† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

«1924-2024: Τὸ βαρύ μας χρέος ἕναν αἰώνα μετά» Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

IMG 2994


«Τὸ βαρύ μας χρέος ἕναν αἰώνα μετά»

Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου 

Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου 

στὸν Συνοδικὸ ἑορτασμὸ τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας

Ἱερὸς Καθεδρικὸς Ναὸς Ἁγίου Ἀθανασίου, 11/24-3-2024

 

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. κ. Καλλίνικε,

γιοι Ἀρχιερεῖς, 

Σεβαστοὶ Πατέρες 

σιώτατες Μοναχές,

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            ς μοῦ ἐπιτραπεῖ, ἀρχικά, νὰ ἐκφράσω τὶς εὐχαριστίες μου πρὸς τὸν ἐν Τριάδι Θεό, ὁ Ὁποῖος εὐλόγησε ὥστε να συγκεντρωθοῦμε ἀπόψε ἐδώ, στὸν Ἱερὸ Καθεδρικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, καὶ νὰ τελέσουμε τὸν Β΄ Κατανυκτικὸ Ἑσπερινό, καθὼς καὶ πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο γιὰ τὴν ἀνάθεση τῆς διακονίας τοῦ λόγου στὴν ἐλαχιστότητά μου. 

            Ξεκινῶντας τὴν ὁμιλία μου, δανείζομαι τὰ ἱερὰ λόγια τοῦ Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ στεντορείᾳ τῇ φωνῇ εὔχομαι:

«Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων, εὐσεβῶν Βασιλέων, ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων, Διδασκάλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, 

Αἰωνία ἡ μνήμη»!

            Αἰωνία ἡ μνήμη ὅλων ἐκείνων, τῶν διαχρονικῶν γνησίων τοῦ Χριστοῦ τέκνων, τῶν Ἁγίων μας, οἱ ὁποῖοι μὲ τὰ στιβαρά τους χέρια σήκωσαν ὑπεύθυνα τὸν Σταυρὸ τῆς ὁμολογίας καὶ θυσιάσθηκαν γιὰ νὰ διαφυλάξουν ἀκέραιη τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Θυσιάσθηκαν ὄχι ἀπὸ πεῖσμα, ἀλλὰ ἀπὸ ἄδολη ἀγάπη. Θυσιάσθηκαν διότι γνώριζαν πολὺ καλὰ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτελεῖ τὴν μόνη ὁδὸ πρὸς τὴν Θέωση, τὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας, τὸ τζιβαέρι μας, τὸ στολίδι τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ἕνα φῶς, τὸ ὁποῖο λάμπει, φωτίζει καὶ θερμαίνει. Γνώριζαν ὅτι Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας μαγνήτης ὁ ὁποῖος προσελκύει ὅσους διψοῦν γιὰ ἀληθινὴ ζωή· ἡ γέφυρα ποὺ ἐπιτρέπει τὴν σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο. Γνώριζαν ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τὰ ὅσα ὁ Χριστὸς δίδαξε, οἱ Προφῆτες προεῖδαν, οἱ Ἀπόστολοι μαρτύρησαν καὶ οἱ Πατέρες παρέλαβαν καὶ μᾶς παρέδωσαν μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ τὰ μεταλαμπαδεύσουμε στὶς ἑπόμενες γενεὲς ἀκέραια, δίχως ἐκπτώσεις. 

            Αἰωνία σᾶς ἡ μνήμη, ἀξιομακάριστοι Πατέρες μας καὶ Μητέρες μας! «Ὡσεὶ λέοντες πῦρ πνέοντες» ξεχυθήκατε στὸν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγώνα καὶ ὑποφέρατε καὶ ὑπομείνατε θλίψεις, χλευασμούς, συκοφαντίες, διωγμούς, ἐξορίες, φυλακίσεις, βασανιστήρια, μέχρι καὶ αὐτὸν ἀκόμη, τὸν μαρτυρικὸ θάνατο. Μεταξὺ δὲ ὅλων αὐτῶν, δὲν σᾶς ἔλειψαν καὶ τὰ ἐμπόδια ποὺ ἐπιδέξια τοποθετοῦσαν στὰ ἔργα σας οἱ δῆθεν συναγωνιστές σας, οἱ ψεύτικοι ἀδελφοί. Ποῦ ὠφέλησαν τὰ προσκόμματά τους; 

            ν, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶχε ἔρθει ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, εἰλικρινὰ θὰ ἀναρωτιόμουν ποῦ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ βρεῖ τόση δύναμη νὰ ὑπομείνει καὶ νὰ ἐξέλθει νικητὴς ἀπὸ τόσες δυσκολίες.  Τώρα, ὅμως, ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι οἱ Ἅγιοί μας, ἀντιμέτωποι μὲ ὅλους τοὺς πειρασμούς, δὲν εἶχαν τὰ ὄμματα στραμμένα πουθενὰ ἀλλοῦ, παρὰ μόνο στὸ σημεῖο ὅπου συντελέσθηκε ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸν φρικτὸ Γολγοθά. Ἔβλεπαν Κρεμάμενο ἐπὶ Ξύλου τὸν Δημιουργὸ νὰ θυσιάζεται «ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας» καὶ ἀντλοῦσαν δύναμη καὶ παρηγοριὰ γιὰ νὰ σηκώσουν τὸν δικό τους Σταυρὸ ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας. 

            πὸ τὸν Ἴδιο Σταυρωθέντα Χριστὸ ἀπὸ τὸν Ὁποῖο οἱ Ἅγιοι: Ἀθανάσιος Ἀλεξανδρείας, Εὐστάθιος Ἀντιοχείας, Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Γερμανὸς Κωσταντινουπόλεως, Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, Μεθόδιος Κωνσταντινουπόλεως, Φώτιος Κωσταντινουπόλεως, Μάρκος ὁ Εὐγενικός, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καὶ τόσοι ἄλλοι λάμβαναν σθένος νὰ προχωρήσουν μαχόμενοι καὶ θυσιαζόμενοι, ἀπὸ τὸν Ἴδιο Σταυρωθέντα Χριστὸ λάμβαναν σθένος καὶ οἱ μακαριστοὶ προπάτορές μας, αὐτοὶ ποὺ ἔζησαν «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», ἕναν αἰώνα πριν. Δὲν ἦταν ἐκεῖνοι τέκνα ἑνὸς ἄλλου, ψεύτικου θεοῦ. Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ἦταν καὶ στὸν Γολγοθὰ εἶχαν καὶ αὐτοὶ στραμμένοι τοὺς ὀφθαλμοὺς γιὰ νὰ ἀντέξουν τὰ ὅσα προξένησε ἡ μεγάλη πληγὴ ποὺ ἄνοιξε στὴν Ἐκκλησία, ὡς μὴ ὤφειλε, ἀκριβῶς πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια καὶ μία ἡμέρα. Τότε ἦταν, σὰν χθές, ποὺ ἡ 10ηΜαρτίου ἔγινε 23η,  καὶ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας διασπάσθηκε, ἐνῶ  ἐκκλησιαστικοὶ ταγοὶ τῶν ἡμερῶν ἐκείνων θριαμβολογοῦσαν τὴν χρονικὴ ἀκρίβεια τοῦ διορθωμένου ἡμερολογίου, τοῦ μὲ ἀριστίνδην Σύνοδο ἐπιβληθέντος. 

            Δὲν ξέρω ἂν σκέφτομαι λανθασμένα. Ἔντονα προβληματίζομαι. Τί ἤθελε ὁ Χριστὸς ἀπὸ ἐμᾶς; Ἤθελε τὴν ἀστρονομικὴ ἀκρίβεια τοῦ ἡμερολογίου, ἢ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ὁποία προσευχήθηκε μὲ ἀγωνία στὸν Κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, λίγη ὥρα πρὶν τὴν προδοσία ἀπὸ τὸν δόλιο Ἰούδα; «Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς»! Τί καλὸ θὰ ἦταν ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἴχαμε στὴ σκέψη μας τὴν ἐπιθυμία αὐτὴ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἡ ἑνότητά μας ἐν ἀγάπῃ καὶ ἀληθείᾳ θὰ ἦταν τὸ δυνατότερο κήρυγμα γιὰ ὅσους ἀκόμη δὲν ἔχουν γνωρίσει τὴν ἐνσαρκωμένη ἀλήθεια, τὸν Ἰησοῦ Χριστό.

            σως μὲ τὸ σκεπτικὸ αὐτὸ νὰ κινήθηκαν πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια οἱ θιασῶτες τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρύθμισης, καθὼς σκόπευαν μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου νὰ ἐπιτευχθεῖ «ὁ ταυτόχρονος ἑορτασμὸς τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν ὑπὸ πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν». Βεβαίως, μὲ τὴν φράση αὐτὴ τῆς ἐγκυκλίου τοῦ 1920 τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὡς Ἐκκλησίες δὲν ἐννοοῦνται μόνο οἱ κατὰ τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀλλὰ καὶ ὅλες οἱ αἱρετικὲς ὁμάδες. Ἀσφαλῶς, ἡ ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν στὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἡ ἑνότητα ὅλων ὑπὸ τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία εἶναι ζητούμενο, εἶναι πόθος θεῖος. Ἐπαναλαμβάνω ὅτι ὁ Χριστὸς γιὰ αὐτὸ προσευχήθηκε τὴν νύκτα τῆς προδοσίας. Ὡστόσο, γιὰ νὰ γίνει κάτι τέτοιο, ἀπαιτεῖται ἰσχυρὴ πνευματικὴ κατάσταση καὶ κινήσεις σωστὲς καὶ σύμφωνες μὲ τοὺς Κανόνες τῶν Πατέρων. Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου δὲν ἦταν κίνηση ἀποτελεσματική, καθὼς ἦταν γνωστὸ ὅτι δὲν θὰ τὸ ἀκολουθοῦσαν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι. Ἀπὸ ὅ,τι φάνηκε, ἐκεῖνοι ποὺ ἄλλαξαν τὸ ἡμερολόγιο, ἐνδιαφέρονταν περισσότερο γιὰ τὴν προσέγγιση τῶν αἱρετικῶν, παρὰ γιὰ τὴν διατήρηση τῆς κοινωνίας μὲ Ὀρθοδόξους ἀδελφούς. Πῶς τὸ ἐξηγῶ αὐτό; Ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπὸ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τῶν μεγάλων  χριστιανικῶν ἑορτῶν ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους, προτιμήθηκε ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς μὲ τοὺς ἑτεροδόξους. Ἔτσι, ἀκόμη καὶ γιὰ καλὸ νὰ κινήθηκαν, «τὸ καλό, μὴ καλῶς γενόμενο, οὐκ ἐστι καλόν».

            Οἱ προπάτορές μας, ἄνθρωποι εὐσεβεῖς καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἁπλοί, εἶδαν στὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου σκοπιμότητα. Τόσους αἰῶνες ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀκολουθοῦσε ἕνα ἡμερολόγιο χωρὶς προβλήματα. Πρὸς τί αὐτὴ ἡ βεβιασμένη ἀλλαγή, δίχως τὴν σύγκληση Πανορθόδοξης Συνόδου; Βεβαίως, γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, συνεκλήθη τὸ ἀποκληθὲν ἀπὸ κάποιους ὡς «Πανορθόδοξο Συνέδριο». Αὐτὸ δὲν συνέβη σὲ σωστὲς βάσεις, καὶ αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ δὲν θὰ ἀναλυθεῖ σήμερα. Πρὸς τί, λοιπόν ἡ ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ δίχως Πανορθόδοξη συμφωνία; Καὶ μάλιστα, πρὸς τί ἡ ἀλλαγὴ σὲ μία τέτοια ἱστορικὴ συγκυρία; Μετὰ ἀπὸ πεντακόσια χρόνια σκλαβιᾶς, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀποδύναμωση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχεῖου ἐξαιτίας τῆς Αὐτοκεφαλίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μετὰ ἀπὸ τοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους, μετὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετὰ τὴν Γενοκτονία τῶν Ἑλλήνων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τὴν Μικρασιατικὴ Καταστροφή, μετὰ τὸν βίαιο ξεριζωμὸ ἑκατοντάδων χιλιάδων Ἑλλήνων ἀπὸ τὶς πατρογονικές τους ἐστίες καὶ τὴ σωρηδὸν μεταφορά τους στὸ ὑπανάπτυκτο ἑλληνικὸ κράτος, ὑπῆρχε ἄραγε αὐτὴ ἡ πολυτέλεια νὰ ἀσχοληθεῖ ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν διόρθωση τοῦ ἡμερολογίου, γνωρίζοντας πολὺ καλὰ ὅτι αὐτὸ θὰ δίχαζε; Καὶ ὅλο αὐτὸ γιατί; Μήπως γιὰ νὰ στραφεῖ πρὸς τὴ Δύση; Ἀκούσαμε στὸ ἄμεσο παρελθὸν ἀπὸ ὑψηλόβαθμα κυβερνητικὰ στελέχη νὰ τονίζουν ὅτι «ἀνήκομεν εἰς τὴν Δύσιν»! Αὐτὰ ἔλεγαν γιὰ νὰ περάσουν τὸν γνωστὸ νόμο ποὺ ἐσχάτως πέρασαν. Τότε ποὺ τὸ ἀκούγαμε αὐτό, ἅπαντες οἱ εὐσυνείδητοι πατριῶτες -ὄχι μόνο ἐμεῖς οἱ τοῦ πατρίου ἑορτολογίου- ἀγανακτούσαμε. Μήπως, ὅμως, καὶ οἱ παλαιοὶ τῆς Ἐκκλησίας ταγοὶ συνέβαλαν ἑκουσίως ἢ ἀκουσίως, γιὰ νὰ ἔχουμε αὐτὴ τὴν κατάληξη πρὸς τὴ Δύση; 

            Αὐτὴ τὴ δυτικοποίηση τῆς Ἐκκλησίας αἰσθάνθηκαν καὶ φοβήθηκαν οἱ ἁγνοὶ ἐκεῖνοι ἀγωνιστὲς ποὺ βγῆκαν τὴν ἴδια κιόλας ἡμέρα τῆς ἀλλαγῆς καὶ γύριζαν πόλεις καὶ χωριὰ καταγγέλοντας τὴν προδοσία καὶ φωνάζοντας «Μᾶς φραγκέψανε! Μᾶς φραγκέψανε!» Μεταξὺ αὐτῶν –καὶ τὸ καταθέτω ὡς ἱστορικὴ μαρτυρία, καθὼς ὑπηρέτησα στὸν Ἱερὸ Ναὸ Εὐαγγελιστρίας Θηβῶν καὶ γνώρισα  αὐτήκοους μάρτυρες- ἦταν καὶ πνευματικὰ τέκνα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου. Οἱ Λουκᾶς Καλατζής, Κίμων Στεφανιώτης καὶ Ἀντώνης Σκοῦμας, ὅταν τὸν ἐπισκέφθηκαν τὸ 1918, δύο χρόνια πρὶν τὴν κοίμησή του καὶ τὸν ρώτησαν γιὰ τὴν φημολογούμενη τότε ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου, ἔλαβαν τὴν ἐντολή: «Νὰ μείνετε ὅπως εἶστε»! 

- Δέσποτα, δὲν θὰ ἔχουμε Ἐκκλησίες, τοῦ εἶπαν.

- Ἐκκλησίες νὰ κάνετε τὰ σπίτια σας. 

- Δέσποτα, δὲν θὰ ἔχουμε Ἱερεῖς, εἶπαν ξανά. 

- Ἱερεῖς θὰ στείλει ἡ Παναγία ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὄρος. 

Ἔτσι ἀκριβῶς ἔγινε. Τὰ σπίτια ἔγιναν Ἐκκλησίες καὶ οἱ Ἅγιορεῖτες συντάχθηκαν μὲ τοὺς εὐσεβεῖς πιστούς, τῶν ὁποίων τὸ «ἔγκλημα» ἦταν ὅτι θέλησαν νὰ παραμείνουν ὅπως ἦταν, σταθεροὶ στὴν παράδοση. Μέσα σὲ ἕνα βράδυ, ἀγωνιζόμενοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ὀνομάσθηκαν χλευαστικῶς «παλιοημερολογίτες» καὶ ἀπέκτησαν τὴν ποιμαντικῶς ἀπαράδεκτη ταμπέλα «σχισματικοί», ἤ, στὰ νεότερα χρόνια, «ἄτακτα μέλη», μόνο καὶ μόνο διότι ἁπλῶς συνέχισαν στὴν γραμμὴ ποὺ εἵκοσι αἰῶνες εἶχε χαράξει ἡ Ἐκκλησία. Δὲν ἔθεσαν οἱ ἴδιοι ἑαυτοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἡ τότε ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας τοὺς ἔθεσε ἀπ΄ ἔξω καὶ δὲν ἔκανε τίποτα γιὰ νὰ τοὺς ἀγκαλιάσει. 

            Τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἐπιτρέπεται ἐντὸς τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας νὰ λειτουργοῦν Ναοὶ μὲ τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο. Αὐτὸ ἀποτελεῖ πράξη Οἰκονομίας, σύμφωνα μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ὁρολογία. Κάτι τέτοιο, ὅμως, δὲν ἦταν ἐξ ἀρχῆς ἀποδεκτό. Προκειμένου νὰ σβήσει τὸ κραταιὸ «Κίνημα τῆς Εὐσεβείας» ἐπελέγη ἡ τακτικὴ τῶν εἰκονομάχων αὐτοκρατόρων· οἱ διωγμοί. 

            νδεχομένως, αὐτὸ ἀκούγεται ὑπερβολικό. Δυστυχῶς, ὅμως, δὲν εἶναι. Ὅσοι ἐπέλεξαν νὰ μὴν ἀποδεχθοῦν τὸ νέο ἡμερολόγιο, πράγματι, ὑπέστησαν διωγμούς. Αὐτὸ εἶναι ἕνα μεγάλο κεφάλαιο τῆς νεότερης ἐκκλησιαστικῆς μας ἱστορίας, γιὰ τὸ ὁποῖο εἴμαστε βέβαιοι πὼς δὲν χαίρεται κανείς. Τὴν ἱστορία, λοιπόν, δὲν μποροῦμε νὰ τὴν διαγράψουμε, οὔτε, δυστυχῶς, νὰ τὴν ἀλλάξουμε. Μποροῦμε, ὅμως, νὰ τὴν ἀφήσουμε νὰ μᾶς διδάξει γιὰ τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον. Στὸ σημεῖο αὐτό, ἐφιστῶ τὴν προσοχὴ ὅλων· καὶ ἡμῶν καὶ τῶν ἀδελφῶν τοῦ νέου. Οὔτε οἱ μὲν νὰ δεχθοῦμε τὴν ἀναφορὰ στοὺς διωγμοὺς γιὰ νὰ ἀνακυκλώσουμε τὰ παλαιὰ πάθη, οὔτε οἱ δὲ νὰ θεωρήσουν ὅτι γίνεται προσπάθεια νὰ ἀλείψουμε τὶς πληγὲς τοῦ Δεσποτικοῦ Σώματος μὲ «ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον». Ἀντιθέτως, οἱ μὲν νὰ λάβουμε «ὑπόδειγμα τῆς κακοπαθείας καὶ τῆς μακροθυμίας» τοὺς πατέρες καὶ τὶς μητέρες μας, οἱ ὁποῖοι μὲ θερμὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ ὑπέμειναν θλιβερὲς καταστάσεις, ὥστε νὰ μιμηθοῦμε τὸν ζῆλο τους καὶ νὰ τὸν ἀξιοποιήσουμε γιὰ τὴν πρόοδο τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ δέ, νὰ κατανοήσουν ὅτι οἱ πρὸ αὐτῶν φέρουν μεγάλο μερίδιο εὐθύνης γιὰ τὴν κατάσταση ποὺ βιώνουμε σήμερα, καθὼς ἐπέτειναν τὴν διάσταση καὶ ὕψωσαν δυσθεώρατα τείχη. 

            χω πεῖ ξανὰ στὸ παρελθὸν ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἔπαθε κάτι χειρότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ συνέβη στοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς τῆς Ρωσίας, τῆς Ρουμανίας ἢ τῆς Ἀλβανίας τὸν περασμένο αἰώνα. Ἐκεῖ, πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία οἱ ἄθεοι, ἐνῶ ἐδώ, Ὀρθόδοξοι δίωκαν ὁμοδόξους ἀδελφούς. Οἱ πατέρες μας καὶ οἱ μητέρες μας, ἐπειδὴ διατηροῦσαν τὴν ἡμερολογιακὴ παράδοση, ὑφίσταντο συνέπειες· χλευάζονταν ὄχι μόνο μεγάλης ἡλικίας ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ μαθητόπουλα, δημόσιοι ὑπάλληλοι ἀπολύονταν, οἱ λειτουργικὲς συνάξεις ἀπαγορεύονταν, δὲν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα γιὰ ἔστω κρυφὸ τακτικὸ ἐκκλησιασμὸ καὶ συμμετοχὴ στὰ Μυστήρια, διότι οἱ Ἱερεῖς ἦταν λίγοι καὶ πολλὲς φορὲς διένυαν τεράστιες ἀποστάσεις γιὰ νὰ λειτουργήσουν κρυφά. Ἂν τυχὸν συλλαμβάνονταν Ἱερεῖς νὰ λειτουργοῦν μὲ τὸ παλαιό, ἀποσχηματίζονταν καὶ φυλακίζονταν. Ἂν ἐντοπίζονταν μυστηριακὲς συνάξεις, διαλύονταν ἀπὸ τὰ ὄργανα τῆς τάξης, κάποτε μὲ τόσο βίαιο τρόπο, ὥστε νὰ ὑπάρχουν καὶ θύματα. Τὸ πλέον γνωστὸ παράδειγμα εἶναι αὐτὸ τῆς Ἁγίας Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης ἀπὸ τὴν Μάνδρα, ἡ ὁποία ἄφησε πίσω της δύο ὀρφανὰ τέκνα. Ἐνδεικτικὴ τῶν περιστάσεων εἶναι μαρτυρία ἑνὸς ἐκ τῶν κορυφαίων Ἱεραρχῶν τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας, σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο, ἀστυνομικοί, κατόπιν ἐντολῆς ἐκκλησιαστικῶν προσώπων, εἰσέβαλαν στὸ Μοναστήρι τῆς Κοσμοσώτειρας, ἔκλεψαν πολύτιμα ἀντικείμενα καὶ ἀφοῦ ἔριξαν κάτω τὸν Ἅγιο Ἄρτο ἀπὸ τὸ Θυσιαστήριο, Τὸν ποδοπατοῦσαν. Γιατί ὅλα αὐτά; Πότε στὴν ἱστορία ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε θύτης;

            Παρὰ τὰ αὐστηρὰ μέτρα, οἱ πατέρες καὶ οἱ μητέρες μας ἄντεξαν καὶ παρέμειναν σταθεροί. Σὲ αὐτὸ συνέβαλαν, μεταξὺ ἄλλων, θαυμαστὰ σημεῖα ποὺ μέσα στὸν αἰώνα μαρτυρήθηκαν, ὅπως τὸ μέγιστο αὐτῶν, ἡ Γ΄ ἐμφάνιση τοῦ Σταυροῦ στὸν οὐρανὸ σὲ Ἀγρυπνία γιὰ τὴν Ὕψωση, τὸ ἔτος 1925. Ἂν δὲν εἴχαμε προσωπικὲς ἐμπειρίες καὶ ἐπαφὲς μὲ αὐτόπτες μάρτυρες, ἴσως νὰ θεωρούσαμε κάποιες ἀφηγήσεις ὑπερβολικὲς ἢ ἐξωπραγματικές. Κάτι τέτοιο, ὅμως, δὲν ἰσχύει. 

            Τὸ συμπέρασμα ποὺ ἐξάγεται γιὰ τὸ ζήτημα τῶν διωγμῶν εἶναι ὅτι, ὄχι μόνο δὲν ὠφέλησαν, ὄχι μόνο δὲν κατόρθωσαν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς ἀγάπης, ἀλλὰ ἔφεραν τὰ ἀντίθετα ἀποτελέσματα ἀπὸ τὰ ἐπιθυμητά, καθὼς τὸ χάσμα μεγάλωσε καὶ κάθε πιθανότητα προσεγγίσεως ἐλαχιστοποιήθηκε. Οἱ διωγμοὶ ἐξανάγκασαν  τὸ «Κίνημα τῆς Εὐσεβείας» νὰ ἑδραιωθεῖ καὶ νὰ κραταιωθεῖ ἀκόμη περισσότερο. Μάλιστα, σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις προκλήθηκε φανατισμός. 

            Καὶ ἐνῶ ἔτσι εἶχαν τὰ πράγματα καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν παράδοση ἐξακολουθοῦσαν νὰ θεωροῦν τὴν καινοτομία ὡς βῆμα γιὰ τὴν στροφὴ τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τὴ Δύση, περίπου εἱκοσιπέντε χρόνια μετὰ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐπισήμως ἐντάχθηκε στὴν λεγόμενη «οἰκουμενικὴ κίνηση» καὶ ἀποτέλεσε ἱδρυτικὸ μέλος τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἐντὸς τῆς Ὀρθοδοξίας ἦρθε στὸ προσκήνιο ἡ αἵρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἐπινόηση ἀνθρώπων ὄχι Θεοφόρων. 

            Πρόσφατα ἄκουσα ὅτι ἡ συμμετοχὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, περιορίζεται μόνο στὸν διάλογο. Ὁ δὲ διάλογος αὐτὸς γίνεται γιὰ νὰ καταστήσει ἡ Ὀρθοδοξία γνωστὸ τὸν θησαυρὸ τὸν ὁποῖο φέρει. Βεβαίως, εἶναι καθῆκον μας νὰ καταστήσουμε γνωστὸ σὲ ὅλους τὸν θησαυρὸ τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτὸ τὸ θεϊκὸ κάλλος μὲ τὸ ὁποῖο εἶναι στολισμένη ἡ Ὀρθοδοξία, δὲν ἀποτελεῖ δική μας ἀποκλειστικότητα, ἀλλὰ πρέπει νὰ μεταδοθεῖ εἰ δυνατὸν σὲ ὅλους. Ὡστόσο, καλοπροαίρετα διερωτώμεθα: τόσες δεκαετίες διαλόγων μὲ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι βρίσκονται στὴν αἵρεση, πόσους ἀπὸ αὐτοὺς ἔχουν προσελκύσει στὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας; Ποιοί δέχθηκαν τὴν Ὀρθοδοξία; Ἀπὸ ὅ,τι βλέπουμε τὰ τελευταῖα χρόνια, τὴν Ὀρθοδοξία τὴν γνωρίζουν καὶ τὴν ἀσπάζονται ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι, μὴ ἔχοντας οὐδεμία ἐπαφὴ μὲ τέτοιου εἴδους ὀργανώσεις, ἀπὸ μόνοι τους ψάχνουν καὶ βρίσκουν τὴν ἀλήθεια κυρίως μὲ τὸ βίωμα καὶ δευτερευόντως μὲ λόγια. 

             Ναθαναήλ, ὅπως ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, γνώρισε καὶ πίστεψε στὸν Σωτήρα Χριστὸ βιωματικά. Ὁ Φίλιππος δὲν τοῦ εἶπε πολλὰ λόγια. Τοῦ εἶπε μόνο «ἔρχου καὶ ἴδε». Ἦρθε, εἶδε τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ καὶ πίστεψε. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας μαγνήτης, ἀνέφερα στὴν ἀρχή. Ὅταν πλησιάζει ἀνθρώπους, συνομιλεῖ μὲ αὐτοὺς καὶ δὲν τοὺς προσελκύει, σημαίνει ὅτι ἢ δὲν τοὺς προσεγγίζει σωστά, ἢ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δὲν πληροῦν τὶς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιὰ νὰ μαγνητιστοῦν. Ὅσο κοντὰ καὶ ὅση ὥρα καὶ νὰ τοποθετήσεις τὸν μαγνήτη πλάι στὸ πλαστικό, τὸ πλαστικὸ ἐκεῖ θὰ μείνει, ἀμετακίνητο. 

            Βεβαίως, νὰ μιλήσουμε μὲ τοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν στὰ δίχτυα τῆς πλάνης ἀπὸ τὸν μισόκαλο τῆς ψυχῆς. Ἴσως τὸ ἀπολωλὸς πρόβατο ἐπιστρέψει μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο. Ὅμως, μὴν ξεχνᾶμε: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ», μᾶς διδάσκει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Μὴν ὑπάρχει κανεὶς ἀπὸ τοὺς διαδόχους τῶν Ἀποστόλων ἀνώτερος τοῦ Κορυφαίου Παύλου; Ἐδώ, ὅμως, ὄχι ἁπλῶς δὲν φαίνεται διάθεση παραίτησης, ἀλλὰ συμβαίνουν καὶ συμπροσευχές. Ὅλες δὲ οἱ δράσεις, μὲ τὴν ἐπίκληση τῆς ἀγάπης. Ὅσο ἁγνὲς καὶ ἂν εἶναι οἱ προθέσεις, διερωτώμεθα: εἶναι ἡ ἀγάπη αὐτὴ ἐν ἀληθείᾳ; Διαβάζουμε στὶς Παροιμίες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅτι «ὅν ἀγαπᾶ Κύριος παιδεύει». Ἡ ἀγάπη παιδεύει, παιδαγωγεῖ, ἐλέγχει καὶ διορθώνει. Ἂν δικούς μας ἀνθρώπους, Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, τοὺς ἐλέγχουμε ὅταν σφάλλουν, πολὺ περισσότερο δὲν πρέπει νὰ βοηθήσουμε ἐκείνους ποὺ δὲν εἶναι Ὀρθόδοξοι νὰ καταλάβουν τὸ λάθος τους καὶ νὰ τὸ διορθώσουν; Ἡ συμπροσευχὴ μὲ αὐτοὺς σημαίνει νομιμοποίησή τους καὶ ἀποτελεῖ ὑπέρβαση τῶν ὁρίων «ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν». Τότε, λοιπόν, πῶς ἐκεῖνοι θὰ προβληματισθοῦν καὶ θὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ὀρθοδοξία; Μήπως μὲ αὐτὴ τὴν τακτικὴ στὴν πραγματικότητα στερεῖται ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ἡ πιθανότητα νὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ὀρθοδοξία; Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἂν κάποιος δέχεται ὅτι οἱ αἱρετικοὶ εἶναι καὶ αὐτοὶ στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας, τότε γιατὶ σήμερα γιορτάζουμε τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας; 

            Κλείνοντας τὸ κεφάλαιο αὐτό, μὲ συνοχὴ καρδιᾶς διερωτώμεθα πάλι: ποῦ ὠφέλησε τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ συμμετοχὴ στὰ δρώμενα τοῦ οἰκουμενισμοῦ; Ὄχι μόνο δὲν σαγηνεύθηκαν οἱ ἑτερόδοξοι, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἐκ τῶν ἀδελφῶν τοῦ νέου ἔχουν σκανδαλισθεῖ καὶ ἔχουν ὑψώσει φωνὴ πατερική, φωνὴ προβληματισμοῦ καὶ ἀγωνίας γιὰ τὴν μελλοντικὴ ἐξέλιξη. Δὲν πρέπει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ νὰ δοῦμε μὲ ταπείνωση καὶ διάθεση αὐτοκριτικῆς πώς θὰ θεραπευθοῦν πρῶτα τὰ ἐσωτερικὰ τραύματα, τὰ τοῦ οἴκου μας; 

            Θὰ μποροῦσαν νὰ εἰπωθοῦν πολλὰ περισσότερα, ὄχι πρὸς κατάκρισιν, ἀλλὰ πρὸς προβληματισμό. Ἄλλωστε, κατακρίσεις καθ’ ὅλον τὸν αἰώνα ὑπῆρξαν πολλές, ὡς μὴ ὤφειλαν.  Ἔχουμε κουρασθεῖ νὰ ἀκοῦμε γιὰ τὰ οἰκουμενιστικὰ δρώμενα καὶ τὰ συναφῆ. Ἕναν αἰώνα γράφτηκαν πολλὰ περὶ αὐτῶν καὶ τὰ γνωρίζουμε πολὺ καλά. Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ὑπενθυμίσεως, οὔτε ἐνημερώσεως. Ἔχουμε ἀνάγκη νὰ γνωρίσουμε καρδιακὰ τὴν Ὀρθοδοξία, νὰ βιώσουμε τὴν τιμιότητα, τὴν ἀγάπη, τὴν ἀλληλεγγύη, τὴν ἀδελφοσύνη, ἀπεχόμενοι ἀπὸ τὴν ὑστεροβουλία, τὴν ἰδιοτέλεια, τὸν φθόνο. Αὐτὸ ποὺ δὲν γράφτηκε, οὔτε ἀκούσθηκε ποτὲ εἶναι κάποιος συνάνθρωπός μας ὁ ὁποῖος μετεῖχε σὲ τέτοιου εἴδους δρώμενα, νὰ  βλέπει τὸ φωτεινό μας παράδειγμα, ἡμῶν τῶν ἀκολουθούντων τὴν Ἱερὰ Παράδοση, νὰ προβληματίζεται καὶ νὰ ἀπέχει ἑκουσίως ἀπὸ αὐτά. Δὲν πρέπει νὰ προβληματισθοῦμε; Μήπως, πλέον, πρέπει νὰ κοιτάξουμε μὲ ἀφοσίωση ὁ καθένας ξεχωριστὰ πώς θὰ καταφέρουμε νὰ γίνουμε Φῶς, ὅπως ὁ Χριστὸς μᾶς θέλει, ὥστε ὅλοι νὰ φωτίζονται καὶ νὰ δοξάζουν ὀρθόδοξα τὸν Οὐράνιο Πατέρα; 

            Νωρίτερα ἀνέφερα δύο φορὲς ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μαγνήτης πνευματικὸς ποὺ προσελκύει πρὸς αὐτόν. Ἐμεῖς ἔχουμε γίνει μαγνῆτες; Ἂν ναί, αὐτὸ ἀποτελεῖ αἰτία χαρᾶς καὶ δοξολογίας πρὸς τὸν Θεό. Ἄν, ὅμως, ὄχι, τὸτε αὐτὸ συμβαίνει διότι μάλλον δὲν κατορθώσαμε νὰ βιώσουμε καρδιακὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Τὸ ὀρθόδοξο βίωμα εἶναι τὸ ἀλάτι μὲ τὸ ὁποῖο προσδίδουμε νοστημιὰ ὄχι μόνο στὴ ζωή μας, ἀλλὰ καὶ στὸ περιβάλλον μας. Τὸ ἀλάτι αὐτὸ εἶναι ἐνεργὸ ὅταν φροντίζουμε νὰ καλλιεργοῦμε στὴν ψυχή μας τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: τὴν ἀγάπη, τὴν χαρά, τὴν εἰρήνη, τὴν μακροθυμία, τὴν χρηστόστητα, τὴν ἀγαθωσύνη, τὴν πίστη, τὴν πραότητα, τὴν ἐγκράτεια. 

            Πλήρεις τῶν θείων αὐτῶν δωρεῶν ὑπῆρξαν ἅγια πρόσωπα, τὰ ὁποῖα κόσμησαν τὸν Ἱερὸ Ἀγώνα καὶ μᾶς καλοῦν νὰ μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμά τους. Οἱ Ἅγιοι: Ἱερώνυμος ὁ ἐν Πάρνηθι, Ἱερώνυμος ὁ ἐν Αἰγίνῃ, Ἰωάννης ὁ νέος Ἐλεήμων, Ἰωσὴφ ὁ ἐκ Δεσφίνης καὶ ἀσφαλῶς Χρυσόστομος ὁ πρώην Φλωρίνης καὶ πολλοὶ ἄλλοι, γιὰ τοὺς ὁποίους καυχώμεθα ἐν Κυρίῳ, δὲν ὑπῆρξαν φανατικοί. Εἶχαν φροντίσει πρῶτα νὰ στολισθοῦν μὲ τὴν ἁγιότητα καὶ ὕστερα μὲ τὸν διακριτικό, πλὴν ὅμως δυναμικὸ ἀγώνα τους κατάφεραν νὰ προβληματίσουν, νὰ προσελκύσουν ἀνθρώπους στὴν παράδοση, νὰ ἐξασφαλίσουν τὸν σεβασμὸ τῶν πάντων καὶ τελικὰ νὰ προσδώσουν αἴγλη στὸ «Κίνημα τῆς Εὐσεβείας». 

            Δυστυχῶς, ὅμως, σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἐπιλέχθηκε νὰ μὴν ἀκολουθηθεῖ τὸ παράδειγμά τους. Κάποτε ὁ ζηλωτισμὸς ὑπῆρξε οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν, κάποτε ὁ Ἱερὸς Ἀγῶν ἐθεάθη ὡς ἕνα πεδίο ἀτομικῆς προβολῆς, κάποτε τὰ πάθη ὑπερίσχυσαν καί, τελικὰ ὁ Ἀγώνας, ὁ Δίκαιος, ὁ Ἅγιος, ὁ Ἱερός, δὲν δικαιώθηκε. 

            Μὲ θλίψη ἡ μαρτυρική μας Ἐκκλησία βίωσε ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια μετὰ τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση ἐσωτερικὲς πληγές, βλέποντας τὰ τέκνα της νὰ τὴν ἀποδυναμώνουν, νὰ ἀποκόπτονται ἀπὸ αὐτήν, νὰ ἐπιτελοῦν ἔργο παράλληλο, ἤ κάποτε πολεμικὸ κατ’ αὐτῆς, ἐπωφελούμενοι ἀπὸ τὴν ἀπουσία νομικῆς κάλυψης. Τὰ σχίσματα ἦταν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι τραῦμα ὀδυνηρό. Τὰ θέματα πίστεως ἔπαψαν νὰ ἀποτελοῦν αἰτίες ἀποκοπῆς καὶ τὴν θέση τους ἔλαβαν καταστάσεις ἰδιοτέλειας, προσωπικῶν διαφορῶν καί, ἐν πάσει περιπτώσει, ἀνάξιες τῶν περιστάσεων. 

             χωρισμὸς εἶναι λυπηρός, διότι ὁ ἀγώνας εἶναι κοινός. Γίνεται ἀγώνας ὑπὲρ τῆς διαφύλαξης τῶν παραδόσεων, γίνεται ἀγώνας κατὰ τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Πρός τί, λοιπόν, ὁ χωρισμός; 

            πὸ τὴν ἄλλη, οἱ δυσχερεῖς ἐσωτερικὲς καταστάσεις, ὁ ὑπέρμετρος ζῆλος ποὺ καταντᾶ δικαστὴς τῆς διακρίσεως, ἡ ἀσυδοσία ποὺ κατὰ καιροὺς ἔχει παρατηρηθεῖ, ὁ φθόνος τοῦ καλοῦ, ἀποτέλεσαν ἐμπόδια στὴν δυνατὴ πρόοδο τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτά, βεβαίως, εἶναι ἀνθρώπινα πάθη καὶ εἶναι φυσικὸ νὰ ὑπάρχουν στὸ πνευματικὸ ἰατρεῖο τῆς Ἐκκλησίας, ἀρκεῖ βέβαια νὰ ὑπάρχει καὶ ἡ διάθεση τῆς θεραπείας τους· ὄχι ἡ στράτευσή τους κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Μὴν ξεχνοῦμε, ἄλλωστε, ὅτι ὅπως δὲν ἀναπαύεται ὁ Θεὸς μὲ τὸν οἰκουμενισμό, ἔτσι δὲν ἀναπαύεται καὶ μὲ τὰ προσωπικὰ πάθη, τὴν ἰδιοτέλεια, τὴν καχυποψία, τὴν ἀγνωμοσύνη. Τί νόημα ἔχει ἕνας ἀγώνας ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας σὲ βάση ἀνορθόδοξη, μὲ δίχως ἀγάπη, δίχως ἀγώνα γιὰ τὴν Κάθαρση, τὸν Φωτισμὸ καὶ τὴν Θέωση τῆς ψυχῆς; 

             ἀγώνας κατὰ τοῦ οἰκουμενισμοῦ δὲν σημαίνει αὐτόματα τὸν ἀγώνα ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὸ ἀξίζει νὰ τὸ προσέξουμε. Ὁ οἰκουμενισμὸς εἶναι ἕνα θέμα ἐξωτερικό, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἐμεῖς οὐδέποτε ἀναμιχθήκαμε σὲ αὐτόν. Ὑπάρχουν τόσα ἄλλα, ἐσωτερικὰ θέματα γιὰ τὰ ὁποῖα ἀξίζει νὰ ἐργαστοῦμε. Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε ὥστε τὰ παιδιά μας νὰ ἀγαπήσουν Χριστὸ καὶ νὰ γεμίσουν οἱ Ναοί μας μὲ νέους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν τὸ μέλλον Ἐκκλησίας καὶ κοινωνίας. Ἀξίζει νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ μὴν παρασυρθοῦν τὰ παιδιά μας ἀπὸ τὶς σειρῆνες τοῦ κόσμου, ὅπως ἔχουμε δεῖ νὰ συμβαίνει πλεῖστες φορές. Ἀξίζει νὰ μεταλαμπαδεύσουμε στὰ παιδιά μας τὴν ἀληθινὴ Ὀρθοδοξία, τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ανοιχτωσιᾶς, ὥστε ὄχι μόνο νὰ μὴν παρασυρθοῦν στὰ δίχτυα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ νὰ σαγηνεύσουν ψυχὲς γιὰ τὸν Χριστό. Ἀξίζει νὰ ἐργαστοῦμε γιὰ νὰ ἀναδείξουμε νέους Κληρικούς, μὲ παιδεία, μὲ ἀγάπη Χριστοῦ, μὲ ζῆλο νὰ ἐργασθοῦν στὸ πνευματικὸ χωράφι τοῦ Κυρίου, ὅπου «ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι». Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ νὰ μὴν μένουν οἱ Ναοί μας ἀλειτούργητοι. Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουμε τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων πρὸς τὴν μεγάλη μας μάνα, τὴν Ἐκκλησία. Ἀξίζει νὰ ἐργασθοῦμε ὥστε νὰ ἀναζωπυρωθεῖ ἡ φλόγα τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας. Ἄλλοτε τὰ Μοναστήρια μας ἔσφυζαν ἀπὸ ἀφιερωμένες ψυχές. Τώρα; Στὴν Ἐκκλησία, ἀγαπητοί, δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει παρακμή, παρὰ μόνο πρόοδος! Καθῆκον μας νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ τὴν διατήρηση τῶν παραδόσεων καὶ τῆς ἱστορίας μας, διαδραματίζοντας μεταξὺ ἄλλων καὶ ἐνεργὸ ἐθνικὸ ρόλο. Ἔχουμε τὴ δυνατότητα γιὰ ὅλα αὐτά. Μποροῦμε νὰ ἀνατρέψουμε τὴν κατάσταση μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μποροῦμε νὰ σκορπίσουμε Φῶς Χριστοῦ. Ἀρκεῖ νὰ καλλιεργήσουμε ἁγιοπνευματικὰ τὴν ψυχή μας, ἀφήνοντας στὴν ἄκρη τυχὸν προσωπικὰ ἐλαττώματα, καὶ νὰ προχωρήσουμε ἑνωμένοι καὶ μὲ γνώμονα τὴν ἑνότητα, ἡ ὁποία σαλεύθηκε ἀκριβῶς πρὶν ἑκατὸ χρόνια καὶ μία ἡμέρα. 

            Εὔχομαι τὴν ἱερὴ αὐτὴ ἡμέρα τῆς Ὀρθοδοξίας, σήμερα ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴν ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων καὶ τὴν εἰρήνευση καὶ τὴν ἑνότητα ποὺ σφραγίσθηκε μετὰ ἀπὸ 116 χρόνια χωρισμοῦ, τὸν ὁποῖο προκάλεσε ἡ αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας, ὁ Θεὸς νὰ εὐλογήσει, τὰ ἀδύνατα νὰ γίνουν δυνατὰ καὶ νὰ δοῦμε τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ὡς κάτι γιὰ τὸ ὁποῖο φέρουμε στοὺς ὤμους μας χρέος βαρύτατο. Ἔχουμε καθῆκον νὰ ἐνσκύψουμε μὲ ἄδολη ματιὰ καὶ πνεῦμα καταλλαγῆς καὶ ἐν Χριστῷ ἀγάπης ὥστε νὰ μὴν περάσει ἔτσι ἄλλος ἕνας αἱώνας. Τὸ χρωστᾶμε στὰ λείψανα τῶν κεκοιμημένων μας. Τὸ χρωστᾶμε στὰ παιδιά μας.

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΕΝΑΣ «ΝΕΟ-ΧΙΛΙΑΣΜΟΣ» (Ἀρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ Τριάδος Ἀβέρκιος)

 

Οἰκουμενισμός ἕνας «Νεο-χιλιασμός»

Ἀρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ Τριάδος Ἀβέρκιος

Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ το Μακαριστιοῦ Ἀρχιεπισκόπου  Ἀβερκίου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+1976), χει μεταφραστε στά ἑλληνικά πό τό βιβλίο του, στήν ἀγγλική, «Κηρύγματα καί μιλίες», τόμος ΙΙΙ, σσ. 259-265, καί δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ὀρθόδοξη Ζωή», τόμος 31, Νο 2, σσ. 23-25. Τό θέμα της ἀφορᾶ τήν ὀρθή χριστιανική στάση πέναντι στήν πνευματική ζωή καί τό μέλλον το κόσμου. ντιπαρατίθεται στίς πλανεμένες δέες καί ψεύτικες λπίδες πού καλλιεργεῖ τό θρησκευτικό Οἰκουμενιστικό κίνημα στήν σημερινή παγκόσμια κοινωνία. Ὁ λόγος τοῦ Μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀβερκίου εἶναι κατάθεση μιᾶς γνήσιας Χριστιανικῆς ψυχῆς, πού μαρτυρεῖ τόν ποιμαντικό του ζλο καί τό Πατερικό του φρόνημα.

«῞Οστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω
 ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν  αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι»
 (Μάρκ. 8:34)

Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι μιά περίοδος μετανοίας καί μετάνοια εἶναι ἐκεῖνος ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν, ὁ ὁποῖος εἶναι τόσο δύσκολος γιά τόν ἄνθρωπο, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί Κριτής τόν παρομοίασε μέ σταυρό…

Ὅπως ὁ Κύριος σήκωσε τόν σταυρό του γιά τήν σωτηρία μας, ἔτσι καί ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς πρέπει νά σηκώσει τόν δικό του σταυρό γιά νά κερδίσει τήν σωτηρία πού ἑτοιμάστηκε γιά μᾶς ἀπό τόν Κύριο.

Χωρίς σταυρό καί χωρίς ἀγῶνα, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει σωτηρία. Αὐτό εἶναι πού διδάσκει ὁ ἀληθινός Χριστιανισμός. Ἡ διδασκαλία γιά τόν ἀγῶνα, γιά τόν προσωπικό σταυρό, ὑπάρχει ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη σέ ὅλη τήν Ἁγία Γραφή καί σ’ ὅλη τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Καί οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων πού εὐαρέστησαν τόν Θεό, τῶν πνευματικῶν ἐκείνων ἀθλητῶν τῆς χριστιανικῆς εὐσέβειας, ξεκάθαρα μαρτυροῦν τό ἴδιο πρᾶγμα. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι μιά ἐτησίως ἐπαναλαμβανόμενη ἄσκηση, στό πῶς κάποιος θά σηκώνει τόν σταυρό του σ’ αὐτή τήν ζωή. Εἶναι μιά ἄσκηση στόν πνευματικό ἀγῶνα πού συνδέεται ἄρρηκτα μέ ὁλόκληρη τήν ζωή τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανοῦ.

Ἀλλά σήμερα, στόν 20ο αἰῶνα, τόν αἰῶνα τῆς μετά Χριστόν ἐποχῆς, ἔχουν κάνει τήν ἐμφάνισή τους «σοφοί ἄνθρωποι»-«νεο-χριστιανοί», ὅπως αὐτοαποκαλοῦνται· εἶναι οἱ Οἰκουμενιστές ἤ ἀγαπιστές, οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν κἄν νά ἀκούσουν γιά σταυρό καί ἄσκηση. Αὐτοί διδάσκουν ἕνα ὑποκατάστατο τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἕναν χριστιανισμό συναισθηματικό καί ρόδινο, τόν «νεο-χριστιανισμό» πού στερεῖται κόπου καί ἀγώνα. Μιλοῦν γιά μιά φανταστική, τά πάντα περιστοιχίζουσα, ψευδο-χριστιανική ἀγάπη, καί γιά μιά ζωή χαρούμενη, χωρίς περιορισμούς στήν ἀπόλαυση τῶν ἠδονῶν, σ’ αὐτή τήν μεταβατική γήινη ζωή. Ἀγνοοῦν παντελῶς τά ἀμέτρητα χωρία μέσα στήν Ἁγία Γραφή, τά ὁποῖα μέ ἔμφαση μιλοῦν γιά τούς πνευματικούς ἀγῶνες, γιά τό πῶς κάποιος μέ τήν προσωπική του σταύρωση ὀφείλει  νά μιμεῖται τόν Σωτῆρα Χριστό, στίς ἀμέτρητες θλίψεις πού περιμένουν τούς Χριστιανούς σ’ αὐτή τήν ζωή, ἀρχίζοντας μέ τά λόγια πού ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀπηύθυνε στούς μαθητές Του στόν Μυστικό Δεῖπνο: «Ἐν τῷ κόσμω θλῖψιν ἔξετε», γιατί οἱ ἀληθινοί χριστιανοί, «οὐκ εἰσίν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», ἀφοῦ «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ  πονηρῷ κεῖται» (Α’ Ἰωάν. 5:19). Γι’ αὐτό οἱ Χριστιανοί δέν μποροῦν νά ἀγαποῦν τόν κόσμο αὐτό καί τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου (Α’ Ἰωάν. 2:15)· «Ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστίν· Καί ὅς ἄν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (Ἰακ. 4:4)

Αὐτοί οἱ σύγχρονοι «σοφοί ἄνθρωποι» δέν θέλουν νά δοῦν ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ πουθενά δέν ὑποσχέθηκε στούς Χριστιανούς ἀπόλυτη πνευματική ἱκανοποίηση καί παραδεισιακή μακαριότητα, σ΄ αὐτή τήν ζωή. Ἀντιθέτως, τόνισε ὅτι ἡ ζωή στήν γῆ θά ἀπομακρύνεται ὅλο καί περισσότερο ἀπό τήν εὐτυχία καί θά πέφτει ὅλο καί πιό χαμηλά μέσα στόν πόνο καί τήν ὀδύνη (Β’ Τιμοθ. 3:1-5): «Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ  Ἰησοῦ διωχθήσονται· πονηροί δέ ἄνθρωποι καί γόητες προκόψουσιν ἐπί τό χεῖρον, πλανῶντες καί πλανώμενοι» (Β’ Τιμ. 3:12-13) καί ὅτι τελικά, «ἡ γῆ καί τά ἐν αὐτῇ ἔργα κατακαήσεται» (Β’ Πέτρ. 3:10). «Καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν προσδοκῶμεν, ἔνθα δικαιοσύνη κατοικεῖ» (Β’ Πέτρ. 3:13).  Μιά θαυμαστή «νέα Ἱερουσαλήμ» θά κατέλθει ἀπό τόν Θεό «ἐκ τοῦ οὐρανοῦ» (Ἀποκ. 21:2), ὅπως φανερώθηκε στόν Ἰωάννη, τόν ὁρῶντα τά μυστήρια, κατά τήν διάρκεια τῶν θείων ἀποκαλύψεων. 

Ὅλα αὐτά δέν ἀρέσουν καθόλου στούς Οἰκουμενιστές «νεο-χριστιανούς». Θέλουν καί ἐπιθυμοῦν μόνο τήν εὐλογία καί τήν μακαριότητα σ’ αὐτό τόν κόσμο, ὁ ὁποῖος εἶναι φορτωμένος μέ τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν ἀνομιῶν του· καί περιμένουν αὐτή τήν μακάρια ζωή μέ μεγάλη ἀνυπομονησία. Θεωροῦν ὅτι ὁ πιό σίγουρος τρόπος νά τήν ἀποκτήσουν εἶναι τό «οἰκουμενικό κίνημα», ἡ ἕνωση καί ἡ ἑνοποίηση ὅλων τῶν λαῶν σέ μία «νέα κκλησία», ἡ ὁποία θά ἀποτελεῖται ὄχι μόνον ἀπό Ρωμαιοκαθολικούς καί Προτεστάντες, ἀλλά, ἐπίσης ἀπό Ἑβραίους, Μωαμεθανούς καί εἰδωλολάτρες (παγανιστές), ὁ κάθε ἕνας ἀπό τούς ὁποίους θά διατηρεῖ τίς πεποιθήσεις καί τά λάθη του.

Αὐτή ἡ φανταστική «χριστιανική» ἀγάπη, στό ὄνομα τῆς μελλοντικῆς μακαριότητας τῶν ἀνθρώπων στήν γῆ, δέν μπορεῖ παρά μόνο νά συγκρούεται μέ τήν Ἀλήθεια. Ἡ καταστροφή τῆς γῆς καί ὅλων ὅσων βρίσκονται πάνω σ’ αὐτήν, παρόλο πού ξεκάθαρα τό εἶπε ὁ Χριστός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, θεωρεῖται (ἀπό τούς νεο-χριστιανούς) ὡς κάτι ἀπερίγραπτα φρικτό. Σάν νά μή συμφωνεῖ μέ τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, καί προφανῶς τούς εἶναι ἀνεπιθύμητο. Παραδέχονται, μέν, ἀπρόθυμα τό τέλος καί τήν καταστροφή τοῦ κόσμου (γιατί πῶς θά μποροῦσε κάποιος νά μή δεχτεῖ κάτι πού προφητεύθηκε ἀπό τόν θεῖο Λόγο;), ἀλλά ὑπό τόν ὅρο ὅτι αὐτό θά συμβεῖ στό πολύ μακρινό δυσθεώρητο μέλλον. Ὄχι ἁπλά αἰῶνες ἀπό τώρα, ἀλλά ἑκατομμύρια χρόνια μακρυά.

Γιατί ἄραγε σκέπτονται ἔτσι; Θά μποροῦσε νὰ πεῖ κανείς ὅτι ἡ αἰτία εἶναι πώς εἶναι ἀδύναμοι στήν πίστη. Δέν πιστεύουν καθόλου στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί στήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Γι’ αὐτούς ὅλα βρίσκονται σ’ αὐτή τήν ζωή, κι ὅταν αὐτή τελειώσει, τελειώνουν τά πάντα, γι’ αὐτό καί ἐπιθυμοῦν μιά ἀδιατάρακτη καλοπέραση.

Σέ κάποια σημεῖα της, εἰδικά ὡς πρός τήν προσδοκία τῆς μακαρίας ζωῆς σ’ αὐτό τόν κόσμο, μιά τέτοια θεώρηση ἔχει μεγάλη ὁμοιότητα μέ τήν αἵρεση τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων πού ὀνομαζόταν Χιλιασμός. Πρόκειται γιά τήν προσδοκία μιᾶς χιλιετοῦς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ στήν γῆ· γι᾿ αὐτό ἡ σύγχρονη ἔκφραση αὐτῆς τῆς αἵρεσης μπορεῖ νά ὀνομαστεῖ «Νεο-χιλιασμός».

Θά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χιλιασμός καταδικάστηκε στήν Β’ Οἰκουμενική Σύνοδο τό ἔτος 381 [στήν πραγματικότητα χιλιαστικές ἰδέες εἶχαν ἤδη καταδικασθεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία κατά τόν τρίτο αἰῶνα]· καί γι’ αὐτό, τό νά πιστεύει κανείς σέ αὐτόν τώρα, στόν 20ό αἰώνα, ἀκόμα καί ἐν μέρει, εἶναι ἀπαράδεκτο. Ἐκτός αὐτοῦ, αὐτός ὁ σύγχρονος Νεο-χιλιασμός εἶναι πολύ χειρότερος, ἀπό τήν ἀρχαία χιλιαστική αἵρεση, καθώς στήν βάση του, ἔγκειται ἀδιαμφισβήτητα μιά δυσπιστία πρός τήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος καί ἡ φλογερή ἐπιθυμία νά ἀποκτηθεῖ ἡ μακάρια ζωή ἐδῶ στήν γῆ, χρησιμοποιῶντας ὅλα τά ἐπιτεύγματα τῆς ὑλικῆς προόδου τῆς ἐποχῆς μας.

Αὐτή ἡ ψευδής διδασκαλία κάνει τρομερό κακό, κοιμίζοντας τούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι πρέπει νά εἶναι πνευματικά ἄγρυπνοι, λέγοντάς τους ὅτι τό τέλος τοῦ κόσμου βρίσκεται πολύ μακριά (ἄν ὑπάρξει στήν πραγματικότητα τέλος) καί γι’ αὐτό δέν ὑπάρχει ἀνάγκη νά ἀγρυπνοῦν καί νά προσεύχονται, ὅπως ὁ Κύριος συνέχεια καλοῦσε τούς μαθητές του νά κάνουν (Ματθ. 26:41), ἀφοῦ τά πάντα στόν κόσμο καλυτερεύουν καί ἡ πνευματική πρόοδος συμβαδίζει μέ τὴν ὑλική. Ὅτι τά τρομερά φαινόμενα πού παρατηροῦμε στίς μέρες μας, εἶναι ὅλα προσωρινά. Ὅλα ἔχουν ξανασυμβεῖ καί ὅλα τελικά θά περάσουν καί μιά ἀσυνήθιστη ἄνθιση τοῦ Χριστιανισμοῦ θά τά ἀντικαταστήσει, κατά τήν ὁποία, βέβαια, οἱ Οἰκουμενιστές θά κατέχουν τίς κύριες καί τίς πιό τιμητικές θέσεις.

Ἔτσι, λοιπόν, ὅλα εἶναι μιά χαρά! Δέν εἶναι ἀνάγκη κανείς νά μοχθεῖ γιά νά γίνει καλύτερος καί δέν ἀπαιτεῖται κανένας πνευματικός ἀγώνας. Οἱ νηστεῖες μποροῦν νά καταργηθοῦν καί ὅλα θά καλυτερέψουν ἀπό μόνα τους, μέχρι πού ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θά ἐγκαθιδρυθεῖ τελικά στήν γῆ καί θά ὑπάρξει μιά παγκόσμια ἱκανοποίηση καί εὐλογία.

Ἀδελφοί μου! Εἶναι ξεκάθαρο ἀπό ποῦ προέρχεται αὐτή ἡ σαγηνευτική ψευδής διδασκαλία. Ποιός σπέρνει ὅλες αὐτές τίς σκέψεις στούς σύγχρονους χριστιανούς, μέ σκοπό νά διαλύσει τόν Χριστιανισμό; Πρέπει να φοβόμαστε αὐτόν τόν «Νεο-χιλιασμό», αὐτόν τόν ἀπαίσιο Οἰκουμενισμό καί τό ἀγκάλιασμα τῶν θρησκειῶν, ὅπως μιά μολυσματική ἀσθένεια, ὅπως τήν φωτιά. Εἶναι μιά θεωρία φανερά ἀντίθετη πρός τήν διδασκαλία τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, τίς διδασκαλίες τόσων αἰώνων τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, μέ τίς ὁποῖες χιλιάδες εὐσεβεῖς ἔχουν σωθεῖ.

 Χωρίς πνευματικό γῶνα δέν πάρχει, καί δέν μπορε νά πάρξει, ληθινός Χριστιανισμός! Γι’ ατό,  δός τς ζως μας δέν βρίσκεται δίπλα στά σύγχρονα κινήματα, οτε στούς Οκουμενιστές οὔτε στούς Νεο-χιλιαστές. Ἡ ὁδός τῆς ζωῆς βρίσκεται στήν Ὀρθόδοξη πίστη καί παράδοση, ὅπως τήν βίωσαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι μας!

Ἡ πίστη μας εἶναι ἡ πίστη τῶν ἁγίων ἀσκητῶν, εἶναι ἡ πίστη τῶν Ἀποστόλων, ἡ πίστη τῶν Πατέρων. Εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη πίστη ἡ ὁποία  ἔχει κάνει ὁλόκληρο τόν κόσμο νά βαδίζει σταθερά. Θά μείνουμε πιστοί σέ αὐτήν καί μόνο σέ αὐτή, σέ αὐτές τίς δύσκολες ἡμέρες πού ζοῦμε. Ἀμήν!

 ΥΓ. Ὁ λόγος αὐτός ἐκφωνήθηκε ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀβέρκιο πρίν ἀπό ἀρκετές δεκαετίες. Σήμερα, βλέπουμε σέ ποιά θέση βρίσκεται ἡ χριστιανική πίστη μέσα στόν κόσμο. Φαίνεται νά εἶναι σχεδόν τό πιό μισητό πρᾶγμα στόν κόσμο! Ὁ Χριστιανισμός καί ὁ Χριστός μισοῦνται ἀπό τούς ἴδιους τούς λεγομένους Χριστιανούς τοῦ Οἰκουμενιστικοῦ κινήματος, γι’ αὐτό καί ἐπιδιώκουν νά τόν ἀλλάξουν. Λοιπόν, ὁ Χριστός καί οἱ ἀληθινοί Χριστιανοί πάντοτε θά εἶναι ξένοι αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί πάντοτε θά διώκονται. Γι’ αὐτό καί ἕνα ἀπό τά βασικά κριτήρια τῆς γνησιότητος μας θά εἶναι αὐτό: τό ἄν διωκόμαστε κι ἄν χλευαζόμαστε χάριν τῆς πίστεως στόν Χριστό καί χάριν τῆς συγκαταλέξεώς μας στήν ἀληθινή Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία του: «Εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει·  ὅτι  δὲ  ἐκ  τοῦ  κόσμου οὔκ ἐστε, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος»(Ἰωάν. 15:19).

Νά σημειώσουμε ὅτι χιλιαστικῆς φύσεως φαίνεται νά εἶναι καί οἱ ἰδέες περί «μεσοβασιλείας» καί περί «ἀναλαμπῆς τῆς ὀρθοδοξίας» διαφόρων ὀρθοδοξοφανῶν κύκλων, οἱ ὁποῖες διαδίδονται καί στίς ἡμέρες μας διαδικτυακῶς καί ἄλλως· αὐτές ὅμως στηρίζονται σέ θρύλους καί μή γνήσια καί παραδεκτά ἐκκλησιαστικά κείμενα, ἀλλά μᾶλλον ψευδεπίγραφα, ἤ ἀκόμη καί σέ ρήσεις και προρρήσεις συγχρόνων γερόντων, πού θεωροῦνται δῆθεν αὐθεντίες ἤ ἀκόμη καί ἀλάθητοι! Πρόκειται γιά ἰδιαίτερα ἐπικίνδυνα φαινόμενα καί ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχή καί θεῖος φωτισμός γιά νά ἀποφευχθεῖ ὁ σοβαρός κίνδυνος πλάνης καί ἐκτροπῆς.

1924-2024 ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΙΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ὠρωποῦ καί Φυλῆς κ. Κυπριανοῦ)

 

1924-2024 Ἡμερολογιακὴ Μεταρρύθμισις καὶ Οἰκουμενισμὸς 

Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ὠρωποῦ καί Φυλῆς κ. Κυπριανοῦ


Α΄. Εἶναι γνωστὸν καὶ ἔχουν γραφῆ πολλά, ἔγκυρα καὶ ἀναμφισβήτητα περὶ αὐτοῦ, ὅτι ἐντεῦθεν τοῦ 1920 ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἀντιμετωπίζει κυρίως Ζήτημα Ἡμερολογίου, ἀλλὰ κυρίως Ζήτημα Οἰκουμενισμοῦ.


 ἄρρηκτος σχέσις Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καὶ Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως εἶναι τεκμηριωμένη ἀπολύτως, ἐξ ἐπόψεως ἱστορικῆς καὶ θεολογικῆς1.

53472705457 275b3fea91 k


Τ
ὸ ἔτος 1924 ἀποτελεῖ ὁρόσημον στὴν ἱστορικὴ ἔκφρασι –πρώτη βαθμίδα καὶ ἐξέλιξι τῶν σκοπῶν τῆς ξένης πρὸς τὴν Πατερικὴ Παράδοσι Οἰκουμενικῆς Κινήσεως, ὑπὸ τὴν μορφὴν τοῦ Διαχριστιανικοῦ καὶ περαιτέρω Διαθρησκειακοῦ Συγκρητισμοῦ.


πενθυμίζεται, ὅτι τῆς Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως εἶχε προηγηθῆ ἡ Ἐγκύκλιος τοῦ 1920, ὑπὸ τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ὡς καὶ τὸ λεγόμενο Πανορθόδοξο Συνέδριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως - 1923, ἀμφότερα μὴ ἐκκλησιο-πατερικῆς προοπτικῆς.


Οἱ τόσο ἐπίσημες αὐτὲς δραστηριότητες, οἱ ὁποῖες ἀπέβλεπαν ἐκπεφρασμένα στὴν προώθησι μιᾶς ἀρχικῶς Διαχριστιανικῆς Ὁμοσπονδίας, εἶχαν ὡς θεμέλια τρεῖς ἀντορθόδοξες καὶ ἀντι-εκκλησιαστικὲς θεωρίες, τὶς ἑξῆς: α. τὴν λεγομένη Βαπτισματικὴ Θεολογία, β. τὸν Δογματικὸ Συγκρητισμὸ καὶ γ. τὴν Ἐγκοσμιοκρατικὴ Προοπτική.


ντὸς αὐτοῦ τοῦ ἱστορικο-θεολογικοῦ πλαισίου ἐφαρμόσθηκε τὸ 1924 ἡ Ἡμερολογιακὴ Μεταρρύθμισις καὶ εἶναι πλέον καιρός, μετὰ ἀπὸ ἑκατὸ ἔτη, νὰ συνειδητοποιηθῆ βαθειά, ὅτι ἀπορριπτομένου τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὡς ἐκκλησιολογικῆς ἐκτροπῆς, συναπορρίπτεται ἡ Ἡμερολογιακὴ Καινοτομία, ἡ ὁποία εἶναι συμφυὴς καὶ ὁμόρριζος μὲ τὸν Οἰκουμενισμό: τὰ δύο αὐτὰ ζητήματα –Οἱκουμενικὴ Κίνησις καὶ Μεταρρύθμισις Ἡμερολογίου– δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διαχωρισθοῦν.


* * *


Β΄.  αἰτιώδης ὅμως συνάφεια Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καὶ Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως δὲν ἐπιτρέπει νὰ λησμονῆται καὶ ἡ προηγουμένη, ἀλλὰ καὶ μακραίων, αἰτιώδης σχέσις Παπικοῦ Προσηλυτισμοῦ καὶ Γρηγοριανῆς Μεταρρυθμίσεως, ἐντεῦθεν τοῦ ΙϚ΄ αἰ. (1582 ἑ.).


Μετὰ τὴν πολλαπλῆ καταδίκη τῆς παπικῆς Ἡμερολογιακῆς Καινοτομίας ὑπὸ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (1583, 1587, 1593), τὰ κύματα τῆς συγχύσεως ἀπὸ τὸ «Παγκόσμιον Σκάνδαλον»2 τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου δὲν ἔπαυσαν νὰ πλήττουν τὴν Θείαν Ὁλκάδα τῆς Ὀρθοδοξίας, διὰ μέσου τῆς ἐπιτεταμένης παπικῆς προπαγάνδας στὴν Ἀνατολή.


 Καθηγητὴς Ι. Σοκολώφ, τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας Πετρουπόλεως, ἔγραφε τὸ 1910:

«Ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς μετέπειτα χρόνοις οἱ Ἕλληνες ἱεράρχαι ἐπανειλημμένως συνίστων τοῖς ὀρθοδόξοις τὴν ἀποφυγὴν καὶ τοῦ νέου τούτου ὅπλου τῆς λατινικῆς προπαγάνδας, ὡς Κύριλλος ὁ Λούκαρης, Παρθένιος ὁ Α΄, Παΐσιος ὁ Β΄, Κύριλλος ὁ Ε΄, Γρηγόριος ὁ Ϛ΄, καὶ Ἄνθιμος ὁ Ϛ΄. Ἀλλὰ καὶ οἱ τῶν λοιπῶν Ἐκκλησιῶν Πατριάρχαι τὴν αὐτὴν ἐπεδείξαντο ἐν τῷ ζητήματι τούτῳ μέριμναν, ἐφ᾿ ᾧ καὶ ἐν Παλαιστίνῃ καὶ ἐν Συρίᾳ καὶ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ ἐν Κύπρῳ ἔτι ἐξεδόθησαν πρός τε τὸν κλῆρον καὶ τὸν λαὸν πατριαρχικαὶ καὶ ποιμαντορικαὶ Ἐγκύκλιοι, ἐν αἷς ἐτονίζετο ἡ χροιὰ καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ἡμερολογιακῆς ταύτης μεταρρυθμίσεως καὶ συνεδέετο αὕτη πρὸς τὴν λοιπὴν γνωστὴν σειρὰν τῶν διαφόρων καινοτομιῶν τῆς παπικῆς Ἐκκλησίας», καθ᾿ ὄσον «ἡ ὑπὸ τοῦ Πάπα Γρηγορίου τοῦ ΙΓ΄ τῷ 1582 ἐπενεχθεῖσα ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμισις ἀνέκαθεν ἢ μᾶλλον εὐθὺς ἀμέσως ἐθεωρήθη ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἀνατολῇ ὡς καινοτομία ἐκκλησιαστικὴ καὶ θρησκευτικὴ καὶ ὡς μία ἐκ τῶν συνήθων τάσεων τῆς κρατούσης ἐν τῇ Δύσει ἐκλησιαστικῆς ἀπολυταρχίας, τὸ ὄνειρον τῆς ὁποίας ἦν καὶ ἔστι καὶ ἔσται ἡ ἐπέκτασις τῆς ἐπιρροῆς αὐτῆς ἐπὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολῆς. Ἐθεωρήθη, ἄλλαις λέξεσι, νέα παπικὴ ἐκστρατεία κατὰ τῆς ἐν Ἀνατολῇ Ὀρθοδοξίας. Ὡς τοιαύτη θεωρηθεῖσα καὶ ἐκτιμηθεῖσα ἡ καινοτομία αὕτη ἀμέσως κατεδικάσθη»3 ὑπὸ τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν Συνόδοις.


Εἶναι ἄκρως σημαντικό, ἀλλὰ καὶ ἐνδεικτικό, ἐν σχέσει μὲ τὰ ἀνωτέρω, ὅτι ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν περίοδο τῶν γνωστῶν δύο Ἐγκυκλίων τοῦ Πατριάρχου Ἰωακεὶμ Γ΄, 1902 καὶ 1904, προπομπῶν ὁμολογουμένως τῆς Ἐγκυκλίου τοῦ 1920, ἐνεφανίσθη στὸ προσκήνιο ὁ παπικὸς Καρδινάλιος Π. Τοντίνι (Tondini de Quarenghi), ὁ ὁποῖος «πάντα λίθον ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἀνατολῇ μετὰ φανατισμοῦ κινήσας ὑπὲρ ἀποδοχῆς τῆς μεταρρυθμίσεως ταύτης (τοῦ παπικοῦ ἡμερολογίου)», τελικῶς ἐν ἔτει 1905,
«ἀπεφάνθη, ὅτι τοῦτο ἐνέχει ἐκκλησιαστικὴν καὶ θρησκευτικὴν σπουδαιότητα καὶ εἶναι μάλιστα ἓν τῶν θεμελιωδῶν καὶ οὐσιωδεστάτων ζητημάτων, ἕνεκα τῶν ὁποίων ὑφίσταται ἡ μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν διαίρεσις. Ἡ δὲ οὐσία τοῦ περὶ οὗ ὁ λόγος ζητήματος τούτου ἔγκειται ἐν τῇ ἀποδοχῇ ἢ μὴ “τῆς μιᾶς πηγῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας”, ἄλλαις λέξεσιν, ἐν τῇ ἀποδοχῇ ἢ ἀποκρούσει τοῦ παπικοῦ πρωτείου ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ»4.


* * *


Γ΄. Ἡ προσεκτικὴ καὶ ἀπροκατάληπτος μελέτη τῶν πηγῶν, τῶν ἀναφερομένων στὸ Ἡμερολογιακὸ Ζήτημα, ἀπὸ τοῦ ΙϚ΄ αἰῶνος μέχρι τῶν ἡμερῶν μας, θέτει τοῦτο ἐντὸς μιᾶς εὐρυτάτης ἱστορικῆς προοπτικῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀγνοηθῆ ἢ προσπερασθῆ μὲ ἐπιπολαιότητα.


Τὸ Ἡμερολογιακόν, βάσει τῶν μαρτυριῶν, ἀποδεικνύεται, ὅτι δὲν προσεγγίζεται καὶ δὲν ἀντιμετωπίζεται αὐτόνομα, ὡς δῆθεν οὐδέτερο καὶ μὴ δογματικὸ θέμα.


α. Στὴν μὲν πρώϊμη φάσι τοῦ Ἡμερολογιακοῦ, ὁ Παπισμὸς
«ἠννόει νὰ χρησιμοποιήσῃ τὸ ζήτημα τοῦ Ἡμερολογίου, ὡς προπαγανδικὸν μέσον παραπλανήσεως καὶ συγκρούσεως τῶν Ὀρθοδόξων, ἀποδίδων εἰς τὴν ἀποδοχὴν αὐτοῦ ὑπ᾿ Αὐτῶν τὴν σημασίαν τῆς ἀναγνωρίσεως τοῦ Πρωτείου τοῦ Πάπα»5.


β. Στὴν δὲ ὕστερη φάσι τοῦ Ἡμερολογιακοῦ, ὁ Οἰκουμενισμὸς ἀπέβλεπε, διὰ μέσου τῆς υἱοθετήσεως ἑνὸς Κοινοῦ Ἡμερολογίου, στὴν
«προσέγγισιν τῶν δύο χριστιανικῶν κόσμων τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσεως ἐν τῷ ἑορτασμῷ τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν», θεωρῶν τοῦτο ὡς «τὸν πρῶτον λίθον διὰ τὸ οἰκοδόμημα τῆς ἑνώσεως πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ»6.


ν τέλει, ἡ ἐμμονὴ τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν στὸ ἀπ᾿ αἰώνων Πατροπαράδοτο Ἐκκλησιαστικὸ Ἡμερολόγιο εὑρίσκει τὴν πλήρη δικαίωσί της σήμερα, ἐφ᾿ ὅσον - ὡς συνεπεῖς Ἀντι-οικουμενισταί- πραγματώνουν τὸν χρυσοῦν κανόνα, ὅτι
«τοῖς Πατράσιν ἐκ παντὸς ἀκολουθητέον», «ἔστι δὲ ὁσιώτερον τῶν πατρῴων ἔχεσθαι»7· «πᾶν τὸ ἀρχαιότητι διαφέρον αἰδέσιμον»8.


Κ
αὶ πρὸ τοῦ 1924, τὸ «ἀπ᾿ αἰώνων κρατοῦν ἐν τῇ ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον», ὑπεστηρίζετο
«ὡς μόνον ἁρμόζον τῇ Ἐκκλησίᾳ», «διὰ τὸ εἶναι Πατροπαράδοτον καὶ ἐκκλησιαστικῶς ἀνέκαθεν κεκυρωμένον»9.


 ἐμμονὴ αὐτὴ τῶν εὐσεβῶν στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Παράδοσι διατηρεῖ αὐτοὺς στὴν εὐλογημένη κοινωνία «Σὺν Πᾶσι τοῖς Ἁγίοις»10, στὰ ὅρια τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικότητος.


Καὶ ἰδού, ἐν κατακλεῖδι, ἐγείρεται τὸ κρίσιμο ἐρώτημα:


● Ἆρά γε, ἂν ἀκόμη καὶ οἱ Ἄγγελοι, «σαλεύοντες» τυχὸν τὰ Παραδοθέντα, «ἀναθεματίζωνται»11,
«πῶς ἄνθρωπος πᾶς ἐν σαρκὶ ὤν, σαλεύων καὶ καινοτομῶν, καὶ μάλιστα τοιαύτας καινοτομίας, οὐκ ἀλλότριος Θεοῦ;»12.

Παραπομπὲς


1. Ἀρχιμανδρίτου Κυπριανοῦ καὶ Ἱερομονάχου Κλήμεντος Ἁγιοκυπριανιτῶν (νῦν Μητροπολιτῶν), Οἰκουμενικὴ Κίνησις καὶ Ὀρθόδοξος Ἀντι-οικουμενισμός: Ἡ κρίσιμος ἀντιπαράθεσις ἑνὸς αἰῶνος, Ἀθῆναι 2001.
2. Πατριάρχου Ἱερεμίου Β΄ Κωνσταντινουπόλεως (1572-1594), Ἐπιστολὴ πρὸς Δόγην τῆς Ἑνετίας κ. Νικόλαον Νταπόντε. ● Βλ. Κ. Ν. Σάθα, Βιογραφικὸν σχεδίασμα περὶ τοῦ Πατριάρχου Ἱερεμίου Β΄, σελ. 28, ἐν Ἀθήναις 1870.
3. Ι. Σοκολώφ, Τὸ περὶ μεταρρυθμίσεως τοῦ Ἡμερολογίου ζήτημα κρινόμενον ὑπὸ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς, Πετρούπολις 1910. ● Βλ. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, Ἐπὶ τῆς Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως, περιοδ. «Πάνταινος» Ἀλεξανδρείας, ἀριθμ. 39/10.6.1910, σελ. 624-628.
4. Αὐτόθι.
5. Μητροπολίτου Κυζίκου Καλλινίκου, Τὸ Πάσχα. ● Βλ. περιοδ. «Ὀρθοδοξία» Κωνσταντινουπόλεως, ἀριθμ. 12/1927, σελ. 509.
6. Διονυσίου Μ. Μπατιστάτου (ἐπιμ.), Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Πανορθοδόξου Συνεδρίου (10.5-8.6.1923), σελ. 57 καὶ 189, Ἀθῆναι 1982.
7. Ἱεροῦ Μελετίου Πηγᾶ, Τόμος Ἀλεξανδρινὸς περὶ τοῦ Πασχαλίου, σελ. 145 καὶ 153. ● Βλ. «Lettres de Meletius Pigas antérieures à sa promotion au Patriarcat», par Emile Legrand, Paris 1902.
8. Ζ΄ Ἁγίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Mansi τ. 13, στλ. 252Β καὶ στλ. 328Ε, Πρᾶξις Ϛ΄, Τόμοι Γ΄ καὶ Ϛ΄.
9. Ἐγκύκλιος τοῦ 1902, Πατριάρχου Ἰωακεὶμ Γ΄. ● Βλ. Βασιλείου Θ. Σταυρίδου – Εὐαγγελίας Α΄ Βαρέλλα, Ἱστορία τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως, σελ. 325, ἐκδόσεις «Π.Ι.Π.Μ.», Ἀνάλεκτα Βλατάδων -47, Θεσσαλονίκη 1996.
10. Ἐφεσ. γ΄ 18.
11. Γαλάτ. α΄ 8-9.
12. Ὁσίου Θεοδώρου Στουδίτου, PG τ. 99, στλ. 1033D, Ἐπιστολὴ ΛϚ΄, Εὐπρεπιανῷ καὶ τοῖς σὺν αὐτῷ, E.L.I.

Σάββατο 23 Μαρτίου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

DSC 8970

 

   «Ἡμέραν χαρμονικὴν θεόφρονες, δεῦτε τελέσωμεν, νῦν οὐρανὸς εὐφραίνεται καὶ γῆ, καὶ Ἀγγέλων τὰ τάγματα, καὶ τῶν βροτῶν συστήματα, διαφερόντως ἑορτάζοντα»

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   μέρα εὐφροσύνης καὶ χαρᾶς ἀνέτειλε γιὰ ὅλους ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς μέσα στὸ κατανυκτικὸ καὶ πένθιμο στάδιο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σαρακοστῆς, διότι σήμερα, Α’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, νικήτρια διὰ μέσου τῶν αἰώνων, ἑορτάζει τὸν θρίαμβό της ἐνάντια σὲ κάθε ἀπειλή, χάρη στὴν διαχρονικὴ παρουσία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

    Θεάνθρωπος Κύριός μας, πρὶν ἀναληφθεῖ πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα, τὸ εἴχε πεῖ ξεκάθαρα στοὺς Μαθητές Του: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Ἡ διαβεβαίωσή Του ὅτι ἂν τηροῦμε ἀνόθευτη τὴ διδασκαλία Του θὰ εἶναι πάντοτε μαζί μας σκεπάζοντας τὴν Θεοΐδρυτη Ἐκκλησία, ἀποτέλεσε ἔκτοτε τὸ ἰσχυρότερο ὅπλο αὐτῆς, διότι «εἰ ὁ Θεὸς μεθἡμῶνοὐδεὶς καθἡμῶν».

   δη ἀπὸ τὰ πρῶτα ἀποστολικὰ χρόνια, ξεκίνησε σφοδρὸς πόλεμος κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ ἐξωτερικοὺς ἐχθρούς, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ὁ χριστιανισμὸς ἐρχόταν νὰ ματαιώσει τὰ συμφέροντά τους καὶ νὰ καταστείλει τὰ πάθη τους. Οἱ ἀναρίθμητες σφαγὲς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὡστόσο, δὲν καταμέτρησαν ἠττημένους, ἀλλὰ μονάχα νικητές. Ἡ γῆ ποτίσθηκε μὲ τὰ αἵματα τῶν Μαρτύρων καὶ δὲν ξεράθηκε, ἀλλὰ βλάστησε περισσότερους Μάρτυρες, ἀνθρώπους ποὺ μὲ καρδιακὴ προθυμία ἔχυναν τὸ αἷμα τους γιὰ τὴν νέα πίστη τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ. Καὶ αὐτὸ διότι ἡ νέα πίστη κήρυττε τὴν ἀληθινὴ Ζωὴ ποὺ γέμιζε μὲ νόημα τὴν ὕπαρξή τους. Κήρυττε ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε Ἄνθρωπος γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο Θεὸ κατὰ χάριν. 

   Αὐτὴ ἡ Πίστη ποὺ ἀποτελεῖ τὸ θεμέλιο τῆς σωτηρίας μας πολεμήθηκε, δυστυχῶς, καὶ ἀπὸ ἐσωτερικοὺς ἐχθρούς, οἱ ὁποῖοι ἐγκαινίασαν ἕναν νέο καὶ δυσβάσταχτο τρόπο πολέμου κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ἔκαναν τὴν ἐμφάνισή τους μὲ ἅρματα, οὔτε μὲ ὅπλα. Ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἦταν∙ κληρικοὶ παντὸς βαθμοῦ ἢ λαϊκοί, λύκοι μὲ ἐνδύματα προβάτων. Κάποιοι μπορεῖ νὰ ξεκίνησαν τὴν πορεία τους ἁγνά, ἡ κατοπινὴ ὑπερηφάνειά τους ὅμως, ὁ ἐγωϊσμός, ἡ ἰδιοτέλεια καὶ τὸ ἀνυπότακτο πνεῦμα τους, ὁ φθόνος τους γιὰ κάθε τι τὸ προοδευτικό, τοὺς κατὰντησε διαστρεβλωτὲς τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοὶ εἰσήγαγαν τὶς αἱρέσεις∙ ἀπὸ τὴν συνολικὴ ἀλήθεια τῆς πίστεως διάλεξαν μόνο ἕνα μέρος, ἐνῶ τὸ ὑπόλοιπο τὸ ἀπέρριψαν καὶ ἄρχισαν νὰ προπαγανδίζουν μὲ διάφορους τρόπους τὶς πλάνες τους δημιουργώντας ὄχι ἐνσυνείδητους Χριστιανούς, ὄχι ἀγωνιστὲς τῆς Κάθαρσης, τοῦ Φωτισμοῦ καὶ τῆς Θέωσης, ἀλλὰ προσωπολάτρες ὀπαδούς. Ὅλο αὐτό, βέβαια, προέκυψε ὄχι ἀπὸ τὴν φροντίδα τους γιὰ τὴν σωτηρία, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τους νὰ διαφέρουν ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους Χριστιανούς, αὐτοπαρουσιαζόμενοι ὡς μόνοι πιστοί, μόνοι ὑπέρμαχοι τῆς πίστεως καὶ, τελικά, μόνοι σωτῆρες. Σωτήρας, ὅμως, εἶναι μόνον ὁ Θεός.

   Οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες αἱρετικοὶ διέδωσαν πολλὲς πλάνες. Ἄλλος κήρυξε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι μόνο τέλειος Ἄνθρωπος, ἄλλος δίδαξε ὅτι εἶναι μόνο τέλειος Θεός, ἄλλος ὅτι ἡ Θεϊκὴ καὶ ἡ Ἀνθρώπινη Φύση δὲν ἑνώθηκαν στὸ ἴδιο Πρόσωπο, ἄλλοι πολέμησαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἄλλοι τὴν Παναγία μας. Οὐσιαστικά, ὅλοι μὲ τὸν τρόπο τους ἀφαίρεσαν ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τὴν δυνατότητα νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ σωθεῖ. Καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφθανε αὐτό, οἱ αἱρέσεις προκάλεσαν ἐμφύλιες διαμάχες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἀναδείχθηκε πλῆθος Ὁμολογητῶν Ἁγίων. 

   σως ἡ πιὸ σκληρὴ ἐμφύλια σύγκρουση μὲ διάρκεια πάνω ἀπὸ ἕναν αἰώνα προκλήθηκε ἀπὸ τὴν αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας, ἡ ὁποία ἀπαγόρευε τὴν ἀπεικόνιση τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων. Μέσα σὲ αὐτὸν τὸν αἰώνα ἡ Ὀρθοδοξία ὑπέφερε πολλὰ. Οἱ Εἰκόνες πετάγονταν ἔξω ἀπὸ τοὺς Ναοὺς καὶ καίγονταν, περιουσίες Μοναστηριῶν καὶ εὐσεβῶν Χριστιανῶν δημεύονταν, Εἰκονόφιλοι Κληρικοί, Μοναχοὶ καὶ Λαϊκοὶ διώκονταν καὶ ἐξορίζονταν, ἄλλους τοὺς ἔκοβαν τὴν γλώσσα, ἄλλους τοὺς ἔγραφαν τὸ μέτωπο μὲ πυρακτωμένα σίδερα καὶ ἄλλους τοὺς ὁδηγοῦσαν στὸν θάνατο. Παρ’ ὅλα αὐτά, ἡ Ἐκκλησία νίκησε, ὅπως πάντα ἄλλωστε, καὶ οἱ Εἰκόνες ἀναστηλώθηκαν. Ἀλλὰ δὲν ἀναστηλώθηκαν μόνο αὐτές. Ἀναστηλώθηκε κυρίως ἡ Ἀλήθεια ἔναντι τοῦ ψεύδους.

   Αὐτὸ τὸ γεγονός τιμοῦμε σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι∙ τὸ ὅτι ἡ Ἐκκλησία, σὰν ἄλλη Κιβωτὸς τοῦ Νῶε, ἀκόμη καὶ μέσα ἀπὸ τόσες συμφορές, τόσα βάσανα, τόσους περιορισμούς, τόσους πολέμους, πάντοτε βγαίνει νικήτρια καὶ φθάνει σὲ γαλήνιο λιμάνι, διασώζοντας τὴν Παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν Ἀποστόλων, τοῦ Χριστοῦ μας.    

γαπητοὶ ἀδελφοί,

   Αὐτὸ ποὺ θὰ ἤθελα νὰ κρατήσουμε ἀπὸ τὸν σημερινὴ ἑορτή, εἶναι, ἄρχικά, ὅτι μὲ σύμμαχο τὸν Θεὸ δὲν ἔχουμε νὰ φοβηθοῦμε τίποτα καί, ἔπειτα, ὅτι ὡς Ὀρθόδοξοι ὀφείλουμε νὰ μεταδίδουμε Φῶς Χριστοῦ ὥστε νὰ φωτισθοῦν κὶ ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶχαν τὴν εὐκαιρία νὰ γνωρίσουν αὐτὸ τὸ Φῶς. 

Χρόνια πολλὰ σὲ ὅλους!

Καλὸ ὑπόλοιπο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σαρακοστῆς! 

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

 ὁ  Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Τοῦ Πατρός Εὐθυμίου Μπαρδάκα)


Τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, εορτάζομε τόν θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τῆς πλάνης καί τῶν αἱρέσεων πού κατά καιρούς ταλαιπώρησαν τό σῶμα τοῦ Κυρίου.
Λιτανεύουμε τίς Ιερές εἰκόνες, προσκυνοῦντες τήν πανακήρατη τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ μορφή καί τιμῶντες τούς Ἁγίους ἐν εἰκονίσμασι, διακηρύττοντες κατ’ αὐτόν τόν τρόπο καί τήν θεοειδῆ ἀξία τοῦ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ δημιουργηθέντος ἀνθρώπου.
Μέ αὐτή τήν λαμπρά πανηγυρική εὐκαιρία καί ἑορτή, κάθε χρόνο ἐπαναλαμβάνομε σύμφωνα μέ τό ἱερό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας:
«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἑβράβευσεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν...» ὅτι:
Ἕνας εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός, ὁ ἐν Τριάδι προσκυνούμενος, Πατήρ, Υἱός καί Πανάγιον Πνεῦμα.
Ὁ Θεός, πού εἶναι «ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή».
Κάθε ἄλλη διδασκαλία ἀποτελεῖ αἵρεση, ἡ ὁποία καταδικάσθηκε ἀπό τήν Αγία μας Ἐκκλησία ὡς ἑτεροδιδασκαλία, ἀφοῦ δέν ἀποδέχεται τήν ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια.
Οἱ ἀγῶνες τῶν Ἁγίων Πατέρων καί Διδασκάλων, τῶν Ομολογητῶν καί Μαρτύρων, τῶν ὁσίων καί πάντων τῶν προμάχων τῆς Ορθοδόξου ἡμῶν πίστεως, εἶχαν ὡς σκοπό τήν διάσωση τῆς μιᾶς καί σωζούσης τόν ἄνθρωπο πίστεως περί τοῦ ἑνός καί μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Σέ μιά ἐποχή πού καταβάλλεται προσπάθεια ἐπιβολῆς τοῦ πνεύματος τοῦ συγκρητισμοῦ καί τῆς πανθρησκείας, πού ζητάει νά ἰσοπεδώσῃ τά πάντα, διεισδύοντας σέ σχολεῖα, πανεπιστήμια καί γενικώτερα στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου μέ ὕπουλο τρόπο, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἐπιμένει στήν διδασκαλία περί τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ, όπως τυπώθηκε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, σύμφωνα μέ τίς Ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα του Θεοῦ, κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν.
Οἱ Αγιοι Πατέρες μέσα ἀπό τούς ἱερούς ἀγῶνες καί τούς ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας θυσίες, διέσωσαν τήν εἰκόνα τοῦ θεοειδοῦς δημιουργήματος τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀνθρώπου δηλαδή, γιά τόν ὁποῖο ἡ Ἁγία Γραφή ἀναφέρει χαρακτηριστικά : «ἠλάττωσας αὐτόν βραχύ τί παρ’ ἀγγέλους, δόξῃ καί τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν· καί κατέστησας αὐτόν ἐπί τά ἔργα τῶν χειρῶν σου, πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ...» (Ψαλμ. η’).
ΣΗΜΕΡΑ διατρανώνομε τήν πίστη μας στήν Μία, Ἅγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας. Μόνο μέσα στήν Ἐκκλησίᾳ καί διά τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία διά τών Μυστηρίων σώζεται ὁ ἄνθρωπος.
Τό «ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία» (του Αγίου Κυπριανού Καρχηδόνος), ἀποτελεῖ βασική διδασκαλία, ἡ ὁποία ὡς τελικό σκοπό της ἔχει τήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου.
Ὅταν λέμε ὅτι πιστεύομε «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν», ἐννοοῦμε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία διατηρεῖ ἀμώμητη καί ἀκεραία τήν πίστη καί τήν ἀποκεκαλυμμένη ἀπό τόν Θεό Αλήθεια.
Ἔχομε τό μεγάλο προνόμιο ἀπό τόν Θεό καί τήν ἐξαιρετική εὐλογία, νά εἴμαστε γεννημένοι καί βαπτισμένοι Ὀρθόδοξοι, νά εἴμαστε μέλη τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, καί νά ἀγωνιζόμαστε στά πλαίσια τῆς ἀληθείας γιά τήν σωτηρία μας, ἀλλά καί τήν σωτηρία τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.
Αὐτό τό προνόμιο σημαίνει καί εὐθύνη, σημαίνει καί θυσία, ἀφοῦ ὁ συμβιβασμός μέ τίς ὅποιες ἀντίθετες πίστεις, ἀντιλήψεις καί ἀντίθεες δυνάμεις, εἶναι ἄρνησις τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου μας.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί διεκρίθησαν πάντοτε γιά τήν μαχητικότητά τους ἐν ἀγάπῃ, γιά τήν ὑπομονή τους ἐν ἀληθείᾳ καί τήν ἐπιμονή τους ἐν τῇ πίστει.
Γι’ αὐτό τόσα αἵματα, σταυροί καί θυσίες, ἀπό τῆς ἀρχῆς καί μέχρι τῶν ἐσχάτων. Γι’ αὐτό τόσοι μάρτυρες τῆς εὐσεβείας.
«Δόξα σοι Χριστέ ὁ Θεός, Ἀποστόλων καύχημα, Μαρτύρων ἀγαλλίαμα, ὦν τό κήρυγμα, Τριάς ἡ ὁμοούσιος».
Παραμένομε ἀνυποχώρητοι στίς Εκκλησιαστικές μας Παραδόσεις καί τά ὅρια, τά ὁποῖα ἔθεσαν οἱ Ἅγιοι καί Θεοφόροι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας.
«ἆρα οὖν, ἀδελφοί, στήκετε καί κρατεῖτε τάς παραδόσεις ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διά λόγου εἴτε δι’ ἐπιστολῆς ἡμῶν»
(Β’ Θεσσαλ. β’. 15).
Ας ἀκουσθῇ καί πάλιν τό φθέγμα τοῦ ὁμολογητοῦ τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως, Ἰωσήφ τοῦ Βρυεννίου:
«Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία· οὐ ψευσόμεθά σου πατροπαράδοτον σέβας·ἐν σοί ἐγεννήθημεν, καί σοί ζῶμεν,
καί ἐν σοί κοιμηθησόμεθα εἰ δέ καί καλέσει καιρός, καί μυριάκις ὑπέρ σοῦ τεθνηξόμεθα». (Ἰωσήφ τοῦ Βρυεννίου)

Ιστορικό ντοκουμέντο: Ομιλία Διονυσίου Μπατιστάτου για τα 50 χρόνια από την αλλαγή του Ημερολογίου (1974)

  Σαν σήμερα 10/23 Μαρτίου συμπληρώνονται 100 έτη από την αυθαίρετη και αντιεκκλησιαστική Ημερολογιακή Καινοτομία του 1924, που δίχασε το Πλήρωμα της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Στις 10/23 Μαρτίου 1974 έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη μία εκδήλωση, επί τη συμπληρώσει 50 ετών από την Καινοτομία, στην οποία κεντρικός ομιλητής ήταν ο αείμνηστος Διονύσιος Μπατιστάτος. Ο πολιός Ιερεύς π. Γεώργιος Κεπάπογλου - στον οποίο οι ευχαριστίες - κατέγραψε την ομιλία αυτή και σήμερα (50 χρόνια μετά) έχουμε την ευλογία να την ακούσουμε, με την ελπίδα να λυθεί το ζήτημα αυτό το συντομότερο για το καλό της Ορθοδοξίας! Αξίζει να ακούσουμε τις ορθές εκκλησιολογικές θέσεις που εξέφρασε ο μακαριστός καθηγητής, όπως τις παρέλαβε από τον πνευματικό του πατέρα, τον Άγιο πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομο Καβουρίδη (+1955).

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 18ο)

 Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+1985)

18. Επιθυμία για το καλό όλων

Ψέματα, συκοφαντίες και καταλαλιά. Υποκρισία. Χριστιανική φιλανθρωπία και καλοσύνη. Σωματική και πνευματική βοήθεια. Ιδιωτική και δημόσια φιλανθρωπία.

Ένα από τα σημαντικότερα μειονεκτήματα της σύγχρονης κοινωνίας είναι το ψέμα. Εκδηλώνεται με διάφορες μορφές, ειδικά με την συνήθη μορφή «ψέματος» στις ανθρώπινες συνομιλίες και με την μορφή εξαπάτησης στην επιχειρηματική ζωή. Η εύκολη θέαση αυτής της αμαρτίας που βρίσκεται πλέον παντού είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Θεωρείται κοινή πρακτική να υποστηρίζει κάποιος κάτι χωρίς να γνωρίζει αν είναι αλήθεια ή όχι. Λέτε: «δεν είμαι στο σπίτι», για να απαλλαγείτε από έναν επισκέπτη ή κάποιον ζητιάνο· αποκαλείτε τον εαυτό σας άρρωστο ενώ είστε υγιείς και τα λοιπά (αυτό περιλαμβάνει επίσης ψευδείς «φιλοφρονήσεις», κολακεία, έπαινο, και τα όμοια). Οι άνθρωποι ξεχνούν ότι τα ψέματα προέρχονται από τον διάβολο, για τον οποίον ο Σωτήρας Κύριος είπε ότι είναι ψεύτης και πατέρας του ψεύδους[1]. Επομένως, κάθε ψεύτης είναι συνεργός και όργανο του διαβόλου. Ακόμη και στην Παλαιά Διαθήκη ειπώθηκε: «βδέλυγμα Κυρίῳ χείλη ψευδῆ…»[2].

Ιδιαίτερα επικίνδυνα είναι είδη ψεμάτων όπως η καταλαλιά[3] και η συκοφαντία. Όλοι γνωρίζουν τι είναι η καταλαλιά: δίχτυα αποπλάνησης και ψεμάτων που υφαίνονται από τον διάβολο, που προκαλούν σύγχυση και σκοτεινιά στις καλές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Αυτό το λεγόμενο «κουτσομπολιό» -από ψέματα και άσκοπες κουβέντες- έχει γίνει αγαπημένο μέρος σχεδόν κάθε συζήτησης. Ακόμη χειρότερο και σοβαρότερο είναι η συκοφαντία, δηλαδή ένα σκόπιμο ψέμα εναντίον ενός ανθρώπου με σκοπό να τον βλάψει. Αυτή η συκοφαντία είναι ιδιαίτερα διαβολικό ψέμα, γιατί η ίδια η λέξη «διάβολος» σημαίνει ακριβώς «συκοφάντης…».

Όταν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός κατήγγειλε τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, συνήθως τους αποκαλούσε υποκριτές[4], επισημαίνοντας έτσι αυτό το σοβαρό είδος ψεύδους -την υποκρισία με την οποίαν ήταν γεμάτοι αυτοί οι φανταστικοί ηγέτες του λαού. Οι Φαρισαίοι ήταν ιεροπρεπείς στην όψη, μεγαλομανείς και δόλια μισητές της αλήθειας και της καλοσύνης στην καρδιά και την ψυχή. Γι’ αυτό, ο Κύριος τους παρομοίασε με ζωγραφισμένους τάφους, που είναι όμορφοι εξωτερικά, αλλά μέσα είναι γεμάτοι με νεκρά οστά και κάθε ακαθαρσία[5]. Σήμερα, στην πραγματικότητα, η θρησκευτική υποκρισία έχει μειωθεί, ωστόσο εξακολουθεί να είναι διαδεδομένη με την μορφή της προσποίησης και της επιθυμίας να μην είσαι, αλλά να φαίνεσαι. Ένας Χριστιανός προσπαθεί, φυσικά, να μην φαίνεται, παρά να είναι καλός, αλλά αυτό δεν είναι εύκολο, και συχνά δεν το παρατηρεί σχεδόν κανείς άλλος εκτός από τον Θεό που βλέπει τα πάντα. Και έτσι, πολλοί, ειδικά μεταξύ των νέων, προσπαθούν να φαίνονται πιο έξυπνοι, πιο όμορφοι, πιο προικισμένοι, πιο ανεπτυγμένοι, ακόμη και πιο ευγενικοί από ότι είναι στην πραγματικότητα (σε αυτή την ψεύτικη βάση υποστηρίζεται και  η τόσο κοινή συνήθεια και αγάπη για το ντύσιμο και τον καλλωπισμό). Και το αποτέλεσμα είναι πως ο δόλος και η ανειλικρίνεια που τόσο συχνά σήμερα καταστρέφουν τους ανθρώπους και την ευτυχία τους, αποδεικνύεται ότι βασίζονται στην πλάνη και όχι στην αλήθεια.

Ειπώθηκε ήδη ότι ο Χριστιανός στηρίζει την στάση του απέναντι στον πλησίον του πάνω στην αγάπη και ως εκ τούτου προσπαθεί να πράττει σε αυτὸν το καλό. Όποιος δεν κάνει καλό δεν είναι Χριστιανός. Και αυτή η καλοσύνη, αυτή η αγάπη προς τον πλησίον, πρέπει οπωσδήποτε να εκφράζεται με πράξεις ελέους και καλοσύνης προς όλους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Σωτήρας μάς πρόσταξε να αγαπάμε όχι μόνον αυτούς που μας αγαπούν, αλλά και εκείνους  που μας μισούν. Και στην συνομιλία του για την Έσχατη Κρίση, επεσήμανε ξεκάθαρα ότι είναι το πρώτο και κυριότερο που θα μας ζητηθεί σε αυτή την Δίκη[6]. Ούτε ο πλούτος, ούτε η φήμη, ούτε η μόρφωση θα έχουν την κύρια και ανεξάρτητη σημασία εκεί. Η βάση της Έσχατης Κρίσης θα είναι το τρομερό και μοιραίο ερώτημα για τους εγωιστές και φίλαυτους: «πώς υπηρετήσαμε τον πλησίον μας;». Ο Χριστός απαριθμεί έξι βασικούς τύπους σωματικής βοήθειας. Αναγνωρίζοντας τον εαυτό Του στην αγάπη, την συγκατάβαση και το έλεός Του για κάθε φτωχό και άπορο, λέει:

«Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με….»[7]. Αλλά δεν ήταν μάταια αυτά που είπε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Η μορφή του ελέους είναι ποικίλη και αυτή η εντολή είναι ευρεία». Ναι, η εντολή του ελέους καλύπτει ολόκληρη την ζωή ενός ανθρώπου και ο Κύριος έχει επανειλημμένα αποκαλύψει στους αγίους Του την παρηγορητική αλήθεια ότι τα έργα του ελέους και της συμπόνιας καλύπτουν (δηλ. συγχωρούν) τις πιο σοβαρές αμαρτίες ενός ανθρώπου.

Φυσικά, η χριστιανική βοήθεια δεν περιορίζεται στην σωματική βοήθεια. Υπάρχει επίσης πνευματική βοήθεια, σε πολλές περιπτώσεις ασύγκριτα πιο σημαντική και πολύτιμη. Μερικές φορές, για έναν απελπισμένο άνθρωπο, μια απλή λέξη ειλικρινούς συμπάθειας, παρηγοριάς και νουθεσίας είναι πιο πολύτιμη από οποιαδήποτε υλική υποστήριξη. Και ποιος θα αντιταχθεί στο γεγονός ότι το ζήτημα της σωτηρίας ενός ανθρώπου, μέσω της εγκάρδιας συμπάθειας και των οικείων συνομιλιών, για παράδειγμα, από την μέθη ή από το αμάρτημα της αυτοκτονίας, είναι μια υπηρεσία που δεν μπορεί να αποτιμηθεί με κανένα χρηματικό ποσό! Και για μια τέτοια πολύτιμη πνευματική βοήθεια -την σωτηρία της ανθρώπινης ψυχής- ο Απόστολος Ιάκωβος έγραψε ὀτι όποιος απομακρύνει έναν αμαρτωλό από το ψεύτικο μονοπάτι του θα σώσει μια ψυχή από τον θάνατο (τόσο εκείνου όσο και τού δικού του) και θα καλύψει πλήθος αμαρτιών[8].

Ολοκληρώνοντας τον λόγο μας για το καθήκον της φιλανθρωπίας προς τον πλησίον, ας διευκρινίσουμε επίσης το ζήτημα της διαφοράς μεταξύ της προσωπικής (ιδιωτικής) και δημόσιας φιλανθρωπίας. Παραδείγματα της πρώτης είναι η παροχή ελεημοσύνης σε έναν τυφλό ή έναν ζητιάνο που συναντάς, η υποδοχή ενός ορφανού από φτωχή οικογένεια και λοιπά. Παραδείγματα της δεύτερης είναι η ίδρυση φιλανθρωπικών συλλόγων, ηθικών σωματείων, μορφωτικών οργανισμών, καταφυγίων για παιδιά ή αρρώστους και ηλικιωμένους και άλλα. Το κύριο πλεονέκτημα της φιλανθρωπίας του πρώτου είδους είναι, αναμφίβολα, το γεγονός ότι ο Κύριος μίλησε παντού γι’ αυτήν στο Ευαγγέλιο. Και, φυσικά, αυτό το είδος προσωπικής φιλανθρωπίας είναι ακριβώς μια τέτοια προσωπική βοήθεια που μπορεί να δημιουργήσει άκρως χριστιανικές σχέσεις συμμετοχής, ευγνωμοσύνης και αμοιβαίας αγάπης μεταξύ των ανθρώπων. Αλλά το μειονέκτημα αυτού του είδους φιλανθρωπίας είναι ότι υπάρχει συχνά μια ευρεία ευκαιρία για εξαπάτηση, ανεντιμότητα και επαιτεία. Συχνά οι πιο ενοχλητικοί ζητιάνοι είναι εκείνοι οι οποίοι στην πραγματικότητα δεν αξίζουν καθόλου βοήθεια, ενώ άνθρωποι που έχουν πραγματικά ανάγκη δεν τολμούν να ζητήσουν βοήθεια. Και ποιος δεν ξέρει σε τι χρησιμοποιείται συχνά η ελεημοσύνη από ένα κέρμα ή ένα χαρτονόμισμα…

Αυτό απέχει από εκείνο που συμβαίνει στην δημόσια φιλανθρωπία, όχι τυχαία, αλλά συστηματική και οργανωμένη, και αποφέροντας σημαντικά οφέλη σε πολλούς. Είναι αλήθεια ότι περιέχει πολύ λιγότερους από αυτούς τους ζωντανούς δεσμούς προσωπικής αγάπης και εμπιστοσύνης που υπάρχουν στην κατ’ ιδίαν βοήθεια, αλλ’ ο καθένας που δίνει μια θυσία ή μια συνεισφορά εδώ, γνωρίζει ότι με αυτόν τον τρόπο συμμετέχει ως ζωντανός Χριστιανός σε κάτι πραγματικά σοβαρό και πολύτιμο, και είναι σε μεγάλο βαθμό ασφαλισμένος έναντι της εξαπάτησης και της ανέντιμης επαιτείας, που τόσο συχνά συνοδεύουν την ιδιωτική φιλανθρωπία.

(συνεχίζεται)


[1] «Ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (Ιω. η΄ 44).
[2] Παρ. ιβ’ 22.
[3] Κοινώς το κουτσομπολιό.
[4] Ματθ. κγ΄ 13-15.
[5] Ματθ. κγ΄  27.
[6] Ματθ. κε΄ 31-46.
[7] Ματθ. κε΄ 35-36.
[8] «Ὁ ἐπιστρέψας ἁμαρτωλὸν ἐκ πλάνης ὁδοῦ αὐτοῦ σώσει ψυχὴν ἐκ θανάτου καὶ καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν» (Ιακ. ε΄ 20).