† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Κυριακή 25 Ιουλίου 2021

Απάντηση σε άρθρο: "Θεοποιείς την λαβίδα; Είσαι ειδωλολάτρης" της Αρχιεπισκοπής Καναδά του νέου ημερολογίου

 IMG 5740

 
  Προχθές, 21/7/21, δημοσιεύθηκε σε εκκλησιαστικές ιστοσελίδες  ένα άρθρο της Αρχιεπισκοπής Καναδά του νέου ημερολογίου, με τίτλο: «Θεοποιείς τη λαβίδα; Είσαι ειδωλολάτρης».


   Από τις εννέα παραγράφους που αποτελούν το κείμενο, μόνο η μία αναφέρεται στο θέμα της αγίας λαβίδας, γι’ αυτό και δεν θα σταθώ σε αυτό, για το οποίο άλλωστε η θέση μας είναι γνωστή και αμετακίνητη.


   Στη συνέχεια, το άρθρο αναφέρεται σε εκείνους που δεν δέχονται τον εμβολιασμό, με τρόπο όμως που δεν αρμόζει σε χριστιανικό έγγραφο. Ο γράψας στοχοποιεί την συμπεριφορά αυτή με λανθασμένο τρόπο, καθώς κατατάσσει στην ίδια κατηγορία εκείνους που έχουν τις επιφυλάξεις τους και ανησυχούν για την σωματική τους ακεραιότητα λόγω της σύγχυσης που επικρατεί, με εκείνους, οι οποίοι ακόμη και μετά από τόσους θανάτους, εμμένουν στην πεποίθηση ότι όλα τα περί κορωνοϊού είναι ένα μεγάλο ψέμα. Κατηγορεί, λοιπόν, όλους ανεξαιρέτως περί εωσφορικής συμπεριφοράς, και περί σκανδαλισμού των πιστών, επειδή -καθώς λέει- «τρέχουν σε παλαιοημερολογίτες και σε άλλους που δεν ακολουθούν το σωστό ορθόδοξο πνεύμα», οδηγώντας τόσο τους ιδίους, όσο και άλλους στην κόλαση. Αυτή η τελευταία αναφορά στους παλαιοημερολογίτες αποτελεί την αιτία της παρούσης απάντησής μας.
Ακολουθώντας, λοιπόν, την τακτική των επισκόπων της κρατούσης, οι οποίοι αποφεύγουν να προσφωνήσουν ως Σεβασμιωτάτους τους Επισκόπους της μαρτυρικής μας Εκκλησίας για να μην κολασθούν, και αντ΄ αυτού προτιμούν το διπλωματικό «Γέροντα», έτσι κι εμείς απευθυνόμαστε με τον ίδιο τρόπο στον κύριο Σωτήριο του Τορόντο, σεβόμενοι την ηλικία του.

Γέροντα,
   Υποστηρίζετε ότι σκανδαλίζονται οι πιστοί όταν πρόβατα του λογικού σας ποιμνίου τρέχουν σε εκείνους που δεν ακολουθούν το «σωστό» ορθόδοξο πνεύμα. Όταν εσείς, ή οι συνεπίσκοποί σας τρέχετε σε εκείνους που -επισήμως- δεν ακολουθούν το ορθόδοξο πνεύμα, δεν σκανδαλίζονται οι πιστοί; Ποιο είναι, τέλος πάντων, αυτό το «ορθόδοξο πνεύμα»;

   Έχουμε κουραστεί να δεχόμαστε επίθεση ενάντια στην κανονικότητα και την εγκυρότητά μας. Γνωρίζετε καλά ότι την χειροτονία την έχουμε λάβει από τους Ρώσους της Διασποράς, οι οποίοι εντάχθηκαν στο Πατριαρχείο Μόσχας μόλις το 2007, με τους οποίους μέχρι πρότινος συλλειτουργούσατε, δίχως ευχή αποκατάστασης. Οι Αρχιερείς της Ιεράς Συνόδου υπό τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο κ. κ. Καλλίνικο δεν ομοιάζουμε ουδόλως στα μορφώματα της Ουκρανίας, τα οποία αναγνωρίσθηκαν με μία συνοδική πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ούτε βγήκαμε από τις φυλακές για να γίνουμε Επίσκοποι. Ό,τι θέλετε βαπτίζετε κανονικό, ό,τι θέλετε βαπτίζετε αντικανονικό, επειδή ανήκετε στους λεγομένους «επισήμους». Φαίνεται, μάλλον ότι για εσάς (και απευθύνομαι προς πάσα κατεύθυνση) η κανονικότητα είναι μια έννοια υποκειμενική, την οποία επικαλείστε μόνο όταν καταπατώνται τα σύνορα της δικαιοδοσίας σας και όταν αναφέρεστε στους παλαιοημερολογίτες. Να διευκρινίσω, βεβαίως, ότι δεν έχουμε καμία αξίωση από εσάς να αποδεχθείτε την κανονικότητα και την εγκυρότητά μας, όταν οι ίδιοι όζετε οικουμενισμού.

   Αντί να ενοχλείστε τόσο που μέλη του ποιμνίου σας καταφεύγουν στους παλαιοημερολογίτες (τους οποίους κατηγορείτε για εωσφορικό εγωισμό), θα ήταν προτιμότερο να εξετάζετε με νηφαλιότητα τους λόγους για τους οποίους το πράττουν. Οι πιστοί αναπαύονται εκεί που ευωδιάζει το λιβάνι του ορθοδόξου φρονήματος της προς πάντας αγάπης, η οποία όμως δεν χωράει καμία οικονομία στα θέματα της πίστεως. Αυτό συνεπάγεται ότι οι άνθρωποι δεν αναπαύονται σε κληρικούς της καριέρας, οι οποίοι αντί να κρατούν ως θεματοφύλακες τις Θερμοπύλες των Ιερών Κανόνων που προστατεύουν την αγνότητα της Ορθοδοξίας, αναλώνονται συνεχώς σε εκπτώσεις, μέχρι να μη μείνει τίποτα. Ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἁλισθήσεται; Ενδεχομένως, κάτι δεν θα έχετε κάνει καλά.

   Στη συνέχεια του άρθρου, πληροφορείτε τους «αποσχισθέντας» ότι στερούνται της Κοινωνίας του Αχράντου Σώματος και του Τιμίου Αίματος του Χριστού, υπονοώντας ότι οι παλαιοημερολογίτες δεν έχουν Χάρη. Ενώ γνωρίζετε την αλήθεια, εσκεμμένα και μεθοδευμένα ταυτίζετε τους κανονικούς κληρικούς της Εκκλησίας μας με τους αποτυχημένους νεοημερολογίτες κληρικούς, αλλά και έτερους εκ των κόλπων μας που μετά την καθαίρεσή τους, φορούν παράνομα το τιμημένο ράσο και παριστάνουν τους «επισκόπους» και τους «ιερείς» του παλαιού ημερολογίου, δημιουργώντας έτσι σύγχυση στους πιστούς. Δυστυχώς, έχετε την «ευχέρεια» να μας υποτιμάτε και να μας απαξιώνετε με αυτόν τον πονηρό τρόπο διότι το ίδιο το Σύνταγμα δεν προβλέπει νόμο που να αποτρέπει τον οιονδήποτε από το να αυτοαποκαλείται και να αυτοτιτλοφορείται παλαιοημερολογίτης κληρικός. Είναι θλιβερό που σκόπιμα επιδιώκετε να συγχέετε τα ασεβή και ανίερα αυτά πρόσωπα με τους κληρικούς της Εκκλησίας μας· τους ανθρώπους που γεννηθήκαν στους κόλπους της παράδοσης και παιδιόθεν επιθυμούν να δουν την Εκκλησία, όπως την έβλεπαν οι πρόγονοί μας, ενωμένη· τους ανθρώπους που -παρά τις λιγοστές δυνάμεις τους- τα πόδια τους έχουν ματώσει από το τρέξιμο για την κατά Θεόν κατήχηση των ανθρώπων, για την ανέγερση Εκκλησιών, για την διατήρηση των παραδόσεων, για τον πολιτισμό, για την Ελλάδα. Ο Χριστός γνωρίζει ποιοι είμαστε, και ξέρει αν έχουμε εργασθεί για την Αγάπη Του. Κι ο κάθε άνθρωπος που διαβάζει το παρόν, αν είναι του Θεού, κατανοεί αν όλα αυτά είναι η αντικειμενική αλήθεια, ή απλώς παραλήρημα του «εωσφορικού μας εγωισμού», όπως κρίνετε στο άρθρο σας.


   Με συγκινεί η φροντίδα σας για την καταπολέμηση του κορωνοϊού, διότι, πράγματι, πρόκειται περί μιας επάρατης νόσου που προξένησε και προξενεί χιλιάδες θύματα. Είναι καθήκον του ποιμένος να φροντίζει το ποίμνιό του. Ωστόσο ερωτώ: ποια ήταν η φροντίδα σας για εκείνους που, όπως πιστεύετε, τρέχουν μετά βεβαιότητος για την κόλαση, καθώς κατά την κρίση σας είναι αποκομμένοι από το Σώμα και το Αίμα του Χριστού; Πριν από 97 χρόνια οι προκάτοχοι σας αποφάσισαν να «διορθώσουν» το ημερολόγιο. Αυτή η αλλαγή βρήκε πολλούς αντίθετους. Πολλοί δεν ακολούθησαν τον νεωτερισμό και κράτησαν την γραμμή των 20 αιώνων. Οι προκάτοχοί σας κόλλησαν σε όλους αυτούς, τους Έλληνες Ορθοδόξους, την ταμπέλα «οι σχισματικοί» και τους καταδίκασαν. Η ενότητα διαταράχθηκε. Ποια ήταν, άραγε η ποιμαντική μέριμνα των προκατόχων σας; Ο Χριστός έτρεξε και για το ένα πρόβατο. Αυτοί γιατί άφησαν χιλιάδες πρόβατα να οδηγούνται -όπως πιστεύετε- στην κόλαση; Γιατί, αντί να επιδιώξουν την ενότητα με σκοπό τη σωτηρία, επέλεξαν τους διωγμούς με τις ευλογίες της Πολιτείας;


   Προσωπικά, ζω στην ανδρώα Κοινοβιακή Μονή Κοσμοσώτειρας, ένα Μοναστήρι βαμμένο με τα αίματα της ιστορίας των διωγμών των παλαιοημερολογιτών. Το νεαρό, αγνό παλικαράκι που ζούσε για να σκορπίζει την ευωδία του Χριστού σε όσους το γνώριζαν, τον παλαιοημερολογίτη εκείνο, τον «σχισματικό», τον πνευματικό πατέρα της Κοσμοσώτειρας, Μακαριστό Αρχιμανδρίτη Θεόκλητο τον δίωκαν, όχι ειδωλολάτρες, ούτε κομμουνιστές, αλλά Ορθόδοξοι Έλληνες. Τον δίωκαν για να τον ξυρίσουν, να του αφαιρέσουν το ράσο, να τον φυλακίσουν. Κρυβόταν στο δάσος. Αρρώστησε. Πέθανε σε ηλικία 33 ετών διότι είχε απαγορευθεί η νοσηλεία του σε νοσοκομείο. Και στην κηδεία του ακόμη δεν τον άφησαν ήσυχο. Αστυνόμοι αναποδογύρισαν το φέρετρο και πέταξαν το λείψανο έξω από την Εκκλησία. Λίγο αργότερα, στη Μονή αυτή (γυναικεία τότε) επειδή οι Μοναχές έκαναν τα Χριστούγεννα αγρυπνία με «παλαιοημερολογίτη» παπά, οι αστυνόμοι φυλάκισαν επί ένα τριήμερο και τις 17 Μοναχές. Όσες δε, έφεραν αντίσταση, τους έσπασαν τα χέρια. Η ιστορία όμως, δεν έπαψε εδώ. Όπως κατέγραψε διαπρεπής μητροπολίτης του νέου, κατόπιν εντολής του Αττικής Ιακώβου Βαβανάτσου, αστυνόμοι εισέβαλλαν στη Μονή, αφαίρεσαν όλα τα κειμήλια (μεταφέροντας τα στη Μητρόπολη Αττικής) και για να αποτελειώσουν την παραφροσύνη, πέταξαν κάτω τον Άγιο Άρτο κι άρχισαν να Τον ποδοπατούν. Για ποια Ορθοδοξία μιλάτε; Για ποιο ορθόδοξο πνεύμα; Ποια σύνεση και ποια ταπείνωση; Τόσα χρόνια στην Εκκλησία, απέναντι σας έχουμε κρατήσει μια στάση ισορροπημένη. Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί επιμένουμε στο πάτριο εορτολόγιο; Μήπως για χάριν των 13 ημερών; Αλλά και αυτές ακόμη είναι σημαντικές, γεγονός που φαίνεται από την φετινή νηστεία των Αγίων Αποστόλων. Επιμένουμε στην παράδοση, διότι ακούμε την φωνή των Αγίων Πατέρων και αποστρεφόμαστε τον οικουμενισμό, όπως αποστρεφόμαστε τα φίδια και τη φωτιά. Δεν θα πω κάτι περισσότερο για την παναίρεση αυτή, διότι πλέον έχουν καταλάβει και σας τα λένε συνεπίσκοποί σας, ιερείς και κληρικοί που ανήκουν στις τάξεις σας.


   Πολλοί, βέβαια, και δη μεγαλόσχημος κληρικός «μυροβόλου» νήσου τινός, εξακολουθούν να τηρούν τις πάλαι ποτέ τακτικές των διωγμών και μιμούμενοι τους προκατόχους τους, κάνουν μηνύσεις μέσω λαϊκών για να αρπάξουν πνευματικά καθιδρύματα από τους «κλέφτες», τους «σχισματικούς». Παράδοξο, πάντως, ο «κλέφτης» να μεριμνά για την συντήρηση, την ανακαίνιση και την ομαλή λειτουργία των μνημείων. Αν προ ολίγων ετών, είχε συναντήσει μια μικρή αντίσταση, νυν δε, θα συναντήσει βουνό αμετακίνητο.


Γέροντα,
   Αισθανόμενος λύπη και πικρία γνωρίζω ότι η απάντηση αυτή δεν θα αλλάξει την αντίληψη, ούτε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζετε εμάς, που δίχως μισθό, αγωνιζόμαστε να διατηρήσουμε τις παραδόσεις των Αγίων Πατέρων και δη των Αγίων Πατροκοσμά, Μάρκου Εφέσου, Γρηγορίου Θεσσαλονίκης, Φωτίου Κωνσταντινουπόλεως και τόσων άλλων. Δόξα τω Θεώ που εκείνοι κοιμήθηκαν πριν το 1924 και τους τιμάτε ως Αγίους. Διότι, διαφορετικά, και εκείνους «σχισματικούς» θα τους αποκαλούσατε, αποκομμένους από το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.


† ο Αττικής και Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 23 Ιουλίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Εὐαγγέλιον - Λόγος εἰς τόν δαιμονιζόμενον τῶν Γεργεσηνῶν (Ἁγίου Βασιλείου Ἐπισκόπου Σελευκείας)

 



Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ ᾿Ιησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. Καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· Τί ἡμῖν καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; ῏Ην δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· Εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ῾Υπάγετε. Οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. Οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. Καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν. Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.

Ἀπόδοση:

Τον καιρώ εκείνο, όταν έφτασε στην απέναντι όχθη, στην περιοχή των Γεργεσηνών, τον συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι που έρχονταν από τα μνήματα, τόσο φοβεροί, που κανένας δεν τολμούσε να περάσει από εκείνον το δρόμο. Και με κραυγές του έλεγαν: «Τι δουλειά έχεις εσύ μ’ εμάς, Υιέ του Θεού; Ήρθες εδώ να μας βασανίσεις πριν την ώρα μας;» Μακριά απ’ αυτούς έβοσκε ένα μεγάλο κοπάδι χοίρων. Και οι δαίμονες τον παρακαλούσαν λέγοντας: «Αν είναι να μας διώξεις, άφησέ μας να πάμε στο κοπάδι των χοίρων». Κι εκείνος τους είπε: «Πηγαίνετε». Αυτοί βγήκαν και πήγαν στο κοπάδι των χοίρων. Και όλο το κοπάδι όρμησε και γκρεμίστηκε στη λίμνη και πνίγηκαν μέσα στα νερά. Οι βοσκοί έφυγαν, πήγαν στην πόλη και ανήγγειλαν όλα τα συμβάντα και ό,τι έγινε με τους δαιμονισμένους. Βγήκε τότε όλη η πόλη να συναντήσει τον Ιησού, κι όταν τον είδαν, τον παρακάλεσαν να φύγει από την περιοχή τους. ο Ιησούς επιβιβάστηκε στο πλοίο, διέσχισε τη λίμνη και ήρθε στην πόλη του.


(Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη)


Ἁγίου Βασιλείου Ἐπισκόπου Σελευκείας: 

Λόγος εἰς τόν δαιμονιζόμενον

Πολλές είναι οι επιβουλές των δαιμόνων κατά των ανθρώπων. Πολλαπλάσια όμως η βοήθεια του Θεού προς τους ανθρώπους. Πράγματι, εάν δεν μας υπερήσπιζε η άνωθεν συμμαχία, θα είχεν εξαφανισθή προ πολλού το γένος μας από τις πολιορκίες των δαιμόνων. Διότι ποία ευκαιρία η ποίον χρόνον άφησαν χωρίς πειρασμούς; Πότε έπαψαν να ετοιμάζουν παγίδες στην ανθρώπινη φύση και να σχεδιάζουν τις συμφορές μας;

Δεν είναι πονηρά η φύσις του διαβόλου, αλλά απεδείχθη η προαίρεσίς του. Σ’ αυτόν είχε αναθέσει ο Δημιουργός τη διοίκηση του αέρος, όπως ο ακροατής των ουρανίων Παύλος μας αποκάλυψε λέγοντας: «Κατά τον άρχοντα της εξουσίας του αέρος, του πνεύματος του νυν ενεργούντος εν τοις υιοίς της απειθείας». Έπειτα όμως, επιθυμώντας να υπερβή την φύση του, εξέπεσε της αξίας του, χάνοντας τον θρόνο εξ αιτίας του υψηλού φρονήματός του. Έγινε δηλαδή ο όγκος του φρονήματος μέτρο της στερήσεως του Πνεύματος. Γι’ αυτό λοιπόν ήρχισε να ασχολήται με τους ανθρώπους, εκδηλώνοντας έτσι την αποστροφή του προς τον Δημιουργό, και να προσπαθή με διάφορες μηχανορραφίες να αμαυρώση την εικόνα του Κτίστου. Επειδή, δηλαδή, δεν ημπορούσε να πολεμήση τον Θεό, μεθοδεύει αλλιώς την μάχη, διδάσκοντας τα κτίσματα να επαναστατούν κατά του Κτίστου. Έτσι, αμέσως μόλις επλάσθη ο πρώτος άνθρωπος και έφερε τα χαρακτηριστικά της εικόνος, τον συνεβούλευσε να μελετήση την αντιθεϊα λέγοντας: «Η αν ημέρα φάγητε απ’ αυτού, διανοιχθήσονται υμών οι οφθαλμοί, και έσεσθε ως θεοί». Καθώς δε επλήθαινε το γένος, του βάζει λογισμούς ειδωλολατρίας. Κατήντησε το κτίσμα σε τόσο σκοτασμόν, ώστε να προσκυνή την κτίση, αγνοώντας τον Κτίστη. Και έβλεπες παντού βωμούς και ναούς και κατασκευές ειδώλων, αίματα και χορούς δαιμόνων.

Δεν ηρκέσθησαν όμως σ’ αυτήν την αποπλάνηση των ανθρώπων οι δαίμονες, ούτε στις τιμές που απελάμβαναν από αυτούς, αλλά και τιμωρούσαν τους αθλίους ανθρώπους, και εισχωρώντας μέσα τους κατοικούσαν σ’ αυτούς. Δεν αφήνει όμως ο Θεός αβοήθητο το πλάσμα του, αλλά αφού εχρησιμοποίησε διάφορες μεθόδους θεραπείας, τελευταία, θέτει σε ενέργεια το σοφό σχέδιο της εν Χριστώ οικονομίας, προξενώντας έτσι το αύτανδρο ναυάγιο των δαιμόνων. Αναγγέλλοντας δε την ελευθερία με τα λόγια, επεβεβαίωνε την υπόσχεση με θαύματα.

Αυτό μας παρέστησε με σαφήνεια η διήγησις του Ευαγγελίου που μόλις ανεγνώσθη. Ελέγχει την επήρεια των δαιμόνων και δεικνύει την βοήθεια που παρέχει ο Θεός προς τους ανθρώπους: «Εξελθόντι δε αυτώ επί την γην υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ος είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν, αλλά εν τοις μνήμασιν». Αυτός είναι ο θυμός των δαιμόνων κατά των ανθρώπων. Επιθυμούν να τους καταλάβουν όλους, λυπούνται όμως που δεν ημπορούν ούτε καν να τους επηρεάσουν όλους. «Υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως». Η μία συμφορά πιο τρομερά από την άλλη. Οι δαίμονες κατοικούσαν μέσα του και ο ίδιος κατοικούσε στα μνήματα, ώστε κατοικώντας εκεί και συγχρόνως κατοικούμενος να αναγκάζεται να συγκατοική με τους νεκρούς. Μάλλον ήταν καταδικασμένος να υπομένη μία ζωή βαρυτέρα από τον θάνατο. Διότι σ’ εκείνους που απέρχονται, ο θάνατος κλέπτει την αίσθηση των παθημάτων και ο τάφος χαρίζει στους νεκρούς ελευθερία από τα λυπηρά. Ενώ εκείνος ήταν μεν κατά τα άλλα νεκρός, εζούσε δε μόνο τόσον όσο να αισθάνεται την ταλαιπωρία του και δεν ημπορούσε να απαλλαγή απ’ αυτήν. «Και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο». Πόσον αλλοπρόσαλλη είναι η κακία του διαβόλου! Τον Αδάμ, που ήταν σωστά γυμνός, τον ενέδυσε με αισχύνη. «Και εδεσμείτο αλύσεσι και πέδαις φυλασσόμενος, και διαρρήσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του δαίμονος εις τας ερήμους». Εδάνειζε και δύναμη στον πάσχοντα για να διαρρήξη τα δεσμά. Διότι στο πάθος αυτό υποχωρεί ακόμη και ο σίδηρος και αποδεικνύεται ανίσχυρος. Δεν άφηνε κανέναν να περάση απ’ αυτό το μέρος. Ως λυσσώδη είχε εξαπολύσει ο δαίμονας τον άνθρωπον εναντίον των ανθρώπων. Όμως αν και με τόσες συμφορές τον είχε δέσει ο δαίμονας, δεν κατόρθωσε να τον εμποδίση να συναντηθή με τον Κύριο. Το πρώτο μέσον που εχρησιμοποίησε η Πρόνοια ήταν αυτό: οι δαίμονες, μη υποφέροντας την λαμπρότητα εκείνου που ήταν ενώπιόν τους, εφώναζαν: «Τι ημίν και σοί, Ιησού;» Αντιδρούν μόνο στο σώμα που φαίνεται, μη γνωρίζοντας ότι σ’ αυτό το σώμα είναι κρυμμένη η θεότης. Διότι πώς ημπορεί ο δούλος να φωνάζη στoν Δεσπότη: «Τι εμοί και σοί»; Περιφρονούν αυτόν που βλέπουν, επειδή δεν βλέπουν αυτόν που τους βασανίζει.

Τι σχέση έχουμε εμείς μαζί σου; Ω, πόσους δικαίους έχουμε συναντήσει, και δεν εδοκιμάσαμε από αυτούς παρόμοιο μαστίγωμα! Μας είναι αφόρητος ο εχθρός, ανυπόφορα τα βέλη του. «Τι ημίν και σοί;» Από τότε που ήλθες στην γη εκήρυξες τον πόλεμο εναντίον μας. Σε είδαν οι μάγοι όταν εγεννήθης και σε προσεκύνησαν, δραπετεύοντας από εμάς. Σε ήκουσαν οι τελώνες που ομιλούσες και απέδρασαν από τα ιδικά μας τελώνια. Τις πόρνες, τα θύματά μας, τις συνέλαβες εσύ με την μετάνοια. Μία παρηγορία μας είχε μείνει, τα παθήματα των ανθρώπων, και αυτήν την απόλαυση μας την εστέρησες. Εκεί ανόρθωσες τους παραλύτους, αλλού απήλλαξες τους κωφούς από το πάθος τους. Εκεί εχάρισες τις ηλιακές ακτίνες στους τυφλούς. Εκεί απέλυσες τους νεκρούς από τους τάφους. Ετοιμόρροπο κατήντησες το δεσμωτήριον του θανάτου, το οποίον εμείς με τόσους κόπους οικοδομήσαμε. Όσες θεραπείες προσέφερες στους ανθρώπους, τόσες τιμωρίες προεκάλεσες σ’ εμάς.

«Τι ημίν και σοί, Ιησού, Υιέ του Θεού»; Τον αποκαλούν μεν Υιό του Θεού, δεν γνωρίζουν όμως ότι ο Υιός είναι Θεός. Επειδή υιοί του Θεού αποκαλούνται και όσοι για την μεγάλην αρετή τους εξοικειώθησαν με τον Θεόν. Με αυτήν την έννοια λέγει: «Υιός πρωτότοκός μου Ισραήλ». Και πάλι «Εγώ είπα: Θεοί εστέ και υιοί Υψίστου πάντες». Και πάλι: «Ιδόντες δε οι υιοί του Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων». Αυτό το όνομα, δηλαδή, δεν είναι γνώρισμα μόνο της φύσεως, αλλά και της οικειότητος. Αυτήν την άγνοια έδειξεν ο διάβολος και σ’ αυτά που συνέβησαν στον Ιορδάνη. Διότι ακούγοντας την φωνήν την ερχομένην από τον ουρανόν «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός», του έλεγε, επειδή αγνοούσε, «ει Υιός ει του Θεού, βάλε σεαυτόν κάτω». Εάν εγνώριζε ότι ομιλεί σε Θεόν, πώς προσπαθεί να τον φοβήση προστάζοντάς τον να πέση κάτω; Διότι η φύσις του Θεού δεν γνωρίζει ούτε ύψος ούτε βάθος.

Ο Ευαγγελιστής Μάρκος έτσι εδιηγήθη τα λόγια των δαιμόνων: «Τι ημίν και σοί, Ιησού Ναζαρηνέ». Δεν απευθύνεται σ’ αυτόν ως ποιητήν των ανθρώπων, αλλά σαν πολίτη της Ναζαρέτ. Αφού είσαι ορατός, λέγει, να ενεργής αναλόγως. Άνθρωπο βλέπουμε, αλλά σαν από Θεό διωκόμεθα. Το μαστίγωμά σου δεν ομοιάζει με Ναζαρηνού, δείχνεις να έχης κατεβή από τον ουρανό. Αποκάλυψε την φύση με τα έργα σου.

«Τι ημίν και σοί, Ιησού, Υιέ του Θεού; Ήλθες ώδε προ καιρού βασανίσαι ημάς;» Τι λέγεις, διάβολε; Σ’ αυτόν που εδημιούργησε τον μετρητόν χρόνο και έθεσε τους όρους της Κρίσεως τολμάς να φωνάζης: Τώρα ήλθες; Αλλά δεν γνωρίζει ότι αυτή που τώρα ήλθε είναι η αθάνατος φύσις, επιβεβαιώνοντας την άφιξή της με την δουλικήν μορφή. Δεν γνωρίζει ότι ο Κύριος και Θεός των όλων φορά την στολή που έλαβε από τον Δαυϊδ. Παρακινείται μεν προς καταφρόνηση από την θέα, μαστιγώνεται δε αοράτως από την ενέργεια της θεότητας, γι’ αυτό εκστομίζει λόγια θρασύτητος μαζί και ικεσίας. «Τι ημίν και σοί, Ιησού; Δέομαί σου, μη με βασανίσης». Δειλία και θρασύτητα έχουν τα λόγια του. Δυναμώνει την φωνή σαν δούλος αυθάδης, αλλά και ικετεύει σαν κατάδικος που μαστιγώνεται. «Ήλθες ώδε προ καιρού». Από πού έμαθε ότι δεν είναι τώρα η ώρα της κρίσεως; Πώς γνωρίζουν ότι βασανίζονται πριν την ώρα τους; Γνωρίζουν από αυτά που κάνουν ότι θα τιμωρηθούν για τα έργα τους. Έβλεπαν ότι τώρα δεν τους τιμωρούσε, αλλά μόνον τους εδίωκε από τους ανθρώπους. Από το ότι λοιπόν δεν τιμωρούνται, συμπεραίνουν ότι δεν έχει έλθει ο καιρός των βασάνων. Υποφέρουν πριν από την Κρίση, επειδή διατάζονται να παύσουν να ταλαιπωρούν τους ανθρώπους. «Παρήγγειλε γαρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν από του ανθρώπου». Δεν τους έσυρε ακόμη στο Δικαστήριο, δεν τους έδειχνε ακόμη το φοβερόν του Βήμα, δεν άναβε ακόμη την φλόγα της Κρίσεως, αλλά μόνον με απειλές ανεχαίτιζε την ορμή τους. Τόση ήταν η δύναμις του πάθους!

Θέλοντας όμως ο Δεσπότης να δείξη στους παρόντες ακόμη και μέσα στα δεινά, την ανέκφραστο πρόνοιά του για τους ανθρώπους, ερωτά: «Τι όνομά σοι; Και απεκρίθη λέγων: Λεγεών όνομά μοι, ότι πολλοί εσμέν». Δεν ερωτά επειδή αυτός είχεν ανάγκη να ερωτήση, αλλά για να αποκαλύψη σ’ εμάς πόσοι φονείς δαίμονες είχαν καταλάβει το ανθρώπινο σώμα και παρ’ όλα ταύτα εκείνο δεν είχε αφανισθή. Ότι πλήθος δαιμόνων, εκστρατεύοντας εναντίον ενός ανθρώπου, δεν υπερίσχυσε, δεν τον εκρήμνισε στους βράχους, δεν τον κατετεμάχισε, δεν κατεσπάραξε τον άνθρωπο μαζί με τα σίδερα που εφορούσε. Αλλά άντεξε στις τρικυμίες των δαιμόνων, προστατευόμενος μέσα στα βασανιστήρια από το χέρι του Θεού. Και μάλιστα ο Ευαγγελιστής φιλοτιμείται να προσθέση το ακόμη σημαντικότερο: «Πολλοίς γαρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν» (τον είχε κυριεύσει δηλαδή). Τι ανυπέρβλητος κηδεμονία! Δεν εβασανίζοντο λιγότερον από ό,τι εβασάνιζαν, αφού ο τρόπος τους ήταν φονικός, αλλά δεν επέτρεπε ο Θεός να επιτύχουν αυτό που επιθυμούσαν, μέχρι την στιγμή όπου έφθασε η φανερά απόφασις του Βασιλέως, χαρίζοντας την ελευθερία σ’ αυτόν που τόσο υπέφερε.

«Ην δε εκεί αγέλη χοίρων ικανών βοσκομένων εν τω όρει. Και παρεκάλουν αυτόν ίνα επιτρέψη αυτοίς εις εκείνους εισελθείν. Και επέτρεψεν αυτοίς. Εξελθόντα δε τα δαιμόνια από του ανθρώπου εισήλθον εις τους χοίρους, και όρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την λίμνην και απεπνίγη». Για ποίον λόγο το επιτρέπεις αυτό στους δαίμονες, Κύριε; Γιατί, αφού γνωρίζεις την πονηρία τους, επείσθης στα λόγια τους; Για να μάθωμε, άνθρωποι, ότι και από τους χοίρους είναι πιο αδύνατοι, όταν τους εμποδίζει ο Θεός. Εκτός αυτού, θέλει να διδάξη τους ανθρώπους ότι είναι χαρά στους δαίμονες η απώλεια των ανθρώπων και ότι εκείνοι διασκεδάζουν με τις συμφορές τις ιδικές μας. Διότι δεν δείχνουν κανέναν οίκτον για την φύση των ανθρώπων. Εφ’ όσον εκδηλώνουν μέχρι και στους χοίρους την κακία τους, τι δεν θα έκαμναν εναντίον των ανθρώπων εάν τους επετρέπετο; Από όλα αυτά, λοιπόν, θα παρακινηθούμε να μισήσωμε την απανθρωπία, γνωρίζοντας την έχθρα τους, και να αποφεύγωμε τις συμβουλές αυτών των οποίων δεν αντέχουμε τις επιβουλές.

Αλλά εκτός από αυτά μας εδίδαξε και την κηδεμονία του Θεού προς τους ανθρώπους. Διότι όλα θα εξηφανίζοντο ακαριαίως και κανένα από τα όντα δεν θα απέμενε, αφού θα κατεσπαράζοντο από τις δαιμονικές ορμές, εάν δεν επροστατεύοντο από το κεκρυμμένο και ακαταγώνιστο χέρι του Θεού. Επιτρέπει λοιπόν τα μικρότερα για να μάθωμε τα μεγαλύτερα, και πότε πότε μας παραδίδει στις δυσκολίες για να έχωμε την αίσθηση των υψηλοτέρων. Δεν θα άφηνε ποτέ να πάθωμε το παραμικρόν, εάν δεν ελησμονούσαμε εύκολα την θεία συμπαράσταση. Επέτρεψε να γίνη ζημία στους χοίρους, για να διδαχθούμε την ωφέλεια που προξενεί στους ανθρώπους.

Ας ομολογούμε λοιπόν την πρόνοια την οποία απολαμβάνουμε. Να υμνούμε την κηδεμονίαν από την οποία φυλαττόμεθα. Ας κηρύττωμε την βοήθεια του Θεού, από την οποία προστατευόμεθα. Από αυτήν να εξαρτήσωμε τους εαυτούς μας και προς αυτήν προσβλέποντας πάντοτε να αναφωνούμε: «Συ, Κύριε, βοηθός ημών και σκεπαστής».

Αυτώ η δόξα εις τους αιώνας.
Αμήν.

(5ος αιών - Migne, P.G., τόμ. 85, στ. 269. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 177 και εξής. Επιμέλεια κειμένου Δημήτρης Δημουλάς ,πηγή: www.alopsis.gr)

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2021

ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΕΥΦΗΜΙΑΣ ΠΟΥ ΑΠΕΔΕΙΞΕ ΤΗΝ ΑΙΡΕΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΩΝ ΩΣ ΣΑΤΑΝΙΚΗΝ ΠΛΑΝΗΝ (11 Ἰουλίου)

 


 Εἰς τὴν Χαλκηδόνα συνῆλθαν οἱ 630 θεοφόροι Πατέρες τὸ ἔτος 451 συγκροτήσαντες τὴν Ἁγίαν Τετάρτην Οἰκουμενικὴν Σύνοδον, ἐπὶ τῶν εὐσεβεστάτων Βασιλέων Μαρκιανοῦ καὶ Πουλχερίας. Ἡ Σύνοδος αὐτὴ κατεδίκασε τὸν αἱρετικὸν Εὐτυχῆ, ὅστις ἐκήρυττε τὴν πλάνην, ὅτι ὁ Χριστὸς ἔχει μόνον μίαν φύσιν καὶ μίαν ἐνέργειαν, αὐτὴν τῆς Θεότητος. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐδογμάτισαν τὴν πίστιν τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ὁ Χριστὸς ἔχει δυὸ τελείας φύσεις, θελήσεις καὶ ἐνεργείας, τὴν θείαν καὶ τὴν ἀνθρωπίνην, εἰς μίαν Ὑπόστασιν. Εἶναι δὲ ἡνωμέναι αἱ δυὸ φύσεις ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, ἀναλλοιώτως καὶ ἀδιαιρέτως.

Κατὰ τὴν ἀνωτέρω Σύνοδον οἱ Ὀρθοδοξοι Πατέρες συνέταξαν Τόμον, ὁ ὀποῖος περιεῖχε τὴν πίστιν τὴν ἀληθῆ, τὴν ὁποίαν πάντοτε ἐπίστευε καὶ ἐκήρυττεν ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης οἱ αἱρετικοὶ Μονοφυσῖται συνέταξαν ἴδιον τόμον, ποὺ περιεῖχε τὰς πλάνας των. Τότε ὁμοφώνως ὀρθόδοξοι καὶ αἱρετικοὶ ἀπεφάσισαν νὰ τεθοῦν καὶ τὰ δυὸ κείμενα ἐπὶ τοῦ στήθους τῆς Ἁγίας Εὐφημίας καὶ ἀνοίξαντες τὴν λειψανοθήκην ἔπραξαν οὕτως καὶ ἐσφράγισαν πάλιν ταύτην.

Ὄτε δὲ ἤνοιξαν τὴν θήκην, εὗρον τὸν Τόμον τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τᾶς χεῖρας αὐτῆς καὶ τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν τὸ κείμενον εἰς τοὺς πόδας αὐτῆς. Ἔτσι ἡ Μεγαλομάρτυς Εὐφημία μὲ τὸ ἐξαίσιον αὐτὸ θαῦμα ἐπεκύρωσε καὶ ὑπέγραψε τὸν ὀρθόδοξον Τόμον καὶ διεσάλπισε τὸ Χριστολογικὸν δόγμα περὶ τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ μας εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης καὶ ἀπέδειξε τὴν διδασκαλίαν τοῦ Εὐτυχοῦς καὶ τῶν ὀπαδῶν τοῦ Μονοφυσιτῶν ὡς σατανικὴν πλάνην.


(Τήν  ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τῆς  Ἁγίας Εὐφημίας τήν ἑορτάζουμε στίς 11 Ἰουλίου) 


 Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ΄ Θείας Πίστεως.

Λίαν εὔφρανας τούς Ὀρθοδόξους καί κατήσχυνας τούς κακοδόξους, Εὐφημία, Χριστοῦ καλλιπάρθενε. Τῆς γάρ Τετάρτης Συνόδου ἔκυρωσας, 
ἅ οἱ Πατέρες καλῶς ἐδογμάτισαν. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστόν τόν Θεό ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμίν τό μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον
Ἦχος β’.

Ἀγῶνας ἐν ἀθλήσει, ἀγῶνας ἐν τῇ πίστει κατεβάλου θερμῶς ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ νυμφίου σου, ἀλλὰ καὶ νῦν, ὡς τὰς αἰρέσεις, καὶ τῶν ἐχθρῶν τὸ φρύαγμα, ἐν τοῖς ποσὶ τῶν βασιλέων ἡμῶν ὑποταγῆναι πρέσβευε διὰ τῆς Θεοτόκου, ἡ ὑπὸ ἑξακοσίων τριάκοντα θεοφόρων Πατέρων τὸν Ὅρον λαβοῦσα, καὶ φυλάττουσα πανεύφημε. 


Ἡ Ἁγία Ὂλγα ἡ Ἰσαπόστολος (11 Ἰουλίου)



Υπάρχει, λοιπόν, Αγία Όλγα, η όποια είναι και Ισαπόστολος. Τον τίτλο πού τον έχουν ελάχιστοι της τον έδωσε η Αγία μας Εκκλησιά, διότι συνετέλεσε πολύ, 
όπως και οι Απόστολοι, για τη διάδοση και εξάπλωση του Χριστιανισμού.

Η Αγία Όλγα γεννήθηκε το 895 μ.Χ. στη Ρωσία. Οι γονείς της ήσαν χωρικοί. Την νυμφεύτηκε ο ηγεμόνας του Κιέβου Ιγκόρ. Την πήρε για το κάλλος της, την εξυπνάδα της 
και την αρετή της.

Το 945 όμως, δολοφονήθηκε ο σύζυγος της και έως ότου ενηλικιωθεί ο γιός της Σβιατοσλάβ έγινε αντιβασίλισσα. Τότε έδειξε μεγάλες διοικητικές ικανότητες. Η πολιτική 

σταδιοδρομία της υπήρξε μεγάλη. Τακτοποίησε τα οικονομικά του Κράτους.

Προόδευε τότε το Κράτος εις όλους τους τομείς. Ανεδείχθη η Όλγα ικανοτάτη εις την Διοίκηση.

Σπουδαιότερα όμως υπήρξε η θρησκευτική σταδιοδρομία της. Υπήρξε, καθώς λέγει ο Νέστωρ, η ανατολή και το άστρο της Σωτηρίας της Ρωσίας. Κατέβαλε μεγάλες 

προσπάθειες δια τον εκχριστιανισμό του Ρωσικού λάου. Η ζωή της ομοιάζει με την ζωή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Όπως Εκείνος εργάστηκε για την επικράτηση του 

Χριστιανισμού, έτσι και αυτή αγωνίστηκε δια την εξάπλωση του Χριστιανισμού εις τας αχανείς χώρας της Ρωσίας.

Είναι δύσκολο να περιγράφει κανείς, με λεπτομέρειες, τις μεγάλες προσπάθειές της και την αδιάκοπο διδασκαλία της για να διαφωτίσει το Ρωσικό λαό και τον άπιστο γιό 

της Σβιατοσλάβον, τους οποίους δίδασκε, όχι μόνον με την διδασκαλία της, αλλά πολύ περισσότερο και με τις άοκνες προσπάθειές της.

Προσπαθούσε να τραβήξει τον κόσμο στο Χριστό. Έκανε ολονύκτιες δεήσεις και ικεσίες και με θερμά δάκρυα παρακαλούσε το Θεό να φωτίσει και να καθοδηγήσει τον εθνικό 

γιό της και το Ρωσικό λαό, ώστε να γνωρίσουν τον Αληθινό Θεό και τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό.

Αλησμόνητο παράδειγμα της θερμής διδασκαλίας της, είναι και τα τελευταία συγκινητικά λόγια, πού είπε στο γιό της. Αυτά μοιάζουν πολύ με τα συγκινητικά λόγια της Αγίας 

Ανθούσας της Μητέρας του Ιερού Χρυσοστόμου. Και οι δυο αυτές μητέρες παρακαλούσαν τους γιούς των, να περιμένουν τον θάνατον τους και να μην τις εγκαταλείψουν 

έως ότου πεθάνουν. Αυτή μάλιστα παρακαλούσε το γιό της Σβιατοσλάβον να τον δει προτού πεθάνει Χριστιανό και με ζήλο μεγάλο.

Η Αγία Όλγα επισκέφθηκε κάποτε με την ακολουθία της το Βυζάντιο, την Κωνσταντινούπολη. Εκεί της έκαμαν μεγάλη υποδοχή για τον μεγάλο αγώνα της υπέρ του Χριστιανισμού.

Όταν κατόπιν επέστρεψε στη Ρωσία, έκαμε πολύ μεγαλύτερους αγώνες και προσπάθειες για τον λαό, αλλά και διά τον εαυτόν της, τον καταρτισμό της και τον Αγιασμό της. 

Παρέδωσε στο Θεό αναρίθμητες ψυχές.

Τόσον μάλιστα πολύ εργάστηκε αυτή για την Πίστη και για την Εκκλησία του Χριστού, ώστε της δόθηκε και ο τίτλος της Ισαποστόλου. Αυτόν τον τίτλο τον έχουν ελάχιστοι 

στην Ιστορία.

Η Αγία Όλγα παρέδωσε την Αγία της ψυχή στον Κύριο. Την 11ην Ιουλίου. Την ημέρα αυτή την εορτάζει και η Αγία μας Εκκλησία.


Πηγή: Αποσπάσματα από το βιβλίο «Η Αγία Ευφημία» 


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.

Θείας πίστεως, αρχή αγία,αναδέδειξαι, εν τη Ρωσία, προσελθούσα του Σωτήρος τη χάριτι, και εν αυτή τον λαόν σου προσήγαγες, ως αληθής βασιλίς και θεόληπτος. Όλγα ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.


 

Τρίτη 20 Ιουλίου 2021

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΟΙΜΗΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΞΙΛΑΡΙ

 Î‘ποτέλεσμα εικόνας για Ο ΟΣΙΟΣ ΠΟΙΜΗΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΞΙΛΑΡΙ


Η ἀτμόσφαιρα μύριζε μπαρούτι. Τά πνεύματα μέσα στήν μικρή συνοδεία τῶν μοναχῶν ἦταν πολύ ἠλεκτρισμένα. ῾Η κατάσταση δέν ἔπαιρνε ἄλλο. Μᾶλλον εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα νά πάρει ὁ πειρασμός πόδι ἀπό τόν τόπο τους. Νά πάει ὁπουδήποτε ἀλλοῦ, μόνος ἤ ἔστω μέ ἄλλους πού τά κριτήριά τους ὅμως θά ἦταν πολύ πιό κάτω ἀπό τά δικά τους. ῎Οχι μόνο τούς προκαλοῦσε μέ τήν στάση του, ἀλλά γινόταν καί πολύ κακό παράδειγμα γιά τούς διάφορους προσκυνητές πού τύχαινε νά περάσουν ἀπό ἐκεῖ καί νά βρεθοῦν μάλιστα σέ κάποια ἀγρυπνία τους. ῾Η κακή εἰκόνα του ἀντανακλοῦσε σέ ὅλους τους. Τί θά λέγανε καί γι᾽ αὐτούς; 

Στήν ἀρχή δέν πολυέδωσαν σημασία. Τό ἀντιμετώπισαν μᾶλλον χαλαρά. ῾Ορισμένοι ἴσως καί νά τό διασκέδασαν. ᾽Αλλά ὅταν παρόλη τήν παρατήρηση πού τοῦ ἔγινε, ἀρχικά ἀπό κάποιον ἀδελφό κι ἔπειτα ἀπό τόν ἴδιο τόν Γέροντα, ἐκεῖνος συνέχιζε τήν ἴδια τακτική, ἄρχισαν νά τό θεωροῦν ἐνοχλητικό. Καί ἡ ἐνόχληση γρήγορα πῆρε τήν μορφή τῆς ταραχῆς καί τῶν νεύρων. Ναί, ὁ νέος καλόγερος πού εἶχε φτάσει στήν συνοδεία τους πρίν ἀπό μερικές μῆνες, μέ καλές συστάσεις εἶναι ἀλήθεια, χωρίς νά προκαλεῖ κάποιο ἄλλο πρόβλημα πέρα ἀπό αὐτό, ἔγινε τό ἀγκάθι τοῦ μικροῦ μοναστηριοῦ τους.

῾Μά νά μήν ἀκούει οὔτε καί τόν Γέροντα; Μεγάλη ψυχή ἔχει ὁ Γέροντάς μας πού τόν ἀνέχεται ἀκόμη καί δέν τόν ἔχει διώξει᾽, ἦταν τό μόνιμο σχεδόν σχόλιο τῶν παλαιοτέρων καί γεροντοτέρων καλογέρων.

Κάνα δυό προσπάθησαν νά τόν δικαιολογήσουν. ῾Νέος εἶναι. Κάνει τόν ἀγώνα του. Δέν μᾶς ἐνοχλεῖ σέ ὁτιδήποτε ἄλλο ἐκτός ἀπό αὐτό. ᾽Αλλά, καί σ᾽ αὐτό πού φαίνεται ὅτι ἐνοχλεῖ, κοιτάξτε: ἔρχεται πάντα στίς ἀκολουθίες καί στίς ἀγρυπνίες. Δέν ἔλειψε ποτέ. ῾Απλῶς...τόν πιάνει ὁ ὕπνος᾽.

Νά, λοιπόν, τό πρόβλημα μέ τόν καλόγερο ᾽Αγάθωνα πού εἶχε γίνει ἀγκάθι γιά τούς πολλούς καί τούς τάραζε: στίς ἀκολουθίες καί μάλιστα στίς ἀγρυπνίες μετά ἀπό λίγο κοιμόταν.

Τόν πρῶτο καιρό, εἴπαμε, δέν ἔδωσαν σημασία. ῞Υστερα ὅμως πήγαιναν καί τόν ξυπνοῦσαν. Μαλακά στήν ἀρχή, ἔπειτα πιό ἀπότομα. Κάποτε κυριολεκτικά τόν τράνταζαν. Κι αὐτός πεταγόταν ἐπάνω, συγχυσμένος, τρομαγμένος, ψελλίζοντας ῾συγγνώμη᾽, γιά νά σταθεῖ γιά λίγο ξυπνητός καί πάλι στήν συνέχεια νά καταπέσει.

Εἶναι ἐκπληκτικό γιά ἐμᾶς τούς ταλαίπωρους ἀνθρώπους τό πῶς ἕνα μικρό θεωρούμενο πρόβλημα μπορεῖ νά γίνει μεγάλο. Κάτι ἀνεπαίσθητο πού σέ ἄλλες στιγμές δέν τοῦ δίνουμε σημασία, κάτω ἀπό συγκεκριμένες συνθῆκες μπορεῖ νά πάρει τεράστιες διαστάσεις καί νά φτάσει στό σημεῖο νά μᾶς ῾σπάει τά νεῦρα᾽. Μία σταγόνα νεροῦ γιά παράδειγμα. Ποιός τῆς δίνει σημασία; Κι ὅμως, ὅταν σταλάζει ἐπίμονα, στόν ἴδιο τόπο, μέ τόν ἴδιο ρυθμό, συνέχεια καί συνέχεια, γίνεται ἐνόχληση, βάσανο, μαρτύριο.

Κάτι παρόμοιο ἔγινε καί στούς συγκεκριμένους καλόγερους. ῾Η μικρή κοινωνία τους ταράχτηκε καί συγχύσθηκε ἀπό ἕνα ἐλάχιστο πρόβλημα: τήν ἀδυναμία ὕπνου ἑνός νέου καλογέρου, πού δέν ἄντεχε στίς ἀγρυπνίες. Καί δέν εἶναι κάτι ἄγνωστο τό πόσο μεγαλοποιοῦνται τά θέματα, τά ὅποια θέματα, ἐκεῖ πού συνυπάρχουν πολλές φορές λίγοι. ῾Μικρό χωριό κακό χωριό᾽ δέν λέει ἡ παροιμία; Νά, λοιπόν, πῶς τό τίποτα ἤ τό ὀλίγιστο κατάντησε νά γίνει μεγάλο. Νά δημιουργηθεῖ πρόβλημα, νά φτάσουν στό σημεῖο οἱ καλόγεροι νά συζητᾶνε καί νά ζητᾶνε ἀπό τόν Γέροντα νά διώξει τόν...πειρασμό.

῾Ο Γέροντας τούς ἄκουσε. Προσπάθησε νά κατανοήσει τόν πειρασμό τους, πού εἶχε ἀρχίσει νά γίνεται πειρασμός καί γιά τόν ἴδιο. ᾽Αλλά κάτι μέσα του τόν ἔτρωγε. ῎Ενιωθε ὅτι τό νά ἀπομακρύνει τόν ᾽Αγάθωνα μπορεῖ νά φαίνεται ὡς λύση, ἀλλά μᾶλλον θά ἀποτελεῖ καί δική τους ἧττα. Θά τούς εἶχε νικήσει ὁ πειρασμός. ᾽Αλλά πάλι ἔτσι, ἡ ταραχή θά συνεχιζόταν.
῾᾽Επερώτησον τόν πατέρα σου καί ἀναγγελεῖ σοι᾽, μουρμούρισε. Νόμισε πώς βρῆκε τήν λύση. ῾Ναί, αὐτός θά μᾶς κατευθύνει σωστά. Θά μᾶς πεῖ ἄν εἶναι σωστό νά τόν ἀπομακρύνουμε ἤ ὄχι. ῾Ο ἀββᾶς Ποιμήν. ῾Ο μεγάλος Γέροντας, ὁ διορατικός καί προορατικός, ὁ σοφός καί συνετός, πού ἡ ἀγάπη του εἶναι μιά ἀγκαλιά γιά ὅλον τόν κόσμο. ᾽Αρκεῖ νά δεχτεῖ βεβαίως τήν πρόσκλησή μου᾽.

῾Ο ἀββᾶς δέχτηκε. Δέν μποροῦσε νά ἀρνηθεῖ τό πέρασμά του ἀπό ἐκεῖ πού ὑπῆρχαν ἀδελφοί πού πάλευαν καί ἀγωνίζονταν τόν πνευματικό ἀγώνα. Γιατί ἤξερε τό πόσο ὁ πονηρός πολεμάει τούς ἀνθρώπους καί μάλιστα τούς καλόγερους. ῾Λιοντάρι πού ὠρύεται καί ζητάει ποιόν νά καταπιεῖ᾽, κατά πῶς γράφει καί ὁ μαθητής τοῦ Κυρίου ἅγιος Πέτρος.

῎Εκανε θερμή προσευχή πρός τόν Κύριο νά ἐλεήσει τά πλάσματά Του. Νά τοῦ δώσει φώτιση νά κατανοήσει τό πρόβλημα γιά τό ὁποῖο τόν εἰδοποιοῦσε ὁ ἡγούμενος. Νά γίνει τό ὄργανο ᾽Εκείνου, ὥστε ἀφενός νά καταντροπιασθεῖ ὁ πονηρός, ἀφετέρου νά δοξαστεῖ τό ἅγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου.

Τόν ὑποδέχτηκαν ὅλοι μέ μεγάλες τιμές. Ἡ παρουσία του κάθε φορά συνοδευόταν πράγματι μέ ἐκδηλώσεις πού ἔφθαναν κάποιες φορές καί σέ ἐπίπεδο ὑπερβολῆς. ῾Ο ἀββᾶς Ποιμήν ἦταν καί γιά τήν συνοδεία αὐτή ὁ μεγάλος καθοδηγητής τους. ῎Ηξεραν πώς ὅ,τι τοῦ ἔθεταν ὡς πρόβλημα καί λογισμό θά ἔπαιρναν τήν ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ. Περίμεναν λοιπόν καί γιά τό συγκεριμένο πού εἶχε ἀναφανεῖ. Γιατί ὁ ἡγούμενος, ὁ ὁποῖος εἶχε φροντίσει νά στείλει σέ ἐξωτερικό διακόνημα τόν ᾽Αγάθωνα, τούς εἶχε πληροφορήσει γιά τόν σκοπό τοῦ ἐρχομοῦ του.

῾Ο ὅσιος Πατέρας ἄκουσε τό πρόβλημα. Εἶδε τήν ταραχή. Καί κατάλαβε αὐτό πού τόν λύπησε πιό πολύ ἀπό ὅλα: ὄχι τήν ἀδυναμία τοῦ ἀδελφοῦ μέ τόν ὕπνο, ἀλλά τήν ἀδυναμία τῶν ὑπολοίπων ἀδελφῶν νά τόν ὑπομείνουν καί νά ἀντιμετωπίσουν τόν τρισκατάρατο πού βρισκόταν καλά κρυμμένος ἀπό πίσω, δουλεύοντάς τους μέ τά ἐκ δεξιῶν λεγόμενα ὅπλα: τήν διακράτηση ἐν προκειμένῳ ἑνός τυπικοῦ. ῾Η αὐστηρότητά τους σχεδόν τόν τρόμαξε.

῾᾽Αδελφοί᾽ εἶπε. ῾Χαίρομαι πού βρίσκομαι ἀνάμεσά σας, ἀνάμεσα σέ πιστούς πού λατρεύουν τόν Κύριο καί ἀγωνίζονται τόν καλόν ἀγώνα. ῾Η χάρη τοῦ Κυρίου πού σᾶς δίνεται καί θά σᾶς δοθεῖ εἶναι πλούσια. ᾽Αλλά δέν βλέπετε τί γίνεται μέ τήν συγκεκριμένη περίπτωση πού μοῦ λέτε; Δέν βλέπετε πώς τό ἔλλειμμα βρίσκεται στήν δική σας πλευρά ὡς ἔλλειμμα ἀγάπης; ῾Ο ἀπόστολος δέν λέει πώς ῾ἡ ἀγάπη πάντα στέγει, πάντα ὑπομένει, οὐδέποτε ἐκπίπτει᾽; ῾Η ἀγάπη ὅλα τά ἀνέχεται, ὅλα τά ὑπομένει, ποτέ δέν ξεπέφτει. Ποῦ εἶναι ἡ δική σας ἡ ἀνοχή; Ποῦ εἶναι ἡ ὑπομονή σας; Ποῦ ἡ διάρκεια τῆς ἀγάπης σας; Καί ἡ ἔλλειψη αὐτή δέν ἀποδεικνύει ὅτι δέν ζεῖτε σωστά ὡς μέλη τοῦ Κυρίου μας; ῾Ο καθένας μας δέν συνιστᾶ μέλος τοῦ σώματος ᾽Εκείνου, συνεπῶς εἴμαστε δεμένοι καί μέ ᾽Εκεῖνον ὡς κεφαλή ἀλλά καί μεταξύ μας; ῎Αν ὑπάρχει κάποια ἀδυναμία σέ ἕνα μέλος, σημαίνει ὅτι τά ἄλλα μέλη πρέπει νά τήν δοῦν καί ὡς δική τους ἀδυναμία. Πιστεύετε λοιπόν ὅτι ἡ αὐστηρότητα, ἡ ἀπότομη στάση σας ἀπέναντι στόν ἀδελφό σας θά τόν διορθώσει; ῎Αλλη στάση ζωῆς ἔξω ἀπό τήν ἀγάπη δέν ὑπάρχει, ἄν θέλουμε νά διορθώσουμε τόν πάσχοντα συνάνθρωπό μας᾽.

῎Εκανε παύση ὁ ἀββᾶς. Δέν εἶχε συνηθίσει νά ρητορεύει. Μόνιμη ἐπιλογή του ἦταν νά εἶναι τό παράδειγμα καί ὅποιος θέλει μετά νά τόν ἀκολουθεῖ. ῾῾Ο ποιήσας καί διδάξας᾽ ἦταν ἡ κατευθυντήρια γραμμή του.

῾Δέν αἰσθάνομαι καλά πού σᾶς κάνω τόν δάσκαλο᾽, εἶπε καί ἔσκυψε τό κεφάλι πρός τό μέρος τῆς καρδιᾶς. Τό ἀνασήκωσε καί πάλι. ῾᾽Αλλά ἐπειδή μέ κινεῖ τό πνεῦμα τῆς ὑπακοῆς στόν ἡγούμενο σᾶς τά λέω. ῾Τῷ αἰτοῦντί σε δίδου᾽, κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας. Καί δέν θέλω νά σᾶς περιπαίζει ὁ διάβολος᾽ συμπλήρωσε.

῾Γέροντα, σέ καταλαβαίνουμε καί ὁ λόγος σου μᾶς φέρνει καί πάλι στόν ἴσιο δρόμο τοῦ Χριστοῦ μας᾽ εἶπε μέ συστολή ὁ ἡγούμενος. ῾Τί νά κάνουμε συγκεκριμένα ὅμως μέ τόν ἀδελφό; Νά μήν τοῦ ποῦμε ὅτι πρέπει νά εἶναι ξύπνιος στίς ἀκολουθίες; Νά μήν τόν ξυπνᾶμε᾽; Κοντοστάθηκε. ῾Γέροντα, ἐσύ τί θά ἔκανες; Πές μας καί θά τό κάνουμε κι ἐμεῖς᾽.

Πιάστηκε ἡ ἀναπνοή τους. ῾Η ἀπάντηση τοῦ ὁσίου θά καθόριζε καί τήν δική τους στάση. ῎Ηδη μέσα τους ἡ συνείδηση τούς ἔλεγχε. Καταλάβαιναν ὅτι δέν λειτουργοῦσαν ἀπέναντι στόν ἀδελφό μέ ἀγάπη. ῞Οτι ἡ στάση τους δέν ἦταν χριστιανική. ῞Οτι συμπεριφέρονταν σάν τούς Φαρισαίους τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, μέ ὑπερηφάνεια.

῾Ο ἀββᾶς δέν ἔσπευσε νά ἀπαντήσει. Φαινόταν ὅτι προσευχόταν μέ ἔνταση καί θέρμη. Δάκρυα πῆραν νά ἀναβλύζουν στά ἁγιασμένα μάτια του.

῾᾽Αδελφοί᾽, εἶπε σιγά, ἔχοντας ἐπίγνωση τοῦ βάρους τῶν λόγων του. ῾Στήν θέση σας ἐγώ, ὅταν ἔβλεπα τόν ἀδελφό νά κοιμᾶται...᾽

-τά μάτια τῶν ἀδελφῶν ἀνοίχτηκαν διάπλατα καί τά αὐτιά τους τεντώθηκαν στό ἔπακρο μή χάσουν τό παραμικρό ἀπό τά λεγόμενά του-

῾...στήν θέση σας, λοιπόν, θά ἔπαιρνα ἕνα μαξιλάρι νά τό βάλω κάτω ἀπό τό κεφάλι του γιά νά τόν ἀναπαύσω περισσότερο. Γιατί ὁ ἀδελφός γιά μένα εἶναι ὁ κρυμμένος Χριστός᾽.

(Ἀπό τό Γεροντικό)

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021

Ἁγία Κυριακή ἡ Μεγαλομάρτυς (7 Ίουλίου)




Οι Μάρτυρες κατέχουν τη σημαντικότερη θέση στην Εκκλησία μας, διότι Αυτή είναι θεμελιωμένη στη μαρτυρία, στα βασανιστήρια, στο αίμα και στην ίδια τη ζωή εκείνων. Τα λεγόμενα «Μαρτυρολόγια» είναι οι βιογραφίες των Μαρτύρων της Εκκλησίας μας, τα οποία διηγούνται τις ηρωικές τους ομολογίες στο Χριστό και τα αφάνταστα δεινοπαθήματά τους από τους διαχρονικούς χριστιανομάχους.

Οι Μάρτυρες γυναίκες υπήρξαν το ίδιο ηρωικές με τους άνδρες, και σε πολλές περιπτώσεις τους ξεπερνούσαν σε θάρρος, ηρωισμό και παρρησία, μπροστά στους δημίους βασανιστές τους! Μια από αυτές είναι και η μεγαλομάρτυς Κυριακή, ένα εύοσμο άνθος πίστεως, ευσέβειας, αγνότητας, ηρωισμού και καρτερίας της αρχαίας Εκκλησίας.
Γεννήθηκε στη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας και έζησε τον 4ο μ. Χ. αιώνα, από γονείς Έλληνες χριστιανούς και ευσεβείς. Ήταν πολύ πλούσιοι, αλλά δεν είχαν παιδί. Για τούτο και προσεύχονταν αδιαλείπτως στο Θεό να τους χαρίσει το δώρο της παιδοποιίας. Ο Θεός άκουσε τις δεήσεις τους και πράγματι τους χάρισε ένα χαριτωμένο κοριτσάκι, το οποίο γεννήθηκε ημέρα Κυριακή και γι’ αυτό του έδωσαν το όνομα Κυριακή, που σημαίνει αφιερωμένη στον Κύριο, όπως και η αγία ημέρα Του.

Η Κυριακή μεγάλωνε μέσα στην ευσέβεια της οικογένειάς της. Από μικρή απέκτησε ακράδαντη πίστη στο Θεό και απέραντη αγάπη για το Χριστό. Εκείνος την προίκισε με σπάνιο σωματικό κάλλος και υπέρμετρη ευγένεια ψυχής, ώστε να ξεχωρίζει από όλα τα άλλα κορίτσια της μεγαλούπολης, όπου ζούσε. Νωρίς είχε αποφασίσει να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο Χριστό, διαφυλάσσοντας την παρθενία της για το Νυμφίο Χριστό. Ας μην ξεχνάμε πως για τον Χριστιανό δύο δρόμοι υπάρχουν: ο δρόμος της παρθενίας και ο δρόμος του γάμου. Και οι δύο δρόμοι είναι ευλογημένοι και ισότιμοι για την Εκκλησία μας.

Όταν ήρθε σε ηλικία γάμου πολλοί μνηστήρες επιθυμώντας το κάλλος του σώματος και της ψυχής της τη ζήτησαν να την παντρευτούν. Αλλά εκείνη με ευγένεια τους απωθούσε, ομολογώντας την επιλογή της να είναι αρραβωνιασμένη σε όλη της τη ζωή με το Χριστό και να υπηρετεί την Εκκλησία Του στα πρόσωπα των αναξιοπαθούντων ανθρώπων.
Αλλά η ζωή των Χριστιανών την εποχή εκείνη δεν ήταν εύκολη, διότι η Εκκλησία του Χριστού βρισκόταν σε διωγμό. Για τριακόσια χρόνια το διεφθαρμένο ειδωλολατρικό ρωμαϊκό κράτος δίωκε μέχρι αφανισμού τους Χριστιανούς. Οι απόλυτα διεφθαρμένοι αυτοκράτορες, μη έχοντας την παραμικρή ηθική αναστολή, έβγαζαν διατάγματα, με τα οποία απαγόρευαν με την ποινή του θανάτου την άσκηση της χριστιανικής λατρείας. Όσοι Χριστιανοί συλλαμβάνονταν και δεν δεχόταν να υπογράψουν λίβελο απάρνησης της πίστης τους και δε θυσίαζαν στους ειδωλολατρικούς «θεούς» υποβάλλονταν σε φρικτά βασανιστήρια, προκειμένου να αρνηθούν την πίστη τους και να θανατωθούν αν επιμένουν.

Στα χρόνια που ζούσε η Κυριακή, αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο θηριώδης Διοκλητιανός, ο οποίος διέταξε το 303 μ. Χ. τον φοβερότερο διωγμό, χειρότερο από όλους τους προηγούμενους. Οι αδίστακτοι ιερείς των σκοταδιστικών μαντείων του Κλαρίου και του Διδυμαίου Απόλλωνος της Μ. Ασίας είχαν πείσει το δεισιδαίμονα αυτοκράτορα πως οι Χριστιανοί είναι μιασμένοι και πως οι «θεοί» εξαιτίας του μιάσματος αυτού εγκατέλειψαν το κράτος. Για να επανακτηθεί η «εύνοιά» τους έπρεπε να εκλείψουν οι Χριστιανοί! Ο Διοκλητιανός πείσθηκε. Χιλιάδες Χριστιανοί συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν σε φρικτά βασανιστήρια και έχυναν το αίμα τους  για το Χριστό. Δημόσιοι υπάλληλοι και στρατιωτικοί έχαναν τα αξιώματά τους και φονεύονταν. Βιβλία καίγονταν, περιουσίες κατάσχονταν, ναοί κατεδαφίζονταν!

Κάποιος ειδωλολάτρης δικαστής της Νικομήδειας ήθελε να αρραβωνιάσει την Κυριακή με το γιό του. Όταν εκείνη αρνήθηκε την κατάγγειλε στις αρχές ως Χριστιανούς την ίδια και τους γονείς της.  Ο ίδιος ο αυτοκράτορας διέταξε να υποβληθούν σε σκληρά βασανιστήρια. Τους έδερναν συνεχώς ώσπου να σταματούν οι στρατιώτες από κούραση το ξυλοδαρμό. Αλλά ούτε οι απειλές, ούτε οι κολακείες των ειδωλολατρών έφεραν αποτέλεσμα. Έτσι αποφάσισαν να στείλουν εξορία τους γονείς της στην Μελιτηνή της Αρμενίας και την Κυριακή να σταλεί στον επίσης θηριώδη Μαξιμιανό για ανάκριση.
Η αγία ομολόγησε με περισσό θάρρος την πίστη της στο Χριστό. Για την ομολογία της παραδόθηκε σε άξεστους στρατιώτες να τη βασανίσουν, αλλά έμεινε ακλόνητη στην πίστη της. Ένα βράδυ, στο σκοτεινό δεσμωτήριό της, άκουσε τη φωνή του Θεού να την ενθαρρύνει «Μη φοβάσαι Κυριακή τα βασανιστήρια, το πνεύμα μου είναι μαζί σου»!

Κατόπιν παραδόθηκε στον κτηνώδη έπαρχο της Βιθυνίας Ιλαρίωνα, να τη βασανίσει ακόμα περισσότερο, με σκοπό να καμφθεί. Ο Ιλαρίων έδωσε εντολή να την καίνε καθημερινά με αναμμένες δάδες και να την κρεμούν για μέρες από τα μαλλιά. Όμως ο Θεός θεράπευε θαυματουργικά τις πληγές της, ώστε να πιστέψουν πολλοί ειδωλολάτρες και να οδηγηθούν και αυτοί στο μαρτύριο!

Τέλος την οδήγησαν σε παρακείμενο ειδωλολατρικό ναό να θυσιάσει στα είδωλα. Όταν την έφεραν στο άντρο αυτό των δαιμόνων, παρακαλούσε το Χριστό να τη βοηθήσει. Και το θαύμα έγινε: δυνατός σεισμός γκρέμισε τα αγάλματα των «θεών», τα οποία έγιναν θρύψαλα. Όμως το γεγονός εξαγρίωσε τους ειδωλολάτρες δημίους και ιερείς. Γι’ αυτό άναψαν φωτιά δίπλα στο βωμό και την έριξαν να καεί. Αλλά οι φλόγες δεν την έκαιγαν! Μετά από αυτό, και με παρακίνηση των αδίστακτων ειδωλολατρών ιερέων, την αποκεφάλισαν. Ήταν μόνο 21 ετών! Δεν υπέκυψε στα φρικτά βασανιστήρια και δεν πρόδωσε την αγία πίστη της. Έφυγε για την Άνω Ιερουσαλήμ ως αγνή και καλλιπάρθενος νύμφη του Χριστού, και ενώθηκε η μακάρια ψυχή της με τον Νυμφίο της αιωνίως!   Η μνήμη της εορτάζεται στις 7 Ιουλίου.     


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ 
Θεολόγου Καθηγητού

 
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ως βρύσις πολύκρουνος παρθενομάρτυς Χριστού, κατήρδευσας πάνσοφε την Εκκλησίαν αυτού, και ήθλησας άριστα. έσωσας τους εν σκότει της ειδωλομανίας, αίγλητων σων θαυμάτων, Κυριακή αθλοφόρε. διό εν παρρησία Χριστώ πρέσβευε σωθήναι ημάς.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.

Ἡ ἀμνάς σου Ἰησοῦ, κράζει μεγάλη τῇ φωνῇ. Σὲ Νυμφίε μου ποθῶ, καὶ σὲ ζητοῦσα ἀθλῶ, καὶ συσταυροῦμαι καὶ συνθάπτομαι τῷ βαπτισμῷ σου· καὶ πάσχω διὰ σέ, ὡς βασιλεύσω σὺν σοί, καὶ θνήσκω ὑπὲρ σοῦ, ἵνα καὶ ζήσω ἐν σοί· ἀλλ᾽ ὡς θυσίαν ἄμωμον προσδέχου τὴν μετὰ πόθου τυθεῖσάν σοι. Αὐτῆς πρεσβείαις, ὡς ἐλεήμων, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Κυρίων τὸν Κύριον, καὶ Βασιλέα Χριστόν, ἐξ ὅλης ἠγάπησας, Κυριακὴ τῆς ψυχῆς, καὶ χαίρουσα ἤθλησας, ὅθεν Παρθενομάρτυς, παρ' αὐτοῦ δοξασθεῖσα, βρύεις τοὶς σὲ τιμώσιν, ἰαμάτων τὴν χάριν, τοὶς πάσιν αἰτουμένη, πταισμάτων συγχώρησιν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Ἡ Μάρτυς Χριστοῦ, ἡμᾶς συνεκαλέσατο, τοὺς ἄθλους αὐτῆς, τοὺς θείους καὶ παλαίσματα, ἐγκωμίοις ᾆσαι νῦν, φερωνύμως αὐτὴ γὰρ πέφηνεν, ὡς ἀνδρεία τώ φρονήματι, κυρία νοός, τε καὶ παθῶν ἀπρεπῶν.


Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΟΝ ΟΣΙΟ ΑΘΑΝΑΣΙΟ ΤΟΝ ΑΘΩΝΙΤΗ

 


Κατὰ τὸ ἔτος 963, συνέβη λιμὸς στὴν Αὐτοκρατορία, ἕνεκα τοῦ ὁποίου ἐδημιουργήθη ἔλλειψη τροφῶν καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐπειδὴ εἶχε ἀρχίσει ἡ οἰκοδομὴ τῆς Λαύρας καὶ νὰ ἐξαντλοῦνται τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ τρόφιμα, ὁ Ὅσιος ἀπεφάσισεν νὰ μεταβεῖ στὶς Καρυές, γιὰ νὰ συμβουλευθεῖ τὸν Πρῶτο καὶ τοὺς γέροντες ἐπὶ τοῦ πρακτέου. Ἐνῶ λοιπὸν ἐπορεύετο πρὸς τὶς Καρυές, σὲ ἀρκετὴ ἀποσταση ἀπὸ τὴν Μονή, συναντᾶ μίαν σεμνοτάτην καὶ ὡραιωτάτην γυναίκα. Ἀπὸ τὴν θέα τῆς ἐταράχθη. Ἀλλὰ πρώτη ἡ γυνὴ ἐρώτα τὸν Ἀθανάσιον «Πόθεν ἔρχεσαι, Ἀθανάσιε, καὶ ποῦ πορεύεσαι;».
Ἔκπληκτος ὁ Ὅσιος ἀπάντησε «Ποία εἶσαι ἐσύ, ἡ ὁποία μου ὁμιλεῖς καὶ γνωρίζεις τὸ ὄνομά μου;».

«Ἐγὼ εἶμαι ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου καὶ προστάτις σου», ἀπαντᾶ ἐκείνη, καὶ συνεχίζει «Ἀλλ’ εἶπε μοι, διατὶ ἐγκατέλιπες τὴν Λαύραν, καὶ ποῦ μεταβαίνεις;»
Καὶ ὁ Ὅσιος: «Δὲν πιστεύω ὅτι εἶσαι ἡ Κεχαριτωμένη, ἐὰν δὲν ἰδῶ κάποιο σημεῖον».
«Δίκαιον ἔχεις, Ἀθανάσιε, διὰ νὰ πιστεύσης, ἰδοὺ», ἀπάντησε. «Χτύπησε σταυροειδῶς μὲ τὴν ράβδο σου αὐτὴν τὴν πέτρα ἐπικαλούμενος τὸ ὄνομα τῆς Παναγίας Τριάδος καὶ θὰ ἰδεῖς εὐθὺς νὰ ἀναβλύζει ἄφθονον καὶ ἀστείρευτον ὕδωρ».
Πεισθεὶς ὁ Ὅσιος, ἐκτύπησε τὴν ἐνώπιόν του πέτρα καὶ ἀμέσως ἀνέβλυσεν ὕδωρ, καὶ τὸ σημεῖον ἐκεῖνο ἔκτοτε ὀνομάσθηκε ὕδωρ τοῦ ἁγιάσματος, ἔνθα ἐκτίσθη ναΰδριον τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς.

Μετὰ τὸ γεγονὸς τοῦτο, προσέπεσε ἐνώπιον τῆς Παναγίας καὶ ἐζήτησε συγγνώμη. Τότε ἡ Παναγία ὑποσχέθηκε στὸν Ὅσιο νὰ ἀναλάβει τὴν τροφοδοσία τῆς Μονῆς καὶ τῶν ἄλλων ἀναγκαίων, καὶ τὸν προέτρεψε νὰ ἐπιστρέψει στὴν Λαύρα, καὶ ἔγινε εὐθὺς ἄφαντος.
Ὁ Ἀθανάσιος ἐπέστρεψε στὴν Μονή. Μόλις διέβη τὴν κεντρικὴν πύλη καὶ εἰσῆλθεν στὴν αὐλή, βλέπει ἐνώπιόν του καὶ πάλι τὴν Ὑπεραγίαν θεοτόκον, ἡ ὁποία τὸν ὁδήγησε στὴν ἀποθήκη τῆς Μονῆς, ἡ ὁποία ἦταν πλέον πλήρης τροφίμων. Δεικνύουσα δὲ ἡ Παναγία τὴν εὐλογία ἐκείνη τοῦ θεοῦ, λέγει στὸν Ὅσιο «θέλω, τέκνον μου Ἀθανάσιε, εἰς τὸ ἑξῆς νὰ μὴ ὁρίσης ἐσὺ καὶ οἱ διάδοχοι σου Οἰκονόμον εἰς τὴν Μονήν, διότι ἐγὼ θὰ εἶμαι ἡ Οἰκονόμισσα τῆς Λαύρας μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων» καὶ ἔγινε πάλι ἄφαντος. Πράγματι, ὁ Ὅσιος κατόπιν αὐτῶν συνέχισε τὴν ὁλοκλήρωση τῆς Λαύρας, μέχρι συντελέσεως τῆς ὁποίας ἐπήρκεσεν ἡ εὐλογία ἐκείνη τῶν τροφίμων. Στὸ σημεῖο ὅπου ἐνεφανίσθη ἡ Παναγία ἀνηγέρθη ὕστερα, καὶ ὑπάρχει ἕως σήμερον τὸ Προσκυνητάριον τῆς Παναγίας τῆς Οἰκονομίσσης, μετ’ ἀκοιμήτου κανδήλας.

Ο ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ (5 Ἰουλίου)




Παῦλος Μoν. Λαυριώτης

.     Ὁ ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης γεννήθηκε στὴν πρωτεύουσα τοῦ Πόντου Τραπεζούντα μεταξὺ τῶν ἐτῶν 927-930. Οἱ γονεῖς του ἦσαν πλούσιοι καὶ εὐγενεῖς. Τὸ ὄνομά του ἦταν Ἀβραάμιος. Ὁ πατέρας καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας καὶ ἡ μητέρα ἀπὸ τὴν Κολχίδα τοῦ Πόντου. Πρὶν γεννηθεῖ, ὁ πατέρας ἀπέθανε καὶ λίγο μετὰ τὴν γέννησή του, καὶ ἡ μητέρα ἀπῆλθε ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο.
.   Ὁ μικρὸς Ἀβραάμιος, ὀρφανὸς καὶ ἀπὸ τοὺς δύο γονεῖς, τέθηκε ὑπὸ τὴν προστασία συγγενῆς του μοναχῆς, ἡ ὁποία ἀνέλαβε τὴν φροντίδα καὶ τὴν παιδαγωγία αὐτοῦ. Ὅλη δὲ ἡ ζωὴ καὶ ἡ συμπεριφορὰ τῆς μοναχῆς ἐπέδρασε θετικὰ καὶ καταλυτικὰ στὴν μετέπειτα ἐξέλιξη τοῦ Ἀβρααμίου.
.    Ὁ μικρὸς Ἀβραάμιος, παρ’ ὅτι ἦταν παιδί, ἡ ζωὴ καὶ ἡ συμπεριφορά του δὲν ἔμοιαζε μὲ ἐκεῖνες τῶν ἄλλων συνομηλίκων του. Ὁ χαρακτήρας του δὲν ἦταν ἀπρεπής, ἀπρόσεκτος καὶ ἀγενής. Καταγινόταν μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὶς ἄλλες θρησκευτικὲς πράξεις. Μετὰ τὴν κοίμηση τῆς προστάτιδάς του μοναχῆς καὶ ἀφοῦ ἔλαβε τὴν ἐγκύκλια παιδεία, μὲ τὴν βοήθεια ἑνὸς αὐτοκρατορικοῦ φορολογικοῦ ὑπαλλήλου ποὺ ἦλθε στὴν Τραπεζούντα γιὰ τὴν εἴσπραξη τῶν δημοσίων φόρων, ἔρχεται στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ αὐτοκράτορος Ρωμανοῦ Α´Λεκαπηνοῦ (920-944).
.     Στὴν Πόλη φοιτᾶ στὴν Σχολὴ τοῦ Προέδρου τῶν Σχολῶν τῆς Πρωτευούσης, ποὺ ἐκαλεῖτο Ἀθανάσιος. Στὴ σχολὴ αὐτὴ ἐπιδίδεται μὲ ζῆλο καὶ ἐπιμέλεια στὴν ἐκμάθηση τῶν γραμμάτων τῆς θύραθεν (κοσμικῆς) παιδείας. Παράλληλα δὲν παρέλειπε τὰ πνευματικὰ καὶ θρησκευτικά του καθήκοντα. Στὴν Κωνσταντινούπολη ἐγνώρισε τὸν συγγενῆ του στρατηγὸ Ζεφιναζέρ, στὸ σπίτι τοῦ ὁποίου ἔκτοτε διέμεινε.

 ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

.     Μέσα σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα ὁ Ἀβραάμιος κατέστη κάτοχος καὶ διδάσκαλος πάσης φιλοσοφίας καὶ ρητορικῆς, ὥστε ἡ φήμη του νὰ φτάσει μέχρι καὶ τὰ βασιλικὰ ἀνάκτορα.
.   Ὁ ἐνάρετος καὶ σοβαρὸς βίος του, τὸ πράον τοῦ ἤθους, τὸ γλυκὴ τῆς ὁμιλίας, ὁ πλοῦτος τῆς γνώσεως, τὸ ἔντιμον καὶ τὸ χρηστὸν τοῦ χαρακτῆρος του τὸν ἔκαναν ἀγαπητὸν σὲ ὅλους. Ἐξ αἰτίας τῶν χαρισμάτων του, οἱ μαθητὲς καὶ διδάσκαλοι τῆς Σχολῆς, «κοινῇ ψήφῳ», ἐζήτησαν ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα νὰ ἐκλεγεῖ διδάσκαλος αὐτῆς. Ἔτσι, μὲ αὐτοκρατορικὴ ὑπόδειξη, τιμᾶται μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ διδασκάλου.
.   Ὁ Ἀβραάμιος σύντομα ἀπέδειξε τὶς ἱκανότητές του. Ἀπέκτησε πολλοὺς μαθητὲς καὶ συγχρόνως τὴν φήμη τοῦ σοφοῦ διδασκάλου. Γι’ αὐτό, χρόνο μὲ τὸν χρόνο, ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ηὔξανε. Ἀλλ’ ὁ Ἀβραάμιος ταυτόχρονα ζοῦσε συνεπῆ χριστιανικὴ ζωή. Ἡ ἐπιθυμία του ἦταν νὰ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸν Θεό. Τὴν περίοδο αὐτὴ ὁ συγγενής του στρατηγὸς Ζεφιναζὲρ ἀναλαμβάνει τὴν ναυτικὴ διοίκηση στὸ Αἰγαῖο καὶ παίρνοντας μαζί του τὸν Ἀβραάμιο πραγματοποιεῖ περιοδεία στὸ Ἀρχιπέλαγος. Κατέπλευσαν στὴ νῆσο Λῆμνο, ἀπ’ ὅπου διακρινόταν τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔμελλε ἀργότερα νὰ ἱδρύσει τὴν Λαύρα. Ἐπανερχόμενος στὴν Πόλη, συναντᾶται μὲ τὸν ὅσιο Μιχαὴλ Μαλεΐνον, ἱδρυτὴ καὶ ἡγούμενο τῆς Λαύρας τοῦ Κυμινά. Τοῦ ἐξομολογεῖται τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀσπαστεῖ τὸν μοναχικὸ βίο. Στὴν Πόλη ἔγινε καὶ ἡ συνάντηση τῶν Ὁσίου Μιχαήλ, Νικηφόρου Φωκᾶ, μετέπειτα αὐτοκράτορος, καὶ τοῦ Ἀβρααμίου. Ἔτσι κρίνεται ἀπὸ τὸν ὅσιο Μιχαὴλ ἄξιος νὰ ἀκολουθήσει βίο πιὸ ἡσυχαστικὸ καὶ ἀσκητικό, καὶ ἐπιλέγει τόπο ἐρημικό, ὅπου ἐπιδίδεται σὲ νέους πνευματικοὺς ἀγῶνες. Βλέποντας ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ τὴν μεγάλη πνευματικὴ ἄσκηση τοῦ Ἀθανασίου, προέβλεψε (προεῖδε) τὴν μετέπειτα ἐξέλιξή του, ὅτι δηλαδὴ θὰ γίνει διάδοχός του στὰ πνευματικὰ χαρίσματα.

 ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΤΗΝ ΛΑΥΡΑ ΤΟΥ ΚΥΜΙΝΑ

.    Ἐν συνεχείᾳ ὁ Ἀβραάμιος παραιτεῖται ἀπὸ τὴν Σχολὴ καὶ μεταβαίνει στὴν λαύρα τοῦ Κυμινᾶ. Γίνεται δεκτὸς ἀπὸ τὸν ἡγούμενο ὅσιο Μιχαὴλ καὶ κείρεται μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἀθανάσιος. Μετὰ τὴν κουρά του ὁ Ἀθανάσιος, ἔχοντας ἔμπειρο καὶ διακριτικὸ πνευματικὸ ὀδηγό, ἐπιδίδεται στὴν ἄσκηση τῶν μοναχικῶν ἀρετῶν. Μέσα σὲ διάστημα τεσσάρων ἐτῶν, κατέκτησε «πᾶσαν ἀσκητικὴν πολιτείαν» καὶ συνέλεξε σὲ βραχὺ χρόνο πλοῦτο ἀρετῶν, ὥστε νὰ καθάρει τὴν διάνοιαν, καὶ νὰ δεῖ «θεία θεωρήματα», ὅπως σημειώνει βιογράφος του.
 ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ


.     Ἀλλὰ τὸν Ἀθανάσιο γιὰ ἄλλα εἶχε προορίσει ὁ Θεός. Ὡς ἐκ τούτου, ἀπὸ τὸ ὄρος Κυμινᾶ ἀναχωρεῖ καὶ ἔρχεται στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐδῶ, φθάνοντας, περιοδεύει πολλὰ σκηνώματα τῆς ἀθωνικῆς χερσονήσου καὶ γνωρίζει πολλοὺς καὶ ἐναρέτους μοναχοὺς καὶ ἀσκητές. Ἐντυπωσιάζεται ἀπὸ τὴν σκληρὴ ἀσκητικὴ ζωή, τὸν λιτὸ βίο, τὶς πολλὲς στερήσεις. Ἀρχικὰ γίνεται ὑποτακτικὸς σὲ ἕνα ἁπλὸ γέροντα, χωρὶς νὰ ἀποκαλύψει ποιὸς ἦταν, κοντὰ στὴ Μονὴ Ζυγοῦ.
.    Δὲν ἐφανέρωσε τὸ πραγματικό του ὄνομα, ἀλλὰ προσποιήθηκε ὅτι ὀνομάζεται Βαρνάβας, γιατί ἤθελε νὰ εἶναι ἀπαρατήρητος. Ἐπιθυμία του ἦταν νὰ γνωρίσει τοὺς μοναχούς τοῦ Ὄρους καὶ νὰ ἀκολουθήσει ἕνα ὑψηλότερο στάδιο μοναχικοῦ βίου, τοῦ ἐρημίτη. Ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει στὸ Τυπικό του, τὴν περιοδο αὐτὴ οἱ ἀρχὲς τοῦ Ἄθω δὲν ἐπέτρεπαν σὲ κανένα μοναχὸ νὰ ζήσει ὡς ἐρημίτης, ἐὰν δὲν εἶχε παραμείνει στὸ Ὄρος δύο ἢ τρία χρόνια. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὑπῆρχε ἕνας ἔλεγχος δι᾽ ὅσους ἤθελαν νὰ γίνουν ἐρημίτες.
.     Ὁ Ἀθανάσιος, ἔπρεπε, γιὰ νὰ μὴν ἀποκαλύψει τὸν ἑαυτό του νὰ ὑποταχθεῖ σὲ κάποιο ἀναχωρητή. Ἔτσι ἔκρυβε τὶς γνώσεις του καὶ τὶς πνευματικές του ἱκανότητες ἀπὸ σεβασμὸ στὸν γέροντά του, ποὺ ἦταν ἀμόρφωτος. Ὑποτάσσεται, λοιπόν, σὲ σχεδὸν ἀμόρφωτο γέροντα, παρὰ τοῦ ὁποίου, ἐκτός τῆς μοναχικῆς ἀσκήσεως, «διδάσκεται τὰ ἱερὰ γράμματα».
.     Ἐνῶ λοιπὸν ὁ Ἀθανάσιος δοκιμαζόταν στὸν Ἄθω ὡς ὑποψήφιος ἀσκητής, ὁ δομέστικος τῶν Σχολῶν τῆς Ἀνατολῆς, Νικηφόρος Φωκᾶς, τὸν ἀναζητοῦσε. Βέβαιον εἶναι ὅτι ἔκανε ἔρευνες σὲ διάφορα μοναστικὰ κέντρα τῆς Μ. Ἀσίας χωρὶς ἀποτέλεσμα.Τέλος θυμήθηκε, λέει ὁ βιογράφος του, ὅτι ὁ Ἀθανάσιος τοῦ εἶχε μιλήσει για πιθανὴ ἀναχώρηση καὶ τῶν δύο στὸ Ἅγιον Ὄρος. Γράφει λοιπὸν στὸν κριτὴ-ἔπαρχο τῆς Θεσσαλονίκης καὶ τοῦ ζητᾶ νὰ μεταβεῖ στὸν Ἄθω πρὸς ἀναζήτηση τοῦ Ἀθανασίου, περιγράφοντας τὰ προσωπικὰ χαρακτηριστικά του.
.     Ὁ κριτὴς μεταβαίνει στὸ Ὄρος, συναντᾶται μὲ τὸν Πρῶτο τοῦ Ὄρους Στέφανο (958-962) καὶ διαβιβάζει τὸ αἴτημα. Ὁ Πρῶτος ὑπόσχεται νὰ προβεῖ στὴν ἀνεύρεσή του, ἐνῶ ἐπλησίαζαν τὰ Χριστούγεννα καὶ ἡ σύναξη τῶν γερόντων τοῦ Ὄρους γινόταν τρεῖς φορὲς τὸ χρόνο: Τὰ Χριστούγεννα, τὸ Πάσχα καὶ στὶς 15 Αὐγούστου, ἑορτὴ τῆς κοιμήσεως τῆς Παναγίας. Στὶς συνάξεις, ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Πρώτου, συμμετεῖχαν οἱ πατέρες οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦνταν στὴν περιοχὴ τῆς Λαύρας τῶν Καρυῶν.
.     Κατὰ τὰ Χριστούγεννα λοιπὸν τοῦ ἔτους ἐκείνου, ἔγινε ἀπὸ τὸν Πρῶτο Στέφανο ἡ ἀναγνώριση τοῦ Ἀθανασίου. Ὅλοι οἱ Ἀθωνίτες ξέρουν πλέον ὅτι ὁ Βαρνάβας εἶναι ἕνας μορφωμένος μοναχός, ἀλλὰ δὲν γνωρίζουν ποιὸς εἶναι στὴν πραγματικότητα, γιατί ζήτησε ἀπὸ τὸν Πρῶτο νὰ κρατήσει τὸ μυστικό του, διαφορετικὰ θὰ ἔφευγε ἀπὸ τὸν Ἄθω. Ὁ Πρῶτος τοῦ παραχωρεῖ ἕνα ἀναχωρητικὸ κελλὶ κοντὰ στὶς Καρυές. Ὁ Ἀθανάσιος ἐγκαθίσταται ἐκεῖ μὲ ἕνα μαθητή, ὀνόματι Λουκίτζη καὶ ἀσκεῖ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ καλλιγράφου. Ἐκεῖ ὁ Ἀθανάσιος παρέμεινε μέχρι τὸ 959.
.     Περὶ τὸ ἔτος 960 ἔρχεται στὸ Ὄρος ὁ ἀδελφός τοῦ Νικηφόρου καὶ δομέστικος τῶν Σχολῶν τῆς Δύσεως Λέων Φωκᾶς, μετὰ τὴν νίκη του κατὰ τῶν Σκυθῶν, γιὰ νὰ εὐχαριστήσει ἀπὸ εὐγνωμοσύνη τὸν Θεό. Ἐπιθυμοῦσε βέβαια νὰ συναντήσει τὸν Ἀθανάσιο, ὅπερ καὶ ἔγινε. Τότε λοιπὸν ὅλοι πληροφοροῦνται ποιὸς ἦταν πραγματικὰ ὁ Βαρνάβας καὶ ποιὲς οἱ σχέσεις του μὲ τὴν περιφανῆ οἰκογένεια Φωκᾶ. Τὸ ἀσκητικὸ περιβάλλον, ἡ ὅλη προσωπικότητα καὶ ἡ σχέση του μὲ τὴν ἔνδοξη οἰκογένεια τῆς αὐτοκρατορίας προκάλεσαν αἴσθηση στοὺς Ἀθωνίτες καὶ πολλοὶ παρεκινήθησαν νὰ προσέλθουν κοντά του.
.    Ὁ Ἀθανάσιος θέλοντας νὰ ἀποφύγει τὴν προσέλευση καὶ σύγχυση ἔθεσε σὲ ἐφαρμογὴ τὸ σχέδιο, ποὺ εἶχε, ὅταν ἀφίχθη στὸ Ὄρος: νὰ ἀποσυρθεῖ στὰ ἐνδότερα τοῦ Ὄρους, στὴν ἡσυχία. Ἔτσι, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πρώτου καὶ τῆς Συνάξεως, ἀφοῦ ἔμεινε δύο χρόνια στὶς Καρυές, ἔλαβε ἕνα τόπο ἐξαιρετικὰ ἀπρόσιτο καὶ ἐρημικό, ποὺ λεγόταν Μελανά, στὴν θέση ὅπου ἔκτισε τὴν Λαύρα. Ἐκεῖ ἔστησε τὴν ἀσκητική του καλύβη, σὰν ἄλλο ἀρετῆς ἐργαστήριον, καὶ ἐπιδόθηκε σὲ νέους πνευματικοὺς ἀγῶνες ἀφοσιωμένος στὶς κατὰ Θεὸν μελέτες καὶ θεῖες θεωρίες.

ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤH

 .     Τὴν ἴδια περίοδο ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς διηύθυνε τὴν ἐκστρατεία τοῦ Βυζαντινοῦ στρατοῦ, περὶ τὸ 960, γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Κρήτης ἀπὸ τοὺς Ἄραβες. Οἱ συγκρούσεις ἦταν σκληρὲς καὶ ἀμφίρροπες. Ἡ βυζαντινὴ στρατιὰ ὑπέφερε ἀπὸ τὸ κρύο καὶ τὴν ἔλλειψη τροφῶν, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν στρατὸ τῶν Ἀράβων.
.     Ἐπιθυμώντας νὰ ἀναπτερώσει τὸ ἠθικὸ τῶν στρατιωτῶν, ὁ Φωκᾶς ὑπενθύμιζε ὅτι σκοπὸς τῆς ἐκστρατείας ἦταν ἡ ἀπελευθέρωση ἐδαφῶν καὶ πληθυσμοῦ χριστιανικοῦ. Ἄλλωστε, οἱ Ἄραβες ἢ Σαρακηνοί, ἔχοντες ὡς ὀρμητήριο τὴν Κρήτη, ἔκαναν ἐπιδρομὲς σὲ ὅλο τὸ Αἰγαῖο, ἀκόμα καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀπὸ τὸ ὁποῖο πέραν τῶν λαφύρων, εἶχαν αἰχμαλωτίσει καὶ μοναχούς.
.     Στὴν προσπάθειά του νὰ ἐνισχύσει τὸ ἠθικό τοῦ στρατοῦ, ἀπεφάσισε νὰ ἀποστείλει γράμματα σὲ μοναστήρια τῆς Μ. Ἀσίας καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος, ζητώντας νὰ στείλουν μερικοὺς μοναχοὺς κοντὰ στὸ στρατό. Μεταξὺ τῶν μοναχῶν, ἔγραψε καὶ στὸν Ἀθανάσιο καὶ στὸν Πρῶτο του Ὅρους. Οἱ Ἀθωνίτες ἀπάντησαν θετικά. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πρώτου καὶ τῶν γερόντων τοῦ Ὄρους, ἀποφασίζει νὰ μεταβεῖ στὴν Κρήτη ὁ Ἀθανάσιος συνοδευόμενος ἀπὸ ἕνα μοναχό, τὸ Θεοδοτό.
.        Ἡ συνάντηση τῶν δύο ἀντρῶν ἦταν συγκινητική. Ὁ Ἀθανάσιος ἔγινε δεκτὸς μὲ μεγάλες τιμὲς ἀπὸ τὸν πνευματικό του φίλο Νικηφόρο Φωκά. Ἡ ἀποστολὴ καὶ παραμονὴ τοῦ Ἀθανασίου στὴν Κρήτη στέφθηκε μὲ πλήρη ἐπιτυχία. Ἐπέτυχε νὰ βοηθήσει στὴν ἐκδίωξη τῶν Ἀράβων ἀπὸ τὴν Κρήτη, τὴν ἀπελευθέρωση ὅσων Ἀθωνιτῶν εἶχαν συλληφθεῖ καὶ διασωθεῖ, καὶ τὴν ἐπανασύνδεση τοῦ φιλικοῦ του δεσμοῦ μὲ τὸν στρατηγὸ Νικηφόρο Φωκά.
.     Ἐκεῖ καταστρώθηκε ἡ ἰδέα τῆς ἰδρύσεως ἑνὸς μοναστηριοῦ στὸν Ἄθω, ὑπὸ τὴν ἡγουμενία τοῦ Ἀθανασίου, στὸ ὁποῖο θὰ ἐμόναζε καὶ ὁ Φωκᾶς. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ὁ Φωκᾶς πρότεινε στὸν Ἀθανάσιο νὰ τοῦ διαθέσει τὰ χρήματα ποὺ θὰ ἀπαιτοῦνταν γιὰ τὴν ἀνέγερση τῆς Μονῆς. Ἀφοῦ οἱ δύο ἄνδρες ἔμειναν σύμφωνοι περὶ τῆς Μονῆς καὶ τὰ σχετικὰ μὲ αὐτήν, ὁ μὲν Ἀθανάσιος ἀνεχώρησε γιὰ τὸν Ἄθωνα, ὁ δὲ Φωκᾶς ἐπέστρεψε στὴν Βασιλεύουσα. Ἐπιστρέφοντας ὁ Ἀθανάσιος στὸ Ὄρος, ἐσκέπτετο νὰ ἀρχίσει τὴν ἵδρυση τῆς Λαύρας. Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς ἀποστέλλει στὸν Ἄθω τὸν ἔμπιστό του μοναχὸ Μεθόδιο, μὲ ἐπιστολὴ καὶ τὰ ἀναγκαῖα χρήματα γιὰ τὴν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν. Ὁ Μεθόδιος παρέμεινε στὸ κελλὶ τοῦ Ἀθανασίου ἕξι μῆνες καὶ δὲν ἀνεχώρησε παρὰ ἀφοῦ ἔπεισε τὸν Ἀθανάσιο νὰ ἀρχίσει τὴν κατασκευὴ τῆς Λαύρας καὶ ἀφοῦ εἶχαν ἀρχίσει οἱ οἰκοδομικὲς ἐργασίες.
.    Πράγματι ὁ Ἀθανάσιος ἄρχισε μὲ τὴν ἀνέγερση τοῦ ἡσυχαστηρίου, ὅπου θὰ ἐμόναζε ὁ Νικηφόρος καὶ ναὸ ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ἐν συνεχείᾳ προχώρησε στὴν ἀνέγερση τοῦ καθολικοῦ καὶ ἄλλων κτισμάτων. Ἐνῶ λοιπὸν προχωροῦσαν οἱ ἐργασίες ἀνεγέρσεως τοῦ καθολικοῦ καὶ τῶν κελλίων, ἔφθασε ἡ εἴδηση τῆς ἀνόδου τοῦ Νικηφόρου στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο. Ἡ εἴδηση αὐτὴ ἐπίκρανε τὸν Ἀθανάσιο, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς Λαύρας μετὰ ἀπὸ ἐπίμονες παρακλήσεις τοῦ Νικηφόρου καὶ τὴν ὑπόσχεσή του νὰ ἀκολουθήσει τὸν μοναχικὸ βίο.
.        Γι’ αὐτὸ ἀπεφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἡγουμενία τῆς Λαύρας καὶ νὰ φύγει ἀπὸ τὸ Ὄρος.

ΑΦΙΞΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

.       Φεύγει λοιπὸν καὶ ἀποβιβάζεται στὴν Ἄβυδο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Φθάνοντας ἐκεῖ, ἔστειλε πίσω στὸν Ἄθωνα τὸ πλοῖο τῆς Λαύρας μὲ τοὺς περισσότερους ἐκ τῶν συνοδῶν του. Ἕνα μοναχὸ ἀποστέλλει στὴ Βασιλεύουσα μὲ σκοπὸ νὰ ἐπιδώσει στὸν αὐτοκράτορα ἐπιστολὴ καὶ ὁ ἴδιος μὲ τρεῖς ἐμπίστους μοναχοὺς ἐπιβιβάζεται σὲ πλοῖο μὲ προορισμὸ τὴν Κύπρο. Μὲ τὸ γράμμα στὸν αὐτοκράτορα τὸν πληροφορεῖ ὅτι παραιτεῖται ἀπὸ τὴν ἡγουμενία, ἀλλὰ συγχρόνως τοῦ ὑποδεικνύει τὸ μοναχὸ Εὐθύμιο, νὰ ἀναλάβει τὸ ἀξίωμα.
.      Φθάνοντας στὴν Κύπρο, διαμένει στὴ Μονὴ τῶν Ἱερέων καὶ ἀποστέλλει τὸν οναχὸ Θεοδοτὸ στὴν Λαύρα, μὲ ἀποστολὴ νὰ παρακολουθεῖ τὴν ἐξέλιξη τῶν ὑποθέσεων τῆς Μονῆς. Μόλις ἡ πορεία τῶν πραγμάτων τῆς Μονῆς πῆρε ἀρνητικὴ τροπή, ὁ Θεοδοτὸς ἐπιστρέφει στὴν Κύπρο καὶ ἐνημερώνει τὸν Ἀθανάσιο γιὰ τὴν κατάσταση. Ὁ αὐτοκράτωρ, διαβάζοντας τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἀθανασίου, λυπεῖται, καθιστᾶ τὸν μοναχὸ Εὐθύμιο ἡγούμενο τῆς Λαύρας καὶ πάραυτα, ἀποστέλλει γράμματα πρὸς ἀναζήτησιν τοῦ Ἀθανασίου, ὁ ὁποίος κρυβόταν στὴν Μονὴ τῶν Ἱερέων.
.      Τὰ γράμματα ἔφθασαν καὶ στὸν ἡγούμενο τῆς Μονῆς τῶν Ἱερέων, ὁ ὁποῖος ἐκάλεσε τὸν Ἀθανάσιο καὶ τὸν συνοδό του μοναχὸ Ἀντώνιο πρὸς ἐξακρίβωση. Ὁ Ἀθανάσιος ἀπέφυγε νὰ ἀποκαλύψει τὸν ἑαυτό του. Ἀναχωρεῖ μὲ τὸν Ἀντώνιο καὶ φθάνει στὴν πόλη Ἀττάλεια τῆς Μ. Ἀσίας, ὅπου φθάνει ἐπίσης καὶ ὁ μοναχὸς Θεοδοτός, ὁ ὁποῖος πληροφορεῖ τὸν Ἀθανάσιο γιὰ τὴν θλιβερὴ κατάσταση τῆς Λαύρας. Ἔτσι χωρὶς χρονοτριβή, ἀποφασίζει νὰ ἐπιστρέψει στὴν Μονή. Ἡ ἐπάνοδός του στὴν Λαύρα ἔδωσε χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση στοὺς πατέρες, οἱ ὁποῖοι δοκιμάσθηκαν ἀρκετὰ κατὰ τὸ διάστημα τῆς ἀπουσίας του, κατὰ τὴν ὁποία διακινδύνευσε καὶ ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξη τῆς Μονῆς.

ΣΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ

.      Ἀφοῦ ἐτακτοποίησε καλῶς ὅλα τὰ πράγματα τῆς Λαύρας, ἀπεφάσισε νὰ μεταβεῖ στὴν Βασιλεύουσα πρὸς συνάντηση τοῦ αὐτοκράτορος Νικηφόρου Φωκᾶ. Ἡ συνάντηση τῶν δύο ἀνδρῶν ὑπῆρξε συγκινητική, καὶ ἀκόμη περισσότερο, σημαντικὴ καὶ χρήσιμη. Δὲν ἔγινε ἁπλῶς ἡ διάλυση τῶν παρεξηγήσεων ἀλλὰ ὑπῆρξε σταθμός, ὄχι μόνον γιὰ τὴν ἱστορία τῆς Λαύρας, ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
.    Ὁ Ἀθανάσιος ἐγνώριζε πολὺ καλὰ ὅτι ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς ἀπὸ τὴν θέση τὴν ὁποία πλέον κατεῖχε θὰ βοηθοῦσε ἀποτελεσματικὰ τὴν Λαύρα. Πράγματι, ὁ αὐτοκράτωρ ἐξέδωσε, χάριν τοῦ Ἀθανασίου, ὑπὲρ τῆς Λαύρας τρία χρυσόβουλλα, τὰ ὁποῖα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν θεσμική τους διάσταση, παραχωροῦσαν στὴν νεόδμητη Λαύρα σημαντικὲς δωρεές. Στὸ χρυσόβουλλό του, τὸ ὁποῖο εἶχε χαρακτήρα Τυπικοῦ γιὰ τὴν Λαύρα, ὁ Φωκᾶς περιέχει μία ρήτρα μεγάλης σημασίας: κανεὶς δὲν εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ ἐπεμβαίνει στὴν Λαύρα ἐκτὸς ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα. Ἡ Λαύρα, ἡ ὁποία ἀπὸ ἰδιωτικὴ κατέστη βασιλικὴ  αὐτοκρατορική, μὲ τὴν ἀνάρρηση τοῦ Φωκᾶ στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο καθιεροῦται ἐλευθέρα καὶ αὐτοδέσποτος ἀπὸ κάθε κοσμικὴ ἢ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχή.
.     Ὁ Νικηφόρος, κτίτωρ τῆς Μονῆς, ἔχει τὴν κυριότητά της σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς του, καὶ μετὰ τὸν θάνατό του περιέρχεται στὸν Ἀθανάσιο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἰσόβιος ἡγούμενος. Ὁ Φωκᾶς μὲ τὸ χρυσοβουλλό του ἀπαγορεύει τὴν παραχώρηση τῆς Λαύρας σὲ πρόσωπο ξένο πρὸς αὐτήν, κοσμικὸ ἢ ἐκκλησιαστικὸ ἢ σὲ ἄλλη Μονή. Παράλληλα χορηγεῖ στὴν Λαύρα χρηματικὲς παροχὲς σὲ ἐτήσια βάση, ἀναγκαῖες γιὰ τὴ συντήρησή της. Ἔτσι, ἡ Λαύρα καθίσταται αὐτοκρατορικὸ μοναστήρι, μὲ κοινοβιακὸ χαρακτήρα, μὲ πλοῦτο καὶ εὐμάρεια.
.     Τὴν ἴδια περίοδο, λόγῳ τῆς φήμης τοῦ Ἀθανασίου καὶ τῆς ἐντυπωσιακῆς ἐξελίξεως τῆς Λαύρας, μοναχοὶ ἀπὸ πολλὲς περιοχὲς προσέρχονται νὰ ὑποταχθοῦν. Μεταξὺ αὐτῶν ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ρώμη, Καλαβρία, Ἰταλία, Ἰβηρία, Ἀρμενία κ.λ.π. Ὅλοι αὐτοὶ βρίσκουν καταφύγιο τὴν Λαύρα, ἡ ὁποία τὴν περίοδο αὐτὴ (964-972) ἦταν τὸ μόνο σημαντικὸ μοναστικὸ ἵδρυμα, ἐκτὸς τοῦ Πρωτάτου, στὸν Ἄθω.
.    Αὐτὴ ἡ πρωτόγνωρη ἄνοδος τῆς Λαύρας δημιούργησε ὁρισμένες ἀντιδράσεις ἀπὸ πολλοὺς Ἀθωνίτες ἀσκητές, ἐρημίτες καὶ ἡγουμένους μονυδρίων. Ἡ βασικὴ διαμαρτυρία ἐπικεντρώνονταν στὸ ὅτι μὲ τὴν μεγάλη οἰκονομικὴ δραστηριότητα, τὶς ἄφθονες χρηματικὲς δωρεὲς κ.λπ. ἀλλοιώνονταν ἡ μοναχικὴ παράδοση τοῦ Ὄρους καὶ ὁ χαρακτήρας τοῦ ἁγιορείτικου ἀσκητικοῦ πνεύματος, ὅπως τότε ὑπῆρχε στὸν Ἄθω.
.    Ἡ δολοφονία τοῦ Νικηφόρου Φωκᾶ, δημιούργησε μία νέα ἐποχὴ καὶ τροπὴ στὰ ἁγιορείτικα πράγματα. Ὅσοι ἀντιδροῦσαν ἢ διαφωνοῦσαν μὲ τὸν Ἀθανάσιο, θεώρησαν κατάλληλη τὴν εὐκαιρία νὰ ἀνακόψουν τὴν πορεία του. Ἔτσι, ἔστειλαν ἀντιπροσωπεία στὸ νέο αὐτοκράτορα στὸν ὁποῖο διετύπωσαν τὶς αἰτιάσεις τους.

ΤΟ ΤΥΠΙΚΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΖΙΜΙΣΚΗ

.     Ὁ νέος αὐτοκράτωρ Ἰωάννης Τζιμισκὴς (969-976) προσκάλεσε τὸν Ἀθανάσιο στὴν Κωνσταντινούπολη. Κατὰ τὴν συνάντηση ὁ αὐτοκράτωρ, παρ’ ὅτι ἐγνώριζε τὸν στενὸ δεσμὸ τοῦ Ἀθανασίου μὲ τὸν δολοφονηθέντα αὐτοκράτορα Νικηφόρο Φωκᾶ (963-969), ὄχι μόνον δὲν ἔδειξε ἀντιπάθεια ἢ ἐχθρότητα πρὸς τὸν Ἀθανάσιο, ὅπως ἀνέμεναν οἱ ἀντιφρονοῦντες, ἄλλα ἔδειξε φιλικὴ στάση καὶ πραγματοποίησε ὅλα του τὰ αἰτήματα. Ἡ στάση αὐτὴ ἄμβλυνε τὶς ἀντιθέσεις καὶ ὁδήγησε στὴν συμφιλίωση τῶν δύο πλευρῶν. Ἀποτέλεσμα τῶν διαβουλεύσεων ἦταν νὰ ἀποσταλεῖ στὸν Ἄθω ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Στουδίου Εὐθύμιος, προκειμένου να λυθεῖ ὁριστικὰ τὸ ἁγιορειτικὸ ζήτημα. Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ ἐκείνης τῆς συναντήσεως ὁ Ἰωάννης Τζιμισκὴς ἐξέδωσε χρυσοβουλλο ὑπὲρ τῆς Λαύρας, καὶ ἐπικύρωσε ὅλες τὶς διατάξεις τοῦ χρυσοβούλλου τοῦ προκατόχου του.
.    Ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Στουδίου Εὐθύμιος ἦλθε στὸν Ἀθανάσιο. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς διαβουλεύσεις μεταξὺ τῶν ἁγιορειτῶν συνετάγη ἕνα κείμενο, ποὺ ἐνέκριναν ὅλοι οἱ ἡγούμενοι καὶ τὸ ὑπέγραψεν ὁ Πρῶτος, 57 ἡγούμενοι τοῦ Ἄθω καὶ ἄλλοι πρόκριτοι ἁγιορεῖτες. Τὸ κείμενο αὐτό, γνωστὸ ὡς Τυπικό τοῦ Τζιμισκῆ, φέρει ἐπίσης καὶ τὴν ὀνομασία «Τράγος» γιατί εἶχε γραφεῖ «ἐπὶ αἰγείου (κατσικίσιου) δέρματος» (περγαμηνή). Ὁ «Τράγος», ἀπὸ τῆς καθιερώσεώς του φυλάσσεται στὸ Σκευοφυλάκιο τοῦ Πρωτάτου καὶ τῆς Ι. Κοινότητος.
.     Μετὰ τὴν κύρωση καὶ ἐφαρμογὴ τοῦ Τυπικοῦ του Τζιμισκῆ, ὁ Ἀθανάσιος ἀπερίσπαστος ἀσχολήθηκε μὲ τὴν διοίκηση τῆς Λαύρας καὶ τὰ πνευματικά του καθήκοντα. Ἰδιαίτερα ἐμερίμνησε γιὰ τὴν διοικητικὴ ὀργάνωση τῆς Μονῆς, τὴν ὀρθὴ διαχείριση τῶν οἰκονομικῶν, τὴν λειτουργικὴ εὐταξία καὶ διάφορα ἄλλα προσωπικὰ θέματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς καὶ γενικότερα.

ΤΟ ΤΥΠΙΚΟ ΤΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

.     Ὁ Ἀθανάσιος, συνέταξε τὸ Τυπικό του, τὸ ὁποῖο διακρίνεται σὲ τρία μέρη: Τὸ Τυπικό, τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται σὲ θέματα διοικητικά, ὅπως ἡ ἐκλογὴ ἡγουμένου, τὰ καθήκοντα, οἱ ἐξουσίες, οἱ ὑποχρεώσεις, ἡ διαδοχή, τὰ καθήκοντα τῶν προκρίτων ἀδελφῶν κ.α. Ἡ Διατύπωση, ποὺ ἀποτελεῖ σύντομο κείμενο ἀναφερόμενο κυρίως στὸν τρόπο ἐκλογῆς τοῦ ἡγουμένου, τὸν διορισμὸ ἐπιτρόπων κ.ἄ. καὶ ἡ Ὑποτύπωση, ἕνα εἶδος λειτουργικοῦ τυπικοῦ. Ἀναφέρεται δηλαδὴ στὴν τέλεση τῶν Ἱ. Ἀκολουθιῶν ὅλου του ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Ὁ Ἀθανάσιος, ἀνεγνωρίσθη καὶ καθιερώθη ὡς ὁ ἀναμορφωτὴς ἀρχηγέτης καὶ πατριάρχης τοῦ ἀθωνικοῦ μοναχισμοῦ. Ἡ συμβολή του στὴν καθιέρωση καὶ ἀναγνώριση τοῦ μοναχικοῦ καθεστῶτος τῆς ἀθωνικῆς πολιτείας ὑπῆρξε καταλυτικὴ καὶ πανθομολογούμενη.
.    Ἔζησε βίον, πέραν τῶν διοικητικῶν του ἱκανοτήτων, ὁσιακόν. Ἡ ἀρετὴ του ἀνεγνωρίσθη ἀπὸ πολλούς. Διεκρίνετο γιὰ τὴν σοφία, τὴν εὐγένεια, τὴν πραότητα, τὸ φιλάνθρωπον πρὸς ὅλους, τὴν φιλοξενία, τὴν ἀσκητικότητα.
.    Ὑπῆρξε κατὰ τὸν βιογράφο του: «Ἀρχὴ πάντων καὶ τέλος … πᾶσι τύπος καὶ νόμος ἦν … πολυτρόπος καὶ πολυειδὴς τὴν κυβέρνησιν … Χριστὸν τὸν ἑαυτοῦ ποιμένα μιμούμενος». Ὁ Ἀθανάσιος ἐκοιμήθη περὶ τὸ 1000 μ.Χ. Πάνδημος ὑπῆρξε ἡ ἐκφορὰ τοῦ ἱεροῦ σκηνώματός του, ὅπου παρέστη ἡ τοῦ «Ὄρους Γερουσία». Ἀνεγνωρίσθη Ὅσιος καὶ ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται τὴν 5ην Ἰουλίου.
 
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

.    Ἐκεῖνο ὅμως τὸ ὁποῖο ἰδιαίτερα χαρακτήριζε τὸν Ὅσιον Ἀθανάσιο, δὲν ἦταν τόσο ἡ ἵδρυση τῆς Λαύρας, ἡ συμβολή του στὴν διαμόρφωση τοῦ ἁγιορείτικου καθεστῶτος, οἱ σχέσεις του μὲ τοὺς αὐτοκράτορες τῆς ἐποχῆς του, ἀλλὰ ἡ πνευματικὴ συγκρότηση τῆς προσωπικότητάς του. Ὁ Ὅσιος ὑπῆρξε κατ’ ἐξοχὴν ἕνας γνήσιος μοναχός, ἕνας αὐθεντικὸς ἀσκητής. Κέντρο τῆς ζωῆς του ἦταν ἡ πνευματική του κατάρτιση, ἡ κατάκτηση τῶν δωρεῶν τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἡ προσωπικότης του συγκρίνεται μὲ τὶς μεγάλες προσωπικότητες τοῦ μοναχισμοῦ τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς, ὅπως τοῦ Ὁσίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου, τοῦ Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου κ.ἄ. Ἐβίωσε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν αὐθεντική του διάσταση, κατέκτησε τὴν ἀρετὴ καὶ ἀξιώθηκε θείων χαρισμάτων καὶ δωρεῶν καὶ ὅπως σημειώνει ὁ ἐγκωμιαστὴς τοῦ «τοῖς ἀγγέλοις ἐφάμιλλος ὤφθη». Ἀξιώθηκε τοῦ χαρίσματος τοῦ θαυματουργεῖν. Ὁ βιογράφος του ἀναφέρει μερικὰ ἀπὸ τὰ θαύματα τὰ ὁποῖα ἐν ζωῇ καὶ μετὰ θάνατον ἐποίησε.
Μεταξὺ αὐτῶν ἀναφέρουμε:

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

.    Ἡ παράδοσις τῆς Μονῆς διασώζει τὸ ἑξῆς θαυμαστὸ περιστατικό: Ὁ μοναχὸς Ἀθανάσιος, ὁ ἀποθηκάριος, στὴν ἀρχὴ τῆς μοναχικῆς του ζωῆς, εὐρισκόμενος κάποτε στὸν Μυλοπόταμο, ἔπαθε ὑδρωπικία. Βλέποντας τὴν κατάστασή του, ὁ Ὅσιος τοῦ ὑπέδειξε νὰ μεταβεῖ στὴν Λαύρα, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ ἀπὸ τὸν ἰατρὸ τῆς Μονῆς. Ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ, οἱ ἰατροὶ ποὺ τὸν ἐξέτασαν, δὲν πίστευαν ὅτι θὰ θεραπευθεῖ. Τότε ὁ Πατὴρ τὸν λυπήθηκε, γιὰ τὴν κατάστασή του καί, ἀφοῦ ἄγγιξε μὲ τὸ χέρι του τὴν κοιλιά, εἶπε: «Ὕπαγε τέκνον τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, οὐδὲν κακὸν ἔχεις». Ἀμέσως μὲ τὸν λόγο ὁ μοναχὸς ἔγινε ὑγιής.

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΟΝ ΟΣΙΟ

.      Κατὰ τὸ ἔτος 963, συνέβη λιμὸς στὴν Αὐτοκρατορία, ἕνεκα τοῦ ὁποίου ἐδημιουργήθη ἔλλειψη τροφῶν καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐπειδὴ εἶχε ἀρχίσει ἡ οἰκοδομὴ τῆς Λαύρας καὶ νὰ ἐξαντλοῦνται τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ τρόφιμα, ὁ Ὅσιος ἀπεφάσισεν νὰ μεταβεῖ στὶς Καρυές, γιὰ νὰ συμβουλευθεῖ τὸν Πρῶτο καὶ τοὺς γέροντες ἐπὶ τοῦ πρακτέου. Ἐνῶ λοιπὸν ἐπορεύετο πρὸς τὶς Καρυές, σὲ ἀρκετὴ ἀποσταση ἀπὸ τὴν Μονή, συναντᾶ μίαν σεμνοτάτην καὶ ὡραιωτάτην γυναίκα. Ἀπὸ τὴν θέα τῆς ἐταράχθη. Ἀλλὰ πρώτη ἡ γυνὴ ἐρώτα τὸν Ἀθανάσιον «Πόθεν ἔρχεσαι, Ἀθανάσιε, καὶ ποῦ πορεύεσαι;».
.    Ἔκπληκτος ὁ Ὅσιος ἀπάντησε «Ποία εἶσαι ἐσύ, ἡ ὁποία μου ὁμιλεῖς καὶ γνωρίζεις τὸ ὄνομά μου;».
.    «Ἐγὼ εἶμαι ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου καὶ προστάτις σου», ἀπαντᾶ ἐκείνη, καὶ συνεχίζει «Ἀλλ’ εἶπε μοι, διατὶ ἐγκατέλιπες τὴν Λαύραν, καὶ ποῦ μεταβαίνεις;»
.    Καὶ ὁ Ὅσιος: «Δὲν πιστεύω ὅτι εἶσαι ἡ Κεχαριτωμένη, ἐὰν δὲν ἰδῶ κάποιο σημεῖον».
.    «Δίκαιον ἔχεις, Ἀθανάσιε, διὰ νὰ πιστεύσης, ἰδοὺ», ἀπάντησε. «Χτύπησε σταυροειδῶς μὲ τὴν ράβδο σου αὐτὴν τὴν πέτρα ἐπικαλούμενος τὸ ὄνομα τῆς Παναγίας Τριάδος καὶ θὰ ἰδεῖς εὐθὺς νὰ ἀναβλύζει ἄφθονον καὶ ἀστείρευτον ὕδωρ».
.     Πεισθεὶς ὁ Ὅσιος, ἐκτύπησε τὴν ἐνώπιόν του πέτρα καὶ ἀμέσως ἀνέβλυσεν ὕδωρ, καὶ τὸ σημεῖον ἐκεῖνο ἔκτοτε ὀνομάσθηκε ὕδωρ τοῦ ἁγιάσματος, ἔνθα ἐκτίσθη ναΰδριον τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς.
.     Μετὰ τὸ γεγονὸς τοῦτο, προσέπεσε ἐνώπιον τῆς Παναγίας καὶ ἐζήτησε συγγνώμη. Τότε ἡ Παναγία ὑποσχέθηκε στὸν Ὅσιο νὰ ἀναλάβει τὴν τροφοδοσία τῆς Μονῆς καὶ τῶν ἄλλων ἀναγκαίων, καὶ τὸν προέτρεψε νὰ ἐπιστρέψει στὴν Λαύρα, καὶ ἔγινε εὐθὺς ἄφαντος.
.   Ὁ Ἀθανάσιος ἐπέστρεψε στὴν Μονή. Μόλις διέβη τὴν κεντρικὴν πύλη καὶ εἰσῆλθεν στὴν αὐλή, βλέπει ἐνώπιόν του καὶ πάλι τὴν Ὑπεραγίαν θεοτόκον, ἡ ὁποία τὸν ὁδήγησε στὴν ἀποθήκη τῆς Μονῆς, ἡ ὁποία ἦταν πλέον πλήρης τροφίμων. Δεικνύουσα δὲ ἡ Παναγία τὴν εὐλογία ἐκείνη τοῦ θεοῦ, λέγει στὸν Ὅσιο «θέλω, τέκνον μου Ἀθανάσιε, εἰς τὸ ἑξῆς νὰ μὴ ὁρίσης ἐσὺ καὶ οἱ διάδοχοι σου Οἰκονόμον εἰς τὴν Μονήν, διότι ἐγὼ θὰ εἶμαι ἡ Οἰκονόμισσα τῆς Λαύρας μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων» καὶ ἔγινε πάλι ἄφαντος. Πράγματι, ὁ Ὅσιος κατόπιν αὐτῶν συνέχισε τὴν ὁλοκλήρωση τῆς Λαύρας, μέχρι συντελέσεως τῆς ὁποίας ἐπήρκεσεν ἡ εὐλογία ἐκείνη τῶν τροφίμων. Στὸ σημεῖο ὅπου ἐνεφανίσθη ἡ Παναγία ἀνηγέρθη ὕστερα, καὶ ὑπάρχει ἕως σήμερον τὸ Προσκυνητάριον τῆς Παναγίας τῆς Οἰκονομίσσης, μετ’ ἀκοιμήτου κανδήλας.

Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ
ΚΑΙ Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ

.    Ἀναφέρεται ἐπίσης ὅτι: «Κατὰ τὴν ζῶσαν καὶ ἀδιάκοπον παράδοσιν τῆς Μονῆς λέγεται ὅτι ζῶν ὁ Ὅσιος εἶχεν ἀφήσει ἐντολὴν περὶ μὴ ἐκταφῆς του, ἡ ὁποία καὶ ἐτηρεῖτο ἐπὶ αἰῶνες. Ἀλλά, κατὰ τὴν παράδοσιν ἐπίσης, ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος, ὅτε τὸ 1575 μετέτρεψε τὴν Μονὴ ἀπὸ ἰδιορρύθμου εἰς κοινόβιον, ἠθέλησεν ἐξ εὐλάβειας ν’ ἀνοίξη τὸν τάφον. Ἀφοῦ λοιπὸν ἔπεισε τοὺς Πατέρας, ἐπεχείρησε μετ’ αὐτῶν τὸ ἄνοιγμα τοῦ τάφου. Ὅταν ἐκτύπησαν διὰ τῶν σχετικῶν ἐργαλείων πρὸς διάνοιξιν, ἐξῆλθον ἐκεῖθεν φλόγες πυρός, αἱ ὁποῖαι κατετρόμαξαν τὸν Πατριάρχην καὶ τοὺς περὶ αὐτόν, ὥστε νὰ σταματήσουν πάραυτα τὸ ἐγχείρημα. Οὕτως ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου παραμένει μέχρι σήμερα ἄθικτος, κατὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Πατρός».
.    Τὰ ὅρια καὶ τὸ μέγεθος τῆς πνευματικῆς συγκροτήσεως καὶ ἀκτινοβολίας τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου παριστᾶ τὸ Ἀπολυτίκιο αὐτοῦ, τὸ ὁποῖο ἔχει ὡς ἑξῆς:

«Τὴν ἐν σαρκὶ ζωήν σου κατεπλάγησαν, Ἀγγέλων τάγματα, πῶς μετὰ σώματος, πρὸς ἀοράτους συμπλοκὰς ἐχώρησας ἀοίδιμε, καὶ κατετραυμάτισας τῶν δαιμόνων τὰς φάλαγγας ὅθεν Ἀθανάσιε, ὁ Χριστὸς σὲ ἠμείψατο, πλουσίαις δωρεαῖς διὸ Πάτερ, πρέσβευε σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν».


http://christianvivliografia.wordpress.com



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.

Τὴν ἐν σαρκὶ ζωήν, σοῦ κατεπλάγησαν, Ἀγγέλων τάγματα, πῶς μετὰ σώματος, πρὸς ἀοράτους συμπλοκάς, ἐχώρησας πανεύφημε, καὶ κατετραυμάτισας, τῶν δαιμόνων, τὰς φάλαγγας· ὅθεν Ἀθανάσιε, ὁ Χριστὸς σὲ ἠμείψατο, πλουσίαις δωρεαῖς· διὸ Πάτερ, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.