† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2021

Η ΕΝ ΤΟ ΝΑΩ ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙΑΣ - Ευαγγέλιο - Απόστολος (21 Νοεμβρίου)


ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ι
´ 38 - 42 
& ΙΑ´ 27 - 28

38 γνετο δ ν τ πορεεσθαι ατος κα ατς εσλθεν ες κμην τιν. γυν δ τις νματι Μρθα πεδξατο ατν ες τν οκον ατς. 39 κα τδε ν δελφ καλουμνη Μαρα, κα παρακαθσασα παρ τος πδας το ησο κουε τν λγον ατο. 40 δ Μρθα περιεσπτο περ πολλν διακοναν· πιστσα δ επε· Κριε, ο μλει σοι τι δελφ μου μνην με κατλιπε διακονεν; επ ον ατ να μοι συναντιλβηται. 41 ποκριθες δ επεν ατ ησος· Μρθα Μρθα, μεριμνς κα τυρβζ περ πολλ· 42 νς δ στι χρεα· Μαρα δ τν γαθν μερδα ξελξατο, τις οκ φαιρεθσεται π’ ατς.

27 γνετο δ ν τ λγειν ατν τατα πρασ τις γυν φωνν κ το χλου επεν ατ· Μακαρα κοιλα βαστσασ σε κα μαστο ος θλασας. 28 ατς δ επε· Μενονγε μακριοι ο κοοντες τν λγον το Θεο κα φυλσσοντες ατν.


Απόδοση

38 Ἐνῷ δὲ οἱ μαθηταὶ καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες τὸν Ἰησοῦν ἐπήγαιναν ἔχοντες κατεύθυνσιν τὴν Ἱερουσαλήμ, συνέβη νὰ ἔμβῃ ὁ Ἰησοῦς εἰς κάποιο χωρίον· καὶ μία γυναῖκα, ποὺ ὠνομάζετο Μάρθα, τὸν ὑπεδέχθη εἰς τὸ σπίτι της. 39 Καὶ εἶχεν αὐτὴ ἀδελφήν, ποὺ ἐλέγετο Μαρία, ἡ ὁποία ὄχι μόνον ὑπεδέχθη τὸν Ἰησοῦν ὡς ἡ Μάρθα, ἀλλὰ καὶ ἐκάθησε κοντὰ εἰς τοὺς πόδας του ὡς ταπεινὴ μαθήτρια καὶ ἤκουε μὲ προσοχὴν ἀπερίσπαστον τὴν διδασκαλίαν του. 40 Ἡ δὲ Μάρθα ἦταν ἀπασχολημένη καὶ πνιγμένη εἰς πολλὴν ἐργασίαν, φροντίζουσα νὰ ἑτοιμάσῃ τὸ φαγητὸν καὶ νὰ περιποιηθῇ τὸν Διδάσκαλον. Ἀφοῦ δὲ ἐστάθη πλησίον τοῦ Χριστοῦ, εἶπε· Κύριε, δὲν σὲ μέλει, ποὺ ἡ ἀδελφή μου μὲ ἀφῆκε μοναχὴν νὰ ὑπηρετῶ καὶ νὰ ἑτοιμάζω τὸ τραπέζι; Πές της λοιπὸν νὰ μὲ βοηθήσῃ. 41 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ τῆς εἶπε· Μάρθα, Μάρθα, ἀσχολεῖται ἡ διάνοιά σου ἀπὸ ἀνησύχους φροντίδας καὶ κουράζεται τὸ σῶμα σου διὰ νὰ προετοιμάσῃς πολλά. 42 Ἕνα δὲ εἶναι χρήσιμον καὶ ἀναγκαῖον, ἡ ἀκρόασις τῆς διδασκαλίας μου, ποὺ εἶναι τροφὴ πνευματική, ἀναγκαία διὰ τὴν ψυχήν. Ἡ Μαρία δὲ ἐξέλεξε τὴν καλὴν καὶ ὠφέλιμον μερίδα, ἡ ὁποία δὲν θὰ τῆς ἀφαιρεθῇ ποτέ. Διότι αἱ ὠφέλειαι τῆς μερίδος αὐτῆς τοῦ πνευματικοῦ φαγητοῦ δὲν εἶναι προσωριναὶ καὶ φθαρταί, ἄλλα πνευματικαὶ καὶ αἰώνιοι.

27 Ἐνῷ δὲ ὁ Ἰησοῦς ἔλεγε ταῦτα, κάποια γυναῖκα ἀπὸ τὸ πλῆθος, ἐνθουσιασθεῖσα ἀπὸ τὴν διδασκαλίαν του, ἔβγαλε φωνὴν μεγάλην καὶ εἶπε· Μακαρία ἡ κοιλία, ποὺ σὲ ἐβάστασε, καὶ οἱ μαστοὶ τοὺς ὁποίους ἐθήλασες. Μακαρία δηλαδὴ ἡ μητέρα, ποὺ σὲ ἐγέννησε καὶ σὲ ἔθρεψεν. 28 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· Ἀληθῶς, μακαρία εἶναι ἡ μητέρα μου· ἀλλὰ μὴ λησμονεῖτε, ὅτι μακάριοι κυρίως εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἀκούουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσουν αὐτόν. Εἰς τρόπον ὥστε καὶ αὐτή, ποὺ μὲ ἐγέννησε καὶ μὲ ἐθήλασεν, ἠξιώθη τῆς τιμῆς αὐτῆς, διότι ἐφύλαξε πάντοτε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Θ´ 1 - 7

1 Εχε μν ον κα πρτη σκην δικαιματα λατρεας τ τε γιον κοσμικν. 2 σκην γρ κατεσκευσθη πρτη, ν τε λυχνα κα τρπεζα κα πρθεσις τν ρτων, τις λγεται για. 3 μετ δ τ δετερον καταπτασμα σκην λεγομνη για γων, 4 χρυσον χουσα θυμιατριον κα τν κιβωτν τς διαθκης περικεκαλυμμνην πντοθεν χρυσίῳ, ν στμνος χρυσ χουσα τ μννα κα ῥάβδος αρν βλαστσασα κα α πλκες τς διαθκης, 5 περνω δ ατς Χερουβμ δξης κατασκιζοντα τ λαστριον· περ ν οκ στι νν λγειν κατ μρος. 6 Τοτων δ οτω κατεσκευασμνων ες μν τν πρτην σκηνν δι παντς εσασιν ο ερες τς λατρεας πιτελοντες, 7 ες δ τν δευτραν παξ το νιαυτο μνος ρχιερες, ο χωρς αματος, προσφρει πρ αυτο κα τν το λαο γνοημτων,

Απόδοση

1 Ας βγάλωμεν λοιπὸν τώρα τὸ συμπέρασμα αὐτῶν, ποὺ εἴπομεν διὰ τὴν ἱερωσύνην τῆς Π. Διαθήκης, καὶ ἂς διασαφήσωμεν αὐτὰ περισσότερον. Εἶχε μὲν καὶ ἡ πρώτη διαθήκη νόμους καὶ διατάξεις λατρείας καὶ τὸ θυσιαστήριον τὸ ἐπίγειον. 2 Διότι κατεσκευάσθη τὸ πρῶτον διαμέρισμα τῆς σκηνῆς, μέσα εἰς τὸ ὁποῖον ὑπῆρχεν ἡ λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ οἰ ἄρτοι, ποὺ τοὺς ἔθεταν ἐπάνω εἰς αὐτὴν ὡς προσφορὰν εἰς τὸν Θεόν. Καὶ τὸ πρῶτον αὐτὸ διαμέρισμα τῆς σκηνῆς λέγεται Ἅγια. 3 Ὕστερον δὲ ἀπὸ τὸ δεύτερον καταπέτασμα ἦτο τὸ μέρος τῆς σκηνῆς, ποὺ ἐλέγετο Ἅγια Ἁγίων. 4 Τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων εἶχαν χρυσὸν θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης, ποὺ ἦτο τριγύρω καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη καλυμμένη μὲ χρυσόν. Καὶ μέσα εἰς τὴν κιβωτὸν αὐτὴν ἦτο μία στάμνα χρυσῆ, ποὺ περιεῖχεν ἀπὸ τὸ περίφημον καὶ γνωστὸν μάννα, καὶ ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρών, ποὺ διὰ θαύματος ἔβγαλε βλαστόν, καὶ αἱ θεοχάρακτοι πλάκες τῆς Διαθήκης. 5 Ἐπάνω δὲ ἀπὸ τὴν κιβωτὸν ὑπῆρχον δύο χρυσᾶ Χερουβὶμ ἔνδοξα, διότι μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν Χερουβὶμ ἐνεφανίζετο καὶ ἐλάλει ὁ Θεός. Αὐτὰ μὲ τὰ πτερά των ἐσκέπαζαν καὶ κατεσκίαζαν τὸ χρυσὸν κάλυμμα τῆς κιβωτοῦ, ποὺ ἐκαλεῖτο ἱλαστήριον. Ἀλλὰ δι’ αὐτὰ δὲν εἶναι τώρα καιρὸς νὰ ὁμιλήσωμεν μὲ λεπτομέρειαν. 6 Ἐνῷ δὲ αὐτὰ εἶχαν κατασκευασθῆ ἔτσι, εἰς μὲν τὸ πρῶτον διαμέρισμα τῆς σκηνῆς, ἤτοι εἰς τὰ Ἅγια, ἔμβαιναν πάντοτε οἱ ἱερεῖς καὶ ἐτέλουν τὰς ἱεροτελεστίας. 7 Εἰς τὸ δεύτερον διαμέρισμα τῆς σκηνῆς, εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων δηλαδή, ἔμβαινε μίαν φορὰν τὸ ἔτος, κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ ἐξιλασμοῦ, μόνος ὁ ἀρχιερεύς, καὶ αὐτὸς δὲν ἔμβαινε χωρὶς αἷμα, τὸ ὁποῖον ἐπρόσφερεν ὡς θυσίαν ἐξιλαστήριον διὰ τὸν ἑαυτόν του καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας, ποὺ ἐξ ἀγνοίας εἶχε κάμει ὁ λαός.

Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα


Η ευσεβής Άννα σύζυγος του Ιωακείμ, πέρασε τη ζωή της χωρίς να μπορέσει να τεκνοποιήσει, καθώς ήταν στείρα. Μαζί με τον Ιωακείμ προσευχόταν θερμά στον Θεό να την αξιώσει να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, με την υπόσχεση ότι θα αφιέρωνε το τέκνο της σε Αυτόν. Πράγματι, ο Πανάγαθος Θεός όχι μόνο της χάρισε ένα παιδί, αλλά την αξίωσε να φέρει στον κόσμο τη γυναίκα που θα γεννούσε το Μεσσία, το Σωτήρα μας Ιησού Χριστό.

Όταν η Παναγία έγινε τριών χρόνων, σύμφωνα με την παράδοση, η Άννα και ο Ιωακείμ, κρατώντας την υπόσχεσή τους, την οδήγησαν στο Ναό και την παρέδωσαν στον αρχιερέα Ζαχαρία. Ο αρχιερέας παρέλαβε την Παρθένο Μαρία και την οδήγησε στα Άγια των Αγίων, όπου δεν έμπαινε κανείς εκτός από τον ίδιο, επειδή γνώριζε έπειτα από αποκάλυψη του Θεού το μελλοντικό ρόλο της Αγίας κόρης στην ενανθρώπιση του Κυρίου.

Στα ενδότερα του Ναού η Παρθένος Μαρία έμεινε δώδεκα χρόνια. Όλο αυτό το διάστημα ο αρχάγγελος Γαβριήλ προμήθευε την Παναγία με τροφή ουράνια. Εξήλθε από τα Άγια των Αγίων, όταν έφθασε η ώρα του Θείου Ευαγγελισμού.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.

Σήμερον τῆς εὐδοκίας Θεοῦ τὸ προοίμιονκαὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας ἡ προκήρυξις ἐν Ναῷ τοῦ Θεοῦτρανῶς ἡ Παρθένος δείκνυταικαὶ τὸν Χριστὸν τοῖς πᾶσι προκαταγγέλλεταιΑὐτῇ καὶ ἡμεῖς μεγαλοφώνως βοήσωμενΧαῖρε τῆς οἰκονομίας τοῦ Κτίστου ἡ ἐκπλήρωσις.


Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς.

Ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆροςἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ Παρθένοςτὸ Ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦσήμερον εἰσάγεταιἐν τῷ οἴκῳ Κυρίουτὴν χάριν συνεισάγουσατὴν ἐν Πνεύματι θείῳ· ἣν ἀνυμνοῦσιν Ἄγγελοι Θεοῦ· Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος.


Ὁ Οἶκος

Τῶν ἀπορρήτων τοῦ Θεοῦ καὶ θείων μυστηρίωνὁρῶν ἐν τῇ Παρθένῳτὴν χάριν δηλουμένηνκαὶ πληρουμένην ἐμφανῶςχαίρωκαὶ τὸν τρόπον ἐννοεῖν ἀμηχανῶ τόν ξένον καὶ ἀπόρρητονπῶς ἐκλελεγμένη ἡ ἄχραντοςμόνη ἀνεδείχθη ὑπὲρ ἅπασαν τὴν κτίσιντὴν ὁρατὴν καὶ τὴν νοουμένηνΔιόἀνευφημεῖν βουλόμενος ταύτηνκαταπλήττομαι σφοδρῶς νοῦν τε καὶ λόγονὅμως δὲ τολμῶνκηρύττω καὶ μεγαλύνω· Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος.


Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2021

ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΕΟΡΤΗ ΥΠΟΜΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΟΣ (π. Νικηφόρος Νάσσος)

 

Pictureπ. Νικηφόρος Νάσσος

Ὁμιλώντας περί τῆς Ἀειπαρθένου Θεοτόκου ὁ Μέγας ἐν Θεολογίᾳ καί Διδασκαλίᾳ, φωστήρ τῆς Ἐκκλησίας, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, λέγει ὅτι ὁ Πανάγιος Θεός, ἐπιθυμώντας νά φτιάξει μία εἰκόνα, ἕναν τέλειο ζωγραφικό πίνακα, στόν ὁποῖον νά ἀποτυπώνονται ὅλα τά καλά, μία σύνθεση ὅλων τῶν θείων καί τῶν ἀνθρωπίνων χαρίτων, ἕνα κόσμημα ὅλης τῆς ὁρατῆς καί ἀοράτου κτίσεως, μιά εἰκόνα ἡ ὁποία θά μαρτυροῦσε ὅλη τη δύναμη καί τή σοφία τοῦ δημιουργοῦ της ὡς καλλιτέχνου, κατεσκεύασε τήν πάγκαλη Μητέρα Του, ἀφοῦ συγκέντρωσε πάνω σ᾿ αὐτήν ὅλες τίς χάρες τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρώπων.

«Ὥσπερ γὰρ βουληθεὶς ὁ Θεὸς εἰκόνα στήσασθαι παντὸς καλοῦ καὶ τὴν περὶ ταῦτα δύναμιν καθαρῶς ἐνδείξασθαι καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις, ὁρατῶν καὶ ἀοράτων κοινὸν ὑποστήσας κόσμον, μᾶλλον δὲ θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων ἁπασῶν χαρίτων κοινὸν ὑποδείξας κρᾶμα καὶ καλλονὴν ὑπερτέραν, ἀμφοτέρους ἐπικοσμοῦσαν κόσμους, οὕτω ταύτην οὕτω παγκάλην ὄντως ἐξειργάσατο πάντα συνελών, οἷς πάντα διελὼν ἐκόσμησε τρόπον τῆς αὐτῷ διαφερούσης μόνῳ δημιουργικῆς δυνάμεως ἡμῖν ἐπιδεικνὺς ἐξαίσιον καὶ ὄντως προσήκοντα τῇ τοῦ φωτὸς μητρί».1

Ἡ πάγκαλη αὐτή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ - Δημιουργοῦ, πού συγκεντρώνει ὅλες τίς χάρες ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, εἶναι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί ἡ μεγαλύτερη ἀρετή αὐτῆς εἶναι ἡ καθαρότητα, ἀφοῦ «τῇ καθαρότητι θέλγει Θεόν ἐνανθρωπῆσαι ἐξ αὐτῆς», ὅπως ὁ ἴδιος θεοτοκόφιλος Ἅγιος ἀλλοῦ σημειώνει. Αὐτή, ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου, μέσα στά Ἅγια τῶν Ἁγίων ἔφθασε στή «νοητή σιγή» καί στή θεωρία τοῦ Θεοῦ, γενομένη προτυπο τοῦ ὀρθοδόξου ἡσυχασμοῦ. Βεβαίως μέσα στό Ναό, εἰσέρχεται ἡ ἤδη γενομένη Ναός τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει τό Κοντάκιο τῆς ἑορτῆς («ὁ καθαρώτατος Ναός τοῦ Σωτῆρος»). Ἐκεῖ, διά τῆς προσευχῆς, τῆς «ἱερᾶς ἠσυχίας» καί τῆς ὅλης πνευματικότητος πού ἀνέπτυξε ἔφθασε στή χαρισματική θέωση, τήν μακαρία κατάσταση τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Μαρία ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἀποτελεῖ «δοχεῖον καθαρότητος» κατά τήν ὑμνολογία καί καλεῖ ὅλους μας νά πορευθοῦμε τήν ὁδό τῆς ἐσωτερικῆς καθαρότητος, ὥστε νά σκηνώσει ἐντός μας ἐν Χάριτι ὁ καθαρώτατος καί πανάσπιλος Θεός. 

Πόσο σπουδαῖο πρᾶγμα εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς, τῆς καρδίας καί τοῦ νοός! Αὐτή τή σπουδαιότητα, ἀλλά καί τήν ἀναγκαιότητα τή βλέπουμε μέσα ἀπό τά ἱερά διδάγματα τῶν θεοφόρων Πατέρων μας, στή Φιλοκαλία καί τά ἄλλα κείμενα τῶν «παθόντων τά θεῖα καί εἴτα μαθόντων», τῶν ὄντως κεκαθαρμένων καί φωτομόρφων… 

Ἡ καθαρότητα τῆς Ἀειπαρθένου Θεοτόκου, θά πρέπει νά ἐμπνέει τούς πνευματικούς ταγούς τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά ἀγωνίζονται λιπαρῶς καί πᾶσῃ θυσίᾳ γιά τήν πνευματική τους κάθαρση κατά πρῶτο λόγο καί ἔπειτα νά διδάσκουν τά περί Θεοῦ καί τῆς σωτηρίας στό ποίμνιό τους. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά ὑπογραμμίσει αὐτήν τή μεγάλη πραγματικότητα καί θά γράψει ὅτι εἶναι σπουδαῖο πρᾶγμα νά ὁμιλεῖ κάποιος γιά τόν Θεό, ἀλλά σπουδαιότερο εἶναι νά καθαρίζει κάποιος τόν ἑαυτό του ἀπό τά πάθη γιά τόν Θεό. Διότι, λέγει, σέ ψυχή γεμάτη ἀπό πάθη δέν θά εἰσέλθει σοφία, ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ καί ὁ φωτισμός. «Μέγα τό περί Θεοῦ λαλεῖν; Ἀλλά μεῖζον τό ἑαυτόν καθαίρειν Θεῷ, ἐπειδή εἰς κακότεχνον ψυχήν σοφία οὐκ εἰσελεύσεται».2 

Ὁ πνευματικός θεραπευτής τῶν ψυχχῶν, ὀφείλει νά ἔχει καί αὐτός τόν δικό του θεραπευτή, τόν πνευματικό του πατέρα καί ἰατρό καί χειραγωγό στήν κατά Θεόν ζωή, τόν Μωυσῆ, τόν ποδηγέτη του πρός τήν ἀνηφορική πορεία ἐν μέσῳ ὠδίνων καί ὀδυνῶν, μιά πορεία μέ κατάληξη τή νοητή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, τήν ἐν Πνεύματι θεωρία καί ὑπαρξιακή γνώση τοῦ Θεοῦ… Διαφορετικά, πῶς θά ὁδηγήσει ἄλλους στήν κάθαρση, ὅταν ὁ ἴδιος εἶναι ἀκάθαρτος; Γι᾿ αὐτό καί πάλι ὁ τῆς Θεολογίας ἐπώνυμος θά τονίσει ὅτι πρέπει πρῶτα νά καθαριστεῖς ἐσύ ὁ πνευματικός πατέρας, γιά νά καθαρίσεις τούς ἄλλους, νά σοφιστεῖς γιά νά σοφίσεις, νά φωτιστεῖς γιά νά φωτίσεις, νά προσεγγίσεις τόν Θεό καί ἔπειτα νά ὁδηγήσεις σ᾿ Ἐκεῖνον ἄλλους. «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἶτα καθᾶραι∙ σοφισθῆναι καί οὕτω σοφίσαι∙ γενέσθαι φῶς καί φωτίσαι∙ ἐγγίσαι Θεῷ καί πραγαγεῖν ἄλλους».3

Ἀλλά καί οἱ λαϊκοί, ὅλοι οἱ Χριστιανοί, ὀφείλουν νά ἀγωνίζονται προσευχόμενοι καί ἐγρηγοροῦντες, στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν ἀπόκτηση τῆς καθαρότητας ταῆς ψυχῆς τους! Καί αὐτό, εἶναι μέν δύσκολο ἔργοκαι ἐπίπονο, κυρίως σήμερα μέ τίς τόσες προκλήσεις καί τόν παναχοῦ ἐφαπλούμενο φοβερό καύσωνα τῆς ἁμαρτίας , ἀλλά συντελεῖται μέ τήν θεία ἀρωγή, ὅπως ἄλλωστε κάθε ἔργο πνευματικό, διότι «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖ οὐδέν», μᾶς λέγει ὁ Θεάνθρωπος Κύριος στό Ἱερό Του Εὐαγγέλιο.4 

Ἡ Χάρις εἶναι δεδομένη, ἀλλά χρειάζεται ὁπωσδήποτε καί ἡ ἀνθρώπινη «συνέργεια» ὅπως λέγεται θεολογικά, ἡ ἀνταπόκριση, ἡ προθυμία, ἡ ἀπάντηση στήν ἀενάως ἐνεργουμένη λυτρωτική κλήση τοῦ Θεοῦ γιά τήν κάθαρση καί τή σωτηρία.

Ὁ Μέγας Οὐρανοφάντωρ Βασίλειος, πολύ παραστατικά σέ μία του ἐπιστολή θά τονίσει ὅτι «οὔτε ἀκάθαρτος καθρέπτης μπορεῖ νά δεχθεῖ τίς ἀντανακλάσεις τῶν εἰκόνων, οὔτε ψυχή πού εἶναι κατειλημμένη ἀπό τίς βιοτικές φροντίδες καί σκοτισμένη ἀπό τά πάθη τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος μπορεῖ νά ὑποδεχθεῖ τίς ἐλλάμψεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».5

Ἀπαραίτητη, λοιπόν, ἡ κάθαρση τῆς ψυχῆς καί ἡ θεραπεία ἀπό τά πάθη (καί γενεσιουργός αἰτία ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ φιλαυτία6), ὥστε νά μπορεῖ μέσα του ὁ ἄνθρωπος νά αἰσθανθεῖ τήν μυστική παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὅπως ὀρθά ἔχει γραφεῖ, ἡ ἀκαθαρσία τοῦ ἀνθρώπου παρεμβάλλεται ἀνάμεσα σέ αὐτόν καί στό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὡς μεσότοιχο, πού ἐμποδίζει τήν ἐπενέργεια τῆς χάριτός Του. Το Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πανταχοῦ παρών. Ἐνῶ ὅμως φανερώνει τήν ἐνέργειά Του σε ὅσους εἶναι καθαροί ἀπό πάθη, παραμένει μακρυά ἀπό ὅσους εἶναι ἀκάθαρτοι. Ἡ ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προϋποθέτει τήν κάθαρση, πολύ πραγματοποιεῖται μέ τή μετάνοια, την ταπείνωση καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Καί ἡ κάθαρση αὐτή συμβαδίζει μέ τόν πόλεμο κατά τῶν παθῶν.7

Δέν μπορεῖ, πάντως, οὔτε τόν ἑαυτό του ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ καί νά γνωρίσει, ὄντας ἀκάθαρτος! Στερεῖται ἔτσι τῆς αὐτογνωσίας, πού θά τόν ὁδηγήσει στήν θεογνωσία, τήν ὑπαρξιακή γνώση τοῦ Θεοῦ. Διότι, ὅπως μᾶς διαβεβαιώνουν οἱ Ἅγιοί μας, «ὅπως ὅταν ὑπάρχει ὁμίχλη, δέν μπορεῖ κάποιος νά δεῖ τόν ἥλιο, ἔτσι δέν μπορεῖ νά δεῖ καί τό κάλλος τῆς ψυχῆς, ὅταν αὐτό καλύπτεται ἀπό τήν ὁμίχλη τῶν παθῶν». Γι᾿ αὐτό χρειάζεται ἡ πορεία πρός τή λεγομένη «μεταστοιχείωση τῶν παθῶν», δηλαδή ἡ κίνηση ἀπό τήν παραφυσική λειτουργία τῶν ψυχικῶν δυνάμεων στό «κατά φύσιν», πρᾶγμα πού συντελεῖται μέσα στήν Ἐκκλησία διά τῶν μυστηρίων καί τῆς ὅλης πνευματικῆς ζωῆς, στήν ὁποία καλούμαστε ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Τό πῶς αὐτό πραγματοποιεῖται, εἶναι ἀδύνατον ἐδῶ νά ἀναλυθεῖ. Ὀφείλουμε νά μελετοῦμε καί νά ἐρωτοῦμε τούς πνευματικούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας νά μᾶς ἐξηγοῦν και διαφωτίζουν ἐπαρκῶς, τί εἶναι τά πάθη καί ποιά εἶναι, τί εἶναι οἱ λογισμοί καί ποιά τά εἴδη τους, πῶς καθαίρεται ἡ καρδιά, πῶς θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος ἀπο τή νόσο τῆς ἁμαρτίας, ποιά μέσα χρησιμοποιεῖ, ποιά εἶναι τά στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς κλπ. Ὁπωσδήποτε πάντως, ὅλοι δέν θά πρέπει νά ἀγνοοῦμε τή γνωστή στήν Πατερική παράδοση καί Θεολογία, τριμερῆ διάκριση τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ (διάκριση πού διατυπώνεται ἀπό τούς Πατέρες μέ διάφορες ὀνομασίες καί ὄχι πάντοτε στατικά), ἡ ὁποία Χάρις, ἀνάλογα μέ τό ἔργο πού ἐπιτελεῖ, διακρίνεται σέ καθαρτική, φωτιστική καί τελειωτική, ἤ θεοποιός. Καθαρτική εἶναι αὐτή πού καθαρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τά πάθη. Φωτιστική εἶναι αὐτή πού φωτίζει τό νοῦ και τόν ὁδηγεῖ στή θεωρία τοῦ Θεοῦ καί αὐτό ἀποτελεῖ ἕνα πρῶτο στάδιο θεώσεως. Καί τέλος, τελειωτική εἶναι ἐκείνη πού πραγματοποιεῖ τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὁμοίωση μέ τόν Θεό. Αὐτό ταυτίζεται μέ τήν ἐπίτευξη τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν», ὅπως καί πάλι ἀναφέρεται στά Πατερικά κείμενα, ἤ μποροῦμε νά τό διατυπώσουμε και ἀντίστροφα, ὅτι ἡ ἐπίτευξη τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν» ταυτίζεται με την χαρισματική θέωση τοῦ πιστοῦ.

Εἴθε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ἐν τῷ Ναῷ τοῦ Κυρίου ἀφιερωθεῖσα καί καταστᾶσα ἔμψυχος Ναός τοῦ Θεοῦ, νά μᾶς ἐνισχύει πάντοτε μέ τήν ἰσχυρή πρεσβεία της πρός τόν Υἱό της, ὥστε νά πορευόμαστε Χάριτι Θεοῦ καί μέ τόν δικό μας ἀγῶνα τήν ὁδό τῆς καθάρσεως, καί τοῦ φωτισμοῦ καί νά ἐπιτύχουμε τήν χαρισματική μας θέωση, στά πλαίσια τῆς παρούσης ζωῆς. Αὐτό τό γεγονός φαίνεται ὡς ὄνειρο ἀνεκπλήρωτο, ἀλλά δέν πρόκειται γιά κάτι τό ἀκατόρθωτο, ἀφοῦ ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποίοι τό ἐπέτυχαν σύν Θεῷ, διότι αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς. 

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2013

1 Ὁμιλία εἰς τά Εἰσόδεια, ΝΓ΄, ΕΠΕ, 11, 274
2 ΕΠΕ, 2, 48, Λόγος ΛΒ΄ 
3 ΕΠΕ, 1, 164, Ἀπολογητικός τῆς εἰς τόν Πόντον φυγῆς, MPG. 58, 489A.
4 Ἰω, 15, 5.
5 Ἐπιστολή 210, Πρός τούς λογιωτάτους τῆς Νεοκαισαρείας, ΕΠΕ, 3, 188
6 Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής λέγει σχετικά: «θέλεις νά ἐλευθερωθεῖς ἀπό τά πάθη; ἀποτίναξε τή μητέρα τῶν παθῶν, τή φιλαυτία». Κεφ. Περί ἀγάπης, II, I.
7 Βλ. Γ. Μανζταρίδη, Ὀδοιπορικό θεολογικῆς ἀνθρωπολογίας, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπεδίου, 2005, σελ. 286.
 Πηγή:  http://intpvolou.weebly.com/3/post/2013/12/10.html


Δείτε σχετικά: 


Λόγος εἰς τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου (Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)

 


Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
«Λόγος εἰς τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου»



Ἐὰν τὸ δένδρο ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὸν καρπό, καὶ τὸ καλὸ δένδρο παράγει ἐπίσης καλὸν καρπὸ (Ματθ. 7, 16. Λουκ. 6, 44), ἡ μητέρα τῆς αὐτοαγαθότητος, ἡ γεννήτρια τῆς ἀΐδιας καλλονῆς, πῶς δὲν θὰ ὑπερεῖχε ἀσυγκρίτως κατὰ τὴν καλοκαγαθία ἀπὸ κάθε ἀγαθὸ ἐγκόσμιο καὶ ὑπερκόσμιο; Διότι ἡ δύναμις ποὺ ἐκαλλιέργησε τὰ πάντα, ἡ συναΐδια καὶ ἀπαράλλακτη εἰκὼν τῆς ἀγαθότητος, ὁ προαιώνιος καὶ ὑπερούσιος καὶ ὑπεράγαθος Λόγος, ἀπὸ ἀνέκφραστη φιλανθρωπία κι᾽ εὐσπλαγχνία γιὰ χάρι μας ἠθέλησε νὰ περιβληθῇ τὴν ἰδική μας εἰκόνα, γιὰ νὰ ἀνακαλέσῃ τὴν φύσι ποὺ εἶχε συρθῇ κάτω στοὺς μυχοὺς τοῦ ἅδη καὶ νὰ τὴν ἀνακαινίσῃ, διότι εἶχε παλαιωθῆ, καὶ νὰ τὴν ἀναβιβάσῃ πρὸς τὸ ὑπερουράνιο ὕψος τῆς βασιλείας καὶ θεότητός του. Γιὰ νὰ ἑνωθῇ λοιπὸν μὲ αὐτὴν καθ᾽ ὑπόσταση, ἐπειδὴ ἐχρειαζόταν σαρκικὸ πρόσλημα καὶ σάρκα νέα συγχρόνως καὶ ἰδική μας, ὥστε νὰ μᾶς ἀνανεώσῃ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους, ἐπὶ πλέον δὲ ἐχρειαζόταν καὶ κυοφορία καὶ γέννα σὰν τὴ δική μας, τροφὴ μετὰ τὴ γέννα καὶ κατάλληλη ἀγωγή, γινόμενος πρὸς χάριν μας καθ᾽ ὅλα σὰν ἐμᾶς, εὑρίσκει γιὰ ὅλα πρέπουσα ὑπηρέτρια καὶ χορηγὸ ἀμόλυντης φύσεως ἀπὸ τὸν ἑαυτό της αὐτὴν τὴν ἀειπάρθενη, ἡ ὁποία ὑμνεῖται ἀπὸ μᾶς καὶ τῆς ὁποίας σήμερα ἑορτάζομε τὴν παράδοξη εἴσοδο στὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Διότι αὐτὴν προορίζει πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ὁ Θεὸς γιὰ τὴ σωτηρία καὶ ἀποκατάσταση τοῦ γένους, καὶ τὴν ἐκλέγει ἀνάμεσα ἀπὸ ὅλους, ὄχι ἁπλῶς τοὺς πολλούς, ἀλλὰ τοὺς ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ἐκλεγμένους καὶ θαυμαστοὺς καὶ περιβοήτους γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ σύνεσι, καθὼς καὶ γιὰ τὰ κοινωφελῆ καὶ θεοφιλῆ συγχρόνως ἤθη καὶ λόγια καὶ ἔργα.

2. Διότι στὴν ἀρχὴ ἐσηκώθηκε ἐναντίον μας ὁ νοητὸς καὶ ἀρχέκακος ὄφις καὶ μᾶς κατέῤῥιψε στὰ βάραθρα τοῦ ἅδη. Κι᾽ ὑπάρχουν πολλοὶ λόγοι, γιὰ τοὺς ὁποίους ἐσηκώθηκε ἐναντίον μας καὶ ὑπεδούλωσε τὴ φύσι μας· φθόνος καὶ ζηλοτυπία καὶ μῖσος, ἀδικία καὶ δόλος καὶ σοφιστεία, καὶ μαζὶ μὲ τὰ τέτοια, ἡ θανατηφόρος δύναμις ποὺ ἔχει μέσα του, τὴν ὁποία πρῶτος ἐγέννησε καὶ μόνος του, ἀφοῦ πρῶτος αὐτὸς ἀποστάτησε ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ζωή. Πραγματικὰ στὴν ἀρχὴ ἐφθόνησε τὸν Ἀδάμ, ὅταν τὸν εἶδε νὰ ζῇ στὸν τόπο τῆς ἄφθαρτης τρυφῆς καὶ νὰ περιλάμπεται μὲ θεοειδῆ δόξα καὶ νὰ ὁδηγῆται ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό, ἀπὸ ὅπου αὐτὸς ἀπεῤῥίφθηκε δικαίως καὶ ἀπὸ φθόνο ἐξεμάνη ἐναντίον του μὲ τὴ χειρότερη μανία, ὥστε νὰ θελήσῃ καὶ νὰ τὸν θανατώσῃ ἀκόμη. Ὁ φθόνος εἶναι πατέρας ὄχι τοῦ μίσους μόνο ἀλλὰ καὶ τοῦ φόνου, τὸν ὁποῖο ἐπέφερε σ᾽ ἐμᾶς ἀναμιγνύοντάς τον μὲ δόλο ὁ δολερὸς καὶ ἀληθινὰ μισάνθρωπος ὄφις. Διότι καταλήφθηκε ἀπὸ ἔρωτα πρὸς τὴν τυραννία σὲ βάρος του ἐντελῶς ἄδικα, γιὰ καταστροφὴ τοῦ πλασθέντος κατ᾽ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσι Θεοῦ· ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐτόλμησε νὰ ἐπιτεθῇ κατὰ πρόσωπο, ἐχρησιμοποίησε τὸν δόλο καὶ τὴν πονηρία. Ἀφοῦ ἐπλησίασε διὰ τοῦ αἰσθητοῦ ὄφεως ὡς φίλος καὶ καλὸς σύμβουλος ὁ φοβερὸς καὶ πραγματικὰ ἐχθρὸς καὶ ἐπίβουλος, κατορθώνει, φεῦ!, κρυφὰ νὰ ἐπιτύχῃ καὶ μὲ τὴ ἀντίθεη συμβουλὴ χύνει σὰν δηλητήριο στὸ ἄνθρωπο τὴν θανατηφόρα δύναμί του.

3. Ἐὰν λοιπὸν ὁ Ἀδάμ, κρατώντας δυνατὰ τότε τὴν θεία ἐντολή, ἀπέῤῥιπτε τὴν ἐχθρικὴ πονηρὰ συμβουλή, θὰ ἐφαινόταν νικητὴς κατὰ τοῦ ἀντιπάλου καὶ ἀνώτερος τῆς θανατηφόρας φθορᾶς, καταντροπιάζοντας τὸν μανιακὸ καὶ δόλιο προσβολέα. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκεῖνος ὑποκύπτοντας ἑκούσιως, ποὺ δὲν ἔπρεπε ποτὲ νὰ τὸ κάμῃ, ἐνικήθηκε καὶ ἀχρειώθηκε, κι᾽ ἔτσι, ἀφοῦ ἦταν ῥίζα τοῦ γένους, μᾶς ἀνέδειξε καταλλήλους θνητοὺς βλαστούς, ἐχρειαζόταν ὁπωσδήποτε, ἂν ἔπρεπε νὰ ἀνταποδώσωμε τὴν ἧττα, νὰ κερδίσωμε τὴ νίκη, ν᾽ ἀποῤῥίψωμε μὲ ψυχὴ καὶ σῶμα τὸ θανατηφόρο δηλητήριο καὶ ν᾽ ἀπολαύσωμε ζωή, καὶ μάλιστα ζωὴ αἰώνια καὶ ἀπαθῆ. Ἐχρειαζόταν λοιπὸν τὸ γένος μας νέα ῥίζα, δηλαδὴ νέο Ἀδάμ, ὄχι μόνο ἀναμάρτητο, ἀλλὰ κι᾽ ἐντελῶς ἀνεξαπάτητο καὶ ἀήττητο, ποὺ ἐπὶ πλέον μπορεῖ καὶ νὰ συγχωρῇ τὶς ἁμαρτίες καὶ νὰ καθιστᾶ ἀθώους τοὺς ἐνόχους, ποὺ ὄχι μόνο ζῆ ἀλλὰ καὶ ζωοποιεῖ, ὥστε νὰ μεταδίδῃ ζωὴ καὶ ἄφεσι ἁμαρτιῶν καὶ στοὺς προσκολλωμένους σ᾽ αὐτὸν καὶ συγγενεῖς κατὰ τὸ γένος, ἀναζωογονώντας ὄχι μόνο τοὺς μεταγενεστέρους, ἀλλὰ καὶ τοὺς πρὶν ἀπὸ αὐτὸν ἀποθανόντας.

4. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Παῦλος, ἡ μεγάλη σάλπιγγα τοῦ Πνεύματος, βοᾷ λέγοντας, «ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἔγινε ὡς ζωντανὴ ψυχή, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ἔγινε ὡς πνεῦμα ζωοποιὸ» (Α´ Κορ. 15, 45). Ἀναμάρτητος δὲ καὶ ζωοποιὸς καὶ ἱκανὸς νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίες δὲν εἶναι κανεὶς πλὴν τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως ὁ νέος Ἀδὰμ ἦταν ἀναγκαῖο νὰ εἶναι ὄχι μόνο ἄνθρωπος ἀλλὰ καὶ Θεός, νὰ εἶναι κυριολεκτικῶς ζωὴ καὶ σοφία, δικαιοσύνη καὶ ἀγάπη, εὐσπλαγχνία καὶ κάθε ἄλλο ἀγαθό, ὥστε νὰ διενεργήσῃ τὴν ἀνακαίνισι καὶ ἀναζώωσι τοῦ παλαιοῦ Ἀδὰμ μὲ ἔλεος καὶ σοφία καὶ δικαιοσύνη. Ὁ νοητὸς καὶ ἀρχέκακος ὄφις, χρησιμοποιώντας τὰ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὰ προεκάλεσε σ᾽ ἐμᾶς τὴν παλαίωσι καὶ τὴ νέκρωσι.

5. Ὅπως λοιπὸν στὴν ἀρχὴ ὁ ἀνθρωποκτόνος ἀπὸ φθόνο καὶ μῖσος ξεσηκώθηκε ἐναντίον μας, ἔτσι ὁ ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς ἐκινήθηκε ὑπὲρ ἡμῶν ἀπὸ ὑπερβολὴ φιλανθρωπίας καὶ ἀγαθότητος. Διότι ἀγάπησε δικαίως τὴ σωτηρία τοῦ πλάσματός του, ποὺ ἦταν νὰ τὸ φέρῃ πάλι στὴν ἐξουσία καὶ νὰ τὸ ξανασώσῃ, ὅπως ἐκεῖνος ὁ ἀρχέκακος ἀδίκως ἀγάπησε τὴν ἀπώλεια τοῦ πλάσματος τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἦταν νὰ τὸ ὑποτάξῃ στὸν ἑαυτό του καὶ νὰ τοῦ ἐπιβάλλεται τυραννικῶς. Ὅπως δὲ αὐτὸς διέπραξε τὴ νίκη του καὶ τὴν πτῶσι τοῦ ἀνθρώπου μὲ ἀδικία καὶ δόλο, μὲ ἀπάτη καὶ σοφιστεία, ἔτσι ὁ ἐλευθερωτὴς μὲ δικαιοσύνη καὶ σοφία καὶ ἀλήθεια ἐπραγματοποίησε τὴν τελικὴ ἧττα τοῦ ἀρχεκάκου καὶ τὴν ἀνακαίνισι τοῦ πλάσματός του. Ἀλλὰ ἡ ἀνάπτυξις τοῦ θέματος περὶ τῆς σοφίας ποὺ ὑπάρχει σ᾽ αὐτὴν τὴ θεία οἰκονομία δὲν εἶναι τοῦ παρόντος καιροῦ.

6. Ἦταν δὲ θέμα ἀκριβοῦς δικαιοσύνης καὶ ἡ ἴδια ἡ ἡττηθεῖσα καὶ ὑποδουλωθεῖσα ἑκουσίως φύσις νὰ ξαναπαλαίσῃ γιὰ τὴ νίκη καὶ ν᾽ ἀπωθήσῃ τὴ δουλεία ἑκουσίως. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Θεὸς εὐδόκησε ν᾽ ἀναλάβῃ ἀπὸ ἐμᾶς τὴ φύσι μας ἑνούμενος μὲ αὐτὴν παραδόξως καθ᾽ ὑπόστασι. Ἦταν δὲ ἀδύνατο ἡ ὑψίστη ἐκείνη καὶ ὑπεράνω τοῦ νοῦ καθαρότης νὰ ἑνωθῇ μὲ μολυσμένη φύσι διότι ἕνα μόνο πρᾶγμα εἶναι ἀδύνατο στὸν Θεὸ τὸ νὰ συνέλθῃ σὲ ἕνωσι μὲ ἀκάθαρτο, πρὶν τοῦτο καθαρισθῇ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐχρειαζόταν κατ᾽ ἀνάγκη μιὰ τελείως ἀμόλυντη καὶ καθαρωτάτη παρθένος γιὰ κυοφορία καὶ γέννησι ἐκείνου ποὺ εἶναι καὶ ἐραστής της καὶ δοτὴρ τῆς καθαρότητος ἡ ὁποία καὶ προωρίσθηκε καὶ ἀποτελέσθηκε κι᾽ ἐφανερώθηκε, καὶ τὸ σχετικὸ μὲ αὐτὴν μυστήριο ἐτελέσθηκε, μὲ πολλὰ παράδοξα γεγονότα ποὺ κατὰ καιροὺς συνῆλθαν σὲ ἕνα.

7. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὰ γεγονότα ποὺ συνετέλεσαν σ᾽ αὐτὸ ἑορτάζονται ἀπὸ ἐμᾶς σήμερα, ἀφοῦ ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα ἀντιληφθήκαμε κυρίως τὸ μεγαλεῖο τῶν γεγονότων ποὺ ὡδήγησαν πρὸς τὸ τόσο μεγάλο τέλος. Διότι αὐτὸς ποὺ εἶναι ἐκ Θεοῦ καὶ πρὸς τὸν Θεὸν καὶ Θεός, καὶ Λόγος καὶ Υἱὸς τοῦ ὑψίστου Πατρός, συνάναρχος καὶ συναΐδιος, γίνεται υἱὸς ἀνθρώπου, αὐτῆς τῆς Ἀειπάρθενης. «Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερα εἶναι ὁ ἴδιος, καθὼς καὶ στοὺς αἰῶνες» (Ἑβρ. 13, 8), ἄτρεπτος κατὰ τὴν θεότητα, ἄμεμπτος κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα. «Αὐτὸς μόνος», ὅπως ἤδη προεμαρτύρησε ὁ Ἠσαΐας (Ἠσ. 53, 9), «δὲν διέπραξε ἁμαρτία καὶ δὲν εὑρέθηκε δόλος στὸ στόμα του». Καὶ ὄχι μόνο τοῦτο, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς μόνος δὲν συνελήφθηκε μὲ ἀνομίες, οὔτε ἐγεννήθηκε μὲ ἁμαρτίες, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Δαβὶδ στοὺς ψαλμοὺς γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο ὥστε νὰ εἶναι καὶ κατὰ τὸ πρόσλημμα τελείως καθαρὸς καὶ ἀμόλυντος καὶ νὰ μὴ χρειάζεται οὔτε κατ᾽ αὐτὸ καθάρσια μέσα γιὰ τὸν ἑαυτό του· γιὰ νὰ εἶναι ἔτσι δυνατό, διαβιβάζοντας σ᾽ ἐμᾶς γιὰ χάρι μας δικαίως μαζὶ καὶ πανσόφως τόσο τὴν κάθαρσι ὅσο καὶ τὸ πάθος, νὰ δεχθῇ καὶ τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασι. Πραγματικὰ ἡ κατὰ τὴν σάρκα ὁρμὴ πρὸς γένεσι, ποὺ εἶναι ἀκουσία καὶ ἀπειθὴς στὸν νόμο τοῦ νοός, ἂν καὶ ἀπὸ μερικοὺς δουλαγωγεῖται βιαίως, ἀπὸ μερικοὺς δὲ σωφρόνως ἀφήνεται μόνο γιὰ παιδοποιΐα, πάντως φέρει τὰ σύμβολα τῆς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καταδίκης, καθὼς εἶναι καὶ λέγεται φθορὰ καὶ ὁπωσδήποτε γιὰ τὴν φθορὰ γεννᾶ, καὶ εἶναι ἐμπαθὴς κίνησις τοῦ ἀνθρώπου ποὺ δὲν ἐκράτησε τὴν τιμή, τὴν ὁποία ἡ φύσις μας ἐπῆρε ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ ὡμοιώθηκε μὲ τὰ κτήνη.

8. Γι᾽ αὐτὸ ὄχι μόνο ἦλθε ὁ Θεὸς ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ἀλλὰ καὶ ἦλθε ἀπὸ παρθένο ἁγνὴ καὶ ἁγία, μᾶλλον δὲ πανυπέραγνη καὶ ὑπεραγία, ἀφοῦ εἶναι παρθένος ὄχι μόνο ὑπερτέρα μολυσμοῦ σαρκός, ἀλλὰ καὶ ἀνωτέρα ἀπὸ μολυσμένους σαρκικοὺς λογισμούς. Τὴν σύλληψί της ἐπέφερε ἐπέλευσι παναγίου Πνεύματος, ὄχι ὀρέξεως σαρκός, προεκάλεσε εὐαγγελισμὸς καὶ πίστις στὴν ἐνανθρώπησι τοῦ Θεοῦ ποὺ νικᾶ κάθε λόγο ὡς ἐξαίσια καὶ ὑπὲρ λόγο, ἀλλὰ δὲν προέλαβε συγκατάθεσις καὶ πεῖρα ἐμπαθοῦς. Διότι συνέλαβε κι᾽ ἐγέννησε, ἐνῶ εἶχε ἐντελῶς ἀπομακρυσμένη τέτοια ἐπιθυμία μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν πνευματικὴ θυμηδία (διότι εἶπε ἡ παρθένος πρὸς τὸν εὐαγγελιστὴ ἄγγελο, «ἰδοὺ ἡ δούλη τοῦ Κυρίου ἂς γίνῃ σ᾽ ἐμένα σύμφωνα μὲ τὰ λόγια σου» (Λουκ. 1, 38). Γιὰ νὰ εὑρεθῇ λοιπὸν παρθένος ἱκανὴ γι᾽ αὐτό, ὁ Θεὸς προορίζει πρὸ αἰώνων καὶ ἐκλέγει ἀνάμεσα στοὺς ἐκλεγμένους ἀπὸ αἰῶνες αὐτὴν τὴν ὑμνουμένη τώρα ἀπὸ ἐμᾶς ἀειπάρθενη κόρη.

9. Καὶ βλέπετε ἀπὸ ποῦ ἄρχισε ἡ ἐκλογή. Ἀνάμεσα στὰ παιδιὰ τοῦ Ἀδὰμ ἐξελέγη ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ θαυμάσιος Σήθ, ποὺ μὲ τὴν εὐκοσμία τῶν ἠθῶν, τὴν εὐταξία τῶν αἰσθήσεων καὶ τὴν εὐπρέπεια τῶν ἀρετῶν ἐδείκνυε τὸν ἑαυτό του ἔμψυχο οὐρανὸ κι᾽ ἐπέτυχε γι᾽ αὐτὸ τὴν ἐκλογή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐπρόκειτο νὰ βλαστήσῃ αὐτὴ ἡ παρθένος ὡς θεοπρεπὲς ὄχημα τοῦ ὑπερουρανίου Θεοῦ καὶ ν᾽ ἀνακαλέσῃ τοὺς ἀνθρώπους πρὸς οὐράνια υἱοθεσία.

10. Γι᾽ αὐτὸ ὅλοι οἱ ἀπὸ τοῦ Σὴθ (Γεν. 4, 26) ὠνομάζονταν υἱοὶ Θεοῦ, διότι ἀπὸ αὐτὴν τὴν γενεὰ ἐπρόκειτο ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ νὰ γίνῃ υἱὸς ἀνθρώπου, ἐφ᾽ ὅσον ἄλλωστε καὶ ὁ Σὴθ γλωσσικῶς σημαίνει ἀνάστασις, μᾶλλον δὲ ἐξανάστασις, ἡ ὁποία εἶναι κυρίως ὁ Κύριος ποὺ ἐπαγγέλεται καὶ χαρίζει ἀθάνατη ζωὴ στοὺς πιστεύοντας σ᾽ αὐτόν. Καὶ πόσο ταιριαστὸς εἶναι ὁ τύπος! «Ὁ μὲν Σὴθ ἔγινε γιὰ τὴν Εὔα, ὅπως λέγει αὐτή, στὴ θέσι τοῦ Ἄβελ», τὸν ὁποῖο ἐφόνευσε ἀπὸ φθόνο ὁ Κάϊν (Γεν. 4, 25)· ὁ δὲ τόκος τῆς παρθένου Χριστὸς ἔγινε στὴ φύσι ἀντὶ γιὰ τὸν Ἀδάμ, τὸν ὁποῖο ἐθανάτωσε ἀπὸ φθόνο ὁ ἀρχηγὸς καὶ προστάτης τῆς κακίας. Ἀλλὰ ὁ μὲν Σὴθ δὲν ἀνέστησε τὸν Ἄβελ, ἀφοῦ ἦταν ἁπλῶς τύπος τῆς ἀναστάσεως· ὁ δὲ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἀνέστησε τὸν Ἀδάμ, διότι αὐτὸς εἶναι ἡ ἀληθινὴ τῶν ἀνθρώπων ζωὴ καὶ ἀνάστασις, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας καὶ οἱ ἀπόγονοι τοῦ Σὴθ ἀξιώθηκαν τὴν θεία υἱοθεσία κατὰ τὴν ἐλπίδα τους, ὀνομαζόμενοι υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Ὅτι δὲ ὠνομάζονταν υἱοὶ τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἐλπίδος εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὸν πρῶτο ὀνομασθέντα ποὺ διαδέχθηκε τὴν ἐκλογή. Ἦταν δὲ αὐτὸς ὁ Ἐνὼς τοῦ Σήθ, ὁ ὁποῖος κατὰ τὸ γεγραμμένο ἀπὸ τὸν Μωυσῆ «πρῶτος ἤλπισε νὰ καλῆται μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ» (Γεν. 4, 26). Βλέπετε σαφῶς ὅτι ἐπέτυχε τὸ θεῖο ὄνομα σύμφωνα μὲ τὴν ἐλπίδα;

11. Ἀφοῦ λοιπὸν ἄρχισε ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ παιδιὰ τοῦ Ἀδὰμ ἡ ἐκλογὴ γι᾽ αὐτὴν ποὺ κατὰ τὴν πρόγνωσί του θὰ ἐγινόταν μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπετελεῖτο διὰ μέσου τῶν κατὰ καιροὺς γενεῶν, κατέβηκε μέχρι τοῦ βασιλέως καὶ προφήτου Δαβὶδ καὶ τῶν διαδόχων τοῦ θρόνου καὶ τοῦ γένους του. Ἐπειδὴ δὲ ὁ καιρὸς ἐκαλοῦσε τώρα τὴν ἀποτελείωσι τῆς θείας αὐτῆς ἐκλογῆς, ἐξελέγησαν ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἀπὸ τὸν οἶκο καὶ τὴ γενεὰ τοῦ Δαβίδ, ποὺ ἦσαν μὲν ἄτεκνοι, συνεζοῦσαν δὲ σωφρόνως καὶ ἦσαν ἀνώτεροι στὴν ἀρετὴ ἀπὸ ὅλους ὅσοι ἀνάγουν στὸ Δαβὶδ τὴν εὐγένεια τοῦ γένους καὶ τοῦ ἤθους. Αὐτὸ τὸ ζεῦγος ἐζητοῦσε διὰ τῆς ἀσκήσεως καὶ προσευχῆς τὴν λῆξι τῆς ἀτεκνίας των ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ὑποσχόταν νὰ ἀναθέσουν σ᾽ αὐτὸν ἀπὸ βρέφος αὐτὸ ποὺ θὰ ἐγεννοῦσαν. Τότε παρέχεται ἡ ὑπόσχεσις καὶ δίδεται παιδί, ἡ τωρινὴ Θεομήτωρ, ὥστε ἡ πανάρετη κόρη νὰ γεννηθῇ ἀπὸ πολυαρέτους γονεῖς καὶ ἡ πάναγνη ἀπὸ ἐξαιρετικὰ σώφρονες, καὶ νὰ λάβῃ ὡς καρπὸ ἡ σωφροσύνη, συνερχομένη μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκησι, τὸ νὰ γίνῃ γεννήτρια τῆς παρθενίας, καὶ μάλιστα παρθενίας ποὺ προβάλλει ἀφθόρως κατὰ τὴν σάρκα τὸν προαιωνίως γεννημένον ἀπὸ παρθένον Πατέρα κατὰ τὴν θεότητα. Τί πτερὰ ἐκείνης τῆς προσευχῆς! Τί παῤῥησία, ποὺ εὑρῆκε ἑνώπιον τοῦ Κυρίου!

12. Ἀλλὰ ἐπειδὴ βέβαια ἐκεῖνοι ἐπέτυχαν ἔτσι τὰ ζητούμενα μὲ τὴν προσευχή τους καὶ εἶδαν τὴν πρὸς αὐτοὺς θεία ἐπαγγελία νὰ ἐκπληρώνεται ἐμπράκτως, σπεύδοντας καὶ αὐτοὶ νὰ ἐκπληρώσουν τὴν πρὸς τὸ Θεὸ ὑπόσχεσι ὡς φιλαλήθεις καὶ θεοφιλεῖς καὶ φιλόθεοι συγχρόνως, εὐθὺς μετὰ τὸν ἀπογαλακτισμὸ ὁδηγοῦν τὴν ἀληθινὰ ἱερὰ καὶ θεόπαιδα καὶ τώρα θεομήτορα παρθένο στὸ ἱερὸ τοῦ Θεοῦ καὶ στὸν ἱεράρχη ποὺ εὑρισκόταν σ᾽ αὐτό. Αὐτὴ δέ, γεμάτη θεία χάρι καὶ τέλειο νοῦ ἀκόμη καὶ σ᾽ αὐτὴ τὴν ἡλικία, ἀντιλαμβανόταν ἀπὸ τότε, καὶ μάλιστα καλύτερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους τὰ τελούμενα σ᾽ αὐτήν, καὶ ἔδειξε μὲ ὅποιον τρόπο μποροῦσε ὅτι δὲν ὁδηγεῖται, ἀλλὰ αὐτὴ μόνη της μὲ ἐλεύθερη γνώμη προσέρχεται στὸ Θεό, σὰν νὰ εἶναι ἀπὸ ἑαυτοῦ της πτερωμένη πρὸς τὸν ἱερὸ καὶ θεῖο ἔρωτα και νὰ θεωρῇ ἀγαπητὴ καὶ νὰ ἀναγνωρίζῃ ὡς ἀξία της τὴν εἴσοδο καὶ κατοικία στὰ ἅγια τῶν ἁγίων.

13. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ἀρχιερεὺς τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἀντιλήφθηκε τότε ὅτι ἡ κόρη εἶχε ἔνοικη τὴν θεοειδῆ χάρι παραπάνω ἀπὸ ὅλους, ἔπρεπε νὰ τὴν ἀξιώσῃ τὸ ἀνώτερο ἀπὸ ὅλους, νὰ τὴν εἰσαγάγῃ στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ νὰ πείσῃ αὐτὸ ποὺ γινόταν ὅλους τοὺς τότε ἀνθρώπους ν᾽ ἀγαποῦν, μὲ τὴν σύμπραξι καὶ ἀπόφασι τοῦ Θεοῦ μαζί, ποὺ ἔστελλε ἀπὸ ἄνω δι᾽ ἀγγέλου ἀπόῤῥητη τροφὴ στὴν παρθένο ἐκεῖ. Μὲ αὐτὴν τὴν τροφὴ ἐδυνάμωνε καλύτερα τὴ φύσι της καὶ συντηροῦσε καὶ τελειοποιοῦσε τὸν ἑαυτό της κατὰ τὸ σῶμα καθαρώτερα καὶ ἀνώτερα ἀπὸ τὶς ἀσώματες δυνάμεις, ἔχοντας ὡς ὑπηρέτες τοὺς οὐρανίους νόες, διότι δὲν εἰσήχθηκε ἁπλῶς καὶ μόνο στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, ἀλλὰ καὶ κατὰ κάποιον τρόπο παραλήφθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ συνοίκησι μὲ αὐτὸν γιὰ ὄχι ὀλίγα ἔτη· ὥστε ἔτσι στὸν κατάλληλο καιρὸ ν᾽ ἀνοιχθοῦν οἱ οὐράνιες μονὲς καὶ νὰ δοθοῦν γιὰ ἀΐδια κατοίκια σὲ ὅσους πιστεύουν στὴν παράδοξη γέννα της.

14. Ἔτσι λοιπὸν καὶ γι᾽ αὐτοὺς τοὺς λόγους ἀπετέθη δικαίως σήμερα στὰ ἅγια ἄδυτα σὰν θησαυρὸς τοῦ Θεοῦ ἡ κόρη ποὺ ἐξελέγη ἀνάμεσα στοὺς ἐκλεκτοὺς ἀπὸ αἰῶνες, ποὺ ἀναδείχθηκε ἁγία τῶν ἁγίων, ποὺ ἔχει τὸ σῶμα καθαρώτερο καὶ θειότερο ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὰ διὰ τῆς ἀρετῆς κεκαθαρμένα πνεύματα, ὥστε νὰ μὴ εἶναι δεκτικὸ μόνο τοῦ τύπου τῶν θείων λόγων, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ ἐνυποστάτου καὶ μονογενοῦς Λόγου τοῦ προανάρχου Πατρός· σὰν θησαυρὸς ποὺ ὁ Λόγος θὰ τὸν χρησιμοποιοῦσε στὸν καιρὸ του, ὅπως καὶ ἔγινε, γιὰ πλουτισμὸ καὶ ὑπερκόσμιο καὶ συγχρόνως παγκόσμιο κόσμημα. Κι᾽ ἔτσι καὶ γι᾽ αὐτὸν τὸν λόγο δοξάζει τὴ μητέρα του καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ γέννησι καὶ μετὰ τὴ γέννησι. Ἐμεῖς δέ, κατανοώντας τὴ σημασία τῆς σωτηρίας ποὺ μᾶς ἑτοιμάσθηκε δι᾽ αὐτῆς ἀποδίδουμε μὲ ὅλη τὴ δύναμί μας τὴν εὐχαριστία καὶ τὸν ὕμνο. Πραγματικά, ἂν ἡ εὐγνώμων γυναῖκα ποὺ ἀναφέρεται στὸ εὐαγγέλιο, μόλις ἄκουσε γιὰ λίγο τοὺς σωτηριώδεις λόγους τοῦ Κυρίου, ἀπέδωσε τὸν μακαρισμὸ καὶ τὴν εὐχαριστία στὴ μητέρα τούτου, ὑψώνοντας τὴ φωνή της ἀπὸ τὸν ὄχλο καὶ λέγοντας πρὸς τὸν Χριστό, «καλότυχη εἶναι ἡ κοιλία ποὺ σ᾽ ἐβάστασε καὶ οἱ μαστοὶ ποὺ ἐθήλασες» (Λουκ. 11, 27) ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε κοντὰ μας γραμμένα ὅλα τὰ λόγια τῆς αἰώνιας ζωῆς, καὶ ὄχι μόνο τὰ λόγια, ἀλλὰ καὶ τὰ θαύματα καὶ τὰ παθήματα καὶ τὴν δι᾽ αὐτῶν ἔγερσι τῆς φύσεως μας ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ ἀνάληψὶ της ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό, καὶ τὴν δι᾽ αὐτῶν ἐπηγγελμένη σ᾽ ἐμᾶς ἀθάνατη ζωὴ καὶ ἀμετάτρεπτη σωτηρία, πῶς δὲν θ᾽ ἀνυμνήσωμε καὶ μακαρίσωμε ἀδιαλείπτως τὴν μητέρα τοῦ χορηγοῦ τῆς σωτηρίας, τοῦ δοτῆρος τῆς ζωῆς, ἑορτάζοντας τώρα καὶ τὴν σύλληψι αὐτῆς καὶ τὴν γέννησι καὶ τὴν μετοίκησι στὰ ἅγια τῶν ἁγίων;

15. Ἀλλὰ ἂς μετοικίσωμε κι᾽ ἐμεῖς τοὺς ἑαυτούς μας, ἀδελφοί, ἀπὸ τὴ γῆ στὰ ἄνω· ἂς μεταφερθοῦμε ἀπὸ τὴν σάρκα ἐπάνω στὸ πνεῦμα· ἂς μεταθέσωμε τὸν πόθο ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα στὰ μόνιμα· ἂς καταφρονήσωμε τὶς σαρκικὲς ἡδονές, ποὺ ἔχουν εὑρεθῇ ὡς δέλεαρ κατὰ τῆς ψυχῆς καὶ παρέρχονται γρήγορα· ἂς ἐπιθυμήσωμε τὰ πνευματικὰ χαρίσματα ποὺ μένουν ἄφθαρτα· ἂς ὑψώσωμε ἀπὸ τὴν κάτω τύρβη τὴ στάσι καὶ τὴν διάνοιὰ μας· ἂς τὴν ἀνεβάσωμε στὰ οὐράνια ἄδυτα, ἐκεῖνα τὰ ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπου τώρα κατοικεῖ ἡ Θεοτόκος.

16. Διότι ἔτσι θὰ εἰσέλθουν σ᾽ αὐτὴν ἐπωφελῶς γιὰ μᾶς μὲ θεάρεστη παῤῥησία καὶ τὰ ἄσματά μας καὶ οἱ δεήσεις μας πρὸς αὐτὴν κι ἔτσι ἐκτὸς ἀπὸ τὰ παρόντα μὲ τὴ μεσιτεία της θὰ γίνωμε κληρονόμοι καὶ τῶν μελλόντων καὶ μενόντων ἀγαθῶν, μὲ τὴ χάρι καὶ φιλανθρωπία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας ποὺ ἐγεννήθηκε ἀπὸ αὐτὴν γιὰ μᾶς, στὸν ὁποῖο πρέπει δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ συναΐδιο καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.

ΠΗΓΗ


Δείτε σχετικά: 


Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2021

Η ΤΥΡΑΝΝΙΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ (Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος)


 Φοβερή είναι η τυραννία των παθών! Έχεις δει πώς η οργή ψήνει σαν πυρετός τον οργισμένο; Πώς ο φθόνος τρώει σαν σαράκι τον φθονερό; Πώς η λύπη λιώνει σαν αργός θάνατος τον βυθισμένο σε πένθος; Έτσι συμβαίνει με όλα τα πάθη, που εμφανίστηκαν μέσα μας μαζί με τη φιλαυτία. Αυτή είναι η μητέρα τους. Μόλις ο προπάτοράς μας είπε μέσα του, “Εγώ ο ίδιος”, “Ο εαυτός μου”, στην ψυχή του ρίζωσε η φιλαυτία, αυτό το δηλητήριο, αυτός ο σπόρος του σατανά. Από τη φιλαυτία αναπτύχθηκαν στη συνέχεια και τα άλλα πάθη − υπερηφάνεια, φθόνος, οργή, μίσος, λύπη, απελπισία, πλεονεξία, φιληδονία, κλπ. − με όλα τα επακόλουθα και τις συνέπειές τους.

***

Τα πάθη πρέπει να τα αποφεύγεις, γιατί είναι πάντοτε ενάντια σ’ ό,τι οφείλεις να κάνεις. Ενώ, για παράδειγμα, οφείλεις να είσαι ταπεινή, το πάθος σε γεμίζει υπερηφάνεια και έπαρση· ενώ οφείλεις να είσαι μειλίχια, το πάθος σε κάνει ν’ ανάβεις από οργή και θυμό· ενώ οφείλεις να χαίρεσαι για την ευτυχία των συνανθρώπων σου, το πάθος σού εμπνέει τον φθόνο· ενώ οφείλεις να συγχωρείς όσους σε βλάπτουν, το πάθος σε παρακινεί στην εκδίκηση. Κοντολογίς, κάθε εμπαθές συναίσθημα και κάθε εμπαθής ενέργεια εναντιώνονται στο σωστό και το δίκαιο.

***

Ρωτάς: “Στράφηκα στον Θεό με προσήλωση και πόθο. Τι σχέση έχω πια με τα πάθη;”. Γιατί ρωτάς; Κοίτα μέσα σου. Δεν βρίσκονται ακόμα εκεί; Δεν πάει πολύς καιρός που μου έγραψες ότι ήσουνα πολύ θυμωμένη. Δεν είναι αυτό πάθος; Είναι, βέβαια, και μάλιστα όχι το μοναδικό. Γιατί ο θυμός δείχνει πως υπάρχουν κι άλλα − και υπερηφάνεια και ισχυρογνωμοσύνη και υπεροψία. Έγραψες, επίσης, ότι τις προάλλες αρνήθηκες να προσφέρεις κάτι που σου ζήτησαν. Δεν είναι αυτό τσιγγουνιά; Ομολόγησες ότι αντιπαθείς κάποιον άνθρωπο. Δεν είναι αυτό πάθος; Παραδέχτηκες ότι αγαπάς πολύ τον ύπνο. Μήπως δεν είναι κι αυτό πάθος; Να, πολύ πρόχειρα, μερικά πάθη σου! Κι αν σκάψεις πιο βαθιά μέσα σου, ξέρεις πόσα θα βρεις ακόμα;

Έχεις, λοιπόν, πάθη και πρέπει να τα διώξεις, δίνοντας όλη σου την αγάπη στον Χριστό.

 

(Από το βιβλίο: “Πνευματική Ανθολογία από τους βίους και τους λόγους των Αγίων της Ρωσίας”. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2018, σελ. 266)

Πηγή: alopsis.gr