† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Παρασκευή 9 Απριλίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ: Εὐαγγέλιον - (Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)




Εὐαγγέλιον Κυριακῆς (Μάρκ. θ’ 17-31)

17 καὶ ἀποκριθεὶς εἷς ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπε· διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. 18 καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. 19 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. 20 καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. 21 καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. 22 καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς. 23 ὁ δὲ  Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. 24 καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. 25 ἰδὼν δὲ ὁ  Ἰησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ· τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. 26 καὶ κράξας καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. 27 ὁ δὲ  Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. 28 Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. 29 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ.
30 Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ· 31 ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρα ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.

Ἀπόδοση

Εκείνο τον καιρό ένας άνθρωπος πλησίασε τον Ιησού, γονάτισε μπροστά του και είπε· Διδάσκαλε,· σου έφερα το γιο μου, που έχει πνεύμα άλαλο· Και όπου τον πιάσει τον ρίχνει κάτω, και αφρίζει και τρίζει τα δόντια του και ξεραίνεται· και είπα στους μαθητές σου για να το βγάλουν και δεν μπόρεσαν. Και ο Ιησούς του αποκρίθηκε και λέγει· Ω γενεά άπιστη, ως πότε θα είμαι μαζί σας ως πότε θα σας βαστάξω; Φέρτε μου εδώ το παιδί. Και του το έφεραν. Και όταν το παιδί είδε τον Ιησού, αμέσως το πονηρό πνεύμα το τράνταξε και έπεσε στη γη και κυλιόταν αφρίζοντας.
Και ο Ιησούς ρώτησε τον πατέρα του· Πόσος καιρός είναι από τότε που το έπαθε; Και ο πατέρας είπε· Από τότε που ήταν παιδί. Και πολλές φορές και στη φωτιά τον έριξε και στο νερό για να τον ξεκάμει· μα αν κάτι μπορείς, λυπήσου μας και βοήθησε μας. Και ο Ιησούς του είπε· Αν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σ' εκείνον που πιστεύει. Και αμέσως έβαλε φωνή ο πατέρας του παιδιού με δάκρυα και είπε· Πιστεύω Κύριε· βόηθα με στην απιστία μου. Και όταν είδε ο Ιησούς πως μαζεύεται κόσμος, μίλησε αυστηρά στο ακάθαρτο πνεύμα και του λέγει: Πνεύμα άλαλο και κουφό, εγώ σε διατάζω, να βγεις από το παιδί και να μην ξαναμπείς σ' αυτό. Και το πνεύμα, αφού έβαλε μεγάλη φωνή και τράνταξε δυνατά το παιδί, βγήκε· και το παιδί έγινε σαν νεκρό, ώστε πολλοί να λέγουν πως πέθανε. Και ο Ιησούς το ‘πιασε από το χέρι και το σήκωσε και εκείνο στάθηκε ορθό.
Και όταν ο Ιησούς πήγε στο σπίτι οι μαθητές του τον πήραν κατά μέρος και τον ρωτούσαν: Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να βγάλουμε το πονηρό πνεύμα; Και τους είπε· Τα πονηρά πνεύματα με κανέναν τρόπο δε βγαίνουν παρά μόνο με προσευχή και με νηστεία. Και αφού βγήκαν από εκεί διάβαιναν κρυφά μέσα από τη Γαλιλαία και κανείς δεν ήθελε να το ξέρει. Γιατί δίδασκε τους μαθητές του και τους έλεγε πως ο υιός του ανθρώπου παραδίνεται στα χέρια των ανθρώπων και θα τον σκοτώσουν και αφού πεθάνει την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί.

Έχει θέμα το ευαγγέλιο που αναγινώσκεται κατ' αυτήν όπου γίνεται λόγος και για την επιμέλεια των εσωτερικών λογισμών 

Περίληψη ομιλίας εις την Τετάρτην Κυριακήν των Νηστειών: Περι­γράφει την παιδαγωγικήν μέθοδον του Χριστού προς τον σκοπόν να φέρη εις την πίστιν τον πατέρα του δαιμοναζομένου νέου, του κωφαλάλου. Η θεραπεία έπρεπε να εξασφαλισθή δια της πίστεως. Το δαιμόνιον τούτο είναι το της ακολασίας και προς εκδίωξίν του απαιτείται προσευχή και νηστεία· με την νηστείαν χαλινώνεται το σώμα, με την προσευχήν κατευνάζον­ται οι λογισμοί της ψυχής, οι εξερεθίζοντες προς το πάθος. Τα πάθη δε είναι τα δαιμόνια, τα οποία πρέπει να εκβάλωμεν.


ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

1. Πολλές φορές ωμίλησα προς την αγάπη σας περί νηστείας και προσευχής, ιδιαιτέρως μάλιστα αυτές τις ιερές ημέρες· εναπέθεσα ακόμη στις φιλόθεες ακοές και ψυχές σας ποια δώρα προσφέρουν στους εραστάς των και πόσων αγαθών πρόξενοι γίνονται σ' αυτούς που τις ασκούν, πράγμα που επιβεβαιώνεται γι' αυτές κυρίως από την φωνή του Κυρίου που αναγινώσκεται σήμερα στο ευαγγέλιο.
Ποια δε είναι αυτά; Είναι μεγάλα, τα μεγαλύτερα όλων θα ελέγαμε· διότι εκτός από τα άλλα μπορούν να παράσχουν και εξουσία κατά πονηρών πνευμάτων, ώστε να τα εκβάλλσυν και να τα απελαύνουν, και τους δαιμονισμένους να τους ελευθερώνουν από την επήρειά τους. Όταν πραγματικά οι μαθηταί είπαν προς τον Κύριο περί του αλάλου και κωφού δαιμονίου, ότι «εμείς δεν μπορέσαμε να το εκβάλωμε», είπε προς αυτούς ο Κύριος· «τούτο το γένος δεν εκδιώκεται, παρά με προσευχή και νηστεία».

2. 
Ίσως γι' αυτό, μετά την προσευχή επάνω στο όρος και την κατ' αυτήν εμφάνισι της θεϊκής αυγής, κατέβηκε αμέσως και ήλθε στον τόπο, όπου ευρισκόταν ο κατεχόμενος από τον δαίμονα εκείνον. Λέγει δηλαδή ότι, αφού παρέλαβε τους εγκρίτους μαθητάς, ανέβηκε στο όρος να προσευχηθή και έλαμψε σαν ο ήλιος, και ιδού εφάνηκαν να συνομιλούν με αυτόν ο Μωυσής και ο Ηλίας, οι άνδρες που περισσότερο από κάθε άλλον άσκησαν την προσευχή και τη νηστεία, δεικνύοντας και δια της παρουσίας των στην προσευχή την συμφωνία και εναρμόνισι μεταξύ προσευχής και νηστείας, ώστε κατά κάποιον τρόπο η νηστεία να συνομιλή με την προσευχή ομιλώντας προς τον Κύριο. Εάν η φωνή αίματος του φονευθέντος Άβελ βοά προς τον Κύριο, καθώς λέγει αυτός προς τον Κάιν, όπως εμάθαμε από τα λόγια του Μωυσέως, πάντως και όλα τα μέρη και μέλη του σώματος, κακοπαθούντα με την νηστεία, θα βοήσουν προς τον Κύριο και, συνομιλώντας με την προσευχή του νηστεύοντος και περίπου συμπροσευχόμενα, δικαίως θα την καταστήσουν ευπροσδεκτικώτερη και θα δικαιώσουν αυτόν που υφίσταται εκουσίως τον κόπο της νηστείας. Μετά λοιπόν την προσευχή και την κατά θείο τρόπο λάμψι, αφού ο Κύριος κατέβηκε από το όρος, έρχεται προς τον όχλο και τους μαθητάς, στους οποίους ωδηγήθηκε εκείνος ο κατειλημμένος από το δαιμόνιο, ώστε, όπως έδειξε επάνω στο όρος ότι εκείνο ήταν βραβείο νηστείας και προσευχής, όχι μόνο μεγάλο αλλά και επάνω από το μεγάλο (πραγματικά έδειξε ότι η θεία λαμπρότης υπήρξε άθλον αυτών), έτσι, αφού κατεβή, θα επιδείξη ότι έπαθλο τούτων είναι και η ισχύς κατά των δαιμόνων.

3. 
Αλλά, επειδή κατά την παρούσα Κυριακή των ιερών νηστειών είναι συνήθεια ν' αναγινώσκεται στην εκκλησία η διήγησις περί του θαύματος τούτου, ας εξετάσωμε από την αρχή όλη την ευαγγελική περικοπή που το περιγράφει. Μόλις λοιπόν ήλθε ο Ιησούς προς τους μαθητάς και τους παρευρισκομένους με αυτούς κι' ερώτησε, τι συζητείτε, κάποιος από το πλήθος είπε· «διδάσκαλε, έφερα σε σένα τον υιό μου που έχει πνεύμα άλαλο και όπου τον καταλάβη, τον συγκλονίζει και αυτός αφρίζει και τρίζει τα δόντια του και ξηραίνεται».

4.
 Πώς λοιπόν άφριζε αυτός κι' έτριζε τα δόντια κι' εξηραινόταν; Του δαιμονισμένου πάσχει πρώτο και περισσότερο από όλα τα μόρια του σώματος ο εγκέφαλος· διότι ο δαίμων χρησιμοποιεί ως όχημα το ψυχικό πνεύμα που ευρίσκεται σ' αυτόν και από αυτό σαν ακρόπολι καταδυναστεύει όλο το σώμα. Όταν δε πάσχη ο εγκέφαλος, αφήνεται από εκεί μια ροή προς τα νευρα και τους μυς του σώματος αφρώδης και φλεγματώδης, που φράσσει τις διεξόδους του ψυχικού πνεύματος· και από αυτό προκαλείται κλονισμός και ρήξις και ακουσία κίνησις σε όλα τα αυτόβουλα μόρια, μάλιστα δε στις γνάθους, που πλησιάζουν περισσότερο στο μόριο που έπαθε πρώτο. Καθώς το υγρό ρέει περισσότερο προς το στόμα λόγω της χωρητικότητος των πόρων και της εγγύτητος προς τον εγκέφαλο, επειδή εξ αιτίας της άτακτης κινήσεως των οργάνων η αναπνοή δεν μπορεί να εκπνευσθή αθρόα, αλλά και ανακατεύεται με το πλήθος του υγρού, δημιουργείται στους πάσχοντας αφρός. Έτσι ο δαίμων εκείνος άφριζε και έτριζε τα δόντια, που προσέκρουαν μεταξύ τους φοβερά κι έσφιγγαν με μανία. Εξηραινόταν δε έπειτα από την σφοδροτέρα επήρεια του δαιμονίου. Όπως οι ατμοί που κινούνται από την θέρμη της ηλιακής ακτίνος, αν αυτή είναι σφοδροτέρα, πάλι αφανίζονται από αυτήν διασκορπιζόμενοι τελείως, έτσι και η υγρότης που προέρχεται από τα σπλάγχνα με την επήρεια του δαίμονος, αν αυτή είναι σφοδρότερα, σε λίγο δαπανάται και η έμφυτη υγρασία της σάρκας κι εκείνος ο δαιμονισμένος καταξηραίνεται.

5.
 Ο πατέρας του δαιμονισμένου προσέθεσε προς τον Κύριο, ότι είπε στους μαθητάς να το εκβάλουν και δεν κατώρθωσαν· ο δε Κύριος, αποτεινόμενος όχι προς αυτόν αλλά και προς όλους, λέγει, «ω γενεά άπιστη, έως πότε θα είμαι με σας, έως πότε θα σας ανεχθώ;». Μου φαίνεται ότι οι παρόντες τότε Ιουδαίοι, λαμβάνοντας αφορμή από το ότι δεν μπόρεσαν να εκβάλουν τον δαίμονα οι μαθηταί, θα εβλασφήμησαν κάπως. Τι δεν θα έλεγαν, αφού ευρήκαν αφορμή, αυτοί που, και όταν ετελούνταν θαύματα, δεν άφηναν τις βλασφημίες; Γνωρίζοντας λοιπόν ο Κύριος τους γογγυσμούς και τους ονειδισμούς τούτων, τους εξελέγχει και τους καταισχύνει, όχι μόνο με λόγους επιτιμητικούς, αλλά και με πράξεις και λόγια γεμάτα φιλανθρωπία.

Πραγματικά προστάσσει, φέρετέ τον εδώ σ' εμένα, και τον έφεραν, και μόλις το δαιμόνιο είδε τον Κύριο εσπάραξε τον άνθρωπο που έπεσε κι εκυλιόταν αφρίζοντας· διότι του επιτρεπόταν να καταστήση φανερά την κακία του.

6.
 Ο δε Κύριος ερώτησε τον πατέρα του παιδιού, «από πόσον χρόνο του συνέβηκε τούτο;». Αυτήν την ερώτησι την κάμει ο Κύριος, για να τον οδηγήση προς την πίστι και την με πίστι παράκλησι. Τόσο απείχε από την πίστι ο άνθρωπος αυτός, ώστε να μη παρακαλή ούτε υπέρ της σωτηρίας του παιδιού. Γι' αυτό δεν παρακάλεσε καθόλου ούτε τους μαθητάς· «τους είπα», λέγει, «να τον εκβάλουν»· δεν εγονάτισε, δεν ικέτευσε, δεν παρακάλεσε. Αλλά δεν φαίνεται ούτε τον Κύριο να παρακάλεσε ακόμη. Γι' αυτό ο Κύριος, αφήνοντας το παιδί που ήταν ελεεινώς ξαπλωμένο εμπρός στα μάτια του, συζητεί μ' εκείνον, ερωτώντας τον χρόνο του πάθους και προκαλώντας τον προς την παράκλησι. Αυτός δε αποκρίνεται ότι του συμβαίνει από την παιδική ηλικία και ότι πολλές φορές τον έβαλε στη φωτιά και στα ύδατα, για να τον αφανίση, και προσθέτει· «αλλ' αν μπο-ρής, λυπήσου μας και βοήθησέ μας».

7.
 Βλέπετε, πόση είναι η απιστία του ανθρώπου; Διότι αυτός που λέγει, 'αν μπορής', φυσικά φανερώνει ότι δεν πιστεύει ότι μπορεί ο άλλος. Ο δε Κύριος είπε, «αν μπορής να πιστεύσης, όλα είναι δυνατά στον πιστεύοντα»· το λέγει δε τούτο όχι αγνοώντας την απιστία εκείνου, αλλά προβιβάζοντάς τον βαθμιαίως στην πίστι και συγχρόνως δεικνύοντας ότι αιτία που δεν έβγαλαν οι μαθηταί τον δαίμονα είναι η απιστία του. Πρόσεξε δε τον ευαγγελιστή· δεν λέγει ότι ο Κύριος είπε προς τον πατέρα του παιδιού «αν μπορής να πιστεύσης», διότι πάντοτε ο Κύριος απαιτεί την πίστι από τους ζητούντας τις θεραπείες· αφού ήταν δεσπότης και κηδεμών και των ψυχών, εφρόντιζε να θεραπευθούν κι' αυτές διά της πίστεως· αλλ' εκείνος ο πατέρας του παιδιού, μόλις άκουσε ότι στην πίστι του ακολουθεί η ίασις, έλεγε με δάκρυα· «πιστεύω, Κύριε, βοήθησε την απιστία μου». Βλέπετε αρίστη προκοπή ηθών; Διότι όχι μόνο επίστευσε περί της θεραπείας του παιδιού, αλλ' ότι ο Κύριος μπορεί να κατανικήση και την απιστία του, αν θελήση. Ενώ δε ο όχλος επάνω σ' αυτά τα λόγια συνέρρεε, επετίμησε, λέγει, ο Κύριος το ακάθαρτο πνεύμα, λέγοντάς του· «το άλαλο και κωφό πνεύμα, εγώ σε διατάσσω, έξελθε από αυτόν και να μη εισέλθης ποτέ πάλι σ' αυτόν».

8.
 Το δαιμόνιο τούτο φαίνεται ότι είναι φοβερώτατο και θρασύτατο· την δε θρασύτητά του αποδεικνύει η σφοδρότης της επιτιμήσεως και η παραγγελία να μη εισέλθη άλλη φορά πλέον διότι, όπως φαίνεται, χωρίς την παραγγελία αυτή μπορούσε να επιστρέψη πάλι μετά την εκβολή. Εξ άλλου είχε κατεξουσιάσει σε μεγάλη έκτασι τον άνθρωπο, ήταν δυσκολοαπόσπαστο, έμενε κωφό και άλαλο, ώστε να μη επαρκή η φύσις να εξυπηρετή την υπερβολική του μανία, γι' αυτό και είχε καταντήσει τελείως αναίσθητη, διότι λέγει, «αφού έκραξε και τον εσπάραξε δυνατά, εξήλθε· ο δε άνθρωπος έγινε σαν νεκρός, ώστε πολλοί να λέγουν ότι απέθανε». Η δε κραυγή δεν αντίκειται προς το γεγονός ότι το δαιμόνιο ήταν άλαλο· διότι η μεν λαλιά είναι φωνή σημαντική κάποιας εννοίας, η δε κραυγή είναι άσημη φωνή. Αφήνεται δε το δαιμόνιο να σπαράξη τον άνθρωπο τόσο πολύ και να τον καταστήση σαν νεκρό, για να φανερωθή όλη η κακία του. Ο Κύριος λοιπόν, πιάνοντας το χέρι του ανθρώπου, τον ανήγειρε, ώστε εσηκώθηκε, δεικνύοντας έτσι ότι έχει πολλή ενέργεια· το ότι τον έπιασε από το χέρι ήταν εκδήλωσις της κτιστής ιδικής μας ενεργείας, το δε ότι τον ανέστησε απηλλαγμένο από πάθη ήταν εκδήλωσις της άκτιστης και θείας και ζωαρχικής ενεργείας.

9.
 Όταν δε έπειτα οι μαθηταί ερώτησαν ιδιαιτέρως, «γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλωμε;», είπε προς αυτούς ότι τούτο το δαιμόνιο «δεν μπορεί να εξέλθη με τίποτε άλλο, πλην της προσευχής και της νηστείας». Λέγουν λοιπόν μερικοί ότι αυτή η προσευχή και η νηστεία πρέπει να γίνονται από τον πάσχοντα· δεν είναι όμως σωστό αυτό, διότι ο ενεργούμενος από πονηρό πνεύμα, και μάλιστα τόσο φοβερό, αφού είναι όργανο εκείνου και καταδυναστεύεται από εκείνο, πώς θα μπορούσε να προσευχηθή ή νηστεύση επωφελώς για τον εαυτό του;

10. 
Φαίνεται ότι το δεινότατο τούτο δαιμόνιο είναι της ακολασίας, αφού άλλοτε μεν ρίπτει τον κατειλημμένο στη φωτιά (διότι τέτοιοι είναι οι αλλόκοτοι και αναίσθητοι έρωτες), άλλοτε δε τον βυθίζει στα ύδατα διά της αδηφαγίας και των αμέτρων και αφθόνων πότων και συμποσίων. Είναι δε και σ' αυτούς κωφό και άλαλο το δαιμόνιο τούτο, διότι αυτός που πείθεται στις υποβολές τοιούτου δαιμονίου δεν υποφέρει εύκολα ν' ακούη και να λαλή τα θεία. Αλλ' όμως όταν κανείς δεν έχη ενοικισμένο το πονηρό αυτό πνεύμα, αλλά φέρεται από τις υποβολές εκείνου, όταν ανασηκωθή προς επιστροφή (διότι έχει το αυτεξούσιο), χρειάζεται προσευχή και νηστεία, ώστε με την νηστεία μεν να χαλινώση το σώμα και καταστείλη τις επαναστάσεις του, δια της προσευχής δε να αδρανοποιήση και κατευνάση τις προλήψεις της ψυχής και τους λογισμούς που ερεθίζουν προς το πάθος· κι έτσι, απελαύνοντας με προσευχή και νηστεία την σατανική προσβολή και επήρεια, να κυριαρχήση το πάθος. Όταν όμως δεν ενεργήται απλώς από την υποβολή του δαίμονος, αλλ' έχει ένοικο τον ίδιον τον δαίμονα, ούτε κατά τα ανθρώπινα πλέον πάσχει ούτε ο ίδιος μπορεί να πράξη κάτι προς θεραπεία του, αλλ' ό,τι θα έπραττε εκείνος, αν είχε ελεύθερο νου, τούτο, πραττόμενο υπέρ αυτού από τους ελευθέρους, και μάλιστα κατόχους θείου Πνεύματος, θα συντέλεση μεγάλως προς την εκβολή του δαίμονος.

11.
 Αλλά βέβαια δεν μας ζητείται ν' απελαύνωμε δαίμονας, και αν μπορέσωμε ν' απελάσουμε, κανένα όφελος δεν θα προέλθη για μας, αν έχωμε ακατάστατο βίο. Διότι, λέγει, «πολλοί θα μου ειπούν εκείνη την ημέρα· Κύριε, δεν επροφητεύσαμε στο όνομά σου και δεν εκβάλαμε δαιμόνια στ' όνομά σου; Και θα τους απαντήσω· δεν σας γνωρίζω, απομακρυνθήτε από κοντά μου όσοι εργάζεσθε την ανομία». Επομένως πολύ επωφελέστερο είναι να σπεύσωμε ν' απελάσωμε το πάθος της πορνείας και της οργής, του μίσους και της υπερηφανείας, από το να εκβάλλωμε δαιμόνια. Πραγματικά, δεν αρκεί μόνο ν' απαλλαγούμε από τη σωματική αμαρτία, αλλά πρέπει να καθάρωμε και την ενέργεια που οικουρεί μέσα στην ψυχή. Διότι οι κακοί διαλογισμοί εκπορεύονται από την καρδιά μας, μοιχείες, πορνείες, φόνοι, κλοπές, πλεονεξίες και τα παρόμοια (αυτά δε είναι που κινούν τον άνθρωπο), και «αυτός που κυττάζει γυναίκα με πόθο, ήδη την εμοίχευσε στην καρδιά του». Όταν άπρακτη το σώμα είναι δυνατό να ενεργήται η αμαρτία νοερώς· όταν δε η ψυχή αποκρούη εσωτερικώς την προσβολή του πονηρού δια προσευχής και προσοχής και μνήμης θανάτου, διά της κατά τον Θεό λύπης και του πένθους, τότε της αγιωσύνης συμμετέχει και το σώμα, αποκτώντας την απραξία στα κακά. Κι αυτό είναι εκείνο που λέγει ο Κύριος ότι αυτός που εκαθάρισε το απ' έξω του ποτηριού, δεν εκαθάρισε και το εσωτερικό, αλλά καθαρίσατε το εσωτερικό του ποτηριού, κι έτσι θα είναι καθαρό ολόκληρο.

Πραγματικά καταβάλλοντας κάθε φροντίδα ώστε να είναι κατά το θέλημα του Θεού η εσωτερική σου εργασία, θα νικήσης τα εξωτερικά πάθη· διότι εάν η ρίζα είναι αγία και οι κλάδοι θα είναι άγιοι, εάν είναι η ζύμη, θα είναι και το φύραμα. «Να περιπατήτε κατά το πνεύμα», λέγει ο Παύλος, «και να μη εκτελήτε επιθυμία σαρκός».

12. 
Γι' αυτό και ο Χριστός δεν κατήργησε την Ιουδαϊκή περιτομή, αλλά την ετελείωσε· διότι αυτός είναι που λέγει, «δεν ήλθα να καταλύσω τον νόμο, αλλά να τον συμπληρώσω». Πώς λοιπόν τον συμπλήρωσε; Ο νόμος εκείνος ήταν σφραγίς και υπόδειγμα και συμβολική διδαχή περί της περιτομής των πονηρών λογισμών στην καρδιά. Οι Ιουδαίοι που δεν εφρόντιζαν γι' αυτήν ωνειδίζονταν από τους προφήτες ως απερίτμητοι στην καρδιά, εμισούνταν από τον βλέποντα στην καρδιά και στο τέλος έγιναν απόβλητοι· διότι ο άνθρωπος βλέπει στο πρόσωπο, ο Θεός στην καρδιά, κι εάν αυτή είναι γεμάτη ρυπαρούς ή πονηρούς λογισμούς, ο άνθρωπος εκείνος γίνεται άξιος θείας αποστροφής. Γι' αυτό πάλι ο απόστολος παραινεί να κάμωμε τις ευχές χωρίς οργή και διαλογισμούς.

13. 
Όταν δε ο Κύριος μας διδάσκη να φροντίσωμε για την πνευματική περιτομή της καρδιάς, μακαρίζει τους καθαρούς στην καρδιά και τους πτωχούς στο πνεύμα και της μεν καθαρότητος αυτής τονίζει ότι έπαθλο είναι η θεοπτία, στους πτωχούς δε υπόσχεται τη βασιλεία των ουρανών· πτωχούς δε λέγει αυτούς που ζουν σε ένδεια και ευτέλεια. Δεν μακαρίζει δε απλώς τους τοιούτους ανθρώπους, αλλά τους κατά το φρόνημα τοιούτους, δηλαδή αυτούς που, εξ αιτίας της εσωτερικής στην καρδιά ταπεινώσεως και αγαθής προαιρέσεως, διαθέτουν αναλόγως και τα εξωτερικά. Απαγορεύει δε όχι μόνο τον φόνο, αλλά και την οργή, και προτάσσει να συγχωρούμε από καρδιά αυτούς που μας πταίουν και δεν δέχεται το προσφερόμενο από μας δώρο, αν δεν συνδιαλλαγούμε προηγουμένως κι αφήσωμε την οργή.

14.
 Το ίδιο διδάσκει και για τα πορνικά πάθη· διότι και αυτήν την από περιέργεια θέα και την από αυτήν επιθυμία εδίδαξε ότι είναι μοιχεία στην καρδιά· και εξετάζοντας αυτά τα θέματα γενικώτερα λέγει, εάν το φώς που έχης μέσα σου, δηλαδή ο νους και η διάνοια, είναι σκότος, γεμάτα από τις αφώτιστες προσβολές των αρχόντων του σκότους, πόσο μάλλον το σκότος, δηλαδή το σώμα και η αίσθησις, τα οποία δεν έχουν δικό τους νοερό φέγγος, γεννητικό αληθείας και απαθείας; Εάν δε το μέσα σου φώς είναι καθαρό, σε περίπτωσι που δεν σκοτίζουν τα σαρκικά φρονήματα, θα είσαι τελείως φωτεινός κατά την ψυχή, όπως όταν σε φωτίζη το λυχνάρι με την λάμψι του. Τέτοια είναι η περιτομή της καρδίας κατά το πνεύμα, διά της οποίας ο Κύριος συμπλήρωσε την κατά τον νόμο περιτομή στην σάρκα, που εδόθηκε στους Ιουδαίους, για να υποσημαίνη εκείνην και να οδηγή προς εκείνην. Επειδή δε αυτοί δεν εφρόντισαν να την αποκτήσουν, η περιτομή τους, όπως λέγει ο Παύλος, έγινε ακροβυστία και αποξενώθηκαν από τον Θεό που δεν βλέπει στο πρόσωπο, δηλαδή στα φανερά δικαιώματα της σαρκός, αλλά στην καρδιά, δηλαδή στα αφανή και μέσα μας κινήματα των λογισμών.

15.
 Ας προσέχωμε λοιπόν κι εμείς, αδελφοί, παρακαλώ, κι ας καθαρίσωμε τις καρδιές μας από κάθε μολυσμό, για να μη συμπαρασυρθούμε μ' εκείνους που κατακρίθηκαν. Αν ο νόμος που εκτέθηκε διά του Μωυσέως «επιβεβαιώθηκε και κάθε παράβασις και παρακοή έλαβε δικαία ανταπόδοσι, πώς θα ξεφύγωμε εμείς που αμελήσαμε για την σωτηρία μας, η οποία αρχίζοντας να διακηρύσσεται από τον Κύριο διαβιβάσθηκε προς εμάς εγκύρως από εκείνους που άκουσαν, ενώ ο Θεός συνεπεκύρωνε με σημεία και τέρατα και ποικίλες δυνάμεις και με διαμερισμό του αγίου Πνεύματος;». Ας φοβηθούμε λοιπόν τον διερευνώντα καρδιά και νεφρούς· ας εξιλεώσωμε τον Κύριο των εκδικήσεων· ας βάλωμε μέσα μας ένοικο την ειρήνη, τον αγιασμό, την προσευχή με κατάνυξι, χωρίς τα οποία κανείς δεν θα ιδή τον Κύριο· ας ποθήσωμε γεμάτοι πίστι την υπεσχημένη εκείνη στους καθαρούς στην καρδιά θέα, και ας πράξωμε τα πάντα, για να επιτύχωμε αυτήν, με την οποία μαζί είναι η αιωνία ζωή, το άφθαρτο κάλλος, ο αδαπάνητος πλούτος, η αναλλοίωτη και απέραντη τρυφή και δόξα και βασιλεία.

16. 
Αυτά είθε να επιτύχωμε όλοι εμείς σ' αυτόν τον βασιλέα των αιώνων Χριστό· στον οποίο μόνο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνησις, μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό πνεύμα, στους απεράντους αιώνες. Γένοιτο. 

(Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, τόμος 9, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)

Πηγή: www.alopsis.gr


Δοξαστικό Δ΄Κυριακῆς Νηστειῶν.
Ἦχος α΄.

(Κείμενο)

Δεῦτε ἐργασώμεθα ἐν τῷ μυστικῷ ἀμπελῶνι καρποὺς μετανοίας, ἐν τούτῳ ποιούμενοι οὐκ ἐν βρώμασι καὶ πόμασι κοπιῶντες, ἀλλ' ἐν προσευχαῖς καὶ νηστείαις τάς ἀρετὰς κατορθοῦντες, τούτοις ἀρεσκόμενος, ὁ Κύριος τοῦ ἔργου δηνάριον παρέχει δι οὗ ψυχὰς λυτροῦται, χρέους ἁμαρτίας, ὁ μόνος πολυέλεος.

(Παράφραση)

Ἐμπρός (λοιπόν) ἄς ἐργασθοῦμε στόν μυστικό (πνευματικό) ἀμπελώνα, καλλιεργώντας καρπούς μετανοίας μέσα σ’ αὐτόν, κοπιάζοντας ὄχι μέ φαγοπότια ἀλλά καλλιεργώντας μέ προσευχές καί νηστείες τίς ἀρετές. Ὁ Κύριος τοῦ ἔργου (Ἰησούς Χριστός) εὐαρεστούμενος μέ ὅλα αὐτά προσφέρει ἀνταμοιβή, μέ τήν ὁποία λυτρώνει τίς ψυχές ἀπό τό χρέος τῆς ἁμαρτίας ὁ μόνος Πολυεύσπλαγχνος.


Δείτε σχετικά:

Πέμπτη 8 Απριλίου 2021

Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΤΥΠΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 


Ο Προφήτης Ησαΐας θεωρεί το Όρος της Σιών ως το ψηλότερο πάντων των
βουνών του κόσμου με πνευματική έννοια, ως το Όρος Κυρίου από το οποίο
ανέτειλε η σωτηρία των ανθρώπων. «Ἰδοὺ Σιὼν ἡ πόλις, τὸ σωτήριον ἡμῶν… Ὅτι
τὸ ὄνομα Κυρίου μέγα ἐν ἡμῖν ὁ γὰρ Θεός μου μέγας ἐστίν, οὐ παρελεύσεταὶ με
Κύριος… Οὗτος σώζει ἡμᾶς» (Ησαϊου 33, 20-23).
Και αυτή η προαναγγελλόμενη σωτηρία θα ανατείλει κατά τον ίδιο Προφήτη εκ
της απογόνου του Δαυίδ «ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς Δαυΐδ», εκ της Παρθένου Μητρός
του Μεσσίου «Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἔξει καὶ τέξεται υἱὸν καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα
αὐτοῦ Ἐμμανουὴλ» (Ησαϊου 7,14).
Και πράγματι η πάναγνος κόρη που προήλθε από το Βηθλεεμίτη Ιωακείμ, που καταγόταν
από τη φυλή του Ιούδα και της Ασμοναίας Άννας, με καταγωγή από το ιερατικό γένος
του Ααρών, υπήρξε απόγονος του οίκου και της πατριάς Δαυίδ. Αυτή
οραματίσθηκε, χίλια και πλέον χρόνια νωρίτερα, ο Προφητάναξ Δαυίδ, ως Θεόνυμφο
μητέρα και Βασίλισσα, να κάθεται στα δεξιά του Θεού. «Παρέστη ἡ Βασίλισσα, ἐκ
δεξιῶν σου ἐν ἰματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη πεποικιλμένη. Ἄκουσον θύγατερ
(ἀπόγονέ μου Μαριάμ) καὶ ἴδε καὶ κλῖνον τὸ οὕς σου καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου
καὶ τοῦ οἴκου τοῦ Πατρός σου καὶ ἐπιθυμήσει ὁ βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου, ὅτι
αὐτὸς Κύριός σου καὶ προσκυνήσεις αὐτῶ. Καὶ θυγάτηρ Τύρου ἐν δώροις. Τὸ
πρόσωπόν σου λιτανεύσουσι οἱ πλούσιοι τοῦ λαοῦ σου… Πᾶσα ἡ δόξα τῆς
θυγατρὸς τοῦ Βασιλέως ἔσωθεν ἐν κροσσωτοῖς χρυσοῖς περιβεβλημένη πεποικιλμένη»
(Ψαλμ. 44, 11-14). Και ερμηνεύει ο Ιερός Χρυσόστομος «ἔνδοθεν ἔσχε τῆς ἀρετῆς τὴν
εὐπρέπειαν καὶ τὰ παντοδαπὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διαλάμπει χαρίσματα». Η
Παρθένος Μαρία είχε όλες τις αρετές στο έπακρο: την ευσέβεια, την αγνεία, την
ταπεινοφροσύνη, την υπακοή, την αγάπη, την παρθενία, την ωραιότητα. Ήταν
Κεχαριτωμένη κατά την αγγελική προσφώνηση, μη έχουσα σπίλο ή ρυτίδα ή άλλο
παρόμοιο, αλλά ούσα αγία και άμωμος και Παναγία και Βασίλισσα του κόσμου.
Έκτοτε μυριάδες ψυχές ζήλωσαν να μιμηθούν την οσιακή και παρθενική της ζωή
και προσκολλήθηκαν στο Θεό και έκαναν σκοπό της ζωής τους να ευαρεστήσουν
σε αυτήν.



1. Η κλίμαξ, την οποία είδε ο Ιακώβ.
2. Η βάτος η φλεγομένη και μη καιομένη.
3. Η ράβδος του Ααρών η βλαστήσασα.
4. Η στάμνος του Μάννα.
5. Η φωτεινή νεφέλη – πύρινος στύλος.
6. Ο πόκος του Γεδεών (= κουβάρι από μαλλί).


1. Η κλίμακα που είδε ο Ιακώβ, όταν έφευγε από το σπίτι του στη Χεβρών, για
να αποφύγει το θυμό του αδελφού του, συμβολίζει την Υπεραγία Θεοτόκο.

Αναφέρει σχετικά η Αγία Γραφή: «Ἐξῆλθεν Ἰακὼβ ἀπὸ τοῦ φρέατος τοῦ ὅρκου
καὶ ἐπορεύθη εἰς Χαρρὰν καὶ ἀπήντησε τόπῳ καὶ ἐκοιμήθη ἐκεῖ, ἔδυ γὰρ ὁ
ἥλιος. Καὶ ἔλαβεν ἀπὸ τῶν λίθων τοῦ τόπου, καὶ ἔθηκε πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ
καὶ ἐκοιμήθη ἐν τόπῳ ἐκείνῳ καὶ ἐνυπνιάσθη, καὶ ἰδοὺ κλίμαξ ἐστηριγμένη ἐν
τῇ γῇ, ἧς ἡ κεφαλὴ ἀφικνεῖτο εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινον
καὶ κατέβαινον ἐπ’ αὐτῆς. Ὁ δὲ Κύριος ἐπεστήρικτο ἐπ’ αὐτῆς» (Γεν. ΚΗ΄ 10-12).
Αυτή η κλίμακα που ένωνε τον ουρανό και τη γη, που συνέδεσε τον άνθρωπο με το
Θεό, δεν είναι άλλο από το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Στον Ακάθιστο Ύμνο
αναφέρεται ο σχετικός χαιρετισμός προς τη Θεοτόκο: «Χαῖρε κλίμαξ ἐπουράνιε
δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός».

2. Σχετικά με τη βάτο που είδε ο Μωυσής να φλέγεται και να μην καίεται, αναφέρει η
Αγία Γραφή: «καὶ ἦλθεν εἰς τὸ Ὄρος Χωρήβ. Ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου
ἐν πυρὶ φλογὸς ἐκ τοῦ βάτου καὶ ὁρᾶ ὅτι ‘πο βάτος καίεται πυρί, ὁ δὲ βάτος οὐ
κατεκαίετο» (Έξοδος Γ΄ 1-2). Αυτή η βάτος συμβολίζει την Υπεραγία Θεοτόκο, διότι
όπως εκείνη η βάτος φλεγομένη δεν καιγόταν, ούτε καταστρεφόταν, έτσι και η Αγία
Παρθένος, ενώ χωρίς ηδονές συνέλαβε και χωρίς πόνους έτεκε, έμεινε Αειπάρθενος.

3. Όταν ο Μωυσής πήρε εντολή από το Θεό να διαλέξει τη φυλή από την οποία θα
προερχόταν το Ιερατείο, κάλεσε τους αρχηγούς των δώδεκα φυλών του Ισραήλ να
γράψουν τα ονόματά τους ο καθένας σε ένα ραβδί και να του το παραδώσουν. Στη
ράβδο του Λευῒ έγραψε το όνομά του ο Ααρών. Τις τοποθέτησε δε στη σκηνή του
Μαρτυρίου, με τη βεβαιότητα ότι η ράβδος που θα βλαστήσει θα καθόριζε τη φυλή
από την οποία θα προέρχονταν οι ιερείς. Και βλάστησε η ράβδος του Ααρών. Έτσι οι
Εβραίοι λάμβαναν το Ιερατείο τους από τη φυλή του Λευῒ (Αριθμοί ΙΖ΄ 16-19).
Όπως η ξηρά ράβδος του Ααρών έδωσε ζωή δια του βλαστού της και δήλωσε το
ιερατικό γένος κατά την τάξη του Ααρών, έτσι και η Παρθένος Μαρία, ως άλλη
ράβδος βλάστησε εκ των στείρων Ιωακείμ και Άννας και δώρισε στον κόσμο τη
σωτηρία, δια του Ιησού Χριστού, ο οποίος είναι Αρχιερεύς κατά την τάξη
Μελχισεδέκ.

4. Η Παρθένος Μαρία προτυπώθηκε ως Στάμνα του νοητού Μάννα (= του πνευματικού άρτου) της ζωής του Χριστού και όπως η στάμνα του Μάννα η χρυσή, που βρισκόταν στα Άγια των Αγίων φύλαττε το μάννα χωρίς να αλλοιωθεί, έτσι και η Παρθένος φύλαξε στη μήτρα της τον Κύριο και Θεό, που έγινε άνθρωπος, χωρίς αλλοίωση ή αλλαγή, καθ’ ότι «ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω καὶ τοῖς ἄνω οὐδόλως ἀπῆν ὁ
ἀπερίγραπτος λόγος». Έγινε άνθρωπος χωρίς να αρνηθεί τη Θεότητά του.
«Ἐκένωσεν ἑαυτὸν» λέγει ο θείος Παύλος και δεν υπέστη ουδεμία αλλαγή, αλλά
παρέμεινε «τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος κατὰ πάντα ὅμοιος ἡμῖν χωρὶς
ἁμαρτίαν» (Δ’ Οικ. Σύνοδος).

5. Η Θεοτόκος προτυπώνεται και με τη φωτεινή νεφέλη που κάλυπτε την παρεμβολή
των Εβραίων, κατά την πορεία τους διαμέσου της ερήμου. Αναφέρει σχετικά το
βιβλίο της Εξόδου: «ὁ δὲ Θεὸς ἠγεῖτο αὐτῶν, ἡμέρας μὲν ἐν στύλῳ νεφέλης, δεῖξαι
αὐτοῖς τὴν ὁδὸν τὴν δὲ νύκτα ἐν στύλῳ πυρὸς οὐκ ἐξέλιπε δὲ ὁ στύλος τῆς νεφέλης
ἡμέρας καὶ ὁ στύλος τοῦ πυρὸς νυκτὸς ἐναντίον τοῦ λαοῦ παντὸς» (ΙΓ΄ 21-
21). Δηλαδή: Ο Θεός κάλυπτε την παρεμβολή με νεφέλη για να τους προστατεύει
από τον ήλιο και τη νύκτα προπορευόταν σαν πύρινος στύλος για να τους φωτίζει. Η
Αγία Θεοτόκος διαμέσου των αιώνων σκεπάζει τους ανθρώπους από τo σύγχρονο
καύμα της αμαρτίας, ενώ ταυτόχρονα τους φωτίζει μέσα στο πηκτό σκοτάδι που
επικρατεί στο μακρά του Θεού κόσμο. Δίκαια λοιπόν ο υμνογράφος του Ακαθίστου
ύμνου τη χαιρετίζει με τους ακόλουθους στίχους: «Χαῖρε πύρινε στύλε, ὁδηγῶν τοὺς
ἐν σκότει, Χαῖρε σκέπη τοῦ κόσμου «πλατυτέρα νεφέλης» καὶ στὸν κανόνα τῆς ἴδιας
ἀκολουθίας χαρᾶς αἰτία χαρίτωσον, ἡμῶν τὸν λογισμὸν τοῦ κραγάζειν σοι, Χαῖρε ἡ
ἄφλεκτος βάτος, Νεφέλη ὁλόφωτε ἡ τοὺς πιστοὺς ἀπαύστως ἐπισκιάζουσα».

6. Η Θεοτόκος που δέχθηκε τον εξ ουρανών επιδημήσαντα Κύριο προτυπώθηκε δια του πόκου του Γεδεών. Στον κανόνα του Ακαθίστου ύμνου και πάλι αναφέρεται: «Χαῖρε ὁ πόκος ὁ ἔνδροσος, ὅν Γεδεὼν παρθένε προεθεάσατο».Τότε ο πόκος (= κουβάρι από μαλλί) του Γεδεών δέχθηκε τη δρόσο αθόρυβα, ενώ το υπόλοιπο του αλωνιούήταν ξηρό.
Κατά παρόμοιο τρόπο η Παρθένος Μαρία δέχθηκε μέσα της την ουράνιο
δρόσο (το Χριστό) μέσα στην περιβάλλουσα αυτήν πνευματική ξηρασία του κόσμου.
Αυτές και πολλές άλλες είναι οι προτυπώσεις της Υπεραγίας Θεοτόκου στην Παλαιά
Διαθήκη που μαρτυρούν το σπουδαιότατο ρόλο της στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων.


Πηγή υλικού
Ζαχαρίου Κλ. Ραπτόπουλου, Ιερά Μονή Σεϊδανάγιας στα Ιεροσόλυμα, Έκδοση Β΄
Επηυξημένη – βελτιωμένη, Εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήναι 2009, σ. 51-57

Επιλογή υλικού
Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου
Ιεροσολύμων

ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ


Τρίτη 6 Απριλίου 2021

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΕΝΔΟΞΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΜΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΑΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

 



1. Πάλι σήμερα ἔχουμε χαρμόσυνες εἰδήσειςπάλι ἔχουμε μηνύματα ἐλευθερίαςπάλι 
ἔχουμε μίαἀνάκληση ἀπὸ τὴν πτώση καὶ μία ἐπάνοδο στὴ ζωήμία ὑπόσχεση εὐφροσύνης καὶ μία ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴ δουλεία.

Ἕνας ἄγγελος συνομιλεῖ μὲ τὴν Παρθένο, γιὰ νὰ μὴν ξαναμιλήσει ὁ διάβολος μὲ γυναίκα. Λέει ἡΓραφή· «Τὸν ἕκτο μήνα τῆς ἐγκυμοσύνης τῆς Ἐλισάβετ στάλθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ σὲ μία παρθένο, ποὺ ἦταν μνηστευμένη μὲ ἕναν ἄνδρα». Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ ἀποκαλύψει τὴν παγκόσμια σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, νὰ φέρει στὸν Ἀδὰμ τὴ βέβαιη ἀποκατάστασή του. Στάλθηκε ὁΓαβριήλ, στὴν παρθένο, γιὰ νὰ μεταβάλει τὴν ἀτιμία τοῦ γυναικείου φίλου σὲ τιμή. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰπροετοιμάσει τὸν νυμφικὸ θάλαμο, ὥστε νὰ εἶναι ἀντάξιος γιὰ τὸν ἀμόλυντο Νυμφίο. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰνὰ συντελέσει νὰ νυμφευθεῖ τὸ πλάσμα μὲ τὸν πλάστη.


Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, στὸ ἔμψυχο παλάτι τοῦ βασιλιᾶ τῶν ἀγγέλων. Στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴν παρθένο ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἀλλὰ ποὺ προοριζόταν γιὰ τὸν Ἰησοῦ, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Στάλθηκε ὁἀσώματος δοῦλος σὲ ἀμόλυντη παρθένο. Στάλθηκε ὁ χωρὶς ἁμαρτίες σ’ αὐτὴν ποὺ δὲν θὰ γνώριζε τὴ φθορά. Στάλθηκε ὁ λύχνος, γιὰ νὰ ἀναγγείλει τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Στάλθηκε ὁ ὄρθρος, ποὺ ἔρχεται πρὶν ἀπὸ τὸφῶς τῆς ἡμέρας. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ διαλαλήσει αὐτὸν ποὺ βρίσκεται στοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα καὶστὴν ἀγκαλιὰ τῆς μητέρας. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ δείξει αὐτὸν ποὺ κάθεται σὲ θρόνο ἀλλὰ καὶ σὲ σπηλιά. Στάλθηκε ἕνας στρατιώτης, γιὰ νὰ διατυμπανίσει τὸ μυστήριο τοῦ μεγάλου βασιλιᾶ. Χαρακτηρίζω μυστήριο αὐτὸ ποὺ γίνεται κατανοητὸ μὲ τὴν πίστη καὶ δὲν ἐξερευνᾶται μὲ τὴ φιλομάθεια, πρόκειται γιὰ μυστήριο ποὺεἶναι ἄξιο προσκυνήσεως καὶ ὄχι σχολαστικῆς ἐξετάσεως, δηλαδὴ γιὰ μυστήριο ποὺ εἶναι ἀντικείμενο θεολογικῆς ἔρευνας καὶ ὄχι γιὰ κάτι ποὺ ὑπόκειται σὲ ἀκριβῆ μέτρηση.


2. « Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴν παρθένο». Ποιὸν ἕκτο μήνα; Ποιόν; Ἀπὸ τότε ποὺ ἡἘλισάβετ δέχθηκε τὸ χαρμόσυνο μήνυμα, ἀπὸ τότε ποὺ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη. Ἀπὸ ποῦ τὸ συμπεραίνουμε αὐτό; Τὸ ἀποκαλύπτει ὁ ἴδιος ὁ ἀρχάγγελος ὅταν λέει στὴν Παρθένο· « νά, ἡ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴσυνέλαβε γιὸ στὰ γεράματά της. Κι αὐτὸς εἶναι ὁ ἕκτος μήνας τῆς ἐγκυμοσύνης της, αὐτῆς ποὺ θεωροῦνταν στείρα». Ὁ ἕκτος μήνας λοιπὸν εἶναι ὁ ἕκτος μήνας ἀπὸ τὴ σύλληψη τοῦ Ἰωάννη. Ἔπρεπε λοιπὸν ὁ στρατιώτης νὰ φθάσει πρῶτος, ἔπρεπε ὁ ἀκόλουθος νὰ προηγηθεῖ, ἔπρεπε νὰ προπορευθεῖ αὐτὸς ποὺ θὰ ἀποκάλυπτε τὴδεσποτικὴ παρουσία.


«Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ στὴν Παρθένο, ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ ἕναν ἄνδρα»,ἀρραβωνιασμένη ὄχι παντρεμένη· ἀρραβωνιασμένη, ἀλλὰ ἄθικτη. Γιατί ἦταν ἀρραβωνιασμένη; Γιὰ νὰ μὴ μάθει πολὺ γρήγορα ὁ διάβολος τὸ μυστήριο. Γιὰ τὸ ὅτι ἐπρόκειτο διὰ μέσου Παρθένου νὰ ἔλθει ὁ Βασιλιάς, αὐτὸ τὸγνώριζε ὁ πονηρός, γιατί εἶχε ἀκούσει τὶς προφητεῖες τοῦ Ἠσαΐα ποὺ ἔλεγαν· « Νά, θὰ συλλάβει ἡ παρθένος καὶθὰ γεννήσει γιό». Κάθε φορά λοιπόν, ὅπως εἶναι φυσικό, ἐξέταζε ὅ,τι ἀναφερόταν στὴν παρθένο, ὥστε ὅτανἀντιληφθεῖ ὅτι ὁλοκληρώνεται αὐτὸ τὸ μυστήριο, νὰ προετοιμάσει τὶς κατηγορίες του. Γιʼ αὐτὸ ὁ Δεσπότηςἦλθε στὴ γῆ διὰ μέσου ἀρραβωνιασμένης, γιὰ νὰ ξεγελάσει δηλαδὴ τὸν πονηρό, ἀφοῦ αὐτὴ ὄνταςἀρραβωνιασμένη ἐξασφάλιζε αὐτό.


3. «Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ σὲ μία Παρθένο, ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ κάποιον ποὺ λεγόταν Ἰωσήφ». Ἄκουσε, ἀκροατή, τί λέει ὁ προφήτης γιʼ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο καὶ γιʼ αὐτὴν τὴν παρθένο. «Θὰ δοθεῖ αὐτὸ τὸ κλειστὸ βιβλίο σὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ γνωρίζει γράμματα». Τί σημαίνει κλειστὸ βιβλίο, ἢ τί σημαίνει γενικὰ ἡ ἀμόλυντη παρθένος; Ἀπὸ ποιοὺς θὰ δοθεῖ; Εἶναι φανερὸ πὼς θὰ δοθεῖ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς. Σὲποιόν; Στὸν Ἰωσὴφ τὸν μαραγκό. Οἱ ἱερεῖς λοιπὸν ἀρραβώνιασαν τὴ Μαρία μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἐπειδὴ ἦταν σώφρονας, καὶ τὴν ἔδωσαν σ’ αὐτὸν περιμένοντας τὸν καιρὸ τοῦ γάμου καὶ αὐτὸς βέβαια ἐπρόκειτο παίρνοντας τὴν νὰ φυλάξει ἀμόλυντη τὴν Παρθένο. Αὐτὸ πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια ὁ προφήτης τὸ προφήτεψε· «Θὰ δοθεῖαὐτὸ τὸ κλειστὸ βιβλίο σὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ γνωρίζει γράμματα» καὶ ὁ ὁποῖος θὰ πεῖ· «δὲν μπορῶ νὰ τὸδιαβάσω». Γιατί Ἰωσὴφ δὲν μπορεῖς; Αὐτὸς θὰ ἀπαντήσει· «Δὲν μπορῶ νὰ τὸ διαβάσω, γιατί τὸ βιβλίο εἶναι κλειστό». Γιὰ ποιὸν φυλάγεται; «Φυλάγεται γιὰ κατοικία τοῦ Δημιουργοῦ τοῦ σύμπαντος».


4. Ἀλλὰ ἂς ξαναγυρίσουμε στὸ θέμα μας. «Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴ Παρθένο» καὶ εἶχε πάρει περίπου τέτοιες ἐντολὲς ἀπὸ τὸν Θεό. «Ἔλα λοιπόν, ἀρχάγγελε, γίνε ὑπηρέτης τοῦ φοβεροῦ καὶκρυμμένου μυστηρίου, ἐξυπηρέτησε τὸ θαῦμα. Βιάζομαι ἐξαιτίας τῆς εὐσπαχνίας μου νὰ κατέβω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ νὰ ἀναζητήσω τὸν πλανεμένο Ἀδάμ. Ἡ ἁμαρτία ἐξασθένησε τὸν ἄνθρωπο, ποὺ πλάσθηκε σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα μου, σάπισε τὸ δημιούργημα τῶν χεριῶν μου καὶ θάμπωσε τὴν ὀμορφιὰ πού ἔπλασα. Ὁ λύκος κατατρώει τὸ δημιούργημά μου, εἶναι ἔρημη ἡ θέση του στὸν παράδεισο, τὸ δένδρο τῆς ζωῆς φυλάγεται ἀπὸτὴν πύρινη ρομφαία, ἔχει κλείσει πιὰ ὁ τόπος τῆς τρυφῆς. Ἐπιθυμῶ νὰ ἐλεήσω τὸν κατατρεγμένο ἄνθρωπο καὶνὰ συλλάβω τὸν ἐχθρὸ διάβολο. Ἐπιθυμῶ αὐτὸ τὸ μυστήριο νὰ μὴν τὸ μάθουν ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις, σὲσένα μόνο τὸν ἐμπιστεύομαι. Πήγαινε λοιπὸν στὴν παρθένο Μαρία. Πήγαινε στὴ ζωντανὴ πόλη, γιὰ τὴν ὁποίαὁ προφήτης ἔλεγε· «Πόλη τοῦ Θεοῦ, δοξασμένα καὶ ἐξαίσια εἰπώθηκαν γιὰ σένα». Πήγαινε στὸν λογικό μου παράδεισο, πήγαινε πρὸς τὴν πύλη τῆς ἀνατολῆς, πήγαινε στὸ ἄξιο κατοικητήριο τοῦ Λόγου μου, πήγαινε στὸν δεύτερο οὐρανὸ ποὺ βρίσκεται πάνω στὴ γῆ, πήγαινε στὸ ἐλαφρὸ καὶ ταχυκίνητο σύννεφο, πληροφόρησε τὴν γιὰ τὴ βροχὴ τῆς παρουσίας μου, πήγαινε στὸ ἁγίασμα ποὺ ἑτοιμάστηκε γιὰ μένα, πήγαινε στὸν νυμφικὸκοιτώνα τῆς ἐνανθρωπήσεως, πήγαινε στὸν ἀμόλυντο νυμφικὸ κοιτώνα τῆς κατὰ σάρκα γεννήσεώς μου. Μίλησε στὰ αὐτιὰ τῆς λογικῆς κιβωτοῦ, προετοίμασέ τα νὰ μ’ ἀκούσουν χωρὶς νὰ τὰ τρομάξεις, οὔτε νὰταράξεις τὴν ψυχὴ τῆς Παρθένου. Κόσμια ἐμφανίσου στὸν ἔμψυχο ναό μου, πὲς σ’ αὐτὴν πρῶτα τὴ χαρούμενη εἴδηση. Ἐσὺ πὲς στὴ Μαριὰμ τὸ «Χαῖρε Κεχαριτωμένη», ὥστε ἐγὼ νὰ ἐλεήσω τὴν ἐξουθενωμένη Εὔα».


5. Τ’ ἄκουσε αὐτὰ ὁ ἀρχάγγελος καὶ ὅπως ἦταν φυσικὸ μονολογοῦσε· «Παράξενη εἶναι αὐτὴ ἡ ὑπόθεση, ξεπερνάει κάθε σκέψη αὐτὸ ποὺ εἰπώθηκε. Ὁ φοβερὸς στὰ Χερουβίμ, ὁ ἀθέατος στὰ Σεραφίμ, ὁ ἀκατάληπτος σ’ὅλες τὶς οὐράνιες ἀγγελικὲς δυνάμεις, ὑπόσχεται μία ξεχωριστὴ ἐπικοινωνία στὴν κόρη, προμηνύει μία αὐτοπρόσωπη παρουσία του, μᾶλλον ὑπόσχεται μία εἴσοδο διὰ μέσου τῆς ἀκοῆς καὶ βιάζεται αὐτὸς πού καταδίκασε τὴν Εὔα νὰ δοξάσει τόσο πολὺ τὴ θυγατέρα της; Λέει “ἂς ἑτοιμαστεῖ ἡ εἴσοδός μου διὰ μέσου τῆςἀκοῆς”. Ὅμως εἶναι δυνατὸν ἀνθρώπινη κοιλιὰ νὰ χωρέσει τὸν ἀχώρητο; Πραγματικὰ αὐτὸ τὸ μυστήριο εἶναι φοβερό».


Ἐνῶ αὐτὰ εἶχε στὸ νοῦ του ὁ ἄγγελος, ὁ Δεσπότης τοῦ λέει· «Γιατί ταράζεσαι καὶ παραξενεύεσαι Γαβριήλ; Δὲν σ’ ἔστειλα προηγουμένως στὸν ἱερέα Ζαχαρία; Δὲν τοῦ μετέφερες τὴ χαρμόσυνη εἴδηση τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰωάννη; Δὲν ἐπέβαλες τὴν τιμωρία τῆς σιωπῆς στὸν ἱερέα πού δὲν σὲ πίστεψε; Δὲν καταδίκασες τὸν γέροντα σὲ ἀφωνία; Ἐσὺ δὲν τὸ ἀνακοίνωσες κι ἐγὼ τὸ ἐπικύρωσα; Δὲν ἀκολούθησε τὴ χαρμόσυνη εἴδησή σου ἡ πράξη; Δὲν συνέλαβε ἡ στείρα γυναίκα; Δὲν ὑπάκουσε ἡ μήτρα της;         Δὲν ἐξαφανίστηκε ἡ ἀρρώστιατῆς ἀτεκνίαςΔὲν ὑποχώρησε ἡ ἀπραξία τῆς φύσηςΤώρα δὲν κυοφορεῖ αὐτὴ πού προηγουμένως ἦταν στείρα; Μήπως γιὰ μένα τὸν Δημιουργὸ ὑπάρχει κάτι πού εἶναι ἀκατόρθωτο; Πῶς λοιπὸν σὲ κυρίεψε ἡ ἀμφιβολία;».


6. Τί ἀπάντησε ὁ ἄγγελος; « Δέσποτα, τὸ νὰ θεραπεύσεις τὰ σφάλματα τῆς φύσης, τὸ νὰ ἠρεμήσεις τὴν τρικυμία τῶν παθῶν τῶν ἀνθρώπων, τὸ νὰ ἀνακαλέσεις στὴ ζωὴ νεκρωθέντα ἀνθρώπινα μέλη, τὸ νὰ διατάξεις τὴ φύση ὥστε νὰ γεννήσει μία στείρα γυναίκα, τὸ νὰ θεραπεύσεις τὴ στείρωση σὲ γερασμένα μέλη, τὸ νὰμετασχηματίσεις ἕνα γερασμένο ξερὸ καλάμι σὲ χλοερό, τὸ νὰ κάνεις τὴν ἄγονη γῆ ξαφνικὰ πηγὴ σπαρτῶν, εἶναι πράγματα ποὺ γίνονται πάντοτε μὲ τὴ δική σου δύναμη. Μάρτυρες ποὺ ἀποδεικνύουν ὅλα τὰ παραπάνω εἶναι ἡ Σάρρα, ἡ Ρεβέκκα καὶ ἡ Ἄννα, οἱ ὁποῖες, ἐνῶ ἦταν ὑποδουλωμένες στὴ φοβερὴ ἀσθένεια τῆς στειρώσεως, ἀπελευθερώθηκαν ἀπὸ σένα. Τὸ νὰ γεννήσει ὅμως παρθένος χωρὶς τὴ συμμετοχὴ ἄνδρα, αὐτὸξεπερνάει ὅλους τούς νόμους τῆς φύσης, ἀλλὰ καὶ προαναγγέλει τὴ δική σου παρουσία στὴν κόρη. Ἐσένα δὲν σὲ χωροῦν τὰ πέρατα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, πῶς θὰ σὲ χωρέσει μία παρθενικὴ μήτρα;». Ὁ Δεσπότηςἀπάντησε· «Πῶς μὲ χώρεσε ἡ σκηνὴ τοῦ Ἀβραάμ;». Ὁ ἄγγελος εἶπε· « Ἐπειδή, Δέσποτα, ὑπῆρχε ἕνα πέλαγος φιλοξενίας, ἐκεῖ ἐμφανίστηκες στὸν Ἀβραάμ, δηλαδὴ στὴ σκηνή του, ποὺ ἦταν δίπλα στὸ δρόμο καὶ τὴξεπέρασες, ἐπειδὴ τὰ πάντα γεμίζει ἡ παρουσία σου. Πῶς θὰ φέρεις τὸ πῦρ τῆς θεότητος στὴ Μαριάμ; Ὁθρόνος σου φλέγεται ἀκτινοβολώντας ἀπὸ τὴν αἴγλη σου καὶ θὰ μπορέσει ἡ εὐκολόκαυστη παρθένος νὰ σὲδεχτεῖ;».


Ὁ Δεσπότης λέει· «Πράγματι, ἂν ἡ φωτιὰ στὴν ἔρημο ἔβλαψε τὴ βάτο, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ἡπαρουσία μου θὰ βλέψει τὴ Μαρία. Ἂν ἐκείνη ἡ φωτιά, ἡ ὁποία σκιαγραφοῦσε τὴν παρουσία ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τῆς θεϊκῆς φωτιᾶς πότιζε τὴ βάτο καὶ δὲν τὴν ἔκαιγε, τί θὰ ἔλεγες γιὰ τὴν ἀλήθεια πού κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανὸὄχι σὰν πύρινη φλόγα, ἀλλὰ σὰν βροχή;».


Τότε πλέον ὁ ἄγγελος ἐκτέλεσε τὴ διαταγὴ ποὺ πῆρε καὶ ἀφοῦ παρουσιάστηκε στὴν Παρθένο τῆς εἶπε πανηγυρικά· «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος εἶναι μαζὶ σου». Ποτὲ πιὰ ὁ διάβολος δὲν θὰ εἶναι ἐναντίον σου, γιατί τὸ σημεῖο ποὺ πλήγωσε ὁ ἐχθρός σου προηγουμένως, σ’ αὐτὸ πρῶτα–πρῶτα τώρα ὁ ἰατρὸς τῆς σωτηρίαςἐπιθέτει τὸ ἔμπλαστρο. Ἀπὸ ἐκεῖ ὅπου ἐμφανίστηκε ὁ θάνατος, ἀπὸ ἐκεῖ μπῆκε ἡ ζωή. Ἀπὸ τὴ γυναίκα προέρχονται ὅλες οἱ συμφορές, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ γυναίκα πηγάζουν ὅλα τὰ καλά. Χαῖρε Κεχαριτωμένη, μὴντρέπεσαι σὰν νὰ εἶσαι αἰτία καταδίκης. Θὰ γίνεις μητέρα αὐτοῦ ποὺ καταδίκασε καὶ λύτρωσε τὸν ἄνθρωπο. Χαῖρε, ἀμίαντη μητέρα τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ στὴν ὀρφανὴ ἀνθρωπότητα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ καταπόντησες στὴμήτρα σου τὸν θάνατο τῆς μητέρας τῆς ἀνθρωπότητας Εὔας. Χαῖρε, ὁ ζωντανὸς ναὸς τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε, σὺ ποὺεἶσαι ἐξίσου κατοικία οὐρανοῦ καὶ γῆς. Χαῖρε, εὐρύχωρε τόπε τῆς ἀπόρρητης φύσης». Ἀφοῦ ὅλα αὐτὰ ἔτσιἔχουν, ἐξαιτίας της ἦλθε ὁ γιατρὸς γιὰ τοὺς ἀρρώστους, «ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, γιὰ νὰ φωτίσει αὐτοὺς ποὺζοῦν στὸ σκοτάδι», ἡ ἄγκυρα γιὰ ὅλους τούς ταλαιπωρημένους καὶ τὸ ἀσφαλισμένο λιμάνι. Γεννήθηκε ὁΔεσπότης τῶν δούλων ποὺ μισοῦνται ἀδιάλλαχτα, ὁ σύνδεσμος τῆς εἰρήνης, ἐμφανίσθηκε ὁ λυτρωτὴς τῶν αἰχμαλώτων δούλων, ἡ εἰρήνη αὐτῶν ποὺ βρίσκονται σὲ πόλεμο. «Αὐτὸς βέβαια εἶναι ἡ εἰρήνη μας», τὴν ὁποία εἰρήνη μακάρι νὰ ἀπολαύσουμε ὅλοι μας μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸνὉποῖο ἀνήκει ἡ δόξα, τιμὴ καὶ δύναμη τώρα καὶ πάντοτε καὶ σ’ ὅλους τούς αἰῶνες. Ἀμήν.

(Ἀπό τό βιβλίο: «ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟΝ», τ. β΄, Ἔκδ. ΛΥΔΙΑ)

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙΑΣ (25 Μαρτίου)

 


Εὐαγγέλιο κατὰ Λουκᾶν (α΄ 24 – 38)


Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις συνέλαβεν Ἐλισάβετ ἡ γυνὴ Ζαχαρίου· καὶ περιέκρυβεν ἑαυτὴν μῆνας πέντε, 25 λέγουσα ὅτι οὕτω μοι πεποίηκεν ὁ Κύριος ἐν ἡμέραις αἷς ἐπεῖδεν ἀφελεῖν τό ὄνειδός μου ἐν ἀνθρώποις. 26 Ἐν δὲ τῷ μηνὶ τῷ ἕκτῳ ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς πόλιν τῆς Γαλιλαίας, ᾗ ὄνομα Ναζαρὲτ,27 πρὸς παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρὶ, ᾧ ὄνομα Ἰωσὴφ, ἐξ οἴκου Δαυῒδ, καὶ τὸ ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ. 28 καὶ εἰσελθὼν ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτὴν εἶπε· Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν. 29 ἡ δὲ ἰδοῦσα διεταράχθη ἐπὶ τῷ λόγῳ αὐτοῦ, καὶ διελογίζετο ποταπὸς εἴη ὁ ἀσπασμὸς οὗτος. 30 καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος αὐτῇ· Μὴ φοβοῦ, Μαριάμ· εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ. 31 καὶ ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. 32 οὗτος ἔσται μέγας καὶ υἱὸς ὑψίστου κληθήσεται, καὶ δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνον Δαυῒδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, 33 καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν οἶκον Ἰακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας, καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος. 34 εἶπε δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον· Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω; 35 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ. 36 καὶ ἰδοὺ Ἐλισάβετ ἡ συγγενὴς σου καὶ αὐτὴ συνεληφυῖα υἱὸν ἐν γήρει αὐτῆς, καὶ οὗτος μὴν ἕκτος ἐστὶν αὐτῇ τῇ καλουμένῃ στείρᾳ· 37 ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ῥῆμα. 38 εἶπεν δὲ Μαριάμ· Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου. καὶ ἀπῆλθεν ἀπ' αὐτῆς ὁ ἄγγελος.


«Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ · εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ». 

Η εκκλησία μας γιορτάζει το χαρμόσυνο μήνυμα της θείας ενσάρκωσης, που με τόσο σαφή τρόπο μας το παρουσιάζει ο ευαγγελιστής Λουκάς στο Ευαγγέλιο του. Την ήμερα αυτή, ο θεόσταλτος αρχάγγελος Γαβριήλ παρουσιάζεται στην Παρθένο Μαρία, στη Ναζαρέτ και της ανήγγειλε ότι θα γεννήσει το Σωτήρα του κόσμου, τον Ιησού Χριστό. Και Όταν η Παρθένος αναρωτήθηκε πώς ήταν δυνατό να συλλάβει χωρίς άνδρα, ο αρχάγγελος της απάντησε ότι «το Άγιο Πνεύμα θα έλθει σε σένα και η δύναμη του Υψίστου θα σε επισκιάσει» Τότε η σεμνή κόρη, η Παρθένος Μαρία, του απάντησε ταπεινά. «Ιδού λοιπόν, η δούλη του Κυρίου. Ας γίνει το θέλημα Εκείνου ». και καθώς ο Γαβριήλ εξαφανίστηκε από μπροστά της, συντελέστηκε το μεγαλύτερο μυστήριο της ανθρωπότητας. με τρόπο υπερφυσικό, η Παρθένος συνέλαβε στην άχραντη κοιλιά της, τον Υιό και Λόγο του Θεού. Εκείνον πού με την εκούσια θυσία του επάνω στο Σταυρό, έσωσε το ανθρώπινο γένος από τον αιώνιο θάνατο και την καταστροφή στην οποία είχε οδηγηθεί μετά την πτώση των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο και την εμφάνιση της αμαρτίας στον κόσμο.



Αξίζει, όμως, να δούμε πως οι εμπνευσμένοι υμνωδοί της Εκκλησίας μας έψαλαν το κοσμοσωτήριο άγγελμα: «Σήμερον χαράς Ευαγγέλια παρθενική πανήγυρις τα κάτω τοις άνω συνάπτεται • ο Αδάμ καινουργείται η Εύα της πρώτης λύπης ελευθερούται και η σκηνή της καθ 'ημάς ουσίας τη θεώσει του προσληφθέντος φυράματος ναός Θεού κεχρημάτικεν. Ω μυστήριον! ο τρόπος της κενώσεως άγνωστος, ο τρόπος της συλλήψεως άφραστος. Άγγελος λειτουργεί τω θαύματι παρθενική γαστήρ τον Υίόν υποδέχεται, Πνεύμα άγιον καταπέμπεται Πατήρ άνωθεν ευδοκεί, και το συνάλλαγμα κατά κοινήν πραγματεύεται βούλησιν εν ω και δι 'ου σωθέντες, συνωδά τω Γαβριήλ, προς την Παρθένον βοήοωμεν χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου, εξ ης ή σωτηρία, Χριστός ο Θεός ημών, την καθ 'ημάς προσλαβόμενος φύσιν προς εαυτόν έπανήγαγεν ». 


Οι αρχές της εορτής του Ευαγγελισμού δεν είναι επακριβώς γνωστές. Το γεγονός ότι η Αγία Ελένη έκτισε στη Ναζαρέτ βασιλική, στην οποία περιλαμβανόταν κατά παράδοση ο οίκος της Θεοτόκου, όπου αυτή δέχθηκε τον Ευαγγελισμό, επέδρασε ίσως στη σύσταση τοπικής εορτής. Οι πρώτες μαρτυρίες περί αυτής ευρίσκονται στον Άγιο Πρόκλο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, το 430 μ.Χ. και στο Πασχάλιον Χρονικόν (624 μ.Χ.), όπου χαρακτηρίζεται ως συσταθείσα στις 25 Μαρτίου από τους θεοφόρους δασκάλους. Η μεγαλοπρεπής πανήγυρη του Ευαγγελισμού ετελείτο από τους Βυζαντινούς στο ναό των Χαλκοπρατείων, όπου παρίσταντο και οι αυτοκράτορες.



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ '.

Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό Κεφάλαιον, καί τοῦ ἀπ αἰῶνος Μυστηρίου ἡ φανέρωσις · ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, Υἱός τῆς Παρθένου γίνεται, καί Γαβριήλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται. Διό καὶ ἡμεῖς σὺν αὐτῷ τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν · Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.



Δευτέρα 5 Απριλίου 2021

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ ἀοργησίας καὶ πραότητος

 


ΛΟΓΟΣ ΟΓΔΟΟΣ

Περὶ ἀοργησίας καὶ πραότητος


ΟΠΩΣ ΤΟ νερό, ποὺ χύνεται λίγο-λίγο στὴν φωτιά, τὴν σβήνει τελείως, ἔτσι καὶ τὸ δάκρυ τοῦ ἀληθινοῦ πένθους σβήνει ὅλη τὴν φλόγα τοῦ θυμοῦ καὶ τῆς ἐξημμένης ὀργῆς.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὰ ἐτοποθετήσαμε, στὴν σειρὰ τοῦ λόγου, τὸ ἕνα πρὶν καὶ τὸ ἄλλο μετά.

2. Ἀοργησία σημαίνει ἀκόρεστη ἐπιθυμία γιὰ ἀτιμία, ὅμοια μὲ τὴν ἀπέραντη ἐπιθυμία τῶν κενοδόξων γιὰ ἔπαινο. Ἀοργησία σημαίνει νίκη κατὰ τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ποὺ φαίνεται μὲ τὴν ἀναισθησία ἀπέναντι στὶς ὕβρεις καὶ ποὺ ἀποκτᾶται μὲ ἀγώνας καὶ ἱδρώτας.

3. Πραότης σημαίνει νὰ παραμένη ἀκίνητη καὶ ἀτάραχη ἡ ψυχή, τόσο στὶς ἀτιμίες ὅσο καὶ στοὺς ἐπαίνους.

4. Ἡ ἀρχὴ τῆς ἀοργησίας εἶναι νὰ σιωποῦν τὰ χείλη, ἐνῷ ἡ καρδιὰ εὑρίσκεται σὲ ταραχή. Τὸ μέσον εἶναι νὰ σιωποῦν οἱ λογισμοί, ἐνῷ ἡ ψυχὴ εὑρίσκεται σὲ ὀλίγη ταραχή. Καὶ τὸ τέλος, νὰ ἐπικρατῆ στὴν θάλασσα τῆς ψυχῆς μόνιμη καὶ σταθερὰ γαλήνη, ὅσο καὶ ἂν φυσοῦν οἱ ἀκάθαρτοι ἄνεμοι.

5. Ὀργὴ σημαίνει νὰ διατηρῆς συνεχῶς μέσα σου κάποιο μίσος, νὰ ἐνθυμῆσαι δηλαδὴ τὸ κακὸ ποὺ σοῦ ἔγινε. Ὀργὴ σημαίνει νὰ ἐπιθυμῆς νὰ ἐκδικηθῆς αὐτὸν ποὺ σὲ παρώξυνε.

6. Ὀξυχολία σημαίνει ἔξαψις τῆς καρδιᾶς ποὺ γίνεται παρευθὺς καὶ διὰ μιᾶς. Πικρία σημαίνει μία ἐσωτερικὴ κίνησις ἐστερημένη ἀπὸ κάθε εὐχαρίστησι καὶ ἑδραιωμένη μέσα στὴν ψυχή.

7. Θυμὸς σημαίνει εὐμετάβλητη καὶ εὐέξαπτη συμπεριφορὰ καὶ ἀσχημοσύνη τῆς ψυχῆς.

8. Μόλις φανῇ τὸ φῶς, ὑποχωρεῖ τὸ σκότος. Ὁμοίως μόλις «μυρίσῃ» ἡ ταπείνωσις, ἐξαφανίζεται κάθε πικρία καὶ θυμός. Μερικοὶ ἐνῷ εἶναι εὐμετάβλητοι στὴν συμπεριφορά τους ἐξ αἰτίας τοῦ θυμοῦ, ἐν τούτοις ἀμελοῦν νὰ φροντίσουν γιὰ τὴν θεραπεία τους. Καὶ δὲν ἀκούουν οἱ ταλαίπωροι αὐτὸν ποὺ εἶπε: «Ἡ ὁρμὴ τοῦ θυμοῦ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν πτώση» (Σοφ. Σειρὰχ α´ 22).

9. Μία ἀπότομη κίνησις ἑνὸς μύλου (1) μπορεῖ σὲ μία στιγμὴ νὰ συντρίψῃ περισσότερο καρπὸ καὶ σιτάρι τῆς ψυχῆς ἀπ᾿ ὅ,τι ἡ σιγανὴ κίνησις ἑνὸς ἄλλου μύλου μία ὁλόκληρη ἡμέρα.

10. Ἕνα ἀπότομο φούντωμα τῆς φωτιᾶς ἀπὸ σφοδρὸ ἄνεμο μπορεῖ νὰ κάψῃ καὶ νὰ ἀφανίση τὸν ἀγρὸ τῆς καρδιᾶς περισσότερο ἀπ᾿ ὅ,τι ἡ μικρὴ φωτιὰ ποὺ καίει ἀργά.

11. Δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγη, ἀγαπητοί μου, ὅτι γιὰ ὡρισμένον καιρὸ οἱ πονηροὶ δαίμονες κρύπτονται ὀλίγον καὶ δὲν μᾶς πολεμοῦν. Καὶ αὐτό, γιὰ νὰ πέσωμε σὲ ἀμέλεια θεωρώντας ὡς μικρὰ τὰ μεγάλα πάθη, καὶ ἔτσι νὰ πέσωμε σὲ ἀθεράπευτη ἀσθένεια.

12. Μία πέτρα μὲ πολλὲς αἰχμὲς καὶ ἀνωμαλίες, ὅταν συγκρούεται καὶ κτυπᾶται μὲ ἄλλες πέτρες, συντρίβει ὅλα τὰ ἀπότομα καὶ σκληρὰ σημεῖα της καὶ γίνεται στρογγυλή. Ὁμοίως καὶ μία θυμώδης καὶ ἀπότομη ψυχή, ὅταν συναναστρέφεται καὶ συζῆ μὲ σκληροὺς καὶ θυμώδεις ἀνθρώπους, ὑφίσταται ἕνα ἐκ τῶν δυό: Ἢ ὑπομένει καὶ θεραπεύει τὸ τραῦμα της. Ἢ ἀναχωρεῖ καὶ γνωρίζει τὴν ἀδυναμία της, τὴν ἀδυναμία της, ποὺ σὰν σὲ καθρέπτη τῆς τὴν ἔδειξε καθαρὰ ἡ ἄνανδρος φυγή της.

13. Θυμώδης σημαίνει νὰ γίνεσαι θεληματικὰ ἐπιληπτικός, καὶ ἀπὸ ἀθέλητη κακὴ συνήθεια νὰ πέφτης κάτω καὶ νὰ συντρίβεσαι ὁλοσχερῶς.

14. Σὲ ὅσους μετανοοῦν τίποτε δὲν εἶναι πιὸ ἀταίριαστο ἀπὸ τὴν ταραχὴ τοῦ θυμοῦ. Διότι ἡ μετάνοια καὶ ἡ ἐπιστροφὴ χρειάζονται πολλὴ ταπείνωσι, ἐνῷ ὁ θυμὸς δείχνει ἄνθρωπο γεμάτο ἀπὸ ὑπερηφάνεια.

15. Ἐὰν τὸ ὅριο τῆς πιὸ τελείας πραότητος εἶναι, ἐνῷ εὑρίσκεται ἐμπρός σου αὐτὸς ποὺ σὲ παροξύνει, νὰ τὸν ἀντιμετωπίζης μὲ ἐσωτερικὴ γαλήνη καὶ ἀγάπη, τότε ὁπωσδήποτε τὸ ἔσχατο ὅριο τοῦ θυμοῦ εἶναι, ἐνῷ ἀπουσιάζει αὐτὸς ποὺ σὲ ἐλύπησε, νὰ κάνης ὅτι συγκρούεσαι μαζί του μὲ διάφορα λόγια καὶ κινήματα θηριώδη.

16. Ἐὰν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὀνομάζεται καὶ εἶναι «εἰρήνη ψυχῆς», ἐνῷ ἡ ὀργὴ «ταραχὴ καρδίας», τότε ὁπωσδήποτε τίποτε ἄλλο δὲν ἐμποδίζει τὴν παρουσία Του μέσα μας ὅσο ὁ θυμός.

17. Γνωρίζομε πὼς εἶναι πάμπολλα τὰ τέκνα τοῦ θυμοῦ. Καὶ ὅλα εἶναι φοβερά. Ἕνα ὅμως τέκνο του ποὺ τὸ γεννᾶ χωρὶς νὰ τὸ θέλη, ἂν καὶ νόθο, εἶναι ὠφέλιμο: Εἶδα ἀνθρώπους ποὺ ἄναψαν ἀπὸ τὴν μανία τοῦ θυμοῦ καὶ ἔβγαλαν ἀπὸ μέσα τους σὰν ἔμετο τὴν μακροχρόνιο μνησικακία τους. Ἔτσι μὲ τὸ ἕνα πάθος ἀπηλλάγησαν ἀπὸ τὸ ἄλλο! Καὶ ἡ μακροχρόνια λύπη τους διελύθη! Διότι ἐκεῖνος ποὺ τοὺς ἐλύπησε ἢ ἐζήτησε συγχώρησι ἢ ἔδωσε τὶς ἀπαιτούμενες ἐξηγήσεις.

Ἀντιθέτως εἶδα ἄλλους ποὺ κατὰ τρόπο ἀπαράδεκτο ἔδειξαν ὅτι ἦσαν δῆθεν μακρόθυμοι. Ἔτσι μὲ τὴν σιωπὴ ἐναποθήκευσαν μέσα τους τὴν μνησικακία. Αὐτοὺς τοὺς ἐλεεινολόγησα περισσότερο ἀπὸ τοὺς πρώτους, διότι μὲ τὸ μελάνι (τῆς μνησικακίας) ἔδιωξαν ἀπὸ τὴν ψυχή τους τὸ περιστέρι, (τὴν εἰρήνη δηλαδὴ καὶ τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).

18. Χρειάζεται νὰ προσέξωμε πολὺ αὐτὸν τὸν ὄφι (τοῦ θυμοῦ). Διότι τὸν βοηθεῖ καὶ ἡ ἴδια ἡ φύσις μας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ τὸν ὄφι τοῦ σαρκικοῦ πάθους. Εἶδα μερικοὺς ποὺ ὠργίσθηκαν καὶ ἀπὸ τὴν πικρία τους ἀρνήθηκαν νὰ φάγουν. Μὲ τὴν ἀπαράδεκτη αὐτὴ ἐγκράτειά τους ἐπῆραν ἐπάνω στὸ πρῶτο δηλητήριο καὶ δεύτερο.

Ἀντιθέτως εἶδα ἄλλους ποὺ ἐπιάσθηκαν ἀπὸ εὔλογη δῆθεν ἀφορμὴ τοῦ θυμοῦ κι ἐξέσπασαν στὴν γαστριμαργία. Ἔτσι ἀπὸ τὸν λάκκο ἔπεσαν στὸν γκρεμό. Εἶδα ὅμως καὶ ἄλλους συνετοὺς ποὺ σὰν καλοὶ ἰατροὶ ἐκράτησαν τὴν μεσαία ὁδό, καὶ μὲ τὴν κανονικὴ λῆψι τῆς τροφῆς παρηγορήθηκαν καὶ ὠφελήθηκαν ὑπερβολικά.

19. Μερικὲς φορὲς ἡ ψαλμῳδία, ὅταν εἶναι μετρία, καταπραΰνει ἄριστα τὸν θυμό. Καὶ μερικὲς φορές, ὅταν εἶναι ἄμετρη καὶ ἄκαιρη, δημιουργεῖ φιληδονία. Γι᾿ αὐτὸ ἂς τὴν χρησιμοποιοῦμε διακριτικὰ ἀνάλογά μὲ τὶς περιστάσεις.

20. Εὑρέθηκα κάποτε ἐξ αἰτίας μιᾶς ἀνάγκης ἔξω ἀπὸ ἕνα κελλὶ ἐρημιτῶν. Ἐνῷ ἐκαθόμουν ἐκεῖ, τοὺς ἄκουσα νὰ μάχωνται γεμάτοι πικρία καὶ θυμὸ ἐναντίον κάποιου ὁ ὁποῖος ἀπουσίαζε -αὐτὸς τοὺς εἶχε λυπήσει σὲ κάτι- καὶ σὰν πέρδικες μέσα σὲ κλουβὶ νὰ ὁρμοῦν ἐπάνω στὸ πρόσωπό του σὰν νὰ ἦταν παρών. Ἐκεῖνο ποὺ τοὺς συμβούλευσα ἀπὸ πνευματικὸ ἐνδιαφέρον ἦταν νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν ἐρημικὴ ζωή, γιὰ νὰ μὴ καταντήσουν ἀπὸ ἄνθρωποι δαίμονες.

Εἶδα ἐπίσης καὶ μερικοὺς ἄλλους μὲ καρδιὰ ὑποδουλωμένη στὴν λαγνεία καὶ στὴν γαστριμαργία. Αὐτοὶ φαίνονταν γεμάτοι πραότητα καὶ κολακευτικὴ εὐγένεια καὶ φιλαδελφία καὶ εὐπροσηγορία. Ἐκεῖνο ποὺ τοὺς συμβούλευσα ἦταν νὰ ἀσπασθοῦν τὴν ἐρημικὴ ζωὴ -τὸ ξυράφι κατὰ τῆς λαγνείας καὶ τῆς γαστριμαργίας- γιὰ νὰ μὴ καταντήσουν ἐλεεινὰ ἀπὸ λογικοὶ ἄνθρωποι ἄλογα ζῷα.

Μερικοὶ ὅμως μοῦ ἔλεγαν ὅτι παρασύρονται ἀξιοθρήνητα καὶ στὰ δυὸ κακά, (καὶ στὸν θυμὸ καὶ στὴν φιληδονία). Αὐτοὺς τοὺς ἐμπόδισα αὐστηρὰ ἀπὸ τὸ νὰ ἔχουν ἰδικό τους πρόγραμμα. Καὶ συνέστησα φιλικὰ στοὺς Γέροντές τους νὰ τοὺς ὁρίζουν ἄλλοτε τὴν μία (τὴν κοινοβιακή) καὶ ἄλλοτε τὴν ἄλλη (τὴν ἐρημιτική) ζωή. Καὶ σὲ ὅλα νὰ κλίνουν τὸν αὐχένα καὶ νὰ ὑποτάσσωνται στὸν πνευματικό τους ἐπιστάτη.

21. Ὁ φιλήδονος βλάπτει καὶ ἀτιμάζει τὸν ἑαυτό του μόνο. Ἴσως καὶ τὸν συνένοχό του. Ἐνῷ ὁ θυμώδης πολλὲς φορὲς σὰν λύκος ἀναστατώνει ὅλη τὴν ποίμνη καὶ τραυματίζει πολλὲς ταπεινὲς ψυχές.

22. Εἶναι βαρὺ νὰ ταραχθῇ ἀπὸ τὸν θυμὸ ὁ ὀφθαλμὸς τῆς καρδίας, νὰ συμβῆ δηλαδὴ ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Ψαλμῳδός: «Ἐταράχθη ἀπὸ θυμοῦ ὁ ὀφθαλμός μου» (Ψαλμ. στ´ 8). Εἶναι ὅμως πιὸ βαρὺ νὰ ἐκδηλωθῇ μὲ τὰ χείλη ἡ ἐσωτερικὴ ὁρμὴ τοῦ θυμοῦ. Τὸ νὰ ἐκδηλωθῇ ὅμως καὶ μὲ χειροδικία εἶναι πράγμα ὁλωσδιόλου ἐχθρικὸ καὶ ξένο πρὸς τὴν μοναχικὴ καὶ ἀγγελικὴ καὶ θεϊκὴ ζωή.

23. Ἐὰν θέλης ἢ μᾶλλον νομίζης ὅτι πρέπει νὰ ἀφαιρέσης τὸ κάρφος ἀπὸ τὸν ὀφθαλμὸ τοῦ ἄλλου, πρόσεξε μήπως ἀντὶ ἰατρικῆς σμίλης χρησιμοποιήσης κανένα δοκάρι, ὁπότε θὰ ἀνοίξης ἢ θὰ καταστρέψης ἐντελῶς τὸν ὀφθαλμό. Δοκάρι εἶναι ὁ βαρὺς λόγος καὶ οἱ ἀπρεπεῖς ἐξωτερικοὶ τρόποι. Ἐνῷ τὸ ἄλλο, (ἡ ἰατρικὴ σμίλη), εἶναι ἡ μὲ ἐπιείκεια διδασκαλία καὶ ὁ μὲ μακροθυμία καὶ καλωσύνη ἔλεγχος. Ὁ Ἀπόστολος λέγει «ἔλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον» (Β´ Τιμ. δ´ 2), ὄχι ὅμως καὶ «τύψον» (κτύπα). Ἐὰν ὅμως σπανίως χρειασθῇ καὶ αὐτό, ἂς γίνη, ὄχι ὅμως ἀπὸ σένα.

24. Ἂς ἐξετάσωμε καὶ θὰ διαπιστώσωμε ὅτι πολλοὶ θυμώδεις ἐκτελοῦν μὲ προθυμία τὴν νηστεία καὶ τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν ἡσυχαστικὴ ζωή. Καὶ τοῦτο, διότι ὁ δαίμων τοὺς σπρώχνει μὲ τὴν πρόφασι τῆς μετανοίας καὶ τοῦ πένθους σὲ ἐκεῖνα ποὺ αὐξάνουν καὶ ἐρεθίζουν τὸ πάθος τους.

25. Ἐὰν ἕνας λύκος, (ἕνας δηλαδὴ ἄγριος καὶ θυμώδης μοναχός), μὲ τὴν βοήθεια ἑνὸς δαίμονος μπορῆ νὰ ἀναστατώση τὴν ποίμνη, ὁπωσδήποτε καὶ ἕνα ἀδελφὸς γεμάτος ἀπὸ θεϊκὴ σοφία, σὰν ἐκλεκτὸς ἀσκὸς γεμάτος ἀπὸ λάδι, μὲ τὴν βοήθεια ἑνὸς Ἀγγέλου μπορεῖ νὰ ἀποτρέψῃ τὸ κύμα καὶ νὰ γαληνεύσῃ τὸ πλοῖο. Ὁ ἀδελφὸς αὐτὸς θὰ λάβη ἀπὸ τὸν Θεὸ τόσο μισθό, ὅση καταδίκη ὁ πρῶτος, καὶ θὰ γίνη σὲ ὅλους καλὸ παράδειγμα καὶ αἰτία ὠφελείας.

26. Ἡ ἀρχὴ τῆς μακαρίας ἀνεξικακίας εἶναι τὸ νὰ γίνωνται δεκτὲς οἱ ἀτιμίες μὲ ἐσωτερικὴ πικρία καὶ ὀδύνη. Τὸ μέσον, νὰ ἀντιμετωπίζονται χωρὶς λύπη. Καὶ τὸ τέλος, ἐὰν ὑπάρχη τέλος, νὰ θεωροῦνται ὡς ἔπαινοι. Χαῖρε ὁ πρῶτος. Ἐνδυναμώσου ὁ δεύτερος. Ὁ τρίτος ὅμως εἶσαι μακάριος, διότι ἀγάλλεσαι ἐν Κυρίῳ.

27. Παρετήρησα ἕνα ἄθλιο θέαμα ἀνάμεσα σὲ ὀργίλους ἀνθρώπους, ποὺ συνέβαινε ἐξ αἰτίας τοῦ ἐγωϊσμοῦ τους χωρὶς νὰ τὸ ἀντιλαμβάνονται. Τί συνέβαινε; Ἔπεφταν στὸ πλῆθος τῆς ὀργῆς καὶ γιὰ τὴν ἥττα τους αὐτὴ πάλι ὠργίζονταν. Βλέποντάς τους νὰ τιμωροῦν τὴν πρώτη πτῶσι μὲ δευτέρα, ἐθαύμαζα. Παρατηρώντας τους νὰ ἐκδικοῦνται τὴν μία ἁμαρτία μὲ τὴν ἄλλη, τοὺς ἐλυπόμουν. Καὶ κατάπληκτος ἀπὸ τὴν πανουργία τῶν δαιμόνων, παρ᾿ ὀλίγο νὰ πέσω σὲ ἀπόγνωσι γιὰ τὴν ζωή μου.

28. Ἐὰν κάποιος βλέπη ὅτι νικᾶται εὔκολα ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμό, τὸν θυμό, τὴν πονηρία καὶ τὴν ὑποκρισία, καὶ ἐὰν ἐξ αἰτίας αὐτοῦ ἀπεφάσισε νὰ σύρη ἐναντίον τους τὴν δίστομο μάχαιρα τῆς πραότητος καὶ ἀνεξικακίας, πρέπει νὰ πάη σὲ ἕνα σωτήριο «κναφεῖον», δηλαδὴ σὲ ἕνα Κοινόβιο ποὺ νὰ ἔχη πολὺ σκληροὺς ἀδελφοὺς -ἐὰν βέβαια ἐπιθυμεῖ νὰ πετάξη ἀπὸ ἐπάνω του αὐτὰ τὰ πάθη. Καὶ ἐκεῖ, μὲ τὶς ὕβρεις καὶ τὶς ἀτιμίες καὶ τὶς ταραχὲς καὶ τὶς τρικυμίες τῶν ἀδελφῶν θὰ τεντώνεται καὶ θὰ δέχεται κτυπήματα νοητὰ -ἴσως καὶ αἰσθητά- καὶ θὰ ξύνεται καὶ θὰ δέχεται λακτίσματα καὶ θὰ ποδοπατῆται. Ἔτσι θὰ μπορέση νὰ πλύνη καὶ νὰ ἐξαφανίση τὴν ἀκαθαρσία ποὺ ὑπάρχει στὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς του.

Οἱ ὀνειδισμοὶ ἀποπλύνουν τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ πάθη. Σὲ αὐτὸ ἂς σὲ πείση καὶ ἡ φράσις ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ λαός. Μερικοὶ κοσμικοὶ δηλαδή, ὅταν ἐξυβρίσουν κάποιον κατὰ πρόσωπον, λέγουν μὲ καύχησι: «Τὸν τάδε τὸν ἔλουσα»! Καὶ αὐτὸ ἀποτελεῖ πραγματικότητα.

29. Ἄλλη εἶναι ἡ ἀοργησία ποὺ παρατηρεῖται στοὺς ἀρχαρίους ἐξ αἰτίας τοῦ πένθους, καὶ ἄλλη εἶναι ἡ ἀκινησία (καὶ νέκρωσις) τῆς ὀργῆς ποὺ παρατηρεῖται στοὺς τελείους. Στὴν πρώτη περίπτωσι, ἡ ἀοργησία συγκρατεῖται σὰν μὲ χαλινάρι ἀπὸ τὸ δάκρυ, ἐνῷ στὴν δευτέρα ἡ ὀργὴ ὁμοιάζει μὲ ὄφι ποὺ τὸν ἐθανάτωσε τὸ μαχαίρι τῆς ἀπαθείας.

Εἶδα τρεῖς μοναχοὺς ποὺ ἐξυβρίσθηκαν συγχρόνως. Ὁ πρῶτος ἀπ᾿ αὐτοὺς δαγκώθηκε καὶ ταράχθηκε, ἀλλὰ δὲν ὡμίλησε. Ὁ δεύτερος χάρηκε γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ λυπήθηκε γιὰ τὸν ὑβριστή. Καὶ ὁ τρίτος ἀφοῦ ἀναλογίσθηκε τὴν ψυχικὴ βλάβη τοῦ ὑβριστοῦ ἔχυσε θερμὰ δάκρυα. Ἔτσι ἔχεις ἐμπρός σου τὸν ἐργάτη τοῦ φόβου, τὸν μισθωτὸ καὶ τὸν ἐργάτη τῆς ἀγάπης.

30. Ὅπως ὁ πυρετὸς τοῦ σώματος εἶναι μὲν ἕνας κατ᾿ οὐσίαν, ἀλλὰ ἔχει πολλὲς ἀφορμὲς ποὺ τὸν δημιουργοῦν, ἔτσι καὶ ἡ ἐμφάνισις καὶ ἡ ἔξαψις τοῦ θυμοῦ, καθὼς βέβαια καὶ τῶν ἄλλων παθῶν μας, ὀφείλονται σὲ πολλὲς καὶ διάφορες αἰτίες. Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ ὁρίσωμε τὸν ἴδιο τρόπο ἀντιμετωπίσεώς των. Ἔχω δὲ τὴν γνώμη ὅτι ὁ τρόπος τῆς θεραπείας πρέπει νὰ ἐπαφίεται περισσότερο στὴν ἐπιμέλεια καὶ στὴν φροντίδα τῶν ἰδίων τῶν ἀσθενῶν. Ἡ δὲ ἀρχὴ τῆς θεραπείας θὰ εἶναι νὰ γνωρίση ὁ ἀσθενὴς τὴν αἰτία τοῦ πόνου καὶ ὀδύνης του. Καὶ ἐφ᾿ ὅσον εὑρεθῇ ἡ αἰτία, τότε ἐμεῖς ποὺ ἀσθενοῦμε θὰ πάρωμε τὴν κατάλληλη ἀλοιφὴ ἀπὸ τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς πνευματικοὺς ἰατρούς μας.

31. Ἂς στήσωμε κατὰ κάποιο τρόπο ἕνα φανταστικὸ δικαστήριο. Ὅσοι θέλουν νὰ μᾶς ἀκολουθήσουν μὲ τὴν χάρι τοῦ Κυρίου, ἂς εἰσέλθουν σ᾿ αὐτὸ τὸ δικαστήριο καὶ ἂς ἐξετάσουν κάπως μαζί μας τὰ προηγούμενα πάθη καὶ τὶς αἰτίες των. Ἂς δεθῇ λοιπὸν ὁ θυμὸς ὁ τύραννος μὲ τὰ δεσμὰ τῆς πραότητος. Ἂς κτυπηθῇ ἀπὸ τὴν μακροθυμία, ἂς συρθῇ ἀπὸ τὴν ἁγία ἀγάπη, ἂς παρουσιασθῇ στὸ δικαστικὸ τοῦτο βῆμα τοῦ λόγου καὶ ἂς ἀνακριθῇ καταλλήλως:

«Λέγε μας, ὦ παράφρον καὶ ἄσεμνε, τὰ ὀνόματα τοῦ πατέρα σου καὶ τῆς μητέρας ποὺ κακῶς σὲ ἐγέννησαν, καθὼς καὶ τῶν υἱῶν σου καὶ τῶν βδελυκτῶν θυγατέρων σου. Καὶ ὄχι μόνο αὐτά, ἀλλὰ νὰ μᾶς ἐξηγήσης ἐπὶ πλέον, ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ σὲ πολεμοῦν καὶ σὲ φονεύουν».

Καὶ αὐτός, ὁ θυμὸς δηλαδή, ἀπαντώντας θὰ μᾶς εἰπῆ περίπου τὰ ἑξῆς:

«Οἱ αἰτίες ποὺ μὲ γεννοῦν εἶναι πολλές. Καὶ ὁ πατέρας μου δὲν εἶναι ἕνας. Μητέρες μου εἶναι ἡ κενοδοξία, ἡ φιλαργυρία καὶ ἡ γαστριμαργία, μερικὲς φορὲς καὶ ἡ πορνεία. Ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἐγέννησε ὀνομάζεται τύφος, δηλαδὴ ἔπαρσις. Οἱ δὲ θυγατέρες μου ὀνομάζονται μνησικακία, ἔχθρα, δικαιολογία καὶ μίσος. Οἱ ἐχθροί μου ἀπὸ τοὺς ὁποίους τώρα κρατοῦμαι δεμένος εἶναι οἱ ἀντίπαλοι τῶν θυγατέρων μου, ἡ ἀοργησία δηλαδὴ καὶ ἡ πραότης. Αὐτὴ ποὺ μὲ ἐπιβουλεύεται ὀνομάζεται ταπεινοφροσύνη. Γιὰ τὸ ποιὸς τὴν ἐγέννησε, ἂς ἐρωτήσετε τὴν ἴδια στὸ ἰδικό της κεφάλαιο.

Στὴν ὀγδόη βαθμίδα ἔχει τοποθετηθῆ ὁ στέφανος τῆς ἀοργησίας. Ὅποιος τὸν ἐφόρεσε λόγω τοῦ ἠπίου χαρακτῆρος του, ἴσως δὲν φορεῖ ἄλλον. Ὅποιος ὅμως τὸν ἐφόρεσε κατόπιν ἱδρώτων, αὐτὸς ὑπερέβη ἐντελῶς τὶς ὀκτὼ κατηγορίες τῆς κακίας (2).

----------

1. Ἐδῶ παρουσιάζεται μὲ μύλο τὸ πάθος τοῦ θυμοῦ. Ὅπως ὁ μύλος συντρίβει τὸ σιτάρι, ἔτσι καὶ ὁ θυμὸς καταστρέφει τὶς ἀρετὲς καὶ τὴν πνευματικὴ πρόοδο τῆς ψυχῆς.

2. Ἐννοεῖ τὰ ὀκτὼ πρωταρχικὰ πάθη, δηλαδὴ τὴν γαστριμαργία, τὴν πορνεία, τὴν φιλαργυρία, τὸν θυμό, τὴν λύπη, τὴν ἀκηδία, τὴν κενοδοξία καὶ τὴν ὑπερηφάνεια, περὶ τῶν ὁποίων γίνεται συχνὸς λόγος στὰ ἀσκητικὰ κείμενα.