† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2022

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΝΟΜΟΥ (ὑπό Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Νάσσου)


 

Περί τοῦ Πνευματικού Νόμου

ὑπό Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Νάσσου

 

Τό παρόν κείμενο ἐντάσσεται μαζί μέ ἄλλα ὁμοειδή σέ μία (ἀνέκδοτη ἐπί τοῦ παρόντος) μελέτη μας, σχετικά μέ τήν παιδαγωγική ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ στήν Ἱστορία, πρός ἐξάλειψη τῆς ἁμαρτίας, τῆς γενεσιουργοῦ αἰτίας τῶν κακῶν. Καί εἶναι γεγονός, σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὅτι «οὐδέν κακόν, ἁμαρτία μόνον» .

 

Στήν ἐν λόγῳ μελέτη γίνεται ἀναφορά στήν προπτωτική, ὑγιῆ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, στήν μετά τήν πτώση ἐπελθοῦσα φθορά καί θνητότητα τῆς φύσεως, στόν πνευματικό νόμο πού λειτουργεῖ θεραπευτικά καί σωτηριολογικά, στήν ἀγαπητική παρέμβαση τοῦ Θεοῦ πρός ἐπαναφορά τῶν κτιστῶν – τρεπτῶν λογικῶν ὄντων στήν ὀντολογική τους βάση (θεοεΐδεια) καί στά εὐεργετικά ἀποτελέσματα τῆς μετανοίας, ὡς ἀναιρέσεως τῆς αἰτίας τῶν παραχωρουμένων δεινῶν.
Στήν παρούσα δημοσίευση παραθέτουμε τό σχετικό Κεφάλαιο περί τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ὅπου γίνεται προσέγγιση τοῦ θέματος μέσα ἀπό τήν Πατερική ἑρμηνευτική τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.


Στά κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων γίνεται λόγος περί τοῦ λεγομένου «πνευματικοῦ νόμου», ὁ ὁποῖος συχνά ἀντιπαραβάλλεται μέ τόν φυσικό νόμο, ἀλλά καί μέ τόν Μωσαϊκό. Τονίζεται δέ ὅτι αὐτούς τούς τρεῖς νόμους ἔδωσε ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους σέ διαφορετικά χρονικά διαστήματα, ὡς χειραγωγούς πρός τή σωτηρία τους . Σύμφωνα μέ τήν Πατερική Θεολογία, ὁ πνευματικός νόμος ἀποτελεῖ τό νόμο ἐκεῖνο, στόν ὁποῖο ζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι στόν ἐπίγειο Παράδεισο πρίν τήν Πτώση. Αὐτή ἡ ζωή στόν πνευματικό νόμο χαρακτηριζόταν ἀπό τήν ἀπάθεια, τή συναναστροφή μέ τούς Ἀγγέλους, τή νοερά θεωρία καί τήν παραμονή στή θεία Χάρη. Ἡ ἔκπτωση τῶν πρωτοπλάστων ἀπό τόν Παράδεισο συνδέεται μέ τήν ἔκπτωσή τους ἀπό τόν πνευματικό νόμο καί τήν ὑπαγωγή τους στά πλαίσια τοῦ φυσικοῦ νόμου. Οἱ ἄνθρωποι, μέ τή βοήθεια τοῦ ἐμφύτου νόμου μποροῦσαν νά ξεχωρίζουν τό ἀγαθό ἀπό τό κακό ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας τους . Μετά τήν προπατορική Πτώση, αὐτή ἡ διάκριση τοῦ ἀγαθοῦ ἀπό τό κακό διατηρήθηκε στούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἀμαυρωμένη καί ἐξασθενημένη . Αὐτό μποροῦμε νά τό ἀντιληφθοῦμε ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ ἀντίληψη γιά τό καλό καί τό κακό δέν εἶναι ταυτόσημη σέ διαφορετικούς ἀνθρώπους καί κοινωνίες. Σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες, ἡ ζωή στό φυσικό νόμο χαρακτηρίζεται ἀπό τή διαμονή ἀνάμεσα στά πάθη καί τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι τά ἀνακινοῦν, τή φυσική κατανόηση τῶν φαινομένων μέ τίς αἰσθήσεις καί τήν ἐπίπονη πράξη τῆς ἀρετῆς . Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής θά γράψει ὅτι ὅσοι τηροῦν τό φυσικό νόμο ὁδηγοῦνται στήν ἀλάθητη ἐνέργεια τῶν φυσικῶν παθῶν .


Εἶναι γνωστό ὅστι στόν λαό τοῦ Ἰσραήλ ὁ Θεός παρεῖχε τόν Μωσαϊκό νόμο, ὡς βοηθό τοῦ φυσικοῦ. Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὁ Μωσαϊκός νόμος βοηθοῦσε στήν πραγματοποίηση τοῦ ἀγαθοῦ καί τή νίκη ἐναντίον τοῦ κακοῦ, ἀφοῦ ἐπαινεῖ τό ἀγαθό καί κατακρίνει τό κακό. Γράφει μάλιστα, ὁ χρυσορρήμων Πατήρ κάτι πολύ σημαντικό, μεταξύ ἄλλων, σχετικά μέ τόν φυσικό καί τόν Μωσαϊκό νόμο: «Ὁρᾷς πῶς δείκνυσι τήν μέν τῶν καλῶν καί τῶν μή τοιούτων γνῶσιν ἐξαρχῆς ἡμῖν καταβεβλημένην, τόν δέ νόμον Μωϋσέως ἐπαινοῦντα αὐτήν, καί ἐπαινούμενον παρ᾿ αὐτῆς» ;


Μετά ἀπό τή γενική αὐτή ἀναφορά στά εἴδη τοῦ Νόμου, θά γίνει λόγος εἰδικά περί τοῦ «πνευματικοῦ νόμου», σύμφωνα μέ τούς πνευματοφόρους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Πρωτίστως θά θυμηθοῦμε ὅτι, σύμφωνα τήν Ἁγία Γραφή, ἡ διαπρατόμενη ἁμαρτία λαμβάνει τήν «ἀντιμισθία» της, τήν «ἔνδικον μισθαποδοσίαν», κατά τή γνωστή ρῆση τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου .


Πολλές φορές βλέπουμε ὅτι οἱ θλίψεις καί οἱ ποικίλες δοκιμασίες συνδέονται μέ τίς ἁμαρτίες, ὡς ἀπότοκά τους. Ἡ ἀνταπόδοση δέν πραγματοποιεῖται μόνο μετά θάνατον, ἀλλά καί στή ζωή αὐτή, ὅπου ἐμφανίζεται ἡ ἐκδίπλωση τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ἁμαρτίας, ἀφοῦ αὐτό ζητεῖ ἡ ἀνθρώπινη συνείδηση, ὡς ἀπονομή τῆς δικαιοσύνης στόν κόσμο. Σύμφωνα μέ τή Γραφή, ὁ Δίκαιος Θεός ἀνταποδίδει τό καλό, ἀλλά καί τό κακό. Ἔτσι, ἐμφανίζεται νά ἐνισχύει καί ἐπιβραβεύει τούς δικαίους, ἀλλά καί νά παιδαγωγεῖ κολαστικά αὐτούς πού παραβαίνουν τό Νόμο Του. Πῶς ὅμως μπορεῖ νά συμβιβασθεῖ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀγάπη Του καί τό ἄτρεπτο τῆς ἀγαθῆς διαθέσεώς Του πρός τούς ἀνθρώπους; Γνωρίζουμε ἀπό τήν Πατερική Θεολογία ὅτι ὁ Θεός δέν ὀργίζεται, «οὐκ ὀργίζεται τό θεῖον». Ὁ Θεός εἶναι ἀπαθής, ἄτρεπτος, ἀμετάβλητος, ἀναλλοίωτος καί δέν ἀλλάζει διαθέσεις ἔναντι τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός ἀγαπᾶ τόν μεγαλύτερο ἁμαρτωλό, ὅπως ἀγαπᾶ τόν μεγαλύτερο Ἅγιο . Πῶς, ὅμως, τότε, λέγεται ὅτι τιμωρεῖ τόν ἁμαρτωλό; Ἀλλάζει ἄραγε διαθέσεις ἔναντι τοῦ ἀνθρωπου ὁ ἄτρεπτος Θεός; Μεταβάλλεται ὁ ἀναλλοίωτος καί τάσσεται ἐναντίον τοῦ πλάσματός του;


Τήν ἀπάντηση στό ἐρώτημα αὐτό, δηλ. τό πῶς συμβιβάζεται ἡ θεία δικαιοσύνη μέ τή θεία ἀγάπη καί τό ἄτρεπτο τῆς ἀγαθῆς διαθέσεως τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ ὑπάρχουν οἱ τιμωρίες τῶν ἁμαρτωλῶν, δίνει ἕνας Ἅγιος ἀσκητής τόν 5ο αἰ., ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης. Εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ λίαν ψυχοφελοῦς βιβλίου περί τοῦ λεγομένου πνευματικοῦ νόμου. Εἶναι τόσο μεγάλη ἡ πνευματική ἀξία αὐτοῦ τοῦ συγγράμματος, ὥστε οἱ Βυζαντινοί -σύγχρονοι τοῦ Ὁσίου- νά λέγουν χαρακτηριστικά : «πάντα πώλησον, Μᾶρκον ἀγόρασον». Νά πουλήσεις ὅ,τι ἔχεις, προκειμένου νά προμηθευτεῖς αὐτό τό βιβλίο.

 ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης γράφει ὅτι ὁ Θεός δέν δημιούργησε τόν θάνατο (σύμφωνα, βεβαίως, μέ τό ἁγιογραφικό: «ὁ Θεός θάνατον οὐκ ἐποίησεν» ), οὔτε τέρπεται μέ τήν ἀπώλεια ζωντανῶν ὑπάρξεων, οὔτε ἐνεργεῖ ὑποκινούμενος ἀπό τό πάθος τῆς ὀργῆς, οὔτε ἐπινοεῖ πρᾶγμα πρός ἀνταπόδοση, οὔτε μεταβάλλει τή διάθεσή του ἀνάλογα μέ τήν ἀξία τοῦ καθενός. Ἀλλά ὁ Θεός, λέγει ὁ ἅγιος Μᾶρκος, δημιούργησε τά πάντα μέ σοφία καί προόρισε νά κρίνονται ἀπό τόν πνευματικό νόμο. «Θεός γάρ θάνατον οὐ ἐποίησεν, οὐδέ τέρπεται ἐπ ἀπωλείᾳ ζώντων, οὔτε κινεῖται πάθει ὀργῆς, οὔτε ἐπινοεῖ πρᾶγμα εἰς ἄμυναν, οὔτε ἀλλοιοῦται πρός τήν ἑκάστου ἀξίαν· ἀλλά πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησεν, ὑπό νόμῳ πνευματικῷ κρίνεσθαι προορίσας» . Κατά ταῦτα, λοιπόν, ἡ ἀνταπόδοση στήν κάθε πράξη ἐξαρτᾶται ἀπό τόν πνευματικό νόμο καί ὄχι ἀπό κάποια ἀλλαγή στόν Θεό. Εἶναι πολύ σημαντικό νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ γιά κάθε ἀνθρώπινη πράξη δέν ἔχει ὡς αἰτία της τή μεταβολή τῆς διαθέσεως τοῦ Θεοῦ πρός τά πλάσματά του. Αὐτή ἡ πάντοτε δίκαιη κρίση τοῦ Δικαίου Θεοῦ ἐκδηλώνεται μέσα ἀπό τή λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ἀνάλογα μέ τήν κάθε περίπτωση . Γι᾿ αὐτό σέ κάθε πρᾶγμα, ἐπακολουθεῖ ἡ πρέπουσα ἀνταπόδοση καί αὐτή, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Μᾶρκο, γίνεται κατά τρόπο φυσικό καί ὄχι ἐπινοητικό .


Πρέπει ὡστόσο νά ὑπογραμμισθεῖ ὅτι γενικά, τό ζήτημα τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ἄν δέν ἑρμηνευθεῖ σωστά, μπορεῖ νά δημιουργήσει ἐσφαλμένες καί ἀντορθόδοξες θέσεις καί θεωρίες. Μπορεῖ λ.χ. κάποιος νά ἐκλάβει τή λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου δικανικά, ὡς μία ἀποκατάσταση τῆς διασαλευθείσης ἁρμονίας διά τῆς ἁμαρτίας, ὁπότε θά ταυτισθεῖ μέ τή γνωστή δυτική κακοδοξία τοῦ Ἀνσέλμου Κατεμβουρίας, περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας Δικαιοσύνης. Ὅμως, ὁ πνευματικός νόμος ἑρμηνεύεται πάντοτε μέ βάση τίς ὀντολογικές προϋποθέσεις καί ὄχι αὐτονομημένα, χωρίς αὐτές. Κατά τοῦτο, ὁ πνευματικός νόμος δέν εἶναι μιά ἀποκατάσταση τῆς διασάλευσης κάποιας δικαιϊκῆς τάξεως, ἀλλά ἀποτελεῖ μιά ὑπενθύμιση τῆς ἐπαναγωγῆς τοῦ ἀνθρώπου στό «κατ᾿ εἰκόνα» καί πορείας πρός τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν». Εἶναι δηλαδή μέσον πρός τήν ἐπαναγωγή τοῦ ἀνθρώπου στήν ὀντολογία του, στή θεοεΐδειά του, μέ ἄλλα λόγια ἀποτελεῖ μέσον πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία του.

Εἶναι νόμος, ὅπως γράφει ἡ Σοφία Σολομῶντος, ὅτι «δι᾿ ὧν τις ἁμαρτάνει, διά τούτων κολάζεται» . Οἱ ἐπιφορές ἀκολουθοῦν τίς ἁμαρτίες, πλήν ὅμως, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος, κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς του διαπράττει πλῆθος καλῶν καί κακῶν πράξεων, ἀλλά καί λογισμῶν, οἱ ἐπιφορές δέν φαίνονται νά εἶναι ἴδιες μέ τίς αἰτίες τους. Ἀπό πνευματικῆς ἀπόψεως βεβαίως, οἱ ἐπιφορές ἐφαρμόζουν τή δικαιοσύνη, ὅπως καί πάλι ὑπογραμμίζει ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης . Αὐτό ἀνιχνεύεται στά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Βλέπουμε λ.χ. τήν ἀναφερόμενη ἀπό τόν Κύριο ἐκείνη περίπτωση τῶν ἀνθρώπων, πάνω στούς ὁποίους ἔπεσε ὁ πύργος τοῦ Σιλωάμ. Αὐτοί, ὅμως, δέν εἶχαν ρίξει κάποιο πύργο ἐπάνω σέ ἄλλους ἀνθρώπους. Ἐπίσης, ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι αἰχμαλωτίσθηκαν στή Βαβυλώνα, δέν εἶχαν διαπράξει τό ἴδιο σέ ἄλλους συνανθρώπους τους.


Τά ἀνωτέρω περιστατικά, πού δέν εἶναι τά μοναδικά, καταδεικνύουν ὅτι οἱ ἁμαρτάνοντες κατά ποικίλους τρόπους, τιμωροῦνται, σύμφωνα μέ τόν πνευματικό νόμο, στόν κατάλληλο καιρό καί μέ τόν ἁρμόδιο τρόπο. Ὅμως, ὁ τρόπος τῆς τιμωρίας δέν εἶναι σέ ὅλους ὁ ἴδιος, οὔτε ὁ καιρός, οὔτε ἐπίσης τιμωροῦνται μέ τά ἴδια μέσα, μέ τά ὁποῖα αὐτοί οἱ ἴδιοι ἁμάρτησαν. Τήν κατάλληλη ἀνταπόδοση, τόν τρόπο, τόν χρόνο καί τό μέσο τῆς ἀνταποδόσεως, γνωρίζει μόνο ὁ Θεός. Ἀκόμη, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Μᾶρκο τόν Ἐρημίτη, «πάσης συμβάσεως αἰτία ἐστίν οἱ ἑκάστου λογισμοί». Κάθε τι πού συμβαίνει ὡς ἀνταπόδοση στόν ἄνθρωπο ἔχει ὡς αἰτία ὄχι μόνο τίς πράξεις του, ἀλλά καί τίς βαθύτερες σκέψεις του, ἀφοῦ ὁ Παντογνώστης Θεός, ὁ «πάντων ἐπιστάμενος», γνωρίζει καί τούς λογισμούς τῶν ἀνθρώπων. Δέν μποροῦν νά πραγματοποιηθοῦν λόγοι καί πράξεις, ἄν δέν ἔχουν προηγηθεῖ οἱ λογισμοί. Πέραν αὐτῶν, ἐξετάζεται ἡ πρόθεση τῶν ἀνθρώπων. Κατά ταῦτα, ὅποιος ἔχει τήν πρόθεση νά πράξει κάτι, εἴτε καλό, εἴτε κακό, ἤδη τό ἔχει ἐκτελέσει μέ τό νοῦ του. Γι᾿ αὐτό καί λαμβάνει ἀπό τόν πνευματικό νόμο τήν ἐπάξια ἀνταπόδοση .


Λεκτέον ἀκόμη, ὅτι «οἱ πνευματικοί νόμοι πού ἔθεσε ὁ Θεός νά διέπουν τόν πνευματικό κόσμο, δέν ἔχουν σκοπό νά ἐμποδίζουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἐπιλογή τῆς ἁμαρτίας ἤ μέ τήν βία νά τόν ἐπαναφέρουν στήν εὐθεῖα ὁδό κάθε φορά πού ἐκκλίνει ἀπό αυτήν. Λειτουργοῦν κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά διατηροῦν καί περιφρουροῦν τό αὐτεξούσιό του καί νά τόν παιδεύουν πρός τό καλό χωρίς νά προσβάλουν καθόλου τήν ἐλευθερία του. Συγκεκριμένα, κάθε καλή πράξη που ἐπιλέγει ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἀποδίδει τόν δικό της καρπό. Κάθε φορά πού ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, ἐντελῶς φυσικά παραδίδεται στόν πνευματικό θάνατο , ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ὀδύνη καί τήν ἐξουθένωση. Βλέπει κανείς ἐδῶ ὅτι οἱ πνευματικοί νόμοι διαφυλάττουν τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου μέ τό νά τοῦ προσφέρουν αὐτό ἀκριβῶς πού ἐπιλέγει. Ἡ ὀδύνη καί ἡ ἐξουθένωση ἀποτελοῦν τήν φυσική ἀπόληξη τῆς ἁμαρτίας καί ὄχι τιμωρία, πού κατά δικανικό τρόπο κολάζει τήν κακή προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου. Ταυτόχρονα ἀποτελοῦν ἔμμεση προτροπή πρός μετάνοια, χωρίς νά ἀφαιροῦν ἀπό τόν ἄνθρωπο τό αὐτεξούσιο» . Εἶναι σημαντικό νά τονισθεῖ ὅτι οἱ πνευματικοί νόμοι εἶναι παιδωγία πρός σωτηρίαν καί λειτουργοῦν ἐν ἐλευθερίᾳ, δηλαδή μέ τήν ἐκούσια ἀποδοχή τους ἀπό μέρους τῶν πιστῶν ἀνθρώπων, μέ ταπεινοφροσύνη καί μετάνοια. Αὐτοί φυσικά σώζονται, ἀφοῦ δέχθηκαν τή λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου στή ζωή τους. Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι, πού ἁμαρτάνουν βαρέως καί κατά συνείδησιν, καί παρόλο πού δέχονται τήν παιδαγωγία τοῦ πνευματικοῦ νόμου μέ κάποια δοκιμασία, ἐπιφορά, ἀσθένεια κ.λπ. δέν μετανοοῦν, ἀλλά φυσιοῦνται, ἀλαζονεύονται καί τελικά χάνουν τή σωτηρία τους.


Συνοπτικά θά μποροῦσε νά κατατεθεῖ, ὅτι ὁ ὅρος «πνευματικός νόμος» δηλώνει ἀφ᾿ ἑνός μέν τόν Εὐαγγελικό νόμο καί τίς ἐντολές του, ἐπί τῇ βάσῃ τῶν ὁποίων κρίνεται κάθε ἀνθρώπινη πράξη καί λαμβάνει τήν δέουσα ἀνταπόδοση, ἀφ᾿ ἑτέρου, ὁ ὅρος «πνευματικός νόμος» δηλώνει τά πνευματικά ἐκεῖνα φαινόμενα, τά πάντοτε σχεδόν ἐπαναλαμβανόμενα, πού συμβαίνουν ἀνάλογα με τη στάση κάθε ἀνθρώπου πρός τίς ἐντολές. Ἔτσι, «ἀνάλογα μέ τήν ἐντολή πού τηρεῖται ἤ παραβαίνεται, παρατηρεῖται καί τό ἀντίστοιχο πνευματικό φαινόμενο. Τά φαινόμενα αὐτά ἀποτελοῦν τίς γενικές ἀρχές πού διέπουν τήν πνευματική ζωή. Μποροῦν νά παραλληλιστοῦν μέ τούς νόμους πού διέπουν τό φυσικό κόσμο. Ὅπως δηλαδή ἡ φύση διέπεται ἀπό φυσικούς νόμους, ἔτσι καί ὁ πνευματικός κόσμος διέπεται ἀπό πνευματικούς νόμους» . Ἔτσι, γίνεται κατανοητό ὅτι ἡ λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου δέν σημαίνει κατάργηση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ἤδη ἐλέχθη. Ὅταν λ.χ. ἕνας ἄνθρωπος περιπατεῖ δίπλα στόν γκρεμό, ἄν δέν προσέξει θά βρεθεῖ κάτω, μέ κίνδυνο νά χάσει τή ζωή του. Αὐτό θά εἶναι ἡ συνέπεια παραβιάσεως τοῦ φυσικοῦ νόμου. Τό αὐτό λαμβάνει χώρα καί στό πεδίο τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ἀλλά μέ μία διαφορά. Ἡ πτώση στό γκρεμό ἤ ἀπό κάποιο ὕψος, κατά τό νόμο τῆς βαρύτητος, εἶναι ἀναπόφευκτη ὡς συνέπεια παραβιάσεως τοῦ φυσικοῦ νόμου, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀπρόσωπος καί, θά λέγαμε, ἄκαμπτος. Οἱ πνευματικοί νόμοι, ὅμως, ἔχουν εὔσπλαγχνο καί φιλάνθρωπο χαρακτῆρα καί λειτουργοῦν κατά τό θέλημα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος «πάντας θέλει σωθῆναι». Ἔτσι, ἡ τιμωρία πού ἀκολουθεῖ τήν πτώση στήν ἁμαρτία, ἀπό τόν πνευματικό νόμο (ὅπως λ.χ. μιά ἀκούσια θλίψη) μπορεῖ νά προληφθεῖ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος σπεύσει σέ μετάνοια, ὁπότε αἴρεται καί ἡ ἐπιφορά.


Σύμφωνα μέ τά ἀνωτέρω ἐκτεθέντα, δέν θά πρέπει νά μᾶς ἐκπλήσσουν οἱ διάφορες καί μέ ποικίλους τρόπους ἐκδηλούμενες ἐπιφορές, δοκιμασίες κ.ἄ. πού λαμβάνουν χώρα μέσα στό πλαίσιο τῆς λειτουργίας τοῦ πνευματικοῦ νόμου (μέ τήν ἀνταπόδοση, θετικά ἤ ἀρνητικά), ὁ ὁποῖος παραβιάζεται ἀσυστόλως κατά τήν ζοφερά ἐποχή μας, ὅπου ἡ πολυσχιδής ἁμαρτία ἐξαπλώνεται ὡς λοιμική νόσος καί ἀφανίζει τά πάντα σέ ὅλα τά ἐπίπεδα.

________________________________________________

1.Ὁμιλία, εἰς Ματθ. 59, 3, PG 58, 1193.
2.Bλ. ἐνδεικτικά, Μάρκου τοῦ Ἐρημίτου, Περί νόμου πνευματικοῦ, PG 65, 905 Α, Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως 4, 23, PG 94, 1204, Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον 19, PG 90, 308B, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὀμιλία 3, PG 151, 36BC. Βλ. Ἀρχιμ. Παντελεήμωνος Καραλάζου, Ἡ λειτουργία τῶν πνευματικῶν νόμων στήν ἀσκητική γραμματεία τῆς Ἐκκλησίας (Διδακτορική Διατριβή), Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 8.
3.Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολήν 13, 2-3, PG 60, 510-511.
4.Ἀρχιμ. Π. Καραλάζου, ὅ.π. Ἡ λειτουγία τῶν πνευματικῶν νόμων, σελ. 9.
5.Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον 26, PG 90, 348B-D.
6.ὅ. π. 39, PG 90 393 A, Ἀρχιμ. Π. Καραλάζου ὅ.π. σελ. 9.
7.Eἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολήν, 13, 2, PG 60, 510
8.Ἐβρ. Β΄, 2.
9.Ὁ καθηγητής π. Γεώργιος Μεταλληνός σέ ὁμιλίες του ἔλεγε κάτι τό χαρακτηριστικό: «Ὁ Θεός ἀγαπᾶ ἀκόμη καί τόν διάβολο· ὁ διάβολος δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό»!
10.Σοφ. Σολ. 1, 13.
11.Συμβουλία νοός πρός τήν ἑαυτοῦ ψυχήν, PG 65, 1105 C.
12.Ἀρχιμ. Παντελεήμωνος Καραλάζου, Ἡ λειτουργία τῶν πνευματικῶν νόμων στήν ἀσκητική γραμματεία τῆς Ἐκκλησίας, σελ. 10.
13.ὅ. π., 1105 D.
14.Σοφ. Σολ. 11, 16.
15.Ἀντιβολή πρός Σχολαστικόν, PG 65, 1096 B.
16.Περί τῶν οἰομένων ἐξ ἔργων δικαιοῦσθαι, PG 65, 932D, 957Β, Βλ. Ἀρχιμ. Παντελεήμωνος Καραλάζου, μνημ. ἔργ. σελ. 59.
17.Μάρκου τοῦ Ἐρημίτου, Συμβουλία νοός πρός τήν ἑαυτοῦ ψυχήν, PG 65, 1105 D.
18.ὅ.π. Ἡ λειτουργία τῶν πνευματικῶν νόμων, σσ. 41-42.
19.ὅ.π. σελ. 19.

"AΚΑΤΗΧΗΤΟΙ ΓΟΝΕΙΣ, ΑΝΕΥΘΥΝΟΙ ΠΟΙΜΕΝΕΣ" Ἄρθρο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου 20/7/2022

77897 2

            Τὸ Βάπτισμα ἀποτελεῖ βασικὴ προϋπόθεση σωτηρίας, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ βεβαίως μὲ τὸ ὀρθὸ βίωμα. Ἡ πολιτογράφηση ἑνὸς νέου Χριστιανοῦ στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας συνεπάγεται ὅτι αὐτὸς θὰ παραμείνει πιστὸς στὴ διδασκαλία της καὶ θὰ ἀγωνισθεῖ στὸ ἑξῆς νὰ διατηρήσει αὐτὸ ποὺ τοῦ προσέφερε τὸ Βάπτισμα, τὴν ἁγιότητα. Καὶ ἐφόσον στὶς μέρες μας γίνονται νηπιοβαπτισμοί, τὴν εὐθύνη τῆς δέσμευσης γιὰ συνεχὴ καὶ ἀκατάπαυστη προσπάθεια διατήρησης τῆς ἁγιότητος τοῦ νεοφώτιστου ἀναλαμβάνει ὁ ἀνάδοχος, ἡ μητέρα καὶ ὁ πατέρας μέσα ἀπὸ τὴν παροχὴ τῆς Ὀρθοδόξου Παιδείας. Βασική, ὡστόσο, προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀνάληψη τῆς ἱερής εὐθύνης ποὺ ἀκολουθεῖ τὸ Μυστήριο τῆς Βαπτίσεως, εἶναι ὁ ἀνάδοχος, ἡ μητέρα καὶ ὁ πατέρας νὰ προσέρχονται συνειδητὰ στὸ Μυστήριο καὶ νὰ ἀποτελοῦν πραγματικὰ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.     

               Ἐφόσον, λοιπόν, αὐτὰ ἰσχύουν ὡς πρὸς τὸ Βάπτισμα, εἶναι μεγάλη εὐλογία νὰ γίνονται Βαπτίσεις, διότι προκύπτουν ἀντίστοιχα νέα μέλη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἐνδύονται τὸν Χριστὸ μὲ προοπτικὴ τὴν διατήρηση τῆς ἁγιότητας καὶ τὴν μετάδοσή της στὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὀρθόδοξη ὀπτική, ἀλλὰ μάλλον οὐτοπικὴ στὶς μέρες μας, διότι τὴν ἀγνοοῦν, δυστυχῶς,  οἱ περισσότεροι ἀκατήχητοι γονεῖς καὶ ἀνάδοχοι.

           Τὸ Βάπτισμα, ὅπως καὶ ἄλλα Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔχει καθιερωθεῖ στὴ συνείδηση μεγάλου μέρους τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ὡς ἕνα ὠραῖο ἔθιμο. Αὐτὸ ἐνδεχομένως νὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς κάτι καλό, διότι ἡ πλειοψηφία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ δὲν ἀπαρνεῖται τὴν πίστη ποὺ ζύμωσε γενιὲς καὶ γενιὲς Ἑλλήνων, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Ἀποστόλων. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὡστόσο, εἶναι πολὺ προβληματικό. Τὸ Βάπτισμα τὴν σημερινὴ ἐποχὴ ἔχει πάρει διαστάσεις κοινωνικῆς ἐκδήλωσης ποὺ διαμορφώνεται ἀνάλογα μὲ τὴν κοινωνικὴ καὶ οἰκονομικὴ κατάσταση, τὴν παιδεία, ἀλλὰ καὶ τὶς διαθέσεις γιὰ ἑορτασμούς, προβολὴ καὶ ἐπίδειξη τῶν γονέων τοῦ νεοφωτίστου. Ὁ κόσμος δὲν ἔχει συνείδηση τῆς ἱερότητας τοῦ Μυστηρίου. Οἱ περισσότεροι γονεῖς μάλλον θεωροῦν τὸ Βάπτισμα ὡς ἕναν εὐχάριστο, θεαματικὸ τρόπο γιὰ νὰ δώσουν ὄνομα στὸ παιδί τους. Μὲ τέτοιες πεποιθήσεις εἶναι ἀναμενόμενο τὸ Μυστήριο νὰ μὴ τυγχάνει τὶς περισσότερες φορὲς τῆς πρέπουσας ἀντιμετώπισης.

            Ἔτσι, βλέπουμε Βαπτίσεις νὰ λαμβάνουν χώρα, γιὰ παράδειγμα, ἡμέρα Παρασκευὴ καὶ μετὰ τὸ Μυστήριο νὰ γίνεται κατάλυση εἰς πάντα καὶ γλέντι ἀπὸ λεγομένους Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς στὰ κέντρα διασκεδάσεως. Ἔτσι τιμοῦμε τὸ γεγονὸς τῆς Βαπτίσεως; Βλέπουμε στὸν ἱερώτατο χῶρο τοῦ Ναοῦ, τὸν κατ’ ἐξοχὴν τόπο λατρείας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι νὰ συμπεριφέρονται μὲ μεγάλη ἀσέβεια, ἡ ὁποία δὲν δικαιολογεῖται ἀπὸ τὴν ἀδικαιολόγητη ἄγνοιά τους. Μιλᾶνε συνεχῶς, εἶναι ἀσέμνως ἐνδεδυμένοι, φτάνουν μέχρι καὶ στὸ σημεῖο νὰ ἐπιχειρήσουν νὰ καπνίσουν. Ἡ προσευχὴ οὔτε ποὺ περνᾶ ἀπὸ τὴν σκέψη τους, καθὼς δὲν γνωρίζουν τί εἶναι. Αὐτὸ δὲ ποὺ κυριαρχεῖ τὴν τελευταία δεκαετία εἶναι τὸ περίφημο φαινόμενο νὰ τελοῦνται διαδοχικὰ ὁ Γάμος τοῦ ζευγαριοῦ καὶ ἡ Βάφτιση τοῦ τέκνου τους, τὸ ὁποῖο κάποιες φορὲς κρατᾶ καὶ τὴν οὐρὰ τοῦ νυφικοῦ. Τὸ φαινόμενο ἔχει πάρει τέτοιες διαστάσεις ὥστε πλέον νὰ φαίνεται πὼς ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει κανένα πρόβλημα μὲ τὶς προγαμιαῖες σχέσεις, ἀφοῦ δὲν κάνει σχεδὸν τίποτα γιὰ νὰ τὸ ταπεινώσει. Ἐφόσον ἔχουμε τέτοια ζητήματα καὶ ἡ Ἐκκλησία καλεῖται ποιμαντικὰ νὰ δώσει λύση, ἕνας καλὸς τρόπος γιὰ νὰ λυθεῖ τὸ θέμα μὲ τὴν πρέπουσα σοβαρότητα καὶ νὰ καταλάβουν ὅλοι ὅτι ὁ γάμος πρὶν τὸν γάμο εἶναι προβληματικός, εἶναι, νὰ γίνονται τὰ δύο Μυστήρια σὲ ξεχωριστὲς ἡμερομηνίες, ὅσο καὶ ἄν δὲν βολεύει τοὺς περισσοτέρους. Βέβαια, ἐδὼ ἔγκειται τὸ ἄλλο ζήτημα. «Ἐκεὶ δὲν μᾶς κάνουν μαζὶ Γάμο καὶ Βάφτιση. Θὰ πάμε σὲ ἄλλο παπά.». Ἄν ὑπῆρχε μία ἑνιαία θέση στὴν Ἐκκλησία, τὰ πράγματα θὰ εἶχαν μπεῖ στὴ θέση τους καὶ δὲν θὰ ἔκανε ὁ κάθε περαστικὸς τὸ θέλημά του σκορπίζοντας νέες «διδασκαλίες» στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Βλέπουμε, ἐπίσης, γονεῖς καὶ ἀναδόχους δίχως ἐξομολόγηση καὶ νηστεία νὰ προβαίνουν στὸ Μυστήριο. Βέβαια, ἐφόσον, γιὰ αὐτοὺς πρόκειται γιὰ ἕνα θέαμα, γιατί νὰ κρατήσουν νηστεία ἤ νὰ ἐξομολογηθοῦν; Βλέπουμε ζευγάρια ἀναδόχων νὰ λαδώνουν μαζὶ τὸ παιδί, διότι εἶναι πιὸ θεαματικό, ἀγνοῶντας ὅτι γίνονται ἔτσι ἀδέρφια ἐν πνεύματι μὲ ὅ,τι συνεπάγεται αὐτό. Βλέπουμε, ἐπίσης, στολισμένη μὲ διάφορα στολίδια τὴν κολυμβήθρα. Ἀλήθεια, ἄν αὐτὸ εἶναι ἐπιτρεπτό, ἄς κάνουμε κάτι ἀνάλογο καὶ μὲ τὸ Ἅγιο Ποτήριο. Ὅσο ἐπιτρέπεται νὰ στολίσουμε τὸ Ἅγιο Ποτήριο, ἄλλο τόσο ἐπιτρέπεται καὶ τὴν κολυμβήθρα.  Τέλος, βλέπουμε καὶ ἕνα ἄλλο∙ νὰ θέλουν νὰ γίνουν ἀνάδοχοι ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία, σὲ σημεῖο νὰ εἶναι ἑτερόδοξοι ἤ τελείως ἄθεοι καὶ αὐτὸ διότι ἐπιλέγονται ἀπὸ τοὺς γονεῖς ὡς καλοὶ φίλοι.

            Πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι μετὰ τὸν βαπτιζόμενο, τὸ κύριο πρόσωπο τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος εἶναι ὄχι ὁ πατέρας, οὔτε ἡ μητέρα, (ὁ ἑνικὸς στὰ δύο φύλα εἶναι σκόπιμος) ἀλλὰ ὁ ἀνάδοχος. Μετὰ τὴν Βάπτιση, αὐτὸς θεωρεῖται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ὡς πνευματικὸς γονέας τοῦ βαπτισθέντος. Ὁ ρόλος του εἶναι πολὺ σημαντικός. Ἐπειδὴ κατὰ τὸν νηπιοβαφτισμό, τὸ βρέφος δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ ὁμολογήσει Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, Τριάδα, Ὁμοούσιον καὶ Ἀχώριστον, τὴν ὁμολογία ἀναλαμβάνει ὁ ἀνάδοχος. Ἐκφωνεῖ πρῶτα τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ μετὰ ἀκολουθεῖ ἡ Βάπτιση. Μετὰ τὸ Βάπτισμα, σκοπὸς εἶναι ἡ διατήρηση τῆς ἁγιότητας. Αὐτό, ἐπιβάλλει ἡ ἐπιλογὴ τοῦ ἀναδόχου νὰ εἶναι τέτοια ὥστε νὰ βοηθήσει στὴν ἐπίτευξη αὐτοῦ τοῦ σκοπού. Ὁ ἀνάδοχος δὲν εἶναι γιὰ νὰ παίρνει μόνο τὴν λαμπάδα ἤ καὶ τὰ δῶρα στὸ παιδί, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸ νουθετεῖ, νὰ τοῦ διδάσκει τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ νὰ καλλιεργεῖ τὶς ἀρετὲς στὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς του μέχρι τουλάχιστον τὴν ἐνηλικίωσή του. Ὁ ἀνάδοχος πρέπει νὰ εἶναι Ἅγιος, ὅσο ὑπερβολικὸ καὶ ἄν ἀκούγεται αὐτό.

            Ἀλλὰ καὶ οἱ γονεῖς, πρέπει νὰ πατοῦν γερὰ στὶς χριστιανικὲς βάσεις. Ἀπὸ αὐτοὺς κρίνοντας, ἑμεῖς οἱ Κληρικοὶ ἔχουμε πολὺ μεγάλη εὐθύνη γιὰ τὶς Βαπτίσεις ποὺ τελοῦμε. Βεβαίως, τὰ νήπια εἶναι ἀγνὰ καὶ ἄκακα. Ὅταν, ὅμως, οἱ γονεῖς δὲν ἐγγυῶνται ὅτι τὸ παιδὶ θὰ μεγαλώσει ἐν Χριστῷ στὴν εὐλογημένη οἰκογενειακὴ κοινωνία, σὲ μία εὐλογημένη κοινωνία γάμου, πώς θὰ προβοῦμε στὴν τέλεση τοῦ Μυστηρίου; Γιὰ λόγους συνειδήσεως; Μὰ αὐτὴ ἀπουσιάζει ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς γονεῖς. Γιὰ νὰ ἐνισχύσουμε τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας; Ποιό ἔργο; Εἶναι ἔργο τῆς Ἐκκλησίας τὸ νὰ βαπτίζουμε χιλιάδες παιδιὰ καὶ νὰ προσέρχονται νὰ μεταλαμβάνουν μόνο τὶς τρεῖς πρῶτες Κυριακές καὶ μετὰ νὰ ἀφήνονται στὸ ἔλεος τῆς χαοτικῆς κοινωνίας; Μήπως, ἄραγε γιὰ λόγους οἰκονομικούς; Ἄν ναί, θὰ πέσει φωτιὰ νὰ μᾶς κάψει, διότι τὴν Χάρη δωρεὰν τὴν ἐλάβαμε καὶ δωρεὰν τὴ δίδουμε στοὺς δεκτικοὺς τῆς Χάριτος. Σὲ ἐκεῖνον ποὺ δὲν εἶναι δεκτικός, ἀλίμονό μας ἑὰν «ἐμπορευθοῦμε» τὴν Χάρη.

            Ἀναφέρθηκα στὴν προϋπόθεση εὐλογημένης κοινωνίας γάμου. Ὄχι τυχαῖα. Ἐπὶ εἴκοσι ἕνα αἰῶνες ἡ Ἐκκλησία δέχεται ὡς κοινωνία γάμου τὰ πρόσωπα ποὺ μποροῦν μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ καρποφορήσουν, τὸν ἄνδρα καὶ τὴν γυναίκα. Οἱ εἴκοσι ἕνα αἰῶνες νομίζω ὅτι εἶναι ἀπτὴ ἀπόδειξη πὼς δὲν χρειάζεται νὰ ἔρθουμε ὥς δῆθεν πιὸ ἔξυπνοι, πιὸ προοδευτικοί, πιὸ ἐλπιδοφόροι ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο, καὶ νὰ «εὐλογήσουμε» ἕνα διαφορετικὸ σχῆμα ποὺ ἐκ τῶν πραγμάτων δὲν μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει οἰκογένεια. Ἐκτὸς ἄν γιὰ νὰ προβεῖ κάποιος κληρικὸς σὲ μία τέτοια πράξη τοῦ εἶναι ἐπιβεβλημένο «ἀλλαχόθεν» γιὰ νὰ νομοθετήσουν αὔριο ἀλλότριους θεσμούς. Τότε, ὅμως, «κλέπτης ἐστὶ καὶ ληστὴς καὶ οὐ μέλει αὐτῷ περὶ τῶν προβάτων». Οὐ μέλει αὐτῷ γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀθώων παιδιῶν, τὰ ὁποῖα στερούμενα τῆς δυνατότητας νὰ γευθοῦν πατρότητα ἀπὸ πατέρα καὶ μητρότητα ἀπὸ μητέρα, μεγαλώνουν σὲ ἕνα ψυχολογικὰ ἀσθενὲς περιβάλλον. Οὐ μέλει αὐτῷ οὔτε γιὰ τὶς ψυχὲς ἐκείνων ποὺ θέλησαν νὰ ὑπερβοῦν τὴν φύση, διότι μὲ τὴν «εὐλογία» του, τοὺς στέρησε τὸν προβληματισμό: «Μήπως κάνουμε λάθος;». Δυστυχῶς, ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» ποὺ ἔπρεπε νὰ ἀποτελεῖ στόχο καὶ καρπὸ τοῦ ἀγώνα κάθε Κληρικοῦ καὶ γενικότερα Χριστιανοῦ, δὲν βρίσκει ἀντίκτυπο ἀπὸ τοὺς πολλούς. Ποιός εἶναι τὸ φῶς σήμερα;

            Ἐπειδή, ὥς ποιμένες, κληθήκαμε ἀπὸ Θεοῦ νὰ φυλάμε Θερμοπύλες πίστεως, δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τὰ στραβὰ μάτια στὰ κακῶς κείμενα καὶ στὸ νέο «εὐαγγέλιο» ποὺ θέλουν νὰ εἰσάγουν κάποιοι δῆθεν προοδευτικοὶ κληρικοί. Ἐδὼ ξεκαθαρίζουμε∙ ἤ παραμένουμε μὲ τὸν Χριστό, ἤ ἀκολουθοῦμε τὸν κόσμο. «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν». Κάθε Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς καὶ δὴ Κληρικὸς ἔχει ἐπιβεβλημένο καθῆκον νὰ ζεῖ, νὰ ὑπάρχει, νὰ ἀναπνέει, νὰ βαδίζει εὐαγγελικὰ καὶ σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.  

           Ἡ κοινωνία σήμερα ὑποφέρει καὶ βρίσκεται σὲ πλήρη παρακμή, διότι ἑμεῖς οἱ ποιμένες δὲν δίνουμε τὴν πρέπουσα βαρύτητα καὶ φροντίδα στὰ θεμέλια τοῦ Γάμου καὶ τῆς Βάπτισης. Ἄν δὲν φτιάξουμε τὸ σπίτι σωστὰ ἀπὸ τὰ θεμέλια, νὰ εἴμαστε σίγουροι ὅτι ὅταν ὑψωθεῖ δὲν θὰ μποροῦμε νὰ τὸ διορθώσουμε. Ἄν τότε προσπαθήσουμε ἀδιάκριτα νὰ τὸ διορθώσουμε, θὰ πέσει καὶ θὰ μᾶς γκρεμίσει.

† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 17 Ιουλίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

     ἄλλοτε ὑπέρλαμπρος Ἐωσφόρος, μετὰ τὴν πτώση του, βλέποντας τὴν τιμὴ καὶ εὐλογία ποὺ προσέφερε ὁ Θεὸς στὸ ἀνθρώπινο γένος, φθόνησε τοὺς ἀνθρώπους μανιωδῶς. Διότι ὁ ἄνθρωπος στολίσθηκε μὲ χαρίσματα ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσίν Του, ἔχοντας τὴν δυνατότητα νὰ γίνει κατὰ χάριν θεός. Ἐκτὸς αὐτοῦ, πλάσθηκε γιὰ νὰ συμμετέχει στὴν χαρὰ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀπολαμβάνει τὰ ἀγαθά Του. Χάρη σὲ αὐτὸν τὸν φθόνο του, ὁ μισόκαλος πείραξε τὴν Εὔα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὁδηγήσει αὐτὴν καὶ τὸν Ἀδάμ στὴν παρακοή καὶ τὴν ἐξορία ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Ἔκτοτε αὐτὴ εἶναι ἡ τακτική του. Ὅπως λέει καὶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος: «ὁ ἀντίπαλός σας διάβολος περιφέρεται βρυχώμενος σὰν λιοντάρι ζητῶντας ποιόν νὰ καταβροχθίσει». Τί κάνουμε, λοιπόν; Τὸν ἀφήνουμε νὰ βρυχᾶται ἐλεύθερος, ἤ τὸν ἀντιμετωπίζουμε; Πολλοὶ θὰ ποῦν ὅτι εἶναι δύσκολο νὰ τὸν ἀντιμετωπίσουμε. Ναί. Ἀλλὰ ἑμεῖς εἴμαστε Χριστιανοὶ καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε τὰ κατάλληλα ἐφόδια. Μερικὰ ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἡ προσευχὴ καὶ ἡ νηστεία. Ἄλλο ἕνα πολὺ βασικὸ εἶναι ἡ γνώση ὅτι ὁ ἀντίπαλός μας, ὅσο φοβερὸς καὶ ἄν παρουσιάζεται, εἶναι στὴν πραγματικότητα ἀδύναμος. 

   Αὐτὸ διαπιστώνουμε μέσα ἀπὸ τὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή∙ ὁ Χριστὸς συνάντησε δύο δαιμονισμένους καὶ τὰ δαιμόνια φοβήθηκαν καὶ ταράχθηκαν. «Ἦρθες νὰ μᾶς βασανίσεις πρὶν τὴν ὥρα μας;», Τοῦ εἶπαν. Καὶ συνέχισαν: «τουλάχιστον ἐπίτρεψέ μας νὰ εἰσέλθουμε στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων».Τότε, ὁ Χριστὸς τοὺς ἔδωσε τὴν ἄδεια νὰ μποῦν στὸ κοπάδι, τὸ ὁποῖο ἀκολούθως, οἱ δαίμονες ἔριξαν ἀπὸ τὸν γκρεμὸ στὴν θάλασσα.

   Βλέπουμε ξεκάθαρα μέσα ἀπὸ αὐτὰ ὅτι τὰ σκοτεινὰ πνεύματα δίχως τὴν ἄδεια τοῦ Παντοδύναμου Θεοῦ δὲν μποροῦν νὰ κάνουν τίποτα. Τότε θὰ ρωτήσει κάποιος: γιατί ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει στὸν πειρασμὸ νὰ μᾶς πειράζει κάποιες φορές; Ὁ Θεὸς γνωρίζει. Ἑκεῖνος μᾶς δοκιμάζει ἄν εἴμαστε πιστοὶ καὶ δίχως ἀμφιβολία ἐργάζεται νὰ μᾶς ὠφελήσει μὲ κάθε τρόπο. Ἄλλωστε, «ἔπαρον τοὺς πειρασμοὺς καὶ οὐδεὶς ὁ σωζόμενος» διδάσκει ὁ Μέγας Ἀντώνιος. Χωρὶς νὰ δοκιμασθοῦμε μέσω τῶν πειρασμῶν, δὲν θὰ δοῦμε πρόσωπο Θεοῦ.

    Μέσα ἀπὸ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τῶν δαιμονισμένων ὁ Θεὸς μᾶς δείχνει τὴν πρόνοιά Του, διότι τὰ πονηρὰ πνεύματα μπορεῖ νὰ πολεμοῦσαν τοὺς δύο νέους, τοὺς πολεμοῦσαν, ὅμως, μέχρι ἑνὸς σημείου. Ὁ Θεὸς τοὺς προστάτευε. Ὅταν, ἀντιθέτως τὰ πνεύματα εἰσῆλθαν στοὺς χοίρους, δίχως κανένα ἐμπόδιο ὅρμηξαν στὸν γκρεμὸ καὶ τοὺς ἔπνιξαν ὅλους στὴ θάλασσα. Ἄν εἶχαν τὴν δυνατότητα, θὰ ἔκαναν τὸ ἴδιο καὶ γιὰ τοὺς δύο νέους. Δὲν τὴν εἶχαν, ὅμως. Μπορεῖ, λοιπόν, ὁρισμένες δύσκολες στιγμὲς τῆς ζωῆς μας, ὥς ἄνθρωποι, νὰ αἰσθανόμαστε ὅτι ἔχουμε μείνει μόνοι ἤ ὅτι ὁ Θεὸς μᾶς ἐγκατέλειψε, πρέπει νὰ γνωρίζουμε, ὅμως ὅτι ἄν ὁ Θεὸς δὲν ἦταν δίπλα μας νὰ μᾶς βοηθάει, τὰ πράγματα θὰ ἦταν πολὺ χειρότερα.  Δόξα τῷ Θεῷ νὰ λέμε. 

    Πρὸς τὸ τέλος τῆς περικοπῆς, μετὰ τὴν θεραπεία τῶν δαιμονισμένων καὶ τὸν πνιγμὸ τῶν χοίρων, οἱ χοιροβοσκοὶ ἔτρεξαν στὴν πόλη νὰ διηγηθοῦν τὸ γενόμενο. Σὲ λίγη ὥρα συγκεντρώθηκε ὁ λαὸς ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ τί Τοῦ εἶπαν; Εὐχαριστοῦμε Κύριε ποὺ θεράπευσες τοὺς συνανθρώπους μας; Ὄχι. Ἀλλὰ τί τοῦ εἶπαν; Φύγε ἀπὸ τὸν τόπο μας. Μήπως ἐπειδὴ θεωροῦσαν καὶ αὐτοὶ ἀνάξιους τοὺς ἑαυτούς τους, ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος τῆς προηγούμενης Κυριακῆς; Ὄχι, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶδαν τὰ οἰκονομικά τους συμφέροντα νὰ τραυματίζονται. 

     Νὰ σημειωθεῖ στὸ σημεῖο αὐτὸ ὅτι τὸ χοιρινὸ κρέας ἦταν καὶ εἶναι μέχρι σήμερα παράνομη τροφὴ γιὰ τοὺς Ἰουδαίους. Ἡ ἐκτροφή, λοιπόν, τῶν χοίρων ἦταν ἕνα παράνομο ἐπάγγελμα. Ὁ Χριστὸς ἐπέτρεψε στοὺς δαίμονες νὰ θανατώσουν τοὺς χοίρους γιὰ νὰ ἐλέγξει τὴν παρανομία καὶ τὴν αἰσχροκέρδεια τῶν κατοίκων. Καὶ αὐτοί, ἐπειδὴ ἦταν βουτηγμένοι στὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας, ἐνῶ εἶχαν μάτια, στὴν πραγματικότητα δὲν εἶδαν τὸ Φῶς ποὺ ἐπισκέφθηκε τὴν ζωή τους, τὸ ἔδιωξαν, καὶ παρέμειναν στὸ σκοτάδι. Τὸ ἴδιο συμβαίνει μὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἀντὶ νὰ ἀφήσει τὸν ἑαυτό του ἐλεύθερο, ὡς δοῦλος ἐργάζεται ἐμμονικὰ στὰ πάθη του, δίχως νὰ φροντίσει νὰ θεραπευθεῖ.

    Στὴν συμπεριφορὰ αὐτὴ τῶν Γεργεσηνῶν, ὁ Χριστὸς ἀπάντησε μὲ τὴν πραότητά Του. Δὲν μὲ θέλετε στὴ ζωή σας; Φεύγω. Ὁ καθένας εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐπιλέξει ἄν θέλει ἤ ἄν δὲν θέλει νὰ εἶμαι παρὼν στὴ ζωή του. Ὁ Θεὸς δὲν πίεσε κανέναν. Σεβόμενος τὴν ἐλευθερία τους, ἔφυγε καὶ συνέχισε τὸ ἔργο Του. 

    Φτάνουμε, λοιπόν, στὸ συμπέρασμα ὅτι ἄν θέλουμε τὸν Θεὸ στὴ ζωή μας, ἔρχεται καὶ μᾶς εὐλογεῖ. Δὲν φεύγει ἀπὸ κοντά μας. Καὶ ἄν ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας, δὲν ἔχουμε νὰ φοβηθοῦμε κανέναν καὶ τίποτα∙ οὔτε ὁρατούς, οὔτε ἀοράτους ἐχθρούς. 

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 16 Ιουλίου 2022

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 6ο)

 Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς

6. Ανθρώπινες Ευθύνες

Καθήκοντα προς τον εαυτό μας: η ανάπτυξη πνευματικής προσωπικότητα
(σε αντίθεση με τον εγωισμό). Σταδιακή εξέλιξη αυτής της ανάπτυξης.

Ζώντας σε αυτόν τον κόσμο, ένας Χριστιανός βρίσκεται σε συνεχή, ζωντανή κοινωνία με τον Θεό και με τον πλησίον του – τους ανθρώπους γύρω του. Ταυτόχρονα, καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής του, φροντίζει τον εαυτό του – την σωματική του ευεξία και την πνευματική του σωτηρία. Επομένως τα ηθικά του καθήκοντα μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: 1) σε αυτά που έχουν σχέση με τον εαυτό του, 2) σε αυτά που έχουν σχέση με τον πλησίον του και 3) τα υψηλότερα καθήκοντα που έχουν σχέση με τον Θεό.

Το πρώτο και σημαντικότερο καθήκον ενός ανθρώπου σε σχέση με τον εαυτό του είναι να αναπτύξει μέσα του μια πνευματική προσωπικότητα – το αληθινό, χριστιανικό μας «εγώ». Η πνευματική προσωπικότητα του χριστιανού δεν είναι κάτι που του δόθηκε εξαρχής, όχι, είναι κάτι που αναζητείται, αποκτάται και αναπτύσσεται με τους προσωπικούς του κόπους και προσπάθειες. Ούτε το σώμα ενός χριστιανού, με τις ικανότητες, τις δυνάμεις και τις προσδοκίες του, ούτε η ίδια η ψυχή του ως έμφυτο κέντρο των συνειδητών του εμπειριών, ως ζωτική αρχή, είναι η πνευματική του προσωπικότητα, το πνευματικό «εγώ». Αυτή η πνευματική προσωπικότητα σε έναν Χριστιανό είναι που τον διακρίνει έντονα από κάθε μη Χριστιανό, και στην Αγία Γραφή δεν ονομάζεται ψυχή, αλλά πνεύμα. Αυτό το πνεύμα είναι ακριβώς το κέντρο, το επίκεντρο της πνευματικής ζωής, που αγωνίζεται για τον Θεό και την αθάνατη, μακάρια και αιώνια ζωή. Ορίζουμε το καθήκον ολόκληρης της ζωής ενός ανθρώπου ως την ανάγκη να χρησιμοποιηθεί η επίγεια προσωρινή ζωή προκειμένου να προετοιμαστεί η αιώνια, πνευματική ζωή. Αυτή η περίπτωση, μπορεί να ειπωθεί και με άλλα λόγια: Το καθήκον της επίγειας ζωής ενός ανθρώπου είναι ότι κατά τη διάρκεια αυτής της ζωής μπορεί να δημιουργήσει και να αναπτύξει την πνευματική του προσωπικότητα, το αληθινό ζωντανό, αιώνιο «εγώ» του.

Μπορείτε να φροντίσετε το «εγώ» σας με διάφορους τρόπους. Υπάρχουν άνθρωποι που ονομάζονται εγωιστές και νοιάζονται πολύ για το «εγώ» τους και το λατρεύουν. Αλλά ο εγωιστής σκέφτεται μόνο τον εαυτό του και κανέναν άλλον. Στον εγωισμό του, προσπαθεί να επιτύχει την προσωπική του ευημερία και ευτυχία με κάθε τρόπο – ακόμη και με τίμημα τα βάσανα και την κακοτυχία των συνανθρώπων του. Και μέσα στην τύφλωσή του, δεν παρατηρεί ότι από την αληθινή σκοπιά – με την έννοια της χριστιανικής κατανόησης της ζωής – βλάπτει μόνο τον εαυτό του, το αθάνατο «εγώ» του.

Έτσι ο Χριστιανισμός, καλώντας έναν άνθρωπο στη δημιουργία της πνευματικής του προσωπικότητας, τον προστάζει εδώ, με τους τρόπους αυτής της δημιουργίας, να διακρίνει μεταξύ του καλού και του κακού, και του αληθινά χρήσιμου από το δήθεν χρήσιμο, αλλά επιβλαβές. Μας διδάσκει ότι πρέπει οτιδήποτε μας δόθηκε από τον Θεό – υγεία, δύναμη, ικανότητες, φυσικές ιδιότητες και χαρακτηριστικά  – να τα θεωρούμε όλα αυτά όχι ως το «εγώ» μας, αλλά ακριβώς ως δώρα προς εμάς από τον Θεό, τα οποία πρέπει να τα χρησιμοποιήσουμε (όπως τα υλικά στην κατασκευή ενός κτιρίου) για την δημιουργία του πνεύματος. Και γι’ αυτό πρέπει να χρησιμοποιήσουμε όλα αυτά τα «ταλέντα» που έδωσε ο Θεός, όχι μόνο για τον εαυτό μας – εγωιστικά -, αλλά και για τους άλλους. Διότι οι νόμοι της Ουράνιας Αλήθειας είναι αντίθετοι με τους νόμους του επίγειου κέρδους. Σύμφωνα με τις επίγειες έννοιες, αυτός που συλλέγει για τον εαυτό του, αποκτά κέρδος στη γη. Σύμφωνα με τη διδασκαλία της ουράνιας αλήθειας του Θεού αυτός ο οποίος στην επίγεια ζωή μοιράζει στους άλλους και κάνει το καλό, κερδίζει στην αιωνιότητα. Στην γνωστή παραβολή για τον άδικο οικονόμο (Λουκ. κεφ. ιϛ΄) η κύρια ιδέα και το κλειδί για τη σωστή κατανόησή της είναι η αρχή της αντίθεσης μεταξύ των εννοιών του επίγειου εγωισμού και της αλήθειας του Θεού. Σε αυτή την παραβολή, ο Κύριος αποκάλεσε ευθέως τον επίγειο πλούτο, που συλλέχθηκε εγωιστικά, «άδικο πλούτο» και διέταξε να τον χρησιμοποιεί κάποιος όχι για τον εαυτό του, αλλά για τους άλλους, προκειμένου να γίνει δεκτός στις αιώνιες μονές.

Το ιδανικό της χριστιανικής τελειότητας είναι ασύλληπτα υψηλό. «Να είστε τέλειοι όπως είναι τέλειος ο Επουράνιος Πατέρας σας»[1], είπε ο Σωτήρας Χριστός. Και επομένως στο έργο ενός ανθρώπου πάνω στον εαυτό του για την ανάπτυξη της πνευματικής του προσωπικότητας δεν μπορεί να υπάρξει τέλος. Όλη η επίγεια ζωή του Χριστιανού είναι ένα αδιάκοπο κατόρθωμα ηθικής αυτοτελειοποίησης. Και φυσικά η χριστιανική τελειότητα δεν δίνεται στον άνθρωπο αμέσως, αλλά σταδιακά. Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ σε έναν Χριστιανό που, λόγω της απειρίας του, σκέφτηκε να επιτύχει αμέσως την αγιότητα, είπε: «Κάνε τα πάντα αργά και όχι βιαστικά, η αρετή δεν είναι αχλάδι, δεν θα το φας μονομιάς…». Και ο Απόστολος Παύλος, με όλο το πνευματικό του ύψος και την δύναμη, δεν θεωρούσε ότι είχε φτάσει στην τελειότητα, αλλά είπε μόνο ότι εξακολουθούσε να αγωνίζεται για τέτοια τελειότητα «για το βραβείο της άνω κλήσεως του Θεού εν Χριστώ Ιησού…»[2].


[1]«Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν» (Ματθ. ε΄ 48).

[2] «Οὐχ ὅτι ἤδη ἔλαβον ἢ ἤδη τετελείωμαι, διώκω δὲ εἰ καὶ καταλάβω, ἐφ᾿ ᾧ καὶ κατελήφθην ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ. Ἀδελφοί, ἐγὼ ἐμαυτὸν οὔπω λογίζομαι κατειληφέναι· ἕν δέ, τὰ μὲν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος κατὰ σκοπὸν διώκω ἐπὶ τὸ βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Φιλ. γ΄ 12-14).

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2022

Νέα επιστολή διακοπή της πνευματικής κοινωνίας (αποτείχιση) προς τον Μητροπολίτη Σερρών και Νιγρίτας Θεολόγο

 

Σημείωση Ιστολόγιο ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ:
Είναι μια καλή αρχή... Ας ευχηθούμε να τον φωτήσει ο Θεός και να ακολουθήσει την Γνήσια Ορθοδοξία που είναι η Εκκλησία του Πατρίου!!!

--------------

“Με την παρούσα επιστολή σας ενημερώνω ότι… διακόπτω την πνευματική κοινωνία με εσάς και παύω να εκκλησιάζομαι σε ναούς, στους οποίους μνημονεύεται το όνομά σας κατά τίς ιερές Ακολουθίες”…

Πηγή: katanixi.gr

Αθανάσιος Μακρής
Μεγάλου Αλεξάνδρου 6Α
2321056353
makrissakis@gmail.com

Σέρρες  13  Ιουλίου 22



Πρός: Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγο

Σεβασμιώτατε,

Με την παρούσα επιστολή σας ενημερώνω ότι, ακολουθώντας την διδασκαλία των αγίων και θεοφόρων Πατέρων και τους ιερούς κανόνες της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας στο θέμα της κοινωνίας με τους αιρετικούς (ΙΕ’ κανόνας της ΑΒ συνόδου Μ. Φωτίου), διακόπτω την πνευματική κοινωνία με εσάς και παύω να εκκλησιάζομαι σε ναούς, στους οποίους μνημονεύεται το όνομά σας κατά τίς ιερές Ακολουθίες. Όπως επίσης και με κάθε αρχιερέα ο οποίος «δημοσίᾳ καί γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ Ἐκκλησίας» κηρύσσει αίρεση. 

Με την πράξη μου αυτή σας καταγγέλλω ενώπιον της Εκκλησίας ως Επίσκοπο αιρετίζοντα και συγκεκριμένα ως οπαδό και διδάσκαλο της αίρεσης του Οικουμενισμού, αφού ως μέλος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος αποδεχθήκατε και εισηγηθήκατε (23-11-2016) τις αιρετικές αποφάσεις της λεγόμενης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου  στο Κολυμπάρι της Κρήτης τον Ιούνιο του 2016 και έκτοτε δεν τις αποκηρύξατε. Η ληστρική ψευδοσύνοδος αυτή όχι μόνο δεν καταδίκασε αιρέσεις αλλά αναγνώρισε τις αιρέσεις ως εκκλησίες. (Εἰς μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν).

Επίσης έχετε αποδεχθεί το Ουκρανικό αυτοκέφαλο (κακοκέφαλο)  με αχειροτόνητους, καθηρημένους, ουνίτες, αιρετικούς ιερείς και αρχιερείς.  (<<κοινωνῶν ἀκοινωνήτω ἀκοινώνητος ἔσται,>> Ι’ κανών Αγίων Αποστόλων)

Επίσης έχετε αποδεχθεί όλες τις βλασφημίες του κορονοϊού. Κλείσιμο ιερών ναών, κάτι το οποίο απαγορεύεται. (<<σεπτόν ναόν κλείων, ὡς μή γίνεσθαι ἐν αὐτῷ τάς τοῦ Θεοῦ λειτουργίας, καί εἰς ἀναίσθητον τήν ἑαυτοῦ μανίαν ἐπιπέμπων, ἀναίσθητος ὄντως ἐστί,>>  Δ’ κανόνας της 7ης Οικουμενικής Συνόδου).  Μασκοφορίες εντός ιερών ναών. Αποδοχή ενδεχόμενης μόλυνσης από το Σώμα και το Αίμα του Ιησού Χριστού. Και τόσα άλλα.

Τελέσατε την εορτή του Πάσχα ημέρα Σάββατο (Καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρα κατὰ τὰς Γραφάς). 

Αποδεχθήκατε ελαφρά τη καρδία και προωθήσατε τον εμβολιασμό του ποιμνίου με εμβόλια στον σχεδιασμό, την ανάπτυξη και την παραγωγή των οποίων χρησιμοποιήθηκαν αποδεδειγμένα ανθρώπινα εκτρωμένα έμβρυα.  

Για όλους τους παραπάνω λόγους με χαρμολύπη προβαίνω στην αποτείχιση, την διακοπή της πνευματικής σχέσης και κοινωνίας με εσάς. 

Δεν προσχωρώ σε   σχίσματα, παλαιό ημερολόγιο, ΓΟΧ κτλ. Θα εκκλησιάζομαι μόνο όπου λειτουργούν ιερείς που δε σας μνημονεύουν, κάνοντας χρήση του δικαιώματος και της υποχρεώσεως της διακοπής μνημοσύνου του προϊσταμένου επισκόπου τους, όπως σαφώς ορίζει ο 15ος κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου επί Μεγάλου Φωτίου, μέχρι να  καταδικάσετε την ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου και να αποκηρύξετε τον Οικουμενισμό και όλες τις βλασφημίες με λόγια και έργα.

Κανὼν ιε’ << Οἱ γὰρ δι’ αἱρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου τὴν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ κηρύττοντος καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οἱ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι>>.

 “….ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ’ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω. ὡς προειρήκαμεν, καὶ ἄρτι πάλιν λέγω· εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ’ ὃ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω…”. Προς Γαλάτας 1.8

Με σεβασμό και χαρμολύπη

ΣΕΡΡΕΣ 13-7-2022

Πέμπτη 14 Ιουλίου 2022

Ἡ «Ὁμολογία Πίστεως Γνησίου Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ» (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Φωτίου)


photios

Μέρος Α΄

α. «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεὸν Πατέρα Παντοκράτορα...»
Ἡ Ὁμολογία Πίστεως ξεκινᾶ, ἀκριβῶς ὅπως καὶ στὸ Εὐχολόγιο, μὲ τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως. Ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ πολλοὶ αἱρετικοὶ διατηροῦν τὸ ἴδιο Σύμβολο τῆς Πίστεως (οἱ Δυτικοὶ, συνήθως μὲ τὴν προσθήκη τοῦ «Filioque»), κάποιος γιὰ νὰ ἀποδείξει τὸ Ὀρθόδοξό του φρόνημα, ἔπρεπε -ὅπως καὶ ὁ πρὸς χειροτονίαν Ἐπίσκοπος- νὰ ἐκθέσει ἀναλυτικώτερα τὸ φρόνημά του.
β. «Πρὸς δὲ τούτοις, στέργω καὶ ἀποδέχομαι τὰς Ἁγίας Ἑπτὰ Οἰκουμενικὰς Συνόδους, καὶ τὰς Τοπικάς, ἃς Ἐκεῖναι ἀποδεξάμεναι ἐκύρωσαν, ἐπὶ φυλακῇ τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Ἐκκλησίας Δογμάτων ἀθροισθεῖσαι».
Αὐτὴ ἡ παράγραφος εἶναι αὐτούσια ἀπὸ τὴν ὁμολογία τοῦ ὑποψηφίου Ἐπισκόπου, ὅπως εἶναι στὸ Εὐχολόγιο.
γ. «Ἐνστερνίζομαι πάντας τοὺς ὑπὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὡς ὑπὸ φωτιστικῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος ὁδηγουμένων, ἐκτεθέντας ῞Ορους τῆς Ὀρθῆς Πίστεως, ὡς καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, οὓς οἱ μακάριοι Ἐκεῖνοι πρὸς τὴν τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας διακόσμησιν καὶ τῶν ἠθῶν εὐταξίαν, κατὰ τὰς Ἀποστολικὰς Παραδόσεις καὶ τὴν διάνοιαν τῆς Εὐαγγελικῆς Θείας Διδασκαλίας συντάξαντες, παρέδωκαν τῇ Ἐκκλησίᾳ».
Καὶ αὐτὴ ἡ παράγραφος εἶναι σχεδὸν αὐτούσια ἀπὸ τὴν ὁμολογία τοῦ ὑποψηφίου Ἐπισκόπου, ὅπως εἶναι στὸ Εὐχολόγιο. Ἐδῶ ὁμολογοῦμε τὴν προσήλωσή μας στὶς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τοὺς Ὅρους καὶ τοὺς Ἱ. Κανόνες, ποὺ οἱ Ἅγιοι Πατέρες συνέταξαν. Στὸ Εὐχολόγιο ὑπάρχει καὶ συνέχεια σὲ αὐτὴν τὴν παράγραφο, ἡ ὁποία ἀφορᾶ μόνον τοὺς Ἐπισκόπους γι’ αὐτὸ καὶ ἀφαιρέθηκε. Ἀναφέρεται στὴν ὑποχρέωση τοῦ Ἐπισκόπου νὰ ποιμαίνει τὸ ποίμνιό του σύμφωνα μὲ τοὺς Κανόνες. Δηλαδή, ἐκεῖ ἀναφέρει: «καὶ κατ’ αὐτοὺς (τοὺς Ἱ. Κανόνες), ἰθύνειν ἐπιμελήσομαι τὴν Θείῳ βουλήματι κληρωθεῖσάν μοι διακονίαν καὶ κατ’ αὐτοὺς διατελέσω διδάσκων πάντα τὸν τῇ πνευματικῇ μοι ποιμαντορία πεπιστευμένον Ἱερὸν Κλῆρον καὶ τὸν περιούσιον Λαὸν τοῦ Κυρίου». Αὐτὸ τὸ τμῆμα ἀφαιρέθηκε, διότι ἡ Ὁμολογία ποὺ θέλαμε ἔπρεπε νὰ ἀφορᾶ ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ὄχι μόνον τοὺς Ἐπισκόπους.
δ. «Πάντα μὲν ὅσα ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων πρεσβεύουσα δογματίζει, ταῦτα πρεσβεύω κἀγὼ καὶ πιστεύω, μηδὲν προστιθείς, μηδὲν ἀφαιρῶν, μηδὲν μεταβάλλων, μήτε τῶν Δογμάτων μήτε τῶν Παραδόσεων, ἀλλὰ τούτοις ἐμμένων καὶ ταῦτα μετὰ φόβου Θεοῦ καὶ ἀγαθῆς συνειδήσεως ἀποδεχόμενος· πάντα δὲ ὅσα Ἐκείνη, κατακρίνουσα ὡς ἑτεροδιδασκαλίας ἀποδοκιμάζει, ταῦτα κἀγὼ κατακρίνω καὶ ἀποδοκιμάζω διὰ παντός».
μοίως καὶ αὐτὴ ἡ παράγραφος εἶναι σχεδὸν αὐτούσια ἀπὸ τὴν ὁμολογία τοῦ ὑποψηφίου Ἐπισκόπου, ὅπως εἶναι στὸ Εὐχολόγιο. Σὲ συνέχεια ἀπὸ τὰ προηγούμενα, ἡ Ὁμολογία τοῦ Μ. Εὐχολογίου ἀναφέρει ἀκριβῶς αὐτὰ προτάσσοντας τὴν φράση: «Προὐργιαίτατα δέ μοι ὁμολογεῖται, ἵνα τηρῶ τὴν ἑνότητα τῆς Πίστεως ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης...». Αὐτὴ ἡ ἔκφραση ἐκτὸς τοῦ ὅτι ἦταν δυσνόητη στοὺς πολλούς, ἀναφέρεται πάλι κυρίως στὸ καθῆκον τοῦ Ἐπισκόπου γιὰ τὴν τήρηση τῆς ἑνότητος.
ε. «Πείθομαι προθύμως ἐν τοῖς Ἐκκλησιαστικοῖς καὶ τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ, ὡς Ἀνωτάτῃ Ἀρχῇ τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος, ἥτις ἀποτελεῖ τὴν συνέχειαν τῆς Μίας, Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἐν Ἑλλάδι, καὶ τοῖς ὑπ’ Αὐτὴν κανονικοῖς Ἐπισκόποις καὶ Πρεσβυτέροις».
Καὶ αὐτὴ ἡ παράγραφος ὑπάρχει στὸ Μ. Εὐχολόγιο καὶ ἐδῶ τροποποιήθηκε τὸ ὄνομα τῆς Συνόδου, γιὰ νὰ γίνει συγκεκριμένη. Δὲν ἀναφερόμαστε σὲ ὁποιαδήποτε Σύνοδο, ἀλλὰ στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος καὶ προσετέθη τὸ β΄ τμῆμα τῆς παραγράφου «ἥτις (δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία τῶν ΓΟΧ) ἀποτελεῖ τὴν συνέχειαν τῆς Μίας, Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἐν Ἑλλάδι», πρᾶγμα τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ τὴν πεποίθησίν μας. Ἐμεῖς καὶ ὄχι οἱ Καινοτόμοι, οὔτε οἱ Παρασυνάγωγοι, εἴμαστε ἡ συνέχεια τῆς Μίας, Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας στὸν Ἑλλαδικό χῶρο. Αὐτὸ εἶναι ἕνα πολὺ σημαντικὸ στοιχεῖο τῆς Ὁμολογίας μας.
 φράση ποὺ ἀκολουθεῖ «καὶ τοῖς ὑπ’ Αὐτὴν κανονικοῖς Ἐπισκόποις καὶ Πρεσβυτέροις», προσετέθη διότι ἡ Ὑπακοή μόνον στὴν Σύνοδο ἀποτελεῖ ὑποχρέωση τοῦ Ἐπισκόπου. Ὑπάρχει ὅμως μία ἀλληλουχία στὴν ὑπακοή. Ὁ πιστὸς ὀφείλει ὑπακοὴ ὄχι μόνον στὴν Σύνοδο, ἀλλὰ καὶ στοὺς κανονικοὺς Ἐπισκόπους καὶ Πρεσβυτέρους. Ὁ Πρεσβύτερος πάλιν ὀφείλει ὑπακοὴ στοὺς κανονικοὺς Ἐπισκόπους καὶ τὴν κανονικὴ Σύνοδο.
Μέχρι ἐδῶ εἶναι ἡ ἀντιστοιχία μὲ τὴν Ὁμολογία τοῦ Μ. Εὐχολογίου στὴν Τάξη ἐπὶ χειροτονίᾳ Ἐπισκόπου. Ἐκεῖ ἡ ὁμολογία στρέφεται κυρίως κατὰ τῶν αἱρέσεων τοῦ Νεστοριανισμοῦ καὶ τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, ἐμεῖς θέλαμε νὰ τονίσουμε τὴν ἀντίθεσή μας στὸν Οἰκουμενισμό. Γιαυτό συνεχίζουμε μὲ τὴν ὁμολογία περὶ τῆς θείας προελεύσεως τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Πίστεως:
Ϛ. «Πιστεύω καὶ ὁμολογῶ, ὅτι ἡ Ὀρθοδόξος Πίστις οὔκ ἐστιν ἐξ ἀνθρώπων, ἀλλὰ ἐξ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, κηρυχθείσης ὑπὸ τῶν θείων Ἀποστόλων, βεβαιωθείσης ὑπὸ τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, παραδοθείσης ὑπὸ τῶν σοφωτάτων Διδασκάλων τῆς Οἰκουμένης, κυρωθείσης δὲ τῷ αἵματι τῶν Ἁγίων Μαρτύρων».
Καὶ συνεχίζουμε μὲ τὴν ἀποδοχὴ τῶν Συνόδων, ποὺ διστάζουν νὰ ἀναγνωρίσουν οἱ Οἰκουμενιστὲς (γιὰ τοὺς λόγους ποὺ ἀκούσαμε ἀπὸ τοὺς προλαλήσαντες):
ζ. «Ἀποδέχομαι, σὺν ταῖς Ἀποφάσεσι τῶν Ἁγίων Ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ τὰς τοιαύτας τῆς Πρωτοδευτέρας Ἁγίας Συνόδου τῆς ἐν ἔτει 861ῳ· πρὸς δὲ τούτοις, ἀσπάζομαι ἀπαρεγκλίτως καὶ τὰς Ἀποφάσεις τῆς ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Φωτίου συγκληθείσης Ἁγίας Συνόδου ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐν ἔτει 879ῳ/880ῳ, ὡς καὶ τὸν Συνοδικὸν Τόμον τῆς ἐν Βλαχέρναις Ἁγίας Συνόδου ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐν ἔτει 1351ῳ ἐπὶ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ Πατριάρχου Ἁγίου Καλλίστου Α’, πεποιθὼς ὅτι αἱ Σύνοδοι αὗται ἔχουσιν οἰκουμενικὴν καὶ καθολικὴν ἰσχὺν καὶ αὐθεντίαν ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ».
 ΑΒ΄ Σύνοδος εἶναι ἰδιαιτέρως σημαντικὴ γιὰ ἐμᾶς, διότι στὸν ΙΕ΄ Κανόνα της στηρίζεται ὁ Ἱερὸς ἡμῶν Ἀγῶνας. Οἱ ἄλλες δύο εἶναι ἡ Η΄ καὶ ἡ Θ΄Οἰκουμενικές, στὶς ὁποῖες ἀνεφέρθησαν οἱ προλαλήσαντες Ἀρχιερεῖς καὶ κατεδίκασαν πτυχὲς τοῦ Παπισμοῦ. Ἐμεῖς φυσικὰ καὶ τὶς ἀναγνωρίζουμε.
πειτα ἀναφερόμαστε στὶς τρεῖς Πανορθόδοξες Συνόδους.
η. «Ἐπὶ δὲ τούτοις, στέργω καὶ πείθομαι εἰς τὰς Ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Πανορθοδόξων Συνόδων, συγκληθεισῶν ἐν ἔτεσι 1583ῳ, 1587ῳ καὶ 1593ῳ, αἵτινες ἀπέστερξαν καὶ κατεδίκασαν τὴν εἰσδοχὴν εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τοῦ λεγομένου Γρηγοριανοῦ-Φραγκικοῦ-Νέου Ἡμερολογίου, θεσπισθέντος ὑπὸ τοῦ πάπα Γρηγορίου ΙΓ’ ἐν ἔτει 1582ῳ».
Καὶ αὐτὸ τὸ στοιχεῖο εἶναι σημαντικό. Στὶς ἀποφάσεις αὐτῶν τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων βασίζεται ἡ ἀντίθεσή μας στὴν ἑορτολογικὴ μεταβολή.
θ. «Ἐπὶ πλέον, ἀποδέχομαι καὶ ἀναγνωρίζω ὡς Οἰκουμενικὰ καὶ Καθολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως τόν τε Πατριαρχικὸν Τόμον τοῦ 1756 περὶ τοῦ Βαπτίσματος τῶν Ἑτεροδόξων, καὶ τὸ Συνοδικὸν Σιγγίλιον τοῦ 1848 τῶν Ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, ὡς καὶ τὸ Συνοδικὸν Σιγγίλιον τοῦ 1872 ἐπὶ καταδίκῃ τοῦ Ἐθνοφυλετισμοῦ».
Αὐτὲς οἱ Συνοδικὲς ἀποφάσεις δὲν εἶναι καὶ τόσο γνωστές. Τὸ 1756 ἡ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἔλαβε τὴν ἀπόφαση νὰ βαπτίζωνται οἱ αἱρετικοὶ Λατῖνοι, Διαμαρτυρόμενοι κ.λπ.. Τὸ 1848 ἔγινε Πανορθόδοξη Σύνοδος ποὺ τόνισε τὴν προσήλωση στὶς Παραδόσεις τῆς Ὀρθοδοξίας. Τὸ 1872 ἔγινε Μεγάλη Σύνοδος ποὺ καταδίκασε τὸν Ἐθνοφυλετισμὸ καὶ τὸ Ἐξαρχικὸ ἐκκλησιαστικὸ μόρφωμα τῶν Βουλγάρων, ποὺ εἶχε ὡς βάση τὸ κριτήριο τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ.
Μέρος Β΄

Τώρα εἰσερχόμεθα κυρίως στὰ ζητήματα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
α. «Θεωρῶ τὸν Οἰκουμενισμὸν ὡς συγκρητιστικὴν παναίρεσιν, τὴν δὲ συμμετοχὴν εἰς τὴν λεγομένην Οἰκουμενικὴν Κίνησιν, ἀρξαμένην εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ Κ’ αἰῶνος, ὡς ἄρνησιν τῆς γνησίας Καθολικότητος καὶ Μοναδικότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, πεποιθὼς ὅτι ὁ ἀποδεχόμενος καὶ συμμετέχων εἰς τὴν αἵρεσιν ταύτην εἶναι πεπτωκὼς περὶ τὴν Πίστιν καὶ ἐκκλησιαστικῶς ἀκοινώνητος».
Αὐτὴ ἡ Ὁμολογία μᾶς διακρίνει οὐσιωδῶς ἀπὸ τοὺς Καινοτόμους. Ίδίως οἱ τελευταῖες λέξεις μᾶς διακρίνουν καὶ ἀπὸ τοὺς λεγομένους Ἀντι-οἰκουμενιστὲς τῶν λεγομένων ἐπισήμων ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν.
β. «Ὡσαύτως, ἀπορρίπτω καὶ οὐδόλως ἀποδέχομαι τὸ ἐν ἔτει 1920ῳ Διάγγελμα τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», ὡς περιέχον ἓν πλῆρες Σχέδιον πρὸς ἐφαρμογὴν ἐν τῇ πράξει τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ προβλέπον τὴν Ἡμερολογιακὴν-Ἑορτολογικὴν Μεταρρύθμισιν, προετοιμασθεῖσαν ὑπὸ τοῦ οὕτως ἀποκληθέντος Πανορθοδόξου Συνεδρίου τοῦ 1923 καὶ ἐφαρμοσθεῖσαν ἐν Ἑλλάδι ἐν ἔτει 1924ῳ, τοιουτοτρόπως δὲ παραβιάσασαν τὰς Ἀποφάσεις τῶν τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τοῦ ΙΣΤ’ αἰῶνος».
λος ὁ Ἱερὸς ἡμῶν Ἀγῶνας ἐστράφη ἐξ ἀρχῆς ἐναντίων αὐτῶν τῶν παρανόμων ἀποφάσεων.
γ. «Ἐν συνεπείᾳ πρὸς τὰ ἀνωτέρω, θεωρῶ ἐπίσης ὡς πεπτωκότας περὶ τὴν Πίστιν τοὺς ἐξ Ὀρθοδόξων συμμετασχόντας εἰς τὴν ἵδρυσιν τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν» ἐν ἔτει 1948ῳ καὶ ἀποτελοῦντας ἔκτοτε ἐνεργὰ - ὀργανικὰ μέλη αὐτοῦ, καλλιεργοῦντας οὕτω τὸν λεγόμενον Διαχριστιανικὸν καὶ Διαθρησκειακὸν Οἰκουμενισμόν».
Οἱ Γ.Ο.Χ. θεωροῦσαν ἐξ ἀρχῆς ἔκπτωσιν πίστεως τὴν συμμετοχὴ στὸ Π.Σ.Ε. καὶ οὐδέποτε ἀπεδέχθησαν τὴν λεγόμενη «ἄρσιν τῶν ἀναθεμάτων».
δ. «Τέλος, ἀρνοῦμαι καὶ δὲν ἀποδέχομαι τὰς λεγομένας Πανορθοδόξους Διασκέψεις (1961 κ.ἑ.), αἵτινες προετοίμασαν τὴν κατακριτέαν, ἄκυρον καὶ ἀνυπόστατον «ἄρσιν τῶν Ἀναθεμάτων Ἀνατολικῆς καὶ Δυτικῆς Ἐκκλησίας» ἐν ἔτει 1965ῳ, ἔκτοτε δὲ αὗται καλλιεργοῦσιν ἐν οἰκουμενιστικῇ προοπτικῇ τὸ ἔδαφος διὰ τὴν σύγκλησιν τῆς οὕτω καλουμένης Μεγάλης Πανορθοδόξου Συνόδου, πρὸς τελικὴν ἀποδοχήν, καθιέρωσιν καὶ δογματοποίησιν τῆς συγκρητιστικῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ».
Πράγματι, οἱ Οἰκουμενιστὲς ἑτοιμάζονται νὰ ἐπισφραγίσουν τὶς Καινοτομίες τους καὶ μὲ Συνοδικὴ δῆθεν ἀπόφαση. Ἐμεῖς δὲν ἀναγνωρίζουμε κανένα κῦρος σε αὐτὴν τὴν ἑτοιμαζόμενη ληστρικὴ Μεγάλη Σύνοδο.
ναλύθηκε καὶ κατ’ἄρθρον τὸ περιεχόμενο τῆς «Ὁμολογίας Πίστεως». Ἐναπόκειται καὶ σὲ ἐσᾶς, τὸν Ἱερὸ Κλῆρο, νὰ γνωρίζετε τὸ περιεχόμενό της καὶ τὴν σημασία της, ὥστε καὶ ἐσεῖς νὰ μπορεῖτε νὰ ἐπιλύετε τὶς ἀπορίες τῶν πιστῶν ἐπ’ αὐτοῦ καὶ νὰ τὴν χρησιμοποιεῖτε ὡς διδακτικὸ μέσον. Διότι ὅποιος ἀποδέχεται αὐτὲς τὶς ἀρχές, μπορεῖ νὰ γίνει πιστὸς τῆς Ἐκκλησίας μας ἐντασσόμενος σὲ Αὐτὴν μὲ τὴν πρέπουσα τάξη.
Σᾶς εὐχαριστῶ.

Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

Η ΚΑΘΑΡΗ ΚΑΡΔΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΘΡΟΝΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως)



Τίποτα δεν είναι μεγαλύτερο από την καθαρή καρδιά, γιατί μια τέτοια καρδιά γίνεται θρόνος του Θεού. Και τι είναι ενδοξότερο από το θρόνο του Θεού; Ασφαλώς τίποτα. Λέει ο Θεός γι’ αυτούς που έχουν καθαρή καρδιά: «Θα κατοικήσω ανάμεσά τους και θα πορεύομαι μαζί τους. Θα είμαι Θεός τους, κι αυτοί θα είναι λαός μου». (Β’ Κορ. 6, 16).

Ποιοι λοιπόν είναι ευτυχέστεροι απ’ αυτούς τους ανθρώπους; Και από ποιο αγαθό μπορεί να μείνουν στερημένοι;

Δεν βρίσκονται όλα τ’ αγαθά και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος στις μακάριες ψυχές τους; Τι περισσότερο χρειάζονται; Τίποτα, στ’ αλήθεια, τίποτα! Γιατί έχουν στην καρδιά τους το μεγαλύτερο αγαθό: τον ίδιο το Θεό!

Πόσο πλανιούνται οι άνθρωποι που αναζητούν την ευτυχία μακριά από τον εαυτό τους, στις ξένες χώρες και στα ταξίδια, στον πλούτο και στη δόξα, στις μεγάλες περιουσίες και στις απολαύσεις, στις ηδονές και σ’ όλες τις χλιδές και ματαιότητες, που κατάληξή τους έχουν την πίκρα!

Η ανέγερση του πύργου της ευτυχίας έξω από την καρδιά μας, μοιάζει με οικοδόμηση κτιρίου σε έδαφος που σαλεύεται από συνεχείς σεισμούς. Σύντομα ένα τέτοιο οικοδόμημα θα σωριαστεί στη γη…

Αδελφοί μου! Η ευτυχία βρίσκεται μέσα στον ίδιο σας τον εαυτό, και μακάριος είναι ο άνθρωπος που το κατάλαβε αυτό. Εξετάστε την καρδιά σας και δείτε την πνευματική της κατάσταση.

Μήπως έχασε την παρρησία της προς το Θεό; Μήπως η συνείδηση διαμαρτύρεται για παράβαση των εντολών Του; Μήπως σας κατηγορεί για αδικίες, για ψέματα, για παραμέληση των καθηκόντων προς το Θεό και τον πλησίον; Ερευνήστε μήπως κακίες και πάθη γέμισαν την καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αυτή σε δρόμους στραβούς και δύσβατους…

Δυστυχώς, εκείνος που παραμέλησε την καρδιά του, στερήθηκε όλα τ’ αγαθά κι έπεσε σε πλήθος κακών. Έδιωξε τη χαρά και γέμισε με πίκρα, θλίψη και στενοχώρια. Έδιωξε την ειρήνη και απόκτησε άγχος, ταραχή και τρόμο.

Έδιωξε την αγάπη και δέχτηκε το μίσος. Έδιωξε, τέλος, όλα τα χαρίσματα και τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, που δέχτηκε με το βάπτισμα, και οικειώθηκε όλες τις κακίες εκείνες, που κάνουν τον άνθρωπο ελεεινό και τρισάθλιο.

Αδελφοί μου! Ο Πολυέλεος Θεός θέλει την ευτυχία όλων μας και σ’ αυτή και στην άλλη ζωή. Γι’ αυτό ίδρυσε την αγία Του Εκκλησία. Για να μας καθαρίζει αυτή από την αμαρτία, να μας αγιάζει, να μας συμφιλιώνει μαζί Του, να μας χαρίζει τις ευλογίες του ουρανού.

Η Εκκλησία έχει ανοιχτή την αγκαλιά της, για να μας υποδεχθεί. Ας τρέξουμε γρήγορα όσοι έχουμε βαριά τη συνείδηση. Ας τρέξουμε και η Εκκλησία είναι έτοιμη να σηκώσει το βαρύ φορτίο μας, να μας χαρίσει την παρρησία προς το Θεό, να γεμίσει την καρδιά μας με ευτυχία και μακαριότητα…

Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως

ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Δ΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

77897 2

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος στὴν Καθολικὴ Ἐπιστολή του ἀναφέρει: «ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν».

   Ἡ ὑπερηφάνεια ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ ὅλων τῶν κακῶν ποὺ ταλαιπωροῦν τὴν ἀνθρωπότητα. Ἀρκεῖ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ Ἐωσφόρου εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ καταποντισθεῖ καὶ ἀπὸ ὑπέρλαμπρος νὰ γίνει σκοτεινὸς καὶ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια κόλαση. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος μὲ ἐπιμονὴ βρίσκεται στὸ πάθος τῆς ὑπερηφανείας, ὅταν δηλαδὴ θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του καλύτερο ἀπὸ ὅλους τοὺς ὑπολοίπους καὶ τοὺς ἀντιμετωπίζει μὲ ἀλαζονεία, ὁ Θεὸς φεύγει ἀπὸ κοντά του. Καὶ ὅταν ὁ Θεὸς φύγει, ἀμέσως ἔρχονται οἱ συμφορές. 

   Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἡ ταπεινοφροσύνη ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ ὅλων τῶν καλῶν ποὺ μπορεῖ νὰ ἀπολαύσει ἡ ἀνθρωπότητα. Ἀπὸ ταπεινοφροσύνη ἡ Παναγία μας δέχθηκε τὸ Θεῖο Θέλημα. Ἀπὸ ταπεινοφροσύνη πάλι, ὁ Χριστός μας, ὁ Δημιουργὸς τοῦ κόσμου, ἔλαβε σάρκα, ἐμπαίχθηκε, σταυρώθηκε.  Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος εἶναι σὲ ὅλους -ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἐμπαθεῖς- προσιτὸς καὶ ἀγαπητός, διότι μέσα του ἀναπαύεται ἡ Θεία Χάρις. 

   Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ὑπῆρξε ὁ ἑκατόνταρχος τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς Περικοπῆς, ὁ ὁποῖος, σημειωτέον, δὲν ἀνῆκε στὸν ἐκλεκτὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ. Ὅταν ὁ Κύριος τελείωσε τὴν διδασκαλία, ὁ ἑκατόνταρχος Τὸν πλησίασε καὶ Τοῦ εἶπε μὲ εὐγένεια: «Κύριε, ὁ δοῦλος μου εἶναι στὸ σπίτι κατάκοιτος καὶ ὑποφέρει». «Ἐγὼ θὰ ἔλθω καὶ θὰ τὸν θεραπεύσω» ἀπάντησε ἀμέσως ὁ Φιλάνθρωπος Θεός. Ὁ ἑκατόνταρχος δὲν πῆγε ἀλαζονικὰ νὰ πεῖ στὸν Χριστό: «θεράπευσέ μου τὸν δοῦλο. Δεῖξε μου κάποιο θαῦμα». Ὅταν οἱ δῆθεν πνευματικοὶ τῆς ἐποχῆς, οἱ Φαρισαῖοι, εἶχαν συμπεριφερθεῖ κατὰ τέτοιον τρόπο ἀπαιτῶντας ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ κάνει κάποιο θαῦμα γιὰ νὰ πιστέψουν, Ἐκεῖνος τοὺς ἔκοψε τὸ θέλημα. Αὐτόν, ὅμως, ποὺ μὲ εὐγένεια καὶ ταπείνωση Τὸν πλησίασε, ὁ Χριστὸς τὸν βεβαίωσε ὅτι θὰ πάει ὁ Ἴδιος στὸ σπίτι του γιὰ νὰ θεραπεύσει τὸν δοῦλο. 

   Χρειαζόταν ὁ Χριστὸς νὰ πάει ὡς τὸ σπίτι γιὰ νὰ γίνει τὸ θαῦμα; Ὄχι. Τότε γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶπε «θὰ ἔρθω καὶ θὰ τὸν θεραπεύσω»; Διότι ὁ ἑκατόνταρχος ἦταν πολὺ ἐνάρετος καὶ ταπεινὸς ἄνθρωπος καὶ ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ κάνει γνωστὴ σὲ ὅλους μας τὴν ἀρετή του, ἡ ὁποία φάνηκε ἀπὸ τὴν ἀπάντησή του: «Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ εἰσέλθεις στὸ σπίτι μου. Μόνο πὲς ἕναν λόγο καὶ ὁ δοῦλος μου θὰ θεραπευθεῖ». Ἀκούοντας τὴν φράση αὐτή, ὁ Χριστός, ὄχι μόνο ἐθαύμασε, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐπαίνεσε δημοσίως, προβάλλοντάς τον ὡς παράδειγμα πρὸς μίμησιν. Σήμερα ἄν κάποιος ἔχει ἀρετὲς ἤ ἄν κάνει καλὲς πράξεις, κανένας δὲν τὸν ἐπαινεῖ γιὰ νὰ μὴν πέσει σὲ ὑπερηφάνεια. Αὐτὸ εἶναι σωστὸ σὲ κάποιες περιπτώσεις. Σὲ κάποιες ἄλλες, ὅμως, ὅπως αὐτὴ τοῦ ἑκατοντάρχου, ὁ ἔπαινος ἐπιβάλλεται διότι προσφέρει ἠθικὴ στήριξη καὶ διδάσκει ποιό εἶναι τὸ καλὸ παράδειγμα ποὺ πρέπει νὰ μιμηθοῦμε.

   Ὁ ἑκατόνταρχος μὲ τὰ λίγα ποὺ εἶχε ἀκούσει ἀπὸ τὸν Κύριο, εἶχε καταλάβει ποιόν εἶχε ἀπέναντί του. Εἶχε πιστέψει ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἕνας κοινὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Θεός, γιὰ τὸν Ὁποῖο τὰ πάντα εἶναι δυνατά. Ἀντιθέτως, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ, ἐκεῖνοι ποὺ ὑπερηφανεύονταν ὅτι ἦταν ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ, δὲν εἶχαν καταλάβει. Ἑμεῖς, ἄραγε, σὲ ποιά μερίδα ἀνήκουμε; Εἴμαστε ἀρεστοὶ στὸν Θεὸ ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος, ἤ σὰν τοὺς Ἰουδαίους κομπάζουμε κὶ ἑμεῖς ὅτι εἴμαστε οἱ ἐκλεκτοί, ἀλλὰ τελικὰ δὲν μποροῦμε νὰ διακρίνουμε τὸ Φῶς ἀπὸ τὸ σκοτάδι;

   Σήμερα ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι πολλοὶ ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ καὶ τὴν δύση, ἄνθρωποι ποὺ δὲν περιμένουμε, θὰ εἰσέλθουν στὸν Παράδεισο, ἐνῶ ἐκεῖνοι ποὺ θεωροῦνται κληρονόμοι τῶν Οὐρανῶν, θὰ καταλήξουν στὸ σκοτάδι. Ἔχει πεῖ ἄλλωστε καὶ ἀλλοῦ ὅτι «πολλοὶ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ οἱ ἔσχατοι πρῶτοι». Ὁ ἑκατόνταρχος προσέγγισε τὸν Χριστὸ θεωρῶντας τὸν ἑαυτό του ἔσχατο, τελευταῖο, ἀνάξιο, καὶ ὁ Χριστὸς τὸν τίμησε, τὸν ἀντέμειψε θεραπεύοντας ἀμέσως τὸν δοῦλο του καὶ τὸν ὁμολόγησε ἄξιο τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἑμεῖς πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε ἀνάξιοι, ἤ θεωροῦμε ὅτι ἔχουμε καὶ δικαιώματα ἐπειδὴ εἴμαστε καλοὶ χριστιανοί; Ἴσως πρέπει νὰ ἀναθεωρήσουμε μέσα μας κάποια πράγματα. 

   Σὲ δύο ἡμέρες ἡ Ἐκκλησία μας θὰ τιμήσει τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων Πρωτοκορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου. Θὰ ἀναφερθῶ μόνο στὸν πρῶτο, διότι σχετίζεται μὲ τὸν ἑκατόνταρχο τῆς περικοπῆς. Εἴδαμε καὶ θαυμάσαμε μαζὶ μὲ τὸν Κύριο τὴν ταπείνωση τοῦ ἑκατοντάρχου ποὺ θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ἀνάξιο τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Κυρίου στὸν οἶκο του. Ἄς δοῦμε τώρα τὴν ταπείνωση τοῦ Πρωτοκορυφαίου Πέτρου, ὁ ὁποῖος ὅταν κατάλαβε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ ἁπλὸ ἄνθρωπο, Τοῦ εἶπε: «Κύριε, φύγε ἀπὸ κοντά μου, διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος». Θεωροῦσε ὅτι ἦταν ἀνάξιος μέχρι καὶ νὰ στέκεται δίπλα στὸν Χριστό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀξιώθηκε νὰ λάβει τὴν Ἀποστολικὴ Χάρη καὶ νὰ γίνει Διδάσκαλος τῆς Οἰκουμένης. Ἐὰν ἐκεῖνοι, λοιπόν, θεωροῦσαν τοὺς ἑαυτούς τους ἀναξίους, πόσο ἀναξίους πρέπει νὰ θεωροῦμε τοὺς ἑαυτούς μας ἑμεῖς ποὺ μεταλαμβάνουμε τὸ Ἄχραντον Σῶμα καὶ τὸ Τϊμιον Αἵμα τοῦ Χριστοῦ μας; Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μόνο ἄν πιστέψουμε εἰλικρινὰ ὅτι εἴμαστε ἀνάξιοι τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ, θὰ εἶμαστε πραγματικὰ ἄξιοι, διότι ἐδὼ δεσπόζει ἡ ταπεινοφροσύνη.

   Ἄς προσέξουμε, λοιπόν, ἀφενὸς νὰ μὴν ἀπελπιζόμαστε, διότι ὅσα καὶ ἄν εἶναι τὰ σφάλματά μας καὶ οἱ πτώσεις μας, μιμούμενοι τὴν ταπείνωση τοῦ ἑκατοντάρχου μποροῦμε νὰ ἀξιωθοῦμε τὰ ἀγαθὰ τοῦ Παραδείσου. Ἀφετέρου, νὰ μὴν νομίζουμε ὅτι εἴμαστε καλύτεροι ἀπὸ τοὺς ἄλλους, οὔτε νὰ κρίνουμε κανέναν, διότι καὶ οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ Ἰσραὴλ τὸ ἴδιο ἔκαναν, μά, τελικά, ἔμειναν ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Χριστοῦ. 

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος