† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

Ὁ Ἀόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

 

Ἀπόδοση στὴ νέα Ἑλληνική: Ἱερομόναχος Βενέδικτος
Ἔκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου,
Νέα Σκήτη, Ἅγιον Ὄρος


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Καὶ δικαιότατη καὶ αὐτὴ ποὺ πρέπει εἶναι ἡ ἐπωνυμία ποὺ παίρνει τὸ ψυχωφελέστατο βιβλίο. Γιατὶ ἂν καὶ πολλὰ ἀπὸ τὰ ἱερὰ καὶ θεόπνευστα βιβλία τῆς Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης, ὠνομάσθηκαν ἀμέσως ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἴδια πράγματα, ποὺ διδάσκουν (ἔτσι, γιὰ παράδειγμα, ἡ Γένεσις τοῦ Μωϋσῆ ὠνομάστηκε, ἐπειδὴ ἀναφέρει γιὰ τὴν ἀπὸ τὸ μηδὲν γέννησι καὶ Δημιουργία καὶ τὰ τέσσερα Εὐαγγέλια, γιατὶ ἰστοριογραφοῦν τὰ καλὰ καὶ σωτηριώδη μηνύματα τῶν ἀνθρώπων. Ποιὸς δὲν βλέπει γιατί καὶ αὐτὸ ἐδῶ τὸ βιβλίο ὠνομάσθηκε κατάλληλα Ἀόρατος Πόλεμος, ἀπὸ αὐτὴν ἀμέσως τὴν ὕλη καὶ τὶς ὑποθέσεις μὲ τὶς ὁποῖες ἀσχολεῖται;

Γιατὶ διδάσκει αὐτή, (ὄχι γιὰ κάποιον ἀντιληπτὸ καὶ ὁρατὸ πόλεμο, ὄχι γιὰ ἐχθροὺς σωματικοὺς καὶ ὀφαλμοφανεῖς, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἀόρατο πόλεμο ποὺ γίνεται στὸ μυαλό, στὸν ὁποῖο παίρνει μέρος κάθε χριστιανός, ἀμέσως ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ βαπτισθῇ καὶ ὑποσχεθῇ ἀπέναντι στὸν Θεό, νὰ πολεμάῃ σὲ αὐτὸν μέχρι νὰ πεθάνῃ, γιὰ χάρι τοῦ θείου αὐτοῦ ὀνόματος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν πόλεμο, παραβολικὰ γράφτηκε στοὺς Ἀριθμούς... Γι᾿ αὐτὸ λέγεται στὸ βιβλίο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΥΡΙΟΥ (Ἀριθμ. 21,14), καὶ διδάσκει γιὰ ἐχθροὺς ἀσώματους καὶ ἀφανεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι τὰ διάφορα πάθη, οἱ θελήσεις τῆς σάρκας καὶ οἱ πονηροὶ δαίμονες, οἱ ὁποῖοι μισοῦν τοὺς ἀνθρώπους καὶ δὲν σταματᾶνε ἡμέρα καὶ νύκτα νὰ μᾶς πολεμᾶνε. Ὅπως εἶπε ὁ μακάριος Παῦλος «δὲν ἔχουμε νὰ παλαίψουμε μὲ ἀνθρώπους, ἀλλὰ μὲ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες, δηλαδὴ μὲ τοὺς κυρίαρχους τοῦ κόσμου τούτου, τὰ πονηρὰ πνεύματα ποὺ βρίσκονται ἀνάμεσα στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό». (Ἐφεσ. 6,12).

Καὶ οἱ στρατιῶτες ποὺ πολεμοῦν σὲ αὐτὸ τὸν πόλεμο εἶναι ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὅπως μαθαίνουμε ἀπὸ αὐτὸ τὸ βιβλίο. Ἀρχιστράτηγος τῶν χριστιανῶν παρουσιάζεται ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, περιτριγυρισμένος μὲ ὅλους τοὺς χιλιάρχους καὶ ἑκατοντάρχους, δηλαδὴ μὲ ὅλα τὰ τάγματα τῶν «Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἁγίων»· πεδίο ἀγῶνα καὶ τόπος καὶ πολεμήστρα, μέσα στὸν ὁποῖο ὁ πόλεμος αὐτὸς γίνεται, εἶναι ἡ ἴδια ἡ καρδιὰ καὶ ὅλος ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος, καὶ χρόνος τοῦ πολέμου εἶναι ὅλη μας ἡ ζωή.

Ποιά πάλι εἶναι τὰ ὅπλα, μὲ τὰ ὁποῖα ἐξοπλίζει τοὺς στρατιῶτες του ὁ Ἀόρατος αὐτὸς Πόλεμος; Ἀκοῦστε· ἡ περικεφαλαία αὐτῶν καὶ τὸ σκουτάρι, εἶναι ἡ ἐκπληρωμένη δυσπιστία καὶ ἡ ἀπελπισία τοῦ ἑαυτοῦ τους. Ἡ σημαία τους καὶ τὸ σιδερένιο πουκάμισο, εἶναι τὸ θάρρος πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ βέβαιη ἐλπίδα. Ὁ θώρακας καὶ τὸ περιστήθιό τους, εἶναι ἡ μελέτη τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου. Ἡ ζώνη τους εἶναι ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὰ σαρκικὰ πάθη. Τὰ ὑποδήματά τους, εἶναι ἡ ταπείνωσις καὶ ἡ ἐπίγνωσις τῆς ἀσθένειάς τους. Ἡ ἀσπίδα, δηλαδὴ τὸ καλκάνι τους, εἶναι ἡ ὑπομονὴ στοὺς πειρασμοὺς καὶ ἡ ἀπομάκρυνσις τῆς ἀμέλειας. Ἡ μάχαιρα, ποὺ κρατᾶνε ἀπὸ τὸ ἕνα χέρι, εἶναι ἡ ἱερὰ προσευχή, τόσο ἡ λεγόμενη νοερὰ καὶ προφορική, ὅσο καὶ αὐτὴ ποὺ γίνεται μὲ τὴν μελέτη. Καί, τρίλογχο κοντάρι, ποὺ κρατοῦνε ἀπὸ τὸ ἄλλο χέρι, εἶναι τὸ νὰ μὴ κάνουν συγκατάθεσι στὸ πάθος, ποὺ τοὺς πολεμεῖ, νὰ τὸ διώχνουν μὲ ὀργὴ καὶ νὰ τὸ μισοῦν καὶ νὰ τὸ συχαίνωνται ἀπὸ τὴν καρδιά τους. Τροφή τους, ἀπὸ τὴν ὁποία παίρνουν γιὰ νὰ δυναμώνουν ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, εἶναι ἡ συνεχὴς μετάληψις τῆς θείας Κοινωνίας, τόσο τῆς θείας μυσταγωγίας τοῦ θυσιαστηρίου, ὅσο καὶ τῆς νοερᾶς, καὶ ἀέρας φωτεινὸς καὶ ἀνέφελος, μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο βλέπουν ἀπὸ μακριὰ τοὺς ἐχθρούς, εἶναι ἡ παντοτινὴ γύμνασις τοῦ νοῦ στὸ νὰ γνωρίζῃ σωστὰ τὰ πράγματα καὶ ἡ παντοτεινὴ γύμνασις τῆς θελήσεως, στὸ νὰ θέλῃ μόνον νὰ εὐαρεστῇ τὸ Θεό, καὶ ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς καὶ ἡ ἡσυχία.

Ἐδῶ, ἐδῶ σὲ αὐτὸν τὸν Ἀόρατο Πόλεμο, ἢ νὰ ποῦμε καλύτερα, σὲ αὐτὸν τὸν Πόλεμο τοῦ Κυρίου, μαθαίνουν οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ τὶς διαφόρες ἀπάτες, τὶς κάθε εἴδους μηχανοραφίες, τὰ δύσκολα στρατηγήματα καὶ τὶς τέχνες ποὺ μεταχειρίζονται ἐναντίον αὐτῶν οἱ νοητοὶ ἐχθροὶ μέσα ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις, μέσα ἀπὸ τὴν φαντασία, μέσα ἀπὸ τὴν στέρησι τῆς εὐλαβείας καὶ μάλιστα, μέσα ἀπὸ τὶς τέσσερες προσβολές, ποὺ φέρνουν τὸν καιρὸ τοῦ θανάτου, τῆς ἀπιστίας, λέω, τῆς ἀπογνώσεως, τῆς κενοδοξίας καὶ τῆς μεταμορφώσεώς των σὲ φωτεινοὺς Ἀγγέλους. Καὶ στὴ συνέχεια, μελετᾶνε καὶ αὐτοί, πῶς νὰ λύνουν καὶ νὰ ἀντιπολεμοῦν, αὐτὲς τὶς μηχανὲς τῶν ἐχθρῶν. Καὶ ἐδῶ διδάσκονται, ποιά τάξι καὶ ποιό νόμο πρέπει νὰ κρατοῦν καὶ πόσο γενναῖα νὰ πολεμοῦν. Καὶ γιὰ νὰ πῶ μὲ συντομία, ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτὸ κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾷ τὴν σωτηρία του, μαθαίνει πῶς νὰ νικήσῃ τοὺς ἀόρατους ἐχθρούς του, γιὰ νὰ ἀποκτήσῃ κούρση καὶ θησαυρούς, δηλαδὴ ἀρετὲς θεῖες καὶ ἀληθινὲς καὶ γιὰ νὰ πάρει βραβεῖο καὶ στεφάνι ἁμαράντινο, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τὸ Θεὸ καὶ στὸ τωρινὸ αἰῶνα καὶ στὸ μέλλοντα.

Δεχθεῖτε λοιπὸν αὐτὸ τὸ βιβλίο, φιλόχριστοι ἀναγνῶστες, μὲ χαρὰ καὶ εὐνοϊκὰ καὶ μάθετε ἀπὸ αὐτὸ τὴν τέχνη τοῦ Ἀόρατου Πολέμου· φροντίστε ὄχι μόνο νὰ πολεμῆτε ἁπλά, ἀλλὰ νὰ πολεμῆτε καὶ νόμιμα καὶ ὅπως πρέπει, γιὰ νὰ στεφανωθῆτε. Ἐπειδή, κατὰ τὸν Ἀπόστολο «ἐὰν καὶ ἀθλῆται κανείς, δὲν στεφανώνεται, ἂν δὲν ἀθλήσῃ νόμιμα» (Β´ Τιμόθ. 5)». Ἐξοπλισθῆτε μὲ τὰ ὅπλα ποὺ σᾶς διδάσκει, γιὰ νὰ θανατώσετε μὲ αὐτὰ τοὺς νοητοὺς καὶ ἀόρατους ἐχθρούς σας, οἱ ὁποῖοι εἶναι τὰ πάθη ποὺ φθείρουν τὴν ψυχὴ καὶ οἱ δαίμονες ποὺ εἶναι οἱ δημιουργοὶ αὐτῶν τῶν παθῶν. «Ντυθῆτε τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ ἀντισταθῆτε στὰ τεχνάσματα τοῦ διαβόλου» (Ἐφεσ. 3,10). Νὰ θυμᾶστε ὅτι ὑποχεσθήκατε στὸ ἅγιο βάπτισμα ὅτι ἀπαρνῆσθε καὶ πολεμᾶτε τὸν σατανᾶ καὶ ὅλα τὰ ἔργα του καὶ κάθε λατρεία του καὶ κάθε ἁμαρτία του, τὰ ὁποῖα ἔργα του εἶναι αὐτὰ τῆς φιληδονίας, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιλαργυρίας καὶ τὰ ὑπόλοιπα πάθη. Ὁπότε καὶ νὰ ἀγωνίζεστε, ὅσο μπορεῖτε, γιὰ νὰ κατατροπώσετε, γιὰ νὰ τὸν ντροπιάσετε καὶ γιὰ νὰ τὸν νικήσητε μὲ ὅλη σας τὴν τελειότητα. Ποιὰ δὲ εἶναι ἡ πληρωμὴ καὶ ὁ μισθός, ποὺ ἔχετε νὰ πάρετε γιὰ αὐτὴ τὴ νίκη σας; Πολὺς καὶ μεγάλος. Καὶ ἀκοῦστε αὐτὸ αὐτολεξεί ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ στόμα τοῦ Κυρίου, ὁποὺ μᾶς τὸ ὑπόσχεται στὴν Ἱερὴ Ἀποκάλυψι. «Σὲ ὅποιον νικήσει θὰ τοῦ δώσω νὰ φάῃ τὸν καρπὸ ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς ζωῆς, ποὺ βρίσκεται στὸν παράδεισο τοῦ Θεοῦ μου» (κεφ. 2,7). «Τὸν νικητὴ δὲν θὰ τὸν πειράξη ὁ δεύτερος θάνατος» (Ἀποκ. 2,11). «Σὲ ὅποιον νικήσῃ θὰ τοῦ δώσω ἀπὸ τὸ κρυμμένο μάννα» (Ἀποκ. 2,17). «Στὸ νικητὴ θὰ τοῦ δώσω τὴν ἐξουσία ποὺ κι ἐγὼ πῆρα ἀπὸ τὸν Πατέρα μου κι ἀκόμη θὰ τοῦ δώσω τὸ ἄστρο τὸ πρωινό» (Ἀποκ. 2,28). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν ντύσῃ ὁ Θεὸς μὲ τὰ λευκὰ ροῦχα τῆς νίκης· δὲν θὰ διαγράψω τὸ ὄνομά του ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καὶ θὰ τὸν ἀναγνωρίζω ὡς δικό μου μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀγγέλους του» (Ἀποκ. 3,5). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν κάνω στῦλο στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ μου» (Ἀποκ. 3,12). «Τὸν νικητὴ θὰ τὸν βάλω νὰ καθίσῃ μαζί μου στὸν θρόνο μου» (Ἀποκ. 3,21). «Ὁ νικητὴς θὰ τὰ κληρονομήσῃ ὅλα, κι ἐγὼ θὰ εἶμαι Θεός του κι αὐτὸς παιδί μου» (Ἀποκ. 21,7).

Βλέπετε ἀξιώματα; βλέπετε μισθούς; βλέπετε τὸ ὀκταπλάσιο αὐτὸ στεφάνι, τὸ ὁποῖο εἶναι γεμάτο ἄνθη καὶ ἁμαράντινο, ἀλλὰ πολλὰ περισσότερα στεφάνια θὰ σᾶς πλέξουν ἀδελφοί, ἂν νικήσετε τὸν διάβολο· σὲ αὐτὸ λοιπὸν μαθητεύετε, στὸ νὰ ἀγωνίζεστε καὶ νὰ ἐγκρατεύεστε «γιὰ νὰ μὴ πάρη κανένας τὸ στεφάνι σας» (Ἀποκαλ. 3,11). Γιατὶ, εἶναι ἀλήθεια, ὅτι εἶναι ντροπὴ μεγάλη, ἐκεῖνοι μὲν ποὺ ἀγωνίζονται στοὺς σωματικοὺς καὶ ἐξωτερικοὺς ἀγῶνες καὶ στὰ πένταθλα νὰ ἐγκρατεύωνται ἀπὸ ὅλα, γιὰ νὰ πάρουν ἕνα φθαρτὸ στεφάνι ἀπὸ ἀγριελιά, ἢ σέλινο ἢ ἀπὸ κλαδὶ κουκουναριᾶς, ἢ φοινικιᾶς ἢ δάφνης ἢ μυρσίνης ἢ κάποιου ἄλλου φυτοῦ. Καὶ ἐσεῖς ποὺ ἔχετε νὰ πάρετε τέτοιο ἄφθαρτο στεφάνι, νὰ περνᾶτε μὲ ἀμέλεια καὶ ἀδιαφορία τὴν ζωή σας. Καὶ ἂς σᾶς πείσῃ σὲ αὐτὸ ὁ Παύλος ποὺ λέει «Δὲν γνωρίζετε ὅτι οἱ δρομεῖς ὅλοι τρέχουν στὸ στάδιο, ἕνας ὅμως λαμβάνει τὸ βραβεῖο; Τρέχετε, λοιπὸν κι ἐσεῖς ἔτσι, ὥστε νὰ κατακτήσετε τὸ βραβεῖο. Οἱ ἀθλητὲς ποὺ ἑτοιμάζονται γιὰ τὸν ἀγῶνα, ὑποβάλλονται σὲ κάθε εἴδους ἀποχή· ἐκεῖνοι γιὰ νὰ λάβουν ἕνα στεφάνι ποὺ μαραίνεται, ἐνῷ ἐσεῖς ἀμάραντο» (Α´ Κορινθ. 9,24).

Αὐτὴ λοιπὸν τὴ νίκη καὶ τὴ λαμπρότητα αὐτῶν τῶν στεφανιῶν εὔχομαι νὰ ἀπολαύσουμε· νὰ θυμηθῆτε, ἀδελφοί μου, νὰ δεηθῆτε στὸ Κύριο καὶ γιὰ τὴν συγχώρεσι τῶν ἁμαρτιῶν ἐκείνου, ποὺ ἔγινε βοηθός σας αὐτοῦ τοῦ ὡραίου, μέσα ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτῆς τῆς ἐκδόσεως· πάνω ἀπὸ ὅλα, ὅμως, θυμηθῆτε νὰ σηκώσετε τὰ μάτια στὸν οὐρανό, καὶ νὰ εὐχαριστήσετε καὶ νὰ δοξάσετε τὸν Πρωταίτιο καὶ Αὐτοδίδακτο αὐτῆς τῆς νίκης Θεὸ καὶ Ἀρχιστράτηγό σας Ἰησοῦ Χριστό, καὶ ἂς λέγῃ ὁ καθένας πρὸς αὐτὸν ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Ζοροβάβελ «Ἀπὸ ἐσένα προέρχεται ἡ νίκη.... Καὶ ἡ δόξα εἶναι δική σου, καὶ ἐγὼ δικός σου συγγενής» (Β´ Ἔσδρ. 59). Καὶ αὐτὸ τοῦ Προφήτη Δαβὶδ «Σὲ σένα ἀνήκει, Κύριε, ἡ μεγαλωσύνη, καὶ ἡ δύναμις, καὶ τὸ καύχημα, καὶ ἡ νίκη, καὶ ἡ ἐξομολόγησις, καὶ ἡ ἰσχύς» (Α´ Παραλειπ. 29,11). Τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' : Σὲ τί βρίσκεται ἡ χριστιανικὴ τελειότητα. Γιὰ νὰ τὴν ἀποκτήσῃ κάποιος, πρέπει νὰ πολεμᾷ. Τὰ τέσσερα ἀναγκαῖα σ᾿ αὐτὸν τὸν πόλεμο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β´ : Δὲν πρέπει νὰ ἐμπιστευώμαστε, οὔτε νὰ δίνουμε θάρρος ποτὲ στὸν ἑαυτό μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ´ : Ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ´ : 
Πῶς μπορεῖ νὰ γνωρίσει κάποιος ἐὰν ἐργάζεται μὲ τὴν μὴ ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό του καὶ μὲ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἐλπίδα στὸν Θεό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε´ : Τὸ λάθος ποὺ κάνουν πολλοὶ νομίζοντας ὡς ἀρετὴ τὴν μικροψυχία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ´: Ἄλλες ἐμπειρίες, μέσα ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἀποκτᾶται ἡ ἀπιστία στὸν ἑαυτό μας καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη καὶ τὸ θάρρος στὸ Θεό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ´ : Πῶς πρέπει νὰ ἐκπαιδεύουμε τὸ νοῦ μας, γιὰ νὰ τὸν φυλᾶμε ἀπὸ τὴν ἀμάθεια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η´: Γιατί δὲν διακρίνουμε σωστὰ τὰ πράγματα καὶ μὲ ποιὸν τρόπο μποροῦμε νὰ τὰ γνωρίζουμε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ´: Πῶς πρέπει νὰ φυλᾶμε τὸ νοῦ μας ἀπὸ τὴν πολυπραγμοσύνη καὶ τὴν περιέργεια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι´: Πῶς πρέπει νὰ ἐξασκοῦμε τὴ θέλησί μας γιὰ νὰ θέλῃ σὲ ὅλες μας τὶς ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικὲς πράξεις, ὡς τελειωτικὸ σκοπὸ μόνο τὴν εὐχαρίστησι τοῦ Θεοῦ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ´: Μερικὲς σκέψεις ποὺ παρακινοῦν τὴν ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου νὰ θέλῃ νὰ κάνῃ σὲ κάθε πρᾶγμα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ´Tὰ πολλὰ θελήματα καὶ οἱ ἐπιθυμίες, ποὺ ὑπάρχουν στὸν ἄνθρωπο καὶ ἡ μάχη ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσά τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ´Πῶς πρέπει νὰ πολεμᾷ κάποιος ἐναντίον τῆς παραλόγου θελήσεως τῶν αἰσθήσεων καὶ σχετικὰ μὲ τὶς πράξεις ποὺ πρέπει νὰ πραγματοποιήσῃ ἡ θέλησις, προκειμένου νὰ ἀποκτήσῃ τὶς συνήθειες τῶν ἀρετῶν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΕ´Πρέπει νὰ πολεμᾷ κανεὶς μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις καὶ παντοτεινὰ καὶ γενναῖα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΣΤ´Μὲ ποιὸ τρόπο ξημερώνοντας πρέπει νὰ βγαίνῃ στὴ μάχη τὸ πρωὶ ὁ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ πολεμᾷ.

Κυριακή 20 Μαρτίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ ὑπερηφανείας

 

ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ

Περὶ ὑπερηφανείας

(Διὰ τὴν «ἀκέφαλον» ὑπερηφάνειαν)

Η ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ εἶναι ἄρνησις τοῦ Θεοῦ, ἐφεύρεσις τῶν δαιμόνων, ἐξουδένωσις τῶν ἀνθρώπων, μητέρα τῆς κατακρίσεως, ἀπόγονος τῶν ἐπαίνων, ἀπόδειξις ἀκαρπίας, φυγαδευτήριο τῆς βοηθείας τοῦ Θεοῦ, πρόδρομος τῆς παραφροσύνης, πρόξενος πτώσεων, αἰτία τῆς ἐπιληψίας, πηγὴ τοῦ θυμοῦ, θύρα τῆς ὑποκρίσεως, στήριγμα τῶν δαιμόνων, φύλαξ τῶν ἁμαρτημάτων, δημιουργὸς τῆς ἀσπλαχνίας, ἄγνοια τῆς συμπαθείας, πικρὸς κριτής, ἀπάνθρωπος δικαστής, ἀντίπαλος τοῦ Θεοῦ, ρίζα τῆς βλασφημίας.

2. Ἀρχὴ τῆς ὑπερηφανείας εἶναι τὸ τέλος τῆς κενοδοξίας. Μέσον, ἡ ἐξουδένωσις τοῦ πλησίον, ἡ ἀναιδὴς φανέρωσις τῶν κόπων μας, ὁ ἐσωτερικὸς αὐτοέπαινος, τὸ μίσος τῶν ἐλέγχων. Καὶ τέλος, ἡ ἄρνησις τῆς βοηθείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐξύψωσις τῆς ἰδικῆς μας ἱκανότητος, ἡ δαιμονικὴ συμπεριφορά.

3. Ἂς τὸ ἀκούσωμε ὅλοι ὅσοι θέλομε νὰ διαφύγωμε αὐτὸν τὸν βαθὺ λάκκο. Πολλὲς φορὲς τὸ πάθος αὐτὸ ἀγαπᾶ νὰ τρέφεται ἀπὸ τὶς εὐχαριστίες ποὺ ἐκφράζομε στὸν Θεόν. Διότι δὲν παρουσιάζεται τόσο ἀναιδής, ὥστε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ μᾶς προτρέπῃ νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν Θεόν.

4. Εἶδα ἄνθρωπο νὰ εὐχαριστῇ τὸν Θεὸν μὲ τὸ στόμα καὶ νὰ κομπάζη μὲ τὸ ἐσωτερικὸ φρόνημα. Περὶ αὐτοῦ εἶναι ἀψευδὴς μάρτυς ἐκεῖνος ὁ Φαρισαῖος ποὺ ἔλεγε στὸν Θεὸν μὲ ἀπρεπῆ καύχησι: «Ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι»! (Λουκ. ιη´ 11).

5. Ὅπου συνέβη πτῶσις, ἐκεῖ κατασκήνωσε προηγουμένως ἡ ὑπερηφάνεια. Διότι τὸ δεύτερο εἶναι τὸ προμήνυμα τοῦ πρώτου.

6. Ἄκουσα κάποιον ἀξιοσέβαστο ἄνδρα νὰ λέγη: «Ὑπόθεσε ὅτι εἶναι δώδεκα τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας. Ἐὰν ἕνα ἀπὸ αὐτά, τὴν οἴησι, τὴν ἀγαπήσης ὁλόψυχα, αὐτὴ θὰ ἀναπληρώση τὸν τόπο καὶ τῶν ὑπολοίπων ἕνδεκα».

7. Ὁ ὑψηλόφρων μοναχὸς ἀντιλέγει μὲ σφοδρότητα, ἐνῷ ὁ ταπεινόφρων δὲν γνωρίζει οὔτε νὰ βλέπη τὸν ἄλλον ἀντιπρόσωπα. Δὲν σκύβει τὸ κυπαρίσσι νὰ βαδίσῃ στὴν γῆ, οὔτε ὁ ὑψηλοκάρδιος μοναχὸς νὰ ἀποκτήσῃ ὑπακοή.

8. Ὁ ὑψηλοκάρδιος ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ νὰ ἄρχη. Καὶ δὲν μπορεῖ ἢ μᾶλλον δὲν θέλει νὰ ὁδηγηθῇ στὴν τελικὴ ἀπώλεια μὲ κάποιον ἄλλον τυχόντα τρόπο.

9. «Ὑπερηφάνοις Κύριος ἀντιτάσσεται» (Α´ Πέτρ. ε´ 5), καὶ ποιὸς μπορεῖ ἔπειτα νὰ τοὺς ἐλεήσῃ; «Ἀκάθαρτος παρὰ Κυρίῳ πᾶς ὑψηλοκάρδιος» (Παροιμ. ιε´ 5), καὶ ποιὸς θὰ κατορθώση ἔπειτα νὰ καθαρίση ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο;

10. Παίδευσις τῶν ὑπερηφάνων εἶναι ἡ πτῶσις. Σκόλοψ αὐτῶν εἶναι ὁ δαίμων. Ἐγκατάλειψίς τους ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀπώλεια τῶν φρενῶν. Καὶ τὰ δυὸ πρῶτα πολλὲς φορὲς ἐθεραπεύθηκαν ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλὰ τὸ τελευταῖο ἀνθρωπίνως εἶναι ἀνίατο.

11. Ὅποιος ἀποκρούει τοὺς ἐλέγχους, ἐφανέρωσε ὅτι τὸ ἔχει τοῦτο τὸ πάθος, ἐνῷ ὅποιος τοὺς δέχεται, ἔχει ἐλευθερωθῆ ἀπὸ τὰ δεσμά του.

12. Ἂν ὄχι ἐξ αἰτίας ἄλλου πάθους, ἀλλὰ ἀπ᾿ αὐτὸ καὶ μόνο ἔπεσε κάποιος ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, πρέπει νὰ ἐξετάσωμε μήπως καὶ χωρὶς καμμία ἄλλη ἀρετή, ἀλλὰ μὲ τὴν ταπείνωσι μόνο μποροῦμε νὰ ἀνεβοῦμε στοὺς οὐρανούς.

13. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἀπώλεια τοῦ πλούτου καὶ τῶν ἱδρώτων τῶν πνευματικῶν. «Ἐκέκραξαν, καὶ οὐκ ἣν ὁ σῴζων», ἐπειδὴ ἀσφαλῶς θὰ ἔκραξαν μὲ ὑπερηφάνεια· «Πρὸς Κύριον, καὶ οὐκ εἰσήκουσεν αὐτῶν» (Ψαλμ. ιζ´ 42), ἐπειδὴ ἀσφαλῶς δὲν ἀπέκοπταν τὶς αἰτίες τῶν ἁμαρτιῶν κατὰ τῶν ὁποίων προσεύχονταν.

14. Ἕνας πολὺ γνωστικὸς γέρων ἐσυμβούλευσε πνευματικὰ κάποιον ὑπερήφανο ἀδελφό. Καὶ αὐτὸς τυφλωμένος τοῦ λέγει: «Συγχώρησέ με, πάτερ. Δὲν εἶμαι ὑπερήφανος». Καὶ ὁ πάνσοφος γέρων τοῦ ἀποκρίνεται: «Καὶ ποιὰ καλύτερη ἀπόδειξι θὰ μᾶς ἔδινες τοῦ πάθους σου, ἀπὸ αὐτὸ ποὺ εἶπες, τὸ «δὲν εἶμαι ὑπερήφανος»; Σὲ τέτοιους ὑπερηφάνους ἀνθρώπους προξενεῖ μεγάλη ὠφέλεια ἡ ὑποταγή, ἡ σκληρότερη καὶ ἀτιμωτικότερη διαγωγή, καθὼς καὶ ἡ ἀνάγνωσις τῶν ὑπερφυσικῶν κατορθωμάτων τῶν Πατέρων. Ἴσως ἔτσι νὰ ὑπάρξη σ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀσθενεῖς κάποια μικρὴ ἐλπίδα σωτηρίας.

15. Εἶναι ἐντροπὴ νὰ καμαρώνη κάποιος γιὰ τὸν ξένο στολισμό. Ὁμοίως εἶναι ἐσχάτη ἀνοησία νὰ ὑπερηφανεύεται κανεὶς γιὰ τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ. Ὅσα κατορθώματα ἐπέτυχες πρὶν γεννηθῆς, γι᾿ αὐτὰ μόνο νὰ ὑπερηφανεύεσαι, διότι τὰ μετὰ τὴν γέννησί σου τὰ ἐχάρισε ὁ Θεός, καθὼς ἐπίσης καὶ αὐτὴ τὴν γέννησι.

16. Ὅσες ἀρετὲς κατώρθωσες χωρὶς τὸν νοῦ καὶ τὴν λογική, αὐτὲς καὶ μόνο εἶναι ἰδικές σου, ἐφ᾿ ὅσον τὸν νοῦ καὶ τὴν λογικὴ σοῦ τὰ ἐδώρησε ὁ Θεός. Ὅσες νίκες ἐπέτυχες χωρὶς τὸ σῶμα σου, αὐτὲς καὶ μόνο ὀφείλονται στὴν ἰδική σου προσπάθεια, ἐφ᾿ ὅσον τὸ σῶμα δὲν εἶναι ἰδικό σου δημιούργημα, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ.

17. Μὴ ξεθαρρεύσης, παρὰ μόνον ὅταν δεχθῆς τὴν τελικὴ ἀπόφασι τοῦ Κριτοῦ. Καὶ νὰ παρατηρῇς ἐκεῖνο τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς, ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν ἀνάκλισί του στὸ τραπέζι τοῦ γάμου ἐδέθηκε χειροπόδαρα καὶ ὡδηγήθηκε στὸ σκότος τὸ ἐξώτερον.

18. Μὴ ἀνυψώνης τὸν αὐχένα σου, ἐνῷ εἶσαι πλασμένος ἀπὸ γῆ. Διότι πολλοὶ ἐρρίφθηκαν ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἂν καὶ ἦσαν ἅγιοι καὶ ἄϋλοι.

19. Ὅταν ὁ δαίμων καταλάβη ἔδαφος στὴν ψυχὴ τῶν ὀπαδῶν του, τότε τοὺς παρουσιάζεται, ὅταν κοιμῶνται ἢ ὅταν εἶναι ξύπνιοι, ὑπὸ τὴν μορφὴν ἁγίου Ἀγγέλου ἢ Μάρτυρος καὶ τοὺς δίδει πνευματικὰ χαρίσματα ἢ τοὺς ἀποκαλύπτει διάφορα μυστήρια· μὲ τὸν σκοπὸ νὰ ἐξαπατηθοῦν οἱ ταλαίπωροι καὶ νὰ χάσουν τελείως τὰ λογικά τους.

20. Καὶ ἂν ἀκόμη εἴχαμε ὑποστῆ μυρίους θανάτους γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, οὔτε ἔτσι θὰ ἐξεπληρώναμε τὸ χρέος μας. Διότι ἄλλο εἶναι τὸ αἷμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἄλλο τὸ αἷμα τῶν δούλων, ὄχι βέβαια ὡς πρὸς τὴν οὐσία, ἀλλὰ ὡς πρὸς τὴν ἀξία.

21. Ἂς μὴ παύσωμε ποτὲ νὰ συζητοῦμε γιὰ τοὺς πρὸ ἡμῶν Πατέρας καὶ φωστήρας, συγκρίνοντας τοὺς ἑαυτούς μας μαζί τους. Τότε θὰ διαπιστώσωμε ὅτι δὲν ἐπατήσαμε κἂν τὸ πόδι μας στὸν δρόμο τῆς πραγματικῆς μοναχικῆς ζωῆς, καὶ ὅτι δὲν ἐφυλάξαμε ὁσίως τὶς ὑποσχέσεις μας, ἀλλ᾿ ὅτι εὑρισκόμαστε ἀκόμη στὴν κατάστασι τῶν κοσμικῶν.

22. Μοναχὸς κατ᾿ ἐξοχὴν σημαίνει ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς ἀμετεώριστος καὶ σωματικὲς αἰσθήσεις ἀκινητοποιημένες. Μοναχὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ προκαλεῖ ἐναντίον του τοὺς δαίμονας σὰν ἄγρια θηρία, καὶ ποὺ ἀναγκάζοντάς τους νὰ ἀπομακρύνωνται ἀπὸ κοντά του, τοὺς παροξύνει. Μοναχὸς σημαίνει ἀδιάκοπη ἔκστασις τοῦ νοῦ καὶ ἀκατάπαυστη λύπη γιὰ τὴν παροῦσα ζωή. Μοναχὸς σημαίνει ἄνθρωπος ποὺ ἔγινε ἕνα μὲ τὶς ἀρετές, ὅπως ἕνας ἄλλος ἔγινε ἕνα μὲ τὶς ἡδονές. Μοναχὸς σημαίνει ἄσβεστο φῶς στὸν ὀφθαλμὸ τῆς καρδίας. Μοναχὸς σημαίνει ἄβυσσος ταπεινώσεως ποὺ ἐγκρέμισε καὶ ἔπνιξε μέσα της κάθε πονηρὸ πνεῦμα.

23. Τὴν λήθη τῶν ἁμαρτημάτων τὴν προκαλεῖ ἡ ὑπερηφάνεια, διότι ἡ ἐνθύμησίς των προξενεῖ ταπεινοφροσύνη.

24. Ὑπερηφάνεια σημαίνει, ἐσχάτη πτωχεία μιᾶς ψυχῆς ποὺ παρουσιάζεται κατὰ φαντασίαν ὡς πλουσία, καὶ ποὺ νομίζει ὅτι ζῆ στὸ φῶς, ἐνῷ εὑρίσκεται μέσα στὸ σκοτάδι. Ὄχι μόνο δὲν ἀφίνει τούτη ἡ μιαρὰ νὰ προοδεύη κάποιος, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ὑψηλὰ τὸν ρίχνει κάτω.

25. Ὑπερήφανος σημαίνει ρόδι σαπισμένο ἐσωτερικῶς, ποὺ ἐξωτερικῶς γυαλίζει τὸ χρῶμα του. Ὁ ὑπερήφανος μοναχὸς δὲν χρειάζεται δαίμονα, διότι γίνεται πλέον ὁ ἴδιος δαίμων καὶ ἐχθρός του ἑαυτοῦ του.

26. Ξένο εἶναι τὸ σκοτάδι ἀπὸ τὸ φῶς. Ὁμοίως ξένος εἶναι ὁ ὑπερήφανος ἀπὸ κάθε ἀρετή. Στὶς καρδιὲς τῶν ὑπερηφάνων θὰ γεννηθοῦν λογισμοὶ βλασφημίας, ἐνῷ στὶς ψυχὲς τῶν ταπεινῶν οὐράνιες θεωρίες. Ὁ κλέπτης ἀπεχθάνεται τὸ φῶς τοῦ ἡλίου καὶ ὁ ὑπερήφανος ἐξουδενώνει τοὺς πρᾴους ἀνθρώπους.

27. Πολλοὶ ὑπερήφανοι, δὲν γνωρίζω πῶς, αὐταπατήθηκαν κι ἐνόμισαν ὅτι ἔφθασαν στὸ ὕψος τῆς ἀπαθείας. Ἀλλὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου εἶδαν τὴν πτωχεία τους. Ὅποιος συνελήφθη ἀπὸ αὐτήν, δηλαδὴ τὴν ὑπερηφάνεια, μόνο στὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου μπορεῖ νὰ ἐλπίζῃ, διότι γι᾿ αὐτὸν εἶναι μάταιο νὰ περιμένη σωτηρία ἀπὸ ἀνθρώπους.

28. Συνέλαβα κάποτε τούτη τὴν ἀκέφαλο πλάνη νὰ πλησιάζη πρὸς τὴν καρδιά μου, ἀνεβασμένη ἐπάνω στοὺς ὤμους τῆς μητέρας της.

Τὶς ἔδεσα καὶ τὶς δυό μὲ τὰ δεσμὰ τῆς ὑπακοῆς, τὶς ἐμαστίγωσα μὲ τὸ μαστίγιο τῆς εὐτελείας καὶ ἔτσι τὶς ἀνέκρινα μὲ ποιὸν τρόπο εἰσέρχονται μέσα μου. Καὶ αὐτές, καθὼς ἐμαστιγώνονταν, μοῦ ἔλεγαν:

«Ἐμεῖς δὲν ἔχομε οὔτε ἀρχὴ οὔτε γέννησι, διότι εἴμαστε ἀρχηγοὶ καὶ γεννήτορες ὅλων τῶν παθῶν. Ἐμᾶς μᾶς πολεμεῖ ὑπερβολικὰ ἡ συντριβὴ τῆς καρδίας ποὺ γεννᾶται ἀπὸ τὴν ὑποταγή. Ἐμεῖς δὲν ἀνεχόμεθα κανένα νὰ μᾶς ἐξουσιάζη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅταν ἐλάβαμε ἐξουσία στοὺς οὐρανούς, ἀπεστατήσαμε ἀπὸ ἐκεῖ.

» Ἐμεῖς μὲ ἕνα λόγο γεννοῦμε ὅλα τὰ πάθη ποὺ ἀντιστρατεύονται στὴν ταπεινοφροσύνη, διότι ὅλα ὅσα τὴν εὐνοοῦν εἶναι ἀντιμέτωπά μας. Ἀλλὰ ἀφοῦ καὶ στὸν οὐρανὸ ἐσημειώσαμε νίκη, πῶς μπορεῖς ἐσὺ νὰ μᾶς ξεφύγῃς;

» Ἐμεῖς συνηθίζουμε πολλὲς φορὲς νὰ ἐμφανιζώμεθα μετὰ ἀπὸ ἀτιμίες, ἀπὸ τὴν ὑπακοή, ἀπὸ τὴν ἀοργησία, ἀπὸ τὴν ἀμνησικακία, ἀπὸ τὴν πρόθυμη διακονία.

» Τέκνα ἰδικά μας εἶναι οἱ πτώσεις τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, ἡ ὀργή, ἡ καταλαλιά, ἡ πικρία, ὁ θυμός, ἡ κραυγή, ἡ βλασφημία, ἡ ὑποκρισία, τὸ μίσος, ὁ φθόνος, ἡ ἀντιλογία, ἡ ἰδιορρυθμία, ἡ ἀπείθεια.

» Ἕνα μόνο ὑπάρχει ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ νικήσωμε, καὶ σοῦ τὸ φανερώνουμε, ἐπειδὴ μᾶς μαστιγώνεις:

» Ἐὰν κατηγορῆς διαρκῶς τὸν ἑαυτόν σου ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μὲ εἰλικρίνεια, θὰ μᾶς θεωρῆς ὡσὰν ἀράχνη. Ἵππος ἐπάνω στὸν ὁποῖο εἶμαι ἀνεβασμένη, ἐγὼ ἡ ὑπερηφάνεια, εἶναι, ὅπως βλέπεις, ἡ κενοδοξία. Ἡ ὁσία ὅμως ταπείνωσις καὶ ἡ αὐτομεμψία θὰ περιπαίξουν τὸν ἵππο καὶ τὸν ἀναβάτη του, ψάλλοντας μελῳδικὰ τὴν ᾠδὴ τῆς νίκης: «ᾌσωμεν τῷ Κυρίῳ· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται· ἵππον καὶ ἀναβάτην ἔρριψεν εἰς θάλασσαν» (Ἐξοδ. ιε´ 1) καὶ εἰς ἄβυσσον ταπεινώσεως».

Βαθμὶς εἰκοστὴ δευτέρα! Ὅποιος τὴν ἀνέβηκε, ἐνίκησε· ἐὰν βεβαίως κατώρθωσε νὰ τὴν ἀνεβῆ.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

ΠΩΣ ΝΑ ΥΠΟΜΕΝΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ (Ὃσιος Συμεῶν ὁ Νέος Θεολόγος)

 

Όσοι είναι φίλοι του Θεού, όσοι έχουν κλείσει μέσα τους τον Κύριο σαν ένα πολύτιμο θησαυρό, δέχονται με πολλή χαρά τις βρισιές και τις ατιμίες, και αγαπούν με καθαρή καρδιά, σαν ευεργέτες, αυτούς που τους αδικούν.

Ο Χριστός, ο αναμάρτητος, ραπίσθηκε άδικα από ένα δούλο, κι έτσι έγινε το πρότυπο όλων μας στην ανεκτικότητα, τη μεγαλοψυχία και τη μακροθυμία. Αλλά μόνο ραπίσθηκε; Αν πάρουμε από την αρχή τα γεγονότα της ένσαρκης οικονομίας Του, θα δούμε πως αυτή δεν είναι τίποτ' άλλο παρά μια αλυσίδα ταπεινώσεων και εξευτελισμών. Πρώτα-πρώτα ο Κύριος, όντας Θεός, καταδέχθηκε να έρθει στη γη, «μορφήν δούλου λαβών», και να ζήσει ανάμεσά μας σαν ένας άσημος και φτωχός «τέκτονος υιός». Μέχρι τα τριάντα Του χρόνια βοηθούσε τον άγιο Ιωσήφ στο ταπεινό επάγγελμα του ξυλουργού. Ύστερα, όσο κήρυττε και θαυματουργούσε, υπέμεινε το διασυρμό, τη συκοφαντία και τις επιβουλές των Φαρισαίων και Γραμματέων. Και τέλος, πιάστηκε, χλευάσθηκε, μαστιγώθηκε, ραπίσθηκε και σταυρώθηκε. Ποιος; Ο αθώος από τους φταίχτες. Ο ευεργέτης από τους ευεργετημένους. Ο Θεός από τους ανθρώπους! Και γιατί όλα τούτα; Πρώτα, για να μας σώσει, όπως όλοι ξέρουμε. Κι έπειτα, για να μας δώσει παράδειγμα, όπως γράφει ο απόστολος Πέτρος: «Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού». Όπως υπέμεινε Εκείνος όλους τους πειρασμούς και τις δοκιμασίες της ζωής, και μάλιστα την αδικία και την αχαριστία εκείνων που είχε ευεργετήσει, έτσι πρέπει να υπομένουμε κι εμείς. «Τούτο γαρ χάρις, ει δια συνείδησιν Θεού υποφέρει τις λύπας, πάσχων αδίκως», γράφει πάλι ο πρωτοκορυφαίος απόστολος. «Ποίον γαρ κλέος, ει αμαρτάνοντες και κολαφιζόμενοι υπομενείτε; Αλλ' εἰ αγαθοποιούντες και πάσχοντες υπομενείτε, τούτο χάρις παρά Θεώ» .

«Αγαθοποιών και πάσχων» ακριβώς ο Χριστός, είναι σα να λέει στον καθένα από μας: “Αν θέλεις, άνθρωπέ μου, να ζήσεις αιώνια μαζί μου, και να γίνεις «κατά χάριν Θεός», ταπεινώσου για χάρη μου, όπως ταπεινώθηκα κι εγώ για χάρη σου. Πέταξε από πάνω σου τη δαιμονική υπερηφάνεια και μη ντραπείς να υποστείς χλευασμούς και να πάθεις κάθε κακό για τις εντολές μου. Αλλιώς, θα ντραπώ κι εγώ για σένα την ημέρα της Κρίσεως. «Ος γαρ αν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους, τούτον ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται, όταν έλθη εν τη δόξη αυτού και του πατρός και των αγίων αγγέλων». Και θα προστάξω τότε τους αγγέλους μου: «Αρθήτω ο ασεβής, ίνα μη ίδη την δόξαν Κυρίου»”.

Αν λοιπόν δεν υπομείνουμε τους πειρασμούς, τότε και ο Κύριος θα μας αποδοκιμάσει στη δευτέρα παρουσία Του, γιατί προτιμήσαμε τη δόξα των ανθρώπων και δεν θελήσαμε ν' ακολουθήσουμε το παράδειγμά Του. Πώς θέλουμε να συμβασιλεύσουμε και να συνδοξασθούμε μαζί Του στη βασιλεία των ουρανών, αν δεν καταδεχόμαστε να ταπεινωθούμε από έναν άλλον άνθρωπο, εμείς, που είμαστε «γη και σποδός», τη στιγμή που ο Χριστός, ο άπειρος Θεός και δημιουργός του σύμπαντος, αυτοταπεινώθηκε, άφησε την ουράνια δόξα Του κι έγινε άνθρωπος ευτελής; Εμείς δεν καταδεχόμαστε να ταπεινωθούμε μπροστά στον αδελφό μας, που είναι ίσως ανώτερος από μας, ενώ ο Χριστός έγινε δούλος και δέχθηκε τόσες ταπεινώσεις και σταυρικό θάνατο ακόμα, από τους δούλους Του!

Ας υποθέσουμε, ότι βαδίζουμε στο δρόμο μαζί με τον Χριστό. Και μας συναντάει ένας άνθρωπος, που χτυπάει στο πρόσωπο και Εκείνον και εμάς. Ο Δεσπότης Χριστός δεν αντιδρά και δεν διαμαρτύρεται. Μπορούμε να σκεφτούμε σε τι δεινή θέση θα βρεθούμε εμείς, αν αντιδράσουμε;

Ο Κύριος είναι το υπόδειγμά μας. Και όμως, Εκείνος περιπαίζεται και δεν αγανακτεί· εμείς επαναστατούμε. Εκείνος δέχεται σταυρό και θάνατο ταπεινωτικό· εμείς δεν σηκώνουμε ούτε ένα ταπεινωτικό λόγο. Πώς λοιπόν θα γίνουμε συγκοινωνοί της δόξας Του, αφού δεν καταδεχόμαστε να γίνουμε συγκοινωνοί των παθών και των βασάνων Του; Μάταια αγωνιζόμαστε, μάταια ελπίζουμε στην αιώνια ζωή, αν δεν είμαστε αποφασισμένοι να σηκώσουμε σταυρό, όπως Εκείνος.

Δεν απομένει πάρα να Τον μιμηθούμε, με τη βεβαιότητα ότι «ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς».


(Από το βιβλίο: “ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ” Βασισμένο σε κείμενο του Οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ).

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΜΑΣ ( Ομιλία του Μητροπολίτη Λαρίσης & Πλαταμώνος κ. Κλήμεντος)

 

Σάββατο 19 Μαρτίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ ΣΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ (Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Φωτίου)

 Αποτέλεσμα εικόνας για Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ

Ἐκδήλωσις Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ - Ἐπίλογος


ὑπὸ τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Φωτίου
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Σεβαστοὶ Πατέρες,
γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Κατ' ἀρχήν, ἐπιτρέψτε μου νὰ σᾶς μεταφέρω τὶς εὐχὲς καὶ εὐλογίες τοῦ Μακαρ. Ἀρχιεπισκόπου κ. Καλλινίκου, ὁ ὁποῖος γιὰ λόγους ἀνωτέρας βίας δὲν κατέστη δυνατὸν νὰ εἶναι ἐδῶ μαζί μας παρὰ τὴν πρὸς τοῦτο μεγάλη του ἐπιθυμία. Πάντως εἶμαι βέβαιος ὅτι ἂν καὶ εἶναι φυσικῶς ἀπών, ὁπωσδήποτε εἶναι νοερῶς παρὼν καὶ συγχαίρει ὅλους ἐμᾶς γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς παρούσης ἐκδηλώσεως.
 σημερινὴ ἐκδήλωσις κατὰ κάποιον τρόπον εἶναι συνέχεια τῆς ἑορτῆς τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ δικαίως -κατόπιν Συνοδικῆς ἀποφάσεως- ἑορτάζεται σήμερον στὴν συμπρωτεύουσαν, στὴν ὁποία ἐπισκόπευσε ὁ προκάτοχός καὶ ὁμώνυμός σας Ἅγιος, Σεβ. Θεσσαλονίκης κ. Γρηγόριε.
Εἶπα ὅτι σήμερα εἶναι ἡ συνέχεια τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, διότι ἂν καὶ κατὰ τὴν προηγουμένη Κυριακὴ ἑωρτάσαμε τὸν θρίαμβον τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τῶν αἱρέσεων, σήμερα τιμοῦμε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ τὸ ὑπόδειγμα ἑνὸς ἰδανικοῦ Ἱεράρχου, χάρις στὸν ὁποῖο ἐθριάμβευσε ἡ Ὀρθοδοξία ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του.
Πράγματι στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ δέν συνυπῆρξε ἁπλῶς ὁ ἰδανικὸς συνδυασμὸς Ὀρθοδοξίας καὶ Ὀρθοπραξίας, ἀλλὰ ἐπιπλέον ὁ Ἅγιος αὐτὸς μᾶς κατέλειπε καὶ τὴν μέθοδο γιὰ νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς κοινωνοὶ αὐτῶν τῶν δύο ζωτικῶν γιὰ τὴν σωτηρία μας χαρακτηριστικῶν.
Διότι ἡ ἡσυχαστικὴ μέθοδος καὶ ἡ ἀσκητικὴ διαγωγὴ μᾶς ὁδηγοῦν στὴν κάθαρσιν ἀπὸ τῶν παθῶν καὶ στὴν κοινωνία μὲ τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, τὴν θέωσιν.
λλά , ἂν αἱ διδαχὲς τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ ἔχουν διαχρονικὴ ἀξία σὲ κάθε ἐποχή, ἐπιτρέψατέ μου νὰ ἐπισημάνω ὅτι εἰδικὰ στὴν σημερινὴ ἐποχή, ὅταν κυριαρχῇ ἡ αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἔχει ἰδιαίτερη σημασία γιὰ ἕνα ἐπιπλέον λόγο.
Διότι μᾶς ἐδίδαξε πῶς γίνεται ἕνας εἰλικρινὴς διάλογος μὲ τούς ἑτεροφρονοῦντας δίχως νὰ ξεφεύγουμε ἀπὸ τὰ πλαίσια τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ μάλιστα ὁμολογῶντας τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως.
ς γνωστόν, ὁ Ἅγιος, αἰχμαλωτίσθηκε ἀπὸ τούς Τούρκους καὶ μέχρι νὰ ἀπελευθερωθῇ μὲ λύτρα, ἔμεινε στὰ χέρια τους ἕνα περίπου χρόνο. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς αἰχμαλωσίας του ὁ Σουλτάνος τοῦ ζήτησε νὰ διαλεχθῇ μὲ τούς Χιόνες, μέλη μιᾶς ὁμάδος ἐξισλαμισμένων πρώην Ἰουδαίων. Ὁ Ἅγιος κάνοντας χρήση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ τῶν ἐπιχειρημάτων ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ ἰσλαμισταὶ χρησιμοποιοῦσαν, τοὺς ἀποστόμωσε, ἀποδεικνύοντας τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ τῆς Θεότητος τοῦ Χριστοῦ, δίχως συμβιβασμούς, δίχως περιστροφές, δίχως συμπροσευχὲς καὶ συμμετοχὴ σὲ τελετουργικὰ δεῖπνα (ἰφτάρ) τῶν μωαμεθανῶν.
ποῖα διαφορὰ ἀπὸ τὶς τακτικὲς τῶν σημερινῶν Οἰκουμενιστῶν! Δυστυχῶς οἱ σημερινοὶ Οἰκουμενισταὶ ἱεράρχαι τολμοῦν νὰ ἐπικαλοῦνται τὸ παράδειγμα τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, ἀποκρύπτοντας τὶς τεράστιες διαφορὲς τοῦ ὁμολογιακοῦ διαλόγου τοῦ Ἁγίου σὲ σχέση μὲ τοὺς προδοτικούς διαλόγους τῶν Οἰκουμενιστῶν. Ἐπιτρέψατέ μου νὰ κλείσω μὲ αὐτό.
Σήμερα μάλιστα ἐδῶ στὴν Θεσσαλονίκη ἄρχισαν κάποιοι εὐαισθητοποιημένοι κληρικοὶ τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας νὰ διακόπτουν τῆς μνημονεύσεως τοῦ Οἰκουμενιστοῦ Ἐπισκόπου τους, ἐπικαλούμενοι τὸν ΙΕ΄κανόνα τῆς ΑΒ΄ Συνόδου. Αὐτὸ τὸ βῆμα εἶναι καλό, ἀλλὰ ἡμιτελές.

«κκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ πάντων ἀγαθόν», λέγει ὁ Ψαλμωδός. Δέν ἀρκεῖ νὰ διακόπτεται ἡ κοινωνία μὲ τούς οἰκουμενιστάς, δηλαδὴ νὰ ἐκκλίνουν μόνον ἀπὸ τὸ κακόν. Πρέπει νὰ ποιήσουν καὶ τὸ ἀγαθόν, δηλαδὴ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία. 
Νὰ μὴν ξεχνοῦν, ὅτι αὐτὸ ποὺ αὐτοὶ τώρα συνειδητοποιοῦν, χιλιάδες ἄλλοι κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ τὸ εἶχαν ἀντιληφθῆ ἀρκετὲς δεκαετίες νωρίτερα. Ὁ ἀγώνας κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δέν ξεκινᾶ τώρα τὸ 2017, εἶχε ξεκινήσει νωρίτερα, ἀπὸ τὸ 1924, ὅταν ἔγινε ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἑορτολογίου γιὰ λόγους οἰκουμενιστικούς. Αὐτοὶ ποὺ τότε ἀντέδρασαν ἀπετέλεσαν τὴν συνέχεια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν Ἑλλάδι. Ὅσοι λοιπὸν σήμερα ἀντιλαμβάνονται (ἔστω καὶ μὲ καθυστέρηση) τὰ φθοροποιὰ σχέδια τῶν οἰκουμενιστῶν, τὰ ὁποῖα προαναγγέλθηκαν μὲ τὴν αἱρετικὴ ἐγκύκλιο τοῦ 1920 τοῦ Πατριαρχείου Κων/πόλεως καὶ ἄρχισαν νὰ ἐφαρμόζωνται τὸ 1924 καὶ συνεχίζονται μέχρι σήμερα ἡ ἐφαρμογὴ τους, αὐτοὶ λοιπὸν ὀφείλουν νὰ ἑνώσουν τὶς δυνάμεις τους μὲ ὅσους ξεκίνησαν τὸν ἀγῶνα νωρίτερα.
 Κύριος θὰ ἀνταμείψῃ καὶ ὅσους προσῆλθαν νὰ ἐργασθοῦν κατὰ τὴν ἑνδεκάτην ἰσάξια μὲ ὅσους ὀργανώθηκαν ἀπὸ τὴν πρώτη ὥρα καὶ «ἐβάστασαν τὸ βάρος τῆς ἡμέρας καὶ τὸν καύσωνα» κατὰ τὴν Παραβολήν, ἢ ὅπως ἀναφέρει ἡ εὐχὴ «εἴ τις εἰς μόνην ἔφθασε τὴν ἑνδεκάτην, μὴ φοβηθῇ τὴν βραδύτητα, φιλότιμος γάρ ὤν ὁ Δεσπότης, δέχεται τὸν ἔσχατον καθάπερ καὶ τὸν πρῶτον. Ἀναπαύσει τὸν τῆς ἑνδεκάτης ὡς τὸν ἐργασάμενον ἀπὸ τῆς πρώτης. Καὶ τὸν ὕστερον ἐλεεῖ καὶ τὸν πρῶτον θεραπεύει κἀκείνῳ δίδωσι καὶ τούτῳ χαρίζεται».
Καὶ τέλος, νὰ ἐπισημάνω ὅτι αὐτοὶ ποὺ τώρα διακόπτουν τὴν μνημόνευσιν τοῦ Οἰκουμενιστοῦ Ἐπισκόπου, διατηρῶντας ὅμως τὴν Κοινωνίαν μὲ ὅσους συγκοινωνοῦν μὲ τοὺς αἱρετίζοντες Ἱεράρχες, δὲν κάνουν τίποτε. Ὁ ἀγώνας αὐτὸς ὁδηγεῖ στὸ ἀδιέξοδο. Διότι «πᾶς ὁ κοινωνῶν τῷ ἀκοινωνήτῳ ἀκοινώνητος ἔσται».
Εὐχόμεθα ὁ Θεὸς νὰ τοὺς φωτίσῃ, ὥστε νὰ πράξουν τὸ θέλημά Του.
Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Φιλίππων καὶ Μαρωνείας κ. Ἀμβρόσιε, θερμὰ συγχαρητήρια γιὰ τὴν ἐμπνευσμένη ὁμιλία σας.
Μουσικολογιώτατε Χοράρχα ἀδελφὲ ἐν Χριστῷ Νικόλαε, ἀπολαύετε τὰ εὔσημα γιὰ τὴν ἀπόδοση τῶν ὕμνων.
Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Θεσσαλονίκης κ. Γρηγόριε, παρακαλῶ δεχθῆτε ἐκ μέρους τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου μας καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου θερμὰ συγχαρητήρια γιὰ τὴν ἐπιτυχῆ διοργάνωση τῆς ὅλης ἐκδηλώσεως.

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2022

Η ΜETANOIA KATA ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΤΟΝ ΠΑΛΑΜΑ



Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι, όπως γνωρίζουμε όλοι, ένας μεγάλος φωστήρ της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο οποίος επέτυχε με την όλην θεολογίαν του, πού είναι καρπός της εν Χριστώ βιοτής του, να αναβιώση στην εποχήν του η Ορθόδοξος θεολογία εις όλον το βάθος της. Λέγεται εις το Άγιον Όρος ότι η θεολογία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά εκάλυψε όλα τα κενά και του παρελθόντος και του μέλλοντος. Ο Αγιορείτης Άγιος αρχίζει την αθωνική βιοτή του από την μονή της μετανοίας μας, την Μεγίστην Μονή του Βατοπαιδίου, διδαχθείς την νοερά εργασία και ασκητική ζωή από τον Βατοπαιδινό Άγιο Νικόδημο τον Ησυχαστή. Πεφωτισμένος ο Άγιος Γρηγόριος από τις άκτιστες ενέργειες του Αγίου Πνεύματος, απέκτησε πνευματικήν σοφία και έγινε τέλειος διδάσκαλος των αρετών και της κατά Θεόν ζωής.
Ακολουθώντας την γνησίαν πατερική παράδοσι δεν αποδέχτηκε την ηθικιστική θεώρησι της πνευματικής ζωής, πού προσπάθησαν μερικοί να φέρουν από την Δύσι και να προβάλουν στον χώρο των Ορθοδόξων.

Σε ολόκληρη την πατερική παράδοσι τονίζεται ότι η μετάνοια δεν εξαντλείται σε ορισμένες αντικειμενικές βελτιώσεις της συμπεριφοράς ούτε σε τύπους και σχήματα εξωτερικά, αλλά αναφέρεται σε μια βαθύτερη και καθολικότερη αλλαγή του ανθρώπου. Δεν είναι μία παροδική συντριβή από την συναίσθησι διαπράξεως κάποιας αμαρτίας, αλλά μία μόνιμη πνευματική κατάστασι, πού σημαίνει σταθερή κατεύθυνσι του ανθρώπου προς τον Θεό, και συνεχή διάθεσι για ανόρθωσι, θεραπεία και ανάληψι του πνευματικού αγώνα. Μετάνοια είναι το νέο φρόνημα, η νέα σωστή πνευματική κατεύθυνσι, πού πρέπει να συνοδεύη τον άνθρωπο μέχρι την στιγμή του θανάτου. Μετάνοια είναι η δυναμική μετάβασι από την παρά φύσι κατάστασι των παθών και της αμαρτίας στην περιοχή της αρετής και του κατά φύσι, είναι η τελεία αποστροφή της αμαρτίας και η πορεία επιστροφής στον Θεό.

Την αλήθεια αυτή επισημαίνει κατ΄ επανάληψι ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. «Μετάνοια, λέγει, εστί το μισήσαι την αμαρτίαν και αγαπήσαι την αρετήν και εκκλίναι από του κακού και ποιήσαι το αγαθόν». Από τον ορισμό αυτό φαίνεται σαφώς ότι ο Ιερός πατήρ δεν μπορεί να δη την μετάνοια ως τυπική και μηχανική αλλαγή, αφού την προσδιορίζει η οντολογική ανακαίνισι του ανθρώπου. Γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο, το γεγονός της μετανοίας δεν είναι δυνατό να αντικειμενοποιήται στις διαστάσεις μιας απρόσωπης συνταγής η τακτικής, αλλά παραμένει πάντοτε ενδεχόμενο προσωπικής αποκαλύψεως. «Ο μετανοών άνθρωπος εκ ψυχής τη μεν αγαθή προθέσει και τω της αμαρτίας εκστήναι φθάνει προς τον Θεόν» (Ομιλία 3η P.G. 151, 44Β).

Αυτός ο προσωπικός χαρακτήρας της μετανοίας αποκλείει για τον Παλαμά και γενικώς για Ολους τους Αγίους Πατέρες κάθε ευσεβιστική χροιά, πού θέλησε να δώση στην μετάνοια, και κατά συνέπεια, στην όλη πνευματική ζωή, η Δύσι. «Ου γαρ εν ρήμασιν ημών, αλλ’ εν πράγμασιν η ευσέβεια», τονίζει ο ιερός Ησυχαστής (Προς Φιλόθεον 6, Συγγράμματα Β’, σελ. 521).

Αλλά αφού η μετάνοια είναι αρχή και τέλος της κατά Χριστόν πολιτείας, και αφού είναι σκοπός αυτής της ζωής, είναι επόμενο όλα να θεωρούνται από αυτήν και να παίρνουν αξία η απαξία σε σχέσι με αυτήν. Και αυτή ακόμη «η πίστις ωφελεί, εάν κατά συνείδησιν πολιτεύηταί τις και ανακαθαίρει εαυτόν δι΄εξομολογήσεως και μετανοίας» (Ομιλία 30, P.G. 151,185Α). Αυτό άλλωστε δίνεται ως υπόσχεσι και συμφωνία κατά την στιγμή του Αγίου Βαπτίσματος.

Ένα βασικό στάδιο, πού προηγείται από την μετάνοια, είναι η επίγνωσι και η συναίσθησι των αμαρτημάτων, «ήτις μεγάλη εστίν προς ιλασμόν αφορμή» αναφέρει ο Άγιος Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (Ομιλία 28, P.G. 151, 361C). Ο άνθρωπος, κατά τον Παλαμάν, για να έλθη σε μετάνοια, φθάνει προηγουμένως σε επίγνωσι «τών οικείων πλημμελημάτων» και μεταμελείται μπροστά στο Θεό, στον οποίον καταφεύγει «έν συντετριμμένη καρδία». Αφήνει τον εαυτό του στο πέλαγος της ευσπλαχνίας Εκείνου και πιστεύει, όπως ο άσωτος, ότι είναι ανάξιος να ελεηθή από τον Θεό και να ονομάζεται υιός του. Και όταν με την επίγνωσι και την συναίσθησι της αμαρτωλότητος έλκυση επάνω του το έλεος του Θεού, παίρνει τελείαν την άφεσιν με την αυτομεμψία και την εξομολόγησι.

Θέλοντας ο Θεόσοφος Πατήρ να προσδιορίση όλα τα στάδια της μετανοίας, λέγει χαρακτηριστικά τα έξης: «Τη γαρ επιγνώσει των οικείων αμαρτημάτων έπεται η οικεία κατάγνωσις· ταύτη δε η επί τοις αμαρτήμασι λύπη, ην ο Παύλος κατά Θεόν προσηγόρευσε. Τη δε κατά Θεόν λύπη ταύτη πέφυκεν ακολουθείν η μετά συντετριμμένης καρδίας προς τον Θεόν εξαγόρευσις τε και δέησις, και η υπόσχεσις της εις το έξης των κακών αποχής και τοϋτό έστιν η μετάνοια».

Η μετάνοια ως νέα κατάστασις στη ζωή του ανθρώπου, συνοδεύεται από ορισμένες συνέπειες πού η βιβλική και πατερική γλώσσα τις ονομάζει «καρπούς μετανοίας». Ως πρώτον καρπόν μετανοίας ο ιερός πατήρ προβάλλει την εξομολόγησι, αφού με αυτή κερδίζεται η θεραπεία και η κάθαρσι της ψυχής του πιστού και εγκαινιάζεται η καινούργια ζωή: «Η των αμαρτιών ουν εξομολόγησις αρχή εστι της καλλιέργειας ταύτης, ταυτόν ο’ ειπείν της μετανοίας και της ετοιμασίας του δέξασθαί τινα εν εαυτώ τον σωτήριον σπόρον, τον λόγον του Θεού» (Σοφοκλέους Οικονόμου, Ομιλία ΝΣΤ’, σελ. 201-202).
Η εξομολόγησι όμως δεν είναι ο μόνος καρπός της μετανοίας. Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος καλώντας με το κήρυγμα του τους ανθρώπους σε μετάνοια, εκτός από την εξομολόγησι τους παρακινούσε σε ελεημοσύνη, δικαιοσύνη, μετριοφροσύνη, αγάπη και αλήθεια, πού είναι γνωρίσματα της ανακαινιστικής δυνάμεως της αληθείας.

Ο Ιερός Αγιορείτης Ιεράρχης είς την 23η ομιλία του τονίζει ότι «η μετάνοια, είπερ αληθώς εκ καρδίας εστίν, αναπείθει τον κεκτημένον μηκέτι προσκεχηκέναι τοις φθειρομένοις, μηκέτι προσκεχηκέναι ταις ου καλαίς ηδοναίς, αλλά καταφρονείν των παρόντων, αντέχεσθαι των μελλόντων, αγωνίζεσθαι κατά παθών, αντιποιείσθαι των αρετών, εγκρατεύεσθαι πάντα, επαγρυπνείν ταις προς Θεόν δεήσεσιν, απέχεσθαι του εξ αδικίας κέρδους, ίλεων είναι τοις αυτώ πταίουσι, τοις ικετεύουσιν ευμενή, τοις δεομένοις της παρ’ αυτού βοηθείας, οις έχει λόγους έργοις, αναλώμασιν ετοιμότατον» (Ομιλία 23, P.G. 151,364 BC). Δηλαδή ο άνθρωπος πού ζη αληθινά την μετάνοια δεν ξαναγυρίζει στις πρώτες αμαρτίες, ούτε προσκολλάται σε πρόσωπα και πράγματα της φθοράς, ούτε προσχωρεί στις αμφίβολες ηδονές, αλλά καταφρονεί τα παρόντα, προσβλέπει στα μέλλοντα, αγωνίζεται κατά των παθών, επιδιώκει τις αρετές, άγρυπνε! στην προσευχή, απέχει από άδικα κέρδη, είναι επιεικής σε όσους πταίουν εναντίον του, εύσπλαχνος σε αυτούς πού τον προκαλούν και έτοιμος να βοηθήση με λόγους, με έργα και με θυσίες ακόμη αυτούς πού έχουν την ανάγκη του. Και όταν προτρέπη ο οσιώτατος πατήρ τους χριστιανούς να αποκτήσουν έργα μετανοίας, υπογραμμίζει κυρίως το ταπεινό φρόνημα, την κατάνυξι και το πνευματικό πένθος. Ανακεφαλαιώνοντας όλα τα γνωρίσματα του χριστιανού εκείνου πού ζη την μετάνοια, λέει ότι είναι γαλήνιος και ήρεμος, γεμάτος έλεος και συμπάθεια προς τους άλλους, ποθεί την δικαιοσύνη, επιζητεί την καθαρότητα, έχει ειρήνη αλλά και φέρνει την ειρήνη, υπομένει καρτερικά τους πόνους και τις ταλαιπωρίες και νιώθει χαρά και ευχαρίστησι στους διωγμούς, τις ύβρεις, τις συκοφαντίες, τις απώλειες και όσα άλλα πάσχει για την αλήθεια και την δικαιοσύνη (Ομιλία 31, P.G. 151, 392C, Φυσικά Θεολογικά).

Η πορεία της ανορθώσεως με την μετάνοια, της απομακρύνσεως από την δουλεία των παθών και της ασκήσεως για την εργασία των θείων εντολών είναι πορεία των αγίων και θεουμένων υπάρξεων. Και από αυτήν την αλήθεια ξεκινώντας ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς τονίζει τα εξής: «Εάν κάθε χριστιανός δεν ημπορεί να φθάση τους Αγίους και τα μεγάλα και θαυμαστά επιτεύγματα πού χαρακτηρίζουν την ζωή τους και είναι εξ ολοκλήρου αμίμητα, μπορεί όμως και πρέπει να μοιάση και να τους ακολουθήση στην πορεία της ζωής τους προς την μετάνοια. Και αυτό, γιατί καθημερινά «πολλά πταίομεν άκοντες» και μοναδική ελπίδα σωτηρίας για όλους μας παραμένει η ανάνηψι και η βίωσι, κατά τον Άγιον Γρηγόριον, της «διηνεκούς μετανοίας» (Ομιλία 28, RG. 151.361C).


Το πένθος ως ασκητική προϋπόθεση

Βασική προϋπόθεσι εξόδου από τα δεσμά των παθών, αλλά και ταυτοχρόνως αρχή και πηγή μετανοίας είναι το κατά Θεόν πένθος. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μέσα στα κείμενα του πολύ συχνά αναφέρεται στο κατά Θεόν πένθος και στην οδυνηρή αλλά και ευφρόσυνη κατάστασι, από την όποια χρειάζεται να περάση ο χριστιανός, πού επιθυμεί να ζήση την αληθινή ζωή. Γι΄ αυτό και δεν διστάζει να χαρακτηρίση την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ως κατ’ εξοχήν περίοδο πένθους και αγώνα πνευματικού, ως σύμβουλο του παρόντος αιώνος και ως προϋπόθεσι αναστάσεως για την ζωή του κάθε πιστού.

Ο Άγιος Παλαμάς πού βιώνοντας το κατά Θεόν πένθος άφηνε τους εκ βάθους στεναγμούς «φώτισαν μου το σκότος», πολύ δικαιολογημένα δεν μπορεί να δη το πέρασμα του άνθρωπου από τη ζωή της αμαρτίας στην «όντως ζωή» χωρίς το πένθος και την μετάνοια. Όταν ο νους, λέει, απελευθερωμένος από κάθε αισθητό πράγμα, ανεβή πάνω από τον κατακλυσμό της τύρβης για τα γήινα πράγματα και μπορέσει να δη τον έσω άνθρωπο, αφού συνειδητοποίηση κατά την δική του έκφρασι «το ειδεχθές προσωπείον», πού απέκτησε η ψυχή από την περιπλάνησί της στα γήινα, τότε σπεύδει να αποπλύνη τον ρύπο της με δάκρυα πένθους (Λόγος εις Πέτρον Αθωνίτην, P.G. 150). Όσο απομακρύνεται ο άνθρωπος από τις βιοτικές μέριμνες και επιστρέφει στον εαυτό του, τόσο περισσότερο γίνεται δεκτικός του θείου ελέους. Ο Χριστός μας εμακάρισε αυτούς πού πενθούν για τις αμαρτίες τους και για την απώλεια της σωτηρίας τους πού έ’χει ως αιτία την αμαρτία. Αυτός άλλωστε είναι ο λόγος για τον οποίον το πένθος αυτό ονομάζεται μακάριο.
Το πένθος, ενώ αποτελεί σύμφωνα με την πατερική και ασκητική παράδοσι, καρπό του Θεού, προϋποθέτει όμως και την συνεργία του άνθρωπου, πού χρειάζεται την ταπείνωσι, την αυτομεμψία, την κακοπάθεια, την νηστεία, την αγρυπνία, και κυρίως την προσευχή. Και αυτή η αμέλεια του άνθρωπου, στο να εργάζεται τις αρετές και να αγωνίζεται να επιτύχη το κατά Θεόν πένθος, ενισχύεται από την εμπειρία του ησυχασμού, πού μαρτυρεί ότι το πένθος αυτό δεν προξενεί νοσηρότητα και απελπισία, αλλά δημιουργεί στον άνθρωπο τις προϋποθέσεις για να νιώση πνευματική θυμηδία, παράκλησι και κατά τον Παλαμά «παροχή γλυκείας ιλαρότητος» (Προς Ξένην, P.G. 150). Και όταν βοηθήση τον νου να σηκώση το κάλυμμα των παθών, τον εισάγει αθόρυβα στα αληθινά ταμεία της ψυχής και τον εθίζει στην «εν κρύπτω» προς τον Πατέρα προσευχή.

Υπάρχουν πολλές αιτίες για τις όποιες πρέπει να πενθή ο πιστός. Όπως οι μαθηταί του Κυρίου ελυπούντο για την στέρησι του «όντως αγαθού διδασκάλου Χρίστου», έτσι και σε μας πού δοκιμάζομε την ίδια στέρησι και απουσία του Χρίστου από την ζωή μας, πρέπει να ενυπάρχη και να καλλιεργήται η ίδια λύπη (Ομιλία 29, P.G. 151). Υπάρχει όμως και άλλη αιτία για πένθος· είναι η έκπτωσι από τον χώρο της αληθείας του παραδείσου, στον χώρο του πόνου και των παθών. Είναι τόση η οδύνη αυτής της πτώσεως, διότι κρύβει όλο το δράμα της απομακρύνσεως από τον Θεό, την στέρησι της «πρόσωπον προς πρόσωπον» συνομιλίας με εκείνο, της αϊδίου ζωής και συνδοξολογίας με τους αγγέλους. Ποιος είναι αυτός πού έχει συνειδητοποιήσει την στέρησι όλων αυτών και δεν πενθεί; ερωτά ο Ιερός πατήρ. Και προτρέπει όλους τους πιστούς πού ζουν εν «ειδήσει της τοιαύτης στερήσεως» να πενθήσουν και να αποπλύνουν με το κατά Θεόν πένθος «τους εξ αμαρτίας μολυσμούς» (Ομιλία 29, P.G. 151). Η προτροπή αύτη του Αγίου Γρηγορίου είναι απολύτως εναρμονισμένη με την προτροπή και το βίωμα της εκκλησίας, πού με την υμνολογία της Κυριακής της Τυροφάγου καλεί τους χριστιανούς την παραμονή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής να θυμηθούν την απομάκρυνσι από τον χαμένο παράδεισο και να πενθήσουν για την απώλεια αυτή.

Το πένθος είναι κατά τον ασκητικώτατον της Θεσσαλονίκης Ιεράρχην η πιο φυσική και αυθόρμητη εκδήλωσι της τραυματισμένης από την αμαρτία ψυχής, πού έρχεται σε μετάνοια. Ο Άγιος χρησιμοποιεί μία θαυμάσια παρομοίωσι για να κατάδειξη ότι τα τραύματα του άνθρωπου είναι εκείνα πού προκαλούν τον πόνο και όχι αυτό καθεαυτό το γεγονός της μετανοίας πού μόνο χαρά και παράκλησι δίνει στην ψυχή. Όπως σε κάποιον, λέει, πού είναι τραυματισμένη η γλώσσα του, φαίνεται δηκτικό το μέλι και για να νιώση την γλυκύτητα του χρειάζεται να θεραπευθούν τα τραύματα, το ίδιο συμβαίνει και με τον φόβο του Θεού- στις ψυχές πού γεννιέται μόλις νιώσουν το ευαγγελικό κήρυγμα, προξενεί λύπη, επειδή περιβάλλονται ακόμη από τα τραύματα των αμαρτιών μόλις όμως τα αποβάλουν με την μετάνοια, νιώθουν την ευαγγελική χαρά (Ομιλία 29, P.G. 151, 369Β). Γι΄ αυτό άλλωστε και το κατά Θεόν πένθος ονομάζεται και «χαροποιό».

Εμβαθύνοντας ο Παλαμάς στον δεύτερο κυριακό μακαρισμό, πού αναφέρεται στο πένθος, αιτιολογεί το ότι ο Χριστός τοποθετεί τον μακαρισμό αυτόν ακριβώς μετά από εκείνο της πνευματικής πτώχειας, από το γεγονός ότι το πένθος συνυπάρχει με την πνευματική πτωχεία.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα του άνθρωπου πού πενθεί κατά Θεόν είναι η άρνησι να μετάθεση η να επιρρίψη σε άλλους την οποιαδήποτε ευθύνη για τις αμαρτίες του. Είναι βασική αρχή πού προβάλλει ο Παλαμάς, όταν μιλά για το κατά Θεόν πένθος, το να τύπτωμε τον ίδιο τον εαυτό μας για τις αμαρτίες μας και να αποφεύγωμε την μετάθεσι της ευθύνης στους άλλους (Ομιλία 29, P.G. 151,369C). Αύτη άλλωστε η μετάθεσι της ευθύνης για την αθέτησι της εντολής του Θεού από τον Αδάμ και την Εύα εστέρησε από αυτούς το σωτήριο πένθος της μετανοίας (Γεν. 3,12-13). Διότι αφού ο άνθρωπος επλάσθηκε από τον Θεό αυτεξούσιος και έλαβε κατά τον Παλαμά «αυτοκρατορικόν αξίωμα κατά των παθών ένδον το ηγεμονικόν της ψυχής» και «ουκ έχει όλως τον κατακρατούντα και βιαζόμενον» (Ομιλία 29, P.G. 151, 369C), με την αυτομεμψίαν και την κατά Θεόν λύπην θα μπορούσε να είχε κερδίση αυτό πού έχασε με την άρνησι αναλήψεως της ευθύνης για το αμάρτημα του. Γι΄ αυτόν τον λόγο ο θείος Γρηγόριος, προσπαθώντας να δώση ένα ορισμόν του πένθους λέει «τούτο τοίνυν εστίν η κατά Θεόν και σωτήριος λύπη, το ημάς αυτούς αιτιάσθαι, και μηδένα των απάντων έτερον, εφ΄ οις αυτοί πράττομεν πλημμελώς, και λυπείσθαι καθ’ εαυτών και δι΄ εξομολογήσεως των ημών ημαρτημένων και της επί τούτοις λυπηράς κατανύξεως τον Θεόν εξιλάσκεσθαι» (Ομιλία 29, P.G. 151, 369C).

Η αυτομεμψία είναι κατάστασι αναπόσπαστη για την ψυχή, στην οποία υπάρχει ταπείνωσι. Αρχικά την οδηγεί στον φόβο της κολάσεως. Φέρει στην φαντασία τις φρικτές τιμωρίες, όπως ο Κύριος τις περιγράφει στο Ευαγγέλιο, πού γίνονται φρικωδέστερες από την αιώνια διάστασι πού αποκτούν. Έτσι, ο άνθρωπος πού πενθεί εδώ τις αμαρτίες του και μέμφεται γι΄ αυτές τον εαυτόν του, αποφεύγει το ανωφελές, απαράκλητο και χωρίς τέλος πένθος, το όποιο γεννάται σε όσους τιμωρημένους έρχονται σε επίγνωσι των αμαρτιών τους. Εκεί, χωρίς καμμιά ελπίδα απαλλαγής και σωτηρίας, αυξάνεται η οδύνη του πένθους από τον αθέλητο έλεγχο της συνειδήσεως. Και αυτό το μόνιμο και διαρκές πένθος, επειδή δεν γνωρίζει τέλος, γίνεται αιτία άλλου πένθους και φοβερού σκότους και καύσωνα χωρίς δροσισμό, πού οδηγεί σε ανέκφραστο βυθό αθυμίας (Προς Ξένην, P.G. 150,1076D-1077A). Σε αντίθεσι με τον Αδάμ και την Εύα αναφέρει ο Παλαμάς τον Λάμεχ ως παράδειγμα ανθρώπου, πού ήλθε σε αυτομεμψία και κατάνυξι για τις αμαρτίες του (Ομιλία 29, P.G. 151, 369D).
Ιδιαιτέρως δε πρέπει να τονισθή ότι η άσκησι μέσα στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοσι είναι απόλυτα συνυφασμένη με το πένθος. Την οδύνη της πτώσεως και την χαρά της αναστάσεως τις ζη ο μοναχός με το χαροποιόν πένθος. Με την σωματική πτώχεια και ταπείνωσι, πού είναι η πείνα, η δίψα, η κακουχία και η κακοπάθεια του σώματος, μέσα με τα οποία έλλογα συστέλλονται οι αισθήσεις του σώματος, όχι μόνο γεννιέται το πένθος αλλά αναβλύζουν και δάκρυα. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς δίδει σαφή εξήγησι γι΄ αυτή την πνευματική κατάστασι στην επιστολή του προς την μοναχή Ξένη. Όπως, λέγει, από την σωματική άνεση, την ανάπαυσι και την τρυφή, γεννώνται η αναλγησία, η πώρωσι και η σκληροκαρδία, έτσι από την ανήδονη, την λιτή και με εγκράτεια λαμβανόμενη τροφή, προκαλούνται η συντριβή της καρδιάς και η κατάνυξι. Με αυτά αποτρέπονται οι ενέργειες της κακίας και παρέχεται στην ψυχή άφατη και γλυκύτατη ιλαρότητα. Χωρίς την συντριβή της καρδιάς είναι αδύνατο να απαλλαγή κανείς από τα πάθη. Η δε καρδιά δεν έρχεται σε συντριβή παρά μόνο με την εγκράτεια του ύπνου, της τροφής και των σωματικών ανέσεων. Όταν με την συντριβή απαλλαγή η ψυχή από τα πάθη και την πικρότητα της αμαρτίας, τότε δέχεται την πνευματική θυμηδία (Προς Ξένην, P.G. 151,1076BC). Αυτή άλλωστε είναι και η παράκλησι για την οποία ο Κύριος μακαρίζει τους πενθούντας. Έτσι μόνο εξηγείται το ότι η μεταβολή της λύπης σε χαρά, για την οποία μίλησε ο Χριστός στους μαθητές του, γίνεται βίωμα από το οποίο ο μοναχός αποκτά καθημερινή εμπειρία. Το πένθος γίνεται χαροποιό και μακάριο, διότι κυρίως καρποφορεί μέσα στον άνθρωπο τον αρραβώνα της αιωνίας χαράς.

Η αυτομεμψία και η συναίσθησι της αμαρτωλότητος είναι οι καταστάσεις πού προετοιμάζουν στην ψυχή το πένθος. Για πολύ καιρό, λέγει ο ιερός πατήρ, σαν ένα νοητό βάρος πάνω από το λογιστικό μέρος της ψυχής, το πιέζουν και το συνθλίβουν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αποστάξη ο σωτήριος οίνος πού «ευφραίνει καρδίαν άνθρωπου». Ο οίνος αυτός είναι η κατάνυξι, η οποία χάρι στο πένθος, μαζί με το ενεργητικό μέρος της ψυχής συνθλίβει και το παθητικό- και αφού την απαλλάξη από το σκοτεινό βάρος των παθών, την γεμίζει με την μακάρια χαρά (Προς Ξένην, P.G. 150, 1077Β).

Όσο οδυνηρό όμως είναι το πένθος στα πρώτα του στάδια, διότι συνυπάρχει με τον φόβο του Θεού, τόσο αργότερα με την πάροδο του χρόνου και την πνευματική προκοπή της ψυχής γίνεται χαροποιό, διότι βλέπει κανείς αληθινά μακάριους και γλυκούς καρπούς. Όσο χρονίζει το πένθος στην ψυχή, τόσο η αγάπη για τον Θεό αυξάνεται και με ακατάληπτο τρόπο ενώνεται μαζί της. Όταν δε η ψυχή βιώνει βαθιά το πένθος, γεύεται την παρηγοριά της χρηστότητος του Παρακλήτου. Αυτή είναι για την ψυχή τόσο ιερά, γλυκιά και μυστική εμπειρία, ώστε εκείνοι πού δεν απόκτησαν προσωπική γεύσι από αυτή, να μη την υποψιάζωνται καθόλου (Προς Ξένην, P.G. 150, 1077Β).
Μία θεμελιακή άποψι στην θεολογία του πένθους είναι ότι δεν συμμετέχει σ’ αυτό μόνο η ψυχή, αλλά και το σώμα. Και η «παράκλησις» για την οποία εμακάρισε ο Κύριος τους πενθούντας, είναι καρπός, τον όποιον δέχεται όχι μόνον η ψυχή, αλλά όπως τονίζει ο Παλαμάς «και το σώμα μεταλαμβάνει πολυτρόπως» (Υπέρ ησυχαζόντων 1, 3, 33). Εναργέστατη απόδειξι γι΄ αυτήν την πραγματικότητα αναφέρει «το κατώδυνον εφ΄ αμαρτήμασι πενθούσι δάκρυον» (Υπέρ ησυχαζόντων).

Καρπός ακόμη του κατά Θεόν πένθους, είναι και η σταθεροποίησι του άνθρωπου στην αρετή, μια και, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, «η κατά Θεόν λύπη μετάνοιαν αάμεταμέλητον απεργάζεται εις την ψυχήν προς σωτηρίαν» (Β’ Κορ. 7.10), διότι κατά τον Παλαμά μπορεί ο άνθρωπος να πτώχευση κατά Θεόν και να ταπεινωθή πνευματικά, αν όμως δεν προσλάβη και το πένθος, εύκολα μεταβάλλεται η διάθεσί του- μπορεί να ξαναγυρίση στις άτοπες και αμαρτωλές πράξεις, πού άφησε, και να ξαναγίνη παραβάτης των εντολών του Θεού, αφού πάλι θα φούντωση μέσα του η επιθυμία και ο πόθος για την αμαρτωλή ζωή. Αν όμως παραμείνη στην πτώχεια, πού εμακάρισε ο Κύριος, και καλλιεργήση μέσα του το πνευματικό πένθος, τότε σταθεροποιείται και ασφαλίζεται στην πνευματική ζωή, διώχνοντας έ’τσι τον κίνδυνο να επιστρέψη εκεί, από όπου ξεκίνησε (Προς Ξένην, P.G. 150, 1085C).

Η ωφέλεια όμως από το πένθος δεν περιορίζεται μόνο στο ότι ο άνθρωπος γίνεται σχεδόν ακίνητος προς το κακό, αλλά κατά τον Άγιον Γρηγόριον, εξαλείφει εντελώς και τις προηγούμενες αμαρτίες του, όταν βέβαια έχει ως κατάληξι το μυστήριο της μετανοίας. Διότι αφού ο άνθρωπος πενθεί κυρίως γι΄ αυτές, ο Θεός τις καταλογίζει ως ακούσιες· ο Άγιος χαρακτηριστικά λέγει ότι «τα ακούσια ουχ υπεύθυνα» (Προς Ξένην, P.G. 150, 1085C).

Έτσι το κατά Θεόν πένθος δεν εφελκύει μόνο την παράκλησι και την παρά Θεού συγχώρησι προσφέροντας τον αρραβώνα της αιωνίου ευφροσύνης, αλλά ταυτόχρονα προφυλάσσει τις αρετές πού έχει η ψυχή, αφού κατά τον Άγιον Γρηγόριον η ψυχή πού έμαθε να πενθή γίνεται δυσκίνητη προς το κακό (Προς Ξένην, P.G. 150,1085D).

Τέλος ο αγιορείτης Ησυχαστής και των Θεσσαλονικέων Ιεράρχης, στην περί παθών και αρετών πραγματεία του, πού στη μεγαλύτερη της έκτασι είναι αφιερωμένη στο πένθος, χρησιμοποιεί ένα πολύ εκφραστικό παράδειγμα για να κατάδειξη την πορεία του άνθρωπου στο πένθος. Παρομοιάζει την αρχή του πένθους με την επιστροφή του άσωτου υίοϋ· γι΄ αυτό και γεμίζει κατήφεια τον πενθούντα και τον οδηγεί στην επανάληψι των λόγων εκείνου: «πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιον σου». Αλλά και το τέλος του, πάλι, το εικονίζει με την προϋπόθεσι και το άνοιγμα της αγκάλης του Θεού Πατρός «εν η τω πλούτω της ανεικάστου πτώχειας εντυχών, και πολλής χαράς και παρρησίας δι΄ αυτήν ο υϊός επιτυχών, εφιλείτο τε και αντεφίλει, και συνεισελθών, συνεστιάτο τω Πατρί, της ουρανίου συναπολαύων ευφροσύνης» (Προς Ξένην, P.G. 150, 1085C). Γι΄ αυτό και ο όρος «χαρμολύπη» πού χρησιμοποιούν συνήθως οι ασκητές για να εκφράσουν το βίωμα της εσχατολογικής υπερβάσεως του πόνου, είναι ίσως το πιο εκφραστικό σύμβολο ολόκληρης της ασκητικής ζωής τους, ζωής κυρίως δακρύων και πένθους (Βλέπε Γ. Μαντζαρίδου «Η περί θεώσεως διδασκαλία» στα Παλαμικά 1973, σελ. 215).

Σ΄ αυτήν την συνοπτική και μπορεί να πη κανείς πρόχειρη παρουσίασι των θέσεων του Παλαμά περί μετανοίας βλέπουμε ότι ο Άγιος Γρηγόριος ως κατ΄ εξοχήν άνθρωπος της εσωτερικής ζωής ενδιεφέρετο όχι απλώς να διορθώνουμε εξωτερικά τα κακώς κείμενα, αλλά να μετανοούμεν εσωτερικά, πενθούντες και κλαίοντες. Ο Άγιος Γρηγόριος ήταν ο ίδιος άνθρωπος της μετανοίας, αλλά και αληθινός κήρυκας της μετανοίας.


Πηγή: “Με παρησσία…”