐμπαίζεται ἀπὸ τοὺς δαίμονας. Διότι αὐτὸ ἐπιδιώκουν οἱ κλέπτες, ὥρα μὲ τὴν ὥρα νὰ κλέβουν τὸν χρόνο τῆς προσευχῆς μας.

40. Μὴν ἀρνῆσαι νὰ προσεύχεσαι γιὰ κάποια ψυχὴ (ποὺ σοῦ τὸ ἐζήτησε), ἔστω καὶ ἂν δὲν διαθέτης καρποφόρο προσευχή. Διότι ἡ πίστις ἐκείνου ποὺ ἐζήτησε τὴν προσευχή, ἔσωσε πολλὲς φορὲς κι ἐκεῖνον ποὺ προσευχήθηκε καὶ μάλιστα μὲ συντριβὴ καρδίας. Μὴν ὑπερηφανεύεσαι, ἐὰν προσεύχεσαι γιὰ ἄλλους καὶ εἰσακούεσαι, διότι ἡ πίστις αὐτῶν ἐνήργησε, ὥστε νὰ εἰσακουσθῇ ἡ προσευχή σου.

41. Κάθε μαθητὴς θὰ ἐξετάζεται ἀπὸ τὸν διδάσκαλό του καθημερινὰ στὰ μαθήματα ποὺ ἐδιδάχθη. Καὶ ἀπὸ κάθε νοῦ θὰ ζητηθῇ, καὶ δικαίως, νὰ παρουσιάση σὲ κάθε προσευχή του τὴν δύναμι ἐκείνη ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεόν. Γι᾿ αὐτὸ ἂς προσέχωμε.

42. Ὅταν προσευχηθῆς μὲ προσοχὴ καὶ ἐπιμέλεια, τότε σύντομα θὰ πολεμηθῆς ἀπὸ τὸ πάθος τῆς ὀργῆς, διότι ἔτσι εἶναι τὸ σχέδιο τῶν δαιμόνων. Κάθε ἀρετή, πρὸ πάντων ὅμως τὴν προσευχή, ἂς τὴν ἐργαζώμεθα πάντοτε μὲ πολλὴ συναίσθησι. Καὶ ἡ ψυχὴ τότε προσεύχεται μὲ συναίσθησι, ὅταν ὑπερνικήσῃ τὸν θυμό.

43. Ὅσα ἀποκτοῦμε μὲ πολλὲς ἱκεσίες καὶ σὲ πολὺ χρόνο, αὐτὰ εἶναι μόνιμα. Ὅποιος ἀπέκτησε μέσα του τὸν Κύριον, δὲν ρυθμίζει πλέον ὁ ἴδιος τὰ λόγια καὶ τὸ σχέδιο τῆς προσευχῆς, διότι τότε «τὸ πνεῦμα ἐντυγχάνει ὑπὲρ αὐτοῦ στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. η´ 26).

44. Νὰ μὴ δεχθῆς στὴν προσευχή σου καμμία αἰσθητὴ εἰκόνα καὶ φαντασία γιὰ νὰ μὴ (πλανηθῆς καί) παραφρονήσῃς.

45. Γιὰ κάθε αἴτημα ἡ πληροφορία ἐμφανίζεται στὴν προσευχή. Πληροφορία εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν ἀμφιβολία. Πληροφορία εἶναι ἡ βεβαία καὶ ἀσφαλὴς φανέρωσις ἑνὸς ἀγνώστου πράγματος.

46. Νὰ γίνεσαι ὑπερβολικὰ ἐλεήμων καὶ συμπονετικός, σὺ ποὺ καλλιεργεῖς τὴν προσευχή. Διότι μὲ τὴν ἐλεημοσύνη οἱ μοναχοὶ «ἑκατονταπλασίονα λήψονται» στὴν παροῦσα ζωή. Καὶ τὸ ἑπόμενο τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, (δηλαδὴ τὸ «ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσουσι), (Ματθ. ιθ´ 29), θὰ τὸ ἀπολαύσουν στὸν μέλλοντα αἰώνα.

47. Ἦλθε τὸ πῦρ (τοῦ θείου πόθου) μέσα στὴν καρδιὰ καὶ ἀνέστησε τὴν προσευχή. Ἀφοῦ δὲ ἡ προσευχὴ ἀνεστήθη καὶ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς, ἔγινε στὸ ἀνώγειο τῆς ψυχῆς ἡ κάθοδος τοῦ πυρὸς (τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).

48. Μερικοὶ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι ἀνωτέρα ἀπὸ τὴν μνήμη τοῦ θανάτου. Ἐγὼ ὅμως γνωρίζω νὰ ἀνυμνῶ ἐξ ἴσου τὶς δυὸ οὐσίες τῆς μιᾶς ὑποστάσεως.

49. Ὁ ἱκανὸς ἵππος συνήθως, καθὼς ἀρχίζει νὰ τρέχη, θερμαίνεται καὶ προχωρώντας αὐξάνει τὴν ταχύτητα τοῦ δρόμου του. Ὡς δρόμο ἐννοῶ τὴν ὑμνῳδία καὶ ὡς ἵππο τὸν ἀνδρεῖο νοῦ, ὁ ὁποῖος «πόρρωθεν ὀσφραίνεται πολέμου» (Ἰὼβ λθ´ 25) καὶ προετοιμάζεται γιὰ τὴν μάχη καὶ πάντοτε δείχνεται ἀνίκητος.

50. Εἶναι βαρὺ νὰ ἁρπάξης τὸ νερὸ ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ διψασμένου. Βαρύτερο ὅμως εἶναι νὰ διακόψης μία ψυχὴ ποὺ προσεύχεται μὲ κατάνυξι ἀπὸ τὴν πολυπόθητη αὐτὴ προσευχή της πρὶν τὴν τελειώσῃ.

51. Μὴν ἀναχωρήσῃς ἀπὸ τὴν προσευχή σου, πρὶν ἰδῆς νὰ σταματοῦν, σύμφωνα μὲ τὴν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ, τὸ πῦρ (τῆς χάριτος) καὶ τὸ ὕδωρ (τῶν δακρύων). Διότι ἴσως νὰ μὴ σοῦ δοθῇ πάλι σὲ ὁλόκληρη τὴν ζωή σου τέτοια εὐκαιρία γιὰ τὴν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν σου. Ἐκεῖνος ποὺ ἐγεύθηκε τὴν χάρι τῆς προσευχῆς, συνέβη ὥστε πολλὲς φορὲς ἀπὸ ἕναν (ἀπρόσεκτο) λόγο ποὺ εἶπε νὰ μολύνη τὸν νοῦ του, καὶ ἔτσι μόλις στάθηκε στὴν προσευχὴ δὲν εὑρῆκε τὸ ποθούμενο ὅπως συνήθως.

52. Ἄλλο εἶναι νὰ ἐπισκοπῇς (νὰ ἐποπτεύῃς δηλαδή) συχνὰ τὴν καρδιά σου καὶ ἄλλο τὸ νὰ ἐπισκοπεύσῃς (νὰ κάνῃς δηλαδὴ χρέος ἐπισκόπου) σ᾿ αὐτήν. Στὴν πρώτη περίπτωσι ὁ νοῦς ὁμοιάζει μὲ ἄρχοντα, ἐνῷ στὴν δευτέρα μὲ ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος προσφέρει στὸν Χριστὸν λογικὲς θυσίες (2). Καὶ ὅπως λέγει κάποιος ποὺ ἔλαβε τὴν προσωνυμία τοῦ θεολόγου (3), τὸ Ἅγιον καὶ Ὑπερουράνιον πῦρ (δηλαδὴ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα), τοὺς πρώτους τοὺς ἐπισκέπτεται ὡς φλόγα καὶ τοὺς καταφλέγει, διότι ἔχουν ἀκόμη ἀνάγκη καθάρσεως, ἐνῷ τοὺς δευτέρους ὡς φῶς καὶ τοὺς φωτίζει, διότι ἔφθασαν στὰ μέτρα τῆς τελειότητος.

Τὸ ἴδιο δηλαδὴ Ἅγιον Πνεῦμα ὀνομάζεται καὶ «πῦρ καταναλίσκον» (Ἑβρ. ιβ´ 29) καὶ «φῶς φωτίζον» (πρβλ. Β´ Κορ. δ´ 6). Γι᾿ αὐτὸ καὶ μερικοὶ ὅταν ἐξέρχωνται ἀπὸ τὴν προσευχή, εἶναι σὰν νὰ ἐξέρχωνται ἀπὸ φλογισμένο καμίνι, αἰσθανόμενοι συγχρόνως μία ἐλάφρωσι καὶ ἕνα καθαρισμὸ ἀπὸ τὸν ρύπο καὶ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἄλλοι πάλι αἰσθάνονται σὰν νὰ ἐφωτίσθηκαν μὲ φῶς καὶ σὰν νὰ ἐφόρεσαν τὴν διπλοΐδα τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς ἀγαλλιάσεως. Ὅσοι ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν προσευχή τους χωρὶς νὰ αἰσθάνονται καμμία ἀπὸ τὶς δυὸ αὐτὲς ἐνέργειες, αὐτοὶ προσεύχονται ὄχι πνευματικά, ἀλλὰ σωματικά, γιὰ νὰ μὴν εἰπῶ ἰουδαϊκά. Διότι, ἐὰν ἕνα ἀνθρώπινο σῶμα ποὺ ἐγγίζει σὲ ἄλλο ὑφίσταται κάποια ἐπίδρασι καὶ ἀλλοίωσι, πῶς δὲν θὰ δοκιμάση ἐπίδρασι καὶ ἀλλοίωσι ἐκεῖνος ποὺ μὲ καθαρὰ χέρια ἐγγίζει (διὰ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς θεωρίας) τὸ «σῶμα» τοῦ Θεοῦ;

53. Ὁ πανάγαθος Βασιλεύς μας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ ἐπίγειος βασιλεύς, προσφέρει τὰ δῶρα του στοὺς στρατιῶτες του ἄλλοτε ὁ ἴδιος, ἄλλοτε μὲ ἕναν φίλο του, ἄλλοτε μὲ ἕνα ὑπηρέτη του καὶ ἄλλοτε μὲ ἄγνωστο τρόπο. Ἀλλὰ καὶ ἀνάλογα μὲ τὸν χιτώνα τῆς ταπεινώσεως ποὺ ὁ καθένας φορεῖ.

54. Στὸν ἐπίγειο βασιλέα εἶναι ἀποκρουστικὸς ἐκεῖνος ποὺ παρίσταται ἐνώπιόν του καὶ ἐν συνεχείᾳ γυρίζει τὸ πρόσωπό του καὶ συζητεῖ μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ βασιλέως. Παρόμοια εἶναι ἀποκρουστικὸς στὸν Κύριον αὐτὸς πού, ἐνῷ προσεύχεται, δέχεται ἀκάθαρτους λογισμούς.

55. Ὅταν βλέπης τὸν κύνα νὰ ἔρχεται (γιὰ νὰ σὲ ἀποσπάση μὲ κάποια πρόφασι ἀπὸ τὴν προσευχή), κυνήγα τον μὲ τὸ ὅπλο. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ γαυγίζει μὲ ἀναίδεια, μὴν ὑποχωρῆς.

56. Νὰ αἰτῆς μὲ δάκρυα καὶ πένθος. Νὰ ζητῆς μὲ ὑπακοή. Νὰ κρούης μὲ μακροθυμία. Διότι «ὁ οὕτως αἰτῶν λαμβάνει, καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει, καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται» (Λουκ. ια´ 10). Πρόσεξε μήπως προσευχηθῆς χωρὶς τὴν ἀπαιτούμενη προσοχὴ γιὰ κάποια γυναίκα, καὶ σὲ κλέψῃ ἐκ δεξιῶν ὁ διάβολος.

57. (Ὅταν προσεύχεσαι), μὴ θέλης νὰ ἐξομολογῆσαι τὶς σαρκικὲς ἁμαρτίες σου λεπτομερῶς καὶ ὅπως ἀκριβῶς ἔγιναν, γιὰ νὰ μὴ γίνης σὺ ὁ ἴδιος ἐπίβουλος καὶ ἐπικίνδυνος στὸν ἑαυτό σου.

58. Ὁ καιρὸς τῆς προσευχῆς ἂς μὴ γίνη γιὰ σένα ὥρα ποὺ θὰ σκεφθῆς σπουδαῖα καὶ ἀναγκαῖα θέματα, ἔστω καὶ πνευματικά. Διαφορετικὰ ἄφησες καὶ σοῦ ἔκλεψαν τὸ πολυτιμότερο.

59. Ὅποιος κρατᾶ στὰ χέρια του τὸ ραβδὶ τῆς προσευχῆς, δὲ πρόκειται νὰ σκοντάψη. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη σκοντάψῃ, δὲ θὰ πέση ἐντελῶς. Διότι ἡ προσευχὴ εἶναι ἕνας εὐσεβῆς τύραννος τοῦ Θεοῦ. Τὴν ὠφέλεια ἐκ τῆς προσευχῆς μποροῦμε νὰ τὴν καταλάβουμε ἀπὸ τὰ ἐμπόδια ποὺ μᾶς φέρνουν οἱ δαίμονες κατὰ τὶς ὦρες τῶν Ἀκολουθιῶν. Τὸν δὲ καρπὸ τῆς προσευχῆς, ἀπὸ τὴν ἥττα τοῦ ἐχθροῦ, καθὼς τὸ λέγει καὶ ὁ Ψαλμῳδός: «Ἐν τούτῳ ἔγνων ὅτι τεθέληκάς με, ὅτι οὐ μὴ ἐπιχαρῆ ὁ ἐχθρός μου ἐπ᾿ ἐμέ» (Ψαλμ. μ´ 12) τὸν καιρὸ τοῦ πολέμου. Λέγει δὲ ἐπίσης: «Ἐκέκραξα ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου» (πρβλ. Ψαλμ. ριη´ 145), δηλαδὴ καὶ μὲ τὸ στόμα μου καὶ μὲ τὴν ψυχή μου καὶ μὲ τὸ πνεῦμα μου, διότι ὅπου εὑρίσκονται συγκεντρωμένοι οἱ δυὸ τελευταῖοι, (ἡ ψυχὴ καὶ τὸ πνεῦμα), ἐκεῖ ἀνάμεσά τους εὑρίσκεται καὶ ὁ Θεὸς (πρβλ. Ματθ. ιη´ 20).

60. Οὔτε τὰ σωματικὰ ἰδιώματα, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὰ πνευματικὰ εἶναι σὲ ὅλους ὅμοια. Καὶ γι᾿ αὐτὸ σὲ ἄλλους φαίνεται πιὸ κατάλληλος ἡ σύντομος ψαλμῳδία καὶ σὲ ἄλλους ἡ μακροτέρα. Καὶ οἱ πρῶτοι ἰσχυρίζονται ὅτι πολεμοῦν ἔτσι τὴν αἰχμαλωσία τοῦ νοῦ τους, ἐνῷ οἱ δεύτεροι τὴν ἀμάθειά τους.

61. Ἐὰν ἀδιάκοπα προσεύχεσαι στὸν Βασιλέα κατὰ τῶν ἐχθρῶν σου, ὁσάκις ἔρχωνται νὰ σὲ πειράξουν, ἔχε θάρρος καὶ δὲν πρόκειται νὰ κοπιάσης πολύ. Διότι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι θὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ κοντά σου σύντομα, ἐπειδὴ δὲν θέλουν οἱ ἀνόσιοι νὰ σὲ βλέπουν νὰ στεφανώνεσαι πολεμώντας ἐναντίον τους μὲ τὴν προσευχή. Ἐπὶ πλέον, θὰ φύγουν καὶ ἐπειδὴ τοὺς μαστιγώνει ἡ προσευχὴ σὰν φωτιά.

62. Δεῖξε ὅλη τὴν ἀνδρεία σου καὶ τὴν προθυμία σου (ὅταν προσεύχεσαι), καὶ θὰ ἔχης τὸν ἴδιον τὸν Θεὸν διδάσκαλο στὴν προσευχή σου.

63. Δὲν μποροῦμε νὰ διδαχθοῦμε τὸ πῶς νὰ βλέπωμε, διότι ἐκ φύσεως τὸ γνωρίζομε μόνοι μας. Παρόμοια δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίσωμε μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ ἄλλου τὸ κάλλος τῆς προσευχῆς. Διότι ἡ προσευχὴ ἔχει ὡς διδάσκαλό της τὸν Θεόν, «τὸν διδάσκοντα ἄνθρωπον γνῶσιν, καὶ διδόντα εὐχὴν τῷ εὐχομένῳ καὶ εὐλογοῦντα ἔτη δικαίων» (Ψαλμ. Ϟγ´ 10 - Α´ Βασ. β´ 9).

μήν.

----------

1. Ἡ ἔκφρασις «συνουσία καὶ ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεόν», δηλώνει ὅτι διὰ τῆς προσευχῆς ἐπιτυγχάνεται πραγματικὴ θεοκοινωνία, μέθεξις τοῦ θείου. Ὁ Θεὸς βέβαια εἶναι ἀμέθεκτος, ἀκοινώνητος, ἀναφὴς ὡς πρὸς τὴν ἄκτιστη φύσι Του, πλὴν ὅμως εἶναι μεθεκτός, κοινωνητός, ἀπτὸς ὡς πρὸς τὶς ἄκτιστες ἐνέργειές Του, ὡς πρὸς τὴν ἄκτιστη χάρι καὶ δόξα Του.

2. Ὁ νοῦς, ὅταν κυβερνᾶ καλῶς τὴν καρδία καὶ τὴν προστατεύη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ἐπιτελεῖ χρέη ἄρχοντος (βασιλικὸν ἦθος). Καὶ ὅταν διὰ τῆς προσευχῆς προσφέρη στὸν Χριστὸν καθαρὰ καὶ ἅγια καρδιακὰ κινήματα καὶ νοήματα, ἐπιτελεῖ χρέη ἀρχιερέως, ὁ δὲ ἄνθρωπος μεταβάλλεται σὲ ἔμψυχο θυσιαστήριο (ἱερατικὸν ἦθος). Ἐδῶ πίσω ἀπὸ τὴν βραχυλογία τῆς Κλίμακος κρύπτεται μέγα βάθος καὶ πλάτος θείων ἐννοιῶν καὶ μυστικῶν καταστάσεων -«φρέαρ βαθύ!».

3. Πρόκειται, ὅπως σημειώνουν καὶ οἱ σχολιασταί, γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2022

ΙΓ' ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ 2022 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 


ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στὸν πλούσιο νέο, ὁ ὁποῖος πλησίασε τὸν Χριστὸ ρωτῶντάς Τον: «Κύριε, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;». Ἡ ἀπάντηση ἦταν σαφής: «Γνωρίζεις τὶς ἐντολές. Φρόντισε νὰ τὶς κάνεις πράξη στὴ ζωή σου». Ὡστόσο, ὁ νέος δὲν εὐχαριστήθηκε ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, λέγοντας ὅτι τὶς ἐντολὲς τὶς ἐφαρμόζει ἀπὸ μικρὸ παιδί. Παρὰ ταῦτα, αἰσθανόταν κενὸ στὴν ψυχή του. Τὸ κενὸ αὐτὸ θέλησε ὁ Κύριος νὰ τὸ γεμίσει, προτρέποντάς τον: «Πώλησε ὅλα σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ μοίρασέ τα στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀκολούθησέ με». Λυπήθηκε, τότε, ὁ νέος, διότι ἦταν πολὺ πλούσιος, καὶ ἔκανε πίσω. Τὰ πλούτη εἶχαν ἀρπάξει ἀπὸ αὐτὸν τὸ πολυτιμότερο ὅλων τῶν ἀγαθῶν, τὴν ἐλευθερία. Γιὰ αὐτὸ ὁ Κύριος, ἡ πηγὴ τῆς σοφίας εἶπε ὅτι «εὐκολώτερα τὸ χοντρὸ καραβόσκοινο θὰ διέλθει ἀπὸ τὴν τρύπα τῆς βελόνας, παρὰ ὁ πλούσιος θὰ εἰσέλθει στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».

             εὐαγγελικὴ αὐτὴ ἱστορία εἶχε προηγηθεῖ ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο τὴν δωδεκὰτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, δὲν θὰ κάνω ἐκτενῆ ἀναφορὰ σὲ αὐτό, ἀλλὰ βάσει αὐτοῦ θὰ ἐκφράσω ὁρισμένους προβληματισμούς. 

            Εἴδαμε ὅτι ὁ πλούσιος νέος ἀκολουθοῦσε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ πολὺ μικρός. Ἐντούτοις, ἔμεινε ἔξω ἀπὸ τὴν χορεία τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ περιστατικὸ θυμίζει τὸ λεγόμενο ἀπὸ τὸν Χριστὸ ὅτι στὴν Δευτέρα Παρουσία πολλοὶ θὰ Τοῦ ποῦν: «Κύριε, ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομά σου δὲν προφητεύσαμε, δὲν βγάλαμε δαιμόνια, δὲν κάναμε σημεῖα πολλά;». Ἐκεῖνος, ὅμως, θὰ τοὺς ἀπαντήσει: «Ποτὲ δὲν σᾶς γνώρισα. Φύγετε ἀπὸ κοντά μου οἱ ἐργάτες τῆς ἀνομίας». Τὸ ἀντιλαμβάνεστε, ἀδελφοί μου; Νὰ εἶναι κάποιος ὅλη τὴν ζωή του μέσα στὴν Ἐκκλησία, νὰ κάνει μέχρι  καὶ θαύματα, ἀλλὰ ὅταν βρεθεῖ ἀπέναντι ἀπὸ τὸν Χριστό νὰ ἀκούσει: «Δὲν σὲ γνωρίζω». Γιατί συμβαίνει αὐτό; 

            Διότι πολλὲς φορὲς ἑμεῖς οἱ Χριστιανοί ξεφεύγουμε ἀπὸ τὴν οὐσία τῆς πίστης μας καὶ κολλᾶμε στὸν τύπο. Ὁ πλούσιος νέος ἀποχώρησε ἀπὸ τὸν Κύριο, διότι ὅλη τὴν ζωή του τυπικὰ τηροῦσε τὶς ἐντολές. Τηροῦσε τὶς ἐντολὲς ἐπειδὴ μάλλον αὐτὴ ἦταν ἡ παράδοση τοῦ περιβάλλοντός του καὶ ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς ψυχικῆς του ἀνάγκης. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, παρέμενε πνευματικὰ στάσιμος. Ἔβλεπε ὅτι δὲν προοδεύει καὶ αἰσθανόταν ὅτι τοῦ λείπει αὐτὸ τὸ «κάτι» τὸ ὁποῖο θὰ τοῦ προξενοῦσε τὴν ποθητὴ συναισθηματικὴ πληρότητα. Πόσες φορὲς δὲν συμβαίνει κάτι ἀνάλογο μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν; Πηγαίνουμε κάθε Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία, νηστεύουμε στὶς διατεταγμένες νηστεῖες, κάνουμε προσευχή, τηροῦμε καὶ τὶς ἐντολές, ἀλλὰ βλέπουμε ὅτι δὲν ὑπάρχει πρόοδος. Μήπως, στὴν πραγματικότητα, εἴμαστε τυπολάτρες; Αὐτὸ θὰ τὸ διαπιστώσουμε ἄν ἀπαντήσουμε μὲ εἰλικρίνεια στὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Ἐφαρμόζουμε τὸν τύπο ὡς μέσο γιὰ νὰ προσεγγίσουμε τὴν οὐσία, ἤ ὡς σκοπό, γιὰ χάρη τοῦ ὁποίου θυσιάζουμε τὴν οὐσία;». Ἡ οὐσία τοῦ Χριστιανισμοῦ βρίσκεται στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη, ὅμως, εἶναι ὁ δύσκολος δρόμος καὶ ἐπειδὴ οἱ περισσότεροι δὲν θέλουν τὰ δύσκολα, ἐπιλέγουν τὸν εὔκολο δρόμο, τὴν τήρηση τοῦ τύπου, νὰ εἶναι, δηλαδή, φαινομενικὰ χριστιανοί. Ὅταν μάλιστα δοῦν κάποιες φορὲς τὸν τύπο νὰ τίθεται στὴν ἄκρη χάρη στὴν λεγόμενη «Οἰκονομία», χάρη στὴν ἀγάπη, τότε σκανδαλίζονται. Ἐκεῖνος ποὺ κοιτάει νὰ σώσει τὴν ψυχή του, βλέπει μόνο τὰ σφάλματά του καὶ δὲν σκανδαλίζεται. 

            Νωρίτερα εἶπα ὅτι οἱ περισσότεροι δὲν θέλουν τὰ δύσκολα. Ἀς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ ἐστιάσω στὸ ρῆμα «θέλω». Τὸ ρῆμα αὐτὸ χρησιμοποίησε καὶ ὁ Κύριός μας λέγοντας: «ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν…», δηλαδή, ὅποιος θέλει. Δὲν εἶπε: «ὅποιος μπορεῖ», διότι ὅλοι μποροῦμε νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε. Ἡ θέληση κρύβει πολὺ μεγάλη δύναμη καὶ δὲν φοβᾶται τὰ ἐμπόδια. Ὡς Χριστιανοί, τὸ θέλημά μας πρέπει νὰ εἶναι ταυτισμένο μὲ τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄν τὸ θέλημά μας εἶναι ἀντίθετο μὲ αὐτὸ τοῦ Θεοῦ, τότε πρέπει, ὅπως λέμε στὰ Μοναστήρια, «νὰ κόψουμε τὸ θέλημά μας», νὰ πιέσουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ μὴν κάνουμε κάτι ἀντίθετο πρὸς τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. 

            Τὸ Θεῖο Θέλημα ἐκφράζεται, ἀρχικά, μέσῳ τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καὶ ἔπειτα μέσῳ τοῦ διακριτικοῦ καὶ δοκιμασμένου πνευματικοῦ. Στὴν προκειμένη περίπτωση, ὁ πλούσιος νέος πλησίασε τὸν Χριστὸ ὅπως ὅλοι πλησιάζουμε τὸν πνευματικό μας πατέρα. Τοῦ κατέθεσε τοὺς προβληματισμοὺς τῆς ψυχῆς του καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὴν λύση στὸ πρόβλημά του. Ὡστόσο, δὲν ἔκανε ὑπακοὴ στὴν προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ, διότι τοῦ φάνηκαν δύσκολα τὰ λεγόμενά Του. Ἔτσι καὶ πολλοὶ χριστιανοί, ρωτοῦν τὸν πνευματικό τους, ὁ πνευματικὸς τοὺς συμβουλεύει, ἀλλὰ ἐκεῖνοι δὲν ὑπακούουν, ἀλλὰ παραμένουν στὸ θέλημά τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μένουν πνευματικὰ στάσιμοι, εἴτε νὰ παίρνουν καθοδικὴ πορεία. 

            Στὴν Ὀρθοδοξία ἡ ἔννοια τῆς ὑπακοῆς εἶναι βασική. Ὁ κόσμος βλέπει τὴν ὑπακοὴ ὡς ὑποδούλωση, ἀλλὰ ὁ Χριστιανὸς τὴν βλέπει ὡς πηγὴ τῆς ἀληθινῆς ψυχικῆς ἐλευθερίας. Ὁ πλούσιος δὲν θέλησε νὰ ὑπακούσει τὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ,  διότι ἦταν ὑποδουλωμένος στὰ χρήματά του. Ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴν λέμε πολλά, ἀπὸ τὴν κατάρα ποὺ προξένησε στὸν κόσμο ἡ ἀνυπακοὴ καὶ ἡ κατοπινὴ ἀμετανοησία τῶν Πρωτοπλάστων, μᾶς ἔσωσε ἡ ὑπακοὴ τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα. Ἡ μὲν ἀνυπακοὴ ἔφερε θάνατο, καὶ ἡ ὑπακοὴ μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὸν θάνατο. Τόσο μεγάλη ἀρετὴ εἶναι. Ἄν ὁ πλούσιος νέος πίεζε τὸν ἑαυτό του νὰ ὑπακούσει τὸν Χριστό, ἀφενὸς θὰ γέμιζε τὸ κενὸ τῆς ψυχῆς του, ἀφετέρου θὰ γινόταν Ἀπόστολος Χριστοῦ καὶ τὸ ὄνομά του θὰ γραφόταν στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καὶ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Μὲ τὴν ἀνυπακοή του, μὲ τὴν προτίμηση τοῦ θελήματός του τίποτε ἀπὸ αὐτὰ συνέβη. 

            ν κατακλείδι, εὔχομαι ἡ συμπεριφορὰ τοῦ πλουσίου νέου νὰ γίνει γιὰ ἑμᾶς παράδειγμα πρὸς ἀποφυγήν. Ἀφενὸς νὰ τηροῦμε τὰ χριστιανικά μας καθήκοντα μὲ κέντρο τὴν ἀγάπη καὶ μὲ προοπτικὴ νὰ προοδεύουμε συνεχῶς μέχρι νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό, καὶ ἀφετέρου νὰ προτιμήσουμε τὴν ἐλευθερία ἀπὸ κάθε ἐξάρτηση εἴτε στὰ ὑλικὰ ἀγαθά, εἴτε στὴν ἰδιοτέλεια. 

Καλὴ συνέχεια ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ’ ΛΟΥΚΑ: Σχετικά με τον πλούσιο νεανίσκο που επιθυμούσε να κληρονομήσει την αιώνια ζωή (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος)

Σχετική εικόνα


Αποσπάσματα από την ομιλία ΞΓ΄
«Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον;» (Και ιδού Τον πλησίασε κάποιος και Του είπε· διδάσκαλε αγαθέ, τι καλό να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;) Ορισμένοι κατηγορούν τον νέο αυτόν ως ύπουλο και πονηρό και ο οποίος πλησίασε τον Ιησού με σκοπό να Τον πειράξει· εγώ όμως δε θα μπορούσα να μην πω ότι ήταν φιλάργυρος και δούλος των χρημάτων, επειδή και ο Χριστός τον ήλεγξε ως άνθρωπο αυτού του είδους, ύπουλο όμως δε θα μπορούσα να τον ονομάσω με κανένα τρόπο, και διότι δεν είναι ασφαλές το να επιχειρεί κανείς να κρίνει τα άγνωστα πράγματα και ιδίως όταν πρόκειται για κατηγορίες, και για το ότι ο ευαγγελιστής Μάρκος έχει αναιρέσει αυτήν την υποψία· καθ΄όσον λέγει ότι «έτρεξε προς Αυτόν και αφού γονάτισε εμπρός Του, Τον παρακαλούσε» και ότι «ο Ιησούς τον κοίταξε με πολλή αγάπη και ενδιαφέρον και τον συμπάθησε» (Μαρκ. 10, 21). Αλλ΄ όμως είναι μεγάλη και τυραννική η δύναμη των χρημάτων και αυτό γίνεται φανερό και από την περίπτωση αυτή· διότι και αν ακόμη είμαστε ως προς τα άλλα ενάρετοι, αυτή τα καταστρέφει όλα τα άλλα.
Για ποιο λόγο λοιπόν ο Χριστός έδωσε τέτοιου είδους απάντηση, λέγοντας «κανείς δεν είναι αγαθός»; Επειδή Τον πλησίασε σαν να ήταν κάποιος απλός άνθρωπος και ένας από τους πολλούς και δάσκαλος των Ιουδαίων· για τούτο λοιπόν και ως άνθρωπος συζητεί μαζί του. Καθ΄ όσον σε πολλές περιπτώσεις δίνει απάντηση στις σκέψεις εκείνων που Τον πλησιάζουν, όπως όταν λέγει· «ίσως μου πείτε: εμείς δεν πιστεύουμε σε αυτά που λες για τον εαυτό σου, διότι στηρίζονται στη δική σου εγωιστική μαρτυρία» και «εάν εγώ ο ίδιος από μόνος μου έδινα μαρτυρία για τον εαυτό μου, η μαρτυρία μου θα μπορούσε να μην είναι αξιόπιστη» (Ιω. 5, 31). Όταν λοιπόν λέγει, «κανείς δεν είναι αγαθός», δεν το λέγει αυτό με σκοπό να αποκλείσει τον εαυτό του από το να είναι αγαθός, μη σκεφθείς κάτι τέτοιο· διότι δεν είπε, «για ποιον λόγο με ονομάζεις αγαθό; Δεν είμαι αγαθός» αλλ΄ ότι «κανείς δεν είναι αγαθός»· δηλαδή κανείς από τους ανθρώπους. Αλλά και αυτό ακόμη όταν το λέγει, δεν το λέγει για να αποκλείσει τους ανθρώπους από την αγαθότητα, αλλά το λέγει εν συγκρίσει προς την αγαθότητα του Θεού. Για τον λόγο αυτό και πρόσθεσε· «παρά μόνο ένας, ο Θεός». Και δεν είπε «παρά μόνον ο Πατήρ μου» για να μάθεις ότι δεν φανέρωσε τον εαυτό του εις τον νεανίσκο.
Κατά τον ίδιο τρόπο και προηγουμένως αποκαλούσε τους ανθρώπους πονηρούς, λέγοντας· «Εάν όμως εσείς, ενώ είστε πονηροί, γνωρίζετε να δίδετε καλά πράγματα στα τέκνα σας». Καθόσον και εις την περίπτωση εκείνη τους ονόμασε «πονηρούς», θεωρώντας όχι όλη την ανθρώπινη φύση πονηρά (διότι το «σεις» δεν σημαίνει όλοι εσείς οι άνθρωποι), αλλά τους ονόμασε έτσι συγκρίνοντας την αγαθότητα των ανθρώπων προς την αγαθότητα του Θεού· διά τούτο και πρόσθεσε· «πόσο μάλλον ο Πατήρ σας θα δώσει αγαθά σ΄ αυτούς που Του ζητούν;»
Αλλά θα πει κάποιος· ποια ανάγκη υπήρχε ή ποια ωφέλεια, ώστε να δώσει αυτήν την απάντηση; Ανεβάζει τον πλούσιο αυτό νέο πνευματικά ολίγον κατ΄ ολίγον και τον διδάσκει ν΄ απαλλαγεί εξ ολοκλήρου από την κολακεία, αποσπώντας τον από τα επίγεια πράγματα και προσηλώνοντάς τον στον Θεόν, και τον πείθει να ζητεί τα ουράνια αγαθά και να γνωρίσει αυτόν που πράγματι είναι αγαθόν και ρίζα και πηγή όλων των αγαθών, και εις αυτόν ν΄ αποδίδει τις τιμές. Διότι και όταν λέγει «μην αποκαλέσετε κανένα ως “διδάσκαλο” επάνω στη γη», το λέγει εν συγκρίσει προς τον εαυτό Του και για να γνωρίσουν οι άνθρωποι ποία είναι η πρώτη αρχή όλων γενικώς των όντων. Ούτε βέβαια ήταν μικρή η προθυμία που έδειξε ο νεανίσκος τότε, καθόσον κατελήφθη από τέτοιον έρωτα για τα πνευματικά αγαθά, την στιγμήν που άλλοι μεν επείραζαν τον Κύριο, άλλοι Τον επλησίασαν μόνο για να θεραπεύσει τις ασθένειές τους ή τις ασθένειες των συγγενών τους ή των ξένων, αυτός όμως και Τον επλησίασε με κάθε ειλικρίνεια και συζητούσε με πραγματικό ενδιαφέρον για την αιώνιο ζωή. Διότι ήταν μεν η ψυχή του εύφορη και πλουσία, αλλ΄ όμως το πλήθος των ακανθών κατέπνιγε τον σπόρο. Πρόσεχε λοιπόν πώς ήταν την στιγμή εκείνη προετοιμασμένος για την υπακοή των προσταγμάτων. Διότι λέγει· «Τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;» .Έτσι ήταν προετοιμασμένος προς εφαρμογή των όσων θα του έλεγε. Εάν όμως Τον επλησίασε με σκοπό να τον πειράξει, θα μας το έλεγε οπωσδήποτε ο ευαγγελιστής και αυτό, πράγμα που το κάνει και εις τις άλλες περιπτώσεις, όπως δηλαδή εις την περίπτωση του νομικού. Εάν όμως και αυτός το αποσιώπησε, ο Χριστός δε θα ήταν δυνατόν να Τον αφήσει απαρατήρητο, αλλά θα Τον ήλεγχε κατά τρόπο φανερό ή και θα έκανε κάποιον υπαινιγμό, ώστε να μη σχηματισθεί η εντύπωση ότι επλανήθη και διέφυγε την προσοχή του και ζημιωθεί έτσι περισσότερο. Εάν επίσης Τον είχε πλησιάσει με σκοπό να Τον πειράξει, δε θα έφευγε λυπημένος για όσα άκουσε. Διότι αυτό κανείς ποτέ από τους Φαρισαίους δεν το έπαθε, αλλ΄ εξαγριώνονταν όταν τους έκλεινε τα στόματα. Όμως δε συνέβη αυτό στον νέο, αλλά φεύγει καταλυπημένος, πράγμα που αποτελεί όχι μικράν απόδειξη, ότι δεν Τον πλησίασε με πονηρά διάθεση, αλλά με εξασθενημένη, και επιθυμεί μεν την αιώνιον ζωήν, αλλ΄όμως είναι κατακυριευμένος από άλλο φοβετότατο πάθος.
Όταν λοιπόν ο Χριστός του είπε «Εάν θέλεις να εισέλθεις στην αιώνια και μακαρία ζωή, φύλαξε τις εντολές», ο νέος ρωτάει «ποιες εντολές;» όχι με σκοπό να Τον πειράξει, μη γένοιτο, αλλά επειδή νόμιζε ότι άλλες είναι εκείνες οι εντολές, εκτός από τις εντολές του νόμου, που θα του χάριζαν την αιώνια ζωή, πράγμα που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που είναι κυριευμένος από σφοδρή επιθυμία. Έπειτα, επειδή ο Ιησούς του είπε να φυλάττει τις εντολές του νόμου, απαντά· «όλ΄ αυτά τα φύλαξα από την νεανική μου ηλικία». Και δεν σταμάτησε μέχρι εδώ, αλλά πάλι ερωτά· «σε τι ακόμη υστερώ;», πράγμα που αποδείκνυε και αυτό την μεγάλη επιθυμία του. Αλλά και δεν ήταν μικρό πράγμα το ότι νόμιζε ότι υστερεί σε κάτι, και το ότι θεωρούσε ανεπαρκείς τις εντολές του Νόμου για να επιτύχει αυτά που επιθυμούσε. Τι κάνει λοιπόν ο Χριστός; Επειδή επρόκειτο να δώσει κάποια μεγάλη εντολή, προσθέτει τα έπαθλα και λέγει· «εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς· και τότε έλα και ακολούθησέ με».
Είδες πόσα βραβεία και πόσους στεφάνους ορίζει γι΄ αυτόν τον αγώνα; Εάν όμως τον επείραζε, δε θα του έλεγε αυτά. Τώρα όμως και το λέγει, και για να τον προσελκύσει, του φανερώνει ότι είναι πολύ μεγάλος ο μισθός, και αφήνει το παν στην διάθεσή του, επικαλύπτοντας με όλα όσα λέγει την εντύπωση ότι είναι βαριά η παραίνεση. Για το λόγο αυτόν και πριν πει το αγώνισμα και τον κόπο, του φανερώνει το βραβείο, λέγοντας· «εάν θέλεις να είσαι τέλειος», και τότε του λέγει, «πώλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους πτωχούς» και αμέσως πάλι αναφέρει τα βραβεία· «και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς˙ και τότε έλα και ακολούθησέ με». Καθόσον το να ακολουθεί Αυτόν, ήταν πολύ μεγάλη ανταμοιβή.
«Και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς». Επειδή δηλαδή ο λόγος ήταν για τα χρήματα και τον συμβούλευε να απαλλαχθεί από όλα, για να δείξει ότι δεν του αφαιρεί αυτά που έχει, αλλά ότι του προσθέτει και άλλα σε αυτά που έχει, του έδωσε περισσότερα από αυτά που του είπε να δώσει· και όχι μόνο περισσότερα, αλλά και τόσο σπουδαιότερα, όσον είναι ο ουρανός από τη γη και ακόμη περισσότερο. Θησαυρό δε ονόμασε τη μεγαλοδωρία της ανταμοιβής, με σκοπό να δείξει την μονιμότητα και την ασφάλειά της, όπως δηλαδή ήταν δυνατόν να οδηγήσει τον νέο στη γνώση, χρησιμοποιώντας ανθρώπινα παραδείγματα. Επομένως, δεν αρκεί να περιφρονεί κανείς τα χρήματα, αλλά πρέπει να δώσει τροφή στους πτωχούς και πριν από όλα, να ακολουθεί τον Χριστό, δηλαδή να πράττει όλα τα προστάγματά του και να είναι έτοιμος για σφαγή χάριν αυτού και για καθημερινό θάνατο. Διότι, «εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει, να απαρνηθεί τον εαυτόν του, να λάβει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί» (Λουκά 9, 23). Ώστε είναι πολύ πιο ανωτέρα η εντολή αυτή το να θυσιάζει κανείς την ζωή του από το να περιφρονήσει τα χρήματα, και δεν είναι μικρή η συμβολή της απαλλαγής από τα χρήματα στην εφαρμογή της εντολής αυτής.
«Αφού όμως άκουσε ο νεανίσκος αυτά, έφυγε λυπημένος». Και στη συνέχεια για να δείξει ο ευαγγελιστής, ότι δεν ήταν αυτό που έπαθε κάτι το φυσικό, λέγει: «διότι είχε πολλά χρήματα». Δεν είναι δηλαδή κυριευμένοι από το ίδιο πάθος αυτοί που έχουν ολίγα και αυτοί που έχουν πάρα πολύ μεγάλη περιουσία· διότι τότε γίνεται πιο τυραννικός ο πόθος τους για τα χρήματα. Συμβαίνει δηλαδή αυτό που δε θα παύσω να το λέγω, ότι η προσθήκη των εκάστοτε αποκτωμένων χρημάτων ανάπτει κατά πολύ περισσότερο την φλόγα και κάνει πιο πτωχούς αυτούς που τα αποκτούν, καθόσον εμβάλλει σ’ αυτούς μεγαλύτερη επιθυμία γι’ αυτά και τους κάνει να αισθάνονται πολύ περισσότερο την πτώχεια τους. Και πρόσεχε λοιπόν και στην περίπτωση αυτή ποια δύναμη παρουσίασε το πάθος αυτό. Διότι εκείνον που ήλθε προς τον Κύριο με χαρά και προθυμία, επειδή ο Χριστός τον προέτρεψε να απαρνηθεί τα χρήματα, τόσο πολύ τον εξουθένωσε και κατέβαλε τις δυνάμεις του, ώστε δεν τον άφησε ούτε καν να απαντήσει σε όσα του είπε, αλλ΄ έφυγε σιωπηλός, σκυθρωπός και καταλυπημένος.
Τι λέγει λοιπόν ο Χριστός; «Πόσον δύσκολα θα εισέλθουν οι πλούσιοι στη Βασιλεία των ουρανών», κατηγορώντας όχι τα χρήματα, αλλά αυτούς που είναι δούλοι σ΄ αυτά. Εάν δε θα εισέλθει δύσκολα ο πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών, πολύ πιο δύσκολα θα εισέλθει ο πλεονέκτης. Διότι εάν αποτελεί εμπόδιο για την Βασιλεία των Ουρανών το να μη δίδει κανείς, σκέψου πόση φωτιά επισωρρεύει το να παίρνει και τα πράγματα των άλλων. Αλλά με ποιο σκοπό έλεγε στους μαθητές Του ότι δύσκολα θα εισέλθει ο πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών, εφόσον ήσαν πτωχοί και δεν είχαν τίποτε; Με σκοπό να τους διδάξει να μην ντρέπονται την πτωχεία και απολογούμενος κατά κάποιο τρόπο προς αυτούς για το ότι δε θα τους επέτρεπε να έχουν τίποτε.
Αφού λοιπόν τους είπε ότι είναι δύσκολο, εν συνεχεία τονίζει ότι είναι και αδύνατο, και όχι απλώς αδύνατο, αλλ΄ αδύνατον σε υπερβολικό βαθμό, πράγμα που το φανέρωσε με το παράδειγμα της καμήλου και της βελόνης. Διότι λέγει· «ευκολότερο είναι να περάσει μία κάμηλος από την τρύπα της βελόνης, παρά να εισέλθει ο πλούσιος στην βασιλεία των ουρανών». Αποδεικνύεται λοιπόν εξ αυτού ότι δε θα είναι τυχαία η αμοιβή εκείνων που είναι πλούσιοι και μπορούν να ζουν με ευσέβεια. Για τον λόγο αυτό και είπε ότι αυτό είναι έργο του Θεού, το να δείξει δηλαδή, ότι χρειάζεται πολλή χάρη από μέρους του Θεού εκείνος που πρόκειται να το κατορθώσει αυτό. Επειδή λοιπόν ταράχθηκαν οι μαθητές του, είπε· «Στους ανθρώπους μεν αυτό είναι αδύνατο, στον Θεό όμως τα πάντα είναι δυνατά». Δεν είπε φυσικά αυτά τα προηγούμενα λόγια για να απελπιστούμε και να παραιτηθούμε με τη σκέψη ότι είναι αδύνατα, αλλά το είπε με σκοπό, ώστε, αφού κατανοήσουμε το μέγεθος του κατορθώματος να σπεύσουμε με ευκολία στον αγώνα και επικαλούμενοι και τη βοήθεια του Θεού στους καλούς αυτούς αγώνες μας, να επιτύχουμε την αιώνιο ζωή.
[…]Επομένως για να μη στενοχωριόμαστε για περιττά πράγματα, αφού αποβάλουμε την σφοδρή επιθυμία για τα χρήματα, που συνεχώς μας λυπεί και ουδέποτε ανέχεται να σταματήσει, ας στραφούμε προς μια άλλη, που μας κάνει μακαρίους και είναι πολύ εύκολη, και ας επιθυμήσουμε τους θησαυρούς των ουρανών. Διότι προς την κατεύθυνση αυτήν δεν υπάρχει ούτε κόπος τόσο μεγάλος, το δε κέρδος είναι απερίγραπτο, και δεν είναι δυνατόν να αποτύχει εκείνος που κατά κάποιον τρόπον επαγρυπνεί, φροντίζει και περιφρονεί τα παρόντα· ενώ αντιθέτως αυτός που είναι δούλος των υλικών πραγμάτων και έχει δώσει εξ ολοκλήρου τον εαυτόν του εις αυτά άπαξ και διά παντός, οπωσδήποτε αυτός θ’ αναγκαστεί κάποτε να τα αποχωριστεί.
[…]Αναλογιζόμενοι όλα αυτά, ας βγάλουμε από μέσα μας την πονηρή επιθυμία της διαρκούς απόκτησης χρημάτων, καθώς εκτός από το ότι μας στερεί την αιώνια ζωή, και στην τωρινή μας γεμίζει με συνεχή άγχη και στενοχώριες και προβλήματα· και ερχόμενος κάποτε ο θάνατος απρόσμενα μας παίρνει γυμνούς από όλα αυτά που με τόσο κόπο συσσωρεύσαμε όσο ζούσαμε και με τόσο άγχος προσπαθήσαμε να περιφρουρήσουμε για να μη μας τα αρπάξουν, και φεύγουμε χωρίς να σύρουμε πίσω μας τίποτε από όλα αυτά, παρά μόνον τα τραύματα και τις πληγές τα οποία πήρε από όλα αυτά η ψυχή και φεύγει. Και ελεύθεροι από κάθε περιττή βιοτική μέριμνα, τα αιώνια αγαθά να επιτύχουμε με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μετά του οποίου στον Πατέρα μαζί με το Άγιο Πνεύμα ανήκει δόξα, δύναμις και τιμή, τώρα κα πάντοτε και εις τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Πηγή: Ιερού Χρυσοστόμου έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», τόμος 11Α, σελ. 210-233)
(Επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος)

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2022

Ο Αόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ - ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ´



Ἄλλες ἐμπειρίες, μέσα ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἀποκτᾶται ἡ ἀπιστία στὸν ἑαυτό μας καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη καὶ τὸ θάρρος στὸ Θεό.

Ἐπειδὴ ὅλη ἡ δύναμις μὲ τὴν ὁποία νικῶνται οἱ ἐχθροί μας, γεννιέται ἀπὸ τὴν μὴ ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό μας καὶ ἀπὸ τὴν ἐλπίδα στὸ Θεό, εἶναι ἀνάγκη νὰ προμηθευθῇς ἀδελφέ μου, ἀπὸ τὶς εἰδήσεις αὐτές, γιὰ νὰ ἀποκτήσῃς τὴν δύναμι αὐτή, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γνώριζε λοιπὸν μὲ βεβαιότητα, ὅτι, οὔτε ὅλα τὰ προτερήματα, εἴτε φυσικὰ εἶναι, εἶτα ἀποκτημένα, οὔτε ὅλα τὰ χαρίσματα ποὺ δίνονται δωρεάν, οὔτε ἡ γνῶσις ὅλη τῆς θείας Γραφῆς, οὔτε τὸ πῶς ἐργαστήκαμε πολλὰ χρόνια τὸ Θεὸ καὶ συνηθίσαμε στὴν ἐργασία του· ὅλα αὐτά, δὲν θὰ μᾶς κάνουν νὰ ἐκπληρώσουμε τὸ θεῖο του θέλημα, ἂν καὶ σὲ κάθε καλὸ θεάρεστο, ποὺ θὰ πρέπει νὰ κάνουμε καὶ σὲ κάθε κίνδυνο, ποὺ πρέπει νὰ ἀποφύγουμε καὶ σὲ κάθε σταυρὸ ποὺ πρέπει νὰ σηκώσουμε κατὰ τὸ θέλημά του, ἄν, λέω, δὲν ἀνυψώσῃ τὴν καρδιά μας μιὰ ξεχωριστὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν μᾶς δυναμώσῃ γιὰ νὰ τὰ ἐκτελέσουμε, καθὼς εἶπε ὁ Κύριος «χωρὶς ἐμένα δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτε» (Ἰωάν. 15,15). Ὥστε, ἐμεῖς πρέπει σὲ ὅλη μας τὴ ζωὴ καὶ σὲ ὅλες τὶς ἡμέρες καὶ ὦρες καὶ στιγμές, νὰ ἔχουμε αὐτὴ τὴν ἀποφασιστικὴ γνώμη, ὅτι μὲ κανένα τρόπο καὶ κανένα λογισμό, δὲν θὰ μπορέσουμε ποτὲ νὰ ἐμπιστευθοῦμε καὶ νὰ ἐλπίσουμε στὸν ἑαυτό μας.

Γιὰ τὴν στὸ Θεὸ ἐλπίδα, κοντὰ σ᾿ ἐκεῖνα ποὺ σοῦ εἶπα στὸ γ´ κεφάλαιο, γνώριζε, ὅτι δὲν εἶναι ἄλλο εὐκολώτερο στὸ Θεό, ὅσον τὸ νὰ νικήσῃς τοὺς ἐχθρούς σου, τόσο τοὺς λίγους, ὅσο καὶ τοὺς πολλούς· τόσο τοὺς παλιοὺς καὶ ἀνδρείους, ὅσο καὶ τοὺς νέους καὶ ἀδυνάτους. Λοιπόν, μία ψυχή, ἂς εἶναι φορτωμένη ἀπὸ ἁμαρτίες, ἂς ἔχῃ ὅλα τὰ ἐλαττώματα τοῦ κόσμου· ἂς εἶναι μολυσμένη, ὅσο μπορεῖ νὰ φαντασθῇ κάποιος, ἂς δοκίμασε ὅσο θέλησε καὶ ὅσο μπόρεσε νὰ μεταχειρισθῇ κάθε μέσο καὶ ἀγῶνα, γιὰ νὰ ἀφήσῃ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ κάνῃ τὸ καλὸ καὶ δὲν μπόρεσε ποτὲ νὰ ἀποκτήσῃ κανένα μικρὸ μερίδιο καλοῦ, μάλιστα νὰ προχωρᾷ ἀκόμη πιὸ βαθειὰ στὸ κακό, ὅμως, μὲ ὅλα αὐτά, δὲν πρέπει νὰ σταματήσῃ ποτέ, νὰ ἐλπίζῃ στὸν Θεό, οὔτε πρέπει νὰ ἐγκαταλείψη ποτὲ τὰ ὅπλα καὶ τοὺς ἀγῶνες τοὺς πνευματικούς, ἀλλὰ πρέπει νὰ πολεμάει πάντα ἀνδρειωμένα. Γιατὶ, πρέπει νὰ γνωρίζῃς ὅτι σὲ αὐτὸ τὸν ἀόρατο πόλεμο δὲν χάνει ὅποιος δὲν παύσει ποτὲ ἀπὸ τοῦ νὰ πολεμᾷ καὶ νὰ ἐλπίζῃ στὸν Θεό, τοῦ ὁποίου ἡ βοήθεια, δὲν λείπει ποτὲ ἀπὸ τοὺς πολεμιστές του, μολονότι καὶ μερικὲς φορὲς ἐπιτρέπει νὰ μένουν πληγωμένοι· ἂς πολεμεῖ λοιπὸν ὁ καθένας, διότι σ᾿ αὐτὸν τὸν πόλεμο στηρίζεται τὸ πᾶν. Καὶ τὸ ἰατρικὸ εἶναι ἕτοιμο καὶ δραστικό, γιὰ νὰ δοθῇ στοὺς πολεμιστές, ποὺ γυρεύουν τὸν Θεὸ καὶ τὴν βοήθειά του, μὲ σταθερὴ ἐλπίδα. Γιατὶ σὲ καιρὸ ποὺ αὐτοὶ δὲν τὸ ἐλπίζουν, θὰ ἐξαφανισθοῦν οἱ ἐχθροί τους ὅπως ἔχει γραφή, «ἔχασε τὴν πολεμική του δύναμι ὁ μαχητὴς τῆς Βαβυλῶνος» (Ἱερ. 51,30).

Ὁ Ἀόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2022

ΒΙΝΤΕΟΤΑΙΝΙΑ: Ἡ Συγκρητιστικἠ Αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ

 Î‘ποτέλεσμα εικόνας για παγκοσμιο συμβουλιο εκκλησιων


Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας 2019
Συνοδικὴ Ἐκδήλωσις
 Συγκρητιστικἠ Αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
Οἰκουμενικὴ Κίνησις καὶ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν»
 Μέρος Α´. 1948-2018.
«Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν»
Σύναψις μιᾶς Οἰκουμενιστικῆς Διαθήκης.
 Μέρος Β´. Συγκρητισμός.
Διαθρησκειακὸς Οἰκουμενισμός.
Πρὸς ἕνα «Παγκόσμιο Συμβούλιο Θρησκειῶν»;
 Μέρος Γ´. Ὑψώθηκε ὁριστικὰ πλέον τὸ «τεῖχος»
μεταξὺ Γνησίας καὶ νόθου Ὀρθοδοξίας

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2022

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ;


Τί σημαίνει αποτείχιση;

Αποτείχιση είναι η απομάκρυνση (χωρισμός) από κάτι νόθο, επιβλαβές και ξένο προς την υγιή Πίστη της Εκκλησίας. Είναι το τείχος που σηκώνει ο πιστός ώστε να περιφρουρήσει την Ορθόδοξη Πίστη και να προφυλαχθεί ο ίδιος από την πλάνη των αιρετικών παραμένοντας μέσα στην διαχρονική αποστολική Εκκλησία και ταυτόχρονα το μέσο πίεσης που χρησιμοποιεί ώστε να δρομολογηθεί σύνοδος που θα καταδικάσει τους αιρετικούς. Η αποτείχιση επιτελείται δια της διακοπής μνημονεύσεως του αιρετικού επισκόπου (δεν είναι δυνατόν ο αιρετικός επίσκοπος να ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας) και της διακοπής κάθε εκκλησιαστικής κοινωνίας και επικοινωνίας μαζί του. Είναι, τέλος, η αποτείχιση η ενδεδειγμένη και υγιής συμπεριφορά του πιστού σε καιρό αιρέσεως ώστε να αποφευχθεί η εγκατάσταση της αίρεσης. Γι αυτόν τον λόγο, όσοι προχώρησαν σε αποτείχιση είναι άξιοι τιμής και επαίνου.  

Πότε επιτρέπεται η αποτείχιση;

Σε περιπτώσεις προσωπικών αμαρτιών των επισκόπων, οι ΙΓ΄, ΙΔ΄και ΙΕ΄Ιεροί Κανόνες απαγορεύουν την απόσχιση δια της διακοπής της μνημονεύσεως προ συνοδικής κρίσης και όσοι προχωρούν σε αποτείχιση θεωρούνται υπεύθυνοι σχίσματος. Επιβάλλεται η αποτείχιση, σε περιπτώσεις αιρετικώς φρονούντων επισκόπων ώστε εκείνος που αιρετικά φρονεί και κηρύττει να αποκόπτεται από το Σώμα του Χριστού, ενώ αυτός που κάνει αποτείχιση να παραμένει ενσωματωμένος δια της αληθινής πίστης στην Εκκλησία. 

Τί σημαίνει κατεγνωσμένη αίρεση;

Κατεγνωσμένη σημαίνει γνωστή αίρεση η οποία έχει καταδικασθεί από Σύνοδο ή από Αγίους της Εκκλησίας. Ο Οικουμενισμός περικλείει αιρέσεις οι οποίες ήδη έχουν καταδικασθεί από Συνόδους και είναι αίρεση κατεγνωσμένη και από τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς. Ο Οικουμενισμός είναι γνωστικισμός,ο οποίος υφίσταται από τον 1ο μ.Χ. αιώνα και έχει καταδικαστεί π.χ. από την 6η Οικουμενική Σύνοδο (καταδίκη Παυλικιανών).Οι Άγιοι Πατέρες που συμμετείχαν στην Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 879-880 διακήρυξαν με παρρησία ότι κάθε παρέμβαση στα παραδοθέντα από τις προηγούμενες θεόπνευστες 7 Οικουμενικές Συνόδους καθιστά αίρεση και ύβρη.

Μνημόνευση κατά την Θεία Λειτουργία

Η μνημόνευση του επισκόπου κατά την Θεία Λειτουργία δηλώνει την ταυτότητα πίστεως επισκόπου και λαού, άρα σε καιρό αιρέσεως δηλώνει συμμετοχή στην αίρεση. Δεν είναι δυνατόν να μνημονεύεται εκείνος που είναι εχθρός προς τον Θεό. Δεν είναι δυνατό να ομολογείται δημόσια ότι ο αιρετικός ορθοτομεί τον λόγο της Αληθείας. Οι λαϊκοί, όταν κινδυνεύει η Πίστη, πρέπει να φεύγουν από ιερέα που μνημονεύει αιρετικό επίσκοπο και να αγωνισθούν για την Ορθοδοξία.Κατά τον Άγιο Γενάδιο Σχολάριο, η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων και η τέλεια υποταγή στους γνήσιους ποιμένες εκφράζεται με το μνημόσυνο (μνημόνευση).Κατά τον Άγιο Θεόδωρο Στουδίτη, και μόνον η αναφορά ονόματος επισκόπου που δεν έχει ορθόδοξη πίστη, μολύνει τη Θεία Λειτουργία, έστω και αν ο τελών την Θεία Λειτουργία φρονεί ορθά. 

Ποιοί είναι οι ψευδοδιδάσκαλοι;

Ψευδοδιδάσκαλοι κατά της ευσεβείας, ψευδοαπόστολοι και ψευδοπροφήτες, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, είναι οι αιρετικοί τους οποίους εξέλεξε ο διάβολος ώστε να πολεμηθεί ο παλαιός Νόμος και ο Ευαγγελικός. Γι αυτό, συνεχίζει ο Άγιος, όποιος τους δέχεται, δέχεται τον διάβολο. Ο Κύριος, στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, μας λέει: «προσέχετε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύματι προβάτου, ένδοθεν δε εισί λύκοι άρπαγες. από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς». (κατά Ματθαίον κεφ.ζ' στ 15) 

Τί σημαίνει δημοσία και γυμνή τη κεφαλή;

Δημοσία και γυμνή τη κεφαλή σημαίνει ότι ο επίσκοπος κηρύττει τις αιρετικές του απόψεις δημόσια και απροκάλυπτα, με λόγια και με έργα ώστε να τις διαδώσει και να τις καταστήσει γραμμή της Εκκλησίας χρησιμοποιώντας την θέση του. Επισφράγιση των κακόδοξων λόγων και των έργων ήταν η σύνοδος στην Κρήτη τον Ιούνιο του 2016. Επειδή το σύστημα της Ορθοδοξίας είναι συνοδικό, η προσπάθεια των αιρετικών επικεντρωνόταν στο να «νομιμοποιηθεί» συνοδικά η αίρεση, πράγμα που επιτεύχθηκε με την ψευδοσύνοδο στην Κρήτη.