† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 0466

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Οἱ ἄνθρωποι πλασθήκαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ  γίνουμε συμμέτοχοι τῆς χαρᾶς Του. Μετὰ τὴν ἐξορία τῶν Πρωτοπλάστων, ὡστόσο, βρεθήκαμε ἔξω ἀπὸ τὸ φυσικό μας περιβάλλον, τὸν Παράδεισο. Καὶ ἐφόσον στερηθήκαμε τὴν χαρὰ τοῦ Παραδείσου, ἄρχισαν νὰ δημιουργοῦνται μέσα μας ὁ στεναγμός, ἡ λύπη καὶ ὁ πόνος, ἐνῶ ἐπίσης γίναμε ἀπόλυτοι κληρονόμοι τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος ἀποτελεῖ τὴν μεγαλύτερη αἰτία τοῦ ἀνθρώπινου πόνου, διότι σημαίνει στέρηση, σημαίνει ὅτι ἕνα ἀγαπητό μας πρόσωπο ἔκλεισε τὸν κύκλο του καὶ δὲν θὰ μποροῦμε πλέον νὰ ἀπολαμβάνουμε τὴν παρουσία του στὴ ζωή μας. Ὁ πιὸ ὀδυνηρὸς πόνος ποὺ μπορεῖ νὰ προκαλέσει ὁ θάνατος εἶναι αὐτὸς τῆς μητέρας ὅταν θάβει τὸ παιδί της, πόσο μάλλον ὅταν αὐτὴ ἡ μητέρα εἶναι καὶ χήρα καὶ δὲν ἔχει ἄλλα παιδιὰ ὡς στηρίγματα. 

            Τέτοια ἦταν ἡ μητέρα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Τὴν εἶδε ὁ Κύριός μας ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη Ναΐν, τὴν ὥρα ποὺ μὲ πλῆθος κόσμου ἡ μάνα ἐκείνη πορευόταν πρὸς τὸ νεκροταφεῖο γιὰ τὴν ταφὴ τοῦ μοναχογιοῦ της. Τί νὰ πεῖ κανεὶς σὲ μία τέτοια μάνα ποὺ κλαίει καὶ θρηνεῖ τὸν θάνατο τοῦ παιδιοῦ της; Μὲ ποιὰ δύναμη μπορεῖ κάποιος νὰ ἀρθρώσει λόγο προσπαθῶντας νὰ τὴν παρηγορήσει; Εἶναι δυνατὸν νὰ τῆς ἀπαλύνει τὸν πόνο, ἤ ἀκόμη περισσότερο νὰ τῆς ὑποδείξει νὰ ἠρεμήσει καὶ νὰ ἡσυχάσει; Δὲν γίνεται κάτι τέτοιο. Δὲν τὸ ἐπιτρέπει ἡ ἀνθρώπινη λογική, διότι ἡ μάνα γνωρίζει ὅτι πλέον δὲν θὰ ξανὰ δεῖ τὸν ἀγαπημένο γιό της.

            Σωστὰ ὅλα αὐτά. Ὅμως, ἦρθε ὁ Χριστὸς ἀνάμεσά μας καὶ ἔφερε τὴν ἀνατροπή. Ὁ Κύριος βλέποντας τὴν γυναίκα νὰ κλαίει καὶ νὰ ὀδύρεται, τὴν σπλαχνίσθηκε, τὴν πλησίασε καὶ τῆς εἶπε μὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν ἐξουσία ποὺ μόνο Ἐκεῖνος ἔχει: «Μὴν κλαῖς». Πού ἀκούσθηκε ξανὰ στὴν ἱστορία μία τέτοια φράση; Πουθενά. Καὶ αὐτὸ διότι μόνο ὁ Ἄρχοντας τῆς Ζωῆς, μόνο ἡ προσωποποίηση τῆς Ζωῆς καὶ τῆς Ἀνάστασης μποροῦσε νὰ τὸ πεῖ. Καὶ ἀφοῦ τῆς εἶπε νὰ μὴν κλαίει, τῆς ἀπέδειξε ὅτι ὁ σωματικὸς θάνατος δὲν εἶναι τὸ ὁριστικὸ τέλος, ἀλλὰ ἡ κοίμηση, ἀγγίζοντας τὸν νεκρὸ νέο καὶ διατάζοντάς τον: «Νεανίσκε, σὲ σένα λέω, σήκω». Καὶ ἀφοῦ σηκώθηκε ὁ νέος, ὁ Κύριος τὸν παρέδωσε στὴ μητέρα του νὰ τὴν στηρίζει. Οὐσιαστικά, ὅμως, τῆς προσέφερε κάτι πολὺ μεγαλύτερο∙ τὴν βεβαιότητα πὼς ὅ,τι καὶ νὰ γίνει πιά, ὁ θάνατος χωρίζει μόνο προσωρινὰ τοὺς ἀνθρώπους. 

            Αὐτὴ ἡ βεβαιότητα εἶναι ὁ πρῶτος καὶ κύριος λόγος ποὺ βαπτισθήκαμε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡ βεβαιότητα ὅτι ὅλοι μιὰ μέρα θὰ ἀναστηθοῦμε καὶ οἱ μὲν δίκαιοι θὰ κληρονομήσουν τὴν αἰώνια ζωή, οἱ δὲ ἄδικοι τὸ σκοτάδι τοῦ Ἅδη. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ βεβαιότητα μᾶς ἐπιβάλλει νὰ μὴν ἀπελπιζόμαστε ὅ,τι καὶ νὰ συμβεῖ γύρω μας. Ἐπιβάλλει ἀκόμη καὶ στὴ μάνα νὰ μὴν ἀπελπιστεῖ ἀκόμη καὶ ἄν δεῖ τὸν υἱό της νεκρό, διότι θὰ ἔρθει ἡ στιγμὴ ποὺ θὰ τὸν ξανὰ συναντήσει. Ἄν δὲν ἠλπίζαμε στὴν Ἀνάσταση, δὲν θὰ ὑπῆρχε λόγος νὰ βαπτισθοῦμε Χριστιανοί. Ἄν δὲν ἤμασταν Μαθητὲς Ἐκείνου, μόνο τότε θᾶ μπορούσαμε νὰ ἀπελπιστοῦμε, διότι θάνατος θὰ σήμαινε τέλος ὁριστικό. Γιὰ ἑμᾶς, ὅμως, θάνατος σημαίνει μετάβαση στὴν ἀληθινὴ ζωή. Εἶναι δὲ ἡ μετὰ θάνατον ζωὴ ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἐπίγεια, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ ἐπίγεια ἀπὸ τὴν ζωὴ μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας. 

            Στὸ σημεῖο αὐτὸ, λαμβάνοντας τὴν ἀφορμὴ ἀπὸ τὸ ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Κύριός μας σπλαχνίσθηκε καὶ ἔσπευσε νὰ παρηγορήσει τὴν γυναίκα ἐκείνη μὲ τὸν δικό Του θεϊκὸ τρόπο, ἀναρωτιέμαι: ἑμεῖς σήμερα πώς συμμετέχουμε στὸ πένθος τῶν συνανθρώπων μας; Ὅταν μαθαίνουμε γιὰ τὸν θάνατο κάποιου ἀδελφοῦ, πηγαίνουμε στὸ σπίτι καὶ συλλυπούμαστε. Προσευχόμαστε καὶ στηρίζουμε μὲ δύο καλὰ λόγια τοὺς οἰκείους, ἤ βρίσκουμε εὐκαιρία γιὰ ἀργολογίες; Ὕστερα, πηγαίνουμε στὴν κηδεία ἀπὸ φιλάνθρωπα καὶ φιλάδελφα αἰσθήματα, ἤ ὡς ἕνα ἀναγκαστικὸ κοινωνικὸ γεγονός; Ἡ κηδεία τελείωσε. Ὁ νεκρὸς ἔχει φύγει. Οἱ οἰκεῖοι, ὅμως, εἶναι ἀκόμη ἐδὼ καὶ πονοῦν. Ὁ νεκρὸς ζητᾶ τὶς προσευχές μας καὶ τὴν ἐλεημοσύνη μας γιὰ τὴν ἀνάπαυσή του. Οἱ οἰκεῖοι, ἄσχετα ἄν μπορεῖ νὰ μὴν τὸ παραδέχονται, ἤ νὰ μὴν τὸ συνειδητοποιοῦν θέλουν τὴν στήριξη μας, τὴν στήριξη τῶν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν τους. Δὲν εἴμαστε Χριστιανοὶ μόνο γιὰ νὰ ἰδωθοῦμε  καὶ νὰ συμπροσευχηθοῦμε τὴν Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ συντρέχουμε στὶς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν στηρίζοντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Ἄν παρουσιασθοῦμε μόνο στὴν κηδεία καὶ μετὰ ἀδιαφορήσουμε, σίγουρα δὲν φερόμαστε κατὰ τὸ Θέλημα τοῦ Κυρίου. Οἱ οἰκείοι πονοῦν. Τί μποροῦμε νὰ κάνουμε; Μποροῦμε νὰ τοὺς ἐπισκεπτόμαστε τακτικὰ μεταφέροντάς τους λόγια Χριστοῦ; Μποροῦμε νὰ πάμε νὰ προσευχηθοῦμε μαζί τους; Μποροῦμε νὰ τοὺς μαγειρέψουμε τὸν πρῶτο καιρὸ ποὺ ἀκόμη οἱ ἴδιοι δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ τὸ κάνουν; Μποροῦμε νὰ κλέψουμε λίγο χρόνο νὰ τοὺς βοηθήσουμε σὲ τυχὸν ἐργασίες, ἐκκρεμότητες ἤ ἐτοιμασίες γιὰ τὰ ἐννιάμερα ἤ τὰ σαρὰντα; Ὅλα αὐτὰ μπορεῖ νὰ εἶναι ἁπλοϊκὰ γιὰ κάποιους, σίγουρα, ὅμως ὁ Θεὸς ἀναπαύεται σὲ αὐτὲς τὶς πράξεις ἀγάπης καὶ ἐνισχύει τὴν παρηγοριὰ στοὺς πενθοῦντας. 

            ν κατακλείδι, ἐντύπωση προκαλεῖ καὶ τὸ κλείσιμο τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς ποὺ περιγράφει τὴν στάση τοῦ κόσμου ἀπέναντι στὸ θαῦμα. Ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς: «ὅλους τοὺς κατέλαβε φόβος καὶ δόξαζαν τὸν Θεὸ λέγοντας ὅτι μεγάλος Προφήτης ἀναδείχθηκε ἀνάμεσά μας καὶ ὅτι ἐπισκέφθηκε ὁ Θεὸς τὸν λαό Του». Καὶ γιατὶ προκαλοῦν αὐτὰ ἐντύπωση; Διότι ἔχουμε ἀπὸ τὴ μία τὸν ἁπλὸ ὄχλο νὰ βλέπει, νὰ διακρίνει καὶ νὰ κατανοεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ «Προφήτης μέγας», καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τοὺς εὐσεβιστὲς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους νὰ Τὸν κατηγοροῦν ὅτι τὶς θαυματουργίες τὶς κατορθώνει «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων», ἤ νὰ Τὸν συκοφαντοῦν, νὰ διασπείρουν ψεύδη ἐναντίον Του, νὰ σκέφτονται ὅτι «κάποιον δόλο ἤ σκοπιμότητα θὰ ἔχει γιὰ νὰ λέει καὶ νὰ κάνει ὅλα αὐτά, νὰ Τὸν θεωροῦν «ἄνθρωπο ἁμαρτωλό» καί, τέλος, νὰ ἐπιζητοῦν τὴν θανάτωσή Του. Οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ Γραμματεῖς ἔκριναν ἐξ ἰδίων τὰ ἀλλότρια. Δὲν μιλοῦσαν γιὰ νὰ προστατέψουν τὸ ποίμνιο, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔπασχαν ἀπὸ τὸν θανάσιμο φθόνο τους, καθὼς ἔβλεπαν ὅτι τὸ ποίμνιο πηγαίνει πρὸς τὸν ἀληθινὸ Ποιμένα, τὸν Κύριό μας, καὶ ὅτι ἔχαναν τοὺς ὀπαδούς τους. Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται διαχρονικά. Στὸ τέλος, αὐτοὶ ποὺ μένουν εἶναι ὅσοι ὑπηρέτησαν τὴν Ἀλήθεια. Οἱ λοιποὶ ἐξαφανίζονται.

             νοῦς μας, ἀγαπητοί, μιᾶς καὶ εἴμαστε Χριστιανοὶ καὶ ὑπηρετοῦμε Χριστό, νὰ εἶναι στραμμένος ὄχι δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ἀλλὰ σὲ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Ζωή. Τότε, ὅ,τι κακὸ καὶ νὰ συμβεῖ, θὰ μᾶς πλησιάσει καὶ θὰ μᾶς πεῖ: «Μὴν κλαῖς, εἴμαι δίπλα σου».

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2023

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ ΤΗΣ ΝΑΪΝ (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καί Πλαταμῶνος κ.Κλήμεντος)

 

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί και αδελφές, ακούσαμε την ευαγγελική περικοπή που ο Κύριός μας ανέστησε τον υιό της χήρας στο χωριό Ναΐν στην αγία γη.

Και αυτό έγινε όταν πριν από δύο χιλιάδες χρόνια ο Κύριός μας, όπως είπε το άγιο Ευαγγέλιο κι όπως ομολόγησε ο λαός που ήταν μάρτυρας των εξαισίων θαυματουργιών του, «επεσκέψατο τον λαόν αυτού»﮲ όταν ο Κύριός μας κατήλθε χωρίς να χωριστεί από τον θρόνο τον Πατρικό και «εσκήνωσεν εν ημίν»﮲ ὀταν έγινε άνθρωπος σαν εμάς, έλαβε σάρκα και αίμα και ήρθε να μας βρει εδώ στην γη αυτή, «εν χώρα και σκιά θανάτου»﮲ εδώ που βασιλεύει ο πόνος, εδώ που βασιλεύει η θλίψη και η δυστυχία, εδώ που κυριαρχεί ο θάνατος.

Ήλθε για να γίνει σαν εμάς, ώστε ν’ αντιμετωπίσει τον θάνατο από κοντά. Ήλθε να γίνει σαν εμάς, για να δει πόσο θλιβόμαστε ενώπιον του θανάτου, πόσο λυπούμεθα ενώπιον του θανάτου. Ήλθε εδώ ανάμεσά μας ο αιώνιος, ο αθάνατος και άκτιστος Θεός, Αυτός που είναι έξω από τον χώρο και τον χρόνο και μας έπλασε για ζωή και για αθανασία. Ήλθε να δει πού βρεθήκαμε εμείς τα πλάσματά Του, που αποστατήσαμε και φύγαμε από κοντά Του -και όποιος φεύγει από την πηγή της Ζωής, οπωσδήποτε περνάει στο σκοτάδι και στον θάνατο, εκεί που βασιλεύει ο θάνατος, ο ψυχικός θάνατος πρώτα, και ο σωματικός θάνατος ύστερα.

Γιατί εδώ είναι που η αγία Γραφή και η Εκκλησία δίνουν την περισσότερη προσοχή, στο σημείο και στο θέμα του πνευματικού θανάτου. Πρώτα έρχεται ο πνευματικός θάνατος εξαιτίας της αμαρτίας, δηλαδή ο χωρισμός της ψυχής από τον Θεό﮲ πρώτα η ψυχή, το πνεύμα του ανθρώπου χωρίζεται από τον Θεό με την παρακοή, όπως και έγινε, και μετά επακολουθεί σε λίγα ή σε πολλά χρόνια και ο θάνατος ο σωματικός.

Πάντως όταν η Αγία Γραφή ομιλεί για «πρώτον θάνατον» δεν εννοεί τον σωματικό θάνατο. Ο «πρώτος θάνατος» είναι όταν ο άνθρωπος αμαρτάνει, όταν ο άνθρωπος χωρίζεται από τον Θεό. Φεύγει από την πηγή της Ζωής κι ύστερα ο άνθρωπος ασφυκτιά, μοιραίως το πνεύμα του ασφυκτιά, δεν μπορεί να ζήσει﮲ ψάχνει υποκατάστατα βεβαίως, ψάχνει διάφορες ενασχολήσεις, από κάπου να πιαστεί για να ζήσει το πνεύμα, αλλά δεν μπορεί να ζήσει με την πραγματική, την καθαυτό ζωή, την αθανασία δηλαδή, για την οποία μας έπλασε ο Θεός, την αιώνια ζωή, και μοιραίως φυτοζωεί…

Φυτοζωεί και πεθαίνει, πεθαίνει μακριά από τον Θεό, λαμβάνει βεβαίως κάποια σπαράγματα της Χάριτος του Θεού που υπάρχουν διάχυτα στην ανθρωπότητα, στην γνώση. Αλλά αυτά δεν είναι ικανά να θρέψουν την ψυχή και να ζήσει ο άνθρωπος, να ξεπεράσει τα δεσμά του «πρώτου θανάτου». Μοιραίως μετά έρχεται και ο σωματικός θάνατος.

Εάν μπορούσαμε ν’ απεγκλωβιστούμε από αυτόν τον φαύλο κύκλο δεν θα ήταν ανάγκη ο Αιώνιος, ο Άκτιστος Θεός ν’ αφήσει τους Ουρανούς, χωρίς να χωριστεί από τον Πατέρα και να έρθει στην γη αυτή κοντά μας. Αν μπορούσαμε μόνοι μας να λυτρωθούμε, δεν θα ερχόταν ο Λυτρωτής ανάμεσά μας. Η φθορά ενυπάρχει μέσα μας όχι από την στιγμή που γεννιόμαστε, αλλά από την στιγμή που γίνεται η σύλληψή μας μέσα από την κοιλιά της μητέρας μας﮲ από τότε αρχίζει η διαδικασία της φθοράς, αρχίζει η διαδικασία του θανάτου.

Πολλά βρέφη -όπως ξέρουμε- δεν προλαβαίνουν να γεννηθούν, δεν προλαβαίνουν να δουν το φως του ήλιου, αλλά πεθαίνουν μέσα στην κοιλιά της μητέρας τους. Δεν εννοώ φυσικά αυτά τα οποία σκοτώνουν ανυπεράσπιστα, αυτά τα οποία σκοτώνουν αυτοί που δεν είναι γονείς, που είναι χειρότεροι κι από τα άλογα κτήνη, δεν εννοώ αυτό. Αλλά εννοώ έναν φυσικό θάνατο που επέρχεται ακόμη και μέσα στην κοιλιά της μητέρας.

Γι’ αυτό έρχεται ο Χριστός μας για να διδάξει και να νικήσει πρώτα την αμαρτία, να μας διδάξει τον τρόπο να νικήσουμε την αμαρτία, τον «πρώτον θάνατον» δηλαδή, και ύστερα να δοκιμάσει και ο Ίδιος τα «δεσμά του θανάτου». Έρχεται για να δοκιμάσει τα «δεσμά του θανάτου», γι’ αυτό και έλαβε σώμα φθαρτό, για να μας διδάξει πώς να ξεπερνούμε την αμαρτία, τον «θάνατον τον πρώτον», και να δοκιμάσει και ο ίδιος τελικά, ο Αναμάρτητος, που δεν δοκίμασε «θάνατον πρώτον, δηλαδή αμαρτία, να δοκιμάσει και τον σωματικό θάνατο﮲ να του παραδοθεί όχι για να τον καταλάβει ο θάνατος, Αυτόν τον Αναμάρτητον, αλλά για να νικήσει τον θάνατο, αφού δοκιμάσει θάνατο!

Αυτή είναι η σοφία του Θεού, όπως περιγράφει η Αγία Γραφή, όλοι οι Προφήται, οι Απόστολοι και οι Διδάσκαλοι της Εκκλησίας﮲ αυτό το μυστήριο μας διδάσκουν που επιτέλεσε ο Θεός, το μυστήριο της Σοφίας του Θεού να νικήσει τον θάνατο με τον θάνατο! «Θανάτω θάνατον πατήσας», ὀπως ψάλλουμε. Νίκησε με τον θάνατό του, τον σωματικό Του θάνατο, και τον σωματικό θάνατο τον δικό μας.

Γιατί; Για να γίνει, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, «απαρχή των κεκοιμημένων»! Δηλαδή, τί απαρχή; Απαρχή της ζωής των κεκοιμημένων. Να ονομάσει τον θάνατο κοίμηση, ότι ο θάνατος είναι ένα απλό επεισόδιο, είναι ένας απλός ύπνος. Ένας ύπνος, που διαρκεί πιο πολύ από τον νυκτερινό ύπνο ή από τον μεσημεριανό μας ύπνο, γιατί, όταν κοιμόμαστε είμαστε σε μια κατάσταση ουσιαστικά θανάτου! Κάτι λειτουργεί βέβαια μέσα μας, γι’ αυτό ξαναξυπνούμε σε αυτή την ζωή. Αλλά ο ύπνος είναι μια εικόνα του θανάτου. Ήλθε ο Κύριος να ονομάσει τον θάνατο ύπνο, έναν ύπνο που θα διαρκέσει ίσως μερικές εκατονταετίες ή μερικές χιλιετίες -δεν έχει σημασία, ύπνος είναι. Γιατί κι Αυτός τον δοκίμασε και τον εσπάραξε, τον ενίκησε και ηγέρθη! […]

Βαδίζουμε όμως και στους δρόμους αυτής της ζωής. Βαδίζουμε στους δρόμους της ζωής που είναι τραχείς και συναντιόμαστε -θέλουμε δεν θέλουμε- με τον θάνατο. Συναντιόμαστε με μια άλλη πομπή, όπως συναντήθηκε ο Χριστός, καθώς εισερχόταν στην Ναϊν. Συναντιόμαστε με μια άλλη πομπή που μεταφέρει νεκρό, που μεταφέρει νεκρούς. Γύρω μας είναι νεκρότητα και γύρω μας είναι νεκροί. Και πρέπει να συναντηθούμε μ’ αυτή την νεκρότητα και να την ζωοποιήσουμε. Να μεταφέρουμε το μήνυμα του Χριστού που είναι μήνυμα αισιοδοξίας.

«Μη κλαίε», λέει ο Κύριος στην μητέρα που θρηνεί για το παιδί της. Αυτό μπορούσε μόνον ο Χριστός να το πει, που είναι ο Νικητής του θανάτου. Λέει στη μητέρα να μην κλαίει και αγγίζει τον νεκρό με την ομόθεη σάρκα Του. Αγγίζει τον νεκρό και τον ζωοποιεί και τον εγείρει.

Αυτό κάνουμε κι εμείς τώρα. Μπορεί να μην ανασταίνουμε νεκρούς που πάνε να τους θάψουν, αν και γίνεται ακόμη κι αυτό το θαύμα κάποτε στην Εκκλησία, διότι μεγάλοι Άγιοι στην Εκκλησία ανέστησαν και σωματικά νεκρούς! Αλλά εμείς τώρα συναντούμε, ερχόμεθα σε επαφή, ερχόμαστε σε επικοινωνία με τους πνευματικά νεκρούς γύρω μας…

Γεμάτο νεκρούς πνευματικά είναι γύρω μας! Γεμάτο νεκροταφεία κινούμενα, όχι ακίνητα. Κινούμενοι τάφοι είναι οι άνθρωποι! Οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν στον Θεό, οι άνθρωποι που δεν ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, οι άνθρωποι που αποστάτησαν από τον Χριστό, οι άνθρωποι που δεν ζωοποιείται η ψυχή τους από τον Χριστό, που είναι αποκεκομμένοι από τον Θεό, είναι ζωντανά μνήματα. Μνήματα φορητά είναι! Μνήματα είναι, δεν έχουν ζωή μέσα, έχουν νεκρότητα, όποιοι και να είναι αυτοί, ό,τι και να είναι αυτοί﮲ ό,τι ιδιότητα και να έχουν, ό,τι εργασία και να κάνουν, όπως και αν συστήνονται, όπως και αν εμφανίζονται, νεκροί είναι!

Και πρέπει εμείς να τους ζωοποιούμε τώρα, αν είμαστε φορείς της Ζωής του Χριστού, αν έχουμε Χριστό, αν έχουμε Χάρη Αγίου Πνεύματος, αν έχουμε «ύδωρ ζων»﮲ τότε κάνουμε το πιο μεγάλο έργο που υπάρχει πάνω στη γη. Το πιο μεγάλο έργο που γίνεται πάνω στην γη, είναι αυτό που κάνει η Εκκλησία! Είναι αυτό το έργο που κάνουν οι δούλοι Της, είναι αυτό το έργο που κάνουν οι ποιμένες της Εκκλησίας, αλλά και όλα τα μέλη της Εκκλησίας κατά το μέτρο που ζουν εν Χριστώ, κατά το μέτρο που είναι ζωντανά μέλη της Εκκλησίας, ζώντες φορείς Χάριτος Θεού, Ζωής Θεού, Αθανασίας Θεού. Και πρέπει να έχουμε αυτή την Χάρη του Θεού μέσα μας, ώστε να πλησιάζουμε αυτούς που είναι στον «πρώτον θάνατον», στον θάνατο της αμαρτίας, και να τους ζωοποιούμε. Να τους αγγίζουμε και να τους ζωοποιούμε, να τους μεταφέρουμε ζωή και ν’ ανασταίνονται.

Μέσα στην Εκκλησία έχουμε φοβερές νεκραναστάσεις! Συνεχώς ζούμε αυτό το θαύμα των νεκραναστάσεων. Νεκροί κάτω από τα δεσμά του «πρώτου θανάτου» της αμαρτίας ζωοποιούνται. Ζωοποιούνται από τη διάχυτη Χάρη του Θεού που τα πλημμυρίζει και τα αγκαλιάζει όλα. Και ο «έχων ώτα ακούειν ακουέτω» και ο έχων καρδιά ας το αισθανθεί και ο έχων μάτια πνευματικά, ας το δει. Και ας αφήσει την Χάρη του Θεού να εισέλθει μέσα του για να αλλάξει την διάθεσή του και να διώξει ό,τι είναι νεκρό. Και να εμβάλει μέσα του, να εισαγάγει ό,τι είναι ζωντανό: Χάρη Θεού!

Απαιτείται μία μόνον προϋπόθεση: η προϋπόθεση της καλής διαθέσεως, της πίστεως και της μετανοίας! […]

(Αντιγραφή και ελαφρά επεξεργασία
από το Ιστολόγιο «Αγιοκυπριανίτης» της 18-10-2023)

Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2023

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΕΡΩΝΥΜΟ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ

 

Από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση: «Γέροντας Ιερώνυμος ο Ησυχαστής της Αίγινας»

Η συζήτηση γινόταν στο γραφείο κάποιου θρησκευτικού συλλόγου στην Αθήνα. Ήταν μαζεμένοι 4-5 νέοι άνθρωποι, ανάμεσά τους κι ένας διάκος απ’ την επαρχία, φοιτητής της θεολογικής σχολής. Συζητούσαν γενικά θέματα πνευματικής οικοδομής, οπότε ξαφνικά ο διάκος διακόπτει την ομήγυρη κι απευθυνόμενος σ’ όλους λέει:

-Σκέφτομαι πολλές φορές, παιδιά, πως άραγε να ήταν οι άγιοι; Πώς να ζούσαν; Και τι δε θα ‘δινα να γνωρίσω από κοντά έναν άγιο άνθρωπο. Που να τον βρείς όμως στη σημερινή εποχή, όλοι μας έχουμε εξαχρειωθεί;

- Κι όμως, του απαντάει κάποιος απ’ τη συντροφιά, υπάρχουν και σήμερα άγιοι. Εγώ μάλιστα έχω γνωρίσει έναν.

-Έχεις γνωρίσει έναν άγιο; Και που είναι; Αν αληθεύει αυτό που λές, δε θα δίσταζα να ταξιδέψω μέχρι την άκρη της γης για να τον γνωρίσω.

-Δε χρειάζεται να ταξιδέψεις τόσο μακριά. Κάνε τον κόπο να πας μέχρι την Αίγινα κι εκεί θα τον γνωρίσεις.

-Που μένει; Πως τον λένε;

-Όταν βγείς με το βαποράκι στην Αίγινα, ρώτησε που μένει ο π. Ιερώνυμος. Τον ξέρουν όλοι εκεί και θα σου πούν  πως θα τον βρείς.
Μετά από λίγο η συντροφιά διαλύθηκε και καθένας τράβηξε το δρόμο του. Σε λίγες μέρες όμως ξανασυναντήθηκαν και κείνος που είχε υποδείξει στο διάκο να επισκεφτεί τον π. Ιερώνυμο τον ρώτησε.
-Τι έγινε, πάτερ, πήγες στην Αίγινα;

-Ναι, πήγα, απάντησε ο διάκος μ’ ένα πρόσωπο που άστραφτε από χαρά.

-Και τι είδες; Ικανοποιήθηκες;

- Αδελφέ μου, μου είπες να πάω για να γνωρίσω έναν άγιο. Κι εγώ όταν τον συνάντησα, αισθάνθηκα τέτοια χαρά, που νόμισα ότι βρήκα τον ίδιο το Χριστό. Τι άνθρωπος είν’ αυτός, αδελφοί μου; Ένοιωσα τέτοια παρηγοριά, τέτοια αγαλλίαση και τόση δύναμη μπήκε μέσα μου, που η καρδιά μου πήγε να σπάσει από χαρά. Τα συναισθήματά μου δεν περιγράφονται. Όλες οι θεολογικές μου γνώσεις εκμηδενίστηκαν μπροστά στο δικό του απλό μα προφητικό λόγο. Είναι ένας πραγματικός άγιος. Αδελφέ μου, δε βρίσκω λόγια να σε ευχαριστήσω. Ότι και να πω, σίγουρα θα ‘ναι  λίγο. Μεγαλύτερη χαρά απ’ αυτή δε θα μπορούσες να μου δώσεις. Ο Κύριος να σου ανταποδώσει.

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

       Στὶς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας, βλέπουμε πολὺ συχνὰ τοὺς Ἁγίους Πατέρες μας νὰ ἀποκαλοῦν τὸν Θεὸ «Φιλάνθρωπο, Πολυέλεο, Πολυεύσπλαχνο, Πανοικτίρμονα». Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο χαρακτήρισε ὁ Δεσπότης Χριστὸς τὸν Θεὸ Πατέρα στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, λέγοντας πρὸς ὅλους ἐμᾶς: «νὰ γίνεστε οἰκτίρμονες, δηλαδὴ σπλαχνικοί, συμπονετικοί, καθὼς καὶ ὁ Πατέρας σας εἶναι Οἰκτίρμων».

       να, λοιπόν, ἀπὸ τὰ βασικὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ μας εἶναι ἡ οἰκτιρμοσύνη, ἡ εὐσπλαχνία, ἡ συμπόνοια. Ὑπάρχουν ἀμέτρητα παραδείγματα αὐτῆς τῆς εὐσπλαχνίας μέσα στὴν Ἁγία Γραφή, ἀποκορύφωμα τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἐνσάρκωση καὶ ἡ σταυρικὴ θυσία τοῦ Γλυκυτάτου Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴν σωτηρία ὅλων μας.

      πως λέει ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος Ἱεροσολύμων στὴν εὐχὴ τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ, ὁ Κύριος ἀπὸ τὴν πολλή Του εὐσπλαχνία δὲν ὑπέφερε νὰ βλέπει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων νὰ τυραννιέται ἀπὸ τὸν πειρασμό, γιὰ αὐτὸ ἦρθε καὶ μᾶς ἔσωσε διὰ τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως. 

        λη ἡ εὐλογία ποὺ ὑπάρχει στὴ ζωή μας, μὲ ἐπίκεντρο τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν δυνατότητα τῆς αἰώνιας ζωῆς, πηγάζει ἀπὸ τὸ ἄμετρον ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὅ Θεὸς τίποτα δὲν κάνει τυχαῖα. Ὅ,τι μᾶς προσφέρει, ἀκόμη καὶ οἱ δοκιμασίες καὶ οἱ στεναχώριες καὶ οἱ ἀγῶνες, εἶναι προϊόντα τῆς εὐσπλαχνίας Του. Ὅλα ἔχουν σκοπὸ νὰ μᾶς ὁδηγήσουν κοντά Του καὶ νὰ μᾶς ἀναδείξουν δυνατώτερους ἀπὸ ὅ,τι ἤμασταν πρίν, διδάσκοντάς μας ὅτι εἴμαστε ἀδύναμοι δίχως Ἐκεῖνον. Πολλοὶ ἄνθρωποι μέσα ἀπὸ μεγάλες θλίψεις καὶ φοβερὲς δοκιμασίες κατάλαβαν πόσο ἀδύναμοι ἦταν. Καὶ ἀφοῦ κατάλαβαν πόσο ἀδύναμοι ἦταν, κατάλαβαν πόσο μεγάλη ἀνάγκη εἶχαν τὸν Παντοδύναμο Θεό, ἔφυγαν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἡ ὁποία σὰν μαῦρο σύννεφο ἔκρυβε τὴν ἀληθινὴ χαρὰ τοῦ ἡλιακοῦ φωτός, καὶ ἔγιναν ἀληθινὰ παιδιά Του. Ἔτσι, ἔχουμε δεῖ ἄδικα φυλακισμένους, ἀνθρώπους ἀδικημένους ἀκόμη καὶ στὸ οἰκογενειακό τους περιβάλλον, ἀνθρώπους μὲ δυσβάστακτες θανάσιμες ἀσθένειες, ἀκόμη καὶ ἀθώους θανατοποινίτες, μέσα ἀπὸ τὴ σκληρὴ δοκιμασία τους νὰ βιώνουν τὴν προσωπική τους μεταμόρφωση, νὰ πλημμυρίζουν ἀπὸ οὐράνια γλυκύτητα καὶ νὰ δοξολογοῦν μὲ συγκινητικὴ θέρμη καὶ καρδιακὴ ἀγάπη τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος τοὺς ἔσωσε μὲ τὴν Πρόνοιά Του. Παραδειγματιζόμενοι καὶ ἐμεῖς ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι ἀποκύημα τῆς φαντασίας, ἀλλὰ ὑπῆρξαν καὶ ὑπάρχουν πραγματικά, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ βλέπουμε ὅλα ὅσα συμβαίνουν στὴ ζωή μας, ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ λυπηρά, ὡς εὐλογία Θεοῦ. Μόνο ἔτσι θὰ ἀντλήσουμε δύναμη νὰ ἀνταπεξέλθουμε. Ὅσοι ἔρχονται ἀντιμέτωποι μὲ δυσκολίες καὶ στρέφονται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, τὸ μόνο ποὺ ἐπιτυγχάνουν εἶναι νὰ προσθέτουν περισσότερο βάρος στὴν ταλαιπωρία τους. 

         φοῦ μιλήσαμε γιὰ τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἂς δοῦμε καὶ τὸ ἄλλο σκέλος τῆς ἐντολῆς ποὺ μᾶς ἀπευθύνει σήμερα ὁ Χριστός: «νὰ γίνεστε οἰκτίρμονες».   Μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας ταλαιπωρημένους ἀπὸ χίλια προβλήματα καὶ συνάμα ἐγκαταλελειμένους καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀπὸ τὸν Θεό; Κάτι τέτοιο θὰ σήμαινε τὴν ἀπόλυτη καταστροφή. Ἀκόμη καὶ ἂν οἱ ἄνθρωποι μᾶς ἐγκαταλείψουν, ὁ Θεὸς πάντα θὰ μᾶς περιμένει μὲ ἀνοιχτὴ τὴν πατρικὴ ἀγκαλιά Του. 

        πως θέλουμε τὸν Θεὸ νὰ εἶναι γιὰ ἐμᾶς στήριγμα καὶ καταφυγὴ εὐσπλαχνίας, ἔτσι ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε κὶ ἐμεῖς γιὰ τοὺς συνανθρώπους μας. Μὴν περιμένουμε νὰ δοῦμε τοὺς συνανθρώπους μας ταλαιπωρημένους νὰ ζητοῦν ἀπεγνωσμένα τὴν βοήθειά μας. Σπλαχνικοὶ πρέπει νὰ εἴμαστε πάντα καὶ μὲ τοὺς πάντες, ἀκόμη καὶ μὲ τοὺς πιὸ στενοὺς συγγενεῖς μας. Οἱ περισσότεροι ἔχουμε μάθει νὰ βλέπουμε τὸν κόσμο μὲ γυαλιὰ ἀτομιστικά. Βλέπουμε τὸν ἄλλο, καὶ τὸν πατέρα ἢ τὴν μητέρα ἢ τὸν ἀδερφό μας ἀκόμα, νὰ μᾶς μιλᾶ ἀπότομα καὶ σπεύδουμε νὰ «βγάλουμε μαχαίρια». Ἔχουμε σκεφτεῖ πόσα ὑποφέρει τὶς ὑπόλοιπες ὥρες, σὲ πόση πίεση βρίσκεται γιὰ νὰ βγάλει τὸ ψωμί του, πόσο ἄγχος ἔχει γιὰ νὰ προλάβει νὰ πληρώσει τοὺς λογαριασμοὺς ὥστε νὰ μὴν τοῦ κόψουν τὸ ρεῦμα; Ἔστω ὅτι ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μᾶς μιλᾶ ἀπότομα, σκεφτεῖτε πόσο θὰ τὸν βοηθούσαμε νὰ ἀνακουφίσει τὸν πόνο τῆς ψυχῆς του ἂν τὸν περιβάλλαμε μὲ τὸν καλό μας λόγο. Βέβαια, μπορεῖ νὰ μὴν πετύχει ἀμέσως. Ἀλλὰ ἂν ἐπιμείνουμε νὰ εἴμαστε σπλαχνικοὶ καὶ ἀγαπητικοί, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς θὰ μαλακώσει καὶ θὰ ἔχει περισσότερη δύναμη ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ συνεχίσει τὸν ἀγώνα του. Ἂν ἀπεναντίας φανοῦμε ἄσπλαχνοι καὶ τοῦ ἐπιτεθοῦμε κὶ ἐμεῖς, θὰ γίνει μεγαλύτερο κακό. Ἀπὸ τὴν ἔλλειψη εὐσπλαχνίας καὶ συμπόνοιας πρὸς τὸν συνάνθρωπο γεννῶνται τὰ μεγαλύτερα κακά, οἱ ἔριδες, οἱ φόνοι καὶ οἱ πόλεμοι. 

         λλὰ ἐπειδὴ ἡ συμπόνοια καὶ ἡ εὐσπλαχνία εἶναι ἀρετὲς ἐνδεχομένως δύσκολες γιὰ κάποιους ἀπὸ ἐμᾶς, ὁ Χριστὸς μᾶς δίνει μία πιὸ ἁπλὴ λύση ὅλων τῶν προβλημάτων, λέγοντας: «ὅ,τι θέλετε νὰ σᾶς κάνουν οἱ ἄνθρωποι, αὐτὸ νὰ τοὺς κάνετε κὶ ἐσεῖς». Αὐτὸς ὁ λόγος εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς δικαιοσύνης, ὁ μεγαλύτερος νόμος, ἡ ἀρχὴ τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἂν κάθε φορὰ ποὺ πάμε νὰ εἰρωνευτοῦμε, νὰ συκοφαντήσουμε, νὰ κατακρίνουμε, νὰ κακολογήσουμε τὸν πλησίον μας, σκεφτόμαστε ὅτι σὲ ἐμᾶς δὲν θὰ ἄρεσε νὰ μᾶς εἰρωνευτοῦν, νὰ μᾶς συκοφαντήσουν, νὰ μᾶς κατακρίνουν, νὰ μᾶς κακολογήσουν, θὰ σταματοῦμε τὴν κακὴ πρόθεση πρὶν γίνει πράξη. Ἂν αὐτὴ ἡ διαδικασία ἐπαναληφθεῖ κάποιες φορές, ὕστερα θὰ μᾶς γίνει συνήθεια καὶ ἔτσι θὰ φύγει ἀκόμη καὶ ἡ κακὴ πρόθεση μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἂν ἀπεναντίας, σκεφτόμαστε ὅτι δὲν θέλουμε νὰ μᾶς κακολογοῦν, ἀλλὰ ἐμεῖς κακολογοῦμε, νὰ μὴν μᾶς φανεῖ παράξενο ὅταν μᾶς κακολογήσουν, διότι θὰ εἶναι δίκαιο, κατὰ τὰ ἀνθρώπινα δεδομένα, νὰ πάθουμε οἱ ἴδιοι τὸ κακὸ ποὺ προξενοῦμε στοὺς ἄλλους. 

        Θέλουμε εἰρήνη; Νὰ εἴμαστε εἰρηνικοὶ στὸν πλησίον. Θέλουμε κατανόηση; Πρῶτοι ἐμεῖς νὰ δείχνουμε. Θέλουμε ἀγάπη; Πρῶτοι ἐμεῖς νὰ τὴν προσφέρουμε· ὄχι μόνο σὲ ὅσους μᾶς ἀγαποῦν, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ στοὺς ἐχθρούς μας. Διότι «ἂν ἀγαποῦμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀγαποῦν, εἶναι αὐτὸ ἀρετή; Καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ ἴδιο δὲν κάνουν;».

Ὁ Πολυέλεος Κύριος νὰ μᾶς περιβάλλει μὲ τὸ ἔλεός Του, 

ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ Τὸν μιμηθοῦμε!

 Ἐπίσκοπός σας,

†   Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 2023

ΠAYΛΟΣ ΜΕΛΑΣ: Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΜΑΧΟΣ

 


Παύλος Μελάς: Ο μεγάλος Μακεδονομάχος

Ο Παύλος Μελάς (29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904) υπήρξε Έλληνας αξιωματικός του Στρατού, πρωτομάρτυρας και σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνα.

Η σύντομη ζωή και ο θάνατος του σε σύγκρουση με τον τουρκικό στρατό στη Στάτιστα, ανήγαγαν το πρόσωπό του στη σφαίρα του θρύλου, κατέστησαν τον Μακεδονικό Αγώνα πανελλήνια υπόθεση και τον ίδιο σύμβολο ήθους και γνήσιου πατριωτισμού

Παύλος ΜελάςΓεννήθηκε στη Μασσαλία, όπου ο πατέρας του Μιχαήλ Μελάς (1833-1897) δραστηριοποιούταν ως έμπορος.

Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τον Παρακάλαμο Πωγωνίου της Ηπείρου, όπου ακόμα σώζονται τα ερείπια του οικογενειακού πύργου. Η οικογένεια του μετακινήθηκε στην Αθήνα το 1874.

Εκείνη την περίοδο, το κύριο εθνικό και πολιτικό ιδεολογικό ρεύμα στην Ελλάδα ήταν η Μεγάλη Ιδέα, η διεύρυνση δηλαδή των ελληνικών συνόρων ώστε να συμπεριληφθούν ελληνικοί πληθυσμοί που βρίσκονταν υπό ξένη κυριαρχία. Ο πατέρας του Μελά συμμεριζόταν αυτό το όραμα και δαπάνησε σημαντικό μέρος της προσωπικής του περιουσίας για την πραγμάτωση του. Ασχολήθηκε με την πολιτική, έγινε κατά περιόδους δήμαρχος Αθηναίων και βουλευτής Αττικής ενώ το 1896 τέλεσε πρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας, μιας μυστικής εθνικιστικής οργάνωσης της οποίας μέλος ήταν και ο Παύλος.

Η Σχολή Ευελπίδων ο Παύλος Μελάς και η Ναταλία Δραγούμη

Ο Μελάς με τη σύζυγό του, Ναταλία, και τα παιδιά τους

Το 1885 ο Παύλος Μελάς ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τον επόμενο χρόνο εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απ’ όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός το 1891.

Παράλληλα γνώρισε τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη του πολιτικού και μέλλοντα πρωθυπουργού, Στέφανου Δραγούμη και αδερφή του Ίωνα Δραγούμη.

Ο Μελάς και η Δραγούμη, παντρεύτηκαν τον Οκτώβριο του 1892 και απέκτησαν δύο παιδιά: Τον Μιχάλη (χαϊδευτικά Μίκης) το 1895 και τη Ζωή (χαϊδευτικά Ζέζα) δύο χρόνια αργότερα.

Ο Παύλος Μελάς στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897

Στις 12 Φεβρουαρίου του 1897 o Μελάς υπηρετούσε ως αρχιφύλακας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όταν τον κάλεσαν να επιστρέψει με τους άνδρες του στο στρατώνα του πυροβολικού. Υπό την πίεση της Εθνικής Εταιρείας και ενάντια στη θέληση των Μεγάλων Δυνάμεων, η ελληνική κυβέρνηση είχε αποφασίσει να στείλει εκστρατευτικό σώμα στην Κρήτη για τη στήριξη της εκεί επανάστασης. Ο Μελάς απογοητευμένος έμαθε πως η μονάδα του δεν περιλαμβανόταν στο εκστρατευτικό σώμα.

Την επόμενη μέρα όμως ανακοινώθηκε πως η πεδινή πυροβολαρχία του, υπό τη διοίκηση του πρίγκιπα Νικολάου, θα μετέβαινε στη Λάρισα. Στις 16 Φεβρουαρίου η μονάδα αναχώρησε με πλοίο από τον Πειραιά και μέσω Χαλκίδας και με το σιδηρόδρομο από το Βόλο έφτασε στη Λάρισα. Η αποτυχημένη εισβολή Ελλήνων ατάκτων στη Μακεδονία, οργανωμένων από την Εθνική Εταιρεία, στις 9 Απριλίου έδωσε στην οθωμανική κυβέρνηση την αφορμή που αναζητούσε για την κήρυξη πολέμου.

Στις 18 Απριλίου έγινε η διακοπή των διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών και η κήρυξη του πολέμου. Ο Μελάς στα ημερολόγια του εμφανίζεται ενθουσιασμένος από την έναρξη των εχθροπραξιών, όμως η γρήγορη αρνητική τροπή των πραγμάτων, η άτακτη υποχώρηση του ελληνικού στρατού και η εκκένωση της Λάρισας τον απογοήτευσαν.

Ο Μελάς (καθιστός στην πρώτη σειρά) με την ομάδα του (26/8/1904)

Στο Μακεδονικό Κομιτάτο και η αρχηγία του Μακεδονικού αγώνα

Έχοντας τύψεις για την έκβαση του πολέμου του 1897, συμμετείχε από τους πρώτους στο ιδρυθέν το 1900, Μακεδονικό Κομιτάτο για την προώθηση της ελληνικής επιρροής στην περιοχή της Μακεδονίας, ως αντίδραση στη δράση των Βούλγαρων κομιτατζήδων. Έτσι από τον Φεβρουάριο του 1904 ο Παύλος Μελάς έσπευσε με άλλους τρεις αξιωματικούς, τους Α. Κοντούλη, Α. Παπούλα και Γ. Κολοκοτρώνη, προς επιτόπια μελέτη της κατάστασης.

Αποτυγχάνοντας σε εκείνη την πρώτη προσπάθεια, επανήλθε τον Ιούλιο του ίδιου έτους οπότε και εισήλθε στη Μακεδονία ως ζωέμπορος με το όνομα «Πέτρος Δέδες». Μετά από 20ήμερη παραμονή συναντήθηκε με τον Έλληνα πρόξενο, Λάμπρο Κορομηλά, στη Θεσσαλονίκη ανταλλάσσοντας σκέψεις για ανάληψη επιχειρήσεων και στη συνέχεια επέστρεψε στην Αθήνα. Ύστερα από παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης ο Μελάς ανέλαβε την αρχηγία του Μακεδονικού αγώνα ενάντια στους Βούλγαρους με την εντολή να ασκεί καθήκοντα αρχηγού και στις μικρότερες ομάδες που δρούσαν εν τω μεταξύ στις περιφέρειες Μοναστηρίου και Καστοριάς.



Παύλος Μελάς: η θυσία του απαρχή του Μακεδονικού Αγώνα

Τη νύχτα της 27ης με 28ης Αυγούστου του 1904 ο Παύλος Μελάς με το επιχειρησιακό όνομα «Καπετάν Μίκης Ζέζας», με ένοπλο σώμα 35 ανδρών, που το αποτελούσαν Μακεδόνες, Μανιάτες και Κρητικοί, διέβη τα ελληνοοθωμανικά σύνορα και εισέβαλε στα εδάφη της Μακεδονίας, κοντά στο Όστροβο (σημερινή Άρνισσα).

Στις 13 Οκτωβρίου του 1904 εισήλθε στο χωριό Στάτιστα για να αναπαυτεί αυτός και οι άνδρες του. Όμως, ο Βούλγαρος αρχικομιτατζής Μήτρος Βλάχος, προκειμένου να τον βγάλει από τη μέση, ειδοποίησε τις οθωμανικές αρχές. Επί τόπου κατέφθασε ισχυρό στρατιωτικό απόσπασμα, αποτελούμενο από 150 άνδρες και στη συμπλοκή που ακολούθησε, ο Παύλος Μελάς τραυματίστηκε σοβαρά στην οσφυϊκή χώρα και μετά από μισή ώρα άφησε την τελευταία του πνοή.

Το σπίτι όπου σκοτώθηκε ο Μελάς
στη Στάτιστα σήμερα στεγάζει
το Μουσείο Παύλου Μελά

Το κεφάλι του αποκόπηκε από τους συμπολεμιστές του και τάφηκε στο ναό της Αγίας Παρασκευής στο Πισοδέρι. Το σώμα του παραδόθηκε από τις οθωμανικές αρχές στον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό (Καραβαγγέλη) και τάφηκε στον βυζαντινό ναό των Ταξιαρχών στην Καστοριά, όπου αναπαύεται και η κάρά του από το 1950. Στον ίδιο ναό έχει ταφεί και η σύζυγός του Ναταλία, κατ’ επιθυμίαν της.

Ο θάνατος του Παύλου Μελά έγινε γνωστός στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου και συγκλόνισε την κοινή γνώμη, λόγω του ακέραιου και αγνού χαρακτήρα του ανδρός, αλλά και του γνωστού ονόματος της οικογένειάς του, που είχε μεγάλους δεσμούς με τη Μακεδονία και την κοινωνία των Αθηνών. Η θυσία του σηματοδότησε την ουσιαστική έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα, που κορυφώθηκε με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913.

Αναφορές στον Παύλο Μελά περιέχονται στο κλασικό παιδικό μυθιστόρημα της Πηνελόπη Δέλτα «Ο Μάγκας»

Υστεροφημία

Ο Παύλος Μελάς, παρά τη μικρή του συμβολή στο στρατιωτικό σκέλος των ελληνικών επιχειρήσεων στη Μακεδονία, χάρη στη στάση του και την εκτεταμένη δημοσιότητα που απέκτησε ο θάνατός του, αποτέλεσε υπόδειγμα γενναιότητας και αυταπάρνησης για την απελευθέρωση της πατρίδας στην ελληνική ιστορία.

Στην Ελλάδα θεωρείται σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνα, και πολλά προσωπικά του αντικείμενα εκτίθενται τώρα στο Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης και στο μουσείο «Παύλος Μελάς» στην Καστοριά.

Σήμερα, το όνομα του φέρει προς τιμή του το χωριό Στάτιστα ενώ πλήθος προτομών του στολίζουν πλατείες πόλεων μεταξύ των οποίων στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, την Κοζάνη και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας.

Στη Θεσσαλονίκη, μετά το πρόγραμμα Καλλικράτης, οι δήμοι Σταυρούπολης, Πολίχνης και Ευκαρπίας ενώθηκαν σε ένα δήμο με την ονομασία Δήμος Παύλου Μελά

Το μπρούτζινο άγαλμα του Παύλου Μελά φιλοτέχνησε
η ίδια η εγγονή του Παύλου Μελά, η γλύπτρια Ναταλία Μελά.
Βρίσκεται μικρό πάρκο στις συμβολές των οδών Παύλου Μελά,
Εθνικής Αμύνης και Λεωφόρου Νίκης

Παύλος Μελάς

Σε κλαίει ο λαός. Πάντα χλωρό να σειέται το χορτάρι
Στον τόπο, που σε πλάγιασε το βόλι, ω παλληκάρι.
Πανάλαφρος ο ύπνος σου του Απρίλη τα πουλιά
Σαν του σπιτιού σου να τ’ ακούς λογάκια και φιλιά,
Και να σου φτάνουν του χειμώνα οι καταρράχτες,
Σαν τουφεκιού αστραπόβροντα και σαν πολέμου κράχτες
Πλατειά του ονείρου μας η γη και απόμακρη. Και γέρνεις
Εκεί και σβεις γοργά.
Ιερή στιγμή. Σαν πιο πλατειά τη δείχνεις, και τη
φέρνεις Σαν πιο κοντά.

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ


Πηγή: Cityportal
https://cityportal.gr/paylos-melas-o-megalos-makedonomachos/


Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2023

ΔΕΝ ΜΕ ΑΚΟΥΕΙ Ο ΘΕΟΣ. ΕΓΩ ΠΟΣΟ ΤΟΝ ΑΚΟΥΩ; (Αγίου Επισκόπου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

 

Δεν με ακούει ο Θεός. Εγώ πόσο τον ακούω;

Στον έμπορο Σ.Τ., τον οποίον «ο Θεός δεν ακούει».

Παραπονιέσαι, ότι ο Θεός δεν ακούει τις προσευχές σου. Σε πολλές δυσκολίες προσευχόσουν στον Θεό, και ποτέ δεν σε έσωσε από καμία! Πως όχι, αναρωτιέμαι, αφού ιδού εσύ επέζησες από τις δυσκολίες;

Όμως επίτρεψέ μου μία ερώτηση: εσύ, ακούς το Θεό ;

Μέσα και από την Παλαιά και από την Καινή Διαθήκη ο Ύψιστος υποσχέθηκε να ακούει τους ανθρώπους υπό τον όρο οι άνθρωποι να ακούν Εκείνον. Εσύ ακούς τον Θεό, αφού ζητάς ο Θεός να ακούει εσένα; Εκπληρώνεις τους θεϊκούς νόμους και κρατάς τις τάξεις Του;

Εάν δεν το κάνεις, τότε είναι παράξενη η απαίτησή σου, ο Θεός να ακούσει εσένα και να υπακούσει. Ο Θεός κατέβηκε στη γη και έπλυνε τα πόδια εκείνων που Τον αγαπούν. Στον Δημιουργό μας είναι μεγάλη χαρά να ακούει τα υπάκουα παιδιά Του.

Ο Δημιουργός υπάκουσε στον Μωυσή, τον Αβραάμ και τον Ιακώβ σ’ ότι Τον παρεκάλεσαν. Και μέσω φυσικών και υπερφυσικών ενεργειών Εκείνος άπλωνε το έλεός Τους σ’ εκείνους που εκπλήρωναν τον νόμο Του.

Εάν Αυτός δεν ήθελε να υπακούσει τις δικές μου και τις δικές σου προσευχές, τούτο συνέβη ή εξαιτίας του ότι εμείς δεν θέλαμε να υπακούσουμε στις εντολές Του από την Διαθήκη ή επειδή οι προσευχές μας ήταν ανορθόδοξες.

Μέσω του Ησαΐα έλεγε ο Κύριος στον ανυπάκουο λαό: «Εάν πληθύνητε την δέησιν, ουκ εισακούσομαι υμών» (Ησ. 1,15). Ενώ λίγο πιο μετά: «Και εάν θέλητε και εισακούσητέ μου, τα αγαθά της γης φάγεσθε» (Ησ. 1,19). Ο Θεός μας ακούει όταν ακούμε και δεν ακούει όταν δεν ακούμε.

Ακόμα, δεν ακούει ούτε τότε που ζητάμε κάτι επιζήμιο και ανόητο. Οι απόστολοι Ιάκωβος και Ιωάννης παρακάλεσαν μία φορά τον Κύριο, ν’ αφήσει φωτιά από τον ουρανό στο χωριό, το οποίο δεν ήθελε να τους δεχθεί για να περάσουν τη νύχτα.

Αυτός «στραφείς δε επετίμησεν αυτοίς» (Λουκ. 9,55). Όχι μόνο δεν τους εκπλήρωσε τα αιτήματα, αλλά τους μάλωσε. Θυμήσου και εσύ, εάν οι προσευχές σου ήταν άξιες του ανθρώπου και άξιες του Θεού.

Κάτι ακόμα. Γιατί προσεύχεσαι στον Θεό μόνο στη δυσκολία; Μ’ αυτό ταπεινώνεις τον εαυτό σου, ενώ υβρίζεις τον Θεό σου.

Ο Δημιουργός μας, ζητά από μας να αισθανόμαστε αδιάκοπα τη δική Του παρουσία και ασταμάτητα να επικοινωνούμε μέσω της προσευχής μαζί Του: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α’ Θεσ. 5,17).

Προσευχόμενος στον Θεό μόνο όταν σε βρίσκει καημός κάνεις τον εαυτό σου απλό ζητιάνο και ντροπιάζεις τον Θεό, αφού Τον καλείς σαν πυροσβέστη μόνο όταν καίγεται το σπίτι σου.

Ο Χριστός μας έδωσε το δικαίωμα να επικαλούμαστε τον δικό Του Πατέρα, ως δικό μας Πατέρα. Τι πιο γλυκό υπάρχει απ’ αυτό; Και τι υπάρχει πιο γλυκό για τα παιδιά από το να βρίσκονται παρόντες οι γονείς τους;

Ας φροντίζουμε, λοιπόν, κι εμείς ασταμάτητα να στεκόμαστε στην παρουσία του ουράνιου Πατέρα μας, με την καρδιά και με τις σκέψεις και με τις προσευχές.

Η προσευχή μας στον καιρό της προκοπής και της χαράς είναι σαν κάποιο κεφάλαιο προσευχής, που μας χρησιμεύει στις μέρες της δυσχέρειας και των βασάνων περισσότερο από τη στιγμιαία προσευχή όταν αυτές οι μέρες έρθουν.

Ειρήνη από τον Κύριο!

(Αγ. Επισκόπου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται, εκδ. «Εν πλω», σελ. 309-310)

ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΤΙΜΙΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ (28 Σεπτεμβρίου)

 

ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ τοῦ 1993 ἡ ᾿Αρχιερατικὴ Σύνοδος ἔδωσε ἐντολὴ στὸν ᾿Αρχιεπίσκοπο Δυτικῆς ᾿Αμερικῆς καὶ Σὰν Φραντσίσκο ᾿Αντώνιο μαζὶ μὲ δύο ἄλλους ᾿Αρχιερεῖς νὰ ἐξετάσουν τὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου. Τὸ βράδυ τῆς 28ης Σεπτεμβρίου 1993 ἐκ.ἡμ., μετὰ τὴν Παννυχίδα ποὺ τελέσθηκε στὸν τάφο του ἀπὸ τὰ μέλη τῆς ᾿Επιτροπῆς, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αντώνιος προέτρεψε τοὺς συμμετέχοντας στὸ ἱερὸ τοῦτο ἔργο νὰ ἀλληλοσυγχωρηθοῦν, ἐζήτησε ὁ ἴδιος συγχώρησι ἀπὸ ὅλους καὶ κατόπιν ἔδωσε εὐλογία νὰ ἀνοιχθῆ ὁ τάφος. ᾿Αφήρεσαν τὸ σκέπασμα, ἔβγαλαν ἔξω τὸ ἤδη ὠξειδωμένο μεταλλικὸ φέρετρο καὶ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ προσευχὴ τὸ ἄνοιξαν: τὸ πρόσωπο τοῦ ῾Αγίου ἦταν καλυμμένο καὶ ὅλοι ἀμέσως πρόσεξαν τὰ λευκὰ καὶ ἄφθαρτα χέρια του!... Μετὰ ἀπὸ προσευχή, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αντώνιος ἀφήρεσε τὸ κάλυμμα καὶ φάνηκε τὸ ἄφθαρτο πρόσωπο τοῦ Θεοδόξαστου ῾Αγίου!... Στὴν επομένη Συνεδρία τῆς ᾿Αρχιερατικῆς Συνόδου, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αντώνιος ἀνέφερε, ὅτι τὰ ἱερὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου ἐξετάσθηκαν ἀπὸ τὴν Συνοδικὴ ᾿Επιτροπή, τὴν ὁποία συγκροτοῦσαν ὁ ἴδιος, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ ῾Αγίας Τριάδος Λαῦρος, ὁ ᾿Επίσκοπος Σηὰτλ Κύριλλος καὶ δώδεκα ἄλλα πρόσωπα. Μετὰ τὸ ἄκουσμα τῆς ἀναφορᾶς τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αντωνίου καὶ τῆς ᾿Εκθέσεως τῆς ᾿Επιτροπῆς, ἡ ᾿Αρχιερατικὴ Σύνοδος εὐλόγησε νὰ συνεχισθῆ καὶ ὁλοκληρωθῆ ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν Διακήρυξι τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου, ἡ ὁποία καὶ ἔλαβε χώρα τὴν 19η ᾿Ιουνίου 1994 ἐκ.ἡμ., ἡμέρα τῆς μακαρίας Κοιμήσεώς του, στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου «Πάντων θλιβομένων ἡ Χαρὰ» στὸ Σὰν Φραντσίσκο.

Ο ΘΕΑΡΕΣΤΟΣ βίος καὶ ὁ αὐστηρὸς ἀσκητικὸς ἀγὼν διέκρινον τὸν μέλλοντα ῾Ιεράρχην ᾿Ιωάννην ἐκ νεότητος αὐτοῦ. Εἰς τὴν Καθέδραν τῆς θεοφρουρήτου πόλεως Σαγγάης ἐπεκαθέσθη ὑπὸ τῆς ῾Ιεραρχίας τῆς Ρωσικῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ᾿Εκτὸς Ρωσίας ἐν ἔτει 1934, εἰς ἡλικίαν τριάκοντα ὀκτὼ ἐτῶν, καὶ παρέμεινεν ἐκεῖ δεκατέσσαρα ἔτη, ἕως ὅτου ὁμοῦ μετὰ τοῦ Κλήρου καὶ τοῦ ποιμνίου ἠναγκάσθη νὰ ἀπομακρυνθῇ ἐκ τῆς Κίνας, ἐξ αἰτίας τῆς ἁρπαγῆς τῆς ἐξουσίας ὑπὸ τῶν κομμουνιστῶν. Μετὰ παρέλευσιν ἕνδεκα ἐτῶν διοικήσεως τῆς ᾿Επαρχίας Βρυξελλῶν καὶ Δυτικῆς Εὐρώπης, τὰ τελευταῖα τρία καὶ ἢμισυ ἔτη τῆς ζωῆς αὐτοῦ ἀφιέρωσεν εἰς τὴν ᾿Επαρχίαν τοῦ Σὰν Φραντσίσκο καὶ Δυτικῆς ᾿Αμερικῆς. Καθ᾿ ἅπαντα ταῦτα τὰ ἔτη, ὑποτασσόμενος πνευματικῶς εἰς τὴν ἄνωθεν καθοδήγησιν, μὴ φειδόμενος τῶν δυνάμεων αὐτοῦ, ἀνακαινιζόμενος δὲ διὰ τῆς καθημερινῆς μεταλήψεως τῶν ῾Αγίων τοῦ Χριστοῦ Μυστηρίων, ἐπετέλεσε τὴν διακονίαν τοῦ ἀρχιποίμενος καὶ ἀσκητοῦ, ἀπονεκρῶν τὴν σάρκα διὰ τῆς ἀρνήσεως τῆς ἐπὶ κλίνης ἀναπαύσεως, καὶ τοῦ ἱεραποστόλου, εὐρύνων τὴν καρδίαν αὐτοῦ πρὸς πάντα τὰ ἔθνη καὶ τοὺς λαούς, ἀναλόγως δὲ χωρούμενος εἰς τὰς καρδίας τῶν ἐκζητούντων τὴν ἐξ αὐτοῦ ὠφέλειαν ἀνθρώπων. Τὰ θαύματα ἰατρείας καὶ τὸ προορατικὸν χάρισμα κατεκόσμουν τὴν ἐπίγειον αὐτοῦ ζωὴν ἕως τῆς ἀνωδύνου αὐτοῦ ἐκδημίας εἰς τὴν αἰωνιότητα, ὑπὸ τὴν σκέπην τῆς Πανάγνου Θεομήτορος, συνοδευόμενος ὑπὸ τῆς Θαυματουργοῦ Εἰκόνος Αὐτῆς «Παναγίας τοῦ Κούρσκ», τῆς ῾Οδηγητρίας τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς. ᾿Εν ἔτει 1993 ἡ Σύνοδος τῆς ῾Ιεραρχίας, συνελθοῦσα εἰς τὴν ῾Ιερὰν Μονὴν τῆς Παναγίας τῆς Λῢσνα ἐν Γαλλίᾳ, ὑπὸ τὴν σκέπην τριῶν θαυματουργῶν Θεομητορικῶν Εἰκόνων, ἀπεφάσισεν ὅπως ἐπιτελεσθῇ ἡ εὐλαβῶς προσδοκωμῢνη εἰς διαφόρους χώρας τῆς Διασπορᾶς, ὡς καὶ εἰς τὴν ἡμετῢραν πατρίδα, Διακήρυξις τῆς ῾Αγιότητος τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου. Τὸ Φθινόπωρον τοῦ 1993 ὁ ἔλεγχος τῶν ῾Ιερῶν αὐτοῦ Λειψάνων, ἀπέδειξεν αὐτὰ ἄφθαρτα. Συνηγμένοι κατ᾿ αὐτὰς εἰς τὴν θεοφρούρητον πόλιν τοῦ Σὰν Φραντσίσκο, κατὰ τὴν ἐπέτειον τῶν διακοσίων ἐτῶν ἀπὸ τῆς ἐμφυτεύσεως τῆς ᾿Ορθοδοξίας ὑπὸ Ρώσων ἱεραποστόλων εἰς τὴν Βόρειον ᾿Αμερικήν, ἡμεῖς, οἱ ᾿Αρχιερεῖς τῆς Ρωσικῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ᾿Εκτὸς Ρωσίας, μαρτυροῦμεν περὶ τῆς ἐνταῦθα ἐπιτελεσθείσης ἐκκλησιαστικῆς Διακηρύξεως τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου τοῦ Θαυματουργοῦ, τῆς Σαγγάης καὶ τοῦ Σὰν Φραντσίσκο. Κατὰ τὴν παραμονὴν τῆς Διακηρύξεως, Παρασκευὴν 18ην ᾿Ιουνίου, μετὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν τὴν τελεσθεῖσαν ὑπὸ επτὰ ᾿Αρχιερῢων, ὁμοῦ μεθ᾿ εξήκοντα τριῶν Πρεσβυτέρων καὶ Διακόνων συλλειτουργῶν, ἐτελέσθη Μνημόσυνον ὑπὲρ τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου, τῶν χειροτονησάντων αὐτόν, τῶν γονέων, συγγενῶν καὶ πνευματικῶν τέκνων αὐτοῦ. Κατὰ τὴν 3ην μ.μ. τῢσσαρες ᾿Αρχιερεῖς ὁμοῦ μετ᾿ ἄλλων Κληρικῶν, εἰσελθόντες εἰς τὴν κρύπτην ἔνθα ὁ τάφος τοῦ ῾Αγίου, ἐτοποθέτησαν τὰ ῾Ιερὰ αὐτοῦ Λείψανα, ἐνδεδυμένα ἀρχιερατικὰ ἄμφια, εἰς τὴν νέαν διακεκοσμημένην λάρνακα καὶ τὰ μετέφερον ἐν λιτανείᾳ εἰς τὸν Καθεδρικὸν Ναόν, ἐν ᾦ εἶχεν ετοιμασθῆ εἰδικὸν κουβούκλιον, καὶ ἀπέθεσαν τὴν λάρνακα ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Ναοῦ. Εἰς τὰς 4.30´ μ.μ. ἅπαντες οἱ παρόντες ᾿Αρχιερεῖς καὶ Κληρικοὶ μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πρωθιεράρχην Μητροπολίτην κ.Βιτάλιον, ἐτέλεσαν τὸ τελευταῖον Μνημόσυνον τοῦ ῾Αγίου ῾Ιεράρχου, πρὸς ἔκφρασιν τῆς ἐλπίδος, ὅτι θὰ ἐλεήσῃ καὶ ἡμᾶς ὁ Κύριος διὰ τῆς προστασίας τοῦ ῾Αγίου Αὐτοῦ. ᾿Αμέσως ἤρχισεν ἡ ᾿Αγρυπνία τῆς ᾿Ακολουθίας τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου. Κατὰ τὴν Λιτὴν μετεφέρθησαν τὰ ἱερὰ Λείψανα γύρωθεν τοῦ ῾Ιεροῦ Ναοῦ. Εἰς τὸν ῎Ορθρον, μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν περὶ τοῦ νέου ῾Αγίου ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου, καὶ δὴ εἰς τὸν Πολυέλεον, παρίσταντο δώδεκα ᾿Αρχιερεῖς, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πρωθιεράρχην τῆς Ρωσικῆς ῾Υπερορίου ᾿Εκκλησίας Μητροπολίτην κ. Βιτάλιον, ὁμοῦ μετὰ τοῦ συλλειτουργοῦντος Μητροπολίτου τῆς Ρουμανικῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου κ. Βλασίου. ῾Ο Σεβασμιώτατος Πρωθιεράρχης ἡμῶν Μητροπολίτης κ. Βιτάλιος ἤνοιξε τὴν λάρνακα, ἅπαντες προσεκύνησαν γονυκλινῶς καὶ ἔψαλαν τὸ Μεγαλυνάριον τοῦ ῾Αγίου ῾Ιεράρχου. Μετὰ τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ ῎Ορθρου, κατὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ Κανόνος, ἤρχισεν ἡ προσκύνησις τῶν ῾Ιερῶν Λειψάνων τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου. ῞Απαντες εἶδον τὰς ἀκαλύπτους χεῖρας τοῦ ῾Αγίου μέσῳ τοῦ ὑαλίνου σκεπάσματος τῆς λάρνακος. Οἱ πιστοὶ προσεκύνουν ταυτοχρόνως καὶ ἀπὸ τὰς δύο πλευρὰς καὶ δύο ᾿Αρχιερεῖς ἔχριον αὐτοὺς μὲ ἡγιασμένον ἔλαιον, ἕτεροι δὲ Πρεσβύτεροι διένεμον εἰκόνας τοῦ νέου ῾Αγίου. ῾Η προσκύνησις συνεχίσθη ἕως τέλους τῆς ᾿Αγρυπνίας. Μετὰ μικρὰν διακοπήν, τὸ Σάββατον 19ην ᾿Ιουνίου, ἐτελέσθησαν κατὰ συνέχειαν τρεῖς Θεῖαι Λειτουργίαι (ὁ Καθεδρικὸς Ναὸς εἶναι τρισυπόστατος). ῾Η πρώτη, ὑπὸ ενὸς ᾿Αρχιερέως, ἤρχισε τὴν πρώτην πρωϊνήν. ῾Η δευτέρα, ῾Ιερατική, καὶ ἡ τρίτη, πολυαρχιερατική, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πρωθιεράρχην. Εἰς τὴν πρώτην Θείαν Λειτουργίαν ὁ λαὸς ἔψαλε σλαβονιστὶ καὶ ἀγγλιστί, εἰς τὴν δευτέραν χορῳδία ἐκ τῶν ἐνόντων, εἰς τὴν τρίτην αἱ δύο χορῳδίαι τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ. Εἰς ἁπάσας τὰς Λειτουργίας συμμετέσχον δεκατέσσαρες ᾿Αρχιερεῖς, εκατὸν τρεῖς ῾Ιερεῖς καὶ τριάκοντα ἕξ Διάκονοι. ῞Ετεροι εἴκοσι Κληρικοὶ ἦσαν παρόντες, μὴ συλλειτουργήσαντες. Εἰς τὴν πρώτην Θείαν Λειτουργίαν μετῢλαβον τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων περίπου τετρακόσιοι, εἰς τὴν δευτέραν περίπου διακόσιοι ὀγδοήκοντα καὶ εἰς τὴν τρίτην περίπου ὀκτακόσιοι. Τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν ἐντὸς τοῦ Ναοῦ, τῆς Αἰθούσης καὶ τῶν πέριξ χώρων ἦτο ἀναρίθμητον. ῾Ο δρόμος ἦτο ἀποκεκλεισμένος. ῾Η κίνησις τῶν αὐτοκινήτων μετεφέρθη εἰς ἄλλας ὁδούς. ᾿Εκτὸς τοῦ Ναοῦ καὶ εἰς τὴν μεγάλην αἴθουσαν τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ Γυμνασίου ἐτοποθετήθησαν δύο τεράστιαι τηλεοπτικαὶ ὀθόναι, αἱ ὁποῖαι μετέδιδον τὰ ἐν τῷ Ναῷ τελούμενα. Μετὰ τὸ πέρας τῆς ᾿Αρχιερατικῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Πρωθιεράρχου, ἐκκίνησε μεγάλη πομπὴ πέριξ ὄχι μόνον τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ, ἀλλὰ καὶ ὅλου τοῦ οἰκοδομικοῦ τετραγώνου. Οἱ Κληρικοί, οἱ φέροντες τὴν λάρνακα μὲ τὰ ῾Ιερὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου, ἐνηλλάσσοντο. Εἰς τὰ τέσσαρα ἄκρα ἐγίνετο εὐλόγησις διὰ τῆς Εἰκόνος τοῦ ῾Ιεράρχου καὶ ραντισμὸς δι᾿ ῾Αγιασμοῦ. Μετὰ τὴν ἐπιστροφὴν εἰς τὸν Ναόν, ἅπαντες γονυκλινεῖς ἀνέγνωσαν τὴν εἰδικὴν προσευχὴν/δέησιν πρὸς τὸν ῞Αγιον σλαβονιστὶ καὶ ἀγγλιστί. Κατὰ τὴν ἐπακολουθήσασαν εἰς μεγάλην αἴθουσαν κοινὴν τράπεζαν, ἀνεγνώσθη πανηγυρικὸς λόγος εἰς τὸν ῞Αγιον ᾿Ιωάννην, συντεθεὶς ὑπὸ ενὸς φοιτητοῦ τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τῆς ῾Αγίας Τριάδος εἰς Τζόρντανβιλ τῆς Νέας ῾Υόρκης. ῾Η λάρναξ, ἡ περιέχουσα τὰ ῾Ιερὰ Λείψανα, ἐτοποθετήθη ἐντὸς τοῦ καλλιτεχνικοῦ κουβουκλίου εἰς τὸ δεξιὸν μέρος τοῦ Ναοῦ τὸ ἀπόγευμα, πρὸ τοῦ ᾿Αναστασίμου ῾Εσπερινοῦ. Τοιουτοτρόπως ἐπετελέσθη, πρὸς δόξαν Θεοῦ, ἡ χαιρετιζομένη πανταχόθεν μετὰ πολλῆς κατανύξεως ἐκκλησιαστικὴ Διακήρυξις τοῦ ἐν ῾Αγίοις Πατρὸς ἡμῶν ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου τῆς Σαγγάης καὶ τοῦ Σὰν Φραντσίσκο, τοῦ Θαυματουργοῦ, οὗτινος ἡ μνήμη ὡρίσθη νὰ ἐπιτελῆται τὸ ἐγγύτερον τῆς 19ης ᾿Ιουνίου Σάββατον, ἐφ᾿ ὅσον ἡ ἡμέρα αὕτη εἶναι ἀφιερωμένη εἰς τὸν ῞Αγιον ᾿Απόστολον ᾿Ιούδαν. Διὰ ταῦτα εὐχαριστοῦμεν τὸν θαυμαστὸν ἐν τοῖς ῾Αγίοις Αὐτοῦ Θεὸν ἡμῶν, τὸν ἐν ῾Αγίᾳ Τριάδι δοξαζόμενον, ἐναποθέτοντες αυτούς, τοὺς συμπατριώτας ἡμῶν, ὡς καὶ ἅπαντας τοὺς ᾿Ορθοδόξους Χριστιανούς, εἰς τὴν Προστασίαν τῆς Παναγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, τῆς ῾Οδηγητρίας τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, τὰς πρεσβείας τοῦ νῦν ἀνακηρυχθέντος ῾Αγίου τοῦ Θεοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου καὶ πάντων τῶν ῾Αγίων. ᾿Αμήν!

 ῾Ο Πρόεδρος τῆς Συνόδου τῆς ῾Ιεραρχίας
+ Μητροπολίτης Βιτάλιος

 καὶ τὰ Μέλη Αὐτῆς:

 + ᾿Αρχιεπίσκοπος Δυτικῆς ᾿Αμερικῆς καὶ Σὰν Φραντσίσκο ᾿Αντώνιος
+ ᾿Αρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ ῾Αγίας Τριάδος Λαῦρος
+ ᾿Αρχιεπίσκοπος Σύδνεϋ, Αὐστραλίας καὶ Νέας Ζηλανδίας ᾿Αλύπιος + ᾿Αρχιεπίσκοπος Βερολίνου καὶ Γερμανίας Μᾶρκος
+ ᾿Επίσκοπος Μπουένος ῎Αϋρες, ᾿Αργεντινῆς καὶ Παραγουάης ᾿Ιωάννης
+ ᾿Επίσκοπος Τσερνομόρσκ καὶ Κουμπὰν Βενιαμίν
+ ᾿Επίσκοπος Μανχάτταν ῾Ιλαρίων
+ ᾿Επίσκοπος ᾿Ερίε Δανιήλ
+ ᾿Επίσκοπος Σηὰτλ Κύριλλος
+ ᾿Επίσκοπος Βοστώνης Μητροφάνης
+ ᾿Επίσκοπος Βεβέϋ ᾿Αμβρόσιος

19 ᾿Ιουνίου 1994 ἐκκλ. ἡμερ.