† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2021

ΛΟΓΟΣ ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΙΚΟΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΜΕΓΙΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥΣ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ (Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου)



Αν, αγαπητοί μου Πατέρες και αδελφοί, δινόταν σ’ εμένα τον ταπεινό το χάρισμα αυτό, το να αποκτήσω δηλαδή μία γλώσσα από εκείνες που έχουν οι Άγγελοι, όπως λέει ο Απόστολος του Χριστού Παύλος, «εάν τας γλώσσας των Αγγέλων λαλώ», θα ήταν βέβαιο και επόμενο, ότι με την αγγελική αυτή γλώσσα, θα μπορούσα να εγκωμιάσω όπως αξίζει, τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ, τους Αρχαγγέλους του Κυρίου διότι είναι φυσικό, κάθε όμοιο με το όμοιο μπορεί να επαινεθεί, και στους άλλους να παρουσιαστεί· αν είχα μια από τις πύρινες εκείνες και άυλες γλώσσες, που δόθηκαν στους ιερούς και θείους Αποστόλους, θα μπορούσα όπως αξίζει με υπερφυσικά εγκώμια να μιλήσω για τους πύρινους και άυλους Αρχιστράτηγους αν -έστω και λίγο- είχα καθαρή τη γλώσσα μου, όπως ο Ησαΐας, από εκείνη τη λαβίδα των Σεραφείμ, θα υπήρχε ελπίδα, να πω κάτι αντάξιο της μεγαλοπρέπειας των Ταξιαρχών.

Αλλ’ επειδή είμαι στερημένος από όλα αυτά τα καλά, και δεν έχω γλώσσα αγγελική, αλλά ανθρώπινη, όχι πύρινη, αλλά πήλινη, όχι άυλη, αλλά υλική, όχι καθαρή, αλλά ακάθαρτη, και κοντά σ’ αυτά, όχι ρητορική και μεθοδική, αλλά αμαθή και χωρίς μέθοδο, τί πρέπει να περιμένετε να ακούσετε; Κάτι λίγα και φτωχά για τους ιερούς Αρχαγγέλους. Παραλείποντας να εξετάσω ποια είναι η φύση των Αρχαγγέλων, πότε δημιουργήθηκαν, πώς και πού, και με ποιο τρόπο σκέφτονται και αντιλαμβάνονται, πώς μετακινούνται από τον ένα τόπο στον άλλο, και τα άλλα αγγελοπρεπή τους γνωρίσματα, για τα οποία οι Θεολόγοι διδάσκουν, και μάλιστα η φιλάγγελη και μεγαλόδοξη γλώσσα του Διονυσίου του Αρεοπαγίτη, θα αποδείξω σ’ αυτό το εγκώμιο, μόνο ότι ο θεϊκός Μιχαήλ, και ο ιερός Γαβριήλ, υπήρξαν οι ξεχωριστοί υπηρέτες των εξαιρετικών ενεργειών και έργων του Παντοδύναμου Θεού, και προσέξτε για να το καταλάβετε.


Δύο είναι κατά τους Θεολόγους, οι κυριότερες ενέργειες, και τα ξεχωριστά προσόντα και χαρακτηριστικά του αγίου Θεού· το ένα, η δικαιοσύνη, η οποία και απονομία και κρίση ονομάζεται, και το άλλο, η αγαθότητα, η οποία ονομάζεται χρηστότητα, ευσπλαχνία και έλεος για τα οποία λέει ο Δαυΐδ «Κύριε θα υμνήσω ενώπιόν σου την ευσπλαχνία και τη δικαιοσύνη σου»(Ψαλμ.100,1). Με τη δικαιοσύνη ο Θεός κρίνει και διαπαιδαγωγεί τους ανθρώπους όταν αμαρτάνουν, και δεν τηρούν τις εντολές Του· και με την αγαθότητα πάλιν, τους ελεεί και τους ευσπλαχνίζεται.


Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, είναι ο ξεχωριστός Άγγελος της δικαιοσύνης του Θεού, επειδή αυτόν βλέπουμε να χρησιμοποιεί ως υπηρέτη, στο να παιδαγωγεί μεν και να σωφρονίζει τους κακούς, να φυλάττει δε και να υπερασπίζεται τους καλούς· καθώς αυτό φαίνεται και σε πολλά άλλα μέρη της θείας Γραφής, και μάλιστα από το θάνατο που έδωσε ο Μιχαήλ, στα πρωτότοκα των Αιγυπτίων, διαφύλαξη δε και ζωή, στα πρωτότοκα των Εβραίων.


Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, φαίνεται να είναι ο ξεχωριστός Άγγελος της αγαθότητας και ευσπλαγχνίας του Θεού, επειδή αυτόν βλέπουμε να χρησιμοποιεί ως υπηρέτη, όταν πρόκειται να δείξει σε κάποιους την μεγάλη του ευσπλαγχνία και το έλεος. Αυτό φαίνεται σε πολλές περιπτώσεις, ιδιαίτερα δε από τις χαρμόσυνες ειδήσεις που έφερε στον κόσμο ο Γαβριήλ, για το μεγάλο έλεος της ελεύσεως του Χριστού.


Τρία είναι τα σπουδαιότερα και μεγαλύτερα έργα που έκανε ο Θεός. Πρώτον, η δημιουργία του νοητού κόσμου. Δεύτερον, η δημιουργία του αισθητού κόσμου, και τρίτον, η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου· και σ’ αυτά τα τρία, πρώτους και ξεχωριστούς υπηρέτες μεταχειρίζεται τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ.


Δημιουργεί πρώτον ο Θεός το νοητό κόσμο και τον φέρνει από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, δηλαδή τον φωτεινό λεγόμενο ουρανό, και τον γεμίζει με τόσα λαμπρότατα άστρα, δηλαδή από τα μυριάριθμα πλήθη των αΰλων Αγγέλων. Τον στολίζει από τις τρεις τριαδικές ιεραρχίες: των Θρόνων, Χερουβείμ, και Σεραφείμ· των Κυριοτήτων, Δυνάμεων, και Εξουσιών· των Αρχών, Αρχαγγέλων, και Αγγέ­λων· και πάνω σε όλα αυτά τα εννέα Τάγματα, τοποθετεί πρώτους ηγεμόνες και διδασκάλους, τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ· και ακούστε πώς και με ποιο τρόπο.


Ο Μιχαήλ, επειδή παρέμεινε ευγνωμονέστατος δούλος του Παντοκράτορα Θεού, έκανε νοητό πόλεμο στον ουρανό, με τον αποστάτη διάβολο και τους αγγέλους του, όταν υπερηφανεύθηκαν κατά του αληθινού Θεού, και τους γκρέμισε στα καταχθόνια της γης· όπως γράφει η ιερά Αποκάλυψη «Έγινε τότε πόλεμος στον ουρανό· από τη μια ο Μιχαήλ με τους αγγέλους του κι από την άλλη ο δράκοντας…. και ρίχτηκε ο δρά­κος ο μεγάλος, ο όφης ο αρχαίος, που λέγεται διάβολος και σατανάς, και παραπλανά ολόκληρη την οικουμένη, ρίχτηκε κάτω στη γη, και μαζί του έρριξαν και τους αγγέλους του»(πρβλ. Αποκ. 12. 7-9). Εξαιτίας του μεγάλου κατορθώματός του, ορίστηκε πρώτος στα εννέα Τάγματα των Αγ­γέλων και τους δίδαξε να έχουν προς τον Θεό ευγνωμοσύνη, υπακοή, ταπείνωση, και να είναι παντοτεινά και αχώριστα ενωμένοι με Αυτόν.


Στον δε Γαβριήλ, επειδή από όλους τους άλλους Αγγέλους, ο Θεός εμπιστεύθηκε μόνον σ’ αυτόν το μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας, όπως λέει ο θείος Χρυσόστομος, -και μαζί με αυτόν οι υμνογράφοι του Ευαγγελισμού-, «σε σένα μόνο εμπιστεύομαι το Μυστήριο», και έγινε ο πρώτος και σπουδαιότερος υπηρέτης του, από την αρχή ως το τέλος· τοποθετήθηκε πρώτος ηγεμόνας και διδάσκαλος όλων των αγγελικών Ταγμάτων, ακόμα και αυτών των ανωτάτων Χερουβείμ και Σεραφείμ, και τους δίδαξε όλους τους απόκρυφους λόγους και γνώσεις, που κρύβονται μέσα στο βάθος αυτού του μυστηρίου.


Και αν ο Παύλος λέει, ότι διά μέσου της Εκκλησί­ας έγινε γνωστή στις Αρχές και τις Εξουσίες που βρίσκονται στα επουράνια, η πολύπλευρη σοφία του Θεού (βλ. Εφ. 3, 10), αυτό πρέπει να ερμηνεύεται ότι έγινε με την μεσιτεία του θείου Γαβριήλ, ο οποίος όταν έμαθε από τον ίδιο τον σαρκωθέντα Λόγο, και από το Άγιο Πνεύμα που είναι μαζί του, αυτή την πολύπλευρη σοφία, -η οποία είναι κατά τον Γρηγόριο Νύσσης, το να νικήσει ο Θεός τα αντίθετα με τα αντίθετα: την υπερηφάνεια με την ταπείνωση, τη δόξα με την ατιμία, τη δύναμη με την ασθένεια, τη σοφία με την ανοησία-, και έτσι μετέδωσε αυτή την πολύπλευρη σοφία, και σε όλες τις τάξεις των Αγγέλων, χωρίς να φθονήσει, λέγοντας σ’ αυτές το λόγο του Σολομώντος: «με αγνότητα και καθαρούς σκοπούς έμαθα τη σοφία, και χωρίς φθόνο την μεταδίδω…»(Σοφ. Σολ. 7,13).


Ότι δε ο Γαβριήλ είναι πρώτος στα εννέα Τάγματα, και απ’ αυτό είναι φανερό: είναι κοινή αντίληψη της Εκκλησίας και μάλιστα και του Αββά Ισαάκ, ότι από τον Χριστό, που βρίσκεται, σύμφωνα με τον Παύλο, πάνω από κάθε αρχή και εξουσία και δύναμη, και κάθε όνο­μα του μέλλοντα αιώνα, δέχονται κάθε φωτισμό όλες οι τά­ξεις των Αγγέλων (βλ. Φιλ. 2,9-11). Ομοίως γνωρίζουμε, ότι από την Θεοτόκο, που είναι ασυγκρίτως ανώτερη των Σεραφείμ, φωτίζονται όλες οι Αγγελικές τάξεις, όπως λέει ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, στον πρώτο λόγο στα Εισόδια και το λόγο του στην Κοίμηση.


Επειδή δε πιο κοντά στον Χριστό και την Θεοτό­κο, δεν είναι άλλος από τον Γαβριήλ, συμπεραίνεται ότι μέσω αυτού φωτίζονται όλες οι τάξεις των Αγγέλων. Άνκαι ο θείος Διονύσιος λέει ότι πρώτη τάξη είναι των Θρόνων, και όγδοη των Αρχαγγέλων, αυτό αναφέρεται προ της ενανθρωπήσεως· διότι μετά την ενανθρώπηση αντιστράφηκε η τάξη, σύμφωνα με τον Άγιον Ισαάκ, και οι πρώτοι έγιναν τελευταίοι και οι τελευταίοι πρώτοι.


Και έτσι, και οι δύο Αρχάγγελοι, ο Μιχαήλ και ο Γαβριήλ, με αυτό το ιερό και τελειοποιητικό μάθημα της αγίας ταπεινώσεως που παρέδωσαν σε όλους τους Αγγέλους, τους τελειοποίησαν, και τους έκαναν να είναι όχι μόνον δυσκίνητοι στο κακό, όπως ήσαν πριν, όπως αναφέρει ο Θεολόγος Γρηγόριος, αλλά και εντελώς ακίνητοι στην κακία και άτρεπτοι, όπως λέει ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος και ο ιερός Νικήτας, και ο σχολιαστής Γρηγορίου του Θεολό­γου.


Δημιουργεί δεύτερον ο Θεός σε έξι ημέρες, τον αισθητό κόσμο. Στολίζει τον ουρανό με τα πολυποίκιλα άστρα και τους ήλιους· καλλωπίζει τη γη με τα διάφορα φυτά και ζώα· γεμίζει τον αέρα από τα γλυκύτα­τα κελαδήματα των πουλιών. Τελευταίο, δημιουργεί τον άνθρωπο, και το τοποθετεί στον Παράδεισο και του δίνει εντολή να φυλάξει τη σε όλους γνωστή θεία εντολή του. Αλλ’ αλλοίμονο, ο άνθρωπος, γίνεται παραβάτης της εντολής, και εξορίζεται από τον Παράδεισο της τρυφής, σ’ αυτήν τη γεμάτη πολλά δάκρυα γη. Και εδώ πάλιν χρησιμοποιεί ο Θεός τον Μιχαήλ και τον Γαβριήλ, εξαιρετικούς υπηρέτες της προνοίας και κρίσεως που έδειξε στον άνθρωπο, στο διάστημα των πεντέμισυ χιλιάδων χρό­νων.


Γι’ αυτό, ο μεν θείος Μιχαήλ, αμέσως μόλις εξορίσθηκε ο Αδάμ, συμπόνεσε τη συμφορά του, και τον δίδαξε -επειδή δεν ήξερε- πώς να καλλιεργεί τη γη, πώς να σπέρνει, πώς να θεριζει και γενικά πώς να φροντίζει τη γεμάτη κόπους ζωή του, από τροφή μέχρι ενδύματα, όπως είναι γνώμη μερικών ιεροδιδασκάλων της Εκκλησίας.


Αυτός ο ίδιος Μιχαήλ δεν σταμάτησε να φροντίζει και να διαφυλάττει όλους τους πριν από το Νόμο Προπάτορες· τον Σηθ, τον Ενώς, τον Ενώχ, τον Νώε, τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ, και τους δώδεκα Πατριάρχες· άλλοτε μεν, οδηγώντας τους στην επίγνωση του μόνου αληθινού Θεού· άλλοτε δε, παιδεύοντας και τιμωρώντας όλους εκείνους, οι οποίοι ήσαν αντίθετοί του. Αυτός ήταν ο παι­δαγωγός και καθοδηγητής όλου του Ισραηλιτικού λαού, προπορευόμενος και συμπορευόμενος με αυτόν, νικώντας τα αλλόφυλα εθνη που τον πολεμούσαν, και οδηγώντας τους στη γη της επαγγελίας.


Και εδώ αξίζει να θαυμάσουμε την μεγαλειότητα του θείου Μιχαήλ. Διότι τα μεν έθνη τα διαμοιράσθηκαν οι Άγγελοι, και πρόσεχε ο ένας το ένα έθνος και ο άλλος το άλλο. Τον δε Ισραηλιτικό λαό δεν τον ανέλαβε Άγγελος, αλλά ο ίδιος ο Θεός, όπως λέει ο Μωϋσής στην ωδή του: «Έθεσε όρια στα έθνη σύμφωνα με τον αριθμό των αγγέλων του Θεού. Και το μερίδιο του Κυρίου ήταν ο λαός του ο Ιακώβ»(Δευτ. 32, 8-9). Και όμως Αυτός πάλιν ο Θεός, λέει πολλές φορές στον Μωυσή ότι αντί για τον εαυτό του θα ορίσει επιστάτη στον Ισραήλ τον Άγγελό Του, δηλαδή τον θείο Μιχαήλ, όπως ερμηνεύουν οι διδάσκαλοι· γι’ αυτό και ο Αρεοπαγίτης Διονύσιος λέει, ότι η θεολογία ονομάζει τον Μιχαήλ, αρχηγό του Ιουδαϊκού λαού.


Βλέπετε προ­νόμια; Βλέπετε ότι ο Μιχαήλ ήταν αντί του Θεού στους Ιουδαίους; Βλέπετε ότι αυτός ο Μιχαήλ υπήρξε ο αόρατος μεσίτης και διάκονος, διά μέσου του οποίου έδωσε ο Θεός το νόμο στον Μωυσή στο όρος Σινά; Διότι αν ο νόμος δόθηκε από τους άλλους αγγέλους, όπως λέει ο Παύλος, «αν ο λόγος που δόθηκε άλλοτε μέσω αγγέλων»(Εβρ. 2,2) και πάλιν «τότε γιατί δόθηκε ο νόμος;… δοθηκε με τη μεσολάβηση αγγέλων με το χέρι ενός μεσίτη»(Γαλ. 3,19), πολύ περισσότερο δόθηκε από τον Αρχάγγελό τους Μιχαήλ;


Ο δε θείος Γαβριήλ ήταν και αυτός παρών, άλλοτε μεν να φέρνει τα χαροποιά μηνύματα της γεννήσεως σε πολλές στείρες γυναίκες, προ νόμου και μετά νόμο, άλλοτε δε να ερμηνεύει στους Προφήτες, τις αποκαλύψεις και τα οράματα που έβλεπαν, και με όλα αυτά να τους οδηγεί στην πίστη προς το Μεσσία που θα ερχόταν. Στην θεία Γραφή αναφέρεται ονομαστικά ο Γαβριήλ, να αποκαλύπτει καθαρά στον Προφήτη Δανιήλ, όχι μόνον πως θα γεννηθεί και θα σταυρωθεί ο Χριστός, αλλά και σε πόσα χρόνια πρόκειται αυτά να συμβούν.


Μαζί και οι δύο Αρχάγγελοι εμφανίζονται ενωμένοι στην προφητεία του Δανιήλ που διαβάστηκε στον εσπερινό της εορτής, η οποία λέει: Ο Δανιήλ νήστεψε εικοσιμία ημέρες στη Βαβυλώνα, και παρακαλούσε τον Θεό για να ελευθερώσει τους Εβραίους από τη δουλεία των ειδωλολατρών, δηλαδή των Περσών και Βαβυλωνίων. Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ πρόσφερε τη δέηση του Δανιήλ στον Θεό. Ο δε Άγγελος που ήταν υπεύθυνος σ’ εκείνους τους ειδωλολάτρες, αντιστεκόταν και εμπόδιζε την ελευθερία των Εβραίων· -όχι με κακό σκοπό, αλλά πολλοί από τους ειδωλολάτρες συναναστρεφόμενοι με τους Εβραίους, πίστεψαν στον αληθινό Θεό, όπως ερμηνεύει ο Ιερώνυμος· ίσως δε εμπόδιζε, και επειδή δεν του αποκαλύφθηκε από τον Θεό η ελευθερία των Εβραίων – αλλ΄ ο αρχάγγελος Μιχαήλ ήλθε και βοήθησε τον Γαβριήλ, και έτσι από τους δύο Αρχαγγέλους ελευθερώθηκαν οι Ιουδαίοι.


Επιτέλους ήλθε ο κατάλληλος καιρός, που θα ερχόταν στον κόσμο ο Υιός του Θεού, για να πραγματοποιήσει το μεγάλο και εξαιρετικό έργο της σωτηρίας των ανθρώ­πων. Και σ’ αυτό πάλιν χρησιμοποιεί τους ξεχωριστούς υπηρέτες Του, τους δύο Αρχαγγέλους· με αυτή όμως τη διαφορά: οτι ο Γαβριήλ γίνεται πρώτος, και ο Μιχαήλ δεύτε­ρος· διότι έπρεπε ο Γαβριήλ, που το όνομά του σημαίνει, κατά τον Άγιον Πρόκλο, «Θεός και άνθρω­πος», να γίνει και πρώτος υπηρέτης του Θεανθρώπου Λόγου. Γι’ αυτό και μόνο στον θεοειδέστατο Γαβριήλ, αποκαλύπτεται αυτό το μυστήριο, όπως είπαμε. Αυτός αποστέλλεται προς την Παντοβασίλισσα και Αειπάρθενο Μαριάμ, και της μεταφέρει τη χαρμόσυνη αγγελία, απευθύνοντας σ’ αυτήν τον κοσμοσωτήριο χαιρετισμό, το «Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου»(Λουκ. 1,28).


Αυτός ο ίδιος Γαβριήλ, αναγγέλλει στους ποιμένες τα χαρμόσυνα Γενέθλια του σαρκωθέντος Δεσπότου (βλ. Λουκ. 2,9), οδηγεί με αστέρι τους μάγους (βλ. Ματθ. 2, 2-9) ειδοποιεί με όνειρο τον Ιωσήφ να φύγει στην Αίγυπτο, και από εκεί πάλιν να επιστρέψει στη γη Ισραήλ(βλ. Ματθ. 2. 13,19), ανακοινώνει στις Μυροφόρες το χαρούμενο μήνυμα της Αναστάσεως του Σωτήρος (βλ. Ματθ. 28, 5) · και κατά την Ανάληψη αφού ήλθε από τους ουρανούς προλέ­γει στους Αποστόλους τη δεύτερη έλευση του αναληφθέντος Χριστού ( βλ. Πραξ. 1, 10-11).



Μερικοί πιστεύουν ότι ο θείος Μιχαήλ, ήταν ο Άγγελος ο οποίος ενίσχυσε και ενδυνάμωσε τον Ιησούν που αγωνιούσε για το Πάθος, όπως λέει ο ιερός Λουκάς· «φανερώθηκε τότε σ’ αυτόν άγγελος από τον ουρανό και τον ενίσχυε»(Λουκ. 22, 43), συμπεραίνον­τας αυτό από την ονομασία του, επειδή Μιχαήλ σημαίνει «δύναμη Θεού»· δύναμη δε και ισχύς το ίδιο είναι. Αυτός με τον Γαβριήλ ανακοίνωσε τη χαρούμενη είδηση της Αναστάσεως στις Μυροφόρες, όπως γράφει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στον Κανόνα των Αρχαγγέλων. Αυτός με τον Γαβριήλ προείπε στους Μαθητές την έλευση του αναληφθέν­τος Χριστού (βλ. Πραξ. 1, 10-11). Αυτός, λένε, ότι ελευθέρωσε τον Απόστολο Πετρο από τη φυλακή (βλ. Πραξ. 12, 7), και ότι τιμώρησε τον Ηρώδη με ασθένεια, και γέμισε σκουλήκια και πέθανε ( βλ. Πραξ.12, 23). Με αυτά, που ανέφερα, σας απέδειξα ότι ο Μιχαήλ και ο Γαβρι­ήλ ήσαν οι δύο σπουδαίοι υπηρέτες των μεγάλων ενεργειών και έργων του Θεού.


Ο Μιχαήλ και ο Γαβριήλ λοιπόν, είναι οι δύο φωτεινότατοι οφθαλμοί του Θεού που όλα τα βλέπει, με τους οποίους βλέπει και φωτίζει όλον τον ορατό και αόρατο κόσμο. Μιχαήλ και Γαβριήλ, είναι τα δύο παντοδύναμα χέρια του Παντοκράτορα, με τα οποία διοικεί τα πάντα, ουράνια και επίγεια. Μιχαήλ και Γαβριήλ, είναι τα δύο ταχύτατα και με χιλιάδες φτερά πόδια του πανταχού παρόντος Κυρίου, με τα οποία γυρίζει και παρακολουθεί όχι μόνον όλη την οικουμένη, αλλά και αυτές ακόμη τις άυλες ψυχές των ανθρώπων, μέχρι και αυτά τα σκοτεινά βάθη του ωκεανού. Γι’ αυτό, τη μια στιγμή τους βλέπεις να βρίσκονται στο ένα άκρο του κόσμου, και την άλλη στιγμή στο άλλο. Τώρα να θαυματουργούν στην στεριά, και σε λίγο να αρπάζουν από τα βάθη του ωκεανού τους ναυαγούς.


Μιχαήλ, ο Άγγελος του θείου φόβου· Γαβριήλ, ο Άγγε­λος της θείας χαράς. Μιχαήλ, το παιδευτικό χέρι του Δικαίου. Γαβριήλ, το χέρι του ελέους του Φιλάνθρωπου. Μιχαήλ, ο επί των δυνάμεων· Γαβριήλ, ο εξ απορρήτων. Μιχαήλ, το αυστηρό μάτι του Κριτού· Γαβριήλ, το ήμερο βλέμμα του Προνοητή. Μιχαήλ, οι φοβερές φωνές, οι βροντές, οι αστραπές και οι σάλπιγγες της καθόδου του Θεού στο όρος Σινά· Γαβριήλ, η γαλήνια αύρα, οι ήμεροι χαιρετισμοί, τα ευχάριστα φώτα, και οι απαλές σταγόνες της καθόδου του Θεού Λόγου, στην κοιλία της Μαριάμ. Μιχαήλ, ο σπουδαίος διάκονος του Παλαιού Νόμου. Γαβριήλ, ο εκλεκτός υπηρέτης της νέας Χάριτος του Ευαγγελίου.


Ο Μιχαήλ είχε σκοπό την “εισαγωγική πράξη”, επειδή υπηρετεί στο Νόμο, ο οποίος σύμφωνα με τον Παύλο, «έγινε σε μας παιδαγωγός που μας οδηγούσε στον Χριστό»(βλ. Γαλ. 3,24). Ο Γαβριήλ είχε σκοπό την “τελειωτική θεωρία”, επειδή υπηρέτησε στο μυστήριο του Χριστού, ο οποίος ήταν ο σκοπός του Νόμου και το συμπέρασμα (βλ. Ρωμ. 10,4). Ο Μιχαήλ ήταν αρχή, και ο Γαβριήλ τέλος. Ο Μιχαήλ προπαιδευτής, και ο Γαβριήλ τελειωτής. Ο Μιχαήλ άλφα, και ο Γαβριήλ ωμέγα.


Αλλά δεν ήταν αντίθετοι ή ασύμφωνοι μεταξύ τους, μη γένοιτο· αλλά ούτε η πράξη είναι χωρίς την θεωρία, ούτε η θεωρία χωρίς την πράξη, κατά τους Πατέρες· έτσι ούτε ο Μιχαήλ είναι χωρίς τον Γαβριήλ, ούτε ο Γαβριήλ χωρίς τον Μιχαήλ. Καθώς ο Νόμος περιέχεται στο Ευαγγέλιο, και το Ευαγγέλιο στο Νόμο, έτσι, στον Μιχαήλ βρίσκεται ο Γαβριήλ, και στον Γαβριήλ βρί­σκεται ο Μιχαήλ και ο ένας με τον άλλον είναι ενωμένοι περισσότερο, από ότι είναι η ψυχή με το σώμα. Γι’ αυτό, όπου είναι ο Μιχαήλ, εκεί και ο Γαβριήλ και όπου είναι ο Γαβριήλ εκεί και ο Μιχαήλ.


Πάντοτε και παντού οι δύο είναι αχώριστοι· αχώριστοι στον Ουρανό, αχώριστοι στην Παλαιά Διαθήκη, αχώριστοι στη Νέα. Και στις θαυματουργίες αχώριστοι. Και αν ο Μιχαήλ τιμωρεί τους κακούς, τους τιμωρεί προς σωφρονισμό, για να φοβούνται τη δύναμη και μεγαλειότητα του Θεού, και να μην την περιφρονούν από την πολλή αγαθότητα. Και αν ο Γαβριήλ πάλιν τους ευσπλαγχνιζεται, το κάνει για να ελπίζουν, και να μη απελπίζονται από τον πολύ φόβο. Και οι δύο ένα σκοπό έχουν: τη σωτηρία των ανθρώπων και το να εκπληρώσουν το πανάγαθο θέλημα του Θεού, επειδή είναι οι αγαθοί του Άγγελοι.


Δεν είναι ανάμεσα στους δύο Αρχαγγέλους κανένας πρώτος· όχι! Επειδή η υπερβολική αγάπη που έχουν, τους αναγκάζει να υποχωρεί ο ένας μπροστά στον άλλο και να θεωρεί τον εαυτό του δεύτερο. Δεν υπάρχει όμως ανάμεσά τους δεύτερος, επειδή η ίση Αρχαγγελική αξία που έχουν, τους θέλει να είναι ο καθένας πρώτος. Ώστε και οι δύο είναι και οι πρώτοι, και οι δύο είναι και οι δεύτεροι. Και ποιοι άλλοι είναι οι δύο λαμπρότατοι ήλιοι, με τους οποίους στόλισε ο Θεός το λαμπερό ουρανό των Αγγέλων, ίσοι στο μέγεθος, ίσοι στην αξία, ίσοι στη λαμπρότητα, ίσοι στην ταχύτητα, παρά οι δύο Αρχάγγελοι;


Ποιοι άλλοι είναι οι δύο ουράνιοι πόλοι, ο αρκτικός, και ο ανταρκτικός, ο βόρειος και ο νότιος, πάνω στους οποίους περιστρέφει ο Θεός το νοητό της Εκκλησίας στερέωμα, παρά οι δύο Αρχάγγελοι; Ποιοι άλλοι είναι οι δύο εκείνοι σπουδαίοι στύλοι, τους οποίους τοποθέτησε ο Σολομών μπροστά στο ναό του Κυρίου, («καί Σολομών εποίησε δύο στύλους έμπροσ­θεν του οίκου»-πρβλ. Β΄Παραλ. 3,15), παρά οι δύο Αρχάγγελοι, τους οποίους τοποθέτησε ο ειρηνικός «Σολομών» Χριστός, μπροστά στον άνω και κάτω κόσμο, για να τους βλέπουν όλοι όσοι μπαίνουν και να θαυμάζουν την μεγαλειότητά τους, και να επικαλούνται τη βοήθειά τους; Επειδή την έχουμε πολλή ανάγκη, όρισε η Εκκλησία να τελείται η Σύναξη των Αρχαγγέλων κάθε Δευτέρα.


Αν κατά τους Θεολόγους, οι Θρόνοι κρίνουν, τα Σεραφείμ μας θερμαίνουν, τα Χερουβείμ μας σοφίζουν, οι Κυριότητες παρακαλούν, οι Δυνάμεις ενεργούν, οι Εξουσίες διατηρούν, οι Αρχές διοικούν τα έθνη, οι Αρχάγγελοι ρυθμίζουν τα της πίστε­ως, και οι Άγγελοι συμπαραστέκονται, όμως ο Μιχα­ήλ και ο Γαβριήλ, ως Ταξιάρχες όλων περισσότερο μας κρίνουν, μας θερμαίνουν, και μας σοφίζουν, περισσότερο μας παρακαλούν, μας βοηθούν, μας διατηρούν, περισσότερο διοικούν τα έθνη, ρυθμίζουν την πίστη, και μας συμπαραστέκονται. Και αν κατά τον Άγιο Νικήτα, οι ανώτερες τρεις τάξεις των Αγγέλων, δοξολογούν συνεχώς την Αγία Τριάδα, με τον ύμνο Γελ, Γελ, που σημαίνει «ανακυκλισμός», (και «ανακάλυψη» κατά τον Διονύσιο που γνωρίζει τα μυστήρια), και οι μεσαίες τρεις τάξεις, με το Άγιος, Άγιος, Άγιος, και οι τελευταίες τρεις τάξεις με το Αλλη­λούια, αλλά αυτής της ακατάπαυστης δοξολογίας, προ­εξάρχοντες και συμμελωδοί, και συνθεολογούντες είναι ο Μιχαήλ και ο Γαβριήλ.


Αληθινά απορώ, αδελφοί, και δεν ξέρω τι να πω για τους θαυμαστούς Αρχαγγέλους! Βλέπω στην εικόνα τον θειότατο Μιχαήλ, με μορφή που προκαλεί φόβο, με όψη αστραπόμορφη, στα χέρια του να κρατά σπαθί, και από το φόβο μου, καθηλώνεται, κατά τον Προφήτη, το σώμα μου (Ψαλμ. 118,120) αφήνω τον κόσμο, και σκέφτομαι την ώρα του θανάτου μου. Βλέπω και τον θείο Γαβριήλ, με ήρεμη μορφή, χαρούμενο στην όψη, γαλήνιο σ’ όλα τα μέλη, και αμέσως λησμονώ τον θάνατο, λησμονώ το φόβο, και γεμίζω χαρά και αγαλλίαση. Φέρνω στο νου μου από το ένα μέρος τα φοβερά και θαυμαστά έργα του Μιχαήλ, εδώ να θερίζει με το σπαθί του χιλιάδες ανθρώπους, εκεί να παίρνει χωρίς έλεος τις ψυχές των αμαρτωλών, και γεμίζω φόβο, και τρέμω τη δίκαιη κρίση του Θεού, και σχεδόν έρχομαι σε απόγνωση.


Από το άλλο μέρος σκέφτομαι και τα κοσμοχαρμόσυνα ευαγγέλια του ωραιότατου Γαβριήλ, γεμίζω από ελπίδα, και φέρνω στο νού μου τη φιλανθρωπία του Κριτού, και σχεδόν νομίζω ότι είμαι μέσα στη Βασιλεία των Ουρα­νών. Βλέπω και τους δύο Αρχαγγέλους μαζί, και μου φαίνεται ότι βλέπω τις δύο εκείνες στήλες που ξεκινούσαν από τον ουρανό, που οδηγούσαν τους Ισραηλίτες στην κάτω Ιερουσαλήμ· τον Μιχαήλ, σαν την πύρινη στήλη και τον Γαβριήλ, σαν τη στήλη της νεφέλης, οι οποίες οδηγούν τους Χριστιανούς στην άνω Ιερουσα­λήμ, την επουράνια Πόλη.


Γιατί όμως να πολυλογώ, αδελφοί; Θέλετε να σας πω για τους Αρχαγγέλους μια μεγάλη και σπουδαία σκέψη; Οι δύο Αρχάγγελοι συμβολίζουν τις δύο φύσεις του Χριστού, την Θεία και την ανθρώπινη. Ο Μιχαήλ συμβολίζει την Θεία φύση, επειδή την υπερα­σπίστηκε, και ο Γαβριήλ την ανθρώπινη, επειδή υπήρξε υπηρέτης και ευαγγελιστής της. Να πω ακόμη και κάτι μεγαλύτερο; Ο Μιχαήλ και ο Γαβριήλ έχουν ομοιότητα με τον ενυπόστατο Υιό και Λόγο του Πατρός, και με το Πανάγιο Πνεύμα Του.


Ο Μιχαήλ μοιάζει τρόπον τινά με τον ενυπόστατο Λόγο, επειδή όπως με Αυτόν ο Πα­τήρ διέκρινε και διαχώρισε όλα τα δημιουργήματα, και έδωσε στο καθένα το είδος και την εικόνα που του ταίριαζε, έτσι και με τον θείο Μιχαήλ, που είναι άγγελος της δικαι­οσύνης, ξεχώρισε τους καλούς από τους κακούς, τόσον αγ­γέλους, όσον και ανθρώπους, και απέδωσε στον καθένα το δίκαιο που του ταίριαζε, ο δε Γαβριήλ μοιάζει με το Άγιο Πνεύμα, γιατί όπως ο Πατέρας με Αυτό ολοκλήρωσε τη δημιουργία του κόσμου, έτσι με τις χαρμόσυνες ειδήσεις του Γαβριήλ, ολοκλήρωσε την ανάπλαση του κόσμου. Ω δόξες! ω λαμπρότητες, ω μεγαλεία των Αρχαγγέλων!


Δεν σε φοβόμαστε, λοιπόν, Διάβολε· όχι, δεν σε φοβόμαστε. Δεν δειλιάζουμε πλέον σε όσα κακά σκέφτεσαι εναντίον μας. Δεν αφήνουμε να μπουν στο νου μας οι προσβολές των λογισμών της λύπης. Περιφρονούμε σαν παιδικά βέλη τις σαΐτες και τα τόξα σου, γιατί έχουμε, έχουμε βοηθούς και άγρυπνους φύλακές μας τους δύο μέγιστους Αρχαγγέ­λους. Έχουμε τον ηλιόμορφο Μιχαήλ, ο οποίος σε γκρέμισε από τους ουρανούς στα καταχθόνια· έχουμε τον ιεροπρεπέστατο Γαβριήλ, ο οποίος με τις χαρμόσυνες ειδήσεις, διέλυσε ως αράχνη την πρώτη λύπη και κατάρα που προξένησες στο γένος μας.


Έμαθες, αφού δοκίμασες, αρχέκακε δράκοντα, πόσο πολύ αδύναμος είσαι μπροστά στον πολύ δυνατό Αρχιστράτηγό μας Μιχαήλ, όταν σαν ένα σκυλάκι ή ζωύφιο, σε απομάκρυνε από το νεκρό σώμα του Μωυσέως, λέγοντάς σου μόνον «ο Κύριος να σε κατακρίνει»(Ιουδ. 9). Αυτός και τώρα μαζί με το συναρχιστράτηγό του Γαβριήλ, θα σε κατακρίνει, και θα σε απομακρύνει από εμάς, οι οποίοι επικαλούμαστε πάντοτε το όνομά τους. Όπου δε αναφερθεί το όνομά τους, από εκεί διώχνεται και καταργείται η δύναμή σου, διότι έτσι αποφάσισε ο Θεός στον Ιώβ, να θεωρείσαι ως ένα μηδενικό από τους Αγγέλους Του, λέγοντας για σένα «δεν υπάρχει θηρίο πάνω στη γη όμοιο με αυτό ώστε μόνον από τους αγγέλους μου να εμπαίζεται»(Ιώβ 41,25).


Εάν όμως επιθυμούμε, πατέρες και αδελφοί, να παραμένουν αχώριστοι από εμάς οι Αρχάγγελοι, πρέπει όσο μπορούμε να απέχουμε από κάθε κακία, επειδή λέει ο Μέγας Βασίλειος, ότι, όπως ο καπνός διώχνει τις μέλισ­σες, έτσι και η πολλών δακρύων άξια αμαρτία, απομακρύνει από εμάς τους αγαθούς Αγγέλους. Μαζί με το όνομα του Μιχα­ήλ, ας θυμόμαστε την ώρα του θανάτου, τη φοβερή κρίση και την κόλαση και μαζί με το όνομα του Γαβριήλ, ας θυμόμαστε τη χαρά και απόλαυση της Βασιλείας των Ουρανών.


Αλλ’ ω υπερένδοξοι Μιχαήλ και Γαβριήλ, τα γλυκύτα­τα πράγματα και ονόματα σε όλους τους Αγγέλους και ανθρώπους· οι Άγγελοι της δικαιοσύνης και της αγαθότητας του Θεού· οι σπουδαίοι υπηρέτες των μεγάλων έργων του Θεού· οι δύο αργυροχρυσοπτέρυγοι αετοί· οι δύο μέγιστοι Αρχιστράτηγοι της ζωαρχικής Τριάδος· σεις που με βλέμμα σταθερό βλέπετε το άκτιστο φως της Τρισηλίου θεότητας· οι δύο άρχοντες και πρωτοσύμβουλοι του Βασιλέως των βασιλέων και Κυρίου των κυρίων· οι άμεσοι σωματοφύλακες του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού· ζεύγος Αρχαγγελικό και αγαπημένο, δυάδα κοσμοπόθητη και απ’ όλους επιθυμητή· όλων των Αγγέλων το στολίδι· των Χριστιανών τα καυχήματα· κατ’ εξοχήν δε και ιδιαίτερως, οδηγοί και υπερασπιστές του Μοναχικού τάγματος, αυτών που μιμούνται, όσο μπορούν, την Αγγελική σας ζωή!


Δεχθείτε αυτό το εγκώμιο, που σας προσφέρουμε όλοι εμείς που συναθροισθήκαμε σήμερα για να δοξολογήσουμε τον Παντοκράτορα και φιλάνθρωπο Θεό, και στην μνήμη της ιερής σας Συνάξεως. Δεχθείτε το ως δώρο και ελάχιστο δείγμα ευχαριστίας, γι’ αυτά που καθημερινά ευεργετείτε εμάς τους ευτελείς, που μας προστατεύετε, και διασώζετε από κάθε κακό με πολλούς τρόπους. Ταπεινά σας παρακαλούμε, να μη λείψει από εμάς η πατρική σας πρόνοια, αλλά ως συμπαθέστατοι και σπλαχνικότατοι, να μας πλησιάζετε πάντοτε και να μας περιφρουρείτε, για να μας γεμίζετε από άγιες θεωρίες και πνευματικές έννοιες ώστε να φεύγουν από εμάς, εξαιτίας της παρουσίας σας, όλοι οι πονηροί και αισχροί λογισμοί, και όλοι οι αόρατοι και ορατοί εχθροί που μας πειράζουν, επειδή τέτοιες ευεργεσίες προξενείτε, όπου και αν πλησιάσετε.


Διότι λέει ο Άγιος Μάρκος ο Ασκη­τής: «όταν οι Άγιοι Άγγελοι μας πλησιάσουν, μας γεμίζουν με θεωρία πνευματική». Το ίδιο λέει και ο Αββάς Ισαάκ· «όταν οι Άγιοι Άγγελοι σε πλησιάζουν και σε περιφρουρούν, φεύγουν μακρυά όλοι όσοι σας προξενούν πειρασμούς». Και επειδή οι θεολογούντες λένε, ότι έξι δωρεές χαρίζουν οι Άγγελοι στους ανθρώπους στην παρούσα ζωή, μη ξεχνάτε, θείοι Αρχάγγελοι, από του να μας τις χαρίζετε, οι οποίες είναι αυτές. Πρώτον το να απομακρύνετε από τα σώματα και τις ψυχές μας, όλες εκείνες τις εσωτερικές και εξωτερικές βλάβες που μπορούν να μας συμβούν.


Δεύτερον το να μας παρακινείτε πάντοτε στα καλά, φωτίζοντας μεν το νου μας με τις θείες ελλάμψεις, γλυκαίνοντας δε τη θέληση και την καρδιά μας με τις θείες ευλογίες. Τρίτον το να εμποδίζετε τις επιθέσεις και επιβουλές των δαιμόνων από εμάς. Τέταρτον το να προσφέρετε τις προσευχές μας στον Θεό, όπως ο Άγγε­λος Ραφαήλ πρόσφερε την προσευχή του Τωβίτ, και οι άγγελοι της Αποκαλύψεως τις προσευχές των Αγίων. Πέμπτον το να πρεσβεύετε πάντοτε για μας στον Θεό. Και έκτο να μας παιδεύετε πατρικά μερικές φορές, όταν ατακτούμε, όχι για εκδίκηση, όπως μας παιδεύουν οι πονηροί δαίμονες, αλλά για διόρθωση και σωφρονισμό και διότι αυτό θεωρείτε ευλογία σ’ εμάς.


Και πάλιν παρακαλούμε, ακούστε τη δέησή μας, φιλανθρωπότατοι του Θεού Αρχιστράτηγοι, και σταματείστε, με τις συνεχείς πρεσβείες σας την αγανάκτηση του Θεού εναντίον μας, πείθοντάς τον να παράβλεψει ως Πολυέλεος όλα τα πταίσματά μας, όσα με πράξεις, ή λόγια, ή με τη διάνοια καθημερινά Τον παραπικραίνουμε. Ναι, είμαστε αμαρτωλοί, -το ομολογούμε-, και παραβάτες των αγίων Του εντολών αλλά εκτός απ’ Αυτόν, άλλο Θεό δεν γνωρίζουμε. Αξιώστε μας, ω παρθένοι, και προστάτες των παρθένων Αρχάγγελοι, να ζούμε με σωφροσύνη και παρθενία, όπως υποσχεθήκαμε όταν φορέσαμε το Αγγελικό Σχήμα.


Να είστε προστάτες και άγρυπνοι φύλακες, και δικοί μας και όλων αυτών που εορτάζουν την παναγία σας Σύναξη. Και όσο ζούμε να απομακρύνετε από εμάς τα σκάνδαλα, όπως είπαμε, και τις πονηρίες και πειρασμούς όλων των ορατών και αοράτων εχθρών· κατά την ώρα δε του θανάτου, να βοηθήσετε εμάς τους αμαρτωλούς, ο ένας από τα δεξιά, και ο άλλος από τα αριστερά, σκεπάζοντάς μας με τα χρυσά φτερά σας, για να μη δει η ψυχή μας τη ζοφερή όψη των πονηρών δαιμόνων και έτσι αφού μας παραλάβετε, να μας οδηγήσετε στις αιώνιες και φωτεινές σκηνές της Βασιλείας των Ουρανών, για να δοξολογούμε μαζί σας την μία Τριαδική Θεότητα, στην οποία ανήκει δόξα, τιμή και προσκύνηση, στους αιώνες των αιώνων Αμήν.

Πηγή: Περιοδικό «ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», Ι. Μ. Ξηροποτάμου, τ. 8-9, σ. 139-149. (Μεταφορά κειμένου στη νεοελληνική από Α. Χριστοδούλου, Θεολόγο).





Σύναξις τῶν Ἀρχαγγέλων Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ καὶ τῶν λοιπῶν Ἀσωμάτων καὶ Οὐράνιων Ἀγγελικῶν Ταγμάτων (8 Νοεμβρίου)



Ἡ Ἁγία Γραφή, ἀναφέρει σὲ πολλὰ σημεῖα τὴν ἐπικοινωνία τῶν
ἀνθρώπων μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ ἰδιαίτερα μὲ τοὺς ἐπικεφαλεῖς τῶν
ἀγγελικῶν ταγμάτων Μιχαὴλ καὶ Γαβριήλ.

Συγκεκριμένα, ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ ἐμφανίσθηκε στὸν Ἀβραὰμ γιὰ νὰ σώσει
τὸν Ἰσαάκ, τὸν ὁποῖο ἦταν ἕτοιμος νὰ θυσιάσει κατ’ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ
θέλησε νὰ δοκιμάσει ἔτσι τὴν πίστη τοῦ δούλου του Ἀβραάμ, στὸν Λῶτ, γιὰ
νὰ τὸν σώσει ὅταν ὁ Θεὸς ἀποφάσισε νὰ καταστρέψει τὰ Γόμορα, στὸν
Πατριάρχη Ἰακώβ, στὸν μάντη Βαρλαάμ, στὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ.

Ἐπίσης ὁ
Μιχαήλ, ἦταν αὐτὸς ποὺ ὁδήγησε τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραὴλ στὴ φυγὴ ἀπὸ τὴν
Αἴγυπτο. Οἱ ἅγιες Γραφὲς ἀναφέρουν ἀκόμη πολλὰ θαύματα, τὰ ὁποία
ἐπιτέλεσε ὁ ἀρχιστράτηγος Μιχαήλ.
Ὁ δὲ Γαβριὴλ ἦταν αὐτὸς ποὺ ἀνήγγειλε στὴν Παρθένο Μαρία τὸ χαρμόσυνο
γεγονὸς τῆς γέννησης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Σωτήρα τοῦ κόσμου.
Καὶ σὲ
ἄλλα σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, συναντᾶμε τοὺς Ἀγγέλους νὰ μεταφέρουν
στοὺς εὐσεβεῖς ἀνθρώπους τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀποβλέπει πάντα στὴν
προστασία καὶ στὴν λύτρωσή μας.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τῶν οὐρανίων στρατιῶν Ἀρχιστράτηγοι, δυσωποῦμεν ὑμᾶς ἡμεῖς οἱ ἀνάξιοι,
ἵνα ταῖς ὑμῶν δεήσεσι τειχίσητε ἡμᾶς, σκέπῃ τῶν πτερύγων, τῆς ἀΰλου ὑμῶν
δόξης, φρουροῦντες ἡμᾶς προσπίπτοντας, ἐκτενῶς καὶ βοώντας· Ἐκ τῶν
κινδύνων λυτρώσασθε ἡμᾶς, ὡς Ταξιάρχαι, τῶν ἄνω Δυνάμεων.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον τῶν ἐννέα Ταγμάτων. 
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς ἀνάρχου Τριάδος λειτουργοὶ οἱ ἀσώματοι, τῶν ἀκαταλύπτων οἱ πρῶτοι,
μυστηρίων ἐκφάντορες, σὺν Θρόνοις Χερουβεὶμ καὶ Σεραφείμ, Δυνάμεις
Ἐξουσίαι καὶ Ἀρχαί, Κυριότητες Ἀρχάγγελοι οἱ λαμπροί, καὶ Ἄγγελοι
ὑμνείσθωσαν. Δόξα τῷ ὑποστήσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ καταλάμποντι, δόξα τῷ
ὑμνουμένῳ δι’ ὑμῶν, τρισαγίοις ᾄσμασι.

Κοντάκιον. Ἦχος β’.

Ἀρχιστράτηγοι Θεοῦ, Λειτουργοὶ θείας δόξης, τῶν ἀνθρώπων ὁδηγοί, καὶ
ἄρχηγοι Ἀσωμάτωv, τὸ συμφέροv ἡμῖv αἰτήσασθε, καὶ τὸ μέγα ἔλεος, ὡς τῶv
Ἀσωμάτων Ἀρχιστράτηγοι.

Μεγαλυνάριον.

Πρόκριτοι Δυνάμεων νοερῶν, Μιχαὴλ πρωτάρχα, καὶ λαμπρόμορφε Γαβριήλ, σὺν
ταῖς οὐρανίαις, αἰτεῖτε στρατηγίαις, ἠμῖν καταπεμφθῆναι, τὸ μέγα ἔλεος.


Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2021

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βατὰτζης ὁ ἐλεήμων βασιλιὰς (4 Νοεμβρίου)

 




        Ανάμεσα στους πολλούς ευσεβείς αυτοκράτορες του Βυζαντίου ξεχωρίζει οΙωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης, ο οποίος υπήρξε ένας από τους ενδοξότερους βασιλείς, και άγιος της Εκκλησίας μας και μάλιστα έχει την προσωνυμία του Ελεήμονος.

        Γεννήθηκε στο Διδυμότειχο το 1193 από γονείς επιφανείς και ευσεβείς. Ο πατέρας τουΒασίλειος και ήταν ο Δούκας του θέματος των Θρακησίων και δομέστικος της ανατολής. Η μητέρα του Αγγελίνα ήταν κόρη του Ισαακίου, γιού του Κωνσταντίνου Αγγέλου, και τηςΘεοδώρας Κομνηνής, κόρης του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού.
        Έζησε σε καιρούς τραγικούς για το θεόσωστο κράτος, αφού οι αιρετικοί δυτικοί, μη μπορώντας να υποτάξουν διαφορετικά την Εκκλησία στην εξουσία του αιρεσιάρχη πάπα, έκαναν τις φοβερές σταυροφορίες, με σκοπό δήθεν την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τους μουσουλμάνους Σαρακηνούς, αλλά στην ουσία να καθυποτάξουν την Ορθοδοξία στον παπισμό, δια της βίας.  

      Οι πραγματικοί σκοποί των σταυροφόρων αποκαλύφτηκαν κατά την Δ΄ σταυροφορία, το 1204. Οι ορδές των φραγκικών δυτικών στρατευμάτων αντί να οδεύσουν προς την Ιερουσαλήμ, στράφηκαν προς τη Βασιλεύουσα, την οποία εκπόρθησαν, κατάκτησαν και λεηλάτησαν, σε τέτοιο βαθμό, που ξεπέρασε και αυτή την άλωσή της από τους Οθωμανούς το 1453!
      Η πόλη παραδόθηκε στους δυτικούς  κατακτητές. Στον αυτοκρατορικό θρόνο ανέβηκε Λατίνος αυτοκράτορας, όπως και στον πατριαρχικό θρόνο. Η αυτοκρατορία διαμελίστηκε. Το μεγαλύτερο μέρος κατέλαβαν οι Φράγκοι, ενώ σχηματίστηκαν άλλα τρία αντίπαλα βασίλεια (Αυτοκρατορία της Νικαίας, το Δεσποτάτο της Ηπείρου, και το Βουλγαρικό βασίλειο του Ιωάννη 2ου του Ασάνη). Ο νόμιμος αυτοκράτορας και ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κατέφυγαν στηναυτοκρατορία της Νικαίας.
      Μετά το θάνατο των γονέων του ο Ιωάννης, αφού μοίρασε στους φτωχούς τη μεγάλη περιουσία του και μη αντέχοντας την λατινοκρατία, κατέφυγε στην ελεύθερη Νίκαια, με προορισμό την πόλη Νυμφαίο της Βιθυνίας. Ο αδελφός του πατέρα του και ιερέας στα ανάκτορα του βασιλέα Θεόδωρου Α΄ Λάσκαρη, τον κάλεσε και τον φιλοξένησε στο παλάτι και τον γνώρισε στον αυτοκράτορα. Εκείνος διείδε τον δυναμικό χαρακτήρα του, τις αρετές του και τις στρατιωτικές του ικανότητες και του απένειμε το αξίωμα του πρωτοβεστιάριου. Αργότερα, όταν διαπίστωσε την πιστότητά του σ’ αυτόν αποφάσισε να τον κάμει γαμπρό του, δίνοντάς του ως σύζυγο την μεγαλύτερη κόρη του, την πριγκίπισσα Ειρήνη, εξασφαλίζοντας έτσι διαδοχή για τον αυτοκρατορικό θρόνο.
       Το 1222 ο Θεόδωρος Λάσκαρης πέθανε ξαφνικά σε ηλικία 47 ετών. Την ίδια χρονιά ο στρατός και ο λαός ανακήρυξαν αυτοκράτορα τον Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη, τον οποίο έστεψε ο Πατριάρχης Μανουήλ Σαραντινός. Με την άνοδό του στο θρόνο έδειξε τις σπάνιες πολιτικές και στρατιωτικές ικανότητές του. Έδωσε μεγάλη σημασία στην αναδιοργάνωση του στρατού, στα πρότυπα των παλαιών μεγάλων αυτοκρατόρων. Παράλληλα άρχισε μια ριζική αναδιοργάνωση του Κράτους. Όλα αυτά, για την ανάκτηση των χαμένων εδαφών της από τους Φράγκους. Αναδείχτηκε έτσι ως ένας από τους μεγαλύτερους χριστιανούς ηγεμόνες της εποχής του.
       Πραγματοποίησε μια σειρά από νικηφόρες μάχες και με έξυπνους χειρισμούς, κατάλαβε, σε σύντομο χρονικό διάστημα, όλα σχεδόν τα εδάφη της Μ. Ασίας, τα οποία βρισκόταν στα χέρια των Λατίνων. Στη συνέχεια μετέφερε τον πόλεμο στο ευρωπαϊκό τομέα, καταλαμβάνοντας την Αδριανούπολη. Ως το 1254, έτος του θανάτου του, είχε καταλάβει όλα τα χαμένα εδάφη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, που είχε πριν την φραγκοκρατία και το μόνο που απόμεινε ήταν η κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως, την οποία ανακατάλαβε ο διάδοχός του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος το 1261. Την ανασύσταση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας την αποδίδουν οι ιστορικοί ουσιαστικά στον Ιωάννη Βατάτζη.
       Εκτός από ικανός στρατιωτικός αναδείχτηκε και ιδανικός πολιτικός. Εμφορούμενος από φλογερή πίστη στο Θεό, σεβασμό για την Εκκλησία και αγάπη για το λαό κυβέρνησε με δικαιοσύνη και σωφροσύνη. Πονούσε που έβλεπε την απόσχιση της δυτικής χριστιανοσύνης από την μία αδιαίρετη Εκκλησία και γι’ αυτό είχε κάνει πολλές απόπειρες για την ένωσή της με αυτή. Μάταια όμως, διότι ο πάπαςΓρηγόριος Θ΄ τον αγνοούσε!
      Ως χαρακτήρας ήταν απλός, καταδεκτικός και φιλήσυχος. Ο κάθε πολίτης μπορούσε να τον δει και να του εκθέσει τα προβλήματά του. Προστάτευε τους αδικημένους και τους αδύναμους. Περιόρισε τη δύναμη των γαιοκτημόνων προς χάριν των μικροϊδιοκτητών αγροτών. Αναδιοργάνωσε τη γεωργία και την κτηνοτροφία και αύξησε την επάρκεια τροφίμων. Υποστήριξε τα φιλανθρωπικά ιδρύματα, στα οποία έβρισκαν καταφύγιο χιλιάδες αναξιοπαθούντες, περιορίζοντας δραστικά τη φτώχια. Ο ίδιος ζούσε λιτά, σχεδόν ασκητικά και στηλίτευε την πολυτέλεια και τις σπατάλες. Τα δημόσια ταμεία γέμισαν από την χρηστή διαχείριση και μπορούσε έτσι να ασκεί το σπάνιο φιλανθρωπικό του έργο. Ο λαός τον υπεραγαπούσε.
      Στις 4 Νοεμβρίου του 1254 ο χρηστός και ευσεβής αυτοκράτορας της Νικαίας Ιωάννης αρρώστησε ξαφνικά και πέθανε. Η αγία του ψυχή πέταξε στα ουράνια και το ασκητικό του σώμα κηδεύτηκε με θλίψη αβάσταχτη από το λαό, ο οποίος θρηνούσε για μέρες τον αγαπημένο του ηγεμόνα. Ενταφιάστηκε στη Μονή του Σωτήρος Χριστού, που είχε ιδρύσει και χτίσει ο ίδιος στο Νυμφαίο της Βιθυνίας. Όμως μετά από επτά χρόνια, όταν έγινε εκταφή βρέθηκε άφθαρτο, να ευωδιάζει, έχοντας το χρώμα ζωντανού ανθρώπου και εύκαμπτο, δείγμα της αγιότητάς του. Ως και τα ενδύματά του ήταν απόλυτα άφθορα! Μεταφέρθηκε στη Μαγνησία της Μ. Ασίας, το οποίο έκανε άπειρα θαύματα. Η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο και η μνήμη του εορτάζεται στις 4 Νοεμβρίου.

        Αργότερα μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη και χάθηκε μυστηριωδώς κατά την άλωση. Γι’ αυτό αναπτύχθηκε γύρω από αυτόν ο θρύλος του «Μαρμαρωμένου Βασιλιά», ο οποίος θα φανεί για να ελευθερώσει ξανά την Βασιλεύουσα. Με αυτόν τον ελπιδοφόρο θρύλο πορεύτηκε το Γένος μας για αιώνες και καρποφόρησε το δένδρο της λευτεριάς, ο οποίος είναι συνδεδεμένος με τον άγιο Ιωάννη Βατάτζη!  

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ, Θεολόγου – Καθηγητού

Πηγή: aktines.blogspot.gr



 Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α' Τῆς ἐρήμου πολίτης

Τὸν λαμπρὸν Βασιλέα καὶ Nικαίας τὸ καύχημα Κωνσταντινουπόλεως ρύστην, Ἰωάννην τιμήσωμεν, πενείᾳ γὰρ ἐδείχθη βασιλεύς, ὡς βάσις ἀδιάσειστος λαοῦ. Διὰ τοῦτο δωρεῖται παντοδαπῶς τοῖς πόθῳ ἀνακράζουσι: Δόξα τῷ Σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ Σὲ ἀφθαρτίσαντι, δόξα τῷ ἐν ἐσχάτοις τοῖς καιροῖς μέλλοντι ἀναστῆσαι Σε. 


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τὸν λαμπρὸν βασιλέα καὶ πιστῶν μέγα καύχημα, καὶ τῆς Μαγνησίας τὸ κλέος, Ἰωάννην τιμήσωμεν, ἐν ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, τὴν μνήμην ἐκτελοῦντες τὴν αὐτοῦ, ἵνα λάβωμεν πλουσίως τὴν ἀμοιβήν, συμφώνως ἀνακράζοντες· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.


Περὶ Ταπεινώσεως καὶ Μετανοίας - Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+ 1985)

Περὶ Ταπεινώσεως καὶ Μετανοίας

Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+ 1985)

Εὕρεσις ἀφθάρτου ἱεροῦ Λειψάνου 28-10-1998 (π.ὀ.ἡ.)


 Ο ΑΓΙΟΣ Μητροπολίτης ἠδύνατο ἐκ τῆς πείρας του νὰ διδάσκη περὶ τῆς ἀληθινῆς ταπεινώσεως καὶ μετανοίας ζωήρρυτα λόγια, ἐκφράζων συνοπτικὰ τὸ Ὀρθόδοξο ἦθος, ὅπως τὰ ἑξῆς:

MetrPhilaret 2«Κάποτε, οἱ ἄνθρωποι λέγουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους: “Ὦ, εἶμαι πολὺ θρησκευόμενος, εἶμαι βαθιὰ πιστός”, καὶ τὸ λέγουν αὐτὸ μὲ εἰλικρίνεια, νομίζοντες ὅτι μποροῦν στὴν πραγματικότητα νὰ τὸ λέγουν αὐτὸ γιὰ τὸν ἑαυτό τους δικαιολογημένα...

πὸ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας βλέπουμε, ὅτι ὅσοι πραγματικὰ ἔχουν ἀληθινὴ πίστι, σκέπτονται πάντοτε γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους καὶ γιὰ τὴν πίστι τους μὲ πολὺ ταπεινὸ τρόπο, καὶ πάντοτε θεωροῦν καὶ ἔχουν συνείδησι γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους ὅτι ἔχουν ὀλίγη πίστι...

Αὐτὸς ποὺ πραγματικὰ πιστεύει, δὲν ἐμπιστεύεται τὴν πίστι του καὶ βλέπει τὸν ἑαυτό του νὰ ἔχη μικρὴ πίστι. Αὐτός, ὁ ὁποῖος οὐσιαστικὰ δὲν ἔχει ἀληθινὴ πίστι, νομίζει ὅτι πιστεύει βαθιά...

Βλέπουμε τὸ ἴδιο παράδοξο στὴν ἠθικὴ καὶ πνευματικὴ ἐκτίμησι ἑνὸς προσώπου... Οἱ δίκαιοι ἄνθρωποι βλέπουν τοὺς ἑαυτούς τους ὡς ἁμαρτωλούς, ἐνῶ οἱ ἁμαρτωλοὶ βλέπουν τοὺς ἑαυτούς τους ὡς δικαίους.

Στὴν ψυχὴ ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ ἀφώτιστου ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν σκέπτεται γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή, ὁ ὁποῖος δὲν σκέπτεται γιὰ τὴν διόρθωσί του, ὁ ὁποῖος δὲν σκέπτεται πῶς θὰ λογοδοτίση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅλα συγχωνεύονται καὶ ὁ ἴδιος δὲν δύναται νὰ κάνη κάτι ἐπ’ αὐτοῦ· μόνον ὁ Παντεπόπτης Θεὸς βλέπει τὴν οἰκτρὰ κατάστασι τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου τούτου. Ἐνῶ ὁ ἴδιος δὲν τὴν αἰσθάνεται καὶ δὲν τὴν παρατηρεῖ καὶ νομίζει ὅτι δὲν εἶναι καὶ τόσο ἄσχημα, καὶ ὅτι τὰ χωρία τοῦ Εὐαγγελίου, τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται σὲ μεγάλους ἁμαρτωλοὺς δὲν ἔχουν καμία σχέσι μὲ αὐτόν. Ἴσως βέβαια νὰ μὴ θεωρῆ τὸν ἑαυτό του ὡς Ἅγιο, ἀλλὰ πάντως ὑποθέτει ὅτι δὲν εἶναι καὶ τόσο χάλια...

σοι εἶναι εὐάρεστοι στὸν Θεό, σκέπτονται γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους μὲ ἐντελῶς διαφορετικὸ τρόπο καὶ βλέπουν αὐτοὺς καὶ τὴν πνευματική τους φύσι σὲ ἕνα ἐντελῶς διαφορετικὸ φῶς.

νας Ἀσκητὴς θρηνοῦσε συνεχῶς· ὁ Ὑποτακτικός του τὸν ἐρώτησε: “Πάτερ, γιὰ ποιὸ λόγο θρηνεῖς;”. “Γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου, τέκνον μου”, ἀπήντησε. “Ὅμως, τί ἁμαρτίες ἔχεις; Καὶ γιατί θρηνεῖς γι’ αὐτὲς τόσο πολύ;”. “Τέκνον μου”, ἀπήντησε ὁ Ἀσκητής, “ἄν ἔβλεπα τὶς ἁμαρτίες μου ὅπως εἶναι, σὲ ὅλη τους τὴν ἀσχήμια, θὰ σοῦ ζητοῦσα νὰ θρηνῆς καὶ σὺ γι’ αὐτὲς μαζί μου”! Ἔτσι ἀκριβῶς εἶναι ποὺ αὐτοὶ οἱ ἐξαιρετικοὶ ἄνθρωποι ὁμιλοῦσαν περὶ τοῦ ἑαυτοῦ τους.

μως ἐμεῖς, ποὺ εἴμαστε συνηθισμένοι ἄνθρωποι, δὲν βλέπουμε τὴν ἁμαρτωλότητά μας καὶ δὲν αἰσθανόμαστε τὸ βάρος της. Γι’ αὐτὸ καὶ συμβαίνει αὐτὸ ποὺ μόλις εἶπα: νὰ πηγαίνη κάποιος γιὰ Ἐξομολόγησι, καὶ νὰ μὴ γνωρίζη τί νὰ εἰπῆ! Μία γυναίκα ποὺ πῆγε γιὰ Ἐξομολόγησι, εἶπε στὸν Πνευματικό: “Παππούλη μου, ἔχω λησμονήσει τὰ πάντα!”...

μως, τὶ νομίζετε, ἄν κάποιος ἔχη ἕνα πονεμένο χέρι ἤ πόδι ἤ ἐσωτερικὸ ὄργανο καὶ πηγαίνει στὸν ἰατρό, θὰ λησμονήση ὅτι ἔχει πόνο; Ἔτσι εἶναι καὶ μὲ τὴν ψυχή· ἄν στὴν πραγματικότητα φλέγεται ἀπὸ τὴν αἴσθησι τῆς Μετανοίας, δὲν θὰ λησμονήση τὶς ἁμαρτίες της. Βέβαια, οὐδεὶς δύναται νὰ ἐνθυμηθῆ ὅλες τὶς ἁμαρτίες του -ὅλες μέχρι μιᾶς, χωρὶς ἐξαίρεσι. Ἀλλά, ἡ ἀληθινὴ Μετάνοια δὲν ἀποτυγχάνει νὰ διατηρήση τὸν ἄνθρωπο σὲ συνείδησι τῆς ἁμαρτωλότητός του καὶ νὰ αἰσθανθῆ εἰλικρινῆ ἔλεγχο γι’ αὐτήν.

Προσευχόμεθα στὸν Κύριο νὰ μᾶς δωρήση νὰ βλέπουμε τὰ πταίσματά μας –τὰ ἰδικά μας πταίσματα, καὶ ὄχι τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Ἀλλὰ εἶναι ἀναγκαῖο νὰ προσευχώμεθα γι’ αὐτὸ ὄχι μόνον κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας, ἀλλὰ πάντοτε –νὰ προσευχώμεθα ὁ Κύριος νὰ μᾶς διδάξη νὰ βλέπουμε τοὺς ἑαυτούς μας ὅπως θὰ ἔπρεπε καὶ ὄχι νὰ νομίζουμε γιὰ τὴν ὑποτιθέμενη “δικαιοσύνη” μας.

Ἐν τούτοις, πρέπει νὰ ἐνθυμούμεθα, ὅτι μόνον τὸ Ἔλεος τοῦ Θεοῦ δύναται νὰ ἀνοίξη τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ ἀνθρώπου σχετικὰ μὲ τὴν ἀληθινή του πνευματικὴ κατάστασι καὶ διὰ τοῦ τρόπου τούτου νὰ τοποθετηθῆ ὁ ἄνθρωπος στὴν ὁδὸ τῆς ἀληθινῆς Μετανοίας»!...


Ἀπὸ τὸ ἐξαντληθὲν βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου Γαρδικίου Κλήμεντος, Ὁ Ἅγιος Φιλάρετος τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς - Ἕνας Σύγχρονος Ἀσκητὴς καὶ Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης (1903-1985), Φυλὴ Ἀττικῆς 2015, σελ. 97-99.

Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΛΟΥΚΑ «Ἡ παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου»: Εὐαγγέλιο - Ὁμιλία διά τοῦς πλούσιους καί φτωχούς ἐνώπιον τῆς σωτηρίας (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ).



«Εἶπεν ὁ Κύριος· 19  ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ᾿ ἡμέραν λαμπρῶς. 20 πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος 21 καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. 22 ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον  Ἀβραάμ· ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη. 23 καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ τὸν  Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. 24 καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· πάτερ  Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. 25 εἶπε δὲ  Ἀβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι· 26 καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. 27 εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· 28 ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. 29 λέγει αὐτῷ  Ἀβραάμ· ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. 30 ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ  Ἀβραάμ, ἀλλ᾿ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν. 31 εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται»


Ἀπόδοση:

Είπε ο Κύριος, «Κάποιος άνθρωπος ήταν πλούσιος, φορούσε πολυτελή ρούχα και το τραπέζι του κάθε μέρα ήταν λαμπρό. Κάποιος φτωχός όμως, που τον έλεγαν Λάζαρο, ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές, και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Έρχονταν και τα σκυλιά και του έγλειφαν τις πληγές. Κάποτε πέθανε ο φτωχός, και οι άγγελοι τον πήγαν κοντά στον Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και τον έθαψαν. Στον άδη που ήταν και βασανιζόταν, σήκωσε τα μάτια του και είδε από μακριά τον Αβραάμ και κοντά του το Λάζαρο. Τότε φώναξε ο πλούσιος και είπε: ‘‘πατέρα μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με και στείλε το Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δάχτύλου του και να μου δροσίσει τη γλώσσα, γιατί υποφέρω μέσα σ’ αυτή τη φωτιά’’. Ο Αβραάμ όμως του απάντησε: ‘‘παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες την ευτυχία στη ζωή σου, όπως κι ο Λάζαρος τη δυστυχία. Τώρα λοιπόν αυτός χαίρεται εδώ, κι εσύ υποφέρεις. Κι εκτός απ’ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσά μας μεγάλο χάσμα, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από ’δω σ’ εσάς να μην μπορούν• ούτε οι από ’κει μπορούν να περάσουν σ’ εμάς’’. Είπε πάλι ο πλούσιος: ‘‘τότε σε παρακαλώ, πατέρα, στείλε τον στο σπίτι του πατέρα μου, να προειδοποιήσει τους πέντε αδερφούς μου, ώστε να μην έρθουν κι εκείνοι σ’ αυτόν εδώ τον τόπο των βασάνων’’. Ο Αβραάμ του λέει: ‘‘έχουν τα λόγια του Μωυσή και των προφητών• ας υπακούσουν σ’ αυτά’’. ‘‘Όχι, πατέρα μου Αβραάμ’’, του λέει εκείνος, ‘‘δεν αρκεί• αλλά αν κάποιος από τους νεκρούς πάει σ’ αυτούς, θα μετανοήσουν’’. Του λέει τότε ο Αβραάμ: ‘‘αν δεν υπακούνε στα λόγια του Μωυσή και των προφητών, ακόμη κι αν αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς, δεν πρόκειται να πεισθούν’’».


Ο ανώνυμος πλούσιος της παραβολής τού ευαγγελίου και κάθε πλούσιος απέτυχε της σωτηρίας όχι εξαιτίας τού πλούτου του, αλλ’ εξαιτίας τής φιληδονίας, της ασπλαγχνίας και της μισοξενίας. Υπάρχει όμως και ο σωζόμενος πλούσιος, τον οποίο ο Κύριος παρουσίασε στην ίδια αυτή παραβολή· είναι ο Αβραάμ, ο οποίος σώθηκε, και μάλιστα δέχεται στους κόλπους του αυτούς που σώζονται, λόγω της φιλοθεΐας, της ευσπλαχνίας και της φιλοξενίας, δηλαδή λόγω της αρετής του. 

ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ ΠΟΥ ΛΕΓΕΙ
«ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΦΟΡΟΥΣΕ ΠΟΡΦΥΡΑ»
Όπου γίνεται λόγος για πλούσιους και φτωχούς, και ποιός είναι ο σωζόμενος πλούσιος

Τα εφόδια για τις ανάγκες του σώματος άλλα βέβαια τα έχομε ο καθένας από τα επαγγέλματά μας, και άλλα τα παίρνομε ο ένας από τον άλλο, προσφέροντας ο ένας στον άλλο τα δικά του. Γιατί δεν είναι το ίδιο πράγμα ο γραμματικός και ο γεωργός, ο ράπτης και ο υφαντής, ο οικοδόμος και ο υποδηματοποιός, ο ιατρός και καθένας από τους άλλους επαγγελματίες. Επειδή λοιπόν ο καθένας δεν έχει όλα όσα του χρειάζονται, οπωσδήποτε όμως τα έχει ανάγκη όλα αυτά ο καθένας, βρέθηκε ως μέσο το νόμισμα, μέσω του οποίου με τρόπο κοινωφελή και τα αγαθά που περισσεύουν προσφέρονται σε άλλους, και αποκτώνται αυτά που λείπουν. Πράγματι ο γεωργός δίνει τα περισσεύματά του στους μη γεωργούς, και αφού λάβει το αντίτιμο γι’ αυτά, αγοράζει το σπίτι τυχόν ή το ύφασμα· και ο υποδηματοποιός, αφού πωλήσει τα υποδήματα και λάβει ικανοποιητικά χρήματα, ικανοποιεί την ανάγκη των ελλείψεων, και έτσι με την μεταξύ μας δοσοληψία συγκροτείται ο βίος όλων μας, και γι’ αυτό υπάρχουν οικισμοί και πόλεις, και γι’ αυτό ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ζώο.

Στις πνευματικές ασχολίες όμως και στα σχετικά με την αρετή δεν συμβαίνει το ίδιο· γιατί εκείνος που είναι σώφρων, αλλ’ όχι δίκαιος, δεν μπορεί να δώσει κάτι από τη σωφροσύνη του στον δίκαιο και να πάρει από εκείνον δικαιοσύνη ούτε αυτός που είναι αληθής στους λόγους, αλλά δεν είναι ανεξίκακος, θα μπορούσε ν’ αποκτήσει κάτι από άλλον με ανταλλαγή ή να μεταδώσει από την αλήθεια σε όποιον δεν έχει, εννοώ από την αλήθεια που αυτός είπε· ούτε υπάρχει σ’ αυτά μέσο, σαν κάποιο νόμισμα, που να ρυθ­μίζει τις μεταξύ τους ανταλλαγές και να τις καθιστά ισότιμες. Γι’ αυτό πρέπει και είναι αναγκαίο, αδελφοί, ο καθένας μας να ασκεί κάθε αρετή. Γιατί δεν είναι δυνατό αυτός που δεν κατόρθωσε κάποιαν από αυτές να την πάρει από άλλον, ούτε να διαφύγει την καταδίκη και τιμωρία για τη στέρηση αυτής. Γι’ αυτό λέγει ο Δαβίδ, «αδελφός δεν τον σώζει, θα τον σώσει ξένος άνθρωπος;». Δηλαδή κανένας.

Αλλά, πόση, αλήθεια, είναι η αφάνταστη φιλανθρωπία τού Δεσπότη Χριστού! Γιατί αυτό που δεν είναι δυνατό να λάβει κα­νείς ούτε από τις ισότιμες και αληθινά πολύτιμες αρετές της ψυχής με ανταλλαγή, το κατέστησε με άλλον τρόπο πάμφθηνο. Γιατί μπορεί κανείς με αυτές τις γήινες και χαμηλές ανάγκες τού σώμα­τος, εννοώ με τα φαγητά και τα ποτά, με τα ενδύματα, με το χρυ­σάφι και το ασήμι που καθένας έχει (γιατί όλα αυτά είναι γη και χώμα και τίποτε δεν υπάρχει ατιμότερο από αυτά), μπορεί λοιπόν κανείς σύμφωνα με τη δεσποτική υπόσχεση και παραίνεση με αυτά τα ασήμαντα, αν προσφέρει τα περισσεύματα σ' αυτούς που έχουν τις αρετές (γιατί αυτοί είναι τελείως φτωχοί ως προς τα αναγκαία για το σώμα), με αυτή τη μετάδοση ν’ αναπληρώσει την έλλειψη των αρετών και να διαφύγει την ευθύνη για την στέρησή τους. Και αυτό δηλώνοντας ο μέγας Παύλος γράφοντας προς τους Κορινθίους, ονομάζει αυτή τη μετάδοση κοινωνία προς τους αγίους, και προχωρώντας προσθέτει, «το περίσσευμά σας πρέπει να αναπληρώνει το υστέρημα εκείνων, ώστε και το περίσσευμα εκείνων να αναπληρώσει το δικό σας υστέρημα». Ο Κύριος πάλι λέγει· «κάνετε φίλους από τον μαμωνά τής αδικίας, ώστε, όταν αποδημήσετε, να σας δεχθούν στις αιώνιες σκηνές», μαμωνά αδι­κίαςονομάζοντας το περίσσευμα των αναγκαίων, που δεν δίνεται σε εκείνους που έχουν ανάγκη.

Πρέπει λοιπόν, όπως είπα, ο καθένας σας, αδελφοί, να ασκεί ορθά κάθε αρετή, και αν μας λείπει κάποια από αυτές, ν’ αναπληρώνομε την έλλειψη με τη μετάδοση από αυτά που έχομε. Αυτός είναι ο δεύτερος πλους τού λόγου, και μάλιστα προς εσάς που ζείτε μέσα στον κόσμο, με τον οποίο θα εξασφαλίσομε τη σωτηρία των ψυχών σας. Αν όμως παραμελήσομε και αυτόν, υπάρχει πολύς φόβος μήπως μας δεχθεί εκείνη η άσβεστη φωτιά και η αιώνια στέρηση. Αυτό θέλοντας να δείξει ο Κύριος, πρόβαλε την παραβολή που διαβάζεται σήμερα στην εκκλησία· «κάποιος άν­θρωπος ήταν πλούσιος, και φορούσε πορφύρα και μεταξωτά ενδύματα, ζώντας καθημερινά μέσα σε λαμπρή πολυτέλεια». Όλη η φροντίδα τού πλουσίου ήταν για τον ιματισμό και τον καλλωπισμό και την πολυτέλεια των ενδυμάτων, και για τα τραπεζώματα και τα φαγοπότια και τις απολαύσεις. Υπήρχε όμως και ένας φτωχός, ονομαζόμενος Λάζαρος, ο οποίος ήταν ξαπλω­μένος κοντά στην πύλη τού πλουσίου γεμάτος πληγές και επιθυμούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέ­ζι τού πλουσίου, αλλά και τα σκυλιά έρχονταν και έγλειφαν τις πληγές του».

Βλέπετε την πλήρη έλλειψη κοινωνίας του πλουσίου προς τον φτωχό Λάζαρο; Ο πρώτος παραχόρταινε καθημερινά από την τράπεζά του που ήταν γεμάτη από παντός είδους φαγητά και πολυτελή καρυκεύματα, ενώ ο Λάζαρος επιθυμούσε να χορτάσει και από τα ευτελέστατα πράγματα, γιατί ποτέ δεν είχε χορτάσει. Εκείνος έλαμπε από την πορφύρα και τα μεταξωτά που φο­ρούσε και από τον υπερβολικό εξωραϊσμό τού εύρωστου σώμα­τος, ενώ ο Λάζαρος είχε και τα ξεσχισμένα ράκη του γεμάτα από βρωμιά και δυσωδία, γεμάτος πληγές και περιρρεόμενος από πύο. Εκείνος καθόταν σε ψηλό θρόνο περικυκλωμένος από το πλήθος των υπηρετών, ενώ ο Λάζαρος ήταν ξαπλωμένος κάτω στο έδαφος κοντά στην πύλη μη έχοντας κάποιον ούτε για να απομακρύνει τα σκυλιά.

Αλλά για ποιό λόγο τον φτωχό αποκαλεί με το όνομά του, ενώ τον πλούσιο τον ανέφερε χωρίς το όνομά του; Μπορούμε βέβαια να πούμε, ότι το όνομα αυτού του φτωχού σύμφωνα με τον ευαγγελικό λόγο είναι γραμμένο στους ουρανούς, ενώ του πλουσίου εξαλείφθηκε και χάθηκε από εκεί και η μνήμη μαζί με το όνομα. Γιατί και ο Ψαλμωδός λέγει για τους ανθρώπους αυτού του εί­δους· «δεν θα αναφέρω τα ονόματά τους με τα χείλη μου». Επει­δή όμως και κάθε πλούσιος μπορεί ν’ αποδώσει στον εαυτό του την παραβολή και θεωρώντας εκείνον ως τον εαυτό του, να λάβει από αυτό αφορμή μετάνοιας, ο πλούσιος αναφέρθηκε χωρίς το όνομά του, ώστε έτσι ο λόγος ν’ αφορά προς κάθε πλούσιο, ο κάθε φτωχός όμως δεν μπορεί να θεωρήσει τον εαυτό του Λάζαρο, ακόμη και αν βρίσκεται σε κατάσταση σαν εκείνου· γιατί πρέπει να περιμένει με ταπείνωση τη δεσποτική απόφαση. Γι’ αυτό λοι­πόν ο φτωχός αναφέρθηκε με το όνομά του.

«Συνέβηκε όμως», λέγει, «να πεθάνει ο φτωχός και να μετα­φερθεί από τους αγγέλους στον κόλπο του Αβραάμ». Ο φτωχός οδηγείται με υπερκόσμια τιμή ως αθλητής προς τα στεφάνια. Αφού όμως ο Κύριος έδειξε τον μη σωζόμενο πλούσιο, μας δεί­χνει ευθύς αμέσως και τον σωζόμενο πλούσιο· τέτοιος βέβαια είναι ο Αβραάμ. Δεν τον ονομάζει όμως αυτόν πλούσιο, επειδή θεω­ρούσε ανώτερη από τον πλούτο την αρετή. Γιατί έδειχνε προς όλους αγάπη και διάθεση πατέρα· γι’ αυτό και ονομάζεται με το ανώτερο από εκείνα που είχε, δηλαδή την αρετή· γιατί το όνομα Αβραάμ ερμηνευόμενο σημαίνει «πατέρας πολλών». Ο πλούσιος όμως εκείνος δεν είχε τίποτε ανώτερο από τον γήινο και παρερχόμενο πλούτο· γι’ αυτό και έφερε το όνομα από εκείνον. Δεν έχασε όμως τη σωτηρία εξ αιτίας τού πλούτου, αλλ’ εξ αιτίας της φιληδονίας και της ασπλαγχνίας και της μισοξενίας. Και ο Αβραάμ ασφαλώς ήταν πλούσιος, αλλ’ εξ αιτίας της φιλοθεΐας και της ευσπλαγχνίας και της φιλοξενίας όχι μόνο σώθηκε, αλλά και έγινε τόπος των σωζομένων. Γι’ αυτό και ο Λάζαρος, όταν πέθανε, μετα­φέρθηκε από τους αγγέλους (γιατί αυτοί είναι, σύμφωνα με τον Παύλο, διάκονοι «για εκείνους που πρόκειται να κληρονομήσουν τη σωτηρία»· μεταφέρθηκε λοιπόν από αυτούς στον κόλπο τού Αβραάμ· κόλπος ασφαλώς του Αβραάμ είναι η χώρα των ζώντων, η κατοικία τών αιώνια ευφραινομένων, η περιοχή τών αιώ­νιων αγαθών.


«Πέθανε όμως», λέγει, «και ο πλούσιος και τάφηκε». Ίσως ο Λάζαρος δεν αξιώθηκε ούτε ταφής όταν πέθανε, αφού δεν είχε κάποιον να τον κηδεύσει· γι’ αυτό στην περίπτωση εκείνου δεν ανέφερε καθόλου ταφή, εδώ όμως αναφέρεται ότι, uiuv JlfcVJULVC U πλούσιος, «και τάφηκε». Αναφέρεται επίσης και για τον λόγο ότι η φαντασία και πολυτέλεια των πλουσίων φθάνει μέχρι τον τάφο. Αλλά ο τέτοιου είδους τάφος των τέτοιου είδους πλουσίων γίνε­ται γι’ αυτούς θύρα, αλλοίμονο!, του άδη και των βασάνων στα καταχθόνια. Γιατί λέγει, τάφηκε ο πλούσιος «και βρισκόμενος στον άδη, σηκώνοντας τα μάτια του, ενώ βασανιζόταν, βλέπει τον Αβραάμ από μακριά και τον Λάζαρο στους κόλπους του». Κάποτε ο πλούσιος έβλεπε τον Λάζαρο πεσμένο μπροστά στον πυλώνα του, πληγωμένον από την πείνα και κυλιόμενον στη σκόνη τού εδάφους και μη έχοντας τη δύναμη ούτε να κινείται, και τον περιφρονούσε, τώρα βρισκόμενος κάτω αυτός ο ίδιος και βασανιζόμενος και μη μπορώντας ν’ αποφύγει τους βασανισμούς, σηκώνοντας τα μάτια του βλέπει τον Λάζαρο πάνω σε σκηνές αναψυχής να διαμένει με πολλή άνεση και να ζει στους κόλπους τού Αβραάμ, και δεν προσπαθεί να τον παραβλέπει, αλλά μάλλον ζητεί να μη παραβλεφθεί από εκείνον που προηγουμένως παραβλέφθηκε από αυτόν. Εκεί βέβαια που ήταν τόπος ελέους, δη­λαδή στη γη, δεν τον ζήτησε ούτε τον επεδίωξε, εκεί όμως που η δικαιοσύνη είναι ανελέητη, ζητεί μάταια το έλεος· γιατί λέγει, «φώναξε και είπε· πατέρα Αβραάμ, ελέησέ με και στείλε τον Λά­ζαρο, για να βυθίσει το άκρο τού δακτύλου του στο νερό και να δροσίσει τη γλώσσα μου· γιατί υποφέρω μέσα σ’ αύτή τη φλό­γα». Περιόρισε την παράκληση στο πολύ ελάχιστο, γιατί δεν είχε το θάρρος να ζητήσει τίποτε παραπάνω, έχοντας αυτοκατάκριτη τη συνείδηση.

Φώναξε βέβαια, επειδή το μεταξύ τους διάστημα ήταν μεγάλο. Παρουσιάσθηκε επίσης να λέγει πατέρα τον Αβραάμ, για να διδαχθούμε ότι ανήκε στο γένος των θεοσεβών εκείνος ο πλούσιος, και να μη νομίζομε ότι τηγανίζεται ως δυσσεβής. Γιατί περιζώσθηκε από την άσβεστη φλόγα τού πυρός ως άσπλαχνος και φιλήδονος, αν και κατά την καταγωγή ήταν συγγενής τού Αβραάμ. Λέγει όμως, «ελέησέ με, γιατί υποφέρω, και στείλε τον Λάζαρο», τον οποίο αυτός δεν ελέησε όταν υπέφερε μπροστά στον πυλώνα· γι’ αυτό και δεν απηύθυνε προς αυτόν την παράκληση. Παρακαλεί για μια σταλαγματιά και μια μικρή ρανίδα που δροσίζει τη γλώσσα, και δεν το πετυχαίνει. Βλέπετε την ανταπόδοση της τιμω­ρίας με το παραπάνω; Γιατί ο κάποτε φτωχός Λάζαρος δεν μπο­ρούσε να χορτάσει με τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του, τώρα όμως αυτός όχι μόνο το χόρτασμα και των πλέον ακόμη ευτελών πραγμάτων έχει στερηθεί, αλλά δεν αξιώνεται ούτε μιας μικρής στάλας νερού. Γιατί λέγει, «είπε προς αυτόν ο Αβραάμ, τέκνο, θυμήσου ότι συ απολάμβανες τα αγαθά σου στη ζωή, και ο Λάζαρος ομοίως τα κακά· τώρα όμως αυτός απολαμβάνει την αναψυχή και συ υποφέρεις».

Λυπάται βέβαια ο Αβραάμ τον πλούσιο που βρισκόταν στη φλόγα· γι’ αυτό και τον αποκαλεί με συμπάθεια, «τέκνο». Τον λυ­πάται όμως, νομίζω, όχι μάλλον για την τιμωρία του, αλλά για την ακόμη ενεργούμενη σ’ αυτόν κακία. Γιατί δεν είχε έρθει ακόμη σε συναίσθηση των αμαρτημάτων δεν είχε αντιληφθεί ότι δίκαια τηγανιζόταν. Δεν λέγει, ελέησέ με, γιατί εγώ άναψα αυτή τη φω­τιά για τον εαυτό μου, εγώ θησαύρισα αυτές τις οδύνες για τον εαυτό μου· αντί για τους αυλούς και τους θορύβους και τα σιχα­μερά άσματα έχω τις κραυγές και τους θρήνους και τους φρικωδέστατους ήχους τού πυρός που παφλάζει επάνω μου, αντί για τις ευχάριστες οσμές τον ατμό τού πυρός, αντί για τα περιττά φαγητά και τα ποτά και την απόλαυση από αυτά έχω τη γλώσσα που ξηραίνεται τελείως από αυτή τη φλόγα και την μέχρι σταγόνας έλλειψη, αντί για τις πορνικές πυρώσεις όλο το σώμα μου το καταφλέγει η φωτιά. Δεν είπε αυτά, αλλά παραπονείται κλαίοντας για τις οδύνες μόνο. Τί απαντά λοιπόν προς αυτόν ο Αβρα­άμ; Έλα κάποτε στον εαυτό σου· ομολόγησε ότι δίκαια παραδό­θηκες στη φλόγα, ενθυμούμενος ότι απόλαυσες στη ζωή σου τα αγαθά σου, αυτά που νόμισες ότι είναι αγαθά σου, που προτίμη­σες ν’ αποκτήσεις από εκείνα που προσφέρθηκαν στη διάθεσή σου, τα οποία επεδίωξες και έλαβες, δηλαδή τα πρόσκαιρα. Γιατί αυτά προτίμησες από τα αιώνια. Ο Λάζαρος όμως, λέγει, δοκίμα­σε τα αντίθετα κακά, δηλαδή τις κακώσεις τού σώματος· γι’ αυτό τώρααυτός απολαμβάνει αιώνια αναψυχή, αφού τότε έπασχε πρόσκαιρα από τα κακά, και συ υποφέρεις ακατάπαυστα, αφού τότε καλοπερνούσες και απολάμβανες πρόσκαιρα τις ηδονές.

Πώς όμως δεν είπε «έλαβες», αλλ’ «απέλαβες»; Για να δείξει ότι αυτός που στη ζωή αυτή είναι προσκολλημένος στις ηδονές και τις απολαύσεις κι έχει με υπεραφθονία τα χρήματα και τον πλούτο και κάνει κατάχρηση της ευπορίας, κι αν ακόμη κατορθώσει κάτι από τα άλλα, δεν θα λάβει μισθό· γιατί αντί για μισθό έχει την τωρινή ευπορία και καλοπέραση, όπως εκείνος που κατατρύχεται από τη φτώχεια και την ασθένεια και τα υπομένει γενναία έχει ως ανταπό­δοση των πλημμελημάτων την εδώ κακοπάθεια της σάρκας.

Αλλ’ «εκτός απ’ όλα αυτά», λέγει, «ανάμεσα σ’ εμάς και σε σας υπάρχει μεγάλο χάσμα, για να μη μπορούν να περάσουν αυτοί που θέλουν από εδώ προς εσάς, ούτε να περνούν από εκεί προς εμάς». Βλέπετε ότι και ο ίδιος ο Αβραάμ δεν μπορεί, και αν ακόμη θέλει, να βοηθήσει τους εκεί καταδικασμένους; Γιατί το αναμεταξύ χάσμα είναι αδιάβατο για όλους, ώστε και όσοι θέλουν να περά­σουν να μη μπορούν· «ούτε οι από εκεί», λέγει, «μπορούν να περ­νούν προς εμάς». Φαίνεται να βρίσκονται πιο μέσα από τη φλόγα οι άλλοι τιμωρούμενοι, τους οποίους ο Αβραάμ λέγει «από εκεί», αλλά και δοκιμάζουν σφοδρότερα τη φωτιά, ώστε να μη μπορούν να μιλούν καθόλου. Αυτοί ενδεχομένως να είναι εκείνοι που στον παρόντα κόσμο εκτός από το ότι δεν δίνουν από τα αγαθά τους πλουτούν και με αρπαγή, πράγμα για το οποίο δεν κατηγορήθηκε ο πλούσιος αυτός· γιατί δεν κατακρίνεται ως άρπαγας και άδικος, αλλά μόνο ως άσπλαχνος και φιλήδονος. Προς αυτόν λέγει ο Αβραάμ ότι, επειδή προτίμησες τον απολαυστικό και άνετο και πρόσκαιρο βίο αντί για τον εγκρατή, τώρα δίκαια σε κυρίευσε οδύνη και θλίψη και στενοχώρια. Επειδή όμως και προς τους φτω­χούς δεν είχες καμμιά κοινωνία με την ελεημοσύνη, ούτε απέκτησες φίλους από τον μαμωνά της αδικίας, ούτε έδωσες το περίσσευμά σου προς αναπλήρωση του υστερήματος εκείνων, αλλ’ έμεινες εντελώς ακοινώνητος προς τους αγίους, απομακρυσμένος από αυ­τούς όπως είναι απομακρυσμένη από την αρετή η κακία, γι’ αυτό τώρα ανάμεσα σ’ εμάς που έχομε ζήσει με αρετή και σ’ εσάς που έχετε ζήσει με κακία υπάρχει μεγάλο και αδιάβατο χάσμα, ώστε να μη μπορούμε ποτέ να μεταβούμε ο ένας προς τον άλλο. Παριστάνει βέβαια με αυτά το ατελείωτο και αμετάθετο τόσο της κόλασης των αμαρτωλών, όσο και της άνεσης των δικαίων.

Αλλ’ ο πλούσιος, όντας ανόητος, ούτε έτσι σωφρονίσθηκε, ούτε σταμάτησε την κακία, ούτε κατέκρινε τον εαυτό του, αλλ’ επιχειρεί ακόμη να δικαιώνει τον εαυτό του και, σαν να μη τον είχε κανείς βεβαιώσει προηγουμένως για τον τόπο αυτόν των βασάνων, λέγει, «σε παρακαλώ λοιπόν, στείλε τον Λάζαρο στον πατρικό μου οίκο (γιατί έχω πέντε αδελφούς), για να τους διαβεβαιώσει, ώστε να μη έρθουν και αυτοί στον τόπο αυτόν των βασάνων». Δείχνει δη­λαδή ότι, αν είχε και αυτός ένα μάρτυρα προηγουμένως, δεν θα έκαμνε εκείνα, για τα οποία καταδικάσθηκε στη γέεννα. Όταν όμως ο Αβραάμ είπε, «έχουν τον Μωϋσή και τους προφήτες, ας ακούσουν αυτούς» (γιατί ο Μωϋσής σαν εκπρόσωπος του Θεού λέγει στην ωδή, «έχει ανάψει φωτιά από τον θυμό μου, θα φθάσει η φλόγα μέχρι τα βάθη του άδη», ενώ ο Ησαΐας, συμφωνώντας με τους άλλους προφήτες, λέγει· «θα κατακαούν οι άνομοι και οι αμαρτωλοί συγχρόνως και δεν θα υπάρχει κανείς να σταματήσει τη φωτιά»)· λέγοντας αυτά ο Αβραάμ, εκείνος πάλι αντιλέγοντας λέγει· «όχι, πάτερ Αβραάμ, αλλ’ αν κάποιος από τους νεκρούς πάει προς αυτούς, θα μετανοήσουν». Τί απαντά λοιπόν πάλι σ' αυτό ο Αβραάμ; «Αν δεν ακούνε τον Μωϋσή και τους προφήτες, ούτε, αν αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς, θα πιστέψουν», σαν να του έλεγε ακριβώς αυτό, ότι, επειδή πριν πεθάνεις δεν ενδιαφερόσουν καθόλου για τους μωσαϊκούς και προφητικούς λόγους, κι αν ακόμη έβλεπες νεκρό αναστημένο, δεν επρόκειτο να απομακρυνθείς από τη σπατάλη και την ασπλαγχνία πιστεύοντας σ’ εκείνον. Γι’ αυτό τώρα, που έχεις περικυκλωθεί δίκαια από το πυρ τής γέεννας αντιμετωπίζεις ανελέητους και ακατάπαυστους τους φρικτούς πόνους.

Ο πλούσιος λοιπόν εκείνος, αδελφοί, έχοντας τον Μωϋσή και τους προφήτες, από τους οποίους κανένας δεν αναστήθηκε από τους νεκρούς, φαινόταν να έχει κάποια πρόφαση, εμείς όμως μαζί μ’ εκείνους ακούμε και εκείνον που αναστήθηκε από τους νεκρούς για χάρη μας να λέγει· «μη θησαυρίζετε για τους εαυτούς σας θησαυρούς πάνω στη γη, αλλά θησαυρίζετε θησαυρούς για τον ουρανό»· επίσης «σ’ όποιον σου ζητεί δίνε, και αυτόν που θέλει να δανεισθεί από σένα μη τον διώξεις»· και «δώστε από αυτά που έχετε ελεημοσύνη, και να όλα θα είναι καθαρά για σας». Εάν όμως κάποιος τρώγει και πίνει μαζί με μέθυσους, και προς τους φτωχούς είναι σκληρός και άσπλαχνος, «θα έρθει», λέγει, «ο Κύριος σε ημέρα που δεν την περιμένει και σε ώρα που δεν τη γνωρίζει, και θα τον ξεχωρίσει και θα τον τοποθετήσει στη μερίδα των απίστων».

Αφού λοιπόν δεν σας μένει καμμιά πρόφαση, επειδή «κανενός η ζωή δεν εξαρτάται από τα περισσεύματα των υπαρχόντων του», όποιος έχει κάτι που του περισσεύει ας το δίνει σε εκείνους που δεν έχουν, εισαγόμενος με αυτόν τον τρόπο στον κλήρο τού πατέρα τών σωζομένων Αβραάμ, ενώ οι φτωχοί να μιμούνται την καρτερία τού Λαζάρου, κερδίζοντας με την υπομονή τους τις ψυχές τους και με την ταπείνωσή τους αποκτώντας μόνοι τους τους κόλπους εκείνους του Αβραάμ, από τους οποίους «έχει αποδράσει κάθε οδύνη και λύπη και στεναγμός», και επικρατεί χαρά και απόλαυση και θυμηδία ένθεη και ατελείωτη. Γι’ αυτό μάλιστα ο Χριστός μάς φανέρωσε τα εκεί μ’ αύτή την παραβολή, ώστε, αφού βελτιωθούμε με τη μετάνοια, να μας καταστήσει άξιους εκείνων των αιώνιων απολαύσεων, απαλλάσσοντάς μας από τα βάσα­να που επιφυλάσσονται εκεί· γιατί λέγει, «αυτός που γνώρισε το θέλημα του Κυρίου του και δεν το έπραξε, θα δεχθεί μεγάλη τιμωρία».

Αφού μας είπε αυτά και τα παρόμοια και μας διεβεβαίωσε αυτός που έπαθε και τάφηκε και αναστήθηκε από τους νεκρούς, ανέβηκε στους ουρανούς. Ανέδειξε όμως πολυάριθμο πλήθος μαρτύρων της παρουσίας του και της αληθείας τών όσων κηρύχθηκαν από αυτόν,...

...ας δείχνομε υπακοή στην αυτοαλήθεια ζώντας με τρόπο θεάρεστο,... να ποθήσομε, και με έργα μέχρι τέλους να επιζητήσομε την μακαριότητα που επιφυλάσσεται στους ουρανούς για εκείνους που έζησαν εδώ με τρόπο θεοφιλή.

Αυτή τη μακαριότητα είθε να επιτύχομε όλοι εμείς με τη χάρη και φιλανθρωπία τού Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, στον οποίο πρέπει δόξα, δύναμη, τιμή και προσκύνηση μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

(Πηγή: Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)

www.alopsis.gr