† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Κυριακή 4 Ιουλίου 2021

Πενήντα χρόνια από την κοίμηση του Μεγάλου Ευεργέτου μας Αρχιεπισκόπου Λεοντίου Φιλίπποβιτς (19-6/2-7-1971 - 19-6/2-7-2021)


(Από την Εισαγωγή του βιβλίου "Ο Λέων της Ορθοδοξίας"):

  Λέοντες ονομάζουν οι αρχαίοι ποιητές τους γενναίους· και τέτοιοι είναι όχι όσοι βρυχώνται, δηλαδή οι μεγαλορρήμονες πλην άπραγοι, αλλά όσοι προβαίνουν σε πράξεις που απαιτούν μεγάλη ανδρεία.

Ένας από αυτούς, όπως αποδεικνύει ο βίος του, υπήρξε και ο Αρχιεπίσκοπος Λεόντιος Φιλίπποβιτς, μια άγνωστη στο ελληνικό κοινό εκκλησιαστική μορφή. Άγνωστος ήταν και για μένα μέχρι πριν μία πενταετία. Το μόνο που γνώριζα, όπως οι περισσότεροι που ασχολούνται με την νεότερη εκκλησιαστική ιστορία, είναι πως ήρθε στην Ελλάδα το 1962 και συμμετείχε σε χειροτονίες Επισκόπων· και φυσικά η εναντίον του λάσπη ως δήθεν «λατινόφρονος».

Όταν το 2016 ασχολήθηκα με τον Ιερομάρτυρα Αθανάσιο της Βρέστης διαπίστωσα πως είχε το ίδιο επώνυμο (Φιλίπποβιτς) με τον Αρχιεπίσκοπο Λεόντιο. Κάνοντας μια πρώτη έρευνα διαπίστωσα τη στενή πνευματική σχέση μεταξύ των δύο αυτών ανδρών, οι οποίοι συνδέονται πιθανόν και με εξ αίματος συγγένεια: αμφότεροι αγωνίστηκαν ως λέοντες εν μέσω λύκων για την Αληθινή Ορθοδοξία!

Όμως αυτή η θαυμαστή «εισβολή» στη ζωή μου του Αρχιεπισκόπου Λεοντίου, και μάλιστα με αυτόν ακριβώς τον τρόπο, δεν συνέβη μόνο σε μένα· η Λιουντμίλα Αντρέεβνα από τη Βρέστη περιγράφει με ενθουσιασμό στο άρθρο της «Αθανάσιος της Βρέστης και Λεόντιος της Χιλής - αμφότεροι Φιλίπποβιτς» (στο περιοδικό «Брата Небесные» [Ουράνιος Αδελφός], αρ. 1/2013) το πως έμαθε για τον Αρχιεπίσκοπο Λεόντιο μέσα από τη συνεπωνυμία του με τον τοπικό τους Άγιο Αθανάσιο της Βρέστης.

Τα θαυμαστά γεγονότα δεν σταμάτησαν εκεί. Παίρνοντας την απόφαση να σταματήσω προσωρινά κάποιες άλλες εργασίες και να ξεκινήσω μια έρευνα για τη μορφή του Αρχιεπισκόπου Λεοντίου άνοιξαν κάποιες πόρτες με τρόπο που δεν εξηγείται με τη λογική. Για παράδειγμα, πώς να εξηγηθεί το ότι ένα παντελώς άγνωστο, μέχρι τότε, πρόσωπο μου δώρισε ένα Αρχείο μέσα στο οποίο βρέθηκαν δεκάδες επιστολές σχετικές με τον Αρχιεπίσκοπο Λεόντιο (όπως και δικές του πρωτότυπες), οι οποίες διασώθηκαν από την φθορά την τελευταία στιγμή κυριολεκτικά;   

Τον λόγο που επέλεξε ο Αρχιεπίσκοπος Λεόντιος να εμφανισθεί δυναμικότερα στο προσκήνιο αυτήν την ιστορική περίοδο πιστεύω ότι θα τον καταλάβει ο αναγνώστης διαβάζοντας αυτό το βιβλίο. Έχει πάντως άμεση σχέση με την πνευματική επιβίωση των Χριστιανών και την ενίσχυση της Αληθινής Ορθοδοξίας (κάνω συχνότερη χρήση του όρου «Αληθινή» αντί του «Γνήσια», διότι τον τελευταίο χρησιμοποιούν πολλές σχισματικές ομάδες).

***

Αλλά τί είναι η Αληθινή Ορθοδοξία;

Κατά τις αρχές του 20ού αιώνα δύο μεγάλα θηρία επιτέθηκαν κατά της Εκκλησίας του Χριστού· η Μασονία και ο Κομμουνισμός. Τους δεσποτικούς θρόνους των Πατριαρχείων της Ανατολής, αρχής γενομένης από το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης, κατέλαβαν πρόσωπα μυημένα στη Μασονία (όπως ο Μελέτιος Μεταξάκης και ο Βασίλειος Γεωργιάδης), ενώ στη Ρωσία οι Κομμουνιστές αφού απέτυχαν με την «Ζωντανή Εκκλησία», χρησιμοποίησαν τον Σέργιο Στραγκορόντσκι για να υποδουλώσουν την Εκκλησία. Την εποχή εκείνη αρχίζουν να υποστηρίζονται (και από την κομμουνιστική «Ζωντανή Εκκλησία», και από το μασονικό «Πανορθόδοξο Συνέδριο» του 1923) θέσεις για τη μεταρρύθμιση και νόθευση της Ορθοδοξίας. Τέτοιες θέσεις ήταν η προσέγγιση των Εκκλησιών, η κατάργηση ιερών Παραδόσεων, η εισαγωγή του Γρηγοριανού ημερολογίου, ο γάμος των Επισκόπων κ.α. Όλα αυτά αποτελούσαν αποτελέσματα της εκκοσμίκευσης, δηλαδή της δαιμονικής προσπάθειας να μετατραπεί η Εκκλησία σε κόσμο, ο οποίος «ν τ πονηρ κεται» (Α Ιω. ε΄19). Η εφαρμογή στην πράξη αυτών των θέσεων έγινε κατορθωτή λόγω της αιχμαλωσίας των Τοπικών Εκκλησιών στην κρατική εξουσία.

Το 1924 η Ελλάδα, η Ρουμανία και η Κύπρος (που είχαν μασονικές κυβερνήσεις) επέβαλαν την εισαγωγή του Γρηγοριανού ημερολογίου στην Εκκλησία. Το 1927 η κομμουνιστική κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης αιχμαλώτισε την Εκκλησία με την «Δήλωση Υποταγής» του Σεργίου. Οι πράξεις αυτές ανάγκασαν τους θρησκευόμενους Ορθοδόξους, που ονομάστηκαν Αληθινοί ή Γνήσιοι Ορθόδοξοι, να αντισταθούν στη νόθευση αυτή. Οι κυβερνήσεις μαζί με πολλούς επισκόπους των επισήμων Εκκλησιών αντιμετώπισαν τους Αληθινούς Ορθοδόξους με αντιχριστιανικό μίσος: τους ξυλοκόπησαν, τους φυλάκισαν, τους εξόρισαν, ξύρισαν τους ιερείς τους, ανατίναξαν τους ναούς τους, τους έστειλαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, τους δολοφόνησαν. Χρειάζονται χιλιάδες σελίδες για να περιγράψουν ένα πολύ μικρό μέρος όσων συνέβησαν (υπάρχουν πηγές στη ρωσική, την αγγλική, την ελληνική και τη ρουμανική γλώσσα, για όποιον ενδιαφέρεται).

Συγκεκριμένα στην Ελλάδα, οι Γνήσιοι Ορθόδοξοι αγωνίστηκαν χωρίς Επισκόπους για 11 χρόνια με οδηγούς κυρίως Ιερομονάχους από το Άγιον Όρος.  Το 1935 τρεις Αρχιερείς της επίσημης Εκκλησίας ανέλαβαν την υπεράσπιση και την ποιμαντορία τους. Ο βασικότερος από αυτούς ήταν ο Άγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης: ο πρώτος Στύλος της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων στην Ελλάδα.

Ο πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος κοιμήθηκε το 1955 και οι Αληθινοί Ορθόδοξοι έμειναν ξανά χωρίς επισκόπους για πέντε χρόνια. Το 1960 χειροτονήθηκε Αρχιερέας στις Η.Π.Α. ο εξ Αγίου Όρους ορμώμενος π. Ακάκιος Παππάς από Επισκόπους της ΡΟΕΔ. Το 1962 ήλθε στην Ελλάδα από την Χιλή ο Αρχιεπίσκοπος της Ρωσικής Διασποράς στη Χιλή Λεόντιος Φιλίπποβιτς και με τον Επίσκοπο Ακάκιο χειροτόνησαν Αρχιερείς, οι οποίοι συγκρότησαν Ιερά Σύνοδο. Ο Αρχιεπίσκοπος Λεόντιος είναι ο δεύτερος Στύλος της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων στην Ελλάδα.   

Από τους δύο αυτούς Στύλους παραλάβαμε ότι η Αληθινή Ορθοδοξία δεν είναι Σχίσμα (όπως ισχυρίστηκαν ψευδώς οι διώκτες), αλλά η Φρουρά που προστατεύει τους θησαυρούς της Πίστης και η Ζύμη που ζυμώνει όλο το φύραμα προετοιμάζοντας την επιστροφή όσων παρασύρθηκαν από τις σκοτεινές δυνάμεις· για αυτό και η Εκκλησιολογία των δύο Στύλων της Εκκλησίας μας εδράζεται επί αντιρρητικής/πολεμικής βάσης και απορρίπτει την επανάπαυση («εμείς είμαστε Η Εκκλησία»), που οδηγεί σε συρρίκνωση και παρακμή· και βεβαίως οφείλουμε και εμείς να προχωρούμε κάνοντας αυτοκριτική, διότι πώς αλλιώς θα καλέσουμε σε Μετάνοια και Επιστροφή;

Αποτελεί δε, η Αληθινή Ορθοδοξία, τον μόνο Προμαχώνα στην επίθεση του Παποκεντρικού Οικουμενισμού, ο οποίος επιθυμεί στην εποχή μας να εξαλείψει την Εκκλησία του Χριστού. Ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος Λεόντιος τόνιζε: «Η Εκκλησία της Ρώμης βρίσκεται σήμερα πιο μακριά από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες ακόμη και από τις ίδιες τις Προτεσταντικές ομολογίες. Είναι αδύνατο να μπορέσουμε να ενωθούμε. Στην επιθυμία ορισμένων να είναι προοδευτικοί, η ορθή χριστιανική διδασκαλία εγκαταλείπεται. Σήμερα η Εκκλησία της Ρώμης είναι ένα κουτί της Πανδώρας, γεμάτο εκπλήξεις… Στο τέλος η κατάληξη θα είναι να μιλούν για τον Μεγάλο Αρχιτέκτονα…» (εφημερίδα El MercurioSantiago, 5-4-1970).

Και είναι σημαντικό για την Αληθινή Ορθοδοξία η προβολή των Μορφών εκείνων που στις μέρες μας την εξέφρασαν και την διακήρυξαν σε όλη την κτίση. Διότι όπως κάποτε από τη Μικρά Ασία η, συνδεόμενη διά πνευματικής φιλίας, ιερή φάλαγγα των Καππαδοκών Πατέρων (Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος, Γρηγόριος Νύσσης, Αμφιλόχιος Ικονίου) φωτοδότησε με ακτίνες θείων δογμάτων την Οικουμένη, έτσι και στην εποχή μας οι Πατέρες της Ρωσικής Διασποράς (Ιωάννης Μαξίμοβιτς και Φιλάρετος - αμφότεροι με άφθαρτο λείψανο -, Χιλής Λεόντιος, Συρακουσών Αβέρκιος, Σιάτλ Νεκτάριος, Έντμοντον Σάββας, Ρόκλαντ Ανδρέας, Κωνσταντίνος Ζάιτσεφ, Μιχαήλ Πομαζάνσκι, Σεραφείμ Ρόουζ), ως νέοι Απόστολοι εκ περάτων συναθροισθέντες πέριξ της ιερής και θαυματουργού Εικόνας της Παναγίας του Κουρσκ, φωταγωγούν την μέση και βασιλική οδό πάνω στην οποία πρέπει να βαδίσουν απλανώς οι Χριστιανοί των εσχάτων.

***

Για τον Άγιο πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομο έχουν γραφτεί αρκετά. Ήταν καιρός λοιπόν να γραφτεί και για τον Αρχιεπίσκοπο Λεόντιο ένα βιβλίο και μάλιστα για πρώτη φορά, όχι μόνο στην ελληνική γλώσσα, αλλά και παγκοσμίως. Και χάριτι Θεού - διόλου τυχαία! - εκδίδεται στο Ιωβηλαίο του Αρχιεπισκόπου Λεοντίου, εφόσον σε λίγο συμπληρώνονται ακριβώς πενήντα έτη από την κοίμηση του (+19-6-1971 π.η.).

Ήδη από όταν άρχισαν να γράφονται οι πρώτες σελίδες του παρόντος βιβλίου με πλημμύρισε η αίσθηση ότι δεν γράφω μια ιστορική βιογραφία, αλλά το συναξάρι ενός Αγίου (δεν είναι καθόλου άνευ σημασίας πως ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Λεόντιος, ο τόσο συκοφαντημένος από Σχισματικούς και Καινοτόμους, τιμάται ήδη ως Άγιος από πάμπολλους Ορθοδόξους στον κόσμο, και κυρίως από τα μέλη της μαρτυρικής Εκκλησίας των Κατακομβών στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ). Την αίσθηση αυτή είμαι σίγουρος πως θα την αποκτήσετε και εσείς, φίλοι αναγνώστες, διαβάζοντας το παρόν βιβλίο. Τότε θα δοξάσουμε τον Θεό, όλοι εμείς οι Αληθινοί Ορθόδοξοι της Ελλάδας, για την μέριμνά Του, αφού μετά την ορφάνια μας, με την κοίμηση του Αγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, ευδόκησε να έλθει από τα πέρατα της Οικουμένης, ως άλλος Απόστολος του Χριστού, ο μακαριστός Ιεράρχης Λεόντιος και να μας δώσει Αποστολική Διαδοχή, η οποία είναι ίσης αξίας με την Αποστολική Πίστη, ώστε να μη νοείται η μία άνευ της άλλης.

Ο μακαριστός Λεόντιος ήταν ένας Άγιος άνδρας, που μεγάλωσε στην σκιά Αγίων Νεομαρτύρων ανδρών, έζησε και έδρασε μαζί με Αγίους και κοιμήθηκε την ίδια ημέρα με τον αγαπημένο του φίλο τον Άγιο Ιωάννη Μαξίμοβιτς, πέντε χρόνια μετά την εκδημία του τελευταίου.

Μέσα στο βιβλίο αυτό όμως δεν αποκαλύπτεται μόνο η φωτεινή μορφή του ξεχασμένου και αδικημένου Αρχιεπισκόπου Λεοντίου, δεν παρουσιάζεται απλά μια βιογραφία, αλλά και μια μικρή ιστορία της Αληθινής Ορθοδοξίας κατά την πεντηκονταετία 1920-1970, με αναφορές σε πολλά ακόμη πρόσωπα, αναφορές που μπορούν να αποτελέσουν το έναυσμα για αναλυτικότερη έρευνα και από άλλους ερευνητές που θα επιθυμούσαν να ασχοληθούν με αυτά.

Ο εκκλησιαστικός ιστορικός βεβαίως δεν είναι Θεός για να κρίνει ψυχές· κρίνει ιστορικά πρόσωπα και συγκεκριμένα τις εν σχέσει με την Εκκλησία πράξεις τους. Το αν θα το κάνει με επιτυχία ή όχι και αυτό υπό κρίσιν είναι. Πάντως πολλά από όσα γράφονται ενταύθα δεν έχουν γραφτεί σε άλλα βιβλία που ασχολούνται με την περίοδο εκείνη και αυτό μόνο για έναν λόγο: διότι για πρώτη φορά βρέθηκαν στοιχεία που να αποκαλύπτουν τις πτυχές αυτές με την παράθεση αγνώστων λεπτομερειών.

Σε κάποιες περιπτώσεις ψέγονται τα λάθη κάποιων προσώπων (ας θυμόμαστε όμως ότι τα πρόσωπα δεν ταυτίζονται με την Εκκλησία, η Οποία παραμένει Αγία και ακηλίδωτη), διότι είναι σημαντικό και αυτά τα λάθη να μην επαναλαμβάνονται, αλλά και να υπενθυμίζεται στα σημερινά πρόσωπα ότι και οι δικές τους πράξεις θα καταγραφούν από τον ιστορικό του μέλλοντος και ας ντρέπονται αυτόν τουλάχιστον, αν δεν φοβούνται τον Θεό.

Σάββατο 3 Ιουλίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΟΣΙΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ - Oι όσιοι Αγιορείτες Πατέρες και οι σύγχρονοι Αγιορείτες

Απολυτίκιον Αγιορειτών Πατέρων
Ήχος Α'.








ὑπό Δημητρίου Ἰ. Κάτσουρα, Θεολόγου
  
Ὅλοι γνωρίζουμε λίγα ἤ περισσότερα πράγματα γιά τό Ἅγιον Ὄρος. Εἶναι ἰδιαίτερη εὐλογία γιά τήν πατρίδα μας τό γεγονός ὅτι τό Ἄγιον Ὄρος βρίσκεται στήν Ἑλληνική ἐπικράτεια, ὡς αὐτοδιοίκητο βεβαίως τμῆμα του. Τό Ἅγιον Ὄρος εἶναι τό περιβόλι τῆς Παναγίας. Στά ἁγιασμένα χωματά του ἀπό τότε πού τό εὐλόγησε ἡ Κυρία Θεοτόκος μέ τήν φυσική παρουσία της ἐβλάστησαν πολλά εὐωδιαστά πνευματικά ἄνθη. Πρόκειται γιά τούς Ἁγίους ἁγιορεῖτες Πατέρες, οἱ ὁποῖοι τιμῶνται ἐν συνάξει, ὅλοι μαζί κατά τήν σημερινή Κυριακή, δηλαδή τήν ἑπομένη Κυριακή τῆς Ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πάντων. Περισσότεροι ἀπό ἑκατό (100) εἶναι οἱ γνωστοί καί ἑπώνυμοι ἅγιοι πού ἀσκήτευσαν στό Ἄγιον Ὄρος. Ἀφαλῶς χιλιάδες θά εἶναι στήν μακραίωνη (χιλιόχρονη καί πλέον) ἱστορική πνευματική πορεία του οἱ ἁγιάσαντες καί οὐρανώσαντες τό Ὄρος Πατέρες.



 Πατριάρχες, Ἐπίσκοποι, Ἱερεῖς, μοναχοί, ἀσκητές, κυρίως, ἀλλά καί μάρτυρες συγκαταλέγονται μεταξύ τῶν Ἁγίων Ἁγιορειτῶν Πατέρων.
Τό Ἅγιον Ὄρος ἐκτός ἀπό ἐργαστήριο ἁγιότητος, ἀποτελεῖ καί μοναδικό ἀνά τόν κόσμο θησαυροφυλάκειο πνευματικῶν θησαυρῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως εἶναι τά ἅγια καί ἱερά Λείψανα τῶν Ἀγίων καί οἱ ἅγιες καί θαυματουργές εἰκόνες τῶν Ἁγίων καί κυρίως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς Ἐφόρου τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ Τόπου. Τέλος, ἀποτελεῖ καί ζωντανό μουσεῖο ἐκπληκτικῶν ἔργων τῆς ἐκκλησιαστικῆς τέχνης (εἰκονογραφίας, ἀρχιτεκτονικῆς καί μουσικῆς). Πάνω, ὅμως, καί πέρα ἀπό ὅλα τά ἀνωτέρω τό Ἅγιον Ὄρος ἀνεδείχθη διά μέσου τῶν αἰώνων ἀκρόπολις τῆς Ὀρθοδοξίας καί προπύργιο διαφυλάξεως ἀκαινοτομήτου τῆς παραδοθείσης Πίστεως διά τῆς ὁμολογίας καί ἐφαρμογῆς τῆς ὁποίας κάθε πιστός ἄνθρωπος, χάριτι Θείᾳ, σώζεται.
Στό Ἅγιον Ὄρος διαφυλάχθηκε ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ κατά τό παρελθόν ἡ Ὀρθόδοξος Πίστη καί ὁ ἡσυχαστικός τρόπος ζωῆς καί ἀσκήσεως, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τήν πεμπτουσία τῆς ὀρθοδόξου Παραδόσεως.

Ἐνῶ, ὅμως, ὅλα αὐτά συνέβαιναν ὡς κανόνας κατά τό παρελθόν, μέ κάποιες, βεβαίως, θλιβερές ἐξαιρέσεις παροδικοῦ καί περιορισμένου χαρακτῆρος, σήμερα τό Ἅγιον Ὄρος περνᾶ μία βαθειά πνευματική κρίση καί ἀλλοίωση.
Διατρέχει ἕναν μεγάλο κίνδυνο.
Ἀπό Ἀκρόπολη τῆς Ὀρθοδοξίας καί ζωντανό ἐργαστήριο ἁγιότητος, κινδυνεύει νά μετατραπεῖ σέ μουσειακό χῶρο ὅπου φυλάσσονται μέν ἱστορικοί θησαυροί τῆς Ὀρθοδοξίας ἀλλά δέν ὁμολογεῖται πλέον ἐν τοῖς πράγμασι ἡ πατρώα Εὐσέβεια, οὔτε ἀκολουθεῖται ὁ ἡσυχαστικός τρόπος ζωής καί ἀσκήσεως κατά τήν γνησία ἁγιορειτική παράδοση. Μέ τά χρήματα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως (μέχρι πότε, ὅμως, χωρίς ἀνταλλάγματα;…) συντηροῦνται θαυμάσια τά μοναστηριακά κτίρια καί κειμήλια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀλλά σταδιακῶς ὑποχωρεῖ αἰσθητά ἀπό τήν ἁγιορειτική πραγματικότητα ἡ ἀνεκτίμητη ἡσυχαστική καί ὁμολογιακή ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας Παράδοσή του.

Μέ ἀποτέλεσμα σήμερα πού ἡ αἴρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δηλαδή τῆς προδοσίας τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τήν ἐξίσωσή της μέ τίς διάφορες αἱρέσεις καί τήν ἄρνηση τῆς μοναδικότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς τῆς Μίας, Ἀγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἔχει διαβρώσει σχεδόν τά πάντα, τό Ἄγιον Ὄρος νά ἀνέχεται καί νά στηρίζει προκλητικῶς τόν οὐνίτη Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, συνειδητό θιασώτη τῆς παναιρέσεως καί ἡγέτη τῆς προσπαθείας ἑνώσεως μέ τόν ἀμετανόητο Παπισμό.


Συμπροσευχόμενος μετά Παπικῶν ἐν Ἰταλίᾳ
Συμπροσευχόμενος μετά Ἁγιορειτῶν ἐν Ἀγίῳ Ὄρει

Μνημονεύει ἀντικανονικῶς (ἐφ’ ὅσον εἶναι ἀκοινώνητος καί ἀσεβής-βλάσφημος) τό ὄνομά του, ἀποδέχεται σιωπηρῶς τίς καθημερινές πλέον φιλοαιρετικές καί ἀντορθόδοξες ἐνέργειές του καί συμμετέχει εὐκαίρως ἀκαίρως διά ἐκπροσώπων του στό ὅλο σύστημα ἀμνηστεύσεως καί παγιώσεως ὡς πρακτικῆς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἐκ τῶν 20 κυριάρχων Μονῶν τοῦ Ἀγίου Ὄρους μόνο μία, ἡ ἡρωϊκή Μονή Ἐσφιγμένου, ἔχει διακόψει τό μνημόσυνο τοῦ Οἰκουμενιστοῦ Πατριάρχου Κων/λεως. Ἐξαιτίας δέ αὐτοῦ διώκεται ἀπηνῶς καί ἀπανθρώπως ὄχι μόνον ὐπό τοῦ οὐνίτου Πατριάρχου, ἀλλά καί ὑπό τῶν διαγκωνιζομένων γιά νά τύχουν τῆς εὐνοίας του ὑπολοίπων φιλοπατριαρχικῶν ἁγιορειτῶν. Εἶναι ἀπογοητευτικό ὅταν ὁ κ. Βαρθολομαῖος μετά ἀπό προκλητικές συμπροσευχές καί ἀσεβεῖς «ὁμολογίες» τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀλλά καί τοῦ πανθρησκειακοῦ συγκριτισμοῦ μεταβαίνει στό Ὄρος, ὡς οικεῖος Ἐπίσκοπός του, οἱ σύγχρονοι Ἁγιορεῖτες νά τόν ρένουν μέ ἄνθη κυριολεκτικῶς, ἀλλά καί μεταφορικῶς, μέ τά ἐμμετικῶς κολακευτικά πρός τόν ἀτιμάζοντα τόν ἱερόν θεσμόν τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως λόγια τους. Μέχρι καί ὕμνους συνθέτουν οἱ σύγχρονοι Ἀγιορεῖτες (Σιμωνοπετρῖτες) στόν κ. Βαρθολομαῖο, ὁ ὁποῖος δέν δίστασε νά χαρακτηρίσει ἐπισήμως τούς σθεναρῶς καταπολεμήσαντες τήν παπική αἵρεση ἁγίους, ὅπως πολλοί Ἅγιοι ἁγιορεῖτες  Πατέρες, ὡς θύματα τοῦ διαβόλου! Δυστυχῶς, οἱ σύγχρονοι Ἁγιορεῖτες Πατέρες πέραν τῶν ἀλλοιώσεων τίς ὁποῖες ἐπέφεραν καί ἐφαρμόζουν στά τοῦ μοναστικοῦ καί ἡσυχαστικοῦ βίου των ἀπομακρυνόμενοι τῆς ἀσκητικῆς ἁγιορειτικῆς παραδόσεως, μειοδοτοῦν πλέον ἐμφανέστατα καί σταθερῶς στά ζητήματα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Αὐτό ὡς σημεῖο τῶν καιρῶν τῆς ἀποστασίας στά ὁποῖα ζοῦμε ζημιώνει τά μέγιστα καί ἀποπροσανατολίζει τόν εὐσεβῆ καί ἐνδιαφερόμενο γιά τήν σωτηρία του πιστό λαό. Γι’ αὐτό καί δέν ἐξαιρεῖται, οὔτε θά ἐξαιρεθεῖ καί ὁ ἱερός τόπος τῆς Ἀθωνικῆς Πολιτείας ἀπό φοβερά δεινά πού ἐπακολουθοῦν, ὅπως συμβαίνει σέ ὁλόκληρη τήν πατρίδα μας, τέτοιες μεγάλες προδοσίες. Εἴθε λίαν συντόμως οἱ σύγχρονοι Ἁγιορεῖτες νά στραφοῦν ὀπίσω στό παράδειγμα τῶν ἁγίων πατέρων τους, οἱ ὁποῖοι δέν δίστασαν καί τή ζωή τους νά θυσιάσουν γιά τήν ὑπεράσπιση τῆς ἅπαξ παραδοθείσης τοῖς ἁγίοις Πίστεως, ἐνώπιον παρομοίων περιπτώσεων αὐτῆς τοῦ οὐνίτου Πατριάρχου Βαρθολομαίου, ὅπως συνέβη ἐπί τοῦ ἑνωτικοῦ Πατριάρχου Ἰωάννου Βέκκου. Μή λησμονῶμεν ὅτι οἱ μετ’ ἐκείνου δεχθέντες νά συλλειτουργήσουν κατέληξαν, ὡς ἀσυγχώρητοι, ἄλυωτοι καί τυμπανιαῖοι μέχρι σήμερον! Ἡ ἐπικειμένη κατά τό προσεχές Φθινόπωρο ἐπίσημη ἐπίσκεψη τοῦ κ. Βαρθολομαίου στό Ἄγιον Ὄρος μετά τίς τόσες καἰ τόσο προκλητικές καί σαφέστατες, πλήν, ὅμως, ἀσεβέστατες ἐνέργειες καί αἱρετικές ὁμολογίες του, γυμνῆ τῆ κεφαλῆ, (τελευταίως) σέ Ρώμη, Μιλάνο καί Μολδαβία θά κρίνουν γιά ἄλλη μιά φορά τήν στάση τῶν ὑποδεχθησομένων αὐτόν Ἁγιορειτῶν, κατά πόσον φυλάσσουν Θερμοπύλες ἤ παρέδωσαν ἀμαχητί τόν ἱερό Τόπο στά σχέδια τοῦ σιωνιστοπροβλήτου Οἰκουμενισμοῦ καί τοῦ ἀντιχρίστου Παπισμοῦ. Ἐκείνου, τοῦ τελευταίου, ὁ ὁποῖος ἔκαψε, ἔπνιξε, ἀπηγχόνισε καί ἐθανάτωσε μέ μαρτυρικό τρόπο τούς ἁγίους ἐνδόξους γνησίως Ἁγιορείτας ὁμολογητάς Πατέρας των. Ὀψόμεθα!

Τά κατά Βαρθολομαῖον "θύματα τοῦ διαβόλου"! Οἱ ὑπό Λατινοφρόνων θανατωθέντες Ἁγιορεῖτες Ὁσιομάρτυρες!

ΠΗΓΗ: apotixisi.blogspot.gr

Δείτε σχετικά:

Λόγος εγκωμιαστικός περί των Οσίων Πατέρων των εν τούτω τω Αγίω Όρει του Άθω λαμψάντων (Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἀγιορείτης)






Κυριακή Β' Ματθαίου, των Αγιορειτών Πατέρων 

Οσιακή πανήγυρις, πάντες οι δήμοι των Οσίων συνάχθητε. Μοναστών και μιγάδων εορτή σήμερον εις την του Χριστού Εκκλησίαν ανέτειλε· τα πλήθη των μοναστών και μιγάδων συνεορτάσατε. Καινή και κοινή μνήμη πάντων των του Όρους Αγίων Πατέ­ρων εξέλαμψε. Καινά και κοινά άσματα πάντες κοινώς οι εν τω Όρει πατέρες ψάλατε. Διατί κοινά; Ότι κοινοί προστάται και ευεργέται όλου κοινώς του Αγίου Όρους και οι θείοι ούτοι Πατέρες εφάνησαν. Διατί καινά; Ότι καινή και νεοφανής και η τούτων μνήμη· εις μεν τους ανωτέρω και παλαιούς χρόνους ουδαμώς τελουμένη, ήδη δε εις τους καθ’ ημάς καιρούς δικαίως και ευλόγως εορταζομένη. 


Επειδή δεν ήτο δίκαιον, των μεν εν Σινά και Ραϊθώ αναιρεθέντων Οσίων Πατέρων να εορτάζωμεν την μνήμην κοινώς, οίτινες δεν έγιναν αίτιοι τοσούτων αγαθών εις ημάς, των δε εν τω Αγίω Όρει τούτω Αγίων Πατέρων, των αναιρεθέντων υπό τε των απίστων Αράβων και υπό των κακοδόξων λατινοφρόνων, να παραβλέψωμεν την μνήμην αγέραστον, και να μην εορτάζωμε τούτους πάντας κοινώς, οίτινες έγιναν εις ημάς μυρίων αγαθών πρόξενοι. Δεν ήτο πρέπον, κοινώς μεν να εορτάζωμεν εν τω Σαββάτω της Τυρινής τους άλλους Όσιους Πατέρας, τους εν τη Λιβύη και Αιγύπτω και Θηβαΐδι ασκήσαντας, οι οποίοι δεν εστάθησαν εις ημάς τόσον ευεργέται, τους δε εν τω Όρει τούτω του Άθω ασκήσαντας θείους Πατέρας, να μην εορτάζωμεν κοινώς ομού πάντας, οίτινες εφάνησαν αληθώς εις όλους ημάς, όσοι κατοικούμεν το Όρος τούτο, παντοδαποί ευεργέται και προστάται και έφοροι· όχι μόνον διά λόγων, αλλά και δι’ έργων όχι μόνον κατά την ψυχήν, αλλά και κατά το σώμα· όχι μόνον ζώντες, αλλά και μετά θάνατον.

Ούτοι γαρ, οι τρισμακάριστοι Πατέρες και Όσιοι, τον πρώην άγριον τούτον Άθω, εις θαυμαστήν μετέβαλον ημερότητα. Ούτοι, τον ακατοίκητον τούτον τόπον, κατοικήσιμον έδειξαν και την έρη­μον, πόλιν εποίησαν, με τας ιεράς Λαύρας, και ευαγή Μοναστήρια, και Μονύδρια, και Σκήτας, και Κελλία, τα οποία εις διάφορα μέρη του Όρους έκτισαν και ου μόνον έκτισαν, αλλά και επροίκισαν αυτά με διάφορα υποστατικά, και με πράγματα κινητά και ακίνητα, προς ανάπαυσιν των ενασκουμένων αδελφών. Και ου μόνον επροίκι­σαν, αλλά και πλήθη μοναζόντων εις αυτά συνήθροισαν. Όθεν διά μέσου αυτών, εδώ όπου πρότερον εκατοίκουν άλογα ζώα και θηρία και δράκοντες, τώρα κατοικούν πανταχού άνθρωποι λογικοί· και όχι μόνον απλώς λογικοί, αλλά άνθρωποι, οι οποίοι με το υλικόν τούτο σώμα, αγωνίζονται να μιμηθούν των ασωμάτων και αΰλων Αγγέλων την πολιτείαν, και παρομοιάζουν με την παρεμβολήν εκείνην των Αγγέλων, την οποίαν είδεν ο Πατριάρχης Ιακώβ και είπε· «Παρεμβολή (στράτευμα) Θεού αύτη»· διά την οποίαν προσφυώς είπε και ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος· «ώσπερ αγγέλων παρεμβολή αγίων, ούτω μοναχών πλήθος επί το αυτό, διά παντός εχόντων την διάνοιαν προς Θεόν».

Ούτοι οι θείοι Πατέρες, ως εύοσμα κρίνα, και ως άνθη τερπνά, και ως αγλαόκαρπα δένδρα εδώ βλαστήσαντες, άλλον νοητόν παρά­δεισο τον τόπον τούτον απέδειξαν. Ούτοι ως άγγελοι, εις τα σπή­λαια και εις τας τρώγλας και εις τας κοιλάδας και πεδιάδας και λό­φους και παραθαλασσίους τόπους του Όρους τούτου ασκήσαντες, δεύτερον ουρανόν τούτο απεκατέστησαν όθεν δι’ αυτών, εδώ όπου πρότερον ηκούοντο μόναι οι φωναί των αγρίων ζώων, τώρα ακούονται και λαλούνται πανταχού ύμνοι αγγελικοί και ουράνιοι, εις την αγίαν και ζωοποιόν και υπερούσιον Τριάδα αναφερόμενοι. Και διά να είπω με συντομίαν, ούτοι οι τρισόλβιοι Όσιοι, ως φιλόπαιδες Πατέρες, τας διδασκαλίας και τύπους και διατάξεις αυτών παρέδωκαν εις ημάς, ως κληρονομιάν πατρικήν τε και αναφαίρετον, και με αυτάς, ωδήγησαν μεν έτι ζώντες, πλήθη μοναχών εις τας ευθείας τρίβους της σωτηρίας· οδηγούν δε και μετά θάνατον πάντας ημάς, τα πνευματικά αυτών τέκνα, εις ζωήν την αιώνιον και ως Ποιμένες αληθινοί μεριμνούν δι’ ημάς, την Ποίμνην αυτών, και μας φυλάττουν από πάσαν ανάγκην και εναντίαν περίστασιν με τας προς Θεόν αενάους πρεσβείας των...

Ούτοι οι αοίδιμοι Όσιοι και Θεοφόροι Πατέρες ημών, οι τη αληθεία άνθρωποι του Θεού και του Πατρός των φώτων υιοί, πατρίδας και γένη είχον, άλλοι μεν άλλας, και άλλοι άλλας· πολλών δε εξ αυτών ουδέ τας επιγείους πατρίδας γνωρίζομεν ολότελα, οποίαι εστάθησαν ότι δε όλοι κοινήν είχον πατρίδα το Άγιον Όρος τούτο, τον ιερόν Άθω, και ότι ταύτην την πατρίδα επροτίμησαν περισσότε­ρον από τας επιγείους αυτών πατρίδας, τούτο είναι ομολογούμενον παρά πάσι και αναντίρρητον. Επειδή κατά τον ειπόντα σοφόν, πα­τρίς του καθ’ ενός είναι εκείνη, εις την οποίαν ευτυχεί: «πατρίς εκάστω, καθ’ ήν αν τις ευτυχή», με κάθε δίκαιον τρόπον, πρέπει να ονο­μάζεται πατρίς και των Αγίων τούτων το Άγιον Όρος· εις τούτο γαρ κατοικήσαντες και ζήσαντες, άλλος τεσσαράκοντα χρόνους, άλλος πεντήκοντα, άλλος εξήκοντα, και έτεροι περισσότερα ή ολιγώτερα έτη, εκ τούτου ευτύχησαν αληθώς την πνευματικήν και ανωτάτω ευτυχίαν και ευδαιμονίαν, ευαρεστήσαντες μεν τω Θεώ, πλουτισθέντες δε από τα υπερφυσικά και ουράνια της αγιότητος χαρίσμα­τα. Διά τούτο και συνηθίζεται να επονομάζωνται από όλους όχι εκ του ονόματος των επιγείων αυτών πατρίδων, Βυζάντιοι, επί παραδείγματι, ή Τραπεζούντιοι, ή Πελοποννήσιοι, αλλ’ εκ του ονόματος του Άθωνος και του Αγίου Όρους· οίον (όπως), Πέτρος ο Αθωνί­της· Αθανάσιος ο εν τω Άθω· Πατέρες οι Αγιορείται Όσιοι οι Αθωνίται. Η αιτία δε και αφορμή από την οποίαν παρεκινήθησαν άνωθεν και εξαρχής οι Πατέρες ούτοι και Όσιοι να αφήσωσι τας πατρίδας των και να έλθωσιν εδώ εις το Όρος να ησυχάσωσιν, είναι αύτη.

Όταν η Κυρία ημών Θεοτόκος εφάνη εις τον Όσιον Πέτρον τον Αθωνίτην, τον πρώτον του Αγίου Όρους ησυχαστήν, του έδωκε μεγάλας και χαροποιούς υποσχέσεις περί του Όρους τούτου, λέγουσα προς αυτόν επί λέξεως ταύτα τα λόγια, καθώς τα αναφέρει ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, εν τω υπ’ αυτού συγγραφέντι βίω Πέτρου του Αθωνίτου· τα οποία ημείς γράφομεν εδώ ελληνιστί διά το αξιοπιστότερον.

«Έστιν Όρος επ’ Ευρώπης κάλλιστον ομού και μέγιστον, προς Λιβύην τετραμμένον, επί πολύ της θαλάσσης είσω προϊόν· τούτο της γης απάσης απολεξαμένη, τω μοναχικώ πρέπον καταγώγιον προσκληρώσαι διέγνων έγωγε... Και άγιον τουντεύθεν κεκλήσεται· και των επ’ αυτού δε τον προς τον κοινόν ανθρώποις πολέμιον αγώνα επαναιρουμένων προπολεμήσω διά βίου παντός· και πάντως έσομαι τούτοις άμαχος σύμμαχος, των πρακτέων υφηγητής, των μη πρακτέων ερμηνευτής· κηδεμών, ιατρός, τροφεύς, ην άρα βούλει τροφήν τε και ιατρείαν, όση τε προς το σώμα τείνει, και τούτο συνιστά τε και λυσιτελεί· και όση το πνεύμα διανιστά τε και ρώννυσι, και μη του καλού διαπεσείν συγχωρεί· συστήσω δ’ άρα τω Υιώ και Θεώ μου, οις αν γένηται καλώς καταλύσαι τήδε τον βίον, των αυτοίς ημαρτημένων τελείαν εξαιτησαμένη παρ’ αυτού την άφεσιν».

Ήγουν, είναι εν βουνόν εις την ήπειρον της Ευρώπης, ωραιότατον εν ταυτώ και μεγαλώτατον, κλίνον προς το νότιον μέρος, το οποίον εκτείνεται πολύ μέσα εις την θάλασσαν τούτο το Όρος το εδιάλεξα εγώ από όλα τα μέρη της γης και απεφάσισα να το αφιερώσω εις το να γένη αρμόδιον κατοικητήριον των καλογήρων και μοναχών· και από τώρα και ύστερον, έχει να ονομασθή Άγιον· και όσοι κατοικήσουσιν εις αυτό και θελήσουν να πολεμήσωσι τον κοινόν εχθρόν των ανθρώπων διάβολον, θέλω συμπολεμήσει πρώτη τούτον και εγώ εις όλην αυτών την ζωήν· και θέλω γενή εις αυτούς ακαταμάχητος βοηθός· θέλω τους διδάσκει εκείνα, τα οποία πρέπει να κάμνωσι· και θέλω τους ερμηνεύει πάλιν εκείνα, τα οποία δεν πρέπει να κάμνωσι· θέλω είσθαι εις αυτούς προνοητής, ιατρός, και τροφεύς, φροντίζουσα τόσον διά την τροφήν και ιατρείαν, ήτις συνιστά και ωφελεί το σώμα, όσον και διά την τροφήν και ιατρείαν, ήτις δυναμώνει την ψυχήν και δεν την αφίνει να εκπέση από το καλόν και την αρετήν. Και ταύτα μεν θέλω κάμει εν τη ζωή αυτών· μετά θάνατον δε -το λέγω και από την χαράν σκιρτά έσωθεν η καρδία μου-, θέλω συστήσει εις τον υιόν και Θεόν μου εκείνους, οίτινες θεοφιλώς και εν μετανοία τελειώσουσι την ζωήν των εις τούτο το Όρος· και θέλω ζητήσει από τον υιόν μου τελείαν την συγχώρησιν των αμαρτιών των.

Ταύτην, λοιπόν, την φήμην των μεγάλων υποσχέσεων τας οποίας κάμνει, όχι άλλος τις, αλλά μία Μήτηρ Θεού και μία Βασίλισσα του Ουρανού και της γης, το να έχη, δηλαδή, το Όρος τούτο ως ιδικόν της και να υπερασπίζηται όχι μόνον ζώντας, αλλά και μετά θάνατον πάντας τους κατοικούντας εν αυτώ, τούτο, λέγω, ακούσαντες και οι θείοι ούτοι Πατέρες και Όσιοι, αφήκαν τον κόσμον και τα εν τω κόσμω πάντα, γονείς, συγγενείς, οικίας, υπάρχοντα, πλούτον, δόξαν και ηδονάς, και ήλθον από κάθε μέρος της οικουμένης και εκατοίκησαν τον ιερόν τούτον Άθω, τον νοητόν και περικαλλέστατον της Θεοτόκου Παράδεισον, θαρρούντες όλως διόλου και ελπίζοντες μετά Θεόν εις την προστασίαν και σκέπην της Κυρίας του Όρους· αφ’ ού δε ήλθον και εκατοίκησαν εδώ, ηξεύροντες ότι δύο είναι αι καθολικαί και μεγάλαι εντολαί: πρώτη, το «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της διανοίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της ισχύος σου» και δευτέρα, το «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν», απεφάσισαν και αυτοί να φυλάξωσι ταύτας τας δύο εντολάς· και διά μέσου της φυλάξεως των δύο τούτων, να φυλάξωσιν ομού και όλας τας άλλας μερικάς εντολάς του νόμου και των Προφητών, καθώς είπεν ο Κύριος «Εν ταύταις ταις δυσίν εντολαίς, όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται»· και ούτω να φθάσωσιν εις την τελειότητα της αρετής, όσον είναι δυνατόν εις τους ανθρώπους εν τω παρόντι βίω.

Και, λοιπόν, εμιμήθησαν τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν, όστις πρώτον έδειξεν ότι αγαπά τον Θεόν, και δεύτερον, ότι αγαπά και τον πλησίον διότι, καθώς λέγουσιν οι ιεροί Ευαγγελισταί, ο Ματ­θαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς, ευθύς αφ’ ού εβαπτίσθη, ανήχθη εις την έρημον υπό του αγίου Πνεύματος και επειράσθη από τον διάβο­λον με τους τρεις γίγαντας των παθών με την φιληδονίαν, λέγω, την φιλοδοξίαν και την φιλαργυρίαν και ούτω νικήσας ο Κύριος τον διάβολον και τα πάθη ταύτα τα οποία τον προσέβαλον, έδειξεν ότι αγαπά τον Θεόν, καθ’ ό και άνθρωπος, εξ όλης του της ψυχής, εξ όλης του της ισχύος, και ότι είναι τέλειος εις την πρώτην εντολήν. Μετά ταύτα δε πάλιν επιστρέφει από την έρημον εις τον κόσμον και κηρύττει το Ευαγγέλιον της Βασιλείας των Ουρανών και διδάσκει τους ανθρώπους να φυλάττωσι τας θείας και σωτηρίους αυτού εντολάς και να υπομένωσιν όχι μόνον κόπους και ύβρεις και ονειδισμούς διά την αγάπην των αδελφών, αλλά και πάθη και σταυρόν και θάνατον· και ταύτα πάντα ενίκησε με τόσην μεγαλοψυχίαν, ώστε να παρακαλή και δι’ αυτούς τους ίδιους σταυρωτάς, λέγων· «Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τί ποιούσι». Τοιουτοτρόπως έδειξεν ότι αγαπά και τον πλησίον, όχι μόνον ως τον εαυτόν του, αλλά και πε­ρισσότερον από τον εαυτόν του· και ότι είναι τέλειος και εις την δευτέραν εντολήν, καθώς περί τούτων πλατύτατα και γλαφυρώτατα αναφέρει ο θεοφόρος Μάξιμος.

Τοιουτοτρόπως, λέγω, εμιμήθησαν τον Κύριον και οι Άγιοι και Θεοφόροι ούτοι Πατέρες. Και κατά το παράδειγμα του Κυρίου, πρώτον μεν έδειξαν ότι αγαπώσι τον Θεόν εξ όλης των της καρδίας· δεύτερον δε, ότι αγαπώσι και τον πλησίον των ως τον εαυτόν των διότι ησυχάσαντες πρότερον εις τας οπάς και τρώγλας και σπήλαια, και εις άλλα διάφορα μέρη του ιερού τούτου Όρους, επολέμησαν με σώμα υλικόν τας αΰλους αρχάς και τας εξουσίας και τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου· και τούτους κατά κράτος θριαμβεύσαντες, καθώς λέγει ο θείος Παύλος, ενίκησαν την μεν φιληδονίαν με την νηστείαν, με την εγκράτειαν, με την αγρυπνίαν, με την αέναον προσευχήν, με την άστεγον σκέπην, με την χαμαικοιτίαν και ξηροκοιτίαν, με τα συνεχή δάκρυα και με πάσαν άλλην σκληρα­γωγίαν του σώματος· την δε φιλοδοξίαν ενίκησαν με την ταπεινο­φροσύνην, με την υπακοήν, με την τελείαν εκκοπήν του θελήματος, με το συντετριμμένον φρόνημα του νοός και με την πτωχείαν του πνεύματος· την δε φιλαργυρίαν με την τελείαν ακτημοσύνη, με την πτωχείαν και των αναγκαίων στέρησιν και ούτω εκαθάρισαν τον εαυτόν των από όλα τα πάθη, διά μέσου της ησυχίας και της εν τη ησυχία πράξεώς τε και θεωρίας, επειδή κατά τονμέγαν Βασίλειον «η ησυχία εστίν αρχή καθάρσεως τη ψυχή» (επιστολ. α')· και ο αδελφός αυτού Νύσσης Γρηγόριος λέγει ότι «ησυχάζουσα ψυχή και των έξωθεν πραγμάτων απαλλαγείσα, ακριβέστερον των οικείων αγαθών, ή κακών επαισθάνεται». Και το μεν σώμα εκαθάρισαν από την εμπάθειαν, την δε ψυχήν από την ηδυπάθειαν, τον δε νουν από την προσπάθειαν, καθώς φιλοσοφεί ο θεηγόρος Μάξιμος.

Τοιουτοτρόπως, λοιπόν, με το μέσον της σωματικής, ψυχικής και νοεράς απαθείας ταύτης, ηξιώθησαν οι μακάριοι να γενώσιν έσοπτρα διαφανέστατα του Αγίου Πνεύματος και όργανα δεκτικά της εκείνου ενεργείας και του φωτισμού και της χάριτος, διακρίνοντες μεν τα δύσληπτα και απόρρητα, διορώντες δε τα πόρρω και μακράν γινόμενα, και προορώντες τα μήπω γενόμενα. Τί να πολυλογώ; Οι θείοι ούτοι Πατέρες και Όσιοι μένοντες εν τη ησυχία, έφθασαν εις το μέτρον της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού και εις την τελειότητα της προς Θεόν αγάπης, ήτις είναι η ακρότης όλων των αρετών· αγαπώντες τον Θεόν εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της διανοίας και εξ όλης της δυνάμεως αυτών, και μόνοι μόνω τω Θεώ τοσούτον ενούμενοι, εις τρόπον ώστε άλλο τι δεν ευρίσκετο μεταξύ αυτών των αγαπώντων και του υπ’ αυτών αγαπωμένου Θεού· και μόνοι μόνον τον Θεόν, τοσούτον γινώσκοντες, ως κατά χάριν Θεοί, τον κατά φύσιν Θεόν ώστε, καθώς εγίνωσκεν αυτούς ο Θεός, ούτω και αυτοί αντιστρόφως εγίνωσκον τον Θεόν ώσπερ υψηγορεί ο Θεολόγος Γρηγόριος· «τοιούτοις δε γενομένοις, ως οικείοις ήδη προσομιλεί, (τολμά τι νεανικόν ο λόγος) Θεός θεοίς ενούμενός τε και γνω­ριζόμενος· και τοσούτον ίσως, όσον ήδη γινώσκει τους γινωσκομένους». (Λόγος εις το Πάσχα και εις τα Γενέθλια).

Αφ’ ού δε τοιουτοτρόπως εφάνησαν τέλειοι φύλακες της πρώτης εντολής, ήτοι της προς Θεόν αγάπης, τότε ηθέλησαν να φυλάξωσιν, ή μάλλον ειπείν να αποδείξουν ότι φυλάττουσι και την δευτέραν εντολήν της προς τον πλησίον αγάπης. Και δη, αφήσαντες την ησυχίαν, εκινήθησαν, άλλος μεν από εν Θεϊκόν και ουράνιον σημείον όπερ είδεν, άλλος δε, από άλλο· και όλοι ομού εθερμάνθησαν από μίανθείαν έμπνευσιν και από ένα θεοφιλή σκοπόν της των αδελφών αγάπης εις το νακτίσωσι Λαύρας, Ιερά Μοναστήρια, μονύδρια, Σκήτας, και Κελλία· εις τε τα βόρεια και νότια μέρη του Όρους και εις διάφορα άλλα μέρη αυτού, προς κατοικίαν και ανάπαυσιν εκείνων, όσοι φεύγουσι τας του κόσμου μέριμνας, έρχονται δε εδώ διά να ζήσωσι μοναχικήν ζωήν ομοίως εκινήθησαν και εις το να οικοδομήσωσιν εν τοις Μοναστηρίοις Ναούς θαυμαστούς, Ναούς παμμεγέθεις και ωραιοτάτους επ’ ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού· επ’ ονόματι της Παναχράντου Αυτού Μητρός και των Αγίων Αυτού, διά να δοξολογήται ακαταπαύστως εν αυτοίς ο των όλων Θεός· και φαίνεταί μοι ότι, μελετώντες να κτίσωσιν αυτά, έλεγεν εις τον εαυτόν του ο καθείς από τους τρισμακάριστους τούτους Πατέ­ρας το δαβιτικόν έκεινο, «ου δώσω ύπνον τοις οφθαλμοίς μου και τοις βλεφάροις μου νυσταγμόν και ανάπαυσιν τοις κροτάφοις μου, έως ου εύρω τόπον τω Κυρίω, σκήνωμα τω Θεώ Ιακώβ».

Αφ’ ου δε ταύτα πάντα τα ευαγή και ιερά καταγώγια εκ θεμελίων ωκοδόμησαν ούτω, καθώς αυτά βλέπομεν έως της σήμερον, με μυρίους ιδρώτας και κόπους και πειρασμούς, με αδρότατα και βασιλικά έξοδα, με πολλάς οδοιπορίας και ποντοπορίας, με πολλούς κινδύ­νους και αυτής της ιδίας αυτών ζωής και με παράτασιν καιρών και χρόνων πολλών, ακολούθως εφρόντισαν οι φιλαδελφότατοι να προικίσωσιν αυτά με ιερά κειμήλια, με θησαυρούς τίμιων ξύλων και αγίων λειψάνων, με υποστατικά και μετόχια πλούσια και με άλλα κτήματα κινητά και ακίνητα, τόσον διά την ζωοτροφίαν και αυτάρκειαν των ενασκούμενων αδελφών, όσον και διά την υποδοχήν των πτωχών και ξένων και ασθενών, όσοι έρχονται εις αυτά.

Παρέδωσαν δε εις αυτά και νόμους και κανόνας και διατάξεις, πώς πρέπει να ζώσι και να πολιτεύωνται οι εν αυτοίς οικούντες μοναχοί, τόσον εν ταις εξωτερικαίς υπηρεσίαις και διακονίαις των Μοναστηρίων, όσον και εν ταις ιεραίς ακολουθίαις της Εκκλησίας, όπως αυταί αι διατάξεις σώζονται γεγραμμέναι εις τε τα τυπικά των αυτών Μοναστηρίων και εις τας διαθήκας των αυτών αγίων Πατέρων. Με τοιούτον τρόπον συνέστησαν και συνεκρότησαν τα Μονα­στήρια αυτά και τας Σκήτας και τα Κελλία, διά να είναι σχολεία πάσης αρετής, διά να μένωσι των εντολών του Θεού φυλακτήρια, πό­νων ασκητικών φροντιστήρια, αγγελικής πολιτείας εργαστήρια, των εν Παλαιστίνη και εν Αιγύπτω και Σινά και Θηβαΐδι παλαιών και αγίων Κοινοβίων μιμητήρια, των ξένων καταγώγια, των πτωχών καταφύγια, και όλων των χειμαζομένων από την ζάλην και τρικυμίαν του κόσμου λιμένες σωτηριώδεις και ακύμαντοι. Ούτω διά μέσου των ιερών τούτων Μοναστηρίων και θείων σεμνείων, ως διά δικτύων τινών ή διά δραστικωτάτου μαγνητισμού, ανέσυραν και εσαγήνευσαν οι όσιοι ούτοι από την θάλασσαν και ματαιότητα του κοσμικού βίου, όχι μόνον εκατοντάδας και χιλιάδας ανθρώπων, αλλά και μυ­ριάδας ολοκλήρους πατριαρχών, αρχιερέων, ιερέων, βασιλέων, συγκλητικών, ηγουμένων, αρχόντων, και παντός άλλου βαθμού και τάξεως ανθρώπων και ακόμη ολονέν τους ελκύουσιν εις το τάγμα και εις την αγγελικήν πολιτείαν των μοναχών. Τούτους άπαντας προσέφεραν και προσφέρουσι και θέλουσι προσφέρει σεσωσμένους εις τον Δεσπότην Χριστόν, ως τόσας θυσίας ευαρέστους, ζώσας και λογικάς και ως τόσα οψώνια καθαρά και γλυκύτατα, ώστε ο πρώην έρημος ούτος Άθως έγινεν ως πολυάριθμος πόλις από το πλήθος των εις αυτόν ευρισκομένων μοναχών και το Πηλούσιον όρος και το Γαλήσιον και ο Λάτρος και αυτό το Σίναιον όρος μικρά και ποταπά εφαίνοντο κατά την ποσότητα των μοναχών, συγκρινόμενα προς το Άγιον τούτο Όρος. Και διά να είπω με συντομίαν, ούτω διά μέσου των ιερών τούτων Μοναστηρίων και θείων καταγωγίων εφάνησαν οι θεοφόροι ούτοι πατέρες ότι είναι ακριβείς και τέλειοι φύλακες και της δευτέρας εντολής· και ηγάπησαν τον πλησίον, όχι μόνον ως εαυτούς, καθώς επρόσταζεν ο παλαιός νόμος, αλλά και υπέρ τον εαυτόν των, καθώς προστάζει η νέα διαθήκη του Ευαγγελίου· διά τούτο και καινήν και νέαν εντολήν ωνόμασεν ο Κύριος την εντολήν της προς αλλήλους αγάπης λέγων «Εντολήν καινήν δίδωμι υμίν, ίνα αγαπάτε αλλήλους·» και δεν στέκει έως εδώ, αλλά προσθέτει «καθώς ηγάπησα υμάς (δηλαδή υπέρ τον εαυτόν μου) ίνα και υμείς αγαπάτε αλλήλους».

Ας συμφωνώσιν όλοι εκείνοι οι μετά τον κατακλυσμόν άνθρωποι, όσον γιγαντιαίοι εις το σώμα, τόσον πυγμαίοι εις τον νουν, και ας ζητώσι να οικοδομήσωσι πύργον έως του ουρανού, διά να αφήσωσι το όνομά των αθάνατον. «Δεύτε και οικοδομήσωμεν πύργον, ου η κεφαλή έσται έως του ουρανού και ποιήσωμεν εαυτοίς όνομα». Ας κτίζη ο Φίλιππος την Φιλιππούπολιν, ο Αλέξανδρος την Αλεξάνδρειαν, ο Αδριανός την Αδριανούπολιν. Ας κατασκευάζωσιν όλοι οι άλλοι βασιλείς και σατράπαι και ηγεμόνες του κόσμου τους πυρα­μιδοειδείς οβελίσκους, τα κυκλικά τόξα και τους τεχνικούς ανδριάντας των και ας επιφημίζωσι τα ονόματά των επάνω εις τα ίδια των οικοδομήματα, καθώς λέγει ο Θείος Δαυίδ· «Επεκαλέσαντο τα ονό­ματα αυτών επί των γαιών αυτών». Αυτοί όλοι με τα πολυέξοδά των έργα αυτά, δεν ηδυνήθησαν να μείνωσιν αθάνατοι· και αν φημίζονται τα ονόματά των, φημίζονται μόνον εις την γην και εις μόνην την παρούσαν ζωήν, αλλ’ όχι και εις τον Ουρανόν και εις την μέλλουσαν ζωήν «ουκ εγγράφεται γαρ, λέγει ο μέγας Βασίλειος, ασεβών εν βίβλω ζωής, αλλά τη γη εναπομένει τα ονόματα.» (Ερμην. εις τον μη' Ψαλμ.) Τα δε ονόματα των θείων τούτων Πατέρων, με το μέσον των ιερών τούτων είκοσι Μοναστηρίων, εφημίσθησαν και φημίζονται και παντοτινά θέλουν φημίζεσθαι, όχι μόνον εις όλην την υδρόγειον σφαίραν του κόσμου, όχι μόνον έως του Ουρανού, καθώς εφαντάσθησαν οι πρώτοι εκείνοι γίγαντες, αλλά και υπεράνω του Ουρανού· και όχι μόνον εις το διάστημα της παρούσης ζωής, αλλά και της μελλούσης· διότι τα ονόματα τούτων εγράφησαν εις το βιβλίον της ζωής, ταυτόν ειπείν, της αθανασίας, και δεν θέλουσιν εξαλειφθή ποτέ, αλλά θέλουσι διαμένει αθάνατα εις όλον το απέραντον διάστημα του μέλλοντος αιώνος, «χαίρετε γαρ, φησίν, ότι τα ονόματα υμών εγράφη εν τοις Ουρανοίς».

Πρέπει το έργον των ενταύθα είκοσιν ιερών μοναστηρίων να ονομάζηται καιμεγαλοπρεπές· διότι, αν κατά τους ηθικούς φιλοσόφους, η εντελής ιδέα ενός μεγαλοπρεπούς έργου χαρακτηρίζεται ή από την μεγαλειότητα του εργαζομένουή από την μεγαλειότητα του έργου ή από την μεγαλειότητα του τέλους και του σκοπού, διά τον οποίον γίνεται, τις δεν βλέπει ότι και τα ιερά ταύτα μοναστήρια είναι πεπλουτισμένα και από τους τρεις όρους τούτους, εκ μέρους του εργαζομένου; Διότι οι θείοι ούτοι Πατέρες οι οποίοι τα έκτισαν, παρεκτός ότι πολλοί εξ αυτών ήσαν μεγαλοπρεπείς άνθρωποι και βασιλείς και βασιλέων υιοί και συγκλητικοί και βασιλέων υπογραφείς, ως ο Συμεών και ο Σάββας, οι κτίτορες της Χιλιανδαρίου και Βατοπαιδίου Μονής, Παύλος ο κτίτωρ της Μονής του Ξηροποτάμου και του αγίου Γεωργίου, Ιωάννης και Ευθύμιος οι της των Ιβήρων και Νεόφυτος ο της του Δοχειαρίου, προς τούτοις αυτοί ούτοι παρεκίνησαν και τους βασιλείς να εξοδεύσωσι μεγαλοπρεπώς εις την τούτων οικοδομήν, τους Κωνσταντίνους, λέγω, τους Νικηφόρους, τους Ρωμανούς, τους Αλεξίους, τους Καντακουζηνούς, τους Παλαιολόγους, τας Πουλχερίας και τους λοιπούς.

Αυτά είναι μεγαλοπρεπή από μέρους του έργου, διότι και τα μοναστήρια ταύτα διά την μεγαλειότητά των εν αυτοίς ναών και οικειών, των τε έσω και έξω, και διά τον μέγαν αριθμόν των εν αυτοίς κατοικούντων μοναχών, είναι τη αληθεία όντως μεγαλο­πρεπή και βασιλικά. Δεν βλέπετε και με τους ίδιους οφθαλμούς σας πως τα είκοσι ταύτα ιερά και μεγαλοπρεπή μοναστήρια, κατά σειράν ευρισκόμενα, τόσον εις το βόρειον όσον και εις το νότιον μέ­ρος του Όρους, στέκουσιν ως τόσα μεγάλα φρούρια και νυκτοφυλακτούσι πέριξ όλον τούτον τον τόπον, ως τόσα προπύργια οχυρώμα­τα, και φυλακτικαί ακροπόλεις προλαμβάνουσι πάντα πειρασμόν και ενόχλησιν, από θαλάσσης και ξηράς; Δεν βλέπετε πως οι εν τω μέσω του Όρους ευρισκόμενοι μοναχοί, πάντες υπό την σκεπήν των κύκλω μοναστηρίων φυλαττόμενοι, ζώσι και κοιμώνται ατάραχοι και ειρηνικοί;

Από δε του τέλους και του σκοπού, διά τον οποίον εκτίσθησαν, είναι τόσον μεγαλοπρεπή τα ιερά ταύτα μοναστήρια, εις τρόπον ώστε, όλα τα επτά λεγόμενα θαύματα του κόσμου, ο ναός της Αρτέμιδος εις την Έφεσον, η Πυραμίς του Χέοπος εις την Αίγυπτον, ο τάφος του Μαυσώλου εις την Καρίαν, οι Κρεμαστοί Κήποι της Βαβυλώνος, ο Κολοσσός της Ρόδου, ο πύργος του Φάρου εις την Αλε­ξάνδρειαν, το ελεφάντινον άγαλμα του Ολυμπίου Διός εν Ολυμπία και επί πάσι, το όγδοον θαύμα του κόσμου, το οποίον υπερέβη όλα τα επτά, το αμφιθέατρον του Ουσπεσιανού, όλα ταύτα, λέγω, τα με­γαλοπρεπή θαύματα, αν και ενομίσθησαν εις τας φαντασίας των ανοήτων ανθρώπων ότι υπερβαίνουσι τα όρη και σκεπάζουσι τους ορίζοντας, συγκρινόμενα όμως προς το μεγαλοπρεπές και θεϊκόν τέ­λος τούτων των ιερών μοναστηρίων, φαίνονται εις τους φρονίμους ή ως φωλεαί έρημοι πτηνών ή ως κρημνώδη χαλάσματα και ερείπια, εις τα οποία έχουσι το βασίλειόν των οι νυκτοκόρακες, οι ποντικοί και αράχναι και άλλα κνώδαλα και ζωύφια· επειδή το τέλος μεν εκείνων εστάθη η ματαία φιλοδοξία, η οποία ανθεί και απανθεί πα­ρόμοια με τα άνθη του έαρος, το τέλος δε τούτων των ευαγών μονα­στηρίων εστάθη η παντοτεινή δόξα του Θεού και η παντοτεινή ωφέλεια και σωτηρία ψυχών αΰλων, ψυχών αθανάτων· και μιας μόνης εξ αυτών, όχι τα επτά θαύματα του κόσμου, όχι τα οκτώ, αλλά όλος ο αισθητός ούτος και ορώμενος κόσμος δεν είναι αντάξιος· «ουκ έστι σταθμός πας άξιος ψυχής εγκρατούς».

Τί λέγω; το εξαίρετον τέλος των μοναστηρίων τούτων και το κατ’ εξοχήν αποτέλεσμα και ο ευωδέστατος καρπός, εστάθησαν όλοι οι σήμερον εορταζόμενοι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες όλου κοινώς του αγίου Όρους, οι ονομαστοί και ανώνυμοι, οι εν τοις Κοινοβίοις και οι εν ησυχία, τοις Κελλίοις και ταις σκήταις ευαρεστήσαντες τω Κυρίω και αγιάσαντες. Λέγω δε καρπόν των ιερών μοναστηρίων τους μοναστάς και ησυχαστάς, καθότι υπό την σκέπην και φροντίδα των μοναστηρίων ήσαν και οι έξω ησυχάζοντες τω τότε καιρώ...

Τοιουτοτρόπως μεν οι θεοφόροι Πατέρες και άγιοι ηγάπησαν και εδόξασαν τον Θεόν επί γης με την ισάγγελον αυτών πολιτείαν και τα θεάρεστα αυτών κατορθώματα και αμοιβαίως ηγαπήθησαν και εδοξάσθησαν παρά Θεού και εν τη γη και εν τω ουρανώ, και ζώντες και μετά θάνατον, με τας αναβλύσεις των μύρων, με τας ευωδίας των λειψάνων, με τα υπερφυσικά θαύματα, τα οποία ενήργησε δι’ αυτών και ενεργεί πάντοτε ο των αγίων Θεός, και με την απόλαυσιν όλων εκείνων των ουρανίων και αιωνίων αγαθών «α οφθαλμός ουκ είδε, και ους ουκ ήκουσε, και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν». Και τώρα συγχορεύουσιν εν Ουρανοίς με τας τάξεις των Αγγέλων, με τους χορούς των Πατριαρχών, των Προφητών, των Αποστόλων· οι Ιεράρχαι με τους Ιεράρχας· οι Όσιοι με τους Οσίους· οι Ομολογηταί με τους Ομολογητάς· οι Οσιομάρτυρες και οι Ιερομάρτυρες με τους Οσιομάρτυρας και τους Ιερομάρτυρας· Θεόν ορώντες πρόσωπον προς πρόσωπον και ορώμενοι και φωτιζόμενοι παρά του Θεού, ον εκ ψυχής ηγάπησαν, με την τρανοτέραν γνώσιν και τελειοτέραν έλλαμψιν της αυτού θεότητος, την οποίαν Βασιλείαν Ουρανών ονομάζει ο θεολό­γος Γρηγόριος. Ημείς δε οι των τοιούτων αγίων πατέρων ευτελείς υιοί και διάδοχοι, με ποίον τρόπον δυνάμεθα να ευαρεστήσωμεν τω Θεώ και να επιτύχωμεν της ποθουμένης σωτηρίας, διά την οποίαν αφήσαμεν τον κόσμον και ήλθομεν εδώ εις το Όρος τούτο; Εγώ να σας ειπώ· αν πιστώς ακολουθώμεν το παράδειγμα της εναρέτου ζωής και πολιτείας των οσίων τούτων και αν επιμελώμεθα να φυλάττωμεν απαρασαλεύτως τους νόμους και κανόνας και τύπους της μο­ναχικής πολιτείας, όσους παρέδωκαν εγγράφως εις ημάς οι τρισμακάριοι ούτοι όσιοι...

Εάν ταύτα πάντα φυλάττωμεν, αδελφοί, θέλομεν έχει προς τον Θεόν παντοτεινούς πρεσβευτάς τους σήμερον εορταζομένους αγίους Πατέρας και βοηθούς και υπερμάχους μεν εν τη παρούση ζωή και εν τη μελλούση· και αληθώς έχομεν να καυχώμεθα ότι είμεθα ημείς μεν τέκνα αυτών, αυτοί δε Πατέρες ημών, διά την ομοίωσιν ην έχουσι τα έργα ημών προς τα έργα των, καθώς είπεν ο Κύριος προς τους Ιουδαίους «Ει τέκνα του Αβραάμ ήτε, τα έργα του Αβραάμ εποιείτε αν». Εάν ταύτα πάντα φυλάττωμεν και εν μετανοία την ζωήν ημών τελειώσωμεν εις τούτον τον ιερόν τόπον, θέλομεν αποκτήσει προς τούτοις απροσμάχητον προστάτιν και βοηθόν, αυτήν την Κυ­ρίαν και Έφορον του Αγίου Όρους, την Δέσποιναν ημών Θεοτό­κον, ήτις θέλει μας συστήσει εις τον Υιόν της και θέλει ζητήσει παρ’ Αυτού την άφεσιν των αμαρτιών ημών, καθώς υπεσχέθη μόνη της η αψευδής Μήτηρ του Θεού, ως προείπομεν.

Αλλ’ ώ μακαριώτατοι Θείοι Πατέρες· οι Όσιοι και Ιεράρχαι· οι Ομολογηταί και Οσιομάρτυρες και Ιερομάρτυρες· οι Μυροβλύται και θαυματουργοί· οι επίγειοι Άγγελοι και ουράνιοι άνθρωποι, οι του Αγίου Όρους πολιούχοι και οικισταί, και μετά την Θεοτόκον προστάται ημών και ευεργέται και έφοροι· οι εν σαρκί τους ασάρκους νικήσαντες δαίμονας· πάντων των Αγιορειτών όντες στέφανος και δόξα και καύχημα· η βασιλική και τροπαιοφόρος παράταξις της Βασιλίσσης των Ουρανών Θεοτόκου· τα μυρίπνοα άνθη και τα αγλαόκαρπα δένδρα του νοητού τούτου Παραδείσου της Αειπαρθένου· οι αέναοι ποταμοί των θείων και πνευματικών χαρισμάτων, δέξασθε το παρόν εφύμνιον το οποίον σας προσφέρει όλη ομού η κοινότης του Αγίου Όρους, το υμέτερον ποίμνιον, ως εδέξατο ο Κύ­ριος τα δύο λεπτά της χήρας. Και την κοινήν ταύτην και καινήν εορτήν υμών και πανήγυριν, ην όλοι κοινώς επιτελούμεν, εναγκαλίσασθε, θειότατοι, ως οσμήν ευωδίας, και ως θυσίαν ευπρόσδεκτον. Τί γαρ άλλο να πράξωμεν, ίνα δείξωμεν, το δυσέκτιτον χρέος, όπερ έχομεν προς υμάς τους ευεργέτας ημών διά τας πολλάς και μεγάλας ευεργεσίας και χάριτας, ων απηλαύσαμεν και απολαύομεν και θέλο­μεν απολαύει διά βίου παρ’ υμών; Ναι, το ομολογούμεν ότι ημείς διά τας αμαρτίας ημών δεν είμεθα άξιοι να κατοικώμεν τον άγιον τούτον τόπον και να ονομαζώμεθα υιοί σας, αλλά σεις, διά την χρηστότητά σας, μην αρνηθήτε να είσθε πατέρες ημών. Διά τούτο μετά θάρρους παρακαλούμεν υμάς άπαντας, ημείς άπαντες, να μας ενδυναμώνητε, ώστε να μιμώμεθα, όσον το δυνατόν, και ημείς την ιδικήν σας ζωήν και τα έργα σας. Και εις μεν την παρούσαν ζωήν, δεόμεθα υμών, ίνα σκέπητε και διαφυλάττητε τα ιερά ταύτα Μοναστήρια και Σκήτας και Κελλία και πάντας ημάς τους εν αυτοίς κατοικούντας από πάσης ανάγκης και επηρείας των ορατών και αοράτων εχθρών, εις δε την μέλλουσαν να μας αξιώσητε διά των πρεσβειών σας να απολαύσωμεν της ουρανίου μακαριότητος και ημείς μεθ’ υμών, ει και μέγα εστί το αιτούμενον ημείς οι υιοί, μετά των πατέρων υμών· ημείς τα ποίμνια μετά των ποιμένων υμών· ημείς οι μαθηταί μετά των διδασκάλων υμών· ίνα έχητε λέγειν και υμείς προς Θεόν το αποστολικόν εκείνο «Ιδού ημείς και τα παιδία, α ημίν έδωκας, Κύριε». Ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.


(18ος - 19ος αιών - Από την «Ακολουθία των Οσίων Αγιορειτών Πατέρων». Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον")

ΚΥΡΙΑΚΗ Β' ΜΑΤΘΑΙΟΥ:ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ - Ἀπόστολος (Πῶς θά μάς κρίνει ὁ Θεός)


Ἀπόστολος Κυριακής: (ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Β´ 10 – 16)

10 δόξα δὲ καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη παντὶ τῷ ἐργαζομένῳ τὸ ἀγαθόν, Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι· 11 οὐ γάρ ἐστι προσωποληψία παρὰ τῷ Θεῷ. 12 ὅσοι γὰρ ἀνόμως ἥμαρτον, ἀνόμως καὶ ἀπολοῦνται· καὶ ὅσοι ἐν νόμῳ ἥμαρτον, διὰ νόμου κριθήσονται. 13 οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ’ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται. 14 ὅταν γὰρ ἔθνη τὰ μὴ νόμον ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῇ, οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσι νόμος, 15 οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ νόμου γραπτὸν ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν, συμμαρτυρούσης αὐτῶν τῆς συνειδήσεως καὶ μεταξὺ ἀλλήλων τῶν λογισμῶν κατηγορούντων ἢ καὶ ἀπολογουμένων, 16 ἐν ἡμέρᾳ ὅτε κρινεῖ ὁ Θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

ΠΩΣ ΘΑ ΜΑΣ ΚΡΙΝΕΙ Ο ΘΕΟΣ

1. Ἡ τιμὴ καὶ ἡ εὐθύνη

Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀναφερόμενος στὴ δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ, λέει ὅτι διαφορετικὰ θὰ κρίνει ὁ Θεὸς τοὺς Ἰουδαίους ποὺ γνώριζαν τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο καὶ διαφορετικὰ τοὺς εἰδωλολάτρες ποὺ τὸν ἀγνοοῦσαν: «Ὅσοι γὰρ ἀνόμως ἥ­μαρ­τον, ἀνόμως καὶ ἀπο­λοῦνται· καὶ ὅσοι ἐν νόμῳ ἥμα­ρτον, διὰ νόμου κριθήσονται»· δηλαδή, ὅσοι ἁμάρτησαν χωρὶς νὰ ἔχουν λάβει γραπτὸ νόμο, αὐτοὶ θὰ καταδικασθοῦν σὲ ἀπώλεια χωρὶς νὰ ἔχουν κατήγορο τὸ νόμο αὐτό. Ὅσοι ὅμως ἁμάρ­τη­σαν, ἐνῶ εἶχαν λάβει γραπτὸ νόμο, αὐτοὶ θὰ κριθοῦν μὲ βάση τὸ νόμο αὐτό.

Οἱ Ἰσραηλίτες ἦταν ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ. Τοὺς διάλεξε μέσα ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη καὶ τοὺς ἐμπιστεύ­θηκε τὸ Νόμο Του. Δυστυχῶς ὅμως δὲν ἀνταποκρίθηκαν στὴν τιμὴ ποὺ τοὺς ἔκανε ὁ Θεός. Ἀλ­λοίωσαν τὸ πνεῦμα τοῦ Νόμου, φόνευσαν τοὺς Προ­φῆτες καὶ σταύρωσαν τὸν Μεσσία Χριστό, ὁ ὁ­­­ποῖος εἶχε ἀποκαλύψει τόσες ἀλήθειες καὶ εἶχε κάνει ἄπειρα εὐεργετικὰ θαύματα. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος ­ἐπισημαίνει ὅτι θὰ κριθοῦν πιὸ αὐστηρὰ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες· θὰ ἐξετασθοῦν μὲ περισσότερη ἀκρίβεια.
Κι ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ποὺ δεχθήκαμε τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία βιώνουμε διαρκῶς θαύματα, ἂς γνωρίζουμε ὅτι οἱ δωρεὲς αὐτὲς τοῦ Θεοῦ μᾶς χρεώνουν μὲ μεγαλύτερη εὐθύνη. Διότι, ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, «ὁ γνοὺς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου ἑαυτοῦ καὶ μὴ ἑτοιμάσας μηδὲ ποιήσας πρὸς τὸ θέλημα αὐτοῦ, δαρήσεται πολλάς» (Λουκ. ιβ΄ 47). Δηλαδή, ἐκεῖνος ὁ δοῦλος ποὺ γνώρισε τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του καὶ δὲν ἑτοίμασε οὔτε ἔκανε αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ κύριός του, θὰ δεχθεῖ πολλὲς μαστιγώσεις καὶ θὰ τι­μω­ρηθεῖ αὐστηρά, διότι συνειδητὰ παρέβη τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του.

2. Ὁ νόμος τῆς συνειδήσεως

Μὲ ποιὸν νόμο ὅμως θὰ κριθοῦν οἱ ἄν­θρωποι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἔχουν γνωρίσει τὸ Νόμο καὶ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Θεοῦ; Μὲ τὸ νόμο τῆς συνειδήσεως, μᾶς ἀ­­­παντᾶ ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος. Διότι ἀκόμα καὶ οἱ εἰδωλολάτρες ἔχουν τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ «γραπτὸν ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν, συμ­μαρ­τυρούσης αὐτῶν τῆς συνειδήσεως»· ἔχουν τὸν θεῖο Νόμο ἀποτυπωμένο στὴν καρδιά τους κι αὐτὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ ὅτι ἡ συνείδησή τους τοὺς δίνει μαρτυρία γιὰ κάθε πρά­­ξη τους, ἂν εἶναι καλὴ ἢ κακή.
Πράγματι, ἡ συνείδηση εἶναι κοινὸ χαρακτηριστικὸ ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ μὴν ἄκουσε ποτὲ στὸ βάθος τῆς ψυχῆς του μιὰ φωνὴ νὰ τὸν ἐπιδοκιμάζει ἢ νὰ τὸν ἀποδοκιμάζει γιὰ τὶς ἐπιλογές του. Ἡ συνείδηση εἶναι ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ μέσα μας, ὁ ἔμφυτος διδάσκαλος τῆς ἀρετῆς. Εἶναι ἡ ἄγκυρα, ποὺ ὁ κυβερνήτης Θεὸς ἔβαλε στὸ πλοῖο τῆς ζωῆς μας γιὰ νὰ μᾶς συγκρατεῖ, ὥστε, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, νὰ μὴν καταποντισθοῦμε στὸ βυθὸ τῆς ἁμαρτίας (P.G. 48, 1013). 
Ὡστόσο δὲν μποροῦμε νὰ ἐπανα-παυ­όμαστε στὴ συνείδηση ποὺ ἔχουμε προσωπικὰ διαμορφώσει. Ὀφείλουμε νὰ καλλιεργοῦμε τὴ συνείδησή μας καὶ νὰ τὴ φωτίζουμε μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Διότι ὅσο περισσότερο φῶς τῆς δίνουμε, τόσο καλύτερα θὰ μᾶς πληροφορεῖ. Ἂν σ’ ἕνα σκοτεινὸ δωμάτιο ἀνάψεις ἕνα σπίρτο, μόλις ποὺ μπορεῖς νὰ διακρίνεις κάποια μεγάλα ἀντικείμενα. Ἂν ὅμως ἀνάψεις τὴ λάμπα, βλέπεις πολὺ καλύτερα· κι ἂν ἀνοίξεις τὰ παράθυρα στὸν ἥλιο, βλέπεις καὶ τοὺς κόκκους τῆς σκόνης. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει μὲ τὴ συν­είδηση: Ὅσο ­περισσότερο ­φωτίζεται ἀπὸ τὸ ἀληθινὸ Φῶς, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τόσο καλύτερα θὰ λειτουργεῖ.

3. Ἡ ἡμέρα τῆς Κρίσεως

Εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ ­φέρνουμε συχνὰ στὸ νοῦ μας τὴ μεγάλη ἀλήθεια ὅτι θὰ ἔρθει κάποτε ἡ ὥρα τῆς Κρίσεως γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ μᾶς. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς τὸ ὑπενθυμίζει στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα. Λέει ὅτι θὰ ἔρθει ἡμέρα, «ὅτε κρινεῖ ὁ Θε­ὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀν­θρώπων κατὰ τὸ εὐαγγέλι­όν μου διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ»· δηλαδή, τὴν ἡμέρα ἐκείνη θὰ κρίνει ὁ Θεὸς τὶς ἀπόκρυφες πράξεις τῶν ἀνθρώπων σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ κηρύσσω. Καὶ θὰ τὶς κρίνει διαμέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς ὑπέρτατου Κριτῆ.
Στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁμολογοῦ­με τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ «καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς». Πράγματι, θὰ ἔλθει ὁ Χριστὸς καὶ θὰ καθίσει «ἐπὶ θρόνου δόξης» γιὰ νὰ κρίνει, νὰ δικάσει τὸν κόσμο. Καὶ θὰ ἔρθει ξαφνικά, σὰν τὴν ἀστραπὴ ποὺ βγαίνει στὴν ἀνατολὴ καὶ φαίνεται στὴ δύση (Ματθ. κδ΄ 27). Κανεὶς ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίζει τὸν ἀκριβὴ ­χρόνο τῆς ἐλεύσεώς Του. Ὅλοι μας ὅμως ἔχουμε χρέος νὰ ζοῦμε «ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ» καὶ νὰ ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ἔχουμε «καλὴν ἀπολογίαν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ».

Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Πηγή: aktines.blogspot.gr




Δείτε σχετικά:
2. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΟΣΙΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ - Oι όσιοι Αγιορείτες Πατέρες και οι σύγχρονοι Αγιορείτες

ΚΥΡΙΑΚΗ Β' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ - Εὐαγγέλιον (Λόγος Ἁγίου Βασιλείου Ἐπισκόπου Σαλευκείας)

 

Εὐαγγέλιο Κυριακής: (Ματθ. δ΄18-23)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, 18 περιπατῶν ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ  Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφόν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς. 19 καὶ λέγει αὐτοῖς· δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. 20 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ. 21 Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς,  Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ  Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῷ καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν, καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς. 22 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ.
23 Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ  Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

Ἁγίου Βασιλείου Ἐπισκόπου Σαλευκείας

Λόγος εἰς τό «δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»

Όσοι είναι σοφοί ιατροί, τότε αποδεικνύουν πιο θαυμαστή την τέχνη τους, όχι όταν καταπολεμήσουν το πάθος δια πυρός και σιδήρου, συμφώνως με τον νόμο του πολέμου, αλλά όταν, κολακεύοντας το πάθος με κάποια γλυκά φάρμακα, επινοήσουν την ίαση του πάσχοντος, και, αποφεύγοντας τις τεχνικές που του προκαλούν φόβο, κοιμίσουν τους πόνους με κάποια ήπια και εύληπτα παρασκευάσματα, και τον ελευθερώσουν από το πάθος. Έτσι ο πάνσοφος ιατρός και βασιλεύς, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, βλέποντας την Οικουμένη να νοσεί από το πάθος της ασεβείας και να φλεγμαίνει από τις κοσμικές απάτες που την οδήγησαν στην ειδωλομανία, δεν ρίπτει πύρινη βροχή, ούτε ωθεί τη θάλασσα να εκστρατεύσει κατά της ξηράς, ούτε εξοπλίζει κατά της ασεβείας τη βία των στοιχείων της φύσεως, αλλά πείθει με θαύματα, προσελκύει με ευεργεσίες, και με ουράνιους λόγους μεταπλάθει τα φλεγμονώδη πάθη της ψυχής. Ήδη δε επιλέγει και μερικούς ευτελείς μαθητάς και εμπιστεύεται στα χέρια και στις γλώσσες τους την ιατρεία της Οικουμένης.

«Περιπατών» λέγει «παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας είδε δύο αδελφούς, Σίμωνα τον λεγόμενον Πέτρον και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού, βάλλοντας αμφίβληστρον (δίκτυ) εις την θάλασσαν. Ήσαν γαρ αλιείς. Και λέγει αυτοίς. Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων. Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ». Ω της αληθώς μεγάλης βουλής και της αθανάτου σοφίας! Θέλοντας να διδάξει τους ανθρώπους πράγματα παράδοξα και δόγμα νέον και πολιτείαν ουράνιον, και αναζητώντας εκείνους που θα υπηρετήσουν ένα τέτοιο δόγμα, παρέβλεψε πόλεις, διέγραψε δήμους, δεν εζήτησε τη βοήθεια κάποιας βασιλείας, περιφρόνησε τη δύναμη του πλούτου, εμίσησε την ισχύ των ρητόρων, δεν εστήριξε την ελπίδα του σε γλώσσες φιλοσόφων. Παρέτρεξε έθνη και δεν υπελόγισε ούτε σε στρατιωτική προπαρασκευή ούτε σε ικανότητα χειρών ούτε σε ταχύτητα ποδών. Και γιατί απαριθμώ τα ανθρώπινα πλεονεκτήματα; Αφήνοντας τις τάξεις των αγγέλων να παραμένουν στην ησυχία, περιήρχετο λιμένες και ποταμούς, ακρογιαλιές και εργαστήρια, θέλοντας να δανεισθεί από αυτά τους υπηρέτες των δογμάτων. Και παρουσιαζόμενος ενώπιόν τους παρακαλούσε λέγοντας: «Δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Εσάς, λέγει, ήλθα να θηρεύσω. Αλιείς επιζητώ και όχι βασιλείς. Ναύτες προτρέπω, όχι δυνάστες. Παύσετε να αγωνίζεσθε κατά της αψύχου θαλάσσης. Μεταφέρετε για χάρη μου την αλιευτική τέχνη στην ξηρά. Εδώ υπάρχει πέλαγος ασεβείας. Σ’ αυτό απλώστε προς χάριν μου τα δίκτυα σας και θηρεύσετε την ευσέβεια. «Δεύτε οπίσω μου» μαθηταί ιδικοί μου και καθηγηταί της Οικουμένης. Χρησιμοποιήστε την τέχνη σας για αλιεία ουράνια. Θάλασσα ειδωλολατρίας απλώνεται παντού, από νέφος πολυθεΐας καλύπτεται η κτίσις. Βυθός ασεβείας έχει κατακλύσει τα πάντα. Πνίγονται άνθρωποι κάτω από τα δαιμονικά κύματα. Πλήρης ο κόσμος από τη δυσωδία των αιμάτων, μολύνεται από τις ζωές που θυσιάζονται. Σε αλιείς θα αναθέσω τη θεραπεία τους, την ιδική σας τέχνη επιζητεί το πάθος τούτο. Ας χρησιμοποιήσουμε σωτήριο φάρμακο για την κτίση που κινδυνεύει.

«Δεύτε οπίσω μου. Οι δε, αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ». Συντρέχει από τον πόθο του Δεσπότου ο χορός των μαθητών. Δεν εθεώρησε ως φαντασία την κλήση, ούτε το μέγεθος της υποσχέσεως τους στέρησε τις ελπίδες, ούτε τους ανάγκασε να εκστομίσουν παρόμοια λόγια προς τον Δεσπότη: Γιατί μας χλευάζεις άνθρωπε, βλέποντάς μας να παλεύουμε με τα κύματα; Γιατί εμπαίζεις τον κόπο μας με λόγια άξια γέλωτος; Μας βλέπεις να ταλαιπωρούμεθα με τη θάλασσα, και ενώ η τέχνη κηρύττει την ευτέλεια, εσύ λέγεις «Δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων»; Ποίον πλούτον επικαλούμενοι, ειπέ μας, θα ελκύσουμε τους ακροατάς; Μήπως θα τους δείξουμε τα σχισμένα δίκτυα και θα συλλάβουμε σαν θηράματα τους λαούς; Ποίαν ρητορικήν ικανότητα χρησιμοποιώντας θα σαγηνεύσουμε με την καλλιέπεια του λόγου τις ακοές; Ή μήπως με ναυτικές εκφράσεις θα αιχμαλωτίσουμε τις ψυχές των βασιλέων; Ιχθείς εμάθαμε να αλιεύουμε, όχι ανθρώπους.

Τίποτε από αυτά δεν είπαν, ούτε εσκέφθησαν, αλλά πραγματικά, αφού τους διαπέρασε ο λόγος σαν άγκιστρο, ακολούθησαν τον Δεσπότη που τους ωμιλούσε και εδιδάσκοντο μυστικώς τον τρόπο της αλιείας. Να αγρεύουν μάθαιναν, και εκείνα που επρόκειτο να πράξουν, τα υπέμειναν πρώτα εμπράκτως. Έλεγε: «Δεύτε», και καλούμενοι ακολουθούσαν. Ω! η έμπρακτος απόδειξις των λόγων! «Δεύτε», εγώ παρασκευάζω το δόλωμα με τα δικά σας λόγια. Εγώ θα επιστρέψω πόλεις και λαούς με τις φωνές τις δικές σας, σεις είσθε η απαρχή της αλιείας μου. Σας καλλιεργώ χρησιμοποιώντας προς τούτο εσάς τους ίδιους. Μου ήταν δυνατόν να χρησιμοποιήσω βασιλείς ως υπηρέτες. Μου ήταν δυνατόν να προσελκύσω γλώσσες ρητόρων για να υπηρετήσουν το δόγμα μου. Ημπορούσα να εμπιστευθώ στα αγγελικά τάγματα το κήρυγμα. Αλλά τότε η σπουδαιότης των υπηρετών θα αποσπούσε από εμένα τη δοξολογία. Διότι η δύναμις του υπηρετούντος υποκλέπτει τη δόξα του ενεργούντος. Δεν δέχομαι να υπηρετηθώ από τον πλούτο, μήπως συνεργαζόμενος νοθεύσει το θαύμα. Εσάς ευρίσκω έμπιστους φύλακες των θαυμάτων μου. Διότι από όποιους δεν διαθέτουν κανένα ανθρώπινο πλεονέκτημα, από εκείνους διαφυλάττεται ακεραία η δύναμις της Θεότητος. Έτσι θαυμάζεται και ο στρατιώτης, όταν επιτύχει κάποιο ανδραγάθημα με όπλα ευτελή. Η αρετή θέλει να διαμοιράζεται τη δόξα του κατορθώματος με εκείνον που το κατόρθωσε.

Ας αναχαιτισθούν τα λόγια της απιστίας, ας φραγεί η γλώσσα, δεν χωρεί συκοφαντία. Ας μη λέγει κάποιος ασεβής, όταν βλέπει πόλεις και χώρες να αυτομολούν σύσσωμες προς το κήρυγμα: πώς δεν θα έπειθε ο Χριστός, αφού προέβαλε τους σοφιστάς ως κήρυκες; Εφόβισε με όπλα και υπέταξε ψυχές. Δεικνύοντας χρήματα δελέασε οφθαλμούς. Με τον φόβο κυρίευσε τη γνώμη. με πλήθη έφερε τα πλήθη με το μέρος του.

Σεις όμως, απογυμνωμένοι από όλα αυτά, απογυμνώστε από κάθε πρόφαση τους συκοφάντες. «Δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Γίνετε μετά την θάλασσα αλιείς της ξηράς, ας περιβληθεί με δίκτυα η γη. Από τώρα θα είσθε αλιείς ανθρώπων. Επειδή οι άνθρωποι επινόησαν τους αλληλοσπαραγμούς κατά το παράδειγμα των ιχθύων, ας συλληφθούν από τα μεγάλα σας δίκτυα, ας υποστούν ό,τι και οι ιχθείς για να σωθούν.

Αμέσως σαν να διαπέρασε άγκιστρο τις ακοές τους, ηκολούθησαν προθύμως αυτόν που αναζητεί ελεύθερα θύματα. Και χαιρετώντας τα δίκτυα απαρνήθηκαν τη θάλασσα και ακολούθησαν τα νεύματα του Σωτήρος. Έτσι λοιπόν, αφού προμηθεύθηκαν τα δίκτυα του Δεσπότου και έγιναν μαθηταί της παραδοξοτάτης αλιείας, όταν ο Κύριος ανελήφθη εις τους ουρανούς, οι μαθηταί αλίευαν με τα δίκτυα της χάριτος τα γένη των ανθρώπων. Και χρησιμοποιώντας τη νέα τέχνη σε συγκεντρώσεις Ιουδαίων, συνέλαβαν αμέσως τρεις χιλιάδες. Δευτέρα βολή, και τα δίκτυα ήρπασαν πέντε χιλιάδες. Ίσως ποθείτε να μάθετε το δόλωμα με το οποίο συνέλαβαν τους πέντε χιλιάδες. Ήταν ένας χωλός εμπρός στην ωραία πύλη, τον οποίο η φύσις, αδρανοποιώντας τις βάσεις των ποδών με μίαν ασθένειαν, τον παρέδωσε στη χάρη να τον μεταχειρισθεί όπως θέλει. Και αφού τον έδεσε ο Πέτρος με το άγκιστρο της πίστεως, έκαμε όλον τον δήμο δεσμώτη της γλώσσης του. Έγινε και εκείνος ο μέγας Κορνήλιος θήραμα αυτής της σαγήνης.

Αφού συνέλαβαν έτσι τους Παλαιστίνιους, έφεραν στις νήσους την τέχνη της χάριτος, σαγηνεύοντας μετά την ξηρά τη θάλασσα. Είδαν την Κύπρο, αφού είχαν την Αντιόχεια. Μετά από αυτό κατέλαβαν την Παμφυλία. Εσυλήθη η Μακεδονία. Η Θράκη προσέτρεξε, η Ελλάς συνελήφθη από την γλώσσα. Η Ρώμη έκρυψε το διάδημα και προσεκύνησε το κήρυγμα του σταυρού. Αλλεπάλληλες πόλεις εδέχθησαν αυτομάτως να συλληφθούν από τα αποστολικά δίκτυα. Δεν έπαυσαν να τα απλώνουν μέχρι που όλος ο περίβολος της οικουμένης συνελήφθη από τα δεσποτικά δίκτυα. Αλλά ω των παραδόξων και υπερφυσικών γεγονότων! Επειδή ο διάβολος πλήττεται με αυτά που βλέπει, μην υποφέροντας να βλέπει τη σωτηρία εξαπλουμένη, μηχανεύεται να θανατώσει τους κήρυκες, σαν να διεγείρει κάποια αγριότερα θαλάσσια κήτη εναντίον των αλιέων. Αλλά εκείνοι τον μεν θάνατον δέχονται, δεν έπαυσαν όμως την αλιεία και μετά το τέλος τους. Εργάζονται και μετά τον θάνατο το πρόσταγμα του Δεσπότου, και μολονότι κρύπτονται στον τάφο, δεν λησμόνησαν την αποστολή τους. Διότι και οι τάφοι ομιλούν, όταν θελήσει η χάρις. Επειδή είναι αληθής εκείνος που τους εκάλεσε λέγοντας: «Δεύτε και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων».

Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.

(5ος αιών - Migne, P.G. τομ. 85, στ. 332. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 131 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς)


Πηγή: www.alopsis.gr


Παρασκευή 2 Ιουλίου 2021

ΠΑΝΑΓΙΑ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ (20 Ἰουνίου)

 

Ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης

" Ἀληθινά , ἡ Παναγία εἶναι ἡ βοήθειά μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί μόνο τ' ὄνομά της χαροποιεῖ τήν ψυχή . Ἀλλά κι' ὅλος ὁ οὐρανός κι' ὅλη ἡ γῆ χαίρονται μέ τήν ἀγάπη της. Ἀξιοθαύμαστο κι' ἀκατανόητο πράγμα . Ζεῖ στούς οὐρανούς καί βλέπει ἀδιάκοπα τή δόξα τοῦ Θεοῦ , ἀλλά δέν λησμονεῖ κι ἐμᾶς τούς φτωχούς κι' ἀγκαλιάζει μέ τήν εὐσπλαγχνία της ὅλη τή γῆ κι' ὅλους τούς λαούς ".

 Η Αγία αυτή Εικόνα βρισκόταν από πολύ παλιά στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου, στον κίονα του αριστερού χορού.Το 1730 όμως εξαφανίστηκε από τη θέση της, εντελώς ξαφνικά  και μάλιστα ενώ οι πύλες του Ναού ήταν κλειδωμένες. Οι Πατέρες της Μονής την αναζήτησαν παντού χωρίς αποτέλεσμα. Τελικώς πληροφορήθηκαν ότι βρέθηκε στην Μονή Ξενοφώντος, η οποία απέχει τρεις ώρες απο το Βατοπέδι. Έτσι η Εικόνα μεταφέρθηκε πίσω στη θέση της, ενώ οι Βατοπεδινοί έλαβαν αυστηρότατα μέτρα ασφάλειας και σφράγισαν τον Ναό. Σε λίγη ώρα όμως, όταν ανοίχτηκε για την ακολουθία, η Εικόνα έλειπε και πάλι από τη θέση της και πολύ σύντομα έφθασε είδηση από τη Μονή του Ξενοφώντος ότι βρέθηκε και πάλι στην αντίστοιχη θέση του εκεί Καθολικού.

 Οι Βατοπεδινοί πείσθηκαν για το θαύμα και αποφάσισαν να μην αντισταθούν άλλο στη θέληση της Θεομήτορος. Έτρεξαν στη Μονή Ξενοφώντος για να προσκυνήσουν την “Οδηγήτρια” και για πολύ καιρό της έστελναν λάδι και κερί στη νέα της κατοικία.


Απολυτίκιον
Παναγίας Οδηγήτριας
Ήχος α

Έκόνα Σου Άγιαν την Οδηγήτριαν Άχραντε, νύν πανευλαβώς προσκυνούντες, γεραίρομεν Παρθένε' επέστη γάρ ξένωνς προς ημάς βραβεύουσα θαυμάτων προχολην, και εκ παντοιων ελευθερούσα των δεινών, διο σοι πόθω βοώμεν :
Δόξα τη ευσπλαχνία Σου σεμνή,
Δόξα τή άντιλήψει Σου,
Δόξα τή προμηθεία Σου
μόνη Πανύμνητε.



Κοντάκιον. Τη υπερμάχω.
'Ηχος πλ. δ'

Τά τής Παρθένου ευφημήσωμεν Θαυμάσια, ά παραδόξως έν τοίς νύν καιροίς ηργάσατο' και τήν άχραντον είκονα τήν Οδηγήτριαν, έκ τής Μονής Βατοπαιδίου ώδε ήκουσαν πρός προστασίαν τε και σκέπην, προσκυνήσωμεν ταύτην κράζοντες'
Χαίρε Μήτερ Υπέραγνε.