† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !  ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Πέμπτη 14 Ιουλίου 2022

Ἡ «Ὁμολογία Πίστεως Γνησίου Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ» (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Φωτίου)


photios

Μέρος Α΄

α. «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεὸν Πατέρα Παντοκράτορα...»
Ἡ Ὁμολογία Πίστεως ξεκινᾶ, ἀκριβῶς ὅπως καὶ στὸ Εὐχολόγιο, μὲ τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως. Ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ πολλοὶ αἱρετικοὶ διατηροῦν τὸ ἴδιο Σύμβολο τῆς Πίστεως (οἱ Δυτικοὶ, συνήθως μὲ τὴν προσθήκη τοῦ «Filioque»), κάποιος γιὰ νὰ ἀποδείξει τὸ Ὀρθόδοξό του φρόνημα, ἔπρεπε -ὅπως καὶ ὁ πρὸς χειροτονίαν Ἐπίσκοπος- νὰ ἐκθέσει ἀναλυτικώτερα τὸ φρόνημά του.
β. «Πρὸς δὲ τούτοις, στέργω καὶ ἀποδέχομαι τὰς Ἁγίας Ἑπτὰ Οἰκουμενικὰς Συνόδους, καὶ τὰς Τοπικάς, ἃς Ἐκεῖναι ἀποδεξάμεναι ἐκύρωσαν, ἐπὶ φυλακῇ τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Ἐκκλησίας Δογμάτων ἀθροισθεῖσαι».
Αὐτὴ ἡ παράγραφος εἶναι αὐτούσια ἀπὸ τὴν ὁμολογία τοῦ ὑποψηφίου Ἐπισκόπου, ὅπως εἶναι στὸ Εὐχολόγιο.
γ. «Ἐνστερνίζομαι πάντας τοὺς ὑπὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὡς ὑπὸ φωτιστικῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος ὁδηγουμένων, ἐκτεθέντας ῞Ορους τῆς Ὀρθῆς Πίστεως, ὡς καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, οὓς οἱ μακάριοι Ἐκεῖνοι πρὸς τὴν τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας διακόσμησιν καὶ τῶν ἠθῶν εὐταξίαν, κατὰ τὰς Ἀποστολικὰς Παραδόσεις καὶ τὴν διάνοιαν τῆς Εὐαγγελικῆς Θείας Διδασκαλίας συντάξαντες, παρέδωκαν τῇ Ἐκκλησίᾳ».
Καὶ αὐτὴ ἡ παράγραφος εἶναι σχεδὸν αὐτούσια ἀπὸ τὴν ὁμολογία τοῦ ὑποψηφίου Ἐπισκόπου, ὅπως εἶναι στὸ Εὐχολόγιο. Ἐδῶ ὁμολογοῦμε τὴν προσήλωσή μας στὶς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τοὺς Ὅρους καὶ τοὺς Ἱ. Κανόνες, ποὺ οἱ Ἅγιοι Πατέρες συνέταξαν. Στὸ Εὐχολόγιο ὑπάρχει καὶ συνέχεια σὲ αὐτὴν τὴν παράγραφο, ἡ ὁποία ἀφορᾶ μόνον τοὺς Ἐπισκόπους γι’ αὐτὸ καὶ ἀφαιρέθηκε. Ἀναφέρεται στὴν ὑποχρέωση τοῦ Ἐπισκόπου νὰ ποιμαίνει τὸ ποίμνιό του σύμφωνα μὲ τοὺς Κανόνες. Δηλαδή, ἐκεῖ ἀναφέρει: «καὶ κατ’ αὐτοὺς (τοὺς Ἱ. Κανόνες), ἰθύνειν ἐπιμελήσομαι τὴν Θείῳ βουλήματι κληρωθεῖσάν μοι διακονίαν καὶ κατ’ αὐτοὺς διατελέσω διδάσκων πάντα τὸν τῇ πνευματικῇ μοι ποιμαντορία πεπιστευμένον Ἱερὸν Κλῆρον καὶ τὸν περιούσιον Λαὸν τοῦ Κυρίου». Αὐτὸ τὸ τμῆμα ἀφαιρέθηκε, διότι ἡ Ὁμολογία ποὺ θέλαμε ἔπρεπε νὰ ἀφορᾶ ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ὄχι μόνον τοὺς Ἐπισκόπους.
δ. «Πάντα μὲν ὅσα ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων πρεσβεύουσα δογματίζει, ταῦτα πρεσβεύω κἀγὼ καὶ πιστεύω, μηδὲν προστιθείς, μηδὲν ἀφαιρῶν, μηδὲν μεταβάλλων, μήτε τῶν Δογμάτων μήτε τῶν Παραδόσεων, ἀλλὰ τούτοις ἐμμένων καὶ ταῦτα μετὰ φόβου Θεοῦ καὶ ἀγαθῆς συνειδήσεως ἀποδεχόμενος· πάντα δὲ ὅσα Ἐκείνη, κατακρίνουσα ὡς ἑτεροδιδασκαλίας ἀποδοκιμάζει, ταῦτα κἀγὼ κατακρίνω καὶ ἀποδοκιμάζω διὰ παντός».
μοίως καὶ αὐτὴ ἡ παράγραφος εἶναι σχεδὸν αὐτούσια ἀπὸ τὴν ὁμολογία τοῦ ὑποψηφίου Ἐπισκόπου, ὅπως εἶναι στὸ Εὐχολόγιο. Σὲ συνέχεια ἀπὸ τὰ προηγούμενα, ἡ Ὁμολογία τοῦ Μ. Εὐχολογίου ἀναφέρει ἀκριβῶς αὐτὰ προτάσσοντας τὴν φράση: «Προὐργιαίτατα δέ μοι ὁμολογεῖται, ἵνα τηρῶ τὴν ἑνότητα τῆς Πίστεως ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης...». Αὐτὴ ἡ ἔκφραση ἐκτὸς τοῦ ὅτι ἦταν δυσνόητη στοὺς πολλούς, ἀναφέρεται πάλι κυρίως στὸ καθῆκον τοῦ Ἐπισκόπου γιὰ τὴν τήρηση τῆς ἑνότητος.
ε. «Πείθομαι προθύμως ἐν τοῖς Ἐκκλησιαστικοῖς καὶ τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ, ὡς Ἀνωτάτῃ Ἀρχῇ τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος, ἥτις ἀποτελεῖ τὴν συνέχειαν τῆς Μίας, Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἐν Ἑλλάδι, καὶ τοῖς ὑπ’ Αὐτὴν κανονικοῖς Ἐπισκόποις καὶ Πρεσβυτέροις».
Καὶ αὐτὴ ἡ παράγραφος ὑπάρχει στὸ Μ. Εὐχολόγιο καὶ ἐδῶ τροποποιήθηκε τὸ ὄνομα τῆς Συνόδου, γιὰ νὰ γίνει συγκεκριμένη. Δὲν ἀναφερόμαστε σὲ ὁποιαδήποτε Σύνοδο, ἀλλὰ στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος καὶ προσετέθη τὸ β΄ τμῆμα τῆς παραγράφου «ἥτις (δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία τῶν ΓΟΧ) ἀποτελεῖ τὴν συνέχειαν τῆς Μίας, Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἐν Ἑλλάδι», πρᾶγμα τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ τὴν πεποίθησίν μας. Ἐμεῖς καὶ ὄχι οἱ Καινοτόμοι, οὔτε οἱ Παρασυνάγωγοι, εἴμαστε ἡ συνέχεια τῆς Μίας, Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας στὸν Ἑλλαδικό χῶρο. Αὐτὸ εἶναι ἕνα πολὺ σημαντικὸ στοιχεῖο τῆς Ὁμολογίας μας.
 φράση ποὺ ἀκολουθεῖ «καὶ τοῖς ὑπ’ Αὐτὴν κανονικοῖς Ἐπισκόποις καὶ Πρεσβυτέροις», προσετέθη διότι ἡ Ὑπακοή μόνον στὴν Σύνοδο ἀποτελεῖ ὑποχρέωση τοῦ Ἐπισκόπου. Ὑπάρχει ὅμως μία ἀλληλουχία στὴν ὑπακοή. Ὁ πιστὸς ὀφείλει ὑπακοὴ ὄχι μόνον στὴν Σύνοδο, ἀλλὰ καὶ στοὺς κανονικοὺς Ἐπισκόπους καὶ Πρεσβυτέρους. Ὁ Πρεσβύτερος πάλιν ὀφείλει ὑπακοὴ στοὺς κανονικοὺς Ἐπισκόπους καὶ τὴν κανονικὴ Σύνοδο.
Μέχρι ἐδῶ εἶναι ἡ ἀντιστοιχία μὲ τὴν Ὁμολογία τοῦ Μ. Εὐχολογίου στὴν Τάξη ἐπὶ χειροτονίᾳ Ἐπισκόπου. Ἐκεῖ ἡ ὁμολογία στρέφεται κυρίως κατὰ τῶν αἱρέσεων τοῦ Νεστοριανισμοῦ καὶ τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, ἐμεῖς θέλαμε νὰ τονίσουμε τὴν ἀντίθεσή μας στὸν Οἰκουμενισμό. Γιαυτό συνεχίζουμε μὲ τὴν ὁμολογία περὶ τῆς θείας προελεύσεως τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Πίστεως:
Ϛ. «Πιστεύω καὶ ὁμολογῶ, ὅτι ἡ Ὀρθοδόξος Πίστις οὔκ ἐστιν ἐξ ἀνθρώπων, ἀλλὰ ἐξ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, κηρυχθείσης ὑπὸ τῶν θείων Ἀποστόλων, βεβαιωθείσης ὑπὸ τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, παραδοθείσης ὑπὸ τῶν σοφωτάτων Διδασκάλων τῆς Οἰκουμένης, κυρωθείσης δὲ τῷ αἵματι τῶν Ἁγίων Μαρτύρων».
Καὶ συνεχίζουμε μὲ τὴν ἀποδοχὴ τῶν Συνόδων, ποὺ διστάζουν νὰ ἀναγνωρίσουν οἱ Οἰκουμενιστὲς (γιὰ τοὺς λόγους ποὺ ἀκούσαμε ἀπὸ τοὺς προλαλήσαντες):
ζ. «Ἀποδέχομαι, σὺν ταῖς Ἀποφάσεσι τῶν Ἁγίων Ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ τὰς τοιαύτας τῆς Πρωτοδευτέρας Ἁγίας Συνόδου τῆς ἐν ἔτει 861ῳ· πρὸς δὲ τούτοις, ἀσπάζομαι ἀπαρεγκλίτως καὶ τὰς Ἀποφάσεις τῆς ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Φωτίου συγκληθείσης Ἁγίας Συνόδου ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐν ἔτει 879ῳ/880ῳ, ὡς καὶ τὸν Συνοδικὸν Τόμον τῆς ἐν Βλαχέρναις Ἁγίας Συνόδου ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐν ἔτει 1351ῳ ἐπὶ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ Πατριάρχου Ἁγίου Καλλίστου Α’, πεποιθὼς ὅτι αἱ Σύνοδοι αὗται ἔχουσιν οἰκουμενικὴν καὶ καθολικὴν ἰσχὺν καὶ αὐθεντίαν ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ».
 ΑΒ΄ Σύνοδος εἶναι ἰδιαιτέρως σημαντικὴ γιὰ ἐμᾶς, διότι στὸν ΙΕ΄ Κανόνα της στηρίζεται ὁ Ἱερὸς ἡμῶν Ἀγῶνας. Οἱ ἄλλες δύο εἶναι ἡ Η΄ καὶ ἡ Θ΄Οἰκουμενικές, στὶς ὁποῖες ἀνεφέρθησαν οἱ προλαλήσαντες Ἀρχιερεῖς καὶ κατεδίκασαν πτυχὲς τοῦ Παπισμοῦ. Ἐμεῖς φυσικὰ καὶ τὶς ἀναγνωρίζουμε.
πειτα ἀναφερόμαστε στὶς τρεῖς Πανορθόδοξες Συνόδους.
η. «Ἐπὶ δὲ τούτοις, στέργω καὶ πείθομαι εἰς τὰς Ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Πανορθοδόξων Συνόδων, συγκληθεισῶν ἐν ἔτεσι 1583ῳ, 1587ῳ καὶ 1593ῳ, αἵτινες ἀπέστερξαν καὶ κατεδίκασαν τὴν εἰσδοχὴν εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τοῦ λεγομένου Γρηγοριανοῦ-Φραγκικοῦ-Νέου Ἡμερολογίου, θεσπισθέντος ὑπὸ τοῦ πάπα Γρηγορίου ΙΓ’ ἐν ἔτει 1582ῳ».
Καὶ αὐτὸ τὸ στοιχεῖο εἶναι σημαντικό. Στὶς ἀποφάσεις αὐτῶν τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων βασίζεται ἡ ἀντίθεσή μας στὴν ἑορτολογικὴ μεταβολή.
θ. «Ἐπὶ πλέον, ἀποδέχομαι καὶ ἀναγνωρίζω ὡς Οἰκουμενικὰ καὶ Καθολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως τόν τε Πατριαρχικὸν Τόμον τοῦ 1756 περὶ τοῦ Βαπτίσματος τῶν Ἑτεροδόξων, καὶ τὸ Συνοδικὸν Σιγγίλιον τοῦ 1848 τῶν Ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, ὡς καὶ τὸ Συνοδικὸν Σιγγίλιον τοῦ 1872 ἐπὶ καταδίκῃ τοῦ Ἐθνοφυλετισμοῦ».
Αὐτὲς οἱ Συνοδικὲς ἀποφάσεις δὲν εἶναι καὶ τόσο γνωστές. Τὸ 1756 ἡ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἔλαβε τὴν ἀπόφαση νὰ βαπτίζωνται οἱ αἱρετικοὶ Λατῖνοι, Διαμαρτυρόμενοι κ.λπ.. Τὸ 1848 ἔγινε Πανορθόδοξη Σύνοδος ποὺ τόνισε τὴν προσήλωση στὶς Παραδόσεις τῆς Ὀρθοδοξίας. Τὸ 1872 ἔγινε Μεγάλη Σύνοδος ποὺ καταδίκασε τὸν Ἐθνοφυλετισμὸ καὶ τὸ Ἐξαρχικὸ ἐκκλησιαστικὸ μόρφωμα τῶν Βουλγάρων, ποὺ εἶχε ὡς βάση τὸ κριτήριο τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ.
Μέρος Β΄

Τώρα εἰσερχόμεθα κυρίως στὰ ζητήματα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
α. «Θεωρῶ τὸν Οἰκουμενισμὸν ὡς συγκρητιστικὴν παναίρεσιν, τὴν δὲ συμμετοχὴν εἰς τὴν λεγομένην Οἰκουμενικὴν Κίνησιν, ἀρξαμένην εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ Κ’ αἰῶνος, ὡς ἄρνησιν τῆς γνησίας Καθολικότητος καὶ Μοναδικότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, πεποιθὼς ὅτι ὁ ἀποδεχόμενος καὶ συμμετέχων εἰς τὴν αἵρεσιν ταύτην εἶναι πεπτωκὼς περὶ τὴν Πίστιν καὶ ἐκκλησιαστικῶς ἀκοινώνητος».
Αὐτὴ ἡ Ὁμολογία μᾶς διακρίνει οὐσιωδῶς ἀπὸ τοὺς Καινοτόμους. Ίδίως οἱ τελευταῖες λέξεις μᾶς διακρίνουν καὶ ἀπὸ τοὺς λεγομένους Ἀντι-οἰκουμενιστὲς τῶν λεγομένων ἐπισήμων ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν.
β. «Ὡσαύτως, ἀπορρίπτω καὶ οὐδόλως ἀποδέχομαι τὸ ἐν ἔτει 1920ῳ Διάγγελμα τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», ὡς περιέχον ἓν πλῆρες Σχέδιον πρὸς ἐφαρμογὴν ἐν τῇ πράξει τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ προβλέπον τὴν Ἡμερολογιακὴν-Ἑορτολογικὴν Μεταρρύθμισιν, προετοιμασθεῖσαν ὑπὸ τοῦ οὕτως ἀποκληθέντος Πανορθοδόξου Συνεδρίου τοῦ 1923 καὶ ἐφαρμοσθεῖσαν ἐν Ἑλλάδι ἐν ἔτει 1924ῳ, τοιουτοτρόπως δὲ παραβιάσασαν τὰς Ἀποφάσεις τῶν τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τοῦ ΙΣΤ’ αἰῶνος».
λος ὁ Ἱερὸς ἡμῶν Ἀγῶνας ἐστράφη ἐξ ἀρχῆς ἐναντίων αὐτῶν τῶν παρανόμων ἀποφάσεων.
γ. «Ἐν συνεπείᾳ πρὸς τὰ ἀνωτέρω, θεωρῶ ἐπίσης ὡς πεπτωκότας περὶ τὴν Πίστιν τοὺς ἐξ Ὀρθοδόξων συμμετασχόντας εἰς τὴν ἵδρυσιν τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν» ἐν ἔτει 1948ῳ καὶ ἀποτελοῦντας ἔκτοτε ἐνεργὰ - ὀργανικὰ μέλη αὐτοῦ, καλλιεργοῦντας οὕτω τὸν λεγόμενον Διαχριστιανικὸν καὶ Διαθρησκειακὸν Οἰκουμενισμόν».
Οἱ Γ.Ο.Χ. θεωροῦσαν ἐξ ἀρχῆς ἔκπτωσιν πίστεως τὴν συμμετοχὴ στὸ Π.Σ.Ε. καὶ οὐδέποτε ἀπεδέχθησαν τὴν λεγόμενη «ἄρσιν τῶν ἀναθεμάτων».
δ. «Τέλος, ἀρνοῦμαι καὶ δὲν ἀποδέχομαι τὰς λεγομένας Πανορθοδόξους Διασκέψεις (1961 κ.ἑ.), αἵτινες προετοίμασαν τὴν κατακριτέαν, ἄκυρον καὶ ἀνυπόστατον «ἄρσιν τῶν Ἀναθεμάτων Ἀνατολικῆς καὶ Δυτικῆς Ἐκκλησίας» ἐν ἔτει 1965ῳ, ἔκτοτε δὲ αὗται καλλιεργοῦσιν ἐν οἰκουμενιστικῇ προοπτικῇ τὸ ἔδαφος διὰ τὴν σύγκλησιν τῆς οὕτω καλουμένης Μεγάλης Πανορθοδόξου Συνόδου, πρὸς τελικὴν ἀποδοχήν, καθιέρωσιν καὶ δογματοποίησιν τῆς συγκρητιστικῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ».
Πράγματι, οἱ Οἰκουμενιστὲς ἑτοιμάζονται νὰ ἐπισφραγίσουν τὶς Καινοτομίες τους καὶ μὲ Συνοδικὴ δῆθεν ἀπόφαση. Ἐμεῖς δὲν ἀναγνωρίζουμε κανένα κῦρος σε αὐτὴν τὴν ἑτοιμαζόμενη ληστρικὴ Μεγάλη Σύνοδο.
ναλύθηκε καὶ κατ’ἄρθρον τὸ περιεχόμενο τῆς «Ὁμολογίας Πίστεως». Ἐναπόκειται καὶ σὲ ἐσᾶς, τὸν Ἱερὸ Κλῆρο, νὰ γνωρίζετε τὸ περιεχόμενό της καὶ τὴν σημασία της, ὥστε καὶ ἐσεῖς νὰ μπορεῖτε νὰ ἐπιλύετε τὶς ἀπορίες τῶν πιστῶν ἐπ’ αὐτοῦ καὶ νὰ τὴν χρησιμοποιεῖτε ὡς διδακτικὸ μέσον. Διότι ὅποιος ἀποδέχεται αὐτὲς τὶς ἀρχές, μπορεῖ νὰ γίνει πιστὸς τῆς Ἐκκλησίας μας ἐντασσόμενος σὲ Αὐτὴν μὲ τὴν πρέπουσα τάξη.
Σᾶς εὐχαριστῶ.

Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

Η ΚΑΘΑΡΗ ΚΑΡΔΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΘΡΟΝΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως)



Τίποτα δεν είναι μεγαλύτερο από την καθαρή καρδιά, γιατί μια τέτοια καρδιά γίνεται θρόνος του Θεού. Και τι είναι ενδοξότερο από το θρόνο του Θεού; Ασφαλώς τίποτα. Λέει ο Θεός γι’ αυτούς που έχουν καθαρή καρδιά: «Θα κατοικήσω ανάμεσά τους και θα πορεύομαι μαζί τους. Θα είμαι Θεός τους, κι αυτοί θα είναι λαός μου». (Β’ Κορ. 6, 16).

Ποιοι λοιπόν είναι ευτυχέστεροι απ’ αυτούς τους ανθρώπους; Και από ποιο αγαθό μπορεί να μείνουν στερημένοι;

Δεν βρίσκονται όλα τ’ αγαθά και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος στις μακάριες ψυχές τους; Τι περισσότερο χρειάζονται; Τίποτα, στ’ αλήθεια, τίποτα! Γιατί έχουν στην καρδιά τους το μεγαλύτερο αγαθό: τον ίδιο το Θεό!

Πόσο πλανιούνται οι άνθρωποι που αναζητούν την ευτυχία μακριά από τον εαυτό τους, στις ξένες χώρες και στα ταξίδια, στον πλούτο και στη δόξα, στις μεγάλες περιουσίες και στις απολαύσεις, στις ηδονές και σ’ όλες τις χλιδές και ματαιότητες, που κατάληξή τους έχουν την πίκρα!

Η ανέγερση του πύργου της ευτυχίας έξω από την καρδιά μας, μοιάζει με οικοδόμηση κτιρίου σε έδαφος που σαλεύεται από συνεχείς σεισμούς. Σύντομα ένα τέτοιο οικοδόμημα θα σωριαστεί στη γη…

Αδελφοί μου! Η ευτυχία βρίσκεται μέσα στον ίδιο σας τον εαυτό, και μακάριος είναι ο άνθρωπος που το κατάλαβε αυτό. Εξετάστε την καρδιά σας και δείτε την πνευματική της κατάσταση.

Μήπως έχασε την παρρησία της προς το Θεό; Μήπως η συνείδηση διαμαρτύρεται για παράβαση των εντολών Του; Μήπως σας κατηγορεί για αδικίες, για ψέματα, για παραμέληση των καθηκόντων προς το Θεό και τον πλησίον; Ερευνήστε μήπως κακίες και πάθη γέμισαν την καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αυτή σε δρόμους στραβούς και δύσβατους…

Δυστυχώς, εκείνος που παραμέλησε την καρδιά του, στερήθηκε όλα τ’ αγαθά κι έπεσε σε πλήθος κακών. Έδιωξε τη χαρά και γέμισε με πίκρα, θλίψη και στενοχώρια. Έδιωξε την ειρήνη και απόκτησε άγχος, ταραχή και τρόμο.

Έδιωξε την αγάπη και δέχτηκε το μίσος. Έδιωξε, τέλος, όλα τα χαρίσματα και τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, που δέχτηκε με το βάπτισμα, και οικειώθηκε όλες τις κακίες εκείνες, που κάνουν τον άνθρωπο ελεεινό και τρισάθλιο.

Αδελφοί μου! Ο Πολυέλεος Θεός θέλει την ευτυχία όλων μας και σ’ αυτή και στην άλλη ζωή. Γι’ αυτό ίδρυσε την αγία Του Εκκλησία. Για να μας καθαρίζει αυτή από την αμαρτία, να μας αγιάζει, να μας συμφιλιώνει μαζί Του, να μας χαρίζει τις ευλογίες του ουρανού.

Η Εκκλησία έχει ανοιχτή την αγκαλιά της, για να μας υποδεχθεί. Ας τρέξουμε γρήγορα όσοι έχουμε βαριά τη συνείδηση. Ας τρέξουμε και η Εκκλησία είναι έτοιμη να σηκώσει το βαρύ φορτίο μας, να μας χαρίσει την παρρησία προς το Θεό, να γεμίσει την καρδιά μας με ευτυχία και μακαριότητα…

Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως

ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Δ΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

77897 2

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος στὴν Καθολικὴ Ἐπιστολή του ἀναφέρει: «ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν».

   Ἡ ὑπερηφάνεια ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ ὅλων τῶν κακῶν ποὺ ταλαιπωροῦν τὴν ἀνθρωπότητα. Ἀρκεῖ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ Ἐωσφόρου εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ καταποντισθεῖ καὶ ἀπὸ ὑπέρλαμπρος νὰ γίνει σκοτεινὸς καὶ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια κόλαση. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος μὲ ἐπιμονὴ βρίσκεται στὸ πάθος τῆς ὑπερηφανείας, ὅταν δηλαδὴ θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του καλύτερο ἀπὸ ὅλους τοὺς ὑπολοίπους καὶ τοὺς ἀντιμετωπίζει μὲ ἀλαζονεία, ὁ Θεὸς φεύγει ἀπὸ κοντά του. Καὶ ὅταν ὁ Θεὸς φύγει, ἀμέσως ἔρχονται οἱ συμφορές. 

   Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἡ ταπεινοφροσύνη ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ ὅλων τῶν καλῶν ποὺ μπορεῖ νὰ ἀπολαύσει ἡ ἀνθρωπότητα. Ἀπὸ ταπεινοφροσύνη ἡ Παναγία μας δέχθηκε τὸ Θεῖο Θέλημα. Ἀπὸ ταπεινοφροσύνη πάλι, ὁ Χριστός μας, ὁ Δημιουργὸς τοῦ κόσμου, ἔλαβε σάρκα, ἐμπαίχθηκε, σταυρώθηκε.  Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος εἶναι σὲ ὅλους -ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἐμπαθεῖς- προσιτὸς καὶ ἀγαπητός, διότι μέσα του ἀναπαύεται ἡ Θεία Χάρις. 

   Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ὑπῆρξε ὁ ἑκατόνταρχος τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς Περικοπῆς, ὁ ὁποῖος, σημειωτέον, δὲν ἀνῆκε στὸν ἐκλεκτὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ. Ὅταν ὁ Κύριος τελείωσε τὴν διδασκαλία, ὁ ἑκατόνταρχος Τὸν πλησίασε καὶ Τοῦ εἶπε μὲ εὐγένεια: «Κύριε, ὁ δοῦλος μου εἶναι στὸ σπίτι κατάκοιτος καὶ ὑποφέρει». «Ἐγὼ θὰ ἔλθω καὶ θὰ τὸν θεραπεύσω» ἀπάντησε ἀμέσως ὁ Φιλάνθρωπος Θεός. Ὁ ἑκατόνταρχος δὲν πῆγε ἀλαζονικὰ νὰ πεῖ στὸν Χριστό: «θεράπευσέ μου τὸν δοῦλο. Δεῖξε μου κάποιο θαῦμα». Ὅταν οἱ δῆθεν πνευματικοὶ τῆς ἐποχῆς, οἱ Φαρισαῖοι, εἶχαν συμπεριφερθεῖ κατὰ τέτοιον τρόπο ἀπαιτῶντας ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ κάνει κάποιο θαῦμα γιὰ νὰ πιστέψουν, Ἐκεῖνος τοὺς ἔκοψε τὸ θέλημα. Αὐτόν, ὅμως, ποὺ μὲ εὐγένεια καὶ ταπείνωση Τὸν πλησίασε, ὁ Χριστὸς τὸν βεβαίωσε ὅτι θὰ πάει ὁ Ἴδιος στὸ σπίτι του γιὰ νὰ θεραπεύσει τὸν δοῦλο. 

   Χρειαζόταν ὁ Χριστὸς νὰ πάει ὡς τὸ σπίτι γιὰ νὰ γίνει τὸ θαῦμα; Ὄχι. Τότε γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶπε «θὰ ἔρθω καὶ θὰ τὸν θεραπεύσω»; Διότι ὁ ἑκατόνταρχος ἦταν πολὺ ἐνάρετος καὶ ταπεινὸς ἄνθρωπος καὶ ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ κάνει γνωστὴ σὲ ὅλους μας τὴν ἀρετή του, ἡ ὁποία φάνηκε ἀπὸ τὴν ἀπάντησή του: «Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ εἰσέλθεις στὸ σπίτι μου. Μόνο πὲς ἕναν λόγο καὶ ὁ δοῦλος μου θὰ θεραπευθεῖ». Ἀκούοντας τὴν φράση αὐτή, ὁ Χριστός, ὄχι μόνο ἐθαύμασε, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐπαίνεσε δημοσίως, προβάλλοντάς τον ὡς παράδειγμα πρὸς μίμησιν. Σήμερα ἄν κάποιος ἔχει ἀρετὲς ἤ ἄν κάνει καλὲς πράξεις, κανένας δὲν τὸν ἐπαινεῖ γιὰ νὰ μὴν πέσει σὲ ὑπερηφάνεια. Αὐτὸ εἶναι σωστὸ σὲ κάποιες περιπτώσεις. Σὲ κάποιες ἄλλες, ὅμως, ὅπως αὐτὴ τοῦ ἑκατοντάρχου, ὁ ἔπαινος ἐπιβάλλεται διότι προσφέρει ἠθικὴ στήριξη καὶ διδάσκει ποιό εἶναι τὸ καλὸ παράδειγμα ποὺ πρέπει νὰ μιμηθοῦμε.

   Ὁ ἑκατόνταρχος μὲ τὰ λίγα ποὺ εἶχε ἀκούσει ἀπὸ τὸν Κύριο, εἶχε καταλάβει ποιόν εἶχε ἀπέναντί του. Εἶχε πιστέψει ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἕνας κοινὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Θεός, γιὰ τὸν Ὁποῖο τὰ πάντα εἶναι δυνατά. Ἀντιθέτως, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ, ἐκεῖνοι ποὺ ὑπερηφανεύονταν ὅτι ἦταν ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ, δὲν εἶχαν καταλάβει. Ἑμεῖς, ἄραγε, σὲ ποιά μερίδα ἀνήκουμε; Εἴμαστε ἀρεστοὶ στὸν Θεὸ ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος, ἤ σὰν τοὺς Ἰουδαίους κομπάζουμε κὶ ἑμεῖς ὅτι εἴμαστε οἱ ἐκλεκτοί, ἀλλὰ τελικὰ δὲν μποροῦμε νὰ διακρίνουμε τὸ Φῶς ἀπὸ τὸ σκοτάδι;

   Σήμερα ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι πολλοὶ ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ καὶ τὴν δύση, ἄνθρωποι ποὺ δὲν περιμένουμε, θὰ εἰσέλθουν στὸν Παράδεισο, ἐνῶ ἐκεῖνοι ποὺ θεωροῦνται κληρονόμοι τῶν Οὐρανῶν, θὰ καταλήξουν στὸ σκοτάδι. Ἔχει πεῖ ἄλλωστε καὶ ἀλλοῦ ὅτι «πολλοὶ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ οἱ ἔσχατοι πρῶτοι». Ὁ ἑκατόνταρχος προσέγγισε τὸν Χριστὸ θεωρῶντας τὸν ἑαυτό του ἔσχατο, τελευταῖο, ἀνάξιο, καὶ ὁ Χριστὸς τὸν τίμησε, τὸν ἀντέμειψε θεραπεύοντας ἀμέσως τὸν δοῦλο του καὶ τὸν ὁμολόγησε ἄξιο τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἑμεῖς πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε ἀνάξιοι, ἤ θεωροῦμε ὅτι ἔχουμε καὶ δικαιώματα ἐπειδὴ εἴμαστε καλοὶ χριστιανοί; Ἴσως πρέπει νὰ ἀναθεωρήσουμε μέσα μας κάποια πράγματα. 

   Σὲ δύο ἡμέρες ἡ Ἐκκλησία μας θὰ τιμήσει τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων Πρωτοκορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου. Θὰ ἀναφερθῶ μόνο στὸν πρῶτο, διότι σχετίζεται μὲ τὸν ἑκατόνταρχο τῆς περικοπῆς. Εἴδαμε καὶ θαυμάσαμε μαζὶ μὲ τὸν Κύριο τὴν ταπείνωση τοῦ ἑκατοντάρχου ποὺ θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ἀνάξιο τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Κυρίου στὸν οἶκο του. Ἄς δοῦμε τώρα τὴν ταπείνωση τοῦ Πρωτοκορυφαίου Πέτρου, ὁ ὁποῖος ὅταν κατάλαβε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ ἁπλὸ ἄνθρωπο, Τοῦ εἶπε: «Κύριε, φύγε ἀπὸ κοντά μου, διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος». Θεωροῦσε ὅτι ἦταν ἀνάξιος μέχρι καὶ νὰ στέκεται δίπλα στὸν Χριστό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀξιώθηκε νὰ λάβει τὴν Ἀποστολικὴ Χάρη καὶ νὰ γίνει Διδάσκαλος τῆς Οἰκουμένης. Ἐὰν ἐκεῖνοι, λοιπόν, θεωροῦσαν τοὺς ἑαυτούς τους ἀναξίους, πόσο ἀναξίους πρέπει νὰ θεωροῦμε τοὺς ἑαυτούς μας ἑμεῖς ποὺ μεταλαμβάνουμε τὸ Ἄχραντον Σῶμα καὶ τὸ Τϊμιον Αἵμα τοῦ Χριστοῦ μας; Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μόνο ἄν πιστέψουμε εἰλικρινὰ ὅτι εἴμαστε ἀνάξιοι τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ, θὰ εἶμαστε πραγματικὰ ἄξιοι, διότι ἐδὼ δεσπόζει ἡ ταπεινοφροσύνη.

   Ἄς προσέξουμε, λοιπόν, ἀφενὸς νὰ μὴν ἀπελπιζόμαστε, διότι ὅσα καὶ ἄν εἶναι τὰ σφάλματά μας καὶ οἱ πτώσεις μας, μιμούμενοι τὴν ταπείνωση τοῦ ἑκατοντάρχου μποροῦμε νὰ ἀξιωθοῦμε τὰ ἀγαθὰ τοῦ Παραδείσου. Ἀφετέρου, νὰ μὴν νομίζουμε ὅτι εἴμαστε καλύτεροι ἀπὸ τοὺς ἄλλους, οὔτε νὰ κρίνουμε κανέναν, διότι καὶ οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ Ἰσραὴλ τὸ ἴδιο ἔκαναν, μά, τελικά, ἔμειναν ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Χριστοῦ. 

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 9 Ιουλίου 2022

Ὁ Ὅσιος Σαμψών ὁ Ξενοδόχος (27 Ἰουνίου)




Ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον εἶναι  τό μονοπάτι, πού ὁδηγεῖ στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Συνεπῶς, ἐκεῖνος ποῦ ἀπέκτησε τήν ἀγάπη, αὐτόν τόν Θεό ἀπέκτησε, διότι «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστιν» (Α΄ Ἰωάννη δ-8). Αὐτό ὁ ὅσιος Σαμψών, ὁ γνωστός μέ τήν προσωνυμία «Ξενοδόχος» τό ἔδειξε στήν πράξη μέ τήν αγία ζωή του ἁγία του ζωή.

Γεννήθηκε στή Ρώμη στίς ἀρχές τοῦ ΣΤ΄αἰώνα καί ἦταν συγγενής τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Οἱ εὐγενεῖς καί πλουσιώτατοι γονεῖς του, τόν ἀνέθρεψαν ἀντάξια τῆς βασιλικῆς του καταγωγῆς καί διέθεσαν ἄφθονο πλοῦτο γιά τήν ἐκπαίδευσή του. Εὐφυής καθώς ἦταν σέ σύντομο χρονικό διάστημα ἔγινε κάτοχος πολλῶν ἐπιστημῶν ὅπως φιλοσοφίας, φιλολογίας, ποίησης κ.ἄ. Παράλληλα, ἐντρυφοῦσε στή μελέτη τῶν Ἁγίων Γραφῶν, μέ ἀποτέλεσμα να προοδεύει συνεχῶς στήν ἀρετή καί στήν πνευματική σοφία. Ὡστόσο, ἔνοιωσε νά θέλγει τή φιλεύσπλαχνη ψυχή του καί νά τή μαγνητίζει δυνατά ἡ Ἰατρική, ὡς ἡ φιλανθρωπότερη καί ψυχωφελέστερη ἐπιστήμη.

Ὁ ὅσιος Σαμψών ὡς ἰατρός πλέον θεώρησε ἀποστολή του, νά διακονεῖ τόν πάσχοντα συνάνθρωπό του καί νά ἀνακουφίζει τόν πόνο καί τή δυστυχία του. Ἔχοντας ἐπιπρόσθετα ἐγκολπωθεῖ τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: "Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθώς καί ὁ πατήρ ὑμῶν οἱκτίρμων ἐστι" (Λουκ.στ-36) ἀφιερώθηκε στό ἔργο αὐτό μέ φλογερό ζῆλο καί θαυμαστή αὐταπάρνηση.

Ἐξασκοῦσε δωρεάν τό ἔργο τοῦ γιατροῦ καί βοηθοῦσε μέ κάθε τρόπο ὅλους ὅσοι εἶχαν ἀνάγκη. Εἶναι μάλιστα συγκινητικό τό γεγονός, ὅτι ἀναζητοῦσε σέ ὅλη τήν πόλη τούς ἀσθενεῖς, οἱ ὁποῖοι δέν εἶχαν ποῦ νά κλίνουν τήν κεφαλή καί τούς ὁδηγοῦσε στήν κατοικία του, τήν ὁποία εἶχε μετατρέψει σέ φιλόξενο κατάλυμα. Ἐκεῖ ὁ εὔσπλαχνος Σαμψών, ὁ ἄμισθος ξενοδόχος ὄχι μονάχα τούς περιέθαλπε ἀλλά ἐπιπλέον τούς ἐνίσχυε καί τούς παρηγοροῦσε μέ λόγια ἀγάπης καί παρακλήσεως. Διότι ἡ ἀγάπη του γιά τόν ἀσθενή πήγαζε ἀπό τή βαθιά πίστη του στόν Θεό. Χωρίς ἀμφιβολία, στό πρόσωπό του ὑπῆρχε ὁ τελειότερος συνδυασμός πίστεως καί ἀγάπης, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τό μεγαλύτερο τεκμήριο τῶν ἀληθινῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ.

Γι’ αὐτό ἀξιώθηκε νά λάβει ἀπό τόν Θεό τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ θεράπευε ὅλες τίς παθήσεις ἀκόμη καί τίς ἀνίατες, τίς ὁποῖες οἱ ἄλλοι γιατροί δέν μποροῦσαν νά θεραπεύσουν. Προικισμένος ὅμως,  καθώς ἦταν μέ τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης ἀπέκρυπτε τό χάρισμά του καί ἀπέδιδε τή θεραπεία στά διάφορα βότανα τά ὁποῖα χρησιμοποιοῦσε.

Μετά τό θάνατο τῶν γονέων του ὁ ποταμός τῆς ἀγάπης του κυριολεκτικά πλημμύρισε. Πούλησε τήν τεράστια περιουσία του καί διεμοίρασε τά χρήματα στούς πτωχούς, ὥστε, ὅπως ἀναφέρεται, δέν ἔμεινε κανείς πτωχός στή Ρώμη, ὁ ὁποῖος νά μην ἔλαβε πλούσια ἐλεημοσύνη ἀπό τά χέρια του. Ἐλευθέρωσε μάλιστα τούς πολυάριθμους δούλους του. Ἐπίσης χωρίς νά ὑπολογίζει τούς κόπους, θυσίαζε καθημερινά τόν ἑαυτό του χάριν τοῦ πλησίον. Ὑποδεχόταν ξένους, ἔντυνε γυμνούς, ἔτρεφε πεινασμένους, ἰάτρευε ἀσθενεῖς.
Γι’ αὐτό ὅλοι οἱ θλιμμένοι, οἱ ἀσθενεῖς, οἱ πτωχοί ἔτρεχαν κοντά του καί ὁ ἀνάργυρος ἰατρός Σαμψών, ἦταν πάντοτε πρόθυμος ν’ ἀνοίγει σέ ὅλους τά φιλάνθρωπα σπλάγχνα του καί νά προσφέρει τή θαλπωρή τῆς ἀγάπης του. Θεωροῦσε τό πολύμοχθο αὐτό ἔργο ὡς ἰδιαίτερο εἶδος πνευματικῆς ἄσκησης καί προπάντων ὡς τό μέσον ἀνύψωσης τῆς ψυχῆς του μέχρι τοῦ Πλάστου του.

Ἀπεδείκνυε δέ μέ τόν τρόπο αὐτό, ὅτι ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ πραγματικά τόν Θεό, γνωρίζει νά ἀγαπᾶ καί τόν πλησίον του, σάν τόν ἑαυτό του. Καί ὅπως πολύ παραστατικά ὁ βιογράφος του, ὁ Συμεών ὁ Μεταφραστής γράφει «Ἡ ξενοδοχεία καί ἡ φιλανθρωπία καί ὁ περί τούς ἐνδεεῖς οἶκτος τοῦ ὁσίου» εἶχαν γίνει φυσικές ἰδιότητες τῆς προσωπικότητάς του, ὅπως εἶναι ἡ ἰδιότητα τοῦ ἥλιου νά φωτίζει καί τῆς φωτιᾶς νά καίει. Ἡ ἀγάπη δηλαδή, εἶχε γίνει δεύτερη φύση του.

Ὁ ὅσιος Σαμψών ἀφοῦ ἀπαλλάχθηκε ἀπό τά βάρη καί τίς μέριμνες τοῦ πλούτου, ἀρκούμενος σέ ἕνα μόνο χιτώνα καί ἕναν ὑπηρέτη, ἀνεχώρησε γιά τήν Κωνσταντινούπολη, προκειμένου νά ἀποφύγει τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Ἐκεί ὁ πρώην βαθύπλουτος Σαμψών ἀλλά τώρα, πάμπτωχος, ἔμενε σέ ἕνα πτωχικό οἴκημα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο μετέβαλε ὄχι μόνο σέ ἀσκητήριο ἀλλά καί σέ ἄμισθο ἰατρεῖο.

Ἡ φήμη του βέβαια δέν ἄργησε νά διαδοθεῖ σέ ὅλη τήν Κωνσταντινούπολη. Ὁ ἅγιος πατριάρχης Μηνᾶς (535-552 μ.Χ.) ὅταν πληροφορήθηκε τή θεάρεστη πολιτεία του, τόν κάλεσε νά τόν γνωρίσει. Καί τόσο θαύμασε τήν ἀρετή του, ὥστε τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο καί τόν κατέταξε στόν κλῆρο τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. Ὁ ὅσιος Σαμψών δέν ἦταν τότε παραπάνω ἀπό τριάντα ἐτῶν. Ἡ ἰερωσύνη ὡστόσο δέν τόν εμπόδισε, νά συνεχίσει τήν πολύπλευρη φιλανθρωπική ἐργασία του μέ τήν διπλή ἰδιότητα, τοῦ κηρικοῦ καί τοῦ ἰατροῦ.

Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου ἦταν ἐκείνη τήν ἐποχή ὁ Ἰουστινιανός ὁ Α΄(527-565 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἀρρώστησε βαριά μέ «οἴδημα στά αἰδοῖα». Ὅλοι οἱ ἐξαίρετοι ἰατροί τῆς Βασιλεύουσας προσπάθησαν νά τόν θεραπεύσουν ἀλλά χωρίς ἀποτέλεσμα. Ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του παρέμενε κρίσιμη. Βασανιζόταν ἀπό ἀφόρητους πόνους, ὥστε εἶχε φθάσει στά πρόθυρα τοῦ θανάτου. Ἀπελπισμένος τότε γιά τή ζωή του ζήτησε μέ δάκρυα τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

Ἐκείνη τήν νύκτα εἶδε στόν ὕπνο του πλῆθος ἰατρῶν, οἱ ὁποῖοι ἦταν ντυμένοι μέ ἱερατικές στολές. Ἕνας δέ ἀστραπόμορφος νέος τόν πλησίασε καί ἀφοῦ τοῦ ἔδειξε τόν πιό ταπεινό, τόν πιό κόσμιο καί τόν πιό εὐπρεπή ἰατρό ἀπό ὅλους, εἶπε στόν ἔκπληκτο αὐτοκράτορα: «Κοίταξε καλά νά γνωρίσεις ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπο, διότι αὐτός μόνον μπορεῖ νά σέ θεραπεύσει».

Τήν ἑπομένη ἡμέρα, μέ αὐτοκρατορική διαταγή, ὅλοι οἱ ἰατροί τῆς Πόλεως συγκεντρώθηκαν στά ἀνάκτορα. Κανείς ὅμως δέν ἔμοιαζε μέ ἐκεῖνον, τόν ὁποῖον ὁ ἅγιος ἄγγελος εἶχε ὑποδείξει. Τότε κάποιος ἰατρός ἀνέφερε στόν Ἰουστινιανό Α΄ γιά τόν θαυματουργό ἰατρό, τόν ὅσιο Σαμψών.

Χωρίς χρονοτριβή, βασιλικοί ἀπεσταλμένοι ἀναζήτησαν τόν ὅσιο καί τόν ὁδήγησαν μέ τιμές στό παλάτι. Ὁ αὐτοκράτορας ὅταν ἀντίκρυσε τήν ἀσκητική μορφή τοῦ ὁσίου, ἀναγνώρισε ἐκεῖνον, πού ἐπιθυμοῦσε νά ἰδεῖ. Μέ πολλή εὐλάβεια καταφιλοῦσε τόν ὅσιο καί τόν ἱκέτευε νά τόν θεραπεύσει μέ τή χάρη, πού εἶχε ἀπό τόν Θεό.

Πράγματι, ὁ ὅσιος ἀφοῦ προσευχήθηκε στόν Ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων Ἰησοῦ Χριστό γιά τήν ὑγεία τοῦ ἀρρώστου, ἄγγιξε τό σημεῖο τοῦ πόνου καί ἀμέσως τό θεράπευσε. Τό θαῦμα εἶχε γίνει! Γιά νά ἀποφύγει ὅμως τόν ἔπαινο, ἔβαλε καί λίγη ἀλοιφή.
Μετά τή θεραπεία ὁ αὐτοκράτορας γεμᾶτος εὐγνωμοσύνη, θέλοντας νά ἀμείψει τόν εὐεργέτη του, τοῦ πρόσφερε ἀμέτρητο χρυσό. Ὁ ἀκτήμων ὅμως ὅσιος δέν δέχθηκε, αὐτά πού εἶχε ἤδη ἐγκαταλείψει. Φανέρωσε μάλιστα γιά μιά ἀκόμη φορά τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς του, λέγοντας: «Ἕνα μόνο σᾶς ζητῶ, ἄν θέλετε νά οἰκοδομήσετε κοντά στό φτωχικό μου σπίτι, οἶκο κατάλληλο γιά τούς ἀρρώστους».

Ἡ παράκληση τοῦ ἁγίου ἔγινε εὐπρόσδεκτη. Ὁ Ἰουστινιανός ἀνήγειρε μεγαλοπρεπέστατο Νοσοκομεῖο, σέ κεντρικό σημεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως κοντά στήν Ἁγία Σοφία, μέ τήν προσωνυμία «Νοσοκομεῖο Σαμψών τοῦ ξενοδόχου». Τό προικοδότησε μάλιστα πλουσιοπάροχα μέ χρηματικές καί κτηματικές δωρεές καί ἀνέθεσε τή διεύθυνσή του στόν ὅσιο. Ἐπιπλέον τόν ἀνέδειξε σκευοφύλακα τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας.

Ὁ ὅσιος Σαμψών ἦταν ἡ ψυχή τοῦ ἱδρύματος, ὁ γεμᾶτος στοργή πατέρας, ὁ ἄγρυπνος προϊστάμενός του, τό ζωντανό ὑπόδειγμα τῆς ἀγάπης. Ἦταν ἐπίσης, ὅπως ὁ ὑμνωδός ψάλλει: «τῶν πτωχῶν συμπαθεστάτη βοήθεια καί ἀσθενούντων ἰατρός ἄριστος καί καταπονουμένων ἀντίληψις».

Ἔμεινε ἰσόβια πιστός στό μεγάλο ἔργο πού ἀνέλαβε καί κυριολεκτικά ἐκδαπανήθηκε στήν περίθαλψη τῶν ἀσθενῶν καί τῶν ξένων, τούς ὁποίους ὑπηρέτησε σάν ἀγγέλους τοῦ Κυρίου. Κοιμήθηκε γαλήνια τόν αἰώνιο ὕπνο σέ βαθειά γεράματα καί ἐνταφιάσθηκε στόν περικαλλή ναό τοῦ ἁγίου Μωκίου, ὁ ὁποῖος, λέγεται, ὅτι ὑπῆρξε συγγενής του. Ἀπό τόν τάφο του ἀνέβλυζε κάθε χρόνο μύρο. Ὁ ὅσιος δέν ἔπαυσε καί μετά τήν κοίμησή του νά βοηθάει τούς ἀνθρώπους καί νά θαυματουργεῖ.

Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι τό περίφημο νοσοκομεῖο τοῦ ὁσίου Σαμψών καταστράφηκε ἀργότερα ἀπό πυρκαγιά. Ἀλλ’ ὁ Ἰουστινιανός τό ἀνακαίνισε, κάνοντάς το πολύ ὡραιότερο καί πολύ μεγαλύτερο. Σώζονται σήμερα μόνο τά ἐρείπιά του.
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν μνήμη τοῦ ὁσίου Σαμψών τοῦ ξενοδόχου τήν 27η Ἰουνίου.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.

Ὁ φέρων τήν μίμησιν, τῶν τοῦ Θεοῦ οἰκτιρμῶν, ἐνθέου χρηστότητας, ἀναβλυστάνεις κρουνούς, Σαμψών ἱερώτατε˙ σύ γάρ θεομιμήτῳ ἐλλαμφθεί συμπαθείᾳ, ὤφθης τῶν τεθλιμμένων, καί πασχόντων ἀκέστωρ, παρέχων ἑνί ἑκάστῳ, ρῶσιν καί ἔλεος.


 Βιβλιογραφικές αναφορές

-MigneP.G. Συμεὠν τοῦ Μεταφραστοῦ
Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Σαμσών βίος καί πολιτεία, Τόμος 115ος   (σελ. 278-307)
-Ἀγαπίου Μοναχοῦ: Βίβλος καλουμένη Καλοκαιρινή
                Ἐνετίησιν 1801, (σελ. 127-133)
-Θρησκευτική καί Ἠθική Ἐγκυκλοπαιδεία: Α. Μαρτίνου
                Τόμος 10ος, Ἀθήνα 1960
                λῆμμα «Σαμψών ὅσιος», στ. 1152
-Ὁ Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας: Βίκτωρος
Ματθαίου, Τόμος ΣΤ΄, (Ἔκδοσις Δ΄), Ἀθῆναι 1973, (σελ. 394-402)
- Κουκουλέ,Φ. (1948): Βυζαντινῶν βίος καί πολιτισμός , Ἡ εὐποιΐα κατά τούς Βυζαντινούς χρόνους, τά ξενοδοχεῖα, τά νοσοκομεῖα Τόμος Β΄1, ἐν Ἀθήναις (σελ.128-147)
-π. Βασιλείου Ρούσσου Α.Α(1947). Βίοι τῶν ἁγίων Δυτικῆς καί
                Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, Ἰούνιος, Ἐν Ἀθήναις: Καθολική
                Ἔκδοσις, (σελ. 194-196)
- ὁ Ξενών τοῦ Σαμψών .Θρησκευτική Ἐφημερίς "ΖΩΗ"
                ἀριθμός φύλ. 1786, ἔτος 1952,
                ἀριθμός φύλ. 1806, ἔτος 1952, ἑστίαι θερμότητος
- Κατσούλα,Δ.Ι.(2012). Μορφές ἀπό τό Συναξάρι, "ὅσιος  Σαμψών ὁ Ξενοδόχος"Ἀθήνα : ΚΥΠΡΗΣ , (σελ. 187)

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2022

ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ (Ἀββᾶς Δωρόθεος)

 


Ὅταν ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο, ἔβαλε μέσα του ἕνα θεῖο σπέρμα, σάν ἕνα εἶδος λογισμοῦ πιό θερμοῦ καί φωτεινοῦ, νά ἔχει τή θέση τῆς σπίθας, γιά νά φωτίζει τό νοῦ καί νά τοῦ δείχνει νά ξεχωρίζει τό καλό ἀπό τό κακό1. Αὐτό ὀνομάζεται συνείδηση, καί εἶναι ὁ φυσικός νόμος (Ἰωαν. Χρυσ. P. G.49, 131-133). Αὐτός εἶναι τά πηγάδια πού ἄνοιγε ὁ Ἰακώβ, ὅπως ἀκριβῶς εἶπαν οἱ Πατέρες, καί τά παράχωναν οἱ Φιλισταῖοι (Γεν. 26, 15). Μ’ αὐτό τό νόμο, δηλαδή μέ τή συνείδηση, συμμορφώθηκαν οἱ Πατέρες καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι πού ἔζησαν πρίν ἀπό τό γραπτό νόμο καί εὐαρέστησαν στόν Θεό. Ἐπειδή ὅμως αὐτή παραχώθηκε καί καταπατήθηκε ἀπό τούς ἀνθρώπους μέ τήν προοδευτική ἐξάπλωση τῆς ἁμαρτίας, χρειαστήκαμε τό γραπτό νόμο, χρειαστήκαμε τούς ἁγίους Προφῆτες, χρειαστήκαμε τήν ἐνανθρώπιση τοῦ Ἴδιου τοῦ Δεσπότη μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά νά τήν ξαναφέρει στό φῶς καί νά τήν ἀναστήσει, γιά νά ξαναδώσει ζωή, μέ τήν τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, σ’ ἐκείνη τήν σπίθα πού ἦταν παραχωμένη.

 Τώρα λοιπόν, εἶναι στό χέρι μας ἤ νά τήν παραχώσουμε πάλι ἤ νά τήν ἀφήσουμε νά λάμπει καί νά μᾶς φωτίζει, ἄν συμμορφωνόμαστε μέ τίς ὑποδείξεις της. Γιατί ὅταν ἡ συνείδησή μας μᾶς ὑπαγορεύει νά κάνουμε αὐτό καί ἀδιαφοροῦμε, καί πάλι μᾶς λέει νά κάνουμε ἐκεῖνο καί δέν τό κάνουμε, ἀλλά σταθερά καί ἀδιάκοπα τήν καταπατοῦμε, ἔτσι τή θάβουμε καί δέν μπορεῖ πιά νά φωνάξει δυνατά μέσα μας, ἀπό τό βάρος πού τή σκεπάζει. Ὅπως ἀκριβῶς τό λυχνάρι πού δίνει θαμπό φῶς, ἔτσι καί αὐτή ἀρχίζει νά μᾶς δείχνει ὅλο πιό θολά, ὅλο πιό σκοτεινά τά πράγματα, ὅπως συμβαίνει καί μέ τό θολωμένο ἀπό τά πολλά χώματα νερό, πού δέν μπορεῖ νά δεῖ κανείς μέσα τό πρόσωπό του. Ἔτσι σιγά – σιγά καταντᾶμε νά μήν αἰσθανόμαστε ἐκεῖνα πού μᾶς ὑπαγορεύει ἡ συνείδησή μας καί νά φτάνουμε στό σημεῖο νά νομίζουμε ὅτι δέν τήν ἔχουμε καθόλου. Ὅμως δέν ὑπάρχει κανένας πού νά μήν τήν ἔχει. Γιατί αὐτό εἶναι κάτι θεϊκό, ὅπως ἤδη εἴπαμε, καί δέν χάνεται ποτέ, ἀλλά πάντα μᾶς θυμίζει ἐκεῖνο πού ὀφείλουμε νά κάνουμε. Ἐμεῖς ὅμως δέν τήν αἰσθανόμαστε γιατί, ὅπως εἶπα, τήν καταφρονοῦμε καί τήν καταπατοῦμε.

41.—. Γι’ αὐτό ὁ Πρόφήτης θρηνεῖ τόν Ἐφραίμ καί λέει: «Καταδυνάστευσε ὁ Ἐφραίμ τόν ἀντίπαλό του καί κατέπνιξε τή φωνή του» (Ὡσ. 5, 11). Ἀντίπαλο ὀνομάζει τή συνείδηση. Γι’ αὐτό καί στό Εὐαγγέλιο λέει: «Νά ἔχεις καλές σχέσεις μέ τόν ἀντίπαλό σου, ὅσο περπατᾶτε ἀκόμη μαζί στό δρόμο, μήπως κάποτε σέ παραδώσει στόν κριτή, καί ὁ κριτής στούς ὑπηρέτες καί σέ βάλουν στή φυλακή. Ἀληθινά, σοῦ λέω, δέν θά βγεῖς ἀπό ἐκεῖ μέχρις ὅτου ξεπληρώσεις καί τήν τελευταία δεκάρα τοῦ χρέους σου» (Ματθ. 5, 25-26)2. Γιατί ὅμως ὀνομάζει τή συνείδηση ἀντίπαλο; Ἀντίπαλος λέγεται, ἐπειδή ἐναντιώνεται πάντοτε στό θέλημά μας τό κακό, καί μᾶς ἐλέγχει γι’ αὐτά πού πρέπει νά κάνουμε καί δέν τά κάνουμε καί μᾶς κατηγορεῖ γι’ αὐτά πού κάνουμε ἐνῶ δέν πρέπει νά τά κάνουμε. Γι’ αὐτό τήν ὀνομάζει ἀντίπαλο καί μᾶς παραγγέλει λέγοντας: «Νά ἔχεις καλές σχέσεις μέ τόν ἀντίπαλό σου, ὅσο περπατᾶτε ἀκόμα μαζί στό δρόμο. Ὁ δρόμος εἶναι, ὅπως λέει ὁ Μ. Βασίλειος, αὐτός ὁ κόσμος.

42.—.  Ἄς φροντίσουμε λοιπόν, ἀδελφοί μου, νά φυλᾶμε τή συνείδησή μας, ὅσο ἀκόμα βρισκόμαστε σ’ αὐτόν τόν κόσμο, χωρίς νά τήν προκαλοῦμε νά μᾶς ἐλέγξει γιά κάποιο πράγμα, χωρίς νά τήν καταπατοῦμε σέ τίποτα ἀπολύτως οὔτε καί στό ἐλάχιστο. Γιατί ξέρετε καλά ὅτι ἀπό τά μικρά αὐτά καί ἀσήμαντα, ὅπως λένε, φτάνουμε νά καταφρονοῦμε καί τά μεγάλα. Γιατί ὅταν ἀρχίσει κανείς νά λέει: «Τί σημασία ἔχει, ἄν πῶ αὐτό τό λόγο. Τί σημασία ἔχει ἄν φάω λιγάκι; Τί σημασία ἔχει ἄν δώσω προσοχή σ’ αὐτό τό πράγμα»; Ἀπό τό «τί σημασία ἔχει αὐτό καί τί σημασία ἔχει ἐκεῖνο», ἀποκτάει κανείς κακή καί διεστραμμένη διάθεση3 καί ἀρχίζει νά καταφρονεῖ καί τά μεγάλα καί βαρύτερα, καί νά καταπατεῖ τήν ἴδια τή συνείδησή του.

Γι’ αὐτό, προσέξτε, ἀδελφοί μου, νά μήν ἀμελήσουμε τά μικρά, προσέξτε νά μήν καταφρονήσουμε αὐτά σάν ἀσήμαντα. Δέν εἶναι μικρά, γιατί ἀπ’ αὐτά τρέφεται ἡ ψυχή, ἀπ’ αὐτά δημιουργεῖται κακή συνήθεια. Ἄς ἀγρυπνήσουμε, ἄς φροντίσουμε τά ἐλαφρά, ὅσο εἶναι ἀκόμη ἐλαφρά, γιά μή γίνουν βαριά. Καί ἡ πρόοδός μας στήν ἀρετή καί ἡ ἁμαρτία, ξεκινᾶνε ἀπό τά μικρά καί κατραλήγουν σέ μεγάλα, εἴτε καλά εἴτε κακά4. Γι’ αὐτό μᾶς προτρέπει ὁ Κύριος νά φυλᾶμε τή συνείδησή μας, σάν νά θέλει νά κάνει κάποιον ἰδιαίτερα προσεκτικό καί τοῦ λέει: «Πρόσεξε τί κάνεις, ταλαίπωρε, ξύπνα, δημιούργησε καλές σχέσεις μέ τόν ἀντίπαλό σου, ὅσο ἀκόμη βρίσκεσαι στό δρόμο μαζί του». Καί προσθέτει τό φόβο καί τόν κίνδυνο πού ἔχει ἡ ὑπόθεση λέγοντας: «Μήπως κάποτε σέ παραδώσει στόν κριτή καί ὁ κριτής στούς ὑπηρέτες καί σέ βάλουν στή φυλακή». Καί τί ἄλλο; «Ἀληθινά, σοῦ λέω, δέν θά βγεῖς ἀπό ἐκεῖ, μέχρις ὄτου ξεπληρώσεις καί τήν τελευταία δεκάρα τοῦ χρέους σου». Γιατί ἡ συνείδηση μᾶς ἐλέγχει, ὅπως εἶπα, γιά τό καλό καί γιά τόκακό, καί μᾶς ὑποδεικνύει τί νά κάνουμε καί τί ὄχι. Καί αὐτή πάλι θά μᾶς κατηγορήσει καί στή μέλλουσα ζωή. Γι’ αὐτό λέει: Μήπως κάποτε σέ παραδώσει στόν κριτή» κ.τ.λ.

43.—.  Ἡ προσπάθειά μας, γιά νά φυλάξουμε τή συνείδησή μας ἄγρυπνη καί νά συμμοργωνόμαστε μέ τίς ὑποδείξεις της, παίρνει πολλές καί ποικίλες μοργές. Γιατί πρέπει νά ἐνεργεῖ κανείς «κατά συνείδηση» καί πρός τόν Θεό καί πρός τόν πλησίον καί πρός τά πράγματα. Πρός μέν τό Θεό, γιά νά μήν καταφρονεῖ τίς ἐντολές Του, καί ὅταν δέν τόν βλέπει ἄνθρωπος καί ὅταν κανείς δέν ἀπαιτεῖ τίποτε ἀπ’ αὐτόν. Αὐτός ἐνεργεῖ «κατά συνείδηση» ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ μυστικά. Νά, τί θέλω νά πῶ. Ἀμέλησε τήν προσευχή, ἀνέβηκε στήν καρδιά του «ἐμπαθής λογισμός» καί δέν πρόσεξε καί δέν πίεσε τόν ἑαυτό του, ἀλλά συγκατατέθηκε. Εἶδε τόν πλησίον του νά λέει ἤ νά κάνει κάτι καί κατά τή φαντασία του τόν ὑποψιάστηκε καί τόν κατέκρινε. Καί μέ λίγα λόγια, σέ ὅσα γίνονται ἐσωτερικά, μυστικά, πού κανένας δέν ξέρει, παρά μόνο ὁ Θεός καί ἡ συνείδησή μας, σ’ αὐτά πρέπει νά συμμορφωνόμαστε μέ τή φωνή τῆς συνειδήσεως. Αὐτό σημαίνει τό νά τηροῦμε τή συνείδησή μας πρός τό Θεό.

44.—.  Ἡ τήρηση τῆς συνειδήσεως πρός τόν πλησίον εἶναι νά μήν κάνει κανείς τίποτε ἀπολύτως πού καταλαβαίνει ὅτι θλίβει ἤ πληγώνει τόν πλησίον, εἴτε μέ ἔργο, εἴτε μέ λόγο, εἴτε μέ κάποια κίνηση εἴτε μ’ ἕνα βλέμμα, γιατί μπορεῖ κανείς καί μέ μιά κίνηση, ὅπως πολλές φορές λέω, νά πληγώσει τόν πλησίον, μπορεῖ καί μ’ ἕνα βλέμμα. Καί μέ λίγα λόγια, ὁ ἄνθρωπος μολύνει τή συνείδησή του μέ ὅσα καταλαβαίνει ὅτι κάνει ἐπίτηδες γιά νά προκαλέσει λογισμό στόν πλησίον, ἐπειδή ξέρει ὅτι τό κάνει ἐπίτηδες γιά νά τόν βλάψει ἤ νά τόν στεναχωρήσει. Τό νά φυλάξει λοιπόν τή συνείδηση καί νά μήν κάνει κάτι τέτοιο, εἶναι αὐτό πού λέμε, «νά ἐνεργεῖ κατά συνείδηση» πρός τον πλησίον.

45.—.  Νά ἐνεργεῖ κανείς «κατά συνείδηση» πρός τά ὑλικά πράγματα σημαίνει νά μήν κάνει κατάχρηση κανενός πράγματος, νά μήν ἀφήνει κάτι νά καταστραφεῖ ἤ νά πεταχθεῖ. Ἀλλά, καί ἄν ἀκόμα δεῖ κάτι πεταμένο, νά μήν τό ἀγνοήσει, ἔστω καί ἄν εἶναι ἀσήμαντο, ἀλλά νά τό μαζέψει καί νά τό βάλει στή θέση του. Νά μή χρησιμοποιεῖ ἀπρόσεκτα τά ροῦχα του. Γιατί, ἄς ὑποθέσουμε ὅτι μπορεῖ νά φορέσει κανείς τό ροῦχο του ἄλλη μιά ἤ δυό ἑβδομάδες καί πηγαίνει καί τό βάζει καί τό πλένει, πρίν τῆς ὥρας του, καί τό φθείρει. Καί ἀντί νά τό χρησιμοποιήσει ἄλλους πέντε μῆνες ἤ καί περισσότερο, μέ τό πλῦνε-πλῦνε το παλιώνει καί τό ἀχρηστεύει. Καί αὐτό γίνεται «παρά συνείδηση».
Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τό στρῶμα. Πολλές φορές μπορεῖ κανείς νά βολευτεῖ μ’ ἕνα παπλωματάκι καί ζητάει παχύ στρῶμα. Ἄλλοτε πάλι ἔχει τρίχινο καί θέλει νά τό ἀλλάξει καί νά πάρει ἄλλο καινούργιο καί ὄμορφο ἀπό ματαιοδοξία ἤ ἀπό ἀκηδία. Μπορεῖ ν’ ἀρκεστεῖ σ’ ἕνα παλιόρουχο καί ζητάει μάλλινο καί δημιουργεῖ ζητήματα, ἄν δέν τοῦ τό δώσουν. Ἄν δέ καί ἀρχίσει νά προσέχει τόν ἀδελφό του καί νά λέει: «Γιατί αὐτός ἔχει αὐτό καί ἐγώ δέν ἔχω»; Ἔ, αὐτός εἶναι μακάριος! Τότε πρόκοψε!5. Ἄλλοτε πάλι ἁπλώνει κανείς τό ροῦχο του ἤ τό σκέπασμά του στόν ἥλιο καί ἀμελεῖ νά τό μαζέψει καί τό ἀφήνει καί καίγεται. Καί αὐτό εἶναι «παρά συνείδηση».
Παρόμοια καί μέ τά φαγητά. Μπορεῖ κανείς νά βολευτεῖ μέ μικρό λάχανο ἤ μέ λίγα ὄσπρια ἤ λίγες ἐλιές, καί δεν τό σηκώνει, ἀλλά ζητάει ἄλλο φαγητό πιό γευστικό καί πιό πολυτελές. Ὅλα αὐτά εἶναι «παρά συνείδηση»6.

46.—.  Οἱ Πατέρες ὅμως λένε ὅτι δεν πρέπει ὁ μοναχός ν’ ἀφήσει ποτέ τή συνείδησή του νά τόν κατατυραννεῖ γιά ὁποιοδήποτε θέμα7. Πρέπει λοιπόν, ἀδελφοί μου, ν’ ἀγρυπνοῦμε πάντοτε καί νά φυλαγόμαστε ἀπ’ ὅλα αὐτά, γιά νά μήν πέσουμε σέ κίνδυνο. Καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς τό προεῖπε, ὅπως τό ξανάπαμε. Ὁ Θεός νά δώσει νά τά ἀκοῦμε καί νά τά τηροῦμε ὅλα αὐτά, γιά νά μήν μᾶς κατακρίνουν οἱ λόγοι τῶν Πατέρων μας. Ἀμήν.


Ἀπό τό βιβλίο,
«Ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος, ἔργα ἀσκητικά»
Ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»Ἱ.Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2022

«Όποιος κινείται από μωρόν ζήλον πάσχει από βαριά ασθένεια» (Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ)


Οἱ ἀνόητοι ζηλωτές συμπεραίνουν ὅτι πρωταρχική αἰτία τοῦ ζήλου τους εἶναι ἡ πίστη, ἄς γνωρίζουν ὅτι ἡ ἀληθινή πίστη, καί κατ΄ ἐπέκτασιν ὁ ἀληθινός ζῆλος, πρέπει νά ἐκφράζονται μέ ταπεινοφροσύνη ὅσον ἀφορα τούς ἀδελφούς μας καί μέ ἔλεος πρός αὐτούς. «Ὅποιος κινεῖται ἀπό μωρόν ζῆλον», λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος, «πάσχει ἀπό βαρειά ἀσθένεια. Ὤ, ἄνθρωπε, σύ πού νομίζεις ὅτι μπορεῖς νά χρησιμοποιεῖς τόν ζῆλο σου κατά τῶν ἀδυναμιῶν τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, ἔχεις ἀπαρνηθεῖ τήν εἰρήνη τῆς δικῆς σου ψυχῆς!
~ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ
(Συμβουλές για την πνευματική ζωή των μοναχών σελ, 317).







ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ «ΡΗΜΑΤΑ» ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος)

 

1. Να αγαπήσεις και να συμπονέσεις τους φτωχούς, για να ελεήσει και σένα ο Θεός.2. Να μην πηγαίνεις κοντά σε φιλόνικους ανθρώπους, για να μην αναγκασθείς να βγεις από τη γαλήνη του Θεού.
3. Να μην αηδιάζεις με τη δυσοσμία των αρρώστων, και μάλιστα των φτωχών, επειδή και συ το ίδιο δώμα φοράς.
4. Να μην επιπλήξεις αυτούς που έχουν θλίψη στην καρδιά, για να μη μαστιγωθείς με το ίδιο τιμωρητικό ραβδί, και θα ψάχνεις τότε ποιος να σε παρηγορήσει, και δε θα βρίσκεις κανέναν!
5. Να μη χλευάσεις και περιγελάσεις τον ακρωτηριασμένο, διότι όλοι θα πάμε στον τάφο, όπου δεν υπάρχει διάκριση.
6. Να συμπαθείς τους αμαρτωλούς, να μισήσεις όμως τα αμαρτωλά έργα τους, και να μην τους καταφρονήσεις για τα ελαττώματά τους, μήπως και συ, αργότερα, πέσεις στην ίδια παγίδα της αμαρτίας.
7. Θυμήσου ότι έχεις την κοινή, χωματένια, ανθρώπινη φύση, και να κάνεις το καλό σε όλους αδιακρίτως.
8. Αυτούς που ζητούν την ευχή σου να μην τους μαλώνεις, και να μην τους αποστερείς από τα συμπονετικά και παρηγορητικά σου λόγια, για να μη χαθούν και ζητήσει ο Θεός από σένα λόγο για τις ψυχές τους. (30)
9. Να μην αργολογείς, αλλά να λες μόνο τα δέοντα και τα αναγκαία.
10. Να αρκείσαι στα πενιχρά ενδύματα, ίσα – ίσα για να προστατεύεις το σώμα σου.

Γαστριμαργία.

11. Να τρως ευτελή φαγητά, για να συντηρείται το σώμα σου σε καλή κατάσταση, και να αποφεύγεις τη γαστριμαργία.
12. Να τρως λίγο από όλα τα φαγητά της τράπεζας, και όχι άλλα να περιφρονείς, και άλλα να διαλέγεις και, μ’ αυτά, να θέλεις να γεμίσεις το στομάχι σου.
13. Ανώτερη όλων των αρετών είναι η διάκριση.
14. Μην πίνεις κρασί, παρά μόνο όταν είσαι με άλλους, ή είσαι άρρωστος και αισθάνεσαι αδυναμία.
15. Μη διακόψεις τον άλλο, ενώ μιλάει, και αντιλογήσεις σαν αμαθής, αλλά να φέρεσαι με σοφία και αυτοκυριαρχία.
16. Όπου κι αν βρεθείς, να θεωρείς τον εαυτό σου μικρότερο και υπηρέτη των αδελφών σου.
17. Τρώγε και πίνε με εγκράτεια και αυτοκυριαρχία, όπως αρμόζει στα παιδιά του Θεού.
18. Όταν κάθεσαι στην τράπεζα, μη απλώσεις με αναίδεια το χέρι σου και πάρεις κάτι που βρίσκεται μπροστά στον αδελφό σου. Και αν καθίσει κοντά σου κάποιος φιλοξενούμενος, παρακίνησέ τον, μια και δυο φορές, να φάει, και βάλε το φαγητό στο τραπέζι με συστολή και ευπρέπεια, και όχι με ανήσυχο πρόσωπο.
19. Ήσυχα ν’ ανοίγεις και να κλείνεις την πόρτα του κελιού σου, και του κελιού του αδελφού σου, και να μην μπεις σε κανένα κελί, προτού να κρούσεις την θύρα απέξω. Πρώτα ν’ ακούσεις ότι σε καλούν, και τότε πέρασε μέσα, με ευλάβεια.
20. Μη βαδίζεις γρήγορα στο δρόμο, εκτός αν υπάρχει επείγουσα ανάγκη.
21. Ενώ βαδίζεις στο δρόμο, μη προχωρείς μπροστά από τους μεγαλύτερούς σου˙ και αν τύχει και προχωρήσει μπροστά ο αδελφός σου, κάνε λίγο γρήγορα να τον φτάσεις.
22. Εάν ο αδελφός σου, ενώ προχωρείτε, συναντήσει κάποιους και μιλήσει μαζί τους, περίμενέ τον και μη τον βάζεις να σταματήσει τη συνομιλία. Και κάτι άλλο. Ο υγιής, προτού να κουραστεί ο άρρωστος, να του λέει: ας καθίσουμε να αναπαυθούμε και να φάμε.
23. Μην ελέγξεις κανένα άνθρωπο για το παράπτωμά του, αλλά να θεωρείς τον εαυτό σου υπεύθυνο για όλα, και για το σφάλμα του αδελφού σου.
24. Αν είναι κάποια ευτελής εργασία, να την κάνεις με ταπεινοφροσύνη, και να μην την αποφεύγεις, μήτε να παραιτείσαι, για να την κάνει άλλος.
25. Στο δρόμο που πηγαίνετε, εάν σου πει ο μεγαλύτερος «Έλα να ψάλλουμε», μην τον παρακούσεις. Εάν, πάλι, δε σου το πει, εσύ να κρατήσεις το στόμα σου κλειστό, όμως με την καρδιά σου δοξολόγησε το Θεό.
26. Καλύτερα να σε καταφρονήσουν, παρά να καταφρονήσεις εσύ τον άλλο. Καλύτερα να αδικηθείς, παρά να αδικήσεις.
27. Εσύ που είσαι γαστρίμαργος, και ζητάς να ευχαριστήσεις το στομάχι σου με ποικίλα και νόστιμα φαγητά, πρόσεξε. Καλύτερα να βάλεις στην κοιλιά σου αναμμένα κάρβουνα, παρά τα τηγανισμένα φαγητά των αξιωματούχων και των αρχόντων.
28. Μην πηγαίνεις στις πλατείες, όπου συγκεντρώνονται και μαλώνουν άνθρωποι οργίλοι και φιλόνικοι, για να μη γεμίσει θυμό η καρδιά σου, και κυριαρχήσει στην ψυχή σου το σκοτάδι της πλάνης.
29. Με άνθρωπο υπερήφανο να μη συγκατοικήσεις, για να μη χάσει η ψυχή σου την ενέργεια και τη χάρη του αγίου Πνεύματος, και γίνει κατοικητήριο παντός πονηρού πάθους. (32-5).

 

(Από το βιβλίο: “Ανθολόγιο από την ασκητική εμπειρία του Αγίου Ισαάκ του Σύρου”. Ερμηνευτική απόδοση – επιμέλεια, Κωνσταντίνου Χρ. Καρακόλη, Δρος Θεολογίας, Φιλολόγου)

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2022

ΚΑΤΑΚΡΙΣΙΣ (Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ)

 

Λύτρωσι από τις αμαρτίες σου ποτέ δεν θα βρης, όσο δεν εφαρμόζεις την εντολή και την προειδοποίηση του Κυρίου: «Μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε· εν ω γαρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, και εν ω μέτρω μετρείτε μετρηθήσεται υμίν» (Ματθ. 7. 1-2). Ποτέ να μην κρίνης, γιατί ένας είναι μόνο ο Κριτής, που θα κρίνη ζώντας και νεκρούς. Κοίτα μόνο τον εαυτό σου και τα έργα σου, για τα οποία θα κριθής. Δεν βλέπεις πόσες αμαρτίες έχεις; Πώς τολμάς λοιπόν να κατακρίνης τον άλλον;

Μην κρίνης αν δεν θέλης να κατακριθής. Μην κρίνης, γιατί είσαι κι εσύ ένοχος της ίδιας αμαρτίας. «Αναπολόγητος ει, ω άνθρωπε, πας ο κρίνων· εν ω γαρ κρίνεις τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις· τα γαρ αυτά πράσσεις ο κρίνων» (Ρωμ. 2. 1).

Ερεύνησε και καλλιέργησε τον εαυτό σου, και μην ασχολείσαι με τα ξένα αμαρτήματα. Δεν θα δώσης λόγο στον Θεό γι΄ αυτά, αλλά για τα δικά σου. Σου ζήτησε κανείς να παρατηρής και να καταγράφης τις αμαρτίες των ανθρώπων; Αντίθετα, έχεις υποχρέωσι να παρακολουθής τη δική σου πνευματική πορεία: Ευαρεστείς τον Κύριο; Εκτελείς τις εντολές Του; Ακολουθείς τα ίχνη Του; Μιμείσαι τη ζωή των αγίων; Είναι κάθε πράξις, κάθε λόγος, κάθε σκέψις σου αρεστά στον Θεό;

Ποιός, αλήθεια, είναι απαλλαγμένος από την αμαρτία; Ποιός θα βρεθή ανένοχος; Μήπως εσύ; Προφήτης του Θεού ήταν ο βασιλιάς Δαβίδ, κι όμως εβόησε: «Εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50. 7). Ο ένας είναι ένοχος σε τούτο, ο άλλος σ’ εκείνο. Ο ένας στο μεγάλο, ο άλλος στο μικρότερο. Όλοι αμαρτωλοί, όλοι ένοχοι, όλοι άνομοι, όλοι αναπολόγητοι. Όλοι έχουμε ανάγκη από το έλεος του Θεού, όλοι ελπίζουμε στη φιλανθρωπία Του. Διότι «ου δικαιωθήσεται ενώπιον του Κυρίου πας ζων» (Ψαλμ. 142. 2).

Γι΄ αυτό μην κατακρίνης αυτούς που σφάλλουν. Μη σφετερίζεσαι το έργο του Θεού. Μη γίνεσαι αντίπαλος του Κυρίου, αρπάζοντας το αξίωμα που κράτησε για τον εαυτό Του. Και με τα ίδια σου τα μάτιαα αν δης κάποιον να αμαρτάνη, μην τον καταδικάσης, μην τον κακολογήσης, μην τον διασύρης, μην τον εξουθενώσης. Καταδίκασε τον διάβολο που τον εξαπάτησε και τον έριξε στην αμαρτία. Αν όμως καταδικάσης τον αδελφό σου, θα επιβεβαιώσης τον μεγάλο και άλογο εγωισμό σου. Και πρόσεξε, γιατί θα πέσης κι εσύ στο ίδιο αμάρτημα. Κατά κανόνα, όποιος κρίνει τον άλλον για κάτι, πέφτει κατόπιν στο ίδιο. Κάλυψε λοιπόν σπλαχνικά με τη σιωπή το σφάλμα του αδελφού σου. Κι αν μπορής διόρθωσέ τον με αγάπη και ταπείνωσι. Αν δεν μπορής, μείνε στη σιωπή σου και καταδίκασε τον εαυτό σου για τα δικά σου αμαρτήματα. Σου αρκούν αυτά.

«Τί βλέπεις το κάρφος το εν τω οφθαλμώ του αδελφού σου, την δε εν τω σω οφθαλμώ δοκόν ου κατανοείς;» (Ματθ. 7. 3). Τα μάτια σου πέφτουν πάντα στα ξένα αμαρτήματα και όχι στα δικά σου. Είσαι τυφλός όπως ο Φαρισαίος, που έλεγε: «Ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης» (Λουκ. 18. 11). Να όμως που δικαιώθηκε ο κατηγορούμενος και καταδικάσθηκε ο κατήγορος.

Σου θυμίζω ένα περιστατικό από το Γεροντικό, και κράτησέ το στη μνήμη σου:

Πήγε κάποτε ο αββάς Ισαάκ ο Θηβαίος σε κάποιο μοναστήρι. Εκεί είδε έναν αδελφό να σφάλλη και τον κατέκρινε. Μόλις όμως έφυγε και βγήκε στην έρημο, παρουσιάσθηκε ένας άγγελος Κυρίου, στάθηκε μπροστά στην πόρτα του κελιού του και δεν τον άφηνε να μπη. Εκείνος τότε τον παρακαλούσε να του εξήγηση την αιτία. Και ο άγγελος του αποκρίθηκε: «Ο Θεός με έστειλε να σε ρωτήσω: Πού προστάζεις να βάλω τον αδελφό που έκρινες;». Αμέσως ο αββάς Ισαάκ κατάλαβε το νόημα των λόγων του αγγέλου και του έβαλε μετάνοια λέγοντας: «Αμάρτησα, συγχώρησέ με». Ο άγγελος τότε του είπε: «Σήκω, σε συγχώρησε ο Θεός. Και φυλάξου από δω και πέρα, να μην κρίνης κανένα πριν τον κρίνη ο Θεός».

(Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ, Πνευματικό Αλφάβητο, Ιστολόγιο «Ελληνική Πατρολογία»)

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2022 (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

fth copy

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Χαίρετε∙ δηλαδή, νὰ ἔχετε χαρά!

               Μὰ πῶς -θὰ μοῦ ποῦν κάποιοι- θὰ κατακτήσουμε αὐτὴ τὴν χαρά,  ὅταν ὁ νοῦς μας ταλαιπωρεῖται ἀπὸ χιλιάδες σκέψεις, ὅταν οἱ τιμὲς αὐξάνονται, ὅταν ἀγαπημένα μας πρόσωπα ἀσθενοῦν ἤ λείπουν ἀπὸ κοντά μας; 

               Τὸ «χαίρετε», ἀδελφοί, δὲν τὸ λέμε οὔτε τυπικά, οὔτε ζῶντας μέσα σὲ μία οὐτοπία. Ὅ,τι καὶ νὰ συμβαίνει γύρω μας, ἡ Ἐκκλησία θὰ εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι πάντοτε ἡ χορηγὸς τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς μέσα ἀπὸ τὴν καλλιέργεια τῆς ἁπλότητας, γιὰ τὴν ὁποία ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα. 

                Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ χαίρεται μέσα στὴν ἁπλότητα. Ἐκεῖνος, λοιπόν, ποὺ βλέπει τὸν κόσμο γύρω του μὲ ἁπλότητα, μὲ πνεῦμα ταπείνωσης, πραότητας καὶ ἀγάπης, θεωρῶντας ὅτι ὅλα συμβαίνουν μὲ τὴν παραχώρηση ἤ τὴν ἀνοχὴ τοῦ Θεοῦ, γιὰ λόγους τοὺς ὁποίους Ἐκεῖνος ξέρει, ζεῖ μέσα στὴν ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ὅλη του ἡ ὕπαρξη εἶναι φωτεινή. Ἀντιθέτως, ἐκεῖνος ποὺ βλέπει τὰ πάντα μὲ καχυποψία καὶ πονηριά, ζεῖ μέσα στὴν λύπη, ἤ στὴν καλύτερη περίπτωση σὲ μία ψεύτικη χαρά, καὶ ἐνῶ νομίζει ὅτι βλέπει τὸ φῶς, στὴν πραγματικότητα βλέπει μόνο σκοτάδι. Καὶ ἄν τὸ φῶς τὸ δικό του εἶναι σκοτάδι, ρωτάει ὁ Κύριος, τὸ σκότος πόσον;

                Θεὸς εἶναι ἀπλός. Ἑμεῖς, γιὰ νὰ καταφέρουμε νὰ γίνουμε ἀπλοί, πρέπει νὰ ζοῦμε μὲ στόχο νὰ ἀρέσουμε στὸν Θεό, νὰ κάνουμε τὸ Θέλημά Του καὶ νὰ Τὸν δοξάζουμε. Ἐδώ, ὅμως, ὁ Χριστὸς μᾶς διευκρινίζει ὅτι «κανένας δὲν μπορεῖ νὰ ἐργάζεται γιὰ δύο κυρίους». Δὲν μποροῦμε νὰ ἐργαζόμαστε γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ταυτόχρονα γιὰ τὸν ἄδικο πλουτισμό, ἤ γιὰ τὰ μάτια τοῦ κόσμου, ἤ γιὰ νὰ ἰκανοποιοῦμε τὰ προσωπικά μας πάθη. Δὲν μποροῦμε νὰ ἐργαζόμαστε γιὰ τὸν Θεὸ καί, παράλληλα, νὰ βυθιζόμαστε σὲ λυπηρὲς σκέψεις γιὰ τὸ πῶς θὰ ζήσουμε, τί θὰ φάμε, ἤ τί θὰ πιοῦμε.

               Εἴμαστε εὐλογημένοι διότι γεννηθήκαμε στὴν Ὀρθοδοξία καὶ πιστεύουμε σὲ ἕναν Θεὸ στοργικὸ καὶ συμπονετικό, σὲ ἕναν Πατέρα, ὁ Ὁποῖος μᾶς καταλαβαίνει. Καταλαβαίνει ὅτι, ὡς ἄνθρωποι, ἔχουμε βιοτικὲς ἀνάγκες ἀλλά, μᾶς καλεῖ νὰ ἀφήσουμε στὴν ἄκρη τὴν μέριμνα γιὰ αὐτὲς καὶ νὰ μεριμνοῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ Ἐκεῖνον. Καὶ ἄν ἑμεῖς ἐργαζόμαστε πρῶτα γιὰ τὸν Θεό, ὀ ἴδιος ὁ Θεὸς θὰ μεριμνήσει γιὰ ἑμᾶς, ὅπως μεριμνᾶ γιὰ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, τὰ ὁποῖα οὔτε σπείρουν, οὔτε θερίζουν, καὶ ὅμως ἡ τροφὴ δὲν τοῦς λείπει. 

                ν, ἀντιθέτως, μεριμνῶντας γιὰ τὰ βιοτικά, ἀφήνουμε τὸν Θεὸ στὴν ἄκρη, μπορεῖ ὁ ὑλικὸς πλοῦτος μας νὰ πολλαπλασιασθεῖ, ἀλλὰ μαζὶ μὲ αὐτὸν θὰ πολλαπλασιασθεῖ ἡ λύπη ἀπὸ τὴν σκέψη ὅτι ἡ ζωή μας ἀποτελεῖ ἕναν φαῦλο κύκλο ἐπιβίωσης καὶ ὁ φόβος μήπως χαθεῖ ἡ μεγάλη περιουσία. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ὅτι ἡ χαρὰ δὲν ἐπηρρεάζεται ἀπὸ τὸν πλοῦτο, ἀλλὰ ἐξαρτᾶται μόνο ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας. Ἐπιτρέπουμε στὸν Θεὸ νὰ κατοικήσει στὴ ζωή μας; Ἄν ναί, τότε ὅλα τὰ σύννεφα τῆς λύπης θὰ διαλυθοῦν, ὅσο μεγάλες καὶ ἄν εἶναι οἱ δοκιμασίες μας. Ἀπομακρύνουμε τὸν Θεὸ ἀπὸ τὴ ζωή μας; Τότε, τίποτα καὶ κανένας δὲν θὰ μᾶς προσφέρει τὴν ἀληθινὴ χαρά. 

γαπητοὶ ἀδελφοί, 

               Αὐτὸ στὸ ὁποῖο θὰ ἤθελα νὰ ἐστιάσουμε, εἶναι νὰ βλέπουμε τὰ πάντα μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς καὶ νὰ δίνουμε προτεραιότητα στὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ Ἐκεῖνος θὰ κατευθύνει τὴ ζωή μας πρὸς τὸ ἀγαθό. Ὁ Θεὸς ὅ,τι ἐπιτρέπει, τὸ ἐπιτρέπει γιὰ νὰ δοκιμασθοῦμε καὶ νὰ γίνουμε καλύτεροι, πιὸ δυνατοί. 

               Ὁ σήμερα τιμώμενος Ἅγιος Μεθόδιος Ἐπίσκοπος Πατάρων ἔκανε ὑπακοὴ στὸ Θεῖο Θέλημα καὶ δίχως νὰ τὸ ἐπιδιώξει, ἔγινε Ἐπίσκοπος σὲ μία ἐπαρχία βυθισμένη στὴν αἵρεση τοῦ Ὠριγένη. Ἄφησε τὸν Θεὸ νὰ κατευθύνει τὴ ζωή του, κλήθηκε νὰ ἀντιμετωπίσει πολλὲς θλίψεις καὶ κινδύνους, ἀλλὰ ἔκανε ὑπομονή. Μέσα ἀπὸ τὴν ὑπομονή, τὴν ἐπιμονὴ καὶ τὸν ἀγώνα του ἀξιώθηκε νὰ προσελκύσει στὴν Ὀρθοδοξία τοὺς περισσότερους αἱρετικούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους μόνο λίγοι ἔμειναν στὴν πλάνη. Στὸν μεγάλο αὐτὸν Ἅγιο ὁ Θεὸς ἐπεφύλαξε τὸν μαρτυρικὸ θάνατο. Δὲν ξέρουμε τί μᾶς ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός. Αὐτό, ὅμως, ποὺ μὲ ἀσφάλεια γνωρίζουμε εἶναι τὰ σημερινὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ἡ θλίψη ἀσκεῖ τὴν ὑπομονή, ἡ ὑπομονὴ ἀσκεῖ τὸν χαρακτήρα, ὁ χαρακτήρας τὴν ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπίδα δὲν μᾶς ἀπογοητεύει».

Μετ’ ευχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας

 ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος