† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΥΡΙΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΥΡΙΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΕΣΠΟΤΙΚΗ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

77897 2

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

              Χαίρετε πάντοτε ἐν Κυρίῳ τεχθέντι!

             Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, Ἐκεῖνος ποὺ προανήγγειλαν οἱ Προφῆτες, ὁ προσδοκώμενος Ἐμμανουήλ, ὁ γιὰ τοὺς εὐσεβεῖς Ἀθηναίους «Ἄγνωστος Θεός», γεννᾶται σήμερα ἀπὸ τὴν Ἀειπάρθενο Κόρη.

            Μὰ πῶς; Καὶ Παρθένος καὶ Μητέρα; «Ὅπου βούλεται Θεός, νικᾶται φύσεως τάξις»! Χωρὶς τὴν συμβολὴ τοῦ ἄνδρα γεννᾶται, ὅπως, ἄλλωστε, ἔπλασε τὴν παλαιὰ Εὔα χωρὶς τὴν συμβολὴ γυναίκας. Ἄν γεννιόταν ὡς ἄνθρωπος ὅπως γεννηθήκαμε ὅλοι  ἑμεῖς, οἱ χοϊκοὶ καὶ κληρονόμοι τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, δὲν θὰ ἔδειχνε τὴν θεϊκὴ δυνατότητά Του νὰ κάνει τὰ ἀδύνατα δυνατά. Γιὰ αὐτό, γεννᾶται ἀπὸ  Παρθένο, καὶ μάλιστα Ἁγία, προετοιμασμένη κατάλληλα γιὰ νὰ καταστεῖ ἡ γέφυρα ποὺ θὰ ἕνωνε τὸν Οὐρανὸ μὲ τὴν γῆ. Ἐπέλεξε τὴν Παρθένο τονίζοντας μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ καὶ τὴν ὑπεροχὴ τῆς κατὰ Θεὸν παρθενίας, ἡ ὁποία, δυστυχῶς, τὰ τελευταῖα ἔτη θεωρεῖται μία ἔννοια ξεπερασμένη.

            Καυχιέται σήμερα ἡ ταπεινὴ Βηθλεέμ, διότι ἀξιώθηκε νὰ γίνει ἡ πόλη ἡ ὁποία πρώτη ὑποδέχθηκε στὴ γῆ τὸν Σαρκωθέντα Θεό.

            Εὐφραίνονται οἱ Ἄγγελοι καὶ ἐκτελοῦν τὸ δοξολογικό τους ἔργο, διδάσκοντάς μας πὼς νὰ ὑμνοῦμε τὸν Σωτήρα.

             Ἰωσὴφ δὲν στενάζει πιά. Ἀπολαμβάνει πλὲον τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ὑπακοῆς του στὸν Ἄγγελο καὶ στέκει μὲ χαρὰ κοντὰ στὴ φάτνη, ὡς προστάτης τῆς Παναγίας καὶ τοῦ Κυρίου.

            Οἱ μέχρι πρὶν λίγο ἀσήμαντοι βοσκοὶ, γράφονται τώρα στὴν ἱστορία, ὡς οἱ πρῶτοι θαυμαστὲς τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας τοῦ Θείου Βρέφους. Μέχρι καὶ τὰ ἄλογα ζῶα λαμβάνουν ἀξία μὲ τὴν γέννησή Του.

             οὐρανός, βλέποντας τὸ ἱερὸ πανηγύρι, συνδράμει παρέχοντας τὸ λαμπρὸ ἀστέρι γιὰ νὰ καθοδηγήσει τοὺς καλοπροαίρετους Μάγους ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τὸν Ἤλιο τῆς Δικαιοσύνης.

            Μὲ τὴν γέννηση τοῦ Θεανθρώπου ἔρχεται ἡ ἀνατροπή. Ὁ ὑπερήφανος παραβλέπεται καὶ ὁ ταπεινὸς λαμβάνει τὴν δόξα. Ὁ σημαντικὸς τίθεται στὴν ἄκρη γιὰ νὰ λάμψει ὁ ἀσήμαντος. Ἡ παρθενία ἀξιώνεται τῆς μητρότητας. Τὰ παλάτια ζηλεύουν τὴν τιμὴ τῆς φτωχικῆς φάτνης. Τὸ σκοτάδι γεμίζει μὲ Φῶς. Ἡ φτώχεια πλουτίζει. Ὁ πειρασμὸς καὶ οἱ συνεργοί του συνειδητοποιοῦν τὸ τέλος τῆς ἐξουσίας τους. Ὁ Παντοκράτωρ Θεὸς σὲ φάτνη ἀνακλίνεται. Ἔρχεται στὴ γῆ γιὰ νὰ πάμε ἑμεῖς στὸν Οὐρανό. Γίνεται ἄνθρωπος, γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος Θεός. Ἔρχεται στὴ γῆ, φωνάζοντας στοὺς δημιουργοὺς τῶν θρησκειῶν: «Ἀφοῦ δὲν καταφέρατε νὰ μὲ βρεῖτε, ἦρθα ἐγὼ νὰ βρῶ ἑσᾶς, δεχθεῖτε τὴν ἀποκάλυψη τῆς ἀλήθειας».

             γέννηση τοῦ Θεανθρώπου ἔγινε ἡ αἰτία ὅλων τῶν ἀγαθῶν. Τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε σκυλεύοντας τὸν θάνατο, τὸ ὅτι ἑμεῖς, «οἱ κατοικοῦντες ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου» εἴδαμε φῶς μέγα, τὸ ὅτι ἡ εἰδωλολατρεία κατατροπώθηκε, τὸ ὅτι τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα συζεύχθηκε μὲ τὴν Ὁρθοδοξία, τὸ ὅτι ἡ γῆ ἔγινε παράδεισος μέσα ἀπὸ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ Μητέρων, τὸ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ἐπιτέλους ἐλεύθερος, ὅλα αὐτὰ ἔχουν τὴν ἀρχή τους στὴ σημερινὴ ἑορτή.

            Ἡ τόσο σημαντικὴ αὐτὴ ἑορτὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ ἔχει λάβει οἰκουμενικὲς διαστάσεις. Σχεδὸν ὅλοι ἑορτάζουν τὰ Χριστούγεννα. Οἱ ἐκτὸς Ἐκκλησίας ἑορτάζουν μὲ ξενύχτι, μὲ πλούσια γεύματα, μὲ φανταχτερὰ ἐνδύματα, μὲ ποτὰ καὶ τραγούδια. Ἑορτάζουν, ὅμως, δίχως νὰ δίνουν τὴν παραμικρὴ σημασία στὸ Πρόσωπο ποὺ ἔχει τὰ γενέθλιά Του, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.

            Τὸ Μυστήριο, ἀγαπητοί, βιώνεται καὶ τιμᾶται μὲ σιγή, μὲ προσευχὴ καὶ ψαλμωδία. Μέσα σὲ τέτοιο, ἅγιο περιβάλλον γεννήθηκε γιὰ τὴν σωτηρία μας ὁ Πανάγιος Θεός. Καλὰ εἶναι καὶ τὰ γεύματα τῆς ἀγάπης ποὺ μᾶς φέρνουν κοντὰ μὲ ἀγαπημένα πρόσωπα, καλὰ καὶ τὰ στολίδια ἀκόμα. Καλά, ἀρκεῖ νὰ εἶναι παρὼν στὴν ἑορτὴ καὶ ὁ Δεσπότης Χριστός, γιὰ νὰ δώσει σὲ ὅλα αὐτὰ νόημα καὶ οὐσία.  Διαφορετικά, δὲν εἶναι παρὰ τυπικὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα μᾶς φέρνουν σύντομη χαρὰ καὶ λίγο ἀργότερα μελαγχολία καὶ ἀπογοήτευση. Δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ σκοπὸς τῆς ἑορτῆς. Δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ σκοπὸς τῶν Χριστουγέννων. Ὁ Χριστὸς γεννήθηκε γιὰ νὰ λαμψει ἡ χαρὰ καὶ ἡ εἰρήνη. Γιὰ αὐτό, καθῆκον μας εἶναι μὲ τὴν μετάνοια, τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀγάπη, μὲ τὴν προσευχή, τὴν ψαλμωδία καὶ τὴν τήρηση τοῦ μέτρου, νὰ ἐτοιμάσουμε τὴν φάτνη τῆς ψυχῆς μας, γιὰ νὰ γεννηθεῖ μέσα μας ὁ Χριστὸς καὶ νὰ μεταμορφώσει ὄχι μόνο τὸ Δωδεκαήμερο τῶν ἑορτῶν, ἀλλὰ ὅλη τὴν ἐπίγεια ζωή μας.

            νέφερα ὅτι ὁ Χριστὸς γεννήθηκε γιὰ νὰ ἔλθει ἡ εἰρήνη. Τὴν γέννησή Του, ὡστόσο, ἀκολούθησε ἡ σφαγὴ τῶν νηπίων. Ἑπομένως, γιὰ ποιά εἰρήνη μιλᾶ ἡ Ἐκκλησία; Γιὰ τὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς, τὴν ὁποία οὐδεὶς μπορεῖ νὰ ἀφαιρέσει, ὅσους πολέμους καὶ ἄν ξεσηκώσει, ὅσο σκοτάδι καὶ ἄν παρουσιάσει μπροστὰ στὰ μάτια μας.

            Αὐτὴ ἡ εἰρήνη, συνάμα δὲ καὶ ἡ χαρὰ καὶ τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ νὰ πλημμυρίσουν τὶς ψυχὲς ὅλων μας. Καὶ μὴν ξεχνᾶμε ποτέ, οὔτε στὰ εὔκολα, οὔτε στὰ δύσκολα τὶ εἶπε ὁ Ἄγγελος στοὺς ταπεινοὺς καὶ ἔντρομους βοσκούς: «Μὴν φοβᾶστε, γιατὶ σᾶς φέρνω χαρμόσυνο ἄγγελμα ποὺ θὰ προκαλέσει μεγάλη χαρὰ σὲ ὅλο τὸν λαό, καθότι γεννήθηκε σήμερα Σωτήρας γιὰ ἑσᾶς».

            Αὐτὸν τὸν Σωτήρα μὲ πίστη νὰ ὑμνοῦμε καὶ νὰ προσπαθήσουμε νὰ ἔχουμε Κυρίαρχο στὴ ζωή μας, στὴ σκέψη μας καὶ στὰ χείλη μας, διότι ἔτσι γεμίζει ἡ ὕπαρξή μας ἀπὸ τὴν εὐλογία τοῦ Σαρκωθέντος Θεοῦ. Σὲ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν!

Χρόνια πολλά, εὐλογημένα, εἰρηνικὰ καὶ χαρμόσυνα!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2022

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΝΟΜΟΥ (ὑπό Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Νάσσου)


 

Περί τοῦ Πνευματικού Νόμου

ὑπό Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Νάσσου

 

Τό παρόν κείμενο ἐντάσσεται μαζί μέ ἄλλα ὁμοειδή σέ μία (ἀνέκδοτη ἐπί τοῦ παρόντος) μελέτη μας, σχετικά μέ τήν παιδαγωγική ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ στήν Ἱστορία, πρός ἐξάλειψη τῆς ἁμαρτίας, τῆς γενεσιουργοῦ αἰτίας τῶν κακῶν. Καί εἶναι γεγονός, σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὅτι «οὐδέν κακόν, ἁμαρτία μόνον» .

 

Στήν ἐν λόγῳ μελέτη γίνεται ἀναφορά στήν προπτωτική, ὑγιῆ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, στήν μετά τήν πτώση ἐπελθοῦσα φθορά καί θνητότητα τῆς φύσεως, στόν πνευματικό νόμο πού λειτουργεῖ θεραπευτικά καί σωτηριολογικά, στήν ἀγαπητική παρέμβαση τοῦ Θεοῦ πρός ἐπαναφορά τῶν κτιστῶν – τρεπτῶν λογικῶν ὄντων στήν ὀντολογική τους βάση (θεοεΐδεια) καί στά εὐεργετικά ἀποτελέσματα τῆς μετανοίας, ὡς ἀναιρέσεως τῆς αἰτίας τῶν παραχωρουμένων δεινῶν.
Στήν παρούσα δημοσίευση παραθέτουμε τό σχετικό Κεφάλαιο περί τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ὅπου γίνεται προσέγγιση τοῦ θέματος μέσα ἀπό τήν Πατερική ἑρμηνευτική τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.


Στά κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων γίνεται λόγος περί τοῦ λεγομένου «πνευματικοῦ νόμου», ὁ ὁποῖος συχνά ἀντιπαραβάλλεται μέ τόν φυσικό νόμο, ἀλλά καί μέ τόν Μωσαϊκό. Τονίζεται δέ ὅτι αὐτούς τούς τρεῖς νόμους ἔδωσε ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους σέ διαφορετικά χρονικά διαστήματα, ὡς χειραγωγούς πρός τή σωτηρία τους . Σύμφωνα μέ τήν Πατερική Θεολογία, ὁ πνευματικός νόμος ἀποτελεῖ τό νόμο ἐκεῖνο, στόν ὁποῖο ζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι στόν ἐπίγειο Παράδεισο πρίν τήν Πτώση. Αὐτή ἡ ζωή στόν πνευματικό νόμο χαρακτηριζόταν ἀπό τήν ἀπάθεια, τή συναναστροφή μέ τούς Ἀγγέλους, τή νοερά θεωρία καί τήν παραμονή στή θεία Χάρη. Ἡ ἔκπτωση τῶν πρωτοπλάστων ἀπό τόν Παράδεισο συνδέεται μέ τήν ἔκπτωσή τους ἀπό τόν πνευματικό νόμο καί τήν ὑπαγωγή τους στά πλαίσια τοῦ φυσικοῦ νόμου. Οἱ ἄνθρωποι, μέ τή βοήθεια τοῦ ἐμφύτου νόμου μποροῦσαν νά ξεχωρίζουν τό ἀγαθό ἀπό τό κακό ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας τους . Μετά τήν προπατορική Πτώση, αὐτή ἡ διάκριση τοῦ ἀγαθοῦ ἀπό τό κακό διατηρήθηκε στούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἀμαυρωμένη καί ἐξασθενημένη . Αὐτό μποροῦμε νά τό ἀντιληφθοῦμε ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ ἀντίληψη γιά τό καλό καί τό κακό δέν εἶναι ταυτόσημη σέ διαφορετικούς ἀνθρώπους καί κοινωνίες. Σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες, ἡ ζωή στό φυσικό νόμο χαρακτηρίζεται ἀπό τή διαμονή ἀνάμεσα στά πάθη καί τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι τά ἀνακινοῦν, τή φυσική κατανόηση τῶν φαινομένων μέ τίς αἰσθήσεις καί τήν ἐπίπονη πράξη τῆς ἀρετῆς . Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής θά γράψει ὅτι ὅσοι τηροῦν τό φυσικό νόμο ὁδηγοῦνται στήν ἀλάθητη ἐνέργεια τῶν φυσικῶν παθῶν .


Εἶναι γνωστό ὅστι στόν λαό τοῦ Ἰσραήλ ὁ Θεός παρεῖχε τόν Μωσαϊκό νόμο, ὡς βοηθό τοῦ φυσικοῦ. Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὁ Μωσαϊκός νόμος βοηθοῦσε στήν πραγματοποίηση τοῦ ἀγαθοῦ καί τή νίκη ἐναντίον τοῦ κακοῦ, ἀφοῦ ἐπαινεῖ τό ἀγαθό καί κατακρίνει τό κακό. Γράφει μάλιστα, ὁ χρυσορρήμων Πατήρ κάτι πολύ σημαντικό, μεταξύ ἄλλων, σχετικά μέ τόν φυσικό καί τόν Μωσαϊκό νόμο: «Ὁρᾷς πῶς δείκνυσι τήν μέν τῶν καλῶν καί τῶν μή τοιούτων γνῶσιν ἐξαρχῆς ἡμῖν καταβεβλημένην, τόν δέ νόμον Μωϋσέως ἐπαινοῦντα αὐτήν, καί ἐπαινούμενον παρ᾿ αὐτῆς» ;


Μετά ἀπό τή γενική αὐτή ἀναφορά στά εἴδη τοῦ Νόμου, θά γίνει λόγος εἰδικά περί τοῦ «πνευματικοῦ νόμου», σύμφωνα μέ τούς πνευματοφόρους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Πρωτίστως θά θυμηθοῦμε ὅτι, σύμφωνα τήν Ἁγία Γραφή, ἡ διαπρατόμενη ἁμαρτία λαμβάνει τήν «ἀντιμισθία» της, τήν «ἔνδικον μισθαποδοσίαν», κατά τή γνωστή ρῆση τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου .


Πολλές φορές βλέπουμε ὅτι οἱ θλίψεις καί οἱ ποικίλες δοκιμασίες συνδέονται μέ τίς ἁμαρτίες, ὡς ἀπότοκά τους. Ἡ ἀνταπόδοση δέν πραγματοποιεῖται μόνο μετά θάνατον, ἀλλά καί στή ζωή αὐτή, ὅπου ἐμφανίζεται ἡ ἐκδίπλωση τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ἁμαρτίας, ἀφοῦ αὐτό ζητεῖ ἡ ἀνθρώπινη συνείδηση, ὡς ἀπονομή τῆς δικαιοσύνης στόν κόσμο. Σύμφωνα μέ τή Γραφή, ὁ Δίκαιος Θεός ἀνταποδίδει τό καλό, ἀλλά καί τό κακό. Ἔτσι, ἐμφανίζεται νά ἐνισχύει καί ἐπιβραβεύει τούς δικαίους, ἀλλά καί νά παιδαγωγεῖ κολαστικά αὐτούς πού παραβαίνουν τό Νόμο Του. Πῶς ὅμως μπορεῖ νά συμβιβασθεῖ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀγάπη Του καί τό ἄτρεπτο τῆς ἀγαθῆς διαθέσεώς Του πρός τούς ἀνθρώπους; Γνωρίζουμε ἀπό τήν Πατερική Θεολογία ὅτι ὁ Θεός δέν ὀργίζεται, «οὐκ ὀργίζεται τό θεῖον». Ὁ Θεός εἶναι ἀπαθής, ἄτρεπτος, ἀμετάβλητος, ἀναλλοίωτος καί δέν ἀλλάζει διαθέσεις ἔναντι τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός ἀγαπᾶ τόν μεγαλύτερο ἁμαρτωλό, ὅπως ἀγαπᾶ τόν μεγαλύτερο Ἅγιο . Πῶς, ὅμως, τότε, λέγεται ὅτι τιμωρεῖ τόν ἁμαρτωλό; Ἀλλάζει ἄραγε διαθέσεις ἔναντι τοῦ ἀνθρωπου ὁ ἄτρεπτος Θεός; Μεταβάλλεται ὁ ἀναλλοίωτος καί τάσσεται ἐναντίον τοῦ πλάσματός του;


Τήν ἀπάντηση στό ἐρώτημα αὐτό, δηλ. τό πῶς συμβιβάζεται ἡ θεία δικαιοσύνη μέ τή θεία ἀγάπη καί τό ἄτρεπτο τῆς ἀγαθῆς διαθέσεως τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ ὑπάρχουν οἱ τιμωρίες τῶν ἁμαρτωλῶν, δίνει ἕνας Ἅγιος ἀσκητής τόν 5ο αἰ., ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης. Εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ λίαν ψυχοφελοῦς βιβλίου περί τοῦ λεγομένου πνευματικοῦ νόμου. Εἶναι τόσο μεγάλη ἡ πνευματική ἀξία αὐτοῦ τοῦ συγγράμματος, ὥστε οἱ Βυζαντινοί -σύγχρονοι τοῦ Ὁσίου- νά λέγουν χαρακτηριστικά : «πάντα πώλησον, Μᾶρκον ἀγόρασον». Νά πουλήσεις ὅ,τι ἔχεις, προκειμένου νά προμηθευτεῖς αὐτό τό βιβλίο.

 ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης γράφει ὅτι ὁ Θεός δέν δημιούργησε τόν θάνατο (σύμφωνα, βεβαίως, μέ τό ἁγιογραφικό: «ὁ Θεός θάνατον οὐκ ἐποίησεν» ), οὔτε τέρπεται μέ τήν ἀπώλεια ζωντανῶν ὑπάρξεων, οὔτε ἐνεργεῖ ὑποκινούμενος ἀπό τό πάθος τῆς ὀργῆς, οὔτε ἐπινοεῖ πρᾶγμα πρός ἀνταπόδοση, οὔτε μεταβάλλει τή διάθεσή του ἀνάλογα μέ τήν ἀξία τοῦ καθενός. Ἀλλά ὁ Θεός, λέγει ὁ ἅγιος Μᾶρκος, δημιούργησε τά πάντα μέ σοφία καί προόρισε νά κρίνονται ἀπό τόν πνευματικό νόμο. «Θεός γάρ θάνατον οὐ ἐποίησεν, οὐδέ τέρπεται ἐπ ἀπωλείᾳ ζώντων, οὔτε κινεῖται πάθει ὀργῆς, οὔτε ἐπινοεῖ πρᾶγμα εἰς ἄμυναν, οὔτε ἀλλοιοῦται πρός τήν ἑκάστου ἀξίαν· ἀλλά πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησεν, ὑπό νόμῳ πνευματικῷ κρίνεσθαι προορίσας» . Κατά ταῦτα, λοιπόν, ἡ ἀνταπόδοση στήν κάθε πράξη ἐξαρτᾶται ἀπό τόν πνευματικό νόμο καί ὄχι ἀπό κάποια ἀλλαγή στόν Θεό. Εἶναι πολύ σημαντικό νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ γιά κάθε ἀνθρώπινη πράξη δέν ἔχει ὡς αἰτία της τή μεταβολή τῆς διαθέσεως τοῦ Θεοῦ πρός τά πλάσματά του. Αὐτή ἡ πάντοτε δίκαιη κρίση τοῦ Δικαίου Θεοῦ ἐκδηλώνεται μέσα ἀπό τή λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ἀνάλογα μέ τήν κάθε περίπτωση . Γι᾿ αὐτό σέ κάθε πρᾶγμα, ἐπακολουθεῖ ἡ πρέπουσα ἀνταπόδοση καί αὐτή, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Μᾶρκο, γίνεται κατά τρόπο φυσικό καί ὄχι ἐπινοητικό .


Πρέπει ὡστόσο νά ὑπογραμμισθεῖ ὅτι γενικά, τό ζήτημα τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ἄν δέν ἑρμηνευθεῖ σωστά, μπορεῖ νά δημιουργήσει ἐσφαλμένες καί ἀντορθόδοξες θέσεις καί θεωρίες. Μπορεῖ λ.χ. κάποιος νά ἐκλάβει τή λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου δικανικά, ὡς μία ἀποκατάσταση τῆς διασαλευθείσης ἁρμονίας διά τῆς ἁμαρτίας, ὁπότε θά ταυτισθεῖ μέ τή γνωστή δυτική κακοδοξία τοῦ Ἀνσέλμου Κατεμβουρίας, περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας Δικαιοσύνης. Ὅμως, ὁ πνευματικός νόμος ἑρμηνεύεται πάντοτε μέ βάση τίς ὀντολογικές προϋποθέσεις καί ὄχι αὐτονομημένα, χωρίς αὐτές. Κατά τοῦτο, ὁ πνευματικός νόμος δέν εἶναι μιά ἀποκατάσταση τῆς διασάλευσης κάποιας δικαιϊκῆς τάξεως, ἀλλά ἀποτελεῖ μιά ὑπενθύμιση τῆς ἐπαναγωγῆς τοῦ ἀνθρώπου στό «κατ᾿ εἰκόνα» καί πορείας πρός τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν». Εἶναι δηλαδή μέσον πρός τήν ἐπαναγωγή τοῦ ἀνθρώπου στήν ὀντολογία του, στή θεοεΐδειά του, μέ ἄλλα λόγια ἀποτελεῖ μέσον πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία του.

Εἶναι νόμος, ὅπως γράφει ἡ Σοφία Σολομῶντος, ὅτι «δι᾿ ὧν τις ἁμαρτάνει, διά τούτων κολάζεται» . Οἱ ἐπιφορές ἀκολουθοῦν τίς ἁμαρτίες, πλήν ὅμως, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος, κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς του διαπράττει πλῆθος καλῶν καί κακῶν πράξεων, ἀλλά καί λογισμῶν, οἱ ἐπιφορές δέν φαίνονται νά εἶναι ἴδιες μέ τίς αἰτίες τους. Ἀπό πνευματικῆς ἀπόψεως βεβαίως, οἱ ἐπιφορές ἐφαρμόζουν τή δικαιοσύνη, ὅπως καί πάλι ὑπογραμμίζει ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης . Αὐτό ἀνιχνεύεται στά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Βλέπουμε λ.χ. τήν ἀναφερόμενη ἀπό τόν Κύριο ἐκείνη περίπτωση τῶν ἀνθρώπων, πάνω στούς ὁποίους ἔπεσε ὁ πύργος τοῦ Σιλωάμ. Αὐτοί, ὅμως, δέν εἶχαν ρίξει κάποιο πύργο ἐπάνω σέ ἄλλους ἀνθρώπους. Ἐπίσης, ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι αἰχμαλωτίσθηκαν στή Βαβυλώνα, δέν εἶχαν διαπράξει τό ἴδιο σέ ἄλλους συνανθρώπους τους.


Τά ἀνωτέρω περιστατικά, πού δέν εἶναι τά μοναδικά, καταδεικνύουν ὅτι οἱ ἁμαρτάνοντες κατά ποικίλους τρόπους, τιμωροῦνται, σύμφωνα μέ τόν πνευματικό νόμο, στόν κατάλληλο καιρό καί μέ τόν ἁρμόδιο τρόπο. Ὅμως, ὁ τρόπος τῆς τιμωρίας δέν εἶναι σέ ὅλους ὁ ἴδιος, οὔτε ὁ καιρός, οὔτε ἐπίσης τιμωροῦνται μέ τά ἴδια μέσα, μέ τά ὁποῖα αὐτοί οἱ ἴδιοι ἁμάρτησαν. Τήν κατάλληλη ἀνταπόδοση, τόν τρόπο, τόν χρόνο καί τό μέσο τῆς ἀνταποδόσεως, γνωρίζει μόνο ὁ Θεός. Ἀκόμη, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Μᾶρκο τόν Ἐρημίτη, «πάσης συμβάσεως αἰτία ἐστίν οἱ ἑκάστου λογισμοί». Κάθε τι πού συμβαίνει ὡς ἀνταπόδοση στόν ἄνθρωπο ἔχει ὡς αἰτία ὄχι μόνο τίς πράξεις του, ἀλλά καί τίς βαθύτερες σκέψεις του, ἀφοῦ ὁ Παντογνώστης Θεός, ὁ «πάντων ἐπιστάμενος», γνωρίζει καί τούς λογισμούς τῶν ἀνθρώπων. Δέν μποροῦν νά πραγματοποιηθοῦν λόγοι καί πράξεις, ἄν δέν ἔχουν προηγηθεῖ οἱ λογισμοί. Πέραν αὐτῶν, ἐξετάζεται ἡ πρόθεση τῶν ἀνθρώπων. Κατά ταῦτα, ὅποιος ἔχει τήν πρόθεση νά πράξει κάτι, εἴτε καλό, εἴτε κακό, ἤδη τό ἔχει ἐκτελέσει μέ τό νοῦ του. Γι᾿ αὐτό καί λαμβάνει ἀπό τόν πνευματικό νόμο τήν ἐπάξια ἀνταπόδοση .


Λεκτέον ἀκόμη, ὅτι «οἱ πνευματικοί νόμοι πού ἔθεσε ὁ Θεός νά διέπουν τόν πνευματικό κόσμο, δέν ἔχουν σκοπό νά ἐμποδίζουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἐπιλογή τῆς ἁμαρτίας ἤ μέ τήν βία νά τόν ἐπαναφέρουν στήν εὐθεῖα ὁδό κάθε φορά πού ἐκκλίνει ἀπό αυτήν. Λειτουργοῦν κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά διατηροῦν καί περιφρουροῦν τό αὐτεξούσιό του καί νά τόν παιδεύουν πρός τό καλό χωρίς νά προσβάλουν καθόλου τήν ἐλευθερία του. Συγκεκριμένα, κάθε καλή πράξη που ἐπιλέγει ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἀποδίδει τόν δικό της καρπό. Κάθε φορά πού ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, ἐντελῶς φυσικά παραδίδεται στόν πνευματικό θάνατο , ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ὀδύνη καί τήν ἐξουθένωση. Βλέπει κανείς ἐδῶ ὅτι οἱ πνευματικοί νόμοι διαφυλάττουν τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου μέ τό νά τοῦ προσφέρουν αὐτό ἀκριβῶς πού ἐπιλέγει. Ἡ ὀδύνη καί ἡ ἐξουθένωση ἀποτελοῦν τήν φυσική ἀπόληξη τῆς ἁμαρτίας καί ὄχι τιμωρία, πού κατά δικανικό τρόπο κολάζει τήν κακή προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου. Ταυτόχρονα ἀποτελοῦν ἔμμεση προτροπή πρός μετάνοια, χωρίς νά ἀφαιροῦν ἀπό τόν ἄνθρωπο τό αὐτεξούσιο» . Εἶναι σημαντικό νά τονισθεῖ ὅτι οἱ πνευματικοί νόμοι εἶναι παιδωγία πρός σωτηρίαν καί λειτουργοῦν ἐν ἐλευθερίᾳ, δηλαδή μέ τήν ἐκούσια ἀποδοχή τους ἀπό μέρους τῶν πιστῶν ἀνθρώπων, μέ ταπεινοφροσύνη καί μετάνοια. Αὐτοί φυσικά σώζονται, ἀφοῦ δέχθηκαν τή λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου στή ζωή τους. Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι, πού ἁμαρτάνουν βαρέως καί κατά συνείδησιν, καί παρόλο πού δέχονται τήν παιδαγωγία τοῦ πνευματικοῦ νόμου μέ κάποια δοκιμασία, ἐπιφορά, ἀσθένεια κ.λπ. δέν μετανοοῦν, ἀλλά φυσιοῦνται, ἀλαζονεύονται καί τελικά χάνουν τή σωτηρία τους.


Συνοπτικά θά μποροῦσε νά κατατεθεῖ, ὅτι ὁ ὅρος «πνευματικός νόμος» δηλώνει ἀφ᾿ ἑνός μέν τόν Εὐαγγελικό νόμο καί τίς ἐντολές του, ἐπί τῇ βάσῃ τῶν ὁποίων κρίνεται κάθε ἀνθρώπινη πράξη καί λαμβάνει τήν δέουσα ἀνταπόδοση, ἀφ᾿ ἑτέρου, ὁ ὅρος «πνευματικός νόμος» δηλώνει τά πνευματικά ἐκεῖνα φαινόμενα, τά πάντοτε σχεδόν ἐπαναλαμβανόμενα, πού συμβαίνουν ἀνάλογα με τη στάση κάθε ἀνθρώπου πρός τίς ἐντολές. Ἔτσι, «ἀνάλογα μέ τήν ἐντολή πού τηρεῖται ἤ παραβαίνεται, παρατηρεῖται καί τό ἀντίστοιχο πνευματικό φαινόμενο. Τά φαινόμενα αὐτά ἀποτελοῦν τίς γενικές ἀρχές πού διέπουν τήν πνευματική ζωή. Μποροῦν νά παραλληλιστοῦν μέ τούς νόμους πού διέπουν τό φυσικό κόσμο. Ὅπως δηλαδή ἡ φύση διέπεται ἀπό φυσικούς νόμους, ἔτσι καί ὁ πνευματικός κόσμος διέπεται ἀπό πνευματικούς νόμους» . Ἔτσι, γίνεται κατανοητό ὅτι ἡ λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου δέν σημαίνει κατάργηση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ἤδη ἐλέχθη. Ὅταν λ.χ. ἕνας ἄνθρωπος περιπατεῖ δίπλα στόν γκρεμό, ἄν δέν προσέξει θά βρεθεῖ κάτω, μέ κίνδυνο νά χάσει τή ζωή του. Αὐτό θά εἶναι ἡ συνέπεια παραβιάσεως τοῦ φυσικοῦ νόμου. Τό αὐτό λαμβάνει χώρα καί στό πεδίο τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ἀλλά μέ μία διαφορά. Ἡ πτώση στό γκρεμό ἤ ἀπό κάποιο ὕψος, κατά τό νόμο τῆς βαρύτητος, εἶναι ἀναπόφευκτη ὡς συνέπεια παραβιάσεως τοῦ φυσικοῦ νόμου, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀπρόσωπος καί, θά λέγαμε, ἄκαμπτος. Οἱ πνευματικοί νόμοι, ὅμως, ἔχουν εὔσπλαγχνο καί φιλάνθρωπο χαρακτῆρα καί λειτουργοῦν κατά τό θέλημα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος «πάντας θέλει σωθῆναι». Ἔτσι, ἡ τιμωρία πού ἀκολουθεῖ τήν πτώση στήν ἁμαρτία, ἀπό τόν πνευματικό νόμο (ὅπως λ.χ. μιά ἀκούσια θλίψη) μπορεῖ νά προληφθεῖ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος σπεύσει σέ μετάνοια, ὁπότε αἴρεται καί ἡ ἐπιφορά.


Σύμφωνα μέ τά ἀνωτέρω ἐκτεθέντα, δέν θά πρέπει νά μᾶς ἐκπλήσσουν οἱ διάφορες καί μέ ποικίλους τρόπους ἐκδηλούμενες ἐπιφορές, δοκιμασίες κ.ἄ. πού λαμβάνουν χώρα μέσα στό πλαίσιο τῆς λειτουργίας τοῦ πνευματικοῦ νόμου (μέ τήν ἀνταπόδοση, θετικά ἤ ἀρνητικά), ὁ ὁποῖος παραβιάζεται ἀσυστόλως κατά τήν ζοφερά ἐποχή μας, ὅπου ἡ πολυσχιδής ἁμαρτία ἐξαπλώνεται ὡς λοιμική νόσος καί ἀφανίζει τά πάντα σέ ὅλα τά ἐπίπεδα.

________________________________________________

1.Ὁμιλία, εἰς Ματθ. 59, 3, PG 58, 1193.
2.Bλ. ἐνδεικτικά, Μάρκου τοῦ Ἐρημίτου, Περί νόμου πνευματικοῦ, PG 65, 905 Α, Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως 4, 23, PG 94, 1204, Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον 19, PG 90, 308B, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὀμιλία 3, PG 151, 36BC. Βλ. Ἀρχιμ. Παντελεήμωνος Καραλάζου, Ἡ λειτουργία τῶν πνευματικῶν νόμων στήν ἀσκητική γραμματεία τῆς Ἐκκλησίας (Διδακτορική Διατριβή), Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 8.
3.Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολήν 13, 2-3, PG 60, 510-511.
4.Ἀρχιμ. Π. Καραλάζου, ὅ.π. Ἡ λειτουγία τῶν πνευματικῶν νόμων, σελ. 9.
5.Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον 26, PG 90, 348B-D.
6.ὅ. π. 39, PG 90 393 A, Ἀρχιμ. Π. Καραλάζου ὅ.π. σελ. 9.
7.Eἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολήν, 13, 2, PG 60, 510
8.Ἐβρ. Β΄, 2.
9.Ὁ καθηγητής π. Γεώργιος Μεταλληνός σέ ὁμιλίες του ἔλεγε κάτι τό χαρακτηριστικό: «Ὁ Θεός ἀγαπᾶ ἀκόμη καί τόν διάβολο· ὁ διάβολος δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό»!
10.Σοφ. Σολ. 1, 13.
11.Συμβουλία νοός πρός τήν ἑαυτοῦ ψυχήν, PG 65, 1105 C.
12.Ἀρχιμ. Παντελεήμωνος Καραλάζου, Ἡ λειτουργία τῶν πνευματικῶν νόμων στήν ἀσκητική γραμματεία τῆς Ἐκκλησίας, σελ. 10.
13.ὅ. π., 1105 D.
14.Σοφ. Σολ. 11, 16.
15.Ἀντιβολή πρός Σχολαστικόν, PG 65, 1096 B.
16.Περί τῶν οἰομένων ἐξ ἔργων δικαιοῦσθαι, PG 65, 932D, 957Β, Βλ. Ἀρχιμ. Παντελεήμωνος Καραλάζου, μνημ. ἔργ. σελ. 59.
17.Μάρκου τοῦ Ἐρημίτου, Συμβουλία νοός πρός τήν ἑαυτοῦ ψυχήν, PG 65, 1105 D.
18.ὅ.π. Ἡ λειτουργία τῶν πνευματικῶν νόμων, σσ. 41-42.
19.ὅ.π. σελ. 19.

Κυριακή 5 Ιουνίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)


77897 2

γαπητοὶ  ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, μέσω τῆς ὁποίας διατρανώθηκε τὸ συνοδικὸ σύστημά της. Ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετωπίζει τὰ προβλήματά της μὲ τὴν Σύνοδο τῶν Ἱεραρχῶν, οἱ ὁποῖοι εἶναι οἱ κατεξοχὴν Διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων, ἀποφασίζουν βάσει τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ κινοῦνται μὲ τὴν φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι λειτουργεῖ τὸ συνοδικὸ σύστημα τῆς Ἐκκλησίας διὰ μέσου τῶν αἰώνων.

   Σημαντικὸς κανόνας ποὺ θέσπισε ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ὑπήρξε ἡ καθιέρωση τοῦ Πασχαλίου, ἡ Ἡμερομηνία, δηλαδή, ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Σύμφωνα μὲ τὸν κανόνα αὐτόν, τὸ Πάσχα κυμαίνεται ἀπὸ 23 Μαρτίου ἔως 25 Ἀπριλίου. Γιὰ κάποιους ἡ ὑπέρβαση ἀποτελεῖ ἐπουσιώδη διαφορά, δυστυχῶς.

    Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καταδίκασε τὴν αἵρεση τοῦ παράφρονα Ἀρείου. Ὁ Ἄρειος ἦταν ἕνας ταλαντοῦχος καὶ μορφωμένος κληρικός. Τί μποροῦν, ὅμως, νὰ προσφέρουν τὰ τάλαντα καὶ ἡ μόρφωση ὅταν δὲν ὑπάρχει ἡ κατάλληλη πνευματικὴ κατάσταση γιὰ νὰ ἀξιοποιηθοῦν; Ὁ Θεὸς μᾶς προικίζει μὲ τάλαντα, προκειμένου μέσω αὐτῶν νὰ ὁδηγηθοῦμε καὶ νὰ ὁδηγήσουμε ψυχὲς σὲ Ἐκεῖνον. Ὁ Ἄρειος, δυστυχῶς, τὰ χρησιμοποίησε γιὰ τὸ ἀτομικό του κέρδος. Ὄντας κληρικὸς τῆς Ἐπισκοπῆς Ἀλεξανδρείας, ποτέ του δὲν σεβάσθηκε, ποτέ του δὲν συμβουλεύθηκε τὸν Ἐπίσκοπό του, Ἅγιο Ἀλέξανδρο. Θεώρησε τὸν ἑαυτό του καλύτερο ἀπὸ ὅλους τοὺς ὑπολοίπους καὶ σχημάτισε πλάνες σχετικὲς μὲ τὴ Θεότητα τοῦ Χριστοῦ μας, τὶς ὁποῖες ἀργότερα κήρυξε δημόσια, παραβαίνοντας κάθε στοιχειώδη ἐκκλησιαστικὴ ἀρχή. Τὸ «μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε» ἐνσαρκώθηκε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀρείου. Ἡ Σύνοδος κινουμένη στὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης, τὸν ἀναθεμάτισε καθὼς ἦταν σεσηπὸς μέλος, μὲ στόχο τόσο τὴν προστασία τοῦ ποιμνίου, ὅσο καὶ τὴν δική του μετάνοια. Ἡ πνευματικὴ τύφλωσή του, ὡστόσο, δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ μετανοήσει. Τὸ τέλος του ἦταν φρικτό.

  Δυστυχῶς, τὸ παράδειγμα τοῦ Ἀρείου πολλοὺς δὲν κατάφερε νὰ τοὺς συνετίσει. Ἀμέτρητοι ἄνθρωποι φίλαρχοι, μὲ πολλὴ ἐγωισμό, μὲ ἔπαρση γιὰ τὴν μόρφωσή τους, ἄνθρωποι ποὺ πίστεψαν ὅτι εἶναι ἐξυπνώτεροι καὶ καλύτεροι ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους, ἀναδείχθηκαν αἱρετικοί. Οἱ διάφορες πλάνες ποὺ κήρυξαν ὑστερούσαν ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τὴν δυνατότητα νὰ σωθεῖ. Πολλὲς πληγὲς ὑπέστη ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ αὐτούς. Αὐτοί, δυστυχῶς, θὰ ὑπάρχουν ἔως τῆς συντελείας.

   τσι, λοιπὸν, μόλις τὸν περασμένο αἰώνα, ἄνθρωποι πλάνοι, προερχόμενοι ἀπὸ τὴν ὕπουλη Δύση καὶ κινούμενοι μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἐγκαινίασαν μία νέα μέθοδο προσβολῆς τοῦ Λόγου τῆς Ἀληθείας. Ἡ μέθοδος αὐτὴ εἶναι ἡ λεγόμενη «οἰκουμενικὴ κίνηση» ἡ ὁποία προωθεῖ διαχριστιανικοὺς διαλόγους μὲ κύριο στόχο τὴν ἐξίσωση ὅλων τῶν χριστιανικῶν κοινοτήτων. Τέτοιου εἴδους διάλογοι ὄχι καλὸ δὲν πρόκειται νὰ κάνουν, ὄχι μετάνοια στοὺς αἱρετικοὺς δὲν πρόκειται νὰ προξενήσουν, ἀντιθέτως, πολλὲς φορὲς ἀμβλύνουν καὶ αὐτὸ τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα ὥστε νὰ ἀποδέχεται διάφορες αἱρετικὲς δοξασίες. Πρὸς τί, λοιπόν, ἡ συμμετοχή; Ἕνας ἀληθινὸς Ὀρθόδοξος Χριστιανός, ἕνας Ἅγιος, πλημμυρισμένος ἀπὸ Φῶς Χριστοῦ, ἴσως νὰ μὴν χρειαζόταν καθόλου νὰ μιλήσει. Μόνο ἡ ὄψη του θὰ ἦταν ἰκανὴ νὰ προσελκύσει ἀνθρώπους στὴν σωτήρια ὁδὸ τῆς Ὀρθοδοξίας.

   δὼ θέλω νὰ σταθῶ, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί. Ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ἔχει καθῆκον νὰ λάμπει μὲ τὸ φωτεινό του παράδειγμα, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ὁ Ὁποῖος λέει: «μὲ τέτοιον τρόπο νὰ λάμψει τὸ φῶς σας ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νὰ δοῦν τὰ καλά σας ἔργα καὶ νὰ δοξάσουν τὸν Οὐράνιο Πατέρα». Ἐνδεχομένως, σήμερα νὰ λείπει αὐτὸ τὸ φωτεινὸ παράδειγμα. Ἀλήθεια, ἑμεῖς εἴμαστε Φῶς στὸν κόσμο; Ἀγαποῦμε; Συγχωροῦμε; Ἀγωνιζόμαστε νὰ κρατοῦμε τὴν πίστη μας; Τὴν ὁμολογοῦμε ὅταν οἱ καταστάσεις τὸ ζητοῦν, ἤ κωφεύουμε;

   σον ἀφορᾶ δὲ τὸ ζήτημα τῆς ὁμολογίας, αὐτή, ἐνδεχομένως, ἔχει παρερμηνευθεῖ. Ὁμολογοῦμε Χριστὸ ὄχι μόνο μὲ τὸ νὰ λέμε ἤ νὰ φωνάζουμε ὅτι εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ νὰ ζοῦμε ὡς Ὀρθόδοξοι, δηλαδὴ συνδυάζοντας ἀρμονικὰ τὴν ὀρθὴ καὶ ἀκέραιη πίστη μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. Ὁ Χριστὸς εἶπε νὰ μὴν ἀλλάξουμε ἰώτα ἕν, ἀλλὰ αυτὸ τὸ ἰώτα δὲν ἀφορᾶ μόνο τὴν πίστη, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀγάπη, τὴν συγχώρεση, τὴν νηστεία καὶ τόσα ἄλλα.

   σοι πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε τέκνα τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὀφείλουμε νὰ γίνουμε Φῶς. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἦταν Φῶς. Οὐδέποτε φέρθηκαν ἀναρχικά. Γνώριζαν νὰ κάνουν ὑπακοὴ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀρχή. Οὐδέποτε φέρθηκαν μὲ ἀσέβεια. Γνώριζαν νὰ τιμοῦν καὶ νὰ σέβονται πρωτίστως τὸν Θεὸ καὶ ἔπειτα τοὺς ἀνθρώπους ποὺ κλήθηκαν νὰ διακονήσουν. Οὐδέποτε φέρθηκαν ἰδιοτελῶς. Γνώριζαν νὰ θυσιάζονται ἀνὰ πάσα ὥρα καὶ στιγμὴ γιὰ τὴν δόξα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Ὑιοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰώνας. Ἀμήν.

Βοήθεια μας οἱ Ἅγιοι Πατέρες!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2022

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ( Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ)





«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» εἶναι οἱ θλίψεις καί τά βάσανα τῆς γήινης ζωῆςπού γιά τόν καθέναμας εἶναι δικά του. «Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί ἄλλα εὐλαβῆ κατορθώματα, μέ τά ὁποῖα ταπεινώνεται ἡ σάρκα καί ὑποτάσσεται στό πνεῦμα. Τά κατορθώματα αὐτά πρέπει νά εἶναι ἀνάλογα μέ τίς δυνάμεις τοῦ καθενός καί στόν κάθε ἄνθρωπο εἶναι δικά του.

«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» εἶναι τά ἁμαρτωλά ἀσθενήματαἤ πάθηπού – στόν κάθε ἄνθρωπο –εἶναι δικά τουΜέ ἄλλα ἀπ᾽ αὐτά τά πάθη γεννιόμαστε καί μ᾽ ἄλλα μολυνόμαστε στήν πορεία τοῦ γήινου βίου μας.

«Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ» εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Μάταιος καί ἄκαρπος εἶναι «ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» – ὅσο βαρύς καί ἄν εἶναι – ἐάν δέν μεταμορφωθεῖ σέ «Σταυρό τοῦ Χριστοῦ» μέ τό ν᾽ ἀκολουθοῦμε τόν Χριστό.

«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου», γιά τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ γίνεται «Σταυρός τοῦ Χριστοῦ», γιατί ὁμαθητής τοῦ Χριστοῦ εἶναι στερρά πεπεισμένοςὅτι πάνω ἀπ᾽ αὐτόν (τόν μαθητήἀγρυπνάει ἀκοίμητος ὁΧριστόςΠιστεύει ὅτι ὁ Χριστός ἐπιτρέπει νά τοῦ ἔρθουν θλίψεις σάν μιά ἀναγκαία καί ἀναπόφευκτη προϋπόθεση τῆς Χριστιανικῆς πίστεως. Καμιά θλίψη δέν θά τόν πλησίαζε, ἄν δέν τό εἶχε ἐπιτρέψει ὁ Χριστός, καί ὅτι μέ τίς θλίψεις πού τοῦ συμβαίνουν, ὁ Χριστιανός γίνεται οἰκεῖος τοῦ Χριστοῦ καί καθίσταται κοινωνός τῆς μοίρας Του στή γῆ καί – γιά τόν λόγο αὐτό – καί στόν οὐρανό.

«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» γίνεται γιά τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ «Σταυρός τοῦ Χριστοῦ», γιατί ὁἀληθινός μαθητής Του σέβεται καί θεωρεῖ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ σάν τόν μόνο σκοπό τῆς ζωῆςτου. Αὐτές οἱ πανίερες ἐντολές γίνονται γι᾽ αὐτόν σταυρός, πάνω στόν ὁποῖο συνεχῶς σταυρώνει τόν παλαιό του ἄνθρωπο «σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» του (Γαλ. ε’ 24).

Ἀπ᾽ αὐτά εἶναι φανερό γιατίγιά νά λάβουμε τόν σταυρό μαςεἶναι ἀνάγκη ν᾽ ἀπαρνηθοῦμεπροηγουμένως τόν ἑαυτό μας μέχρι καί ν᾽ ἀπολέσουμε ἀκόμα καί τή ζωή μαςΤόσο βαθιά καί τόσο πολύ ἔχει συνηθίσει στήν ἁμαρτία καί οἰκειώθηκε σ᾽ αὐτήν ἡ πεσμένη στήν ἁμαρτία φύση μας, πού ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν παύει νά ἀποκαλεῖ αὐτή τή φύση ψυχή τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου.

Γιά νά δεχτοῦμε τόν σταυρό στούς ὤμους μαςπρέπει πρῶτα νά πάψουμε νά ἱκανοποιοῦμε τό σῶμα στίςἰδιότροπές του ἐπιθυμίες παρέχοντάς του μονάχα ὅ,τι εἶναι ἀναγκαῖο γιά τήν ὕπαρξή τουΠρέπει νά ἀναγνωρίσουμε ὅτι ἡ ἀλήθειά μας εἶναι ἕνα σκληρότατο ψέμα μπροστά στόν Θεό καί ἡ λογική μας εἶναι μιά τέλεια ἀνοησία. Τέλος: ἀφοῦ παραδοθοῦμε στόν Θεό μ᾽ ὅλη τή δύναμη τῆς πίστης μας καί ριχτοῦμε στή μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου, πρέπει νά ἀπαρνηθοῦμε τό δικό μας θέλημα.

Ὅποιος πραγμάτωσε μιά τέτοια ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ του εἶναι ἱκανός νά λάβει τόν σταυρό τουΑὐτός μέ ὑπακοή καί ὑποταγή στόν Θεό καί ἐπικαλούμενος τή βοήθειά Του γιά νά ἐνισχυθεῖ ἔναντι τῆς ἀδυναμίας του, ἀτενίζει δίχως φόβο καί ἀμηχανία τή θλίψι πού προσεγγίζει. Ὅποιος ἀπαρνήθηκε τόν ἑαυτό του προετοιμάζεται μεγαλόψυχα καί γενναῖα νά τήν ὑπομείνει, ἐλπίζει ὅτι μέσω αὐτῆς τῆς θλίψεως θά γίνει κοινωνός καί συμμέτοχος τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ καί φτάνει τή μυστική ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι μόνο μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του, ἀλλά καί μέ τήν ἴδια τήν πράξη, τήν ἴδια τή ζωή του.

Ὁ σταυρός εἶναι καί παραμένει βαρύς καί καταθλιπτικόςἐνόσω παραμένει ὁ σταυρός μαςὍταν ὅμως μεταμορφωθεῖ σέ Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, τότε γίνεται ἀσυνήθιστα ἐλαφρός. «Ὁ ζυγός μου», εἶπε ὁ Κύριος, «χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν» (Ματθ. ια’ 30).

Ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ λαμβάνει τόν σταυρό στούς ὤμους τουὅταν παραδέχεται πώς εἶναι ἄξιος τῶνθλίψεων πού ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ τοῦ καταπέμπειὉ μαθητής τοῦ Χριστοῦ τότε φέρει καί ὑπομένει τόν σταυρό του σωστά, ὅταν ἀναγνωρίζει ὅτι οἱ θλίψεις πού τοῦ στάλθηκαν εἶναι ἀκριβῶς -αὐτές καί ὄχι ἄλλες- εἶναι ἀναγκαῖες γιά τήν ἐν Χριστῷ μόρφωσή του καί τή σωτηρία του. Τότε φέρουμε καρτερικά τόν σταυρό μας, ὅταν ἀληθινά ἀντιλαμβανόμαστε καί ἀνα γνωρίζουμε τό ἁμάρτημά μας. Σ᾽ αὐτή τή συναίσθηση τοῦ ἁμαρτήματός μας δέν ὑπάρχει καμιά αὐταπάτη. Ὡστόσο, ὅποιος παραδέχεται τόν ἑαυτό του ἁμαρτωλό καί ταυτόχρονα γογγύζει καί μοιρολογάει ἀπό τό ὕψος τοῦ σταυροῦ του, ἀποδεικνύει μ᾽ αὐτό ὅτι μέ τό νά παραδέχεται τήν ἁμαρτία του ἐπιφανειακά, κολακεύει μονάχα τόν ἑαυτόν του καί τόν ξεγελᾶ.

Τό νά ὑπομένουμε καρτερικά τόν σταυρό μας ἀποτελεῖ ἀληθινή μετάνοιαἘσύ, ἀδελφέ, πού εἶσαι σταυρωμένος στόν σταυρό, ἐξομολογήσου στόν Κύριο μέσα στή δικαιοσύνη καί τή χρηστότητα τῶν κριμάτων Του. Μέ τήν αὐτοκατάκριση δικαίωσε τήν κρίση τοῦ Θεοῦ καί θά λάβεις ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν σου.

Ἐσύπού εἶσαι σταυρωμένος στόν σταυρόγνώρισε τόν Χριστό – καί θά σοῦ ἀνοιχτεῖ ἡ πύλη τοῦΠαραδείσουἈπό τόν σταυρό σου δοξολόγησε τόν Κύριο, ἀποκρούοντας ἀπό τόν ἑαυτό σου κάθε λογισμό μεμψιμοιρίας καί γογγυσμοῦ, ἀπορρίπτοντάς τον σάν ἔγκλημα καί σάν βλασφημία ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τήν κορυφή τοῦ σταυροῦ σου εὐχαρίστησε τόν Κύριο γιά τήν ἀνεκτίμητη δωρεά – γιά τόν σταυρό σου. Εὐχαρίστησε γιά τό πολύτιμο προνόμιό σου, τό προνόμιο νά μιμεῖσαι τόν Χριστό μέ τά βάσανα καί τό μαρτύριό σου.

Ἀπό τό σταυρόὅπου εἶσαι σταυρωμένοςθεολόγησεγιατί ὁ σταυρός εἶναι τό ἀληθινό καί μόνο σχολεῖο,φυλακτήριο καί ἁγία τράπεζα τῆς ἀληθινῆς Θεολογίας.

Ἔξω ἀπό τόν σταυρόδίχως τόν σταυρόδέν ὑπάρχει ζῶσα γνώση ΧριστοῦΜή ἀναζητᾶς τή Χριστιανική τελείωση στίς ἀνθρώπινες ἀρετές. Ἐκεῖ δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ τελείωση. Αὐτή εἶναι κρυμμένη στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου μετατρέπεται σέ Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ φέρει τόν σταυρό του μέ ἐνεργό τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του, ἡ ὁποία ἔχει ἀνάγκη κολασμοῦ.
Φέρνει κανείς τό σταυρό τουὅταν σηκώνει τόν σταυρό του μέ εὐχαριστία πρός τόν Χριστό καί μέδοξολόγησή ΤουΣάν ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς δοξολογίας καί εὐχαριστίας μέσα στόν βασανισμένο ἄνθρωποἐμφανίζεται ἡ πνευματική παρηγοριάἩ εὐχαριστία καί ἡ δοξολογία αὐτή γίνονται πλουσιώτατη πηγή ἀσύλληπτης καί αἰώνιας χαρᾶς, πού ξεπηδάει μέ χάρη ἀπό τήν καρδιά, ξεχύνεται στήν ψυχή καί στό ἴδιο τό σῶμα.

Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦμονάχα στήν ἐξωτερική του ὄψηγιά τούς σαρκικούς ὀφθαλμούςεἶναι πεδίο καίχῶρος σκληρός καί δύσκολοςΓιά τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ, πού Τόν ἀκολουθεῖ, ὁ σταυρός εἶναι πεδίο καί χῶρος ὑψίστης πνευματικῆς ἡδονῆς καί ἀπολαύσεως. Τόσο μεγάλη εἶναι αὐτή ἡ ἡδονή καί ἀπόλαυση, ὥστε ἡ θλίψη πνίγεται καί σβήνει ὁλότελα ἀπό τήν ἀπόλαυση. Καί ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ, πού τόν ἀκολουθεῖ, αἰσθάνεται μονάχα ἡδονή τήν ὥρα πού βρίσκεται ἀνάμεσα στά πιό σκληρά βάσανα. Ἔλεγε ἡ νεαρή Μαύρα στόν νεαρό σύζυγό της Τιμόθεο, ὁ ὁποῖος ὑπέμενε φοβερά βασανιστήρια καί πόνους καί τήν καλοῦσε νά δεχτεῖ καί ἐκείνη τό μαρτύριο: «Φοβοῦμαι, ἀδελφέ μου, μήπως τρομάξω, ὅταν θά δῶ τά φοβερά βασανιστήρια καί τόν ἐξοργισμένο ἡγεμόνα, μήπως ἀποκάμω σέ καρτερία καί ὑποκύψω ἐξαιτίας τῆς νεανικῆς μου ἡλικίας». Ὁ μάρτυρας Τιμόθεος τῆς ἀπάντησε τότε: «Ἔλπιζε στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό καί τά βασανιστήρια θά εἶναι γιά σένα λάδι, πού ξεχύνεται ἀπάνω στό σῶμα σου καί πνεῦμα δρόσου στά κόκκαλά σου, πού θά ἀνακουφίζει ὅλες σου τίς ἀσθένειες».

Ὁ Σταυρός εἶναι ἡ ἰσχύς καί ἡ δόξα ὅλων τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος ἉγίωνὉ Σταυρός εἶναι ἰατήρας τῶν παθῶν, ἐξολοθρευτής τῶν δαιμόνων. Θανάσιμος εἶναι ὁ σταυρός γιά ἐκείνους, πού τόν σταυρό τους δέν τόν μεταμόρφωσαν σέ Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού ἀπό τόν σταυρό τους γογγύζουν κατά τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ. Σταυρός εἶναι γιά ἐκείνους πού τόν μέμφονται καί τόν βλασφημοῦν καί παραδίδονται στήν ἀπελπισία καί τήν ἀπόγνωση.
Οἱ ἁμαρτωλοίπού δέν ἐξομολογοῦνται καί δέν μετανοοῦνπεθαίνουν πάνω στόν σταυρό τους μέ θάνατοαἰώνιοΜέ τό νά μήν ὑπομένουν καρτερικά ἀποστεροῦνται τήν ἀληθινή ζωή, τή ζωή μέσα στόν Θεό. Τούς ἀποκαθηλώνουν ἀπό τόν σταυρό τους, γιά νά κατέβουν σάν ψυχές στόν αἰώνιο τάφο.

Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἀνυψώνει ἀπό τή γῆ τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ πού ‘ναι σταυρωμένος ἀπάνω του.Ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ, πού ‘ναι σταυρωμένος πάνω στό σταυρό του, φρονεῖ τά ἄνω, μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά του ζεῖ στόν οὐρανό καί καθορᾶ τά μυστήρια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν. «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν», εἶπε ὁ Κύριος, «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι».

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

ΒΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ

 

Μια νύχτα κάποιος άνθρωπος είδε ένα όνειρο. Ονειρεύτηκε πως περπατούσε στην ακρογιαλιά με τον Θεό.

Στον ουρανό άστραψαν σκηνές από τη ζωή του. Σε κάθε σκηνή έβλεπε δύο ζευγάρια πατημασιές πάνω στην άμμο.

Το ένα άνηκε σε αυτόν και το άλλο στον Θεό. Όταν και η τελευταία σκηνή της ζωής του έλαμψε μπροστά του, κοίταξε πίσω στις πατημασιές στην άμμο.

Παρατήρησε πως πολλές φορές στο δρόμο της ζωής του, υπήρχε μόνο ένα ζευγάρι πατημασιές. Ακόμη πως αυτό κι αν συνέβαινε στις πιο δύσκολες και θλιμμένες του στιγμές.

Αυτό πραγματικά τον πείραξε και ρώτησε τον Θεό: Θεέ μου, όταν αποφάσισα να σε ακολουθήσω, είπες πως θα βαδίζουμε μαζί αυτόν τον δρόμο, αλλά παρατήρησα πως στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου, υπάρχει μόνο ένα ζευγάρι πατημασιές…;

Δεν καταλαβαίνω! Γιατί όταν σε χρειαζόμουν πολύ, εσύ με άφηνες; Και ο Θεός απάντησε: «Πολυάκριβό μου παιδί, σε αγαπώ και δεν σε άφησα ποτέ! Στις στιγμές της δοκιμασίας και του πόνου, που βλέπεις ένα μόνο ζευγάρι πατημασιές, σε κρατούσα στην αγκαλιά μου».

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2022

Λόγος εἰς τά Ἅγια Φῶτα (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου)


Αποτέλεσμα εικόνας για Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου
Μέ τήν γέννησιν λοιπόν ἔχομεν προεορτάσει τά πρέποντα καί ἐγώ ὁ ὁποῖος προεξάρχω εἰς τήν ἑορτήν καί σεῖς καί ὅλα τά ἐγκόσμια καί τά ὑπερκόσμια ὄντα. Ἔχομεν τρέξει μαζί μέ τόν ἀστέρα καί ἔχομεν προσκυνήσει μαζί μέ τούς μάγους, (Ματθ. 2, 10), ἔχομεν φωτισθῆ μαζί μέ τούς ποιμένας (Λουκ. 2, 7) καί ἔχομεν δοξάσει μαζί μέ τούς ἀγγέλους, τόν ἔχομεν δεχθῆ εἰς τάς ἀγκάλας μας μαζί μέ τόν Συμεών (Λουκ. 2, 13 ἑ). Καί τόν ἔχομεν δοξολογήσει μαζί μέ τήν ἀξιοσέβαστον καί σώφρονα ἐκείνην Ἄννα (Λουκᾶ. 2, 36 ἑ ). Καί ὀφείλεται εὐγνωμοσύνη εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἦλθε κατά τρόπον ξένον πρός τήν φύσιν του εἰς τόν ἰδικόν του τόπον, διότι ἐδόξασε τόν ξένον. Τώρα δέ πρόκειται δι᾿ ἄλλην πρᾶξιν τοῦ Χριστοῦ καί δι᾿ ἄλλο μυστήριον.
Δέν ἠμπορῶ νά συγκρατήσω τήν χαράν μου. Νιώθω νά γεμίζω ἀπό Θεόν. Λίγο ἀκόμη καί θά ἀρχίσω νά κηρύσσω τήν εὐχάριστον ἀγγελίαν, ὅπως ὁ Ἰωάννης, ἔστω καί ἄν δέν εἶμαι πρόδρομος, πάντως θά τό κάμω ἀπό τήν ἐρημίαν. Ὁ Χριστός φωτίζεται, ἄς φωτισθῶμεν μαζί του.

 Ὁ Χριστός βαπτίζεται, ἄς κατέβωμεν μαζί του (εἰς τόν ποταμόν) διά νά ἀνέβωμεν καί μαζί του. Ὁ Ἰησοῦς βαπτίζεται. Θά πρέπει νά προσέξωμεν μόνον τό βάπτισμα ἤ καί ὅλα τά ἄλλα; Δηλαδή ποῖος ἦτο, ἀπό ποῖον ἐβαπτίσθη καί πότε ἐβαπτίσθη; Ὅτι ἦτο καθαρός, ὅτι ἐβαπτίσθη ἀπό τόν Ἰωάννην καί ὅτι μετά ἤρχισε τά θαύματα; Διά νά μάθωμεν τί καί διά νά διαπαιδαγωγηθῶμεν εἰς τί; Ὅτι α) πρέπει νά καθαριζώμεθα προηγουμένως, β) νά εἴμεθα ταπεινόφρονες καί γ) νά κηρύσσωμεν μόνον ὅταν εἴμεθα ὁλοκληρωμένοι κατά τήν πνευματικήν καί σωματικήν ἡλικίαν. Τό πρῶτον (πρέπει νά τό εἴπωμεν) πρός ἐκείνους οἱ ὁποῖοι σκοπεύουν νά βαπτισθοῦν, ἐνῶ δέν ἔχουν προηγουμένως προετοιμασθῆ καί ἐνῶ δέν παρέχουν ἐγγυήσεις μέ τήν συνήθειάν των νά πράττουν τό καλόν, ὅτι ἡ λύτρωσίς των θά παραμείνῃ σταθερά. Διότι ἐάν τό χάρισμα (διότι πράγματι εἶναι χάρισμα) παρέχει ἄφεσιν τῶν παρελθόντων, τότε εἶναι περισσότερον ταιριαστόν πρός τήν εὐσέβειαν τό νά μήν ξαναγυρίσωμεν εἰς ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχομεν ἐμέσει. Τό δεύτερον ἀναφέρεται εἰς εκείνους οἱ ὁποῖοι ὑπερηφανεύονται ἔναντι τῶν ἱερέων, ἄν εἶναι κάπως ἀνώτεροι ἀπό αὐτούς. Τό τρίτον δέ πρός ἐκείνους οἱ ὁποῖοι βασίζονται εἰς τόν νεανικόν των ἐνθουσιασμόν καί νομίζουν ὅτι ἡ κάθε περίστασις εἶναι κατάλληλος διά διδασκαλίαν ἤ κατάληψιν τῆς πρωτοκαθεδρίας.

Ὁ Ἰησοῦς ὑποβάλλεται εἰς κάθαρσιν καί σύ τήν περιφρονεῖς; (Καθαρίζεται) ὑπό τοῦ Ἰωάννου, καί σύ ἐπαναστατεῖς ἐναντίον τοῦ κήρυκός σου; Καθαρίζεται ὅταν εἶναι ἤδη τριάκοντα ἐτῶν, καί σύ προτοῦ κἄν βγάλῃς γένεια διδάσκεις τούς γέροντας ἤ τοὐλάχιστον νομίζεις ὅτι τούς διδάσκεις, ἐνῷ οὔτε ἡ ἡλικία οὔτε καί, ἐνδεχομένως, ἡ συμπεριφορά σου σέ κάνουν ἄξιον σεβασμοῦ; Εἰς τήν περίπτωσιν αὐτήν δέ ἔρχονται εἰς τήν γλῶσσαν τά παραδείγματα τοῦ Δανιήλ καί τῶν ἄλλων νέων κριτῶν, ἐπειδή καθένας ὁ ὁποῖος ἀδικεῖ, εὔκολα βρίσκει δικαιολογίας. Δέν ἀποτελεῖ ὅμως νόμον τῆς Ἐκκλησίας ἐκεῖνο τό ὁποῖον εἶναι κάτι σπάνιον, ὅπως τήν ἄνοιξιν δέν τήν φέρει ἕνα μόνον χελιδόνι, ὅπως δέν κάνει καί μία μόνον γραμμή τόν γεωμέτρην, ἤ ἕνα μόνον ταξίδι τόν ναυτικόν.

Ὁ Ἰωάννης ὅμως βαπτίζει καί ἔρχεται νά βαπτισθῇ ὁ Ἰησοῦς, διά νά ἁγιάσῃ μέν ἐνδεχομένως καί τόν βαπτιστήν, ὅπως εἶναι δέ καταφανές, διά νά θάψῃ μέσα εἰς τό ὕδωρ ὅλον τόν παλαιόν Ἀδάμ καί νά ἁγιάσῃ πρίν ἀπ᾿ αὐτούς καί χάριν αὐτῶν τόν Ἰορδάνην. Ὅπως δέ ὁ ἴδιος ἦταν πνεῦμα καί σάρξ, ἔτσι δίδει τήν πνευματικήν ὁλοκλήρωσιν μέ Πνεῦμα καί ὕδωρ. Ὁ βαπτιστής δέν δέχεται καί ὁ Ἰησοῦς ἀγωνίζεται (νά τόν πείσῃ). «Ἐγώ ἔχω ἀνάγκην νά βαπτισθῶ ἀπό σένα» λέγει ὁ λύχνος εἰς τόν Ἥλιον, ἡ φωνή εἰς τόν Λόγον, ὁ φίλος εἰς τόν Νυμφίον, ὁ ἀνώτερος ἀπό κάθε ἄλλο γέννημα γυναικός (Ματθ. 11, 11) εἰς τόν Πρωτότοκον ὁλοκλήρου τῆς δημιουργίας (Κολ. 1, 15), ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐσκίρτησεν ἐνῶ εὑρίσκετο μέσα εἰς τήν κοιλίαν εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἐπροσκυνήθη μέσα εἰς τήν κοιλίαν, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος προέτρεξε καί ὁ ὁποῖος θά προτρέξῃ εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἐφάνη καί θά φανῇ. «Ἐγώ ἔχω ἀνάγκην νά βαπτισθῶ ἀπό σένα» - πρόσθεσε καί «δι᾿ ἐσέ» (διότι ἐγνώριζεν ὅτι ἐπρόκειτο νά βαπτισθῇ μέ τό μαρτύριον) ἤ, ὅπως ὁ Πέτρος, τό ὅτι θά καθαρίσῃς ὄχι μόνον τούς πόδας - «καί σύ ἔρχεσαι πρός ἐμέ; » (Ματθ. 3, 14). Καί τοῦτο εἶναι προφητικόν. Διότι ἐγνώριζεν ὅτι ὅπως μετά τόν Ἡρώδην ἐπρόκειτο νά καταληφθῇ ἀπό μανίαν ὁ Πιλᾶτος, ἔτσι καί μετά ἀπ᾿ αὐτόν, ὁ ὁποῖος θά ἔφευγε προηγουμένως, θά ἀκολουθοῦσε ὁ Ἰησοῦς. Τί δέ λέγει ὁ Ἰησοῦς; «Ἄφησε τώρα τάς ἀντιρρήσεις» (Ματθ. 3, 15), διότι αὐτό ἀπαιτοῦσε τό θεῖον σχέδιον. Διότι ἐγνώριζεν ὅτι μετ᾿ ὀλίγον ἐπρόκειτο νά βαπτίσῃ αὐτός τόν βαπτιστήν. Τί δέ εἶναι τό φτυάρι (Ματθ. 3, 12); Ἡ κάθαρσις. Τί εἶναι δέ τό πῦρ (Ματθ. 3, 10); Τό κάψιμον κάθε ἀνοήτου πράγματος καί ἡ ἀναζωπύρωσις τοῦ πνεύματος. Τί εἶναι δέ ἡ ἀξίνη; Τό κόψιμον τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία, ἀφοῦ ἔχει γεμίσει μέ ἀκαθαρσίας, ἔχει καταστῆ ἀθεράπευτος. Τί εἶναι δέ ἡ μάχαιρα (Ματθ. 10, 34); Ἡ τομή τήν ὁποίαν κάνει ὁ Λόγος καί ἡ ὁποία ξεχωρίζει τό κακόν ἀπό τό καλόν καί τόν πιστόν ἀπό τόν ἄπιστον καί ἡ ὁποία κάνει τόν υἱόν καί τήν θυγατέρα καί τήν νύμφην νά ἐπαναστατοῦν κατά τοῦ πατρός καί τῆς μητρός καί τῆς πενθερᾶς (Ματθ. 10, 35), καί τά νέα καί πρόσφατα (νά ἐπαναστατοῦν) κατά τῶν παλαιῶν τά ὁποῖα εἶναι σκιώδη. Τί εἶναι δέ τό κορδόνι τοῦ ὑποδήματος (Ματθ. 3, 11), τό ὁποῖον δέν ἠμπορεῖς νά λύσῃς σύ ὁ ὁποῖος βαπτίζεις τόν Ἰησοῦν, ὁ ὁποῖος ἔζησες εἰς τήν ἐρημίαν μέ νηστείαν, ὁ νέος Ἠλίας, ὁ ὁποῖος εἶσαι κάτι ἀνώτερον καί ἀπό προφήτην (Ματθ. 11, 9), ἐφόσον εἶδες καί ἐκεῖνον τόν ὁποῖον εἶχες προφητεύσει καί ὁ ὁποῖος συνδέεις τήν Παλαιάν μέ τήν Καινήν Διαθήκην; Τί εἶναι τοῦτο; Ἐνδεχομένως ὁ λόγος περί τῆς ἐλεύσεως εἰς τήν γῆν καί περί τῆς σαρκός, τοῦ ὁποίου καί τό ἐλάχιστον ἀκόμη τμῆμα εἶναι ἀδύνατον νά γίνῃ κατανοητόν, ὄχι μόνον εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀκόμη σαρκικόν φρόνημα καί εἶναι ἀκόμη νήπια εἰς τόν Χριστιανισμόν, ἀλλά καί εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι διαθέτουν τό Πνεῦμα τοῦ Ἰωάννου.

Ἀλλά καί ἀνεβαίνει ἀπό τό ὕδωρ ὁ Ἰησοῦς. Ἀνεβάζει δέ μαζί του καί τόν κόσμον καί βλέπει νά σχίζωνται οἱ οὐρανοί, τούς ὁποίους ὁ Ἀδάμ εἶχε κλείσει διά τόν ἑαυτόν του καί διά τούς ἀπογόνους του, ὅπως εἶχε κλείσει καί μέ τήν μάχαιραν τοῦ πυρός τόν Παράδεισον (Γεν. 3, 24). Καί τό Πνεῦμα μαρτυρεῖ τήν Θεότητα (διότι τό ὅμοιον σπεύδει πρός τό ὅμοιον) καί ἡ φωνή ἀπό τούς οὐρανούς (Ματθ. 3, 17) (διότι ἀπ᾿ ἐκεῖ προερχόταν ἐκεῖνος διά τόν ὁποῖον ἐδίδετο ἡ μαρτυρία). Ἐμφανίζεται δέ ὡσάν περιστέρι (Λουκ. 3, 22) (διότι τιμᾷ τό σῶμα, ἀφοῦ καί αὐτό γίνεται Θεός μέ τήν θέωσιν, ὅταν αὐτή θεωρῆται ἀπό τήν πλευράν τοῦ σώματος) καί λόγῳ τοῦ ὅτι εἶναι ἀπό πολύ παλαιά συνηθισμένο νά φέρῃ τήν εὐχάριστον ἀγγελίαν τῆς παύσεως τοῦ κατακλυσμοῦ τό περιστέρι (Γεν. 8, 10 ἑ). Ἐάν δέ κρίνῃς τήν θεότητα μέ ὄγκους καί μέ σταθμά, καί διά τόν λόγον αὐτόν σοῦ φαίνεται μικρόν τό Πνεῦμα, ἐπειδή παρουσιάζεται μέ μορφήν περιστεριοῦ, ὦ ἀνόητε καί μικρόψυχε διά τά πιό μεγάλα, εἶναι καιρός νά δυσφημίσῃς καί τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή παρομοιάζεται μέ ἕνα σπειρί ἀπό σινάπι (Ματθ. 13, 31 ἑ), καί νά ὑπερυψώνῃς τόν διάβολον πιό πολύ ἀπό τήν μεγαλειότητα τοῦ Ἰησοῦ, ἐπειδή αὐτός μέν ὀνομάζεται βουνό μέγα (Ζαχ. 4, 7) καί Λεβιάθαν καί βασιλεύς ὅσων εὑρίσκονται εἰς τά ὕδατα ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς ὀνομάζεται ἀρνίον (Ἰω. 1, 29) καί μαργαρίτης (Ματθ. 13, 46) καί σταγών καί ἄλλα παρόμοια.

Ἐπειδή δέ σήμερα πανηγυρίζομεν τό βάπτισμα καί πρέπει νά κακοπαθήσωμεν ὀλίγον πρός χάριν ἐκείνου ὁ ὁποῖος πρός χάριν μας ἔγινεν ὅπως ἐμεῖς καί ἐβαπτίσθη καί ἐσταυρώθη, ἄς ἐξετάσωμεν φιλοσοφικά κάτι σχετικόν μέ τήν διαφοράν τῶν βαπτισμάτων, διά νά φύγωμεν ἀπ᾿ ἐδῶ καθαρισμένοι. Ὁ Μωϋσῆς ἐβάπτισεν εἰς τό ὕδωρ καί πρίν ἀπ᾿ αὐτό εἰς τήν νεφέλην καί εἰς τήν θάλασσαν (Ἐξ. 14, 23). Αὐτό δέ ἀποτελοῦσε σύμβολον, ὅπως πιστεύει καί ὁ Παῦλος. Ἡ θάλασσα τοῦ νεροῦ, ἡ νεφέλη τοῦ Πνεύματος, τό μάννα τοῦ ἄρτου τῆς ζωῆς, καί τό ὕδωρ, τό ὁποῖον ἔπιναν, τοῦ οὐρανίου ποτοῦ (Α´ Κορ. 10, 1 ἑ). Καί ὁ Ἰωάννης ἐβάπτισεν, ἀλλά ὄχι τελείως ἰουδαϊκά, ἐπειδή δέν ἐβάπτισεν μόνον εἰς τό ὕδωρ ἀλλά καί εἰς τήν μετάνοιαν. Ὄχι ὅμως καί ὁλότελα πνευματικά, ἐπειδή δέν προσθέτει καί τό «εἰς τό Πνεῦμα». Βαπτίζει καί ὁ Ἰησοῦς, ἀλλά εἰς τό Πνεῦμα. Αὐτό εἶναι ἡ τελειότης. Καί πῶς δέν εἶναι Θεός, διά νά γίνω καί λίγο παράτολμος, ἐκεῖνος ἀπό τόν ὁποῖον θά γίνῃς καί σύ Θεός; Γνωρίζω καί τέταρτον βάπτισμα, τό βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου καί τοῦ αἵματος, εἰς τό ὁποῖον ἐβαπτίσθη καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, καί τό ὁποῖον εἶναι πολύ πιό ἀξιοσέβαστον ἀπό τά ἄλλα, καθόσον δέν μολύνεται ἀπό μεταγενέστερα ἁμαρτήματα. Γνωρίζω καί πέμπτον ἀκόμη, τό βάπτισμα τῶν δακρύων, τό ὁποῖον εἶναι ἀκόμη πιό ἐπίπονον, ὅπως «ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος βρέχει κάθε νύκτα τό κρεββάτι καί τά στρώματά του μέ δάκρυα» (Ψαλ. 6, 7), τοῦ ὁποίου «αἱ πληγαί τῆς κακίας μυρίζουν ἄσχημα καί ἔχουν σαπίσει» (Ψαλ. 37, 6), ὁ ὁποῖος «πενθεῖ καί βαδίζει μέ σκυμμένο κεφάλι» (Αὐτόθι 7) καί ὁ ὁποῖος μιμεῖται τήν ἐπιστροφήν τοῦ Μανασσῆ καί τήν ταπείνωσιν τῶν κατοίκων τῆς Νινευΐ, ἡ ὁποία τούς ἐξησφάλισε τήν συγχώρησιν ( Ἰων. 3, 5), ὁ ὁποῖος, ἀκόμη, λέγει αὐτά τά ὁποῖα εἶπεν ὁ τελώνης εἰς τόν ναόν καί ἐκέρδισε τήν συγχώρησιν ἀντί διά τόν καυχησιάρην φαρισαῖον (Λουκ. 18, 13 ἑ), καί ὁ ὁποῖος σκύβει μέ ταπείνωσιν, ὅπως ἡ Χαναναία (Ματθ. 15, 22 ἑ), καί ζητεῖ νά τόν εὐσπλαχνισθοῦν καί νά τοῦ δώσουν ὡς τροφήν ψίχουλα, τήν τροφήν δηλαδή τήν ὁποίαν τρώγει ὁ σκύλος ὅταν εἶναι πολύ πεινασμένος.

Ἐγώ μέν λοιπόν (ἐπειδή ὁμολογῶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ζῶον εὐμετάβλητον καί μεταβλητῆς φύσεως) καί τοῦτο τό δέχομαι μέ προθυμίαν, καί προσκυνῶ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος τό ἔδωσε, καί τό δίδω καί εἰς τούς ἄλλους, καί προσφέρω φιλανθρωπίαν ἔναντι τῆς φιλανθρωπίας ἡ ὁποία μοῦ προσφέρεται. Διότι γνωρίζω ὅτι καί ἐγώ εἶμαι ἄνθρωπος ἀδύνατος, καί ὅτι μέ ὅποιο μέτρο θά κρίνω μέ τό ἴδιο θά κριθῶ (Ματθ. 7, 2).

 Σύ δέ τί λέγεις καί τί νόμους βγάζεις, ὦ νέε φαρισαῖε, ὁ ὁποῖος εἶσαι καθαρός μέν ὡς πρός τό ὄνομα ἀλλά ὄχι καί ὡς πρός τήν ψυχικήν διάθεσιν, καί ὁ ὁποῖος, ἐνῶ εἶσαι τό ἴδιο ἀδύνατος μέ τούς ἄλλους, διακηρύσσεις μέ ἔπαρσιν τάς δοξασίας τοῦ Νοβάτου; Δέν δέχεσαι τήν μετάνοιαν; Δέν συγκινεῖσαι μέ τούς ὀδυρμούς; Δέν χύνεις οὔτε ἕνα δάκρυ; Μακάρι νά μήν συναντήσῃς οὔτε σύ τέτοιον κριτήν. Δέν σέβεσαι τήν φιλανθρωπίαν τοῦ Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος πῆρε τάς ἀδυναμίας μας καί ἐσήκωσε τάς ἀσθενείας μας (Πρβλ. Ἠσ. 53, 4), ὁ ὁποῖος ἦλθε ὄχι διά τούς δικαίους, ἀλλά διά νά μετανοήσουν οἱ ἁμαρτωλοί (Λουκ. 5, 32), ὁ ὁποῖος «θέλει τήν εὐσπλαγνίαν περισσότερον ἀπό τήν θυσίαν» (Ὠσ. 6, 6), ὁ ὁποῖος συγχωρεῖ τά ἁμαρτήματα ἑβδομήντα ἑπτά φοράς (Ματθ. 18, 22); Πόσο ἀξιομακάριστη θά ἦταν ἡ ὑψηλοφροσύνη σου, ἄν ἦταν καθαρότης καί ὄχι ἀνόητη κενοδοξία, ἡ ὁποία θέτει νόμους ἀνωτέρους ἀπό τάς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου καί ἀντικαθιστᾷ τήν μετάνοιαν μέ τήν ἀπόγνωσιν. Διότι τό ἴδιο κακά εἶναι καί ἡ χωρίς σωφροσύνην συγχώρησις καί ἡ χωρίς συγχώρησιν καταδίκη, ἐπειδή ἡ μέν πρώτη ἀφήνει τελείως ἐλεύθερα τά χαλινάρια ἐνῶ ἡ δευτέρα προκαλεῖ ἀπόγνωσιν μέ τήν σκληρότητά της. Δεῖξέ μου τήν καθαρότητά σου, καί τότε θά δεχθῶ νά ὑπερηφανεύεσαι. Τώρα ὅμως φοβοῦμαι μήπως, ἐνῶ εἶσαι γεμᾶτος ἀπό πληγάς, βάλης μέσα ἐκεῖνο τό ὁποῖον παραμένει ἀθεράπευτον.

 Οὔτε δέχεσαι μετανοημένον τόν Δαβίδ, ὁ ὁποῖος μέ τήν μετάνοιάν του διετήρησε τό προφητικόν του χάρισμα; Οὔτε τόν Πέτρον τόν μεγάλον, ὁ ὁποῖος ἔπαθε κάτι ἀνθρώπινον κατά τήν διάρκειαν τοῦ σωτηρίου πάθους (Ματθ. 26, 70); Ὁ Ἰησοῦς δέ τόν ἐδέχθη καί μέ τήν τριπλῆν ἐρώτησιν καί τήν τριπλῆν ὁμολογίαν ἐθεράπευσε τήν τριπλῆν ἄρνησιν (Ἰω. 21, 15-17). Ἤ δέν δέχεσαι οὔτε ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἐτελειοποιήθη μέ τό αἷμα του; Καί αὐτό ἀποτελεῖ ἕνα ἀκόμη δεῖγμα τῆς σκληρότητός σου. Οὔτε ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος παρενόμησεν εἰς τήν Κόρινθον (Α´ Κορ. 5, 1-13); Ὁ Παῦλος δέ ὑπέδειξεν ὡς ποινήν τήν ἀγάπην, ἐπειδή εἶδε τήν διόρθωσιν καί τό αἴτιον τῆς διορθώσεως, «διά νά μήν χαθῇ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἶχεν ἁμαρτήσει ἀπό τήν ὑπερβολικήν ἐπιτίμησιν» (Β´ Κορ. 2, 7). Οὔτε ἐπιτρέπεις εἰς τάς νέας χήρας νά ὑπανδρεύωνται, ἐπειδή ἡ ἡλικία των εἶναι εὔκολον νά παρεκκλίνῃ πρός τήν ἁμαρτίαν; Αὐτό ὅμως τό ἐτόλμησεν ὁ Παῦλος (Α´ Τιμ. 5, 14), τοῦ ὁποίου σύ γίνεσαι διδάσκαλος, ὡσάν νά εἶχες ἀναβῆ μέχρι τόν τέταρτον οὐρανόν καί εἰς ἄλλον Παράδεισον, ὡσάν νά εἶχες ἀκούσει πιό ἀπόρρητα πράγματα, καί νά εἶχες ὁδηγήσει εἰς τό Εὐαγγέλιον μεγαλύτερον ἀριθμόν ἀνθρώπων.

Ἀλλά αὐτά δέν γίνονται μετά τό βάπτισμα, λέγει κάποιος. Ποία εἶναι ἡ ἀπόδειξις διά τοῦτο; Ἤ παρουσίαζε ἀποδείξεις, ἤ μήν κατακρίνῃς. Ἐάν δέ τό πρᾶγμα εἶναι ἀμφίβολον, ἄς ὑπερισχύῃ ἡ ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπον. Ἀλλά ὁ Νοβᾶτος, λέγει, δέν ἐδέχθη ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εἶχαν πέσει κατά τήν διάρκειαν τοῦ διωγμοῦ. Καί τί εἶναι αὐτό; Ἐάν μέν δέν εἶχαν μετανοήσει, τότε εἶχε δίκαιον, διότι οὔτε ἐγώ δέχομαι ἐκείνους οἱ ὁποῖοι δέν μετανοοῦν, ἤ δέν μετανοοῦν ὅσο πρέπει, καί δέν παρουσιάζουν ὡς ἀντάλλαγμα διά τό κακόν τήν διόρθωσιν, καί ὅταν τούς δεχθῶ, τούς τοποθετῶ εἰς τήν ἀνάλογον θέσιν. Ἄν ὅμως δέν δέχεται ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔχουν λυώσει ἀπό τά δάκρυα, δέν θά τόν μιμηθῶ. Καί διατί θά πρέπει νά ἀποτελέσῃ νόμον δι᾿ ἐμέ ἡ μισανθρωπία τοῦ Νοβάτου, ὁ ὁποῖος τήν μέν πλεονεξίαν, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ δευτέραν εἰδωλολατρίαν (Ἐφ. 5, 5), δέν τήν κατεδίκασε, ἐνῶ κατεδίκασε τόσον σκληρά τήν πορνεία, ὡσάν νά ἦτο ἄσαρκος καί ἀσώματος; Τί λέγετε; Σᾶς πείθομεν μέ τούς λόγους αὐτούς; Ἐμπρός, ἐλᾶτε μαζί μέ μᾶς, τούς ἀνθρώπους! Ἄς δοξολογήσωμεν μαζί τόν Κύριον. Ἄς μήν τολμήσῃ κανείς ἀπό σᾶς νά εἴπῃ, ἔστω καί ἄν ἔχῃ πολύ μεγάλην ἐμπιστοσύνην εἰς τόν ἑαυτόν του· «μή μέ ἀγγίσῃς διότι εἶμαι καθαρός» (Ἠσ. 65, 5), ἤ «καί ποῖος εἶναι ὅπως εἶμαι ἐγώ; ». Δῶστε καί σέ μᾶς ἀπό τήν λαμπρότητά σας. Ἀλλά δέν σᾶς πείθομεν; Τότε θά κλάψωμεν πρός χάριν σας. Αὐτοί μέν λοιπόν, ἄν μέν θέλουν, ἄς ἀκολουθήσουν τόν δρόμον μας καί τόν δρόμον τοῦ Χριστοῦ, ἄν δέ δέν θέλουν, τότε ἄς ἀκολουθήσουν τόν δρόμον των. Ἴσως εἰς ἐκεῖνον νά βαπτισθοῦν ἀπό τήν φωτίαν, τό τελευταῖον βάπτισμα καί τό πιό ἐπίπονον καί πιό μακροχρόνιον, τό ὁποῖον κατακαίει τήν ὕλην, ὡσάν χόρτον, καί ἐξαφανίζει τήν ματαιοδοξίαν κάθε κακίας.

Ἐμεῖς δέ ἄς τιμήσωμεν σήμερα τό βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ καί ἄς τό ἑορτάσωμεν σωστά μέ τό νά εὐφραινώμεθα πνευματικά καί ὄχι νά περιποιούμεθα τήν κοιλίαν μας. Θά εὐφρανθοῦμεν δέ μέ ποῖον τρόπον; «Λουσθῆτε διά νά καθαρισθῆτε» (Ἠσ. 1, 16). Ἄν μέν εἶσθε κόκκινοι ἀπό τήν ἁμαρτίαν καί ὀλιγώτερον κόκκινοι ἀπό τό αἷμα, τότε νά γίνετε λευκοί ὅπως τό χιόνι. Ἄν δέ εἶσθε κόκκινοι καί ἄνθρωποι γεμᾶτοι ἀπό αἵματα, τότε ἄς φθάσετε ἔστω καί τήν λευκότητα τοῦ μαλλιοῦ. Πάντως καθαρισθῆτε καί φροντίζετε νά καθαρίζεσθε, ἐπειδή μέ τίποτε ἄλλο δέν χαίρεται τόσον πολύ ὁ Θεός, ὅσο μέ τήν διόρθωσιν καί τήν σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου, χάριν τοῦ ὁποίου ἔχουν λεχθῆ τά πάντα καί ἔχουν δοθῆ ὅλα τά μυστήρια, διά νά γίνετε φωτεινά ἀστέρια διά τόν κόσμον (Φιλιπ. 2, 15) καί δύναμις ζωτική διά τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Διά νά παρουσιασθῆτε ὡσάν τέλεια φῶτα εἰς τό μεγάλο φῶς, καί νά μυηθῆτε εἰς τήν φωταγωγίαν ἡ ὁποία πηγάζει ἀπό ἐκεῖ, παίρνοντες φῶς καθαρώτερον καί δυνατότερον ἀπό τήν Τριάδα, τῆς ὁποίας σήμερα ἔχετε ὑποδεχθῆ τήν μίαν αὐγήν ἀπό τήν Θεότητα, εἰς τό πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας, εἰς τόν ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ ἐξουσία εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2021

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ (Κατά Ματθαίον 19ο, 13-15).

 



13 Τότε προσηνέχθησαν αὐτῷ παιδία ἵνα τὰς χεῖρας ἐπιθῇ αὐτοῖς καὶ προσεύξηται· οἱ δὲ μαθηταὶ ἐπετίμησαν αὐτοῖς. 14 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἄφετε τὰ παιδία καὶ μὴ κωλύετε αὐτὰ ἐλθεῖν πρός με, τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. 15 καὶ ἐπιθεὶς τὰς χεῖρας αὐτοῖς ἐπορεύθη ἐκεῖθεν

Εκείνο τον καιρό
Κάποιες μητέρες έφεραν τα μικρά παιδιά τους
μπροστά στον Ιησού.

Ηθελαν πολύ, να βάλει τα χέρια του
επάνω στά κεφαλάκια τους.
Να τα ευλογήσει μεαγάπη
και να προσευχηθεί γι' αυτά.

Οι μαθητές του όμως,
τους μίλησαν με αυστηρότητα
και τους εμπόδιζαν να πλησιάσουν κοντά του
Βλέποντας αυτά ο Ιησους, τους είπε
Αφήστε τα παιδιά, να έρθουν κοντά μου
καί μην τα εμποδίζετε.

Αυτά είναι πλασμένα
για τη βασιλεία των ουρανών,
όπως κι όσοι θα μοιάσουν την αθωότητά τους.
Μετά έβαλε τα χέρια του
επάνω στα κεφάλια τους και τα ευλόγησε.


Πηγή: www.briefingnews.gr