† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2022

ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ (Ἀββᾶς Δωρόθεος)

 


Ὅταν ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο, ἔβαλε μέσα του ἕνα θεῖο σπέρμα, σάν ἕνα εἶδος λογισμοῦ πιό θερμοῦ καί φωτεινοῦ, νά ἔχει τή θέση τῆς σπίθας, γιά νά φωτίζει τό νοῦ καί νά τοῦ δείχνει νά ξεχωρίζει τό καλό ἀπό τό κακό1. Αὐτό ὀνομάζεται συνείδηση, καί εἶναι ὁ φυσικός νόμος (Ἰωαν. Χρυσ. P. G.49, 131-133). Αὐτός εἶναι τά πηγάδια πού ἄνοιγε ὁ Ἰακώβ, ὅπως ἀκριβῶς εἶπαν οἱ Πατέρες, καί τά παράχωναν οἱ Φιλισταῖοι (Γεν. 26, 15). Μ’ αὐτό τό νόμο, δηλαδή μέ τή συνείδηση, συμμορφώθηκαν οἱ Πατέρες καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι πού ἔζησαν πρίν ἀπό τό γραπτό νόμο καί εὐαρέστησαν στόν Θεό. Ἐπειδή ὅμως αὐτή παραχώθηκε καί καταπατήθηκε ἀπό τούς ἀνθρώπους μέ τήν προοδευτική ἐξάπλωση τῆς ἁμαρτίας, χρειαστήκαμε τό γραπτό νόμο, χρειαστήκαμε τούς ἁγίους Προφῆτες, χρειαστήκαμε τήν ἐνανθρώπιση τοῦ Ἴδιου τοῦ Δεσπότη μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά νά τήν ξαναφέρει στό φῶς καί νά τήν ἀναστήσει, γιά νά ξαναδώσει ζωή, μέ τήν τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, σ’ ἐκείνη τήν σπίθα πού ἦταν παραχωμένη.

 Τώρα λοιπόν, εἶναι στό χέρι μας ἤ νά τήν παραχώσουμε πάλι ἤ νά τήν ἀφήσουμε νά λάμπει καί νά μᾶς φωτίζει, ἄν συμμορφωνόμαστε μέ τίς ὑποδείξεις της. Γιατί ὅταν ἡ συνείδησή μας μᾶς ὑπαγορεύει νά κάνουμε αὐτό καί ἀδιαφοροῦμε, καί πάλι μᾶς λέει νά κάνουμε ἐκεῖνο καί δέν τό κάνουμε, ἀλλά σταθερά καί ἀδιάκοπα τήν καταπατοῦμε, ἔτσι τή θάβουμε καί δέν μπορεῖ πιά νά φωνάξει δυνατά μέσα μας, ἀπό τό βάρος πού τή σκεπάζει. Ὅπως ἀκριβῶς τό λυχνάρι πού δίνει θαμπό φῶς, ἔτσι καί αὐτή ἀρχίζει νά μᾶς δείχνει ὅλο πιό θολά, ὅλο πιό σκοτεινά τά πράγματα, ὅπως συμβαίνει καί μέ τό θολωμένο ἀπό τά πολλά χώματα νερό, πού δέν μπορεῖ νά δεῖ κανείς μέσα τό πρόσωπό του. Ἔτσι σιγά – σιγά καταντᾶμε νά μήν αἰσθανόμαστε ἐκεῖνα πού μᾶς ὑπαγορεύει ἡ συνείδησή μας καί νά φτάνουμε στό σημεῖο νά νομίζουμε ὅτι δέν τήν ἔχουμε καθόλου. Ὅμως δέν ὑπάρχει κανένας πού νά μήν τήν ἔχει. Γιατί αὐτό εἶναι κάτι θεϊκό, ὅπως ἤδη εἴπαμε, καί δέν χάνεται ποτέ, ἀλλά πάντα μᾶς θυμίζει ἐκεῖνο πού ὀφείλουμε νά κάνουμε. Ἐμεῖς ὅμως δέν τήν αἰσθανόμαστε γιατί, ὅπως εἶπα, τήν καταφρονοῦμε καί τήν καταπατοῦμε.

41.—. Γι’ αὐτό ὁ Πρόφήτης θρηνεῖ τόν Ἐφραίμ καί λέει: «Καταδυνάστευσε ὁ Ἐφραίμ τόν ἀντίπαλό του καί κατέπνιξε τή φωνή του» (Ὡσ. 5, 11). Ἀντίπαλο ὀνομάζει τή συνείδηση. Γι’ αὐτό καί στό Εὐαγγέλιο λέει: «Νά ἔχεις καλές σχέσεις μέ τόν ἀντίπαλό σου, ὅσο περπατᾶτε ἀκόμη μαζί στό δρόμο, μήπως κάποτε σέ παραδώσει στόν κριτή, καί ὁ κριτής στούς ὑπηρέτες καί σέ βάλουν στή φυλακή. Ἀληθινά, σοῦ λέω, δέν θά βγεῖς ἀπό ἐκεῖ μέχρις ὅτου ξεπληρώσεις καί τήν τελευταία δεκάρα τοῦ χρέους σου» (Ματθ. 5, 25-26)2. Γιατί ὅμως ὀνομάζει τή συνείδηση ἀντίπαλο; Ἀντίπαλος λέγεται, ἐπειδή ἐναντιώνεται πάντοτε στό θέλημά μας τό κακό, καί μᾶς ἐλέγχει γι’ αὐτά πού πρέπει νά κάνουμε καί δέν τά κάνουμε καί μᾶς κατηγορεῖ γι’ αὐτά πού κάνουμε ἐνῶ δέν πρέπει νά τά κάνουμε. Γι’ αὐτό τήν ὀνομάζει ἀντίπαλο καί μᾶς παραγγέλει λέγοντας: «Νά ἔχεις καλές σχέσεις μέ τόν ἀντίπαλό σου, ὅσο περπατᾶτε ἀκόμα μαζί στό δρόμο. Ὁ δρόμος εἶναι, ὅπως λέει ὁ Μ. Βασίλειος, αὐτός ὁ κόσμος.

42.—.  Ἄς φροντίσουμε λοιπόν, ἀδελφοί μου, νά φυλᾶμε τή συνείδησή μας, ὅσο ἀκόμα βρισκόμαστε σ’ αὐτόν τόν κόσμο, χωρίς νά τήν προκαλοῦμε νά μᾶς ἐλέγξει γιά κάποιο πράγμα, χωρίς νά τήν καταπατοῦμε σέ τίποτα ἀπολύτως οὔτε καί στό ἐλάχιστο. Γιατί ξέρετε καλά ὅτι ἀπό τά μικρά αὐτά καί ἀσήμαντα, ὅπως λένε, φτάνουμε νά καταφρονοῦμε καί τά μεγάλα. Γιατί ὅταν ἀρχίσει κανείς νά λέει: «Τί σημασία ἔχει, ἄν πῶ αὐτό τό λόγο. Τί σημασία ἔχει ἄν φάω λιγάκι; Τί σημασία ἔχει ἄν δώσω προσοχή σ’ αὐτό τό πράγμα»; Ἀπό τό «τί σημασία ἔχει αὐτό καί τί σημασία ἔχει ἐκεῖνο», ἀποκτάει κανείς κακή καί διεστραμμένη διάθεση3 καί ἀρχίζει νά καταφρονεῖ καί τά μεγάλα καί βαρύτερα, καί νά καταπατεῖ τήν ἴδια τή συνείδησή του.

Γι’ αὐτό, προσέξτε, ἀδελφοί μου, νά μήν ἀμελήσουμε τά μικρά, προσέξτε νά μήν καταφρονήσουμε αὐτά σάν ἀσήμαντα. Δέν εἶναι μικρά, γιατί ἀπ’ αὐτά τρέφεται ἡ ψυχή, ἀπ’ αὐτά δημιουργεῖται κακή συνήθεια. Ἄς ἀγρυπνήσουμε, ἄς φροντίσουμε τά ἐλαφρά, ὅσο εἶναι ἀκόμη ἐλαφρά, γιά μή γίνουν βαριά. Καί ἡ πρόοδός μας στήν ἀρετή καί ἡ ἁμαρτία, ξεκινᾶνε ἀπό τά μικρά καί κατραλήγουν σέ μεγάλα, εἴτε καλά εἴτε κακά4. Γι’ αὐτό μᾶς προτρέπει ὁ Κύριος νά φυλᾶμε τή συνείδησή μας, σάν νά θέλει νά κάνει κάποιον ἰδιαίτερα προσεκτικό καί τοῦ λέει: «Πρόσεξε τί κάνεις, ταλαίπωρε, ξύπνα, δημιούργησε καλές σχέσεις μέ τόν ἀντίπαλό σου, ὅσο ἀκόμη βρίσκεσαι στό δρόμο μαζί του». Καί προσθέτει τό φόβο καί τόν κίνδυνο πού ἔχει ἡ ὑπόθεση λέγοντας: «Μήπως κάποτε σέ παραδώσει στόν κριτή καί ὁ κριτής στούς ὑπηρέτες καί σέ βάλουν στή φυλακή». Καί τί ἄλλο; «Ἀληθινά, σοῦ λέω, δέν θά βγεῖς ἀπό ἐκεῖ, μέχρις ὄτου ξεπληρώσεις καί τήν τελευταία δεκάρα τοῦ χρέους σου». Γιατί ἡ συνείδηση μᾶς ἐλέγχει, ὅπως εἶπα, γιά τό καλό καί γιά τόκακό, καί μᾶς ὑποδεικνύει τί νά κάνουμε καί τί ὄχι. Καί αὐτή πάλι θά μᾶς κατηγορήσει καί στή μέλλουσα ζωή. Γι’ αὐτό λέει: Μήπως κάποτε σέ παραδώσει στόν κριτή» κ.τ.λ.

43.—.  Ἡ προσπάθειά μας, γιά νά φυλάξουμε τή συνείδησή μας ἄγρυπνη καί νά συμμοργωνόμαστε μέ τίς ὑποδείξεις της, παίρνει πολλές καί ποικίλες μοργές. Γιατί πρέπει νά ἐνεργεῖ κανείς «κατά συνείδηση» καί πρός τόν Θεό καί πρός τόν πλησίον καί πρός τά πράγματα. Πρός μέν τό Θεό, γιά νά μήν καταφρονεῖ τίς ἐντολές Του, καί ὅταν δέν τόν βλέπει ἄνθρωπος καί ὅταν κανείς δέν ἀπαιτεῖ τίποτε ἀπ’ αὐτόν. Αὐτός ἐνεργεῖ «κατά συνείδηση» ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ μυστικά. Νά, τί θέλω νά πῶ. Ἀμέλησε τήν προσευχή, ἀνέβηκε στήν καρδιά του «ἐμπαθής λογισμός» καί δέν πρόσεξε καί δέν πίεσε τόν ἑαυτό του, ἀλλά συγκατατέθηκε. Εἶδε τόν πλησίον του νά λέει ἤ νά κάνει κάτι καί κατά τή φαντασία του τόν ὑποψιάστηκε καί τόν κατέκρινε. Καί μέ λίγα λόγια, σέ ὅσα γίνονται ἐσωτερικά, μυστικά, πού κανένας δέν ξέρει, παρά μόνο ὁ Θεός καί ἡ συνείδησή μας, σ’ αὐτά πρέπει νά συμμορφωνόμαστε μέ τή φωνή τῆς συνειδήσεως. Αὐτό σημαίνει τό νά τηροῦμε τή συνείδησή μας πρός τό Θεό.

44.—.  Ἡ τήρηση τῆς συνειδήσεως πρός τόν πλησίον εἶναι νά μήν κάνει κανείς τίποτε ἀπολύτως πού καταλαβαίνει ὅτι θλίβει ἤ πληγώνει τόν πλησίον, εἴτε μέ ἔργο, εἴτε μέ λόγο, εἴτε μέ κάποια κίνηση εἴτε μ’ ἕνα βλέμμα, γιατί μπορεῖ κανείς καί μέ μιά κίνηση, ὅπως πολλές φορές λέω, νά πληγώσει τόν πλησίον, μπορεῖ καί μ’ ἕνα βλέμμα. Καί μέ λίγα λόγια, ὁ ἄνθρωπος μολύνει τή συνείδησή του μέ ὅσα καταλαβαίνει ὅτι κάνει ἐπίτηδες γιά νά προκαλέσει λογισμό στόν πλησίον, ἐπειδή ξέρει ὅτι τό κάνει ἐπίτηδες γιά νά τόν βλάψει ἤ νά τόν στεναχωρήσει. Τό νά φυλάξει λοιπόν τή συνείδηση καί νά μήν κάνει κάτι τέτοιο, εἶναι αὐτό πού λέμε, «νά ἐνεργεῖ κατά συνείδηση» πρός τον πλησίον.

45.—.  Νά ἐνεργεῖ κανείς «κατά συνείδηση» πρός τά ὑλικά πράγματα σημαίνει νά μήν κάνει κατάχρηση κανενός πράγματος, νά μήν ἀφήνει κάτι νά καταστραφεῖ ἤ νά πεταχθεῖ. Ἀλλά, καί ἄν ἀκόμα δεῖ κάτι πεταμένο, νά μήν τό ἀγνοήσει, ἔστω καί ἄν εἶναι ἀσήμαντο, ἀλλά νά τό μαζέψει καί νά τό βάλει στή θέση του. Νά μή χρησιμοποιεῖ ἀπρόσεκτα τά ροῦχα του. Γιατί, ἄς ὑποθέσουμε ὅτι μπορεῖ νά φορέσει κανείς τό ροῦχο του ἄλλη μιά ἤ δυό ἑβδομάδες καί πηγαίνει καί τό βάζει καί τό πλένει, πρίν τῆς ὥρας του, καί τό φθείρει. Καί ἀντί νά τό χρησιμοποιήσει ἄλλους πέντε μῆνες ἤ καί περισσότερο, μέ τό πλῦνε-πλῦνε το παλιώνει καί τό ἀχρηστεύει. Καί αὐτό γίνεται «παρά συνείδηση».
Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τό στρῶμα. Πολλές φορές μπορεῖ κανείς νά βολευτεῖ μ’ ἕνα παπλωματάκι καί ζητάει παχύ στρῶμα. Ἄλλοτε πάλι ἔχει τρίχινο καί θέλει νά τό ἀλλάξει καί νά πάρει ἄλλο καινούργιο καί ὄμορφο ἀπό ματαιοδοξία ἤ ἀπό ἀκηδία. Μπορεῖ ν’ ἀρκεστεῖ σ’ ἕνα παλιόρουχο καί ζητάει μάλλινο καί δημιουργεῖ ζητήματα, ἄν δέν τοῦ τό δώσουν. Ἄν δέ καί ἀρχίσει νά προσέχει τόν ἀδελφό του καί νά λέει: «Γιατί αὐτός ἔχει αὐτό καί ἐγώ δέν ἔχω»; Ἔ, αὐτός εἶναι μακάριος! Τότε πρόκοψε!5. Ἄλλοτε πάλι ἁπλώνει κανείς τό ροῦχο του ἤ τό σκέπασμά του στόν ἥλιο καί ἀμελεῖ νά τό μαζέψει καί τό ἀφήνει καί καίγεται. Καί αὐτό εἶναι «παρά συνείδηση».
Παρόμοια καί μέ τά φαγητά. Μπορεῖ κανείς νά βολευτεῖ μέ μικρό λάχανο ἤ μέ λίγα ὄσπρια ἤ λίγες ἐλιές, καί δεν τό σηκώνει, ἀλλά ζητάει ἄλλο φαγητό πιό γευστικό καί πιό πολυτελές. Ὅλα αὐτά εἶναι «παρά συνείδηση»6.

46.—.  Οἱ Πατέρες ὅμως λένε ὅτι δεν πρέπει ὁ μοναχός ν’ ἀφήσει ποτέ τή συνείδησή του νά τόν κατατυραννεῖ γιά ὁποιοδήποτε θέμα7. Πρέπει λοιπόν, ἀδελφοί μου, ν’ ἀγρυπνοῦμε πάντοτε καί νά φυλαγόμαστε ἀπ’ ὅλα αὐτά, γιά νά μήν πέσουμε σέ κίνδυνο. Καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς τό προεῖπε, ὅπως τό ξανάπαμε. Ὁ Θεός νά δώσει νά τά ἀκοῦμε καί νά τά τηροῦμε ὅλα αὐτά, γιά νά μήν μᾶς κατακρίνουν οἱ λόγοι τῶν Πατέρων μας. Ἀμήν.


Ἀπό τό βιβλίο,
«Ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος, ἔργα ἀσκητικά»
Ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»Ἱ.Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2022

«Όποιος κινείται από μωρόν ζήλον πάσχει από βαριά ασθένεια» (Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ)


Οἱ ἀνόητοι ζηλωτές συμπεραίνουν ὅτι πρωταρχική αἰτία τοῦ ζήλου τους εἶναι ἡ πίστη, ἄς γνωρίζουν ὅτι ἡ ἀληθινή πίστη, καί κατ΄ ἐπέκτασιν ὁ ἀληθινός ζῆλος, πρέπει νά ἐκφράζονται μέ ταπεινοφροσύνη ὅσον ἀφορα τούς ἀδελφούς μας καί μέ ἔλεος πρός αὐτούς. «Ὅποιος κινεῖται ἀπό μωρόν ζῆλον», λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος, «πάσχει ἀπό βαρειά ἀσθένεια. Ὤ, ἄνθρωπε, σύ πού νομίζεις ὅτι μπορεῖς νά χρησιμοποιεῖς τόν ζῆλο σου κατά τῶν ἀδυναμιῶν τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, ἔχεις ἀπαρνηθεῖ τήν εἰρήνη τῆς δικῆς σου ψυχῆς!
~ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ
(Συμβουλές για την πνευματική ζωή των μοναχών σελ, 317).







ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ «ΡΗΜΑΤΑ» ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος)

 

1. Να αγαπήσεις και να συμπονέσεις τους φτωχούς, για να ελεήσει και σένα ο Θεός.2. Να μην πηγαίνεις κοντά σε φιλόνικους ανθρώπους, για να μην αναγκασθείς να βγεις από τη γαλήνη του Θεού.
3. Να μην αηδιάζεις με τη δυσοσμία των αρρώστων, και μάλιστα των φτωχών, επειδή και συ το ίδιο δώμα φοράς.
4. Να μην επιπλήξεις αυτούς που έχουν θλίψη στην καρδιά, για να μη μαστιγωθείς με το ίδιο τιμωρητικό ραβδί, και θα ψάχνεις τότε ποιος να σε παρηγορήσει, και δε θα βρίσκεις κανέναν!
5. Να μη χλευάσεις και περιγελάσεις τον ακρωτηριασμένο, διότι όλοι θα πάμε στον τάφο, όπου δεν υπάρχει διάκριση.
6. Να συμπαθείς τους αμαρτωλούς, να μισήσεις όμως τα αμαρτωλά έργα τους, και να μην τους καταφρονήσεις για τα ελαττώματά τους, μήπως και συ, αργότερα, πέσεις στην ίδια παγίδα της αμαρτίας.
7. Θυμήσου ότι έχεις την κοινή, χωματένια, ανθρώπινη φύση, και να κάνεις το καλό σε όλους αδιακρίτως.
8. Αυτούς που ζητούν την ευχή σου να μην τους μαλώνεις, και να μην τους αποστερείς από τα συμπονετικά και παρηγορητικά σου λόγια, για να μη χαθούν και ζητήσει ο Θεός από σένα λόγο για τις ψυχές τους. (30)
9. Να μην αργολογείς, αλλά να λες μόνο τα δέοντα και τα αναγκαία.
10. Να αρκείσαι στα πενιχρά ενδύματα, ίσα – ίσα για να προστατεύεις το σώμα σου.

Γαστριμαργία.

11. Να τρως ευτελή φαγητά, για να συντηρείται το σώμα σου σε καλή κατάσταση, και να αποφεύγεις τη γαστριμαργία.
12. Να τρως λίγο από όλα τα φαγητά της τράπεζας, και όχι άλλα να περιφρονείς, και άλλα να διαλέγεις και, μ’ αυτά, να θέλεις να γεμίσεις το στομάχι σου.
13. Ανώτερη όλων των αρετών είναι η διάκριση.
14. Μην πίνεις κρασί, παρά μόνο όταν είσαι με άλλους, ή είσαι άρρωστος και αισθάνεσαι αδυναμία.
15. Μη διακόψεις τον άλλο, ενώ μιλάει, και αντιλογήσεις σαν αμαθής, αλλά να φέρεσαι με σοφία και αυτοκυριαρχία.
16. Όπου κι αν βρεθείς, να θεωρείς τον εαυτό σου μικρότερο και υπηρέτη των αδελφών σου.
17. Τρώγε και πίνε με εγκράτεια και αυτοκυριαρχία, όπως αρμόζει στα παιδιά του Θεού.
18. Όταν κάθεσαι στην τράπεζα, μη απλώσεις με αναίδεια το χέρι σου και πάρεις κάτι που βρίσκεται μπροστά στον αδελφό σου. Και αν καθίσει κοντά σου κάποιος φιλοξενούμενος, παρακίνησέ τον, μια και δυο φορές, να φάει, και βάλε το φαγητό στο τραπέζι με συστολή και ευπρέπεια, και όχι με ανήσυχο πρόσωπο.
19. Ήσυχα ν’ ανοίγεις και να κλείνεις την πόρτα του κελιού σου, και του κελιού του αδελφού σου, και να μην μπεις σε κανένα κελί, προτού να κρούσεις την θύρα απέξω. Πρώτα ν’ ακούσεις ότι σε καλούν, και τότε πέρασε μέσα, με ευλάβεια.
20. Μη βαδίζεις γρήγορα στο δρόμο, εκτός αν υπάρχει επείγουσα ανάγκη.
21. Ενώ βαδίζεις στο δρόμο, μη προχωρείς μπροστά από τους μεγαλύτερούς σου˙ και αν τύχει και προχωρήσει μπροστά ο αδελφός σου, κάνε λίγο γρήγορα να τον φτάσεις.
22. Εάν ο αδελφός σου, ενώ προχωρείτε, συναντήσει κάποιους και μιλήσει μαζί τους, περίμενέ τον και μη τον βάζεις να σταματήσει τη συνομιλία. Και κάτι άλλο. Ο υγιής, προτού να κουραστεί ο άρρωστος, να του λέει: ας καθίσουμε να αναπαυθούμε και να φάμε.
23. Μην ελέγξεις κανένα άνθρωπο για το παράπτωμά του, αλλά να θεωρείς τον εαυτό σου υπεύθυνο για όλα, και για το σφάλμα του αδελφού σου.
24. Αν είναι κάποια ευτελής εργασία, να την κάνεις με ταπεινοφροσύνη, και να μην την αποφεύγεις, μήτε να παραιτείσαι, για να την κάνει άλλος.
25. Στο δρόμο που πηγαίνετε, εάν σου πει ο μεγαλύτερος «Έλα να ψάλλουμε», μην τον παρακούσεις. Εάν, πάλι, δε σου το πει, εσύ να κρατήσεις το στόμα σου κλειστό, όμως με την καρδιά σου δοξολόγησε το Θεό.
26. Καλύτερα να σε καταφρονήσουν, παρά να καταφρονήσεις εσύ τον άλλο. Καλύτερα να αδικηθείς, παρά να αδικήσεις.
27. Εσύ που είσαι γαστρίμαργος, και ζητάς να ευχαριστήσεις το στομάχι σου με ποικίλα και νόστιμα φαγητά, πρόσεξε. Καλύτερα να βάλεις στην κοιλιά σου αναμμένα κάρβουνα, παρά τα τηγανισμένα φαγητά των αξιωματούχων και των αρχόντων.
28. Μην πηγαίνεις στις πλατείες, όπου συγκεντρώνονται και μαλώνουν άνθρωποι οργίλοι και φιλόνικοι, για να μη γεμίσει θυμό η καρδιά σου, και κυριαρχήσει στην ψυχή σου το σκοτάδι της πλάνης.
29. Με άνθρωπο υπερήφανο να μη συγκατοικήσεις, για να μη χάσει η ψυχή σου την ενέργεια και τη χάρη του αγίου Πνεύματος, και γίνει κατοικητήριο παντός πονηρού πάθους. (32-5).

 

(Από το βιβλίο: “Ανθολόγιο από την ασκητική εμπειρία του Αγίου Ισαάκ του Σύρου”. Ερμηνευτική απόδοση – επιμέλεια, Κωνσταντίνου Χρ. Καρακόλη, Δρος Θεολογίας, Φιλολόγου)

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2022

ΚΑΤΑΚΡΙΣΙΣ (Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ)

 

Λύτρωσι από τις αμαρτίες σου ποτέ δεν θα βρης, όσο δεν εφαρμόζεις την εντολή και την προειδοποίηση του Κυρίου: «Μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε· εν ω γαρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, και εν ω μέτρω μετρείτε μετρηθήσεται υμίν» (Ματθ. 7. 1-2). Ποτέ να μην κρίνης, γιατί ένας είναι μόνο ο Κριτής, που θα κρίνη ζώντας και νεκρούς. Κοίτα μόνο τον εαυτό σου και τα έργα σου, για τα οποία θα κριθής. Δεν βλέπεις πόσες αμαρτίες έχεις; Πώς τολμάς λοιπόν να κατακρίνης τον άλλον;

Μην κρίνης αν δεν θέλης να κατακριθής. Μην κρίνης, γιατί είσαι κι εσύ ένοχος της ίδιας αμαρτίας. «Αναπολόγητος ει, ω άνθρωπε, πας ο κρίνων· εν ω γαρ κρίνεις τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις· τα γαρ αυτά πράσσεις ο κρίνων» (Ρωμ. 2. 1).

Ερεύνησε και καλλιέργησε τον εαυτό σου, και μην ασχολείσαι με τα ξένα αμαρτήματα. Δεν θα δώσης λόγο στον Θεό γι΄ αυτά, αλλά για τα δικά σου. Σου ζήτησε κανείς να παρατηρής και να καταγράφης τις αμαρτίες των ανθρώπων; Αντίθετα, έχεις υποχρέωσι να παρακολουθής τη δική σου πνευματική πορεία: Ευαρεστείς τον Κύριο; Εκτελείς τις εντολές Του; Ακολουθείς τα ίχνη Του; Μιμείσαι τη ζωή των αγίων; Είναι κάθε πράξις, κάθε λόγος, κάθε σκέψις σου αρεστά στον Θεό;

Ποιός, αλήθεια, είναι απαλλαγμένος από την αμαρτία; Ποιός θα βρεθή ανένοχος; Μήπως εσύ; Προφήτης του Θεού ήταν ο βασιλιάς Δαβίδ, κι όμως εβόησε: «Εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50. 7). Ο ένας είναι ένοχος σε τούτο, ο άλλος σ’ εκείνο. Ο ένας στο μεγάλο, ο άλλος στο μικρότερο. Όλοι αμαρτωλοί, όλοι ένοχοι, όλοι άνομοι, όλοι αναπολόγητοι. Όλοι έχουμε ανάγκη από το έλεος του Θεού, όλοι ελπίζουμε στη φιλανθρωπία Του. Διότι «ου δικαιωθήσεται ενώπιον του Κυρίου πας ζων» (Ψαλμ. 142. 2).

Γι΄ αυτό μην κατακρίνης αυτούς που σφάλλουν. Μη σφετερίζεσαι το έργο του Θεού. Μη γίνεσαι αντίπαλος του Κυρίου, αρπάζοντας το αξίωμα που κράτησε για τον εαυτό Του. Και με τα ίδια σου τα μάτιαα αν δης κάποιον να αμαρτάνη, μην τον καταδικάσης, μην τον κακολογήσης, μην τον διασύρης, μην τον εξουθενώσης. Καταδίκασε τον διάβολο που τον εξαπάτησε και τον έριξε στην αμαρτία. Αν όμως καταδικάσης τον αδελφό σου, θα επιβεβαιώσης τον μεγάλο και άλογο εγωισμό σου. Και πρόσεξε, γιατί θα πέσης κι εσύ στο ίδιο αμάρτημα. Κατά κανόνα, όποιος κρίνει τον άλλον για κάτι, πέφτει κατόπιν στο ίδιο. Κάλυψε λοιπόν σπλαχνικά με τη σιωπή το σφάλμα του αδελφού σου. Κι αν μπορής διόρθωσέ τον με αγάπη και ταπείνωσι. Αν δεν μπορής, μείνε στη σιωπή σου και καταδίκασε τον εαυτό σου για τα δικά σου αμαρτήματα. Σου αρκούν αυτά.

«Τί βλέπεις το κάρφος το εν τω οφθαλμώ του αδελφού σου, την δε εν τω σω οφθαλμώ δοκόν ου κατανοείς;» (Ματθ. 7. 3). Τα μάτια σου πέφτουν πάντα στα ξένα αμαρτήματα και όχι στα δικά σου. Είσαι τυφλός όπως ο Φαρισαίος, που έλεγε: «Ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης» (Λουκ. 18. 11). Να όμως που δικαιώθηκε ο κατηγορούμενος και καταδικάσθηκε ο κατήγορος.

Σου θυμίζω ένα περιστατικό από το Γεροντικό, και κράτησέ το στη μνήμη σου:

Πήγε κάποτε ο αββάς Ισαάκ ο Θηβαίος σε κάποιο μοναστήρι. Εκεί είδε έναν αδελφό να σφάλλη και τον κατέκρινε. Μόλις όμως έφυγε και βγήκε στην έρημο, παρουσιάσθηκε ένας άγγελος Κυρίου, στάθηκε μπροστά στην πόρτα του κελιού του και δεν τον άφηνε να μπη. Εκείνος τότε τον παρακαλούσε να του εξήγηση την αιτία. Και ο άγγελος του αποκρίθηκε: «Ο Θεός με έστειλε να σε ρωτήσω: Πού προστάζεις να βάλω τον αδελφό που έκρινες;». Αμέσως ο αββάς Ισαάκ κατάλαβε το νόημα των λόγων του αγγέλου και του έβαλε μετάνοια λέγοντας: «Αμάρτησα, συγχώρησέ με». Ο άγγελος τότε του είπε: «Σήκω, σε συγχώρησε ο Θεός. Και φυλάξου από δω και πέρα, να μην κρίνης κανένα πριν τον κρίνη ο Θεός».

(Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ, Πνευματικό Αλφάβητο, Ιστολόγιο «Ελληνική Πατρολογία»)

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2022 (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

fth copy

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Χαίρετε∙ δηλαδή, νὰ ἔχετε χαρά!

               Μὰ πῶς -θὰ μοῦ ποῦν κάποιοι- θὰ κατακτήσουμε αὐτὴ τὴν χαρά,  ὅταν ὁ νοῦς μας ταλαιπωρεῖται ἀπὸ χιλιάδες σκέψεις, ὅταν οἱ τιμὲς αὐξάνονται, ὅταν ἀγαπημένα μας πρόσωπα ἀσθενοῦν ἤ λείπουν ἀπὸ κοντά μας; 

               Τὸ «χαίρετε», ἀδελφοί, δὲν τὸ λέμε οὔτε τυπικά, οὔτε ζῶντας μέσα σὲ μία οὐτοπία. Ὅ,τι καὶ νὰ συμβαίνει γύρω μας, ἡ Ἐκκλησία θὰ εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι πάντοτε ἡ χορηγὸς τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς μέσα ἀπὸ τὴν καλλιέργεια τῆς ἁπλότητας, γιὰ τὴν ὁποία ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα. 

                Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ χαίρεται μέσα στὴν ἁπλότητα. Ἐκεῖνος, λοιπόν, ποὺ βλέπει τὸν κόσμο γύρω του μὲ ἁπλότητα, μὲ πνεῦμα ταπείνωσης, πραότητας καὶ ἀγάπης, θεωρῶντας ὅτι ὅλα συμβαίνουν μὲ τὴν παραχώρηση ἤ τὴν ἀνοχὴ τοῦ Θεοῦ, γιὰ λόγους τοὺς ὁποίους Ἐκεῖνος ξέρει, ζεῖ μέσα στὴν ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ὅλη του ἡ ὕπαρξη εἶναι φωτεινή. Ἀντιθέτως, ἐκεῖνος ποὺ βλέπει τὰ πάντα μὲ καχυποψία καὶ πονηριά, ζεῖ μέσα στὴν λύπη, ἤ στὴν καλύτερη περίπτωση σὲ μία ψεύτικη χαρά, καὶ ἐνῶ νομίζει ὅτι βλέπει τὸ φῶς, στὴν πραγματικότητα βλέπει μόνο σκοτάδι. Καὶ ἄν τὸ φῶς τὸ δικό του εἶναι σκοτάδι, ρωτάει ὁ Κύριος, τὸ σκότος πόσον;

                Θεὸς εἶναι ἀπλός. Ἑμεῖς, γιὰ νὰ καταφέρουμε νὰ γίνουμε ἀπλοί, πρέπει νὰ ζοῦμε μὲ στόχο νὰ ἀρέσουμε στὸν Θεό, νὰ κάνουμε τὸ Θέλημά Του καὶ νὰ Τὸν δοξάζουμε. Ἐδώ, ὅμως, ὁ Χριστὸς μᾶς διευκρινίζει ὅτι «κανένας δὲν μπορεῖ νὰ ἐργάζεται γιὰ δύο κυρίους». Δὲν μποροῦμε νὰ ἐργαζόμαστε γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ταυτόχρονα γιὰ τὸν ἄδικο πλουτισμό, ἤ γιὰ τὰ μάτια τοῦ κόσμου, ἤ γιὰ νὰ ἰκανοποιοῦμε τὰ προσωπικά μας πάθη. Δὲν μποροῦμε νὰ ἐργαζόμαστε γιὰ τὸν Θεὸ καί, παράλληλα, νὰ βυθιζόμαστε σὲ λυπηρὲς σκέψεις γιὰ τὸ πῶς θὰ ζήσουμε, τί θὰ φάμε, ἤ τί θὰ πιοῦμε.

               Εἴμαστε εὐλογημένοι διότι γεννηθήκαμε στὴν Ὀρθοδοξία καὶ πιστεύουμε σὲ ἕναν Θεὸ στοργικὸ καὶ συμπονετικό, σὲ ἕναν Πατέρα, ὁ Ὁποῖος μᾶς καταλαβαίνει. Καταλαβαίνει ὅτι, ὡς ἄνθρωποι, ἔχουμε βιοτικὲς ἀνάγκες ἀλλά, μᾶς καλεῖ νὰ ἀφήσουμε στὴν ἄκρη τὴν μέριμνα γιὰ αὐτὲς καὶ νὰ μεριμνοῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ Ἐκεῖνον. Καὶ ἄν ἑμεῖς ἐργαζόμαστε πρῶτα γιὰ τὸν Θεό, ὀ ἴδιος ὁ Θεὸς θὰ μεριμνήσει γιὰ ἑμᾶς, ὅπως μεριμνᾶ γιὰ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, τὰ ὁποῖα οὔτε σπείρουν, οὔτε θερίζουν, καὶ ὅμως ἡ τροφὴ δὲν τοῦς λείπει. 

                ν, ἀντιθέτως, μεριμνῶντας γιὰ τὰ βιοτικά, ἀφήνουμε τὸν Θεὸ στὴν ἄκρη, μπορεῖ ὁ ὑλικὸς πλοῦτος μας νὰ πολλαπλασιασθεῖ, ἀλλὰ μαζὶ μὲ αὐτὸν θὰ πολλαπλασιασθεῖ ἡ λύπη ἀπὸ τὴν σκέψη ὅτι ἡ ζωή μας ἀποτελεῖ ἕναν φαῦλο κύκλο ἐπιβίωσης καὶ ὁ φόβος μήπως χαθεῖ ἡ μεγάλη περιουσία. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ὅτι ἡ χαρὰ δὲν ἐπηρρεάζεται ἀπὸ τὸν πλοῦτο, ἀλλὰ ἐξαρτᾶται μόνο ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας. Ἐπιτρέπουμε στὸν Θεὸ νὰ κατοικήσει στὴ ζωή μας; Ἄν ναί, τότε ὅλα τὰ σύννεφα τῆς λύπης θὰ διαλυθοῦν, ὅσο μεγάλες καὶ ἄν εἶναι οἱ δοκιμασίες μας. Ἀπομακρύνουμε τὸν Θεὸ ἀπὸ τὴ ζωή μας; Τότε, τίποτα καὶ κανένας δὲν θὰ μᾶς προσφέρει τὴν ἀληθινὴ χαρά. 

γαπητοὶ ἀδελφοί, 

               Αὐτὸ στὸ ὁποῖο θὰ ἤθελα νὰ ἐστιάσουμε, εἶναι νὰ βλέπουμε τὰ πάντα μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς καὶ νὰ δίνουμε προτεραιότητα στὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ Ἐκεῖνος θὰ κατευθύνει τὴ ζωή μας πρὸς τὸ ἀγαθό. Ὁ Θεὸς ὅ,τι ἐπιτρέπει, τὸ ἐπιτρέπει γιὰ νὰ δοκιμασθοῦμε καὶ νὰ γίνουμε καλύτεροι, πιὸ δυνατοί. 

               Ὁ σήμερα τιμώμενος Ἅγιος Μεθόδιος Ἐπίσκοπος Πατάρων ἔκανε ὑπακοὴ στὸ Θεῖο Θέλημα καὶ δίχως νὰ τὸ ἐπιδιώξει, ἔγινε Ἐπίσκοπος σὲ μία ἐπαρχία βυθισμένη στὴν αἵρεση τοῦ Ὠριγένη. Ἄφησε τὸν Θεὸ νὰ κατευθύνει τὴ ζωή του, κλήθηκε νὰ ἀντιμετωπίσει πολλὲς θλίψεις καὶ κινδύνους, ἀλλὰ ἔκανε ὑπομονή. Μέσα ἀπὸ τὴν ὑπομονή, τὴν ἐπιμονὴ καὶ τὸν ἀγώνα του ἀξιώθηκε νὰ προσελκύσει στὴν Ὀρθοδοξία τοὺς περισσότερους αἱρετικούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους μόνο λίγοι ἔμειναν στὴν πλάνη. Στὸν μεγάλο αὐτὸν Ἅγιο ὁ Θεὸς ἐπεφύλαξε τὸν μαρτυρικὸ θάνατο. Δὲν ξέρουμε τί μᾶς ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός. Αὐτό, ὅμως, ποὺ μὲ ἀσφάλεια γνωρίζουμε εἶναι τὰ σημερινὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ἡ θλίψη ἀσκεῖ τὴν ὑπομονή, ἡ ὑπομονὴ ἀσκεῖ τὸν χαρακτήρα, ὁ χαρακτήρας τὴν ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπίδα δὲν μᾶς ἀπογοητεύει».

Μετ’ ευχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας

 ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ Περὶ ἡσυχίας

 

ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΕΒΔΟΜΟΣ

Περὶ ἡσυχίας

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ
(Διὰ τὴν ἱερὰν «ἡσυχίαν», τὴν σωματικὴν καὶ τὴν ψυχικήν)

ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΕΘΑ σὰν δοῦλοι ποὺ μᾶς ἀγόρασαν τὰ ἀνόσια πάθη καὶ μᾶς ὑπέταξαν. Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο γνωρίζομε κάπως τοὺς δόλους καὶ τὰ τεχνάσματα καὶ τὰ προστάγματα καὶ τὶς πανουργίες τῶν πονηρῶν πνευμάτων ποὺ ἐκυριάρχησαν στὴν ἀθλία ψυχή μας. Ὑπάρχουν ὅμως ἄλλοι ποὺ ἐγνώρισαν τὰ τεχνάσματα τῶν πονηρῶν πνευμάτων ἀπὸ τὴν φωτιστικὴ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἀπὸ τὴν ἐλευθερία ποὺ ἔχουν ἀπέναντί τους. Διαφορετικὸ πράγμα εἶναι νὰ φαντάζεται κάποιος ποὺ ὑποφέρει ἀπὸ ἀσθένεια, ἀπὸ τὴν ἰδική του κατάστασι τὴν εὐχάριστη κατάτασι τῆς ὑγείας, καὶ διαφορετικὸ νὰ ἀντιλαμβάνεται καὶ νὰ συμπεραίνη κάποιος ποὺ χαίρει ἄκρας ὑγείας, ἀπὸ τὴν ἰδική του κατάστασι τὴν δυσάρεστη κατάστασι τῆς ἀσθενείας.

μεῖς σὰν ἀσθενεῖς ποὺ εἴμαστε φοβούμεθα νὰ φιλοσοφήσωμε στὸν παρόντα λόγο γιὰ τὸ λιμάνι τῆς ἡσυχίας, διότι γνωρίζομε κάποιον κύνα ποὺ παρευρίσκεται πάντοτε στὴν τράπεζα τοῦ καλοῦ κοινοβίου καὶ προσπαθεῖ νὰ ἁρπάξη ἕνα τεμάχιο ἄρτου, μία ψυχὴ δηλαδή, καὶ κρατώντας την στὸ στόμα του νὰ τρέξη ἔπειτα στὴν ἔρημο γιὰ νὰ τὴν φάγη μὲ τὴν ἡσυχία του.

Γιὰ νὰ μὴ δώσωμε λοιπὸν μὲ τὸν λόγο μας τόπο σ᾿ αὐτὸν τὸν κύνα καὶ ἀφορμὴ σὲ ὅσους ζητοῦν ἀφορμή, ἐθεωρήσαμε ὅτι δὲν εἶναι ἐπιτρεπτὸ νὰ ἀνοίξωμε τώρα συζήτησι περὶ εἰρήνης μὲ τοὺς γενναίους στρατιῶτες τοῦ Βασιλέως ποὺ μάχονται στὸν πόλεμο. Τοῦτο μόνο λέγομε, ὅτι οἱ στέφανοι τῆς εἰρήνης καὶ τῆς γαλήνης ἔχουν πλεχθῆ γιὰ ὅσους πολεμοῦν μὲ ἀνδρεία. Ἂς εἰποῦμε ὅμως ὀλίγα -ἂν νομίζετε- περὶ ἡσυχίας «ὡς ἐν τύπῳ διακρίσεως», γιὰ νὰ μὴ λυπήσωμε μερικοὺς ποὺ δὲν θὰ ἤθελαν νὰ ἀφήσωμε ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους λόγους ἀνεξέταστο τοῦτο τὸ θέμα.

2. Ἡσυχία τοῦ σώματος σημαίνει ἐπιστήμη καὶ εὐτρεπισμένη κατάστασις τῶν ἠθῶν καὶ τῶν αἰσθήσεων. Ἡσυχία τῆς ψυχῆς σημαίνει ἐπιστήμη τῶν λογισμῶν καὶ «ἀσύλητος ἔννοια» (1). Φίλος καὶ βοηθὸς τῆς ἡσυχίας εἶναι ἕνας ἀνδρεῖος καὶ αὐστηρὸς λογισμὸς ποὺ ἵσταται ἄγρυπνος στὴν θύρα τῆς καρδίας καὶ φονεύει ἢ ἀποδιώκει τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς ποὺ πλησιάζουν. Ὅποιος ζῆ τὴν ἡσυχαστικὴ ζωὴ «ἐν αἰσθήσει καρδίας», ἀντιλαμβάνεται αὐτὸ ποὺ εἶπα. Ὅποιος ὅμως εἶναι ἀκόμη νήπιος καὶ ἀρχάριος, οὔτε τὸ ἐγεύθηκε οὔτε τὸ ἐγνώρισε. Ὁ γνωστικὸς ἡσυχαστὴς δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ λόγους διδασκαλικούς, διότι αὐτοὺς τοὺς ἀντιλαμβάνεται ἀπὸ τὰ ἔργα καὶ τὰ γεγονότα.

3. Ἀρχὴ τῆς ἡσυχίας εἶναι τὸ νὰ ἀποκρούη κανεὶς τοὺς κτύπους (τῶν δαιμόνων), διότι τοῦ ταράζουν τὸν βυθὸ (τῆς καρδίας). Τέλος της εἶναι τὸ νὰ μὴ φοβῆται τοὺς θορύβους, ἀλλὰ νὰ ἀναισθητῆ ἀπέναντί τους.

4. Ἐξερχόμενος ἀπὸ τὸ κελλί του ὁ ἡσυχαστὴς λόγῳ κάποιας ἀνάγκης, εἶναι σὰν νὰ μὴ ἐξέρχεται. Παρουσιάζεται δὲ ἤπιος, πραγματικὸς οἶκος τῆς ἀγάπης, δυσκίνητος πρὸς τὴν ὁμιλία καὶ ἀκίνητος πρὸς τὸ πάθος τοῦ θυμοῦ. Τὸ ἀντίθετο ἀπὸ αὐτὸ εἶναι φανερό, (ὁ τρόπος δηλαδὴ τῆς ἐξόδου ἑνός, ὁ ὁποῖος ἐξέρχεται χωρὶς νὰ ὑπάρχη λόγος).

5. Ἡσυχαστὴς εἶναι αὐτὸς ποὺ ἀγωνίζεται νὰ περιορίση τὸ ἀσώματον μέσα σὲ σωματικὸ οἶκο – πράγμα παραδοξότατο!

6. Παρακολουθεῖ προσεκτικὰ τὸν ποντικὸ ἡ θηρεύτριά του, (ἡ γάτα δηλαδή). Ὁμοίως κάποιο νοητὸ ποντικὸ παρακολουθεῖ ἡ σκέψις τοῦ ἡσυχαστοῦ. Μὴ περιφρονήσης αὐτὸ τὸ παράδειγμα. Ἂν τὸ περιφρονήσης, σημαίνει ὅτι δὲν ἐγεύθηκες ἀκόμη τὴν ἡσυχία.

7. Δὲν εἶναι τὸ ἴδιο πράγμα μοναχὸς ποὺ ἀσκεῖται κατὰ μόνας καὶ μοναχὸς ποὺ ἀσκεῖται μαζὶ μὲ ἄλλον μοναχό. Διότι ὁ μοναχὸς ποὺ ἀσκεῖται κατὰ μόνας ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ πολλὴ νήψι καὶ ἀρρέμβαστο νοῦ (ἐξ αἰτίας τῶν πολλῶν πειρασμῶν τῶν πονηρῶν πνευμάτων). Τὸν προηγούμενο, (ἐκεῖνον ποὺ δὲν εἶναι μόνος του), πολλὲς φορὲς τὸν ἐβοήθησε ὁ ἄλλος συνασκητής του, ἐνῷ στὸν δεύτερο χρειάσθηκε νὰ σταλῆ Ἄγγελος γιὰ νὰ τοῦ συμπαρασταθῇ.

8. Οἱ νοερὲς Δυνάμεις συλλειτουργοῦν καὶ ζοῦν μαζὶ μὲ τὸν ἡσυχαστὴ ποὺ ἀσκεῖ τὴν ἡσυχία τῆς ψυχῆς. Γιὰ τὸ ἀντίθετο ὅμως προτιμῶ νὰ σιωπήσω.

9. Ὁ βυθὸς τῶν δογμάτων εἶναι βαθύς, καὶ ὁ νοῦς τοῦ ἡσυχαστοῦ πηδᾶ καὶ βυθίζεται σ᾿ αὐτὰ ὄχι χωρὶς κίνδυνο. Εἶναι ἐπικίνδυνο νὰ κολυμβᾶ κανεὶς μὲ τὰ ροῦχα του· ὁμοίως καὶ τὸ νὰ ἐγγίζη τὴν θεολογία, ἐνῷ ἔχει πάθη.

10. Κελλὶ τοῦ ἡσυχαστοῦ σημαίνει περιορισμὸς τοῦ σώματος. Καὶ κρύπτει μέσα του (τὸ κελλί) τὸν οἶκο τῆς θείας γνώσεως.

11. Ὅποιος νοσεῖ ψυχικὰ ἀπὸ κάποιο πάθος καὶ ἐπιχειρεῖ τὴν ζωὴ τῆς ἡσυχίας, ὁμοιάζει μὲ αὐτὸν ποὺ πήδησε στὸ πέλαγος ἀπὸ τὸ πλοῖο καὶ κρατώντας ἕνα σανίδι νομίζει ὅτι θὰ φθάση χωρὶς κίνδυνο στὴν ξηρά.

12. Σὲ ὅσους μάχονται πρὸς τὸ πήλινο σῶμα τους, ἡ ἡσυχία ἀποβαίνει ὠφέλιμη στὸν κατάλληλο καιρό, ἐὰν βεβαίως ἔχουν πνευματικὸ ὁδηγό. Διότι γιὰ νὰ ἀσκῆ κανεὶς μόνος του τὴν ἡσυχία χρειάζεται νὰ ἔχῃ ἀγγελικὴ δύναμι καὶ ἱκανότητα. Ἐγὼ βέβαια ὁμιλῶ γιὰ τοὺς πραγματικοὺς ἡσυχαστὰς καὶ κατὰ τὸ σῶμα καὶ κατὰ τὴν ψυχή.

13. Ὁ ἡσυχαστὴς ποὺ βαρέθηκε τὴν ζωή του, ἀρχίζει νὰ ψεύδεται καὶ μὲ πλαγίους λόγους παρακινεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ τὸν ἀποτρέψουν ἀπὸ τὴν ἡσυχία. Ἐγκαταλείποντας τὸ κελλί του κατηγορεῖ τοὺς δαίμονας, ξεχνώντας ὅτι ἔγινε ὁ ἴδιος δαίμων τοῦ ἑαυτοῦ του.

14. Εἶδα ἡσυχαστάς, οἱ ὁποῖοι τὴν φλογερή τους ἐπιθυμία πρὸς τὸν Θεὸν τὴν ἱκανοποίησαν ἀχόρταγα μέσῳ τῆς ἡσυχίας, καὶ ἀπὸ τὸ πῦρ ἔκαναν νὰ προκύψῃ πῦρ καὶ ἀπὸ τὸν ἔρωτα ἔρωτας καὶ ἀπὸ τὸν πόθο πόθος.

15. Ὁ ἡσυχαστὴς εἶναι ἐπίγειος τύπος Ἀγγέλου, ποὺ μὲ τὸ χαρτὶ τοῦ πόθου του καὶ τὰ γράμματα τοῦ ζήλου του (σὰν μὲ ἔγγραφο ἀποφυλακίσεως) ἐλευθέρωσε τὴν προσευχή του ἀπὸ κάθε ῥᾳθυμία καὶ ὀκνηρία.

16. Ἡσυχαστὴς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐβόησε δυνατὰ καὶ καθαρά: «Ἑτοίμη ἡ καρδία μου, ὁ Θεός» (Ψαλμ. ρζ´ 2). Ἡσυχαστὴς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ εἶπε: «Ἐγὼ καθεύδω, καὶ ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ» (Ἆσμα ε´ 2).

17. Νὰ κλείνης τὴν θύρα τοῦ κελλιοῦ σου γιὰ νὰ μὴν ἐξέρχεται τὸ σῶμα σου, τὴν θύρα τῆς γλώσσης σου γιὰ νὰ μὴν ἐξέρχωνται λόγια, καὶ τὴν ἐσωτερικὴ πύλη τῆς ψυχῆς σου γιὰ νὰ μὴν εἰσέρχωνται τὰ πονηρὰ πνεύματα.

18. Ἡ γαλήνη τῆς θαλάσσης καὶ ὁ μεσημβρινὸς ἥλιος ἐδοκίμασαν τὴν ὑπομονὴ τοῦ ναυτικού (2), καὶ ἡ ἔλλειψις τῶν ἀναγκαίων ἔδειξε τὴν καρτερία τοῦ ἡσυχαστοῦ. Ὁ ἕνας, ὁ ναυτικός, ἀπὸ τὴν στενοχώρια του ρίχνεται καὶ κολυμβᾶ στὰ νερά. Καὶ ὁ ἄλλος, ὁ ἡσυχαστής, ἀπὸ τὴν ἀκηδία του βγαίνει καὶ συμφύρεται μὲ τὰ πλήθη, γιὰ νὰ ἐξοικονομήση τὰ ἀναγκαῖα.

19. Νὰ μὴ φοβῆσαι τὰ παιγνίδια ποὺ κάνουν οἱ δαίμονες μὲ τοὺς διαφόρους κτύπους, διότι τὸ πένθος δὲν γνωρίζει τὴν δειλία καὶ δὲν πτοεῖται.

20. Ἐκεῖνοι τῶν ὁποίων ὁ νοῦς ἔμαθε ἀληθινὰ νὰ προσεύχεται, ὁμιλοῦν στὸν Κύριον «ἐνώπιοι ἐνωπίῳ», ὅπως αὐτοὶ ποὺ ὁμιλοῦν ἰδιαιτέρως στὸ αὐτὶ τοῦ βασιλέως. Ἐκεῖνοι ποὺ προσεύχονται μὲ τὸ στόμα, ὁμοιάζουν μὲ αὐτοὺς ποὺ γονατίζουν καὶ παρακαλοῦν τὸν βασιλέα ἐμπρὸς σὲ ὅλη τὴν σύγκλητο. Καὶ ὅσοι ζοῦν στὸν κόσμο, ὅταν προσεύχωνται, εἶναι σὰν νὰ ἱκετεύουν τὸν βασιλέα μέσα ἀπὸ τοὺς θορύβους ὅλου τοῦ ὄχλου. Ἐὰν ἔμαθες ἐπιστημονικὰ τὴν τέχνη τῆς προσευχῆς, δὲν θὰ ἀγνοῆς αὐτὸ ποὺ λέγω.

21. Καθισμένος σὲ μία ὑψηλὴ σκοπιά, παρατήρει τὸν ἑαυτό σου, ἐὰν βέβαια καὶ ἔχῃς τὴν ἀπαραίτητη γνῶσι, καὶ τότε θὰ ἰδῆς πῶς καὶ πότε καὶ ἀπὸ ποῦ καὶ πόσοι καὶ ποιοὶ κλέπτες ἔρχονται νὰ κλέψουν τὰ σταφύλια. Ὅταν ἀποκάμη ὁ σκοπὸς (μὲ αὐτὴ τὴν ἔρευνα), ἂς σηκωθῇ νὰ προσευχηθῇ. Καὶ πάλι, ἀφοῦ καθήσῃ, ἂς συνεχίσῃ μὲ ἀποφασιστικότητα τὴν προηγουμένη ἐργασία του.

22. Ἤθελε κάποιος ποὺ τὰ ἐδοκίμασε νὰ ὁμιλήσῃ περὶ αὐτῶν ἀναλυτικὰ καὶ μὲ ἀκρίβεια, ἀλλὰ φοβήθηκε μήπως καὶ στοὺς ἐργαζομένους αὐτὰ φέρη ἀπροθυμία καὶ στοὺς ἐπιθυμοῦντας αὐτὰ δημιουργήσῃ φόβο μὲ τὸν κτύπο τῶν λόγων του. Ὅποιος ἐξηγεῖ τὰ τῆς ἡσυχίας ἀναλυτικὰ καὶ ἐπιστημονικά, ἐξήγειρε ἐναντίον του τοὺς δαίμονας, διότι κανεὶς ἄλλος δὲν μπορεῖ νὰ ξεσκεπάσῃ ὅπως αὐτὸς τὶς ἀθλιότητες τῶν δαιμόνων.

23. Ὅποιος ἔφθασε στὴν τελεία ἡσυχία, ἐγνώρισε τὸν βυθὸ τῶν θείων μυστηρίων. Δὲν κατέβηκε ὅμως σ᾿ αὐτόν, παρὰ ἀφοῦ προηγουμένως εἶδε καὶ ἄκουσε τὴν ταραχὴ τῶν κυμάτων καὶ τῶν πονηρῶν πνευμάτων, ἴσως δὲ καὶ ἐβράχηκε ἀπὸ αὐτά. Τὸ ἐπικυρώνει αὐτὸ καὶ ὁ μέγας Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος, ἐὰν δὲν ἁρπαζόταν ὡσὰν σὲ ἡσυχία στὸν Παράδεισο, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀκούσῃ τὰ «ἄρρητα ρήματα» (Β´ Κορ. ιβ´ 4).

24. Τὸ αὐτὶ τῆς ἡσυχίας θὰ ἀκούσῃ ἀπὸ τὸν Θεὸν ἐξαίσια πράγματα. Γι᾿ αὐτὸ ἡ πάνσοφη αὐτὴ ἔλεγε καὶ στὸν Ἰώβ: «Πότερον, οὗ δέξεταί μου τὸ οὖς ἐξαίσια παρ᾿ αὐτοῦ;» (δ´ 12).

25. Ἡσυχαστὴς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ χωρὶς νὰ τοὺς μισῆ, τοὺς ἀποφεύγη ὅλους τόσο, ὅσο ἕνας ἀμελὴς μοναχὸς τρέχει κοντά τους μὲ προθυμία. Καὶ τοῦτο, διότι δὲν θέλει νὰ διακοπῆ ἡ γεῦσις τῆς γλυκύτητος τοῦ Θεοῦ.

26. Πήγαινε καὶ σκόρπισε γρήγορα τὰ ὑπάρχοντά σου -ὄχι πώλησε, διότι αὐτὸ ἀπαιτεῖ χρόνο- καὶ δός τα σὲ πτωχοὺς μοναχούς, γιὰ νὰ σὲ βοηθήσουν μὲ τὴν προσευχή τους στὴν ἡσυχία. Καὶ σήκωσε τὸν σταυρό σου μὲ τὴν ὑπακοή, καὶ ὑπόμεινε γενναῖα τὸ βάρος τῆς ἐκκοπῆς τοῦ θελήματός σου. Καὶ ἐν συνεχείᾳ ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσης, γιὰ νὰ συναντήσωμε τὴν τρισμακάριστη ἡσυχία, καὶ θὰ σὲ διδάξω φανερὰ τὴν ἐργασία καὶ τὴν πολιτεία τῶν Ἀγγελικῶν Δυνάμεων.

Δὲν θὰ χορτάσουν αὐτὲς νὰ δοξολογοῦν εἰς αἰώνας αἰώνων τὸν Δημιουργό. Ὁμοίως καὶ αὐτὸς ποὺ ἀνέβηκε στὸν οὐρανὸ τῆς ἡσυχίας νὰ ἀνυμνῆ τὸν Κτίστη. Δὲν φροντίζουν γιὰ τὰ ὑλικὰ οἱ ἄυλοι. Ὁμοίως γιὰ τὴν τροφὴ οἱ «ὑλικοὶ ἄυλοι». Δὲν θὰ γευθοῦν οἱ πρῶτοι φαγητά. Ὁμοίως καὶ οἱ δεύτεροι δὲν θὰ στηριχθοῦν σὲ ὑποσχέσεις ἀνθρώπων γιὰ τὴν συντήρησί τους. Δὲν θὰ φροντίσουν ἐκεῖνοι γιὰ χρήματα καὶ κτήματα. Ὁμοίως καὶ αὐτοὶ γιὰ τὶς ταλαιπωρίες καὶ τὶς κακοπάθειες ποὺ τοὺς προκαλοῦν τὰ πονηρὰ πνεύματα.

Δὲν ἐπιθυμοῦν οἱ οὐράνιοι Ἄγγελοι κάποιο ὁρατὸ κτίσμα. Ὁμοίως καὶ οἱ ἐπίγειοι Ἄγγελοι τὴν θέα κάποιου προσώπου. Δὲν θὰ παύσουν ποτὲ ἐκεῖνοι νὰ προοδεύουν στὴν ἀγάπη. Ὁμοίως καὶ αὐτοὶ νὰ τοὺς συναγωνίζονται κάθε ἡμέρα. Δὲν εἶναι ἄγνωστος σ᾿ ἐκείνους ὁ πλοῦτος τῆς προκοπῆς τους. Ὁμοίως καὶ σ᾿ αὐτοὺς ὁ ἔρωτας τῆς πνευματικῆς τους ἀναβάσεως. Καὶ δὲν θὰ σταματήσουν, μέχρις ὅτου φθάσουν τὰ Σεραφείμ· οὔτε θὰ ὑπολογίσουν κόπους, μέχρις ὅτου γίνουν Ἄγγελοι.

Μακάριος, ὅποιος ἐλπίζη νὰ φθάση σ᾿ αὐτὸ τὸ ὕψος. Τρισμακάριος, ὅποιος πλησιάζει. Ἄγγελος, ὅποιος ἔφθασε.

----------

1. Δηλαδή: Ἡ σκέψις τοῦ ἡσυχαστοῦ εἶναι χῶρος κλειστός, ἀφιερωμένος ἀποκλειστικὰ στὸν Θεόν, ὅπου κανεὶς νοητὸς ἐχθρὸς δὲν μπορεῖ νὰ εἰσχωρήσῃ γιὰ κλοπὴ καὶ ληστεία. Παρεμφερὴς διατύπωσις εἶναι: «ἀναιχμαλώτιστος ἔννοια».

2. Αὐτὸ φυσικὰ ἴσχυε γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ὁπότε τὰ πλοῖα ἦταν ἰστιοφόρα.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Κυριακή 26 Ιουνίου 2022

Β' ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 2022 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)


 

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 5ο)

 ΑΓΙΟΥ ΦΙΛΑΡΕΤΟΥ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ (+1985)

5. Το ζήτημα της ελεύθερης βούλησης

Η αιτιοκρατία[1] και η ανάλυσή της. Η ψευδής και η αληθινή έννοια
της αναιτιοκρατίας. Η επιρροή στα κίνητρά μας και η ελευθερία επιλογής.
 Η συνείδηση της ελευθερίας μας και το γεγονός της μετάνοιας.

Γνωρίζουμε ήδη ότι ένας άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του μόνο όταν είναι ελεύθερος να τις διαπράξει. Έχει όμως αυτή την πνευματική ελευθερία, την ελεύθερη βούληση, που υποτίθεται εδώ; Πρόσφατα, ένα δόγμα που ονομάζεται αιτιοκρατία (ντετερμινισμός) έχει εξαπλωθεί πολύ στην ανθρωπότητα. Οι οπαδοί αυτού του δόγματος – οι αιτιοκράτες (ντετερμινιστές) – δεν αναγνωρίζουν την ελεύθερη βούληση στον άνθρωπο. Υποστηρίζουν ότι σε κάθε πράξη ένα άτομο ενεργεί μόνο για εξωτερικούς λόγους. Σύμφωνα με τη διδασκαλία τους, ένα άτομο ενεργεί πάντα μόνο υπό την επίδραση κινήτρων και παρορμήσεων που δεν εξαρτώνται από αυτόν και συνήθως υπακούει στα ισχυρότερα από αυτά τα κίνητρα. Αυτοί οι μελετητές λένε: «Μας φαίνεται μόνο ότι ενεργούμε ελεύθερα, αυτό είναι αυταπάτη». Ο πασίγνωστος φιλόσοφος του 17ου αιώνα Σπινόζα[2] υπερασπίστηκε αυτή την άποψη. Για παράδειγμα, είπε για μια πεταμένη πέτρα ότι αν αυτή η πέτρα μπορούσε να σκεφτεί και να μιλήσει, θα έλεγε επίσης ότι πετάει και πέφτει στον τόπο που θέλει. Αλλά στην πραγματικότητα, πετάει μόνο επειδή κάποιος την πέταξε και πέφτει υπό την επίδραση της βαρύτητας.

Θα επιστρέψουμε σε αυτό το παράδειγμα παρακάτω. Προς το παρόν, ας σημειώσουμε το εξής. Το δόγμα που αντιτίθεται στην αιτιοκρατία και αναγνωρίζει την ελεύθερη βούληση σε ένα πρόσωπο, ονομάζεται αναιτιοκρατία (ιντετερμινισμός). Αυτή η διδασκαλία είναι αποδεκτή από τον Χριστιανισμό. Αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι υπάρχουν ακραίοι αναιτιοκράτες (ιντετερμινιστές) των οποίων η διδασκαλία παίρνει έναν μονόπλευρο ψευδή χαρακτήρα. Λένε ότι η ελευθερία ενός ανθρώπου είναι η πλήρης δύναμή του να κάνει ό,τι ακριβώς θέλει. Έτσι, κατά την κατανόησή τους, η ελευθερία ενός ατόμου είναι η πλήρης αυθαιρεσία του, η πλήρης του εξουσία να ενεργεί σύμφωνα με οποιαδήποτε επιθυμία ή ιδιοτροπία. Οι σοσιαλιστές και οι κομμουνιστές παρέσυραν και αιχμαλώτισαν ολόκληρο τον δύστυχο εξαπατημένο ρωσικό λαό με το ψεύτικο δόλωμα μιας τέτοιας «ελευθερίας»  (ο Άγιος Απόστολος Πέτρος μιλάει για μια τέτοια «ελευθερία» στο Α΄ Πέτρ. β΄, 16[3] και στο Β΄ Πέτρ. β΄, 18-19[4]). Φυσικά, αυτό δεν είναι ελευθερία. Αυτό είναι κατάχρηση της ελευθερίας, μια διαστροφή της. Ο άνθρωπος δεν έχει απόλυτη, άνευ όρων ελευθερία· μια τέτοια υπέρτατη δημιουργική ελευθερία κατέχεται μόνο από τον Παντοδύναμο Θεό.

Σε αντίθεση με μια τέτοια ψευδή αναιτιοκρατία, η αληθής αναιτιοκρατία διδάσκει διαφορετικά. Η διδασκαλία της λέει ότι ένα πρόσωπο είναι αναμφίβολα υπό την επίδραση εξωτερικών κινήτρων και παρορμήσεων διαφόρων ειδών. Έτσι, για παράδειγμα, τον επηρεάζουν το περιβάλλον, οι συνθήκες διαβίωσης, η πολιτική κατάσταση, η εκπαίδευσή του, η πολιτιστική του ανάπτυξη κ.λπ. – όλα αυτά αντικατοπτρίζονται στα χαρακτηριστικά του ηθικού του χαρακτήρα. Σε αυτή την αναγνώριση ότι ένα πρόσωπο επηρεάζεται – και μερικές φορές πολύ έντονα – από διάφορα εξωτερικά κίνητρα και επιρροές, οι αναιτιοκράτες συμφωνούν με τους αιτιοκράτες. Αλλά υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά. Ενώ οι αιτιοκράτες λένε ότι ένα πρόσωπο ενεργεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μόνο υπό την επίδραση των ισχυρότερων κινήτρων και δεν έχει ελευθερία, οι αναιτιοκράτες λένε ότι είναι πάντα ελεύθερο να επιλέξει οποιοδήποτε από αυτά τα κίνητρα. Αυτό το κίνητρο μπορεί να μην είναι καθόλου το ισχυρότερο, επιπλέον δε, ένας άνθρωπος μπορεί ακόμη και να προτιμά ένα κίνητρο που οι άλλοι άνθρωποι θα βρουν σαφώς ασύμφορο. Ένα παράδειγμα αυτού είναι το κατόρθωμα των Μαρτύρων, οι οποίοι φαίνονταν στους ειδωλολάτρες βασανιστές τους ως τρελοί που σκόπιμα κατέστρεψαν τον εαυτό τους. Έτσι, κατά την άποψη της αναιτιοκρατίας, η ανθρώπινη ελευθερία δεν είναι άνευ όρων δημιουργική ελευθερία, αλλά ελευθερία επιλογής, η ελευθερία της θέλησής μας να αποφασίζουμε αν θα ενεργούμε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Ο Χριστιανισμός δέχεται ακριβώς μια τέτοια κατανόηση της ανθρώπινης ελευθερίας, συμφωνώντας με την αναιτιοκρατία. Εφαρμόζοντάς την στο ηθικό πεδίο, στο ζήτημα της πάλης μεταξύ αγαθού και πονηρού, μεταξύ αρετής και κακίας, ο Χριστιανισμός λέει ότι αυτή η ελευθερία του ανθρώπου είναι η ελευθερία της επιλογής μεταξύ του καλού και του κακού. Σύμφωνα με τον επιστημονικό και θεολογικό ορισμό «η ελευθερία της βούλησης είναι η ικανότητά μας να αυτοπροσδιοριζόμαστε σε σχέση με το καλό και το κακό, χωρίς εξάρτηση από κανέναν και από τίποτε».

Τώρα μπορούμε να καταλάβουμε αμέσως το παράδειγμα του Σπινόζα για την πτώση της πέτρας. Είδαμε ότι ένας άνθρωπος έχει ελεύθερη βούληση με την έννοια ότι επιλέγει να ενεργήσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ο Σπινόζα θεωρεί ότι το πέταγμα μιας πέτρας είναι ανάλογο με τις ανθρώπινες πράξεις. Αλλά αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνο εάν η πέτρα είχε την ελευθερία επιλογής – να πετάξει ή να μην πετάξει, να πέσει ή να μην πέσει. Αλλά η πέτρα προφανώς δεν έχει τέτοια ελευθερία, και επομένως αυτό το παράδειγμα δεν είναι καθόλου πειστικό…

Από αυτό φαίνεται και η ασυνέπεια της αιτιοκρατίας, που αρνείται την ελεύθερη βούληση. Πρώτον, ούτε ένας αιτιοκράτης στην πρακτική ζωή δεν εφαρμόζει τη διδασκαλία του. Και είναι ξεκάθαρο γιατί. Αν εξετάσεις τη ζωή από μια αυστηρά αιτιοκρατική σκοπιά, τότε κανείς δεν πρέπει να τιμωρηθεί – ούτε ένας τεμπέλης μαθητής για οκνηρία, ούτε ένας κλέφτης για κλοπή, ούτε ένας δολοφόνος κ.λπ., επειδή τάχα δεν έδρασαν ελεύθερα, αλλά ήταν μόνο σκλάβοι με αδύναμη θέληση, δεσμευμένοι στα εξωτερικά κίνητρα που τους πρόσταζαν και τους επηρέαζαν. Ένα παράλογο αλλά αρκετά συνεπές συμπέρασμα με την θεωρία της αιτιοκρατίας… Δεύτερον, η απόδειξη της ελεύθερης βούλησης είναι το γεγονός της γνωστής εμπειρίας της ψυχής, που λέγεται μετάνοια και είναι οικεία στον καθένα από προσωπική εμπειρία… Πού βασίζεται αυτό το αίσθημα της μετάνοιας; Ναι, είναι προφανές, ότι ένας μετανοημένος επιστρέφει νοερά στη στιγμή που διαπράττει την κακή του πράξη και θρηνεί την αμαρτία του, συνειδητοποιώντας ξεκάθαρα ότι θα μπορούσε να είχε ενεργήσει διαφορετικά, θα μπορούσε να έχει κάνει όχι κακό αλλά καλό. Προφανώς, μια τέτοια μετάνοια δεν θα μπορούσε να γίνει αν κάποιος δεν είχε ελεύθερη βούληση, αλλά ήταν αδύναμος σκλάβος εξωτερικών επιρροών. Σε αυτή την περίπτωση, δεν θα ήταν υπεύθυνος για την πράξη του …

Εμείς, οι Χριστιανοί, αναγνωρίζουμε τον άνθρωπο ως ηθικά ελεύθερο, που ελέγχει τη δική του θέληση και τις πράξεις του και, ως εκ τούτου, υπεύθυνο για αυτά ενώπιον της Αλήθειας του Θεού. Και αυτή η ελευθερία είναι το μεγαλύτερο δώρο που έδωσε στον άνθρωπο ο Θεός, ο Οποίος ζητά από αυτόν όχι μηχανική υπακοή, αλλά ελεύθερη υιική υπακοή της αγάπης. Και ο ίδιος ο Κύριος επιβεβαίωσε αυτή την ελευθερία λέγοντας: «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι»[5], ενώ και στην Παλαιά Διαθήκη είπε μέσω του Προφήτη [Μωϋσή]: «Ἰδοὺ δέδωκα πρὸ προσώπου σου σήμερον τὴν ζωήν καὶ τὸν θάνατον, τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ κακόν. …ἔκλεξαι τὴν ζωὴν σύ, ἵνα ζήσῃς σὺ καὶ τὸ σπέρμα σου»[6].


[1] Αιτιοκρατία ή ντετερμινισμός είναι η θεωρία που παραδέχεται ότι όλα όσα συμβαίνουν στον κόσμο γίνονται σύμφωνα με κάποια αιτία, που την ακολουθεί αναγκαστικά πάντα το ίδιο αποτέλεσμα. Το αντίθετο της θεωρίας αυτής είναι η αναιτιοκρατία ή ιντετερμινισμός, θεωρία κατά την οποία η βούληση είναι ανεξάρτητη από αίτια ή ελατήρια.

[2] Μπαρούχ Σπινόζα (1632-1677). Διάσημος Ολλανδός φιλόσοφος εβραϊκής καταγωγής, ο οποίος για τις ουσιαστικά αθεϊστικές του απόψεις αφορίστηκε από την Συναγωγή από τους ομοθρήσκους του.

[3] «Ὡς ἐλεύθεροι, καὶ μὴ ὡς ἐπικάλυμμα ἔχοντες τῆς κακίας τὴν ἐλευθερίαν, ἀλλ᾿ ὡς δοῦλοι Θεοῦ».

[4] «Ὑπέρογκα γὰρ ματαιότητος φθεγγόμενοι δελεάζουσιν ἐν ἐπιθυμίαις σαρκὸς ἀσελγείαις τοὺς ὄντως ἀποφυγόντας τοὺς ἐν πλάνῃ ἀναστρεφομένους, ἐλευθερίαν αὐτοῖς ἐπαγγελλόμενοι, αὐτοὶ δοῦλοι ὑπάρχοντες τῆς φθορᾶς· ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτῳ καὶ δεδούλωται».

[5] Ματθ. ιϛ΄ 24.

[6] Δευτ. λ΄ 15, 19.

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2022

ΠΕΡΙ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ


Και αυτό γίνεται φανερό από την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου

47. Η εγκατάλειψη των αγωνιστών από το Θεό συνήθως γίνεται εξαιτίας κενοδοξίας ή κατακρίσεως του πλησίον ή επάρσεως για τις αρετές τους. Όποιο απ' αυτά τα τρία πλησιάσει και κυριαρχήσει στις ψυχές των αγωνιζομένων, προξενεί την εγκατάλειψη του Θεού. Και δε θα διαφύγουν τη δίκαιη καταδίκη για τις πτώσεις αυτές, μέχρις ότου διώξουν την αιτία της εγκαταλείψεως και καταφύγουν στο ύψος της ταπεινοφροσύνης. 48. Ακαθαρσία της καρδιάς και σπίλωση της ψυχής δεν είναι μόνο η παρουσία εμπαθών νοημάτων, αλλά και το να υπερηφανεύεται κανείς για το πλήθος των κατορθωμάτων του και να φουσκώνει για τις αρετές του και να έχει μεγάλη ιδέα πως απέκτησε σοφία και γνώση Θεού και να μέμφεται όσους αδελφούς είναι ράθυμοι και αμελείς. Και αυτό γίνεται φανερό από την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου. 49. Μη νομίζεις ότι θα απαλλαγείς από τα πάθη και ότι θα ξεφύγεις τον μολυσμό των εμπαθών νοημάτων που γεννιούνται από αυτά, εφόσον έχεις φρόνημα αγέρωχο και φουσκωμένο για τις αρετές σου. Δεν πρόκειται να αποκτήσεις αγαθούς λογισμούς ώστε να δεις την αυλή της ειρήνης, ούτε χρηστότητα και γαλήνη στην καρδιά ώστε να μπεις με χαρά στο ναό της αγάπης, έως ότου έχεις πεποίθηση στον εαυτό σου και στα έργα σου.

 Νικήτας ο Στηθάτος (Όσιος)

 

και προσκαλούν πάλι τη ψυχή σε φιλία και οικειότητα μαζί τους

Πάρα πολύ βοηθά το μίσος κατά των δαιμόνων στη σωτηρία μας και είναι κατάλληλο για την εργασία της αρετής. Κι όμως αυτό το μίσος, δεν μπορούμε να το ανατρέφομε και να το αυξάνομε μέσα μας σαν ένα καλό γέννημα, επειδή τα φιλήδονα πονηρά πνεύματα το διασκορπίζουν και προσκαλούν πάλι τη ψυχή σε φιλία και οικειότητα μαζί τους. Αλλά αυτή τη φιλία ή μάλλον τη δυσκολοθεράπευτη γάγγραινα, ο Γιατρός των ψυχών τη θεραπεύει με την εγκατάλειψη. επιτρέπει να πάθομε κάτι φοβερό από αυτούς νύχτα και ημέρα. Και έπειτα η ψυχή ξαναγυρίζει στο αρχικό μίσος κατά των δαιμόνων, μαθαίνοντας να λέει προς τον Κύριο όπως ο Δαβίδ: «Τους μισούσα με μίσος τέλειο, έγιναν εχθροί μου»(22). Γιατί μισεί με τέλειο μίσος τους δαίμονες, εκείνος ο οποίος μήτε με πράξη μήτε με τη διάνοια αμαρτάνει, και αυτό είναι αλάνθαστο γνώρισμα της μέγιστης και πρώτου βαθμού απάθειας.

 Ευάγριος ο Ποντικός

 

μη σου φανεί ανεξήγητο και παράδοξο

53. Αν έπεσες από εγκατάλειψη του Θεού σε πτώση σαρκική ή της γλώσσας ή του λογισμού, παρόλο που περνούσες ζωή επίπονη και τραχύτατη, μη σου φανεί ανεξήγητο και παράδοξο. Γιατί η πτώση είναι δική σου και οφείλεται σε σένα. Αν δηλαδή εσύ πρώτα δε σχημάτιζες —όπως δεν έπρεπε— κάποια κούφια και μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου, ή δεν υπερηφανευόσουν από αλαζονικό φρόνημα σε βάρος άλλου, ή δεν έκρινες κάποιον για την ανθρώπινη αδυναμία του, δεν θα σε εγκατέλειπε με δίκαιη απόφαση ο Θεός, και δε θα μάθαινες έτσι την αδυναμία σου. Την έμαθες λοιπόν, για να μάθεις έτσι να μην κρίνεις, να μην έχεις φρόνημα υψηλότερο απ' ό,τι πρέπει να έχεις και να μην υπερηφανεύεσαι κατά των άλλων.

 Νικήτας ο Στηθάτος (Όσιος)

 

Νήψη είναι μια μόνιμη σταθεροποίηση του λογισμού και στάση του στην πύλη της καρδιάς

Νήψη είναι μια μόνιμη σταθεροποίηση του λογισμού και στάση του στην πύλη της καρδιάς. βλέπει και ακούει τους κλέφτες λογισμούς να έρχονται, δηλαδή τι λένε και τι κάνουν οι ανθρωποκτόνοι δαίμονες. Και ποια είναι η μορφή που χάραξαν και όρθωσαν οι δαίμονες και η οποία προσπαθεί με τη φαντασία να εξαπατήσει το νου. Αυτά λοιπόν αν μας απασχολούν φιλόπονα, μας φανερώνουν, αν θέλομε, με εξαιρετική πληρότητα την πείρα του νοητού πολέμου. 7. Τη νήψη τη γεννά ο διπλός φόβος: τόσο οι εγκαταλείψεις από το Θεό, όσο και οι πειρασμοί που έρχονται για παιδαγωγία. Και είναι αυτή μια συνεχής παρουσία της προσοχής μέσα στην ηγεμονική δύναμη (το νου) του ανθρώπου που προσπαθεί να φράξει την πηγή των κακών λογισμών και έργων. Γι’ αυτό έρχονται και οι εγκαταλείψεις και οι αναπάντεχοι εκ μέρους του Θεού πειρασμοί προς διόρθωση του βίου μας. Και μάλιστα σ’ εκείνους που γεύθηκαν την ανάπαυση που δίνει το αγαθό της νήψεως και κατόπιν πέφτουν στην αμέλεια. Η νήψη που τηρείται συνεχώς γεννά τη συνήθεια. Η συνήθεια προκαλεί κάποια φυσική πυκνότητα στη νήψη. Κι αυτή γεννά ήρεμη θεωρία του νοητού πολέμου με τα χαρακτηριστικά του. τη διαδέχεται επίμονη ευχή του Ιησού και έπειτα γλυκιά ηρεμία του νου χωρίς φαντασίες και μια κατάσταση ενώσεως με τον Ιησού.

 Ησύχιος ο Πρεσβύτερος (Άγιος)

 

Στο νου που υψηλοφρονεί, δίκαια επέρχεται οργή

16. Στο νου που υψηλοφρονεί, δίκαια επέρχεται οργή, δηλαδή εγκατάλειψη, όπως ειπώθηκε· παραχώρηση δηλαδή να ενοχλείται από τους δαίμονες κατά τη θεωρία, για να συναισθανθεί την φυσική ασθένειά του και να γνωρίσει καλά τη θεία δύναμη και χάρη που τον σκεπάζει και κατορθώνει κάθε αγαθό, και τέλος να ταπεινωθεί και να απομακρύνει εντελώς το αλλόκοτο και παρά φύση υπερήφανο φρόνημα, ώστε να μην επέλθει σ' αυτόν η άλλη οργή, η αφαίρεση δηλαδή των χαρισμάτων που του δόθηκαν, αφού θα έχει ταπεινωθεί και θα έχει έρθει σε συναίσθηση Εκείνου που χορηγεί τα καλά. 17. Εκείνος που με το πρώτο είδος της οργής, δηλαδή της εγκαταλείψεως, δε σωφρονίστηκε, ώστε να έρθει σε ταπείνωση, θεωρώντας την δάσκαλο της θεογνωσίας, αυτός δέχεται το δεύτερο είδος της οργής, η οποία του αφαιρεί την ενέργεια των χαρισμάτων και τον αφήνει έρημο από τη δύναμη που τον φρουρούσε πρωτύτερα. Γιατί λέει ο Θεός για τον αχάριστο Ισραήλ: «Θα αφαιρέσω το περίφραγμά του και θα παραδοθεί στη διαρπαγή, θα χαλάσω τον τοίχο του και θα καταπατηθεί· θα εγκαταλείψω το αμπέλι μου και δε θα κλαδευτεί ούτε θα σκαφτεί· θα μείνει χέρσο και θα γεμίσει αγκάθια και θα δώσω διαταγή στα σύννεφα να μη βρέξουν πάνω του»(Ησ. 5, 5-6).

Μάξιμος ο Ομολογητής

 

ώσπου να εννοήσει την αδυναμία του

81. Εκείνος που έδωσε θεληματικά τον εαυτό του στους κόπους των αρετών και βαδίζει με θέρμη το δρόμο της ασκήσεως, αξιώνεται να λάβει μεγάλες δωρεές από το Θεό. Προχωρώντας προς το μέσο της τελειότητας, έρχεται σε θεϊκές αποκαλύψεις και οπτασίες και γίνεται όλος τόσο φωτοειδής και σοφός, όσο επιτείνεται ο κάματος των αγώνων του. Όσο πάλι ανεβαίνει προς το ύψος της θεωρίας, τόσο σηκώνει εναντίον του πιο πολύ το φθόνο των ολεθρίων δαιμόνων γιατί αυτοί δεν υποφέρουν να βλέπουν άνθρωπο να μεταβάλλεται σε αγγελική φύση, γι' αυτό και ακονίζουν στα κρυφά εναντίον του το οξύ βέλος της οιήσεως. Αν λοιπόν καταλάβει την πανουργία και καταφύγει στο οχυρό της ταπεινώσεως, κατηγορώντας τον εαυτό του, ξεφεύγει τον όλεθρο της υπερηφάνειας και εισάγεται στα λιμάνια της σωτηρίας. Διαφορετικά, εγκαταλείπεται από το Θεό και παραδίνεται σε πνεύματα που τον ζητούν για να παιδευθεί ακούσια, αφού δεν προτίμησε τη θεληματική παίδευση. Αυτά τα πνεύματα είναι φιλήδονα και φιλόσαρκα, πονηρά και θυμώδη, και τον ταπεινώνουν με τις σφοδρές επιθέσεις τους, ώσπου να εννοήσει την αδυναμία του· και αφού θρηνήσει και απαλλαγεί από την παίδευση, θα λέει όπως ο Δαβίδ: «Μου έκανε πολύ καλό που με ταπείνωσες, για να μάθω το θέλημά Σου»(Ψαλμ. 118, 71). 

Νικήτας ο Στηθάτος (Όσιος)

Κυριακή 19 Ιουνίου 2022

ΚΥΡΙΑΚH ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ 2022 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 


ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ 2022 (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)


IMG 5740

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, στολισμένη καὶ ἀγαλλομένη, τιμᾶ τὴν σύναξη πάντων τῶν ἀληθινῶν της τέκνων, ὅλων ὅσοι τίμησαν καὶ λάτρευσαν τὸν Θεὸ εἰλικρινά, ἐπωνύμων, ἀνωνύμων, Ἀποστόλων, Προφητῶν, Ἱεραρχῶν, Μαρτύρων, Ὁσίων καὶ Δικαίων. Μία ἑβδομάδα μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς ἐπὶ γῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τιμοῦμε ὅλους ἐκείνους ποὺ συγκροτοῦν τὴν οὐράνια Ἐκκλησία, τοὺς Ἁγίους μας.

   Οἱ Ἅγιοι Πάντες ἀποτελοῦν τὰ καθημερινά μας στηρίγματα. Μὲ τὴν πρεσβεία τους κρατιόμαστε στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων, παρὰ τὰ προβλήματα τῆς καθημερινότητας. Ἀποτελοῦν τοὺς ἀληθινούς μας φίλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι πάντα πρόθυμοι νὰ μᾶς συμπαρασταθοῦν στὶς δυσκολίες, πάντοτε θὰ μᾶς συμβουλεύσουν γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καὶ ποτὲ δὲν θὰ μᾶς προδώσουν. Τέλος, ἀποτελοῦν τοὺς λαμπροὺς ὁδοδεῖκτες μας. Αὐτοὺς τιμοῦμε σήμερα. 

   Βεβαίως, ἡ ἀληθινὴ τιμὴ τῶν Ἁγίων δὲν περιορίζεται στὸ σήμερα, στὶς ψαλμωδίες καὶ στὶς γιορτινὲς τράπεζες. «Τιμὴ Μάρτυρος, μίμησις Μάρτυρος» καὶ κατ’ ἐπέκτασιν τοῦ κάθε Ἁγίου, μᾶς διδάσκει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος. Τὸ γεγονὸς ὅτι ἔχουμε τοὺς Ἁγίους, τοὺς ὁποίους μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε γιὰ νὰ γίνουμε Ἅγιοι, πρέπει νὰ τὸ θεωροῦμε μεγάλη εὐλογία, διότι ἄν εἴχαμε μόνο τὸν Δεσπότη Χριστὸ νὰ μιμηθοῦμε, πολλοὶ θὰ προφασίζονταν ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι Θεός, ἐνῶ ἑμεῖς χοϊκοὶ ἄνθρωποι, ἀδύναμοι νὰ ἀνταποκριθοῦμε στοὺς νόμους ποὺ χάραξε. Τώρα, ὅμως, δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ πρόφαση, διότι καὶ οἱ Ἅγιοι χοϊκοὶ ἄνθρωποι ἦταν καὶ ὅμως κατάφεραν μὲ τὸ χοϊκό τους σῶμα νὰ κατακτήσουν τὸν Οὐρανό. Πώς κατάφεραν αὐτὸ τὸν ὑψηλὸ στόχο καὶ πώς διακρίθηκαν ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους κερδίζοντας τὸν χαρακτηρισμὸ «Ἅγιοι»;

   ρχικά, πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι Ἅγιοι γίναμε ὅλοι ὅσοι βαπτισθήκαμε στὸ Ὅνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Ὑιοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δυστυχῶς, ὅμως, τὴν Ἁγιότητα τὴν χάνουμε στὴν πορεία τῆς ζωῆς μας μὲ τὶς ἁμαρτίες μας. Αὐτό, λοιπόν, ποὺ κατάφεραν οἱ Ἅγιοι εἶναι νὰ διατηρήσουν τὴν Ἁγιότητα καὶ ἄν ποτὲ συνέβη νὰ μολυνθοῦν ὡς ἄνθρωποι, προσέτρεχαν στὸ δεύτερο Βάπτισμα, στὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως.

   Μετὰ τὸ Βάπτισμα -ποὺ ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ τῆς Ἁγιότητας- τὴν θέση παίρνει ἡ ὁμολογία, γιὰ τὴν ὁποία ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα. Μᾶς λέει ὁ Κύριος: ἐκεῖνον ποὺ θὰ μὲ ὁμολογήσει ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, θὰ τὸν ὁμολογήσω κὶ ἐγὼ μπροστὰ στὸν Οὐράνιο Πατέρα, ἐνῶ ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἀρνηθεῖ, θὰ τὸν ἀρνηθῶ κὶ ἐγώ. Ὁ Χριστὸς ζητᾶ ἀπὸ ἑμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς νὰ εἴμαστε Χριστιανοὶ ὄχι μόνο στὰ λόγια, ἀλλὰ καὶ στὶς πράξεις. Ὅταν κάνει λόγο γιὰ ὁμολογία δὲν ἐννοεῖ μόνο τὴν ὁμολογία ἐνώπιον τῶν τυράννων. Μποροῦμε νὰ ὁμολογήσουμε τὴν πίστη μας μέσα ἀπὸ καθημερινές, ἀπλὲς πράξεις: συμμετέχοντας στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, προσευχόμενοι στὸ σπίτι μας, διατηρώντας ἄσβεστο τὸ καντήλι στὰ εἰκονίσματα, θυμιάζοντας, κάνοντας τὸν Σταυρό μας ἔξω ἀπὸ τὸν Ναό, ἀρνούμενοι νὰ συμμετάσχουμε σὲ ὅ,τι παραβαίνει τὶς ἀρχές μας. Ὅλα αὐτά, ὅμως, ὄχι γιὰ τὰ μάτια τοῦ κόσμου, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη κρύβεται μέσα στὴν ἀληθινὴ ὁμολογία τὴν ὁποία, δυστυχῶς, πολλοὶ ἔχουν παρερμηνεύσει. Οἱ Ἅγιοι ὁδηγήθηκαν στὴν ὁμολογία ὡς ἀληθινοὶ ἐκφραστὲς τοῦ Εὐαγγελικοῦ Λόγου. Δὲν ἔκαναν ὁμολογία γιὰ νὰ φανοῦν καλύτεροι ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους. Ἡ ὁμολογία εἶναι κάτι τὸ ἱερὸ καὶ δὲν σχετίζεται μὲ τοὺς μωρολογητὲς τῶν ἡμερῶν μας. Αὐτοί, γιὰ τὸ καλὸ τῆς ψυχῆς τους, πρέπει νὰ ἀνατρέξουν στὸν ὅντως ὁμολογητή, Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, ὁ ὁποῖος λέει: πρῶτα πρέπει νὰ καθαρισθοῦμε πνευματικὰ καὶ ἔπειτα νὰ καθαρίσουμε τοὺς ἄλλους. Ἡ μεγαλύτερη ὁμολογία δὲν εἶναι νὰ μάθουν οἱ πάντες ὅτι εἴμαστε Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ; Πώς θὰ τὸ μάθουν αὐτό; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴ δίνει ὁ ἴδιος ὁ Θεός: ὅταν ἔχουμε ἀγάπη ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλο («ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστέ, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»). 

   Στὴ συνέχεια τοῦ Εὐαγγελικοῦ Ἀναγνώσματος ὁ Χριστὸς ἀναφέρει ἄλλο ἕνα χαρακτηριστικὸ τὸ ὁποῖο εἶχαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι καὶ καλούμαστε νὰ ἀποκτήσουμε κὶ ἑμεῖς∙ αὐτὸ εἶναι ἡ προθυμία νὰ θυσιάσουμε τὰ πάντα, ἀκόμη καὶ τὸν ἴδιο μας τὸν ἑαυτό, γιὰ τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος λέει: ἐκεῖνος ποὺ θὰ ἀγαπήσει τὸν πατέρα ἤ τὴν μητέρα του, ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο περισσότερο ἀπὸ ὅσο ἀγαπᾶ ἑμένα, δὲν μοῦ εἶναι ἄξιος. Νομίζουμε αὐστηρὰ αὐτὰ τὰ λόγια; Ὅταν, ὅμως, κοιμηθεῖ ὁ πατέρας μας ἤ ἡ μητέρα μας, ἤ χάσουμε τὴν περιουσία μας, στὸν Χριστὸ δὲν προσφεύγουμε γιὰ παρηγοριά; Καὶ αὐτὸ γιατί; Διότι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μεγαλύτερος Πατέρας μας, ὁ Φίλος μας, ὁ Ἀδελφός μας. Κάθε τι τὸ ὁποῖο θέλουμε εἶναι ὁ Χριστὸς γιὰ ἑμᾶς. Δὲν εἶναι, ἐπομένως, δίκαιο νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο; Ἄν, ἀντιθέτως, προσφέρουμε περισσότερη ἀγάπη στὰ οἰκεῖα πρόσωπα, στὴν ἐργασία μας, στὸ σπίτι μας, ἀπὸ ὅτι στὸν Κύριο, δὲν Τοῦ εἴμαστε ἄξιοι καὶ χάνουμε τὴν εὐλογία Του. Ἄν στὴν πραγματικότητα ἀγαποῦμε καὶ θέλουμε τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων μας, πρέπει νὰ ἐκφράσουμε μεγαλύτερη ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ Ἐκεῖνος θὰ τὰ φέρει ὅλα κατ’ εὐχήν.  

γαπητοὶ ἀδελφοί,

   Οἱ Ἅγιοι Πάντες ἀπέδειξαν ὅτι ὁ δρόμος γιὰ τὴν Ἁγιότητα δὲν εἶναι ἀκατόρθωτος γιὰ ἑμᾶς, τοὺς φθαρτοὺς ἀνθρώπους. Μὲ μεθοδικότητα μποροῦμε νὰ τὸν διαβοῦμε καὶ να φτάσουμε στὸν ὑψηλὸ προορισμό. Βάπτισμα, ὀρθόδοξη ὁμολογία, μὲ θεμέλιο τὴν ἀγάπη, καὶ θυσιαστικὸ πνεῦμα∙ μὲ αὐτὰ θὰ ἐπιτύχουμε τὴν σωτηρία μας.

   λη τὴν περασμένη ἑβδομάδα ψέλναμε ὅτι ὁ Θεός, διὰ τῆς διανομῆς τῶν πυρίνων γλωσσῶν στοὺς Ἀποστόλους, «εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσεν». Οἱ Ἅγιοι ἀπολαμβάνουν τὴν ἑνότητα στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Καθῆκον ὅλων μας νὰ ἑνωθοῦμε μὲ ἐκείνους, ἀλλὰ καὶ μεταξύ μας ἐν Χριστῷ.

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος