† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ Γ.Ο.Χ.ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ Γ.Ο.Χ.ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 9634

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

            Μὲ ὅλη μας τὴν ψυχὴ πρέπει νὰ δοξάζουμε τὸν Θεό, καθώς, σὺν τοῖς ἄλλοις, μᾶς ἀξίωσε καὶ μᾶς ἀξιώνει νὰ ἀκοῦμε αὐτὰ ποὺ πολλοὶ προφῆτες, βασιλιάδες καὶ δίκαιοι ἤθελαν νὰ ἀκούσουν στὴν πρὸ Χριστοῦ ἐποχή, ἀλλὰ δὲν ἄκουσαν. Καὶ τί ἀκοῦμε; Ἀκοῦμε τὴν ἴδια τὴν πηγὴ τῆς σοφίας νὰ μᾶς διδάσκει τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ καλύπτει μὲ τὴν ἐξουσία τὴν ὁποία μόνο Ἐκεῖνος διαθέτει, τὰ λεγόμενα «ὑπαρξιακὰ ἐρωτήματα», ἢ τὶς ἀπορίες μας γιὰ τὴν μετὰ θάνατον ζωή. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ, ὡστόσο, ὅτι ὁ Κύριός μας σὲ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο ἀναφέρθηκε στὴν μετὰ θάνατον ζωὴ ἐλάχιστες φορές. Στὸ μεγαλύτερο τμῆμα τοῦ Εὐαγγελίου ὁ Χριστὸς μᾶς διδάσκει πῶς πρέπει νὰ ζήσουμε σὲ αὐτὴ τὴν ζωὴ γιὰ νὰ μὴν πεθάνουμε ὅταν πεθάνουμε. 

            Μία ἀπὸ τὶς ἐλάχιστες ἀναφορὲς τοῦ Χριστοῦ στὴν μέλλουσα ζωὴ γίνεται στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ διήγηση τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου καὶ τοῦ πλουσίου. Ἡ διήγηση αὐτὴ ἀπὸ ἄλλους θεωρεῖται παραβολή, καθὼς μοιάζει μὲ τὶς ὑπόλοιπες εὐαγγελικὲς παραβολές, ἐνῶ ἀπὸ ἄλλους ὄχι, διότι σὲ ὅλες τὶς ἄλλες παραβολὲς προηγεῖται τὸ «εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην», ἐνῶ ἐδὼ ἀπουσιάζει ἡ φράση αὐτή. Ἐπίσης, ἡ σημερινὴ διήγηση ἀναφέρεται σὲ κάποιο πρόσωπο μὲ τὸ ὄνομα Λάζαρος καὶ εἶναι σὰν μία προοικονομία τῆς ἀναστάσεως τοῦ Δικαίου Λαζάρου ποὺ συνέβη λίγο καιρὸ ἀργότερα. 

            ναφέρει λοιπόν, ὁ Κύριος ὅτι κάποιος πλούσιος ἄνθρωπος φοροῦσε πολύτιμα ἐνδύματα καὶ κάθε μέρα «εὐφραινόταν λαμπρῶς».Ἦταν κοντὰ στὸν πλούσιο καὶ ἕνας φτωχὸς μὲ τὸ ὄνομα Λάζαρος, ὁ ὁποῖος θρεφόταν μὲ τὰ ἀποφάγια ποὺ ἔπεφταν ἀπὸ τὸ τραπέζι τοῦ πλουσίου καὶ τὰ σκυλιὰ ἔγλιφαν τὶς πληγές του. Πέθαναν κάποτε οἱ δύο ἄνθρωποι καὶ ὁ μὲν Λάζαρος πήγε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Πατριάρχη Ἀβραάμ, ὁ δὲ πλούσιος στὸν Ἅδη. Καθὼς βασανιζόταν στὸν Ἅδη, σήκωσε τὰ μάτια του καὶ εἶδε τὸν φτωχὸ στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Πατριάρχη καὶ εἶπε «πάτερ Ἀβραάμ, στεῖλε τὸν Λάζαρο νὰ βάλει τὴν ἄκρη τοῦ δαχτύλου του στὸ νερὸ καὶ νὰ βρέξει τὰ χείλη μου, γιατὶ αἰσθάνομαι ὀδύνη μέσα σὲ αὐτὴ τὴν φλόγα». Καὶ ὁ Ἀβραὰμ ἀπάντησε: «θυμήσου, παιδί μου, ὅτι ἐσὺ ἀπόλαυσες τὰ ἀγαθὰ ὅσο ζοῦσες καὶ ὁ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά. Τώρα, λοιπόν, ἐκεῖνος παρηγορεῖται καὶ ἐσὺ βασανίζεσαι. Ἄλλωστε, ὑπάρχει μεγάλο χάσμα μεταξύ μας, ὥστε νὰ μὴν μποροῦν οἱ ἀπὸ ἐδὼ νὰ πάνε ἐκεί, οὔτε οἱ ἀπὸ ἐκεὶ νὰ ἔρθουν ἐδώ». Εἶπε πάλι ὁ πλούσιος «σὲ παρακαλῶ, πάτερ, στεῖλε τὸν Λάζαρο στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου γιατὶ ἔχω πέντε ἀδελφούς. Νὰ τοὺς μαρτυρήσει τὴν μεταθανάτια κατάσταση γιὰ νὰ μὴν ἔλθουν καὶ αὐτοὶ στὸν τόπο τῆς βασάνου». Ὁ Ἀβραὰμ ἀπάντησε: «ἔχουν τὰ βιβλία τοῦ Μωϋσῆ καὶ τῶν προφητῶν, ἂς ἀκούσουν αὐτούς». «Ὄχι πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλὰ ἂν κάποιος ἀναστηθεῖ ἀπὸ τοὺς νεκρούς, θὰ μετανοήσουν». Εἶπε, κλείνοντας ὁ Ἀβραάμ: «ἂν δὲν ἀκοῦνε τὸν Μωϋσῆ καὶ τοὺς προφῆτες, οὔτε ἂν κάποιος ἀναστηθεῖ ἀπὸ τοὺς νεκροὺς θὰ πεισθοῦν».

            χοντας ἀκούσει ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ τὰ παραπάνω, θὰ ἤθελα νὰ ἐκφράσω μία ἀπορία: «Ποιά ἁμαρτία, τελικά, ἔκανε ὁ πλούσιος γιὰ νὰ κολαστεῖ στὸν τόπο τῆς βασάνου;». Στὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἀναφέρεται ὅτι ἔκανε κάποια ἁμαρτία, οὔτε ὅτι ἀπέκτησε παράνομα τὴν περιουσία του. Ἀναφέρεται μόνο ὅτι εὐφραινόταν κάθε μέρα λαμπρῶς. Μήπως καταδικάσθηκε ἐπειδὴ ἦταν πλούσιος καὶ ἀπολάμβανε τὶς ἀνέσεις ποὺ ἀναλογοῦσαν στὴν οἰκονομική του κατάσταση; Μὰ καὶ ὁ Πατριάρχης Ἀβραὰμ ἦταν ἀπὸ τοὺς πλουσιωτέρους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, ὡστόσο ἡ ἀγκαλιά του ἔγινε ὁ τόπος ἀνάπαυσης τῶν Δικαίων, σύμφωνα μὲ τὴν εὐαγγελικὴ διήγηση. Ἑπομένως, ἡ κόλαση ἢ ὁ παράδεισος δὲν ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὰ πλούτη. Ὁ πλούσιος τῆς περικοπῆς κολάσθηκε διότι τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔστεκε πεσμένος στὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του καὶ χόρταινε ἀπὸ τὰ ἀποφάγια του, τὴν πονεμένη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τὸν ταλαιπωρημένο Λάζαρο, ποτὲ δὲν τὸν πρόσεξε, ποτὲ δὲν τοῦ ἔδωσε σημασία, ποτὲ δὲν γύρισε νὰ τὸν κοιτάξει καὶ ἂν ὄχι νὰ τὸν ταΐσει, τουλάχιστον νὰ τοῦ πεῖ ἕναν συμπονετικὸ λόγο. Μάλλον γιὰ αὐτὴ τὴν σκληροκαρδία ὀφείλονται οἱ ὑπέρμετρες ἐπίγειες ἠδονὲς τὶς ὁποῖες ἀπολάμβανε. Ἡ πρόσκαιρη ἠδονὴ ἔφερε τὴν σκληροκαρδία καὶ αὐτὴ μὲ τὴ σειρά της τὴν αἰώνια ὀδύνη.

            σον ἀφορᾶ τὸν Λάζαρο, αὐτὸς δὲν σώθηκε ἐπειδὴ ἦταν φτωχὸς καὶ ἐπειδὴ ταλαιπωρήθηκε. Ἡ ἔλλειψη τῶν χρημάτων δὲν συνεπάγεται τὴν σωτηρία μας. Αὐτὸ ποὺ ὁδήγησε τὸν Λάζαρο στὸν κόλπο τοῦ Ἀβραάμ, ἦταν ἡ ἀγόγγυστη ὑπομονή του. Ποτέ του δὲν κίνησε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, οὔτε σκέφθηκε νὰ διαπράξει κάποια παρανομία, οὔτε ἀκόμη κακολόγησε ποτὲ τὸν πλούσιο ἐπειδὴ ἐκεῖνος ἦταν εὐκατάστατος ἐνῶ ὁ Λάζαρος ὄχι. Ἀντιθέτως, δόξαζε τὸν Θεὸ καὶ παρέμενε πράος καὶ ἀνεξίκακος. Κατ’ἀντιστοιχία μὲ ὅσα ἀναφέρθηκαν πιὸ πάνω, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ ἐν Χριστῷ ἀντιμετώπιση τῆς πρόσκαιρης ὀδύνης ἐξασφαλίζει τὴν αἰώνια ἠδονή. 

            Σημαντικὴ εἶναι ἡ ἀναφορὰ τοῦ Πατριάρχη Ἀβρρὰμ στὸ μεγάλο χάσμα ποὺ χωρίζει τὴν κόλαση ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι κόλαση καὶ παράδεισος εἶναι, ἀντιστοίχως, κατάσταση σκότους καὶ κατάσταση φωτός, κατάσταση λύπης καὶ κατάσταση χαρᾶς. Καὶ οἱ καταστάσεις αὐτὲς εἶναι αἰώνιες, δηλαδὴ δὲν ἔχουν τέλος. Γιὰ νὰ καταλάβουμε κάπως τὴν αἰωνιότητα, ἀρκεῖ νὰ φαντασθοῦμε ἕνα μικρὸ πουλάκι νὰ χτυπάει μὲ τὸ ράμφος του μία φορὰ στὰ δέκα χιλιάδες χρόνια τὸ ὄρος Ἔβερεστ. Ἀλλὰ ἀκόμη καὶ αὐτὸ κάποια στιγμὴ θὰ γίνει θρίψαλα. Ὁ Παράδεισος, ὅμως, καὶ ἡ κόλαση δὲν θὰ τελειώσουν ποτὲ καὶ κανεὶς δὲν θὰ μπορεῖ νὰ μεταβεῖ οὔτε γιὰ λίγο ἀπὸ τὴν μία κατάσταση στὴν ἄλλη. Τὰ γήινα χρόνια ποὺ μᾶς δίνει ὁ Κύριος εἶναι ὑπεραρκετὰ γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουμε τὸν Παράδεισο ἢ τὸν Ἅδη. 

            Γιὰ αὐτὲς τὶς ἀλήθειες παρακαλεῖ ὁ βασανισμένος πλούσιος τὸν Ἀβραὰμ νὰ στείλει τὸν Λάζαρο πίσω στὴ γῆ. Γιὰ νὰ τὶς μαρτυρήσει στοὺς ἀδελφούς του ποὺ ζοῦν στὴν ἁμαρτία, ὥστε νὰ μετανιώσουν καὶ νὰ μὴν ἔλθουν καὶ ἐκεῖνοι στὰ βάσανα. Ὁ Ἀβραάμ, ὅμως, ἀρνεῖται καὶ λέει ὅτι ἐφόσον ἔχουν τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν τὸν τηροῦν, οὔτε ὁ ἀναστημένος θὰ μπορέσει νὰ τοὺς ὁδηγήσει σὲ μετάνοια. Οἱ ἀδελφοὶ τοῦ πλουσίου πάσχουν ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο κακό, τὴν ψυχικὴ πόρωση. Οἱ ἁμαρτίες τοὺς ἔχουν καταστήσει τυφλοὺς καὶ ἐνῶ βλέπουν, δὲν βλέπουν. Ἔχουν πνίξει κάθε ἔλεγχο τῆς συνείδησης, ἔχουν τόσο ἐθιστεῖ στὰ πάθη, ποὺ ἀκόμη καὶ ἡ θέα ἑνὸς ἀναστημένου δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς διορθώσει.

             Ἀβραὰμ μίλησε ἀπόλυτα ὅταν εἶπε ὅτι οὔτε ὁ ἀναστημένος δὲν μπορεῖ νὰ διορθώσει τοὺς ἀδελφοὺς τοῦ πλουσίου. Ναί, ὅμως, δὲν θὰ ἦταν καλὸ νὰ ἔστελνε ὁ Θεὸς πίσω τὸν Λάζαρο νὰ κηρύξει μετάνοια ὡς μία δεύτερη εὐκαιρία;  Κι ὅμως, τὸ ἔκανε λίγο καιρὸ ἀργότερα. Ἀνέστησε τὸν τετραήμερο Λάζαρο, ὁ ὁποῖος μίλησε γιὰ ὅσα βίωσε μετὰ θάνατον. Ὡστόσο, οἱ Ἰσραηλίτες δὲν μετανόησαν. Μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου σκέφτηκαν νὰ φονεύσουν καὶ τὸν Χριστὸ (τὸ ὁποῖο ἔκαναν), ἀλλὰ καὶ τὸν Λάζαρο. Παρέμειναν, δηλαδή, ἴδιοι. 

            ν κατακλείδι, ἡ ἰδιότητα τοῦ Χριστιανοῦ ποὺ φέρουμε μὲ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα, μᾶς ἐπιφορτίζει μὲ τὸ καθῆκον νὰ μὴν παραβλέπουμε τοὺς ἀδελφούς μας ποὺ ἔχουν ἀνάγκη, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε πρὸς ὅλους «οἰκτίρμονες (δηλαδὴ ἐλεήμονες), ὅπως καὶ ὁ Οὐράνιος Πατέρας μας οἰκτίρμων ἐστί».  Ἐλεημοσύνη δὲν εἶναι μόνο τὸ νὰ δίνουμε χρήματα. Ἐλεημοσύνη εἶναι, ἐπίσης, τὸ νὰ ποῦμε τὸν καλὸ λόγο, νὰ προσευχηθοῦμε γιὰ τὸν ἀδελφό μας, νὰ τὸν παρηγορήσουμε, νὰ τὸν ἐπισκεφθοῦμε στὴν ἀσθένειά του, ἢ ἀκόμα καὶ νὰ τὸν ἐλέγξουμε, ἂν χρειαστεῖ, πρὸς ὄφελος τῆς ψυχῆς του. Ἂν ἔτσι ζήσουμε, θὰ χαιρόμαστε ἀκούοντας τὸ «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται». Ἀμήν.

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας

 ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 7 Οκτωβρίου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 77790717

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα ὁ Ἀπόστολος Λουκᾶς μᾶς ἀφηγεῖται ὅτι κάποιο πρωί, πλῆθος κόσμου συγκεντρώθηκε στὴ λίμνη Γεννησαρὲτ γιὰ νὰ ἀκούσει τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Τότε, ὁ Κύριός μας ἀνέβηκε στὸ πλοῖο ἑνὸς τῶν ψαράδων τῆς περιοχῆς, τοῦ Σίμωνος, τοῦ μετέπειτα Πέτρου, ὁ ὁποῖος μὲ τοὺς συνεργάτες του ξέμπλεκε τὰ δίχτυα ὕστερα ἀπὸ μία ἀποτυχημένη νυκτερινὴ ἀλιευτικὴ προσπάθεια καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ ἀπομακρυνθοῦν λίγα μέτρα ἀπὸ τὴ στεριὰ γιὰ νὰ διδάξει ἀπὸ ἐκεὶ τὸν ὄχλο. Μὲ τὸ πέρας τοῦ κηρύγματος, ὁ Χριστὸς παρότρυνε τὸν Πέτρο νὰ γυρίσει στὰ ἀνοιχτὰ καὶ νὰ ρίξει μὲ τοὺς συνεργάτες του πάλι τὰ δίχτυα. Ὁ Πέτρος, ἔχοντας δεῖ τὴν εὐγένεια τοῦ Κυρίου καὶ τὴν σεβάσμια στάση Του, ἔχοντας ἐντυπωσιασθεῖ ἀπὸ τὸ θεῖο κήρυγμά Του καὶ βιώσει τὴν Θεία Χάρη, ἀποδέχθηκε τὴν πρόταση. Ἔριξε τὰ δίχτυα μὲ τοὺς συνεργάτες του καὶ ἔπιασαν τόσα ψάρια, ὥστε νὰ καλέσουν καὶ δεύτερο πλοῖο γιὰ τὴν μεταφορά. Μετὰ ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτό, ὁ Πέτρος παρακάλεσε τὸν Χριστό: «Φύγε ἀπὸ κοντά μου διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος, Κύριε», γιὰ νὰ ἀκούσει ἀπὸ τὰ θεϊκὰ χείλη τό: «Μὴν φοβᾶσαι. Ἀπὸ τώρα θὰ εἶσαι ψαρὰς ἀνθρώπων». Στὴν πρόσκληση αὐτὴ τόσο ὁ Πέτρος, ὅσο καὶ ὁ ἀδερφός του, Ἀνδρέας, καὶ οἱ δύο γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, ἀνταποκρίθηκαν θετικά. Ἄφησαν τὰ πάντα ἀμέσως καὶ ἔγιναν μαθητές Του καὶ ἀλιεῖς ἀνθρώπων. 

            ρχικά, λοιπόν, μαθαίνουμε ὅτι πλήθη κόσμου διψοῦσαν νὰ ἀκοῦνε τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ αὐτό, γιατὶ δίδασκε τὸν κόσμο ὄχι ὅπως οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, μόνο μὲ τὰ λόγια, ἀλλὰ διότι ἡ διδασκαλία συνοδευόταν ἀπὸ τὸν ἅγιο τρόπο ζωῆς Του. Ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα τῆς εὐγένειας καὶ τῆς ταπείνωσης τοῦ Κυρίου εἶναι ὅτι ἐνῶ ἦταν Θεάνθρωπος, μεγάλος Διδάσκαλος, καὶ Πρόσωπο ξακουστὸ σὲ πολλούς, ἐντούτοις, μπαίνοντας στὸ πλοῖο τοῦ Πέτρου, ἑνὸς ἁπλοϊκοῦ ψαρᾶ, δὲν τὸν διέταξε μὲ αὐταρχικότητα, ἀλλὰ τὸν παρακάλεσε, προκειμένου νὰ ἀπομακρυνθοῦν λίγο ἀπὸ τὴν προκυμαία. Αὐτὴ ἡ εὐγένεια καὶ ὁ σεβασμὸς στὸν πλησίον, ὅποιος καὶ ἂν εἶναι, ἀλλὰ καὶ ὅποια καὶ ἂν εἶναι ἡ ἰδιότητά μας, εἶναι ποὺ τὸν ὠθεῖ καὶ νὰ φιλοτιμηθεῖ καὶ ἐμᾶς νὰ σεβαστεῖ. Διαφορετικά, ἀποτύχαμε. 

             να σημεῖο στὸ ὁποῖο ἰδιαίτερα θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ εἶναι ἡ ὑπακοὴ τοῦ Πέτρου. Ὑπακοή… μία ἔννοια παρεξηγημένη, γιὰ ὅσους βέβαια συνηθίζουν νὰ παρεξηγοῦν. Οἱ ἐκτὸς Ἐκκλησίας τὴν θεωροῦν ὡς δουλικότητα, ὡς ἀνελευθερία, ὡς ἔλλειψη αὐτοπεποίθησης καὶ κριτικῆς σκέψης. Δυστυχῶς, οἱ θέσεις τους κατέληξαν νὰ ἐπηρεάσουν καὶ ἀνθρώπους ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ ἀποτέλεσμα, νὰ ἔχουμε σήμερα Χριστιανούς, Κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται νὰ ὑπακούσουν τὴν Ἱερὰ Σύνοδο, τὸν οἰκεῖο Ἐπίσκοπο, τὸν πνευματικὸ πατέρα, ἢ ἀκόμα καὶ τὸν Γέροντα ἢ τὴν Γερόντισσά τους, ἂν πρόκειται γιὰ Μοναχούς. Ἀντ’ αὐτοῦ, ἀρέσκονται νὰ ἀνεξαρτητοποιοῦνται, νὰ κάνουν τὸ θέλημά τους, νὰ ἱκανοποιοῦν τὶς ἰδιοτέλειές τους καὶ νὰ σχηματίζουν τὶς παρεκκλησιαστικὲς ὀμάδες τους. Καὶ μετὰ πιστεύουμε ὅτι ἐμεῖς μόνο εἴμαστε οἱ ἀκραιφνεῖς Ὀρθόδοξοι καὶ ὅτι ἐμεῖς θὰ σώσουμε τὴν Ὀρθοδοξία! Πόσο μακριὰ εἴμαστε… Σήμερα ὁ Χριστός, πρὶν καλὰ καλὰ ἐκλέξει ὡς Ἀπόστολό του τὸν μέγα Πέτρο ἐξέτασε ἐὰν εἶναι τέκνο ὑπακοῆς. Τί ἀκριβῶς ἔκανε; Ἐνῶ τὸν εἶδε νὰ ξεμπλέκει τὰ δίχτυα, πράγμα ἰδιαίτερα περίπλοκο, καὶ μάλιστα μετὰ ἀπὸ βραδινὸ ἀποτυχημένο ψάρεμα, εἶπε στὸν ἐπαγγελματία ψαρά: «Νὰ πᾶς στὸ βάθος καὶ νὰ ρίξεις τὸ δίχτυ». Ἂν ἦταν ἄλλος στὴ θέση τοῦ Πέτρου τί θὰ ἔλεγε; «Ἄσε μὲ ἥσυχο ἄνθρωπέ μου. Ὅλη τὴν νύχτα ἐγὼ ὁ ἔμπειρος δὲν ἔπιασα τίποτα καὶ θὰ πιάσω τώρα ἀκούγοντας ἕναν ἄπειρο;». Ὁ Πέτρος, ὅμως, δὲν ἀπάντησε ἔτσι, ἀλλὰ εἶπε: «Κύριε, παρ’ ὅλο ποὺ δὲν ἔπιασα τίποτα ὅλο τὸ βράδυ, τώρα, ἐπειδὴ μοῦ τὸ λές ἐσύ, θὰ ρίξω τὸ δίχτυ». Δεῖτε πόσο ἀνταμείφθηκε τὸ παιδὶ τῆς ὑπακοῆς: Ἔπιασε τόσα ψάρια ὥστε νὰ φωνάξει καὶ δεύτερο πλοῖο, ἀλλὰ καὶ τὰ δύο μαζὶ νὰ δυσκολευτοῦν νὰ μεταφέρουν τὸ φορτωμένο δίχτυ. 

            πομένως, μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος μέσῳ αὐτοῦ τοῦ περιστατικοῦ ὅτι ἡ ὑπακοὴ ἀποτελεῖ τὴν ρίζα καὶ τὸ θεμέλιο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Βεβαίως, ὄχι ὁποιαδήποτε ὑπακοή, ἀλλὰ ἡ ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐκφράζεται ἀπὸ πνευματικοὺς πατέρες ποὺ καὶ οἱ ἴδιοι κάνουν ὑπακοή, διότι ἂν ὑπακοῦμε πατέρες ἀνυπότακτους, εἶναι σὰν νὰ ἐπιτρέπουμε στὸν ἑαυτό μας νὰ μᾶς καθοδηγοῦν τυφλοί, μὲ τελικὸ προορισμὸ τὸν ψυχικό μας (καὶ τὸν σωματικὸ σὲ πολλὲς περιπτώσεις) θάνατο. 

            Μόλις ἐπέστρεψαν πίσω στὸ λιμάνι καὶ ξεφόρτωσαν τὸ δίχτυ, ὁ Πέτρος ἔκθαμβος πλησίασε τὸν Χριστὸ καὶ ἔχοντας συνειδητοποιήσει ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, τὸν παρακάλεσε: «Κύριε, φύγε ἀπὸ κοντά μου, διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος». Γιὰ νὰ φτάσει ὁ Πέτρος στὸ σημεῖο νὰ κατανοήσει τόσο γρήγορα τὸν Χριστὸ καὶ νὰ Τὸν ἐμπιστευθεῖ ἀπόλυτα, σημαίνει ὅτι εἶχε καθαρή, ἁγνὴ καρδιὰ καὶ συνείδηση. Σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς ἐξ΄ ἡμῶν ποὺ ἀντὶ νὰ δοῦμε καὶ νὰ κρίνουμε μὲ νηφαλιότητα τὰ καλὰ ἔργα τοῦ καθενός, βασιζόμαστε σὲ φῆμες καὶ σχηματίζουμε διαστρεβλωμένες, ψεύτικες εἰκόνες τὶς ὁποῖες φτάνουμε σὲ σημεῖο νὰ πιστεύουμε ὡς ἀληθινές.

            Δὲν εἶναι, ὅμως, μόνο θαυμαστὴ ἡ ταχύτητα μὲ τὴν ὁποία ὁ Πέτρος ἀναγνώρισε τὸν Κύριο, ἀλλὰ καὶ ἡ μεγάλη ταπεινοφροσύνη του. Ὁ Πέτρος θεώρησε τὸν ἑαυτό του ἀνάξιο μέχρι καὶ νὰ στέκεται κοντὰ στὸν Ἰησοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὁ Ἰησοῦς τοῦ προσέφερε τὸ μέγιστο ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Ἔκανε, δηλαδὴ Ἀπόστολό Του ἕναν ἄνθρωπο ὄχι μὲ βάση τὶς περγαμηνὲς καὶ τὰ πτυχία του, ἀλλὰ μὲ βάση τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη του. Ἔτσι ὁ Σίμων, κατάφερε νὰ γίνει Πέτρος, ἡ πέτρα τῆς Ἐκκλησίας. 

            Βεβαίως, πολὺ σημαντικὸ τμῆμα τῆς σημερινῆς περικοπῆς εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται στὴν ἀποδοχὴ τῆς πρόσκλησης τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τοὺς πρώτους Ἀποστόλους. Ὅλοι εἶχαν τὶς δουλειές, τὶς οἰκογένειες, τὰ σπίτια τους, ὅταν, ὅμως ὁ Χριστὸς τοὺς εἶπε «Ἐλάτε», ἄφησαν ἀμέσως τὰ πάντα καὶ Τὸν ἀκολούθησαν. Ἂν ἄρχιζαν νὰ σκέφτονται: «καὶ τώρα τί θα τρώω, πού θὰ μένω, μήπως θὰ κρυώσω, μήπως δὲν θὰ ἀντέξω, μήπως δὲν θὰ εἶναι καλὸ νὰ ἀφήσω τοὺς γονεῖς μου καὶ νὰ φύγω;», κανένας δὲν θὰ γινόταν Ἀπόστολος Χριστοῦ.

            ν κατακλείδι, τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἄν πάντοτε ἔχουμε στὴ σκέψη μας καὶ προσπαθοῦμε νὰ ἐφαρμόζουμε τὰ νοήματά του, θὰ βιώσουμε ὅλη τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ κουραστοῦμε οὔτε θὰ ἀρνηθοῦμε νὰ ἀσκήσουμε τὴν ὑπακοή. Θὰ εἴμαστε πρόθυμοι, μὲ πνεῦμα θυσίας. Θὰ διψᾶμε νὰ ἀκοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Θὰ προσέχουμε τοὺς τρόπους συμπεριφορᾶς μας. Δὲν θὰ θεωρήσουμε ποτὲ τὸν ἑαυτό μας ἄξιο γιὰ τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Θὰ εἴμαστε ταπεινοὶ καὶ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς δίνει πλούσια τὴν εὐλογία Του, ὅπως τὴν ἔδωσε στοὺς γνήσιους Μαθητές Του.         

Μετ’ εὐχῶν,

 Ἐπίσκοπός σας,

   Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 20 Αυγούστου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

77897 2

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

               Πολλὲς φορές, ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχουν ἐξωτερικὰ προβλήματα νὰ μᾶς ταλαιπωροῦν, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι φροντίζουμε νὰ τὰ δημιουργοῦμε. Στὶς παρακλήσεις πρὸς τὴν Κυρὰ-Παναγιὰ ψάλλουμε μεταξὺ ἄλλων: «οἱ μισοῦντές με μάτην […] λάκκον ηὐτρέπισαν».  Δυστυχέστερο, ὅμως, εἶναι τὸ φαινόμενο μόνοι μας νὰ σκάβουμε τὸν λάκκο μας καὶ νὰ πέφτουμε μέσα. Αὐτὸ γίνεται ὅταν στὴ ζωή μας ἐπιλέγουμε νὰ ἀκολουθήσουμε ὄχι τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὸ θέλημά μας, ὅπως συνέβη μὲ τὸ τραγικὸ κεντρικὸ πρόσωπο τῆς σημερινῆς παραβολῆς.

               Κάποιος Βασιλιὰς θέλησε νὰ ζητήσει λογαριασμὸ ἀπὸ τοὺς ὀφειλέτες του. Τοῦ παρουσίασαν τότε ἕναν δοῦλο, ὁ ὁποῖος χρωστοῦσε τὸ ὑπέρογκο ποσὸ τῶν δέκα χιλιάδων ταλάντων. Ἐπειδὴ ὁ δοῦλος δὲν εἶχε νὰ ξεπληρώσει τὸ βαρύτατο χρέος, ὁ Βασιλιὰς διέταξε νὰ τοῦ πάρουν τὴν γυναίκα καὶ τὰ παιδιὰ καὶ ὅλο του τὸ βιός, ὥστε νὰ τὰ λάβει ὁ ἴδιος ἀντὶ τοῦ χρέους. Καταλυπημένος μὲ τὴν διαταγὴ αὐτή, ὁ ὀφειλέτης ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ Βασιλιᾶ παρακαλῶντάς τον νὰ δείξει ἔλεος, καὶ ὑποσχέθηκε νὰ ξεχρεώσει. Πράγματι, ὁ Βασιλιὰς σπλαχνίσθηκε καί, τελικά, τοῦ χάρισε τὸ χρέος. 

               ναπαυμένος ὁ δοῦλος, βγῆκε ἀπ΄ τὸ παλάτι καὶ λίγα μέτρα πιὸ πέρα εἶδε κάποιον σύνδουλό του, ὁ ὁποῖος τοῦ ὄφειλε μόλις ἑκατὸ δηνάρια. Σὲ σύγκριση μὲ τὰ δέκα χιλιάδες τάλαντα, τὰ ἑκατὸ δηνάρια ἀποτελοῦσαν ἕνα τελείως μηδαμινὸ καὶ ἀσήμαντο ποσό. Κὶ ὅμως, γιὰ νὰ δοῦμε ὅλοι μας πόσο εὔκολα μποροῦν τὰ πάθη νὰ τυφλώσουν τὸν ἄνθρωπο, ὁ δοῦλος ποὺ παρὰ λίγο γλίτωσε τὴν ὁλικὴ καταστροφὴ τῆς οἰκογένειάς του χάρη στὸ ἔλεος τοῦ Βασιλιᾶ, ἄρχισε ὡς δῆθεν ἀνώτερος νὰ ζητᾶ διὰ τῆς βίας τὰ ὀφειλόμενα ἑκατὸ δηνάρια ἀπὸ τὸν σύνδουλό του. Τί κὶ ἄν ἐκεῖνος ἔπεφτε καὶ τὸν παρακαλοῦσε; Ἀδίστακτος αὐτός. Εἶχε ξεχάσει τὴν θέση στὴν ὁποία μόλις πρὶν λίγο βρισκόταν, γιὰ αὐτὸ καὶ τόση ἦταν ἡ ἀσπλαχνία του, ποὺ ἅρπαξε τὸν σύνδουλό του καὶ τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακή. Λογάριασε ὁ δυστυχὴς χωρὶς τὸν ξενοδόχο.

               Τὸ νέο γνωστοποιήθηκε ἀστραπιαῖα στὸν Βασιλιά. Ἐκεῖνος, ὀργισμένος γιὰ τὴν ἀδικία ποὺ ἔλαβε χώρα, εἶπε στὸν δοῦλο: «δοῦλε πονηρέ, ὅλο σου τὸ χρέος στὸ χάρισα ἐπειδὴ μὲ παρεκάλεσες. Δὲν ἔπρεπε καὶ ἐσὺ νὰ σπλαχνισθεῖς τὸν σύνδουλό σου ὅπως κι ἐγὼ σὲ σπλαχνίσθηκα;». Ἀφοῦ εἶπε αὐτά, διέταξε δικαίως νὰ τὸν παραδώσουν στοὺς βασανιστές, μέχρι νὰ ἐπιστρέψει ὅσα χρωστοῦσε. 

               Εὔκολα κατανοοῦμε τὸ νόημα τῆς παραβολῆς στὴν καθημερινή μας ζωή. Ὁ Βασιλιάς, ἀσφαλῶς, εἶναι ὁ Δικαιοκρίτης Θεός. Ἐμεῖς εἴμαστε δοῦλοι τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔχουμε συγκεντρωμένο στὸ ἱστορικό μας ἕνα βαρύτατο φορτίο ἁμαρτιῶν. Ἂν καὶ φέρουμε αὐτὸ τὸ φορτίο, ὁ Θεὸς «οὐ κατὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἐποίησεν ἡμῖν». Δὲν μᾶς ἀνταπέδωσε τὴν ἀξία τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἀλλὰ μᾶς σπλαχνίσθηκε καὶ μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὸ χρέος καὶ μᾶς λυτρώνει κάθε φορὰ ποὺ προστρέχουμε μὲ μετάνοια καὶ εἰλικρίνεια στὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως. Ὅταν, ὅμως, φεύγουμε ἀπὸ τὴν Ἐξομολόγηση, πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς γρήγορα ξεχνᾶμε τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ μὲ τὸ ποὺ βλέπουμε κάποιον -ἀκόμη καὶ ἂν αὐτὸς ὁ κάποιος λέγεται σύζυγος, πεθερὰ ἤ πεθερός, ἀδερφὴ ἤ ἀδερφός- ὁ ὁποῖος λίγο μᾶς κορόιδεψε, μᾶς σκούντηξε, μᾶς μίλησε ἀπότομα, μᾶς εἰρωνεύτηκε, μᾶς ἔκλεψε, μᾶς ἔκρινε, μᾶς χτύπησε, εἴμαστε ἔτοιμοι (καὶ τὸ κάνουμε ἀρκετὲς φορές) νὰ τὸν παραδώσουμε στὸ πὺρ τὸ ἐξώτερον, σὰν νὰ εἴμαστε βασιλικώτεροι τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ. Τότε, ὅμως, λαμβάνουμε τὴν «ἔνδικον μισθαποδοσίαν». Ἡ ἀγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἀσπλαχνία πρὸς τοὺς συνανθρώπους μας, τοὺς συνδούλους μας, προκαλεῖ τὴν Θεία Δικαιοσύνη, ἡ ὁποία στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι ἀπόλυτη. 

               Δὲν εἶναι λογικὸ καὶ δίκαιο; Πῶς γίνεται νὰ θέλω ἀπὸ τὸν Ὕψιστο Θεὸ νὰ εἶναι Ἐλεήμων ἀπέναντι σὲ ἐμένα, ἕναν ταπεινὸ δοῦλο, ὅταν ἐγὼ μὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία σπεύδω νὰ καταστρέψω τοὺς ὅμοιους μὲ ἐμένα ταπεινοὺς συνανθρώπους μου; Κὶ ὅλο αὐτὸ γιατί; Γιὰ νὰ ἐπικρατήσει γιὰ λίγο τὸ «ἐγώ» μου. Γιὰ αὐτὸ τὸ «ἐγὼ» ζημιωνόμαστε ἀφάνταστα. Αὐτὸ τὸ «ἐγὼ» εἶναι ποὺ μᾶς ἀνοίγει τὸν λάκκο. Ἂν ἀντ’ αὐτοῦ ἐπιλέξουμε τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτομάτως ἔχουμε ἐξασφαλίσει διὰ παντὸς τὸν πλοῦτο τῆς φιλανθρωπίας Του. Τί ἐξυπνώτερο ἀπὸ αὐτό;

               Τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, εἶναι νὰ συγχωροῦμε, πράγμα ποὺ ἐξ ὁρισμοῦ εἶναι ἀντίθετο πρὸς τὸν ἐγωισμό. «Συγχωρῶ» στὴν κυριολεξία σημαίνει «κάνω χώρο γιὰ νὰ χωρέσει ὁ ἄλλος, ὁ πλησίον». Γιὰ νὰ δημιουργηθεῖ στὴν καρδιὰ αὐτὸς ὁ χῶρος γιὰ τὸν συνάνθρωπο, εἶναι ἀνάγκη νὰ περιοριστεῖ τὸ «ἐγώ». 

                συγχώρεση εἶναι τὸ ἕνα φτερὸ τοῦ Χριστιανοῦ. Τὸ ἄλλο εἶναι ἡ ἀγάπη. Χωρὶς τὴν συγχώρεση δὲν θὰ δοῦμε Πρόσωπο Θεοῦ, διότι ἂν ἐμεῖς δὲν συγχωρέσουμε, οὔτε ὁ Θεὸς θὰ μᾶς συγχωρέσει. Τί λέμε, ἄλλωστε, στὸ «Πάτερ ἡμῶν»; «Ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ἂν τόσο ἀνυποχώρητοι εἴμαστε στὸ νὰ μὴν συγχωροῦμε ἀπ’ τὴν καρδιά μας ἐκεῖνον ποὺ μᾶς πίκρανε, τότε μάλλον πρέπει νὰ ἀλλάξουμε αὐτὴ τὴν προσευχή. Μὴ γένοιτο!

               Καὶ γιατί, τελικά, νὰ εἴμαστε ἀνυποχώρητοι; Τί μᾶς ἔκαναν; Μᾶς λιθοβόλησαν σὰν τὸν Πρωτομάρτυρα Στέφανο; Μήπως καὶ ἐμᾶς σὰν τὸν Τίμιο Πρόδρομο μᾶς ἔκοψαν τὸ κεφάλι; Μήπως μᾶς ἀνέβασαν στὸν Σταυρό, σὰν τὸν Δεσπότη Χριστό; Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ὅπου ἦταν καθηλωμένος, μάθημα μᾶς ἔδωσε νὰ συγχωροῦμε, λέγοντας: «Πατέρα μου, συγχώρεσέ τους. Δὲν ξέρουν τί κάνουν».

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,

                ὁδὸς πρὸς τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν εἶναι πιὸ ἁπλὴ ἀπὸ ὅτι τὴν θεωροῦμε. Μποροῦμε νὰ συγχωροῦμε τοὺς πάντες; Θὰ μᾶς συγχωρήσει κὶ ἐμᾶς ὁ Φιλάνθρωπος Θεὸς καὶ θὰ πεῖ στοὺς Ἀγγέλους Του: «διαγράψτε του τὸ χρέος καὶ βάλτε τον στὴν χαρὰ τῆς Ζωῆς». Εὔχομαι αὐτὸ νὰ ἀξιωθοῦμε ὅλοι νὰ τὸ ἀκούσουμε!

               Καλὴ συνέχεια νὰ ἔχουμε τῆς νηστείας τοῦ Δεκαπενταυγούστου! Εἶναι γιὰ ἐμᾶς ἡ καλύτερη εὐκαιρία νὰ δοξάσουμε τὴν Κυρία Θεοτόκο καὶ νὰ ἀκουμπήσουμε στὰ εἰκονίσματά της τὰ αἰτήματα τῶν καρδιῶν μας. Μὴν τὴν ἀφήσουμε νὰ πάει χαμένη!


 Ἐπίσκοπός σας,

   Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 13 Αυγούστου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ι' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 0466

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Μετὰ τὴν ἔνδοξη Μεταμόρφωσή Του, ὁ Κύριος κατέβηκε ἀπὸ τὸ ὄρος Θαβὼρ καὶ Τὸν συνάντησε κάποιος ἄνθρωπος παρακαλῶντας Τον νὰ θεραπεύσει τὸν σεληνιαζόμενο υἱό του. Εἶπε δὲ ὅτι τὸν παρουσίασε καὶ στοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ δὲν κατάφεραν νὰ τὸν θεραπεύσουν, σὰν νὰ εὐθύνονταν οἱ Ἀπόστολοι καὶ ὄχι ἡ δική του ἀδύναμη πίστη. Ὁ Χριστὸς μὲ πικρία ἀπάντησε: «Ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! Ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; Ἕως πότε θὰ σᾶς ὑπομένω;». Τότε, ζήτησε τὸν νέο καὶ ἀφοῦ τὸν ὁδήγησαν μπροστά Του, διέταξε τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα νὰ φύγει ἀφήνοντας τὸν νέο ἐλεύθερο. Λίγο ἀργότερα, οἱ Ἀπόστολοι κατ’ ἰδίαν ρώτησαν τὸν Κύριο: «γιατί ἑμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ βγάλουμε τὸ δαιμόνιο;». «Γιὰ τὴν ἀπιστία σας», τοὺς ἀπάντησε, «ἂν ἔχετε πίστη σὰν τὸν κόκκο τοῦ σιναπιοῦ, θὰ πεῖτε σὲ αὐτὸ τὸ βουνὸ «μετακινήσου ἀπὸ ἐδὼ ἐκεί» καὶ θὰ μετακινηθεῖ, καὶ τίποτα δὲν θὰ σᾶς εἶναι ἀδύνατο. Τὸ δὲ γένος αὐτὸ (τῶν πονηρῶν πνευμάτων) δὲν φεύγει παρὰ μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία».

            ντύπωση προκαλεῖ ἡ φράση τοῦ Κυρίου: «Ἕως πότε θὰ σᾶς ὑπομένω;». Τὸ κατανοεῖτε; Ὁ Παντελεήμων καὶ Φιλάνθρωπος Θεός, Ἐκεῖνος ποὺ ἀπὸ «ὑπερβάλλουσα ἀγαθότητα» ἔγινε Ἄνθρωπος καὶ σταυρώθηκε γιὰ νὰ νικήσει μὲ τὴν Ἀνάστασή Του τὸν θάνατο, μᾶς λέει οὐσιαστικὰ ὄτι δὲν θὰ μᾶς ὑπομένει γιὰ πάντα. Ὅταν μᾶς ἔχει χαρίσει πλούσια τὴν εὐλογία Του κὶ ἑμεῖς συνεχῶς καὶ μὲ ἐπιμονὴ Τοῦ ἀνταποδίδουμε τὶς ἁμαρτίες μας, εἶναι φυσικὸ καὶ ἑπόμενο κάποια στιγμὴ νὰ ἀποστρέψει τὸ πρόσωπό Του. Καὶ ξέρετε τὶ λέει ο Δαυίδ∙ «ἀποστρέψαντος δὲ Σοῦ τὸ πρόσωπον ταραχθήσονται». Βεβαίως, καὶ ἄν ἀκόμη ἀποστρέψει τὸ πρόσωπό Του καὶ ἀπομακρύνει τὴν εὐλογία Του, ἀπὸ φιλανθρωπία θὰ τὸ κάνει, μήπως καὶ καταλάβουμε τὶ χάσαμε καὶ νικήσουμε τὴν πόρωση τῆς ψυχῆς μας. Αὐτό, ὅμως, ποὺ μποροῦμε νὰ κάνουμε γιὰ νὰ κινήσουμε τὸ ἔλεός Του, εἶναι ἡ διάθεση μετανοίας καὶ ἡ τίμια προσπάθεια. Ὁ Χριστὸς ὅταν βλέπει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀγωνίζεται ἀληθινά, ποτὲ δὲν τὸν ἐγκαταλείπει. 

            Σημαντικὴ ἀναφορὰ στὴ σημερινὴ περικοπὴ γίνεται στὴν πίστη.Ἡ πίστη εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐννέα καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν εἶναι ἀνθρώπινη κατάκτηση. Ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νὰ ἀγωνισθεῖ γιὰ νὰ τὴν καλλιεργήσει, μέσω τῶν ἔργων τῆς ἀγάπης, τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς ἐν γένει ὑπακοῆς στὸ Θεῖο Θέλημα, ἀλλὰ μόνος του δὲν τὴν ἀποκτᾶ. Ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ τὴν προσφέρει στὸν ἄνθρωπο.  Πολλοὶ θέλουν νὰ δοῦν θαύματα γιὰ νὰ πιστέψουν. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἀρκετοὶ πίστεψαν ἀπὸ κάποιο θαῦμα, χάρη στὴν Οἰκονομία τοῦ Θεοῦ. Πρέπει, ὅμως, νὰ γνωρίζουμε ὅτι τὸ θαῦμα προϋποθέτει τὴν πίστη καὶ ὄχι ἡ πίστη τὸ θαῦμα. Ἡ πίστη προηγεῖται καὶ ἀκολουθεῖ τὸ θαῦμα, ὅσο καὶ ἄν αὐτὴ ἠ πραγματικότητα ἐνοχλεῖ κάποιους ἄγευστους πίστεως και Ζωῆς, οἱ ὁποῖοι ποτὲ δὲν κατέβαλαν κόπο γιὰ νὰ προσεγγίσουν τὸν Χριστό μας. 

            Σὲ αὐτὸ τὸν κόπο ἀναφέρεται ὁ Κύριος ὡς ὅπλο κατὰ τῶν πονηρῶν πνευμάτων, ὅταν λέει ὅτι αὐτὰ φέυγουν μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Ἡ προσευχὴ καὶ ἡ νηστεία εἶναι ὁ πνευματικὸς καὶ ὁ σωματικὸς κόπος ποὺ ἑλκύουν τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ διώχνουν τοὺς δαίμονες, ἐὰν βέβαια συνοδεύονται ἀπὸ τὴν ἀνάλογη ταπείνωση, διότι καὶ ὁ Ἄρειος νήστευε καὶ προσευχόταν, ἀλλὰ μὲ ὑπερηφάνεια∙ ὥσπου ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους αἱρετικούς. 

             προσευχὴ εἶναι γιὰ ὅλους ἑμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ὅ,τι ἀκριβῶς καὶ τὸ ὀξυγόνο γιὰ τοὺς πνεύμονες. Δίχως αὐτήν, ἡ ψυχή μας ἀργοπεθαίνει, διότι ἡ προσευχὴ εἶναι ταυτισμένη μὲ τὴ Ζωή, εἶναι ἐπικοινωνία μὲ τὸν Δεσπότη Χριστό. Ἡ προσευχὴ ἀλλοιώνει καὶ χαριτώνει τὸν ἐσώψυχο κόσμο μας, μᾶς δίνει κουράγιο, ἐλπίδα καὶ εἰρήνη, μᾶς κάνει δυναμικότερους, ὥστε νὰ ἀντιμετωπίζουμε κάθε πρόβλημα ποὺ ἀναφύεται. Κάνουμε προσευχή; Ἤ ἀρκούμαστε στὶς δύο ὥρες τοῦ κυριακάτικου ἐκκλησιασμοῦ; Οἱ παλαιοὶ Χριστιανοὶ πήγαιναν στὴν Ἐκκλησία κάθε μέρα∙ τὸ πρωὶ γιὰ τὸν Ἑξάψαλμο, τὸ ἀπόγευμα γιὰ τὸν Ἐσπερινὸ καὶ τὸ βράδυ γιὰ τὸ Ἀπόδειπνο. Ἑμεῖς ποὺ δὲν πηγαίνουμε καθημερινὰ στὴν Ἐκκλησία, φροντίζουμε νὰ διαβάζουμε τὶς προσευχὲς αὐτὲς στὸ σπίτι; Ἄν ὄχι τὸν Ἐσπερινό, μποροῦμε τουλάχιστον νὰ διαβάζουμε τὸν Ἑξάψαλμο τὸ πρωὶ καὶ τὸ Ἀπόδειπνο μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς τὸ βράδυ, συνολικὰ μισὴ ὥρα τὴν ἡμέρα. Βέβαια, ἡ προσευχὴ δὲν περιορίζεται μόνο στὶς Ἀκολουθίες. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει: «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Ἄν καταφέρουμε νὰ προσευχόμαστε συνεχῶς, θὰ δοῦμε πόσο θὰ ἀλλάξει πρὸς τὸ καλύτερο ἡ καθημερινότητά μας, διότι ἡ προσευχὴ μᾶς ἐμποδίζει νὰ ἁμαρτήσουμε. Ἄν συνεχῶς λέμε τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», ἤ τὸ «Πάτερ ἡμῶν», ἤ ὁποιαδήποτε ἄλλη προσευχή, θὰ προσέξουμε πολὺ νὰ μὴν μιλήσουμε μὲ εἰρωνεία, νὰ μὴν φερθοῦμε ἀπότομα, νὰ μὴν νευριάσουμε, νὰ μὴν στεναχωρέσουμε κανέναν. Ἡ προσευχὴ γεμίζει τὴ ζωή μας μὲ Φῶς.

            πὸ τὴν ἄλλη, ἡ νηστεία εἶναι ἕνας εὐλογημένος περιορισμός. Μὲ τὴν νηστεία θέτουμε ὅρια στὸ τὶ καὶ πόσο θὰ φᾶμε, τὶ θὰ δοῦμε, τὶ θὰ ποῦμε, τὶ θὰ ἀγγίξουμε, τὶ θὰ ἀκούσουμε. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος θέτει ὅρια καὶ κινεῖται μόνο μέσα σὲ αὐτά, εἶναι πραγματικὰ ἐλεύθερος. Ὁ κόσμος θεωρεῖ ὅτι ἐλευθερία εἶναι νὰ κάνω ὅ,τι θέλω. Δὲν εἶναι ἔτσι, ὅμως. Αὐτὸς ποὺ πιστεύει κάτι τέτοιο, ἄν κάποια στιγμὴ δὲν μπορέσει νὰ κάνει ὅ,τι θέλει, θὰ δείξει ὄτι δὲν εἶναι παρὰ ἕνας ἀξιολύπητος δούλος στὸν ἑαυτό του. Ἡ νηστεία, λοιπόν, εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ἐλευθερίας καὶ κρατᾶ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα ἀνάλαφρα. Πιὸ εὔκολο εἶναι νὰ μὴν δεῖς κάτι, παρὰ νὰ τὸ δεῖς καὶ μετὰ νὰ ὑποφέρεις ποὺ τὸ εἶδες καὶ χάλασες τὴν πνευματική σου κατάσταση. Πιὸ εὔκολο εἶναι νὰ μὴν φᾶς περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι χρειάζεσαι, παρὰ νὰ φᾶς καὶ ὕστερα νὰ ὑποφέρεις ἀπὸ στομαχόπονο. Τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ ὅλες τὶς αἰσθήσεις. Ἡ νηστεία διατηρεῖ τὸν ἄνθρωπο δυναμικὸ καὶ τὸν ὡθεῖ σὲ δημιουργικὴ ἐγρήγορση.

γαπητοὶ ἀδελφοί,

             Θεὸς αὐτὸ ποὺ θέλει ἀπὸ ἑμᾶς γιὰ νὰ μᾶς στεφανώσει μὲ τὸ ἔλεός Του, εἶναι ἡ προθυμία καὶ ἡ ἐπιμονή. Μπορεῖ ὡς ἄνθρωποι νὰ ἔχουμε τὰ κενὰ καὶ τὶς ἀδυναμίες μας, τὴν ζήλεια, τὴν καχυποψία, τὴν ὑπερηφάνεια, καὶ νὰ σκεφτόμαστε πολλὲς φορὲς: «θὰ καταφέρω ἄραγε νὰ ἀπαλλαγῶ ἀπὸ αὐτά;». Ἄν καταφύγουμε μὲ πίστη στὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία, θὰ τὰ καταφέρουμε. Ἑμεῖς θὰ καταβάλουμε λίγο κόπο καὶ ὁ Θεὸς θᾶ μᾶς προσφέρει τὴν ποθητὴ λύτρωση. Ὅπως, ἄλλωστε, εἶχε πεῖ κάποιος Ὅσιος, «ἀδύνατο εἶναι ἐκεῖνον ποὺ πασχίζει ἐν ἀληθείᾳ νὰ σωθεῖ, νὰ μὴν τὸν ἐλεήσει ὁ Κύριος». Αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰώνας. Ἀμήν. 

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 25 Ιουνίου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

                Θεός μας εἶναι πολὺ ἁπλὸς καὶ ἁπλοὶ θέλει νὰ εἴμαστε καὶ ἐμεῖς. Ἔχει δημιουργήσει γιὰ ἐμᾶς ἕναν κόσμο πολὺ ὄμορφο. Αὐτό, ὅμως, τὸ διακρίνουμε ἂν βλέπουμε τὰ πάντα γύρω μας μὲ ἁπλότητα. Ἂν βλέπουμε τὰ πάντα μὲ καχυποψία καὶ πονηρία, δημιουργοῦμε μία ἄσχημη εἰκόνα γιὰ τὸν κόσμο, μόνοι μας κάνουμε τὰ πράγματα περίπλοκα καὶ τὴ ζωή μας δύσκολη. 

               Εἴδαμε τὴν περασμένη ἑβδομάδα ἕνα μεγάλο παράδειγμα ἁπλότητας, αὐτὸ τῶν Ἀποστόλων. Οἱ μακάριοι Ἀπόστολοι,  ὅταν τοὺς κάλεσε ὁ Χριστός, ἀνταποκρίθηκαν αὐθόρμητα ἀκολουθώντας Τον, ἀφοῦ πρῶτα ἄφησαν τὰ πάντα πίσω τους. Εἶχαν καταλάβει ὅτι πρόκειται περὶ ἑνὸς Ἱεροῦ Προσώπου, καὶ ἐπέλεξαν νὰ μείνουν γιὰ πάντα δίπλα Του, ἐπειδὴ λάμβαναν Φῶς ἀπὸ τὴν παρουσία Του.  

               Σὲ κάτι ἀνάλογο μᾶς προτρέπει σήμερα ὁ Κύριος μέσα ἀπὸ τὴν περίφημη «ἐπὶ τοῦ ὄρους» ὁμιλία Του. Μᾶς λέει: παιδιά μου, θέλετε τὸ Φῶς νὰ κυριαρχεῖ στὴ ζωή σας; Νὰ βλέπετε τὰ πράγματα ἁπλὰ καὶ νὰ ἐπιλέξετε τὸν Θεὸ ὡς προτεραιότητά σας. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πορείας σας πρὸς τὸν Θεό, μὴν βασανίζεστε ἀπὸ τὶς ἐπίγειες μέριμνες, διότι αὐτὲς πάντοτε θὰ ὑπάρχουν. Νὰ ἀναζητεῖτε καὶ νὰ ἀγωνίζεστε πρῶτα γιὰ τὴν ἕνωσή σας μὲ τὸν Θεό, καὶ ὕστερα, ὅλα ὅσα ἔχετε ἀνάγκη, ὁ Θεὸς θὰ σᾶς τὰ ἀνταποδώσει καὶ μὲ τὸ παραπάνω. 

               Μέσα ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ διήγηση, προκύπτει μία εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς στοργικοῦ Πατέρα, καὶ μία εἰκόνα τῶν ἀληθινῶν Χριστιανῶν ὡς παιδιῶν. 

               χετε δεῖ πολλὰ παιδιὰ ποὺ ἔχουν γονεῖς καλοὺς καὶ στοργικοὺς νὰ εἶναι λυπημένα; Πάντα χαρούμενα εἶναι καὶ τὰ βλέπουν ὅλα ἅγια, μὲ ἁπλότητα. Σὲ αὐτὸ ὀφείλουμε νὰ τὰ μιμηθοῦμε. Τί σημαίνει, ὅμως, τὸ νὰ βλέπω τὰ πάντα ἅγια καὶ ἁπλά; Σημαίνει ὅτι βλέπω τὸν συνάνθρωπό μου ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς δῶρο Θεοῦ στὴ ζωή μου, ἤ στὴν χειρότερη περίπτωση, ὡς εὐπρόσδκετη δοκιμασία ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὸ καλό μου, καὶ ὄχι ὡς βάρος ἤ ὡς ἀπειλή. Βλέπω μὲ ἁπλότητα, σημαίνει ὅτι βλέπω τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ δὲν τὸν κρίνω, σκεπτόμενος τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ ὅταν τὸν προέτρεψαν νὰ λιθοβολήσει τὴν μοιχαλίδα: «ὁ ἀναμάρτητος, πρῶτος ἂς ρίξει τὸν λίθο». Βλέπω μὲ ἁπλότητα σημαίνει ὅτι βλέπω τὸν ἀδελφό μου νὰ πετυχαίνει στὴ ζωή του, νὰ χτίζει τὸ σπιτικό του ἤ νὰ κατορθώνει τὸ ἀκατόρθωτο καὶ δὲν σκέφτομαι: «πῶς πέτυχε ἤ πῶς ἔβγαλε τόσα χρήματα; Ἄ αὐτὸς ἔχει». Αὐτὰ εἶναι πράγματα τελείως ξένα γιὰ τὸν Χριστιανό, πράγματα -ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση- μίζερα καὶ πολὺ χαμηλοῦ ἐπιπέδου. Ὁ Χριστιανός, ὁ ἀληθινὸς καὶ ἁπλός, τὰ βλέπει ὅλα αὐτὰ καὶ χαίρεται ποὺ ὁ ἀδελφός του τὰ καταφέρνει καὶ μὲ αὐτὸ τὸ σκεπτικὸ γεμίζει Φῶς καὶ πετυχαίνει καὶ ὁ ἴδιος. Τέλος, βλέπω ἁπλά σημαίνει ὅτι σὲ βλέπω στὸ πρόσωπο, καθαρὰ καὶ ἔντιμα καὶ ὅταν μὲ πλησιάζεις δὲν σκέφτομαι: «Κάποιο σκοπὸ θὰ ἔχει αὐτὸς γιὰ νὰ μὲ πλησιάσει». 

               Μὲ τὰ παιδιὰ ποὺ μόλις ἀνέφερα ἔχουμε ἕνα πολὺ βασικὸ κοινό, τὸν στοργικὸ Πατέρα, τὸν Θεό. Ὅταν τὸ παιδὶ δὲν φεύγει μακριὰ ἀπὸ τὸν καλό του πατέρα, ὑπάρχει περίπτωση νὰ μείνει πεινασμένο; Ὄχι. Ὁ πατέρας ἐκεῖνος θὰ φέρει τὰ πάνω κάτω γιὰ νὰ βρεῖ νὰ θρέψει τὸ παιδί του, νὰ τὸ ντύσει καὶ νὰ τοῦ προσφέρει ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ στὴ σχέση μας μὲ τὸν Θεό. Πολλοὶ διαταράσσουν αὐτὴ τὴ σχέση, βάζοντας μπροστὰ τὶς βιοτικὲς μέριμνες τῆς αὐτοσυντήρησης. Καὶ ὄσο πιὸ μπροστὰ βάζουν αὐτὲς τὶς μέριμνες, τόσο περισσότερες ἀνάγκες ἀποκτοῦν, διότι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Πατέρα. Ὁ Χριστιανὸς ποὺ μένει κοντὰ στὸν Θεό, ἔχει στραμμένο τὸ βλέμμα καὶ τὴ σκέψη του στὸν Θεὸ, καὶ ἐργάζεται γιὰ τὸν Θεό, δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ πεινάσει, ὅπως ἄλλωστε ἀναφέρει καὶ ὁ Δαυὶδ χίλια χρόνια πρὶν τὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ: «πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον, οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ». 

               Βεβαίως, ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς λέει νὰ μὴν ἐργαζόμαστε. Ἀντιθέτως, ἡ τίμια ἐργασία εἶναι καθῆκον μας καὶ εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεό, σὲ σημεῖο ποὺ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει: «αὐτὸς ποὺ δὲν ἐργάζεται, οὔτε νὰ τρώει». Αὐτὸ ποὺ σὲ κάθε περίπτωση ἀποστρέφεται ὁ Θεὸς εἶναι ἡ αἰσχροκέρδεια καὶ ἡ πλεονεξία, τὰ ὁποῖα χαρακτηρίζονται ὡς «μαμωνάς». Δὲν γίνεται, λέει ὁ Κύριος, ἀπὸ τὴ μία νὰ ἐργαζόμαστε γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ εἴμαστε δοῦλοι τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, διότι τὰ δύο αὐτὰ εἶναι τελείως ἀντίθετα μεταξύ τους καὶ κάποια στιγμὴ ὁ ἄνθρωπος θὰ παραδοθεῖ τελείως ἤ στὸ ἕνα ἤ στὸ ἄλλο. 

               ν κατακλείδι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, κέντρο τῆς ζωῆς μας ἂς ἔχουμε τὸν Θεό. Μὴν εἴμαστε μόνο στὰ λόγια Χριστιανοί. Ὅπως γιὰ νὰ γίνουμε δάσκαλοι, γιατροί, οἰκοδόμοι, μάγειρες καὶ ὁτιδήποτε ἄλλο φροντίζουμε νὰ μάθουμε καλὰ τὸ ἀντικείμενο, ἔτσι πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουμε καὶ τὴν χριστιανική μας ἰδιότητα. Νὰ μαθαίνουμε συνεχῶς μέσα ἀπὸ τὸ βίωμα πῶς νὰ ἀνταποκριθοῦμε καλύτερα στὶς ἀπαιτήσεις τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Καὶ ἂν στὴ πορεία οἱ βιοτικὲς ἀνάγκες μᾶς πιέζουν, δὲν χρειάζεται οὔτε νὰ ἐγκαταλείψουμε τὸν ἀγώνα μας, οὔτε νὰ βυθιστοῦμε στὴν θλίψη, παρὰ μόνο νὰ στραφοῦμε στὸν Πατέρα μας καὶ νὰ Τοῦ ζητήσουμε. Ἐκεῖνος εἶπε «αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται». Ἐκεῖνος εἶπε, πάλι, «αὐτὸς ποὺ ἔχει ὦτα καὶ ἀκούει, ἂς ἀκούσει». Ἀμήν!

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος