† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2021

ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ: ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΣΕ 170 ΚΕΦΑΛΑΙΑ

 



1. Οι άνθρωποι λέγονται λογικοί καταχρηστικά. Δεν είναι λογικοί εκείνοι που έμαθαν τους λόγους και τα βιβλία των αρχαίων σοφών, αλλά όσοι έχουν λογική ψυχή και μπορούν να διακρίνουν ποιο είναι το καλό και ποιο είναι το κακό. και έτσι αποφεύγουν τα κακά και ψυχοβλαβή, μελετούν όμως σοβαρά τα καλά και ψυχωφελή και τα πράττουν με μεγάλη ευχαριστία προς το Θεό. Μόνο αυτοί πρέπει αληθινά να λέγονται λογικοί άνθρωποι.

2. Ο αληθινά λογικός άνθρωπος μια μόνο φροντίδα έχει, να υπακούει και να είναι αρεστός στο Θεό, τον Κύριο των όλων, και σε τούτο και μόνο να ασκεί την ψυχή του, πως να γίνει αρεστός στο Θεό, ευχαριστώντας Τον για την μεγάλη και εξαιρετική πρόνοιά Του και την κυβέρνηση όλου του κόσμου, όποια κι αν είναι η θέση του στη ζωή. Γιατί είναι παράλογο, να ευχαριστούμε τους γιατρούς όταν μας δίνουν τα πικρά και αηδιαστικά φάρμακα για χάρη της υγείας του σώματός μας, να είμαστε όμως αχάριστοι στο Θεό για όσα φαίνονται σ' εμάς δυσάρεστα και να μην αναγνωρίζομε ότι τα πάντα γίνονται όπως πρέπει και προς το συμφέρον μας σύμφωνα με την πρόνοιά Του. Γιατί η αναγνώριση αυτή και η πίστη στο Θεό είναι η σωτηρία και η τελειότητα της ψυχής.


3. Η εγκράτεια, η ανεξικακία, η σωφροσύνη, η εγκαρτέρηση, η υπομονή και οι παρόμοιες μέγιστες και ενάρετες δυνάμεις μας δόθηκαν από το Θεό και είναι αντίθετες και αντιστέκονται και μας βοηθούν στις αντίστοιχες προς αυτές κακίες. Αν γυμνάζομε αυτές τις δυνάμεις και τις έχομε πάντοτε πρόχειρες, τότε νομίζομε ότι δεν μας συμβαίνει πια τίποτε δύσκολο ή θλιβερό ή αβάσταχτο. γιατί σκεφτόμαστε ότι όλα είναι ανθρώπινα και τα νικούν οι αρετές που έχομε. Αυτά δεν τα έχουν υπόψη τους οι ανόητοι άνθρωποι. Ούτε σκέφτονται ότι τα πάντα γίνονται σωστά και όπως πρέπει για το συμφέρον μας, για να λάμψουν οι αρετές μας και να στεφανωθούμε από το Θεό.


4. Την απόκτηση των χρημάτων και το πλούσιο ξόδεμά τους να τα θεωρείς μόνο σαν φαντασία που δεν κρατά παρά λίγο καιρό, και ξέροντας ότι η ενάρετη και θεάρεστη ζωή διαφέρει από τον πλούτο. Όταν το μελετάς αυτό σταθερά, ούτε θα αναστενάξεις, ούτε θα κραυγάσεις, ούτε θα κατηγορήσεις κανένα, αλλά θα ευχαριστείς το Θεό για όλες τις ευεργεσίες που σου δίνει, βλέποντας ότι οι χειρότεροι από σένα στηρίζονται στα λόγια και στα χρήματα. Γιατί η επιθυμία, η δόξα και η άγνοια είναι τα πιο κακά πάθη της ψυχής.


5. Ο λογικός άνθρωπος, προσέχοντας ο ίδιος στον εαυτό του, εξετάζει τι πρέπει να πράξει και τι τον συμφέρει, καθώς και ποια ταιριάζουν στην ψυχή και την ωφελούν και ποια δεν της ταιριάζουν. Και έτσι αποφεύγει εκείνα που βλάπτουν την ψυχή, ως ξένα και γιατί τον χωρίζουν από την αιώνια ζωή.


6. Όσο πιο λίγη περιουσία έχει κανείς, τόσο ευτυχέστερος είναι. Γιατί δεν φροντίζει για πολλά πράγματα, για υπηρέτες, καλλιεργητές, απόκτηση ζώων. Όταν αφοσιωνόμαστε σ' αυτά κι ύστερα μας συμβαίνουν εξαιτίας αυτών δυσκολίες, κατηγορούμε τον Θεό. Με την αυθαίρετη επιθυμία μας τρέφομε τον θάνατο και έτσι μένομε στο σκοτάδι της αμαρτωλής ζωής, μέσα στην πλάνη, χωρίς ν' αναγνωρίζομε τον πραγματικό εαυτό μας.


7. Δεν πρέπει κανένας να λέει ότι δεν είναι δυνατό να κατορθώσει ο άνθρωπος την ενάρετη ζωή, αλλά να λέει ότι αυτό δεν είναι εύκολο. Ούτε μπορούν να κατορθώσουν την αρετή οι τυχόντες. Την ενάρετη ζωή την πραγματοποιούν όσοι άνθρωποι είναι ευσεβείς και έχουν νου που αγαπά το Θεό. Γιατί ο νους των πολλών είναι κοσμικός και μεταβάλλεται. κάνει σκέψεις άλλοτε καλές, άλλοτε κακές. μεταβάλλεται στη φύση και γίνεται υλικότερος. Ο νους όμως που αγαπά το Θεό, τιμωρεί την κακία η οποία έρχεται εκούσια στους ανθρώπους από την αμέλειά τους.


8. Οι ψυχικά ακαλλιέργητοι και αμαθείς θεωρούν γελοίο πράγμα τους λόγους και δεν θέλουν να τους ακούν επειδή ελέγχεται η κατάστασή τους και θέλουν να είναι όλοι όμοιοι με αυτούς. Επίσης και εκείνοι που είναι παραδομένοι σε σαρκικά αμαρτήματα φροντίζουν να είναι όλοι οι άλλοι χειρότεροί τους, νομίζοντας οι δυστυχείς ότι επειδή θα είναι πολλοί οι αμαρτάνοντες, θα εξασφαλιστούν οι ίδιοι από την κατηγορία. Η χαλαρή ψυχή χάνεται και σκοτίζεται εξαιτίας της κακίας, γιατί έχει μέσα της ασωτεία, υπερηφάνεια, απληστία, θυμό, αυθάδεια, μανία, φόνο, στενοχώρια, φθόνο, πλεονεξία, αρπαγή, πόνο, ψεύδος, ηδονή, ραθυμία, λύπη, δειλία, ασθένεια, μίσος, φιλοκατηγορία, αδυναμία, πλάνη, άγνοια, απάτη, λησμοσύνη του Θεού. Με τέτοιες κακίες και παρόμοιες τιμωρείται η άθλια ψυχή που χωρίζεται από το Θεό.


9. Εκείνοι που θέλουν να ζουν την ενάρετη και ευλαβή και τιμημένη ζωή, δεν πρέπει να διακρίνονται από τους επίπλαστους τρόπους και την ψεύτικη ζωή. αλλά όπως οι ζωγράφοι και οι αγαλματοποιοί, να δείχνουν και αυτοί με τα έργα τους την ενάρετη και θεοφιλή ζωή τους. Και όλες τις κακές ηδονές να τις αποστρέφονται σαν παγίδες.


10. Ο πλούσιος και ευγενής που δεν έχει ψυχική καλλιέργεια και ενάρετη ζωή, θεωρείται δυστυχής από εκείνους που κρίνουν ορθά τα πράγματα. Αντίθετα ο φτωχός και δούλος κατά την τάξη, αν έχει ψυχική καλλιέργεια και είναι στολισμένος με αρετή, είναι ευτυχής. Και όπως οι ξένοι σε έναν τόπο χάνουν τον δρόμο τους, έτσι και εκείνοι που δεν φροντίζουν για την ενάρετη ζωή, πλανιούνται εδώ κι εκεί παρασυρόμενοι από τις κακές επιθυμίες τους και χάνονται.


11. Εκείνος που μπορεί να εξημερώσει τα ήθη των ανθρώπων και να τους κάνει να αγαπήσουν τους λόγους και την παιδεία, πρέπει να λέγεται ανθρωποποιός. Κατά τον ίδιο τρόπο και εκείνοι που μεταστρέφουν τους παραδομένους στις σαρκικές ηδονές προς την ενάρετη και θεάρεστη ζωή, πρέπει να λέγονται και αυτοί ανθρωποποιοί, επειδή είναι σαν να ξαναπλάθουν τους ανθρώπους. Γιατί η πραότητα και η εγκράτεια είναι ευτυχία και δίνουν καλή ελπίδα στις ψυχές των ανθρώπων.


12. Πρέπει πραγματικά οι άνθρωποι να επιμελούνται τα ήθη τους και να ζουν όπως πρέπει. Όταν αυτό το κατορθώσουν, τότε εύκολα μπορούν να γνωρίσουν και τα θεία. γιατί όποιος με όλη του την καρδιά και την πίστη του σέβεται τον Θεό, έχει την βοήθειά Του να δαμάζει και να κρατεί το θυμό και την επιθυμία του. Επειδή αιτία όλων των κακών είναι η επιθυμία και ο θυμός.


13. Άνθρωπος λέγεται ή εκείνος που χρησιμοποιεί ορθά το λογικό του, ή εκείνος που δέχεται συμβουλή για την διόρθωσή του. Ο αδιόρθωτος δεν λέγεται άνθρωπος, αλλά απάνθρωπος. Κι αυτό είναι το γνώρισμα των απανθρώπων. και οι άνθρωποι αυτοί πρέπει να αποφεύγονται. Γιατί εκείνοι που ζουν με την κακία δεν είναι δυνατό να αποκτήσουν την αθάνατη ζωή.


14. Όταν κάνομε καλή χρήση του λογικού μας, τότε είμαστε άξιοι να λεγόμαστε άνθρωποι. Αντίθετα, όταν δεν κάνομε καλή χρήση του λογικού, τότε μόνο κατά το σώμα και κατά τη φωνή διαφέρομε από τα άλογα ζώα. Ας αναγνωρίσει λοιπόν ο συνετός άνθρωπος ότι είναι αθάνατος και τότε θα μισήσει κάθε αισχρή επιθυμία, η οποία γίνεται αιτία θανάτου στους ανθρώπους.


15. Όπως κάθε τέχνη διαμορφώνοντας την ύλη φανερώνει την αξία της, π.χ. ο ένας δουλεύει το ξύλο κι ο άλλος το χαλκό κι άλλος το χρυσό και το ασήμι, έτσι κι εμείς ακούοντας για την καλή και ενάρετη και θεάρεστη ζωή, οφείλομε να φαινόμαστε ότι είμαστε πραγματικά άνθρωποι για τη λογική ψυχή μας κι όχι για τη διάπλαση μόνο του σώματός μας. Η ψυχή που είναι αληθινά λογική και αγαπά το Θεό, γνωρίζει αμέσως όλα όσα συμβαίνουν στην ζωή. Και εξιλεώνει το Θεό με διάθεση αγάπης και Τον ευχαριστεί πραγματικά, κατευθύνοντας προς Αυτόν όλη την ορμή και το νου της.


16. Οι καπετάνιοι κατευθύνουν με προσοχή το πλοίο για να μην προσκρούσει πάνω σε σκόπελο ή ύφαλο. Έτσι κι εκείνοι που επιθυμούν να ζήσουν την ενάρετη ζωή, ας εξετάζουν με επιμέλεια ποια πρέπει να κάνουν και ποια πρέπει να αποφεύγουν και να πιστεύουν ότι οι αληθινοί και θείοι νόμοι τους συμφέρουν, κόβοντας τις πονηρές ενθυμήσεις και επιθυμίες από την ψυχή τους.


17. Όπως οι πλοίαρχοι και οι αμαξηλάτες με την προσοχή και την επιμέλεια πετυχαίνουν το σκοπό τους, έτσι πρέπει και όσοι φροντίζουν να ζουν τη σωστή και ενάρετη ζωή, να μελετούν και να φροντίζουν πως να ζουν όπως πρέπει και αρέσει στο Θεό. Εκείνος που θέλει να ζήσει έτσι και έχει καταλάβει ότι μπορεί, με την πίστη προχωρεί προς την αφθαρσία.


18. Ελεύθερους νόμιζε όχι όσους έτυχε να είναι ελεύθεροι, αλλά εκείνοι που έχουν την ζωή και τους τρόπους ελεύθερους. Δεν πρέπει πράγματι να ονομάζομε ελεύθερους τους άρχοντες που είναι πονηροί και ακόλαστοι, γιατί είναι δούλοι των παθών και της ύλης. Ελευθερία και ευτυχία της ψυχής είναι η πραγματική καθαρότητα και η καταφρόνηση των προσκαίρων.


19. Να υπενθυμίζεις στον εαυτό σου ότι πρέπει ακατάπαυστα να αποδεικνύεις τον χρηστό και ενάρετο βίο σου από τα ίδια τα έργα σου. έτσι και οι άρρωστοι ονομάζουν και αναγνωρίζουν σωτήρες και ευεργέτες τούς γιατρούς, όχι από τα λόγια τους αλλά από τα έργα τους.


20. Η λογική και ενάρετη ψυχή αναγνωρίζεται από το βλέμμα, το βάδισμα, τη φωνή, το γέλιο, από το που συχνάζει και με ποιους συναναστρέφεται. Όλα αυτά έχουν αλλάξει σ' αυτήν και έγιναν κοσμιότερα. Γιατί ο νους που αγαπά το Θεό, σαν πρακτικός θυρωρός απαγορεύει την είσοδο στις κακές και αισχρές ενθυμήσεις.


21. Αν παρακολουθείς τον εαυτό σου και τον δοκιμάζεις, θα δεις ότι οι άρχοντες και τα αφεντικά έχουν εξουσία μόνο του σώματος, όχι και της ψυχής. Και να το θυμάσαι αυτό πάντοτε. Γι' αυτό αν διατάζουν φόνους ή τίποτε άτοπα ή άδικα και ψυχοβλαβή, δεν πρέπει να υπακούμε σ' αυτούς και αν μας βασανίζουν ακόμη. Γιατί ο Θεός δημιούργησε την ψυχή ελεύθερη και αυτεξούσια σε όλα όσα κάνει, καλά ή κακά.


22. Η λογική ψυχή φροντίζει με κάθε τρόπο να ξεφύγει από όσα δεν οδηγούν πουθενά, την οίηση, την υπερηφάνεια, την απάτη, τον φθόνο, την αρπαγή και τα παρόμοια, όσα δηλαδή είναι έργα δαιμονικά και κακής προαιρέσεως. Όλα κατορθώνονται με επιμέλεια και επίμονη προσοχή και μελέτη από εκείνον τον άνθρωπο, του οποίου η επιθυμία δεν τρέχει στις κακές ηδονές.


23. Εκείνοι που ζουν μετρημένη και περιορισμένη ζωή, και από κινδύνους γλυτώνουν, και δεν έχουν ανάγκη από φύλακες. Με το να νικούν την επιθυμία σε όλες τις περιπτώσεις, βρίσκουν το δρόμο προς το Θεό εύκολα.


24. Οι άνθρωποι που τους οδηγεί το λογικό, δεν χρειάζεται να μοιράζουν την προσοχή τους σε πολλές συντροφιές, αλλά μόνο στις ωφέλιμες και μάλιστα σ' εκείνες όπου πρυτανεύει το θέλημα του Θεού. Με τον τρόπο αυτό οι άνθρωποι προχωρούν πάλι στη κατά Θεό ζωή και το αιώνιο φως.


25. Πρέπει εκείνοι που επιδιώκουν την ενάρετη και θεοφιλή ζωή, να είναι απαλλαγμένοι από οίηση και κάθε κούφια ματαιοδοξία και να φροντίζουν με όλη τη δύναμή τους να διορθώνουν τη ζωή τους και την εσωτερική τους διάθεση προς το καλύτερο. Επειδή νους που αγαπά το Θεό και δεν μεταβάλλεται από την καλή κατάστασή του, είναι ανύψωση και δρόμος προς το Θεό.


26. Καμιά ωφέλεια δεν προκύπτει από το να γνωρίζει ο άνθρωπος τα θεία λόγια, αν απουσιάζει η ευσεβής ζωή που αρέσει στο Θεό. Αιτία όλων των κακών είναι η πλάνη, η απάτη του κόσμου και η άγνοια του Θεού.


27. Η σπουδή του αρίστου βίου και η επιμέλεια της ψυχής δημιουργεί τους καλούς ανθρώπους που αγαπούν το Θεό. Γιατί εκείνος που ζητά το Θεό, Τον βρίσκει, αν νικά την επιθυμία σε όλες τις περιπτώσεις και αν δεν σταματά την προσευχή. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν φοβάται τους δαίμονες.


28. Όσοι ξεγελιούνται από τις ελπίδες τους σε βιοτικά πράγματα και περιορίζουν την γνώση τους για την άσκηση του αρίστου βίου μόνο στα λόγια, μοιάζουν μ' εκείνους που έχουν φάρμακα και ιατρικά όργανα αλλά δεν ξέρουν ούτε φροντίζουν να τα χρησιμοποιήσουν. Επομένως για τις αμαρτίες μας ας μην κατηγορούμε τον τρόπο που έγιναν, ούτε τους άλλους αλλά τους εαυτούς μας. Γιατί αν η ψυχή αδιαφορήσει με δική της θέληση, δεν μπορεί να μείνει ανίκητη.


29. Εκείνος που δεν ξέρει να ξεχωρίζει ποιο είναι το καλό και ποιο είναι το κακό, δεν επιτρέπεται να κρίνει τους καλούς και τους κακούς. Γιατί ο άνθρωπος που γνωρίζει τον Θεό είναι αγαθός. Αν όμως δεν είναι αγαθός, ούτε γνωρίζει το Θεό, ούτε θα τον γνωρίσει ποτέ. γιατί ο τρόπος να γνωρίσει κανείς το Θεό, είναι το αγαθό.


30. Οι καλοί άνθρωποι που αγαπούν το Θεό, ελέγχουν τους ανθρώπους για τις κακές πράξεις τους κατά πρόσωπο όταν είναι παρόντες. Όταν όμως δεν είναι παρόντες δεν τους κατηγορούν, αλλά ούτε και στους άλλους επιτρέπουν να τους κατηγορήσουν.


31. Στις συναναστροφές με τους άλλους, μακριά από κάθε βαναυσότητα. Γιατί οι λογικοί και ευσεβείς άνθρωποι είναι στολισμένοι με ντροπή και φρόνηση περισσότερο από τις παρθένες. Και τούτο, γιατί ο νους που αγαπά το Θεό είναι φως που τυλίγει με την λάμψη του την ψυχή, όπως ο ήλιος περιλάμπει το σώμα.


32. Πάντοτε όταν σε προσβάλλει κανένα πάθος της ψυχής, να θυμάσαι ότι οι άνθρωποι που ορθοφρονούν και θέλουν να εξασφαλίσουν σωστά την ζωή τους, δεν θεωρούν ευχάριστη την πρόσκαιρη απόκτηση χρημάτων, αλλά τις ορθές και αληθινές ιδέες. Αυτές τους κάνουν ευτυχείς. Γιατί ο πλούτος και κλέβεται και από δυνατότερους αρπάζεται. η αρετή όμως της ψυχής, αυτή μόνο είναι απόκτημα και ασφαλισμένο και που δεν μπορεί να κλαπεί, και μετά το θάνατο παρέχει τη σωτηρία σε όσους την έχουν αποκτήσει. Έτσι οι φρόνιμοι δεν παρασύρονται από την φαντασία του πλούτου και των άλλων ηδονών.


33. Δεν πρέπει οι άστατοι και απαίδευτοι να αυθαδιάζουν σε αξιόλογους ανθρώπους. Και αξιόλογος άνθρωπος είναι εκείνος που αρέσει στο Θεό και που συνήθως σωπαίνει ή λέει λίγα και αναγκαία και αρεστά στο Θεό.


34. Εκείνοι που προσπαθούν να ζουν την ενάρετη και θεοφιλή ζωή, φροντίζουν για τις αρετές σαν κτήματά τους και σαν αφορμή αιώνιας απολαύσεως. Τα πρόσκαιρα τα απολαμβάνουν όπως τύχει και όπως δίνει και θέλει ο Θεός, και τα χρησιμοποιούν με μεγάλη χαρά και ευχαριστία προς το Θεό κι αν ακόμη αυτά είναι μετριότατα. Γιατί οι πολυποίκιλες τροφές τρέφουν τα σώματα ως υλικά, ενώ η γνώση του Θεού, η εγκράτεια, η αγαθότητα, η αγαθοεργία, η ευσέβεια και η πραότητα θεώνουν την ψυχή.


35. Όσοι άρχοντες εξαναγκάζουν να διαπραχθούν άτοπες και ψυχοβλαβείς πράξεις, δεν γίνονται ωστόσο κύριοι και της ψυχής, η οποία έχει δημιουργηθεί αυτεξούσια. Δεσμεύουν το σώμα, όχι όμως και την προαίρεση που κύριός της είναι ο λογικός άνθρωπος, εξαιτίας του δημιουργού του Θεού, ο Οποίος είναι ισχυρότερος από κάθε εξουσία και ανάγκη και κάθε δύναμη.


36. Εκείνοι που νομίζουν δυστυχία το να χάσουν χρήματα ή παιδιά ή δούλους ή ένα άλλο στοιχείο της περιουσίας τους, ας γνωρίζουν ότι πρώτα πρέπει να αρκούνται σ' εκείνα που δίνει ο Θεός. Και όταν πρέπει να τα δώσουν πίσω, να είναι πρόθυμοι και να το κάνουν με αγαθή γνώμη και να μη στενοχωρούνται διόλου για τη στέρηση ή μάλλον για την επιστροφή τους. Γιατί αφού έκαναν χρήση ξένων πραγμάτων, τα έδωσαν πάλι πίσω.


37. Ο ενάρετος άνθρωπος δεν πρέπει να πουλά την ελεύθερη γνώμη του προσέχοντας πόσα χρήματα θα πάρει, και αν ακόμη είναι πολλά όσα του δίνουν. Γιατί τα πράγματα της ζωής αυτής είναι όμοια με όνειρο, και η φαντασία που προέρχεται από τον πλούτο και άγνωστο είναι που θα καταλήξει και λίγο καιρό μόνο κρατάει.


38. Εκείνοι που είναι αληθινοί άνθρωποι, ας φροντίζουν με όλη τη δύναμή τους να ζουν με αγάπη Θεού και με αρετή, ώστε να λάμπει η ενάρετη ζωή τους μεταξύ των άλλων ανθρώπων. όπως γίνεται με την πορφύρα: ένα μικρό κομμάτι μπαίνει πάνω στα λευκά φορέματα και τα στολίζει. Έτσι κι αυτοί να λάμπουν και να ξεχωρίζουν, γιατί έτσι καλλιεργούν ασφαλέστερα τις αρετές της ψυχής.


39. Οι φρόνιμοι άνθρωποι πρέπει να εξετάζουν τη δύναμή τους και το βαθμό της αρετής τους και έτσι να προετοιμάζονται και ν' αντιστέκονται στα πάθη, σύμφωνα με την κατά φύση δύναμη που τους έχει χαρίσει ο Θεός. Δύναμη για την αντιμετώπιση της σωματικής ομορφιάς και κάθε κακής επιθυμίας είναι η εγκράτεια. των θλίψεων και της φτώχειας, η καρτερία. των ύβρεων και του θυμού, η ανεξικακία. Έτσι και για τα υπόλοιπα.


40. Το να γίνει κανείς αγαθός και σοφός ξαφνικά, είναι αδύνατο. Γίνεται ωστόσο με την κοπιαστική μελέτη, με τη συναναστροφή με ενάρετους ανθρώπους, με την πείρα, με τον καιρό, με την άσκηση και με την επιθυμία των καλών έργων. Ο αγαθός άνθρωπος που αγαπά το Θεό και Τον γνωρίζει αληθινά, δεν παύει να κάνει πλούσια όλα όσα αρέσουν σ' Αυτόν. Αλλά τέτοιοι άνθρωποι είναι σπάνιοι.


41. Εκείνοι που δεν είναι προικισμένοι με ευφυΐα, δεν πρέπει να απελπίζονται και να αμελούν τη θεοφιλή και ενάρετη ζωή και να την καταφρονούν, σαν να είναι τάχα ακατόρθωτη γι' αυτούς και ακατανόητη. Αντίθετα, πρέπει να εξασκούν όση δύναμη έχουν και να επιμελούνται τον εαυτό τους. γιατί κι αν ακόμη δεν μπορούν να αποκτήσουν την τέλεια αρετή και τη σωτηρία, εντούτοις με την προσπάθεια και με την επιθυμία του αγαθού γίνονται καλύτεροι ή τουλάχιστον δεν χειροτερεύουν. Και αυτό δεν είναι μικρή ωφέλεια της ψυχής.


42. Ο άνθρωπος ως λογικός που είναι, συγγενεύει με την άρρητη και θεία δύναμη, το Θεό. Ως προς το σωματικό πάλι μέρος, συγγενεύει με τα ζώα. Είναι όμως λίγοι εκείνοι που όντας τέλειοι και λογικοί άνθρωποι, φροντίζουν να διατηρούν το φρόνημα και τη συγγένειά τους σύμφωνη με το Θεό και Σωτήρα, και να το αποδεικνύουν αυτό με τα έργα τους και την ενάρετη ζωή τους. Οι περισσότεροι άνθρωποι, με την ανόητη ψυχή τους, έχουν εγκαταλείψει την θεϊκή και αθάνατη υιική σχέση με το Θεό και έχουν στραφεί προς τη νεκρή και δύστυχη και σύντομη συγγένεια του σώματος. σαν άλογα ζώα κυβερνιούνται μόνο από το σαρκικό φρόνημα και ερεθιζόμενοι από τις ηδονές χωρίζονται από το Θεό και κατεβάζουν τη ψυχή από τους ουρανούς στον όλεθρο εξαιτίας των κακών θελημάτων της.


43. Ο λογικός άνδρας έχοντας στο νου του τη μέθεξη και τη συνάφειά του με το Θεό, ουδέποτε θα αγαπήσει τίποτε το επίγειο και χαμηλό, αλλά έχει το νου του στα ουράνια και αιώνια. Και γνωρίζει ότι το θέλημα του Θεού είναι να σωθεί ο άνθρωπος, γιατί ο Θεός είναι η αιτία όλων των καλών και πηγή των αιωνίων αγαθών για τους ανθρώπους.


44. Όταν σου τύχει κανείς που φιλονεικεί και πολεμά την αλήθεια και το προφανές, πάψε την φιλονεικία και άφησέ τον, γιατί έχει απολιθωθεί η διάνοιά του. Όπως και το καλύτερο κρασί το διαφθείρει το βλαβερότατο νερό, έτσι και οι κακές συναναστροφές διαφθείρουν τους ενάρετους κατά τη ζωή και το φρόνημα.


45. Αν μεταχειριζόμαστε κάθε φροντίδα και μέσο για να αποφύγομε το θάνατο του σώματος, πολύ περισσότερο οφείλομε να φροντίζομε ν' αποφύγομε το θάνατο της ψυχής. Γιατί σ' εκείνον που θέλει να σωθεί, δεν υπάρχει άλλο εμπόδιο εκτός από την αμέλεια και την οκνηρία της ψυχής.


46. Όσοι δυσκολεύονται να εννοούν το συμφέρον της ψυχής τους, και όσα ορθά τους λέγονται, αυτοί θεωρούνται άρρωστοι. Ενώ όσοι εννοούν την αλήθεια και εντούτοις χωρίς ντροπή την αμφισβητούν και φιλονεικούν, αυτών η διάνοια έχει νεκρωθεί και αρμόζει σε θηρία η συμπεριφορά τους. δεν γνωρίζουν το Θεό και η ψυχή τους δεν έχει φωτιστεί.


47. Τα διάφορα γένη των ζώων τα δημιούργησε ο Θεός για διάφορες ανάγκες του ανθρώπου με το λόγου Του. άλλα για τροφή του ανθρώπου και άλλα για να τον υπηρετούν. Τον άνθρωπο όμως τον δημιούργησε θεατή των ζώων και των έργων τους και ευγνώμονα ερμηνευτή όλων αυτών. Γι' αυτό ας φροντίζουν οι άνθρωποι μήπως χωρίς να αντικρύσουν και χωρίς να εννοήσουν το Θεό και τα έργα Του, πεθάνουν όπως τα άλογα ζώα. Και πρέπει να γνωρίζει ο άνθρωπος ότι ο Θεός είναι παντοδύναμος και τίποτε δεν είναι αντίθετο σ' Αυτόν. αλλά από την ανυπαρξία όσα θέλει δημιούργησε και δημιουργεί με το λόγο Του για τη σωτηρία των ανθρώπων.


48. Τα επουράνια είναι αθάνατα εξαιτίας της αγαθότητάς τους, ενώ τα επίγεια έγιναν θνητά, γιατί φωλιάζει μέσα τους η κακία που τη διάλεξαν και που έρχεται στους ανόητους εξαιτίας της οκνηρίας τους και της άγνοιας του Θεού.


49. Ο θάνατος όταν κατανοηθεί από τους ανθρώπους, είναι αθανασία. Δεν τον κατανοούν όμως οι αμαθείς. γι' αυτούς είναι θάνατος. Και οπωσδήποτε δεν πρέπει να φοβόμαστε τούτο το θάνατο, αλλά την απώλεια της ψυχής, που είναι η άγνοια του Θεού. Αυτό είναι το φοβερό για την ψυχή.


50. Η κακία είναι πάθος που οφείλεται στη φύση της ύλης. Επομένως δεν γίνεται να υπάρξει σώμα χωρίς κακία. Η λογική ψυχή που το εννοεί αυτό, αποβάλλει το βάρος της ύλης, δηλαδή την κακία. και καθώς ελευθερώνεται από αυτό το βάρος, γνωρίζει το Θεό των όλων και προφυλάγεται από το σώμα σαν από εχθρό και αντίπαλο και δεν υποτάσσεται σ' αυτό. Και έτσι στεφανώνεται από το Θεό η ψυχή ως νικήτρια των παθών της κακίας και της ύλης.


51. Όταν η ψυχή γνωρίσει την κακία, τη μισεί σαν βρωμερότατο θηρίο. Αλλά όταν κανείς δεν την γνωρίζει, την αγαπά. και αυτή τον παίρνει αιχμάλωτό της και μεταχειρίζεται σαν σκλάβο τον εραστή της. Και ο δυστυχισμένος και άθλιος άνθρωπος ούτε το συμφέρον του βλέπει, ούτε το καταλαβαίνει, αλλά νομίζει για στόλισμά του την κακία και χαίρεται γι' αυτό.


52. Η καθαρή ψυχή, επειδή είναι αγαθή, φωτίζεται με μεγάλη λάμψη από το Θεό. Και τότε ο νους νοεί το αγαθό και γεννά λόγια θεάρεστα. Όταν όμως η ψυχή γεμίσει από τη βρωμερή λάσπη της κακίας, τότε επειδή ο Θεός την αποστρέφεται ή μάλλον επειδή η ψυχή χωρίζεται μόνη της από το Θεό, πονηροί δαίμονες μπαίνουν στην διάνοια του ανθρώπου και παρακινούν την ψυχή σε βδελυρές πράξεις: μοιχείες, φόνους, αρπαγές, ιεροσυλίες και όλα τα παρόμοια δαιμονικά έργα.


53. Εκείνοι που γνωρίζουν το Θεό, γεμίζουν από κάθε καλή έννοια και επειδή επιθυμούν τα ουράνια, καταφρονούν τα βιοτικά. Αυτοί οι άνθρωποι ούτε αρέσουν στους πολλούς, ούτε και αυτοί αρέσκονται με τους πολλούς. Και γι' αυτό όχι μόνο τους μισούν αλλά και τους περιγελούν οι πιο πολλοί ανόητοι. Υπομένουν όσα τους φέρνει η φτώχεια επειδή γνωρίζουν ότι εκείνα που οι πολλοί θεωρούν κακά, σ' αυτούς είναι καλά. Γιατί εκείνος που στοχάζεται τα επουράνια, πιστεύει στον Θεό γνωρίζοντας ότι όλα είναι έργα της θελήσεώς Του. Εκείνος όμως που δε τα στοχάζεται, δεν πιστεύει ποτέ ότι ο κόσμος είναι έργο του Θεού και ότι δημιουργήθηκε για τη σωτηρία του ανθρώπου.


54. Εκείνοι που είναι γεμάτοι από κακία και μεθούν από την άγνοια, δεν γνωρίζουν το Θεό. η ψυχή τους είναι ζαλισμένη και δεν έχουν ξεκάθαρο μυαλό. Το Θεό μπορεί να τον εννοήσει κανείς. Και ναι μεν δεν είναι ορατός, είναι όμως φανερότατος μέσα στα ορατά, όπως ακριβώς η ψυχή μέσα στο σώμα μας. Και αν σώμα χωρίς ψυχή είναι αδύνατο να υπάρξει, έτσι και όλα τα όντα και βλεπόμενα είναι αδύνατο να υπάρχουν χωρίς το Δημιουργό Θεό.


55. Για ποιο λόγο δημιουργήθηκε ο άνθρωπος; Για να βλέπει τα έργα του Θεού και μέσω αυτών να γνωρίσει το Θεό και να Τον δοξάσει που τα δημιούργησε για χάρη του ανθρώπου. Ο νους που ελκύει την αγάπη του Θεού, είναι ένα αόρατο αγαθό που το χαρίζει ο Θεός στους άξιους για την διαγωγή τους που την κυβερνά η χρηστότητα.


56. Ελεύθερος είναι όποιος δεν σκλαβώνεται στις ηδονές αλλά κυριαρχεί με φρόνηση και εγκράτεια πάνω στο σώμα του και αρκείται με μεγάλη ευχαριστία σε ό,τι του δίνει ο Θεός, έστω και αν είναι πολύ λίγα. Γιατί όταν βρεθούν σύμφωνοι ο νους που αγαπά το Θεό και η ψυχή, τότε ειρηνεύει όλο το σώμα, ακόμη και χωρίς να το θέλει. Όταν η ψυχή θέλει, τότε κάθε αμαρτωλή σωματική κίνηση σβήνεται.


57. Εκείνοι που δεν αρκούνται σ' αυτά που χρειάζονται για να ζουν αλλά επιθυμούν περισσότερα, υποδουλώνουν τον εαυτό τους στα πάθη που ταράζουν την ψυχή και της φέρνουν λογισμούς και φαντασίες ότι το να θέλουν λίγα ή πολλά είναι το ίδιο. Και όπως τα ρούχα που είναι μεγαλύτερα από το σώμα εμποδίζουν εκείνους που τρέχουν στο αγώνισμα του δρόμου, έτσι και η επιθυμία του ανθρώπου να έχει περισσότερα από όσα πρέπει, εμποδίζει τις ψυχές και δεν τις αφήνει να αγωνίζονται ή να σωθούν.


58. Όταν βρίσκεται κανείς ακουσίως και χωρίς να το θέλει κάπου, το αισθάνεται σαν φυλακή και τιμωρία. Να είσαι λοιπόν ευχαριστημένος με την κατάστασή σου. γιατί αν την υπομένεις με δυσαρέσκεια, θα τιμωρήσεις χωρίς να το αισθάνεσαι τον εαυτό σου. Ένας δρόμος υπάρχει γι' αυτό, η καταφρόνηση των βιοτικών πραγμάτων.


59. Όπως έχομε την όραση που μας έδωσε ο Θεός για να βλέπομε τα ορατά και να ξεχωρίζομε ποιο είναι το άσπρο και ποιο είναι το μαύρο, έτσι μας έδωσε ο Θεός και το λογικό για να διακρίνομε εκείνα που συμφέρουν στην ψυχή μας. Η επιθυμία, όταν αποσπασθεί από το λόγο, γεννά ηδονή και δεν επιτρέπει στην ψυχή να σωθεί ή να ενωθεί με το Θεό.


60. Αμαρτήματα δεν είναι όσα γίνονται κατά φύση, αλλά πονηρά είναι εκείνα που γίνονται από την προαίρεση του ανθρώπου. Πχ. Δεν είναι αμαρτία το να τρώει ο άνθρωπος, αλλά το να μην τρώει με ευχαριστία, κοσμιότητα και εγκράτεια ώστε να κρατά το σώμα του στη ζωή χωρίς κανένα πονηρό υπολογισμό. Ούτε το να βλέπεις αθώα είναι αμαρτία, αλλά το να βλέπεις με φθόνο, υπερηφάνεια και απληστία. Επίσης το να μην ακούς υπομονετικά, αλλά με οργή και θυμό. το να μην καθοδηγείς τη γλώσσα σου σε ευχαριστία προς το Θεό και προσευχή, αλλά να κατηγορείς τους άλλους. και το να μην απασχολείς τα χέρια σου στην ελεημοσύνη, αλλά σε φόνους και αρπαγές. Έτσι κάθε μέλος του σώματος αμαρτάνει με το να εργάζεται παρά το θέλημα του Θεού και με τη θέληση του ανθρώπου τα πονηρά.


61. Αν αμφιβάλλεις ότι κάθε τι που κάνομε το βλέπει ο Θεός, τότε παρατήρησε ότι εσύ που είσαι άνθρωπος και φτιαγμένος από χώμα, μπορείς σε μια στιγμή να σκέφτεσαι και να συλλογίζεσαι πολλούς και διάφορους τόπους συγχρόνως. Πόσο μάλλον ο Θεός που βλέπει τα πάντα σαν ένα σπόρο σιναπιού, που δίνει ζωή στα πάντα και τα τρέφει όπως Εκείνος θέλει;


62. Όταν κλείσεις τις πόρτες του σπιτιού σου και είσαι μόνος, να γνωρίζεις ότι είναι μαζί σου ο άγγελος που έχει οριστεί για κάθε άνθρωπο από το Θεό. αυτός που οι Έλληνες ονόμαζαν «οικείο δαίμονα». Αυτός, ο οποίος δεν κοιμάται ποτέ και δεν κάνει ποτέ λάθος, είναι πάντοτε κοντά σου. βλέπει τα πάντα χωρίς να τον εμποδίζει το σκοτάδι. Μαζί με αυτόν είναι σε κάθε τόπο και ο Θεός, γιατί δεν υπάρχει τόπος ή πράγμα όπου δεν υπάρχει ο Θεός, αφού είναι μεγαλύτερος απ' όλα και κρατά όλους μέσα στο χέρι Του.


63. Αν οι στρατιώτες μένουν πιστοί στον Καίσαρα επειδή τους δίνει τις τροφές, πόσο μάλλον πρέπει να φροντίζομε να ευχαριστούμε ακατάπαυστα με ασίγητα στόματα το Θεό και να είμαστε αρεστοί σ' Αυτόν, ο Οποίος τα πάντα δημιούργησε για τον άνθρωπο;


64. Η ευγνωμοσύνη στο Θεό και η ενάρετη ζωή είναι καρποφορία του ανθρώπου που είναι αρεστή στο Θεό. Οι καρποί της γης δεν γίνονται μέσα σε μία ώρα αλλά με τον καιρό, με βροχές και με καλλιέργεια. Όμοια και η καρποφορία των ανθρώπων στολίζεται με την άσκηση, με τη μελέτη, με το χρόνο, με την καρτερία, την εγκράτεια και την υπομονή. Και αν με αυτά μερικοί σε θεωρούν ευλαβή, εσύ μην έχεις εμπιστοσύνη στον εαυτό σου όσο βρίσκεσαι στη ζωή και μη νομίζεις για κανένα απ' όσα κάνεις ότι αρέσει στον Θεό. Γιατί πρέπει να γνωρίζεις ότι δεν είναι εύκολο στον άνθρωπο να φυλάξει μέχρι το τέλος την αναμαρτησία.


65. Τίποτε δεν είναι πιο πολύτιμο στον άνθρωπο, όσο ο λόγος. Ο λόγος είναι τόσο δυνατός, ώστε με το λόγο και την ευχαριστία μας λατρεύομε το Θεό, ενώ με τον άχρηστο και δυσφημιστικό λόγο προκαλούμε την καταδίκη της ψυχής μας. Είναι αναίσθητος ο άνθρωπος που κατηγορεί τη γέννησή του ή κάτι άλλο για τις αμαρτίες του, αφού με την ελεύθερη θέλησή του μεταχειρίζεται λόγο ή έργο πονηρό.


66. Αν φροντίζομε να θεραπεύομε τις σωματικές ατέλειες για να μη μας ειρωνεύονται όσοι μας βλέπουν, πολύ περισσότερο είναι μεγάλη ανάγκη να φροντίζομε να θεραπεύομε τα πάθη της ψυχής, αφού μέλλουμε να κριθούμε μπροστά στο Θεό. μη βρεθούμε άτιμοι ή καταγέλαστοι. Έχοντας το αυτεξούσιο, μπορούμε να μην πραγματοποιήσομε τις πονηρές πράξεις που επιθυμούμε, αν το θελήσουμε. είναι στην εξουσία μας να ζούμε με τρόπο που αρέσει στο Θεό. και κανείς ποτέ δεν θα μας εξαναγκάσει να κάνομε χωρίς τη θέλησή μας κάτι κακό. Έτσι αν αγωνιζόμαστε, θα είμαστε άνθρωποι άξιοι του Θεού και θα ζήσομε σαν άγγελοι στους ουρανούς.


67. Αν θέλεις, είσαι δούλος των παθών. αν θέλεις, είσαι ελεύθερος και δεν θα υποκύψεις στα πάθη. Γιατί ο Θεός σε έκανε αυτεξούσιο. Και όποιος νικά τα πάθη της σάρκας στεφανώνεται με την αφθαρσία. Αν δεν υπήρχαν τα πάθη, δεν θα υπήρχαν αρετές, ούτε στεφάνια που χαρίζονται από το Θεό στους αξίους.


68. Εκείνοι που δεν βλέπουν το συμφέρον τους αν και γνωρίζουν το αγαθό, έχουν τυφλή την ψυχή τους και έχει πωρωθεί η διακριτική δύναμή τους. Αυτούς δεν πρέπει να τους προσέχουμε, για να μην πέσομε κι εμείς στα πάθη τους από απρονοησία μας, σαν τυφλοί.


69. Εναντίον εκείνων που αμαρτάνουν δεν πρέπει να θυμώνομε και αν ακόμη διαπράττουν εγκλήματα άξια τιμωρίας. Για χάρη του ίδιου του δικαίου όμως πρέπει να επαναφέρομε όσους σφάλλουν και να τους τιμωρούμε αν τύχει, είτε μόνοι μας είτε μέσω άλλων, αλλά δεν πρέπει να οργιζόμαστε, γιατί η οργή ενεργεί σύμφωνα με το πάθος. δεν κρίνει σωστά και δεν βλέπει το δίκαιο. Γι' αυτό ούτε κι εκείνους που δείχνουν υπερβολική ευσπλαχνία προς όσους σφάλλουν πρέπει να τους παραδεχόμαστε. αλλά οι κακοί πρέπει να τιμωρούνται για το καλό και τη δικαιοσύνη και όχι σύμφωνα με το πάθος μας, της οργής.


70. Μόνο ό,τι αποκτά η ψυχή είναι σίγουρο και αναφαίρετο. Και αυτό είναι η ενάρετη και αρεστή στο Θεό ζωή και η γνώση και τα καλά έργα. Ενώ ο πλούτος είναι τυφλός οδηγός και ανόητος σύμβουλος. οδηγεί στην απώλεια την αναίσθητη ψυχή του εκείνος που μεταχειρίζεται τον πλούτο με κακό και φιλήδονο τρόπο.


71. Πρέπει οι άνθρωποι ή τίποτε το περιττό να μην αποκτούν, ή αν έχουν, να γνωρίζουν με βεβαιότητα ότι όλα τα πράγματα της ζωής αυτής είναι από τη φύση τους φθαρτά και εύκολα αφαιρούνται και πετιούνται και κομματιάζονται. Επομένως δεν πρέπει να θλίβονται με όσα συμβαίνουν.


72. Γνώριζε ότι οι σωματικοί πόνοι είναι φυσικοί για το σώμα, αφού είναι φθαρτό και υλικό. Πρέπει λοιπόν σ' αυτές τις περιπτώσεις η παιδαγωγημένη ψυχή να προβάλλει ευχαρίστως καρτερία και υπομονή και να μη κατηγορεί το Θεό γιατί έπλασε το σώμα.


73. Εκείνοι που αγωνίζονται στους ολυμπιακούς αγώνες δεν παίρνουν το στεφάνι όταν νικήσουν τον πρώτο ή τον δεύτερο ή τον τρίτο, αλλά όταν νικήσουν όλους τους συναγωνιζομένους. Έτσι και όποιος θέλει να στεφανωθεί από το Θεό, πρέπει να γυμνάζει τη ψυχή του στη σωφροσύνη. όχι μόνο σε ότι έχει σχέση με το σώμα, αλλά και στα σχετικά με τα κέρδη και τις αρπαγές και το φθόνο και τις τροφές και τη ματαιοδοξία και τις κατηγορίες και τους θανάτους και όλα τα παρόμοια.


74. Να μην ακολουθούμε την ενάρετη και θεάρεστη διαγωγή για να μας επαινέσουν οι άνθρωποι, αλλά για τη σωτηρία της ψυχής ας προτιμήσομε την ενάρετη ζωή. Γιατί κάθε ημέρα ο θάνατος είναι μπροστά στα μάτια μας και τα ανθρώπινα είναι αβέβαια και σκοτεινά.


75. Στην εξουσία μας είναι να ζήσομε με σωφροσύνη. το να γίνομε όμως πλούσιοι δεν είναι στην εξουσία μας. Τι λοιπόν; Πρέπει να καταδικάσομε την ψυχή μας για χάρη μιας λιγόκαιρης φαντασίας του πλούτου που δεν είναι στην εξουσία μας να αποκτήσομε; Και να είναι ο πλούτος το μόνο που επιθυμούμε; Πόσο ανόητα τρέχομε χωρίς να γνωρίζομε ότι πρώτη απ' όλες τις αρετές είναι η ταπεινοφροσύνη, όπως και πρώτο απ' όλα τα πάθη είναι η γαστριμαργία και η επιθυμία των υλικών πραγμάτων!


76. Πρέπει να έχομε υπόψη ακατάπαυστα οι φρόνιμοι άνθρωποι ότι με το να υποφέρομε μικρούς και λιγόκαιρους κόπους στη ζωή, πολύ μεγάλη χαρά και ευχαρίστηση απολαμβάνομε μετά το θάνατο. Γι΄αυτό εκείνος που πολεμά κατά των παθών του και θέλει να στεφανωθεί από το Θεό, αν πέσει σε αμαρτία, ας μη χάσει το θάρρος του και μείνει στη πτώση του απελπισμένος, αλλά να σηκωθεί και ν' αρχίσει πάλι να αγωνίζεται και να φροντίσει να στεφανωθεί. Και αν ξαναπέσει, πρέπει μέχρι την τελευταία αναπνοή να σηκώνεται. Γιατί οι σωματικοί κόποι είναι όπλα και μέσα για ν' αποκτήσομε τις αρετές και σώζουν την ψυχή.


77. Οι θλίψεις και τα λυπηρά που συμβαίνουν στη ζωή, γίνονται αφορμή στους ανδρείους και άξιους αγωνιστές να στεφανωθούν από το Θεό. Γι' αυτό πρέπει στη ζωή τους να γίνουν σαν νεκροί για όλα τα βιοτικά πράγματα. γιατί ο νεκρός δεν θα φροντίσει ποτέ για τίποτε αυτού του κόσμου.


78. Δεν πρέπει η λογική και αγωνιζόμενη ψυχή, ευθύς αμέσως να φοβάται και να δειλιάζει απέναντι στα πάθη, γιατί έτσι θα θεωρηθεί δειλή και θα περιφρονηθεί. Γιατί η ψυχή που ταράζεται από τις φαντασίες της ζωής, απομακρύνεται από τα πρέποντα. Στα αιώνια αγαθά προηγούνται οι αρετές της ψυχής μας, ενώ στις αιώνιες κολάσεις αιτία είναι οι θεληματικές κακίες των ανθρώπων.


79. Ο λογικός άνθρωπος πολεμείται δια μέσου των αισθήσεων από τα ψυχικά πάθη. Πέντε είναι οι αισθήσεις του σώματος: όραση, όσφρηση, ακοή, γεύση, αφή. Υποκύπτοντας μέσω των αισθήσεων αυτών στα τέσσερα πάθη αιχμαλωτίζεται η άθλια ψυχή. Κι είναι αυτά τα τέσσερα πάθη της ψυχής: κενοδοξία, χαρά, θυμός, δειλία. Όταν λοιπόν ο άνθρωπος με τη φρόνηση και την επανειλημμένη σκέψη σαν καλός στρατηγός γίνει κύριος των παθών και τα νικήσει, δεν πολεμείται πλέον από αυτά, αλλά έχει ειρήνη στην ψυχή του και στεφανώνεται από το Θεό ως νικητής.


80. Από εκείνους που διανυκτερεύουν στα πανδοχεία, μερικοί βρίσκουν κρεβάτια. άλλοι δεν έχουν κρεβάτι. κοιμούνται στο πάτωμα και εντούτοις ροχαλίζουν όπως κι εκείνοι που κοιμούνται σε κρεβάτι. Κι όταν περάσει η νύχτα, πρωί- πρωί αφήνουν το κρεβάτι τους και το πανδοχείο και φεύγουν όλοι μαζί, έχοντας μόνο τα πράγματά τους. Κατά τον ίδιο τρόπο και όλοι όσοι γεννιούνται σ' αυτόν τον κόσμο, και οι φτωχοί και οι πλούσιοι και επίσημοι, βγαίνουν από την ζωή σαν από πανδοχείο, χωρίς να παίρνουν μαζί τους τίποτε από τις απολαύσεις του βίου και από τα πλούτη τους, παρά μόνον τα έργα τους, καλά ή κακά, όσα έκαναν στη ζωή τους.


81. Αν κατέχεις καμιά υψηλή εξουσία, μη φοβερίσεις εύκολα κανέναν με θάνατο, έχοντας υπόψη σου ότι και συ φυσικώς είσαι υποκείμενος στο θάνατο και ότι η ψυχή βγάζει από πάνω της το σώμα σαν τελευταίο ένδυμα. Αυτό έχοντας υπόψη σου να εξασκείσαι πάντοτε στην πραότητα και να ευεργετείς, ευχαριστώντας πάντοτε το Θεό. Γιατί εκείνος που δεν ευσπλαχνίζεται τους άλλους δεν έχει αρετή πάνω του.


82. Το θάνατο, είναι αδύνατο και δεν υπάρχει τρόπος να τον αποφύγομε. Αυτό το γνωρίζουν οι πραγματικά στοχαστικοί άνθρωποι και γυμνασμένοι στις αρετές και στις θεάρεστες σκέψεις, και δέχονται το θάνατο χωρίς στεναγμούς και φόβο και υπερβολική λύπη, έχοντας υπόψη ότι δεν μπορούν να τον αποφύγουν και ότι μ' αυτόν γλυτώνουν από τα κακά και δυσάρεστα του βίου.


83. Εκείνους που έχουν λησμονήσει ολότελα την ενάρετη ζωή που είναι αρεστή στο Θεό και δεν πιστεύουν τις σωστές και θεάρεστες διδασκαλίες, δεν πρέπει να τους μισούμε αλλά μάλλον να τους συμπονούμε, γιατί είναι βλαμμένη η διακριτική δύναμη της ψυχής τους και είναι τυφλή η καρδιά και η διάνοιά τους. Αυτοί χάνονται γιατί από άγνοια δέχτηκαν το κακό ως καλό και δεν γνωρίζουν το Θεό οι τρισάθλιοι και μωροί.


84. Να αποφεύγεις να μιλάς για την αρετή και την ευσέβεια στους πολλούς. Δεν το λέω αυτό από φθόνο, αλλά γιατί κατά την γνώμη μου θα φανείς γελοίος στους ανόητους. Το όμοιο χαίρεται με το όμοιό του. Οι λόγοι για την αρετή και την ευσέβεια έχουν λίγους ακροατές και ίσως εντελώς μετρημένους. Καλύτερα να μην μιλάς, παρεκτός μόνο εκείνα που θέλει ο Θεός για την σωτηρία του ανθρώπου.


85. Η ψυχή πάσχει μαζί με το σώμα, ενώ το σώμα δεν πάσχει μαζί με την ψυχή. Λόγου χάρη, όταν κόβεται το σώμα, υποφέρει και η ψυχή. Όταν το σώμα είναι δυνατό και γερό, συνευχαριστιέται το παθητικό μέρος της ψυχής. Όταν όμως σκέφτεται η ψυχή, δεν σκέφτεται και το σώμα, αλλά μένει μόνο του κατά μέρος, γιατί η σκέψη είναι ιδιότητα της ψυχής. Όπως και η άγνοια, η υπερηφάνεια, η απιστία, η πλεονεξία, το μίσος, ο φθόνος, η οργή, η αδιαφορία, η κενοδοξία, η επιθυμία της τιμής, η διχόνοια και η αίσθηση του καλού. όλα αυτά τα ενεργεί η ψυχή.


86. Έχοντας το νου σου στο Θεό, να είσαι ευσεβής, δηλαδή χωρίς φθόνο, αγαθός, εγκρατής, πράος, να δίνεις όσο μπορείς, να είσαι κοινωνικός, ειρηνικός και τα παρόμοια, Γιατί αυτή είναι η αναφαίρετη περιουσία της ψυχής, το να είσαι αρεστός στο Θεό με τις παραπάνω αρετές. με το να μην κρίνεις κανένα, ούτε να λες οτι ο τάδε είναι κακός και αμάρτησε, αλλά καλύτερα να αναζητείς τα δικά σου αμαρτήματα και να εξετάζεις τη ζωή σου αν είναι αρεστή στο Θεό. Τι μας ενδιαφέρει αν ο άλλος είναι κακός;


87. Ο αληθινός άνθρωπος φροντίζει να είναι ευσεβής. Και ευσεβής είναι εκείνος που δεν επιθυμεί τα ξένα πράγματα. Ξένα για τον άνθρωπο είναι όλα τα κτίσματα, και σαν εικόνα του Θεού που είναι, όλα τα περιφρονεί. Γίνεται ο άνθρωπος εικόνα του Θεού όταν ζει ορθά και θεάρεστα. Αυτό δεν μπορεί να γίνει, αν δεν απομακρυνθεί ο άνθρωπος από τις μέριμνες της ζωής. Εκείνος που έχει νου που αγαπά το Θεό, γνωρίζει πόση ψυχική ωφέλεια και ευλάβεια προέρχεται από αυτό. Ο θεοσεβής άνθρωπος δεν κατηγορεί κανένα για τις αμαρτίες του παρά μόνο τον εαυτό του. Και αυτό είναι σημάδι σωτηρίας της ψυχής.


88. Όσοι φροντίζουν να αποκτήσουν τα πρόσκαιρα αγαθά ακόμη και με την βία, και αγαπούν τα έργα της κακίας αψηφώντας το θάνατο και την απώλεια της ψυχής τους, χωρίς να βλέπουν οι άθλιοι το συμφέρον τους, τούτοι δεν λογαριάζουν τι υποφέρουν οι άνθρωποι μετά το θάνατο από την κακία.


89. Η κακία είναι πάθος που βρίσκεται στην ύλη. Της κακίας όμως δεν είναι αίτιος ο Θεός. Αυτός έδωσε στους ανθρώπους γνώση και επιτηδειότητα και την ιδιότητα να διακρίνουν το καλό από το κακό και αυτεξουσιότητα. Αυτό που γεννά όλα τα πάθη της κακίας είναι η αμέλεια και η οκνηρία των ανθρώπων. ο Θεός δεν φταίει διόλου σ' αυτό. Από την κακή τους προαίρεση οι δαίμονες έγιναν πονηροί, όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι.


90. Ο άνθρωπος που είναι αχώριστος από την ευσέβεια, δεν επιτρέπει να εισχωρήσει κρυφά η κακία στην ψυχή του. Όταν απουσιάζει η κακία, τότε η ψυχή ούτε κίνδυνο έχει, ούτε βλάπτεται από τίποτε. Τέτοιους ανθρώπους ούτε απαίσιος δαίμονας, ούτε κακή μοίρα τους κυριεύει, γιατί ο Θεός τους γλυτώνει από κινδύνους και ζουν χωρίς να υποστούν βλάβη, θείοι και έξοχοι. Και αν κανείς επαινέσει έναν τέτοιον άνθρωπο, αυτός γελά μέσα του γι' αυτούς που τον επαινούν. Και αν κανείς τον κατηγορεί, δεν δικαιολογείται σε όσους τον κατηγορούν. ούτε καν αγανακτεί για ό,τι του λένε.


91. Η κακία ακολουθεί την ανθρώπινη φύση όπως η σκουριά το χαλκό και η ακαθαρσία το σώμα. Αλλά ούτε ο χαλκουργός έκανε τη σκουριά, ούτε οι γονείς την ακαθαρσία. Έτσι ούτε την κακία την έκανε ο Θεός. Έδωσε γνώση στον άνθρωπο και δύναμη να διακρίνει για να αποφύγει το κακό, γνωρίζοντας ότι βλάπτεται από το κακό και τιμωρείται. Πρόσεχε λοιπόν μήπως δει κανένα να είναι ευτυχής μέσα σε εξουσία και πλούτο και τον καλοτυχίσεις, παρασυρόμενος από τον δαίμονα. Αλλά ευθύς να βάλεις το θάνατο μπροστά στα μάτια σου και ποτέ δεν θα επιθυμήσεις κανένα κακό ή γήινο.


92. Ο Θεός μας στα επουράνια χάρισε την αθανασία και τα επίγεια τα έβαλε μέσα στην μεταβολή. Στο σύμπαν δώρισε ζωή και κίνηση. Όλα αυτά για χάρη του ανθρώπου. Γι' αυτό να μην παρασύρεσαι από τα εξωτερικά φαινόμενα του βίου που υποβάλλει στο νου σου ο διάβολος – γιατί αυτός είναι που υποβάλλει στην ψυχή τις πονηρές ενθυμήσεις-, αλλά ευθύς να θυμάσαι τα ουράνια αγαθά και να λες στον εαυτό σου: «Αν θέλω, μπορώ να νικήσω κι αυτό το πάθος. Δε θα νικήσω όμως αν θέλω να πετύχω την δική μου όρεξη». Έτσι λοιπόν να ασκείσαι, γιατί έτσι μπορείς να σώσεις την ψυχή σου.


93. Ζωή είναι η ένωση και σχέση του νου, της ψυχής και του σώματος. Ο θάνατος δεν είναι καταστροφή αυτών που ενώθηκαν, αλλά διάλυση της γνώσεώς τους. Γιατί μέσα στο Θεό διατηρούνται όλα και μετά τη διάλυσή τους.


94. Ο νους δεν είναι ψυχή αλλά δωρεά του Θεού που σώζει τη ψυχή και προηγείται και την συμβουλεύει – δηλαδή ο νους που είναι ευάρεστος στο Θεό. Τη συμβουλεύει λοιπόν, τα πρόσκαιρα και υλικά και φθαρτά να τα καταφρονήσει και να ερωτευθεί τα αιώνια και άφθαρτα και άυλα αγαθά. Και ενώ θα ζει με το σώμα στη γη, να κατανοεί με το νου και να θεωρεί όλα τα ουράνια και τα σχετικά με το Θεό. Ο θεοφιλής λοιπόν νους είναι ευεργέτης και σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου.


95. Η ψυχή όταν ενωθεί με το σώμα, ευθύς από την λύπη και την ηδονή σκοτίζεται και χάνεται. Και είναι η λύπη και η ηδονή σαν τους χυμούς του σώματος. Ο νους που αγαπά το Θεό κάνει το αντίθετο. στενοχωρεί το σώμα και σώζει την ψυχή, σαν γιατρός που κατακόβει και καυτηριάζει τα σώματα.


96. Όσες ψυχές δεν έχουν ηνίοχο το λογικό και δεν κυβερνιούνται από το νου, για να σφίγγει και να αναχαιτίζει και να κυβερνά τα πάθη τους, δηλ. τη λύπη και την ηδονή, αυτές οι ψυχές χάνονται σαν τα άλογα ζώα, με το να παρασύρεται η λογική δύναμη της ψυχής από τα πάθη σαν τον ηνίοχο που νικήθηκε από τα άλογα του αμαξιού.


97. Πολύ μεγάλη ασθένεια της ψυχής και αφανισμός και καταστροφή είναι το να μην γνωρίζει το Θεό, που όλα τα δημιούργησε για τον άνθρωπο και του δώρισε το νου και το λογικό, με τα οποία πετώντας ο άνθρωπος, ενώνεται με τον Θεό και Τον εννοεί και Τον δοξάζει.


98. Η ψυχή βρίσκεται μέσα στο σώμα, στην ψυχή βρίσκεται ο νους και μέσα στο νου βρίσκεται το λογικό. Με αυτά στοχαζόμαστε και δοξολογούμε το Θεό, ο Οποίος παρέχει στην ψυχή την αθανασία, την αφθαρσία και την αιώνια απόλαυση. Επειδή ο Θεός σε όλα τα όντα, μόνο από αγαθότητα, χάρισε την ύπαρξη.


99. Ο Θεός αφού έκανε τον άνθρωπο αυτεξούσιο, ως πλουσιόδωρος και αγαθός που είναι, του έδωσε και την δύναμη, αν θέλει, να γίνεται αρεστός σ' Αυτόν. Και αρέσει στο Θεό το να μην υπάρχει κακία στους ανθρώπους. Αν τώρα οι άνθρωποι επαινούν τα καλά έργα και τις αρετές της αγίας ψυχής που αγαπά το Θεό και κατηγορούν τις αισχρές και πονηρές πράξεις, πόσο μάλλον ο Θεός, ο Οποίος θέλει τη σωτηρία του ανθρώπου;


100. Τα αγαθά από τον αγαθό Θεό τα παίρνει ο άνθρωπος. γι' αυτό το σκοπό και δημιουργήθηκε από το Θεό. Τα κακά επισύρει ο άνθρωπος ο ίδιος στον εαυτό του εξαιτίας της κακίας, της επιθυμίας και της αναισθησίας του.


101. Η ασυλλόγιστη ψυχή, ενώ είναι αθάνατη και κυριαρχεί πάνω στο σώμα, γίνεται δούλη του σώματος με τις ηδονές και δεν εννοεί ότι η σωματική απόλαυση είναι βλάβη της ψυχής. Πέφτοντας σε αναισθησία και μωρία, φροντίζει μόνο για τις απολαύσεις του σώματος.


102. Ο Θεός είναι αγαθός, ο άνθρωπος είναι πονηρός. Κανένα κακό δεν υπάρχει στον ουρανό, κανένα καλό δεν υπάρχει πάνω στη γη. Ο λογικός άνθρωπος διαλέγει το καλύτερο και γνωρίζει το Θεό των όλων και Τον ευχαριστεί και Τον υμνεί. και όσο ζει αποστρέφεται το σώμα του και δεν επιτρέπει στον εαυτό του να εκτελέσει τις πονηρές επιθυμίες του, γιατί γνωρίζει ότι έχουν την δύναμη να οδηγούν τον άνθρωπο στην απώλεια.


103. Ο πονηρός άνθρωπος αγαπά την πλεονεξία και περιφρονεί τη δικαιοσύνη και την αρετή. και ούτε την αβεβαιότητα και την ακαταστασία και το λιγόχρονο της ζωής συλλογίζεται, ούτε τον θάνατο που είναι αναπόφευκτος και δεν μπορεί κανείς με δώρα να τον δελεάσει. Αν είναι γέροντας αισχρός και ασυλλόγιστος, τότε είναι σαν το σάπιο ξύλο που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε τίποτε.


104. Όταν έχομε πρώτα δοκιμάσει εκείνα που μας λυπούν και μας στενοχωρούν, τότε αισθανόμαστε τη χαρά και την ηδονή. Λόγου χάρη, δεν πίνει κανείς ευχάριστα αν δεν διψάσει, ούτε τρώει ευχάριστα αν δεν πεινάσει, ούτε κοιμάται μ' ευχαρίστηση αν δεν νυστάξει πάρα πολύ, ούτε χαίρεται πραγματικά αν πρωτύτερα δεν λυπηθεί. Έτσι ούτε τα αιώνια αγαθά θα απολαύσομε αν δεν καταφρονήσομε τα πρόσκαιρα και λιγόκαιρα.


105. Το λογικό είναι υπηρέτης του νου. Ό,τι θέλει ο νους, εξηγεί και εκφράζει το λογικό.


106. Ο νους βλέπει τα πάντα, ακόμα και τα επουράνια. τίποτε δεν τον σκοτεινιάζει παρά μόνο η αμαρτία. Στον καθαρό νου τίποτε δεν είναι ακατανόητο, όπως και για τον λόγο τίποτε δεν υπάρχει που να μην μπορεί να το εκφράσει.


107. Ο άνθρωπος εξαιτίας του σώματος είναι θνητός, αλλά εξαιτίας του νου και του λογικού είναι αθάνατος. Ενώ σωπαίνεις σκέφτεσαι, κι όταν σκεφτείς μιλάς, γιατί μέσα στη σιωπή ο νους γεννά το λόγο. Ευχάριστος λόγος που προσφέρεται στο Θεό, είναι σωτηρία του ανθρώπου.


108. Εκείνος που μιλάει τα ασυλλόγιστα δεν έχει νου, γιατί δε μιλά έπειτα από σκέψη. Αλλά σκέψου και κοίταξε τι συμφέρει να κάνεις για τη σωτηρία της ψυχής σου.


109. Ο λόγος που βγαίνει από το νου έπειτα από σκέψη και είναι ψυχωφελής, είναι δωρεά του Θεού. Αντίθετα, ο λόγος που είναι γεμάτος φλυαρία και συζητεί για το μέγεθος και τις διαστάσεις του ουρανού και της γης και πόσο μεγάλος είναι ο ήλιος και τα άστρα, είναι εφεύρημα ανθρώπου που ματαιοπονεί. Γιατί ζητά εκείνα που δεν ωφελούν, κομπάζοντας μάταια, σαν να θέλει να αντλήσει νερό με το κόσκινο. Αυτά όμως δεν είναι δυνατό να τα βρουν οι άνθρωποι.


110. Κανένας δε βλέπει τον ουρανό και δεν μπορεί να εννοήσει όσα αυτός περιέχει, παρά μόνο ο άνθρωπος που φροντίζει να ζει ενάρετα και συλλογίζεται και δοξάζει Εκείνον που τον έπλασε για να τον σώσει και να του χαρίσει τη ζωή. Γιατί γνωρίζει αυτός ο άνθρωπος που αγαπά το Θεό ότι χωρίς το Θεό τίποτε δεν υπάρχει. Ο Θεός είναι σε κάθε τόπο και σε κάθε πράγμα, επειδή είναι απεριόριστος.


111. 'Οπως βγαίνει ο άνθρωπος από την κοιλιά της μητέρας του, έτσι βγαίνει γυμνή και η ψυχή από το σώμα. Άλλη καθαρή και φωτεινή, άλλη λερωμένη από τα σφάλματα και άλλη μαύρη από τις πολλές αμαρτίες της. Γι' αυτό η ψυχή που χρησιμοποιεί ορθά το λογικό της και αγαπά το Θεό, βάζει στο νου της και συλλογίζεται τα μετά θάνατον κακά και ζει με ευσέβεια για να μην καταδικαστεί και πέσει μέσα σ' αυτά. Εκείνοι που απιστούν, ζουν με ασέβεια και αμαρτάνουν, περιφρονώντας οι ανόητοι τα μετά θάνατον.


112. Όπως όταν βγει ο άνθρωπος από την κοιλιά της μητέρας του δεν θυμάται τίποτε από τη ζωή που είχε εκεί, έτσι και όταν βγεις από το σώμα δεν θυμάσαι τα του σώματος.


113. Όπως όταν βγεις από την κοιλιά της μητέρας σου, γίνεται καλύτερο και μεγαλύτερο το σώμα σου, έτσι όταν βγεις από το σώμα καθαρός και χωρίς κηλίδες, θα είσαι καλύτερος και άφθαρτος διαμένοντας στους ουρανούς.


114. Όπως όταν τελειοποιηθεί το έμβρυο μέσα στην κοιλιά της μητέρας, είναι ανάγκη να γεννηθεί, έτσι και η ψυχή όταν συμπληρώσει μέσα στο σώμα το όριο που έχει θέσει ο Θεός, είναι ανάγκη να βγει από το σώμα.


115. Όπως μεταχειριστείς την ψυχή σου όσο βρίσκεται στο σώμα σου, κατά τον ίδιο τρόπο θα σε μεταχειριστεί και αυτή όταν βγει από το σώμα. Εκείνος που περιποιήθηκε το σώμα του πλούσια και τρυφηλά, προξενεί κακό στον εαυτό του μετά τον θάνατο, γιατί καταδίκασε την ψυχή του ως ανόητος.


116. Όπως το έμβρυο όταν βγει από την κοιλιά της μητέρας του πρόωρα δεν μπορεί να επιβιώσει, έτσι και η ψυχή όταν βγει από το σώμα χωρίς να έχει φτάσει στη γνώση του Θεού με την ενάρετη ζωή της, δεν μπορεί να σωθεί ή να ενωθεί με το Θεό.


117. Το σώμα όταν ενώνεται με την ψυχή, βγαίνει από το σκοτάδι της κοιλιάς στο φως. Και η ψυχή όταν ενώνεται με το σώμα, δεσμεύεται στο σκοτάδι του σώματος. Γι' αυτό πρέπει να μισούμε και να παιδεύομε το σώμα σαν εχθρό και αντίπαλο της ψυχής. Γιατί τα άφθονα και ορεκτικά φαγητά διεγείρουν τα πάθη της κακίας στους ανθρώπους. ενώ η εγκράτεια στο φαγητό μετριάζει τα πάθη και σώζει την ψυχή.


118. Η όραση του σώματος είναι τα μάτια ενώ η όραση της ψυχής είναι ο νους. Και όπως το σώμα χωρίς τα μάτια είναι τυφλό και δεν βλέπει τον ήλιο που φωτίζει την γη και την θάλασσα, έτσι και η ψυχή που δεν έχει καλό και φρόνιμο νου και ενάρετη ζωή, είναι τυφλή και δεν κατανοεί τον Θεό, τον δημιουργό και ευεργέτη των όλων,ούτε Τον δοξάζει, ούτε μπορεί να απολαύσει την αφθαρσία Του και τα αιώνια αγαθά.


119. Αναισθησία και μωρία της ψυχής είναι η άγνοια του Θεού. Γιατί το κακό γεννιέται από την άγνοια, ενώ το αγαθό έρχεται στους ανθρώπους από τη γνώση του Θεού και σώζει την ψυχή. Αν λοιπόν δεν προσπαθείς να πραγματοποιείς τα δικά σου θελήματα, αλλά παραμένεις άγρυπνος και γνωρίζεις το θέλημα του Θεού, τότε έχεις το νου σου προσηλωμένο στις αρετές. Αν όμως φροντίζεις να κάνεις τις κακές σου επιθυμίες για χάρη της ηδονής, τότε είσαι σαν μεθυσμένος από την άγνοια του Θεού και χάνεσαι σαν τα άλογα ζώα, γιατί δεν συλλογίζεσαι τις μετά θάνατον τιμωρίες.


120. Πρόνοια είναι εκείνα που γίνονται κατά θεία φυσική αιτία, όπως η ανατολή και δύση του ηλίου καθημερινά και η καρποφορία της γης. Έτσι και νόμος λέγεται εκείνο που γίνεται σύμφωνα με μία ανθρώπινη φυσική ανάγκη. Όλα έγιναν για χάρη του ανθρώπου.


121. Όσα κάνει ο Θεός, επειδή είναι αγαθός, τα κάνει για χάρη του ανθρώπου. Όσα κάνει ο άνθρωπος είτε καλά είτε κακά, τα κάνει για χάρη του εαυτού του. Και για να μην θαυμάζεις την ευτυχία των κακών ανθρώπων, έχε υπόψη σου ότι και οι πόλεις διατηρούν και τρέφουν τους δήμιους χωρίς να τους επαινούν για την κακή τους ιδιότητα, αλλά με αυτούς τιμωρούν τους κακοποιούς. Έτσι και ο Θεός επιτρέπει στους κακούς να φέρονται δυναστικά στους άλλους, ώστε με αυτούς να τιμωρούνται οι ασεβείς. Στο τέλος κι αυτούς τους καταδικάζει, επειδή τυράννησαν τους ανθρώπους όχι ως υπηρέτες του Θεού, αλλά ως δούλοι της δικής τους κακίας.


122. Αν οι ειδωλολάτρες γνώριζαν τι σέβονται, δεν θα πλανιόνταν οι άθλιοι μακριά από την αληθινή πίστη, αλλά βλέποντας την ευπρέπεια και την τάξη και την πρόνοια εκείνων που έκανε και κάνει συνεχώς ο Θεός, θα γνώριζαν Εκείνον που έκανε όλα αυτά για χάρη του ανθρώπου.


123. Ο άνθρωπος σαν κακός και άδικος που είναι, μπορεί και να σκοτώσει άνθρωπο. Ο Θεός όμως δεν παύει να χαρίζει ζωή στους ανάξιους. Ως πλουσιόδωρος και αγαθός από την φύση Του, θέλησε να γίνει ο κόσμος και έγινε. Και αυτό γίνεται για χάρη του ανθρώπου και για τη σωτηρία του.


124. Άνθρωπος είναι εκείνος που εννόησε τι είναι το σώμα, ότι δηλαδή είναι φθαρτό και λιγόχρονο.Ένας τέτοιος άνθρωπος εννοεί και την ψυχή ότι έχει θεϊκή καταγωγή, ότι είναι αθάνατη και πνοή του Θεού και ότι για δοκιμασία και θέωση συνδέθηκε με το σώμα. Εκείνος που εννόησε τι είναι η ψυχή, ζει με σωστό και θεάρεστο τρόπο και δεν υπακούει στο σώμα του, αλλά βλέποντας νοερά το Θεό σκέφτεται και τα αιώνια αγαθά που χαρίζει ο Θεός στη ψυχή.


125. Ο Θεός ως αγαθός και πλουσιόδωρος, έδωσε στον άνθρωπο το δικαίωμα και την ελευθερία να κάνει το καλό ή το κακό. Του έδωσε ακόμη και γνώση για να παρατηρεί τον κόσμο και τα δημιουργήματα και να γνωρίσει Εκείνον που όλα τα δημιούργησε για χάρη του ανθρώπου. Στο βέβηλο όμως και ασεβή, επιτρέπεται να θέλει και να μην εννοεί τον Θεό. Μπορεί δηλαδή και να απιστεί και να μην κατορθώνει να μάθει την αλήθεια και να φρονεί αντίθετα προς αυτή. Τόση εξουσία έχει ο άνθρωπος πάνω στο καλό και στο κακό.


126. Προσταγή του Θεού είναι όσο μεγαλώνει το σώμα, να γεμίζει η ψυχή από νου, για να βλέπει ο άνθρωπος το καλό και το κακό και να διαλέξει. Η ψυχή όμως που δεν διαλέγει το καλό, δεν έχει νου. Επομένως όλα τα σώματα έχουν ψυχή, δεν έχουν όμως όλες οι ψυχές, νου. Γιατί ο νους που αγαπά το Θεό υπάρχει στους φρόνιμους και όσιους και δίκαιους και καθαρούς και αγαθούς και ελεήμονες και ευσεβείς. Και η παρουσία τέτοιου νου βοηθά τον άνθρωπο να πλησιάσει το Θεό.


127. Ένα πράγμα μόνο δεν είναι δυνατό στον άνθρωπο, το να είναι αθάνατος (δηλαδή κατά το σώμα, επειδή η ψυχή είναι αθάνατη. αλλά και το σώμα μετά την ανάσταση των νεκρών θα γίνει αθάνατο). Να ενωθεί όμως με το Θεό του είναι δυνατό, αν καταλάβει ότι μπορεί να ενωθεί. Γιατί ο άνθρωπος που θέλει και σταχάζεται και πιστεύει και αγαπά, με την ενάρετη ζωή του γίνεται αχώριστος σύντροφος του Θεού.


128. Το μάτι του ανθρώπου μόνο τα φαινόμενα και ορατά βλέπει. Ο νους παρατηρεί και εννοεί τα αόρατα. Γιατί ο νους που αγαπά το Θεό είναι φως της ψυχής. και όποιος έχει νου θεοφιλή, είναι φωτισμένη η καρδιά του και βλέπει το Θεό νοερά.


129. Κανένας αγαθός άνθρωπος δεν είναι αισχρός. Αλλά εκείνος που δεν είναι καλός, είναι οπωσδήποτε κακός και φίλος του σώματος. Πρώτη αρετή του ανθρώπου είναι η περιφρόνηση της σάρκας. Γιατί ο αποχωρισμός από τα πρόσκαιρα και φθαρτά και υλικά, που γίνεται με τη θέλησή μας και όχι εξαιτίας της φτώχειας, μας κάνει κληρονόμους των αιωνίων και αθανάτων αγαθών.


130. Ο άνθρωπος που έχει νου γνωρίζει τον εαυτό του τι είναι, ότι δηλαδή ως άνθρωπος είναι φθαρτός. Εκείνος που γνωρίζει τον εαυτό του, γνωρίζει ότι όλα είναι δημιουργήματα του Θεού και δημιουργήθηκαν για την σωτηρία του ανθρώπου. Είναι στην εξουσία του ανθρώπου να εννοήσει τα πάντα και να πιστέψει σωστά. Και γνωρίζει ασφαλώς ένας τέτοιος άνθρωπος ότι εκείνοι που περιφρονούν τα βιοτικά πράγματα ελάχιστα κοπιάζουν, ενώ κερδίζουν απόλαυση και ανάπαυση αιώνια από το Θεό μετά το θάνατο.


131. Όπως το σώμα χωρίς την ψυχή είναι νεκρό, έτσι και η ψυχή χωρίς την επιτηδειότητα να νοεί, είναι ακαλλιέργητη και άχρηστη και δεν μπορεί να γίνει κληρονόμος του Θεού.


132. Απ' όλα τα δημιουργήματα ο Θεός ακούει μόνο τον άνθρωπο, μόνο στον άνθρωπο φανερώνεται. Φιλάνθρωπος είναι ο Θεός όπου και αν είναι και φέρεται πάντοτε ως Θεός. Μόνον ο άνθρωπος είναι αντάξιος προσκυνητής του Θεού. Για χάρη του ανθρώπου ο Θεός μεταμορφώνεται.


133. Ο Θεός για χάρη του ανθρώπου έπλασε τα πάντα, τον ουρανό με τα ουράνια σώματα που τον στολίζουν, όπως και τη γη που οι άνθρωποι καλλιεργούν για τον εαυτό τους. Εκείνοι που δεν αισθάνονται την τόσο μεγάλη πρόνοια του Θεού, είναι ανόητοι.


134. Το καλό δε φαίνεται, όπως και τα ουράνια. Το κακό είναι φανερό, οπως και τα επίγεια. Καλό είναι εκείνο που δεν συγκρίνεται με τίποτε. Ο άνθρωπος που έχει φρόνηση διαλέγει το καλύτερο. Γιατί μόνον ο άνθρωπος μπορεί να εννοήσει το Θεό και τα δημιουργήματά Του.


135. Ο νους φανερώνεται μέσα στην ψυχή, ενώ η υλική φύση φανερώνεται στο σώμα. Ο νους φέρνει σε θέωση την ψυχή, ενώ η υλική φύση του σώματος διαλύεται. Και σε κάθε σώμα υπάρχει υλική σύσταση, δεν υπάρχει όμως και σε κάθε ψυχή φρόνηση. Γι' αυτό το λόγο και δεν σώζεται κάθε ψυχή.


136. Η ψυχή είναι στον κόσμο, γιατί είναι γεννημένη, ενώ ο νους είναι παραπάνω από τον κόσμο, γιατί είναι αγέννητος. Η ψυχή όμως που αντιλαμβάνεται τα πράγματα του κόσμου και επιθυμεί να σωθεί, κάθε στιγμή έχει ένα νόμο απαράβατο και συλλογίζεται ότι τώρα είναι ο αγώνας, τώρα δίνει εξετάσεις και δεν επιτρέπεται να διακόψει τον κριτή. σκέφτεται ότι η ψυχή σώζεται ή χάνεται για μια μικρή και αισχρή ηδονή.


137. Στη γη δημιουργήθηκε από το Θεό γέννηση και θάνατος, ενώ στον ουρανό πρόνοια και το αμετάβλητο. Και όλα έγιναν για χάρη του ανθρώπου και για τη σωτηρία του. Γιατί ο Θεός ενώ δεν έχει ανάγκη από τίποτε, δημιούργησε για τους ανθρώπους τον ουρανό και τη γη και τα στοιχεία του κόσμου, προσπαθώντας να τους εξασφαλίσει μ' αυτά την απόλαυση κάθε αγαθού.


138. Τα θνητά είναι κατώτερα από τα αθάνατα. Αλλά τα αθάνατα υπηρετούν τα θνητά. με άλλα λόγια τα στοιχεία της φύσεως έγιναν για τον άνθρωπο, εξαιτίας της φιλανθρωπίας και της φυσικής αγαθότητας του Δημιουργού Θεού.


139. Όποιος έγινε φτωχός και δεν μπορεί να βλάψει, δεν λογαριάζεται ως ευσεβής στην πράξη. Εκείνος τώρα που μπορεί να βλάψει και όμως την δύναμή του δεν την μεταχειρίζεται για το κακό, αλλά λυπάται τους ανθρώπους που στέκουν χαμηλότερα, εξαιτίας της ευσέβειάς του προς το Θεό, αυτός δέχεται αμοιβές ωφέλιμες στη ζωή και μετά το θάνατο.


140. Πολλοί είναι οι δρόμοι της σωτηρίας των ανθρώπων από φιλανθρωπία του Θεού. Γίνονται δρόμοι επιστροφής των ψυχών που τις ανεβάζουν στους ουρανούς. Και οι ψυχές των ανθρώπων παίρνουν μετά το θάνατο αμοιβές για την αρετή τους και τιμωρίες για τα αμαρτήματά τους.


141. Ο Υιός είναι μέσα στον Πατέρα, το Πνεύμα μέσα στον Υιό και ο Πατέρας μέσα στον Υιό και το Πνεύμα. Και με την πίστη γνωρίζει ο άνθρωπος όλα τα αόρατα και νοητά. Πίστη είναι η θεληματική συγκατάθεση της ψυχής.


142. Εκείνοι που για κάποιους λόγους ή δύσκολες περιστάσεις αναγκάζονται να κολυμπήσουν και στα μεγαλύτερα ποτάμια, αν είναι προσεκτικοί σώζονται. γιατί κι αν τα ρεύματα τυχαίνει να είναι ορμητικά και μπορούν να τους καταπιούν, πιάνονται απ' οτιδήποτε φυτρώνει στην όχθη και σώζονται. Όσοι όμως βρέθηκαν μεθυσμένοι (όταν παρουσιάστηκε η ανάγκη να πέσουν στο ποτάμι), ακόμη κι αν έχουν σπουδάσει άπειρες φορές στην εντέλεια το κολύμπι, βουλιάζουν κάτω από το ρεύμα και βγαίνουν από τον κύκλο των ζωντανών. Έτσι και η ψυχή όταν πέσει μέσα στον παρασυρμό και τον παραδαρμό των ρευμάτων του βίου, αν δεν ξεζαλιστεί από την κακία των υλικών πραγμάτων και δε σκεφτεί καλά ότι ενώ είναι θεϊκή και αθάνατη συνδέθηκε με το λιγόχρονο και πολυπαθές και θνητό σώμα για να δοκιμαστεί, τραβιέται προς τα κάτω από τις σωματικές ηδονές στην απώλεια. Και περιφρονώντας τον εαυτό της και μεθυσμένη από την άγνοια του Θεού και μη έχοντας συναίσθηση του εαυτού της, χάνεται και βγαίνει από τον κύκλο εκείνων που σώζονται. Γιατί το σώμα πολλές φορές σαν ποτάμι μας συμπαρασύρει σε άτοπες ηδονές.


143. Η λογική ψυχή που είναι στερεωμένη πάνω στην καλή της προαίρεση, διευθύνει σαν καλός ηνίοχος το συναίσθημα και την επιθυμία, τα παράλογα πάθη της, και αφού τα νικήσει και τα συγκρατήσει και κυριαρχήσει πάνω σ' αυτά, στεφανώνεται και αξιώνεται του επουράνιου τρόπου ζωής, παίρνοντάς τον ως αμοιβή της νίκης από τον Δημιουργό της Θεό.


144. Η πραγματικά λογική ψυχή, όταν βλέπει οτι οι πονηροί είναι ευτυχείς και οι ανάξοι καλοπερνούν, δεν θορυβείται όπως κάνουν οι απερίσκεπτοι άνθρωποι. Γιατί γνωρίζει καλά ότι η τύχη είναι άστατη και ο βίος είναι αβέβαιος και σκοτεινός και η ζωή λιγόχρονη και η θεία δίκη αδωροδόκητη. Και πιστεύει μια τέτοια ψυχή ότι δεν την έχει παραμελήσει ο Θεός, αλλά της χορηγεί την τροφή που χρειάζεται.


145. Η σωματική ζωή και η απόλαυση του βίου με εξουσία και πολύ πλούτο, γίνονται θάνατος της ψυχής. Ενώ ο κόπος και η υπομονή και η στέρηση με ευχαριστία προς τον Θεό και ο θάνατος του σώματος, είναι ζωή και αιώνια απόλαυση της ψυχής.


146. Η λογική ψυχή περιφρονεί τα υλικά και την λιγόχρονη ζωή και στη θέση τους προτιμά την ουράνια απόλαυση και την αιώνια ζωή, που την παίρνει από το Θεό με την ενάρετη ζωή.


147. Όσοι φορούν ρούχα λερωμένα με βρωμερή λάσπη, λερώνουν εκείνους που τους πλησιάζουν. Παρόμοια οι κακοπροαίρετοι άνθρωποι που δεν ζουν με ευσέβεια, όταν συναναστρέφονται με απλούς και άκακους ανθρώπους, μολύνουν την ψυχή τους με τα βρωμερά και άπρεπα λόγια τους.


148. Αρχή της αμαρτίας είναι η επιθυμία, με την οποία χάνεται η λογική ψυχή. Και αρχή σωτηρίας και βασιλείας ουρανών είναι η αγάπη.


149. Ο χαλκός όταν τον παραμελήσομε, εξαιτίας του χρόνου και της αχρησίας σαπίζει από τη σκουριά και γίνεται άχρηστος και άσχημος. Κατά τον ίδιο τρόπο και η ψυχή όταν μένει αργή και δεν φροντίζει για ενάρετη ζωή και επιστροφή στο Θεό, χωρίζεται με τις κακές πράξεις από τη φύλαξη και τη βοήθεια του Θεού και εξαιτίας της κακίας που προέρχεται από την αμέλεια και τη φροντίδα που έχει μόνο για το σώμα, σαν τον χαλκό καταστρέφεται από τη σκουριά και γίνεται άσχημη και άχρηστη και ακατάλληλη για σωτηρία.


150. Ο Θεός είναι αγαθός και απαθής και αμετάβλητος. Αν κανείς αυτό το θεωρεί εύλογο και αληθές, απορεί όμως πως ο Θεός για τους αγαθούς χαίρεται ενώ τους κακούς τους αποστρέφεται, και εναντίον εκείνων που αμαρτάνουν οργίζεται, ενώ όταν υπηρετείται και λατρεύεται γίνεται ευμενής, πρέπει να του πούμε ότι ο Θεός ούτε χαίρεται ούτε οργίζεται. γιατί η λύπη και η χαρά είναι πάθη. ούτε με δώρα κολακεύεται, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι νικιέται από την ηδονή. Δεν πρέπει να κρίνομε τον Θεό με ανθρώπινα κριτήρια. Εκείνος είναι αγαθός και ωφελεί μόνο και ουδέποτε βλάπτει, αλλά είναι πάντοτε ο ίδιος απαθής. Ενώ εμείς εφόσον είμαστε αγαθοί ενωνόμαστε με τον Θεό. Κι όταν είμαστε κακοί χωριζόμαστε από Αυτόν, επειδή είμαστε ανόμοιοι. Όταν ζούμε με αρετή ακολουθούμε τον Θεό, όταν όμως γινόμαστε κακοί, κάνομε εχθρό μας Εκείνον που δεν οργίζεται χωρίς λόγο. γιατί τα αμαρτήματα δεν αφήνουν τον Θεό να μας φωτίζει εσωτερικά, αλλά μας ενώνουν με τιμωρούς δαίμονες. Αν με προσευχές και ελεημοσύνες κερδίζομε την άφεση των αμαρτιών μας, δεν κολακεύομε και δεν μεταβάλλομε το Θεό, αλλά με τα καλά έργα μας και την επιστροφή μας σ' Αυτόν γιατρεύομε την κακία μας και απολαμβάνομε πάλι την αγαθότητα του Θεού. Ώστε το να λέμε ότι ο Θεός αποστρέφεται τους κακούς είναι σαν να λέμε ότι ο ήλιος κρύβει το φως του από τους τυφλούς.


151. Η ευσεβής ψυχή γνωρίζει το Θεό των όλων. Επειδή τίποτε άλλο δεν είναι η ευσέβεια παρά να κάνει κανείς το θέλημα του Θεού (και αυτό είναι γνώση του Θεού), να μην έχει δηλ. φθόνο, να έχει σωφροσύνη, να είναι πράος, ευεργετικός όσο μπορεί, κοινωνικός, ειρηνικός και όλα όσα αρέσουν στο θέλημα του Θεού.


152. Η γνώση και ο φόβος του Θεού θεραπεύουν τα πάθη που προξενεί στην ψυχή η ύλη. Όταν η ψυχή δεν γνωρίζει το Θεό, τα πάθη μένουν αθεράπευτα και προκαλούν το σάπισμα της ψυχής. Σαν να έχει χρόνια αγιάτρευτη πληγή η ψυχή σαπίζει από την κακία, πράγμα για το οποίο είναι ανεύθυνος ο Θεός, γιατί έχει δώσει γνώση, εμπειρία και επιτηδειότητα στους ανθρώπους.


153. Τον άνθρωπο τον έχει γεμίσει ο Θεός από γνώση, εμπειρία και επιτηδειότητα, γιατί φροντίζει να τον καθαρίσει από τα πάθη και τη θεληματική κακία και επειδή θέλει να μεταβάλλει τη θνητότητα σε αθανασία λόγω της αγαθότητάς Του.


154. Ο νους που κατοικεί μέσα στην καθαρή και φιλόθεη ψυχή βλέπει το Θεό πραγματικά, τον αγέννητο και αόρατο, τον ανέκφραστο, τον μόνο καθαρό για όσους είναι καθαροί στην καρδιά.


155. Στεφάνι αθανασίας και αρετή και σωτηρία του ανθρώπου είναι να υποφέρει με χαρά και ευχαριστία τις συμφορές που του τυχαίνουν. Το να κυριαρχεί στο θυμό, τη γλώσσα, την κοιλιά και να απέχει από ηδονές, αυτά γίνονται μεγάλη βοήθεια στην ψυχή.


156. Η πρόνοια του Θεού είναι που συγκρατεί τον κόσμο. Και δεν υπάρχει κανένας τόπος στον κόσμο απ' όπου να απουσιάζει η πρόνοια του Θεού. Πρόνοια είναι αυτοδύναμος λόγος του Θεού ο οποίος διαμορφώνει την ύλη που έρχεται στον κόσμο και είναι ο δημιουργός και τεχνίτης όλων όσων γίνονται. Γιατί η ύλη δεν μπορεί να τακτοποιηθεί χωρίς την δημιουργική δύναμη του λόγου, που είναι εικόνα και νους και σοφία και πρόνοια του Θεού.


157. Η επιθυμία που προέρχεται από τις ενθυμήσεις είναι η ρίζα των σκοτεινών παθών. Και η ψυχή όταν είναι μέσα στην κακή επιθυμία αγνοεί τον εαυτό της, ότι είναι «πνοή» του Θεού, και έτσι οδηγείται στην αμαρτία, χωρίς να συλλογίζεται η ανόητη τις μετά θάνατον τιμωρίες.


158. Πολύ μεγάλη κι αγιάτρευτη ασθένεια της ψυχής και καταστροφή της, είναι η αθεΐα και η φιλοδοξία. Γιατί η επιθυμία του κακού στερεί την ψυχή από το αγαθό. Αγαθό είναι το να κάνει ο άνθρωπος πλουσιοπάροχα όλα τα καλά, όσα είναι αρεστά στο Θεό των όλων.


159. Μόνο ο άνθρωπος είναι δυνατό να δεχτεί το Θεό. Επειδή μόνο στον άνθρωπο μιλά ο Θεός, τη νύχτα με όνειρα, την ημέρα με το νου. Και με όλα τα μέσα προλέγει και προμηνύει τα μέλλοντα αγαθά σ' εκείνους τους ανθρώπους που είναι άξιοί Του.


160. Τίποτε δεν είναι δύσκολο σ' εκείνον που πιστεύει και θέλει να εννοήσει το Θεό. Αν τώρα θέλεις επιπλέον να Τον δεις, βλέπε την ευπρέπεια και ευταξία και την πρόνοια όλων όσα έγιναν και γίνονται δια μέσου του λόγου Του. Και όλα για χάρη του ανθρώπου.


161. Άγιος ονομάζεται εκείνος που ειναι καθαρός από κακίες και αμαρτήματα. Γι' αυτό είναι πολύ μεγάλο κατόρθωμα της ψυχής και αρέσει στο Θεό, να μην υπάρχει κακία στον άνθρωπο.


162. Όνομα είναι το διακριτικό σημείο ενός από τα πολλά. Γι' αυτό είναι ανοησία να νομίζομε ότι ενώ ο Θεός είναι Ένας και μόνος, έχει και άλλο όνομα. Γιατί η λέξη Θεός σημαίνει τον Άναρχο, που δημιούργησε τα πάντα για τον άνθρωπο.


163. Αν γνωρίζεις ότι έχεις κάνει πονηρές πράξεις, απόκοψέ τις από την ψυχή σου, με την ελπίδα ότι θα κάνεις καλές πράξεις. Γιατί ο Θεός είναι δίκαιος και φιλάνθρωπος.


164. Γνωρίζει το Θεό και γνωρίζεται από το Θεό, ο άνθρωπος εκείνος που προσπαθεί να είναι αχώριστος από το Θεό. Και αχώριστος του Θεού γίνεται αυτός που είναι σε όλα ενάρετος και απέχει από κάθε ηδονή, όχι γιατί δεν έχει τα μέσα να την απολαύσει, αλλά γιατί το θέλει ο ίδιος από εγκράτεια.


165. Κάνε καλό σ' εκείνον που σε αδικεί και θα έχεις φίλο το Θεό. Σε κανέναν μην κατηγορείς τον εχθρό σου. Κάνε πράξη με επιμέλεια την αγάπη, τη σωφροσύνη, την υπομονή, την εγκράτεια και τα παρόμοια. Αυτή είναι η γνώση του Θεού. να Τον ακολουθείς με ταπεινοφροσύνη και τα όμοια. Αυτά δεν είναι έργα των τυχόντων αλλά των στοχαστικών ψυχών.


166. Για εκείνους που τολμούν με ασέβεια να λένε έμψυχα τα φυτά και τα λάχανα, γράφω το παρόν κεφάλαιο, για τους απλούστερους προς πληροφορία τους. Τα φυτά έχουν ζωή φυσική, αλλά δεν έχουν ψυχή. Λογικό ζώο λέγεται ο άνθρωπος, γιατί έχει νου και μπορεί να δεχτεί την επιστήμη και τη γνώση. Τα άλλα ζώα, όσα ζουν στη γη ή στον αέρα, έχουν φωνή, γιατί αναπνέουν, και έχουν ζωή. Και όλα όσα μεγαλώνουν, πεθαίνουν. είναι ζώα, επειδή ζουν και μεγαλώνουν, αλλά ψυχή δεν έχουν. Τέσσερα είδη ζώων υπάρχουν. Άλλα από αυτά είναι αθάνατα και έμψυχα, όπως οι Άγγελοι. Άλλα έχουν νου και ψυχή και πνοή, όπως οι άνθρωποι. Άλλα έχουν πνοή και ψυχή, όπως τα ζώα. Άλλα έχουν μόνο ζωή, όπως τα φυτά. Και η ζωή προκειμένου για φυτά νοείται χωρίς ψυχή και πνοή και νου και αθανασία. Ενώ όλα τα άλλα χωρίς ζωή δεν μπορούν να υπάρξουν. Κάθε ψυχή ανθρώπου κινείται αδιάκοπα από τόπο σε τόπο.


167. Όταν σου έρθει στο νου μια φαντασία ηδονής, πρόσεχε να μη σε παρασύρει αμέσως. κάνε μια μικρή αναβολή και θυμήσου το θάνατο και ότι καλύτερο είναι να έχεις τη συνείδηση ότι νίκησες αυτή την ψεύτικη ηδονή.


168. Όπως η γέννηση του ανθρώπου συνοδεύεται από το πάθος – γιατί ότι γίνεται στη ζωή συνοδεύεται από τη φθορά – έτσι και στο πάθος υπάρχει η κακία. Μην πεις λοιπόν ότι δε μπορούσε ο Θεός να κόψει την κακία. Αυτά τα λένε οι αναίσθητοι και μωροί. Δεν ήταν λοιπόν ανάγκη να αποκόψει ο Θεός την ύλη. γιατί τα πάθη αυτά είναι πάθη της ύλης. Και ο Θεός αποβλέποντας στο συμφέρον απέκοψε την κακία από τους ανθρώπους και δώρισε το νου και τη σοφία και γνώση και διάκριση του καλού, για να γνωρίζομε ότι η κακία μας ζημιώνει και να την αποφεύγομε. Ο ασυλλόγιστος όμως άνθρωπος ακολουθεί την κακία και καυχιέται γι' αυτήν και αγωνίζεται πιασμένος από αυτήν όπως σε δίχτια. Ποτέ δεν μπορεί να σηκώσει πάνω το κεφάλι του και να δει και να γνωρίσει το Θεό, ο Οποίος τα πάντα δημιούργησε για τη σωτηρία και θέωση του ανθρώπου.


169. Τα θνητά λυπούνται επειδή προγνωρίζουν ότι θα πεθάνουν. Και η αθανασία, επειδή είναι αγαθό, πηγαίνει στις όσιες και ενάρετες ψυχές. Ενώ ο θάνατος, επειδή είναι κακό, πηγαίνει στην ανόητη και άθλια ψυχή.


170. Όταν με ευχαριστία πλαγιάσεις στο στρώμα σου, τότε φέρνοντας μπροστά σου τις ευεργεσίες και την τόση πρόνοια του Θεού, γεμίζεις από καλές σκέψεις και χαίρεσαι περισσότερο και ευφραίνεσαι. Και γίνεται ο ύπνος του σώματος, νηφαλιότητα και αγρυπνία της ψυχής. και το κλείσιμο των ματιών σου, αληθινή όραση του Θεού. και η σιωπή σου, κυοφορώντας το αγαθό, προσφέρει ολόψυχα, με πνευματική αίσθηση, δόξα που ανυψώνεται στο Θεό των όλων. Γιατί όταν λείπει η κακία, η ευχαριστία και μόνη της αρέσει στο Θεό παραπάνω από κάθε πολυτελή θυσία. Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Ὁ Ἃγιος Ἀντώνιος ὁ Μέγας (17 Ίανουαρίου)




Ὁ Μέγας Ἀντώνιος γεννήθηκε περὶ τὸ 251 μ.Χ. στὴν πόλη Κομὰ τῆς Ἄνω Αἰγύπτου, κοντὰ στὴ Μέμφιδα, ἀπὸ γονεῖς εὐλαβεῖς καὶ εὔπορους. Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοὺ (285 – 305 μ.Χ.) μέχρι καὶ τὴν ἐποχὴ τοῦ εὐσεβοῦς αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου καὶ τῶν παιδιῶν του.

Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἦταν ὀλιγαρκὴς καὶ αὐτάρκης, «μόνοις δὲ οἷς εὕρισκεν ἠρκεῖτο καὶ πλέον οὐδὲν ἐζήτει». Σὲ νεαρὴ ἡλικία, περίπου 20 ἐτῶν, ἔχασε τοὺς γονεῖς του. Ἕξι μῆνες μετὰ τὴν κοίμηση τῶν γονέων του, ἄκουσε στὴν ἐκκλησία τὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ τοῦ πλουσίου νεανίσκου, στὴν ὁποία ἀναφέρεται, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν πλούσιο νέο : «πώλησον τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ δὸς πτωχοῖς». Τόση μεγάλη ἐντύπωση προξένησε ἡ Εὐαγγελικὴ αὐτὴ προτροπὴ στὴν ψυχὴ τοῦ Ἀντωνίου, ὥστε ἀμέσως διένειμε τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς πτωχοὺς καὶ ἐνδεεῖς, ἀφοῦ φύλαξε τὰ ἀπολύτως ἀναγκαῖα γιὰ τὴν συντήρηση αὐτοῦ καὶ τῆς μικρῆς του ἀδελφῆς, τὴν ὁποία φρόντισε νὰ παραδώσει σὲ Χριστιανὲς νέες παρθένους ποὺ εἶχαν ἀφιερωθεῖ στὴ χριστιανικὴ ἀρετή, βέβαιος ὅτι κοντά τους θὰ εἶναι κατὰ πάντα ἀσφαλής.

Ἀπὸ τότε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἄρχισε νὰ ζεῖ ἀσκητικὸ βίο, ἐργαζόμενος ἀδιάκοπα καὶ ὑποβαλλόμενος σὲ αὐστηρὴ νηστεία, γιὰ νὰ κατανικήσει τοὺς πειρασμοὺς τῆς σάρκας, ἀγρυπνώντας ὁλόκληρη τὴ νύχτα καὶ τρώγοντας ἐλάχιστα.

Στὴ συνέχεια ἀπῆλθε σὲ τόπο ἔρημο καὶ μακρινὸ ὅπου ὑπῆρχαν μνήματα καὶ ἀφοῦ εἰσῆλθε σὲ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ἔκλεισε τὴ θύρα. Ἡ τροφή του ἦταν ἐλάχιστη καὶ τοῦ τὴν πήγαινε σὲ καθορισμένες ἡμέρες ἕνας συνασκητής του. Ἐκεῖ ὑπερνίκησε, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, νέους πειρασμούς. Ἀργότερα πῆγε κοντὰ στὰ ἐρείπια ἐνὸς φρουρίου καὶ κατοίκησε σὲ σπήλαιο χωρὶς νὰ τὸν βλέπει κανένας καὶ χωρὶς νὰ δέχεται κανένα παρὰ μόνο ἕναν γνωστό του, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔφερνε κάθε ἕξι μῆνες ψωμὶ γιὰ ὁλόκληρο τὸ ἑξάμηνο.

Μετὰ ἀπὸ εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια ἀσκήσεως καὶ ἀφοῦ ἔφθασε σὲ ὕψη πνευματικῆς τελειώσεως, ἐμφανίσθηκε στὸν κόσμο καὶ τότε ἄρχισαν νὰ συρρέουν περὶ αὐτὸν πολλοὶ ποὺ τὸν θαύμαζαν ὡς ἀσκητὴ καὶ θαυματουργό. Μαρτυρεῖται ὅτι, ἐνῶ ὁ Ἅγιος βρισκόταν ἀκόμα στὴ ζωή, ἔβλεπε τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἐξέρχονταν ἀπὸ τὸ σῶμα τους, καθὼς καὶ τοὺς δαίμονες ποὺ τὶς ὁδηγοῦσαν. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶναι πολὺ θαυμαστό, ἀφοῦ μία τέτοια δυνατότητα εἶναι γνώρισμα μόνο νοερὴς καὶ ἀσώματης φύσεως.

Τὸ ἔτος 311 μ.Χ., κατὰ τὸν διωγμὸ τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμίνου (307 – 313 μ.Χ.), κατῆλθε στὴν Ἀλεξάνδρεια, γιὰ νὰ ἐνθαρρύνει καὶ νὰ βοηθήσει τοὺς πιστούς, τοὺς Ὁμολογητὲς καὶ τοὺς Μάρτυρες. Ὅταν ἔπαυσε ὁ διωγμός, ὁ Ὅσιος ἐπανῆλθε στὴν ἔρημο, ἀλλὰ ἐπειδὴ αἰσθανόταν ἐνοχλημένος ἀπὸ τὴν παρουσία πολλῶν, ποὺ πήγαιναν γιὰ νὰ τὸν συναντήσουν, ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἦλθε σὲ τόπο ἔρημο, ὁ ὁποῖος βρισκόταν σὲ ὄρος ψηλό, κοντὰ στὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα. Καὶ ἐκεῖ ὅμως προσέρχονταν πολλοὶ γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του, νὰ διδαχθοῦν καὶ νὰ θεραπευθοῦν. Θεράπευσε δὲ τοὺς ἀσθενεῖς «οὐ προστάζων, ἀλλ’ εὐχόμενος καὶ τὸν Χριστὸν ὀνομάζων».

Ἡ φήμη τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου ἔφθασε μέχρι τοὺς βασιλεῖς, τόσο ὥστε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καὶ οἱ υἱοί του, Κωνστάντιος καὶ Κώνστας, ἔγραφαν σὲ αὐτόν, σὰν νὰ ἦταν πατέρας τους καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς ἀπαντήσει.

Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ἀσκητικοῦ του βίου ποτὲ δὲν ἄλλαξε ἔνδυμα καὶ ποτὲ δὲν ἔνιψε τὸ σῶμα ἢ τὰ πόδια του μὲ νερό. Ὁ Ὅσιος, ἂν καὶ ἀγράμματος στὴν ἀνθρώπινη σοφία, ἦταν σοφὸς κατὰ Θεόν. Εἶχε λόγο «ἠρτυμένον τῷ θείῳ ἅλατι καὶ χαρίεντα». Δίδασκε στοὺς μαθητές του νὰ μὴν θεωροῦν τίποτε ἀνώτερο ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ μὴ νομίζουν ὅτι, ἐπειδὴ ἀπέχουν ἀπὸ τὰ κοσμικὰ ἀγαθά, στεροῦνται κάτι ἀξιόλογο. Τὸ νὰ ἀφήνει κανεὶς τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ εἶναι σὰν νὰ καταφρονεῖ μία δραχμὴ ἀπὸ χαλκό, γιὰ νὰ κερδίσει ἑκατὸ χρυσές. Δὲν πρέπει, ἔλεγε, νὰ λησμονᾶμε ὅτι ὁ ἀνθρώπινος βίος εἶναι πρόσκαιρος, συγκρινόμενος πρὸς τὸ μέλλοντα αἰώνα. Γι’ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ κοπιάζουμε γιὰ τὴν ἀπόκτηση πρόσκαιρων ἀγαθῶν, τὰ ὁποία δὲν μποροῦμε νὰ πάρουμε μαζί μας, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀπόκτηση αἰώνιων ἀγαθῶν, δηλαδὴ τῆς φρονήσεως, τῆς δικαιοσύνης, τῆς σωφροσύνης, τῆς ἀνδρείας, τῆς συνέσεως, τῆς ἀγάπης.

Ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ἀφοῦ ἔζησε ἑκατὸν πέντε ἔτη, κοιμήθηκε ὁσίως τὸ 356 μ.Χ. Ἂν καί, ὅπως λέγει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, μία ἀπὸ τὶς τελευταῖες ἐπιθυμίες τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου ἦταν νὰ μείνει κρυφὸς ὁ τόπος τῆς ταφῆς του, οἱ μοναχοὶ ποὺ μόναζαν κοντά του ἔλεγαν ὅτι κατεῖχαν τὸ ἱερὸ λείψανό του, τὸ ὁποῖο ἐπὶ Ἰουστινιανοὺ (561 μ.Χ.), κατατέθηκε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀργότερα, τὸ 635 μ.Χ., μεταφέρθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη.
Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. 

Τὸν ζηλωτὴν Ἠλίαν τοῖς τρόποις μιμούμενος, τῷ Βαπτιστῇ εὐθείαις ταῖς τρίβοις ἑπόμενος, Πάτερ Ἀντώνιε, τῆς ἐρήμου γέγονας οἰκιστής, καὶ τὴν οἰκουμένην ἐστήριξας εὐχαῖς σου. Διὸ πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Τοὺς βιωτικοὺς, θορύβους ἀπωσάμενος, ἡσυχαστικῶς, τὸν βίον ἐξετέλεσας, τὸν Βαπτιστὴν μιμούμενος, κατὰ πάντα τρόπον Ὁσιώτατε. Σὺν αὐτῷ οὖν σε γεραίρομεν, Ἀντώνιε Πάτερ, τῶν Πατέρων κρηπίς.


Μεγαλυνάριον.

Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ ἀρχηγός, καὶ τῆς ἰσαγγέλου, πολιτείας καθηγητής· χαίροις τῆς ἐρήμου, στυλοειδὴς νεφέλη, Ἀντώνιε παμμάκαρ, Πατέρων καύχημα.




 www.synaxarion.gr/ 


Δείτε σχετικά:

Μέγας Αντώνιος: Συμβουλές για το ήθος των ανθρώπων σε 170 κεφάλαια 

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021

Ἡ προσκύνησις τῆς Τιμίας ἁλύσεως τοῦ Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Ἀποστόλου Πέτρου (16 Ἰανουαρίου)

 




Τὴν ἡμέρα αὐτὴ τελοῦμε τὴν προσκύνηση τῆς τιμίας ἁλυσίδας τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Πέτρου, μὲ τὴν ὁποία τὸν ἔδεσε καὶ τὸν ἔριξε στὴν φυλακὴ ὁ τετράρχης Ἡρώδης, σύμφωνα μὲ τὴν ἐξιστόρηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.

Ὁ Ἡρώδης ἔβαλε τοὺς Ἰουδαίους καὶ συνέλαβαν τὸν Ἀπόστολο Πέτρο κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς ἑορτῆς τῶν ἀζύμων. Καὶ ὅταν τὸν ἔπιασε, τὸν ἔβαλε στὴν φυλακή. Τὴ νύκτα, πρὶν τὴν ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἡρώδης ἔμελλε νὰ τὸν παρουσιάσει στὸν λαό, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος κοιμόταν μεταξὺ δύο στρατιωτῶν καὶ φρουροὶ φύλαγαν μπροστὰ στὸ κελί του. Ξαφνικὰ ἦλθε Ἄγγελος Κυρίου καὶ ἔλαμψε φῶς στὸ κελί. Ἀφοῦ κτύπησε τὴν πλευρὰ τοῦ Πέτρου, τὸν ξύπνησε καὶ τοῦ εἶπε: «Σήκω γρήγορα». Καὶ ἔπεσαν οἱ ἁλυσίδες ἀπὸ τὰ χέρια του.
Κάποιοι Χριστιανοὶ εὐσεβεῖς διαφύλαξαν αὐτὴ τὴν ἁλυσίδα διαδοχικὰ ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά, μέχρι ποὺ τὴν μετέφεραν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν ἐναπέθεσαν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου, ποὺ βρίσκεται μέσα στὴ μεγάλη Ἐκκλησία, ὅπου ἐτελεῖτο καὶ ἡ Σύναξη τοῦ Ἀποστόλου.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.

Τὴν Ῥώμην μὴ λιπών, πρὸς ἡμᾶς ἐπεδήμησας, δι’ ὧν ἐφόρεσας τιμίων Ἁλύσεων, τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονε· ἃς ἐν πίστει προοκυνοῦντες δεόμεθα, ταῖς πρὸς Θεὸν πρεσβίαις σου, δώρησαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Ἡ πέτρα Χριστός, τὴν πέτραν τῆς πίστεως, δοξάζει φαιδρῶς, τῶν Μαθητῶν τὸν πρωτόθρονον· συγκαλεῖ γὰρ ἅπαντας, ἑορτάσαι Πέτρου τὰ θαύματα, τῆς τιμίας Ἁλύσεως, καὶ νέμει πταισμάτων τὴν συγχώρησιν.

Μεγαλυνάριον.

Σύνδησον ἀγάπῃ εἰλικρινεῖ, Πέτρε κορυφαῖε, ὁ φιλήσας Χριστὸν θερμῶς, τοὺς τὴν Ἅλυσίν σου, σεμνῶς ἀσπαζομένους, Ἀπόστολε θεόπτα, καὶ σὲ δοξάζοντας.


Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2021

«ΣΥΝΕΙΔΗΣΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΙΣ» (Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ)

 


 Γιά νά δῇς τά ὑλικά πράγματα, πρέπει νά εἶναι ὑγιεῖς οἱ σωματικοί ὀφθαλμοί σου. Γιά νά γνωρίσῃς τά νοερά πράγματα, πρέπει νά εἶναι ὑγιεῖς οἱ ὀφθαλμοί τῆς ψυχῆς σου, νά ἔχῃς δηλαδή φωτισμένη συνείδησι καί διάκρισι.

Μόνο μ΄ αὐτή τήν προϋπόθεσι θά ἐφαρμόζεις σωστά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ «καί οὐκ ἐκκλινεῖς ἀπ΄ αὐτῶν εἰς δεξιά οὐδέ εἰς ἀριστερά, ἵνα συνῇς ἐν πᾶσιν οἷς ἐάν πράσσῃς» (Ἰησ. Ναυῆ 1, 7).

Διάκρισις εἶναι ἡ ἱκανότητα τῆς ψυχῆς νά διακρίνῃ ἀλάθητα σέ κάθε περίπτωσι τό καλό ἀπό τό κακό, τό θεῖο θέλημα ἀπό τή δαιμονική ἀπάτη.

Μέ τή διάκρισι θά γνωρίσεις πότε καί πῶς πρέπει νά πολεμᾶς τά πάθη, πότε νά ὑποχωρῆς, πῶς νά ἀντιμετωπίζῃς νικηφόρα τίς πανουργίες τῶν δαιμόνων, πότε οἱ λογισμοί σου προέρχονται ἀπό τό Θεό καί πότε ἀπό τούς δαίμονες.

Αὐτή τή νοερή αἴσθησι τήν ἀποκτοῦν μόνο ὅσοι ἔχουν καθαρή καρδιά καί καθαρό σῶμα, ἀμόλυντη συνείδησι καί ἀμόλυντες αἰσθήσεις.

Ἡ συνείδησίς σου εἶναι ἡ φωνή καί ὁ ἔλεγχος τοῦ φύλακος ἀγγέλου, πού σοῦ ἔστειλε ὁ Θεός στό ἅγιο βάπτισμα. Καί λέω ἡ φωνή τοῦ φύλακος ἀγγέλου, γιατί δέν τολμῶ νά πῶ ὅτι συνείδησις εἶναι ἡ ἴδια ἡ φωνή τοῦ Ἅγίου Πνεύματος μέσα σου.

Ἡ συνείδησίς σου θά φωτισθεῖ καί ἡ διάκρισίς σου θά καλλιεργηθεῖ καί θ’ ἀναπτυχθεῖ μόνο μέ τόν ἀγώνα γιά τήν ἀπαλλαγή ἀπό τά πάθη. Ὅσο καθαρίζεσαι ἀπό τόν ρύπο τῶν παθῶν, τόσο ἡ συνείδησίς σου θά φωτίζεται· καί ὅσο φωτίζεται ἡ συνείδησις, τόσο θά τελειοποιεῖται ἡ διάκρισις· καί ὅσο τελειοποιεῖται ἡ διάκρισις, τόσο πιό ἀποτελεσματικός καί καρποφόρος θά γίνεται ὁ ἀγώνας σου κατά τῶν παθῶν.

Γιά νά τά κατορθώσῃς ὅμως αὐτά, γύμνωσε τόν νοῦ σου ἀπό τό δικό σου θέλημα καί τή δική σου γνώμη καί κατάφευγε στόν Κύριο γιά νά σοῦ δίνῃ τίς λύσεις σέ κάθε περίστασι, ὅπως κατέφευγε ὁ προφήτης ἱκετεύοντας: «Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδόν ἐν ᾗ πορεύσομαι… Δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τό θέλημά σου, ὅτι σύ εἶ ὁ Θεός μου» (Ψαλμ. 142, 8, 10). Ἡ φωνή τῆς συνειδήσεως εἶναι ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ. Καί φωνή τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τῶν θείων Γραφῶν, τή φωνή τῶν ἁγίων, τή φωνή τῆς Ἐκκλησίας καί τή φωνή τοῦ πνευματικοῦ σου.

Ὁ Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τόν νοῦ καί τόν ὥρισε βασιλιά καί ἐπίσκοπο τῶν παθῶν καί τῶν ἐπιθυμιῶν, γιά νά ἐπιβάλλεται σ΄αὐτά μέ σύνεσι καί διάκρισι. Γι αὐτό ὑπάκουε πάντα στόν ἔλλογο νοῦ καί ὄχι στά ἄλλογα σαρκικά πάθη. Ἄν δέν ὑπακοῦς στόν νοῦ εἶσαι τυφλός. Τυφλή εἶναι καί ἡ σάρκα. «Τυφλός δέ τυφλόν ἐάν ὁδηγῆ, ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται» (Ματθ. 15, 14).

Ἄν θέλῃς ἐσωτερική γαλήνη καί ψυχική ὑγεία στή γῆ, ἄν θέλῃς καί τήν αἰώνια μακαριότητα στόν οὐρανό, τότε κυβέρνησε τά πάθη σου, κάνοντας ὑπακοή στή φωνή τῆς συνειδήσεώς σου. Ἄν σέ κυβερνοῦν τά πάθη, δέν θ΄ ἀπολαύσεις παρά βάρος, πίκρα, ἔλεγχο τῆς συνειδήσεως στή ζωή αὐτή, καί αἰώνια κόλασι στήν ἄλλη.

Ἀσχολήσου μέ τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, μέ τήν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς σου, μέ τήν ἀπόκτησι τῶν ἀρετῶν, πού θά σοῦ χαρίσουν τά ἄφθαρτα ἀγαθά. Ἡ σάρκα γρήγορα θά φθαρεῖ, ἡ ἐπιθυμία θά μαραθεῖ, μόνο ἡ ψυχή θά ζήσει αἰώνια. «Ὅ γάρ ἐάν σπείρῃ ἄνθρωπος, τοῦτο καί θερίσει· ὅτι ὁ σπείρων εἰς τήν σάρκα ἑαυτοῦ ἐκ τῆς σαρκός θερίσει φθοράν, ὁ δέ σπείρων εἰς τό πνεῦμα ἐκ τοῦ πνεύματος θερίσει ζωήν αἰώνιον». (Γαλ. 6, 7-8).

Ἀπό τό βιβλίο «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ»,

ἐκδ.Ι.Μονῆς Παρακλήτου

Πηγή

Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2021

Ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος ὁ Κοινοβιάρχης (11 Ἰανουαρίου)






Τα νεανικά του χρόνια

Ο Όσιος Θεοδόσιος, ο Κοινοβιάρχης, γεννήθηκε το 423 ή 424 μ. Χ. σ’ ένα χωριό της Καππαδοκίας, το οποίον ονομαζότανε Μογαρισσός. Οι γονείς του ήτανε ευσεβείς χριστιανοί και τον διαπαιδαγώγησαν με τον καλύτερο τρόπο, στη χριστιανική πίστη, στη χριστιανική αρετή και στην χριστιανική ζωή. Ο πατέρας του ονομαζότανε Προαιρέσιος, η δε μητέρα του Ευλογία. Από πολύ μικρός υπηρετούσε ο Θεοδόσιος στον Ιερό Ναό της πατρίδος του, σαν αναγνώστης. Εκεί μέσα, στους ναούς και τα εξωκκλήσια άρχισε να μεγαλώνει μέσα του μια έντονη δίψα για ζωή χριστιανική. Ήθελε να ζήση για την πίστη του Χριστού, σαν αθλητής. Η απόφασης του να εγκαταλείψει τα εγκόσμια ωρίμαζε όλο και πιο πολύ. Ήθελε να γίνει ασκητής στην έρημο.

Στα Ιεροσόλυμα

Το 451 μ. Χ. εγκαταλείπει ο Θεοδόσιος την ιδιαιτέρα του πατρίδα, το χωριό του και πηγαίνει στα Ιεροσόλυμα. Η επιθυμία του είναι να δη τους Αγίους τόπους και να προσκύνηση εκεί όπου χύθηκε το Αίμα του Σωτήρος μας Χριστού. Όταν έφθασε ο Θεοδόσιος στην Αντιόχεια της Συρίας, έκανε ένα σταθμό. Ήθελε να δει εκεί και να πάρει την ευλογία του Αγίου Συμεών του Στυλίτου. Όταν έφτασε κοντά στον άγιο εκείνο άνδρα, τον έπιασε ρίγος και συγκίνηση. Ο Συμεών του μίλησε με τ’ όνομά του, σαν να τον γνώριζε! Έπειτα ανέβηκε πάνω στον στύλο για να δει από κοντά τον άγιο και να κουβεντιάσει μαζί του. Εκεί άκουσε ο Θεοδόσιος λόγια, γεμάτα σοφία και προφητική δύναμη. Ευτυχισμένος και τονωμένος αποχαιρετάει τον γέροντα Συμεών και προχωρεί για τα Ιεροσόλυμα. Εκεί πάλι η καρδιά του πλημμυρίζει από ευγνωμοσύνη για την Μεγάλη θυσία του Χριστού. Ζει εσωτερικά το Θείο Δράμα και η πίστης του μεγαλώνει και δυναμώνει. Αρχίζει έπειτα να σκέφτεται τους αγώνες και τις θυσίες, που χρειάζονται άθλησης της αρετής στην έρημο. Αποφασίζει, λοιπόν, να προετοιμαστεί, για το στάδιο της ασκήσεως. Και η πρώτη του σκέψης είναι να ασκηθεί προηγουμένως κοντά σε κάποιο γέροντα, δίπλα σε κάποιον πατέρα ασκητή, για να μάθη ν’ αντιμετωπίζει τις επιθέσεις των ασάρκων έχθρων, των σκοτεινών δαιμόνων.

Κοντά στο Λογγίνο

Πήγε τότε ο Θεοδόσιος στον ξακουστό γέροντα Λογγίνο. Κοντά στον Λογγίνο διδάχθηκε πολλά ο Θεοδόσιος. Είδε τις νηστείες του, τις προσευχές του, τις αρετές του και τους αγώνες του εναντίον του πονηρού. Διδάχτηκε την υπομονή, την υπακοή, την καρτερία και την χαλιναγώγηση σε κάθε τι το αμαρτωλό και ψυχοφθόρο. Έτσι πέρασε αρκετός χρόνος. Ο Θεοδόσιος ήτανε πλέον ένας καλογυμνασμένος στην άσκηση της αρετής άνδρας. Έπρεπε τώρα ν’ αποσυρθεί σε δικό του Ησυχαστήριο. Έπρεπε να δοκιμάσει και μόνος του να παλέψει με τον σατανά.... Αποχαιρέτησε, λοιπόν, με συγκίνηση τον γέροντα ησυχαστή Λογγίνο και πήγε σε δικό του οίκο ασκήσεως. Εκεί έλαμψε η προσωπικότης του και έγινε ξακουστό τ’ όνομά του. Τον λάμπρυνε η αυστηρή ασκητική ζωή του και οι αδαμάντινες αρετές του... Κόσμος πολύς άρχισε να τρέχει εκεί κοντά του, για να τον ακούσει, για να τον συμβουλευτεί, για να δει την ασκητική μορφή του. Όταν όμως πύκνωσαν πολύ οι επισκέπτες, ο Όσιος Θεοδόσιος, αποφάσισε, ν’ απομακρυνθεί πιο πολύ από τον κόσμο. Προχώρησε, λοιπόν, ψηλά - ψηλά προς το όρος. Βαθειά προς την έρημο. Πολλά χιλιόμετρα μακριά από την Ιερουσαλήμ. Εκεί βρήκε μια σπηλιά, την οποίαν χρησιμοποίησε για ησυχαστήριο. Λέγεται πως σ’ εκείνη τη σπηλιά διανυκτέρευσαν και οι τρεις Μάγοι, μετά την προσκύνηση του Θείου Βρέφους. Εδώ στο όρος αρχίζει ο Όσιος μια νέα περίοδο πιο έντονης ασκητικής ζωής.

Η θαυματουργική φανέρωσης του θελήματος του Θεού


Με το πέρασμα των χρόνων πολλοί νέοι φωτίζονται από την Αγία ζωή του Θεοδοσίου και τρέχουν εκεί κοντά του για να τον μιμηθούν στην άσκηση της αρετής. Ο αριθμός των αδελφών, που συγκεντρώνονται στο όρος, μεγάλωνε και η πύκνωσης αυτή άρχισε να βάζει σε σκέψεις τον Θεοδόσιο. Τι πρέπει τώρα να κάνη; Ν’ αποσυρθεί σε νέο, δικό του ησυχαστήριο ή να αναλάβει την μέριμνα όλων των αδελφών, που συγκεντρώθηκαν εκεί; Σκέπτεται: Ποίο άραγε είναι το θέλημα του Θεού; Τότε, στην δύσκολη αυτή ώρα της αμφιβολίας, ζητάει την βοήθεια του Θεού. Παίρνει το θυμιατήρι του, βάζει μέσα σβηστά κάρβουνα, προσθέτει και λιβάνι και λέει στους αδελφούς του:
- Αδελφοί μου, θα ζητήσω σημείο από τον Θεό, να μας φανερώσει δηλαδή ποιο είναι το θέλημά Του. Να φτιάξουμε ή όχι κοινόβιο;
Θα προχωρήσουμε γι αυτό προσευχόμενοι μέσα στην έρημο. Και αν τα κάρβουνα στο θυμιατήρι μου ανάψουν μόνα τους, εκεί μέσα σ’ εκείνο το σημείο, που θα συμβεί αυτό, θα κτίσουμε το Μοναστήρι όπου θα ζούμε χριστιανικά όλοι μαζί. Εκεί θα ιδρύσουμε το Κοινόβιο. Πήρε λοιπόν το θυμιατήρι ο Όσιος Θεοδόσιος και ακολουθούμενος από τους άλλους αδελφούς του, προχώρησε προς την έρημο, προσευχόμενος.
Έτσι με σιγή, με κατάνυξη και προσευχή προχώρησαν πολύ. Πέρασαν πολλά σημεία, τα οποία εφαίνοντο κατάλληλα για Μοναστήρι, αλλά το θεϊκό σημάδι δεν φαίνονταν. 
Φτάσανε μέχρι την έρημο Κουτιλά και πέρασαν στην λίμνη της Ασφαλίτιδος. Έπειτα σταμάτησε για λίγο ο όσιος Θεοδόσιος και είπε στους αδελφούς, ότι θα ακολουθούσανε τον δρόμο της επιστροφής. Πίστεψε ο Όσιος για μια στιγμή, ότι ίσως, δεν ήτανε θέλημα του Θεού να κτιστεί το Μοναστήρι. Δεν σταμάτησε όμως την πορεία, ούτε ολιγοπίστησε. Με τον ίδιο ενθουσιασμό και με την αυτή θερμή προσευχή συνέχισε τον δρόμο της επιστροφής. Όταν φτάσανε κοντά στο σπήλαιο, εκεί που ήτανε το ησυχαστήριο του Οσίου, το θαύμα έγινε. Τα σβησμένα κάρβουνα μέσα στο θυμιατήρι άναψαν μόνα τους και απλώθηκε τότε το άρωμα, η μοσχοβολώ του λιβανιού! Οι άλλοι αδελφοί, μόλις είδανε το θαύμα, δοξάσανε τον Θεό και η πίστη τους στερεώθηκε πιο πολύ.


Το κτίσιμο του Μοναστηριού

Το Μοναστήρι, λοιπόν, δεν άργησε να κτιστεί. Πέσανε όλοι με ζήλο στη δουλειά. Ανοίξανε θεμέλια και κουβαλούσανε υλικά. Πολλά πουγκιά πλουσίων άνοιξαν και δώσανε δωρεές για την αγορά των υλικών. Επικρατούσε χαρά ουράνιος και ενθουσιασμός. Η δουλειά προχωρούσε και ο ουράνιος Πατέρας ευλογούσε το έργο. Έτσι, εκεί σ’ ένα ερημικό τόπο που βρίσκεται πέραν της Νεκράς Θαλάσσης, κτίσθηκε μεγάλος Ναός και Μοναστήρι. Το Μοναστήρι εκείνο, με την πνοή τού Οσίου Θεοδοσίου τού Κοινοβιάρχου, έγινε λιμάνι των πονεμένων και των δυστυχισμένων. Δεν στέγαζε μονάχα τούς άπορους και δεν χόρταινε τούς νηστικούς με υλικά αγαθά, αλλά επί πλέον τους τόνωνε, τους δυνάμωνε και τούς προετοίμαζε ν’ αντιμετωπίσουν την ζωή με χαρά και αισιοδοξία. Τους έφερνε κοντά στο Θεό και στη σωτηρία. Στο Μοναστήρι αυτό εφαρμοζόντανε οι κανόνες της ζωής των Μοναχών. Το κοινόβιο λειτουργούσε σύμφωνα με τις γραμμές που χάραζε ο σεβάσμιος γέροντας Θεοδόσιος. Αυτός ήτανε ο Αρχηγός του Κοινοβίου. Γι’ αυτό και ονομάζεται Κοινοβιάρχης.


Το Κοινόβιο


Επτακόσιοι περίπου Μοναχοί συγκεντρώνονται στο Κοινόβιο του Οσίου Θεοδοσίου. Για την ακρίβεια 693 αναφέρονται αλλού οι μαθητές του Αγίου εκείνου ανδρός. Όλοι αυτοί ζουν στο Κοινόβιο, τελειώνουν θεάρεστα την ζωή τους. Άλλοι απ’ αυτούς αναδεικνύονται ηγούμενοι και άλλοι επίσκοποι. Ανεβαίνουν στα εκκλησιαστικά αξιώματα όχι με κίνητρα και επιδιώξεις. Δεν χρησιμοποιούν πρόσωπα ισχυρά και πλάγια μέσα. Τους ανεβάζει η λαμπρότης τους, ο αδαμάντινος χαρακτήρας, η αρετή τους. Η εκλογή τους δεν είναι ανθρώπινη επιστράτευσης, αλλά θεία και ουράνια κλήσης. Η φήμη του Οσίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου και η υποδειγματική οργάνωσης του Κοινοβίου διαδίδεται παντού. Κόσμος πολύς τρέχει να ζήση και να χαρεί εκεί -άλλοι για λίγο και άλλοι για πάντα- την ζωή των αρνητών του ψεύτικου κόσμου, την ατμόσφαιρα της ηρωικής ασκήσεως των Μοναχών. Με πραότητα, και καλοσύνη και γλυκύτητα φερότανε σε όλους. Ο λόγος του έσταζε μέλι. Προσπαθούσε να πείσει τον συνάνθρωπο του στην αλήθεια φυσικά και χωρίς βιασύνη. Ωφελούσε, επίσης αφάνταστα τους μαθητές τους με περικοπές που ανέφερε από τις Γραφές και με λόγια των Αγίων Πατέρων. Δεν έχανε ποτέ ευκαιρία, που να μη πη ένα ρητό, μια σοφία, ένα παράδειγμα απ’ όσα άκουσε, έμαθε, η διάβασε. Του άρεσε πολύ να περνάει τις ελάχιστες στιγμές της ησυχίας του διαβάζοντας τις αστείρευτες πηγές της γνώσεως, την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη.

Στύλος Ορθοδοξίας

Αλλά ενώ σε όλες του τις εκδηλώσεις ήτανε ήρεμος, πράος, ταπεινός και ήσυχος ο Θεοδόσιος, δεν συνέβαινε το ίδιο και όταν επρόκειτο να κινδυνέψει η πίστης, όταν σκοτεινές και σατανικές δυνάμεις απειλούσαν την Ορθοδοξία. Τότε ο Άγιος γέροντας θέριευε. Ύψωνε ανάστημα και γινότανε σαν φωτιά και σαν μαχαίρι που καίει, που κόβει κι αφανίζει τα ζιζάνια. Σε τέτοιες περιπτώσεις ο Όσιος γίνεται λιοντάρι, γίνεται παλληκάρι του Χριστού και πολεμάει τους αιρετικούς. Δεν εξετάζει τι είναι, πως λέγονται, ποια δύναμη και ποια εξουσία έχουνε. Τα χρόνια εκείνα επί αυτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως - Αναστασίου (491-518), είχε ξεσπάσει σαν θύελλα η αίρεσης των δυσσεβών Ευτυχούς, Διοσκούρου και Σεβήρου. Ο αυτοκράτορας Αναστάσιος ο Α΄ συμπαθούσε της αίρεση αυτή των Μονοφυσιτών και προσπάθησε με κάθε τρόπο να κλείσει τα στόματα των Ορθοδόξων κληρικών και των αγωνιστών Μοναχών και αργότερα διέταξε κλήρο και λαό να υποταχθούν στον Μονοφυσιτισμό. Αλλά ο Θεοδόσιος αναλαμβάνει αγώνα γενικής εξεγέρσεως εναντίον των αυτοκρατορικών ατοπημάτων. Ξεσηκώνει όλα τα Μοναστήρια. Τρέχει σε πόλεις και σε χωριά και μιλάει. Διαφωτίζει και κατατοπίζει τους Χριστιανούς για την σοβαρότητα της καταστάσεως. Ξεσηκώνει τον Ορθόδοξο Λαό και τον προετοιμάζει για σθεναρή άμυνα, για αντίδραση στα σχέδια των αιρετικών. Τους προετοιμάζει να αγωνιστούν, να πολεμήσουν το σκότος των αιρέσεων, αψηφώντας τις απειλές και τους κινδύνους.

Στην εξορία

Ο αυτοκράτορας μαθαίνει την δραστηριότητα του Οσίου και την αντίσταση που οργανώνεται εξ αιτίας εκείνου, στα αιρετικά σχέδιά του. Μαθαίνει από τους ανθρώπους του ο Αναστάσιος, ότι η κινητήρια δύναμις, ο μοχλός της αντιστάσεως, ο ιθύνων νους όλων των ενεργειών είναι ο Θεοδόσιος. Γεμάτος, λοιπόν, θυμό ο αυτοκράτορας και τυφλωμένος από εγωισμό, διατάζει να εξοριστεί ο Όσιος. Οδηγείται τότε ο Σεβάσμιος γέροντας μακριά από το Κοινόβιο στην εξορία, ενώ εφαίνετο ότι μαύρα και σκοτεινά σύννεφα απλωνόταν στον ολοκάθαρο και φωτεινό ουρανό της Ορθοδοξίας. Αλλά ο Θεός δεν άφησε για πολύ τον κίνδυνο να περικυκλώσει την Ορθοδοξία. Αφαίρεσε την ζωή του αιρετικού αυτοκράτορα Αναστασίου. Ύστερα απ’ αυτό η ταραχή στην Εκκλησία κόπασε και τα σκάνδαλα ησυχάσανε. Τότε απομακρύνθηκαν οι αιρετικοί αρχιερείς, από τους θρόνους τους και όλοι οι εξόριστοι αρχιερείς, όλοι οι υπερασπιστώ της Ορθοδοξίας, πήραν τις θέσεις τους. Έτσι μετά το θάνατο του αυτοκράτορα Αναστασίου διακόπτεται και η εξορία του Οσίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου, ο οποίος θριαμβευτής πλέον, επιστρέφει κοντά στους αδελφούς του, στο Κοινόβιο. Ο Θεός, για να αμείψει την πίστη και την ταπείνωση του Οσίου Θεοδοσίου, του έδωσε την δύναμη να κάνη θαύματα. Και πολλά θαύματα έκανε ο Άγιος.

Το αιρετικό Μοναστήρι

Κάποτε πήγαινε ο Όσιος σ’ ένα χωριό Βόστρα ονομαζόμενο για να επισκεφτεί εκεί ένα κοινόβιο. Ο Ηγούμενος του Κοινοβίου εκείνου ήτανε ενάρετος φίλος του, ονόματι Ιουλιανός. Καθώς, λοιπόν, προχωρούσε προς τα εκεί, πέρασε δίπλα από ένα άλλο μοναστήρι, του οποίου οι μοναχοί ακολουθούσανε την αίρεση των Μονοφυσιτών. Οι Καλόγεροι εκείνοι μόλις τον είδανε συγκεντρώθηκαν κι άρχισαν να τον κοροϊδεύουν. Συγχρόνως δε και μια αδιάντροπη γυναίκα τον έβριζε και τον ονόμαζε πλάνο, ψεύτη κ.λ.π. Τότε ο άγιος γέροντας καταράστηκε το Μοναστήρι εκείνο και είπε να μη μείνει ούτε λιθάρι εκεί... Και ο λόγος του εισακούστηκε. Η μεν γυναίκα εκείνη βρήκε τρομερό θάνατο, το δε Μοναστήρι το κατέστρεψαν μια νύχτα οι Αγαρηνοί, αφού πήρανε μαζί τους σκλάβους τους αιρετικούς Μοναχούς!

Το τέλος του Οσίου

Τα χρόνια όμως πέρασαν. Το στερημένο και βασανισμένο κορμί του Αγίου, που πέρασε 
τόσες αγρυπνίες, νηστείες και κακουχίες, λύγισε. Μέσα στα βαθειά γεράματα τον βρίσκει και μια μεγάλη αρρώστια. Είναι η τελευταία δοκιμασία του Θεού. Η αρρώστια αυτή τον κρατάει ένα ολόκληρο χρόνο στο κρεβάτι. Βασανίζεται ο Όσιος με πόνους φοβερούς. Το σώμα του γίνεται πλέον σαν σκελετός. Ο υπέροχος όμως αθλητής της ερήμου δεν βαρυγγομάει. Αντιθέτως δοξάζει τον Θεό και προσεύχεται. Αλλά και άρρωστος συνεχώς δίδασκε τους Μοναχούς. Τους καθοδηγούσε και τους έλεγε πως να πολεμούν τους πειρασμούς και να μη τα χάνουν στους κινδύνους, στους πόνους και τις θλίψεις. Τρεις μέρες προτού κοιμηθεί, ο Όσιος κάλεσε τρεις επισκόπους από τους οποίους εζήτησε συγχώρηση. Έπειτα τους ασπάστηκε, ενώ εκείνοι έκλαιγαν, διότι πίστευαν πως η απώλεια του, ο θάνατος του ήτανε μεγάλη ζημία Περίμενε έπειτα με ψυχραιμία τον θάνατο. Μέχρι την τελευταία στιγμή προσευχότανε ο Όσιος. Και όταν ο Θεός θέλησε, σταύρωσε τα χέρια του και η αγία του ψυχή ανέβηκε ολόλευκη στους ουρανούς. Στις 11 Ιανουαρίου του 529 τελείωσε η επίγεια ζωή του μεγάλου Οσίου Θεοδοσίου. Λύπη τότε απλώθηκε σ’ όλο το Κοινόβιο για την απώλεια του Κοινοβιάρχου. Η είδησης διαδόθηκε σαν αστραπή από Μοναστήρι σε Μοναστήρι και από χωριό σε χωριό. Το γεγονός αυτό έγινε μαθευτό και στα Ιεροσόλυμα. Πλήθος κληρικών, μοναχών και λαός πολύς έτρεξαν στο Κοινόβιο, για να βρεθούν στην κηδεία του Αγίου ανδρός. Και όταν είχαν πλέον συγκεντρωθεί όλοι, ιερείς, ηγούμενοι, αρχιερείς και μέγα πλήθος κόσμου και ψάλλανε τη νεκρώσιμη ακολουθία, βρίσκανε μεγάλη δυσκολία στον ενταφιασμό. Κι αυτό συνέβαινε, διότι όλο το αναρίθμητο πλήθος ήθελε ν’ ασπασθεί τον Άγιο! Ήθελε να τον δει και να τον αγγίξει.

Ο δαιμονισμένος

Μέσα στο πλήθος προβάλλει κι’ ένας δαιμονισμένος, που κλαίει και οδύρεται. Πλησιάζει το λείψανο του Οσίου και χτυπάει τα χέρια του απελπισμένος. Αλλοίμονο μου, λέει. Όσο ζούσες εσύ, άγιε Γέροντα, είχα ελπίδα να γίνω καλά. Όσες φορές ερχόμουνα εδώ και σ’ έβλεπα μ’ ανακούφιζε η ελπίδα. Τώρα τι να κάνω ο ταλαίπωρος. Είναι καλύτερα να ταφώ μαζί σου, άγιε, ζωντανός παρά να με βασανίζει ο τρισκατάρατος... Κι ενώ έλεγε αυτά αγγίζοντας το λείψανο του Οσίου, το κορμί του σείστηκε, έπεσε κάτω και κυλίστηκε με σπασμούς. Ο Όσιος με τη δύναμη του Θεού -και με το λείψανο του τώρα- έκανε το θαύμα του. Ύστερα από τους σπασμούς το δαιμόνιο, με τη βοήθεια του Αγίου, εγκατέλειψε τον δαιμονισμένο. Εκείνος σηκώθηκε κατόπιν υγιής και γαλήνιος κι’ ευχαρίστησε τον Όσιο δοξάζοντας τον Θεό, που δίνει τέτοια δύναμη στου αγίους Του... Έπειτα έγινε η ταφή του Αγίου. Ήτανε τότε 105 ετών.

Στίχος

Κοινοῦ Θεοδόσιος Ἡγεμὼν βίου, κοινὴ Μονασταῖς ἐκβιώσας ζημία. Ἑνδεκάτῃ ὀλοὸν βίοτον λίπε Κοινοβιάρχης.


Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ΄.

Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας·καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν. Θεοδόσιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλάγιος α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον

Ἀρεταὶς θεοσδότοις ἐκλάμψας ὅσιε, Μοναστικῆς πολιτείας ὤφθης λαμπρὸς χαρακτήρ, καὶ φωστὴρ θεοειδὴς Πάτερ καὶ ἔξαρχος, Θεοδόσιε σοφέ, τῶν Ἀγγέλων μιμητά, θεράπων ὁ τῆς Τριάδος ἣν ἐκδυσώπει ἀπαύστως,ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.




Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ΄ Τῇ ὑπερμάχῳ

Πεφυτευμένος ἐν αὐλαῖς ταῖς τοῦ Κυρίου σου, τάς σάς ὁσίας ἀρετάς τερπνῶς ἐξήνθησας, καί ἐπλήθυνας τά τέκνα σου ἐν ἐρήμῳ, τῶν δακρύων σου τοῖς ὄμβροις ἀρδευόμενα, ἀγελάρχα τῶν Θεοῦ θείων ἐπαύλεων· ὅθεν κράζομεν· Χαίροις Πάτερ Θεοδόσιε. 


Κάθισμα Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον

Ἐγκρατείᾳ καὶ πόνοις καὶ προσευχαῖς, τὴν ψυχήν σου κοσμήσας θεοπρεπῶς, γέγονας συμμέτοχος, τῶν Ὁσίων Ἀοίδιμε· καὶ τῶν θαυμάτων ὄντως, χαρίσματα ἔλαβες, τοῦ ἰᾶσθαι τάς νόσους, τῶν πίστει τιμώντων σε· ὅθεν καὶ Δαιμόνων, ἀπελαύνων τὰ πλήθη, παρέχεις ἰάματα, τοῖς ἀνθρώποις τῇ χάριτι, θεοφόρε Θεοδόσιε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.


Ὁ Οἶκος

Ἄνθρωπος μὲν τῇ φύσει ἐχρημάτισας Πάτερ, ἀλλ' ὤφθης συμπολίτης Ἀγγέλων· ὡς γὰρ ἄσαρκον ἐπὶ τῆς γῆς βιοτεύσας σοφέ, τῆς σαρκὸς ἅπασαν τὴν πρόνοιαν ἀπέρριψας· διὸ καὶ παρ᾿ ἡμῶν ἀκούεις· Χαίροις, πατρὸς εὐλαβοῦς ὁ γόνος, χαίροις, Μητρὸς εὐσεβοῦς ὁ κλάδος. Χαίροις, τῆς ἐρήμου πολιστὴς παγκόσμιος· χαίροις οἰκουμένης φωστὴρ ὁ πολύφωτος. Χαίροις, ὅτι ἐκ νεότητος ἠκολούθησας Χριστῷ, χαίροις ὅτι κατεμάρανας τῆς σαρκὸς τάς ἡδονάς. Χαίροις, τῶν Μοναζόντων πρόξενος σωτηρίας, χαίροις, τῶν ῥαθυμούντων τρόπος παρηγορίας. Χαίροις, πολλοὺς ἐκ πλάνης ῥυσάμενος, χαίροις, κρουνοὺς θαυμάτων δωρούμενος. Χαίροις, πτωχῶν τὴν φροντίδα ποιήσας, χαίροις, ἡμῶν ὁ προστάτης καὶ ῥύστης· Χαίροις, Πάτερ Θεοδόσιε. 


Μεγαλυνάριον

Δόσιν θεοδώρητον εἰληφώς, δόσεσιν ὁσίαις, τὰς χορείας τῶν Μοναστῶν, ἱερῶς ῥυθμίσας, δοτοὺς Θεῷ προσῆξας, τοὺς σοὶ ἐφαπομένους, ὦ Θεοδόσιε.

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ: Εὐαγγέλιο - (Ἀπό τό σκοτάδι στό Φῶς)

 




Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀκούσας ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι ᾿Ιωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, καὶ καταλιπὼν τὴν Ναζαρὲτ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς Καπερναοὺμ τὴν παραθαλασσίαν ἐν ὁρίοις Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ ῾Ησαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· «Γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης, πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς». ᾿Απὸ τότε ἤρξατο ὁ ᾿Ιησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· Μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Ἀπόδοση 

Εκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν ἔμαθε ὁ ᾿Ιησοῦς πὼς συνέλαβαν τὸν ᾿Ιωάννη, ἔφυγε γιὰ τὴ Γαλιλαία. ᾿Εγκατέλειψε ὅμως τὴ Ναζαρὲτ καὶ πῆγε κι ἔμεινε στὴν Καπερναούμ, πόλη ποὺ βρίσκεται στὶς ὄχθες τῆς λίμνης, στὴν περιοχὴ τῶν φυλῶν Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ. ῎Ετσι πραγματοποιήθηκε ἡ προφητεία τοῦ ῾Ησαΐα ποὺ λέει· ῾Η χώρα τοῦ Ζαβουλὼν καὶ ἡ χώρα τοῦ Νεφθαλείμ, ἐκεῖ ποὺ ὁ δρόμος πάει γιὰ τὴ θάλασσα καὶ πέρα ἀπὸ τὸν ᾿Ιορδάνη, ἡ Γαλιλαία ποὺ τὴν κατοικοῦν εἰδωλολάτρες, ἐκεῖ αὐτοὶ ποὺ κατοικοῦνε στὸ σκοτάδι εἶδαν φῶς δυνατό. Καὶ γιὰ ὅσους μένουν στὴ χώρα ποὺ τὴ σκιάζει ὁ θάνατος, ἀνέτειλε ἕνα φῶς γιὰ χάρη τους. ᾿Απὸ τότε ἄρχισε κι ὁ ᾿Ιησοῦς νὰ κηρύττει καὶ νὰ λέει· «Μετανοεῖτε γιατὶ ἔφτασε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ».

1. Τὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας

Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα σήμερα, καὶ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς μεταφέρει στὴν ἀρχὴ τῆς δημοσίας δράσεως τοῦ Κυρίου. Μετὰ τὸ Βάπτισμά Του ἀπὸ τὸν Τίμιο Πρόδρομο στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ καὶ τοὺς τρεῖς πειρασμοὺς ποὺ δέχθηκε ὕστερα ἀπὸ σαράντα ἡμερῶν νηστεία, ὁ Κύριος Ἰησοῦς πληροφορήθηκε ὅτι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς συνελήφθη ἀπὸ τὸν βασιλέα Ἡρώδη Ἀντίπα. Ἦταν πλέον ἡ ὥρα νὰ ξεκινήσει τὸ κήρυγμά Του.
Ὡστόσο, γιὰ νὰ μὴν προκαλέσει τὸν βασιλιά, ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἰουδαία καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὴ Γαλιλαία, περιοχὴ στὰ δυτικὰ τῆς λίμνης Γενησαρέτ, ὅπου ὁ πληθυσμὸς ἦταν πυκνὸς καὶ μικτός. «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» τὴν χαρακτήριζαν περιφρονητικά, διότι κατοικοῦσαν ἀναμεμιγμένοι Ἰουδαῖοι καὶ εἰδωλολάτρες, καὶ γι’ αὐτὸ ὁ λαὸς ἐκεῖ εἶχε περιπέσει σὲ μεγάλο σκοτάδι ἄγνοιας καὶ πλάνης.

Ὁ Κύριος πέρασε ἀπὸ τὴν ἰδιαίτερη πατρίδα Του, τὴ Ναζαρέτ, ἀλλὰ σύντομα ἔφυγε καὶ πῆγε νὰ κατοικήσει στὴν Καπερναούμ, πόλη κτισμένη κοντὰ στὴ λίμνη, στὰ σύνορα τῶν φυλῶν Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ.

Ἔτσι ἐκπληρώθηκε ἐκεῖνο ποὺ εἶχε ἀναγγείλει ὁ Θεὸς μέσῳ τοῦ προφήτη Ἡσαΐα: «Ἡ χώρα τῆς φυλῆς Ζαβουλὼν καὶ ἡ χώρα τῆς φυλῆς Νεφθαλείμ, ποὺ ἐκτείνον­ται κοντὰ στὴ θάλασσα καὶ πέρα ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, στὰ ἀνατολικά του, ἡ “Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν”, στὴν ὁποία δηλαδὴ κατοικοῦν πολλοὶ ἐθνικοί, ὁ λαὸς ποὺ κάθεται καθηλωμένος κι ἀκίνητος στὸ πνευματικὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρικῆς πλάνης καὶ τῆς ἀσέβειας, εἶδε μεγάλο πνευματικὸ φῶς, τὸν Χριστό».

Ἕνας ὁλόκληρος κόσμος βυθισμένος στὸ σκοτάδι τῆς ἀσέβειας καὶ τῆς ἀνηθικότητας, τῆς ἄγνοιας καὶ τῆς πλάνης. Αὐτὴ ἦταν ἡ κατάσταση ὄχι μόνο στὴ «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» ἀλλὰ σὲ ὅλο τὸν προχριστιανικὸ κόσμο. Οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν ἕνα ἀληθινὸ Θεὸ καὶ λάτρευαν τὰ ψεύτικα εἴδωλα. Προσκυνοῦσαν τὰ κτίσματα ἀντὶ γιὰ τὸν Κτίστη καὶ Δημιουργό τους. Κι ὅσο πλήθαινε ἡ εἰδωλολατρία τόσο αὐξανόταν καὶ ἡ κακία καὶ ἡ διαφθορά. Ἀκατονόμαστα εἶναι τὰ ἄθλια πάθη στὰ ὁποῖα παρασύρονταν, ἐνῶ παράλληλα ἡ ἀσέβεια καὶ ἡ παραφροσύνη τους σὲ ὁρισμένες χῶρες ἔφθανε σὲ σημεῖο ἐγκληματικό: νὰ κατακρεουργοῦν ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς προσφέρουν θυσίες στοὺς ψευδοθεούς τους! Φοβερὴ κατάπτωση!

Τὸ πλέον τραγικὸ ὅμως καὶ ἰδιαίτερα ἀνησυχητικὸ γεγονὸς εἶναι τὸ ὅτι ἐμφανίζονται σήμερα, 2.000 χρόνια μετά, κάποιοι ἀρχαιολάτρες ποὺ ­νοσταλγοῦν αὐτὴ τὴ σκοτεινὴ ἐποχὴ καὶ ἐπιχειροῦν νὰ ἐπαναφέρουν τὴν ­εἰδωλολατρία ἀλ­λάζοντας τὰ χριστιανικά τους ὀνόματα, ὀργανώνοντας γιορτὲς μὲ τὸ ἀρχαῖο τελετουργικό, στήνοντας ­βωμοὺς καὶ ἀπευθύνοντας προσευχὲς σὲ ­ψεύτικους θεοὺς πίσω ἀπὸ τοὺς ὁποίους, βέβαια, κρύβονται οἱ παμπόνηροι δαίμονες. Οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, προκειμένου νὰ στηρίξουν τὸ «δωδεκάθεο», ἐξαπολύουν μέσα ἀπὸ τὸν Τύπο καὶ τὸ Διαδίκτυο πλῆθος συκοφαντιῶν γιὰ τὸν χριστιανισμό.

Ἂς εἴμαστε πολὺ προσεκτικοί! Οἱ ἀρ­χαῖοι πρόγονοί μας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κατορθώσει μοναδικὰ ἐπιτεύγματα στὴ φιλοσοφία, τὴν τέχνη καὶ τὴν ἐπιστήμη, εἶχαν παράλληλα συναίσθηση ὅτι βρίσκονταν στὸ σκοτάδι κι ἀναζητοῦσαν τὸ φῶς. Ἀλίμονο ἂν ἐμεῖς οἱ ἀπόγονοί τους, ποὺ γνωρίσαμε τὸ Φῶς, γυρίσουμε πίσω στὸ σκοτάδι!

2. Ἡ ἀνατολὴ τοῦ Φωτὸς


Αποτέλεσμα εικόνας για ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΣΤΟ ΦΩΣ
Πάντως, ὅπως ἀκριβῶς τὸ εἶχε προφητεύσει ὁ προφήτης Ἡσαΐας, ἔτσι κι ἔ­­­γινε: «τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέ­τειλεν αὐτοῖς»· ἔλαμψε φῶς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ σ’ ἐκείνους ποὺ κάθονταν στὴ χώρα ποὺ σκιάζεται ἀπὸ τὸ πυκνότατο σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου. Στὴ ­Γαλιλαία πρωτοέλαμψε τὸ ἀνέσπερο καὶ ζωογόνο Φῶς. Ἀνέτειλε ὁ νοητὸς Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὁ Ὁποῖος ἄρχισε ἀπὸ τότε νὰ κηρύττει συστηματικὰ καὶ νὰ λέει: «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»· ­ἔφθασε ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, δηλαδὴ πλησίασαν οἱ ἡμέρες ποὺ ὁ Μεσσίας θὰ ἐγκαθιδρύσει καὶ στὴ γῆ τὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ τὴ νέα, πνευματική, ἅ­­­για καὶ οὐράνια ζωή, ἡ ὁποία θὰ μεταδίδεται μέσα στὴν Ἐκκλησία Του.

Πράγματι, ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ ἀληθινὸ Φῶς! Μὲ τὴν ἀξεπέραστη διδασκαλία Του, τὴν ἀπύθμενη ἀγάπη Του καὶ τὴν πανσθενουργὸ Χάρη Του μᾶς φωτίζει, μᾶς ἐμπνέει, μᾶς ζωογονεῖ. Μέσα στὴν Ἐκκλησία Του λάμπει αὐτὸ τὸ γλυκὸ καὶ ὑπερκόσμιο φῶς καὶ μεταδίδει εἰρήνη καὶ χαρὰ σ’ ὅσους τὸ δέχονται. Ἂς ἀγωνιζόμαστε κι ἐμεῖς νὰ διατηροῦμε τὴν καρδιὰ μας καθαρή, ὥστε νὰ δέχεται μέσα της τὶς ἀκτίνες τοῦ θείου φωτός.
Στὴν ἀνατολὴ τοῦ νέου ἔτους ἂς πάρουμε σταθερὴ τὴν ἀπόφαση: νὰ ἐγκαταλείψουμε ὁριστικὰ ὅλα τὰ σκοτεινὰ ἔργα τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ ζήσουμε ἑνωμένοι μὲ τὸν Χριστό. Αὐτὸν ποὺ εἶναι τὸ ἀληθινὸ Φῶς καὶ ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα τοῦ κόσμου!

Πηγή: “Ο ΣΩΤΗΡ”

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2021

Ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Νύσσης (10 Ἰανουαρίου)





«Πατήρ Πατέρων και Νυσσαέων Φωστήρ» 

Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στη Νεοκαισάρεια του Πόντου το 332 μ.Χ. και ήταν αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου. Παίρνει την ίδια μόρφωση με τον μεγάλο του αδελφό, ξεχωρίζει δε κι αυτός για την ευφυΐα του, την επιμέλεια του και την φιλοσοφικότατη ιδιοφυΐα του και είχε χειροτονηθεί αναγνώστης.

Ο Γρηγόριος νυμφεύεται τη Θεοσέβεια, (πραγματικά αγία γυναίκα), που γρήγορα την αρπάζει ο θάνατος. Ισχυρός χαρακτήρας καθώς ήταν, δεν απελπίζεται, και στα σαράντα του χρόνια γίνεται επίσκοπος Νύσσης (σήμερα Νεμσεχίρ), μιας κωμοπόλεως της Καπαδοκίας. Οι Αρειανοί, όμως, του έφεραν μεγάλες ενοχλήσεις. Αντιλαμβανόμενοι, ότι στο πρόσωπό του η αίρεσή τους θα είχε σπουδαιότατο πολέμιο, σχεδίασαν να τον εξοντώσουν. Τον κατηγόρησαν λοιπόν, ότι εξελέγη Επίσκοπος αντικανονικά και σφετερίσθηκε χρήματα της Εκκλησίας. Τις κατηγορίες υπέβαλε κάποιος με το όνομα Φιλόχαρης, όργανο των Αρειανών, προς τον διοικητή του Πόντου Δημοσθένη, προς τον οποίο ο Μέγας Βασίλειος έγραψε και επιστολή. Για την κατηγορία της καταχρήσεως παρακάλεσε να γίνει ο έλεγχος για να δειχθεί η συκοφαντία, για την αντικανονική χειροτονία λέγει ότι η ευθύνη είναι δική του, διότι αυτός χειροτόνησε και ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι σωστό να δικάσει επί της υποθέσεως αυτής σύνοδος Επισκόπων, των οποίων η εκκλησιαστική θέση δεν ήταν σε κανονική τάξη.

Η επίκληση του Βασιλείου απέβη άκαρπη. Ο αυτοκράτορας Ουάλης ήθελε να αποφευχθεί το θέμα. Το 376 μ.Χ. ο Γρηγόριος καθαιρείται ερήμην από σύνοδο Αρειανών Επισκόπων του Πόντου και της Γαλατίας. Και ο Γρηγόριος, καταδιωκόμενος, αναγκαζόταν να πλανάται και να κρύβεται. Η περιπέτεια έληξε τον Αύγουστο του έτους 378 μ.Χ., όταν απέθανε ο Ουάλης. Ο Γρηγόριος επανήλθε στη Νύσσα, όπου του επιφυλάχθηκε θριαμβευτική υποδοχή.
Κατά το φθινόπωρο του 379 μ.Χ. έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Αντιόχειας, η οποία συνήλθε ιδίως για την αίρεση του Απολλιναρίου. Ο Απολλινάριος, ερμηνεύοντας κατά γράμμα χωρίο της Αγίας Γραφής (κατά Ιωάννη α' 14), υποστήριζε ότι ο Θεός Λόγος έγινε σάρκα, όχι σάρκα και ψυχή. Αρνήθηκε τον ανθρώπινο νου, την ανθρώπινη ψυχή και θέληση του Ιησού Χριστού ως στοιχεία διασπαστικά της ενότητός Του και αντίθετα προς την τελειότητά Του και αντικατέστησε τα στοιχεία αυτά με τη θεία επενέργεια. Δίδασκε, δηλαδή, στην ουσία, ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είναι τέλειος Θεός ούτε τέλειος άνθρωπος. Πολλοί νόμιζαν ότι ο Απολλινάριος δέχθηκε την επίδραση της πλατωνικής και νεοπλατωνικής φιλοσοφίας, αλλά το πιθανότερο είναι, καθώς πιστεύει ο Γρηγόριος Νύσσης, ότι αφετηρία στη χριστολογική του διδασκαλία είναι χωρίο επιστολής του Αποστόλου Παύλου (προς Θεσσαλονικείς Α', ε' 23). Στη Σύνοδο ο Άγιος ανασκεύασε τις κακόδοξες θεωρίες του Απολλιναρίου. Επίσης, η Σύνοδος του ανέθεσε αποστολή για την Εκκλησία της Βαβυλωνίας και με την ευκαιρία αυτή επισκέφθηκε και τους Αγίους Τόπους.

Ο Θεός τον αξιώνει επίσης, να γίνει το κυριότερο όργανο Του στη Β' Οικουμενική σύνοδο, το 381 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, και κατατροπώνει στην κυριολεξία τους πνευματομάχους του Μακεδονίου, με «... τη μάχαιρα που δίνει το Πνεύμα και η οποία είναι ο λόγος του Θεού» (Προς Έφεσίους στ' 17). Στις συζητήσεις εκείνες, ο Γρηγόριος ο Νύσσης τόσο πολύ είχε διακριθεί, ώστε ονομάστηκε «Πατήρ Πατέρων και Νυσσαέων Φωστήρ». Ο δε Μέγας Θεοδόσιος τον ονόμασε στύλο της Ορθοδοξίας. Πέθανε ειρηνικά, αφού άφησε πολύ αξιόλογα έργα: ερμηνευτικά, δογματικά, κατηχητικά, λόγους ηθικούς, εορταστικούς, εγκωμιαστικούς, επιταφίους και έναν επιμνημόσυνο στον αδελφό του Μέγα Βασίλειο.


Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θεῖον γρήγορσινἐνδεδειγμένοςστόμα σύντονοντῆς εὐσέβειαςἀνεδείχθης Ἱεράρχα Γρηγόριε τὴ γὰρ σοφία τῶν θείων δογμάτων σουτῆς Ἐκκλησίας εὐφραίνεις τὸ πλήρωμαΠάτερ ὅσιεΧριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευεδωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον
Ἦχος α’. Χορός Ἄγγελικός

Τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἔνθεος Ἱεράρχηςκαί τῆς σοφίας σεβάσμιος μυστολέκτηςΝύσσης ὁ γρήγορος νοῦς Γρηγόριος σὺν Ἀγγέλοις χορεύωνκαί ἐντρυφών τῷ θείῳ φωτίπρεσβεύει ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.

Τὸ ὄμμα τῆς ψυχῆςγρηγορῶν Ἱεράρχαὡς γρήγορος Ποιμήνἀνεδείχθης τῷ κόσμῳκαὶ ράβδω τῆς σοφίας σουπαμμακάριστε Ὅσιεπάντας ἤλασαςτοὺς κακοδόξους ὡς λύκουςἀδιάφθορονδιατηρήσας τὴν ποίμνηνΓρηγόριε πάνσοφε.