† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Τετάρτη 26 Μαΐου 2021

Οι ΑΦΟΡΙΣΜΕΝΟΙ της Ι. Μ. ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ



Είναι γνωστή η ιστορία του Λατινόφρονος Αυτοκράτορος Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου και του Πατριάρχου Ιωάννου Βέκκου (1260-1282).

Αυτοί για να αποκτήσουν υλικά αγαθά και για να συνάψουν «συμμαχίες» με τα Λατινικά Κράτη της Δύσεως «παρέδωσαν» την Ορθοδοξία, «αντί πινακίου φακής», στον αντίχριστο Πάπα της Ρώμης, κατά τον Άγιον Κοσμά τον Αιτωλόν! Ό,τι ακριβώς συμβαίνει και σήμερα από το έτος 1924!

Είναι επίσης γνωστοί οι τότε σκληροί διωγμοί κατά των πιστών τηρητών της Ορθοδοξίας, ιδιαιτέρως εναντίον των τότε Αγιορειτών Πατέρων, εκ των οποίων πολλοί εξ΄αυτών ανεδείχθηκαν Οσιομάρτυρες και Ομολογητές.

Επίσης, όσοι τόλμησαν να συλλειτουργήσουν στο Άγιον Όρος μετά του Λατινόφρονος Βέκκου, η θεία δίκη δεν τους άφησε ατιμώρητους.

Μοναχός αγιορείτης στο έντυπο «Ανθενωτικά-ημερολογιακά-Αγιορείτικα-Αθήναι 1974» γράφει τα εξής:

«Ας δούμε τι συνέβη, εις την Μεγίστη Λαύρα όπου τους υποδέχθηκαν (τους λατινόφρονες) με κωδωνοκρουσίες. Εκεί βλέπουμε ότι ακολούθησε φοβερή Θεία οργή που προκάλεσε φρίκη και τρόμο καθώς η αψευδής παράδοση διέσωσε έως τις ημέρες μας.

Ο μεν ιεροδιάκονος Λαυριώτης, που συλλειτούργησε με τους Λατινόφρονες, καταλήφθηκε από θεήλατο οργή και έλιωσε σαν το κερί, αφού άρπαξε φωτιά. Οι δε 7 ιερομόναχοι, σύμφωνα με άλλους 11, που έλαβαν μέρος στο συλλείτουργο (με τον Βέκκο) βρέθηκαν άλιωτοι, τυμπανιαίοι, αφορισμένοι, των οποίων τα πτώματα μέχρι τέλους του 19ου αιώνος , τα είχαν στον νάρθηκα του κοιμητηρίου οι Άγιοι Απόστολοι, σε κοινή θέα, αφ’ ενός μεν προς διδασκαλία και σωφρονισμόν των επομένων γενεών, αφ’ ετέρου, όσοι τους έβλεπαν και τους σπλαχνίζονταν, να εύχονται ο Κύριος να διαλύσει, τα τυμπανιαία τους σώματα, στη γη απ΄όπου και ελήφθησαν.

Παρέλειψα να πω ότι και οι τοιχογραφίες της εκκλησίας, μόλις έγινε το ανίερο συλλείτουργο, ω του θαύματος, μαύρισαν, ανακαινίσθηκαν ύστερα, κατά το έτος 1544, από τον διάσημο ζωγράφο Θεοφάνη.

Η παράδοση διασώζει ότι κάποιος ευαίσθητος στην υγεία του προσκυνητής, μόλις πλησίασε και είδε τα κατάμαυρα και τυμπανιαία σώματα, με τα μαλλιά, με τα μεγάλα γαμψά νύχια, με τα ανοιχτά στόματα, όπου ελεύθερα οι ποντικοί εισέρχονταν και εξέρχονταν, τόσο πολύ φοβήθηκε, ώστε αμέσως πέθανε από συγκοπή καρδιάς.
 Αυτό το περιστατικό έγινε αιτία να τους απομακρύνουν από την Μονή και να τους μεταφέρουν στα παράλια της Ρουμανικής Σκήτης, όπου τους έκλεισαν σε ένα απόκρημνο και δύσβατο σπήλαιο.
 Αλλά επειδή κι εκεί οι περίεργοι δεν έπαυαν να τους επισκέπτονται, να τους βλέπουν και να τους φωτογραφίζουν, γι΄ αυτό τελευταία έχτισαν τελείως την θύρα του σπηλαίου και έγινε τελείως αγνώριστο αυτό το σπήλαιο, που περιέκλεινε μέσα του, τους αφορισμένους ενωτικούς Λατινόφρονες Λαυριώτες.»


Η μαρτυρία του π. Γαβριήλ

 ..πήγαμε το βράδυ και μείναμε στον αρσανά της Μεγίστης Λαύρας, για να συνεχίσουμε το πρωί, το ταξίδι μας, καθώς και έγινε. Μόλις όμως το πρωί απομακρυνθήκαμε λίγο διάστημα από την Λαύρα, ακούω να μου λέει ο γέροντας μου, Μελέτιος Μοναχός: Παιδί μου Γαβριήλ, εδώ παρεμπρός υπάρχουν οι αφορισμένοι, οι οποίοι δέχθηκαν τους Λατινόφρονες στην Μονή της Μεγίστης Λαύρας και συλλειτούργησαν με τον Ιωάννη Βέκκο και τη συνοδία του, τους οποίους έχω δει και άλλοτε, αλλά επειδή είσαι νέος και ίσως γίνει κάποτε λόγος και να λέγουν μερικοί ότι «ψέματα είναι, δεν υπάρχουν τίποτα, ούτε αφορισμένοι, αλλά τα λέγουν για φοβέρα εις τους ανθρώπους »* γι’ αυτό να πάμε να τους δεις με τα ίδια σου τα μάτια και καθόλου να μη πιστεύεις ό,τι και αν σου λέγουν, διότι και η Γραφή λέγει, ότι τα μάτια είναι πιο έμπιστα από τα αυτιά.

Λέγοντας ο γέροντας αυτά, φθάσαμε σε ένα απότομο γκρεμό, όπου μόνο να τον δει άνθρωπος τρομάζει, και μου λέει: «εδώ είναι». Ενώ εγώ περιεργαζόμουν να δω αυτούς μου λέγει: «Τι νομίζεις, ότι είναι Σταυρός ή Εικόνες να βλέπουν οι άνθρωποι, να κάνουν τον Σταυρό τους; Έχουν του διαβόλου την μορφή, την οποία θα δεις και θα πιστωθείς».

Τότε, λοιπόν, προσεγγίσαμε εις την απότομη εκείνη χαράδρα και με πολύ κόπο βγήκαμε έξω και με τα είκοσι νύχια ανεβήκαμε 5-6 μέτρα και έπειτα είδα ένα σπήλαιο και εισήλθαμε και βλέπω ελεεινό θέαμα: Τρεις ανθρώπους ακουμπισμένους στον βράχο, όρθιοι, με τα ρούχα, ράσα και ζωστικά, τα μάτια ανοιχτά, τα μαλλιά και τα γένεια και των τριών μακριά και κατάλευκα. Τα πρόσωπά τους όπως είναι το χρώμα της φούμας, το ίδιο και τα χέρια προς τα κάτω, τα δάχτυλα κυρτά προς τα μέσα, τα νύχια των χεριών τους έως 2 με 3 πόντους μεγάλα, των ποδιών τους δεν φαίνονταν επειδή ήταν καλυμμένα με τις κάλτσες και τα παπούτσια.

Μάλιστα, θέλησα να τους ψηλαφήσω. Να δω αν πράγματι το σώμα ήταν μαλακό ή μόνο ξερό δέρμα και οστά, αλλά δεν με άφηνε ο γέροντας. Μου λέγει: «Μη βάλεις χέρι επί την οργή του Θεού». Εις όλα όμως τ’ άλλα έδωσα μεγάλη προσοχή, αλλά δεν τους ακούμπησα. Και καθόλου δεν δειλίασα, τώρα όμως, όταν τους θυμηθώ ταράσσεται η ψυχή μου και δεν μπορώ ούτε να κοιμηθώ ημερόνυχτα, ούτε να φάγω δύο και τρεις ημέρες, ενώ τότε που τους είδα, ούτε έβαλα τίποτε στο νου μου.

Γράφω με το ίδιο μου το χέρι, στις 2 Μαρτίου 1964 στη Ι. Μονή Ξενοφώντος. Γαβριήλ Ιερομόναχος, πνευματικός εκ του Ιβηριτικού Κελλίου «Γενέσιον του Τιμίου Προδρόμου».
Από το φυλλάδιο «Ανθενωτικά-ημερολογιακά-αγιορείτικα, Αθήναι 1974»

«Τα Πάτρια, τόμος Β΄, Πειραιάς 1994» με ελαφρά διασκευή στη καθομιλουμένη.

* Είναι τοις πάσι γνωστό ότι όλοι σχεδόν οι «μνημονευτές» Αγιορείτες» από 50 ετών και πάνω, γνωρίζουν επ’ ακριβώς και την ιστορία αλλά και την ύπαρξη των αφορισμένων της Λαύρας. Εν τούτοις όμως αποφεύγουν όχι μόνο να το συζητούν αλλά σε τυχόν συζήτηση ή να σιωπούν ή να το θεωρούν με περισσή σοβαρότητα...ως μύθο, δηλαδή όπως με ελαφρότητα λέγουν ότι είναι «παραμύθια των Ζηλωτών Αγιορειτών Πατέρων»!
Γιατί όμως αυτό; Ίσως από έλεγχο της συνειδήσεώς ή από διαβολική ενοχή απέναντι των μαρτυρισάντων επί Λατινόφρονος Ιωάννου Βέκκου, με όσα σήμερα δέχονται ή με προδοτική διάθεση και αναισθησία ανέχονται.

Αυτοί που υποτίθεται ότι είναι συνεχιστές Εκείνων που έχυσαν το αίμα τους ή κατακάηκαν από τη φωτιά, προκειμένου να μη δεχθούν τους Λατινόφρονες. Σήμερα δέχονται πολύ χειρότερους εκείνων, με τα συλλείτουργα και τις συμπροσευχές, αλλά ακόμη και με τα «Κοινά Ποτήρια» της προϊσταμένης τους αρχής με τους αιρετικούς και αναθεματισμένους Παπικούς, Αγγλικανούς κλπ. Δεν θα είναι καθόλου παράδοξο να δεχθούν και μάλιστα και να πανηγυρίσουν, φιατί όχι και με την επικείμενη πλήρη ένωση με τους αναθεματισμένους αιρετικούς Μονοφυσίτες! Και δεν είναι ακόμη καθόλου παράδοξο και εδώ να θεωρήσουν ως «παραμύθι» και το θαύμα του Αγίου Λειψάνου της Αγίας Μεγαλομάρτυρος και Πανευφήμου Ευφημίας, το οποίο, ως γνωστό επεκύρωσε τα Πρακτικά των Αγίων 630 Θεοφόρων Πατέρων της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου εναντίον των αιρετικών Μονοφυσιτών.

ΑΓΙΟΙ ΙΒΗΡΙΤΕΣ ΜΟΝΑΧΟΙ ΟΙ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΕΣ (13 Μαΐου)


Ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος (1259 - 1282 μ.Χ.), για να επιτύχει την παρέμβαση του Πάπα Γρηγορίου Ι' (1271 - 1276 μ.Χ.) και αργότερα του Ιωάννου Κ' (1276 - 1277 μ.Χ.) προς τον Κάρολο τον Ανδεγαβικό προκειμένου να σταματήσει τις επιθέσεις του κατά του Βυζαντίου, προσχώρησε στην ένωση των δύο Εκκλησιών, που διακηρύχθηκε στις 6 Ιουνίου του 1274 μ.Χ. στη Σύνοδο της Λυών της Γαλλίας.

Η πράξη όμως αυτή του αυτοκράτορα εξήγειρε εσωτερικό πόλεμο που κράτησε μέχρι το 1281 μ.Χ., διότι τόσο ο κλήρος, όσο και ο λαός, αντετάχθησαν σθεναρά κατά της ενωτικής αυτής πολιτικής. Ο αυτοκράτορας μεταχειρίσθηκε εναντίον των αντιφρονούντων αυστηρά μέτρα: βαριές φορολογίες και κατασχέσεις, δημόσιες τιμωρίες και περιυβρίσεις. Βοηθούμενος δε και από τον λατινόφρονα Πατριάρχη Ιωάννη ΙΑ' Βέκκο (1275 - 1282 μ.Χ.), επιχείρησε να επιβάλει την ένωση βίαια.

Θύματα της βίας αυτής υπήρξαν οι Ιβηρίτες μοναχοί, οι οποίοι, δεν υπάκουσαν στις πατριαρχικές και αυτοκρατορικές διαταγές περί αποδοχής της ενώσεως, αλλά με πνευματική ανδρεία έλεγξαν αυτούς για την ανορθόδοξη πολιτική τους, συνελήφθησαν και ρίχθηκαν στη θάλασσα, όπου βρήκαν μαρτυρικό θάνατο.



Τό Ἅγιον Ὄρος, ἐκτός ἀπό Ὁσίους καί ἀσκητές Ἁγίους καί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀνέδειξε καί πλῆθος Ὁσιομαρτύρων καί Νεομαρτύρων. Ἡ ὑπεράσπιση μέχρι θανάτου τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, χωρίς καμμία ὑποχώρηση καί παραχώρηση, συνόδευε πάντοτε τούς ἀσκητικούς καί νηπτικούς ἀγώνες τους, ἀφοῦ «οὐδέν ὠφελεῖ βίος ὀρθός δογμάτων διεστραμμένων» ( Ἅγ. Ἰωάννης Χρυσόστομος).

Ἔτσι, ὅταν τό 1274, στή Σύνοδο τῆς Λυών ὁ Αὐτοκράτορας Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος (1261-1282) ὑπέγραψε ψευδοένωση μέ τούς Λατίνους, προκειμένου νά ἐξασφαλίσει τήν πολιτική ὑποστήριξη τοῦ Πάπα καί νά μπορέσει νά ἀνασυγκροτήσει τήν ἀποδιοργανωμένη ἀπό τήν λατινική κατοχή Βυζαντινή Αὐτοκρατορία, οἱ Ἁγιορεῖτες ἀντέδρασαν, ὅπως ἄλλωστε καί ἡ πλειοψηφία τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ.
Ὁ αὐτοκράτορας ἤθελε νὰ ἀποφύγει νέα ἐκστρατεία τῶν σταυροφόρων ἐναντίον τοῦ Βυζαντίου, καὶ θέλησε νὰ ἐξασφαλίσει τὴν φιλία του Πάπα. Σύμμαχο στὴν προσπάθειά του εἴχε τὸ λατινόφρονα πατριάρχη Ἰωάννη Βέκκο, ἀφού περιόρισε τὸν ἀνθενωτικό πατριάρχη Ἰωσήφ ὁ ὁποίος καὶ ἐμπόδιζε τὰ σχέδιά του. Γιὰ νὰ ἐδραιωθεί ἡ ἔνωση, ἐξόρισε, φυλάκισε καὶ βασάνισε μὲ πολλούς τρόπους τοὺς ὀρθοδόξους ἀνθενωτικούς. Πίεζε πρὸς πάσα κατεύθυνση ὤστε νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ πολυπόθητος ἔνωση, μὲ τίμημα φυσικά τὴν ὀρθοδοξία. Κυρίως, ὅμως, πίεζε τοὺς μοναχούς τοῦ Ἁγίου Ὄρους νὰ δεχθούν τὴ μνημόμευση τοῦ πάπα στὴ Θεία Λειτουργία.
Κατ’ ἀρχήν ἔστειλαν γενναία ὁμολογιακή ἐπιστολή πρός τόν Αὐτοκράτορα καί τήν Σύνοδο τῶν Ἱεραρχῶν, ἀφοῦ εἶχε, ἐν τῷ μεταξύ, ἐξοριστεῖ ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἅγιος Ἰωσήφ. Σ’ αὐτήν ἐπικρίνουν μέ παρρησία τίς παπικές καινοτομίες, χαρακτηρίζουν τόν πάπα «αἰρετικό» καί «ἀπόστολο τοῦ σατανᾶ», τούς δέ Λατίνους «ἄθεους», ἐνῶ ἐκδηλώνουν τήν ἀπορία τους «πῶς ἄρα καί προσδεκτέοι καί ἑνωτέοι τῷ ἀμωμήτῳ καί ὀρθοδόξῳ σώματι τῆς ἁγίας καθολικῦς καί ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας» (Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, ‘Ἅγιον Ὄρος, 2003). Μεταξύ τῶν ἄλλων ἔγραφαν:
«Ὀ γὰρ αἰρετικόν δεχόμενος, τοῖς αὐτού ὑπόκειται ἐγκλήμασι.»
«Ὁ ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, ἀκοινώνητος ἐστίν, ὡς συγχέων τὸν Κανόνα τῆς Ἐκκλησίας.»
Ταυτόχρονα διέκοψαν κάθε ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὅσους ἑνώθηκαν καί ἀποδέχτηκαν τούς Λατίνους.
Ὁ Μιχαήλ Η’, ἀποφασισμένος νά ἐπιβάλει τήν ἕνωση μέ κάθε τρόπο, σέ συνεργασία μέ τόν Λατινόφρονα Πατριάρχη Ἰωάννη ΙΑ’ Βέκκο (1275-1282) στράφηκε μέ μανία ἐναντίον τῶν Ἁγιορειτῶν. Οἱ δύο λατινόφρονες ἡγέτες Ἐκκλησίας καί Πολιτείας μετέβησαν στό Ἅγιον Ὄρος μέ παπική ἐπικουρία γιά νά ἀναγκάσουν τούς Ἁγιορεῖτες νά δεχθοῦν τήν ἕνωση.
Οἱ Μονές Μεγίστης Λαύρας καί Ξηροποτάμου ὑπέκυψαν πρός στιγμήν στήν βία τῶν Λατινοφρόνων καί ἀποδέχτηκαν τήν βδελυρή ψευδοένωση.
Οἱ Μοναχοί, τῆς Μονῆς τῶν Ἰβήρων ἀντιστάθηκαν μέ ἄκαμπτο καί ἀδιάλλακτο φρόνημα.Ἤλεγξαν μέ αὐστηρότητα καί παρρησία τόν δυσσεβῆ βασιλέα καί τούς ὁμόφρονές του ὡς αἰρετικούς καί παράνομους. Ὁ Μιχαήλ ἐξοργισμένος ἔδωσε ἐντολή στούς στρατιώτες του νά βάλουν σ’ ἕνα πλοῖο τούς μοναχούς πού κατάγονταν ἀπό τήν Ἰβηρία καί ἀφοῦ ξανοιχτοῦν στό πέλαγος νά τό βυθίσουν μαζί μέ τούς ἐπιβάτες του. Ἔτσι οἱ ἅγιοι Ὁσιομάρτυρες ἔλαβαν τόν στέφανο τοῦ μαρτυρίου ἐπισφραγίζοντας μέ τή θυσία τους τήν ὅλη ὁσιακή βιωτή τους. Τούς Ἅγίους Ἰβηρίτες Ὁσιομάρτυρες ἑορτάζουμε στίς 13 Μαΐου.
Οἱ λατινόφρονες συνεχίζοντας τήν καταστροφική ἐπιδρομή τους ἔφθασαν στή Μονή Βατοπαιδίου, ἀλλά καί ἐκεῖ ἀντιμετώπισαν ἰσχυρή ἀντίδραση. Ἀφοῦ κατάλαβαν πώς δέν ὑπῆρχε περίπτωση νά λυγίσουν τούς μοναχούς πού ἀντίκρυσαν ὡς ἀκλόνητους βράχους τῆς Πίστεως, ἄρχισαν νά τούς κακοποιοῦν. Τέλος ἔσυραν ἔξω τόν ἁγιώτατο προηγούμενο Ὅσιο Εὐθύμιο καί δώδεκα ἀπό τούς μοναχούς καί τούς ἀπηγχόνισαν. Ἡ μνήμη αὐτῶν τῶν Βατοπαιδινῶν ὁσιομαρτύρων ἑορτάζεται στίς 4 Ἰανουαρίου.
Ἔπειτα ἀπό ὅλα αὐτά καί ἐνῶ οἱ Λατινόφρονες συνέχιζαν νά λεηλατοῦν τά πάντα στό πέρσμά τους, ἔφθασαν στή Μονή τοῦ Ζωγράφου.
Οἱ μοναχοί τῆς Μονῆς Ζωγράφου, εἶχαν εἰδοποιηθεῖ ἀπό ὅραμα τῆς Παναγίας γιά τόν ἐπερχόμενο κίνδυνο. Ἕνας μοναχός πού ἀσκήτευε σέ κοντινό κελλί, τήν ὥρα πού διάβαζε τούς Χαιρετισμούς τῆς Παναγίας, ἄκουσε τή φωνή τῆς Θεομήτορος ἐπιτακτική:
«Ἀπελθών ταχέως εἰς τήν Μονήν, ἀνάγγειλον εἰς τούς ἀδελφούς καί τόν Καθηγούμενον ὅτι οἱ ἐχθροί ἐμοῦ τε καί τοῦ Υἱοῦ μου ἐπλησίασαν. Ὅστις λοιπόν ὑπάρχει ἀσθενής τῷ πνεύματι, ἐν ὑπομονῇ ἄς κρυφθῇ, ἕως ὅτου παρέλθει ὁ πειρασμός. Οἱ δέ ἐπιθυμοῦντες μαρτυρικούς στεφάνους ἄς παραμείνωσιν ἐν τῇ Μονῇ. Ἄπελθε λοιπόν ταχέως.»
Κάποιοι ἀπό τούς μοναχούς φοβισμένοι κατέφυγαν στά γύρω βουνά. Οἱ ὑπόλοιποι κλείσθηκαν μέσα στόν πύργο τῆς Μονῆς. Ἀπό ἐκεῖ ἤλεγξαν μέ παρρησία τούς Λατινόφρονες ὡς αἱρετικούς καί παράνομους. Τότε ὁ βασιλέας ἐξοργισμένος διέταξε καί τούς ἔκαψαν ζωντανούς μαζί μέ τόν πύργο πού χρησίμεψε σάν ὀχυρό τους. Ἔτσι κέρδισαν καί αὐτοί τόν στέφανο τοῦ μαρτυρίου. Τά ὀνόματά τους εἶναι Θωμᾶς, ἡγούμενος τῆς Μονῆς, Βαρσανούφιος, Κύριλλος, Μιχαήλ, Σίμων, Ἰλαρίων, Ἰώβ, Κυπριανός, Σάββας, Ἰάκωβος, Μαρτινιανός, Κοσμᾶς, Σέργιος, Μηνᾶς, Ἰωάσαφ, Ἰωαννίκιος, Παῦλος, Ἀντώνιος, Εὐθύμιος, Δομετιανός, Παρθένιος. Μαζί τους μαρτύρησαν καί τέσσερεις λαϊκοί, τῶν ὁποίων δέν διεσώθηκαν τά ὀνόματα. Ἡ μνήμη τῶν Ζωγραφιτῶν Ὁσιομαρτύρων ἑορτάζεται στίς 22 Σεπτεμβρίου.
Ἀφοῦ ὁ Μιχαήλ ἀνεχώρησε ἀπό ἐκεῖ, ἔφθασε στήν κελλιώτικη Λαύρα τῶν Καρεῶν, στήν ὁποία εἶναι ἐγκατεστημένη καί ἡ ἔδρα τοῦ Πρῶτου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὁ δέ Πρῶτος, ὁ Κοσμᾶς καί οἱ συνασκητές του ἐναντιώθηκαν στόν βασιλέα μέ γενναιότητα, ἐλέγχοντάς τον ὅπως καί οἱ προηγούμενοι Πατέρες. Ὁ βασιλέας ἔκανε ἐπίμονες προσπάθειες νά τούς μεταπείσει. Ὅλες ὅμως ἀπέβησαν ἄκαρπες καθώς καί ἐδῶ οἱ μοναχοί ἀποδείχθηκαν σταθεροί, καί ἀμετάπειστοι. Τά βασανιστήρια πήραν τή θέση τῶν λόγων ἀλλά οἱ εὐλογημένοι μοναχοί μέ ὅλο καί περισσότερη δύναμη ὁμολογοῦσαν τήν Ὀρθόδοξη Πίστη ὡς μόνη ἀληθινή καί σωτήρια.
Ἔτσι διατάχθηκε καί γι’ αὐτούς ὁ θάνατος. Ἀγχόνη γιά τόν Πρῶτο Ὅσιο Κοσμᾶ καί σφαγή γιά τούς μοναχούς. Τό αἷμα τῶν Ἁγίων σφράγισε καί ἐδῶ τήν ὁμολογία τους καί μαζί μέ τις ψυχές τους ἀνέβηκε στό θρόνο τοῦ Θεοῦ ὡς ἡ ὕστατη αἱματηρή θυσία τους.
Ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου Κοσμᾶ τοῦ Πρώτου ἔγινε στίς 5 Δεκεμβρίου τοῦ 1981. Τότε ἑορτάστηκε καί γιά πρώτη φορά ἡ μνήμη τῶν Καρεωτῶν Ὁσιομαρτύρων καί ἔκτοτε καθιερώθηκε.
Οἱ Ἅγιοι Ὁσιομάρτυρες πού μαρτύρησαν ὑπό τῶν Λατινοφρόνων ἀποτελοῦν μιά συνέχεια στήν ἁλυσίδα τοῦ μαρτυρικοῦ καί ἀσκητικοῦ φρονήματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ὁμολογία καί μαρτυρία ὑπέρ τῆς πίστεως εἶναι ἀδιάρρηκτα συνδεδεμένα μέ τό μοναδικό ἀγγελικό πολίτευμα καί ἀποδεικνύουν τήν εἰλικρίνεια τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων καί τήν πιστότητα στήν Ὀρθοδοξία καί τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἡ θυσία τῶν Ὁσιομαρτύρων ἀποτελεῖ ὁδοδείκτη γιά τήν πορεία τῶν ἀνά τούς αἰῶνες μοναχῶν καί κυρίως τῶν Ἁγιορειτῶν, πού ὀφείλουν νά μή συμβιβαστοῦν ποτέ μέ ὁποιαδήποτε ἔκπτωση ἀπό τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως, ἐάν θέλουν νά εἶναι πραγματικά συνεχιστές τῆς Παραδόσεώς τους.
(Πηγή: ἀπό τό περιοδικό «Ἅγιον Ὄρος, Διαχρονική μαρτυρία στούς ἀγῶνες ὑπέρ τῆς πίστεως», Ἔκδοση Ἁγιορειτῶν Πατέρων – Ἅγιον Ὄρος 2014)



Ἀπολυτίκιον Ἁγιορειτῶν Ὁσιομαρτύρων Ἦχος πλ.δ ́. Ταχὺ προκατάλαβε.

Κοσμᾶν «Πρῶτον» μέλψωμεν, σὺν Ζωγραφίταις στεῤῥοῖς, πατέρας θεόφρονας, Βατοπεδίου Μονῆς, Ἰβήρων προμάχους τε. Οὗτοι γὰρ ὁπλισθέντες, τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου, ἀντέστησαν τῇ τοῦ Βέκκου, λατινόφρονι πλάνῃ, ὁπλῖται Ὄρους τοῦ Ἄθω, ὀφθέντες καὶ μάρτυρες.

Κοντάκιον Ὁσιομαρτύρων Ἦχος πλ.δ’. Τῇ ‘Ὑπερμάχῳ.

Λατινοφρόνων καθαιρέτας εὐφημήσωμεν, Κοσμᾶν τόν «Πρῶτον», Ὄρους Ἄθω τό προτείχισμα, πυρικαύστους τε Ζωγράφου Χριστοῦ ὁπλίτας, Βατοπαιδίου συνοδίαν τήν ἀήττητον, καί Ἰβήρων οὐρανόσθενον ὁμήγυριν· τούτοις κράζοντες· χαίρετε στῦλοι τῆς πίστεως.

Ὁ Οἶκος

Τῆς Θεοτόκου τῆς φωνῆς καλῶς ἀκούσαντες, ἐναπομεῖναι ἐν ταῖς ἱεραῖς  Ὑμῶν Μοναῖς προείλετε Ὅσιοι, καὶ μὴ εἰς τὰ ὄρη τοῦ Ἄθωνος κρυβῆναι· μὴ πεισθέντες δὲ Μιχαὴλ τῷ Ὀγδόῳ τῷ οὐνιτίσαντι, καὶ πατριάρχῃ Βέκκῳ τῷ περὶ τὴν πίστιν ἁμαρτήσαντι, μέχρις αἵματος τῇ δυσσεβείᾳ ἀντέστητε Ζωγραφίται, Καρεῶται, Ἰβηρίται τε καὶ Βατοπαιδινοὶ πατέρες, ὁμολογηταὶ καὶ μάρτυρες δειχθέντες ἀκαταμάχητοι. Ὅθεν τιμῶντες τοὺς ἱεροὺς Ὑμῶν ἀγῶνας, τὴν θείαν Ὑμῶν ἀρωγὴν αἰτούμεθα ἐν χρόνοις ὁμοίως ἀστάτοις τε καὶ πονηροῖς, ὡς ἂν ἀντάξιοι διάδοχοι καὶ τέκνα Ὑμῶν δειχθῶμεν, Ὀρθοδοξίας στεῤῥῶς ἐχόμενοι καὶ εὐσθενῶς ὑπὲρ αὐτῆς ἀγωνιζόμενοι. Διὸ καὶ τὴν ἱερὰν Ὑμῶν ἁπάντων μνήμην τιμῶντες, εὐλαβῶς ἡμῖν ὁμολογηταὶ καὶ μάρτυρες πατέρες, ἀναβοῶμεν· χαίρετε στῦλοι τῆς πίστεως.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓΙΩΝ ΚΤΗΤΟΡΩΝ ΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ ΤΩΝ ΙΒΗΡΩΝ

Απολυτίκιο Ἦχος α’. Τους τρεις λαμπτήρας τους θείους της τρισηλίου θεότητος, τους την ιεράν εκ των βάθρων των Ιβήρων Λαύραν εγείραντας. Τους ψυχοτρόφους ποταμούς εγκρατείας τους ημάς τα τέκνα αυτών νάμασι διδασκαλίας πιστώς καταρδεύσαντας. Ιωάννην τον μέγαν και τον θεοφόρον Γεώργιον συν τω κλεινώ Ευθυμίο τω δευτέρω οφθέντι χρυσορρύμονι, πάντες οι την μνήμη τελούντες αυτών συνελθόντες ύμνοις τιμήσωμεν. Αύτη γαρ τη τριάδην υπέρ υμών πρεσβεύουσιν.
Δείτε σχετικά: ΟΙ ΑΦΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΤΗΣ Ι.Μ.ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ

Τρίτη 25 Μαΐου 2021

Ἡ Μεσοπεντηκοστή

 Î‘ποτέλεσμα εικόνας για Ἡ Μεσοπεντηκοστή


Τὴν ἑορτὴ τῆς Μεσοπεντηκοστῆς τὴν ἑορτάζουμε γιὰ τὴν τιμὴ τῶν δύο μεγάλων ἑορτῶν, δηλαδὴ τοῦ Πάσχα καὶ τῆς Πεντηκοστῆς, ἐπειδὴ αὐτὴ καὶ ἑνώνει καὶ συνδέει τὶς δύο αὐτὲς ἑορτές.

Ἡ ἑορτὴ τῆς Μεσοπεντηκοστῆς θεσπίστηκε γιὰ τὸν ἑξῆς λόγο: Μετὰ τὸ ὑπερφυὲς θαῦμα ποὺ ἔκαμε ὁ Χριστὸς στὸ παράλυτο, οἱ Ἰουδαῖοι, σκανδαλισμένοι δῆθεν γιὰ τὸ Σαββάτου (διότι πράγματι, Σάββατο θεράπευσε ὁ Κύριος τὸν παράλυτο), Τὸν καταδίωκαν καὶ ζητοῦσαν νὰ τὸν σκοτώσουν. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὁ Ἰησοῦς ἔφυγε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ πῆγε στὴ Γαλιλαία, ὅπου καὶ διέμενε στὰ ὅρη τῆς περιοχῆς ἐκείνης μὲ τοὺς μαθητές Του. Ἐκεῖ ἔκανε τὸ ὑπερφυὲς θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καὶ τῶν δύο ἰχθύων, καὶ ἔφαγαν καὶ χόρτασαν πέντε χιλιάδες ἄνδρες, χωρὶς νὰ ὑπολογίζονται στὸν ἀριθμὸ αὐτὸ γυναῖκες καὶ παιδιά. Μετέπειτα, κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Σκηνοπηγίας (ἦταν δὲ καὶ αὐτὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων), ὁ Ἰησοῦς ἀνέβηκε καὶ πάλι στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ περπατοῦσε στὰ κρυφά. Στὸ μέσο ὅμως τῆς ἑορτῆς ἀνέβηκε στὸ Ναὸ καὶ δίδασκε· καὶ ὅλοι ἔμεναν ἔκπληκτοι ἀπὸ τὴ διδαχή Του. Ἀλλά, ἐπειδὴ Τὸν φθονοῦσαν, ἔλεγαν: «Πῶς αὐτὸς ξέρει γράμματα, ἐνῶ δὲν ἔχει σπουδάσει;». Ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς, ὄντας πράγματι νέος Ἀδάμ, ὅπως ἐκεῖνος ὁ πρῶτος ἦταν κατάμεστος ἀπὸ σοφία, ἔτσι καὶ Αὐτός, ὄντας ἐπιπλέον καὶ Θεός, ἦταν παντογνώστης . Γόγγυζαν λοιπὸν ὅλοι κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐπιδίωκαν νὰ Τὸν σκοτώσουν ὁπωσδήποτε. Ἐκεῖνος δέ, ἐλέγχοντάς τους ὅτι μάχονταν δῆθεν ὑπὲρ τοῦ Σαββάτου, εἶπε: «Γιατί ζητᾶτε νὰ μὲ σκοτώσετε;». Καὶ στρέφοντας τὴ σκέψη τῶν Ἰουδαίων στὸ μωσαϊκὸ Νόμο, τοὺς εἶπε ἐπιπρόσθετα ὅτι δὲν εἶχαν κανένα λόγο νὰ θυμώνουν ἐναντίον του, ἐπειδὴ θεράπευσε κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου τὸν παράλυτο, διότι καὶ ὁ Μωυσῆς ἔχει νομοθετήσει ὅτι τὸ Σάββατο μπορεῖ νὰ καταλύεται, στὴ περίπτωση ποὺ πρόκειται γιὰ περιτομή, (ὅταν ἡ ὄγδοη ἡμέρα ἀπὸ τὴ γέννηση τοῦ ἀρσενικοῦ παιδιοῦ, κατὰ τὴν ὁποία ἔπρεπε αὐτὴ νὰ γίνει, συνέπιπτε μὲ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Καὶ συνεχίζοντας ὁ Κύριος, εἶπε: «Ἂν ἕνας ἄνθρωπος περιτέμνεται τὸ Σάββατο, γιὰ νὰ μὴν παραβιαστεῖ ὁ Νόμος τοῦ Μωυσῆ, ἐσεῖς θυμώνετε ἐναντίον μου, ἐπειδὴ θεράπευσα ἕναν ὁλόκληρο ἄνθρωπο κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου;»). Καὶ βέβαια ὁ Κύριος ἔκαμε διάλογο πολλὴ ὥρα μὲ τοὺς Ἰουδαίους περὶ τοῦ θέματος αὐτοῦ καὶ τοὺς τόνισε ὅτι δοτήρας τοῦ Νόμου ἦταν αὐτὸς ὁ ἴδιος καὶ ὅτι ἦταν ἴσος πρὸς τὸν Πατέρα. Καὶ αὐτὸ τὸ τόνισε ἰδιαίτερα κατὰ τὴν τελευταία καὶ πιὸ ἐπίσημη ἡμέρα τῆς ἑορτῆς (λέγοντάς τους: «Ἐὰν κανεὶς διψάει, ἂς ἔλθει σ’ ἐμένα καὶ ἂς πιεῖ»). Μετὰ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε καὶ πάρα πολλὰ ἄλλα, καὶ ἰδιαίτερα βαρυσήμαντα. Τότε ἐκεῖνοι πῆραν στὰ χέρια τοὺς πέτρες, γιὰ νὰ τὶς ρίξουν καταπάνω Του, πλὴν ὅμως πέτρα δὲν Τὸν ἄγγιξε οὔτε κατ’ ἐλάχιστον. Καὶ τοῦτο, διότι ὁ Ἰησοῦς χάθηκε θαυματουργικὰ ἀπὸ τὰ μάτια τους καί, περνώντας ἀπὸ ἀνάμεσά τους ἀπαρατήρητος, ἔφυγε ἀπὸ τὸ Ναό. Φεύγοντας δὲ ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Κύριος καὶ διαβαίνοντας ἀπὸ τὸ μέσο τῆς πόλεως, εἶδε κάποιον ποὺ εἶχε γεννηθεῖ τυφλὸς καὶ τὸν θεράπευσε, κάνοντας τὰ μάτια του νὰ βλέπουν.

Πρέπει δὲ νὰ ξέρουμε ὅτι οἱ μέγιστες ἑορτὲς τῶν Ἰουδαίων εἶναι τρεῖς: Πρώτη εἶναι ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ἡ ὁποία τελεῖται κατὰ τὸν πρῶτο μήνα, πρὸς ἀνάμνηση τῆς διάβασης τῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας. Δεύτερη εἶναι ἡ Πεντηκοστή, ἡ ὁποία θεσπίστηκε πρὸς ἀνάμνηση τῆς παραμονῆς τους στὴν ἔρημο ἐπὶ πενήντα ἡμέρες, μετὰ τὴ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας -πενήντα ἡμέρες, πράγματι, πέρασαν ἀπὸ τὴ διάβαση τῆς Ἐρυθρὰς μέχρι ποὺ ἔλαβαν τὸ μωσαϊκὸ Νόμο. (Συνολικὰ βέβαια στὴν ἔρημο ἔμειναν σαράντα χρόνια). Ἡ ἑορτὴ αὐτὴ γίνεται καὶ πρὸς τιμὴν τοῦ ἀριθμοῦ ἑφτά, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ἀπὸ αὐτοὺς ἱερός. Τρίτη εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς Σκηνοπηγίας, ἡ ὁποία θεσπίστηκε πρὸς ἀνάμνηση τῆς σκηνῆς, τὴν ὁποία ὁ Μωυσῆς κατασκεύασε καὶ ἔστησε μὲ ἀρχιτέκτονα τὸν Βεσελεὴλ καὶ ἔχοντας ὡς πρότυπο τὴ σκηνὴ ποὺ εἶδε (ποὺ τοῦ περιέγραψε ὁ Θεὸς) στὴ νεφέλη στὸ ὅρος Σινᾶ. Ἡ ἑορτὴ αὐτὴ διαρκεῖ ἑπτὰ ἡμέρες καί, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν παραπάνω λόγο, θεσπίστηκε καὶ πρὸς ἀνάμνηση τῆς ἐπὶ σαράντα χρόνια παραμονῆς τῶν Ἑβραίων στὴν ἔρημο. Ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ συγκομιδὴ τῶν καρπῶν σχετίζεται ἡ ἑορτὴ τῆς Σκηνοπηγίας. Τότε, λοιπόν, ἐνῶ τελοῦνταν ἡ ἑορτὴ αὐτή, στάθηκε ὄρθιος ὁ Χριστὸς καὶ ἔκραξε μὲ φωνὴ μεγάλη: «Ἐὰν τὶς διψᾶ, ἐρχέσθω πρὸς με καὶ πινέτω». Ἐὰν δηλαδὴ κάποιος αἰσθάνεται πόθο καὶ δίψα, ὄχι γιὰ ἀγαθὰ ὑλικὰ καὶ φθαρτά, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ γαλήνη καὶ τὴ μακαριότητα τῆς θείας ζωῆς, ἂς ἔρχεται πρὸς ἔμενα διὰ τῆς πίστεως καὶ ἂς πίνει ἐλεύθερα. Πλησίον μου θὰ ἱκανοποιηθοῦν ὅλοι οἱ εὐγενεῖς του πόθοι καὶ θὰ βρεῖ ἀνάπαυση ἡ ψυχή του.

Ἐπειδὴ λοιπὸν μὲ τὴ διδασκαλία Του αὐτὴ ὁ Χριστὸς ἀπέδειξε ὅτι εἶναι Μεσσίας (δηλαδὴ χρισμένος ἀπὸ τὸ Θεὸ Πατέρα βασιλέας καὶ λυτρωτής), ἀφοῦ ἔγινε μεσίτης καὶ συμφιλιωτὴς τῶν ἀνθρώπων καὶ τοῦ αἰώνιου Πατέρα Του, γι’ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν αἰτία, ἑορτάζοντας τὴν ἑορτὴ αὐτὴ καὶ ὀνομάζοντάς την Μεσοπεντηκοστή, ἀνυμνοῦμε καὶ τὸν Μεσσία Χριστό, ἀλλὰ συνάμα δηλώνουμε καὶ τὴ μεγάλη σημασία ποὺ ἔχει ἡ ἑορτὴ αὐτὴ εὑρισκόμενη στὸ μέσο μεταξὺ τῶν δύο μεγάλων ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, δηλαδὴ τοῦ Πάσχα καὶ τῆς Πεντηκοστῆς. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ λοιπόν θεσπίστηκε νὰ γίνεται μετὰ τὴν ἑορτὴ αὐτὴ ἡ ἑορτὴ τῆς Σαμαρείτιδας, διότι καὶ σ’ ἐκείνη τὴν ἑορτὴ γίνεται λόγος γιὰ τὸ Μεσσία Χριστὸ καὶ περὶ ὕδατος καὶ δίψας, ὅπως καὶ κατὰ τὴν παροῦσα ἑορτὴ τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Πέραν δὲ τούτου, κατὰ τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ὁ διάλογος μὲ τὴ Σαμαρείτιδα ἔγινε ἀρκετὰ πρὶν ἀπὸ τὴ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. Δ’.

Μεσούσης τῆς ἑορτῆς διψῶσάν μου τήν ψυχήν εὐσεβείας πότισον νάματα· ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας· Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω. Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι.


Κοντάκιον
Ἦχος δ’.

Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός· Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας. Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν· Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν, σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Κυριακή 23 Μαΐου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ (Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου ΙΩΑΝΝΟΥ τοῦ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ)

 


Στό χρυσωρυχεῖο οὔτε τήν πιό ἀσήμαντη φλέβα δέν θά δεχόταν νά περιφρονήση κανένας κι ἄς προξενῆ πολύν κόπο ἡ ἔρευνά της. Ἔτσι καί στίς θεῖες Γραφές δέν εἶναι χωρίς βλάβη νά προσπεράσης ἕνα γιῶτα ἤ μιά κεραία.Ὅλα πρέπει νά ἐξετάζωνται. Τό ἅγιο Πνεῦμα τά ἔχει πεῖ ὅλα καί τίποτα δέν εἶναι ἀνάξιο σ̉ αὐτές.

Πρόσεξε λοιπόν τί λέει ὁ Εὐαγγελιστής κι ἐδῶ: Αὐτό πάλι ἦταν τό δεύτερο σημεῖο πού ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, πηγαίνοντας ἀπότήν Ἰουδαία στήν Γαλιλαία. Καί δέν πρόσθεσε βέβαια ἔτσι ἁπλᾶ τή λέξη «δεύτερο», ἀλλά τονίζει ἀκόμα περισσότερο τό θαῦμα τῶν Σαμαρειτῶν. Δείχνει ὅτι, μόλο πού ἔγινε καί δεύτερο σημεῖο, δέν εἶχαν φτάσει ἀκόμα στό ὕψος ἐκείνων πού τίποτα δέν εἶδαν (τῶν Σαμαρειτῶν) αὐτοί πού ἔχουν δεῖ πολλά καί θαυμάσει.Ὕστερ̉ ἀπ̉ αὐτά ἦταν ἑορτή τῶν Ἰουδαίων.
Ποιά ἑορτή; Ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, νομίζω, καί ἀνέβηκε ὁ Ἰησοῦς στά Ἱεροσόλυμα. Συστηματικά τίς γιορτές βρίσκεται στήν πόλη. Ἀπ̉ τή μιά γιά νά φανῆ πώς ἑορτάζει μαζί τους, ἀπ̉ τήν ἄλλη γιά νά τραβήξη κοντά του τόν ἁπλό λαό. Γιατί αὐτές τίς μέρες γινόταν περισσότερη συρροή τῶν πιό ἁπλῶν.

Ὑπάρχει στά Ἱεροσόλυμα ἡ προβατική κολυμβήθρα, Βηθεσδά μέ τό Ἑβραϊκό ὄνομά της, μέ πέντε στοές. Σ̉ αὐτές ἦσαν πεσμένοι ἄρρωστοι πλῆθος - κουτσοί, τυφλοί, ξηροί, πού περίμεναν τήν ταραχήτοῦ νεροῦ. Τί σημαίνει αὐτός ὁ τρόπος τῆς θεραπείας; Τίνος μυστηρίου κάνει ὑπαινιγμό; Αὐτά δέν ἔχουν γραφῆ ἁπλᾶ καί τυχαῖα ἀλλά εἰκονίζει καί ὑποτυπώνει ὅσα ἀνάγονται στό μέλλον. Μ̉ αὐτόν τόν τρόπο, τόν ὑπερβολικά παράξενο, ὅταν συνέβαινε ὁλότελα ἀπροσδόκητα, δέ θά κατάστρεφε μέσα στίς ψυχές τῶν πολλῶν τή δύναμη τῆς πίστης.

 Ποιό εἶναι λοιπόν αὐτό πού εἰκονίζει;

Σκόπευε νά δώση τό βάπτισμα πού ἔχει πολλή δύναμη καί μεγάλη χάρη . Τό βάπτισμα πού ἀποπλύνει ὅλες τίς ἁμαρτίες καί ζωοποιεῖ τούς νεκρούς. Ὅπως λοιπόν σέ εἰκόνα, προδιαγράφονται αὐτά στήν κολυμβήθρα καί σέ πολλά ἄλλα. Καί πρῶτα ἔδωσε τό νερό πού βγάζει τά στίγματα τῶν σωμάτων καί πού δέν εἶναι μιάσματα ἀλλά φαίνονται, ὅπως τά μολύσματα ἀπό κηδεῖες, ἀπό λέπρα καί ἄλλα τέτοια. Καί πολλές ἄλλες θεραπεῖες στήν Παλαιά Διαθήκη θά μποροῦσε κανείς νά δῆ πού πραγματοποιήθησαν μέ νερό, γι̉ αὐτό τό λόγο. Ἀλλά ἄς μποῦμε στό θέμα μας.

Πρῶτα λοιπόν ὅπως εἶπα πρωτύτερα, μολυσμούς σωματικούς κι ἔπειτα διάφορες ἄλλες ἀσθένειες κάνει νά θεραπεύωνται μέ νερό. Γιατί θέλοντας ὁ Θεός νά μᾶς ὁδηγήση κοντύτερα στή δωρεά τοῦ βαπτίσματος δέν θεραπεύει τούς μολυσμούς μονάχα ἀλλά καί ἀσθένειες. Γιατί οἱ πλησιέστερες πρός τήν ἀλήθεια εἰκόνες καί σχετικά μέ τό βάπτισμα καί τό πάθος καί τά ἄλλα ἦσαν καθαρώτερες ἀπό τίς παλαιότερες. Γιατί ὅπως οἱ κοντινοί τοῦ βασιλιᾶ δορυφόροι εἶναι λαμπρότεροι ἀπό τούς πιό μακρινούς, ἔτσι γίνεται καί σχετικά μέ τούς τύπους.
Κι ὁ ἄγγελος καταβαίνοντας ἀνατάραζε τό νερό καί τοῦ ἔδινε θεραπευτική δύναμη, γιά νά μάθουν οἱ Ἰουδαῖοι ὅτι πολύ περισσότερο ὁ Κύριος τῶν ἀγγέλων μπορεῖ νά θεραπεύση ὅλα τά νοσήματα τῆς ψυχῆς. Ἀλλά ὅπως ἐδῶ ἡ θεραπευτική δύναμη δέν ἦταν φυσική ἰδιότητα τοῦ νεροῦ, γιατί τότε θά ἐκδηλωνόταν ἀδιάλειπτα, ἀλλά παρουσιαζόταν μέ τήν ἐνέργεια τοῦ ἀγγέλου, ἔτσι καί πάνω σ̉ ἐμᾶς δέν ἐνεργεῖ ἁπλᾶ τό νερό ἀλλά ὅταν δεχτῆ τή χάρη τοῦ Πνεύματος τότε διαλύει ὅλες τίς ἁμαρτίες.

 Γύρω ἀπ̉ αὐτή τήν κολυμβήθρα κοίτονταν ἕνα μεγάλο πλῆθος ἄρρωστοι τυφλοί, κουτσοί, λεπροί πού περίμεναν τήν ταραχή τοῦ νεροῦ καί τότε ἡ ἀσθένεια γινόταν ἐμπόδιο σ̉ ἐκεῖνον πού ἤθελε νά θεραπευτῆ. Μά τώρα εἶναι κύριος ὁ καθένας νά προσέλθη. Γιατί δέν ἀναταράζει κάποιος ἄγγελος ἀλλά εἶναι τῶν πάντων ὁ Κύριος αὐτός πού τά ἐκτελεῖ ὅλα καί δέν εἶναι δυνατό νά πῆ ὁ ἀσθενής «μόλις πάω νά κατεβῶ, ἄλλος κατεβαίνει πρίν ἀπό μένα». Ἀλλά, κι ἄν ἔρθη ὅλη ἡ οἰκουμένη, ἡ χάρη δέν ξοδεύεται, οὔτε ἡ ἐνέργεια δαπανᾶται ἀλλά ἴδια καί ἀπαράλλακτη μένει ὅπως πρῶτα. Κι ὅπως οἱ ἡλιακές ἀκτῖνες καθημερινά δίνουν τό φῶς τους καί δέν δαπανῶνται οὔτε λιγοστεύει ἡ λάμψη τους ἀπό τήν ἄφθονη παροχή των, ἔτσι καί πολύ περισσότερο ἡ ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος, δέν ἐλαττώνεται μ̉ ὅλο τό πλῆθος πού τήν ἀπολαμβάνει.
Αὐτό συνέβαινε, μέ τό σκοπό ἐκεῖνοι πού ἔμαθαν ὅτι εἶναι δυνατό μέ τό νερό νά θεραπευτοῦν πολλά σωματικά νοσήματα καί ἀσκήθηκαν στή γνώση αὐτή πολύν καιρό, νά πιστέψουν εὔκολα ὅτι μπορεῖ νά θεραπεύση καί νοσήματα τῆς ψυχῆς. Καί γιατί τέλος πάντων ὁ Ἰησοῦς ἄφησε ὅλους τούς ἄλλους καί ἦρθε σ̉ αὐτόν, πού εἶχε τριάντα ὀχτώ χρόνια καί γιατί τόν ρώτησε ἄν θέλη νά γίνη ὑγιής. Ὄχι γιά νά μάθη, αὐτό ἦταν περιττό, ἀλλά γιά νά δείξη τήν ὑπομονή τοῦ παραλυτικοῦ καί γιά να καταλάβωμε ὅτι γι̉ αὐτό ἄφησε τούς ἄλλους καί πῆγε σ̉ αὐτόν. Κι ὁ ἀσθενής τοῦ ἀποκρίθηκε καί τοῦ εἶπε:«Κύριε δέν ἔχω κάποιον νά μέ βάλη στήν κολυμβήθρα, ὅταν ταραχθῆ τό νερό. Κι ἐνῶ πηγαίνω ἐγώ, κατεβαίνει ἄλλος πρίν ἀπό μένα». Γι̉ αὐτό ρώτησε, ἄν θέλη νά γίνη γερός.

Γιά νά πληροφορηθοῦμε αὐτά τά πράγματα. Δέν τοῦ εἶπε θέλεις νά σέ κάμω καλά; - Γιατί δέν φανταζόταν ἀκόμα τίποτα σπουδαῖο γι̉ αὐτόν - ἀλλά θέλεις νά γίνης καλά; Ξαφνιάζεται ὁ καρτερικός παράλυτος. Ἔχοντας τριάντα ὀχτώ ἔτη τήν ἀσθένεια καί κάθε χρόνο ἐλπίζοντας ὅτι θά γλύτωνε ἀπ̉ αὐτή, ἔμενε μόνιμα ἐκεῖ καί δέν ἀπομακρυνόταν. Χωρίς τήν καρτερία του ἄν ὄχι τά περασμένα, δέν θά ἦσαν ἱκανά τά μέλλοντα νά τόν ἀπομακρύνουν ἀπό κεῖ;

Σκέψου σέ παρακαλῶ πῶς ἦταν φυσικό καί οἱ ἄλλοι ἄρρωστοι νά εἶναι ἥσυχοι. Γιατί μήτε ἡ ὥρα δέν ἦταν φανερή πού ταραζόταν τό νερό. Καί στό κάτω-κάτω οἱ κουτσοί καί οἱ κουλλοί μποροῦσαν νά παρατηρήσουν. Οἱ τυφλοί ὅμως πού δέν ἔβλεπαν; Ἴσως τό καταλάβαιναν ἀπό τό θόρυβο. Ἄς νιώσωμε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ντροπή καί ἄς στενάξωμε γιά τήν πολλή ἀδιαφορία μας. Τριάντα ὀχτώ χρόνια ἔμεινε στό ἴδιο μέρος ἐκεῖνος καί, μ̉ ὅλο πού δέν πετύχαινε ὅ,τι ἤθελε, δέν ἀπομακρυνόταν. Καί δέν πετύχαινε ὄχι ἀπό ἀδιαφορία δική του ἀλλά γιατί τόν ἐμπόδιζαν καί τόν παραμέριζαν οἱ ἄλλοι. Καί ὅμως δέν ἀπογοητευόταν. Ἐμεῖς ὅμως δέκα ἡμέρες, ἄν μείνωμε κάπου καί παρακαλέσωμε γιά κάτι χωρίς νά πετύχουμε στό τέλος βαρυόμαστε νά δείξωμε τόν ἴδιο ζῆλο. Καί στούς ἀνθρώπους κάποτε μένουμε κοντά τόσο διάστημα ὑποφέροντες τίς ταλαιπωρίες τῆς ἐκστρατείας καί ἐκτελώντας ἐργασίες δουλοπρεπεῖς, χωρίς νά ἐκπληρώνεται πολλές φορές ἡ ἐλπίδα μας. Στόν Κύριο ὅμως τό δικό μας, ὅπου θά πάρωμε ὁπωσδήποτε μεγαλύτερη ἀπό τούς κόπους μας ἀμοιβή - ἡ ἐλπίδα, γράφει, δέν ἀπογοητεύει - δέν θέλομε νά μείνωμε κοντά του μέ τό ζῆλο πού πρέπει.

Πόση τιμωρία ἁρμόζει σ̉ αὐτή τή στάση; Ἀκόμη κι ἄν δέν ἦταν δυνατό νά πάρουμε τίποτα, αὐτή τήν ἀδιάκοπη συνομιλία μαζί του δέν ἔπρεπε νά τήν θεωροῦμε ἄξια ἄπειρων ἀγαθῶν; Ἀλλά εἶναι κουραστική ἡ ἀδιάκοπη προσευχή; Ἀλλά καί ποιά ἀρετή δέν εἶναι κοπιαστική; Κι αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἀπορία: ὅτι μαζί μέ τήν κακία κληρώθηκε ἡ εὐχαρίστηση, ἐνῶ μέ τήν ἀρετή ὁ πόνος. Πολλοί ἀναζητοῦν τήν αἰτία. Μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός ἀπ̉ τήν ἀρχή ζωή ἐλεύθερη ἀπό φροντίδες καί κόπους. Ἡ ἀργία ὡδήγησε στή διαστροφή καί χάσαμε τόν παράδεισο. Γι̉ αὐτό ἔκαμε ἐπίπονη τή ζωή μας, σάν νά δικαιολογοῦνταν στό γένος τῶν ἀνθρώπων λέγοντας. Σᾶς ἔβαλα μέσα στήν τρυφή, ἀλλά ἡ ἀπιστία σᾶς ἔκαμε χειρότερους. Γι̉ αὐτό διέταξα νά δοκιμάζετε τόν πόνο καί τόν ἱδρῶτα.Ἐπειδή ὅμως οὔτε αὐτός ὁ πόνος δέν συγκράτησε τόν ἄνθρωπο, μᾶς ἔδωσε νόμο μέ πολλές ἐντολές βάζοντάς μας, ὅπως στό δύσκολο ἄλογο, δεσμά καί χαλινάρια. Τό ἴδιο κάνουν καί οἱ ἀλογοδαμαστές. Γι̉ αὐτό εἶναι ἐπίπονη ἡ ζωή μας. Ἡ ζωή ἡ χωρίς κόπο συνήθως διαφθείρει. Ἡ φύση μας δέν δέχεται τήν ἀργία, εὔκολα κλίνει στήν κακία. Ἄς ὑποθέσωμε ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό κόπους ὁ φρόνιμος καί ἐνάρετος γενικά, ἀλλά ἐπιτυγχάνουν τό κάθε τι ἀκόμα καί κοιμισμένοι. Τήν ἄνεση πού θά προέκυπτε ποῦ θά τή χρησιμοποιούσαμε; Ὄχι στήν ἀνοησία καί τήν ὑπερηφάνεια;
Ἀλλά γιατί ἔχει συζευχθῆ μέ τήν κακία πολλή εὐχαρίστηση καί μέ τήν ἀρετή πολύς κόπος καί ἱδρῶτας; Καί τί χάρη θά εἶχε καί τί μισθό θά ἔπαιρνε, ἄν τό πρᾶγμα δέν ἦταν κοπιαστικό; Ἔχω νά σᾶς δείξω πολλούς πού ἀποστρέφονται ἐκ φύσεως τό γάμο καί τόν ἀποφεύγουν μέ σιχαμάρα. Αὐτούς θά τούς ποῦμε φρόνιμους καί θά τούς στεφανώσωμε καί θά τούς ἀνακηρύξωμε πανηγυρικά; Καθόλου. Γιατί ἡ σωφροσύνη εἶναι ἐγκράτεια καί ὑπερίσχυση πάνω στίς ἡδονές ὕστερα ἀπό μάχη. Καί τά πολεμικά τρόπαια εἶναι λαμπρότερα, ὅταν οἱ ἀγῶνες εἶναι σκληροί, ὄχι ὅταν οἱ ἀντίπαλοι δέν ἀντιστέκονται. Εἶναι πολλοί νωθροί ἀπό τή φύση. Αὐτούς δέ θά τούς ποῦμε ἐνάρετους. Γιαυτό ὁ Χριστός ἀναφέροντας τρεῖς τρόπους εὐνουχισμοῦ τούς δύο τούς ἀφήνει ἀβράβευτους καί τόν ἕναν μόνο βραβεύει μέ τή βασιλεία. Σᾶς λέω καί γιατί χρειάζεται ἡ κακία. Ποιός ἄλλος εἶναι ὁ δημιουργός τῆς κακίας ἀπό τή θεληματική ἀδιαφορία; Κι οἱ ἀγαθοί ἔπρεπε νά εἶναι μόνοι. Ποιό εἶναι τό γνώρισμα τοῦ ἀγαθοῦ, ἡ νηφαλιότητα καί ἡ ἀγρυπνία ἤ ὁ ὕπνος καί τό ροχαλητό; Καί γιατί φαινόταν γιά ἀγαθό τό νά ἐπιτυγχάνης χωρίς κόπο; Φέρνεις ἐνστάσεις πού θά ἔφεραν ζωντανά καί λαίμαργοι καί ἄνθρωποι πού νομίζουν Θεό τήν κοιλιά τους. Ἀποκρίσου μου ὅτι αὐτοί εἶναι λόγοι ἀδιαφορίας. Ἄν ὑπάρχη βασιλέας καί στρατηγός, κι ἐνῶ ὁ βασιλιάς κοιμᾶται καί μεθᾶ, ὁ στρατηγός μέ ταλαιπωρίες τήν ἕκτη ὥρα στήνει τά τρόπαια, σέ ποιόν θά ἀπέδιδες τήν νίκη; Καί ποιός χάρηκε τή χαρά τῆς νίκης;

Βλέπεις ὅτι ἡ ψυχή κλίνει σ̉ ἐκεῖνον μέ τόν ὁποῖον κοπίασε; Γι̉ αὐτό καί τήν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς τή συνώδεψε μέ κόπους, ἐπειδή ἤθελε νά ἐξοικειώση τήν ψυχή μ̉ αὐτή. Γι̉ αὐτό τήν ἀρετή κι ἄν ἀκόμα δέν τήν πραγματοποιήσωμε τή θαυμάζομε, ἐνῶ τήν κακία μ̉ ὅλη τή γλυκύτητα τήν καταδικάζομε. Κι ἄν ἐρωτήσης, γιατί δέ θαυμάζομε πιό πολύ τούς ἐκ φύσεως ἀγαθούς ἀπό ἐκείνους πού εἶναι ἀγαθοί μέ τήν θέλησή τους; Ἐπειδή εἶναι δίκαιο νά προτιμᾶται αὐτός πού κοπιάζει. Καί γιά πιό λόγο τώρα κοπιάζομε; Ἐπειδή τήν ἔλλειψη τοῦ κόπου δέν τήν ἐκρατήσαμε ὅπως ἔπρεπε. Κι ἄν τό καλοεξετάση κανένας, ἡ ἀργία πάντα μᾶς ἔβλαψε καί δημιούγησε πολύν κόπον. Κι ἄν θέλης, ἄς κλείσουμε κάποιον σ̉ ἕνα σπίτι κι ἄς ἱκανοποιοῦμε μόνο τή λαιμαργία του, χωρίς νά τόν ἀφήνουμε οὔτε νά βαδίζη οὔτε στήν ἐργασία νά τόν βγάζουμε. Ἀλλά ἄς χαίρεται τό φαγητό καί τόν ὕπνον καί ἄς γλεντᾶ ἀδιάκοπα. Ὑπάρχει ἀθλιώτερη ζωή ἀπ̉ αὐτήν; Εἶναι ἄλλο ὅμως νά ἐργάζεσαι καί ἄλλο νά κοπιάζης. Ἦταν στό χέρι μας τότε νά ἐργαζώμαστε χωρίς κόπους. Μά εἶναι δυνατό; Βέβαια εἶναι, κι αὐτό θέλησε ὁ Θεός, ἀλλά δέν τό ἐβαστάξαμε ἐμεῖς. Γι̉ αὐτό μᾶς ἔβαλε νά καλλιεργοῦμε τόν Παράδεισο,ὁρίζοντάς μας τήν ἐργασία χωρίς νά ἀναμείξη τόν κόπο. Γιατί βέβαια ἄν ὁ ἄνθρωπος κοπίαζε ἀπό τήν ἀρχή δέν θά πρόσθετε ἔπειτα τόν κόπο σάν τιμωρία. Γιατί εἶναι δυνατόν νά ἐργάζεται κανείς καί νά μήν κοπιάζει, ὅπως οἱ ἄγγελοι.
Γιά νά πεισθῆτε ὅτι ἐργάζονται, ἀκοῦστε τί λέγει: Μποροῦν μέ τή δύναμή τους νά ἐκτελέσουν τό λόγο του. Τώρα ἡ ἔλλειψη τῆς δυνάμεως προξενεῖ πολλή κούραση. Τότε ὅμως αὐτό δέ γινόταν. Αὐτός πού μπῆκε στήν περίοδο τῆς ἀναπαύσεώς του, ἀναπαύθηκε λέει, ἀπό τά ἔργα του, ὅπως ἀπό τά δικά του ὁ Θεός. Ἐδῶ δέν ἐννοεῖ ἀργία ἀλλά ἔλλειψη κόπου. Γιατί ὁ Θεός καί τώρα ἀκόμη ἐργάζεται καθώς λέγει ὁ Χριστός. Ὁ πατέρας μου ὡς τώρα ἐργάζεται κι ἐργάζομαι κι ἐγώ. Γι̉ αὐτό συμβουλεύω ἀφοῦ ἐγκαταλείψεται κάθε ἀδιαφορία νά ζηλέψετε τήν ἀρετή. Γιατί ἡ εὐχαρίστηση τῆς κακίας εἶναι σύντομη ἐνῶ ἡ λύπη παντοτινή. Τῆς ἀρετῆς ἀντίθετα,ἀγέραστη εἶναι ἡ χαρά καί πρόσκαιρος ὁ κόπος. Ἡ ἀρετή ξεκουράζει τόν ἐργάτη της καί πρίν ἀπό τή βράβευσήτου, συντηρῶντας τον μέ τίς ἐλπίδες, ἐνῶ ἡ κακία τιμωρεῖ τόν δικό της ἐργάτη, πιέζοντας τή συνείδηση καίτρομοκρατῶντας την καί προδιαθέτοντας σέ ὑποψία ἐναντίον ὅλων. Κι αὐτά βέβαια ἀπό πόσους κόπους καί ἱδρῶτες εἶναι χειρότερα.
Κι ἄν στή θέση τους ὑπῆρχε μόνο εὐχαρίστηση, τί χειρότερο ὑπάρχει ἀπό τήν εὐχαρίστηση αὐτή; Τήν ἴδια ὥρα φανερώνεται καί μαραμένη χάνεται καί φεύγει πρίν τήν πιάση κανένας, κι ἄν πῆς τήν ἀπόλαυση τῶν σωμάτων ἤ τοῦ γλεντιοῦ ἤ τῶν χρημάτων. Δέν παύουν νά γερνοῦν καθημερινά. Κι ὅταν ἡ ἡδονή συνεπάγεται κόλαση καί τιμωρία, ποιός θά ἦταν πιό ἀξιολύπητος ἀπό αὐτούς πού τήν ἐπιδιώκουν;
Ἄς τά ξέρωμε αὐτά κι ἄς ὑποφέρωμε τά πάντα γιά χάρη τῆς ἀρετῆς. Γιατί ἔτσι θά χαροῦμε καί τήν ἀληθινή ἀπόλαυση μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μαζί μ̉ ἐκεῖνον καί στόν Πατέρα καί στό ἅγιο Πνεῦμα ἄς εἶναι ἡ δόξα στούς αἰῶνες. Ἀμήν.



Σάββατο 22 Μαΐου 2021

Ἅγιος Σίμων ὁ Ἀπόστολος, ὁ Ζηλωτῆς (10 Μαΐου)


Ο Απόστολος Σίμων ήταν ένας από τους δώδεκα Μαθητές του Κυρίου και ήταν αδελφός του Ιούδα του Λεββαίου.

Ο Άγιος Απόστολος Σίμων ονομάσθηκε ζηλωτής, λόγω της θέρμης και του ζήλου με τον οποίο κήρυττε το λόγο του Ευαγγελίου. Καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας και είναι γνωστός ως Σίμων ο Κανανίτης (ή Ναθαναήλ ή Βαρθολομαίος - υιός του Θολομαίου). Μετά την ανάληψη του Χριστού και τη χάρη της Πεντηκοστής, ο Σίμων επιδόθηκε σε ένα ευρύ ιεραποστολικό έργο. Δίδαξε το Ευαγγέλιο στην Περσία, όπου αφού γκρέμισε το μύθο της πολυθεΐας, φανέρωσε σε πλήθος κόσμου το φως της Ευαγγελικής αλήθειας. Στη συνέχεια μετέβη στην Αφρική, όπου κήρυξε το ζωογόνο Λόγο του αληθινού Θεού και Σωτήρος, από την Αίγυπτο έως τη Μαυριτανία. Ο τελευταίος τόπος της θαυμαστής ιεραποστολικής του δράσης ήταν η Βρετανία. Εκεί αφού δίδαξε στο λαό τη χριστιανική πίστη, συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες βασανίστηκε και υπέστη σταυρικό θάνατο.

Σημείωση: Ο Σίμων ο Ζηλωτής εορτάζει και στις 22 Απριλίου


www.saint.gr


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Ζῆλος ἔνθεος, καταλαβῶν σε, τοῦ γνωσθέντος σοι, σαρκὸς ἐν εἴδει, ζηλωτὴν ἐν Ἀποστόλοις ἀνέδειξε καὶ τοῦ Δεσπότου ζηλώσας τὸν θάνατον, διὰ Σταυροῦ πρὸς αὐτὸν ἐξεδήμησας, Σίμων ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.

Ἀπόστολε Ἅγιε Σίμων, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.

Τὸν ἀσφαλῶς τὰ τῆς σοφίας δόγματα, ἐν ταῖς ψυχαῖς τῶν εὐσεβούντων θέμενον, ἐν αἰνέσει μακαρίσωμεν, τὸν θεηγόρον πάντες Σίμωνα· τῷ θρόνῳ γὰρ τῆς δόξης νῦν παρίσταται, καὶ σὺν τοῖς Ἀσωμάτοις ἐπαγάλλεται, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ: Εὐαγγέλιον - «ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει»

 

Εὐαγγέλιοn Κυριακής: Ιωάν. ε1-15.
1 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα. 2 ἔστι δὲ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρᾳ, ἡ ἐπιλεγομένη ἑβραϊστὶ Βηθεσδά, πέντε στοὰς ἔχουσα. 3 ἐν ταύταις κατέκειτο πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν. 4 ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐταράσσετο τὸ ὕδωρ · ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι. 5 ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ. 6 τοῦτον ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον, καὶ γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ · θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι? 7 ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ἀσθενῶν · Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν · ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει. 8 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς · ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. 9 καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ καὶ περιεπάτει. ἦν δὲ σάββατον ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ. 10 ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι τῷ τεθεραπευμένῳ · σάββατόν ἐστιν · οὐκ ἔξεστί σοι ἆραι τὸν κράβαττον. 11 ἀπεκρίθη αὐτοῖς · ὁ ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν · ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. 12 ἠρώτησαν οὖν αὐτόν · τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει? 13 ὁ δὲ ἰαθεὶς οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν · ὁ γὰρ Ἰησοῦς ἐξένευσεν ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ. 14 μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ · ἴδε ὑγιὴς γέγονας · μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται. 15 ἀπῆλθεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλε τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ.

Το νοσοκομείο του Θεού

Δεν είμαστε μόνοι

Δίπλα στην προβατική πύλη του τείχους της Ιερουσαλήμ βρισκόταν η Βηθεσδά, η κολυμβήθρα του ελέους. Είχε γύρω της πέντε στοές πλημμυρισμένες από λογής - λογής αρρώστους, ένα νοσοκομείο του Θεού ήταν. Διότι όλοι αυτοί, τυφλοί, ανάπηροι, παράλυτοι, περίμεναν με αγωνία κι ελπίδα να κατέβει κάθε τόσο ο άγγελος, ο απεσταλμένος του Θεού, να ταράξει τα νερά της δεξαμενής. Και τότε! Ω τότε! Όποιος προλάβαινε να πέσει μέσα στα νερά την ώρα εκείνη γινόταν αμέσως καλά, από οποιαδήποτε αρρώστια κι αν έπασχε. Απ 'όλους αυτούς τους βασανισμένους αρρώστους όμως ένας άνθρωπος ξεχώριζε. Τριανταοκτώ ολόκληρα χρόνια παράλυτος. Κι ήταν μόνος, κατάμονος. Δεν είχε κανένα να τον βοηθήσει. Μα σήμερα κάτι άλλαξε στη ζωή του. Δεν είναι μόνος. Τον πλησίασε ο Χριστός, ο Θεός που έγινε άνθρωπος για να θεραπεύσει τον πληγωμένο άνθρωπο. Ο Κύριος λοιπόν μόλις αντίκρισε τον παράλυτο, του είπε: «Θέλεις να γίνεις καλά»; Κι εκείνος με πόνο του απάντησε: «Κύριε, δεν έχω άνθρωπο να με βοηθήσει να πέσω πρώτος μέσα στα νερά όταν τα κινήσει ο άγγελος. Πάντοτε κάποιος άλλος προλαβαίνει να πέσει πρώτος ».


Πόσο δραματική ήταν αλήθεια η ζωή αυτού του ανθρώπου! Πώς ζούσε τόσα χρόνια; Πού έβρισκε φαγητό; Ποιος τον διακονούσε στις καθημερινές του ανάγκες; Μπορούμε να τον φαντασθούμε στα τριανταοκτώ αυτά χρόνια της δοκιμασίας του; Μπορούμε να κατανοήσουμε το δράμα του εκεί στην κολυμβήθρα; Μόνος, έρημος κι αβοήθητος ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους. Κι από τον τρόπο που αποκρίνεται στον Κύριο φαίνεται ότι ο παράλυτος αυτός υποφέρει, μα δεν γογγύζει. Βλέπει την περιφρόνηση και δεν βλασφημεί ούτε τον Θεό ούτε την ώρα που γεννήθηκε. Δεν κατηγορεί κανένα. Δεν μιλάει με οργή. Αντίθετα περιμένει. Περιμένει την κάθοδο του αγγέλου, την επίσκεψη της θείας χάριτος.


Πόσοι άνθρωποι αλήθεια και σήμερα, σε διαφορετικές βέβαια συνθήκες υποφέρουν όπως ο παράλυτος του Ευαγγελίου. Μόνοι κι εγκαταλελειμμένοι, σ 'ένα απόμακρο χωριό, σ' ένα Γηροκομείο ξεχασμένων ψυχών, σ 'ένα παρατημένο διαμέρισμα, σ' ένα σπίτι χωρίς αγάπη. Όλοι αυτοί ακούγοντας σήμερα το ιερό αυτό Ευαγγέλιο, θα πρέπει να διδαχθούν από δυο μεγάλες αλήθειες. Πρώτον ότι μέσα στη μοναξιά μας, αντί να κλαίμε για την κατάστασή μας, έχουμε χρέος να καλλιεργούμαστε στην αρετή, να συνειδητοποιούμε τη μηδαμινότητά μας, να εξαγιαζόμαστε. Και δεύτερον να κατανοήσουμε ότι δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι αοράτως ο Χριστός. Μπορεί βέβαια να μην επεμβαίνει ακόμη στο δράμα μας. Αλλά ξέρει τον πόνο μας και τη μοναξιά μας. Ας Τον παρακαλούμε λοιπόν να σταθεί σύντροφος στο πρόβλημά μας και στη δυστυχία μας και να μας στείλει ανθρώπους του να μας συμπαρασταθούν και να γλυκάνουν τη μοναξιά μας και τη δυστυχία μας. Δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι ο Θεάνθρωπος έτοιμος να μας βοηθήσει.

Ευγνωμοσύνη

Ο Κύριος εκεί στη δεξαμενή της Βηθεσδά, αφού άκουσε τα πονεμένα λόγια του παραλύτου, του είπε: «Σήκω επάνω. Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα ». Πώς έγιναν όλα τόσο ξαφνικά! Πώς αυτός που δεν μπορούσε να περπατήσει τριανταοκτώ ολόκληρα χρόνια σηκώθηκε υγιέστατος; Πώς σήκωσε το κρεβάτι του και περπάτησε και διάβαινε ολόρθος τους δρόμους της Ιερουσαλήμ;


Κάποιοι που τον είδαν, αυτόν τον πασίγνωστο παράλυτο, να περπατά, αντί να χαρούν για το πρωτοφανές θαύμα που έβλεπαν, παραλογίσθηκαν. Κι άρχισαν να τον κατηγορούν, διότι δεν ήταν επιτρεπτό σύμφωνα με το νόμο ημέρα Σάββατο να σηκώνει το κρεβάτι του. Αυτός όμως με θάρρος τους απαντά: «Εκείνος που με θεράπευσε, εκείνος μού 'πε να σηκώσω και το κρεβάτι μου». «Και ποιος είναι αυτός;», Τον ρωτούν. Ο πρώην παράλυτος όμως δεν ήξερε ποιο ήταν το όνομα του Κυρίου, ο Οποίος μετά το θαύμα είχε απομακρυνθεί διακριτικά. Κάποια ημέρα όμως ο Κύριος Ιησούς τον συναντά στο ιερό και του λέει: «Κοίταξε, έγινες καλά. Πρόσεξε όμως να μην αμαρτάνεις στο εξής, για να μην πάθεις χειρότερο κακό ». Κι εκείνος γεμάτος ευγνωμοσύνη και χαρά, ψάχνει και βρίσκει ξανά τους Ιουδαίους που τον είχαν ρωτήσει, για να τους αποκαλύψει με ενθουσιασμό τον ευεργέτη του: Ο Ιησούς είναι αυτός που με έκανε υγιή, τους είπε χαρούμενος.


Αυτή η πηγαία ομολογία του ανθρώπου εκείνου που εκδήλωνε τη βαθιά του ευγνωμοσύνη προς τον ευεργέτη του πρέπει να μας διδάξει πολύ. Διότι κι εμείς δεχόμαστε καθημερινά τις μεγάλες και θαυμαστές ευεργεσίες του Θεού που μυστικά ή φανερά ενεργεί στη ζωή μας από τα παιδικά μας χρόνια μέχρι σήμερα. Μπροστά στις αναρίθμητες ευεργεσίες λοιπόν που δεχόμαστε τόσα χρόνια, να μάθουμε να λέμε καθημερινά μέσα από την καρδιά μας το «δόξα σοι ο Θεός». Χωρίς να γκρινιάζουμε γι 'αυτά που μας λείπουν και χωρίς να ερμηνεύουμε τα γεγονότα της ζωής μας ως αποτέλεσμα συγκυριών ή ως συνέπειες των προσωπικών μας προσπαθειών. Αλλά να έχουμε μέσα μας κυρίαρχο το αίσθημα της ευγνωμοσύνης προς τον Κύριο για όλες τις δωρεές που δεχόμαστε. Να Τον ευχαριστούμε με όλη μας τη δύναμη για όλα όσα γνωρίζουμε και όσα δεν γνωρίζουμε, για τις αφανείς και φανερές ευεργεσίες που έχει κάνει σε μας. Και να ομολογούμε στους γύρω μας ότι ο Κύριος Ιησούς είναι ο ευεργέτης της ζωής μας, ο «ιατρός των ψυχών και των σωμάτων» μας, ο Πατέρας μας και ο κυβερνήτης της ζωής μας.

Παρασκευή 21 Μαΐου 2021

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ο ΕΝ ΒΟΥΝΕΝΟΙΣ (9 Μαΐου) - ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΓΑΙΝΕΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ !!!(ΒΙΝΤΕΟ)




Ενα απο τα χαρακτηριστικα θαυματα, το οποιο μαλιστα ειναι επαναλαμβανομενο ειναι το σημειο που μαρτυρισε ο Αγιος και βρισκετε 3 χιλιομ εξω απο την Λαρισα. Καθε χρονο, την παραμονη της εορτης του ΑΝΑΒΛΥΖΕΙ απο τα δενδρα που βρισκονται γυρω στον τοπο μαρτυριας του ενα ΚΟΚΚΙΝΟ ΥΓΡΟ σαν αιμα. Παραδοσιακα ο Αγιος γιορταζει στις 9 Μαιου, το φαινομενο συμβαινει με το σημερινο ημερολογιο στις 22 Μαιου, που ειναι 9 Μαιου με το παλαιο ημερολογιο. 

Σταδιακα ολοι οι παλαιοημερολογητες εξελαβαν αυτο το σημειο ως ΘΕΙΑ επιβεβαιωση της διατηρησης του παλαιου ημερολογιου στην Ορθοδοξη εκκλησια .Απο το σημειο και μετα συνεβει κατι που προσεβαλε την μνημη του ΑΓΙΟΥ, οταν καποιοι εκοψαν το δεντρο απο τη βαση του, αλλα το θαυμα δεν σταματησε αφου στις 22 Μαιου απο το κεντρο του κορμου που ειχε μεινει στη γη, αναβλυζε σε μεγαλη ποσοτητα το  αιμα  του Αγιου. Ωστοσο καποιοι δεν εμειναν ευχαριστημενοι και τσιμεντωσαν εντελως τον κορμο, συμφωνα με καταγγελειες παλαιοημερολογητων, οι οποιοι θεωρησαν ως κακοηθεια καποιων φανατικων νεοημερολογητων, να εξαφανησουν το σημειο που συνεβαινε κατα το παλαιο ημερολογιο. Ομως αλλες οι βουλες του των ανθρωπων και αλλες οι βουλες του θεου .... διοτι το αιμα συνεχιζε να ρεει απο απο τα φυλλλα των γυρω δεντρων.Το φαινομενο λαμβανει χωρα τις πρωτες πρωινες ωρες, γυρω στις 5 το πρωι, επι πλεον για 10 λεπτα ακουγετε ενα θαυμαστο βουητο σε μια ακτινα 10 μετρων, απο το σημειο που μαρτυρησε ο Αγιος. 

Βιογραφία:  Ο Άγιος Νικόλαος ο Νέος γεννήθηκε στα μέρη της Ανατολής από γονείς ευσεβείς και ενάρετους. Όταν ενηλικιώθηκε κατατάχθηκε στον Αυτοκρατορικό Στρατό, με το αξίωμα του Δούκα, γυμνάζοντας τους στρατιώτες του, στο να είναι γενναίοι και ατρόμητοι πολεμιστές, κυρίως όμως τους νουθετούσε και τους δίδασκε να πιστεύουν στον Θεό, να προσεύχονται, να μην αδικούν ποτέ κανέναν και να ζητούν από τον Χριστό να τους δίνει δύναμη για να πολεμούν τους εχθρούς. Δεν ήταν όμως μόνο οι εξωτερικοί εχθροί που έπρεπε να αντιμετωπίσουν, αλλά και οι διάφορες εξεγέρσεις που συνέβαιναν στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας. Σε μία τέτοια εξέγερση εστάλη ο Νικόλαος, από τον Αυτοκράτορα Λέοντα τον Ίσαυρο τον Εικονομάχο, για να επιβληθεί στους εξεγερθέντες και να επαναφέρει την ειρήνη και την ευστάθεια.

Στην επιχείρηση αυτή είδε να χύνεται άδικα ανθρώπινο αίμα και να χάνονται ψυχές. Φοβούμενος μήπως κι εκείνος χάσει την ζωή του μα κυρίως την ψυχή του, συνοδευόμενος από δώδεκα στρατιώτες του, αποσύρθηκαν στα Βούνενα της Θεσσαλίας όπου κατοικούσαν αρκετοί ασκητές κοντά στους οποίους έζησαν ασκητικά με νηστείες, αγρυπνίες και αδιάλειπτη προσευχή. Όταν οι Άβαροι κατέφθασαν στην Θεσσαλία σκορπώντας τον θάνατο και την καταστροφή στο βάρβαρο πέρασμα τους, συνέλαβαν τον Νικόλαο και τους στρατιώτες του, τους οποίους κατέσφαξαν. 

Τον Νικόλαο προσπάθησαν με υποσχέσεις και κολακείες να τον πείσουν να αρνηθεί την πίστη του αλλά δεν τα κατάφεραν. Αφού τον κατατρύπησαν με το ίδιο το κοντάρι του στη συνέχεια απέκοψαν την Τιμία Του Κεφαλή στις 9 Μαΐου του 720 μ.Χ και το νεανικό αίμα του πότισε άφθονα την Θεσσαλική γη. Στο σημείο της σφαγής εγκατέλειψαν οι Άβαροι το Σώμα του Αγίου, όπου μετά από πολλά χρόνια το βρήκε ακέραιο και ευωδιάζων κάποιος άρχοντας Ευφημιανός, ο οποίος γιατρεύθηκε από την ασθένεια της λέπρας που έπασχε και αφού το ενταφίασε, έκτισε εκεί Ναό στο όνομα του Οσιομάρτυρα.

Από τα δένδρα στα οποία δέθηκε και βασανίσθηκε ο Άγιος ρέει ένα κόκκινο υγρό το οποίο ονομάζεται «Αίμα». Το υγρό αυτό όταν χρησιμοποιείται με πίστη και εμπιστοσύνη στον Οσιομάρτυρα έχει ιαματικές ιδιότητες και επιτελεί θαύματα σε πάσχοντες από δερματικές παθήσεις και κεφαλοπονία. τα Εξ 'άλλου τάματα, τα χρυσαφικά και τα αφιερώματα που στολίζουν το Εικόνισμα Του, εκπροσωπούν τα Θαύματα και τις ευεργεσίες που επιτέλεσε και επιτελεί σε εκείνους που τον επικαλέσθηκαν και τον επικαλούνται. Το λείψανο Του Αγίου που με ευλάβεια φυλάσσεται στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου του Νέου στην Θήβα (συνοικία Τάχι) βρίσκεται εντός αργυράς πεποικιλμένης Θήκης την οποία μαζί με την Εφέστιο Εικόνα περιβάλλει ξυλόγλυπτο Κιβώριο. 

Πολλές φορές ευωδιάζει, θεραπεύει, ενισχύει, παρηγορεί και φανερώνει πως η Χάρις του Θεού παραμένει ανεξίτηλη στο σώμα, ακόμα και μετά θάνατον και ότι είναι τεκμήριο και προοίμιο της μελλούσης Αναστάσεως και αφθαρσίας, ενώ κάθε Τετάρτη ψάλλεται η Παράκληση του Αγίου μας ενώπιον Του.

Αυτός ο Πνευματικός Θησαυρός αποτελεί ανεκτίμητη Δωρεά της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Μαζαράκι Βαγίων και παραδώθηκε στον Ναό από την Γερόντισσα Ευπραξία με σεμνή τελετή στις 10 Δεκεμβρίου 2000 μ.Χ.

Θαύμα του Αγίου

Ήταν Οκτώβριος του 1943 μ.Χ. Οι Γερμανοί Κατακτητές ήταν αποφασισμένοι να σκορπίσουν τον θάνατο πριν αναχωρήσουν από την Θήβα και να αφήσουν πίσω τους ερειπωμένη την μικρή τότε, συνοικία του Ταχίου. Οι πληροφορίες τους έλεγαν, ότι εκεί ήταν κρυμμένα πολλά πυρομαχικά, τα οποία θα χρησιμοποιούσαν οι αντάρτες εναντίον τους. Πραγματικά! Στο σημείο που βρίσκεται σήμερα το καμπαναριό υπήρχε ένας μικρός βοηθητικός χώρος, ο οποίος ήταν γεμάτος με όπλα και πολεμοφόδια. Οι Γερμανοί έδωσαν διαταγή να συγκεντρωθούν όλοι έξω από τον Ναό, και παράλληλα ζήτησαν κατάλογο των ανδρών από 16 ετών και πάνω, ενώ όποιος δεν ήταν παρών να τον αναζητούσαν και να τον εκτελούσαν επί τόπου. 

Απέναντι από τους δυστυχείς κατοίκους, το Εκτελεστικό Απόσπασμα περίμενε το σύνθημα του Αξιωματικού για να στείλει το καυτό μολύβι στα σκελετωμένα από την πείνα σώματα τους. Έγινε εξονυχιστικός έλεγχος παντού. Στα σπίτια, στις αποθήκες, στα υπόγεια. Μέχρι και στον Ναό όρμησαν για να εντοπίσουν τα πυρομαχικά. Εδώ πρέπει να υπογραμμισθεί ότι οι Γερμανοί έχοντας ολοκληρώσει τις σφαγές του Διστόμου (Ιούνιος 1943 μ.Χ.) και του Προδρόμου (Αύγουστος 1943 μ.Χ.) ήταν αποφασισμένοι να πνίξουν στο αίμα οποιαδήποτε Aντιστασιακή ενέργεια. 

Την είσοδο του χώρου όπου ήταν κρυμμένα τα πυρομαχικά την έκλεινε μία ξύλινη πόρτα, η οποία ανοιγόκλεινε με το φύσημα του αέρα και παράτεινε την αγωνία των απελπισμένων, που παρακολουθούσαν τον αιμοβόρο Αξιωματικό να φθάνει μέχρι εκεί, δυο και τρεις φορές, αλλά να μην μπαίνει μέσα, έχοντας νεκρωμένη την στρατιωτική του διαίσθηση αλλά και την ανθρώπινη περιέργεια. 

Σε λίγο οι Ναζί έφυγαν άπρακτοι και σκυλιασμένοι. Δάκρυα συγκίνησης έτρεξαν από τα μάτια όλων. Με λαμπάδες, γονυκλισίες και μυστικές προσευχές ευχαριστούσαν τον Άγιο που εμπόδισε τον Γερμανό Αξιωματικό να εντοπίσει τα πυρομαχικά και που τους έσωσε από βέβαιο θάνατο! Διαφορετικά την τελευταία Κυριακή του Οκτώβρη δεν θα γιορτάζαμε ένα Θαύμα, αλλά θα θυμόμασταν μία σφαγή! 

Δικαίως το Απολυτίκιο αποκαλεί τον Οσιομάρτυρα Νικόλαο τον Νέο:  «.... τῶν ἐν κινδύνοις ἀπροσμάχητος βοηθός, θλιβομένων τε θερμὸς ὑπερασπιστής, καὶ τῶν ἐν παντοίαις ἀνάγκαις ὑπέρμαχος .... ».<

ΝΙΚΗΣ ΜΥΛΩΝΑ-ΛΟΥΚΑ: "ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ο ΝΕΟΣ" ΛΑΡΙΣΑ 1992
: ΒΡΟΧΗ ΑΙΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΔΕΝΔΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Διηγείται Ο Ηλίας Κουρουξίδης κάτοικος Κάτω Βουναίνων.


«Εγώ έμεινα δύο φορές στον Άγιο Νικόλαο. Επειδή για να πιστέψω πρέπει να δω γι 'αυτό λοιπόν έκανα το εξής τέχνασμα. Το 1965 πήγα μία εβδομάδα και φύλαξα κάτω από τα δένδρα του Αγίου Νικολάου. Πήγα μαζί με τον Παλαμίδα.

Στον Άγιο Νικόλαο πήγα στις 22 Μαΐου. Τότε που γιορτάζουν οι παλαιοημερολογίτες. Φύλαξα όλη τη νύχτα. Οι Παλαιοημερολογίτες όλη τη νύχτα διάβαζαν και προσεύχονταν στην εκκλησία μέχρι το πρωί. Το πρωί μετά τη Θεία Λειτουργία βγήκαν έξω από την εκκλησία και διάβαζαν παράκληση. Δέκα με ένδεκα η ώρα έβγαλαν την εικόνα κάτω από τα δένδρα. Εκεί γονάτισαν κάτω όλοι. Εγώ ήμουν σε μία απόσταση 6-7 μέτρων. Όλοι γονατιστοί έψαλαν την παράκληση. Γύρω στις 11 η ώρα ξαφνικά το δένδρο ρίχνει μία κόκκινη βροχή σαν χαλάζι. Έγινε χαλασμός. Εγώ φοβήθηκα και το έβαλα στα πόδια, έτρεξα ένα χιλιόμετρο χωρίς να το καταλάβω. Μετά ξαναγύρισα.Οι προσκυνητές μάζεψαν τη βροχή με τα ρούχα, με τα μαντήλια το βαμβάκι κλπ. Μετά μία ώρα ανέβηκαν στο πούλμαν και έφυγαν. Είδα κάτι τρομερό. Τους ρώτησα γιατί σε σας έγινε το θαύμα? Και εκείνοι απάντησαν, ότι εμείς το ζητάμε, κάναμε παράκληση και ο Άγιος μας στο έδωσε. Εσείς δεν το ζητάτε ... »

Ας Τον ευχαριστούμε και εμείς για την Προστασία Του και ας Τον παρακαλούμε να μην μας στερήσει την Ευλογία και την Χάρι Του.

 Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὡς τῶν αἰχμαλώτων.

Ως τῶν νοσούντων ὁ ἄμισθος ἰατρός, καὶ τῶν ἐν κινδύνοις ἀπροσμάχητος βοηθός, θλιβομένων τε θερμὸς ὑπερασπιστής, καὶ τῶν ἐν παντοίαις ἀνάγκαις ὑπέρμαχος, Ὁσιομάρτυς ἐξ ἑῴας Νικόλαε‧ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Εξ Ἑῲας ἐκλάμψας ἐν Βουνένοις ἠγώνισαι, Νικόλαε παμμάκαρ, ἐναθλήσας στεῤῥότατα· διὸ καὶ δοξασθεὶς παρὰ Χριστοῦ, θαυμάτων ἀναβλύζεις δωρεάς, τοῖς προστρέχουσι τῇ Κάρᾳ σου τῇ Σεπτῇ Ὁσιομάρτυς ἔνδοξε. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.



Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Εξ ἑῴας σήμερον ἀναφανέντα, ὡς ἀστέρα πάμφωτον, καὶ τῆς Ἑλλάδος εἰς δυσμὰς , ὑπὲρ Χριστοῦ ἐναθλήσαντά, σε ἀνυμνοῦμεν τὸν Νέον Νικόλαον.

Έτερον Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Τὰ ἄνω ζητῶν, τῶν κάτω κατεφρόνησας, καὶ κόσμον λιπὼν Θεῷ ἠκολούθησας. Ἐξ ἑῴας ἄριστε, ἐν Βουνένοις παρῴκησας, ἐν οἷς θῦμα γενόμενος, Χριστῷ προσενήνεξαι Νικόλαε.

Μεγαλυνάριον

Δεῦτε εὐφημήσωμεν οἱ πιστοί, τὸν ἐκ τῆς ἑῴας, ἐξαστράψαντα ἀθλητήν‧ φύλακα καὶ ῥύστην, Χριστιανῶν ἁπάντων, Νικόλαον τὸν Νέον, Χριστοῦ τὸν μάρτυρα.

Έτερον Μεγαλυνάριον

Χαίροις Θετταλίας πάσης φρουρός, χαίροις τῆς Ἑλλάδος πολιοῦχος καὶ ἀρωγός, χαίροις ὁ Βουνένων, τὸν τόπον ἁγιάσας, τοῖςῥείθροις σῶν αἱμάτων, μάκαρ Νικόλαε.

Έτερον Μεγαλυνάριον

Φύλαττε τοὺς δούλους σου ἀθλητά, τοὺς ἀθροιζομένους τῷ σεπτῷ σου, μάρτυς ναῷ, καὶ ἐπιτελοῦντας, τὴν σὴν ἁγίαν μνήμην, ἐκ πάσης ἐπηρείας, σοφὲ καὶ θλίψεως.

Έτερον Μεγαλυνάριον

Μέγαν σε προστάτην καὶ βοηθόν, κεκτήμεθα μάρτυς, πεπτωκότες ἐν πειρασμοῖς, ῥῦσαι οὖν παμμάκαρ, ἡμᾶς λοιμοῦ λιμοῦ τε, ὁρμῆς παίδων τῆς ἄγαρ, θεῖε Νικόλαε.

Έτερον Μεγαλυνάριον

Ταῖς πρεσβείαις τοῦ ἐνδόξου ἀθλοφόρου Νικολάου, Χριστὲ διαφύλαξον, τοὺς σοὺς ἱκέτας, ἐκ παντοίας θλίψεως.

Έτερον Μεγαλυνάριον

Τῇ σορῷ τῶν σῶν λειψάνων προσιοῦσι, μετὰ πόθου παμμάκαρ Νικόλαε, δώρησαι ῥῶσιν ψυχῆς τε καὶ σώματος.

Ὁ Οἶκος

Τοῦ Προδρόμου τὰς τρίβους διὰ ζήλου μάκαρ ἐσχηκώς, καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἔνδον τῆς σῆς περιφέρων καρδίας, τὴν φάσκουσαν, μετανοεῖτε‧ ἀπάρας τῆς σῆς πατρίδος, ὑπερόπτης γενόμενος νεότητος, κόσμου, πλούτου καὶ ῥεούσης δόξης, οἷά τις ἀετὸς ὑπόπτερος ἵπτασαι ἐν Βουνένοις τῆς Θετταλίας. Κᾷκεῖ τῆς διὰ Χριστὸν ποθουμένοις σοι ἡσυχίας τυχών, οὐ μόνον ὑπερβαλλούσῃ ἀσκήσει τὴν σὴν ψυχὴν κατεκάλυνας, ἀλλὰ καὶ μαρτυρικῷ στέφει, κατὰ τοὺς πάλαι ἐνδόξους Μάρτυρας, κατεκοσμήθης ἀείμνηστε‧ καὶ εὐῶδες θῦμα γενόμενος, Χριστῷ προσενήνεξαι Νικόλαε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ λόγον.

Τοῦ σταυροῦ τῇ δυνάμει καθοπλισθείς, ἀπειλὰς τῶν βαρβάρων μὴ πτοηθείς, προθύμως διήνυσας, τὸν ἀγῶνα μακάριε‧ εὐτολμίᾳ ἐλέγξας αὐτῶν τὴν δυσέβειαν, καὶ σοφῶς ἐκδιδάξας τοῦ λόγου τὴν σάρκωσιν‧ ὅθεν τοὺς στεφάνους, παρ’ αὐτοῦ ἐκομίσω, ἀξίους τῶν πόνων σου καὶ ἱδρώτων σου Ἅγιε, Ὁσιομάρτυς Νικόλαε‧ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τὴν ἁγίαν μνήμην σου.