† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ. Ποια είναι τα κυριότερα στοιχεία του; Γιατί ψάλλεται μέσα στην Μ. Τεσσαρακοστή;

 


Με την Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου εκδηλώνονται ευχαριστίες και εγκώμια στο πρόσωπο της Παναγίας. Αποτελείται, κατά βάση, από τον Ακάθιστο Ύμνο και τον Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου, πλαισιωμένα με ψαλμούς, απολυτίκια και ευχές. Και τα δύο χαρακτηρίζονται ως αριστουργήματα της Βυζαντινής υμνολογίας , που εξαίρουν το έργο και το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου , με θεολογικό βάθος, κομψότητα λόγου, μουσικό κάλλος, αγιοπνευματική έμπνευση.

Δημιουργοί

Ο Κανόνας του Ακάθιστου είναι έργο των Ιωάννου Δαμασκηνού (οι ειρμοί) και Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου (τα τροπάρια) . Πηγές του Ύμνου είναι η Αγία Γραφή και οι Πατέρες της Εκκλησίας ενώ ο συνθέτης, ο χρόνος και η αιτία της σύνθεσης του Ύμνου, παραμένουν ακόμα ανεξακρίβωτα από τους μελετητές. Ένα είναι το αδιαμφισβήτητο στοιχείο, που μας δίνουν οι σχετικές πηγές , ότι ο ύμνος εψάλλετο ως ευχαριστήριος ωδή προς την υπέρμαχο στρατηγό του Βυζαντινού κράτους.

Περιεχόμενο

Ο «Κανόνας» (τα Τροπάρια των Χαιρετισμών), με εννέα ωδές , οι ειρμοί των οποίων είναι:α) Ανοίξω το στόμα μου και πληρωθήσεται πνεύματος,γ΄) Τούς σούς υμνολόγους Θεοτόκε, δ') Ό καθήμενος εν δόξη επί θρόνου θεότητος, ε΄) Εξέστη τά σύμπαντα, επί τή θεία δόξη σου, στ΄) Την θείαν ταύτην καί πάντιμον, ζ΄) Ουκ ελάτρευσαν, τή κτίσει οι θεόφρονες, η΄) Παίδας ευαγείς εν τή καμίνω, θ΄) Άπας γηγενής, σκιρτάτω τώ πνεύματι,

Ο «Ακάθιστος Ύμνος»: περιλαμβάνει το Απολυτίκιο «Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει,» , το Κοντάκιο «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια,» , τους 24 Οίκους (στροφές) σε αλφαβητική ακροστιχίδα (Α - Ω) και δύο Εφύμνια (η τελευταία φράση του ύμνου που επαναλαμβάνει ο λαός) το «Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε» και το «Αλληλούια».

Δομή

Οι περιττοί Οίκοι (αυτοί που αρχίζουν από τα στοιχεία Α, Γ, Ε, Η, κλπ.) αποτελούνται από 18 στίχους , οι 5 πρώτοι στίχοι περιέχουν την διήγηση , οι επόμενοι 12 στίχοι αποτελούν τους Χαιρετισμούς στη Θεοτόκο και ο 18ος είναι το εφύμνιο « Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε» . Οι άρτιοι Οίκοι (που αρχίζουν από τα στοιχεία Β, Δ, Ζ, Θ, κλπ.) έχουν 5 στίχους ως διήγηση και το εφύμνιο «Αλληλούϊα» .

Τους χαιρετισμούς αυτούς τους απευθύνουν: ο Αρχάγγελος Γαβριήλ (Α, Γ), ο Ιωάννης ο Πρόδρομος ως έμβρυο ακόμα (Ε), οι ποιμένες (Η), οι Μάγοι (Ι), οι πιστοί που ερύσθησαν από τα είδωλα (Λ), οι πιστοί γενικά (Ν, Ο, Ρ, Τ, Φ, Ψ).

Ο Ύμνος διακρίνεται σε δύο ενότητες χωρίς όμως να λείπουν από κάθε ενότητα και στοιχεία της άλλης :

Α) Α-Μ, που αποτελεί το ιστορικό τμήμα

Ο πρωτοστάτης άγγελος, ο Γαβριήλ, έρχεται και φέρνει το θεϊκό μήνυμα, το «χαῖρε», στην Θεοτόκο (Α)

Εκείνη απορεί για τον παράδοξο τρόπο της συλλήψεως (Β)·

Ο Γαβριήλ της εξηγεί την απόρρητο βουλή του Θεού (Γ)

Και η δύναμις του Υψίστου επισκιάζει την απειρόγαμο Παρθένο και συλλαμβάνει τον Υιό του Θεού (Δ).

Η Θεοτόκος επισκέπτεται την συγγενή της Ελισάβετ, την μέλλουσα μητέρα του Προδρόμου, και ανταλλάσσουν προφητικούς λόγους (Ε).

Ο Ιωσήφ, ο μνηστήρ της Παρθένου, ταράσσεται από την ζάλη των αμφιβόλων λογισμών, αλλά πληροφορείται από τον άγγελο το μυστήριο της συλλήψεως (Ζ).

Ο Χριστός γεννάται και οι ποιμένες προσκυνούν τον αμνό του Θεού (Η).

Ο θεοδρόμος αστέρας δείχνει τον δρόμο στους μάγους της Ανατολής (Θ), αυτοί τον προσκυνούν (Ι)

Και δι᾿ άλλης οδού αναχωρούν για την Βαβυλώνα, οι θεοφόροι κήρυκες (Κ).

Στην Αίγυπτο ο φυγάς Κύριος συντρίβει τα είδωλα και με τον φωτισμό της αληθείας διώχνει το σκότος του ψεύδους (Λ).

Και ο Συμεών δέχεται στην αγκάλη του ως βρέφος τεσσαρακονθήμερο τον τέλειο Θεό καί λαμβάνει την ποθητή απόλυσι (Μ)

Β) Ν-Ω, που αποτελεί το δογματικό-θεολογικό τμήμα

Η νέα κτίσις, που δημιουργεί ο Λόγος του Θεού με την σάρκωση Του, δοξολογεί τον δημιουργό (Ν).

Ο παράξενος -«ὁ ξένος» - τόκος προτρέπει τους ανθρώπους να ξενωθούν από τον κόσμο και να μεταθέσουν τον νού των στον ουρανό (Ξ).

Όλος ήταν στην γη ο δοξολογούμενος Λόγος, αλλά και από τον ουρανό δεν απουσίαζε (Ο).

Οι άγγελοι θαύμασαν το έργο της ενανθρωπήσεως και την κοινωνία του Θεού και των ανθρώπων (Π).

Οι σοφοί και ρήτορες του κόσμου έμειναν άφωνοι, μη μπορώντας νά εξηγήσουν το μυστήριο του παρθενικού τόκου (Ρ).

Ο Ποιμήν -Θεός γίνεται πρόβατο –άνθρωπος θέλοντας να σώσει τον κόσμο (Σ).

Η Παρθένος γίνεται φυλακτήριο τείχος των παρθένων και όλων των πιστών (Τ).

Κανείς ύμνος δεν μπορεί να πληρώσει τον φόρο του χρέους στον Σαρκωθέντα Βασιλέα (Υ).

Η Θεοτόκος είναι η φωτοδόχος λαμπάδα, που μας καθοδηγει στην γνώση του Θεού (Φ).

Ο Χριστός ήρθε στο κόσμο για να του δώσει χάρη και συγχώρηση (Χ).

Η δοξολογία προς τον Υιό συνδέεται και προς την ανύμνηση του έμψύχου ναού Του, της Θεοτόκου (Ψ).

Ο Ύμνος κλείνει με μία θαυμαστή αποστροφή προς την Παρθένο: «Ὦ πανύμνητε μῆτερ ἡ τεκοῦσα τόν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον,..»


Γιατί όμως ψάλλεται την Μεγάλη Τεσσαρακοστή;

Ο Ακάθιστος Ύμνος δεν συνδέεται άμεσα με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής , αλλά με την εορτή του Ευαγγελισμού, που εμπίπτει όμως πάντοτε μέσα στη κατανυκτική αυτή περίοδο.
Είναι η μόνη μεγάλη εορτή, που λόγο του πένθιμου χαρακτήρος της Τεσσαρακοστής, στερείται προεορτίων καί μεθεόρτων. Αυτήν ακριβώς την έλλειψη έρχεται να καλύψη η ψαλμωδία του Ακαθίστου, τμηματικώς κατά τα Απόδειπνα των Παρασκευών και ολόκληρος κατά το Σάββατο της Ε' εβδομάδος. Το βράδυ της Παρασκευης ανήκει λειτουργικώς στο Σάββατο, ημέρα που μαζί με την Κυριακή είναι οι μόνες ημέρες της εβδομάδος των Νηστειών, κατά τις οποίες επιτρέπεται ο εορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, και στις οποίες, μεταφέρονται οι εορτές της εβδομάδος.

Άλλωστε αυτή την Ακολουθία την τελούμε και άλλες περιόδους του έτους (στα μοναστήρια κάθε βράδυ μαζί με το Μικρό Απόδειπνο διαβάζουν και τους Χαιρετισμούς της Παναγίας μας). Αντίθετα όλες τις άλλες Ιερές ακολουθίες (Προηγιασμένη, Μ. Απόδειπνο, Μ. Κανών) τις συναντούμε μόνο την περίοδο της Σαρακοστής.

ΠΗΓΗ: http://www.imkby.gr/greek/sarakosti/akol/xeretismoi/xeret2.htm 


Πέμπτη 18 Μαρτίου 2021

Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΗΝ ΠΥΛΗ - Κήρυγμα Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+1985)

Ἡ Μετάνοια ἀνοίγει τὴν πύλη

Κήρυγμα Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+1985)

«Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πῦλας, Ζωοδότα»!

 

Σεῖς καὶ ἐγὼ ἀκούσαμε γιὰ πρώτη φορὰ αὐτοὺς τοὺς λόγους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία κατὰ τὸ παρὸν λειτουργικὸ ἔτος. Ἀθέλητα οἱ σκέψεις γυρίζουν πίσω. Ἕνα χρόνο πρίν, προσευχηθήκαμε μὲ τὰ ἴδια αὐτὰ λόγια, ὅμως πόσο πολλοὶ ἔχουν στὸ μεταξὺ ἀπέλθει ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τότε προσευχήθηκαν μαζί μας!

agFilaretos Κύριος μᾶς στέλνει ἐπίσης αὐτὸ τὸ ἔλεος. Ἱστάμεθα στὴν πύλη τῆς μετανοίας. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὑπενθυμίζει μὲ τὸν ψαλμὸ αὐτὸ ὄχι μόνον ὅτι ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ πλησιάζει, ἀλλὰ ἐπίσης ὅτι χωρὶς τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ χωρὶς τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ποτὲ ἐμεῖς δὲν θὰ μετανοήσουμε ὀρθά.

Φαντασθεῖτε ἕναν ἄνθρωπο νὰ στέκεται μπροστὰ σὲ κλειστὲς πῦλες. Χρειάζεται σὲ εἰσέλθει μέσα, διότι ἔξω βρίσκεται σὲ κάποιον τρομερὸ κίνδυνο, ἀλλὰ δὲν ἔχει κλειδιά, καὶ ἄν δὲν τοῦ ἀνοίξουν τὶς πῦλες, θὰ πεθάνει. Ὁ ἁμαρτωλός, χωρὶς ὁποιαδήποτε ὑπερβολή, βρίσκεται σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση.

Πάνω ἀπ΄ ὅλα, τί εἶναι μετάνοια; Καὶ πῶς κάποιος μπορεῖ νὰ μετανοήσει; Κάποτε, ποὺ ὁ Ὅσιος Ἀμβρόσιος τῆς Ὄπτινα ρωτήθηκε ἀπὸ μιὰ πιστὴ ψυχὴ πόσος χρόνος χρειάζεται γιὰ νὰ μετανοήσει κανεὶς στὸν Θεό, ἀπάντησε κατ΄ αὐτὸ τὸν τρόπο: «Ἡ ἀληθινὴ μετάνοια δὲν χρειάζεται χρόνια, μῆνες, ἑβδομάδες, ἀλλὰ μιὰ στιγμή»! Μιὰ στιγμὴ μεταστροφῆς, μιᾶς ἀποφασιστικῆς μεταστροφῆς ἀπὸ μιὰ ἁμαρτωλή, ἀδιάφορη, ἄδεια καὶ ἐλαφριὰ ζωὴ σὲ ζωὴ ἐν Χριστῷ, σὲ μιὰ ἀληθινὴ Χριστιανικὴ ζωή.

Τὸ πρόβλημά μας εἶναι ὅτι ὅλα σὲ ἐμᾶς δείχνουν ὅτι δὲν εἴμαστε καὶ τόσο ἁμαρτωλοί. Ὅτι οἱ λόγοι σχετικὰ μὲ τὴν μετάνοια, σχετικὰ μὲ τὴν διόρθωση τῆς ζωῆς, ἀναφέρονται σὲ κάποιους ἄλλους ταλαίπωρους ἁμαρτωλούς, ἀλλὰ δὲν ἀπευθύνονται σὲ ἐμᾶς, διότι ἐμεῖς δὲν νιώθουμε ἰδιαίτερα ἁμαρτωλοί. Πράγματι, πολλοὶ ἄνθρωποι, ἀκόμη καὶ ὅταν πηγαίνουν γιὰ Ἐξομολόγηση, ἀρχίζουν μὲ τὴν δήλωση: «Δὲν ἔχω εἰδικὲς ἁμαρτίες…»!

Θὰ ἦταν χρήσιμο ἐδῶ νὰ θυμηθοῦμε κάτι τὸ ὁποῖο πιθανὸν νὰ σᾶς εἶναι γνωστό. Ὑπάρχει μιὰ ἱστορία γιὰ δύο γυναῖκες, οἱ ὁποῖες πῆγαν σὲ κάποιον Γέροντα Ἀσκητή. Ἡ μία εἶχε μιὰ βαριὰ ἁμαρτία, εἶχε δηλητηριάσει τὸν ἄνδρα της καὶ κατόρθωσε μὲν νὰ τὸ ἀποκρύψει, ἀλλὰ ἡ συνείδησή της τὴν βασάνιζε συνεχῶς. Ἡ ἄλλη δὲν εἶχε πέσει σὲ κάποιο τόσο θανάσιμο ἁμάρτημα.

Κι ἔτσι, ὅταν ἔφθασαν στὸν Γέροντα, αὐτὸς τὶς εἶπε: «Πηγαίνετε στὸν κῆπο μου καὶ φέρτε μου πέτρες ἀπὸ ἐκεῖ». Στὴν μία, ποὺ εἶχε τὸ θανάσιμο ἁμάρτημα στὴν ψυχή της, τῆς εἶπε νὰ τοῦ φέρει τὴν μεγαλύτερη πέτρα ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ σηκώσει. Καὶ στὴν ἄλλη τῆς ἔδωσε μιὰ σακούλα καὶ τῆς εἶπε νὰ μαζέψει μικρὲς πέτρες καὶ νὰ τοῦ τὶς φέρει. Καὶ ὅταν τὸ ἔκαναν αὐτό, ὁ Γέροντας τὶς εὐχαρίστησε γιὰ τὴν ὑπακοή τους, καὶ τὶς εἶπε: «Τώρα νὰ τὶς μεταφέρετε πίσω. Ἐσύ, ἁμαρτωλή, πήγαινε καὶ ἄφησε τὴν μεγάλη πέτρα ἐκεῖ ἀπὸ ὅπου τὴν πῆρες. Κι ἐσύ, ἡ δίκαιη, ποὺ δὲν ἔχεις μεγάλες ἁμαρτίες, τοποθέτησε ὅλες τὶς μικρὲς πέτρες ἀπὸ ὅπου τὶς πῆρες». Ἡ πρώτη τὸ ἔκανε αὐτὸ χωρὶς δυσκολία, ὅμως ἡ ἄλλη τὰ εἶχε χαμένα καὶ ἐπέστρεψε μὲ σχεδὸν γεμάτη τὴν σακούλα, διότι δὲν μποροῦσε νὰ θυμηθεῖ ἀπὸ ποῦ πῆρε τὴν κάθε μικρὴ πετρούλα, καὶ δὲν ἤθελε βέβαια νὰ ξεγελάσει τὸν Γέροντα. Ἔτσι ἐπέστρεψε μὲ γεμάτη τὴν σακούλα της.

Τότε, τῆς εἶπε ὁ Γέροντας: «Κοίταξε, αὐτὴ ἡ γυναίκα ἔχει μιὰ βαριὰ ἁμαρτία, ἀλλὰ τὴν θυμᾶται πάντοτε καὶ θρηνεῖ γι΄ αὐτὴν κάθε στιγμή, καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας της θὰ ξεπλύνουν κάθε ἁμαρτία. Σὺ ὅμως δὲν μπορεῖς νὰ θρηνήσεις γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου, διότι οὔτε κἄν μπορεῖς νὰ θυμηθεῖς αὐτὲς τὶς καλούμενες καθημερινὲς ἁμαρτίες. Ὅμως, τὸ βάρος τῆς σακούλας σου εἶναι ἴδιο μὲ τὸ βάρος τῆς μεγάλης πέτρας τῆς ἄλλης»!

Γι΄ αὐτό, εἶναι ἀνάγκη νὰ θυμόμαστε ὅτι ὅλες οἱ μικρὲς ἁμαρτίες ποὺ ξεγλυστροῦν ἀπὸ τὴν μνήμη μας καὶ ποὺ συνενώνονται σὲ μιὰ ἀκαθόριστη συνείδηση ἁμαρτίας («εἴμαστε βέβαια ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ μᾶλλον ὄχι καὶ τόσο»), ὅλες αὐτὲς οἱ ἁμαρτίες εἶναι γιὰ τὶς ψυχές μας ἕνα τρομερὸ βάρος καὶ θὰ τὶς καταστρέψουν ἄν δὲν τὶς ἐλευθερώσουμε ἀπὸ αὐτὲς σὲ τούτη τὴν ζωή, διότι μετὰ θάνατον οὔκ ἐστι μετάνοια.
Ὅποιος τὸ καταλαβαίνει αὐτό, αἰσθανόμενος τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν του, ξεφεύγει ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλὴ ζωὴ σὲ μία καλὴ Χριστιανικὴ ζωή, ἐφ΄ ὅσον βέβαια ἀποφασίζει γι΄ αὐτὴ τὴν μεταστροφή, γιὰ τὴν ὁποίαν, ὅπως εἶπε ὁ μεγάλος Ὅσιος, χρειάζεται μία μόνον στιγμὴ ἀπόφασης γιὰ μεταστροφή.

Σύντομα, θὰ ἀκούσουμε τὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὸν Ἄσωτο Υἱό, ὁ ὁποῖος μόλις ἀναγνώρισε τὸ λάθος τῆς συμπεριφορᾶς του καὶ τὴν φρικτή του κατάσταση, δὲν παρέμεινε ἐκεῖ ποὺ ἦταν, ἀλλ΄ εἶπε: «ἀναστάς, πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου» (Λουκ. 15:18). Καὶ δὲν ἀρκέσθηκε στὰ λόγια, ἀλλὰ ἀμέσως σηκώθηκε καὶ πῆγε. Καὶ πῶς ὁ πατέρας του τὸν δέχθηκε, τὸ γνωρίζουμε καὶ σύντομα θὰ τὸ ἀκούσουμε στὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο.

τσι, θυμίζοντάς μας τὴν μετάνοια, ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὑπενθυμίζει ἐπίσης ὅτι χωρὶς τὴν χάρη καὶ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν μποροῦμε νὰ μετανοήσουμε σωστά, διότι δὲν καταλαβαίνουμε πόσο πολλὲς εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας καὶ δὲν αἰσθανόμαστε τὸ βάρος τους.

Γι΄ αὐτὸ προσευχόμαστε ὥστε ὁ Κύριος νὰ φωτίσει τὰ μάτια μας, καὶ ἔτσι νὰ διανοιχθοῦν ἐνώπιόν μας οἱ πῦλες τῆς μετανοίας, πρᾶγμα δίχως τὸ ὁποῖο ποτὲ δὲν θὰ εἰσέλθουμε στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.

 

Μετάφραση ἀπὸ τὰ ἀγγλικά: Ἁγίου Φιλαρέτου (Βοζνεσένσκι), Κηρύγματα, σελ. 13-15.

Πηγή:  ecclesiagoc.gr/

Τετάρτη 17 Μαρτίου 2021

ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΠΛΑΤΥΤΕΡΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ



Μέ τόν ὄρο Πλατυτέρα ἤ καί Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν ὀνομάζεται ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας πού ἁγιογραφεῖται στό ἐσωτερικό ἄνω μέρος τῆς κεντρικῆς κόγχης τοῦ Ἁγίου Βήματος (κοινῶς Ἱεροῦ) τῶν ναῶν. Ἡ Πλατυτέρα ἀποδίδεται συνήθως καθισμένη σέ θρόνο φέροντας στήν ἀγκάλη της τόν Ἰησοῦ Χριστόν παιδίον, ἔχοντας ὡς ὑποπόδιο νέφος. Πολλές ὅμως φορές ἀποδίδεται καί σέ ὄρθια στάση μέ τά χέρια ἁπλωμένα καί ἐλαφρά ἀνυψωμένα. Ἡ ὀνομασία προέρχεται ἀπό τόν στίχο τοῦ Ἀκάθιστου Ὕμνου: 
«Χαῖρε σκέπη τοῦ κόσμου, πλατυτέρα νεφέλης». 

Τί ἐννοοῦμε λοιπόν μ' αὐτή τήν προσωνυμία τῆς Θεοτόκου; Δέν χωρεῖ καμμιά ἀμφιβολία ὅτι ἡ Παναγία ὀνομάστηκε «Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν» γιατί ἐχώρεσε στή γαστέρα της «τόν ἀχώρητον Θεόν». Οἱ οὐρανοί δέν τόν χωροῦσαν καί τόν ἐχώρεσε ἡ μήτρα τῆς Παρθένου! Γι' αὐτό ὁ ὑμνωδός διερωτᾶται θαυμαστικῶς: «Ὁ ἀχώρητος παντί πῶς ἐχωρήθη ἐν γαστρί»;

Αὐτή ὅμως εἶναι μόνο ἡ μία πλευρά τοῦ νομίσματος. Ὑπάρχει καί ἡ ἄλλη, πού ἔχει κι αὐτή τή σπουδαιότητά της. «Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν» λέγεται ἡ Παναγία, ὄχι μονάχα γιατί ἐχώρεσε τόν «ἀχώρητον Θεόν», ἀλλά γιατί χωρεῖ καί ἄλλους, πού γιά πολλούς λόγους δέν χωρεῖ ὁ οὐρανός! Στόν οὐρανό, δηλαδή στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, δέν χωροῦν ὅλοι. Θέση καί δικαίωμα ἐκεῖ ἔχουν μόνο οἱ ἅγιοι, οἱ ἐκλεκτοί. Οἱ ἁμαρτωλοί καί βέβηλοι δέν ἔχουν ἐκεῖ θέση. Ὅμως στῆς Παναγίας τήν καταφυγή καί προστασία τολμοῦν νά πλησιάσουν κι αὐτοί ζητώντας ἔλεος καί πρεσβεῖες καί μεσιτεία. Γνωρίζοντας οἱ ἁμαρτωλοί πώς εἶναι ἀπό τή γῆ ἡ Παναγία, τήν ἀναγνωρίζουν μάνα ὅλου του κόσμου: 
«Καί Σέ μεσίτριαν ἔχω πρός τόν φιλάνθρωπον Θεόν...», ψάλλουμε στήν Παράκληση. Ἡ Παναγία λοιπόν χωρεῖ περισσότερα ἀπό τόν οὐρανό καί ἐν σχέσει μέ μᾶς τούς ἀνθρώπους. Γι' αὐτό εἶναι καί ἀπό αὐτή τήν ἄποψη τῶν οὐρανῶν Πλατυτέρα!

Ἄς εὐχηθοῦμε νά μή στερηθεῖ κανείς πιστός καί κανείς ἄνθρωπος τή σωτήρια πρεσβεία Της πρός τόν Υἱό Της καί Λόγο καί Σωτήρα τοῦ κόσμου!

Πηγή: www.in-ad.gr


Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

ΦΘΟΝΟΣ (Άρθρο του Σεβ. Μητροπολίτη Αττικής και Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

    fth copy

   Για άλλη μια φορά αξιωθήκαμε, Χάριτι Θεού, να εισέλθουμε στο κατανυκτικό στάδιο της Αγίας και Μεγάλης Σαρακοστής, το οποίο καλεί τους προθύμους αθλητές να εντείνουν την προσωπική πάλη με τα πάθη και τις αδυναμίες τους. Η εγκράτεια, η ολιγολογία, η φυλακή των αισθήσεων αποτελούν το μέσο για την κατάκτηση του πνευματικού αυτού άθλου, του σταδίου της Μεγάλης Σαρακοστής. Έπαθλο ανεκτίμητης αξίας για τους νικητές, είναι η βίωση της Αναστάσεως του Κυρίου.

   Εισοδεύσαμε, λοιπόν, στο στάδιο των αρετών, διαβαίνοντας αρχικά την Καθαρά Δευτέρα. Ο ιδανικός αυτός χαρακτηρισμός που προσέδωσε στην Δευτέρα της Α΄ εβδομάδος των Νηστειών η σοφία της Εκκλησίας, συνάδει απόλυτα με τα ιερά γράμματα της πρωινής Ακολουθίας της ημέρας. Συγκεκριμένα, η Ακολουθία της Έκτης Ώρας εμπεριέχει την εισαγωγή των προφητειών του Ησαΐα, όπου ο Κύριος με πικρία τονίζει στον κάποτε εκλεκτό λαό του Ισραήλ: «Γιατί εξακολουθείτε να πληγώνεστε προσθέτοντας αμαρτία στην αμαρτία; [...] Λουσθείτε πνευματικά και γίνετε καθαροί [...] και τότε ελάτε να συζητήσουμε». Πώς, όμως, θα μπορέσουμε να καθαρισθούμε για να νηστέψουμε αποτελεσματικά και να προσεγγίσουμε τον Κύριο;

   Την απάντηση μας την έχει δώσει Εκείνος∙ με την αγάπη και την συγχώρεση. Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Χριστιανού προάγουν την ειρήνη και ανοίγουν διάπλατα την θύρα για να αναπαυθεί η Χάρις του Θεού. Τα χαρακτηριστικά αυτά, αγωνίσθηκαν οι Απόστολοι να μιμηθούν, έχοντας ως πρότυπο τον Γλυκύ Διδάσκαλό τους∙ όλοι εκτός από έναν, τον Ιούδα. Εκείνος, έχοντας μια αδυναμία, την φιλαργυρία, αντί να ζητήσει με καρδιά συντετριμμένη την βοήθεια από τον Άρχοντα της Ζωής (που τον ανέδειξε μέτοχο του Αποστολικού Αξιώματος), πρόσθεσε αμαρτία στην αμαρτία. Πρόσθεσε στην φιλαργυρία του, τον θεομίσητο φθόνο, δηλαδή την ζήλεια για την χαρά και την πρόοδο των άλλων. Φθόνησε την πρόοδο του θεϊκού έργου του Χριστού και των Μαθητών οι οποίοι στόχευαν στην δημιουργία μιας ευλογημένης κοινωνίας ανθρώπων που με δεσμούς αγάπης θα πορεύονταν ενωμένοι στην Βασιλεία των Ουρανών. Το αποτέλεσμα της επιλογής του γνωστό∙  έχασε τα λογικά του και επάξια κέρδισε την μαρτυρία του Χριστού: «καλὸν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος». Επομένως, ο φθόνος του αποτέλεσε την ίδια του την τιμωρία, καθώς έστρεψε το μαχαίρι -ή μάλλον την αγχόνη- εναντίον των αδελφών του, αλλά τελικώς το χρησιμοποίησε κατά του εαυτού του.

   Ιδίως στις δυσχερείς καταστάσεις που βιώνουμε εξαιτίας των αμαρτιών μας, έχουμε καθήκον να φυλασσόμαστε τόσο από τον φθόνο, όσο και από το γέννημά του, την καταλαλιά, που οδηγούν με ακρίβεια στην πώρωση της ψυχής.

    Ο φθόνος καθιστά τον άνθρωπο πολέμιο του καλού. Η πρόοδος ή η εν γένει καλή κατάσταση του πλησίον, είναι για τον φθονερό άνθρωπο, καρφί που τραυματίζει τον εγωισμό του. Παυσίπονο του φθονερού είναι ο ψόγος του πλησίον και η εφήμερη, απατηλή αίσθηση της δικής του δήθεν υπεροχής. Για να καταπραΰνει λοιπόν ο φθονερός την εσωτερική του μανία, πασχίζει να βρει κάποιο λάθος και να επιτεθεί στον αδερφό του. Τότε, ο φθόνος λαμβάνει σάρκα και εκδηλώνεται με την καταλαλιά, την κατηγόρια, την συκοφαντία, τη χαιρεκακία κι άλλες τέτοιες δόλιες πανουργίες, που ξεδιψούν τη λύσσα της ψυχής του φθονερού.

    Τα παραπάνω δυστυχώς δεν αφορούν μόνον στους εκτός Εκκλησίας ανθρώπους, τους άθεους και τους αιρετικούς. Ο φθόνος ως φαινόμενο κι ανθρώπινη συμπεριφορά, ήταν ανέκαθεν έντονος και στους κόλπους της Εκκλησίας, καθιστώντας τους εκφραστές της «δις» και «τρις» τραγικούς. Κι αυτό εξαιτίας του ίδιου του φθόνου, της υποκρισίας τους, αλλά και του ασυμβίβαστου χαρακτήρα αυτής της στάσης, σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί ο Ευαγγελικός λόγος. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που «ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας». Σύμφωνα, με τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος «υπάρχουν κόρες που διαπράττουν αίσχη χωρίς να κοκκινίζουν. Υπάρχουν κι άλλες οι οποίες φαίνονται ντροπαλές, κι όμως, διαπράττουν χειρότερα αίσχη από τις προηγούμενες», επιβαρυμένες, μάλιστα, με το αμάρτημα της απάτης των συνανθρώπων τους. Η φθονερή στάση από ανθρώπους, μέλη της Εκκλησίας είναι διπλά και τριπλά ζημιογόνα. 

   Ο Θεός, δεν έχει ανάγκη από τις μετάνοιες, τα πολλά κομποσκοίνια και την πολυήμερη αφαγία, όταν αυτά δεν συνοδεύονται από καθαρή, καρδιακή επιθυμία μετανοίας. Ο Θεός ζητά την Αγάπη μας προς όλους, πονηρούς και αγαθούς, φίλους κι εχθρούς. Αν επιμείνουμε στα πνευματικά καθήκοντα επιφανειακά, παραμένοντας βυθισμένοι στον φθόνο, τότε η πώρωση θα μας πλησιάσει απειλητικά κατά παραχώρηση Κυρίου. Ο πωρωμένος άνθρωπος είναι ο στατικός άνθρωπος, ή, ακόμη χειρότερα, ο συνεχώς παρακμάζων. Είναι ο ασυγκίνητος, εκείνος που λέει ότι πιστεύει στον Θεό, αλλά τελικά χωρίς να το συνειδητοποιεί, πιστεύει μόνο στον εαυτό του. Με πολύ άνεση παρατηρεί την αγκίδα στα μάτια των άλλων, δίχως να νοιάζεται για το δοκάρι που υπάρχει στα δικά του μάτια. Το δοκάρι αυτό του πληγώνει την όραση, τον καθιστά τυφλό. Τότε, ακόμη κι αν ο Ίδιος ο Θεός αποκαλυφθεί ενώπιον του, εκείνος θα ενοχληθεί από την θεϊκή παρουσία Του. Ποιο το όφελος μιας τέτοιας ζωής, μιας ζωής αποξενωμένης, έρημης από κάθε χαρά;

    Ας προσέξουμε αδελφοί!

    Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο πειρασμός μάς θέλει υποχείριούς του, και ο Θεός παιδιά Του. Ειδικά μέσα στην ατμόσφαιρα της Μεγάλης Σαρακοστής δίνεται η ευκαιρία οι μεν προχωρημένοι στην αρετή να κάνουν ένα ακόμη βήμα προς τον Θεό, οι δε ταλαιπωρημένοι διαβάτες της κοσμικής συγχύσεως να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη τους για Θεό και να εισέλθουν στην οδό Του. Αυτό που πρέπει να κυριαρχεί στις σκέψεις μας, είναι η μέχρι σταυρικού θανάτου φιλανθρωπία του Θεού, το πένθος για τις αμαρτίες με τις οποίες σαν αχάριστοι Τον πληγώσαμε, αμαρτίες που έχουν δημιουργήσει τις τραγικές συνθήκες ζωής που τελευταία βιώνουμε.

    Πιστεύουμε ότι για να επέλθει η λύση στην απειλή του κορωνοϊού πρέπει να υπάρξει συνειδητή αποχή από την κακία. Για αυτό, άλλωστε, επέτρεψε την απειλή αυτή ο Θεός. Πώς, όμως, θα αποτινάξει την κακία του ο φθονερός «χριστιανός», όταν ο ίδιος μάλλον χαίρεται με αυτή την κατάσταση που επικρατεί; Για τον ζηλόφθονα και χαιρέκακο ο κορωνοϊός είναι μια ευκαιρία να φανεί ανώτερος, περισσότερο ορθόδοξος από τους υπόλοιπους ορθοδόξους οι οποίοι επιθυμούν να ακολουθούν προσεκτικά τα μέτρα υγιεινής, από ενδιαφέρον προς τον συνάνθρωπο αλλά και τον εαυτό τους. Είναι, επίσης, μια ανακούφιση, διότι βλέπει το έργο του Θεού να «εμποδίζεται». Ταλαίπωρος, πράγματι... Το έργο του Θεού δεν μπορεί να εμποδιστεί. Όσος πόλεμος και να εξαπολυθεί κατά της Εκκλησίας, Εκείνη πάντοτε θα θριαμβεύει, σε αντίθεση με τα έργα του φθονερού, τα οποία θα διασκορπίσει ο αέρας.

    Ίσως για αυτό να ταλαιπωρούμαστε ακόμη, ύστερα από ένα έτος∙ επειδή ακόμη δεν μάθαμε να συμπονούμε, αλλά εμμένουμε στο να φθονούμε. Άνθρωποι δικοί μας, κληρικοί της Εκκλησίας, αγαθοί εργάτες του Ευαγγελίου ταλαιπωρούνται μέρα με τη μέρα, υποφέρουν από τον ιό και εισάγονται εκτάκτως σε νοσοκομεία. Άλλοι, μάλιστα, δεν άντεξαν την αρρώστια κι έφυγαν. Πολλοί από εμάς, όμως, παραμένουμε άσπλαχνοι. Από τη μια η ιατρική κοινότητα και η πολιτεία που προκαλούν τόση σύγχυση δίχως σεβασμό προς τις ανησυχίες του κόσμου, κι από την άλλη οι δήθεν υπηρέτες του Θεού που φθάνουν σε σημείο να αμφισβητούν τους ίδιους τους ασθενείς, τους συνανθρώπους τους, τους συνενορίτες τους. Δεν είναι της παρούσης η αναφορά στους πρώτους. Εκείνοι δεν είναι Χριστιανοί, αλλά τουλάχιστον δεν είναι υποκριτές. Μας έχουν κάνει σαφή την εικόνα τους. Προβληματιζόμαστε, ωστόσο, για εκείνους που υποστηρίζουν ότι είναι Χριστιανοί.

    Μεγαλώσαμε μαθαίνοντας τις αναφορές του Ευαγγελίου στην θεραπεία της κόρης της Χαναναίας, στην πρόσκληση των Τελωνών Ματθαίου και Ζακχαίου, στην αγάπη του Καλού Σαμαρείτη, τέλος δε, στην σωτηρία του Μακαρίου Ληστού. Με δέος παρατηρούμε ότι στο Ευαγγέλιο δεσπόζει η ευσπλαχνία και το έλεος του Θεού για τους αμαρτωλούς, για όλους εμάς. Από ό,τι φαίνεται, όμως, τα έχουμε καταλάβει μάλλον «στραβά», καθώς υπάρχουν Χριστιανοί που εφαρμόζουν το Ευαγγέλιο «απ' την ανάποδη». Θεωρούμε ότι στους ασθενείς επιβάλλεται η εκ μέρους μας συμπόνοια και κατανόηση, βλέπουμε όμως να επιδεικνύεται το αντίθετο. Ποιοι, άραγε, είμαστε εμείς να κρίνουμε την ασθένεια ως μηδαμινή, ως ανάξια λόγου και σημασίας; Ο μόνος ο οποίος στην δισχιλιετή πορεία του Χριστιανισμού είπε κάτι τέτοιο, διότι είχε την απόλυτη εξουσία, ήταν ο Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, Χριστός.Βέβαια, αυτή η συμπεριφορά δεν είναι καθόλου παράξενη από ανθρώπους οι οποίοι αυθαίρετα άρπαξαν όλη την κρίση από τον Δίκαιο Κριτή και την έχουν λάβει στα χέρια τους. Αυτά είναι τα γεννήματα του φθόνου, της πωρώσεως, της καταλαλιάς, εν γένει δε, της οιήσεως, της μεγάλης ιδέας που έχουμε για τον εαυτό μας. Αυτά δεν ωφέλησαν ποτέ κανένα.

   Ας ακούσουμε, επιτέλους, την φωνή του Μακαρίου Παύλου: «μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες»! Τότε θα δείξουμε το μέγεθος της σοφίας μας, τότε θα μπορούμε να ελπίζουμε για λύτρωση σώματος και ψυχής. Μέχρι τότε, και παλάτια ακόμη να χτίζουμε, «εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες».

    Είθε το στάδιο των αρετών να μείνει χαραγμένο στη μνήμη μας ως η εποχή που απαλλαχθήκαμε από την νόσο του κορωνοϊού, που μάθαμε να μην κατακρίνουμε τον αδελφό μας, αλλά να τον συμπονούμε. Ως η εποχή κατά την οποία λυτρωθήκαμε από το σαράκι του φθόνου.

Καλή Σαρακοστή!

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ



Σε τέτοια πνευματικά ύψη είχε φτάσει ο Άγιος Γεράσιμος, ώστε και αυτά τα άγρια θηρία ακόμη τον σέβονταν, του υπάκουαν και τον υπηρετούσαν. Η μεγάλη χάρη που του είχε δώσει ο Θεός φαίνεται και από την ιστορία του Αγίου με το λιοντάρι.

Ο Άγιος εικονίζεται πάντοτε με ένα λιοντάρι. Γιατί άραγε; Αυτό το άγριο λιοντάρι έζησε κοντά στον Όσιο Γεράσιμο και τον υπηρετούσε με θαυμαστό τρόπο, όσο καιρό ζούσε. Αλλά και όταν κοιμήθηκε ο Άγιος τον ακολούθησε με παράδοξο τρόπο, αφού πέθανε πάνω στον τάφο του από υπερβολική λύπη.

Κάποια μέρα, ενώ ο Άγιος περπατούσε στην όχθη του ποταμού Ιορδάνη, συναντήθηκε με ένα λιοντάρι. Μόλις το θηρίο τον αντίκρισε, άρχισε να βρυχάται με παρακλητικό τρόπο και να ανασηκώνει με δυσκολία το ένα του πόδι.

Τι είχε συμβεί;

Ένα μυτερό κομμάτι καλαμιού του είχε μπηχθεί στο πόδι με αποτέλεσμα αυτό να πρησθεί, να γεμίσει πύο και να μην μπορεί να περπατήσει από τους πόνους.

Όταν ο γέροντας είδε τη δύσκολη θέση στην οποία βρισκόταν το λιοντάρι, το λυπήθηκε. Αφού το πλησίασε, κάθισε σε μια πέτρα, πήρε το πόδι του λιονταριού και το εξέτασε προσεκτικά. Το έσχισε με ένα σουγιά, έβγαλε το καλάμι με πολλά υγρά και πύο και καθάρισε καλά την πληγή. Μετά την έδεσε καλά με ένα πανί και έδιωξε το λιοντάρι. Αυτό όμως δεν έφευγε. Αφού θεραπεύτηκε, έμεινε κοντά στον Άγιο, δεν τον άφησε ποτέ πια, ημέρεψε σαν πρόβατο και τον ακολουθούσε σαν γνήσιος μαθητής του. Ο γέροντας θαύμαζε τη μεγάλη ευγνωμοσύνη του θηρίου, που πολύ σπάνια τη συναντάς στους ανθρώπους.

Από τότε ο γέροντας έτρεφε το λιοντάρι, δίνοντας του ψωμί και βρεγμένα όσπρια. Στη Λαύρα, δηλαδή στις σπηλιές, υπήρχε ένα γαϊδούρι που έφερνε νερό από τον ποταμό Ιορδάνη για τις ανάγκες των ασκητών. Ο Άγιος ανέθεσε τη φύλαξη αυτού του ζώου στο λιοντάρι. Ήταν υπεύθυνο να το βόσκει κοντά στον ποταμό και να το προσέχει κατά τη διαδρομή του. Ο γέροντας εμπιστεύθηκε στο θηρίο το γαϊδούρι, όπως σε μικρό βοσκό ένα πρόβατο. Το λιοντάρι έκανε αυτή την υπηρεσία για αρκετό χρονικό διάστημα. Άλλοτε ακολουθούσε το γαϊδούρι, περιτριγυρίζοντας το προστατευτικά σαν σκύλος, άλλοτε καθόταν κοντά του ή πρόσεχε τους γύρω δρόμους, όταν εκείνο έβοσκε. Όσοι το έβλεπαν απορούσαν, σταυροκοπιόνταν και θαύμαζαν για το παράξενο αυτό θέαμα.

Κάποτε το λιοντάρι και το γαϊδούρι χώρισαν για λίγη ώρα. Αυτό έγινε είτε γιατί το λιοντάρι αποκοιμήθηκε είτε διότι απομακρύνθηκε για λίγο, για να βρει τροφή. Κάποιοι Άραβες έμποροι καμηλιέρηδες που περνούσαν από εκεί βρήκαν το γαϊδούρι μονάχο του και το έκλεψαν.
Όταν το λιοντάρι αναζήτησε παντού το "φίλο του" και δεν τον βρήκε, γύρισε στη Λαύρα σκυθρωπό και λυπημένο.

Ο Όσιος, μόλις είδε το λιοντάρι μόνο του και σ’ αυτή την κατάσταση, υποψιάστηκε ότι θα έφαγε το γαϊδούρι και με ύφος γεμάτο σοβαρότητα του είπε:

Τι συμβαίνει λιοντάρι; Έφαγες το γαϊδούρι; Φαίνεται λοιπόν ότι ξαναγύρισες στην προηγούμενη σου φύση, αν και δοκίμασες να μεταμορφωθείς σε πρόβατο και ν' αποκτήσεις την ιδιότητα τον σκύλου. Αλλά η φύση νίκησε. Θυμήθηκες την προηγούμενη υπερηφάνεια και τη βασιλική σου κυριαρχία πάνω στα άλλα ζώα, εσύ ο φονιάς και πεθύμησες πάλι να είσαι αρχηγός. Αλλά εγώ θα σε ταπεινώσω και θα γκρεμίσω τον εγωισμό σου. Να είσαι λοιπόν, όχι λιοντάρι, όπως πεθύμησες, αλλά γάιδαρος κουβαλητής".

Πραγματικά το λιοντάρι γίνεται τώρα γαϊδούρι. Ο Όσιος το διατάζει με απλότητα να αναλάβει την υπηρεσία του γαϊδάρου. Φορτωμένο τις στάμνες να μεταφέρει το νερό στους μοναχούς από τον ποταμό. Υποτάσσεται στον Άγιο και εκτελεί την εργασία του γαϊδάρου, όπως ακριβώς και προηγουμένως συμπεριφερόταν πρώτα σαν αρνί και μετά σαν έμπιστος σκύλος.

Από τότε που κλέψανε το γαϊδουράκι πέρασε αρκετός καιρός. Το λιοντάρι εκτελούσε τη νέα του υπηρεσία ευχάριστα, ακούραστα και πρόθυμα.

Μερικοί αναφέρουν και το παρακάτω περιστατικό: Κάποτε ένας στρατιωτικός πήγε να δει το γέροντα. Είδε το λιοντάρι να μεταφέρει νερό και έμεινε έκπληκτος από το παράξενο αυτό θαύμα. Τότε έδωσε στον Άγιο τρία χρυσά νομίσματα - τόση ήταν τότε η τιμή ενός γαϊδάρου - και απάλλαξε το λιοντάρι από τη δύσκολη δουλειά.

Μια μέρα οι Άραβες έμποροι, που είχαν κλέψει το γαϊδούρι, περνούσαν και πάλι από τον ίδιο δρόμο, κοντά στην όχθη του Ιορδάνη, έχοντας μαζί τους και το κλεμμένο ζώο. Το λιοντάρι βρισκόταν την ώρα εκείνη σ’ αυτό το ίδιο μέρος, για να μεταφέρει νερό. Είδε το γαϊδουράκι, το αναγνώρισε και αφήνοντας την ιδιότητα του γαϊδάρου, παρουσιάζεται σαν λιοντάρι και αρχίζει να βρυχάται και να στρέφεται εναντίον των εμπόρων. Αυτοί φοβήθηκαν και το έβαλαν στα πόδια, αφήνοντας μόνα τους τα ζώα.

Το λιοντάρι έπιασε με τα δόντια του το σχοινί και τράβηξε μαζί με το γαϊδουράκι και όλες τις καμήλες κατά το μοναστήρι. Όταν έφτασαν στο μοναστήρι το λιοντάρι οδήγησε όλα τα ζώα έξω από το κελί του Οσίου, γεμάτο χαρά. Ήταν πολύ χαρούμενο, έκανε διάφορα πηδήματα και κινήσεις και φαινόταν σαν ένας γενναίος στρατιώτης που έρχεται από τον πόλεμο φορτωμένος με λάφυρα.

Όταν ο γέροντας είδε το πρωτοφανές αυτό θέαμα, χαμογέλασε, κατάλαβε ότι άδικα κατηγόρησε το λιοντάρι, το απάλλαξε από τη δύσκολη δουλειά του και του έδωσε και όνομα. Το ονόμασε λοιπόν Ιορδάνη. Αυτό είναι ένα άλλο σημάδι της μεγάλης χάρης που πήρε από το Θεό ο Άγιός μας. Έδινε ονόματα στα άγρια θηρία και στα άλλα ζώα, συνομιλούσε μαζί τους, ήταν ήμερα μαζί του και του υπάκουαν, όπως στον Αδάμ, πριν από το προπατορικό αμάρτημα.

Μερικοί αναφέρουν ότι ο Άγιος ελευθέρωσε τελείως το λιοντάρι και αυτό έκλινε το κεφάλι, αποχαιρέτισε τον Άγιο και χάθηκε στην απέραντη έρημο. Όμως μια φορά τη βδομάδα ερχόταν στη Λαύρα και τον προσκυνούσε. Άλλοι λένε ότι ο Ιορδάνης έμεινε με το Γέροντα πέντε χρόνια και άλλοι ότι δεν τον αποχωρίστηκε ποτέ. Άλλοι πάλι αναφέρουν ότι γύριζε μέσα και έξω από τη Λαύρα για άλλα τρία χρόνια, μέχρι που κοιμήθηκε ο Άγιος.

Στο μεταξύ, οι έμποροι, αφού ξεφοβήθηκαν και θαύμασαν, βλέποντας το λιοντάρι να τραβάει το γαϊδούρι από το σχοινί, ακολούθησαν από μακριά το θηρίο με τη συνοδεία του. Έφτασαν και αυτοί στη Λαύρα και παρακολούθησαν όσα έγιναν. Ένιωσαν μεγάλη ντροπή για την κακή τους πράξη, γονάτισαν και έπεσαν μπρούμυτα στα πόδια του Αγίου και τον παρακάλεσαν να τους συγχωρέσει. Ζήτησαν την ευχή και την ευλογία του και του πρόσφεραν πολλά δώρα, μερικά από τα οποία είχαν μεγάλη αξία.

Ο Άγιος δέχτηκε μερικά από τα δώρα των εμπόρων, τους έδωσε χρήσιμες συμβουλές και ορισμένα δώρα από το μοναστήρι. Τους ευχήθηκε και τους έστειλε στα σπίτια τους, μαζί με τις καμήλες και τα εμπορεύματα τους. Εκείνοι έφυγαν, ευχαριστώντας τον Άγιο. Από τότε έρχονταν συχνά στο μοναστήρι και έφερναν μαζί τους πολλά δώρα.

Όταν ο Άγιος κοιμήθηκε ο Ιορδάνης έτυχε να μην είναι στη Λαύρα. Μετά από λίγες μέρες ήρθε και ζητούσε να βρει το γέροντα και να τον προσκυνήσει. Μάταια όμως. Ο μεγάλος ευεργέτης του δε φαινόταν πουθενά.

Μόλις ο Άγιος Σαββάτιος, ο μαθητής του Αγίου Γερασίμου, είδε το λιοντάρι να ψάχνει του είπε:

- Ιορδάνη, ο γέροντας μας, μας άφησε ορφανούς και έφυγε και πήγε στους ουρανούς, κοντά στον Κύριο. Αλλά πάρε τροφή και φάγε.

Το λιοντάρι όμως δεν ήθελε να φάει. Εξακολουθούσε να κοιτάζει ανήσυχα εδώ κι εκεί. Ήθελε να δει τον Άγιο και βρυχόταν δυνατά, χωρίς να σιωπά ούτε για μια στιγμή. Μάταια ο Άγιος Σαββάτιος και οι άλλοι μοναχοί το χάιδευαν στη ράχη και του έλεγαν να φάει και να ησυχάσει. Όσο προσπαθούσαν να τον παρηγορήσουν με λόγια, τόσο δυνατότερα φώναζε. Οι μοναχοί συγκινήθηκαν και δάκρυσαν, βλέποντας τη μεγάλη λύπη που ένιωθε το λιοντάρι, επειδή δεν έβλεπε τον Άγιο Γέροντα.

Ο Άγιος Σαββάτιος με νοήματα προσπαθούσε να του δώσει να καταλάβει ότι ο Άγιος πέθανε. Αυτό όμως συνέχιζε να βρυχάται λυπημένο και αγανακτισμένο.

Στο τέλος ο γέροντας του είπε:

- Έλα μαζί μου και Θα δεις τον τάφο του.

Αφού τα είπε αυτά άρχισε να προχωρεί και ο Ιορδάνης τον ακολουθούσε. Όταν έφτασαν και οι δυο στον τάφο του Αγίου σταμάτησαν.

Ο Άγιος Σαββάτιος τότε είπε:

- Εδώ είναι θαμμένος, Ιορδάνη, ο γέροντας Γεράσιμος.

Στάθηκε ο Άγιος Σαββάτιος κοντά στον τάφο του Αγίου Γερασίμου, δάκρυσε και έβαλε μετάνοια.

Όταν τον είδε το λιοντάρι, έκαμε και αυτό μετάνοια. Μετά έπεσε πάνω στον τάφο του Αγίου, κτυπούσε το κεφάλι του και βρυχήθηκε δυνατά.

Από τον πολύ πόνο που ένιωσε, επειδή έχασε τον Άγιο, ψόφησε αμέσως. Τόσο πολύ αγαπούσε τον Άγιο Γεράσιμο.

Αυτό το θαυμαστό γεγονός έγινε όχι γιατί το λιοντάρι είχε λογική ψυχή.

Έγινε γιατί ο Θεός ήθελε να δοξάσει το μεγάλο αυτόν Άγιο και μετά το θάνατό του.



Δείτε σχετικά:

Ἅγιος Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης (4 Μαρτίου)

 



Ο Όσιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης γεννήθηκε στη Λυκία τον 5ο αιώνα μ.Χ. από ευσεβείς και ταπεινούς γονείς και εκ βρέφους αφιερώθηκε στον Θεό. Σε νεαρή ηλικία ασπάσθηκε την αίρεση των Μονοφυσιτών παρασυρόμενος από τους οπαδούς του αιρετικού ψευδοπατριάρχη Θεοδοσίου, φανατικού μονοφυσίτου Αιγύπτιου μοναχού, ο οποίος κατά την απουσία του Πατριάρχη Ιουβεναλίου (422 - 458 μ.Χ.), βοηθούμενος και υπό της βασιλίσσης Ευδοκίας (βλέπε 13 Αυγούστου) - προ της μεταστροφής της στα ορθόδοξα δόγματα, κατόρθωσε να καταλάβει τον πατριαρχικό θρόνο των Ιεροσολύμων και να προβεί σε ανεκδιήγητες σκληρότητες επί είκοσι μήνες (451 - 453 μ.Χ.). Ακόμη κι αυτός ο πανίερος ναός της Αναστάσεως έγινε θέατρο απερίγραπτων σκηνών και επιπλέον η ταραχή εξαπλώθηκε ανά την Παλαιστίνη.

Οι Μονοφυσίτες δεν παραδέχονται ότι στο πρόσωπο του Χριστού έχουν ενωθεί η θεία και η ανθρώπινη φύση «ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, ἀχωρίστως καὶ ἀδιαιρέτως», αλλά ισχυρίζονται ότι η θεία φύση του Χριστού απορρόφησε την ανθρώπινη φύση Του και επομένως ο Χριστός έχει μόνο μια φύση.

Γρήγορα όμως ο Όσιος Γεράσιμος κατάλαβε το λάθος του, επειδή ήταν άνθρωπος με καλή προαίρεση και ταπεινό φρόνημα. Είχε την καλή συνήθεια να επισκέπτεται και να συμβουλεύεται για πνευματικά αγιασμένους ανθρώπους. Από ένα λόγιο ασκητή που ονομαζόταν Ευθύμιος και ασκήτευε στην έρημο του Ρουβά, διδάχθηκε την αλήθεια και για τις δύο φύσεις του Χριστού, κατάλαβε το λάθος του και επέστρεψε και πάλι στην Εκκλησία.

Στη συνέχεια εκάρη το 451 μ.Χ. μοναχός στην έρημο του Ιορδάνου, όπου ασκήθηκε στην ησυχία. Αργότερα, όταν συγκεντρώθηκαν γύρω του πολλοί μοναχοί, οι οποίοι ζητούσαν την φωτισμένη καθοδήγησή του, ίδρυσε κοινοβιακή μονή κοντά στην πόλη Βαϊθαγλά.

Ο Όσιος Γεράσιμος ήταν αυστηρός, αλλά μόνο στον εαυτό του. Στους άλλους ήταν ευπροσήγορος και επιεικής. Έτρωγε λίγο, όσο χρειαζόταν για να συντηρείται στη ζωή, και κοιμόταν επίσης πολύ λίγο. Μάλιστα δίδασκε ότι όποιος θέλει να ζήσει περισσότερο πρέπει να κοιμάται λιγότερο, διότι ο πολύς ύπνος κάνει το σώμα τρυφηλό και άρα ανίσχυρο στους κόπους και ευάλωτο στις ασθένειες.

Η διδασκαλία του Οσίου Γερασίμου για τον ύπνο είναι ουσιαστικά λόγος για την άσκηση. Με τον περιορισμό του ύπνου και την εγκράτεια συνηθίζει η σάρκα (το σαρκικό φρόνημα) να υποτάσσεται στο πνεύμα. Με την άσκηση και την αδιάλειπτη προσευχή, ιδίως με την μονολόγιστη ευχή, το «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με» ο νους συγκεντρώνεται στο χώρο της καρδιάς, που είναι η φυσική του θέση και αποκτά αδιάλειπτη μνήμη του Θεού.

Τόσο πολύ απέκτησε την οικείωση προς τον Θεό ο Όσιος Γεράσιμος και προστάτεψε το «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν» των Αγίων, ώστε δάμασε και τα άγρια θηρία και έκανε πολλά θαύματα. Απέκτησε μάλιστα και υπηρέτη ένα όνο, για να μεταφέρει νερό, καθώς πόσιμο νερό βρισκόταν σε απόσταση. Κάποια φορά, κι ενώ το λιοντάρι κοιμόταν, έμποροι που περνούσαν έκλεψαν τον όνο. Και επειδή ο Όσιος υποπτεύθηκε ότι το λιοντάρι έφαγε τον όνο, το τιμώρησε να μεταφέρει εκείνο το νερό. Ώσπου, μια μέρα, όταν ξαναπέρασαν οι έμποροι από το ίδιο το σημείο, το λιοντάρι αναγνώρισε τον κλεμμένο όνο και τον επέστρεψε σώο στον Όσιο. Εκείνος τότε το απάλλαξε από το έργο αυτό και το άφησε να γυρίσει στο βουνό. Και όταν ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη, το λιοντάρι ήρθε και πέθανε πάνω στον τάφο του.

Όταν στις 19 Ιανουαρίου του 473 μ.Χ. κοιμήθηκε ο Όσιος Ευθύμιος ο Μέγας (βλέπε 20 Ιανουαρίου), ο Όσιος Γεράσιμος είδε σε όραμα κατά τη στιγμή που προσευχόταν στη Λαύρα, το τέλος του Οσίου. Αυτό αναφέρεται στη διήγηση του Αγίου Κυριακού του Αναχωρητού (βλέπε 29 Σεπτεμβρίου), ο οποίος συνόδευσε τον Όσιο Γεράσιμο στην κηδεία του μεγάλου Αγίου της Εκκλησίας.

Δύο χρόνια μετά το τέλος του Οσίου Ευθυμίου, το 475 μ.Χ. επί Πατριάρχη Ιεροσολύμων Αναστασίου Α΄ (458 - 478 μ.Χ.) ο Όσιος Γεράσιμος κοιμήθηκε με ειρήνη. Τη διαδοχή της Λαύρας ανέθεσε στους συνασκητές αυτού Στέφανο και Βασίλειο.

Σημείωση: Όπως μας πληροφορεί ο συναξαριστής του Αγίου Νικοδήμου, ο Όσιος Γεράσιμος έζησε την εποχή του Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου τον 7ο μ.Χ. κάτι όμως που δεν φαίνεται πιθανό.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.

Τῆς ἐρήμου πολίτης καί ἐν σώματι ἄγγελος, καί θαυματουργός ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ἡμῶν Γεράσιμε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τούς νοσοῦντας, καί τάς ψυχάς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς ἐρήμου οἰκήτωρ, Ἀσκητῶν ἀκροθίνιον, καὶ ἀγγελικῆς πολιτείας ἀναδέδειξαι ἔσοπτρον, τοῦ Πνεύματος τὴ αἴγλη λαμπρυνθεῖς, Γεράσιμε Ὅσιων καλλονὴ διὰ τοῦτο θεραπεύεις διαπαντός, τοὺς πίστει ἐκβοώντας σοι, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ, πάσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χριστώ εκ νεότητος, ακολούθησας πιστώς, ζωήν την ισάγγελον, επολιτεύσω σαφώς. Γεράσιμε Όσιε. συ γαρ εν Ιορδάνου, διέλαμψας τη χώρα, θήρα καθυποτάσσεις, τη στερρά σου ασκήσει. Χριστός γαρ ον εδόξασας, λαμπρος σε εθαυμάστωσε.



Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ὡς ἀστήρ οὐράνιος ἐξανατείλας, ἱερῶς ἐφαίδρυνας, τῶν ἀρετῶν σου τῷ φωτί, τοῦ Ἰορδάνου τήν ἔρημον, Ὅσιε Πάτερ, θεόφρον Γεράσιμε.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.

Τὴν κλίμακα τῶν θείων ἀρετῶν διανύσας, πρὸς νοητῆς θεωρίας ἀνελήλυθας ὕψος, καὶ θείων μυστηρίων τοῦ Χριστοῦ, ἐμφάσεις ὑπεδέξω καθαράς, διὰ τοῦτο, θεοφόρε, σὲ εὐσεβῶς τιμῶμεν καὶ βοῶμεν· Δόξα τῷ ἐνισχύσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

Η ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ

 


Η ευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου

Ανάμεσα σ’ όλες τις προσευχές και τους ύμνους της Μεγάλης Τεσσαρακοστής μπορεί να ονομαστεί η προσευχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Η Παράδοση την αποδίδει σε έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον Άγιο Εφραίμ το Σύρο. Να το κείμενο της προσευχής:

«Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας μή μοι δῷς.

Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονής καί ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ.

Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητός εἶ εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Αμήν».

Ερμηνεία
“Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, μην επιτρέψεις να με κυριεύσει το πνεύμα της αργίας, της περιέργειας, της φιλαρχίας, και της αργολογίας.
Χάρισε Εσύ σε μένα, τον τιποτένιο δούλο Σου, πνεύμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης.
Ναί, Κύριε, και Βασιλιά μου, δός μου το χάρισμα να βλέπω μόνο τις δικές μου αμαρτίες και τα λάθη και να μή κατακρίνω τον αδελφό μου. Για Σένα που είσαι άξιος κάθε τιμής και δοξολογίας στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.”

Τούτη η προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας της Μεγάλης Σαρακοστής από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή. Την πρώτη φορά λέγοντας την προσευχή κάνουμε μία μετάνοια σε κάθε αίτηση. Έπειτα κάνουμε δώδεκα μετάνοιες λέγοντας: «Ο Θεός, ἱλάσθητί μοι τῶ ἁμαρτωλῷ, καί ἐλέησόν με» . Ολόκληρη η προσευχή επαναλαμβάνεται με μια τελική μετάνοια στο τέλος της προσευχής.1

Γιατί αυτή η σύντομη και απλή προσευχή κατέχει μια τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μεγάλης Σαρακοστής; Διότι απαριθμεί, μ’ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί, θα λέγαμε, ένα «κανόνα ελέγχου» του προσωπικού μας αγώνα στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτός ο αγώνας σκοπεύει πρώτα απ’ όλα στην απελευθέρωσή μας από μερικές βασικές πνευματικές ασθένειες που διαμορφώνουν τη ζωή μας και μας κάνουν πραγματικά ανίσχυρους ακόμα και για να κάνουμε αρχή στροφής στο Θεό.

Η αργία

Η βασική ασθένεια είναι η αργία. Είναι η παράξενη εκείνη τεμπελιά και η παθητικότητα ολόκληρης της ύπαρξής μας που πάντα μας σπρώχνει προς τα «κάτω» μάλλον παρά προς τα «πάνω» και που διαρκώς μας πείθει ότι δεν είναι δυνατό ν’ αλλάξουμε και επομένως δε χρειάζεται να επιθυμούμε την αλλαγή. Είναι ένας βαθιά ριζωμένος κυνισμός που σε κάθε πνευματική πρόκληση απαντάει με το «γιατί;» και καταντάει την ζωή μας μια απέναντι πνευματική φθορά. Αυτή είναι η ρίζα όλης της αμαρτίας γιατί δηλητηριάζει κάθε πνευματική ενεργητικότητα στην πιο βαθιά της πηγή.

Η λιποψυχία2

Το αποτέλεσμα της «αργίας», είναι η «λιποψυχία»2. Είναι μια κατάσταση δειλίας που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεώρησαν το μεγαλύτερο κίνδυνο της ψυχής. Η λιποψυχία, η αποθάρρυνση, είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να βλέπει καθετί καλό ή θετικό! Είναι η αναγωγή των πάντων στον αρνητισμό και στην απαισιοδοξία. Είναι στ’ αλήθεια μια δαιμονική δύναμη μέσα μας γιατί ο Σατανάς είναι βασικά ένας ψεύτης. Ψιθυρίζει ψευτιές στον άνθρωπο για το Θεό και για τον κόσμο· γεμίζει τη ζωή με σκοτάδι και αρνητισμό. Η λιποψυχία είναι η αυτοκτονία της ψυχής γιατί όταν ο άνθρωπος κατέχεται απ’ αυτή είναι εντελώς ανίκανος να δει το φως και να το επιθυμήσει.

Η φιλαρχία

Πνεύμα φιλαρχίας! Φαίνεται παράξενο πως η αργία και η λιποψυχία είναι ακριβώς εκείνα που γεμίζουν τη ζωή μας με τον πόθο της φιλαρχίας. Μολύνοντας όλη μας την τοποθέτηση απέναντι στη ζωή, κάνοντας την άδεια και χωρίς νόημα, μας σπρώχνουν ν’ αναζητήσουμε αντιστάθμισμα σε μια ριζικά λανθασμένη στάση απέναντι στα άλλα πρόσωπα.

Αν η ζωή μου δεν είναι προσανατολισμένη προς τον Θεό, αν δεν σκοπεύει σε αιώνιες αξίες, αναπόφευκτα θα γίνει εγωιστική και εγωκεντρική, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι γίνονται τα μέσα για τη δική μου αυτοϊκανοποίηση. Αν ο Θεός δεν είναι ο «Κύριος και Δεσπότης της ζωής μου», τότε το εγώ μου γίνεται ο κύριος και δεσπότης μου, γίνεται το απόλυτο κέντρο του κόσμου μου και αρχίζω αν εκτιμώ καθετί με βάση τις δικές μου ανάγκες, τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές μου κρίσεις.

Έτσι η επιθυμία της φιλαρχίας γίνεται η βασική μου αμαρτία στις σχέσεις με τις άλλες υπάρξεις, γίνεται μια αναζήτηση υποταγής τους σε μένα. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να εκφράζεται η φιλαρχία μου σαν έντονη ανάγκη να διατάζω και να κηδεμονεύω τους «άλλους». Μπορεί επίσης να εκφράζεται και σαν αδιαφορία, περιφρόνηση, έλλειψη ενδιαφέροντος, φροντίδας και σεβασμού. Και είναι ακριβώς η «αργία», μαζί με τη «λιποψυχία» που απευθύνονται αυτή τη φορά προς τους άλλους· έτσι συμπληρώνεται η πνευματική αυτοκτονία με την πνευματική δολοφονία.

Η αργολογία

Τέλος είναι η αργολογία. Απ’ όλα γενικά τα δημιουργήματα μόνον ο άνθρωπος προικίστηκε με το χάρισμα του λόγου. Όλοι οι Πατέρες βλέπουν σ’ αυτό το χάρισμα την ακριβή «σφραγίδα» της θείας εικόνας στον άνθρωπο γιατί ο ίδιος ο Θεός αποκαλύφθηκε σαν Λόγος (Ιωαν. 1:1).

Αλλά όντας ο λόγος το ύψιστο δώρο, έτσι είναι και ο ισχυρότερος κίνδυνος. Όπως είναι η κυρίαρχη έκφραση του ανθρώπου, το μέσο για την προσωπική του πλήρωση, για τον ίδιο λόγο, είναι και το μέσο για την πτώση του, για την αυτοκαταστροφή του, για την προδοσία και την αμαρτία. Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει· ο λόγος εμπνέει και ο λόγος δηλητηριάζει. Ο λόγος είναι το μέσο της Αλήθειας αλλά είναι και μέσο για το δαιμονικό ψέμα.

Έχοντας μια βασικά θετική δύναμη ο λόγος, έχει ταυτόχρονα και μια τρομακτικά αρνητική. Ο λόγος δηλαδή δημιουργεί θετικά ή αρνητικά. Όταν αποσπάται από τη θεία καταγωγή και το θείο σκοπό του γίνεται αργολογία. «Ενισχύει» την αργία, τη λιποψυχία και τη φιλαρχία και μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση. Γίνεται η κυρίαρχη δύναμη της αμαρτίας.

Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι οι αρνητικοί «στόχοι» της μετάνοιας. Είναι τα εμπόδια που πρέπει να μετακινηθούν. Αλλά μόνον ο Θεός μπορεί να τα μετακινήσει. Ακριβώς γι’ αυτό και το πρώτο μέρος της προσευχής αυτής είναι μια κραυγή από τα βάθη της καρδιάς του αβοήθητου ανθρώπου.

Στη συνέχεια η προσευχή κινείται στους θετικούς σκοπούς της μετάνοιας.

Η Σωφροσύνη

Σωφροσύνη! Αν δεν περιορίσουμε –πράγμα που συχνά και πολύ λαθεμένα γίνεται- την έννοια της λέξης «σωφροσύνη» μόνο στη σαρκική σημασία της, θα μπορούσε να γίνει κατανοητή σαν το θετικό αντίστοιχο της λέξης «αργία». «Αργία», πρώτα απ’ όλα, είναι η αδράνεια, τα σπάσιμο της διορατικότητας και της ενεργητικότητάς μας, η ανικανότητα να βλέπουμε καθολικά, σφαιρικά. Επομένως αυτή η ολότητα είναι το εντελώς αντίθετο από την αδράνεια.

Αν συνηθίζουμε με τη λέξη σωφροσύνη να εννοούμε την αρετή την αντίθετη από τη σαρκική διαφθορά είναι γιατί ο διχασμένος χαρακτήρας μας, πουθενά αλλού δεν φαίνεται καλύτερα παρά στη σαρκική επιθυμία, που είναι η αλλοτρίωση του σώματος από τη ζωή και τον έλεγχο του πνεύματος. Ο Χριστός επαναφέρει την «ολότητα» (τη σωφροσύνη) μέσα μας και το κάνει αυτό αποκαθιστώντας την αληθινή κλίμακα των αξιών, με το να μας οδηγεί πίσω στο Θεό.

Η Ταπεινοφροσύνη

Ο πρώτος και υπέροχος καρπός της σωφροσύνης είναι η ταπεινοφροσύνη. Πάνω απ’ όλα είναι η νίκη της αλήθειας μέσα μας, η απομάκρυνση του ψεύδους μέσα στο οποίο ζούμε. Μόνο η ταπεινοφροσύνη είναι άξια της αλήθειας· μόνο μ’ αυτή δηλαδή μπορεί κανείς να δει και δεχτεί τα πράγματα όπως είναι και έτσι να δει το Θεό, το μεγαλείο Του, την καλωσύνη Του και την αγάπη Του στο καθετί. Να γιατί, όπως ξέρουμε, ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».

Η Υπομονή

Μετά τη σωφροσύνη και την ταπεινοφροσύνη, κατά φυσικό τρόπο, ακολουθεί η υπομονή. Ο «φυσικός» ή «πεπτωκώς» άνθρωπος είναι ανυπόμονος, γιατί είναι τυφλός για τον εαυτό του, και βιαστικός στο να κρίνει και να καταδικάσει τους άλλους. Με διασπαρμένη, ατελή και διαστρεβλωμένη γνώση των πραγμάτων που έχει, μετράει τα πάντα με βάση τις δικές του προτιμήσεις και τις δικές του ιδέες. Αδιαφορεί για τον καθένα γύρω του εκτός από τον εαυτό του, θέλει η ζωή του να είναι πετυχημένη τώρα, αυτή τη στιγμή.

Η υπομονή, βέβαια, είναι μια αληθινά θεϊκή αρετή. Ο Θεός είναι υπομονετικός όχι γιατί είναι «συγκαταβατικός» αλλά γιατί βλέπει το βάθος όλων των πραγμάτων, γιατί η εσωτερική πραγματικότητά τους, την οποία εμείς με την τυφλότητά μας δεν μπορούμε να δούμε, είναι ανοιχτή σ’ Αυτόν. Όσο πιο κοντά ερχόμαστε στο Θεό τόσο περισσότερο υπομονετικοί γινόμαστε και τόσο πιο πολύ αντανακλούμε αυτή την απέραστη εκτίμηση για όλα τα όντα, πράγμα που είναι η κύρια ιδιότητα του Θεού.

Η Αγάπη

Τέλος, το αποκορύφωμα και ο καρπός όλων των αρετών, κάθε καλλιέργειας και κάθε προσπάθειας, είναι η αγάπη. Αυτή η αγάπη που, όπως έχουμε πει, μπορεί να δοθεί μόνο από το Θεό, είναι το δώρο που αποτελεί σκοπό που αποτελεί σκοπό για κάθε πνευματική προετοιμασία και άσκηση.

Η υπερηφάνεια

Όλα αυτά συγκεφαλαιώνονται στην τελική αίτηση της προσευχής του Αγίου Εφραίμ με την οποία ζητάμε: «…δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου…». Εδώ τελικά δεν υπάρχει παρά μόνο ένας κίνδυνος: η υπερηφάνεια. Η υπερηφάνεια είναι η πηγή του κακού και όλο το κακό είναι η υπερηφάνεια. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι αρκετό για μένα να βλέπω τα «ἐμά πταίσματα» γιατί ακόμα και αυτή η φαινομενική αρετή μπορεί να μετατραπεί σε υπερηφάνεια.

Τα πατερικά κείμενα είναι γεμάτα από προειδοποιήσεις για την ύπουλη μορφή ψευτοευσέβειας η οποία στην πραγματικότητα με το κάλυμμα της ταπεινοφροσύνης και της αυτομεμψίας μπορεί να οδηγήσει σε μια πραγματικά δαιμονική υπερηφάνεια. Αλλά όταν βλέπουμε τα δικά μας σφάλματα και δεν κατακρίνουμε τους αδελφούς μας, όταν με άλλα λόγια, η σωφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η υπομονή και η αγάπη γίνονται ένα σε μας, τότε και μόνο τότε ο αιώνιος εχθρός –η υπερηφάνεια- θ’ αφανιστεί μέσα μας.

π. Αλέξανδρος Σμέμαν
από το βιβλίο «Μεγάλη Σαρακοστή»,
εκδόσεις «Ακρίτας»

Υποσημειώσεις:
1) Κάθε φορά που λέμε ένα στίχο της ευχής του Οσίου Εφραίμ, κάνουμε μία μεγάλη μετάνοια. Σύνολο τρεις. Όταν τελειώσουμε αυτές, κάνουμε δώδεκα μικρές μετάνοιες λέγοντας σε καθεμία από αυτές: «Ο Θεός, ἱλάσθητί μοι τῶ ἁμαρτωλῷ, καί ἐλέησόν με». Στο τέλος επαναλαμβάνουμε άλλη μία φορά τον τελευταίο στίχο της ευχής (Ναι, Κύριε Βασιλεύ...) και πραγματοποιούμε άλλη μία μεγάλη μετάνοια. (Ωρολόγιον το Μέγα, εκδ. Αποστολική Διακονία, 2003).
2) Ο συγγραφέας μεταφράζει από το ελληνικό κείμενο τη λέξη «περιέργεια» με την αγγλική λέξη faint-heartedness που σημαίνει λιποψυχία, δειλία.


ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ (Ομιλία Επισκόπου Γαρδικίου κ.Κλήμεντος)