† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

«ΜΗΝ ΑΜΕΛΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ» Ἄρθρο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

77897 2

   Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

   Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἀξιωθήκαμε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ νὰ εἰσέλθουμε στὸ κατανυκτικὸ Τριώδιο. Ἡ στοργική μας μητέρα, ἡ Ἐκκλησία, καλεῖ ὅσους ἐπιθυμοῦν τὴν σωτηρία καὶ τὴν ἀνακούφιση τῆς ψυχῆς νὰ προετοιμασθοῦν γιὰ τὸ ἐπερχόμενο «στάδιον τῶν ἀρετῶν» τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Μπροστά μας ξετυλίγεται μία ὄμορφη καὶ ξεχωριστὴ περίοδος τοῦ ἔτους, κατὰ τὴν ὁποία κάθε λόγος τῆς Ἐκκλησίας, κάθε τροπάριο ὠθεῖ τὸν καθένα μας σὲ πνευματικὴ ἐγρήγορση, σὲ συντριβὴ τῆς καρδιᾶς, σὲ αὐτοκριτική, σὲ μετάνοια, σὲ ἁγιασμό. Αὐτὰ ὅλα πρωτίστως ὑποδηλώνουν ὅτι τὸ Τριώδιο δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὰ μασκαρέματα. Ἀντιθέτως, καλούμαστε νὰ ἀποτινάξουμε τὶς νοητὲς μάσκες τῆς ὑποκρισίας καὶ νὰ ἐκφράσουμε μὲ εἰλικρίνεια αἰσθήματα εὐσέβειας πρὸς τὸν Γλυκύτατο Χριστό μας, ὁ Ὁποῖος δὲν ζητάει πολλὰ ἀπὸ ἑμᾶς. 

    περασμένη Κυριακή, ἀλλὰ καὶ ἡ παροῦσα, αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς διδάσκει∙ τὴν προηγούμενη ἐβδομάδα ὁ ἁμαρτωλὸς τελώνης μὲ μόνο λίγες λέξεις καρδιακῆς προσευχῆς ἔφυγε δικαιωμένος ἀπὸ τὸν Ναό, ἐνῶ τὴν παροῦσα ἡμέρα ὁ ἐπίσης ἁμαρτωλός, ὁ ἄσωτος ὑιός, μὲ μόνο λίγο θάρρος καὶ λίγες λέξεις καρδιακῆς μετανοίας ἐπιστρέφει στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ ἄσωτος γίνεται σεσωσμένος καὶ διαχρονικὸ παράδειγμα γιὰ τὸν καθένα μας. 

   λήθεια, μέσα ἀπὸ τὴν σημερινὴ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου ὁ καθένας μπορεῖ νὰ δεῖ τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό, διότι κανείς μας δὲν εἶναι ἀναμάρτητος. Τὸ μεγαλύτερο δῶρο τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, τὴν ἐλευθερία, κάποτε τὴν χρησιμοποιοῦμε λανθασμένα. Ἐπιλέγουμε πολλὲς φορές τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἁμαρτία, ἐνῶ ἀρχικὰ μπορεῖ νὰ μᾶς γοητεύει, τελικὰ μᾶς βγάζει σὲ ἀδιέξοδο. Καὶ ἐκεὶ ποὺ νομίζουμε ὅτι ἔχουμε καλύψει τὰ κενά μας, τελικὰ εἴμαστε ἄδειοι. Ὁ δρόμος τῆς ἁμαρτίας ποὺ τραβήξαμε μὲ αὐτοπεποίθηση, τελικὰ ἀποδεικνύεται λανθασμένος. Ὅλα, ὅμως, μποροῦν νὰ ἀνατραποῦν, ἀρκεῖ νὰ συνειδητοποιήσουμε τὴν πτώση μας καὶ νὰ θέλουμε νὰ ἐπιστρέψουμε στὴν πρώτη μας κατάσταση. Ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρη καὶ ἡ ἀγκαλιὰ Του χωράει τοὺς πάντες. Χωράει τοὺς Ἁγίους, ἀλλὰ καὶ τὸν κάθε πεπτωκότα, τὸν κάθε ἐξόριστο. Αὐτὴ ἡ ἀγκαλιὰ χωράει ὅσους θέλουν νὰ ἀνήκουν σὲ αὐτήν. 

   χουμε τὸ θάρρος νὰ τρέξουμε πίσω σὲ αὐτὴν τὴν ἀγκαλιά; Νὰ παραβλέψουμε τὰ γύρω, νὰ φορέσουμε τὸ δαχτυλίδι καὶ νὰ ποῦμε «Κύριε σὲ Ἐσένα ἀνήκω»; Ὁ Θεὸς δὲν ζητάει πολλά. Ἕνα βῆμα νὰ κάνουμε πρὸς Ἐκεῖνον μὲ καρδιακὴ μετάνοια, ὁ Ἴδιος, ὥς Φιλόστοργος Πατέρας, θὰ τρέξει νὰ μᾶς προϋπαντήσει, νὰ μᾶς ζεστάνει, νὰ μᾶς χαρίσει αὐτὸ ποὺ στερηθήκαμε μὲ τὴν ἁμαρτία, τὴν ἀληθινὴ Ζωή.

   Γιὰ αὐτὸ ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο∙ γιὰ νὰ σώσει τὸ πλανώμενο πρόβατο. Κὶ ὅταν ἕνα πλανώμενο πρόβατο σώζεται, ὅταν ἕνας ἀπὸ ἑμᾶς συνειδητοποιεῖ τὸν ἀληθινό προορισμὸ τῆς ζωῆς του, χαρὰ γίνεται στὸν Οὐρανὸ μεγαλύτερη ἀπὸ ὅταν σώζονται ἐνενήκοντα ἐννέα δίκαιοι. Τότε, ὁ μόνος ποὺ δὲν χαίρεται εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀκόμη φορᾶ τὴ μάσκα τοῦ εὐσεβισμοῦ, ἐκεῖνος ποὺ ἡ τυπολατρικὴ τήρηση τῶν νόμων ποτὲ δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ ἀσκήσει αὐτοκριτικὴ καὶ νὰ δεῖ μὲ εἰλικρίνεια τὴν εἰκόνα τῆς ψυχῆς του. Καὶ γιὰ αὐτὸν, ὅμως, ἡ ἀγκαλιὰ τοῦ Πατέρα παραμένει ὑπομονετικά ἀνοιχτή, ἄν ποτὲ θελήσει. 

   Καλὸ Τριώδιο, ἀδελφοί μου, μὲ καρδιακὴ μετάνοια καὶ καρδιακὴ προσευχή.

Μὴν ἀμελοῦμε τὴν σωτηρία μας.

Μὴν παραβλέψουμε τὴν νέα εὐκαιρία ποὺ μᾶς δίνει ὁ Θεός. 

+ ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2022

Στήν παραβολή τοῦ Κυρίου περί τοῦ ἀσώτου (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)


«Θα γίνη κάποτε λιμός», είπε o προφήτης θρηνώντας την Ιερουσαλήμ, «όχι πείνα άρτου και ύδατος, αλλά πείνα για τον λόγο τού Κυρίου». Είναι δε ο λιμός στέρησις και συγχρόνως όρεξις της αναγκαίας τροφής. Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο και αθλιώτερο από αυτήν την πείνα· όταν δηλαδή κάποιος, ενώ στερείται τ' αναγκαία για την σωτηρία, δεν έχει συναίσθησι της συμφοράς, επειδή δεν έχει όρεξι για τη σωτηρία. Όποιος πεινά και δεν διαθέτει τ' αναγκαία, τριγυρίζει αναζητώντας ένα κομμάτι ψωμιού οπουδήποτε· κι' αν εύρει μουχλιασμένο ζυμάρι, ή του προσφέρει κάποιος άρτο από κεχρί ή από πίτουρα ή κάτι άλλο από τα ευτελέστατα είδη τροφής, χαίρεται τόσο πολύ, όσο επονούσε προηγουμένως που δεν εύρισκε. Όποιος επίσης έχει πνευματική πείνα, δηλαδή στέρηση και συγχρόνως όρεξη για πνευματικές τροφές, τριγυρίζει αναζητώντας αυτόν που έχει από τον Θεό το χάρισμα της διδασκαλίας· κι' αν εύρει, τρέφεται ευφρόσυνα με τον άρτο της ζωής της ψυχής, δηλαδή με τον σωτήριο λόγο, που όποιος τον αναζητεί έως το τέλος δεν πρόκειται να μη τον εύρει· «διότι όποιος αιτεί λαμβάνει και όποιος αναζητεί ευρίσκει, και στον κρούοντα θ' ανοιγεί η θύρα», είπε ο Χριστός.

2. Υπάρχουν όμως μερικοί που με την πολυήμερη ατροφία κατά νουν έχασαν και την όρεξη της τροφής· γι' αυτό δεν αντιλαμβάνονται τη ζημία. Και αν έχουν τον διδάσκαλο, δυσανασχετούν ακόμη και στην ακρόαση της διδασκαλίας, ενώ αν δεν έχουν, δεν ζητούν τον διδάσκαλο, διάγοντας ζωή αμαρτωλότερη από τον άσωτο. Διότι εκείνος, αν και με την απομάκρυνσή του εστερήθηκε του κοινού τροφέως και πατρός και κυρίου, περιέπεσε σε φοβερό λιμό και συναισθανόμενος την στέρηση μετενόησε και επανήλθε, επεζήτησε και επέτυχε την θεία και αθάνατη τροφή, και τόσο απήλαυσε δια της μετανοίας των χαρισμάτων του Πνεύματος, ώστε να προκαλέσει και τον φθόνο για τον πλούτο του. 

3. Είναι όμως προτιμότερο να πάρωμε το θέμα από την αρχή, για να εξηγήσωμε προς την αγάπη σας την ευαγγελική αυτή παραβολή του Κυρίου, αφού και σήμερα είναι διατεταγμένο να διαβάζεται στην εκκλησία. 

4. «Κάποιος άνθρωπος είχε δυό υιούς», λέγει. Ο Κύριος καλεί εδώ τον εαυτό του άνθρωπο παραβολικώς, κι' αυτό δεν έχει τίποτε το παράξενο. Διότι, αν έγινε πραγματικά άνθρωπος για τη σωτηρία μας, τί το παράδοξο να προβάλλει τον εαυτό του ως ένα άνθρωπο για την ωφέλειά μας, αυτός που είναι πάντοτε κηδεμών και της ψυχής και του σώματός μας, ως κύριος και δημιουργός και των δύο, αυτός που είναι ο μόνος που έδειξε σε μας έργα υπερβολικής αγάπης και κηδεμονίας, και πριν ακόμη εμφανισθούμε; 

5. Διότι πριν από μας μάς ετοίμασε αιώνια κληρονομία βασιλείας, όπως λέγει ο ίδιος, από καταβολής κόσμου. Πριν από εμάς για χάρη μας έπλασε τουςαγγέλους για ν' αποστέλλωνται ως διάκονοι, όπως λέγει ο Παύλος, στους μέλλοντας να κληρονομήσουν τη σωτηρία. Πριν από εμάς για χάρη μας άπλωσε τον ουρανό σ' όλον τον αισθητό τούτον κόσμο, σαν να έστησε κάποια κοινή και ομότιμη σκηνή σε όλους εμάς κατά την παροδική τούτη ζωή, τον ίδιοαεικίνητο καί πολυκίνητο και ακίνητο· ακίνητον, για να μη προκαλεί στους ενοικούντας φθορά με τις μεταπτώσεις του, πολυκίνητον, για να συγκρατείται στον χώρο του με τις αντίρροπες κινήσεις του, αεικίνητον δε καθ' εαυτόν και περιφέροντα μαζί του ευτάκτως το πλήθος των άστρων, ώστε εμείς αφ' ενός μεν να διδασκώμαστε το πρόσκαιρο της ζωής μας και ν' απολαύωμε όλων των σωμάτων του, που φθάνουν επάνω από την κεφαλή μας, κάθε φορά άλλα. Για μας πριν από εμάς κατασκεύασε τον μεγάλο φωστήρα για να κυριαρχεί στην ημέρα, και τον μικρό για να κυριαρχεί της νύκτας. Κι' ετοποθέτησε αυτούς και τα άλλα άστρα στο στερέωμα, για να κινούνται με αυτό, συνυπάρχοντα και παραλλάσσοντα πολυειδώς, για να είναι σημάδια των καιρών και των χρόνων. Από αυτά κανένα δεν χρειάζεται ούτε η νοερά φύσις, που είναι υπεραισθητή, ούτε η φύσις των άλογων ζώων, που ζει μόνο κατά αίσθηση. Για μας λοιπόν έγιναν, που με την αίσθησι μεν απολαύομε και τις άλλες δωρεές και το κάλλος των βλεπομένων, με τον νουν δε αντιλαμβανόμαστε τα σημεία αυτά. 

6. Για μας πριν από εμάς εθεμελίωσε τη γη, άπλωσε τη θάλασσα, εξέχυσε αφθόνως επάνω από αυτά τον αέρα, κι' επάνω από αυτόν παραπέρα άναψε πανσόφως την φύσι του πυρός, ώστε και το υπερβολικό ψύχος των κάτω να μετριάζει περιγυρίζοντας και να μένει στον τόπο του συγκρατώντας τα άπλωμά του. Αν δε και τα άλογα ζώα τα χρειάζονται αυτά για τη συντήρησή τους, αλλά κι' αυτά εδημιουργήθηκαν πριν από μας για υπηρεσία προς τους ανθρώπους, όπως ψάλλει και ο προφήτης Δαβίδ. 

7. Αυτόν λοιπόν τον σύμπαντα κόσμο παρήγαγε από το μηδέν ο πλάστης μας πριν από τη δική μας πλάση, για την σύσταση του σώματός μας. Για την βελτίωση δε των ηθών και την καθοδήγησι προς την αρετή τί δεν έκαμε ο φιλάγαθος δεσπότης; Τον ίδιον αυτόν αισθητό κόσμο επεξεργάσθηκε σανκάτοπτρο των υπερκοσμίων, ώστε δια της πνευματικής θεωρίας γύρω από αυτόν, σαν δια μέσου μιας θαυμασίας κλίμακος, να φθάνωμε προς εκείνα. Ενέβαλε μέσα μας έμφυτο νόμο, σαν απαρέγκλιτη στάθμη, ανεξαπάτητο κριτή και αδιάψευστο διδάσκαλο, την ατομική στον καθένασυνείδηση. Έτσι, αν είμαστε με την διάνοια συγκεντρωμένοι στον εαυτό μας, δεν θα χρειασθούμε άλλον διδάσκαλο για την κατανόηση του αγαθού· αν με την αίσθηση διαπορθμεύσωμε καλώς τον νου προς τα έξω, τα αόρατα του Θεού καθορώνται νοούμενα δια των ποιημάτων, λέγει ο απόστολος. 

8. Αφού λοιπόν δια της φύσεως και της κτίσεως άνοιξε το διδασκαλείο των αρετών, ο ίδιος ετοποθέτησε αγγέλους ως φύλακες, ανύψωσε πατέρες και προφήτες προς καθοδήγηση, έδειξε σημεία και τέρατα οδηγούντα προς την πίστη, μας έδωσε τον γραπτό νόμο, βοηθητικό στο νόμο της λογικής μας φύσεως και στη διδασκαλία από την κτίση. Τέλος, επειδή τα περιφρονήσαμε όλα (ω, τι ραθυμία δική μας και τι μακροθυμία και έγνοια του υπερβολικά αγαπώντος εμάς!), μας έδωσε τον εαυτό του για χάρη μας, και, κενώνοντας τον πλούτο της θεότητος στο έσχατο κατάντημά μας επήρε την φύση μας και, γενόμενος άνθρωπος σαν εμάς, διετέλεσε διδάσκαλος μας. Αυτός μας διδάσκει για το μέγεθος της φιλανθρωπίας του, επιδεικνύοντάς την με έργο και λόγο, συγχρόνως δε οδηγεί σε μίμηση της συμπαθείας του, ενώ αποτρέπει από την σκληροκαρδία τους οπαδούς του. 

9. Επειδή δε η αγάπη γεννάται και μέσα στους επιμελητάς των πραγμάτων, όπως και στους ποιμένες των προβάτων, ενυπάρχει δε και στους κυρίους των κτημάτων, όχι όμως τόσο όσο στους συνδεόμενους με αίμα και συγγένεια, και από αυτούς πάλι περισσότερο στους πατέρες προς τα παιδιά τους, από αυτούς προσφέρει ένδειξη της φιλανθρωπίας του, λέγοντας τον εαυτό του άνθρωπο και πατέρα όλων μας· επειδή αφ' ενός μεν για μας έγινε πραγματικά άνθρωπος, αφ' ετέρου δε μας αναγέννησε δια του θείου βαπτίσματος και της σ' αυτό χάριτος του θείου Πνεύματος. 

10. «Κάποιος άνθρωπος λοιπόν», λέγει,«είχε δύο υιούς». Διότι η διαφορά της γνώμης εχώρισε σε δύο την μία φύση και η διάκρισις μεταξύ αρετής και κακίας συνήγαγε τους πολλούς σε δύο. Κι' εμείς εξ άλλου μερικές φορές λέγομε διπλόν τον ένα κατά την υπόσταση, όταν έχει την διπλότητα του ήθους, και λέγομε επίσης τους πολλούς ένα, όταν συμφωνούν μεταξύ τους. «Προσελθών λοιπόν ο νεώτερος υιός είπε στον πατέρα»»· ευλόγως παρουσιάζεται νεώτερος· διότι προβάλλει αίτημα παιδαριώδες και γεμάτο αφροσύνη. Και η αμαρτία δε, την οποία είχε στο νου του σχεδιάζοντας την αποστασία, είναι νεωτέρα, εφ' όσον είναι υστερογενές εύρημα της κακής προαιρέσεώς μας· η δε αρετή είναι πρωτογενής, αφού στον Θεό μεν ήταν αϊδίως, στην ψυχή μας δε εμβλήθηκε από την αρχή από τον Θεό κατά χάρη. 

11. Προσήλθε δε, λέγει, ο νεώτερος υιός και είπε στον πατέρα· «δος μου το ανάλογο μέρος της περιουσίας». Ω, ποια αφροσύνη! Δεν εγονάτισε, δεν ικέτευσε, αλλ' απλώς είπε· και όχι μόνο αυτό, αλλ' απαιτεί το μερίδιο και ως οφειλή από εκείνον που δίδει σε όλους κατά χάριν. Δος μου το ανάλογο μέρος της περιουσίας, που μου ανήκει κατά το νόμο, την μερίδα μου σύμφωνα με το δίκαιο. Και ποιος νόμος υπάρχει και από που προέρχεται αυτό το δίκαιο, να είναι οι πατέρες οφειλέτες στα παιδιά; Το αντίθετο μάλιστα συμβαίνει· τα παιδιά οφείλουν στους πατέρες, όπως η ίδια η φύσις δεικνύει, αφού έλαβαν από εκείνους την ύπαρξη. Αλλ' είναι και αυτό δείγμα του νεωτερικού φρονήματος. 

12. Τί κάμνει λοιπόν αυτός που βρέχει σε δικαίους και αδίκους, που ανατέλλει τον ήλιο σε πονηρούς και αγαθούς; Τους διεμοίρασε την περιουσία, λέγει. Βλέπεις ότι αυτός ο «άνθρωπος» και πατέρας είναι ανενδεής; Αλλιώς δεν θα εμοίραζε την περιουσία στους δυό μόνους ούτε σε δυο μερίδια μόνο, αλλά θα εκρατούσε και για τον εαυτό του μια τρίτη μερίδα. Αυτός όμως, ως Θεός, όπως λέγει και ο προφήτης Δαβίδ, μη έχοντας ανάγκη των αγαθών του είδους αυτού, εμοίρασε, λέγει στα δυο αυτά παιδιά μόνο την περιουσία, δηλαδή τον κόσμο όλον. Διότι, όπως διαιρείται η μια φύσις λόγω της διαφορετικής γνώμης, έτσι διαιρείται και ο ένας κόσμος λόγω της διαφορετικής χρήσεως. Πραγματικά ο ένας λέγει προς τον Θεό, «όλη την ημέρα άπλωσα προς σε τα χέρια μου», και «σε ύμνησα επτά φορές την ημέρα», και «το μεσονύκτιο εξυπνούσα», και «έκραξα πάρωρα», και «ήλπισα στα λόγια σου», και «τα πρωινά εφόνευσα όλους τους αμαρτωλούς της γης», δηλαδή απέκοψα τις ορμές της σαρκός που κινούνται προς ηδυπάθεια· ο άλλος περνά τις ημέρες του στο κρασί και κυττάζει που γίνεται πότος, διέρχεται τις νύκτες με άσεμνες και άθεσμες πράξεις, και σπεύδει σε κρυφές δολοπλοκίες ή φανερές επιβουλές, σε αρπαγές χρημάτων και πονηρά σχέδια. Άρα δεν εμοίρασαν αυτοί την μια νύκτα και τον ένα ήλιο, και πριν από αυτά την ίδια τη φύση, αφού την κατεχράσθηκαν χωρίς συμφωνία μεταξύ τους; Ο δε Θεός διέθεσε όλη την κτίση αδιαιρέτως σε όλους, προθέτοντάς την σε χρήση κατά την βούληση του καθενός. 

13. «Κι έπειτα από όχι πολλές ημέρες», λέγει, «αφού τα συγκέντρωσε όλα ο νεώτερος υιός, μετανάστευσε σε μακρινή χώρα». Πώς δεν μετανάστευσε αμέσως, αλλά έπειτα από όχι πολλές, δηλαδή μετά από λίγες ημέρες; Ο πονηρός υποβολεύς Διάβολος δεν υποβάλλει ταυτοχρόνως και την ιδιορρυθμία και την αμαρτία, αλλά με πανουργία υποκλέπτει βαθμιαίως την διάθεση, λέγοντάς μας ψιθυριστά· και συ ζώντας μόνος σου, χωρίς να παρακολουθείς την Εκκλησία του Θεού ούτε να προσέχεις τον διδάσκαλο της Εκκλησίας, μπορείς ν' αντιληφθείς το καθήκον και μόνος σου και να μη απομακρύνεσαι από το αγαθό. Όταν δε αποσπάσει κάποιον από την ιερά υμνωδία και από την υπακοή προς τους ιερούς διδασκάλους, τον απομακρύνει και από τη θεία επίβλεψη, παραδίνοντάς τον στα πονηρά έργα. Διότι ο Θεός ευρίσκεται παντού· ένα είναι που ευρίσκεται μακριά από τον Θεό, το κακό, στο οποίο φθάνοντας δια της αμαρτίας αποδημούμε μακριά από τον Θεό. Όπως λέγει ο Δαβίδ προς τον Θεό, «δεν θα διαμείνουν παράνομοι απέναντι στους οφθαλμούς σου». 

14. Αφού λοιπόν, λέγει, ο νεώτερος υιός απομακρύνθηκε με αυτόν τον τρόπο και απεδήμησε σε μακρινή χώρα «εκεί διεσκόρπισε την περιουσία του ζώντας ασώτως». Πώς όμως διεσκόρπισε την περιουσία του; Υπεράνω όλων ουσία και περιουσία μας είναι ο έμφυτος νους μας. Έως ότου λοιπόν εμμένομε στους τρόπους της σωτηρίας, τον έχομε συνηγμένο στον εαυτό του και στον πρώτο και ανώτατο νου, τον Θεό· όταν όμως ανοίξωμε θύρα στα πάθη, αμέσως σκορπίζεται, περιπλανώμενος διαρκώς γύρω στα σαρκικά και τα γήινα, προς τις πολύμορφες ηδονές και τους εμπαθείς λογισμούς γι' αυτές. Του νου πλούτος είναι η φρόνησις, που παραμένει σ' αυτόν και διακρίνει το καλύτερο από το χειρότερο, όσον καιρό κι αυτός παραμένει πειθαρχικός στις εντολές και συμβουλές του ανωτάτου Πατρός· όταν όμως αφηνιάσει αυτός, κι η φρόνησις σκορπίζεται σε πορνεία και αφροσύνη, μοιραζόμενη τις κακίες των δύο μερών. 

15. Θα ιδείς τούτο και σε όλες τις αρετές και δυνάμεις μας, που είναι πραγματικά πλούτος μας, ο οποίος, αφού η κακία είναι πολυσχεδής, όταν κλίνη προς αυτήν, σκορπίζεται. Διότι ο ίδιος ο νους στρέφει την επιθυμία προς τον ένα και πραγματικά όντως Θεό, τον μόνον αγαθό, τον μόνον εφετό, τον μόνον παρέχοντα την ηδονή απηλλαγμένη από κάθε οδύνη. Όταν όμως ο νους αποχαυνωθεί, η δύναμις της ψυχής προς την όντως αγάπη εκπίπτει από το όντως ορεκτό και, διασπωμένη προς τις ποικίλες ορέξεις της ηδυπαθείας, σκορπίζεται, ελκυσμένη από το ένα μέρος προς την επιθυμία τροφών μη αναγκαίων, από το άλλο προς την επιθυμία πραγμάτων αχρήστων, και από το τρίτο προς την επιθυμία της κενής και άδοξης δόξας. Κι έτσικατακερματιζόμενος ο άθλιος άνθρωπος και συρόμενος από τις ποικίλες γι' αυτά φροντίδες, ούτε τον ήλιο ακόμη τον ίδιο ούτε τον αέρα, τον κοινό σε όλους πλούτο, δεν μπορεί να αναπνεύσει και να θεωρήσει ευχάριστα. 

16. Αυτός ο ίδιος ο νους μας, αν δεν απομακρυνθεί από τον Θεό, διεγείρει τον θυμό που έχομε μέσα μας εναντίον μόνου του Διαβόλου και χρησιμοποιεί την ανδρεία της ψυχής κατά των πονηρών παθών, κατά των αρχόντων του σκότους, κατά των πνευμάτων της πονηρίας. Αν όμως δεν προσηλωθεί στις θείες εντολές του Κυρίου που τον εστρατολόγησε,μάχεται προς τους πλησίον του, μαίνεται κατά των ομοφύλων, αποθηριώνεται εναντίον εκείνων που δεν συναινούν στις παράλογες ορέξεις του και γίνεται, φευ, ανθρωποκτόνος άνθρωπος, (ομοιωμένος όχι μόνο με τα κτήνη τα άλογα, αλλά και με τα ερπετά και με τα ιοβόλα ζώα, γινόμενος σκορπιός, όφις, γέννημα εχιδνών, αυτός που ωρίσθηκε να είναι στην τάξη των υιών του Θεού. Είδες πώς διεσκόρπισε κι έχασε την περιουσία του; «Αφού τα εδαπάνησε όλα ο νεώτερος υιός, άρχισε να στερείται και έπεσε σε πείνα». Αλλά δεν εσκεπτόταν ακόμη να επιστρέψει, διότι ήταν άσωτος. Γι' αυτό, «επήγε και προσκολλήθηκε σ' ένα από τους πολίτες της χώρας εκείνης και εκείνος τον έστειλε στο αγρόκτημα να βόσκει χοίρους». 

17. Ποιοί δε είναι οι πολίτες και πολιτάρχες της χώρας που είναι μακριά από τον Θεό; Φυσικά οι δαίμονες, από τους οποίους ο υιός του ουρανίου Πατρός κατέστη πορνοβοσκός και αρχιτελώνης και αρχιληστής και στασιάρχης. Διότι ο χοιρώδης βίος λόγω της άκρας ακαθαρσίας του υπονοεί κάθε πάθος, χοίροι δε είναι όσοι κυλίονται στον βόρβορο των παθών τούτων. Όταν εκείνος έγινε προϊστάμενος τούτων, ως πρώτος από όλους αυτούς στην ηδυπάθεια, δεν μπορούσε να χορτάσει από τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, δηλαδή δεν ήταν δυνατό να λάβει κορεσμό της επιθυμίας του.

18. Πώς όμως δεν αρκεί η φύσις του σώματος να εξυπηρετήσει τις ορμές του ακολάστου; Ο χρυσός ή ο άργυρος, όταν περιέλθη στον φιλόχρυσο και φιλάργυρο, αυξάνει την στέρηση και όσο περισσότερος εισρεύσει, τόσο μεγαλύτερη επιθυμία προκαλεί· μόλις θ' αρκέσει σ' έναν πλεονέκτη και φίλαρχο όλος ο κόσμος, ίσως δε ούτε αυτός. Επειδή λοιπόν αυτοί μεν είναι πολλοί, ο κόσμος δε ένας, πώς τότε θα μπορέσει κανείς από αυτούς να εύρει κόρο της επιθυμίας του; Έτσι λοιπόν και εκείνος ο αποστάτης από τον Θεό δεν μπορούσε να χορτασθεί. Διότι άλλωστε, λέγει, δεν του προσέφερε κανείς τον κόρο. Ποιός θα του τον προσέφερε; Ο Θεός απουσίαζε, με του οποίου και τη θέα μόνο προκαλείται αβάρετος κόρος στον βλέποντα, σύμφωνα με εκείνον που είπε, «θα χορτάσω μόλις θεαθεί από εμένα η δόξα σου». Ο Διάβολος δεν θέλει να προσφέρει κόρο των αισχρών επιθυμιών, επειδή εκ φύσεως ο κόρος στα τρεπτά πράγματα προκαλεί μεταβολή της σχέσεως προς αυτά. Ευλόγως λοιπόν κανένας δεν του έδιδε τον κόρο.

19. Μόλις πάντως κάποτε εκείνος ο αποστάτης από τον πατέρα ήλθε στα λογικά του και αντιλήφθηκε σε ποιο κατάντημα έφθασε, έκλαυσε τον εαυτό του λέγοντας· «πόσοι μισθωτοί του πατρός μου έχουν αφθονία άρτων, ενώ εγώ χάνομαι από την πείνα!». Ποιοί είναι οι μισθωτοί; Εκείνοι που δια των ιδρώτων της μετανοίας και της ταπεινώσεως παίρνουν σαν μισθό τη σωτηρία. Υιοί δε είναι εκείνοι που λόγω της αγάπης προς αυτόν υποτάσσονται στις εντολές του, όπως είπε και ο Κύριος, «όποιος με αγαπά, θα τηρήσει τις εντολές μου».

20. Έτσι λοιπόν ο νεώτερος υιός αφού απέπεσε από την υιοθεσία καιεξέπεσε από την ιερά πατρίδα και περιέπεσε σε πείνα, αντιλαμβάνεται τη θλιβερή κατάστασή του και ταπεινώνεται και μετανοεί λέγοντας «θα σηκωθώ να υπάγω και να γονατίσω στον πατέρα μου και θα του ειπώ, πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και σε σένα». Καλώς λοιπόν στην αρχή ελέγαμε ότι αυτός ο πατέρας είναι ο Θεός· διότι πώς θα αμάρτανε στον ουρανό ο νέος που απεστάτησε από τον πατέρα, αν ο πατέρας δεν ήταν ουράνιος; «Αμάρτησα λοιπόν», λέγει, «στον ουρανό», δηλαδή στους αγίους που ευρίσκονται στον ουρανό και είναι πολίτες του ουρανού, «και σε σένα», που κατοικείς μαζί με τους αγίους σου στους ουρανούς. «Και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομάζωμαι υιός σου· κάμε με σαν ένα από τους μισθωτούς σου». Καλώς λέγει, σωφρονισμένος από την τωρινή του ταπείνωση, «κάμε με»· διότι δεν λαμβάνει κανείς από τον εαυτό του τους βαθμούς της αρετής, αν και επίσης δεν τους λαμβάνει χωρίς την προαίρεσή του. «Αφού λοιπόν εσηκώθηκε, ήλθε στον πατέρα του. Ενώ δε απείχε ακόμη πολύ». Πώς και ήλθε και συγχρόνως απείχε πολύ, γι' αυτό και ο πατέρας του τον ευσπλαγχνίσθηκε και εξήλθε προς συνάντησή του; Ο άνθρωπος που μετανοεί με την ψυχή του δια μεν της αγαθής προθέσεως και της αποχής από την αμαρτία φθάνει προς τον Θεό· από την κακή όμως συνήθεια και τις προλήψεις τυραννούμενος νοερώς, απέχει ακόμη πολύ από τον Θεό, και αν πρόκειται να σωθεί, χρειάζεται μεγάλη από άνω ευσπλαγχνία και βοήθεια.

21. Γι' αυτό και ο πατέρας των οικτιρμών συγκαταβαίνοντας τον προϋπάντησε, τον αγκάλιασε και τον κατεφίλησε, παρήγγειλε δε στους δούλους του, δηλαδή στους ιερείς, να τον ενδύσουν την πρώτη στολή, δηλαδή την υιοθεσία, την οποία και πρωτύτερα είχε φορέσει δια του αγίου βαπτίσματος, και να του βάλουν δακτυλίδι στο χέρι του, δηλαδή στο πρακτικό μέρος της ψυχής που δηλώνεται με το χέρι, να τοποθετήσουν σφραγίδα θεωρητικής αρετής, ωςαρραβώνα της μελλοντικής κληρονομιάς, αλλά και υποδήματα στα πόδια, θεία δηλαδή φρουρά και ασφάλεια που θα τον ενδυναμώνει να πατεί επάνω σε όφεις και σκορπιούς κι επάνω σε όλη τη δύναμη του εχθρού. Έπειτα παραγγέλλει να φέρουν και σφάξουν ένα σιτευτό μόσχο και να τον παραθέσουν σε τραπέζι. Ο δε μόσχος είναι ο ίδιος ο Κύριος, ο οποίος εξέρχεται μεν από τα κρύφια της θεότητος και από τον θρόνο που ευρίσκεται υπεράνω του παντός και όταν εφάνηκε σαν άνθρωπος επάνω στη γη θυσιάζεται ως μόσχος για χάρη ημών των αμαρτωλών και ως σιτευτός, δηλαδή ως άρτος, παρατίθεται σε μας προς βρώσιν.

22. Κάμνει δε κοινή την μ' αυτή την ευκαιρία ευφροσύνη και ευωχία ο Θεός με τους αγίους του, αναλαμβάνοντας από άκρα φιλανθρωπία τις συνήθειές μας και λέγοντας· «έλθετε να φάγωμε κι ευφρανθούμε». Αλλά ο πρεσβύτερος υιός οργίζεται. Πρέπει να υπονοείς, παρακαλώ, πάλι τους Ιουδαίους που οργίζονται γι' αυτήν την πρόσκλησι, τους Γραμματείς και Φαρισαίους πουσκανδαλίζονται, διότι ο Κύριος υποδέχεται αμαρτωλούς και συνεσθίει με αυτούς. Εάν δε θέλεις να εννοήσεις τούτο και επί των δικαίων, τι παράδοξο είναι, αν και ο δίκαιος αγνοεί τον ανώτερο κάθε συλλήψεως πλούτο της χρηστότητος του Θεού; Γι' αυτό και παρηγορείται από τον κοινό πατέρα και διδάσκεται τα κατάλληλα από αυτόν με τα λόγια, «εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου», μετέχοντας στην αναλλοίωτη ευφροσύνη· «έπρεπε λοιπόν να ευχαριστηθείς και να χαρείς διότι αυτός ο αδελφός σου ήταν νεκρός και ανέζησε, ήταν χαμένος και ευρέθηκε». Ήταν νεκρός από την αμαρτία και ανέζησε με την μετάνοια, ήταν δε και χαμένος, αφού δεν ήταν μαζί με τον Θεό. Αφού λοιπόν ευρέθηκε, γεμίζει τον ουρανό με χαρά, όπως έχει γραφεί, «χαρά γίνεται στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί».

23. Τί δε είναι αυτό για το οποίο λυπείται ο πρεσβύτερος υιός; «Ότι εμένα», λέγει, «δεν μου έδωσες ποτέ ένα κατσίκι, για να διασκεδάσω με τους φίλους μου, όταν δε ήλθε αυτός ο υιός σου, που κατέφαγε την περιουσία σου με τις πόρνες, του έσφαξες τον μόσχο τον σιτευτό». Τόσο εξαίρετα είναι τα προς εμάς χαρίσματα του Θεού, ώστε και οι άγγελοι επεθύμησαν να κυττάξουν τα χαρισθέντα σ' εμάς δια της ενανθρωπήσεώς του, όπως λέγει ο κορυφαίος των αποστόλων Πέτρος. Αλλά και οι δίκαιοι επεθύμησαν να έλθει γι' αυτά ο Χριστός και πριν από την ώρα του ακόμη, όπως και ο Αβραάμ επεθύμησε να ιδεί την ημέρα του. Αυτός βέβαια τότε δεν ήλθε, και όταν ήλθε, δεν ήλθε να καλέσει δικαίους αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια, και κυρίως υπέρ αυτών σταυρώνεται αυτός που απαλείφει την αμαρτία του κόσμου· διότιυπερεπερίσσευσε η χάρις, όπου επλεόνασε η αμαρτία.

24. Ότι δε δεν δίδει ούτε ένα κατσίκι στους δικαίους, όταν ζητούν, δηλαδή ούτε ένα αμαρτωλό, γίνεται σ' εμάς σαφές και από άλλα πολλά και ιδιαιτέρως από την οπτασία του ιερού και μακαρίου Κάρπου. Διότι αυτός όχι μόνο δεν εισακούσθηκε όταν καταράσθηκε μερικούς πονηρούς άνδρες και έλεγε ότι δεν είναι δίκαιο να ζουν άνδρες άθεοι που διαστρέφουν τους ευθείς δρόμους του Κυρίου, αλλά εδοκίμασε και την θεία αγανάκτησι και άκουσε φρικώδεις λόγους που ωδηγούσαν στην επίγνωση της αρρήτου και υπέρ νουν θείας ανοχής και έπειθαν όχι μόνο να μη καταράται, αλλά και να εύχεται υπέρ αυτών που ζουν στην πονηρία, διότι ο Θεός παρέχει σ' εκείνους ακόμη προθεσμία μετανοίας. Για να δείξει λοιπόν τούτο ο Θεός των μετανοούντων, ο εύσπλαγχνος πατήρ, και για να παραστήσει επί πλέον ότι δίδει μεγάλα και επίφθονα δώρα στους επιστρέφοντας με μετάνοια, συνέθεσε με αυτόν τον τρόπο την παραβολή.

25. Ας επιληφθούμε λοιπόν κι εμείς, αδελφοί, της μετανοίας με έργα, ας εγκαταλείψωμε τον πονηρό και τα βοσκήματά του· ας μείνωμε μακριά από τους χοίρους και από τα ξυλοκέρατα που τους τρέφουν, δηλαδή από ταβδελυρά πάθη και τους προσκολλημένους σ' αυτά· ας σταθούμε μακριά από την πονηρά νομή, δηλαδή την κακή συνήθεια ας αποφύγωμε την χώρα των παθών, δηλαδή την απιστία και απληστία και ακρασία, όπου συμβαίνει φοβερός λιμός αγαθών και επέρχονται πάθη χειρότερα από τον λιμό· ας τρέξωμε προς τον Πατέρα της αφθαρσίας, τον δότη της ζωής, βαδίζοντας την οδό της ζωής δια των αρετών. Εκεί θα τον εύρωμε να έχει εξέλθει από φιλανθρωπία για προϋπάντηση και να μας χαρίζει την άφεσι των αμαρτιών μας, το σύμβολο της αφθαρσίας, τον αρραβώνα της μελλοντικής κληρονομίας. Και ο άσωτος υιός άλλωστε, όπως εδιδαχθήκαμε από τον Σωτήρα, όσον καιρό ευρισκόταν στη χώρα των παθών, αν και εσκεπτόταν και έλεγε τα λόγια της μετανοίας, δεν επέτυχε τίποτε το καλό, έως ότου αφήνοντας όλα εκείνα τα έργα της αμαρτίας ήλθε τρέχοντας προς τον πατέρα κι αφού επέτυχε τα ανέλπιστα, έμεινε οπωσδήποτε στο εξής πλησίον του με ταπείνωση, σωφρονώντας, δικαιοπραγώντας και διατηρώντας ακέραια την ανανεωμένη από τον Θεό χάρη.

26. Αυτήν τη χάρη είθε να την επιτύχωμε όλοι μας και να την διατηρήσωμε αμείωτη, ώστε και στον μέλλοντα αιώνα να συνευφρανθούμε με τον σεσωσμένο άσωτο στην άνω Ιερουσαλήμ, την μητέρα των ζώντων, την Εκκλησία των πρωτοτόκων, εν Χριστώ τω Κυρίω ημών, στον οποίο πρέπει δόξα στους αιώνες. Γένοιτο. 

(Ομιλία Γ', Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ τ. 9, ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ")


Πηγή: www.alopsis.gr


Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022

Η ΚΑΘΑΡΟΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Ἃγιος Φώτιος ὁ Μέγας)

Αποτέλεσμα εικόνας για Ἡ καθαρότης τῆς Ὀρθοδοξίας

Φώτιος ὁ Μέγας

Ἐπιστολὴ πρὸς Βούλγαρον Ἡγεμόνα 

Αὐτὴ εἶναι ἡ καθαρὴ καὶ γνήσια ὁμολογία τῆς πίστεως ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν· αὐτὴ εἶναι ἡ θεόσοφη μυσταγωγία τῆς ἄχραντης καὶ ἀληθινῆς θρησκείας μας καὶ τῶν σεπτῶν μυστηρίων της· ἔχοντας φρόνημα, πίστι καὶ διαγωγὴ σύμφωνα μὲ αὐτὴν τὴν ὁμολογία ἕως τὴν δύσι τοῦ βίου, βαδίζομε γρήγορα πρὸς τὴν ἀνατολὴ τοῦ νοητοῦ ἡλίου, γιὰ ν’ ἀπολαύσωμε δυνατώτερα καὶ τελειότερα τὴν ἀπὸ ἐκεῖ ἐρχόμενη ἀνέσπερη αὐγὴ καὶ λαμπρότητα.

Αὐτὴν ταιριάζει ν’ ἀποδέχεται καὶ νὰ τιμᾶ καὶ ἡ θεοφρούρητη σύνεσίς σας, ποὺ ἤδη ἀτενίζει πρὸς τὴν ἰδική μας θρησκευτικὴ κληρονομιά, μὲ εἰλικρινῆ διάθεσι, εὐθύτητα γνώσεως καὶ ἀδίστακτη πίστι, καὶ νὰ μὴ ἀποκλίνη ἀπ’ αὐτὴν οὔτε στὸ ἐλάχιστο οὔτε πρὸς τὰ δεξιὰ οὔτε πρὸς τ’ ἀριστερά· διότι τοῦτο εἶναι τῶν ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, τοῦτο εἶναι τὸ δίδαγμα τῶν πατέρων, τοῦτο εἶναι τὸ φρόνημα, τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων.

Γι’ αὐτὸ ὄχι μόνο ἐσὺ ὁ ἴδιος πρέπει νὰ φρονῆς καὶ νὰ πιστεύης κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀλλὰ νὰ καθοδηγῆς στὸ ἲδιο φρόνημα τῆς ἀληθείας καὶ τοὺς ὑπηκόους σου καὶ νὰ τοὺς καταρτίζης στὴν ἴδια πίστι, καὶ τίποτε ἄλλο νὰ μὴ θεωρῆς πολυτιμότερο ἀπὸ τέτοια σπουδὴ καὶ ἐπιμέλεια. Διότι τοῦ ἀληθινοῦ ἄρχοντος καθῆκον εἶναι νὰ μὴ φροντίζη μόνο γιὰ τὴ δική του σωτηρία, ἀλλὰ ν’ ἀξιώνη παρόμοιας προνοίας καὶ τὸν λαὸ ποὺ τοῦ ἔχει ἀνατεθῆ, νὰ τὸν χειραγωγῆ καὶ νὰ τὸν προσκαλῆ στὴν ἴδια τελειότητα τῆς θεογνωσίας.

Μὴ λοιπὸν κάμης νὰ διαψευσθοῦν οἱ ἐλπίδες μας, τὶς ὁποῖες ἐπέτρεψε νὰ σχηματίσωμε ἡ πρὸς τὰ καλὰ ροπὴ καὶ προσοχή σου, μήτε νὰ καταστήσης ματαίους τοὺς κόπους καὶ ἀγῶνες, ποὺ μὲ χαρὰ ἀναλάβαμε χάριν τῆς σωτηρίας σας, μήτε νὰ δεχθῆς ὅτι ἄρχισες μὲν μὲ προθυμία νὰ δέχεσαι τοῦ θείου κηρύγματος τοὺς λόγους, μετέβαλες δὲ τὴν προθυμία σὲ ραθυμία· ἀλλὰ διατήρει ἀνεξάλειπτη τὴν χαρὰ κι εὐφροσύνη μου γιὰ σένα, παρέχοντας ὅμοιο μὲ τὴν ἀρχὴ τὸ τέλος, σύμφωνο τὸν βίο μὲ τὴν πίστι, καὶ τὴν ἐξουσία σου νὰ φαίνεται καὶ νὰ ὀνομάζεται κοινὸ ἀγαθό τοῦ γένους καὶ τῆς πατρίδος.

λλὰ τώρα πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, φιλόχριστε καὶ πνευματικὲ υἱέ μας, καὶ ὅ,τι ἄλλο ἔνδοξο καὶ καλὸ καὶ ἄξιο στοργῆς ὄνομα ὑπάρχει γιὰ σένα·  πρόσεξε, πόσες ἐπιθέσεις ὠργάνωσε ὁ Πονηρὸς ἐναντίον τῆς εὐσεβοῦς καὶ μόνης ἀληθινῆς θρησκείας τῶν Χριστιανῶν, ἐπινοώντας διάφορες αἱρέσεις καὶ στάσεις, μάχες καὶ πολέμους. Πρόσεξε ἐπίσης καὶ τοῦτο, πῶς αὐτὴ τὶς ἀντέκρουσε ὅλες καὶ ἔστησε λαμπρὰ τρόπαια ἐναντίον ὅλων τῶν ἀντιπάλων. Καὶ μὴ ἀπορήσης, καθὼς θ’ ἀναλογίζεσαι τὶς ἐναντίον της ἐπινοήσεις καὶ ἐπιβουλές. Διότι, πρῶτα, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γίνη τόσο περίοπτη καὶ δυνατὴ καὶ ἐπίσημη διὰ τῆς νίκης, ἂν δὲν συγκρουόταν μαζί της κανένας ἐχθρός· κι’ ἔπειτα εἶναι εὔκολο νὰ ἀντιληφθοῦμε κι ἐκεῖνο, ὅτι ὅπου ὁ Πονηρὸς πολεμεῖται σφοδρότερα, ἐκεῖ στέλλει κι αὐτὸς μεθοδικώτερα τὰ βέλη τῆς κακίας του καὶ στήνει τὰ πολεμικὰ μηχανήματά του. Πράγματι στὰ ἄλλα γένη, ἐπειδὴ δὲν ὑφίσταται ἐναντίον του κανένας δυνατὸς πόλεμος, γι’ αὐτὸ δὲν ἐξοπλίζεται οὔτε αὐτὸς ἐναντίον ἐκείνων στὸ Χριστώνυμο ὅμως λαὸ τοῦ Θεοῦ, τὸ ἅγιο ἔθνος, τὸ βασίλειο ἱεράτευμα, ἐπειδὴ ξεσηκώνονται ἀνδρείως καθημερινὰ δυναμωμένοι μὲ τὴν πίστι κατὰ τῶν πονηρῶν πράξεων καὶ μηχανευμάτων του, γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖνος καταφέρνει μὲ μύριες ἐπιβουλὲς καὶ μὲ ὅλες τὶς μεθόδους νὰ ὑποτάξη μερικοὺς ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ἀγωνίζεται νὰ θλίψη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἂν καὶ οἱ ἀγῶνες καὶ τὰ πονηρεύματά του καταλήγουν σὲ καταισχύνη.

λλωστε τὰ ἄλλα ἔθνη ἔχουν ἀδιάκριτα καὶ συγκεχυμένα τὰ δογματικὰ φρονήματα, δὲν ἔχουν τίποτε καθαρὸ καὶ δοκιμασμένο σὲ ἀκρίβεια· γι’ αὐτὸ δὲν φαίνεται σ’ ἐκεῖνα οὔτε ἡ ὀρθοδοξία οὔτε ἡ διαστροφή. Στὴν καθαρώτατη ὅμως καὶ ἁγιώτατη πίστι τῶν Χριστιανῶν ποὺ ἔχει μεγάλη ἀκρίβεια, λόγω τῆς εἰλικρίνειας καὶ τῆς εὐθύτητος, τῆς ἐξάρσεως καὶ τῆς ἀκεραιότητος, ὅταν ἐπιχειρήση κανεὶς νὰ εἰσφέρη καὶ μικρὸ δεῖγμα διαστροφῆς ἢ καινοτομίας, ἀμέσως καταφαίνεται καὶ διακρίνεται ἡ διαστροφὴ καὶ νοθεία μὲ τὴν παράθεσι τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ ὀρθοῦ λόγου, καὶ ἡ εὐγένεια τῶν εὐσεβῶν δογμάτων δὲν ἀνέχεται καθόλου οὔτε γιὰ λίγο τὸ νόθο γέννημα, οὔτε κάτω ἀπὸ τὴν ἴδια ὀνομασία μάλιστα. Πράγματι, ὅπως στὴν περίπτωσι τῶν διακρινομένων γιὰ τὴν ὠμορφιά τους σωμάτων καὶ μία μικρὴ κηλίδα ποὺ θὰ σχηματισθῆ διακρίνεται καὶ παρατηρεῖται γρήγορα κατόπιν τῆς συγκρίσεως μὲ τὴν ἄλλη ὠμορφιά τοῦ σώματος, ἐνῶ στὴν περίπτωσι τῶν ἀσχημοπροσώπων ἀνθρώπων δὲν μποροῦν νὰ διακριθοῦν εὔκολα τὰ ἐπισυναπτόμενα σημεῖα τῆς ἀσχημοσύνης (διότι κρύβονται στὰ συγγενῆ καὶ ὅμοια στοιχεῖα τῆς ἀμορφίας), ἔτσι καὶ στὴν περίπτωσι τῆς πραγματικὰ ὡραιοτάτης καὶ ὑπέρλαμπρης θρησκείας καὶ πίστεως τῶν Χριστιανῶν, ἀκόμα καὶ τὸ μικρότερο στοιχεῖο της ἂν ἐκτρέψη κανείς, προκαλεῖ μεγάλη ἀσχημοσύνη κι’ αὐτὸ δέχεται ἀμέσως τὸν ἔλεγχο· τὰ ἄλλα δὲ δόγματα τῶν ἐθνῶν, ἐπειδὴ εἶναι γεμάτα ἀκοσμία καὶ ἀσχήμια, δὲν ἐπιτρέπουν στοὺς ὀπαδοὺς των νὰ λάβουν καμμιὰ συναίσθησι τῆς πρόσθετης ἄσχημοσυνης.

χι δὲ σ’ αὐτὰ μόνο, ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωσι ὅλων τῶν ἄλλων τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν εἶναι δυνατὸ νὰ παρατηρήσωμε τὸ ἲδιο. Στὶς ἀκριβέστατες, εὔκολα γίνεται φανερὸ καὶ τὸ μικρότερο ψεγάδι· στὶς προστυχότερες ὅμως, πολλὰ παραβλέπονται καὶ δὲν θεωροῦνται κἂν ἐλάττωμα. Κι’ ἂν θέλης, στοὺς ἄρχοντες καὶ γενικὰ τοὺς εὑρισκομένους σὲ κάποια ἐξουσία, καὶ μάλιστα σ’ ἐκείνους ποὺ ἀσκοῦν σὲ περισσοτέρους τὴν ἐξουσία τους, καὶ τὸ παραμικρότερο ἐλάττωμα ἐξογκώνεται, διαδίδεται παντοῦ καὶ γίνεται περιβόητο σὲ ὅλους· ἐνῶ στοὺς ἀρχομένους καὶ ταπεινοτέρους πολλὰ παρόμοια πταίσματα δὲν γίνεται γνωστὸ οὔτε ὅτι ἐπράχθηκαν, κρύβονται καὶ διαφεύγουν, ἀφοῦ σβήνονται ἀπὸ τὴν μικρότητα καὶ εὐτέλεια τοῦ ἁμαρτήσαντος.

σο λοιπὸν ἡ πίστις καὶ λατρεία τῶν Χριστιανῶν, κατὰ τὸ μέγεθος καὶ τὴ δύναμι, τὸ κάλλος καὶ τὴν ἀκρίβειά της, τὴν καθαρότητα καὶ κάθε ἄλλη τελειότητα εἶναι ὑψηλότερα ἀπὸ τὰ θρησκεύματα τῶν ἐθνῶν, τόσο ἐρεθίζεται ὁ Πονηρὸς στὸν ἐναντίον της πόλεμο καὶ τόσο ἐπίσης καταφαίνονται ἀμέσως τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἀφρόνων καὶ κακοβούλων ἀνθρώπων καὶ οὔτε μποροῦν ν’ ἀποκρυβοῦν ἔστω καὶ γιὰ λίγον καιρὸ οὔτε νὰ εὕρουν ὑπεκφυγή. Ἀλλ’ ὅμως ἡ καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε πρὸ ὀλίγου, καθιστᾶ σαθρὰ καὶ ἄπρακτα ὅλα τὰ μηχανήματα τοῦ Πονηροῦ, ἢ μᾶλλον τὰ ἐπαναφέρει ἐναντίον ἐκείνου ποὺ τὰ κατασκευάζει καὶ εὔκολα καταρρίπτει τὴν βλασφημία καὶ καταισχύνει τὴν ἀναισχυντία τῶν αἱρεσιαρχῶν· διατηρεῖ ἀκαταμάχητη καὶ ἀήττητη τὴν δύναμί της καὶ στολίζεται διαπαντὸς μὲ θριάμβους καλοὺς καὶ σωστικοὺς γιὰ τὸν κόσμο.·

Ἃγιος Φώτιος ὁ Μέγας


Περιοδικό Ἐποπτεία, Φεβρουάριος 1992, Ἀθήνα.

Πηγή: imaik.gr

ΕΠΙΓΝΩΜΕΝ ΑΔΕΛΦΟΙ (Στιχηρό Ἰδιόμελον Ἑσπερινοῦ Σαββάτου Ἀσώτου)

 


Στιχηρό Ἰδιόμελον Ἑσπερινοῦ Σαββάτου Ἀσώτου
Ἦχος α΄
«Ἐπιγνῶμεν ἀδελφοί, τοῦ μυστηρίου τήν δύναμιν, τόν γάρ ἐκ τῆς ἁμαρτίας, πρός τήν πατρικήν ἑστίαν ἀναδραμόντα Ἄσωτον Υἱόν ὁ πανάγαθος Πατήρ, προϋπαντήσας ἀσπάζεται, καί πάλιν τῆς οἰκείας δόξης, χαρίζεται, τά γνωρίσματα, καί μυστικήν τοῖς ἄνω ἐπιτελεῖ εὐφροσύνην, θύων τόν μόσχον τόν σιτευτόν, ἵνα ἡμεῖς ἀξίως πολιτευσώμεθα, τῷ τε θύσαντι φιλανθρώπῳ Πατρί, καί τῷ ἐνδόξῳ θύματι, τῷ Σωτήρι τῶν ψυχῶν ἡμῶν.» Ἑρμηνευτική ἀπόδοση “Ἄς κατανοήσουμε ἀδελφοί μου, τό πνευματικό βάθος καί τή δύναμη πού ἔχει τοῦτο τό μυστήριο. Ἐκεῖνον τόν Ἄσωτο γυιό πού ξέφυγε ἀπό τήν χώρα τῆς ἁμαρτίας καί ξαναγύρισε στό πατρικό του σπίτι, ὁ πανάγαθος Θεός Πατέρας τόν προϋπάντησε γλυκοφιλώντάς τον. Τοῦ χάρισε ὅλα τά πρῶτα του ἔνδοξα χαρίσματα πού εἶχε ὡς παιδί του. Τοῦ ἑτοίμασε ἀκόμα οὐράνια εὐφρόσυνη πανήγυρη κι ἔστρωσε γιορτινό τράπεζι σφάζοντας τό ὀμορφότερο καί πιό καλοθρεμένο μοσχαράκι. Γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς ἄς ζήσουμε ὅπως ἁρμόζει σέ παιδιά τέτοιου Πατέρα καί τέτοιου ἔνδοξου θύματος, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού θυσιάσθηκε γιά μᾶς καί εἶναι ὁ Σωτήρας τῶν ψυχῶν μας.”


Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2022

Τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν


Picture

Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης
κ. Γρηγορίου

Τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση εἶναι θέμα εὐαίσθητο ἀλλά καί καθοριστικό. Εὐαίσθητο, διότι τά κριτήρια αὐτά εἶναι θεολογικά καί ὄχι ἠθικολογικά καί οὑμανιστικά. Αὐτό σημαίνει ὅτι νοθεύονται μέ τρόπο πού πολλές φορές δέν εἶναι ὁρατός. Εἶναι θέμα καθοριστικό, διότι ἡ γνώση καί ἡ βαθύτερη ἐπίγνωση τῶν κριτηρίων τῆς ἁγιότητος χαρακτηρίζει ἀφ’ ἑνός τόν σύγχρονο ἄνθρωπο, ἐάν δηλαδή αὐτός εἶναι ἐνταγμένος στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί ἀφ’ἐτέρου αὐτήν τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία, ἐάν εἶναι ἀληθινή ἤ ὄχι.

            Τό θέμα θά ἀναπτυχθεῖ ἀπό τόν ὁμιλοῦντα σέ θεματικές ἑνότητες, ὥστε νά γίνει εὐκολότερα κατανοητό. Στό πρῶτο μέρος θά διατυπωθοῦν τά γνωρίσματα ἤ κριτήρια τῆς ἁγιότητος καί τό τεκμήριο τῆς ἁγιότητος, ἐνῶ στό δεύτερο μέρος θά ἐξετάσουμε ἐάν καί κατά πόσον πῶς σήμερα ἁγιοποιεῖται ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστιανός.

Γνωρίσματα ἤ κριτήρια ἁγιότητος.

Τό πρῶτο γνώρισμα ἁγιότητος εἶναι νά ἔχει ἐνταχθεῖ ὁ ἄνθρωπος στήν Ἐκκλησία διά τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος. Ὑπενθυμίζουμε τό χωρίο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται» (Μάρ. , ιστ’ 16) καί τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου « Ἐάν μή τίς γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καί πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. γ’ 5). Ὅμως ὑπῆρχαν καί περιπτώσεις πού ὁ μαρτυρικός θάνατος ἀρκοῦσε. Ἐθεωρεῖτο «βάπτισμα αἵματος» καί ἀποτελοῦσε ἀκόμα καί λόγο ἁγιότητος γιά τούς πιστούς. Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ἀναφερόμενος στόν Μάρτυρα Λουκιανό τονίζει: «Ὥσπερ οἱ βαπτιζόμενοι τοῖς ὕδασιν, οὕτως οἱ μαρτυροῦντες τῷ ἰδίῳ λούονται αἵματι». (Ἱερ. Χρυσ. Εἰς τόν Ἅγιον Λουκιανό PG 50, 552).

            Ἕνα ἄλλο κριτήριο εἶναι τό ὀρθόδοξο φρόνημα. Ἡ διάσωση καί ἡ μετάδοση τῆς Ἀποστολικῆς Παραδόσεως καθώς καί ἡ διαφύλαξη τῆς παρακαταθήκης ἀλώβητης καί ἀναλλοίωτης εἶναι κεφαλαιῶδες θέμα σωτηρίας. Ὁ Μέγας Βασίλειος, σέ ἐπιστολή του πρός τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας, ἐπισημαίνει ὅτι κηρύττει μόνο ὅσα παρέλαβε καί διδάχθηκε ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες.

«Πίστιν δέ ἡμεῖς οὔτε παρ᾽ ἄλλων γραφομένων ἡμῖν νεωτέραν παραδεχόμεθα οὔτε αὐτοί τά τῆς ἡμετέρας διανοίας γεννήματα παραδιδόναι τολμῶμεν, ἵνα μή ἀνθρώπινα ποιήσωμεν τά τῆς εὐσεβείας ρήματα, ἀλλ᾽ ἅπερ παρά τῶν Ἁγίων Πατέρων δεδιδάγμεθα, ταῦτα τοῖς ἐρωτῶσιν ἡμᾶς διαγγέλωμεν» (Μ. Βασιλείου Ἐπιστολή 140 τῆς Ἀντιοχέων Ἐκκλησίας PG32, 588C).

            Ὁ ἐνάρετος βίος εἶναι ἐπίσης ἕνα σημαντικό γνώρισμα. Ὁ ἐνάρετος βίος ἐπιδρᾶ καταλυτικά στήν λειτουργική ζωή ὡς ὑπόδειγμα γιά τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μία νοητή πυξίδα. Ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι μιμήθηκαν ἄλλους Ἁγίους στήν ἀρετή, ἀκόμα καί στό μαρτύριο.

Ἕνα κριτήριο ἐπίσης εἶναι ἡ θαυματουργία. Ἡ θαυματουργία ἔχει καταγραφεῖ στήν Καινή Διαθήκη ὡς χαρακτηριστικό γνώρισμα τῶν Ἀποστόλων καί γενικότερα τῶν εἰς Χριστόν πιστευόντων. Ὁ Κύριος, πρό τῆς Ἀναλήψεώς Του, ἀπευθυνόμενος στούς Ἀποστόλους τούς ἔδωσε τήν δύναμη νά θεραπεύουν τόν κόσμο. Αὐτό φαίνεται καί στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ἀρχῆς γενομένης μέ τόν Ἀπόστολο Πέτρο κηρύττοντα καί θαυματουργοῦντα.

            Τίθεται τό ἐρώτημα: τά θαύματα ἀπό μόνα τους ἀποτελοῦν κριτήριο ἁγιοκατατάξεως; Ἡ ἀπάντηση εἶναι «ὄχι». Τά λόγια τοῦ Κυρίου εἶναι καθοριστικά. «Πολλοί ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνη τῇ ἡμέρᾳ. Κύριε, Κύριε οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλάς ἐποιήσαμεν; καί τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι οὐδέποτε ἔγνων ἡμᾶς. ἀποχωρεῖτε ἀπ᾽ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τήν ἀνομίαν.» (Ματθ. ζ’ 22-23)

            Ἕνα ἄλλο γνώρισμα εἶναι οἱ ἐξαιρετικές ὑπηρεσίες καί ἡ προσφορά στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀποτελεῖ ὁ Ἅγιος καί Ἰσαπόστολος Κωνσταντῖνος, ὁ ὁποῖος μέ τό διάταγμα τῶν Μεδιολάνων θέσπισε τήν ἀνεξιθρησκεία καί ἔπαυσαν οἱ διωγμοί τῶν Χριστιανῶν. Ἕνα ἄλλο παράδειγμα εἶναι ἡ αὐτοκράτειρα Θεοδώρα, ἡ ὁποία ἀναστήλωσε τίς Ἱερές Εἰκόνες καί τίς ἀποκατέστησε ἐντός τῶν Ἱερῶν Ναῶν.

            Οἱ ἐξέχουσες ὑπηρεσίες στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία δέν ἀποτελοῦν ἀπό μόνες τους γνώρισμα ἁγιότητος. Στήν περίπτωση ὅμως τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου ὑπάρχει ἡ θεοπτική ἐμπειρία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἡ ἐκ μέρους του ἐκλογή ἀπό τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό φαίνεται στήν ὑμνολογία «τύπον σταυροῦ ἐν οὐρανῷ κατοπτεύσας . . . ὅθεν δεξάμενος τήν γνῶσιν τοῦ Πνεύματος» καί «ὡς ὁ Παῦλος τήν κλῆσιν οὐκ ἐξ ἀνθρώπων δεξάμενος». Ἐπίσης ἁπτό τεκμήριο ἁγιότητος ἀποτελεῖ τό ἱερό λείψανό του «οὗ ἡ λάρναξ ἰάσεις βρύει» (Ἀκολουθία Μηναίου 21ης Μαΐου, Ἔκδ. Ἀποστ. Διακονίας). Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει μέ τό λείψανο τῆς Ἁγίας Θεοδώρας, τό ὁποῖο διασώζεται στόν Μητροπολιτικό Ναό τῆς Κέρκυρας.

            Ἕνα ἄλλο κριτήριο ἁγιότητος ἀποτελοῦν ἐπίσης τά ἀδιάφθορα Ἱερά Λείψανα, τά ὁποῖα εὐωδιάζουν καί θαυματουργοῦν. Ἄν καί τά λείψανα ἀποτελοῦν σημεῖο πού στοιχειοθετεῖ ἁγιότητα, δέν ἀποτελοῦν ὅμως ἀπαραίτητο κριτήριο ἁγιότητος. Σέ ὁρισμένες περιπτώσεις ἡ λειτουργική πράξη ἀπέδειξε ὅτι μπορεῖ νά εἶναι ἀποτέλεσμα ἀφορισμοῦ ἤ κατάρας ἤ καταφρονήσεως τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀποτελεῖ ἡ Τρίτη λεγομένη Σύνοδος τῆς Μόσχας τό 1666, στήν ὁποία μετεῖχαν, πλήν τῶν Ρώσων Ἐπισκόπων, πέντε Μητροπολίτες τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Παΐσιος, ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Μακάριος καί Ἱεράρχες τῶν Ἐκκλησιῶν Ἱεροσολύμων, Γεωργίας καί Σερβίας. Ἡ Σύνοδος αὐτή ἀπεφάνθη:

«Τά τῶν νεκρῶν σώματα εὑρισκόμενα καί ἐν καιροῖς τούτοις ἀκέραια καί ἄλυτα, μή τολμάτω τις ἀπό τοῦ νῦν, ἄνευ ἀξιοπίστου μαρτυρίας καί Συνοδικῆς ἀποφάσεως τιμᾶσθαι αὐτά καί σέβεσθαι ὡς ἅγια, διότι εὑρίσκονται πολλά σώματα ἀκέραια καί ἄλυτα οὐχί ὑπό ἁγιωσύνης, ἀλλά ὑπ᾽ ἀφορισμοῦ καί κατάρας ἀρχιερατικῆς ἤ ἱερατικῆς τυγχάνοντες ἐτελεύτησαν, ἤ ἐκ παραβάσεως καί καταφρονήσεως τῶν θείων καί ἱερῶν κανόνων ἀκέραια καί ἄλυτα εὑρίσκονται» (Δεληκανῆ Κ. Πατριαρχικά ἔγγραφα Τομ. Γ’ Κωνσταντινούπολις 1905 σελ. 136-137).

            Ἄς μήν ἀναφερθοῦν παραδείγματα συγχρόνων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι περιφερόμενοι μέ διάφορα λεγόμενα λείψανα σημερινῶν -δῆθεν- ἁγίων, πού ἔχουν πετύχει νά εὐωδιάζουν καί νά μυροβλύζουν μέ τεχνητά μέσα, ἐξαπατοῦν τούς πιστούς.

            Ἀνακεφαλαιώνοντας, τά γνωρίσματα ἤ κριτήρια τῶν προσώπων, προκειμένου νά καταχωρισθοῦν στά δίπτυχα τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι τά ἑξῆς:
α) τό Ἱερό Βάπτισμα β) τό ὀρθόδοξο φρόνημα γ) ὁ ἐνάρετος βίος δ) οἱ ἐξαιρετικές ὑπηρεσίες καί ἡ προσφορά στήν Ἐκκλησία ε) ἡ θαυματουργία στ) τά Ἱερά Λείψανα.

            Αὐτά εἶναι τά γνωρίσματα ἤ κριτήρια γιά νά εἶναι κάποιος Ἅγιος. Δέν ἀποτελοῦν ὅμως ἀπό μόνα τους ὅλα μαζί ἤ ξεχωριστά καί τεκμήριο ἁγιότητος. Τό τεκμήριο τῆς ἁγιότητος εἶναι ἡ θέωση τοῦ προσώπου. Νά ἔχει δηλαδή ὁ Ἅγιος δεῖ τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ καί νά ἔχει γνωρίσει τά μυστήρια περί τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.

            Οἱ θεόπτες Ἅγιοι χαρακτηρίζονται βασιλεῖς καί κύριοι ὄχι μέ τήν κοσμική ἔννοια ἀλλά μέ τό ὅτι βασιλεύουν ἐπί τῶν παθῶν τους, τά ὁποῖα ἔχουν μεταμορφώσει ἐν Χριστῷ καί φυλάσσουν ἀπαραχάρακτη τήν ὁμοίωση τῆς θείας εἰκόνος. Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός:

«Θεούς δε λέγω καί βασιλεῖς καί κυρίους οὐ φύσει, ἀλλ᾽ὡς τῶν παθῶν βασιλεύσαντας καί κυριεύσαντας καί τήν τῆς θείας εἰκόνος ὁμοίωσιν, καθ᾽ ἥν γεγένηται, ἀπαραχάρακτον φυλάξαντας (βασιλεύς γάρ λέγεται καί ἡ τοῦ βασιλέως εἰκών) καί ἑνωθέντας Θεῷ κατά προαίρεσιν καί τοῦτον δεξαμένους ἔνοικον καί τῇ τούτου μεθέξει γεγονότας χάριτι, ὅπερ αὐτός ἐστί φύσει» (PG 94, 1164 b).

            Οἱ θεόπτες Ἅγιοι ἑνώνονται μέ τόν Θεό ψυχῇ τε καί σώματι. Ἡ ἕνωση αὐτή δέν εἶναι ἠθική, ψυχολογική καί κοινωνική ἀλλά θεολογική. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ διαπορθμεύεται ἀπό τήν ψυχή στό σῶμα τοῦ Ἁγίου «ὅτι δέ καί διά τοῦ νοῦ τοῖς σώμασιν ἐνῴκησεν ὁ Θεός»(PG 94 1164 c ).

            Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ ἀφθαρσία τῶν Ἱερῶν Λειψάνων. Νικᾶται ὁ θάνατος πού ὑπάρχει μέσα στά κύτταρα τοῦ ἀνθρώπου, διότι ἔχει ἐνοικήσει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί διά τοῦ νοῦ διαπορθμεύεται στό σῶμα. Ἐπίσης ἐξηγεῖται καί ἡ παρρησία τοῦ Ἁγίου πρός τόν Θεό, διότι πρεσβεύει ὑπέρ τῶν ἐν μετανοίᾳ προσευχομένων πιστῶν: «ἐν παρρησίᾳ τῷ Θεῷ παρεστήκασι» (PG 94 1164-1165 d).

            Τά λείψανα αὐτῶν τῶν Ἁγίων εἶναι ζωντανά, δέν εἶναι νεκρά γιά αὐτό καί θαυματουργοῦν. Οἱ Ἅγιοι ἑνώθηκαν μέ τόν αἴτιο τῆς ζωῆς, τήν αὐτοζωή, τόν Χριστό καί δηλώνουν τήν παρουσία τους μέσα στήν Ἐκκλησία μέσῳ τῆς ἀφθαρσίας, τῆς μυροβλυσίας καί τῶν θαυμάτων. Δέν θά ἦταν λάθος ἐάν λέγαμε ὅτι οἱ αὐθεντικοί σύγχρονοι ἱεραπόστολοι καί ἐκφραστές τοῦ Θελήματος τοῦ Θεοῦ εἶναι τά Ἱερά Λείψανα τῶν Ἁγίων. Ἕνα παράδειγμα ἐκφράσεως εἶναι τό Ἱερό Λείψανο τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, τό ὁποῖο φανέρωσε τόν ὀρθόδοξο τόμο στούς ἁγίους Πατέρες κατά τήν Δ΄Οἰκουμενική Σύνοδο (451 μ.Χ.) καί κατωχύρωσε τίς ἀληθινές ὀρθόδοξες θέσεις.

            Τά θαύματα πού ἐπιτελοῦνται, στήν πραγματικότητα γίνονται ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ μέσῳ τῶν Ἱερῶν Λειψάνων. Αὐτό ἐξηγεῖται ἀπό τό ὅτι στά Ἱερά Λείψανα ἐνοικεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, τά διατηρεῖ ζωντανά καί θεραπεύει ἀσθένειες, ἀποδιώκει πειρασμούς καί καταδιώκει τούς δαίμονες. Ἕνας ἄλλος λόγος πού θαυματουργοῦν τά Ἱερά Λείψανα εἶναι τό ὃτι ὁ πιστός προσέρχεται μέ ζέουσα καί ἀκλόνητη πίστη.

            Συμπερασματικά, τό τεκμήριο τῆς ἁγιότητος εἶναι ἡ θέωση τοῦ προσώπου. Ὁ Ἅγιος ἑνώθηκε μέ τόν Θεό καί τό Ἱερό Λείψανό του παραμένει ἄφθαρτο, εὐωδιάζει καί θαυματουργεῖ, ἐκεῖ πού θέλει ὁ Θεός.Τίθεται ὅμως τό ἐρώτημα: Πῶς μπορεῖ νά διαπιστωθεῖ ὅτι ἕνας σύγχρονος ἄνθρωπος πληροῖ τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος τά ὁποῖα ἐπιτρέπουν τήν κατάταξή του στήν χορεία τῶν Ἁγίων; Πρίν ἀπαντήσουμε, θά ἤθελα νά προβοῦμε σέ δύο ἐπισημάνσεις:

Πρώτη ἐπισήμανση:

Ἡ πρώτη, ἡ ἐν σώματι Ἐκκλησία, ἀπό τούς Ἀποστολικούς καί τούς Μεταποστολικούς Πατέρες δέν προέβαινε σέ καμμία ἀνακήρυξη, ἁγιοποίηση ἤ ἀναγνώριση Ἁγίου.
            Ἡ κοινή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ λαϊκή βάση, διαμόρφωνε γνώμη καί διαπίστωνε ὅτι ὁ ἐν λόγῳ Μάρτυρας εἶναι Ἅγιος. Αὐτό εἶχε τοπικό χαρακτήρα. Οἱ ζῶντες Χριστιανοί ἐγνώριζαν τόν Μάρτυρα, τόν τρόπο τοῦ μαρτυρίου καί τόν ἐνταφιασμό του. Τό ἐνταφιασμένο Λείψανο τοῦ Ἁγίου ἄρχιζε νά θαυματουργεῖ καί μετά νά ἀποκαλύπτεται ἄφθαρτο, νά μυροβλύζει ἤ καί νά εὐωδιάζει κατά περίπτωση. Τότε ἡ συνείδηση τοῦ λαοῦ γινόταν φωνή Θεοῦ, ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου γινόταν γνωστή καί στίς γειτονικές ἐκκλησίες, ὥσπου ἐλάμβανε οἰκουμενικές διαστάσεις. Αὐτό γινόταν χωρίς καμία ἐπισημότητα ἕως τόν ΙΑ’ αἰώνα.

            Ἀπό τόν αἰώνα ὅμως αὐτόν καί ἔπειτα, ὅταν τά νέα ὀνόματα εἶχαν καταχωρισθεῖ ὡς Ἅγιοι στήν συνείδηση τῶν πιστῶν τέκνων τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε ὁ Πατριάρχης, εἴτε ἡ Σύνοδος ἔπαιρναν τήν πρωτοβουλία νά θεσπίσουν τήν μνήμη ἑνός Ἁγίου, ὥστε νά ἑορτάζεται μέ ἐπισημότερο τρόπο ἀπό ὅλη τήν Ἐκκλησία «ἀπό περάτων ἕως περάτων». Ἀπό αὐτό τό χρονικό σημεῖο διαφαίνεται μία ἐπιρροή ἀπό τήν Δύση. Ὁ Πάπας Ἰωάννης ΙΕ´ τό 993 μ.Χ. πραγματοποίησε τήν πρώτη ἀνακήρυξη, ἐνῶ ὁ Πάπας Ἀλέξανδρος Γ´ (1159-1181) ἰσχυρίσθηκε ὅτι ἡ ἀνακήρυξη κάποιου Ἁγίου εἶναι ἀναφαίρετο δικαίωμα τῆς Ἁγίας Ἓδρας. (Βεργωτῆ Γ. ἐγχειρίδιον Ἁγιολογίας Θεσ/νίκη 1992 σελ. 134). Ἀπό τότε ἔχουμε ἀναγνωρίσεις Ἁγίων στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί μάλιστα μεγάλων καί γνωστῶν. Ἀξιοσημείωτο εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ ἀριθμός τῶν Ἁγίων, πού ἔχουν καταχωρισθεῖ στήν συνείδηση τοῦ λαοῦ στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερος ἀπό τίς ἐπίσημες συνοδικές ἀναγνωρίσεις.

Ἑπομένως ἡ Ἐκκλησία -τουλάχιστον γιά τούς πρώτους δέκα αἰῶνες- δέν προέβαινε σέ πράξη ἀνακηρύξεως, διακηρύξεως, ἁγιοποιήσεως καί ἀναγνωρίσεως Ἁγίου ἀλλά ἄφηνε τήν ἁγιοκατάταξη στήν συνείδηση τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ καί τοῦ κλήρου καί ἀμέσως μετά καταχώριζε στό ἁγιολόγιό της τούς ἀληθινούς Μάρτυρες καί Ἁγίους.

Δεύτερη ἐπισήμανση:

            Ἡ Ἐκκλησία πού μπορεῖ νά διακρίνει τά σημεῖα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα μαρτυροῦν μέ βεβαιότητα τήν ἁγιότητα ἑνός προσώπου, φανερώνει ὅτι εἶναι ἀληθινή. Ἀντιθέτως ἐάν μία Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει Ἃγιο μέ ἠθικολογικά κριτήρια, εἶναι ἐκκοσμικευμένη καί -ἠθελημένα ἤ ὄχι- νοθεύει τό ἁγιολόγιο.

            Ἡ διάκριση μεταξύ Ἀποστόλου καί ψευδοαποστόλου, Προφήτου καί ψευδοπροφήτου, Ὁσίου καί ψευδοσίου, Ἁγίου καί ψευδοαγίου εἶναι ζήτημα ἁπλό ἀλλά καί δύσκολο. Στήν περίπτωση αὐτή συμβαίνει ἀκριβῶς ὅ,τι καί στίς ἄλλες ἐπιστῆμες. Δηλαδή, ὃπως ὁ γιατρός μπορεῖ νά διακρίνει τόν ψευδογιατρό, ὁ ἀρχιτέκτων μηχανικός μπορεῖ νά διακρίνει τόν ψευδοαρχιτέκτονα μηχανικό, ἒτσι καί ὁ Ἅγιος πού ἔχει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα του, μπορεῖ νά διακρίνει τόν ψευδοάγιο. Αὐτό εἶναι τό ἁπλό τοῦ θέματος. Ἡ δυσκολία εἶναι κατά πόσον ἐμεῖς σήμερα εἴμαστε ἅγιοι γιά νά διακρίνουμε τούς Ἁγίους ἀπό τούς ψευδοαγίους.

            Σέ περίπτωση πού ἡ Ἐκκλησία καταχωρίσει κάποιον ὡς «Ἅγιο» ἐνῶ δέν εἶναι, διαπιστώνεται ἀπώλεια τῶν κριτηρίων τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Δηλαδή ταυτίζονται οἱ Ἃγιοι μέ τούς μή ἁγίους, οἱ θεράποντες Ἃγιοι τοῦ Θεοῦ μέ τούς καλούς ἀνθρώπους πού ἀκολουθοῦν ἄλλες θρησκεῖες ἢ δόγματα. Ἡ βίωση τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητος διαστρεβλώνεται, ἀλλάζει καί μετατρέπεται σέ μία δαιμονική πνευματικότητα μέ φοβερές συνέπειες γιά τόν ἄνθρωπο.

            Οἱ συνέπειες εἶναι κυρίως δύο. Ἡ πρώτη ἀφορᾶ τόν τιμώμενο ὡς δῆθεν «ἃγιο». Ὅταν δηλαδή κάποιος τιμᾶται ὡς «ἅγιος» ἐνῶ δέν εἶναι, ἀλλά ἔχει ἀνάγκη τήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, δέν βοηθεῖται ἀπό τούς πιστούς διότι στίς προσευχές ζητοῦμε τήν πρεσβεία του καί δέν προσευχόμεθα γιά τήν σωτηρία του. Ἑπομένως, ἀντί νά βοηθοῦμε τόν ἄνθρωπο, πού ἔχει ἀνάγκη τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, τοῦ στεροῦμε τήν προσφορά μας. Ἡ δεύτερη συνέπεια ἀφορᾶ τόν πιστό. Ὁ πιστός προσεύχεται σέ πρόσωπο τό ὁποῖο οὐδέποτε πρόκειται νά πρεσβεύσει. Ὑπάρχει ἀκόμα κίνδυνος νά πέσει σέ δαιμονικές καταστάσεις, πού νά ἐνισχύουν τήν πλάνη καί τότε ἀρχίζει ἕνας φαῦλος κύκλος. Τήν ὥρα πού βρίσκεται στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἀντί νά θεραπεύεται καί νά ὁδεύει στήν ἁπλότητα καί στήν ἁγιότητα, γίνεται σύνθετος καί μπορεῖ σέ ἀκραῖες καταστάσεις νά ὁδηγηθεῖ στήν κατάθλιψη καί στήν ψυχοπάθεια.

            Ἑπομένως ἡ καταχώριση ἤ ἡ κατάταξη Ἁγίων στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι θέμα κριτηρίων πνευματικότητος καί κριτηρίων ἁγιότητος. Μπορεῖ νά ἀναφέρουμε ἐμεῖς σήμερα μέ σχετική εὐκολία τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος, ἀλλά ἀντιπαρερχόμαστε μέ ἰδιαίτερη εὐκολία τά κριτήρια τῆς δικῆς μας ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Μποροῦμε σήμερα νά διακρίνουμε ἕναν ἅγιο; Ἐάν ναί, τότε ἔχουμε τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐάν ὄχι, τότε στερούμεθα τῆς Χάριτος καί τότε εἶναι προτιμότερο νά ἀπευθυνόμαστε σέ Ἁγίους πού ἤδη ἔχουν καταχωρισθεῖ στά Δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας μας.

            Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα ἐργαστῆρι ἁγιότητος. Ἐκκλησία πού δέν παράγει Ἁγίους, δέν εἶναι Ἐκκλησία. Ἐκκλησία πού παράγει Ἁγίους εἶναι ἡ αὐθεντική συνέχεια τῆς Μίας, Ἁγίας καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Ἐκκλησία πού νοθεύει τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος, νοθεύει τό ἁγιολόγιο καί ὑποβιβάζει τούς Ἁγίους σέ καλούς ἀνθρώπους καί ἐξισώνει τόν Χριστό μέ κάθε θρησκευτικό ἡγέτη, δέν εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

            Χαιρόμαστε ὅταν ἀκόμα καί σήμερα ὁ Θεός φανερώνει μέ ἀθόρυβο τρόπο Ἁγίους στήν Ἐκκλησία μας. Εἶναι ἡ παρηγορία μας, ἡ τόνωση καί ἡ δύναμη γιά νά συνεχίσουμε τόν καλόν ἀγῶνα. Θεωρῶ ὅτι ἡ Ἱερά ἡμῶν Σύνοδος ὑπό τήν προεδρία τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Γ.Ο.Χ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. κ. Καλλινίκου μέχρι σήμερα ἔχει πράξει σοφά. Ἀφήνει καί τόν λαό καί τόν κλῆρο μαζί μέ τόν Ἐπίσκοπο νά ἀναγνωρίζουν καί νά καταχωρίζουν στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας συγχρόνους ἁγίους, ὅπως οἱ πρῶτοι Χριστιανοί. Δέν μετέρχεται τακτικές καί προπαγάνδες ἀλλά ἀφήνει τόν Θεό νά φανερώσει τόν Ἅγιό Του. Ἕνα τέτοιο παράδειγμα ἀποτελεῖ ὅ Ὅσιος Παχώμιος τῆς Χίου.

            Λυπούμεθα ὅμως διότι ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία σήμερα - ἠθελημένα ἤ ὄχι - ἔχει ἀλλοιώσει τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος καί ἐκφράζει σέ μεγάλο βαθμό ἐκκοσμίκευση καί ἀλλαγή πορείας ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Θά ἀναφέρω τήν περίπτωση τοῦ Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου, τόν ὁποῖο ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία τόν ἀναγνώρισε ὡς «ἅγιο» τό 1992. Ἦταν μία πράξη πού δείχνει τό μέγεθος τῆς ἀλλοιώσεως τῶν κριτηρίων ἁγιότητος. Ἀναμφισβήτητα ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης ἦταν Ἐθνομάρτυρας. Ὡστόσο ὅμως δέν μποροῦμε νά ὑποστηρίξουμε καί τήν ἁγιότητά του, διότι δέν πληροῖ τά βασικά κριτήρια τῆς ἁγιότητος. Δέν ὑπῆρξε κάποιο σημεῖο ἐκ Θεοῦ ἀφ᾽ ἑνός καί ἀφ᾽ ἑτέρου ὑπάρχουν ἀρκετές δημοσιεύσεις μασωνικῶν ἐντύπων ὅτι ἦταν μέλος μασωνικῆς στοᾶς.

            Ἕνα ἄλλο θλιβερό σημεῖο εἶναι ὅτι ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία προπαγανδίζει νέα σύγχρονα πρόσωπα τῶν τελευταίων δεκαετιῶν τοῦ περασμένου αἰώνα ὅτι ἦταν ἅγιοι. Αὐτό τό ἐπιτυγχάνει μέσῳ ραδιοτηλεοπτικῶν σταθμῶν, ἐντύπων, βιβλίων καί διαδικτύου. Τά πρόσωπα αὐτά πού προβάλλονται ὡς «ἅγια», πράγματι ἔχουν δείξει στήν βιοτή τους ὅτι εἶχαν μία πνευματική ζωή πού -τολμᾶμε νά ποῦμε- ὅτι ἦταν καί ὑποδειγματική σέ ἐξαιρετικές περιπτώσεις. Δέν εἶναι ὅμως ἅγιοι, διότι δέν ὑπάρχει ἡ ἀνάδειξη τῆς ἁγιότητος αὐτῶν ἀπό τόν Θεό. Ἱερά Λείψανα ἄφθαρτα πού νά εὐωδιάζουν καί νά θαυματουργοῦν δέν ὑπάρχουν. Ἐπίσης σέ μερικούς τίθεται θέμα τῆς ὀρθῆς πίστεως, διότι τό φανερώνει ἡ βιοτή τους. Ἑπομένως γίνεται μία προσπάθεια τόν καλό ἄνθρωπο νά τόν κάνουν Ἃγιο. Αὐτό εἶναι ἐκτροπή ἀπό τά τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καί τῶν κριτηρίων ἁγιότητος.

            Θά ἤθελα ἐν συνεχείᾳ νά ἐκθέσω μερικά ἱστορικά γεγονότα, τά ὁποῖα δείχνουν ποῦ μπορεῖ νά φθάσει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἔχει ἀποκοπεῖ ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί τά κριτήρια τῆς Ἁγιότητος. Ἐπίσης χρειάζεται μεγάλη προσοχή, διότι ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία ἔχει προσδεθεῖ στό ἅρμα τοῦ Παπισμοῦ καί δυστυχῶς -ἠθελημένα ἤ ὄχι- ἀλλοιώνει καί στρεβλώνει ὅ,τι καθαρό ἔχει μείνει στόν ὀρθόδοξο χῶρο. Τά παρακάτω στοιχεῖα δείχνουν πόση ζημιά ἔχουν προκαλέσει οἱ Δυτικοί, τούς ὁποίους σήμερα ἐμπιστεύονται μερικοί Ἱεράρχες τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας.

            Στήν πορεία τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας πρῶτοι πού πολέμησαν τά Ἱερά Λείψανα τῶν Ἁγίων ἦταν οἱ Εἰκονομάχοι˙ στήν συνέχεια οἱ Παυλικιανοί καί οἱ Βογόμιλοι, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνταν τήν ἐναθρώπιση τοῦ Χριστοῦ, τόν Σταυρό καί τίς Ἱερές Εἰκόνες˙ ἀργότερα οἱ Προτεστάντες, διακηρύσσοντας ὅτι πιστεύουν σέ ἕναν καθαρότερο καί πνευματικότερο Χριστιανισμό πιό εὐαγγελικό δίχως τά ἐπικονιάματα τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως. Ὡστόσο τόν σεβασμό καί τήν εὐλάβεια πρός τά Ἱερά Λείψανα κανένας δέν μπόρεσε νά σβήσει ἀπό τήν ψυχή τῶν πιστῶν.

            Ὅμως ὁ πειρασμός χρησιμοποιεῖ μυρίους τρόπους γιά νά σπιλώσει τά καθαρά αἰσθήματα τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι λοιπόν ἀρχίζοντας ἀπό τήν Παλαιστίνη καί τήν Αἴγυπτο καί προχωρώντας πρός τήν Ρώμη ἐξαπλώθηκε πυκνό δίκτυο ἐμπόρων, πού λυμαίνονταν τά πάντα γιά νά ἀγοράσουν καί νά πουλήσουν Λείψανα. Στό ἄνομο ἐμπόριο ἦταν οἱ Σταυροφόροι ἀλλά καί κάποιοι μοναχοί, πού κατά ἄλλους ἦταν ψευδομοναχοί.

            Τό ἐντυπωσιακό ἦταν ὅτι οἱ Φράγκοι ἐμπορεύονταν ἀνύπαρκτα πράγματα, ὅπως οἱ στεναγμοί τοῦ Δικαίου Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος, τά δάκρυα τοῦ Χριστοῦ καί τά ἴχνη τῶν ποδιῶν Του, λείψανα ἀπό τά φτερά τῶν ἀρχαγγέλων Μιχαήλ καί Γαβριήλ. Σέ ἕναν γαλλικό κατάλογο τοῦ 970 μ.Χ. ἀνάμεσα στά λείψανα ἦταν τά ξύλα καί οἱ πάσαλοι μέ τά ὁποῖα ἔστησε τίς σκηνές ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μαζί μέ τόν Ἰάκωβο καί Ἰωάννη στόν τόπο τῆς Μεταμορφώσεως, καθώς καί σπόροι ἀπό ἐκεῖνον πού ἔσπειρε στήν εὐαγγελική περικοπή τοῦ σπορέως. (Airgain, L’ Hagiographe σελ. 190). Οἱ ἀγοροπωλησίες ἦταν τέτοιες πού ἔφτασαν στό σημεῖο τῆς ἀσέβειας. Οἱ καταγραφές μιλοῦν ἀπό μόνες τους. Ἔχουν καταγραφεῖ 26 κεφαλές τοῦ Ἁγίου Ἰουλιανοῦ, 10 τοῦ Τιμίου Προδρόμου, 6 τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου καί 17 χέρια του, 30 σώματα τοῦ Ἁγίου Παγκρατίου, 3 σώματα τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου καί 6 κεφαλές του, ἄν καί - ὅπως εἶναι γνωστό – τόν Ἅγιο Ἰγνάτιο κατέφαγαν τά λιοντάρια (ΑΓΙΟΙ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Π.Β. Πάσχου σελ. 151).

            Στήν σημερινή ἐποχή ἐπιβάλλεται νά εἴμαστε ἰδιαίτερα προσεκτικοί, ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Νά εἴμαστε ἐνταγμένοι στό ἐργαστῆρι τῆς ἁγιότητος πού λέγεται Ἐκκλησία, μέ ἀρχηγό τόν Χριστό καί τούς φίλους Αὐτοῦ τούς Ἁγίους. Τότε θά μποροῦμε νά ἐργαζώμεθα μέ ὀρθό τρόπο γιά τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς μας, ἐλπίζοντας ὅτι θά εἴμαστε σέ θέση νά διακρίνουμε ἕναν σύγχρονο Ἃγιο ἀπό ἕναν ψευδοάγιο. Θά μποροῦμε νά αἰσθανθοῦμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά μᾶς καθοδηγεῖ εἰς νομάς σωτηρίους διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων.

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ ὕπνου καὶ προσευχῆς

 

ΛΟΓΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΟΓΔΟΟΣ

Περὶ ὕπνου καὶ προσευχῆς

(Καθὼς καὶ περὶ τῆς ψαλμῳδίας εἰς συνοδίαν μοναχῶν)

ΥΠΝΟΣ εἶναι σπουδαῖο συστατικὸ τῆς φύσεώς μας, ἀπεικόνισις τοῦ θανάτου, ἀργία τῶν αἰσθήσεων. Εἶναι μὲν ἕνας, ἀλλὰ ὅπως καὶ ἡ ἐπιθυμία, ἔχει πλεῖστες αἰτίες καὶ ἀφορμές. Δηλαδὴ προέρχεται ἄλλοτε ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύσι, ἄλλοτε ἀπὸ τὰ φαγητὰ καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τοὺς δαίμονες. Μερικὲς φορὲς ἴσως καὶ ἀπὸ πολὺ ὑπερβολικὴ νηστεία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐξασθενημένη ἡ σάρκα, ζητεῖ νὰ αὐτοπαρηγορηθῇ μὲ τὸν ὕπνο.

2. Ὅπως ἡ πολυποσία ἐξαρτᾶται καὶ ἐνισχύεται ἀπὸ τὴν κακὴ συνήθεια, ἔτσι καὶ ἡ πολυυπνία. Γι᾿ αὐτὸ ἰδιαιτέρως στὶς ἀρχὲς τῆς ἀποταγῆς ἂς ἀγωνισθοῦμε ἐναντίον της. Διότι εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ θεραπεύσῃ κανεὶς μία μακροχρόνια συνήθεια.

3. Ἂς παρακολουθήσωμε καὶ θὰ ἰδοῦμε πὼς ἐνῷ σημαίνει ἡ πνευματικὴ σάλπιγξ, δηλαδὴ τὸ σήμαντρο, ὀρατῶς μὲν συναθροίζονται οἱ ἀδελφοί, ἀοράτως δὲ συνάγονται οἱ ἐχθροί. Ἔτσι ἄλλοι δαίμονες ἔρχονται στὸ κρεββάτι, μόλις σηκωθοῦμε, καὶ μᾶς πιέζουν νὰ ἀνακλιθοῦμε πάλι. «Μεῖνε, μᾶς λέγουν, ἕως ὅτου συμπληρωθοῦν οἱ προοιμιακοὶ ὕμνοι, καὶ ἔπειτα πηγαίνεις στὴν Ἐκκλησία». Ἄλλοι, ἐνῷ παριστάμεθα στὴν προσευχή, ἔρχονται καὶ μᾶς βυθίζουν στὸν ὕπνο. Ἄλλοι προξενοῦν ἔντονη καὶ ἀπροσδόκητη κοιλιακὴ ἐνόχλησι. Ἄλλοι μᾶς προτρέπουν νὰ ἀνοίγωμε συζητήσεις μέσα στὸ Κυριακό. Ἄλλοι παρασύρουν τὸν νοῦ μας σὲ αἰσχροὺς λογισμούς. Ἄλλοι μᾶς κάνουν νὰ ἀκουμποῦμε σὰν κουρασμένοι στὸν τοῖχο. Ἐνίοτε μάλιστα συμβαίνει νὰ μᾶς προκαλοῦν καὶ πάρα πολλὰ χασμουρητά.

Μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἐπροκάλεσαν πολλὲς φορὲς γέλωτα τὸν καιρὸ τῆς προσευχῆς, ὥστε νὰ κάνουν τὸν Θεὸν νὰ ἀγανακτήσῃ ἐναντίον μας. Ἄλλοι μᾶς βιάζουν νὰ διαβάζωμε γρήγορα τὸ Ψαλτήριο ἀπὸ ῥᾳθυμία, καὶ ἄλλοι μᾶς προτρέπουν νὰ ψάλλωμε ἀργὰ ἀπὸ φιληδονία. Μερικὲς μάλιστα φορὲς κάθονται καὶ στὸ στόμα μας καὶ τὸ καθιστοῦν κλειστὸ καὶ δυσκολοάνοικτο.

4. Ἐκεῖνος ποὺ ἀναλογίζεται ὅτι προσευχόμενος ἵσταται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ αἰσθάνεται αὐτὸ στὴν καρδιά του, θὰ εἶναι στύλος ἀκλόνητος καὶ δὲν θὰ ἐμπαίζεται ἀπὸ κανένα δαίμονα ἀπὸ ὅσους προανέφερα.

πραγματικὸς ὑποτακτικός, πολλὲς φορὲς μόλις σταθῇ στὴν προσευχή, γίνεται ὅλος φωτεινὸς καὶ πασίχαρος· διότι εἶναι ὁ πύκτης παρασκευασμένος καὶ φλογισμένος ἀπὸ πρὶν μὲ τὴν ἀνόθευτη διακονία καὶ ὑπακοή.

5. Σὲ ὅλους εἶναι δυνατὸν νὰ προσεύχωνται μαζὶ μὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀδελφῶν, σὲ πολλοὺς ὅμως εἶναι πιὸ ταιριαχτὸ μόνο μὲ ἕναν ὁμόψυχο. Ὅταν ὑμνῆς τὸν Θεὸν μὲ τὸ πλῆθος, δὲν μπορεῖς νὰ κάνης ἄϋλη προσευχή. Ἂς ἔχῃς ὅμως τότε ὡς νοερὰ ἐργασία τὴν θεωρία τῶν ψαλλομένων ἢ πάλι κάποια ὡρισμένη προσευχή, ἕως ὅτου τελειώση ὁ στίχος τοῦ πλησίον σου.

6. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀσκῆς τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς κάποιο πάρεργο, γιὰ νὰ μὴν εἰπῶ κάτεργο. Αὐτὸ ἄλλωστε τὸ ἐδίδαξε σαφῶς ὁ Ἄγγελος ποὺ ἐμφανίσθηκε στὸν Μέγαν Ἀντώνιο.

7. Ἡ κάμινος δοκιμάζει τὸν χρυσό· ἡ δὲ παράστασις στὴν προσευχή, τὸν ζῆλο καὶ τὴν ἀγάπη τῶν μοναχῶν πρὸς τὸν Θεόν.

ργασία ἐπαινετή! Ὅποιος τὴν κατέκτησε, καὶ τὸν Θεὸν πλησιάζει καὶ τοὺς δαίμονες ἐκδιώκει.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2022

ΠΟΤΕ ΕΙΣΑΚΟΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΟ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΑΣ; (Ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου)

Να πώς πρέπει να ζητάς κάτι, από το Θεό: «Κύριε, Εσύ βλέπεις ότι χρειάζομαι το τάδε πράγμα ή ότι υποφέρω από τη δείνα συμφορά. Βοήθησέ με, όπως ξέρεις και όπως θέλεις! Γενηθήτω το θέλημα Σου…»,

Μ’ αυτή την εσωτερική τοποθέτηση, να προσεύχεσαι πολύ. Όχι μια φορά, εστω και παρατεταμένα, ούτε για μια μέρα μόνο,αλλά για εβδομάδες, μήνες, χρόνια… Όλο να ικετεύεις, όλο να κραυγάζεις: «Κύριε, βοήθησέ με! Κύριε, λύτρωσέ με! Ωστόσο, ας μη γίνει ό,τι θέλω εγώ, μα ό,τι θέλεις Εσύ». Αυτό ακριβώς έλεγε και ο Χριστός στη Γεθσημανή, όταν προσευχόταν στον Πατέρα Του. Και η χήρα της ευαγγελικής παραβολής βρήκε τελικά το δίκιο της από τον άδικο εκείνο δικαστή, μόνο και μόνο επειδή δεν κουράστηκε να τον παρακαλάει για πολύ καιρό. Κάποιος σοφός είπε το λόγο τούτο: «Πρέπει να γίνεις φορτικός στο Θεό και στους άγιους Του!».

Γιατί ο Κύριος δεν εκπληρώνει πάντοτε τα αιτήμα­τά μας;

Η προσευχή ποτέ δεν πάει χαμένη, είτε ο Θεός μας εισακούει είτε όχι. Και φυσικό είναι να μη μας εισακούει πάντα, γιατί συχνά Του ζητάμε πράγματα άχρηστα και ανώφελα. Και τότε όμως, εκτιμώντας τον κόπο της προσευχής μας, μας δίνει, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, κάτι άλλο, χρήσιμο και ωφέλιμο.

Αυτός που σας είπε, «Και τί κέρδισες ως τώρα από την προσευχή;», είναι ανόητος. Εμείς όταν προσευχόμαστε, ζητάμε από το Θεό κάτι που θεωρούμε αγαθό. Αν, όμως, στην πραγματικότητα είναι ή θα αποβεί επιζήμιο – και αυτό το ξέρει ο Παντογνώστης- τότε Εκείνος δεν εκπληρώνει το αίτημά μας. Μη εκπληρώνοντάς το, λοιπόν, μας ευεργετεί, γιατί αλλιώς θα παθαίναμε κακό, κακό που δεν είμαστε σε θέση να προβλέψουμε.

(Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, «Χειραγωγία στην πνευματική ζωή», Ι. Μ. Παρακλήτου)

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2022

ΤΟ ΦΙΔΙ ΚΑΙ Η ΠΥΓΟΛΑΜΠΙΔΑ


Ο θρύλος λέει ότι κάποτε το φίδι πήρε κατά πόδας την πυγολαμπίδα. Εκείνη φοβισμένη άρχισε να τρέχει χωρίς σταματημό, αλλά και το φίδι συνέχιζε την προσπάθειά του∙ μια μέρα, δυο μέρες και το κυνηγητό συνεχιζόταν.
Την τρίτη μέρα η πυγολαμπίδα, εξουθενωμένη πια, σταμάτησε να πετά και στράφηκε στο φίδι λέγοντάς του:
πορώ να σου απευθύνω τρία ερωτήματα;
Το φίδι απάντησε:
ν και δεν συνηθίζω να δίνω απαντήσεις σε τέτοιου είδους ερωτήματα, επειδή, όμως, πρόκειται να σε καταβροχθίσω, μπορείς να με ρωτήσεις.
νήκω στην τροφική σου αλυσίδα;
χι, απάντησε το φίδι.
ε έχω ενοχλήσει σε κάτι;
χι, απάντησε ξανά το φίδι.
ότε, γιατί θέλεις να με σκοτώσεις;
ιατί δεν αντέχω να σε βλέπω να λάμπεις…