† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2022

ΩΣ ΤΕΚΝΑ ΦΩΤΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΕΙΤΕ (του πατρός Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 


ΤΟ ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
(Εφεσίους ε’8 – 19)

"Αδελφοί, ως τέκνα φωτός περιπατείτε: ο γάρ καρπός του Πνεύματος εν πάση αγαθωσύνη και δικαιοσύνη και αληθεία, δοκιμάζοντες τί εστιν ευάρεστον τω Κυρίω. Και μή συγκοινωνείτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους, μάλλον δέ και ελέγχετε: τα γάρ κρυφή γινόμενα υπ’ αυτών, αισχρόν εστι και λέγειν. Τα δέ πάντα ελεγχόμενα υπό του φωτός φανερούται: πάν γάρ το φανερούμενον, φώς εστι".

"Τέκνα φωτός" θέλει ο Απόστολος Παύλος τούς χριστιανούς, γι αυτό παρακινεί τους Εφεσίους και όλους μας : "ως τέκνα φωτός περιπατείτε".
Αδελφοί, γράφει, να συμπεριφέρεστε σαν παιδιά φωτός, δηλαδή να λάμπει η ζωή σας από αρετή και η διαγωγή σας να είναι φωτεινή, απαλλαγμένη από κάθε κακία και αμαρτία.
Πρέπει να γνωρίζουμε πώς
Φώς καί σκότος είναι δύο έννοιες πού σχετίζονται μέ τήν παρουσία καί τήν απουσία του Θεού. Πρίν ἀπό τή δημιουργία του κόσμου κυ­κυριαρχούσε τό σκο­τά­δι καί ὁ Θε­ός ήταν εκείνος πού έφερε τό φώς μέ τήν παρουσία του, γιατί , όπως μας μίλησε καί ὁ ίδιος ὁ Χριστός, αὐ­τός είναι τό φώς του κόσμου.
Τι θα πεί αναλυτικότερα να είσαι "τέκνο φωτός"?
Θα πεί να είσαι παιδί του Θεού, ο οποίος είναι φώς.
Να έχεις αναγεννηθεί από Εκείνον.
Να φωτίζεσαι από Εκείνον.
Να μιμήσε Εκείνον, όπως το παιδί μιμείται τον πατέρα του.
Επίσης "τέκνο φωτός" σημαίνει να παρουσιάζεις στη ζωή σου τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος
Και αναφέρει ο Απόστολος τρείς τέτοιους καρπούς για να δείξει πώς φέρεται αυτός πού θέλει να είναι "τέκνον φωτός".
Πρέπει, να φέρεται "εν πάση αγαθοσύνη και δικαιοσύνη και αληθεία"
Δηλαδή να έχει καλοσύνη, να μη αδικεί κανέναν, να συμπεριφέρεται με ειλικρίνεια και ευθύτητα.
Όποιος εχει τέτοιους καρπούς είναι ΤΕΚΝΟΝ ΦΩΤΟΣ! Η ζωή του είναι φωτεινή, το παράδειγμά του ακτινοβολεί.

****************
Το δεύτερο πού ζητάει ο Απόστολος από τους πιστούς είναι, να μη γίνονται αυτοί συνένοχοι σε έργα πονηρά.
Αντιθέτως να ελέγχουν τα έργα αυτά : "ΜΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΕΙΤΕ ΤΟΙΣ ΕΡΓΟΙΣ ΤΟΙΣ ΑΚΑΡΠΟΙΣ ΤΟΥ ΣΚΌΤΟΥΣ ΜΑΛΛΟΝ ΔΕ ΚΑΙ ΕΛΈΓΧΕΤΕ"
Γιατί πώς είναι δυνατόν ένας πού είναι "τέκνο φωτός" να συμμετέχει σε έργα του σκότους??? Εάν αναμιχθεί ο πιστός με τούς πονηρούς και τα πονηρά, αμέσως παύει να ειναι φωτεινός.
Μολύνεται, δηλητηριάζεται, μπαίνει στο σκοτάδι, γίνεται αιχμάλωτος του πονηρού
Γι αυτό φωνάζει ο Απόστολος ΝΑ ΠΡΟΣΈΧΟΥΜΕ. Γιατί τα πλοκάμια της αμαρτίας εκτείνονται παντού και επιχειρούν να περιτυλίξουν κάθε άνθρωπο που δεν επαγρυπνεί
Με υποσχέσεις, με ταξίματα και μεθοδείες η αμαρτία γοητεύει κάθε χριστιανό που αμελεί τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντά του.
Ο πιστός όμως προσέχει.
Φωτιζόμενος από τον λόγο και την χάρη του Θεού απαντά σταθερά ΟΧΙ στα έργα και τα όργανα του σκότους.
Δεν δέχεται ούτε συζήτηση και διώχνει κάθε σκέψη ακόμα περί συμμετοχής σε έργα πονηρά, ύποπτα, αισχρά, παράνομα, δόλια, σκοτεινά, ΣΕ ΕΡΓΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΝΤΈΧΟΥΝ ΣΤΟ ΦΩΣ.....
Οι πονηροί αποθρασύνονται όταν οι άλλοι αδιαφορούν.
Ο Χριστιανός, κατά τον Αποστολο Παύλο, πρέπει να παίρνει και αυστηρή στάση απέναντι αυτών των έργων. Να αποθαρρύνει αυτούς που ζητούν συνένοχους και με κάθε τρόπο να αντιστέκεται στο κακό.
****************

Επειδή ο κόσμος είναι γεμάτος σκάνδαλα και πειρασμούς, γι αυτό ο Απόστολος συμβουλεύει : "ΒΛΈΠΕΤΕ ΠΩΣ ΑΚΡΙΒΏΣ ΠΕΡΙΠΑΤΕΙΤΕ, ΜΗ ΩΣ ΑΣΟΦΟΙ ΑΛΛ ΩΣ ΣΟΦΟΙ"
Προσέχετε πως ακριβώς συμπεριφέρεσθε, να μη είστε ασύνετοι αλλά συνετοί και σοφοί.
Η προσοχή αυτή πρέπει να είναι γνώρισμα του αγωνιστού χριστιανού και πρέπει να την έχουμε ανεπτυγμένη σε μεγάλο βαθμό. Γιατί μας κυκλώνει το κακό και οι πειρασμοί μας περιστοιχίζουν.
Έχουμε πολύτιμο θησαυρό να φυλάξωμε, την αθάνατη ψυχή μας. Και είναι ανάγκη να προσέχουμε πώς ζούμε, πού πηγαίνουμε, τι κάνουμε και τι λέμε.
Αυτό εννοεί ο Απόστολος όταν γράφει : "ΒΛΈΠΕΤΕ ΟΥΝ ΠΩΣ ΑΚΡΙΒΏΣ ΠΕΡΙΠΑΤΕΙΤΕ".
Προσέχετε πως ζείτε. Και προσθέτει: "ΜΗ ΩΣ ΑΣΟΦΟΙ ΑΛΛ ΩΣ ΣΟΦΟΙ".
Σοφός και συνετός είναι εκείνος που ζεί με προσοχή και φόβο Θεού και επειδή και τώρα, οπως τότε, ΑΙ ΗΜΕΡΑΙ ΠΟΝΗΡΑΙ ΕΙΣΊ, δεν αφήνει τον καιρό του να περνά άσκοπα με φλυαρίες και άχρηστες ασχολίες.
Με ζήλο τον αξιοποιεί για την πνευματική του προκοπή.
Τρέχει σε έργα αγάπης και προσφοράς
ΑΠΟ ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Εφεσ.ε'8-19) π.Ευθύμιος Μπαρδάκας

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2022

ΔΙΔΑΧΗ ΣΤ´( Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ)

 

Ἁγία Τριάς, Ἐλέησον καὶ Σῶσον Ἡμᾶς. Ἀμήν.
Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βοήθησον καὶ Σῶσον Ἡμᾶς. Ἀμήν.

Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀδελφοί μου, καὶ Θεός, ὁ γλυκύτατός μας αὐθέντης καὶ Δεσπότης, ὁ ποιητὴς τῶν Ἀγγέλων καὶ πάσης νοητῆς καὶ αἰσθητῆς κτίσεως, παρακινούμενος ἀπὸ τὴν ἄμετρον εὐσπλαχνίαν του καὶ ἀπὸ τὴν πολλήν του ἀγάπην ὁποὺ εἶχεν εἰς τὸ γένος μας, σιμὰ εἰς τὰ ἄπειρα καὶ πολλὰ χαρίσματα, ὁποὺ μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεός, ἐκαταδέχθη καὶ ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, ἀπὸ τὰ καθαρώτατα αἵματα τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας, διὰ νὰ μᾶς ἐλευθερώση ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ πονηροῦ διαβόλου καὶ νὰ μᾶς κάμη υἱοὺς καὶ κληρονόμους τῆς βασιλείας του, νὰ χαιρώμεθα καὶ νὰ εὐφραινώμεθα μὲ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους πάντοτε, διὰ νὰ μὴ καιώμεθα μὲ τοὺς τρισάθλιους δαίμονας πάντοτε.

Οἱ Ἀπόστολοι Κηρύττουν καὶ ἡ Γῆ Γίνεται Ἐπίγειος Παράδεισος

Καθὼς ἕνας ἄρχοντας ὁποὺ ἔχει ἀμπέλια καὶ χωράφια καὶ βάζει ἐργάτας, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς ἔχει ἡμᾶς ἀμπέλι. Ἐπῆρε δώδεκα Ἀποστόλους καὶ τοὺς εὐλόγησε καὶ τοὺς ἔστειλε εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Καὶ εἰ μὲν θελήσουν οἱ ἄνθρωποι νὰ περάσουν καὶ ἐδῶ εἰς τοῦτον τὸν μάταιον κόσμον καλὰ καὶ εἰρηνικά, θέλει τοὺς εὐσπλαχνισθῇ ὁ πανάγαθος Θεὸς νὰ τοὺς βάλῃ εἰς τὸν παράδεισον. Τοῦτο τοὺς ἐπαρήγγειλε, νὰ πιστεύωμεν καὶ νὰ βαπτιζώμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ φυλάγωμεν τὰ προστάγματα τοῦ Θεοῦ μας. Εἰς ὁποίαν χῶραν ἐπήγαιναν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ δὲν τοὺς δέχονται οἱ ἄνθρωποι, εἶπεν ὁ Κύριος νὰ τινάζουν τὰ τσαρούχια καὶ νὰ φεύγουν. Λαμβάνοντας τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἔτρεξαν ὡς ἀστραπὴ καὶ μὲ ἐκείνην τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἰάτρευαν χωλούς, κουτσούς, τυφλοὺς καὶ δαιμονισμένους καὶ μὲ τὴν προσταγὴν τοῦ Χριστοῦ μας ἀνέστησαν νεκρούς.

Πρέπον καὶ εὔλογον εἶνε, ἀδέλφια μου, νὰ εἶχα καὶ ἐγὼ ὁ ἀνάξιος καὶ ἁμαρτωλὸς δοῦλος του τὴν καρδίαν καθαράν, ὡσὰν τοὺς ἁγνοὺς Ἀποστόλους, καὶ νὰ ἔχω καὶ ἐκείνην τὴν χάριν τοῦ Παναγίου καὶ τελεταρχικοῦ Πνεύματος, ἐγὼ ποὺ ἀξιώθηκα καὶ ἦλθα εἰς τὴν χῶραν σας. Ἐπειδὴ καὶ εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ δὲν ἔχω τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος, παρακαλῶ ὅμως τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν νὰ στείλη οὐρανόθεν τὴν χάριν του καὶ νὰ εὐλογήση τὴν χῶραν σας καὶ τὰ πράγματά σας καὶ τὸ ἔργον τῶν χειρῶν σας. Καὶ τὸ πρῶτον νὰ μᾶς εὐσπλαχνισθῆ, νὰ συγχωρήσῃ τὰ ἁμαρτήματά μας· καὶ νὰ σᾶς ἀξιώση, παιδιά μου, νὰ περάσετε καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ εἰρηνικά, καὶ νὰ σᾶς βάλῃ εἰς τὸν παράδεισον νὰ δοξάζετε τὴν Ἁγίαν Τριάδα.

Καὶ εἰς ὁποίαν χῶραν ἐπήγαιναν οἱ Ἀπόστολοι, χειροτονοῦσαν ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, εὐλογοῦσαν τὴν χῶραν ἐκείνην καὶ γίνουνταν ἕνας ἐπίγειος παράδεισος, χαρὰ καὶ εὐφροσύνη, κατοικία τῶν ἀγγέλων, κατοικία τοῦ Χριστοῦ μας. Καὶ εἰς ὁποίαν χῶραν δὲν τοὺς ἐδέχονταν, ἔμενε κατάρα καὶ ὄχι εὐλογία, κατοικία τοῦ διαβόλου καὶ ὄχι τοῦ Χριστοῦ μας. Πρέπον καὶ εὔλογον εἶνε, ἀδελφοί μου χριστιανοί, νὰ ἀρχίσω τὴν διδασκαλίαν μου καὶ ὅταν τελειώσωμεν, νὰ εὐχαριστήσωμεν τὸν Θεόν.

Ἡ Τελεία Ἀγάπη

Πολλὰ ὀνόματα ἔχει ὁ Θεός, ἀδελφοί μου. Τὸ κύριον ὄνομα τοῦ Θεοῦ μας εἶνε ἡ ἀγάπη. Ἁγία Τριὰς εἶνε, Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, μία φύσις, μία δόξα, μία βασιλεία, ἕνας Θεός. Πρέπει πρῶτον νὰ ἀγαπῶμεν τὸν Θεόν, ἀδελφοί μου, διατὶ μᾶς ἔδωσε τόσον μεγάλην γῆν καὶ κατοικοῦμεν τόσες χιλιάδες ἄνθρωποι, χορτάρια, βρύσες, ποταμούς, θάλασσαν, ὀψάρια, ἀέρα, νύκτα καὶ ἡμέραν, οὐρανόν, ἄστρα, ἥλιον, φεγγάριον. Μᾶς ἔκαμεν ἀνθρώπους καὶ ὄχι ζῶα· μᾶς ἔκαμεν εὐσεβεῖς χριστιανοὺς καὶ ὄχι αἱρετικούς. Τώρα σᾶς ἐρωτῶ, ἀδέλφια μου, νὰ μὲ εἰπῆτε, ποῖον θέλετε, τὸν Θεὸν ἢ τὸν διάβολον; Τὸν Θεὸν θέλομεν. Ναί, πολὺ καλὰ τὸ λέγετε, παιδιά μου, φρονιμώτατα, νὰ ἔχω τὴν εὐχήν σας, μόνον νὰ ἰδοῦμεν αὐτὴν τὴν ἀγάπην. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη ἄρα νὰ εἶνε πιστή, νὰ εἶνε τελειωμένη ἢ τῆς λείπει τίποτε πουθενά; Πρέπει νὰ τὸ καταλάβωμεν ἀπὸ λόγου μας· ἐσύ, ἀδελφέ μου χριστιανέ, ἔχεις ἕνα παιδί· ἐγὼ σὲ τιμῶ καὶ λέγω καλὸν εἶνε τὸ παιδί σου, ἀλλὰ τὸ δέρνω, τὸ καταφρονῶ, παίρνω τὸ ψωμίον του καὶ τὸ τρώγω. Τί λέγεις, ἔτσι εἶνε ἡ ἀγάπη; Ἡ ἀγάπη, μὲ φαίνεται νὰ λέγης, ὄχι δὲν εἶνε ἔτσι. Καὶ ἡμεῖς καθὼς ἀγαποῦμεν τὸν Θεόν μας νὰ ἀγαποῦμεν καὶ τὸν ἀδελφόν μας, διατὶ εἶνε φυσικὸν νὰ ἀγαποῦμεν τὸν ἀδελφόν μας, παρὰ φύσιν εἶνε νὰ μὴν τὸν ἀγαπῶμεν. Πρέπει νὰ ἀγαπῶμεν τὸν ἀδελφόν μας, ὅτι ἔχομεν μίαν Πίστιν, ἕνα Βάπτισμα, τὰ Πανάχραντα Μυστήρια μεταλαμβάνομεν, ἕνα παράδεισον ἐλπίζομεν νὰ ἀπολαύσωμεν, μίαν κεφαλὴν ἔχομεν, τὸν Χριστόν μας.

Ἀδέλφια μου, ἡ ἀγάπη ἔχει δυὸ ἰδιώματα, δυὸ χαρίσματα· τὸ ἕνα δυναμώνει τὸν ἄνθρωπον εἰς τὰ καλά, καὶ τὸ ἄλλο ἀδυνατίζει εἰς τὰ κακά. Ἐγὼ ἔχω ἕνα ψωμίον νὰ τὸ φάγω καὶ νὰ πίω, μὰ ἐσὺ καλὰ δὲν ἔχεις. Ἡ ἀγάπη μὲ λέγει: Μὴ τὸ τρώγης μοναχός σου, ἀλλὰ δῶσε καὶ τὸν ἀδελφόν σου. Ἔχω φορέματα, μὰ ἐσὺ δὲν ἔχεις. Ἡ ἀγάπη μὲ λέγει: Δῶσε του ἕνα τὸν ἀδελφόν σου. Ἀνοίγω τὸ στόμα μου νὰ σὲ κατηγορήσω, νὰ σὲ εἰπῶ ψεύματα, ἡ ἀγάπη ὅμως νεκρώνει τὸ στόμα μου, τὸ βουλώνει. Ἁπλώνω τὸ χέρι μου νὰ ἁρπάξω τὰ πράγματά σου, ἡ ἀγάπη δὲν μὲ ἀφήνει. Εἴδατε, ἀδελφοί μου, τί χαρίσματα ἔχει ἡ ἀγάπη;

Ὁ Προορισμὸς τῶν Σχολείων

Τὴν ἀγάπην, ἐπειδὴ δὲν τὴν ἠξεύρετε, πρέπει, παιδιά μου, νὰ στερεώνετε σχολεῖα· διατὶ πάντα εἰς τὰ σχολεῖα γυμνάζονται οἱ ἄνθρωποι καὶ ἠξεύρουν καὶ μανθάνουν τὸ τί ἐστι ὁ Θεός, τὸ τί εἶνε οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, τί εἶνε οἱ καταραμένοι δαίμονες καὶ τὸ τί εἶνε ἡ ἀρετὴ τῶν δικαίων. Τὸ σχολεῖον φωτίζει τοὺς ἀνθρώπους. Ἀνοίγουν τὰ ὀμάτια τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν νὰ μανθάνουν τὰ μυστήρια.

Τὰ Σημεῖα τῶν Καιρῶν

Διαβάζοντας, ἀδελφοί μου, τὴν θείαν καὶ Ἱερὰν Γραφὴν εὑρίσκω ὅτι ὁ προφήτης Ἠλίας εἶνε ζωντανὸς καὶ τὸν ἔχει ὁ Θεὸς χιλιάδες χρόνους καὶ μέλλει νὰ τὸν στείλη καὶ τότε θέλει νὰ χαλάση ὁ κόσμος…

Λυπηρὸν εἶνε νὰ σᾶς τὸ εἰπῶ, ἀδέλφια μου, μὰ ἡ Ἱερὰ καὶ Ἁγία Γραφὴ μὲ προστάζει νὰ σᾶς τὸ εἰπῶ: Σήμερον αὔριον καρτεροῦμεν πεῖνες, δίψες, πανοῦκλες, λοιμούς, θανατικὰ μεγάλα, νὰ μὴ προφθάνουν τοὺς ἀποθαμένους. Σήμερον αὔριον καρτεροῦμεν νὰ γίνῃ μέγας σεισμός, νὰ πέσουν ὅλα τὰ βουνά, ὁ ἥλιος καὶ τὸ φεγγάρι νὰ σκοτίζωνται, τὰ ἄστρα νὰ πέσουν καὶ ὁ οὐρανὸς νὰ τυλιχθῆ ὡσὰν ἕνα χαρτίον καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ ἀποθάνουν.

Δευτέρα Παρουσία καὶ Κρίσις

Καὶ ἔπειτα μέλλει νὰ λάμψῃ ὁ πανάγιος Σταυρὸς περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, μέλλει νὰ λάμψῃ ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἑπτὰ φορὲς περισσότερον ἀπὸ τὴν ἥλιον καὶ νὰ ἀναστήσῃ ὅλον τὸν κόσμον μὲ τὴν ψυχὴν καὶ μὲ τὸ σῶμα (καὶ ὁ καλὸς θὰ εἶνε ὡσὰν τὸν ἄγγελον καὶ ὁ κακὸς θὰ εἶνε ὡσὰν τὸν τρισκατάρατον τὸν διάβολον) καὶ νὰ εἰπῆ εἰς τοὺς δικαίους: Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου νὰ κληρονομήσετε τὴν βασιλείαν τοῦ Πατρός μου, διότι ἐφυλάξατε τὰ προστάγματά μου καὶ τὴν πίστιν μου. Ἔπειτα θὰ εἰπῆ ὁ Κύριος εἰς τοὺς ἁμαρτωλούς: Πηγαίνετε ἐσεῖς οἱ κατηραμένοι εἰς τὴν κόλασιν, νὰ εἶσθε μαζὶ μὲ τὸν πατέρα σας τὸν διάβολον, διατὶ δὲν ἐφυλάξατε τὰ προστάγματά μου καὶ τὴν πίστιν μου. Καὶ τότε θέλει ἀνοίξει ὁ Κύριος ἕνα πύρινο ποταμὸν ὡσὰν θάλασσαν νὰ φλογίζη τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ τοὺς ἀσεβεῖς, καὶ νὰ βάλῃ τοὺς δικαίους εἰς τὰ δεξιά, τοὺς ἁμαρτωλοὺς εἰς τὰ ἀριστερά.

Ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, τί εἴμαστε, δίκαιοι ἢ ἁμαρτωλοί; Εἰ μὲν καὶ εἴμαστε δίκαιοι, καλότυχοι καὶ τρισμακάριοι· εἰ δὲ καὶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, πρέπει τώρα, ὁποὺ ἔχομεν καιρόν, νὰ μετανοήσωμεν, νὰ διορθωθοῦμεν.

Ἡ Νοερὰ Προσευχή

Σᾶς παραγγέλω λοιπὸν τοῦτο νὰ κάμετε· νὰ πάρετε ὅλοι ἀπὸ ἕνα κομπολόγιον καὶ αὐτὸ κομπολόγιον νὰ ἔχῃ ἑκατὸν τρία σπυρία καὶ εἰς κάθε σπυρίον νὰ λέγετε: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ καὶ Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διὰ τῆς Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ ἀνάξιον δοῦλόν σου». Λοιπὸν ἐγὼ μέλλω νὰ σᾶς ἀφήσω τὴν ὑγείαν ψυχικὰ καὶ σωματικά. Μέσα εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀδέλφια μου, θεωρεῖται Ἁγία Τριὰς καὶ πάντες οἱ Ἅγιοι μὲ τὸν τίμιον Σταυρόν, μὲ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐσταυρώθηκαν ψυχικὰ καὶ σωματικά. Ἀδελφοί μου, ἡμεῖς πρέπει νὰ εὐλογοῦμεν τὴν γῆν, τὸν οὐρανόν, τὴν θάλασσαν καὶ νὰ πηγαίνετε εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεσθε καὶ νὰ εὐφραίνεσθε πάντοτε.

Ἡ Θερμὴ Πίστις Μετακινεῖ Ὄρη, Συντρίβει τὸν Ἑωσφόρον, Νικᾶ τοὺς Ἀπίστους

Ἦτον ἕνας βασιλεὺς εἰς τὴν Αἴγυπτον καὶ εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν ἦτον Πατριάρχης, τὸ ὄνομά του Ἰωακείμ, ἁγιώτατος ἄνθρωπος, καλός, εὐλαβής, σοφός. Ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνον τὸν ἠγάπησε περισσῶς καὶ κοντὰ εἰς τὴν ἀγάπην ὁποὺ τὸν εἶχεν ὁ βασιλεὺς ἐβγῆκεν ἕνας Ἑβραῖος καὶ ἔγινε Τοῦρκος καὶ κοντὰ ὁποὺ ἐτούρκεψε ἔγινε καὶ βεζίρης. Λέγει ὁ Ἑβραῖος πρὸς τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου πολυχρονεμένε, τί τὸν ἀγαπᾶς τόσον τὸν Πατριάρχην αὐτόν; Καὶ ὁ βασιλεὺς ἀποκρίνεται πρὸς τὸν τρισκατάρατον τὸν Ἑβραῖον καὶ τὸν λέγει: Ἐπειδὴ ὁ Πατριάρχης εἶνε καλὸς ἄνθρωπος, εὐλαβής, σοφός, καὶ διὰ τοῦτο τὸν ἀγαπῶ. Λέγει πάλιν ὁ Ἑβραῖος πρὸς τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου, ἐπειδὴ λέγεις ὅτι τὸν ἀγαπᾶς τὸν Πατριάρχην, κράξε τον νὰ ἔλθη εἰς τὸ παλάτιόν σου καὶ νὰ ἔλθω καὶ ἐγὼ νὰ συνομιλήσωμεν μαζὶ μὲ αὐτόν, καὶ νὰ ἰδῆς πῶς θὰ τὸν κάμω νὰ μείνη ἀναπολόγητος. Ἔπειτα κράζει ὁ βασιλεὺς τὸν Ἰωακείμ. Καὶ ἦλθεν ὁ Ἰωακεὶμ εἰς τὸ παλάτιον καὶ ἤρχισεν ὁ Ἑβραῖος νὰ φιλονικῆ μὲ τὸν Πατριάρχην. Λέγει ὁ Ἑβραῖος: Πατριάρχη, δὲν λέγει ὁ Χριστὸς εἰς τὸ Εὐαγγέλιον ὅτι ὅποιος ἀπὸ σᾶς τοὺς χριστιανοὺς ἔχει πίστιν, νὰ σηκώνη τὰ βουνὰ ἀπὸ τὸν τόπον τους; Λοιπὸν ἐπρόσταξεν ὁ βασιλεὺς τὸν Πατριάρχην νὰ σηκώση ἕνα βουνὸν ἀπὸ τὸν τόπον του καὶ τότε νὰ πιστεύσουν εἰς αὐτόν. Καὶ λοιπὸν τί κάνει ὁ εὐλογημένος Πατριάρχης; Προστάζει καὶ συνάζει τοὺς εὐλογημένους τοὺς χριστιανοὺς καὶ κάνει δέησιν εἰς τὸν Ἅγιον Θεὸν τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας· καὶ ἔπειτα τελειώνοντας ὁ Πατριάρχης καὶ οἱ χριστιανοὶ τὴν δέησίν τους καὶ ἄρχισεν ὁ Πατριάρχης νὰ θυμιάζη τὸ βουνὸν ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον ἦτο μεγάλο ἕως ἓξ ὥρας τοῦ μάκρους. Καὶ τοῦ λέγει τοῦ βουνοῦ ὅτι ἐγὼ ὁ ἀνάξιος δοῦλος τοῦ Χριστοῦ μου σὲ προστάζω, βουνόν, νὰ σηκωθῆς ἀπὸ αὐτοῦ καὶ νὰ ἔλθῃς εἰς τὴν Αἴγυπτον. Καὶ ὢ τοῦ θαύματος! ἐκόπηκε τὸ βουνὸν ἐκεῖνο καὶ ἔγινεν εἰς τρία εἰς τιμὴν τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ ἐκίνησε καὶ ἦλθε κατεπάνω εἰς τὴν Αἴγυπτον. Ἔπειτα φωνάζει ὁ βασιλεὺς τὸν Πατριάρχην καὶ τοῦ λέγει: Διὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, Πατριάρχη, πρόσταξε τὸ βουνὸν νὰ σταθῆ νὰ μὴ μᾶς πλακώση. Καὶ εὐθὺς ὁ Πατριάρχης ἔτρεξε μετὰ θερμῶν δακρύων καὶ ἐπρόσταξε τὸ βουνὸν καὶ ἐστάθη ἐπάνω εἰς τὴν Αἴγυπτον. Καὶ τὸ βουνὸν ἐκεῖνο τὸ ὀνομάζουν ἕως σήμερον Ντουρντᾶς. Καὶ εἰς αὐτὸ τὸ θαῦμα ἐπίστευσαν λαὸς πολύς, χιλιάδες ἕξ. Λέγει δὲ πάλιν ὁ τρισκατάρατος Ἑβραῖος τοῦ βασιλέως: Βασιλέα μου, ἤξευρε ὅτι οἱ χριστιανοὶ λέγουν εἰς τὴν γλώσσαν τους στάσου, βουνόν… καὶ ἐπίστευσαν πάλιν ἓξ χιλιάδες. Λέγει καὶ ἄλλον λόγον ὁ Ἑβραῖος τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου, ἤξευρε καὶ ἐτοῦτο· ὅτι οἱ χριστιανοὶ λέγουν πὼς λέγει τὸ Εὐαγγέλιόν τους πὼς ὅποιος ἔχει πίστιν νὰ πίη ἕνα ποτήρι φαρμάκι καὶ δὲν ἀποθαίνει. Καὶ ἔπειτα ὁ βασιλεὺς πρόσταξε τὸν Ἑβραῖον καὶ κάμνει ἕνα ποτήρι φαρμάκι, ὁποὺ δὲν εὑρίσκονταν χειρότερον εἰς τὸν κόσμον. Καὶ πάλιν λέγει ὁ Ἑβραῖος ἄλλον λόγον τοῦ βασιλέα: Βασιλέα μου, ἤξευρε καὶ ἐτοῦτο, ὅτι οἱ χριστιανοὶ ἔχουν τὸν σταυρὸν καὶ σταυρώνουν τὸ πικρὸν καὶ γίνεται γλυκόν. Πρέπει λοιπὸν νὰ προστάξετε τὸν Πατριάρχην, ὅταν θὰ τοῦ δώσῃς τὸ φαρμάκι νὰ τὸ πίη, νὰ μὴ κάμη τὸν σταυρόν του οὔτε ἀπάνω του οὔτε ἀπάνω εἰς τὸ ποτήριον. Καὶ ἔπειτα ἐπῆρεν ὁ βασιλεὺς τὸ ποτήριον εἰς τὸ χέρι του καὶ τὸ ἔδωσε τοῦ Πατριάρχη καὶ τοῦ τοῦ λέγει: Νὰ ἐτοῦτο τὸ ποτήριον· νὰ τὸ πίης καὶ νὰ μὴ κάμης τὸν σταυρόν σου οὔτε ἐπάνω σου οὔτε εἰς τὸ ποτήριον. Καὶ ὁ εὐλογημένος Πατριάρχης θέλησε νὰ τοὺς γελάση καὶ νὰ τοὺς πομπεύσῃ εἰς τὸν κόσμον διὰ νὰ τοὺς κάμη μασκαράδες. Τότε λέγει τοῦ βασιλέα: Βασιλέα μου, καλά με προστάξατε νὰ τὸ πίω ἐτοῦτο τὸ ποτήριον, μὰ δὲν μὲ εἶπες πόθεν νὰ τὸ πίω τὸ ποτήριον. Καὶ κάμνει μὲ τὸ χέρι του ἀπὸ τὸ πλευρὸν καὶ ἀπὸ κάτω καὶ ἀπὸ ἐπάνω καὶ εὐθὺς ἔπιε τὸ ποτήριον. Καὶ ὁ πανάγαθος Θεὸς εὐθὺς ἄνοιξέ του μίαν τρύπαν εἰς τὴν δεξιὰν πλευρὰν καὶ ἐχύθη τοῦ ποτηρίου τὸ φαρμάκι καὶ ἔμεινεν ἄβλαβος. Καὶ ἔπειτα μέσα εἰς ἐκεῖνο τὸ ποτήριον ἔμεινε παραμικρὸν καὶ τὸ ἐξέπλυνε καὶ λέγει τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου πολυχρονεμένε, ἐγὼ ἔπια τὸν καρπόν, πρόσταξε τὸν Ἑβραῖον νὰ πίη καὶ αὐτὸς καὶ ἐὰν δὲν ἀποθάνη, νὰ πιστεύσωμεν εἰς αὐτόν. Καὶ ὁ τρισκατάρατος Ἑβραῖος δὲν ἤθελε νὰ τὸ πίη. Καὶ τὸν ἐπίεσεν ὁ βασιλεὺς μεγάλως καὶ τὸ ἔπιεν τὸ ποτήριον ὁ Ἑβραῖος καὶ ἔσκασεν ὁ τρισκατάρατος καὶ ἐπῆγεν εἰς τὴν αἰώνιον κόλασιν καὶ καίεται μαζὶ μὲ τὸν τρισκατάρατον διάβολον. Καταλαμβάνετε λοιπόν, παιδιά μου, τί δύμαμιν ἔχει ὁ πανάγιος Σταυρός. Ὅμως μὲ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα νὰ πηγαίνετε εἰς τὸν παράδεισον.

Ἡ Εἰλικρινὴς Ἐξομολόγησις

Πάντοτε, παιδιά μου, ἐδῶ ὁποὺ ἦλθα, ἔχω χαρὰν καὶ λύπην. Ἔρχονται οἱ χριστιανοὶ κατὰ μόνας νὰ μοῦ εἰποῦν τὸ παράπονόν τους, καὶ δὲν δύναται ἕνας δοῦλος νὰ δουλεύσῃ δυὸ αὐθεντάδες, καὶ δὲν δύναμαι νὰ τοὺς ἐξομολογήσω ἀπὸ ἕνα καὶ τοὺς διώχνω, καὶ ἡ καρδία μου κόπτεται ὡσὰν ἕνας ὁποὺ ἔχει ἕνα παιδίον, τὸ ὁποῖον εἶνε ἄρρωστον, καὶ δὲν τὸ δέχεται. Ἀλλὰ πρέπει νὰ σᾶς ἐξομολογήσω παρρησία. Καὶ ἂν οὕτως, παιδιά μου, θέλετε πάρει τέσσερις τρίχες ἀπὸ τὰ γένεια μου, καὶ ἐγὼ παίρνω τὸ βάρος ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματά σας. Ἀπὸ τὸν καιρὸν ὁποὺ ἐγεννηθήκατε ὅλα ἐπάνω μου εἶνε. Καὶ σεῖς νὰ ἐξηγήσετε τὰ τέσσερα νοήματα καὶ νὰ τὰ μάθετε. Καὶ ἂν θέλετε, παιδιά μου, νὰ σᾶς εἰπῶ, νὰ εὑρῆτε ἕνα πνευματικὸν πρακτικὸν καὶ ἀρετῆς ἄνθρωπον, νὰ ἐξομολογηθῆτε, νὰ εἰπῆτε τὰ ἁμαρτήματά σας. Νὰ μὴ ἀφήσετε κανένα· καὶ ἂν ἀφήσετε, ὅλον τὸν μισθὸν τὸν χάνετε. Καὶ νὰ συγχωρᾶτε τὸν ἐχθρόν σας καὶ νὰ μὴ φροντίζετε μοναχὰ διὰ λόγου σας, ἀλλὰ νὰ ἑρμηνεύετε καὶ τὰ ἀδέλφια σας καὶ τὰ παιδιά σας. Καὶ νὰ ἔχετε τὴν εὐχήν μου καὶ τὴν εὐχὴν τῆς Παναγίας καὶ τὴν εὐχὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐσταυρωμένου καὶ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2022

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 7ο)

 Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς

7. Ταπεινοφροσύνη

Οι αρετές της ταπεινοφροσύνης, του πνευματικού πένθους και της φιλαλήθειας

(Πρώτος, δεύτερος και τέταρτος Μακαρισμός εκ του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου).

Σύμφωνα με τη διδασκαλία των αγίων Πατέρων -των ασκητών και λύχνων της χριστιανικής ευσέβειας- η πρώτη από όλες τις χριστιανικές αρετές είναι η ταπεινοφροσύνη. Αυτή είναι η αρετή χωρίς την οποία δεν μπορεί να αποκτηθεί άλλη και χωρίς την οποία η πνευματική τελειότητα ενός χριστιανού είναι αδιανόητη. Ο ίδιος ο Σωτήρας Χριστός ξεκινά τους Μακαρισμούς της Καινής Διαθήκης με την εντολή της ταπεινοφροσύνης: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι· ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»[1]!

Πτωχούς -με την συνήθη έννοια του όρου- αποκαλούμε εκείνους τους ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα και ζητούν βοήθεια από τους άλλους. Τέτοιοι πτωχοί δεν είναι σε καμία περίπτωση πάντοτε «μακάριοι», γιατί ανάμεσά τους υπάρχουν κλέφτες, μέθυσοι, απατεώνες κ.λπ.. Κάθε Χριστιανός (είτε πτωχός, είτε πλούσιος) πρέπει να αναγνωρίσει τον εαυτό του ως πνευματικά πτωχό, δηλαδή να δει ότι δεν υπάρχει τίποτα δικό του καλό μέσα του. Όλα τα καλά μέσα μας είναι από τον Θεό. Από τον εαυτό μας προσθέτουμε μόνο το κακό: τον εγωισμό, τις ιδιοτροπίες του αισθησιασμού και την αμαρτωλή υπερηφάνεια. Και αυτό πρέπει να το θυμάται ο καθένας μας. Διότι δεν είναι μάταιο αυτό που λέγεται στην Αγία Γραφή: «ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν»[2]. Και, όπως είπαμε ήδη, χωρίς την ταπεινοφροσύνη, καμία άλλη αρετή δεν είναι δυνατή, διότι αν κάνει κάποιος κάτι δίχως το πνεύμα της ταπεινοφροσύνης, σίγουρα θα πέσει σε ασεβή υπερηφάνεια και θα απομακρυνθεί από το έλεος του Θεού…

Μαζί με την ειλικρινή βαθιά ταπεινοφροσύνη, ο Χριστιανός πρέπει να έχει ένα πνευματικό πένθος, για το οποίο γίνεται λόγος στον δεύτερο μακαρισμό. Ποιος δεν ξέρει ότι η ταπεινοφροσύνη ενός ανθρώπου είναι συχνά ρηχή και απατηλή; Επιπλέον, η παροιμία «η ταπεινολογία είναι χειρότερη από την υπερηφάνεια» δεν δημιουργήθηκε χωρίς λόγο. Συχνά ένας άνθρωπος -φαινομενικά- ταπεινώνεται, καταδικάζει τον εαυτό του. Αλλά αποδεικνύεται ότι δεν ήταν μια βαθιά, σταθερή διάθεση και εμπειρία της ψυχής, αλλά ένα επιφανειακό, ρηχό συναίσθημα. Οι άγιοι ασκητές πατέρες υπέδειξαν μια μέθοδο με την οποίαν αναγνωρίζεται η ειλικρίνεια και το βάθος της ταπεινοφροσύνης. Δηλαδή: αρχίστε να κατακρίνετε ένα άτομο κατά πρόσωπο γι’ αυτές ακριβώς τις αμαρτίες, και με αυτές ακριβώς τις εκφράσεις τις οποίες χρησιμοποιεί ο ίδιος «ταπεινά» για να καταδικάσει τον εαυτό του. Εάν η ταπεινοφροσύνη του είναι ειλικρινής, θα ακούσει τις επικρίσεις χωρίς θυμό, και μερικές φορές ακόμη και θα σας ευχαριστήσει για την ταπεινωτική παραίνεση. Εάν δεν έχει αληθινή ταπεινοφροσύνη, δεν θα υπομείνει την επίπληξη και θα θυμώσει, γιατί αυτή η επίπληξη θα εμφανίσει τελικά την υπερηφάνειά του…

Και έτσι, λέει ο Κύριος: «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται…»[3]. Μακάριοι δηλαδή όσοι όχι μόνο πενθούν για την ατέλεια και την αναξιότητά τους, αλλά και κλαίνε γι’ αυτήν. Έτσι, ο κλαυθμός εδώ σημαίνει πρωτίστως τον πνευματικό κλαυθμό -τον κλαυθμό για αμαρτίες και, σε σχέση με αυτό, για την απομάκρυνση από την Βασιλεία του Θεού. Επιπλέον, μεταξύ των ασκητών του Χριστιανισμού υπήρχαν πολλοί, γεμάτοι αγάπη και συμπόνια, που έκλαιγαν για τους άλλους ανθρώπους – για τις αμαρτίες, τις πτώσεις και τα βάσανά τους. Αλλά γενικά δεν είναι αντίθετο με το πνεύμα του Ιερού Ευαγγελίου να εννοεί επίσης όλους τους θλιμμένους και άπορους ανθρώπους, εάν αποδέχονται την θλίψη τους με χριστιανικό τρόπο -ταπεινά και υπάκουα. Είναι πραγματικά μακάριοι, γιατί θα παρηγορηθούν από τον Θεό της αγάπης. Και το αντίθετο -όσοι στην επίγεια ζωή αναζητούν και επιτυγχάνουν μόνο ανέσεις και απολαύσεις δεν είναι σε καμία περίπτωση μακάριοι. Αν και θεωρούν τους εαυτούς τους τυχερούς, και οι άλλοι τους θεωρούν έτσι, με βάση το πνεύμα της ευαγγελικής διδασκαλίας είναι οι πιο δυστυχείς άνθρωποι. Γι’  αυτούς ισχύει η τρομερή προειδοποίηση του Κυρίου: «Οὐαὶ ὑμῖν τοῖς πλουσίοις, ὅτι ἀπέχετε τὴν παράκλησιν ὑμῶν. Oὐαὶ ὑμῖν οἱ ἐμπεπλησμένοι, ὅτι πεινάσετε. Oὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καὶ κλαύσετε…»[4].

Όταν ένας άνθρωπος είναι γεμάτος ταπεινοφροσύνη και πόνο για τις αμαρτίες του, δεν μπορεί πλέον να ανέχεται το κακό της αμαρτίας, που τόσο μολύνει τον εαυτό του και τους άλλους ανθρώπους. Από την αμαρτωλή διαφθορά του, την αναλήθεια της ζωής γύρω του, αγωνίζεται να φθάσει στην αλήθεια, στην αγιότητα και την αγνότητα. Και γι’ αυτή την επιθυμία για την αλήθεια του Θεού και τον θρίαμβό της επί των ανθρωπίνων αδικιών -τον οποίο επιδιώκει και επιθυμεί πολύ πιο έντονα από όσο ένας πεινασμένος θέλει να φάει ή ένας διψασμένος να πιει- μας λέει ο τέταρτος Μακαρισμός, που συνδέεται με τον πρώτο: «Μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται…»[5]. Πότε θα χορτάσουν; Εν μέρει ήδη εδώ, στην επίγεια ζωή, στην οποίαν αυτοί, οι πιστοί οπαδοί της αλήθειας του Θεού, κατά καιρούς βλέπουν ήδη τις απαρχές του θριάμβου και της νίκης του στις ενέργειες της Πρόνοιας του Θεού και τις εκδηλώσεις της δικαιοσύνης και της παντοδυναμίας Του. Αλλά η πνευματική τους πείνα και δίψα θα ικανοποιηθούν πλήρως και θα σβήσουν πλέον εκεί -στην ευλογημένη αιωνιότητα, σε ένα νέο ουρανό και σε μια νέα γη, «ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ»[6].

(συνεχίζεται)


[1] Ματθ. ε΄ 3.
[2] Ιακ. δ΄ 6.
[3] Ματθ. ε΄ 4.
[4] Λουκ. ϛ΄ 24-25.
[5] Ματθ. ε΄ 6.
[6] Β΄ Πέτρ. γ΄ 13.

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα κάποιος νέος πλησιάζει μὲ σεβασμὸ τὸν Κύριό μας κάνοντας τὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί καλὸ νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;». Καὶ ὁ Χριστός, ἀρχικά, τὸν ρωτᾶ: «Γιατί μὲ λὲς ἀγαθό; Κανένας δὲν εἶναι ἀγαθός, παρὰ μόνο ἕνας, ὁ Θεός», δείχνοντάς του μὲ αὐτὰ τὰ λόγια ὅτι ὁ Ἴδιος εἶναι ὁ Θεός. Καὶ συνεχίζει λέγοντας: «Ἄν θέλεις νὰ εἰσέλθεις στὴν ζωή, νὰ τηρεῖς τὶς ἐντολὲς τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. […] Μὴν φονεύσεις, μὴν μοιχεύσεις, μὴν κλέψεις, μὴν ψευδομαρτυρήσεις, νὰ δείχνεις τιμὴ καὶ σεβασμὸ στοὺς γονεῖς σου καὶ νὰ ἀγαπᾶς τὸν συνάνθρωπό σου ὅπως τὸν ἑαυτό σου». Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ, πολὺ ἁπλὴ καὶ περιεκτική.

   Οὐσιαστικά, μᾶς διδάσκει ὅτι ἄν τηροῦμε μὲ ἀγάπη τὶς ἐντολές, θὰ κερδίσουμε τὸν Παράδεισο. Τί πιὸ εὐχάριστο; Καὶ ὅμως, ὁ νέος δὲν μένει ἱκανοποιημένος, διότι αὐτὰ τὰ θεωρεῖ δεδομένα. Βεβαιώνει ὅτι τηρεῖ τὶς ἐντολὲς ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία καὶ ρωτᾶ ξανά: «τί ἐπιπλέον μοῦ λείπει;». Καταλαβαίνετε τί σημαίνει αὐτό; Ὁ νέος μπορεῖ νὰ τηροῦσε ὅλες τὶς ἐντολές, ἀλλὰ ἀκόμη αἰσθανόταν κενὸ στὴν ψυχή του, γιὰ αὐτὸ καὶ ἤθελε νὰ πάει ἕνα βῆμα πιὸ μπροστά. 

   Ἀφοῦ, λοιπόν, ἔδειξε αὐτὴ τὴν καλὴ πρόθεση, τότε ὁ Δεσπότης Χριστὸς τοῦ εἶπε: «ἄν θέλεις νὰ εἶσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ δῶσ΄ τὰ στοὺς φτωχοὺς καὶ θὰ ἀποκτήσεις μισθὸ στὸν οὐρανό, καὶ ἕλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις». Λυπήθηκε ὁ νέος. Εἶχε, βλέπετε, κτήματα καὶ πλούτη πολλὰ καὶ δὲν ἦταν σὲ θέση νὰ κάνει αὐτὸ τὸ τόσο μεγάλο βῆμα νὰ δώσει τὰ πάντα στοὺς φτωχούς. Ἔτσι, λοιπόν, ἔφυγε στενοχωρημένος ἀπὸ τὸν Κύριό μας καὶ πῆρε τὸν δρόμο του.

   Ἡ συμπεριφορὰ αὐτὴ τοῦ πλουσίου νέου μᾶς θυμίζει ἔντονα ἕνα διαχρονικό, δυσάρεστο φαινόμενο. Ἄνθρωποι χριστιανοί, λαϊκοὶ καὶ Κληρικοί, συμβουλεύονται τὸν πνευματικό, ἀλλὰ μόλις ὁ πνευματικὸς τοὺς δώσει ἀπάντηση ποὺ δὲν ἱκανοποιεῖ τὰ «θέλω» τους, στρέφουν τὴν πλάτη καὶ παίρνουν τὸν δικό τους δρόμο, ἀναζητῶντας ἕνα περιβάλλον ὅπου τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι «κομμένο καὶ ραμμένο» στὰ μέτρα τοῦ καθενός. Ἀγνοοῦν, δυστυχῶς, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἰατρεῖο ψυχῶν. Καὶ ὡς ἰατρεῖο ψυχῶν καλεῖται νὰ θεραπεύει τὶς ψυχὲς μὲ τὸν δικό της τρόπο καὶ ὄχι νὰ προσαρμόζεται στὶς ἀσθένειες, ἀφήνοντάς τες ἀθεράπευτες νὰ μολύνουν τὸ ἅγιο περιβάλλον της. 

   Βλέποντας, λοιπόν, ὁ Κύριος τὸν πλούσιο νὰ φεύγει, δίδαξε τοὺς Μαθητὲς ὅτι πιὸ εὔκολα τὸ χοντρὸ καραβόσκοινο θὰ περάσει ἀπὸ τὴν τρύπα τῆς βελόνας, παρὰ ὁ πλούσιος θὰ εἰσέλθει στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. 

   Δηλαδή; Κάποιος ποὺ μὲ σκληρὴ καὶ τίμια ἐργασία κατάφερε νὰ συγκεντρώσει τὴν περιουσία του, εἶναι γιὰ τὴν Κόλαση μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ εἶναι πλούσιος; Ἀσφαλῶς καὶ ὄχι. Ὅπως τὸ νὰ εἶναι κανεὶς φτωχός, δὲν σημαίνει ἀπαραίτητα ὅτι θὰ εἰσέλθει στὸν Παράδεισο, ἔτσι τὸ νὰ εἶναι κανεὶς πλούσιος δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι καταδικασμένος γιὰ τὴν Κόλαση.Ἑπομένως, τί ἐννοεῖ ἐδὼ ὁ Κύριος; 

   Ὁ Χριστὸς ἀναφέρεται κατὰ κύριο λόγο στὴν προσκόλληση στὰ χρήματα, καὶ κατ’ ἐπέκταση στὴν κακὴ διαχείρηση τοῦ πλούτου, στὴν πλεονεξία καὶ στοὺς πολλοὺς πειρασμοὺς ποὺ συνοδεύουν τὸν πλοῦτο, στοὺς ὁποίους ἄν κάποιος πέσει, ἀποδυναμώνονται οἱ ἠθικὲς δυνάμεις τῆς ψυχῆς του. 

   στόσο, ἡ προσκόλληση, ἡ πλεονεξία καὶ ἡ κακὴ διαχείρηση δὲν εἶναι πάθη μόνο πλουσίων, ἀλλὰ καὶ πολλῶν πτωχῶν. Σκοπός, ἑπομένως, τοῦ Κυρίου μας δὲν εἶναι νὰ κάνει διαχωρισμὸ ἀνάμεσα σὲ φτωχοὺς καὶ πλουσίους. Ἄλλωστε, ὁ πλούσιος ποὺ διαχειρίζεται τὰ χρήματά του μὲ χριστιανικὴ διάκριση, πολλὰ ἀγαθὰ μπορεῖ νὰ προσφέρει στὴν κοινωνία καὶ νὰ ἀποταμιεύσει θησαυρὸ στὴν «τράπεζα» τοῦ οὐρανοῦ. Βεβαίως, ἡ ἐντολὴ τῆς ἐλεημοσύνης δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ποσότητα τῶν χρημάτων. Οὔτε ὁ πλούσιος, ἀλλὰ οὔτε καὶ ὁ φτωχὸς ἐξαιρεῖται ἀπὸ αὐτῆν. Σκοπὸς τοῦ Κυρίου στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα εἶναι νὰ τονίσει τὴν ἀνάγκη γιὰ ἐλευθερία. 

   Ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε ἐξ ἀρχῆς στὸν πλούσιο νὰ ἀφήσει ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του, παρὰ μόνο ὅταν ὁ νέος θέλησε κάτι περισσότερο ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τότε, ὅμως, ὅταν ἦρθε ἡ στιγμὴ νὰ κάνει ἕνα βήμα πιὸ μπροστά, ἀποδείχθηκε δοῦλος τῶν χρημάτων, φάνηκε, δηλαδή, ὅτι τοῦ ἔλειπε ἡ ἀληθινὴ ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία δίνει τὴν δυνατότητα στὸν καθένα μας νὰ γίνει τέλειος, νὰ ἀφήσει, τὰ πάντα πίσω του καὶ νὰ ἀκολουθήσει ἀνιδιοτελῶς τὸν Χριστὸ ὡς μαθητής Του. 

   Στὸ σημεῖο αὐτὸ διακρίνεται ἡ μεγάλη ἀξία τοῦ Μοναχισμοῦ. Ὁ Μοναχὸς ὅταν μπαίνει στὸ Μοναστήρι, ἀφήνει πίσω του ὅλα τὰ κοσμικά. Μέχρι καὶ τὸ ὄνομά του ἀλλάζει, ὥστε νὰ εἶναι τελείως ἀπαλλαγμένος ἀπὸ τὸ παρελθὸν καὶ τὸν κόσμο. Ἔτσι, ἐλεύθερος, μπορεῖ νὰ ἐργάζεται μὲ τέλεια ἀφοσίωση καὶ ὑπακοὴ τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιὰ αὐτὸ, κρίνεται ἰδιαίτερα  σημαντικὸ στὴν ἐποχή μας νὰ ἀναδειχθοῦν νέοι Μοναχοὶ καὶ νέες Μοναχές, πλήρως ἀφοσιωμένοι. Αὐτοὶ φωτίζονται ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους καί, κατόπιν δίνουν τὸ φῶς σὲ ὅλους τοὺς πιστούς. Δυστυχῶς, ὅμως, ὅπως εἶπε καὶ ὁ Κύριος, «δὲν ὅλοι σὲ θέση νὰ δεχθοῦν αὐτὸν τὸν λόγο, ἀλλὰ ἐκεῖνοι στοὺς ὁποίους τὸ ἔχει δώσει ὁ Θεός».

   Πέρα ἀπὸ τὴν δυνατότητα ποὺ μᾶς δίνει ἡ ἐλευθερία νὰ γίνουμε τέλειοι, αὐτὴ ἀποτελεῖ τὴν προϋπόθεση νὰ εἰσέλθουμε στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Αὐτὸ σημαίνει δύο πράγματα. 

   Ἀφενός, πρὶν κλείσουμε αἰωνίως τὰ μάτια μας πρέπει νὰ ἔχουμε συγχωρέσει ἀπὸ τὴν καρδιά μας τὸν κάθε ἕνα ποὺ μᾶς ἀδίκησε, μᾶς ἔβρισε, μᾶς χτυπῆσε, μᾶς συκοφάντησε. Ἀφετέρου, πρέπει νὰ ἐγκαταλείψουμε ὅ,τι ἔχουμε στὴν κατοχή μας. Ἔχουμε στὴν κατοχή μας πρῶτον ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ δεύτερον πάθη καὶ ἀδυναμίες. Τὰ μὲν πρῶτα ὀφείλουμε νὰ τὰ τακτοποιήσουμε στοὺς συνανθρώπους μας ποὺ μένουν πίσω, τὰ δὲ δεύτερα νὰ τὰ καταθέσουμε στὸ πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ. Ἔτσι, ἐλεύθεροι, θὰ ὁδηγηθοῦμε στὸν Θεό μας. 

   Κλείνοντας, θὰ ἤθελα νὰ καταθέσω τὸν προβληματισμό μου πάνω στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα. Ἄν ὁ νέος δὲν φωτίσθηκε ἀπὸ τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸν Ὁποῖο ἀξιώθηκε νὰ συνομιλήσει, πῶς ἑμεῖς, καὶ οἱ Κληρικοὶ καὶ οἱ λαϊκοί, θὰ δώσουμε μὲ τὸ παράδειγμά μας τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ στὰ παιδιά μας ποὺ εἶναι ἔξω στὸν κόσμο καὶ προσπαθοῦν νὰ καλύψουν τὸ κενὸ τῆς ψυχῆς τους μὲ ὅποιο σκοτάδι βροῦν μπροστά τους; Πρέπει νὰ εἴμαστε πολὺ προσγειωμένοι.

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ - Ευαγγέλιο της εορτής



Ευαγγέλιο της εορτής: Λουκ. ι’ 38-42, ια’ 27-28

38  Τ καιρ κείν, εσλθεν ησος ες κώμην τινά. γυν δέ τις νόματι Μάρθα πεδέξατο ατν ες τν οκον ατς. 39 κα τδε ν δελφ καλουμένη Μαρία, κα παρακαθίσασα παρ τος πόδας το  ησο κουε τν λόγον ατο. 40 δ Μάρθα περιεσπτο περ πολλν διακονίαν· πιστσα δ επε· Κύριε, ο μέλει σοι τι δελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεν; επ ον ατ να μοι συναντιλάβηται. 41 ποκριθες δ επεν ατ   ησος· Μάρθα Μάρθα, μεριμνς κα τυρβάζ περ πολλά· 42 νς δέ στι χρεία· Μαρία δ τν γαθν μερίδα ξελέξατο, τις οκ φαιρεθήσεται π᾿ ατς.

27  γένετο δ ν τ λέγειν ατν τατα πάρασά τις γυν φωνν κ το χλου επεν ατ· μακαρία κοιλία βαστάσασά σε κα μαστο ος θήλασας. 28 ατς δ επε· μενονγε μακάριοι ο κούοντες τν λόγον το Θεο κα φυλάσσοντες ατόν.


Την μακαρίζουν όλες οι γενεές

Η Μαρία και η Μάρθα

Στη Βηθανία η αδελφή του Λαζάρου Μάρθα υποδέχεται στο σπίτι της τον Κύριο, ο οποίος, αφού κάθισε, άρχισε να διδάσκει στους ανθρώπους που παρευρίσκονταν εκεί. Η αδελφή της Μάρθας, η Μαρία, αφοσιώθηκε τόσο πολύ στη διδασκαλία του Κυρίου, ώστε συνεπαρμένη κάθισε κοντά του και ως ταπεινή μαθήτρια άκουγε με προσήλωση τα θεσπέσια λόγια του. Τόσο πολύ απορροφήθηκε, ώστε δεν θέλησε να χάσει ούτε λέξη. Την ώρα όμως που η Μαρία αποταμίευε στην ψυχή της ουράνιους θησαυρούς, η Μάρθα προετοίμαζε για το τραπέζι ό,τι καλύτερο μπορούσε. Ήταν πνιγμένη στις πολλές δουλειές της, διότι φρόντιζε να ετοιμάσει πολλά και ωραία φαγητά για να περιποιηθεί τον Διδάσκαλο. Ήταν βέβαια ικανή και επιμελής στη μαγειρική και στο νοικοκυριό, με κάποια όμως υπερβολή. Γι’ αυτό και κάποια στιγμή πλησίασε τον Κύριο και με τολμηρό τρόπο του είπε το παράπονό της:
— Κύριε, δεν σε νοιάζει που η αδελφή μου με άφησε μονάχη να ετοιμάσω το τραπέζι; Πες της λοιπόν να με βοηθήσει.
Τότε ο Κύριος της αποκρίθηκε:
— Μάρθα, Μάρθα, αγωνιάς, αναστατώνεσαι, κουράζεσαι να ετοιμάσεις πολλά και ποικίλα φαγητά. Ένα όμως είναι το χρήσιμο, η ακρόαση της διδασκαλίας μου. Αυτό διάλεξε η Μαρία, την πνευματική τροφή, η οποία δεν θα της αφαιρεθεί ποτέ.
Ο Κύριος δηλαδή αντί να επιπλήξει τη Μαρία, όπως θα το επιθυμούσε η Μάρθα, παίρνει την αφορμή και επιπλήξει την ίδια. Εδώ όμως κάποιος θα απορήσει: Δηλαδή ο Κύριος καταδικάζει τη διακονία της Μάρθας; Όχι, ασφαλώς! Κάτι άλλο θέλει να δείξει. Είναι σαν να λέει στη Μάρθα: Δεν ήλθα στο σπίτι σας για να απολαύσω πολλά και ωραία φαγητά, άλλα για να σας προσφέρω μεγάλες και ουράνιες αλήθειες. Είναι καλή η προσφορά και η διακονία, θ πρέπει όμως και να συνοδεύεται από ενδιαφέρον για τα ανώτερα, για την πνευματική τροφή. Δεν απορρίπτει λοιπόν ο Κύριος τη διακονία της Μάρθας, άλλα επαινεί περισσότερο την επιλογή της Μαρίας.
Διότι η Μαρία αξιοποίησε μία μοναδική ευκαιρία. Ήλθε στο σπίτι της ο Χριστός. Δεν ήξερε αν θα είχε άλλοτε μια τέτοια ευκαιρία. Και αφοσιώθηκε στο να ξεδιψά στα νάματα των θείων αληθειών. Το έργο της Μάρθας ήταν χρησιμότατο, της Μαρίας όμως υψηλότερο. Γι’ αυτό ο Κύριος επιπλήττει τη Μάρθα, διότι έχανε το χρόνο της σε υπερβολικές προετοιμασίες, ενώ το καλύτερο που είχε να κάνει την ώρα εκείνη ήταν να αφιερώσει λιγότερο χρόνο στα της μαγειρικής για να επικοινωνήσει με τον Κύριο και να εντρυφήσει στις θείες αλήθειες.
Τούτο σημαίνει ότι πρέπει να ιεραρχούμε σωστά τα πράγματα. Μεγαλύτερη προσφορά μας προς τον Θεό είναι να λαχταρούμε και να ποθούμε τον θείο λόγο του, και μετά το να διακονούμε στα έργα της αγάπης. Βέβαια όλοι μας είμαστε υποχρεωμένοι καθημερινά να επιτελούμε και τα βιοτικά μας έργα, διαφορετικά δεν μπορούμε να ζήσουμε. Όλα αυτά θα τα κάνουμε, και μάλιστα σωστά, με επιμέλεια και προθυμία, όλα προς δόξαν Θεού. Όχι όμως με υπερβολή. Να μη δίνουμε την καρδιά μας σ’ αυτά παραμελώντας όμως έτσι την ψυχή μας.

Μακαρία η Θεοτόκος

Στη συνέχεια καθώς μιλούσε ο Κύριος στα πλήθη, κάποια γυναίκα ενθουσιασμένη από τη διδασκαλία του φώναξε με χαρά στον θείο Διδάσκαλο:
— Μακαρία είναι η κοιλία που σε βάστασε, η μητέρα που σε γέννησε και σε έθρεψε.
Και ο Κύριος της απάντησε:
— Πράγματι μακαρία είναι η μητέρα μου! Μακάριοι είναι εκείνοι που ακούν τον λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν στη ζωή τους. Γι’ αυτό ακριβώς και αυτή που με γέννησε και με θήλασε, αξιώθηκε την τιμή αυτή, διότι φύλαξε πάντοτε το λόγο του Θεού.
Με τους λόγους του αυτούς ο Κύριος μακαρίζει διπλά τη μητέρα του. Διότι, επιβεβαιώνοντας τον μακαρισμό της γυναίκας εκείνης, μακαρίζει την Θεοτόκο όχι μόνο διότι αξιώθηκε να γίνει μητέρα του, άλλα και διότι περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο φύλαξε μέσα της το λόγο του Θεού και τον τήρησε στη ζωή της. Γι’ αυτό γενεές γενεών μακαρίζουμε την Θεοτόκο, όπως η ίδια η Παναγία μας προφήτευσε: «ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί.» (Λουκ. α’ 48). Τη μακαρίζουμε όχι μόνο διότι αξιώθηκε να γίνει Θεοτόκος, Μητέρα δηλαδή του Θεού μας, άλλα και διότι, φυλάσσοντας σ’ όλη τη ζωή της τον λόγο του Θεού, ακτινοβόλησε με την υπέρλαμπρη αρετή της κι έγινε τιμιωτέρα και ενδοξοτέρα των αγγέλων. Η αγιότητά της αποδείχθηκε κρυστάλλινη σ’ όλη της τη ζωή. Διότι ήταν η ταπεινή δούλη του Κυρίου, το υπόδειγμα της υπακοής στο θέλημα του Θεού. Ήταν η Κεχαριτωμένη. Είχε όλες τις αρετές επάνω της, όλα τα υπερφυσικά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος σε ύψιστο βαθμό. Άφθαστο και ασύγκριτο ήταν το πνευματικό της κάλλος και η ψυχική της ωραιότητα.
Και έγινε το παράδειγμα για όλους μας. Παράδειγμα ταπεινώσεως και υπακοής και αγνότητας. Και μας καλεί με την αγία ζωή της να τη μιμηθούμε μελετώντας και εφαρμόζοντας τον λόγο του Θεού και να την ακολουθήσουμε στον βίο της αρετής και της χάριτος.


Πηγή: www.xfd.gr


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α'.
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.  

 


Ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος 
Ἦχος α΄

Ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος! ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ἐν μνημείῳ τίθεται, καὶ κλῖμαξ πρὸς οὐρανόν, ὁ τάφος γίνεται, Εὐφραίνου Γεθσημανῆ, τῆς Θεοτόκου τὸ ἅγιον τέμενος, βοήσωμεν οἱ πιστοί, τὸν Γαβριὴλ κεκτημένοι ταξίαρχον, Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος. 

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2022

Παναγίας τῆς Προυσιώτισσας (22 Αὐγούστου)


Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου «ἐν τῷ Πυρσῷ τῆς Εὐρυτανίας»

Ψηλά, στις ελατόφυτες βουνοκορφές της νοτιοδυτικής Ευρυτανίας, και σφηνωμένη ανάμεσα σε κάθετους γκριζωπούς βράχους με άγρια μεγαλοπρέπεια, προβάλλει η ιερά μονή του Προύσου. Είναι σταυροπηγιακό και ιστορικό μοναστήρι, με μεγαλόπρεπα τριώροφα κτίρια. Ανάμεσα τους υπάρχει σπήλαιο λαξευμένο, που φιλοξενεί στο εσωτερικό του τον πρώτο και παλαιό ναό της μονής. Μέσα σ' αυτόν φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που επονομάζεται Προυσιώτισσα και εορτάζει με κάθε εκκλησιαστική και βυζαντινή μεγαλοπρέπεια στις 22-23 Αυγούστου.

Τη θαυματουργή αυτή εικόνα της Θεοτόκου λέγεται ότι την ζωγράφισε ο Ευαγγελιστής Λουκάς και ήλθε από την Προύσα της Μικράς Ασίας (σύμφωνα με το χειρόγραφο 3 του κώδικα της Ιεράς Μονής Προυσιωτίσσης). Την έφερε από την Προύσα κάποιος ευγενής νέος στα χρόνια της εικονομαχίας (829 μ.Χ.) επί εικονομάχου βασιλέως Θεοφίλου. Στο δρόμο όμως για την Ελλάδα, στην Καλλίπολη της Θράκης, την έχασε και η εικόνα αποκαλύφθηκε θαυματουργικά σ' ένα τσοπανόπουλο, με μια στήλη φωτός σαν πυρσός - γι' αυτό πήρε και την επωνυμία Πυρσός - στο μέρος όπου ήταν κρυμμένη. Ο νέος, που είχε εγκατασταθεί στην Πάτρα, όταν το έμαθε θέλησε να την πάρει. Αλλά η εικόνα θαυματουργικά γύρισε και πάλι στο άγριο μέρος της Ευρυτανίας, όπου αποκαλύφθηκε στους ντόπιους βοσκούς τη νύχτα από 22 προς 23 Αυγούστου. Τότε ο νέος, μαζί μ' έναν υπηρέτη του, πήγαν και αυτοί εκεί, όπου έγιναν μοναχοί μετανομασθέντες Διονύσιος και Τιμόθεος αντίστοιχα.

Η εικόνα της Παναγίας είναι τύπου Οδηγήτριας και είναι επιχρυσωμένη με αργυροεπίχρυση ένδυση, δώρο του στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη που φιλοξενούνταν στη Μονή την περίοδο της επανάστασης του 1821 μ.Χ. Την ένδυση, την κατασκέυασε ο χρυσοχόος Γεωργίος Καρανίκας το 1824 μ.Χ., όπως μας αποκαλύπτει η ανάγλυφη επιγραφή πάνω από τον δεξιό ώμο της Παναγίας: «Η Παντάνασσα. Δι εξόδων του γενναιοτάτου στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη, χειρί Γεωργίου Καρανίκα, 1824».

Στο ιστορικό της μονής αναφέρεται ότι επί τουρκοκρατίας καταστράφηκε πολλές φορές. Η τελευταία όμως καταστροφή, που μετέβαλε τα κτίρια σε σωρούς ερειπίων, έγινε το 1944 μ.Χ. από τους γερμανούς. Μετά την καταστροφή των κτισμάτων, ένας αξιωματικός θέλησε να κάψει και την εκκλησία. Προσπάθησε πολλές φορές, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ενώ λοιπόν στεκόταν άπ' έξω κι έδινε διαταγές, τιμωρήθηκε παραδειγματικά από το χέρι της Παναγίας. Μια αόρατη δύναμη τον έριξε με ορμή πάνω στο πλακόστρωτο. Το χτύπημα ήταν δυνατό, και ο γερμανός ανίκανος να σηκωθεί. Τον σήκωσαν οι στρατιώτες και τον έβαλαν πάνω σε ζώο για να τον μεταφέρουν στο Αγρίνιο. Έτσι ο ναός παρέμεινε αβλαβής, όπως διαφυλάχθηκε ακέραιος δια μέσου των αιώνων.

Πέρασαν τέσσερα χρόνια. Ο εμφίλιος πόλεμος τώρα μαίνεται στην ελληνική ύπαιθρο. Οι κάτοικοι της Ευρυτανίας και ορεινής Ναυπακτίας εγκαταλείπουν τα χωριά τους και προσφευγουν για ασφάλεια σε άλλα μέρη της Ελλάδος. Μαζί τους προσφεύγει και η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Ακολουθεί κι αυτή την τύχη των παιδιών της και μεταφέρεται από τους μοναχούς του Προύσου στη ακρόπολη της Ναυπάκτου. Το μοναστήρι παραμένει τελείως έρημο.

Ύστερα από καιρό αρχίζουν οι επιχειρήσεις του στρατού. Η ενάτη μεραρχία αναλαμβάνει εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Ευρυτανία. Μερικά τμήματα περνούν από τον Προυσό. Ορισμένοι αξιωματικοί και στρατιώτες πλησιάζουν στη σκοτεινή εκκλησούλα της σπηλιάς και μπαίνουν για να προσκυνήσουν. Εκεί μέσα αντικρίζουν ένα παράδοξο θέαμα: Μπροστά το τέμπλο, στ' αριστερά της ωραίας πύλης, να αναμμένο καντήλι και μια καλόγρια γονατιστή. Οι στρατιώτες απορούν. Πως ζει αυτή η μοναχή εδώ,τι στιγμή που η Ευρυτανία είναι τελείως έρημη από κατοίκους; Πως συντηρείται, τι τρώει, που βρίσκει λάδι για το καντήλι; Την ερωτούν λοιπόν, κι εκείνη σεμνά και πονεμένα τους απαντά: «Παιδιά μου, ζω εδώ μοναχή μου δυόμισι τώρα χρόνια. Για τη δική μου ζωή δεν χρειάζονται φαγητό και ψωμί. Μου αρκεί ότι έχω το καντήλι μου αναμμένο». Οι στρατιώτες, κουρασμένοι από τις επιχειρήσεις και βιαστικοί να φύγουν, δεν έδωσαν προσοχή στα λόγια της.

Την επομένη όμως, όταν τα έφεραν πάλι στη μνήμη τους, κατάλαβαν πως επρόκειτο νια κάτι θαυμαστό. Κι όταν αργότερα περνούσαν από τη Ναύπακτο, ζήτησαν με επιμονή άδεια από τον διοικητή τους νια να επισκεφθούν τον μητροπολίτη. Ο επίσκοπος Ναυπακτίας και Ευρυτανίας Χριστόφορος τους υποδέχθηκε με αγάπη, κι αφού τους άκουσε συγκινημένος, έριξε φως στο μυστήριο. «Ο ναός, τους είπε, που επισκεφθήκατε, ανήκει στην έρημη τώρα ιερά μονή Προυσιώτισσας, της οποίας η θαυματουργή εικόνα βρίσκεται πάνω από δύο χρόνια εδώ, στο παρεκκλήσι της μητροπόλεως μας, στον άγιο Διονύσιο. Πηγαίνετε να την προσκυνήσετε, και θα καταλάβετε».

Πήγαν πράγματι και προσκύνησαν. Τότε αυθόρμητα στον καθένα δόθηκε η εξήγηση στην απορία του: Στην εικόνα της Θεομήτορος αναγνώρισαν τη μοναχή εκείνη που συνάντησαν στο εκκλησάκι της σπηλιάς, ψηλά στον Προυσό!

Ἀπολυτίκιον
Ήχος α'.

Της Ελλάδος απάσης συ προΐστασαι πρόμαχος και τερατουργός εξαισίων τη εκ Προύσσης εικόνι Σου, Πανάχραντε Παρθένε Μαριάμ, και γαρ φωτίζεις εν τάχει τους τυφλούς δεινούς τε απελαύνεις δαίμονας και παραλύτους δε συσφίγγεις αγαθή. Κρημνών τε σώζεις και πάσης βλάβης τους σοι προστρέχοντας. Δόξα τω σω ασπόρω τοκετώ, δοξα τω σε θαυμαστώσαντι, δόξα το ενεργούντι δια σου τοιαύτα θαύματα.


Μεγαλυνάριον

Δεύτε την εικόνα την ιερά, της Προυσιωτίσσης, ασπαζόμεθα ευλαβώς, βρύουσαν παντοίων νόσων και πάσης βλάβης, ρώσιν δαψιλεστάτην και χάρην άφθονον.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον

Σφαίρας ουρανίους φωταγωγείς, αχράντω οικήσει την υδρόγειον δε βολαις, αρρήτων θαυμάτων, αυγάζεις όθεν πίστει, πάντες σε προσκυνούμεν ω Προυσιώτισσα.