† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2022

ΜΕΓΑ ΑΓΝΩΣΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ

 


Τὰ πρῶτα χρόνια μετὰ τὴν ἀνεπίτρεπτη Μεταρρύθμιση τοῦ Νέου Ἡμερολογίου στὴν Ἑλλάδα, συνέβησαν μεγάλα Θαύματα παρὰ Θεοῦ, καὶ μέσῳ Ἁγίων Του, ὑπὲρ τῆς Ἑορτολογικῆς Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, μὲ πιὸ γνωστὸ τὴν Ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ κατὰ τὴν Ἀγρυπνία τῆς Ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως Αὐτοῦ, στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1925, σύμφωνα μὲ τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Ἡμερολόγιο, στὸ Μονύδριο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στοὺς πρόποδες τοῦ Ὑμηττοῦ στὴν Ἀττική.
 Εἴκοσι καὶ πλέον ἀκόμη ἐνδεικτικὰ Θαύματα ἀποδοκιμασίας τοῦ Νέου Ἡμερολογίου καὶ ἐνισχύσεως καὶ ἐπιβεβαιώσεως τῶν Ἀγωνιστῶν τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, τὰ ὁποῖα συνέβησαν ἐπίσης τὰ πρῶτα ἐκεῖνα χρόνια ἀπὸ τὴν ἔναρξη τῆς Καινοτομίας, παρουσιάσθηκαν τεκμηριωμένα, κατ’ ἀνάγκην ὅμως μὲ συντομία, σὲ εἰδικὸ ἄρθρο μὲ τίτλο: «Ἡ διὰ θαυμάτων ἔγερση τοῦ Ἱεροῦ μας Ἀγῶνα» στὸ ἱστορικό μας Περιοδικὸ «Ἀρχεῖον τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος» τοῦ περασμένου ἔτους (τεῦχος 4 / ἔτους 2016, σελ. 6-37).

 Μεταξὺ τῶν ἐντυπωσιακῶν ἐκείνων Θαυμάτων, συμπεριλαμβανόταν ὡς 12ο καὶ τὸ συγκλονιστικὸ Θαῦμα, τὸ ὁποῖο ἐπιτέλεσε ὁ λαοφιλὴς Θαυματουργὸς Ἅγιος Νικόλαος Μύρων τῆς Λυκίας, μέσῳ τῆς νεαρῆς βοσκοπούλας Εὐαγγελίτσας Ἀποστολοπούλου, τὸ ὁποῖο παρουσιάζουμε στὸ παρὸν κείμενο λεπτομερέστερα, ἐφ’ ὅσον ἡ σημασία του εἶναι ἐντελῶς ξεχωριστή, βασιζόμενοι σὲ ἐκτενὲς δημοσίευμα τῆς πρωϊνῆς πολιτικῆς ἐφημερίδος «Ἡ Ἑλληνική», ἡ ἔκδοση τῆς ὁποίας διήρκεσε μία δεκαετία: 1925-1934, τὸ ὁποῖο παρουσιάσθηκε σὲ δύο συνέχειες στὰ φύλλα τῆς Παρασκευῆς, 17 Δεκεμβρίου 1926, καὶ τοῦ Σαββάτου, 18 Δεκεμβρίου 1926.


Τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1926 ἀπασχόλησε τὸν Τύπο τῆς ἐποχῆς ἡ νεαρὴ βοσκοπούλα Εὐαγγελία Ἀποστολοπούλου, ἡ ὁποῖα ἦλθε ἐσπευσμένα στὴν Ἀθήνα ἀπὸ τὸ χωριὸ Πέτα Ἀχαΐας, κατόπιν, ὅπως ἡ ἴδια ἰσχυρίστηκε, ἐμφανίσεων τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ὁ Ἅγιος τῆς ἐμφανίσθηκε πολλὲς φορὲς τόσο στὸν ὕπνο της, ὅσο καὶ ὅταν ἦταν ξύπνια, λέγοντάς της πὼς εἶναι ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Σπατινός, μιᾶς καὶ στὰ Σπάτα Ἀχαΐας, γειτονικὸ χωριὸ μὲ τὸ χωριὸ τῆς νεαρῆς, ὑπάρχει, στὴν ὁμώνυμο Μονή, θαυματουργὸς Εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἡ νεαρὴ ἀπευθύνθηκε στὸν ἱερέα τοῦ χωριοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν τὴν πίστεψε καὶ μετὰ ἀπὸ νέες ἐμφανίσεις τοῦ Ἁγίου, ἦλθε στὴν Πάτρα, νὰ δεῖ τὸν οἰκεῖο Δεσπότη, ἀλλὰ δὲν ἔγινε κἂν δεκτή. Ὁ Ἅγιος ἐμφανίστηκε ξανὰ καὶ τῆς εἶπε νὰ ἔλθει στὴν Ἀθήνα καὶ νὰ δεῖ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο. Καὶ ἐκεῖ ὅμως δὲν ἔγινε δεκτή, ἀλλὰ μὲ νέα ἐμφάνισή του ὁ Ἅγιος τὴν προέτρεψε νὰ περιέλθει τὶς ἐφημερίδες καὶ νὰ μεταφέρει τὰ μηνύματά του. Ἀρχίζοντας νὰ διαβάζουμε ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα «ΕΛΛΗΝΙΚΗ» (18-12-1926) χαρακτηριστικὰ ὰποσπάσματα, θὰ πρέπει νὰ ξεκινήσουμε μὲ τὸ ἑξῆς πολὺ σημαντικό: ἡ νεαρὴ ἔχοντας γνώση ὅτι τὰ ὁράματα μπορεῖ νὰ εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ «ἐσκέφθη νὰ δοκιμάσῃ ἑὰν ὁ σεβάσμιος ἐκεῖνος γέρων ἦτο πράγματι ὁ ἅγιος νικόλαος ἢ ὄχι καὶ ἀμέσως ἐνεφάνισε πρὸ αὐτοῦ τὸν σταυρόν. Ὁ ἅγιος ἐπὶ τῇ θέᾳ τοῦ σταυροῦ, ἐφωτίσθη ὑπὸ ἑνὸς οὐρανίου φωτός, ἔλαμψεν ὁλόκληρος καὶ ὁ θεῖος φωτοστέφανος περιέβαλεν αὐτὸν ἐπ’ ἀρκετὰ λεπτά. – Κόρη μου, τῆς εἶπεν, ἔχεις ἀκόμη δυσπιστίαν περὶ ἐμοῦ. Ἰδοὺ ὅμως ὅτι δὲν εἶμαι πνεῦμά τι πονηρόν. Καὶ ταῦτα λέγων ἔλαβεν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῆς τὸν ἱερὸν σταυρόν, ἔφερε μετ’ εὐλαβείας αὐτὸν εἰς τὰ χείλη του, ἐσταυροκοπήθη τρὶς καὶ τὸν ἐπέστρεψεν». Ἡ νεαρὴ πεισθεῖσα πλέον ὅτι ὄντως πρόκειται περὶ τοῦ Ἁγίου Νικολάου τὸν ρώτησε τὶ πρέπει νὰ κάνει καὶ ὁ Ἅγιος τῆς εἶπε: 

«Πρέπει νὰ φύγῃς διὰ τὰς Ἀθήνας, νὰ διακηρύξῃς ἐκεῖ ὅτι πρέπει νὰ ἐπανέλθωμεν εἰς τὴν θρησκείαν τῶν πατέρων μας καὶ εἰς τὸ κανονικὸν ἡμερολόγιον τῆς ὀρθοδοξίας διότι μεγάλη εἶνε τὸν καιρὸν αὐτὸν ἡ ὀργὴ τοῦ Κυρίου καὶ πολλὰ τὰ δεινὰ θὰ ἐπισωρευθῶσιν εἰς τὴν χώραν αὐτήν. … Πρέπει νὰ γνωρίζῃς, τέκνον μου, ὅτι ἐλάχιστοι, οὐδὲ αὐτῶν τῶν ἱερέων ἐξαιρουμένων, πιστεύουν εἰς τὴν θρησκείαν. Ἡ σημερινὴ κατάστασις εἶνε ἀθλία. τὸ θρησκευτικὸν αἴσθημα κατερρακώθη. Φωτιὰ θὰ ρίψῃ ὁ Θεὸς νὰ κατακαύσῃ τὰ νέα σημερινὰ Σόδομα καὶ Γόμορρα. Ἡ Παναγία κλαίει καὶ θρηνεῖ διὰ τὴν σημερινὴν ἀθεΐαν. Παύσατε νὰ βλασφημῆτε τὰ θεῖα καὶ ἱερά. …Πολλάκις οἱ ἄνθρωποι ἐπικαλοῦνται τὴν συνδρομὴν τοῦ Θεοῦ, τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων μόνον ὅταν κινδυνεύουν. τοὺς λησμονοῦν ὅμως μετά. Καὶ ἐὰν μὲν ἔπραττον τὰ καλὰ καὶ ἀγαθὰ θὰ ἦτο τοῦτο εὐχῆς ἔργον. Δυστυχῶς ὅμως πράττουν τὰ ἔργα τοῦ Σατανᾶ. Σπεῦσε, τέκνον μου, νὰ ὑπακούσῃς εἰς ὅ,τι σοῦ εἶπον διότι πρέπει νὰ ἐπανέλθῃ εἰς τὸν τόπον αὐτὸν τῆς ὀρθοδοξίας τὸ παλαιὸν χριστιανικὸν ἡμερολόγιον».
 Διάβαστε ὅλο τὸ ἄρθρο σὲ μορφὴ PDF  ΕΔΩ

ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΑΒΒΑ 2022 (Ομιλία π. Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 


«ΜΕΛΙΣΣΑ Η' ΣΦΗΚΑ;» (ἄρθρο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740


             Μεγάλη ὅντως  ἡ σοφία τῆς μέλισσας. Ὅ,τι ἀκάθαρτο αἰσθανθεῖ, τὸ προσπερνᾶ καὶ κάθεται μόνο στὰ εὐωδιαστὰ ἄνθη, συλλέγοντας καὶ ἀπὸ αὐτὰ ὅ,τι τῆς εἶναι ἀναγκαῖο γιὰ νὰ δημιουργήσει τὸ ἁγνὸ μέλι καὶ νὰ χτίσει τὸ σπίτι της ἀπὸ καθαρὸ κερί. Ἀπεναντίας, ἡ ὅμοιά της, σφῆκα, ἀναπαύεται καὶ στὰ καθαρὰ καὶ στὰ ἀκάθαρτα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ζεῖ σὲ σπίτι λασπῶδες. Στὴ ζωή μας ἔχουμε τὸ ἐλεύθερο νὰ ἐπιλέξουμε: ἀκολουθοῦμε τὸ παράδειγμα τῆς μέλισσας, ὅπως προτρέπει ὁ Μέγας Βασίλειος, ἤ τῆς σφῆκας; 

            Εἶναι γεγονὸς ὅτι στὸν κόσμο ὑπάρχει ἔντονη ἀναστάτωση ἀπὸ τὶς καθημερινὲς ἐξελίξεις. Τὰ μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης ἐργάζονται ἐπιμελῶς γιὰ νὰ παρουσιάσουν τὴν εἰκόνα τοῦ κόσμου μὲ τὸν χειρότερο δυνατὸ τρόπο. Στὸ ἔργο τους, δυστυχῶς, σπεύδουν νὰ συνδράμουν πολλοὶ χριστιανοί, ἐκούσια ἤ ἀκούσια. Πρόκειται γιὰ χριστιανοὺς ποὺ βλέπουν πίσω ἀπὸ τὶς ἐξελίξεις νὰ ἔρχεται τὸ τέλος τοῦ κόσμου, μὲ ἀποτέλεσμα μέσα ἀπὸ τὶς συζητήσεις τους νὰ ἐπιχειροῦν νὰ ξεσκεπάσουν τὶς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες τοῦ κακοῦ. Ἀλήθεια, αὐτὸς εἶναι ὁ ἀγῶνας μας, ὁ ἀγῶνας τῶν Χριστιανῶν; Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πράγματι, διδάσκει ὅτι ἑμεῖς παλεύουμε μὲ τὶς ἀρχὲς, τὶς ἐξουσίες καὶ τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους. Πώς ὅμως; 

            ς πάρουμε τὰ πράγματα ἀπὸ τὴν ἀρχή. Κάποια μέλη τῆς Ἐκκλησίας κηρύττουν ὅτι πλησιάζει τὸ τέλος τοῦ κόσμου, ὅτι βρισκόμαστε σὲ ἀποκαλυπτικὲς μέρες. Σημάδι ποὺ μᾶς βοηθᾶ νὰ διαπιστώσουμε ὑγειῆ ἤ ἀσθενὴ κατάσταση, εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ἀντιμετωπίζει κάποιος τὴν ἔλευση τῶν ἐσχάτων. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὅταν πρὶν δύο χιλιάδες χρόνια ἔλεγε «πάντων τὸ τέλος ἔχει φτάσει», τὸ ἔλεγε γιὰ νὰ ὠθήσει τοὺς Χριστιανοὺς σὲ σωφροσύνη καὶ νήψη μέσῳ τῆς προσευχῆς. Ἄλλωστε, πράγματι, τὸ τέλος ὅλων μας εἶναι πολὺ κοντά, εἶναι τώρα. Κάθε στιγμὴ ποὺ περνάει εἶναι ἕνα τέλος. Ὡς Χριστιανοί, πρέπει νὰ εἴμαστε συμφιλιωμένοι μὲ τὴν ἔννοια τοῦ «τέλους» καὶ πρέπει πάντοτε νὰ εἴμαστε ἔτοιμοι γιὰ αὐτό, διότι ἀνὰ πᾶσα ὥρα καὶ στιγμὴ ὁ θάνατος παραμονεύει. Καλῶς νὰ ἔλθει τὸ τέλος, διότι εἴμαστε Χριστιανοί! Πιστεύουμε στὴν Ἀνάσταση! Τὸ σωματικὸ τέλος εἶναι γιὰ ἑμᾶς ἡ ἀρχὴ τῆς αἰώνιας καὶ χαρμόσυνης ζωῆς. Γιὰ αὐτὸ οἱ Ἅγιοι Πατέρες στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως πρόσθεσαν «Προσδοκῶ Ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε, ὅμως, αὐτῆς τῆς αἰωνίου ζωῆς, πρέπει νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ τοὺς λόγους τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι μόνο Φῶς, Ζωή, Χαρά, Ἀνάσταση καὶ Ἀγάπη σκορποῦν. 

            Οἱ σημερινοὶ κήρυκες τοῦ «τέλους», μέσα ἀπὸ τὸ κήρυγμά τους, εἴτε ἀπὸ ἄμβωνος, εἴτε μέσω ἔντυπων καὶ ἠλεκτρονικῶν κειμένων, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, δυστυχῶς, δὲν σκορποῦν Φῶς, ἀλλὰ φόβο καὶ τρόμο, συνώνυμα τοῦ σκότους. Γιατί τὸ κάνουν; Ἴσως διότι ἀποδεδειγμένα, εἶναι ἕνας ἰδανικὸς τρόπος νὰ δημιουργήσει κάποιος ὀπαδούς, νὰ χειραγωγεῖ ἀνθρώπους, νὰ βιοπορίζεται ἀπὸ αὐτούς, ἀλλὰ καὶ νὰ καλύπτει τὰ κενά του μὲ τὴν ψευδαίσθηση ὅτι εἶναι ὁ σωτήρας. Ἡ δική του τρομολαγνεία προκαλεῖ τὴν γεροντολαγνεία τῶν ἀνθρώπων, μὲ ἀποτέλεσμα μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀληθινοὶ ὀπαδοί, ἐν ὀνόματι τοῦ «γέροντα» νὰ φέρονται ἀντίθετα πρὸς τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ «γέροντας» ἔχει μυήσει τοὺς ὀπαδούς του στὴν ἀδιάκριτη ὑπακοή, ἀλλὰ ὁ ἴδιος δὲν κάνει ὑπακοὴ οὔτε στὸν Ἐπίσκοπο, οὔτε στὴν Σύνοδο, νομίζοντας ὅτι εἶναι ὑπεράνω, καθώς, σύμφωνα μὲ τὸν ἴδιο, οἱ Ἀρχιερεῖς ἔχουν χάσει τὴν ὀρθόδοξη ὁμολογία. 

            μολογία… μία περεξηγημένη ἔννοια. Τὴν χρησιμοποιοῦν συχνὰ οἱ ὡς ἄνω «γεροντάδες», ὠθῶντας πρὸς αὐτὴν ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι μέχρι χθὲς βρίσκονταν στὸν κόσμο, γιὰ νὰ μὴν πῶ στὸν ὑπόκοσμο. Ἔτσι, ἀντὶ νὰ μερινοῦμε νύχτα καὶ μέρα πὼς θὰ ἔλθουμε σὲ εἰλικρινῆ μετάνοια, πὼς θὰ πετύχουμε τὴν Κάθαρση, τὸν Φωτισμὸ καὶ τὴν Θέωση τῆς ψυχῆς μας, κοιτᾶμε νὰ βροῦμε ἀφορμὲς γιὰ νὰ παραστήσουμε τοὺς «ὁμολογητές», δίχως νὰ γνωρίζουμε τὶ σημαίνει ὁμολογία, δίχως κὰν νὰ λέμε «καλημέρα» ὄχι στὸν ἐχθρό μας, ἀλλὰ στὸν ἀδερφό μας, δίχως νὰ εἴμαστε εἰλικρινεῖς στὸν πνευματικὰ προϊστάμενό μας. Καὶ ἄν ρωτήσει κανεῖς: «γιατί νὰ εἶμαι εἰλικρινὴς σὲ κάποιον ποὺ ἔχει χάσει τὴν ὁμολογία του;», ἡ ἀπάντηση εἶναι: «καὶ ἄν ἀκόμη τὴν ἔχει χάσει τὴν ὁμολογία, ὡς Χριστιανοὶ δὲν ἔχουμε καθῆκον νὰ τοῦ μιλήσουμε μὲ παρρησία, ἀγάπη καὶ εἰλικρινὲς ἐνδιαφέρον;». Δυστυχῶς κάτι τέτοιο σὲ πολλὲς περιπτώσεις δὲν γίνεται. Ἡ δῆθεν αὐτὴ ὁμολογιακὴ ἔξαρση τῶν τρομολάγνων ὄζει ἀσθενείας καὶ δὲν προσφέρει τὴν ποθητὴ θεραπεία στὴν ψυχή. Ἴσα ἴσα, τῆς ἀφαιρεῖ τὸ βάρος τῆς συνειδήσεως νομίζοντας ὅτι βαδίζει ὀρθῶς. Ὑποτιμοῦμε τὸν Ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ἄν πιστεύουμε ὅτι μὲ ὅλα τὰ πάθη ποὺ κουβαλᾶμε καὶ μὲ ὅλη αὐτὴ τὴν ἄρρωστη κατάσταση ποὺ ἔχουμε δημιουργήσει θὰ σώσουμε τὴν Ὀρθοδοξία… Ὁ ἀληθινὸς Ὁμολογητής, ἀφενὸς δὲν κάνει ἐκπτώσεις στὴν πίστη του, ἀφετέρου τὸ βίωμά του εἶναι ἀνάλογο μὲ τὴν πίστη ποὺ πρεσβεύει, εἶναι Φῶς, παράδειγμα καὶ ἐκπέμπει ἀγάπη. 

            Φτάσαμε στὸ σημεῖο, γιὰ κάθε τὶ ποὺ γίνεται, νὰ λένε μέλη τῆς Ἐκκλησίας: «Πρέπει νὰ ἀντισταθοῦμε. Δὲν μιλᾶνε οἱ Ἀρχιερεῖς». Τὸ «Ζῆστε Χριστιανικά» ποὺ βροντοφωνάζουμε ἑμεῖς ὡς Ἀρχιερεῖς, δὲν εἶναι ἑλκυστικό, οὔτε ἀρεστό. «Πρέπει νὰ ἀντισταθοῦμε». Πράγματι. Πρέπει νὰ ἀντισταθοῦμε πρωτίστως στὸν κακό μας ἑαυτό, στὰ πάθη μας, στὴν ζήλεια, στὴν εἰρωνεία, στὴν κακολογία, στὴν κατάκριση, στὴν αἰσχροκέρδεια, στὸ μίσος, στὶς σωματικὲς ἠδονές. Καὶ ὄχι κουβαλῶντας ὅλα αὐτὰ νὰ λέμε ὅτι ἀντιστεκόμαστε στὶς ἀρχὲς καὶ στὶς ἐξουσίες τοῦ σκότους. Ἄν οἱ Ἅγιοι Ὁμολογητὲς κατάφεραν νὰ διατηρήσουν ἀνόθευτη τὴν Ὀρθοδοξία μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, καὶ ἄν οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες κατάφεραν νὰ ὑπομείνουν τὰ σκληρότατα μαρτύρια, αὐτὸ συνέβη διότι ἦταν πάνω ἀπὸ ὅλα ἁγνοὶ στὴν καρδιά. Ἀγάπησαν τὸν Θεὸ καρδιακά, καί, ὡς ἐκ τούτου, καὶ τοὺς συνανθρώπους τους, ἀκόμη καὶ τοὺς φονεῖς τους. 

            ναστάτωση πάντοτε ὑπῆρχε. Πάντοτε οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις ἀσκοῦσαν τὸν ρόλο τους, πάντοτε ὑπῆρχαν πόλεμοι, δυστυχία καὶ συνωμοσίες, ὅπως ὑπάρχουν καὶ σήμερα. Μέσα σὲ ὅλες τὶς ταλαιπωρίες ποὺ βίωσε ἡ ἀνθρωπότητα, τὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἄλλαξε τὸ κεντρικὸ μήνυμά του, τὴν Ἀνάσταση μέσῳ τῆς Σταύρωσης. Νὰ μὴν νομίζουμε ὅτι θὰ ἀναστηθοῦμε ἄν δὲν περάσουμε ἀπὸ τὴν Σταύρωσή μας. Ὅλες τὶς δοκιμασίες ποὺ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ βιώσουμε, πρέπει νὰ τὶς θεωροῦμε ὡς σκαλοπάτια πρὸς τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Σίγουρα, θὰ ἀντισταθοῦμε ὅταν δοῦμε τὸ μεγαλύτερο δῶρο τοῦ Θεοῦ πρὸς ἑμᾶς, τὴν ἐλευθερία, νὰ καταργεῖται, ἤ ὅταν δοῦμε τὴν πίστη μας, τὸ «τζιβαέρι» μας νὰ δέχεται πόλεμο. Σίγουρα, πρέπει νὰ ἐνημερωνόμαστε. Ὄχι ὅμως νὰ κάνουμε τὸ σκοτάδι ἐπίκεντρο τῶν ἀσχολιῶν μας. Τί σχέση ἔχουμε ἑμεῖς μὲ τὸ σκοτάδι; Βαπτισθήκαμε στὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἐνδυθήκαμε «χιτῶνα φωτεινό». Ἄς καταφέρουμε νὰ ζοῦμε στὴν προσωπική μας ζωὴ ὅπως θέλει ὁ Θεός, ἄς κάνουμε τὴν ψυχή μας φάτνη γιὰ νὰ κατοικήσει ὁ  Νοητὸς Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, καὶ τότε οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις θὰ φοβοῦνται ἑμᾶς. Γιατί νὰ ζοῦμε μὲ τὸ σκοτάδι ὅταν μποροῦμε νὰ ζοῦμε μόνο μὲ τὸ Φῶς τοῦ ἄστρου ποὺ ὁδήγησε στὸ Θεῖο Βρέφος τοὺς μάγους ἐκ Περσίδος, μόνο μὲ τὴν μυστηριακὴ ζωή, μὲ τὴν ἐξομολόγηση καὶ τὴν Θεία Κοινωνία, μόνο μὲ τὴν προσευχή, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν μελέτη τῆς Ἀγίας Γραφῆς καὶ τῶν πολυάριθμων ἱερῶν συγγραμμάτων ποὺ μᾶς κληροδότησαν οἱ Μεγάλοι Ἅγιοι Πατέρες; 

            Γιατί νὰ ζοῦμε σὰν σφῆκες ὅταν ὁ Θεὸς μᾶς ἔχει δώσει τὴ δυνατότητα νὰ ζοῦμε σὰν μέλισσες, τρυγῶντας τὸ νέκταρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ὅπου Φῶς, ὅπου Χαρά, ὅπου Ἐλπίδα καὶ Ζωή, ὅπου οἱ καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐκεῖ ἀναπαύεται ὁ ἀληθινὸς Χριστιανός, πρὸς δόξαν τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ὄχι τοῦ μισόκαλου τῆς ψυχῆς. Ἀμήν.

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΛΟΥΚΑ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 77790717

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

             Κύριός μας εἶναι ἡ πηγὴ τῶν ἀγαθῶν, εἶναι ὁ «πράος καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ». Ἡ πραότητα, ὡστόσο, δὲν Τὸν ἐμπόδισε νὰ χρησιμοποιήσει τὴν μάχαιρα τῆς δικαιοσύνης γιὰ νὰ ἐλέγξει τὰ κακῶς κείμενα. Στὶς ἐλάχιστες φορὲς ποὺ ὁ Κύριος ὕψωσε τὴ φωνή Του, πού ἀπευθύνθηκε; Στὸν τελώνη; Στὴν πόρνη; Μήπως στὴν μοιχαλίδα; Ὄχι. Αὐτοὺς πνευματικὰ τοὺς ἀγκάλιασε καὶ τοὺς ἔσωσε μὲ τὴν ἀγάπη Του, ἐπειδὴ δέχθηκαν αὐτὴ τὴν ἀγάπη στὴ ζωή τους. Αὐτοὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ποτὲ δὲν ἄκουσαν ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο τὰ φοβερὰ «οὐαί», τὰ «ἀλίμονο». Ἀντιθέτως, αὐτὰ τὰ ἄκουσαν ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Δίκαιου Κριτῆ οἱ δῆθεν ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, οἱ ὑποκριτὲς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι. Κάτι ἀνάλογο συνέβη καὶ στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. 

             Κύριος ἦταν, κάποιο Σάββατο, στὴν συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων καὶ δίδασκε τὸν λαό, κατὰ τὴν συνήθειά Του. Τὸ Σάββατο ἦταν καὶ εἶναι γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ἡμέρα ἱερή, ἡμέρα ἀργίας, κάτι σὰν τὴν δική μας Κυριακή. Εἶχαν, λοιπόν, τὴν ἡμέρα αὐτὴ τὴν τακτική τους σύναξη, προκειμένου νὰ ἀκούσουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ προσευχηθοῦν. Κάποια στιγμή, ὁ Ἰησοῦς παρατήρησε ὅτι βρισκόταν ἐκεῖ μία γυναίκα συγκύπτουσα. Ἡ γυναίκα αὐτή, δεκαοκτὼ  ὁλόκληρα ἔτη ταλαιπωροῦνταν ἀπὸ κύρτωση τοῦ σώματος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν μπορεῖ νὰ ἀτενίσει τὸν οὐρανὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους της, παρὰ μόνο τὴ γῆ. Ἀξίζει νὰ παραδειγματισθοῦμε ἀπὸ τὴν εὐσεβῆ αὐτὴ γυναίκα. Παρὰ τὸ σοβαρὸ πρόβλημα ὑγείας ποὺ ἀντιμετώπιζε, μὲ καρτερία καὶ πίστη δὲν ἔλειπε ἀπὸ τὴν τακτικὴ σύναξη, σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς ἐκ τῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι προφασίζονται προφάσεις γιὰ νὰ λείψουν ἀπὸ τὸν ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ψυχὴ ἐκκλησιασμὸ τῆς Κυριακῆς. Αὐτοὶ ἀψηφοῦν καὶ χάνουν τὴν εὐλογία, ἡ δὲ γυναίκα, ἡ ὁποία κηνυγοῦσε τὴν εὐλογία, κέρδισε ὡς ἀνταπόδοση καὶ τὴν σωματικὴ θεραπεία ἀπὸ τὸν Ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Χριστό. 

            Πάντες χάρηκαν γιὰ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας. Ἤ μάλλον, σχεδὸν πάντες. Ὁ ἀρχισυνάγωγος, βλέποντας τὸν Ἰησοῦ νὰ λαμβάνει τόση δόξα ἀπὸ τὸν κόσμο, Τὸν φθόνησε, διότι ἤθελε ἐκεῖνος νὰ εἶναι στὰ μάτια τοῦ κόσμου ὁ «σωτῆρας», ὁ «ἅγιος», ὁ «γέροντας». Γιὰ νὰ κάνει, λοιπόν, αἰσθητὴ τὴν παρουσία του προσπαθῶντας νὰ μειώσει τὸν Ἰησοῦ καὶ δῆθεν γιὰ νὰ ὑπερασπισθεῖ τὸν νόμο τοῦ Μωϋσέως, ὑποκρίθηκε τὸν μεγάλο εὐσεβὴ καὶ εἶπε μὲ ἀγανάκτηση στὸν κόσμο τὸ ἑξῆς: «Ἕξι εἶναι οἱ ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος.  Σὲ αὐτὲς νὰ ἔρχεστε νὰ θεραπεύεσθε καὶ ὄχι τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου». Ὁ Κύριος, μὴν ἀφήνοντάς του περιθώριο, ἀπάντησε λέγοντας: «Ὑποκριτή, καθένας ἀπὸ ἑσᾶς τὸ Σάββατο δὲν λύνει τὸ μοσχάρι ἤ τὸ γαϊδούρι του ἀπὸ τὴν φάτνη γιὰ νὰ τὸ ποτίσει; Καὶ αὐτὴ ποὺ εἶναι θυγατέρα τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ὁποία βασάνισε ὁ σατανὰς δεκαοκτὼ ὁλόκληρα ἔτη δὲν ἔπρεπε νὰ λυθεῖ ἀπὸ τὸν δεσμό αὐτὸ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου;». Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια καταντροπιάζονταν πάντες οἱ ἐχθροί Του, ἐνῶ ὁ ἁπλὸς κόσμος χαιρόταν μὲ ὅσα γίνονταν ἀπὸ Αὐτόν.

            Μέσα ἀπὸ τὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα ἐπιστρέφουμε πάλι στὸ θέμα τῆς τυπολατρείας, τὸ ἀποτελεῖ διαχρονικὸ φαινόμενο καὶ ταλαιπωρεῖ ἀρκετὰ τὸ ἅγιο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ τυπολατρεία καθιστᾶ σκοπὸ τῆς ζωῆς τὸν τύπο. Ὁ ἀρχισυνάγωγος πίστευε πὼς θὰ σωζόταν ἄν τηροῦσε ἐπακριβῶς τὸ γράμμα τοῦ νόμου. Στὴν προσπάθειά αὐτή, ὅμως, ξεχνοῦσε τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης καὶ ἦταν ἔτοιμος νὰ ἐπιτεθεῖ καὶ νὰ κατασπαράξει σὰν θηρίο ἐκεῖνον τὸν ὁποῖο θεωροῦσε ὡς ἀπειλὴ γιὰ τὴν δική του εὐσεβοφάνεια, ὅταν ὁ τελευταῖος θὰ ἔκανε κάτι ἐκτὸς τοῦ νόμου. Ἡ τήρηση τοῦ νόμου ἦταν γιὰ ἐκεῖνον ὄχι ἀποτέλεσμα τῆς ἀγάπης του γιὰ τὸν Θεό, ἀλλά μάλλον μία καταπιεστικὴ συνήθεια. Ἦταν, ἐπίσης, ἕνας τρόπος νὰ φανεῖ σημαντικὸς στὰ μάτια τῶν ἁπλῶν εὐλαβῶν ἀνθρώπων. Σὰν τὸν ἀρχισυνάγωγο συμπεριφέρονται καὶ κοσμικοί, δυστυχῶς ὅμως, καὶ κληρικοί. Ἄν τὸ γνωρίζουν καὶ προσπαθοῦν μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ μετανοήσουν, βαδίζουν σὲ καλὸ δρόμο. Ἄν τὸ ἀγνοοῦν, τότε ταλαιπωροῦνται ἀδίκως καὶ ταλαιπωροῦν τὴν Ἐκκλησία. 

            μεῖς ὡς Χριστιανοί, ὅ,τι κάνουμε, πρέπει νὰ τὸ κάνουμε ἐπειδὴ τὸ ἀγαπᾶμε, ἐπειδὴ ἀγαπᾶμε τὸν Θεό. Ἄν ἀγαπᾶμε, δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ κρίνουμε κάποιον ὁ ὁποῖος εἶναι πιὸ χαλαρὸς στὰ πνευματικά, οὔτε πάλι νὰ φθονήσουμε κάποιον ὁ ὁποῖος εἶναι πιὸ προχωρημένος. 

            Εἰδικὰ τώρα ποὺ πλησιάζει ἡ μεγάλη δεσποτικὴ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, μᾶς δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ κατανοήσουμε τὴν διαφορὰ τοῦ τύπου ἀπὸ τὴν οὐσία. Ὁ περισσότερος κόσμος βυθίζεται στοὺς τύπους, προσπαθεῖ νὰ αἰσθανθεῖ τὸ νόημα τῶν Χριστουγέννων μέσα ἀπὸ τὰ λαμπάκια, τὰ στολίδια, τὰ ρεβεγιὸν ἤ τὰ δῶρα. Ὅταν, ὅμως, περάσουν οἱ γιορτές, καταλαβαίνει ἕνα τεράστιο κενό. Ἄλλο τόσο κενὸ αἰσθάνονται καὶ οἱ χριστιανοὶ ποὺ ναὶ μὲν ἀπέχουν ἀπὸ ὅλα αὐτά, ἀσκοῦν, ὅμως, τὰ καθήκοντά τους τυπολατρικὰ καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης. Ἀντιθέτως, ὅσοι προσεγγίζουν τὰ Χριστούγεννα μὲ νηστεία, καθαρὴ ἐξομολόγηση, συνειδητὴ προσευχὴ καὶ μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, μὲ κρυφὴ ἐλεημοσύνη καὶ εἰλικρινῆ ἀγάπη, μιμούμενοι τὴν ἀγάπη, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ὁ Θεὸς ἔγινε Ἄνθρωπος, κάνουν τὴν ψυχή τους φάτνη γιὰ νὰ κατοικήσει ὁ Σωτῆρας. Καὶ ὅταν περάσουν οἱ γιορτές, καταλαβαίνουν τὴν φωτιστικὴ παρουσία τοῦ Γεννηθέντος Χριστοῦ στὴ καθημερινότητά τους. 

            Τὸ νόημα τοῦ σημερινοῦ ἀναγνώσματος, ἀδελφοί, εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναπαύεται στὴν ἀγάπη, ὄχι στὸν τύπο. Ἀγαπάω; Σώθηκα. Δὲν ἀγαπάω; Ὅσα κομποσκοίνια καὶ νὰ κάνω, ὅσες μετάνοιες, ὅσες ξηροφαγίες, ἄν δεν μὲ βοηθήσουν νὰ ἀγαπήσω, ματαίως τὰ πράττω. Ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν τὸ ἄρμα. Ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ τοὺς ἴππους, τὰ ἄλογα. Χωρὶς τοὺς ἴππους, τὸ ἄρμα εἶναι ἁπλῶς ἕνα ὄμορφο θέαμα χωρὶς χρήση. Χωρὶς τὸ ἄρμα, οἱ ἴπποι παραμένουν χρήσιμοι καὶ μποροῦν νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸν Θεό. 

            Μαθαίνουμε, ἐπίσης, ὅτι δὲν ὑπάρχει φραγμὸς καὶ ὅριο στὴν ἄσκηση τῆς ἀγάπης. Κανένα Σάββατο καὶ καμία τυπικὴ διάταξη δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἀπαγορεύσει νὰ κάνουμε τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. Ἄν κάποιος πιστεύει τὸ ἀντίθετο, ἄς εἶναι ἔτοιμος γιὰ τὰ «οὐαὶ» καὶ τὴν ντροπὴ ποὺ ἀποκόμισαν οἱ ὑποκριτές. Σὲ αὐτοὺς ὁ Κύριος εἶπε πάλι: «ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν». Σὲ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν. 

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2022

"ΜΙΑ ΔΑΙΜΟΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΜΙΑ ΨΕΥΤΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΤΟΙΜΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΑΝΑΤΕΙΛΕΙ"

 


 "Μια δαιμονική πίστη  και μια ψεύτικη εκκλησία
ετοιμάζεται να ανατείλει"
(Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος)
Οι Ιεράρχες της Ρωσικής Διασποράς 
Άγιος Φιλάρετος και Αρχιεπίσκοπος Αβέρκιος

"Διανύουμε μια τρομερή περίοδο. Αλλά δεν είναι μόνο επειδή οι δυνάμεις του παγκόσμιου κακού κερδίζουν όλο και μεγαλύτερο έδαφος στον κόσμο, αλλά ακόμα περισσότερο επειδή - τρομερό να το λέει κανείς! - πολλοί υψηλόβαθμοι ιεράρχες της Εκκλησίας του Χριστού διεξάγουν μια πραγματική προδοσία της ιερής μας Πίστεως και της Εκκλησίας. Μια εντελώς νέα εποχή στον Χριστιανισμό διακηρύσσεται. Σκέφτονται να δημιουργήσουν νέα εκκλησία στην οποία όχι μόνο όλοι οι Ορθόδοξοι πρέπει να μετέχουν, αλλά και οι ετερόδοξοι, και ακόμη και οι Μουσουλμάνοι, οι Εβραίοι και οι ειδωλολάτρες. Μιλάνε επίσης και για κάποιου είδους «διάλογο» με τους άθεους! Με αυτόν τον τρόπο, αντί της αληθινής Πίστεως και της αληθινής Εκκλησίας, μια ψεύτικη πίστη ή, κατά την έκφραση του μεγάλου μας πνευματοφόρου λύχνου, Επισκόπου Θεοφάνους του Εγκλείστου, μια δαιμονική πίστη και μια ψεύτικη εκκλησία, ετοιμάζεται να ανατείλει.
      Και είναι σε αυτές τις φοβερές στιγμές που θέλουμε να δούμε στο πρόσωπο σας τον σταθερό και ακλόνητο πνευματικό ηγέτη μας, που θα μας εμπνέει όλους στον ιερό Αγώνα - την ιερή μάχη - για την αληθινή Πίστη και την αληθινή Εκκλησία εναντίον αυτής της ψεύτικης πίστεως και ψεύτικης εκκλησίας.
      Αυτό είναι ό, τι θέλουμε! .. Και μόνο αυτό!"
(Από τον Χαιρετιστήριο Λόγο του Αρχιεπισκόπου Συρακουσών και Αγίας Τριάδος Αβερκίου προς τον Άγιο Φιλάρετο Πρωθιεράρχη της Ρωσικής Εκκλησίας εν Διασπορά - 1/14-12-1967)

 

Ο Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς με τον Αρχιεπίσκοπο Αβέρκιο 

"Πρέπει να προβούμε σε αποφασιστική ρήξη με τον Οικουμενισμό, και δεν πρέπει να έχουμε καμία κοινωνία με τους συνοδοιπόρους του. Ο δρόμος μας δεν είναι ο δικός τους.Πρέπει να το πούμε αυτό με αποφασιστικότητα και να το δείξουμε με τις πράξεις μας. Μια εποχή πραγματικής ομολογίας έρχεται για μας, μια εποχή που ίσως παραμείνουμε μόνοι και διωκόμενοι. Στο βαθμό που όλες οι Ορθόδοξες Τοπικές Εκκλησίες έχουν πλέον εισέλθει στις τάξεις του «Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών» και έχουν ως εκ τούτου προδώσει την Ορθοδοξία και προσκυνήσει τον Σατανά, έχει έρθει η ώρα της πλήρους απομονώσεώς μας. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να έχουμε καμία κοινωνία με αποστάτες της αληθινής Ορθοδοξία, και πρέπει να είμαστε έτοιμοι, εάν απαιτηθεί, να αναχωρήσουμε στις "κατακόμβες", όπως οι "Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί" στην πατρίδα μας.
      Η θέση μας ως μαχητές και ομολογητές της καθαρής και αμόλυντης αλήθειας του Χριστού, μας θέτει κάτω από μεγάλη υποχρέωση, περισσότερο από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν.
      Πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι ένας αληθινός ποιμένας της αληθινής Εκκλησίας του Χριστού δεν μπορεί ποτέ και δεν πρέπει να έχει οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα, εκτός από τον καθαρό ζήλο για τη δόξα του Θεού και την σωτηρία των ψυχών του ποιμνίου του - σε αυτό και μόνο πρέπει όλες οι σκέψεις του, όλα τα συναισθήματά του και κάθε δραστηριότητα του να κατευθύνεται πάντα"
(Από κείμενο του ιδίου Ιεράρχου γραμμένο το 1969)
 

+Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αβέρκιος (+31-3-1976 π.η.)

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2022

ΠΕΡΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΣ (Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)

 

Περί διακρίσεως

Σᾶς συνιστῶ νὰ ἔχετε σὲ ὅλα διάκριση καὶ φρόνηση. Ν᾿ ἀποφεύγετε τὰ ἄκρα. Οἱ αὐστηρότητες συμβαδίζουν μὲ τὰ μέτρα τῆς ἀρετῆς. Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μεγάλες ἀρετὲς καὶ συναγωνίζεται μὲ τοὺς τέλειους, θέλοντας νὰ ζεῖ μὲ αὐστηρότητα, ὅπως οἱ ἅγιοι ἀσκητές, αὐτὸς κινδυνεύει νὰ ὑπερηφανευθεῖ καὶ νὰ πέσει. Γι᾿ αὐτὸ νὰ πορεύεσθε μὲ διάκριση καὶ νὰ μὴν ἐξαντλεῖτε τὸ σῶμα μὲ ὑπέρμετρους κόπους. Νὰ θυμάστε πὼς ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος ἁπλῶς βοηθάει τὴν ψυχὴ νὰ φτάσει στὴν τελειότητα, ἡ τελειότητα κατορθώνεται κυρίως μὲ τὸν ἀγώνα τῆς ψυχῆς.

Μὴν τεντώνετε περισσότερο ἀπὸ τὸ μέτρο τὴ χορδή. Νὰ ξέρετε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἐκβιάζεται στὶς δωρεές Του· δίνει, ὅταν αὐτὸς θέλει. Ὅ,τι παίρνουμε, τὸ παίρνουμε δωρεὰν ἀπὸ τὸ θεῖο ἔλεος.

Μὴ ζητᾶτε νὰ φτάσετε ψηλὰ μὲ μεγάλες ἀσκήσεις χωρὶς νὰ ἔχετε ἀρετές, γιατὶ κινδυνεύετε νὰ πέσετε σὲ πλάνη γιὰ τὴν ἔπαρση καὶ τὴν τόλμη σας. Ὅποιος ἐπιζητεῖ θεῖα χαρίσματα καὶ ὑψηλὲς θεωρίες, ἐνῶ εἶναι ἀκόμα φορτωμένος μὲ πάθη, αὐτός, σὰν ἀνόητος καὶ ὑπερήφανος, πλανιέται. Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ὀφείλει ν᾿ ἀγωνιστεῖ γιὰ τὴν κάθαρσή του. Ἡ θεία χάρη στέλνει τὰ χαρίσματα σὰν ἀμοιβὴ σ᾿ ὅσους ἔχουν καθαριστεῖ ἀπὸ τὰ πάθη. Τοὺς ἐπισκέπτεται χωρὶς θόρυβο καὶ σὲ ὥρα ποὺ δὲν γνωρίζουν.

Περί Χριστιανικής ευγένειας.

Οἱ χριστιανοὶ ἔχουν χρέος, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, νὰ γίνουν ἅγιοι καὶ τέλειοι. Ἡ τελειότητα καὶ ἡ ἁγιότητα χαράσσονται πρῶτα βαθιὰ στὴν ψυχὴ τοῦ χριστιανοῦ, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τυπώνονται καὶ στὶς σκέψεις του, στὶς ἐπιθυμίες του, στὰ λόγια του, στὶς πράξεις του. Ἔτσι, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὑπάρχει στὴν ψυχή, ξεχύνεται καὶ σ᾿ ὅλο τὸν ἐξωτερικὸ χαρακτήρα.

Ὁ χριστιανὸς ὀφείλει νὰ εἶναι εὐγενικὸς μὲ ὅλους. Τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα του νὰ ἀποπνέουν τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ κατοικεῖ στὴν ψυχή του, ὥστε νὰ μαρτυρεῖται ἡ χριστιανική του πολιτεία καὶ νὰ δοξάζεται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ.

Ὅποιος εἶναι μετρημένος στὰ λόγια, εἶναι μετρημένος καὶ στὰ ἔργα. Ὅποιος ἐξετάζει τὰ λόγια ποὺ πρόκειται νὰ πεῖ, ἐξετάζει καὶ τὶς πράξεις ποὺ πρόκειται νὰ ἐκτελέσει, καὶ ποτέ του δὲν θὰ ὑπερβεῖ τὰ ὅρια τῆς καλῆς καὶ ἐνάρετης συμπεριφορᾶς.

Τὰ χαριτωμένα λόγια τοῦ χριστιανοῦ χαρακτηρίζονται ἀπὸ λεπτότητα καὶ εὐγένεια. Αὐτὰ εἶναι ποὺ γεννοῦν τὴν ἀγάπη, φέρνουν τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρά. Ἀντίθετα, ἡ ἀργολογία γεννάει μίση, ἔχθρες, θλίψεις, φιλονικίες, ταραχὲς καὶ πολέμους.

Ἂς εἴμαστε λοιπὸν πάντοτε εὐγενικοί. Ποτὲ ἀπὸ τὰ χείλη μας νὰ μὴ βγεῖ λόγος κακός, λόγος ποὺ δὲν εἶναι ἁλατισμένος μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ πάντοτε λόγοι χαριτωμένοι, λόγοι ἀγαθοί, λόγοι ποὺ μαρτυροῦν τὴν κατὰ Χριστὸν εὐγένεια καὶ τὴν ψυχική μας καλλιέργεια.

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ προσευχῆς

 

ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΟΓΔΟΟΣ

Περὶ προσευχῆς

(Διὰ τὴν ἱερὰν προσευχήν, τὴν μητέρα τῶν ἀρετῶν,
καὶ διὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ παρίσταταί τις
εἰς αὐτὴν νοερῶς καὶ σωματικῶς)

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ὡς πρὸς τὴν ποιότητά της, εἶναι συνουσία καὶ ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεόν (1), καὶ ὡς πρὸς τὴν ἐνέργειά της, σύστασις καὶ διατήρησις τοῦ κόσμου, συμφιλίωσις μὲ τὸν Θεόν, μητέρα τῶν δακρύων, καθὼς ἐπίσης καὶ θυγατέρα, συγχώρησις τῶν ἁμαρτημάτων, γέφυρα ποὺ σῴζει ἀπὸ τοὺς πειρασμούς, τοῖχος ποὺ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὶς θλίψεις, συντριβὴ τῶν πολέμων, ἔργο τῶν Ἀγγέλων, τροφὴ ὅλων τῶν ἀσωμάτων, ἡ μελλοντικὴ εὐφροσύνη, ἐργασία ποὺ δὲν τελειώνει, πηγὴ τῶν ἀρετῶν, πρόξενος τῶν χαρισμάτων, ἀφανὴς πρόοδος, τροφὴ τῆς ψυχῆς, φωτισμὸς τοῦ νοῦ, πέλεκυς ποὺ κτυπᾶ τὴν ἀπόγνωσι, ἀπόδειξις τῆς ἐλπίδος, διάλυσις τῆς λύπης, πλοῦτος τῶν μοναχῶν, θησαυρὸς τῶν ἡσυχαστῶν, μείωσις τοῦ θυμοῦ, καθρέπτης τῆς πνευματικῆς προόδου, φανέρωσις τῶν μέτρων, δήλωσις τῆς πνευματικῆς καταστάσεως, ἀποκάλυψις τῶν μελλοντικῶν πραγμάτων, σημάδι τῆς πνευματικῆς δόξης ποὺ ἔχει κανείς. Ἡ προσευχὴ εἶναι γι᾿ αὐτὸν ποὺ προσεύχεται πραγματικὰ δικαστήριο καὶ κριτήριο καὶ βῆμα τοῦ Κυρίου, πρὶν ἀπὸ τὸ μελλοντικὸ βῆμα.

2. Ἂς ἐγερθοῦμε καὶ ἂς ἀκούσωμε τὴν ἱερὴ αὐτὴ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν νὰ φωνάζη μὲ ὑψωμένη τὴν φωνὴ καὶ νὰ μᾶς λέγη: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν -καὶ ἴασιν ταῖς πληγαῖς ὑμῶν- ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς – καὶ πταισμάτων μεγάλων ἰαματικὸς – ὑπάρχει» (πρβλ. Ματθ. ια´ 28-30).

3. Ὅσοι πηγαίνομε νὰ παρασταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως καὶ Θεοῦ καὶ νὰ συνομιλήσωμε μαζί Του, ἂς μὴ προχωροῦμε χωρὶς τὴν κατάλληλη προετοιμασία. Διότι ὑπάρχει φόβος, ἐὰν μᾶς ἰδῆ ἀπὸ μακρυὰ νὰ μὴν ἔχωμε τὰ ὅπλα καὶ τὴν στολὴ ποὺ ἁρμόζουν γιὰ τὴν παρουσίαση ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως, νὰ διατάξη τοὺς ὑπηρέτας καὶ λειτουργούς Του νὰ μᾶς δέσουν καὶ νὰ μᾶς ἐξορίσουν μακρυὰ ἀπὸ τὸ πρόσωπό Του, καὶ τὶς δεήσεις μας νὰ τὶς σχίσουν καὶ νὰ τὶς πετοῦν στὸ πρόσωπό μας.

4. Ὅταν ξεκινᾶς νὰ σταθῆς ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ἂς εἶναι ὁ χιτὼν τῆς ψυχῆς σου ὑφασμένος ἐξ ὁλοκλήρου μὲ τὸ νῆμα ἢ μᾶλλον μὲ τὸ λῆμμα τῆς ἀμνησικακίας. Εἰδεμὴ τίποτε δὲν πρόκειται νὰ ὠφεληθῆς ἀπὸ τὴν προσευχή. Ὅλο τὸ ὕφος καὶ τὸ λεκτικὸ τῆς προσευχῆς σου ἂς εἶναι ἀνεπιτήδευτο, διότι ὁ τελώνης καὶ ὁ ἄσωτος μὲ ἕναν μόνο λόγο συμφιλιώθηκαν μὲ τὸν Θεόν.

5. Μία εἶναι ἐξωτερικῶς ἡ στάσις στὴν προσευχή, ἀλλὰ παρουσιάζει ἐσωτερικῶς πολλὲς ποικιλίες καὶ διαφορές. Ἄλλοι συνομιλοῦν μαζί Του σὰν μὲ φίλο καὶ κύριό τους, καὶ Τοῦ προσφέρουν τὸν ὕμνο καὶ τὴν ἱκεσία χάριν τῶν ἄλλων καὶ ὄχι τοῦ ἑαυτοῦ τους. Ἄλλοι ζητοῦν πλοῦτο καὶ δόξα καὶ περισσοτέρα παρρησία. Ἄλλοι παρακαλοῦν νὰ ἀπαλλαγοῦν τελείως ἀπὸ τὸν ἐχθρό τους. Μερικοὶ ἱκετεύουν νὰ τοὺς δοθῇ κάποια τιμή, καὶ μερικοὶ γιὰ τὴν τελεία ἐξάλειψι τοῦ χρέους τους. Ἄλλοι ζητοῦν ἀπελευθέρωσι ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν, καὶ ἄλλοι συγχώρησι τῶν ἀνομημάτων τους.

6. Πρὶν ἀπ᾿ ὅλα ἂς βάλωμε στὸν κατάλογο τῆς δεήσεώς μας τὴν εἰλικρινῆ εὐχαριστία. Στὴν δεύτερη σειρά, τὴν ἐξομολόγησι τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ τὴν συντριβὴ τῆς ψυχῆς μας μὲ συναίσθησι. Καὶ ἐν συνεχείᾳ ἂς ἀναφέρωμε τὰ αἰτήματά μας πρὸς τὸν Παμβασιλέα. Ὁ τρόπος αὐτὸς τῆς προσευχῆς εἶναι ἄριστος, ὅπως ἀπεκαλύφθη σὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς ἀπὸ Ἄγγελον τοῦ Κυρίου.

7. Ἐὰν κάποτε ἐστάθηκες ὡς ὑπόδικος ἐμπρὸς σὲ ἐπίγειο δικαστή, δὲν χρειάζεσαι ἄλλο ὑπόδειγμα γιὰ τὴν παράστασι στὴν προσευχή σου. Ἐὰν δὲ δὲν ἐστάθηκες ἀκόμη, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἄλλους εἶδες νὰ δικάζωνται, τουλάχιστον ἂς τὸ διδαχθῆς αὐτὸ ἀπὸ τὶς ἱκεσίες τῶν ἀσθενῶν πρὸς τοὺς ἰατρούς, ὅταν πρόκειται νὰ χειρουργηθοῦν ἢ νὰ καυτηριασθοῦν.

8. Μὴν ἐπιτηδεύεσαι τὰ λόγια τῆς προσευχῆς σου. Διότι πολλὲς φορὲς τὰ ἁπλὰ καὶ ἀνεπιτήδευτα ψελλίσματα τῶν μικρῶν παιδιῶν εὐχαρίστησαν καὶ ἱκανοποίησαν τὸν οὐράνιο Πατέρα τους.

9. Μὴ ζητῇς νὰ λέγῃς πολλὰ στὴν προσευχή σου, γιὰ νὰ μὴ διασκορπισθῇ ὁ νοῦς σου, ἀναζητώντας λόγια. Ἕνας λόγος πίστεως ἔσωσε τὸν λῃστή. Ἡ πολυλογία στὴν προσευχὴ πολλὲς φορὲς ἐδημιούργησε στὸ νοῦ φαντασίες καὶ διάχυσι, ἐνῷ ἀντιθέτως ἡ μονολογία συγκεντρώνει τὸν νοῦ.

10. Ὅταν αἰσθάνεσαι γλυκύτητα ἢ κατάνυξι σὲ κάποιο λόγο τῆς προσευχῆς σου, σταμάτησε σ᾿ αὐτόν, διότι τότε συμπροσεύχεται μαζί μας ὁ φύλαξ Ἄγγελός μας.

11. Μὴ προσεύχεσαι μὲ παρρησία, ἔστω καὶ ἐὰν διαθέτης καθαρότητα. Ἀντιθέτως πλησίασε μὲ πολλὴ ταπεινοφροσύνη, καὶ ἔτσι θὰ ἀποκτήσῃς περισσοτέρα παρρησία.

12. Καὶ ἂν ἀκόμη ἔχης ἀνεβῆ ὅλη τὴν κλίμακα τῶν ἀρετῶν, καὶ τότε πάλι νὰ προσεύχεσαι ὑπὲρ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν σου, ἀκούοντας τὸν Παῦλο νὰ βοᾷ: «Ἁμαρτωλῶν πρῶτος εἰμὶ ἐγώ» (Α´ Τιμ. α´ 15).

13. Τὰ φαγητὰ τὰ ἀρτύουν μὲ τὸ λάδι καὶ τὸ ἁλάτι. Καὶ στὴν προσευχὴ δίνουν φτερὰ ἡ ζωὴ τῆς σωφροσύνης καὶ ἁγνότητος, καὶ τὰ δάκρυα.

14. Ἂν ἐνδυθῆς καλὰ τὴν πραότητα καὶ τὴν ἀοργησία, τότε δὲν θὰ κοπιάσης πολὺ νὰ ἐλευθερώσῃς τὸν νοῦ σου ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία.

15. Ἕως ὅτου ἀποκτήσωμε προσευχὴ ἐναργῆ, θὰ ὁμοιάζωμε μὲ ἐκείνους ποὺ γυμνάζουν στὶς ἀρχὲς τὰ νήπια πῶς νὰ βαδίζουν.

16. Νὰ πυκτεύης, ὥστε νὰ ἀνυψώνης ἢ μᾶλλον νὰ περικλείης τὴν σκέψι σου μέσα στὰ λόγια τῆς προσευχῆς. Καὶ ἐάν, λόγῳ τῆς νηπιακῆς σου πνευματικῆς καταστάσεως, ἀτονήσῃ καὶ ξεφύγη, συμμάζεψέ την πάλι. Διότι ἴδιον τοῦ νοῦ εἶναι τὸ ἄστατον, καὶ ἴδιον τοῦ Θεοῦ τὸ νὰ μπορῆ ὅλα νὰ τὰ σταθεροποιῆ.

17. Ἂν ἀγωνίζεσαι συνεχῶς καὶ ἀποφασιστικῶς, τότε θὰ σὲ ἐπισκεφθῇ καὶ ἐσένα Ἐκεῖνος ποὺ θέτει ὅρια στὴν θάλασσα τοῦ νοῦ καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς σου θὰ τῆς εἰπῆ: «Μέχρι τούτου ἐλεύση, καὶ οὐχ ὑπερβήσῃ» (Ἰὼβ λη´ 11).

18. Εἶναι ἀδύνατο νὰ δεσμεύσῃ κάποιος ἕνα πνεῦμα, (ὅπως τὸν νοῦ). Ὅπου ὅμως παρουσιασθῇ ὁ Κτίστης τοῦ πνεύματος, τὰ πάντα ὑποτάσσονται.

19. Ἐὰν κάποτε ἀντίκρυσες καθαρὰ τὸν Ἥλιο, (δηλαδὴ τὸν Χριστόν), τότε θὰ κατορθώσῃς καὶ νὰ συνομιλήσῃς μαζί Του ὅπως πρέπει. Εἰδεμή, πῶς μπορεῖς νὰ συνομιλῆς πραγματικὰ μὲ κάποιον ποὺ δὲν τὸν ἔχεις ἰδεῖ;

20. Ἀρχὴ τῆς προσευχῆς εἶναι τὸ νὰ διώκωνται οἱ ἐχθρικὲς προσβολὲς στὴν ἀρχή τους, μὲ ἕνα ἀποφασιστικὸ λόγο. Μέσον, τὸ νὰ παραμένη ὁ νοῦς στὰ λόγια καὶ στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Καὶ τέλος, τὸ νὰ ἁρπαγῇ ὁ νοῦς πρὸς τὸν Κύριον.

21. Ἄλλη εἶναι ἡ ἀγαλλίασις ποὺ δοκιμάζουν στὴν προσευχή τους οἱ κοινοβιάτες, καὶ ἄλλη οἱ ἡσυχασταί. Διότι ἡ πρώτη ἴσως νὰ ἐπηρεάζεται κάπως ἀπὸ τὴν κενοδοξία, ἐνῷ ἡ δευτέρα εἶναι γεμάτη ἀπὸ ταπεινοφροσύνη.

22. Ἐὰν γυμνάζης πάντοτε τὸν νοῦ σου νὰ μὴ φεύγη μακρυά, τότε καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς τραπέζης θὰ εὑρίσκεται κοντά σου. Ἐὰν ὅμως συνηθίζη νὰ περιπλανᾶται ἐλεύθερα, ποτὲ δὲν θὰ κατορθωθῇ νὰ παραμένη πλησίον σου.

23. Ὁ μεγάλος ἐργάτης τῆς μεγάλης καὶ τελείας προσευχῆς (δηλαδὴ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος), λέγει: «Θέλω εἰπεῖν πέντε λόγους τῷ νοΐ μου» κ. τ. λ. (Α´ Κορ. ιδ´ 19), πράγμα ποὺ εἶναι ξένο γιὰ τοὺς νηπίους καὶ ἀρχαρίους. Γι᾿ αὐτὸ ἐμεῖς σὰν ἀτελεῖς, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ποιότητα, ἔχομε ἀνάγκη καὶ ἀπὸ τὴν ποσότητα τῆς προσευχῆς. Τὸ δεύτερο ἄλλωστε εἶναι πρόξενο τοῦ πρώτου. «Ὁ Θεὸς -λέγει ἡ Γραφή- δίνει προσευχὴ καθαρὴ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ προσεύχεται, ἔστω καὶ ρυπαρά, ἀλλὰ χωρὶς νὰ ὑπολογίζη κόπο καὶ πόνο» (πρβλ. Α´ Βάσ. β´ 9).

24. Ἄλλο πράγμα εἶναι ὁ ρύπος τῆς προσευχῆς καὶ ἄλλο ὁ ἀφανισμὸς καὶ ἄλλο ἡ κλοπὴ καὶ ἄλλο ὁ μῶμος. Ὁ ρύπος εἶναι τὸ νὰ ἵστασαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἔχης αἰσχρὲς σκέψεις. Ὁ ἀφανισμὸς εἶναι τὸ νὰ αἰχμαλωτίζεται ὁ νοῦς σου ἀπὸ μάταιες φροντίδες καὶ μέριμνες. Ἡ κλοπὴ εἶναι τὸ νὰ πέφτη ἡ σκέψις ἀνεπαίσθητα σὲ ρεμβασμούς. Καὶ μῶμος εἶναι ὁ οἱοσδήποτε πειρασμὸς ποὺ ἔρχεται νὰ μᾶς θίξη τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς.

25. Ὅταν δὲν εἴμαστε μόνοι μας κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς τότε ἂς λαμβάνωμε μόνο ἐσωτερικὰ τὴν ἁρμόζουσα ἱκετευτικὴ στάσι. Ὅταν ὅμως ἀπουσιάζουν ἐκεῖνοι ποὺ θὰ μᾶς ἐπαινοῦσαν, τότε ἂς συμμορφώσουμε ἀναλόγως καὶ τὴν ἐξωτερική μας στάσι. Διότι στοὺς ἀτελεῖς πολλὲς φορὲς ὁ νοῦς συμμορφώνεται πρὸς τὴν στάσι τοῦ σώματος.

26. Ὅλοι βέβαια, ἀλλὰ περισσότερο ἐκεῖνοι ποὺ πηγαίνουν στὸν βασιλέα γιὰ νὰ ζητήσουν ἄφεσι τοῦ χρέους των, ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ ἀπερίγραπτη συντριβή.

27. Ἐὰν ἀκόμη εὑρισκώμαστε στὸ δεσμωτήριο, ἂς ἀκούσωμε τὰ λόγια τοῦ Ἀγγέλου πρὸς τὸν Πέτρο: «Ζώσου τὴν ποδιὰ τῆς ὑπακοῆς, βγάλε ἀπὸ πάνω σου τὰ θελήματά σου, καὶ ἔτσι γυμνὸς πλησίασε καὶ προσευχήσου στὸν Κύριον, ζητώντας τὸ ἰδικό Του μόνο θέλημα» (πρβλ. Πράξ. ιβ´ 8), καὶ θὰ ἀποκτήσῃς τότε τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος θὰ κρατᾶ τὸ τιμόνι τῆς ψυχῆς σου καὶ θὰ σὲ κυβερνᾶ ἀκίνδυνα.

28. Ἀφοῦ ἐγερθῆς ἀπὸ τὴν φιλοκοσμία καὶ τὴν φιληδονία, πέταξε ἀπὸ πάνω σου τὶς μέριμνες, βγάλε ἀπὸ πάνω σου τὶς σκέψεις, ἀπαρνήσου τὸ σῶμα, (καὶ τότε προσευχήσου). Διότι ἡ προσευχὴ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἀποξένωσις ἀπὸ ὅλον τὸν ὁρατὸ καὶ ἀόρατο κόσμο.

Θεέ μου, «τί γὰρ μοὶ ὑπάρχει ἐν τῷ οὐρανῷ»; Τίποτε! «Καὶ παρὰ σοῦ τί ἠθέλησα ἐπὶ τῆς γῆς»; (πρβλ. Ψαλμ. οβ´ 25). Τίποτε! Παρὰ μόνο τὸ νὰ προσκολλῶμαι πάντοτε σ᾿ Ἐσένα ἀπερίσπαστα μέσῳ τῆς προσευχῆς. Μερικοὶ ζοῦν μὲ τὴν ἐπιθυμία τοῦ πλούτου, ἄλλοι μὲ τῆς δόξης καὶ ἄλλοι μὲ κάποιου ἄλλου κτίσματος. «Ἐμοὶ δὲ τὸ προσκολλάσθαι τῷ Θεῷ ἐπιθυμητόν ἐστι, τίθεσθαι ἐν αὐτῷ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀπαθείας μου» (πρβλ. Ψαλμ. οβ´ 28).

29. Ἡ πίστις ἔδωσε φτερὰ στὴν προσευχή. Χωρὶς αὐτὴν ἡ προσευχὴ δὲν μπορεῖ νὰ πετάξη στὸν οὐρανό.

30. Ὅσοι εἴμαστε ἐμπαθεῖς ἂς παρακαλέσωμε γι᾿ αὐτὸ μὲ ἐπιμονὴ τὸν Κύριον, διότι ὅλοι οἱ ἀπαθεῖς ἀπὸ τὴν ἐμπάθεια προχώρησαν καὶ ἔφθασαν στὴν ἀπάθεια.

31. Παρ᾿ ὅλον ὅτι σὰν Θεὸς ποὺ εἶναι δὲν φοβεῖται τὸν Θεὸ ὁ «Κριτής» (πρβλ. Λουκ. ιη´ 2), ἐν τούτοις ὅμως, ἐπειδὴ τὸν ἐνοχλεῖ ἡ χήρα, ἡ ψυχὴ δηλαδὴ ποὺ ἐχήρευσε ἀπὸ Αὐτὸν μὲ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς πτώσεις της, θὰ ἐκδικηθῇ καὶ θὰ τὴν σώσῃ ἀπὸ τὸν ἀντίδικό της, ἀπὸ τὸ σῶμα δηλαδὴ καὶ ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της δαίμονας.

32. Ὁ Θεός, ὁ καλός μας οἰκονόμος, τοὺς εὐγνώμονες τοὺς ἐφελκύει στὴν ἀγάπη Του μὲ τὴν σύντομη ἐκπλήρωσι τοῦ αἰτήματός των. Ἐνῷ τὶς ἀχάριστες καὶ ὅμοιες μὲ τοὺς σκύλους ψυχὲς τὶς ἀναγκάζει νὰ κάθωνται πλησίον Του προσευχόμενες, πεινασμένες καὶ διψασμένες γιὰ τὸ αἴτημά τους. Διότι ὁ ἀγνώμων σκύλος, μόλις πάρη τὸ ψωμί, ἀπομακρύνεται ἀμέσως ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ τοῦ τὸ ἔδωσε.

33. Νὰ μὴ λέγης ὅτι, ἂν καὶ προσευχήθηκες πολὺν καιρό, δὲν κατώρθωσες τίποτε, διότι ἤδη κάτι σπουδαῖο κατώρθωσες. Τί, ἀλήθεια, ὑπάρχει ἀνώτερο ἀπὸ τὴν προσκόλλησι στὸν Κύριον καὶ ἀπὸ τὴν συνεχῆ παραμονὴ σ᾿ αὐτὴν τὴν ἕνωσι;

34. Δὲν φοβεῖται τόσο ὁ κατάδικος τὴν ἀπόφασι τῆς τιμωρίας του, ὅσο φοβεῖται ὁ ἐργάτης τῆς προσευχῆς τὴν στάσι του στὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Γι᾿ αὐτό, ἂν εἶναι σοφὸς καὶ ἔξυπνος, μὲ τὴν ἀνάμνησι αὐτῆς τῆς ὥρας θὰ μπορῆ νὰ ἀποστρέφεται κάθε λοιδορία καὶ ὀργὴ καὶ μέριμνα καὶ ἀσχολία καὶ θλίψι καὶ χορτασμὸ καὶ λογισμὸ καὶ πειρασμό.

35. Νὰ προετοιμάζεσαι μὲ τὴν ἀδιάλειπτο ἐσωτερικὴ προσευχὴ προκειμένου νὰ σταθῆς νὰ προσευχηθῆς, καὶ ἔτσι σύντομα θὰ προοδεύσης (στὴν προσευχή).

36. Εἶδα μερικοὺς νὰ λάμπουν στὴν ὑπακοή τους καὶ νὰ μὴν ἀμελοῦν, ὅσο τοὺς ἦταν δυνατό, τὴν νοερὰ μνήμη τοῦ Θεοῦ. Καὶ μόλις ἐστάθηκαν στὴν προσευχή, ἐκυριάρχησαν σύντομα στὸν νοῦ τους, αὐτοσυγκεντρώθηκαν καὶ ἔχυναν κρουνηδὸν τὰ δάκρυα. Καὶ τοῦτο, διότι ἦταν προετοιμασμένοι ἀπὸ τὴν ὁσία ὑπακοή.

37. Στὴν ψαλμῳδία ποὺ γίνεται μὲ πολλοὺς ἀκολουθοῦν αἰχμαλωσίες καὶ ρεμβασμοί. Στὴν κατὰ μόνας ὅμως προσευχὴ δὲν παρατηροῦνται αὐτά. Ἀλλὰ αὐτὴν τὴν πολεμεῖ ἡ ἀκηδία, ἐνῷ τὴν πρώτη τὴν βοηθεῖ ἡ προθυμία.

38. Τὴν ἀγάπη τοῦ στρατιώτου πρὸς τὸν βασιλέα τὴν ἔδειξε ἡ ὥρα τοῦ πολέμου. Καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ μοναχοῦ πρὸς τὸν Θεὸν τὴν ἐδοκίμασε ὁ καιρὸς καὶ ὁ τρόπος τῆς προσευχῆς. Τὴν πνευματική σου κατάστασι θὰ σοῦ τὴν φανερώσῃ ἡ προσευχή σου. Οἱ θεολόγοι ἄλλωστε ἐχαρακτήρισαν τὴν προσευχὴ καθρέπτη τοῦ μοναχοῦ.

39. Ἐκεῖνος ποὺ ἀσχολεῖται μὲ κάτι καὶ τὸ συνεχίζει, ἐνῷ ἐσήμανε ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς, αὐτὸς ἐμπαίζεται ἀπὸ τοὺς δαίμονας. Διότι αὐτὸ ἐπιδιώκουν οἱ κλέπτες, ὥρα μὲ τὴν ὥρα νὰ κλέβουν τὸν χρόνο τῆς προσευχῆς μας.

40. Μὴν ἀρνῆσαι νὰ προσεύχεσαι γιὰ κάποια ψυχὴ (ποὺ σοῦ τὸ ἐζήτησε), ἔστω καὶ ἂν δὲν διαθέτης καρποφόρο προσευχή. Διότι ἡ πίστις ἐκείνου ποὺ ἐζήτησε τὴν προσευχή, ἔσωσε πολλὲς φορὲς κι ἐκεῖνον ποὺ προσευχήθηκε καὶ μάλιστα μὲ συντριβὴ καρδίας. Μὴν ὑπερηφανεύεσαι, ἐὰν προσεύχεσαι γιὰ ἄλλους καὶ εἰσακούεσαι, διότι ἡ πίστις αὐτῶν ἐνήργησε, ὥστε νὰ εἰσακουσθῇ ἡ προσευχή σου.

41. Κάθε μαθητὴς θὰ ἐξετάζεται ἀπὸ τὸν διδάσκαλό του καθημερινὰ στὰ μαθήματα ποὺ ἐδιδάχθη. Καὶ ἀπὸ κάθε νοῦ θὰ ζητηθῇ, καὶ δικαίως, νὰ παρουσιάση σὲ κάθε προσευχή του τὴν δύναμι ἐκείνη ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεόν. Γι᾿ αὐτὸ ἂς προσέχωμε.

42. Ὅταν προσευχηθῆς μὲ προσοχὴ καὶ ἐπιμέλεια, τότε σύντομα θὰ πολεμηθῆς ἀπὸ τὸ πάθος τῆς ὀργῆς, διότι ἔτσι εἶναι τὸ σχέδιο τῶν δαιμόνων. Κάθε ἀρετή, πρὸ πάντων ὅμως τὴν προσευχή, ἂς τὴν ἐργαζώμεθα πάντοτε μὲ πολλὴ συναίσθησι. Καὶ ἡ ψυχὴ τότε προσεύχεται μὲ συναίσθησι, ὅταν ὑπερνικήσῃ τὸν θυμό.

43. Ὅσα ἀποκτοῦμε μὲ πολλὲς ἱκεσίες καὶ σὲ πολὺ χρόνο, αὐτὰ εἶναι μόνιμα. Ὅποιος ἀπέκτησε μέσα του τὸν Κύριον, δὲν ρυθμίζει πλέον ὁ ἴδιος τὰ λόγια καὶ τὸ σχέδιο τῆς προσευχῆς, διότι τότε «τὸ πνεῦμα ἐντυγχάνει ὑπὲρ αὐτοῦ στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. η´ 26).

44. Νὰ μὴ δεχθῆς στὴν προσευχή σου καμμία αἰσθητὴ εἰκόνα καὶ φαντασία γιὰ νὰ μὴ (πλανηθῆς καί) παραφρονήσῃς.

45. Γιὰ κάθε αἴτημα ἡ πληροφορία ἐμφανίζεται στὴν προσευχή. Πληροφορία εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν ἀμφιβολία. Πληροφορία εἶναι ἡ βεβαία καὶ ἀσφαλὴς φανέρωσις ἑνὸς ἀγνώστου πράγματος.

46. Νὰ γίνεσαι ὑπερβολικὰ ἐλεήμων καὶ συμπονετικός, σὺ ποὺ καλλιεργεῖς τὴν προσευχή. Διότι μὲ τὴν ἐλεημοσύνη οἱ μοναχοὶ «ἑκατονταπλασίονα λήψονται» στὴν παροῦσα ζωή. Καὶ τὸ ἑπόμενο τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, (δηλαδὴ τὸ «ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσουσι), (Ματθ. ιθ´ 29), θὰ τὸ ἀπολαύσουν στὸν μέλλοντα αἰώνα.

47. Ἦλθε τὸ πῦρ (τοῦ θείου πόθου) μέσα στὴν καρδιὰ καὶ ἀνέστησε τὴν προσευχή. Ἀφοῦ δὲ ἡ προσευχὴ ἀνεστήθη καὶ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς, ἔγινε στὸ ἀνώγειο τῆς ψυχῆς ἡ κάθοδος τοῦ πυρὸς (τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).

48. Μερικοὶ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι ἀνωτέρα ἀπὸ τὴν μνήμη τοῦ θανάτου. Ἐγὼ ὅμως γνωρίζω νὰ ἀνυμνῶ ἐξ ἴσου τὶς δυὸ οὐσίες τῆς μιᾶς ὑποστάσεως.

49. Ὁ ἱκανὸς ἵππος συνήθως, καθὼς ἀρχίζει νὰ τρέχη, θερμαίνεται καὶ προχωρώντας αὐξάνει τὴν ταχύτητα τοῦ δρόμου του. Ὡς δρόμο ἐννοῶ τὴν ὑμνῳδία καὶ ὡς ἵππο τὸν ἀνδρεῖο νοῦ, ὁ ὁποῖος «πόρρωθεν ὀσφραίνεται πολέμου» (Ἰὼβ λθ´ 25) καὶ προετοιμάζεται γιὰ τὴν μάχη καὶ πάντοτε δείχνεται ἀνίκητος.

50. Εἶναι βαρὺ νὰ ἁρπάξης τὸ νερὸ ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ διψασμένου. Βαρύτερο ὅμως εἶναι νὰ διακόψης μία ψυχὴ ποὺ προσεύχεται μὲ κατάνυξι ἀπὸ τὴν πολυπόθητη αὐτὴ προσευχή της πρὶν τὴν τελειώσῃ.

51. Μὴν ἀναχωρήσῃς ἀπὸ τὴν προσευχή σου, πρὶν ἰδῆς νὰ σταματοῦν, σύμφωνα μὲ τὴν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ, τὸ πῦρ (τῆς χάριτος) καὶ τὸ ὕδωρ (τῶν δακρύων). Διότι ἴσως νὰ μὴ σοῦ δοθῇ πάλι σὲ ὁλόκληρη τὴν ζωή σου τέτοια εὐκαιρία γιὰ τὴν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν σου. Ἐκεῖνος ποὺ ἐγεύθηκε τὴν χάρι τῆς προσευχῆς, συνέβη ὥστε πολλὲς φορὲς ἀπὸ ἕναν (ἀπρόσεκτο) λόγο ποὺ εἶπε νὰ μολύνη τὸν νοῦ του, καὶ ἔτσι μόλις στάθηκε στὴν προσευχὴ δὲν εὑρῆκε τὸ ποθούμενο ὅπως συνήθως.

52. Ἄλλο εἶναι νὰ ἐπισκοπῇς (νὰ ἐποπτεύῃς δηλαδή) συχνὰ τὴν καρδιά σου καὶ ἄλλο τὸ νὰ ἐπισκοπεύσῃς (νὰ κάνῃς δηλαδὴ χρέος ἐπισκόπου) σ᾿ αὐτήν. Στὴν πρώτη περίπτωσι ὁ νοῦς ὁμοιάζει μὲ ἄρχοντα, ἐνῷ στὴν δευτέρα μὲ ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος προσφέρει στὸν Χριστὸν λογικὲς θυσίες (2). Καὶ ὅπως λέγει κάποιος ποὺ ἔλαβε τὴν προσωνυμία τοῦ θεολόγου (3), τὸ Ἅγιον καὶ Ὑπερουράνιον πῦρ (δηλαδὴ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα), τοὺς πρώτους τοὺς ἐπισκέπτεται ὡς φλόγα καὶ τοὺς καταφλέγει, διότι ἔχουν ἀκόμη ἀνάγκη καθάρσεως, ἐνῷ τοὺς δευτέρους ὡς φῶς καὶ τοὺς φωτίζει, διότι ἔφθασαν στὰ μέτρα τῆς τελειότητος.

Τὸ ἴδιο δηλαδὴ Ἅγιον Πνεῦμα ὀνομάζεται καὶ «πῦρ καταναλίσκον» (Ἑβρ. ιβ´ 29) καὶ «φῶς φωτίζον» (πρβλ. Β´ Κορ. δ´ 6). Γι᾿ αὐτὸ καὶ μερικοὶ ὅταν ἐξέρχωνται ἀπὸ τὴν προσευχή, εἶναι σὰν νὰ ἐξέρχωνται ἀπὸ φλογισμένο καμίνι, αἰσθανόμενοι συγχρόνως μία ἐλάφρωσι καὶ ἕνα καθαρισμὸ ἀπὸ τὸν ρύπο καὶ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἄλλοι πάλι αἰσθάνονται σὰν νὰ ἐφωτίσθηκαν μὲ φῶς καὶ σὰν νὰ ἐφόρεσαν τὴν διπλοΐδα τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς ἀγαλλιάσεως. Ὅσοι ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν προσευχή τους χωρὶς νὰ αἰσθάνονται καμμία ἀπὸ τὶς δυὸ αὐτὲς ἐνέργειες, αὐτοὶ προσεύχονται ὄχι πνευματικά, ἀλλὰ σωματικά, γιὰ νὰ μὴν εἰπῶ ἰουδαϊκά. Διότι, ἐὰν ἕνα ἀνθρώπινο σῶμα ποὺ ἐγγίζει σὲ ἄλλο ὑφίσταται κάποια ἐπίδρασι καὶ ἀλλοίωσι, πῶς δὲν θὰ δοκιμάση ἐπίδρασι καὶ ἀλλοίωσι ἐκεῖνος ποὺ μὲ καθαρὰ χέρια ἐγγίζει (διὰ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς θεωρίας) τὸ «σῶμα» τοῦ Θεοῦ;

53. Ὁ πανάγαθος Βασιλεύς μας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ ἐπίγειος βασιλεύς, προσφέρει τὰ δῶρα του στοὺς στρατιῶτες του ἄλλοτε ὁ ἴδιος, ἄλλοτε μὲ ἕναν φίλο του, ἄλλοτε μὲ ἕνα ὑπηρέτη του καὶ ἄλλοτε μὲ ἄγνωστο τρόπο. Ἀλλὰ καὶ ἀνάλογα μὲ τὸν χιτώνα τῆς ταπεινώσεως ποὺ ὁ καθένας φορεῖ.

54. Στὸν ἐπίγειο βασιλέα εἶναι ἀποκρουστικὸς ἐκεῖνος ποὺ παρίσταται ἐνώπιόν του καὶ ἐν συνεχείᾳ γυρίζει τὸ πρόσωπό του καὶ συζητεῖ μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ βασιλέως. Παρόμοια εἶναι ἀποκρουστικὸς στὸν Κύριον αὐτὸς πού, ἐνῷ προσεύχεται, δέχεται ἀκάθαρτους λογισμούς.

55. Ὅταν βλέπης τὸν κύνα νὰ ἔρχεται (γιὰ νὰ σὲ ἀποσπάση μὲ κάποια πρόφασι ἀπὸ τὴν προσευχή), κυνήγα τον μὲ τὸ ὅπλο. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ γαυγίζει μὲ ἀναίδεια, μὴν ὑποχωρῆς.

56. Νὰ αἰτῆς μὲ δάκρυα καὶ πένθος. Νὰ ζητῆς μὲ ὑπακοή. Νὰ κρούης μὲ μακροθυμία. Διότι «ὁ οὕτως αἰτῶν λαμβάνει, καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει, καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται» (Λουκ. ια´ 10). Πρόσεξε μήπως προσευχηθῆς χωρὶς τὴν ἀπαιτούμενη προσοχὴ γιὰ κάποια γυναίκα, καὶ σὲ κλέψῃ ἐκ δεξιῶν ὁ διάβολος.

57. (Ὅταν προσεύχεσαι), μὴ θέλης νὰ ἐξομολογῆσαι τὶς σαρκικὲς ἁμαρτίες σου λεπτομερῶς καὶ ὅπως ἀκριβῶς ἔγιναν, γιὰ νὰ μὴ γίνης σὺ ὁ ἴδιος ἐπίβουλος καὶ ἐπικίνδυνος στὸν ἑαυτό σου.

58. Ὁ καιρὸς τῆς προσευχῆς ἂς μὴ γίνη γιὰ σένα ὥρα ποὺ θὰ σκεφθῆς σπουδαῖα καὶ ἀναγκαῖα θέματα, ἔστω καὶ πνευματικά. Διαφορετικὰ ἄφησες καὶ σοῦ ἔκλεψαν τὸ πολυτιμότερο.

59. Ὅποιος κρατᾶ στὰ χέρια του τὸ ραβδὶ τῆς προσευχῆς, δὲ πρόκειται νὰ σκοντάψη. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη σκοντάψῃ, δὲ θὰ πέση ἐντελῶς. Διότι ἡ προσευχὴ εἶναι ἕνας εὐσεβῆς τύραννος τοῦ Θεοῦ. Τὴν ὠφέλεια ἐκ τῆς προσευχῆς μποροῦμε νὰ τὴν καταλάβουμε ἀπὸ τὰ ἐμπόδια ποὺ μᾶς φέρνουν οἱ δαίμονες κατὰ τὶς ὦρες τῶν Ἀκολουθιῶν. Τὸν δὲ καρπὸ τῆς προσευχῆς, ἀπὸ τὴν ἥττα τοῦ ἐχθροῦ, καθὼς τὸ λέγει καὶ ὁ Ψαλμῳδός: «Ἐν τούτῳ ἔγνων ὅτι τεθέληκάς με, ὅτι οὐ μὴ ἐπιχαρῆ ὁ ἐχθρός μου ἐπ᾿ ἐμέ» (Ψαλμ. μ´ 12) τὸν καιρὸ τοῦ πολέμου. Λέγει δὲ ἐπίσης: «Ἐκέκραξα ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου» (πρβλ. Ψαλμ. ριη´ 145), δηλαδὴ καὶ μὲ τὸ στόμα μου καὶ μὲ τὴν ψυχή μου καὶ μὲ τὸ πνεῦμα μου, διότι ὅπου εὑρίσκονται συγκεντρωμένοι οἱ δυὸ τελευταῖοι, (ἡ ψυχὴ καὶ τὸ πνεῦμα), ἐκεῖ ἀνάμεσά τους εὑρίσκεται καὶ ὁ Θεὸς (πρβλ. Ματθ. ιη´ 20).

60. Οὔτε τὰ σωματικὰ ἰδιώματα, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὰ πνευματικὰ εἶναι σὲ ὅλους ὅμοια. Καὶ γι᾿ αὐτὸ σὲ ἄλλους φαίνεται πιὸ κατάλληλος ἡ σύντομος ψαλμῳδία καὶ σὲ ἄλλους ἡ μακροτέρα. Καὶ οἱ πρῶτοι ἰσχυρίζονται ὅτι πολεμοῦν ἔτσι τὴν αἰχμαλωσία τοῦ νοῦ τους, ἐνῷ οἱ δεύτεροι τὴν ἀμάθειά τους.

61. Ἐὰν ἀδιάκοπα προσεύχεσαι στὸν Βασιλέα κατὰ τῶν ἐχθρῶν σου, ὁσάκις ἔρχωνται νὰ σὲ πειράξουν, ἔχε θάρρος καὶ δὲν πρόκειται νὰ κοπιάσης πολύ. Διότι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι θὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ κοντά σου σύντομα, ἐπειδὴ δὲν θέλουν οἱ ἀνόσιοι νὰ σὲ βλέπουν νὰ στεφανώνεσαι πολεμώντας ἐναντίον τους μὲ τὴν προσευχή. Ἐπὶ πλέον, θὰ φύγουν καὶ ἐπειδὴ τοὺς μαστιγώνει ἡ προσευχὴ σὰν φωτιά.

62. Δεῖξε ὅλη τὴν ἀνδρεία σου καὶ τὴν προθυμία σου (ὅταν προσεύχεσαι), καὶ θὰ ἔχης τὸν ἴδιον τὸν Θεὸν διδάσκαλο στὴν προσευχή σου.

63. Δὲν μποροῦμε νὰ διδαχθοῦμε τὸ πῶς νὰ βλέπωμε, διότι ἐκ φύσεως τὸ γνωρίζομε μόνοι μας. Παρόμοια δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίσωμε μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ ἄλλου τὸ κάλλος τῆς προσευχῆς. Διότι ἡ προσευχὴ ἔχει ὡς διδάσκαλό της τὸν Θεόν, «τὸν διδάσκοντα ἄνθρωπον γνῶσιν, καὶ διδόντα εὐχὴν τῷ εὐχομένῳ καὶ εὐλογοῦντα ἔτη δικαίων» (Ψαλμ. Ϟγ´ 10 - Α´ Βασ. β´ 9).

μήν.

----------

1. Ἡ ἔκφρασις «συνουσία καὶ ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεόν», δηλώνει ὅτι διὰ τῆς προσευχῆς ἐπιτυγχάνεται πραγματικὴ θεοκοινωνία, μέθεξις τοῦ θείου. Ὁ Θεὸς βέβαια εἶναι ἀμέθεκτος, ἀκοινώνητος, ἀναφὴς ὡς πρὸς τὴν ἄκτιστη φύσι Του, πλὴν ὅμως εἶναι μεθεκτός, κοινωνητός, ἀπτὸς ὡς πρὸς τὶς ἄκτιστες ἐνέργειές Του, ὡς πρὸς τὴν ἄκτιστη χάρι καὶ δόξα Του.

2. Ὁ νοῦς, ὅταν κυβερνᾶ καλῶς τὴν καρδία καὶ τὴν προστατεύη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ἐπιτελεῖ χρέη ἄρχοντος (βασιλικὸν ἦθος). Καὶ ὅταν διὰ τῆς προσευχῆς προσφέρη στὸν Χριστὸν καθαρὰ καὶ ἅγια καρδιακὰ κινήματα καὶ νοήματα, ἐπιτελεῖ χρέη ἀρχιερέως, ὁ δὲ ἄνθρωπος μεταβάλλεται σὲ ἔμψυχο θυσιαστήριο (ἱερατικὸν ἦθος). Ἐδῶ πίσω ἀπὸ τὴν βραχυλογία τῆς Κλίμακος κρύπτεται μέγα βάθος καὶ πλάτος θείων ἐννοιῶν καὶ μυστικῶν καταστάσεων -«φρέαρ βαθύ!».

3. Πρόκειται, ὅπως σημειώνουν καὶ οἱ σχολιασταί, γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2022

ΙΓ' ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ 2022 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 


ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στὸν πλούσιο νέο, ὁ ὁποῖος πλησίασε τὸν Χριστὸ ρωτῶντάς Τον: «Κύριε, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;». Ἡ ἀπάντηση ἦταν σαφής: «Γνωρίζεις τὶς ἐντολές. Φρόντισε νὰ τὶς κάνεις πράξη στὴ ζωή σου». Ὡστόσο, ὁ νέος δὲν εὐχαριστήθηκε ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, λέγοντας ὅτι τὶς ἐντολὲς τὶς ἐφαρμόζει ἀπὸ μικρὸ παιδί. Παρὰ ταῦτα, αἰσθανόταν κενὸ στὴν ψυχή του. Τὸ κενὸ αὐτὸ θέλησε ὁ Κύριος νὰ τὸ γεμίσει, προτρέποντάς τον: «Πώλησε ὅλα σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ μοίρασέ τα στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀκολούθησέ με». Λυπήθηκε, τότε, ὁ νέος, διότι ἦταν πολὺ πλούσιος, καὶ ἔκανε πίσω. Τὰ πλούτη εἶχαν ἀρπάξει ἀπὸ αὐτὸν τὸ πολυτιμότερο ὅλων τῶν ἀγαθῶν, τὴν ἐλευθερία. Γιὰ αὐτὸ ὁ Κύριος, ἡ πηγὴ τῆς σοφίας εἶπε ὅτι «εὐκολώτερα τὸ χοντρὸ καραβόσκοινο θὰ διέλθει ἀπὸ τὴν τρύπα τῆς βελόνας, παρὰ ὁ πλούσιος θὰ εἰσέλθει στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».

             εὐαγγελικὴ αὐτὴ ἱστορία εἶχε προηγηθεῖ ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο τὴν δωδεκὰτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, δὲν θὰ κάνω ἐκτενῆ ἀναφορὰ σὲ αὐτό, ἀλλὰ βάσει αὐτοῦ θὰ ἐκφράσω ὁρισμένους προβληματισμούς. 

            Εἴδαμε ὅτι ὁ πλούσιος νέος ἀκολουθοῦσε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ πολὺ μικρός. Ἐντούτοις, ἔμεινε ἔξω ἀπὸ τὴν χορεία τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ περιστατικὸ θυμίζει τὸ λεγόμενο ἀπὸ τὸν Χριστὸ ὅτι στὴν Δευτέρα Παρουσία πολλοὶ θὰ Τοῦ ποῦν: «Κύριε, ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομά σου δὲν προφητεύσαμε, δὲν βγάλαμε δαιμόνια, δὲν κάναμε σημεῖα πολλά;». Ἐκεῖνος, ὅμως, θὰ τοὺς ἀπαντήσει: «Ποτὲ δὲν σᾶς γνώρισα. Φύγετε ἀπὸ κοντά μου οἱ ἐργάτες τῆς ἀνομίας». Τὸ ἀντιλαμβάνεστε, ἀδελφοί μου; Νὰ εἶναι κάποιος ὅλη τὴν ζωή του μέσα στὴν Ἐκκλησία, νὰ κάνει μέχρι  καὶ θαύματα, ἀλλὰ ὅταν βρεθεῖ ἀπέναντι ἀπὸ τὸν Χριστό νὰ ἀκούσει: «Δὲν σὲ γνωρίζω». Γιατί συμβαίνει αὐτό; 

            Διότι πολλὲς φορὲς ἑμεῖς οἱ Χριστιανοί ξεφεύγουμε ἀπὸ τὴν οὐσία τῆς πίστης μας καὶ κολλᾶμε στὸν τύπο. Ὁ πλούσιος νέος ἀποχώρησε ἀπὸ τὸν Κύριο, διότι ὅλη τὴν ζωή του τυπικὰ τηροῦσε τὶς ἐντολές. Τηροῦσε τὶς ἐντολὲς ἐπειδὴ μάλλον αὐτὴ ἦταν ἡ παράδοση τοῦ περιβάλλοντός του καὶ ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς ψυχικῆς του ἀνάγκης. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, παρέμενε πνευματικὰ στάσιμος. Ἔβλεπε ὅτι δὲν προοδεύει καὶ αἰσθανόταν ὅτι τοῦ λείπει αὐτὸ τὸ «κάτι» τὸ ὁποῖο θὰ τοῦ προξενοῦσε τὴν ποθητὴ συναισθηματικὴ πληρότητα. Πόσες φορὲς δὲν συμβαίνει κάτι ἀνάλογο μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν; Πηγαίνουμε κάθε Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία, νηστεύουμε στὶς διατεταγμένες νηστεῖες, κάνουμε προσευχή, τηροῦμε καὶ τὶς ἐντολές, ἀλλὰ βλέπουμε ὅτι δὲν ὑπάρχει πρόοδος. Μήπως, στὴν πραγματικότητα, εἴμαστε τυπολάτρες; Αὐτὸ θὰ τὸ διαπιστώσουμε ἄν ἀπαντήσουμε μὲ εἰλικρίνεια στὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Ἐφαρμόζουμε τὸν τύπο ὡς μέσο γιὰ νὰ προσεγγίσουμε τὴν οὐσία, ἤ ὡς σκοπό, γιὰ χάρη τοῦ ὁποίου θυσιάζουμε τὴν οὐσία;». Ἡ οὐσία τοῦ Χριστιανισμοῦ βρίσκεται στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη, ὅμως, εἶναι ὁ δύσκολος δρόμος καὶ ἐπειδὴ οἱ περισσότεροι δὲν θέλουν τὰ δύσκολα, ἐπιλέγουν τὸν εὔκολο δρόμο, τὴν τήρηση τοῦ τύπου, νὰ εἶναι, δηλαδή, φαινομενικὰ χριστιανοί. Ὅταν μάλιστα δοῦν κάποιες φορὲς τὸν τύπο νὰ τίθεται στὴν ἄκρη χάρη στὴν λεγόμενη «Οἰκονομία», χάρη στὴν ἀγάπη, τότε σκανδαλίζονται. Ἐκεῖνος ποὺ κοιτάει νὰ σώσει τὴν ψυχή του, βλέπει μόνο τὰ σφάλματά του καὶ δὲν σκανδαλίζεται. 

            Νωρίτερα εἶπα ὅτι οἱ περισσότεροι δὲν θέλουν τὰ δύσκολα. Ἀς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ ἐστιάσω στὸ ρῆμα «θέλω». Τὸ ρῆμα αὐτὸ χρησιμοποίησε καὶ ὁ Κύριός μας λέγοντας: «ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν…», δηλαδή, ὅποιος θέλει. Δὲν εἶπε: «ὅποιος μπορεῖ», διότι ὅλοι μποροῦμε νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε. Ἡ θέληση κρύβει πολὺ μεγάλη δύναμη καὶ δὲν φοβᾶται τὰ ἐμπόδια. Ὡς Χριστιανοί, τὸ θέλημά μας πρέπει νὰ εἶναι ταυτισμένο μὲ τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄν τὸ θέλημά μας εἶναι ἀντίθετο μὲ αὐτὸ τοῦ Θεοῦ, τότε πρέπει, ὅπως λέμε στὰ Μοναστήρια, «νὰ κόψουμε τὸ θέλημά μας», νὰ πιέσουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ μὴν κάνουμε κάτι ἀντίθετο πρὸς τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. 

            Τὸ Θεῖο Θέλημα ἐκφράζεται, ἀρχικά, μέσῳ τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καὶ ἔπειτα μέσῳ τοῦ διακριτικοῦ καὶ δοκιμασμένου πνευματικοῦ. Στὴν προκειμένη περίπτωση, ὁ πλούσιος νέος πλησίασε τὸν Χριστὸ ὅπως ὅλοι πλησιάζουμε τὸν πνευματικό μας πατέρα. Τοῦ κατέθεσε τοὺς προβληματισμοὺς τῆς ψυχῆς του καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὴν λύση στὸ πρόβλημά του. Ὡστόσο, δὲν ἔκανε ὑπακοὴ στὴν προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ, διότι τοῦ φάνηκαν δύσκολα τὰ λεγόμενά Του. Ἔτσι καὶ πολλοὶ χριστιανοί, ρωτοῦν τὸν πνευματικό τους, ὁ πνευματικὸς τοὺς συμβουλεύει, ἀλλὰ ἐκεῖνοι δὲν ὑπακούουν, ἀλλὰ παραμένουν στὸ θέλημά τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μένουν πνευματικὰ στάσιμοι, εἴτε νὰ παίρνουν καθοδικὴ πορεία. 

            Στὴν Ὀρθοδοξία ἡ ἔννοια τῆς ὑπακοῆς εἶναι βασική. Ὁ κόσμος βλέπει τὴν ὑπακοὴ ὡς ὑποδούλωση, ἀλλὰ ὁ Χριστιανὸς τὴν βλέπει ὡς πηγὴ τῆς ἀληθινῆς ψυχικῆς ἐλευθερίας. Ὁ πλούσιος δὲν θέλησε νὰ ὑπακούσει τὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ,  διότι ἦταν ὑποδουλωμένος στὰ χρήματά του. Ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴν λέμε πολλά, ἀπὸ τὴν κατάρα ποὺ προξένησε στὸν κόσμο ἡ ἀνυπακοὴ καὶ ἡ κατοπινὴ ἀμετανοησία τῶν Πρωτοπλάστων, μᾶς ἔσωσε ἡ ὑπακοὴ τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα. Ἡ μὲν ἀνυπακοὴ ἔφερε θάνατο, καὶ ἡ ὑπακοὴ μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὸν θάνατο. Τόσο μεγάλη ἀρετὴ εἶναι. Ἄν ὁ πλούσιος νέος πίεζε τὸν ἑαυτό του νὰ ὑπακούσει τὸν Χριστό, ἀφενὸς θὰ γέμιζε τὸ κενὸ τῆς ψυχῆς του, ἀφετέρου θὰ γινόταν Ἀπόστολος Χριστοῦ καὶ τὸ ὄνομά του θὰ γραφόταν στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καὶ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Μὲ τὴν ἀνυπακοή του, μὲ τὴν προτίμηση τοῦ θελήματός του τίποτε ἀπὸ αὐτὰ συνέβη. 

            ν κατακλείδι, εὔχομαι ἡ συμπεριφορὰ τοῦ πλουσίου νέου νὰ γίνει γιὰ ἑμᾶς παράδειγμα πρὸς ἀποφυγήν. Ἀφενὸς νὰ τηροῦμε τὰ χριστιανικά μας καθήκοντα μὲ κέντρο τὴν ἀγάπη καὶ μὲ προοπτικὴ νὰ προοδεύουμε συνεχῶς μέχρι νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό, καὶ ἀφετέρου νὰ προτιμήσουμε τὴν ἐλευθερία ἀπὸ κάθε ἐξάρτηση εἴτε στὰ ὑλικὰ ἀγαθά, εἴτε στὴν ἰδιοτέλεια. 

Καλὴ συνέχεια ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος