† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

ΜΟΝΑΧΑ Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ, ΚΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΠΕΡΝΑΝΕ ΑΓΙΑΣΜΕΝΑ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

«Μοναχά ο ορθόδοξος χριστιανός γιορτάζει τα Χριστούγεννα πνευματικά, κι από την ψυχή του περνάνε αγιασμένα αισθήματα…»


του Φώτη Κόντογλου

Την πνευματική χαρά και την ουράνια αγαλλίαση που νοιώθει ο χριστιανός από τα Χριστούγεννα, δεν μπορεί να τη νοιώσει, με κανέναν τρόπο, όποιος τα γιορτάζει μοναχά σαν μια συγκινητική συνήθεια, που είναι δεμένη περισσότερο με τις συνηθισμένες χαρές του κόσμου, με τον χειμώνα, με τα χιόνια, με το ζεστό τζάκι.

Μοναχά ο ορθόδοξος χριστιανός γιορτάζει τα Χριστούγεννα πνευματικά, κι από την ψυχή του περνάνε αγιασμένα αισθήματα, και τη ζεσταίνουνε με κάποια θέρμη παράδοξη, που έρχεται από έναν άλλο κόσμο, τη θέρμη του Αγίου Πνεύματος, κατά τον Αναβαθμό που λέγει: «Αγίω Πνεύματι πάσα ψυχή ζωούται, και καθάρσει υψούται, λαμπρύνεται τη τριαδική μονάδι, ιεροκρυφίως».

Ψυχή και σώμα γιορτάζουν μαζί, ευφραίνουνται με τη θεία ευφροσύνη, που δεν την απογεύεται όποιος βρίσκεται μακριά από τον Χριστό. Ενώ η καρδιά του χριστιανού, αυτές τις αγιασμένες μέρες, είναι γεμάτη από την ευωδία της υμνωδίας, γεμάτη από μια γλυκύτατη πνευματική φωτοχυσία, που σκεπάζει όλη την κτίση, τα βουνά, τη θάλασσα, τον κάθε βράχο, το κάθε δέντρο, την κάθε πέτρα, το κάθε πλάσμα.

Όλα είναι αγιασμένα, όλα γιορτάζουνε, όλα ψέλνουνε, όλα ευφραίνονται, όλη η φύση είναι «ως ελαία κατάκαρπος εν τω οίκω του Θεού». Κανείς δεν νοιώθει στην καρδιά του τέτοια χαρά, παρά μονάχα εκείνος που αγαπά τον Θεό και που ζει τις μέρες της ζωής του μαζί με τον Θεό, γιατί κανένας άλλος από τον Θεό δεν μπορεί να δώσει τέτοια χαρά, τέτοια ειρήνη, κατά τον λόγο που είπε ο Κύριος στον Μυστικό Δείπνο: «Τη δική μου την ειρήνη σας δίνω, δεν σας δίνω εγώ την ειρήνη που δίνει ο κόσμος».

Η χαρά του Χριστού κ’ η ειρήνη είναι αλλιώτικη από τη χαρά κι από την ειρήνη τούτου του κόσμου. Για τούτο ο άνθρωπος που χαίρεται να πηγαίνει στην εκκλησία, για να πιει απ’ αυτή την αθάνατη βρύση της αληθινής χαράς και της ειρήνης, λέγει μαζί με τον Δαβίδ: «Εξαπόστειλον, Κύριε, το φως σου και την αλήθειάν σου· αυτά με ωδήγησαν και ήγαγόν με εις όρος άγιόν σου και εις τα σκηνώματά σου· και εισελεύσομαι προς το θυσιαστήριον του Θεού, προς τον Θεόν τον ευφραίνοντα την νεότητά μου».

Ας γιορτάσουμε λοιπόν κ’ εμείς, αδελφοί μου, τη Γέννηση του Χριστού «εν πνεύματι και αληθεία, εν ψαλμοίς και ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς», και τότε και τ’ άλλα «προστεθήσεται ημίν», θα μας δοθούνε, ήγουν η χαρά του σπιτιού, της οικογένειας, της φύσης, της συναναστροφής, της αγνής διασκέδασης, γιατί όλα θα τα γλυκαίνει η αγάπη του Χριστού, και θα τα ζεσταίνει η θέρμη Εκείνου που είναι ο ζωοδότης.

Μέγα μάθημα της ταπείνωσης είναι για μας, αδελφοί μου, η Γέννηση του Χριστού. Πού γεννήθηκε; Μέσα σε μια φάτνη, σ’ ένα παχνί να πούμε καλύτερα, για να νοιώσουμε βαθύτερα την ανείπωτη συγκατάβαση του Θεού, γιατί τ’ αρχαία λόγια κάνουνε να φαίνουνται στα μάτια μας πλούσια και τα φτωχά πράγματα. Η μητέρα του, η υπεραγία Θεοτόκος, μακριά από το σπίτι της, ξένη σε ξένον τόπο, πήγε και τον γέννησε μέσα σ’ ένα μαντρί. Το βόδι και το γαϊδούρι τον ζεστάνανε με την ανασαμιά τους. Τσομπάνηδες τον συντροφέψανε. Μαζί με τα νιογέννητα αρνιά λογαριάστηκε ο αμνός του Θεού, που ήρθε στον κόσμο για να σώσει τον άνθρωπο από την κατάρα του Αδάμ. Ποιος άνθρωπος γεννήθηκε με μεγαλύτερη ταπείνωση;

Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει, στον Λόγο του για την Ταπεινοφροσύνη, τα παρακάτω εξαίσια λόγια: «Θέλω ν’ ανοίξω το στόμα μου, αδελφοί μου, και να λαλήσω για την υψηλή υπόθεση της ταπεινοφροσύνης, κ’ είμαι γεμάτος φόβο, σαν εκείνον τον άνθρωπο που ξέρει πως θα μιλήσει για τον Θεό. Γιατί η ταπεινοφροσύνη είναι στολή της θεότητας. Γιατί ο Λόγος του Θεού που έγινε άνθρωπος, αυτή ντύθηκε, κ’ ήρθε σε συνάφεια μαζί μας μ’ αυτή, παίρνοντας σώμα σαν το δικό μας. Κι όποιος τη ντύθηκε, αληθινά έγινε όμοιος μ’ Εκείνον, που κατέβηκε από το ύψος Του, και που σκέπασε την αρετή της μεγαλωσύνης Του και τη δόξα Του με την ταπεινοφροσύνη. Κι αυτό έγινε για να μην κατακαεί η κτίση από τη θωριά Του. Γιατί η κτίση δεν μπορούσε να τον κοιτάξει, αν δεν έπαιρνε ένα μέρος απ’ αυτή (το σώμα), κ’ έτσι μίλησε μ’ αυτή. Σκέπασε τη μεγαλωσύνη Του με τη σάρκα, και μ’ αυτή ήρθε σε συνάφεια μαζί μας, με το σώμα που επήρε από την Παρθένο και Θεοτόκο Μαρία. Ώστε, βλέποντάς τον εμείς πως είναι από το γένος μας και πως μας μιλά σαν άνθρωπος, να μην τρομάξουμε από τη θωριά Του. Γι’ αυτό, όποιος φορέσει τη στολή που φόρεσε ο Κτίστης (δηλαδή την ταπεινοφροσύνη), τον ίδιον τον Χριστό ντύθηκε».

Η φάτνη είναι η ταπεινή καρδιά, που μοναχά σ’ αυτήν πηγαίνει και γεννιέται ο Χριστός. Η Εκκλησία μας φωτοβολά μέσα στο χειμωνιάτικο σκοτάδι, γιορτάζοντας τη Γέννηση του Κυρίου. Από μέσα της ακούγεται μια υπερκόσμια υμνωδία, σαν εκείνη που ψέλνανε οι άγγελοι τη νύχτα που γεννήθηκε ο Κύριος, ως «ήχος καθαρός εορταζόντων»… 

(Από το βιβλίο του «Το Αϊβαλί η πατρίδα μου»)

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2023

ΣΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ Σ., ΠΟΥ ΡΩΤΑ ΓΙΑΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΛΑ ΝΑ ΕΜΦΑΝΙΣΘΕΙ (Ἁγίου Ἐπισκόπου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

 

ἁγίου Ἐπισκόπου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Ρωτήσατε, γιατί ὁ Κύριος Χριστός ἔπρεπε νά γεννηθεῖ, καί νά μεγαλώσει, καί νά βασανισθεῖ; Γιατί δέν ἐμφανίσθηκε ξαφνικά μέ μιᾶς ἀπό τούς οὐρανούς μέ τή μορφή ὥριμου ἀνθρώπου ὅπως, κατά τούς ἑλληνικούς μύθους, ὁ Ἀπόλλων ἐμφανιζόταν στούς ἀνθρώπους; Ἐντελῶς ἀνάρμοστη σύγκριση! Πῶς μπορεῖ νά συγκρίνεται ὁ πραγματικός ἄνθρωπος μέ μία παραίσθηση καί ὁ ἀληθινός Θεός μέ φανταστικά τέρατα;

Ὅσο πιό ψηλά εἶναι ὁ οὐρανός πάνω ἀπό τή γῆ, τόσο εἶναι ὑψηλή ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ πάνω ἀπό τό λογικό τοῦ ἀνθρώπου. Κατά τή σοφία τοῦ Ὑψίστου ὁ Χριστός ἔπρεπε νά ἐμφανισθεῖ στόν κόσμο καί σάν παιδί καί σάν νεαρός καί σάν ὥριμος ἄνθρωπος, γιά νά εἶναι σ᾿ ὅλους προσιτός καί νά κερδίσει τούς πάντες. Ἐάν Αὐτός δέν ἦταν ποτέ παιδί, θά ἦταν ὠχρός καί κρύος ὁ λόγος Του: «Ἄφετε τά παιδία ἔρχεσθαι πρός με, καί μή κωλύετε αὐτά· τῶν γάρ τοιούτων ἐστίν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Μάρκ. 10:14) καί πάλι: «Ἀμήν λέγω ὑμίν, ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 18:3). Ἐσεῖς εἶστε δάσκαλος τῶν παιδιῶν, καί σάν δάσκαλος σκεφθεῖτε, πόσο διαφορετική θά ἦταν ἡ σχέση σας μέ τά παιδιά, ἐάν δέν εἴχατε ὑπάρξει κι ἐσεῖς παιδί.

Ὁ Χριστός ἀναμφίβολα μποροῦσε νά ἐμφανισθεῖ στόν κόσμο καί ἔτσι ὅπως τό θέλετε ἐσεῖς ἀλλά, ἐάν τό εἶχε κάνει, Αὐτός δέν θά μποροῦσε νά εἶναι γιά τό γένος τῶν ἀνθρώπων ἐκεῖνο πού Αὐτός ἤθελε νά εἶναι, δηλαδή Δάσκαλος καί Σωτήρας ὅλων, καί παράδειγμα ὅλων τῶν γενεῶν.

Ἐσᾶς σᾶς ταλαιπωρεῖ αὐτό πού σκέφτεστε, ὅτι ὁ Κύριος μέ τήν ἀσυνήθιστη γέννησή Του μεγάλωσε γιά τό λογικό μας τό μυστήριο τοῦ Εἶναι Του. Ἀλλά τό μυστήριό Του, δέν θά ἦταν πολύ μεγαλύτερο καί ἀκατανόητο, ἐάν Αὐτός ξαφνικά κατέβαινε ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, ἔξω ἀπό κάθε συγγενικό δεσμό μέ τούς ἀνθρώπους; Δέν θά μιλοῦσε ὁ κόσμος σ᾿ αὐτή τήν περίπτωση γι᾿ Αὐτόν σάν γιά κάποιο φάντασμα; Τότε καί τό πρόσωπό Του, καί μαζί μ᾿ αὐτό καί ἡ διδασκαλία καί ἡ θυσία Του, θά ἔχαναν τήν πραγματική βάση καί τήν πραγματική σημασία. Ἀφοῦ ἐάν ἦταν φάντασμα, ποιός ἀπό μᾶς θά ἄκουγε καί θά προσπαθοῦσε νά μιμηθεῖ ἕνα φάντασμα;

Ἀκόμα ἔπρεπε νά γεννηθεῖ ὁ Κύριος μας, καί ἀκριβῶς μέ τόν τρόπο πού γεννήθηκε, γιά νά δείξει μ᾿ αὐτό τή δυνατότητα καί γιά νά τονίσει τή σημασία τῆς δικῆς μας πνευματικῆς γέννησης, πού στέκετε στό κέντρο τῆς διδασκαλίας Του περί τοῦ ἀνθρώπου. Κατά τόν λόγο Του: «Ἐάν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. 3:3). Ὅπως Αὐτός γεννήθηκε ἐκ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἀπό τό ὑπερκαθαρό σῶμα τῆς Παρθένου Μαρίας, ἔτσι μποροῦμε κι ἐμεῖς νά γεννηθοῦμε πνευματικά ἐκ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς μας. Οἱ μεγάλοι ὀρθόδοξοι πνευματικοί γέροντες ἀνέκαθεν δίδασκαν, ὅτι ἡ νέα γέννηση τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ὑπό τόν ὅρο τῆς παρθενικῆς καθαρότητας τῆς ψυχῆς. Μ᾿ ἄλλα λόγια οἱ ψυχές οἱ ὁποῖες καθαρίζουν ἐντελῶς, ἀκόμα καί ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις, γίνονται παρόμοιες μέ τήν ἁγία Κόρη, καί ἀξιώνονται μέ τήν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ νά γίνουν κατοικία τοῦ Χριστοῦ. Ἐάν ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἐκ τῆς Παρθένου Μαρίας εἶναι δύσκολα κατανοητή γιά τόν κοινό νοῦ, εἶναι ἐξαιρετικά ὠφέλιμη καί ἐνθαρρυντική γιά ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι θά ἐπιθυμήσουν τήν πνευματική ἠθική ἀναγέννηση τοῦ εἶναι τους.

Γι᾿ αὐτό, ἡσυχάστε, καί εὐχαριστῆστε τήν αἰώνια Σοφία ἐπειδή ὁ Σωτήρας τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων ἐμφανίσθηκε ἔτσι ὅπως ὁ Ἴδιος θεώρησε ὡς καλύτερο. Καί φωνάξτε μαζί μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο: «Ὦ βάθος πλούτου καί σοφίας καί γνώσεως Θεοῦ» (Ρωμ. 11: 33). Καί χαιρετῆστε τά παιδιά σας στό σχολεῖο μέ τήν παιδική χαρά: Ὁ Χριστός γεννήθηκε, παιδιά!

(Ἀπό τό βιβλίο: «Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται… Ἱεραποστολικές ἐπιστολές  Α΄», Ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ»)

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2022

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΜΙΑΣ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ (Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

 Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΜΙΑΣ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ (Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)


«Παραπονιέσαι για τη μοναξιά στη μέση μεγάλης πόλης. Τόσος λαός γύρω σου κοχλάζει σαν μυρμηγκοφωλιά, και εσύ και πάλι αισθάνεσαι σαν στην έρημο. Στις μεγάλες γιορτές η κατάσταση είναι ανυπόφορη. Παντού πλημμυρίζει η χαρά, ενώ εσένα σε πιέζει η λύπη. Οι εορταστικές ημέρες των Χριστουγέννων και της Ανάστασης σου φαίνονται σαν κάποια άδεια δοχεία, τα οποία εσύ γεμίζεις με δάκρυα. Όταν αυτές οι άγιες γιορτές βρίσκονται μακριά πίσω ή μπροστά σου, αισθάνεσαι πιο ήρεμη. Αλλά όταν πλησιάσουν και έρθουν, η θλίψη και η ερημιά κυριεύουν την ψυχή σου.

Τί να σου κάνω; Θα σου διηγηθώ την ιστορία για τα Χριστούγεννα της Ιωάννας διότι ίσως σε ωφελήσει. Θα αφήσω όμως να σου διηγείται εκείνη όπως τα είχε διηγηθεί σε μένα.

«Σαράντα και κάτι χρόνια βλέπω εγώ αυτό τον κόσμο σαν γυναίκα. Ποτέ καμιά χαρά, εκτός από λίγη σαν παιδί στο σπίτι των γονέων μου. Αλλά μπροστά στον κόσμο δεν έδειχνα λυπημένη. Μπροστά στους ανθρώπους υποδυόμουν τη χαρούμενη, και στη μοναξιά έκλαιγα. Όλοι με θεωρούσαν ένα ευτυχισμένο πλάσμα, αφού ως τέτοια έδειχνα. Ακούω, όλοι γύρω μου παραπονούνται, και οι έγγαμοι και οι άγαμοι, και οι πλούσιοι και οι φτωχοί, όλοι. Και σκέφτομαι, γιατί κι εγώ να παραπονιέμαι στους δυστυχισμένους για τη δική μου δυστυχία, και μόνο να αυξάνω τη λύπη γύρω μου; Θεέ, να δείχνω χαρούμενη έτσι θα είμαι πιο χρήσιμη στον δυστυχισμένο κόσμο, ενώ το μυστικό μου θα το κρύβω μεσα μου και θα κλαίω στη μοναξιά μου. Προσευχόμουν στον Θεό, για να μου εμφανισθεί με κάποιο τρόπο, τουλάχιστον μόνο ένα δάχτυλό Του να αισθανθώ. Προσευχόμουν έτσι, για να μην σβήσω από την κρυμμένη λύπη. Από κάθε έσοδο έκανα ελεημοσύνη οπουδήποτε είχα ευκαιρία. Επισκεπτόμουν αρρώστους και ορφανούς, και έφερνα χαρά με τη δική μου φαινομενική χαρά. Πιστεύω σε Σένα, αγαθέ μου Θεέ, έλεγα συχνά, αλλά Σε παρακαλώ, εμφανίσου μου με κάποιο τρόπο, για να Σε πιστεύω ακόμα περισσότερο. «Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τη απιστία» (Μάρκ. 9, 24). Επαναλάμβανα αυτά τα λόγια από το Ευαγγέλιο. Και πράγματι, βίωσα να μου εμφανιστεί ο Κύριος.

Δυσκολότατες για μένα ήταν οι μεγάλες γιορτές. Μετά από τη Λειτουργία κλεινόμουν στο δωμάτιο και έκλαιγα ολόκληρα τα Χριστούγεννα και την Ανάσταση. Όμως τα προηγούμενα Χριστούγεννα εμφανίστηκε ο Θεός. Αυτό έγινε ως εξής. Πλησίαζε αυτή η μεγάλη μέρα. Εγώ αποφάσισα να ετοιμάσω όλα έτσι όπως η μητέρα μου ετοίμαζε: και κρέας, και ζυμαρικά, και γλυκά, και όλα τ’άλλα. Άπλωσα σανό στο σπίτι, πέταξα από τρία καρύδια σε κάθε γωνιά του δωματίου. Ας είναι η Αγία Τριάδα ελεήμων σε όλες και τις τέσσερις πλευρές του κόσμου. Και κάνοντας όλα αυτά ασταμάτητα προσευχόμουν: Κύριε, στείλε μου επισκέπτες αλλά εντελώς πεινασμένους και φτωχούς! Σε παρακαλώ, εμφανίσου μ’αυτόν τον τρόπο! Πού και πού, μου ερχόταν η σκέψη: τρελή Ιωάννα, τι επισκέψεις περιμένεις τα Χριστούγεννα! Αυτή την άγια μέρα ο καθένας βρίσκεται στο σπίτι του ποιος θα μπορούσε να έρθει ως επισκέπτης σε σένα; Κι εγώ έκλαιγα και έκλαιγα… Όμως και πάλι επαναλάμβανα εκείνη την προσευχή και ετοίμαζα.

Όταν τα Χριστούγεννα γύρισα από την Εκκλησία, άναψα το κερί, έστρωσα το τραπέζι, έβαλα όλα τα φαγητά, και τότε άρχισα να περπατώ από δω κι από κει στο δωμάτιο. Θεέ μου, μην με εγκαταλείψεις! Πάλι προσευχόμουν. Στο δρόμο λίγοι περνούσαν. Είναι Χριστούγεννα, αλλά και ο δρόμος μας είναι απόμερος. Όμως μόλις το χιόνι έτριζε κάτω από τα πόδια κάποιου, εγώ πεταγόμουν στην πόρτα! Άραγε είναι ο επισκέπτης μου; Δεν είναι. Να, προσπέρασε. Το μεσημέρι ήρθε και πέρασε, και εγώ μόνη. Άρχισα να κλαίω και κραύγασα: τώρα βλέπω, Κύριε, ότι με εγκατέλειψες εντελώς! Έκλαιγα έτσι και σιγοέκλαιγα συνεχώς! Ξαφνικά χτύπησε κάποιος την πόρτα, και εγώ άκουσα φωνές: δώσε αδελφέ, δώσε αδελφή! Γρήγορα έτρεξα και άνοιξα την πόρτα. Μπροστά μου ένας τυφλός και ο οδηγός του, και οι δυο σκυμμένοι, κουρελιασμένοι, παγωμένοι. Ο Χριστός γεννήθηκε, κύριοί μου! φώναξα εγώ χαρούμενα. Αληθώς γεννήθηκε! κροτάλιζαν με τα δόντια εκείνοι τρέμοντας. Έλεος, αδελφή, ελέησέ μας! Δεν σου ζητάμε χρήματα. Από το πρωί κανένας δεν μας πρόσφερε ψωμί, λίγα λεφτά ή από ένα ποτήρι με ρακί. Πεινάμε πολύ. Εγώ πέταξα από τη χαρά μου ως τον τρίτο ουρανό. Τους οδήγησα στο σπίτι και τους έβαλα στο γεμάτο τραπέζι. Τους σέρβιρα κλαίγοντας από χαρά. Εκείνοι με ρώτησαν παραξενεμένοι: «Γιατί κλαις, κυρία;». Από χαρά, κύριοί μου, από καθαρή και φωτεινή χαρά! Εκείνο για το οποίο προσευχόμουν στον Θεό ο Θεός μου το έδωσε. Μερικές μέρες εγώ Του προσεύχομαι, να μου στείλει ακριβώς τέτοιους επισκέπτες όπως είσαστε εσείς, και να, Αυτός μου έστειλε. Δεν ήρθατε εσείς έτσι τυχαία, αλλά σας έστειλε ο αγαθός μου Κύριος. Αυτός σήμερα μου φανερώθηκε μέσα από σας. Αυτά είναι τα πλέον χαρούμενα Χριστούγεννα στη ζωή μου. Τώρα ξέρω, ότι είναι ζωντανός ο Θεός μας. Δόξα σ’ Εκείνον και ευχαριστία! «Αμήν», απάντησαν οι αγαπητοί μου επισκέπτες. Τους κράτησα έως το βράδυ, τους γέμισα τις τσάντες και τους αποχαιρέτησα».
Τέτοια ήταν τα προηγούμενα Χριστούγεννα της Ιωάννας. Δώσε Θεέ, να είναι φέτος ακόμα πιο χαρούμενα. Προσευχήσου κι εσύ, κόρη, να σου φανερωθεί ο ουράνιος Πατέρας με κάποιο τρόπο -και στον Θεό οι τρόποι είναι πολλοί- και θα ζήσεις θαύμα. Μην ετοιμάζεσαι για λύπη σε τούτη τη μεγάλη μέρα, αλλά να ετοιμάζεσαι για χαρά. Και ο Πανορατικός, ο Παντελεήμων, θα σε κάνει χαρούμενη. 


(Από το βιβλίο «Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται» βιβλίο με επιστολές του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, ο οποίος υπήρξε Επίσκοπος της Ορθόδοξης Σερβικής Εκκλησίας και θεολόγος. Έζησε από το 1881 μέχρι το 1956. Το Μάιο του 2003, η Ιερά Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Σερβίας τον διεκήρυξε Άγιο και τον ενέταξε στο Αγιολόγιό της στις 18 Μαρτίου (Κοίμηση) και στις 3 Μαΐου (Μεταφορά Λειψάνων).Πηγή: alopsis.gr ).


Πηγή: eggolpio.blogspot.gr

Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2022

Ὁ χάλκινος ὄφις καὶ ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ (Ἁγίου Λουκᾶ, Ἀρχιεπ. Κριμαίας)




Πολλά, πάρα πολλὰ χρόνια περιπλανιόταν ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ στὴν ἔρημο μετὰ τὴν ἔξοδό του ἀπὸ τὴν γῆ τῆς Αἰγύπτου μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν θεόπτη προφήτη Μωυσῆ.Κύριος ὁ Θεὸς ἔτρεφε τὸν λαό Του μὲ τὸ θεόσταλτο μάννα. Ἦταν δύσκολος ὁ δρόμος αὐτὸς μέσα στὴν ἔρημο. Μὲ πολὺ δυσκολία ἔβρισκαν νερὸ νὰ πιοῦν. Καὶ ἄρχισε ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ νὰ γογγύζει στὸν Θεὸ καὶ τὸν Μωυσῆ, γιατί τοὺς ξεσήκωσε ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Καὶ ἄναψε ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐναντίον τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ ἐξ αἰτίας τοῦ γογγυσμοῦ τους καὶ τοὺς τιμώρησε σκληρά.

Μὲ διαταγὴ Του ἦλθε ἕνα μεγάλο πλῆθος δηλητηριωδῶν φιδιῶν, τὰ ὁποία τοὺς δάγκωναν μὲ ἀποτέλεσμα χιλιάδες ἄνθρωποι νὰ πεθαίνουν. Νὰ τὸ θυμόμαστε καὶ ἐμεῖς αὐτό, πόσο φοβερὸ καὶ ὀλέθριο πράγμα εἶναι νὰ γογγύζει κανεὶς στὸν Θεό.

Ὁ λαός, τρομοκρατημένος ἀπὸ τὰ φίδια, ἱκέτευε τὸν Μωυσῆ νὰ προσευχηθεῖ στὸν Θεὸ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴν σκληρὴ αὐτὴ τιμωρία. Ὁ Κύριος τούς σπλαχνίστηκε καὶ διέταξε τὸν Μωυσῆ νὰ φτιάξει ἕνα μεγάλο χάλκινο φίδι καὶ νὰ τὸ βάλει σ’ ἕνα κοντάρι ποὺ ἔμοιαζε μὲ σταυρό, «Ὅποιος δαγκώνεται ἀπὸ κάποιο φίδι καὶ κοιτάξει μὲ ἐλπίδα αὐτὸ τὸ χάλκινο ὄφι δὲν θὰ πεθάνει ἀλλὰ θὰ ζήσει», εἶπε ὁ Κύριος.
Ὁ Μωυσῆς κατασκεύασε ἀπὸ χαλκὸ ἕνα μεγάλο φίδι καὶ τὸ ἔβαλε πάνω σ’ ἕνα κοντάρι ὅμοιο μὲ σταυρό. Αὐτὸ ἀποτελοῦσε μία ὁλοκάθαρη προτύπωση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος σώζει ἀπὸ τὸ θάνατο τῆς ἁμαρτίας ὅλους αὐτούς, ποὺ μὲ βαθειὰ πίστη στρέφονται σ’ Αὐτὸν καὶ μὲ δάκρυα προσκυνοῦν τὸ σταυρό Του, μὲ τὸν ὁποῖο ἔσωσε τὸν κόσμο στὸν φοβερὸ Γολγοθᾶ. Αὐτὸς βάσταξε τὸ ὑπερβολικὰ μεγάλο βάρος τῶν ἁμαρτιῶν ὅλου του κόσμου ἐπάνω στὸ σταυρό.

Σκεφθεῖτε ποιός, ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς θνητοὺς ἀνθρώπους ἀλλὰ ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὶς ἐπουράνιες ἀσώματες ἀγγελικὲς δυνάμεις, θὰ μποροῦσε νὰ βαστάξει τὶς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου καὶ νὰ μὴν ἰσοπεδωθεῖ ἀπὸ αὐτές. Ποιός; παρὰ μόνος Ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖο ἀκαταπαύστως ὑμνοῦν ὅλες οἱ ἐπουράνιες δυνάμεις, κράζοντας σ’ Αὐτόν: Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος! Ποιὸς παρὰ μόνο ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖο στὸν πανηγυρικὸ ἐκεῖνο ὕμνο, «Μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός, γνῶτε ἔθνη καὶ ἡττᾶσθε, ὅτι μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός», ὀνομάζει ἡ Ἐκκλησία «Θεὸ ἰσχυρό, ἐξουσιαστή, ἄρχοντα εἰρήνης». Ὁ ὄφις, τὸν ὁποῖο ἔφτιαξε ὁ Μωυσῆς καὶ ἔβαλε σὲ ξύλο ὅμοιο μὲ σταυρό, κατασκευάστηκε ἀπὸ χαλκό, ἐπειδὴ τὰ παλαιὰ ἐκεῖνα χρόνια ὁ χαλκὸς ἐθεωρεῖτο ὁ ἰσχυρότερος ἀπὸ ὅλα τὰ μέταλλα. Μήπως γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο ὁ χάλκινος ὄφις ὑπῆρξε ἡ προτύπωση τοῦ κρεμασμένου ἐπάνω στὸ σταυρὸ Σωτήρα τοῦ κόσμου;

Δὲν ἦταν μόνο μία ἡ φορὰ ποὺ ὁ Θεὸς τιμώρησε τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραὴλ ἐξαιτίας τοῦ γογγυσμοῦ. Καὶ ἄλλες δύο φορὲς κατὰ τὴν διάρκεια τῶν σαράντα ἐτῶν, κατὰ τὴν ὁποία ὁ λαὸς περιπλανιόταν στὴν ἔρημο, ξέσπασε ὁ Θεὸς ὀργισμένος ἐναντίον τοῦ σκληροτράχηλου καὶ χοντροκέφαλου λαοῦ. Ἦταν τόσο μεγάλη ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἤθελε νὰ ἐξολοθρέψει τελείως ὅλον αὐτὸν τὸν λαὸ καὶ νὰ δημιουργήσει ἀπὸ τὸν Μωυσῆ ἕνα ἄλλο πιστὸ λαό. Μόνο μετὰ τὶς ἱκεσίες τοῦ μεγάλου Μωυσῆ δὲν πραγματοποίησε ὁ Θεὸς τὸ σχέδιό Του.

Πρώτη φορὰ αὐτὸ ἔγινε στὸ Ὅρος Σινᾶ, ὅπου ὁ Μωυσῆς ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ θεόγραφο νόμο. Σαράντα μέρες καὶ σαράντα νύχτες βρισκόταν ὁ Μωυσῆς πάνω στὸ ὄρος. Ὁ λαὸς ἔχασε τὴν ὑπομονή του καὶ εἶπε στὸν Ἀαρών, τὸν ἀδελφό του Μωυσῆ, νὰ κατασκευάσει ἕνα χρυσὸ μοσχάρι. Αὐτὸ τὸ μοσχάρι τὸ ὀνόμασαν θεό, ὁ ὁποῖος τοὺς ἔβγαλε ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ τὸν ἀρνήθηκαν.

Δεύτερη φορὰ αἰτία τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ ἦταν ἡ ἀνταρσία τῶν Κορέ, Δαθάν καὶ Ἀβιρών καὶ τῆς ὁμάδας τους, ποὺ ἐπαναστάτησαν ἐναντίον τοῦ προφήτη Μωυσῆ καὶ τοῦ ἀδελφοῦ του Ἀαρών. Αὐτὴ ἡ ἀνταρσία ἦταν ἀνταρσία ἐναντίον τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ἐπέλεξε τὸν Μωυσῆ νὰ ἐκτελέσει τὸ θέλημά Του στὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ. Αὐτὸ τὸ ἁμάρτημα εἶχε σχεδὸν ἴδιο βάρος μὲ τὴν προσκύνηση τοῦ χρυσοῦ μόσχου στὸ ὄρος Σινᾶ, ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει ἁμαρτία μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν ἐξέγερση ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἐντολῶν Του.

Ἂν ὁ Μέγας Θεὸς διὰ τῶν πρεσβειῶν τοῦ προφήτη Μωυσῆ τρεῖς φορὲς λυπήθηκε τὸν σκληροτράχηλο καὶ χοντροκέφαλο λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι οἱ πρεσβεῖες τῶν μεγάλων ἁγίων ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ μποροῦν νὰ μεταβάλλουν τὰ σχέδια καὶ τὶς ἀποφάσεις Του. Αὐτὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ἀλλάζουν. Ὅμως ἂς μὴν τολμήσει κανένα τολμηρὸ καὶ βλάσφημο στόμα νὰ πεῖ, ὅτι τὸ Θεῖο θέλημα εἶναι ἀσταθές.

Ὁ Θεὸς μας εἶναι ἡ ζωντανὴ ἀγάπη, ὅπως μᾶς τὸ ἀποκάλυψε ὁ μέγας ἀπόστολος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στὴν πρώτη καθολικὴ ἐπιστολή του. Ὅμως Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης. Καὶ αὐτό, ποὺ στοὺς ἀναιδεῖς ἀνθρώπους μπορεῖ νὰ φανεῖ ἀστάθεια τῆς Θείας βουλήσεως, στὴν πραγματικότητα εἶναι, εἴτε ταυτόχρονη, εἴτε διαδοχικὴ φανέρωση τῶν δύο αὐτῶν μεγάλων γνωρισμάτων τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀπέραντης ἀγάπης του καὶ τῆς ἀκριβοῦς δικαιοσύνης Του. Καὶ τὸ καλύτερο παράδειγμα γι’ αὐτὴν τὴν περίπτωση εἶναι ἡ διήγηση γιὰ τὸ χάλκινο φίδι.

Ὁ σκληροτράχηλος λαός, ὁ ὁποῖος γόγγυσε ἐνώπιων τοῦ Θεοῦ, τιμωρήθηκε σκληρὰ μὲ τὰ φίδια, ὅπως τὸ ἀπαιτοῦσε ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ἀμέσως ὅμως τὸν κάλυψε τὸ τεράστιο κύμα τῆς ἀσύλληπτης ἀγάπης Του, ἐπειδὴ τὸ χάλκινο φίδι ἀποτελοῦσε προτύπωση τοῦ ἀσύγκριτα μεγάλου γεγονότος, τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ διαβόλου καὶ ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀνομίας, διὰ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἂς ἀφήσουμε τώρα τὸν σκληροτράχηλο λαὸ τοῦ Ἰσραὴλ σ’ αὐτὸ τὸν φοβερὸ ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ μακάριο τόπο, ὅπου ὑψώθηκε ὁ χάλκινος ὄφις. Γιὰ πολλὰ ἀκόμα χρόνια θὰ περιπλανᾶται αὐτὸς ὁ λαὸς στὴν ἔρημο τῆς Ἀραβίας. Ἂς τὸν ἀφήσουμε γιὰ ἄλλα χίλια χρόνια, κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ὁποίων ὁ λαὸς αὐτός, ἂν καὶ ἔφτασε στὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, δὲν ἔπαψε νὰ παροργίζει τὸν Θεό, ἐγκαταλείποντάς Τον καὶ λατρεύοντας θεοὺς τῶν ἐθνῶν, τὸν Βάαλ καὶ τὴν Ἀστάρτη. Ἂς τὸν ἀφήσουμε καὶ μέχρι τὴν Βαβυλώνια αἰχμαλωσία, καὶ ἀπὸ τὴν σκοτεινὴ ἱστορία αὐτοῦ τοῦ ἀπίστου λαοῦ, ἂς πᾶμε στὴ γεμάτη χάρη νέα ἐποχή, ἀρχὴ τῆς ὁποίας ὑπῆρξε τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο ἑορτάζουμε σήμερα.

Δὲν λησμόνησε ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος ποτὲ δὲν ἀνακαλεῖ τὸ λόγο Του, τὸ χάλκινο φίδι, τὸ ὁποῖο ὕψωσε μπροστὰ στὰ μάτια ὅλου του κόσμου καὶ τὸ ὁποῖο ἀποτελοῦσε τὴν προτύπωση τῆς σωτηρίας τῆς ἀνθρωπότητας ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο διὰ τῆς ἁμαρτίας.

Ἂς πάρουμε, ἀδελφοί μου, μία βαθιὰ ἀνάσα, διαβάζοντας στὸ κατὰ Ἰωάννη Εὐαγγέλιο τὰ λόγια του Ἴδιου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ: «Καὶ καθὼς Μωυσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμω, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου,ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχη ζωὴν αἰώνιον. Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀποληται, ἀλλ’ ἔχει ζωὴν αἰώνιον. Οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνη τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῆ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ»(Ἰω. 3, 14-17).

Μετὰ ἀπ’ αὐτὴ τὴ μεγάλη ἐπαγγελία ἂς στρέψουμε τὸ βλέμμα μας σ’ ἕνα ἄλλο σημεῖο, στὴν πρώτη καθολικὴ ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Ἰωάννου, ὅπου διαβάζουμε τὸν χαρμόσυνο εὐαγγελικὸ λόγο του:
«Ἐν τούτῳ ἐφανερώθη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐν ἡμῖν, ὅτι τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἀπέσταλκεν ὁ Θεὸς εἰς τὸν κόσμον ἵνα ζήσωμεν δι’ αὐτοῦ. Ἐν τούτῳ ἐστὶν ἡ ἀγάπη, οὒχ ὅτι ἡμεῖς ἠγαπήσαμεν τὸν Θεόν, ἀλλ’ ὅτι αὐτὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ ἀπέστειλε τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἱλασμὸν περὶ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν» (Α΄ Ἰω. 4, 9-10).

Γι’ αὐτὴ τὴν μεγάλη καὶ λαμπρότατη γιορτὴ τῶν Χριστουγέννων προετοιμαστήκαμε μὲ νηστεία σαράντα ἡμερῶν, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ὁποίας ἀκούσαμε πολλὲς φορὲς τοὺς εὐλογημένους καὶ χαρμόσυνους εἱρμοὺς τοῦ κανόνα τῶν Χριστουγέννων. Ἂς σταθοῦμε λίγο στὸν πρῶτο καὶ ἂς προσπαθήσουμε νὰ κατανοήσουμε τὸ νόημά του:

«Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε· Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε».

Γεννιέται ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς καὶ κατεβαίνει στὴ γῆ, δοξαζόμενος ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Εἶναι ἕτοιμος νὰ πατήσει στὴ γῆ… Ἂς τρέξουμε νὰ Τὸν συναντήσουμε.

«Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε».

Τώρα τὸ Θεῖο βρέφος βρίσκεται ἤδη στὴ φάτνη σ’ ἕνα σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ. Μὲ μεγάλη χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση ἂς ὑψωθοῦμε μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὸν νοῦ μας στοὺς οὐρανούς.

«Ἄσατε τῷ Κυρίω, πᾶσα ἡ γῆ, καὶ ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυμνήσατε, λαοί, ὅτι δεδόξασται».

Πιστεύουμε ὅτι τὴ χαρὰ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ μὲ ἕνα τρόπο ἀκατανόητο γιά μᾶς, τὴν αἰσθάνεται καὶ ὅλη ἡ κτήση. Μαζὶ μὲ τοὺς βοσκοὺς καὶ τοὺς μάγους ἂς προσκυνήσουμε καὶ ἐμεῖς τὸ Θεῖο βρέφος καὶ ἂς Τοῦ προσφέρουμε ὡς δῶρο τὶς γεμάτες πίστη καὶ σεβασμὸ καρδιές μας. Μὲ τὰ ἴδια μας τὰ χέρια ἂς Τοῦ προσφέρουμε μετὰ φόβου καὶ ἀγάπης τὶς καρδιές μας γιὰ νὰ μᾶς δοξάσει καὶ Αὐτὸς στὴ ζωὴ τὴν αἰώνια, τῆς ὁποίας δὲν θὰ ὑπάρχει τέλος. Ἀμήν.

Ἀπό τό βιβλίο: «Λόγοι καὶ ὁμιλίες», τ. Γ΄, ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη

ΠΗΓΗ: www.immorfou.org.

Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2021

Η ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΗ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ (Ἃγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός)

«Ο Πατήρ δε μεταπίπτει στον Υιό, παραμένει πάντα Πατήρ, ο Υιός δε μεταπίπτει στον Πατέρα, παραμένει πάντα Υιός, το Πνεύμα δε μεταπίπτει στον Πατέρα ή τον Υιό, παραμένει πάντα Πνεύμα άγιο. Η ιδιότητα καθενός προσώπου της Αγίας Τριάδας είναι σταθερή και αμετάβλητη. Πώς, άλλωστε, θα παρέμενε ιδιότητα αν εναλλασσόταν συνεχώς περνώντας κάθε φορά σε άλλο πρόσωποΓι’ αυτό ο Υιός του Θεού είναι που γίνεται Υιός του ανθρώπου, για να παραμείνει ακριβώς η ιδιότητα αμετακίνητη. Γιατί, όντας Υιός του Θεού, όταν έγινε Υιός του ανθρώπου παίρνοντας σάρκα ανθρώπινη απ’ την αγία Παρθένο, δεν αλλοτριώθηκε από την υιική του ιδιότητα.

Ο Υιός του Θεού ενανθρώπησε για να χαρίσει ξανά στον άνθρωπο εκείνο για το οποίο δημιουργώντας τον τον προόρισε. Τον δημιούργησε σύμφωνα με τη δική του εικόνα, διανοητή και ελεύθερο, προορισμένο να του μοιάζει, δηλαδή να ‘ναι, όπως κι ο δημιουργός του, τέλεια ενάρετος, πράγμα κατορθωτό για την ανθρώπινη φύση. Γιατί οι αρετές, δηλαδή η νηφαλιότητα, η ηρεμία, η ακεραιότητα, η αγαθοσύνη, η σοφία, η δικαιοσύνη, η ανεξικακία είναι, πρωταρχικά, γνωρίσματα της θείας φύσης.

Ο Θεός, λοιπόν, δημιούργησε τον άνθρωπο σε πλήρη κοινωνία μαζί του (τον δημιούργησε για να μείνει άφθαρτος, τον ανέβασε στην αθανασία με το να τον κρατά κοντά του). Εμείς, όμως, αυτά τα γνωρίσματα της θείας φύσης τα αλλοιώσαμε και τα μπερδέψαμε με την παράβαση της εντολής, και περάσαμε στην παράταξη της κακίας με αποτέλεσμα να χάσουμε την κοινωνία με το Θεό. Τις γαρ μετουσία φωτί προς σκότος; Και όταν πια στερηθήκαμε τη ζωή, πέσαμε στη φθορά του θανάτου.


Επειδή, τώρα ο Θεός μας προσέφερε το ύψιστο και δεν το διαφυλάξαμε,χρειάστηκε να
 κατεβεί αυτός στο χείριστο, δηλαδή στη δική μας ξεπερασμένη φύση, ώστε να μας ξαναδώσει, προσφέροντας και ενεργώντας ο ίδιος, την εξομοιωμένη μ’ αυτόν εικόνα και τον αρχαίο προορισμό.

Κι ακόμα να μας διδάξει το ενάρετο ήθος της βιωτής, αυτό το ήθος που ο ίδιος με την επίγεια ζωή του κατέστησε συγκεκριμένο και ευκολοκατόρθωτο.

Κι ακόμα να μας ελευθερώσει από τη φθορά φέρνοντάς μας πάλι σε κοινωνία με τη ζωή, με το να ανοίξει ο ίδιος το δρόμο της δικής μας ανάστασης.

Και ακόμα να ξανακάνει καινούριο το θρυμματισμένο κι αγνώριστο κανάτι της ύπαρξής μας, να λύσει τα δεσμά της κυριαρχίας του διαβόλου επάνω μας προσκαλώντας μας να αναγνωρίσουμε την κυριαρχία του Θεού.

Και ακόμα να μας γεμίσει κουράγιο και να μας εκπαιδεύσει να πολεμούμε τον τύραννο με την υπομονή και την ταπείνωση.

Με την ενανθρώπηση, λοιπόν, του Υιού του Θεού καταργήθηκε η λατρεία των δαιμόνων, όλη η κτίση αγιάστηκε με το θείο του αίμα, οι βωμοί και οι ναοί των ειδώλων κατεδαφίστηκαν, ρίζωσε η γνώση του Θεού, λατρεύεται πια η ομοούσια Τριάδα, η άκτιστη θεότητα, ο ένας αληθινός Θεός ο δημιουργός και κυβερνήτης του σύμπαντος.

Τώρα πια, πάλι, οι αρετές είναι κατορθωτός τρόπος ζωής, προσφέρθηκε η ελπίδα με την ανάσταση του Χριστού, τώρα πια οι δαίμονες τρέμουν τους ανθρώπους που προηγουμένως ήταν του χεριού τους.

Και το πράγματι αξιοθαύμαστο, είναι πως όλα αυτά κατορθώθηκαν με το σταυρό και τα πάθη και το θάνατο. Κηρύχθηκε σ’ όλη τη γη το Ευαγγέλιο της υποταγής στο Θεό, όχι με πολέμους και όπλα και στρατούς που συντρίβαν εχθρούς. Κηρύχθηκε από λίγους γυμνούς, φτωχούς κι αγράμματους, που διώχνονταν από παντού, που δέχονταν κτυπήματα, που θανατώνονταν, που κήρυτταν ένα σταυρωμένο και νεκρό, που όμως επικράτησαν απέναντι στους σοφούς και τους ισχυρούς γιατί ακριβώς τους ακολουθούσε η ακαταμάχητη δύναμη του σταυρωμένου. Ο θάνατος, ο πριν τρομοκρατικός, νικιέται, και καταδικάζεται τώρα ο απόβλητος και μισητός της ζωής.

Αυτά είναι τα αποτελέσματα της παρουσίας του Χριστού, αυτές είναι οι συνέπειες της επιβολής της δύναμής του. Δεν έσωσε ένα λαό, όπως ο Μωυσής που φυγάδευσε από την Αίγυπτο τους Εβραίους περνώντας τους μεσ’ από τη θάλασσα για ν’ απαλλαγούν από τη δουλεία του Φαραώ. Έσωσε ολόκληρη την ανθρωπότητα από τη φθορά του θανάτου και το γεμάτο κακία τύραννο, την αμαρτία.

Και έσωσε τους ανθρώπους όλους, όχι πειθαναγκάζοντάς τους να ασκήσουν την αρετή, όχι παραχώνοντάς τους στο χώμα, όχι καίοντάς τους και διατάσσοντας να λιθοβολούνται οι αμαρτωλοί, αλλά πείθοντάς τους με πραότητα, υπομονή και συγχωρετικότητα να διαλέξουν την αρετή και να συναγωνίζονται στους κόπους γι’ αυτήν και έτσι να ικανοποιούνται.

Προηγουμένως όταν αμάρταναν ετιμωρούντο με κτυπήματα κι όμως επέμεναν στην αμαρτία και την είχαν θεοποιήσει, τώρα δέχονται να υφίστανται κτυπήματα για χάρη της υπακοής στο Θεό και για χάρη της αρετής, δέχονται να κακοπαθούν και θανατώνονται.


Δόξα σε σένα Χριστέ, Λόγε του Θεού και Σοφία και Δύναμη και Θεέ
Παντοκράτορα. Τι να σου αντιδωρίσουμε εμείς οι άπραγοι για όλα όσα μας χάρισες; Όλα μας τα ’χεις δοσμένα εσύ και τίποτ’ άλλο δε ζητάς από μας παρά ν’ αποδεχτούμε τη σωτηρία που μας πρόσφερες, δίνοντάς μας ακόμα και τη δύναμη για να το κάνουμε.

Σ’ ευχαριστούμε, εσένα που μας έδωσες την ύπαρξη, μα και μας χάρισες την αιώνια ζωή, εσένα που κι όταν την χάσαμε και την αρνηθήκαμε, μας οδήγησες πίσω σ’ αυτήν με την ενανθρώπισή σου που καμιά γλώσσα δεν τολμά να ερμηνεύσει».


Πηγή: “ΑΛΛΗ ΩΨΙΣ “



Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2021

Χριστούγεννα στα Αναγνωστικά 1920 - 1980

 Διαβάστε τι έγραφαν τα παλιά Αναγνωστικά του Δημοτικού για τα Χριστούγεννα. Ένα αφιέρωμα από τη Βιλβιοθήκη του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.).


κλικ στις εικόνες
PicturePicture
1929                                                      1946
PicturePicture
                                    1952                                                         1956
PicturePicture
    1961                                                        1965

PicturePicture
                                   1967                                                         1972

Picture
                                                                      1977

ΠΗΓΗ: ΑΚΤΙΝΕΣ 

Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2021

ΙΕΡΩΝΥΜΕ ΔΩΣΕ ΜΟΥ ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΣΟΥ

 

Νύχτα Χριστουγέννων. Ἕνας ἅγιος καὶ σοφὸς ἀσκητὴς προσεύχεται ἀπὸ ὥρα γονατιστὸς μέσα στὸ ἅγιο Σπήλαιο, στὴ Βηθλεέμ. Στὸ σπήλαιο ποὺ πρὶν ἀπὸ περίπου 400 χρόνια εἶχε φιλοξενήσει τὸν νεογέννητο Χριστό μας. Ὁ ἀσκητὴς δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν μεγάλο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν ἅγιο Ἱερώνυμο, ποὺ κατέγραψε καὶ τὰ ὅσα συνέβησαν ἐκεῖ.

Ἐκείνη τὴ νύχτα ὁ Ὅσιος εἶχε ἀφήσει τὸ ἀσκητήριο του, ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ ἅγιο Σπήλαιο, καὶ εἶχε ἀποφασίσει νὰ τὴν περάσει ξάγρυπνος καὶ προσευχόμενος μπροστὰστὴν ἁγία Φάτνη.
Ἡ καρδιά του ἦταν γεμάτη εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴ μεγάλη δωρεὰ τοῦ Θεοῦ: νὰ ἔλθει ὁ Ἴδιος στὴ γῆ, νὰ γίνει ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μᾶς γλυτώσει ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τὴν τυραννία τοῦ διαβόλου καὶ τὰ νύχια τοῦ θανάτου!
Ἀπόλυτη σιωπὴ ἐπικρατοῦσε μέσα στὴ νύχτα στὸν ἱερὸ χῶρο…
.
Ξαφνικὰ ἀκούστηκε νὰ προφέρει τὸ ὄνομά του μιὰ γλυκιὰ φωνή:
–Ἱερώνυμε!
Ξαφνιάστηκε ὁ Ὅσιος… Κοίταξε παραξενεμένος γύρω του… Τίποτε… Δὲν ὑπῆρχε κανείς.
–Ἱερώνυμε! ξανακούστηκε ἡ φωνή…
Ναί! Ἐρχόταν ἀπὸ τὴν ἁγία Φάτνη… καὶ ἔκανε τὴν καρδιά του νὰ τρέμει συγκλονισμένη.
–Ἱερώνυμε, τί δῶρο θὰ μοῦ κάνεις ἀπόψε στὴ γιορτή μου;
Ἦταν πράγματι ἡ γλυκιὰ φωνὴ τοῦ Ἰησοῦ.

Ξέσπασε σὲ λυγμοὺς ὁ Ἅγιος:
–Ὦ Κύριε, τὸ ξέρεις ὅτι γιὰ Σένα τὰ ἄφησα ὅλα: τὸ παλάτι τοῦ αὐτοκράτορα, τὰ μεγαλεῖα τῆς Ρώμης, τὶς ἀνέσεις. Ἡ καρδιά μου, ἡ σκέψη μου, ὅλα σὲ Σένα εἶναι στραμμένα! Τί ἄλλο μπορῶ νὰ Σοῦ προσφέρω; Δὲν ἔχω τίποτε!
–Καὶ ὅμως, Ἱερώνυμε, ἔχεις κάτι ἀκόμα ποὺ μπορεῖς καὶ πρέπει νὰ μοῦ τὸ προσφέρεις… Αὐτὸ θὰ μὲ εὐχαριστήσει πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα, καὶ αὐτὸ θέλω…
.
Ἔπεσε σὲ συλλογὴ ὁ Ὅσιος… Πέρασαν λίγα λεπτὰ καὶ μετὰ τόλμησε νὰ ψελλίσει:
–Κύριε, δὲν βρίσκω κάτι… Πές μου, τί θὰ μποροῦσα ἀκόμη νὰ Σοῦ προσφέρω καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὸ σκεφτῶ;
Μεσολάβησε μικρὸ διάστημα σιγῆς καὶ ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ ξανακούστηκε:
.
–Ἱερώνυμε, τὶς ἁμαρτίες σου θέλω. Δῶσε μου τὶς ἁμαρτίες σου!
–Τὶς ἁμαρτίες μου; Τί νὰ τὶς κάνεις, Κύριε, τὶς ἁμαρτίες μου;
–Θέλω τὶς ἁμαρτίες σου γιὰ νὰ σοῦ τὶς συγχωρήσω, ἀφοῦ γι᾿ αὐτὸ ἦρθα στὸν κόσμο, ἀπάν­τησε ὁ Ἰησοῦς καὶ ἐπικράτησε βαθιὰ σιωπή.
.
Συγκλονισμένος ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος ἄ­­­φησε τὰ δάκρυά του, δάκρυα εὐγνωμοσύνης, νὰ πλημμυρίσουν τὸν ἱερὸ χῶρο ὅλη τὴ νύχτα.
Ἄφησε καὶ σὲ μᾶς τὴν ἔμπρακτη παραγγελία νὰ μὴ λησμονοῦμε κάθε Χριστούγεννα τὸ ὡραιότερο δῶρο πρὸς τὸν Σωτήρα μας, τὴ μετάνοιά μας γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Αὐτὸς εἶναι ὁ καλύτερος ἑορτασμὸς τῆς μεγάλης ἑορτῆς…
.
Περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», Τεῦχ. 2057



Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021

«Ἐπεθύμησε πόρνη …» (Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)

 

Πόρνη ἐπιθυμοῦσε ὁ Θεός; Ναὶ πόρνη. Ἐννοῶ τὴ δική μας φύση. Ἦταν τρανὸς καὶ αὐτὴ ταπεινή. Τρανὸς ὄχι στὴ θέση ἀλλὰ στὴ φύση. Πεντακάθαρος ἦταν, ἀνερμήνευτη ἡ οὐσία του, ἄφθαρτη ἡ φύση του. Ἀχώρητος στὸ νοῦ, ἀόρατος, ἄπιαστος ἀπὸ τὴ σκέψη, ὑπάρχοντας παντοτεινά, μένοντας ἀπαράλλακτος. Πάνω ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, ἀνώτερος ἀπὸ τὶς δυνάμεις τῶν οὐρανῶν. Νικώντας τὴ λογικὴ σκέψη, ξεπερνώντας τὴ δύναμη τοῦ μυαλοῦ, ἀδύνατο νὰ τὸν δεῖς, μόνο νὰ τὸν πιστέψεις. Τόν ἔβλεπαν ἄγγελοι καί τρέμανε. Τά χερουβείμ σκεπάζονταν μέ τά φτερά τους, ὅλα στέκονταν μέ φόβο.

Ἔριχνε τὸ βλέμμα του στὴ Γῆ καὶ τὴν ἔκανε νὰ τρέμει. Στρεφόταν στή θάλασσα καί τήν ἔκανε στεριά Ποτάμια ἔβγαζε στὴν ἔρημο. Στ’ ἀναμέτρημά του ἔστηνε βουνά καί ζύγιζε λαγκάδια. Πῶς νά τό πῶ; Πῶς νά τό παραστήσω; Τό μεγαλεῖο του ἀπέραντο, ποῦ νά πιαστεῖ ἡ σοφία του μέ ἀριθμούς; Ἀνεξιχνίαστες οἱ ἀποφάσεις πού παίρνει κι οἱ δρόμοι του ἀνεξερεύνητοι.

Κι αὐτὸς ὁ τόσο μέγας καὶ τρανὸς πεθύμησε πόρνη. Γιατί; Γιὰ νὰ τὴν ἀναπλάσει ἀπὸ πόρνη σὲ παρθένα. Γιὰ νὰ γίνει ὁ νυμφίος της.

Τί κάνει; Δὲν τῆς στέλνει κάποιον ἀπὸ τοὺς δούλους του, δὲν στέλνει ἄγγελο στὴν πόρνη, δὲν στέλνει ἀρχάγγελο, δὲν στέλνει τὰ χερουβείμ, δὲν στέλνει τὰ σεραφείμ. Ἀλλὰ καταφθάνει αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ ἐρωτευμένος.

Ἐπεθύμησε πόρνη. Καὶ τί κάνει; Ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ ἀνέβει ἐκείνη στὰ ψηλά, κατέβηκε Ἐκεῖνος στὰ χαμηλά. Ἔρχεται στὴν καλύβα της. Τὴ βλέπει μεθυσμένη. Καὶ μὲ ποιὸ τρόπο ἔρχεται; Ὄχι μὲ ὁλοφάνερη τὴ θεότητά του, ἀλλὰ γίνεται ἐντελῶς ἴδιος μαζί της, μήπως βλέποντάς τον τρομοκρατηθεῖ, μήπως λαχταρήσει καὶ τοῦ φύγει. Τὴ βρίσκει καταπληγωμένη, ἐξαγριωμένη, ἀπὸ δαίμονες κυριευμένη. Καὶ τί κάνει; Τὴν παίρνει καὶ τὴν κάνει γυναίκα του. Καὶ τί δῶρα τῆς χαρίζει; Δαχτυλίδι. Ποιὸ δαχτυλίδι; Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

Ἔπειτα λέγει. Δὲν σὲ φύτεψα στὸν Παράδεισο;

-Τοῦ λέγει, ναί.

-Καὶ πῶς ξέπεσες ἀπὸ ἐκεῖ;

-Ἦλθε καὶ μὲ πῆρε ὁ Διάβολος ἀπὸ τὸν Παράδεισο.

-Φυτεύτηκες στὸν Παράδεισο καὶ σὲ ἔβγαλε ἔξω. Νά, σὲ φυτεύω μέσα μου. Δὲν τολμᾶ νὰ μὲ πλησιάσει ἐμένα. Ὁ ποιμένας σὲ κρατάει καὶ ὁ λύκος δὲν ἔρχεται πιά.

-Ἀλλὰ εἶμαι, λέγει, ἁμαρτωλὴ καὶ βρώμικη.

-Μὴ μοῦ σκοτίζεσαι, εἶμαι γιατρός.

Δῶσε ἐδῶ μεγάλη προσοχή. Κοίταξε τί κάνει. Ἦλθε νὰ πάρει τὴν πόρνη, ὅπως αὐτὴ -τὸ τονίζω- ἦταν βουτηγμένη στὴ βρῶμα. Γιὰ νὰ μάθεις τὸν ἔρωτα τοῦ Νυμφίου. Αὐτὸ χαρακτηρίζει τὸν ἐρωτευμένο: τὸ νὰ μὴ ζητάει εὐθύνες γιὰ ἁμαρτήματα, ἀλλὰ νὰ συγχωρεῖ λάθη καὶ παραπατήματα.

Πιὸ πρὶν ἦταν κόρη τῶν δαιμόνων, κόρη τῆς Γῆς, ἀνάξια γιὰ τὴ Γῆ. Καὶ τώρα ἔγινε κόρη τοῦ βασιλιᾶ. Καὶ αὐτὸ γιατί ἔτσι θέλησε ὁ ἐρωτευμένος μαζί της. Γιατί ὁ ἐρωτευμένος δὲν πολυνοιάζεται γιὰ τὴ συμπεριφορά του. Ὁ ἔρωτας δὲν βλέπει ἀσχήμια. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται ἔρωτας, ἐπειδὴ πολλὲς φορὲς ἀγαπᾶ καὶ τὴν ἄσχημη.

Ἔτσι ἔκανε καὶ ὁ Χριστός. Ἄσχημη εἶδε καὶ τὴν ἐρωτεύτηκε καὶ τὴν ἀνακαινίζει.
Τὴν πῆρε ὡς γυναίκα, καὶ ὡς κόρη του τὴν ἀγαπᾶ, καὶ ὡς δούλα του τὴν φροντίζει, καὶ ὡς παρθένα τὴν προστατεύει, καὶ ὡς παράδεισο τὴν τειχίζει, καὶ ὡς μέλος τοῦ σώματός του τὴν περιποιεῖται. Τὴ φροντίζει ὡς κεφαλή της ποὺ εἶναι, τὴ φυτεύει ὡς ρίζα, τὴν ποιμαίνει ὡς ποιμένας. Ὡς νυμφίος τὴν παίρνει γυναίκα του, καὶ ὡς ἐξιλαστήριο θύμα τὴν συγχωρεῖ, ὡς πρόβατο θυσιάζεται, ὡς νυμφίος τὴ διατηρεῖ μέσα στὴν ὀμορφιά, ὡς σύζυγος φροντίζει νὰ μὴν τῆς λείψει τίποτα.

Ὤ, Σὺ Νυμφίε, ποὺ ὀμορφαίνεις τόσο τὴν ἀσχήμια τῆς νύφης!


Πηγή: www.imaik.gr/

Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2021

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ


τοῦ π. Νικηφόρου Νάσσου 

«Δεῦτε πιστοί ἐπαρθῶμεν ἐνθέως, καί κατίδωμεν συγκατάβασιν θεϊκήν ἄνωθεν, ἐν Βηθλεέμ πρός ἡμᾶς ἐμφανῶς».[1]

Αὐτόν τόν θεοτερπή ὕμνο θά ἀκούσουμε τήν παραμονή τῶν Χριστουγέννων, ὁ ὁποῖος θά μᾶς καλεῖ σέ ἀνάβαση πνευματική, προκειμένου νά δοῦμε «κατ᾿ αἴσθησιν ψυχῆς» τή θεϊκή συγκατάβαση τοῦ Κενωθέντος καί ἐνανθρωπήσαντος  Λόγου τοῦ Θεοῦ. 

Παρόμοια, γιά ἔπαρση τοῦ νοῦ πάνω ἀπό τό βιοτικό ἐπίπεδο καί θέαση πνευματική τῶν θείων ὑπερφυῶν γεγονότων, μᾶς προτρέπουν καί ἄλλα προεόρτια τροπάρια, ὅπως λ.χ. τά  ἰδιόμελα, πού ψάλλονται στόν Ἐσπερινό τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου., στίς 20 Δεκεμβρίου: «Προεορτάσωμεν λαοί, Χριστοῦ τὰ Γενέθλια, καὶ ἐπάραντες τὸν νοῦν, ἐπὶ τὴν Βηθλεὲμ ἀναχθῶμεν τῇ διανοίᾳ, καὶ κατίδωμεν τὴν Παρθένον, τοῖς ψυχικοῖς λογισμοῖς, ἐπειγομένην τίκτειν ἐν Σπηλαίῳ, τὸν τῶν ὅλων Κύριον καὶ Θεὸν ἡμῶν»…

Ὅπως βλέπουμε, οἱ ὕμνοι κάνουν λόγο γιά προετοιμασία πνευματική, πρός ὑποδοχήν τοῦ Μεγίστου γεγονότος τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου, πού θά ἑορτάσουμε ὡς   Ἐκκλησία, ὡς λαός τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἑορτή αὐτή, τήν ὁποῖα ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὀνομάζει«Μητρόπολιν πασῶν τῶν ἑορτῶν».

Ποιά θά πρέπει νά εἶναι ἐν προκειμένῳ ἡ ἑτοιμασία μας;

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κατά τό  μῆνα Δεκέμβριο, συνηθίζουν οἱ ἄνθρωποι νά κατέρχονται στίς ἀγορές, ὅπου θά προμηθευτοῦν τά ἀπαραίτητα δῶρα, τρόφιμα, γλυκίσματα κ.ἄ. γιά τόν ἑορτασμό τῶν Χριστουγέννων.

Τά τελευταία χρόνια, βεβαίως, λόγῳ τῆς δεινῆς οἰκονομικῆς κρίσεως πού μαστίζει τή χώρα μας, ἔχει μειωθεῖ ἀρκετά ἡ κατανάλωση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, καθότι πολλοί ἐκ τῶν συνανθρώπων μας στεροῦνται πλέον καί τῶν χρεωδῶν, ἔνεκα τῶν δυσβάστακτων φόρων, τῶν μειώσεων τῶν ἐπιδομάτων ἐργασίας κλπ.  Ὅπως καί νά ἔχουν τά πράγματα ὅμως, ἔστω καί μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά οἱ ἄνθρωποι εἶναι στραμμένοι καί ἐπικεντρωμένοι στήν ὑλική προετοιμασία, προκειμένου νά δεχθοῦν τίς ἐπερχόμενες Ἅγιες ἑορτές τοῦ Δωδεκαημέρου, ὅπως λέγονται. Αὐτό, διότι, οἱ πολλοί τῶν ἀνθρώπων, δυστυχῶς, ἄγευστοι ἀπό πνευματικές ἐμπειρίες, προσδοκοῦν καί περιμένουν νά γιορτάσουν κοινωνικά καί ἐμπορικά Χριστούγεννα, καί ὄχι θεολογικά!

Πόσοι, ἀλήθεια, κατ᾿ αὐτήν τήν περίοδο, ἔχουν στρέψει τό νοῦ καί τήν καρδιά τους πρός τό πνευματικό γεγονός πού θά ἑορτάσουμε σέ λίγες μέρες, τό μοναδικό πού συντελέστηκε στήν κτίση, τό «μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον»,  τήν θεία ἐπί γῆς Γέννηση καί Παρουσία τοῦ Θεανθρώπου, τήν λυτρωτική καί κενωτική εἴσδυση τοῦ Προαιωνίου και ἀκτίστου Θεοῦ μέσα στόν κτιστό κόσμο καί τήν Ἱστορία «ἐν σαρκί»;  Ποιός ἐμβαθύνει μέ τό νοῦ καί ποιός  «ἱερῶς σκιρτᾶ» καί «ἐν πνεύματι ἀδολεσχεῖ», γύρω ἀπό τήν ἄπειρη Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποῖα ἀγάπη μέσῳ τοῦ παμμεγίστου Μυστηρίου τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως Αὐτός  ἐφανέρωσε στό ἀποστατημένο πλάσμα Του; 

Ἡ φιλόστοργη Μητέρα μας ἡ Ἐκκλησία, μᾶς παρακινεῖ ἀπό νωρίς νά κατανοήσουμε αὐτήν τήν «ὑπερβάλλουσαν ἀγάπην», εἰσερχόμενοι στό πνεῦμα τῶν Χριστουγέννων μέ ἄνωση ψυχῆς, σταδιακά,  διά πολλῶν τρόπων, θείων μέσων καί εὐκαιριῶν.

Ἄς στρέψουμε, λοιπόν, γιά λίγο, τόν δείκτη τῆς ψυχῆς πρός τόν οὐράνιο πομπό, ὥστε νά λάβουμε μηνύματα πνευματικά, πού ἔχουν σχέση μέ τήν προετοιμασία τῆς ψυχῆς γιά τά πραγματικά Χριστούγεννα.

Κατά πρῶτο λόγο, ἀνοιγόμαστε στήν πνευματική ἐμπειρία καί προετοιμασία, μέ τήν ἀπό τῆς  15ης Νοεμβρίου ἀρχομένη ἁγνιστική νηστεία, ἀλλά καί τήν μετάνοια ὡς ἀπαραίτητη ψυχοσωματική προπαρασκευή, ὅπως καί τήν θεοποιό  προσευχή κ.ἄ. 

Κυρίως, ὅμως, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, μᾶς καλεῖ μέσῳ τῆς θείας Λατρείας νά εὐτρεπιστοῦμε γιά τόν «ὡς δεῖ» ἑορτασμό τοῦ μεγάλου γεγονότος τῆς ἀφράστου Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ. Ὑπάρχουν πολλές ἀφορμές, ἀρκετές ἑορτές, μιά θά λέγαμε πορεία μέ πολλούς σταθμούς πνευματικούς, διά τῶν ὁποίων διερχόμαστε και φθάνουμε στα ἅγια Χριστούγεννα.

 Δέν θέ προβοῦμε σέ ἀναλύσεις σχετικά μέ τό νόημα τῶν ἑορτῶν, ἀλλά θά ἀναφερθοῦμε μόνο στήν ἱερά Ὑμνολογία μας, τήν ἐμμελή θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, τήν καρδιά τῆς ὀρθοδόξου λατρείας, ὅπου μέσῳ τῆς Βυζαντινῆς μας μουσικῆς παραδόσεως, καλούμαστε νά βιώνουμε καί νά ὁμολογοῦμε  τήν πίστη μας, «Λόγῳ πλέκοντες ἐκ λόγων μελωδίαν». Καί δέν λησμονοῦμε ὅτι, οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως ὡραία ἔχει διατυπωθεῖ, εἶναι γιά τούς θεοφόρους Πατέρες πάλαισμα θεογνωσίας καί πνευματικός ἁγῶνας. Γράφουν καί μελωδοῦν οἱ Πατέρες, βάπτοντας τόν κάλαμο στά νάματα τῆς πίστεώς τους καί στά δάκρυα τῆς μετανοίας τους.[2]

Αὐτοί οἱ θεσπέσιοι ὕμνοι, ἀπό πολύ νωρίς, μᾶς εἰσάγουν στό πνεῦμα τῆς μεγάλης Δεσποτικῆς ἑορτῆς.

 Ἀπό τήν ἑορτή ἀκόμη τῶν ἱερῶν Εἰσοδείων τῆς Θεοτόκου, ἀκούγονται οἱ γλυκύτατες καί τόσο ἀρεστές σέ πολλούς, «Καταβασίες» τῶν Χριστουγέννων, στόν πανηγυρικό Α΄ ἦχο:«Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε, Χριστός ἐξ οὐρανῶν ἀπαντήσατε, Χριστός ἐπι γῆς, ὑψώθητε».  Ἀπό ποῦ εἰσῆλθαν αὐτοί οἱ συγκεκριμένοι ὕμνοι στή θεία Λατρεία; Ἀπό λόγο τοῦ ποιητικότατου καί θεολογικότατου Πατρός τῆς Ἐκκλησίας, ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ.[3]

Ἀλλά καί ἄλλοι ὕμνοι ἐπίκαιροι, ἀφυπνίζουν τόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ πιστοῦ, στρέφουν τήν διάνοιά του πρός τόν πνευματικό οὐρανό, δημιουργοῦν στήν καρδιά  τήν ἀκόρεστη ἐπιθυμία τῆς «ἄλλη βιοτῆς» γιά τήν ὁποῖα κάνει λόγο ἡ Ἐκκλησία μας, καί μέ ἕνα λόγο, προετοιμάζουν τήν ψυχή στή μεγάλη συνάντηση μέ τό θειότατον Βρέφος τῆς Βηθλεέμ.

 Ἕνας ἀπό αὐτούς, πού ψάλλεται στά Προεόρτια τῶν Χριστουγέννων ὡς Ἀπολυτίκιο, ἀλλά καί πού λέγεται  μυστικῶς ἀπό τούς ἱερεῖς σέ κάθε Θ. Λειτουργία (στόν Ὄρθρο), καθώς ἀποκαλύπτουν τήν ἱερά Προσκομιδή, προκειμένου νά ἀρχίσει ἡ ἀκολουθία τῆς Προθέσεως, λέγει τά ἑξῆς: «Ἑτοιμάζου Βηθλεέμ, ἤνοικται πᾶσιν ἡ Ἐδέμ. Εὐτρεπίζου Ἐφραθᾶ, ὅτι τὸ ξύλον τῆς ζωῆς, ἐν τῷ  Σπηλαίῳ ἐξήνθησεν ἐκ τῆς Παρθένου. Παράδεισος καὶ γάρ, ἡ ἐκείνης γαστήρ, ἐδείχθη νοητός, ἐν ᾧ  τὸ θεῖον φυτόν, ἐξ οὗ φαγόντες ζήσομεν, οὐχὶ δὲ ὡς ὁ Ἀδὰμ τεθνηξόμεθα. Χριστὸς γεννᾶται, τὴν πρὶν πεσοῦσαν, ἀναστήσων εἰκόνα». 

Καλεῖ ὁ ἀνωτέρω ὕμνος ὅλους σέ ἑτοιμασία, διότι «ἤνοικται πᾶσιν ἡ Ἐδέμ»! Ἄνοιξε γιά ὅλους ὁ Παράδεισος! Γιά μικρούς καί μεγάλους σέ ἀξία, γιά κληρικούς καί λαϊκούς, γιά νέους καί ἡλικιωμένους, γιά ἐγγραμμάτους καί ἀγραμμάτους, γιά ὅλους ὑπάρχει ἡ εὐκαιρία τῆς μετοχῆς στόν Παράδεισο, διά τῆς βρώσεως τοῦ ἐν τῷ Σπηλαίῳ ἐξανθήσαντος «Ξύλου τῆς Ζωῆς», τοῦ νοητοῦ καρποῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Ἰησοῦς Χριστός! 

Ὁ γεννάρχης μας Ἀδάμ, διά τῆς «παρηκόου βρώσεως» προώρως καί χωρίς προετοιμασία, ἀπώλεσε τήν ζωή,  καί ἐξ αὐτοῦ, ὅλη ἡ ἀνθρώπινη φύση κληρονόμησε τόν θάνατο... Ἐμεῖς, ἀντίθετα, ἄν δέν γευθοῦμε τώρα τοῦ πνευματικοῦ καρποῦ, θά ἀποθάνουμε καί θα ἀλλοτριωθοῦμε ἀπό τόν Θεό, ἐνῶ μετέχοντες σ᾿ αὐτόν, θά ζοῦμε (πνευματικά), «οὐχί δέ ὡς ὁ Ἀδάμ τεθνηξόμεθα». Αὐτός εἶναι ὁ προορισμός μας! Σ᾿ αὐτήν τή λογική εἶναι ἐντεταγμένη ἡ Ἐκκλησία μας, καί μέ φόντο αὐτή τήν πραγματικότητα ἀντιλαμβανόμαστε καί ἑορτάζουμε τά Χριστούγεννα, κατανοῶντας τήν προοπτική τοῦ κάθε ἀνθρώπου νά μετάσχει τοῦ Θεοῦ, νά φθάσει στήν κατά χάριν θέωση. 

Αὐτό, πέραν τῆς Ὑμνολογίας, διατυπώνεται ἀπό την Πατερική μας ἐμπειρία, καί ἔχουμε ἐν προκειμένῳ τή γνωστή περιεκτική ρήση τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου: «Αὐτός ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν».[4] Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά καταστεῖ θεός χαρισματικά. Αὐτό συμπικνώνει τό σκοπό τῆς δημιουργίας. Ὁ ἄσαρκος Λόγος, ὁ ἐμφανιζόμενος προτυπωτικά στήν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἐμφανίζεται «ἐν σαρκί», στόν κατάλληλο καιρό, «ὅτε ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου», κατά τό γνωστό χωρίο τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν. 

Θά πρέπει δέ, ἐν προκειμένῳ νά γνωρίζουμε, ὅτι αὐτό τό «πλή­ρω­μα τοῦ χρό­νου» συν­δέ­εται α) μέ τήν ἐξά­πλω­ση καὶ τὴν πα­γκό­σμια κυ­ριαρ­χία τῆς ρω­μα­ΐκῆς αὐτο­κρα­το­ρί­ας, β) μέ τήν κα­θολι­κή ἐπι­κρά­τη­ση τῆς «κοινῆς» ἑλλη­νι­στικῆς γλώσ­σας, ἡ ὁποί­α ὄντως τὴν περίοδο ἐκείνη πρυ­τά­νευε σὲ ὅλο σχε­δόν τόν γνωστό τό­τε κό­σμο ὡς μί­α οἰκου­μενι­κή γλώσσα τοῦ πο­λι­τι­σμοῦ, τῆς Φι­λο­σοφί­ας, ἀλλά καί τῆς ἐμπο­ρικῆς καὶ οἰκο­νο­μικῆς ἐπικοινωνίας τῶν λαῶν[5], καί γ) μὲ τὸ πρό­σω­πο τῆς Ἀει­παρ­θέ­νου Μα­ρί­ας, ἐκεί­νης ἡ ὁποί­α ἔγι­νε «ἡ χώ­ρα τοῦ ἀχω­ρήτου, ὁ θρό­νος τοῦ ἐπου­ρα­νί­ου βα­σι­λέ­ως», ἡ Μη­τέ­ρα τοῦ Θε­οῦ. [6]

Ὁ Θεός, γίνεται ἄνθρωπος, προσλαμβάνει τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν κάνει κοινωνό τῆς θεότητός του (ἐκεῖ βεβαίωςὑποστατικά) καί δίνει σέ ὅλους μας αὐτή τή δυνατότητα τῆς θεώσεως. Τοῦτο, βεβαίως, συντελεῖται μέσῳ τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἀποκαλύπτεται, φανερώνεται καί συγκροτεῖται Ἁγιοπνευματικά στόν κόσμο ὡς σῶμα Χριστοῦ κατά τήν Πεντηκοστή, καί στή συνέχεια ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, ἔχουμε τήν προσωπική μας Πεντηκοστή διά τοῦ Ἁγίου Χρίσματος πού δίδεται μετά τό Βάπτισμα.

Αὐτά θά πρέπει πρωτίστως νά σκεφτόμαστε, προκειμένου νά ἀξιωθοῦμε νά ἑορτάσουμε πνευματικά καί ὄχι κοσμικά Χριστούγεννα, καθώς μᾶς συμβουλεύει ὁ ὑψίνους Θεολόγος, Γρηγόριος. Νά ἑορτάζουμε, λέγει, ὄχι μέ δημόσιες πανηγύρεις, ἀλλά μέ τρόπο θεϊκό. Ὄχι κοσμικά, ἀλλά ὑπερκόσμια! Ὄχι τά δικά μας, ἀλλά τοῦ δικοῦ μας, δηλ. τά τοῦ Θεοῦ.  Ὄχι τά σχετικά μέ τήν ἀσθένεια, ἀλλά τά σχετικά μέ τήν θεραπεία. Ὄχι τά τῆς δημιουργίας, ἀλλά τά τῆς ἀναδημιουργίας. «Τοιγαροῦν, ἑορτάζωμεν, μή πανηγυρικῶς, ἀλλά θεϊκῶς∙ μή κοσμικῶς, ἀλλ᾿ ὑπερκοσμίως∙ μή τά ἡμέτερα, ἀλλά τά τοῦ ἡμετέρου, μᾶλλον δέ τά τοῦ Δεσπότου∙ μή τά τῆς ἀσθενείας, ἀλλά τά τῆς ἰατρείας∙  μέ τά τῆς πλάσεως, ἀλλά τά τῆς ἀναπλάσεως».[7]

Κυρίως ὅμως, ἡ πνευματική προετοιμασία μας θά πρέπει νά ἑστιάζεται στό πῶς θά καταστήσουμε τήν ψυχή μας ἕτοιμη πρός ὑποδοχήν ἐκείνου, ὁ Ὁποῖος, «ἀεί γεννᾶσθε θέλων», κατά την ὡραία διατύπωση τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ. Ἐπιθυμεῖ ὄντως ὁ ἐκ Παρθένου «ἅπαξ» τεχθείς Βασιλεύς, Ἰησοῦς Χριστός, νά γενᾶται πάντοτε ἑντός τῆς ὑπάρξεώς μας! Αὐτό κυρίως λαμβάνει χώρα διά τοῦ Μεγίστου Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὅπου Τόν κοινωνοῦμε, τόν γευόμαστε σωματικῶς,  τόν φιλοξενοῦμε στήν καρδιά μας καί γίνεται γιά μᾶς «ζωή αἰώνιος», ἀφοῦ αὐτή ἡ θεία Κοινωνία εἶναι κατά τόν Θεοφόρο Ἰγνάτιο, «φάρμακον ἀθανασίας, ἀντίδοτον τοῦ μή ἀποθανεῖν ἀλλά ζεῖν»…

Στό βιβλίο «Διδαχαί καί λόγοι», ἔργο τοῦ φλογεροῦ ἱεροκήρυκος ἐπισκόπου Ἡλία Μηνιάτη, ὑπάρχει μία θεολογικότατη καί πνευματική ἀνάλυση, γύρω ἀπό τό θέμα τῆς προετοιμασίας μας γιά τά  Χριστούγεννα, διά τῆς μετοχῆς στό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἐξηγεῖ ὁ Μηνιάτης ὅτι Ἰουδαία μεθερμηνεύεται ἐξομολόγηση καί  Βηθλεέμ σημαίνει οἶκος τοῦ ἄρτου. 

Κατ᾿ ἀλληγορίαν, λοιπόν, ὅποιος θέλει νά πλησιάσει τίς ἡμέρες τῶν Χριστουγέννων (ἀλλά και πάντοτε) τό ἅγιο Θυσιαστήριο, ὅπου βρίσκεται ὁ οἶκος τοῦ ἄρτου τῆς ζωῆς, τό πανάγιο Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, θά πρέπει πρῶτα νά περάσει ἀπό τήν Ἰουδαία, δηλαδή νά πραγματοποιήσει τήν ἐξαγόρευση τῶν ἁμαρτιῶν του στόν πνευματικό πατέρα, κατά τήν τάξη τῆς Ἐκκλησίας μας.  Καί τοῦτο διότι, ὅπως χαρακτηριστικά λέγει ὁ Μηνιάτης, «αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ὁποῦ διέταξε τήν νηστείαν ταύτην τῶν τεσσαράκοντα ἡμερῶν, διά νά προετοιμασθῶμεν εἰς ἐξομολόγησιν καί μετάληψιν».[8]

Στή συνέχεια, ὁ ἐμπνευσμένος Κεφαλονίτης ρήτορας, Ἡλίας Μηνιάτης, χρησιμοποιεῖ ἀλληγορικά τό γεγονός τῆς προσκυνήσεως τοῦ τεχθέντος Κυρίου ὑπό ταῶν τριῶν Μάγων και μᾶς συμβουλεύει να φθάσουμε και ἐμεῖς στήν πνευματική Βηθλεέμ, την Ἐκκλησία, καί νά προσφέρουμε τά δῶρα τῆς καρδιᾶς μας πρός τόν Βασιλέα τοῦ παντός, τόν γενόμενο γιά μᾶς ἄνθρωπο. 

Νά τοῦ προσφέρουμε, λέγει, καί ἐμεῖς, ἀντί χρυσοῦ, τήν καθαρή καρδιά μας, ἀπαλλαγμένη ἀπό κακές ἐπιθυμίες. Ἀντί λιβάνου, νά προφέρουμε τόν καθαρό νοῦ μας, ὁ ὁποῖος σάν τό θυμίαμα νά σκορπίζει τήν εὐωδία τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο. Καί ἀντί σμύρνας πού προσέφεραν οἱ εὐλογημένοι Μάγοι στόν Κύριο συμβολικῶς, νά προσφέρουμε τή νέκρωση τῶν παθῶν. Ἀλλά ἔχει καί δεύτερη ἑρμηνεία τῶν προσφερομένων δώρων ὁ Μηνιάτης: «Ἤ καί ἀλλέως, ἄς προσφέομεν τρία δῶρα∙ χρυσάφι, ἤγουν ἐλεημοσύνην∙ λιβάνι, προσευχήν καί σμύρναν, δάκρυα πικρά μετανοίας∙ αὗται αἱ προετοιμασίαι τῆς ἀληθινῆς ἐξομολογήσεως, τῆς ἀξίας μεταλήψεως».[9]

Στή συνέχεια μᾶς λέγει ὁ Μηνιάτης, θά πρέπει νά ἐπιστρέψουμε στήν οἰκία μας, «δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ», ὅπως οἱ εὐλογημένοι ἐκείνοι Μάγοι, οἱ ὁποίοι προκειμένου νά ἀποφύγουν τόν θεομάχο Ἡρώδη, «χρηματισθέντες κατ᾿ ὄναρ», ὅπως μᾶς λέγει ἡ Γραφή, «δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τήν χώραν αὐτῶν».[10] Καί ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, ἀφοῦ ἀξιωθοῦμε να προσκυνήσουμε ὑπαρξιακῶς καί νά γευθοῦμε  ὀντολογικῶς τόν Βασιλέα Χριστόν ἐντός μας διά τῆς Θ. Κοινωνίας, θά πρέπει νά ἐπιστρέψουμε «δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ», τῆς ὁδοῦ τῆς μετανοίας καί τῆς ἀρετῆς, βαδίζοντες σταθερῶς, ὥστε  μήν μπορεῖ νά μᾶς ὑποσκελίσει ὁ νοητός Ἡρώδης, ὁ διάβολος.

Ἐάν ἔτσι σκεπτόμαστε, τότε θά εἶναι γιά μᾶς τά Χριστούγεννα ἡ εὐκαιρία κατά τήν ὁποία θά ἀξιωθοῦμε νά προσφερουμε, κατά τά λόγια τοῦ ὑμνωδοῦ, «ὀρθοδόξου πλουτισμόν Θεολογίας, τῷ Θεῷ καί Σωτῆρι τῶν ψυχῶν ἡμῶν».[11]

        Αὐτή εἶναι ἡ ἐνδεδειγμένη προετοιμασία μας γιά τά Χριστούγεννα! Ὅλα τά ὑπόλοιπα, ἀγορές, ἐπισκέψεις, δῶρα κλπ. πού ὡς ἄνθρωποι θα πραγματοποιήσουε αὐτές τίς ἡμέρες, δέν εἶναι βεβαίως μεμπτά καί ἄσχημα, ἀλλά εἶναι πολύ φτωχά γιά νά γεμίσουν τήν ὕπαρξή μας, ἡ ὁποία πληροῦται μόνο ἀπό τήν ἀποκτούμενη πνευματική ἐμπειρία, κατά τήν ταπεινή προσέγγιση τοῦ γεγονότος τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως…



[1] Προεόρτιο τροπάριο τῶν Ὠρῶν τῶν Χριστουγέννων, ΣΤ΄ Ὤρα.

 [2] Πρωτοπρεσβυτέρου Γ. Μεταλληνοῦ, «Φωτί προσλάβωμεν Φῶς», στόν συλλογικό τόμο«Μεταμόρφωση», ἐκδ. Ἀκρίτας, σελ. 52.

[3] Βλ. Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Εἰς Θεοφάνεια 1, MPG 36, 312 A: «Χριστός γεννᾶται δοξάσατε∙ Χριστός ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε∙ Χριστός ἐπί γῆς, ὑψώθητε. Ἄσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ∙ καί, ἵνα ἀμφότερα συνελών εἴπω, εὐφραινέσθωσαν οἱ οὐρανοί, καί ἀγαλλιάσθω ἡ γῆ».

[4] MPG. 26, 192 Β.

[5] Βλ. πρω­το­πρε­σβυ­τέ­ρου Θε­ο­δώ­ρου Ζή­ση, «Πρέ­πει νά με­τα­φρα­στοῦν τά λει­τουρ­γι­κά κείμε­να;», ἐκδ. «Βρυέν­νιος», Θεσσα­λο­νί­κη 2003, σελ. 53.

[6] Βλ. π. Νικηφόρου Νάσσου, «Τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον», Βόλος 2011.

[7] Λόγος ΛΗ΄, Εἰς τά Θεοφάνεια, εἴτουν Γενέθλια τοῦ Σωτῆρος, ΕΠΕ, 5, σελ. 40.

[8] Βλ. Ἡλία Μηνιάτη, Διδαχαί καί λόγοι, ἐκδ. Ρηγοπούλου, σελ. 380.

[9] ὅπου π.

[10] Ματθ. 2, 12.

[11] Βλ. Δοξαστικόν τῶν Αἷνων τοῦ Ὄρθρου τῶν Χριστουγέννων, «Ὅτε καιρός τῆς ἐπί γῆς παρουσίας σου…»

Πηγή: “Ο Εκκλησιαστικός “