† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Τρίτη 27 Ιουνίου 2023

Ἐπέτειος 100 ἐτῶν ἀπὸ τὸ Μεταξακικὸ «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ 1923 (του Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντος)

 

+ Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος

Α. Ἐκκλησιοµάχος Οἰκουµενισµὸς καὶ Ἡµερολογιακὸ Θέµα

     ΩΣ ΓΝΩΣΤΟΝ, οἱ ἅγιες Οἰκουμενικὲς καὶ Τοπικὲς Σύνοδοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἦταν ἀνέκαθεν Σύνοδοι τῆς Παραδόσεως, γιὰ τὸν λόγο δὲ τοῦτο εἶχαν τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἐπισφράγιση τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος. Αὐτὸ ἀποτελοῦσε καὶ τὴν ἀσφάλεια τῆς µὴ παρεκκλίσεως καὶ ἐκτροπῆς στὴν πολύµορφη πλάνη τῆς ἀποστασίας.

     Ὅµως, στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος φοβερὴ καταιγίδα ἔπληξε τὴν θεία ὁλκάδα τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας, καὶ συνεχίζει νὰ τὴν πλήττει δεινῶς. Πρόκειται γιὰ τὴν Ἐκκλησιοµάχο αἵρεση τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ὁ ὁποῖος στὴν προφανῆ ἀντιπαραδοσιακότητά του, ἀντιμάχεται εὐθέως τὴν Μοναδικότητα καὶ τὴν Σωτηριολογικὴ Ἀποκλειστικότητα τῆς Ἀληθινῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ ἐπὶ γῆς, ἤτοι τῆς Ὀρθοδόξου, τοῦ πραγµατικοῦ αὐτοῦ θεοϊδρύτου «ἐργαστηρίου ἁγιότητος» τῶν ἀνθρώπων.

     Οἱ νέοι καινοτόµοι καὶ αἱρετικοὶ Οἰκουµενισταὶ πλήττουν τὴν ἱερὰ Παράδοση µέσῳ τῆς ἐπιθέσεώς τους κατὰ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου καὶ Πασχαλίου, ὡς ἀπαρχὴ τοῦ εὐρυτέρου µεταρρυθµιστικοῦ καὶ κατὰ βάσιν ἀντιεκκλησιαστικοῦ σχεδίου τους, γιὰ µία ἐκκοσµίκευση καὶ ἕναν «ἐκσυγχρονισµό», ὥστε ἡ «µεταλλαγµένη» ἐκκλησία νὰ συναρµόζεται στὴν συγκρητιστικὴ πανθρησκεία καὶ νὰ παραδοθεῖ ἀνενδοίαστα στὴν ἄνοµη κυριαρχία τοῦ Ἀντιχρίστου.  

     Ἡ ἐπιβολὴ τοῦ Οἰκουµενισµοῦ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἄρχισε µὲ τὴν ἀνακίνηση τοῦ ζητήµατος τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Πατροπαραδότου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου καὶ Πασχαλίου. Οἱ Οἰκουμενιστὲς ἐπικαλέσθηκαν ὡς δικαιολογία ὅτι πρόκειται ἁπλῶς γιὰ διόρθωση ἀστρονοµικοῦ λάθους, ἀλλὰ ὁ πραγµατικὸς σκοπός τους ἦταν ἡ ἐπίτευξη συνεορτασµοῦ µὲ τοὺς ἑτεροδόξους. Τὸ πρῶτο αὐτὸ σηµαντικὸ βῆµα θὰ ἄνοιγε τὸν δρόµο γιὰ µία σταδιακὴ οἰκουµενιστικὴ διάβρωση, πρᾶγµα ποὺ συμβαίνει ἐδῶ καὶ ἕναν αἰῶνα.

     Τὸ Πάτριο ἤ Ἰουλιανὸ ἤ Παλαιὸ Ἡµερολόγιο ἐχρησιµοποιεῖτο ἀνέκαθεν ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὄχι διότι ἦταν τὸ καλύτερο ἤ ἀκριβέστερο ἀστρονοµικὰ καὶ ἐπιστηµονικά. Αὐτὸ βρῆκε ἡ Ἐκκλησία ἐν χρήσει στὴν Ρωµαϊκὴ Πολιτεία καὶ βάσει αὐτοῦ ρύθµισε τὸ Πασχάλιο καὶ τὸ Ἑορτολόγιό της. Ἔτσι, αὐτὸ συµπλέχθηκε µὲ τὴν λειτουργικὴ ζωή της, «συνυφάνθη καὶ ἡγιάσθη»1 καὶ ἀποτέλεσε µέρος τῆς Παραδόσεώς της, ἀποκαλούµενο πλέον Ἐκκλησιαστικόν2.

     Ὅταν τὸν ΙΣΤ΄ αἰῶνα οἱ αἱρετικοὶ Παπικοὶ προσπάθησαν νὰ πείσουν τοὺς Ὀρθοδόξους νὰ ἀποδεχθοῦν τὸ δικό τους νεο-εφεύρετο τότε Γρηγοριανὸ ἤ Παπικὸ Ἡµερολόγιο καὶ Πασχάλιο, οἱ Προκαθήµενοι τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχείων ἀπέκρουσαν καὶ κατεδίκασαν Συνοδικῶς τὸ Δυτικὸ Ἡµερολόγιο τρεῖς φορὲς σὲ µεγάλες Πανορθοδόξους Συνόδους: τὸ 1583, τὸ 1587 καὶ τὸ 1593 3.

     Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, διακρινόµενοι ἐπὶ σοφίᾳ καὶ εὐρύτητι πνεύµατος, δὲν ἦσαν κατὰ τῆς ἐπιστηµονικῆς ὀρθοφροσύνης, ἀλλὰ στὸ θέµα τοῦ Ἡµερολογίου ἔθεταν ὡς ἀρχὴ τὴν συµφωνία καὶ ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι τὴν ἀκρίβεια τῆς ἰσηµερίας4Γιὰ τὸν λόγο τοῦτον, ἀπὸ τὸν ΣΤ΄ ἤδη αἰῶνα, ὁπότε καθορίσθηκε ἅπαξ διὰ παντὸς τὸ ἑνοποιηµένο ἡµερολογιο-πασχάλιο σύστηµα γιὰ τὶς ἐκκλησιαστικὲς Ἑορτές, δὲν ὑπῆρξε διάσταση στὸν χρόνο ἑορτασµοῦ τῆς µιᾶς καὶ αὐτῆς Ἑορτῆς στὴν λειτουργικὴ καὶ πνευµατικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας5. Ὅλες οἱ Τοπικὲς Ἐκκλησίες νήστευαν καὶ ἑόρταζαν ἀπὸ κοινοῦ πρὸς αἰσθητοποίησιν τῆς µοναδικότητος, συµφωνίας καὶ ἑνώσεως στὴν Πίστη, στὰ Μυστήρια καὶ στὴν ἐν Χριστῷ ἁγιαστικὴ ζωὴ τῆς Χάριτος.

     Ἡ ἀναζήτησις ἀκριβοῦς ἐπιστηµονικὰ ἡµερολογίου γιὰ χρήση στὴν Ἐκκλησία εἶναι µία µεγάλη πλάνη, καὶ διότι ἐξαρτᾶ τὸν ἑορτολογικὸ κύκλο τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὶς ἑκάστοτε ἐπιστηµονικὲς ἀνακαλύψεις καὶ ἐξελίξεις, ἀλλὰ καὶ διότι -πρᾶγµα ποὺ εἶναι καὶ τὸ πλέον σηµαντικό- δὲν θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ἐκπληρωθοῦν οἱ Κανονικὲς ἀπαιτήσεις τῆς Ἐκκλησίας (βλ. Ἱεροὺς Κανόνες Ζ΄ Ἀποστολικόν, ὡς καὶ Ὅρον Α΄ Οἰκουµενικῆς Συνόδου βεβαιούµενον ἀπὸ τὸν Α΄ τῆς Ἀντιοχείας), ὥστε τὸ Χριστιανικὸ Πάσχα νὰ µὴ συµπίπτει ποτὲ µετὰ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ, οὔτε βέβαια νὰ προηγεῖται αὐτοῦ, ἀλλὰ πάντοτε νὰ ἕπεται.

     Ὅπως δὲ ὀρθῶς ἔχει παρατηρηθεῖ, ἡ ἀπαγόρευση συνεορτασµοῦ τοῦ Πάσχα µὲ τοὺς Ἰουδαίους ἀπὸ τὴν Α΄ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο, ἔχει τὴν ἔννοια καὶ τῆς ἀπαγορεύσεως συνεορτασµοῦ µὲ τοὺς ἑτεροδόξους6. Ὁ συνεορτασµὸς προϋποθέτει ταυτότητα καὶ ἑνότητα Πίστεως· ὁπότε, ἡ ἀπόρριψις κοινοῦ ἡµερολογίου µὲ τοὺς ἑτεροδόξους δὲν ὀφείλεται σὲ ἄκαιρο καὶ παράλογο πεῖσµα ἀρνήσεως τῆς ἐπιστηµονικῆς ἀκριβείας καὶ τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, ἀλλὰ καθαρὰ σὲ λόγους Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογικῆς αὐτοσυνειδησίας, οἱ ὁποῖοι τονίζουν τὴν ἀπόλυτη ἀδυναµία συνεορτασµοῦ ἐν ὅσῳ ὑφίσταται οὐσιώδης διαφορὰ Πίστεως.

     Ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ἄρχισε νὰ ἐπιβάλλεται σταδιακὰ καὶ µεθοδικὰ στὸν χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶχε ὡς σηµαντικὸ καὶ καθοριστικὸ σταθµὸ στὴν ἐπικράτησή της τὸ δύσφηµο δῆθεν Πανορθόδοξο Συνέδριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1923, τοῦ ὁποίου τὴν θλιβερὴ 100ὴ ἐπέτειο ἀριθµοῦµε κατὰ τὸ τρέχον ἔτος. Αὐτὸ τὸ ἀπαισίας µνήµης Συνέδριο δὲν ἦταν «εἰς οἰκοδοµήν», ἀλλ’ «εἰς καθαίρεσιν»! Ἔσεισε τὸ ἅγιο οἰκοδόµηµα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐκλόνισε µὲ κτύπηµα ἰσχυρὸ τὶς ἅγιες καὶ σεπτὲς Παραδόσεις τῆς ἁγίας Πίστεώς µας, προκειµένου νὰ διευκολύνει τὸν ὀλισθηρὸ δρόµο προσεγγίσεως µὲ τοὺς ἑτεροδόξους καὶ συνεορτασµοῦ µὲ αὐτούς, γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ ὄχι ἡ «ἑνότητα τῆς Πίστεως»7 ἐν Ἀληθείᾳ, ἀλλὰ τοῦ ψεύδους ἐν πλάνῃ.

Β. Τὸ µοιραῖο πρόσωπο τοῦ Μελετίου Μεταξάκη

     Γιὰ νὰ ἐπιτελεσθοῦν Καινοτοµίες στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ προκληθεῖ σάλος καὶ διαίρεση, χρειάζονται τὰ «κατάλληλα» πρόσωπα, τὰ ὁποῖα νὰ ἔχουν τὸ θράσος καὶ τὴν ἀσέβεια, ὥστε νὰ ἐπιτελέσουν ἔργο καταστροφικό. Ἕνα τέτοιο µοιραῖο πρόσωπο ἀποδείχθηκε καὶ ὁ ἐκ Κρήτης καταγόµενος Μελέτιος Μεταξάκης, πνεῦµα ἀνήσυχο, ὁρµητικὸ καὶ παράτολµο, µὲ ἀναµφισβήτητα µεγάλες καὶ ἐντυπωσιακὲς ἱκανότητες. Νέος κατατάχθηκε στὴν Ἁγιοταφικὴ Ἀδελφότητα στὰ Ἱεροσόλυµα, ἀπὸ ἐκεῖ µετέβη στὴν Δαµασκό, ἐν συνεχείᾳ καὶ πάλι στὰ Ἱεροσόλυµα, ὅπου ἔφθασε µέχρι τὴν θέση τοῦ Ἀρχιγραµµατέως πρὶν νὰ ἐκδιωχθεῖ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, κατόπιν ἐξελέγη Μητροπολίτης Κιτίου στὴν Κύπρο (1910) καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, τὸ 1918, ἐκλήθη νὰ ἀναλάβει τὴν θέση τοῦ Μητροπολίτου Ἀθηνῶν, λόγῳ πολιτικῶν ἀλλαγῶν.

     Ὡς Ἀθηνῶν, ὁ Μελέτιος Μεταξάκης ἔθεσε τὸ 1919 τὸ θέµα µεταβολῆς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου, κατ’ αἴτησιν τῆς Πολιτείας, προκειµένου νὰ συµβαδίζουν Ἐκκλησία καὶ Πολιτεία ἡµερολογιακῶς ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ, δηλαδὴ τοῦ Γρηγοριανοῦ Παπικοῦ Ἡµερολογίου, µὲ ἐπίκληση λόγων καθαρὰ πρακτικῆς καὶ κοινωνικῆς ἐξυπηρετήσεως8, ἄνευ οὐδεµιᾶς παραδοσιακῆς, θεολογικῆς, λειτουργικῆς, κανονικῆς ἤ ποιµαντικῆς ἀναφορᾶς καὶ δικαιολογήσεως.

     Οἱ Καινοτόµοι-Μεταρρυθµιστές, τύπου Μελετίου Μεταξάκη καὶ τῶν ἀκολούθων του, παλαιῶν καὶ συγχρόνων, σκεπτόµενοι στὴν ἐξέταση τοῦ ἡµερολογιακοῦ θέµατος κοσµικά, ἐπιφανειακὰ καὶ ἄρα λανθασµένα, δὲν παύουν νὰ ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ µεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου «δὲν προσκρούει σὲ δογµατικοὺς καὶ κανονικοὺς λόγους». Τὰ ἴδια ὅµως τὰ γεγονότα τοὺς διαψεύδουν οἰκτρῶς!

     Τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1920 κυκλοφόρησε ἡ αἱρετικὴ Ἐγκύκλιος τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», ὁ Καταστατικὸς αὐτὸς Χάρτης τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ἡ ὁποία προέβλεπε -µεταξὺ ἄλλων- καὶ παραδοχὴ «ἑνιαίου ἡµερολογίου πρὸς ταὐτόχρονον ἑορτασµὸν τῶν µεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν ὑπὸ πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν»9. Ἡ ὁµολογία αὐτὴ εἶναι τόσο σαφής, ὥστε νὰ µὴν ἐπιδέχεται παρερµηνεία. Τὰ δὲ ὑποστηριζόµενα περὶ «ἀστρονοµικῆς ἀκριβείας», περὶ «ἀναγκαίας διορθώσεως λάθους» κ.λπ., ὡς καὶ τὰ περὶ ἐντελῶς ἀθώας καὶ ἀκινδύνου ἡµερολογιακῆς µεταβολῆς, ἀποτελοῦν θλιβερὲς ἐπινοήσεις ἀνοήτου ἐξαπατήσεως.

     Στὰ τέλη τοῦ 1920, ὁ Μελέτιος Μεταξάκης ἐξαναγκάσθηκε σὲ παραίτηση ἐξ αἰτίας νέας πολιτειακῆς ἀλλαγῆς καὶ µετέβη στὴν Ἀµερική, ὅπου εἶχε σηµαντικὴ οἰκουµενιστικὴ δράση µὲ τοὺς Ἀγγλικανούς. Μὲ αὐτοὺς εἰδικῶς διατηροῦσε πάντοτε τὶς πλέον θερµὲς σχέσεις ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἀµερικὴ καὶ στὴν Ἀγγλία καὶ στὴν Ἑλλάδα10, τὸ δὲ ἔτος 1922 προέβη στὴν ἀναγνώριση τῆς ἰσχύος τῶν χειροτονιῶν τους. Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1922 ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 1923 ἄρχισε νὰ προετοιµάζει τὴν ψήφιση, προώθηση καὶ ἐφαρµογὴ τῶν Καινοτοµιῶν, οἱ ὁποῖες ἀπεδείχθησαν ἄκρως ἐπιζήµιες γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, µὲ πρώτη τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου.

     Ἡ σπουδὴ τοῦ Μελετίου στὴν προώθηση Καινοτοµιῶν ἐξηγεῖται ὄχι µόνο λόγῳ τοῦ µεταρρυθµιστικοῦ καὶ ἀντισυντηρητικοῦ χαρακτῆρος του, ἀλλὰ καὶ ἐξ αἰτίας τῆς µασονικῆς ἰδιότητός του, ἡ ὁποία εἶναι ἀδιαµφισβήτητη11. Ἐφ’ ὅσον ἦταν µέλος τῆς ἀντιχρίστου µασονίας ἀπὸ τὸ 1909, ἡ ὁποία ὡς σκοτεινὴ φιλοσοφικο-θρησκευτικὴ ὀργάνωσις εἶναι ἐντελῶς ἀσυµβίβαστη πρὸς τὴν Χριστιανικὴ ἰδιότητα, καὶ τὴν ὁποίαν ὁ Μελέτιος µελέτησε µὲ πάθος καὶ τὴν κατέστησε βίωµά του, εἶναι πλήρως εὐεξήγητη ἡ πορεία καὶ δραστηριότητά του ὡς ὀλετῆρος τῆς Ὀρθοδοξίας.

     Ζηλώσας λοιπὸν δόξαν µεταρρυθµιστοῦ καὶ ἀνατροπέως τῆς Τάξεως καὶ Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, χάριν ἱκανοποιήσεως κοσµικῶν, πολιτικῶν, κοινωνικῶν καὶ φιλαιρετικῶν σκοπῶν, ὁ Μεταξάκης συνεκάλεσε τὸ λεγόµενο «Πανορθόδοξο Συνέδριο» στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ 10 Μαΐου ἕως 8 Ἰουνίου τοῦ 1923.

     Ἡ στιγµὴ καὶ συγκυρία ἦταν ἐντελῶς ἀκατάλληλη γιὰ κάτι τέτοιο. Προηγήθηκε ἡ κατάρρευση τοῦ Μικρασιατικοῦ µετώπου τὸ προηγούµενο µόλις ἔτος 1922 µὲ τὰ τραγικὰ ἐπακόλουθά του τοῦ ξερριζωµοῦ τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου ἀπὸ τὶς πατρογονικές του ἑστίες· ἐπικρατοῦσε πολιτικὸς διχασµὸς στὴν Ἑλλάδα µὲ ἐκκλησιαστικὲς συνέπειες· οἱ Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς ἐξ αἰτίας προβληµάτων µεταξύ τους διατελοῦσαν σὲ διάσταση· ἡ Ἐκκλησία στὴν Ρωσία ἐδιώκετο ἀπὸ τοὺς ἀθεϊστές· ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας ἦταν ἀποκοµµένη τῆς κοινωνίας τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων ἐξ αἰτίας τοῦ ἐθνοφυλετισµοῦ κ.λπ. Ἄρα, οἱ συνθῆκες δὲν ἦταν πρόσφορες, ἀλλὰ µᾶλλον ἐντελῶς ἀποτρεπτικές12.

Γ. Τὸ «Πανορθόδοξον Συνέδριον» τοῦ 1923 καὶ οἱ πικροὶ καρποί του

     Ὁ Μελέτιος δι’ ἐπιστολῆς του ἀπὸ 3.2.1923, καλοῦσε ἀντιπροσώπους τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν γιὰ ἐµπεριστατωµένη µελέτη τοῦ ἡµερολογιακοῦ θέµατος καὶ ἄλλων ζητηµάτων πανορθοδόξου ἐνδιαφέροντος, τὰ ὁποῖα µάλιστα θεωροῦσε ἐπείγοντα. Κωνσταντινούπολη καὶ Ἀθήνα εἶχαν ἤδη δροµολογήσει τὴν Ἡµερολογιακὴ Καινοτοµία καὶ ὁ Μελέτιος, γιὰ νὰ προωθήσει αὐτήν, ἐπικαλοῦνταν λόγους πρακτικοὺς κοινωνικῆς διευκολύνσεως, «ἀλλὰ καὶ πρὸς ἐξυπηρέτησιν… τῆς παγχριστιανικῆς ἑνότητος πάντων τῶν ἐπικαλουµένων τῷ ὀνόµατι Κυρίου ἑορταζόντων τὴν αὐτὴν ἡµέραν τὴν Γέννησιν αὐτοῦ καὶ τὴν Ἀνάστασιν». Ἰδοὺ καὶ πάλι ὁ σαφὴς καὶ ἀπροκάλυπτος πραγµατικὸς οἰκουµενιστικὸς σκοπὸς καὶ προσανατολισµός! Ἐπίσης, γίνεται µνεία στὴν δῆθεν ἐξυπηρέτηση διὰ τῆς ἡµερολογιακῆς µεταρρυθµίσεως τῶν µεταναστῶν ἀπὸ Ὀρθόδοξα κράτη στὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Ἀµερική, γιὰ νὰ µὴ ζηµιώνονται δῆθεν «τὰ ὑλικὰ αὐτῶν συµφέροντα»13!

      Ὅµως, τὰ Πατριαρχεῖα Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύµων δὲν συµµετεῖχαν στὸ «Συνέδριο», παρὰ µόνον οἱ Ἐκκλησίες Κωνσταντινουπόλεως, Σερβίας, Ρουµανίας, Ἑλλάδος καὶ Κύπρου, καὶ µάλιστα οἱ δύο τελευταῖες ὄχι µὲ δικούς τους ἀντιπροσώπους, ἀλλὰ µὲ «δοτὴ» ἐκπροσώπηση. Δύο δὲ Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ἁπλῶς εὑρέθησαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐν Σερβίᾳ ἑδρεύοντες µετανάστες καὶ ἕνας ἀπὸ τὴν Ἀµερικὴ καὶ προσεκλήθησαν «αὐτεπαγγέλτως» ἀπὸ τὸ Οἰκουµενικὸ Πατριαρχεῖο, χωρὶς βεβαίως νὰ εἶναι πραγµατικὰ ἀντιπρόσωποι τῆς ἐν διωγµῷ εὑρισκοµένης Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Συνολικὰ συµµετεῖχαν14 δέκα πρόσωπα τὸν ἀριθµόν, ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Μελετίου, ἕξι ἀρχιερεῖς (τρεῖς τοῦ κλίµατος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐκ τῶν ὁποίων γιὰ τοὺς δύο ἄδεται λόγος ἐπίσης περὶ τῆς µασονικῆς τους ἰδιότητος), ἕνας Ἀρχιµανδρίτης (ἐπίσης μασόνος) καὶ τρεῖς λαϊκοί (ἕνας καθηγητὴς θεολογίας, ἕνας γερουσιαστὴς καὶ ἕνας µηχανικός!).

     Ἄρα λοιπὸν ὁ τίτλος του ὡς «Πανορθοδόξου» Συνεδρίου δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγµατικότητα, ἔχων δὲ τοῦτο ὑπ’ ὄψιν του ὁ Ὁµολογητὴς Ἱεράρχης Ἅγιος πρώην Φλωρίνης Χρυσόστοµος (Καβουρίδης), διεπίστωνε ὅτι ὄντως «κακῶς ἀπεκλήθη πανορθόδοξον»15, ἐνῶ δὲν ἦταν τέτοιο, ἀλλὰ καὶ δὲν ἔτυχε τοιαύτης ἀποδοχῆς, παρὰ µᾶλλον πανορθοδόξου ἀπορρίψεως!

     Ἐπίσης, πρόβληµα συνιστᾶ καὶ ὁ τίτλος του ὡς «Συνεδρίου». Ἀρχικῶς µάλιστα ὁ Μελέτιος ἔγραφε περὶ «Διορθοδόξου Ἐπιτροπῆς», ἐφ’ ὅσον ἦταν πρωτάκουστο στὴν ἱστορία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἕνα τέτοιο καινοφανὲς ὄργανο, τὸ ὁποῖο εἶχε σαφῶς ὡς πρότυπό του τὶς παναγγλικανικὲς συνελεύσεις, ἀλλὰ καὶ τὶς πολιτικὲς διασκέψεις16, ὄργανα/σώµατα ἰδιαίτερα προσφιλῆ στὸν Μεταξάκη.

     Σύµφωνα ὅµως µὲ τοὺς ἱ. Κανόνες καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τὰ ἐκκλησιαστικὰ ζητήµατα τοπικῆς καὶ εὐρυτέρας σηµασίας ἐπιλύονται ἀποκλειστικὰ καὶ µόνον ἀπὸ Σύνοδο τῶν διαποιµαινόντων Ἐπισκόπων (βλ. ΛΖ΄ Ἀποστολικόν, Ε΄ τῆς Α΄ Οἰκουµενικῆς, ΙΘ΄ τῆς Δ΄ Οἰκουµενικῆς καὶ ΣΤ΄ τῆς Ζ΄ Οἰκουµενικῆς). Τὰ δὲ λεγόµενα «Συνέδρια», «Συνελεύσεις», «Συµπόσια» κ.λπ., ἀποτελοῦν διαφορετικοῦ χαρακτῆρος συναθροίσεις, οἱ ὁποῖες δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποκαθιστοῦν τὸ Συνοδικὸ σύστηµα διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας17.

     Ἀκόµη, πρέπει νὰ τονισθεῖ ὅτι τὰ ὀλιγάριθµα µέλη τοῦ «Συνεδρίου», ἐφ’ ὅσον δὲν εἶχαν οἱ Ἐκκλησίες τὶς ὁποῖες ἀντιπροσώπευαν διαµορφωµένη ἀντίληψη καὶ Συνοδικὴ τοποθέτηση γιὰ τὰ περισσότερα ἤ καὶ γιὰ ὅλα ἐκ τῶν θεµάτων ποὺ ἐτέθησαν εἰς αὐτό, οὐσιαστικὰ ἐξέφραζαν προσωπικὲς γνῶµες αὐτῶν ἤ ἔστω τῶν Συνόδων τους, δὲν ἠδύναντο ὅµως νὰ ἀποφασίσουν γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία ἐπὶ Κανονικῶν καὶ Δογµατικῶν θεµάτων. Ἐπρόκειτο δηλαδὴ γιὰ ἰδιωτικὴ συνάντηση ὀλίγων ἀνθρώπων µὲ προσωπικὲς γνῶµες ἐπὶ διαφόρων θεµάτων καὶ οὐδὲν περισσότερον. Δὲν ἀποτελοῦσαν πάντως Ἐπιτροπὴ ἤ πολὺ περισσότερο Σύνοδο τῆς ὅλης Ἐκκλησίας18!

     Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους, τὸ «Συνέδριο» ἦταν ἕνα Ἀντικανονικὸ σῶµα, µία καινοφανὴς συνάθροισις, ἄνευ οὐδεµιᾶς αὐθεντίας ἔναντι τῆς Συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Πληρώµατος Αὐτῆς.

     Τὸ δὲ περιεχόµενο τῶν ἀποφάσεων ἤ ἔστω προτάσεων αὐτοῦ ἦταν ἐντελῶς ἀντίθετο πρὸς τὸ γράµµα καὶ τὸ πνεῦµα τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, πρᾶγµα ποὺ καθιστᾶ τὸ «Συνέδριον» τῷ ὄντι «Ἀντορθόδοξον», κατὰ τὸν Κασσανδρείας Εἰρηναῖο19.

     Ἡ τεθεῖσα θεµατολογία εἰς αὐτὸ ἔδειχνε καθαρὰ τὸ νεωτεριστικὸ πνεῦµα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐνεφορεῖτο, καὶ τὴν διάθεση προσαρµογῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὶς «ἀπαιτήσεις» τοῦ κόσµου, ὅπως θὰ φανεῖ καὶ ἀπὸ τὶς ἀναφερόμενες κατωτέρω λοιπὲς ἀποφάσεις του.

     Τὸ «Συνέδριο» εἶχε ἕνδεκα Συνεδρίες ἀπὸ 10ης Μαΐου ἕως 8ης Ἰουνίου, τὴν δὲ 5η καὶ 6η Ἰουνίου ἐξέδωσε ἑπτὰ ἀποφάσεις, οἱ ὁποῖες ὑπεγράφησαν ἀπὸ ὀκτὼ ἤ ἐννέα ἀντιπροσώπους (ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κισνοβίου Ἀναστάσιος τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς εἶχε ἀποχωρήσει), πλήρεις ἀντορθοδοξίας καὶ ἀντιπαραδοσιακότητος, ἐκτὸς ἴσως ἀπὸ τὴν ἑβδόµη καὶ τελευταία, περὶ ἐκφράσεως συµπαθείας στὸν διωκόµενο Πατριάρχη τῆς Ρωσίας Τύχωνα20· ὅλα δὲ τὰ προαναφερθέντα θέµατα ὑπερψηφίσθηκαν, κατὰ παράβασιν βεβαίως τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῆς Παραδόσεως καὶ Πράξεως τῆς Ἐκκλησίας.

     Εἰδικῶς ὡς πρὸς τὸ Ἡµερολογιακό, τὸ ὁποῖο µᾶς ἐνδιαφέρει περισσότερο, ἤδη ἀπὸ τὴν πρώτη Συνεδρία, ὁ Μελέτιος τὸ χαρακτήρισε ὡς «προέχον» καὶ ὡς «ζωτικόν», µὲ βασικὸ σκεπτικὸ τὴν διευκόλυνση τῆς κοινωνικῆς ζωῆς τῶν πιστῶν. Προέβη δὲ στὴν παρατήρηση, ὅτι ἡ µονοµερὴς ἀπόφασις ἀλλαγῆς τοῦ Ἡµερολογίου µιᾶς «Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας», ἤτοι τῶν Παπικῶν τὸν ΙΣΤ΄ αἰῶνα, ἐπέφερε διάσπαση ἑορτολογικὴ καὶ ἐξέφρασε τὴν πεποίθηση, ὅτι «ἦλθεν ἡ ὥρα τῆς ἐκ νέου ἀποκαταστάσεως τῆς ἑνότητος τῶν χριστιανῶν τοὐλάχιστον ἐν τῷ σηµείῳ τούτῳ»21Ἡ λογικὴ τοῦ Μελετίου εἶναι παράδοξη καὶ πάντως τελείως ἀντορθόδοξη, ἀλλὰ ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸ γεγονός, ὅτι ἀντιµετώπιζε τὸ θέµα «ὡς µέλος τῆς παγχριστιανικῆς ἀδελφότητος»22.

     Ὁ θεωρούµενος ὡς ἀντιπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος µητροπολίτης Δυρραχίου Ἰάκωβος, κατέθεσε ἕτοιµη πρόταση αὐτῆς γιὰ διαρρύθµιση τοῦ Ἡµερολογίου, µὲ ἀπάλειψη 13 ἡµερῶν ἀπὸ τὸ Ἰουλιανό, χωρὶς µεταβολὴ τοῦ Πασχαλίου, σὺν τῇ διευκρινίσει ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶναι ἕτοιµη νὰ ἀποδεχθεῖ ἀκόµη καὶ νέα λύση γιὰ τὸν ἑορτασµὸ τοῦ Πάσχα, ἀρκεῖ αὐτὴ νὰ εἶναι σύµφωνη πρὸς τὴν συνοδικὴ ἀπόφαση καὶ τοὺς Κανόνες καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας23. Αὐτὴ ἦταν οὐσιαστικὰ ἡ πρόταση καὶ τοῦ θεωρητικοῦ τῆς ἡµερολογιακῆς ἀλλαγῆς Μητροπολίτου Βιζύης Ἀνθίµου, τὴν ὁποία προώθησε ὁ τότε νεωστὶ τοποθετηθεὶς ὡς Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Χρυσόστοµος Παπαδόπουλος, ὁ καὶ Μεταρρυθµιστὴς τοῦ Ἡµερολογίου στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὸ 1924 24.

     Γιὰ τὴν µελέτη τοῦ Ἡµερολογιακοῦ συνεστήθησαν ὑπὸ τοῦ «Πανορθοδόξου Συνεδρίου» τρεῖς Ὑπο-επιτροπές, γιὰ τὴν ἐξέτασή του ἀπὸ ἔποψη δογµατοκανονική, πρακτικὴ καὶ ἐπιστηµονική25.

     Ἡ πρώτη δὲν βρῆκε κάτι τὸ ἐπιλήψιµο στὴν µεταρρύθµιση καὶ θεώρησε ὅτι πρέπει νὰ ἐπαναφερθεῖ ἡ Ἰσηµερία χρονικῶς στὴν 21η Μαρτίου, ὅπως δῆθεν τὴν ὅρισε ἡ Α΄ Οἰκουµενικὴ Σύνοδος, ἐξέφρασε δὲ ὑποστήριξη στὸ ἐνδεχόµενο µονιµοποιήσεως τῆς ἡµέρας τοῦ Πάσχα. Τὸ πόσο λανθασµένα καὶ ἀντιφατικὰ εἶναι αὐτά, δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀναφέρουµε! Ἡ Α΄ Οἰκουµενικὴ Σύνοδος ὅρισε τὴν Ἰσηµερία τοῦ Μαρτίου ὄχι φυσικῶς, ἀλλὰ θετῶς26γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ ἀκριβῶς ἡ ἐξάρτησις ἀπὸ τὴν ἀστρονοµία καὶ γιὰ νὰ τηροῦνται πάντοτε οἱ «διορισµοὶ» τοῦ Πάσχα ἀπαρασάλευτα. Ἡ δὲ πρόταση γιὰ µονιµοποίηση τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ἀποτελεῖ ἀπροκάλυπτη προδοσία τῆς Α΄ Οἰκουµενικῆς Συνόδου ἐπ’ αὐτοῦ καὶ ἀνατροπὴ ὅλης τῆς λειτουργικῆς ζωῆς καὶ πράξεως τῆς Ἐκκλησίας.

     Ἡ δεύτερη Ὑπο-επιτροπή, ἡ πρακτική, πρότεινε τρόπο ἐφαρµογῆς τῆς ἡµερολογιακῆς µεταβολῆς, ὡς ἐπίσης καὶ τῆς ἀναλόγου προσαρµογῆς καὶ τοῦ Πασχαλίου «διὰ λόγους ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων, πρακτικῆς ὠφελείας αὐτῶν, σκοπιµότητος καὶ καλῆς ἐντυπώσεως»27. Εἶναι ἀπίστευτο, τὸ ὅτι ἡ κατάλυση τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύµατι ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων, γράφεται ὅτι ὑπηρετεῖ ἀκριβῶς τὴν ἑνότητα! Ὅµως, ποιά ἑνότητα;…

     Ἡ δὲ τρίτη Ὑπο-επιτροπή, ἡ ἐπιστηµονική, ἀσχολήθηκε µὲ τὰ σχέδια νέων προτεινοµένων ἡµερολογίων, τῶν καθηγητῶν Μιλάνκοβιτς (Σέρβου) καὶ Δραγγὶτς (Ρουµάνου), τοποθετηθεῖσα ὑπὲρ σταδιακῆς υἱοθετήσεώς τους. Εἶναι χαρακτηριστικόν, ὅτι τὸ ἡµερολόγιο τοῦ Δραγγὶτς ἦταν τελειότερο ἐπιστηµονικῶς ἀπὸ τοῦ Μιλάνκοβιτς, τὸ ὁποῖο προέβαινε ἁπλῶς σὲ µικρὴ τροποποίηση τοῦ Γρηγοριανοῦ, ἀλλὰ δὲν εἰσήχθη ἄµεσα ἐκεῖνο, διότι ἁπλούστατα δὲν βοηθοῦσε στὸν σκοπὸ τῆς ἐπιθυµητῆς ἀλλαγῆς, ποὺ δὲν ἦταν ἄλλος ἀπὸ τὸν συνεορτασµὸ µὲ τοὺς ἑτεροδόξους28!

     Τὸ ὅτι τὸ «Συνέδριον» εἶχε σαφῶς Οἰκουµενιστικὴ προοπτικὴ καὶ τὰ τοῦ Ἡµερολογίου ἦσαν προσυνεννοηµένα καὶ προειληµµένα, ἀποδεικνύεται πασιφανῶς καὶ ἀπὸ τὴν δῆθεν τυχαία (!) παρουσία καὶ συµµετοχὴ σὲ αὐτό, κατὰ τὴν πέµπτη Συνεδρία του, τοῦ Ἀγγλικανοῦ ἐπισκόπου τέως Ὀξφόρδης Γκόρ, µεθ’ ἑνὸς κληρικοῦ, ὁ ὁποῖος παρεκάθησε ἐπίσηµα ἐκ δεξιῶν τοῦ Μελετίου, ἐνηµερώθηκε γιὰ τὴν προώθηση τῆς ἡµερολογιακῆς καινοτοµίας καὶ θεώρησε τὸν συνεορτασµὸ διὰ τῆς ἀποδοχῆς κοινοῦ ἡµερολογίου ὡς βῆµα ἑνώσεως καὶ ὡς αἰτία µεγάλης πνευµατικῆς εὐχαριστήσεως τῶν ἑτεροδόξων τῆς Δύσεως29.

     Τὸ «Συνέδριον» ἄν καὶ ἔλαβε τηλεγράφηµα ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύµων νὰ µὴν προβεῖ σὲ µεταβολὴ τοῦ ἡµερολογίου, ἀπεφάσισε τελικὰ νὰ ἄρει τὴν διαφορὰ θρησκευτικοῦ καὶ πολιτικοῦ ἡµερολογίου, ὡς «ἀνάγκην ἀναπόφευκτον», ἐφ’ ὅσον δὲν ἔβλεπε κανένα κώλυµα πρὸς τοῦτο, διὰ τῆς δῆθεν διορθώσεως τοῦ Ἰουλιανοῦ καὶ ὄχι τῆς ἀποδοχῆς τοῦ Γρηγοριανοῦ. Ἀλλὰ τὸ χαρακτηρισθὲν ὡς «νέον Ἰουλιανόν», τὸ ὁποῖον θεωρήθηκε ὡς ἀκριβέστερον τοῦ Γρηγοριανοῦ κατὰ 24΄΄ ἤ 26΄΄ (!), θὰ συµπίπτει χρονικῶς µὲ τὸ Παπικὸ ἕως τοῦ ἔτους 2800 καὶ κατόπιν θὰ ἔχουν πλέον διαφορὰ µιᾶς ἡµέρας30!!…

     Οἱ τοῦ «Συνεδρίου», κοπτόµενοι δῆθεν γιὰ τὴν παγχριστιανικὴ ἑνότητα στὸ ἡµερολογιακὸ θέµα, διαισθάνονταν ὅτι ἡ προτεινοµένη Ἡµερολογιακὴ Καινοτοµία δὲν θὰ γινόταν εὔκολα καὶ εὐχάριστα δεκτὴ ἀπὸ ὅλες τὶς Τοπικὲς Ἐκκλησίες· ἤδη τὸ τηλεγράφηµα ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυµα δήλωνε ρητῶς ὅτι δὲν πρόκειται τὸ ἐκεῖ Πατριαρχεῖο νὰ προβεῖ σὲ ἀλλαγὴ Ἡµερολογίου ἐν ὄψει τοῦ ἐπικρατοῦντος στοὺς Ἁγίους Τόπους καθεστῶτος σχέσεων µὲ τοὺς ἑτεροδόξους. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ «Συνέδριον» φρόντισε νὰ καταστήσει σαφές, ὅτι ἄν κάποιες Τοπικὲς Ἐκκλησίες δὲν ἀποδεχθοῦν τὴν Μεταρρύθµιση, τοῦτο νὰ µὴν ἐπιφέρει κάποια ρήξη στὶς σχέσεις µὲ ὅσες ἀποδεχθοῦν αὐτήν31. Ἄρα, ἡ ἑορτολογικὴ διαίρεσις τῶν Ὀρθοδόξων ἦταν ἀναµενόµενη καὶ ἁπλῶς κρίθηκε ἀναγκαῖο νὰ «καλυφθοῦν τὰ νῶτα» τῶν Καινοτόµων, γιὰ τὴν ἀποφυγὴ ἐπισήµου κηρύξεώς των ὡς σχισµατικῶν ἀπὸ ὅσους θὰ παρέµεναν σταθεροὶ στὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.

     Τὸ «Συνέδριον» λοιπὸν ἀπεφάσισε τὴν µεταρρύθµιση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου καὶ ἀποδέχθηκε ὁ καθορισµὸς τῆς πασχαλινῆς πανσελήνου (Φάσκα) νὰ γίνεται βάσει ἀστρονοµικῶν ὑπολογισµῶν. Ἡ δὲ Καινοτοµία αὐτὴ θεωρήθηκε προσωρινή, ἐφ’ ὅσον ἐκφράσθηκε διάθεση καὶ γιὰ ἀποδοχὴ ἑτέρου-τελειοτέρου ἡµερολογίου σὲ µία µεταγενέστερη τροποποίησή του, µὲ τὴν ἀπαραίτητη βεβαίως οἰκουµενιστικὴ συµφωνία «ὅλων τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν».

     Ἀκόµη, τέθηκε ὑπὲρ µονιµοποιήσεως τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, καθοριζοµένης «δι’ ἐπιστηµονικῆς µεθόδου», ὥστε αὐτὴ νὰ ἀντιστοιχεῖ δῆθεν «πρὸς τὴν πραγµατικὴν Κυριακὴν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου»32.

     Τὸ «Συνέδριον» προχώρησε καὶ σὲ εὐρύτερες µεταρρυθµίσεις: ἀπεφάσισε ἀντικανονικῶς τὸν γάµο τῶν ἱερέων καὶ τῶν διακόνων ἀκόµη καὶ µετὰ τὴν χειροτονία τους, ἐπέτρεψε τὴν σύναψη δευτέρου γάµου στοὺς ἐν χηρείᾳ διατελοῦντας ἐξ αὐτῶν, δέχθηκε τὴν κουρὰ τῆς κόµης τους καὶ τὴν ἔνδυσή τους σύµφωνα µὲ τοὺς λαϊκούς, δηλαδὴ τὴν ἀποβολὴ τοῦ τιµηµένου ράσου, ἐλάττωσε τὸ ὅριον ἡλικίας γιὰ τὴν χειροτονία διακόνων καὶ ἱερέων, δέχθηκε τὴν ὑποχρεωτικὴ τήρηση τῆς Μοναχικῆς Κουρᾶς µόνον ἄν ἔγινε µετὰ τὸ 25ο ἔτος, ἐπέτρεψε τὴν µετάθεση Ἑορτῶν καθηµερινῶν στὴν Κυριακὴ ἡµέρα, δέχθηκε τὴν συντόµευση τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν καὶ τὴν ἐλάφρυνση καὶ ἐλάττωση τῶν νηστειῶν, περιόρισε τὰ κωλύµατα γάµου καὶ δέχθηκε τὴν συµµετοχὴ ἑτεροδόξων σὲ Πανορθόδοξο Σύνοδο33.

     Εἶναι ἀξιοσηµείωτον, ὅτι λίγες µόλις ἡµέρες πρὶν ἀπὸ τὴν λήξη τοῦ «Συνεδρίου», τὴν 1η Ἰουνίου 1923, ὁµάδα ἐξεγερµένων λαϊκῶν εἰσόρµησε ἐντὸς τοῦ Πατριαρχείου καὶ ἐπιτέθηκε κατὰ τοῦ Μελετίου ὥστε νὰ τὸν ἐξαναγκάσει σὲ φυγή, γιὰ πολιτικοὺς κυρίως λόγους καὶ ἴσως καὶ γιὰ τὶς Καινοτοµίες του· ὁπότε, ὁ Μελέτιος δύο µόλις ἡµέρες µετὰ τὴν λήξη τοῦ «Συνεδρίου» του, στὶς 10 Ἰουνίου, ἀποµακρύνθηκε ἐσπευσµένα ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ δὲν ξαναεπέστρεψε, ὑποβαλὼν καὶ τυπικῶς τὴν παραίτησή του λίγους µῆνες ἀργότερα34.

     Βάσει τῶν ἐκνόµων ἀποφάσεων τοῦ «Συνεδρίου» τοῦ 1923, λίγες µόνον Τοπικὲς Ἐκκλησίες προχώρησαν στὴν ἐφαρµογὴ τῆς Ἡµερολογιακῆς Καινοτοµίας, χωρὶς νὰ θίξουν τὸ Πασχάλιο, ὥστε νὰ συνεορτάζουν τὶς ἀκίνητες ἑορτὲς µὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ἀλλὰ τὶς κινητὲς βάσει τοῦ «λανθασµένου» κατ’ αὐτοὺς Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου. Δραστηριότητα γιὰ τὴν ἐπίτευξη Κοινοῦ Πασχαλίου σηµειώνεται ἐδῶ καὶ δεκαετίες ἐντὸς τῆς Οἰκουµενικῆς Κινήσεως, µὲ τὴν ἐνεργὸ συµµετοχὴ καὶ τῶν ἐξ ὀρθοδόξων Οἰκουµενιστῶν. Μόνον ἡ αὐτόνοµη ἐκκλησία τῆς Φινλανδίας ἔχει υἱοθετήσει καὶ τὸ Δυτικὸ Πασχάλιο, κάτι τὸ ὁποῖο ἔκανε καὶ ἡ ὑπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη αὐτόνοµη ἐκκλησία τῆς Ἐσθονίας, καὶ ἔτσι παρατηρεῖται τὸ ἱλαροτραγικὸ φαινόµενο διαιρέσεως τῶν ὀρθοδόξων στὰ τρία, ἐν ὀνόµατι τῆς ἑνώσεως µὲ τοὺς ἑτεροδόξους, κάτι τὸ ὄντως πρωτοφανὲς στὰ Ἐκκλησιαστικὰ Χρονικά! Στὴν πράξη, οἱ Νεοηµερολογῖτες συρράφουν µὲ ἐντελῶς ἀδέξιο τρόπο τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Ἡµερολόγιο (γιὰ τὸ Πασχάλιο) µὲ τὸ δῆθεν Νεο-ιουλιανό τους (γιὰ τὶς ἀκίνητες ἑορτές), χρησιµοποιοῦντες καὶ τὰ δύο ταυτοχρόνως καὶ προσθέτοντες σύγχυση στὴν λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας35, ἀνεχόµενοι παράλληλα καὶ τοὺς Νεο-πασχαλῖτες Φινλανδοὺς καὶ Ἐσθονούς!…

     Ἰδοὺ ὁ πικρότατος καρπὸς τῆς Ἡµερολογιακῆς Καινοτοµίας: ἡ διάσπασις ἐντὸς αὐτῆς ταύτης τῆς Ὀρθοδοξίας, χάριν τοῦ δῆθεν ἐπιστηµονισµοῦ καὶ µάλιστα τοῦ συνεορτασµοῦ καὶ τῆς προσεγγίσεως µὲ τοὺς ἑτεροδόξους!

Δ. Ἡ Ἀντίδρασις κατὰ τοῦ «Συνεδρίου» τοῦ 1923

     Οἱ ἄφρονες Καινοτόµοι εἶχαν µὲν προβλέψει τὴν πιθανὴ µὴ ἀποδοχὴ τῆς Ἡµερολογιακῆς Καινοτοµίας ἀπὸ κάποιες Τοπικὲς Ἐκκλησίες, ὅµως συνεπαρµένοι ἀπὸ τὸν οἶστρο τῆς «ἀγάπης» τους γιὰ τοὺς ἑτεροδόξους, δὲν ὑπολόγισαν τὴν δυναµικὴ ἀντίδραση τῶν Ὀρθοδόξων ἐντὸς ἐκείνων τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες θὰ ἀποτολµοῦσαν νὰ ἐφαρµόσουν τὴν Καινοτοµία, καίτοι βεβαίωναν ὅτι θὰ φρόντιζαν νὰ µὴ προκληθοῦν ἀντιδράσεις!

     Ἡ συνήθης δικαιολογία τῶν Καινοτόµων, εἶναι ὅτι τὸ Ἡµερολογιακὸ δὲν εἶναι θέµα δογµατικὸ καὶ δὲν θὰ ἔπρεπε ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ Νέου Ἡµερολογίου νὰ προκαλέσει ἀντίδραση καὶ διαίρεση, ὡς παράγωγα ἀγνοίας καὶ φανατισµοῦ. Ὅσοι διακρατοῦµε, χάριτι Θεοῦ, τὴν Παράδοση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡµερολογίου ἀκαινοτόµητη καὶ ἀντιτασσόµεθα στὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ἡ ὁποία προκάλεσε τὴν Καινοτοµία, ἀποκρινόµεθα µὲ τοὺς λόγους τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Δαµασκηνοῦ: «ἡ γὰρ κατὰ σµικρὸν τῶν παραδεδοµένων ἀφαίρεσις, ὡς ἐξ οἰκοδοµῆς λίθων, θᾶττον ἅπασαν τὴν οἰκοδοµὴν καταρρήγνυσιν»36!

     Ἤδη ἀµέσως µετὰ τὸ «Συνέδριον» τοῦ 1923 ἠγέρθησαν σφοδρὲς ἀντιδράσεις κατὰ τῶν ἀποφάσεών του πρωτίστως ἀπὸ τοὺς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς. Οἱ λοιπὲς Τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἐξέφρασαν σκεπτικισµὸ καὶ µόνον ἡ ἐκκλησία τῆς Ρουµανίας ἀπεδέχθη τὸ «Συνέδριον» εὐµενῶς37.

     Ὁ Μητροπολίτης Κασσανδρείας Εἰρηναῖος, ἔγραφε τὸ 1929, ὅτι ὁ Μελέτιος Μεταξάκης, «ἱκανοποιῶν ἁµαρτωλὰς θελήσεις καὶ ἰδιοτελεῖς ἐπιθυµίας ἀλλοδόξων ἐκκλησιῶν καὶ µυστικῶν ἑταιρειῶν» ἐνήργησε ἀντικανονικῶς καὶ ὀλεθρίως γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Μέσῳ τοῦ «Συνεδρίου» του κατεπάτησε τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ ἐπέφερε διαίρεση τῶν Ὀρθοδόξων. Διότι, ἀκύρωσε ἀναρµοδίως καὶ αὐθαιρέτως τὶς ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τοῦ ΙΣΤ΄ αἰῶνος περὶ τοῦ ζητήµατος τοῦ Ἡµερολογίου καὶ Πασχαλίου καὶ οὐσιαστικὰ «διάπλατα ἤνοιξε τὰς πύλας πρὸς πάντα νεωτερισµόν»38.

     Ὁ Μητροπολίτης Κιέβου Ἀντώνιος, Πρωθιεράρχης τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς, θεώρησε τὴν µεταρρύθµιση τοῦ Ἡµερολογίου ἀπαράδεκτη, ὡς ἀντιφάσκουσα στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὴν ἀρχαιοπαράδοτη ἐκκλησιαστικὴ πράξη, τὴν δὲ µεταβολὴ χαρακτήρισε ἐπικίνδυνη καὶ ἄκαιρη καὶ ἐπίσης διεῖδε παπικὸ καὶ µασονικὸ ἐπηρεασµό39.

     Ὁ ἐπιφανὴς σέρβος Ἱεράρχης Νικόλαος Βελιµίροβιτς, κατεφέρθη τὸ 1930 κατὰ τοῦ «Συνεδρίου» τοῦ 1923, θεωρήσας ὅτι ἐδηµιούργησε «εἶδός τι σχίσµατος»40. 

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Μαξίµοβιτς, Ἀρχιεπίσκοπος Σαγκάης καὶ Σαν Φραντσίσκο, ὁ σύγχρονος Θαυµατουργός, διεκήρυσσε σὲ Ἀναφορά του στὴν Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς τὸ 1938, ὅτι ἡ ἀπόφαση τοῦ «Συνεδρίου» τοῦ Μελετίου Μεταξάκη γιὰ υἱοθέτηση τοῦ Νέου Ἡµερολογίου, «εἰσήγαγεν ἕνα ἀπαίσιον σχίσµα µεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν… (Τὸ Οἰκουµενικὸν Πατριαρχεῖον) ἔχον ἀπωλέσει τὴν σηµασίαν του ὡς στύλου τῆς ἀληθείας, καὶ ἔχον κατασταθῆ πηγὴ διαιρέσεως, ταυτοχρόνως δὲ διακατεχόµενον ὑπὸ µιᾶς ὑπερµέτρου ἀγάπης διὰ δύναµιν, ἀντιπροσωπεύει ἕνα ἐλεεινὸν θέαµα…»41.

     Ὁ δὲ Ἅγιος Μητροπολίτης Φιλάρετος, ἐπίσης Πρωθιεράρχης τῆς τότε ὁµολογητρίας Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς, ἔγραφε χαρακτηριστικὰ τὸ 1972 τὰ ἑξῆς:

     «Ἡ Καινοτοµία τοῦ Νέου Ἡµερολογίου προξένησε σχίσµα εἰς ὅλας τὰς Τοπικὰς Ἐκκλησίας, αἱ ὁποῖαι τὴν υἱοθέτησαν. Οὕτως, ἡ Ἑλλάς, ἡ Κύπρος, ἡ Ρουµανία καὶ τώρα ἡ Βουλγαρία ἐγεύθησαν τὸν καρπὸν τῆς παρακοῆς. Εἶναι θλιβερὸν ὅτι ὁ Ὀρθόδοξος λαὸς τῶν προαναφερθεισῶν Ἐκκλησιῶν δὲν ἠδυνήθη νὰ ἐγερθῇ σύσσωµος καὶ ὡς µέγα κῦµα νὰ ὑπερισχύσῃ καὶ καταστείλῃ τὴν παλίρροιαν τῶν Καινοτοµιῶν… Ἡ ἡµετέρα Ρωσσικὴ Ἐκκλησία ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ µακαρίας µνήµης τότε Ἀρχιεπισκόπου καὶ κατόπιν Μητροπολίτου καὶ Πρωθιεράρχου τῆς ἡµετέρας Συνόδου κ. Ἀναστασίου, ἐντόνως καὶ ἀποφασιστικῶς διεµαρτυρήθη κατὰ τῶν Καινοτοµιῶν τοῦ Νέου Ἡµερολογίου καὶ ἄλλων νεωτερισµῶν τοῦ θλιβερᾶς µνήµης πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη εἰς τὴν συνάθροισιν τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1923, ἡ ὁποία ἐσφαλµένως ἀναφέρεται ὡς Πανορθόδοξος, ἐφ’ ὅσον τὰ Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς καί τινες Ἐκκλησίαι δὲν ἀντεπροσωπεύθησαν. Οἱ περισσότεροι δὲ Ἱεράρχαι τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως ἠρνήθησαν νὰ παρευρεθοῦν, διαµαρτυρόµενοι οὕτω διὰ τὴν ἀντικανονικότητα τῆς βεβιασµένης πολιτικῆς ἀναδείξεως τοῦ Μελετίου ὡς Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου»42.

     Οἱ δὲ ἀκόλουθοι τοῦ Πατρίου Ἡµερολογίου στὴν Ἑλλάδα ἀπεκάλεσαν ἐξ ἀρχῆς σὲ κείμενά τους ὅλως δικαίως τὸ «Συνέδριον» τοῦ 1923 «ἀντορθόδοξον», «κακόδοξον», «ληστρικόν», «ἄνοµον», «ἀποστατικὸν» κ.λπ., διότι ἀπετέλεσε τὴν ἀπαρχὴ µυρίων δεινῶν γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐδῶ καὶ ἕναν αἰῶνα.  

Ε. Ἐπιλογικὰ

     Κατόπιν πάντων τούτων, γίνεται κατανοητὸν ὅτι ἡ πρωταρχικὴ κλῆσις µας εἶναι Προφητική: ἡ πιστὴ καὶ συνεπὴς ἐξαγγελία καὶ ὀρθοτόµησις τοῦ λόγου τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ ἑτοιµότητα νὰ ὑποστοῦµε ὅλες τὶς συνέπειες τούτου, ὄχι µόνον ἐλπιδοφόρες καὶ εὐχάριστες, ἀλλὰ καὶ ἐπικίνδυνες καὶ δυσάρεστες.

     Οἱ αἱρετικοὶ Οἰκουµενιστὲς καὶ ὅσοι τοὺς ἀκολουθοῦν καὶ κοινωνοῦν µαζί τους, διὰ τῆς συµµετοχῆς τους σὲ παναιρετικοὺς ὀργανισµούς, ὅπως τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», καὶ διὰ τῶν ποικίλων δραστηριοτήτων τους, προχωροῦν σὲ συνεχῶς στενώτερη σχέση καὶ κοινωνία µὲ τοὺς πάσης φύσεως αἱρετικούς, ὥστε συνεργάζονται ἀνενδοιάστως, συµπροσεύχονται ἀδιαλείπτως, συλλειτουργοῦνται ἀνεξετάστως, συνυπογράφουν ἐπιλήψιµα κείµενα καὶ διακηρύσσουν κακόδοξες ἀπόψεις. Μάλιστα, ἔφθασαν µέχρι σηµείου σχέσεων συνεργασίας καὶ συµπροσευχῆς ἀκόµη καὶ µὲ ἀλλοθρήσκους, παγανιστὲς καὶ ἀγνωστικιστές!

     Ἡ «γραµµὴ» ποὺ χάραξε ὁ κακόδοξος Μελέτιος Μεταξάκης, ὅτι οἱ ὀρθόδοξοι εἶναι µέλη τῆς Παγχριστιανικῆς Ἀδελφότητος καὶ ὀφείλουν νὰ συνεορτάζουν καὶ νὰ συνεργάζονται µὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ἀκολουθεῖται πιστῶς καὶ συνεπῶς ἀπὸ τοὺς ἀκολούθους καὶ ὑποστηρικτές του. Αὐτοὶ θεωροῦν ὅτι ἡ Ἀποστολικὴ Πίστις ἐπιβάλλεται νὰ ἐφαρµοσθεῖ στὸ σύγχρονό µας ἱστορικὸ περιβάλλον ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ µὲ τὰ λοιπὰ χριστιανικὰ σώµατα, ἔστω καὶ ἄν δὲν ὑπάρχει πλήρης ἑνότης.

     Τὴν συγκρητιστικὴ αὐτὴ δοξασία τὴν διακηρύσσει εὐκαίρως ἀκαίρως ὁ ἐπὶ κεφαλῆς τῶν Οἰκουµενιστῶν τῆς σήµερον Κων/λεως Βαρθολοµαῖος, ὁ ὁποῖος ἐν τοῖς πράγµασιν ἀποδεικνύεται ἐπάξιος συνεχιστὴς τοῦ προκατόχου του Μελετίου Μεταξάκη.

     Ἡ ψευδοσύνοδός του στὸ Κολυμβάρι τῆς Κρήτης τὸ 2016 καὶ ὅσα ἀκολούθησαν μέχρι καὶ σήμερα, ἐν ὄψει μάλιστα ἐπιβολῆς Κοινοῦ Πασχαλίου μὲ τοὺς πάσης φύσεως αἱρετικοὺς ἀπὸ τὸ ἔτος 2025, ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ πρωτοφανὴς Ἀποστασία πίστεως ὁλοκληρώνεται ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μας.

          Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο, ἡμεῖς ὡς πιστὰ τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας µας ποὺ διακρατοῦμε ἐν µέσῳ «γενεᾶς σκολιᾶς»43 (διεστραµµένης) τὰ Πάτρια µὲ σταθερότητα, φρόνηµα µαρτυρικὸ καὶ θυσίες ὑπέρµετρες, ἄς ἐνωτισθοῦµε τὴν προτροπὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Δαµασκηνοῦ πρὸς ἀναθέρµανσιν τῆς ὑποµονῆς καὶ τῆς ἀποφασιστικότητός µας:

     «Διό, ἀδελφοί, στῶµεν ἐν τῇ πέτρᾳ τῆς πίστεως, καὶ τῇ παραδόσει τῆς Ἐκκλησίας, µὴ µεταίροντες ὅρια, ἅ ἔθεντο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἡµῶν· µὴ διδόντες τόπον τοῖς βουλοµένοις καινοτοµεῖν, καὶ καταλύειν τὴν οἰκοδοµὴν τῆς ἁγίας τοῦ Θεοῦ καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Εἰ γὰρ δοθῇ ἄδεια παντὶ βουλοµένῳ, κατὰ µικρὸν ὅλον τὸ σῶµα τῆς Ἐκκλησίας καταλυθήσεται… Δεξώµεθα οὖν τὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας ἐν εὐθύτητι καρδίας, καὶ µὴ ἐν πολλοῖς λογισµοῖς· ὁ Θεὸς γὰρ ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον εὐθῆ… Μὴ καταδεξώµεθα νέαν πίστιν µαθεῖν, ὡς κατεγνωσµένης τῆς τῶν ἁγίων πατέρων παραδόσεως…»44!


1. Μητροπολίτου Λεοντοπόλεως Χριστοφόρου, Ἡµερολογιακά, Ἀθῆναι 1925, σελ. 19-20.
2. Βλ. Μητροπολίτου Κασσανδρείας Εἰρηναίου, Ὑπόµνηµα εἰς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἑλλάδος, συγκληθεῖσαν τῇ 14 Ἰουνίου 1929, Ἐν Ἀθήναις 1929, σελ. 19.
3. Βλ. Ἀ. Δ. Δελήµπαση, Πάσχα Κυρίου, Δηµιουργία – Ἀνακαίνισις καὶ Ἀποστασία, Ἀθῆναι 1985, σελ. 571-576.
4. Βλ. Ἁγίου Νικοδήµου Ἁγιορείτου, Ἱερὸν Πηδάλιον, σελ. 9, ὑποσηµ. (σχόλιον στὸν Ζ΄ Ἀποστολικὸν ἱ. Κανόνα).
5. Βλ. Ἐπισκόπου Τριάδιτσα Φωτίου, «Τὸ Πάτριο Ἐκκλησιαστικὸ Ἡµερολόγιο – Ἕνα ἀδιαχώριστο στοιχεῖο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως», στὸ περιοδ. «Ἅγιος Κυπριανός», ἀριθ. 259/Μάρτιος-Ἀπρίλιος 1994, σελ. 221.
6. Βλ. Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, «Δὲν εἶναι ἡµερολογιακὴ ἡ διαφορά. Δογµατικὲς καὶ Θεολογικὲς οἱ ἀντιθέσεις ποὺ ὁδηγοῦν σὲ χωριστὸ Πάσχα», στὴν ἐφηµερ. «Καθηµερινή», 14.4.1996, σελ. 7.
7. Ἐφεσ. δ΄ 13.
8. Βλ. Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 650-652· Ἐµµανουὴλ Καραγεωργούδη, Ὁ Μελέτιος Μεταξάκης ὡς Μητροπολίτης Ἀθηνῶν, ἐκδ. «Π. Πουρναρᾶς», Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 137-139.
9. Β. Θ. Σταυρίδου καὶ Ε. Α. Βαρέλλα, Ἱστορία τῆς Οἰκουµενικῆς Κινήσεως, ἐκδ. Πατριαρχικοῦ Ἱδρύµατος Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 334.
10.   Ἐµµανουὴλ Καραγεωργούδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 113-121.
11.   Βλ. ἀφιερωµατικὸ ἄρθρο τοῦ µασόνου Ἀλέξ. Ἰ. Ζερβουδάκη γιὰ τὸν «Διάσηµο Τέκτονα» Μελέτιο Μεταξάκη στὸ «Τεκτονικὸν Δελτίον», ἀριθ. 71/Ἰαν.-Φεβρ. 1967, σελ. 25-50.
12. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Πανορθοδόξου Συνεδρίου, 10 Μαΐου – 8 Ἰουνίου 1923, Ἀθῆναι 1982, σελ. στ΄ τῆς «Εἰσαγωγῆς» τοῦ ἐπιµελητοῦ τῆς ἀνατυπώσεως Διονυσίου Μ. Μπατιστάτου· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη Μητροπολίτου Δηµητριάδος, Ἱστορικὴ καὶ Κανονικὴ Θεώρησις τοῦ Παλαιοηµερολογιτικοῦ Ζητήµατος κατά τε τὴν γένεσιν καὶ τὴν ἐξέλιξιν αὐτοῦ ἐν Ἑλλάδι, Ἐναίσιµος ἐπὶ διδακτορίᾳ διατριβή, Ἀθῆναι 1982, σελ. 77-78, ὑποσηµ. 31.
13.   Βλ. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 6· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 67-68.
14.   Βλ. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 11-12.
15.   Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόµου, Τὸ Ἐκκλησιαστικὸν Ἡμερολόγιον ὡς Κριτήριον τῆς Ὀρθοδοξίας, σελ. 14, ἔκδ. «Κήρυκος τῶν Ὀρθοδόξων», Ἀθῆναι 1935. Τὸ «Συνέδριον» ἐν τέλει ἀπεκλήθη «Πανορθόδοξον» τῇ προτάσει τοῦ Δυρραχίου Ἰακώβου, ὅπως γράφει στὴν Εἰσαγωγὴ τῆς ἐπανεκδόσεως τῶν «Πρακτικῶν» του τὸ ἔτος 2015 ὁ ἐπιμελητὴς ἀρχιμ. Εὐδόκιμος Καρακουλάκης.
16.   Bishop Photius of Triaditsa, «The 70th Anniversary of the Pan-Orthodox Congress in Constantinople – A Major Step on the Path Towards Apostasy», in «Orthodox Life», No 2/1994, p. 39.
17.   Βλ. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. ζ΄ «Εἰσαγωγῆς»· Bishop Photius of Triaditsa, ἔνθ’ ἀνωτ., p. 39· βλ. καὶ Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 77-82, ἔνθα ὁ σ. θέτει τὸν προβληµατισµὸ περὶ τῆς ταυτότητος καὶ ἁρµοδιότητος τοῦ «Πανορθοδόξου Συνεδρίου» τούτου, βάσει τῶν ἀπόψεων, οἱ ὁποῖες ἐκφράσθηκαν ἐπ’ αὐτοῦ.
18.   Bishop Photius of Triaditsa, ἔνθ’ ἀνωτ., p. 38-39 (κατὰ τὸν καθ. S. Troitsky).
19.   Βλ. Ὑπόµνηµα εἰς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἑλλάδος…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 19.
20.  Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 211-222.
21.  Αὐτόθι, σελ. 13-14.
22.  Αὐτόθι, σελ. 72.
23.  Αὐτόθι, σελ. 17-18· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 70-71.
24.  Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 654-658, 665-666.
25.  Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 23 (οἱ τρεῖς εἰσηγήσεις τῶν ὑπο-επιτροπῶν στὶς σελ. 50-64).
26.  Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 418, 576.
27.  Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 73.
28.  Ἀλεξάνδρου Καλοµοίρου, Τὸ Σύγκριµα, Θεσσαλονίκη 1976, σελ. 11.
29.   Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 84-89· Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 668· βλ. ἐπίσης «Τὸ ἐν “Κωνσταντινουπόλει Πανορθόδοξον Συνέδριον” τοῦ 1923», στὸ περιοδ. «Ἅγιος Κυπριανός», ἀριθ. 314/Μάϊος-Ἰούνιος 2003, σελ. 239.
30.   Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 212-213· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 75.
31. Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 69· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 82.
32.   Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 214-215· Ἀ.Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 669.
33.   Πρακτικὰ καὶ Ἀποφάσεις…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 215-221· Ἀ.Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 669-670.
34.   Αὐτόθι, σελ. ε΄ «Εἰσαγωγῆς».
35.  Ἐπισκόπου Τριάδιτσα Φωτίου, «Τὸ Πάτριο Ἐκκλησιαστικὸ Ἡµερολόγιο…», ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 222.
36.  Ἁγίου Ἰωάννου Δαµασκηνοῦ, Λόγος Πρῶτος Ἀπολογητικὸς Πρὸς τοὺς Διαβάλλοντας τὰς Ἁγίας Εἰκόνας, PG τ. 94, στλ. 1284Α.
37.  Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 672-674.
38.  Ὑπόµνηµα εἰς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἑλλάδος…, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 19-20.
39.  Ἀ. Δ. Δελήµπαση, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 672· Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 77.
40.  Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 80.
41. Περιοδ. “The Orthodox Word”, No 4 (45) / July-August 1972, p. 177.
42. Βλ. «Τὸ Παράνοµο Συνέδριο τοῦ 1923», στὸ Ἔλεγχος καὶ Ἀνατροπὴ τῆς Νεοηµερολογιακῆς Νεοεκκλησιολογίας, Λάρνακα Κύπρου 1995. Ὁ Ἅγιος Μητροπολίτης Φιλάρετος ἀναφέρεται ἐπίσης ἐπικριτικὰ στὸ «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ 1923 στὴν «Δευτέρα Ἐπιστολὴ Πόνου» πρὸς τοὺς «Προκαθηµένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τοῦ ἔτους 1972 (βλ. Ὀρθόδοξος Μαρτυρία – Ἀντιοικουµενιστικὰ Κείµενα… τοῦ Μητροπολίτου κ. Φιλαρέτου, ἔκδ. Καλλινίκου Ἱεροµονάχου Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὄρος - Ἀθῆναι 1985, σελ. 44). Τὸ κείμενο αὐτὸ ἀναδημοσιεύσαμε καὶ στὸ ἔργο μας: Ὁ Ἅγιος Φιλάρετος τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς – Ἕνας Σύγχρονος Ἀσκητὴς καὶ Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης (1903-1985), Φυλὴ Ἀττικῆς 2015, σελ. 163-197.
43.  Πράξ. β΄ 40.
44.  Ἁγίου Ἰωάννου Δαµασκηνοῦ, Λόγος Τρίτος Ἀπολογητικὸς Πρὸς τοὺς Διαβάλλοντας τὰς Ἁγίας Εἰκόνας, µα΄, PG τ. 94, στλ. 1356, 1357.

Κυριακή 25 Ιουνίου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

                Θεός μας εἶναι πολὺ ἁπλὸς καὶ ἁπλοὶ θέλει νὰ εἴμαστε καὶ ἐμεῖς. Ἔχει δημιουργήσει γιὰ ἐμᾶς ἕναν κόσμο πολὺ ὄμορφο. Αὐτό, ὅμως, τὸ διακρίνουμε ἂν βλέπουμε τὰ πάντα γύρω μας μὲ ἁπλότητα. Ἂν βλέπουμε τὰ πάντα μὲ καχυποψία καὶ πονηρία, δημιουργοῦμε μία ἄσχημη εἰκόνα γιὰ τὸν κόσμο, μόνοι μας κάνουμε τὰ πράγματα περίπλοκα καὶ τὴ ζωή μας δύσκολη. 

               Εἴδαμε τὴν περασμένη ἑβδομάδα ἕνα μεγάλο παράδειγμα ἁπλότητας, αὐτὸ τῶν Ἀποστόλων. Οἱ μακάριοι Ἀπόστολοι,  ὅταν τοὺς κάλεσε ὁ Χριστός, ἀνταποκρίθηκαν αὐθόρμητα ἀκολουθώντας Τον, ἀφοῦ πρῶτα ἄφησαν τὰ πάντα πίσω τους. Εἶχαν καταλάβει ὅτι πρόκειται περὶ ἑνὸς Ἱεροῦ Προσώπου, καὶ ἐπέλεξαν νὰ μείνουν γιὰ πάντα δίπλα Του, ἐπειδὴ λάμβαναν Φῶς ἀπὸ τὴν παρουσία Του.  

               Σὲ κάτι ἀνάλογο μᾶς προτρέπει σήμερα ὁ Κύριος μέσα ἀπὸ τὴν περίφημη «ἐπὶ τοῦ ὄρους» ὁμιλία Του. Μᾶς λέει: παιδιά μου, θέλετε τὸ Φῶς νὰ κυριαρχεῖ στὴ ζωή σας; Νὰ βλέπετε τὰ πράγματα ἁπλὰ καὶ νὰ ἐπιλέξετε τὸν Θεὸ ὡς προτεραιότητά σας. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πορείας σας πρὸς τὸν Θεό, μὴν βασανίζεστε ἀπὸ τὶς ἐπίγειες μέριμνες, διότι αὐτὲς πάντοτε θὰ ὑπάρχουν. Νὰ ἀναζητεῖτε καὶ νὰ ἀγωνίζεστε πρῶτα γιὰ τὴν ἕνωσή σας μὲ τὸν Θεό, καὶ ὕστερα, ὅλα ὅσα ἔχετε ἀνάγκη, ὁ Θεὸς θὰ σᾶς τὰ ἀνταποδώσει καὶ μὲ τὸ παραπάνω. 

               Μέσα ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ διήγηση, προκύπτει μία εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς στοργικοῦ Πατέρα, καὶ μία εἰκόνα τῶν ἀληθινῶν Χριστιανῶν ὡς παιδιῶν. 

               χετε δεῖ πολλὰ παιδιὰ ποὺ ἔχουν γονεῖς καλοὺς καὶ στοργικοὺς νὰ εἶναι λυπημένα; Πάντα χαρούμενα εἶναι καὶ τὰ βλέπουν ὅλα ἅγια, μὲ ἁπλότητα. Σὲ αὐτὸ ὀφείλουμε νὰ τὰ μιμηθοῦμε. Τί σημαίνει, ὅμως, τὸ νὰ βλέπω τὰ πάντα ἅγια καὶ ἁπλά; Σημαίνει ὅτι βλέπω τὸν συνάνθρωπό μου ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς δῶρο Θεοῦ στὴ ζωή μου, ἤ στὴν χειρότερη περίπτωση, ὡς εὐπρόσδκετη δοκιμασία ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὸ καλό μου, καὶ ὄχι ὡς βάρος ἤ ὡς ἀπειλή. Βλέπω μὲ ἁπλότητα, σημαίνει ὅτι βλέπω τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ δὲν τὸν κρίνω, σκεπτόμενος τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ ὅταν τὸν προέτρεψαν νὰ λιθοβολήσει τὴν μοιχαλίδα: «ὁ ἀναμάρτητος, πρῶτος ἂς ρίξει τὸν λίθο». Βλέπω μὲ ἁπλότητα σημαίνει ὅτι βλέπω τὸν ἀδελφό μου νὰ πετυχαίνει στὴ ζωή του, νὰ χτίζει τὸ σπιτικό του ἤ νὰ κατορθώνει τὸ ἀκατόρθωτο καὶ δὲν σκέφτομαι: «πῶς πέτυχε ἤ πῶς ἔβγαλε τόσα χρήματα; Ἄ αὐτὸς ἔχει». Αὐτὰ εἶναι πράγματα τελείως ξένα γιὰ τὸν Χριστιανό, πράγματα -ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση- μίζερα καὶ πολὺ χαμηλοῦ ἐπιπέδου. Ὁ Χριστιανός, ὁ ἀληθινὸς καὶ ἁπλός, τὰ βλέπει ὅλα αὐτὰ καὶ χαίρεται ποὺ ὁ ἀδελφός του τὰ καταφέρνει καὶ μὲ αὐτὸ τὸ σκεπτικὸ γεμίζει Φῶς καὶ πετυχαίνει καὶ ὁ ἴδιος. Τέλος, βλέπω ἁπλά σημαίνει ὅτι σὲ βλέπω στὸ πρόσωπο, καθαρὰ καὶ ἔντιμα καὶ ὅταν μὲ πλησιάζεις δὲν σκέφτομαι: «Κάποιο σκοπὸ θὰ ἔχει αὐτὸς γιὰ νὰ μὲ πλησιάσει». 

               Μὲ τὰ παιδιὰ ποὺ μόλις ἀνέφερα ἔχουμε ἕνα πολὺ βασικὸ κοινό, τὸν στοργικὸ Πατέρα, τὸν Θεό. Ὅταν τὸ παιδὶ δὲν φεύγει μακριὰ ἀπὸ τὸν καλό του πατέρα, ὑπάρχει περίπτωση νὰ μείνει πεινασμένο; Ὄχι. Ὁ πατέρας ἐκεῖνος θὰ φέρει τὰ πάνω κάτω γιὰ νὰ βρεῖ νὰ θρέψει τὸ παιδί του, νὰ τὸ ντύσει καὶ νὰ τοῦ προσφέρει ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ στὴ σχέση μας μὲ τὸν Θεό. Πολλοὶ διαταράσσουν αὐτὴ τὴ σχέση, βάζοντας μπροστὰ τὶς βιοτικὲς μέριμνες τῆς αὐτοσυντήρησης. Καὶ ὄσο πιὸ μπροστὰ βάζουν αὐτὲς τὶς μέριμνες, τόσο περισσότερες ἀνάγκες ἀποκτοῦν, διότι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Πατέρα. Ὁ Χριστιανὸς ποὺ μένει κοντὰ στὸν Θεό, ἔχει στραμμένο τὸ βλέμμα καὶ τὴ σκέψη του στὸν Θεὸ, καὶ ἐργάζεται γιὰ τὸν Θεό, δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ πεινάσει, ὅπως ἄλλωστε ἀναφέρει καὶ ὁ Δαυὶδ χίλια χρόνια πρὶν τὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ: «πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον, οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ». 

               Βεβαίως, ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς λέει νὰ μὴν ἐργαζόμαστε. Ἀντιθέτως, ἡ τίμια ἐργασία εἶναι καθῆκον μας καὶ εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεό, σὲ σημεῖο ποὺ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει: «αὐτὸς ποὺ δὲν ἐργάζεται, οὔτε νὰ τρώει». Αὐτὸ ποὺ σὲ κάθε περίπτωση ἀποστρέφεται ὁ Θεὸς εἶναι ἡ αἰσχροκέρδεια καὶ ἡ πλεονεξία, τὰ ὁποῖα χαρακτηρίζονται ὡς «μαμωνάς». Δὲν γίνεται, λέει ὁ Κύριος, ἀπὸ τὴ μία νὰ ἐργαζόμαστε γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ εἴμαστε δοῦλοι τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, διότι τὰ δύο αὐτὰ εἶναι τελείως ἀντίθετα μεταξύ τους καὶ κάποια στιγμὴ ὁ ἄνθρωπος θὰ παραδοθεῖ τελείως ἤ στὸ ἕνα ἤ στὸ ἄλλο. 

               ν κατακλείδι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, κέντρο τῆς ζωῆς μας ἂς ἔχουμε τὸν Θεό. Μὴν εἴμαστε μόνο στὰ λόγια Χριστιανοί. Ὅπως γιὰ νὰ γίνουμε δάσκαλοι, γιατροί, οἰκοδόμοι, μάγειρες καὶ ὁτιδήποτε ἄλλο φροντίζουμε νὰ μάθουμε καλὰ τὸ ἀντικείμενο, ἔτσι πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουμε καὶ τὴν χριστιανική μας ἰδιότητα. Νὰ μαθαίνουμε συνεχῶς μέσα ἀπὸ τὸ βίωμα πῶς νὰ ἀνταποκριθοῦμε καλύτερα στὶς ἀπαιτήσεις τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Καὶ ἂν στὴ πορεία οἱ βιοτικὲς ἀνάγκες μᾶς πιέζουν, δὲν χρειάζεται οὔτε νὰ ἐγκαταλείψουμε τὸν ἀγώνα μας, οὔτε νὰ βυθιστοῦμε στὴν θλίψη, παρὰ μόνο νὰ στραφοῦμε στὸν Πατέρα μας καὶ νὰ Τοῦ ζητήσουμε. Ἐκεῖνος εἶπε «αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται». Ἐκεῖνος εἶπε, πάλι, «αὐτὸς ποὺ ἔχει ὦτα καὶ ἀκούει, ἂς ἀκούσει». Ἀμήν!

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2023 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)


 

Σάββατο 24 Ιουνίου 2023

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 14ο)

 Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς

14. Εργασία

Η αναγκαιότητα της εργασίας. Ψυχαγωγία και αυτοσυγκέντρωση του πνεύματος.
Προσευχές, τάματα και υποσχέσεις ως μέσα υπέρβασης κακών συνηθειών

Απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα που ενισχύει την θέλησή του είναι η εργασία. Αυτή διατάχθηκε από τον Θεό προς τον αμαρτωλό άνθρωπο στον Παράδεισο: «Με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα τρώγεις το ψωμί σου»[1]. Επομένως, ο καθένας μας πρέπει να εργάζεται.

Στην Α΄ Επιστολή προς Θεσσαλονικείς, ο Απόστολος Παύλος έγραψε για την αναγκαιότητα της εργασίας τα εξής: «Σας παρακαλούμε, αδελφοί… να κάνετε το δικό σας έργο και να εργαστείτε με τα χέρια σας, όπως σας προστάξαμε»[2]. Και στην Β΄ Επιστολή, επιπλήττει αυστηρά εκείνους που ενεργούν με αταξία και θόρυβο, διατυπώνοντας με ακρίβεια την έκκλησή του για εργασία: όποιος δεν θέλει να εργαστεί, να μην τρώει[3]. (Αυτές τις λέξεις, τις έκλεψαν και οι κομμουνιστές, περνώντας τες ως προϊόν της δικής τους δημιουργικότητας).

Ταυτόχρονα, πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο Χριστιανισμός δεν διαχωρίζει ποτέ την εργασία σε «λευκή» και «μαύρη». Ένας τέτοιος διαχωρισμός ήταν αποδεκτός μέχρι τα τελευταία χρόνια στην κοινωνία και η «ταπεινή εργασία» (κυρίως η χειρωνακτική) αντιμετωπιζόταν με περιφρόνηση. Αλλά ο Χριστιανισμός απαιτεί από τον άνθρωπο μόνον η εργασία του να είναι έντιμη και να αποφέρει τα κατάλληλα οφέλη. Και από αυτή την χριστιανική σκοπιά, ένας άνθρωπος που κατέχει υψηλή και υπεύθυνη θέση και αντιμετωπίζει απρόσεκτα τα καθήκοντά του είναι πολύ κατώτερος από τον πιο ασήμαντο από τους υφισταμένους του, αν ο τελευταίος εκτελεί τα καθήκοντά του με χριστιανικό τρόπο -ευσυνείδητα. Ταυτόχρονα -όλοι γνωρίζουν από προσωπική εμπειρία- τι ευχάριστη ικανοποίηση νιώθει κάποιος που εργάζεται με ειλικρίνεια και επιμέλεια, και τι άσχημο υπόλειμμα παραμένει στην ψυχή μετά από τον χρόνο που πέρασε κενός και χωρίς νόημα[4]

Μια λανθασμένη και αμαρτωλή άποψη για την εργασία και την ψυχαγωγία είναι πολύ συνηθισμένη στους νέους τις μέρες αυτές. Αντιμετωπίζουν την εργασία ως κάτι εξαιρετικά δυσάρεστο, ως βαρύ ζυγό και φροντίζουν να απαλλαγούν από αυτήν το συντομότερο δυνατό, να την «ξεφορτωθούν». Και όλες οι φιλοδοξίες και οι προσπάθειές τους κατευθύνονται προς την «χαλάρωση» και την διασκέδαση το συντομότερο δυνατό. Υπάρχει ένα ρητό: «η εργασία έχει την ώρα της και η ψυχαγωγία την δική της».

Πολλοί θα ήθελαν να ισχύει το αντίστροφο… Αλλά, πρώτον, αυτό είναι αμαρτωλό και καθόλου χριστιανικό, και, δεύτερον, ακόμη και η ανάπαυση και η ψυχαγωγία είναι ευχάριστα και αξίζουν μόνον όταν έχει προηγηθεί εργασία. Και για να αποφύγει αυτό το κενό και την απουσία προσοχής στην ψυχή, που είναι τόσο συνηθισμένα τώρα στους νευρικούς, ανήσυχους και μάταιους καιρούς μας, ο Χριστιανός πρέπει να συνηθίσει τον εαυτό του στην αυτοσυγκέντρωση. Πρέπει να προσέχουμε τον εαυτό μας από κάθε άποψη και να έχουμε ξεκάθαρη επίγνωση της διάθεσης και των φιλοδοξιών μας και επίσης να φανταστούμε τι ακριβώς πρέπει να κάνουμε αυτή τη στιγμή και σε ποιον στόχο πρέπει να κατευθύνουμε όλες μας τις προσπάθειες.

Μιλώντας για την ενίσχυση της θέλησης, είναι επίσης απαραίτητο να αναφέρουμε εκείνες τις περιπτώσεις όπου ένας άνθρωπος αισθάνεται την θέλησή του ανίσχυρη να αντισταθεί σε κάθε πειρασμό ή σε μια βαθιά ριζωμένη αμαρτωλή συνήθεια. Εδώ πρέπει να θυμάται ότι το πρώτο και κύριο φάρμακο σε τέτοιες περιπτώσεις είναι η προσευχή, η ταπεινή προσευχή πίστης και ελπίδας. Η προσευχή θα συζητηθεί παρακάτω, αλλά προς το παρόν, ας θυμηθούμε για άλλη μια φορά ότι ακόμη και ένας τόσο ισχυρός πνευματικός άνθρωπος, όπως ο Απόστολος Παύλος, μίλησε για την αδυναμία να καταπολεμηθεί η αμαρτία και να γίνει το καλό: «δεν κάνω το καλό το οποίο θέλω, αλλά κάνω το κακό το οποίο δεν θέλω»[5]. Επιπλέον, αυτό συμβαίνει συνεχώς σε εμάς, τους αδύναμους και ανίσχυρους. Και η προσευχή μπορεί να μας ενισχύσει, γιατί ελκύει την πανίσχυρη δύναμη του Θεού για να βοηθήσει την ανικανότητά μας.

Εκτός από την προσευχή, μεγάλη σημασία για την ενίσχυση της θέλησης στην καταπολέμηση της αμαρτίας έχουν τα λεγόμενα τάματα και οι υποσχέσεις. Το τάμα είναι η υπόσχεση του ανθρώπου να κάνει κάποια καλή, ευγενική πράξη, για παράδειγμα, να βοηθήσει τους φτωχούς, να κτίσει έναν ναό ή να κάνει μια ελεημοσύνη, να πάρει ένα ορφανό για να το αναθρέψει ή -όπως έκαναν συχνά οι ευσεβείς πρόγονοί μας- να πάει κάπου σε έναν ιερό τόπο για προσκύνημα κ.λπ. Όσον αφορά τις συνθήκες μας, τέτοιοι όρκοι μπορεί να αποτελούνται από τα εξής: Εάν ένας άνθρωπος παρατηρήσει μια δυσλειτουργία στον εαυτό του από οποιαδήποτε άποψη -δεν βοηθάει πολύ τους άλλους, είναι ράθυμος στην εργασία, φροντίζει ελάχιστα την οικογένειά του κ.λπ.-, πρέπει να επιλέξει μόνος του σε αυτόν τον τομέα μια ορισμένη μόνιμη καλή πράξη και να την εκτελεί απαρέγκλιτα ως καθήκον του. Οι υποσχέσεις είναι τάματα, απλά αρνητικού χαρακτήρα. Σε αυτά, ένας άνθρωπος υπόσχεται να μην κάνει εκείνη ή την άλλη αμαρτία, να καταπολεμήσει με τον πιο αποφασιστικό τρόπο την τάδε ή την δείνα αμαρτωλή συνήθεια (για παράδειγμα, το ποτό, το κάπνισμα, τις βρισιές κ.λπ.). Συχνά αυτές οι υποσχέσεις δίνονται επίσημα ενώπιον του Τιμίου Σταυρού και του Ευαγγελίου.

Φυσικά, ο καλύτερος τύπος τάματος είναι εκείνος που δίνεται ισόβια. Ωστόσο, κατά περιπτώσεις επιτρέπεται και συμβαίνει συχνά να δίνονται τάματα διάρκειας 2-3 χρόνων. Είναι αυτονόητο ότι ένας άνθρωπος πρέπει να δίνει τάματα ή υποσχέσεις, έχοντας ζυγίσει τις δυνάμεις του, με την αποφασιστικότητα να τα εκπληρώσει με κάθε κόστος, με την βοήθεια του Θεού. Ο Σωτήρας μας προειδοποιεί για απρόσεκτους, παράλογους και αφόρητους όρκους με μια παραβολή για τον ανόητο κατασκευαστή του πύργου, τον οποίο περιγέλασαν οι γύρω του, λέγοντας: «Αυτός ο άνθρωπος άρχισε να χτίζει και δεν κατάφερε να τελειώσει»[6]. Σχετική είναι και η ρωσική παροιμία που λέει: «κόψε ένα δέντρο που να σου κάνει»[7], και μία άλλη προσθέτει: «αν δεν ρωτήσεις γιατο πέρασμα, μην βάλεις το κεφάλι σου στο νερό…»[8]. Αλλά από την άλλη, εάν η υπόσχεση έχει ήδη δοθεί, τότε εκπληρώστε την χωρίς αποτυχία, ζητώντας την βοήθεια του Θεού: «χωρίς να δώσεις λόγο, να είσαι δυνατός, αλλά αν τον έχεις δώσει, να τον κρατήσεις…»[9].

(συνεχίζεται)


[1] «Ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου» (Γεν. γ΄ 19).
[2] «Παρακαλοῦμεν δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί… πράσσειν τὰ ἴδια καὶ ἐργάζεσθαι ταῖς ἰδίαις χερσὶν ὑμῶν, καθὼς ὑμῖν παρηγγείλαμεν» (Α΄ Θεσ. δ΄ 10-11).
[3] «Εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω. Ἀκούομεν γάρ τινας περιπατοῦντας ἐν ὑμῖν ἀτάκτως, μηδὲν ἐργαζομένους, ἀλλὰ περιεργαζομένους. Τοῖς δὲ τοιούτοις παραγγέλλομεν καὶ παρακαλοῦμεν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα μετὰ ἡσυχίας ἐργαζόμενοι τὸν ἑαυτῶν ἄρτον ἐσθίωσιν» (Β΄ Θεσ. γ΄ 10-12).
[4] Πρβλ. το γνωστό ρητό «ἀργία μήτηρ πάσης κακίας».
[5]  «Οὐ γὰρ ὃ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ᾿ ὃ οὐ θέλω κακὸν τοῦτο πράσσω» (Ρωμ. ζ΄ 19).
[6] «Τίς γὰρ ἐξ ὑμῶν, θέλων πύργον οἰκοδομῆσαι, οὐχὶ πρῶτον καθίσας ψηφίζει τὴν δαπάνην, εἰ ἔχει τὰ πρὸς ἀπαρτισμόν; Ἵνα μήποτε, θέντος αὐτοῦ θεμέλιον καὶ μὴ ἰσχύσαντος ἐκτελέσαι, πάντες οἱ θεωροῦντες ἄρξωνται αὐτῷ ἐμπαίζειν, λέγοντες ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος ἤρξατο οἰκοδομεῖν καὶ οὐκ ἴσχυσεν ἐκτελέσαι;» (Λουκ. ιδ΄ 28-30).
[7] Η παροιμία αυτή (στο πρωτότυπο «Руби дерево по себе») σημαίνει ότι δεν πρέπει να αναλαμβάνει κανείς πράγματα πάνω από τις δυνάμεις του.
[8] Η παροιμία αυτή (στο πρωτότυπο «Не спросясь броду, не суйся в воду»), που αφορά στην ασφαλή διάβαση των ποταμών από ρηχό πέρασμα, σημαίνει ότι δεν πρέπει κάποιος να κάνει κάτι αν δεν γνωρίζει το θέμα και δεν είναι προετοιμασμένος.
[9] Ακόμη μία ρωσική παροιμία (στο πρωτότυπο «Не давши слова – крепись, а давши – держись»).

Τετάρτη 21 Ιουνίου 2023

ΠΙΣΤΟΙ ΑΚΟΛΟΥΘΟΙ ΤΗΣ ΠΑΤΡΩΑΣ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ


Ωραία ή έμπνευσις της εκδόσεως του τριμηνιαίου περιοδι­κού υπό τον τίτλον 
«Τα Πάτρια»,
με σκοπόν αντικειμενικόν να ενθυμηθώμεν παλαιοτέρας ημέρας του Ιερού Αγώνος
 υπέρ της Ορ­θοδοξίας των Πατέρων ημών,
η οποία τόσον σφοδρώς και υπούλως καί δολίως καταπολεμείται υπό των σκοτεινών δυνάμεων του απαίσιου εβραιοτεκτονισμού,
ο οποίος δυστυχώς εισέδυσεν διά των οργάνων του εις αυτήν την Ορθόδοξον Εκκλησίαν.
Δυστυχώς,
ο πολύς λαός του ευσεβούς ημών 'Εθνους,
έχει μεσάνυχτα,
ως πρός την επίγνωσιν του μεγάλου δώρου,
το οποιίον ενεπιστεύθη ο μεγαλόδωρος καί Παντοκράτωρ καί Σωτήρ του κόσμου εις το ημέτερον ευσεβές γένος.

Ας ενθυμηθή ο καθείς τον λόγον του Κυρίου,τον οποίον είπε,όταν οι μαΘηταί Του Φίλιππος και Ανδρέας είπαν:«Κύριε,''Ελληνες σας ζητούσιν''. Τότε λοιπόν Εκείνος, ώς Θε­ός παντογνώστης έξεφώνησε το περιλάλητον, «Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου»(Ιωάν,ιβ' 20—23). Μέσα εις τους λόγους αυτούς του Κυρίου, διαφαίνεται ο μεγάλος προορισμός τον οποίον έχει το ημέτερον ευσεβές Εθνος άνωθεν, ίνα χρησιμεύση, ως Απόστολος καί Ευαγγελιστής της αληθείας Αυτού διά τα λοιπά 'Εθνη. Και τον προορισμόν αυτόν εξήσκησε το ευσεβές ημών 'Ε­θνος κατά την Βυζαντινήν περίοδον. Αλλά σήμερον δυστυχώς, τόσον ο πολύς λαός ηγνόησε την αξίαν της Ορθοδοξίας των πατέρων ημών,όσον και οι τραμοί της τε Πολιτείας καί κρατούσης Εκκλησίας πλανηθέντες από του πνεύματος τής αποστασίας καί του νεωτερισμού.

Αλλά και σήμερον, ο ημέτερος ευσεβής λαός, ο ακολουθών την Πατρώαν ευσέβειαν είναι αληθές ότι εχαλάρωσεν τόν ζήλον του, τον οποίον είχεν ευθύς έξ’ αρχής από ενάρξεως του αγώνος, και οσημέραι ψύχεται, αλλά ο Κύριος δεν μας θέλει, ούτε ψυχρούς,ούτε χλιαρούς,αλλά μας θέλει Θερμούς.''...όφελον ψυχρός ης ή ζε­στός''.'' Ούτως χλιαρός ει, καί ούτε ζεστός, ούτε ψυχρός,μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου...».(Αποκάλυψις Ιωάν.γ' 15—16). Δηλαδή σε ήθελα να ήσουν ψυχρός, ήτοι άπιστος ή ζεστός, ήτοι θερμός εις την πίστιν. Επειδή δέ,είσαι χλια­ρός, διά τούτο μέλλω να σε ξεράσω εκ του στόματός μου. Διά τούτο καί ο Ιερός, ημών Κλήρος και ό ευσεβής ημών λαός Θά πρέπει να αναλογισθή τας πρότερον ημέρας τού Ιερού ημών Αγώνος, κατά τας οποίας ο θείος Ζήλος έκαιε την καρδίαν εκάστου πιστού κληρικού και λαικού, και δέν υπελόγιζε, ούτε συμφέροντα υλικά, ούτε δοκιμασίας, ούτε φύλακας, ούτε ζωήν, ούτε θάνατον!

Καί αναφέρω το γεγονός της πολυπληθούς συγκεντρώσεως, η ο­ποία εγένετο την Κυριακήν της 2ας Οκτωβρίου του 1932. Είκοσιπέντε χιλιάδες (25.000) και πλέον λαού πιστού συνεγκεντρώθησαν και επλημμύρησαν τας οδούς από πλατείας Συντάγματος, Μητροπόλεως και Ερμού, και τας πα­ρόδους αυτών. ''Ολη η αστυνομία επί ποδός, αι υδραντλίαι, τα κλομπς. Εβράχησαν, εδάρησαν οι αδελφοί, εκαίετο η καρδία αύ­τών, βοούντων: «Ορθοδοξία ή θάνατος». Εζήτησε ο Μητροπολίτης τότε, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, τρομοκρατημένος, εζήτησε να υπάγη επιτροπή αγώνος εις το Μέγαρον της Ιερας Μητροπόλεως. Ο κλήρος έπεσε εις εμέ τον ελάχιστον, λαϊκόν τότε όντα. Και με μίαν απλήν υπόκλισιν την οποίαν προσέφερα, αποτεινόμενος εις έμέ λέγει: —Επιτρέπεται εις σέ κύριε Μ...ν’ άκολουθής τα κατσάρια;... —Δεν είναι παράδοσις μακαριότατε το ήμερολόγιον της Ορ­θοδοξίας; τον ερωτώ απαντών εις τήν παρατήρησίν του. —Μα δεν ομιλούν οι Ιεροί Κανόνες περί ημερολογίου,αλλά περί Πασχαλίου μου απήντησε. —Καί δύναται, μακαριότατε, να σταθή το Πασχάλιον με το νέον ημερολόγιον που εφέρατε εις τήν Εκκλησίαν;... τον ξανα­ρωτώ. ''Εμεινε βουβός,δεν απήντησε και σεβόμενος το αξίωμά του, πάλιν με την απλήν υπόκλισιν απεμακρύνθην.

Ο Μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης, κυρός Χρυσόστομος, εις την διάλεξίν του περί της δυνάμεως της Χριστιανικής Πίστεως και του Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού, αναγράφει μίαν περικο­πήν του αειμνήστου Δ. Βερναδάκη, Καθηγητού του Πανεπιστημίου και ενός εκ των επιλέκτων σοφών της Ελλάδος,ως κάτωθι: «Η Πίστις στον Χριστόν πρέπει να είναι το κάλλιστον γνώρισμα και το πολυτιμότατον κόσμημα της νεωτέρας Ελλάδος. ''Οπως δε, η έννοια της Πατρίδος και της Ελευθερίας,ούτω και η Ορθόδοξος Θρησκεία πρέπει να αναζωπυρή τας καρδίας των νεωτέρων Ελλήνων. Διότι η πίστις αύτη, η ιερά είναι η πρωτότοκος θυγάτηρ της Ελλάδος και το κάλλιστον θρέμμα και γαλούχημα της Ελληνικής φιλοσοφίας. Ο εν τω ανθρώπω πνευματικός άνθρωπος από της θρη­σκείας ζωογονείται,διότι αυτή και μόνη ικανοποιεί τας θείας εμ­πνεύσεις καί εξάρσεις του Ελληνικού πνεύματος. Διά τούτο λέγω, ότι ο λαός, ό των Ορθοδόξων Ελλήνων, εμμένων πιστός εις το πάτριον θρήσκευμα και διασώζων ακόμη τα αγνά και πα­τροπαράδοτα ήθη του, δύναται να ατενίζη πάντοτε θαρραλέως εις το μέλλον, αρκεί μόνον να μη κλονίση την εις Χριστόν πίστιν του,η ημιμάθεια και αι περί ηθικής αυτονομίας των λαών χίμαιραι των μωρών και των δοκησισόφων ανθρώπων και να μη μολύνη τα αγνά του ήθη,το δυσώδες ρεύμα της ηθικής διαφθοράς καί εξαχρειώσεως».



Ας τα ακούσουν σήμερον,

οι κυβερνώντες, το ημέτερον εύσεβές έθνος και η κρατούσα Εκκλησία,

ως και ο ημέτερος εύσεβής λαός και κλήρος και ας ανακαινήσωμεν εαυτούς 

με το ζωο­ποιόν και θερμικόν συναίσθημα της Πατρώας ευσεβείας,

χάριν αυτής της Δόξης και του Έθνους ημών καί της Αγίας του Χριστού Εκκλησίας 

και ενότητος αυτής,

όπως μη βαρείαν την ευθύνην έχομεν απέναντι της δικαιοσύνης του ενανθρωπήσαντος Αγί­ου Θεού ημών,

όστις εξηγόρασε ημας τω τιμίω Αυτού Αίματι.


«Αύτη έστιν η νίκη,η νικήσασα τον κόσμον,η πίστις ημών».(Α’ Ιωάν,ε' 4).
Στην φωτογραφία εικονίζεται ο αείμνηστος Ζηλωτής Θεού, 
ο Αγιορείτης Ιερομόναχος Γέρων Ισίδωρος ο Οσιοπετρίτης
 και είναι παρμένη εκ της φωτογραφικής συλλογής του πατρός Ευθυμίου Μπαρδάκα.



Υπό Μάρκου Χανιώτου Μοναχού

Τρίτη 20 Ιουνίου 2023

ΔΥΟ ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΠΕΡΙΣΤΑΣΤΑΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ

  

κατὰ διήγησιν τοῦ προσφάτως κοιμηθέντος Κληρικοῦ μας
π. Ἰγνατίου Μπάφα

ΚΑΤΑ παραχώρησιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸ ἔτος 1963 πῆγα εἰς τὴν Αἴγινα, δηλ. μὲ ἔστειλαν εἰς τὸν Ἱερὸν Ναὸν τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, διὰ νὰ ἐξυπηρετῶ τοὺς ἐκεῖ Παλαιοημερολογίτας, ἐπειδὴ δὲν εἶχον Ἱερέα.

            Ἤμουν, τότε, νεοχειροτονημένος, δηλαδὴ ἀρχάριος ὡς Ἱερεύς, ἀλλὰ μοῦ εἶπαν οἱ Ἀρχιερεῖς, ὅτι ἐκεῖ πλησίον, ποὺ θὰ πήγαινα, ἔμενε ἕνας πολὺ ἡλικιωμένος Ἱερομόναχος, ὁ ὁποῖος θὰ μὲ βοηθοῦσε εἰς ὁ,τιδήποτε εἶχε σχέσιν μὲ τὰ καθήκοντα τῆς Ἱερωσύνης. Ἐπίσης μοῦ τόνισαν, ὅτι θὰ διδαχθῶ καὶ ὠφεληθῶ μαζί του πάρα πολλά…

            ● Κάποια ἡμέρα ἑνὸς καλοκαιριοῦ, ἦταν 11 τὸ πρωῒ ἡ ὥρα, βλέπω ἀπ’ τὸ παράθυρο τοῦ σπιτιοῦ μου, πλησίον εἰς τοὺς Ἁγίους Ἀναργύρους, κάποια γυναῖκα, κατάκοπη ἀπὸ τὴν ζέστη καὶ ταλαιπωρία, σὰν νὰ ἔψαχνε κάτι. Κατάλαβα ὅτι κάποιον ζητᾶ. Βγῆκα ἔξω, τὴν χαιρέτισα καὶ τὴν φώναξα νὰ ἔλθῃ νὰ πιῇ ἕνα νερὸ νὰ ξεκουρασθῇ καὶ σὲ τὶ μποροῦσα νὰ τῆς φανῶ χρήσιμος. Ἐκείνη, ἀμέσως, μὲ ρωτᾶ: «Σᾶς παρακαλῶ πολύ, ποῦ εἶναι ἐδῶ κοντὰ κάποιος Γέροντας, γιὰ τὸν ὁποῖον ἔρχονται πολλοί, νὰ πάω νὰ τὸν δῶ, νὰ ἐξομολογηθῶ; Ἔρχομαι ἀπὸ τὸν Βόλο καὶ θέλω νὰ προλάβω τὸ καραβάκι, νὰ φύγω ἀπόψε». Τῆς ἀπήντησα, ἐδῶ πιὸ πάνω εἶναι, ἀλλὰ εἶναι ἀσθενὴς εἰς τὸ κρεββάτι καὶ δὲν δέχεται ἐπισκέψεις. Ἔλα ὅμως νὰ ξεκουρασθῇς λίγο καὶ θὰ σὲ πάω ἐγώ, ἴσως σὲ δεχθῇ.

            Ὅταν φθάσαμε ἔξω ἀπὸ τὸ κελλὶ τοῦ Γέροντος φώναξα τὴν Γερόντισσα, γιὰ νὰ νὰ πάῃ νὰ τοῦ τὸ πῇ. Μόλις ἄνοιξε ἡ πόρτα, ἀκούω τὸν Γέροντα ποὺ τῆς λέει: «Τὴν περίμενα, ἄς περάσῃ». Ἀφοῦ μπῆκε μέσα, χωρὶς νὰ χρειασθῇ νὰ «μεσολαβήσω», ἔφυγα ἐγώ, ἀλλὰ προηγουμένως εἶχα παρακαλέσει τὴν γυναῖκα ἐκείνη, φεύγοντας νὰ περάσῃ ἀπὸ τὸ σπίτι μου, νὰ φάῃ κάτι, ἀλλὰ περισσότερο γιὰ νὰ μᾶς πῇ τὶς ἐντυπώσεις της.

            Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὴν ὥρα, ἐπέστρεψε ἡ κυρία. Ὅταν κάθησε, μᾶς λέει: «Αὐτὸς ὁ Γέροντας πρέπει νὰ εἶναι ἅγιος! Μοῦ εἶπε γιὰ πολλὲς ἁμαρτίες μου ποὺ καὶ ἐγὼ τὶς εἶχα ξεχάσει, ἀλλὰ ἐκτὸς αὐτοῦ, πάτερ μου, μοῦ μίλησε καὶ γιὰ τὸν γυιό μου, ποὺ τὸν μεγάλωσα ὀρφανὸ καὶ ποὺ γιὰ κεῖνον ἦλθα ἐδῶ περισσότερον, ἴσως παρηγορηθῶ. Ἦταν τὸ καλύτερο παιδί, ἔμπλεξε μὲ κακὲς παρέες, ἔγινε ἀλήτης καὶ χαρτοπαίκτης. Δίχως ἀκόμη νὰ τοῦ πῶ τίποτα, μοῦ εἶπε γιὰ ὅλα αὐτά. Ἐπίσης μοῦ εἶπε: “Σὲ ἕξι μῆνες, θὰ ξαναρθῇς σὲ μένα ἐδῶ. Τὸ παιδί σου, μὴν ἀνησυχεῖς, θὰ πανδρευθῇ μιὰ καλὴ κοπέλλα καὶ αὐτὴ θὰ γίνῃ αἰτία νὰ γίνῃ πιὸ καλὸς ἀπὸ πρὶν ὁ γυιός σου. Καὶ ὅταν ἔλθῃς”, μοῦ εἶπε καὶ χαμογελοῦσε, “θὰ εἶναι σὲ ἐνδιαφέρουσα ἡ νύφη σου”. Αὐτὰ μοῦ εἶπε, πάτερ, ἀλλὰ δὲν τὰ πολυπιστεύω, ἐσεῖς τί λέτε;».

            Ἔφυγε ἡ γυναῖκα αὐτή, καὶ μετὰ ἕξι μῆνες τὴν βλέπω ξαναπέρασε πάλι, πρῶτα ἀπὸ τὸ σπίτι μου, ἀλλὰ αὐτὴ τὴν φορὰ ἦταν χαρούμενη. Μοῦ λέει: «Πάτερ, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι, πρὶν ἀκόμη πεθάνῃ, ἅγιος! Ποῦ τὰ γνώριζε ὅλ’ αὐτά; Ὅσα μοῦ εἶπε, ἔγιναν ἔτσι ἀκριβῶς!».

            Τὸ ἴδιο ἐγίνετο μὲ πολλοὺς ἄλλους. Ἤρχοντο ἀπ’ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, ἀπ’ ὅλα τὰ νησιά, ἀπὸ τὴν Κρήτη, ἀπὸ τὴν Κύπρο, ἀπὸ παντοῦ. Ἔτρεχαν στὴν καθαρὴ πηγή. Καὶ μόνον αὐτὰ ποὺ ἔβλεπα στὰ πρῶτα χρόνια τῆς Ἱερωσύνης μου, μὲ προβλημάτιζαν καὶ μὲ ὠφελοῦσαν πολύ, σχετικὰ μὲ τὴν ἀποστολή μου.

            ● Ὅταν εἶχε ἔλθει ἡ μητέρα μου ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη, γιὰ νὰ μᾶς δῇ, μιὰ ἡμέρα μετὰ τὴν Θ. Λειτουργία, καθὼς ἔβγαινε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ πήγαινε πρὸς τὸ σπίτι, συνήντησε τὸν πατέρα Ἱερώνυμο καὶ ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τοῦ ἀσπάσθηκε τὸ χέρι καὶ τὸν ἀπεχαιρέτησε, ἐπειδὴ θὰ ἔφευγε. Τότε ἐκεῖνος, μὲ τὸ γνώριμο ἤρεμο καὶ χαμογελαστὸ ὕφος του, τῆς λέγει ἐπὶ λέξει:

            «Στάσου, νὰ σὲ ἐρωτήσω, μὴ βιάζεσαι νὰ φύγῃς».

            «Εὐλόγησον, Γέροντα», τοῦ λέγει ἡ μητέρα μου. Καὶ ὁ Γέροντας συνεχίζει:

            «Ἐνθυμεῖσαι, τότε ποὺ ἤσουν σὲ ἐνδιαφέρουσα εἰς τὸ παιδί σου τὸν π. Ἰγνάτιον, ποὺ εἶδες τὸν Ἄγγελον ποὺ σοῦ ἔφερε τὸ μήνυμα ἀπὸ τὸν Κύριον ὅτι θὰ κάνῃς ἀγόρι;». Τοῦ λέγει μετὰ ἡ μητέρα μου:

            «Ναὶ τὸ ἐνθυμοῦμαι, Γέροντα, ἀλλὰ ἐσεῖς ποὺ τὸ ξεύρετε ὅτι εἶδα τὸν Ἄγγελον; Καὶ τὸ παιδί μου, ὁ π. Ἰγνάτιος, δὲν τὸ γνωρίζει!».

            Ὁ Γέροντας δὲν τῆς ἀπεκρίθη. Ἐν συνεχείᾳ τῆς λέγει:

            «Ἐπειδὴ ἤθελες, ἄν θὰ γεννήσῃς υἱόν, νὰ γίνῃ λειτουργὸς τοῦ Ὑψίστου, δηλ. Ἱερέας, διὰ τοῦτο σὲ εἰδοποίησεν ὁ Κύριος. Νὰ τὸν χαίρεσαι»!…

[Βλ. Σωτηρίας Δ. Νούση, Ὁ Γέρων Ἱερώνυμος τῆς Αἰγίνης (1883-1966), ζ’ ἔκδ., 2010, σελ. 124-125, 129-131]

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΣΤΗΝ ΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ; (Ομιλία του Μητροπολίτου Λαρίσης & Πλαταμώνος κ. Κλήμη)


Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὸν Καθεδρικὸ Ἱερὸ Ναὸ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Λαρίσης, τὴν Κυριακή, 5/18-6-2023, μὲ τίτλο: «Τί εἶναι τὸ πιὸ δύσκολο στὴν κλήση τοῦ Χριστοῦ;».



 

Κυριακή 18 Ιουνίου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Β' ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 0466

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

               Μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ φτάσαμε ἤδη ἀπὸ τὴν Δευτέρα στὴ νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἡ νηστεία αὐτή, ἐξίσου σημαντικὴ μὲ τὶς ἄλλες τρεῖς τοῦ ἔτους, κάθε χρόνο ἔχει διαφορετικὴ διάρκεια διότι ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν κινητὴ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα καὶ ξεκινᾶ μία ἡμέρα μετὰ τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων. Ἔχει τιμητικὴ ἀναφορὰ στὰ πρόσωπα τὰ ὁποῖα ἦταν διαρκῶς δίπλα στὸν Χριστό μας καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς μετὰ σώματος ἐπὶ γῆς παρουσίας Του καὶ μετὰ τὴν Ἀνάληψή του ἔγιναν κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου σὲ ὅλο τὸν γνωστὸ κόσμο. Ἡ δράση αὐτῶν τῶν ἀνδρῶν ὑπῆρξε ἀνατρεπτικὴ γιὰ τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας, δεδομένου ὅτι μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπέκτειναν τὸ κήρυγμα τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς ἀγάπης, ἐλαττώνοντας τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρείας καὶ μεταμορφώνοντας ὁλόκληρες κοινωνίες. Τὴν κλήση τῶν τεσσάρων πρώτων Ἀποστόλων μᾶς ἀφηγήθηκε ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. 

               Καθὼς ὁ Χριστὸς περπατοῦσε κοντὰ στὴν θάλασσα τῆς Γαλιλαίας, εἶδε διαδοχικὰ δύο καὶ δύο ψαράδες τοὺς μὲν νὰ ρίχτουν δίχτυ, τοὺς δὲ νὰ τακτοποιοῦν τὰ δίχτυα τους μαζὶ μὲ τὸν πατέρα τους. Ἦταν τὰ ἀδέλφια Πέτρος καὶ Ἀνδρέας καὶ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης. Ἦταν ἄνθρωποι ἁπλοὶ ἀλλὰ καὶ ἔξυπνοι, ἀγράμματοι ἀλλὰ ἐργατικοὶ καὶ καλόκαρδοι. Μὲ τὴν τίμια ἐργασία τους συντηροῦνταν οἱ ἴδιοι καὶ συντηροῦσαν τὶς οἰκογένειές τους. Ὁ Κύριός μας, γιὰ τὸ σημαντικότερο στὴν παγκόσμια ἱστορία ἔργο τῆς διάδοσης τοῦ Εὐαγγελίου, αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ἐπέλεξε, ἀνθρώπους τῶν κατώτερων κοινωνικῶν στρωμάτων. (Ἂν αὐτὸ δὲν τὸ γνωρίζουν, καλὸ εἶναι νὰ τὸ μάθουν ὅσοι ὑπερασπιζόμενοι τὰ κατώτερα κοινωνικὰ στρώματα ἔχουν θέσει τὸν Θεὸ «στὴν ἄκρη».) 

               Βλέποντας, λοιπόν, ὁ Κύριος τοὺς ψαράδες, μόνο λίγες λέξεις τοὺς εἶπε: «Ἀκολουθῆστε με καὶ θὰ σᾶς κάνω ψαράδες ἀνθρώπων». Οἱ περισσότεροι θὰ σκέπτονταν: «Γίνεται νὰ παρατήσω τὴ δουλειά μου; Καὶ θὰ ἀφήσω τὸν πατέρα μου, τὸν Ζεββεδαῖο, μόνο του; Καὶ ἄν τὸν ἀκολουθήσω, πώς θὰ βγάζω τὰ πρὸς τὸ ζῆν; Τί θὰ μοῦ προσφέρει τὸ νὰ Τὸν ἀκολουθήσω; Μήπως ἀργότερα θὰ τὸ μετανιώσω;» καὶ διάφορα τέτοια. Οἱ τέσσερεις ψαράδες τί σκέφτηκαν; Τίποτα. Ἁπλὰ Τὸν ἀκολούθησαν δίχως δεύτερη σκέψη.  Τὸν ἀκολούθησαν «ἀφέντες ἅπαντα», ὄχι μόνο δίχτυα καὶ ἐπάγγελμα, ὄχι μόνο γονεῖς, ἀλλὰ καὶ γυναῖκες καὶ παιδιὰ καὶ σπίτια. Κάποιος ἂν τὰ ἄφηνε ὅλα αὐτά, ἐνδεχομένως νὰ θεωροῦσε πὼς θὰ ἀπολάμβανε κάποια δικαιώματα καὶ προνόμια. Οἱ Ἀπόστολοι δὲν θεώρησαν τίποτα. Στὸ «ἀφέντες ἅπαντα» συγκαταλέγεται καὶ τὸ προσωπικό τους «θέλω», ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος τους ὁ παλαιὸς ἑαυτός. Εἶναι δυνατὸν μετὰ ἀπὸ τὴν ἔνδειξη τέτοιας αὐταπάρνησης καὶ ἀνιδιοτέλειας νὰ μὴν ἔλθει πλούσια ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ; Τοὺς ἔλειψε, μήπως, κάτι στὴν μετέπειτα ζωή τους; Τίποτα! Κάποτε ποὺ μερικοὶ Ἰουδαῖοι εἶχαν σκανδαλισθεῖ μὲ τὰ θεϊκὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔφυγαν ἀπὸ κοντά Του, Ἐκεῖνος στράφηκε στοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς ρώτησε: «μήπως καὶ ἐσεῖς θέλετε νὰ φύγετε;», γιὰ νὰ λάβει τὴν ἀπάντηση ἀπὸ τὸν Πέτρο: «Κύριε, σὲ ποιόν νὰ καταφύγουμε; Ἐσένα τὰ λόγια Σου σκορπίζουν τὴν αἰώνια ζωή». 

               Τὸ νὰ ἀκοῦμε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὰ κηρύγματα καὶ τὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἔχει καμία σημασία ἂν μέσα ἀπὸ αὐτὰ δὲν ἀντλοῦμε τρόπους γιὰ να βελτιωθοῦμε ὡς ἄνθρωποι, νὰ ὁδηγηθοῦμε σὲ μετάνοια καὶ νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό. 

               σως τὸ σημαντικότερο ποὺ ἔχει νὰ μᾶς διδάξει ἡ σημερινὴ περικοπή, εἶναι ἡ αὐταπάρνηση καὶ ἡ ἀνιδιοτέλεια. Αὐταπάρνηση σημαίνει «ἀρνοῦμαι τὸν ἑαυτό μου, ἤ καλύτερα, ἀρνοῦμαι τὸ νὰ εἶναι καλὰ ὁ ἑαυτός μου εἰς βάρος τῶν ἄλλων, ἀρνοῦμαι νὰ κοιτάξω τὸν ἑαυτό μου καὶ τὴν ἡσυχία μου ὅταν κάποιος μὲ χρειάζεται». Ἀνιδιοτέλεια σημαίνει «δὲν ἔχω ἀτομικές, ἐγωιστικὲς ἐπιδιώξεις, δὲν  κάνω καλὸ μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ μέσα ἀπὸ αὐτὸ ἐργάζομαι γιὰ τὸ ἀτομικὸ συμφέρον μου». 

               Οἱ δύο αὐτὲς ἀρετὲς χτίζουν εὐλογημένες κοινωνίες ἀνθρώπων, γιὰ αὐτὸ καὶ στὴ σημερινὴ κοινωνία, ἡ ὁποία χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν διαφθορὰ τῶν ἠθῶν, τὴν ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τὸν συνάνθρωπο, εἶναι πολὺ σημαντικές. Πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς διαβάζουμε νυχθημερὸν γιὰ τὰ ὅσα σκοτεινὰ σχέδια προκαλοῦν αὐτὴν τὴν συνεχιζόμενη πνευματικὴ κατάπτωση τῆς κοινωνίας, παραπονιόμαστε, ἀλλὰ ὅταν μᾶς ζητοῦν οἱ ἀδελφοί μας νὰ τοὺς δώσουμε μία χείρα βοηθείας γιὰ κάποιο καλὸ ἔργο ἀγάπης καὶ ἐλεημοσύνης, δὲν ἔχουμε χρόνο. Ὡς ἀποτέλεσμα, δὲν δημιουργοῦνται σχέσεις ἀλληλοβοήθειας καὶ ὁ ἄνθρωπος μένει ἐγκλωβισμένος μόνο νὰ βλέπει τοὺς συσπειρωμένους νὰ καταστρέφουν τὴν κοινωνία. 

               ν θέλουμε ἡ κοινωνία μας νὰ μεταμορφωθεῖ, πρέπει νὰ πάψουμε νὰ θέτουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸ ἐγώ μας στὸ κέντρο τῆς ζωῆς. Νὰ βάλουμε στὸ κέντρο τὸν Θεάνθρωπο καὶ νὰ συσπειρωθοῦμε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας γύρω ἀπὸ Αὐτόν. Καὶ ὅσο οἱ ἄλλοι συσπειρώνονται γιὰ τὸ κακό, ἐμεῖς νὰ συσπειρωνόμαστε γιὰ νὰ κάνουμε καλὰ ἔργα. Διαφορετικά, δὲν ἀλλάζει ἡ κατάσταση. 

               Οἱ Ἀπόστολοι, χάρη στὴν αὐταπάρνηση καὶ ἀνιδιοτέλεια ποὺ ἔδειξαν, ἀξιώθηκαν νὰ γίνουν κοινωνοὶ τῆς Ἀναστάσεως, νὰ δοῦν, νὰ συνομιλήσουν καὶ νὰ φάνε μὲ τὸν Ἀναστημένο Χριστό, ἀξιώθηκαν νὰ τὸν δοῦν νὰ ἀναλαμβάνεται στὸν Οὐρανό, νὰ φωτισθοῦν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, νὰ θεραπεύουν ἀρρώστους μόνο μὲ ἕνα λόγο, νὰ ἀνασταίνουν νεκρούς. Αὐτὰ δὲν ἀνήκουν στὴ σφαίρα τῆς φαντασίας. Γιὰ ὅσους ζοῦν τὴ ζωὴ τῆς αὐταπάρνησης, εἶναι γνωστὲς ἐμπειρίες. 

Καλὸ ὑπόλοιπο τῆς νηστείας.

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι νὰ πρεσβεύουν ὑπὲρ ἡμῶν.

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 17 Ιουνίου 2023

ΟΙ ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΑΓΙΟΙ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ




Στην παράδοση του Αγίου Όρους υπάρχει μια έντονη πολεμική κατά των αιρέσεων και ειδικότερα κατά του Παπισμού.

Στο παρόν κείμενο θ' αναφερθούμε κυρίως στην δράση των Αγιορειτών αγίων κατά των εχθρών της Αληθείας και της αγίας μητέρας μας Ορθόδοξης Εκκλησίας. Θεωρούμε ότι η πτυχή αυτή της αγιορείτικης ιστορίας και παραδόσεως δεν είναι τόσο γνωστή κι έχει ιδιαίτερα μεγάλη αξία και σημασία σήμερα. 


Οι άγιοι δεκατρείς μάρτυρες της μονής Καντάρας (1231), που λέγεται πως ξεκίνησαν την άσκησή τους από τον ιερό Άθωνα, κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας στη Κύπρο, κλήθηκαν να αρνηθούν την πίστη τους από τους Λατίνους. Αγέρωχοι και απτόητοι υπέστησαν σκληρά βασανιστήρια και είχαν μαρτυρικό τέλος μένοντας σταθεροί στην ορθόδοξη  πίστη.


Ο κτήτορας της Αθωνικής μονής Χιλανδαρίου Άγιος Σάββας (1236), πρώτος αρχιεπίσκοπος των Σέρβων, στήριξε την ορθόδοξη πίστη και καταπολέμησε τις αιρέσεις με την γλυκύτητα της ακραιφνούς διδασκαλίας του, που είχε διδαχθεί από την μακρά παραμονή του στον Άθωνα.


Ο οσιομάρτυς Ιωάννης Δοχειαρίτης (1275), για την υποστήριξή των ορθών δογμάτων έναντι των Λατίνων στη Θεσσαλονίκη δέχθηκε διωγμούς, τους οποίους υπέμεινε άριστα. Για την ομολογία του υπέστη μαρτυρικό θάνατο από προδότη φιλενωτικό και λατινόφρονα μαθητή του. Το αυτό και ο μαθητής του Γρηγόριος Δοχειαρίτης(1275), ο οποίος έλαβε τον στέφανο του μαρτυρίου υπερασπιζόμενος απτόητα τα ορθόδοξα δόγματα.


Ο άγιος Ιωαννίκιος ο Α' (1279), αρχιεπίσκοπος των Σέρβων, από ηγούμενος του Χιλανδαρίου, ποίμανε βάσει των ιερών Κανόνων το ποίμνιό του. Διαφύλαξε αλώβητη την ορθόδοξη πίστη. Δεν συμμετείχε στην κίνηση για την υποταγή της Ορθοδοξίας στον Καθολικισμό, που ενεργούσε ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος (1261-1282).


Ο Οσιομάρτυς Κοσμάς, Πρώτος του Αγίου Όρους (1279-1280) απαγχονίσθηκε από τους Λατινόφρονες στις Καρυές μη θέλοντας να υποκύψει στα λατινικά δόγματα. Μαζί του μαρτύρησαν πατέρες Καρυώτες, Κουτλουμουσιανοί, Ιβηρίτες, Βατοπεδινοί, Ζωγραφίτες και Ξενοφωντικοί.


Ο όσιος Νικηφόρος ο Ησυχαστής (13ος αιώνας) καταγόταν από την Ιταλία και άνηκε στον Ρωμαιοκαθολικισμό. Τον εγκατέλειψε χάριν της φιλτάτης Ορθοδοξίας και μέσω Βυζαντίου ήλθε στο Άγιον Όρος. Επειδή αντιτάχθηκε στην ένωση των Εκκλησιών, εξορίσθηκε από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο, ο νηπτικός ομολογητής, Αγιορείτης όσιος.


Ο όσιος Γεράσιμος ο Σιναΐτης (1320), μαθητής του οσίου Γρηγορίου του Σιανΐτου (1346), μετά την έξοδό του από τον Άθωνα, περιήλθε την Ελλάδα ενισχύοντας τους πιστούς, βοηθώντας πολλούς να επιστρέψουν στην Ορθοδοξία. Το αυτό πράττουν οι συμμαθητές του Ιωσήφ «ο ορθοδοξότατος» και Νικόλαος «ο ομολογοτής», που δέχθηκε για την πίστη του φυλακίσεις και εξορίες.


Ο άγιος Νικόδημος αρχιεπίσκοπος Πεκίου (1325), αγωνίσθηκε ακούραστα για την εκρίζωση των αιρέσεων των Βογομίλων και την στερέωση της ορθοδόξου πίστεως και παραδόσεως. Το αυτό έργο εποίησε ο άγιος Δανιήλ ο Β', αρχιεπίσκοπος των Σέρβων (1338).


Ο άγιος Θεόκλητος μητροπολίτης Φιλαδελφείας (1324/6) μεταβαίνοντας από τον Άθωνα στην Κωνσταντινούπολη ήλεγξε για την εκκλησιαστική του πολιτική τον αυτοκράτορα Μιχαήλ η' τον Παλαιολόγο, με αποτέλεσμα να ριχθεί στη φυλακή. Ο επίσκοπος συνέχισε την ορθόδοξη διδασκαλία του σε όλη του τη ζωή απτόητα.


Ο άγιος Ισίδωρος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (U1350) διδασκάλους στον Άθωνα είχε τους αγίους Γρηγόριο Σιναΐτη και Γρηγόριο Παλαμά. Στη Θεσσαλονίκη, όπου στέλνεται να εργασθεί ιεραποστολικά, στέκεται στο πλευρό του αγίου Παλαμά και είναι ένας από τους πρώτους που πολεμά τον αιρετικό Βαρλαάμ. Ως πατριάρχης αποκατέστησε τον συνοδοιπόρο του στους αντιαιρετικούς αγώνες άγιο Παλαμά, τον οποίο χειροτόνησε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης.


Ο όσιος Νείλος ο Εριχιώτης (1355/6) υπήρξε ομολογητής αγιορείτης και πολλές υπέστη από τους κακοδόξους εξορίες και θλίψεις για την ακρίβεια της πίστεώς του.


Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (1359) υπήρξε μέγας θεολόγος. Υποστήριξε το ορθόδοξο δόγμα με γνώση, πίστη και επιμονή. Κατατρόπωσε με τους υπέροχους λόγους του τους αιρετικούς Βαρλαάμ, Ακίνδυνο και Γρηγορά. Για το σθένος του υπέμεινε διωγμούς φυλακίσεις κι εξορίες. Αν δεν είχαμε τον άγιο Γρηγόριο, σήμερα θα είμασταν τουλάχιστον Ουνίτες. Γι' αυτό τον μισούν οι Λατίνοι μέχρι σήμερα.

Ο όσιος Θεοδόσιος Τυρνόβου (1362/3) μετά την παραμονή του στον ιερό Άθωνα επιστρέφει στην πατρίδα του Βουλγαρία κι εγκαθίσταται στην μονή Κελιφάρεβα. Η μονή αποτέλεσε φάρο Ορθοδοξίας, κέντρο αντιαιρετικό, όπου ακτινοβολούσε στη Σερβία, Ουγγαρία και Βλαχία. Ο άγιος συχνά άφηνε την ησυχία, για να υπερασπίσει τα ορθόδοξα δόγματα, που κινδύνευαν από τους ακόλουθους των αιρετικών Βαρλαάμ και Ακινδύνου, τους Αδαμιστές, τους Βογομίλους και τους Εβραίους. Στη σύνοδο του 1359 της Βουλγαρίας πρωτοστάτησε κατά των αιρετικών κι έδωσε μεγάλη χαρά στους πιστούς για την νίκη της Ορθοδοξίας κατά της πλάνης και του ψεύδους των αιρέσεων.

Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος (1379) πήρε μέρος στις ησυχαστικές έριδες, στο πλευρό του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Έγραψε λόγους κατά του Ακινδύνου. Πήρε μέρος στη σύνοδο του 1351 για το ησυχαστικό ζήτημα και συνέταξε τον τόμο των πρακτικών της. Το 1368 συνοδικά αναγνώρισε την αγιότητα του Παλαμά. Υπήρξε βαθύς θεολόγος και υπεράσπισε με ακαταμάχητο σθένος την Ορθοδοξία. Εξουδετέρωσε τις προσηλυτιστικές προσπάθειες των Λατίνων. Τιμάται την Ε' Κυριακή των Νηστειών ως φύλακας της Ορθοδοξίας.

Ο άγιος Μακάριος ο Μακρής (1431) μόνασε στη μονή Βατοπεδίου. Διά του γέροντός του Δαυίδ σχετίσθηκε με τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β' τον Παλαιολόγο. Ως ηγούμενος της μονής Παντοκράτορος Κωνσταντινουπόλεως εστάλη από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η' τον Παλαιολόγο στην Ρώμη ως αντιπρόσωπός και διακρίθηκε για την άκαμπτη στάση του και το γνήσιο ορθόδοξο φρόνημά του. Έγραψε λόγο κατά της εκ του Υιού εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, όπου τονίζει τις σοβαρές μεγάλες διαφορές μεταξύ ορθοδόξων και Λατίνων.

Ο Διονυσιάτης άγιος Νήφων ο Β' και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1508), μετά την εκθρόνισή του και κατά την παραμονή του στη Βλαχία, έσωσε την ρουμάνικη Εκκλησία από την έντονη παπική προπαγάνδα, τις διάφορες αιρέσεις, δεισιδαιμονίες και ηθοφθορίες. Παρόμοιο έργο επιτέλεσε στην Ρωσσία ο Βατοπεδινός μοναχός όσιος Μάξιμος ο Γραικός (1556).

Ο άγιος Βασίλειος Όστρογκ ο θαυματουργός (1671) έζησε αρκετά στο Άγιος Όρος. Ως επίσκοπος στην πατρίδα του Σερβία προφύλαξε σθεναρά το ποίμνιό του από τους Ιησουΐτες, τη λατινική προπαγάνδα και την Ουνία.

Ο όσιος Ιερόθεος ο Ιβηρίτης (1745) δεν δίστασε να έρθει σε σύγκρουση με τον Μεθόδιο Ανθρακίτη, που δίδασκε «αλλόκοτα δόγματα και άθεα μαθήματα» της αιρέσεως του Μολίνου. Παραβρέθηκε και σε σύνοδο, για να στηλιτεύσει την «πανσπερμία των αιρέσεων» του Μεθοδίου. Σε όλη του τη ζωή υπερασπιζόταν την ορθόδοξη παράδοση και δογματική.

Ο ιερομάρτυς Κοσμάς ο Αιτωλός (1779), ο ακάματος Φιλοθεΐτης ιερομόναχος, δεν έπαυσε με αυστηρότητα να στηλιτεύει τα λάθη των Λατίνων και των Εβραίων στα πύρινα κηρύγματά του. Μαρτύρησε από το μίσος των Εβραίων και των Οθωμανών.

Οι άγιοι Κολλυβάδες Παΐσιος Βελιτσκόφσκι (1794), Μακάριος Νοταράς (1805), Νικόδημος Αγιορείτης (1809), Νήφων ο Χίος (1809) και Αθανάσιος ο Πάριος (1813) στους λόγους τους, στις συγγραφές και στα έργα τους υποστηρίζουν με σθένος και βαθειά γνώση την Ιερά παράδοση, τους Ιερούς Κανόνες, τα απαράβατα δόγματα της Εκκλησίας μας. Στιγματίζουν τις πλάνες τις εκτροπές, τα σχίσματα, τις αιρέσεις, τους άθεους.

Οι ένδοξοι νεομάρτυρες, οσιομάρτυρες και ιερομάρτυρες Αγιορείτες υπογράφουν με το αίμα τους την ακέραιη πίστη τους στο ορθόδοξο δόγμα και δεν διστάζουν με τόλμη και αφοβία να μιλήσουν για το ψεύδος του Ισλαμισμού και του Ιουδαϊσμού.

Τα παραπάνω στοιχεία λαμβάνουμε από λίαν προσεχώς εκδιδόμενο και από αρκετών ετών ετοιμαζόμενο έργο μας οι Άγιοι του Αγίου Όρους, οι οποίοι να πρεσβεύουν υπέρ της σεμνής, συνεπής, διακριτικής κι σώφρονης υποστήριξης της παραδοσιακής ορθόδοξης γραμμής των αγίων πατέρων μας, από όλους μας σήμερα. Σε καιρούς έξαρσης του επάρατου οικουμενισμού και του πονηρού συγκρητισμού χρειάζεται αντίσταση και αντίδραση. Όταν ο Πάπας διακηρύσσει ότι είναι ο μόνος εκπρόσωπος του Θεού και πατέρας και ποιμένας όλων των χριστιανών του κόσμου, δεν μπορούμε να τον ονομάζουμε «άγιο αδελφό»...


Γέροντος Μωυσέως Αγιορείτου

Εκ της εφημερίδος "Ορθόδοξος Τύπος"