† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 19 Μαΐου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970


γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Χριστὸς Ἀνέστη!

   Σήμερα, ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ μὲ ἕναν ξεχωριστὸ τρόπο τὴν μνήμη τῶν ἀνδρῶν, οἱ ὁποῖοι συνέβαλαν στὴν θεόσωμη ταφὴ τοῦ Κυρίου, καὶ τῶν γυναικῶν, οἱ ὁποῖες, σύμφωνα μὲ τὸ ἔθιμο τῶν Ἰουδαίων, ἔσπευσαν νὰ ἀλείψουν τὸ ζωοποιὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ μὲ μύρα, γιὰ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκαν Μυροφόρες. Τὰ πρόσωπα αὐτὰ ὑπηρέτησαν τὸν Χριστὸ μὲ θυσιαστικὸ πνεῦμα, γιὰ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία εὐγνωμονοῦσα, ἀφιερώνει τὴν τρίτη Κυριακὴ ἀπὸ τὸ Πάσχα σὲ αὐτά.

   Οἱ μὲν Ἅγιοι κηδευτές, ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἦταν κρυφοὶ Μαθητὲς τοῦ Κυρίου καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν εἶχαν τὴν εὐκαιρία τῆς συνεχοῦς συναναστροφῆς μαζί Του, ἐντούτοις εἶχαν καταλάβει καρδιακὰ ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν μαθητὴ ἐκεῖνο, ὁ ὁποῖος καὶ εὐεργετήθηκε καὶ τοῦ ἀποστολικοῦ ἀξιώματος ἀξιώθηκε καὶ θαύματα εἶδε ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, συναναστρεφόμενος καθημερινὰ μαζί Του, μὰ «οὐκ ἠβουλήθη συνιέναι». Δὲν ἤθελε νὰ καταλάβει ὅτι ὁ Διδάσκαλός Του ἦταν ὁ Θεός. Πρόκειται γιὰ τὸν Ἰούδα, τὰ πάθη τοῦ ὁποίου, ἡ καχυποψία, ἡ φιλαργυρία, ὁ φθόνος, ἡ δολιότητα, τὸν ὁδήγησαν ὄχι μόνο στὴν Σταύρωση τοῦ Θεανθρώπου, ἀλλὰ καὶ σὲ αὐτὴν τὴν τραγικὴ αὐτοκτονία. Οἱ ἄδολοι, ὅμως, Μαθητὲς Ἰωσὴφ καὶ Νικόδημος, εἶχαν προσεγγίσει τὸν Χριστό μας ὄχι ὡς Ἰοῦδες, ἀλλὰ μὲ ἁγνότητα, μὲ ἀγάπη πρὸς Ἐκεῖνον ποὺ μέχρι τότε ὁμοιός Του δὲν εἶχε βρεθεῖ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, παρέμειναν κοντά Του μέχρι τὸ Σταυρικὸ τέλος, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸ τέλος, τὸ ὁποῖο, κατὸπιν, ἀποτέλεσε τὴν ἀρχὴ τῆς δικῆς μας ζωῆς. Βλέποντας τὸ μέγεθος τῆς Θυσίας τοῦ Διδασκάλου Τους, ξέχασαν καὶ τὸν φόβο τῶν Ἰουδαίων καὶ τὴν κοσμικὴ ἐξουσία. Δὲν λογάριασαν τὴν κοινωνική τους θέση μέσα στὴν ἰουδαϊκὴ κοινωνία καὶ ἔσπευσαν νὰ αἰτηθοῦν τὸ νεκρό, μὰ ζωοποιὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὕστερα νὰ κηδεύσουν μὲ τὸν πρέποντα σεβασμὸ Ἐκεῖνον «τὸν Ὁποῖο βλέποντας ὁ ἥλιος στὸν Σταυρό, τυλίχθηκε στὸ σκοτάδι», ὅπως ψάλλει ὁ ὑμνωδός. Γιὰ αὐτή τους τὴν πράξη, μνημονεύονται καὶ θὰ μνημονεύονται εἰς τοὺς αἰώνας, διότι στὴν Ἐκκλησία δεσπόζει ἡ εὐγνωμοσύνη, ἄσχετα ἂν τὰ πρόσωπα τῆς Ἐκκλησίας πολλάκις ἀγνοοῦν αὐτὴ τὴν ἀρετή. Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει νὰ τιμᾶ ἐκείνους ποὺ ἐργάσθηκαν τὸ ἀγαθὸ ὑπηρετῶντας Χριστό.

   Τὸ ἴδιο ἔπραξε μὲ τὶς Μυροφόρες γυναῖκες. Οἱ γυναῖκες ἐκεῖνες, πλάσματα εὐαίσθητα, ἀδύναμα κατὰ τὴν φύση τους, ὑπερέβησαν τοὺς ἴδιους τοὺς Ἀποστόλους. Διότι, ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι ἐκτὸς τοῦ Θεολόγου Ἰωάννου, ἐν ὅσῳ διαδραματίζονταν τὰ γεγονότα τοῦ Θείου Πάθους, δείλιασαν, φοβήθηκαν τοὺς Ἰουδαίους καὶ παρέμειναν ἔγκλειστοι. Αὐτὲς οἱ γυναῖκες ὅμως, παρέμειναν ἐκεῖ. Πλάι στὸν Γλυκύτατο Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας. Ἀτενίζοντάς Τον νὰ σώζει τὴν ἀνθρωπότητα πάνω στὸν Σταυρό.

   κτὸς αὐτοῦ, οἱ Μυροφόρες τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα, «τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων», πρὶν ἀνατείλει ὁ ἥλιος, ἔχοντας ἀγοράσει ἀκριβὰ ἀρώματα πορεύθηκαν πρὸς τὸν Τάφο γιὰ νὰ ἀλείψουν μὲ μύρα τὸ ἄχραντο Σῶμα, δίχως νὰ γνωρίζουν ἂν θὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν ἐπιθετικότητα τῶν στρατιωτῶν ποὺ φύλασσαν τὸν Τάφο. Στὴν πορεία, μὲ πολὺ ἀγωνία σκέπτονταν: «ποιός θὰ ἀποκυλίσει τὸν λίθο ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ μνημείου;». Ὁ λίθος ἦταν πολὺ μεγάλος καὶ ἡ σκέψη ὅτι δὲν θὰ τὰ κατάφερναν τὶς ταλαιπωροῦσε. Ἐντούτοις, δὲν ἔκαναν πίσω. Προχώρησαν πρὸς τὸν Τάφο καὶ τί νὰ δοῦν; Αὐτὸ ποὺ δὲν φαντάζονταν, ἀλλὰ ἡ ψυχή τους λαχταροῦσε. Ὁ λίθος, ἡ μεγάλη καὶ βαριὰ πέτρα ἦταν ἀποκεκυλισμένη καὶ τὸ Σῶμα δὲν ἦταν μέσα, παρὰ μόνο τὸ νεκρικὸ σάβανο. Ἔντρομες, σκέφθηκαν ὅτι ἴσως κάποιοι ἔκλεψαν τὸ Σῶμα. Εὐθύς, ὅμως, «εἶδαν νεανίσκον, περιβεβλημένον στολὴν λευκὴν» καὶ τοὺς κατέλαβε θάμβος. Ἄγγελος Κυρίου διεμήνυσε σὲ αὐτὲς ὅτι ὁ Χριστὸς Ἀνέστη! Τέλος ἡ θλίψη καὶ ἡ ἀγωνία! Ὁ θάνατος ἀκυρώθηκε καὶ μὶα νέα ζωὴ ξεκινᾶ! Ἡ Ἀνάστασή Του ἔφερε «ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν», γιὰ τὴν ὁποία ὑμνοῦμε τὸν αἴτιον, τὸν Σωτήρα Χριστό.

   Τιμήθηκαν, λοιπόν, γιὰ τὴν ἀφοσίωσή τους οἱ Μυροφόρες, γιὰ αὐτὸ καὶ πρῶτες ἀξιώθηκαν τοῦ μηνύματος τῆς Ἀναστάσεως ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν Ἄγγελο, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἀναστάντα Χριστό. Ἀπὸ Ἐκεῖνον ἄκουσαν τὸ κοσμοχαρμόσυνο: «Χαίρετε»! Χαρὰ νὰ ἔχετε γιατὶ εἶμαι μαζί σας. Εἶμαι ἐδώ. Ὅπως ἐσεῖς δίπλα στὸν πόνο μου, ἔτσι καὶ Ἐγὼ πλάι στοὺς δικούς σας πόνους. Χαρὰ νὰ ἔχετε!

   Αὐτὸ ποὺ πρέπει ἄπαντες νὰ προσέξουμε εἶναι ἡ πορεία τῶν Μυροφόρων πρὸς τὸν Τάφο, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ διαχρονικὴ μικρογραφία τῆς ζωῆς τοῦ Χριστιανοῦ.

   πως οἱ Μυροφόρες, ἔτσι καὶ ἐμεῖς βαδίζουμε πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ στὴν πορεία ἀναλογιζόμαστε: «πῶς θὰ ὑπερβῶ τὰ ἐμπόδια; Πῶς θὰ ἀνταπεξέλθω; Ἂν πλησιάσω τὸν στόχο, θὰ μπορέσω νὰ τὸν ὁλοκληρώσω;». Ὅλα αὐτὰ σκεφτόμαστε καὶ μᾶς καταλαμβάνει συχνὰ ἄγχος καὶ πίεση. Δικαιολογημένα αὐτά. Δὲν πρέπει, ὅμως, νὰ σταθοῦν αἰτία γιὰ νὰ κάνουμε πίσω. Πρέπει μὲ θάρρος, μὲ ἐλπίδα καὶ πίστη νὰ συνεχίσουμε τὴν πορεία μας. Νὰ προχωρήσουμε μπροστά. Καὶ ὅταν φθάσουμε, θὰ δοῦμε ὅτι κανένας λίθος δὲν θὰ μπορέσει νὰ σταθεῖ ἐμπόδιο στὸν στόχο μας, διότι Ἐκεῖνος ποὺ εἶχε τὴν δύναμη νὰ καταργήσει τὸν θάνατο, ἔχει τὴν δύναμη νὰ καταργήσει καὶ τοὺς λίθους καὶ τὰ προσκόμματα. Αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη μας. Μᾶς ὠθεῖ νὰ προχωροῦμε μπροστὰ δίχως φόβο, μὰ μὲ Χαρὰ καὶ Εἰρήνη.

Εὐχή μου, αὐτὴ ἡ Χαρὰ καὶ ἡ Εἰρήνη νὰ συνοδεύουν ὅλους μας.

Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

 ὁ  Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Πηγή

Κυριακή 12 Μαΐου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

   Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

   Χριστὸς Ἀνέστη! Χαίρετε!

   ταν ὁ Χριστός μας ὕστερα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες παραμονῆς Του στὸν Τάφο ἀναστήθηκε δωρίζοντας στὸν κόσμο τὴν ἀληθινή, παντοτινὴ καὶ οὐσιαστικὴ ζωή, οἱ Ἀπόστολοι ἦταν κρυμμένοι διότι φοβοῦνταν τοὺς Ἰουδαίους. Μόνο ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης, ὕστερα ἀπὸ τὴν πληροφορία τῶν Μυροφόρων ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε, τόλμησαν νὰ πάνε στὸ Μνῆμα, ὅπου διαπίστωσαν μὲ τὰ μάτια τους τὸ συγκλονιστικὸ γεγονός. 

   Τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα λοιπόν, ὅταν ὅλοι οἱ Μαθητὲς -ἐκτὸς τοῦ Θωμᾶ- βρίσκονταν κεκλεισμένοι στὸ ὑπερῶο, σκεπτικοὶ καὶ ταραγμένοι γιὰ ὅσα εἶχαν προηγηθεῖ, ἐμφανίσθηκε ἀνάμεσά τους ὁ Χριστὸς λέγοντας: Εἰρήνη ὑμῖν. Εἰρηνεύετε. Μὴν δίνετε πλέον τόπο στὴν ταραχή, διότι ἰδοὺ σᾶς στέλνω νὰ κηρύξετε τῆν Ἀνάστασή μου. Ὅπως μὲ ἔστειλε ὁ Πατέρας νὰ θυσιασθῶ γιὰ νὰ γνωρίσει ὁ κόσμος τὴν ἀληθινὴ ζωή, ἔτσι καὶ ἐγὼ στέλνω ἐσᾶς. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ σᾶς κυριεύει ἡ στενοχώρια. Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο καὶ μὲ αὐτὴ τὴν Θεία Χάρη, ὅσες ἁμαρτίες συγχωρέσετε θὰ εἶναι συγχωρεμένες, ὅσες, ὅμως, δέσετε, θὰ εἶναι δεμένες καὶ ἀσυγχώρητες.  Ὅπως ἦταν φυσικό, οἱ Μαθητὲς ἔλαβαν πολλὴ χαρὰ ποὺ εἶδαν τὸν ἀγαπημένο τους Διδάσκαλο πάλι κοντά τους, Ἐκεῖνον ποὺ μόλις τρεῖς μέρες πρὶν εἶχε παραδώσει το πνεῦμα πάνω στὸν Σταυρό. 

   τσι, ἄλλωστε, βιώνει κανείς διαχρονικὰ τὴν ἀπουσία καὶ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή του. Ὅταν ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ Παρών, δὲν βρίσκει θέση στὴν ψυχή μας, μᾶς σκιάζουν τὰ σύννεφα τῆς ταραχῆς καὶ τοῦ φόβου. Φοβόμαστε τὴν πίεση τῆς καθημερινότητας, τὰ μέλλοντα, τὴν κακὴ συμπεριφορὰ τῶν συνανθρώπων μας, τὶς ἀσθένειες, τοὺς πολέμους, τὴν οἰκονομικὴ δυσπραγία, μὲ ἀποκορύφωμα τὸν θάνατο. Καὶ ἐνῶ ἐμεῖς, φοβισμένοι καὶ ταραγμένοι, ἔχοντας κλειστὲς τὶς πόρτες τῆς ψυχῆς μας, συλλογιζόμαστε πώς θὰ ἀνταπεξέλθουμε ἀπέναντι σὲ τόσα προβλήματα, ἐπισκέπτεται ὁ Θεὸς τὴν ταλαίπωρη ψυχή μας καὶ μᾶς λέει: Τέλος ὁ φόβος, τέρμα ἡ ταραχή! Εἰρήνη νὰ ἔχετε, διότι Ἀναστήθηκα! Εἰρήνη νὰ ἔχετε διότι ὅπως νίκησα τὸν θάνατο, ἔτσι μπορῶ νὰ νικήσω κάθε κακὸ ποὺ σᾶς ταλαιπωρεῖ, ἀρκεῖ νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ μείνω στὴν ψυχή σας, ἀρκεῖ νὰ εἶστε δικοί μου. 

   Αὐτὴ τὴν χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως, αὐτὴ τὴν χαρὰ ὅτι δὲν εἴμαστε μόνοι, ἀλλὰ πάντοτε μαζὶ μὲ τὸν Ἀναστάντα Χριστό, βίωσαν οἱ Δέκα Ἀπόστολοι. Ὁ Θωμᾶς, ὡστόσο, ὁ ὁποῖος ἀπουσίαζε ἀπὸ τὴν σύναξη τῶν Μαθητῶν, δὲν ἀπόλαυσε αὐτὴ τὴν χαρά. Δὲν εἶδε Ἀναστημένο τὸν Κύριο, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τοὺς δηλώνει ἐπίμονα ὅτι «ἀν δὲν δῶ, δὲν θὰ πιστέψω». Ζητοῦσε καρδιακὰ νὰ δεῖ καὶ ἐκεῖνος, ὅπως οἱ Συμμαθητές του, τὸν Διδάσκαλό του Ἀναστημένο. Καὶ πράγματι, ὁ Χριστὸς, ὁ Ὁποῖος εἶπε «ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε» ἐκπλήρωσε τὸν πόθο καὶ ἱκανοποίησε τὴν περιέργεια τοῦ Θωμᾶ, ἐμφανιζόμενος ξανὰ στοὺς συναγμένους Ἀποστόλους ὀκτὼ ἡμέρες μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, σὰν σήμερα. Κάλεσε τὸν Θωμᾶ νὰ δεῖ καὶ νὰ ψηλαφήσει τὰ σημάδια του Θείου Πάθους, ἀποσπῶντας τὴν κοσμοσωτήρια ὁμολογία του: «ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου», καὶ μὴν παραλείποντας νὰ τοῦ δηλώσει ὅτι «Εὐτυχισμένοι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶδαν, ἀλλὰ πίστευσαν». 

   Πολλοὶ κατηγοροῦν τὸν Θωμᾶ ὅτι ἦταν ἄπιστος. Αὐτὸ δὲν ἰσχύει. Ὁ Θωμᾶς δὲν ἦταν ἄπιστος. Ἦταν δύσπιστος. Καὶ αὐτὴ ἡ δυσπιστία του ἀποδείχθηκε σωτήρια γιὰ ὅλες τὶς ἐπερχόμενες γενεές, διότι ὁ Θωμᾶς πρόλαβε ὅλους ἐμᾶς. Ἐξέφρασε τὴν δυσπιστία ἀντὶ γιὰ ἐμᾶς, μὲ ἀποτέλεσμα ἐμεῖς σήμερα νὰ μὴν χρειαστεῖ νὰ δοῦμε γιὰ νὰ πιστεύσουμε. Ψηλάψησε τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ τὴν ἄχραντη πλευρὰ τοῦ Σωτῆρος μὲ ἀποτέλεσμα νὰ εἶναι πλέον ἱκανὸς καὶ πρόθυμος νὰ ταξιδέψει ὡς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης καὶ νὰ δώσει καὶ τὸ αἶμα του ὁμολογῶντας ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Κύριός του καὶ ὁ Θεός του, ὁ Μόνος Ἀληθινὸς Θεός. 

   Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, πρέπει νὰ εὐγνωμονοῦμε τὸν Θωμᾶ, διότι ἔγινε ὁ μεγάλος μας εὐεργέτης. 

γαπητοὶ ἀδελφοί,

   μεῖς μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀνήκουμε στοὺς μακαρίους οἱ ὁποῖοι δὲν εἶδαν, ἀλλὰ πίστεψαν. Σίγουρα, ὅλοι θὰ θέλαμε νὰ δοῦμε ἐκεῖνο ποὺ εἶδαν οἱ Ἀπόστολοι, τὸν Ἀναστάντα Κύριό μας, διότι οἱ Ἀπόστολοι καὶ εἰδικὰ ὁ Θωμᾶς βίωσαν ἐμπειρία Θεώσεως. Τὸ νὰ βιώσουμε καὶ ἐμεῖς αὐτὴ τὴν ἐμπειρία εἶναι καθῆκον μας. Γιὰ νὰ φθάσουμε, ὅμως, ὡς ἐκεί, πρέπει νὰ προηγηθεῖ ἀγώνας. «Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ (τότε) ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς Ἀναστάσεως». Πρώτα πρέπει νὰ καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις μας γιὰ νὰ δοῦμε τὸ Φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτὸ θὰ τὸ καταφέρουμε μέσα ἀπὸ τὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, τὸ ὁποῖο παρέδωσε ὁ Χριστὸς στοὺς Μαθητές Του καὶ κατ’ ἐπέκταση στοὺς Διαδόχους αὐτῶν, Ἐπισκόπους, τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως. Μέσῳ αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου, ὁ Χριστὸς μᾶς λέει ὅτι δὲν νίκησε μόνο τὸν θάνατο, ἀλλὰ καὶ τὶς ἁμαρτίες μας. Μέσῳ αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου, κάθε σφάλμα ἐξαλείφεται καὶ μία νέα εὐκαιρία μᾶς χορηγεῖται γιὰ νὰ προσεγγίσουμε Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἡ Ἀνάσταση, ἡ Ζωή καὶ τὸ Φῶς.

Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

 ὁ  Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 14 Απριλίου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Δ' ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

DSC 8970

 

Τοῦτο τὸ γένος (τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων) ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ»

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   ταν ὁ Τριαδικὸς Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσίν Του, ὁ ἐκπεσῶν Ἑωσφόρος, καταδικασμένος νὰ ὑποφέρει αἰώνια, φθόνησε τὸ πιὸ εὐλογημένο ἐπὶ γῆς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὸν ἄπειρο φθόνο του, ἐκεῖνος καὶ τὸ τάγμα του ἀγωνίσθηκαν, ἀγωνίζονται καὶ θὰ ἀγωνίζονται παντοιοτρόπως νὰ μᾶς παρασύρουν στὴν πτώση καὶ στὴν αἰώνια καταδίκη. Κάθε ἄνθρωπος, λοιπόν, καλεῖται στὴν ζωή του νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς προκλήσεις τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων. Πρόκειται γιὰ μία μάχη ποὺ ποτὲ δὲν σταματᾶ, παρὰ μόνο ὅταν ἐπέλθει ὁ σωματικὸς θάνατος. 

   πως σὲ κάθε μάχη, ἔτσι καὶ σὲ αὐτή, εἶναι ἀπαραίτητα ὁρισμένα ὅπλα, τὰ ὁποῖα μᾶς παραδίδει σήμερα ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Τὰ ὅπλα αὐτὰ εἶναι ἡ προσευχὴ καὶ ἡ νηστεία. Μόνο μὲ αὐτὸ τὸ ζευγάρι τῶν ἀρετῶν μποροῦμε νὰ ἐξέλθουμε νικητὲς ἀπὸ τὴν πάλη μας ἐναντίον τῶν πονηρῶν πνευμάτων καὶ τῶν παθῶν ποὺ μᾶς ταλανίζουν.

   ς ἄνθρωποι, λειτουργοῦμε ψυχοσωματικά. Οἱ πράξεις τοῦ σώματος ἐπηρεάζουν καὶ τὴν ψυχή, οἱ πράξεις τῆς ψυχῆς ἐπηρεάζουν καὶ τὸ σῶμα. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, μέσῳ τῆς προσευχῆς, μιᾶς πνευματικῆς ἐργασίας, χαλιναγωγεῖται τὸ σῶμα. Καὶ μέσῳ τῆς ἐγκράτειας τοῦ σώματος, μιᾶς σωματικῆς ἐργασίας, τονώνεται ἡ ψυχή, καὶ προσεύχεται καθαρά. 

   Ὅταν ἐμεῖς μὲ ἀγαθὴ προαίρεση ὠθοῦμε τὸν ἑαυτό μας νὰ προσεύχεται καὶ νὰ νηστεύει, προσφέρουμε στὸν Θεὸ τὰ πρῶτα δείγματα τῆς ἀγάπης μας πρὸς Αὐτόν, τὰ πρῶτα δείγματα τῆς διάθεσής μας νὰ θυσιάσουμε κάτι ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας γιὰ τὴν ἀγάπη Του. Τοῦ δείχνουμε ὅτι ἐπιθυμοῦμε νὰ Τὸν προσεγγίσουμε, νὰ ἑνωθοῦμε μὲ Αὐτόν. Καὶ ὅταν ὁ Θεὸς δεῖ ἀπὸ ἐμᾶς αὐτὴ τὴν μικρὴ προσπάθεια, ἀνταποδίδει μὲ μεγαλύτερη εὐλογία καὶ μᾶς ἐνισχύει στὸν ἀγώνα τῆς σωτηρίας μας, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται σιγά σιγά, σταδιακά.

   χοντας κατανοήσει τὴν σταδιακὴ ἀνάβαση καὶ σωτηρία τῆς ψυχῆς, ὁ σήμερα τιμώμενος καθηγητὴς τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας, Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ἔγραψε τὴν «Κλίμακα τῶν ἀρετῶν», ἕνα πολὺ ψυχοφελὲς σύγγραμμα μὲ τριάντα λόγους, καθένας ἐκ τῶν ὁποίων ἀποτελεῖ ἕνα σκαλοπάτι τῆς σκάλας-κλίμακας ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Παράδεισο. Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ συγγράμματος, ποὺ ἀποτελεῖ βοήθημα ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς σημερινοὺς ψυχολόγους λόγῳ τῆς ἀναλυτικῆς διείσδυσης στὶς ἀρετὲς καὶ τὶς κακίες τῆς ψυχῆς, οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὥρισαν νὰ τιμᾶται ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἰδιαιτέρως σήμερα, τὴν Δ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. 

   Δύο ψήγματα ἀπὸ τὰ πνευματικὰ διδάγματα τοῦ Ὁσίου σχετικὰ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία, εἶναι τὰ ἑξῆς:

    νοῦς τοῦ νηστευτοῦ προσεύχεται καθαρὰ καὶ προσεκτικά, τοῦ δὲ ἀκρατοῦς εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀκάθαρτες εἰκόνες. 

   Νὰ μὴ λέγης ὅτι ἂν καὶ προσευχήθηκες πολὺν καιρό, δὲν κατώρθωσες τίποτε, διότι ἤδη κάτι σπουδαῖο κατώρθωσες. Τί, ἀλήθεια, ὑπάρχει ἀνώτερο ἀπὸ τὴν προσκόλλησι στὸν Κύριο καὶ ἀπὸ τὴν συνεχὴ παραμονὴ σὲ αὐτὴν τὴν ἕνωσι;

γαπητοὶ ἀδελφοί,

   Γιὰ τὴν σωτηρία μας, δὲν ζητᾶ πολλὰ ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Χριστός. Σίγουρα ζητᾶ τὴν συνέπειά μας στὸ κάλεσμα τῆς Ἐκκλησίας. Τὴν ξεχωριστὴ αὐτὴ περίοδο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ νηστέψουμε ἐντονώτερα ἀπὸ κάθε κακὸ καὶ νὰ ἐντείνουμε τὶς προσευχές μας. Ἤδη ἔχουμε διέλθει τὴν μέση τῆς νηστείας. Ἂν ἐξ ἀρχῆς ἀνταποκριθήκαμε στὸ κάλεσμα αὐτό, ἂς συνεχίσουμε μὲ περισσότερο ζῆλο. Ἂν ἀκόμη δὲν καταφέραμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε στὸ κάλεσμα τῆς Ἐκκλησίας, ἂς μὴν χάνουμε καιρό, διότι ὁ Χριστὸς δέχθηκε καὶ τοὺς περὶ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν καὶ ἕδωσε σὲ αὐτοὺς τὸν ἴδιο μισθὸ ποὺ ἔδωσε καὶ στοὺς ἐργάτες τῆς πρώτης ὥρας.

   ς φανοῦμε ἔξυπνοι καὶ ἂς ἐκμεταλλευτοῦμε τὰ δύο ἱερὰ ὅπλα μὲ τὰ ὁποῖα μᾶς ἐξοπλίζει ὁ Κύριος, προκειμένου καθαροὶ ἀπὸ τὴν κακία, νὰ μπορέσουμε σὲ λίγες μέρες νὰ ψάλλουμε κὶ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸν ὑμνωδό: 

«Χθὲς συνεθαπτόμην σοι Χριστὲ συνεγείρομαι σήμερον ἀναστάντι σοι, συνεσταυρούμην σοι χθὲς, αὐτός με συνδόξασον Σωτήρ, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου».

Μετ΄ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ  Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 6 Απριλίου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ φτάσαμε αἰσίως στὴν Γ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν μέση τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σαρακοστῆς. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία μας τοποθετεῖ πρὸς προσκύνηση στὴ μέση κάθε Ναοῦ τὸ ἱερώτερο σύμβολό της, τὸν Τίμιο Σταυρό, γιὰ αὐτὸ καὶ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ὀνομάζεται «τῆς Σταυροπροσκυνήσεως». 

            Ἡ πανηγυρικὴ προσκύνηση τοῦ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ στὸ μέσον τῆς τεσσαρακονθήμερης νηστείας καθιερώθηκε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες μας γιὰ ἕναν ἁπλούστατο λόγο. Τὴν περίοδο αὐτή, οἱ Χριστιανοὶ ἐφαρμόζουμε ἕναν ἰδιαίτερο πνευματικὸ ἀγώνα νὰ καθαρισθοῦμε, μέσῳ τῆς ἐγκράτειας, ἀπὸ τὰ πάθη ποὺ θέλουν τὴν ψυχή μας ὑπόδουλη. Μέσα ἀπὸ τὴν νηστεία τῶν αἰσθήσεων ἐπιδιώκουμε τὴν ψυχική μας ἐλευθερία, προκειμένου νὰ φθάσουμε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ὅσο γίνεται καλύτερα προετοιμασμένοι στὰ ἄχραντα Πάθη καὶ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του. Ὁ πνευματικὸς ἀγώνας τῆς νηστείας εἶναι ἕνας Σταυρὸς τὸν ὁποῖο σηκώνει ὁ καθένας μας ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις του. Στὴν πορεία, ἐνδεχομένως νὰ κουρασθοῦμε, νὰ ἐξαντληθοῦμε, ἢ ἀκόμη καὶ νὰ σκεφτοῦμε, ὡς ἄνθρωποι, νὰ ἐγκαταλείψουμε τὸν ἀγώνα. Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἔρχεται ἡ Σταυροπροσκύνηση. Προσκυνῶντας τὸν Τίμιο Σταυρὸ λαμβάνουμε θάρρος καὶ δύναμη νὰ συνεχίσουμε τὸν πνευματικὸ ἀγώνα τῆς κάθαρσης. Τὸ θάρρος καὶ ἡ δύναμη προκύπτουν: πρῶτον, ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν δύναμη ποὺ φέρει πάνω του ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Δεύτερον, ἀπὸ τὴν σκέψη πὼς ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας καταδέχθηκε γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀναξίους δούλους Του νὰ κρεμασθεῖ στὸ Ξύλο τοῦ Σταυροῦ καὶ ἐμεῖς θὰ ἀρνηθοῦμε νὰ σηκώσουμε οἱ ἴδιοι τὸν Σταυρό μας γιὰ τὴν δική μας σωτηρία; Τρίτον, ἀπὸ τὴν βέβαιη ἐλπίδα καὶ τὴν ἀναμφίβολη ἀλήθεια ὅτι πάντοτε μετὰ τὴν Σταύρωση ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση. Θέλουμε τὴν Ἀνάστασή μας; Ἂν ναί, ὀφείλουμε νὰ δείξουμε λίγη ὑπομονὴ στὴν Σταύρωση ποὺ προηγεῖται. Παράδεισο χωρὶς προηγουμένως θλίψεις, κόπους καὶ θυσίες δὲν συνάντησε κανένας.

            Πέραν τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, πανηγυρίζουμε σήμερα «τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον καὶ τοῦ ἀπ΄ αἰῶνος μυστηρίου τὴν φανέρωση», τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Πανηγυρίζουμε τὸ γεγονὸς τῆς ἐπίσκεψης τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ πρὸς τὴν νεαρὴ Παρθένο Μαριὰμ, προκειμένου νὰ τῆς ἀναγγείλει τὸ χαρμόσυνο μήνυμα ὅτι ἐπελέγη ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ καταστεῖ Μητέρα τοῦ Υἱοῦ Του. Στὸ ἄκουσμα αὐτοῦ τοῦ παράξενου λόγου, ἡ Παναγία μας ἀπόρησε: «πῶς μπορεῖ νὰ γίνει αὐτὸ ἐφόσον εἶμαι Παρθένος»; Ἔλαβε, τότε, τὴν ἀπάντηση: «Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἔλθει ἐπάνω σου καὶ ἡ δύναμη τοῦ Ὑψίστου θὰ σὲ ἐπικαλύψει». Λαμβάνοντας αὐτὴν τὴν διαβεβαίωση, ἡ πλήρως ἀφιερωμένη στὸν Θεό, ἡ Πάναγνος Δέσποινα, ἡ «ἐν γυναιξὶν εὐλογημένη», ἔκλινε μὲ ταπείνωση τὴν κεφαλὴ καὶ ἀποδέχθηκε τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ λέγοντας: «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου». Μὲ τὴν φράση αὐτὴ ἐπιτελέσθηκε τὸ μέγα θαῦμα καὶ «ἡ Παρθένος ἔσχεν ἐν γαστρί», συνέλαβε τὸν Κύριο καὶ Θεό μας, ὅπως εἶχε προφητέψει ἑκατοντάδες χρόνια νωρίτερα ὁ Προφήτης Ἡσαΐας. 

             Ἄχραντος Θεοτόκος ἔκανε αὐτὸ ποὺ ἀναφέραμε στὴν ἀρχή: σήκωσε τὸν Σταυρό Της, θυσιάσθηκε καὶ ἔκανε ὑπακοὴ στὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ σωθεῖ, μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπόφασή της, τὸ ἐξόριστο ἀνθρώπινο γένος. Φαίνεται, γιὰ ἄλλη μιὰ φορά, ὅτι μία παρακοὴ μᾶς κατέστρεψε, ἡ παρακοὴ τῶν Πρωτοπλάστων, καὶ μία ὑπακοὴ μᾶς ἔσωσε, ἡ ὑπακοὴ τῆς Κυρίας Θεοτόκου. 

            Πραγματικά, σήμερα φανερώθηκε γιὰ πρώτη φορὰ τὸ «ἀπ΄ αἰῶνος ἀπόκρυφον καὶ Ἀγγέλοις ἄγνωστον μυστήριον» πώς ὁ Θεὸς θὰ θεράπευε τὸ πταῖσμα τῶν Πρωτοπλάστων καὶ θὰ μᾶς ἀνακαλοῦσε στὴν ἀρχαία πατρίδα μας· μὲ τὴν ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ στὴν ἄχραντη κοιλία τῆς Ἀειπαρθένου Κόρης. Τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία μας εἶχε ὡς χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τὴν ἀνατροπὴ τῶν νόμων τῆς φύσης, γιὰ αὐτὸ καὶ εὐστόχως ἀναφέρει ὁ ὑμνωδὸς ὅτι «Θεὸς ὅπου βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις». 

            Αὐτὸ γιὰ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ἀποτελεῖ νόμο, καθὼς τὸ ἔχουμε δεῖ ἀμέτρητες φορές. Ἀρχικὰ ἀναφέραμε ὅτι μετὰ τὴν Σταύρωση ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση. Αὐτὸ ἀποτελεῖ ὑπέρβαση τῆς φύσεως. Ἡ φύση λέει ὅτι μετὰ τὴν Σταύρωση ἀκολουθεῖ ὁ θάνατος, τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Ὅταν, ὅμως, μιλάει ὁ Θεός, ἡ φύση ὑποχωρεῖ. 

            Τολμῶ νὰ πῶ πὼς αὐτὸ τὸ βλέπουμε ξεκάθαρα καὶ μὲ τὴν ἔνδοξη Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση τοῦ 1821, τῆν ἔναρξη τῆς ὁποίας τιμοῦμε μαζὶ μὲ τὴν Θεομητορικὴ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.

            Τότε, ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση, μιὰ «χούφτα» ὑπόδουλων ἐπὶ τετρακόσια χρόνια Ἑλλήνων ὕψωσε τὸ ἀνάστημα, σήκωσε τὸ λάβαρο τῆς Ἐπανάστασης καὶ ὑπὸ τὴν σκέπη τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ ρίχθηκε στὸν ἀγώνα γιὰ τὸν Εὐαγγελισμὸ τοῦ Ἔθνους καὶ τὴν ἐπανάκτηση τῆς ἐλευθερίας. Αὐτὴ ἡ «χούφτα», εἰς πεῖσμα τῶν νόμων τῆς φύσης ποὺ λέει ὅτι ὑπερέχει πάντοτε ὁ ἰσχυρός, κατάφερε νὰ ἀντιμετωπίσει τὴν ὑπερδύναμη τῆς Ὀθωμανικῆς Αὑτοκρατορίας καὶ νὰ ἐξέλθει νικήτρια. Μὲ ἄλλα λόγια, κατάφερε νὰ σηκώσει τὸν Σταυρό της γιὰ νὰ ὁδηγηθεῖ στὴν Ἐπανάσταση καὶ τὴν Ἀνάσταση. Γιατί συνέβη ὅλο αὐτό; Γιατί, ὅπως εἶχε πεῖ ὁ μακαριστὸς Ἀρχιστράτηγος τῆς Ἐπανάστασης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: «ὁ Θεὸς ἔβαλε τὴν ὑπογραφή Του γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος καὶ δὲν τὴν παίρνει πίσω!». 

            Καὶ γιατί ὁ Θεὸς θέλησε οἱ Ἕλληνες νὰ ἐλευθερωθοῦν; Διότι, ὅταν ἔπιασαν οἱ Ἥρωες πρόγονοί μας τὰ ὅπλα, εἶπαν ὅτι ἀγωνίζονταν πρῶτα «ὑπὲρ Πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ Πατρίδος». Τὰ δύο αὐτὰ ἰδανικὰ ἀπὸ πολλῶν αἰώνων κάποιοι δῆθεν φίλοι μας θέλησαν μὲ ἀσύλληπτη μανία νὰ μᾶς τὰ κλέψουν, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν τὰ κατάφεραν, ἐφηῦραν πιὸ ὕπουλους τρόπους γιὰ νὰ μᾶς κάνουν νὰ τὰ προδώσουμε καὶ νὰ τὰ παραδώσουμε μὲ τὴν θέλησή μας. Γιὰ αὐτὸ καὶ βλέπουμε τόση ἐπίθεση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τόση ἐπίθεση στὸ Ἔθνος καὶ ὅλα τὰ χαρακτηριστικά του, τόση ἐπίθεση στὴν παραδοσιακὴ Οἰκογένεια. 

            γαπητοί μου ἀδελφοί, οἱ πρόγονοί μας, τῶν ὁποίων εὐχόμαστε ἡ μνήμη νὰ εἶναι αἰωνία καὶ νὰ ἀπολαμβάνουν ἐν οὐρανοῖς τοὺς κόπους τους, θυσιάσθηκαν γιὰ νὰ εἴμαστε σήμερα ἐλεύθεροι, ἂν βέβαια αὐτὸ ὀνομάζεται ἐλευθερία -αὐτὸ εἶναι ἄλλο θέμα. Οἱ προπάτορές μας σήκωσαν τὸν Σταυρὸ καὶ ὁδήγησαν τὴν Πατρίδα μας στὴν Ἀνάσταση. Ὀφείλουμε καὶ ἐμεῖς τὸ ἴδιο νὰ κάνουμε. Μὲ πνεῦμα θυσίας νὰ σηκώσουμε τὸν Σταυρὸ γιὰ νὰ καταφέρουμε νὰ διατηρήσουμε ὅσα ἁγνὰ καὶ ἅγια μᾶς παραδόθηκαν, γιὰ νὰ καταφέρουμε νὰ κρατήσουμε ζωντανὲς τὶς ρίζες μας. 

            Χρόνια πολλὰ καὶ εὐλογημένα! Ἡ Παναγία νὰ μᾶς σκεπάζει καὶ νὰ μᾶς δίνει δύναμη νὰ σηκώνουμε μὲ ὑπομονὴ τὸν Σταυρό μας καὶ νὰ κρατιόμαστε γερὰ στὶς ρίζες μας!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

 ὁ  Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 30 Μαρτίου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970


γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,   

            Κάθε ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν φύση του ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ στηρίγματα -ἀνθρώπους ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ ἐμπιστεύεται, ἔτοιμους νὰ παραβλέψουν τὸ ἐγώ τους γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ ὀρθοποδήσουμε τόσο σωματικά, ὅσο καὶ πνευματικά. 

            Τέτοιοι ἄνθρωποι ἦταν οἱ τέσσερεις ἄνδρες τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος. Χάρη στὴν πολλή τους ἀγάπη, πρόθυμα ἔσπευδαν νὰ διακονήσουν τὸν παραλυτικὸ φίλο τους. Καὶ χάρη στὴν πολλή τους πίστη, μὲ αὐθόρμητο ἐνθουσιασμὸ καὶ βεβαιότητα τὸν σήκωσαν ξαπλωμένο στο κρεβάτι του καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσει. Στὸ σπίτι, ὅμως, ποὺ κήρυττε ὁ Χριστός, εἶχε συγκεντρωθεῖ πλῆθος κόσμου, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν μποροῦν νὰ εἰσέλθουν οἱ φέροντες τὸν παράλυτο. Ἂν ἦταν ἄλλος στὴ θέση τους, ἢ θὰ εἶχε φύγει, ἢ θὰ περίμενε μέχρι νὰ τελειώσει ὁ Κύριος τὴν διδασκαλία Του, ὥστε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ τότε νὰ Τοῦ παρουσιάσουν τὸν ἀσθενῆ. Ἐκεῖνοι, ὅμως, βιάζονταν νὰ λυθεῖ ὁ ἄνθρωπός τους ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἀσθένειας καὶ νὰ βιώσει τὴν χαρὰ τῆς ὑγείας, ὅπως τὴν βίωναν καὶ οἱ ἴδιοι. Τὸ σημεῖο αὐτὸ μᾶς θυμίζει αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς προηγούμενης Κυριακῆς∙ δὲν κράτησε τὴν χαρὰ τῆς εὕρεσης τοῦ Μεσσία γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ἔσπευσε νὰ τὴν μοιραστεῖ μὲ τὸν Ναθαναήλ, τὸν πολύτιμο φίλο του. Μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα, λοιπόν, οἱ τέσσερεις ἄνδρες ἀποφάσισαν νὰ παραβλέψουν τὰ ἐμπόδια∙ ἄνοιξαν τὴν στέγη τοῦ σπιτιοῦ, σήκωσαν τὸν παράλυτο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τὸν κατέβασαν καὶ τὸν παρουσίασαν στὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος βλέποντας τὴν πίστη τους, χάρισε στὸν παράλυτο ὄχι τὴν θεραπεία τοῦ σώματος, ἀλλὰ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ διδάξει σὲ ὅλους μας ὅτι πρῶτα πρέπει νὰ μεριμνοῦμε γιὰ τὴν ψυχὴ καὶ ὕστερα γιὰ τὸ σῶμα, διότι ἡ ψυχὴ εἶναι ἀθάνατη, ἐνῶ τὸ σῶμα, εἴτε ἀσθενὲς, εἴτε ὑγιές, κάποια στιγμὴ θὰ βρεθεῖ στὸ χῶμα. Ἐπειδή, ὅμως, οἱ διαχρονικοὶ Φαρισαῖοι σκανδαλίσθηκαν, διότι θεώρησαν ὡς βλασφημία τὰ λόγια τοῦ Κυρίου καὶ σκέφθηκαν ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες, τότε ὁ Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων διέταξε τὸν παραλυτικό: «σήκω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου», πράγμα ποὺ ἔγινε. Ἔτσι ὁ Χριστός, μέσα ἀπὸ τὴν φανερὴ θεραπεία τοῦ παραλύτου, δίδαξε ὅτι ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες. Καὶ ἐφόσον μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες κατὰ τοὺς Φαρισαίους, ὁ Χριστὸς ἀπέδειξε καὶ σὲ αὐτοὺς ὅτι εἶναι ὁ Θεός. Βρῆκε, δηλαδὴ, τὴν εὐκαιρία νὰ θεραπεύσει καὶ ἐκείνους, ἄσχετα ἂν ἐκεῖνοι παρέμεναν πεισματικὰ στὴν ἀσθένειά τους. 

            να σημεῖο ποὺ πρέπει νὰ προσέξουμε, εἶναι τὸ: «ἰδὼν (…) ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν». Ὁ Χριστὸς θεράπευσε τὸν παράλυτο, ὄχι μόνο χάρη στὴν πίστη του, ἀλλὰ καὶ χάρη στὴν πίστη τῶν τεσσάρων ἀνδρῶν ποὺ τὸν στήριζαν. Τέτοιους ἀνθρώπους ἔχουμε ἀνάγκη νὰ μᾶς στηρίζουν! Σὲ αὐτοὺς τοὺς ἄνδρες μποροῦμε νὰ καθρεφτίσουμε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς περιβάλλουν. Ἐμεῖς ἔχουμε τέτοια στηρίγματα; Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐμπιστευόμαστε εἶναι ἄνθρωποι τῆς θυσίας; Εἶναι ἄνθρωποι ποὺ βλέποντας τὴν παραλυσία μας θὰ μᾶς σηκώσουν πρόθυμα γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸν Χριστὸ νὰ μᾶς θεραπεύσει γιὰ νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς, ὅπως ἐκεῖνοι, ὑγιεῖς; Ἂν ναί, τότε ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ ἀκούσουμε τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς λέει: «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ἂν ὄχι, τότε καλὸ εἶναι νὰ ἀφήσουμε τὶς κακὲς συναναστροφές -διότι οἱ κακὲς συναναστροφὲς φθείρουν τὶς καλὲς ἀρχές, «φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί»- καὶ νὰ ψάξουμε νὰ βροῦμε τέτοιους ἀνθρώπους. Σίγουρα ὑπάρχουν κοντά μας. Ἄν, ὅμως, δὲν ψάξουμε καλὰ καὶ δὲν βροῦμε, μποροῦμε ἁπλὰ νὰ μποῦμε σὲ μία Ἐκκλησία, νὰ σηκώσουμε τὰ μάτια καὶ νὰ κοιτάξουμε τὶς Εἰκόνες στοὺς τοίχους. Θὰ δοῦμε πολλὰ στηρίγματα∙ τοὺς Ἁγίους μας. 

            να τέτοιο στήριγμα, ἕνας ἄνθρωπος τῆς θυσίας, ὑπῆρξε ὁ Μεγάλος Θεολόγος ποὺ σήμερα τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁ Παλαμάς. Μεγάλωσε σὲ ἁγία οἰκογένεια καὶ ἀπὸ μικρὸς ἦταν μέσα στὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλή. Μόλις ἐνηλικιώθηκε, ἂν καὶ ὁ Αὐτοκράτορας τὸν ἐτοίμαζε γιὰ μεγάλα ἀξιώματα, ἐκεῖνος ἀποφάσισε νὰ ἀπαρνηθεῖ τὰ ἐγκόσμια καὶ νὰ φορέσει τὸ τιμημένο ράσο. Ἀποτέλεσε πρότυπο Μοναχοῦ καὶ ἀγωνιζόταν συνεχῶς νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν Θεὸ μέσω τῆς εὐχῆς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», ὅπως εἶχε μάθει ἀπὸ τὸν πατέρα του.

            Στὰ χρόνια ποὺ ὁ Ὅσιος μόναζε, κάποιος λόγιος κληρικὸς ὀνόματι Βαρλαὰμ ἄρχισε νὰ διαδίδει νέες πλάνες, περιγελῶντας τὴν ὀρθόδοξη ἡσυχαστικὴ παράδοση. Κήρυττε ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ κατανοήσει τὸν Θεὸ μέσῳ τῆς μόρφωσης καὶ τῆς φιλοσοφίας. Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα πολλοὶ νὰ κινδυνέψουν ἀπὸ πνευματικὴ παραλυσία, νὰ πέσουν δηλαδή, στὴν πλάνη. Τότε, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, μὲ προθυμία ἀνάλογη τῶν τεσσάρων ἀνδρῶν τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἔφυγε ἀπὸ τὸ ἐρημητήριό του καὶ ἔσπευσε νὰ ὑπερασπισθεῖ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία καὶ τὴν ὀρθόδοξη μοναστικὴ παράδοση, παραβλέποντας κάθε ἐμπόδιο. Ἔτσι, φωτισμένος ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη, ὁ Ἅγιος διακήρυξε ὅτι ἡ μόρφωση δὲν παρεμβάλλεται μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Ἀντιθέτως, κάθε ἄνθρωπος, εἴτε ἐγγράμματος, εἴτε ἀγράμματος, μπορεῖ μέσῳ τῆς Κάθαρσης ἀπὸ κάθε κακὴ πράξη καὶ πονηρὸ λογισμὸ καὶ μέσῳ τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, μέσῳ τοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», νὰ φθάσει στὸν Φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό, νὰ γίνει Θεὸς κατὰ χάριν. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἔγινε τὸ στήριγμα τῆς θεολογίας. 

γαπητοὶ ἀδελφοί, 

            Εἶναι σημαντικὸ νὰ ἔχουμε καὶ νὰ ἐμπιστευόμαστε τέτοιους ἀνθρώπους στὴ ζωή μας. Εἶναι σημαντικὸ ὁ πνευματικός μας, οἱ φίλοι μας καὶ τὰ στηρίγματα μας νὰ μᾶς κατευθύνουν μὲ πνεῦμα θυσίας πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ὄχι πρὸς τὸν κόσμο. Ὁ Χριστὸς βράβευσε τοὺς ἀνθρώπους τῆς θυσίας μὲ τὴν θεραπεία τοῦ φίλου τους. Βράβευσε, ἐπίσης τὸν Ἅγιο Γρηγόριο μὲ τὴν νίκη τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τέτοιους ἀνθρώπους. 

            ς προσέξουμε, ὅμως καὶ τὸ ἑξῆς: τὸ σῶμα μας γίνεται θυσία γιὰ τὴν παράλυτη ψυχή μας; Τρέχει μὲ προθυμία πρὸς τὸν Χριστὸ γιὰ τὴν θεραπεία της; Ὅταν συναντάει ἐμπόδια, φροντίζει νὰ τὰ ὑπερνικᾶ γιὰ νὰ πλησιάσει τὸν Χριστό, ἢ φεύγει πίσω; 

            Τὴν εὐλογημένη περίοδο ποὺ διανύουμε, ἔχουμε -περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη περίοδο τοῦ ἔτους- τὴν δυνατότητα νὰ προσεγγίσουμε τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ Τοῦ παρουσιάσουμε τὴν παράλυτη ψυχή μας. Ἐπειδή, ὅμως, θέλει θυσίες ἡ σωτηρία, ὀφείλουμε νὰ ἀνέβουμε στὴ «νοητὴ στέγη», νὰ τηρήσουμε τὴν νηστεία, νὰ κάνουμε ἐλεημοσύνη, νὰ καθαρίσουμε τὸν νοῦ μας ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς, νὰ συμμετέχουμε στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες, νὰ ἐξομολογηθοῦμε καὶ νὰ προσευχώμαστε ἀδιαλείπτως, λέγοντας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με». Τότε, ὁ Χριστὸς θὰ δεῖ τὸν ἀγώνα καὶ τὴν πίστη μας καὶ θὰ μᾶς πεῖ «Παιδιά μου, συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σας».

            ν θέλουμε νὰ ἔχουμε δίπλα μας ἀνθρώπους τῆς θυσίας, πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ γίνουμε θυσία γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς συνανθρώπους μας. 

Οἱ πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου νὰ συνοδεύουν ὅλους μας.

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας

 ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

«1924-2024: Τὸ βαρύ μας χρέος ἕναν αἰώνα μετά» Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

IMG 2994


«Τὸ βαρύ μας χρέος ἕναν αἰώνα μετά»

Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου 

Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου 

στὸν Συνοδικὸ ἑορτασμὸ τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας

Ἱερὸς Καθεδρικὸς Ναὸς Ἁγίου Ἀθανασίου, 11/24-3-2024

 

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. κ. Καλλίνικε,

γιοι Ἀρχιερεῖς, 

Σεβαστοὶ Πατέρες 

σιώτατες Μοναχές,

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            ς μοῦ ἐπιτραπεῖ, ἀρχικά, νὰ ἐκφράσω τὶς εὐχαριστίες μου πρὸς τὸν ἐν Τριάδι Θεό, ὁ Ὁποῖος εὐλόγησε ὥστε να συγκεντρωθοῦμε ἀπόψε ἐδώ, στὸν Ἱερὸ Καθεδρικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, καὶ νὰ τελέσουμε τὸν Β΄ Κατανυκτικὸ Ἑσπερινό, καθὼς καὶ πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο γιὰ τὴν ἀνάθεση τῆς διακονίας τοῦ λόγου στὴν ἐλαχιστότητά μου. 

            Ξεκινῶντας τὴν ὁμιλία μου, δανείζομαι τὰ ἱερὰ λόγια τοῦ Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ στεντορείᾳ τῇ φωνῇ εὔχομαι:

«Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων, εὐσεβῶν Βασιλέων, ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων, Διδασκάλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, 

Αἰωνία ἡ μνήμη»!

            Αἰωνία ἡ μνήμη ὅλων ἐκείνων, τῶν διαχρονικῶν γνησίων τοῦ Χριστοῦ τέκνων, τῶν Ἁγίων μας, οἱ ὁποῖοι μὲ τὰ στιβαρά τους χέρια σήκωσαν ὑπεύθυνα τὸν Σταυρὸ τῆς ὁμολογίας καὶ θυσιάσθηκαν γιὰ νὰ διαφυλάξουν ἀκέραιη τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Θυσιάσθηκαν ὄχι ἀπὸ πεῖσμα, ἀλλὰ ἀπὸ ἄδολη ἀγάπη. Θυσιάσθηκαν διότι γνώριζαν πολὺ καλὰ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτελεῖ τὴν μόνη ὁδὸ πρὸς τὴν Θέωση, τὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας, τὸ τζιβαέρι μας, τὸ στολίδι τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ἕνα φῶς, τὸ ὁποῖο λάμπει, φωτίζει καὶ θερμαίνει. Γνώριζαν ὅτι Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας μαγνήτης ὁ ὁποῖος προσελκύει ὅσους διψοῦν γιὰ ἀληθινὴ ζωή· ἡ γέφυρα ποὺ ἐπιτρέπει τὴν σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο. Γνώριζαν ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τὰ ὅσα ὁ Χριστὸς δίδαξε, οἱ Προφῆτες προεῖδαν, οἱ Ἀπόστολοι μαρτύρησαν καὶ οἱ Πατέρες παρέλαβαν καὶ μᾶς παρέδωσαν μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ τὰ μεταλαμπαδεύσουμε στὶς ἑπόμενες γενεὲς ἀκέραια, δίχως ἐκπτώσεις. 

            Αἰωνία σᾶς ἡ μνήμη, ἀξιομακάριστοι Πατέρες μας καὶ Μητέρες μας! «Ὡσεὶ λέοντες πῦρ πνέοντες» ξεχυθήκατε στὸν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγώνα καὶ ὑποφέρατε καὶ ὑπομείνατε θλίψεις, χλευασμούς, συκοφαντίες, διωγμούς, ἐξορίες, φυλακίσεις, βασανιστήρια, μέχρι καὶ αὐτὸν ἀκόμη, τὸν μαρτυρικὸ θάνατο. Μεταξὺ δὲ ὅλων αὐτῶν, δὲν σᾶς ἔλειψαν καὶ τὰ ἐμπόδια ποὺ ἐπιδέξια τοποθετοῦσαν στὰ ἔργα σας οἱ δῆθεν συναγωνιστές σας, οἱ ψεύτικοι ἀδελφοί. Ποῦ ὠφέλησαν τὰ προσκόμματά τους; 

            ν, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶχε ἔρθει ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, εἰλικρινὰ θὰ ἀναρωτιόμουν ποῦ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ βρεῖ τόση δύναμη νὰ ὑπομείνει καὶ νὰ ἐξέλθει νικητὴς ἀπὸ τόσες δυσκολίες.  Τώρα, ὅμως, ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι οἱ Ἅγιοί μας, ἀντιμέτωποι μὲ ὅλους τοὺς πειρασμούς, δὲν εἶχαν τὰ ὄμματα στραμμένα πουθενὰ ἀλλοῦ, παρὰ μόνο στὸ σημεῖο ὅπου συντελέσθηκε ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸν φρικτὸ Γολγοθά. Ἔβλεπαν Κρεμάμενο ἐπὶ Ξύλου τὸν Δημιουργὸ νὰ θυσιάζεται «ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας» καὶ ἀντλοῦσαν δύναμη καὶ παρηγοριὰ γιὰ νὰ σηκώσουν τὸν δικό τους Σταυρὸ ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας. 

            πὸ τὸν Ἴδιο Σταυρωθέντα Χριστὸ ἀπὸ τὸν Ὁποῖο οἱ Ἅγιοι: Ἀθανάσιος Ἀλεξανδρείας, Εὐστάθιος Ἀντιοχείας, Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Γερμανὸς Κωσταντινουπόλεως, Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, Μεθόδιος Κωνσταντινουπόλεως, Φώτιος Κωσταντινουπόλεως, Μάρκος ὁ Εὐγενικός, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καὶ τόσοι ἄλλοι λάμβαναν σθένος νὰ προχωρήσουν μαχόμενοι καὶ θυσιαζόμενοι, ἀπὸ τὸν Ἴδιο Σταυρωθέντα Χριστὸ λάμβαναν σθένος καὶ οἱ μακαριστοὶ προπάτορές μας, αὐτοὶ ποὺ ἔζησαν «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», ἕναν αἰώνα πριν. Δὲν ἦταν ἐκεῖνοι τέκνα ἑνὸς ἄλλου, ψεύτικου θεοῦ. Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ἦταν καὶ στὸν Γολγοθὰ εἶχαν καὶ αὐτοὶ στραμμένοι τοὺς ὀφθαλμοὺς γιὰ νὰ ἀντέξουν τὰ ὅσα προξένησε ἡ μεγάλη πληγὴ ποὺ ἄνοιξε στὴν Ἐκκλησία, ὡς μὴ ὤφειλε, ἀκριβῶς πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια καὶ μία ἡμέρα. Τότε ἦταν, σὰν χθές, ποὺ ἡ 10ηΜαρτίου ἔγινε 23η,  καὶ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας διασπάσθηκε, ἐνῶ  ἐκκλησιαστικοὶ ταγοὶ τῶν ἡμερῶν ἐκείνων θριαμβολογοῦσαν τὴν χρονικὴ ἀκρίβεια τοῦ διορθωμένου ἡμερολογίου, τοῦ μὲ ἀριστίνδην Σύνοδο ἐπιβληθέντος. 

            Δὲν ξέρω ἂν σκέφτομαι λανθασμένα. Ἔντονα προβληματίζομαι. Τί ἤθελε ὁ Χριστὸς ἀπὸ ἐμᾶς; Ἤθελε τὴν ἀστρονομικὴ ἀκρίβεια τοῦ ἡμερολογίου, ἢ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ὁποία προσευχήθηκε μὲ ἀγωνία στὸν Κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, λίγη ὥρα πρὶν τὴν προδοσία ἀπὸ τὸν δόλιο Ἰούδα; «Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς»! Τί καλὸ θὰ ἦταν ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἴχαμε στὴ σκέψη μας τὴν ἐπιθυμία αὐτὴ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἡ ἑνότητά μας ἐν ἀγάπῃ καὶ ἀληθείᾳ θὰ ἦταν τὸ δυνατότερο κήρυγμα γιὰ ὅσους ἀκόμη δὲν ἔχουν γνωρίσει τὴν ἐνσαρκωμένη ἀλήθεια, τὸν Ἰησοῦ Χριστό.

            σως μὲ τὸ σκεπτικὸ αὐτὸ νὰ κινήθηκαν πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια οἱ θιασῶτες τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης, καθὼς σκόπευαν μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου νὰ ἐπιτευχθεῖ «ὁ ταυτόχρονος ἑορτασμὸς τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν ὑπὸ πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν». Βεβαίως, μὲ τὴν φράση αὐτὴ τῆς ἐγκυκλίου τοῦ 1920 τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὡς Ἐκκλησίες δὲν ἐννοοῦνται μόνο οἱ κατὰ τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀλλὰ καὶ ὅλες οἱ αἱρετικὲς ὁμάδες. Ἀσφαλῶς, ἡ ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν στὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἡ ἑνότητα ὅλων ὑπὸ τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία εἶναι ζητούμενο, εἶναι πόθος θεῖος. Ἐπαναλαμβάνω ὅτι ὁ Χριστὸς γιὰ αὐτὸ προσευχήθηκε τὴν νύκτα τῆς προδοσίας. Ὡστόσο, γιὰ νὰ γίνει κάτι τέτοιο, ἀπαιτεῖται ἰσχυρὴ πνευματικὴ κατάσταση καὶ κινήσεις σωστὲς καὶ σύμφωνες μὲ τοὺς Κανόνες τῶν Πατέρων. Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου δὲν ἦταν κίνηση ἀποτελεσματική, καθὼς ἦταν γνωστὸ ὅτι δὲν θὰ τὸ ἀκολουθοῦσαν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι. Ἀπὸ ὅ,τι φάνηκε, ἐκεῖνοι ποὺ ἄλλαξαν τὸ ἡμερολόγιο, ἐνδιαφέρονταν περισσότερο γιὰ τὴν προσέγγιση τῶν αἱρετικῶν, παρὰ γιὰ τὴν διατήρηση τῆς κοινωνίας μὲ Ὀρθοδόξους ἀδελφούς. Πῶς τὸ ἐξηγῶ αὐτό; Ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπὸ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τῶν μεγάλων  χριστιανικῶν ἑορτῶν ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους, προτιμήθηκε ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς μὲ τοὺς ἑτεροδόξους. Ἔτσι, ἀκόμη καὶ γιὰ καλὸ νὰ κινήθηκαν, «τὸ καλό, μὴ καλῶς γενόμενο, οὐκ ἐστι καλόν».

            Οἱ προπάτορές μας, ἄνθρωποι εὐσεβεῖς καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἁπλοί, εἶδαν στὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου σκοπιμότητα. Τόσους αἰῶνες ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀκολουθοῦσε ἕνα ἡμερολόγιο χωρὶς προβλήματα. Πρὸς τί αὐτὴ ἡ βεβιασμένη ἀλλαγή, δίχως τὴν σύγκληση Πανορθόδοξης Συνόδου; Βεβαίως, γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, συνεκλήθη τὸ ἀποκληθὲν ἀπὸ κάποιους ὡς «Πανορθόδοξο Συνέδριο». Αὐτὸ δὲν συνέβη σὲ σωστὲς βάσεις, καὶ αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ δὲν θὰ ἀναλυθεῖ σήμερα. Πρὸς τί, λοιπόν ἡ ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ δίχως Πανορθόδοξη συμφωνία; Καὶ μάλιστα, πρὸς τί ἡ ἀλλαγὴ σὲ μία τέτοια ἱστορικὴ συγκυρία; Μετὰ ἀπὸ πεντακόσια χρόνια σκλαβιᾶς, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀποδύναμωση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχεῖου ἐξαιτίας τῆς Αὐτοκεφαλίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μετὰ ἀπὸ τοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους, μετὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετὰ τὴν Γενοκτονία τῶν Ἑλλήνων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τὴν Μικρασιατικὴ Καταστροφή, μετὰ τὸν βίαιο ξεριζωμὸ ἑκατοντάδων χιλιάδων Ἑλλήνων ἀπὸ τὶς πατρογονικές τους ἐστίες καὶ τὴ σωρηδὸν μεταφορά τους στὸ ὑπανάπτυκτο ἑλληνικὸ κράτος, ὑπῆρχε ἄραγε αὐτὴ ἡ πολυτέλεια νὰ ἀσχοληθεῖ ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν διόρθωση τοῦ ἡμερολογίου, γνωρίζοντας πολὺ καλὰ ὅτι αὐτὸ θὰ δίχαζε; Καὶ ὅλο αὐτὸ γιατί; Μήπως γιὰ νὰ στραφεῖ πρὸς τὴ Δύση; Ἀκούσαμε στὸ ἄμεσο παρελθὸν ἀπὸ ὑψηλόβαθμα κυβερνητικὰ στελέχη νὰ τονίζουν ὅτι «ἀνήκομεν εἰς τὴν Δύσιν»! Αὐτὰ ἔλεγαν γιὰ νὰ περάσουν τὸν γνωστὸ νόμο ποὺ ἐσχάτως πέρασαν. Τότε ποὺ τὸ ἀκούγαμε αὐτό, ἅπαντες οἱ εὐσυνείδητοι πατριῶτες -ὄχι μόνο ἐμεῖς οἱ τοῦ πατρίου ἑορτολογίου- ἀγανακτούσαμε. Μήπως, ὅμως, καὶ οἱ παλαιοὶ τῆς Ἐκκλησίας ταγοὶ συνέβαλαν ἑκουσίως ἢ ἀκουσίως, γιὰ νὰ ἔχουμε αὐτὴ τὴν κατάληξη πρὸς τὴ Δύση; 

            Αὐτὴ τὴ δυτικοποίηση τῆς Ἐκκλησίας αἰσθάνθηκαν καὶ φοβήθηκαν οἱ ἁγνοὶ ἐκεῖνοι ἀγωνιστὲς ποὺ βγῆκαν τὴν ἴδια κιόλας ἡμέρα τῆς ἀλλαγῆς καὶ γύριζαν πόλεις καὶ χωριὰ καταγγέλοντας τὴν προδοσία καὶ φωνάζοντας «Μᾶς φραγκέψανε! Μᾶς φραγκέψανε!» Μεταξὺ αὐτῶν –καὶ τὸ καταθέτω ὡς ἱστορικὴ μαρτυρία, καθὼς ὑπηρέτησα στὸν Ἱερὸ Ναὸ Εὐαγγελιστρίας Θηβῶν καὶ γνώρισα  αὐτήκοους μάρτυρες- ἦταν καὶ πνευματικὰ τέκνα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου. Οἱ Λουκᾶς Καλατζής, Κίμων Στεφανιώτης καὶ Ἀντώνης Σκοῦμας, ὅταν τὸν ἐπισκέφθηκαν τὸ 1918, δύο χρόνια πρὶν τὴν κοίμησή του καὶ τὸν ρώτησαν γιὰ τὴν φημολογούμενη τότε ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου, ἔλαβαν τὴν ἐντολή: «Νὰ μείνετε ὅπως εἶστε»! 

- Δέσποτα, δὲν θὰ ἔχουμε Ἐκκλησίες, τοῦ εἶπαν.

- Ἐκκλησίες νὰ κάνετε τὰ σπίτια σας. 

- Δέσποτα, δὲν θὰ ἔχουμε Ἱερεῖς, εἶπαν ξανά. 

- Ἱερεῖς θὰ στείλει ἡ Παναγία ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὄρος. 

Ἔτσι ἀκριβῶς ἔγινε. Τὰ σπίτια ἔγιναν Ἐκκλησίες καὶ οἱ Ἅγιορεῖτες συντάχθηκαν μὲ τοὺς εὐσεβεῖς πιστούς, τῶν ὁποίων τὸ «ἔγκλημα» ἦταν ὅτι θέλησαν νὰ παραμείνουν ὅπως ἦταν, σταθεροὶ στὴν παράδοση. Μέσα σὲ ἕνα βράδυ, ἀγωνιζόμενοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ὀνομάσθηκαν χλευαστικῶς «παλιοημερολογίτες» καὶ ἀπέκτησαν τὴν ποιμαντικῶς ἀπαράδεκτη ταμπέλα «σχισματικοί», ἤ, στὰ νεότερα χρόνια, «ἄτακτα μέλη», μόνο καὶ μόνο διότι ἁπλῶς συνέχισαν στὴν γραμμὴ ποὺ εἵκοσι αἰῶνες εἶχε χαράξει ἡ Ἐκκλησία. Δὲν ἔθεσαν οἱ ἴδιοι ἑαυτοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἡ τότε ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας τοὺς ἔθεσε ἀπ΄ ἔξω καὶ δὲν ἔκανε τίποτα γιὰ νὰ τοὺς ἀγκαλιάσει. 

            Τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἐπιτρέπεται ἐντὸς τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας νὰ λειτουργοῦν Ναοὶ μὲ τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο. Αὐτὸ ἀποτελεῖ πράξη Οἰκονομίας, σύμφωνα μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ὁρολογία. Κάτι τέτοιο, ὅμως, δὲν ἦταν ἐξ ἀρχῆς ἀποδεκτό. Προκειμένου νὰ σβήσει τὸ κραταιὸ «Κίνημα τῆς Εὐσεβείας» ἐπελέγη ἡ τακτικὴ τῶν εἰκονομάχων αὐτοκρατόρων· οἱ διωγμοί. 

            νδεχομένως, αὐτὸ ἀκούγεται ὑπερβολικό. Δυστυχῶς, ὅμως, δὲν εἶναι. Ὅσοι ἐπέλεξαν νὰ μὴν ἀποδεχθοῦν τὸ νέο ἡμερολόγιο, πράγματι, ὑπέστησαν διωγμούς. Αὐτὸ εἶναι ἕνα μεγάλο κεφάλαιο τῆς νεότερης ἐκκλησιαστικῆς μας ἱστορίας, γιὰ τὸ ὁποῖο εἴμαστε βέβαιοι πὼς δὲν χαίρεται κανείς. Τὴν ἱστορία, λοιπόν, δὲν μποροῦμε νὰ τὴν διαγράψουμε, οὔτε, δυστυχῶς, νὰ τὴν ἀλλάξουμε. Μποροῦμε, ὅμως, νὰ τὴν ἀφήσουμε νὰ μᾶς διδάξει γιὰ τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον. Στὸ σημεῖο αὐτό, ἐφιστῶ τὴν προσοχὴ ὅλων· καὶ ἡμῶν καὶ τῶν ἀδελφῶν τοῦ νέου. Οὔτε οἱ μὲν νὰ δεχθοῦμε τὴν ἀναφορὰ στοὺς διωγμοὺς γιὰ νὰ ἀνακυκλώσουμε τὰ παλαιὰ πάθη, οὔτε οἱ δὲ νὰ θεωρήσουν ὅτι γίνεται προσπάθεια νὰ ἀλείψουμε τὶς πληγὲς τοῦ Δεσποτικοῦ Σώματος μὲ «ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον». Ἀντιθέτως, οἱ μὲν νὰ λάβουμε «ὑπόδειγμα τῆς κακοπαθείας καὶ τῆς μακροθυμίας» τοὺς πατέρες καὶ τὶς μητέρες μας, οἱ ὁποῖοι μὲ θερμὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ ὑπέμειναν θλιβερὲς καταστάσεις, ὥστε νὰ μιμηθοῦμε τὸν ζῆλο τους καὶ νὰ τὸν ἀξιοποιήσουμε γιὰ τὴν πρόοδο τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ δέ, νὰ κατανοήσουν ὅτι οἱ πρὸ αὐτῶν φέρουν μεγάλο μερίδιο εὐθύνης γιὰ τὴν κατάσταση ποὺ βιώνουμε σήμερα, καθὼς ἐπέτειναν τὴν διάσταση καὶ ὕψωσαν δυσθεώρατα τείχη. 

            χω πεῖ ξανὰ στὸ παρελθὸν ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἔπαθε κάτι χειρότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ συνέβη στοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς τῆς Ρωσίας, τῆς Ρουμανίας ἢ τῆς Ἀλβανίας τὸν περασμένο αἰώνα. Ἐκεῖ, πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία οἱ ἄθεοι, ἐνῶ ἐδώ, Ὀρθόδοξοι δίωκαν ὁμοδόξους ἀδελφούς. Οἱ πατέρες μας καὶ οἱ μητέρες μας, ἐπειδὴ διατηροῦσαν τὴν ἡμερολογιακὴ παράδοση, ὑφίσταντο συνέπειες· χλευάζονταν ὄχι μόνο μεγάλης ἡλικίας ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ μαθητόπουλα, δημόσιοι ὑπάλληλοι ἀπολύονταν, οἱ λειτουργικὲς συνάξεις ἀπαγορεύονταν, δὲν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα γιὰ ἔστω κρυφὸ τακτικὸ ἐκκλησιασμὸ καὶ συμμετοχὴ στὰ Μυστήρια, διότι οἱ Ἱερεῖς ἦταν λίγοι καὶ πολλὲς φορὲς διένυαν τεράστιες ἀποστάσεις γιὰ νὰ λειτουργήσουν κρυφά. Ἂν τυχὸν συλλαμβάνονταν Ἱερεῖς νὰ λειτουργοῦν μὲ τὸ παλαιό, ἀποσχηματίζονταν καὶ φυλακίζονταν. Ἂν ἐντοπίζονταν μυστηριακὲς συνάξεις, διαλύονταν ἀπὸ τὰ ὄργανα τῆς τάξης, κάποτε μὲ τόσο βίαιο τρόπο, ὥστε νὰ ὑπάρχουν καὶ θύματα. Τὸ πλέον γνωστὸ παράδειγμα εἶναι αὐτὸ τῆς Ἁγίας Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης ἀπὸ τὴν Μάνδρα, ἡ ὁποία ἄφησε πίσω της δύο ὀρφανὰ τέκνα. Ἐνδεικτικὴ τῶν περιστάσεων εἶναι μαρτυρία ἑνὸς ἐκ τῶν κορυφαίων Ἱεραρχῶν τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας, σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο, ἀστυνομικοί, κατόπιν ἐντολῆς ἐκκλησιαστικῶν προσώπων, εἰσέβαλαν στὸ Μοναστήρι τῆς Κοσμοσώτειρας, ἔκλεψαν πολύτιμα ἀντικείμενα καὶ ἀφοῦ ἔριξαν κάτω τὸν Ἅγιο Ἄρτο ἀπὸ τὸ Θυσιαστήριο, Τὸν ποδοπατοῦσαν. Γιατί ὅλα αὐτά; Πότε στὴν ἱστορία ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε θύτης;

            Παρὰ τὰ αὐστηρὰ μέτρα, οἱ πατέρες καὶ οἱ μητέρες μας ἄντεξαν καὶ παρέμειναν σταθεροί. Σὲ αὐτὸ συνέβαλαν, μεταξὺ ἄλλων, θαυμαστὰ σημεῖα ποὺ μέσα στὸν αἰώνα μαρτυρήθηκαν, ὅπως τὸ μέγιστο αὐτῶν, ἡ Γ΄ ἐμφάνιση τοῦ Σταυροῦ στὸν οὐρανὸ σὲ Ἀγρυπνία γιὰ τὴν Ὕψωση, τὸ ἔτος 1925. Ἂν δὲν εἴχαμε προσωπικὲς ἐμπειρίες καὶ ἐπαφὲς μὲ αὐτόπτες μάρτυρες, ἴσως νὰ θεωρούσαμε κάποιες ἀφηγήσεις ὑπερβολικὲς ἢ ἐξωπραγματικές. Κάτι τέτοιο, ὅμως, δὲν ἰσχύει. 

            Τὸ συμπέρασμα ποὺ ἐξάγεται γιὰ τὸ ζήτημα τῶν διωγμῶν εἶναι ὅτι, ὄχι μόνο δὲν ὠφέλησαν, ὄχι μόνο δὲν κατόρθωσαν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς ἀγάπης, ἀλλὰ ἔφεραν τὰ ἀντίθετα ἀποτελέσματα ἀπὸ τὰ ἐπιθυμητά, καθὼς τὸ χάσμα μεγάλωσε καὶ κάθε πιθανότητα προσεγγίσεως ἐλαχιστοποιήθηκε. Οἱ διωγμοὶ ἐξανάγκασαν  τὸ «Κίνημα τῆς Εὐσεβείας» νὰ ἑδραιωθεῖ καὶ νὰ κραταιωθεῖ ἀκόμη περισσότερο. Μάλιστα, σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις προκλήθηκε φανατισμός. 

            Καὶ ἐνῶ ἔτσι εἶχαν τὰ πράγματα καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν παράδοση ἐξακολουθοῦσαν νὰ θεωροῦν τὴν καινοτομία ὡς βῆμα γιὰ τὴν στροφὴ τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τὴ Δύση, περίπου εἱκοσιπέντε χρόνια μετὰ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐπισήμως ἐντάχθηκε στὴν λεγόμενη «οἰκουμενικὴ κίνηση» καὶ ἀποτέλεσε ἱδρυτικὸ μέλος τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἐντὸς τῆς Ὀρθοδοξίας ἦρθε στὸ προσκήνιο ἡ αἵρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἐπινόηση ἀνθρώπων ὄχι Θεοφόρων. 

            Πρόσφατα ἄκουσα ὅτι ἡ συμμετοχὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, περιορίζεται μόνο στὸν διάλογο. Ὁ δὲ διάλογος αὐτὸς γίνεται γιὰ νὰ καταστήσει ἡ Ὀρθοδοξία γνωστὸ τὸν θησαυρὸ τὸν ὁποῖο φέρει. Βεβαίως, εἶναι καθῆκον μας νὰ καταστήσουμε γνωστὸ σὲ ὅλους τὸν θησαυρὸ τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτὸ τὸ θεϊκὸ κάλλος μὲ τὸ ὁποῖο εἶναι στολισμένη ἡ Ὀρθοδοξία, δὲν ἀποτελεῖ δική μας ἀποκλειστικότητα, ἀλλὰ πρέπει νὰ μεταδοθεῖ εἰ δυνατὸν σὲ ὅλους. Ὡστόσο, καλοπροαίρετα διερωτώμεθα: τόσες δεκαετίες διαλόγων μὲ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι βρίσκονται στὴν αἵρεση, πόσους ἀπὸ αὐτοὺς ἔχουν προσελκύσει στὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας; Ποιοί δέχθηκαν τὴν Ὀρθοδοξία; Ἀπὸ ὅ,τι βλέπουμε τὰ τελευταῖα χρόνια, τὴν Ὀρθοδοξία τὴν γνωρίζουν καὶ τὴν ἀσπάζονται ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι, μὴ ἔχοντας οὐδεμία ἐπαφὴ μὲ τέτοιου εἴδους ὀργανώσεις, ἀπὸ μόνοι τους ψάχνουν καὶ βρίσκουν τὴν ἀλήθεια κυρίως μὲ τὸ βίωμα καὶ δευτερευόντως μὲ λόγια. 

             Ναθαναήλ, ὅπως ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, γνώρισε καὶ πίστεψε στὸν Σωτήρα Χριστὸ βιωματικά. Ὁ Φίλιππος δὲν τοῦ εἶπε πολλὰ λόγια. Τοῦ εἶπε μόνο «ἔρχου καὶ ἴδε». Ἦρθε, εἶδε τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ καὶ πίστεψε. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας μαγνήτης, ἀνέφερα στὴν ἀρχή. Ὅταν πλησιάζει ἀνθρώπους, συνομιλεῖ μὲ αὐτοὺς καὶ δὲν τοὺς προσελκύει, σημαίνει ὅτι ἢ δὲν τοὺς προσεγγίζει σωστά, ἢ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δὲν πληροῦν τὶς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιὰ νὰ μαγνητιστοῦν. Ὅσο κοντὰ καὶ ὅση ὥρα καὶ νὰ τοποθετήσεις τὸν μαγνήτη πλάι στὸ πλαστικό, τὸ πλαστικὸ ἐκεῖ θὰ μείνει, ἀμετακίνητο. 

            Βεβαίως, νὰ μιλήσουμε μὲ τοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν στὰ δίχτυα τῆς πλάνης ἀπὸ τὸν μισόκαλο τῆς ψυχῆς. Ἴσως τὸ ἀπολωλὸς πρόβατο ἐπιστρέψει μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο. Ὅμως, μὴν ξεχνᾶμε: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ», μᾶς διδάσκει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Μὴν ὑπάρχει κανεὶς ἀπὸ τοὺς διαδόχους τῶν Ἀποστόλων ἀνώτερος τοῦ Κορυφαίου Παύλου; Ἐδώ, ὅμως, ὄχι ἁπλῶς δὲν φαίνεται διάθεση παραίτησης, ἀλλὰ συμβαίνουν καὶ συμπροσευχές. Ὅλες δὲ οἱ δράσεις, μὲ τὴν ἐπίκληση τῆς ἀγάπης. Ὅσο ἁγνὲς καὶ ἂν εἶναι οἱ προθέσεις, διερωτώμεθα: εἶναι ἡ ἀγάπη αὐτὴ ἐν ἀληθείᾳ; Διαβάζουμε στὶς Παροιμίες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅτι «ὅν ἀγαπᾶ Κύριος παιδεύει». Ἡ ἀγάπη παιδεύει, παιδαγωγεῖ, ἐλέγχει καὶ διορθώνει. Ἂν δικούς μας ἀνθρώπους, Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, τοὺς ἐλέγχουμε ὅταν σφάλλουν, πολὺ περισσότερο δὲν πρέπει νὰ βοηθήσουμε ἐκείνους ποὺ δὲν εἶναι Ὀρθόδοξοι νὰ καταλάβουν τὸ λάθος τους καὶ νὰ τὸ διορθώσουν; Ἡ συμπροσευχὴ μὲ αὐτοὺς σημαίνει νομιμοποίησή τους καὶ ἀποτελεῖ ὑπέρβαση τῶν ὁρίων «ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν». Τότε, λοιπόν, πῶς ἐκεῖνοι θὰ προβληματισθοῦν καὶ θὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ὀρθοδοξία; Μήπως μὲ αὐτὴ τὴν τακτικὴ στὴν πραγματικότητα στερεῖται ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ἡ πιθανότητα νὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ὀρθοδοξία; Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἂν κάποιος δέχεται ὅτι οἱ αἱρετικοὶ εἶναι καὶ αὐτοὶ στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας, τότε γιατὶ σήμερα γιορτάζουμε τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας; 

            Κλείνοντας τὸ κεφάλαιο αὐτό, μὲ συνοχὴ καρδιᾶς διερωτώμεθα πάλι: ποῦ ὠφέλησε τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ συμμετοχὴ στὰ δρώμενα τοῦ οἰκουμενισμοῦ; Ὄχι μόνο δὲν σαγηνεύθηκαν οἱ ἑτερόδοξοι, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἐκ τῶν ἀδελφῶν τοῦ νέου ἔχουν σκανδαλισθεῖ καὶ ἔχουν ὑψώσει φωνὴ πατερική, φωνὴ προβληματισμοῦ καὶ ἀγωνίας γιὰ τὴν μελλοντικὴ ἐξέλιξη. Δὲν πρέπει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ νὰ δοῦμε μὲ ταπείνωση καὶ διάθεση αὐτοκριτικῆς πώς θὰ θεραπευθοῦν πρῶτα τὰ ἐσωτερικὰ τραύματα, τὰ τοῦ οἴκου μας; 

            Θὰ μποροῦσαν νὰ εἰπωθοῦν πολλὰ περισσότερα, ὄχι πρὸς κατάκρισιν, ἀλλὰ πρὸς προβληματισμό. Ἄλλωστε, κατακρίσεις καθ’ ὅλον τὸν αἰώνα ὑπῆρξαν πολλές, ὡς μὴ ὤφειλαν.  Ἔχουμε κουρασθεῖ νὰ ἀκοῦμε γιὰ τὰ οἰκουμενιστικὰ δρώμενα καὶ τὰ συναφῆ. Ἕναν αἰώνα γράφτηκαν πολλὰ περὶ αὐτῶν καὶ τὰ γνωρίζουμε πολὺ καλά. Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ὑπενθυμίσεως, οὔτε ἐνημερώσεως. Ἔχουμε ἀνάγκη νὰ γνωρίσουμε καρδιακὰ τὴν Ὀρθοδοξία, νὰ βιώσουμε τὴν τιμιότητα, τὴν ἀγάπη, τὴν ἀλληλεγγύη, τὴν ἀδελφοσύνη, ἀπεχόμενοι ἀπὸ τὴν ὑστεροβουλία, τὴν ἰδιοτέλεια, τὸν φθόνο. Αὐτὸ ποὺ δὲν γράφτηκε, οὔτε ἀκούσθηκε ποτὲ εἶναι κάποιος συνάνθρωπός μας ὁ ὁποῖος μετεῖχε σὲ τέτοιου εἴδους δρώμενα, νὰ  βλέπει τὸ φωτεινό μας παράδειγμα, ἡμῶν τῶν ἀκολουθούντων τὴν Ἱερὰ Παράδοση, νὰ προβληματίζεται καὶ νὰ ἀπέχει ἑκουσίως ἀπὸ αὐτά. Δὲν πρέπει νὰ προβληματισθοῦμε; Μήπως, πλέον, πρέπει νὰ κοιτάξουμε μὲ ἀφοσίωση ὁ καθένας ξεχωριστὰ πώς θὰ καταφέρουμε νὰ γίνουμε Φῶς, ὅπως ὁ Χριστὸς μᾶς θέλει, ὥστε ὅλοι νὰ φωτίζονται καὶ νὰ δοξάζουν ὀρθόδοξα τὸν Οὐράνιο Πατέρα; 

            Νωρίτερα ἀνέφερα δύο φορὲς ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μαγνήτης πνευματικὸς ποὺ προσελκύει πρὸς αὐτόν. Ἐμεῖς ἔχουμε γίνει μαγνῆτες; Ἂν ναί, αὐτὸ ἀποτελεῖ αἰτία χαρᾶς καὶ δοξολογίας πρὸς τὸν Θεό. Ἄν, ὅμως, ὄχι, τὸτε αὐτὸ συμβαίνει διότι μάλλον δὲν κατορθώσαμε νὰ βιώσουμε καρδιακὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Τὸ ὀρθόδοξο βίωμα εἶναι τὸ ἀλάτι μὲ τὸ ὁποῖο προσδίδουμε νοστημιὰ ὄχι μόνο στὴ ζωή μας, ἀλλὰ καὶ στὸ περιβάλλον μας. Τὸ ἀλάτι αὐτὸ εἶναι ἐνεργὸ ὅταν φροντίζουμε νὰ καλλιεργοῦμε στὴν ψυχή μας τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: τὴν ἀγάπη, τὴν χαρά, τὴν εἰρήνη, τὴν μακροθυμία, τὴν χρηστόστητα, τὴν ἀγαθωσύνη, τὴν πίστη, τὴν πραότητα, τὴν ἐγκράτεια. 

            Πλήρεις τῶν θείων αὐτῶν δωρεῶν ὑπῆρξαν ἅγια πρόσωπα, τὰ ὁποῖα κόσμησαν τὸν Ἱερὸ Ἀγώνα καὶ μᾶς καλοῦν νὰ μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμά τους. Οἱ Ἅγιοι: Ἱερώνυμος ὁ ἐν Πάρνηθι, Ἱερώνυμος ὁ ἐν Αἰγίνῃ, Ἰωάννης ὁ νέος Ἐλεήμων, Ἰωσὴφ ὁ ἐκ Δεσφίνης καὶ ἀσφαλῶς Χρυσόστομος ὁ πρώην Φλωρίνης καὶ πολλοὶ ἄλλοι, γιὰ τοὺς ὁποίους καυχώμεθα ἐν Κυρίῳ, δὲν ὑπῆρξαν φανατικοί. Εἶχαν φροντίσει πρῶτα νὰ στολισθοῦν μὲ τὴν ἁγιότητα καὶ ὕστερα μὲ τὸν διακριτικό, πλὴν ὅμως δυναμικὸ ἀγώνα τους κατάφεραν νὰ προβληματίσουν, νὰ προσελκύσουν ἀνθρώπους στὴν παράδοση, νὰ ἐξασφαλίσουν τὸν σεβασμὸ τῶν πάντων καὶ τελικὰ νὰ προσδώσουν αἴγλη στὸ «Κίνημα τῆς Εὐσεβείας». 

            Δυστυχῶς, ὅμως, σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἐπιλέχθηκε νὰ μὴν ἀκολουθηθεῖ τὸ παράδειγμά τους. Κάποτε ὁ ζηλωτισμὸς ὑπῆρξε οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν, κάποτε ὁ Ἱερὸς Ἀγῶν ἐθεάθη ὡς ἕνα πεδίο ἀτομικῆς προβολῆς, κάποτε τὰ πάθη ὑπερίσχυσαν καί, τελικὰ ὁ Ἀγώνας, ὁ Δίκαιος, ὁ Ἅγιος, ὁ Ἱερός, δὲν δικαιώθηκε. 

            Μὲ θλίψη ἡ μαρτυρική μας Ἐκκλησία βίωσε ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια μετὰ τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση ἐσωτερικὲς πληγές, βλέποντας τὰ τέκνα της νὰ τὴν ἀποδυναμώνουν, νὰ ἀποκόπτονται ἀπὸ αὐτήν, νὰ ἐπιτελοῦν ἔργο παράλληλο, ἤ κάποτε πολεμικὸ κατ’ αὐτῆς, ἐπωφελούμενοι ἀπὸ τὴν ἀπουσία νομικῆς κάλυψης. Τὰ σχίσματα ἦταν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι τραῦμα ὀδυνηρό. Τὰ θέματα πίστεως ἔπαψαν νὰ ἀποτελοῦν αἰτίες ἀποκοπῆς καὶ τὴν θέση τους ἔλαβαν καταστάσεις ἰδιοτέλειας, προσωπικῶν διαφορῶν καί, ἐν πάσει περιπτώσει, ἀνάξιες τῶν περιστάσεων. 

             χωρισμὸς εἶναι λυπηρός, διότι ὁ ἀγώνας εἶναι κοινός. Γίνεται ἀγώνας ὑπὲρ τῆς διαφύλαξης τῶν παραδόσεων, γίνεται ἀγώνας κατὰ τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Πρός τί, λοιπόν, ὁ χωρισμός; 

            πὸ τὴν ἄλλη, οἱ δυσχερεῖς ἐσωτερικὲς καταστάσεις, ὁ ὑπέρμετρος ζῆλος ποὺ καταντᾶ δικαστὴς τῆς διακρίσεως, ἡ ἀσυδοσία ποὺ κατὰ καιροὺς ἔχει παρατηρηθεῖ, ὁ φθόνος τοῦ καλοῦ, ἀποτέλεσαν ἐμπόδια στὴν δυνατὴ πρόοδο τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτά, βεβαίως, εἶναι ἀνθρώπινα πάθη καὶ εἶναι φυσικὸ νὰ ὑπάρχουν στὸ πνευματικὸ ἰατρεῖο τῆς Ἐκκλησίας, ἀρκεῖ βέβαια νὰ ὑπάρχει καὶ ἡ διάθεση τῆς θεραπείας τους· ὄχι ἡ στράτευσή τους κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Μὴν ξεχνοῦμε, ἄλλωστε, ὅτι ὅπως δὲν ἀναπαύεται ὁ Θεὸς μὲ τὸν οἰκουμενισμό, ἔτσι δὲν ἀναπαύεται καὶ μὲ τὰ προσωπικὰ πάθη, τὴν ἰδιοτέλεια, τὴν καχυποψία, τὴν ἀγνωμοσύνη. Τί νόημα ἔχει ἕνας ἀγώνας ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας σὲ βάση ἀνορθόδοξη, μὲ δίχως ἀγάπη, δίχως ἀγώνα γιὰ τὴν Κάθαρση, τὸν Φωτισμὸ καὶ τὴν Θέωση τῆς ψυχῆς; 

             ἀγώνας κατὰ τοῦ οἰκουμενισμοῦ δὲν σημαίνει αὐτόματα τὸν ἀγώνα ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὸ ἀξίζει νὰ τὸ προσέξουμε. Ὁ οἰκουμενισμὸς εἶναι ἕνα θέμα ἐξωτερικό, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἐμεῖς οὐδέποτε ἀναμιχθήκαμε σὲ αὐτόν. Ὑπάρχουν τόσα ἄλλα, ἐσωτερικὰ θέματα γιὰ τὰ ὁποῖα ἀξίζει νὰ ἐργαστοῦμε. Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε ὥστε τὰ παιδιά μας νὰ ἀγαπήσουν Χριστὸ καὶ νὰ γεμίσουν οἱ Ναοί μας μὲ νέους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν τὸ μέλλον Ἐκκλησίας καὶ κοινωνίας. Ἀξίζει νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ μὴν παρασυρθοῦν τὰ παιδιά μας ἀπὸ τὶς σειρῆνες τοῦ κόσμου, ὅπως ἔχουμε δεῖ νὰ συμβαίνει πλεῖστες φορές. Ἀξίζει νὰ μεταλαμπαδεύσουμε στὰ παιδιά μας τὴν ἀληθινὴ Ὀρθοδοξία, τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ανοιχτωσιᾶς, ὥστε ὄχι μόνο νὰ μὴν παρασυρθοῦν στὰ δίχτυα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ νὰ σαγηνεύσουν ψυχὲς γιὰ τὸν Χριστό. Ἀξίζει νὰ ἐργαστοῦμε γιὰ νὰ ἀναδείξουμε νέους Κληρικούς, μὲ παιδεία, μὲ ἀγάπη Χριστοῦ, μὲ ζῆλο νὰ ἐργασθοῦν στὸ πνευματικὸ χωράφι τοῦ Κυρίου, ὅπου «ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι». Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ νὰ μὴν μένουν οἱ Ναοί μας ἀλειτούργητοι. Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουμε τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων πρὸς τὴν μεγάλη μας μάνα, τὴν Ἐκκλησία. Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε ὥστε νὰ ἀναζωπυρωθεῖ ἡ φλόγα τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας. Ἄλλοτε τὰ Μοναστήρια μας ἔσφυζαν ἀπὸ ἀφιερωμένες ψυχές. Τώρα; Στὴν Ἐκκλησία, ἀγαπητοί, δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει παρακμή, παρὰ μόνο πρόοδος! Καθῆκον μας νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ τὴν διατήρηση τῶν παραδόσεων καὶ τῆς ἱστορίας μας, διαδραματίζοντας μεταξὺ ἄλλων καὶ ἐνεργὸ ἐθνικὸ ρόλο. Ἔχουμε τὴ δυνατότητα γιὰ ὅλα αὐτά. Μποροῦμε νὰ ἀνατρέψουμε τὴν κατάσταση μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μποροῦμε νὰ σκορπίσουμε Φῶς Χριστοῦ. Ἀρκεῖ νὰ καλλιεργήσουμε ἁγιοπνευματικὰ τὴν ψυχή μας, ἀφήνοντας στὴν ἄκρη τυχὸν προσωπικὰ ἐλαττώματα, καὶ νὰ προχωρήσουμε ἑνωμένοι καὶ μὲ γνώμονα τὴν ἑνότητα, ἡ ὁποία σαλεύθηκε ἀκριβῶς πρὶν ἑκατὸ χρόνια καὶ μία ἡμέρα. 

            Εὔχομαι τὴν ἱερὴ αὐτὴ ἡμέρα τῆς Ὀρθοδοξίας, σήμερα ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴν ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων καὶ τὴν εἰρήνευση καὶ τὴν ἑνότητα ποὺ σφραγίσθηκε μετὰ ἀπὸ 116 χρόνια χωρισμοῦ, τὸν ὁποῖο προκάλεσε ἡ αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας, ὁ Θεὸς νὰ εὐλογήσει, τὰ ἀδύνατα νὰ γίνουν δυνατὰ καὶ νὰ δοῦμε τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ὡς κάτι γιὰ τὸ ὁποῖο φέρουμε στοὺς ὤμους μας χρέος βαρύτατο. Ἔχουμε καθῆκον νὰ ἐνσκύψουμε μὲ ἄδολη ματιὰ καὶ πνεῦμα καταλλαγῆς καὶ ἐν Χριστῷ ἀγάπης ὥστε νὰ μὴν περάσει ἔτσι ἄλλος ἕνας αἱώνας. Τὸ χρωστᾶμε στὰ λείψανα τῶν κεκοιμημένων μας. Τὸ χρωστᾶμε στὰ παιδιά μας.