† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 2 Νοεμβρίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΚ ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ (21 Ὀκτωβρίου)

 

 Ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από τα μέρη της Μονεμβασίας. Ο ιερέας πατέρας του καταγόταν από το Γεράκι, ενώ η μητέρα του από το γειτονικό χωριό Γούβες της Μονεμβασίας. Στις Γούβες, σύμφωνα με μαρτυρίες, τοποθετήθηκε εφημέριος ο πατέρας του Νεομάρτυρα και εκεί γεννήθηκε το 1758 ο Ιωάννης, γι’ αυτό και κατά πολλούς, πήρε την προσηγορία Γουβιώτης. Από μικρός ο Ιωάννης, προσπαθούσε να μιμείται τη ζωή του ιερέα πατέρα του, τον βοηθούσε στις δουλειές της Εκκλησίας, ενώ πάντα θυμόταν ότι αυτός ήταν «παπά υϊός» και έπρεπε να προσέχει τη συμπεριφορά του, ώστε να’ ναι παράδειγμα για τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του.

Το έτος 1770 οι ορδές του Αλβανού Χατζή Οσμάν, αφού κατέπνιξαν κάθε σημείο ελληνικής αντίστασης, έφτασαν και στις Γούβες, όπου μεταξύ άλλων φόνευσαν και τον πατέρα του Ιωάννη (πού δεν διασώθηκε το όνομά του) και στη συνέχεια αιχμαλώτισαν τον ίδιο και τη μητέρα του και τους μετέφεραν στη Λάρισα. Εκεί τους πούλησαν δύο και τρεις φορές ο καθένας ξεχωριστά. Ύστερα από δύο χρόνια ξαναπουλήθηκαν αλλά αυτή τη φορά αγοράσθηκαν από το ίδιο αφεντικό, έναν Τούρκο που είχε κτήματα και υποστατικά. Αυτός ο Τούρκος δεν είχε παιδιά και βλέποντας τα χαρίσματα του Ιωάννη, ο οποίος ήταν πολύ έξυπνος για την ηλικία του, πρόθυμος, πειθαρχικός και σβέλτος στη δουλειά, σκέφτηκε μαζί με τη γυναίκα του να τον κάνουν ψυχοπαίδι τους. Από τη στιγμή, λοιπόν, εκείνη, προσπαθούσε καθημερινά να τον διαστρέψει από την πίστη των χριστιανών και να τον κάνει Οθωμανό. Αρχικά, προσπάθησε με κολακείες και υποσχέσεις και κατόπιν με φοβέρες και βασανισμούς, να κάμψει την αντίσταση του 15χρονου Ιωάννη, ο οποίος όμως έστεκε στερεός και ακλόνητος στη χριστιανική πίστη του.

Μια μέρα ο αφέντης κουράστηκε να παρακαλεί τον Άγιο να αλλαξοπιστήσει και θυμωμένος όπως ήταν, τον οδήγησε στην αυλή του Τζαμιού. Εκεί μαζεύτηκαν πολλοί Αγαρηνοί, που προσπαθούσαν με χτυπήματα, φοβέρες και σπαθισμούς να κάνουν τον Μάρτυρα να τουρκίσει. Η απάντηση όμως του Ιωάννη ήταν ξεκάθαρη: Εγώ δεν γίνομαι Τούρκος. Χριστιανός είμαι και Χριστιανός θέλω να πεθάνω.

Εκτός όμως από τον Αγαρηνό και η γυναίκα του προσπαθούσε καθημερινά με μαγείες και σατανικά γοητεύματα να ξεμυαλίσει τον Άγιο ή να τον κάνει να κυριευτεί από σαρκικές επιθυμίες και έτσι να τον τουρκίσουν. Αλλά, ο Ιωάννης, έχοντας τον Θεό μέσα του έμεινε καθαρός απ’ όλα. Η θεία χάρη τον φύλαξε απ’ όλα τα διαβολικά τεχνάσματα της γυναίκας του Αγαρηνού.

Έφθασε όμως η νηστεία της Παναγίας, τον δεκαπενταύγουστο. Ο Τούρκος, μόλις κατάλαβε ότι ο Ιωάννης δεν ήθελε να χαλάσει τη νηστεία και να αρτυθεί, αποφάσισε να τον κλείσει σ’ ένα στάβλο. Εκεί τον κλειδαμπάρωσε για όλο το διάστημα των 15 ημερών και πότε τον κρεμούσε και τον κάπνιζε με άχυρα και πότε τον χτυπούσε με το σπαθί του προσπαθώντας να τον κάνει να φάει και να χαλάσει τη νηστεία. Αλλά ο Άγιος Ιωάννης όχι απλώς δεν έφαγε αρτυμένα φαγητά, αλλά ούτε καν τα δοκίμασε και παρακαλούσε και προσευχόταν στην Παναγία να τον βοηθήσει να μην αρτυθεί, ενώ προτιμούσε καλύτερα να θανατωθεί παρά να χαλάσει τη νηστεία.

Ο αφέντης του, βλέποντας ότι δεν πείθεται, τον άφηνε νηστικό 2 και 3 ημέρες, χωρίς να του δίνει τίποτε να φάει. Από την άλλη μεριά, η μητέρα του Ιωάννη στεκόταν κοντά στο γιο της και βλέποντάς τον αποκαμωμένο από τα βασανιστήρια και από τη νηστεία, τον παρακινούσε να φάει λέγοντάς του: Φάε γιε μου από αυτά τα φαγητά για να μην πεθάνεις και ο Θεός και η Παναγία σε συγχωρούν, γιατί δεν το κάνεις με το θέλημά σου, αλλά από ανάγκη. Λυπήσου με και εμένα τη φτωχή και στενοχωρημένη μητέρα σου και μη θελήσεις να πεθάνεις παράκαιρα και με αφήσεις απαρηγόρητη σ’ αυτή τη σκλαβιά και ξενιτιά.

Στις παρακλήσεις αυτές της μητέρας του ο Ιωάννης απάντησε: Γιατί κάνεις έτσι μητέρα μου και για ποιο λόγο κλαις; Γιατί δεν μιμείσαι και συ τον Πατριάρχη Αβραάμ, ο οποίος για την αγάπη του Θεού θέλησε να θυσιάσει τον μοναδικό γιο του, αλλά μόνο κλαις και θρηνείς; Εγώ είμαι παπά υϊός και πρέπει να φυλάγω καλλίτερα από τους γιους των λαϊκών τους νόμους και τα έθιμα της Εκκλησίας μας, γιατί όταν δεν φυλάμε τα μικρά, πώς μπορούμε να φυλάξουμε τα μεγάλα; Ύστερα από αυτή την απάντηση, εξαγριωμένος πια ο Τούρκος, στις 19 Οκτωβρίου 1773 του έδωσε μια θανατηφόρα μαχαιριά στην καρδιά και μετά από δύο ημέρες ο Άγιος Ιωάννης πέθανε και έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου.

Η μνήμη του τιμάται από την εκκλησία μας στις 21 Οκτωβρίου.

 

Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου

 Ἦχος γ’ – Θείας πίστεως

Θεῖον γόνον σε, Μονεμβασία, ἀνεβλάστησε, καρποφοροῦντα, Ἰωάννη τὰς τῆς πίστεως χάριτας· τῶν γὰρ πατρῴων θεσμῶν ἀντεχόμενος, τοὺς ἐκ τῆς Ἄγαρ ἀθλήσας κατῄσχυνας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2023

ΑΓΙΟΣ ΑΡΤΕΜΙΟΣ ΤΗΣ ΒΕΡΚΟΛΑ - Ο 12χρονος που αγίασε (20 Οκτωβρίου)

 Γεννήθηκε τό 1532 στό χωριό Βέρκολα, στίς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Ντβίνα, στή βόρεια Ρωσία, ἀπό γονεῖς χωρικούς. Ἀπό τήν ἡλικία τῶν πέντε ἐτῶν ἡ συμπεριφορά του δέν ἦταν παιδική. Τοῦ ἄρεσε ἡ σιωπή, ἦταν ἰδιαίτερα ὑπάκουος, ταπεινός καί ἁγνός καί τόν διέκρινε ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Τό 1545, σέ ἡλικία 12 ἐτῶν καί ἐνῶ βοηθοῦσε τόν πατέρα του στίς γεωργικές ἐργασίες, χτυπήθηκε ἀπό κεραυνό καί ἔπεσε νεκρός. Τό Συναξάριό του σημειώνει, ὅτι "ἔτσι ὁ Ἐλεήμων καί Πάνσοφος Κύριος ὁ Θεός, σχεδίασε νά λάβει στά σκηνώματα τῆς Οὐρανίου Βασιλείας Του τήν ψυχή τοῦ δικαίου δούλου Του". Τόν τρόπο τοῦ θανάτου του οἱ ἁπλοϊκοί καί δεισιδαίμονες χωρικοί, τόν ἑρμήνευσαν σάν θεία τιμωρία, σάν σημεῖο ὅτι ὁ Θεός ἦταν θυμωμένος μέ τόν Ἀρτέμιο. Ἔτσι τόν ἄφησαν ἄταφο στό δάσος καί σκέπασαν τό σῶμα του μέ κλαδιά!

Αποτέλεσμα εικόνας για СВЯТОЙ ПРАВЕДНЫЙ АРТЕМИЙ ВЕРКОЛЬСКИЙ

Τό 1577, 32 χρόνια μετά τό γεγονός αὐτό, μία συνταρακτική ἀποκάλυψη ἦρθε νά ἀνατρέψει τήν γνώμη τοῦ κόσμου γιά τόν δοῦλο τοῦ Θεοῦ Ἀρτέμιο. Ὁ Ἀναγνώστης τοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγ. Νικολάου Καλλίνικος, πῆγε στό δάσος νά μαζέψει μανιτάρια. Ἕνα ὑπερκόσμιο φῶς πάνω ἀπό τό σημεῖο πού "ἀναπαύονταν" τό σῶμα τοῦ παιδιοῦ, τόν ὤθησε νά πλησιάσει καί ἔκπληκτος νά διαπιστώσει, ὅτι τό Λείψανο εἶχε διατηρηθεῖ ἀδιάφθορο! Οἱ δεισιδαίμονες χωρικοί ὑποδέχθηκαν τό γεγονός χωρίς ἰδιαίτερη προσοχή (ἁπλᾶ ἔβαλαν τό Λείψανο σέ ἕνα φέρετρο καί τό τοποθέτησαν σέ μία στοά τοῦ ἐνοριακοῦ Ναοῦ), ὁ Κύριος ὅμως ἐπιφύλαξε στήν περιοχή μία μεγάλη καί θλιβερή περιπέτεια, γιά νά ὁδηγήσει στή διαπίστωση καί διακήρυξη τῆς ἁγιότητος τοῦ δούλου Του.
Τόν ἴδιο χρόνο μία λοιμική νόσος ἔπληξε τήν εὑρύτερη περιοχή τοῦ ποταμοῦ Ντβίνα καί σημειώθηκαν πολλοί θάνατοι, κυρίως σέ γυναικόπεδα. Τότε ὁ ἀπελπισμένος πατέρας ἑνός ἄρρωστου ἀγοριοῦ ἔσπευσε στήν ἐκκλησία, προσκύνησε τό Λείψανο τοῦ ἁγ. Ἀρτεμίου καί φεύγοντας πῆρε μαζί του φύλλα ἀπό τά κλαδιά πού τό σκέπαζαν. Μέ τήν εὐλογία τῶν φύλλων αὐτῶν τό παιδί ἔγινε καλά καί σταμάτησε ἡ ἐπιδημεία!

Αποτέλεσμα εικόνας για СВЯТОЙ ПРАВЕДНЫЙ АРТЕМИЙ ВЕРКОЛЬСКИЙ

Τά θαύματα τοῦ Λειψάνου τοῦ ἁγ. Ἀρτεμίου ἀνάγκασαν τούς κατοίκους νά τό τοποθετήσουν σέ λάρνακα καί νά κτίσουν εἰδική πτέρυγα στό Ναό τους (τό 1584). Τό 1619 τό Λείψανο ἐξετάσθηκε ἀπό τόν Μητροπ. Νόβγκοροντ Μακάριο καί ἀπό τότε ἄρχισε νά τηρεῖται κατάλογος θαυμάτων. 



 Στά μέσα τοῦ 17ου αἰ. ὁ Μητροπ. Νόβγκοροντ Κυπριανός ἐξέτασε γιά δεύτερη φορά τό Λείψανο, ὑπέγραψε στόν κατάλογο τῶν θαυμάτων καί δώρησε στό Ναό μία Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου (δέν εἶναι γνωστό ἄν τήν συνέταξε ὁ ἴδιος). 
Τό 1648 ὁ Τσάρος Ἀλέξιος Μιχαήλοβιτς ζήτησε ἀπό τόν Διοικητή τῆς περιοχῆς Ἀνίσκωφ, νά τοποθετηθῆ τό Λείψανο σέ νέα λάρνακα καί ἐπέτρεψε τήν ἵδρυση Μονῆς. Τό 1649 τό Λείψανο κατατέθηκε στό Ναό τοῦ Μεγαλομ. Ἀρτεμίου (πού εἶχε κτίσει ὁ ἄλλοτε Διοικητής Ἀθανάσιος Πάσκωφ, μετά τήν διάσωση τοῦ γιοῦ του Ἱερεμία ἀπό βέβαιο θάνατο) καί τό 1793 στόν πέτρινο Ναό πού κτίσθηκε πρός τιμή του.

Το μοναστήρι του Αγίου Αρτεμίου της Βέρκολα

Ὁ ἅγ. Ἀρτέμιος "μαρτύρησε" μετά θάνατο, κατά τόν διωγμό τῶν ἀθεϊστῶν κατά τῆς Ἐκκλησίας. Τό 1918 οἱ Μπολσεβίκοι κατέστρεψαν τήν Μονή καί τό Λείψανό του, ἀφοῦ τεμαχίσθηκε μέ ξίφος, ρίχθηκε σέ κάποιο πηγάδι τῆς περιοχῆς, γιά νά ἁγιάζει γιά πάντα τό ἔδαφος τῆς πατρίδος του.

Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 23η Ἰουνίου καί τήν 20η Ὀκτωβρίου

Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2023

Η ΟΣΙΑΚΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΑΙΓΙΝΗΣ


 ...Γέροντα, του φωνάζει, τι κάνετε;

καθώς προχωρούσα, έπεσα στον λάκκο εδώ και προσπαθώ να βγω.
«Του λέγει και ό Γέροντας:
Μη φοβάσαι, εγώ θα σε βοηθήσω και θα βγεις.
Άπλωσε το χέρι του ό Γέροντας, τον βοήθησε και κείνος βγήκε.
Του ασπάσθηκε το χέρι και τον ευχαρίστησε.
Προχώρησαν λίγο μαζί και μετά χώρισαν, γιατί ήσαν διαφορετικοί οι δρόμοι τους.
Όταν έφθασε στους δικούς του,
διηγήθηκε το γεγονός και εκείνοι τον κοίταγαν καλά-καλά.
Είσαι σίγουρος του είπαν ότι ήταν ό πατήρ Ιερώνυμος; και στην έντονη διαβεβαίωση του,
τότε του είπαν:
«Εδώ και ένα χρόνο ο Γέροντας δεν είναι κοντά μας.
Εκοιμήθη...!...


Τα πρώτα χρόνια,μετά την κοίμησιν του Γέροντος Ιερωνύμου, ακόμη δεν είχε κτισθεί ό μανδρότοιχος 

γύρω από το Ησυχαστήριο του,

πήγαινα, οσάκις μπορούσα,

στον Τάφο του Γέροντα και προσευχόμουν

 και έκλαιγα και παρακαλούσα, και κατόπιν έφευγα αλλαγμένη, με κάποια γαλήνη διάχυτη μέσα μου

 και σιγουριά και την πεποίθηση ότι ό Γέροντας και από την άλλη, την όντως Ζωή,

με την ίδια στοργή μας αφουγκράζεται και παρακολουθεί.

Τον δεύτερο χρόνο από την κοίμηση του Γέροντος, την δεύτερη ήμερα του Πάσχα,

αφού πέρασα πρώτα από τον Μεγάλο μας Άγιο,

τον Άγιο Νεκτάριο,

πήγα και στο Ησυχαστήριο του Γέροντος.

Ή υπέργηρος Γερόντισσα, έλειπε, κανένας άλλος δεν ήτο εκεί, οπότε με μεγάλη μου χαρά και συγκίνηση,

προσκύνησα και παρέμεινα στον Τάφο του Γέροντος, επί τρεις περίπου ώρες.

Περιποιήθηκα τον Τάφο, τοποθέτησα λουλούδια, καινούργια φωτογραφία του Γέροντος,

έψαλλα τον Αναστάσιμο Κανόνα πού άρεσε πολύ στον Γέροντα,

παρεκάλεσα, έκλαψα,

θυμιάτισα τον Τάφο,

σε όλο τον χώρο, την Εκκλησία και αφού σχεδόν είχε αρχίσει πολύ ελαφρά

 να φαίνεται ότι έδυε ό ήλιος,

ετοιμάσθηκα να φύγω.




Πριν φύγω, πήρα πάλι το λιβανιστήρι και θυμίαζα. Την ώρα πού θυμίαζα προς το παράθυρο της Εκκλησίας, σκεπτόμενη με συγκίνηση τι ουράνιες στιγμές να είχε ζήσει ό Γέροντας μέσα σε κείνη την Εκκλησία, τα ξέχασα κυριολεκτικά όταν μέσα από το παράθυρο της Εκκλησίας, (ήταν ανοικτό, είχε μόνον μία σίτο, για να μη μπαίνουν τα κουνούπια) είδα ολοκάθαρο, ολοζώντανο το Άγιο Πρόσωπο του Γέροντα (μέχρι τον θώρακα) να με κοιτάζει και να μου χαμογελά με μια γλυκύτητα, στοργή και λάμψη, πού έκανε να διακρίνονται καθαρά -ολοζώντανα- τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Εκείνη την ώρα βρέθηκα σε αμηχανία και τρομερό δίλημμα: Δεν πίστευα τι έβλεπα, δεν γνώριζα αν έπρεπε να του μιλήσω ή όχι.


Προτίμησα το δεύτερο. Έριξα αλλού τα μάτια μου, για να ξανακοιτάξω μετά και να βεβαιωθώ αν ήταν της φαντασίας μου ή πραγματικότης. Ξανακοίταξα: ήταν ακόμη εκεί ή μορφή του και μου χαμογελούσε. Ξανά ανοιγόκλεισα τα μάτια μου, κοίταξα αλλού, ξανά κοίταξα στο παράθυρο και βλέπω πάλι την ίδια εικόνα. Ακίνητη, γλυκειά ή μορφή του και μου χαμογελούσε. Τότε, φυσικά αμίλητη, έκαμα μία μισή μετάνοια, πήρα την τσάντα μου και έφυγα. Μόλις απομακρύνθηκα από το Ησυχαστήριο και πήγαινα προς την παραλία αλλά και μέσα στο Καράβι, ένοιωθα μέσα μου μιαν ουράνια γλυκύτητα, τόση, πού δεν την άντεχα και από τα μάτια μου έτρεχαν ασταμάτητα δάκρυα. Αύτη ή κατάστασις, κράτησε περίπου ένα μήνα συνεχώς. Όπου έριχνα τα μάτια μου, μου φαινόταν πώς έβλεπα το ίδιο το Πρόσωπο του Γέροντος να με κοιτάζει και να χαμογελά και με πάρα πολύ κόπο, όταν ήμουν ανάμεσα στους ανθρώπους, συγκρατούσα τα δάκρυα.


Έκτοτε, πήγαινα με λαχτάρα, πολλές Δευτέρες μετά το κάθε Πάσχα, αλλά ποτέ δεν τον ξαναείδα. Κάποια φορά, μετά ένα χρόνο, το εκμυστηρεύθηκα αυτό μόνον στην Γερόντισσα, με δισταγμό, γιατί φοβήθηκα μη τυχόν μου έλεγε ότι ήταν του πειρασμού, και έχανα την χαρά πού είχα, αλλά ή απλοϊκή και σοφή Γερόντισσα με καθησύχασε και με διαβεβαίωσε ότι ήτο μια παραχώρησης του Θεού και μια εξ αγάπης του Γέροντος εμφάνισης και δια τον λόγον, ότι ήτο δευτέρα ημέρα του Πάσχα, αναστάσιμη, επέτρεψε ό Θεός να γίνει. Εκ παραλλήλου, μου διηγήθηκε και εκείνη τα παρακάτω: «Ήλθε χθες εδώ ένας, πού κάποτε έμενε στην Αίγινα και πού είχε και τους δικούς του εδώ. Καθώς πήγαινε κατά το σούρουπο προς το σπίτι του, για να κόψη δρόμο, πέρασε μέσα από κάτι χωράφια και χωρίς να το αντιληφθεί και να προλάβει, έπεσε μέσα σε έναν ασβεστόλακκο, αλλά ξερό, χωρίς ασβέστη.


Την ώρα πού προσπαθούσε να δη πώς και από πού να πιαστεί για ν' ανέβει, ακούει κάτι βήματα και βλέπει να περνά από κει δίπλα ό πατήρ Ιερώνυμος! Γέροντα, του φωνάζει, τι κάνετε; καθώς προχωρούσα, έπεσα στον λάκκο εδώ και προσπαθώ να βγω. «Του λέγει και ό Γέροντας: Μη φοβάσαι, εγώ θα σε βοηθήσω και θα βγεις. Άπλωσε το χέρι του ό Γέροντας, τον βοήθησε και κείνος βγήκε. Του ασπάσθηκε το χέρι και τον ευχαρίστησε. Προχώρησαν λίγο μαζί και μετά χώρισαν, γιατί ήσαν διαφορετικοί οι δρόμοι τους.Όταν έφθασε στους δικούς του, διηγήθηκε το γεγονός και εκείνοι τον κοίταγαν καλά-καλά. Είσαι σίγουρος του είπαν ότι ήταν ό πατήρ Ιερώνυμος; και στην έντονη διαβεβαίωση του, τότε του είπαν: «Εδώ και ένα χρόνο ο Γέροντας δεν είναι κοντά μας. Εκοιμήθη...!


Πολλοί, όσοι τον είχαν γνωρίσει προσωπικά ή μετά την ανάγνωσιν των βιβλίων, περί του Γέροντος και που συνεκλονίσθησαν και τον ηγάπησαν, οσάκις κατακλύζονται από οδύνη και πόνο και τον επικαλούνται, έχουν ευεργετηθεί και εν γένει έχουν γίνει δέκται της αγιαστικής του στοργής και παρρησίας. Διηγούνται πολλά θαύματα, ιάσεις ασθενών επιτυχίες στα παιδιά τους, είτε σε σπουδές είτε σε αποκαταστάσεις και πού οπωσδήποτε τα αποδίδουν στην μεσιτεία, αγάπη και στοργή του Γέροντος. Παρατίθενται, ενδεικτικώς μόνον, ορισμένα εκ των πολλών θαυμάτων και θαυμάσιων πού είχεν επιτελέσει εν ζωή ό Γέροντας καθώς και δύο εμφανίσεις του Γέροντος μετά την κοίμησίν του, χωρίς δι' ευνόητους λόγους να αναφερθούν τα ονόματα αυτών πού τα διηγήθηκαν, τα οποία όμως υπάρχουν εις το αρχείο «περί του Γέροντος», πού κρατείται.«...


Ήμουν, λέγει, δέκα επτά ετών, μαθήτρια της κοπτικής και ραπτικής Σχολής του Παπαϊωάννου, ότε με κατέλαβε ξαφνικά και εισήλθεν εντός μου ό διάβολος,τέλη του Έτους 1962. Με έφεραν στην Αίγινα και με έκλεισαν σε ένα δωμάτιο και με έδεσαν, δια να μη κτυπώ και κάμνω και άλλα πολλά. Τούτο, όταν το επληροφορήθη ό Γέροντας, με επεσκέφθη και ανέλαβε το βαρύ έργον, να εκβάλει το δαιμόνιον, το οποίον με βασάνιζε. Μου είπε ότι πρέπει να νηστεύω και νά προσεύχομαι περισσότερο. Άρχισα την νηστεία, αλλά έκαμε και ό Γέροντας συγχρόνως πιο αυστηρή νηστεία. Επί τεσσαράκοντα ημέρας τελείτο καθημερινώς θεία Λειτουργία και μου διάβαζε και τους εξορκισμούς. Ή κατάστασης αύτη κράτησε επί εννέα ολόκληρα έτη, εκ των οποίων τα τέσσαρα ήσαν πολύ μαρτυρικά, ιδίως δια τον Γέροντα.


Κατά την διάρκεια των πρώτων αυτών χρόνων, έφθασε περίοδος πού ήμουν έτοιμη να αποθάνω, όπως οι άλλοι αλλά και ό ίδιος ό Γέροντας μου είπαν αργότερα. Επί τρεις ημέρας ήμουν τελείως αναίσθητη. Όταν λίγο καλυτέρευσα, την τρίτην ημέραν το εσπέρας ό Γέροντας έκαμε εσπερινό και με εχειροθέτησε Μοναχή, και μάλιστα μεγαλόσχημη, ώστε αν φύγω δια την άλλην ζωήν, να είμαι μοναχή, επειδή πολύ το επιθυμούσα. Τότε όμως ξαφνικά συνήλθα, ένοιωσα πώς δεν είχα τίποτα. Την επομένη μου είπε και κοινώνησα. Πράγματι, ένοιωσα άλλος άνθρωπος, δεν το πίστευα! Ό Θεός και ό Γέροντας έκαμαν το θαύμα τους. Έκτοτε,με την βοήθειαν του Θεού δεν ξαναέπαθα τίποτα.


Γράφει ή μακαριστή Ξένη μοναχή, πρώτη ηγουμένη στην Μονή του Αγίου Νεκταρίου: «Φεύγοντας (ο Γέροντας μετά από επίσκεψη στο Ησυχαστήριό μου, σε εξοχικό Προάστιο) και βγαίνοντας τελείως έξω από την πόρτα του κήπου, μου λέει με μιαν έκφραση λύπης και απογοητεύσεως: -Πω πω! μεγάλη αμαρτία γίνεται εις τούτον τον τόπον (δάσος, βουνό). Μια φωτιά όμως, όλα γύρω απ' εδώ θα τα φτιάξη αυτά... Την ίδια χρονιά, μετά λίγους μήνες, μετά την επίσκεψη του Γέροντος, έπιασε χωρίς να το γνωρίζουμε πώς, μια τεράστια φωτιά πού την βοήθησε και ό αέρας ν' απλωθεί, πολύ περισσότερο. Περί τα 400 στρέμματα κάηκαν. Ούτε θάμνοι έμειναν, ούτε δένδρα, όλα έγιναν στάκτη. Ακόμη και σήμερα, φαίνεται όλος αυτός ό τόπος πού τον «έφτιαξε» ή φωτιά.


Κάθε φορά πού τον βλέπω, βλέπω και τον Γέροντα στο ίδιο σημείο, να μου δείχνει τον τόπον αυτόν και να προφητεύει. «Μία ημέρα,εις την Αίγινα, τον συνάντησα στην παραλία. Μου λέει: «Καλογραία, έχω μια δουλειά. Πήγαινε και άρχομαι. Εσύ να πάρεις ταξί δια να πάς και εγώ έχω μια δουλειά και έρχομαι. Στάσου να σε βρω ένα ταξί». Πέρασαν ένα, δύο, τρία, μέχρι έξι περίπου ταξί άδεια. Φαίνεται δεν ήταν εκείνο πού ήθελε, γιατί έλεγε: ''όχι αυτό, ούτε κι' αυτό''. Μετά, δεν πειράζει Καλογραία, μου λέει, πήγαινε με τα πόδια». Αμέσως ξεκίνησα και κατευθυνόμουν για το ησυχαστήριο του.


Μετά από δυο-τρία βήματα, στράφηκα πίσω να τον ιδώ, δεν τον είδα πουθενά. Και πάλι, καθώς προχωρούσα, ξανάβλεπα πίσω μου, τίποτα. Πολύ σύντομα έφθασα. Μόλις μπήκα όμως μέσα στην αυλή, δεν πρόλαβα να κλείσω την πόρτα, κτυπά, ανοίγουμε, ήταν ό Γέροντας! Δεν μπορώ να καταλάβω, φρικιών,αλλά απ' τον κανονικό δρόμο πήγα, έβλεπα πίσω μου πότε-πότε, πότε και από που και πώς είχε φθάσει ό Γέροντας εκεί; Ένοιωσα δέος και συντριβή και δεν τον ρώτησα καθόλου...


Άλλοτε, μπαίνοντας εις το κελί του, παραμονές πού θα έφευγε απ' την Αίγινα δια την Αθήνα,

νοσοκομείο κ.λ.π., τον βρήκα καθιστό εις την κλίνην του και ετοιμαζόταν ν' αναπαυθεί.

Φορούσε μια φανέλα και από πάνω το ράσο του.

Όταν το τράβηξε για να πέσει,

είδα το χέρι του κάτασπρο σαν το χιόνι,

νεανικό και μια άρρητη εύωδία ένοιωσα να είναι διάχυτη εις το κελί του!

Το χέρι του,

τόσο λευκό ήτο,

πού δεν έμοιαζε να είναι σάρκα.

Έτρεμα,

κατάλαβε και μου λέει, την ώρα πού πήγα να το ασπασθώ και ενώ είχε κλειστά τα μάτια:

-Δεν είναι τίποτα, καλογραία,

δεν είναι τίποτα αυτά πού βλέπεις...

Υπάρχουν ανώτερα».

Αμέσως αισθάνθηκα ότι είχαν απελευθερωθεί οί πνεύμονές μου....

Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2023

ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΓΡΑΠΤΟΣ: Ο μεγάλος ομολογητής της Ορθοδοξίας μας (11 Οκτωβρίου)

  

Μια από τις ηρωικότερες περιόδους της εκκλησιαστικής μας ιστορίας είναι και η περίοδος της εικονομαχίας (726-842), κατά την οποία ανεδείχθησαν πλήθος ομολογητών της Ορθοδόξου Πίστεως. Υπερασπίσθηκαν με σθένος την Ορθοδοξία, ορθώνοντας το ανάστημά τους στους διώκτες των Ιερών Εικόνων, οι οποίοι έχοντας την αυτοκρατορική δύναμη, δίωκαν με μανία τους ομολογητές της Ορθοδοξίας.

Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος Θεοφάνης ο επονομαζόμενος Γραπτός. Γεννήθηκε στην Παλαιστίνη το 745. Πατέρας του ήταν ο ευσεβής Ιωαννάς, ο οποίος φρόντισε να μεταδώσει, τόσο στον ίδιο, όσο και στον αδελφό του Θεόδωρο την ευσέβεια. Φρόντισε επίσης να τους μορφώσει, στέλνοντάς τους στη φημισμένη Μονή του Αγίου Σάββα, κοντά στο σοφό διδάσκαλο Γέροντα Μιχαήλ, να σπουδάσουν την ιερή επιστήμη της Θεολογίας, καθώς και αρχαία Ελληνικά, γραμματική, ποίηση, μουσική κλπ.

Τα δύο αδέλφια έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και επιμέλεια στις σπουδές τους και επίσης μυήθηκαν στην ορθόδοξη πνευματικότητα και στο μοναχικό ασκητικό πνεύμα. Ο δάσκαλός τους Μιχαήλ το 811 τους πήρε μαζί του, ως υποτακτικούς του στη Μονή των Σπουδαίων, κοντά στο ναό της Αναστάσεως. Κατόπιν ο Πατριάρχης Θωμάς τους χειροτόνησε ιερείς και τους έστειλε πρέσβεις στην Κωνσταντινούπολη και στη Ρώμη, προκειμένου να στηρίξουν τους διωκόμενους Ορθοδόξους από τους διώκτες τους εικονομάχους, αλλά και να ζητήσουν τη στήριξη για τις απειλές και τις διώξεις που ασκούσαν οι Άραβες μουσουλμάνοι κατά του Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων. Εγκαταστάθηκαν στην περίφημη Μονή της Χώρας.

Αλλά, λίγο αργότερα, το 815 πέθανε ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Α΄ Ραγκαβές (811-813) και ανέβηκε στο θρόνο ο Λέων Ε΄ ο Αρμένιος (813-820), ο οποίος εγκαινίασε τη δεύτερη περίοδο της εικονομαχικής έριδας. Διέταξε την πλήρη απαγόρευση προσκύνησης και τιμής των Ιερών Εικόνων, ακόμα και με την ποινή του θανάτου, την καταστροφή όλων των Εικόνων και το ασβέστωμα των τοιχογραφιών των ναών. Τότε τα δύο αδέλφια, Θεοφάνης και Θεόδωρος, μαζί με το δάσκαλό του Μιχαήλ, παρουσιάστηκαν στον ασεβή αυτοκράτορα και τον ήλεγξαν για το διάταγμά του. Ο Λέων, όχι μόνον δεν έδειξε σημάδια συνετισμού, αλλά διέταξε τον άγριο βασανισμό τους. Τους μαστίγωσαν άγρια και τους έκλεισαν στη φυλακή. Αφού απέκρουσαν και τις προσπάθειες του μελλοντικού εικονομάχου Πατριάρχη Ιωάννου Γραμματικού, να συμμορφωθούν με το αυτοκρατορικό διάταγμα, τους ξεχώρισαν. Έκλεισαν τα δύο αδέλφια σε ένα φρούριο στο Βόσπορο, στερώντας τους ακόμα και την τροφή.

Μετά τη δολοφονία του Λέοντα (820) κόπασαν οι διωγμοί των Ορθοδόξων και τα δύο αδέλφια εγκαταστάθηκαν στην Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ του Σωσθενίου στο Βόσπορο, οι οποίοι με τον υποδειγματικό ασκητικό τους αγώνα και τις πολλές επιστολές τους στερέωσαν την ορθόδοξη πίστη. Αλλά το 829 ανέβηκε στο θρόνο ο επίσης φανατικός εικονομάχος αυτοκράτορας Θεόφιλος (829-842), ο οποίος εγκαινίασε νέα σφοδρή εικονομαχική περίοδο, καταδιώκοντας απηνώς τους ομολογητές Ορθοδόξους. Τα δυο αδέλφια εξορίστηκαν στη νήσο Αφουσία, το 834, μαζί με άλλους ορθοδόξους ομολογητές. Επειδή δεν πειθάρχησαν, και ασκούσαν σφοδρή κριτική κατά των εικονομάχων και του Παλατίου, κλήθηκαν το 836 σε νέα ανάκριση από τον αυτοκράτορα. Οι δύο ομολογητές μοναχοί ήλεγξαν και πάλι με θάρρος και παρρησία τον ασεβή αυτοκράτορα, ομολογώντας την ορθόδοξη πίστη. Υποβλήθηκαν και πάλι σε νέα βασανιστήρια. Με πυρωμένο σίδερο έγραψαν στα μέτωπά τους δώδεκα ιμαβικούς στίχους, με την αιτία των διώξεών τους. Γι’ αυτό ονομάστηκαν από τότε Γραπτοί. Στη συνέχεια τους έριξαν στην πιο υγρή και σκοτεινή φυλακή του Πραιτωρίου, με στόχο να πεθάνουν απομονωμένοι. Τότε πήραν επιστολές παρηγορητικές από το δάσκαλό τους Μιχαήλ και τον άγιο Μεθόδιο, ενθαρρύνοντας τους να υπομείνουν ως τέλους τα μαρτύρια. Σε λίγο καιρό τους έστειλαν σε νέα εξορία στην Απάμεια της Βιθυνίας (Μουδανιά), όπου όμως έγιναν ενθουσιωδώς δεκτοί από το λαό. Ο Θεόδωρος, κοιμήθηκε το 838, εξουθενωμένος από τις κακουχίες. Ο αδελφός του Θεοφάνης, αψηφώντας την διαταγή του αυτοκράτορα, να μείνει άταφο το σώμα του, το ενταφίασε, συνθέτοντας και έναν εξαίσιο ποιητικό κανόνα.

Μετά από την θαρραλέα αυτή πράξη του, ο Θεοφάνης εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου εργάστηκε δραστήρια για την επικράτηση του Ορθοδόξου Δόγματος και την απόκρουση της αιρέσεως της εικονομαχίας. Αλλά το 842 πέθανε ο ασεβής Θεόφιλος και στο θρόνο ανέβηκε ο ανήλικος γιός του Μιχαήλ Γ΄ (842-867), τον οποίο επιτρόπευε η ευσεβής αυτοκράτειρα αγία Θεοδώρα, η οποία έπαυσε αμέσως τους διωγμούς, επανέφερε σε ισχύ τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (787) και το 842 αναστήλωσε οριστικά τις άγιες Εικόνες. Παράλληλα επανέφερε από την εξορία και έβγαλε από τις φυλακές τους ομολογητές της πίστεως. Ο Θεοφάνης ανακλήθηκε από την εξορία και ο Πατριάρχης άγιος Μεθόδιος το 842 τον χειροτόνησε Μητροπολίτη Νικαίας. Εκεί πέρασε το υπόλοιπο του πολυτάραχου επίγειου βίου του, ποιμαίνοντας θεοφιλώς το ποίμνιό του, προσευχόμενος και ασκούμενος. Ως άφθαστος ποιητής και υμνογράφος συνέθεσε πλήθος εκκλησιαστικών ύμνων, οι οποίοι ψάλλονται μέχρι σήμερα κατά τις δεσποτικές και θεομητορικές εορτές και σε μνήμες αγίων. Κοιμήθηκε ειρηνικά την 11η Οκτωβρίου του 845. Ανακηρύχτηκε άγιος και η σεπτή μνήμη του εορτάζεται την ημέρα της οσιακής κοιμήσεώς του.

Ο άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός συγκαταλέγεται στους μεγάλους Πατέρες, Ομολογητές και υμνογράφους της Εκκλησίας μας, ο οποίος αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του στην ομολογία και την προάσπιση της Ορθοδόξου πίστεως, της μόνης αληθινής και σώζουσας πίστεως. Τόσον αυτός, όσο και οι άλλοι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, είναι (πρέπει να είναι) και σε μας σήμερα τα μεγάλα ζωντανά παραδείγματα, να μην κάνουμε την παραμικρή έκπτωση και υποχώρηση στα θέματα της πίστεως, όπως έκαμαν και εκείνοι!

Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος

Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Θεόφανες σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἀπολυτίκιον (Ήχος πλ α'. Τον συνάναρχον λόγον)
Μυηθεῖς τῶν Ἀγγέλων Πάτερ τὸ σύντονον, θεοφανείας ἀρρήτου ἐδείχθης σάλπιγξ χρυσή, περιούσιον λαὸν τρέφων τοὶς λόγοις σου, τῶν γὰρ πανσόφων σου ᾠδῶν, ἡ πανεύσημος μολπή, εὐφραίνει τὴν Ἐκκλησίαν, δι' ἣν λαμπρῶς ἠγωνίσω, θεομακάριστε Θεόφανες.

Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2023

ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΤΙΜΙΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ (28 Σεπτεμβρίου)

 

ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ τοῦ 1993 ἡ ᾿Αρχιερατικὴ Σύνοδος ἔδωσε ἐντολὴ στὸν ᾿Αρχιεπίσκοπο Δυτικῆς ᾿Αμερικῆς καὶ Σὰν Φραντσίσκο ᾿Αντώνιο μαζὶ μὲ δύο ἄλλους ᾿Αρχιερεῖς νὰ ἐξετάσουν τὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου. Τὸ βράδυ τῆς 28ης Σεπτεμβρίου 1993 ἐκ.ἡμ., μετὰ τὴν Παννυχίδα ποὺ τελέσθηκε στὸν τάφο του ἀπὸ τὰ μέλη τῆς ᾿Επιτροπῆς, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αντώνιος προέτρεψε τοὺς συμμετέχοντας στὸ ἱερὸ τοῦτο ἔργο νὰ ἀλληλοσυγχωρηθοῦν, ἐζήτησε ὁ ἴδιος συγχώρησι ἀπὸ ὅλους καὶ κατόπιν ἔδωσε εὐλογία νὰ ἀνοιχθῆ ὁ τάφος. ᾿Αφήρεσαν τὸ σκέπασμα, ἔβγαλαν ἔξω τὸ ἤδη ὠξειδωμένο μεταλλικὸ φέρετρο καὶ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ προσευχὴ τὸ ἄνοιξαν: τὸ πρόσωπο τοῦ ῾Αγίου ἦταν καλυμμένο καὶ ὅλοι ἀμέσως πρόσεξαν τὰ λευκὰ καὶ ἄφθαρτα χέρια του!... Μετὰ ἀπὸ προσευχή, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αντώνιος ἀφήρεσε τὸ κάλυμμα καὶ φάνηκε τὸ ἄφθαρτο πρόσωπο τοῦ Θεοδόξαστου ῾Αγίου!... Στὴν επομένη Συνεδρία τῆς ᾿Αρχιερατικῆς Συνόδου, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αντώνιος ἀνέφερε, ὅτι τὰ ἱερὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου ἐξετάσθηκαν ἀπὸ τὴν Συνοδικὴ ᾿Επιτροπή, τὴν ὁποία συγκροτοῦσαν ὁ ἴδιος, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ ῾Αγίας Τριάδος Λαῦρος, ὁ ᾿Επίσκοπος Σηὰτλ Κύριλλος καὶ δώδεκα ἄλλα πρόσωπα. Μετὰ τὸ ἄκουσμα τῆς ἀναφορᾶς τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αντωνίου καὶ τῆς ᾿Εκθέσεως τῆς ᾿Επιτροπῆς, ἡ ᾿Αρχιερατικὴ Σύνοδος εὐλόγησε νὰ συνεχισθῆ καὶ ὁλοκληρωθῆ ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν Διακήρυξι τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου, ἡ ὁποία καὶ ἔλαβε χώρα τὴν 19η ᾿Ιουνίου 1994 ἐκ.ἡμ., ἡμέρα τῆς μακαρίας Κοιμήσεώς του, στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου «Πάντων θλιβομένων ἡ Χαρὰ» στὸ Σὰν Φραντσίσκο.

Ο ΘΕΑΡΕΣΤΟΣ βίος καὶ ὁ αὐστηρὸς ἀσκητικὸς ἀγὼν διέκρινον τὸν μέλλοντα ῾Ιεράρχην ᾿Ιωάννην ἐκ νεότητος αὐτοῦ. Εἰς τὴν Καθέδραν τῆς θεοφρουρήτου πόλεως Σαγγάης ἐπεκαθέσθη ὑπὸ τῆς ῾Ιεραρχίας τῆς Ρωσικῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ᾿Εκτὸς Ρωσίας ἐν ἔτει 1934, εἰς ἡλικίαν τριάκοντα ὀκτὼ ἐτῶν, καὶ παρέμεινεν ἐκεῖ δεκατέσσαρα ἔτη, ἕως ὅτου ὁμοῦ μετὰ τοῦ Κλήρου καὶ τοῦ ποιμνίου ἠναγκάσθη νὰ ἀπομακρυνθῇ ἐκ τῆς Κίνας, ἐξ αἰτίας τῆς ἁρπαγῆς τῆς ἐξουσίας ὑπὸ τῶν κομμουνιστῶν. Μετὰ παρέλευσιν ἕνδεκα ἐτῶν διοικήσεως τῆς ᾿Επαρχίας Βρυξελλῶν καὶ Δυτικῆς Εὐρώπης, τὰ τελευταῖα τρία καὶ ἢμισυ ἔτη τῆς ζωῆς αὐτοῦ ἀφιέρωσεν εἰς τὴν ᾿Επαρχίαν τοῦ Σὰν Φραντσίσκο καὶ Δυτικῆς ᾿Αμερικῆς. Καθ᾿ ἅπαντα ταῦτα τὰ ἔτη, ὑποτασσόμενος πνευματικῶς εἰς τὴν ἄνωθεν καθοδήγησιν, μὴ φειδόμενος τῶν δυνάμεων αὐτοῦ, ἀνακαινιζόμενος δὲ διὰ τῆς καθημερινῆς μεταλήψεως τῶν ῾Αγίων τοῦ Χριστοῦ Μυστηρίων, ἐπετέλεσε τὴν διακονίαν τοῦ ἀρχιποίμενος καὶ ἀσκητοῦ, ἀπονεκρῶν τὴν σάρκα διὰ τῆς ἀρνήσεως τῆς ἐπὶ κλίνης ἀναπαύσεως, καὶ τοῦ ἱεραποστόλου, εὐρύνων τὴν καρδίαν αὐτοῦ πρὸς πάντα τὰ ἔθνη καὶ τοὺς λαούς, ἀναλόγως δὲ χωρούμενος εἰς τὰς καρδίας τῶν ἐκζητούντων τὴν ἐξ αὐτοῦ ὠφέλειαν ἀνθρώπων. Τὰ θαύματα ἰατρείας καὶ τὸ προορατικὸν χάρισμα κατεκόσμουν τὴν ἐπίγειον αὐτοῦ ζωὴν ἕως τῆς ἀνωδύνου αὐτοῦ ἐκδημίας εἰς τὴν αἰωνιότητα, ὑπὸ τὴν σκέπην τῆς Πανάγνου Θεομήτορος, συνοδευόμενος ὑπὸ τῆς Θαυματουργοῦ Εἰκόνος Αὐτῆς «Παναγίας τοῦ Κούρσκ», τῆς ῾Οδηγητρίας τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς. ᾿Εν ἔτει 1993 ἡ Σύνοδος τῆς ῾Ιεραρχίας, συνελθοῦσα εἰς τὴν ῾Ιερὰν Μονὴν τῆς Παναγίας τῆς Λῢσνα ἐν Γαλλίᾳ, ὑπὸ τὴν σκέπην τριῶν θαυματουργῶν Θεομητορικῶν Εἰκόνων, ἀπεφάσισεν ὅπως ἐπιτελεσθῇ ἡ εὐλαβῶς προσδοκωμῢνη εἰς διαφόρους χώρας τῆς Διασπορᾶς, ὡς καὶ εἰς τὴν ἡμετῢραν πατρίδα, Διακήρυξις τῆς ῾Αγιότητος τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου. Τὸ Φθινόπωρον τοῦ 1993 ὁ ἔλεγχος τῶν ῾Ιερῶν αὐτοῦ Λειψάνων, ἀπέδειξεν αὐτὰ ἄφθαρτα. Συνηγμένοι κατ᾿ αὐτὰς εἰς τὴν θεοφρούρητον πόλιν τοῦ Σὰν Φραντσίσκο, κατὰ τὴν ἐπέτειον τῶν διακοσίων ἐτῶν ἀπὸ τῆς ἐμφυτεύσεως τῆς ᾿Ορθοδοξίας ὑπὸ Ρώσων ἱεραποστόλων εἰς τὴν Βόρειον ᾿Αμερικήν, ἡμεῖς, οἱ ᾿Αρχιερεῖς τῆς Ρωσικῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ᾿Εκτὸς Ρωσίας, μαρτυροῦμεν περὶ τῆς ἐνταῦθα ἐπιτελεσθείσης ἐκκλησιαστικῆς Διακηρύξεως τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου τοῦ Θαυματουργοῦ, τῆς Σαγγάης καὶ τοῦ Σὰν Φραντσίσκο. Κατὰ τὴν παραμονὴν τῆς Διακηρύξεως, Παρασκευὴν 18ην ᾿Ιουνίου, μετὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν τὴν τελεσθεῖσαν ὑπὸ επτὰ ᾿Αρχιερῢων, ὁμοῦ μεθ᾿ εξήκοντα τριῶν Πρεσβυτέρων καὶ Διακόνων συλλειτουργῶν, ἐτελέσθη Μνημόσυνον ὑπὲρ τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου, τῶν χειροτονησάντων αὐτόν, τῶν γονέων, συγγενῶν καὶ πνευματικῶν τέκνων αὐτοῦ. Κατὰ τὴν 3ην μ.μ. τῢσσαρες ᾿Αρχιερεῖς ὁμοῦ μετ᾿ ἄλλων Κληρικῶν, εἰσελθόντες εἰς τὴν κρύπτην ἔνθα ὁ τάφος τοῦ ῾Αγίου, ἐτοποθέτησαν τὰ ῾Ιερὰ αὐτοῦ Λείψανα, ἐνδεδυμένα ἀρχιερατικὰ ἄμφια, εἰς τὴν νέαν διακεκοσμημένην λάρνακα καὶ τὰ μετέφερον ἐν λιτανείᾳ εἰς τὸν Καθεδρικὸν Ναόν, ἐν ᾦ εἶχεν ετοιμασθῆ εἰδικὸν κουβούκλιον, καὶ ἀπέθεσαν τὴν λάρνακα ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Ναοῦ. Εἰς τὰς 4.30´ μ.μ. ἅπαντες οἱ παρόντες ᾿Αρχιερεῖς καὶ Κληρικοὶ μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πρωθιεράρχην Μητροπολίτην κ.Βιτάλιον, ἐτέλεσαν τὸ τελευταῖον Μνημόσυνον τοῦ ῾Αγίου ῾Ιεράρχου, πρὸς ἔκφρασιν τῆς ἐλπίδος, ὅτι θὰ ἐλεήσῃ καὶ ἡμᾶς ὁ Κύριος διὰ τῆς προστασίας τοῦ ῾Αγίου Αὐτοῦ. ᾿Αμέσως ἤρχισεν ἡ ᾿Αγρυπνία τῆς ᾿Ακολουθίας τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου. Κατὰ τὴν Λιτὴν μετεφέρθησαν τὰ ἱερὰ Λείψανα γύρωθεν τοῦ ῾Ιεροῦ Ναοῦ. Εἰς τὸν ῎Ορθρον, μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν περὶ τοῦ νέου ῾Αγίου ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου, καὶ δὴ εἰς τὸν Πολυέλεον, παρίσταντο δώδεκα ᾿Αρχιερεῖς, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πρωθιεράρχην τῆς Ρωσικῆς ῾Υπερορίου ᾿Εκκλησίας Μητροπολίτην κ. Βιτάλιον, ὁμοῦ μετὰ τοῦ συλλειτουργοῦντος Μητροπολίτου τῆς Ρουμανικῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου κ. Βλασίου. ῾Ο Σεβασμιώτατος Πρωθιεράρχης ἡμῶν Μητροπολίτης κ. Βιτάλιος ἤνοιξε τὴν λάρνακα, ἅπαντες προσεκύνησαν γονυκλινῶς καὶ ἔψαλαν τὸ Μεγαλυνάριον τοῦ ῾Αγίου ῾Ιεράρχου. Μετὰ τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ ῎Ορθρου, κατὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ Κανόνος, ἤρχισεν ἡ προσκύνησις τῶν ῾Ιερῶν Λειψάνων τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου. ῞Απαντες εἶδον τὰς ἀκαλύπτους χεῖρας τοῦ ῾Αγίου μέσῳ τοῦ ὑαλίνου σκεπάσματος τῆς λάρνακος. Οἱ πιστοὶ προσεκύνουν ταυτοχρόνως καὶ ἀπὸ τὰς δύο πλευρὰς καὶ δύο ᾿Αρχιερεῖς ἔχριον αὐτοὺς μὲ ἡγιασμένον ἔλαιον, ἕτεροι δὲ Πρεσβύτεροι διένεμον εἰκόνας τοῦ νέου ῾Αγίου. ῾Η προσκύνησις συνεχίσθη ἕως τέλους τῆς ᾿Αγρυπνίας. Μετὰ μικρὰν διακοπήν, τὸ Σάββατον 19ην ᾿Ιουνίου, ἐτελέσθησαν κατὰ συνέχειαν τρεῖς Θεῖαι Λειτουργίαι (ὁ Καθεδρικὸς Ναὸς εἶναι τρισυπόστατος). ῾Η πρώτη, ὑπὸ ενὸς ᾿Αρχιερέως, ἤρχισε τὴν πρώτην πρωϊνήν. ῾Η δευτέρα, ῾Ιερατική, καὶ ἡ τρίτη, πολυαρχιερατική, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πρωθιεράρχην. Εἰς τὴν πρώτην Θείαν Λειτουργίαν ὁ λαὸς ἔψαλε σλαβονιστὶ καὶ ἀγγλιστί, εἰς τὴν δευτέραν χορῳδία ἐκ τῶν ἐνόντων, εἰς τὴν τρίτην αἱ δύο χορῳδίαι τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ. Εἰς ἁπάσας τὰς Λειτουργίας συμμετέσχον δεκατέσσαρες ᾿Αρχιερεῖς, εκατὸν τρεῖς ῾Ιερεῖς καὶ τριάκοντα ἕξ Διάκονοι. ῞Ετεροι εἴκοσι Κληρικοὶ ἦσαν παρόντες, μὴ συλλειτουργήσαντες. Εἰς τὴν πρώτην Θείαν Λειτουργίαν μετῢλαβον τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων περίπου τετρακόσιοι, εἰς τὴν δευτέραν περίπου διακόσιοι ὀγδοήκοντα καὶ εἰς τὴν τρίτην περίπου ὀκτακόσιοι. Τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν ἐντὸς τοῦ Ναοῦ, τῆς Αἰθούσης καὶ τῶν πέριξ χώρων ἦτο ἀναρίθμητον. ῾Ο δρόμος ἦτο ἀποκεκλεισμένος. ῾Η κίνησις τῶν αὐτοκινήτων μετεφέρθη εἰς ἄλλας ὁδούς. ᾿Εκτὸς τοῦ Ναοῦ καὶ εἰς τὴν μεγάλην αἴθουσαν τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ Γυμνασίου ἐτοποθετήθησαν δύο τεράστιαι τηλεοπτικαὶ ὀθόναι, αἱ ὁποῖαι μετέδιδον τὰ ἐν τῷ Ναῷ τελούμενα. Μετὰ τὸ πέρας τῆς ᾿Αρχιερατικῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Πρωθιεράρχου, ἐκκίνησε μεγάλη πομπὴ πέριξ ὄχι μόνον τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ, ἀλλὰ καὶ ὅλου τοῦ οἰκοδομικοῦ τετραγώνου. Οἱ Κληρικοί, οἱ φέροντες τὴν λάρνακα μὲ τὰ ῾Ιερὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου, ἐνηλλάσσοντο. Εἰς τὰ τέσσαρα ἄκρα ἐγίνετο εὐλόγησις διὰ τῆς Εἰκόνος τοῦ ῾Ιεράρχου καὶ ραντισμὸς δι᾿ ῾Αγιασμοῦ. Μετὰ τὴν ἐπιστροφὴν εἰς τὸν Ναόν, ἅπαντες γονυκλινεῖς ἀνέγνωσαν τὴν εἰδικὴν προσευχὴν/δέησιν πρὸς τὸν ῞Αγιον σλαβονιστὶ καὶ ἀγγλιστί. Κατὰ τὴν ἐπακολουθήσασαν εἰς μεγάλην αἴθουσαν κοινὴν τράπεζαν, ἀνεγνώσθη πανηγυρικὸς λόγος εἰς τὸν ῞Αγιον ᾿Ιωάννην, συντεθεὶς ὑπὸ ενὸς φοιτητοῦ τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τῆς ῾Αγίας Τριάδος εἰς Τζόρντανβιλ τῆς Νέας ῾Υόρκης. ῾Η λάρναξ, ἡ περιέχουσα τὰ ῾Ιερὰ Λείψανα, ἐτοποθετήθη ἐντὸς τοῦ καλλιτεχνικοῦ κουβουκλίου εἰς τὸ δεξιὸν μέρος τοῦ Ναοῦ τὸ ἀπόγευμα, πρὸ τοῦ ᾿Αναστασίμου ῾Εσπερινοῦ. Τοιουτοτρόπως ἐπετελέσθη, πρὸς δόξαν Θεοῦ, ἡ χαιρετιζομένη πανταχόθεν μετὰ πολλῆς κατανύξεως ἐκκλησιαστικὴ Διακήρυξις τοῦ ἐν ῾Αγίοις Πατρὸς ἡμῶν ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου τῆς Σαγγάης καὶ τοῦ Σὰν Φραντσίσκο, τοῦ Θαυματουργοῦ, οὗτινος ἡ μνήμη ὡρίσθη νὰ ἐπιτελῆται τὸ ἐγγύτερον τῆς 19ης ᾿Ιουνίου Σάββατον, ἐφ᾿ ὅσον ἡ ἡμέρα αὕτη εἶναι ἀφιερωμένη εἰς τὸν ῞Αγιον ᾿Απόστολον ᾿Ιούδαν. Διὰ ταῦτα εὐχαριστοῦμεν τὸν θαυμαστὸν ἐν τοῖς ῾Αγίοις Αὐτοῦ Θεὸν ἡμῶν, τὸν ἐν ῾Αγίᾳ Τριάδι δοξαζόμενον, ἐναποθέτοντες αυτούς, τοὺς συμπατριώτας ἡμῶν, ὡς καὶ ἅπαντας τοὺς ᾿Ορθοδόξους Χριστιανούς, εἰς τὴν Προστασίαν τῆς Παναγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, τῆς ῾Οδηγητρίας τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, τὰς πρεσβείας τοῦ νῦν ἀνακηρυχθέντος ῾Αγίου τοῦ Θεοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου καὶ πάντων τῶν ῾Αγίων. ᾿Αμήν!

 ῾Ο Πρόεδρος τῆς Συνόδου τῆς ῾Ιεραρχίας
+ Μητροπολίτης Βιτάλιος

 καὶ τὰ Μέλη Αὐτῆς:

 + ᾿Αρχιεπίσκοπος Δυτικῆς ᾿Αμερικῆς καὶ Σὰν Φραντσίσκο ᾿Αντώνιος
+ ᾿Αρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ ῾Αγίας Τριάδος Λαῦρος
+ ᾿Αρχιεπίσκοπος Σύδνεϋ, Αὐστραλίας καὶ Νέας Ζηλανδίας ᾿Αλύπιος + ᾿Αρχιεπίσκοπος Βερολίνου καὶ Γερμανίας Μᾶρκος
+ ᾿Επίσκοπος Μπουένος ῎Αϋρες, ᾿Αργεντινῆς καὶ Παραγουάης ᾿Ιωάννης
+ ᾿Επίσκοπος Τσερνομόρσκ καὶ Κουμπὰν Βενιαμίν
+ ᾿Επίσκοπος Μανχάτταν ῾Ιλαρίων
+ ᾿Επίσκοπος ᾿Ερίε Δανιήλ
+ ᾿Επίσκοπος Σηὰτλ Κύριλλος
+ ᾿Επίσκοπος Βοστώνης Μητροφάνης
+ ᾿Επίσκοπος Βεβέϋ ᾿Αμβρόσιος

19 ᾿Ιουνίου 1994 ἐκκλ. ἡμερ.




Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2023

Η ΑΓΙΑ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΘΕΚΛΑ (24 Σεπτεμβρίου)

 Agia Thekla

Η Αγία Θέκλα, η Πρωτομάρτυρας και Ισαπόστολος,  καταγόταν από το Ικόνιο, της Μικράς Ασίας. Η μητέρα της ήταν η Θεόκλεια, η οποία καταγόταν από ευγενή και επιφανή οικογένεια και ήταν ειδωλολάτρισσα, όπως και η Θέκλα. Σε ηλικία 18 χρόνων η Αγία Θέκλα αρραβωνίαστηκε με κάποιον που τον έλεγαν Θαμύρη, αλλά ο γάμος τους ματαιώθηκε, γιατί η Θέκλα έγινε χριστιανή λόγω του κυρήγματος του Αποστόλου Παύλου.
Η Αγία γνώρισε τον Απόστολο Παύλο στο σπίτι του ευσεβούς οικογενείαρχη Ονησιφόρου, όπου εκεί τον άκουσε να κηρύττει το λόγο του Θεού.  Για τρεις ημέρες η Αγία ούτε έφαγε, ούτε πήγε στο σπίτι της ακούγοντας το θείο κύρηγμα του Αποστόλου Παύλου.   Όταν η μητέρα και ο μνηστήρας της έμαθαν για τις νέες συνήθειες της Θέκλας, προκειμένου να την καθηλώσουν στην ειδωλολατρία κανόνισαν να φυλακιστεί ο Παύλος. Φυσικά η Αγία δεν πτοήθηκε, αλλά αντίθετα πήγε κρυφά και τον συνάντησε στη φυλακή για να ακούσει τα μελίρρυτα λόγια του Παύλου και για να μαθαίνει για το Χριστιανισμό. Ακολούθως οι διώκτες έριξαν τη Θέκλα στη φωτιά χωρίς ωστόσο να καεί αφού την εσκέπε ο Θεός, αλλά κατάφεραν να διώξουν τον Απόστολο Παύλο. Όταν η Αγία έμεινε ελεύθερη έψαξε τον Απόστολο Παύλο, τον οποίο εντόπισε μέσα σ’ ένα τάφο μαζί με τον Ονησιφόρο.
Αποφάσισε να ακολουθήσει τον Παύλο και έφτασαν στην Αντιόχεια, αλλά εκεί η ομορφιά της την έκανε να υποφέρει τα πάνδεινα. Παρόλα αυτά τίποτα δεν μπορούσε να πτοήσει τη θεϊκά εμπνευσμένη Θέκλα. Ο κόσμος σάστισε αφού κανένα θηρίο δεν την κατασπάραξε όσες φορές και αν επιχείρησαν να την θανατώσουν. Μετά την πάροδο του χρόνου η Αγία Θέκλα πήγε στα Μύρα της Λυκίας, από όπου μετά την παρακίνηση του Αποστόλου Παύλου επέστρεψε στο Ικόνιο για να κηρύξει εκεί το Ευαγγέλιο. Στη συνέχεια κατέφυγε σε ένα βουνό κοντά στη Σελευκεία, όπου ασκήτεψε και εν ονόματι του Ιησού Χριστού θεράπευε πολλούς αρρώστους. Η δράση της όμως ενόχλησε πολλούς ιατρούς της Σελευκείας και απέστειλαν πληρωμένους νέους να βιάσουν την παρθένο πιστέυοντας έτσι ότι η Αγία θα χάσει τη δύναμή της.
Η Αγία Θέκλα δεν φοβήθηκε καθόλου όταν τους είδε. Σήκωσε τα χέρια της και προσευχήθηκε για τη σωτηρία της και ως εκ θαύματος μια πέτρα σχίστηκε γι’ αυτήν για να εισέλθει μέσα. Εκεί αναπαύτηκε για πάντα κοντά στον Θεό, σε ηλικία 90 χρόνων.
Η εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη της Αγίας  Πρωτομάρτυρας και Ισαποστόλου Θέκλας την 24η Σεπτεμβρίου.


Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῦ Παύλου συνέκδημος, ὡς καθαρα τὴν ψυχήν, καὶ πρώταθλος πέφηνας, ἐν γυναιξὶν εὐκλεῶς, Χριστὸν ἀγαπήσασα, σὺ γὰρ τῆς εὐσέβειας, πτερωθεῖσα τῷ πόθῳ, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, Ἰσαπόστελε Θέκλα διὸ σὲ ὁ Πανοικτίρμων νύμφην ἠγάγετο.

ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

Τρίτη 8 Αυγούστου 2023

ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΚΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

 Ο Μαξιμιανός, ο προσκυνητής των λίθων (=των ειδώ­λων), αν και κίνησε κάθε λίθο, καταπώς λέει ο λαός, έβλεπε ανένδοτο και στερεότερο από κάθε πέτρα τον Παντολέοντα· και ούτε με κολακείες, ούτε με την πειθώ των λόγων, ούτε με υποσχέσεις δωρεών, ούτε με απειλές τιμωριών, ούτε με κάποιον άλλο θελκτικό ή απειλητικό τρόπο κατόρθωσε να του αλλάξει τη γνώμη και να τον αποσπάσει από τη θρησκεία του Χριστού. Έτσι λοιπόν, αφού τον μαστίγωσε με απερίγραπτη βαναυσότη­τα -και βέβαια όχι γιατί είχε την ελπίδα πως θα κατόρθωνε ίσως κάτι, αλλά από οργή και κακότητα-, τον καταδίκασε στον διά ξίφους θάνατο. Και επιπλέον, αυτός ο άξιος του αιωνίου πυρός τύραννος πρόσταξε τους δημίους να παραδώσουν στο πυρ το ιε­ρό λείψανο του Μεγαλομάρτυρος, μετά από τον αποκεφαλισμό, και να το κάψουν.

Πηγή:http://oprotoklitos.blogspot.gr/

Πηγή:http://oprotoklitos.blogspot.gr/

Οι δήμιοι λοιπόν παρέλαβαν τον αθλητή της πίστεως και τον οδηγούσαν στον τόπο της τελειώσεως. Μόλις έφτασε εκεί, πλημμυρισμένος από απερίγραπτη χαρά -διότι ήξερε πολύ κα­λά ποιες ηδονές θα διαδέχονταν τις τόσες θλίψεις του-, έψαλλε το του Δαβίδ, λέγοντας: «Πολλάκις με επολέμησαν από τους χρόνους της νεότητάς μου, πλην όμως δεν μπόρεσαν να με εξοντώσουν. Επί των νώτων μου (=της ράχης μου) σφυροκοπούσαν συνεχώς οι ασεβείς και παρέτειναν επί μακρόν τις εις βάρος μου ανομίες τους. Αλλά ο δίκαιος Κύριος κατέκοψε τους αυχένες αυτών των αμαρτωλών δυναστών». Έπειτα ο Θεός έκαμε και εδώ ένα θαύμα, καθόλου μικρότερο από τα προηγούμενα. Και να ποιο: Αφού οι δήμιοι προσέδεσαν τον γενναίο αθλητή του Χριστού σε μία ελιά, ένας από αυτούς τον χτύπησε με το ξίφος στον αυχένα. Αμέσως όμως το σιδερένιο εκείνο στό­μα (το ξίφος) λύγισε, σαν να ήταν από κερί, και ο αυχένας του Μεγαλομάρτυρος έμεινε άθιχτος και άβλαβής, όπως ήταν εξαρχής.

Το θαύμα αυτό προκάλεσε φόβο και τρόμο στους δημί­ους. Τοιουτοτρόπως αυτοί προσήλθαν και έγιναν ικέτες στον μη άξιο να ζει, κατά τον Μαξιμιανό, και καταδικασθέντα από αυτόν να πεθάνει κακήν κακώς. Γονάτισαν μπροστά του και του έπιαναν τα πόδια. Και τί δεν έλεγαν και τί δεν έκαναν, ζητώ­ντας συγγνώμη για το ανόσιο τόλμημά τους και ομολογώντας ρητώς και σαφώς την πίστη τους στον Χριστό. Ο δε Παντολέων όχι μόνο τους συγχώρησε, όπως ήταν φυσικό σ’ αυτόν, αλλά ζή­τησε και από τον Χριστό να τους συγχωρήσει τελείως. Αμέσως τότε άκουσε φωνή εξ ουρανού, η οποία τον διαβεβαίωνε ότι εκείνα που ζήτησε θα γίνουν. Επιπλέον δε η ίδια εκείνη φωνή του είπε: «Εφεξής δεν θα ονομάζεσαι Παντολέων, αλλά Παντελεήμων· και τα πράγματα θα επιβεβαιώνουν εκείνο που ση­μαίνει το νέο σου όνομα, διότι πλείστοι, όντως, διά σου θα τύχουν ελέους και ευσπλαχνίας».

Ακούοντας τη φωνή αυτή ο μεγαλομάρτυς Παντελεήμων, βεβαιώθηκε για τις μέγιστες δωρεές με τις οποίες τον αξίωσε ο Κύριος και, στρεφόμενος προς τους δημίους, ζητούσε επιτακτικά από αυτούς να εκτελέσουν την εντολή του τυράννου. Εκείνοι όμως αρνούνταν, κρίνοντας εντελώς απαράδεκτο να προβούν σε μια τέτοια ενέργεια. Επειδή όμως ο Μεγαλομάρ­τυς επέμενε πολύ να πραγματοποιηθεί η προσταγή που είχε δώ­σει σ’ αυτούς ο τύραννος, βρέθηκαν σε μεγάλο δίλημμα· και, μη έχοντας τι να πράξουν, μερίστηκαν και στα δύο, δηλαδή στην ευσέβεια και στο προσταζόμενο από τον Άγιο. Έτσι λοιπόν, αφού φίλησαν πριν κάθε μέλος του, δείχνοντας την πολλή τους ευλάβεια και τον μεγάλο σεβασμό προς αυτόν, του απέκοψαν κατόπιν με το ξίφος τη μακάρια κεφαλή, στις 27 Ιουλίου. Βε­βαίως δεν θα μπορούσαν να το πράξουν αυτό, αν εκείνος δεν τους το ζητούσε επιμόνως, επιθυμώντας διακαώς ο γενναίος αυτός αθλητής του Χριστού να κοσμηθεί τελικά και με τον αμά­ραντο στέφανο του μαρτυρίου.

Και πάλι άλλα θαύματα ακολούθησαν τα προηγούμενα θαύματα, θέλοντας με αυτά ο “δεδοξασμένος” Κύριος, να δο­ξάσει τον μεγαλομάρτυρά Του Παντελεήμονα, που προτίμησε να υποστεί τόσα βασανιστήρια και, τελικά, και τον αποκεφαλισμό του για Εκείνον. Συγκεκριμένα, αμέσως μόλις αποκεφαλίστηκε ο Άγιος, έρευσε από την τομή γάλα αντί για αίμα, η δε ελιά στην οποία τον είχαν προσδέσει, όντας πριν άκαρπη, αμέσως πέταξε καινούριους βλαστούς και παρουσίασε πλουσιότα­τη καρποφορία. Το θαυμαστό αυτό γεγονός περιήλθε σε γνώση του τυράννου. Εκείνος, όντας μοχθηρός και κακοηθέστατος, πρόσταξε στρατιώτες να κάψουν το δένδρο αυτό, το δε σώμα του Μεγαλομάρτυρος να το παραδώσουν στο πυρ, όπως είχε προστάξει και προηγουμένως. Οι στρατιώτες βέβαια, έχοντας πιστέψει στον Χριστό, δεν επέστρεψαν στον αυτοκράτορα, καταλογίζοντάς του πολλή ωμότητα και μιμηθέντες τους Μά­γους, οι οποίοι δεν επέστρεψαν στον Ηρώδη. Επίσης οι στρα­τιώτες εκείνοι δοξολογούσαν αδιαλείπτως τον Θεό και τον Με­γαλομάρτυρά Του. Μερικοί δε χριστιανοί πήγαν στον τόπο έξω από την πόλη, όπου ο μεγαλομάρτυς Παντελεήμων υπέστη την τελείωση, και πήραν το ιερό του λείψανο, το οποίο και ενταφίασαν με κάθε ευλάβεια και ιεροπρέπεια σε προάστιο έξω της πόλεως, το οποίο έφερε το όνομα ενός σχολαστικού, του Αδαμαντίου, προς δόξα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύ­ματος, της μιας θεότητος και βασιλείας, στην οποία πρέπει τιμή και προσκύνηση στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Συμεών του Μεταφραστού, Οι Μεγαλομάρτυρες Αρτέμιος, Παντελεήμων, Πλάτων. Μετάφραση Γ. Παπαδημητρόπουλου, έκδ. Αποστ. Διακονία- αποσπάσματα)